Περισσότερα για την ταινία

ΑΦΕΝΤΗΣ ΚΑΙ ΔΟΥΛΟΣ
11/1 < ΟΙ ΑΒΥΣΣΟΙ
18/1 < Η ΤΕΛΕΤΗ
25/11 < ΠΑΤΕΡΑΣ ΑΦΕΝΤΗΣ
Les Abysses, Γαλλία, 1963, 98’
La Céremonie, Γαλλία-Γερμανία, 1995, 112’
Padre Padrone, Ιταλία, 1977, 113’
Σκηνοθεσία: Νίκος Παπατάκης
Σενάριο: Ζαν Βοτιέ (βασισμένο στο θεατρικό έργο του Ζαν Ζενέ «Οι Δούλες»)
Φωτογραφία: Ζαν-Μισέλ Μπουσαγκέ
Μοντάζ: Ντενίζ ντε Καζαμπιάνκα, Πασκάλ Λαβαριέρ, Εντβίζ Μπερνάρ
Ηχος: Κλοντ Λερούζ
Ερμηνείες: Φρανσίν Μπερζ, Κολέτ Μπερζ, Πασκάλ ντε Μπουασόν, Πολ
Μπονιφάς, Κολέτ Ρεζίς, κ.ά.
Παραγωγή: Lenox Films
Σκηνοθεσία: Κλοντ Σαμπρόλ
Σενάριο: Κλοντ Σαμπρολ, Καρολίν Ελιασέφ (βασισμένο στο μυθιστόρημα της
Ρουθ Ρέντελ «Τυφλή Ετυμηγορία»)
Φωτογραφία: Μπερνάρ Ζιτζερμάν
Μοντάζ: Μονίκ Φαρντουλίς
Ηχος: Ζαν-Μπερνάρ Τομασόν, Κλοντ Βιλάν
Μουσική: Ματιέ Σαμπρόλ
Ερμηνείες: Σαντρίν Μπονέρ, Ιζαμπέλ Ιπέρ, Ζακλίν Μπισέ, Ζαν-Πιέρ Κασέλ,
Βιρζινί Λεντουαγιέν, Ζαν-Φρανσουά Περιέ, Βαλεντέν Μερλέ κ.ά.
Παραγωγή: MK2 Productions, France 3 Cinéma, Prokino Filmproduktion Gmbh,
Olga-Film GmbH
Σκηνοθεσία: Πάολο & Βιτόριο Ταβιάνι
Σενάριο: Πάολο & Βιτόριο Ταβιάνι (βασισμένο στο αυτοβιογραφικό βιβλίο
του Γκάβινο Λέντα)
Φωτογραφία: Μάριο Μασίνι
Μοντάζ: Ρομπέρτο Περπινιάνι
Μουσική: Εγκίστο Μάκι
Ερμηνείες: Ομέρο Αντονούτι, Σαβέριο Μαρκόνι, Μαρτσέλα Μικελάντζελι,
Φαμπρίτσιο Φόρτε, Μαρίνο Τσένα, Στάνκο Μολνάρ, Νάνι Μορέτι
Παραγωγή: Rai Due, Cinema S.r.l
Στις σχέσεις εξουσίας και εκμετάλλευσης ελλοχεύει
πάντα η πιθανότητα της ανατροπής. Τρεις ταινίες για την
απρόβλεπτη και κακοτράχαλη πορεία από την υποταγή προς
την εξέγερση.
του Νίκου Παπατάκη
Σολάνζ: Μμμμ, χαρά στην καλοσύνη! Εύκολο πράγμα να
‘σαι καλή άμα είσαι πλούσια κι όμορφη. Αμα είσαι δούλα
– τότε να δούμε! Αμα κάνεις όλη μέρα περίπατο από την
πιατοθήκη ως την κρεβατοκάμαρα, κι άμα είναι η βεντάλια
σου ένα φτερό από το ξεσκονιστήρι, κι είναι η τουαλέτα σου
μια μουσαμαδένια ποδιά! Τότε να δούμε. Εκτός πια κι αν
βγαίνεις τις νύχτες όπως η αφεντιά σου, να κόβεις βόλτες
μες στα σαλόνια και να παρασταίνεις τη Μεγάλη Δούκισσα!
