Σελίδες 207

Ζέφυρε, πέρασαν πάνω από 20 μέρες από το αρχικό γράμμα που μου είχες στείλει λίγο καιρό
πριν φύγεις για Γαλλία και αφού τελευταία δεν παίρνω απαντήσεις σου άρα ισχύει αυτό που
μου’χες πει ότι αν δεν επιδιορθωθεί ο λαπτοπ σου θα απαντήσεις σε κάνα μήνα που θα γυρίσεις.
Επειδή κι από τους τρεις Νίκους και τον Κώστα επίσης δεν παίρνω τελευταία απαντήσεις, ώστε
τελικά να προχωρήσουμε και σε κάποιο «δια ταύτα» (όσο, βέβαια, γίνεται να υπάρχει «δια
ταύτα» σε θέματα που αφορούν τις πολιτισμικές όψεις των σημερινών προβλημάτων ελληνικών
ή και πιο διεθνών) ίσως το ξεκίνημα του παρόντος κεφαλαίου θα πρέπει να θεωρηθεί μέρος του
προηγουμένου, δεύτερου, μέρους και όχι του παρόντος , τρίτου*.
Όσον αφορά σχολιασμούς προτέρων σελίδων απλώς σου λέω ότι έχω την εντύπωση ότι σε
μικρές κοινότητες , που ο καθένας ζει από κοντά τους άλλους και τους ξέρει σαν ανθρώπουςοι
διαφορές προτεσταντών και Ελλήνων θα’ταν τόσο γεφυρώσιμες όσο οι διαφορές του Νίκου και
του παπ’Αλέξη. Επίσης ο Μπεν, ένας Γερμανός συνταξιούχος που ζει στην Γλώσσα, δεν νιώθει
καθόλου άδειες τις νύχτες του χειμώνα, τις περνάει στο καφενειο όπως όλοι (εμένα που δεν πάω
εκεί γιατί όλο διαβάζω με θεωρεί σπασίκλα όπως όλοι, ξέρει Ελληνικά, τραγουδάει Τσιτσάνη,
έχει στο αυτοκίνητο κασέττες με αντάρτικα, και φώναζε τον σκύλο του Μητσοτάκη και όταν του
πέθανε φώναζε τον διάδοχό του Σημίτη**.
Όσον αφορά προσθέσεις, πρέπει πρώτα-πρώτα να προσθέσω κάτι πολύ χειροπιαστό, που
αποτελεί συνέχεια μεν , αλλά τόσο κυριολεκτική και επίγεια που καλά καναμε και δεν την
βάλαμε εκει πακέτο, συνέχεια λοιπόν της σελίδας 190, που ήταν κάπως ποιητική ώστε να
μεσολαβεί μεταξύ της τωρινής κυριολεκτικής και της ποίησης της τελευταίας σκηνής του
Αγγελόπουλου με τρόπο που να εξηγεί και τι εννοούσε εκείνος ο σχολιαστής με τον Δαλάι Λάμα
και έκανε τον άλλο σχολιαστή να αγανακτήσει. Εδώ δεν θα’χουμε κανέναν Δαλάι Λάμα, και
κανέναν συμβολισμό με πλατφόρμες στη θάλασσα αλλά η τελευταία φράση του παλιού
αριστερού που θα δούμε, η φράση «Τίποτα άλλο» έχει όσο βάρος όσο οι καλύτερες σκηνές των
καλύτερων Αγγελόπουλων.
Ας αφήσω τις περικοκλάδες, πάμε στο ημερολόγιο του κυρ Βαγγέλη που μέρος του το’χε
γραμμένο από δεκαετίες, και μέρος του μου το υπαγόρευσε σε υπαίθρια καφενεία Κυριακές με
καλό καιρό μετά την λειτουργία κι εγώ το έδινα στα παιδιά για να ξέρουν και τις ομοιότητες και
τις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ πραγματικότητας και κινηματογραφικής ή θεατρικής
αναπαράστασης σε ιστορίες με τύπους Τζέιμς Μποντ , με πολιτικούς κρατούμενους κλπ .
Μετά, χωρίς άλλες εισαγωγές, θα πάμε σε μερικές σελίδες που αντιγράφουμε από τον πρόλογο
του παρόντος σάιτ.
*Α! Αν, όπως αρκετοί φίλοι μου, θεωρείς ότι τα παράχωσα στην βιβλιοθηκάριο που λέγαμε, τότε πάρε σαν θεία δίκη
(για την ειρωνεία που της έκανα για το φέις-κοντρόλ που έβαζε σε όσους της έγραφαν) το εξής ευτράπελο που μου
συνέβη δυο-τρία χρόνια αργότερα. Είχα κάνει ένα Αγγλόφωνο σάιτ (δεν θυμάμαι αν στο’χα αναφέρει ή αν σου’χα
απλώς στείλει σε συνημμένα όσα από τα περιεχόμενά του μπορούσα να φανταστώ ότι ίσως σε ενδιέφεραν, τέλος
πάντων είχε (και έχει) το πολύ απλό όνομα www.johnalevizos.net ) είχα και χώρο για σχόλια χωρίς κανένα φέιςκοντρόλ κλπ (που αν τώρα δεις τον έχω αφαιρέσει τελείως γράφοντας όμως το γιατί) Πλην μια φοράς που κάποιος
Άγγλος από την Ιαπωνία με ενημέρωσε μέσω των σχολίων για κάτι που έψαχνα όλα τα υπόλοιπα ήταν κάτι
αλαμπουρνέζικα που στην αρχή μου φαίνονταν σαν να μιλούσαν με κώδικες, ύστερα μου φαίνονταν σαν παραγγελίες
φαρμακευτικού υλικού και ύστερα άρχισαν να είναι συνομιλίες και ανταλλαγές συγχαρητηρίων και αβροτήτων
μεταξύ τσοντοηθοποιών για τις τελευταίες τους αναρτήσεις, αν θυμάμαι καλά κάποιο λογοπαιγνιο με την λέξη
Bushmore τους έκανε να διαλέξουν το χώρο σχολίων μου για στέκι οπότε μετά από λίγες μέρες χρονοβόρου
καθημερινου σβησίματος σχολίων το κατάργησα και τέρμα.
**Θα’λεγε κανείς «μα με την λογική των ερωτήσεων με τις οποίες βομβάρδισες την Αμερικανίδα Αντι-Μπους-ική
βιβλιοθηκάριο γιατί δεν πάει ο Μπεν στην Γερμανία να πολεμάει τους φασίστες αντί να κάθεται εδώ να ακούει
αντάρτικα; Ή, έστω, ας πολεμάει κάποιον εδώ». Του το ρώτησε, όντως, η Σοφία, μια συνάδελφος, ακραιφνέστατη του
ΚΚΕ, μια φορά που την πήρε ωτοστόπ και της έβαλε κασέττα με το «Βροντάει ο Όλυμπος αστράφτει η Γκιώνα». Της
απάντησε «Χοχοχο! Γκια να βλέπω εσένα αγκάπη μου μεγκάλη» Τίποτε που να μην το εννοούσε σε στυλ «χοχοχο»
υπήρχε; Ναι, μια φορά που η ίδια συνάδελφος στο καφενείο είπε κάτι για τους Εβραίους ο Μπεν τους ξέχεσε όλους
ως φασίστες κι έφυγε τόσο ράκος που κι οι άλλοι, αλλά κι από μόνη της θα το’κανε, της είπαν κι η Σοφία πήγε και
τον βρήκε στο σπιτάκι του, με αυλίτσα, τριανταφυλλιές, μπουγάδα, φουρνάκο, κλπ και του’πε «Ελα, ρε Μπενάκο, μια
μαλακία είπαμε για καλαμπούρι, πώς το πήρες έτσι;». Συμπέρασμα; Κάποιαν εποχή θα έκαναν σοβαρά μαθήματα
αυτοκριτικής και αποχουντοποίησης οι Γερμανοί και κάποιοι εξ αυτών τα πήραν όντως στα σοβαρά…
207
Ένα τετράδιο για το πώς η ιστορία θυμίζει ή δεν θυμίζει θέατρο στην πραγματική ζωή
Οι παππούδες μας τον καιρό της Γερμανικής κατοχής
Φυσικό είναι ένα τετράδιο με τίτλο «Οι παπούδες μας τον καιρό της Γερμανικής
κατοχής» να ξεκινάει με αφηγήσεις απο εκείνον τον παππού που χρόνια τώρα βλέπουμε
κάθε 28η Οκτωβρίου να καταθέτει στο Ηρώον το στεφάνι εκ μέρους των παλιών
αγωνιστών, όταν βγαίνουμε απο την Εκκλησία για να καταθέσουμε κι εμείς οι μαθητές
στεφάνι, όπως επίσης κι οι δημοτικές και λιμενικές και στρατιωτικές αρχές. Αρχίζουμε
λοιπόν με το «Ημερολόγιο του Βαγγέλη Γιαννόπουλου» που τα παιδιά , αλλά και πολλοί
νέοι, στο Λουτράκι τον φωνάζουν «παππού» και που, όπως θα δούμε, τον καιρό της
αντίστασης, που πολλοί αγωνιστές χρησιμοποιούσανε σαν ψευδώνυμα ονόματα ηρώων
του ’21, τον έλεγαν «καπετάν Κανάρη».
208
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ
ΒΑΓΓΕΛΗ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ
209
Το 1927 εγνώρισα τον εαυτό μου και πήγαινα σε διάφορες δουλειές.
Το 1934 πήγα στρατιώτης. Απολύθηκα το ’36 διότι μεσολάβησε η επανάσταση.
Ο στρατηγός Καμένος ήτανε δημοκρατικός. Ο Κονδύλης ήθελε να φέρει τον βασιλιά.
Δεν συμφωνούσαν και έτσι έγινε η επανάσταση. Κράτησε σαράντα μέρες, απολύθηκα
και ήρθα στο σπίτι μου.
Βγήκα στη δουλειά.
210
Με τη βοήθεια του πατέρα μου και με τις οικονομίες μου πήρα ένα καϊκι και βγήκα στη
δουλειά.
Το ’37 αρραβώνιασα και το ’38 στεφανώθηκα.
Και το ’40 πήγα στην Αλβανία στον πόλεμο και γύρισα το ’41. Στις 17 το Μάϊο.
Απο δώ και πέρα αρχινάει η δράση μου. Μέχρι τον Οκτώβριο κουβαλούσα πατριώτες.
Τους πήγαινα στα Ψαρά και εκεί τους παραλάβαινε ο ταγματάρχης ο οποίος λεγότανε
Γεώργιος Καλαμπόκας.
211
Στις 13 Οκτωβρίου με συνέλαβαν και εμένα και τον ναύτη μου, ονομαζόμενος Κώστας
Μορφούλης από τη Σκόπελο ή Ακριτός.
Μας βασάνισαν πολύ. Αυτός που μας πρόδωσε λεγότανε ... * Κατόρθωσε ο δήμαρχος
και ο γιατρός ο Μαργαρίτης, κατόρθωσαν να μας σώσουν και τον Νοέμβριο χτύπησα τον
προδότη... και με πήρε ο Συνταγματάρχης απάνω στο Πήλιο. Εκεί βρήκα και τον
συνταγματάρχη Πηλιορείτη.
*Στο αντίγραφο αυτό δεν θα αναφέρουμε ονόματα που ίσως πονέσουν μερικούς
ανθρώπους. Αν κάποιος θεωρεί οτι αυτο καθιστά ύποπτη την ακρίβεια του περιεχομένου,
του λέμε οτι τα ονόματα είναι διαθέσιμα γι’αυτόν για να κάνει όποιον έλεγχο
εμπιστεύεται.
212
Αποφασίστηκε να κατεβώ στο Βόλο και να ανταμώσω τον Λιμενάρχη Κουτούπη
Σταύρο. Τον συνάντησα και την επαύριο ανεβήκαμε απάνω στην Αρκούδα στο Πήλιο.
Εν τω μεταξύ πήρε όλη την αλληλογραφία. Οργανωθήκαμε με χαρτιά οτι πάμε στη Χίο
για πορτοκάλια και μανταρίνια. Τακτοποίησε τα χαρτιά, τα ναυτολόγιά μου. Ο
Συνταγματάρχης Ερρίκος, άγγλος, και ο Λιμενάρχης Κουτούπης και ο ταγματάρχης
Νικήτας και ένας επιλοχίας ονόματι Κώστας Κύπριος μου δώσανε το καϊκι του Μπεφάνη
Καϊρη και έφυγα για τη Μέση Ανατολή. Ήτανε στις 2 Φλεβάρη.
Ξημερώσαμε στη Σκύρο στις τρείς Μπούκες. Πλήρωμα είχα δέκα. Απο δώ είχα το
Μήτσο Παπαδημητρίου. Απο την Σκόπελο τον Θανάση, δεν θυμάμαι, νομίζω Κούμας, ο
οποίος στο 8ο ταξίδι σκοτώθηκε, 7 Πηλιορείτες. Φύγαμε το βράδυ απο τη Σκύρο.
Ο καιρός χιονιάς, έγινε μεγάλη φορτούνα, δεν είχαμε τα μέσα, ξημερωθήκαμε στο κάβο
Καράμπαμπα της Τουρκίας, πήγαμε σε μια καλή έξοδο, είχε μια αποθήκη μεγάλη. Μόλις
βάλαμε το καζάνι να βράσουμε κάστανα, ήμεθα κάτω στο αμπάρι διότι έκανε κρύο, έξω
είχε χιόνια, ακούσαμε φωνές, είπα στον Κύπριο, ήξερε τα Τούρκικα, «βγές να δείς τι
θέλουνε αυτοί». Ήτανε το τελωνείο, ζήτησε τα χαρτιά, τάδωσα. Πήρε εμένα και το
μηχανικό μου. Το σύνθημα ήταν αυτό «πάμε για πορτοκάλια στη Χίο, εδώ μας έφερε ο
καιρός». Το είπα όταν μας πήγανε απάνω στην αστυνομία. Ήτανε ένας ταγματάρχης
διοικητής. Μόλις μπήκαμε μέσα στο γραφείο μας άρχισε με ένα καμουτσί να του πώ την
αλήθεια. Όταν έφυγα μούπε ο Συνταγματάρχης αν με πιέσουν να πώ να ρωτήσουν το
ελληνικό προξενείο και το αγγλικό. Ετότες διέταξε να μας πάνε να φάμε. Πήγαμε σε μια
πλατεία . Σαϊπη λεγότανε η πόλη. Μέχρι να φάμε ήρθε μια κούρσα φορτωμένη τρόφιμα,
μαζί και τα χαρτιά μας. Ήτανε ένας έλληνας και ένας εγγλέζος και την επαύριο πήγαμε
στο Γρυ λιμάνι. Εκεί ήτανε η βάση όπου θα φορτώναμε και μόλις πήγαμε φορτώσαμε.
Το φορτίο μας ήτανε 100 μπάλες ρούχα και δύο κιβώτια λίρες. Αυτά τα κιβώτια γράφανε
απ’έξω κίνδυνος θάνατος. Μέσα είχε λίρες χάρτινες, μιλάμε για εκατομμύρια και σε δύο
ημέρες φύγαμε. Ο διοκητής της βάσης τον λέγανε Αμούρ. Ο συνταγματάρχης Ερρίκος
μου έδωσε για συνοδό του φορτίου έναν με το ψευδώνυμο Καραφωτιάς. Φύγαμε για την
Ελλάδα. Στο δρόμο φάγαμε μεγάλη φορτούνα, υποφέραμε πολύ, πήγαμε στις τρείς
Μπούκες και το βράδυ φύγαμε. Το καϊκι δεν είχε δρόμο, πήγαινε μόνο με 5-6 μίλια.
Αναγκάστηκα να περάσω απο τον Άγιο Γεώργιο Σκοπέλου. Ήτανε περίπου 2 μίλια να
ζυγώσουμε τον Άγιο Γεώργιο, πέσανε δύο φωτοβολίδες κόκκινες , εμείς δύο πράσινες.
Ήτανε καταδιώξεις γερμανικές. Αμέσως τους ξύπνησα, αμέσως πέσαμε έξω στη στεριά
και το καϊκι το πήγα στον Αμάραντο μέσα σε μια αγκάλη, ξεφορτώσαμε το φορτίο, το
βγάλαμε έξω. Το καϊκι το πήρα και το πήγα μεσ’στον Αγνώντα και το φουντάραμε και
φύγαμε. Ήρθανε η καταδίωξις, τόχαμε κάνει ερείπιο, το είδανε και φύγανε για το Βόλο.
Το βράδυ φορτώσαμε και μόλις θάμπωσε έφυγα για το Πήλιο. Τον συνοδό τον είχα
στείλει στην πλώρη, μόλις είχαμε περίπου φτάσει στον Άγιο Ιωάννη ήρθε πίσω όπου
ήμουν εγώ, κυβερνούσα, μου είπε «μπορώ να σου πώ;» «Τι θέλεις;» «Αυτά τα κιβώτια
έχουν μέσα λίρες» Αμέσως εγώ του λέγω «Πού το ξέρεις εσύ;» Μου είπε «Το ξέρω πολύ
καλά. Εάν θέλεις να ζήσεις καλά άκου τι θα σου πώ. Να τους καθαρίσουμε και να
ρίξουμε τη βάρκα στη θάλασσα. Να πάρουμε τα κιβώτια, να ρίξουμε λίγη βενζίνη απάνω
στην κουβέρτα γύρω απο τις μπάλες του δυναμίτη, θα εκραγούν και θα βουλιάξει το
καϊκι» Του είπα «Πήγαινε μπροστά» Ακόμα ήμεθα ανοιχτά, έφυγε και πήγε μπροστά.
Αμέσως είπα στον Κολοκοτρώνη «Βγες απάνω, ξύπνα τον Μετζέλο νάρθει απάνω»
Αμέσως τους είπα «Πηγαίντε μπροστά και δέστε τον Καραφωτιά στο άλμπουρο»
Αμέσως μου είπε «Φοβάμαι». Τότες πήγα μόνος, τράβηξα το πιστόλι μου και του είπα
213
«μην κουνηθείς», φώναξα τον Κολοκοτρώνη, ήρθε μπροστά, του είπα «δέστον στο
άλμπουρο, πόδια, χέρια και μέση» εγώ κρατούσα το πιστόλι απάνω του, έστειλα πίσω
τον Κολοκοτρώνη. Αμέσως τον ρώτησα η ένατη σφαίρα για ποιόν ήταν, μου είπε «για
σένα. Εάν προλάβαινες εσύ να με σκοτώσεις, καλώς» Τον παρέδωσα στον
συνταγματάρχη δεμένον, όταν του είπα τι έγινε τον εξαφάνισαν. Απο τότες δεν μούδιναν
συνοδό. Τώρα θα σας γράψω πώς πήγα και πήρα το καϊκι του Σκαμάγκα στο Βόλο.
Το ’42 στις 25 Δεκεμβρίου, με κάλεσε το Σύνταγμα και μου πρότεινε να κατέβω στο
Βόλο να ανταμώσω τον Σκαμάγκα Νικόλαο ο οποίος ήταν ιδιοκτήτης του σκάφους. Είχα
μαζί μου 5 άτομα. Απο νωρίς, πήρα ένα άδειο βαρέλι πετρελαίου, το πήγα στο
εργοστάσιο, άνοιξα μια τρύπα για να περάσει μέσα η εξάτμιση και γύρω άνοιξα πολλές
μικρές τρύπες για να μην ακούγεται η μηχανή. Ήτανε καινούργιο, μόλις είχε πέσει στη
θάλασσα, θα τόπαιρναν οι Γερμανοί, γι’αυτό μας ειδοποίησαν και πήγαμε να το
πάρουμε, και το πήραμε και φύγαμε για κάτω. Μαζί είχαμε και τα πιστόλια μας και 6
χειροβομβίδες. Ξημερωθήκαμε στα Γιούρα. Μόλις πήγαμε, στο λιμάνι όπου πηγαίναμε
εμείς, ήτανε παράμερο, ήτανε εξι η ώρα. Εκεί ήτανε ένας ψαράς. Μας είπε οτι αποκάτω
στο λιμάνι είναι ένα καϊκι και έχει μέσα δύο γερμανούς, με τον καπετάνιο τρείς. Πήραμε
το ψαράδικο και οι άλλοι απ’έξω, πήγαμε μεσα στο λιμάνι και μας φώναξε ο καπετάνιος
αν έχουμε ψάρια, του είπα «έχουμε», «ελάτε να μας δώσετε», πήγαμε. Δίπλα οι γερμανοί
έπιναν καφέ, δεν δώσανε σημασία καθόλου. Πήγαμε απάνω και οι δύο αμέσως
προτείναμε τα πιστόλια μας, σήκωσαν τα χέρια ψηλά, τους δέσαμε στο άλμπουρο, μετά
ειδοποιήσαμε και ήρθε το δικό μου, πήραμε μέσα τους γερμανούς, δέσαμε πίσω το καϊκι
και φύγαμε για κάτω. Ξημερωθήκαμε στα Ψαρά, εκεί ήτανε ο ταγματάρχης ο
Καλαμπόκας οπού συνεργαζόμουνα μαζί του. Την επαύριο πήγα στην Αγρελιά, εκεί
ήτανε η βάση μου. Κάθισα εκεί αρκετές ημέρες. Με κάλεσε ο διοικητής και μου είπε να
ετοιμαστώ να κατέβω στην Κύπρο. Πήρα μαζί μου τους γερμανούς και το καϊκι οπού
πιάσαμε. Ο Καπετάνιος λεγότανε Δημήτριος Παξινός. Στην Κύπρο έφτασα στις 15
δευτέρου. Κάθισα περίπου 2 μήνες, έφυγα στις 10 Απριλίου στη βάση μου , εκεί έκανα 5
ταξίδια. Μέχρι αρχάς Δεκεμβρίου ήμουνα στη βάση μου. Πήγα μετά ξανά στην Κύπρο,
ένα μήνα κάθισα, φόρτωσα και έφυγα για τη βάση μου. Όταν έφτασα βρήκα εκεί δύο
σκάφη και τα φόρτωσα και φύγανε για πάνω. Τα καϊκια γύρισαν στας 20 Φλεβάρη. Ο
καπετάνιος ο ένας ήτανε ο Μιλτιάδης Καϊρης Αθανασίου. Ο άλλος ήτανε ο Δημήτριος
Μεταξάς. Ήτανε απο τη Συκή. Είναι απέναντι απο τη Σκιάθο αυτο το χωριουδάκι. Εγώ
είχα φύγει για την Κύπρο , γύρισα φορτωμένος στις 16 Μαρτίου, πάλι φόρτωσα τα
καϊκια και έφυγαν για απάνω στο Πήλιο. Εγώ έφυγα για την Κύπρο. Πάλι φόρτωσα και
ήρθα στη βάση μου. Έφτασα στις 28 το Μάρτη. Τα καϊκια τ’άφησα εκεί στη βάση.
Φορτώσανε και φύγανε για το Πήλιο. Στις 6 Απριλίου έγινε συμβούλιο και πήραμε
απόφαση να χτυπήσουμε το φυλάκιο των Γερμανών. Ήτανε στο νησί των Ψαρών. Είπα
να πάω εγώ και ο ταγματάρχης έστειλε απο ένα κομάντο και δύο εγγλέζους. Κάμανε την
επιχείρηση και απέτυχε . Έναν τραυματία και έναν σκοτωμένον. Το ευτύχημα είχα πεί
στους καπετάνιους να αλλάξουν πορεία, να κατέβουν Σοφράνο απ’τη Μυτιλήνη βόρεια
απο την Λήμνο να πιάσουν τα Τουρκικά παράλια. Έτσι δεν υπήρχε φόβος. Βάζαμε
σημαία Τουρκική στο άλμπουρο και δεν υπήρχε φόβος. Ήρθανε στη βάση και τους είπα
τα νέα. Τα καϊκια ήρθαν στας 15 Απριλίου, καθήσανε μέχρι τα τέλη του μηνός Απρίλη,
εγώ συνεργαζόμουν με τον ταγματάρχη Γιώργο Καλαμπόκα. Ήρθε στην Αγρελιά και μας
είπε τα νέα. Οι Γερμανοί ήταν ήρεμοι, πάλι κάμαμε συμβούλιο και ο ταγματάρχης έβαλε
214
εμένα να κανονίσω την επιχείρηση. Πρώτα έστειλα τα καϊκια απάνω και τους είπα πάλι
απο πού θα’ρθουν. Φύγανε στας 15 Μαϊου. Στας 20 Μαϊου έγινε η επιχείρηση. Πήρα το
καϊκι το Σαν Τζών ονομαζότανε. Ήτανε βαριά εξοπλισμένο. Ο ταγματάρχης
Καλαμπόκας πήρε δικόν μου τον Μήτσο Παπαδημητρίου, τον Θανάση Γιακίμη απο την
Σκόπελο, και δύο Κύπριους, πήγαμε την νύχτα στα Ψαρά. Ο Καλαμπόκας είχε έναν
Ψαριανό μαζί του με μια βάρκα. Όλη τη νύχτα σκεφτόμουν πώς θα μπορέσω να κάνω
την επιχείρηση. Το πρωϊ πήρα την βάρκα, έβαλα το γυαλί και είχε ψάρια αρκετά, έρριξα
δύο χειροβομβίδες και χτύπησα πολλά ψάρια, τα ξάπλωσα στην κουβέρτα μας, έδεσε το
καϊκι και μας πήγε στον κάβο, απο κεί ήτανε περίπου τρακόσα μέτρα το φυλάκιο, ήτανε
η ώρα περίπου έντεκα, εγώ ήμουν μπροστά, είχα βάλει το γυαλί και κοιτούσα, ο
Κολοκοτρώνης ήτανε απάνω στην πλώρη και κρατούσε το καμάκι δίπλα στο γυαλί. Στο
καμάκι είχα καρφώσει ένα ψάρι μεγάλο. Ο Καλαμπόκας στα κουπιά, ο άλλος απάνω
στην πρύμη και έκανε πως νετάριζε δίχτυ, ο άλλος αποκάτω στην πλώρη με το αυτόματο.
Το νησί έκανε αετό και απο πάνω δεν φαινότανε η παραλία τι γίνεται κάτω. Κατέβηκαν
δύο κάτω και μας φώναξαν, πήγαμε γιαλό, ζήτησαν ψάρια, ο Καλαμπόκας του μίλησε
γερμανικά, «ελάτε να διαλέξετε τι ψάρια θέλετε», μπήκαν και οι δύο μέσα και τους
δώσαμε μια βελόνα με σπάγγο και περνούσανε ψάρια, ο πρυμνιός κοίταξε προς τα πάνω
και δεν φαινότανε κανένας, αμέσως ο Καλαμπόκας τραβαέι το πιστόλι του.
Ο Καλαμπόκας κι εγώ τους πήραμε τα πιστόλια τους. Τους βάλαμε κάτω και ψαρεύοντας
φύγαμε. Περάσαμε τον κάβο, μας έδεσε το καϊκι και φύγαμε, περάσαμε απέναντι και
γιαλό-γιαλό πήγαμε στη βάση μας. Την επαύριο πήγανε δύο καϊκια και πήραν τους
υπόλοιπους και έτσι τα Ψαρά ήταν ελεύτερα και περνούσαμε απο’κεί. Οι δύο αυτοί
ήτανε ο ένας γιατρός ανθυπολοχαγός και ο άλλος ανθυπολοχαγός. Μετά απο δύο μέρες
τους πήρα και τους πήγα στην Κύπρο. Οι άλλοι πήγαν στη Χίο. Στην Αμμόχωστο ήταν
το ναυαρχείο. Ναύαρχος ήταν ο Λόντος. Στας 27 Μαϊου ήμουν στην Κύπρο. Μέσα
σ’αυτό το διάστημα είχα να περάσω απ’τη Σκύρο. Είχαν πάει στην Λιναριά 25 Ιταλοί και
απο τότες για μας ήτανε δύσκολο να πάμε στις τρείς Μπούκες να μείνουμε και ετότες
κάναμε συμβούλιο πώς να διώξουμε τους Ιταλούς. Ετότες πήρα το λόγο να μου δώσουν
το καϊκι το Σαν Τζών και να πάω στη Σκύρο μέχρι να ετοιμαστούμε. Ήρθανε και τα
καϊκια και μας είπαν πως είχανε βάλει νάρκες μέσα στο λιμάνι της Λιναριάς. Μας το είπε
ο λιμενάρχης και όλα τα ψαράδικα. Όλα τα σκάφη τα είχαν στείλει απέναντι γύρω στα
500 μέτρα να μη έχουν καμμια επικοινωνία με το λιμάνι της Λιναριάς που ήτανε
ναρκοπεδεμένο. Είπα στα καϊκια να φορτώσουνε και να περιμένουνε να γυρίσω. Εγώ το
λιμάνι της Λιναριάς το ήξερα πολύ καλά. Έφυγα, πήγα στη Σκύρο, πήγα στην Ακίτσα,
εκεί είχε έναν κρυψώνα καλό, είχε δύο νησιά τα οποία ήτανε κοντά στην ξηρά. Έβαλα
απο μέσα το καϊκι και εγώ, ο Κολοκοτρώνης και δύο αδέλφια Κύπριοι, τους πήρα και
πήγα απάνω στο χωριό και κανόνισα να μούχουν ένα βαρκάκι έτοιμο. Κατέβηκα,
παρακολούθησα το συρματόπλεγμα και έφυγα. Το βράδυ κατεβήκαμε κάτω στο άλλο
λιμάνι, πήρα το βαρκάκι και πήγα κοντά στην πόρτα, η βραδιά ήτανε πολύ σκοτεινή.
Επίσης στη θάλασσα πήρα το στιλέτο μου και ένα ψαλίδι να κόψω το σύρμα να πάρω τις
νάρκες. Μαζί μου και ο Κολοκοτρώνης, ψευδώνυμο, ήτανε ο Μήτσος Παπαδημητρίου.
Βούτηξα και έκοψα την πρώτη νάρκη οπού βρήκα. Την πήρε και την πήγε στη βάρκα.
Έκοψα και δεύτερη, βγήκαμε έξω, πήραμε τη βάρκα και πήγαμε στο καϊκι και το βράδυ
φύγαμε για κάτω. Πήγαμε κάτω, οι νάρκες ήτανε πήλινες, οι Ιταλοί κάθε πρωϊ κάνανε
έλεγχο, είδαμε πως λείπαν δύο νάρκες, σε δύο ημέρες φύγαν, πήγαν δύο καϊκια και τους
πήραν και έτσι ελευτερώθη η Σκύρο και πηγαίναμε άφοβα, αυτή η επιχείρηση τέλειωσε
215
στας 15 Ιουλίου. Στας 19 Ιουλίου πήρα το μικρό καϊκι νάρθω απάνω να φέρω γύρο όλα
τα νησιά για κατασκοπεία Στας 21 Ιουλίου ήρθα στα Σκάντζουρα η ώρα 5 το πρωϊ. Είχα
πάρει μαζί μου τον Κολοκοτρώνη, πήγα στο μοναστήρι, ήταν έξω η γυναίκα του φίλου
μου, αμέσως μας έκανε νόημα και κρυφτήκαμε και αμέσως μαζί με τον άντρα της,
φοβισμένοι και οι δύο αμέσως μου είπαν οτι κάτω στο λιμάνι είναι μια καταδίωξη
γερμανικιά και είναι όλοι μεθυσμένοι, ψήσανε δύο κατσίκια, μέχρι τώρα τραγουδούσανε.
Αμέσως φώναξα όλους, πήραμε τα όπλα μας, όλα αυτόματα, και απο δύο χειροβομβίδες.
Αυτο το νησί είναι όλο σκοπιές χτισμένες πέτρινες. Και οι καλόγεροι είχαν γύρω στο
λιμάνι σωρούς πέτρες για τους πειρατές. Είχε μια μικρή άμμο, περίπου 5 μέτρα, μέσα
καταμεσίς στην άμμο είχαν φωτιά και ψήσαν τα κατσίκια. Μάλιστα το ένα δεν τόχαν
φάει όλο. Είχαν μεθύσει και είχαν ξαπλώσει γύρω απο τη φωτιά. Μετρήσαμε εννέα,
έλειπε ακόμα ένας. Τους έκανα νόημα να μη τους χτυπήσουμε ακόμη, το καϊκι ήτανε η
πλώρη του έξω. Αμέσως μπήκα μέσα σιγά-σιγά, κοίταξα απο το φιλεστρίνι και ήταν ένας
νεαρός ξαπλωμένος και ροχάλιζε. Εγώ ετότες αμέσως τους έκανα νόημα να ρίξουν τρείς
χειροβομβίδες, τις έρριξαν και δεν πρόλαβε κανένας να αντιδράσει, ετότες εγώ κάθισα
δίπλα στην πόρτα, μόλις άνοιξε να δεί τι γίνεται του πρότεινα το πιστόλι, του είπα «εδώ
παρτιζάνοι», ήρθε μέσα ο Κολοκοτρώνης, τον δέσαμε, μαζέψαμε τα αυτόματα, τα
βάλαμε απάνω στην κουβέρτα, ο οπλισμός του ήτανε πολύ βαρύς, είχε ένα ταχυβόλο
πίσω στην πρύμη, τραβούσε πέντε χιλιάδες μέτρα, είχε στις δύο πλευρές απο ένα
μυδράλιο δίκανο και ένα στην πλώρη, πυρομαχικά αρκετά βρήκαμε, δέκα μαρσίπια
σφαίρες, αρκετές ταινίες. Τα μυδράλια ήτανε Ρωσσικά, τα πιστόλια και τα ταχυβόλα
ήτανε Λάνκαστερ. Στις 23, ήτανε η ώρα 4 το απόγευμα, έδεσα πίσω το μικρό το καϊκι
και έφυγα για κάτω, δεν φοβόμουν πια, έφτασα κάτω στας 26 το πρωϊ, τα πτώματα τα
πετάξαμε στη θάλασσα, τον νεαρό τον πήγα στην Κύπρο. Στην Κύπρο έφτασα στις 2
Αυγούστου. Τον νεαρό τον παρέδωσα στον ναύαρχο τον Λόντο. Ετότες μου είπε ο
ναύαρχος να καθίσω να ξεκουραστούμε, εγώ αμέσως τράβηξα το καϊκι έξω στην
Αμμόχωστο, είχε ωραίο καρνάγιο, καθίσαμε 40 μέρες, βόλεψα καλά το καϊκι, το
χρωματίσαμε μέσα και έξω, βολέψαμε την μηχανή και τον οπλισμό καλά. Μέχρι τας
5 Οκτωβρίου με κάλεσε ο Ναύαρχος και μου χάραξε μια πορεία για να πάω απέναντι στα
Καραβονήσια δύο ομάδες καταδρομών. Αναχώρησα στας 12 Οκτωβρίου για απέναντι,
έφυγα Σάββατο βράδυ, φόβος δεν υπήρχε, μόνον μέχρι 5 μίλια απο τη στεριά για κανένα
αεροπλάνο κοντά στα Καραβονήσια γι’αυτό πηγαίναμε εκεί νύχτα, φτάσαμε η ώρα 4 το
πρωϊ στο Καραβονήσι, εκεί υπήρχε μια πεδιάδα, την πολιορκούσαν ένα τάγμα Έλληνες,
ο ταγματάρχης Παλιδημόπουλος Σπυρίδων, το πιο καλύτερο τάγμα, ήτανε περίπου 50
χιλιόμετρα απο την Τέρνα. Θυμάμαι ο ταγματάρχης μου είπε το πολύ σε 5 μέρες θα
καταλάβουν την Τέρνα, με ευχηθήκανε και έφυγαν μαζί με τις ομάδες, το βράδυ τη
Δευτέρα έφυγα για την Κύπρο, έφτασα στας 15 του μηνός, Τρίτη το πρωϊ η ώρα 7,
Οκτώβριο του ’43. Με υποδέχτηκε με χαρά και αγάπη ο στρατηγός Αλεξάντερ και ο
ναύαρχος. Μόλις διάβασε ο στρατηγός το έγγραφο οπού του έδωσα σηκώθηκε και μας
φίλησε όλους. Ετότες είπε στους Έλληνες καπετάνιους που είχαν έρθει στο καϊκι να με
δούν, ετότες τους είπε «τον βλέπετε κύριοι καπεταναίοι, αυτός υπηρετεί για να
λευτερώσει την Ελλάδα, εσάς εδώ σας έφερε ο ίδιος, άλλοι κάνατε μαύρη αγορά και
άλλοι σας είχαν οι γερμανοί εδώ, παίρνετε το άτομο 200 λίρες», η λίρα είχε 73 δραχμές.
Ετότες μου είπε «στο καϊκι σου περάσαμε μηχανή μεγάλη απο τανκς ελαφρύ, θα
πηγαίνει 10 μίλια» Καπεταναίοι ήτανε ο Νίκος ο Σαλπαδήμος, ο Θεοχάρης, ο Σταύρος
Τσούκας απο τη Λήμνο και ο Μήτσος Παξινός και πολλοί άλλοι. Μου είπε «Κανάρη
216
νάρθης αύριο στο ναυαρχείο, σε θέλω». (Κανάρης ήταν το δικό μου ψευδώνυμο)
Κάθισα στην Κύπρο όλο τον Οκτώβριο και έφυγα στας 10 Νοεμβρίου, φόρτωσα τροφές
αποστειρωμένες, κρέατα, πατάτες, κρεμμύδια, και σκόνι αυγά, έφτασα στο Γρυ λιμάνι
στας 20 του μηνός. Εκεί φόρτωσε ο Μήτσος Μεταξάς και ο Μιλτιάδης Αθανασίου.
Καθίσαμε εκεί και βόλεψα το καϊκι μου για να είναι έτοιμο, εγώ έφυγα για την Κύπρο
στας 25 Νοεμβρίου και έφτασα τέλη Νοεμβρίου. Κάθισα στην Κύπρο μέχρι 10
Δεκεμβρίου, φόρτωσα διάφορα αποστειρωμένα κρέατα και κρόκο απο αυγά, κρεμμύδια
και πατάτες, το ίδιο φορτίο. Στας 16 Δεκεμβρίου έφτασα στην Αγρελιά στη βάση μου,
βρήκα το καϊκι μου έτοιμο, δοκιμάσαμε τη μηχανή πήγαινε πολύ καλά, καθίσαμε μέχρι
τον Απρίλη. Στας 20 Απριλίου πήρε σήμα η βάση για ένα καράβι γύρω στους 4 χιλάδες
τόνους, δύο καϊκια φορτωμένα με διάφορα κλεμμένα και μια κορβέτα συνοδεία.
Διατάχθηκα να βολέψω το καϊκι μου, να πάρω τρόφιμα και καύσιμα. Στην
1 Μαϊου πήρα μαζί μου έναν πλοίαρχο και πήγαμε στα νησιά των Σποράδων με το μικρό
καϊκι. Φτάσμε στα Γιούρα, έδειξα πού θα κρύψουν την κορβέτα. Στα Γιούρα, στο
Λιδρομίτικο λεγότανε, είχε κρυψώνα για την κορβέτα και τις τορπιλάκατες την μια στην
κυρα Παναγιά την άλλη στην βρωμοπηγάδα της κυρα Παναγιάς, τελειώσαμε. Στας
4 Μαϊου πήγαμε την πρώτη στο Λεχούνι της κυρα Παναγιάς και τη δεύτερη στη
βρωμοπηγάδα. Το βράδυ στας 10 η ώρα ήρθε το υποβρύχιο και τον πήρε τον πλοίαρχο
και εγώ έπρεπε να πάω στον Θόδωρα Λυκούργο Αθανασίου να πάρω κατασκοπεία.
Φύγαμε το πρωϊ, στας 5 Μαϊου, έφθασα στο Ξερό και πήγα στο λιμάνι του Τσέλιου.
Αυτό το κλειστό λιμάνι τόχε φτιάξει ο πειρατής Τσέλιος, ο μεγαλύτερος πειρατής του
Αιγαίου. Πήρα την κατασκοπεία και το βράδυ πήγαμε να βάλουμε μπρός και το καπάκι
του πρώτου κύλινδρου είχε κάνει ρήγμα και η μηχανή δεν έπαιρνε μπρός. Στας 7 το
βράδυ βγάλαμε το καπάκι και έστειλα τον Καραϊσκάκη, ψευδώνυμο, με μια βάρκα στη
Σκόπελο να πάρει το καπάκι και το βράδυ να πάρει ένα βενζινάκι και ναρχότανε απάνω.
Αυτός όμως έμπλεξε με τον αδελφό του ο οποίος ήτανε φασίστας. Ο αδελφός του τον
πρόδωσε ετότες στη Γκεσταπό και ήρθαν και πήραν το καϊκι και το πήγαν στη Σκόπελο.
Στις καταδιώξεις στη μία ήτανε καπετάνιος ο .....και στην άλλη ήτανε ο..... Μέσα στην
καταδίωξη ήτανε και ο..... Αυτά τα πληρώματα ήτανε Σκοπελίτες....., ....., ......., ...........
και άλλοι πολλοί. Ετότες πήρα το μηχανικό μου και τους άλλους τους πήρε ο Αθανασίου,
τον Αρτέμη Μιαούλη,τον Κολοκοτρώνη Δημήτριο Παπαδημητρίου. Και ο Φάνης
Τριανταφύλλου ο οποίος δεν ξαναήρθε πια. Πήρα μαζί μου το μηχανικό μου, πήραμε μια
βάρκα, και μια κοπέλλα, αυτή μας πέρασε απο το Βασιλικό στην Αλόννησο. Την
κοπέλλα την έλεγαν Ευαγγελία Μαλάμου. Δεν μπόρεσα να βρώ μια βάρκα. Τις μαζέψανε
όλες και τις πήγαν στο λιμάνι. Είχαμε απάνω στο νησί τρείς μέρες. Γυρίζαμε μέσα στα
δάση χωρίς νερό και χωρίς ψωμί. Μετά απο δέκα μέρες έβρεξε τη νύχτα και γλείφαμε τα
φύλλα απο τα δέντρα απο τη δίψα. Είχαμε φθάσει στον κάτω κάβο του νησιού, απέναντι
ήτανε η Σκόπελος, ήτανε βράδυ, η καταδίωξις η μία πήγαινε απάνω και η άλλη κάτω.
Άλλη ελπίδα δεν είχαμε , μόνο να πέσομε στη θάλασσα και να περνούσαμε στη Σκόπελο,
στο ενδιάμεσο ήτανε ο Άγιος Γεώργιος, αν πιάναμε απάνω στον Άγιο Γεώργιο θα
ξεκουραζόμασταν και την επαύριο να περνούσαμε στη Σκόπελο αν δεν είχε ρεύματα.
Αποφασίσαμε να πέσομε. Ετότες είπα στο μηχανικό μου, γιατί τον ψυχολόγησα πως δεν
είχε κουράγιο, του είπα «Συναγωνιστή εσένα δεν σε ξέρει κανένας για αντάρτη, αν σε
πιάσουνε θα πείς πως νόμιζες πως ήμουνα ψαράς και δεν ήξερες πως ήμουν καπετάνιος
των ανταρτών και σου είπαν στο Βόλο πως
217
ένας ψαράς είχε η μηχανή του πρόβλημα και ήθελε μηχανικό. Συμφωνήσαμε για 10
ημέρες και θα μ’έφερνε στο Βόλο. Και βλέπω πως ήρθε η καταδίωξις και του λέω «τι
συμβαίνει» και τότε μου είπε πως είναι αντάρτης» Του είπα «αυτά να πείς αν σε πιάσουν
εσένα, εμένα αν με πιάσουν δεν έχω ζωή» Είχα πάρει το πιστόλι μου απο το καϊκι και το
είχα απάνω μου με 100 φυσίγγια στην εξάρτησή μου. Επέσαμε στη θάλασσα, τόδωσα
ανοιχτά, τον έχασα. Είχε τόσο ρεύμα οπού δεν μπορούσες και τόδωσα πρίμα με το
ρεύμα, πονάτσα να γράψεις. Κολυμπούσα αρκετή ώρα και για μια στιγμή βλέπω και το
ρεύμα με χτυπούσε στα μούτρα, κοίταξα το άστρο της τραμουντάνας. Εκεί που το είχα
πίσω μου το είχα δίπλα μου. Τότε εκατάλαβα πως πατάρισε το ρεύμα και τότε τόδωσα
πρίμα. Πώς βρέθηκα μέσα σε μιά τρύπα δεν μπόρεσα να το καταλάβω και μέχρι σήμερα
ακόμα οπού το σκέφτομαι. Πώς πέρασα σαν να με έβαλε άνθρωπος εκεί μέσα. Έκανα
παρέα με τρείς φώκιες. Όταν ξύπνησα και είδα το σκότος αμέσως είπα πως είμαι μέσα σε
μπουντρούμι, τράβηξα τα μαλλιά μου και κοίταξα προς τα πάνω και είδα κατασταλάχτες
να κρέμονται προς τα κάτω. Κρύωνα πολύ, συνήλθα λίγο, βλέπω ο μισός έξω και ο μισός
μέσα στη θάλασσα, και αφού κατάλαβα πως είμαι μέσα σε σπηλιά κοίταξα δίπλα μου,
είδα τρία μαύρα σώματα τεράστια και μόλις σηκώθηκα απάνω αμέσως σηκωθήκανε και
πέσανε στη θάλασσα. Ετότες εκατάλαβα πως ήτανε φώκιες. Δεν υπάρχει παιδιά
καλύτερο πράγμα , να κοιμάσαι αγκαλιά με τρείς φώκιες. Απο τότες σταμάτησα να
κυνηγώ τις φώκιες. Ενόμιζα πως με πήγαν εκεί μέσα οι φώκιες. Βγήκα και εγώ έξω, είχε
βασιλέψει ο ο ήλιος, και κάθισα έξω, ήμουν βρεγμένος, έβγαλα τα φυσικλίκια μου και τα
καθάρισα. Και το πιστόλι οπού είχα απάνω μου. Τα ρούχα μου είχαν μισοστεγνώσει.
Βγήκα στο δρόμο για τον Αγνώντα. (Εκεί είχα κρύψει μια φορεσιά ρούχα του διοικητή
μου του Κουτούπη, ήτανε πλωτάρχης, λιμενάρχης του Βόλου, είχα κατέβει στον Βόλο
και μαζί μου είχα το Μήτσο τον Παπαδημητρίου με το ψευδώνυμο Κολοκοτρώνης, το
1942, με όλη τη γραφική μου ύλη, το μήνα Φλεβάρη, και του είχα πάει του Κουτούπη
στην διοίκηση, συνταγματάρχης ήτανε ο Πέτρος Πηλιορείτης, ταγματάρχης ήτανε ο
Νικήτας). Και τώρα στην πορεία μου, φτάνοντας στον Αγνώντα, πήγα στο σπίτι και
χτύπησα την πόρτα και βγήκε στο παράθυρο η μάνα του Παύλου Παλαιολόγου και μου
είπε «Φύγε γρήγορα, τώρα ήτανε εδώ ο ..../και ρωτούσε για σένα» Αυτός ήτανε
γκεσταπίτης, ήτανε ο...., τον άλλον τον λέγανε...., ήτανε πολλοί, ήτανε και ο...., ήτανε
ο....., ο ....και άλλοι πολλοί. Εγώ δεν μπορούσα να μιλήσω καθαρά, είχε κλείσει ο λαιμός
μου, ετότες άκουσε ο Σπύρος ο Πούλιος, έτσι τον ήξερα,με πήρε απο το χέρι και με πήγε
μέσα στο σπίτι του, έστειλε τη γυναίκα του και άρμεξε γάλα και μόδωσε να πιώ, άλλο
πήγαινε κάτω και άλλο έτρεχε απ’έξω απο το στόμα μου. Ετότες του ζήτησα μολύβι και
χαρτί. Πρώτον τούγραψα να με πάρει με τη βάρκα και να με πάει στο Τροχίλι. Δεύτερον
να πάει στη θειά του και να ζητήσει τα ρούχα του, κοστούμι και σώβρακο δικό του και
μια φανέλα και να προσέξει να μη τον πάρουν είδηση, και να πάει στη Σκόπελο να φέρει
το γιατρό τον Μαργαρίτη και να του πεί πως έχει κλείσει ο λαιμός μου όπως και έγινε ,
πήγε, και το απόγευμα ήρθε ο γιατρός και μου’καμε δύο ενέσεις και μούδωσε ένα υγρό
και ήπια. Είχα όμως λίγο συνέλθει και τότες έμαθα απο το γιατρό πως πιάσανε τον
μηχανικό μου, πήδησε απο έναν βράχο και έσπασε δύο παϊδια και την επαύριον θα τον
στέλναν στο Βόλο, πιο πέρα θα σας γράψω πώς γλίτωσε, και τώρα πάλι στα δικά μου.
Εγώ την ίδια βραδυά πέρασα στη Γλώσσα στο χωριό μου όπου συνδέθηκα με την
υπηρεσία μου, κάθισα στη Γλώσσα δύο ημέρες και πέρασα στη Σκιάθο. Εκεί συνδέθηκα
με τον ασύρματο τον οποίον είχε ένας ταγματάρχης εγγλέζος ονόματι Μάϊκ, άλλος ένας
218
δικός μας και δέκα αντάρτες οπού φρουρούσαν τον ασύρματο. Κάθισα εκεί μια βραδυά
και την επαύριο κατέβηκα στη Σκιάθο. Εκεί ήτανε η διοίκηση πολιτοφυλακής, Γερμανοί
δεν υπήρχαν στην Σκιάθο. Στη Σκιάθο πήγα στη διοίκηση. Μόλις μπήκα μέσα, αμέσως ο
διοικητής μου είπε πως με περιμένει μια έκπληξη και με πήγε μέσα σ’ένα δωμάτιο και τι
να δώ. Γύρω στους 7 ανθρώπους . Ο ταγματάρχης τους συνέλαβε οπού με κυνήγησαν.
Αυτοί με είχαν για πνιγμένον, μόλις με είδαν τάχασαν. Ετότες ο ....μου είπε «Μπράβο
καπετάνιε αφού γλίτωσες σ’αυτό το μαύρο πέλαγος» Ετότες εγώ, μου είχε ο
συνταγματάρχης ένα μπουκάλι κονιάκ, αμέσως φώναξα και μου φέραν δύο ποτήρια και
τους κέρασα κονιάκ. Ετότες ο ....μου είπε «δεν μας σκοτώνεις παρά μας κερνάς;» Ετότες
έστειλα και μου φέραν έναν ψαρά και τους έβαλα μέσα για να τους πάω απέναντι στο
Πήλιο. Πήγαμε απο κάτω στην Αγία Ελένη και εκεί σταμάτησα για να προσέξω για
καμμία καταδίωξη, ήτανε τώρα 8 το πρωϊ, εκεί βλέπω το μεγάλο το καϊκι μου οπού είχα
αφήσει στην Τουρκία, φορτωμένο, έρριξα μια σφαίρα με κόκκινο σήμα και έκαμε αργά,
πήγα απάνω του ζήτησα εξήγηση γιατί φύγανε μέρα απο το λιμάνι απο τα Σκάντζουρα,
αυτοί πήγανε στη Σκόπελο νωρίς, ήτανε μέσα ο ναύτης ο Θανάσης ο Γιακίμης, καθίσανε
και το βάλανε στο πιώμα, μεθύσανε και φύγανε στας 5 η ώρα, αφού το ψαράδικο με τη
συνοδεία είχε περάσει έξω στη στεριά, εκεί οπού τάχαμε πεί με τον καπετάνιο, προς τη
Ζαγορά. Βλέπω τρία σαν πουλιά, μέχρι να πώ τι είναι αυτά τα μαύρα μας βάλανε με
αεροτορπίλες. Ετότες διέταξα «στη θάλασσα» μόλις μου είπε ο καπετάνιος οτι μέσα στο
αμπάρι είχε 120 δοχεία βενζίνη των 120 βαθμών για τα αεροπλάνα, πέσαμε στη
θάλασσα, μας έρριξαν 240 αεροτορπίλες εκτός απο τα μυδράλια που θέριζαν τη
θάλασσα. Τα αεροπλάνα αυτά πήγαιναν για τα οχυρά απέναντι στο Πιτιόνησο της
Ευβοίας που τάχαν κυκλώσει οι αντάρτες. Περίπου μισή ώρα απασχοληθήκανε. Ευτυχώς
δεν πήγε μέσα στ’αμπάρι να πάρει φωτιά. Όταν βγήκαμε έξω εγώ είχα δίπλα μου,
ακουμπούσε το χέρι του απάνω στον ώμο μου τον δεξιόν, ο Απόστολος Παναγιώτου, 2ος
μηχανικός. Εγώ είχα τραυματιστεί στο δεξί μου χέρι, ένα βλήμα με πήρε στη δεξιά
παλάμη και μούκοψε τα δύο δάχτυλα, έδεσα το χέρι για να σταματήσει το αίμα, μας πήρε
μια βάρκα και μας πήγε απάνω στο καϊκι, βάλαμε μπρός και πήγαμε στη βάση μας.
Αμέσως μας πήγαν στο νοσοκομείο, επέδεσαν τους τραυματίες, σκοτώθηκε ο πρώτος
μηχανικός, Γιάννης, δεν θυμάμαι το επώνυμό του, σκοτώθηκε ο Γιακίμης. Τραυματίες:
1 Ο Αυγερινός 2.Ο Αντώνης Φαλκής Τρίτος ο καπετάνιος στην κοιλιά ελαφριά Όταν
ήρθα εγώ στα νησιά τον έβαλα καπετάνιο, κάθισα 4 ημέρες και έφυγα για κάτω για τη
βάση μου, πήρα το καϊκι μου με όλο το πλήρωμα και αναχώρησα για την Κύπρο. Μόλις
πήγα στην Κύπρο, τη δεύτερη μέρα διατάχτηκα να πάρω καύσιμα και πήρα μια ομάδα
καταδρομών έλληνες και την πέρασα απέναντι στην Τέρνα, κάθισα όλη την ημέρα και το
βράδυ έφυγα, το πρωϊ ξημέρωσα στην Κύπρο και σε λίγες μέρες έφυγα για πάνω.
Και τώρα θα γράψω για τη γυναίκα μου.
Η γυναίκα μου ξεκίνησε μαζί με μένα στην ίδια υπηρεσία ΠΚ3 , γραφείον πληροφοριών
κατασκοπείας, επώνυμο Χιώτη, ψευδώνυμο Μπουμπουλίνα. Εδούλεψε πολύ σκληρά
μαζί μου, είχε πιστέψει πολύ στον αγώνα, οτι είχε τα πούλησε όλα για να ζήσουν δύο
παιδιά και δύο γέροι, η μάννα μου κι ο πατέρας μου. Όταν κυνήγησαν εμένα ετότες την
πήραν τη γυναίκα μου, τα παιδιά, τον πατέρα μου και την μητέρα μου και τους πήγανε
στο ψηλότερο βουνό στη Σκιάθο στον προφήτη Ηλία, είχε ο αδελφός μου ένα καλύβι και
τους είχαν εκεί. 500 μέτρα πιο πέρα ήταν ο ασύρματος, δύο εγγλέζοι και δέκα έλληνες
αντάρτες φυλούσαν τον ασύρματο. Μαζί έμενε και ο αδελφός μου, αυτό έγινε το
219
σαραντατρία(43). Εργάστηκαν μέχρι που έφυγαν οι Γερμανοί, κατάλαβαν τοΒόλο οι
αντάρτες. Μετά ήρθε στη Γλώσσα και κάθισε στο Λουτράκι ο ΕΛΑΣ στο σπίτι της
δασκάλας Ευθυμίας. Παρέδωσε στας δεκαεφτά Φλεβάρη. Εγώ κατέβηκα στας 20
Μαρτίου. Στας δεκαπέντε Απρίλη με συνέλαβαν οι μπουραντάδες και μ’έκλεισαν στη
φυλακή στο Βόλο. Στις φυλακές Ρήγα Φεραίου. Ετότες βρήκαν την ευκαιρία και πήραν
τη γυναίκα μου απο την αγκαλιά του πατέρα μου και της μάνας μου. Στας 13 Οκτωβρίου
την κατέβασαν στη θάλασσα. Εκεί της έδεσαν τα πόδια και την τραβούσαν πίσω στο
καϊκι. Την είχαν κάνει τρείς βόλτες μέσα στο λιμάνι. Κάποιος πήγε στον καπετάνιο και
του είπε πως αυτή η γυναίκα είναι του καπετάνιου Κανάρη οπού δούλευε κάτω στη
Μέση Ανατολή, ο Γιώργος ο Χούλης, ήμασταν αδελφικοί φίλοι, ετότες γύρισε γιαλό και
έβγαλε κρυφά το μαχαίρι απο τη μέση του και κόβει το σχοινί, αμέσως φώναξε «παιδιά η
γυναίκα πνίγηκε και πάτωσε και κόπηκε το σχοινί», ετότες του είπανε φύγε κι έφυγε για
τη Σκιάθο. Ο τελώνης , καλό παλληκάρι και φίλος μου και λεγότανε Χρήστος Πολίτης
και ένας ακόμα φίλος, ο Γιώργος Πιστικός, μια φίλη της Δήμητρα με τον άντρα της, ο
Βασίλης Ορφανός και η γυναίκα του, της πλύναν τις πληγές οπού είχε στο κεφάλι, της
λύσαν τα πόδια και κάμαν ένα φορείο και την πήγαν στο φαρμακείο στο χωριό, η ώρα
ήταν 4 το πρωϊ, στο κεφάλι της βάλαν δεκαοχτώ (18) ραφές, είχε μήνες πόνους, πώς να
την πήγαινα στους γιατρούς όταν ήρθα στο σπίτι μου το ’50 στις 15 Μαρτίου; Λεφτά δεν
είχαμε να την πήγαινα στους γιατρούς. Την πήγα το ’54 οπού είχα τα μέσα. Ήταν αργά
πια. Η γυναίκα μου μέχρι το ενενήντα πήγαινε με το ζόρι στην τουαλέτα, δεν μπορούσε
να πάρει τα πόδια της, μέχρι το ’60 κάπως βολεβότανε, είχε παραλύσει απο τη μέση και
κάτω μέχρι οπού πέθανε το ’98, ενενηνταοχτώ, ’98.
220
Συμπλήρωση:
Εκεί όπου γράφω για τα καϊκια με τα κλεψιμέϊκα και για το καράβι και την κορβέτα οπού
τα πήγαινε για τη Θεσσαλονίκη, τις τορπιλάκατες οπου είχα κρύψει στα νησιά της
κυραΠαναγιάς, την πέμπτη μέρα τους είχαν στήσει ενέδρα στο κάστρο της Σκιάθος και
μόλις περάσανε μέσα στον κόρφο, εκεί έγινε η ναυμαχία, βουλιάξανε το καράβι, τα δύο
καϊκια και την κορβέτα, την χτύπησαν και πήγε έξω στο Πήλιο, εκεί περίμεναν απ’έξω
αντάρτες, έπιασαν εβδομήντα Γερμανούς. Στας 25 Μαϊου έγινε η ναυμαχία και τα
βουλιάξανε. Εγώ ήμουν στην Κύπρο.
Ο μηχανικος πώς γλίτωσε. Τονε βρήκανε σε μια σπηλιά και τον πυροβολήσανε, έπεσε κι
έσπασε δύο παϊδια, τονε στείλανε οι γερμανοί στην φυλακή «Παύλος Μελάς» της
Θασσαλονίκης αλλά χρειαστήκανε μηχανικό για μια καταδίωξη, εστείλανε οι δικοί μας
δύο κοπέλες, η μια με μια βάρκα η άλλη τάψηνε με τον σκοπό τον γερμανό κι έτσι τον
εκλέψανε και γλίτωσε.
Εμένα τα δάχτυλα οπού μου είχανε κοπεί τα γλίτωσε ένας βλάχος, δεν τάχασα αλλά δεν
πιάνουνε , κοπήκανε τα νεύρα.
Συνέχεια:
Στας 26 Μαϊου του ’43 με πήρε απο βραδύς στο γραφείο του ο ναύαρχος με τον
Αλεξάντερ τον στρατηγό και μου είπανε να εφοδιαστώ με καύσιμα για 200 μίλια και
τρόφιμα γιατι θα πάμε στο Αλαμεϊν. Την επαύριο το πρωϊ, στας 27 Μαϊου, αναχωρήσαμε
για το Αλαμεϊν. Στας 2 Ιουνίου φτάσαμε διότι ταξιδεύαμε μόνο μέρα , νύχτα όχι. Εκεί
όπου πήγαμε ήταν το καράβι η Αμφιτρήτη, αντιτορπιλικό ανοιχτού πελάγους, ελληνικό,
με 840 άτομα πλήρωμα. Βγήκα απάνω, ανέβασα και τους δύο στρατηγούς, ναύαρχο και
στρατηγό και τον ιδιαίτερο του ναυάρχου, Αρχιμήδης απ’την Ικαριά, καθηγητής
θεολογίας. Απάνω στο καράβι δεν υπήρχε άνθρωπος, ένας μόνο ναύτης φυλούσε το
καράβι. Οι δύο ανώτεροι αξιωματικοί φύγανε, ο ναύαρχος με το στρατηγό. Πιο πίσω
έμεινε ο ιδιαίτερος ο Αρχιμήδης. Παρουσιάστηκε ο ναύτης και τον ρώτησα «Πού είναι
το πλήρωμα;» και εις απάντηση μου είπε «Ποιοί; Οι Βουλγάροι;» Εκεί τον χτύπησα
άγρια, με πήρε ο ιδιαίτερος με τη βία, τον άφησα για να ακολουθήσουμε το στρατηγό με
το ναύαρχο. Εκείνη τη στιγμή άκουσα μια οχλαγωγία μεγάλη, πιο πάνω δέκα μέτρα
απ’το καράβι. Έτρεξα αμέσως διότι πονηρεύτηκα για το πλήρωμα. Τους είχανε κλείσει
μέσα σ’ένα στρατόπεδο με συρματόπλεγμα, είχανε δύο βρύσες ανοιχτές και τρέχανε, σε
κάθε βρύση φυλούσε απο ένας Ινδιάνος με αυτόματο. Εκείνη την ώρα ήρθε ένας
ανώτερος αξιωματικός πλοίαρχος, μου έρριξε το πηλίκιό του και το γέμισα νερό. Είχανε
δύο μέρες χωρίς νερό, εκείνη θα ήταν η τρίτη μέρα, μέσα στη ζέστη αυτή. Την ώρα που
γέμιζα το πηλίκιο νερό ήρθε ο Ινδιάνος να με σταματήσει. Χτύπησα τον Ινδιάνο έπεσε
απο κάτω απο το ύψωμα, ήρθε κι ο δεύτερος, τα ίδια έπαθε κι αυτός, και γέμισα τρία
πηλίκια νερό. Δεν μπορούσα άλλο πια να δώσω, ήρθε ο ιδιαίτερος και με πήρε με τη βία,
μου είπε θα με σκοτώσουν αν με πάρουν είδηση. Πήγαμε εις το κτίριο όπου είχανε πάει ο
ναύαρχος με τον στρατηγό. Εκεί μέσα στο κτίριο αυτό ήτανε η ελληνική κυβέρνηση,
ήτανε ο Τσουδερός, ο Καφαντάρης, ο Γεώργιος Παπανδρέου, κι ο αείμνηστος Σοφούλης.
Εκείνη την στιγμή μιλούσε ο Καφαντάρης και είπε «πρέπει όσοι είναι μέσα στας
φυλακάς να εκτελεστούνε όλοι διότι δεν θα μπορούμε να κυβερνήσουμε αν τους
αφήσουμε ελεύθερους αυτούς. Είναι όλοι εγκληματίαι» Ετότες πήγα να σηκωθώ και να
221
φύγω και με σταμάτησε ο ναύαρχος. Τελείωσε ο Καφαντάρης και ανέλαβε ο Σοφούλης.
