Συνεδρίαση της Ολομελείας της 7ης Ιουνίου 2013 για την

Συνεδρίαση της Ολομελείας της 7 ης Ιουνίου 2013
για την αποχώρηση του Προέδρου Κων. Μενουδακου.
Ο Πρόεδρος, αφού προσφώνησε και ευχαρίστησε τους παρισταμένους
έδωσε το λόγο στον Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας
κ.
Σωτήριο Ρίζο, ο οποίος είπε τα εξής:
Δεν είναι εύκολο εγχείρημα η αποτίμηση του έργου ενός δικαστού
ανωτάτου δικαστηρίου. Τούτο δε, διότι δράση του συνδέεται και
αναμειγνύεται με τη δράση και των λοιπών συναδέλφων του που συνθέτουν
το Collegium. Τι οφείλεται σε αυτόν και τι οφείλεται στους άλλους είναι
δυσδιάγνωστο. Αλλωστε, ουδείς μένει αλώβητος από τις διεργασίες και τις
αλληλενέργειες της διασκέψεως. Το προϊόν είναι όντως συλλογικό. Τα
γνωρίζει αυτά ο τιμώμενος. Καλύτερα από όλους μας, μιάς και διάβηκε από
όλους τους βαθμούς και όλους τους αντίστοιχους ρόλους. Και μιάς που
υπήρξε ιδιαίτερα διαλεκτικός δικαστής, τουτέστιν δικαστής δίδων και
λαμβάνων. Σε όλους τους βαθμούς δίδων και λαμβάνων. Απίστευτο ίσως
για τους τρίτους, που συνήθως μεγεθύνουν τον ρόλο των ανωτέρων
δικαστών και σμικρύνουν τον ρόλο των κατωτέρων.
Ο κύριος Κωνσταντίνος Μενουδάκος εβίωσε ως δικαστής τρείς αρκετά
διακριτές φάσεις του ελληνικού Κράτους. Εισήλθε στο Σώμα το έτος 1973,
κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, η οποία έβαινε προς το τέλος της.
Συνέχισε την σταδιοδρομία του στο νέο καθεστώς της κοινοβουλευτικής
δημοκρατίας, κατά το μέρος της που τα νερά ήταν γαλήνια. Τέλος, εβίωσε
στους ανώτατους βαθμούς την περίοδο της Δημοκρατίας εν κρίσει, τ.ε από
το έτος 2009 μέχρι και σήμερα. Συνέπραξε, με συνολικό χρόνο υπηρεσίας
41 ετών, περίπου στο ήμισυ του βίου αυτού του θεσμού. Στο μακρύ αυτό
διάστημα, ο αποχωρών Πρόεδρος επιτέλεσε τα καθήκοντά του χωρίς
κραυγαλέα επίδειξη και στους πέντε βαθμούς της ιεραρχίας. Και εκεί όπου ο
δικαστής του Συμβουλίου της Επικρατείας παραμένει ένας πολύτιμος
Αγνωστος, στους βαθμούς δηλαδή του Εισηγητού και του Παρέδρου και εκεί
όπου αρχίζει να γίνεται περισσότερο γνωστός, στους βαθμούς του
-2Συμβούλου, του Αντιπροέδρου και του Προέδρου. Ο τρόπος, με τον οποίο
αντελήφθη τα καθήκοντά του τον κατατάσσουν, αν δεν κάνω λάθος, στους
δικαστές μεγάλης αποδόσεως με χρήση ιδιαίτερα ήπιας μεθόδου.
Υπάρχουν αρκετοί τύποι δικαστών, με διαφορετική αντίληψη κατά την
άσκηση της εξουσίας αυτής, όλοι, λίγο η πολύ, θεμιτοί. Η ποιότητα της
αποδόσεως και η άσκηση της εξουσίας αυτής προς το συμφέρον και μόνον
του Δικαίου, τους αναδεικνύει σε άξιους υπηρέτες του Κράτους. Εμείς που
συμπορευτήκαμε με τον σημερινό Πρόεδρο γνωρίζουμε ότι ανήκει στο είδος
των λειτουργών του Κράτους που υπηρέτησε, δεν υπηρετήθηκε ούτε στο
ελάχιστο.
Ο κύριος Κωνσταντίνος Μενουδάκος είχε το ευμενές και συνάμα
δυσμενές προνόμιο να θητεύσει επί έντεκα έτη ως Αντιπρόεδρος του
Δικαστηρίου. Πρόεδρος, όλα αυτά τα χρόνια, κρίσιμου Τμήματος που βάζει
τη σφραγίδα του σε μείζονα για τη Χώρα ζητήματα. Και που αναπόφευκτα,
οι αποφάσεις του γίνονται δεκτές άλλοτε ευμενώς και άλλοτε δυσμενώς.
Κατά την περίοδο αυτή το Τμήμα εκλήθη να συμβιβάσει τα τρία συνθετικά
στοιχεία της βασικής συνταγματικής αρχής της Βιωσίμου Αναπτύξεως και σε
μεγάλο βαθμό το επιτυγχάνει. Η εξισορρόπηση μεταξύ περιβαλλοντικής
προστασίας, οικονομικής αναπτύξεως και κοινωνικής ειρήνης αποτελεί το
δύσκολο πρόβλημα της βιώσιμης αναπτύξεως, το οποίο καλούνται ανά
πάσα στιγμή να επιλύουν η νομοθετική εξουσία και η διοίκηση, εν τέλει δε
και η διοικητική δικαιοσύνη. Και αυτή την αποστολή φαίνεται να αντιλήφθηκε
ο τότε Πρόεδρος του Ε΄ Τμήματος, την υπηρέτησε και την κληροδότησε στο
Τμήμα και στη σημερινή Πρόεδρό του. Αποστολή, την σημασία της οποίας
καθιστά πρόδηλη η σημερινή Κρίση του Κράτους και της Οικονομίας και της
οποίας η εκπλήρωση απαιτεί διαρκείς συμβιβασμούς, ορθό λόγο αντί
παρορμήσεων και ουσιαστική συνεργασία των Λειτουργιών του Κράτους.
Η δραστηριότητα του απερχόμενου Προέδρου δεν περιορίσθηκε όμως
μόνον στην εν στενή εννοία δράση του δικαστού. Επεξετάθη στον ευρύτερο
κοινωνικό χώρο, τον άμεσα συνδεόμενο με το έργο του δικαστηρίου και την
διαμόρφωση των ιδεών του κράτους δικαίου, την αφομοίωσή τους από τους
διάφορους κύκλους νέων και ωρίμων νομικών και ιδίως δικαστών. Η
παρουσία
του
σε
επιστημονικές
συναντήσεις
υπήρξε
έντονη
και
-3πολυσχιδής. Η κύρια ενασχόλησή του ήταν κυρίως η καλλιέργεια των
αρχών που διέπουν την προστασία του περιβάλλοντος, έργο το οποίο
άσκησε κατά διάφορους τρόπους αλλά και μέσα από το πρωτοπόρο
περιοδικό «Νόμος και Φύση». Στην αρχή σε συνεργασία με τον καθηγητή
Γιώργο Παπαδημητρίου και, μετά την πρόωρη απώλεια εκείνου, μόνος του
με τη βοήθεια άξιων νεότερων νομικών. Επέδειξε δηλαδή μία εξωστρέφεια
με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που προσήκουν στον Δικαστή, χωρίς ποτέ να
παρασυρθεί στην επικίνδυνη, αλόγιστη έκθεση στη δημοσιότητα. Έτσι η
δράση του και στον τομέα αυτό υπήρξε δημιουργική τόσο για τις
χρησιμότατες αυτές ιδέες όσο και για τον θεσμό στον οποίο ανήκε.
