Χάρης Οικονομόπουλος

 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑ: Χθες – Σήμερα – Αύριο
7 Απριλίου 2014, αίθουσα εκδηλώσεων ΟΛΠ
Χαιρετισμός Χάρη Οικονομόπουλου
Κύριε υπουργέ Ναυτιλίας και Αιγαίου, κυρία υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Κυρίες,
Κύριοι,
Ως ο Έλληνας Πρόεδρος του Ελληνοβρετανικού Επιμελητηρίου, ενός οργανισμού κατά τι
νεότερου από τον ογδοντάχρονο όμιλο της Οικονομικής Επιθεώρησης, εκ μέρους της
συμπροέδρου μου Ευγενίας Χανδρή και του διοικητικού συμβουλίου ευχαριστώ το economia
Business Tank του Ομίλου Economia και την κυρία Αλεξάνδρα Βοβολίνη τόσο για την τιμητική
πρόσκληση οσο και για την ευκαιρία που δίνεται για να μοιραστούμε κάποιες σκέψεις. Σκέψεις
που η παρουσία σήμερα εδώ πενήντα σπουδαστών που ταξίδεψαν ολονυχτίς από την Πρέβεζα,
στην σχολή Εμπορικού Ναυτικού της οποίας φοιτούν, καθιστά επιτακτική την συζήτηση, μαζί
με όσα θα ειπωθούν για τη ναυτιλία.
Είμαστε εδώ σήμερα για να τιμήσουμε τον Καθηγητή Κώστα Γραμμένο,
Ο προλαλήσας υπουργός, ο Καθηγητής Γραμμένος και οι ομιλητές που ακολουθούν είναι
ειδήμονες, μίλησαν και θα μιλήσουν για την ναυτιλία. Σε εμένα θα επιτρέψετε να βγάλω το
καπέλλο του Προέδρου του Ελληνοβρετανικού Επιμελητηρίου, να βγάλω το καπέλο του εκδότη
της Ελευθεροτυπίας, να βγάλω το καπέλο του μαχόμενου δικηγόρου και να μοιραστώ μαζί σας
μερικές σκέψεις για την Ελλάδα. Απλά, σαν ένας από όλους όσοι είναι υποχρεωμένοι να
εξακολουθούν να ζούν και να δουλεύουν σε αυτόν τον τόπο. Τον τόπο στον οποίο, πέρα και
πάνω από συναισθηματικές αναφορές, είναι δεμένα τα βασικά συμφέροντα του εφοπλισμού
και των εργαζομένων στην Ελληνική ναυτιλία.
Όταν η Αλεξάνδρα Βοβολίνη μου πρότεινε να πω δυό λόγια στη σημερινή εκδήλωση, θυμήθηκα
την πρώτη μου επαφή με τον Όμιλο και τις εκδόσεις του. ΄Οταν, φρεσκοεκλεγμένος τότε
Πρόεδρος του Επιμελητηρίου, έγραψα ένα μικρό άρθρο για την Οικονομική Επιθεώρηση.
Δημοσιεύθηκε στη σελίδα 17 στο τεύχος Αυγούστου και είχε τίτλο:
“Πώς δεν θα φύγουν άλλα κεφάλαια από την Ελλάδα.”
Μεταξύ άλλων, έγραφα:
“Ας συνεννοηθούμε όσοι συμφωνούμε στο πώς θέλουμε να είναι η Ελλάδα σε λίγα χρόνια – και
μάλιστα τώρα. Σε λίγους μήνες μπορεί να είναι αργά.
Ανέλαβα να γράψω τριακόσιες λέξεις για το φορολογικό καθεστώς της βαλκανικής γειτονιάς μας,
για τον «ανταγωνισμό» και την Ελλάδα. Όσοι, όμως, διαβάζετε αυτήν την έκδοση γνωρίζετε ήδη
γιατί οι ξένοι επενδυτές χρησιμοποιούν την Κύπρο με τη διαχρονικά σταθερή εταιρική φορολογία
του 10%, γιατί αναζητούν στη Βουλγαρία ή σε άλλες χώρες τη διεθνή επιχειρηματική τους έδρα.
