ENGLISH-GREEK DICTIONARY V.05.2011 Jerzy Kazojć (c) copyright 2011 abacus=άβακας abacus=αβάκιο abandon=εγκαταλείπω abandon=παρατάω abandonment=εγκατάλειψη abase=ξεφτιλίζω abase=ταπεινώνω abash=πτοώ abate=κοπάζω abate=μειώνω abatement=ελάττωση abatement=μείωση abattoir=σφαγείο abbey=αβαείο abbey=μονή abbreviate=συντομεύω abdomen=κοιλιά abdomen=στομάχι abdominal=γαστρικός abdominal=κοιλιακός abduct=απάγω aberration=παρέκκλιση aberration=παρεκτροπή abet=υποβοηθώ abettor=υποκινητής abeyance=αναβολή abeyance=εκκρεμότητα abhor=σιχαίνομαι abhorrent=απεχθής abhorrent=αποτροπιαστικός abide=εμμένω ability=ικανότητα abject=άθλιος abject=ταπεινός ablative=αφαιρετική ablaze=φλεγόμενος able=ικανός ablution=νίψιμο ablution=πλύσιμο ably=ικανά abnegation=αποκήρυξη abnormal=ανώμαλος abode=κατοικία abolish=καταργώ abolition=κατάλυση abolition=κατάργηση abominable=απεχθής abominable=εναγής abomination=απέχθεια abomination=σίχαμα aboriginal=γηγενής aboriginal=ιθαγενής abort=αποβάλλω abort=ματαιώνω abortion=άμβλωση abortion=έκτρωση abortive=άκαρπος abortive=ανεπιτυχής about=για about=περί about=περίπου above=άνω aboveboard=ανοικτός aboveboard=καθαρός aboveboard=νόμιμος abrade=λειαίνω abrade=τρίβω abrasion=αμυχή abrasion=απόξεση abrasion=τριβή abrasion=φθορά abrasive=τραχύς abridge=συντομεύω abridgment=σύνοψη abridgment=σύντμηση abrupt=κοφτός abruptly=απότομα abruptly=κοφτά absence=απουσία absent=απών absolute=απόλυτος absolutely=απολύτως absolutely=τελείως absolution=άφεση absolve=απαλλάσσω absorb=απορροφώ absorbent=απορροφητικός absorption=απορρόφηση absorptive=απορροφητικός abstain=απέχω abstemious=εγκρατής abstemious=λιτός abstemious=φειδωλός abstinence=εγκράτεια abstract=θεωρητικός absurd=παράλογος absurdity=γελοιότητα abundance=αφθονία abundance=συρροή abundant=άφθονος abundantly=άφθονα abuse=βρίζω abuse=κατάχρηση abuse=καταχρώμαι abuse=λοιδορία abusive=καταχρηστικός abusive=υβριστικός abut=εφάπτομαι abut=συνορεύω abysmal=φοβερός abyss=άβυσσος academic=ακαδημαϊκός academy=ακαδημία accede=αποδέχομαι accelerate=επισπεύδω accelerate=επιταχύνω acceleration=επίσπευση acceleration=επιτάχυνση accent=προφορά accent=τόνος accentuate=τονίζω accept=αποδέχομαι accept=δέχομαι accept=παραδέχομαι acceptable=αποδεκτός acceptable=δεκτός acceptance=αποδοχή acceptor=αποδέκτης access=πρόσβαση access=προσπέλαση accessible=ευπρόσιτος accession=άνοδος accession=απόκτημα accession=ένταξη accession=προσχώρηση accessory=συνεργός accident=ατύχημα accidental=τυχαίος acclaim=επευφημώ acclaim=επιδοκιμάζω acclaim=επικροτώ acclamation=επευφημία acclimate=εγκλιματίζομαι acclimatize=εγκλιματίζομαι accommodate=εξυπηρετώ accommodate=στεγάζω accommodating=εξυπηρετικός accommodation=κατάλυμα accommodation=στέγαση accompaniment=συνοδεία accompany=ακολουθώ accompany=συνοδεύω accomplish=επιτυγχάνω accomplish=καταφέρω accomplish=πραγματοποιώ accomplishment=διενέργεια accord=συγκατάθεση accord=συμφωνία accost=διπλαρώνω accost=πλευρίζω accost=πλησιάζω account=αναφορά account=λογαριασμός account=σημασία accountable=δωσίλογος accountable=υπόλογος accountancy=λογιστική accountant=λογιστής accredit=διαπιστεύω accredit=εξουσιοδοτώ accretion=προσαύξηση accretion=πρόσφυση accrual=επαύξηση accrue=προκύπτω accrue=προστίθεμαι accumulate=συσσωρεύω accumulation=συρροή accumulation=συσσώρευση accuracy=ακρίβεια accuracy=ορθότητα accurate=ακριβής accurately=ακριβέστατα accusation=κατηγορία accusative=αιτιατική accuse=κατηγορώ accused=κατηγορούμενος accused=υπόδικος accustom=εξοικειώνομαι accustom=εξοικειώνω accustom=συνηθίζω acerbic=στυφός acerbity=δριμύτητα acerbity=οξύτητα acerbity=στυφότητα acetic=οξικός ache=λαχταρώ ache=πόνος ache=πονώ achieve=κατορθώνω achievement=επίτευξη acid=οξύ acid=οξύς acidic=όξινος acidify=οξύνω acidulous=υπόξινος acknowledge=αναγνωρίζω acknowledgement=αναγνώριση acme=ακμή acolyte=ακόλουθος acorn=βελανίδι acoustic=ακουστικός acoustic=ηχητικός acoustics=ακουστική acquaint=γνωρίζω acquaint=πληροφορώ acquaintance=γνωριμία acquiesce=συναινώ acquire=αποκτώ acquisition=απόκτημα acquisition=απόκτηση acquisitive=άπληστος acquisitive=κτητικός acquit=αθωώνω acquit=απαλλάσσω acquittal=αθώωση acquittal=απαλλαγή acre=στρέμμα acrid=πικρός acrid=πνιγηρός acrid=σέρτικος acrid=στυφός acrimonious=θυελλώδης acrimonious=πικρός acrimony=δριμύτητα acrimony=πικρία acrobat=ακροβάτης acrobatic=ακροβατικός acronym=ακρώνυμο across=απέναντι act=ενεργώ act=επενεργώ act=πράξη acting=αναπληρωματικός action=αγωγή action=διάβημα action=δράση action=επενέργεια activate=ενεργοποιώ activation=ενεργοποίηση active=ακμαίος active=δραστήριος active=ενεργός actively=ενεργά activism=ακτιβισμός activity=δραστηριότητα actual=αληθινός actual=πραγματικός actually=πράγματι actually=πραγματικά actuate=διεγείρω actuate=παρακινώ actuate=προτρέπω acuity=οξυδέρκεια acumen=διορατικότητα acumen=οξύνοια acupuncture=βελονισμός acute=έντονος acute=οξυδερκής acute=οξύς adage=απόφθεγμα adage=ρητό adamant=άκαμπτος adamant=αμετάπειστος adapt=διασκευάζω adapt=προσαρμόζω adaptation=διασκευή adaptation=προσαρμογή add=προσθέτω adder=οχιά addict=εθίζω addict=ναρκομανής addiction=εθισμός additional=επιπρόσθετος additional=πρόσθετος additive=πρόσθετο additive=πρόσμειξη address=απευθύνω address=διεύθυνση addressee=παραλήπτης adept=επιδέξιος adept=επιτήδειος adequacy=επάρκεια adequate=επαρκής adhere=εμμένω adhere=κολλώ adhere=προσκολλώμαι adherence=εμμονή adherent=οπαδός adhesion=προσκόλληση adhesive=κόλλα adhesive=κολλητικός adhesive=κολλώδης adieu=αντίο adjacent=κοντινός adjacent=παρακείμενος adjacent=προσκείμενος adjectival=επιθετικός adjective=επίθετο adjoin=γειτονεύω adjoin=εφάπτομαι adjoin=συνορεύω adjoining=διπλανός adjourn=αναστέλλω adjudge=αποφαίνομαι adjudicate=δικάζω adjudicate=επιδικάζω adjunct=αναπληρωτής adjunct=συμπλήρωμα adjust=προσαρμόζω adjust=ρυθμίζω adjustment=ρύθμιση adjutant=υπασπιστής administer=απονέμω administer=διοικώ administer=εφαρμόζω administer=χορηγώ administrate=διοικώ administration=διοίκηση administration=διοικητικός administration=κυβέρνηση administration=χορήγηση administrative=διαχειριστικός admiral=ναύαρχος admiralty=ναυαρχείο admiration=θαυμασμός admire=θαυμάζω admirer=θαυμαστής admissible=αποδεκτός admissible=επιτρεπτός admission=είσοδος admission=ομολογία admission=παραδοχή admit=εισάγω admit=παραδέχομαι admittance=είσοδος admix=ανακατεύω admixture=πρόσμειξη admonish=νουθετώ admonish=παραινώ admonition=νουθεσία admonition=παραίνεση ado=ντόρος ado=φασαρία adolescence=εφηβεία adolescent=εφηβικός adolescent=έφηβος adopt=αποδέχομαι adopt=υιοθετώ adoption=υιοθεσία adoption=υιοθέτηση adorable=αξιολάτρευτος adoration=λατρεία adore=λατρεύω adorn=καλλωπίζω adorn=κοσμώ adorn=λουσάρω adorn=στολίζω adroit=επιδέξιος adulate=κολακεύω adult=ενήλικας adult=ενήλικος adulterate=αλλοιώνω adulterate=νοθεύω adulterer=μοιχός adulterous=μοιχικός adultery=μοιχεία advance=προβαίνω advance=προκαταβάλλω advance=πρόοδος advance=προχωρώ advanced=προχωρημένος advancement=ανάδειξη advancing=προοδευτικός advantage=πλεονέκτημα advantage=προτέρημα advantageous=πλεονεκτικός advent=έλευση advent=ερχομός adventitious=παρείσακτος adventitious=τυχαίος adventure=περιπέτεια adventurous=τολμηρός adverb=επίρρημα adverbial=επιρρηματικός adversary=αντίπαλος adverse=δυσμενής advert=διαφήμιση advertise=διαφημίζω advertisement=διαφήμιση advertising=διαφημιστικός advice=συμβουλή advisability=ορθότητα advisability=σκοπιμότητα advisable=συνετό advisable=συνετός advise=συμβουλεύω advise=συνιστώ advisor=σύμβουλος advisory=συμβουλευτικός advocacy=υπεράσπιση advocate=συνήγορος advocate=συνηγορώ advocate=υπερασπιστής advocate=υποστηρικτής aegis=αιγίδα aerate=αερίζω aerial=κεραία aeronaut=αεροναύτης aeroplane=αεροπλάνο aerosol=αεροζόλ aerosol=σπρέι aesthetic=αισθητικός afar=αλάργα afar=μακριά affability=αβρότητα affability=προσήνεια affable=αβρός affable=προσηνής affair=δεσμός affair=υπόθεση affect=επηρεάζω affect=παριστάνω affectation=εκζήτηση affectation=επιτήδευση affected=επιτηδευμένος affection=στοργή affection=τρυφερότητα affectionate=στοργικός affiliate=προσκτώμαι affiliate=προσχωρώ affinity=αγχιστεία affinity=έλξη affinity=συνάφεια affirm=βεβαιώνω affirm=διαβεβαιώνω affirm=επικυρώνω affirmation=διαβεβαίωση affirmative=καταφατικός affix=προσθέτω affix=πρόσφυμα afflict=βασανίζω afflict=ταλαιπωρώ afflicted=βασανιζόμενος affliction=βάσανο affluence=αφθονία affluent=εύπορος afforest=αναδασώνω affray=συμπλοκή affront=προσβολή aficionado=οπαδός after=έπειτα after=μετά aftermath=επακόλουθο afterward=έπειτα afterward=μετά afterwards=μετά again=ξανά again=πάλι against=εναντίον against=κατά age=εποχή age=ηλικία aged=ηλικίας aged=ηλικιωμένος ageing=γήρανση agency=πρακτορείο agency=υπηρεσία agent=μεσίτης agent=παράγων agent=πράκτορας aggravate=επιδεινώνω aggregate=συσσωμάτωμα aggression=επιθετικότητα aggressive=επιθετικός agile=ευκίνητος agile=εύστροφος agile=σβέλτος agility=ευστροφία agility=σβελτάδα ago=πριν agony=αγωνία agree=συμφωνώ agreeable=ευάρεστος agreeable=τερπνός agreement=συμφωνία agriculture=γεωργία aid=βοήθεια aid=βοήθημα aid=βοηθώ aid=επικουρία ailment=αρρώστια ailment=ασθένεια aim=αποβλέπω aim=βλέψη aim=σκοπεύω aim=σκοπός aimless=άσκοπος air=αέρας air=ατμόσφαιρα airborne=αερομεταφερόμενος aircraft=αεροσκάφος airport=αεροδρόμιο airscrew=έλικας airy=ευάερος akin=συγγενής akin=συγγενικός alabaster=αλάβαστρο alacrity=γρηγοράδα alacrity=προθυμία alarm=συναγερμός alarm=τρομάζω albeit=έστω album=δίσκος album=λεύκωμα alchemist=αλχημιστής alchemy=αλχημεία alcohol=αλκοόλ alcohol=οινόπνευμα alcoholic=αλκοολικός alcoholism=αλκοολισμός alcove=εσοχή alcove=σηκός ale=μπύρα alert=άγρυπνος alertness=επαγρύπνηση alertness=ετοιμότητα algae=άλγη alias=ψευδώνυμο alibi=άλλοθι alien=αλλοδαπός alien=εξωγήινος alienate=αλλοτριώνω alienate=αποξενώνω alienation=αποξένωση alight=αναμμένος alight=κατεβαίνω align=ευθυγραμμίζω alike=όμοιος alimentary=πεπτικός alimentary=τροφικός alive=ζωντανός alkaline=αλκαλικός all=όλα all=όλες all=όλος allay=ανακουφίζω allay=κατευνάζω allege=ισχυρίζομαι allege=κατηγορώ alleged=φερόμενος allegedly=φερόμενος allegiance=υπακοή allegoric=αλληγορικός allegory=αλληγορία alleviate=ανακουφίζω alleviate=καταπραΰνω alley=πάροδος alley=σοκάκι alliance=συμμαχία alliance=συνασπισμός allied=συμμαχικός allied=σύμμαχος allocate=αναθέτω allocate=κατανέμω allocation=καταμερισμός allocation=κατανομή allot=διανέμω allotment=κλήρος allow=αφήνω allow=επιτρέπω allowance=επίδομα allowance=επιχορήγηση alloy=κράμα all-round=ολόκληρος allure=δελεάζω alluring=σαγηνευτικός allusion=νύξη allusion=υπαινιγμός allusive=υπαινισσόμενος alluvial=προσχωματικός ally=σύμμαχος almanac=καζαμίας almighty=παντοδύναμος Almighty=Παντοκράτορας almond=αμύγδαλο almost=σχεδόν alone=μοναχός alone=μόνος alongside=δίπλα aloof=ακατάδεχτος aloof=υπερόπτης aloud=φωναχτά alphabet=αλφάβητο alphabetic=αλφαβητικός already=ήδη already=κιόλας alright=εντάξει also=επίσης also=και altar=βωμός alter=αλλάζω alter=μετατρέπω alter=παραποιώ alter=τροποποιώ alteration=μεταβολή alteration=τροποποίηση altercation=λογομαχία alternate=εναλλάσσω alternation=εναλλαγή altitude=υψόμετρο altogether=εντελώς altruist=αλτρουιστής alveolar=κυψελιδικός always=πάντα always=πάντοτε am=είμαι amalgam=αμάλγαμα amalgam=μίγμα amalgamate=ενώνω amalgamate=συγχωνεύω amalgamation=ένωση amalgamation=συγχώνευση amaranth=αμάραντος amass=αποθησαυρίζω amateur=ερασιτέχνης amateur=ερασιτεχνικός amateurish=ερασιτεχνικός amatory=ερωτικός amaze=εκπλήσσω amazing=εκπληκτικός ambassador=πρεσβευτής ambassador=πρέσβης amber=κεχριμπάρι amber=πορτοκαλί ambiguity=ασάφεια ambiguous=διφορούμενος ambition=βλέψη ambition=φιλοδοξία ambitious=φιλόδοξος ambivalent=ταλαντευόμενος ambrosia=αμβροσία ambulance=νοσοκομειακό ambulant=περιπατητικός ambulatory=περιπατητικός ambush=ενέδρα ambush=καρτέρι ameliorate=βελτιώνω amend=τροποποιώ amendment=τροπολογία amethyst=αμέθυστος amiable=αξιαγάπητος amiable=προσηνής amiable=φιλικός amiable=φιλόφρων amicable=φιλικός amid=ανάμεσα amid=μεταξύ amidst=ανάμεσα amidst=μεταξύ amiss=στραβά amity=φιλία ammonia=αμμωνία amnesia=αμνησία amnesty=αμνηστία amoeba=αμοιβάδα among=ανάμεσα amorous=ερωτικός amorphous=άμορφος amount=ανέρχομαι amount=ποσό amount=ποσόν amphibian=αμφίβιο amphibious=αμφίβιος amphibology=αμφισημία amphitheatre=αμφιθέατρο ample=αρκετός ample=άφθονος amplification=ενίσχυση amplifier=ενισχυτής amplify=ενισχύω amplitude=εύρος amplitude=πλάτος amply=ικανοποιητικά amputate=ακρωτηριάζω amputate=ξεκόβω amputation=ακρωτηριασμός amputation=αποκοπή amulet=φυλαχτό amuse=διασκεδάζω amuse=ψυχαγωγώ an=ένα an=ένας an=μία anachronism=αναχρονισμός anachronistic=αναχρονιστικός anaemia=αναιμία anaemic=αναιμικός analgesic=αναλγητικός analogous=ανάλογος analogue=ανάλογο analogy=αναλογία analyse=αναλύω analysis=ανάλυση analyst=αναλυτής analytic=αναλυτικός anarchic=αναρχικός anarchy=αναρχία anathema=ανάθεμα anathema=κατάρα anatomist=ανατόμος anatomy=ανατομία ancestor=πρόγονος ancestral=πατρογονικός ancestral=προγονικός ancestry=καταγωγή anchor=άγκυρα anchorite=ασκητής anchovy=αντσούγια ancillary=βοηθητικός and=και anecdote=ανέκδοτο anew=πάλι angel=άγγελος angelic=αγγελικός anger=θυμός anger=οργή anger=φούρκα angle=γωνία angry=θυμωμένος angry=οργισμένος anguish=άγχος anguish=αγωνία anguish=αγωνιώ angular=γωνιακός animadversion=μομφή animadversion=παρατήρηση animadvert=μέμφομαι animal=ζώο animal=κτήνος animate=έμψυχος animate=εμψυχώνω animate=ζωντανεύω animism=ανιμισμός animosity=εμπάθεια animosity=εχθρότητα animosity=κακεντρέχεια animosity=καταφορά anise=γλυκάνισο ankle=αστράγαλος annals=χρονικά annihilate=εκμηδενίζω annihilate=καταστρέφω anniversary=επέτειος annotate=σχολιάζω annotation=σχολιασμός annotation=υποσημείωση announce=ανακοινώνω announcement=ανακοίνωση announcement=εξαγγελία annoy=ενοχλώ annoyance=ενόχληση annual=ετήσιος annuity=πρόσοδος annul=ακυρώνω annul=ανακαλώ annulment=ακύρωση annulus=δακτύλιος annunciate=ευαγγελίζομαι anoint=χρίω anomalous=ανώμαλος anomaly=ανωμαλία anonymous=ανώνυμος anorak=ανοράκ another=άλλος answer=απάντηση answer=απαντώ ant=μυρμήγκι antagonism=ανταγωνισμός antagonist=ανταγωνιστής antagonistic=ανταγωνιστικός ante=προantecedent=προηγούμενος antedate=προχρονολογούμαι antelope=αντιλόπη antenna=κεραία anterior=πρόσθιος anteroom=προθάλαμος anthem=ύμνος anther=ανθήρας anthology=ανθολογία anthracite=ανθρακίτης anthropoid=ανθρωποειδής anthropology=ανθρωπολογία antibody=αντίσωμα anticipate=προκαταλαμβάνω anticipate=προλαμβάνω anticipation=αναμονή anticipation=προσδοκία antidote=αντίδοτο antipathy=αντιπάθεια antiquarian=αρχαιολόγος antiquated=απαρχαιωμένος antiquated=πεπαλαιωμένος antiquity=αρχαιότητα antithetic=αντιθετικός antonym=αντίθετο anvil=αμόνι anxiety=ανησυχία anxious=αγχώδης anxious=ανήσυχος anybody=κανένας anyone=κανείς anything=τίποτα anyway=πάντως apace=γρήγορα apart=χωριστά apartment=διαμέρισμα apathetic=απαθής apathy=απάθεια ape=πίθηκος aperture=οπή apex=αποκορύφωμα aphorism=απόφθεγμα apiary=μελισσοτροφείο apocalypse=αποκάλυψη apocalyptic=αποκαλυπτικός apocryphal=απόκρυφος apogee=απόγειο apology=συγνώμη apoplectic=αποπληκτικός apoplexy=αποπληξία apostasy=αποστασία apostate=αποστάτης apostle=απόστολος apostolic=αποστολικός apostrophe=αποστροφή apothecary=φαρμακοποιός apotheosis=αποθέωση appal=συγκλονίζω apparatus=εξοπλισμός apparatus=συσκευή apparent=έκδηλος apparent=εμφανής apparent=προφανής apparent=φαινομενικός apparently=φαινομενικά apparition=οπτασία apparition=φάντασμα appeal=έφεση appeal=τραβώ appear=διαφαίνομαι appear=εμφανίζομαι appear=φαίνομαι appearance=εμφάνιση appearance=παρουσίαση appease=κατευνάζω appellation=επωνυμία appellation=τίτλος append=επισυνάπτω appendage=παράρτημα appendix=παράρτημα appendix=προσάρτημα appertain=σχετίζομαι appetising=ορεκτικός appetite=όρεξη applaud=επευφημώ applaud=χειροκροτώ applause=επευφημία applause=επευφημίες applause=χειροκρότημα apple=μήλο appliance=συσκευή applicable=εφαρμόσιμος applicable=ταιριαστός applicant=αιτών application=αίτηση application=εφαρμογή application=προσήλωση application=χρήση apply=αιτούμαι apply=βάζω apply=εφαρμόζω appoint=διορίζω appoint=ορίζω appointment=διορισμός appointment=ορισμός appointment=ραντεβού appointment=συνάντηση apportion=διανέμω apportion=κατανέμω apposite=ταιριαστός appraisal=αξιολόγηση appraisal=εκτίμηση appraise=αξιολογώ appraise=εκτιμώ appreciable=αισθητός appreciable=αξιοσημείωτος appreciate=αναγνωρίζω appreciate=εκτιμώ appreciate=κατανοώ apprehend=συλλαμβάνω apprehension=ανησυχία apprehension=σύλληψη apprehension=ταραχή apprehension=φόβος apprehensive=ανήσυχος apprentice=δόκιμος apprenticeship=μαθητεία apprise=γνωστοποιώ approach=μέθοδος approach=πλησιάζω approach=προσεγγίζω approach=προσέγγιση approachable=ευπροσήγορος approachable=προσηνής approbation=έγκριση approbation=επιδοκιμασία appropriate=κατάλληλος appropriate=οικειοποιούμαι appropriate=σφετερίζομαι appropriately=κατάλληλα appropriately=ταιριαστά appropriation=σφετερισμός approval=έγκριση approval=παραδοχή approve=εγκρίνω approve=επιδοκιμάζω approximate=περίπου apricot=βερίκοκο apron=ποδιά apse=αψίδα apt=επιρρεπής apt=κατάλληλος aptitude=ικανότητα aptitude=κλίση aptitude=προτέρημα aptitude=ταλέντο aqua=ύδωρ aquarium=ενυδρείο aquatic=υδρόβιος aqueduct=υδραγωγείο arabesque=αραβούργημα arbiter=διαιτητής arbitrary=αυθαίρετος arbitrate=διαιτητεύω arbitration=διαιτησία arbour=κρεβατίνα arbour=περβόλι arc=αψίδα arc=τόξο arcade=αψίδωση arcade=στοά arcane=απόκρυφος arch=αψίδα archaeologist=αρχαιολογικός archaeology=αρχαιολογία archaic=απαρχαιωμένος archaic=αρχαίος archangel=αρχάγγελος archbishop=αρχιεπίσκοπος archdeacon=αρχιδιάκονος archer=τοξότης archetype=αρχέτυπο archetype=πρότυπο archipelago=αρχιπέλαγος architectonic=αρχιτεκτονικός architectural=αρχιτεκτονικός architecture=αρχιτεκτονική architrave=επιστύλιο Arctic=Αρκτική arctic=αρκτικός ardency=πάθος ardent=φλογερός ardour=θέρμη arduous=επίπονος area=περιοχή arena=αρένα argillaceous=αργιλώδης argot=αργκό argue=διαπληκτίζομαι argue=διαφωνώ argue=επιχειρηματολογώ argument=διαφωνία argument=επιχείρημα argument=λογομαχία argumentative=αμφιλεγόμενος argumentative=ερειστικός aria=άρια arid=ξερός aridity=ξηρότητα arise=εγείρομαι arise=προκύπτω aristocracy=αριστοκρατία aristocrat=αριστοκράτης aristocratic=αριστοκρατικός arithmetic=αριθμητική arithmetic=μαθηματικά ark=κιβωτός arm=μπράτσο arm=όπλο arm=χέρι armada=αρμάδα armament=εξοπλισμός armchair=πολυθρόνα armour=πανοπλία arms=όπλα army=στρατός aroma=άρωμα aromatic=αρωματικός around=γύρω arouse=διεγείρω arouse=ξεσηκώνω arraign=εγκαλώ arraign=καταγγέλλω arraign=κλητεύω arrange=κανονίζω arrange=τακτοποιώ arrangement=διακανονισμός arrangement=διευθέτηση arrangement=ετοιμασία arrangement=τακτοποίηση array=διάταξη array=παράταξη array=παρατάσσω arrears=καθυστερούμενα arrest=συλλαμβάνω arrival=άφιξη arrive=φθάνω arrive=φτάνω arrogance=αλαζονεία arrogance=έπαρση arrogance=υπεροψία arrogant=αλαζόνας arrogant=αλαζονικός arrogant=υπερόπτης arrogant=υπεροπτικός arrogate=σφετερίζομαι arrow=βέλος arsonist=εμπρηστής art=τέχνη arterial=αρτηριακός artery=αρτηρία artful=πονηρός artichoke=αγκινάρα article=άρθρο articulate=έναρθρος articulate=ευκρινής articulation=διάρθρωση artifice=τέχνασμα artificial=τεχνητός artillery=πυροβολικό artisan=τεχνίτης artist=καλλιτέχνης artistic=καλλιτεχνικός artistry=καλλιτεχνία artless=άτεχνος as=όπως as=σαν asbestos=αμίαντος ascend=αναρριχώμαι ascend=ανεβαίνω ascension=ανάβαση ascent=ανάβαση ascertain=διαπιστώνω ascertain=εξακριβώνω ascetic=ασκητικός asceticism=ασκητισμός ascribe=αποδίδω ascribe=επιρρίπτω asexual=άφυλος ash=στάχτη ashen=σταχτής ashen=τεφροειδής ashen=ωχρός ashtray=σταχτοδοχείο ashtray=τασάκι ashy=τεφρώδης aside=πλάι asinine=γαϊδουρινός asinine=ηλίθιος ask=ρωτώ askance=λοξά askew=στραβά asleep=κοιμώμενος asparagus=σπαράγγι aspect=άποψη aspect=θωριά aspect=όψη aspect=πλευρά aspen=λεύκη asperity=δριμύτητα asperity=οξύτητα aspersion=κακολογία asphalt=άσφαλτος asphyxiate=ασφυκτιώ aspic=λεβάντα aspirant=φιλόδοξος aspirate=αναρροφώ aspiration=απορρόφηση aspiration=βλέψη aspiration=φιλοδοξία aspire=φιλοδοξώ aspirin=ασπιρίνη ass=βλάκας ass=γάιδαρος assailant=επιτιθέμενος assassin=δολοφόνος assassinate=δολοφονώ assassination=δολοφονία assault=βιαιοπραγία assault=επίθεση assault=επιτίθεμαι assay=δοκιμάζω assemblage=σύναξη assemblage=συναρμολόγηση assemble=συναθροίζω assemble=συναρμολογώ assembly=ομήγυρη assembly=συνέλευση assent=συγκατάθεση assert=διεκδικώ assert=υποστηρίζω assertive=θετικός assertive=κατηγορηματικός assess=αποτιμώ assess=εκτιμώ assessment=εκτίμηση assessor=εκτιμητής asset=ενεργητικό asset=κεφάλαιο assiduity=επιμέλεια assiduity=προσήλωση assiduous=ενδελεχής assiduous=επιμελής assiduous=εργατικός assign=αναθέτω assign=αποδίδω assign=διορίζω assignation=ανάθεση assignation=διανομή assignee=εντολοδόχος assignment=ανάθεση assignment=αποστολή assignment=δουλειά assignment=ορισμός assimilate=αφομοιώνω assimilate=εξομοιώνω assimilation=αφομοίωση assist=βοηθώ assistant=βοηθός associate=συνέταιρος associate=συσχετίζω association=σχέση assort=συναναστρέφομαι assort=ταξινομώ assorted=διάφορος assorted=ποικίλος assuage=κατευνάζω assume=υποθέτω assumption=υπόθεση assurance=διαβεβαίωση assurance=εγγύηση assurance=σιγουριά assure=βεβαιώνω assure=διαβεβαιώνω asterisk=αστερίσκος asthma=άσθμα astigmatic=αστιγματικός astonish=εκπλήσσω astonishingly=εκπληκτικά astonishment=εμβροντησία astound=αποσβολώνω astound=εκπλήσσω astound=ξαφνιάζω astral=αστρικός astrologer=αστρολόγος astronaut=αστροναύτης astronomer=αστρονόμος astronomic=αστρονομικός astronomy=αστρονομία astrophysics=αστροφυσική astute=ευφυής astute=τετραπέρατος asylum=ασυλία asylum=άσυλο asymmetric=ασύμμετρος asymmetry=ασυμμετρία asymptote=ασύμπτωτο asynchronous=ασύγχρονος at=σε atavism=αταβισμός atavism=προγονισμός atavistic=αταβιστικός atheism=αθεϊσμός atheist=αθεϊστής atheist=άθεος athlete=αθλητής athletic=αθλητικός athletics=αθλητικά atmosphere=ατμόσφαιρα atom=άτομο atomic=ατομικός atone=εξιλεώνομαι atrocious=απαίσιος atrocious=αποκρουστικός atrocity=κτηνωδία atrocity=ωμότητα atrophy=ατροφία attach=επισυνάπτω attach=συνδέω attack=επιδρομή attack=επίθεση attack=επιτίθεμαι attacker=επιτιθέμενος attain=επιτυγχάνω attain=κατορθώνω attempt=απόπειρα attempt=προσπάθεια attempt=προσπαθώ attend=παραβρίσκομαι attend=παρακολουθώ attendance=παρουσία attendant=ακόλουθος attention=προσοχή attention=φροντίδα attentive=γνωστικός attentive=προσεκτικός attentively=περιποιητικά attentively=προσεκτικά attenuate=αμβλύνω attenuate=ελαφρύνω attest=μαρτυρώ attest=πιστοποιώ attestation=κατάθεση attestation=μαρτυρία attic=σοφίτα attire=αμφίεση attire=ντύσιμο attitude=στάση attitude=συμπεριφορά attorney=συνήγορος attract=έλκω attract=επισύρω attract=προσελκύω attract=τραβώ attraction=έλξη attraction=θέαμα attractive=ελκυστικός attribute=αποδίδω attribute=ιδιότητα attribution=κατανομή attrition=τριβή attrition=φθορά attune=συντονίζω atypical=άτυπος aubergine=μελιτζάνα auburn=πυρόξανθος auction=πλειστηριασμός audacity=θράσος audience=ακροατήριο audio=ακουστικός audit=ελέγχω auditorium=αίθουσα auditory=ακουστικός auger=τρυπάνι augment=αυξάνω augmentation=αύξηση augur=προοιωνίζομαι August=Αύγουστος. aunt=θεία auntie=θεία aura=φωτοστέφανο aural=ακουστικός aurora=αυγή aurora=σέλας auspice=προστασία auspicious=ευοίωνος austere=αυστηρός austral=νότιος authentic=αυθεντικός authentic=γνήσιος authenticate=επικυρώνω authenticate=πιστοποιώ authenticity=γνησιότητα author=συγγραφέας authoritarian=απολυταρχικός authoritative=έγκυρος authoritative=επιβλητικός authority=αυθεντία authority=εξουσία authority=κύρος autobiography=αυτοβιογραφία autocracy=αυτοκρατορία autocrat=αυτοκράτορας autocrat=δεσποτικός autocratic=αυτοκρατορικός autograph=αυτόγραφο automate=αυτοματοποιώ automatic=αυτοματικός automatic=αυτόματο automation=αυτοματοποίηση automaton=αυτόματο automobile=αυτοκίνητο automotive=αυτοκίνητος autonomic=αυτόνομος autonomous=αυτόνομος autonomy=αυτονομία autopsy=νεκροψία autumn=φθινόπωρο autumnal=φθινοπωρινός auxiliary=βοηθητικός avail=όφελος avail=χρησιμεύω avail=ωφελώ available=διαθέσιμος avalanche=πλημμύρα avalanche=χιονοστιβάδα avarice=τσιγκουνιά avarice=φιλαργυρία avaricious=φιλάργυρος avenge=εκδικούμαι avenue=λεωφόρος aver=αποδεικνύω aver=πιστοποιώ average=μέσος averse=αντίθετος aversion=αποστροφή avert=αποστρέφω avert=αποτρέπω aviary=πτηνοτροφείο aviation=αεροπορία aviator=αεροπόρος avid=ενθουσιώδης avoid=αποφεύγω avoidance=αποφυγή avow=διαβεβαιώνω avow=ομολογώ avowal=ομολογία await=αναμένω await=περιμένω awake=ξυπνώ awaken=ξυπνώ awakening=ξύπνημα award=απονέμω award=βραβείο award=κατακυρώνω awareness=αντίληψη away=μακριά awe=δέος awesome=επιβλητικός awful=απαίσιος awkward=αδέξιος awkward=ατζαμής awl=ξέστρο awl=σουβλί awning=τέντα awry=λοξός awry=στραβά axe=πέλεκας axe=πελέκι axe=τσεκούρι axial=αξονικός axiom=αξίωμα axiomatic=αξιωματικός axiomatic=αυταπόδεικτος axis=άξονας axle=άξονας aye=ναι azure=γαλάζιος azure=γαλανός azure=κυανός babble=ασυναρτησίες babble=κελαρύζω babble=φλυαρώ babe=γκόμενα babe=μωρό baby=μωρό bacillus=βακτήριο back=ενισχύω back=πλάτη back=υποστηρίζω backbite=καταλαλώ backdrop=φόντο backing=συμπαράσταση backside=πισινό backward=καθυστερημένος bacon=μπέικον bacteria=βακτηρίδια bad=άσχημος bad=κακός badge=κονκάρδα badger=ασβός badger=παρενοχλώ badly=άσχημα badly=κακά bag=τσάντα bait=δόλωμα baker=φούρναρης balance=ζυγαριά balance=ισοζύγιο balance=ισορροπία balance=πλάστιγγα