Επανέρχομαι στο Δικαστήριο. Είναι γνωστή η δοκιμασία του θεσμού σε
περιόδους χαλεπές για το Ελληνικό Κράτος. Ιδιαίτερα η δοκιμασία κατά την
περίοδο που διανύουμε. Υποδέχεται απειρία αιτημάτων και προβλημάτων.
Άλλα σχετίζονται με τα πρόσθετα βάρη που επιβάλλονται στους πολίτες.
Άλλα με τους περιορισμούς και τις δομικές αλλαγές στη δημόσια διοίκηση.
Άλλα με την νομοτελειακή μείωση του Κοινωνικού Κράτους, που εν πολλοίς
λειτούργησε κατά τρόπο σπάταλο και άνισο. Όλα η σχεδόν όλα συνδέονται
άρρηκτα με τον τρόπο στελεχώσεως και λειτουργίας του Κράτους. Ο
σπουδαιότερος Οργανισμός της Κοινωνίας απομακρύνθηκε από την
υπηρεσία του γενικού συμφέροντος και υποβιβάσθηκε σε θεράποντα
Πολιτικών και Πολιτών. Οι μεν υπέτασσαν τους δε και όλοι μαζί έφθειραν το
Κράτος. Και απήλλασσαν οι μεν τους δε από κάθε ευθύνη. Αλλά, σύμφωνα
με τα Πολιτικά του Αριστοτέλους, το να είναι η πόλις σπουδαία, δεν είναι
έργο τύχης αλλά έργο επιστήμης και προαιρέσεως. Σπουδαία δε είναι η
πόλις όταν και οι πολίτες της είναι σπουδαίοι. Σ’ εμάς δε όλοι οι πολίτες
μετέχουν του πολιτεύματος: «…το(δε) σπουδαίαν είναι την πόλιν ουκέτι
τύχης έργον, αλλ’ επιστήμης και προαιρέσεως. Αλλά μην σπουδαία πόλις
εστί τω τους πολίτας τους μετέχοντας της πολιτείας είναι σπουδαίους΄ ημίν
δε πάντες οι πολίται μετέχουσι της Πολιτείας» ( 1332α, 35). Η απληστία
κατέστη πολιτικό ιδεώδες, καλυπτόμενο από φιλάνθρωπη ρητορεία. Διότι οι
άνθρωποι, όπως ο ίδιος φιλόσοφος συνεχίζει, δεν επιδιώκουν μόνον τα
αναγκαία αλλά διαπράττουν μεγάλες αδικίες για να ικανοποιήσουν
υπερβολικές τους επιθυμίες: « Επεί αδικούσι γε τα μέγιστα διά τας
-4υπερβολάς, αλλ’ ου διά τα αναγκαία» (1267α, 14). Αυτονόητο επακόλουθο:
το Δίκαιο και το Κράτος υποβιβάσθηκαν. Οπότε ανεδύθη η Ισχύς. Η
ορμώμενη εκτός των συνόρων. Με τα χαρακτηριστικά που της αποδίδει ο
Θουκυδίδης και που αναλλοίωτα επαναλαμβάνονται εις τους αιώνας των
αιώνων. Λέγει ο Κλέων προς τους Αθηναίους, καλώντας τους να μη
φεισθούν των Μυτιληναίων, που είχαν παρασπονδήσει: «Εγώ μεν ούν και
τότε πρώτον και νυν διαμάχομαι μη μεταγνώναι υμάς τα προδεδογμένα,
μηδέ τρισί τοις αξυμφορωτάτοις τη αρχή, οίκτω και ηδονή λόγων και
επιεικεία, αμαρτάνειν» (βιβλίο Γ’, 40). Να μην ενδώσετε στους τρείς
κυριότερους εχθρούς κάθε εξουσίας: τον οίκτο, την γοητεία των ωραίων
λόγων και την επιείκεια. Η Ισχύς, ενδεδυμένη το ένδυμα του Νόμου επέβαλε
μεταβολές, που επέρχονται με θυελλώδεις ρυθμούς και επιδρούν
αποφασιστικά-εν συνειδήσει η ανεπιγνώτως-στον τρόπο σκέψεως των
δικαστών. Τόσο κατά την προεδρία του προκατόχου του σημερινού
Προέδρου, του Κυρίου Παναγιώτη Πικραμμένου, όσο και κατά το τελευταίο
έτος, γίνεται σαφές ότι το Σώμα λαμβάνει υπ’ όψιν σε μεγάλο βαθμό τις ως
άνω κοινωνικοοικονομικές μεταβολές. Η εμπειρική θεωρία γνώσεως και
εφαρμογής του δικαίου κερδίζει έδαφος, βήμα το οποίο είναι απαραίτητο
προκειμένου οι αποφάσεις του να έχουν ρεαλιστικά χαρακτηριστικά και να
μη δημιουργούν κοινωνικές ψευδαισθήσεις. Βεβαίως, ο βηματισμός πρέπει
μεν να είναι ιδιαίτερα ταχύς, συγχρόνως όμως και ιδιαίτερα προσεκτικός και
υπεύθυνος, προκειμένου και το δικαστήριο να διατηρήσει το κύρος του στις
συνειδήσεις των πολιτών και το πολίτευμα να μην υποστεί ανήκεστες
βλάβες. Ο τιμώμενος Πρόεδρος, αν δεν κάνω λάθος, συνέβαλε πολύ κατά
το έτος της προεδρίας του προς τις κατευθύνσεις αυτές, πράγμα διόλου
εύκολο και διόλου αυτονόητο. Το Δικαστήριο τον ευχαριστεί και για την
τελευταία αυτή προσφορά του.
Σε λίγες μέρες ο Κωνσταντίνος Μενουδάκος απέρχεται από την ενεργό
δικαστική υπηρεσία. Προπορεύεται ημών των παλαιών κατά τι. Εισήλθε ως
νεαρός είκοσι έξη ετών, εύελπις δικαστής στο κτίριο της Βουλής των
Ελλήνων, εκλεκτό δημιούργημα επιφανούς αρχιτέκτονος, του Βαυαρού
Φρειδερίκου Gaertner. Εξέρχεται, πλήρης εμπειριών, γνώστης της ζωής και
της λειτουργίας του δικαίου, δικαστής καταξιωμένος. Από άλλη έξοδο τον
-5κατευοδώνουμε. Του ωραίου κτιριακού μνημείου που δημιούργησαν ο
έλληνας Λύσανδρος Καυταντζόγλου και ο επίσης έλληνας, πολιτογραφηθείς
αυτός, Ερνέστος Ziller. Το κτίριο αυτό μας φιλοξένησε ήδη επί είκοσι έτη.
Μας έδωσε φως και άνεση. Εστία κατάλληλη για υψηλή λειτουργία. Με
σεβασμό μετέσχε στην λειτουργία αυτή, και μάλιστα ως πρωτεργάτης, ο
αγαπητός μας συνάδελφος και φίλος. Συλλειτουργήσαμε μαζί του και εμείς,
οι Αντιπρόεδροι, οι Σύμβουλοι, οι Πάρεδροι, οι Εισηγητές μας, οι δικαστικοί
μας υπάλληλοι. Αγαπητέ μου Κώστα, σε αποχαιρετούμε όλοι με σεβασμό
και ευχαριστίες.
Στη συνέχεια ο Πρόεδρος έδωσε το λόγο στην Αντιπρόεδρο του
Συμβουλίου της Επικρατείας κ. Αγγελική Θεοφιλοπούλου η οποία είπε
τα εξής:
Κύριε Πρόεδρε,
Σας εκφράζω, ως Πρόεδρος του Ε΄ Τμήματος, τις ευχαριστίες των
μελών και της Γραμματείας του Τμήματος, του οποίου υπήρξατε μέλος από
την ίδρυσή του και στη συνέχεια Β΄ Αντιπρόεδρος και Πρόεδρος.
