∆εν πιστεύω σε τίποτα µήτε σε κανένα, παρά µονάχα στο Ζορµπά. Όχι γιατί ο Ζορµπάς είναι καλύτερος από τους άλλους, καθόλου, µα καθόλου! Χτήνος κι αυτός. Μα πιστεύω στο Ζορµπά γιατί µονάχα αυτόν έχω στην εξουσία µου, αυτόν µονάχα ξέρω, όλοι οι άλλοι φαντάσµατα. Με τα µάτια του βλέπω, µε τ’ αυτιά του ακούω, µε τ΄άντερά του χωνεύω. Όλοι οι άλλοι φαντάσµατα. Άµα θα πεθάνω εγώ, όλα πεθαίνουν. Όλος ο Ζορµπαδόκοσµος πάει στο φούντο. «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης Κατάλαβα πως ο Ζορµπάς ετούτος είναι ο άνθρωπος που τόσο καιρό τον ζητούσα και δεν τον έβρισκα· µια ζωντανή καρδιά, ένα ζεστό λαρύγγι, µια ακατέργαστη µεγάλη ψυχή, που ακόµα δεν αφαλοκόπηκε από τη µάνα της, τη Γης. «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης Γουρλώνει κάθε τόσο τα µάτια, πράµατα που τα ‘χουµε εµείς συνηθίσει και τα προσπερνούµε αδιάφορα ορθώνονται µπροστά από το Ζορµπά σα φοβερά αινίγµατα. Βλέπει µια γυναίκα να περνάει, και σταµατάει µε τρόµο: «Τι µυστήριο είναι ετούτο; Ρωτάει. Τι θα πει γυναίκα και γιατί να λασκάρει έτσι τις βίδες του µυαλού µας; Τι ‘ ναι πάλι αυτό – δε µου λες; Όµοια γουρλώνει και ρωτάει κοιτάζοντας µε κατάπληξη έναν άνθρωπο, ένα ανθισµένο δέντρο, ένα ποτήρι δροσερό νερό. «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης [………] σ’ ένα κατήφορο ο Ζορµπάς σκόνταψε σε µια πέτρα και η πέτρα άρχισε να κατρακυλάει και να φεύγει. Ο Ζορµπάς στάθηκε ξαφνιασµένος σα να ‘βλεπε πρώτη φορά στη ζωή του ένα τόσο καταπληκτικό θέαµα· στράφηκε, µε κοίταξε και στα µάτια του διέκρινα ανάλαφρο τρόµο.- Το ‘χεις προσέξει αφεντικό; Μου είπε τέλος οι πέτρες στον κατήφορο ζωντανεύουν! -Μωρέ, τι µηχανή είναι ο άνθρωπος! Της βάζεις ψωµί, κρασί, ψάρια ραπανάκια, και βγαίνουν αναστεναγµοί, γέλια και ονείρατα. Εργοστάσιο! Μέσα στο κεφάλι µας θαρρώ είναι ένας κινηµατογράφος από εκείνους που µιλούνε. «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης Τι ‘ναι πάλι αυτό τι κόκκινο νερό, αφεντικό-δε µου λες; Ένα παλιοκούτσουρο πετάει βλαστούς, κρέµουνται κάτι ξινά µπιµπιχλιµπίδια, κι ο καιρός περνάει, ο ήλιος τα ψήνει, γίνονται γλυκά σαν το µέλι και τα λέµε τότε σταφύλια· τα πατούµε, βγάζουµε το ζουµί τους, το βάζουµε στα βαρέλια, βράζει µονάχο του, το ανοίγουµε του Άι Γιώργη του Μεθυστή τον Οκτώβρη, και βγαίνει κρασί! Τι θάµα είναι πάλι αυτό; Το πίνεις το κόκκινο αυτό ζουµί, κι η ψυχή µεγαλώνει, δεν τη χωράει πια το παλιοτόµαρο αντροκαλιέται το Θεό να παλέψουν. «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης Όλα είναι ιδέα είπε ο Ζορµπάς. Πιστεύεις; Μια σκλήθρα παλαιόπορτα γίνεται τίµιο ξύλο· δεν πιστεύεις; Ολάκερος ο Τίµιος Σταυρός γίνεται παλιόπορτα. «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης Ξάπλωσα στα χοχλάδια, έκλεισα τα µάτια. « Τι ‘ναι λοιπόν η ψυχή, συλλογιζόµουν, και τι κρυφή ανταπόκριση ανάµεσα στη θάλασσα, στα σύννεφα, στις µυρωδιές. Σα να ‘ναι λες κι αυτή θάλασσα και σύννεφα και µυρωδιά…. «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης Ο ήλιος είχε ψηλώσει, ο ουρανός ήταν κατακάθαρος. Τρύπωξα στους βράχους, στριµώχτηκα σα γλάρος σε µιαν κουφάλα, κοίταξα ευτυχισµένος το πέλαο. Ένιωθα το σώµα µου δυνατό, δροσερό, υπάκουο· κι ο νους µου, ακολουθώντας το κύµα, γίνουνταν κι υποτάζουνταν κι αυτός, χωρίς αντίσταση. «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης Μάρτης, δροσερό χορτάρι, κόκκινα, κίτρινα, µωβ λουλουδάκια, διάφανα νερά, κι απάνω τους ζευγάρωναν, κελαηδώντας, άσπρα και µαύρα κοπάδια κύκνοι· Άσπρες οι θηλυκές, µαύροι οι ασερνικοί, µε πορφυρά ανοιγµένα ραµφιά. Έβγαιναν στραφταλίζοντας οι πράσινες σµέρνες από το νερό, έσµιγαν µε µεγάλα γαλάζια φίδια. «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης Χαρά στον άνθρωπο, συλλογίζουµαι, που αξιώθηκε, προτού πεθάνει, ν’ αρµενίσει στο