ΖΥΣΤΙΝ ΖΥΣΤΙΝ

Μαρκήσιος ντε Σαντ
ΖΥΣΤΙΝ
ΖΥΣΤΙΝ
ή
οι δυστυχίες της αρετής
Μετάφραση: Δ. Γκινοσάτης
νεφέλη / ερωτική λογοτεχνία
ISBN 978-960-211-981-5
9 789602 119815
www.nnet.gr
ΖΥΣΤΙΝ ή οι δυστυχίες της αρετής
[...] Απώτερος στόχος αυτού του μυθιστορήματος
(όχι και τόσο μυθιστόρημα όσο θα πίστευε κανείς)
είναι κάτι αναμφίβολα καινοφανές. Η κυριαρχία της
αρετής επί της φαυλότητας, η ανταμοιβή του αγαθού, η καταδίκη του κακού – ιδού η συνήθης εξέλιξη όλων των έργων αυτού του είδους, η οποία δεν
μας είναι διόλου άγνωστη!
Το να παρουσιάζεις όμως τη φαυλότητα να θριαμβεύει παντού και την αρετή να θυσιάζεται στο
βωμό των ίδιων των αρχών της, το να δείχνεις
μια δύστυχη να παραδέρνει από βάσανο σε βάσανο, να γίνεται άθυρμα της ανοσιουργίας, χλεύασμα
των ακόλαστων, στόχος των πιο βάρβαρων και τερατωδών ορέξεων, παραζαλισμένη από τα πιο τολμηρά και ευλογοφανή σοφίσματα, λεία της πιο πανούργας σαγήνης, των πιο ακαταμάχητων εκμαυλισμών, μην έχοντας κάτι άλλο να αντιτάξει στις τόσες δυστυχίες και συμφορές, μη διαθέτοντας άλλη
δύναμη για να αποκρούσει την τόση διαφθορά, παρά
μόνο μια ευαίσθητη ψυχή, ενδιάθετο πνεύμα και
πολύ κουράγιο, κοντολογίς, το να αποτολμάς τις
πιο παρακινδυνευμένες περιγραφές, να εκθέτεις τις
πιο ασυνήθιστες καταστάσεις, να διατυπώνεις τα
πιο φοβερά αξιώματα, να προσθέτεις τις πιο έντονες πινελιές, με μοναδικό σκοπό να αντλήσεις απ’
όλα αυτά ένα από τα σπουδαιότερα μαθήματα ηθικής που έχει δεχτεί ποτέ άνθρωπος – σημαίνει, και
όλοι θα συμφωνήσουν σ’ αυτό, ότι φτάνεις στο στόχο σου ακολουθώντας ένα μονοπάτι που ελάχιστοι
μέχρι σήμερα έχουν περπατήσει.
Μαρκήσιος ντε Σαντ
Ο Δημήτρης Γκινοσάτης γεννήθηκε το 1974 στην
Αθήνα. Είναι διδάκτωρ του Παντείου Πανεπιστημίου και διδάσκει φιλοσοφία και αισθητική των μέσων
στην Ανωτάτη Σχολή Kαλών Τεχνών των Αθηνών. Η διδακτική και ερευνητική του δραστηριότητα προσανατολίζεται προς μια μορφή επιστημολογίας, όπου η φιλοσοφία συναντά τις θεωρίες και
τεχνολογίες της αισθητικής αντίληψης. Παράλληλα
με τις ακαδημαϊκές σπουδές του, σπούδασε μεταφρασεολογία στην Ελλάδα (IFA) και διεξήγαγε σχετική έρευνα στη Γαλλία, ως υπότροφος του γαλλικού
κράτους. Επιστημονικά άρθρα του περί αισθητικής
και τεχνικών μέσων έχουν φιλοξενηθεί στον ημερήσιο Τύπο, αλλά και σε συλλογικούς τόμους, ενώ
έχει επίσης δημοσιεύσει εκτενή εξειδικευμένα κείμενα πάνω σε θέματα φιλοσοφίας και επιστημολογίας. Έχει μεταφράσει και δημοσιεύσει στα ελληνικά έργα των J. Derrida, M. Foucault, S. Kofman,
P. Klossowski, M. de Sade, καθώς και κείμενα των
G. Deleuze, S. Freud, V. Flusser και Fr. Kittler.
Γεννημένος στις 2 Ιουνίου 1740, ο Ντονασιέν-ΑλφόνςΦρανσουά ντε Σαντ, άρχοντας της Λακόστ και του
Μαζάν, ανήκε σε μια από τις επιφανέστερες και παλαιότερες αριστοκρατικές οικογένειες της Προβηγκίας. Σε ηλικία δέκα ετών εισήχθη στους ιησουίτες του κολλεγίου Λουί-Λε-Γκραν και τέσσερα χρόνια αργότερα έγινε δεκτός στη φημισμένη τότε σχολή
του Ελαφρού Ιππικού, όπου φοιτούσαν αποκλειστικά
και μόνο γόνοι των παλαιότερων αριστοκρατικών οικογενειών. Υπηρέτησε διαδοχικά ως υπολοχαγός στο
βασιλικό πεζικό και ως αξιωματικός του ιππικού και
έλαβε μέρος στον Επταετή Πόλεμο, όπου και διακρίθηκε για τα ανδραγαθήματά του. Όλα αυτά μέχρι τη χρονιά-ορόσημο του 1763, οπότε και έμελλε
να γνωρίσει τον χειρότερο εχθρό του, που θα αποδεικνυόταν εξίσου επικίνδυνος με το Καθεστώς του Τρόμου: την πεθερά του, αρχόντισσα του Μοντρέιγ, γυναίκα με ισχυρές γνωριμίες στην Αυλή, της οποίας
την κόρη υποχρεώθηκε να παντρευτεί παρά τη θέλησή του στις 17 Μαΐου της ίδιας χρονιάς. Η ζωή του,
μέχρι και το θάνατό του στις 2 Δεκεμβρίου 1814, σημαδεύτηκε από αλλεπάλληλες σεξουαλικές «υποθέσεις», συλλήψεις, φυλακίσεις, καταδικαστικές αποφάσεις σε θάνατο που αίρονταν την τελευταία στιγμή,
εγκλεισμούς σε άσυλα φρενοβλαβών, αλλά και από
απαράμιλλο δημιουργικό οίστρο: επιδόθηκε σε μία
από τις πιο ενδιαφέρουσες μορφές ματεριαλιστικής
φιλοσοφίας του καιρού του, συνέταξε μια σειρά από
τους πλέον φαρμακερούς πολιτικούς λίβελους κατά
των ηθών της Επανάστασης και έγραψε μερικά από
τα πλέον τερατώδη, ως προς τον όγκο και την αρχιτεκτονική τους, λογοτεχνικά έργα που έχει να επιδείξει ο δυτικός πολιτισμός.
ISBN 978-960-211-981-5
9 789602 119815
www.nnet.gr
ΖΥΣΤΙΝ ή οι δυστυχίες της αρετής
[...] Απώτερος στόχος αυτού του μυθιστορήματος
(όχι και τόσο μυθιστόρημα όσο θα πίστευε κανείς)
είναι κάτι αναμφίβολα καινοφανές. Η κυριαρχία της
αρετής επί της φαυλότητας, η ανταμοιβή του αγαθού, η καταδίκη του κακού – ιδού η συνήθης εξέλιξη όλων των έργων αυτού του είδους, η οποία δεν
μας είναι διόλου άγνωστη!