Σας
ευχαριστούμε γιατί μας στηρίξατε με τη βαθειά επιστημονική σας κατάρτιση,
διευθύνατε τις διασκέψεις με νηφαλιότητα και πλήρη σεβασμό στην
προσωπικότητα και τη γνώμη του κάθε μέλους, μας διδάξατε το σεβασμό
στους διαδίκους και την επιείκεια και αφιερώσατε ατέλειωτες ώρες στη
θεώρηση σχεδίων αποφάσεων, προφυλάσσοντάς μας από λάθη και
τελειοποιώντας τα κείμενά μας.
Σας ευχόμαστε
να έχετε υγεία και να
συνεχίσετε να κάνετε αυτό που κάνατε πάντα, να προσφέρετε στον τόπο.
Ευχαριστούμε για μια ακόμη φορά την τύχη που μας επέτρεψε να
περάσουμε ένα μέρος, μικρό ή μεγάλο, της θητείας μας στο Συμβούλιο της
Επικρατείας υπό την σκέπη και καθοδήγηση ενός δικαστή που κάθε
επιθεωρητής θα χαρακτήριζε σε όλα τα επί μέρους προσόντα και στο τελικό
συμπέρασμα ανενδοίαστα ως «εξαίρετο», «των αρίστων ο άριστος».
Ακολούθως ο Πρόεδρος έδωσε το λόγο στον Υφυπουργό
Δικαιοσύνης,
Διαφάνειας
και
Ανθρωπίνων
Κωνσταντίνο Καραγκούνη, ο οποίος είπε τα εξής:
Δικαιωμάτων,
κ.
-6Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε του Συμβουλίου της Επικρατείας,
Αξιότιμοι κύριοι και κυρίες Σύμβουλοι και Δικαστές,
Κυρίες και κύριοι,
Είναι ιδιαίτερη τιμή για εμένα να παρευρίσκομαι σήμερα εδώ, στην
πανηγυρική εκδήλωση αποχαιρετισμού ενός σπουδαίου Δικαστή, του
Προέδρου του Δικαστηρίου κ. Κωνσταντίνου Μενουδάκου από την ενεργό
υπηρεσία και το κορυφαίο αξίωμά του.
Εκ μέρους του Υπουργείου Δικαιοσύνης και προσωπικά του Υπουργού
κ. Αντώνη Ρουπακιώτη, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο του
Δικαστηρίου κ. Κωνσταντίνο Μενουδάκο τόσο για την πολυετή προσφορά
του ως Ανώτατου Δικαστή, όσο και για την εξαιρετική συνεργασία που
είχαμε καθ’ όλο το διάστημα που παρέμεινε στο κορυφαίο για τη Διοικητική
Δικαιοσύνη αξίωμά του.
Ο Πρόεδρος Μενουδάκος, όλα αυτά τα χρόνια, αποτέλεσε πρότυπο
Δικαστή και Νομικού Επιστήμονα, όπως ακριβώς επιτάσσει η μακρά και
διεθνούς ακτινοβολίας παράδοση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με τον
ψύχραιμο λόγο του και τη δίκαιη αλλά αυστηρή «ματιά» του, οδήγησε το
Δικαστήριο και τα Τμήματα όπου προήδρευσε σε ορθές αποφάσεις. Η
σοφία δεν του χαρίστηκε αλλά κερδήθηκε από τον ίδιο, μέσα από
πολυάριθμα χρόνια αδιάκοπης εργασίας και συνθετικής μελέτης, με
πληθώρα απαιτητικών υποθέσεων, κρίσεων και εν τέλει αποφάσεων μνημείων νομικού πολιτισμού, πραγματικών σημείων αναφοράς για τις
μελλοντικές γενιές νομικών του τόπου μας. Και ήταν ακριβώς αυτή η σοφία
και ο συνθετικός νους του Προέδρου Μενουδάκου που αποτέλεσαν για
όλους μας εγγυήσεις επιτυχίας του έργου του ως Προέδρου του Ανωτάτου
Διοικητικού Δικαστηρίου της Χώρας.
Οι προσδοκίες μας ευοδώθηκαν με τον πλέον πειστικό τρόπο. Η
συνεργασία του Υπουργείου Δικαιοσύνης με το Συμβούλιο της Επικρατείας
υπό τη διοίκηση και τη σοφή καθοδήγηση του απερχόμενου Προέδρου
υπήρξε αγαστή, αρμονική και κυρίως παραγωγική. Η Πολιτεία διατήρησε
την ανοικτή γραμμή επικοινωνίας με το Δικαστήριο. Μοιράστηκε με τον
απερχόμενο Πρόεδρο τις ίδιες ανησυχίες και την κοινή αγωνία για το αύριο
της Δικαιοσύνης και τον εκσυγχρονισμό του δικαστικού συστήματος. Και το
-7πιο σημαντικό είναι ότι όλα αυτά δεν είναι απλώς μεγάλα και ωραία λόγια,
αλλά η αληθινή διαπίστωση μίας μετρήσιμης και αδιαμφισβήτητης
πραγματικότητας.
Ο Πρόεδρος Μενουδάκος, λαμβάνοντας τη σκυτάλη από τον
προκάτοχό του, κ. Παναγιώτη Πικραμμένο, επένδυσε κόπο και χρόνο στην
εμπέδωση των σταθερών δεσμών του Δικαστηρίου με την Πολιτεία. Στήριξε
ενεργά τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και συνεργάσθηκε με το Υπουργείο
Δικαιοσύνης προς αυτήν την κατεύθυνση. Και χάρη σ’ αυτή τη στενή
συνεργασία και συνεννόηση μπορούμε ήδη εδώ και λίγες ημέρες να μιλάμε
για ένα σύγχρονο σύστημα ηλεκτρονικής κατάθεσης δικογράφων στο
Συμβούλιο της Επικρατείας. Μια ολοκληρωμένη εφαρμογή που λειτουργεί
ήδη, με απτά αποτελέσματα, εδώ και μερικές μόλις ημέρες και αναμένεται
να προσδώσει μεγαλύτερη ευελιξία στους πολίτες και τους νομικούς
παραστάτες τους, διευκολύνοντας την πρόσβαση στο Δικαστήριο από κάθε
γωνιά της Χώρας.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας διατήρησε τον ρόλο του πλέον σύγχρονου
και εξωστρεφούς Δικαστηρίου της Χώρας, στηρίζοντας το όραμά μας για την
«Ηλεκτρονική Δικαιοσύνη».
Ήδη σήμερα, σε στενή συνεργασία με το Υπουργείο Δικαιοσύνης, το
Δικαστήριο
υλοποιεί
Οργανωμένου
το
μεγαλεπήβολο
σχέδιο
Διαχείρισης
Δικαστικών
Συστήματος
δημιουργίας
Υποθέσεων
ενός
για
ολόκληρο το οικοδόμημα της Διοικητικής Δικαιοσύνης, με ψηφιακή
παρακολούθηση της ροής των υποθέσεων και ένα ευρύ πλέγμα εφαρμογών
που αξιοποιεί την τεχνική πρόοδο.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας για όλους εμάς τους νομικούς επιτελεί
τον ρόλο του «φάρου» μέσα στην αβεβαιότητα και την ανασφάλεια που
μπορεί να προκαλείται στους πολίτες και τις επιχειρήσεις ακριβώς λόγω της
πολυπλοκότητας
των
νέων
κοινωνικών
και
οικονομικών
σχέσεων,
ενδεχομένως και εξαιτίας της πολυνομίας που χαρακτηρίζει ιδιαίτερα τον
χώρο του Δημοσίου Δικαίου.