Γνωρίζετε τόσο το ότι, όσο και το γιατί ελληνικές επιχειρήσεις και εύποροι Έλληνες μεταφέρουν τα
διαθέσιμα, την παραγωγή και σιγά σιγά και την ίδια την έδρα τους στη «γειτονιά» και πέρα από
αυτήν...»
Στο σημείο αυτό δεν μπορώ να μη σταματήσω για να επισημάνω και να στιγματίσω ένα
πισωγύρισμα στο σταθερό φορολογικό καθεστώς που απολαμβάνει με βάση συνταγματική
επιταγή από το 1952 η ναυτιλία στην Ελλάδα, μια σταθερότητα 62 χρόνων που θά’ ταν χρήσιμο
να απολαμβάναμε όλοι. Ένα λαΐκιστικό και βλαβερό πισωγύρισμα στη συνταγματικά
κατοχυρωμένη φορολογική σταθερότητα και όχι στο, όπως επιχειρείται να παρουσιαστεί,
«αφορολόγητο». Καθώς η ναυτιλία, έχει δεν έχει κέρδη, φορολογείται σταθερά, πέρα και πάνω
από το συνάλλαγμα που φέρνει στον τόπο. Αυτή την σταθερότητα που - σύμφωνα με τη μελέτη
που κατήρτισε το ΙΟΒΕ μετά από τρία χρόνια δουλείας, μελέτη που παρήγγειλε, χρηματοδότησε
και παρουσίασε το Ελληνοβρετανικό Επιμελητήριο τον Δεκέμβριο του 2014 – αν είχαμε όλοι θα
χτύπαγε κατακούτελα την γραφειοκρατία και τη διαφθορά και θα αποκαθιστούσε ένα
φορολογικό σύστημα που θα έφερνε, αντί να διώχνει όπως τώρα, κεφάλαια στην Ελλάδα, αυτή
τη συνταγματικά κατοχυρωμένη σταθερότητα βρήκαν, ανώφελα αλλά «συμβολικά» να
επιχειρήσουν να πλήξουν, αντί να την επεκτείνουν, κυβέρνηση και τρόικα. Κύριε υπουργέ,
ουδείς αλάνθαστος, τα λάθη όμως πρέπει να διορθώνονται. Και η πρόσφατη απόπειρα
αντισυνταγματικής και ανώφελης πρόσθετης φορολόγησης της ναυτιλίας, ήταν λάθος επιζήμιιο
για όλους.
Για να συνεχισω όμως αυτά που, τότε, έγραφα:
“…Οι μόνοι που προσποιούνται ότι δεν το καταλαβαίνουν είναι τα μέλη του κατ’ επάγγελμα
πολιτικού προσωπικού. Ιδιαίτερα όταν αναλαμβάνουν εκτελεστική εξουσία.
Τόσο αυτούς όσο, κυρίως, τις πράξεις και τις παραλείψεις τους έχουμε ήδη πληρώσει, τουλάχιστον,
τριάντα χρόνια πανάκριβα. Εξακολουθούν, δε, να μας ληστεύουν, πάντως αποστερούν το προϊόν
των κόπων του χθες και του σήμερα όσο, μεταξύ άλλων, εμείς που διαβάζουμε αυτό το περιοδικό
δεν συνεννοούμαστε. Εξακολουθούν να ευνουχίζουν εμάς και τις ελπίδες του αύριο όσο εμείς, που
αναζητούμε κάθε επιχειρηματικά ανεξάρτητη πηγή ενημέρωσης, παραμένουμε, απλά,
διαμαρτυρόμενες παρέες. Θα εξακολουθούν να το κάνουν όσο, όποιοι μοιραζόμαστε την αντίληψη
και τις διαπιστώσεις της συντριπτικής πλειοψηφίας, όπως τουλάχιστον καταγράφεται στις
δημοσκοπήσεις, εξακολουθούμε να σχολιάζουμε απέχοντες, συμπεριφερόμενοι ως σιωπηλοί και
έκπληκτοι, ως στωική πλειοψηφία.
Ανησυχούμε και προγραμματίζουμε τη δική μας, όπως νομίζουμε, ασφάλεια, αλλά δεν
κάνουμε και πολλά για την εθνικη, για την πατριωτική, για τη συλλογική μας ασφάλεια και
μέλλον.