Το να παρουσιάζεις όμως τη φαυλότητα να θριαμβεύει παντού και την αρετή να θυσιάζεται στο
βωμό των ίδιων των αρχών της, το να δείχνεις
μια δύστυχη να παραδέρνει από βάσανο σε βάσανο, να γίνεται άθυρμα της ανοσιουργίας, χλεύασμα
των ακόλαστων, στόχος των πιο βάρβαρων και τερατωδών ορέξεων, παραζαλισμένη από τα πιο τολμηρά και ευλογοφανή σοφίσματα, λεία της πιο πανούργας σαγήνης, των πιο ακαταμάχητων εκμαυλισμών, μην έχοντας κάτι άλλο να αντιτάξει στις τόσες δυστυχίες και συμφορές, μη διαθέτοντας άλλη
δύναμη για να αποκρούσει την τόση διαφθορά, παρά
μόνο μια ευαίσθητη ψυχή, ενδιάθετο πνεύμα και
πολύ κουράγιο, κοντολογίς, το να αποτολμάς τις
πιο παρακινδυνευμένες περιγραφές, να εκθέτεις τις
πιο ασυνήθιστες καταστάσεις, να διατυπώνεις τα
πιο φοβερά αξιώματα, να προσθέτεις τις πιο έντονες πινελιές, με μοναδικό σκοπό να αντλήσεις απ’
όλα αυτά ένα από τα σπουδαιότερα μαθήματα ηθικής που έχει δεχτεί ποτέ άνθρωπος – σημαίνει, και
όλοι θα συμφωνήσουν σ’ αυτό, ότι φτάνεις στο στόχο σου ακολουθώντας ένα μονοπάτι που ελάχιστοι
μέχρι σήμερα έχουν περπατήσει.
Μαρκήσιος ντε Σαντ
Ο Δημήτρης Γκινοσάτης γεννήθηκε το 1974 στην
Αθήνα. Είναι διδάκτωρ του Παντείου Πανεπιστημίου και διδάσκει φιλοσοφία και αισθητική των μέσων
στην Ανωτάτη Σχολή Kαλών Τεχνών των Αθηνών. Η διδακτική και ερευνητική του δραστηριότητα προσανατολίζεται προς μια μορφή επιστημολογίας, όπου η φιλοσοφία συναντά τις θεωρίες και
τεχνολογίες της αισθητικής αντίληψης. Παράλληλα
με τις ακαδημαϊκές σπουδές του, σπούδασε μεταφρασεολογία στην Ελλάδα (IFA) και διεξήγαγε σχετική έρευνα στη Γαλλία, ως υπότροφος του γαλλικού
κράτους. Επιστημονικά άρθρα του περί αισθητικής
και τεχνικών μέσων έχουν φιλοξενηθεί στον ημερήσιο Τύπο, αλλά και σε συλλογικούς τόμους, ενώ
έχει επίσης δημοσιεύσει εκτενή εξειδικευμένα κείμενα πάνω σε θέματα φιλοσοφίας και επιστημολογίας. Έχει μεταφράσει και δημοσιεύσει στα ελληνικά έργα των J. Derrida, M. Foucault, S. Kofman,
P. Klossowski, M. de Sade, καθώς και κείμενα των
G. Deleuze, S. Freud, V. Flusser και Fr. Kittler.
Γεννημένος στις 2 Ιουνίου 1740, ο Ντονασιέν-ΑλφόνςΦρανσουά ντε Σαντ, άρχοντας της Λακόστ και του
Μαζάν, ανήκε σε μια από τις επιφανέστερες και παλαιότερες αριστοκρατικές οικογένειες της Προβηγκίας. Σε ηλικία δέκα ετών εισήχθη στους ιησουίτες του κολλεγίου Λουί-Λε-Γκραν και τέσσερα χρόνια αργότερα έγινε δεκτός στη φημισμένη τότε σχολή
του Ελαφρού Ιππικού, όπου φοιτούσαν αποκλειστικά
και μόνο γόνοι των παλαιότερων αριστοκρατικών οικογενειών. Υπηρέτησε διαδοχικά ως υπολοχαγός στο
βασιλικό πεζικό και ως αξιωματικός του ιππικού και
έλαβε μέρος στον Επταετή Πόλεμο, όπου και διακρίθηκε για τα ανδραγαθήματά του. Όλα αυτά μέχρι τη χρονιά-ορόσημο του 1763, οπότε και έμελλε
να γνωρίσει τον χειρότερο εχθρό του, που θα αποδεικνυόταν εξίσου επικίνδυνος με το Καθεστώς του Τρόμου: την πεθερά του, αρχόντισσα του Μοντρέιγ, γυναίκα με ισχυρές γνωριμίες στην Αυλή, της οποίας
την κόρη υποχρεώθηκε να παντρευτεί παρά τη θέλησή του στις 17 Μαΐου της ίδιας χρονιάς. Η ζωή του,
μέχρι και το θάνατό του στις 2 Δεκεμβρίου 1814, σημαδεύτηκε από αλλεπάλληλες σεξουαλικές «υποθέσεις», συλλήψεις, φυλακίσεις, καταδικαστικές αποφάσεις σε θάνατο που αίρονταν την τελευταία στιγμή,
εγκλεισμούς σε άσυλα φρενοβλαβών, αλλά και από
απαράμιλλο δημιουργικό οίστρο: επιδόθηκε σε μία
από τις πιο ενδιαφέρουσες μορφές ματεριαλιστικής
φιλοσοφίας του καιρού του, συνέταξε μια σειρά από
τους πλέον φαρμακερούς πολιτικούς λίβελους κατά
των ηθών της Επανάστασης και έγραψε μερικά από
τα πλέον τερατώδη, ως προς τον όγκο και την αρχιτεκτονική τους, λογοτεχνικά έργα που έχει να επιδείξει ο δυτικός πολιτισμός.
Ζυστίν ή οι δυστυχίες της αρετής
ΝΕΦΕΛΗ / ΕΡΩΤΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
Τίτλος πρωτοτύπου: Justine ou les Malheurs de la vertu
Σύμβουλος έκδοσης: Αλέξης Πφάου
Οι γκραβούρες της παρούσας έκδοσης προέρχονται από
αναπαραγωγή της έκδοσης του 1797.
Μακέτα εξωφύλλου και σχεδιασμός βιβλίου:
Περικλής Δουβίτσας
ISBN: 978-960-211-981-5
Για την ελληνική γλώσσα:
© Eκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ και Δημήτρης Γκινοσάτης
Ασκληπιού 6, Αθήνα 106 80
τηλ.: 210 3639962 – fax: 210 3623093
e-mail: [email protected]
www.nnet.gr
ΜΑΡΚΗΣΙΟΣ ΝΤΕ ΣΑΝΤ
ΖΥΣΤΙΝ
Ή
ΟΙ ΔΥΣΤΥΧΙΕΣ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ
Μετάφραση
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΙΝΟΣΑΤΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΦΕΛΗ
ΑΘΗΝΑ 2011
Ω φίλε μου! Η ευδαιμονία που πηγάζει από το
έγκλημα
είναι σαν τον κεραυνό, που με την απατηλή του
λάμψη
εξωραΐζει για μια στιγμή την ατμόσφαιρα, για να
γκρεμίσει
όμως μιαν ώρα αρχύτερα στην άβυσσο του θανάτου
τον δυστυχή που θαμπώθηκε από αυτήν.
ΣΤΗΝ ΚΑΛΗ ΜΟΥ ΦΙΛΗ
Ναι, Κονστάνς,1 σε σένα απευθύνω αυτό το έργο.
Παράδειγμα λαμπρό και συνάμα τιμή για το φύλο
σου, συνδυασμός της πιο ευαίσθητης ψυχής με το πιο
δίκαιο και φωτισμένο πνεύμα, εσύ μόνο δικαιούσαι
να γνωρίσεις την απαλότητα των δακρύων που γεννά η ταλανισμένη αρετή. Είμαι σίγουρος ότι εσύ που
αποστρέφεσαι τα σοφίσματα της ελευθεριότητας και
της αθρησκίας, που τα αντιμάχεσαι αδιάλειπτα με
τις πράξεις και τα λόγια σου, δεν θα πτοηθείς από
όσα τέτοια επιβάλλει αναγκαστικά, σ’ αυτά τα Απομνημονεύματα, το είδος των προσώπων που συνέθεσα. Ούτε ο κυνισμός ορισμένων περιγραφών (που
παρά ταύτα μετριάστηκαν όσο ήταν δυνατόν) θα σε
τρομάξει επιπλέον. Η φαυλότητα είναι αυτή που, φοβούμενη μήπως αποκαλυφθεί, φωνάζει για σκάνδαλα μόλις δεχθεί επίθεση. Η δίκη του Ταρτούφου2
έγινε από θρησκόληπτους. Εκείνη της Ζυστίν θα είναι έργο των ελευθέριων, δεν έχω την παραμικρή
αμφιβολία γι’ αυτό. Γνωρίζω όμως ότι τα κίνητρά
μου, μόλις τα αποκαλύψεις, δεν πρόκειται να αποδοκιμαστούν από κανέναν. Η γνώμη σου αρκεί για
1. Πρόκειται για την ηθοποιό Μαρί-Κονστάνς Κενέ
(Marie-Constance Quesnet), με την οποία ο Σαντ διατηρούσε σχέση από το 1790 μέχρι και το θάνατό του. (Σ.τ.Μ.)