Ο κ. Κωνσταντίνος Μενουδάκος, από την εξόχως τιμητική αλλά και
υπεύθυνη θέση του Προέδρου του Δικαστηρίου, τήρησε αρμονικά την
ισορροπία μεταξύ του Δικαστή και του Προϊσταμένου, με συναίσθηση
-8ευθύνης απέναντι σε μια δοκιμαζόμενη Χώρα. Η κοινωνία σήμερα «διψά»
για περισσότερη ισονομία, για περισσότερη Δικαιοσύνη και μεγαλύτερη
ασφάλεια δικαίου. Η οικονομία μας, που τόσο έχει πληγεί, χρειάζεται ένα
αποτελεσματικό, δυναμικό δικαστικό σύστημα, σύγχρονο, ανεξάρτητο, με
περισσότερη αυτοπεποίθηση.
Ο Πρόεδρος Μενουδάκος είχε το θάρρος και την τόλμη να στηρίξει τις
μεταρρυθμίσεις και τη μεθοδική διαδικασία εκσυγχρονισμού. Η στάση του
που αφήνει ακόμη βαρύτερη κληρονομιά στις επόμενες γενιές των Μελών
του Συμβουλίου της Επικρατείας αλλά και ολόκληρου του Δικαστικού
Σώματος.
Με αυτά τα σύντομα, αλλά θερμά και ειλικρινή λόγια, θα ήθελα
σήμερα να αποχαιρετήσω τον απερχόμενο Πρόεδρο από την ενεργό
δικαστική δράση. Όπως και ο ίδιος γνωρίζει, ο ρόλος και η ακτινοβολία ενός
Δικαστή δεν περιορίζεται σε στενά υπηρεσιακά στεγανά. Άλλωστε, η
πνευματική συμβολή και η υποστήριξη που κάθε σπουδαίος δικαστικός,
κάθε σπουδαίος άνθρωπος, μπορεί και οφείλει να παρέχει στην κοινή μας
προσπάθεια για ένα καλύτερο αύριο, είναι πραγματικά ανεκτίμητη. Ο
δημόσιος βίος και η νομική κοινότητα της Ελλάδας θα προσδοκά πάντοτε
και θα προσβλέπει στον σοφό λόγο και τις σκέψεις του Προέδρου
Κωνσταντίνου Μενουδάκου, την εμβριθή κρίση του και την αστείρευτη
εμπειρία του.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Στη συνέχεια ο Πρόεδρος έδωσε το λόγο στην Πρόεδρο του Αρείου
Πάγου κ. Ρένα Ασημακοπούλου, η οποία είπε τα εξής:
Αισθάνομαι
ιδιαίτερη
συγκίνηση
συμμετέχοντας
σ΄αυτή
την
εκδήλωση τιμής για τον απερχόμενο Πρόεδρο του Συμβουλίου Επικρατείας,
τον Κώστα Μενουδάκο, ένα άξιο Δικαστικό Λειτουργό, ένα ιδιαιτέρως ευγενή
άνθρωπο, ο οποίος τιμά με την παρουσία του και την πορεία του το
Δικαστικό Σώμα.
Είχα την τύχη να συνεργασθώ μαζί του στο Α.Ε.Δ. και να ζήσω από
κοντά έναν λειτουργό με άρτια νομική κατάρτιση και σπάνια ευγένεια, έναν
-9άνθρωπο χαμηλών τόνων και γιαυτό ακριβώς, τόσο αληθινά συνεργάσιμο
και αποτελεσματικό.
Ο Κώστας Μενουδάκος είναι ένας συνάδελφος τόσο ικανός και
ταπεινόφρων, όσο μπορεί να είναι μονάχα εκείνοι που λογοδοτούν στη
συνείδησή τους, παραμένοντας ικανοποιημένοι από τον εαυτό τους και τη
Δημόσια πορεία τους. Και αυτό, σας διαβεβαιώ, δεν είναι καθόλου εύκολο.
Τον ευχαριστώ προσωπικά και εκ μέρους των συναδέλφων της
Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, για την πορεία και την παρουσία του
και, ως παλιά του συμφοιτήτρια, του εύχομαι ολόψυχα χαρά και υγεία. Είμαι
βεβαία πως θα βρει δρόμους να διοχετεύσει τις ικανότητές του και την
δημιουργικότητά του.
Συνάδελφε Κώστα σε ευχαριστώ πολύ.
Στη συνέχεια ο Πρόεδρος έδωσε το λόγο στην Γενική Επίτροπο της
Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, κ. Ελένη Διακομανώλη
- Ανδρειωτέλλη, η οποία είπε τα εξής:
Κύριε Πρόεδρε,
Στις 30 Ιουνίου 2013, ολοκληρώνεται η περίλαμπρη πορεία Σας στο
Συμβούλιο της Επικρατείας.
Εκπληρώσατε, με παραδειγματικό τρόπο, το χρέος Σας. Εξαρχής
αλλά και από την κορυφαία θέση του Προέδρου του Συμβουλίου της
Επικρατείας, μας διδάξατε ξανά και ξανά, πως ο κάθε διάδικος αξίζει να
διεκδικεί μια Δικαιοσύνη αντάξιά του. Άριστα καταρτισμένος και με πίστη
στις αξίες Σας, αμβλύνατε κάθε φορά, με επιτυχία, τη διαμάχη ανάμεσα στη
δύναμη και στην αδυναμία, χαρακτηριζόμενος από ανεπιτήδευτη απλότητα,
έμφυτη ευγένεια και δημοκρατικότητα.
Όσοι είχαμε την τύχη να βρεθούμε κοντά Σας, Σας οφείλουμε το
μοναδικό βίωμα της ανάτασης που είχε η επικοινωνία μαζί Σας.
Πιστεύοντας στη δύναμη της ιστορίας και των προτύπων, εύχομαι η
πορεία Σας στη Διοικητική Δικαιοσύνη να είναι πεδίο αναφοράς για τους
νεότερους δικαστικούς λειτουργούς.
Ελπίζω δε ότι θα συνεχίσετε τον αγώνα και από άλλη θέση για
περισσότερη δικαιοσύνη στο περιβάλλον της πρωτοφανούς, για τα
-10μεταπολεμικά χρονικά, περιδίνησης, όπου έχει περιέλθει η Ελλάδα τα
τελευταία χρόνια.
Σας ευχαριστώ ιδιαίτερα για την εξαιρετική συνεργασία.
Ακολούθως ο Πρόεδρος έδωσε το λόγο στον Πρόεδρο του Νομικού
Συμβουλίου του Κράτους, κ. Φωκίωνα Γεωργακόπουλο, ο οποίος είπε τα
εξής:
Κύριε Πρόεδρε, Κύριοι Δικαστές,
Τα τελευταία χρόνια ο ρόλος του δικαστή
έχει μεταβληθεί
ουσιαστικά. Δεν είναι πια ο κρατικός λειτουργός που επιλύει ατομικές και
μόνον διαφορές. Οι αποφάσεις του πλέον, ιδίως, στο πλαίσιο των
συνταγματικών δικαιωμάτων, των διεθνών συνθηκών, και ειδικότερα της
Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του δικαίου
της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επηρεάζουν ευρύτερες κοινωνικές σχέσεις και
έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην πορεία της πολιτείας, στην ισορροπία
των κρατικών εξουσιών και στις σχέσεις του πολίτη με το Κράτος. Ο
δικαστής δεν είναι απλός υπηρέτης του νόμου. Είναι, κατά την επιτυχή
μεταφορά του Dworkin, “o αρχιτέκτονας που κτίζει πάνω στα θεμέλια του
νόμου”.
Σύμφυτη με το ρόλο αυτό του δικαστή είναι η ερμηνευτική
ακεραιότητα. Τούτο σημαίνει ότι ο δικαστής πρέπει να προσεγγίσει το νόμο
με υψηλό ήθος και, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ως το μέσο για την
επίτευξη ενός σκοπού. Η ερμηνεία δεν μπορεί να περιορίζεται στην
αποσπασματική προσέγγιση κάποιων διατάξεων ή να γίνεται υπό το
πρίσμα
συγκυριακών
καταστάσεων
ή
υποκειμενικών
διαθέσεων
ή
διαδικαστικών αναγκαιοτήτων. Οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται στο
επίπεδο του δεοντολογικού δεδομένου ότι ο νόμος είναι δομημένος πάνω
στη βάση ενός συνεκτικού συνόλου που διέπεται από τις αρχές της
δικαιοσύνης, της ισονομίας και της δικονομικής χρηστότητας.
Για να υπηρετήσει τους σκοπούς αυτούς ο δικαστής, εκτός από
άριστος νομικός πρέπει να είναι βαθειά σκεπτόμενος άνθρωπος και
γνώστης του κοινωνικού γίγνεσθαι. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να είναι
προικισμένος με τον αυτοέλεγχο εκείνο που θα του επιτρέψει να κινηθεί με
-11σεβασμό
των,
δυσδιάκριτων
πολλές
φορές,
ορίων
μεταξύ
του
λειτουργήματός του και των άλλων εξουσιών που συγκροτούν το
δημοκρατικό πολίτευμα, ούτως ώστε να είναι διακριτικά καινοτόμος και να
αποφεύγει το ''αμάρτημα” της αλαζονείας.
Τα χαρακτηριστικά αυτά, και σε αυτό συμφωνούν μαζί μου και τα μέλη του
Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, κοσμούν όλη την δικαστική πορεία του
κου Κωνσταντίνου Μενουδάκου και συμπληρώνονται από τους απλούς
τρόπους του, την ανεπιτήδευτη σεμνότητα και την έμφυτη ευγένειά του.
Αποχωρεί «ιθύς και δίκαιος» αφήνοντας στους συναδέλφους του πλούσια
αλλά και βαρειά κληρονομιά.
Στη συνέχεια ο Πρόεδρος έδωσε το λόγο στην Αντιπρόεδρο του
Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών κ. Ιωάννα Καλαντζάκου, η οποία είπε τα
εξής:
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και Κύριοι Δικαστές,
Αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι,
Στην ομιλία του, κατά την πρώτη συνεδρίαση του Συμβουλίου της
Επικρατείας, τη 17η Μαΐου 1929, ο Ελευθέριος Βενιζέλος ανέφερε ότι:
Δεν πρόκειται βεβαίως να εκθέσω τας γνώμας μου περί της
σημασίας του συμβουλίου της επικρατείας σήμερον. Τας γνώμας μου τας
εξέθεσα επανειλημμένως και ετόνισα πόσας ελπίδας στηρίζω εις τον
θεσμόν του συμβουλίου της επικρατείας και πόσον είμαι αισιόδοξος δια την
ευεργετικήν επίδρασιν την οποίαν θα σημειώση επί των πραγμάτων του
τόπου μας.
Την αισιοδοξίαν μου αυτήν την στηρίζω όχι μόνον εις το γεγονός ότι
το συμβούλιον της επικρατείας καλείται να πληρώση μίαν ανάγκην
ανεγνωρισμένην γενικώς εξ αυτών των πραγμάτων, αλλά και εις το γεγονός
ότι εκλήθησαν να λειτουργήσουν αι κορυφαί της επιστήμης και της
διοικήσεως».
Ο Εθνάρχης στήριξε την αισιοδοξία του στη λειτουργία του
Συμβουλίου της Επικρατείας στην εξαιρετική επιστημονική και κυρίως ηθική
ποιότητα των λειτουργών του.
-12Τέτοιων λειτουργών άξιος υπήρξε ο Πρόεδρος Κωνσταντίνος
Μενουδάκος καθ’ όλη τη διάρκεια του δικαστικού του βίου.
Σε μια εποχή βαθιάς εθνικής κρίσης, μιας απαράδεκτης θεσμικής
παρακμής και
απαξίωσης της Δικαιοσύνης, το λαμπρό παράδειγμα του
απερχόμενου Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, είναι σημείο
αναφοράς και ελπίδα ότι μπορεί να βρει μιμητές.
Ως Πρόεδρος υπήρξε η καρδιά του Δικαστηρίου αυτού, η καρδιά που
νοιαζόταν για όλους τους Δικαστές και πιο πολύ για τους νεότερους – τους
Εισηγητές και τους Παρέδρους – και άνοιγε την πόρτα του γραφείου του για
να καλοδεχτεί πάντοτε χαμογελαστός τους δικηγόρους, τους διαδίκους κι
όποιον ζητούσε να τον δει χωρίς καμιά απολύτως εξαίρεση.
Έτσι χαμογελαστός υπήρξε και στο ακροατήριο του Δικαστηρίου,
πάντοτε
καίριος, ουσιαστικός, δίκαιος. Σπάνιος άνθρωπος με εξαίρετα
προσόντα, αλλά πάνω απ’ όλα άνθρωπος.
Στη μακρόχρονη σταδιοδρομία του μέχρι τον ανώτατο βαθμό, ο
Κωνσταντίνος Μενουδάκος ενσάρκωσε το πρότυπο του σύγχρονου δικαστή
για το δημοκρατικό κράτος δικαίου. Πέρα από το ήθος και το σθένος, που
αποτελούν αναγκαία προϋπόθεση για το έργο του δικαστικού λειτουργού, ο
Κωνσταντίνος
Μενουδάκος
διακρίνεται
για
την
άρτια
επιστημονική
κατάρτιση, την κριτική σκέψη και την προσήλωσή του στη νομιμότητα.
Ήξερε να λέει «όχι» και να στέκεται όρθιος, όταν φυσούσαν οι άνεμοι
που απειλούν εκάστοτε τη
δικαστική ανεξαρτησία και την ύπαρξη του
Δικαστηρίου αυτού. Η στάση του αυτή φαίνεται τόσο από τις αποφάσεις στις
οποίες έλαβε μέρος, αλλά και από την μαρτυρία εκείνων που έζησαν την
ιστορία της Δικαιοσύνης τα τελευταία σαράντα χρόνια.
Το ξέρουμε κυρίως εμείς οι Δικηγόροι.
Όμως, ο Κωνσταντίνος Μενουδάκος εκτός από εξαίρετος δικαστικός
λειτουργός υπήρξε απόλυτα προσηλωμένος και στα ανθρωπιστικά ιδεώδη
που πρέπει να διέπουν την απονομή της Δικαιοσύνης, ως στοιχεία της
δημοκρατικής της νομιμοποίησης.
Υπήρξατε άξιος κ. Πρόεδρε. Ο νομικός κόσμος σας ευγνωμονεί.
-13Ακολούθως ο Πρόεδρος έδωσε το λόγο στον Πρόεδρο της Νομικής
Σχολής Αθηνών κ. Θεόδωρο Φορτσάκη, ο οποίος είπε τα εξής:
Κύριε Πρόεδρε,
Eίναι τιμή και χαρά για μένα να απευθύνω εκ μέρους της Νομικής
Σχολής Αθηνών αυτόν το χαιρετισμό στη σημερινή τελετή, με την ευκαιρία
της προσεχούς αποχώρησής σας από την ενεργό δικαστική υπηρεσία.
Επιτρέψτε μου, μετά τα τόσα πολλά και καλά που ακούστηκαν από τους
προλαλήσαντες, να σταθώ σύντομα σε τρία σημεία: στη συνεισφορά σας
στη διαμόρφωση της νομολογίας, αλλά και της επιστήμης, στη σχέση σας
με τη Νομική Σχολή της Αθήνας και τέλος σε μία προσωπική ανάμνηση.
