ΜΠρΠειρ 5167/2013 (δημ. ΝΟΜΟΣ) Αριθμός απόφασης 5167/2013

ΜΠρΠειρ 5167/2013 (δημ. ΝΟΜΟΣ)
Αριθμός απόφασης 5167/2013
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Ηλία Ξηροτύρη, Πρωτοδίκη, τον οποίο όρισε το Τριμελές
Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Ελένη Χαριτοπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 16 Σεπτεμβρίου 2013, για να δικάσει την υπόθεση
μεταξύ:
Της καλούσας - καθ’ ης η ανακοπή: ....................., κατοίκου Πειραιώς, η οποία παραστάθηκε στο
ακροατήριο διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Στυλιανού Γκίνη.
Των καθ’ ων η κλήση - ανακοπτόντων: 1) Της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία
«.....................», που εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα από τον διαχειριστή και
ομόρρυθμο εταίρο αυτής ....................., κάτοικο Πειραιά, η οποία εκπροσωπήθηκε στο
ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Χρίστο Ψαρράκη, 2) ....................., κατοίκου
Πειραιά, ο οποίος παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Χρίστου Ψαρράκη, 3)
..................... θυγ. ....................., κατοίκου Πειραιώς, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου
δικηγόρου της Χρίστου Ψαρράκη.
Οι ανακόπτοντες ζητούν να γίνει δεκτή η ανακοπή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του
Δικαστηρίου με αριθμό 9641/2011 και προσδιορίστηκε δικάσιμος η 12η-1-2012. Κατά τη δικάσιμο
εκείνη η συζήτηση της υπόθεσης ματαιώθηκε. Με την από 6-2-2012 κλήση, που κατατέθηκε στη
Γραμματεία του Δικαστηρίου με αριθμό 1070/2012, η καθ’ ης η ανακοπή επανέφερε προς
συζήτηση την ως άνω ανακοπή για τη δικάσιμο της 5ης-3-2012. Κατά τη δικάσιμο εκείνη η
συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 20ης-9-2012, οπότε αναβλήθηκε εκ νέου
για τη δικάσιμο της 6ης-12-2012. Κατά τη δικάσιμο εκείνη η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε
για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους
ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις που κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την από 6-2-2012 (αρ. κατ. 1070/2012) κλήση νόμιμα επαναφέρεται από την καθ’ ης προς
συζήτηση η από 1-11-2011 (αρ. κατ. 9641/2011) ανακοπή μετά τη ματαίωση της συζήτησής της
κατά τη δικάσιμο της 12ης-1-2012.
Η ανακοπή κατά της υπ’ αρ. 1942/2011 διαταγής πληρωμής του Δικαστή αυτού του Δικαστηρίου
ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 632 παρ. 1 ΚΠολΔ), αρμοδίως δε εισάγεται για να
συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου κατά τη διαδικασία των άρθρων 648- 657 ΚΠολΔ κατά
την οποία δικάζεται η διαφορά από την απαίτηση (μισθώματα), με βάση τα οποία (μισθώματα)
εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής (άρθρα 632 παρ. 2 ΚΠολΔ). Πρέπει επομένως να
γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί η νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 623 και 624 ΚΠολΔ προκύπτει ότι μεταξύ των
ουσιαστικών και διαδικαστικών προϋποθέσεων, με τη συνδρομή ή μη των οποίων μπορεί να
ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής είναι αφενός η ύπαρξη χρηματικής απαίτησης του αιτούντος
από ορισμένη έννομη σχέση και αφετέρου η απαίτηση αυτή καθώς και το ποσό της να