2. Όπως όλοι οι πεφωτισμένοι άνθρωποι της εποχής
του, έτσι και ο Σαντ υπήρξε ένθερμος αναγνώστης του Μολιέρου. (Σ.τ.Μ.)
9
να με δοξάσει, και οφείλω, εφόσον θα έχω τύχει της
δικής σου εύνοιας, να αποκτήσω και την καθολική
εύνοια ή να υπομείνω τις κάθε είδους λογοκρισίες.
Απώτερος στόχος αυτού του μυθιστορήματος (όχι
και τόσο μυθιστόρημα όσο θα πίστευε κανείς3) είναι κάτι αναμφίβολα καινοφανές. Η κυριαρχία της
αρετής επί της φαυλότητας, η ανταμοιβή του αγαθού, η καταδίκη του κακού – ιδού η συνήθης εξέλιξη όλων των έργων αυτού του είδους, η οποία δεν
μας είναι διόλου άγνωστη!
Το να παρουσιάζεις όμως τη φαυλότητα να θριαμβεύει παντού και την αρετή να θυσιάζεται στο βωμό
των ίδιων των αρχών της, το να δείχνεις μια δύστυχη να παραδέρνει από βάσανο σε βάσανο, να γίνεται άθυρμα της ανοσιουργίας, χλεύασμα των ακόλαστων, στόχος των πιο βάρβαρων και τερατωδών
ορέξεων, παραζαλισμένη από τα πιο τολμηρά και
ευλογοφανή σοφίσματα, λεία της πιο πανούργας σαγήνης, των πιο ακαταμάχητων εκμαυλισμών, μην
έχοντας κάτι άλλο να αντιτάξει στις τόσες δυστυχίες και συμφορές, μη διαθέτοντας άλλη δύναμη για
να αποκρούσει την τόση διαφθορά, παρά μόνο μια
ευαίσθητη ψυχή, ενδιάθετο πνεύμα και πολύ κουράγιο, κοντολογίς, το να αποτολμάς τις πιο παρακινδυνευμένες περιγραφές, να εκθέτεις τις πιο ασυνήθιστες καταστάσεις, να διατυπώνεις τα πιο φοβερά
3. Με την έννοια ότι δεν πρόκειται και τόσο για κλασικό μυθιστόρημα όσο για μυθιστορηματική πραγματεία
πάνω στη φύση και την ανθρωπολογική αλήθεια. (Σ.τ.Μ.)
10
αξιώματα, να προσθέτεις τις πιο έντονες πινελιές,
με μοναδικό σκοπό να αντλήσεις απ’ όλα αυτά ένα
από τα σπουδαιότερα μαθήματα ηθικής που έχει δεχτεί ποτέ άνθρωπος – σημαίνει, και όλοι θα συμφωνήσουν σ’ αυτό, ότι φτάνεις στο στόχο σου ακολουθώντας ένα μονοπάτι που ελάχιστοι μέχρι σήμερα
έχουν περπατήσει.
Πέτυχα, άραγε, Κονστάνς; Αρκεί ένα δάκρυ των
ματιών σου για να επιβεβαιώσει το θρίαμβό μου;
Όταν θα έχεις διαβάσει τη Ζυστίν απνευστί, θα πεις
άραγε: «Ω, πόσο περήφανη για την αγάπη μου προς
την αρετή με κάνουν αυτές οι απεικονίσεις του εγκλήματος! Πόσο μεγαλειώδης είναι μέσα στα δάκρυά της!
Πόσο την εξωραΐζουν οι δυστυχίες!».
Ω Κονστάνς! Είθε να ξεστομίσεις αυτά τα λόγια
και οι προσπάθειές μου να στεφθούν με επιτυχία.
11
Το ύψιστο επίτευγμα της φιλοσοφίας θα ήταν να
καταδείξει εκείνα τα μέσα τα οποία μετέρχεται η
Θεία Πρόνοια προκειμένου να πραγματώσει τους
σκοπούς που έχει ορίσει για τον άνθρωπο και, κατόπιν τούτου, να χαράξει κάποια υποδείγματα συμπεριφοράς που θα επέτρεπαν σ’ αυτό το δύστυχο
δίποδο πλάσμα να λάβει γνώση του τρόπου με τον
οποίο οφείλει να πορευτεί στον δύσβατο δρόμο της
ζωής, ούτως ώστε να προλάβει τις αλόγιστες τροπές της ειμαρμένης, στην οποία αποδίδουμε χίλια
δυο διαφορετικά ονόματα, δίχως να έχουμε καταφέρει ακόμη ούτε να τη γνωρίσουμε ούτε να την
προσδιορίσουμε.
Εάν, παρ’ όλο το σεβασμό μας προς τις κοινωνικές συμβάσεις και δίχως να υπερβαίνουμε ποτέ
τους φραγμούς που αυτές μας επιβάλλουν, συμβαίνει ο δρόμος μας να είναι στρωμένος με αγκάθια,
τη στιγμή που οι κακοί δρέπουν μόνο ρόδα, επόμενο δεν είναι κάποιοι άνθρωποι, που στερούνται
ενός ηθικού υποβάθρου τόσο εδραίου ώστε να τεθούν
13
υπεράνω τέτοιων διαπιστώσεων, να εκτιμήσουν ότι
αξίζει καλύτερα να ακολουθήσουν το ρεύμα παρά
να αντισταθούν σ’ αυτό; Δεν θα πουν πως η Αρετή,
όσο ωραία κι αν είναι, αποτελεί τον χειρότερο δρόμο
που θα μπορούσε να επιλέξει κανείς, από τη στιγμή
που αποδεικνύεται τόσο αδύναμη να αντιταχθεί στη
φαυλότητα, και πως σε έναν ολότελα διαφθαρμένο
κόσμο η πιο ασφαλής επιλογή είναι να πράττει κανείς κατά το παράδειγμα των άλλων; Όσοι διαθέτουν λίγη παραπάνω μόρφωση, εκμεταλλευόμενοι
την παιδεία τους, δεν θα αναφωνήσουν, όπως ο άγγελος Ζεσράντ στο Ζαντίγκ,4 πως δεν υπάρχει κακό
χωρίς καλό και πως μπορούν συνεπώς να επιδοθούν
στο κακό, εφόσον στην πραγματικότητα είναι κι αυτός ένας τρόπος για να γεννηθεί το καλό; Δεν θα
προσθέσουν πως, σε τελική ανάλυση, είναι αδιάφορο αν κάποιος προτιμά την αρετή από τη φαυλότητα, πως αν η δυστυχία κατατρέχει την αρετή και η
ευημερία συνοδεύει το έγκλημα, εφόσον τα πάντα
είναι ισότιμα στη φύση, αξίζει απείρως περισσότερο
να τάσσεται κανείς με το μέρος των ευημερούντων
κακών παρά με εκείνο των δεινοπαθούντων ενάρετων; Είναι, λοιπόν, σημαντικό να αποτρέπεται η
εγκόλπωση τέτοιων επικίνδυνων σοφισμάτων, προϊόντων μιας κίβδηλης φιλοσοφίας, όπως επίσης είναι
ουσιωδώς αναγκαίο να δειχθεί ότι η έκθεση τέτοιων
παραδειγμάτων κατατρεγμού της αρετής είναι δυ4. Πρόκειται για το περίφημο έργο φιλοσοφικής μυθοπλασίας του Βολταίρου (1747). (Σ.τ.Μ.)