balcony=μπαλκόνι bald=καραφλός bald=φαλακρός baleful=απελπισμένος baleful=θλιβερός baleful=ολέθριος ball=κουβάρι ball=μπάλα ballad=μπαλάντα ballast=έρμα ballast=σαβούρα ballast=σαβουρώνω ballet=μπαλέτο balloon=αερόστατο balloon=μπαλόνι balmy=γλυκός ban=απαγόρευση ban=απαγορεύω ban=αποκλεισμός ban=αποκλείω banality=πεζότητα banana=μπανάνα band=ταινία bandage=επίδεσμος bang=βρόντος bang=βροντώ bang=γδούπος bang=κρότος bank=ανάχωμα bank=όχθη bank=τράπεζα banker=τραπεζίτης bankrupt=χρεοκοπημένος banner=λάβαρο banquet=πανδαισία banquet=συμπόσιο baptise=βαφτίζω baptism=βάπτισμα bar=εμποδίζω bar=κάγκελο bar=μπαρ bar=φράζω barber=κουρέας bare=γυμνός bargain=παζαρεύω bargaining=παζάρι barge=μαούνα bark=γαβγίζω bark=γαυγίζω bark=φλοιός barking=γαύγισμα barley=κριθάρι barn=αχυρώνας baron=βαρόνος baroque=μπαρόκ barracks=στρατώνας barrel=βαρέλι barren=άγονος barren=άκαρπος barren=στείρος barricade=οδόφραγμα barricade=φράσσω barrier=εμπόδιο barrier=μπάρα barrier=φράγμα barrier=φραγμός barrow=τύμβος base=βάθρο base=ευτελής basement=υπόγειο baseness=ευτέλεια baseness=προστυχιά bashful=δειλός bashful=ντροπαλός basil=βασιλικός basin=λεκάνη basis=βάση bask=λιάζομαι basket=καλάθι basket=κοφίνι basket=πανέρι bat=νυχτερίδα bat=ρόπαλο batch=φουρνιά bath=λουτρό bath=μπανιέρα bath=μπάνιο bathe=λούζομαι bathroom=λουτρό baton=σκυτάλη battalion=τάγμα battery=μπαταρία battery=συστοιχία battle=μάχη bay=κόλπος bayonet=ξιφολόγχη be=βρίσκομαι be=διανύω be=είμαι beach=ακτή beach=αμμουδιά beach=γιαλός bead=χάντρα beak=ράμφος beam=αχτίδα beam=δοκός beam=καδρόνι bean=φασόλι beanpole=τηλεγραφόξυλο bear=αρκούδα bear=γεννώ bear=υποφέρω beard=γένι beard=μούσι bearded=γενειοφόρος bearded=μουσάτος bearer=κομιστής bearer=φορέας bearing=έδρανο bearing=στάση bearing=σχέση beast=ζώο beast=κτήνος beat=δέρνω beat=νικώ beat=χτυπώ beater=δάρτης beating=παλλόμενος beautiful=όμορφος beauty=καλλονή beauty=ομορφιά beaver=κάστορας because=γιατί because=διότι beckon=γνέφω become=αρμόζω become=γίνομαι becoming=αρμόζων bed=κρεβάτι bedroom=κρεβατοκάμαρα bedroom=υπνοδωμάτιο beer=μπύρα beet=τεύτλο beetle=σκαθάρι befall=συμβαίνω before=πριν before=προτού beforehand=πριν beg=ζητιανεύω beg=ικετεύω beg=παρακαλώ beggar=ζητιάνος begin=αρχίζω beginner=αρχάριος beginner=ατζαμής beginning=αρχή beginning=έναρξη begrudge=φθονώ behave=συμπεριφέρομαι behaviour=διαγωγή behaviour=συμπεριφορά behaviour=φέρσιμο behold=ιδού beige=μπεζ being=όν belch=ρέψιμο belief=πεποίθηση belief=πίστη believe=πιστεύω belittle=υποτιμώ bell=καμπάνα bell=κουδούνι belligerent=επιθετικός belligerent=εριστικός belligerent=φιλοπόλεμος bellow=μουγκρίζω belong=ανήκω belongings=υπάρχοντα beloved=αγαπημένος belt=ζώνη belt=ιμάντας bench=έδρα bench=έδρανο bench=παγκάκι bench=πάγκος bend=γέρνω bend=καμπυλώνεται bend=σκύβω bend=στροφή beneficial=επωφελής beneficial=ευεργετικός beneficial=ωφέλιμος benefit=επίδομα benefit=επωφελούμαι benefit=όφελος benefit=ωφέλεια benevolence=καλοσύνη benevolence=φιλανθρωπία benevolent=ευμενής benevolent=καλόβουλος benevolent=συνετός benevolent=φρόνιμος benign=ήπιος benign=καλοήθης benign=καλοκάγαθος bent=κυρτός bequeath=κληροδοτώ beret=μπερές berry=μούρο berry=ρόγα beside=δίπλα beside=πλάι besides=άλλωστε besiege=πολιορκώ bestow=παραχωρώ bestow=παρέχω bet=στοίχημα bet=στοιχηματίζω betoken=σημαίνω betray=προδίδω between=μεταξύ bewail=μοιρολογώ bewilderment=σύγχυση bewitch=θέλγω bias=προκατάληψη biased=προκατειλημμένος biblical=βιβλικός bicycle=ποδήλατο bid=απόπειρα bid=προσπάθεια bid=προσφορά big=μεγάλος bigamy=διγαμία bike=ποδήλατο bilateral=διμερής bile=χολή bilious=πικρόχολος bill=λογαριασμός bill=νομοσχέδιο bill=ράμφος billion=δισεκατομμύριο bin=κάδος binary=δυαδικός bind=βιβλιοδετώ bind=δένω bind=δεσμεύω bind=πεδικλώνω binding=δέσιμο binding=δεσμευτικός biographer=βιογράφος biography=βιογραφία biologist=βιολογικός biosphere=βιόσφαιρα birch=σημύδα bird=κόμματος bird=πουλί birth=γέννα birth=γέννηση birthday=γενέθλια biscuit=μπισκότο bisect=διχοτομώ bishop=επίσκοπος bit=φίμωτρο bitch=σκύλα bite=δάγκωμα bite=δαγκώνω bite=τσίμπημα bitter=δριμύς bitter=πικρός bitterly=πικρά bitterly=τσουχτερός bitterness=πικράδα bivalve=δίθυρος bizarre=εκκεντρικός black=μαύρος blackbird=κότσυφας blackboard=μαυροπίνακας blacken=αμαυρώνω blackmail=εκβιάζω blackmail=εκβιασμός bladder=κύστη blade=λεπίδα bland=άνοστος blank=άγραφος blank=άγραφτος blank=κενό blank=λευκός blanket=κουβέρτα blanket=σκεπάζω blast=έκρηξη blatant=χονδροειδής blaze=ανάφλεξη blaze=πυρκαγιά blaze=φλόγες bleach=λευκαντικό bleach=χλωρίνη bleak=ανεμοδαρμένος bleak=γυμνός bleat=βελάζω bleed=αιμορραγώ bleed=ματώνω blemish=αμαυρώνω blemish=στίγμα blemish=ψεγάδι blend=αναμιγνύω bless=ευλογώ blessing=ευλογία blind=θαμπώνω blind=τυφλός blindly=τυφλά blindness=τύφλωση blink=αναβοσβήνω bliss=ευδαιμονία blissful=ευτυχής blister=φούσκα blister=φουσκάλα blithe=ευτυχής blizzard=θύελλα blizzard=χιονοθύελλα blob=ρανίδα bloc=συνασπισμός block=στηρίγματα block=φραγμός blockhead=στουρνάρι blond=ξανθός blonde=ξανθός blood=αίμα bloody=αιματηρός bloom=ανθίζω bloom=άνθος blossom=ανθίζω blossom=άνθος blot=αμαυρώνω blouse=μπλούζα blow=φυσώ blow=χτύπημα blue=μπλε blueprint=πρωτότυπο bluff=ευθύς bluff=μπλόφα bluff=ντόμπρος blunt=αμβλύς blunt=απότομος blunt=μονοκόμματος bluster=λεονταρισμός boar=κάπρος boar=χοίρος board=επιβιβάζομαι board=σανίδα boarding=σανίδωμα boat=βάρκα bob=αναπηδώ bob=ανεβοκατεβαίνω bob=πλεξούδα bodice=κορσάζ bodily=σωματικά body=σώμα bodyguard=σωματοφύλακας bodywork=αμάξωμα bog=βάλτος bog=έλος boil=βράζω boiler=καζάνι boiler=καυστήρας bold=γενναίος bold=έντονος bold=θαρραλέος bold=τόλμημα boldly=γενναία boldly=θαρραλέα boldness=τόλμη bolero=μπολερό bolt=αφηνιάζω bomb=βόμβα bombard=βομβαρδίζω bombard=κατακλύζομαι bombard=κατακλύζω bombardment=βομβαρδισμός bombast=μεγαλορρημοσύνη bomber=βομβιστής bombing=βομβαρδισμός bond=δεσμός bond=συγκολλώ bond=συνδέω bone=κόκαλο bonnet=καπό bonnet=πίλος bonus=πριμ boo=αποδοκιμάζω book=βιβλιάριο book=βιβλίο book=καπαρώνω book-keeping=λογιστική booklet=βιβλιαράκι booklet=φυλλάδιο bookmark=σελιδοδείκτης bookseller=βιβλιοπώλης bookshop=βιβλιοπωλείο bookstore=βιβλιοπωλείο boom=έξαρση boorish=αγροίκος boost=ανεβάζω boost=αυξάνω boost=ενισχύω boot=μπότα booth=θάλαμος booth=πάγκος booth=παράπηγμα booty=λάφυρα border=μεθόριος border=ρέλι border=σύνορο borderline=οριακός borderline=παραμεθόριος bore=διατρυπώ bore=πλήττω boredom=βαρεμάρα boredom=οκνηρία boring=βαρετός borrow=δανείζομαι borrower=δανειζόμενος boss=αφεντικό bossy=αυταρχικός bother=ενοχλούμαι bother=ενοχλώ bother=κόπος bother=σκοτίζομαι bottle=εμφιαλώνω bottle=μπουκάλι bottom=πάτος bottomless=άπατος bottomless=απύθμενος boulder=κοτρόνι bounce=γκελ bound=δεμένος boundary=όριο boundary=σύνορο bounty=επίδομα bounty=πριμοδότηση bouquet=μπουκέτο bow=κόμπος bow=τόξο bow=φιόγκος bowels=έγκατα box=κάσα box=κουτί box=πυγμαχώ boy=αγόρι boycott=μποϋκοτάρω boyfriend=γκόμενος boyish=αγορίστικός bracelet=βραχιόλι bracing=τονωτικός bracket=αγκύλη braggart=καυχησιάρης braid=κοτσίδα braid=πλέκω braid=ρελιάζω brain=εγκέφαλος brainless=άμυαλος brainless=ανεγκέφαλος brake=τροχοπεδώ brake=φρενάρω brake=φρένο braking=φρενάρισμα bramble=βάτος branch=κλαδί branch=κλάδος branch=υποκατάστημα brand=μάρκα brand=στιγματίζω brand=σφραγίδα brandy=κονιάκ brandy=μπράντι brash=αυθάδης brass=μπρούτζος brat=βρομόπαιδο bravado=λεονταρισμοί bravado=παλικαρισμός brave=γενναίος brawl=συμπλέκομαι bray=γκαρίζω brazen=ασύστολος breach=αθετώ breach=παραβιάζω breach=παραβίαση breach=ρήγμα bread=ψωμί breadth=φάρδος break=αντεπίθεση break=διάλειμμα break=διάλλειμα break=σπάζω breakdown=ρήξη breast=στήθος breath=αναπνοή breath=ανάσα breathe=αναπνέω breech=ουραίο breeches=παντελόνι breeches=περισκελίδα breed=αναπαράγω breed=γεννοβολώ breed=ράτσα breeder=εκτροφέας breeding=αναπαραγωγή breeze=αεράκι breeze=αύρα breezy=κεφάτος breezy=χαρωπός brevity=συντομία brew=βράζω brew=βράσιμο brew=μαγειρεύω brew=ποτό brewer=ζυθοποιός brewery=ζυθοποιείο brewery=ζυθοποιία bribe=λουφές bribery=δεκασμός bribery=δωροδοκία bribery=λάδωμα bricklayer=κτίστης bridal=γαμήλιος bridge=γέφυρα bridge=γεφυρώνω bridle=χαλιναγωγώ bridle=χαλινάρι bridle=χαλινώνω brief=σύντομος briefcase=χαρτοφύλακας briefing=ενημέρωση briefly=κοντολογίς briefly=σύντομα brigade=ταξιαρχία bright=λαμπερός bright=υποσχόμενος brightly=λαμπερά brightly=λαμπρά brightness=φωτεινότητα brilliant=έξοχος brilliant=λαμπερός brilliant=φανταστικός brim=περιστόμιο brim=χείλος bring=φέρνω bristle=ανατριχιάζω bristle=τρίχα brittle=εύθραυστος broad=ευρύς broad=φαρδύς broadcast=εκπέμπω broadcast=μεταδίδω broadcasting=εκπομπή broadcasting=μετάδοση broadminded=ανεκτικός broadminded=προοδευτικός broker=μεσίτης broker=χρηματομεσίτης bronze=μπρούτζος brooch=καρφίτσα brooch=πόρπη brood=μελαγχολώ brood=τσούρμο broom=αφάνα broom=σκούπα brother=αδελφός brother=αδερφός brow=φρύδι brown=καστανός brown=καφέ browse=βόσκω bruise=μελανιά bruise=μελανιάζω bruise=μώλωπας brush=βούρτσα brush=βουρτσίζω brush=πινέλο brush=σκούπα brusque=απότομος brutal=θηριώδης brutal=κτηνώδης brutality=κτηνωδία brute=κτήνος brutish=κτηνώδης bubble=παφλάζω bubble=φούσκα bubble=φουσκάλα bucket=κουβάς bucolic=βουκολικός bucolic=ποιμενικός bud=μπουμπούκι bud=πρωτοεμφανίζομαι budding=ανερχόμενος budding=νεαρός buddy=κολλητός buddy=φιλαράκος budge=κινούμαι budget=προϋπολογισμός buffer=ασπίδα buffet=μπουφές bug=ζουζούνι bug=μαμούδι buggy=αμαξάκι bugle=σάλπιγγα build=ανάστημα build=κορμοστασιά build=μπόι build=χτίζω builder=κτίστης builder=οικοδόμος builder=χτίστης building=κτήριο bulb=βολβός bulb=γλόμπος bulge=διογκώνω bull=βούλα bull=ταύρος bullet=σφαίρα bulletin=δελτίο bully=θρασύδειλος bully=νταής bulwark=μετερίζι bum=μόρτης bump=καρούμπαλο bump=κραδασμός bump=κύρτωμα bumper=προφυλακτήρας bun=κότσος bunch=δέσμη bunch=μάτσο bunch=τσαμπί bundle=δεσμίδα bundle=μάτσο bundle=σωριάζω bundle=τσουβαλιάζω buoy=σημαδούρα burden=βάρος burden=ζαλίκι burden=φορτίο burden=φορτώνω burdock=κολλιτσίδα bureaucracy=γραφειοκρατία bureaucrat=γραφειοκράτης bureaucrat=γραφειοκρατία bureaucratic=γραφειοκρατικός burglar=διαρρήκτης burglary=διάρρηξη burial=ταφή burly=γεροδεμένος burly=εύσωμος burn=καίω burp=ρέψιμο burrow=κουνελοφωλιά burrow=σκάβω burst=ξέσπασμα burst=ξεσπώ burst=σπάω bury=ενταφιάζω bury=θάβω bush=θάμνος business=δουλειά business=δουλειές business=επιχείρηση business=υπόθεση bust=προτομή busy=απασχολημένος but=αλλά but=όμως butcher=κρεοπώλης butcher=σφάζω butcher=χασάπης butt=κουτουλώ butter=βούτυρο butterfly=πεταλούδα button=κουμπί buy=αγοράζω buyer=αγοραστής by=από bypass=παρακαμπτήριος cab=ταξί cabaret=καμπαρέ cabbage=λάχανο cabin=θαλαμίσκος cabin=καμπίνα cable=καλώδιο cackle=κακαρίζω cactus=κάκτος caffeine=καφεΐνη cage=κλουβί cagey=επιφυλακτικός cagey=φιλύποπτος cake=κέικ calamity=συμφορά calculate=λογαριάζω calculate=υπολογίζω calculator=κομπιουτεράκι calculus=λογισμός calendar=ημερολόγιο calf=γάμπα calf=μοσχάρι calibrate=διαμετρώ calibre=διαμέτρημα calibre=ολική call=κλήση call=τηλεφωνώ caller=επισκέπτης callous=απάνθρωπος callous=στυγνός calm=ήρεμος calm=νηνεμία calmly=ήρεμα calmly=ήσυχα calumny=διαβολή calumny=συκοφαντία camel=καμήλα camera=κάμερα camouflage=συγκάλυψη camp=στρατόπεδο campaign=εκστρατεία campaigner=αγωνιστής camping=κατασκήνωση can=κουτί can=μπορώ canal=διώρυγα canal=κανάλι canary=καναρίνι cancel=ακυρώνω cancellation=ακύρωση cancer=καρκίνος candid=ειλικρινής candidate=υποψήφιος candlestick=κηροπήγιο candlestick=λυχνία candy=καραμέλα canine=σκυλίσιος cannon=κανόνι canny=έξυπνος canoe=κανό canonize=αγιοποιώ canopy=σκιάδα cant=υποκρισία cantankerous=πικρόχολος canteen=καντίνα canteen=παγούρι canvas=καμβάς cap=θήκη cap=σκούφος cap=τραγιάσκα capable=ικανός capacity=χωρητικότητα cape=ακρωτήριο cape=κάπα cape=μπέρτα cape=πατατούκα caper=κάπαρη capital=πρωτεύουσα capitalism=καπιταλισμός capitalist=καπιταλιστής capitalization=κεφαλαιοποίηση capitalize=κεφαλαιοποιώ capricious=αλλοπρόσαλλος capsule=κάψουλα captain=καπετάνιος caption=λεζάντα captive=αιχμάλωτος captive=δέσμιος capture=αιχμαλωσία capture=αιχμαλωτίζω car=κούρσα carapace=καύκαλο carat=καράτι caravan=τροχόσπιτο carbuncle=καλόγερος carcass=κουφάρι carcass=ψοφίμι card=κάρτα cardboard=χαρτόνι cardinal=καρδινάλιος care=προσέχω care=προσοχή care=φροντίδα care=φροντίζω career=καριέρα carefree=αμέριμνος carefree=ανέμελος carefree=ξέγνοιαστος careful=προσεκτικός careless=απρόσεκτος caress=θωπεύω caretaker=επιστάτης caretaker=θυρωρός carnage=μακελειό carnage=σφαγή carnal=σαρκικός carnation=γαρίφαλο carnival=Καρναβάλι carnival=πανηγύρι carnivorous=σαρκοβόρος carnivorous=σαρκοφάγος carp=κυπρίνος carpenter=μαραγκός carpet=μοκέτα carriage=άμαξα carriage=βαγόνι carrier=φορέας carrion=ψοφίμι carry=κουβαλώ carry=μεταφέρω cart=αραμπάς cart=κουβαλώ cart=χειράμαξα cartridge=φυσίγγι cartridge=φυσίγγιο carve=γλύφω carve=λαξεύω carve=σκαλίζω case=βαλίτσα case=θήκη case=περιστατικό case=υπόθεση cash=εξαργυρώνω cash=μετρητά cash=χρήματα cashier=ταμίας cashmere=κασμίρι casing=περιτύλιγμα casino=καζίνο cask=βαρέλι casket=κιβούρι casket=φέρετρο cassette=κασέτα cassock=καζάκα cassock=ράσο cast=βολή cast=επιτελείο cast=ρίξιμο caste=κάστα castigate=επιπλήττω castigate=τιμωρώ castle=κάστρο castrate=ευνουχίζω castration=ευνουχισμός casual=ανεπίσημος casual=ξέγνοιαστος casualty=θύμα cat=γάτα catalogue=κατάλογος catapult=καταπέλτης cataract=καταρράκτης catarrh=καταρροή catastrophe=πανωλεθρία catastrophic=καταστροφικός catch=αρπάζω catch=πιάνω caterer=τροφοδότης catering=τροφοδοσία caterpillar=κάμπια caterwaul=νιαουρίζω caterwaul=φωνάζω catholic=καθολικός cauldron=καζάνι caulk=καλαφατίζω cause=αιτία cause=προκαλώ cause=προξενώ cause=σκοπός causeway=κράσπεδο caustic=καυστικός caustic=σαρκαστικός cauterize=καυτηριάζω caution=επιφύλαξη caution=περίσκεψη caution=προειδοποίηση caution=προειδοποιώ cautious=επιφυλακτικός cautious=εφεκτικός cautiously=επιφυλακτικά cavalry=ιππικό cave=σπηλιά cavern=άντρο cavity=κοιλότητα cease=παύω ceasefire=ανακωχή ceiling=ταβάνι celebrate=εορτάζω celebrated=πολύκροτος celebration=εορτασμός celebration=εορτή celestial=επουράνιος cell=κελί cell=κύτταρο cellar=κελάρι cello=τσέλο cellular=κυτταρικός cement=λάσπη cement=μπετό cement=τσιμέντο cemetery=νεκροταφείο censor=λογοκρίνω censor=λογοκριτής censorship=λογοκρισία censure=επίκριση censure=κατακρίνω censure=μέμψη censure=ψέγω central=κεντρικός centre=κέντρο century=αιώνας century=εκατονταετηρίδα ceramic=κεραμικός ceramics=κεραμική cereal=δημητριακό cerebral=εγκεφαλικός ceremonial=τελετουργικός ceremony=εθιμοτυπία ceremony=τελετή certain=βέβαιος certain=σίγουρος certainly=ασφαλώς certainly=βέβαια certainly=βεβαίως certainty=βεβαιότητα certificate=πιστοποιητικό chaffinch=σπίνος chagrin=πικρία chain=αλυσίδα chain=καδένα chair=έδρα chair=καρέκλα chalk=κιμωλία challenge=προκαλώ challenge=πρόκληση chamber=θαλάμη chamber=θάλαμος chamber=κοιλότητα champagne=σαμπάνια champion=πρωταθλητής champion=υπερασπιστής chance=ευκαιρία chance=πιθανότητα chance=συγκυρία chance=τύχη chancellor=καγκελάριος change=αλλάζω change=μετατροπή change=παραλλαγή change=παραλλάζω changeable=άστατος changeable=ευμετάβλητος changeable=μεταβλητός channel=διοχετεύω channel=κανάλι channel=ρείθρο chant=ψέλνω chaos=χάος chaotic=χαοτικός chaotic=χαώδης chapel=εξωκλήσι chaperon=καβαλιέρος chaplain=εφημέριος character=χαρακτήρας charge=αναθέτω charge=έφοδος charge=κατηγορία charge=φροντίδα chariot=άρμα charitable=φιλάνθρωπος charity=ψυχικό charlatan=αγύρτης charm=γοητεύω charm=θέλγω charm=μαγεύω chart=διάγραμμα chart=χάρτης charter=καταστατικό charter=ναυλώνω chase=κυνηγώ chasm=άβυσσος chassis=αμάξωμα chassis=σασί chaste=αγνός chaste=απέριττος chasten=κολάζω chasten=τιμωρώ chasten=φρονηματίζω chastity=αγνότητα chat=κουβέντα chat=κουβεντιάζω chatter=τρίζω chatter=φλυαρώ chatterbox=πολυλογάς chatterbox=φαφλατάς chatty=γλαφυρός chauffeur=σοφέρ cheap=φτηνός cheat=ζαβολιάρης cheat=κλέβω cheat=φενακίζω cheating=ζαβολιά check=ανακόπτω check=αναχαιτίζω check=καρέ check=σταματώ checker=ελεγκτής cheek=αναίδεια cheek=θράσος cheek=θρασύτητα cheek=μάγουλο cheeky=αναιδής cheeky=θρασύς cheeky=ξετσίπωτος cheer=ζητωκραυγάζω cheerful=φαιδρός cheese=τυρί cheetah=τσίτα chef=μάγειρας chef=σεφ chemist=φαρμακοποιός chemist=χημικός chemistry=χημεία cheque=επιταγή cherry=κεράσι chest=θώρακας chest=κάσα chest=στήθος chew=μασώ chick=κόμματος chick=κοτοπουλάκι chicken=κοτόπουλο chicory=ραδίκι chide=μαλώνω chief=ηγετικός chief=κύριος chieftain=φύλαρχος child=παιδί chill=ανατριχίλα chill=καταψύχω chill=παγερός chill=ρίγος chilling=φοβερός chilling=φρικιαστικός chime=ηχώ chimney=καμινάδα chin=πηγούνι chip=τσιπ chirp=τιτιβίζω chisel=καλέμι chisel=λαξεύω chisel=σμίλη chivalry=ιπποσύνη chlorophyll=χλωροφύλλη chocolate=σοκολάτα choice=εκλεκτός choice=επιλογή choke=στραγγαλίζω choke=φλομώνω choking=ασφυξία choose=διαλέγω choose=επιλέγω chop=κόβω chop=τεμαχίζω chop=τσεκουριά chopper=ελικόπτερο chopper=πέλεκας choppy=ταραγμένος choral=χορωδιακός chord=συγχορδία chore=αγγαρεία christen=βαφτίζω chromosome=χρωμόσωμα chronic=χρόνιος chronicle=αφηγούμαι chronicle=ιστορώ chronicle=χρονικό chronicler=χρονικογράφος chrysalis=χρυσαλλίδα chuck=πετώ chum=φιλαράκος chum=φίλος church=εκκλησία churchyard=νεκροταφείο churl=αγροίκος churlish=αγροίκος churn=ανακατεύω churn=κάδος churn=καρδάρα churn=ταράζω cicada=τζίτζικας cigarette=τσιγάρο cinema=κινηματογραφικός circle=κύκλος circuit=γύρος circuit=κύκλωμα circular=κυκλικός circulate=κυκλοφορώ circulation=κυκλοφορία circulatory=κυκλοφοριακός circumcise=περιτέμνω circumspection=προσοχή circumvent=παρακάμπτω circus=τσίρκο cistern=δεξαμενή citadel=κάστρο citadel=φρούριο cite=αναφέρω cite=παραθέτω citizen=πολίτης city=πόλη civil=ευπροσήγορος civilisation=πολιτισμός claim=διεκδίκηση claim=διεκδικώ claim=ισχυρίζομαι claim=ισχυρισμός clam=κυδώνι clamber=σκαρφαλώνω clamp=συσφίγγω clamp=σφίγγω clan=φατρία clang=κλαγγή clap=κροτώ clap=χειροκροτώ clapper=εγκάθετος clarify=αποσαφηνίζω clarify=διασαφηνίζω clarinet=κλαρίνο clarity=ευκρίνεια clarity=σαφήνεια clash=αντιπαράθεση clash=αψιμαχία clash=κλαγγή clash=προσκρούω clasp=σφίγγω class=κλάση class=τάξη class=υπάγω classical=κλασσικός classification=ταξινόμηση classified=απόρρητος classify=ταξινομώ clatter=κροτώ clatter=πάταγος clause=ρήτρα clay=άργιλος clay=πηλός clean=εκκαθαρίζω clean=καθαρίζω clean=καθαρός cleaner=καθαριστής cleaner=καθαρίστρια cleaning=καθάρισμα cleaning=καθαρισμός cleanse=εκκαθαρίζω clear=διαυγής clear=έκδηλος clear=ελευθερώνω clear=εναργής clearing=εκκαθάριση clearing=ξέφωτο clearly=καθαρά clearly=ξεκάθαρα cleave=σχίζω clemency=επιείκεια clench=σφίγγω clergy=ιερατείο clerical=γραφειοκρατικός clerk=υπάλληλος clever=έξυπνος cleverly=έξυπνα click=κλικ client=πελάτης clientele=πελατεία cliff=γκρεμός climate=κλίμα climax=αποκορύφωμα climb=ανεβαίνω climb=σκαρφαλώνω climber=ορειβάτης climbing=ορειβασία cling=πιάνομαι clinic=κλινική clinical=κλινικός clip=κουρεύω clip=πόρπη clip=συνδετήρας clip=ψαλιδίζω clitoris=κλειτορίδα cloak=καζάκα cloak=μανδύας clock=ρολόι clod=βώλος clog=βουλώνω clog=τσόκαρο clone=κλώνος close=αποπνιχτικός close=κολλητός close=κοντά close=πνιγηρός closure=κλείσιμο clot=πήζω cloth=πανί cloth=ύφασμα clothes=ρούχα clothing=ρουχισμός cloud=θολώνω cloud=σύννεφο cloudy=νεφελώδης cloudy=συννεφιασμένος clout=καρπαζιά clout=καρπαζώνω clover=τριφύλλι clown=κλόουν club=λέσχη club=ρόπαλο cluck=κακαρίζω clue=ίχνος clue=κλειδί clumsy=αδαής cluster=σύμπλεγμα cluster=συστοιχία clutch=απομόνωση clutch=αρπάζω clutch=κλώσημα clutch=πιάνω coach=άμαξα coach=πούλμαν coach=προπονητής coach=προπονώ coagulation=σύμπηξη coal=άνθρακας coal=κάρβουνα coalition=συνασπισμός coarse=αγροίκος coarse=χονδροειδής coast=ακτή coastal=παραθαλάσσιος coastal=παράκτιος coastal=παραλιακός coat=παλτό coating=στρώση cobbler=τσαγκάρης cock=κόκορας cock=πετεινός cockroach=κατσαρίδα cocoa=κακάο cocoa=κακό coconut=καρύδα cocoon=κουκούλι cod=βακαλάος code=κώδικας coefficient=συντελεστής coerce=πειθαναγκάζω coercion=εξαναγκασμός coexist=συνυπάρχω coexistence=συνύπαρξη coffee=καφές coffin=κάσα coffin=κιβούρι coffin=φέρετρο cognac=κονιάκ coherence=ειρμός cohesion=συνοχή coiffure=κόμμωση coil=κουλούρα coil=πηνίο coin=κέρμα coincidence=συγκυρία coincidence=σύμπτωση coke=κόλα cold=κρυολόγημα cold=κρύος cold=πούντα coldly=ψυχρά colic=κολικός colic=κωλικός collaboration=συνεργασία collaborator=τσιράκι collapse=καταρρέω collapse=σωριάζομαι collar=γιακάς collar=κολάρο collar=λουρί collate=παραβάλλω colleague=συνάδελφος collect=συλλέγω collective=συλλογικός collectively=συλλογικά collector=συλλέκτης college=κολέγιο collegial=κολεγιακός collegiate=κολεγιακός collide=συγκρούομαι collide=συγκρούω collision=σύγκρουση collusion=συμπαιγνία colonel=συνταγματάρχης colonial=αποικιακός colonnade=κιονοστοιχία colony=αποικία colony=παροικία colossal=κολοσσιαίος colossus=κολοσσός colour=έγχρωμος colour=χρώμα coloured=έγχρωμος colourful=γραφικός colourful=πολύχρωμος colourful=χρωματιστός colt=πουλάρι column=κολόνα column=στήλη coma=κώμα comb=χτένα comb=χτενίζω combat=αγώνας combat=καταπολεμώ combat=μάχη combative=μαχητικός combination=συνδυασμός combine=συνδυάζω combustible=καύσιμος combustion=ανάφλεξη combustion=καύση come=έρχομαι comeback=επάνοδος comedy=κωμωδία comet=κομήτης comfort=άνεση comfort=καθησυχάζω comfort=παρηγορώ comfortable=άνετος comfortable=βολικός comic=αστείος comic=κωμικός command=διατάζω command=εντολή command=προσταγή command=προστάζω commandant=διοικητής commend=επαινώ comment=σχολιάζω comment=σχόλιο commentary=σχόλιο commentator=σχολιαστής commercial=διαφήμιση commercial=εμπορικός commission=εξουσιοδότηση commission=παραγγελία commission=παραγγέλλω commissioner=παραγγελιοδόχος commit=δεσμεύω commit=διαπράττω commit=κάνω commitment=δέσμευση committee=επιτροπή commodity=αγαθό commodity=εμπόρευμα common=κοινός common=συνηθισμένος commonly=κοινά commonly=κοινώς commonly=συνήθως commonplace=κοινός commonwealth=κοινοπολιτεία commotion=αναταραχή commotion=σάλος commune=κοινόβιο communicable=μεταδοτικός communicate=επικοινωνώ communication=επικοινωνία communism=κομμουνισμός communist=κομμουνιστής community=κοινότητα compact=συμπαγής compact=συμπυκνωμένος companion=σύντροφος companionship=συντροφιά company=εταιρία company=θίασος company=ομήγυρη company=παρέα comparable=εφάμιλλος comparable=συγκρίσιμος comparative=παραθετικός compare=παραβάλλω comparison=παραβολή comparison=σύγκριση compartment=μέρος compartment=τμήμα compass=διαβήτης compass=πυξίδα compassion=οίκτος compassion=συμπάθεια compassion=συμπόνια compassionate=πονόψυχος compatible=συμβατός compatriot=συμπατριώτης compel=εξαναγκάζω compendium=επιτομή compensate=αναπληρώνω compensate=αντισταθμίζω compensation=αποζημίωση compensation=συμψηφισμός compete=διαγωνίζομαι compete=συναγωνίζομαι competence=αρμοδιότητα competition=διαγωνισμός competition=συναγωνισμός competitor=διαγωνιζόμενος compile=μεταγλωττίζω compile=συλλέγω compile=συντάσσω complacency=αυταρέσκεια complain=παραπονιέμαι complaint=πάθηση complaint=παράπονο complement=συμπλήρωμα complete=ολόκληρος complete=ολοκληρώνω complete=περατώνω completely=εντελώς completion=ολοκλήρωση completion=τελείωμα complex=περίπλοκος complex=πολύπλοκος complex=πολυσύνθετος complex=σύνθετος complexion=χροιά compliance=συμμόρφωση compliant=ενδοτικός complicate=περιπλέκω complicated=περίπλοκος complicated=πολύπλοκος complication=επιπλοκή complication=μπέρδεμα complication=περιπλοκή complicity=συνέργεια compliment=φιλοφρόνηση complimentary=φιλοφρονητικός component=εξάρτημα component=συστατικός compose=αποτελώ compose=συγκροτώ compose=συνθέτω composed=ατάραχος composer=συνθέτης composition=έκθεση composition=σύνθεση composure=αταραξία composure=ηρεμία composure=ψυχραιμία compound=επιδεινώνω compound=σύνθετος comprehension=κατανόηση comprehensive=περιεκτικός comprehensive=πλήρης compress=πατικώνω compress=συμπιέζω compression=συμπίεση compressor=συμπιεστής comprise=περιλαμβάνω compromise=διακυβεύω compromise=συμβιβάζω compromise=συμβιβασμός compulsion=εξαναγκασμός compulsion=παρόρμηση compulsive=παθολογικός compulsory=υποχρεωτικός compunction=τύψη computer=υπολογιστής con=απάτη conceal=κρύβω concealment=απόκρυψη concealment=συγκάλυψη concede=παραχωρώ conceit=αλαζονεία conceit=έπαρση conceited=αλαζονικός conceivable=νοητός concentrate=συγκεντρώνομαι concentrate=συγκεντρώνω concentrate=συμπυκνώνω concentration=συγκέντρωση concept=αντίληψη concept=έννοια concept=ιδέα conception=σύλληψη concern=ανησυχία concern=ενδιαφέρον concern=προβληματισμός concert=συναυλία concession=παραχώρηση conciliatory=συμβιβαστικός concisely=περιεκτικά conclude=καταλήγω conclude=συμπεραίνομαι conclude=συμπεραίνω conclude=τελειώνω conclusion=λήξη conclusion=συμπέρασμα conclusion=τέλος conclusive=αδιαμφισβήτητος conclusive=πειστικός concord=αρμονία concord=ομόνοια concord=συμφωνία concrete=μπετό concrete=μπετόν concrete=σκυρόδεμα concrete=συγκεκριμένος concubine=παλλακίδα concurrence=συγκατάθεση concurrently=ταυτόχρονα condemn=καταδικάζω condemnation=καταδίκη condemned=καταδικασμένος condensation=συμπύκνωση condense=συμπυκνώνω condense=συνοψίζω condense=υγροποιώ condenser=πυκνωτής condition=κατάσταση condition=πάθηση condolence=συλλυπητήρια condone=παραβλέπω condone=συγχωρώ conduct=διαγωγή conduct=διεξάγω conduct=συμπεριφορά conduct=φέρσιμο conduction=αγωγή conductor=μαέστρος conduit=οχετός cone=κώνος confederation=συνομοσπονδία confer=προσφέρω confer=συσκέπτομαι