αποδεικνύονται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο. Εάν η απαίτηση ή το ποσό της δεν αποδεικνύονται
εγγράφως, ο δικαστής οφείλει, κατ` άρθρο 628 ΚΠολΔ, να μην εκδώσει διαταγή πληρωμής, εάν δε,
παρά την έλλειψη της διαδικαστικής αυτής προϋπόθεσης, εκδοθεί διαταγή πληρωμής, τότε αυτή
ακυρώνεται ύστερα από ανακοπή του οφειλέτη κατά τα άρθρα 632 και 633 ΚΠολΔ. Η ακύρωση
της διαταγής πληρωμής για το λόγο αυτό απαγγέλλεται λόγω διαδικαστικού απαραδέκτου,
ανεξαρτήτως της ύπαρξης και της δυνατότητας απόδειξης της απαίτησης με άλλα αποδεικτικά
μέσα. Εξάλλου με την ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής, η οποία υπόκειται και στη ρύθμιση των
άρθρων 583 επ. ΚΠολΔ, προβάλλονται λόγοι είτε κατά του κύρους της διαταγής πληρωμής για
έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης, είτε κατά της ύπαρξης της απαίτησης. Στη δίκη της ανακοπής
δεν επανεκδικάζεται η υπόθεση καθολικά, αλλά μόνο στο μέτρο των υποβαλλόμενων λόγων
ανακοπής. Οι λόγοι αυτοί, σε συνδυασμό με το αίτημα της ανακοπής, προσδιορίζουν την έκταση
της εκκρεμοδικίας που επέρχεται με την άσκηση της ανακοπής και αναγκαίως οριοθετούν το
αντικείμενο της δίκης της ανακοπής. Κατά των λόγων της ανακοπής αυτής, εκείνος κατά του
οποίου στρέφεται, μπορεί να αμυνθεί, είτε αρνούμενος αυτούς, είτε με την προβολή αντενστάσεων
κατ` αυτών (ΟλΑΠ 10/1997 ΕλΔ 97.768, ΑΠ 665/2006 ΕλΔ 2006/130). Εάν ο λόγος της ανακοπής
είναι τυπικός, όπως συμβαίνει με αυτόν της μη έγγραφης απόδειξης της απαίτησης, για την οποία
εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής και του ποσού αυτής, τότε αντικείμενο της δίκης
της ανακοπής και, κατά συνέπεια, της επ` αυτής δικαιοδοτικής κρίσης του δικαστηρίου δεν
καθίσταται και το ζήτημα της ύπαρξης ή μη της απαίτησης, για την οποία εκδόθηκε η διαταγή
πληρωμής, αφού με μόνη τη διαπίστωση της βασιμότητας του τυπικού αυτού λόγου της
ανακοπής, γίνεται δεκτό το αίτημα αυτής και ακυρώνεται, άνευ ετέρου, η διαταγή πληρωμής
(ΟλΑΠ 10/1997 ο.π., ΑΠ 665/2006 ο.π.). Περαιτέρω, αν από τα επισυναπτόμενα στην αίτηση
έγγραφα δεν αποδεικνύεται η απαίτηση ή το ποσό αυτής, δεν εκδίδεται διαταγή πληρωμής, η
τυχόν δε εσφαλμένα εκδοθείσα ακυρώνεται, μετ` αποδοχή σχετικού λόγου ανακοπής, περί μη
αποδείξεως της απαιτήσεως εκ των επισυναφθέντων εγγράφων και συνεπώς περί μη συνδρομής
της νόμιμης αυτής προϋποθέσεως για έκδοση διαταγής πληρωμής, μετ` επανεκτίμηση από το
δικαστήριο που δικάζει επί της ανακοπής μόνο των ως άνω, κατά την υποβολή της αίτησης,
επισυναφθέντων εγγράφων, αφού δεν επιτρέπεται η απόδειξη της απαίτησης, για την οποία
εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, με νέα, το πρώτον επικαλούμενα και προσκομιζόμενα στη δίκη της
ανακοπής αποδεικτικά μέσα (ΑΠ 782/1994 ΕλΔ 95.838, ΑΠ 40/1994 ΕλΔ 95.337, ΕφΠειρ 378/1998
ΕΔΠ 98.380). Εξάλλου, η έκδοση διαταγής πληρωμής μπορεί να ζητηθεί και για την πληρωμή
οφειλομένων μισθωμάτων, που συνίστανται σε ορισμένο χρηματικό ποσό, με βάση το μισθωτήριο
συμφωνητικό, εφόσον απ` αυτό, που φέρει την υπογραφή και του μισθωτή - καθού η διαταγή
πληρωμής, προκύπτει η μισθωτική σχέση, η διάρκεια της, η παράδοση της χρήσης του μισθίου
στον μισθωτή, το ύψος του μισθώματος καθώς και ότι τα οφειλόμενα μισθώματα, για τα οποία
ζητείται η διαταγή πληρωμής είναι ληξιπρόθεσμα, ανάγονται στο χρόνο διάρκειας της μίσθωσης.