14
νατόν να οδηγήσει μία διεφθαρμένη ψυχή, η οποία
ωστόσο διατηρεί ακόμη μέσα της ορισμένες σωστές
αρχές, πίσω στο δρόμο του αγαθού. Και τούτο είναι τόσο βέβαιο όσο και στην περίπτωση που ο δρόμος της αρετής ήταν σπαρμένος από περίλαμπρα
τρόπαια και δελεαστικές ανταμοιβές. Δίχως αμφιβολία, είναι σκληρό να πρέπει κανείς να ιστορήσει,
από τη μια μεριά, τη σωρεία βασάνων που πλήττουν
μια γλυκιά και ευαίσθητη νεαρή γυναίκα που επιδεικνύει τον υπέρτατο σεβασμό προς την αρετή και,
από την άλλη, το πλεόνασμα ευημερίας που απολαμβάνουν εκείνοι που ταπεινώνουν και συντρίβουν
την ίδια αυτή γυναίκα. Αν όμως πράγματι προκύπτει κάποιο καλό από την καταγραφή αυτών των
δυστυχιών, θα έπρεπε άραγε να νιώθει τύψεις αυτός που τις εξέθεσε; Θα έπρεπε να λυπάται επειδή αποτύπωσε ένα γεγονός από το οποίο κάθε έμφρων άνθρωπος που ξέρει να διαβάζει θα αντλήσει
το τόσο χρήσιμο μάθημα της υποταγής στα κελεύσματα της Πρόνοιας, καθώς και τη μοιραία προειδοποίηση ότι συχνά ο Ουρανός πλήττει εκείνον που
φαίνεται να εκπληρώνει απαρέγκλιτα το ηθικό του
χρέος, με μοναδικό σκοπό όμως να μας υποδείξει
το δικό μας ηθικό χρέος;
Τέτοια είναι τα φρονήματα που συνέχουν και κατευθύνουν το έργο μας και, επικαλούμενοι ακριβώς
αυτά, ζητούμε την επιείκεια του αναγνώστη για τις
εσφαλμένες ιδέες και αντιλήψεις που βάλαμε στο
στόμα ορισμένων εκ των ηρώων μας, καθώς και
για τις σφοδρές σκηνές που, από αγάπη προς την
15
αλήθεια, χρειάστηκε ενίοτε να ξεδιπλώσουμε μπροστά στα μάτια του.
Η κυρία κόμισσα ντε Λορσάνζ ήταν μία από εκείνες
τις ιέρειες της Αφροδίτης που έκαναν την τύχη τους
με ένα ωραίο παρουσιαστικό και με πολλή δόση παραλυσίας και των οποίων οι ψευδεπίγραφοι τίτλοι,
καίτοι πομπώδεις, υπάρχουν μονάχα στα αρχεία
του πάνδημου έρωτα, πλασμένοι από την αυθάδεια
εκείνων που τους επιδιώκουν και επικυρωμένοι από
τη βλακώδη ευπιστία εκείνων που τους απονέμουν.
Καστανή, με ωραίο παράστημα και βλέμμα με παράξενη έκφραση, απέπνεε εκείνο το είδος δυσπιστίας το οποίο προσδίδει επιπλέον νοστιμιά στα πάθη
και ωθεί τους άντρες να αναζητούν με περισσή φροντίδα τις γυναίκες που υποπτεύονται ότι μπορεί
να τη διαθέτουν. Ολίγον κακεντρεχής, δίχως καθόλου αρχές, δεν θεωρούσε τίποτε κακό, κι ωστόσο η καρδιά της δεν είχε εξαχρειωθεί σε τέτοιο σημείο ώστε να σβήσει από μέσα της κάθε ευαισθησία. Αλαζών, με ελευθεριάζοντα ήθη… Τέτοια ήταν
η κυρία ντε Λορσάνζ.
Εντούτοις, αυτή η γυναίκα είχε λάβει την καλύτερη μόρφωση. Κόρη ενός μεγαλοτραπεζίτη του
Παρισιού, είχε μεγαλώσει μαζί με μια αδελφή κατά
τρία χρόνια νεότερή της, της οποίας το όνομα ήταν
Ζυστίν, σε ένα από τα πιο φημισμένα αββαεία αυτής
της πρωτεύουσας, όπου, έως την ηλικία των δώδεκα και δεκαπέντε χρόνων αντιστοίχως, τους είχαν
16
προσφερθεί αφειδώς κάθε είδους συμβουλές, δάσκαλοι, βιβλία και δεξιότητες.
Εκείνη τη μοιραία για την αρετή τους εποχή, τα
δύο κορίτσια έχασαν τα πάντα σε μια μέρα: μια φοβερή χρεοκοπία οδήγησε απροσδόκητα τον πατέρα
τους σε τόσο δεινή θέση, ώστε έσβησε από τον καημό του. Ένα μήνα μετά, τον ακολούθησε στον τάφο
κι η γυναίκα του. Δύο συγγενείς ψυχροί και απόμακροι συσκέφθηκαν προκειμένου να αποφασίσουν
για την τύχη των δύο ορφανών. Το μερίδιο της κάθε
κόρης από τη γονική κληρονομιά, την οποία είχαν
απορροφήσει τα χρέη, ανερχόταν στα εκατό σκούδα.
Καθώς κανείς δεν έδειχνε πρόθυμος να αναλάβει τη
φροντίδα των κοριτσιών, τους έδωσαν στο χέρι την
προίκα τους και τις οδήγησαν στην πόρτα της μονής, αφήνοντάς τες ελεύθερες να αναζητήσουν την
τύχη τους.
Η κυρία ντε Λορσάνζ, που τότε λεγόταν Ζυλιέτ
και της οποίας ο χαρακτήρας και το πνεύμα είχαν ήδη αποκρυσταλλωθεί στη μορφή που θα διατηρούσαν και στα τριάντα της, στην ηλικία δηλαδή
την οποία διήνυε την εποχή που διαδραματίζεται η
ιστορία μας, δεν έβλεπε την ώρα να απολαύσει την
ελευθερία της, δίχως να πτοείται ούτε μια στιγμή
από τη σκληρή μοίρα που είχε σπάσει τα δεσμά της.
Απεναντίας η Ζυστίν, η οποία διήνυε, όπως έχουμε
ήδη πει, το δωδέκατο έτος της ηλικίας της, λόγω
του κλειστού και μελαγχολικού χαρακτήρα της συναισθανόταν πολύ περισσότερο τη φρίκη της κατάστασής της. Προικισμένη με απαράμιλλη τρυφερό17
τητα και ευαισθησία, κατ’ αντίθεση προς την πανουργία και την επιτηδειότητα της αδελφής της, απέπνεε μια αφέλεια, μια άδολη ειλικρίνεια, που δίχως αμφιβολία θα την έριχναν σε πολλές παγίδες.
Ο τόσο χαρισματικός χαρακτήρας αυτής της νεαρής γυναίκας συναρμοζόταν άψογα με μια γλυκιά
φυσιογνωμία, η οποία πόρρω απείχε από εκείνην
με την οποία η φύση είχε προικίσει τη Ζυλιέτ. Όση
πονηριά, υστεροβουλία και φιλαρέσκεια διέκρινε τη
μία, τόση αξιοθαύμαστη αιδημοσύνη, ευπρέπεια και
αγνότητα διέθετε η άλλη. Στην όψη έμοιαζε με την
Παρθένο, με μεγάλα γαλανά μάτια που ξεχείλιζαν
από ψυχή και στοργή, με δέρμα εκθαμβωτικό, παράστημα όλο ευλυγισία, φωνή απαλή και ευαίσθητη, οδοντοστοιχία κατάλευκη σαν από φίλντισι και
τα ωραιότερα ξανθά μαλλιά – ιδού το σκιαγράφημα αυτού του δευτερότοκου γοητευτικού κοριτσιού,
του οποίου τις άσπιλες χάρες και τα λεπτά χαρακτηριστικά αδυνατούν να αποδώσουν ακόμη και οι
πιο ζωηρές πινελιές.