Μεταξύ των πολλών στα οποία συμβάλλατε προσωπικά στη
διαμόρφωση της νομολογίας στις τόσες δεκαετίες του δικαστικού σας βίου,
ιδιαίτερη θέση κατέχουν τα ζητήματα του περιβάλλοντος. Στα ζητήματα αυτά
η προσωπική σας συμβολή υπήρξε παλαιά, διαρκής και καθοριστική. Δεν
θα επαναλάβω όσα είπε προηγουμένως ο αντιπρόεδρος κ. Ρίζος για το
ζήτημα αυτό, στα οποία προσχωρώ ανεπιφυλάκτως. Τονίζω μόνο ότι όταν η
νομολογία
αυτή
δημιουργήθηκε
ήταν
εξαιρετικά
ρηξικέλευθη
και
νεωτεριστική. Απαιτούσε βαθιά κατάρτιση, θάρρος και επιμονή μέχρι να
παγιωθεί. Η νομολογία αυτή, όπως το ξέρουμε όλοι, δημιούργησε θύελλα
αντιδράσεων, άλλες θετικές και άλλες αρνητικές. Ίσως σε ορισμένα σημεία
να υπήρξε κάποια υπερβολή. Ωστόσο στην ουσία της η νομολογία αυτή
πέτυχε να ισορροπήσει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη απαίτηση για την
προστασία του περιβάλλοντος με την ανάγκη της οικονομικής ανάπτυξη της
Χώρας. Η αειφόρος ανάπτυξη, η βιώσιμη ανάπτυξη βρέθηκαν στο
επίκεντρο της νομολογίας αυτής. Έτσι δημιουργήθηκε, πάντα με τη μεγάλη
προσωπική δική σας συμβολή, το κατάλληλο ρυθμιστικό πλαίσιο, το οποίο
είχε αδιαφορήσει ή πάντως δεν είχε καταφέρει να θεσπίσει ο νομοθέτης, τον
οποίο βάρυνε πρωταρχικά αυτή η υποχρέωση. Πρέπει στο σημείο αυτό να
πω ότι η νομολογία αυτή υπήρξε νεωτεριστική και σημαντική όχι μόνο στην
Ελλάδα, αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Παραβρέθηκα πολλές φορές
σε διεθνή συνέδρια όπου έγινε εκτενής θετική αναφορά σε αυτή.
Η συνεισφορά σας δεν εξαντλήθηκε στη διαμόρφωση της νομολογίας
για το περιβάλλον, αλλά επεκτάθηκε και σε σημαντική επιστημονική
-14υποστήριξη και ανάπτυξη των σχετικών θέσεων σας. Από πληθώρα
επιστημονικών
βημάτων,
συνεδρίων,
σεμιναρίων,
επιστημονικών
συναντήσεων, επιστημονικών περιοδικών, αλλά και από τον καθημερινό
τύπο επεξεργαστήκατε από την άποψη της θεωρίας τις θέσεις σας και τις
διαδώσατε στο επιστημονικό κοινό, αλλά και στο κοινό γενικότερα.
Ανεκτίμητη λοιπόν η συνεισφορά σας για το περιβάλλον τόσο στη
νομολογία όσο και στην επιστήμη και στο δημόσιο διάλογο.
Θέλω ακόμα να υπογραμμίσω, σε σχέση με την προεδρία σας, η
οποία ήταν μεν σύντομη, αλλά σε μία περίοδο όπου χρειάστηκε να
αντιμετωπιστεί
πρωτόγνωρη
πληθώρα
σημαντικών
συνταγματικών
ζητημάτων με μεγάλες πολιτικές και οικονομικές προεκτάσεις, ότι επιτύχατε
με θαυμαστό τρόπο να προστατεύσετε την ανεξαρτησία και το κύρος του
Ανωτάτου Διοικητικού Δικαστηρίου της Χώρας, συνεχίζοντας στο σημείο
αυτό την παράδοση της προηγούμενης προεδρίας. Παραμένει έτσι το
Συμβούλιο της Επικρατείας το τελευταίο αναγνωρισμένο καταφύγιο
προστασίας της νομιμότητας και των ατομικών ελευθεριών. Σε μία περίοδο
βαθιάς οικονομικής, πολιτικής και ηθικής κρίσης, σε μία περίοδο πλήρους
καταρράκωσης των περισσοτέρων θεσμών, χάρη και στη σοφή προεδρία
σας, το Συμβούλιο της Επικρατείας κράτησε τη θέση του. Σε αυτό ασφαλώς
συνέβαλε καθοριστικά και η προσωπική σας ακεραιτότητα και το ήθος σας,
αλλά και η ευγένεια που σας χαρακτηρίζει, ακόμα και όταν υποστηρίζετε τις
πιο αυστηρές θέσεις. Το ήθος και η ευγένεια σας αποτελούν πρότυπο για
τους νεότερους δικαστικούς, αλλά και γενικότερα για τους νεότερους
νομικούς.
Έρχομαι τώρα σύντομα στο δεύτερο σημείο που ήθελα να θίξω, τη
σχέση σας με τη Νομική Σχολή της Αθήνας. Θέλω εκ μέρους της Σχολής
αυτής να σας ευχαριστήσω θερμά για την μακρόχρονη υποστήριξη που
παρέχεται στις επιστημονικές της δράσεις, τόσο με τη σταθερή παρουσία
σας, αλλά και με την προσωπική συμμετοχή σας σε αυτές, όσο και με τη
συνδιοργάνωση πολλών από αυτές. Μάλιστα τελευταία, προ ολίγων
εβδομάδων, οργανώσαμε μαζί με το Συμβούλιο της Επικρατείας μία
ιδιαίτερα επιτυχή επιστημονική εκδήλωση για την εφαρμογή της ΕΣΔΑ στη
διοικητική νομολογία, με τη συνεργασία και του Δικαστηρίου του
-15Στρασβούργου. Πρέπει να σημειώσω ως δημοσιολόγος και μάλιστα
καθηγητής του διοικητικού δικαίου τη μεγάλη σημασία του διαλόγου
νομολογίας και θεωρίας για τη διαμόρφωση του δικαίου αυτού, στον οποίο
διάλογο συμβάλλατε προσωπικά σημαντικά.
Ακόμη, είστε πάντα, από χρόνια, παρών στις τελετές μας και μας
τιμάτε με την παρουσία σας, όπως την προηγούμενη Τρίτη που δεχθήκατε
να απονείμετε εκ μέρους της Σχολής, μαζί και με τον εδώ παρόντα Πρόεδρο
του Ελεγκτικού Συνεδρίου κ. Καραβοκύρη, τους επαίνους που έδωσε σε
ειδική τελετή η Σχολή μας στους φοιτητές μας που νίκησαν σε παγκόσμιους
και ευρωπαϊκούς ρητορικούς διαγωνισμούς. Σας ευχαριστώ και για αυτό.
Και τώρα επιτρέψτε μου να καταθέσω μία προσωπική ανάμνηση. Το
1980, τριάντα πέντε χρόνια πριν, όταν ήμουν ακόμα νεαρός μεταπτυχιακός
φοιτητής στο Παρίσι, ένας παλιός οικογενειακός φίλος, ήδη τότε επίτιμος
Σύμβουλος Επικρατείας, που ήξερε ότι σκεφτόμουν να δοκιμάσω να
σταδιοδρομήσω στο Συμβούλιο της Επικρατείας, με προσκάλεσε να
γνωρίσω ένα νέο εισηγητή που είχε λάβει εκείνη την χρονιά άδεια και
βρισκόταν στο Παρίσι. Κρατώ πολύ ζωντανή τη μνήμη του ηλιόλουστου
εκείνου πρωινού που σας συνάντησα για πρώτη φορά στην Place de la
Contrescarpe. Με είχε εντυπωσιάσει η νεανική παρουσία του συνομιλητή
μου, η ανοιχτή του διάθεση και η προσήνειά του. Η αλήθεια είναι ότι δεν
συνειδητοποιώ πόσο γρήγορα πέρασε ο καιρός και το συνομιλητή εκείνο
τον κρατώ πάντα στο νου μου το ίδιο νέο και το ίδιο δυναμικό.