confer=χορηγώ conference=συνέδριο conference=σύσκεψη confess=διακηρύσσω confess=εξομολογώ confess=ομολογώ confession=εξομολόγηση confessor=εξομολογητής confidant=έμπιστος confidence=αυτοπεποίθηση confidence=εμπιστοσύνη confidence=εχεμύθεια confident=σίγουρος confidential=εμπιστευτικός configuration=διάταξη configuration=διευθέτηση confine=περιορίζω confine=περιστέλλω confirm=διαβεβαιώνω confirm=επιβεβαιώνω confirmed=κατασταλαγμένος confiscate=δημεύω confiscate=κατάσχω confiscation=δήμευση conflagration=πυρκαγιά conformity=συμμόρφωση confront=αντικρίζω confront=αντιμετωπίζω confrontation=αντιμετώπιση confrontation=διαμάχη confusion=κυκεώνας confusion=παραζάλη confusion=σύγχυση confute=ανασκευάζω congenial=ευχάριστος congestion=συμφόρηση congratulate=συγχαίρω congregation=εκκλησίασμα conic=κωνικός coniferous=κωνοφόρος conjectural=εικαστικός conjugate=κλίνω conjunction=σύνδεσμος conjure=εξορκίζω conman=απατεώνας connect=συνδέω connection=ανταπόκριση connection=σύνδεση connection=σχέση connective=συνδετικός conquer=κατακτώ conqueror=κατακτητής conquest=κατάκτηση conquest=πόρθηση conscience=συνείδηση consciously=συνειδητά consciousness=αισθήσεις consciousness=επίγνωση conscription=στρατολογία consecutive=διαδοχικός consensus=ομοφωνία consensus=συναίνεση consent=συγκατανεύω consequence=επίπτωση consequence=σημασία consequence=συνέπεια consequently=επομένως consequently=συνεπώς conservationist=περιβαλλοντολόγος conservative=συντηρητικός conserve=διατηρώ conserve=συντηρώ consider=θεωρώ considerable=αξιόλογος considerable=αρκετός considerably=αρκετά consideration=σεβασμός consideration=σκέψη consign=αποστέλλω consistent=σταθερός consistent=συνεπής console=παρηγορώ consolidate=εδραιώνω consolidate=εμπεδώνω consolidation=εδραίωση conspicuous=καταφανής conspicuous=περίβλεπτος conspicuous=περίοπτος conspiracy=συνωμοσία conspirator=συνωμότης constant=αδιάκοπος constant=συνεχής constantly=συνεχώς constellation=αστερισμός consternation=άγχος consternation=απελπισία consternation=τρόμος constituent=συστατικός constitute=αποτελώ constitute=συγκροτώ constitution=σύνταγμα constitutional=συνταγματικός constraint=εξαναγκασμός constraint=συστολή construct=κατασκευάζω construct=οικοδομώ construct=χτίζω construction=ανέγερση construction=κατασκευή constructive=εποικοδομητικός construe=ερμηνεύω consulate=υπατεία consult=ανατρέχω consult=συμβουλεύομαι consultant=εμπειρογνώμονας consultant=εμπειρογνώμων consultant=σύμβουλος consume=καταναλώνω consumer=καταναλωτής consumption=κατανάλωση consumption=φθίση contact=επαφή contagious=κολλητικός contain=αναχαιτίζω contain=περιέχω contain=περιλαμβάνω contaminate=μιαίνω contaminate=μολύνω contamination=μίασμα contamination=μόλυνση contemplation=διαλογισμός contemplation=περισυλλογή contemplation=στοχασμός contemplative=στοχαστικός contemporary=σύγχρονος contempt=καταφρόνια contempt=περιφρόνηση contemptible=περιφρονητέος contemptible=ποταπός contemptuous=περιφρονητικός content=ευχαριστημένος content=ικανοποιημένο content=ικανοποιημένος contest=αντιπαράθεση contestant=διαγωνιζόμενος context=πλαίσιο continent=ήπειρος continental=ηπειρωτικός continual=συνεχής continually=συνεχώς continuation=συνέχεια continue=συνεχίζομαι continue=συνεχίζω continuity=ειρμός continuity=ενδελέχεια continuous=διαρκής contour=περίγραμμα contract=κολλάω contract=προσβάλλομαι contract=συμβόλαιο contract=συστέλλομαι contraction=συστολή contractor=εργολάβος contradict=αντιλέγω contradict=αντιφάσκω contradict=διαψεύδω contradiction=αντίφαση contradictory=αντιφατικός contrast=αντίθεση contrast=αντιπαραθέτω contrast=συγκρίνω contribute=συνεισφέρω contribution=συμβολή contribution=συνεισφορά contributor=συνεργάτης contrive=εφευρίσκω control=έλεγχος control=εξουσιάζω controller=ελεγκτής controversial=αμφιλεγόμενος controversial=αμφισβητήσιμος controversial=επίμαχος controversy=διαμάχη conundrum=γρίφος convalescence=ανάρρωση convene=συγκαλώ convenience=άνεση convenient=βολικός convention=σύμβαση convention=συνέδριο convention=συνέλευση convention=συνθήκη conventional=συμβατικός convergence=σύγκλιση conversation=συνομιλία converse=συνομιλώ conversion=μετατροπή convert=μετατρέπω convertibility=μετατρεψιμότητα convertible=μετατρέψιμος convey=διαβιβάζω convey=μεταβιβάζω convey=μεταδίδω convict=καταδικάζω convict=κατάδικος conviction=καταδίκη conviction=πεποίθηση convivial=εύθυμος convocation=σύγκληση convocation=σύνοδος convulsion=σπασμός convulsive=σπασμωδικός cook=μάγειρας cook=μαγειρεύω cookery=μαγειρική cookie=μπισκότο cool=δροσερός cool=ψυχρός cooler=ψυγείο cooling=δροσιστικός cooper=βαγενάς cooper=βαρελάς cooperate=συνεργάζομαι cooperation=συνεργασία cooperative=συνεργάσιμος cooperative=συνεταιρισμός coordinate=συντεταγμένη coordination=συντονισμός cope=αντεπεξέρχομαι copper=χαλκός copy=αντίγραφο copy=αντιγράφω copy=αντίτυπο copying=αντιγραφή coquettish=φιλάρεσκος coral=κοράλλι cord=κορδόνι cordial=εγκάρδιος core=πυρήνας cork=φελλός cormorant=κορμοράνος corn=καλαμπόκι corner=γωνία corner=στριμώχνω cornet=κορνέτα coronation=στέψη corporal=δεκανέας corporation=συντεχνία corpse=πτώμα corpulence=παχυσαρκία corpulent=εύσαρκος corpulent=παχύσαρκος corpulent=τροφαντός corpuscle=κύτταρο corpuscle=σωμάτιο correct=διορθώνω correct=σωστός correction=διόρθωμα correction=διόρθωση correctly=σωστά correlation=συσχέτιση correspond=ανταποκρίνομαι correspond=αντιστοιχώ correspond=συμφωνώ correspondence=αλληλογραφία correspondent=απεσταλμένος corridor=διάδρομος corrosion=διάβρωση corrupt=αλλοιώνω corrupt=διαφθείρω corrupt=εκμαυλίζω corrupt=ξεμαυλίζω corruption=διαφθορά corruption=εκμαυλισμός corruption=μαύλισμα corruption=ξεμαύλισμα corsage=κορσάζ corset=κορσέ cosine=συνημίτονο cosmopolitan=κοσμοπολίτης cost=δαπάνη cost=κοστίζω cost=κόστος costly=ακριβός costly=δαπανηρός costume=ενδυμασία cotton=βαμβακερό cotton=βαμβακερός cotton=βαμβάκι couch=ανάκλιντρο couch=καναπές couch=ντιβάνι cough=βήχας cough=βήχω council=δήμος council=συμβούλιο counsel=καμαρίλα counsel=συμβουλεύω counsellor=σύμβουλος count=κόμης count=μετρώ countenance=ανέχομαι countenance=έκφραση countenance=όψη counter=θυρίδα counterbalance=αντίβαρο counterfeit=κάλπικος counterfeit=κίβδηλος counterfeit=πλαστός counterfeiting=παραχάραξη counterpart=ομόλογος countersign=προσυπογράφω country=εξοχή country=πατρίδα country=χώρα countryside=εξοχή county=κομητεία courage=γενναιότητα courage=θάρρος courageous=γενναίος courageous=θαρραλέος courier=αγγελιοφόρος course=πιάτο course=πλεύση court=αυλή court=δικαστήριο court=ερωτοτροπώ courteous=ευπροσήγορος courteously=ευγενικά courtesan=εταίρα courtesy=ευγένεια courtesy=φιλοφρόνηση courtier=αυλικός courtyard=αυλή covenant=σύμφωνο cover=καλύπτω coverage=κάλυψη covet=εποφθαλμιώ cow=αγελάδα cowardly=θρασύδειλος cowardly=κιοτής coy=ντροπαλός coy=σεμνός coy=σεμνότυφος crab=καβουράκι crack=ραγίζω crack=ράγισμα crack=ρωγμή crack=σπάζω cracker=βαρελότο crackle=κροτάλισμα crackle=τριζοβολώ crackle=τρίξιμο cradle=λίκνο craft=σκάφος craftsman=τεχνίτης crafty=μουσίτσα crag=βράχος cramp=κράμπα cramp=σύσπαση cramped=στενόχωρος crane=γερανός crank=μανιβέλα crash=κραχ crash=πάταγος crash=πέφτω crash=προσκρούω crate=καφάσι crater=κρατήρας craving=δίψα craving=λαχτάρα crawl=μπουσουλάω crawl=σύρομαι crawl=σύρσιμο craze=τρέλα crazy=τρελός crazy=τρελούτσικος creak=τρίζω cream=κρέμα crease=ζάρωμα crease=πτυχή create=δημιουργώ creation=δημιουργία creative=δημιουργικός creator=δημιουργός creature=πλάσμα credit=πίστωση creditor=πιστωτής credulous=ευκολόπιστος credulous=εύπιστος creed=πίστη creek=ρεύμα creek=ρυάκι creep=έρπω creep=κόλακας creep=σέρνομαι crepe=κρεπ crescent=ημισέληνος crescent=μισοφέγγαρο cress=κάρδαμο crest=λειρί crest=λοφίο crest=οικόσημο crevasse=ρωγμή crevice=σχισμή cricket=κρίκετ cricket=τριζόνι crime=έγκλημα criminal=εγκληματίας criminal=εγκληματικός criminality=εγκληματικότητα criminology=εγκληματολογία cripple=ανάπηρος crisp=ξηρός crisp=τραγανιστός crisp=τσουχτερός criterion=κριτήριο critic=κριτικός critical=καίριος criticise=επικρίνω criticise=κριτικάρω criticism=επίκριση criticism=κριτική criticize=επικρίνω croak=κοάζω crock=στάμνα crockery=πιατικά crocodile=κροκόδειλος crocus=κρόκος crook=απατεώνας crook=κακοποιός crooked=στραβός crop=κουρεύω crop=σοδειά croquet=κροκέ cross=γέμισμα cross=διασχίζω cross=σταυρός crossbow=βαλλίστρα cross-eyed=γκαβός crossing=διάβαση crow=κουρούνα crowd=πλήθος crown=θήκη crown=κορόνα crown=κορώνα crown=στέμμα crucial=ζωτικός crucial=κρίσιμος crude=ακατέργαστος crude=χονδροειδής crude=ωμός cruel=απάνθρωπος cruel=σκληρός cruelly=απάνθρωπα cruelty=απανθρωπιά cruise=κρουαζιέρα crumb=ψίχα crumb=ψίχουλο crumble=θρυμματίζω crumple=ζαρώνω crumple=τσαλακώνω crunch=κριτσανίζω crusade=σταυροφορία crush=ζουλώ crush=συνθλίβω crush=συνωστισμός crushing=συντριπτικός crust=καύκαλο crust=κόρα crust=κρούστα crutch=δεκανίκι crutch=πατερίτσα cry=κλαίω cry=κραυγή cry=φωνάζω crying=κλάμα crying=κλάψιμο crypt=κρύπτη crystal=κρύσταλλος cube=κύβος cubical=κυβικός cubicle=θαλαμίσκος cuckoo=κούκος cucumber=αγγούρι cue=στέκα cuff=μανικέτι culinary=μαγειρικός culprit=δράστης culprit=φταίχτης cultivate=καλλιεργώ cultivate=σκαλίζω cultural=πολιτιστικός culture=πολιτισμός cumulative=αθροιστικός cumulative=σωρευτικός cunning=καπάτσος cunning=πανουργία cunning=πονηρός cup=φλιτζάνι cupboard=ντουλάπι cupola=τρούλος curator=έφορος curb=κράσπεδο curb=χαλιναγωγώ curdle=πήζω cure=αλατίζω cure=θεραπεύω cure=καπνίζω cure=παστώνω curiosity=περιέργεια curious=περίεργος curl=κατσαρώνω curl=μπούκλα curly=κατσαρός curly=σγουρός currency=νόμισμα currency=συνάλλαγμα current=ρεύμα current=τωρινός currently=σήμερα currently=τώρα currently=τωρινά curse=αναθεματίζω curse=καταριέμαι cursed=αναθεματισμένος cursed=εναγής cursed=επάρατος cursor=κέρσορας cursory=απρόσεκτος cursory=βιαστικός curtail=κονταίνω curtail=περικόπτω curtain=αυλαία curtain=κουρτίνα curvature=κύρτωμα curve=καμπύλη curve=καμπυλώνω curve=κυρτώνω cushion=μαξιλάρι custody=κηδεμονία custody=κράτηση custody=φύλαξη custom=έθιμο customer=μουστερής customer=πελάτης customs=έθιμα customs=τελωνείο cut=κόβω cut=κοπή cut=κόψιμο cute=πανέξυπνος cute=τετραπέρατος cuticle=παρανυχίδα cutlery=μαχαιροπήρουνα cuttlefish=σουπιά cycle=κύκλος cycling=ποδηλασία cyclist=ποδηλάτης cyclone=κυκλώνας cylinder=κύλινδρος cynical=κυνικός cynicism=κυνισμός dab=καλκάνι dad=μπαμπάς daddy=μπαμπάς daffodil=ασφόδελος dagger=μαχαίρι daily=καθημερινός daisy=μαργαρίτα dam=φράγμα dam=φραγμός damage=βλάβη damage=βλάπτω damage=ζημιά damnation=καταδίκη damnation=κόλαση damnation=κολασμός damned=κολασμένος damp=νωπός damp=υγρός dance=χορεύω dancer=χορευτής dancing=χορός dandy=δανδής danger=κίνδυνος dangerous=επικίνδυνος dangerous=ριψοκίνδυνος dangerously=επικίνδυνα dangle=κουνώ dangle=κρεμιέμαι dank=νοτερός daring=τόλμη daring=τόλμημα dark=μελαχρινός dark=μουχρός dark=σκοτεινός dark=σκούρος darn=μαντάρω dart=βέλος dart=ξεπετάγομαι dash=ραντίζω dash=συντρίβω dash=τρέχω data=δεδομένα data=στοιχεία date=ημερομηνία date=χουρμάς daughter=κόρη dawn=αυγή day=μέρα daydream=ονειροπόληση daydream=ρεμβάζω dazzle=θαμπώνω dazzle=τυφλώνω deacon=διάκονος dead=νεκρός dead=πεθαμένος deadlock=απραξία deadly=μοιραίος deaf=κουφός deal=αγορά deal=μοιράζω dealer=έμπορος dean=κοσμήτορας dear=αγαπητός dear=ακριβός dearly=ακριβά death=θάνατος deathly=νεκρικός debacle=κατάρρευση debase=προστυχαίνω debatable=συζητήσιμος debate=συζήτηση debauch=εκμαυλίζω debauch=μαυλίζω debauch=ξεμαυλίζω debauchery=ακολασία debauchery=ασωτία debauchery=μαύλισμα debauchery=ξεμαύλισμα debilitate=καταβάλλω debility=ατονία debit=χρέωση debris=συντρίμματα debt=χρέος decade=δεκαετία decanter=καράφα decay=παρακμάζω decay=παρακμή decay=σαπίζω decay=φθορά deceased=αποθανών deceit=απάτη deceitful=απατηλός deceitful=δόλιος deceive=εξαπατώ decelerate=επιβραδύνω decency=φρονιμάδα decent=ευπρεπής decent=εύσχημος decent=πρέπων deceptive=απατηλός deceptive=παραπλανητικός decide=αποφασίζω deciduous=φυλλοβόλος decimate=αποδεκατίζω decision=απόφαση decisive=αποφασιστικός decisive=καθοριστικός decisiveness=αποφασιστικότητα deck=κατάστρωμα declaration=κήρυξη declare=δηλώνω decline=κλίνω decline=μαρασμός decline=ξεπεσμός declivity=κατήφορος decompose=αποσυνθέτω decompose=σαπίζω decorate=διακοσμώ decoration=στολισμός decorous=ευπρεπής decorum=ευπρέπεια decorum=κοσμιότητα decoy=δόλωμα decoy=κράχτης decrease=μείωση decree=διάταγμα decree=θεσπίζω decree=θέσπισμα dedication=αφιέρωση dedication=προσήλωση deduce=συμπεραίνω deduce=συνάγω deduct=εκπίπτω deduction=έκπτωση deem=θεωρώ deem=κρίνω deep=βαθύς deeply=βαθιά deer=ελάφι deer=ζαρκάδι defamation=δυσφήμιση defamation=συκοφαντία defamatory=συκοφαντικός defame=δυσφημώ default=αθέτηση default=αθετώ default=απουσία defeat=ήττα defeatism=ηττοπάθεια defeatist=ηττοπαθής defect=αποστατώ defect=ελάττωμα defection=αποσκίρτηση defection=αποστασία defective=ελαττωματικός defective=ελλειπτικός defence=άμυνα defence=συνηγορία defenceless=ανυπεράσπιστος defend=αμύνομαι defend=προστατεύω defend=υπερασπίζομαι defend=υπερασπίζω defendant=εναγόμενος defendant=κατηγορούμενος defensive=αμυντικός defer=αναβάλλω defiant=ιταμός deficient=ελλιπής defile=βεβηλώνω defile=κηλιδώνω defile=λερώνω defile=μαγαρίζω define=προσδιορίζω definite=οριστικός definite=σαφής definitely=οριστικά definition=ορισμός deflation=αποπληθωρισμός deflect=εκτρέπω deflect=παρεκκλίνω defloration=διακόρευση defloration=εκπαρθένευση deformity=παραμόρφωση defraud=φενακίζω defrost=ξεπαγώνω deft=επιδέξιος deft=σβέλτος deftly=επιδέξια deftly=σβέλτα defy=αντιστέκομαι defy=αψηφώ degenerate=εκφυλίζομαι degenerate=έκφυλος degeneration=εκφύλιση degrade=εκφαυλίζω degrade=εξευτελίζω degrade=καθαιρώ degrade=υποβαθμίζω degree=βαθμός degree=πτυχίο delay=καθυστέρηση delectable=απολαυστικός delectable=νόστιμος delectable=χαριτωμένος delegation=αντιπροσωπεία delete=διαγράφω delete=εξαλείφω deliberate=εσκεμμένος deliberately=επίτηδες deliberately=εσκεμμένα deliberately=σκόπιμα delicacy=λεπτότητα delicacy=λιχουδιά delicate=λεπτός delicate=μαλθακός delicate=φίνος delicious=νόστιμος delight=εντρυφώ delight=ευφροσύνη delight=ηδονή delight=χαρά delightful=ευφρόσυνος delightful=ευχάριστος delightful=τερπνός delimit=οριοθετώ delimit=οροθετώ delineate=σκιαγραφώ delinquent=εγκληματίας delirium=παραλήρημα deliver=εκφωνώ deliver=παραδίδω delivery=παράδοση delivery=παραλαβή delude=εξαπατώ deluge=κατακλυσμός delve=αναζητώ delve=ερευνώ delve=ψάχνω demand=απαίτηση demand=απαιτώ demand=ζήτηση demand=ζητώ demarcation=οροθεσία demerit=μειονέκτημα demise=θάνατος demise=τέλος demise=τερματισμός democratic=δημοκρατικός demolition=κατεδάφιση demon=δαίμονας demon=τελώνιο demonstrate=αποδεικνύω demonstrate=δείχνω demonstrate=διαδηλώνω demonstration=διαδήλωση demonstration=επίδειξη demoralization=έκλυση demote=υποβαθμίζω demur=ένσταση demure=μαζεμένος demure=σεμνός den=καταγώγιο den=λημέρι den=τρώγλη denial=άρνηση denigrate=κακολογώ denim=τζιν denizen=κάτοικος denote=εμφαίνω denote=σημαίνω denote=υποδηλώ dense=δασύς dense=πυκνός dent=βαθούλωμα dent=βαθουλώνω dent=στραπατσάρισμα dental=οδοντικός dentist=οδοντίατρος denude=απογυμνώνω denunciation=καταγγελία deodorant=αποσμητικό departure=αναχώρηση departure=απόκλιση depend=εξαρτώμαι dependable=αξιόπιστος dependable=συνεπής dependence=εξάρτηση dependency=εξάρτηση depict=απεικονίζω depiction=απεικόνιση deplete=εξαντλώ deplete=μειώνω deplore=ελεεινολογώ deploy=παρατάσσω depopulate=ερημώνω deport=απελαύνω deport=εκτοπίζω deportation=απέλαση depose=εκθρονίζω deposit=επαναθέτω deposit=ίζημα deposit=προσχώνω deprecate=αποδοκιμάζω depreciation=υποτίμηση depredation=λεηλασία depress=μελαγχολώ depression=κατάθλιψη depression=ύφεση deprivation=στέρηση deprive=αποστερώ depth=βάθος derelict=εγκαταλειμμένος derelict=ετοιμόρροπος derision=χλευασμός derivative=παράγωγος derive=αντλώ derive=παράγομαι derive=προέρχομαι descend=προέρχομαι descendant=απόγονος descendant=επίγονος descent=καταγωγή describe=περιγράφω description=περιγραφή desert=έρημος deserted=εγκαταλειμμένος deserve=αξίζω design=σχεδιασμός designer=σχεδιαστής desirable=επιθυμητός desire=επιθυμία desire=καημός desk=θρανίο despair=απόγνωση desperate=απεγνωσμένος desperate=απελπισμένος despicable=αξιοκαταφρόνητος despicable=ποταπός despotic=δεσποτικός dessert=επιδόρπιο destination=προορισμός destine=προορίζω destiny=ειμαρμένη destiny=μοίρα destiny=πεπρωμένο destroy=καταστρέφω destroyer=τορπιλικό destruction=καταστροφή destructive=καταστροφικός desultory=ακανόνιστος desultory=άτακτος detach=αποκολλώ detachment=αποκόλληση detail=απαριθμώ detail=λεπτομέρεια detailed=διεξοδικός detailed=λεπτομερής detain=καθυστερώ detain=κρατώ detect=ανιχνεύω deteriorate=επιδεινώνω deteriorate=χειροτερεύω deterioration=επιδείνωση deterioration=χειροτέρευση determination=αποφασιστικότητα determine=αποφασίζω determine=καθορίζω determine=προσδιορίζω determine=υπολογίζω detest=σιχαίνομαι detestable=βδελυρός detour=παράκαμψη detrimental=επιζήμιος devaluation=υποτίμηση devastate=ερημώνω devastate=καταστρέφω devastating=καταστρεπτικός devastating=ολέθριος devastation=όλεθρος devastation=ρήμαγμα develop=αναπτύσσομαι develop=αναπτύσσω development=ανάπτυξη development=εξέλιξη deviate=εκτρέπομαι deviate=παρεκκλίνω deviation=απόκλιση device=μηχάνημα device=συσκευή device=τέχνασμα devil=διάβολος devilish=σατανικός devious=δόλιος devious=ύπουλος devise=επινοώ devote=αφιερώνω devotee=οπαδός devotion=αφιέρωση devotion=αφοσίωση devotion=ευλάβεια devour=καταβροχθίζω devout=ευσεβής devout=πιστός devoutness=ευσέβεια dew=δρόσος dexterity=δεξιοτεχνία dexterity=επιδεξιότητα dexterity=επιτηδειότητα dexterous=επιτήδειος diabetes=διαβήτης diabetic=διαβητικός diagnosis=διάγνωση dial=καντράν dialogue=διάλογος diameter=διάμετρος diamond=διαμάντι diaper=πάνα diarrhoea=διάρροια dice=ζάρια dictate=υπαγορεύω dictation=ορθογραφία dictation=υπαγόρευση dictator=δικτάτορας dictatorship=δικτατορία dictionary=λεξικό die=αποθνήσκω die=πεθάνω die=τεζάρω diet=διαιτολόγιο diet=διατροφή difference=διαφορά different=διαφορετικός differentiate=διαφοροποιώ differently=διαφορετικά difficult=δύσκολος difficulty=δυσκολία difficulty=δυσχέρεια diffident=άτολμος diffident=διστακτικός dig=κέντρισμα dig=νύξη dig=σαρκασμός dig=σκάβω digest=χωνεύω digestion=πέψη digestion=χώνεψη digger=εκσκαφέας digging=σκάψιμο digit=ψηφίο digital=ψηφιακός dignified=αξιοπρεπής dignified=επιβλητικός dignity=αξιοπρέπεια digression=παρέκβαση dike=τάφρος dilation=διαστολή dilemma=δίλημμα dilettante=ερασιτέχνης diligence=επιμέλεια diligence=φιλοτεχνία diligent=επιμελής diligent=εργατικός dill=άνηθο dilute=αραιώνω dim=αμυδρός dim=θαμπός dim=θολός dim=θολωμένος dimension=διάσταση diminish=μειώνομαι diminish=μικραίνω diminish=συρρικνώνομαι diminutive=υποκοριστικός dimple=λακκάκι dimwit=βλάκας din=πάταγος din=σαματάς dine=γευματίζω dine=δειπνώ dining-room=τραπεζαρία dinner=βραδινό dinosaur=δεινόσαυρος dip=βουτώ diploma=δίπλωμα diplomacy=διπλωματία diplomat=διπλωμάτης diplomatic=διπλωματικός dire=έσχατος dire=τρομερός direct=καθοδηγώ direct=σκηνοθετώ direction=κατεύθυνση directive=οδηγία director=σκηνοθέτης dirge=μοιρολόι dirty=βρώμικος dirty=λερωμένος disability=αναπηρία disability=ανικανότητα disable=απενεργοποιώ disable=αχρηστεύω disadvantage=μειονέκτημα disaffection=αντιπάθεια disaffection=δυσαρέσκεια disagreement=ασυμφωνία disappear=εξαφανίζομαι disappearance=αφανισμός disappearance=εξαφάνιση disappearance=χαμός disappoint=απογοητεύω disappointment=απογοήτευση disapproval=αποδοκιμασία disarmament=αφοπλισμός disassemble=αποσυναρμολογώ disassemble=διαλύω disaster=καταστροφή disaster=όλεθρος disaster=συμφορά disastrous=καταστροφικός disavow=αποκηρύσσω disbelief=δυσπιστία disc=δίσκος discard=απορρίπτω discern=διαβλέπω discernible=ευδιάκριτος discharge=απολύω discharge=άφεση discharge=εκπυρσοκρότηση discharge=εκροή disciple=μαθητής disciplinary=πειθαρχικός discipline=πειθαρχία discipline=πειθαρχώ disclaim=αποποιούμαι disclaim=απορρίπτω disclose=αποκαλύπτω disclosure=αποκάλυψη discomfort=δυσφορία discomfort=ταλαιπωρία disconnect=αποσυνδέω discontent=δυσφορία discord=ασυμφωνία discord=διχόνοια discount=έκπτωση discount=μείωση discount=σκόντο discourage=αποθαρρύνω discover=ανακαλύπτω discovery=ανακάλυψη discredit=αμφισβητώ discredit=εξευτελίζω discreet=διακριτικός discreet=εχέμυθος discrepancy=ασυμφωνία discrete=διακριτικός discretion=διάκριση discretion=διακριτικότητα discretion=εχεμύθεια discretion=περίσκεψη discrimination=διακρίσεις discrimination=διάκριση discus=δισκοβολία discuss=συζητώ discussion=συζήτηση disdainful=περιφρονητικός disease=αρρώστια disease=ασθένεια disease=νόσος disembark=αποβιβάζομαι disembowel=ξεντερίζω disenchantment=απογοήτευση disentangle=ξεμπλέκω disfavour=δυσμένεια disgrace=δυσμένεια disgraceful=επαίσχυντος disguise=μεταμφίεση disgust=αηδία disgust=φρίκη disgusting=αηδιαστικός dish=πιάτο dishonest=άτιμος disinclination=απροθυμία disinfect=απολυμαίνω disinherit=αποκληρώνω disinterestedness=ανιδιοτέλεια disk=δίσκος dislike=αντιπάθεια dislike=αντιπαθώ dislocate=εξαρθρώνω dislocation=εξάρθρωση dismantle=κατεδαφίζω dismay=ανησυχία dismay=κατατρομάζω dismay=τρόμος dismiss=απολύω dismissal=απόλυση dismissal=αποπομπή dismount=πεζεύω disobedient=ανυπάκουος disorder=ακαταστασία disorder=αταξία disorder=διαταραχή disorder=πάθηση disorderly=ακατάστατος disorderly=άτακτος disorderly=χαώδης disparate=άνισος dispensable=περιττός dispensation=απαλλαγή dispensation=απονομή dispense=απονέμω disperse=διασκορπίζω Dispersion=Διασπορά displacement=εκτόπισμα displacement=μετατόπιση display=εκθέτω display=οθόνη display=παρουσιάζω displease=δυσαρεστώ displeasure=δυσαρέσκεια displeasure=δυσφορία disport=διασκεδάζω disposition=διάθεση disputable=αμφισβητήσιμος dispute=διαφωνία dispute=διεκδικώ dispute=διένεξη disquiet=ανησυχία disregard=άγνοια disregard=αμέλεια disregard=αψηφώ disregard=παραγνωρίζω disrupt=καταστρέφω disruption=αναστάτωση dissatisfaction=δυσαρέσκεια dissect=αναλύω dissect=διαμελίζω dissect=τεμαχίζω disseminate=διασπείρω dissension=διχόνοια dissent=διαφωνία dissent=διίσταμαι dissertation=διατριβή dissertation=πραγματεία dissipate=καταδαπανώ dissoluble=διαλυτός dissolute=ακόλαστος dissolute=έκλυτος dissolute=έκφυλος dissolve=διαλύω dissonance=χασμωδία dissuade=αποτρέπω dissuade=μεταπείθω distaff=ρόκα distance=απόσταση distant=απόμακρος distant=απομακρυσμένος distillation=απόσταξη distinctive=ξεχωριστός distinctly=σαφώς distinctness=ευκρίνεια distort=στρεβλώνω distract=αποσπώ distract=διασπώ distraction=αναψυχή distress=αγωνία distress=ατυχία distress=θλίψη distress=καημός distribute=απονέμω distribute=διανέμω distribute=μοιράζω distribution=διανομή distribution=κατανομή distributor=διανομέας district=μαχαλάς district=περιοχή district=περιφέρεια distrust=δυσπιστία disturb=ενοχλώ disturb=παρενοχλώ disturbance=ενόχληση ditch=τάφρος ditch=χαντάκι dive=βουτώ dive=καταγώγιο dive=καταδύομαι diver=δύτης diverge=αποκλίνω divergence=απόκλιση diversion=αντιπερισπασμός diversion=διασκέδαση diversion=παρέκβαση diversion=παρεκτροπή diversity=ποικιλία divert=παρεκτρέπω divide=διαιρώ divide=διχάζω divide=χωρίζω dividend=μέρισμα divination=μαντοσύνη divine=θεϊκός divine=θεσπέσιος diving=κατάδυση division=διαίρεση division=διχασμός division=μεραρχία divorce=διαζύγιο dizzy=ζαλισμένος do=κάνω docile=πειθήνιος dock=αποβάθρα dock=αράζω dock=λάπαθο dock=προβλήτα doctor=ιατρός document=έγγραφο documentary=ντοκιμαντέρ dodge=αποφεύγω doff=εκδύομαι dog=σκύλος doleful=θλιβερός doll=κούκλα dollar=δολάριο dolphin=δελφίνι domain=αρμοδιότητα domain=κτήση domain=κυριαρχία domain=περιοχή dome=αψίδα dome=καμάρα dome=τρούλος domestic=κατοικίδιος domestic=οικιακός domesticate=εξημερώνω domesticate=τιθασεύω domestication=εξημέρωση dominate=δεσπόζω dominate=κυριαρχώ dominion=κυριαρχία donation=δωρεά donor=δότης doom=ειμαρμένη door=πόρτα doormat=χαλάκι dope=ντοπάρω dose=δοσολογία dot=κουκίδα double=διπλασιάζω double=διπλός double=σωσίας doubling=διπλασιασμός doubly=διπλά doubt=αμφιβάλλω doubt=αμφιβολία doubt=αμφισβητώ doubtful=αμφίβολος doubtless=αναμφίβολος dough=ζύμη dove=περιστέρι dowdy=άκομψος down=κάτω down=πούπουλο downpour=νεροποντή dozen=δωδεκάδα drag=σέρνω dragon=δράκος drain=οχετός drain=στραγγίζω draining=αποστραγγίζω drama=δράμα dramatic=δραματικός drape=τυλίγω drastic=δραστικός draught=βύθισμα draw=έλκω draw=επισύρω draw=ζωγραφίζω draw=τραβώ drawback=μειονέκτημα drawer=συρτάρι drawing=ζωγραφιά dream=ονειρεύομαι dream=όνειρο dreary=ζοφερός drench=βρέχω drench=μουσκεύω dress=ντύνομαι dress=ντύνω dress=φόρεμα dressing=δέσιμο dressmaker=μοδίστρα dressy=λουσάτος dribble=καταβρέχω drill=άσκηση drill=τριβελίζω drill=τροχός drink=πίνω drink=ποτό drip=στάζω drip=σταλάζω drive=οδηγώ drivel=μωρολογώ driver=οδηγός driving=οδήγηση drizzle=ψιλοβρέχω drizzle=ψιλοβρόχι drone=βουίζω drone=κηφήνας drop=μειώνομαι drop=ρανίδα drop=σταγόνα droplet=σταγονίτσα droppings=περιττώματα drought=ξηρασία drown=πνίγομαι drowsiness=νύστα drowsy=μαχμουρλής drowsy=νυσταγμένος drubbing=διασυρμός drudgery=αγγαρεία drug=ναρκωτικό drugstore=φαρμακείο drum=τύμπανο drummer=τυμπανιστής drunk=μεθυσμένος drunk=φέσι drunkard=μεθύστακας drunken=μεθυσμένος dry=ξηρός dry=στεγνός drying=στέγνωμα dual=διπλός dub=επονομάζω dub=μεταγλωττίζω duchy=δουκάτο duck=πάπια duck=σκύβω due=απαιτούμενος due=πρέπων duel=μονομαχία duet=ντουέτο dull=βαρετός dull=μουντός dull=μουχρός dull=πληκτικός duly=δεόντως dumb=μουγγός dumb=χαζός dummy=πιπίλα