Αφού ενεχείρισαν στην καθεμιά το ποσό των εκατό σκούδων, τους διεμήνυσαν ότι είχαν είκοσι τέσσερις ώρες για να εγκαταλείψουν τη μονή, αφήνοντάς τες ελεύθερες να επιλέξουν πώς και προς τα
πού θα πορευτούν. Γοητευμένη από την ιδέα ότι θα
είχε τη Ζυστίν υπό την καθοδήγησή της, η Ζυλιέτ
θέλησε για μια στιγμή να της σκουπίσει τα δάκρυα.
Βλέποντας όμως πως δεν το κατάφερνε, βάλθηκε
να τη μαλώνει. Την έψεξε για την ευαισθησία της⋅
της εξήγησε, υιοθετώντας έναν φιλοσοφικό τόνο που
18
δεν συμβάδιζε επ’ ουδενί με την ηλικία της, πως σε
τούτον δω τον κόσμο δεν πρέπει να στενοχωριόμαστε για τίποτε άλλο παρά μόνο για ό,τι μας θίγει
προσωπικά⋅ πως είναι δυνατόν να ανακαλύψει μέσα
της αισθήσεις και απολαύσεις τέτοιας δύναμης που
μπορούν να σβήσουν μεμιάς όλα τα ηθικά πλήγματα και όλους τους οδυνηρούς κλονισμούς που αυτά
επιφέρουν⋅ πως είναι απολύτως ουσιώδες και επιτακτικό να ασπαστεί και να θέσει σε εφαρμογή αυτό
το σύστημα αρχών, εφόσον η αληθινή σοφία συνίσταται απείρως περισσότερο στο να πληθαίνει κανείς τις
απολαύσεις του παρά στο να πολλαπλασιάζει τα βάσανά του⋅ εν ολίγοις, πως θα έπρεπε να κάνει κανείς
τα πάντα για να κατασιγάσει μέσα του αυτή τη δολερή και απατηλή ευαισθησία, από την οποία επωφελούνται μόνον οι άλλοι, ενώ σε μας χαρίζει μόνο
λύπες. Δύσκολα όμως σκληραίνει κανείς μια ευαίσθητη ψυχή. Η αντίστασή της στους πλανερούς συλλογισμούς ενός διαβρωμένου νου είναι σθεναρή, και
η αφοσίωσή της στην αρετή την παρηγορεί για τα
ψεύτικα στολίδια του επιτηδευμένου και υποκριτικού πνεύματος.
Αντιλαμβανόμενη ότι τα λόγια της δεν είχαν
καμία επίδραση στην αδελφή της, η Ζυλιέτ αποφάσισε να αλλάξει τακτική. Της είπε πως με την ηλικία και το παρουσιαστικό που διαθέτουν είναι απίθανο να πεθάνουν από την πείνα. Της έφερε ως παράδειγμα την κόρη ενός γείτονά τους, η οποία είχε
εγκαταλείψει το πατρικό της και ζούσε τώρα πλουσιοπάροχα με κάποιον που τη συντηρούσε, αναμ19
φίβολα πολύ πιο ευτυχισμένη απ’ ό,τι αν είχε παραμείνει στην οικογενειακή εστία. Τη συμβούλευσε πως θα έπρεπε να παραιτηθεί από την ιδέα ότι
ο γάμος μπορεί να κάνει μια κοπέλα ευτυχισμένη,
πως μόλις δεσμευτεί με τα νομικά δεσμά του γάμου το μόνο που θα έχει να περιμένει είναι πολλή δυστυχία και ελάχιστη απόλαυση και πως αν,
αντιθέτως, αποφάσιζαν να διαγάγουν ελευθέριο βίο,
αυτό όχι μόνο θα τις γλίτωνε από τις ιδιοτροπίες
των εκάστοτε εραστών τους, αλλά επιπλέον θα μπορούσαν να παρηγορούνται με τη συνεχή εναλλαγή
τους.
Στο άκουσμα των λόγων της η Ζυστίν αισθάνθηκε να την κατακλύζει ανείπωτη φρίκη. Της δήλωσε πως προτιμούσε το θάνατο από την ατίμωση
και, παρά τις παρατεταμένες ικεσίες της αδελφής
της, αρνήθηκε πεισματικά να εγκατασταθεί μαζί
της, καθώς την έβλεπε αποφασισμένη να επιδοθεί
σε μια μορφή βίου που της προκαλούσε ρίγη τρόμου.
Έτσι, οι δύο νεαρές γυναίκες αποχωρίστηκαν η
μια την άλλη, δίχως την παραμικρή υπόσχεση ότι
θα ξανανταμώσουν, εφόσον τα σχέδια ζωής τους ήταν
τόσο διαφορετικά. Η Ζυλιέτ που, όπως η ίδια ισχυριζόταν, σχεδίαζε να γίνει κυρία της υψηλής κοινωνίας, θα δεχόταν άραγε να συμπορευτεί με ένα νεαρό κορίτσι της οποίας ο ενάρετος αλλά ταπεινόφρων
χαρακτήρας ήταν ικανός να την ατιμώσει; Και η
Ζυστίν, από την πλευρά της, θα ήθελε να διακινδυνεύσει το ήθος και την ακεραιότητά της μέσα στον
κοινωνικό περίγυρο ενός εκμαυλισμένου πλάσματος
20
που επρόκειτο να πέσει θύμα της ακολασίας και της
δημόσιας κραιπάλης; Έτσι, λοιπόν, οι δύο αδελφές
αποχαιρέτησαν για πάντα η μια την άλλη και την
επομένη εγκατέλειψαν το μοναστήρι.
Η Ζυστίν, η οποία όταν ήταν παιδί απολάμβανε
τις φροντίδες και την αγάπη της ράφτρας της μητέρας της, πίστευε πως αυτή η γυναίκα δεν θα έμενε ασυγκίνητη από τη δυστυχία της. Πήγε λοιπόν
να τη βρει, της εκμυστηρεύτηκε τις ατυχίες της, της
ζήτησε δουλειά… Εις μάτην όμως! Εκείνη σχεδόν
δεν την αναγνώρισε και την έδιωξε κακήν κακώς.
–Ω Ουρανοί, αναφώνησε η μικρή φτωχή ύπαρξη,
ήταν ανάγκη τα πρώτα μου βήματα στον κόσμο να
σημαδευτούν από τόση πίκρα! Γιατί αυτή η γυναίκα
που με αγαπούσε άλλοτε με αποδιώχνει τώρα; Αλίμονο! Φταίει το ότι είμαι φτωχή και ορφανή⋅ το ότι
δεν έχω άλλους πόρους στον κόσμο. Δεν υπολογίζουν τους ανθρώπους παρά ανάλογα με τη βοήθεια
και τις χάρες που νομίζουν ότι μπορούν να αποσπάσουν απ’ αυτούς.
Με τα μάτια της πλημμυρισμένα από δάκρυα, η
Ζυστίν πήγε να βρει τον πνευματικό της. Του εξιστόρησε την κατάστασή της με εκείνη την αθώα ζωηράδα της ηλικίας της… Φορούσε ένα μικρό λευκό
χυτό φόρεμα⋅ τα όμορφα μαλλιά της τα είχε μαζέψει ατημέλητα κάτω από έναν μεγάλο σκούφο⋅ ο
λαιμός της μόλις που διακρινόταν κρυμμένος κάτω
από δυο-τρεις πήχες λεπτού βαμβακερού υφάσματος⋅ το ωραίο πρόσωπό της ήταν λίγο χλωμό από
τις πίκρες που την κατέτρωγαν, ενώ δάκρυα έτρε21
χαν από τα μάτια της, προσδίδοντάς τους ακόμη μεγαλύτερη εκφραστικότητα.