Εκείνη την στιγμή ο Σοφούλης του είπε το εξής «Μα τρελλαθήκατε κύριε Καφαντάρη;
Ξέρετε ποιοί θάναι μέσα στας φυλακάς; Όλοι οι ανώτεροι αξιωματικοί, καθηγηταί, όλοι
οι αγνοί πατριώτες. Εδώ έχουμε τον καπετάνιο ο οποίος θα μας πεί ποιοί εκτελούσανε
μέσα στις πόλεις τους πατριώτες». Τους κάλεσε όλους, πήγανε κοντά στο τραπέζι, και
τους λέει «Οι συνεργοί, οι ηθικοί αυτουργοί, θα αφήνονται ελεύθεροι, οι φυσικοί
αυτουργοί οι οποίοι εκτελούσανε ανθρώπους θα κρατούνται εις τας φυλακάς. Εάν έχουν
ντοκουμέντα οτι αυτοί οι οποίοι εκτέλεσαν ήταν συνεργάτες των Γερμανών ή των
Ιταλών θα αφήνονται ελεύθεροι». Ρωτάει τον Γεώργιο Παπανδρέου «Συμφωνείς
αρχηγέ;» «Συμφωνώ» λέει «Υπογράψτε όλοι» Υπογράψανε όλοι. Εφτά ήτανε. Δεν τους
θυμάμαι τους άλλους τρείς πώς τους λέγανε. Με ρωτάει ο Σοφούλης «ποιοί εκτελούσανε
μέσ’στις πόλεις τους πατριώτες, ποιοί κρεμούσανε με καλώδια και με σχοινιά απ’τις
κολώνες αυτούς που συλλαμβάνανε;». Με ρώτησαν και τους μίλησα με νεύρα οτι αυτοί
οπου κρεμούσανε τους άλλους ήτανε ταγματασφαλίτες, συνεργάτες των Γερμανών και
των Ιταλών. Αυτοί κρεμούσανε πατριώτες , όχι οι πατριώτες αυτούς. Εκείνη τη στιγμή
χειροκροτήσανε και τους παρεκάλεσα να μου επιτρέψουν πέντε λεπτά να μιλήσω.
Η πρώτη μου συζήτηση ήτανε οπού τους είπα «Αυτό το πλήρωμα οπού το έχετε πάνω,
τους 840 ανθρώπους μεσ’στο συρματόπλεγμα, αύριο θα τους χρειαστήτε να πολεμήσετε
και τα όπλα τους θα γυρίσουν εναντίον σας» Εκείνη τη στιγμή καλέσανε τους γιατρούς
και έδωσαν διαταγή να τους αφήσουν ελεύθερους να πάνε στο καράβι και να τους
προστατέψουν οι γιατροί, μην πέσουν απο τη δίψα στο νερό αμέσως και πάθουν τίποτα.
Συμπλήρωση:
Στους 840 που ήτανε στο συρματόπλεγμα ήταν και δύο Γλωσσιώτες, ο Χρήστος ο
Παλαιολόγος και ο Γιάννης ο Σκιαθίτης.
Συνέχεια:
Φύγαμε αμέσως, πήγαμε στο καράβι, ετοιμάσανε φαγητά να φάμε και μου λέει ο
ναυάρχος «Κανάρη ετοίμασε το σκάφος» Πήραμε καύσιμα απ’το καράβι, τροφές, και
αναχωρήσαμε για την Κύπρο. Στας 12 Ιουνίου φτάσαμε στην Κύπρο. Έφυγα και βγήκα
έξω να πάω στο γραφείο, να μιλήσουμε, τι άκουσα, τι είδα, τι γινότανε. Εκεί βρήκα τον
αείμνηστο Μακάριο και τους είπα όλα όσα συνέβησαν. Ήρθε ο ιδιαίτερος και με πήρε
και πήγαμε βόλτα , φάγαμε, ήπιαμε τέλος πάντων, και μου είπε το εξής, να φυλαγόμαστε
και οι 10 γιατι θα αναλάβουμε μια αποστολή πολύ επικίνδυνη. Τον ρώτησα «Τι
επικίνδυνη αποστολή είναι αυτή;» Μου λέει «Το Ελληνικό τάγμα έχει πολιορκήσει την
Τέρνα και θα στείλουν αύριο να πας δύο ομάδες καταδρομών διότι μόνο εσύ μπορείς να
ταξιδέψεις διότι είσαι βαρειά εξοπλισμένος» Πράγματι την επαύριο το πρωϊ με κάλεσε ο
ναύαρχος με το στρατηγό τον Αλεξάντερ και μου είπανε «Ετοίμασε το σκάφος, καύσιμα,
βάλε πυρομαχικά αρκετά ναχεις μέσα οβίδες και ταινίες για τα μυδράλια» Του λέω επί
λέξει «Στρατηγέ μου είναι δύσκολη η αποστολή που μου αναθέτετε. Απο δω απ’τη
Κύπρο μέχρι τα Καραβονήσια είναι πολλά μίλια. Δεν θα μπορούσα να πάω. Θα μπλέξω
μ’αεροπλάνα πολλά. Οι Γερμανοί κι οι Ιταλοί έχουν πολλά αεροπλάνα κι ίσως νάχουνε
και κανένα καράβι κεί έξω» Μου λέει το εξής «Όλες οι ακτές τις οποίες έχουνε
καταλάβει οι έλληνες μαζί με τους εγγλέζους είναι βαρειά εξοπλισμένες με κανόνια κλπ
Δεν προχωράει αεροπλάνο εκεί. Έχουμε καράβια εκεί έξω. Θα φύγεις απο δώ το πρωϊ,
θα σε συνοδέψουν αεροπλάνα και μια τορπιλάκατος μέχρι να σκοτεινιάσει. Έχουμε
222
μετρήσει εμείς τα μίλια. Στας 8 η ώρα θα σκοτεινιάσει, θάσαι εκεί στας 6 το πρωϊ, μη
φοβάσαι τίποτα» Πράγματι, πήρα τις δύο ομάδες αυτές , 44 άτομα, και αναχωρήσαμε το
πρωϊ απο την Κύπρο, και την επαύριο στις 6 η ώρα το πρωϊ φτάσαμε στα Καραβονήσια,
πιο πάνω απ’τον Κάβο Σαρούμ. Εκεί μόλις πήγα, ήρθανε ένας ταγματάρχης κι ένας
λοχαγός, Έλληνες, τον ταγματάρχη αυτόν τον είχα ταγματάρχη κι εγώ στην Αλβανία,
Κώνστας λεγότανε. Περιλάβανε τις δυό ομάδες αυτές, μου δώσανε όλα τα έγγραφα και
μου είπε «σήμερα θα καταλάβουμε την Τέρνα και κατά τας 15 με 20 Αυγούστου ίσως να
πάρουμε και την Βεγγάζη. Το ελληνικό τάγμα προχωράει πολύ καλά. Αυτό να τους πείς»
Έφυγα μια ώρα μέρα απο κεί με συνοδεία δύο αεροπλάνα εγγλέζικα καταδρομικά.
Βράδιασε, σκοτείνιασε και μ’άφησαν και φύγανε. Προχώρησα για την Κύπρο. Απο κεί
απο την Κύπρο πετάξανε τρία αεροπλάνα και φρουρούσανε, μόλις ξημέρωσε, όλο το
πέλαγο για να μην έρθει κανένα αεροπλάνο και με χτυπήσει και με πήγανε στην Κύπρο.
Φτάσαμε στο λιμάνι, πήγα στο αρχηγείο, έδωσα τα σχετικά έγγραφα και για να
ξεκουραστώ τράβηξα μεσ’στην Αμμόχωστο το σκάφος έξω. Ήτανε αρχάς Οκτωβρίου
πια, δεν μπορούσα άλλο. Στας 18 Οκτωβρίου έρριξα το σκάφος στη θάλασσα,
φουντάρισα δίπλα στο αρχηγείο και πήγα στο ναυαρχείο για να με φορτώσουνε νάρθω
στην Ελλάδα. Ο ναύαρχος μου είπε να μη βιάζομαι . Κάτι κατάλαβα και δεν απάντησα.
Έφυγα. Το απόγευμα βγήκα έξω, συνάντησα τον ιδιαίτερο του ναυάρχου, τον Αρχιμήδη,
και μου είπε όλα τα μυστικά, τι είχε γίνει. Η κυβέρνηση η Ελληνική με το σκάφος εκείνο
που ήτανε κάτω στο Αλαμεϊν ετοιμαζότανε να πάει για την Ελλάδα, διότι οι Γερμανοί
φεύγανε ατάκτως. Την επαύριο με κάλεσε απάνω το ναυαρχείο, μου έδωσε εντολή να
φορτώσω το σκάφος μόνο τ’αμπάρι, όχι την κουβέρτα. Μου λέει «Και θα πάρεις και δυό
συνταγματαρχαίους» Πράγματι το πρωϊ μου φέρανε πράγμα, ξηρές τροφές, πατάτες,
κρέατα, κρεμμύδια, κρόκο σκόνη αυγό, όλα αποστειρωμένα, σε τενεκέδες και καμμιά
15-αριά τσουβάλια ρύζι , μανέστρες, τέτια και καμμιά 10-αριά τσουβάλια ζάχαρη και
καμμιά 20-αριά τσουβάλια αλεύρι. Μια μπάλα ρούχα φορέματα για το πλήρωμα, τις
γυναίκες, μητέρες τους και τα παιδιά τους, και μια μπάλα κοστούμια κοστούμια να τα
μοιράσω στο πλήρωμα. ΄Ημουνα έτοιμος να φύγω αλλά με καθυστέρησαν κι έφυγα μετά
20 μέρες. Γιατί με καθυστερούσανε δεν ξέρω. Ήρθε ο ιδιαίτερος ένα πρωϊ και με φώναξε
να πάμε να πιούμε καφέ. Εκεί μου είπε το πιο ευχάριστο νέο, οτι οι Γερμανοί
εκκενώσανε τα νησιά όλα κι ετοιμάζονταν να φύγουνε κι απ’όλη την Ελλάδα,, απ’όλες
τις πόλεις. Έφυγα, ζήτησα να μου δώσουν τα σήματα, μου λέει το εξής ο ναύαρχος:
«Σύντροφε πλοίαρχε, θέλεις να μείνεις μαζί μας εδώ κάτω στην Κύπρο;» Του λέω «Μα
εγώ τώρα φόρτωσα. Πρέπει να πάω στο σπίτι μου, έχω οικογένεια, παιδιά, μητέρα,
πατέρα, τη γυναίκα μου. Δεν ξέρω τι γίνονται» «Εντάξει , μου λέει , φύγε, δεν
χρειάζονται σήματα, τα νησιά είναι όλα ελεύθερα, θα πάς ελεύθερα στο Βόλο» Πράγματι
λοιπόν, έφυγα, στας 5 Δεκεμβρίου έφτασα στη Χίο. Κάθισα στη Χίο δυο μέρες, έδεσα
στο λιμάνι και μετά ήρθε μέσα το υποβρύχιο ο «Ιατρίδης». Λιμενάρχης ετότες ήτανε
ένας Ευελπίδης, αντάρτης συνταγματάρχης. Κάθισα εκεί τρείς ημέρες, μου δώσανε
πολλά πράγματα, πυρομαχικά κλπ. απο κεί για να τα πάω στους αντάρτες. Και μούδωσαν
κι έναν ανθυπομοίραρχο της χωροφυλακής για να τον παραδώσω στο εκτελεστικό
απόσπασμα. Τον φέρανε μεσ’στο σκάφος, τον έβαλα μέσα στην καμπίνα και είχα δυό
εκεί και τον φρουρούσανε. Εγώ απο περιέργεια πήγα έξω και ρώτησα τον λιμενάρχη «τι
έχει κάνει αυτός ο άνθρωπος και μου τον φέρνετε να τον παραδώσω στο εκτελεστικό
απόσπασμα;» Μου λέει το εξής «Καπετάνιε πρόσεξε, το παιδί αυτό είναι αθώο. Ο
223
πατέρας του ήτανε διοικητής χωροφυλακής εδώ στη Χίο. Ο υπομοίραρχος ο οποίος
συνεργαζότανε μαζί του ήτανε νέος, γύρω 35 χρονών. Αυτός ο υπομοίραρχος αγαπούσε
την αδελφή αυτουνού του παιδιού και ο πατέρας του ο διοικητής δεν τον ήθελε να τον
κάνει γαμπρό. Έβαλε δύο αντάρτες και εκτελέσανε τον διοικητή κι επειδή τώρα ο γιός
του δεν τον θέλει για γαμπρό, τούκανε δικογραφία οτι ήτανε προδότης και τον
συνέλαβαν και στον φέρανε σήμερα εσένα να τον πάς απάνω να τον εκτελέσουνε»
Έφυγα το βράδυ για την Ελλάδα, πίναμε καφέ μεσ’στην καμπίνα, στο όνομα τον λέγανε
Αρίστο, δεν μπορώ να θυμηθώ το επώνυμό του, απο περιέργεια τώρα εγώ τον ρώτησα
«Δεν μου λέτε σας παρακαλώ απο πού είστε; Απο δω ή ξένος απο αλλού;» κι έβαλε τα
κλάμματα, δυό μέτρα παλληκάρι. Μου λέει «Απο δω είμαι, Χιώτης, η ιστορία μου είναι
μεγάλη, θα στην πώ στο ταξίδι» Του λέω «Έχεις μάνα; Έχεις πατέρα;» Εγώ τώρα ήξερα,
μου λέει «δεν έχω πατέρα, τον εκτέλεσε ο ίδιος ο ιδιαίτερός του, ο υπομοίραρχος» «Το
σπίτι σου πού είναι;» «Το σπίτι μου είναι στα Μιστά τώρα που θα περάσουμε. Είναι
παραθαλάσσιο, στην παραλία. Εάν θέλεις, σε παρακαλώ πολύ, να περάσουμε απο κεί να
δώ τη μητέρα μου και τις δυό αδελφές μου να τους αφήσω μια εντολή» Φουντάρισα στο
λιμάνι, πήγαμε. Το σπίτι του ήταν δίπλα στο λιμάνι. Το βράδυ φύγαμε απ’το σπίτι του,
κατευθυνθήκαμε στην πορεία μας για να πάμε στο Βόλο, οι Γερμανοί είχαν φύγει.
Φτάσαμε στο Βόλο κατά τις 10 Δεκεμβρίου. Τον πήρα, τον έντυσα πολιτικά, δεν ήθελα
να δώσω στόχο στους δικούς μου, και πήγα και τον παρέδωσα στο διοικητή της
αστυνομίας του Βόλου, τον Κανταράκια. Τον άφησα, του έδωσα τη στολή του, μου
έδωσε τα πολιτικά που τούχα δώσει. Αφού τον παρέδωσα, με συγχάρηκε ο διοικητής και
κράτησε και το ψευδώνυμο και το επώνυμό μου. Εξακολούθησα τη δουλειά μου κι απο
τότε δεν ξαναπήγα στην Τουρκία. Μόλις ήρθε η κυβέρνηση πήγε μια ομάδα ανταρτών
και κυκλώσανε το μέγαρο του Βάτη. Μέσα εκεί έμενε η κυβέρνηση όταν ήρθε απο την
Αίγυπτο. Αφού κυκλώθηκε απ’τους αντάρτες είχανε σκοπό να ανατινάξουνε το κτίριο.
Ετότες εβγήκε στο μπαλκόνι ο γερο-Παπαντρέου και μίλησε στους αντάρτες «Παιδιά μη
μας ανατινάζετε, θα μοιράσουμε την Ελλάδα στα δύο» Οι αντάρτες είπανε το εξής «Θα
κάνουμε εκλογές και θα μας δώσετε τα υπουργεία αυτά οπού θέλουμε εμείς» Τότε ο
αρχηγός δεν δέχτηκε να τους βάλουν στην κυβέρνηση παρά δέχτηκε αυτό που είπε ο
γερο-Παπαντρέου να μοιράσουνε την Ελάδα στα δύο. Απο τότε που μοιράστηκε η
Ελλάδα σαν διοικητής του Αιγαίου που ήμουνα διατάχτηκα να πάρω το σκάφος μου κι
ένα ακόμα που είχα μαζί μου, δύο καϊκια, να περάσω απ’τα νησιά του Αιγαίου, να πάρω
όλη την πολιτοφυλακή απ’όλα τα νησιά, Σκιάθο, Γλώσσα, Σκόπελο, Αλόννησο, και να
την πάω στα Μουντανιά. Η διοίκηση του ΕΛΑΣ έφυγε και πήγε στο Τσάϊζι, κι απο κεί
πάνω ο ΕΛΑΣ πήρε όλη τη Μακεδονία. Εγώ διατάχτηκα να κάνω τη βάση μου στην
Αμουλιανή, απέναντι απ’το Όρος. Πέρασε αρκετός καιρός και το ’45, στας 17 του
Φλεβάρη, διατάχτηκα απ’το αρχηγείο να πάρω τα καϊκια και τα δύο και να πάμε στα
σπίτια μας. Ήρθα στη Γλώσσα στας 20 του Φλεβάρη* το ’45. Το καϊκι μου όμως το δικό
μου το εξοπλισμένο που τόχα πάρει απ’τους Γερμανούς δεν το πήρα μαζί μου όπως
διατάχτηκα και το άφησα στην Αμουλιανή για λόγους ασφαλείας. Στας 5 Απριλίου, ένα
*Σε προηγουμενο σημείο ο κυρ Βαγγέλης είχε πεί 20 Μαρτίου οχι 20 Φλεβάρη. Πώς εξηγείται η διαφορά;
Άλλα τα αντιγράψαμε απο τετράδια που είχε γράψει ο ίδιος τότε και άλλα τα γράψαμε ενώ μας τα
υπαγόρευε τώρα Πιο ακριβείς ημερομηνίες βέβαια θα είναι εκείνες που έγραφε παλιότερα που ήταν πιο
πρόσφατα τα γεγονότα. Αν λάβουμε δε υπ’όψη οτι ο κυρ Βαγγέλης τα διηγείται αυτά 60 χρόνια αργότερα
και είναι σχεδόν 90 χρονών το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι μακάρι ναχει και η δική μας μνήμη τόση
ακρίβεια στην ηλικία του, αν ποτέ την φτάσουμε βέβαια.
224
βράδυ η ώρα 12, ήρθανε οι μπουραντάδες, ένας ανθυπολοχαγός, ένας ενωμοτάρχης της
χωροφυλακής ονομαζόμενος Αρβανιτάκος και με πιάσανε. Εκεί γνωριστήκανε ο πατέρας
μου με τον Αρβανιτάκο. Ήτανε Μανιάτης. Τα χωριά τους ήτανε μισή ώρα το ένα απο το
άλλο, ο πατέρας μου απ’την Κύτα αυτός απ’τους Σκαλουνούς. Υποσχέθηκε στον πατέρα
μου οτι μη φοβάσαι τίποτα, το παιδί σου δεν θα πάθει τίποτα στα χέρια μου, θα τον πάω
στον εισαγγελέα κι απο κεί στις φυλακές. Με πήγε στο Βόλο στας 22 του Φλεβάρη με
πήγε στον εισαγγελέα. Λεγότανε Κατιβένης κι ο πρωτοδίκης λεγότανε Μανωλόπουλος.
Έδωσα ανάκριση και διέταξε ο Μανωλόπουλος με τον Κατιβένη να με πάνε στις
φυλακές Ρήγα Φεραίου. Με πήγανε εκεί, κλείστηκα στη φυλακή και στις 5 Ιουνίου το
’45 πέρασα το πρώτο μου στρατοδικείο. Με δίκασε ο στρατοδίκης Λαγάνης. Αθωώθηκα
παμψηφεί. Με πήγανε πίσω στις φυλακές. Το 1945, στας 21 Σεπτεμβρίου, πέρασα
κακουργοδικείο οτι είχα στην κατοχή μου όπλα, κανόνια κλπ στο οποίο αθωώθηκα με 11
ψήφους. Με πήραν απο κεί με πήγανε στα Τρίκαλα στην ασφάλεια. Είχα μια βαλίτσα
μαζί μου, ήρθε ένας δεσμοφύλακας τ’όνομά του τον λέγανε Βαρούφ. Μ’έβαλε στο
κρατητήριο. Μόλις μπήκα μέσα είδα έναν σκοτωμένο, έβγαινε αίμα απ’τ’αυτιά, κι άλλου
ένα έβγαινε απ’το στόμα κι απ’τη μύτη. Είπα οτι και μένα με περιμένει η ίδια τύχη.
Διατάχτηκε ο δεσμοφύλακας να με πάρει και να με πάει απάνω, στο διοικητή. Με πήρε,
μούβαλε χειροπέδες, και με πήγε στο γραφείο του διοικητού. Μόλις μπήκα μεσ’στο
γραφείο με κοίταξε ο διοικητής με ρώτησε πώς λέγομαι, του είπα οτι λέγομαι
Γιαννόπουλος Ευάγγελος του Βασιλείου. Μου λέει «ψευδώνυμο δεν είχες;» Του λέω
«Είχα» «Πώς λεγόσουν;» «Κανάρης Ευστάθιος». Με κοίταξε καλά στα μάτια και
γέλασε. Αμέσως είπε στο δεσμοφύλακα «Βγαλ’τις χειροπέδες γρήγορα και φύγε»
μούβγαλε τις χειροπέδες κι αυτός έφυγε. Έβγαλε τσιγάρο, μου πρόσφερε, μίλησε στο
τηλέφωνο και μας φέραν απάνω δυό καφέδες. Ο ένας ο χωροφύλακας του είπε «Θέλετε
κύριε διοικητά τίποτε άλλο;» Του λέει «Ναι. Το δωμάτο που μένετε εσείς οι σκοποί το
βράδυ, θ’αλλάξετε κουβέρτες και θα κοιμηθεί μέσα ο κρατούμενος. Προσέξτε καλά, δεν
θα λυθεί μύτη απ’αυτόνε τον άνθρωπο» Λέει «Μάλιστα κύριε διοικητά» «Θα βάλετε και
τη βαλίτσα του στο δωμάτιο, και θα φυλάει και σκοπός απ’έξω. Ο δεσμοφύλακας δεν θα
έχει καμμιά υπευθυνότητα, υπεύθυνοι θα είστε εσύ κι ο ενωμοτάρχης» Εγώ έμεινα
εκστατικός, πώς αυτά τα λέει αυτός ο άνθρωπος για μένα; Τι ξέρει; Πώς άκουσα τόσα
ωραία πράγματα; Την επαύριο θα περνούσα κακουργοδικείο. Αφού καθόμαστε στο
γραφείο και πίναμε τους καφέδες με ρώτησε «Ρε καπετάν Κανάρη, ακόμα δεν με
γνώρισες;» Του λέω «Κύριε διοικητά, όχι, δεν σας γνωρίζω» Ήτανε μοίραρχος. Μου λέει
«Πέρασες καθόλου στην κατοχή απ’τη Χίο; Όταν ελευθερώθη η Χίο» Του λέω
«Πέρασα. Και μάλιστα το πρώτο σκάφος που πέρασε ήμουν εγώ. Και μετά ήρθε το
υποβρύχιο «Ιατρίδης» και κάτι κομάντα» Μου λέει «Πήρες τίποτα απ’τη Χίο; Σούδωσε
το λιμεναρχείο κάνα άτομο, κάνα φάκελλο, να φέρεις στην Ελλάδα;» Του λέω
«Μάλιστα. Πήρα. Έναν ανθυπομοίραρχο, παλληκάρι, οπού είχε πατέρα διοικητή στη
Χίο. Δεν θυμάμαι το επώνυμό του πώς τον λέγανε» Τότες λοιπόν έβαλε τα κλάμματα
αυτός και μ’αγκάλιασε, με απεκάλεσε σωτήρα του «Δεν θυμάσαι που μ’έφερες στο Βόλο
και με παρέδωσες στον διοικητή τον Κανταράκια;» μου λέει. Ετότες κλαίγαμε κι οι δύο,
αγκαλιαστήκαμε, με πήρε, πήγαμε κάτω, με παρέδωσε στον αρχιφύλακα τον
ενωμοτάρχη, του είπε «Θα βάλεις σκοπιά όλη νύχτα απ’έξω απ’το δωμάτιό του» μου
είπε ν’άλλάξω, πήγα άλλαξα, και με πήρε, πήγαμε στο ξενοδοχείο, φάγαμε μαζί, και στις
12 η ώρα με πήγε στη διοίκηση, μπήκα στο δωμάτιό μου και κοιμήθηκα. Την επαύριο
225
στας 8 η ώρα ήρθε μόνος του, με φώναξε, ντύθηκα και με πήρανε 6 χωροφύλακες κι
αυτός μαζί και με πήγανε στο κακουργοδικείο να δικαστώ. Εκεί με δικάζανε οτι είχα
σκάφος με κανόνια κλπ και σκότωνα κόσμο δια πυροβόλων όπλων και τέτια. Αμέσως με
ρώτησε ο πρόεδρος , ήτανε Κρητικός, δεν θυμάμαι το επώνυμό του, σαν Βαρουξάκης
κάπως ήταν. Μίλησε τότε ο ίδιος ο διοικητής και λέει «Αυτός ο άνθρωπος δεν σκότωνε
ανθρώπους. Έσωνε ανθρώπους. Αυτός έσωσε και μένα» Κι αθωώθηκα με 11 ψήφους.
Και ήρθε κι άλλος μάρτυρας, ο οποίος λέγότανε Φίλιος Γρηγόριος, ανθυπασπιστής της
χωροφυλακής, ήτανε στη Σκόπελο. Κι αυτός είπε οτι εγώ ήμουνα εκείνος που
ελευθέρωσε ολόκληρο το Αιγαίο. Απ’τη Σκόπελο, είπε, έδιωξα 40 Ιταλούς μ’ένα μου
γράμμα, απ’τη Σκύρο τα ίδια. Αθωώθηκα, μου έδωσε και 5000 δραχμές ετότε, ο
διοικητής αυτός, και με πήρανε 4 χωροφύλακες και έδωσε και φάκελλο ο ίδιος οτι τον
είχα σώσει και με στείλανε στον «Παύλο Μελά» στη Θεσσαλονίκη. Με πήγανε στον
«Παύλο Μελά» και με στείλανε την επαύριο με 4 χωροφύλακες να με πάνε στας
φυλακάς του Πολυγύρου. Αφού με πήρανε δεν με πήγανε στας φυλακάς αλλά με πήγανε
σ’ένα Τούρκικο μπουντρούμι, απ’τας φυλακάς ένα χιλιόμετρο. Μ’έκλεισαν εκεί μέσα,
ήταν απαίσιο, είχε τρία σκαλιά. Το ένα ήταν μέσα στα απορρίματα και βρωμούσε πολύ
μέσα εκεί. Με κλείσαν μέσα κι έφυγαν. Μέσα στη φυλακή του Πολυγύρου ήτανε 250
κρατούμενοι. Είχε τρία δωμάτια. Το ένα το λέγανε Βάρκιζα, το άλλο το λέγανε Πόσνταμ
και το άλλο το λέγανε Άγιο Φραγκίσκο. Μέσα στον Άγιο Φραγκίσκο μένανε 7 άτομα.
Έμενε ο στρατηγός ο Βούρος, ο συνταγματάρχης Καλλικρατίδης Νικόλαος απ’τον Άγιο
Νικόλα της Χαλκιδικής, ένας Βενιζέλος Κόλλιας, ταγματάρχης της χωροφυλακής απ’την
Μυτιλήνη, ένας καθηγητής απ’τη Θεσσαλονίκη, δεν θυμάμαι το επώνυμό του, θεολόγος,
ένας Μπόλκας απ’το Παλιούρι της Χαλκιδικής, και δύο άλλοι, πάλι απ’τη Χαλκιδική,
δεν τους θυμάμαι. Και τους ειδοποιήσανε , το στρατηγό γιατί κάθε φυλακή έχει τον
πρόεδρό της, οτι έρχεται ο καπετάν Κανάρης. Με περιμένανε να πάω και ρωτούσε κάθε
μέρα τον δεσμοφύλακα «Πού πήγε ο κρατούμενος ο Κανάρης; Πού τον έχετε;» Αυτός
έλεγε «εμείς δεν ξέρουμε» «Μα τον εστείλανε τρείς μέρες» και πράγματι δεν ήξερε ο
άνθρωπος. Εγώ κλεισμένος στο μπουντρούμι, σ’εκείνο το απαίσιο μέρος. Τη δεύτερη
μέρα ήρθε ένας χωροφύλακας κι ένας φαντάρος. Μου φέρανε μια καραβάνα φαγητό,
ήτανε απαίσιο μέσα, είχε σάλια , ρόχαλα , μύξες, τους το πέταξα στα πόδια. Την Τρίτη
ημέρα μου φέρανε μια κόλλα λευκή αναφοράς κι ένα μολύβι να βάλω την υπογραφή
μου. Εγώ την έσκισα και την πέταξα. Και το μολύβι το έσπασα και το πέταξα μέσα στα
απορρίματα εκεί. Ετότε ο φαντάρος τράβηξε την ξιφολόγχη όπως την είχε στο όπλο του
να με τρυπήσει στο μάτι μου. Σπρώχνοντας το όπλο εγώ πήγε δίπλα απ’τη μύτη. Έπεσα
κάτω αιμόφυρτος, έτρεχε αίμα απ’το στόμα κι απ’τη μύτη, αυτοί φύγανε αμέσως,
φανταστήκανε οτι με σκοτώσανε. Αντικρύ καμμιά διακοσαριά μέτρα απ’το
συρματόπλεγμα ήτανε δύο αντίσκηνα τσιγγάνοι. Έβαλα τις φωνές εγώ και μ’άκουσε ένα
παλληκάρι , τσιγγάνος, και πήγε αμέσως στη διοίκηση. Αμέσως ήρθε η διοίκηση, ο
εισαγγελέας, ο πρωτοδίκης, ο διοικητής της χωροφυλακής κι ένας γιατρός. Ήρθαν ,
κόψαν το σύρμα , μπήκαν μέσα, με πήρανε και με πήγαν σ’ένα φαρμακείο. Μου ράψανε
την πληγή και με πήγανε στας φυλακάς του Πολυγύρου. Μετά απο 4 ημέρες έγινα καλά,
μπορούσα να μιλήσω, με κάλεσε ο εισαγγελέας κι ο διοικητής της χωροφυλακής μέσα
στο γραφείο του διοικητή δεσμοφυλάκων και ζητήσανε να τους πώ ποιοί με χτυπήσανε.
Τους είπα λοιπόν «ένας χωροφύλακας κι ένας φαντάρος. Εκείνος που με χτύπησε ήταν ο
φαντάρος» Με ρώτησαν «Μέσα εκεί τι μέρος ήτανε;» και τους είπα «Μέσα εκεί βρωμάει
ο τόπος. Πρέπει νάναι πτώματα μέσα στα απόνερα» Πράγματι λοιπόν πήγαν και κάναν
226
έρευνα σ’εκείνο το μύλο όπου ήτανε το Τουρκικό μπουντρούμι, βρήκανε ένα πτώμα
λιωμένο, άλλα δύο ήτανε σκοτωμένα σε αθλία κατάσταση, γι’αυτό βρωμούσε τόσο πολύ
το μέρος εκείνο. Με πήγανε να γνωρίσω το χωροφύλακα και το φαντάρο, τους βάλανε
έξω στη γραμμή. Απο αυτούς που είδα δεν ήτανε κανένας. Κάθησα μέσα εκεί στη
φυλακή μέχρι τας 15 Μαρτίου. Απο κεί βγήκα με την αποσυμφόρηση του Σοφούλη.
Ήρθα στο σπίτι μου και κάθησα και δούλευα δεξιά κι αριστερά γιατί η οικογένειά μου
ήτανε πια σε αθλία κατάσταση. Ήτανε αρχές ’47, με ξαναπιάνουνε με ένταλμα
συλλήψεως και με πάνε στη Λάρισσα. Κάθομαι μέχρι το 1948. Το ’48 στας 22 Μαρτίου
δικάζομαι στρατοδικείο, οτι έπιανα τα σκάφη στο πέλαγος, σκότωνα τα πληρώματα,
βούλιαζα τα σκάφη κι έπαιρνα τα υπάρχοντα και τα πήγαινα στο σπίτι μου. Ετότες είχε
μια εφημερίδα, την έβγαζε ο Βόλος, οπού λεγότανε «Αναγέννηση» και πέρασε στην
εφημερίδα οτι κάποιος δικός μας άνθρωπος δικάζεται στη Λάρισσα, οτι σκότωνε τα
πληρώματα και βούλιαζε τα καϊκια. Τα βλέπουνε δύο καπεταναίοι, ο ένας λεγότανε
Σταύρος Τσούκας απ’τη Λήμνο κι έτυχε να είναι στο Βόλο, κι ένας λεγότανε Δημήτριος
Παξινός, απ’το Βόλο, διαβάσανε την εφημερίδα και είδανε το όνομα το δικό μου μέσα,
οπού αυτούς και τους δύο τους είχανε πάρει τα καϊκια οι γερμανοί, φορτώσανε
κλεψιμέϊκα κι αυτούς μαζί μέσα, και τους πηγαίνανε για Θεσσαλονίκη. Τους έπιασα στα
Σκάντζουρα, τους πήρα τα χαρτιά τους, πήρα και τους Γερμανούς και αυτοί-μπροστάεγώ-πίσω, τους πήγα στη βάση μου στην Τουρκία στην Αγρελιά. Απο κεί τους πήγα στην
Κύπρο. Ήρθανε μάρτυρες, χωρίς να το ξέρω, τη μέρα που δικαζόμουνα στρατοδικείο στη
Λάρισσα. Δεν θυμάμαι ποιά ημερομηνία ήτανε. Την ώρα που δικαζόμουνα με ρώτησε ο
στρατοδίκης ο οποίος λεγότανε Δογάνης, συνταγματάρχης, κι ο βασιλικός επίτροπος,
ταγματάρχης, Γεώργιος Παπαγεωργίου, την ώρα που με σήκωσε να απολογηθώ για τις
κατηγορίες που μου είχανε υποβάλλει ο πρόεδρος της Γλώσσας και το συμβούλιό του, ο
πρόεδρος λεγότανε.... την ώρα που σηκώθηκα να απολογηθώ με ρώτησε ο στρατοδίκης
αν έχω δικηγόρο ή μάρτυρες υπερασπίσεως. Του είπα «Δεν έχω ούτε δικηγόρο ούτε
μάρτυρες» Αμέσως βγήκε ένας δικηγόρος ο οποίος λεγότανε Αντώνιος Σιτράς , ανεψιός
του Πλαστήρα. Λέει αυτός αμέσως «κύριε Στρατοδίκα, είμαι εγώ ο δικηγόρος του και
έχει δύο μάρτυρες, οι οποίοι είναι δύο καπεταναίοι τους οποίους είχε πιάσει με τα καϊκια
τους, και Γερμανούς μέσα, ο ένας είχε έναν , ο άλλος είχε δύο, με διάφορα κλεψιμέϊκα
οπού είχαν οι Γερμανοί, και τους πήγε στην Κύπρο» Αμέσως τους κάλεσε ο
στρατοδίκης, τους ανέκρινε, και είπαν αυτοί οτι όλα αυτά είναι ψέμματα απο μίση, διότι
αυτός ο άνθρωπος είχε ελευθερώσει όλα τα νησιά. Ποιά καϊκια βούλιαζε; Ποιούς
ανθρώπους σκότωνε; Είναι όλα ψέμματα. Αθωώθηκα αλλά με κρατήσανε στας φυλακάς.
Τη γυναίκα μου τη συνέλαβαν στας 13 Οκτωβρίου το 1948. Τη δέσανε απ’τα πόδια και
την τραβούσαν με 8 μίλια την ώρα πίσω απ’το καϊκι μέσα στο λιμάνι. Ένας απο αυτούς
καυχήθηκε «Αυτή που τραβάμε πίσω είναι η γυναίκα του καπετάν Κανάρη» Αμέσως ο
καπετάνιος, Γεώργιος Χούλης, επειδή ήτανε φίλος μου πολύ, γύρισε το καϊκι και σιγάσιγά έβγαλε το μαχαίρι του, ήτανε νύχτα, έκοψε το σκοινί, και φώναξε «Παιδιά η
γυναίκα πνίγηκε και πάτωσε κάτω. Κόπηκε το σκοινί» Έξω ήταν ένας σκοπός στο
λιμάνι, ονομαζόμενος Καρβέλης Ιωάννης και ο τελώνης Χρήστος Πολίτης, φίλοι μου.
Έβγαλε ο τελώνης το πιστόλι του και μαζί κι ο Ιωάννης Καρβέλης ρίξανε απο μια
τουφεκιά. Αμέσως ο καπετάνιος φώναξε «Παιδιά ο άντρας της. Θα μας σκοτώσει
όλους». Αμέσως αυτοί φωνάξανε να φύγει γρήγορα το σκάφος και έφυγε για Σκιάθο. Η
227
γυναίκα επειδή ήτανε λίγο μπόσικο το σκοινί στα πόδια της κολύμπησε και πιάστηκε
απο ένα σκάφος απ’το σίδερο. Αμέσως φώναξε «βοήθεια». Μεσ’στο ίδιο σκάφος έμενε
ένα αντρόγυνο ονομαζόμενος ο άντρας Βασίλειος Ορφανός και η γυναίκα του Δήμητρα.
Αμέσως την πιάσαν και την βάλαν απάνω στο σκάφος αλλά το κεφάλι της κι όλο της το
σώμα είχε βαφτεί απο αίμα, είχε κοκινήσει όλη η θάλασσα γιατί της κόψανε τα μαλλιά
και μαζί κόβανε και κρέας, 18 ράμματα χρειαστήκανε. Ή ώρα ήτανε 2 τη νύχτα, κάμανε
φορείο μ’ένα σεντόνι και την πήγανε πάνω στο χωριό, τότε δεν είχε αμάξια , όλο
κατσικόδρομοι ήτανε. Ξυπνήσανε τους δύο γιατρούς που υπήρχαν, Παπαδημητρίου και
Διομή, φωνάξανε και το φαρμακοποιό, πλύνανε τις πληγές διότι δεν σταματούσε το αίμα
και της βάλανε 18 ραφές στο κεφάλι της. Η γυναίκα απο τότε πονούσε πολύ απ’τη μέση
και κάτω. Ο άντρας της βγήκε απ’τη φυλακή το 1949. Είδε στις εφημερίδες οτι
χτυπήσανε τη γυναίκα του και τότε σαν χάρη μου δόθηκε και με βγάλανε. Ήρθα στο
χωριό, στη Γλώσσα. Βρήκα τη γυναίκα μου σε άθλια κατάσταση, πονούσε τρομερά, την
πήρα και την πήγα στη Θεσσαλονίκη σ’ένα γιατρό φημισμένο. Την περάσαμε σε ακτίνες
και μου είπε ο γιατρός οτι αν είχε πιστόλι θα με σκότωνε διότι άργησα να πάω τη
γυναίκα μου σε νοσοκομείο να την εξετάσουν. Ετότε εγέλασα εγώ και μου λέει ο γιατρός
«Γελάς ακόμα καπετάνιε; Η γυναίκα σου είναι άχρηστη τελείως. Δεν την έφερες πιο
γρήγορα να την εξετάσουμε» και τότε του είπα εγώ το παρελθόν μου και μου είπε «Έχεις
δίκιο. Φταίνε αυτοί οπού εκάμανε αυτή την πράξη» Απο τότε, απ’το ’50 μέχρι το 1988 η
γυναίκα μου δεν μπορούσε να πάει στην τουαλέτα, την είχαμε σε αναπηρική καρέκλα
διότι τα πόδια της είχανε σαπίσει, οι γλουτοί απάνω χτυπούσανε ο ένας τον άλλο γιατί
είχανε φύγει απ’το τράβηγμα που της κάνανε και δεν είχε μπορέσει να πάει στο
νοσοκομείο να κάνουνε εγχείρηση να βάλουνε τα κόκκαλα στη θέση τους. Έκτοτε μέχρι
το 1997 ήτανε κατάκοιτη τελείως, της είχα γυναίκα και πλήρωνα 70 χιλιάδες το μήνα να
την κοιτάει. Το ’98 απόθανε. Ότι είχα και δεν είχα τα πούλησα όλα για να προστατεύω
τη γυναίκα μου. Τίποτα άλλο.
228
Σήμερα, 17 Μαϊου 2006, μετά την νεκρώσιμη ακολουθία στην εκκλησία του Αγίου
Νικολάου στο Λουτράκι, θάφτηκε ο κυρ Βαγγέλης στο νεκροταφείο της Γλώσσας.
Πέθανε σε ηλικία 95 χρονών, πολύ ξαφνικά, χωρίς να προλάβει να καταπέσει. Σαν
ολοζώντανος ήταν στο φέρετρο. Ένα πρόβλημα που είχε με το πόδι του, όταν προ μηνών
το χτύπησε, το είχε ξεπεράσει και πήγαινε πάλι με τα πόδια Κολωνάκι-Λουτράκι. Απλώς
για κάποιους πόνους που είχε, προτίμησε να τους αντέχει αντί να τους πεί στους δικούς
του και όταν πια τους είπε δεν τον προλάβαιναν. Επειδή, εκτός απο το οτι ήταν τόσο
αγαπητός σε όλους, είχε γράψει με τις πράξεις του ιστορία, σωστό είναι να
συνοδεύσουμε την κηδεία του με δυό λόγια: Δεν χρειάζονται πολλά γιατί τον ξέρει ο
καθένας. Κι όποιος, απ’τους νεότερους, δεν έχει ακούσει το όνομα Βαγγέλης
Γιαννόπουλος, απλώς τον ξέρει με το όνομα «παππούς». Επίσης πολλοί συνόδευαν το
παπούς με την φράση «άρχοντας ο παππούς». Για όσους λοιπόν τον ξέρουν τα λόγια
είναι φτώχεια. Για όσους δεν έχουν ακόμα ακούσει αρκετά γι’αυτόν απο τους γονείς τους
ή τους παππούδες τους, ο παππούς και η γυναίκα του Μοσχούλα, είναι ολόκληρη
ιστορία που δεν φτάνουν ώρες για να την ακούσουν. Γι’αυτό όσα αντιγράψαμε απ’το
τετράδιό του ή όσα μας διηγήθηκε στα στέκια του και τα γράφαμε θα τα βάλουμε στη
βιβλιοθήκη της Γλώσσας και θα πούμε στους γονείς και παππούδες να λένε στα παιδιά
τους και στα εγγόνια τους να πηγαίνουν να λένε στην Διομίτσα να τους τα δίνει να τα
διαβάζουν ή να ρωτάνε κι εμάς τους καθηγητές τους να τους τα λέμε και να τους τα
δείχνουμε στα αρχεία της ιστορίας της Γλώσσας . Και για τους φίλους του , για να
νιώσουν καθώς τον χαιρετάνε και τον «ξεβγάζουν», ότι τον ακούνε μιά ακόμη φορά να
μιλάει, θα αφήσουμε ένα αντίγραφο απ’όσα έλεγε, όπως τα έλεγε, σε κάθε ένα απο τα
στέκια του. Στην Μαρία την Βαρλάμη, στον Καρβέλη, στο Πέτρινο, στην Ντίνα την
Μαντά. Αν υπάρχουν κι άλλα στέκια του να μας πούνε οι ιδιοκτήτες τους να τους
δώσουμε ένα αντίγραφο. Ας τηλεφωνήσουν στο Γυμνάσιο, στο 33698, κι ας πούνε στον
γυμνασιάρχη, τον Διαμαντή Παλαιολόγο, και θα τους το στείλουμε αμέσως.
229
Την Πέμπτη χτύπησε η καμπάνα στην Γλώσσα για τον Διαμαντή Παλαιολόγο, τον
Γυμνασιάρχη-Λυκειάρχη, τον Μάντο όπως τον λέγαμε όλοι στο χωριό, ακόμα και πολλοί
μαθητές του Λυκείου ήδη πριν αποφοιτήσουν. Τα παιδιά του γυμνασίου και του δημοτικού τον
έλεγαν απλώς «κύριε» και πολλές μαθήτριες τον έλεγαν έτσι, «κύριε», ακόμα και όταν ήταν πια
παντρεμένες ή και μητέρες. Ακόμα κι εκείνες όμως «Μάντος!-Μάντος!» φώναζαν μαζί με όλους
τους συμμαθητές τους, όταν αγόρια και κορίτσια ντυμένα με τις παραδοσιακές φορεσιές της
Γλώσσας βγαλμένες απ’τα σεντούκια των γιαγιάδων τους, υποκλίνονταν στα χειροκροτήματα
των γονιών και παπούδων τους για μια ακόμα χορευτική εκδήλωση που είχε χορογραφήσει ο
Μάντος.
Την Παρασκευή που γινόταν η κηδεία, και η νεκροφόρα ερχόταν από την «Σωτηρία» της
Αθήνας στην Σκόπελο κι από κει στην Γλώσσα, η οικογένειά του και οι φίλοι του, δηλαδή όλο
το χωριό και όσοι από τους φίλους του πρόλαβαν να έρθουν, τον περίμεναν όχι στο σπίτι του
αλλά στο σχολείο του, αφού εκεί ήταν εκείνο το σπίτι του μέσα στο οποίο είχε κάνει ολόκληρο
το χωριό οικογένειά του. Τα τρία τελευταία χρόνια, όταν τρέχοντας έφευγε για χημειοθεραπεία
στην Αθήνα και τρέχοντας γυρνούσε την άλλη κιόλας μέρα, όταν τον άφηνε το Δελφίνι στο
Λουτράκι το πρωί, εκείνος εκεί, στο σχολείο, πήγαινε πρώτα. Στο σπίτι του πήγαινε το
μεσημέρι, όταν πήγαιναν και οι άλλοι συνάδελφοι. Η Χριστίνα, η γυναίκα του, εκεί στο σχολείο
ερχόταν να τον δει που γύρισε. Και , όπως το είπε μια μαθητριούλα του γυμνασίου που διάβασε
εκ μέρους της τάξης της τον τελευταίο και πιο συγκινητικό επικήδειο, «…κύριε, εμείς που
ήμασταν στην τάξη απέναντι από το γραφείο σας, όταν ακούγαμε τα κλειδιά σας να ανοίγουν
νιώθαμε μια σιγουριά…».
Τέλος πάντων, επιγραμματικά ας πούμε, ότι πολλοί Γλωσσιώτες έδιναν συλληπητήρια όχι μόνο
στους δικούς του, ή στους συναδέλφους του, αλλά κι ο ένας στον άλλο , δηλαδή σαν ο καθένας
να θεωρούσε ότι ο άλλος είχε χάσει ένα μέλος της οικογένειάς του, όπως κι ο ίδιος ένιωθε πως
είχε χάσει και δέχονταν τα συλλυπητήρια που κι ο άλλος επίσης του έδινε. Μαθητές που τον
είχαν καθηγητή τους πριν 15 χρόνια και δεν μπόρεσαν να πάρουν άδεια για να έρθουν από την
Αθήνα έστειλαν σε συμμαθήτρια της γενιάς τους στην Γλώσσα σε η-μέιλ να διαβάσει και εκ
μέρους της τάξης τους το εξής:
«Aγαπημένε μας κύριε, εμείς οι μαθητές σας, μέσα από αυτά τα λόγια εκφράζουμε την θλίψη και
τον πόνο μας για την μεγάλη απώλειά σας. Κάνοντας μία αναδρομή στην παιδική μας ηλικία
αυτό που ξεπροβάλει πρώτο στη μνήμη μας είναι η δική σας εικόνα. Εσείς μας διδάξατε τα
πρώτα βήματα στο χορό. Με ποιον όμως θα χορέψουμε τώρα Ταμζαρα, και ποιον θα
καμαρώνουμε στον Ζορμπά και την Ευδοκία; Είμαστε σίγουροι ότι σήμερα σας περιμένουν οι
Άγγελοι να χορέψετε μαζί τους. Τι να πρωτοθυμηθούμε από εσάς ως δάσκαλο στο σχολείο; Τα
αστεία σας στην τάξη;Τις προσπάθειές σας να μας μεταδώσετε τις πολύτιμες γνώσεις σας; Την
αγωνία σας για την ανάπτυξη του χωριού και του σχολείου μας; Την εμμονή σας για να
διευρύνουμε τους ορίζοντές μας; Πάνω απ’όλα όμως αυτό που δεν θα ξεχάσουμε ποτέ, είναι ότι
όσα χρόνια και αν πέρασαν από τότε που ήμασταν στα θρανία κι όσο μακρυά κι αν βρεθήκαμε
απ’τον τόπο μας, πάντα ενδιαφερόσασταν πραγματικά για την πρόοδό μας και ήσασταν δίπλα
μας στα προσωπικά μας προβλήματα σαν δεύτερος πατέρας. Με τις συμβουλές, τις εμπειρίες, και
τις προτροπές σας υπήρξατε για όλους εμάς δάσκαλος στην ζωή μας. ΚΑΛΟ ΤΑΞΙΔΙ
ΔΑΣΚΑΛΕ!!!!!!».
Δεν χρειάζονται άλλα για να δείξουμε πως τον Μάντο άλλοι τον ένιωθαν σαν δεύτερο πατέρα,
άλλοι σαν μεγάλο αδελφό τους, άλλοι σαν γιο τους , κι όλοι μαζί σαν κάποιον συγχωριανό που
είχε κάνει το σχολείο να είναι δεύτερη οικογένεια και δεύτερο σπίτι είτε για τους ίδιους είτε για
τα παιδιά τους και για τα εγγόνια τους.
Τον επικήδειο της προέδρου συλλόγου γονέων και κηδεμόνων αδυνατώ να τον μεταφέρω ,
μπορώ μόνο να πω ότι ήταν τόσο φορτισμένος συναισθηματικά που έκλαιγε και η ίδια και όσοι
την άκουγαν να τον διαβάζει.
Ο πάτερ Αλέξιος που μίλησε πρώτος μετά την νεκρώσιμη ακολουθία εντόπισε το πώς
λειτουργούσε ο Μάντος με την πρώτη κιόλας φράση του: «Όταν ήρθα στην Γλώσσα βρήκα
230
ορθάνοιχτες τις πόρτες του σχολείου, όχι διότι ο Μάντος είχε καμιά ιδιαίτερη προσήλωση σε
θρησκευτικά θέματα αλλά διότι είχε ορθάνοιχτη καρδιά και απόλυτα ανοιχτό μυαλό και έτσι
ανοιχτοί ήθελε να είναι και οι μαθητές του σχολείου…».
Ακόμη και ο αποχαιρετισμός της ΕΛΜΕ Μαγνησίας, που θα μπορούσε να είναι απλώς ένα
επίσημο και τυπικό έγγραφο, κατέληγε με τόνο τελείως προσωπικό, όπως κατέληγε και κάθε
άνθρωπος που είχε γνωρίσει από κοντά τον Μάντο και την προσφορά του.
Τον αποχαιρετισμό αυτόν τον διάβασε μια καθηγήτρια που από την Γλώσσα είχε πάει δίπλα,
στην Σκιάθο, κι έτσι πρόλαβε να έρθει. Πρόσθεσε κάτι που απηχεί όλους εμάς τους καθηγητές
που είχαμε διευθυντή τον Μάντο, ότι μας δίδαξε τι θα μπορούσε και τι θα έπρεπε να είναι ένα
σχολείο και τι να προσπαθούμε να υλοποιούμε αν βρίσκουμε διευθυντές με τόση ανοιχτότητα
και δημιουργικότητα όση ο ίδιος. Και τέλος πρόσθεσε το εξής, που με ακόμη πιο ακριβή τρόπο
απηχεί όλο το χωριό κι όλους όσους είχαμε ζήσει τον Μάντο. Του αφιέρωσε τον στίχο από ένα
τραγούδι που λένε οι σχολικές χορωδίες στις γιορτές της επετείου του Πολυτεχνείου κάθε 17
Νοέμβρη. «Ποιο τραγούδι; Όλοι θα το μαντέψετε: Ο λεβέντης…» Και μας θύμισε τους πρώτους
στίχους: «Σαν τον αϊτό φτερούγαγε στην στράτα, τον καμαρώνει η γειτονιά στα παραθύρια…»
Μερικοί καθηγητές δεν πρόλαβαν να έρθουν από άλλα μέρη είτε λόγω δρομολογίων είτε διότι
αυτός ο καιρός είναι καιρός σχολικών εκδρομών στις οποίες ήταν συνοδοί, είτε διότι δεν
μπόρεσαν να πάρουν άδεια επειδή το προσωπικό ήταν ελαττωμένο λόγω όσων έλειπαν ως
συνοδοί. Μερικοί μου έστειλαν σελίδες να διαβάσω αν θα δινόταν η ευκαιρία. Μια καθηγήτρια,
που παλιότερα έλεγε για το σχολείο στην Γλώσσα ότι δεν έμοιαζε με κανένα σχολείο που είχε δει
και έμοιαζε μόνο με σχολεία για τα οποία διάβαζε σε βιβλία, μου έστειλε από Σκύρο τέσσερις
σελίδες για περίπτωση που θα προλάβαινα να διαβάσω κάτι από αυτές. Σε αυτές μου έκανε
πολλή εντύπωση η επισήμανσή της «Ο λόγος που το σχολείο της Γλώσσας έγινε σε όσους
περάσαμε από κει σταθμός και φάρος ήταν ότι Μάντος ήξερε πώς να κάνει τους άλλους να
ανακαλύπτουν και να δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους».
Προσωπικά, επειδή ήμασταν μαζί 11 χρόνια, όταν πήγα να γράψω κάτι η μια ανάμνηση έφερνε
την άλλη και δεν θα προλάβαινα το τελευταίο λεωφορείο που θα έπαιρνα για Βόλο μαζί με έναν
παλιό μαθητή μας, κι έτσι έβαλα τις 7 σελίδες στην τσέπη με σκοπό σε κάποιο σημείο να
διαλέξω με υπογράμμιση, και σε αυτές και στις 4 σελίδες της συναδέλφου, μόνο μερικές
παραγράφους για διάβασμα. Αλλά και οι αναμνήσεις που έρχονταν και σε μένα και στον μαθητή
συνεπιβάτη μου στο λεωφορείο πρόσθεταν υλικό αντί να αφαιρούν. Στην Γλώσσα είπα στην
Ντίνα και τον Χρήστο, τους παλιούς μου σπιτονοικοκύρηδες που με φιλοξένησαν, «τι να
πρωτοπώ απ’όσα μουρχονται στο μυαλό και απ’όσα μου έστειλαν;! Ο Μάντος είναι ιστορία
ατέλειωτη, μπορείς να μιλάς ώρες. Ψυχή του σχολείου και τι ψυχή! Ψυχάρα! Αν το σχολείο είναι
καράβι ο Μάντος είναι μηχανή που το σέρνει, και τι μηχανή έχει το σχολείο αυτό!». «Καράβι
χωρίς μηχανή μένει στο λιμάνι» είπε ο Χρήστος. Κι η Ντίνα είπε «τα χαρτιά ούτε που θα
χρειαστούν. Την ώρα εκείνη απλώς θα μιλήσεις από καρδιάς». Έτσι κι έγινε τελικά. Με τις
ομιλίες που άκουγα μέσα στην εκκλησία έρχονταν κι άλλα, όμως αντί να προσθέσω αφαίρεσα,
δεν άνοιξα καν τις σελίδες κι απλώς είπα τα εξής (δεν τα γράφω κι όλα γιατί κάμποσα
αναφέρθηκαν ήδη εδώ, αν ξαναειπωθεί κάτι ας μου συγχωρεθεί η επανάληψη, κι αν παραλείψω
πολλά ας μου συγχωρεθεί κι η παράλειψη. Κάποια, λίγα, θα τα προσθέσω στο γραπτό για να μην
παραλειφθούν κι ας μου διέφυγαν όχι μόνο την στιγμή που τα έλεγα στην εκκλησία αλλά κι όταν
τα έγραφα στις σελίδες που τελικά δεν διάβασα.)
…Για τον Μάντο από πού ν’άρχίσεις και πού να τελειώσεις; Άλλωστε για ανθρώπους των
οποίων μιλούν τα έργα, είναι περιττά τα λόγια, αφού όταν ζουν η παρουσία τους είναι και μέσα
σε όλα όσα δημιουργούν για να προσφέρουν και όταν πεθαίνουν η απουσία τους είναι αισθητή
σε όλους σαν ορφάνεμα, ορφάνεμα τόσο των δικών τους όσο και όλων όσων επίσης είχαν γίνει
οικογένεια μαζί τους. Και τόσοι στην Γλώσσα νιώθουν από χρόνια ότι ο Μάντος είναι κομμάτι
τους όπως είναι οι άνθρωποι της οικογένειάς τους! Οι πρόσφατοι μαθητές του σχολείου τον
θεωρούν σαν δεύτερο πατέρα τους και οι παλιότεροι , που είναι πιο κοντά του σε ηλικία, τον
θεωρούν σαν μεγάλο τους αδελφό. Και τον θεωρούν έτσι σε όλα τα θέματα κι όχι μόνο σε όσα
231
αφορούν το σχολείο όπου τώρα πλέον φοιτούν τα παιδιά τους όπως φοιτούσαν κι οι ίδιοι. Όχι
μόνο σε θέματα που αφορούν εκπαιδευτικά και πανελλήνιες εξετάσεις, αλλά και σε θέματα
διοικητικά ή πολιτιστικά του χωριού και σε θέματα που αφορούν γιορτές ή άλλες χαρές στο
χωριό ή σε θέματα που αφορούν λύπες ή συμφορές στα οποία ο Μάντος έδινε πάντα το παρόν
για να βάλει και την πείρα του, και τις γνώσεις του, και το πάθος του και τον ενθουσιασμό του
και τις ιδέες του και το μεράκι του και τις τεράστιες και ακούραστες δυνάμεις του που του έδινε
η τεράστια ενέργειά του και η τεράστια αγάπη του για τα παιδιά και για το σχολείο και για το
χωριό ή μάλλον και για τα τρία χωριά, δεν έκανε ποτέ διακρίσεις ανάμεσα σε Γλώσσα και
Λουτράκι και Έλιος, άλλωστε όλοι ξέρουν ότι Ελιώτης ήταν. Για να δούμε πόσο μεγάλη ήταν
τόσο η ενέργεια του Μάντου όσο και η αγάπη που την κινούσε ας σκεφτούμε μόνο ότι στα τρία
χρόνια που τόσο λιονταρίσια πολέμησε τον καρκίνο ούτε στιγμή δεν έπαψε να σκέφτεται τα
παιδιά και το σχολείο και το χωριό, και υπέγραψε παραίτηση μόνο πριν είκοσι μέρες , όταν οι
απανωτές λοιμώξεις του έδωσαν μήνυμα ότι ίσως να μην πάρει και άλλη αναβολή και γι’αυτό
πριν ξανακατέβει στην Αθήνα έδειξε στον Χρήστο πού βρίσκονταν στον κομπιούτερ τα
διάφορα αρχεία του σχολείου, ή ότι κι αν ακόμα ζούσε δεν θα μπορούσε πλέον να λείπει μόνο
δυο μέρες κάθε δυο τρεις μήνες και δεν θαθελε να μένει το σχολείο ακέφαλο για δεκαήμερα και
εικοσαήμερα. Τρία χρόνια μαζί με την μάχη του σκεφτόταν όσο και πριν τα πάντα, από
μερεμέτια και τι ώρα θα ανοίξει το πρωί το καλοριφέρ για τα παιδιά μέχρι αν θα βρει καθηγητές
για την ενισχυτική για τις εξετάσεις, και ποιο μουσείο ή ποια λαογραφική έκθεση έβαλε κάτι
καινούργιο για τα παιδιά για να τα ξαναπάει αν αυτά που είχαν δει άλλαζαν. Τα παιδιά από την
Αθήνα που ταχουν όλα δίπλα τους δεν έχουν πάει ούτε στα μισά, ή ούτε στο ένα τρίτο απ’όσα
πήγαν τα παιδιά από δω , και γι’αυτό μου έχουν πει κορίτσια ότι όταν γίνονται φοιτήτριες και
δείχνουν άλμπουμ με φωτογραφίες στις φιλενάδες τους από άλλες πόλεις απορούν κι εκείνες
πότε πρόλαβαν και πήγανε σε τόσα πράγματα. Ότιδήποτε άκουγε και θεωρούσε ότι θα δώσει
ερέθισμα στα παιδιά ή ότι θα τους δώσει χαρά κοίταζε να πάει τα παιδιά εκεί ή να φέρει εκείνο
στην Γλώσσα , όπως έφερε και την ομάδα Παπαστεφάνου για δυο μέρες και νύχτες ραδιοφώνου.
Ακόμη και τότε που πήγαινε στην Αθήνα για χημειοθεραπεία , αν η επόμενη ήταν μέρα μη
εργάσιμη πήγαινε στην βουλή και στα μουσεία και στις εκθέσεις και στο πλανητάριο για να δει
πού να στείλει ή να φέρει ο ίδιος τα παιδιά. Προτιμούσε να είναι κι ο ίδιος μαζί τους γιατί ή
καρδιά του δεν ήταν μόνο λεονταρίσια αλλά και παιδική και του άρεζε και να γελάει και να
γλεντάει μαζί τους, άλλωστε ποτέ δεν έμενε μόνο στην διοργάνωση, πάντα ήταν μέσα-μέσα στην
συμμετοχή, όπως λόγου χάριν και στην τράτα τις Απόκριες, μεταμφιεσμένος. Ακόμη και το ότι
ήταν άρρωστος, στην τράτα το κατάλαβε πριν τρία χρόνια. Έκανε αιμόπτυση στην τράτα, είπε
να μην κακοβάλει και χαλάσει την Καθαρά Δευτέρα, και την Τρίτη πήγε στον γιατρό που του
είπε να φύγει αμέσως για Αθήνα. Αλλά και στα Λοϊζεια δεν έμενε στην διοργάνωση, ο ίδιος
έβαζε τις ιδέες για χορογραφίες, κι ο ίδιος προπονούσε τους χορευτές. Ούτε καν έμενε μόνο στα
χορογραφικά . Το προπροηγούμενο καλοκαίρι μάλιστα δεν ήταν μόνο χορογράφος αλλά και
χορευτής πάνω στην σκηνή με τους άλλους, και μάλιστα σε χορούς που τύφλα ναχει η ενέργεια
του Ζορμπά στις ταινίες. Ποιος θα φανταζόταν βλέποντάς τον να χορεύει εκεί, ή στην Γλίστρα
αργότερα το ίδιο βράδυ, ότι ήταν άρρωστος;!