Κλαίρη: Ετσι είναι βέβαια! Γιατί η Κυρία είναι καλή! Η Κυρία
είναι γλυκιά! Η Κυρία είναι όμορφη! Αλλά κι εμείς δεν
είμαστε τίποτα αχάριστες! Κάθε βράδυ επάνω, στη σοφίτα,
κάνουμε προσευχές και μετάνοιες, και παρακαλάμε το Θεό
να της δίνει χρόνους! Γιατί η Κυρία είναι καλή! Η Κυρία είναι
γλυκιά! Η Κυρία είναι όμορφη! Κάθε Κυριακή μας αφήνει και
κάνουμε μπάνιο , μες στη μπανιέρα της! Μας δίνει πότε και
πότε καμιά καραμέλα! Μας λέει τι κάνει και τι δεν κάνει με
τον Κύριο – ώσπου να μας σκάσει! Η Κυρία είναι καλή! Η
Κυρία είναι γλυκιά! Η Κυρία είναι όμορφη!
Σολάνζ: Τίποτα! Δεν υπάρχει τίποτα! Μια ζωή ολόκληρη
βαρέθηκα να γονατίζω μες στις εκκλησιές και να
σταυροκοπιέμαι. Τι μπορεί να ‘ναι, σε ρωτάω, τι αξία μπορεί
να ‘χει ο πόνος που πας και τον κουκουλώνεις μες στα ράσα
και μες στα κομποσκοίνια. Τον δικό της τον πόνο τον είδες;
Τον είδες πώς λαμποκοπούσε κι άστραφτε στην όψη της;
Αυτός είναι πόνος. Αυτός που σε κάνει πιο όμορφη και
πιο δυνατή και πιο μεγάλη! (…) Και τώρα πάλι στη θλίψη
της, τι ωραία που είναι! Ολο διαμαντικά, και μεταξωτά,
και κρύσταλλα! Κι από μια δούλα στο κάθε της πλευρό να
τη συμπονά και να την παραστέκει. Τι άλλο μπορούσα να
κάνω, πες μου τι άλλο μου απόμενε να κάνω μπρος στην
κακομοιριά του πόνου του δικού μου – τι άλλο από ένα
ωραίο έγκλημα! Υστερα θα ‘βαζα φωτιά, να τα κάψω όλα!
Αποσπάσματα από τις «Δούλες» του Ζαν Ζενέ (μετάφραση
Οδυσσέα Ελύτη)
Βιντεοπροβολές τις Παρασκευές στις 8.30μμ
Αγαθουπόλεως 65 & Αχαρνών, Αθήνα
Μπακατσέλου 1 & Εγνατία, Θεσσαλονίκη
[email protected]
Η Κριστίν και η Λεά Παπέν ήταν υποδειγματικές οικιακές
βοηθοί της οικογένειας Λανσελέν επί επτά συναπτά έτη. Το
Φεβρουάριο του 1933, οι δύο αδελφές δολοφόνησαν την
εργοδότριά τους, κυρία Λανσελέν, την οποία αποκαλούσαν
“μαμά”, καθώς και την κόρη της, Ζενεβιέβ. Για την
ακρίβεια, οι αδελφές Παπέν επέδειξαν επί τη ευκαιρία τις
γνώσεις μαγειρικής τους, σφάζοντας τις κυρίες τους με
τον τρόπο που σφάζονται, γδέρνονται και τεμαχίζονται οι
λαγοί για να γίνουν στιφάδο. Στο δικαστήριο δεν ζήτησαν
κανένα ελαφρυντικό. Το μόνο που τις ενδιέφερε ήταν να
μοιραστούν απόλυτα την ευθύνη της πράξης τους.
Η υπόθεση Παπέν συντάραξε τη Γαλλία, τόσο τα λαϊκά
στρώματα όσο και πολλούς διανοητές, οι οποίοι βρήκαν σε
αυτή μια εξαιρετική ευκαιρία στοχασμού. Οι σουρεαλιστές
είδαν σε αυτή την ταξική πάλη, ενώ ο Ζακ Λακάν τη
χρησιμοποίησε για την ανάλυση της παρανοϊκής ψύχωσης.
Ο Ζαν Ζενέ εμπνέεται από αυτήν για το θεατρικό του έργο
«Οι Δούλες» το 1947, ενώ το 1963 ο Νίκος Παπατάκης το
μεταφέρει στον κινηματογράφο, στην πρώτη ταινία που
γυρίζει ως σκηνοθέτης. Ο ίδιος λέει για την ταινία του:
«Παρότι αφετηρία μου ήταν ένα πραγματικό γεγονός
δεν θέλησα ποτέ να κάνω μία ταινία βεριστική, ούτε καν
ρεαλιστική. Επέλεξα ένα συγκεκριμένο λυρισμό -ή μάλλον
μια συγκεκριμένη βία την οποία προσέφερε ο λυρισμός-,
μιας και η αλήθεια δεν είναι ποτέ δεδομένη στον κόσμο του
θεάματος: μπορούμε μόνο να την αναδημιουργήσουμε».