Στα τριάντα πέντε χρόνια που πέρασαν από τότε είχα την ευτυχία να
έχω μαζί σας, σταθερά, πολλές ευκαιρίες συνεργασίας, και μάλιστα τα
τελευταία
χρόνια
για
νομοπαρασκευαστικής
πολύ
επιτροπής
καιρό
του
στο
πλαίσιο
Υπουργείου
της
Παιδείας,
μόνιμης
όπου
προεδρεύατε και τα δύο τελευταία χρόνια στο πλαίσιο του Ανωτάτου Ειδικού
Δικαστηρίου, όπου συμμετέχω και εγώ. Από τις συνεργασίας αυτές
αποκόμισα πολλά επιστημονικά οφέλη. Πάντοτε θαύμαζα την ικανότητά σας
να διευθύνετε και να συνθέτετε με το πιο δημοκρατικό τρόπο τις πιο
αντίθετες προσεγγίσεις. Σας ευχαριστώ και για όλες αυτές τις προσωπικές
καλές στιγμές.
-16Κλείνοντας δεν σας αποχαιρετώ, διότι γνωρίζω ότι θα παραμείνετε
ενεργός επιστημονικά και ότι θα έχουμε ασφαλώς την ευτυχία, από άλλες
θέσεις σας στο μέλλον, να απολαμβάνουμε την παρουσία σας, τις γνώσεις
σας και τις συμβουλές σας. Σας εύχομαι καλή δύναμη με υγεία και
οικογενειακή ευτυχία!
Στη συνέχεια, ο Πρόεδρος έλαβε το λόγο και είπε τα εξής:
Κυρίες και Κύριοι συνάδελφοι,
Κυρίες και Κύριοι,
Αισθάνομαι κάποια αμηχανία και συγκίνηση να βρίσκομαι στη θέση
αυτή όχι για να ακούσω δικανικό λόγο από τα απέναντι έδρανα, αλλά τις
ομιλίες που προηγήθηκαν και αναφέρονται μάλιστα στο πρόσωπό μου.
Σε λίγες μέρες αποχωρώ από το δικαστικό σώμα με εμπεδωμένη τη
συνείδηση ότι υπηρέτησα σε ένα δικαστήριο, του οποίου η σωστή
λειτουργία έχει πρωταρχική σημασία για τη διασφάλιση του δημόσιου
συμφέροντος και παραλλήλως για την προστασία των ατομικών και των
κοινωνικών δικαιωμάτων στο πλαίσιο του δημοκρατικού πολιτεύματός μας.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας είναι δικαστήριο που καλείται συχνά να
επιλύσει διαφορές, οι οποίες έχουν σοβαρό κοινωνικό διακύβευμα και στις
οποίες ορισμένες φορές δοκιμάζονται οι λεπτές ισορροπίες στις σχέσεις της
δικαστικής λειτουργίας με τη νομοθετική και την εκτελεστική. Πρόκειται για
ζήτημα εξαιρετικά ευαίσθητο και κρίσιμο για τη λειτουργία του πολιτεύματος
και την κοινωνική ειρήνη.
Στις διαφορές που ανακύπτουν μεταξύ του Κράτους και των
διοικουμένων τίθεται το κομβικό ζήτημα της στάθμισης και εναρμόνισης του
δημόσιου συμφέροντος και των δικαιωμάτων και έννομων συμφερόντων
των προσώπων που επιδιώκουν τη δικαστική προστασία. Η στάθμιση αυτή
απαιτεί ιδιαίτερη προσπάθεια, γνώσεις, πνευματικές ικανότητες, ρεαλισμό,
αλλά και κοινωνική ευαισθησία. Γενικά δεν είναι ευχερές έργο. Υπάρχουν
όμως και ιστορικές περίοδοι, στις οποίες καθίσταται ακόμη δυσχερέστερο.
Τέτοια είναι η περίοδος του λήγοντος δικαστικού έτους, κατά το οποίο είχα
την ευθύνη συντονισμού των εργασιών του δικαστηρίου, αλλά και των
προηγούμενων δύο ετών. Είναι περίοδος, κατά την οποία το Δικαστήριο
-17κλήθηκε να επιλύσει διαφορές που ανέκυψαν από τη λήψη εξαιρετικών και
πρωτόγνωρων μέτρων στο πλαίσιο της αντιμετώπισης των προβλημάτων
που δημιουργήθηκαν ή αναδείχτηκαν από τη οικονομική κατάσταση στην
οποία περιήλθε η Χώρα μας. Μέτρων οικονομικού αλλά και θεσμικού
χαρακτήρα που συνεπάγονται περιορισμό ή και κατάργηση
κεκτημένων
δικαιωμάτων.
Το Δικαστήριό μας έχει επίγνωση του χρέους του να ανταποκρίνεται,
με οποιεσδήποτε συνθήκες, στην κατά το Σύνταγμα αποστολή του και της
σημασίας της ορθής λειτουργίας του στη κατοχύρωση του Κράτους δικαίου.
Έχει επίγνωση της ανάγκης να διατηρήσει την εμπιστοσύνη της κοινωνίας
σε μια εποχή γενικευμένης κρίσης των θεσμών.
Και βεβαίως δεν αναφέρομαι μόνον στις υποθέσεις με ευρύτερη
εμβέλεια. Η εμπιστοσύνη της κοινωνίας αποκτάται και διατηρείται από το
συνολικό έργο ενός δικαστηρίου διότι κάθε υπόθεση είναι σημαντική για το
συγκεκριμένο διάδικο και η δικαστική απόφαση μπορεί να είναι καθοριστική
για τη ζωή του.
Θα μου επιτρέψετε μία δεύτερη σκέψη, χωρίς να κάνω κατάχρηση
του χρόνου. Μια δεύτερη σκέψη, για την οποία παρακαλώ μη συνδεθεί με
όσα είπα προηγουμένως σχετικά με τις συνθήκες της τρέχουσας περιόδου.
Η
νομολογία
ουσιαστικά
το
διαμορφώθηκαν
του
διοικητικό
κανόνες
Συμβουλίου
δίκαιο
της
της
στη
διοικητικής
Επικρατείας
χώρα
μας.
διαδικασίας,
διαμόρφωσε
Νομολογιακά
αλλά
και
οι
δικονομικοί κανόνες για τον έλεγχο της νομιμότητας της διοικητικής δράσης,
δηλαδή για την άσκηση του ακυρωτικού δικαστικού ελέγχου. Οι κανόνες
αυτοί δικαιολογημένα εφαρμόστηκαν με ιδιαίτερη αυστηρότητα τις πρώτες
δεκαετίες της λειτουργίας του δικαστηρίου. Έτσι έπρεπε να γίνει για να
καθιερωθεί ένα σύστημα σε ένα πεδίο αδιαμόρφωτο.
Πρέπει όμως να δεχθούμε ότι η αυστηρή τήρηση των διοικητικών και
διαδικαστικών κανόνων δεν οδηγεί πάντα σε ουσιαστική δικαιοσύνη. Με
άλλα λόγια δεν διασφαλίζει ουσιαστικά τη νομιμότητα. Αντιθέτως, ορισμένες
φορές καλλιεργεί τη φιλοδικία και ενισχύει τη στρεψοδικία. Σε κάποιες
υποθέσεις μία ακυρωτική απόφαση μπορεί να αποτελεί ένα ακόμη γρανάζι
στη γραφειοκρατία που στη χώρα μας έχει βαθιές ρίζες
και παραμένει
-18υπερτροφική, χωρίς ουσιαστικά να επιτυγχάνεται το αποτέλεσμα στο οποίο
αποβλέπει ο προσφεύγων. Χωρίς δηλαδή να εξασφαλίζεται η επιδιωκόμενη
έννομη
προστασία.