Πριν γίνει διευθυντής, όταν απλώς δούλευε σαν μαθηματικός, και πάλι ακούραστος ήταν και
δίπλα στα παιδιά. Την πρώτη φορά των πανελλαδικών εξετάσεων νέου τύπου , τη μέρα που θα
γράφανε μαθηματικά τα παιδιά, τα έδιωξε νωρίς το προηγούμενο βράδυ που κάνανε επανάληψη
και τους είπε να πάνε να κοιμηθούν νωρίς για να έρθουν φρέσκα κι όχι κουρασμένα για την
τελική επανάληψη στις 5:30 το πρωί, και μετά να κάνουν ένα διάλειμμα να χαλαρώσουν πριν το
διαγώνισμα των 8:30. Διευθυντής έγινε πριν 10 χρόνια, αλλά από καθηγητής ακόμα έλεγε ότι
ήθελε να κάνει το σχολείο πρότυπο. Τότε δεν ξέραμε τι εννοεί. Και το έκανε πρότυπο όχι μετά
από πολυετή σειρά προσπαθειών, αλλά από την πρώτη κιόλας βδομάδα που ανέλαβε:
Ακούσαμε μια Κυριακή μεγάφωνα με μουσική και μαθητικές κραυγές χαράς και χορού από μια
αίθουσα που άρχισε προπονήσεις και χορογραφίες ο Μάντος. Διακρίσεις σε χορευτικά το
σχολείο πήρε πολλές. Θα αναφέρω μόνο μια φορά στην Λάρισσα που με τον χορό και το κέφι
232
των παιδιών και την χορογραφία, την πλοκή, και τα σκηνικά που σκέφτηκε ο Μάντος σε αυτό
που ονόμασε «ο Νικόλας ο ψαρράς», και με την μουσική που έπαιξαν ο Θοδωρής κι ο Τάσος, η
Γλώσσα πήρε το δεύτερο βραβείο Θεσσαλίας και έγινε κάτι που είναι πολύ χαρακτηριστικό για
δυο λόγους: Όποιος βλέπει το βίντεο απ’την εκδήλωση αυτή και ακούει τα συνοδευτικά
παλαμάκια και σφυρίγματα από κάτω νομίζει πως το κοινό είναι γεμάτο από μερακλωμένους
Γλωσσιώτες. Λάθος: Μόνο η Χριστίνα, η γυναίκα του Μάντου, είναι από την Γλώσσα , και εκ
των πραγμάτων δεν μπορεί να χτυπάει παλαμάκια γιατί τραβάει το βίντεο. Ο κόσμος είναι που
έχει μερακλωθεί. Το δεύτερο χαρακτηριστικό ήταν ότι πολλοί άνθρωποι έγραψαν γράμμα στο
σχολείο λέγοντας πράγματα όπως: «Εσείς έπρεπε να έχετε πάρει το πρώτο βραβείο» ή
«Ευχαριστούμε που μας κάνετε αισιόδοξους που τέτοια πράγματα υπάρχουν ακόμα» και «μόνο
με τέτοια σχολεία μπορούμε να διαφυλάξουμε τη λαογραφία μας και τις παραδόσεις μας». Ας
προσθέσουμε ότι μια φορά που ένα άρθρο της τοπικής εφημερίδας νοσταλγούσε τον καιρό που
μας επισκέπτονταν με συναυλίες ο Νταλάρας και η Κούκα κι έλεγε ότι στέρεψε στο νησί ο
πολιτισμός, ο Μάντος την άλλη κιόλας μέρα ακύρωσε το τέτοιο συμπέρασμα λέγοντας ένα
επιχείρημα-καταπέλτη: «ναι μεν σπουδαίοι οι καλλιτεχνες αυτοί, και τους ευχαριστούμε για το
ότι ήρθαν, αλλά πολιτισμός πρώτα σημαίνει το να βοηθάμε να ανακαλύπτονται και να
καλλιεργούνται τα ντόπια ταλέντα κι όχι το να φέρνουμε έτοιμα πακέτα επί πληρωμή μέσω
αναζήτησης κονδυλίων και δανεικών. Να αναρωτηθούν οι γράφοντες το άρθρο με ποιον τρόπο
κατόρθωσαν να αναγκάσουν σε ξενιτεμό τον Σύρο που δίδαξε γενιές παιδιών μας τέλειο
μπουζούκι και τον Πάτση (τον Γεννάδιο) που τα δίδασκε θέατρο. Ταλέντα σαν αυτούς δεν
χάθηκαν, τα δικά μας ταλέντα χάθηκαν όταν διώξαμε αυτούς».
Ο Μάντος έκανε λοιπόν το σχολείο όχι μόνο πρότυπο αλλά και πρωτότυπο γιατί δεν έμοιαζε με
κανένα πρότυπο από αυτά που υπάρχουν στα βιβλία και στην τηλεόραση. Με τον Μάντο τον
ίδιο έμοιαζε το σχολείο, άρα δεν χρειαζότανε ο Μάντος να ψάξει κάτι να μιμηθεί. Ο τρόπος που
στις συνεδριάσεις μας έλεγε σε μια και μόνη φράση τι σχολείο εννοούσε ήταν ο εξής: «Εγώ το
σχολείο το θέλω μελίσσι. Να βουίζει όλη μέρα. Να τόχουν τα παιδια σαν σπίτι τους. Ναρχονται
και τ’απόγευμα πότε για ενισχυτική, πότε για πρόβες εκδηλώσεων, για ζωφραφική, για
αγιογραφία, για βυζαντινή μουσική, για μπουζούκι, για χορό, για ταε κβο ντο, για ραντεβού,
για μπάλλα, γι’αυτό τους ανάβω τους προβολείς να παίζουν και βράδυ, κι αν μείνουν τα φώτα
ανοιχτά , εντάξει θα ανέβει ο λογαριασμός αλλά θαχουμε και το κεφάλι μας ήσυχο ότι τα
ραντεβού θα μείνουν σε κόσμια επίπεδα…» Όλα τα σκεφτόταν δηλαδή. Κι όσον αφορά τα
ερεθίσματα σε ποιο σχολείο στην πόλη τα παιδιά έχουν τόσες επιλογές από τέχνη και αθλήματα;
Στην πόλη πρέπει ναχεις πατέρα εφοπλιστή για ναχεις απ’όλα αυτά που το απόγευμα γίνονται
στην Γλώσσα, και ναχεις και σωφερ ή, να γινουν σωφέρ οι γονείς σου για να σε πηγαινοφέρνουν
σε αυτά τα ειδικά απογευματινά μαθήματα. Με ποιόν τρόπο ο Μάντος γινόταν σταθμός και
φάρος κάνοντάς μας όλους να ανακαλύπτουμε και να δίνουμε τον καλύτερο εαυτό μας, όπως το
επεσήμανε η συνάδελφός μας από την Σκύρο; Με τον πιο απλό και αυτονόητο τρόπο: Με το
έμπρακτο παράδειγμά του ακούραστης εργατικότητας και συνεχούς αγάπης προς τα παιδιά. Που
αφ’ενός μας έφερνε έτσι κι εμάς στο φιλότιμο, αφ’ετέρου μας έδειχνε πτυχές των παιδιών και
δυνατότητες του σχολείου που δεν τις είχαμε σκεφτεί. Με το παράδειγμα κι όχι με διαταγές ή καν
οδηγίες, και προσπαθώντας επίσης να αναλαμβάνει ο ίδιος όσο γινόταν τις ρουτίνες για να
είμαστε ελεύθεροι να προσφέρουμε πιο ουσιαστικά πράγματα. Ούτε σαν διαταγές γραφειοκράτη
τα έδινε αυτά ούτε σαν θεωρίες κουλτουριάρη. Και με το να μας λέει κάθε τόσο να
μαζευόμαστε σε ταβέρνες για καλύτερη γνωριμία μεταξύ μας, για διασκέδαση, καλαμπούρι ,
τραγούδι , χορό, έδενε η ομάδα μας , ρίζωνε με διαμονή στην Γλώσσα αντί στην Σκόπελο,
δενόμασταν και με τα παιδιά και τους δικούς τους αφού ήμασταν μαζί πρωί-απόγευμα κι έτσι
γινόμασταν κι εμείς οικογένεια με τους μαθητές μας. Και το σχολείο, έτσι που το άφηνε ο
Μάντος να λειτουργεί ελεύθερα κι αγαπημένα, γινόταν τέτοιο που παιδιά που αποφοιτούσαν
αλλά δεν είχαν φύγει ακόμα απ’το χωριό έρχονταν για μήνες κάθε πρωί στα σκαλιά πιο νωρίς κι
από όταν έρχονταν για μάθημα, και αν έμπαιναν σε αίθουσα δάκρυζαν από τις αναμνήσεις. Όλα
αυτά ο Μάντος τάλεγε με μια, σύντομη και πάλι, φράση: «Πρώτα αυτά που μένουν» , και
233
εξηγούσε «Σε όποιον είναι αποφασισμένος να στρωθεί να διαβάσει θα του δίνετε ερεθίσματα να
μπει σε σχολές. Αλλά το σχολείο δεν είναι φροντιστήριο, ούτε η ζωή είναι μόνο σχολές. Πρώτα
αυτά που μένουν. Τα τραγούδια, οι χοροί, και η αγάπη με τους συμμαθητές που μαζί θα
μεγαλώνουν μια ζωή σε χαρές και γιορτές και γλέντια και σε λύπες και συμφορές. Αυτά μένουν».
Έτσι αποφάσισε να επαναφέρει και τις γυμναστικές επιδείξεις Ιουνίου και οι οποίες, από
μονοήμερες, έφτασαν μέσα σε δυο-τρείς χρονιές να γίνουν ολόκληρη εβδομάδα πολιτιστικών
εκδηλώσεων, αφού μερακλήδες καθηγητές και καθηγήτριες ανελάμβαναν με τους μαθητές
πρωτοβουλίες και δημιουργίες σε τομείς όπως αθλητισμός, θέατρο, χορός, συναυλίες ,
ζωγραφική, φωτογραφία, κατασκευές, διαλέξεις…Συχνά μάλιστα η κάθε μια από τις μέρες αυτές
διαρκούσε πέντε ώρες και οδηγούσε τελικά σε χορό όλου του χωριού στην αυλή του σχολείου.
Κι όλα ξεκίνησαν με την εξής απλή σκέψη του Μάντου «Συνάδελφοι, σε λίγο που θα γράψουν τα
παιδιά εξετάσεις, άλλα θα γράψουν καλά, άλλα όχι, άλλα θα έρθουν για Σεπτέμβρη, άλλα ίσως
και να μην περάσουν. Αν δεν τα πάνε καλά τι θαχουν να θυμούνται από τη χρονιά αυτή; Μόνο
για μαθήματα είναι το σχολείο; Πρώτα αυτά που μένουν όπως έχουμε πει. Κάποτε είχαμε
γυμναστικές επιδείξεις που καταργήθηκαν μετά την χούντα λόγω της χρήσης τους που έκανε η
χούντα. Αλλά γιατί να μη μπορούμε να τις κάνουμε με σκεπτικό διαφορετικό από της χούντας;
Ακούω προτάσεις…..Σας ευχαριστώ για τις ιδέες σας και την βοήθειά σας. Λήξη της
συνεδρίασης , καλό μεσημέρι». Έτσι λοιπόν έγινε το σχολείο τέτοιο που τα παιδιά έβλεπαν
ΝτιΒιΝτι από εκδήλωση και δάκρυζαν. Και δεν δάκρυζαν μόνο κορίτσια ή τα μικρά του
γυμνασίου, αλλά και μαθητές της Γ Λυκείου που και άντρες ολόκληροι είναι και μάγκες είναι, αν
μη τι άλλο μάγκες λόγω εφηβείας. Μια φορά, πριν τέσσερα χρόνια νομίζω, τους θυμάμαι που
άρχισαν να κλαίνε και κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων όταν ο φιλόλογος ο Δημήτρης ο
Μαυρομάτης, μετά από συναυλία με την χορωδία και μετά τα σόλο από Δέσποινα και από
Ζαφειρούλα τραγούδησε ο ίδιος με την κιθάρα του, σόλο, το «Ακόμα κι αν φύγεις ως την άκρη
του κόσμου θασαι πάντα δικός μου θαμαστε πάντα μαζί» και κόντεψε να παρασυρθεί, ή και
τελικά παρασύρθηκε, κι ο ίδιος από την συγκίνηση των μαθητών. Προφανώς η συγκίνηση δεν
οφειλόταν στο αρχικό νόημα των στίχων που λέγονται από μια ερωτευμένη γυναίκα προς έναν
άντρα αλλά στο ότι εκείνη την στιγμή και τα παιδιά κι ο Δημήτρης κι όλοι μας νιώθαμε ότι το
σχολείο το ίδιο είχε ζωντανέψει, είχε πάρει σάρκα και οστά και είχε αποκτήσει φωνή και μας
τραγουδούσε ότι ακόμα κι αν φύγουμε ως την άκρη του κόσμου θάμαστε πάντα δικοί του
θάμαστε πάντα μαζί του…Από τότε τόσοι και τόσοι νιώσαμε, όπως είδαμε, έτσι ακριβώς αφού
αυτό το σχολείο έγινε όχι μόνο ένας σταθμός αλλά ο φάρος μας. Αλλά ποιος από μας μπορούσε
τότε να φανταστεί πως τις επόμενες Απόκριες θα αρρώσταινε ο στυλοβάτης που ήταν η ψυχή
του σχολείου και ο ζωντανός μας φάρος, και ότι τέσσερα χρόνια μετά, σήμερα, θα του
τραγουδούσαμε εμείς εδώ την στιγμή αυτή τον ίδιο στίχο που τότε νιώθαμε ότι μας
τραγουδούσε το σχολείο, ότι δηλαδή λέγοντας όλοι μας όσα λέμε τραγουδάμε στον Μάντο
«Ακόμα κι αν φύγεις ως την άκρη του κόσμου θασαι πάντα δικός μας θαμαστε πάντα μαζί»
εννοώντας ότι όσο ζούμε θα είναι για πάντα κομμάτι μας.
Αρχή του περασμένου καλοκαιριού η Γλώσσα γνώρισε κι ένα άλλο ορφάνεμα, όταν έχασε και
τον Νίκο τον Αγγελέτο που πέθανε, πριν την ώρα του, απ’το τίποτα , από ένα τελείως ασήμαντο
ατύχημα που τον οδήγησε σε χτύπημα σε ατυχέστατο σημείο που τον άφησε φυτό 40 μέρες πριν
πεθάνει. Η Γλώσσα τον έκλαψε όπως έκλαψε και μαζί με τις οικογένειες των παλληκαριών
μεταξύ είκοσι και εικοσιπέντε χρόνων που πότε από ατυχήματα πότε από καρκίνο χάθηκαν
απανωτά τα τελευταία χρόνια. Ο Νίκος κι ο Μάντος διέφεραν μονό δυο-τρία χρόνια, είχαν
ευτυχήσει να δημιουργήσουν και θαυμάσιες οικογένειες και είχαν προλάβει να προσφέρουν, με
διαφορετικό τρόπο ο καθένας, στο χωριό πράγματα που έκαναν και τους δυο τόσο αγαπητούς
που οι πάντες τους ένιωθαν δικούς τους, ανεξάρτητα από συγγένειες ή από κομματικές επιλογές.
Όταν ο Μάντος πήγε να δει τον Νίκο στο νοσοκομείο, ο Νίκος είχε ανακτήσει την συνείδησή του
και καταλάβαινε αλλά δεν μπορούσε να κινηθεί από τον λαιμό και κάτω. Όλοι όμως ακόμα
ελπίζαμε . Ο Μάντος δακρυσμένος του είπε «Θα πάμε να ποτίσουμε Νίκο;» όπως είχε πει ο
Νίκος στην κόρη του «θα πάμε για καφέ Βάσω;». Ο Νίκος δάκρυσε με το πότισμα που του
234
θύμισε Μάντος . Τότε αυτά ήταν , κι από τους δυο, δάκρυα ελπίδας. Τώρα, όπως θα σκέφτεται κι
ο πάπ’ Αλέξης εδώ δίπλα μας , θα ποτίζουν οι δυο τους μαζί στον Παράδεισο όπως και οι δυο
τον φανταζόταν, σαν περιβόλι. Και μάλιστα κάπου άκουσα ότι στην γλώσσα της Βίβλου
παράδεισος σήμαινε περιβόλι. Όλοι εμείς από δω που βρισκόμαστε τους λέμε «μαζί να ποτίζετε
και να είστε αιώνια ευτυχισμένοι και μεις θα σας θυμόμαστε για πάντα , δηλαδή μέχρι να
έρθουμε κι εμείς να σας ξαναβρούμε από κοντά»
Πριν δούμε μια φωτογραφία με τα παιδιά να λάμπουν από χαρά γύρω στον Μάντο μετά την
βράβευσή τους στην Λάρισσα ας δουμε μια φωτογραφία των δυό τους, του Νίκου και του
Μάντου, που είναι σαν να ετοιμάζεται Νίκος να καλωσορίσει τον Μάντο στον Παράδεισο.
235
236
237
Αν ο αναγνώστης μάντεψε ότι ο τίτλος ΓλώσσαΣκόπελοσμπλουζ δεν ήταν μόνο αναφορά στο
Διδυμότειχομπλουζ αλλά ήταν και κάτι που θα αναφερόταν στον πρόωρο θάνατο του μικρού
Νίκου, του μεγάλου Νίκου και του Μάντου , τότε σχεδόν σωστά μάντεψε. Σχεδόν σωστά κι όχι
τελείως διότι τα μπλουζ αυτά αφ’ενός γράφτηκαν όσο ο Μάντος ζούσε, αφ’ετέρου πριν
γραφτούν υπήρξαν κι άλλα σπαραχτικά νέα: κι άλλοι θάνατοι παιδιών που μόλις είχαν τελειώσει
το σχολείο και, αμέσως μετά, τον στρατό. Πέθαναν ο Μήτσος, ακαριαία, από σύγκρουση με
άλλο μηχανάκι, ο Βαγγέλης από καρκίνο, ο Παναγής από λευχαιμία, ο επόμενος στην ηλικία
Μήτσος από πνίξιμο σε διαρκεια μέθης των δυτών (αν και πολύ έμπειρος…ίσως πήγε από
υπεραυτοπεποίθηση, έβαλε στη ζώνη του διπλά βαρίδια για να μην τον παρασέρνουν τα ρεύματα
που ήταν ισχυρά εκείνη τη μέρα , αλλά χωρίς να βάλει και σχοινί για να τραβηχτεί πάνω) και
μετά πέθανε κι ο πατέρας του που δεν συνερχόταν από τον καϋμό του που δεν τον πρόλαβε από
πάνω απ’την βάρκα και τον βρήκαν όρθιο στον βυθό. Ντυμένοι γαμπροί, συνοδεύτηκαν από
φίλους τους σε μηχανάκια που πατούσαν πυρετωδώς τα κλάξον, και από ολόκληρο το χωριό που
ξέσπαγε σε χειροκροτήματα σε κάθε καμπή της διαδρομής του φέρετρου που σήκωναν οι φίλοι
τους και ξανά, μετά, όταν κατέβαιναν στο μνήμα. Ο Παναγής (που ο στρατός του έδωσε
(αυτεπαγγέλτως) αναβολή για να μη τον κουράρει όταν αρρώστησε) έβγαλε μια φορά μόνος του
τα σωληνάκια της εντατικής του Ευαγγελισμού όταν είδε ότι άρχισαν να τον βάζουν σε
καταστολές και πήγε στην Γλώσσα. Όταν του είπε ο γιατρός ότι μπορεί να επιδείνωσε τα
πράγματα εκείνος του είπε «αφού σε κάσα θα γυρίσω, είπα να πάω να δω τους φίλους μου όσο
ακόμα γινόταν». Η Ηρώ, που τώρα τέλειωνε νηπιαγωγός, έβλεπε για μήνες μετά την κηδεία
του ένα όνειρο που όσο το έβλεπε ένιωθε πολύ ωραία αλλά αλαφιαζόταν πολύ μόλις ξύπναγε:
Έβλεπε ότι ο Παναγής ερχόταν σιωπηλός και την κοιτούσε ενώ ακουγόταν η εξής στροφή από
τραγούδι του Χατζηγιάννη: «Και μετά δεν μιλάμε πολύ/γιατί το όνειρο ζει στη σιωπή/Με το
βλέμμα στους περαστικούς/να’χα χίλιες σιωπές να μ’ακούς». Κάποτε κάτι τραγούδησε κι ο ίδιος,
μια παράφραση νομίζω αλλά δεν την θυμάμαι, και από τότε δεν ξαναήρθε το όνειρο. Κάτι
δηλαδή σαν το φαινόμενο Ορφέα και Ευρυδίκης (αλλά στο αντίστροφο, είχε πεθάνει ο άντρας),
παρ’όλο που δεν είχαν τίποτα μεταξύ τους παρά μόνο την αγάπη που ενώνει σε διαλείμματα
κάποια παιδιά που δεν είναι στην ίδια τάξη (η Ηρώ ήταν στην τάξη την ένα χρόνο μεγαλύτερη
από του Παναγή). Τα παιδιά που προηγήθηκαν από τον Παναγή και τον Μήτσο τον δύτη, τα
είχαμε αποχαιρετήσει λίγους μήνες πριν…
238
Πριν έξι χρόνια ο Νίκος, 17 χρονών, σκοτώθηκε με μηχανάκι. Ακόμα δεν έχει σβήσει τελείως
απο τον τοίχο της αυλής του σχολείου το «Ο Νίκος ζεί μες στις καρδιές μας» που είχαν γράψει
τότε με σπρέϋ οι συμμαθητές του που είχαν βάλει και μαύρα σειρήτια στις καρέκλες της
αίθουσάς τους, και μόλις πριν λίγες μέρες έγινε η ανακομιδή του. Πριν τέσσερα χρόνια
σκοτώθηκε απο μηχανάκι ο Μήτσος, 20 χρονών, που αμέσως μετά το σχολείο πήγε στρατό και
μόλις απολύθηκε είχε αρραβωνιαστεί με την συμμαθήτριά του Βάσω κι ετοιμάζονταν να
παντρευτούν. Τη μέρα που σκοτώθηκε θα άρχιζαν οι αποχαιρετιστήριες για το καλοκαίρι
εκδηλώσεις του σχολείου και η Χριστίνα κι ο Κώστας τις ανέβαλαν για ένα χρόνο λόγω του
πένθους του σχολείου. Μόλις πριν δυό μήνες πέθανε, 27 χρονών, ο αδελφός της Ρόζας και της
Όλγας , ο Βαγγέλης, μετά απο μάχη με τον καρκίνο που βάστηξε πέντε χρόνια ενώ οι γιατροί δεν
τούδιναν πάνω απο δύο χρόνια. Όπως είπε η Ρόζα «αυτός έδινε θάρρος σε μας αντί εμείς
σ’αυτόν». Έλεγε επίσης «Μαμά, εγώ έζησα τόσο έντονα που σε πέντε χρόνια έζησα όσα δεν
έζησες εσύ σε πενήντα. Δεν λέω πως θέλω να πεθάνω, αλλά να ξέρεις οτι τουλάχιστον πάω
χορτάτος». Αφού δεν είμαστε ποιητές, δεν θα μας μαλλώσει η Ρόζα που απο τον τάφο του
αντιγράψαμε και αφιερώνουμε σε όλους τους το ποίημα που η ίδια έγραψε για τον Βαγγέλη*:
Κάθε μας βήμα κι εσύ μπροστά μας
Κάθε μας σκέψη, εσύ κοντά μας
Κάθε μας πόνος, η θύμησή σου
Κάθε μας γέλιο, η ανάμνησή σου
Έφυγες, χάθηκες πήρες μαζί σου
Και τη ζωή μας και τη ζωή σου
Χάθηκες, τέλειωσε για σένα ο χρόνος
Για μας συνέχεια μένει ο πόνος
Πόσες φορές όμως πεθαίνει
Αυτός που πίσω απομένει
Άφησες πίσω σου τις ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ
Και να που πάλι θα ΞΑΝΑΖΗΣΕΙΣ...
*Και αφού είμασταν μέχρι πριν ενάμισυ χρόνο καθηγητές της και την καμαρώνουμε και σαν
εκπαιδευτικοί, δεν θα μας μαλλώσει που, αν και ίσως δεν είναι του παρόντος να το πούμε, λέμε και οτι για
μιά ακόμη φορά καταλάβαμε πώς γίνεται και στην έκθεση, στις πανελλήνιες, έγραψε καλύτερα ακόμη κι
απο όσους μπήκαν στις φιλολογικές σχολές παρ’όλο που η ίδια εργάζεται αντί να σπουδάζει (άλλη τέτοια
φορά ήταν όταν βραβεύτηκε το κείμενό της στην Βουλή των Εφήβων)
239
Υστερόγραφο 28/3/10: Είδα στην «Ελευθεροτυπία» της Παρασκευής 27/3/10, αλλά και μου το
στείλανε πολλοί συνάδελφοι , με την πρόσθεση ότι πολύ θαχε χαρεί ο Μάντος αν τοχε προλάβει
το νέο 9 μέρες νωρίτερα (με είχε ρωτήσει μάλιστα μια μέρα πριν πεθάνει αν είχα δει τίποτε), το
εξής:
Βραβείο στους 2 μαθητές - τιμή για το Λύκειο Γλώσσας Σκοπέλου
Του ΑΝΤΩΝΗ ΦΩΚΙΔΗ
Βραβείο από τη Γαλλική Πρεσβεία στην Ελλάδα στο πλαίσιο του διαγωνισμού Γαλλοφωνίας
απέσπασαν η μαθήτρια Γ' τάξης Μαρία Τσουκαλά και ο συμμαθητής της Γιώργος Μαντάς του
Λυκείου Γλώσσας Σκοπέλου, οι οποίοι με τη βοήθεια του PowerPoint και φωτογραφιών
ανέδειξαν τον προβληματισμό τους για την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος και την
έκπτωση των ηθικών αξιών, γράφοντας κείμενα στη γαλλική γλώσσα.
Οι βραβευμένοι μαθητές της Γ' Λυκείου Μαρία Τσουκαλά και Γιώργος Μαντάς Στον
διαγωνισμό, με αφορμή τη γιορτή της Γαλλοφωνίας που ήταν στις 20 Μαρτίου και διοργανώθηκε
από τη Γαλλική Πρεσβεία και το υπουργείο Παιδείας, συμμετείχαν 5.000 μαθητές Δημοτικών,
Γυμνασίων και Λυκείων από όλη τη χώρα. Στους μαθητές δόθηκαν δέκα γαλλικές λέξεις, από τις
οποίες αξιοποίησαν τρεις, «καταστρέφω», «μέντορας», «ό,τι είναι να έρθει, ας έρθει» και
δημιούργησαν κείμενα και λεζάντες για το περιβάλλον και τις αξίες.
Η εργασία «Nous vivons a une planete magnifique, la terre, notre terre...» περιλαμβάνει μια
παρουσίαση σε PowerPoint, όπου οι μαθητές εκφράζουν τις σκέψεις τους για το πώς θα κάνουν
τον κόσμο να αλλάξει, χρησιμοποιώντας ως μέσο έκφρασης τη γαλλική γλώσσα.
Το βραβείο των δύο μαθητών έλαβε η καθηγήτρια Γαλλικών στο σχολείο Κατερίνα Παπαζήση,
σε ειδική εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών. Η ίδια αναφέρθηκε
στην ενδιαφέρουσα πρωτοβουλία των μαθητών του Λυκείου Γλώσσας, οι οποίοι παρά τις
αυξημένες σχολικές υποχρεώσεις λόγω των πανελλαδικών εξετάσεων, στις οποίες θα
συμμετάσχουν, βρήκαν τελικά τον χρόνο να ασχοληθούν με την πρωτότυπη αυτή εργασία.
Η μαθήτρια Μαρία Τσουκαλά τόνισε πως «στόχος μας μέσα από αυτή την εργασία ήταν να
κινητοποιήσουμε τους ανθρώπους, ώστε όλοι μας να προσπαθήσουμε για να γίνει ο κόσμος
καλύτερος. Δώσαμε έμφαση στις αξίες και το περιβάλλον. Από τις αξίες τονίσαμε ιδιαίτερα τη
σημασία της αλληλεγγύης, του σεβασμού της διαφορετικότητας, της βοήθειας στον συνάνθρωπο.
Πιστεύουμε ότι αυτές οι αξίες στη σημερινή εποχή έχουν αλλοιωθεί σε μεγάλο βαθμό».
Ο μαθητής Γιώργος Μαντάς υπογράμμισε πως «του αρέσει η γαλλική γλώσσα, γιατί είναι κάτι
διαφορετικό και αρκετά διαδεδομένη. Ξεκίνησα να μαθαίνω τη γαλλική γλώσσα από την Α' Τάξη
Γυμνασίου και μου άρεσε πολύ. Ηταν μέσα στο πλαίσιο των γνώσεών μου να γράψω τα κείμενα
στη γαλλική γλώσσα και γι' αυτό δεν δυσκολευτήκαμε ιδιαίτερα. Το μήνυμα που θέλουμε να
στείλουμε είναι η ανάγκη κινητοποίησης του ανθρώπου για τα σύγχρονα προβλήματα. Σκοπός
μας ήταν να επισημάνουμε την ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος, να βοηθάμε τους
συνανθρώπους μας. Ηταν μια εξαιρετική εμπειρία και αξιοποιήσαμε ευχάριστα τον ελεύθερο
χρόνο μας, που βέβαια είναι λίγος, λόγω της προετοιμασίας για τις πανελλαδικές εξετάσεις».
Εμείς ας συγχαρούμε, και εδώ, και τους μαθητές και την συνάδελφο Κατερίνα που ήταν
καθηγήτριά τους, και την προκάτοχό της Μαρία , που με τρία χρόνια Γαλλικά δημοσίου σχολείου
πήραν τέτοια βράβευση, κι επίσης ας συγχαρούμε και το σχολείο τους και τους γονείς των παιδιών
που τα παιδιά έγραψαν τόσο ωραία για τέτοιο, ειδικά, θέμα…
240
ΥΓ καλοκαιριού: Μόλις βγήκαν τα αποτελέσματα των Πανελληνίων. Πολύ θα χαιρόταν ο Μάντος
τόσο με τα αποτελέσματα του Γιώργου και της Μαρίας όσο και με τα αποτελέσματα της Δήμητρας
Σ. και της Δήμητρας Τ. και της Βαγγελίτσας. Εδώ ας αναφέρουμε και ότι η μαμά του Γιώργου ( ο
οποίος πήρε βαθμό πρόσβασης 19,7) μετά το «ευχαριστώ» στους καθηγητές που μας πήρε
τηλέφωνο (εκτός από σπιτονοικοκυρά μας ήταν και αδελφικές φίλες με την γυναίκα μου) μας είπε
«θα πάω λουλούδια στον τάφο του Μάντου, αφ’ενός σαν ένα «ευχαριστώ» αφ’ετέρου σαν το
τραγούδι «ένα γράμμα να μας στείλεις απ’τον Άδη» αλλά στο αντίστροφο»…
ΥΓ αργότερα: Βγήκαν και οι σχολές. Συγχαρητήρια και στους παραπάνω που είχαμε ήδη ακούσει
τους βαθμούς τους αλλά και στην Νίνα και στην Ρένα και στον Φίλιππο και…και… και…( μπήκαν
οκτώ στους έντεκα από τους φετεινούς και τρεις περσινοί που ξαναπροσπάθησαν), και καλή
επιτυχία σε όσους φετεινούς ξαναπροσπαθήσουν του χρόνου.
Ο Μάντος μου είχε πει ότι όταν ο Νίκος είχε πάει στον Βόλο είχε πάει αφ’ενός για να κάνει
εξετάσεις γλαυκώματος αφ’ετέρου για να αγοράσει κοτοπουλάκια, και ότι επίσης είχε
αναγγείλει στους φίλους του , εντός 15 ημερών, «ραμαζάνι» όπου θα έψηναν ένα αρνί και με
κρασί θα ξενύχταγαν στο καλύβι του στο δάσος για να ακούσουν, ξημέρωμα, τα αηδόνια. Στο
νυχτέριο του κατάλαβα πόσο η μέρα πριν την κηδεία του Νίκου έτυχε να είναι γεμάτη από αυτά
που ο Νίκος όλο χαρά θα παρατηρούσε ότι μας κάνουν να λέμε «η ζωή συνεχίζεται» ακόμα κι αν
ο άλλος κυριολεκτικά «γκρεμίζεται», και για την δική του οικογένεια είναι μέρα βαρύτατου
πένθους, για δε τους φίλους του μπορεί όλα να συνυπάρχουν: Το απόγευμα λοιπόν πριν το
νυχτέριο είχε υπάρξει στην Σκόπελο τουρνουά ΤαεΚβοΝτο για τα παιδιά, είχαν βγει τα
αποτελέσματα Πανελληνίων, ο Μήτσος της Ματούλας , που έχουμε αναφέρει τόσες φορές, π.χ
σαν ηθοποιάρα, και που την προηγούμενη χρονιά λόγω κάποιου σορλόπ δεν είχε μπει εκεί που
ήθελε τώρα πέρναγε μηχανικός όπως ήθελε και θα πήγαινε να τα πιεί μ’έναν άλλο Δημήτρη
(ηθοποιάρα κι αυτόν) που πέρναγε με την πρώτη , δυο αγόρια κι ένα κορίτσι πήγαιναν σχολή
εμποροπλοιάρχων με βοήθεια μορίων από πατέρα ναυτικό, επίσης υπήρχαν βαφτίσια, την δε
επόμενη παντρεύονταν η Αλεξάνδρα, ο πρώτος γάμος παιδιού από την τάξη της Ναυσικάς του
Μάντου η οποία ερχόταν από Κρήτη για τον γάμο και μόνο στην πορεία έμαθε ότι θα ερχότανε
και για κηδεία κοντινού οικογενειακού φίλου κι ήταν με μαύρα στο καράβι που ήμασταν όλοι, η
Ματούλα στο νυχτέριο ήταν πασιχαρής και περήφανη για τον γιο κι όλοι την συνέχαιραν αλλά κι
έλεγε «δεν ήταν γραφτό να το χαρώ όσο θα χαιρόμουν αλλιώς, με τσάκισε αυτό του Νίκου», την
άλλη μέρα στην κηδεία ο Μήτσος της Ματούλας έκλαιγε πολύ και δεν άντεξε να ξεβγάλει τον
Νίκο ως «τα χώματα». Πάμε τώρα σε ένα, κυριολεκτικά επι-τάφιο, συμβάν που δημιουργούσε
νευρικό γέλιο σε όποιον το άκουγε. Ουδέν το ανάρμοστον, απλώς κρίμα που έχασε την πλάκα κι
ο Μάντος, θα το κατά-απολάμβανε με το τεράστιο γέλιο του αν τοχε ακούσει: Ο πατέρας ενός
μαθητή μας και δυο μαθητριών μας, ιδρωμένος από το φτυάρισμα μαζί με άλλους στον τάφο του
Μάντου, ακούμπησε στον διπλανό τάφο να ξεκουραστεί όταν έφυγε ο κόσμος. Αλλά επειδή,
βεβαίως, το χώμα στους τάφους δεν γίνεται να το πατάνε να κάτσει όταν θάβουνε, κάθεται σιγάσιγά από μόνο του με τον καιρό κι υποχώρησε το υψωμένο σημείο όπου ακούμπησε κι ο
άνθρωπος βρέθηκε μπρούμυτα μέσα στον ξένο τάφο. Πηγαίνοντας να πιαστεί υποχώρησαν και
τα μάρμαρα και τον ακολούθησαν και έμεινε ο σταυρός που ξαφνικά κι αυτός υποχώρησε και
τούρθε καπάκι. Με τα πολλά βγήκε, και τινάζοντας από πάνω του τα χώματα είπε «Ε, έτσι κι
αλλιώς όπου ναναι θα τον βγάζαμε τον μακαρίτη, καιρός του ήτανε». Και αν πάθαμε νευρικό
γέλιο ο Γιώργος κι εγώ ως ακροατές του συμβάντος φαντάσου ο Κώστας κι η μαμά του που ήταν
αυτόπτες! Τύφλα ναχουν τα επεισόδια του youtube, μόνο που αυτό δεν γινόταν ούτε να στηθεί,
ούτε να καταγραφεί όταν έγινε από μόνο του…
Κι άλλο ένα περιστατικό απ’το γραφείο του Μάντου: Αντιγραφή-επικόλληση:
…Άσε πια τι πλάκα έχουν τα αλφάκια! (που πάντα είναι σαστισμένα που από γίγαντες του
δημοτικού παραπλεύρως που ήταν στην Στ΄ τάξη, γίνονται οι νάνοι εδώ, στην α΄ τάξη, και
μάλιστα εις θέαν αυτών που την προηγούμενη χρονιά τους είχαν για γίγαντες). Σε ένα διάλλειμα
241
ήμουνα στο γραφείο του Μάντου (που τον καιρό του «με λένε Πόπη σαν τη γιαγιά μου την
Καλιόπη», τα παιδιά του τραγούδαγαν «με λένε Μάντο σαν τη γιαγιά μου τη Διαμάντω»)
ξαφνικά έρχεται ένα απ’τα αλφάκια και λέει «Κύριε , ο Μίλτος μου λέει συνεχώς «Γεια σου
Σταύρο αλεπού που τον παίρνεις πού και πού»». «Πες ναρθει εδώ ο Μίλτος» λέει ο Μάντος
δαγκώνοντας τις Σταλινικές μουστάκες του μη γελάσει καθώς κοιταζόμαστε. Εν τω μεταξύ τον
παίρνουν τηλέφωνο απ’το υπουργείο για κάτι. Χτυπάει κουδούνι, φεύγω για την αίθουσα, πέφτω
πάνω στον Μίλτο κι από πίσω την όλη μαρίδα που έρχεται με δέος να παρακολουθήσει τις
εξελίξεις , και ο Παναγιώτης ρωτάει πόσες μέρες είναι η αποβολή για το συγκεκριμένο αδίκημα.
Του λέω «Μην πας ακόμη μέσα , μιλάει με το υπουργείο ο κύριος Μάντος». Ακούγεται
ορυμαγδός και κοπετός χορού αρχαίας τραγωδίας από την μαρίδα για τον μεγαλομάρτυρα που
βαδίζει προς το πεπρωμένο του. Φωνές «Αα-ρε Μίλτο!», «Πού τον πάνε τον Μίλτο κύριε;». Ποιο
τραγούδι να ταιριάζει καλύτερα; Το «Ποιος κατεβαίνει σήμερα στον Άδη;» ή το «και σ’αυτήν
την ιστορία μπλέξαν τα λιμεναρχεία»;(εννοώ τα υπουργεία) Απίστευτα τα πρωτάκια! Νόμισαν
ότι συσκέπτονταν στο υπουργείο για την ποινή του Μίλτου επειδή έλεγε «Γεια σου Σταύρο
αλεπού που τον παίρνεις πού και πού». Υπάρχει άλλο επάγγελμα που τόσο να σε γεμίζει;!
Ο Νίκος κάποτε ήρθε στα απογευματινά μαθήματα πληροφορικής (ενηλίκων), έμαθε να φτιάχνει ιστοσελίδες και άρχισε
να αναρτά, με το όνομα «Νίκος μελισσάς», κάποιες από τις ιστορίες που συνέλεγε ή σκεφτόταν και έγραφε σε ένα
τετράδιο διπλωμένο στην κωλότσεπη και που μετά τις πέρναγε σε ένα μεγάλο τετράδιο με χαρτονένια εξώφυλλα σαν
εκείνα που γράφανε οι μπακάληδες τα βερεσέδια. Μαζί ανέβαζε φωτογραφίες από την φύση, ανέκδοτα, σχολιασμό των
πολιτικών νέων, φωτογραφικές παρουσιάσεις έργων, π.χ πινάκων ή γλυπτών, φίλων του που ήταν αγρότες , ψαράδες,
τσομπάνηδες, κτίστες, … Σε τρεις μήνες είχε έξι χιλιάδες επισκέπτες, σε μια χρονιά ξανάρχισε ως Νίκος αμπελουργός
(νέος ήταν ναύτης, ήταν επίσης μελισσουργός, αμπελουργός, κτηνοτρόφος, ψαράς, και ότι άλλο χρειαζόταν να γίνει,
όπως ακόμα ξέρουν και γίνονται πολλοί άνθρωποι στα χωριά)
Κάποιες φοβερές αναλύσεις του και ατάκες του τις είδαμε στο φάκελο «Αντίο φίλε» στο κέντρο του
ΓλώσσαΣκόπελοςμπλουζ. Εδώ ας δούμε το κείμενο της ανάρτησης που δεν πρόλαβε να κάνει ο Νίκος , μου την είχε
στείλει σε η-μέιλ λίγο πριν την βάλει, ή μάλλον λίγο πριν δεν την βάλει, στην ιστοσελίδα του:
Για Νεράϊδες ή
Τα βάσανα των τσοπάνηδων
Ότι θυμάμαι από την αφήγηση της Γιαγιάς μου.
ή ότι θυμάμαι χαίρομαι.
>Νεράιδες κάθε λογιών.
>Της θάλασσας, πανέμορφες, λίγο άγριες, δυσπρόσιτες,
εμφανίζονται τις νύχτες με βαριά καταιγίδα, ακόμα και με
αστροφεγγιά, αλλά που δεν ακούστηκε να κάνουν κακό
σε κανέναν.
>Κάνουν αυτό που θέλουν και ύστερα χάνονται. Και τι
θέλουν??
>Συνήθως να χορέψουν στην αμμουδιά και πολύ σπάνια
να κάνουν έρωτα με κάποιο τσοπάνη.
>Μετά έχουμε τις νεράιδες των πηγών και των ποταμών.
>Πιο αγαθά πλάσματα αυτά, πιο ήμερα.
242
>Ερωτιάρες, χορευταρούδες και τους αρέσει και το
τραγούδι.
>Ο καθείς μπορεί να τις ακούσει τη νύχτα με γλυκό
καιρό να τραγουδούν προ πάντων την άνοιξη μαζί με τα
αηδόνια και τα κοτσύφια.
>Ακόμα και να χορεύουν μπορεί να τις πετύχεις στις
ανοιχτωσιές και στα αλώνια.
>Πολλοί τσοπάνηδες και ξομάχοι παινεύονται πως
κάποια νύχτα κάποια νεράιδα τους ερωτεύτηκε
παράφορα.
>Δεν ακούστηκε ποτέ να κάμουν κακό σε θνητό.
>Αντίθετα χαρά μεγάλη είναι να τις δείς να χορεύουν, να
τις ακούσεις να τραγουδούν ¨η ακόμα καλύτερο να
πλαγιάσεις μαζί τους.
>Όλα αυτά τα ξωτικά αντιπαθούν τούς νοικοκυραίους..
>Είναι τόση η περιφρόνηση που δείχνουν σ'αυτούς που
ποτέ δεν εμφανίστηκε καμιά τους σε νοικοκύρη.
>Γι'αυτό και οι “νοικοκυραίοι” και οι “σοβαροί άνθρωποι
”υποστηρίζουν με πάθος πως δεν υπάρχουν και όλα είναι
παραμύθια.
>Απ' τη ζήλεια τους το κάνουν
Και μετά έχουμε και τις νεράιδες των πηγαδιών.
>Παράξενα, σκοτεινά πλάσματα, πανέμορφες βέβαια που
μεταχειρίζονται την ομορφιά τους μαζί με χιλιάδες άλλα
κόλπα να γελάσουν τσοπάνηδες και άλλους ξομάχους ¨η
διαβάτες της νύχτας.
>Χωρίς να νοιάζονται για το κακό που προκαλούν τους
σέρνουν στα ανήλιαγα λημέρια τους.
>Κανένας δεν ξέρει τίποτε για την τύχη αυτών των
άτυχων.
>Λένε πως αφού τους γλεντήσουν σαν τις αρχαίες
γυναίκες της Λήμνου, τους πνίγουν.
>Αν δεν μπορούν να σε πάρουν μαζί τους, “δεν τούς είναι
βολετό” , θα σου πάρουν τη μιλιά ¨η τα μυαλά..
243
>Από αυτό και έχουμε τόσους νεραϊδοπαρμένους “οπως
τους λέει ο λαός” στο τόπο μας.
>Ευτυχώς που αυτά τα σκοτεινά πλάσματα είναι λίγα,και
έτσι γλυτώνουν αρκετοί άντρες,.
>Γιατί μάτια μου μόνο στους άντρες κάνουν κακό.
>Βέβαια τα τελευταία χρόνια οι νοικοκυραίοι παρόλο
που φωνάζουν πως αυτά είναι μύθοι και να μη τους
πιστεύουμε γεμίσανε την ύπαιθρο με φώτα νέον.
>Ξέρουμε δα πόσο τα ξωτικά μισούν το ηλεκτρικό φώς.
>Ανέχονται το λύχνο, άντε και τη λάμπα πετρελαίου μα
δεν μπορούν το ηλεκτρικό.
>Ιδιαίτερα το νεον.
>Μου κάνει φοβερή εντύπωση το μίσος που έχουν οι
“σοβαροί” και η εξουσία στα πλάσματα αυτά”της
φαντασίας μας” όπως τα λένε..
>Τα πολεμούν με κάθε τρόπο με λύσσα παράλογη.
>Ευτυχώς που οι έφηβοι αρέσκονται να σπάνε τις λάμπες
φωτισμού δοκιμάζοντας τις σφεντόνες τους.
>Και κάπως κρατιέται μια ισορροπία.
>Καί έτσι και εμείς οι μη νοικοκυραίοι βλέπουμε ακόμα
από καμιά καί αν είμαστε τυχεροί μπορεί και να μας
ερωτευτεί.
>Γιατί μάτια μου τί αξίζει η ζωή αν δεν σε ερωτευθεί
έστω και μια νεράιδα??
244
Έλεγε ο Νίκος : Έγινα μελισσάς για να γυρνάω σ’όλη την Ελλάδα να πουλάω μέλι ώστε ν’ακούω
στα καφενεία ιστορίες κι από άλλους γέρους κι όχι μόνο τους Γλωσσιώτες...Και στο δικό σου το
χωριό έχω πάει…Τώρα που τις σπούδασα τις κόρες μου και ξένοιασα είμαι σαν τον «σκύλο του
παπά» που λένε, που, αφού είναι χορτάτος από τις προσφορές που έχει και του δίνει ο παπάς,
όλο γυρνάει και λιάζεται πότε στην μια αυλή πότε στην άλλη». Ο Χρήστος, ο πατέρας του
Κώστα, μηχανικός στα πλοία, που ήξερε τον Νίκο από ταξίδια, είχε πει , όπως είδαμε, «Στα
καράβια, που έτυχε να είμαστε μαζί κάμποσες φορές, τον Νίκο τον φώναζαν «κελαηδόνι» επειδή
συνέχεια «κελάηδαγε» τέτοιες θεωρίες» (όπως αυτές με τους Γάλλους, Αγγλους, Έλληνες,….)
Μου φαίνεται ότι όπως κι η φράση του παπ’Αλέξη στην κηδεία του (το «κι αν είσαι και
παπάς…») η φράση, απ’τον Χρήστο, αποθανατίζουν εξ ίσου τον Νίκο. Πιο ζωντανά μόνο η
οικογένειά του μπορεί να νιώθει έναν άνθρωπο, η άμεση οικογένειά του. Αλλά σάμπως όλη η
Γλώσσα δεν ήταν σαν οικογένεια του Νίκου κι όλη δεν ένιωσε ορφανεμένη απ’τον θάνατό του;
Κι όλη δεν γεμίζει με το να θυμάται τα τόσα που άφησε σε τόσους να θυμούνται; Και επίσης με
το να θυμάται αυτό που δεν πρόλαβε να αφήσει στους φίλους του να θυμούνται μα θα τον
θυμούνται είτε το ακούν από τον Ζαμπέτα είτε από τα ίδια τα αηδόνια που θα τους προσκαλούσε
ν’ακούσουνε μαζί:
Άκου τ’ αηδόνια της αυγής
στα ανθισμένα κλώνια
Νίκο, καλύτερα απ΄όλους μας σε αποθανάτισαν τα αηδόνια
που όταν έπαψαν να σε βλέπουν σίγουρα κατάλαβαν. Αντίο φίλε
Και να μας φιλήσετε τα Γλωσσόπουλα και Ελιοτόπουλα
που αφού σίγουρα εσύ κι ο Μάντος τα υποδεχτήκατε δεν νιώσανε ξένα…Καλή αντάμωση
245
246
Πριν πάμε σε δυο φωτογραφίες γεμάτες Γλωσσιώτικη ξεγνοιασιά, Αποκριάτικες, ας παραλλάξουμε και έναν
αποχαιρετισμό στoν ρυθμο του Seasons in the Sun που, όταν τον γράφαμε, νομίζαμε πως θα ήταν μόνο γεωγραφικός
αλλά…
Ηλιόλουστα χρόνια
Δύσκολος ο χαιρετισμός,
ο κόσμος όταν είναι όμορφος,
χρόνια ήμασταν μαζί,
στο σχολείο στη ζωή,
στο χορό, στη μουσική.
Δύσκολος ο χαιρετισμός,
σε τόπο που’ναι ανοιξιάτικος
και πουλάκια κελαϊδούν
και κορίτσια που αγαπούν
με τα μάτια τραγουδούν.
Όλα τα μαθήματα
ήταν σαν ηλιόλουστα
ο χορός ήταν φώς
στην ζωή ήταν οδηγός.
Γειά σου μεγάλε διευθυντά,
σε όλα ήσουν πάντα λεβεντιά,
κι όταν δίδασκες παιδιά,
κι όταν σε δίδασκαν αυτά,
όλα ήταν φωτεινά.
Και στα μεγάλα μα και στα μικρά,
και στα λάθη μα και στα σωστά,
τα συνδύαζες γλυκά,
μαθηματικά, χορό,
τι να ήταν το μυστικό;
Όλα τα μαθήματα
ήταν σαν ηλιόλουστα
σαν ζωή που περνά
μα κανείς δεν την ξεχνά.
Γειά από σχολείο, μαθητές,
γειά από συνάδελφους, συμμαθητές,
η αγάπη έδειχνε το φώς,
πάντα έβρισκε το πώς
η λύπη να φεύγει σαν καπνός.
Δύσκολος ο χαιρετισμός,
σε τόπο πού’ναι ανοιξιάτικος
όπου παίζουνε παιδιά,
όπου βλέπουμε μικρά
θάσαι και εσύ κοντά.
Η αγάπη ήταν παντού
σαν τα’αστέρια τα’ουρανού
μα αυτά είναι μακριά
’μείς θα μείνουμε κοντά.
247
Δεν έχω φωτογραφία του Νίκου Αποκριάτικη, να χορεύει την «σκωριομαχαίρα», που εκείνος μας την έμαθε,
έχω όμως με τον Μάντο Αποκριάτικη να είμαστε και οι δυο μέσα. Ανάμεσά μας με μπούργκα είναι ο Γιώργος, αδελφός
της Ρόζας, της Όλγας, και του Βαγγέλη, σημαιοφόρος μας. Η έμπνευση να ντυθούμε ο Μάντος γύφτος νταβατζής κι εγώ η
εργαζομένη του ήρθε από το ότι ήταν το έτος Κλίντον-Λεβίνσκυ και εμένα τα παιδιά, λόγω ονόματος, με λέγανε
Αλεβίνσκυ. Η επόμενη φωτογραφία είναι μετά τις ξεμεταμφιέσεις.Την Χριστίνα και την Όλγα οι Γλωσσιώτες θα τις
γνωρίσουν…
248
Τελικά ο μέχρι τούδε επίλογος, δυο χρόνια μετά την ανάρτηση του ΓλώσσαΣκόπελοςμπλούζ αναφερόταν πιο πολύ στα
«-μπλούζ» του θέματος. Μα φτάνοντας ο ειρμός στις Απόκριες μας θύμισε ότι πάνω απ’όλα η Γλώσσα είναι ο τρόπος της
να γελά, και ότι στην Γλώσσα, αν και όντως τις χαίρονται τις Απόκριες πάρα πολύ (και σε όλες τους τις εβδομάδες), δεν
περιμένουν τις Απόκριες για να γελάσουν. Πάντα γελάνε, άρα σαν επίλογο του επιλόγου ας δούμε κάποιες στιγμές
χαρακτηριστικές του Γλωσσιώτικου χιούμορ και του Γλωσσιώτικου χαρακτήρα:
Ας πούμε πρώτα τις ιστορίες για την Ευρώπη που έλεγε ο Νίκος κaι που όταν τις είπα στον
Χρήστο μου είπε ότι επειδή τέτοια «κελάηδαγε» συνεχώς το παρατσούκλι του στα καράβια
ήταν «κελαηδόνι»:
…Μια φορά που όλο λέγαμε ότι η Ευρώπη δεν θα ακολουθήσει την Αμερική στον πόλεμο στο
Ιράκ , θα αντιδράσει κλπ. ο Νίκος μας έλεγε επιχειρήματα σαν το εξής «σιγά μη διαφωνήσει η
Ευρώπη. Δεν ξέρουμε ότι οι Ευρωπαίοι είναι απόγονοι ανθρώπων που είχαν για ηγέτες
ιεροεξεταστές , πειρατές και δουλεμπόρους; Όσον αφορά αυτούς που έκαναν την Γαλλική
επανάσταση δεν άφησαν απογόνους. Σκοτώθηκαν όλοι στην εκστρατεία του Ναπολέοντα στην
Ρωσία. Οι τωρινοί Γάλλοι είναι απόγονοι όσων για κάποιο κουσούρι τους δεν τους έπαιρνε ο
στρατός και έμειναν ζωντανοί και πηδάγανε τις χήρες και τις αρραβωνιαστικιές όσων πήγαν με
τον Ναπολέοντα. Άρα τι περιμένετε από τους Ευρωπαίους;». Κατά σύμπτωση, λες κι ήταν
βαλτές οι εφημερίδες, λίγες μέρες μετά την κουβέντα αυτή έγραψαν ότι ένας προπροπροπάπος
του Μπλαίρ ήταν πειρατής και ένας προπροπροπάπος της γυναίκας του Μπλαίρ ήταν
δουλέμπορος, ή αντιστρόφως κι όταν ξαναείδα τον Νίκο στον δρόμο του είπα ότι έκανε διάνα.
Πήγα να του πω, για να ρίξω κι άλλο λάδι στους συνειρμούς του, ότι άκουσα ότι το fuck βγαίνει
από τα αρχικά F, U, C, K του Fornication Under Consent of King, συνουσία με συγκατάθεση
βασιλέως, κι ότι ίσως αυτό να’ταν από το έθιμο να πηδάνε πρώτα οι βασιλιάδες τις γυναίκες των
υπηκόων τους και μόνο μετά να δίνουν άδεια να τις πηδάνε κι οι ίδιοι κι ότι έτσι ξεκίνησε
επανάσταση ο Μπρέιβχαρτ, δηλαδή ο Γουάλας, στην Σκωτία, αλλά μάλλον για να προλάβει την
περίπτωση μήπως τον δούλευα ή την περίπτωση νάχει κάποιος ήδη δουλέψει εμένα, μου είπε:
«Άσ’τα αυτά. Εμείς ξέρεις ποιανού είμαστε απόγονοι;» «Ποιανού;» «Θυμάσαι που όταν οι
Αθηναίοι εξοστράκισαν τον Αριστείδη τον δίκαιο εκείνος πλησίασε μετά την ψηφοφορία έναν
άγνωστό του και τούπε «Ρε πατριώτη, να σε ρωτήσω κάτι; Τον μαύρισες ή τον άφησες;» «Τον
μαύρισα» «Τον ήξερες;» «Όχι» «Τότε γιατί τον μαύρισες;» «Απλώς επειδή ακούω κάθε μέρα «ο
Αριστείδης ο δίκαιος» κι «ο Αριστείδης ο δίκαιος» και μου την σπάει να ακούω για κάποιο να
τον λένε όλη μέρα δίκαιο». Αυτουνού του Έλληνα είμαστε απόγονοι όλοι μας. Τον Σωκράτη και
τον Κολοκοτρώνη τους κανονίσαμε από μόνοι μας. Μόνο ο Αθανάσιος Διάκος την γλίτωσε από
μας επειδή μας πρόλαβαν οι Τούρκοι. Γιατί με τέτοιο χαρακτήρα που είχε, αν ζούσε, όλο και
κάτι καλό θαχε κάνει και γι’αυτό θα τον σουβλίζαμε. Όσοι Έλληνες θέλουνε να κάνουν κάποιο
καλό στην Ελλάδα πρέπει να λένε ο ένας στον άλλο «καλή σούβλα», ούτε καν «καλό βόλι»».
Ας δούμε τώρα δυο δείγματα θεατρικών που έγραφαν Γλωσσιώτισσες και παίζονταν Αύγουστο
στην αυλή του σχολείου και τα παρακολουθούσαν οι Γλωσσιώτες από τις κερκίδες, ανάμεσα στις
εκδηλώσεις του πολιτιστικού συλλόγου που περιλάμβαναν και τα «Λοϊζεια» προς τιμήν του
Μάνου Λοϊζου που για χρόνια πήγαινε για διακοπές στην Γλώσσα τα καλοκαίρια, κι είχε πάρει
και οικόπεδο να κτίσει αλλά πέθανε, και όπου χορογραφούσε κι ο Μάντος μέχρι και το
καλοκαίρι πριν πριν πεθάνει (τότε μάλιστα δεν χορογράφησε μόνο αλλά χόρεψε, και πολύ έντονα
κομμάτια, κι ο ίδιος).
Στο περσινό θεατρικό η Αγγέλα είχε βάλει κι ένα τμήμα με Γλωσσιώτες να ζητάνε παράξενα
ρουσφέτια από τον πρόεδρο της κοινότητας, π.χ. στο παρακάτω που το’παιξαν οι , φοιτητές πλέον,
Κώστας, ως πρόεδρος, και Δημήτρης , ως νεκροθάφτης που έρχεται για ρουσφέτι, γίνεται ο εξής
διάλογος (αφού προηγουμένως ο Δημήτρης, που επιστρέφει από ανακομιδή οστών, αφήσει μια
αξίνα κι ένα φτυάρι στο γραφείο του Κώστα, κι αφού ο Κώστας, δια παν ενδεχόμενον, βγάλει ένα
μπουκάλι μπλε οινόπνευμα από το συρτάρι):
249
-Δήμαρχε πλησιάζουν δημοτικές εκλογές και ξέρεις ότι έχω μεγάλο σόι, πολλοί ψήφοι, κι έχω κι
άλλες προτάσεις (δείχνει, στις κερκίδες, τον πραγματικό κοινοτάρχη)
-Μα έχεις παράπονο από μένα; Δεν σε διόρισα νεκροθάφτη;
-Δε λέω, δόξα τω Θεώ πεθαίνει ο κόσμος, δε λέω, αλλά…..ωχ μισό λεφτό, με πονάει το δάχτυλο
στη γαλότσα…(βγάζει την γαλότσα και μια μασέλα από την ανακομιδή του δαγκώνει το δάχτυλο. Την
αφήνει στο γραφείο. Ο πρόεδρος πανικόβλητος ραντίζεται παντού, ως και στο κεφάλι , με οινόπνευμα)
…Μα είσαι Γλωσσιώτης εσύ; Τους συγχωριανούς σου σιχαίνεσαι; Ο μπάρμπας μου είναι.Τόσα
τσίπουρα δεν είχατε πιει μαζί μέχρι πριν τρία χρόνια που πέθανε;
-Τέλος πάντων, τι μπορώ να κάνω για σένα;
-Καλή η δουλειά που μου βρήκες αλλά από τότε που την άρχισα δεν μου κάνει κούκου.
-Κι εγώ τι μπορώ να κάνω;
-Φέτος στο αγροτικό ιατρείο δεν έχουμε γιατρό, έχουμε γιατρίνα. Να πας εσύ να μου πάρεις από
κείνα τα χαπάκια.
-Εγώ; Η αρχή του τόπου;
-Δήμαρχεεεε! (σπαρακικά) Θα γίνω κερατάάάς!!!
-Καλά, σου βρήκα λύση. Οι παπούδες μας δεν πίναν μυγδαλοζούμι κι ήταν ντούροι; Θα πω στην
θειά μου να μου φτιάξει και θα σου φέρω. Αλλά να περάσει πρώτα η Σαρακοστή, εντάξει;
-Δήμαρχε μ’έσωσες! Όλο μου το σόι θα σε ψηφίσει.
Στο προπέρσινο θεατρικό, σε ένα τμήμα για τη σχέση Γλώσσας και τεχνολογίας, η Ανθούλα είχε
βάλει κι ένα σκετς όπου μια γιαγιά που έχει κρυφά αγοράσει κινητό προσπαθεί να το φέρει μαλακά
στον παππού που είναι σπάγγος αλλά ακόμα βρίσκεται στο «θα» αγοράσει (παίζουν η Όλγα που
μόλις αποφοίτησε κι ο Γιάννης, μαθητής ακόμα):
-Δεν θα πάω στο μ’λαρ’; Τ’ακούω εκεί το τηλέφωνο; Δεν τ’ακούω! Δεν θα πάω στα κ’νέλια;
Τ’ακούω εκεί το τηλέφωνο; Δεν τ’ακούω! Δεν θα πάω στις κότες; Τ’ακούω εκεί το τηλέφωνο;
Δεν τ’ακούω!
-Άντε ρε γυναίκα! Τώρα στα γεράματα μάθε γέρο γράμματα.
-Γέρο να πεις τον εαυτό σου! Εμένα βράζει ακόμα τα αιματάκι μ’
-Άμα βράζει τότε γιατί κοιμόμαστε χώρια;
-Γιατί ροχαλίζεις
-Και νέος ροχάλιζα αλλά μούλεγες ότι σε νανουρίζει το ροχαλητό μου
-Καλά, τα ροχαλητό ας πάει στο διάολο. Το κλανίδι πού το βάζεις;
-Νέος δεν έκλανα; Κι αν έκλανα γιατί δεν μου τόχες πει;
-Εσύ γιατί δεν με ρώτησες πού έμαθα να κρατάω την ανάσα μ’ όταν μ’έβλεπες να κάνω
μακροβούτια δέκα μέτρα;
-Αμάν ρε γυναίκα! Σιγά μη μου πεις κι ότι τα χταπόδια που τρώγαμε στα κάρβουνα ταπιανες
επειδή έκλανα εγώ….
Ένας άλλος, μεγαλύτερος, Γιάννης, από την χρονιά που ήταν κι ο Κώστας, όταν ήταν
στην πρώτη γυμνασίου που του ζήτησα να μου πει μια διαφορά ζωϊκού και φυτικού κυττάρου
μούπε «Στο όνομα. Αλλιώς λένε το ένα , αλλιώς το άλλο...Γιατί με κοιτάτε έτσι κύριε; Πού έχω
λάθος;», κι όταν τον ρώτησα , από το βιβλίο, γιατί δεν έχει ζωή στη σελήνη, απάντησε «Δεν
έχει ηλεκτρικό και δουλειές» «Γουάτ; Στη γη τι γινόταν πριν το ηλεκτρικό;» «Μα υπήρχαν τότε
άνθρωποι;». Όταν ήταν στην τρίτη γυμνασίου και κάπου λέγαμε για αντιγόνα ιστοσυμβατότητας
είχα την φαεινή ιδέα να πω «για αυτά δεν λέγανε όταν η ανιψιά του Θεοχάρη στο «Καλημέρα
Ζωή» είχε λευχαιμία και έψαχναν για δότη μυελού των οστών;». Έπεσε μια νέκρα για μερικά
δευτερόλεπτα κι ο Γιάννης φώναξε «Τι τα βλέπετε αυτά κύριε; Εγώ κλείνω την τηλεόραση στην
μάννα μου όταν τα βάζει». Ο Κώστας, ο διανοούμενος της τάξης και ευγενέστατος, πήγε να με
παρηγορήσει «Κύριε, ο Φώσκολος διαρκώς αυτόεπαναλαμβάνεται, όλο και κάποιος θάναι
σωσίας και θα ενοχοποιεί άλλους για τις πράξεις του, όλο και κάποιος δεν θάναι σωσίας αλλά
250
όντως διεφθαρμένος και ένοχος, όσο είδατε-είδατε, μια απ’τα ίδια θάναι κι από δω και μπρος,
μην το ξαναδείτε». Το άλλο βράδυ με πήρε τηλέφωνο ο Γιάννης αγριεμένος «Ανοίξτε την
τηλεόραση στο (τάδε) κανάλι. Έχει εκπαιδευτικό ντοκυμανταίρ βιολογία απο Μπι-Μπί-Σι». Κι
έτσι κατάλαβα ότι τα παιδιά όταν έχουν ευκαιρίες να παίξουν και να δημιουργήσουν, σιγά μην
κολλάνε στην τηλεόραση και στα κινούμενα σκίτσα. Την ανοίγουν μόνο όταν αξίζει τον κόπο.