–Με βλέπετε, κύριε, είπε στον ιερωμένο… Ναι,
βλέπετε σε τι δεινή θέση έχει περιέλθει μια κοπέλα σαν εμένα. Έχασα και τους δυο γονείς μου… Οι
Ουρανοί μού τους στέρησαν ακριβώς τότε που τους
είχα περισσότερο ανάγκη… Πέθαναν κατεστραμμένοι, κύριε. Δεν μας έχει μείνει τίποτε. Αυτά μου
άφησαν όλα κι όλα, συνέχισε δείχνοντάς του τα δώδεκα λουδοβίκεια… Δεν έχω πού να γείρω το κεφάλι μου… Θα δείξετε οίκτο για τη δύσμοιρη ύπαρξή μου, έτσι δεν είναι, κύριε; Είστε λειτουργός της
θρησκείας και η θρησκεία ανέκαθεν έτρεφε την ενάρετη καρδιά μου. Στο όνομα αυτού του Θεού που
λατρεύω και τον οποίο εσείς υπηρετείτε, μιλήστε
μου σαν πατέρας μου, υποδείξτε μου τι πρέπει να
κάνω… ποιο δρόμο οφείλω να ακολουθήσω!
Ο φιλεύσπλαχνος ιερέας απάντησε, λοξοκοιτάζοντας επίμονα τη Ζυστίν, πως η ενορία του ήταν
υπερπλήρης, πως ήταν δύσκολο να δεχτεί στους
κόλπους της νέα μέλη, αν όμως η Ζυστίν ήταν πρόθυμη να προσφέρει τις υπηρεσίες της, αν δεχόταν
να κάνει διάφορες χοντροδουλειές, θα υπήρχε πάντα στην κουζίνα του ένα κομμάτι ψωμί για εκείνη.
Και καθώς της απηύθυνε αυτά τα λόγια, το όργανο
του Θεού πέρασε το χέρι του κάτω από το πιγούνι της και, αφού το ανασήκωσε ελαφρά, της έδωσε ένα φιλί υπέρ το δέον κοσμικό για άνθρωπο της
Εκκλησίας. Η Ζυστίν, που το ένιωσε για τα καλά,
τον απώθησε λέγοντάς του:
22
–Κύριε, δεν σας ζητώ ούτε ελεημοσύνη ούτε θέση
υπηρέτριας. Εδώ και λίγο καιρό άφησα μια κατάσταση πολύ ανώτερη από αυτή που θα με έκανε να
επιθυμήσω αυτές τις δύο χάρες και να έρθω γονυπετής να ικετεύσω γι’ αυτές. Δεν αποζητώ τίποτε
άλλο παρά μόνο τις συμβουλές που χρειάζεται η βασανισμένη νεαρή ηλικία μου, τις οποίες όμως απαιτείτε να τις αγοράσω πολύ ακριβά.
Ντροπιασμένος που αποκαλύφθηκε, ο ιερωμένος
εξαπέστειλε ευθύς το δύστυχο αυτό πλάσμα. Εκδιωγμένη για δεύτερη φορά από τη μέρα που βρέθηκε
μόνη κι έρημη να περιπλανιέται αναζητώντας την
τύχη της, η Ζυστίν μπήκε σε ένα σπίτι όπου είδε
αναρτημένη σχετική πινακίδα, νοίκιασε ένα μικρό
επιπλωμένο δωμάτιο στον πέμπτο όροφο, πλήρωσε
προκαταβολικά και έμεινε εκεί για να αναλυθεί σε
πικρότατα δάκρυα, ευθέως ανάλογα με τη βάναυσα
πληγείσα ευαισθησία και περηφάνια της.
Ας μας επιτραπεί όμως να αφήσουμε για λίγο
εδώ τη Ζυστίν και να επιστρέψουμε στη Ζυλιέτ, για
να αφηγηθούμε με ποιον τρόπο, από την ανάξια λόγου θέση στην οποία είχε βρεθεί και δίχως να διαθέτει περισσότερους πόρους απ’ ό,τι η αδελφή της,
κατάφερε στα δεκαπέντε της χρόνια να κατακτήσει
τίτλους, εισόδημα τριάντα χιλιάδες λίβρες, θεσπέσια
κοσμήματα, δυο-τρία σπίτια τόσο στην πόλη όσο και
στην εξοχή και, για την ώρα, την καρδιά, την περιουσία και την εμπιστοσύνη του κυρίου ντε Κορβίλ,
συμβούλου Επικρατείας, ανθρώπου εξαιρετικά ευυπόληπτου και με μεγάλο κύρος, που τον προόριζαν
23
για υπουργό. Η σταδιοδρομία αυτή υπήρξε ακανθώδης, δεν χωρεί καμία αμφιβολία: ο δρόμος που
επιλέγουν να πορευθούν αυτές οι δεσποινίδες είναι
σπαρμένος με σκληρές και επαίσχυντες δοκιμασίες.
Να τες λοιπόν σήμερα στο κρεβάτι κάποιου πρίγκιπα, φέροντας ακόμη ίσως νωπά πάνω τους τα ταπεινωτικά σημάδια της ακολασίας, στα δίχτυα της
οποίας τις έριξαν η νιότη και η απειρία τους.
Βγαίνοντας από το μοναστήρι, η Ζυλιέτ αναζήτησε μια γυναίκα της οποίας το όνομα είχε ακούσει κάποτε να το αναφέρει η νεαρή φίλη και κόρη των γειτόνων της. Παρακινούμενη από τον διακαή πόθο της
να διαφθαρεί, και μάλιστα από τούτη δω τη γυναίκα, πήγε να τη βρει με το μικρό της δέμα υπό μάλης,
το ταλαιπωρημένο γαλάζιο πανωφόρι της, τα ακατάστατα μαλλιά της και το ωραιότερο πρόσωπο του κόσμου – αν αληθεύει πως στα μάτια μερικών η αναισχυντία μπορεί να φαντάζει γοητευτική. Της διηγήθηκε την ιστορία της και την εκλιπάρησε να την προστατέψει, όπως είχε κάνει παλιότερα με τη φίλη της.
–Πόσων χρονών είστε; τη ρώτησε η κυρία Ντιβερζιέ.
–Σε λίγες μέρες κλείνω τα δεκαπέντε, κυρία,
απάντησε η Ζυλιέτ.
–Και ποτέ κανείς θνητός, συνέχισε η ματρόνα…
–Ω! Όχι, κυρία, σας ορκίζομαι, πρόλαβε να πει
η Ζυλιέτ.
–Κι όμως, μερικές φορές σ’ αυτά τα μοναστήρια… όλο και κάποιος εξομολόγος, μοναχή ή αδελφή… κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά… χρειά24
ζομαι βέβαιες αποδείξεις, αποκρίθηκε η ηλικιωμένη γυναίκα.
–Δεν έχετε παρά να το εξακριβώσετε η ίδια, απάντησε η Ζυλιέτ κοκκινίζοντας.
Έτσι λοιπόν, αφού πρώτα εξοπλίστηκε με ένα ζευγάρι γυαλιά, η γηραιά παρθεναγωγός εξέτασε το
πράγμα εξονυχιστικά και απ’ όλες τις πλευρές, για
να καταλήξει:
–Εντάξει, μπορείτε να μείνετε εδώ. Αν ακολουθήσετε πιστά τις συμβουλές μου, αν επιδείξετε σεβασμό και υπακοή στις πρακτικές μου, καθαριότητα, οικονομία και ειλικρίνεια προς το πρόσωπό μου,
επιτηδειότητα προς τις συναδέλφους σας και πονηρία προς τους άντρες, προτού παρέλθουν δέκα χρόνια, θα είστε σε θέση, με τη συμβολή μου βεβαίως,
να αποσυρθείτε σε κάποιο δωμάτιο του τρίτου ορόφου με έναν κομό, ένα παραβάν και μια υπηρέτρια.
Τα υπόλοιπα θα σας τα παράσχει η τέχνη που θα
έχετε κατακτήσει κοντά μου.
Μόλις τελείωσε με τις συστάσεις, η Ντιβερζιέ
άρπαξε το μικρό δέμα της Ζυλιέτ και τη ρώτησε αν
είχε καθόλου χρήματα, για να λάβει την ειλικρινή απάντηση πως είχε όλα κι όλα εκατό σκούδα.