Ειδικότερα, για να είναι δυνατόν να εκδοθεί διαταγή πληρωμής με βάση το μισθωτήριο
συμφωνητικό, απαιτείται, πλην των άλλων, το χρονικό διάστημα, για το οποίο οφείλονται τα
επίδικα μισθώματα να εμπίπτει στη συμβατική ή τη νόμιμη διάρκεια της μίσθωσης, που είναι: α) επί
μίσθωσης κυρίας κατοικίας τριετής (άρθ. 2 § 1 του ν. 1703/1987, όπως αντικ. με άρθ. 1 § 5 του ν.
2235/94), β) επί εμπορικής μίσθωσης δωδεκαετής (άρθ. 5 § 1 του π.δ. 34/95, όπως αντικ. με άρθ.
7 § 6 του ν. 2741/1999). Η δε αναγκαστική εκ του νόμου ισχύς της μίσθωσης κυρίας κατοικίας
καθώς και της εμπορικής μίσθωσης είναι ζήτημα, που λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπόψη από τον
δικαστή, που εκδίδει την διαταγή πληρωμής ή από το Δικαστήριο (ΑΠ 1609/2000 ΕλΔ 2001.720,ΕΑ
7531/2007 Νόμος, ΕΑ 7303/2000 ΕλΔ 2002.230). Στην προκειμένη περίπτωση οι ανακόπτοντες με
τον πρώτο λόγο της ανακοπής τους ζητούν να ακυρωθεί η πιο πάνω διαταγή πληρωμής, διότι
αυτή εκδόθηκε δυνάμει μισθωτηρίου που είχε λήξει την 14η-3-2011 σύμφωνα με την υπ` αρ.
...../14-3-2011 πράξη λύσης μίσθωσης του συμβολαιογράφου Πειραιώς ...................... Ο λόγος
αυτός είναι νομικά αβάσιμος και ως εκ τούτου απορριπτέος, καθόσον για να εκδοθεί διαταγή
πληρωμής αρκεί τα αιτούμενα μισθώματα να αφορούν στο συμβατικό ή νόμιμο χρόνο της
μίσθωσης κατά τα αναπτυχθέντα στη μείζονα σκέψη της παρούσας (ΕφΑθ 7531/2007 ο.π.).
Αλλωστε, όπως συνομολογούν και οι ανακόπτοντες (βλ . τον 2ο λόγο της ανακοπής τους), τα
επιδικασθέντα με την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής μισθώματα αφορούν στη συμβατική
διάρκεια της επίδικης μίσθωσης και δη στο χρονικό διάστημα από 15 Ιανουαρίου 2010 έως και 14
Μαρτίου 2011, οπότε και λύθηκε η μίσθωση με την υπ` αρ. ...../14-3-2011 πράξη λύσης μίσθωσης
του συμβολαιογράφου Πειραιώς ....................., καθώς και σε μέρος του μισθώματος του
μισθωτικού μήνα από 15-12- 2009 έως και 14-1-2010.
Οι ανακόπτοντες με τον δεύτερο λόγο της ανακοπής τους ζητούν να ακυρωθεί η πιο πάνω
διαταγή πληρωμής για το λόγο ότι αυτοί έχουν προβεί τμηματικά στην καταβολή προς την καθ` ης
ποσού 18.000 ευρώ προς εξόφληση των οφειλόμενων μισθωμάτων τουλάχιστον 12 μηνών όσον
αφορά στο επίδικο χρονικό διάστημα (Ιανουάριος 2010 - Μάρτιος 2011), λαμβανομένου υπόψη και
του ότι κατόπιν προφορικής μεταξύ των διαδίκων συμφωνίας τούτο (μηνιαίο μίσθωμα) είχε μειωθεί
στο ποσό των 1.500 ευρώ. Ο προαναφερόμενος λόγος είναι νόμιμος στηριζόμενος στις διατάξεις
των άρθρων 416, 481, 483, 574 επ. ΑΚ, 44 του π.δ. 34/1995 και 623 επ. ΚΠολΔ. Συνεπώς πρέπει
να εξετασθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, που
περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης αυτού του Δικαστηρίου, και
όλων των εγγράφων που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε για να ληφθούν υπόψη
ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για να χρησιμεύσουν προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων,
τα οποία λαμβάνονται υπόψη στην προκείμενη διαδικασία ακόμη και αν δεν πληρούν τους όρους
του νόμου (ΟλΑΠ 15/2003 ΕλλΔνη 2003. 937, ΟλΑΠ 13/1998 ΕλλΔνη 39. 81, ΑΠ 2064/2006