dump=ξεφορτώνομαι dump=πετώ dump=ρίχνω dunce=κούτσουρο dunce=τούβλο dune=αμμόλοφος dung=κοπριά dungeon=μπουντρούμι duration=διάρκεια dusk=λυκόφως dusk=σουρούπωμα dusky=μουχρός dust=σκόνη dustbin=σκουπιδοτενεκές duty=δασμοί duty=καθήκον duvet=πάπλωμα dwarf=επισκιάζω dwarf=νάνος dwell=διαμένω dwell=κατοικώ dwindle=συρρικνώνομαι dye=βάφω dye=βερνίκι dynamic=δυναμική dynamite=δυναμίτης each=κάθε eager=πρόθυμος eagerness=προθυμία ear=αυτί early=νωρίς early=πρώιμος earn=κερδίζω earnings=αποδοχές earnings=απολαβές earth=γη earth=χώμα earthly=γήινος earthquake=σεισμός ease=άνεση ease=καταπραΰνω easily=εύκολα east=ανατολή eastern=ανατολικός easy=άνετος easy=εύκολος eat=τρώω eaves=μαρκίζα eavesdrop=κρυφακούω eavesdrop=ωτακουστώ ebb=άμπωτη ebb=παύση ebb=υποχωρώ ebony=εβένινος eccentric=εκκεντρικός echo=αντήχηση echo=αντηχώ echo=αντιλαλώ echo=μιμούμαι eclectic=εκλεκτικός ecliptic=εκλειπτική ecological=οικολογικός ecologist=οικολόγος ecology=οικολογία economic=οικονομικός economics=οικονομική economics=οικονομολογία economist=οικονομολόγος ecosystem=οικοσύστημα ecstatic=εκστατικός eczema=έκζεμα eddy=δίνη edge=άκρη edge=περιστόμιο edge=χείλος edict=διάγγελμα edit=εκδίδω edit=επιμελούμαι edition=τεύχος editor=συντάκτης educate=εκπαιδεύω educate=μορφώνω education=μόρφωση educational=εκπαιδευτικός effect=αποτέλεσμα effect=επίδραση effective=αποτελεσματικός effectiveness=αποδοτικότητα effectiveness=αποτελεσματικότητα efficiency=αποτελεσματικότητα efficient=αποδοτικός efficient=αποτελεσματικός effort=προσπάθεια effusion=διάχυση egg=αυγό eggplant=μελιτζάνα eggshell=τσόφλι eighth=όγδοος either=είτε either=ή either=ούτε eject=εκτινάσσω eject=εκτοξεύω elaborate=λεπτομερής elaborate=περίτεχνος elaborate=προσεγμένος elbow=αγκώνας elect=εκλέγω election=αναγόρευση election=εκλογές electoral=εκλογικός electrician=ηλεκτρολόγος electrify=ηλεκτρίζω electrify=ηλεκτροδοτώ electrocardiogram=ηλεκτροκαρδιογράφημα electronic=ηλεκτρονικός elegance=κομψότητα elegant=εκλεπτυσμένος elegant=κομψός elegantly=κομψά elegiac=ελεγειακός elegy=ελεγεία element=στοιχείο elementary=στοιχειώδης elephant=ελέφαντας elevate=ανυψώνω elevate=σηκώνω elevate=υψώνω elevation=ανάδειξη elevation=ανύψωση elevation=ύψωση elevator=ασανσέρ eleven=έντεκα eleventh=ενδέκατος elicit=αποσπώ elicit=βγάζω elicit=επιφέρω elide=αποβάλλω elide=εκθλίβω eligible=άξιος eligible=εκλέξιμος eligible=εκλόγιμος eligible=κατάλληλος eliminate=αποκλείω eliminate=εξαλείφω elimination=εξάλειψη elite=αφρόκρεμα elite=ελίτ elm=φτελιά elongation=επιμήκυνση elope=κλέβω eloquence=ευφράδεια eloquent=εύγλωττος eloquent=ευφραδής else=αλλιώς else=άλλος elucidate=αποσαφηνίζω elucidate=διευκρινίζω elude=διαλανθάνω elude=διαφεύγω elusive=ασύλληπτος elusive=φευγαλέος emanate=απορρέω emancipate=απελευθερώνω emancipate=χειραφετώ emancipation=χειραφέτηση embalm=ταριχεύω embankment=ανάχωμα embark=επιβιβάζομαι embark=επιβιβάζω embarkation=επιβίβαση embarrassment=αμηχανία embassy=πρεσβεία embed=ενσωματώνω embed=μπήγω embed=περιζώνω embellish=καλλωπίζω embellish=λουσάρω embezzle=καταχρώμαι embezzle=σφετερίζομαι embezzle=υπεξαιρώ embezzlement=κατάχρηση embody=εκφράζω embody=ενσαρκώνω embody=ενσωματώνω embody=συσσωματώνω embrace=αγκαλιάζω embrace=αγκάλιασμα embroider=κεντώ embryo=έμβρυο emerald=σμαραγδένιος emerald=σμαράγδι emerge=αναδύομαι emigrate=αποδημώ emigrate=αποικώ emigration=αποδημία emigration=μετανάστευση emission=έκλυση emission=εκπομπή emit=αναδίνω emit=εκπέμπω emotion=συναίσθημα emotional=συναισθηματικός emperor=αυτοκράτορας emphasis=έμφαση emphatic=εμφατικός empire=αυτοκρατορία employ=χρησιμοποιώ employer=εργοδότης employment=εργασία empower=εξουσιοδοτώ empty=άδειος emulate=μιμούμαι emulate=παραβγαίνω enable=επιτρέπω enact=θεσπίζω enamel=αδαμαντίνη enamel=εμαγιέ enamel=σμάλτο encampment=καταυλισμός encapsulate=εγκλείω enchant=σαγηνεύω enchanting=μαγευτικός enchanting=σαγηνευτικός enclose=εσωκλείω enclose=περικλείω enclosure=εσώκλειστο enclosure=μάντρα enclosure=περίφραγμα enclosure=περίφραξη encounter=συνάντηση encounter=συναντώ encourage=ενθαρρύνω encouragement=ενθάρρυνση end=τελειώνω end=τέλος endeavour=πασχίζω endeavour=προσπαθώ endemic=ενδημικός ending=κατάληξη endive=αντίδι endorse=επιδοκιμάζω endorse=οπισθογραφώ endorsement=επιδοκιμασία endorsement=οπισθογράφηση endow=προικίζω endowment=προικοδότηση endowment=χάρισμα endure=αντέχω endure=υπομένω enemy=εχθρός energetic=δραστήριος energetic=ενεργητικός enforce=επιβάλλω enforcement=επιβολή enforcement=εφαρμογή engagement=αρραβώνες engine=μηχανή engineer=μηχανεύομαι engineer=μηχανικός engross=απασχολώ engross=απορροφώ engulf=καταποντίζω engulf=τυλίγω enhance=βελτιώνω enigmatic=αινιγματικός enjoy=απολαμβάνω enjoy=διασκεδάζω enjoy=καρπώνομαι enjoy=χαίρω enlarge=μεγεθύνω enlargement=μεγέθυνση enlighten=διαφωτίζω enlist=εντάσσω enlist=εξασφαλίζω enlist=κατατάσσομαι ennoble=εξευγενίζω enough=νισάφι enquiry=έρευνα enquiry=ερώτηση enrage=εξαγριώνω enrich=εμπλουτίζω enrol=εγγράφομαι enrol=εντάσσω enrolment=εγγραφή enslave=σκλαβώνω enslave=υποδουλώνω ensue=επακολουθώ ensue=προκύπτω ensure=βεβαιώνομαι ensure=εξασφαλίζω entail=συνεπάγομαι enter=εισέρχομαι enter=μπαίνω enterprising=επιχειρηματικός enterprising=τολμηρός entertain=φιλοξενώ entertainment=ψυχαγωγία enthusiasm=ενθουσιασμός enthusiastic=ενθουσιασμένος entice=δελεάζω entice=παρασύρω entire=ολόκληρος entirely=εντελώς entitle=τιτλοφορώ entity=οντότητα entourage=ακολουθία entrance=είσοδος entreat=εκλιπαρώ entreat=εξορκίζω entreat=θερμοπαρακαλώ entreaty=παράκληση entrepreneur=επιχειρηματίας entrust=αναθέτω entrust=εμπιστεύομαι entry=είσοδος entry=καταχώρηση entry=λήμμα envelope=φάκελος envious=ζηλόφθονος environment=περιβάλλον envisage=προβλέπω envisage=φαντάζομαι envy=ζηλεύω envy=φθόνος envy=φθονώ enzyme=ένζυμο epic=επικός epic=έπος epidemic=επιδημία epidemic=πανδημία epilepsy=επιληψία epileptic=επιληπτικός episcopate=επισκοπή episode=επεισόδιο epitome=επιτομή epoch=εποχή equal=ίσιος equal=ίσος equalize=εξισώνω equally=εξίσου equanimity=ηρεμία equation=εξίσωση equator=ισημερινός equilibrium=ισορροπία equinox=ισημερία equipment=εξοπλισμός equitably=ακριβοδίκαια equitably=δίκαια equity=ευθυδικία equivalent=αντίστοιχος equivalent=ισότιμος era=εποχή eradicate=εξαλείφω eradicate=εξαφανίζω eradicate=εξολοθρεύω erase=διαγράφω eraser=γόμα erect=αναστηλώνω erect=ανεγείρω erect=ορθώνω erection=ανέγερση erode=διαβρώνω erosion=διάβρωση erroneous=εσφαλμένος error=λάθος erudite=λόγιος erudite=πολυμαθής eruption=έκρηξη escalate=κλιμακώνομαι escalation=κλιμάκωση escape=δραπετεύω escape=ξεφεύγω escort=ακολουθία escort=καβαλιέρος escort=συνοδεύω especially=ειδικά espionage=κατασκοπεία essay=δοκίμια essay=δοκίμιο essay=έκθεση essence=ουσία essential=απαραίτητος essential=ουσιώδης essentially=ουσιαστικά establish=διαπιστώνω establish=επιβάλλω establish=ιδρύω establish=καθιερώνω establishment=εμπέδωση establishment=ίδρυμα establishment=ίδρυση estate=περιουσία esteem=εκτίμηση esteem=υπόληψη estimate=υπολογίζω estimation=εκτίμηση estrange=αλλοτριώνω estrange=αποξενώνω eternal=αιώνιος eternal=παντοτινός eternity=αιωνιότητα ethical=ηθικός ethics=ηθική ethnic=εθνικός etiquette=εθιμοτυπία etymology=ετυμολογία eucalyptus=ευκάλυπτος evacuate=εκκενώνω evacuation=εκκένωση evade=αποφεύγω evaluate=αποτιμώ evaluation=αξιολόγηση evaporate=εξατμίζομαι evaporation=εξάτμιση evasion=περιστροφή evasion=υπεκφυγή evasive=διφορούμενος eve=παραμονή even=ακόμα even=ίσος evening=βράδι evening=βράδυ event=άθλημα event=γεγονός eventuality=ενδεχόμενο eventually=τελικά ever=ποτέ every=κάθε everybody=όλοι everyone=όλοι everything=όλα everywhere=παντού evidence=αποδείξεις evidence=απόδειξη evidence=μαρτυρία evidence=στοιχεία evident=εναργής evident=προφανής evidently=προφανώς evidently=φανερά evil=κακός evil=σατανικός evolution=εξέλιξη evolutionary=εξελικτικός evolve=αναπτύσσομαι evolve=εξελίσσομαι ewe=προβατίνα exacerbate=επιδεινώνω exacerbate=οξύνω exact=ακριβής exact=απαιτώ exactly=ακριβώς exaggerate=παραλέω exaggerate=υπερβάλλω exaltation=μεταρσίωση exalted=μεταρσιωμένος exam=εξέταση examination=διεργασία examination=εξέταση examine=εξετάζω example=παράδειγμα example=υπόδειγμα exasperate=εξοργίζω excavate=σκάβω excavator=εκσκαφέας exceed=ξεπερνώ exceed=υπερβαίνω excel=διαπρέπω excel=υπερακοντίζω excellence=υπεροχή excellent=άριστος excellent=εξαίσιος excellently=εξαίσια exception=εξαίρεση exceptional=εξαιρετικός excess=περίσσευμα excess=πλεόνασμα excessive=υπερβολικός exchange=ανταλλάσσω exchange=διαφωνία exchange=λογομαχία exchange=συνάλλαγμα excitable=ευέξαπτος excitation=διέγερση excitement=διέγερση exclaim=αναφωνώ exclamation=επιφώνημα exclude=αποκλείω exclusion=αποκλεισμός exclusive=αποκλειστικός exclusive=αποκλειστικότητα excommunicate=αναθεματίζω excommunicate=αφορίζω excrement=κόπρανα excrement=περίττωμα excursion=εκδρομή excusable=συγγνωστός excuse=αφορμή excuse=δικαιολογία excuse=συγχωρώ execute=εκτελώ execution=εκτέλεση executioner=δήμιος exemplary=υποδειγματικός exemplify=εξηγώ exempt=απαλλαγμένος exempt=απαλλάσσω exemption=απαλλαγή exercise=άσκηση exert=ασκώ exert=καταβάλλω exhalation=εκπνοή exhaust=εξάτμιση exhibit=έκθεμα exhibit=εκθέτω exhilarating=συναρπαστικός exhilaration=ευφροσύνη exhort=παραινώ exhort=παρακινώ exhortation=παραίνεση exhortation=προτροπή exhumation=εκταφή exile=εξορία exile=εξορίζω exist=υπάρχω existence=ύπαρξη exit=έξοδος exonerate=απαλλάσσω exorbitant=εξωφρενικός exorcise=εξορκίζω exotic=εξωτικός expand=διαστέλλω expand=διευρύνω expand=επεκτείνω expand=φουσκώνω expansible=διασταλτός expansion=διαστολή expansion=εξάπλωση expansive=επεκτατικός expect=αναμένω expect=περιμένω expect=προσδοκώ expectation=προσδοκία expediency=σκοπιμότητα expedient=σκόπιμος expedite=επισπεύδω expedition=εκστρατεία expel=απελαύνω expel=αποβάλλω expenditure=δαπάνες expenditure=δαπάνη expense=έξοδα expensive=ακριβός expensively=ακριβά experience=εμπειρία experiment=πείραμα experiment=πειραματίζομαι experimental=δοκιμαστικός experimental=πειραματικός expert=ειδικός expert=εμπειρογνώμονας expert=εμπειρογνώμων expertise=πραγματογνωμοσύνη expire=λήγω explanation=εξήγηση explicit=κατηγορηματικός explicit=ρητός explicit=σαφής explicitly=ρητά explode=εκρήγνυμαι exploit=αξιοποιώ exploit=εκμεταλλεύομαι exploitation=εκμετάλλευση exploration=εξερεύνηση explore=εξερευνώ explorer=εξερευνητής explosion=έκρηξη export=εξάγω export=εξαγωγή expose=εκθέτω expose=ξεσκεπάζω exposure=έκθεση express=διατυπώνω express=εκφράζω expression=έκφραση expressive=εκφραστικός expressly=ρητώς expropriate=αλλοτριώνω expropriation=απαλλοτρίωση expulsion=απέλαση expulsion=αποβολή extend=εκτείνομαι extend=εκτείνω extend=επεκτείνω extension=έκταση extension=επέκταση extension=προέκταση extensive=διεξοδικός extensive=εκτεταμένος extensively=εκτεταμένα extent=βαθμός extent=έκταση extinction=αφανισμός extinction=εξαφάνιση extinguish=σβήνω extol=εκθειάζω extort=εκβιάζω extract=αποσπώ extract=εκχύλισμα extraction=εξαγωγή extraction=καταγωγή extraordinarily=ασυνήθιστα extraordinary=ασυνήθιστος extravagant=απλοχέρης extravagant=πολυδάπανος extravaganza=φιέστα extreme=ακραίος extremely=εξαιρετικά extremist=εξτρεμιστής extremist=φανατικός exuberance=διαχυτικότητα exuberance=ζωντάνια exuberant=διαχυτικός exuberant=ενθουσιώδης exude=εκκρίνω eye=μάτι eye=οφθαλμός eyebrow=φρύδι eyelash=βλεφαρίδα eyelash=τσίνορο eyelid=βλεφαρίδα eyesight=όραση fable=παραμύθι fabricate=επινοώ fabricate=κατασκευάζω fabulous=απίθανος fabulous=υπέροχος facade=πρόσοψη face=αντικρίζω face=αντιμετωπίζω face=κύρος face=πρόσωπο facile=απλοϊκός facile=εύκολος facilitate=διευκολύνω facility=ευκολία facility=ευχέρεια facsimile=πανομοιότυπο fact=γεγονός faction=φατρία factor=παράγοντας factor=συντελεστής factory=εργοστάσιο factual=αληθινός factual=πραγματικός faculty=διεύθυνση fad=τρέλα fade=ξεθωριάζω fag=αδελφή fag=τσιγάρο faience=φαγεντιανή fail=αποτυγχάνω failing=ελάττωμα failure=αποτυχία faint=αμυδρός faint=λιποθυμώ fair=δίκαιος fair=ξανθός fair=πανηγύρι fairly=αρκετά fairly=δίκαια fair-minded=αμερόληπτος fair-minded=δίκαιος fairness=δικαιοσύνη fairness=ισότητα fairy=νεράιδα faith=πίστη faithful=πιστός fake=κάλπικος fake=πλαστογραφία fake=πλαστός falconer=γερακάρης fall=εκπίπτω fall=πέφτω fall=πτώση fallow=χέρσος false=αναληθής false=λάθος false=ψευδής false=ψεύτικος falsely=ψευδώς falsification=παραποίηση falsify=παραποιώ fame=φήμη familiar=γνωστός familiar=εξοικειωμένος familiarity=οικειότητα family=οικογένεια famine=λιμός famous=γνωστός famous=διάσημος famous=ξακουστός fan=ανεμιστήρας fan=βεντάλια fan=οπαδός fanatic=φανατικός fanaticism=φανατισμός fancy=γουστάρω fancy=γούστο fancy=προτίμηση fancy=φανταστικός fantastic=απίθανος far=μακριά farcical=αστείος fare=φαγητό farewell=αποχαιρετισμός farm=αγρόκτημα farmer=αγρότης farmhouse=αγροικία farmhouse=φάρμα far-sighted=διορατικός far-sighted=προνοητικός fascinate=γοητεύω fascinate=σαγηνεύω fascism=φασισμός fascist=φασιστής fashion=διαμορφώνω fashion=μόδα fashion=πλάθω fashion=σχηματίζω fast=γρήγορα fast=γρήγορος fastening=στερέωση fastidious=αψίκορος fat=λίπος fat=χόνδρος fat=χοντρός fatal=θανατηφόρος fatal=μοιραίος fatalism=μοιρολατρία fatalistic=μοιρολατρικός fatality=θάνατος fatality=θύμα fatally=θανατηφόρα fate=ειμαρμένη fate=μοίρα fate=πεπρωμένο fateful=μοιραίος father=πατέρας fatherly=πατρικός fathom=οργιά fatigue=κόπος fatigue=κόπωση fatigue=κούραση fault=ατέλεια fault=ελάττωμα fault=λάθος fault=φτιάξιμο faultless=αλάθητος faulty=ελαττωματικός fauna=πανίδα favour=ευνοώ favour=ρουσφέτι favour=χάρη favourable=ευμενής favourable=ευνοϊκός favourably=ευνοϊκά favourite=αγαπημένος fax=φαξ fealty=υποτέλεια fear=φοβάμαι fear=φόβος fearful=φοβισμένος fearsome=τρομακτικός fearsome=φοβερός feasible=εφικτός feast=ευωχούμαι feast=πανδαισία feast=πανηγύρι feast=συμπόσιο feather=φτερό feature=αφιέρωμα feature=σουσούμι feature=χαρακτηριστικό federal=ομοσπονδιακός federalist=φεντεραλιστής federation=ομοσπονδία fee=αμοιβή fee=δίδακτρα fee=τιμάριο feeble=αδύναμος feeble=ανίσχυρος feeble=ασθενικός feed=σιτίζω feed=ταΐζω feed=τροφοδοτώ feel=αισθάνομαι feel=νιώθω feel=υφή feeling=αίσθημα feet=πόδια feign=επιτηδεύομαι feign=προσποιούμαι feint=προσποίηση felicity=ευδαιμονία feline=αιλουροειδής fell=έπεσα fell=κόβω fellow=άντρας fellow=συνάδελφος fellow=τύπος felt=αισθανόμουν felt=ένιωθα felt=τσόχα female=θηλυκός feminist=φεμινίστρια fence=κλεπταποδόχος fence=φράχτης fencing=ξιφασκία fennel=μάραθο ferment=βράζω fern=φτέρη ferocious=άγριος ferocious=θηριώδης ferociously=άγρια ferry=φεριμπότ fertile=γόνιμος fertilise=γονιμοποιώ fertilise=λιπαίνω fertiliser=λίπασμα fertility=γονιμότητα fertility=ευγονία fertility=ευφορία fertilizer=λίπασμα fervour=λαύρα festival=εορτή festival=πανήγυρη feud=τιμάριο fever=θέρμη fever=πυρετός feverish=πυρετώδης few=λίγα few=λίγες few=λίγοι few=λιγοστός fiasco=φιάσκο fibre=ίνα fickle=αλλοπρόσαλλος fickle=ασταθής fickle=ευμετάβλητος fickleness=ευμεταβλησία fiction=φαντασία fiddler=βιολιστής fidelity=πιστότητα fief=τιμάριο field=πεδίο field=τομέας field=χωράφι fierce=άγριος fierce=μανιασμένος fiery=παθιασμένος fiery=φλογερός fiesta=φιέστα fifteen=δεκαπέντε fifth=πέμπτος fiftieth=πεντηκοστός fifty=πενήντα fig=σύκα fight=καταπολεμώ fight=μάχη fight=μάχομαι figurative=παραστατικός figure=αριθμός figure=πρόσωπο figurehead=σύμβολο filament=νημάτιο filch=κλέβω filch=ξαφρίζω file=λιμάρω file=πίφερο file=υποβάλλω fill=γεμίζω filling=γέμισμα filling=σφράγισμα filling=χορταστικός film=έργο film=ταινία film=φιλμ filter=διηθώ filter=κρησαρίζω filter=φίλτρο filth=μουρνταριά filthy=ακάθαρτος filthy=βρώμικος filtration=διήθηση fin=πτερύγιο final=τελικός finale=φινάλε finally=τελικά finance=χρηματοδοτώ financial=οικονομικός find=ανεύρεση find=βρίσκω find=εύρημα finding=εύρημα fine=αίθριος fine=πρόστιμο fine=φίνος fine=ψιλή finesse=φινέτσα finger=δάκτυλο fining=κολλάρισμα finish=περατώνω finish=τελειώνω finish=τέλος finish=τερματισμός finite=πεπερασμένος finite=περιορισμένος fink=καταδότης fir=έλατο fire=απολύω fire=πυρκαγιά fire=πυροβολώ fire=φωτιά fireman=πυροσβέστης fireplace=τζάκι firing=εκπυρσοκρότηση firm=εδραίος firm=εταιρία firm=σταθερός firmly=ακράδαντα firmly=σταθερά firmly=σφικτά first=πρώτος fish=ψάρι fist=γροθιά fist=πυγμή fit=αρμόζων fit=εξοπλίζω fitness=ικανότητα fitness=καταλληλότητα fitted=εντοιχισμένος fitted=εφαρμοστός fitting=πρόσφορος five=πέντε fix=φτιάχνω fixing=στερέωση fixture=συνάντηση flabby=πλαδαρός flag=λάβαρο flag=μπαϊράκι flag=σημαία flake=νιφάδα flammable=εύφλεκτος flank=πλαγιά flank=πλευρό flap=φτεροκοπώ flash=αναλαμπή flash=φλας flashback=αναδρομή flashy=λουσάτος flask=παγούρι flask=φλάσκα flat=διαμέρισμα flat=επίπεδος flatten=ισιώνω flatten=ισοπεδώνω flatter=κολακεύω flattering=κολακευτικός flattery=γαλιφιά flatulence=φούσκωμα flavour=γεύση flavour=καρυκεύω flaw=ατέλεια flaw=ψεγάδι flawless=άψογος flax=λινάρι flax=λινό fledgling=ανώριμος fledgling=ξεπεταρούδι fleet=νηοπομπή fleet=στόλος flesh=σάρκα fleshy=σαρκώδης flex=κάμπτω flex=λυγίζω flexibility=ευκαμψία flexibility=ευλυγισία flexible=εύκαμπτος flexible=ευλύγιστος flicker=τρεμοπαίζω flicker=τρέμω flight=πτήση flight=φυγή flimsy=λεπτός flimsy=φτωχός flinch=υποχωρώ fling=εξακοντίζω fling=πετώ flipper=πτερύγιο float=επιπλέω float=φελλός floating=επίπλευση floating=πλωτός flock=αγέλη flock=κοπάδι flock=συρρέω flog=μαστιγώνω flood=κατακλύζω flood=πλημμύρες flood=πλημμυρίζω flooding=πλημμύρες flooding=πλημμύρισμα floor=όροφος floor=πάτωμα flop=φέσι floppy=πλαδαρός flora=χλωρίδα floral=λουλουδάτος floral=λουλουδένιος florescence=άνθισμα florist=ανθοπώλης flounder=παραδέρνω flounder=παραπαίω flour=αλεύρι flourish=ακμάζω flourish=ανθίζω flourish=ανθώ flourish=κραδαίνω flow=ρέω flow=ροή flower=λουλούδι flowery=εξεζητημένος flowery=λουλουδένιος flowing=ριχτός flu=γρίπη fluctuate=αυξομειώνω fluctuate=κυμαίνομαι fluctuate=ταλαντεύομαι fluctuation=διακύμανση fluent=άπταιστος fluently=άπταιστα fluid=υγρό fluidity=ρευστότητα fluorescence=φθορισμός fluoride=φθόριο flurry=αναταραχή flurry=ξέσπασμα flush=κοκκινίζω flute=αυλός flute=φλάουτα flutist=αυλητής flutter=πτερυγίζω fly=μύγα fly=πετώ flying=ιπτάμενος foal=πουλάρι foam=αφρίζω focus=εστία focus=εστιάζω focus=συγκεντρώνω foe=εχθρός foetus=έμβρυο fog=ομίχλη foggy=ομιχλώδης foil=αποτρέπω foil=ματαιώνω fold=διπλώνω fold=πτυχή foliage=φύλλωμα follow=ακολουθώ following=ακολουθία following=οπαδοί following=παρακολούθηση foment=υποκινώ fond=στοργικός fond=τρυφερός font=γραμματοσειρά food=τροφή food=φαγητό fool=βλάκας fool=κοροϊδεύω fool=χαζός foolhardy=απερίσκεπτος foolhardy=παράτολμος foolish=κουτός foolish=χαζός foot=πόδι football=ποδόσφαιρο footballer=ποδοσφαιριστής footnote=υποσημείωση footprint=πατημασιά footwear=παπούτσια footwear=υποδήματα for=για foramen=τρήμα foray=επιδρομή forbearance=αποχή forbearance=μακροθυμία forbid=απαγορεύω force=βία force=δύναμη force=εξαναγκάζω forceful=ισχυρός forecast=προβλέπω forecast=πρόγνωση forehead=κούτελο forehead=μέτωπο foreign=εξωτερικός foreign=ξένος foreigner=αλλοδαπός foreigner=ξένος foreman=εργοδηγός foremost=πρώτος forensic=δικανικός foresight=προνοητικότητα forest=δάσος forester=δασοφύλακας forestry=δασοκομία forestry=δασολογία foretell=προβλέπω foretell=προλέγω forfeit=πρόστιμο forfeit=στερούμαι forfeit=τίμημα forgery=πλαστογραφία forget=ξεχνώ forgetful=ξεχασιάρης forging=παραχάραξη forgive=συγχωρώ form=δελτίο form=μορφή formal=επίσημος formality=τυπικότητα formation=σχηματισμός former=πρώην formerly=άλλοτε formula=τύπος formulate=διατυπώνω forthright=ειλικρινής forthright=ευθύς fortieth=τεσσαρακοστός fortification=οχύρωση fortify=ενδυναμώνω fortify=καρδαμώνω fortitude=αντοχή fortress=οχυρό fortress=φρούριο fortunate=καλότυχος fortunate=τυχερός fortunately=ευτυχώς fortune=ευτυχία forty=σαράντα forward=εμπρός forward=μπρος forward=μπροστινός fosse=τάφρος fossil=απολίθωμα foster=ανατρέφω foster=θετός foster=υιοθετώ foul=ανέντιμος foul=απαίσιος foul=βρόμικος found=βρήκα found=ιδρύω foundation=βάθρο foundation=θεμέλιο foundation=ίδρυμα foundation=ίδρυση founder=ιδρυτής founder=ναυαγώ founder=φουντάρω foundry=χυτήριο fount=πηγή fountain=βρύση fountain=πηγή four=τέσσερα four=τέσσερις fourfold=τετραπλός fourteen=δεκατέσσερα fourth=τέταρτος fowl=πουλερικά fowl=πτηνό fox=αλεπού foxhole=χαράκωμα foxy=σέξι fraction=κλάσμα fractional=κλασματικός fractious=δύστροπος fracture=διχοτομία fracture=θλάση fracture=κάταγμα fracture=σπάσιμο fragile=εύθραυστος fragment=θραύσμα fragment=κομματάκι fragmentary=αποσπασματικός fragrance=άρωμα fragrance=ευωδιά fragrant=ευώδης frail=αδύναμος frailty=αδυναμία frame=πλαίσιο frame=πλαισιώνω frame=σκελετός frame=σώμα framework=δομή framework=σκελετός framing=διάρθρωση framing=πλαισίωση franchise=προνόμιο frankincense=μοσχολίβανο frantic=μανιώδης frantic=φρενιτιώδης fraternal=αδερφικός fraud=απάτη fraud=δόλος fraudulent=απατηλός fraught=αγχωμένος fraught=κατάφορτος fray=ξεφτίζω fray=συμπλοκή freak=αφύσικο freak=φρικιό freakish=εκκεντρικός freakish=ιδιότροπος freckle=φακίδα free=αυτεξούσιος free=δωρεάν free=τσάμπα freedom=ελευθερία freelance=αδέσμευτος freelance=ανεξάρτητος freely=απεριόριστα freely=ελεύθερα freeze=καταψύχω freeze=κρουσταλλιάζω freeze=παγώνω freezer=καταψύκτης freezing=παγερός freezing=ψύξη freight=φορτίο frenetic=φρενιτικός frenzied=έξαλλος frenzied=ξέφρενος frenzy=παραλήρημα frenzy=παραφροσύνη frenzy=ταραχή frenzy=φρενίτιδα frequent=συχνάζω frequent=συχνός frequently=συχνά fresco=τοιχογραφία fresh=δροσερός fresh=ζωντανός fresh=νωπός fresh=φρέσκος freshen=ανανεώνω freshen=φρεσκάρω freshly=πρόσφατα freshness=φρεσκάδα fret=μελαγχολώ fret=ταράσσομαι friable=εύθρυπτος friction=προστριβή friction=τριβή fridge=ψυγείο friend=φίλη friend=φίλοι friend=φίλος friendly=φιλικός friendship=φιλία frieze=διάζωμα frieze=ζωφόρος frigate=φρεγάτα fright=τρόμος fright=φόβος frighten=τρομάζω frighten=φοβίζω frightful=τρομερός frightful=φοβερός frigid=ψυχρός frill=γαρνίρισμα frill=πιέτα fringe=κρόσσι fringe=παρυφές fringe=φράντζα fritter=θρυμματίζω fritter=σπαταλώ frivolity=επιπολαιότητα frivolous=ελαφρόμυαλος frivolous=επιπόλαιος frizzle=καβουρντίζω frizzle=ξεροτηγανίζω frizzle=σγουραίνω frizzy=κατσαρός frock=φόρεμα frock=φουστάνι frog=βάτραχος frolic=διασκέδαση frolic=ευθυμία frolic=τρέλες from=από front=μέτωπο front=πρόσοψη frontier=παραμεθόριος frontier=σύνορο frost=παγετός frost=παγωνιά frost=πάχνη frost=παχνιάζομαι frostbite=κρυοπάγημα frostbite=παγοπληξία frosty=παγερός frosty=ψυχρός froth=αφρίζω frown=σκυθρωπιάζω frown=συνοφρυώνομαι frowzy=απεριποίητος fructose=φρουκτόζη frugal=λιτός frugality=λιτότητα fruit=καρπός fruit=φρούτο fruitful=γόνιμος fruitful=καρποφόρος fruitful=παραγωγικός fruition=πραγματοποίηση fruitless=άγονος fruitless=άκαρπος frustrate=ανατρέπω frustrate=απογοητεύω fry=καβουρντίζω fry=μαρίδα fry=τηγανίζω fudge=αερολογώ fudge=κουραφέξαλα fudge=υπεκφεύγω fuel=καύσιμα fuel=καύσιμο fuel=τροφοδοτώ fugitive=φυγάς fugitive=φυγόδικος fugue=φούγκα fulfil=εκπληρώνω fulfil=πραγματοποιώ full=γεμάτος full=μεστός full=ολικός full=πλήρης fully=πλήρως fulminate=δριμύτατα fulminate=επικρίνω fumble=πασπατεύω fume=καπνός fume=καυσαέριο fun=διασκέδαση fun=κέφι fun=πλάκα function=δεξίωση function=λειτουργία function=λειτουργώ functional=λειτουργικός fund=απόθεμα fund=κονδύλι fundamental=θεμελιώδης fundamental=ουσιώδης fundamentally=ουσιαστικά funding=χρηματοδότηση funeral=κηδεία funerary=επικήδειος funereal=νεκρικός funereal=πένθιμος fungible=φθαρτός funnel=φουγάρο funnel=χωνί funny=αστείος funny=κωμικός funny=περίεργος fur=γούνα fur=τρίχωμα furbish=καθαρίζω furbish=λουστράρω furious=μαινόμενος furious=οργισμένος furl=μάζεμα furl=μαζεύω furl=τύλιγμα furl=τυλίγω furlough=άδεια furnace=κλίβανος furnace=φούρνος furnish=επιπλώνω furnish=προμηθεύω furnishing=επίπλωση furniture=έπιπλα furrier=γουναράς furrow=αυλάκι furrow=χαντάκι further=μακρύτερος further=παραπέρα further=περαιτέρω furthermore=επιπλέον furtive=κλεφτός furtive=κρυφός furtive=ύπουλος fury=λύσσα fury=μανία fury=οργή fuse=φιτίλι fuse=φυτίλι fuselage=άτρακτος fusion=σύντηξη fuss=αναστάτωση fuss=ταραχή fuss=φασαρία fussy=μικροπρεπής future=μελλοντικός futurist=φουτουριστής fuzzy=χνουδάτος gable=αέτωμα gag=αστείο gag=φιμώνω gain=απολαβή gain=κερδίζω gait=βάδισμα gait=περπατησιά gale=ανεμοθύελλα gall=χολή gallery=θεωρείο gallery=πινακοθήκη galley=γαλέρα gallop=γκάλοπ gallop=καλπάζω gallop=καλπασμός gallows=αγχόνη gallows=ικρίωμα gallows=φούρκα galore=άφθονος gamble=διακυβεύω gamble=ρισκάρω gamble=ριψοκινδυνεύω gambol=χοροπηδώ game=παιχνίδι gang=σπείρα gang=συμμορία gap=κενό gap=χάσμα garbage=σκουπίδια garden=κήπος gardener=κηπουρός gardening=κηπουρική gardening=κηπουρικός garlic=σκόρδο garment=ρούχο gas=αέριο gas=βενζίνη gash=κοπή gasp=αγκομαχώ gasp=ασθμαίνω gasp=λαχανιάζω gastric=γαστρικός gate=αυλόπορτα gate=θύρα gate=πύλη gateway=πύλη gather=μαζεύομαι gather=μαζεύω gather=περισυλλέγω gather=συγκεντρώνομαι gathering=συγκέντρωση gauge=εκτιμώ gauge=μετρητής gauge=υπολογίζω gaunt=κάτισχνος gauze=γάζα gawky=αδέξιος gay=εύθυμος gay=ομοφυλόφιλος gay=φαιδρός gay=χαρούμενος gaze=ατενίζω gaze=βλέμμα gazelle=γαζέλα gazette=εφημερίδα gear=γρανάζια gear=εργαλεία gear=προσαρμόζω gear=ταχύτητα gelatine=ζελατίνη gelatinous=ζελατινώδης gem=πετράδι geminate=διπλασιάζω geminate=διπλός gender=γένος gender=φύλο gene=γονίδιο general=γενικός general=στρατηγός generalisation=γενίκευση generalisation=γενικότητα generally=γενικά generate=γεννοβολώ generate=γεννώ generate=παράγω generation=γενιά generator=γεννήτρια generic=χαρακτηριστικός generosity=γενναιοδωρία generosity=μεγαλοψυχία generous=ανοιχτοχέρης generous=γενναιόδωρος generously=γενναιόδωρα genesis=γένεση genetic=γενετικός genial=ζεστός genial=πρόσχαρος genial=φιλικός genital=γεννητικός genitive=γενική genocide=γενοκτονία genteel=ευγενικός Gentile=Εθνικός gentle=απαλός gentle=ευγενικός gentle=ήπιος gentle=πράος gentleman=κύριος gentlewoman=κυρία gently=μαλακά genuflect=γονατίζω genuflect=γονυπετώ genuine=αυθεντικός genuine=γνήσιος genuinely=αληθινά genuinely=γνήσια genus=γένος geocentric=γεωκεντρικός geodesic=γεωδαιτικός geodesy=γεωδαισία geodetic=γεωδαιτικός geographer=γεωγράφος geographic=γεωγραφικός geography=γεωγραφία geologist=γεωλόγος geology=γεωλογία geometer=γεωμέτρης geometry=γεωμετρία geophysics=γεωφυσική geranium=γεράνι germ=μικρόβιο germinate=βλαστάνω germinate=γεννώ germinate=προέρχομαι germinate=φυτρώνω gestation=κυοφορία gesticulate=χειρονομώ gesture=γνέφω gesture=χειρονομία gesture=χειρονομώ get=αποκτώ get=παίρνω getaway=απόδραση getaway=δραπέτευση geyser=θερμοπίδακας geyser=θερμοσίφωνας ghastly=άρρωστος ghastly=φριχτός gherkin=αγγουράκι ghost=φάντασμα giant=γίγαντας gibber=τραυλίζω gibberish=ανοησίες gibbet=κρεμάλα gibe=σκώμμα gift=δωρεά gift=δώρο gift=πεσκέσι gift=χάρισμα gild=επιχρυσώνω gill=βράγχιο giraffe=καμηλοπάρδαλη girl=κορίτσι give=δίνω give=παραδίνω glad=χαρούμενος gladly=χαρούμενα glamour=αίγλη glance=ματιά gland=αδένας glare=αγριοκοιτάζω glare=λάμψη glaring=εμφανής glaring=ολοφάνερος glass=γυαλί glass=ποτήρι glass=τζάμι glasses=γυαλιά gleam=αναλαμπή gleam=μαρμαρυγή gleam=φεγγίζω glen=λαγκάδα glen=χαράδρα glib=εύγλωττος glib=εύστροφος glib=ευχερής glider=ανεμόπτερο glimmer=αχτίδα glint=αστράφτω glint=λαμπυρίζω glint=σπιθίζω glisten=αστράφτω glisten=λαμποκοπώ glisten=λάμπω glitter=γυαλίζω globe=υφήλιος gloomy=απαισιόδοξος gloomy=ζοφερός gloomy=μελαγχολικός glorify=εκθειάζω glorious=ένδοξος glory=δόξα glory=μεγαλείο gloss=εξήγηση gloss=ερμηνεία gloss=λούστρο glossy=γυαλιστερός glossy=στιλπνός glove=γάντι glow=λάμψη glow=πυρακτώνομαι glow=φεγγοβολώ glowing=ενθουσιώδης glowing=θερμός glowing=πυρακτωμένος glue=κόλλα glue=κολλώ glum=μελαγχολικός glum=σκυθρωπός glutton=λιμάρης gluttonous=λαίμαργος gluttony=λαιμαργία gnat=μουσίτσα go=πηγαίνω goad=καθοδηγώ goad=κεντρίζω goal=γκολ goat=γίδα goat=κατσίκα gobble=καταβροχθίζω goblet=κύπελλο God=θεός godchild=βαφτιστήρι goddess=θεά godfather=νονός godson=βαφτιστικός goitre=βρογχοκήλη gold=μάλαμα gold=χρυσός golden=χρυσαφένιος goldsmith=χρυσοχόος gondola=γόνδολα good=αγαθός good=καλός good-humoured=καλόκαρδος good-looking=όμορφος good-looking=ωραίος goods=αγαθά gooey=γλοιώδης goose=χήνα gorge=λαγκάδι gorge=φαράγγι gorgeous=έξοχος gorgeous=ωραίος gorilla=γορίλα gorilla=τραμπούκος Gospel=Ευαγγέλιο gossip=κουτσομπολεύω gossip=κουτσομπόλης gossip=κουτσομπολιό gourmet=καλοφαγάς govern=διέπω govern=ιθύνω govern=κυβερνώ government=κυβέρνηση governor=κυβερνήτης grab=αρπάζω gracious=πρόσχαρος grade=βαθμολογώ grading=βαθμολόγηση gradual=βαθμιαίος gradually=βαθμιαία gradually=σιγάgraduate=απόφοιτος graduate=αποφοιτώ graduation=αποφοίτηση graft=μόσχευμα graft=μπολιάζω grafting=εμβολιασμός grain=δημητριακά grain=κόκκος grain=σπυρί grainy=κοκκώδης grand=λαμπρός grand=μεγάλος grand=σπουδαίος granddad=παππούς grandeur=μεγαλείο grandfather=παππούς grandmother=βαβά grandmother=γιαγιά grandpa=παππούς granite=γρανίτης grant=επίδομα grant=επιχορηγώ grant=υποτροφία grant=χορηγώ grape=σταφύλι graphics=γραφικά grapple=αρπάζομαι grapple=δραστηριοποιούμαι grapple=παλεύω grasp=πιάνω grasp=συλλαμβάνω grasp=σφίγγω grasping=κερδομανής grass=καταδότης grass=πόα grass=χόρτο grassy=ποώδης grate=τρίβω grater=τρίφτης grating=ενοχλητικός gratitude=ευγνωμοσύνη gratuity=ποδοκόπι gratuity=φιλοδώρημα grave=καίριος grave=τάφος grave=τύμβος gravel=χαλίκι gravestone=ταφόπετρα gravity=βαρύτητα gravy=σάλτσα graze=βόσκω graze=γδέρνομαι grease=γράσο grease=λιπαντικό greasy=λιπαρός great=απίθανος great=μεγάλος greatly=πολύ greed=απληστία greed=βουλιμία greedy=άπληστος greedy=λαίμαργος green=πράσινος greenery=πρασινάδα greenfly=μελίγκρα greenhouse=θερμοκήπιο greenish=πρασινωπός greensward=πρασινάδα greet=χαιρετίζω greet=χαιρετώ gregarious=αγελαίος gregarious=κοινωνικός grenade=χειροβομβίδα grey=γκρίζος grey=φαιός greyhound=λαγωνικό grid=δίχτυ grid=πλέγμα grid=σχάρα gridiron=πλέγμα gridiron=σχάρα grief=θλίψη grief=λύπη grief=οδύνη grievance=παράπονο grieve=θλίβομαι grieve=θρηνώ grieve=πενθώ grievous=θλιβερός grievous=σοβαρός grill=ανακρίνω grill=σχάρα grille=κάγκελα grim=ανελέητος grim=αυστηρός grim=σκληρός grimace=μορφάζω grimace=μορφασμός grime=βρομιά grimy=βρόμικος grimy=βρώμικος grind=αγγαρεία grind=αλέθω grind=λιώνω grind=τρίζω grinding=τρίξιμο grindstone=ακόνι grip=κράτημα grip=λαβή grip=πιάνω gripe=γκρίνια gripe=γκρινιάζω grippe=γρίπη grisly=μακάβριος grit=αμμόλιθος grit=άμμος grit=χαλίκι grizzly=γκρίζος groan=μουγκρίζω groan=τρίξιμο grocer=μπακάλης grocer=παντοπώλης groggy=ζαλισμένος groom=γαμπρός groom=ιπποκόμος groove=αυλάκι groove=αυλακώνω groove=εντομή grope=ψαχουλεύω gross=αισχρός gross=ακαθάριστος gross=πρόστυχος gross=χοντρός grotesque=αλλόκοτος grotesque=τερατώδης grotesque=τραγελαφικός grotto=σπηλιά grouch=γκρινιάζω grouch=γκρινιάρης grouch=τζαναμπέτης ground=γη ground=έδαφος ground=προσαράσσω groundwork=θεμέλιο group=ομάδα group=όμιλος group=συγκρότημα group=σύμπλεγμα grouse=γκρινιάζω grove=άλσος grovel=γλείφω grovel=υποτάσσομαι grow=αυξάνομαι grow=μεγαλώνω growl=μουγκρίζω grown=μεγάλος growth=ανάπτυξη growth=όγκος grub=μάσα grub=σκαλίζω grubby=βρόμικος grudge=άχτι grudge=μνησικακία gruel=κουρκούτι gruesome=φρικτός gruff=τραχύς grumble=γκρινιάζω grumble=μεμψιμοιρώ grumpy=γκρινιάρης grunt=γρυλλίζω grunt=μουρμουρίζω guarantee=αντίκρισμα guarantee=εγγύηση guarantee=εγγυώμαι guarantee=εχέγγυο guarantor=εγγυητής guaranty=τριτεγγύηση guard=φρουρά guard=φρουρώ guard=φύλακας guard=φυλάω guardian=κηδεμόνας guerdon=αμοιβή guess=εικασία guess=μαντεύω guesswork=εικασία guest=καλεσμένος guest=φιλοξενούμενος guidance=καθοδήγηση guidance=χειραγωγία guide=καθοδηγώ guide=ξεναγός guide=ξεναγώ guide=οδηγός guidebook=οδηγός guideline=οδηγία guideline=οδηγός guild=ένωση guild=συντεχνία guild=σωματείο guile=δολοπλοκία guile=πανουργία guileless=άδολος guilt=ενοχή guilty=ένοχος guise=αμφίεση guise=παρουσιαστικό guitar=κιθάρα guitarist=κιθαριστής gulch=φαράγγι gulf=άβυσσος gulf=κόλπος gulf=χάσμα gull=γλάρος gullible=μωρόπιστος gully=ρεματιά gully=χαντάκι gulp=καταπίνω gum=μαστίχα gum=ούλο gummy=κολλώδης gun=καραμπίνα gun=όπλο gun=πιστόλι gush=αναβλύζω gusto=απόλαυση gusto=κέφι gusto=τέρψη gut=έντερο gutter=οχετός gutter=ρείθρο guttural=λαρυγγικός guy=παιδί guy=τύπος gym=γυμναστήριο gymnast=γυμναστής gymnastics=γυμναστική habit=έξη habit=συνήθεια habitable=κατοικήσιμος haggard=καταβεβλημένος haggle=παζαρεύω hail=καταιγισμός hail=χαλάζι hailstorm=χαλαζοθύελλα hair=μαλλιά hair=τρίχα haircut=κούρεμα hair-do=κόμμωση hairdresser=κομμωτής hairdresser=κομμώτρια hairpin=τσιμπιδάκι hairy=μαλλιαρός hairy=τριχωτός half=μισός hall=αίθουσα hallmark=γνώρισμα hallow=καθαγιάζω hallucination=παραίσθηση halt=σταματώ ham=ζαμπόν hammer=σφυροκοπώ hand=δείκτης hand=δίνω hand=παραδίνω hand=χέρι handbook=εγχειρίδιο handcuff=χειροπέδη handful=χούφτα handicapped=ανάπηρος handkerchief=μαντήλι handle=μεταχειρίζομαι handle=χειρίζομαι handle=χερούλι handling=μεταχείριση handout=δείγμα handsomely=ωραία handy=εύχρηστος handy=πρόχειρος hang=απαγχονίζω hang=κρεμώ hangar=υπόστεγο hanger=κρεμάστρα haphazard=πρόχειρος haphazard=τυχαίος hapless=άτυχος hapless=κακόμοιρος happen=διαδραματίζω happen=συμβαίνω happening=συμβάν happily=ευτυχισμένα happiness=ευτυχία happy=ευτυχισμένος harass=παρενοχλώ harbour=λιμάνι harbour=φυγαδεύω harbour=φωλιάζω hard=δύσκολος hard=σκληρός hardship=κακουχία hard-working=εργατικός hare=λαγός harlequin=αρλεκίνος harlot=εταίρα harm=βλάβη harm=βλάπτω harmful=βλαβερός harmful=επιβλαβής harmonica=φυσαρμόνικα harmonize=εναρμονίζω harness=ιπποσκευή harp=άρπα harrow=σβάρνα harsh=άγριος harsh=δριμύς harsh=σκληρός harsh=τραχύς harshness=σκληρότητα harvest=θερίζω harvest=σοδειά harvest=τρύγος hassle=ενόχληση hassle=φασαρία haste=βιασύνη hasten=σπεύδω hasty=βιαστικός hasty=εσπευσμένος hat=καπέλο hat=πίλος hatch=άνοιγμα hatch=εκκολάπτομαι hatch=επωάζω hatch=μπουκαπόρτα hatchet=πέλεκας hatching=επώαση hate=μίσος hate=μισώ hatred=μίσος haughtiness=έπαρση haunt=στοιχειώνω have=έχε have=έχετε have=έχουμε have=έχω hawk=γεράκι hay=σανός haystack=θημωνιά hazard=αποτολμώ hazard=διακυβεύω hazard=κίνδυνος hazardous=επικίνδυνος haze=αχλή haze=καταχνιά hazel=φουντουκιά head=ηγούμαι head=κεφάλι headache=πονοκέφαλος header=κεφαλιά heading=επικεφαλίδα heading=πορεία headlight=προβολέας headsman=δήμιος heal=γιατρεύω heal=επουλώνομαι heal=επουλώνω health=υγεία healthy=υγιής heap=στοιβάδα hear=ακούω hearing=ακοή hearken=αφουγκράζομαι hearsay=διάδοση heart=καρδιά heartbeat=καρδιοχτύπι heartbeat=παλμός heartily=θερμά heat=ζεσταίνω heat=ζέστη heat=θερμαίνω heated=βίαιος heated=σφοδρός heather=βρύο heather=ρείκι heaven=ουρανός heavy=βαρύς heavy-handed=αδέξιος heckler=εγκάθετος heckler=κλακαδόρος hectare=εκτάριο hectic=πολυάσχολος hedge=φράκτης heedless=απρόσεκτος heel=τακούνι heel=φτέρνα heft=ζυγιάζω heft=ζυγίζω hegemony=ηγεμονία height=ύψος heighten=αυξάνω heighten=εντείνω heinous=διαβολικός heinous=ειδεχθής heinous=στυγερός heir=κληρονόμος heirloom=κειμήλιο helicopter=ελικόπτερο Hell=κόλαση hello=εμπρός helm=πηδάλιο helm=τιμόνι helmet=κράνος help=αρωγή help=βοήθεια help=βοηθός help=επικουρία helpful=εξυπηρετικός helpless=ανήμπορος helpless=ανίκανος hem=ούγια hem=ρέλι hemisphere=ημισφαίριο hen=κότα henchman=τραμπούκος hepatitis=ηπατίτιδα her=αυτή her=αυτήν her=της herald=κήρυκας heraldry=οικοσημολογία herb=βότανο herbal=βοτανικός herbicide=ζιζανιοκτόνο herbivore=φυτοφάγο herbivore=χορτοφάγο herd=αγέλη herd=κοπάδι here=εδώ hereditary=κληρονομικός heredity=κληρονομικότητα heretic=αιρετικός heritage=κληρονομιά hermit=ασκητής hermit=ερημίτης hermitage=ησυχαστήριο hernia=κήλη heroin=ηρωίνη heron=ερωδιός hesitation=δισταγμός hesitation=διστακτικότητα hew=πελεκώ hiatus=χασμωδία hibernation=διαχείμαση hide=κρύβομαι hide=κρύβω hideous=απεχθής hideous=βδελυρός hideout=κρησφύγετο high=ψηλός high-handed=αυθαίρετος highlight=στιγμιότυπο highlight=τονίζω highly=ψηλά hijack=αεροπειρατεία hijacker=αεροπειρατής hijacking=αεροπειρατεία hike=πεζοπορία hilarious=ξεκαρδιστικός hilarious=φαιδρός hill=λόφος hillock=λοφίσκος hillock=τούρλα hillside=λοφοπλαγιά hilly=λοφώδης him=αυτόν him=τον hinder=κωλυσιεργώ hinder=παρακωλύω hindrance=εμπόδιο hindrance=παρακώλυση hinge=κλάπα hint=νύξη hint=υπαινιγμός hint=υποδηλώνω hip=γοφός hippo=ιπποπόταμος hire=νοικιάζω hired=βαλτός hired=μισθοφορικός hiring=εκμίσθωση hirsute=δασύς his=του hiss=σφυρίζω historical=ιστορικός hit=βαρώ hit=σουξέ hit=χτυπώ hive=κυψέλη hoard=απόθεμα hoard=κομπόδεμα hoarding=σανίδωμα hoarding=ταμπέλα hoarse=βραχνός hobble=χωλαίνω hobby=δεντρογέρακας hobby=ενασχόληση hobby=χόμπι hoe=σκαλίζω hoe=σκαπάνη hog=χοίρος hold=αμπάρι hold=κρατώ holder=θήκη hold-up=καθυστέρηση hole=τρύπα holiday=διακοπές holidaymaker=παραθεριστής hollow=βαθουλωμένος hollow=κοίλος hollow=κούφιος hollow=υπόκωφος holocaust=ολοκαύτωμα holy=ιερός holy=πανάγιος home=σπίτι homeland=πατρίδα homeopath=ομοιοπαθητικός homily=κήρυγμα homily=ομιλία homogeneous=ομοιογενής homosexuality=ομοφυλοφιλία honest=έντιμος honest=τίμιος honesty=ειλικρίνεια honey=μέλι honorary=επίτιμος honorary=τιμητικός honour=τιμώ hood=κουκούλα hoof=οπλή hook=άγκιστρο hook=αγκιστρώνω hook=γάντζος hooked=γαμψός hooker=πόρνη hooligan=χούλιγκαν hoop=στεφάνι hoot=σκούζω hoot=σκούξιμο hope=ελπίδα hope=ελπίζω hope=ευελπιστώ hopeless=απελπισμένος hopper=βυθοκόρος hopper=χοάνη hops=λυκίσκος horde=ορδή horde=πλήθος horizon=ορίζοντας horizontal=οριζόντιος hormone=ορμόνη horn=κόρνα horn=σάλπιγγα hornbeam=γαύρος hornet=σφήκα horrible=απαίσιος horribly=απαίσια horror=φρίκη horse=άλογο hose=μάνικα hospital=νοσοκομείο hospitality=φιλοξενία host=οικοδεσπότης host=φιλοξενώ hostage=όμηρος hostel=ξενώνας hostess=οικοδέσποινα hostility=εχθρότητα hot=καυτός hotel=ξενοδοχείο hound=καταδιώκω hound=κυνηγώ hound=σκύλος hour=ώρα hourly=ωριαίος house=οίκος house=σπίτι house=στεγάζω household=οικιακός household=οικογένεια household=σπίτι household=σπιτικό housing=στέγαση housing=στεγαστικός how=πως how=πώς however=όμως howl=ουρλιάζω hug=αγκαλιάζω huge=πελώριος huge=τεράστιος hull=κέλυφος hum=βουίζω human=ανθρώπινος human=άνθρωπος humane=ανθρωπιστικός humane=επιεικής humanity=ανθρωπότητα humble=ταπεινός humid=νοτισμένος humid=υγρός humidity=υγρασία humiliate=εξευτελίζω humiliation=διασυρμός humiliation=εξευτελισμός humiliation=ταπείνωση humility=ταπεινοφροσύνη humour=χιούμορ hump=καμπούρα hump=κύρτωμα humpback=καμπούρα humus=μαυρόχωμα hundred=εκατόν hunger=πείνα hungry=πεινασμένος hunt=κυνηγώ hunter=κυνηγός hunting=κυνήγι hurl=εκσφενδονίζω hurl=πετώ hurricane=τυφώνας hurry=βιάζομαι hurry=βιασύνη hurry=σπεύδω hurt=πληγώνω hurt=πονώ hurt=τραυματίζω hurt=χτυπώ hurtle=ρίχνομαι husband=σύζυγος husk=έλυτρο husk=κέλυφος husky=βραχνός husky=τραχύς hut=καλύβα hut=υπόστεγο hydrostatic=υδροστατικός hyena=ύαινα hymn=ψαλμός hypo=υπόhypocrisy=υποκρισία ice=πάγος icicle=κρούσταλλο icon=εικόνα icon=σύμβολο icy=παγωμένος idea=ιδέα ideal=ιδανικός idealism=ιδεαλισμός idealist=ιδεαλιστής idealistic=ιδεαλιστικός ideally=ιδεωδώς identical=ολόιδιος identification=ταυτότητα identify=αναγνωρίζω identify=ταυτίζω identity=ταυτότητα idiot=βλάκας idle=αδρανής idle=άνεργος idle=αργόσχολος idle=τεμπέλης idol=ίνδαλμα idyll=ειδύλλιο idyllic=ειδυλλιακός if=αν if=εάν ignition=ανάφλεξη ignition=διακόπτης ignition=μίζα ignition=πυροδότηση ignominious=επονείδιστος ignominy=όνειδος ignominy=ταπείνωση ignorance=άγνοια ignorance=αμάθεια ignorant=αγνοών ignorant=αγράμματος ignorant=αμαθής ignore=αγνοώ ignore=παραβλέπω ill=άρρωστος illegal=παράνομος illegible=δυσανάγνωστος illness=αρρώστια illusion=παραίσθηση illusionist=μάγος illusionist=ταχυδακτυλουργός illusory=πλασματικός illusory=ψευδαισθητικός illustrate=διευκρινίζω illustrate=εικονογραφώ illustrate=επεξηγώ illustration=εικονογράφηση illustrious=διάσημος illustrious=επιφανής image=είδωλο image=εικόνα imaginary=φανταστικός imagination=φαντασία imagine=φαντάζομαι imitate=μιμούμαι imitation=απομίμηση immaculate=άχραντος immaculately=άψογα immaterial=επουσιώδης immaturity=ανωριμότητα immediately=αμέσως immense=τεράστιος immerse=βουτώ immigrant=μετανάστης immigration=μετανάστευση imminent=επικείμενος immoral=ανήθικος immortal=αθάνατος immune=απρόσβλητος immune=άτρωτος immunity=ανοσία immunity=ασυδοσία immutable=αμετάβλητος impact=επίδραση impact=κρούση impact=ορμή impact=σύγκρουση impair=παραβλάπτω impair=χειροτερεύω impairment=εξασθένηση impart=μεταβιβάζω impart=πληροφορώ impassive=απαθής impassive=ατάραχος impatience=ανυπομονησία impatient=ανυπόμονος impeach=εγκαλώ impeccable=άψογος impede=δυσχεραίνω impede=παρακωλύω impediment=παρακώλυση impel=εξωθώ imperative=προστακτική imperious=αλαζονικός imperious=αυταρχικός imperious=δεσποτικός imperious=επιτακτικός impersonal=απρόσωπος impersonate=παριστάνω impertinence=αυθάδεια impetuosity=αυθορμητισμός impetuosity=βιασύνη impetuosity=ορμή impetuous=ακάθεκτος impetuous=απερίσκεπτος impetuous=ορμητικός implant=εμφυτεύω implement=εργαλείο implement=όργανο implement=υλοποιώ implementation=εφαρμογή implicate=εμπλέκω implicate=ενοχοποιώ implication=έννοια implication=συνέπεια implication=υπόνοια implore=θερμοπαρακαλώ implore=ικετεύω imply=υπονοώ impolite=αγενής import=εισάγω importance=σημασία important=σημαντικός important=σπουδαίος importunate=φορτικός impose=επιβάλλω impossible=αδύνατον impoverish=φτωχαίνω impress=εντυπωσιάζω impression=εντύπωση impressionable=ευεπηρέαστος impressionist=ιμπρεσιονιστής impressionist=ιμπρεσιονιστικός imprison=φυλακίζω imprisonment=φυλάκιση improbable=απίθανος improper=ανάρμοστος improper=απρεπής improve=βελτιώνομαι improvement=βελτίωση improvise=αυτοσχεδιάζω impudence=αναίδεια impudent=ασύστολος impudent=ιταμός impudent=ξετσίπωτος impudently=αναίσχυντα impudently=ασύστολα impulse=ορμή impulsive=ορμέμφυτος impunity=ασυδοσία impurity=ακαθαρσία in=σε inaccessible=απρόσιτος inaccuracy=ανακρίβεια inaccurate=ανακριβής inaction=απραξία inanimate=άψυχος inappropriate=ακατάλληλος inarticulate=άναρθρος inarticulate=ανέκφραστος inattentive=απρόσεκτος inaugurate=εγκαινιάζω incarcerate=φυλακίζω incendiary=εμπρηστικός incense=θυμίαμα incense=λιβάνι incentive=κίνητρο incessant=ασταμάτητος incident=επεισόδιο incident=περιστατικό incinerate=αποτεφρώνω incision=εντομή incite=παρακινώ incite=υποκινώ inclination=κλίση inclination=ροπή inclination=τάση include=περιλαμβάνω include=συμπεριλαμβάνω inclusion=προσθήκη inclusion=συμπερίληψη incoherent=ασυνάρτητος income=απολαβή income=εισόδημα incompatible=ασυμβίβαστος incompetent=ανίκανος inconsistency=ανακολουθία inconsistency=ασυνέπεια inconstancy=αστάθεια inconstancy=παλιμβουλία inconvenience=ενόχληση inconvenient=άβολος incorporate=ενσωματώνω incorrect=λάθος incorruptible=αδιάφθορος increase=αυξάνω increase=αύξηση incredible=απίστευτος incredulous=απίστευτος incriminate=ενοχοποιώ incubation=επώαση incubator=θερμοκοιτίδα indecisive=διστακτικός indeed=πράγματι independence=ανεξαρτησία independent=ανεξάρτητος independent=αυτεξούσιος index=ευρετήριο indicate=δείχνω indicate=εμφαίνω indicate=φανερώνω indication=ένδειξη indicator=πίνακας indicator=φλας indict=κατηγορώ indifference=αδιαφορία indigence=ένδεια indigenous=ιθαγενής indigent=άπορος indigestible=δυσκολοχώνευτος indignation=αγανάκτηση indiscreet=ακριτόμυθος indispensable=ουσιώδης individual=ατομικός individual=άτομο individualism=ατομικισμός individuality=ατομικότητα individually=ατομικά individually=χωριστά indolence=νωθρότητα indolent=μαλθακός indolent=νωθρός indolent=ράθυμος indoor=εσωτερικός indoors=εσωτερικά induce=επιφέρω induce=προκαλώ induction=εισαγωγή induction=επαγωγή indulge=εντρυφώ indulgence=επιείκεια indulgence=μακροθυμία indulgent=επιεικής indulgent=μακρόθυμος industrial=βιομηχανικός industrialist=βιομήχανος industry=βιομηχανία inefficient=αναποτελεσματικός inept=αδέξιος inept=ανίκανος inequality=ανισότητα inert=αδρανής inertia=αδράνεια inevitable=αναπόφευκτος inevitably=αναπόφευκτα inexperience=απειρία infallible=αλάνθαστος infamous=διαβόητος infant=βρέφος infantry=πεζικό infect=μολύνω infection=λοίμωξη infection=μόλυνση infectious=κολλητικός infer=συμπεραίνω inference=επαγωγή inferior=κατώτερος inferior=παρακατιανός inferior=υποδεέστερος inferiority=κατωτερότητα infertile=στείρος infiltrate=εισχωρώ infinite=άπειρος infinity=άπειρο inflame=ερεθίζω inflate=εξογκώνω inflate=φουσκώνω inflationary=πληθωριστικός inflexibility=ακαμψία influence=επενέργεια influence=επενεργώ influence=επιρροή influenza=γρίπη influx=εισροή inform=πληροφορώ informal=ανεπίσημος information=πληροφορίες informer=καταδότης infrastructure=υποδομή infringe=παραβαίνω infringe=παραβιάζω infringement=παράβαση infuriate=εξαγριώνω infuse=ενσταλάζω infusion=έγχυμα ingenious=εφευρετικός ingenious=πολυμήχανος ingenuity=ευφυΐα ingenuity=εφευρετικότητα ingratitude=αχαριστία inhabit=κατοικώ inhabitant=κάτοικος inhalation=εισπνοή inhale=εισπνέω inherit=κληρονομώ inheritance=κληρονομιά inhibit=παρεμποδίζω inhibit=περιορίζω inhospitable=αφιλόξενος inhuman=απάνθρωπος initial=αρχικά initiate=εγκαινιάζω initiate=μυώ initiate=ξεκινώ initiation=μύηση initiative=πρωτοβουλία initiator=εφευρέτης inject=εισάγω inject=εμφυσώ injection=ένεση injunction=εντολή injury=βλάβη ink=μελάνι inland=ενδοχώρα inmate=τρόφιμος inn=πανδοχείο inn=χάνι inner=εσωτερικός innocence=αθωότητα innocent=αθώος innovation=καινοτομία innovative=καινοτόμος innovative=νεωτεριστικός innuendo=νύξη innuendo=υπαινιγμός inoculate=εμβολιάζω inoculation=εμβολιασμός inopportune=παράκαιρος inquire=ερευνώ inquire=ερωτώ inquiring=φιλοπερίεργος inquiry=ανάκριση inquiry=εξέταση inquiry=έρευνα inquiry=ερώτηση inquisitive=αδιάκριτος inquisitor=ιεροεξεταστής inscribe=επιγράφω inscribe=χαράζω inscription=εγχάραξη inscription=επιγραφή insect=έντομο insecticide=εντομοκτόνο insectivore=εντομοφάγος insectivorous=εντομοφάγος insecure=ανασφαλής insecurity=ανασφάλεια insemination=γονιμοποίηση insensitive=αναίσθητος insensitive=ανεπηρέαστος insert=βάζω insert=εισάγω insertion=καταχώρηση insertion=προσθήκη inside=μέσα insidious=επίβουλος insidiously=επίβουλα insignia=γαλόνι insignia=διακριτικό insignificance=ασημαντότητα insignificant=ασήμαντος insincere=ανειλικρινής insinuate=υπαινίσσομαι insinuate=χώνομαι insinuation=νύξη insinuation=υπαινιγμός insipid=άγευστος insipid=ανούσιος insist=επιμένω insolence=αυθάδεια insolent=αναιδής insolent=θρασύς insolent=ιταμός insoluble=αδιάλυτος insomnia=αϋπνία inspect=επιθεωρώ inspect=εποπτεύω inspection=επιθεώρηση inspector=ελεγκτής inspector=επιθεωρητής inspector=επόπτης inspiration=έμπνευση inspire=εμπνέω install=εγκαθιδρύω install=εγκαθιστώ install=τοποθετώ installation=εγκατάσταση instance=παράδειγμα instance=περίπτωση instant=στιγμή instant=στιγμιαίος instantly=αμέσως instigate=ξεκινώ instil=ενσταλάζω instinctive=ενστικτώδης instinctively=ενστικτωδώς institute=επιβάλλω institute=θεσπίζω institution=θεσμός institution=ίδρυμα instruct=διδάσκω instructor=δάσκαλος instrument=εργαλείο instrument=όργανο insubordination=ανυπακοή insubordination=απείθεια insufficiency=ανεπάρκεια insufficient=ανεπαρκής insulation=μόνωση insult=λοιδορώ insult=προπηλακίζω insult=προσβάλλω insult=προσβολή insulting=δηκτικός insulting=προσβλητικός insurance=ασφάλεια insurance=ασφάλιση insurrection=ξεσήκωμα integral=ακέραιος integrity=ακεραιότητα intellect=νοημοσύνη intellectual=διανοητικός intellectual=διανοούμενος intellectual=πνευματικός intellectually=διανοητικά intelligent=έξυπνος intelligently=έξυπνα intelligentsia=διανοούμενοι intend=σκοπεύω intense=εντατικός intense=έντονος intensification=εντατικοποίηση intensification=επαύξηση intensity=ένταση intensive=εντατικός intensive=επιτακτικός intensively=εντατικά intent=πρόθεση intent=σκοπός intention=προαίρεση intention=πρόθεση intention=σκοπός intentionally=επίτηδες intentionally=σκόπιμα intercept=ανακόπτω intercept=τέμνω intercession=μεσιτεία intercession=μεσολάβηση interchange=εναλλαγή intercourse=συνουσία interest=ενδιαφέρον interest=επιτόκιο interest=τόκος interesting=ενδιαφέρων interfere=επεμβαίνω interfere=παρεμβαίνω interference=παρεμβολή interior=εσωτερικό interject=παρεμβάλλω interlink=αλληλοσυνδέω interlocutor=συνομιλητής interlude=διάλειμμα intermediary=μεσάζων intermediary=μεσίτης intermediate=ενδιάμεσος intermediate=μεσαίος intermingle=σμίγω intermission=διάλειμμα intermittent=διαλείπων intern=ιατρός internal=εσωτερικός internal=εσωτερικώς international=διεθνής internment=εγκλεισμός interpret=ερμηνεύω interpretation=ερμηνεία interpreter=διερμηνέας interrogate=ανακρίνω interrogation=ανάκριση interrogatory=ανακριτικός interrupt=διακόπτω interruption=διακοπή intersection=διατομή interval=διάλειμμα interval=διάστημα intervention=διαπλοκή intervention=μεσολάβηση interview=συνέντευξη intestine=έντερο intimate=ενδόμυχος intimate=οικείος intimate=στενός intimidate=εκφοβίζω intimidation=εκφοβισμός intimidation=φοβέρα intolerable=ανυπόφορος intractable=επίμονος intransigence=αδιαλλαξία intricacy=περιπλοκή intricate=περίπλοκος introduce=εισάγω introduce=συστήνω introduction=εισαγωγή introductory=εισαγωγικός intruder=εισβολέας intuitive=διαισθητικός inundate=κατακλύζω inundate=πλημμυρίζω invade=εισβάλλω invader=εισβολέας invalid=ανάπηρος invalidity=ακυρότητα invaluable=ανεκτίμητος invasion=εισβολή invent=εφευρίσκω invention=εφεύρεση inventive=επινοητικός inventive=εφευρετικός inventor=εφευρέτης inversion=αναστροφή inversion=αντιστροφή invert=αναποδογυρίζω invert=ανατρέπω invertebrate=ασπόνδυλος invest=διορίζομαι invest=εξουσιοδοτούμαι invest=επενδύω investigation=διερεύνηση investigation=έρευνα investment=επένδυση investor=επενδυτής invisible=αθέατος invisible=αόρατος invitation=πρόσκληση invite=προσκαλώ invocation=επίκληση invoke=επικαλούμαι involuntary=ακούσιος involve=εμπλέκομαι involve=εμπλέκω involve=μπλέκω involve=περιλαμβάνω ionize=ιονίζω irate=οργισμένος iris=ίρις irksome=δυσάρεστος iron=σιδερένιος iron=σιδερώνω ironically=ειρωνικά irregular=ανώμαλο irregular=ανώμαλος irregularity=ανωμαλία irregularity=παρατυπία irregularly=ανώμαλα irrelevant=άσχετος irreproachable=άμεμπτος irresponsible=ανεύθυνος irreverence=ασέβεια irreversible=αμετάκλητος irreversible=αμετάτρεπτος irrigate=αρδεύω irrigation=άρδευση irritable=ευέξαπτος irritable=οξύθυμος irritate=ενοχλώ irritate=ερεθίζω irritate=παρενοχλώ irritating=ενοχλητικός isinglass=ιχθυόκολλα island=νησί islander=νησιώτης isle=νησάκι isolate=απομονώνω isolate=διαχωρίζω isolated=απομονωμένος issue=θέμα issue=τεύχος it=αυτό itch=κνίδωση itch=φαγούρα item=κομμάτι item=πράγμα iterate=επαναλαμβάνω iterate=ξαναλέω itinerary=δρομολόγιο ivy=κισσός jab=μπηχτή jabber=ψιττακίζω jack=γρύλος jackal=τσακάλι jackdaw=κάργα jacket=σακάκι jade=νεφρίτης jaguar=ιαγουάρος jail=φυλακή jam=συνωστισμός jar=βαζάκι jaundice=ίκτερο jaundice=ίκτερος javelin=ακόντιο jaw=σαγόνι jazz=τζαζ jealous=ζηλιάρης jealousy=ζήλια jeep=τζιπ jeer=λοιδορία jeer=λοιδορώ jejune=άγονος jejune=στείρος jelly=ζελές jellyfish=μέδουσα jerk=κλονισμός jerk=κόπανος