Στην Β Λυκείου τρέλανε τον Δημήτρη που ήταν νεοδιόριστος και μπήκε στην στο γραφείο
λέγοντας «11 χρόνια στα φροντιστήρια δεν μούχε ξανατύχει τέτοιο πράγμα. Ρώτησα τον Γιάννη
τα ισομερή του βρωμοβουτανίου και μούπε «βρωμοβουτάνιο, βρωμομπουτάνιο, βρωμοπουτάνιο
και βρωμομουνίνιο». Εμένα με είχε ήδη τρελάνει, στα γέλια, όταν μια φορά, επίσης στην Β
λυκείου, που είχαμε μάθημα τους νόμους των αερίων και είχε τύχει να μην έχω κουρευτεί για
καιρό, ξαφνικά μονολόγησε μεγαλοφώνως και είπε «Ξέρω γιατί ο κύριος αφήνει μαλλί. Θέλει να
μοιάσει στον Θεοδωράκη» και λέγοντάς το είχε έρθει κιόλας στον πίνακα μούχε πάρει τον
μαρκαδόρο και κουνώντας τον σαν μπαγκέττα άρχισε να τραγουδάει τους νόμους των αερίων
στον ρυθμό του «της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ». Ήμασταν όλοι εμβρόντητοι και μετά
ξεκαρδισμένοι αλλά ο Γιάννης ξέροντας, λες κι ήταν επαγγελματίας, ότι το θέμα δεν είναι μόνο
πώς να ανέβεις στο σανίδι αλλά και πώς να κατέβεις, το έστριψε δια του παραφράζειν τα Πέ-ΒέΤέ των νόμων του Μπόϋλ και τους Τσάρλς ως εξής: «Πέ-Βέ-Τέ; Βε-Σέ! Βε-Σέ!» και πιάνοντας
τα μαγαζιά του έφυγε απ’την τάξη και ξανάνοιξε αμέσως μετά για υπόκλιση και χειροκρότημα.
Νωρίτερα την ίδια χρονιά είχε τρελάνει στα γέλια και τους γονείς με έναν αυτοσχεδιασμό σε
μια σχολική παράσταση για την επέτειο του Πολυτεχνείου: Εκεί που παρίστανε έναν τσιλιαδόρο
που θα καπέλωνε με έναν άδειο κουβά από μπογιατζή έναν αστυνομικό που μόλις είχε πιάσει
στα πράσα έναν φίλο του που έγραφε , χαράματα, στον τοίχο «ΨΩΜΙ-ΠΑΙΔΕΙΑ-ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ»
και που ετοίμαζε την σφυρίχτρα να φωνάξει τους συναδέλφους του, ο Γιάννης που χρειαζότανε
εκτίναξη σε στυλ μπάσκετ γιατί ο συνονόματός του που είχε επιλεγεί για πρώτο μπόϊ
αστυνομικός ήταν πολύ ψηλότερός του, μιμήθηκε τον Τζόρνταν όχι μόνο στην εκτίναξη αλλά και
στις φιγούρες περνώντας τον κουβά, προηγουμένως καθώς έτρεχε, κάτω απ’το μπούτι του κλπ.
Και καθώς πήγαν να υποκλιθούν και θα χανόταν δίπλα στον επίσης ψηλό Βαγγέλη τον οποίο
είχε σώσει απ’ την σύλληψη, πήδηξε στον αέρα προς τον Βαγγέλη με τρόπο που εκείνος τον
έπιασε στα χέρια , σαν πακέτο με μεγάλη πίτσα, και υποκλίθηκε με τον Γιάννη έτσι αγκαλιά. Το
πώς τα κατάφερνε θεατρικά τόχαμε καταλάβει απ’τις μιμήσεις του, π.χ. μια φορά που τον
σήκωσα για μάθημα στην Α΄ Λυκείου μούπε «Τώρα τι μάθημα να σου πω; Δεν κάθεσαι εσύ στην
θέση μου να πάω εγώ στη θέση σου να παραστήσω εσένα;» «Γιάννη, ξέρεις τι παθαίνουν οι
μαθητές που μιλάνε στον ενικό στους καθηγητές;» «Τι;» «Τους μιλάνε στον πληθυντικό οι
συμμαθητές τους» «Καλό. Να σε παραστήσω τώρα;»…..
Προφανώς, φάνηκε πλέον πώς είχε γίνει κι όταν ξεκίνησα να γράφω αναμνήσεις που νόμιζα ότι
θα έπιαναν 20 σελίδες βγήκαν τελικά πάνω από 400. Τώρα είμαστε στην 20η σελίδα του
επιλόγου. Ας βρω ένα τρόπο να τελειώσω, μην ξαναγράψω 400…
Τελειώνω με μια από τις πιο γλυκές ιστορίες, μια ιστορία με τον Δημήτρη, τον μεγάλο αδελφό
του Γιάννη που μόλις είδαμε, όταν ήταν γ΄ γυμνασίου ή Α΄ λυκείου: Μια φορά σε ένα χαρτόνι
απ’αυτά που βάζουμε κάτω από την κόλλα αναφοράς στους διαγωνισμούς είδα γραμμένο το
εξής: «Το ροκ το Ελληνικό είναι ζεϊμπέκικο/που το χορεύεις σταυρωμένος στο κενό/το ροκ το
Ελληνικό είναι ζεϊμπέκικο/δική μας σκάλα σε δικό μας ουρανό». Τρελλάθηκα από το είδος
απάντησης στο «Staircase to heaven» που ακούγαμε νέοι, έβαλα το χαρτόνι χώρια να το βρω την
επόμενη φορά, και πριν το διαγώνισμα ρώτησα φωναχτά, αφού πρώτα το διάβασα στην τάξη:
«Ποιός τόγραψε αυτό;» Νέκρα. Ξαφνικά σήκωσε δειλά-δειλά το χέρι του, με λυγισμένο το
δάχτυλο ο Δημήτρης «Εγώ κύριε» «Ααα! Δεν μας τάχες πει αυτά. Γράφεις τέτοια πράματα; Να
έρθεις μετά να σου πάρω συνέντευξη πώς τούρθαν τέτοια πράματα του ποιητή» «Κύριε, ο
Τουρνάς τόγραψε, ο Μητροπάνος το τραγουδάει, εγώ στο ραδιόφωνο τάκουσα. Νόμισα ότι
ρωτούσατε ποιος τογραψε επειδή ο κύριος Μάντος είχε πει ότι απαγορεύεται να γράφουμε στα
χαρτόνια, γι’αυτό είπα «εγώ»». Είναι να μην τον πιάσεις στις αγκαλιές και στα φιλιά; Έστω στις
χειραψίες; Κι εγώ κι ο Μάντος. Και για το θάρρος και…και…και…
251
ΥΓ (τον Ορφέα τον είχαμε δει στις σελίδες 102, 182, 185)
Ορφέας: Σήμερα, λέει, είναι "Ημέρα της ποιήσεως" (δηλ. 21 Μαρτίου)
Την γιορτάζω με κάτι επίκαιρο. Όχι της εποχής, αλλά της ψυχολογίας μου
και του γενικού κλίματος.
Και στο στέλνω, τιμής ένεκεν.
ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ
-
-
-
Κάθε τέτοια εποχή,
κάθε φθινόπωρο,
ένα αηδόνι μικρό,
θα σωπαίνει θλιμμένο.
Και το βουβό του κλάμα,
θείο, ουράνιο σάβανο
θα σκεπάζει τη νεκρή γη,
με τις χλωμές, μαραμένες μαργαρίτες.
Κάθε τέτοια εποχή,
κάθε φθινόπωρο,
μια κολασμένη ψυχή,
θ’ αλυχτά αδικαίωτη.
Γιάννης:Ευχαριστώ
Εγω δεν ειμαι ποιητης για να σου απαντησω με ποιημα
αλλά είμαι ντισκ τζοκευ για να σου απαντησω , τιμης ενεκεν κι εγω, με κάποια λινκ
http://www.youtube.com/watch?v=azmbxZwj1Fs
http://www.youtube.com/watch?v=hO9J9EPInXA
http://www.youtube.com/watch?v=UfBLh2kdo_Q&feature=related
http://www.youtube.com/watch?v=ieugRd0bQ50&feature=related
http://www.youtube.com/watch?v=e6lRsF9jp9k&feature=related
http://www.youtube.com/watch?v=jATFuBgt7XM&feature=related
http://www.youtube.com/watch?v=7l-KCX5ZSB0&feature=related
Ορφέας: Λοιπόν, έχουμε και λέμε.
- Κατ' αρχήν σου στέλνω με "Χίλια περιστέρια" (7) τις θερμότερες ευχές μου γιά... ταχεία αναστύλωση,
προκειμένου να μην σε ψάχνουν οι μαθητές σου τραγουδώντας "Πού 'σαι Θανάση" (6).
Βεβαίως με τόσα χαράτσια, φόρους και περικοπές να πέφτουν "right through" επί της κεφαλής μας
στοχεύοντας "straight through"..... τον πισινό μας, είναι φυσικό επακόλουθο κάθε... λουμπάγκο.
Οπότε ένας "Αράπης" (3), από τον χώρο των Προπυλαίων ή της Ανωτάτης Εμπορικής, είναι ό,τι πρέπει
γιά τη μέση! Μας φέρνει στα ίσα στο πίτς-φυτίλι. (Χώρια την ευεργετική επίδραση και στις νεφρικές
παθήσεις!).
Εν πάση περιπτώσει, καλή ανάρρωση και ν' αποφεύγεις τα βάρη.
Περαστικά! *
Γιάννης: Χαχαχαχαχαχαχα!!!!! Καταπληκτική η ανασύνθεση εις ενιαίον όλον μεσω διαγνωσης της
προέλευσης των στοιχειων εις τα εξ ων επικαίρων γεγονότων πιθανως υποσυνειδήτως συνετεθη η
μουσική σούπα. Και αναστυλωτικότατη...
ΚΑ-ΤΑ-ΠΛΗ-ΚΤΙΚΗ!!!!!
*Είχαν προηγηθεί τα : (Ορφέας) …Ένα αναθεματισμένο λουμπάγκο με κρατάει στο κρεββάτι τρεις ημέρες.
Ακόμη και μιά - δυό αναρτήσεις που ήθελα, έβαλα την 'Αλκη να τις κάνει…
(Γιάννης)…H νόσος των μπλογκερ ειναι η μέση. Κι εγω απο προχτες με αντιφεγμονώδη και παυσίπονα ειμαι. Το καλοκαιρι έκανα εναμισυ μηνα
φυσικοθεραπεία (κι ακουμπησα 1200 που δεν τα'δινε το ταμειο) αλλά ειχε και μια καλη παρενεργεια , συνέπεσα πολλές φορές στο ιδιο δωματιο με
τον Τρομαρα και τον κατσέρ Μασκοφόρο , θα τους θυμασαι σιγουρα. Σου ευχομαι ναναι περαστικά. (Παντως αν δεν το εφαρμοζεις , να ξερεις οτι
καθε μιση ωρα πρεπει να σηκωνεσαι για λιγα λεπτα και να περπατας. Αυτα αν το'παθες απο πολυωρο καθισμα. Αν βεβαια ήταν απο σηκωμα
φορτιων τοτε ειναι περιττα όσα λέω)
252
Από Ορφέα και πάλι (στις 22 Μαρτίου)μια προώθηση που μου’στειλε ενός η-μέιλ που έλαβε
(προσθέτοντας Αν δεν το ξέρεις, μπορεί να σου φανεί χρήσιμο!)
Ομιλία Δασκάλου για την 25 Μαρτίου ο τελειος λογος εκπ/κου
Αυτά τα λόγια απηύθυνε ένας φωτισμένος δάσκαλος στους µαθητές του, στο 2ο ΕΠΑΛ
Αχαρνών για την επέτειο της 25ης Μαρτίου - δυστυχώς δεν μου έστειλαν το όνομά του και δεν
γνωρίζω σε ποιόν να στείλω τα συγχαρήκια για την ντομπροσύνη και την ομορφιά των λόγων
του.
Απολαύστε και σεις αυτά που είπε σε 17χρονα παιδιά ...
Σκέφτηκα να σου µιλήσω για τον Καραϊσκάκη,
Αλλά το µυαλό σου θα πάει στο γήπεδο.
Σκέφτηκα να σου µιλήσω για το 21,
Αλλά ο νους σου θα πάει στην Ορίτζιναλ.
Συλλογίστηκα πολύ, για να καταλήξω αν αξίζει
Να σε ταλαιπωρήσω για κάτι τόσο µακρινό, τόσο ξένο.
Δύο αιώνες πίσω κάποια γεγονότα
Τι να λένε σε σένα; Σε εσένα που ßιάζεσαι να φύγεις,
Να πας για τσιγάρο, για καφέ ή για κάτι άλλο.
Θα σου µιλήσω λοιπόν προσωπικά.
Εγώ ο δάσκαλος που δούλεψα ένα χρόνο σε αυτό το σχολείο
Και σε δεκαπέντε µέρες φεύγω για αλλού
Σε εσένα που είσαι εδώ ένα, δύο, τρία
Ή και περισσότερα χρόνια,
Θα σου µιλήσω σταράτα
Για να σου εκφράσω δυο σκέψεις µου.
Οι µαθητές που συνάντησα µέσα στις τάξεις,
Οι µαθητές που δίδαξα φέτος
Στην συντριπτική τους πλειονότητα µε σεßάστηκαν,
Αν και δεν ανταποκρίθηκαν στις απαιτήσεις του µαθήµατος.
Πολλοί όµως από τους υπόλοιπους µαθητές
Δε µε σεβάστηκαν, µε προσέβαλαν κατ' επανάληψη.
Με έργα, µε λόγια, µε ύβρεις,
Δείχνοντας ένα χαρακτήρα και ένα ήθος
Που µε σόκαρε, που µε έßαλε σε µελαγχολικές σκέψεις.
Αυτό το φαινόµενο αποδεικνύει
Πως κάτι σάπιο υπάρχει σε αυτό το σχολείο,
Πως εκτός του γνωστικού ελλείµµατος
Το συγκεκριµένο σχολείο χωλαίνει δραµατικά
Και στο ηθικοπλαστικό του έργο,
Στη διαµόρφωση δηλαδή των µαθητικών ψυχών και πνευµάτων.
Και η ευθύνη για αυτήν την αποτυχία
Είναι ευθύνη αποκλειστικά δική µας,
Των δασκάλων σας και των γονιών σας.
Δεν έχουµε κατορθώσει να σας δείξουµε
253
Πως χωρίς αρχές η ζωή σας αύριο θα είναι µια κόλαση,
Πως χωρίς όνειρα και στόχους θα χρειαστείτε υποκατάστατα,
Θα καταφύγετε πιθανόν σε επιλογές που θα σας ξεφτιλίσουν,
Θα σας κάνουν να σιχαίνεστε τον εαυτό σας,
Θα σας γεµίσουν τη ζωή πλήξη και κούραση,
Θα σας γεράσουν πρόωρα.
Αν όµως θέλετε µια συµßουλή από ένα δάσκαλο,
Σκεφτείτε το παράδειγµα του Μακρυγιάννη,
Που έφτασε αγράµµατος µέχρι τα πενήντα σχεδόν,
Για να καταλάßει τότε πως η µόρφωση, η καλλιέργεια
Ήταν το όπλο που έλειπε από την προσωπική του θήκη..
Και κάθισε µε πολλή δυσκολία και χωρίς δάσκαλο
Και έµαθε πέντε κολλυßογράµµατα,
Για να µας πει την ιστορία του ßίου του,
Το παραµύθι της επανάστασης των υπόδουλων Ρωµιών.
Αυτό το παράδειγµα είναι για σένα το πιο κατάλληλο,
Και µπορείς τριάντα χρόνια νωρίτερα από το στρατηγό Μακρυγιάννη
Να ακολουθήσεις το δρόµο που εκείνος έδειξε,
το µονοπάτι της καλλιέργειας, το δρόµο της παιδείας,
Τη λεωφόρο της προσωπικής σου προκοπής.
Δεν είστε σε τίποτε λιγότερο ικανοί από
Τον µπάσταρδο γιο της καλογριάς, τον Αρßανίτη Γιώργη Καραϊσκάκη.
Ήταν κι αυτός αθυρόστοµος σαν κι εσάς,
Αλλά είχε αυτό που από τα αλßανικά µάθαµε σαν µπέσα,
Ήταν πάνω απ´ όλα µπεσαλής.
Αυτό θα 'θελα να έχετε κι εσείς.
Υπευθυνότητα, µπέσα, τσίπα.
Να αναλαµßάνετε τις ευθύνες σας,
Να απεχθάνεστε την υποκρισία, να σιχαίνεστε το συµφέρον,
Να µισείτε το ψέµα και την ευθυνοφοßία.
Η αγάπη για τον τόπο του, η λατρεία για την πατρίδα του
Ήταν αυτό που χαρακτήριζε τη ζωή του Νικήτα Σταµατελόπουλου,
του Νικηταρά.
Αγωνίστηκε στη διάρκεια της επανάστασης,
Συνέßαλε στην απελευθέρωση της πατρίδας του
Κι έπειτα φυλακίστηκε,
Για να χαθεί σ' ένα στενοσόκακο του Πειραιά,
Σχεδόν τυφλωµένος, πάµπτωχος και εγκαταλειµµένος από όλους,
Δε ζήτησε τίποτε από την ελεύθερη Ελλάδα
Κι όταν οι γύρω του τον παρακινούσαν να απαιτήσει
Από την κυßέρνηση µια πλούσια σύνταξη,
Απαντούσε πως η πατρίδα τον αµείßει πολύ καλά,
Λέγοντας ψέµατα, για να µην προσßάλει την πατρίδα του.
Είναι δύσκολο, το κατανοώ, το παράδειγµα του Νικηταρά.
Αλλά νοµίζω πως κι εσείς είστε ικανοί για τα δύσκολα,
Μπορείτε να ακολουθήσετε το δρόµο της αξιοπρέπειας,
Να προσπαθήσετε τίµια και µε αγωνιστικότητα
Για εσάς και για το µέλλον της οικογένειας που
Αύριο θα κάνετε.
254
Ξέρω, καταλαßαίνω, αντιλαµßάνοµαι
Πως σας προτείνω µια διαδροµή ζωής δύσκολη και απαιτητική,
Όταν δίπλα σας κυριαρχεί ο εύκολος δρόµος
των γονιών, των δασκάλων, των πολιτικών,
της εποχής στην οποία µεγαλώνετε.
Όµως κάθε εποχή ελπίζει στους νέους της,
Περιµένει από αυτούς να σηκώσουν ψηλά
Και µε επιτυχία τη σηµαία του αγώνα
και να οδηγήσουν την πατρίδα τους, τον τόπο τους
σε καλύτερες µέρες, σε πιο φωτεινές σελίδες.
Κι όταν ßλέπω την εποχή µας
Να µαραζώνει χωµένη στην αλλοτρίωση,
Να ξεψυχά από την τηλεοπτική ανία,
Να µουχλιάζει από το κυνήγι της ευκολίας,
Μόνο σε εσάς ελπίζω,
Στην ειλικρινή σας διάθεση
να αγωνιστείτε,
να αντισταθείτε,
να πολεµήσετε,
να νικήσετε.
Μη µας απογοητεύσετε…
Ο Ορφέας δεν είναι φιλόλογος, συνταξιούχος πολιτικός μηχανικός είναι, που πριν σπουδάσει,
έφηβος ακόμα, είχε αναλάβει το βιβλιοπωλείο και τις εκδόσεις του πατέρα του που σκοτώθηκε
σε ατύχημα. Είναι πολλά στα οποία θα επανέλθουμε, κι επίσης θέλω να του ζητήσω να
συμμετάσχει, αν θέλει, στην συζήτηση περί προτεσταντισμού κλπ που σιγά-σιγά γίνεται εδώ (αν
μη τι άλλο διότι άλλο ένα ένα επάγγελμα που έχει ασκήσει για χρόνια είναι συνοδός ελλήνων
τουριστών σε όλο τον κόσμο και άρα «πολλών ανθρώπων είδεν άστεα και νόον έγνω») αλλά
τώρα θέλω απλώς να αναφέρω ένα πολύ χαριτωμένο περιστατικό ανάμεσα στον εγγονό του
όταν ήτανε μικρός και τον Αγγελόπουλο, τον σκηνοθέτη το οποίο ο Ορφέας μου το’χε γράψει ο
Ορφέας όταν του’στειλα το λινκ με τον Κατράκη και την Βολανάκη σαν απάντηση σε ένα άλλο
του ποίημα. Μια φορά λοιπόν είχε πάει στο σπίτι του Ορφέα ο Αγγελόπουλος και η μαμά του
μικρού Άρη, ή η γιαγιά του, του σύστησε τον Αγγελόπουλο λέγοντας κι ότι φτιάχνει ταινίες . Ο
μικρός έτρεξε στο άλλο δωμάτιο κι έφερε στον Αγγελόπουλο μια βιντεοταινία που ήταν
χαλασμένη και του είπε να την φτιάξει (!!!!!!!!!!!!!!)
Τη στιγμή που γράφονται αυτά έχει αρχίσει στο φλας 96 (23 Μαρτίου 8 μ.μ.) η αναμετάδοση μιας συνέντευξης που πήρε
ο Θανάσης Λάλας από τον διάσημο Έλληνα μαθηματικό Δημήτρη Χριστοδούλου που το καλοκαίρι πήρε ένα
τεράστιου κύρους διεθνές βραβείο. Διακόπτω και θα επανέλθω αργότερα στις ανταλλαγές μας με τον Ορφέα (που
είχαμε, για την ώρα, ολοκληρώσει και τώρα απλώς μια συμπλήρωση στις ανταλλαγές μας για τον Ζαμπέτα θέλω να
προσθέσω, στα υπόλοιπα ήδη είπα ότι στο μέλλον θα επανερχόμασταν κι όχι τώρα)
……………………………………
Πωώ-πω! Πόσο σχετικά είναι όλα με το εδώ θέμα. Θα επανέλθω να δώσω λινκ* όταν την ανεβάσει ο Λάλας και θα
μπορούμε να το δίνουμε σε μαθητές μας ή σε συναδέλφους να το δίνουν σε μαθητές τους ή να τους την παίζουμε σε
αίθουσα αλλά την συζητήσουμε εδώ και τώρα από την οπτική του εδώ θέματός μας. Αλλά πριν το πράξουμε ας
κάνουμε το εξής: 1. Ας πούμε ότι βάζοντας στο γκουγκλ τα εξής 28 Φεβ. 1999 – Ο πιο ιδιοφυής μαθηματικός σήμερα είναι
Ελληνας, τιμήθηκε πρόσφατα με το μαθηματικό βραβείο Βôcher, που θεωρείται σε σημασία αντίστοιχο ... βρίσκουμε την συνέντευξη
μετά από ένα προηγούμενο τεράστιο βραβείο 2. Ας βάλουμε την είδηση για την βράβευση του Δημήτρη Χριστοδούλου
όπως την είχαν οι εφημερίδες το καλοκαίρι 3. Ας δούμε την προσφώνηση προς τον Χριστοδούλου που έκανε, στο
σχολείο που διδάσκει μαθηματικά ο Νίκος της σελ. 101 όταν πριν ένα χρόνο τον κάλεσε το σχολείο να μιλήσει εκεί,
κι έκανε την ομιλία που διαβάζουμε πατώντας εδώ
*ΥΓ: http://www.flash.gr/audio/6269
255
Τα του ΒΗΜΑΤΟΣ είναι στο λινκ:
http://www.tovima.gr/society/article/?aid=422157#.ToLtxOpRVXw.facebook
Το πιο σύντομο άρθρο είναι από το defence.net :
Ο Δημήτρης Χριστοδούλου, ο οποίος σε ηλικία 21 ετών ήταν
ήδη καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (!), ο διεθνώς
καταξιωμένος Έλληνας μαθηματικός, φυσικός και διανοητής των
επιστημονικών ιδεών, παρέλαβε το βραβείο «Shaw Prize» της Ασίας στα
μαθηματικά, το οποίο είναι αντίστοιχο του βραβείου Νόμπελ (αφού δεν είχε
προβλεφθεί βράβευση μαθηματικών), την προηγούμενη Τετάρτη, σε επίσημη
τελετή στο Χονγκ Κονγκ.
Ο κορυφαίος επιστήμονας, γνωστός και ως "Έλληνας Αϊνστάιν", καθηγητής σήμερα
στο Πολυτεχνείο ΕΤΗ της Ζυρίχης, διαθέτοντας σπάνια αρχαιογνωσία, με υψηλή
εξειδίκευση και στοχαστικό βάθος που θα ζήλευε οποιοσδήποτε καθηγητής
Πανεπιστημίου Κλασικών Σπουδών στον κόσμο, θεωρεί ότι ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός στον επιστημονικό τομέα έκανε τέτοια
τομή στην ιστορία της ανθρωπότητας και στην εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, η οποία δεν επαναλήφθηκε ποτέ μέχρι σήμερα,
παρά την καινοτομία και την επαναστατικότητα νεότερων επιστημονικών ιδεών.
Ο Δ. Χριστοδούλου, μιλώντας στην «Ελευθεροτυπία», δήλωσε ότι θεωρεί τον Αρχιμήδη «τη μεγαλύτερη επιστημονική μεγαλοφυΐα όλων
των εποχών», ο οποίος «είναι ό,τι ακριβώς ο Όμηρος για τους ποιητές ή ο Μέγας Αλέξανδρος για τους ηγέτες»
Αν αναρωτηθούμε πως γίνεται και ένα σάιτ που συνήθως ασχολείται με θέματα άμυνας, Κύπρου,
υφαλοκρηπίδας, Καστελλόριζου και ΑΟΖ να ασχοληθεί με αυτό, σωστά μαντέψατε ότι εντυπωσιάστηκαν από
την αρχαιογνωσία του. Ένας διεθνούς κύρους επιστήμονας να είναι και βαθύτατα Έλληνας και ένας ειδικός
σε θέματα που θεωρούνται θετικής κατεύθυνσης και όχι θεωρητικής να είναι ικανός να διαβάζει Όμηρο και
Πλάτωνα στο πρωτότυπο και…και…και… δεν είναι κάτι κοινό. Πάμε να δούμε* τι ακριβώς συναπεκόμισε
και μας μετέφερε ο δημοσιογράφος της «Ελευθεροτυπίας» με τις τόσο καίριες ερωτήσεις του:
*Απευθυνόμαστε στα παιδιά που ίσως διαβάζουν ανάρτησή μας για το θέμα
Ελευθεροτυπία:
Ο Ελληνας που πήρε το «νόμπελ» στα Μαθηματικά
Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΓΕΩΡΓΟΥΔΗ
Το βραβείο «Σο Πράιζ» της Ασίας στα Μαθηματικά, το οποίο είναι αντίστοιχο του βραβείου Νόμπελ, αφού δεν είχε
προβλεφθεί βράβευση Μαθηματικών, παρέλαβε την προηγούμενη Τετάρτη σε επίσημη τελετή στο Χονγκ Κονγκ
ο μεγάλος Ελληνας μαθηματικός, φυσικός και διανοητής των επιστημονικών ιδεών, Δημήτρης Χριστοδούλου,
ο οποίος σε ηλικία 21 ετών ήταν καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
256
Το βραβείο «Σο Πράιζ» που παρέλαβε ο Δ. Χριστοδούλου θεωρείται αντίστοιχο του Νόμπελ, αφού δεν έχει προβλεφθεί βράβευση μαθηματικώνΟ
ίδιος, διαθέτοντας σπάνια αρχαιογνωσία, με υψηλή εξειδίκευση και στοχαστικό βάθος που θα ζήλευε οποιοσδήποτε καθηγητής Πανεπιστημίου
Κλασικών Σπουδών στον κόσμο, θεωρεί ότι ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός στον επιστημονικό τομέα έκανε τέτοια τομή στην ιστορία της
ανθρωπότητας και στην εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, η οποία δεν επαναλήφθηκε ποτέ μέχρι σήμερα, παρά την καινοτομία και την
επαναστατικότητα νεότερων επιστημονικών ιδεών.
Μάλιστα, θεωρεί τον Αρχιμήδη «τη μεγαλύτερη επιστημονική μεγαλοφυΐα όλων των εποχών», ο οποίος «είναι ό,τι ακριβώς ο Ομηρος για τους ποιητές
ή ο Μέγας Αλέξανδρος για τους ηγέτες».
Κύριε Χριστοδούλου, αρκετοί αρχαίοι λαοί ανέπτυξαν υψηλά επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα, αλλά δεν αυτονόμησαν την επιστήμη ως
ξεχωριστό θεωρητικό σώμα από την εμπειρία όπως έγινε στην αρχαία Ελλάδα, σε συνδυασμό μάλιστα με τη Φιλοσοφία, το ηθικό και πολυπρισματικό
αναστοχαστικό πεδίο που παρείχε στην ανάπτυξη των επιστημών, πράγμα που έχει χαθεί σήμερα, Φιλοσοφία που εξελίχθηκε βήμα βήμα με τη
Δημοκρατία, ως κριτική στην εξουσία.
Μέσα από αυτή τη συνδυαστική σχέση του επιστημονικού και ηθικοπολιτικού στοχασμού, αναπτύχθηκε ο Ορθολογισμός. Τα Μαθηματικά και οι
επιστήμες ποια εξέλιξη παρουσίασαν σε αυτή την τρομερή διαδρομή;
«Αν εξετάσουμε την ιστορική εξέλιξη των λέξεων Φιλοσοφία και Μαθηματικά, νομίζω ότι η Φιλοσοφία ξεκίνησε ως έννοια από τον Πυθαγόρα, διότι
προηγουμένως υπήρχε η λέξη σοφία, από τους επτά σοφούς της αρχαιότητας. Οι μεταγενέστεροι τους αποκάλεσαν φιλοσόφους, με πρώτο τον Θαλή
τον Μιλήσιο, ο οποίος πιστεύω πως ήταν ο αρχαιότερος Ελληνας φιλόσοφος. Ο Πυθαγόρας προτίμησε τη λέξη φιλόσοφος, γιατί η λέξη σοφός έδειχνε
κάποιο θράσος, να πει κάποιος πως ήταν σοφός ενώ φίλος της σοφίας, φιλόσοφος· δηλαδή, δείχνεις ότι προσπαθείς, τείνεις να φτάσεις από αγάπη
προς τη σοφία χωρίς να διατείνεσαι ότι είσαι σοφός. Η ίδια Σχολή του Πυθαγόρα έβγαλε τη λέξη μαθηματικός. Μάλιστα, λένε ότι η Σχολή των
Πυθαγορείων είχε δύο ειδών μαθητές, τους ακουσματικούς, οι οποίοι δεν εμβάθυναν περισσότερο στη Φιλοσοφία, είχαν μόνο ακούσματα, και στους
μαθηματικούς, που εμβάθυναν περισσότερο».
Πλάτων - Αριστοτέλης
Ο Πλάτων είχε σπουδάσει στη Σχολή των Πυθαγορείων και εκτιμούσε πολύ τα Μαθηματικά, μάλιστα λέγεται πως είχε αναπτυχθεί στην Ακαδημία τάση
των μαθηματικών, στην οποία αντέδρασε ο Αριστοτέλης, επειδή φοβόταν μαθηματικοποίηση της Φιλοσοφίας.
«Γνωρίζουμε ότι ο Πλάτων θεωρούσε τα Μαθηματικά κάτι πάρα πολύ σημαντικό, ήταν φίλος των Μαθηματικών. Νομίζω ότι σε κάποιο σημείο ο
Αριστοτέλης λέει ότι η Φιλοσοφία διακρίνεται σε θεωρητική και πρακτική, όπου στη θεωρητική συμπεριλαμβάνει τα Μαθηματικά και τη Φυσική. Ομως ο
Αριστοτέλης κράτησε κάτι που ακολουθείται μέχρι τις μέρες μας κατά κάποιον τρόπο, δεν είχε δώσει σημασία στα Μαθηματικά. Παρ' όλο, βέβαια, ότι η
συμβολή του έμμεσα ήταν σημαντική, διότι αυτός ήταν ο θεμελιωτής της Συστηματικής Λογικής.
»Ο Αριστοτέλης ήθελε να εντάξει τα μαθηματικά θεωρήματα που υπήρχαν μέχρι τότε στη Λογική για να δημιουργήσει ένα άριστο παράδειγμα λογικής
δομής, ώστε να γενικεύεται και να εφαρμόζεται σε όλα τα θέματα του επιστητού. Επιπροσθέτως, ήθελε να βρεθούν οι Συστηματικοί Κανόνες, οι οποίοι
θα είναι απαράβατοι σε κάθε θέμα που συζητάμε, έτσι ακόμα και στα Μαθηματικά έδωσε μία ώθηση στην τελειοποίησή τους.
Ο Αριστοτέλης κατηγορείται από πολλούς, μεταξύ των οποίων και ο Γαλιλαίος, ότι δεν είχε καταλάβει τη χρήση που είχαν τα Μαθηματικά στη Φυσική.
Ομως τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι, διότι ο Αριστοτέλης, όταν έλεγε Φυσική στην εποχή του, συμπεριελάμβανε όλο τον έμβιο κόσμο, τη
Βιολογία, όπως θα λέγαμε σήμερα».
Πρότυπο
Πώς χαρακτηρίζετε το έργο και την προσωπικότητα του Αρχιμήδη;
«Ο Αρχιμήδης κατόρθωσε να επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής των Μαθηματικών στο φυσικό κόσμο πέραν της Γεωμετρίας, στην Οπτική, στη Μηχανική
και στη Υδροστατική. Για πρώτη φορά είχαμε μια επιστημονική μελέτη φαινομένων του φυσικού κόσμου, πέραν των σχημάτων της Γεωμετρίας. Αυτό
αποτελεί και την απαρχή της Φυσικής Επιστήμης, ως επιστήμης πλέον με τη σημερινή έννοια του όρου. Και προηγουμένως υπήρξαν ιδιοφυείς ιδέες
για τη Φυσική, όπως του Δημόκριτου, αλλά για πρώτη φορά στην επιστήμη υπάρχει μια θεωρία στη Φυσική, και όχι μια μαθηματική θεωρία, που κάνει
προβλέψεις για τα αποτελέσματα των πειραμάτων.
»Αυτό του το αναγνώρισαν όλοι οι μεταγενέστεροι. Ο Γαλιλαίος και ο Νεύτων τον είχαν πρότυπο, μάλιστα ο πρώτος τον θεωρούσε θεϊκή μεγαλοφυΐα.
Ο Αρχιμήδης τα έκανε όλα μόνος του και αισθανόμαστε δέος όλοι οι επιστήμονες. Αυτός έκανε τις παρατηρήσεις πρώτα, βρήκε τους εμπειρικούς
κανόνες, ανακάλυψε τις έννοιες, δημιούργησε θεωρίες και έλυσε όλα τα προβλήματα που προέκυψαν μόνος του. Είναι το ίδιο υψηλό πρότυπο, ό,τι
αποτελεί για τους ποιητές ο Ομηρος ή για τους ηγέτες ο Μέγας Αλέξανδρος».
Ιππαρχος, η αγνοημένη μεγαλοφυΐα
Ποιοι άλλοι αρχαίοι Ελληνες επιστήμονες έφτασαν σε παρόμοιο ύψος, με δεδομένο ότι τα περισσότερα έργα τους έχουν χαθεί;
«Εχετε δίκιο με τα χαμένα έργα. Θα σας αναφέρω από τον επιστημονικό χώρο που γνωρίζω εγώ. Υπάρχει ο Ιππαρχος, ο οποίος έζησε από το 170
π.Χ. έως το 120 π.Χ. στην Αλεξάνδρεια και μετά στη Ρόδο, ήταν ο τελευταίος επιστήμονας πρώτης κλάσης, μεγαλοφυΐα του αρχαίου κόσμου. Εχουμε
αποσπασματικές νύξεις μόνο για το έργο του από συγγραφείς που δεν είναι κατ' ανάγκην επιστήμονες, αλλά λογοτέχνες, ιστορικοί κ.λπ.
»Ο Ιππαρχος πρέσβευε πως, αν κάνουμε μια σήραγγα προς το κέντρο της Γης και βάλουμε ένα σώμα σε αυτή τη σήραγγα, τότε το βάρος του
σώματος θα μειώνεται όσο πλησιάζουμε προς το κέντρο της Γης ώστε να γίνει μηδέν. Είναι καθιερωμένος στην Αστρονομία ως ένας από τους
μεγαλύτερους αστρονόμους όλων των εποχών, γιατί βρήκε τη μεταπτωτική κίνηση του άξονα της Γης κ.λπ. Είναι επίσης γνωστή η μεγάλη συμβολή
του ως μαθηματικού στην Τριγωνομετρία και στις Σφαίρες, όχι μόνο του Επιπέδου. Υπάρχει όμως κάτι στον Πλούταρχο που, αν αληθεύει, θα φέρει
τον Ιππαρχο πολύ ανώτερο του Γαλιλαίου στη Φυσική».
Θεωρία της Γενικής Σχετικότητας
Κύριε Χριστοδούλου, υποστηρίζετε ότι τα Μαθηματικά του Απολλώνιου συνδέονται με τα προβλήματα της Θεωρίας της Σχετικότητας του Αϊνστάιν.
257
«Βεβαίως, και όχι μόνο αυτά. Στην Αλεξανδρινή Περίοδο, μετά τον Αρχιμήδη, υπήρχε και ο Απολλώνιος, ο οποίος είναι κορυφαίος επιστήμονας
παγκοσμίως. Αρκεί να πούμε ότι έχει διαπραγματευθεί θέμα που έχει να κάνει με το σχηματισμό ανωμαλιών στο χωρο-χρόνο, όπως έδειξε ο
Πενρόουζ και ονομάστηκε από άλλους Θεώρημα Μη Πληρότητος. Αυτό είναι ένα πολύ ουσιαστικό θεώρημα της σύγχρονης Γενικής Θεωρίας της
Σχετικότητας. Ο Απολλώνιος είχε ασχοληθεί με τις λεγόμενες Εστιακές Καμπύλες στην περίπτωση των Κωνικών Τομών.
»Αυτή η θεωρία του Απολλώνιου ακριβώς μεταφέρθηκε στη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας.
»Υπάρχει όμως και κάτι άλλο, το τελευταίο θεώρημα του Φερμά, το οποίο απέδειξε ο συνάδελφός μου Γουίλις από το Πανεπιστήμιο του Πρίνστον.
Αυτός το έλυσε με τις Ελλειπτικές Καμπύλες, οι οποίες αντιστοιχούν στις Εστιακές Καμπύλες των Κωνικών Τομών του Απολλώνιου».
…, …, …,
Κύριοι Συνάδελφοι, Αγαπητοί μαθητές
Ο Δημήτρης Χριστοδούλου είναι ένας από τους σπάνιους επιστήμονες της ιστορίας
που το έργο τους, από ένα σημείο ωριμότητας και μετά, δεν μετριέται με τους
αριθμούς δημοσιεύσεων στα εξειδικευμένα επιστημονικά περιοδικά του κλάδου τους
αλλά με τον αριθμό πολύ σημαντικών προβλημάτων που η λύση τους διέφευγε ακόμη
και για πολλές δεκαετίες και που μετά την επέμβασή τους λύθηκαν με τρόπο
οριστικό και με μεθόδους που η δημιουργία τους εγκαινίασε νέες προσεγγίσεις. Αυτές
οι συνεισφορές στην επιστήμη είναι δύσκολο να δοθούν στα περιοδικά που έχουν
κάποιο όριο μερικών δεκάδων σελίδων για τις ανακοινώσεις τους ενώ η λύση των επί
καιρό άλυτων προβλημάτων μπορεί να χρειάζεται μέχρι και 992, κυριολεκτικά,
σελίδες, σε βιβλία που αποτιμούν οι κορυφαίοι ειδικοί στον κλάδο και σιγά-σιγά
απλοποιούνται και επεξηγούνται για να γίνουν μέρος των τεχνικών και των μεθόδων
που γονιμοποιούν και την ασχολία άλλων επιστημόνων σε απλούστερα προβλήματα.
Ο αριθμός τέτοιων προβλημάτων που έλυσε ο Δημήτρης Χριστοδούλου
αντανακλάται στον αριθμό, πάνω από 20, τιμητικών διακρίσεων και βραβείων από
διεθνείς οργανισμούς για τα μαθηματικά που έχει, π.χ. για να αναφέρουμε κάποια
απ’ αυτά:
1) Otto Hahn Medal, Max Planck Society, Ιούνιος 1981.
2) Mac Arthur Fellows Award, Mac Arthur Foundation Ιούνιος1993.
3) Bocher Memorial Prize, Αμερικανική Ακαδημία Επιστημών, Ιανουάριος
1999.
4) Zenon Prize, Mathematical Society of Cyprus, Ιανουάριος 2000.
5) Εκλογή στην Αμερικανική Ακαδημία Επιστημών, Απρίλιος 2001
6) Εκλογή στην Ευρωπαική Ακαδημία Επιστημών, Μάρτιος 2003.
7) Tomalla Prize, GR, Tomalla Foundation, Ιανουάριος 2008.
Η πρώτη τέτοια αναγνώριση ήταν όταν η διδακτορική του διατριβή, για τις μαύρες
τρύπες, θεωρήθηκε η καλύτερη διατριβή του έτους της (1971). Ας προσθέσουμε και
τα εξής για αυτήν: 1)Την τελείωσε σε ηλικία 19 χρονών 2) ιδιότητες των μαύρων
οπών που ανακάλυψε εκεί είναι ήδη κλασσικά αποτελέσματα γνωστά και
χρησιμοποιούμενα από όλους του ερευνητές όσο και θεωρήματα του Πένροουζ και
του Χώκινγκ που παράλληλα εκείνο τον καιρό ανακαλύπτονταν 3) Η διατριβή για την
οποία μιλάμε ήταν μόνο τα δυο από τα τρία μέρη των αποτελεσμάτων που είχε
ανακαλύψει, οι καθηγητές του Γουήλερ και Ρουφφίνι είπαν ότι ήδη υπερ-αρκούσαν
αυτά και το τρίτο, αδημοσίευτο μέρος της, όπως είπε σε συνέντευξή του ο Ρουφφίνι,
προηγείτο της εποχής του κατά περισσότερο από 20 χρόνια, αφού μόνο μετά είκοσι
χρόνια βρήκαν και άλλοι τα αποτελέσματα αυτά, και μάλιστα, κατά τον Ρουφφίνι,
258
όχι χωρίς την βοήθεια σελίδων του Χριστοδούλου που κυκλοφορούσαν από χέρι σε
χέρι. Τέλος ας πούμε ότι ο ίδιος , διεθνούς κύρους, ερευνητής Ρουφφίνι, έχει πει ότι
σε μια ιδιαίτερα εμπνευσμένη και δημιουργική περίοδο τόσο της φυσικής γενικά όσο
και του Πρίνστον ειδικά, σε ένα τημ που με αρχηγό τον περίφημο Γουήλερ, φοιτητή
του Μπορ και συμφοιτητή του Χάϊζενμπεργκ, του Πάουλι και του Λαντάου, του
Γουήλερ του οποίου φοιτητές υπήρξαν άνθρωποι σαν τον Φάϊνμαν, σε ένα τέτοιο
τημ λοιπόν και σε εποχή φοιτητών που δούλευαν όλοι μαζί 14 ώρες την μέρα και
που ο καθένας τους έβρισκε αποτελέσματα που θα άφηναν το όνομά του στην
ιστορία της επιστήμης , «ήρθε ξαφνικά ένας 16-άρης από την Ελλάδα και τα άρθρα
της ομάδας απογειώθηκαν εκθετικά». Έτσι ακριβώς περιέγραψε ο Ρουφφίνι την
άφιξη και την λειτουργία του Δημήτρη Χριστοδούλου στο Πρίνστον.
Σαν Έλληνες πρέπει να προσθέσουμε και κάτι άλλο για τον Δημήτρη Χριστοδούλου:
εμείς, και οι γονείς σας που ήμασταν έφηβοι εκείνο τον καιρό, το ’68, σαν πρώτη
βράβευση και διάκρισή του ακούσαμε κάτι άλλο, που έγινε ορόσημο: Ο Δημήτρης
Χριστοδούλου ήταν στα μέσα της Β Λυκείου, όταν διαβάσαμε ξαφνικά στις
εφημερίδες ότι Έλληνας μαθητής συνάντησε στο Παρίσι τον διάσημο Γουήλερ,
εξετάστηκε από αυτόν, από τον Ρώσο Χαλάτνικοφ ειδικό στην θεωρία βαρύτητας του
Αϊνστάϊν και από τον Παπαπέτρου, το επιστημονικό ίνδαλμα των Ελλήνων της
προηγούμενης γενιάς, επίσης ειδικό στην θεωρία βαρύτητας του Αϊνστάϊν, και στο
τέλος της εξέτασης ο Γουήλερ τον αγκάλιασε και τον προσκάλεσε να πάει αμέσως,
χωρίς καν να τελειώσει την Β Λυκείου στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Πρίνστον.
Αυτό λοιπόν έγινε ορόσημο, θαυμασμός και έμπνευση για δουλειά όχι μόνο όσων
νεοτέρων του αλλά και όσων μεγαλυτέρων του αγαπούσαν την επιστήμη.
Τον καιρό εκείνο οι έφηβοι έβαζαν στόχους και δούλευαν πάρα πολύ για να τους
πραγματώσουν. Όσοι έβαζαν ινδάλματα Ολυμπιονίκες , σαν τον Παπανικολάου,
έκαναν 8 ώρες τη μέρα προπόνηση και όσοι έβαζαν ίνδαλμα τον Χριστοδούλου
έκαναν 16 ώρες την μέρα φυσική ή μαθηματικά. Αντίστοιχη δουλειά έκαναν όσοι
είχαν ίνδαλμα κάποιον μουσικό. Βέβαια ήταν εποχή χούντας, και φυσικά άλλοι
έβαζαν ίνδαλμα τον Θεοδωράκη που ήταν και ταλέντο και ακτιβιστής, η έβαζαν
ίνδαλμα τον Παναγούλη. Αλλά βλέποντάς τα όλα μαζί, τώρα από χρονική απόσταση,
βλέπουμε ότι τα ονόματα Παπανικολάου, Χριστοδούλου, Θεοδωράκης, Παναγούλης,
έπαιξαν ρόλο συλλογικών ινδαλμάτων και προτροπών δημιουργίας με το έπακρο των
δυνατοτήτων τους σε όλους τους νέους της γενιάς μας.
Εν κατακλείδι, ο Δημήτρης Χριστοδούλου είναι ένας από εκείνους τους ανθρώπους
οι οποίοι εμπνέουν τους άλλους να φτάνουν στον καλύτερο εαυτό τους, επειδή οι
ίδιοι μπορούν να σπρώχνουν τις δυνατότητες του ανθρώπου στα όρια τους.
Είναι μεγάλη μας τιμή να φιλοξενούμε σήμερα στο σχολείο μας έναν μεγάλο
άνθρωπο και τον ευχαριστούμε εκ μέρους και των μαθητών και των καθηγητών και
όσων έκαναν αυτή την εκδήλωση δυνατή. Θερμές ευχαριστίες εκ μέρους και των
καθηγητών και των μαθητών εκφράζουμε επίσης στον κύριο ………… και στον
κύριο …….. όχι μόνο για όσα συντελούν σήμερα να μάθουν οι νεότεροι και να
θυμηθούν οι παλαιότεροι, αλλά και για τις αξίες, τα ιδανικά και τις προσπάθειες που
συντελείται να αναθερμανθούν σήμερα, σε μια εποχή που τόσο πολύ όλα αυτά
χρειάζονται σαν φάρος και σαν τόνωση και σε όλο τον κόσμο γενικά και στην
Ελλάδα ειδικά.
259
Πάμε τώρα να δούμε κάμποσα από την δίωρη ραδιοφωνική συνέντευξη στον Λάλα που μπορούν
να ειδωθούν και στο πλαίσιο της εδώ συζήτησης*:
…Είναι τα μαθηματικά ταλέντο σαν τη μουσική ή διαφέρουν;
Διαφέρουν στο ότι αυτό που δημιουργεί ένας ταλαντούχος μουσικός μπορεί να το απολαύσει
και ένας μη μουσικός ενώ αυτό που δημιουργεί ένας ταλαντούχος μαθηματικός μπορεί να το
απολαύσει μόνο ένας μαθηματικός που μπορεί μεν να μην είναι πρωτοκλασσάτος αλλά πάντως
πρέπει να’χει σπουδάσει μαθηματικά
…Έχουν όλοι οι άνθρωποι κάποιο ταλέντο
Μάλλον, αλλά μπορεί να μη το ανακαλύψουν. Κι εγώ μπορεί να επέμενα στην φυσική αν δεν
είχε υπάρξει στη Γερμανία ο αστροφυσικός Ehlers που όχι μόνο είδε ότι στα μαθηματικά είχα
ταλέντο αλλά και μου έδωσε τρία χρονια άδεια μετά πλήρων αποδοχών να πάω στη Γαλλία να
σπουδάσω μαθηματικά.
…Πώς θα ήσασταν αν δεν είχατε ανακαλύψει το ταλέντο σας;
Ανεκπλήρωτος , σαν άνθρωπος που δεν παντρεύτηκε την γυναίκα που αγαπούσε.
…Τι νόημα έχει το να συνεχίζει κανείς έρευνα για ερωτηματικά σαν τα δικά σας όταν υπάρχουν
αυτή την στιγμή προβλήματα σαν αυτά που όλοι ξέρουμε; Του ενός του παίρνουν το σπίτι, του
άλλου του κόβουν την σύνταξη, ποιον ενδιαφέρουν όλα αυτά;
Πρώτα-πρώτα έχω την εντύπωση ότι η Ελλάδα έχει επιβιώσει από πολύ χειρότερα. Εννοώ τον
Εμφύλιο. Επίσης ή επιστημονική έρευνα μας λέει ότι αυτό που οδηγεί σε απρόσμενες λύσεις
είναι το αδιέξοδο. «Δια το απορείν εγένετο το φιλοσοφείν». Απορία σημαίνει έλλειψη
περάσματος, αδιέξοδο. Τέλος, έχω ακούσει για κάποιους στην Κέρκυρα που τους πηγαίνανε οι
Άγγλοι σε κρεμάλες κι αυτοί στο δρόμο το’χαν ρίξει στο τραγούδι, κι όταν από δεξιά κι
αριστερά στον δρόμο τους ρώταγαν γιατί τραγουδάνε αυτοί έλεγαν «εμείς σε λίγο δεν θα’χουμε
πια προβλήματα, τα προβλήματα θα μείνουν σε εσάς, καλή τύχη».
……………………..
Αν δεν τερματίσουμε την συζήτηση με την πρώτη ανταπάντηση που έρχεται στον καθένα μας
(=«καλά, τι ανάγκη έχεις εσύ, που ο μισθός σου δεν είναι από την Ελλάδα αλλά από το
Πολυτεχνείο της Ζυρίχης») τότε άμεσα εντάσσονται τα αποσπάσματα αυτά στην υπόλοιπη εδώ
συζήτηση αρκεί να κάνουμε την εξής «ερώτηση πολλαπλής επιλογής» στο εαυτό μας , με την
βόηθεια, αν χρειαστεί, μερικών είτε ενημερωτικών είτε απλώς υπενθυμιστκών παραγράφων
στην επόμενη σελίδα: Αυτά που είδαμε από Χριστοδούλου είναι αποτέλεσμα ποιού ή ποιών
από τα παρακάτω; 1. Της εντρύφησής του στην αρχαία Ελλάδα 2. Της παιδικής του ηλικίας στην
σύγχρονη Ελλάδα 3. Της εκπαίδευσής του, και έρευνάς του , στο Πρίνστον και γενικότερα στην
Αμερική, όπου κυριαρχεί αυστηρή αξιοκρατία καθόλου άσχετη με την παροιμιώδη εργατικότητα
και τιμιότητα της προτεσταντικής ηθικής 4. Του εκπληρωμένου ταλέντου του στα μαθηματικά
5. Ιδιοσυγκρασιακών χαρακτηριστικών δικών του αλλά που είναι ανεξάρτητα από το
μαθηματικό του ταλέντο
*Αν μη τι άλλο για να μη νομιστεί ότι η οπτική που λέμε αναφέρεται σε «σύγχρονους Μεσογειακούς που μόνο
συναίσθημα διαθέτουν και δεν σκέφτονται» , πόσο πιο πολύ από τον Χριστοδούλου σκέφτονται οι Βορειότεροι ή οι
Δυτικότεροι; (αν οι αρχαίοι Μεσογειακοί, που σκέπτονταν, θεωρηθεί ότι «μετενσαρκώθηκαν» σε Βορειότερες ή
Δυτικότερες χώρες) Αλλά αυτά ας τα συζητησουμε αφού πρώτα ο Ζέφυρος μας πει για τον Φάουστ, τον Φάουστους
και ίσως και το φιλμ «Θάνατος στην Βενετία» κλπ . Κι ο Τόμας Μανν, κι ο Βέμπερ κι ο Νίτσε και άλλοι είχαν
προβληματιστεί για το τι είδους θεραπευτήριο ψυχισμού (και σώματος**) ήταν ο Νότος για τους Βόρειους (κι ο
Αϊνσταϊν είχε τις καλύτερες αναμνήσεις από τους Ιταλούς με τους οποίους είχε ζήσει ένα δυο χρόνια έφηβος) Αλλά
για τους Δυτικότερους η καλύτερη επιτομή ήταν εκείνη που είδαμε τι είχε πει ο Χένρυ Μίλλερ (την ξαναλέμε γιατί
δεν θυμόμαστε σε ποια σελίδα να παραπέμψουμε: «Η Αμερική είναι η χώρα για να μωλωπιστείς ψυχικά, η Γαλλία
είναι η χώρα για να αναρρώσεις και η Ελλάδα είναι η χώρα για να ζήσεις σαν να μην είχες ποτέ σου μωλωπιστεί». Και
η φράση του Μάμφορντ για τους αρχαίους Έλληνες ότι «κι ο φτωχός άνθρωπος ζούσε μια ζωή πιο πλήρη από έναν
ανατολικό θεό», δεν θυμίζει, με την βοήθεια του Ελύτη, ότι στο Αιγαίο ο απλός άνθρωπος ζούσε μια ζωή πιο πλήρη
από έναν Αμερικανό μεγιστάνα; (πριν ζηλέψουν ο ένας τον άλλο και αλληλομπολιαστούν με ότι χρειαζόταν για να
παράγουν κι εδώ και στην Δύση κερδοφόρες αλληλοαφομοιώσεις και διασταυρώσεις επιπέδου εκτρωματικού κιτς )
**Κι ο Νίτσε αλλά κι ο Ρήμαν είχα πάει στην Ιταλία με, ούτως-ειπείν, συνταγή γιατρού.
***Ας πούμε και την απάντηση, από παλιότερη συνέντευξη του Χριστοδούλου, στην ερώτηση «Έχετε γνώμη για
θέματα όπως η σύνθετη ονομασία των Σκοπίων;» «Θα μπορούσε να λυθεί με τον όρο «Ψευδομακεδονία»»
260
Πάμε στα είτε ενημερωτικά είτε απλώς υπενθυμιστικά:
Ο Σωκράτης στην φράση «…Πάμε λοιπόν άντρες Αθηναίοι εγώ στον θάνατο εσείς στην ζωή, το
ποιος πάει προς το καλύτερο εγώ θα το ξέρω σε λίγο εσείς λίγο αργότερα…»
Ο Μίσσιος στο βιβλίο του «Χαμογέλα ρε, τι σου ζητάνε;» αναφέρει την εξής στάση
κρατουμένων που μόλις άκουσαν την θανατική τους ποινή προς τον δεσμοφύλακα που πήγε να
τους αγριέψει. «Δεν άκουσες ρε τι ποινή πήραμε; Τώρα μόνο να μας τα κλάσεις μπορείς».
Έχει μείνει επίσης κλασσική η ρήση γέρου Κρητικού προς τους Γερμανούς πριν την εκτέλεσή
του μαζί με όλους τους άρρενες ενός χωριού μετα την μάχη της Κρήτης «ίντα θαρρείτε μωρέ οτι
θα κάνετε αν μας εσκοτώσετε; Θα μας εσκιάξετε;»
Το «Σας πάνε στην κρεμάλα και σεις τραγουδάτε;» θυμίζει βέβαια και την, σχετικώς, γνωστή
φράση «των οικιών υμών εμπιμπραμένων υμείς άδετε;» ως προς το 2ο νόημά της (το 1ο νόημα
είναι «ξυπνάτε ρε όσο είναι καιρός, καιγόμαστε και σεις περί άλλα τυρβάζετε;» ενώ 2ο είναι τι
όταν πλέον δεν υπάρχει καιρός, όπως δεν υπήρχε πλέον για τους κρατουμένους καθ’οδόν προς
τις κρεμάλες, το να άδουν ήταν η καλύτερη στάση)
Με αμφότερα τα νοήματά της χρησιμοποιήθηκε η φράση αυτή από τον Κωνσταντίνο
Παλαιολόγο στην τελευταία λειτουργία στην Αγιά Σοφιά την νύχτα πριν την Άλωση όπου όλοι,
όπως είδαμε και νωρίτερα (σελ. 24-26) αποχαιρέτησαν όλους πριν, την άλλη μέρα
αποχαιρετήσουν και τον εαυτό τους (επί των τειχών ή σε άλλα μέρη που, κατά την γνωστή πλέον
από τον Ελύτη έκφραση, «πορφυρώθηκαν»). Το αρχικό-αρχικό νόημα (που όλοι οι ακροατές
του Παλαιολόγου ήξεραν) ήταν το μπλακ-χιούμορ ενός ήρωα σε μύθο του Αισώπου που είπε την
φράση αυτή σε σαλιγκάρια επί ψησταριάς διότι λόγω διαφυγής αερίων από τον σωλήνα του
κελύφους τους σφυρίζουν όταν ψήνονται.
Θα πει κανείς «και τι δουλειά έχουν αυτά τα λόγια στο στόμα μιας μαθηματικής διάνοιας που
από παιδί-θαύμα έγινε , ή παρέμεινε, στα 60 του παιδί-μες-στην-καλή-χαρά λόγω και της
εκπλήρωσης του ταλέντου του και του σκοπού της ζωής του οριζομένου ως Αριστοτελικά
βιολογικής «εντελ-έχειας» κλπ κλπ;» . ΟΚ, θα’χει μεν δίκιο κάποιος αν πει «Εντάξει, σε
περιόδους κρίσης άσε να μιλήσει για σκοινί στο σπίτι κρεμασμένων κάνα παιδί-θαύμα που
ακολούθησε και δρόμους τύπου Μίσσιου όπως έκανε ο Θεοδωράκης (βλ. σελ. 179) αλλά ας μην
ξεχνάμε και τι χέσιμο τρώει ο ίδιος ο Θεοδωράκης ως (άκουσον-άκουσον!) «διανοούμενος του
σαλονιού» και «άνθρωπος του συστήματος» (για εκτενείς λεπτομέρειες βάζουμε στο γκουγκλ
τις λέξεις Γίνεται από περίπατο στη μουσική να βρεθούμε σε περίπατο στην πρόσφατη ιστορία;
Στην Ελλάδα ναι. Σελίδες 53-100.pdf )
Βέβαια, μπορεί και πάλι ένας λάτρης της «αποτελεσματικότητας» , της «αξιοκρατίας», της
«ακραιφνώς λογικής αυστηρότητας» κλπ να πει ότι καν το ανοιχτό μας ερώτημα πολλαπλής
επιλογής στην προηγούμενη σελίδα κάνει σε κάποιον βαθμό «λήψη του ζητουμενου» αφού
κατά κάποιο (ίσως και Προκρούστειο ;) τρόπο αποτέμνει και κρατά από την συνέντευξη του
Χριστοδούλου μόνο πράγματα που παίζουν στο γήπεδο βιωματικών, άρα υποκειμενικών,
καταστάσεων και συναισθηματικών φορτίσεων. Τον με αυτόν τον συγκεκριμένο τρόπο και εις
αυτόν τον συγκεκριμένο βαθμό απαιτητικό αναγνώστη παραπέμπουμε σε άλλη ανάρτησή μας*
*Βάζουμε στο γκουγκλ τις λέξεις A (PLATONIC? HEGELIAN?BORGESIAN? POPPERIAN?
TIPLERIAN?) MONOLOG και τις λέξεις A (SCHOPENHAUER-IAN? SPERRY-IAN? CASTORIADÉSIAN?) ANTILOG (στα αγγλικά διότι δεν έχει νόημα να την μεταφράσουμε αφού όλη σχεδόν η
βιβλιογραφία της ακραιφνώς λογικής επιχειρηματολογίας μας και της ακραιφνώς λογικής
επιχειρηματολογίας την οποία αντικρούουμε υπάρχει μόνο στα Αγγλικά και, επίσης, ακραιφνώς λογική
είναι και η υπόθεση ότι ο ούτως απαιτητικός αναγνώστης θα ξέρει Αγγλικά για να μπορεί, όπου του
χρειαστεί, να διαβάσει τα προαπαιτούμενα αυτά)
Επιστρέφουμε στη σελ. 255 για κάτι περί Ζαμπέτα που έμεινε στη μέση:
261
YΓ: Δυστυχώς δεν επιστρέφουμε εκεί. Χτύπησε το τηλέφωνο, ήταν ο παιδικός μου φίλος
Αντώνης, από το Βαρβάκειο κι από ακόμα πιο πριν, από το όγδοο στα Πατήσια όπου ήμασταν
γείτονες, μαθηματικός, και το τηλέφωνο δεν ήταν περί Χριστοδούλου όπως αρχικά νόμισα.