Αγκυλώσεις
προκαλούνται
και
από
ορισμένες
δικονομικές ρυθμίσεις και διατυπώσεις, οι οποίες αποτελούν εμπόδιο στην
προσπάθεια επιτάχυνσης του ρυθμού απονομής δικαιοσύνης.
Πρόκειται
για
προβληματισμό
που
απασχολεί
τη
διοικητική
δικαιοσύνη σε πολλές χώρες και που καλλιεργείται όλο και εντονότερα και
στο δικό μας δικαστήριο. Τα τελευταία χρόνια το Συμβούλιο της Επικρατείας
έχει υιοθετήσει νομολογιακές λύσεις με γνώμονα την απλοποίηση των
διαδικασιών και την αποφυγή περιττών ακυρώσεων. Πρόσφατα μάλιστα
έχουν εκδοθεί και αποφάσεις ιδιαίτερα ρηξικέλευθες προς την κατεύθυνση
αυτή. Προς την ίδια κατεύθυνση κινείται τα τελευταία χρόνια και ο
νομοθέτης, τις περισσότερες φορές μάλιστα ύστερα από προτάσεις του
δικαστηρίου μας.
Θεωρώ την εξέλιξη αυτή θετική ακόμη και αν
μεταβάλλονται παγιωμένες πρακτικές και κανόνες.
Άλλωστε, όπως ήδη
ανέφερα, οι διαδικαστικοί κανόνες στο διοικητικό δίκαιο έχουν διαμορφωθεί
νομολογιακά.
Και
η
νομολογία
πρέπει
να
εξελίσσεται
ώστε
να
προσαρμόζεται προς τις μεταβαλλόμενες συνθήκες και να ανταποκρίνεται
στις ανάγκες κάθε εποχής.
Κυρίες και Κύριοι,
Με πολλές επιφυλάξεις αποφάσισα να ακολουθήσω την καριέρα που
τελειώνει σε λίγες μέρες. Μετά από 41 χρόνια μπορώ να πω ότι η επιλογή
αυτή δεν ήταν λανθασμένη. Όλα αυτά τα χρόνια έκανα μια δουλειά, την
οποία θεωρώ σημαντική για την κοινωνία, ενδιαφέρουσα σε ατομικό
επίπεδο και μέσα σε φιλικό ανθρώπινο περιβάλλον και όχι βέβαια γιατί είχα
την τύχη να εξαντλήσω τις βαθμίδες της ιεραρχίας. Άλλωστε έχω την
πεποίθηση ότι η θέση του προέδρου ενός δικαστηρίου μόνον τυπικά
αποτελεί βαθμίδα σε μία ιεραρχική κλίμακα. Ο πρόεδρος ενός δικαστηρίου,
οποιουδήποτε δικαστηρίου, ακόμη και των ανώτατων, αποτελεί το
συντονιστή του έργου του, δηλαδή της εργασίας ενός μικρού ή μεγάλου στην περίπτωση του Συμβουλίου της Επικρατείας μεγάλου - αριθμού
προσώπων που λειτουργούν με ανεξαρτησία και απόλυτη ελευθερία
-19γνώμης. Με τον τρόπο αυτό θεωρώ ότι μπορεί να συμβάλει αποτελεσματικά
στην καλή λειτουργία του δικαστηρίου του.
Αυτή είναι μια προσωπική θεωρητική άποψη για την οποία δεν είμαι
σίγουρος ότι εφάρμοσα με συνέπεια στο μικρό χρονικό διάστημα που
εργάστηκα ως πρόεδρος του δικαστηρίου ή στο πολύ μεγαλύτερο, κατά το
οποίο είχα την ευθύνη του Ε΄ Τμήματος.
Θέλω να ευχαριστήσω από καρδιάς τους συναδέλφους μου, νέους
και παλαιότερους, για τη συνεργασία που είχαμε σε διαφορετικά επίπεδα
και σε διάφορους τομείς όλα αυτά τα χρόνια. Από τη λίγη επαφή που είχα με
τους νέους συναδέλφους μας διαπιστώνω ότι έχουν όλες τις ικανότητες και
δυνατότητες να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του έργου τους. Τους
διαβεβαιώνω ότι η δική τους προσπάθεια και η εκτέλεση του έργου τους με
αφοσίωση και με ανεξαρτησία πνεύματος και γνώμης αποτελούν αναγκαίες
προϋποθέσεις,
αλλά
και
αρκούν
για
την
αναγνώριση
από
τους
συναδέλφους τους, από το νομικό κόσμο και από την κοινωνία. Η
αναγνώριση αυτή αποτελεί την εγκυρότερη επιβράβευση και την ισχυρότερη
ικανοποίηση για το δικαστή.
Ευχαριστώ θερμά και τους συναδέλφους διοικητικούς υπάλληλους
για τη συνεργασία, η οποία όλα αυτά τα χρόνια ήταν απρόσκοπτη, αν και
ασκούν και αυτοί τα καθήκοντά τους, όπως και οι δικαστές, υπό δύσκολες
συνθήκες που τα τελευταία χρόνια έχουν μάλιστα επιδεινωθεί.
Θέλω, τέλος, να ευχαριστήσω και τους εκπροσώπους των διαδίκων,
δικηγόρους και μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Θεωρώ ότι
αποτελούν βασικό παράγοντα στην απονομή της δικαιοσύνης γενικώς, αλλά
και σε κάθε συγκεκριμένη υπόθεση. Στο πνεύμα αυτό η συνεργασία μας
υπήρξε νομίζω εποικοδομητική και σε φιλικό κλίμα χωρίς βεβαίως να
παραβιάζονται οι κανόνες δεοντολογίας. Νομίζω ότι η διατήρηση της
συνεργασίας αυτής με τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και με
τους δικηγόρους, που αποτελεί παράδοση στο δικαστήριό μας, εξαρτάται
και από τις δύο πλευρές, δηλαδή και από τους συναδέλφους μου και πρέπει
να συνεχιστεί διότι είναι σημαντική για την εύρυθμη λειτουργία του
δικαστηρίου.
-20Από την πλευρά μου προσπάθησα όλα αυτά τα χρόνια να
δημιουργήσω απλές σχέσεις στις συνεργασίες και στις υπηρεσιακές
επαφές. Θεωρώ σημαντικό και δημιουργικό να απλοποιούνται οι σχέσεις
μεταξύ των ανθρώπων γενικά. Όχι μόνον οι σχέσεις μεταξύ φίλων και
συγγενών, αλλά και οι υπηρεσιακές και επαγγελματικές σχέσεις.
Θα τελειώσω με μία ακόμη λέξη.
Η δουλειά μου στο δικαστήριο και σε άλλα πρόσθετα καθήκοντα που
καιρούς μου είχαν ανατεθεί απαιτούσε θυσίες και μόχθο, αλλά μου
προσέφερε σημαντικές στιγμές ηθικής ικανοποίησης. Είχε όμως και μια
σοβαρή συνέπεια. Στερήθηκα τη δυνατότητα να χαρώ στην έκταση που θα
ήθελα τη συντροφιά της Αυγής, συντρόφου και συνοδοιπόρου στη ζωή μου,
και του γιου μου Φώτη, αλλά και των φίλων μου. Οι ίδιοι μπορούν να πουν
αν το θεωρούν απώλεια ή όχι. Για μένα ήταν θυσία. Στερήθηκα πολλές
μικρές ή και μεγαλύτερες χαρές, έχασα τις τρυφερές ηλικίες του γιού μου.
Τώρα θα έχω τουλάχιστον τη δυνατότητα να χαρώ τις ηλικίες του εγγονού
μου.