jerk=τράνταγμα jester=γελωτοποιός jet=αεριωθούμενο jet=πετώ jewel=κόσμημα jewellery=κοσμήματα job=δουλειά jockey=αναβάτης jockey=τζόκεϊ jocular=αστείος jocular=ευτράπελος join=ενώνω join=κατατάσσομαι join=συνδέω join=συνενώνω joint=άρθρωση joint=γόμφος joint=κοινός joint=κοψίδι joke=αστείο joke=σκέρτσο jolly=εύθυμος jolly=κεφάτος jolt=τραντάζω jostle=σκουντώ jostle=σπρώχνω jotter=σημειωματάριο journalism=δημοσιογραφία journalist=δημοσιογράφος journey=ταξιδεύω journey=ταξίδι jovial=ευδιάθετος jovial=εύθυμος jovial=κεφάτος joy=χαρά jubilant=ενθουσιώδης jubilant=περιχαρής judge=δικάζω judge=δικαστής judge=κρίνω judge=κριτής judgement=κρίση judicial=δικανικός judicial=δικαστικός judiciary=δικαστικός judicious=νουνεχής judicious=συνετός judo=τζούντο jug=κανάτα juice=ζουμί juice=χυμός juicy=ζουμερός juicy=χυμώδης jump=πηδώ junction=διασταύρωση jungle=ζούγκλα junior=μικρότερος junior=υφιστάμενος juniper=άρκευθος jurisdiction=δικαιοδοσία jurisprudence=νομολογία juror=ένορκος just=δίκαιος just=μόλις justice=δικαιοσύνη justification=αιτιολογία justification=δικαιολογία justification=τεκμηρίωση justify=δικαιολογώ justify=δικαιώνω juvenile=ανώριμος juvenile=νεανικός juxtapose=αντιπαραθέτω juxtapose=παραθέτω juxtaposition=αντιδιαστολή juxtaposition=αντιπαράθεση juxtaposition=παράθεση kaleidoscope=ειδωλοσκόπιο karate=καράτε keel=καρίνα keen=ενδιαφερόμενος keen=οξυδερκής keep=εξακολουθώ keep=κατακρατώ keep=κρατώ kernel=πυρήνας kernel=ψίχα kerosene=κηροζίνη key=κλειδί keyboard=πληκτρολόγιο kick=κλοτσώ kid=κατσικάκι kid=παιδί kid=πιτσιρίκος kidnapper=απαγωγέας kidnapping=απαγωγή kidnapping=αρπαγή kidney=νεφρό kill=σκοτώνω killer=δολοφόνος killing=δολοφονία kilogram=κιλό kilometre=χιλιόμετρο kind=είδος kind=ευγενικός kind=καλός kindle=ανάβω kindle=διεγείρω kindle=εξάπτω kindly=ευγενικά king=βασιλιάς king=ρήγας kingdom=βασίλειο kiosk=περίπτερο kiss=φίλημα kiss=φιλί kiss=φιλώ kit=εξοπλισμός kitchen=κουζίνα kitten=γατάκι knack=κολάι knead=μαλάζω kneading=πλάσιμο knee=γόνατο kneel=γονατίζω knickers=βράκες knight=ιππότης knighthood=ιπποσύνη knit=ζαρώνω knit=θρέφω knit=πλέκω knob=χερούλι knot=δένω knot=κόμβος knot=φιόγκος knotty=δυσεπίλυτος knotty=ροζιάρικός know=γνωρίζω know=ξέρω knowledge=γνώσεις knowledge=γνώση known=γνωστό lab=εργαστήριο label=ετικέτα laborious=κοπιαστικός laborious=πολύμοχθος labour=εργάζομαι labour=εργασία labour=κοπιάζω labourer=εργάτης labyrinth=λαβύρινθος lack=έλλειψη lack=υστέρημα lackadaisical=απαθής lad=παιδί ladder=σκάλα lady=κυρία lag=υστέρηση lake=λίμνη lamb=αρνί lame=κουτσός lament=θρήνος lament=θρηνώ lament=μοιρολογώ lament=οδυρμός lamentable=αξιοθρήνητος lamp=λάμπα lamp=λυχνία lampoon=σάτιρα lampoon=σατιρίζω lancer=λογχοφόρος land=έδαφος land=προσγειώνομαι land=προσγειώνω landing=πλατύσκαλο landing=προσγείωση landlord=νοικοκύρης landscape=τοπίο landslide=κατολίσθηση lane=δρομάκι lane=λωρίδα lane=πάροδος language=γλώσσα languish=ατονώ lanky=ψηλόλιγνος lanolin=λανολίνη lantern=φαναράκι lantern=φανάρι lantern=φανός lap=γόνατα lap=γύρος lap=παφλάζω lap=πλαταγίζω lapel=πέτο lapel=ρεβέρ lapse=παραδρομή lapse=πέφτω larceny=κλοπή lard=λαρδί large=μεγάλος largesse=γενναιοδωρία largesse=μεγαλοψυχία lark=κορυδαλλός larva=κάμπια larva=προνύμφη lash=λοιδορώ lash=μαστίζω last=διαρκώ last=τελευταίος last=φτουρώ lasting=διαρκείας latch=μάνταλο latch=μανταλώνω late=αποθανών late=αργά late=αργός late=όψιμος lately=πρόσφατα lateral=πλάγιος lathe=τόρνος latter=τελευταίος latter-day=σύγχρονος lattice=δικτυωτό lattice=πλέγμα laudable=επαινετός laugh=γελώ laughter=γέλια launch=εκτοξεύω launch=εξαπολύω launch=καθελκύω launching=εκτόξευση launching=καθέλκυση launderette=καθαριστήριο laurel=δάφνη lavatory=αποχωρητήριο lavish=επιδαψιλεύω lavish=πολυτελής lavishness=επιδαψίλευση law=νόμος lawful=νόμιμος lawn=γκαζόν lawn=πελούζα lawsuit=δίκη lawyer=δικηγόρος lax=ελαστικός lax=λάσκος lax=χαλαρός lay=κοσμικός lay=ξαπλώνω lay=στρώνω layer=στρώμα layout=διαρρύθμιση laziness=οκνηρία lazy=νωχελής lazy=τεμπέλης lead=ηγούμαι lead=λουρί lead=μόλυβδος leader=αρχηγός leader=ηγεμόνας leader=ηγέτης leader=ηγήτορας leadership=ηγεμονία leadership=ηγεσία leading=ηγετικός leading=κορυφαίος leaf=φύλλο leaflet=φυλλάδιο league=κατηγορία league=πρωτάθλημα league=συνασπισμός leak=διαρρέω leak=διαρροή leakage=διαρροή leakage=διαφυγή lean=ακουμπώ lean=άπαχος lean=γέρνω lean=κλίνω leap=αναπηδώ leap=πηδώ leap=χοροπηδώ learn=μαθαίνω learning=μάθηση lease=εκμίσθωση lease=μίσθωση leather=δερμάτινος leave=παραιτούμαι leave=παρατάω leave=φεύγω lecture=διάλεξη lecture=νουθετώ lecturer=υφηγητής ledge=πρεβάζι ledge=χείλος leek=πράσο left=αριστερός left=άφησα left=έφυγα leftover=περισσευούμενος leg=πόδι leg=στάδιο legal=νόμιμος legality=νομιμότητα legally=νόμιμα legend=θρύλος legendary=θρυλικός legendary=μυθικός legible=ευανάγνωστος legion=λεγεώνα legislation=θεσμοθέτηση legislation=νομοθεσία legislative=νομοθετικός legitimacy=νομιμότητα legitimate=νόμιμος leisurely=σιγανός lemon=λεμόνι lemonade=λεμονάδα lend=δανείζω length=μήκος lens=φακός lentils=φακές leopard=λεοπάρδαλη leprosy=λέπρα leprosy=λώβα lesion=αλλοίωση lesion=κάκωση lessen=ελαττώνω lessen=μειώνω lessen=μικραίνω lesson=μάθημα let=αφήνω let=ενοικιάζομαι lethal=φονικός letter=γράμμα lettuce=μαρούλι level=επίπεδο lever=μοχλός leverage=επιρροή lewd=ασελγής liability=δωσιδικία liability=ευθύνη liability=παθητικό liable=δωσίλογος liar=ψεύτης libellous=δυσφημιστικός liberal=φιλελεύθερος liberation=χειραφέτηση librarian=βιβλιοθηκάριος library=βιβλιοθήκη lice=ψείρα lichen=λειχήνες licit=θεμιτός licit=νόμιμος lick=γλείφω lick=νικώ lick=συντρίβω lid=καπάκι lid=σκέπασμα lie=κείμαι lie=ψεύδομαι liege=υποτελής lieutenant=υπολοχαγός life=βίος life=ζωή life=ισόβιος lifeguard=ναυαγοσώστης lift=ασανσέρ lift=σηκώνω lift=υψώνω ligament=σύνδεσμος ligature=επίδεσμος ligature=κλωστή ligature=σύμπλεγμα light=ανάβω light=ξανθός light=φωτερός light=φωτίζω lighter=αναπτήρας lighter=μαούνα light-hearted=ξένοιαστος light-hearted=χαρούμενος lighting=φωτισμός lightly=ελαφρώς lightly=επιπόλαια lightning=αστραπές ligneous=ξυλώδης lignite=λιγνίτης like=αρέσω like=όπως like=σαν like=συμπαθώ likeable=συμπαθητικός likelihood=πιθανότητα likely=μάλλον likely=πιθανά likely=πιθανόν likewise=παρομοίως liking=αρέσκεια lily=κρίνος limb=άκρο limb=κλαδί limb=μέλος lime=ασβέστης limestone=ασβεστόλιθος limit=όριο limit=περιορίζω limitation=περιορισμός limitation=περιστολή limousine=λιμουζίνα limp=κουτσαίνω limp=χαλαρός limpid=λαγαρός line=γραμμή line=επενδύω line=παρατάσσω line=ρυτίδα linen=κλινοσκεπάσματα linen=λινός linger=βραδυπορώ linger=επιμένω linger=καθυστερώ lingo=γλώσσα lingo=διάλεκτος linguist=γλωσσολόγος linguist=γλωσσομαθής linguistic=γλωσσικός linguistics=γλωσσολογία lining=φόδρα link=κρίκος link=συνδέω linking=μεταβατικός lip=χείλι liquid=υγρό liquidate=εκκαθαρίζω liquidate=ρευστοποιώ liquidation=εκκαθάριση liquidation=ρευστοποίηση liquidator=εκκαθαριστής lira=λιρέτα lisp=τραυλισμός lisp=ψευδίζω lisp=ψεύδισμα list=λίστα listen=ακούω listen=αφουγκράζομαι listener=ακροατής literal=κυριολεκτικός literally=κυριολεκτικά literary=λογοτεχνικός literature=λογοτεχνία litre=λίτρο litter=απορρίμματα litter=σκουπίδια little=λίγο little=μικρός littoral=παραλιακός live=ζωντανός live=μένω livelihood=απασχόληση liveliness=ζωντάνια lively=ζωηρός liver=συκώτι livid=εξοργισμένος livid=μολυβής living=έμψυχος living=ζωντανός load=γεμίζω load=ζαλίκι load=φορτίζω loading=φόρτωση loaf=φρατζόλα loafer=τεμπέλης loan=δάνειο loan=δανεισμός loathe=σιχαίνομαι lobby=λόμπι lobby=προθάλαμος lobster=αστακός local=τοπικός locally=τοπικά locate=εντοπίζω location=τοποθεσία loch=λίμνη lock=κλειδαριά locomotive=μηχανή locus=τόπος locust=ακρίδα lodge=καταλύω lodge=σφηνώνω lodging=κατάλυμα loft=σοφίτα lofty=υπερόπτης lofty=ψηλός logarithm=λογάριθμος logarithmic=λογαριθμικός logistic=λογιστικός loiter=περιδιαβάζω loiter=χαζεύω lolly=γλειφιτζούρι lone=μοναχικός lone=μόνος loneliness=μοναξιά lonely=μόνος lonesome=μοναχικός long=μακρύς long=μεγάλος longing=καημός longing=λαχτάρα look=βλέμμα look=εμφάνιση look=κοιτάζω look=φαίνομαι lookout=προοπτική lookout=σκοπιά lookout=τσιλιαδόρος loom=αργαλειός loom=ξεπροβάλλω loop=βρόγχος loop=βρόχος loop=θηλιά loophole=παραθυράκι loose=λάσκος loose=λυτός loose=μπόσικος loose=χαλαρός loosely=χαλαρά loosen=λασκάρω loosen=μολάρω loosen=χαλαρώνω loot=λάφυρα loot=λεηλατώ loot=λεφτά lop=κλαδεύω loquacious=φλύαρος lord=άρχοντας lord=αφέντης lord=λόρδος lorry=φορτηγό lose=χάνω loss=απώλεια loss=ήττα loss=χαμός loss=χάσιμο lot=κλήρος lot=μοίρα loud=βροντερός loud=ηχηρός loudspeaker=ηχείο loudspeaker=μεγάφωνο lounge=σαλόνι louse=ψείρα lousy=άθλιος love=αγάπη love=αγαπώ love=έρωτας lover=εραστής low=χαμηλός lower=ταπεινώνω lower=χαμηλώνω loyal=πιστός loyalty=πίστη lubricant=λιπαντικό lubrication=λίπανση lucid=ευκρινής lucid=σαφής luck=τύχη luckily=ευτυχώς lucky=τυχερός ludicrous=γελοίος ludicrous=περίγελος lug=σέρνω lug=τραβώ luggage=αποσκευές lukewarm=χλιαρός lull=νηνεμία lump=βώλος lunar=σεληνιακός lunatic=μανιακός lunch=μεσημεριανό lung=πνεύμονας lurch=μετατόπιση lure=δελεάζω lurid=μακάβριος lurk=παραμονεύω lush=άφθονος lush=μεθύστακας lush=πλούσιος lust=λαγνεία lust=πόθος luxurious=πολυτελής luxury=πολυτέλεια luxury=πολυτελής lymph=λέμφος lymphatic=λεμφικός lynch=λυντσάρω lyric=λυρικός lyrics=στοίχοι macaroni=μακαρονάδα machination=δολοπλοκία machination=ραδιουργία machine=μηχάνημα machinist=μηχανουργός mad=θυμωμένος mad=κουζουλός mad=λωλός mad=τρελός madness=τρέλα maelstrom=δίνη magazine=περιοδικό magic=μαγεία magic=μαγικός magistrate=δικαστής magistrate=ειρηνοδίκης magnanimous=μεγάθυμος magnanimous=μεγαλόψυχος magnetic=μαγνητικός magnify=μεγαλοποιώ magpie=καρακάξα mahogany=μαόνι maiden=παρθένος mail=ταχυδρομείο mail=ταχυδρομώ mailman=ταχυδρόμος maim=σακατεύω main=κύριος main=κυριότερος mainstay=στυλοβάτης maintain=διατείνομαι maintain=διατηρώ maintain=υποστηρίζω maintenance=συντήρηση maisonette=διπλοκατοικία majestic=μεγαλειώδης majestic=μεγαλοπρεπής majesty=μεγαλείο majesty=μεγαλοπρέπεια major=σημαντικός major=ταγματάρχης majority=πλειονότητα make=εξαναγκάζω make=κάνω make=κατασκευάζω make=φτιάχνω maker=κατασκευαστής makeshift=πρόχειρος maladroit=αδέξιος malady=αρρώστια male=ανδρικός male=αρσενικός malefactor=κακοποιός malefactor=κακούργος malevolent=κακόβουλος malevolent=μοχθηρός malice=μοχθηρία malice=πονηριά malice=χαιρεκακία malicious=εμπαθής malicious=κακόβουλος malicious=μοχθηρός malign=κακολογώ malignant=κακεντρεχής malignant=κακοήθης malleable=ελαστικός maltreat=κακομεταχειρίζομαι mammal=θηλαστικό man=άνδρας man=άνθρωπος man=επανδρώνω manage=αντεπεξέρχομαι manage=διευθύνω manage=καταφέρνω management=διοίκηση manager=διευθυντής managerial=διευθυντικός mandarin=μανταρίνι mandate=εντολή mandatory=επιτακτικός mandolin=μαντολίνο mane=χαίτη manger=φάτνη manic=μανιακός manifestation=εκδήλωση manifesto=μανιφέστο manifold=πολλαπλός manipulation=χειρισμός manipulation=χρήση mannequin=μανεκέν manner=τρόπος manoeuvre=ελιγμός mansion=μέγαρο mantle=μανδύας manual=εγχειρίδιο manufacture=κατασκευάζω manufacturer=κατασκευαστής manumit=απελευθερώνω manure=κοπριά many=πολλοί map=χάρτης map=χαρτογραφώ mar=βλάπτω marathon=μαραθώνιος marble=μαρμάρινος marble=μάρμαρο march=βαδίζω March=Μάρτιος mare=φοράδα margarine=μαργαρίνη margin=περιθώριο margin=τράτο marginal=οριακός marginal=περιθωριακός marina=μαρίνα marinade=μαρινάτα marinate=μαρινάρω marine=θαλάσσιος marine=πεζοναύτης marionette=νευρόσπαστο maritime=ναυτικός mark=βαθμός mark=σημαίνω mark=σημειώνω markdown=έκπτωση markedly=έντονα markedly=ξεκάθαρα markedly=σαφώς marker=σημάδι market=αγορά marquis=μαρκήσιος marriage=γάμος married=παντρεμένη married=παντρεμένος marrow=μυελός marsh=βάλτος marsh=έλος marsh=μαζεύω marshal=επιστρατεύω marshal=στρατάρχης marshal=συγκεντρώνω marshy=ελώδης martial=πολεμικός martyr=μάρτυρας martyrdom=μαρτύριο marvellous=θαυμάσιος mask=μάσκα mask=προσωπείο mass=μάζα mass=μαζικός massacre=μακελειό massacre=σφαγή massage=μασάζ massive=ογκώδης massive=τεράστιος mast=ιστός mast=κατάρτι master=αφέντης master=δεξιοτέχνης master=κύριος master=μετρ masturbation=αυνανισμός mat=χαλάκι match=αγώνας match=σπίρτο match=συνταιριάζω match=ταιριάζω mate=ζευγαρώνω mate=ταίρι mate=ύπαρχος mate=φιλαράκος material=ύλη material=υλικός material=ύφασμα materialism=υλισμός materialistic=υλιστικός maternal=μητρικός maternity=μητρότητα mathematician=μαθηματικός maths=μαθηματικά matrimony=παντρειά matter=θέμα matter=νοιάζομαι matter=ύλη matter=υπόθεση mattress=στρώμα mature=μεστός mature=μεστώνω mature=ωριμάζω mature=ώριμος maturity=ωριμότητα maudlin=μεμψίμοιρος maxim=γνωμικό mayor=δήμαρχος maze=λαβύρινθος me=εμένα me=με me=μου mead=υδρομέλι meadow=λιβάδι meagre=λιγοστός meagre=πενιχρός meal=γεύμα mean=εννοώ mean=παραδόπιστος mean=σημαίνω mean=τσιγκούνης meander=ελίσσομαι meaning=έννοια meaning=σημασία means=μέσο means=μέσον measure=μέτρο measure=μετρώ measurement=καταμέτρηση measurement=μέτρηση meat=κρέας meat=σάρκα mechanic=μηχανικός mechanism=μηχανισμός medal=μετάλλιο medal=παράσημο medical=ιατρικός medicine=ιατρική medicine=φάρμακο medieval=μεσαιωνικός mediocre=μέτριος mediocrity=μετριότητα medium=μεσαίος medium=μέσον medium=μέτριος meek=άτολμος meek=πειθήνιος meek=πράος meet=συναντώ meeting=αναμέτρηση melancholy=κατήφεια mellifluous=ηδύφωνος melodic=μελωδικός melodrama=μελόδραμα melt=λιώνω member=μέλος member=στέλεχος memento=αναμνηστικό memento=ενθύμιο memo=σημείωμα memorable=αλησμόνητος memorable=αξέχαστος memorable=αξιομνημόνευτος memorial=μνημείο memorial=μνημόσυνο memorize=απομνημονεύω memory=ανάμνηση memory=μνήμη menacing=απειλητικός menagerie=θηριοτροφείο mend=επισκευάζω mental=πνευματικός mental=ψυχικός mentality=νοοτροπία mentality=ψυχοσύνθεση mention=αναφέρω mention=αναφορά mercenary=μισθοφορικός mercenary=μισθοφόρος merchandise=εμπορεύματα merchandise=πραμάτεια merchant=έμπορας merciful=εύσπλαχνος merciless=ανηλεής mercury=υδράργυρος mercy=έλεος mere=απλός merely=απλώς merge=συγχωνεύομαι merge=συγχωνεύω meridian=απόγειο merit=αξία meritorious=άξιος merriment=διασκέδαση merriment=ευθυμία merriment=κέφι merry=εύθυμος merry=φαιδρός merrymaking=διασκέδαση mesh=δίχτυ mesh=ζεύξη mesh=πλέγμα mess=ακαταστασία message=άγγελμα message=μήνυμα messenger=αγγελιοφόρος messy=ακατάστατος metabolism=μεταβολισμός metal=μέταλλο metallic=μεταλλικός metallurgic=μεταλλουργικός metallurgical=μεταλλουργικός metallurgist=μεταλλουργός metallurgy=μεταλλουργία metamorphosis=μεταμόρφωση metaphoric=μεταφορικός mete=διανέμω mete=επιβάλλω meteorite=μετεωρίτης meteorologist=μετεωρολόγος meteorology=μετεωρολογία meter=μετρητής meter=μέτρο method=μέθοδος methodology=μεθοδολογία meticulous=σχολαστικός metre=μέτρο metric=μετρικός metronome=μετρητής metropolis=μητρόπολη metropolitan=μητροπολιτικός mettle=θάρρος mew=νιαουρίζω mica=μαρμαρυγίας microbe=μικρόβιο microscope=μικροσκόπιο middle=μεσαίος middle=μέση middleman=μεσάζοντας midge=μουσίτσα midget=νάνος midnight=μεσάνυχτα might=δύναμη might=μπορούσα mighty=δυνατός mighty=ισχυρός migrant=μετανάστης migrate=αποδημώ migrate=μεταναστεύω migration=αποδημία migration=μετανάστευση mike=μικρόφωνο mild=ήπιος mild=πράος mildew=μούχλα mildew=περονόσπορος mile=μίλι military=στρατιωτικός milk=αρμέγω milk=γάλα milkman=γαλατάς mill=αλέθω mill=εργοστάσιο mill=μύλος miller=μυλωνάς millet=κεχρί million=εκατομμύριο mime=μίμος mince=κιμάς mind=νοιάζομαι mind=πειράζω mind=φυλάξου mine=μεταλλείο mine=νάρκη miner=ανθρακωρύχος mineral=μετάλλευμα mineralogy=ορυκτολογία minimal=ελάχιστος minimize=ελαχιστοποιώ minimum=ελάχιστος minister=ιερέας minister=υπουργός ministerial=υπουργικός ministry=υπουργείο minor=ασήμαντος minor=ελάσσων minor=μικρός minor=υπεξούσιος minority=μειοψηφία mint=μέντα mint=νομισματοκοπείο minus=πλην minute=λεπτό minute=λεπτομερής minute=μικροσκοπικός miracle=θαύμα mire=βόρβορος mirror=αντικατοπτρίζω mirror=καθρέφτης mirth=ευθυμία mirth=χαρά miscarriage=αποβολή miscarry=αποβάλλω mischief=μοχθηρία misdemeanour=πταίσμα miser=φιλάργυρος miserable=άθλιος miserable=ελεεινός miserable=κακόμοιρος miserable=χάλια miserly=παραδόπιστος miserly=φιλάργυρος misery=δυστυχία misery=μιζέρια misfortune=δυστυχία misfortune=κακοτυχία misgiving=δισταγμός mishap=ατύχημα mislead=παραπλανώ misleading=παραπλανητικός miss=αστοχώ miss=δεσποινίς miss=χάνω missile=πύραυλος mission=αποστολή missionary=ιεραπόστολος mist=ομίχλη mist=πούσι mistake=λάθος mistaken=εσφαλμένος mistaken=λαθεμένος mistaken=λανθασμένος mistrust=δυσπιστία misty=ομιχλώδης misunderstanding=παρεξήγηση mitt=γάντι mix=ανακατεύω mix=ανακατώνω mix=αναμιγνύω mix=μίγμα mixer=μίξερ mixture=μίγμα moan=μουγκρητό moan=μουγκρίζω moan=στενάζω mob=όχλος mob=συμμορία mobile=κινητός mobility=κινητικότητα mock=περιγελώ mock=σαρκάζω mock=χλευάζω mockery=κοροϊδία mockery=παρωδία mockery=χλευασμός mocking=εμπαικτικός mocking=περιπαιχτικός model=μακέτα model=μανεκέν model=μοντέλο moderate=μετριάζω moderate=μετριοπαθής moderate=μέτριος moderation=εγκράτεια moderation=μετριοπάθεια modern=μοντέρνος modern=σύγχρονος modest=μετριόφρων modest=σεμνός modestly=σεμνά modesty=απλότητα modesty=μετριοφροσύνη modesty=σεμνότητα modesty=ταπεινοφροσύνη modify=παραλλάζω modify=τροποποιώ moist=υγρός moisten=υγραίνω moisture=υγρασία molar=τραπεζίτης mole=μόλος mole=τυφλοπόντικας moment=στιγμή momentarily=προσωρινά momentous=βαρυσήμαντος monarch=ηγεμόνας monetary=νομισματικός money=λεφτά moneylender=τοκογλύφος monitor=οθόνη monitor=παρακολουθώ monkey=μαϊμού Monopoly=Μονοπώλια monopoly=μονοπώλιο monsoon=μουσώνας monster=κτήνος monster=τέρας monstrous=τραγελαφικός month=μήνας monthly=μηνιαίος monument=μνημείο monumental=μνημειώδης monumental=πελώριος moo=μουγκανίζω mood=διάθεση mood=έγκλιση mood=κέφι moon=φεγγάρι moon=φωτερό moor=προσδένω moor=χερσότοπος moot=αμφισβητούμενος mop=σφουγγαρίζω mop=σφουγγαρίστρα moped=μοτοποδήλατο moral=επιμύθιο moral=ηθικός more=πια more=πλέον morgue=νεκροτομείο morning=πρωί morrow=αύριο morsel=λιχουδιά mortal=θανάσιμος mortal=θνητός mortality=θνησιμότητα mortgage=υποθηκεύω mortgage=υποθήκη mosque=τζαμί mosquito=κουνούπι moss=βρύο most=πλέον moth=σκόρος moth=σκώρος mother=μητέρα motherly=μητρικός motion=γνέφω motion=κίνηση motion=πρόταση motionless=ακίνητος motivate=παρακινώ motivation=κίνητρο motivation=παρακίνηση motive=κίνητρο motley=ανακατεμένος motley=ετερογενής motor=μηχανή motorbike=μηχανή motorcar=αυτοκίνητο motorcycle=μηχανή motoring=οδήγηση motorist=αυτοκινητιστής mottle=κηλίδα mould=μήτρα mould=μούχλα moulding=πλάσιμο moult=μαδώ mound=ανάχωμα mount=ανεβαίνω mount=αυξάνομαι mount=βουνό mount=όρος mountain=βουνό mountain=όρος mountaineer=ορειβάτης mountaineering=ορειβασία mountainous=ορεινός mountebank=αγύρτης mourn=θρηνώ mourn=κλαίω mourn=πενθώ mournful=πένθιμος mournful=περίλυπος mouse=ποντίκι moustache=μουστάκι mouth=στόμα mouth=στόμιο mouthful=μπουκιά mouthpiece=επιστόμιο movable=κινητός move=κίνηση move=κινώ move=μετακομίζω move=σαλεύω movement=κίνημα movement=κίνηση moving=συγκινητικός mow=θερίζω much=πολύ much=πολύς muck=βόρβορος muck=βρομιά muck=κοπριά mud=βόρβορος mud=ιλύς mud=λάσπη muddle=ανακατεύω muddle=μπερδεύω muddle=συγχέω muddy=ιλυώδης muddy=λασπώδης muddy=λασπωμένος mudguard=λασπωτήρας mudguard=φτερό muff=χάνω muffle=κουκουλώνω muffle=πνίγω mug=κούπα mug=μούρη mugger=ληστής mugging=ληστεία muggy=πνιγηρός mulberry=μούρο mulct=πρόστιμο mule=μουλάρι mull=ζεσταίνω multifarious=πολυειδής multilingual=πολύγλωσσος multiple=πολλαπλός multiplication=αναπαραγωγή multiplication=πολλαπλασιασμός multiply=πολλαπλασιάζω multitude=πλήθος mum=μαμά mum=μάνα mumble=μουρμουρίζω mummify=ταριχεύω mummy=μαμά mummy=μούμια mundane=κοσμικός mundane=τετριμμένος municipal=δημοτικός murder=σκοτώνω murder=φόνος murderer=δολοφόνος murderous=φονικός murk=ζόφος murmur=γκρινιάζω murmur=μουρμουρίζω muscular=μυϊκός muscular=μυώδης muse=ρεμβάζω museum=μουσείο mushroom=μανιτάρι music=μουσική musician=μουσικός musket=μουσκέτο musket=τουφέκι must=μούστος must=πρέπει mustard=μουστάρδα muster=συγκεντρώνομαι muster=συγκεντρώνω mutation=μεταλλαγή mutation=μετάλλαξη mute=μουγγός mutilate=κουτσουρεύω mutter=μουρμουρίζω mutual=αμοιβαίος myrtle=μερσίνη myrtle=μυρσίνη myrtle=μύρτος mysterious=αινιγματικός mysterious=μυστηριώδης mysteriously=μυστηριωδώς mystery=αίνιγμα mystery=γρίφος mystery=μυστήριο mystic=μυστικιστής mythology=μυθολογία nab=πιάνω nab=σουφρώνω nab=συλλαμβάνω nag=αποπαίρνω nag=καυγαδίζω nag=παλιάλογο nail=καρφί nail=νύχι nail=πρόκα naive=αφελής naivety=αφέλεια naked=γυμνός naked=τσίτσιδος name=όνομα name=ονομάζω name=ονομασία nameless=ανώνυμος namely=ήτοι nap=υπνάκος nape=σβέρκος napkin=πετσέτα napkin=πετσετάκι napkin=χαρτοπετσέτα nappy=πάνα narrator=αφηγητής narrow=στενός nasty=απαίσιος nation=έθνος national=εθνικός nationalism=εθνικισμός nationalist=εθνικιστής nationality=ιθαγένεια nationality=υπηκοότητα native=ιθαγενής native=ντόπιος naturally=φυσικά nature=φύση naughty=άτακτος nautical=ναυτικός naval=ναυτικός nave=σηκός navigation=ναυτιλία navigator=αεροναυτίλος navigator=ναυτίλος navy=ναυτικό near=κοντά nearby=κοντά nearby=κοντινός nearly=παραλίγο nearly=σχεδόν near-sighted=μυωπικός neat=ακριβής neatly=κομψά necessarily=απαραίτητα necessary=αναγκαίος necessity=αναγκαιότητα neck=αυχένας neck=λαιμός neck=σβέρκος necklace=κολιέ nectar=νέκταρ need=ανάγκη need=χρειάζομαι needle=βελόνα nefarious=άνομος nefarious=φαύλος negative=αρνητικός negatively=αρνητικά neglect=αμέλεια neglect=αμελώ negligible=αμελητέος negotiate=διαπραγματεύομαι negotiation=διαπραγμάτευση negotiator=διαπραγματευτής neigh=χλιμιντρίζω neighbour=γείτονας neighbourhood=γειτονιά neighbourhood=μαχαλάς neighbouring=γειτονικός neighbourly=φιλικός nerve=νεύρο nervous=νευρικός nervously=ανήσυχα nest=θαλάμη nest=φωλιά nest=φωλιάζω nestle=φωλιάζω net=δίχτυ nettle=τσουκνίδα network=δίκτυο neutral=νεκρό neutral=ουδέτερος never=ποτέ nevertheless=ωστόσο new=καινούριος new=νέος newfangled=καινοφανής newly=πρόσφατα news=ειδήσεις news=νέα newspaper=εφημερίδα next=επόμενος next=μετά nibble=τσιμπολόγημα nice=ωραίος nicely=ωραία nicety=ακριβολογία niche=σηκός nick=εγκοπή nickname=παρατσούκλι niggard=τσιγκούνης night=νύχτα nightingale=αηδόνι nimbleness=ευστροφία nimbus=αύρα nine=εννέα nip=τσιμπώ nipper=πιτσιρίκος nipple=ρόγα nirvana=νιρβάνα nitwit=βλάκας no=κανένας no=όχι nobility=αριστοκρατία noble=αβρός nobody=κανείς nocturnal=νυχτερινός nod=κατανεύω noise=θόρυβος noisy=θορυβώδης nomadic=φερέοικος nomenclature=ονοματολογία nominal=ονομαστικός nominate=διορίζω nominate=προτείνω nomination=υποψηφιότητα nomination=χρίσμα nominative=ονομαστικός nonchalant=αδιάφορος nonchalant=οκνός nonchalant=ράθυμος none=κανένας nonplus=σαστίζω nonsense=ανοησίες nonsense=βλακείες nonsensical=ανόητος nook=γωνία nook=εσοχή noon=μεσημέρι nor=ούτε norm=νόρμα norm=πρότυπο normal=κανονικός normal=φυσιολογικός normally=κανονικά north=Βοράς north=Βοριάς northern=βόρειος nose=μύτη nostalgia=νοσταλγία nostalgic=νοσταλγικός nostril=ρουθούνι not=δεν notable=αξιοσημείωτος notary=συμβολαιογράφος note=σημειώνω note=σημείωση notebook=καρνέ notebook=σημειωματάριο noteworthy=αξιοσημείωτα nothing=τίποτα notice=παρατηρώ notice=πίνακας noticeable=αξιοσημείωτος notify=γνωστοποιώ notify=ειδοποιώ notion=αντίληψη notion=ιδέα notorious=διαβόητος notorious=περιβόητος nourish=καλλιεργώ nourish=τρέφω nourishment=θρέψη nourishment=τροφή novel=καινοφανής novel=μυθιστόρημα now=τώρα noxious=επιζήμιος nuance=απόχρωση nuclear=πυρηνικός nucleus=πυρήνας nudism=γυμνισμός nuisance=μπελάς nullify=ανατρέπω nullify=ματαιώνω number=αριθμός numbness=μούδιασμα numerous=πολυάριθμος nunnery=μονή nurse=βάγια nurse=νοσοκόμα nursery=φυτώριο nurture=τρέφω nut=παξιμάδι nutrition=θρέψη nutritional=θρεπτικός nutritious=θρεπτικός oak=βελανιδιά oak=δρύινος oar=κουπί oasis=όαση oath=όρκος oats=βρόμη oats=βρώμη obedient=πειθήνιος obedient=υπάκουος obelisk=οβελίσκος obese=παχύσαρκος obesity=παχυσαρκία obey=υπακούω obituary=νεκρολογία object=αντικείμενο object=αντιτείνω objection=αντίρρηση objective=αντικειμενικός objurgate=επικρίνω obligation=υποχρέωση obligatory=υποχρεωτικός oblige=υποχρεώνω oblique=λοξός oblique=πλάγιος obliquity=λοξότητα oblivion=λήθη oblivion=λησμονιά oblong=επιμήκης oblong=μακρόστενο obscene=αισχρός obscene=άσεμνος obscure=δυσνόητος obscure=κρύβω obscure=σκοτεινός observation=παρακολούθηση observation=παρατηρητικότητα observatory=παρατηρητήριο observe=παρατηρώ observe=τηρώ observer=παρατηρητής obsolete=απαρχαιωμένος obstacle=εμπόδιο obstacle=φραγμός obstinacy=πείσμα obstinate=ισχυρογνώμων obstinate=πεισματάρης obstinate=πεισμωμένος obstruct=κωλυσιεργώ obstruct=παρακωλύω obstruction=παρακώλυση obstruction=στένωση obtain=αποκτώ obtain=προμηθεύομαι obvious=φανερός obviously=εμφανώς occasion=περίπτωση occasional=σποραδικός occasionally=περιοδικά occasionally=πότεoccult=απόκρυφος occupant=κάτοχος occupation=επάγγελμα occupation=κατάληψη occupation=κατοχή occupational=επαγγελματικός occupy=καταλαμβάνω occur=συμβαίνω occurrence=γεγονός occurrence=περιστατικό occurrence=συμβάν ocean=ωκεανός ochre=ώχρα octopus=χταπόδι odd=μονός oddity=ιδιορρυθμία oddity=παραξενιά odour=οσμή of=από off=μακριά offence=αδίκημα offence=παράβαση offence=προσβολή offend=προσβάλλω offender=ένοχος offender=παραβάτης offensive=επίθεση offensive=προσβλητικός offensive=συνέπεια offer=προσφέρω offer=προσφορά office=γραφείο office=θώκος officer=αξιωματικός officer=στέλεχος official=αξιωματικός official=επίσημος