Πέθανε ξαφνικά ο Κώστας, ο μικρότερος από τα τρία, μικρότερα κι αυτά από τον Αντώνη,
αδέλφια του. Πέθανε τελείως κοροϊδίστικα, από θρόμβο που έδωσε κάθε προειδοποίηση
εγκαίρως και που τον αγνόησε με κάθε αναβλητικότητα και εθελοτυφλία και παρ’όλη την
πίεση όλων τους λόγω προηγούμενου με αίσια έκβαση. Από την εκκλησία έλειπαν, φυσικά, τα
δυό του μικρά κοριτσάκια και η μαμά του που αφού αξιώθηκε να ζήσει να δει δυο εγγόνια τους
να κοντεύουν τα τριάντα πρόλαβε να δει και τον μικρότερο, και πιο αξιαγάπητο και πιο
αγαπημένο σε όλους αδελφό, να χάνεται μέσα σε ώρες, και , φυσικά, δεν την άφησαν να έρθει
να τον δει στο φέρετρο και έμειναν μαζί της κάποιες νύφες της…Ο Αντώνης, χωρίς ποτέ μέχρι
τώρα να έχει υπάρξει θρησκευόμενος, μίλησε με τρόπο που ήταν σαν να είχε μακρά επαφή και
εξοικείωση με όσα είχαν διαμορφώσει (και μορφώσει) και τον παπ’Αλέξη στον επικήδειο για
τον 17-άρη Νίκο και υποσχέθηκε ενώπιον του Θεού ότι με όσες δυνάμεις διαθέτει θεωρεί τις
κορούλες του Κώστα δικές του κορούλες (Ο ίδιος είναι εργένης). Λευκότητα αποκάλεσε τον
Κώστα, την μια λευκότητα να μιλάει για την άλλη ακούγαμε εμείς. Μη έχοντας τρόπο να πω ή
να αφιερώσω και κάτι άλλο αφιερώνω και στους δυο τους την ομιλία του παπ’Αλέξη για τον
Νίκο την οποία αντέγραψα με το χέρι για να την αφήσω σε φάκελλο στον Αντώνη, στο μαγαζί
δίπλα στην είσοδο της πολυκατοικίας τους, όπως συμφωνήσαμε πηγαίνοντας προς το κυλικείο
του νεκροταφείου. «Η αγάπη του Θεού για τον καθένα από μας είναι άπειρη και δεν έχει και
πολύ νόημα να λέμε αν το ένα άπειρο είναι μεγαλύτερο από ένα άλλο άπειρο. Παρ’όλα αυτά,
εμείς τουλάχιστον που δεν είμαστε άπειροι αλλά πεπερασμένοι, νιώθουμε ότι μερικές φορές η
άπειρη αγάπη του Θεού για μερικά πρόσωπα είναι μεγαλύτερη από την άπειρη αγάπη Του για
άλλα πρόσωπα. Για ποια πρόσωπα έχουμε αυτό το αίσθημα; Για τα πρόσωπα που εμείς οι
άνθρωποι αγαπούμε πολύ. Διότι σκεφτόμαστε: Δεν είναι ο άνθρωπος φτιαγμένος κατ’εικόνα και
καθ’ομοίωση του Θεού; Επομένως, αν εμείς οι άνθρωποι αγαπούμε κάποιον περισσότερο απ’ότι
αγαπούμε άλλους, όπως όλοι αγαπούσαμε τον Νίκο, τότε νιώθουμε ότι είναι φυσικό, χωρίς να
μας κάνει να ζηλεύουμε, να νομίζουμε ότι η άπειρη αγάπη του Θεού για τον Νίκο είναι πολύ
ειδική. Κι επίσης μας βοηθάει, για να αντέξουμε τον χαμό του, να ξέρουμε πόσο πολύ ο Θεός τού
δείχνει την άπειρη αγάπη Του τώρα, αυτή την στιγμή, παρ’όλο που «στιγμή», «τώρα» , και
«χρόνος» , κι όλες αυτές οι πεπερασμένες λέξεις δεν μπορούν καθόλου να περιγράψουν την
σχέση αυτή. Ο Νίκος, στην αγκαλιά του Θεού τώρα, δεν έχει πρόβλημα, εμείς έχουμε πρόβλημα,
κι ο αδελφός του, κι ο πατέρας του, κι η μητέρα του έχουν πρόβλημα. Και η , εντάξει, τι άλλη
λέξη να χρησιμοποιήσω, η χήρα του…κι όχι μόνο μια, ήταν πολύ αγαπητός, έχουν πρόβλημα.
Είναι φριχτό πρόβλημα, ίσως μερικοί δεν θα μπορέσουν να το αντέξουν, ίσως κάποιος δεν θα
μπορέσει να το αντέξει όχι μόνο εκ μέρους του εαυτού του που θα στερηθεί την παρουσία του
Νίκου αλλά εκ μέρους του Νίκου που θα στερηθεί χρόνια ζωής και ευτυχίας. Οι άλλοι σταυροί
που θαναι κοντά στον δικό του δείχνουν ότι όλοι οι παππούδες του έζησαν πάνω από τα
ενενήντα. Και είναι πολύ σκληρό να ξέρει κάποιος ότι ήταν μόνο δεκαεπτά χρονών. Μα
μπορούμε μόνο να παρηγορηθούμε για ένα πράγμα: Ότι η άπειρη αγάπη του Θεού δίνει στον
Νίκο άπειρη από την ευτυχία εκείνη που δίνει η αγάπη που ο Νίκος θα έπαιρνε και θα έδινε στα
τουλάχιστον ογδόντα χρόνια που είχε μπροστά του, άρα την ευτυχία αυτή δεν την στερείται ο
Νίκος. Θα προτείνω να τελειώσουμε αυτή την κηδεία με το τέλος της μακράς και ειδικής κηδείας
που η Εκκλησία μας επιφυλάσσει για τον θάνατο νηπίων, τραγουδώντας το Χριστός Ανέστη»
Ήταν αναγκαίο να ενθέσουμε την σελίδα αυτή εδώ; Ακόμα και αν έχει, οποιαδήποτε, σχέση με τα περί
προτεσταντισμού και ελληνοχριστιανισμού, δεν είναι κουλτούριασμα ή, ακόμα χειρότερα, χρήση ενός τέτοιου
ουσιωδέστατου και προσωπικόττατου συμβάντος, το να το αναφέρουμε εδώ; Έτσι, όντως, θα ήταν αν θέλαμε να
κάνουμε κάποια υποσημείωση για διαφορές ή συγκρίσεις κλπ. Μα εμείς το «χρησιμοποιούμε» απλώς για να
θυμηθούμε το γνωστότατο,μα συχνότατα λησμονούμενο, γεγονός ότι η θρησκεία δημιουργήθηκε και σαν η ωραιότερη
των μεταφορών που ελκύουν και προτρέπουν στο να ζουν οι άνθρωποι και για σκοπούς ευρύτερους από το εγώ τους*
*κι όχι μόνο για να φοβούνται οι θεούσες να πηδηχτούν, οι θεούσοι να επαναστατούν και για να κάνουν οι κουμπούρες (που ούτε
τωρινά ούτε αναγεννησιακά ούτε αρχαία μελετούν) φιγούρα σε θεούσους και θεούσες με επίδειξη γνώσεων του καιρού του 1789.
262
Πάμε τώρα στα περί Ζαμπέτα, δεν είναι πια απρεπές. Στον Ορφέα για τα λουμπάγκα, του από
έναν ομοιοπαθή μπλόγκερ, 11 χρόνια μικρότερο, στείλαμε τα 7 λινκ Ζαμπέτα που όμως δεν
περιείχαν το «ο πιο καλός ο μαθητής». Αυτό το παίξαμε στην βερσιόν των Μάτζικ ντε Σπελλ
http://www.youtube.com/watch?v=akalvYvm-8o στην τάξη, και κάναμε κα την ερώτηση κρίσεως
γιατί στο βίντεο ο ροκάς με την αμφίεση Έλτον Τζών που τραγουδάει στον Ηλεκτρικό είναι
ημίτυφλος αντί τυφλός και ο Αλέξης απάντησε αμέσως μόλις ακούστηκε ο στίχος «στον έλεγχο
διαγωγή είχα κοσμιοτάτη/όμως οι συναναστροφές, Γιωργάρα μου, μου βγάλανε το μάτι» . Το
«Γιωργάρα μου» προφανώς είναι απεύθυνση και φόρος τιμής στον Ζαμπέτα, όπως και στην
βερσιόν του Ζαμπέτα το αντίστοιχο «Μανώλη μου» απευθύνεται μάλλον στον Χιώτη. Οι Magic
de Spell τραγούδησαν Ζαμπέτα με συμβουλή των Stranglers που πήγαν στο Λονδίνο να τους
δουν γιατι ήταν ινδάλματά τους κι εκείνοι τους είπαν «στην Ελλάδα έχετε έναν μεγάλο πανκ».
«Και πού ξέρανε οι Stranglers τον Ζαμπέτα; (Βοηθηθείτε από google)» Νατος, νατος, να ο αρχιπανκ: http://www.youtube.com/watch?v=iiuU9rl1K8Y (Δυστυχώς κατέβηκε. Έδειχνε την ορχήστρα
του Ζαμπετα ντυμένους μαθητές και τον ιδιο με κοντό παντελόνι να το τραγουδάει σε
Αποκριτάτικο χορό σπιτιού με «κόκκινα φανάρια» στην ομώνυμη ταινία που θα έγινε διεθνής
επιτυχία και θα την είδαν οι Στράνγκλερς, πιτσιρικάδες ακόμα, και ύστερα θα τον θεώρησαν
πανκ 20-30 χρόνια μπροστά από την εποχή του) Άλλα τραγούδια (από ταινίες) κατά την ίδια
αφιέρωση σε μαθητές η οποία παίχτηκε στο εργαστήριο φυσικής:
http://www.youtube.com/watch?v=jLXR5WsHTWY
http://www.youtube.com/watch?v=rN5V-6yCbpg
http://www.youtube.com/watch?v=0bt9xBuGWgw
Και ο δικός μας ο πρωταθλητής, ο Λόρυ, που έχει αποφοιτήσει αλλά παραμένει αξέχαστος
http://www.youtube.com/watch?v=80bYaZcYP8s
http://www.youtube.com/watch?v=g0pxDdQzaPI
http://www.youtube.com/watch?v=e_pgsiwruRM&feature=related
Αυτά ήταν τρείς μέρες πριν την κατάληψη που βάστηξε δυο μέρες και λύθηκε μόνο επειδή
έφτασε, στις 23 Μαρτίου, Παρασκευή, η γιορτή για την 25η Μαρτίου (αρχικά μάλιστα ένας από
τους σκοπούς της ήταν και κατι σχετικό με την γιορτή, όπως θα δούμε. Κάποιος, λέει, καθηγητής
είχε μιλήσει άσχημα σε μαθητή και το αίτημα, μετά από μια μέρα χωρίς καμιά εξήγηση
αιτημάτων ήταν να ζητήσει συγγνώμη δημοσίως την ώρα της γιορτής. Τους είπαμε «Δεν είμαστε
καλά! Ρε, αυτά λύνονται μέσα στην τάξη σας. Οικογενειακά. Και αν χρειαστεί δημοσίως, πείτε
μια έβδομη ώρα αντί μάθημα να έρθουμε στην αίθουσα τελετών να σας ακούσουμε. Σε εθνική
γιορτή θα το κάνετε; Είστε με τα καλά σας;» Στον αντιπρόσωπό τους (τον Πάνο που είχαμε δει
στο «Αλ Παγκρατι Νιους») που μας μίλαγε επί ώρα (αντί καθόλου ή αντί βιαστικά) και σε μας
και σε όλους τους γύρω μας στο πεζοδρόμιο ήρθε ξαφνικά μια ριπή νερού με λάστιχο από τους
καταληψίες, ανακλαστικά όλοι έκαναν μια κίνηση προς τον δρόμο, ανακλαστικά κι ο οδηγός
ενός λεωφορείου που πέρναγε έκανε μια τιμονιά να τους αποφύγει και αν ερχόταν κατι στην
απέναντι λωρίδα εκείνη την στιγμή θα την είχε αρπάξει χωρίς να το καταλάβει, κοινώς πολύ
τυχεροί υπήρξαμε. Με μια ανακλαστική ιαχή «Θα σας γαμήσω» έτρεξε ο Πάνος να
ξανασκαρφαλώσει την κλειδωμένη πόρτα να μπει μέσα…Τέλος πάντων ανοίξανε…Την άλλη
μέρα έγινε η γιορτή, η βαβούρα και αδιαφορία , συχνά επιδεικτική έως και προκλητική από
μερικά παιδιά της κατάληψης (όχι όλα, πολλά συμμετείχαν στα δρώμενα και έπαιζαν και πολύ
καλά) και από μερικούς ακόμα απλώς παντοχαβαλέδες μεγέθυνε τα προβλήματα
παρακολούθησης όσων δρωμένων χρειαζόταν καλύτερα μικροφωνικά στην αίθουσα τελετών,
τα’ψαλα σε τρεις τέσσερις απ’αυτούς αρκετά έντονα ώστε να δυσανασχετήσουν αρκετά και να
βγουν, ζήτησα ύστερα κι από την Χρύσα που τα’χε γράψει να μου τα στείλει να τα διαβάσω
συγκεντρωμένος στο σπίτι, πήγαμε στην αυλή και οι δημοτικοί χοροί των παιδιών, στα οποία
263
είχαν κάνει πολύ-πολύ επίπονες πρόβες τα παιδιά με τον γυμναστή τους Δημήτρη, που ήταν και
στην Δώρα Στράτου , ήταν καταπλητικοί, και ενθουσίαζαν σε τρομερό μεράκλωμα και τους
συμμετέχοντες και τους θεατές , και στο τέλος, πρώτα η Γιάννα των Αγγλικών μετά και η
διευθύντρια, και άλλοι συνάδελφοι, μπήκαν μέσα, προσωπικά απέσχον ακόμη και σε όσα δεν
είχαν δύσκολα βήματα γιατί ναι μεν τα αντιφλεγμονώδη της μέσης είχαν λειτουργήσει καλά αλλά
μετά τα καλοκαιριάτικα χάλια μου από τον πολύ κομπιούτερ δεν ξέρω ποιών ακριβώς κινήσεων
ή επιταχύνσεων στο πόδι που είχε βλαφτεί δεν έχω τον πλήρη έλεγχο και δεν θαθελα να το
ανακαλύπτω εκεί που δεν θα έπρεπε (σε περάσματα με κόκκινο ή σε δημόσια χορευτικά).
Όλα αυτά φυσικά, προσωπικά με έφεραν και σε μια άλλην σχολική αυλή, στην Γλώσσα (όπως
και την Γιάννα είμαι σίγουρος την έφεραν και σε μια σχολική αυλή στην Πάρο) και στο οτι κι ο
Μάντος, κι η γυναίκα του Χριστίνα στα νιάτα τους, πέρασαν από την Δώρα Στράτου. Όπως
και η (παραλίγο και επικίνδυνα) παράλογη κουβέντα για τους λόγους κατάληψης με έφερε στην
πρώτη κατάληψη που είδα από κοντά, τρεις αντιπροσώπους των παιδιών στην Γλώσσα που
ήρθαν στο γραφείο και είπαν «Μην το πάρετε προσωπικά, με σας δεν έχουμε τίποτα, αλλά
συμβολικά, σαν αλληλεγγύη προς τα παιδιά που κάνουν καταλήψεις θα κάνουμε κι εμείς για ένα
διήμερο, κι όταν κάποιοι γονείς σαλτάρισαν από όσα άκουγαν για αλλού και νόμισαν ότι θα
πληρώνουν αποζημιώσεις για σπασίματα κλπ, οι πιτσιρικάδες εγγυήθηκαν, και το τήρησαν , ότι
θα βάψουν τις αίθουσες. Η μόνη ένσταση που απέμεινε ήταν του Γιάννη, φιλολόγου, που είπε σε
μια μαθήτρια «Τέτοια Ελληνικά σας μαθαίνω; «Θα καταλήψουμε τον κτίριο»; Γιατί με κάνετε
ρεζίλι;» Χιόνιζε, φέραν και σλήπιν μπαγκ και κασεττόφωνα…Ε, αν έκανε και τίποτε κάνας
Νίκος με κάποιαν από τις χήρες του… Πάντως εγκυμοσύνες δεν είχαμε. Σάμπως αν ήταν
να’χουμε δεν θα’χαμε και σε εκδρομή; Θα’πρεπε να’ναι κατάληψη; Και μια φορά που κάποιος
συναδελφος κατήγγειλε οτι βρήκε προφυλακτικά στην αυλή ρώτησα στον σύλλογο καθηγητών
αν είμαστε ομόφωνα εναντίον των προφυλακτικών κι αμέσως έσπασε ο πάγος. Αν κρίνω από το
ότι στην Αθήνα είδα σε καταλήψεις και αιτήματα για φτηνότερες τυρόπιτες στο κυλικείο* και
άμα τους έλεγες «Και γιατί δεν φέρνετε κάνα σάντουιτς στο σπίτι να πέσουν οι τιμές;» λέγανε
«Δεν το σκεφτήκαμε» και τους λέγαμε «Άμα κολλάτε έτσι στα εύκολα τότε τι ιδέες περιμένετε
να σας έρθουν για τα δύσκολα;», τότε τι βγαίνει σαν ηθικό δίδαγμα;: Ότι τα αιτήματα, λογικά ή
παράλογα, που απλώς παπαγαλίζονται από ντιρεκτίβες που αποστέλλονται μέσω ιντερνετ και τα
αιτήματα τύπου «πνίγομαι σε μια κουταλιά νερό» , όπως οι τυρόπιτες κλπ , συνδυασμένα με την
αποφυγή σκέψης και με την ψυχολογία εφήβου, μετατρέπουν τις καταλήψεις σε τραγέλαφο, που
τις πιο πολλές φορές αναδεικνύει σαν οργανωτικές αρετές τα κουσούρια μέσω των oπoίων
αργότερα το μόνο know-how που έχουν αποκτήσει οι αρχηγοί τους θα είναι αυτό που ως νέους
θα τους κάνει να θυμίζουν αμφισβητίες σαν τους παλιούς πολυτεχνίτες και μετά θα τους κάνει να
θυμίζουν κομματικά λαμόγια που κάποτε είχαν υπάρξει πολυτεχνίτες, και που μετά απορούμε
πώς άλλαξαν ενώ πολλοί απλώς δεν άλλαξαν καθόλου. Από τον καιρό ακόμα των σχολικών
εορτών απλώς κλίκες φτιάχνουν για το πώς και ποιούς θα φωνάξουν για λούφα χωρίς απουσία
και ποιούς θα αποκλείσουν (π.χ. ποιοι θα κάνουν πρόβες χορωδίας ακόμα κι αν δεν έχουν φωνή
(διότι «δεν είμαστε μουσικό σχολείο άρα έχουμε με τον τσαμπουκά δικαίωμα συμμετοχής») και
ποιοι δεν θα κάνουν (διότι «δεν είμαστε μεν μουσικό σχολείο, αλλά δεν θα κάνουμε και
αγνώριστα τα τραγούδια από την παραφωνία» κλπ κλπ κλπ), και τι παζάρια θα κάνουν («για να
συμμετάσχω θα με βγάλετε την τάδε ώρα από το τάδε μάθημα» κλπ κλπ) και τι σοφιστεία θα
χρησιμοποιήσουν για να φαίνεται σαν μαγκιά δική τους το καπέλωμα που τρώνε** (αν τους
γράψουν όσοι σκατεύουν το μάθημα με βαβούρα, τότε για να μη αισθανθούν γραμμένοι κι
ανίσχυροι θεωρούν εαυτούς αλληλέγγυους με τους βαβουρατζήδες) Σοβαρά αιτήματα υπάρχουν;
*Λιγάκι σαν τα παλιά «τζατζίκι στα σουβλάκια», «τυρί στις τυρόπιτες» κλπ που λέγανε για πλάκα στον Λεβέντη και,
παλιότερα, στον Γαρουφαλιά και στην Παλαίστη.
**Μικρογραφία της λεγόμενης «σοφιστείας τύπου λεβέντη Ζωνιανών»: «Εμείς όπως και στην μάχη της Κρήτης δεν
είμαστε προδότες» (Μα στην μάχη της Κρήτης το ζόρικο φυσικά ήταν να τα βάλεις με τους Ναζί κι όχι με τους
συγχωριανούς σου. Τώρα το ζόρικο είναι να τα βάλεις με αυτούς που δίνουν ναρκωτικά ακόμη και στα παιδιά των
συγχωριανών τους)
264
Ακόμη και να υπάρχουν έχουν απορροφηθεί και πνιγεί μέσα στα καταγέλαστα. Προσωπικά ενώ
μέχρι πέρσι πήγαινα και σε όλες τις διαδηλώσεις*, όταν άκουγα να λένε ότι σημασία έχει μόνο το
να’χεις αρχίδια να πηγαίνεις στη διαδήλωση έλεγα «αν μόνο με τ’αρχίδια σου πας τότε μόνο
αυτά θα πάρεις και αυτά θα τους κλάσεις» και επέμενα ότι πρέπει κι άλλα πολλά να μάθεις κι όχι
μόνο να ψηφίζεις με γιαούρτια στο στυλ του μαλάκα που λέει «δεν ξερω ούτε ποια είναι η λύση,
ούτε με ενδιαφέρει να μάθω. Αρχίστε να δοκιμάζετε κάποιοι κάποιες λύσεις, και αν δεν μου
αρέσουν θα πετάω γιαούρτια, θα ξέρετε ότι βρήκατε λύση όταν τα γιαούρτια σταματήσουν».
Φέτος που δεν πολυπάω σε διαδηλώσεις, γιατί μετά από κάθε δίωρο ορθοστασίας χρειάζομαι
μισή ώρα επισκευή μέσης, δεν επιμένω τόσο στα τόσα προαπαιτούμενα πριν αρκεστεί κανείς
στα γιαούρτια** λέγοντας «αα, μη με ρωτάτε «και συ που μόνο από γιαούρτια ξέρεις τι
προτείνεις;» . Εσείς πληρώνεστε από μένα, ή από τους γονείς μου, ή από τους γονείς μου πριν
την ανεργία τους , για να βρείτε λύση. Εμένα ρωτάτε; Εμένα που με αφήνετε και αμόρφωτο και
άνεργο; Γιατί να την βρω εγώ την λύση; Επειδή ως άνεργος έχω ελεύθερο χρόνο ενώ εσείς
εργάζεστε και δεν προλαβαίνετε; Ή επειδή ως αμόρφωτος έχω μυαλό φρέσκο ενώ το δικό σας
κόλλησε από τις πολλές γνώσεις; Είστε σοβαροί;». Αλλά από αυτό το σημείο συμφωνίας μέχρι
να κάνεις κατάληψη για τυρόπιτες ή για να καπελώσεις εθνική γιορτή με ότι τραβάει της ψωλής
σου ο χαβάς υπάρχει αρκετή απόσταση που να χωράει μέσα της μαλάκες και μαλάκες.
Έχουν όλα αυτά σχέση με το θέμα μας; Δηλαδή το περί προτεσταντών και ελληνορθόξων;
Απάντηση: Θέμα μας ήταν τα τεκταινόμενα, τις δε περί θρησκευτικών διαφορών επισημάνσεις
δεν τις εξετάζουμε για το όποιο εγγενές ακαδημαϊκό ενδιαφέρον ίσως όντως διαθέτουν αλλά
μόνο ως προς το μήπως και έχουν σχέση με κάποιο δια ταύτα περί των τεκταινομένων. Αυτά
λοιπόν που έχουν σχέση με τον ενδοσχολικό μικρόκοσμο έχουν ακόμη περισσότερη σημασία
για τα τεκταινόμενα από πολλά που συζητήθηκαν επ’αυτού, όχι απλώς διότι αποτελούν
μικρογραφία των κουσουριών που λέγαμε αλλά και διότι πάνω απ’όλα με ενδοσχολικές
διαδικασίες περνάνε απ’την μια φουρνιά στην άλλη τόσο τα κουσούρια (είτε δυτικότροπα είτε
ελληνότροπα) όσο και οι προσπαθειες αντιστροφής τους. Π.χ: πες ότι βρίσκεται μπλόγκερ που
κάνει (ή διαπράττει) τον εθελοντισμό να ανθολογήσει, και από δυτικές αρετές και από
ελληνικές, υλικό για την καλύτερη αφύπνιση και αγωγή του πολίτη. Πώς θα το διασπείρει; Πες
ότι είναι καθηγητής (σαν και μένα, αλλά αυτό δεν σημαίνει οτι θεωρώ εαυτόν σαν το πιο
κατάλληλο τέτοιο μπλόγκερ!) τότε αυτόματα έχει βήμα από το οποίο να πληροφορεί πάρα
πολλούς, μαθητές και φίλους τους και γονείς τους, και συναδέλφους κλπ κλπ περί των
προσπαθειών του. Αλλά: Οι μαθητές είναι σε μια ηλικία που αυτά σπανίως τα κοιτάνε (μικροί
έχουν άλλες έγνοιες, και μετά, στην προτελευταία τάξη, είναι πνεύματα αντιλογίας , στην
τελευταία τρέχουν και δεν φτάνουν στα φροντιστήρια, μετά ή είναι φοιτητές, ή εργαζόμενοι ή
άνεργοι, ως φοιτητές ήδη έχουν προσεγγιστεί από τις στάνταρ κοινοβουλευτικές ή
έξωκοινοβούλευτικές νεολαίες, ως εργαζόμενοι ή άνεργοι έχουν άλλες έγνοιες, άρα πότε μπορεί
κανείς να παρέμβει για αλλαγή νοοτροπίας; Ακόμα και αν δεν είναι σε κλίμα λούφας , ένας
μαθητής δικαιούται να πει «μα στον ελεύθερο χρόνο μου θα τα κοιτάω αυτά; Να έπειθες το
υπουργείο να τα κάνει διδακτέα ύλη. Και είτε να παίρνω όχι μόνο και βαθμό αλλά και μόρια είτε
να είναι μάθημα που να γίνεται εντός σχολικού ωραρίου αλλά να με τραβάει μέσω της
σπουδαιότητάς του για την ζωή μου, όπως π.χ. το μάθημα της υγιεινής » («Αλήθεια που πήγε
αυτό το μάθημα;» ρώτησε ο , γιατρός, Κώστας των σελ. 1, 102, στην πορεία της αναγγελίας μου
προς αυτόν των νέων για τον αδελφό του φίλου μας Αντώνη. «Σήμερα να πεθαίνει κανείς από
θρόμβωση;! Με ένα τέτοιο μάθημα θα’χε πάει προ δεκαημέρου στον γιατρό και θα’ταν όλα απλή
ρουτίνα») Μόνο εκεί λοιπόν, στα σχολικά εγχειρίδια, και στην χρήση τους ή στο θάψιμό τους
*αλλά ποτέ σαν «μαζί» με τους μαθητες, ναι μεν και οι δυο να ξεκινάμε από εκεί, από την εθνική
βιβλιοθήκη, αλλά παραλλήλως και ανεξαρτήτως, χώρια πάμε, μαζί περπατάμε, χώρια φεύγουμε, διότι με
κάποιον που θεωρεί συ-ζήτηση μόνο το να πας με τα νερά του και με την προειλημμένη του απόφαση ή
ντιρεκτίβα και όχι το να σε πείσει ή να πειστεί συζητώντας, δεν έχει νόημα η φράση «συμφωνήσαμε»,
«συνομολογήσαμε» κλπ
**Για πληρέστερο σκεπτικό βλ. σελ. 63-78
265
εντός σχολικής αιθούσης , είναι που διδάσκονται αρκετά ευρέως για να’χουν αποτέλεσμα, τα
καλά και τα κακά νοοτροπιών και όχι σε αναρτήσεις, όπως η παρούσα, για εκκεντρικούς
χομπυίστες αναγνώστες ή χομπυίστες συγγραφείς. Κάποτε είχαν ευρεία διάδοση και άλλα
κείμενα, μη σχολικά, αλλά τώρα τον καιρο του ζάπινγκ μόνο την πρώτη μισή σελίδα διαβάζουν
όλοι ακόμα κι αν γράφει για την γούνα τους που καίγεται.
Ας τα πω τα ίδια και με πιο απαλές γραμμές:
Όταν έφευγα από την Γλώσσα τα παιδιά με αποχαιρέτησαν με ένα τρόπο που η μόνη απάντηση
που είχα ήταν «Εγώ τώρα τι να πω; Αφού έχω μείνει άφωνος. Όταν είχα έλθει κι έλεγα στους
φίλους μου στην Αθήνα πώς είναι η εκπαίδευση μουλεγαν «Εκεί είναι έτσι. Δεν είναι έτσι η
«εκπαίδευση». Τι σημαίνει αυτό; Δυο πράγματα: Τα Γλωσσόπουλα και το ότι ο Μάντος
λειτουργεί το σχολείο με πυξίδα αυτό που λέει «πρώτα αυτά που μένουν κι ύστερα, για όποιον
θέλει να στρωθεί, οι σχολές». Κι ότι αυτά τα δύο εμπνέουν τους καθηγητές να κάνουν όχι μόνο
αυτά που σπούδασαν αλλά κι άλλα, που αφού δεν τα σπούδασαν σημαίνει ότι τα κάνουν όχι από
βιοπορισμό αλλά από μεράκι. Για μένα που φεύγω σημαίνει κι ότι σαν φάρο από δω και μπρος
θαχω το σχολείο αυτό και αν καταφέρω και τ’άλλα παιδιά να γίνουν λιγάκι Γλωσσόπουλα τότε
θαχουν γίνει ευτυχισμένα. Δεν λέω άλλα γιατί για άφωνος πολλά είπα».…Ουσιαστικά μόνο
φέτος , τρία χρόνια μετά, αρχίζω, ελπίζω, κάπως να βρίσκω από πού να συνεννοούμαστε με τα
τωρινά παιδιά της Αθήνας, πάνω απ’όλα με την βοήθεια των παιδιών που κάναμε τις πρόβες για
το Αλ Παγκράτι στο εργαστήριο φυσικής, της Ντίνας και της Στέλλας (που από πέρσι μου
κάνανε διαφώτιση στην ψυχολογία (Αθηναίου) εφήβου), του Μιχάλη, του Θωμά και του Πάνου
(που ήτανε στη Β άρα θα’μαστε και του χρόνου μαζί). Ας αφήσουμε για αργότερα την ανάλυση
του τι διαφέρει το χωριό από την πόλη με τρόπο που να μπορεί, ίσως, να βοηθήσει σε όσα θα
γίνουν είτε στο κέντρο είτε στα χωριά τώρα κατά την εξαναγκασμένη αποκέντρωση λόγω
κρίσης….
Μα εδώ καταλήξαμε μετά από μακρύ ένθετο ΥΓ με προστιθέμενα περιρρέοντα γεγονότα. Πού
ήμασταν; Α! Εκεί που περιμέναμε 3ο μέρος απάντησης του Νίκου 3, 2ο μέρος απάντησης
Ζέφυρου, 1ο μέρος απαντησης Νίκου 1…..
Δυστυχώς δεν ήταν τόσο απλό το θέμα της κατάληψης. Μετά την γιορτή της Παρασκευής, την
Δευτέρα η κατάληψη συνεχίστηκε…Θα επανέλθουμε……….
(Αν κάποιος θέλει να προσπεράσει, για την ώρα, όσα δεν σχετίζονται με την κατάληψη, μπορεί
να πάει κατ’ευθείαν στην σελίδα 291)
266
….Λοιπόν ο Νίκος 1 μας είπε ότι ο Ζεφ γυρίζει από Γαλλία αύριο. Έρχεται δε κι ο ίδιος
μεθαύριο, φωτοτύπησα και μια ανθολογία έργων του Βέμπερ που πιο πολύ τόπο θα πιάσει
αναγιγνωσκόμενη από τον ίδιο απ’ότι αναγιγνωσκόμενη από μένα, «η καλή δουλειά αργεί να
γίνει», δεν λένε; ….
…Ώωπ! Άργησε αλλά ήρθε το 3ο μέρος της απάντησης του Νίκου 3….
Θα του απαντήσω όσο πιο λεπτομερώς μπορώ, σε αυτά απ’όσα θίγει που έχω ήδη κάποιαν ιδέα,
αλλά αναβάλλω επ’αόριστον να μάθω όσα πρόσθετα θα χρειαστώ αν δεν έχουν σχέση με την
περί τεκταινομένων οπτική που λέγαμε στην προπροηγούμενη σελίδα. Και θα βάλω εδώ λινκ
προς την απάντησή του και την ανταπάντησή μου έτσι ώστε να μπορεί η παρούσα ανάρτηση να
διαβαστεί είτε με είτε χωρίς την συζήτηση των δυο μας….
Απάντησε κι ο Ζέφυρος, τελικά δεν γύρισε νωρίτερα όπως νόμισε ο Νίκος, μου έγραψε να του
στείλω και κάποια περί Αμερικανικού προτεστανστισμού που του είχα πει ότι κάπου τα είχα
αλλά περίμενα τα δικά του πρώτα για να μη μονολογώ, και επίσης μου ανέφερε κάτι για τους
βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ στη Σερβία, που αν θυμάμαι καλά, στην παρούσα ανάρτηση
ελάχιστα τα έχω αναφέρει αλλά τα’χω εκτενέστατα σχολιάσει αλλού από την οπτική που εδώ
είδαμε* και επίσης μου ανέφερε κάτι για διαφορές μας από Αμερικανούς που έχω το τέλειο
άρθρο ή, πιο επακριβώς ομιλία, για να τα σχολιάσει, γραμμένη και διαβασμένη δημοσίως από
τον Σολζενύτσιν** όταν το 1978 τον κάλεσαν να μιλήσει στο Χάρβαρντ και «μάλλον» τους
στενοχώρησε αν κρίνω απ’την γυναίκα του, τότε προέδρου, Κάρτερ που παραπονιότανε για
αγνωμοσύνη.…
…Ας μεταφράσουμε λοιπόν πρώτα ένα μέρος από τα περί Αμερικανικού προτεσταντισμού σε
(κάπως) δοκιμιακό φόρματ (το πλήρες κείμενο είναι σε μορφή διαλόγου του «Μπους» με τον
«Μπιλ Ράιτς» στην μη περιληπτική μορφή του «όρους Μπούσμορ»***) .
*Ίσως και να τα ξαναείδαμε, όπως και να’χει τα βλέπουμε βάζοντας στο γκουγκλ τις λέξεις
OVERGROUND, THE HEAVENLY BLUES OF AMANDA ROBBINS IN A PARALLEL UNIVERSE
ή απλώς πατώντας εδώ:
Overground, tragicomix in space-movie format.pdf
Στα Ελληνικά έχω περιληπτικές σημειώσεις περί αυτού που βρίσκουμε βάζοντας στο γκουγκλ
τις λέξεις 6.(Parenthesi. Overground ellinika. Simeioseis)
**Τα βλέπουμε βάζοντας στο γκουγκλ τις λέξεις
Solzhenytsin, Harvard’s address A world split apart
ή απλώς πατώντας στο παρακάτω
13 Solzhenytsin, dissident-for-all-seasons for our season.pdf όπου τα’χω μαζί με άλλες
ανθολογήσεις από, ή για, αυτόν.
***Μπαίνουμε πατώντας στο Mount Bushmore, farcitragedy in soap-opera format και πηγαίνοντας στην δεύτερη από
τις τρεις πράξεις (λίγο μετα την μέση) . Στα Ελληνικά η μετάφραση σταμάτησε**** ακριβώς στην μέση, πριν το
σημείο αυτό…
****Σταμάτησε, για να αρχίσουν Ελληνικές αναρτήσεις, τότε με τα γεγονότα με τον Αλέξη Γρηγορόπουλο και μετά
με την Γάζα και μετά με ….με…με…(και δεν ξαναπέκτησαν καμιά προτεραιότητα αναρτήσεις περί Αμερικής, πολλώ
δε μάλλον μεταφρασμένες και στα Ελληνικά! Όσα ήξερα από Ελλάδα και θα χρειαζόταν και σε Αμερικανούς τα είχα
μεταφράσει και αντιστρόφως) Αγγλικά ξανάγραψε ο υποφαινόμενος μόνο μια φορά για να προσθέσει τα A 2011 PS
on the teaching of humanities after the 1999-2011 events by way of study guide to selections from the presentations in
this site και A 2011 PS to the Borgesian among the labyrinths: Long monologs in short dialog
267
Ζέφυρε, ήθελα να περιμένω την δική σου απάντηση πριν πω και κάτι λίγα ακόμα περί
προτεσταντισμού που μπορεί να τα θυμόμουνα με περισσότερες λεπτομέρειες αν πρώτα σε
άκουγα, τα’χα διαβάσει πριν πέντε χρόνια σε ένα βιβλίο για την Αμερικανική ταυτότητα* που
για λίγο είχα, αλλά δεν πειράζει τα λέω τώρα και αν αργότερα έχεις κάτι να μου διορθώσεις ή αν,
διαβάζοντάς σε, κάτι θυμηθώ και διορθώσω εγώ, το προσθέτω εδώ σε ΥΓ. Διάβαζα εκεί λοιπόν
μια ομιλία, ή κήρυγμα ίσως ήταν, από κάποιον Γουίνθροπ, αιδεσιμώτατο νομίζω, που έγινε και ο
πρώτος δήμαρχος Βοστώνης (αυτό το θυμάμαι σίγουρα, δεν το νομίζω απλώς), το δε εν λόγω
κήρυγμα ήταν σε καράβι που τον πήγαινε, μαζί με άλλους αποίκους, στην Αμερική, πράγμα που
ίσως κάνει το κήρυγμα ακόμη πιο σημαντικό αφού δείχνει μια νοοτροπία ενσταλαγμένη στην
εθνική ταυτότητα της Αμερικής πριν ακόμη τις ωδίνες τοκετού και την γέννηση του Έθνους η
οποία έγινε κατά τους αγώνες του καιρού της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας** . Το κήρυγμα
λοιπόν, πέραν του ότι ο Θεός περιμένει πολλά από αυτούς και ότι τους δίνει και πολλά
δικαιώματα , έλεγε και για το διαφανές και περίοπτο σπίτι πάνω στον λόφο****. Δεν ξέρω αν
την είχαν κι άλλοι την ιδέα-εικόνα αυτή πριν τον Γουίνθροπ, ή αν αυτός ήταν που της έδωσε το
νόημα που τελικά πήρε, αλλά μου φαίνεται σαν αρκετά ενδεικτικό ή και κομβικό σημείο για
επισήμανση κάποιων διαφορών για το πώς οι Αμερικανοί, ή ίσως και οι Καλβινιστές, παίρνουν
τον Χριστιανισμό κάπως διαφορετικά απ’ότι άλλοι Χριστιανοί: Αν δεν κάνω λάθος , οι
ορθόδοξοι, όταν ακούσουν για κάτι περίοπτο πάνω σε λόφο σκέφτονται τον Χριστό στον σταυρό
στον λόφο Γολγοθά (ίσως και οι καθολικοί παρομοίως******). Αλλά η τάση να ξεκινάνε
Χριστιανοί σαν να μην άκουσαν ποτέ ότι κάπου κάποιο Ευαγγέλιο λέει και ότι ο Χριστός είπε
και την φράση «όστις θέλει οπίσω μου ελθείν απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν
αυτού και ακολουθείτω» και να λένε ότι είναι αλαζονεία να σηκώνει κανείς σταυρό λες και ήταν
ο Χριστός , ή να λένε ότι αρκεί κανείς να πιστεύει στον Χριστό και από κει και πέρα του
εξασφαλίζει ο Χριστός μέσω του ότι ο ίδιος σταυρώθηκε, την απαλλαγή τιμωρίας για τις
παρελθούσες (ή και μελλοντικές;) αμαρτίες του (ή και να φτάνει στη πρόσφατη (2001) μπούρδα
του Άσκροφτ (βάζουμε στο γκουγκλ τις λέξεις Ten point primer for Americans Islam is a religion in which requires you to
send your son to die for him. Christianity is a faith where God sent his Son to die for you Attorney General John Ashcroft )
ή να μη λέει τουλάχιστον, έστω για παραμύθι αναπλήρωσης, ότι της γης οι κολασμένοι ίσως να
έχουν και μια πιθανότητα στην άλλη ζωή να πάνε στον Παράδεισο (όπως ο Χριστός έλεγε στην
παραβολή με τον πλούσιο και τον ζητιάνο τον Λάζαρο), αλλά να λέει ότι η καλή μέρα από το
πρωί φαίνεται κι όποιος δεν έχει λεφτά και σπίτι σε λόφο, αυτός κατά πάσα πιθανότητα την
έχει βάψει και για την μετά θάνατο ζωή, αυτά που τα βρήκανε; Πιθανώς εκεί που βρήκανε και
κάποιοι Καλβινιστές την περίφημη λογική του Παράδεισου εν μέσω απόλυτου προκαθορισμού;
(Σημ: Δηλαδή «Ήδη έχει κριθεί όταν γεννηθώ αν θα πάω στον παράδεισο ή στην κόλαση, άρα
*Από το γκουγκλ βρίσκω οτι ήταν το εξής: Paul Levine-Ντόρα Τσιμπούκη, Αμερικανικές Ταυτότητες: Η Λογοτεχνική
Ιστορία Των Ηνωμένων Πολιτειών 1603-2000, Αθήνα.
**Και αν θέλουμε να τραβήξουμε την μεταφορά ακόμη περισσότερο, τότε μπορούμε και να μιλάμε για τις
συζητήσεις στο καράβι σαν πράγματα ενσταλαγμένα στην εθνική ταυτότητα στις προεμβρυακές μέρες του Έθνους ,
τότε που οι πολίτες ήταν απλώς γονιμοποιημενα ωάρια καθ’οδόν προς την «εμφύτευση» (και αν , πλέον, θέλουμε να
τα θεωρήσουμε αυτά και σαν αναφορά και σε κυριολεξίες κι όχι απλώς σε μεταφορές , μπορούμε να παραπέμψουμε
στο κεφάλαιο «Μυθολόγημα οντολόγημα, φιλοσόφημα» του βιβλίου του Ρ. Λαίνγκ «Η φωνή της εμπειρίας» για
αντίστοιχη ανάλυση του μύθου της διάσωσης του Μωυσή σε κοφίνι που επέπλεε στον Νείλο)***
***Προσωπικά, αρκούμαστε στην μεταφορικότητα στίχων σαν «τα…λόγια τα μεγάλα μου τα’πες με το πρώτο σου το
γάλα» που είτε για «τα ψεύτικα τα λόγια» είτε για «τα αληθινά τα λόγια», οι στίχοι μιλάνε για το πώς θεωρεί μερικές
όψεις του Έθνους η συλλογική ψυχή ενός λαού. Δεν χρειάζεται να κάνουμε ταυτόχρονα αναφορές και σε «δεξαμενές
αισθητηριακής αποστέρησης» τύπου Τζακ Λίλλυ , ή σε άλλες μεθόδους , για αναβιώσεις ενδομητρίων εμπειριών αφού
η ταυτόχονη τέτοια αναφορά θολώνει το θέμα με το να το κάνει να μετατίθεται μπρός-πίσω από τα ήδη αμφιλεγόμενα
περί Έθνους γενικά στα αμφιλεγόμενα περί επιστημονικότητος των μεθόδων αυτών και αντιστρόφως. Αυτά θέλουν
ανάλυση ένα-ένα και το καθένα σε δικό του πλαίσιο πριν αρχίσουν και να αναμειγνύονται…
****Δεν ξέρω αν η έκφραση “the folks on the hill”***** είναι αναφορά και σε αυτό, ή απλώς στην απορρέουσα
γενική έκτοτε στην Αμερική νοοτροπία.
*****π.χ. στο στίχο του Λέννον (από το “Working class hero”) “there’s room at the top they’re telling you still/but
first you must learn how to smile as you kill/if you want to be like the folks on the hill”
******Ειδικά δε για τους Νοτιομερικανούς καθολικούς τα είπαμε στις σελίδες 22, 23
268
τι νόημα έχει να κάνω καλές πράξεις και να αποφεύγω τις κακές; Και όμως: έχει το εξής
«νόημα»(;!): Λένε ότι όποιος έχει γεννηθεί σωσμένος έχει την τάδε (συνήθως καλή)
συμπεριφορά. Άρα ναι μεν δεν μπορώ να επηρεάσω την ήδη ληφθείσα για μένα απόφαση αλλά
μπορώ τουλάχιστον να επηρεάσω την ψυχολογία μου ελπίζοντας οτι κάνοντας καλές πράξεις
είμαι απ’αυτούς που τις κάνουν ως εκ γενετής σωσμένοι και όχι από αυτούς που τις κάνουν επί
τούτου…Και βλέπουμε» Υπάρχουν και λιγότερο απεγνωσμένα παράλογα; Ναι, π.χ. το «Γιατί
βάζεις πέταλο στην πόρτα; Προληπτικός είσαι;» «Όχι, αλλά έχω ακούσει ότι βοηθάει και τους
μη προληπτικούς» Αλλά υπάρχουν και πιο απεγνωσμένα (δεν θυμάμαι αν ήταν στο ίδιο καράβι
ή σε άλλο, πάντως στο ίδιο βιβλίο (της πρώτης υποσημ. της προηγουμενης σελίδας) το
διάβασα): ένας ιεροκήρυκας τους μίλαγε (στο πλαίσιο του ότι «Ο Θεός αγάπη εστί» υποθέτω;)
με λόγια σαν τα εξής: «Ξέρετε πώς σας βλέπει ο Θεός; Σας σιχαίνεται. Ξέρετε πόσο; Όσο
κάποιος που κρατάει μια αράχνη στα δάχτυλά του και είναι δίπλα σε μια φωτιά και σκέφτεται:
Να την ρίξω να καεί ; Να μην τη ρίξω;»*. Μπροστά σε αυτόν τον πρωταθλητή του
Κίρκεγκααρντιανού «Fear and trembling» ο Κίρκεγκααρντ, εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον, είχε
απλώς προεόρτια μιας Πάρκινσον, αλλά τα πολύ πιο συγκροτημένα και σεβαστά επιχειρήματά
του ας μην τα μεταφράσουμε** αν δεν παραστεί λόγος στην συζήτηση.
*Προσωπικά το μόνο που βλέπω να προσφέρει ένα τέτοιο παραλήρημα είναι να εξηγεί γιατί υπάρχουν άνθρωποι στους
οποίους όντως κάτι προσφέρουν οι ταμπέλλες του Ντώκινς που αναφέραμε στη σελ.126 Ο Ρώσσος μεγιστάνας με
τις ταμπέλες της σελ.126 έχει ακούσει διαφορετικό κήρυγμα προφανώς…
**Εκ του Mount Bushmore, Act 3 που αναφέραμε στην 3η υποσημ. της προπροηγούμενης σελίδας
Σαν άλλα τέτοια περίφημα τρελλά ας βάλουμε το εξής περίφημο του Μαρκ Τουαιν. Για μετάφραση θα πω σε λίγο:
………… An aged stranger entered and moved with slow and noiseless step up the main aisle, his eyes fixed upon the
minister, his long body clothed in a robe that reached to his feet, his head bare, his white hair descending in a frothy
cataract to his shoulders, his seamy face unnaturally pale, pale even to ghastliness. With all eyes following him and
wondering, he made his silent way; without pausing, he ascended to the preacher's side and stood there waiting. With
shut lids the preacher, unconscious of his presence, continued with his moving prayer, and at last finished it with the
words, uttered in fervent appeal, "Bless our arms, grant us the victory, O Lord our God, Father and Protector of our
land and flag!"
The stranger touched his arm, motioned him to step aside -- which the startled minister did -- and took his place.
During some moments he surveyed the spellbound audience with solemn eyes, in which burned an uncanny light; then
in a deep voice he said:
"I come from the Throne -- bearing a message from Almighty God………….
"You have heard your servant's prayer -- the uttered part of it. I am commissioned of God to put into words the other
part of it -- that part which the pastor -- and also you in your hearts -- fervently prayed silently. And ignorantly and
unthinkingly? God grant that it was so! You heard these words: 'Grant us the victory, O Lord our God!' That is
sufficient. the *whole* of the uttered prayer is compact into those pregnant words. Elaborations were not necessary.
When you have prayed for victory you have prayed for many unmentioned results which follow victory--*must* follow
it, cannot help but follow it. Upon the listening spirit of God fell also the unspoken part of the prayer. He commandeth
me to put it into words. Listen!
"O Lord our Father, our young patriots, idols of our hearts, go forth to battle -- be Thou near them! With them -- in
spirit -- we also go forth from the sweet peace of our beloved firesides to smite the foe. O Lord our God, help us to tear
their soldiers to bloody shreds with our shells; help us to cover their smiling fields with the pale forms of their patriot
dead; help us to drown the thunder of the guns with the shrieks of their wounded, writhing in pain; help us to lay waste
their humble homes with a hurricane of fire; help us to wring the hearts of their unoffending widows with unavailing
grief; help us to turn them out roofless with little children to wander unfriended the wastes of their desolated land in
rags and hunger and thirst, sports of the sun flames of summer and the icy winds of winter, broken in spirit, worn with
travail, imploring Thee for the refuge of the grave and denied it -- for our sakes who adore Thee, Lord, blast their
hopes, blight their lives, protract their bitter pilgrimage, make heavy their steps, water their way with their tears, stain
the white snow with the blood of their wounded feet! We ask it, in the spirit of love, of Him Who is the Source of Love,
and Who is the ever-faithful refuge and friend of all that are sore beset and seek His aid with humble and contrite
hearts. Amen. (*After a pause.*) "Ye have prayed it; if ye still desire it, speak! The messenger of the Most High waits!"
It was believed afterward that the man was a lunatic, because there was no sense in what he said.
Twain apparently dictated it around 1904-05; it was rejected by his publisher, and was found after his death among his
unpublished manuscripts. It was first published in 1923 in Albert Bigelow Paine's anthology, Europe and Elsewhere.
The story is in response to a particular war, namely the Philippine-American War of 1899-1902, which Twain opposed.
See Jim Zwick's page "Mark Twain on the Philippines" for more of Twain's writings on the subject.
269
Για μετάφραση μέρος αυτού πατάμε στο:
http://www.pi-schools.gr/download/lessons/history/lykeio/history_c_gen/math/sel_53_74.pdf
Για μετάφραση ολόκληρου, αλλά μέσω αυτοματισμού, όχι άψογη (καθόλου μάλιστα ) βάζουμε στο
γκουγκλ τις λέξεις Η Προσευχή του πολέμου του Μαρκ Τουέιν
Τέλος, σε αυτά ας επαναλάβουμε από την σελ.126 και την παλιά τάση κάποιων Αμερικανών να
παρομοιάζουν την πορεία προς Φαρ Ουέστ με πορεία Εβραίων στην έρημο, και την γενοκτονία
Ινδιάνων με ευλογημένη γενοκτονία κατοίκων της γής Χαναάν κλπ, όπως π.χ. την φυλή
Πήκουοτ που Πουριτανοί εξόντωσαν με τρόπο «εμπνευσμένο» από την εξόντωση των
Αμαληκιτών (την ώρα που έλειπαν οι άντρες στα χωράφια έκλεισαν τα γυναικόπαιδα στις σκηνές
τους και τα έκαψαν , θεωρώντας ότι ο Θεός χαίρεται όσο τότε με τους Αμαληκίτες στους
οποίους οι Εβραίοι έκαναν το ίδιο) Ο Μέλβιλ το θεώρησε άγος το οποίο υπενθύμισε δίνοντας το
όνομα «Πήκουοτ» στο πλοίο του κάπταιν Άχαμπ στο «Μόμπυ Ντικ», βλ. Τσόμσκυ «Έτος 500.
Η κατάκτηση συνεχίζεται», και Ταρικ Αλι «Σταυροφορίες και τζιχάντ»). Βλ. και το άρθρο του
Γιανναρά που κατεβαίνει στο γκουγκλ με τις λέξεις το, έτσι και αλλιώς, συναρπαστικό βιβλίο του
George Steiner, για τον θαυμάσιο τρόπο που αντλεί για τους Έλληνες επισημάνσεις και από
αναλογίες με τους Εβραίους και από διαφορές…
Ξαφνικά, την ίδια μέρα, λάβαμε από τον Ζέφυρο δυο συνέχειες της συνομιλίας των δυο
χαρακτήρων που είχαμε δει τις σελίδες 2-11. Ας τις δούμε εδώ και τώρα:
(αλλά, πριν τις ξεκινήσουμε, ας βάλουμε εδώ μια φράση που, προσωπικά, μας έκανε τη
μεγαλύτερη εντύπωση σε όλη τους την έκταση)
…Δεν μπορείς να γίνεις μεγάλος και σοβαρός συγγραφέας εάν δεν γίνεις πρώτα μεγάλος εθνικός συγγραφέας.
Φαίνεται ότι η γλώσσα είναι άμεσα συνδεδεμένη με τις συγκινήσεις τις βαθύτερες και πως αυτές οι
υπαρξιακές, οι πυρηνικές συγκινήσεις, αυτά τα αρχετυπικά μνημονικά συμπλέγματα εκφράζονται άμεσα και
τελειότερα στη γλώσσα που αρχικώς αποτυπώθηκαν…
Μια συνομιλία .
ΙΙ
Έχουν περάσει αρκετές μέρες από τη συνάντηση των δύο φίλων και η ατμόσφαιρα στη χώρα παραμένει
η ίδια όπως τα τελευταία 2 χρόνια. Οι Έλληνες ψάχνονται να δουν πως έφτασε η χώρα σ’αυτά τα χάλια,
ενώ οι ηγέτες τους επιμένουν να θεωρούν ότι αυτοί μονάχα είναι ικανοί να οδηγήσουν την Ελλάδα σε
όρμο ασφαλή. Πιστεύουν φαίνεται, καλώς ή κακώς, στο αρχαίο ρητό «ο τρώσας και ιάσεται»! Κάποιοι
από τους πολίτες μελετούν επισταμένα οικονομία. Κάποιοι άλλοι Ιστορία, μπας και βγάλουν κάποια
άκρη. Η πλειοψηφία διαβάζει τον καθημερινό τύπο και ακούει τηλεόραση. Κάποιοι δεν έχουν ούτε
τηλεόραση, ούτε σπίτι, ούτε φαγητό και περνούν τη ζωή τους στα συσσίτια και τα παγκάκια. Οι δύο
φίλοι ξαναβρίσκονται κάτω από την ελιά του Πλάτωνα, αλλά δεν μένουν για πολύ. Μια ανοιξιάτικη
μπόρα τους αναγκάζει να βρουν καταφύγιο σε ένα παρακείμενο καφενείο.
- Ε, λοιπόν, θα ήθελα να επανέλθουμε στην πλατωνική φράση με την οποία έκλεισες τη
τελευταία μας συζήτηση
- Την αναφέρει ο Αθηναίος συζητητής των Νόμων προς τον Κλεινία Κρητικό και τον
Μέγγιλο Πελοποννήσιο. Στην ουσία συζητάνε για τους νόμους που θα διέπουν την
πόλη που πρόκειται να δημιουργηθεί. Αυτή η πόλη δεν έχει καμία σχέση με την
Πολιτεία, την οποία ο Πλάτων είχε σχεδιάσει πριν πολλά χρόνια. Τονίζει, λοιπόν, ότι η
επιτυχία οιασδήποτε νομοθεσίας εξαρτάται από το Θείον, την τύχη και την τέχνη. Οι
τυχαίες συμπτώσεις και συμφορές είναι αυτές τελικά που νομοθετούν και όχι οι
άνθρωποι – τύχαι δε και συμφοραί… νομοθετούσι! Ο πόλεμος λ.χ. ή η έλλειψη πόρων
που οφείλεται σε τρομερή φτώχεια ανατρέπει τα πολιτεύματα.
270
- Μπορούμε, δηλαδή, να περιμένουμε μια αλλαγή νομοθεσίας στην Ελλάδα σήμερα,
λόγω αυτής της οικονομικής κρίσης.
- Βέβαιως. Πολλοί μιλάνε για αναθεωρητική Βουλή, για συντακτική συνέλευση κ.λ..,
αλλά στους Νόμους, ο Πλάτων τονίζει ότι κανείς θνητός δεν νομοθετεί, σχεδόν όλα
ανεξαιρέτως τα ανθρώπινα πράγματα δεν είναι παρά αποτέλεσμα τυχαίων γεγονότων.
- Τόσο λίγη, λοιπόν, σημασία δίνει ο Αθηναίος φιλόσοφός μας στην ανθρώπινη ύπαρξη;
- Πρόσεξε, αφ’ ενός επιμένει ότι ο άνθρωπος πρέπει να αντιμετωπίζει με άκρα φροντίδα
οτιδήποτε σχετίζεται με το βίο του, από την άλλη θεωρεί ότι δεν είναι άξιο φροντίδας
οτιδήποτε έχει να κάνει με αυτόν τον βίο. Πάντως ότι η ζωή του ανθρώπου δεν είναι
κάτι σπουδαίο και ότι ο ίδιος είναι άθυρμα στα χέρια του θείου, ως θεού τι παίγνιον …
μεμηχανημένον, είναι γεγονός.
- Τυχαία λοιπόν γεγονότα καθορίζουν τη ζωή μας που, αν και δεν έχει και μεγάλη αξία
αυτή καθ’εαυτή, πρέπει όσο ζούμε να προσπαθούμε να τη φροντίζομε.
- Ακριβώς.
- Ίσως όμως θα πρέπει να φτάσεις σε προχωρημένη ηλικία για να καταλήξεις σ’αυτό το
σημείο. Εδώ θα ήθελα να σου πω μια εμπειρία μου που επιρρωνύει τη φράση του
Πλάτωνος που τόσο μου έκανε εντύπωση, εννοώ το τυχαίο στη ζωή. Αλλά ας γίνω
ευκρινέστερος. Πάει λίγος καιρός που κάθισα να καταλογοποιήσω την αλληλογραφία
μου. Μια αλληλογραφία που φτάνει πίσω σχεδόν έως την εφηβική μου ηλικία.
Επιστολές φίλων, επιστολές των γονιών μου, σημειώματα ημερολογίου, γεγονότα,
αισθήματα και εντυπώσεις κ.τ.λ.
- Θα μου πεις ότι τα κράτησες όλα αυτά τα χρόνια;
- Ακριβώς, τόσα χρόνια. Δεν πέταξα ούτε ένα γράμμα, ούτε ένα χαρτάκι. Λοιπόν,
διαβάζοντας 50 χρόνια αλληλογραφίας, συνειδητοποίησα ορισμένα πράγματα.
- Να τα ακούσω
- Ε, πως οι μεγάλες καμπές της ζωής μου έγιναν τυχαία, απολύτως τυχαία. Η ζωή μου θα
ήταν κάτι άλλο τελείως διαφορετικό αν δεν συνέβαιναν όσα συμβήκανε, αν δεν
συναντούσα όσους συνάντησα, εάν ιστορικά γεγονότα δεν άλλαζαν την πορεία μου
κ.τ.λ.
- Και πού, καλέ μου φίλε, σε όλη αυτή τη λαίλαπα τυχαιοτήτων και συμπτώσεων στέκει η
δική σου παρέμβαση
- Εδώ είναι το ερώτημα. Πού; Άφησέ με να καθαρίσω λίγο τη λαίλαπα αυτή που λες διότι
μα την αλήθεια ακόμα δεν το έχω ξεκαθαρίσει. Τι ρόλο έπαιξε η δική μου βούληση
στο πέλαγος του τυχαίου;
- Με άλλα λόγια, παρ όλο ότι γεννήθηκες στην Ανατολή, δεν πιστεύεις στη μοίρα, στο
γραμμένο, στο πεπρωμένο, την ειμαρμένη..
- Τώρα που το αναφέρεις, τα τυχαία γεγονότα, μπορεί κανείς να τα αναγνώσει, να τα
αντιληφθεί, τέλος πάντων να τα πάρει σαν μια σειρά προδιαγεγραμμένων από τη
μοίρα καταστάσεων. Μπορεί να θεωρήσεις τυχαία τα τυχαία και γραμμένα και πάλι τα
τυχαία. Αλλά ας γυρίσω στο ζήτημα της προσωπικής βούλησης, του προσωπικού
σχεδιασμού. Τι ρόλο παίζει ρωτάς μέσα στη λαίλαπα της τυχαιότητας………………………….
271
- Συγγνώμη που θα σε διακόψω, αλλά πρέπει να σου πω ότι κατέγραψα την τελευταία
μας συζήτηση και την έστειλα στον φίλο μας τον Γιάννη. Δεν θα αναφερθώ σε εύρος
στις παρατηρήσεις που μου έκανε, αλλά απλώς θα σου πω ότι με έκανε να δω τους
εαυτούς μας από ένα πρίσμα διαφορετικό.
- Και τι είδες από τους εαυτούς μας;
- Να, σαν δυο «ορθολογιστές» αστούς που τυρβάζουν θεωρητικά και αναλύουν τις
σχέσεις μας με τους ευρωπαίους. Δυο αποστασιοποιημένοι άνθρωποι που
αναφέρονται στον Πλάτωνα και τη φιλοσοφία της Ιστορίας.
- Και τι θέλεις ακριβώς να πεις;
- Ε, ο Γιάννης απάντησε και γραπτώς! Και απάντησε αναφέροντας λόγια ποιητών, λόγια
ηγετών, λόγια πολιτικών που δεν υπέκυψαν στη βία και αντιστάθηκαν σε καταστάσεις
που μπορούμε να θεωρήσουμε παρόμοιες ή και πολύ χειρότερες από αυτές που
ζούμε σήμερα…* Τέλος πάντων, ας έρθουμε σ’αυτό που μας λέει. Μας λέει: βρε σεις,
ιδού πως πρέπει να αντιταχθούμε σε αυτούς που σήμερα ενώ δηλώνουν φίλοι και
εταίροι μας ουσιαστικά αποζητούν τον εξευτελισμό και αφανισμό μας! Και εσείς
αγαπητοί φίλοι που συζητάτε κάτω από την Ελιά του Πλάτωνος, και προσπαθείτε να
δομήσετε την κουβέντα σας με τρόπο υποτίθεται ορθολογικό, ακούστε την αυθεντική
κραυγή αντίστασης που βγάζει ένας Σηάτλ, ένας Ελύτης, ένας Αλιέντε, και τόσοι και
τόσοι που η ιστορία τούς ξέρει μόνο με τα μικρά τους ονόματα , που λέει και το
τραγούδι, μέσα από προσπάθειες που δεν φαίνονται μέσα στο γενικό κουρνιαχτό που
σκεπάζει το πνεύμα και την ψυχή μας σήμερα κ.τ.λ. Σου το έφερα το κείμενο του.
Ιδού, κι αν έχεις χρόνο διάβασέ το και κάνε τις παρατηρήσεις σου.
- Θα το διαβάσω
- Θα ήθελα επίσης να σου πω ότι το κείμενο του Γιάννη με κάνει να σκέπτομαι ότι η
συζήτησή μας που αναφερόταν στο ζήτημα ανάμεσα σε μας τους Έλληνες και τους
φαουστικούς ανθρώπους, τους ανθρώπους της Δύσης, υπάρχει μέγα ρήγμα,
αξεπέραστες διαφορές νοοτροπίας. Και πρέπει να ομολογήσω, τώρα που
ξανασκέφτομαι τις κουβέντες μας, ότι αν και σημείωσες τα τραγικά χαρακτηριστικά
του Dr Faustus, τελικά του έδωσες εύσημα. Είναι οργανωμένος, φιλόπονος, υπακούει
*Εδώ αφαιρέσαμε κάποιο σχόλιο για τον υποφαινόμενο (Γ.Α.) , τον υπέυθυνο του σάιτ (δεν λέμε αν ήταν θετικό ή
αρνητικό ή εκτός θέματος, διότι αφ’ενός ο γράφων έχει πει τόσα και τόσα που για τα μεν αρνητικά ο αναγνώστης έχει
ήδη σχηματίσει γνώμη, τα δε θετικά, σε πλαίσιο παρουσιάσεων που αποσκοπούν σε παρέμβαση στο σημερινό χάλι,
δεν έχουν λόγο να λέγονται χωρίς να έχουν ήδη βοηθήσει και ξαναβοηθήσει σε κατι χειροπιαστά καλό) Είμαστε σε
εποχή που, γενικώς, καλά σχόλια για οποιονδήποτε γεννάνε, ή πρέπει να γεννάνε, σκέψεις του τύπου που είναι
γνωστός ως «Σαν θα ελευθερωθεί η Κρήτη…» χωρίς να πολυδίνεται συνέχεια, και τα κακά επίσης, εκτός και αν
εστιάζονται στο αντίστοιχο αρνητικό, οπότε αρκεί να λέγονται και να ακούγονται άπαξ .Tέλος πάντων αφού, όπως
είναι σαφές, με τον Ζέφυρο γνωριζόμαστε, δεν είν’ανάγκη τα προσωπικά σχόλια, θετικά ή αρνητικά, να μπαίνουν και
στο κείμενο εκτός αν υπάρχει λόγος (π.χ. αν αυτό θα λειτουργούσε σε κάτι) Αν υπάρχει προσωπική ανάγκη τα βάζουμε
σε η-μέιλ. Εν κατακλείδι, και προσωπικά, τον παρόντα διάλογο τον ορίζω σαν διάλογο κειμένων , όχι φράσεων. Στο
τέλος-τέλος, στο «δια ταύτα», ίσως (απλώς ίσως) να πάρει και τη μορφή διαλόγου φράση-φράση.