Νόμος, ΑΠ 588/2001 ΕλλΔνη 43. 1365), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με
το από 15-12-2003 ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης καταστήματος, που συνήφθη μεταξύ της
καθ’ ης η ανακοπή ως εκμισθώτριας και της πρώτης ανακόπτουσας ως μισθώτριας,
εκπροσωπούμενης νομίμως προς τούτο από τον δεύτερο ανακόπτοντα, διαχειριστή και
ομόρρυθμο εταίρο αυτής, η πρώτη (καθ’ ης) εκμίσθωσε στη δεύτερη (1η ανακόπτουσα) ένα
ισόγειο κατάστημα, εμβαδού 56,40 τ.μ., με πατάρι που βρίσκεται εντός στοάς (δεξιά πλευρά
εισερχομένων) επί της οδού ..................... αρ. ... στον Πειραιά, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει η
μισθώτρια εταιρεία για την κατασκευή και πώληση ενδυμάτων, υφασμάτων και ειδών
νεωτερισμού. Η διάρκεια της μίσθωσης ορίστηκε για χρονικό διάστημα δώδεκα (12) ετών από 1512-2003 έως 14-12-2015, το δε καταβαλλόμενο μίσθωμα συμφωνήθηκε στο ποσό των 1.300
ευρώ για τον πρώτο χρόνο της μίσθωσης, αυξανόμενο κατά ποσοστό ίσο με το ποσοστό
μεταβολής του δείκτη τιμών καταναλωτή του Νοεμβρίου εκάστου έτους σε σχέση με τον
αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους, όπως αυτή υπολογίζεται από την Εθνική Στατιστική
Υπηρεσία της Ελλάδας, πλέον τριών εκατοστιαίων μονάδων ετησίως . Τη μισθώτρια εταιρεία (1η
ανακόπτουσα) βάρυνε επίσης η καταβολή του 1/2 του τέλους χαρτοσήμου, δηλαδή 1,8% επί του
εκάστοτε καταβαλλομένου μισθώματος. Το μηνιαίο μίσθωμα έπρεπε να προκαταβάλλεται μέσα στις
πρώτες πέντε (5) ημέρες κάθε μισθωτικού μήνα, δηλαδή από τις 15 έως τις 19 εκάστου μηνός.
Κατά τα ανωτέρω συμφωνηθέντα, το μηνιαίο μίσθωμα εν αναφορά προς το επίδικο χρονικό
διάστημα διαμορφώθηκε ως εξής: 1) Από 15-12-2008 έως 14-12-2009 στο ποσό των 1.792,77
ευρώ (1.662,96 ευρώ προηγούμενο μίσθωμα πλέον αύξησης ΔΤΚ 2,9%, πλέον συμφωνημένης
αύξησης πλέον του ΔΤΚ 3% = 1.761,07 ευρώ μηνιαίο μίσθωμα πλέον χαρτοσήμου 1,8% =
1.792,77 ευρώ μηνιαίο μίσθωμα μετά του αναλογούντος τέλους χαρτοσήμου), 2) από 15-12-2009
έως 14-12-2010 στο ποσό των 1.882,40 ευρώ (1.761,07 ευρώ προηγούμενο μίσθωμα πλέον
αύξησης ΔΤΚ 2%, πλέον συμφωνημένης αύξησης πλέον του ΔΚΤ 3% = 1.849,12 ευρώ μηνιαίο
μίσθωμα πλέον χαρτοσήμου 1,8% = 1.882,40 ευρώ μηνιαίο μίσθωμα μετά του αναλογούντος
τέλους χαρτοσήμου) και 3) από 15-12-2010 έως 14-12-2011 στο ποσό των 2.031,11 ευρώ
(1.849,12 ευρώ προηγούμενο μίσθωμα πλέον αύξησης ΔΤΚ 4,9%, πλέον συμφωνημένης αύξησης
πλέον του ΔΤΚ 3% = 1.995,20 ευρώ μηνιαίο μίσθωμα πλέον χαρτοσήμου 1,8% = 2.031,11 ευρώ
μηνιαίο μίσθωμα μετά του αναλογούντος τέλους χαρτοσήμου). Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η
μισθώτρια εταιρεία αν και παρέλαβε το μίσθιο ανεπιφύλακτα και έκανε χρήση αυτού μέχρι και την
14η Μαρτίου 2011, οπότε και λύθηκε η επίδικη μίσθωση, με εξαίρεση το πρώτο έτος της μίσθωσης
που κατέβαλλε τα συμφωνημένα μισθώματα, παραβίασε επανειλημμένως τους όρους της ως άνω
συμβάσεως. Ειδικότερα, παρά τις προς τούτο αλλεπάλληλες οχλήσεις της καθ’ ης, δεν κατέβαλλε τις
ως άνω συμφωνημένες αυξήσεις των μισθωμάτων, ενώ προέβαινε σε μερικές καταβολές του
μισθώματος, πολλές φορές σε άτακτα χρονικά διαστήματα και όχι τη δήλη ημέρα καταβολής του.