του Κλοντ Σαμπρόλ
Φειδωλή σε κουβέντες και χαμόγελα, η Σοφί εγκαθίσταται
ως οικιακή βοηθός στο αρχοντικό της οικογένειας
Λελιέβρ, στην εξοχή της Βρετάνης. Παρά την ακοινώνητη
συμπεριφορά της, η γυναίκα ανταποκρίνεται άψογα στα
καθήκοντά της, καταφέρνοντας μάλιστα να κρύβει την
αναπηρία της: είναι αναλφάβητη. Γρήγορα θα συνδεθεί με
φιλία με την ταχυδρόμο του χωριού, την προκλητική Ζαν,
η οποία δεν κρύβει την αντιπάθειά της για τους Λελιέβρ.
Η συνενοχή μεταξύ των δύο γυναικών θα τις οδηγήσει να
μοιραστούν τα μυστικά τους...
Την υπόθεση Παπέν επαναφέρει στη γαλλική φιλμογραφία
κατά αξιοσημείωτο τρόπο ο ανατόμος της αστικής τάξης
Κλοντ Σαμπρόλ. Η «Τελετή» βασίζεται ταυτόχρονα στο
μυθιστόρημα της Ρουθ Ρέντελ «Τυφλή Ετυμηγορία»
και επιχειρεί να αναδημιουργήσει τη διαδρομή από μια
φαινομενικά ήσυχη ρουτίνα προς ένα «αναπάντεχο»
λουτρό αίματος. Ο Σαμπρόλ αναδεικνύει αριστοτεχνικά την
υπόκωφη βία αυτής της διαδρομής, ενώ σημειώνει: «Ποτέ
δεν είχα επαφή με την εργατική τάξη, δεν συμμετείχα σε
αυτή ποτέ στη ζωή μου, δεν ξέρω σχεδόν τίποτα. Έζησα
μέσα στην αστική τάξη. Την ξέρω καλά σε βάθος. Μου είναι
πολύ εύκολο να μιλήσω γι’ αυτή και αυτό κάνω στις ταινίες
μου. Στην “Τελετή” οι αστοί δεν σατιρίζονται, δείχνονται
όπως είναι».
των Πάολο & Βιτόριο Ταβιάνι
Ο 7χρονος Γκαβίνο παρακολουθεί το μάθημά του στο
σχολείο, όταν ξαφνικά ο πατέρας του μπαίνει μέσα και με
τη βία τον παίρνει μαζί του στο βουνό, όπου θα μείνει για
δεκατέσσερα χρόνια, μέχρι τα είκοσί του, απομονωμένος,
βοσκός στα πρόβατα της οικογένειάς του. Οταν μεγαλώσει,
ο Γκαβίνο θα εναντιωθεί στην πατρική κυριαρχία,
θα σπουδάσει και θα γίνει διάσημος γλωσσολόγος,
ειδικευμένος στις διαλέκτους της Σαρδηνίας. Η
πολυβραβευμένη νεορεαλιστική μα και ποιητική ταινία των
αδερφών Ταβιάνι αφηγείται την απίστευτη κι όμως αληθινή
ιστορία του Γκαβίνο Λέντα, έτσι όπως αυτή αποτυπώνεται
στο βιβλίο-αυτοβιογραφία του. Ο ίδιος ο Λέντα εμφανίζεται
στην αρχή και στο τέλος της ταινίας, απευθυνόμενος τόσο
στους θεατές όσο και στους ηθοποιούς.
Με λυρική ωμότητα, οι Ταβιάνι αποτυπώνουν στα τοπία της
Σαρδηνίας τη βιαιότητα της εξαθλίωσης, την εξουσία του
πατέρα αφέντη και το θαύμα της εξέγερσης. Δεν μένουν,
όμως, σε μια αισθησιακή ανίχνευση της πατριαρχικής
τυραννίας που ζουν και αναπαράγουν οι αγρότες του
ιταλικού Νότου. Με τεχνικές αποστασιοποίησης και
με τη στιβαρή προσήλωσή τους στην αλήθεια των
καταστάσεων, διεισδύουν στη σκληρότητα του πατριάρχη
και ανακαλύπτουν την οικονομική δομή που ορίζει τη
βαναυσότητά του. Παράλληλα, η ταινία γιορτάζει τη δίψα
για γνώση ως επιθυμία για ελευθερία.