ΥΓ: Όπως είναι προφανές στο όλο παρόν σάιτ , η αναβολή χαρών όπως οι έπαινοι ή οι τσακωμοί μέχρι «…να
ελευθερωθεί η Κρήτη», που λέει κι ο πληρέστερος στίχος «Σαν θα ελευθερωθεί η Κρήτη θα γελάσω», δεν
περιλαμβάνει το γέλιο. Αυτό δεν το αναβάλλουμε πουθενά στο παρόν σάιτ, ούτε σε κανένα άλλο μας σάιτ (κι ως
γνωστόν, το γεγονός ότι ο καπετάν Μιχάλης, που έλεγε την φράση αυτή, ανέβαλλε και το γέλιο, δεν σημαίνει ότι το
ανέβαλλε κι ο Καζαντζάκης, ο οποίος στις παρέες του εθεωρείτο ως οπαδός της «γελωτοθεραπείας»)
272
- στους νόμους και εφαρμόζει τους νόμους, ενώ εμείς είμαστε γι αυτούς άναρχοι,
συναισθηματικοί, ανοργάνωτοι και αδιάφοροι, ενώ οι πολιτικοί μας, καθώς και τμήμα
του λαού, πονηροί, κλέφτες και αδιάφοροι για το κοινό καλό. Οπότε, τι να κάνουμε;
Θα υποστούμε τις συνέπειες! Αυτές που τώρα βιώνουμε!
- Μη και δεν είμαστε τέτοιοι;
- Κοίταξε, οι γενικεύσεις και το απόλυτο δεν μου πάνε.
- Αμφισβητείς δηλαδή ότι έχουν κάποια αλήθεια οι γνώμες των Δυτικών για μας;
- Τους γνώρισα κι από κοντά και ξέρω μέχρι πού αληθεύουν τα κατηγορήματα που τους
αρέσει να τα ακούνε: περί τιμιότητας, λόγου, ηθικής και τα τέτοια. Δεν αμφισβητώ
βέβαια ένα και μόνον πράγμα: την ανικανότητα, το χαμηλό επίπεδο, τη βουλιμία, την
πονηρία της δικής μας πολιτικής τάξης. Αρκεί να τους δεις στα έδρανα της Βουλής.
Μουτσούνες, οι περισσότερες, που δείχνουν και αντανακλούν ελεεινές ψυχές. Αυτό
δεν το αμφισβητώ
- Μα η πολιτική τάξη έχει βγει από τον ίδιο το λαό.
- Δηλαδή, θέτεις και πάλι το ερώτημα αν το αυγό έκανε την κότα ή η κότα το αυγό. Μα,
τελικά, η κότα έκανε το αυγό αφού προηγουμένως ενώθηκε ωάριο – σπερματοζωάριο.
Σίγουρα δεν το έκανε από μόνη της. Αλλά επιστρέφοντας στους πολιτικούς μας, είναι
βέβαιο ότι οι αρχηγοί τους επιλέχθηκαν
από τους τίμιους φαουστικούς
υπερανθρώπους και έχουν επιβληθεί ως οι μοναδικοί σωτήρες!
- Τώρα γίνεσαι απόλυτος
- Ίσως, αλλά θεωρώ τους περισσότερους πολιτικούς και τους περί αυτών, αυτό που ο
Jean Ziegler, ο Ελβετός πολιτικός που έτυχε να γνωρίσω στη Γενεύη, αποκαλεί
compradores!
- Δηλαδή;
- Την περίοδο της αποικιοκρατίας – και δεν νομίζω η Ελλάδα σήμερα να απέχει από το
να παραμένει ένα προτεκτοράτο – οι ξένοι άρχοντες είχαν ανάγκη από αυτόχθονες να
κάνουν τη δουλειά τους. Τους έδωσαν προνόμια, τους έδωσαν κάποιες ουσιαστικές
λειτουργίες εσωτερικής διοίκησης, τους εξαγόρασαν και τους αλλοτρίωσαν την εθνική
τους συνείδηση, ώστε καλά και άξια να υπηρετούν τα συμφέροντα των Μεγάλων
Δυνάμεων. Σήμερα, τα κράτη αυτά και η Ελλάδα μαζί τους, κυριαρχούνται από το ξένο
κεφάλαιο και μεγάλες εταιρείες που έχουν κι αυτές του αυτόχθονες compradores
τους, τους «εξαγορασμένους τους». Πολλοί από τους πολιτικούς μας και τους
δημοσιογράφους μας και τους ακαδημαϊκούς διδασκάλους μας ανήκουν σ αυτή την
τάξη. Δεν θέλω βέβαια να γενικεύσω, αλλά αυτό είναι μία πραγματικότητα. Και
βέβαια, δεν επιτρέπω σε κανέναν Dr Faustus, αυτόν τον ίδιο λ.χ. Dr Siemens, που
έκνομα και ανήθικα χρημάτισε τοπικούς compradores, να μιλάει για προτεσταντική
ηθική!
- Φοβάμαι ότι ξεφύγαμε σε απλουστευμένα in extremis γνωστά κλισέ, που ωστόσο, και
αυτό δεν το αμφισβητώ, ενέχουν κάποιες αλήθειες. Ας επιστρέψουμε όμως σ’αυτό
που θεωρώ βασικό ζήτημα. Τον χαρακτήρα των Ελλήνων, τη συμπεριφορά τους, τον
πολιτισμό τους. Αυτό νομίζω είναι κάτι που πρέπει να το συζητήσουμε εκτενέστερα.
Δε συμφωνείς;
273
- Απολύτως. Και αυτό πρέπει να κάνουμε.
- Μήπως θα πρέπει να μιλήσουμε πρώτα για τον άνθρωπο και μετά για τον Έλληνα;
- Θα προτιμούσα το αντίστροφο. Ας προχωρήσουμε επαγωγικά. Ας δώσουμε έναν
ορισμό γι αυτόν τον Έλληνα. Θέλω να σου πω τα εξής σχετικά με το ζήτημα. Όπως
ξέρεις, οι γιοι μου έχουν κατά το ήμισυ ελβετικό αίμα, αλλά και η γυναίκα μου,
Ελβετίδα, έχει κατά το ¼ ρωσικό αίμα. Όταν τίθεται το ερώτημα ποιος είναι Έλληνας
προστρέχω στα παιδιά και στοχάζομαι. Αν ζούσαμε στην Ελβετία, η παιδεία τους θα
ήταν ελβετική. Ζουν στην Ελλάδα και η παιδεία τους είναι ελληνική. Αρκεί αυτό,
άραγε, για να αισθανθούν Έλληνες; Αρκεί το σχολείο και όσα βλέπουν γύρω τους για
να πουν: είμαι Έλληνας; Τι σημαίνει αυτός ή εκείνη είναι Έλληνας ή Ελληνίδα;
- Έχεις κάποια απάντηση;
- Μια κάποια απάντηση νομίζω πως την έχω. Κάποτε, αναφέρει ο Παπανούτσος…
- Πού τον θυμήθηκες, αλήθεια, τον Παπανούτσο;
- Α, θα πρέπει να σου πω ότι άνθρωποι σαν τον Παπανούτσο, τον Γεωργούλη, τον Γληνό,
τον Συκουτρή, ασχέτως σε ποια πολιτική παράταξη ανήκουν και ασχέτως αν κάποτε
κάποιοι από αυτούς δείχνουν απόλυτοι στις πεποιθήσεις τους , άσχετα αν συμφωνείς
ή διαφωνείς με κάποιες από τις θέσεις τους, είναι για μένα φωτεινοί σηματοδότες και
μεγάλοι λαϊκοί παιδευτές. Άνθρωποι που με τα γραπτά τους πλουταίνουν τη γλώσσα
μας και θερμαίνουν τις σκέψεις μας κι ας έχουν ζήσει σε μια εποχή που μοιάζει
εντελώς ξένη για τους νέους σήμερα... Η ελληνικότητά μου, όποτε τους διαβάζω,
αναβαθμίζεται και συνειδητοποιείται περισσότερο. Αυτούς τους ανθρώπους τους
αποκαλώ Vieille Grece! Με άλλα λόγια, μια Ελλάδα ενός χαμένου πια ήθους και
αντιπροσώπους μιας χαμένης δημιουργικής μειονότητας (creative minority) του
έθνους που η μοίρα μας δεν άφησε ποτέ να αντρειωθεί σ’αυτό τον τόπο. Τέλος
πάντων, ο Παπανούτσος, λοιπόν, αναφέρει σε κάποιο δοκίμιό τους, ότι ο
Κωνσταντίνος Ρωμαίος, ένας άλλος σοφός Έλληνας αρχαιολόγος, σε κάποιο
απομακρυσμένο χωριό, βρέθηκε σε μια ταβέρνα όπου μεγάλος καυγάς είχε ξεσπάσει.
Ένας γεροδεμένος, μαυριδερός νέος φώναζε με όλη τη δύναμη του ότι είναι
«Έλληνας»: Βαφτίστηκα, έλεγε, πήγα στο στρατό, ελληνική είναι η γλώσσα μου, πώς
τολμάτε και μου λέτε ότι δεν είμαι Έλληνας; Όχι, του απαντούσαν οι άλλοι, τσιγγάνος
είσαι! Και δείχνοντας τον Ρωμαίο που μόλις είχε μπει στη ταβέρνα: Ας μας πει ο
δάσκαλος αν οι γύφτοι είναι Έλληνες!!. Ο Ρωμαίος τον κοίταξε καλά, θαύμασε την
κορμοστασιά του και τη φλόγα του και τον ρώτησε: Θες να είσαι Έλληνας; Ναι,
αποκρίθηκε εκείνος. Ε, λοιπόν, είπε ο Ρωμαίος, είσαι Έλληνας! Και ο Παπανούτσος
συμπληρώνει με τρία ερωτήματα το κείμενό του: Πιστεύουμε ότι είμαστε Έλληνες;
Θέλουμε να είμαστε Έλληνες; Μπορούμε να είμαστε Έλληνες;
- Το τελευταίο αυτό…
- Α, ναι, το τελευταίο αυτό : μπορούμε να είμαστε έλληνες; Μεγάλη κουβέντα! Εάν
λοιπόν απαντηθούν καταφατικά αυτά τα ερωτήματα, έχομε μια ιδέα του ζητήματος
της ελληνικότητας ασχέτως βιολογίας, ράτσας και αίματος κ.τ.λ. .. Ρώτησα και τους
γιους μου, και τα παιδιά λοιπόν απάντησαν καταφατικά σ αυτά τα ερωτήματα. Και
δεν είναι βέβαια το σχολείο που τους το γέννησε μέσα τους. Είναι και κάτι άλλο. Είναι,
274
-
-
-
-
-
-
-
για να αναχθούμε στον Dr.K και την αυτοψυχογνωσία, ίχνη μνήμης μέσα τους που
ενεργοποιούνται από τη συνεχή παραμονή σ αυτό τον τόπο. Το genius loci παίζει
επίσης σημαντικότατο και καθοριστικό ρόλο. Αν ζούσαν στην Ελβετία, άλλα ίχνη θα
ξυπνούσε μέσα τους το πνεύμα του τόπου…. Είναι και η μάνα τους, πέρα απ όλα, που
νιώθει Ελληνίδα τώρα και 36 χρόνια, από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι της
σ’αυτή τη γη.
Μίλησες για το genius loci και μου θύμισες τη θεωρία του Fernand Braudel!
Τι λέει λοιπόν αυτή η θεωρία, πολυμαθέστατε άνθρωπε;
Τρία στοιχεία καθορίζουν την ιδιομορφία ενός πολιτισμού. Πρώτα απ’όλα ο
γεωγραφικός χώρος, το πνεύμα του τόπου όπως το λες εσύ. Στη συνέχεια είναι τα
δάνεια που εξάγονται από έναν πολιτισμό και γίνονται δεκτά από έναν άλλον. Τρίτο
στοιχείο οι αρνήσεις, η άρνηση τουτέστιν ενός πολιτισμού να δεχτεί από έναν άλλον
πνευματικά προϊόντα.
Είναι, αν δεν κάνω λάθος αυτό που είχαμε πει. Οι Έλληνες έχουν δεχτεί το αρχαίο
ελληνικό πνεύμα, το ρωμαϊκό δίκαιο, τη βιβλική ηθική και εσχατολογία, την παπική
επανάσταση και την λουθηριανή μεταρρύθμιση; Ανήκουν με άλλα λόγια στον δυτικό
πολιτισμό όπως τον εκλαμβάνουν οι περισσότεροι εταίροι μας;
Εδώ θα σου αναφέρω κάτι που είπε, επί λέξει ο Braudel ως παράδειγμα ενός
πολιτισμού ο οποίος αρνείται τα πνευματικά προϊόντα ενός άλλου: «το 1453 η
Κωνσταντινούπολη δεν θέλει να σωθεί από τους Λατίνους, αυτούς τους μισητούς
μισο-αδελφούς, και προτιμά τον Τούρκο»
Κι εγώ θα σου πω για έναν συγγραφέα, τον Στέφανο Ξένο, που είχε πει σε ένα
εμβριθέστατο και τεκμηριωμένο από κάθε πλευρά άρθρο του στον Βρετανικό Αστέρα,
το 1861, ότι αν δεχόμασταν τους Λατίνους θα είχαμε εξαφανιστεί! Στην Ανατολή
επιζήσαμε γιατί ήμασταν ανώτεροι. Φοβάμαι ότι δεχόμενοι τα δάνεια υποτασσόμεθα
και στον πολιτισμό που τα δημιούργησε, όπως σήμερα γονατίζουμε ενώπιον των
πιστωτών μας.
Αυτό θα μου επιτρέψεις να σου πω ότι εξαρτάται από τι έχεις στις αποσκευές σου ως
παράδοση και πόσο αυτή η παράδοση έχει τη δυνατότητα να αφομοιώσει τα δάνεια
χωρίς να υποκύψει ολοκληρωτικά.
Δεν έχεις παρά να δεις γύρω σου σήμερα στην Ελλάδα. Τα δάνεια από την Ευρώπη και
την Αμερική έγιναν εμπεδωμένες συνήθειες και τρόποι καθημερινής αντίδρασης στη
ζωή μας. Ίσως ο Γιανναράς να έχει δίκιο όταν πριν 35 χρόνια έγραφε για τη Revanche
της Ευρώπης!
Για θύμισε μου τα λόγια του;
Α, ήταν η εποχή που πορευόμασταν και έτοιμοι ήμασταν να μπούμε στην Ευρωπαϊκή
Κοινότητα! Οικονομία, πολιτικοί θεσμοί, άμυνα, παιδεία της χώρας, όλα συζητιούνταν
τότε! Μεγάλη διέγερση είχε καταλάβει τους πάντες. Πολλοί μιλούσαν ότι θα ήταν le
salut de la Grece! Και λέει τότε ο Γιανναράς: Μήπως, βρε παιδιά, ο τρόπος που
εισερχόμαστε στην Ευρώπη πραγματώνει την revanche της Ευρώπης; Αυτή η ατίθαση
Ελληνική Ανατολή πόσο τους ταλαιπώρησε τόσους αιώνες! Το 1204 νόμισαν πως την
είχαν επιτέλους καταβάλλει κι αργότερα, στα 400 χρόνια της δουλειάς την είχαν
275
-
-
-
-
ξεχασμένη. Τους ενοχλούσε η ρωμιοσύνη! Αλλά αυτή η ρωμιοσύνη φαίνεται πια να
έχει τελειώσει. Πάνε οι κοινότητες της Πόλης, της Σμύρνης, της Αιγύπτου, της Ιωνίας ο
πανάρχαιος ελληνισμός, πάνε, χάθηκε και η μισή Κύπρος. Σκορπίστηκε το πλήθος των
υπερόριων Ελλήνων στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, πάει η creative minority, που
λέει και ο Toynbee ότι διοικεί και κατευθύνει τα έθνη! Και να που τώρα επιτέλους
γυρίσαμε προς αυτούς και τους είπαμε : σώστε ό,τι απομένει απ αυτή τη ρωμιοσύνη.
Κι εμείς, έλεγε ο Γιανναράς, πάντα αισιόδοξοι, ωραιολόγοι και ανυποψίαστοι! Πριν 35
χρόνια! Αλήθεια, η μισή μας η ζωή, φίλε! Τριάντα πέντε ολόκληρα χρόνια έχουν
περάσει από τότε! Η Ιστορία μας την έφερε και πάλι… Όσο για τον Γιανναρά, τα λόγια
του εγκλείουν αλήθειες…
Ναι, αλλά δεν παύει να έχει, πολλές φορές, απόλυτες θέσεις.
Ω, τον γνώρισα προσωπικά αυτόν τον άνθρωπο και είχα τη χαρά να τον καλέσω να
φάμε εδώ στο Τρίκλινο και να μιλήσουμε. Όταν τον συναναστραφείς από κοντά δεν
έχουν τα λόγια του καθόλου το απόλυτο των γραπτών του. Παράξενο, δεν είναι;
Βέβαια δεν αρνείται την πίστη του στη Ρωμιοσύνη, δεν το αρνείται, το παραδέχεται
και σ εκείνο το παλαιό άρθρο του. Το λέει ο ίδιος, πως όσα γράφει δεν έχουν να
κάνουν με την πολιτική της εποχής, με τις διεθνείς σχέσεις ή ακόμα και την οικονομική
επιβίωση του τόπου. Τότε γιατί, αναρωτιέται, να γράφονται όλα αυτά; Και απαντά: για
να σώζεται επιτέλους κάτι κι από τη στενοκέφαλη παλαβομάρα εκείνων των
«φανατικών» βυζαντινών καλόγερων που καταξίωναν την αλήθεια περισσότερο κι
από την ελευθερία, και προτιμούσαν φακίολον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν
λατινική! Ξεσπά σε έναν απεγνωσμένο λυρισμό, λέγοντας πως όσα γράφει είναι ένας
λυγμός στη μνήμη της χαμένης Ιωνίας, στη μνήμη της χαμένης Κύπρου, στη μνήμη της
πνευματικής μας μάνας, της χαμένης ρωμιοσύνης! Νομίζω πως αυτές οι φράσεις
καθόρισαν και το υπόλοιπο της πορείας του και της πνευματικής του προσφοράς.
Η ρωμιοσύνη!
Θυμάμαι τη ζωή μας, εμάς των Ελλήνων της Αιγύπτου. Πολλές φορές είχα ακούσει την
ερώτηση: Ρωμιός είσαι; Δεν την ξανάκουσα ποτέ έξω από τα όρια της ζωής μου εκεί.
Συνήθως μας αποκαλούσαν και οι Άραβες με το όνομα Ρούμι ή Γιουνάνι, Ρωμιούς
δηλαδή ή Ίωνες. Πολλά χρόνια αργότερα διάβασα ένα κείμενο του Patrick Leigh
Fermor με τίτλο: Το ελληνορωμαϊκό δίλημμα ! Νομίζω πως πρέπει κανείς να το
μελετήσει αυτό το κατατοπιστικότατο κείμενο γραμμένο από έναν συγγραφέα που
αγάπησε την Ελλάδα.
Θύμισε μου το, διότι αν μελετάμε τις πολιτισμικές διαφορές μας με τους φαουστικούς
ανθρώπους, θα πρέπει προηγουμένως να μελετήσουμε την εσωτερική μας διχοστασία
ώστε να δούμε πόσο ρωμιοί ή πόσο έλληνες παραμείναμε και ποια είναι τα
πολιτισμικά χαρακτηριστικά του ρωμιού και ποια του Έλληνα και στη συνέχεια να τα
αντιπαραβάλλομε με εκείνα του πουριτανού προτεστάντη - καλβινιστή αφ ενός και
του καθολικού αφ ετέρου και να δούμε μπας και βρεθεί κάποιος κοινός τόπος.
Πολύ καλά λοιπόν. Ας δούμε πώς το αντιμετωπίζει ένας ξένος, ένας Άγγλος το ζήτημα
αυτό. Το κείμενο είναι αρκετά αναλυτικό. Θα σταθώ σε ορισμένα σημεία που καλώς ή
κακώς αποτελούν τον πυρήνα της σκέψης του Φέρμορ. Έλλην, λέγει, είναι η δόξα της
276
-
-
-
αρχαίας Ελλάδας. Ρωμιός η αίγλη και οι καημοί του Βυζαντίου, προπάντων οι καημοί.
Οι κίονες του Παρθενώνα και ο τρούλος της Αγίας Σοφίας που αργότερα έγινε τζαμί με
τους αγίους της κρυμμένους πίσω από το ασβεστοκονίαμα και τα γιγάντια χωρία του
κορανίου.
Αναρωτιέμαι αν εμείς οι Έλληνες σήμερα δεν είμαστε σαν τις Βυζαντινές εικόνες,
κρυμμένοι πίσω από το επίχρισμα της Αγίας Σοφίας, μόνο που το επίχρισμα είναι ο
δυτικότροπος έκφραση της ζωής μας. Αλλά αν ξύσεις λίγο θα βρεις τη ρωμιοσύνη.
Το πιστεύω αυτό που λες. Ας συνεχίσουμε όμως με τις σκέψεις του Φέρμορ.
Δυστυχώς πρέπει να φεύγω. Αύριο πρωί-πρωί φεύγω για τη βόρια Ευρώπη. Όταν
επιστρέψω θα συνεχίσουμε την κουβέντα μας
Πρόσεξε! Σημειώνω: πρώτον ποιο ρόλο παίζει η βούληση στον κυκεώνα των τυχαίων
γεγονότων που καθορίζουν κατά κάποιο τρόπο τη ζωή μας. Πρέπει να απαντήσεις σ
αυτό. Δεύτερον : να αναλύσουμε την έννοια της ρωμιοσύνης ξεκινώντας από τις
παρατηρήσεις του Φέρμορ. Οκ;
ΟΚ!
Καλό ταξίδι λοιπόν.
Διάλειμμα
(με τις ευχαριστίες μας στη βιβλιοθηκάριο συνάδελφό μας Μαρία
που μας έστειλε το εξής ωραιότατο υλικό για κάτι τέτοιο )
277
*«Οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν: ‘‘Άκουσον μεν, πάταξον δε’’. Ο σκοπός της επιστολής μου είναι να στείλω δύο μηνύματα: 1.
Εγώ προσωπικά δεν δέχομαι τους τίτλους pigs - οκνηρός - άσωτος κ.λπ. που μας φόρτωσαν γενικεύοντας κάποιοι απ’ τα
βόρεια. 2. Υπάρχει μια Ελλάδα μες στην Ελλάδα, όπως υπήρχε μια Γερμανία από το 1933 έως το 1945.
Η αλήθεια είναι ότι εδώ και 25 χρόνια, ζώντας με τους συμπατριώτες μου, βιώνοντας μια διαρκώς γενικευόμενη,
αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά, έλεγα ότι αυτό το στυλ θα καταστρέψει την Ελλάδα, μπορεί και την ανθρωπότητα. Έκανα
το οτιδήποτε να εκφράσω το αντίδοτο. Μάλλον απ’ ό,τι φαίνεται ηττήθηκα.
Στην Ελλάδα σφυρηλατήθηκε και εγκαθιδρύθηκε ένας μέσος πολίτης, μικροαστός, νεόπλουτος, αρχοντοχωριάτης.
Επικυριάρχησε στο κοινωνικό, πολιτικό, ιστορικό, ψυχολογικό, αισθητικό προσκήνιο, καταστρέφοντας τον ρυθμό και το
στυλ της χώρας.
Επίσης, καταστρέφοντας τη λαϊκή κουλτούρα, δηλαδή το αυθεντικό τραγούδι, που είναι το θεμελιώδες στοιχείο της
ταυτότητάς μας, απαξιώνοντας την λόγια ποίηση, εγκαθιδρύοντας, διά πυρρός και σιδήρου, τα πολιτιστικά κέντρα της
χαράς και της αισιοδοξίας, όπως τα ονόμασαν, κάτι χαζοκαμπαρέ, τα λεγόμενα σκυλάδικα. Διαμόρφωσαν έναν
χαζοκαμπαρετζίδικο τρόπο σκέψης, καθιστώντας την Ελλάδα ένα νομιμοποιημένο πορνοστάσιο.
Ο πολιτισμός, καθώς και ο τουρισμός, δέχτηκαν σκληρά πλήγματα. Από τους περιηγητές του ’60 φτάσαμε στα
ξενοδοχεία των 5.000 ανθρώπων που, με τα βραχιολάκια στο χέρι, βίωναν τις διακοπές τους και έφευγαν σχεδόν χωρίς να
ξέρουν σε ποια χώρα τους φέραν. Η εποποιία του Ζορμπά, των παιδιών του Πειραιά, παρήλθε ανεπιστρεπτί.
Πωλήθηκαν κατά κόρον και ο μύθος και η παρθενικότητα της χώρας, αλλά και το συμπαθές ναΐφ του μέσου ρωμιού
αντικαταστάθηκε από την κουτοπονηριά, από το απρόσωπο, από τον μέσο όρο των super market και των τραπεζών και
τώρα το σλόγκαν του Υπουργείου Τουρισμού “Έλα στην Ελλάδα να ζήσεις τον μύθο σου“ ακούγεται γελοίο και κούφιο.
Υπάρχει μια άλλη Ελλάδα μες στην Ελλάδα, εξόριστη και καταδικασμένη από τα ποικίλα golden boys και
τους εγχώριους κερδοσκόπους που δεν αναγνωρίζουν πατρίδα ή πολιτισμό, αλλά ορκίζονται στη moneyland. Ανίκανοι και άπληστοι.
Δεν συμμετείχα στους ολυμπιακούς αγώνες γιατί ήμουν σίγουρος ότι μετά την φαμφάρα θα ακολουθούσε η ξεφτίλα,
όπως και έγινε. Η Αθήνα είναι πρωτοφανές φαινόμενο πρωτεύουσας που έχει τον μισό πληθυσμό της χώρας στην
επικράτειά της. Αλαζονική πόλη, αφού λανσάρεται ως μητέρα της δημοκρατίας και του μέτρου. Τώρα είναι αμετροεπής
μητρόπολη, βρώμικη μητέρα απίστευτης εγκληματικότητας.
Δημοκρατία δεν υπάρχει, πολιτικό σύστημα δεν υπάρχει. Όλα ελέγχονται από το ΔΝΤ, την Ευρώπη, τους
Γεωργιανούς και Ρουμανόγυφτους εγκληματίες. Παλιότερα σκεφτόμουν μήπως φέρναμε 100 Γερμανούς (βλέπε Ρεχάγκελ),
να αναλάβουν για 100 χρόνια τη χώρα, μπας και ισορροπήσει. Θα με κατηγορούσαν για ανθέλληνα.
Τώρα τους έφεραν ή ήρθαν λόγω ανωτέρας βίας και την πληρώνουν αυτοί που δεν έφταιξαν. Χιλιάδες χάνουν τις
δουλειές τους, άλλοι αυτοκτονούν και άλλοι αγοράζουν ακριβά σπίτια στο κέντρο του Λονδίνου.
Κατά τα άλλα, τα εκλεκτά στελέχη του ελληνικού status πουλούν φούμαρα ότι είναι απόγονοι του Αριστοτέλη, του
Σωκράτη και του Ηράκλειτου. Και αυτά χωρίς εσωτερική λογική, και έτσι ξανακαταλήξαμε σε μια νέα greek salad, σε μια
δραματική φαρσοκωμωδία. Εγώ προσπάθησα να καταλάβω τι συμβαίνει και να αντιπροτείνω κάποιες λύσεις.
Ως εκ τούτου υπέστην ποικίλα πογκρόμ. Ηττήθηκε η αντίληψή μας, γι’ αυτό φτάσαμε στο παρόν χάλι.
Αντιλαμβάνομαι ότι όλα αυτά είναι μέρος μιας παγκόσμιας κρίσης. Το ανθρώπινο είδος βρίσκεται στο απόλυτο αδιέξοδο. Ο
πλανήτης έχει καταστραφεί. Δεν μπορούμε πια να αναπτύξουμε τους ρυθμούς της βιομηχανίας όπως παλιά και
ταυτόχρονα να σώσουμε το περιβάλλον.
Τι μέλλει γενέσθαι; Κάθε κρίση γεννά πόλεμο. Το απεύχομαι και κάνω κάθε τι για να μην μας συμβεί. Γεννήθηκα
σαράντα μέρες μετά τη βόμβα στη Χιροσίμα. Ως εκ τούτου προσπαθώ στη Μέση Ανατολή, εδώ και οχτώ χρόνια, να
δημιουργηθεί ένας κοινός παρονομαστής για τους δυο λαούς, γιατί από αυτό το άλυτο πρόβλημα μπορεί να ξεκινήσει ένας
παγκόσμιος πόλεμος.
278
Ονειρευόμουνα να γίνει η Ελλάδα μια πολιτισμική Ελβετία και μητέρα που θα κυοφορήσει ένα όραμα για την
παγκόσμια ειρήνη. Τώρα είμαστε στο στόχαστρο όλου του δυτικού κόσμου και παράδειγμα προς αποφυγή. Να μην
ξεχάσω να πω ότι πριν από χρόνια έστειλα μια επιστολή στην Süddeutsche Zeitung περί όλων αυτών, αλλά δεν
ενδιαφέρθηκαν για το θέμα. Πέρυσι και φέτος ο Γερμανός ανταποκριτής της ίδιας εφημερίδας στην Κωνσταντινούπολη
ήρθε στην Ελλάδα, μου πήρε δύο συνεντεύξεις και πάλι η διεύθυνση της εφημερίδας αδιαφόρησε.
Πάντως εγώ προσπάθησα.
Επίσης, ως προς το θέμα που ετέθη να πουλήσει η Ελλάδα τα νησιά της και την Ακρόπολη, έχω να πω:
(α) Η Ακρόπολη δεν είναι ιδιοκτησία μας. Ανήκει σε όλη την ανθρωπότητα και (β) Μεγάλες εκτάσεις της Ελλάδας, και όχι
μόνο, έχουν αγοραστεί από Γερμανούς.
Πρόσφατα συμμετείχα σε ένα φεστιβάλ ποίησης στη Μαγιόρκα, όπου ο κυβερνήτης της μας έλεγε με αγωνία ότι οι
Γερμανοί έχουν αγοράσει το 80% του νησιού και θέλουν να το προσαρτήσουν στη Γερμανία. Αν αυτό αποτελεί ένα σχέδιο
επεκτατισμού στον νότο εκ μέρους της Γερμανίας, δεν γνωρίζω.
Αν, λόγω της κρίσης, οι νεοέλληνες ξαναχαθούμε στη διασπορά, θα ήθελα να έρθουν στην Ελλάδα ποιητές,
διανοούμενοι, επιστήμονες από όλο τον κόσμο, και από εδώ να ξεκινήσει μια προσπάθεια διαιώνισης της ζωής πάνω στον
πλανήτη σε ένα ανώτερο επίπεδο.
Αυτά προς το παρόν. Σας χαιρετώ όλους και τον καθένα χωριστά.
Εμμανουήλ Ρασούλης, Έλλην τραγουδοποιός»
Νοέμβριος 2010
-----------*Λίγους μήνες πριν από τον θάνατό του, ο Μανώλης Ρασούλης έστειλε ίσως την τελευταία επιστολή του στη φίλη και
δημοσιογράφο στη Γερμανία Ζωή Νιομανάκη. Έναν χρόνο μετά, δημοσιεύουμε την άγνωστη επιστολή που μοιάζει λες και
γράφτηκε τώρα.
Ήταν το πρώτο μου ταξίδι στην Αθήνα έπειτα από 18 μήνες, το πρώτο μου ταξίδι στην Ελλάδα της κρίσης και το πρώτο
μου ταξίδι… δίχως την παρέα του Ρασούλη, ο οποίος είχε γίνει ο προσωπικός μου «ξεναγός» και με γύριζε πάντα σε
ιδιαίτερες γωνιές της πόλης τα τελευταία χρόνια αφ’ ότου είχαμε γνωριστεί. Για να παίρνω «γνήσιες τζούρες Ελλάδας και
να αντέχω γλυκύτερα την ξενιτιά», όπως έλεγε, όταν κατέβαινα για δουλειές στην Αθήνα, που ομολογουμένως δεν τη
νιώθω πικρή ή ξινή, διότι βρίσκομαι ανέκαθεν εδώ και μου είναι οικεία και αγαπητή, η βάση μου.
Με γύριζε, λοιπόν, ο ιδιαίτερος αυτός άνθρωπος, με τα πόδια κυρίως, πάντα γύρω από το κέντρο, και μου έλεγε… έλεγε…
έλεγε τις πιο όμορφες και ζωηρές ιστορίες γι’ αυτόν τον τόπο – ιστορικο-πολιτικο-οικονομικο-ερωτικο-κοινωνικές και
βάλε... Επίσης συναντιόμασταν συνεχώς και με ανθρώπους που ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα δεν φανταζόμουν πως θα
συναντούσα, και μάλιστα σε τόσο φιλικό επίπεδο, για καφέ, φαγητό και χαβαλέ…
Φέτος λοιπόν θα ήταν όλα αλλιώς... Και είχα ένα σφίξιμο, μια αγωνία και έναν πόνο στο στομάχι όταν κατέβηκα στην
πατρίδα, επηρεασμένη από ό,τι είδα, άκουσα, διάβασα τόσο καιρό μέσα από τα μάτια αυτών που μεταφέρουν εικόνες και
αισθήσεις, αληθινές ή παραποιημένες, εντόπιοι και μη, σε όλα τα ΜΜΕ εντός και εκτός χώρας όλο τον τελευταίο καιρό.
Ένας χρόνος τώρα... «μετά Ρασούλη», το μόνο που με παρηγόρησε λίγο την πρώτη μέρα ήταν η θέα της γιγαντοαφίσας
προς τιμήν και μνήμην του στην πρόσοψη του Hondos στην Ομόνοια. Αλήθεια! Απολύτως αντιπροσωπευτικό δείγμα της
Ελλάδας που δεν τιμά τα παιδιά της επίσημα, αλλά τιμώνται από τον λαό, κάποιον ιδιώτη στην προκειμένη, εν τούτοις,
όμως, στο κεντρικότερο λαϊκό σημείο της χώρας, θα του άρεσε πιστεύω. Και περνώντας από εκεί, με κατεύθυνση το
Θησείο (ναι, είναι καθιερωμένη η επίσκεψη για καφέ απέναντι στον Ιερό Βράχο για μένα το «τουριστάκι»), πίνοντας τον
πρώτο μου καφέ εκεί ακριβώς, παρατηρώντας τα πρόσωπα των περαστικών αλλά και των άλλων γύρω μου που
απολάμβαναν τον καφέ τους κάνοντας φωτοσύνθεση και αφού «εγκλιματίστηκα» σύντομα στο να μην κοιτάζω στα μάτια
τούς πλανόδιους πωλητές, που αδιάκοπα και σε ρυθμό καρδιογραφήματος πέρναγαν και προσπαθούσαν να πλασάρουν
την όποια πραμάτεια τους με το στανιό, έπλεα σε μνήμες και θυμόμουν ύστερα από καιρό πάλι το τελευταίο γράμμα του
Ρασούλη σε μένα πριν «χαθεί». Θλιμμένος για το τότε ξεκίνημα της αρνητικής προπαγάνδας κατά της Ελλάδας στη
Γερμανία - το εξώφυλλο της Αφροδίτης, αν θυμάστε - μου είχε στείλει και αφήσει στη διάθεσή μου μια επιστολή να τη
μεταφράσω, να τη διαδώσω, να την κάνω ό,τι θέλω, όπως μου είχε πει, και δεν πρόλαβα να το κάνω, για προσωπικούς
μου λόγους δυστυχώς, πριν τον χάσουμε απρόσμενα. Στη συνέχεια με κατέβαλε τέτοια θλίψη, που μόνο αυτό δεν με
ενδιέφερε, το να την κοινοποιήσω: ιεροσυλία και οπορτουνισμός στα δικά μου μάτια μια τέτοια κίνηση. Την άφησα να
«ζει» έναν χρόνο μόνο στην ψυχή μου.
Πίνοντας, λοιπόν, τον καφέ μου στο κέντρο της Ελλάδας, με όλο αυτό το βουητό γύρω μου, «άκουγα» αλλά και «έβλεπα»
τα λόγια του ζωντανά στα πρόσωπα των περαστικών. πόσο «μπροστά» αυτός ο άνθρωπος! πολύ πριν φτάσει η Ελλάδα
εδώ που έφτασε, γραμμένες φράσεις λες και τις έγραψε χθες, δεν επιτρέπεται να το γνωρίζουν μόνο λίγοι, σκέφτηκα και
αποφάσισα πως θα ήταν κρίμα να μην μοιραστώ τις, ίσως, τελευταίες του «επίσημες» κουβέντες προς ένα ευρύτερο
κοινό. Κρίνετε μόνοι σας αν υπερβάλλω…
Ζωή Νιομανάκη
Δημοσιογράφος στο κρατικό ραδιοτηλεοπτικό κανάλι WDR (West Deutscher Rundfunk)
Πηγή: Το Ποντίκι
279
Συνομιλία
ΙΙΙ
-
-
-
-
Ιδού λοιπόν που επιτέλους γύρισες από το εξωτερικό.
Μα την αλήθεια, φίλε, θα ήθελα να παρέτεινα ακόμα περισσότερο την παραμονή μου
έξω για έναν και μοναδικό λόγο: να αποφύγω να βιώσω καθημερινώς αυτή την άθλια
ελληνική ατμόσφαιρα. Δε σου κρύβω ότι γυρίζοντας θυμήθηκα τα λόγια του
Καζαντζάκη στο Ζορμπά του, σε εκείνο το σημείο του ταξιδιού στην Κρήτη. Ιδού
ακριβώς τι λέει: «…στέκουμουν στην πλώρα και περιχαίρουμουν, ως την άκραν του ουρανοθάλασσου
το θάμα και μέσα στο βαπόρι οι τετραπέρατοι ρωμιοί, τα μάτια τα’ αρπαχτικά, τα ψιλικατζίδικα μυαλά, οι
μικροπολιτικοί καβγάδες, ένα ξεκουρδισμένο πιάνο, τίμιες φαρμακερές κυράτσες, μοχθηρή, μονότονη
επαρχιώτικη μιζέρια. Σου ερχόταν να πιάσεις το βαπόρι από τις δύο άκρες, να το βουτήξεις στη θάλασσα,
να το τινάξεις καλά - καλά, να φύγουν όλα τα ζωντανά που το μολεύουν – άνθρωποι, ποντίκια, κορεοί –
και να το ανεβάσεις πάλι πάνω στα κύματα, αδειανό και φρεσκοπλυμένο» … Αυτή η εικόνα του
«βαποριού» που το αρπάζεις και το ταρακουνάς μέσα στο νερό έως να φύγουν οι
ακαθαρσίες…. μου ήρθε κι εμένα σαν πάτησα το πόδι μου και σαν άκουσα και πάλι τις
στριγκές, υστερικές και αρρωστημένες φωνές των εκφωνητών ειδήσεων από την
τηλεόραση, την άθλια και εξευτελιστική συμπεριφορά των πολιτικών μας, την
ασύλληπτη αδιαφορία τους και την τραγική ανικανότητά τους. Από την άλλη βλέπω την
αντίδραση σε κάθε τι καλό που πάει να γίνει σ’αυτή τη χώρα. Καταλαβαίνω τον
Καζαντζάκη που σηκώθηκε κι έφυγε ρίχνοντας μαύρη πέτρα πίσω του. Θυμάμαι και τον
πατέρα μου, που μου είχε πει μια μέρα στο Κάιρο, ότι δεν θα ήθελε ποτέ του να
γυρίσει πίσω στην Ελλάδα. Δυστυχώς, η τύχη τα έφερε διαφορετικά. Ο Ελληνισμός της
Αιγύπτου διαλύθηκε κι αυτός με τη σειρά του και γύρισε πίσω ή διασκορπίστηκε στα
τέσσερα σημεία του ορίζοντα!
Τώρα, γύρισες κι εσύ πίσω από ένα σύντομο ταξίδι. Ας αφήσουμε προς στιγμή τις
ελληνικές αθλιότητες κι ας σε ακούσομε τι έχεις να μας πεις. Έκανες για μια ακόμα
φορά, ένα μεγάλο γύρω με βάση τις Βρυξέλλες.
Πράγματι, με βάση τις Βρυξέλλες. Επιστροφή στις Βρυξέλλες από την πόλη του
Καλβίνου όπου βρέθηκα για το Σαββατοκύριακο. Τρείς μέρες χωρίς (ηθελημένα) να
παρακολουθήσω το ελληνικό ζήτημα. Τρεις μέρες Ελβετικής γαλήνης, σχεδόν
εξωπραγματικής με δεδομένο ότι ερχόμουν από μια Ελλάδα σε κατάσταση χαοτική.
Και βρέθηκες στους Ελβετούς. Έξυπνοι άνθρωποι οι Ελβετοί
Οι πλούσιοι ελβετοί είναι μεσκίνιδες! Η ουδετερότητα τους τους πλούτηνε…
Γι αυτό είπα έξυπνοι
Δεν ξέρω. Αυτή η ουδετερότητα , η ισότητα υποτίθεται… Φαρισαϊσμός, σκέτος
φαρισαϊσμός…
Πιστεύεις ότι το ίδιο είναι και οι Γαλλο-ελβετοί; Δεν υπάρχει διαφορά με τους Γερμανοελβετούς;
Όχι. Οι Γάλλοι Ελβετοί με τη σύμμειξη τους με τους γερμανούς έχασαν την γαλλική
φινέτσα τους. Είναι επαρχιώτες. Όλοι τους ζουν πολύ κλειστά, πολύ απομονωμένα
280
-
-
μέχρι πολλές φορές πνιγμού. Μιλάω για τις υψηλές τάξεις. Le gens bien de Geneve!
Les 500 de la haute societe zurichoise. Les patriciens balois !
Η Γενεύη, η πόλη του Καλβίνου.
Υπάρχουν πάμπλουτοι Ελβετοί. Αλλά εδώ εμφανίζεται το άσχημο πρόσωπο του
καλβινισμού. Όχι μόνο στη Γενεύη αλλά και στη Ζυρίχη που υποτίθεται είναι πιο
μοντέρνα, πιο προηγμένη και ζωντανή πολιτεία. Οι υπέρπλουτοι αυτοί άνθρωποι
ζούνε ακόμα και χωρίς υπηρέτες. Ωσάν να μη ξεχνιούνται ποτέ οι σπιούνοι του
Καλβίνου που τους έστελνε αναγκάζοντας τον κάθε πολίτη να κρύβει τα υπάρχοντά του
και να μη τα δείχνει, να μην τα χρησιμοποιεί για την ικανοποίησή του! Γι αυτό ζουν και
οι πλούσιοι Ελβετοί ακόμα ως πτωχοί..Πάνω απ’όλα η σταθερότητα! Είναι γνωστό από
αναλυτές του ελβετικού ήθους ότι τελικά αυτοί οι πάμπλουτοι άνθρωποι δεν ξέρουν
πώς να ξοδέψουν τα λεφτά τους.
Αυτό βέβαια δεν συμβαίνει με τους Αμερικάνους προτεστάντες που σκοπός τους είναι
η κατανάλωση.
Σκοπός όμως των Ελβετών είναι η αποταμίευση! Όχι ότι δεν καταναλώνουν, όχι
βέβαια, αλλά πρωταρχικό μέλημά τους είναι η αποταμίευση. Πάνω απ’όλα η
αποταμίευση, που όπως πολύ σωστά ερμηνεύει ένας συγγραφέας που τους γνωρίζει
καλά, ο Keyserling, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην άθλια μορφή της τσιγκουνιάς.
Τους λείπει, βρε παιδί μου, η γενναιοδωρία με την έννοια του άρχοντα. Ο άρχοντας
είναι γενναιόδωρος, μοιράζει, βοηθάει. Αυτός είναι ο πραγματικός άρχοντας. Όταν
μιλάς μαζί με ζάπλουτους Ελβετούς αναρωτιέσαι – έτσι όπως σχολιάζουν την
υποτιθέμενη ακρίβεια – αν έχουν 3000 Fraenkli (φραγκάκια, που λέμε) να περάσουν το
χειμώνα τους. Κι αυτοί είναι ζάπλουτοι! Κατάντια! Είναι μικροαστοί, μικροί άνθρωποι…
Αν ρωτήσεις αυτούς του μικροαστούς Κροίσους, όταν είναι νέοι , γιατί αρνούνται στον
εαυτό τους μικρές χαρές, μικρά έξοδα, θα σου απαντήσουν: Δεν έχουμε κληρονομήσει
ακόμα! Και στη συνέχεια θα συνεχίσουν να αποταμιεύουν για τα παιδιά τους! Το
χρήμα τους καθιστά ανελέητους, απολύτως ανελέητους και υπεροπτικούς. Ο Θεός να
φυλάξει! Θυμάμαι πριν πολλά χρόνια όπου είχα μείνει με τη σύζυγό μου στη Γενεύη
γύρω στους δύο μήνες. Είχα επισκεφτεί μια γειτόνισσά μας που έμενε λίγο πιο πάνω
στην Route de Malagnou. Επρόκειτο για μια ιδιοκτησία μεγάλη όπου το αρχοντικό σπίτι
βρισκόταν στο κέντρο και ένα μικρότερο στην είσοδο της ιδιοκτησίας. Φοβερό
περιουσιακό στοιχείο αν λάβεις υπόψη σου ότι βρισκόταν σχεδόν στο κέντρο της
Γενεύης. Στο μικρό σπίτι ζούσε η νύφη και τα δυο ανήλικα παιδιά. Στο μεγάλο, ο
πεθερός και η πεθερά. Ο γιος τους είχε πεθάνει από καρκίνο. Η νύφη λοιπόν, γύρω στα
τριάντα, μου εξήγησε ότι όταν πέθαινε ο άντρας της και γιος του πάμπλουτου εκείνου
πρεσβευτή, ο εξοχότατος με τη γυναίκα του βρισκόταν στις Ινδίες. Του τηλεφωνεί και
τους ανακοινώνει το θάνατο του γιου τους. Η απάντηση ήταν ότι δεν θα μπορούσαν να
επιστρέψουν για την κηδεία διότι είχαν ένα πολύ βασικό δείπνο στο οποίο έπρεπε να
παρευρεθούν!! Στη συνέχεια δεν έδωσαν τίποτα στα εγγόνια τους πέραν του μικρού
εκείνου σπιτιού και ανάγκασαν τη νύφη να δουλέψει για να τα βγάλει πέρα. Όταν
πεθάνουμε, της είπαν, τότε τα παιδιά σου θα κληρονομήσουν. Την είδα και σε αυτό
281
-
-
-
-
μου το ταξίδι. Οι παπούδες ζούσαν ακόμα και ήταν πάνω από 90 ετών έκαστος!
Καταλαβαίνεις τί διαστροφή φέρνει αυτό το πνεύμα.
Στην ουσία, οι περιγραφές σου και οι παρατηρήσεις σου, είναι μια συνέχεια της
πρώτης μας συζήτησης σχετικά με την «ασυνείδητη θρησκεία» που επιδρά στη
συμπεριφορά.
Ακριβώς. Αλλά θα πρέπει να σου πω και τι άλλο είδα, τι άλλο κατενόησα μάλλον, από
εκεί κοιτάζοντας από τις Άλπεις τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Λέγε λοιπόν
Συνειδητοποίησα τι σημαίνει Ευρωπαϊκή Ένωση και για ποιόν έχει γίνει τελικά! Λοιπόν,
Ευρωπαϊκή Ένωση σημαίνει: κάποιες πόλεις που εκφράζουν τη δύναμη κάποιων
κρατών: Βρυξέλλες, Λουξεμβούργο, Στρασβούργο, Χάγη, Μάαστριχτ, Σένγκεν! Όλες η
μία δίπλα στην άλλη σε γραμμή από τη Βόρεια θάλασσα μέχρι τις Άλπεις. Η διοικητική,
νομοθετική, εκτελεστική καρδιά της Ε.Ε.!!!Ο δρόμος που κάποτε ένωνε την
αυτοκρατορία του Καρόλου του Μεγάλου! Ανατολικοί και Δυτικοί Φράγκοι! Οι χώρες οι
ισχυρές. Η καρδιά και η ψυχή της σημερινής Ευρωπαϊκής Ένωσης! Οι πλούσιες και
ισχυρές δυνάμεις! Α, για να πιάσουμε το νόημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αρκεί λίγες
ώρες στο πολυεθνικό τρίγωνο Saarbruken (Γερμανία), Metz (Γαλλία) και Luxembourg!
Πλούσιοι πολίτες που μπαινοβγαίνουν από τη μια μεριά στην άλλη, με μισθούς και
αποδοχές μεγάλες, με αμάξια πολυτελή να τρέχουν σε υπέροχους δρόμους, και σπίτια
και μαγαζιά εκτυφλωτικής λάμψης και οργάνωση υπέρ- ρασιοναλιστική…. Κατοικούν
στη Γερμανία, δουλεύουν στη Γαλλία, κάνουν τα ψώνια τους στο Λουξεμβούργο! Ιδού
η Ευρωπαϊκή Ένωση! Μια τάξη πολιτών πλουσίων με 50 000 εντεταλμένους και υψηλά
αμειβόμενους ευρωπαίους δημοσίους υπαλλήλους στις Βρυξέλλες και το
Στρασβούργο! Τι όμορφα να είσαι ευρωπαίος πολίτης!!! Ε; Τι όμορφα να ανήκεις
σ’αυτή την ομάδα! Μια Ευρώπη που αδυνατεί πια να συγκρατήσει το υπέροχο
οικοδόμημα του κοινωνικού της κράτους! Με μια περιφέρεια που λοιδορείται
επαίσχυντα! Κλέφτες, απατεώνες, άθλιοι! Νότιοι βρωμιάρηδες! Η αιώνια ιστορία! Τι
θέλουν όλες οι άλλες – ιδιαίτερα ο Νότος- μέσα σ αυτόν τον πλούσιο πυρήνα; Τίποτα
περισσότερο από το να ακολουθούν τυφλά τις προσταγές του! Η διαφορά έγκειται στο
ότι ο Κάρολος ο Μέγας προστάτευε τις κτήσεις του. Σήμερα η βασίλισσα Μέρκ και ο
βασιλεύς Σαρκό δεν προστατεύουν τίποτα, απλώς απομυζούν χωρίς να προστατεύουν.
Δανείζουν τους ιθαγενείς του Νότου, τους πουλάνε όπλα, αυτοκίνητα, ψυγεία για να
τους πάρουν στο τέλος και τα σπίτια τους! Τι διάβολο ευρωπαίοι πολίτες είμαστε εμείς
οι νότιοι; Τι διάβολο Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αυτή; Γιατί στο τέλος-τέλος να
απεκδυθούμε από κάθε κυρίαρχο δικαίωμά μας υπέρ ενός μορφώματος που στην
ουσία δεν μας προστατεύει;
Πολύ ωραία τα λες γι αυτούς τους όλβιους ευρωπαίους. Το ζήτημα έγκειται στο ότι
κάποια στιγμή, οι γιοι του Καρόλου του Μεγάλου, τσακώθηκαν μεταξύ τους και
διέλυσαν την αυτοκρατορία του! Το λέει η ιστορία αυτό! Τι άραγε θα γίνει με την
Ευρωπαϊκή Ένωση, μια αυτοκρατορία τελικά χωρίς αυτοκράτορα;
Αλήθεια, μια αυτοκρατορία χωρίς αυτοκράτορα! Μπορεί να υπάρξει τέτοιο πράγμα;
Μοναδικό παράδειγμα στην Ιστορία!!!
282
-
-
-
-
-
-
Ε, τη θέση του την πήραν τα ευρωπαϊκά όργανα.
Ναι, αλλά φαίνεται πια πως το κάθε κράτος κάνει λίγο πολύ του κεφαλιού του. Θα
πρέπει να υπάρξει ένα πραγματικό ευρωπαϊκό κοινοβούλιο που να αντιπροσωπεύονται
σ’αυτό αμιγή ευρωπαϊκά κόμματα, μια πραγματική ευρωπαϊκή κεντρική εξουσία για να
πούμε, ε, μια κοινή δημοσιονομική και αμυντική πολιτική, η δημοκρατία τότε θα
πούμε ότι πήρε τη θέση του αυτοκράτορα και διοικεί τις επαρχίες της!! Αλλά
αυτοκρατορία χωρίς κέντρο δεν νοείται…, δεν μπορεί να διαρκέσει.
Και ποιος θα είναι αυτός; Ο Γερμανός ή ο Γάλλος; Θα τσακωθούν και πάλι για τα
πρωτεία; Στην ουσία τι άλλαξε από τον 9ο και 10ο αιώνα;
Το μέγα ερώτημα!
Ας αλλάξουμε θέμα. Πήγες και στο Στρασβούργο, στην Αλσατία. Πες μου τι είδες εκεί
και τι άκουσες
Συνεχίζω με το γνωστό θέμα του προτεσταντισμού.
Το αγαπημένο σου θέμα
Οι καιροί απαιτούν να μελετήσουμε το ζήτημα. Πληροφορήθηκα από τον Michel Hau,
καθηγητή στο Πανεπιστήμιο αυτής της πόλης, ότι οι μεγάλες βιομηχανικές δυναστείες
της Αλσατίας, οι Dietrich, οι Dolfus, οι Koechlin, οι Schlumberger, παρέμειναν επι γενεές
ισχυρές λόγω του προτεσταντισμού τους. Το είπε καθαρά ο κύριος καθηγητής: l
influence du protestantisme joue un role important! Le travail ! Πάνω απ όλα! Πάνω
απ’όλα δεν αντιμετωπίζεται θετικά να βλέπεις κάποιον να ξοδεύει τα λεφτά του για
προσωπική κατανάλωση! Il est mal vue de dépenser l argent pour sa consommation
personnelle! Οι πλούσιοι άνθρωποι επανεπενδύουν τα κέρδη τους στις επιχειρήσεις
τους καθώς και σε έργα φιλανθρωπικά. Θυμήσου τους Ελβετούς Κροίσους!!!!
Αυτή η Αλσατία!
Ακριβώς
Τι είναι τελικά η Αλσατία, είναι Γαλλική, Γερμανική;
Τρεις αιώνες είναι γαλλική. Τρεις αιώνες πιστεύεις ότι μπορεί να αλλάξουν τα
βαθύτατα στρώματα της ύπαρξης; Να αλλάξουν την βαθύτατη ιστορία;
Μπορούν να τα διαφοροποιήσουν, όπως λ.χ. διαφοροποιήθηκε ο χαρακτήρας των
Ελλήνων στη διάρκεια των 400 χρόνων οθωμανικής διοίκησης. Δεν πιστεύω όμως ότι
μπορεί να εξαφανίσουν τα παλιά αντανακλαστικά
Θα σου πω το εξής. Δεν υπάρχουν μεγάλοι συγγραφείς και ποιητές Αλσατοί που να
εκφράστηκαν στη Γαλλική γλώσσα κι ας είναι αυτή η γλώσσα που μιλιέται επί γενιές
από τις εκλεπτυσμένες και μορφωμένες τάξεις της Αλσατίας. Όσοι έγραψαν
εκφράστηκαν στη γερμανική γλώσσα και κατέχουν πολλές σελίδες στα σχολικά
εγχειρίδια των γερμανικών σχολείων!
Ενδιαφέρον… όπου, φαίνεται, ότι τελικά η βαθύτατη ουσία των Αλσατών, το
ταμπεραμέντο τους είναι γερμανικό!!! Καλά έκανε ο Μπίσμαρκ και την προσάρτησε
στη Γερμανία!
Ακριβώς. Αυτό επίσης μας δείχνει ότι τα μυχιαίτερα στοιχεία του εαυτού σου θα τα
εκφράσεις στη γλώσσα του έθνους στο οποίο ανήκεις. Δεν μπορείς να γίνεις μεγάλος
και σοβαρός συγγραφέας εάν δεν γίνεις πρώτα μεγάλος εθνικός συγγραφέας. Φαίνεται
283
-
-
-
-
ότι η γλώσσα είναι άμεσα συνδεδεμένη με τις συγκινήσεις τις βαθύτερες και πως αυτές
οι υπαρξιακές, οι πυρηνικές συγκινήσεις, αυτά τα αρχετυπικά μνημονικά συμπλέγματα
εκφράζονται άμεσα και τελειότερα στη γλώσσα που αρχικώς αποτυπώθηκαν. Ένα
τρανό παράδειγμα είναι ο Αλσατός ποιητής Maxime Alexandre. Επί τριάντα χρόνια
έγραφε στα γαλλικά. Ξαφνικά άρχισε να γράφει γερμανικά! «Έχασα 30 χρόνια μακριά
από τον εαυτό μου», είπε «Τώρα επιστρέφω στις πηγές μου, στις ρίζες μου,
ξαναβρίσκω τον εαυτό μου»! Δεν είναι καταπληκτικό; Και να λάβει κανείς υπόψη ότι ο
Alexandre ήταν Εβραίος και τίποτα δεν τον ένωνε με τη Γερμανία όπου οι η οικογένειά
τους υπέφερε κάτω από το ναζισμό. Και όμως ήταν Αλσατός!!
Μιλούσαμε προηγουμένως για τα παλιά αντανακλαστικά που δεν αλλάζουν, για τα ίχνη
μνήμης που παραμένουν όσο κι αν η παιδεία προσπαθεί να δημιουργήσει νέα
αντανακλαστικά. Για να συμβεί αυτό χρειάζεται συνεχής συνειδητή και σε καθημερινή
βάση προσπάθεια. Σε αυτό ο Dr K επιβεβαιώνεται συνεχώς και αδιαλείπτως. Μιλάμε
σήμερα, στην καθημαγμένη Ελλάδα μας, για πλήρη αναδόμηση του κράτους, για
τεράστια διαφοροποίηση της νοοτροπίας μας και τα τέτοια.. Κατά πόσον είναι εφικτή
μια τέτοια αλλαγή είναι ανοιχτό ερώτημα. Αλλά άσε με τώρα να σου μιλήσω για όσα
διάβασα στο Στρασβούργο απνευστί! Αναγνώσματα που επιβεβαιώνουν την
ακατάλυτη δύναμη των ιχνών μνήμης που καθορίζουν τη συμπεριφορά ενός λαού.
Τί παρακαλώ;
Την επιστολιμαία βιβλιοκρισία του Βερναρδάκη αναφορικά με τις ιστορικές αναμνήσεις
του Ν. Δραγούμη!
Κύριε Ελέησον!
Αρρώστησα. Βέβαια τα γνώριζα όλα αυτά από παλαιότερες αναγνώσεις μου, αλλά
αρρώστησα κυριολεκτικά στη θέα τους . Όταν ξαναδιάβασα πως πέταξαν και
φυλάκισαν τον Κολοκοτρώνη και πως τελικά δολοφόνησαν και τον Ανδρούτσο – τους
δύο μέγιστους στρατιωτικούς! Και όλα αυτά με τη μουσική περί Συντάγματος;! Με την
επανάσταση να πνέει τα λοίσθια! Με τους προεστούς και τους λογιότατους, με τον
Μαυροκορδάτο να καταρτίζουν τα περίφημα συντάγματα. Τι αθλιότητα! Και μέσα σε
μια τέτοια κατάσταση στις 24 Ιουλίου 1825 Νομοτελεστικό και Βουλευτικό συντάσσουν
το εξης φιρμάνι: «το ελληνικόν έθνος θέτει εκουσίως την ιεράν παρακαταθήκην της
ιδίας ελευθερίας, ανεξαρτησίας και πολιτικής του υπάρξεως υπό την μοναδικήν
υπεράσπισιν της Α.Μ. του βασιλέως Γεωργίου Δ της Μ Βρετανίας» !!! Η ηγεσία της
Ελλάδας τα είχε παντελώς χαμένα! Και τι ζητούσε; Να τη σώσεις ο Άγγλος βασιλιάς!
Και την δέχτηκε ο μεγαλειότατος;
Όχι βέβαια! Όχι μόνον την απέρριψε, αλλά οι εκπρόσωποί του συζητούσαν με τον
Μαυροκορδάτο και τους περί αυτόν για συμβιβασμό με την Τουρκία! Με βάση ,
παρακαλώ - άκουσέ το αυτό - την υποτέλεια της Ελλάδος στην Πύλη! Και όλα αυτά το
1827 όταν η επανάσταση τέλειωνε πια και οι Αιγύπτιοι διέλυαν την Πελοπόννησο!
Έξοχα. Τι διαφορετικό συμβαίνει σήμερα; Θέτουμε τα πάντα, όλα τα ιερά και τα όσια,
μέσα από τα μνημόνια, στα χέρια των μεγάλων φίλων και ετέρων μας. Η πολιτική μας
ηγεσία κραυγάζει «Σώστε μας»!! Κι αυτοί, ορθότατα, μας λέγουν. Θα σας σώσουμε,
αλλά θα πληρώσετε.
284
-
-
-
-
-
-
-
Υπάρχει βέβαια μια διαφορά
Σίγουρα υπάρχει. Είναι η Ενωμένη Ευρώπη αντί της Μ Βρετανίας! Αλλά στην ουσία με
τον ίδιο ακριβώς τρόπο αντιδράσαμε, θέλω να πω η πολιτική μας ηγεσία αντέδρασε.
Χαμένη, πανικοβλημένη, ανίσχυρη, προσέφυγε στους προστάτες μας. Ό,τι κελεύσουν
αυτοί! Βλέπεις, οι έλληνες πολιτικοί σήμερα δεν μπορούν να κυβερνήσουν, δεν έχουν
ούτε τη γνώση ούτε το σθένος. Υπάρχουν διότι υπάρχουν οι ξένοι που τους καθορίζουν
το τι πρέπει και το τι δεν πρέπει να κάνουν. Και οι προστάτες αφού είδαν τα χάλια μας,
τα ξέρανε στα υπουργεία τους αυτά τα χάλια, τις διαμάχες μας και τα τέτοια, επέβαλαν
το ίδιο φάρμακο. Οι αιώνιοι Έλληνες! Πάντα οι ίδιοι!
Τέλος πάντων, ας δούμε γενικότερα το ζήτημα. Αυτό το πάντα οι ίδιοι! Ποιο είναι το
κατηγόρημά της φυλής μας; Η πόλωση. Να δούμε τη γενικότερη πόλωση στην οποία
πάντα βρίσκεται ο λαός μας. Ποια άραγε είναι η ρίζα της πόλωσης και του διχασμού
αυτού; Να πάρουμε από την πρώτη στιγμή του νέου κράτους; Ναι, οι Καποδιστριακοί
και οι Συνταγματικοί! Ιδού ένας πρώτος διχασμός! Φταίνε άραγε οι ξένοι; Οφείλεται ο
διχασμός στους ξένους;
Είναι εύκολο να το λέει κανείς αυτό
Εύκολο αλλά και με δόση αλήθειας
Τι εννοείς
Εννοώ ότι με το χρήμα και την κολακεία μπορείς να διαφθείρεις και τον πιο έντιμο λαό.
Αυτό έκαναν οι ξένοι πάντα! Είτε άμεσα είτε έμμεσα με τους compradores τους. Οπότε
ας έρθουμε πίσω στα δικά μας. Διότι μπορεί το χρήμα να εξαγοράζει πολλούς, αλλά
αυτός ο χωρίς ανάπαυλα διχαστικός τρόπος που ζει ο λαός μας πρέπει να μας
προβληματίσει.