Πρέπει, επιτέλους, να σπάσουμε την απομόνωσή μας και να συνεννοηθούμε μεταξύ μας.
Κύριε διευθυντά, αν και πιστεύω ότι έχω κάποια γνώση, ομολογώ ότι δεν ξέρω τα διεθνή
φορολογικά θέματα καλύτερα από κάποιους άλλους. Αισθάνομαι όμως, βαθιά, ότι πρέπει,
επιτέλους, να σπάσουμε την απομόνωσή μας και να συνεννοηθούμε μεταξύ μας. Να συνενοηθούμε
για να κάνουμε τις ελπίδες μας δύναμη, για να αποκτήσει, για λίγο, αυτή η δύναμη εξουσία.
Εξουσία για να αλλάξουμε την πορεία του πλοίου, του ναυαγίου «η Ελλάς». Όχι μόνο και μόνο για
να αλλάξουμε πλήρωμα, αλλά για να σωθούμε εμείς οι επιβάτες.
Ελάτε, λοιπόν, να συνενοηθούμε όσοι συμφωνούμε στο πώς θέλουμε να είναι η Ελλάδα σε λίγα
χρόνια. Και αφού το κάνουμε, ας αναζητήσουμε τους λίγους ή τους λιγότερους ανάμεσά μας που
ανεξάρτητα από το τι πέτυχαν μέχρι σήμερα στη ζωή τους δεν συμβιβάστηκαν και δεν έκαναν ποτέ
ως ιδιώτες αυτά που όψιμα αποστρέφονται όσοι προσλαμβάνονται ως πολιτικοί. Χωρίς να είμαστε
«ρατσιστές», τις ελπίδες μπορούν να τις κάνουν πράξη μόνο όσοι πείθουν με το παράδειγμα και
όχι, απλά, με τα λόγια. Στην αποδόμηση που θα επιχειρηθεί εναντίον τους δεν μπορούν βάσιμα να
αντισταθούν όσοι έχουν κάτι να κρύψουν.
Δεν έχουμε δα να χάσουμε και τίποτα. Αν βρούμε τέτοιους Έλληνες και χάσουμε, αυτοί θα χάσουν.
Το κεφάλι τους. Αν κερδίσουν, θα έχουμε ελπίδες για μία ισχυρή, ωραία και ακμάζουσα Ελλάδα.
Ας προτιμήσουμε, δε, αυτούς που δεν θα παίξουν το κεφάλι τους γιατί θεωρούν ότι δεν έχουν και
τίποτα να χάσουν, αλλά αυτούς που θα το παίξουν γιατί πιστεύουν βαθιά ότι όσο βουλιάζει η
Ελλάδα χάνουν το κεφάλι τους και αυτοί και τα παιδιά τους.
Και, πού’ στε... Αν είναι να συνενοηθούμε, ας συνενοηθούμε τώρα. Σε λίγους μήνες, όπως
τουλάχιστον μας λέει η λογική, μπορεί να’ ναι αργά. Αν δεν είναι ήδη.”
Από τότε που έγραφα αυτές τις αράδες πέρασαν κοντά τέσσερα χρόνια. Έγιναν πολλά. Δεν
έγιναν όμως, ακόμα, τα βασικά. Ώστε να πιάσουν τόπο οι θυσίες.
Στις 3 Απριλίου, λίγες μέρες πριν, ο Μίκης Θεοδωράκης έγραφε στην τελευταία δημόσια
επιστολή του:
«Aν θες διαφώνησε, αλλά μην αδιαφορείς. Η πατρίδα εκπέμπει σήμα κινδύνου. Ποιός
περιμένεις να τη σώσει; Ποιός περιμένεις να σε σώσει; O σωτήρας είσαι εσύ, γιατί η
πατρίδα είσαι εσύ.»
Κυρίες και κύριοι της ναυτιλίας, οι σωτήρες ειστε και εσείς γιατί η πατρίδα είστε και
εσείς.