Ετσι, όφειλε στην καθ` ης το σύνολο των μισθωμάτων μετά του αναλογούντος τέλους χαρτοσήμου
από 15-1-2010 έως και 14-3-2011, οπότε και λύθηκε η μεταξύ τους σύμβαση με την υπ` αρ.
...../14-3-2011 πράξη λύσης μίσθωσης του συμβολαιογράφου Πειραιώς ....................., καθώς και
μέρος του μισθώματος μετά του αναλογούντος τέλους χαρτοσήμου του μισθωτικού μήνα από 1512-2009 έως 14-1-2010 εξ ευρώ 872 και συνολικά όφειλε σε αυτήν το ποσό των 27.671,73 ευρώ.
Ολες οι καταβολές που έλαβαν χώρα από την πρώτη ανακόπτουσα (βλ. τον 2ο λόγο της ανακοπής
της) καταλογίζονται στα παλαιότερα χρονικά μισθώματα και στις διαφορές μισθωμάτων και όχι σε
αυτά που επιδικάσθηκαν με την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής. Τέλος δεν αποδείχθηκε η
σύναψη προφορικής συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων περί μειώσεως του μηνιαίου μισθώματος στο
ποσό των 1.500 ευρώ αναφορικά με το επίδικο χρονικό διάστημα (Ιανουάριος 2010 - Μάρτιος
2011). Τούτο δεν αναιρείται από το γεγονός ότι στην υπ’ αρ. ...../14-3-2011 πράξη λύσης μίσθωσης
του συμβολαιογράφου Πειραιώς ..................... γίνεται μνεία στο μηνιαίο μίσθωμα που ανέρχεται
στο ποσό των 1.500 ευρώ, λαμβανομένου υπόψη ότι στην ως άνω συμβολαιογραφική πράξη
αναγράφεται όχι το συμφωνημένο μηνιαίο μίσθωμα αλλά απλώς το καταβαλλόμενο. Η δε καταβολή
σε άτακτα χρονικά διαστήματα μισθώματος μικρότερου του συμφωνηθέντος οφείλεται σε
αντισυμβατική συμπεριφορά της μισθώτριας εταιρείας και των λοιπών από τους ανακόπτοντες, οι
οποίοι ευθύνονται μαζί με αυτήν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ως προς τα οφειλόμενα
μισθώματα ως ομόρρυθμοι εταίροι της. Περί αυτών κατέθεσε μετά λόγου γνώσεως και ο μάρτυρας
ανταπόδειξης ..................... (βλ. τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης αυτού του
Δικαστηρίου). Συνεπώς ο δεύτερος λόγος της ανακοπής (μερική εξόφληση) είναι ουσιαστικώς
αβάσιμος και ως εκ τούτου απορριπτέος. Πρέπει επομένως η υπό κρίση ανακοπή να απορριφθεί
κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής. Τέλος τα
δικαστικά έξοδα της καθ’ ης πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των ανακοπτόντων λόγω της ήττας
τους στη δίκη κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας (άρθρα 106, 176, 191
παρ. 2, 591 παρ. 1 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει την ανακοπή.
Επικυρώνει την προσβαλλόμενη υπ’ αρ. 1942/2011 διαταγή πληρωμής του Δικαστή αυτού του
Δικαστηρίου.
Επιβάλλει σε βάρος των ανακοπτόντων τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης η ανακοπή, το ύψος των
οποίων ορίζει στο ποσό των διακοσίων εβδομήντα (270) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του
στον Πειραιά στις 10-10-2013, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι
τους.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