Μέτρησες τους διχασμούς μας ή μάλλον τις μορφές που πήρε αυτός ο διχασμός τα
νεώτερα χρόνια που υπάρχει το κράτος μας;
Βοήθησέ με. Εγώ ξεκινώ με τον Καποδίστρια και τους Συνταγματικούς. Αμέσως μετά
σκέφτομαι τους Βενιζελικούς και Βασιλικούς και στη συνέχεια τον μέγα διχασμό
Εθνικιστών – Κουμουνιστών.
Ωπ! Μήπως ξέχασες τους αυτόχθονες και τους ετερόχθονες; Αυτό το ζήτημα που
γεννήθηκε αμέσως μετά την πολιτική μεταβολή του 1843; Την απόλυτη επιθετικότητα
των γηγενών Ελλήνων ενάντια στους πέραν των ορίων της ελληνικής επικράτειας
Έλληνες! Έφτασαν στο σημείο να μη τους δέχονται για Έλληνες τους Έλληνες της
διασποράς!
Μεγάλη πόλωση και αυτή. Και τι να πούμε για τους δημοτικιστές και τους
καθαρευουσιάνους;
Άλλος διχασμός κι αυτός. Και σίγουρα έχουμε ξεχάσει κι άλλους διχασμούς…
Διχασμός σε όλα τα επίπεδα! Αλλά ας έρθουμε στους τρεις μεγάλους διχασμούς,
αυτούς που μας καθόρισαν τελικά. Τον διχασμό του Καποδίστρια 1830. Τον διχασμό
επί Βενιζέλου 1917 και τον διχασμός του 1945.
Ας το αφήσουμε αυτό για αύριο.
Συμφωνώ, αλλά οπωσδήποτε πρέπει να το εξετάσουμε. Ποια είναι η αιτία αυτής της
αιώνιας αντίθεσης, του αιώνιου διχασμού. Είναι ελληνικό μόνον φαινόμενο; Είναι
285
-
φαινόμενο υπανάπτυκτων λαών; Ποια είναι τα αίτια που δημιουργούν έναν τέτοιο
ψυχισμό;
Ο Dr K θα έλεγε : η απόρριψη. Ο ελληνικός κόσμος έφαγε πολύ απόρριψη για αιώνες.
Πολλά τραύματα κουβαλά ο εγκέφαλός του.
Και το νευρικό του σύστημα κατερειπώθηκε. Αυτό εννοείς;
Να το αφήσουμε για αύριο αυτό;
ΟΚ. Αύριο λοιπόν
Ζέφυρε πολύ καλά έκανες και έφερες στην συζήτηση και το όνομα του Γιανναρά. Θα συμπληρωσω τις αναφορές σου
με κάποιες, σχετικά, πρόσφατες που τον κατέστησαν «σημείο αμφιλεγόμενο», αλλά πρώτα απ’όλα θα βάλω,
πλήρως τώρα, αυτό προς το οποίο, στην σελίδα 270, είχα απλώς παραπέμψει και το οποίο, για τον λόγο που ήδη εκεί
εξήγησα, θεωρώ από τα καλύτερά του (και που είχε γραφτεί τον καιρό ρουκετομαχίας Ισραήλ-Χεζμπολάχ Λιβάνου)…
Έξω από τη λογική της Ιστορίας/ Tου Xρήστου Γιανναρά 20-08-06 (Καθημερινή Κυριακής)
Τα μεθοδικά, φρικώδη εγκλήματα του κράτους του Ισραήλ –από την ίδρυσή του (1948) ώς σήμερα– προκαλούν τον
αποτροπιασμό των πληροφορημένων. Δημιουργούν ομολογημένο πρόβλημα συνείδησης και σε Εβραίους που σώζουν
επίγνωση του ξεχωριστού ρόλου ή της σημασίας του λαού τους για την ιστορία της ανθρωπότητας. Η παλιά διαμάχη
των προφητών με τους βασιλείς (και με το ιερατείο) του βασίλειου τότε των Εβραίων συνεχίζεται σήμερα στην ένταση
ή και ρήξη ανάμεσα στο κράτος του Ισραήλ και σε σημαντική μερίδα (κατά τεκμήριο των πιο καλλιεργημένων και
επιφανών) της εβραϊκής διασποράς. Θέλω να συστήσω στον αναγνώστη μου το, έτσι και αλλιώς, συναρπαστικό
βιβλίο του George Steiner, που είναι συνειδητός Εβραίος, κορυφαίος της Συγκριτικής Λογοτεχνίας και Θεωρίας της
Κριτικής, βιβλίο με τίτλο «ERRATA: Ανασκόπηση μιας ζωής» (στις εκδόσεις Scripta – δυστυχώς σε μέτρια, κατά τη
γνώμη μου, μετάφραση). Εκεί, στο κεφάλαιο πέντε, αφιερωμένο στο εβραϊκό ζήτημα, θα βρει ο αναγνώστης αναλυτικά
διατυπωμένη την άποψη ότι το σημερινό κράτος του Ισραήλ, κράτος «οπλισμένο ώς τα δόντια», αποτελεί «σκάνδαλο:
λέξη με θεολογική προέλευση» για την παράδοση που ξεκινάει από τον Αβραάμ φτάνοντας ώς το Αουσβιτς. Ο Steiner
βλέπει το «σκάνδαλο» όχι απλώς στην πολιτική του Ισραήλ, όχι στις φρικιαστικές σφαγές των άμαχων αθώων, στον
ξεριζωμό εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων από τα σπίτια τους και την πατρική τους γη, στο μακέλεμά τους με βόμβες
φωσφόρου μέσα στα στρατόπεδα της προσφυγιάς επί πενήντα οκτώ ολόκληρα χρόνια. Ολα αυτά είναι συνέπειες του
αφετηριακού «σκανδάλου»: της ίδρυσης του κράτους το Ισραήλ. Η ίδρυση αποδείχνεται «ένας σίγουρος τρόπος για
την εξαφάνιση του Ιουδαϊσμού», την ακύρωση του καίριου ρόλου που διαδραματίζει στην ανθρώπινη ιστορία ο λαός
των Εβραίων όντας ανέστιος, περιπλανούμενος, κοσμοπολίτης, κατατρεγμένος, αλλά και κομιστής «νοήματος του
μυστηρίου της ύπαρξης». Λαός ασυγχώρητος μέσα στους αιώνες «όχι σαν δολοφόνος του Θεού, αλλά σαν γεννήτορας
του Θεού». Οπως κάθε συνεπής εμπειριστής, πιστοποιεί και ο Steiner τον σαφέστατα μεταφυσικό χαρακτήρα της
«αποστολής» που εκπληρώνει η ιστορική παρουσία της περιπλανούμενης διασποράς των Εβραίων. Μόνο μεταφυσική
ερμηνεία επιδέχεται η διάσωση αυτής της διασποράς, είκοσι αιώνες τώρα, από τη συγχώνευση και αφομοίωσή της
μέσα στα ποικιλώνυμα έθνη που οργανικά ενσωματώνεται. «Οι Εβραίοι επιμένουν να υπάρχουν σε αντίθεση με τον
κανόνα και τη λογική της Ιστορίας, κανόνα και λογική βαθμιαίας συγχώνευσης, αφομοίωσης και εξαφανισμού της
αρχικής αυτότητας των διεσπαρμένων». Τη διαπίστωση επαληθεύει εξ αντιθέτου η περίπτωση της διασποράς των
Ελλήνων – αποκλείεται η ελληνική ταυτότητα να επιβιώσει μετά τη δεύτερη ή, έστω, την τρίτη γενεά της αποδημίας.
«Η σύγχρονη Αθήνα είναι παρωδία ενός ανεπανόρθωτου παρελθόντος», λέει επιπλέον ο Steiner, αγνοώντας μάλλον
ότι και ο αφελληνισμός της ελληνικής διασποράς είναι σύμπτωμα που εμφανίζεται μετά την ίδρυση ελληνικού
κράτους. Με τους Ελληνες συνέβη, με τρόπο κυριολεκτικά αξιοθρήνητο, αυτό που τώρα φοβάται για τους Εβραίους ο
Steiner: Η παρουσία των Ελλήνων και ο ρόλος τους μέσα στην ανθρώπινη Ιστορία τέλειωσε με τη συγκρότηση
εθνικού κράτους. Οι Εβραίοι για τον Steiner έχουν συνάψει μια Διαθήκη με τον Θεό. Διαθήκη που είναι πάντα σε
ισχύ «είτε λόγω ασυνήθιστων δεινών είτε λόγω οικειότητας με τον Θεό – όπου τα δεινά και η οικειότητα είναι
αδιαχώριστα όσο και οι φωνές σε έναν διάλογο... Το Αουσβιτς είναι εφήμερο σε σύγκριση με τη Διαθήκη, την εγγύηση
του Θεού προς τον κυνηγημένο λαό του». Ο Steiner αποφεύγει να αναζητήσει (ή να εκθέσει) το περιεχόμενο που η
παράδοση των Εβραίων αποδίδει σε αυτή τη Διαθήκη, τις υποχρεώσεις που επιβάλλει στον λαό του Ισραήλ. Με την
ίδια λογική του ισραηλινού κράτους, λογική υπεροψίας του «εκλεκτού» λαού, σκιαγραφεί τον ορθολογικά ανεξήγητο
πρωταγωνιστικό ρόλο των διεσπαρμένων, δίχως δική τους γη, Εβραίων στην ανθρώπινη Ιστορία: Μαρξ, Φρόιντ,
Αϊνστάιν, Δαρβίνος, καθορίζουν σήμερα τον βίο των ανθρώπων σε πλανητικό επίπεδο. Ο Κάφκα είναι ένα όνομα
συμβολικό πια για να δηλωθούν τα νευρωτικά αδιέξοδα της Νεωτερικότητας. «Η μουσική αναγεννήθηκε χάρη στον
Σένμπεργκ. Η ανθρωπολογία χάρη στον Λεβί Στρος. Η φιλοσοφία χάρη στον Βίτκενστάιν, η οικονομική θεωρία χάρη
στον Κένεθ Αροου». Ο Προυστ σφράγισε τη λογοτεχνία, ο Γούντι Αλεν έκανε παγκόσμιο το εβραϊκό χιούμορ, βραβεία
Νόμπελ κερδίζουν κατά συρροήν οι Εβραίοι. «Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα οικονομικά και εμπορικά νεύρα της
παγκόσμιας επιχειρηματικότητας», όλα είναι πεδία εβραϊκής κυριαρχίας, ακόμα και το εφεύρημα των σούπερ μάρκετ.
Οι Εβραίοι κυριάρχησαν παγκόσμια, σε κάθε περιοχή του ανθρώπινου βίου, όσο βρίσκονταν σε διασπορά, το σημερινό
κράτος του Ισραήλ δεν είναι παρά «ένας τρόπος ιστορικής εξαφάνισης των Εβραίων» – αυτή είναι η θέση του Steiner.
Θέση που η λογική της «δεν μπορεί να διαχωριστεί από θεολογικές - μεταφυσικές πηγές»: Αποστολή των Εβραίων
286
είναι να περιφέρουν περιπλανώμενοι στην έρημο του κόσμου τη μαρτυρία για τον Ενα υπαρκτό Θεό, απερινόητο,
άρρητο, αόρατο, ανεικόνιστο, αλλά και «σε απόσταση ανυπόφορης εγγύτητας». Σίγουρα, η γλαφυρή «θεολογία» του
George Steiner μοιάζει υποτυπώδης αν συγκριθεί με άλλους κορυφαίους της πνευματικής αυτής παράδοσης, π.χ. με
την εκπληκτικής ωριμότητας μαρτυρία του Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ (τα μυθιστορήματά του προσιτά στον Ελληνα
αναγνώστη). Ωστόσο, αυτό που ενδιαφέρει την πανανθρώπινη ανησυχία και ευαισθησία στην παρούσα ώρα είναι ότι
υπήρξε και υπάρχει ένδοθεν, από κορυφαίους της εβραϊκής παρουσίας στον διεθνή στίβο, καταδίκη της νοοτροπίας και
των κριτηρίων της ασκούμενης από το κράτος του Ισραήλ (και από το κίνημα του Σιωνισμού) πολιτικής. Η
παντοδυναμία, σε παγκόσμια κλίμακα, του αριθμητικά ελάχιστου λαού των Εβραίων είναι γεγονός με μεταφυσικό,
πραγματικά, χαρακτήρα. Υπαγορεύουν πολιτική στην υπερδύναμη, οι διεθνείς οργανισμοί και πανίσχυρα κράτη
αυτολογοκρίνονται στις εκφράσεις και αποφάσεις τους μήπως και δυσαρεστήσουν το Ισραήλ. Το φρικιαστικό
«ολοκαύτωμα» που υπέστησαν κατόρθωσαν να το μετατρέψουν σε εργαλείο παγκόσμιας εξουσιαστικής κυριαρχίας.
Τρέμει η διεθνής κοινότητα το κρατίδιο που είναι η φανερή αιτία κάθε τρομοκρατίας. Ομως, αυτή η λογικά
ανερμήνευτη παντοδυναμία μοιάζει περισσότερο με άρνηση παρά με πιστότητα στη «Διαθήκη». Ποιες συνέπειες θα
έχει τελικά η προκλητική αποστασία δεν μπορούμε να ξέρουμε. Δεν προβλέπονται από τη λογική της Ιστορίας.
Τα δυο άρθρα του Γιανναρά, η απάντηση του Καραμπελιά και η δική μας απάντηση:
Hμερομηνία δημοσίευσης: 30-08-09
Η πρόκληση Νταβούτογλου
Tου Χρηστου Γιανναρα
Σε δύο άρθρα του στην εφημερίδα το «Εθνος» (2 και 4 Αυγούστου 2009) ο καθηγητής και ακαδημαϊκός κ. Βασίλειος
Μαρκεζίνης …………..Με ποιες προϋποθέσεις η προτεραιότητα του πολιτισμού μπορεί να αναδείξει την Τουρκία
άξονα μιας αυτοκρατορικής «ειρήνης» στον χώρο της άλλοτε οθωμανικής κυριαρχίας με όρους όχι αντιπαλότητας,
αλλά συνεργασίας με τη Δύση; Αυτό μπορούν οι Ελληνες, για δεύτερη φορά στην Ιστορία, να το χειριστούν για
λογαριασμό των Τούρκων αποτελεσματικά. Αλλά η ανάλυση των προϋποθέσεων χρειάζεται μια δεύτερη επιφυλλίδα.
Hμερομηνία δημοσίευσης: 06-09-09
Νεο-οσμανιδών και Βρυξελλών γεφύρωση
Tου Χρηστου Γιανναρα
Η ελλαδική κοινωνία σήμερα δεν έχει αντανακλαστικά θέλησης για ιστορική επιβίωση………Τρίτον, να λειτουργήσει
η Ελλάδα ως πολιτισμικός (άρα και πολιτικός) καταλύτης δημιουργικής συμπόρευσης αυτής της μετα-βυζαντινής
Ανατολής (υπό τη Νεο-οσμανική ηγεσία) με τη μετα-ρωμαϊκή Δύση (υπό την ηγεσία των Βρυξελλών). Η Δύση
διεκδικεί τη συνέχεια του αρχαιοελληνικού κληροδοτήματος, η Τουρκία τη συνέχεια του Βυζαντίου. Η υπαγωγή του
σημερινού Ελλαδισμού υπό την οθωμανική επιρροή με παράλληλη τη μετοχή του στην Ευρωπαϊκή Ενωση, θα ήταν
ίσως η τελευταία ευκαιρία να επανέλθει, με ενεργό μετοχή, στο ιστορικό γίγνεσθαι ο Ελληνισμός. Αν διέσωζε
ελληνικότητα το ελλαδικό κρατίδιο.
Η προς Γιανναρά απάντηση του Καραμπελιά (προφορική) είναι στο:
http://www.ardin.gr/node/1737
(ήταν! Δεν ειναι πια, Ή κατέβηκε ή άλλαξε. (Επίσης βλ. σε γραπτή μορφή, άρθρο του Καραμπελιά (που συνιστά
απάντηση στο άρθρο του Γιανναρά κι ας είχε γραφτεί 10 μήνες νωρίτερα) ψάχνοντας στο γκουγκλ με κατι από τα
ακόλουθα:
Η κοινωνική βάση του νεο-οθωμανισμού
Συγγραφέας: Γιώργος Καραμπελιάς
Άρδην τ. 72
Πάρα πολλές έχουμε επαναλάβει πως ο νεο-οθωμανισμός δεν αποτελεί σήμερα απλώς μια εξωτερική απειλή για την
Ελλάδα, αλλά συνιστά μια εσωτερική παράμετρο της πολιτικής μας ζωής, δεδομένου ότι….
Σημ: Η τότε προσωπική μας απάντηση στον Γιανναρά ήταν η εξής:
Το τι ακριβώς είπε ο Μαρκεζίνης παίζει ρόλο στην απάντηση αλλά το καλύπτει πληρέστατα η παραπάνω απάντηση
του Καραμπελιά, όπως επίσης πληρέστατα καλύπτει και όλες τις αναλογίες και ψευδοαναλογίες, της εποχής μας με τα
λίγο πριν το 1453. Μια μορφή ενός μέρους της απάντησης θα μπορούσε να είναι και το να διαβαστεί το άρθρο του
Παπακωνσταντίνου που ήταν στο ίδιο φύλλο της «Καθημερινής» με το δεύτερο άρθρο του Γιανναρά (βάζουμε τον
τίτλο του «Άνεμοι ανατροπών στην Απω Ανατολή ο νέος ηγέτης της Ιαπωνίας παίρνει αποστάσεις από τις ΗΠΑ και
287
αναζητεί τον ιστορικό συμβιβασμό με την Κίνα» και προσθέτουμε φυσικά την επιφύλαξη ότι μέχρι να αποδειχθεί ότι ο
Χατογιάμα δεν είναι μια μορφή Ομπάμα η απάντηση αυτή είναι απλώς ευχολόγιο). Πάμε τώρα σε ότι από την δική
μας απάντηση αποτελεί υποχρέωσή μας να το γράψουμε είτε είναι περιττό μετά τα παραπάνω είτε όχι: Ο Γιανναράς,
κυριολεκτικά εν μια νυκτί, μέσω των περιορισμών του που επέδειξε, κατέδειξε και τους περιορισμούς του της
ιδανικότερης εκ των υπαρκτών μορφών της στάσης που αντιπροσωπεύει. Έχει, επί αιώνες, χιλιοειπωθεί για την
Ελλάδα ότι υπήρξε αιώνιο και αρχετυπικό παράδειγμα τρόπου ανοιχτότητος για πρόσληψη και μετουσίωση
πολιτισμών , αντί για αλλοτρίωση από αυτούς, και ότι ο ελληνοχριστιανικός πολιτισμός ήταν η πιο πρόσφατη τέτοια
ιστορική δημιουργία και πρόσληψη της ανατολής από την δύση. Και αυτόν τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό θέλησε ο
Γιανναράς να βοηθήσει να περισωθεί. Και τόσο βέβαιος ήταν ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να προσλάβει χωρίς
αλλοτρίωση καν τον Δυτικό πολιτισμό (αφ’ενός δικαιολογημένα από το τόσο χάλι τού πώς στην πράξη γίνεται αυτό,
αφ’ετέρου από την, ουσιαστικά, ομολογία του ότι δεν βλέπει πώς να μετεξελιχθεί άλλη μια φορά η δύση απ’την
ανατολή και τ’ανάπαλιν, και φοβικά κλεινόμενος στην μίμηση του παρελθόντος) τόσο βέβαιος ήταν λοιπόν που αντί,
έστω χαζοχαρούμενα να πει ότι κι η Ελλάδα θεωρείται γέφυρα δύσης και ανατολής και να βάλει η διανόησή της τα
δυνατά της (όπως στην ουσία είπε ο Καραμπελιάς), πρότεινε η Ελλάδα απλώς να βοηθήσει την Τουρκικού τύπου
γέφυρα δύσης ανατολής βοηθώντας (σαν ναχαν ακόμη ανάγκη Φαναριωτών δραγουμάνων οι Τούρκοι) απλώς την
γέφυρα «νεοΟσμανιδών-Βρυξελλών» τύπου γέφυρας Νταβούτογλου. Ούτε καν να προτείνει την δημιουργία Έλληνα
Νταβούτογλου, ως αντιπάλου δέους. Το γιατί δεν φοβήθηκε το Οθωμανικό είδος αλλοτρίωσης της θρησκείας από το
κράτος όσο το παπικό ή το Αμερικανικό ή το Κεμαλικό, δεν το γνωρίζω. Αλλά ότι και να τον πανικόβαλε τον έκανε
να παραβεί την συνήθη του ακαδημαϊκή αυτοκυριαρχία γινόμενος προχειρολόγος (και αποδίδοντας μύρια αρνητικά
στο Ισλάμ και όχι στην Οθωμανική του εκπροσώπηση ενώ ακόμη και πολύ γνωστό καθίσταται πλέον στις μέρες μας
(βλ. π.χ. Ταρικ Αλι: «Τζιχάντ και σταυροφορίες , η σύγκρουση των φονταμενταλισμών») ότι το Ισλάμ θεωρεί τον
Οθωμανισμό όσο ολετήρα του όσο και εμείς. Και ακόμη και την απόλυτη προτεραιότητα της ανοιχτότητας του
προσώπου προς το πρόσωπο, και της ταύτισης πνευματικότητας και προσωπικής αγάπης όταν μιλάμε για κλίμακες
καθημερινής ζωής αντί για κλίμακες συλλογικών μεγεθών, που οι συνήθεις του ιδέες και παράγραφοι των βιβλίων του
αντιπροσωπεύουν, τις παρέκαμψε βλέποντας αφ’ενός τους δυτικούς αφ’ετέρου τους Ισλαμιστές σχεδόν
αποπροσωποποιημένα (ΑΝ δεν κάνω λάθος, μα ίσως να οφείλεται η τέτοια αίσθηση αποπροσωποποίησης σε
προσωπική μου έκπληξη περί του τι συνέβη στον Γιανναρά και πανικοβλήθηκε). Εν κατακλείδι «Βρε Χριστιανέ μου,
χρειάστηκε να περάσεις από τόσο Βιτγεκενσταϊν και κβαντική φυσική και Χόϋλ για να πανικοβληθείς τελικά κι εσύ
τόσο πολύ απ’την Δύση όσο ένας που δεν διάβασε ποτέ του τίποτε; Όσο πανικοβάλεται κι ένας που δεν τους διάβασε
πανικοβάλλεσαι; Είτε τους εκτιμάς και άρα δεν σε πανικαβάλλουν είτε τους θεωρείς ξεπερασμένους και άρα δεν σε
πανικοβάλλουν επίσης, είτε θεωρείς ότι «μακάρι ναταν αυτοί η δύση, αλλά δύση είναι αυτοί που καπελλώνουν
αυτούς» οπότε βοήθα αυτούς να μη καπελλώνονται αν προσπαθούν , ή ξέχεσέ τους που καπελλώνονται για να
ξυπνήσουν και έτσι να αρχίσουν να προσπαθούν» , όπως κάνουμε όλοι μας. Τι απ’τα καραγκιοζλίκια τη δύσης
μπορεί να τρομάξει κάποιον τόσο πολύ που να λέει όσα λες; Και αν είναι η αριθμητικη 100 εκατομύρια εναντίον
δυόμισυ, τότε σαμπως αυτό που λες εσύ είναι λιγότερο ανίσχυρο ή παράλογο απ’αυτό που λένε οι διεθνιστές ή οι
Καρατζαφερικοί; Αφού στο πολιτιστικό επίπεδο αυτά δεν βασίζονται στα τέτοια νούμερα αλλά στην διαύγεια και ισχύ
του πνεύματος κι αφού στο πολιτικό επίπεδο και επίπεδο συσχετισμών δυνάμεων το θέμα αυτό περνάει από την
Ευρωπαϊκοποίηση των Βαλκανίων, άρα γιατί βιάστηκες να σαλτάρεις; Ας μην επαναλαμβάνω όμως όσα με
ανεπανάληπτα διαυγή τρόπο είπε ο Καραμπελιάς και άρα ας ακούσουμε κι εσύ κι όλοι μας άλλη μια φορά το
http://www.ardin.gr/node/1737 (που όπως ειπαμε δεν υπάρχει πια)*
Απάντηση/σχόλιο στην ανάρτησή μας αυτή από φίλο**:
Η Πλατωνική ελπίδα ότι ο κόσμος θα αλλάξει αν οι φιλόσοφοι γίνουν κυβερνήτες ή οι κυβερνήτες φιλόσοφοι αφ’ενός
θα ακούγονταν σαν πολύ φιλόδοξο γνωμικό , ή πολύ σοβαροφανές, αν δινόταν σαν σχόλιο στα παρόντα, αφ’ετέρου
έχει ήδη θεωρηθεί σαν ελπίδα διαψευσθείσα από τα επακόλουθα του 1492 και του 1917, αν όχι ήδη από τον
ολοκληρωτισμό του Πλάτωνα των «Νόμων». Θα περιοριστούμε σε μια άλλη ελπίδα η οποία μάλλον ταιριάζει πιο
πολύ εις παν ό,τι ο Γιάννης Αλεβίζος φαίνεται να όρισε σαν βεληνεκές του, και η οποία ίσως δεν έχει διαψευσθεί
ακόμη: Ελπίζουμε ότι η αποτελεσματικότητα του ακτιβισμού θα βελτιωνόταν πολύ αν αφ’ενός οι ακτιβιστές
αποκτούσαν κάποιες από τις αρετές του μυαλού και της ενημέρωσης αυτών που στην καθομιλουμένη ονομάζονται
σπασίκλες, και αν αφ’ετέρου, ταυτόχρονα, όσοι σπασίκλες είναι σπασίκλες από πάθος κι όχι από καταπίεση
αποκτούσαν πάθος και για τις μέριμνες που συνήθως είναι μέριμνες των ακτιβιστών. Τα σάιτ του Γιάννη Αλεβίζου,
όπως κι άλλοι σίγουρα θα έχουν διαπιστώσει, είναι στην ουσία τους προσωπικές του επιλογές διδακτέας ύλης για την
καλλιέργεια τέτοιων τάσεων σε σπασίκλες και ακτιβιστές με αμφοτέρους εκ των οποίων τόσα κοινά χαρακτηριστικά
έχει κι ο ίδιος.
*Και, πάνω απ’όλα, υπενθυμίζουμε στον αναγνώστη να διαβάσει ξανά το άρθρο του Γιανναρά της σελ.286 που είναι
ένα από τα καλύτερά του όπως ήδη είπαμε στη σελ. 270 όπου απλώς παραπέμψαμε σε αυτό…
**Η αυτοένσταση της υποσημ.της σελίδας 272 δεν εφαρμόζεται εδώ; «Όχι» , υπό την έννοια ότι αναρτήσεις πριν τις
εκλογές του 2009 ανήκουν στην «εποχή τα αθωότητας» (“ignorance is bliss” , «η μαλακία είναι υγεία» κλπ)
288
Υστερόγραφο Σεπτεμβρίου 2009:
Στη σελίδα … είπαμε ότι η Ελλάδα πάντα ήταν ικανή να αφομοιώνει ξένους πολιτισμούς, εμπλουτίζοντάς
τους αντί να αλλοτριώνεται από αυτούς. Παραδείγματα νεότερα , κι όχι αρχαία, υπάρχουν; Βεβαιότατα:
και είναι πασίγνωστα: Π.χ. ο τρόπος που αφομοίωσε τον σουρρεαλισμό ο Ελύτης και την δυτική μουσική
ο Θεοδωράκης. Και άλλοι επίσης, ο Γκάτσος, ο Ρίτσος, …Αλλά ας πάρουμε κάποιον που όλοι οι μόλις
αναφερθέντες θεωρούσαν δάσκαλό τους και στο θέμα αυτό, τον Σικελιανό. Το να ανησυχεί κανείς όσο ο
Γιανναράς , σαν ορθολογιστική βάση έχει μόνο το να πούμε ότι από την εποχή αυτών (που τους πρόλαβαν
ζωντανούς πολλοί που ακόμα ζούν) μέχρι τώρα έχουν γίνει σαρωτικότερες αλλαγές απ’ότι από την
αρχαιότητα μέχρι την εποχή τους. Εντάξει, ίσως δεν είναι και παράλογο. Όποιος θέλει να δει αφ’ενός
ανάγλυφα και πυκνά (κάπως πυκνότερα βέβαια απ’ότι τα αντίστοιχα του Ελύτη στο «Εν λευκώ» ή το
«Ανοιχτά χαρτιά») αφ’ετέρου όχι απλώς μέσω της ίδιας του της ποίησης, το πως αφομοιώνει τον Δυτικό
πολιτισμό ο Σικελιανός, μπορεί να δει τον Πρόλογό του (που έγραψε το 1938 υπο το πρίσμα και του
επερχόμενου πολέμου) στο «Λυρικός Βίος». Παρουσιάζουμε λίγα αποσπάσματά του αλλά στα αγγλικά**
αφού θεωρήσαμε οτι έτσι αφομοιώνουν ακόμη καλύτερα τον Δυτικό πολιτισμό (το «καλύτερα» υπό την
έννοια ότι προσφέρουν βοήθεια στον Δυτικό πολιτισμό εκ μέρους του ποιητή και όχι στον ποιητή εκ
μέρους του Δυτικού πολιτισμού). Κι επίσης, όσο μπορούμε, κάνουμε την προσπάθεια να δούμε τι έχει το
’38 να πει για το σήμερα, αν μη τι άλλο για να καθησυχάσουμε τον αγαπητότατό μας κύριο Γιανναρά οτι
δεν είναι και τόσο αδύνατο να συνεχίσουν οι προσπάθειες τέτοιου προσανατολισμού (αλλά όχι και για να
καθησυχάσουμε κανέναν άλλο! Αν κανείς δεν τις κάνει τις προσπάθειες αυτές, δεν θα γίνουν από μόνες
τους)
**
“…In the face of the threat that history may roll back to the abyss of the Arrhythmic, the
Amorphous and the preontological, nobody can avoid assuming responsibility. Those poets who
feel born on the pulse of the Universe have the additional responsibility to make Poetry take on
her own horrible responsibility of breaking the causal deterministic sequence of events after first
coming to know her own mystical origin in the infinity, the inner freedom and the biological God
deep inside us, and from there draw strength to lift again the universal symbols of cosmic
continuity of man with his similars and with the Universe, the symbols that are able to disperse
his historical pseudoproblems and deliver man from all arbitrary myths of our age, scientific
myths, mechanical myths, political myths, economic myths, artificial artistic myths, etc etc–that,
through also exerting immense violence, have displaced man from the center of his responsibly
creative self where is found the source of his freedom and have led to the dismemberment of the
erotic core of man’s experience of the world and have disintegrated society into heaps of
unburied corpses–and place him again at the center of Life and of duration from where the world,
placed at the center of our consciousness and not at the periphery, will bring down walls and open
up horizons , not altogether imaginary, that have been waiting, since the beginning of time, to
line up in perspective in front of us”
*Και ο Καζαντζάκης βέβαια αφομοίωσε τον Δυτικό πολιτισμό, αλλά το εδώ κείμενο του Σικελιανού είναι
πολύ διαυγέστερο και πολύ λιγότερο εξαντλημένο ως προς δοκιμές επεξεργασίας συνεπειών του.
**Στα Ελληνικά τα είδαμε στη σελ.171
289
Χιλιοευχαριστούμε τον Νίκο των λινκ των σελ. 102, 103 για το παρακάτω λινκ
http://www.os3.gr/arhive_afieromata/gr_afieromata_Odysseas_Elitis.html
από το οποίο για την ώρα τουλάχιστον, ας πάρουμε μόνο το υλικό της παρούσας σελίδας:
…Το 1959 μετά από αρκετά χρόνια ποιητικής σιωπής, ο Οδυσσέας Ελύτης τυπώνει το «Άξιον Εστί», που τον
επόμενο χρόνο του δίνει το Α΄ Κρατικό βραβείο Ποίησης, ενώ τότε εκδίδει και τις «Έξη και Μία Τύψεις για
τον Ουρανό». Λίγο πριν τυπωθεί το «Αξιον Εστί» ο ποιητής που δεν ανήκε καν στην Αριστερά, είχε
εμπιστευθεί επιλεγμένα αποσπάσματα στο αριστερό περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης». Δέκα χρόνια μετά την
έκδοση του έργου, ο ποιητής θα εμπιστευθεί στον Γ. Π. Σαββίδη κάποιες σημειώσεις που εξηγούν το πώς
δημιουργήθηκε το «Αξιον Εστί».
«Όσο κι αν μπορεί να φανεί παράξενο, την αρχική αφορμή να γράψω το ποίημα μου την έδωσε η
διαμονή μου στην Ευρώπη τα χρόνια του '48 με '51. Ήταν τα φοβερά χρόνια όπου όλα τα δεινά
μαζί - πόλεμος, κατοχή, κίνημα, εμφύλιος - δεν είχανε αφήσει πέτρα πάνω στη πέτρα. Θυμάμαι την
μέρα που κατέβαινα να μπω στο αεροπλάνο, ένα τσούρμο παιδιά που παίζανε σε ένα ανοιχτό
οικόπεδο. Το αυτοκίνητό μας αναγκάστηκε να σταματήσει για μια στιγμή και βάλθηκα να τα
παρατηρώ. Ήτανε κυριολεκτικά μες τα κουρέλια. Χλωμά, βρώμικα, σκελετωμένα με γόνατα
παραμορφωμένα, με ρουφηγμένα πρόσωπα. Τριγυρίζανε μέσα στις τσουκνίδες του οικοπέδου
ανάμεσα σε τρύπιες λεκάνες και σωρούς σκουπιδιών. Αυτή ήταν η τελευταία εικόνα που έπαιρνα
από την Ελλάδα. Και αυτή, σκεπτόμουνα, ήταν η μοιρα του Γένους που ακολούθησε το δρόμο της
Αρετής και πάλαιψε αιώνες για να υπάρξει. Πριν περάσουν 24 ώρες περιδιάβαζα στο Ουσί της
Λωζάννης, στο μικρό δάσος πλάι στη λίμνη. Και ξαφνικά άκουσα καλπασμούς και χαρούμενες
φωνές. Ηταν τα Ελβετόπαιδα που έβγαιναν να κάνουν την καθημερινή τους ιππασία. Αυτά που από
πέντε γενεές και πλέον, δεν ήξεραν τι θα πει αγώνας, πείνα, θυσία. Ροδοκόκκινα, γελαστά, ντυμένα
σαν πριγκηπόπουλα, με συνοδούς που φορούσαν στολές με χρυσά κουμπιά, περάσανε από μπροστά
μου και μ' άφησαν σε μια κατάσταση που ξεπερνούσε την αγανάκτηση.
Ητανε δέος μπροστά στην τρομακτική αντίθεση, συντριβή μπροστά στην τόση αδικία, μια διάθεση
να κλάψεις και να προσευχηθείς περισσότερο, παρά να διαμαρτυρηθείς και να φωνάξεις. Ητανε η
δεύτερη φορά στη ζωή μου - η πρώτη ήτανε στην Αλβανία - που έβγαινα από το ατόμό μου, και
αισθανόμουν όχι απλά και μόνο αλληλέγγυος, αλλά ταυτισμένος κυριολεκτικά με τη φυλή μου. Και
το σύμπλεγμα κατωτερότητας που ένιωθα, μεγάλωσε φτάνοντας στο Παρίσι. Δεν είχε περάσει πολύς
καιρός από το τέλος του πολέμου και τα πράγματα ήταν ακόμη μουδιασμένα. Όμως τι πλούτος και
τι καλοπέραση μπροστά σε μας! Και τι μετρημένα δεινά επιτέλους μπροστά στα ατελείωτα τα δικά
μας! Δυσαρεστημένοι ακόμα οι Γάλλοι που δεν μπορούσαν να 'χουν κάθε μέρα το μπιφτέκι και το
φρέσκο τους βούτυρο, δυσανασχετούσανε. Υπάλληλοι, σωφέρ, γκαρσόνια, με κοιτάζανε βλοσυρά
και μου λέγανε: εμείς περάσαμε πόλεμο Κύριε! Κι όταν καμμιά φορά τολμούσα να ψιθυρίσω ότι
ήμουν Ελληνας κι ότι περάσαμε κι εμείς πόλεμο με κοιτάζανε παράξενα: α, κι εσείς έ; Καταλάβαινα
ότι ήμασταν αγνοημένοι από παντού και τοποθετημένοι στην άκρη-άκρη ενός χάρτη απίθανου. Το
σύμπλεγμα κατωτερότητας και η δεητική διάθεση με κυρίευαν πάλι. Ξυπνημένες μέσα παλαιές
ενστικτώδεις διαθέσεις άρχισαν να αναδεύονται και να ξεκαθαρίζουν.
Η παραμονή μου στην Ευρώπη με έκανε να βλέπω πιο καθαρά το δράμα του τόπου μας. Εκεί
αναπηδούσε πιο ανάγλυφο το άδικο που κατάτρεχε τον ποιητή. Σιγά-σιγά αυτά τα δύο ταυτίστηκαν
μέσα μου. Το επαναλαμβάνω, μπορεί να φαίνεται παράξενο, αλλά έβλεπα καθαρά ότι η μοίρα της
Ελλάδας ανάμεσα στα άλλα έθνη ήταν ότι και η μοιρα του ποιητή ανάμεσα στους άλλους
ανθρώπους - και βέβαια εννοώ τους ανθρώπους του χρήματος και της εξουσίας. Αυτό ήταν ο
πρώτος σπινθήρας, ήταν το πρώτο εύρημα. Και η ανάγκη που ένιωθα για μια δέηση, μου 'δωσε ένα
δεύτερο εύρημα. Να δώσω, δηλαδή, σ' αυτή τη διαμαρτυρία μου για το άδικο τη μορφή μιας
εκκλησιαστικής λειτουργίας. Κι έτσι γεννήθηκε το «Αξιον Εστί».
Οι πρώτες αντιδράσεις για το «Αξιον Εστί» ήταν αρνητικές, ο πρώτος που ονόμασε το έργο αυτό «οριακό»
για την ποίηση ήταν ο Γ. Π. Σαββίδης με άρθρο του στον «Ταχυδρόμο» τον Δεκέμβριο του 1960…
(Αν κάποιος θέλει να προσπεράσει, για την ώρα, όσα σχετίζονται με την κατάληψη, μπορεί να
πάει κατ’ευθείαν στην σελίδα 301)
290
Τα εν οίκω μη εν δήμω ή τα εν δήμω μη εν οίκω;
Ή κάποια ίσως σοβαρά συμπεράσματα που ίσως εξάγονται από μια κατάληψη; (Ρουτίνας;)
(Αντί εισαγωγής μια σκιαγραφική επανάληψη όσων έχουμε ήδη δει:)
Οι δυο πρώτες μέρες της κατάληψης όταν απλώς νομίσαμε ότι λύθηκε
…Η κατάληψη βάστηξε δυο μέρες και λύθηκε μόνο επειδή έφτασε, στις 23 Μαρτίου,
Παρασκευή, η γιορτή για την 25η Μαρτίου (αρχικά μάλιστα ένας από τους σκοπούς της ήταν και
κάτι σχετικό με την γιορτή, όπως θα δούμε. Κάποιος, λέει, καθηγητής είχε μιλήσει άσχημα σε
μαθητή και το αίτημα, μετά από μια μέρα χωρίς καμιά εξήγηση αιτημάτων ήταν να ζητήσει
συγγνώμη δημοσίως την ώρα της γιορτής. Τους είπαμε «Δεν είμαστε καλά! Ρε, αυτά λύνονται
μέσα στην τάξη σας. Οικογενειακά. Και αν χρειαστεί δημοσίως, πείτε μια έβδομη ώρα αντί
μάθημα να έρθουμε στην αίθουσα τελετών να σας ακούσουμε. Σε εθνική γιορτή θα το κάνετε;
Είστε με τα καλά σας;» Στον αντιπρόσωπό τους Πάνο που μας μίλαγε επί ώρα (αντί καθόλου ή
αντί βιαστικά) και σε μας και σε όλους όσους ήταν γύρω μας στο πεζοδρόμιο ήρθε ξαφνικά μια
ριπή νερού με λάστιχο από τους καταληψίες, ανακλαστικά όλοι έκαναν μια κίνηση προς τον
δρόμο, μα ανακλαστικά κι ο οδηγός ενός λεωφορείου που πέρναγε έκανε μια τιμονιά να τους
αποφύγει και αν ερχόταν κάτι στην απέναντι λωρίδα εκείνη την στιγμή θα την είχε αρπάξει χωρίς
να το καταλάβει, κοινώς πολύ τυχεροί υπήρξαμε. Με μια ανακλαστική ιαχή «Θα σας γαμήσω»
έτρεξε ο Πάνος να ξανασκαρφαλώσει την κλειδωμένη πόρτα να μπει μέσα…Τέλος πάντων
ανοίξανε…Την άλλη μέρα έγινε η γιορτή, η βαβούρα και αδιαφορία , συχνά επιδεικτική έως και
προκλητική από μερικά παιδιά της κατάληψης (όχι όλα, πολλά συμμετείχαν στα δρώμενα και
έπαιζαν και πολύ καλά) και από μερικούς ακόμα απλώς παντοχαβαλέδες μεγέθυνε τα
προβλήματα παρακολούθησης όσων δρωμένων χρειαζόταν καλύτερα μικροφωνικά στην
αίθουσα τελετών, τα’ψαλα σε τρεις τέσσερις απ’αυτούς αρκετά έντονα ώστε να
δυσανασχετήσουν αρκετά και να βγουν, ζήτησα ύστερα κι από την καθηγήτρια που τα’χε γράψει
να μου τα στείλει να τα διαβάσω συγκεντρωμένος στο σπίτι, πήγαμε στην αυλή και οι δημοτικοί
χοροί των παιδιών, στα οποία είχαν κάνει πολύ-πολύ επίπονες πρόβες τα παιδιά με τον γυμναστή
τους, που ήταν και στην Δώρα Στράτου , ήταν καταπλητικοί, και ενθουσίαζαν σε τρομερό
μεράκλωμα και τους συμμετέχοντες και τους θεατές , και στο τέλος, πρώτα η καθηγήτρια των
Αγγλικών μετά και η διευθύντρια, και άλλοι συνάδελφοι, μπήκαν μέσα…Αν κρίνω από το ότι
στις περσινές καταλήψεις υπήρχαν και αιτήματα για φτηνότερες τυρόπιτες στο κυλικείο και άμα
τους έλεγες «Και γιατί δεν φέρνετε κάνα σάντουιτς στο σπίτι να πέσουν οι τιμές;» λέγανε «Δεν
το σκεφτήκαμε» και τους λέγαμε «Άμα κολλάτε έτσι στα εύκολα τότε τι ιδέες περιμένετε να σας
έρθουν για τα δύσκολα;», τότε τι βγαίνει σαν ηθικό δίδαγμα;: Ότι τα αιτήματα, λογικά ή
παράλογα, που απλώς παπαγαλίζονται από ντιρεκτίβες που αποστέλλονται μέσω ιντερνετ και τα
αιτήματα τύπου «πνίγομαι σε μια κουταλιά νερό» , όπως οι τυρόπιτες κλπ , συνδυασμένα με την
αποφυγή σκέψης και με την εφηβική ψυχολογία παντο-αντιρρησία, μετατρέπουν τις καταλήψεις
σε τραγέλαφο, που τις πιο πολλές φορές αναδεικνύει σαν οργανωτικές αρετές τα κουσούρια
μέσω των oπoίων αργότερα το μόνο know-how που έχουν αποκτήσει οι αρχηγοί τους θα είναι
αυτό που ως νέους θα τους κάνει να θυμίζουν αμφισβητίες σαν τους παλιούς πολυτεχνίτες και
μετά θα τους κάνει να θυμίζουν κομματικά λαμόγια που κάποτε είχαν υπάρξει πολυτεχνίτες, και
που μετά απορούμε πώς άλλαξαν ενώ πολλοί απλώς δεν άλλαξαν καθόλου. Από τον καιρό
ακόμα των σχολικών εορτών απλώς κλίκες φτιάχνουν για το πώς και ποιούς θα φωνάξουν για
λούφα χωρίς απουσία και ποιούς θα αποκλείσουν (π.χ. ποιοι θα κάνουν πρόβες χορωδίας ακόμα
κι αν δεν έχουν φωνή (διότι «δεν είμαστε μουσικό σχολείο άρα έχουμε με τον τσαμπουκά
δικαίωμα συμμετοχής») και ποιοι δεν θα κάνουν (διότι «δεν είμαστε μεν μουσικό σχολείο, αλλά
δεν θα κάνουμε και αγνώριστα τα τραγούδια από την παραφωνία» κλπ κλπ κλπ), και τι παζάρια
θα κάνουν («για να συμμετάσχω θα με βγάλετε την τάδε ώρα από το τάδε μάθημα» κλπ κλπ)
και τι σοφιστεία θα χρησιμοποιήσουν για να φαίνεται μαγκιά δική τους το καπέλωμα που
τρώνε (αν τους γράψουν όσοι σκατεύουν το μάθημα με βαβούρα, τότε για να μη αισθανθούν
γραμμένοι κι ανίσχυροι θεωρούν εαυτούς αλληλέγγυους με τους βαβουρατζήδες) Σοβαρά
291
αιτήματα υπάρχουν; Ακόμη και να υπάρχουν έχουν απορροφηθεί και πνιγεί μέσα στα
καταγέλαστα.
Γιατί δίνουμε τόσο έκταση σε αυτά που φαίνοται και αδιέξοδα και ως απλώς αναφερόμενα σε
ηλικίες που όποτε θέλουν επικαλούνται το παιδικό ακαταλόγιστο και καθαρίζουν; Απάντηση:
Αυτά που έχουν σχέση με τον ενδοσχολικό μικρόκοσμο έχουν πολύ περισσότερη σημασία για
τα τεκταινόμενα από πολλά που συζητούνται επί αυτών, όχι απλώς διότι αποτελούν
μικρογραφία των κουσουριών που λέγαμε αλλά και διότι πάνω απ’όλα με ενδοσχολικές
διαδικασίες περνάνε απ’την μια φουρνιά στην άλλη τόσο τα κουσούρια όσο και οι προσπαθειες
αντιστροφής τους. Π.χ: πες ότι βρίσκεται μπλόγκερ που κάνει (ή διαπράττει) τον εθελοντισμό
να ανθολογήσει υλικό για την καλύτερη αφύπνιση και αγωγή του πολίτη. Πώς θα το διασπείρει;
Πες ότι είναι καθηγητής (σαν και μένα, αλλά αυτό δεν σημαίνει οτι θεωρώ εαυτόν σαν το πιο
κατάλληλο τέτοιο μπλόγκερ!) τότε αυτόματα έχει βήμα από το οποίο να πληροφορεί πάρα
πολλούς, μαθητές και φίλους τους και γονείς τους, και συναδέλφους κλπ κλπ περί των
προσπαθειών του. Αλλά: Οι μαθητές είναι σε μια ηλικία που αυτά σπανίως τα κοιτάνε (μικροί
έχουν άλλες έγνοιες, και μετά, στην προτελευταία τάξη, είναι πνεύματα αντιλογίας , στην
τελευταία τρέχουν και δεν φτάνουν στα φροντιστήρια, μετά ή είναι φοιτητές, ή εργαζόμενοι ή
άνεργοι, ως φοιτητές ήδη έχουν προσεγγιστεί από τις στάνταρ κοινοβουλευτικές ή
έξωκοινοβούλευτικές νεολαίες, ως εργαζόμενοι ή άνεργοι έχουν άλλες έγνοιες, άρα πότε μπορεί
κανείς να παρέμβει για αλλαγή νοοτροπίας; Ακόμα και αν δεν είναι σε κλίμα λούφας , ένας
μαθητής δικαιούται να πει «μα στον ελεύθερο χρόνο μου θα τα κοιτάω αυτά; Να έπειθες το
υπουργείο να τα κάνει διδακτέα ύλη. Και είτε να παίρνω όχι μόνο και βαθμό αλλά και μόρια είτε
να είναι μάθημα που να γίνεται εντός σχολικού ωραρίου αλλά να με τραβάει μέσω της
σπουδαιότητάς του για την ζωή μου, όπως π.χ. το μάθημα της υγιεινής». Μόνο εκεί λοιπόν, στα
σχολικά εγχειρίδια, και στην χρήση τους ή στο θάψιμό τους εντός σχολικής αιθούσης , είναι που
διδάσκονται αρκετά ευρέως για να’χουν αποτέλεσμα, τα καλά και τα κακά νοοτροπιών και όχι
σε αναρτήσεις, όπως η παρούσα, για εκκεντρικούς χομπυίστες αναγνώστες ή χομπυίστες
συγγραφείς. Κάποτε είχαν ευρεία διάδοση και άλλα κείμενα, μη σχολικά, αλλά τώρα τον καιρο
του ζάπινγκ μόνο την πρώτη μισή σελίδα διαβάζουν όλοι ακόμα κι αν γράφει για την γούνα τους
που καίγεται.
Ας δούμε τα αντίστοιχα με πιο απαλές γραμμές, σε «οικογενειακά» σχολεία σε χωριά μικρά όπου
όλοι γνωρίζουν όλους: Είμαστε στην Γλώσσα Σκοπέλου εν καιρώ Αρσένη. Παιδιά ήρθαν στο
γραφείο και είπαν «Μην το πάρετε προσωπικά, με σας δεν έχουμε τίποτα, αλλά συμβολικά,
σαν αλληλεγγύη προς τα παιδιά που κάνουν καταλήψεις θα κάνουμε κι εμείς για ένα διήμερο.
Όταν κάποιοι γονείς σαλτάρισαν από όσα άκουγαν για αλλού και νόμισαν ότι θα πληρώνουν
αποζημιώσεις για σπασίματα κλπ, οι πιτσιρικάδες εγγυήθηκαν, και το τήρησαν , ότι θα βάψουν
τις αίθουσες. Η μόνη ένσταση που απέμεινε ήταν του Γιάννη, φιλολόγου, που είπε σε μια
μαθήτρια «Τέτοια Ελληνικά σας μαθαίνω; «Θα καταλήψουμε τον κτίριο»; Γιατί με κάνετε
ρεζίλι;» Χιόνιζε, φέραν και σλήπιν μπαγκ και κασεττόφωνα…
Επιστροφή στα της Αθήνας: Λέγαμε ότι έγινε τελικά η γιορτή της 25ης Μαρτίου (έγινε
Παρασκευή στις 23 για να ακριβολογούμε). Μα δεν λύθηκε η κατάληψη. Την Δευτέρα πάλι
κλειστά ήταν…Τετάρτη τα παιδιά μάς φέρανε χαρτί με τα αιτήματά τους και συνεδριάσαμε,
Πέμπτη μετά το μάθημα έγραψα το παρακάτω να προλάβω να τους το δώσω Παρασκευή να
το’χουνε ανά χείρας Σαββατοκύριακο:
292
Παιδιά, όλοι οι καθηγητές χαρήκαμε πολύ που κάποια παιδιά του 15-μελούς έμειναν προχτές να μιλήσουμε για να
αρχίσει να βγαίνει μια άκρη, και που μας δώσατε επί τέλους ένα κείμενο πιο συγκεκριμένο και με πιο πολλές
λεπτομέρειες για να μπορούμε και οι δυο πλευρές, που θα μπορούσαν και που θα έπρεπε να είναι μια, να ξεκινήσουμε
να επιλέξουμε κάτι εποικοδομητικό και να το κάνουμε πράξη αντί απλώς να απεραντολογούμε ή, ακόμα χειρότερα, να
μαλλώνουμε για όσες απορίες ή διαφωνίες είχαμε με το κείμενο. Ακόμα πιο πολύ χαρήκαμε όταν μάθαμε ότι οι
προτάσεις ήταν δικής σας έμπνευσης και παραγωγής, και όχι παπαγαλισμένες από το ίντερνετ, και προέρχονταν από
μέλη σας που ήταν ώριμα και υπεύθυνα και δεν έκρυβαν το όνομά τους, όπως και δεν έκρυβαν το πρόσωπό τους οι
συμμαθητές σας οι οποίοι προχτές συνομίλησαν μαζί μας στο γραφείο. Δεν λέμε οτι όσοι έφυγαν ήταν ανεύθυνοι ή
αδιάφοροι, αφού τους είπαμε 10 λεπτά και κάναμε πάνω από ώρα, είχαν τα δίκια τους, τα δικά μας το δίκια για την
καθυστέρηση θα σας τα πούμε μετά την παρακάτω συζήτηση για την ουσία, η οποία (ουσία) ήταν και παραμένει η
πρόταση για ενισχυτική διδασκαλία την οποία με χαρά δέχτηκε όλος ο σύλλογος των καθηγητών. Ας ξεκινήσουμε
από εκεί λοιπόν όπως θα επιθυμούσαν όλοι οι συνάδελφοι, μετά ας πάμε σε όποιες αμοιβαίες εξηγήσεις μπορεί να
θεωρούνται ακόμα αναγκαίες (εμείς για την καθυστέρησή μας , εσείς για την αποχώρησή των πιο πολλών από σας)
και μετά, προσωπικά, όπως με ξέρετε οτι το συνηθίζω, θα δούμε, αν θέλετε κι εσείς, με κάποιο χιουμοριστικό τρόπο
το πώς θα’βλεπε τα αιτήματα ένας τρίτος που χωρίς να μας ξέρει θα απορούσε πώς μπορούμε να συνεννοούμαστε.
Ελπίζω με αυτόν τον τρόπο να έχει ολοκληρωθεί , ή τουλάχιστον να έχει αρχίσει, μια επαφή αφού, αντίθετα με την Β
Λυκείου, η Γ δεν έχει αυτή την στιγμή την πολυτέλεια χρόνου για πολλή κουβέντα και πρέπει να συγκεντρωθεί στην
ουσία που λέγεται «δουλειά, δουλειά, δουλειά». Μετά τις εξετάσεις έχουμε όλο τον χρόνο να τα θυμηθούμε και,
μακάρι, να γελάσουμε μαζί, ή και να μαλλώσουμε αναδρομικά αν χρειαστεί (πάντως αν κρίνω από τα λίγα που
μισοαστεία-μισοσοβαρά είπαμε στο όρθιο στον διάδρομο μάλλον θα γελάσουμε όταν ηρεμήσουμε) Λοιπόν, επί του
θέματος:
Οι καθηγητές θα σας πούνε μέρες και ώρες που θα μπορούσαν ή θα
προτιμούσαν, οι μαθητές θα πείτε ποιά μαθήματα ή κεφάλαια
προβληματίζουν ποιους, και επίσης ποιές μέρες και ώρες μπορούνε. Θα
είμαστε λογικοί, π.χ. για να αξιοποιηθεί σωστά ο χρόνος δεν πολυ-έχει
νόημα δυο καθηγητές να κάνουν το ίδιο μάθημα, θα μπορούσε ο ένας να πει
στον άλλο πού από την φετεινή πείρα του είδε στο τμήμα του να υπάρχει
πρόβλημα κατά την γνώμη του και τι να τονίσει ο συνάδελφός του. Ή, αν ο
κάθε ένας έχει μόνο τους δικούς του μαθητές τότε δεν πολυ-έχει νόημα να
του λένε να κάνει το ίδιο κεφάλαιο πολλές φορές, γιατί ένας μαθητής το
θέλει Σάββατο και ο άλλος Παρασκευή. Αν είναι να κατέβει και Σάββατο
και Παρασκευή να κάνει άλλο μάθημα σε άλλο τμήμα να πιάσει πιο πολύ
τόπο. Κάπου όλοι αν τραβηχτούμε λίγο θα τα ταιριάξουμε. Επίσης να μην
ξεχάσουμε, κανείς μας, μη την πάθουμε από ένα σύνδρομο που την
παθαίνουν πρωτάρηδες στα φροντιστήρια: Λένε «ας μη συγκεντρωθώ τις
τρεις πρωινές ώρες κατεύθυνσης, αφού θα αναπληρώσω μετά που ίσως
να’μαστε και λιγότεροι». Έτσι η ενισχυτική έχει κακό αποτέλεσμα αντί
καλό γιατί χάνει κανείς τρεις ώρες και παει να τις αναπληρώσει με δυο ή
με μια. Ή, αν πάει για άλλες τρεις, έχει γίνει ράκος κούρασης από τις έξι
και είναι σαν να τις χάνει όλες. Άλλο ενισχυτική και άλλο
αναπληρωματική. Επίσης αυτό που είπατε ότι οι καθηγητές εστιάζουν σε
4-5 παιδιά από τα 20, η λύση από τμήμα σε τμήμα αλλάζει. Άλλα τμήματα
μπορούν να αποφασίσουν να κάνουν τις δύσκολες ασκήσεις στην τάξη και η
ενισχυτική να καλύπτει κενά και αδυναμίες, άλλα να αποφασίσουν να
καλύπτουν τις εύκολες στην τάξη και η ενισχυτική να κάνει τις δύσκολες ή
293
και εξεζητημένες. Ή να γίνει άλλος συνδυασμός. Αυτά όμως θα τα βρούμε
στην πορεία… Πάμε τώρα και στα άλλα που λέγαμε, τα δευτερεύοντα:
1) Γιατί τα δέκα λεπτά συνεδρίασης γίνανε πάνω από ώρα: α) Συμφωνείτε ή όχι ότι για τοσο λεπτά
θέματα έπρεπε οι καθηγητές να αλληλοενημερωθούμε με απαρτία και όχι ο καθένας με έναν δυο άλλους
αποσπασματικά όπως γινότανε τόσες μέρες που ήμασταν έξω; β) Συμφωνείτε ή όχι ότι και εσείς αν ειχατε
να αλληλοενημερωθείτε για λεπτά θέματα, πρώτα θα θέλατε να να συζητήσετε οι ίδιοι και μόνο μετά να
είμαστε και εμείς παρόντες; γ) Συμφωνείτε ή όχι ότι ναι μεν σας στήσαμε μια ώρα και δεν θέλατε να
φύγετε τόσο αργότερα από τους άλλους αλλά ΔΕΝ βγήκατε καθόλου από το ωράριο που θα σχολάγατε αν
δεν γινόταν η συζήτηση; Άλλωστε δεν συζητάγαμε περί ανέμων και υδάτων αλλά για αυτά που
απασχολούσαν και εσάς και εμάς. Και αν για να μη φύγετε όπως φύγατε σχολάγαμε π.χ. στις 10 ή 11 και
πάλι δεν θα φεύγατε από τον καϋμό που οι φίλοι σας φύγανε νωρίτερα; Επίσης σε εσάς είπαμε μόνο σε 15
να κάνουν μια θυσία, εμείς όμως μείναμε όλοι. Άρα τα φαινόμενα απατούν, δεν ήταν γράψιμο. Θα μου
πείτε γιατί είπαμε 10 λεπτά; Μα ξέραμε, τόσο καιρό χωρίς επαφή στο γραφείο, πόσα είχαν μεσολαβήσει;
Το ένα έφερνε το άλλο. Γιατί δεν σας λέγαμε κάθε τόσο για καθυστέρηση; Μα αν κάθε 10 λεπτα βγαίναμε
και λέγαμε για παράταση άλλα δέκα θα ήταν λύση; Τέλος πάντων, μη κάνουμε το τόσο τόόσο,
εξηγηθήκαμε. Σόρρυ για την μη ηθελημένη παραπληροφόρηση, αλλά για την αναγκαία καθυστέρηση
απλώς ελπίζουμε στην κατανόησή σας, κι ότι δεν θα μείνει παρεξήγηση από παρανόηση της στάσης μας,
δεν ήταν καψώνι. Α! Βέβαια τόσες εξηγήσεις μπορεί να φέρουν την αντίθετη παρανόηση. Να πείτε
μερικοί «Καψώνι και δούλεμα ήταν διότι εμείς για καψώνι και δούλεμα σας λέγαμε «Καααλά.Κάτσε να
δω αν θαρθω , μπορεί σε μισή ώρα, μπορεί σε δυο ώρες, μπορεί αύριο». Ή άλλοι να πείτε «Μαλάκες
είστε και κάθεστε και συζητάτε με ανθρώπους που σας γράφουν;» Η απάντησή μου προσωπικά είναι ότι
αφ’ενός για να πεις σε καποιον ότι αυτό που κάνει είναι μαλακία ο καλύτερος τρόπος δεν είναι να κάνεις
και εσυ την ίδια μαλακία, αφ’ετέρου με ξέρετε, και στο πεζοδρόμιο και στην αίθουσα , ότι αν κρινω ότι
χρειάζεται να τα ψάλω τα ψέλνω, και προφορικά , και γραπτά και σε μπλογκ και σε οποιονδήποτε, και
χωρις κουκούλα και χωρίς ψευδώνυμο μπλόγκερ αλλά με υπογραφή. Και οτι αν αποδειχτεί στην τάξη ότι
έχω άδικο λέω και ήμαρτον ή σόρρυ ή ότι εγώ την άρχισα πρώτος την σαχλαμάρα κλπ, ρωτήστε τον
Μιχάλη τον Λέζο που έχουμε τσακωθεί πολλές φορές. Επαναλαμβάνω όμως ότι θέμα ουσίας είναι αυτό
με τις ενισχυτικές και ότι δεν πρέπει να κολλάμε στα υπόλοιπα.
2)Πάμε τώρα σε αυτά που σας είπα ότι αν τα άκουγε τρίτος που δεν μας ξέρει θα έλεγε ότι ή τρελλοί
είμαστε ή σήριαλ κωμωδία παίζουμε, και θα απορούσε πώς συνενοούμαστε ή , ίσως, θαλεγε «απλώς
έχουν παραγνωριστεί κι όπως σε μια οικογένεια μπορούν και τα ξαναβρίσκουν όσα βαρειά πράγματα και
να πουν έτσι ίσως και εδώ». Λοιπόν: Βλέποντας να βρέχετε με το λάστιχο και τον Πάνο κι εμάς τότε που
αρχίσαμε κάπως να συζητάμε (και που από την μετακίνηση κόντεψε να γίνει κι ατύχημα) και μετά να
γράφετε για το αίτημα «15% στην παιδεία» θα ελεγε «Μα καλά, οι καθηγητές διαφορετικό αίτημα έχουν;
Ακόμα και αν μόνο την τσέπη τους κοιτάγανε το 15% δεν θα το ζητούσανε; Και οι μαθητές τι πιστεύουν
ότι λένε στο υπουργείο; Ότι αυτό που δεν κατόρθωσαν οι καθηγητές με τις απεργίες στις οποίες χάσανε
τόσα μεροκάματα θα το καταφέρουν αυτοί με το λαστιχο; Τι λένε οι μαθητές; «Δώστε 15% αλλιώς θα σας
κάνουμε τους καθηγητές του υπουργειου σας μούσκεμα»; Ή επίσης: «Γιατί κόψατε τα λεφτά για τις
ενισχυτικές; Μπρος, ξαναπληρώστε τους καθηγητές μας που θα τις κάνουν μην τους ξανακάνουμε
μούσκεμα» Κακώς σταυροκοπιέται όποιος μας βλέπει; Ή λένε οι μαθητές το εξής; «Αφού δεν σας
πληρώνουν θέλουμε να σας κάνουμε εθελοντές, αλλά με τον τσαμπουκά και με το μουσκίδι για να ξέρετε
ότι με το ζόρι ήρθατε, δηλαδή σαν «δενθελοντές» που λέει κι ο Πανούσης μη το πάρετε και πάνω σας και
νομίσετε ότι την όρεξή σας έχουμε να σας βλέπουμε κι απόγευμα». Και μετά, ακούγοντας το αίτημα για
ενισχυτική δίπλα στο αίτημα για μη αναπλήρωση χαμένων ωρών, τι συμπέρασμα θα βγάλει ο έξω; Μα η
ενισχυτική δεν θα καλύψει και τα κενά που άφησαν οι ώρες που χάθηκαν; Κάν’τε κατάληψη το πρωί να
χάνονται ώρες κι ελάτε για ενισχυτική το απόγεμα να τις αναπληρώνουμε; Το ένα δεν αναιρεί το άλλο; Ή
θέλετε να’ναι απόγευμα το σχολείο μα χωρίς απουσίες; Κι απολυτήριο να παίρνετε είτε πηγαίνοντας
ενισχυτική είτε κατάληψη;
Χτες, που γυρίσατε στις τάξεις για ενισχυτικές, ήταν πρώτη μέρα με ουσιώδη διάλογο. Σαν απάντηση έγραψα όσα
πρόλαβα, θα τα διαβάσω στα τμήματα που μπαίνω σήμερα Παρασκευή που είναι ακόμα φρέσκα, Δευτέρα θα είναι
μπαγιάτικα και θα έχουν ήδη αρχίσει να γίνονται πράξη τα θέματα ουσίας, δηλαδή οι ενισχυτικές. Σε κατευθύνσεις δεν
θα τα διαβάσω γιατί θα χάσουμε πολύτιμο χρόνο. Όσα ή δεν ξέρω ή δεν πρόλαβα να βάλω, πείτε τα να τα
συζητήσουμε προφορικά εδώ και τώρα. Αν κάτι το θεωρείτε τόσο σπουδαίο που θέλει και γραπτό διάλογο για να το
διαβάσουν κι άλλοι, γράψτε το εσείς ν’απαντήσω κι εγώ γραπτά. Αλλά πρώτα τα μαθήματα!!