officially=επίσημα officiate=χοροστατώ offshoot=βλαστός offshoot=παρακλάδι offshoot=παραφυάδα often=συχνά oil=λάδι oil=πετρέλαιο ointment=αλοιφή old=γέρικος old=γέρος old=παλαιός olive=ελιά omelette=ομελέτα ominous=δυσοίωνος omission=παράλειψη omit=παραλείπω omnivorous=παμφάγος on=σε once=εφάπαξ once=κάποτε one=ένα one=ένας one=μία onerous=βαρύς onerous=επαχθής onion=κρεμμύδι onlooker=θεατής only=μόνο onset=αρχή onto=πάνω onus=βάρος ooze=ίζημα ooze=κυλώ ooze=λάσπη ooze=στάζω opaque=αδιαφανής open=ανοίγω open=ανοικτός open=ανοιχτός open=εγκαινιάζω openly=ανοιχτά opera=όπερα operate=εγχειρίζω operate=λειτουργώ operation=εγχείρηση operation=επιχείρηση operation=λειτουργία operational=λειτουργικός operator=χειριστής opinion=άποψη opinion=γνωμάτευση opinion=γνώμη opponent=αντίπαλος opportune=επίκαιρος oppose=αντιτίθεμαι oppose=εναντιώνομαι opposition=αντίθεση opposition=αντιπολίτευση oppression=καταδυνάστευση oppression=καταπίεση oppressive=καταπιεστικός optician=οπτικός optimism=αισιοδοξία optimistic=αισιόδοξος option=επιλογή or=ή oral=προφορικός orange=πορτοκαλί orange=πορτοκάλι orbit=τροχιά orchard=περιβόλι orchestra=ορχήστρα ordain=χειροτονώ ordeal=δοκιμασία order=εντολή order=παραγγελία order=παραγγέλλω order=προσταγή ordinary=συνηθισμένος ordination=χειροτονία ore=μετάλλευμα ore=ορυκτό oregano=ρίγανη organ=όργανο organic=οργανικός organisation=διοργάνωση organisation=οργάνωση organist=οργανίστας oriental=ανατολικός oriental=ανατολίτικος orientate=προσανατολίζω orifice=στόμιο origin=προέλευση original=γνήσιος original=πρωτότυπος originality=πρωτοτυπία originate=προέρχομαι orphan=ορφανός orphanage=ορφανοτροφείο orthodox=ορθόδοξος orthodoxy=ορθοδοξία oscillate=ταλαντώνομαι osier=λυγαριά ostensible=δήθεν ostensible=φαινομενικός ostensibly=φαινομενικά ostentatious=επιδεικτικός ostentatious=φιγουρατζής other=άλλος ounce=ουγκιά out=έξω outbreak=εκδήλωση outbreak=έκρηξη outbreak=ξέσπασμα outcome=έκβαση outcome=κατάληξη outcry=αγανάκτηση outcry=κατακραυγή outfit=εξοπλισμός outgoing=εκδηλωτικός outgoing=εξωστρεφής outgoing=κοινωνικός outing=εκδρομή outlaw=φυγάς outlet=διέξοδος outline=διατυπώνω outline=σκιαγράφηση outline=σκιαγραφώ outlook=πρόβλεψη outmoded=ντεμοντέ outmoded=ξεπερασμένος output=παραγωγή outrage=οργή outrage=προπηλακίζω outrage=προσβολή outrageous=εξωφρενικός outrageous=σκανδαλώδης outright=απόλυτος outset=αρχή outsider=ξένος outskirts=περίχωρα outspoken=ειλικρινής outspoken=ντόμπρος outstanding=εξαιρετικός outwit=ξεγελώ ovary=ωάριο ovation=επευφημία over=πάνω over=τελείωσε overall=γενικός overall=ποδιά overall=συνολικός overalls=ολόσωμα overburden=παραφορτώνω overcast=μουντός overcast=συννεφιασμένος overcoat=παλτό overcoat=πανωφόρι overcome=νικημένος overcome=ξεπερνώ overdo=εξογκώνω overestimate=υπερεκτιμώ overflow=ξεχειλίζω overflow=υπερχείλιση overhear=ωτακουστώ overheat=υπερθερμαίνομαι overlap=επικαλύπτω overlap=συμπίπτω overload=υπερφορτώνω overlook=παραβλέπω overlook=παραγνωρίζω overly=υπερβολικά overpopulation=υπερπληθυσμός overrun=υπερβαίνω overseas=υπερπόντιος oversee=επιβλέπω oversee=επιτηρώ overseer=επόπτης oversight=αβλεψία oversight=παράλειψη oversimplify=απλουστεύω overt=φανερός overtake=ξεπερνώ overtake=προσπερνώ overthrow=ανατροπή overturn=αναποδογυρίζω overturn=μπατάρω overweight=υπέρβαρος overwhelm=καταβάλλω overwhelm=κατακλύζω overwhelm=πνίγω overwhelm=συντρίβω oviduct=σάλπιγγα owe=οφείλω owe=χρωστώ owl=κουκουβάγια own=κατέχω own=της] owner=ιδιοκτήτης owner=κάτοχος owner=κτήτορας ownership=ιδιοκτησία oxide=οξείδιο oxygenation=οξυγόνωση ozone=όζον pace=βήμα pace=δρασκελιά pace=ρυθμός pace=φόρα pacific=ειρηνικός pack=κατακλύζω pack=πακέτο pack=συσκευάζω pack=τράπουλα packaging=συσκευασία packer=συσκευαστής packet=δέμα packet=δέσμη packet=πακέτο padding=παραγέμισμα paddle=κουπί page=σελίδα pagoda=παγόδα pail=κουβάς pain=πόνος painful=αλγεινός painful=οδυνηρός painfully=οδυνηρά painless=ανώδυνος painstaking=κοπιαστικός painstaking=φιλόπονος paint=βάφω painter=βαφέας painting=ζωγραφιά paintwork=λουστράρισμα pair=ζευγάρι pal=φιλαράκος pal=φίλος palace=ανάκτορο palace=μέγαρο palace=παλάτι palaeontologist=παλαιοντολόγος palatable=εύγευστος palatable=ευχάριστος palate=ουρανίσκος palate=υπερώα pale=ξανθός pale=χλωμός paleness=κιτρινίλα palette=παλέτα palm=παλάμη palm=φοίνικας pancake=τηγανίτα pandemonium=πανδαιμόνιο pander=εκμαυλίζω panel=προεδρείο panel=φάτνωμα panic=πανικοβάλλω panic=πανικός pannier=κοφίνι panorama=πανόραμα pansy=πανσές pant=λαχανιάζω panther=πάνθηρας panties=βράκα pantomime=παντομίμα pants=παντελόνι pap=κουρκούτι pap=πολτός paper=εφημερίδα paper=χαρτένιος paper=χαρτί par=ισότητα par=ισοτιμία parable=παραβολή parachute=αλεξίπτωτο parade=παρέλαση paradigm=παράδειγμα paradise=παράδεισος paragon=υπόδειγμα paragraph=παράγραφος parallel=παράλληλος paralyse=παραλύω paramilitary=παραστρατιωτικός paranoia=παράνοια paranoid=παρανοϊκός parapet=πεζούλα parasite=παράσιτο parcel=δέμα parch=ξεραίνω pardon=συγχώρηση pardon=συγχωρώ pardon=χάρη parish=ενορία park=πάρκο parliament=βουλή parliament=κοινοβούλιο parliamentary=κοινοβουλευτικός parody=παρωδία parole=ομιλία parrot=παπαγάλος parsley=μαϊντανός parson=εφημέριος part=μερίδιο part=χωρίζω partial=μερικός participant=συμμέτοχος participle=μετοχή particle=μόριο particle=σωματίδιο particular=ειδικός particular=συγκεκριμένος particularly=ειδικά particularly=ιδίως parting=χωρισμός parting=χωρίστρα partisan=παρτιζάνος partly=μερικώς partner=σύντροφος partner=ταίρι partnership=συνεργασία partridge=πέρδικα parturition=τοκετός party=παρέα party=συμβαλλόμενος pass=κυκλοφορώ pass=πέρασμα pass=περνώ pass=στενά passable=διαβατός passable=μέτριος passage=διάβαση passage=κείμενο passenger=επιβάτης passing=πέρασμα passing=περαστικός passion=εμπάθεια passionate=εμπαθής passionate=παθιασμένος passive=παθητικός passively=παθητικά password=σύνθημα past=παρελθόν past=περασμένος pasta=ζυμαρικό paste=κόλλα pastel=κραγιόνι pastime=απασχόληση pastime=ενασχόληση pastime=χόμπι pastoral=ποιμενικός pasture=βοσκότοπος pat=χαϊδεύω patch=μπάλωμα paternal=πατρικός paternity=πατρότητα path=διαδρομή path=μονοπάτι pathfinder=ανιχνευτής pathogenic=παθογόνος pathologist=παθολόγος pathology=παθολογία pathway=μονοπάτια patience=καρτερία patience=υπομονή patient=ασθενής patient=υπομονετικός patiently=υπομονετικά patriarch=πατριάρχης patrician=πατρίκιος patriot=πατριώτης patriotic=πατριωτικός patriotism=πατριωτισμός patrol=περιπολία patron=θαμώνας patron=προστάτης patronage=πατρονάρισμα patronage=προστασία pattern=σχέδιο paunch=προκοίλι pause=διακοπή pause=διακόπτω pause=παύση pause=σταματώ pave=λιθοστρώνω pavement=πεζοδρόμιο pavement=πεζόδρομος pay=πληρωμή pay=πληρώνω payable=πληρωτέος pea=μπιζέλι peace=ειρήνη peace=ησυχασμός peach=γιαρμάς peacock=παγόνι peak=κορυφή peak=κορυφώνω pear=απίδι pear=αχλάδι pearl=μαργαριτάρι peasant=χωριάτης peat=τύρφη pebble=ψηφίο peck=ραμφίζω peckish=πεινασμένος peculiar=παράδοξος peculiar=παράξενος pedal=πετάλι pedal=πετάλιο pedantic=σχολαστικός pedestal=βάθρο pedestrian=πεζός pedigree=οικογένεια pedigree=ράτσα peel=καθαρίζω peel=ξεφλουδίζω peel=ξύσμα peep=κρυφοκοιτάζω peer=όμοιος peer=ομότιμος peer=περιεργάζομαι peevish=πικρόχολος peg=γόμφος pelvis=πύελος pen=μάντρα pen=στυλό penal=ποινικός penalty=κύρωση penalty=ποινή penalty=πρόστιμο pencil=μολύβι penetrate=διαπερνώ penetrate=διεισδύω penetrate=εισχωρώ penetrating=διεισδυτικός penetration=διείσδυση peninsula=χερσόνησος penitentiary=σωφρονιστήριο pension=συνταγή pension=σύνταξη pensioner=συνταξιούχος people=άνθρωποι people=άνθρωπος people=κόσμος pep=σφρίγος pepper=πιπέρι pepper=πιπεριά per=ανά per=κάθε perceive=αντιλαμβάνομαι perceive=διαβλέπω percentage=ποσοστό perceptible=αισθητός perception=αντίληψη perch=κούρνια perfect=τελειοποιώ perfect=τέλειος perfection=τελειοποίηση perfectly=τέλεια perfidious=επίβουλος perforate=διατρυπώ perform=αποδίδω perform=εκτελώ performance=απόδοση performance=παράσταση performer=καλλιτέχνης perfume=άρωμα perfume=ευωδιά perhaps=ίσως perhaps=μπορεί perilous=επικίνδυνος period=διάστημα period=περίοδος periodically=περιοδικά peripheral=περιφερειακός periphery=περιφέρεια perish=χάνομαι perjurer=επίορκος permanent=μόνιμος permanently=μόνιμα permeability=διαπερατότητα permission=άδεια permit=άδεια permit=επιτρέπω pernicious=ολέθριος perpetrate=διαπράττω perpetrator=δράστης perpetual=ενδελεχής perpetual=παντοτινός perpetuity=αιωνιότητα persecute=καταδιώκω persecution=διωγμός persevere=εμμένω persevere=επιμένω persist=επιμένω persistence=εμμονή persistence=επιμονή persistent=διαρκής persistent=επίμονος person=άνθρωπος person=άτομο person=πρόσωπο personable=ευπαρουσίαστος personal=προσωπικός personality=προσωπικότητα personally=προσωπικά personification=ενσάρκωση personify=προσωποποιώ perspective=άποψη perspective=προοπτική perspicacious=διορατικός perspicacity=διορατικότητα persuade=πείθω persuasion=πειθώ pert=αυθάδης pert=θρασύς pesky=ενοχλητικός pessimism=απαισιοδοξία pester=τριβελίζω pet=θωπεύω petrol=βενζίνη petticoat=μεσοφόρι petty=μικροπρεπής pharmaceutical=φαρμακευτικός pharmacist=φαρμακοποιός pharmacy=φαρμακείο phase=φάση pheasant=φασιανός phenomenal=εκπληκτικός phenomenal=φαινομενικός philharmonic=φιλαρμονικός philologist=φιλόλογος philosopher=φιλόσοφος philosophical=φιλοσοφικός philosophy=φιλοσοφία phlegm=ροχάλα phlegmatic=φλεγματικός phoenix=φοίνιξ phonetic=φωνητικός photo=φωτογραφία photograph=φωτογραφία photograph=φωτογραφίζω photographer=φωτογράφος photographic=φωτογραφικός photography=φωτογραφία phrase=διατυπώνω phrase=φράση physical=σωματικός physical=φυσικός physician=γιατρός physics=φυσική physiotherapy=φυσιοθεραπεία physique=κράση pianist=πιανίστας piano=πιάνο pick=διαλέγω pick=κασμάς pick=μαζεύω pick=συλλέγω picket=παλούκι pickle=τουρσί pickpocket=πορτοφολάς pictorial=παραστατικός picture=εικόνα picturesque=γραφικός pie=πίτα pier=αποβάθρα pier=μόλος piercing=διαπεραστικός piety=ευσέβεια pig=γουρούνι pigeon=περιστέρι pigment=χρωστικός pigtail=κοτσίδα pigtail=πλεξούδα pile=στοίβα pile=στοιβάδα pile=στοιβάζω pile=σωρός pilgrim=προσκυνητής pilgrimage=προσκύνημα pill=χάπι pillar=κολόνα pillar=στυλοβάτης pillar=στύλος pillow=μαξιλάρι pilot=πιλοτάρω pilot=πιλότος pimp=μαστροπός pimple=σπυρί pin=γόμφος pin=καρφίτσα pinch=βουτώ pinch=κλέβω pinch=τσιμπώ pine=πεύκο pink=ροζ pinnacle=αποκορύφωμα pinpoint=εντοπίζω pioneer=καινοτομώ pioneer=προπορεύομαι pioneer=πρωτοπόρος pious=ευσεβής pip=κουκούτσι pipe=αυλός pipe=πίπα pipe=σωλήνας pipeline=αγωγός piping=σωλήνωση pirate=πειρατής pistil=ύπερος piston=έμβολο piston=πιστόνι pit=λάκκος pit=ορυχείο pitch=γήπεδο pitch=κατράμι pitch=κλυδωνίζομαι pitcher=στάμνα pitiful=αξιολύπητος pitiful=οικτρός pity=κρίμα pity=οίκτος place=μέρος place=τοποθετώ place=τόπος placement=τοποθέτηση plagiarist=λογοκλόπος plagiary=λογοκλοπή plague=πανώλης plain=κάμπος plain=πεδιάδα plain=σκέτο plain=σκέτος plaintiff=ενάγων plait=κοτσίδα plait=πτυχή plan=σχεδιάζω plan=σχέδιο plane=επίπεδο plane=πλάνη plane=ροκάνι plane=στάθμη planet=πλανήτης plant=εργοστάσιο plant=φυτεύω plant=φυτό plantation=φυτεία plaque=πλάκα plaster=γύψος plaster=λευκοπλάστης plasterer=σοβατζής plastering=σοβάτισμα plastic=πλαστικός plate=πιάτο plate=πλάκα plateau=οροπέδιο platform=εξέδρα platform=πλατφόρμα platitude=κοινοτυπία platitude=σαχλαμάρα platoon=διμοιρία platter=πιατέλα plaudit=χειροκρότημα plausible=αληθοφανής plausible=εύσχημος play=έργο play=παίζω play=παριστάνω player=παίκτης playful=εύθυμος playful=παιχνιδιάρικος plaything=παιχνίδι plea=έκκληση plea=υπεράσπιση plead=αγορεύω plead=ικετεύω pleasant=ευάρεστος pleasant=ευχάριστος pleasantly=ευχάριστα please=ευχαριστώ please=παρακαλώ pleasure=αρέσκεια pleasure=ευχαρίστηση pleasure=ηδονή pleat=πιέτα plebiscite=δημοψήφισμα pledge=εχέγγυο pledge=υπόσχομαι plentiful=άφθονος plenty=άφθονος plenty=πολλά plenty=πολλοί pliable=εύκαμπτος pliant=ευλύγιστος pliers=πένσα plot=πλοκή plot=συνωμοσία plot=συνωμοτώ plough=αλέτρι plough=οργώνω ploughman=ζευγάς ploughman=οργωτής ploughshare=υνί pluck=μαδώ plucky=τολμηρός plug=βύσμα plug=πρίζα plum=δαμάσκηνο plumage=φτέρωμα plumb=σταθμίζω plumber=υδραυλικός plume=λοφίο plume=φτερό plump=παχουλός plump=τροφαντός plunder=λεηλατώ plunge=βουτώ plunge=καταδύομαι plunge=πέφτω plus=συν poacher=λαθροκυνηγός pocket=τσέπη poem=ποίημα poet=ποιητής poetic=ποιητικός poetry=ποίηση point=αιχμή point=δείχνω point=επισημαίνω point=στίγμα pointed=αιχμηρός pointed=μυτερός pointer=βέργα pointer=δείκτης pointless=άσκοπος poise=κορμοστασιά poison=δηλητηριάζω poison=δηλητήριο poisoning=δηλητηρίαση poisonous=δηλητηριώδης poke=σπρώχνω poke=τσιγκλώ poker=σκαλιστήρι polar=πολικός pole=παλούκι pole=πάσσαλος police=αστυνομεύω police=αστυνομία policeman=αστυνόμος policeman=αστυφύλακας policy=πολιτική polish=βερνίκι polish=γυαλίζω Polish=λουστράρω polish=λούστρο Polish=στιλβώνω polite=ευγενικός political=πολιτικός politician=πολιτικός pollen=γύρη pollute=μαγαρίζω pollution=ρύπανση pompous=ξιπασμένος pond=λιμνούλα ponder=αναμετρώ ponder=ζυγιάζω ponder=σταθμίζω ponder=συλλογίζομαι pony=αλογάκι pool=λιμνούλα pool=πισίνα poor=καημένος poor=πενιχρός poor=φτωχός poorly=φτωχά Pope=Πάπας pope=πάπισσα popish=παπικός poplar=καβάκι poppy=παπαρούνα popular=δημοφιλής popular=λαϊκός popularity=δημοτικότητα population=πληθυσμός porcelain=πορσελάνη porch=βεράντα pore=πόρος porn=τσόντα pornography=πορνογραφία port=αριστερός port=λιμάνι portable=φορητός portal=πύλη portent=προμήνυμα porter=αχθοφόρος portfolio=χαρτοφυλάκιο portion=μερίδα portion=μερίδιο portly=εύσωμος portrait=πορτρέτο portrayal=απεικόνιση pose=πόζα pose=ποζάρω posh=λουσάτος position=θέση position=τοποθεσία position=τοποθετώ positive=θετικός possess=έχω possess=κατέχω possession=κατοχή possessions=περιουσία possessions=τιμαλφή possessor=κάτοχος possible=εφικτός possible=πιθανός post=δοκάρι post=πόστο post=ταχυδρομώ postal=ταχυδρομικός postcard=κάρτα poster=αφίσα postman=διανομέας postman=ταχυδρόμος postpone=αναβάλλω postponement=αναβολή postulate=αιτώ postulate=ζητώ potable=πόσιμος potato=πατάτα potent=κραταιός potential=ενδεχόμενος potential=πιθανότητα potential=τάση potpourri=ποικιλία potter=αγγειοπλάστης pottery=αγγειοπλαστική pouch=θύλακας pouch=σακούλα pound=κοπανίζω pound=λίβρα pound=λίμπρα pound=μάντρα pour=βάζω pour=ρίχνω pour=χιμώ poverty=ένδεια poverty=μιζέρια poverty=πενία poverty=φτώχεια powder=πασπαλίζω powder=πούδρα power=δύναμη power=εξουσία power=κύρος powerful=δυναμικός powerful=δυνατός powerful=ισχυρός powerless=αδύναμος powerless=ανίκανος practical=πρακτικός practically=σχεδόν practice=άσκηση practice=πρακτική practise=ασκώ practise=εξασκώ praise=εκθειάζω praise=έπαινος praiseworthy=αξιέπαινος prawn=γαρίδα pray=προσεύχομαι prayer=προσευχή preacher=ιεροκήρυκας preaching=κήρυγμα preamble=πρόλογος preamble=σκεπτικό precarious=επισφαλής precaution=προφύλαξη precautionary=προληπτικός precede=προηγούμαι precedent=προηγούμενο precious=πολύτιμος precious=τιμαλφής precipice=γκρεμός precipitate=επισπεύδω precise=ακριβής precise=ακριβολόγος precise=συγκεκριμένος precisely=ακριβώς precision=ακρίβεια preclude=αποκλείω preclude=παρακωλύω preconceive=προδικάζω preconception=προκατάληψη precursor=προάγγελος predatory=αρπακτικός predict=προβλέπω predict=προλέγω prediction=πρόβλεψη prediction=πρόρρηση predominate=επικρατώ predominate=υπερισχύω preface=προλογίζω preface=πρόλογος preface=προοίμιο preference=προτίμηση prefix=πρόθεμα pregnancy=εγκυμοσύνη pregnancy=κύηση pregnant=έγκυος prehistoric=προϊστορικός prejudice=προκατάληψη prejudice=πρόληψη preliminary=προκαταρκτικός premature=πρόωρος premeditated=εσκεμμένος premiere=πρεμιέρα premise=κατάστημα premise=οίκημα premise=πρόταση prepare=προετοιμάζω preparing=προπαρασκευαστικός preposition=πρόθεση prerogative=προνόμιο presage=προμήνυμα prescribe=διατάσσω prescribe=ορίζω prescribe=προβλέπω prescription=παραγραφή presence=παρουσία present=δώρο present=παρουσιάζω present=παρών presentation=παρουσίαση preservation=διατήρηση preserve=διασώζω preserve=διατηρώ preserve=συντηρώ preside=προεδρεύω presidency=προεδρία president=πρόεδρος presidential=προεδρικός press=πιέζω press=πρεσάρω pressure=πίεση prestige=αίγλη prestige=γόητρο presume=υποθέτω presuppose=προϋποθέτω pretence=εκζήτηση pretend=προσποιούμαι pretension=αξίωση pretentious=ξιπασμένος pretty=χαριτωμένος prevail=επικρατώ prevail=υπερισχύω prevalence=επικράτηση prevaricate=υπεκφεύγω prevarication=χρονοτριβή prevent=αποτρέπω prevent=εμποδίζω prevent=προλαβαίνω prevention=αποφυγή prevention=εμποδισμός prevention=πρόληψη previous=προηγούμενος previously=προηγούμενα prey=βορά prey=λεία price=τιμή priceless=ανεκτίμητος prick=κέντημα prick=κεντώ prick=τρυπώ prick=τσιτώνω prickly=ακανθώδης prickly=δύσκολος prickly=ευερέθιστος pride=έπαρση pride=καμάρι pride=φιλοτιμία priest=παπάς priesthood=ιερατείο primacy=πρωτεία primacy=υπεροχή primarily=κυρίως primary=πρωταρχικός primary=πρώτος primitive=αρχέγονος primitive=πρωτόγονος primordial=προϊστορικός prince=πρίγκιπας princely=ηγεμονικός principal=ηγετικός principle=αρχή print=εμπριμέ print=τυπώνω printer=τυπογράφος printing=εκτύπωση priority=προτεραιότητα prisoner=φυλακισμένος pristine=πρωτόγονος private=ιδιαίτερος private=ιδιωτικός private=φαντάρος privy=αποχωρητήριο privy=μυημένος prize=βραβείο prize=έπαθλο probably=πιθανά probe=εξερευνώ probe=εξετάζω probe=καθετήρας probing=εμβάθυνση problem=πρόβλημα procedure=διαδικασία proceed=προβαίνω proceed=προχωρώ proceeding=διενέργεια proceeding=ενέργεια process=διαδικασία process=επεξεργάζομαι process=κατεργάζομαι processing=επεξεργασία procession=παρέλαση proclaim=διαλαλώ proclaim=καταδεικνύω proclaim=προκηρύσσω proclamation=εξαγγελία proclamation=κήρυξη prod=σπρώχνω prodigality=ασωτία prodigious=τεράστιος produce=παράγω produce=προσκομίζω producer=παραγωγός producing=παραγωγικός product=προϊόν production=παραγωγή productive=παραγωγικός productivity=παραγωγικότητα profane=βέβηλος profession=επάγγελμα professional=επαγγελματίας professional=επαγγελματικός professor=καθηγητής proffer=δίνω proficiency=ικανότητα proficient=ικανός proficient=προχωρημένος profile=επισκόπηση profile=προφίλ profit=απολαβή profit=κέρδος profit=ωφέλεια profitable=επικερδής profligacy=ακολασία profligacy=ασωτία profound=βαθύς profound=βαθυστόχαστος profoundly=βαθύτατα profoundly=κατάκαρδα profuse=αδρός profuse=αφειδής progeny=απόγονος program=πρόγραμμα programme=πρόγραμμα programming=προγραμματισμός progress=προοδεύω progress=πρόοδος progression=εξέλιξη progression=πρόοδος progressive=προοδευτικός prohibit=απαγορεύω prohibition=απαγόρευση project=προβάλλω project=πρόγραμμα project=σχέδιο projectile=βλήμα projection=ακτινοβολία projection=προβολή projection=υπολογισμός projector=προβολέας prolixity=μακρηγορία prolong=παρατείνω promenade=σεργιανίζω prominent=διακεκριμένος prominent=διαπρεπής prominent=ευδιάκριτος promise=υπόσχεση promise=υπόσχομαι promote=προάγω promote=προωθώ promotion=ανάδειξη promotion=προαγωγή promotion=προώθηση prompt=γρήγορος prompt=υποκινώ prompt=ωθώ prompter=υποβολέας promptly=έγκαιρα promulgate=ανακοινώνω promulgate=κοινοποιώ prone=μπρούμυτα prone=πρηνής pronounce=προφέρω pronouncement=γνωμάτευση proof=απόδειξη proof=πειστήριο prop=στυλοβάτης propagate=διασπείρω propeller=έλικας proper=ευπρεπής proper=καθωσπρέπει proper=πρέπων proper=σωστός properly=ευπρεπέστατα properly=σωστά property=ακίνητο property=κτήμα property=περιουσία property=σπίτι propitiate=εξευμενίζω propitious=ευμενής proportion=αναλογία proportionate=ανάλογος proposal=πρόταση propose=προτείνω proposition=επιχείρηση proposition=πρόβλημα propulsion=ώθηση prosaic=μονότονος prosaic=πεζός prosecutor=κατήγορος prospect=προοπτική prosper=επιτυγχάνω prosper=ευημερώ prosperity=ευημερία prostitute=ιερόδουλη prostitute=πόρνη protect=κατοχυρώνω protect=προστατεύω protection=προστασία protective=προστατευτικός protector=προστάτης protest=διαμαρτυρία protest=διαμαρτυρίες protest=διαμαρτύρομαι Protestant=Διαμαρτυρόμενος prototype=πρωτότυπο protractor=μοιρογνωμόνιο protrude=εξέχω protrusion=προεξοχή proud=καμαρωτός proud=περήφανος proudly=υπερήφανα prove=αποδεικνύω provenance=προέλευση proverb=παροιμία provide=παρέχω provide=προνοώ province=αρμοδιότητα province=επαρχία provincial=επαρχιακός provision=διάταξη provision=μέριμνα provision=προμήθεια provisional=προσωρινός proviso=ρήτρα provoke=προκαλώ proximity=εγγύτητα proxy=παραγγελιοδόχος prudence=σωφροσύνη prune=κλαδεύω prurient=ηδυπαθής psalm=ψαλμός psyche=ψυχοσύνθεση psychiatrist=ψυχίατρος pub=μπαρ puberty=ήβη public=κοινός publication=δημοσίευμα publication=δημοσίευση publication=δημοσιοποίηση publication=έκδοση publicity=δημοσιότητα publish=δημοσιεύω publisher=εκδότης puddle=λιμνούλα puddle=λούτσα puff=τολύπη pull=τράβηγμα pull=τραβώ pulley=τροχαλία pulp=πολτός pulse=παλμός pump=αντλία pump=τρόμπα pump=φουσκώνω pumpkin=κολοκύθα pumpkin=κολοκύθι punch=γρονθοκοπώ punctilious=ακριβολόγος punctual=συνεπής punctuality=συνέπεια punctuate=στίζω punctuation=στίξη punish=τιμωρώ punishment=τιμωρία puny=αδύνατος puny=ασήμαντος puny=ισχνός pup=κουτάβι pupa=νύμφη pupil=μαθητής pupil=μαθήτρια puppet=κούκλα puppet=νευρόσπαστο puppy=κουταβάκι purchase=αγορά purchase=αγοράζω purchaser=αγοραστής pure=ατόφιος purely=αγνά purely=τελείως purge=αποπλύνω purge=εκκενώνω purloin=σφετερίζομαι purple=μωβ purpose=σκοπός purposeful=σκόπιμος purr=γουργουρίζω purse=πορτοφόλι pursue=ασκώ pursue=επιδιώκω pursue=παγανίζω pursuit=ασχολία pursuit=επίτευγμα pursuit=καταδίωξη purvey=εφοδιάζω purvey=προμηθεύω pus=πύο push=σπρώξιμο push=σπρώχνω pusillanimous=μικρόψυχος pussy=ψιψίνα put=βάζω put=τοποθετώ putty=στόκος puzzle=προβληματίζω pygmy=πυγμαίος pyjamas=πιτζάμα pyramid=πυραμίδα python=πύθωνας quack=καμποτίνος quack=κράζω quadruple=τετραπλασιάζω quail=ορτύκι quaint=γραφικός quaint=παράξενος qualification=πρόκριση qualify=προκρίνομαι quality=ποιότητα quantity=ποσότητα quarrel=διαπληκτίζομαι quarrel=καυγαδίζω quarrel=καυγάς quarrel=φιλονικία quarrelsome=καβγατζής quarrelsome=φιλόνικος quarry=νταμάρι quarter=μαχαλάς quarter=τέταρτο quartet=κουαρτέτο quartz=χαλαζίας quaver=τρέμω quay=αποβάθρα queen=βασίλισσα queer=αδερφή queer=αλλόκοτος queer=παράξενος quench=σβήνω querulous=γκρινιάρης querulous=μεμψίμοιρος query=ερώτημα query=ερώτηση quest=αναζήτηση question=ανακρίνω question=ερώτημα question=ερώτηση question=ζήτημα questionnaire=ερωτηματολόγιο quick=γοργός quick=γρήγορος quicken=επιταχύνω quiet=ησυχασμός quiet=ήσυχος quilt=πάπλωμα quince=κυδώνι quintessence=πεμπτουσία quintet=πεντάδα quip=ευφυολόγημα quirky=εκκεντρικός quite=αρκετά quite=εντελώς quiver=τρεμουλιάζω quiver=τρέμω quotation=παράθεση quotation=χωρίο quote=καθορίζω quote=μνημονεύω quote=παραθέτω rabbi=ραβί rabbit=κουνέλι rabid=λυσσαλέος race=ράτσα racial=φυλετικός racism=ρατσισμός racist=ρατσιστής rack=βασανιστήριο rack=μέγγενη rack=ράφι rack=σχάρα racket=ρακέτα radar=ραντάρ radiant=ακτινοβόλος radiant=αστραφτερός radiate=ακτινοβολώ radiate=εκπέμπω radiation=ακτινοβολία radiator=καλοριφέρ radiator=σόμπα radical=ριζικός radio=ράδιο radius=ακτίνα raft=σχεδία rafter=καδρόνι rafter=πάτερο rag=κουρέλι rage=λυσσομανώ rage=μανία rage=οργή rage=φουντώνω ragged=κουρελιασμένος raid=επιδρομή raider=εισβολέας rail=ράγα railing=διαμαρτυρίες railing=κιγκλίδωμα railway=σιδηρόδρομος rain=βροχή rainfall=βροχόπτωση rainstorm=καταιγίδα rainy=βροχερός raise=αναστηλώνω raise=ανατρέφω raise=σηκώνω raise=υψώνω raising=ανύψωση ram=εμβολίζω ram=κριάρι ramification=διακλάδωση ramification=παρακλάδι ramp=ράμπα rampant=αχαλίνωτος rampart=έπαλξη rampart=μετερίζι rampart=προμαχώνας ranch=ράντσο rancour=μίσος rancour=μνησικακία range=διακυμαίνομαι range=εμβέλεια range=φάσμα rank=βαθμίδα rank=βαθμολογώ rank=βαθμός rank=κατατάσσω ransack=λεηλατώ ransom=εξαγορά ransom=λύτρα rapacious=άπληστος rapacity=αρπακτικότητα rape=βιασμός rape=κράμβη rapid=γοργός rapid=γρήγορος rapidly=γοργά rapidly=γρήγορα rapine=αρπαγή rapture=έκσταση rare=σπάνιος rarely=σπάνια rascal=μόρτης rash=απερίσκεπτος rash=εξάνθημα rash=παράτολμος rasp=ράσπα raspberry=βατόμουρο rat=αρουραίος rate=αναλογία rate=τιμή ratify=επικυρώνω ratify=κυρώνω rating=εκτίμηση ration=κατανέμω ration=μερίδα ration=σιτηρέσιο rational=λογικός rationalize=αιτιολογώ rattle=κουδουνίζω rattle=κροταλίζω rattle=τραντάζω raucous=βραχνός ravage=καταστρέφω ravage=ρημάζω rave=διθυραμβικός rave=ενθουσιώδης ravenous=λιμασμένος ravenous=πεινασμένος ravine=λαγκάδα ravine=λαγκάδι ravine=ρεματιά ravine=φαράγγι raw=ωμός ray=ακτίνα ray=αχτίδα ray=σαλάχι raze=ισοπεδώνω raze=κατεδαφίζω razor=ξυράφι reach=φτάνω react=αντιδρώ reaction=αντίδραση reactor=αντιδραστήρας read=διαβάζω reader=αναγνώστης reading=διάβασμα readjust=αναπροσαρμόζομαι ready=έτοιμος ready=πανέτοιμος real=πραγματικός realism=ρεαλισμός realize=υλοποιούμαι really=αλήθεια really=πράγματι realm=σφαίρα realm=τομέας reap=θερίζω rear=ανατρέφω rear=πισινός reason=αιτία reason=αιτιολογία reason=λόγος reasonable=λογικός reasonably=αρκετά reasonably=λογικά reasoning=συλλογισμός reasoning=συλλογιστικός reassurance=επιβεβαίωση reassurance=καθησύχαση reassure=καθησυχάζω rebate=έκπτωση rebel=επαναστάτης rebel=επαναστατώ rebellion=εξέγερση rebellion=επανάσταση rebellious=στασιαστικός rebirth=αναγέννηση rebuild=ανοικοδομώ rebuild=ξανακτίζω rebuilding=ανοικοδόμηση rebuke=επίπληξη rebuke=επιπλήττω rebuke=κατσαδιάζω rebut=αντικρούω rebuttal=αντίκρουση rebuttal=διάψευση recall=θυμάμαι recede=υποχωρώ receipt=απόδειξη