Η σπλαχνική ματρόνα τα κατέσχεσε δίχως δεύτερη
κουβέντα, βεβαιώνοντας τη νέα οικότροφό της πως
θα έπαιζε το μικρό της κεφάλαιο στη λοταρία για
λογαριασμό της, καθώς είναι ανεπίτρεπτο τόσο νέα
κοπέλα να κρατά πάνω της χρήματα.
–Δεν ενδείκνυται, της είπε, σε μια τόσο διεφθαρμένη εποχή όσο αυτή στην οποία ζούμε… Ένα φρό25
νιμο κορίτσι καλής ανατροφής, όπως είστε εσείς,
οφείλει να είναι πολύ προσεκτικό και να αποφεύγει
οτιδήποτε θα μπορούσε να το παρασύρει σε κάποια
παγίδα. Εγώ το καλό σας θέλω, μικρή μου, πρόσθεσε η ματρόνα, και θα πρέπει να με ευγνωμονείτε γι’ αυτό που κάνω.
Μόλις τελείωσε το κήρυγμα, παρουσίασε τη νεοφερμένη στις συντρόφους της, οι οποίες εν συνεχεία την οδήγησαν στην κάμαρά της, και από την
επομένη κιόλας τα άθικτα θέλγητρά της διατέθηκαν προς πώληση.
Μέσα σε τέσσερις μήνες το εμπόρευμα πωλήθηκε διαδοχικά σε περίπου εκατό άτομα. Κάποιοι αρκέστηκαν στο ρόδο της και κάποιοι άλλοι, με περισσότερο εκλεπτυσμένα γούστα ή πιο διεφθαρμένοι
(το συγκεκριμένο ζήτημα δεν έχει ακόμη διαλευκανθεί), θέλησαν να ανοίξουν το μπουμπούκι που
άνθιζε πλησίον του. Κάθε βράδυ, η Ντιβερζιέ φρόντιζε να στενεύει, να διορθώνει και να αναπροσαρμόζει τα πράγματα κατά τέτοιον τρόπο ώστε, επί
τέσσερις μήνες, αυτή η απατεώνισσα κατάφερνε να
πουλάει στο κοινό της παρθενία. Με το πέρας αυτής
της επίπονης περιόδου προπαρασκευαστικής ενάσκησης, η Ζυλιέτ είχε επιτέλους προσηλυτιστεί στο νέο
δόγμα. Λογιζόταν πλέον επισήμως κορίτσι του σπιτιού και έκτοτε μετείχε δικαιωματικά και στις χαρές και στις λύπες. Αυτή η αναβάθμισή της εγκαινίασε μια νέα περίοδο μαθητείας: αν στο πρώτο σχολείο η Ζυλιέτ υπηρέτησε τη Φύση, στο δεύτερο έμαθε να λησμονεί κάθε νόμο και αρχή. Εκεί, τα ήθη
26
της διεφθάρησαν εντελώς. Η θριαμβευτική σταδιοδρομία της στη φαυλότητα και στη διαστροφή βύθισε την ψυχή της στην απόλυτη εξαχρείωση. Αισθανόμενη πως είχε γεννηθεί γι’ αυτό, σκεπτόταν πως
όφειλε τουλάχιστον να επιδιώξει να ανελιχθεί στα
υψηλότερα κλιμάκια του εγκλήματος και όχι να εκπέσει σε μια μέτρια κατάσταση, η οποία θα την παρέσυρε στα ίδια ατοπήματα και στις ίδιες ταπεινώσεις, δίχως ωστόσο να της προσφέρει τα ίδια οφέλη. Άρεσε σε έναν γέρο άρχοντα, όσο δεν πάει διεφθαρμένο, ο οποίος αρχικά την καλούσε μόνο και
μόνο για μερικές σύντομες «εμπορικές συναλλαγές». Εκείνη, από την πλευρά της, κατείχε άριστα
την τέχνη τού να τη συντηρούν. Στο τέλος, έφτασε
να εμφανίζεται σε θεάματα και περιπάτους πλάι σε
ιππότες του τάγματος των Κυθήρων. Έπεσαν πάνω
της βλέμματα, έγινε αντικείμενο σχολίων, τη ζήλεψαν… το λεπταίσθητο αυτό πλάσμα κατάφερνε
τόσο καλά να τους έχει του χεριού της που, σε λιγότερο από τέσσερα χρόνια, κατέστρεψε έξι άνδρες,
εκ των οποίων ο φτωχότερος διέθετε εκατό χιλιάδες σκούδα εισόδημα. Δεν χρειαζόταν τίποτε περισσότερο για να αποκτήσει φήμη. Η εθελοτυφλία των
κοσμικών ήταν τόση, ώστε όσο πιο πολύ ένα τέτοιο
πλάσμα αποδείκνυε έμπρακτα την αισχρότητα και
την ανεντιμότητά του τόσο πιο πολύ λαχταρούσαν
εκείνοι να προστεθούν στον κατάλογο των θυμάτων
του. Φαίνεται πως ο βαθμός του εξευτελισμού και
της διαφθοράς της αποτελούσε το μέτρο των παθιασμένων αισθημάτων που έτρεφαν για εκείνη.
27
Μαρκήσιος ντε Σαντ
Ζυστίν
ή οι δυστυχίες της αρετής
Μετάφραση: Δημήτρης Γκινοσάτης
ISBN: 978-960-211-981-5
Σελ. 544, τιμή: € 29,00
Εξώφυλλο με κουβερτούρα
Σειρά: Ερωτική λογοτεχνία
Σύμβουλος έκδοσης: Αλέξης Πφάου
Κυκλοφορία: 24 Δεκεμβρίου 2010
Περιέχει τις γκραβούρες της έκδοσης του 1797.
[...] Απώτερος στόχος αυτού του μυθιστορήματος
(όχι και τόσο μυθιστόρημα όσο θα πίστευε κανείς)
είναι κάτι αναμφίβολα καινοφανές. Η κυριαρχία της
αρετής επί της φαυλότητας, η ανταμοιβή του αγαθού, η καταδίκη του κακού – ιδού η συνήθης εξέλιξη όλων των έργων αυτού του είδους, η οποία δεν
μας είναι διόλου άγνωστη!
Το να παρουσιάζεις όμως τη φαυλότητα να θριαμβεύει παντού και την αρετή να θυσιάζεται
στο βωμό των ίδιων των αρχών της, το να δείχνεις μια δύστυχη να παραδέρνει από βάσανο σε
βάσανο, να γίνεται άθυρμα της ανοσιουργίας, χλεύασμα των ακόλαστων, στόχος των πιο βάρβαρων και τερατωδών ορέξεων, παραζαλισμένη από τα πιο τολμηρά και ευλογοφανή σοφίσματα,
λεία της πιο πανούργας σαγήνης, των πιο ακαταμάχητων εκμαυλισμών, μην έχοντας κάτι άλλο
να αντιτάξει στις τόσες δυστυχίες και συμφορές, μη διαθέτοντας άλλη δύναμη για να αποκρούσει την τόση διαφθορά, παρά μόνο μια ευαίσθητη ψυχή, ενδιάθετο πνεύμα και πολύ κουράγιο,
κοντολογίς, το να αποτολμάς τις πιο παρακινδυνευμένες περιγραφές, να εκθέτεις τις πιο ασυνήθιστες καταστάσεις, να διατυπώνεις τα πιο φοβερά αξιώματα, να προσθέτεις τις πιο έντονες πινελιές, με μοναδικό σκοπό να αντλήσεις απ’ όλα αυτά ένα από τα σπουδαιότερα μαθήματα ηθικής που έχει δεχτεί ποτέ άνθρωπος – σημαίνει, και όλοι θα συμφωνήσουν σ’ αυτό, ότι φτάνεις
στο στόχο σου ακολουθώντας ένα μονοπάτι που ελάχιστοι μέχρι σήμερα έχουν περπατήσει.