Αιγαίο. Πολλές χαρές έχει ο κόσµος ετούτος- γυναίκες, φρούτα, ιδέες· µα να ‘ ναι χινόπωρο τρυφερό και να σκίζεις το πέλαο ετούτο, µουρµουρίζοντας τ’ όνοµα του κάθε νησιού, θαρρώ δεν υπάρχει χαρά που να βυθίζει περισσότερο την καρδιά του ανθρώπου στον Παράδεισο. Πουθενά αλλού δεν µετατοπίζεται τόσο γαληνά από την αλήθεια στ’ όνειρο. «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης Άκουγα [………] τη βροχή να πέφτει και να φουσκώνουν οι σπόροι. Ένιωθα τον ουρανό και τη γης να σµίγουν όπως τις πρωτόγονες εποχές που έσµιγαν σαν άντρας και γυναίκα κι έκαναν παιδιά· κι οµπρός µου, γιαλό γιαλό, αφουκραζούµουν τη θάλασσα να µουγγρίζει και να αναγλείφεται, σα θεριό που απλώνει τη γλώσσα του και πίνει. «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης Οι θαλασσινοί σκουντρούσαν τώρα τα ποτήρια τους, έµπηγαν τα γέλια. Ένας χτύπησε χαϊδεύτηκα την πλάτη του καπετάν Λεµονή. -Ε σε πήρε πέντε κι ένα, καπετάν Λεµονή, πες την αλήθεια! Ο Θεός ξέρει τι λαµπάδες έταξες στον Άι-Νικόλα. Ο καπετάνιος ζάρωσε τα αγκαθωτά του φρύδια. -Μωρέ σας ορκίζοµαι παιδιά, µα τη θάλασσα, όταν είδα τι Χάρο µε τα µάτια µου µήτε Παναγιά συλλογίστηκα µήτε Άι Νικόλα! Γύρισα κατά την Κούλουρη, θυµήθηκα τη γυναίκα µου και φώναξα: «Ε, µικρή Κατερίνα, και να ‘µουν στο κρεβάτι σου!» «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης Ο Ζορµπάς δάγκασε νευρικός το µουστάκι του κι όλο κοίταζε µε βουλιµία τα κουνιστά καπούλια της µαντάµας. -Χµ! µουρµούρισε µια στιγµή στενάζοντας· ανάθεµα τη ζωή δεν έχει η άτιµη τελειωµό! «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης Έτσι έχω κι εγώ ένα διάολο µέσα µου και τονε λέω Ζορµπά. Ο από µέσα Ζορµπάς δε θέλει να γεράσει, όχι, δε θέλει, δε γέρασε, είναι δράκος, έχει κορακάτα µαλλιά, τριάντα δυο δόντια κι ένα γαρούφαλο στ’ αυτί. Μα ο απόξω Ζορµπάς έκανε νερά ο κακοµοίρης, έβγαλε άσπρα µαλλιά, ζάρωσε, σούφρωσε, πέφτουν τα δόντια του……, «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης Η καηµένη η Λόλα ντράπηκε, ντράπηκα κι εγώ. Και για να µην την κάνω να ντρέπεται πήγα την ίδια βραδιά στον µπαρµπέρη και τα ‘βαψα. [………] -Σου φαίνεται αστείο αφεντικό; Κι όµως άκουσε να δεις, τι µυστήριο που ‘ναι ο άνθρωπος. Από τη µεριά που τα ‘βαψα έγινα άλλος άνθρωπος. Θαρρείς κι εγώ ο ίδιος το πίστεψα, πως έχω µαύρα µαλλιά-ξεχνάει βλέπεις, εύκολα ο άνθρωπος ό,τι δεν τον συµφέρει και µα το Θεό πλήθυνε η δύναµή µου. Και µια σουβλιά στα νεφρά µου πέρασε. «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης -Όχι, δεν έχει άλλο πράµα στο νου της, αφεντικό. Άκου µε εµένα που είδα κι έπαθα κι έκαµα πολλά κι έβαλα, ας πούµε γνώση. Η γυναίκα δεν έχει άλλο πράµα στο νου της, είναι άρρωστο πράµα σου λέω, παραπονιάρικο. Αν δεν της πεις πως την αγαπάς και πως τη θες, αρχίζει τα κλάµατα. Μπορεί να µη σε θέλει καθόλου, να σε σιχαίνεται µάλιστα, µπορεί να σου πει όχι· άλλο πράµα αυτό. Μ α θέλει πάντα όποιος τη δει να την πεθυµήσει. Αυτό θέλει η κακοµοίρα, κάνε της λοιπόν το χατίρι! «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης Αφεντικό σου γράφω από την κάµαρα της Λόλας, δώσε προσοχή, σε παρακαλώ: Εγώ νοµίζω πως άνθρωπος είναι αυτός που θέλει να ‘ ναι λεύτερος· η γυναίκα δε θέλει να ‘ναι λεύτερη· είναι λοιπόν η γυναίκα άνθρωπος; «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης Είχα πολύ χαρεί στο γιαλό τούτον, η ζωή µε το Ζορµπά είχε πλατύνει την καρδιά µου και µερικά του λόγια είχαν γαληνέψει το νου µου, δίνοντας απλότατη λύση σε πολύπλοκες µέσα µου έγνοιες. Ο άνθρωπος αυτός µε το αλάθευτό του ψυχόρµητο, µε το αιτίσιο του πρωτόγονο µάτι, έκοβε από σίγουρους και σύντοµους δρόµους κι έφτανε απλά, χωρίς µόχτο στην κορυφή της προσπάθειας-στην απροσπάθεια. «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» Ν. Καζατζάκης
© Copyright 2024 Paperzz