Είμαστε όλοι στο ίδιο βαπόρι, ένα βαπόρι του οποίου το τιμόνι εξακολουθεί να μην ελέγχει το
πηδάλιο, ένα βαπόρι που όποιος και να είναι κάθε φορά ο καπετάνιος, όσο δεν διορθώνεται το
συνταγματικά κατοχυρωμένο αναποτελεσματικό σύστημα διακυβέρνησης, κινδυνεύει ανα πάσα
στιγμή να πέσει στα βράχια. Εβδομηνταπέντε στους εκατό συμπολίτες μας συμφωνούν,
σύμφωνα με έρευνα που έγινε για λογαριασμό της Ελευθεροτυπίας το Μάρτιο του 2013, στην
άμεση και πρωταρχική ανάγκη να διορθωθεί αυτό το συνταγματικά κατοχυρωμένο
αναποτελεσματικό σύσημα διακυβέρνησης. Εβδομηνταπέντε στους εκατό συμφωνούν για την
άμεση επιρροή που έχει στην καθημερινότητά τους η διόρθωση ενός θεσμικού συνταγματικού
πλαισίου για να αποκατασταθούν τα βασικά, Δικαιοσύνη, Αποτελεσματικότητα, Ελπίδα.
Κυρίες και κύριοι της ναυτιλίας, έχουμε ένα, τουλάχιστον, κοινό:
Τόσο εσείς όσο και όσοι εκτός ναυτιλίας όχι απλά θέλουμε αλλά δεν έχουμε άλλη επιλογή από
το να ζούμε και να δουλεύουμε εδώ πήραμε ρίσκα, παίρνουμε ρίσκα, ρίσκα που μπορεί ανα
πάσα στιγμή να μας συντρίψουν.
Κυρίες και κύριοι εφοπλιστές, έχουμε και μία, τουλάχιστον, διαφορά:
Στο ακυβέρνητο αυτό βαπόρι, οι περισσότεροι από εσάς μπορείτε να έχετε κρύο κεφάλι,
ψυχραιμία, ασφάλεια και σχέδια. Γιατί είστε δεμένοι σε ελικόπτερα με συρματόσχοινα που, αν
το βαπόρι αυτό βουλιάξει, μπορούν να σας μεταφέρουν άμεσα σε άλλα βαπόρια, σε ήρεμα νερά.
Αν το καράβι της πατρίδας βουλίαξει, εσείς θα σωθείτε. Οι άλλοι, οι περισσότεροι, θα
πνιγούμε μαζί του.
Αξιοποιείστε λοιπόν αυτό το πλεονέκτημα που διαθέτετε για το καλό του τόπου.
Μην αφήνετε την κοινωνία έρμαιο επαγγελματιών ανεπάγγελτων.
Μην αφήνετε την καθοδήγηση της κοινωνίας και της ενημέρωσης σε ιδιοτελείς ή σε μη ικανούς.
Η ηθική σας στήριξη δεν αρκεί.
Όπως έγραφε και ο εθνικός ποιητής:
«Χρωστάμε (και χρωστάτε) σ’ όσους ήρθαν, πέρασαν, θα ‘ ρθούν και θα περάσουν.
Κριτές θα μας δικάσουν οι αγέννητοι, οι νεκροί».
Κριτές επίσης θα δικάσουν τα παιδιά και η συνείδηση.
Τα βαπόρια έχουν προπέλες και φεύγουν, η ναυτιλία μπορεί να υπάρξει χωρίς την Ελλάδα, τα
δικά σας όμως βασικά συμφέροντα είναι άρρηκτα δεμένα σε αυτόν τον τόπο. Αν χάσετε μιά
πατρίδα, το κόστος που θα πληρώνουν γενιές απογόνων σας για να την ξαναποκτήσουν θα είναι
δυσμέτρητο.
Για όνομα θεού, ας συνεννοηθούμε, συνεννοηθείτε, για να υπάρχουν ελπίδες.
Ευχαριστώ για την προσοχή σας.
Ο Χάρης Οικονομόπουλος είναι δικηγόρος και διαχειριστής εταίρος της Δικηγορικής Εταιρείας
Οικονομόπουλος και Συνεργάτες, πρόεδρος του Ελληνοβρετανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου,
εκδότης της Ελευθεροτυπίας και συντονιστικό μέλος της ένωσης ΕΛΠΙΔΕΣ.