294
Προς ενδιαφερόμενους: Τα διάβασα στο Γ2 αυτά, ρώτησα αν θέλει κανείς να ρωτήσει κάτι για την κατάληψη, μόνο
λίγες ερωτήσεις περί ενισχυτικής ακούστηκαν και μετά ερωτησεις περί φυσικής και μαθηματικών, αλλά για εκτός
βιβλίου θέματα (περί Αρχιμήδη, ερώτηση από Παναγιώτη) και συνεχίσαμε για εκείνα. Την αμέσως επόμενη, έκτη,
ώρα, στο Γ5, υπήρξε μεν ερώτηση περί κατάληψης, από τον πρόεδρο του δεκαπενταμελούς, αλλά αφού μόνο λίγα
παιδιά φαίνονταν να προσέχουν, η συζήτηση μεταφέρθηκε κοντά στο θρανίο του προέδρου που ρώτησε. Ήταν πολύ
σημαντική, αλλά επειδή δεν ολοκληρώθηκε και έχει και άλλα στάδια, θα επανέλθουμε (και όταν ολοκληρωθεί θα την
μεταφέρουμε και θα πούμε σε όλους τους συμμετέχοντες , αφού διαβάσουν, να υπογράψουν αν μεταφέρθηκε σωστά
και όχι σαν ράδιο αρβύλα) Χωρίζοντας έδωσα στον προέδρο 15 αντίτυπα των παραπάνω με τα οποία είχε ξεκινήσει η
συζήτηση για να τα έχει όλο το δεκαπενταμελές*. Πριν πάμε παρακάτω ας πάμε στα μέχρι στιγμής συμπεράσματα :
1.Στο ερώτημα αν μπορεί να γίνει συζήτηση για τα κοινά παρ’όλη την
αδιαφορία ή την φασαρία, την φασαρία στις καταλήψεις ή την φασαρία
στην τάξη λόγω αδιαφορίας, η απάντηση είναι ότι μπορεί μεν αλλά μόνο με
το, μικρό έστω, ποσοστό που ενδιαφέρεται.
2. Η γραπτή εισαγωγή βοηθάει στο να εστιαζόμαστε κάπου αρχικά, και
επίσης στο να μεταφέρονται τα όσα συζητάμε χωρίς αρβύλα σε άλλους που
ενδιαφέρονται ή να απαντάει με το πάσο, στο σπίτι του, και με την βοήθεια
φίλων του ή συγγενών του, όποιος έχει χρόνο να σκεφτεί.
3. Η συζήτηση με το μικρό αριθμό συμμετεχόντων, χωρίς απόσταση και
φωνή και μικρόφωνα για να ακούγονται οι συμμετεχοντες μπορεί και δείχνει
καλύτερα τις διαθέσεις και τις προθέσεις όλων.
4. Οι προθέσεις και διαθέσεις δεν είναι εξ αρχής αρνητικές και
απορριπτικές. Είναι καλής θελήσεως και , με σωστό τρόπο, επιφυλακτικές
(υπό την έννοια της διερεύνησης και όχι της καχυποψίας. Και οι δυο
πλευρές λένε «θα σκεφτούμε αν έχουμε αντιρρήσεις, θα το συζητήσουμε
μεταξύ μας , τα αντίστοιχα να κάνετε και εσείς»). Πάμε παρακάτω:
Πριν φύγω για μεσημέρι έμαθα με μεγάλη απογοήτευση ότι παιδί είπε σε καθηγήτρια ότι την περίοδο της κατάληψης
την παρακολούθησε να δει πού μένει. Δηλαδή ως τι το είπε αυτό; Αν όχι ως (κακόγουστο) καλαμπούρι τότε ως
μαγκιά; Ως «απειλή»; Ως «κουβέντα να γίνεται» και να χάνεται μάθημα; Ως κάτι το οποίο εκφράζει και άλλους, την
πλειοψηφία ή το εκλεγμένο δεκαπενταμελές, που όμως δεν «τολμάνε» , ή βαριούνται, να διατυπώσουν; Ως κάτι που
είτε εκφράζει είτε δεν εκφράζει και άλλους λέγεται στο στυλ «σας γράφω και κάνω ότι θέλω εγώ»; Ως «τρελλός είμαι
ότι θέλω λέω» ή και «τρελλός είμαι ότι θέλω κάνω» ; Ως «λέμε και καμια μαλακία να περνάει η ώρα»; Ως παιδιά
είμαστε έχουμε και ένα ακαταλόγιστο κι άμα ζορίσουν τα πράγματα το παίρνουμε και πίσω»; Ως «ηρωϊκή αντίσταση
που τίποτε δεν παίρνει πίσω και ξέρει και να εξηγεί για ποιο πράγμα πολεμάει»; Ως «ηρωϊκή αντίσταση που τίποτε δεν
παίρνει πίσω αλλά δεν ξέρει να εξηγεί καν για ποιο πράγμα πολεμάει»; Ως γκάνγκστερ γκαφατζής που καρφώνεται
μόνος του απειλώντας δημοσίως κάποιον που δεν έχει άλλους εχθρούς; Ως κάτι άλλο που εδώ δεν σκεφτήκαμε; Ας
πει. Αν ρωτήσουμε το δεκαπενταμελές τι απ’ολα αυτά, θεωρεί στα καθήκοντά του να διαλευκάνει δεν θα’χει άδικο
να μας πει «Σάμπως θα βάζαμε ποτέ υποψηφιότητα αν ξέραμε ότι τέτοια καθήκοντα θα είχαμε; Αν δηλαδή αντί να
ρυθμίζουμε εκδρομές κλπ , ξέραμε ότι θα έπρεπε όχι μόνο να ροκανίζουμε χρόνο από τα μαθήματά μας και τις
πανελλήνιες, αλλά και να ροκανίζουμε την ψυχική μας διάθεση με το αν εμείς θα βγάλουμε το φίδι από την τρύπα με
την έγνοια ότι εμάς θα απειλούνε οι «απειλητικοί» αν επέμβουμε ή εμάς θα λένε άχρηστους αν δεν επέμβουμε, ή αν
τουλάχιστον δεν πάρουμε θέση; Ή ότι σε εμάς θα απευθύνονται τα παραπάνω ερωτήματα αν πάρουμε το μέρος του
συμμαθητή μας που κάνει απειλές; Ότι σε εμάς θα ερωτηθούν τα ίδια δηλαδή περί παιδικότητος ή
γκανγκστερικότητος ή ανευθυνότηττος ή ακαταλόγιστης ασχετολογίας κλπ κλπ. Ή θα καθαρίσουμε με ένα «μα γιατι
τα παίρνετε σοβαρά;Εμείς στην πλάκα δεν τα λέμε;» Χάνονται τόσες διδακτικές ώρες για πλάκα και από παιδιά που
δεν έχουν λεφτά να πάνε φροντιστήριο ή να διαβάζουν παραπάνω όταν το σχολείο είναι κλειστό; ΟΚ, δεν λέμε στα
παιδιά του δεκαπενταμελούς να λύσουν το πρόβλημα, ούτε να χάσουν χρόνο απ’το διάβασμά τους αλλά να ρωτήσουν
τον συμμαθητή τους τι λύση προτείνει αυτός. Να την γράψει με υπογραφή, κι αν δεν προτείνει καμιά, να προτείνει
λύσεις το15-μελές με αριθμό ψήφων για την κάθε μια.
(ΥΓ: Λέγαμε ότι θέλαμε να προλάβουμε να δοθεί αυτό στα παιδιά Παρασκευή να το’χει το 15-μελές ανά χείρας
Σαββατοκύριακο , αλλά την Δευτέρα, λόγω τεχνικού προβλήματος (υγείας) του προέδρου, τα παραπάνω δεν είχαν
ακόμα δοθεί στο 15-μελές, το ουσιώδες όμως στο οποίο και οι δυο πλευρές είχαν εστιάσει όπως αναφέραμε, οι
ενισχυτικές, είχε μπει στα σκαριά, μέλη του 15μελούς γύριζαν σε τάξεις για να πάρουν ονόματα ενδιαφερομένων για
αυτές).
295
Την Δευτέρα το κλίμα περί κατάληψης ήταν κυριολεκτικά «ποιός Θανάσης;», μόνο τα περί ενισχυτικής ενδιέφεραν
οποιονδήποτε. Μα έτσι χωρίς κανένα δίδαγμα, ή καν συμπέρασμα, θα μένανε όλα; Γιατί; Ώστε, π.χ., να μην
αποσταθεροποιηθούν ενώ οι εξετάσεις κοντεύανε; Έτσι θα μένανε μέχρι απλώς να ξανασυμβούν ίδια κι απαράλλαχτα;
(στην καλύτερη περίπτωση. Για να φτάσουμε ως εδώ, σίγουρα υπήρχε χρονιά-χρονιά, λίγο-λίγο, ένα «κάθε πέρσι και
καλύτερα»). Χώρια απ’την αλλαγή κλίματος υπήρχε και ο παράγων «τελικά αυτός ήταν ο τσαμπουκαλής; Ο ηθοποιός
που πρωταγωνιστούσε στο «Ο Καραγκιόζης στην Φιλική Εταιρεία;»* που ήταν και πολύ καλός και που τον είχαμε
συγχαρεί;» (Δεν ήξερα το όνομά του γιατί δεν διδάσκω στο τμήμα του κι έτσι δεν κατάλαβα με την πρώτη ποιος
ήταν**). Τι αλλάζει στις ερωτήσεις της προηγούμενης σελίδας και στον τρόπο να τεθούν; Πρώτα-πρώτα τις γράφω
μάλλον σαν μονόλογο, και προς ελάχιστους ενδιαφερομένους που ρωτάνε για την συνέχεια των προηγουμένων.
Λοιπόν: 1) πρέπει επί τούτου να διαλέξω τμήματα την επόμενη χρονιά που να έχουν τα παιδιά της φετεινής Β (ή και
Α) που οργάνωσαν την φετεινή κατάληψη (ελάχιστοι από τη Γ συμμετέχουν πάντα, λόγω έγνοιας εξετάσεων) 2) τώρα
πρέπει ίσως να φωνάξω τον συγκεκριμένο μαθητή χωρίς την παρουσία 15-μελούς, αφού ζητήσω άδεια από συνάδελφο
σε κάποιο μάθημα φυσικής, και να τον ρωτήσω ο ίδιος τις ερωτήσεις αυτές, λες και είναι συνέντευξη, και να του πω να
υπογράψει την απάντησή του για να την δει και το 15-μελές. Και πρέπει επίσης να έχω προσθέσει και κανα-δυο
ερωτήσεις ακόμα, άλλες πιθανές προς τον ίδιο και άλλες πιθανές προς το 15-μελές, και άλλες προς όλους, μαζί κι εμάς
τους καθηγητές, συγκεκριμένα: 1.Αν αυτά που είπες τα εννοείς σαν μια πλάκα του τύπου «παιδιά είμαστε, θα την
πούμε και την μαλακία μας» τότε άσε το ερώτημα του τι λύση προτείνεις για να μη χαλάει η λειτουργία μιας τάξης από
κάποιον που απειλεί και πες τι λύση προτείνεις για να μη χαλάει η λειτουργία μιας τάξης από κάποιον που λέει «παιδί
είμαι, θα πω και την μαλακία μου και ας κοστίσει σε απώλεια χρόνου και επιπέδου μαθημάτων» 2. Αν τα εννοείς
σοβαρά πες μου τι προτείνει η λογική σου για τον λόγο που πρέπει οι έφηβοι γενικά να πηγαίνουν σχολείο, γιατί εσύ
ειδικά έρχεσαι σχολείο, τι ελπίζεις να πάρεις από αυτό, και αν από ιδεολογία πιστεύεις ότι πρέπει να είσαι εδώ για να
εμποδίζεις όσους κάτι ελπίζουν, και μετά ας μας πει το 15-μελές τι προτείνει για λύση πέραν του γνωστού που είπε ο
Πάνος ότι σας μιλάει αλλά «μιλάτε στο κινητό ή παίζετε χαρτιά άρα δεν έχει αρμοδιότητα». Αν θεωρεί το 15-μελές ότι
στα δύσκολα να μη τους πετάμε το μπαλλάκι, τότε να το πούν και να μη ξαναέχουν γνώμη, αλλά αν θέλουν να έχουν
γνώμη να μη τα θεωρήσουν δύσκολα και να πάρουν θέση , χωρίς ούτε το διάβασμα για πανελλήνιες ναναι δικαιολογία.
3. Επειδή η λέξη «λύση» εδώ έχει και το νόημα ταμπού «τιμωρία» ας ξεκαθαρίσουμε αν η συζήτηση που κάνουμε
είναι ή δεν είναι απειλή ή αμπελοφιλοσοφία και αν η λέξη υπευθυνότητα και υπογραφή είναι ή δεν είναι μπέσα ή
παγίδα. Για να το ξεκαθαρίσουμε χρειάζεται να ξεκινήσουμε θυμούμενοι τι σημαίνει νόμος: 4. Θαχετε ίσως ακούσει,
ότι στην ιδεατή περίπτωση δημοκρατίας, όταν χώραγαν όλοι οι πολίτες μια πόλης ή τουλάχιστον ενός χωριού να
συζητάνε και να συναποφασίζουν τους νόμους τους, τους αποφάσιζαν όλοι μαζί συζητώντας λογικά και μετά τους
τηρούσαν γιατί τους εμπιστεύονταν αφού τους είχαν βγάλει είτε οι ίδιοι, είτε άνθρωποι σαν κι αυτούς π.χ. οι γονείς
τους, οι παππούδες τους, ή τους είχαν τροποιήσει αυτοί που λέμε αν είχαν χρειαστεί αλλαγές με τον καιρό. Επίσης,
κοίταγαν ει δυνατόν να αποφασίζουν όχι εν θερμώ αλλά σε έποχές νηφαλιότητας , π.χ. λέγανε «τώρα που έχουμε όλοι
ειρήνη και τα βλέπουμε όλα ψύχραιμα, αποφασίζουμε ότι σε περίπτωση εισβολής από εχθρό, την ώρα που θα
χρειάζονται γρήγορες αποφάσεις, αυτοί από μας που μένουν εκεί από όπου θα μπουν οι εχθροί δεν θα έχουμε
δικαίωμα ψήφου γιατί θα’χουμε τα μυαλά σαλταρισμένα εκείνη την ώρα και θα μπερδεύουμε και τους άλλους.
Βέβαια εκείνη την ώρα θα θέλουμε να έχουμε ψήφο, και μάλιστα διπλή, γι’αυτό το αποφασίζουμε από τώρα το να
μην εχουμε, που τώρα βλέπουμε καθαρά (υπάρχουν πολλά παραδείγματα για καθαρό κεφάλι όταν συναποφασίζονται
οι νόμοι) Ας έρθουμε τωρα στα δικά μας: Α)Τώρα λέμε συνήθως: Εμείς τους βγάλαμε τους νόμους ; Όχι, δεν μας
ρώτησε κανένας. Άρα….κλπ κλπ Β) Πρότεινε κανας Τζοχατζόπουλος καμιά ποινή για τον εαυτό του; Του επέβαλλε
κανας άλλος; Όχι. Γ) Έκανε τουλάχιστον κανείς αυτοκριτική; Έκανε, αλλά σε στυλ Πάγκαλου , και μόνο παράσημο
που δεν ζήτησε (αλλά κοντέψανε να του δώσουνε!) αντί να την κανει ζητώντας ποινή αντί παράσημο. Αρα δεν είμαστε
σαν τους αρχαίους που συναποφάσιζαν τους νόμους άρα γιατί να τους τηρούμε; Απάντηση: Ας δούμε τι θα μας έλεγε
ένας αρχαίος που’χε συνηθίσει να συναποφασίζει: «Καλά τι επιχείρημα είναι αυτό; Για να καταλάβετε εσείς αν
λειτουργεί λογικά και δίκαια κάτι που πρέπει να συναποφασίσετε σε επίπεδο τάξης με 30 άτομα ή σχολείου με 300
άτομα όπου μπορείτε να έχετε γνώση του τι συμβαίνει, αφού το ζείτε από κοντά και κάθε μέρα, και πολλά μέσα του
είναι στο χέρι σας για το πώς να τους κάνετε κουμάντο, εσείς κάθεστε και λέτε «όχι, θα κάνουμε το-και-το ανάλογα
με τι θα γίνει με τους Τζοχατζόπουλους όπου δεν έχετε κανενα τρόπο να επηρεάσετε ή καν να μάθετε, όσα γίνονται;»
Ιδού, εδώ και τώρα, μπορείτε να συναποφασίσετε για το πώς θα χειρίζεστε στο μέλλον απειλές σαν του συμμαθητή
σας, είτε σοβαρές είτε της πλάκας; Ερώτηση: Αυτός πρέπει να έχει δικαίωμα ψήφου στον τι θα αποφασίσετε ή θα τα
βλέπει όπως τον συμφέρουν; Και τι θα γίνει αν όταν πείτε εσείς «από δω και μπρος θα λειτουργούμε έτσι-κι-έτσι»
έρθει ο επόμενος παραβάτης και επικαλεστεί το προηγούμενο ατιμωρησίας του συμμαθητή σας; Προσωπικά θεωρώ ότι
αφού δεν σκότωσε κι ανθρωπο που λέει ο λόγος, θα πρέπει απλώς να πείτε «τώρα ότι έγινε, έγινε» αλλά από του
χρόνου να λειτουργούμε με εσωτερικό κανονισμό που θα τον ψηφίσουμε ήρεμα όλοι στην αρχή και αν καποιος θεωρεί
οτι λόγω Γ Λυκείου δεν έχει καιρό να επεμβαίνει, να πείθει κλπ να μην μπαίνει σε 15-μελές για ναναι διακοσμητικός
και μόνο για εκδρομές. Μακάρι να υπήρχαν και μαθήματα, ή υλικό για πρότζεκτ, σε αγωγή πολίτη να αναγνωρίζονται
σαν σχολικές ώρες όσα θα μαθαίνατε για το πώς γίνονται οι νόμοι και γιατί τηρούνται….. Επίσης θέμα είναι και πώς
θα δράτε αμα κάποιος αρνείται να συμμετάσχει στο να συναποφασιστούν οι νόμοι και ύστερα λέει «Δεν τους τηρώ,
δεν τους έφτιαξα εγώ».Δηλαδή πώς θα δράτε ποιοι; Κάποιοι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι ή όλοι μαζί; Αντιπροσωπευτική
δημοκρατία που λένε ή άμεση; Και αν ψηφίζετε όλοι σε αυτό, δεν θα’πρεπε ναναι μετά από ενημέρωση όλων; Και όχι
κατά τμήμα για να μη στοχοποιούνται τμήματα (ούτε βεβαίως πρόσωπα). Όσο τουλάχιστον παιδιά απειλούν παιδιά…
*Οι υποσημ. είναι στην επόμενη σελίδα
296
*Που μετά την απελευθέρωση έγινε λαμόγιο, αλλά έπαθε πλάκα όταν είδε, με τον Χατζηαβάτη, την Μαντώ
Μαυρογένους να’χει δώσει όλα της τα σπίτια για τον αγώνα και να ψάχνει φτηνό σπιτάκι να νοικιάσει…(αυτά που
λέγαμε οτι δεν ακουγονταν από την βαβούρα και ζήτησα ύστερα από την καθηγήτρια που τα’χε γράψει να μου τα
στείλει να τα διαβάσω συγκεντρωμένος στο σπίτι)
**Προσωπικά, η ιστορία μου θύμισε και τον Γιάννη στην Γλώσσα Σκοπέλου αλλά αυτό δεν ήταν καθοριστικό αφού 1.
Ακόμα και ο Γιάννης να’χε πει τέτοια μαλακία (ΑΠΕΙΛΗ!;!) έπρεπε να του βάλω χέρι (κι ας ήτανε ο ΓιάννηςΓΙΑΝΝΗΣ, της σελ. 251 ) και 2. Αφού δεν τον είχα προσωπικά μαθητή δεν ήξερα αν ήταν τέτοια περίπτωση*** αλλά
άλλο είδος που δεν ειχε τύχει ακόμα να γνωρίσω.
***Όταν, ως επισκέπτες εορταστικού τριημέρου (του Αγίου Πνεύματος) στην Γλώσσα, είδαν τον Γιάννη, στις
κερκίδες καλοκαιριάτικης σχολικής γιορτής, η Αλεξία κι ο Βαγγέλης της σελ. 88, είπαν, αντιστοίχως, «Το παιδί με
αυτό το γλυκύτατο χαμόγελο είναι ο Γιάννης που μας έλεγες; Εγώ νόμιζα ότι θα’ταν κάνας μουστακαλής τσαμπουκάς»
«Εγώ τον είχα τουλάχιστον για juvenile delinquent (παραβατικό έφηβο) στη «Ζούγκλα του μαυροπίνακα»
ΥΓ: Σημ: Το «…τα εν δήμω μη εν οίκω…» στον τίτλο της σελ.291 σημαινει απλώς ότι από ένα σημείο και πέρα τα
παρόντα δεν πρόλαβαν να συζητηθούν με παιδιά ή συναδέλφους αφού τα γεγονότα, σχολικά και μη*, τρέχουν τόσο
ραγδαία, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα αναρτηθούν. Αμα δοθεί η ευκαιρία για συζήτηση και κάτι αλλάξει θα
βάλω κι άλλο ΥΓ)
*Π.χ σήμερα είναι μέρα που αυτοκτόνησε ο συνταξιούχος φαρμακοποιός στο Σύνταγμα, άρα κάποια ώρα αύριο όλο
και κάποιοι θα’μαστε εκεί (αλλά όχι για να συζητάμε τα εδώ!)
Εκπαιδευτικό «δια ταύτα…»;
Εδώ τι συμπέρασμα βγάζει ένας εκπαιδευτικός;: Οτι κακώς-κάκιστα δεν υπάρχει πλέον το
μάθημα «αγωγής του πολίτη» που κάποτε υπήρχε. Προφανώς καταργήθηκε, στην
μεταπολίτευση, διότι αποτελούσε, πότε από σπαζαρχιδική έως ψυχοφθόρα και πότε από γραφική
έως τραγελαφική, προπαγάνδα της χούντας. Όπως καταργήθηκαν και οι γυμναστικές επιδείξεις
στο τέλος κάθε σχολικής χρονιάς. Όπως, όμως, κανείς δεν εμποδίζει να γίνονται
απολαυστικότατες γυμναστικές επιδείξεις έτσι κανείς δεν εμποδίζει και να γράφονται υγιέστατα
βιβλία «αγωγής του πολίτη» με τρόπους που ίσως είναι πιο εύκολο να τους δει ο κάπως πιο έξω
από την σχολική ρουτίνα αλλά που κάποια σχέση έχει, π.χ. «εξ αγχιστείας»*, με την
εκπαιδευτική διαδικασία. Θα μπορούσε λοιπόν κάποιος είτε συνάδελφος είτε μη συνάδελφος
(αλλά που έχει την έγνοια μας) να μας πει:
*Προσωπικά, εγώ από την γυναίκα μου (που δεν είναι εκπαιδευτικός) τα άκουσα αυτά που θα δούμε στην
συνέχεια…
«Όλα όσα έγιναν στην κατάληψη αυτή, και που ξαναέγιναν και θα ξαναγίνουν, λένε ότι,
προφανώς, τουλάχιστον έναν από τους παράγοντες που ευθύνονται για την μη χρήση του
διαλόγου και την μη ύπαρξη κάποιου τρόπου σκέψης, εσείς οι εκπαιδευτικοί τον ξέρετε: Εμείς
ένα κουτσό-στραβό βιβλίο πολιτικής αγωγής είχαμε δει. Και σε κάποια θέματα, τα τυπικά
τουλάχιστον, κάτι μας μάθαινε το βιβλίο αυτό καθ’εαυτό, και ο καθηγητής που το
ακολουθούσε, σε κάποια άλλα θέματα κάτι μας μάθαιναν όσα ο καθηγητής συμπλήρωνε ή
διόρθωνε ή κατέρριπτε αν ρισκάριζε τέτοιο πράγμα εν καιρώ χούντας, σε άλλα κάτι μας μάθαινε
η κόντρα με τον καθηγητή και με το βιβλίο αν μας έπαιρνε και αν μας έκοβε και αν κι ο ίδιος ο
καθηγητής μας άφηνε να συζητάμε , σε άλλα κάτι μας μάθαινε η συζήτηση για το βιβλίο και τον
καθηγητή μεταξύ μας , εμάς των μαθητών, εκτός αίθουσας. Τώρα που δεν υπάρχει καν βιβλίο
δεν υπάρχει μεν η πλύση εγκεφάλου, που ήδη τότε δεν υπήρχε γιατί κανείς δεν έπαιρνε το βιβλίο
σοβαρά, αλλά δεν υπάρχουν και όλα τα άλλα που σε καλό μας βγαίνανε. Αν γραφότανε ένα
βιβλίο τώρα τι κακό θα υπήρχε; Προφανώς το ότι θα γραφότανε από κανέναν ομόλογο της
Ρεπούση ή της Δραγώνα. Όμως γιατί να μη γραφεί από κανέναν σοβαρό πανεπιστημιακό και
νομικό σαν τον Μαρκεζίνη; Ή από κανέναν σοβαρό εξωπανεπιστημιακό σαν τον Καραμπελιά;
Απλώς επειδή ποτέ κάτι από τέτοιους συγγραφείς δεν θα το κάνει σχολικό εγχειρίδιο το
υπουργείο; Μα αφού η Διαμαντοπούλου είχε την φαεινή ιδέα να σας βάλει να κάνετε τα παιδιά
μικρούς ερευνητές εντός διδακτικών ωρών, ας αναρτηθούν τέτοια βιβλία στο ίντερνετ και μάθετέ
τα κι εσείς τα παιδιά να ερευνούν μέχρι να τα βρούν και να τα διαβάζουν και να τα συζητούν
μεταξύ τους. Ή σάμπως δεν πρέπει να γραφτεί επειδή οι νέοι τους σνομπάρουν και τους δυο αν
κρίνουμε από το ότι οι μόνοι νέοι στην ομιλία του Μαρκεζίνη εδώ στο πολεμικό μουσείο τις
297
προάλλες ήταν οι φαντάροι στο κυλικείο; Αν οι νέοι προτιμούν άλλου τύπου βιβλία αγωγής του
πολίτη ας αναρτήσουν άλλα, και το ίδιο ας κάνει το υπουργείο, ας βάλει κάποιους Ρεπούσους ή
Δραγώνους να γράψουν άλλα, και ας κάτσουν όλοι όσοι θέλουν να γίνουν αντικείμενο
μαθητικών πρότζεκτ να γράψουν και μια σύντομη εισαγωγή για το υλικό και την οπτική τους με
τη οποία να καλούν τους μαθητές να τους διαβάσουν, και ας υπάρχουν όλες αυτές οι εισαγωγές
μαζί, σε στυλ «τις αγορεύειν βούλεται» και όποιος τραβήξει στο δικό του πηγαδάκι μαγκιά του.
Και αν τα παιδιά ακούσουν πολλά πηγαδάκια, ακόμα και να μη μπορούν να επιλέξουν τελικά, θα
έχουν ωφεληθεί αφού θα τα ωριμάζει το να διαβάζουν αντιτιθέμενες απόψεις, θα’ναι σαν να
ακούνε ενήλικους να συζητάνε ενώπιόν τους με επιχειρήματα και στοιχεία, και όχι σαν να ακούν
Πρετεντέρηδες να αποστομώνουν, ή σαν να ακούν πρωινάδικα ή μεσημεριανάδικα να
απεραντολογούν για το τίποτα, ή σαν να ακούν κυβερνητικούς εκπροσώπους να κάνουν ότι δεν
άκουσαν όσα δεν τους συμφέρει και τα ΜΜΕ να μη τους ζορίζουν, τέλος πάντων σίγουρα δεν
θα’ναι όλα αυτά ούτε πλύση εγεφάλου, ούτε καπέλωμα από κανέναν χώρο. Αντιθέτως , μετά
απ’όλα αυτά πιο δύσκολα θα τους καπελώσει αργότερα, είτε ως φοιτητές είτε ως εργαζόμενους
είτε ως άνεργους, οποιοσδήποτε χώρος κομματικός ή εξωκοινοβουλευτικός. Θα πρέπει να’χει
πολύ πιο σοβαρά πράγματα να τους πει για να τους πείσει. Α! Κι όσον αφορά το πότε θα κάνετε
ο καθένας πρότζεκτ στον τομέα του, φυσική, μαθηματικά, βιολογία κλπ τι πειράζει αν αντί δυο
πρότζεκτ φυσικής σε δυο εξάμηνα κάνετε ένα φυσικής και ένα αγωγής πολίτη; Δεν πρέπει να
δίνετε το παράδειγμα ότι όλες οι ειδικότητες πρέπει να είναι ΚΑΙ πολίτες; Άλλωστε για
διαθεματικότηκα δεν σας λέει το υπουργείο; Πρέπει να’ναι σώνει και καλά πρότζεκτ με
ταυτόχρονα φυσική και αγωγή πολίτου για να εγκριθεί; Σιγά μη δεν βρείτε λύση σε κάτι τέτοιο».
Εμείς οι καθηγητές που βλέπουμε τα πράγματα από πιο πρώτο χέρι ας ρωτήσουμε τον εαυτό μας
και το εξής: οι χώροι που απαντάνε σε στυλ «δεν μπαίνω σε αυτήν συζήτηση» μπορούν ποτέ να
κερδίσουν τους ακροατές της όλης συζήτησης των διαφόρων τέτοιων βιβλίων μεταξύ τους; Θα
γίνουν ρεζίλι αν σε όλα απαντούν με μια τέτοια στερεοτυπία ή θα λατρευτούν σαν οι μόνοι
λογικοί και σαν οι μελλοντικοί κοινωνικοί αναμορφωτές και ξαφνικά στα μελλοντικά ντιμπέιτ ή
στα μπαλκόνια θα λέει κάποιοςτην μπαρούφα «δεν συζητάμε» και θα την βροντοφωνάζουν
πλήθη που θα θεωρούν ότι τους απελευθερώνει από την καταπίεση σκέψης και λήψης θέσης; Ας
αφήσουμε το μπλακ χιούμορ κι ας τα εξετάσουμε κάποια στιγμή όσα είδαμε, σαν μια περίπτωση
επέμβασης στην σωστή ηλικία, στο στενό περιθώριο χρόνου που είναι μεταξύ της περιόδου των
εφηβικών σκαμπανεβασμάτων (καλών και κακών για την σκέψη) και του άγχους πανελληνίων,
και μεταξύ πανελληνίων και φοιτητικής ζωής ή θητείας, εργασίας, ανεργίας κλπ (Δεν είναι μόνο
μακροπρόθεσμης δράσης πλάνο αλλά κι άμεσης: κάθε χρονιά βγαίνει μια φουρνιά για σχολές/θητεία/δουλειά/ανεργία)
Και τώρα μπορούμε πλέον να επανέλθουμε να ολοκληρώσουμε μεταφέροντας, όπως είχαμε πει στη
σελ.295 ότι θα κάναμε, μια σημαντική συζήτηση για ένα αίτημα ως προς το οποίο η κατάληψη διέφερε από
τις καταλήψεις ρουτίνας.
Tα λεπτά θέματα που είπα (σελ. 294) ότι οι καθηγητές συζητάγαμε επί μακρόν όταν έληξε η
κατάληψη ήταν η πλήρης μας ενημέρωση για το τι είχε γίνει και διατυπώθηκε και το αίτημα (βλ.
σελ. 291) να ζητήσει κάποιος καθηγητής συγγνώμη (στην γιορτή μάλιστα της 25ης Μαρτίου!)
γιατί μίλησε άσχημα σε παιδιά: ήταν για μια συνάδελφο που «πλήγωσε παιδί διαζευγμένων» και
για έναν συνάδελφο που μίλησε «ρατσιστικά». Το πρώτο, είπα στα παιδιά, δεν χρειάζεται
συζήτηση διότι όλα τα παιδιά που την είχαν την ξέρουν πόσο ποτέ δεν θα πλήγωνε παιδί, άρα να
πάνε να ρωτήσουν τους παρόντες στην τάξη να καταλάβουν τι έγινε κι όχι να ακούνε μεταφορείς
μεταφορών (η καθηγήτρια είπε ότι τα διαζύγια δεν αφήνουν τραύματα, η μαθήτρια είπε ότι
διαφωνεί γιατί η ίδια ξέρει από πρώτο χέρι ότι τέτοιο πράγμα δεν συμβαίνει, άλλη μαθήτρια
είπε ότι αν συνέβαινε σπίτι της θα αυτοκτονούσε και πάει λέγοντας… αλλά εκτός τάξης αυτά
πώς να μεταφερθούν με ακρίβεια;…)Το δεύτερο ήταν ότι ένας καθηγητής ακούστηκε από
περαστικό παιδί να λέει στο γραφείο «Να πάω εκδρομή; Για να κρατάω το φανάρι σε ξένους;».
Από τα τέσσερα παιδιά που θέλησαν να το συζητήσουμε, τα τρία (μεταξύ των οποίων κι ο
πρόεδρος του 15-μελούς) ήταν ξένοι.Τους είπα ότι αν τυχόν σε μένα το’λεγε το μόνο πράγμα
που θα ρώταγα θα ήταν «Δηλαδή, Νίκο, σε Έλληνες θα κράταγες φανάρι; Εγώ έχω πει σε τάξη
298
ότι «δεν έρχομαι για να μη σας κρατάω φανάρι, και γενικά δεν αναλαμβάνω σε τίποτε ευθύνη για
ανθρώπους που δεν έχουν όρεξη να δεσμευθούν, κατόπιν συζήτησης, σε τίποτε απέναντί μου»».
Δεν θα τον ρώταγα αν είναι ρατσιστής γιατί απλώς θα με ρώταγε «Τόσα χρόνια Γιάννη δεν με
ξέρεις; Μπροστά στους φίλους μας μπορούμε και μιλάμε με συντομία γιατί ξέρουμε ότι μας
ξέρουν και δεν μας παρεξηγούν». Κι ας δούμε και κάτι άλλο πρόεδρε: Εκεί που μίλαγε ο
Συλβέστερ μαζί μου στον δρόμο και ήρθε και τον πήρε ο Μιχάλης από τον χέρι, θα’χα εγώ
δικαίωμα να πω «Προσέξτε όταν θα’στε μόνοι σας μην πείτε «Δεν γαμιέται ο μαλάκας ο
Αλεβίζος;»». Σιγά μην είχα και δικαίωμα να πω να μην μιλάνε έτσι ούτε από μέσα τους κι ότι
αλλιώς είναι υποκριτές. Αν άκουγε ο πατέρας σου ότι εγώ δεν θέλω να μιλάς έτσι για μένα στον
αδελφό σου δεν θα’λεγε «Τρελλός είναι; Στο σπίτι μας όπως θέλουμε μιλάμε». Αν άκουγε ότι
μου μίλησες έτσι μπροστά σε άλλους για να με προσβάλλεις ή για να πεις σε άλλους να μου
επιτεθούν τότε δεν θα σου’λεγε ότι εσύ έχεις άδικο και ότι τότε έχω εγώ δίκιο να σου απαντήσω
εκτός αν υπήρχε λόγος που το’κανες; Άρα να μη παίρνετε μια φράση μόνη της, παρά μόνο αν
θέλετε να κάνετε τους κουτσομπόληδες ή να κάνετε πλάκα, π.χ. παράδειγμα ωραίας πλάκας που
κάνανε συγκάτοικοι φοιτητικής εστίας όταν ήμασταν νέοι ήταν που παίρνανε μια φράση που’χες
πει σε άσχετο χρόνο και στην τοιχοκολούσανε ξαφνικά σκέτη (π.χ. εγώ μια φορά πήγα να μάθω
καράτε και είπε ο καθηγητής ότι επειδή σε συμπλοκή σε τρία λεπτα είσαι καταπονημένος
πρέπει έτσι καταπονημένος να ξεκινάς την προπόνηση, γι’αυτό να ξεκινάμε με είκοσι λεπτά
ορθοστασία με λυγισμένα πόδια, σε λίγο τα πόδια καίγανε, πάγωναν, έτρεμαν κλπ τα βαράγαμε
να τρέξει το αίμα, τα τρίβαμε, μου λέει διπλανός μου «τα καταφέρνεις;», του λέω «μου φαίνεται
ότι άμα τρίψω τα μπούτια μου θα τα καταφέρω», σόρρυ Ντιντέμ που το’πα μπροστά σε κορίτσι,
την άλλη βδομάδα το βλέπω τοιχοκολλημένο»). Και κάτι άλλο: Εγώ πριν 20 χρόνια που’χε
βγάλει ο Σαββόπουλος το «Κωλοέλληνες» τον μούντζωσα. Όχι ότι τώρα τον χειροκροτώ σαν
χαζοχαρούμενος, αλλά αν τ’ακούσω σπίτι μου σιγά μην έχει δικαίωμα ο γείτονας να με ρωτήσει
«τι ακούς ρε Γενίτσαρε;», εκτός αν έχω πολλά ντεσιμπέλ σε ώρα κοινής ησυχίας. Τέλος πάντων,
εσείς τον Νίκο δεν τον ξέρετε κι από πριν; Από κει και πέρα δεν κάνω τον δικηγόρο, να τον
βρείτε να τον ρωτήσετε στα ίσια, η λέξη «μπέσα» υπάρχει και στα Αλβανικά, και στα Ελληνικά
και στα Τούρκικα, όπως είμαστε οι πέντε μας εδώ». Ούτε αυτό χρειάστηκε, ο Νίκος είχε ήδη
μιλήσει με μαθήτρια Αλβανίδα κι είχε πει «1ον: Δεν θα’χε φανεί τόσα χρόνια ο ρατσισμός μου σε
κάτι; Σε διακρίσεις στους βαθμούς ή στις συμβουλές; 2ον: Δεν πήγα στην εκδρομή;»
Λέγαμε στη σελ. 295 κι ότι θα πούμε σε όλους τους συμμετέχοντες, αφού διαβάσουν όσα θα’γραφα για την συζήτηση,
να υπογράψουν αν την μετέφερα με ακρίβεια κι όχι με ράδιο αρβύλα. Είχαμε χωρίσει λέγοντας «δεν λέω ότι πρέπει να
πειστείτε χωρίς άλλη σκέψη, αλλά ότι πρέπει να σκεφτείτε και ότι θέλετε να μου πείτε να με βρείτε σε ένα διάλειμμα,
να μου το πείτε. Θα κυκλοφορώ στην αυλή ή, αν θέλετε να μιλήσουμε πολλή ώρα, πάμε στο εργαστήριο μετά την
λήξη των μαθημάτων». Αφού, για οποιονδήποτε λόγο, κανείς δεν ήρθε, δεν μου φαίνεται ότι έχει νόημα να κυνηγάω
με στυλό τους παρόντες στη συζήτηση να διαβάσουν και να υπογράψουν οτιδήποτε, σαν κυνήγι για κλύσμα στ’αυτιά
από έναν εκκεντρικο θα είναι μια τέτια επιμονή. Το αν παρέλειψα ουσιώδη πράγματα που ειπώθηκαν, ή αν έβαλα σε
κανέναν μας πράγματα όχι στο πνεύμα όσων είπε, πάντα το ρωτούσα και στα παιδιά του Αλ Παγκράτι Νιους που τα
πραγματα που συζητούσαμε εκεί τα θεατροποιούσα. Αλλά εκεί το να τους δίνω τις νέες σελίδες δεν έμοιαζε με
κλύσμα. Συνήθως δεν διαφωνούσαν με τα καταγραφέντα, και όσες φορές πρόσθεσαν κάτι δεν ήταν για κάτι που
παρέλειψα αλλά για κάτι πρόσθετο που μετά την ανάγνωση τους ήρθε. Άρα, και τώρα, δεν θα θεωρήσω τον εαυτό μου
Πρετεντέρη που με αυτά που λέει αποστομώνει τον άλλο, εγώ δεν κόβω τον άλλο για να τον αποστομώσω, εγώ του
αφήνω όλο τον χρόνο να πεί ότι θέλει όσο θέλει. Ε, αν βρεθεί ποτέ κανένας να ορίσει την αποστόμωση σαν «με
βούλωσε γιατί μου είπε να πω ότι θέλω όσο θέλω και δεν είχα ή δεν ήθελα να πω τίποτα» τότε τι να πω, ας πάει να
κοιτάξει τη λέξη αποστόμωση στο λεξικό. Εκτός αν και αυτό που μόλις τώρα είπα συνιστά αποστόμωση διότι δεν
«ρισκάρησα» να με βουλώσει κάποιος με το να τρέξω πίσω του με σελίδες και στυλό και να μου πει «άσε με ρε
άνθρωπέ μου με αυτό το κλύσμα…»
ΥΓ: Μα τι λέω;! Αφού τα παρόντα θα τα αναρτήσω στo www.alpagratinews.info και θα ενημερώσω , και αφού η
απάντηση στα σχόλια δεν έχει κανέναν περιορισμό χρόνου, μήκους κλπ άρα δεν θα’χω παραλείψει τίποτε. ΥΓ: Είπα
στον πρόεδρο ότι ανάρτησα στο ΑλΠαγκράτι όσα συζητησαμε και να τα ελέγξει. Μου’πε ότι όλα εχουν λυθεί κι είναι περιττό
Επί τη ευκαιρία, που για «καυγάδες» που ξεδιαλύνονται μιλάμε, ας ξεδιαλύνουμε εδώ κι έναν «καυγά» με τον φίλο
και συνάδελφο Κώστα για το θέμα του αν «ρίχνω το επίπεδο» με την μανία μου με τον Λαζόπουλο. Η παρεξήγηση
λύθηκε στο όρθιο, στο διάδρομο, σε πολύ μικρό διάλειμμα, το αν η εδώ καταγραφή φανεί πολύ μεγάλη για μικρό
διάλειμμα, απλώς σημαίνει και πάλι ότι η ουσία που χρειάζεται για να ξεπαρεξηγηθούν φίλοι είναι πολύ πιο σύντομη
από την πλήρη επιχειρηματολόγηση που χρειάζεται για να εξηγηθεί κάτι ενώπιον ακροατών που δεν τους ξέρουν…
299
…..Κώστας: Γιάννη, ο Λαζόπουλος πλέον λαϊκίζει ασύστολα και κακώς τον βλέπεις και
συζητάς και με άλλους την ενημέρωση και τον σχολιασμό που παρέχει. Έχουμε ακόμη την
επιλογή να κλείνουμε την τηλεόραση.
Γιάννης: Και με τον Πρετεντέρη τι κάνεις;
Κ: Κι αυτόν τον κλείνω
Γ: Μα πριν λίγο που διαφώνησες με την Λίτσα για Νταλάρα και Πάγκαλο είπες «ε, δεν
συζητάω», άρα όλους τους κλείνεις; επώνυμους κι ανώνυμους; Από κάπου δεν πρέπει να ακούμε
και να επαφίεται στην κρίση μας τι θα κρατήσουμε και τι θα διαδώσουμε παρακάτω;
Κ: Ε, ναι, αλλά Λαζόπουλο! Που μου’χεις πει ο ίδιος ότι ακόμα και παιδιά διαφωνούν με το ότι
πάντα παίρνει το μέρος τους αντί να τους κάνει και κριτική. Την είδες την κατάληψη, τι λες ότι
θα’λεγε αν την έβλεπε; Και τι θα’λεγε στα παιδιά που τα περισσότερα διαφωνούσαν με αυτήν;
Γ: Κάτσε, ένα-ένα, και με πραγματικά, κι όχι υποθετικά, δεδομένα. Βήμα 1ον: Με τα παιδιά που
τσακωνόμουν για Λαζόπουλο και με ρώταγαν κι αν τον έχω ξάδελφο έλεγα ότι μόνο να την
μπαίνουν σε όλους ξέρουν, και την μπαίνουν κι από δεξιά κι από αριστερά ταυτοχρόνως, και
ότι δεν μπορείς να την μπαινεις στον Λαζόπουλο για το ότι δεν σου κάνει κριτική και
ταυτόχρονα να μη δέχεσαι την παραμικρή κριτική από καθηγητή σου. Βήμα 2ον: Έλεγα ότι
ανεξάρτητα από το αν οι άνθρωποι της γενιάς μας θεωρούν ότι πρόσφερε πολλά ή ότι δεν
πρόσφερε, εγώ ειδικά δεν έχω δικαίωμα να μην ευχαριστήσω τον Λαζόπουλο για την έτοιμη
απ’αυτόν φόρμα που δανείστηκα για να κάνουμε όσα κάναμε με τα παιδιά. Βήμα 3ον: Αυτό δεν
σημαίνει ούτε καμιά «διαπλοκή» ούτε καναν παροπλισμό, αφού οφειλόμενη ευγένεια είναι, δεν
είναι συμβόλαιο για τουμπεκί ή για γαργάρα και, ακόμη και τότε που μας ανέφερε στην
εκπομπή του, είχα φροντίσει το τάιμινγκ και τα τμήματα που του’στελνα να είναι έτσι που πρώτα
να δει τι κάναμε , μετά να πει (αν πει) οτιδήποτε, και μετά να δει πόσο θερμά λόγια γι’αυτόν
είχαμε ήδη πει, έτσι που ούτε τα παιδιά ούτε ο ίδιος να νιώσουν ότι η θερμότητα ήταν γλείψιμο ή
αλλαξοκωλιά με μαλακισμένο απώτερο στόχο. Απώτερος στόχος υπήρχε, αλλά όχι
μαλακισμένος, ο στόχος ήταν, και δεν φαντάζομαι να διαφωνείς με αυτόν, να πάρει μερικά
ερεθίσματα για να ανεβάσει σιγά-σιγά το επίπεδο που είχε αρχίσει και βάλτωνε και να
προσφέρει από το βήμα του και μέσω της εμπιστοσύνης και αδυναμίας που του έχει τόσος και
τόσος κόσμος, υπηρεσίες πιο κοντά στο ύψος των απαιτουμένων. Το ότι δεν το έκανε μπορεί να
σημαίνει ότι δεν τα διάβασε όσα έλαβε ή ότι είτε δεν μπορεί είτε δεν θέλει να ζορίσει τα
περιθώρια της σχέσης που έχει κατακτήσει με το κοινό, το ότι δεν απάντησε καν μπορεί να
σημαίνει, αν δεν τα διάβασε, πνίξιμο χρόνου σε συνδυασμό με αγένεια, και αν τα διάβασε μπορεί
απλώς να σημαίνει την σιωπή του σιωπηλού συνδαιτημόνα αρχαίου συμποσίου στον οποίο ο
οικοδεσπότης όταν τον αποχαιρετούσε είπε «αν είσαι βλάκας φέρθηκες σαν σοφός, αν είσαι
σοφός φέρθηκες σαν βλάκας». Μπορεί επίσης να μη τα διάβασε απλώς διότι δεν πήγαμε να τον
δούμε, αλλά σάμπως αν τα διάβαζε θα πηγαίναμε; Εννοώ εγώ προσωπικά, τα παιδιά ας κάνανε
ότι θέλανε. Ούτε μπορώ ούτε θέλω να τα επηρεάσω, με ξέρεις , εγώ σαν θεμιτό επηρεασμό από
καθηγητή θεωρώ να δίνει ερεθίσματα από στοιχεία και από ασκήσεις για στροφές, το τι στροφές
θα πάρει για τα ερεθίσματα συγκεκριμένων καταστάσεων ο μαθητής είναι δική του δουλειά.
(Όπως στις εκλογές.Στην τάξη λές, αν έρθει η κουβέντα, τα καλά και τα κακά που ξέρεις για όλους, χωρίς σκοπό να
επηρεάσεις.Το τι σούμα βγάζεις ως πολίτης και γιατί, αυτό το λες εκτός τάξης , και με σκοπό να επηρεάσεις …Μην
ον
αλλάζω θέμα) Βήμα 4 : Κώστα προσωπικά όχι μόνο Λαζόπουλο βλέπω, κι ούτε μόνο Σπιναλόγκα
που την θεωρώ αριστούργημα αλλά έχω δει και αρκετό Ουδεπώποτα (και μάλιστα τον είχα υποδυθεί
σε κάποιο «αντιπολεμικό μιούζικαλ») και Φώσκολο, με έχουν μάλιστα ξεχέσει μαθητές γι’αυτό (σελ. 250)
και αρκετά Βραζιλιάνικα και Μεξικάνικα («Νίνα, Αμάδα μια», και «Μαρία ντελ Μπάριο») άλλο
που για μαθητές τα θεωρώ χάσιμο χρόνου, εμείς οι μεγάλοι μπορούμε να τα συνδυάσουμε με
καμιά άλλη ρουτίνα που γίνεται καθιστά, και να κοιτάμε μόνο αν κάτι ενδιαφέρον συμβαίνει και
να μη μας αποσπούν τα σήριαλ , οι μικροί τα μπλέκουν και νομίζουν ότι μπορούν παρομοίως να
μας παρακολουθούν στο μάθημα ενώ μιλάνε με τον διπλανό αλλά αυτό δεν είναι δυνατόν…
Κ: Γιάννη καλό Πάσχα. Φεύγουμε… Γ: Κι εσάς καλό Πάσχα παιδιά. Καλό Πάσχα Ζωή. Εις το
επανιδείν…(εστάλη στο [email protected], στις 7 Απριλίου 2012 11:37 π.μ.)
300
Διάλειμμα:
Ας αλλάξουμε θέμα για λίγο κι ας πάμε σε «μαθήματα Αγγλικών». Πού μας ήρθε τώρα αυτό (;!)
θα το πούμε λίγο αργότερα (πάντως ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΔΩΣΟΥΜΕ ΕΦΟΔΙΑ Ή ΚΙΝΗΤΡΑ
ΣΕ ΝΕΟΥΣ ΝΑ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΟΥΝ. Ή, μάλλον, εφόδιο θα’ναι έτσι κι αλλιώς αν μάθουν, ας
το κάνουν ότι θέλουν ότι μάθουν με την μεθοδο που θα πούμε. Απλώς λέμε και ότι εμείς δεν τους
το’παμε για να φύγουν…) Όμως το γιατί τα μαθήματα τα αποκαλέσαμε διάλειμμα» θα το δούμε
μέσα στην παρούσα σελίδα:
Αν κάποιος ήδη ξέρει τα απλά αγγλικά I am , you are , he is… I do, you do, he does …κλπ που
χρειάζονται π.χ. για συνομιλία με τουρίστες τότε μια μέθοδος αύξησης, επέκτασης, διεύρυνσης
λεξιλογίου χωρίς απόσπαση ζωτικού χρόνου από άλλες μέριμνες ή από άλλα ενδιαφέροντα είναι
να διαβάζει όσα ούτως ή άλλως θα διάβαζε σε κείμενα της γλώσσας του για όσα ούτως ή άλλως
τον ενδιαφέρουν, έχοντας δίπλα του τα ίδια κείμενα στα αγγλικά, να τρέχουν σαν υπότιτλοι κι ότι
του κάτσει έκατσε. Επίσης, ξέροντας την πλοκή στα ελληνικά και έχοντας ενδιαφέρον για το εν
λόγω θέμα είναι εύκολο να μαντεύει από τα συμφραζόμενα μεμονωμένες λέξεις που δεν ξέρει.
Πολλοί λόγου χάριν έμαθαν έτσι, χωρίς καλά-καλά να το καταλάβουν, Αγγλικά μέσω
τραγουδιών ρόκ. Ένα σάιτ μπορεί να διδάξει με τον τρόπο αυτό Αγγλικά απλώς ανεβάζοντας
πολλά θέματα γραμμένα σε δυο γλώσσες και κάποια από αυτά μπορεί να ενδιαφέρουν τον
αναγνώστη. Άλλος αναρτητής, άλλα θέματα που ενδιαφέρουν τον ίδιο, άλλοι αναγνώστες.
Απλώς από προσωπική προτίμηση ο γράφων, σαν τέτια θέματα, χρησιμοποιεί ανέκδοτα,. Η
μέθοδος λοιπόν είναι απλώς να διαβάζει κανείς τα ανέκδοτα στα Ελληνικά, ένα-ένα ή πολλά
το’να μετά τ’άλλο, και μετά να τα διαβάζει στ’αγγλικά όχι με χρήση λεξικού, ούτε κοιτώντας
συνέχεια στο ελληνικό για σύγκριση, αλλά προσπαθώντας να μαντέψει όσες λέξεις δεν ξέρει από
τα συμφραζόμενα, από το ότι το ανέκδοτο ήδη το ξέρει, κλπ κλπ. Ας δούμε σαν παραδείγματα
δυο ανέκδοτα που τουλάχιστον το ένα (αν όχι και τα δυο, αλλά μην ψάχνω τώρα) ταχουμε ήδη
συναντήσει : (ΥΓ: Τελικά όντως και τα δυο. Στις σελ. 64 και σελ. 45)
Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο γίνεται τηλεοπτικός διαγωνισμός ανάμεσα σε νικητές διαγωνισμού σε
εθνικό επίπεδο. Πρέπει σε λάϊβ μετάδοση και μέσα σε πέντε λεφτά οι διαγωνιζόμενοι να πλύνουν
ένα πουκάμισο , να φάνε μια φραντζόλα ψωμί και να πηδήξουν μια κοπέλλα. Πάει πρώτος ο
Γερμανός και πρίν ξεκινήσει λέει «Εμείς στη Γερμανία έχουμε μια παροιμία: Πρώτα η δουλειά,
μετά το φαϊ , μετά η διασκέδαση» Πλένει το πουκάμισο και τέρμα. Πάει ο Άγγλος και λέει
«Εμείς στην Αγγλία έχουμε άλλη παροιμία. Πρώτα ένα καλό γεύμα, μετά η δουλειά και μετά η
διασκέδαση» Τρώει τη φραντζόλα , δατ’ς ωλλ. Πάει ο Γάλλος αρχίζει τις παπαρολογίες «Εμείς
στη Γαλλία πρώτα γαμάμε, μετά ...» Τέλος πάντων επί πέντε λεφτά λέει μαλακίες και δεν κάνει
τίποτε απ’όλα. Πάει ο Έλληνας και λέει στην κοπέλλα: «Γονάτισε να στον βάλω πισωκολλητά
και πλένε και το πουκάμισο εσύ να τρώω τη φραντζόλα εγώ» Ερχονται οι άλλοι ύστερα και
ρωτάνε «Μεγάλε πώς σου κατέβηκε η ιδέα;» «Εμείς στην Ελλάδα έχουμε άλλη παροιμία: Αν δεν
πηδήξεις τον εργαζόμενο δεν τρώς ψωμί»
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα αντικομφορμιστικό χελιδόνι που όταν το φθινόπωρο τα άλλα
έφυγαν για τις θερμές χώρες αυτό αποφάσισε να παραμείνει εκεί που ήταν. Σύντομα κατάλαβε το
λάθος του και είπε να ξεκινήσει μόνο του για τον Νότο. Το κρύο όμως δημιούργησε πάγο στα
φτερά του και δεν μπορούσε να τα κινεί ελεύθερα και μη μπορώντας να πετάξει έπεσε σε μια
αυλή που κοντά είχε ένα στάβλο. Πέρασε από κει μια γελάδα και του έριξε μια κουράδα. Το
χελιδόνι νόμισε πως ήρθε το τέλος του. Αλλά κάτω απ’την κοπριά ζεστάθηκαν τα φτερά του κι ο
πάγος έλιωσε και χαρούμενο που μπορούσε να τα κινεί άρχισε να τιτιβίζει. Το άκουσε μια γάτα,
πλησίασε, τόβγαλε απ’την κοπριά και τόφαγε. Ηθικά διδάγματα:1ον Όποιος σε χέζει δεν θέλει
κατ’ανάγκη το κακό σου 2ον Όποιος σε βγάζει απ’τα σκατά δεν θέλει κατ’ανάγκη το καλό σου
3ον και κυριότερον: Αν νιώθεις μια γλυκιά θαλπωρή κάτω από ένα όγκο από σκατά, κράτα το
στόμα σου κλειστό.
301
An all Europe tournament between winners of a TV competition in their own countries is
organized. Contestants are supposed to wash a shirt, eat a loaf of bread and make love to a
beautiful woman, all this in five minutes and in front of TV cameras broadcasting it live all over
Europe. First enters the German who says “In my country we have a saying going like “First the
work, then a good meal then the fun”” So he washes the shirt, loses and leaves. Then enters the
British who says “In my country we have a saying going like “First a good meal, then the work,
then the fun”” So he eats the loaf, loses and leaves. Then comes the French saying “In our
country we first make love…” but he says it in so many words that he does not do any of the
three tasks, so he loses and also leaves. Then comes the Greek who says to the girl “Let’s kneel
and do it dog-style so that you’re washing the shirt while I’ll be eating the loaf as we’re doing it”.
The other guys are impressed by his solution and afterwards they ask him how it ever occurred to
him. In my country we have a saying going like “If you don’t fuck over the working class you
can’t eat dough””.
Οnce upon a time there was a non-conformist swallow who, when all other swallows left on their
yearly migration onwards south, chose to remain where it was. Soon cold came and realizing its
mistake it started flying south, but frost and ice formed on its wings and, unable to fly it fell on
the ground, in a barn-yard. A passing cow crapped on it and it felt it was the end, but the manure
helped melt the ice and soon it cold again move its wings and happy it started chirping. A
passing cat heard the chirping, approached, took our swallow out of the shit and promptly ate it.
Moral of the story: A) People who give you shit do not necessarily mean to harm you B)People
who get you out of shit do not necessarily mean to save you, and , MOST IMPORTANT, C) If
you do feel sweet comfort under a pile of shit then KEEP YOUR MOUTH SHUT.
Ας τελειώσουμε, στην επόμενη σελίδα, μ’άλλο ένα διδακτικό κι επίκαιρο κείμενο που
κυκλοφορεί πολύ στο ίντερνετ τον τελευταίο καιρό:
Για πιο πλήρη μαθήματα Αγγλικών , και για μια ακόμη τεχνική, εξ ίσου σημαντική ή και σημαντικότερη, ο
αναγνώστης μπορεί να βάλει στο γκουγκλ τις λέξεις ΓλώσσαΣκόπελοςμπλούζ, 291-297.pdf ή απλώς να
πατήσει πάνω στο λινκ και παρομοίως με το ΓλώσσαΣκόπελοςμπλούζ, 245-290.pdf (= η πρόσθετη
τεχνική του να δούμε λίστες αγγλικών λέξεων που έρχονται απ’τα Ελληνικά (μερικές θέλουν και αρκετή
φαντασία, αλλά ακόμα και αν δεν το βρούμε μόνοι μας το τρυκ και μας το πούνε και πάλι απόλαυση είναι
,κι όταν μας το πούν μας μένει εντυπωμένο και μας προτρέπει και σε άλλες μαντείες λέξεων βάσει
ετυμολογίας, π.χ.καταστροφή=disaster , από το δυσ-αστέρι= κακό άστρο, κακός οιωνός (από το δυσ- όπως
στα δυσ-τυχής, δυσ-οίωνος δυσ-πραγία κλπ) Τέτοια λίστα έχουμε στο 2ο λινκ το οποίο όμως πρώτα έχει
μια έκπληξη…
302
Μία πολύ διδακτική ιστορία.
Μια μέρα o γάιδαρος ενός αγρότη έπεσε σε ένα πηγάδι.
Το ζώο φώναζε απελπισμένα για ώρες κι ο αγρότης προσπαθούσε
να καταλάβει τι έπρεπε να κάνει.
Τέλος, αποφάσισε ότι το ζώο ήταν γέρικο, και τα έξοδα που
απαιτούνταν για να το βγάλει από το πηγάδι ήσαν πολλά.
Δεν άξιζε τον κόπο να προσπαθήσει να σώσει τον γάιδαρο. Το μόνο
που σκέφτηκε να κάνει ήταν να τον θάψει ζωντανό.
Κάλεσε όλους τους γείτονές του να έρθουν και να τον βοηθήσουν.
Πήραν όλοι από ένα φτυάρι και άρχισαν να πετάνε χώματα στο
πηγάδι. Στην αρχή, ο γάιδαρος συνειδητοποίησε τι συνέβαινε και
φώναξε φρικτά. Μετά όμως, προς έκπληξη όλων, ησύχασε.
Λίγα φορτία χώμα αργότερα, ο γεωργός κοίταξε κάτω το πηγάδι κι
έμεινε έκπληκτος με αυτό που είδε.
Ήταν κάτι καταπληκτικό!!!!
Με κάθε φτυαριά χώμα που έπεφτε στην πλάτη του, ο γάιδαρος
τιναζόταν και έκανε ένα βήμα προς τα πάνω.
Οι γείτονες του αγρότη συνέχισαν να πετάνε φτυαριές χώμα πάνω
στο ζώο, κι αυτό κάθε φορά τιναζόταν κι έκανε ένα βήμα προς τα
πάνω. Πολύ σύντομα, όλοι ήταν έκπληκτοι με το γαϊδούρι να έχει
φτάσει στην επιφάνεια του πηγαδιού.
Ηθικό δίδαγμα: Η ζωή μπορεί να φέρει σε σας πολλές φτυαριές
από σκουπίδια μέσα στο πηγάδι της ζωής σας. Να θυμάστε όμως
πως κάθε ένα από τα προβλήματά σας αυτά είναι ένα εφαλτήριο.
Μπορούμε να βγούμε από τα βαθύτερα πηγάδια απλά με ένα
τίναγμα. Πατάμε πάνω στο πρόβλημα και κάνουμε ένα βήμα πάνω.
Ηθικό δίδαγμα 2: Προσοχή! Όταν πρόκειται για γαϊδούρια
(πολιτικούς) ρίχνουμε τσιμέντο ταχείας πήξεως· δεν ξέρεις τι μπορεί
να γίνει.
303