Το κλασικό αριστούργημα της ερωτικής λογοτεχνίας που ρίχνει φως στις αβύσσους της
ανθρώπινης φύσης και ηθικής μέσα από την εμπειρία του ερωτισμού.
Κάποιοι μυθιστορηματικοί χαρακτήρες δεν έπαψαν ποτέ να κατατρύχουν τους δημιουργούς
τους. Εγκυστωμένοι στο φαντασιακό των τελευταίων, απαιτούσαν την αδιάλειπτη επαναπραγμάτευσή τους: ένα και μόνον έργο δεν αρκούσε για να εξαντλήσει το ανεξάντλητο λογοτεχνικό απόθεμα της φύσης τους.
Το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί κατ’ εξοχήν και στην περίπτωση της Ιουστίνης του Σαντ. Η
έμμονη εικόνα της βασανισμένης αρετής που υποκύπτει θυσιαζόμενη στο βωμό των αρχών
της, θύμα της πιο απάνθρωπης φαυλότητας και διαφθοράς, «άθυρμα της ανοσιουργίας, χλεύασμα των ακόλαστων, στόχος των πιο βάρβαρων και τερατωδών ορέξεων, […] των πιο ακαταμάχητων εκμαυλισμών» – αυτή ακριβώς η επίμονη και ανεξάντλητη εικόνα, την οποία ενσαρκώνει μια τρυφερή ενάρετη ύπαρξη ονόματι Ιουστίνη, που συντρίβεται υπό το βάρος των
www.nnet.gr
[σελ. 1]
πιο ταπεινωτικών δοκιμασιών που έχει υποστεί ποτέ ανθρώπινο ον, εμψύχωσε το διανοητικό σύμπαν του Σαντ καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια της ώριμης ζωής του, ωθώντας τον στη δημιουργία τριών έργων-παραλλαγών πάνω στο ίδιο θέμα (εκ των οποίων το τελευταίο αριθμεί περί τις 4.000 σελίδες), πολυάριθμων τετραδίων-σχεδιασμάτων και πλείστων άλλων εκδοχών, των οποίων τα ίχνη χάθηκαν στο χρόνο.
Ωστόσο, αυτή η τερατώδης παραγωγή, αυτή η διαρκής και επιτακτική απαίτηση για «έργο»
υποδεικνύει και κάτι άλλο βαθύτερο, το οποίο ο Μισέλ Φουκώ έχει προσδιορίσει ως τον ιδιάζοντα πυρήνα του σαδικού λογοτεχνικού σύμπαντος: την αδιάρρηκτη σχέση της αναπαράστασης με το μη αναπαραστήσιμο. Τη σχέση δηλαδή μεταξύ ενός λόγου που αναλαμβάνει να
αναπαραστήσει, να «ονομάσει» ανελλιπώς όλες τις δυνατότητες της επιθυμίας και της ίδιας
της επιθυμίας, η οποία, μέσω της επαναλαμβανόμενης αδηφάγου σκοτεινής βίας της, ξεπερνά και καταργεί τα όρια της παράστασης τη στιγμή ακριβώς που τη θεμελιώνει.
Εξ ου και ο ατελεύτητος χαρακτήρας του «έργου»: διότι όλη αυτή η εξαντλητική χαρακτηρολογία και σκηνοθεσία της επιθυμίας, όλη αυτή η εκροή λεπτολόγων λεκτικών παραστάσεων (αγριοτήτων, βιαιοτήτων, οργίων, βασανιστηρίων, εγκλημάτων) δεν συνιστά θρίαμβο πάνω
στον μη περιγράψιμο, άνομο νόμο της επιθυμίας. Απεναντίας, τη στιγμή που τον σχηματοποιεί, τον ανατροφοδοτεί και τον αναζωπυρώνει, κατά τρόπο ώστε τελικά το «έργο» να είναι αυτός ο ατέρμονας βρόχος ανάδρασης που διαστρέφει και διαλύει τόσο το λόγο όσο και την επιθυμία σε ένα απείρως πολύπλοκο οργανικό μόρφωμα δίχως αρχή και τέλος.
Δημήτρης Γκινοσάτης
Γεννημένος στις 2 Ιουνίου 1740, ο Ντονασιέν-Αλφόνς-Φρανσουά ντε Σαντ, άρχοντας της Λακόστ
και του Μαζάν, ανήκε σε μια από τις επιφανέστερες και παλαιότερες αριστοκρατικές οικογένειες της
Προβηγκίας. Σε ηλικία δέκα ετών εισήχθη στους ιησουίτες του κολλεγίου Λουί-Λε-Γκραν και τέσσερα χρόνια αργότερα έγινε δεκτός στη φημισμένη τότε σχολή του Ελαφρού Ιππικού, όπου φοιτούσαν
αποκλειστικά και μόνο γόνοι των παλαιότερων αριστοκρατικών οικογενειών. Υπηρέτησε διαδοχικά
ως υπολοχαγός στο βασιλικό πεζικό και ως αξιωματικός του ιππικού και έλαβε μέρος στον Επταετή Πόλεμο, όπου και διακρίθηκε για τα ανδραγαθήματά του. Όλα αυτά μέχρι τη χρονιά-ορόσημο του
1763, οπότε και έμελλε να γνωρίσει τον χειρότερο εχθρό του, που θα αποδεικνυόταν εξίσου επικίνδυνος με το Καθεστώς του Τρόμου: την πεθερά του, αρχόντισσα του Μοντρέιγ, γυναίκα με ισχυρές
γνωριμίες στην Αυλή, της οποίας την κόρη υποχρεώθηκε να παντρευτεί παρά τη θέλησή του στις 17
Μαΐου της ίδιας χρονιάς. Η ζωή του, μέχρι και το θάνατό του στις 2 Δεκεμβρίου 1814, σημαδεύτηκε
από αλλεπάλληλες σεξουαλικές «υποθέσεις», συλλήψεις, φυλακίσεις, καταδικαστικές αποφάσεις σε
θάνατο που αίρονταν την τελευταία στιγμή, εγκλεισμούς σε άσυλα φρενοβλαβών, αλλά και από απαράμιλλο δημιουργικό οίστρο: επιδόθηκε σε μία από τις πιο ενδιαφέρουσες μορφές ματεριαλιστικής
φιλοσοφίας του καιρού του, συνέταξε μια σειρά από τους πλέον φαρμακερούς πολιτικούς λίβελους
κατά των ηθών της Επανάστασης και έγραψε μερικά από τα πλέον τερατώδη, ως προς τον όγκο και
την αρχιτεκτονική τους, λογοτεχνικά έργα που έχει να επιδείξει ο δυτικός πολιτισμός.
Ο Δημήτρης Γκινοσάτης γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Είναι διδάκτωρ του Παντείου Πανεπιστημίου και διδάσκει φιλοσοφία και αισθητική των μέσων στην Ανωτάτη Σχολή Kαλών Τεχνών των Αθηνών. Η διδακτική και ερευνητική του δραστηριότητα προσανατολίζεται προς μια μορφή επιστημολογίας, όπου η φιλοσοφία συναντά τις θεωρίες και τεχνολογίες της αισθητικής αντίληψης. Παράλληλα με
τις ακαδημαϊκές σπουδές του, σπούδασε μεταφρασεολογία στην Ελλάδα (IFA) και διεξήγαγε σχετική
έρευνα στη Γαλλία, ως υπότροφος του γαλλικού κράτους. Επιστημονικά άρθρα του περί αισθητικής
και τεχνικών μέσων έχουν φιλοξενηθεί στον ημερήσιο Τύπο, αλλά και σε συλλογικούς τόμους, ενώ
έχει επίσης δημοσιεύσει εκτενή εξειδικευμένα κείμενα πάνω σε θέματα φιλοσοφίας και επιστημολογίας. Έχει μεταφράσει και δημοσιεύσει στα ελληνικά έργα των J. Derrida, M. Foucault, S. Kofman,
P. Klossowski, M. de Sade, καθώς και κείμενα των G. Deleuze, S. Freud, V. Flusser και Fr. Kittler.
www.nnet.gr
[σελ. 2]