receipt=λήψη receipt=παραλαβή receive=λαμβάνω receive=παραλαμβάνω receiver=εκκαθαριστής receiver=παραλήπτης recent=πρόσφατος recently=πρόσφατα reception=λήψη reception=ρεσεψιόν reception=υποδοχή recess=σηκός recipe=συνταγή recipient=παραλήπτης reciprocate=ανταποδίνω recital=ρεσιτάλ reckless=απερίσκεπτος reckless=ατάσθαλος reckless=παράτολμος recklessness=αποκοτιά reckon=υπολογίζω recognisable=αναγνωριζόμενος recognisable=έγκυρος recognise=αναγνωρίζω recognition=αναγνώριση recollect=θυμάμαι recommend=προτείνω recommend=συνιστώ recommend=συστήνω recompense=αμοιβή reconcile=συμβιβάζω reconcile=συμφιλιώνω reconciliation=συμφιλίωση recondite=δυσνόητος recondite=σκοτεινός recondition=ανακαινίζω recondition=αποκαθιστώ reconnaissance=αναγνώριση reconnaissance=αναγνωριστικός reconnaissance=ανίχνευση reconnoitre=εξερευνώ reconstruction=ανασυγκρότηση record=δίσκος record=ηχογραφώ record=καταγράφω record=ρεκόρ recording=ηχογράφηση recording=ηχοληψία recount=αφηγούμαι recount=διηγούμαι recover=ανακτώ recover=αναρρώνω recover=επανακτώ recovery=ανάρρωση recreate=αναδημιουργώ recreate=αναπαριστώ recreation=αναψυχή recruit=νεοσύλλεκτος recruit=στρατολογώ recruitment=πρόσληψη recruitment=στρατολόγηση rectal=πρωκτικός rectangle=ορθογώνιο rectitude=ακεραιότητα rectitude=ορθότητα recur=ξανασυμβαίνω recurrence=επανεμφάνιση recycling=ανακύκλωση red=κόκκινος redeem=εξαγοράζω redemption=εξαγορά redemption=λύτρωση redolent=αποπνέων redoubtable=επίφοβος reduce=ελαττώνω reduce=μειώνω reduce=περιορίζω reduction=αναγωγή reduction=μείωση reduction=περιστολή redundant=πλεονάζων redundant=υπεράριθμος reed=καλάμι reef=ύφαλος reel=μηχανάκι refer=αναφέρομαι refer=παραπέμπω referee=διαιτητής reference=αναγωγή reference=αναφορά refine=βελτιώνω refine=ραφινάρω refined=εκλεπτυσμένος refined=καλλιεργημένος refined=ραφινάτος refinement=βελτίωση refinery=διυλιστήριο reflect=αντανακλώ reflect=αντικατοπτρίζω reflecting=αντανακλαστικός reforestation=αναδάσωση reform=ανασχηματισμός reform=μεταρρυθμίζω reform=μεταρρύθμιση reformation=αναμόρφωση refract=διαθλώ refraction=διάθλαση refrain=απέχω refrain=επωδός refrigerator=ψυγείο refuge=ησυχαστήριο refuge=καταφύγιο refugee=πρόσφυγας refuse=σκουπίδια refutation=διάψευση refute=αναιρώ refute=αντικρούω regal=βασιλικός regard=θεωρώ regent=αντιβασιλέας regime=δίαιτα regime=καθεστώς regime=πολίτευμα regiment=σύνταγμα register=εγγράφομαι register=καταχωρώ registrar=ληξίαρχος registration=εγγραφή regret=λυπάμαι regret=λύπη regret=μετανιώνω regrettable=ατυχής regrettable=θλιβερός regroup=συσπειρώνω regular=ομαλός regular=τακτικός regularity=τακτικότητα regularly=τακτικά regulate=κανονίζω regulation=κανονισμός regulation=ρύθμιση regulator=ρυθμιστής regurgitate=αναμασώ rehabilitation=αποκατάσταση rehearsal=πρόβες reign=βασιλεία reign=βασιλεύω reimburse=αποζημιώνω reimbursement=αποζημίωση rein=χαλινάρι reinforcement=ενίσχυση reinstate=αποκαθιστώ reject=απορρίπτω rejection=απόρριψη rejoice=πανηγυρίζω rejoice=χαίρομαι rejoin=ανταπαντώ relapse=υποτροπιάζω relate=διηγούμαι related=συγγενικός related=συναφής relationship=σχέση relative=συγγενής relatively=σχετικά relaxation=εκτόνωση relaxation=ξεκούραση relay=σκυταλοδρομία release=δημοσιεύω release=εκκρίνω release=κυκλοφορώ release=λύτρωση relentless=αδιάκοπος relevant=σχετικός reliability=αξιοπιστία reliability=σταθερότητα reliable=αξιόπιστος reliable=εχέγγυος reliable=συνεπής reliable=φερέγγυος relic=υπόλειμμα relief=ανάγλυφος relief=ανακούφιση relief=αρωγή relief=εκτόνωση relieve=ανακουφίζω relieve=ξαλαφρώνω religion=θρησκεία religious=θρησκευόμενος religious=θρησκευτικός religious=θρήσκος reliquary=λειψανοθήκη relish=απολαμβάνω relocate=μετακομίζω reluctance=απροθυμία reluctant=απρόθυμος reluctant=διστακτικός remain=παραμένω remainder=κατάλοιπο remains=ερείπια remains=λείψανα remains=υπολείμματα remark=παρατήρηση remark=παρατηρώ remarkable=αξιοσημείωτος remedy=αποκαθιστώ remedy=επανορθώνω remember=θυμάμαι remind=υπενθυμίζω reminder=υπόμνηση reminisce=αναπολώ remission=ύφεση remittance=έμβασμα remnant=ρετάλι remorse=τύψη remote=απόκεντρος remote=απόμακρος remote=απομακρυσμένος remote=ψυχρός removal=αφαίρεση removal=εξάλειψη removal=μετάθεση remove=μετακομίζω remunerate=αμείβω remunerate=αποζημιώνω remunerate=πληρώνω Renaissance=Αναγέννηση render=καθιστώ render=κάνω render=προσφέρω rendition=μετάφραση renegade=αποστάτης renegade=λιποτάκτης renew=ανανεώνω renewable=ανανεώσιμος renewal=ανανέωση renounce=αποκηρύσσω renounce=αποποιούμαι renounce=εγκαταλείπω renovate=ανακαινίζω renovation=ανακαίνιση renowned=διάσημος renowned=ξακουστός renowned=φημισμένος rent=ενοικιάζω rent=ενοίκιο rent=νοίκι rental=ενοικίαση rental=μίσθωμα renunciation=απάρνηση renunciation=αποποίηση repair=επισκευάζω repair=επισκευή reparation=αποκατάσταση reparation=επανόρθωση repay=ανταμείβω repay=ξεπληρώνω repayment=αποπληρωμή repeal=ακυρώνω repeal=ανακαλώ repeal=καταργώ repeat=επαναλαμβάνω repeated=αλλεπάλληλος repeated=επαναλαμβανόμενος repercussion=αντίκτυπο repercussion=αντίκτυπος repercussion=επίπτωση repertoire=ρεπερτόριο repertory=δραματολόγιο repetition=επανάληψη replace=αντικαθιστώ replacement=αντικατάσταση replacement=αντικαταστάτης replay=ξαναπαίζω replenish=αναπληρώ replenish=ανεφοδιάζω replete=μεστός replete=πλήρης replica=αντίγραφο replica=αντίτυπο reply=ανταπαντώ reply=αντίλογος reply=απαντώ reporter=δημοσιογράφος reporter=ρεπόρτερ repository=αποθήκη repository=ταμείο reprehend=αποδοκιμάζω reprehend=αποπαίρνω reprehend=μέμφομαι reprehensible=καταδικαστέος reprehensible=μεμπτός represent=αντιπροσωπεύω representation=αναπαράσταση representation=αντιπροσώπευση representation=απεικόνιση representative=αντιπροσωπευτικός representative=αντιπρόσωπος representative=παραστατικός reprieve=αναστολή reprimand=επιτιμώ reproach=επίπληξη reproduce=αναπαράγομαι reprove=επικρίνω reprove=επιτιμώ reprove=κατακρίνω reptile=ερπετό republic=δημοκρατία repudiation=απάρνηση repulsive=αντιπαθητικός repulsive=απωθητικός reputable=ευυπόληπτος reputable=ονομαστός reputable=τίμιος reputation=φήμη request=ζητώ request=παρακαλώ request=παράκληση require=απαιτώ require=χρειάζομαι requisition=επίταξη rescind=ακυρώνω rescind=αναιρώ rescind=καταργώ rescue=διασώζω rescue=διάσωση research=έρευνα researcher=ερευνητής resentment=αγανάκτηση resentment=μνησικακία reservation=επιφύλαξη reservation=κράτηση reserve=εφεδρεία reserve=εφεδρικός reserve=παρακαταθήκη reserve=παρακρατώ reserved=επιφυλακτικός reserved=κρατημένος reservoir=δεξαμενή residence=κατοικία resident=κάτοικος resident=μόνιμος residential=κατοικημένος residential=οικιστικός residual=υπολειπόμενος residue=υπόλοιπο resign=αποσύρομαι resign=παραιτούμαι resignation=εγκαρτέρηση resignation=παραίτηση resilience=ανάκαμψη resilience=ελαστικότητα resilient=ανθεκτικός resin=ρετσίνι resin=ρητίνη resist=αντιστέκομαι resistance=αντίσταση resistance=αντοχή resistant=ανθεκτικός resolute=αποφασισμένος resolve=αποφασίζω resolve=διευθετώ resolve=λύνω resonance=απήχηση resonance=ηχηρότητα resonant=ηχηρός resort=θέρετρο resound=ηχώ resounding=σκαστός resounding=τρανταχτός resource=πόροι resourceful=επινοητικός resourcefulness=επινοητικότητα resourcefulness=εφευρετικότητα respect=σεβασμός respect=σέβομαι respectable=έντιμος respiration=αναπνοή respite=ανάπαυλα respite=διάλλειμα respond=απαντώ response=αντίλογος response=απάντηση responsibility=ευθύνη responsible=αρμόδιος responsible=υπεύθυνος responsive=ανταποκρινόμενος rest=ησυχασμός rest=ξεκουράζομαι rest=υπόλοιπος restaurant=εστιατόριο restful=γαλήνιος restful=ξεκουραστικός restive=νευρικός restless=ανυπόμονος restoration=αναπαλαίωση restoration=επαναφορά restore=ανακτώ restore=αναστηλώνω restore=αποκαθιστώ restrain=αναχαιτίζω restraint=φραγμός restrict=περιορίζω restriction=περιορισμός restriction=περιστολή result=αποτέλεσμα result=έκβαση result=επίπτωση resume=ξαναρχίζω resurrection=ανάσταση resuscitate=νεκρανασταίνω resuscitate=ξαναζωντανεύω resuscitation=αναζωογόνηση retail=λιανικός retain=διατηρώ retain=κρατώ retaliate=ανταποδίδω retaliate=εκδικούμαι retaliation=ανταπόδοση retaliation=αντεκδίκηση retaliation=αντίποινα retard=επιβραδύνω retard=καθυστερώ retention=παρακράτηση reticence=επιφυλακτικότητα reticence=ολιγολογία reticent=εχέμυθος reticent=κρυψίνους reticent=λιγόλογος reticent=λιγομίλητος retinue=ακολουθία retire=αποσύρομαι retirement=αποστράτευση retort=ανταπαντώ retort=αντίλογος retreat=ησυχαστήριο retreat=κρησφύγετο retreat=οπισθοδρομώ retreat=υποχωρώ retrench=περικόπτω retribution=εκδίκηση retrieve=ανακτώ retrieve=επαναφέρω retrieve=σώζω retrospective=αναδρομικός return=γυρίζω return=επιστρέφω return=επιστροφή reunite=ξανασμίγω reunite=συμφιλιώνομαι reunite=συμφιλιώνω rev=μαρσάρω revamp=ανακαινίζω reveal=αποκαλύπτω reveal=διαφαίνομαι revel=ξεφαντώνω reveller=γλεντζές revelry=ξεφάντωμα revenge=εκδίκηση revenge=ρεβάνς revenue=εισόδημα revenue=έσοδο reverberate=ηχώ reverend=πανοσιολογιότατος reversal=αντιστροφή reverse=αντιστρέφω review=αναθεωρώ review=ανασκόπηση review=ανασκοπώ review=κριτική revile=προπηλακίζω revival=αναβίωση revival=αναζωογόνηση revival=επιστροφή revive=αναβιώνω revive=αναζωογονώ revoke=ανακαλώ revolt=αποστασία revolt=εξέγερση revolting=αηδιαστικός revolting=επαναστατικός revolutionary=επαναστατικός revolve=περιστρέφομαι revolve=περιστρέφω revolving=περιστρεφόμενος revolving=περιστροφικός reward=αμοιβή reward=ανταμοιβή rewarding=αποδοτικός rewrite=ξαναγράφω rheumatism=ρευματισμοί rhino=ρινόκερος rhombus=ρόμβος rib=πλευρό ribald=αισχρός ribald=χυδαίος ribbon=κορδέλα rice=ρύζι rich=πλούσιος riches=πλούτη richly=πλούσια rickets=ραχίτιδα rickety=ξεχαρβαλωμένος rid=απαλλάσσω riddle=γρίφος riddle=κοσκινίζω ride=ατραξιόν ride=βόλτα ride=ιππεύω rider=αναβάτης ridge=κορυφογραμμή ridicule=γελοιοποιώ ridicule=διασυρμός ridiculous=γελοίος ridiculous=περίγελος ridiculousness=γελοιότητα riding=ιππασία rife=μπόλικος rifle=καραμπίνα rifle=τουφέκι rift=ρωγμή rift=σχισμή rift=χάσμα rig=εξοπλίζω rig=στήνω rigging=ξάρτια right=δεξιός right=δικαίωμα right=σωστός righteous=ενάρετος righteous=ηθικολόγος righteous=ηθικός righteousness=ευσυνειδησία rigid=αδιάλλακτος rigid=άκαμπτος rigid=άτεγκτος rigid=αυστηρός rigidity=ακαμψία rigorous=εξονυχιστικός rim=στεφάνη rind=κέλυφος rind=φλούδα ring=δακτυλίδι ring=δαχτυλίδι ring=μάτι rinse=ξεπλένω rinsing=απόπλυση riot=όργιο riot=πληθώρα riot=ταραχή rioter=ταραξίας rip=σκίζω ripen=μεστώνω ripen=ωριμάζω ripple=κελαρύζω ripple=κυμάτισμα ripple=κυματισμός rise=ανατέλλω rise=αυξάνομαι rise=αύξηση rise=ορθώνομαι risk=αποτολμώ risk=διακυβεύω risk=ριψοκινδυνεύω risky=ριψοκίνδυνος rival=αντίζηλος rival=αντίπαλος rival=παραβγαίνω rivalry=ανταγωνισμός rivalry=αντιζηλία river=ποτάμι rivet=καρφώνω road=δρόμος roam=περιπλανιέμαι roar=βρυχηθμός roar=βρυχώμαι roar=ωρύομαι roast=καβουρδίζω roast=καβουρντίζω roast=ψήνω roasting=κατσάδα roasting=ψήσιμο rob=ληστεύω rob=ξεγυμνώνω robber=ληστής robbery=ληστεία robe=ρόμπα robe=τήβεννος robe=χιτώνας robust=γερός robust=ρωμαλέος rock=κουνώ rock=λικνίζω rock=πέτρα rock=ροκ rocket=πύραυλος rocket=ρόκα rocket=ρουκέτα rocky=βραχώδης rocky=πετρώδης rod=βέργα rod=κοντάρι rod=ραβδί rodent=τρωκτικό roe=ταραμάς rogue=μπερμπάντης role=ρόλος roll=κύλινδρος roll=κυλώ roll=ψωμάκι roller=μπικουτί romance=ρομάντζα romantic=ρομαντικός roof=οροφή roof=σκεπή roof=ταράτσα rook=πύργος room=δωμάτιο room=χώρος roomy=ευρύχωρος roost=κουρνιάζω root=ρίζα rope=σκοινί rose=τριαντάφυλλο rosette=κονκάρδα rosy=ρόδινος rot=σαπίζω rotate=περιστρέφομαι rotate=περιστρέφω rote=παπαγαλίστικος rotten=σαθρός rotten=σαπισμένος rotten=σαπρός rotten=χάλια rouge=ρουζ rough=πρόχειρος rough=σκληρός rough=τραχύς roughly=πρόχειρα roughness=τραχύτητα roulette=ρουλέτα round=γύρος round=περιοδεία round=στρογγυλός roundabout=κόμβος route=διαδρομή route=δρόμος route=πορεία routine=ρουτίνα row=καβγάς row=κωπηλατώ row=σειρά rowdy=ταραχώδης rowing=κωπηλασία royal=βασιλικός royal=ηγεμονικός rub=τρίβω rubber=γόμα rubber=λαστιχένιος rubbish=βλακείες rubbish=σαρίδι rubbish=σκουπίδια rubble=μπάζα rubble=χαλάσματα rubric=υπόδειξη ruby=ρουμπίνι rucksack=σακίδιο rudder=δοιάκι rudder=πηδάλιο ruddy=ροδαλός rude=αγενής rude=αγροίκος rue=απήγανος rue=μετανιώνω ruff=ψευτομαχητής ruffle=αναμαλλιάζω rug=χαλί ruin=ρήμαγμα ruin=χαλώ ruin=χαντακώνω rule=αποφασίζω rule=βασιλεύω rule=ιθύνω rule=κανόνας ruler=ρίγα ruler=χάρακας ruling=κυρίαρχος rum=ρούμι rumble=μπουμπουνίζω ruminate=αναχαράζω rummy=ραμί rumour=φήμη rumour=φημολογία rump=πυγή run=τρέχω runner=αθλητής runner=δρομέας running=τρέξιμο rupture=θλάση rupture=θραύση rural=αγροτικός rush=βιασύνη rush=ορμή rush=τρέχω rustle=θρόισμα rut=αυλάκι ruthless=αδίστακτος ruthless=ανελέητος ruthless=άσπλαχνος rye=σίκαλη sable=σαμούρι sabotage=δολιοφθορά sabotage=σαμποτάρω sabre=σπάθα sack=απολύω sacred=ιερός sacred=όσιος sacrifice=θυσία sacrifice=θυσιάζω sacristan=σκευοφύλακας sad=λυπημένος saddle=σέλα sadly=θλιβερά sadly=λυπημένα sadly=λυπηρά sadness=λύπη safe=ασφαλής safe=χρηματοκιβώτιο safeguard=διασφαλίζω safeguard=κατοχυρώνω safeguard=περιφρουρώ safety=ασφάλεια saffron=ζαφορά saffron=κρόκος sag=βουλιάζω sag=κρεμάω sagacity=αγχίνοια sage=φασκομηλιά sage=φασκόμηλο sail=πανί sail=πλέω sailing=ναυτιλία sailing=πλεύση sailor=ναύτης saint=άγια saint=άγιος saintly=αγιοπρεπής saintly=άγιος salad=σαλάτα salary=μισθός sale=πώληση sales=εκπτώσεις saline=αλατούχος saline=αλμυρός salivate=σαλιάζω sallow=κίτρινος sallow=ωχρός salmon=σολομός salon=μαγαζί salt=αλάτι salty=αλμυρός salvation=σωτηρία salve=κατευνάζω same=ίδιος sample=γεύομαι sample=δείγμα sample=δοκιμάζω sanction=επικυρώνω sanction=κύρωση sanctity=αγιότητα sanctity=απαραβίαστο sanctity=ιερότητα sanctuary=καταφύγιο sand=άμμος sandal=πέδιλο sandal=σανδάλι sandpit=σκάμμα sandstone=αμμόλιθος sandwich=σάντουιτς sandy=αμμώδης sane=λογικός sanitary=υγιεινός sanitation=υγιεινή sanity=λογική sap=εξαντλώ sap=ζουμί sap=χυμός sapper=σκαπανέας sapphire=ζαφείρι sarcastic=σαρκαστικός sardine=σαρδέλα sardonic=σαρδόνιος sate=ικανοποιώ sate=χορταίνω satellite=δορυφόρος satin=σατέν satisfaction=αρέσκεια satisfaction=ικανοποίηση satisfy=ικανοποιώ saturate=μουσκεύω saturation=κορεσμός saucy=αναιδής saucy=ξετσίπωτος saunter=σουλατσάρω sausage=λουκάνικο savage=άγριος savage=βάρβαρος savagely=άγρια save=αποκρούω save=αποταμιεύω save=διασώζω save=εκτός saving=αποταμίευση saving=οικονομία saviour=σωτηρία savour=γεύομαι savour=γεύση savoury=πικάντικο saw=είδα saw=πριόνι saw=πριονίζω say=λέω saying=γνωμικό saying=παροιμία saying=ρήση scab=απεργοσπάστης scabies=ψώρα scaffold=ικρίωμα scaffold=κρεμάλα scaffold=σκαλωσιά scaffolding=σκαλωσιά scald=ζεματίζω scale=κλίμακα scale=κλίμακας scale=κλιμάκωση scale=λέπι scallop=χτένι scamp=μπερμπάντης scamp=παλιάνθρωπος scan=αγναντεύω scan=ερευνώ scan=σαρώνω scanty=λιγοστός scar=ουλή scarce=σπάνιος scarcity=έλλειψη scarcity=σπανιότητα scare=εκφοβίζω scare=τρομάζω scarf=κασκόλ scarf=μαντήλι scarlet=άλικος scarlet=κατακόκκινος scary=τρομακτικός scathing=δηκτικός scatter=διασκορπίζομαι scatter=διασκορπίζω scatter=διασπείρω scatter=σκορπίζω scene=σκηνή scene=τοπίο scenery=τοπίο scent=άρωμα scent=ευωδία scent=μυρωδιά scent=οσμή sceptic=δύσπιστος sceptic=σκεπτικιστής scepticism=σκεπτικισμός sceptre=σκήπτρο schedule=πρόγραμμα schedule=προγραμματίζω scheme=πρόγραμμα school=σχολείο schooner=γαλέτα schooner=σκούνα science=επιστήμη scientific=επιστημονικός scientist=πανεπιστήμων scion=γόνος scion=μπόλι scoff=λοιδορία scoff=περιγελώ scolding=επίπληξη scolding=κατσάδα scoop=σέσουλα scooter=βέσπα scorch=καίω scorch=καψαλίζω score=εικοσαριά score=σκορ score=σκοράρω scorn=καταφρόνια scorn=περιφρόνηση scorn=περιφρονώ scornful=περιφρονητικός scornful=χλευαστικός scotch=αποτρέπω scotch=ουίσκι Scotch=Σκοτσέζος scoundrel=παλιάνθρωπος scour=τρίβω scour=χτενίζω scourge=μάστιγα scourge=μαστιγώνω scourge=μαστίζω scourge=πληγή scout=ανιχνευτής scout=ανιχνεύω scout=πρόσκοπος scowl=κατσουφιάζω scowl=συνοφρυώνομαι scraggy=ισχνός scramble=διαταράσσω scramble=σκαρφαλώνω scrap=αποφάγια scrape=ξύνω scratch=αμυχή scratch=γρατσουνιά scratch=γρατσουνίζω scratch=ξύνω scream=κραυγάζω scream=κραυγή scream=στριγκλίζω scream=φωνάζω screen=εξετάζω screenplay=σενάριο screw=βίδα screw=βιδώνω scribble=ορνιθοσκαλίσματα script=σενάριο scrotum=όσχεο scrub=θάμνοι scrub=ρουμάνι scrub=τρίβω scrub=χαμόδεντρα scruffy=απεριποίητος scruffy=ατημέλητος scrupulous=ευσυνείδητος scrupulous=λεπτολόγος scuffle=καυγάς scuffle=συμπλοκή sculpt=λαξεύω sculpt=πλάθω sculptor=γλύπτης sculptor=λαξευτής sculpture=άγαλμα sculpture=γλυπτική sculpture=γλυπτό scum=γλίτσα scurf=κασίδα scurrilous=πρόστυχος scurrilous=χυδαίος scurvy=σκορβούτο scythe=δρεπάνι sea=θάλασσα sea=πέλαγος seagull=γλάρος seal=βούλα seal=φώκια seam=ραφή seaman=ναυτικός seaplane=υδροπλάνο search=αναζήτηση seashore=γιαλός seaside=ακτή seaside=γιαλός season=νοστιμίζω season=περίοδο season=περίοδος seasonal=εποχικός seasoning=άρτυμα seat=καθίζω seat=κάθισμα seaweed=φύκι secession=αποσκίρτηση seclude=απομονώνω secluded=απομονωμένος secluded=ερημικός seclusion=απομόνωση second=δευτερόλεπτο second=δεύτερον second=δεύτερος secondary=δευτερεύων secrecy=εχεμύθεια secrecy=μυστικότητα secret=απόρρητος secret=μυστικό secret=μυστικός secrete=εκκρίνω secretive=εχέμυθος secretive=μυστηριώδης sect=αίρεση section=τμήμα section=τομή secular=κοσμικός secure=ασφαλής secure=ασφαλίζω secure=διασφαλίζω secure=εδραιώνω security=αντίκρισμα security=ασφάλεια sediment=ίζημα sediment=ιλύς sediment=κατακάθι sedition=στασιασμός seditious=στασιαστικός seduce=αποπλανώ seduce=μαυλίζω seduce=ξελογιάζω seduction=εκμαυλισμός seductive=δελεαστικός seductive=θελκτικός see=βλέπω seed=εμφυτεύω seed=σπέρνω seed=σπόρος seedling=φιντάνι seedling=φυντάνι seek=αναζητώ seek=ψάχνω seeker=αναζητητής seem=φαίνομαι seep=διαρρέω seesaw=τραμπάλα seethe=βράζω seethe=κοχλάζω segment=τμήμα seize=καταλαμβάνω seize=κατάσχω seizure=σπασμός seldom=σπάνια select=διαλέγω selection=επιλογή selective=επιλεκτικός self-confidence=αυτοπεποίθηση selfish=εγωιστής selfish=ιδιοτελής selfishness=εγωισμός selfishness=ιδιοτέλεια selfishness=φιλαυτία self-reliant=αυτοδύναμος self-sufficient=αυτάρκης sell=εκποιώ sell=πουλώ selvage=ούγια semen=σπέρμα semester=εξάμηνο senate=γερουσία senator=γερουσιαστής send=στέλνω seneschal=οικονόμος seneschal=τελετάρχης senile=γεροντικός sensation=αίσθημα sensation=αίσθηση sensational=εντυπωσιακός sensational=θεαματικός sense=αισθάνομαι sense=αίσθημα sense=νόημα sense=σωφροσύνη senseless=ανόητος senseless=παράλογος sensible=λογικός sensitive=ευαίσθητος sensitivity=ευαισθησία sensor=αισθητήρας sensor=ανιχνευτής sensory=αισθητήριος sensual=αισθησιακός sentence=καταδικάζω sentence=καταδίκη sentence=πρόταση sentimental=συναισθηματικός sentinel=σκοπός sentinel=φρουρός sentry=καραούλι separate=ιδιαίτερος separate=ξεχωριστός separate=χωρίζω separate=χωριστός separation=διαχωρισμός separation=χωρισμός sequence=αλληλουχία sequence=διαδοχή sequence=σειρά seraglio=σαράι serenade=πατινάδα serene=ατάραχος serene=γαλήνιος serenity=γαλήνη sergeant=αρχιφύλακας sergeant=λοχίας serial=σειρά serious=σοβαρός seriously=βαριά seriously=σοβαρά sermon=κήρυγμα servant=υπηρέτης servant=υπηρέτρια serve=υπηρετώ service=εξυπηρέτηση service=ρουσφέτι service=σέρβις service=υπηρεσία serving=μερίδα servitude=δουλειά servitude=σκλαβιά session=ώρα set=καθορισμένος set=τοποθετώ setback=αναποδιά settee=καναπές setting=περιβάλλον settle=εγκαθίσταμαι settle=κανονίζω settlement=οικισμός settler=οικιστής seven=επτά seventh=έβδομος sever=αποκόβω sever=κόβω several=αρκετές several=αρκετοί severance=διακοπή severe=αυστηρός severe=δριμύς severe=σέρτικος severe=σοβαρός severity=αυστηρότητα sew=ράβω sewer=οχετός sex=έρωτας sex=σεξ sex=φύλο sexual=σεξουαλικός sexuality=σεξουαλικότητα shabby=ακατάστατος shade=σκιά shadow=σκιά shadowy=σκιώδης shady=σκιερός shady=ύποπτος shaft=άξονας shake=κουνώ shake=σαλεύω shake=σείω shake=ταράζω shaky=επισφαλής shallow=επιπόλαιος shallow=ρηχός sham=καμώματα shame=κρίμα shame=ντροπή shameless=αδιάντροπος shameless=ασύστολος shameless=ξετσίπωτος shampoo=σαμπουάν shape=διαμορφώνω shape=μορφώνω shape=σχήμα shape=σχηματίζω shard=θραύσμα share=κλήρος share=μοιράζομαι share=μοιράζω shared=κοινός shared=μοιρασμένος shareholder=μέτοχος shark=καρχαρίας sharp=αιφνίδιος sharp=κοφτερός sharp=μυτερός sharp=οξυδερκής sharpen=ακονίζω sharpen=ξύνω sharply=κοφτά sharpness=οξυδέρκεια sharpness=στυφότητα shatter=θρυμματίζομαι shatter=θρυμματίζω shave=ξυρίζομαι shawl=σάλι she=αυτή sheath=κολεός shed=αποβάλλω shed=καλύβα shed=παράγκα sheen=γυαλάδα sheep=πρόβατα sheep=πρόβατο sheer=απόκρημνος sheer=απότομος sheer=καθαρός sheet=κομμάτι sheet=σεντόνι sheet=στρώμα shelf=ράφι shell=καβούκι shell=κέλυφος shell=οβίδα shellfish=θαλασσινά shellfish=μαλάκια shellfish=οστρακοειδή shelter=καταφεύγω shelter=καταφύγιο shelter=προστατεύω shepherd=βοσκός shepherd=ποιμένας shield=ασπίδα shield=περίβλημα shift=αλλάζω shift=μετακινώ shift=μετατοπίζω shimmer=λαμπυρίζω shimmer=μαρμαρυγή shimmer=τρεμοφέγγω shin=καλάμι shin=κνήμη shine=λάμπω shingle=βότσαλο ship=πλοίο shipment=αποστολή shipping=ναυτιλία shipwreck=ναυάγιο shirt=πουκάμισο shirt=φανέλα shiver=ανατριχίλα shiver=ριγώ shiver=τουρτουρίζω shoal=κοπάδι shock=κραδασμός shock=κρούση shock=σοκ shoe=παπούτσι shoe=πεταλώνω shoelace=κορδόνι shoemaker=τσαγκάρης shoot=βλαστός shoot=εκτινάσσω shoot=πυροβολώ shooting=πυροβολισμός shop=μαγαζί shop=προδίδω shop=ψωνίζω shopkeeper=μαγαζάτορας shopping=ψώνια shore=ακτή short=κοντός shortage=έλλειψη shortcoming=ελάττωμα shorten=κονταίνω shorten=μικραίνω shortly=σύντομα short-sighted=μυωπικός shot=πυροβόλησα shot=πυροβολισμός shot=πυροβολώ shot=σκάγια shoulder=σπάλα shoulder=ώμος shove=σπρώχνω shovel=φτυάρι show=δείχνω show=εμφαίνω show=παράσταση shower=επιδαψιλεύω shower=ντους showy=επιδεικτικός shred=κομματάκι shrew=στρίγγλα shrewd=έξυπνος shrewd=καπάτσος shrewd=πανέξυπνος shrewd=τετραπέρατος shrewdness=καπατσοσύνη shriek=στριγκλιά shriek=στριγκλίζω shrill=διαπεραστικός shrimp=γαρίδα shrine=λάρνακα shrine=παρεκκλήσι shrink=μπαίνω shrink=συρρικνώνομαι shrink=συστέλλω shrive=εξομολογώ shrub=θάμνος shutter=παραθυρόφυλλο shuttle=σαΐτα shy=δειλός shy=ντροπαλός shy=συνεσταλμένος shyness=ατολμία shyness=δειλία shyness=ντροπαλότητα sick=άρρωστος sickly=φιλάσθενος side=μεριά side=πλευρά sideboard=μπουφές sideboard=σερβάντα sideboard=σκευοθήκη sidestep=λοξοδρομώ sidewalk=πεζοδρόμιο siege=πολιορκία sieve=κοσκινίζω sieve=κρησαρίζω sigh=αναστεναγμός sigh=αναστενάζω sight=όραση sign=πίνακας sign=σήμα sign=ταμπέλα sign=υπογράφω signal=γνέφω signal=νεύω signal=σήμα signatory=υπογράφων signature=υπογραφή significant=σημαντικός silence=σιγή silence=σιωπή silence=σωπαίνω silent=σιωπηλός silhouette=διαγράφω silk=μεταξωτό silky=απαλός silky=στιλπνός sill=πεζούλι sill=περβάζι silly=ανόητος silly=χαζός silt=πρόσχωμα silver=ασημένιος silver=ασημί similar=παρόμοιος similarity=ομοιότητα similarly=παρομοίως simmer=σιγοβράζω simmer=υποθάλπω simplicity=απλότητα simplification=απλοποίηση simplify=απλοποιώ simply=απλά simply=απλώς simultaneous=ταυτόχρονος simultaneously=ταυτόχρονα sin=αμαρτάνω sin=αμαρτία since=από since=αφού sincerely=ειλικρινά sinew=μυς sinew=σθένος sing=τραγουδώ singer=τραγουδιστής singer=τραγουδίστρια single=ανύπαντρος single=μονόκλινος single=μονός single=μόνος singular=ενικός singular=ιδιόμορφος singular=μοναδικός sink=βυθίζομαι sink=βυθίζω sink=ναυαγώ sink=νεροχύτης sinner=αμαρτωλός sip=αργοπίνω siren=σειρήνα sit=κάθομαι site=τόπος sitting=καθιστικός sitting=συνεδρίαση situation=θέση situation=κατάσταση six=έξι sixth=έκτος sixty=εξήντα size=μέγεθος sizzle=τσιγαρίζω sizzle=τσιτσιρίζω skate=βάτος sketch=σκίτσο sketchy=πρόχειρος ski=σκι skid=γλιστρώ skid=ντεραπάρω skier=σκιέρ skiff=λέμβος skilful=δεξιοτέχνης skilful=έντεχνος skilful=επιτήδειος skilful=ικανός skill=επιδεξιότητα skill=ικανότητα skill=τέχνη skill=φιλοτεχνία skilled=έντεχνος skim=ξαφρίζω skimp=τσιγκουνεύομαι skin=γδέρνω skin=δέρμα skin=προβιά skinny=κοκαλιάρης skinny=τσιγκούνης skirt=φούστα skittish=ζωηρός skulk=λουφάζω skull=καύκαλο skull=κρανίο skunk=κουνάβι sky=ουρανός skylark=κορυδαλλός slab=πλάκα slack=αργοκίνητος slack=λάσκος slack=μπόσικος slack=χαλαρός slacken=λασκάρω slacken=μολάρω slag=σκωρία slander=δυσφημώ slanderous=συκοφαντικός slant=γέρνω slant=κλίνω slap=ραπίζω slap=χαστούκι slash=εγκοπή slash=πετσοκόβω slate=πλάκα slate=σχιστόλιθος slaughter=πελεκώ slaughter=σφαγή slave=δούλος slave=ραγιάς slave=σκλάβος slaver=σαλιαρίζω slavery=δουλεία slavery=σκλαβιά sleek=άψογος sleek=γλοιώδης sleek=καλοφτιαγμένος sleek=στιλπνός sleep=κοιμάμαι sleep=τσίμπλα sleep=ύπνος sleepiness=νύστα sleepy=νυσταγμένος sleeve=μανίκι slender=λεπτός slender=λυγερός slenderness=λιγνάδα slice=φέτα slick=κηλίδα slide=γλιστρώ slide=τσουλήθρα sliding=προοδευτικός slight=ελαφρύς slight=θίγω slight=μικρός slight=προσβάλλω slightly=ελαφρώς slightly=λίγο slim=αδυνατίζω slime=γλίτσα sling=κούνια slip=γλίστρημα slip=γλιστρώ slip=ολίσθημα slip=παραδρομή slipper=παντόφλα slippery=γλιστερός slippery=ολισθηρός slit=σχισμή slither=γλιστρώ sliver=σκλήθρα slope=γέρνω slope=κατηφορίζω slope=πλαγιά sloppy=τσαπατσούλης slot=σχισμή slovenly=ατημέλητος slow=βραδύς slowly=αργά slowly=σιγά slowly=σιγάslow-witted=αργόστροφος slow-witted=βραδύνους sludge=βόρβορος slug=γυμνοσάλιαγκας slug=σφαίρα sluggish=άτονος sluggish=δυσκίνητος sluggish=μαχμουρλής sluggish=νωχελής slum=φτωχογειτονιά slump=καταρρέω slump=κεσάτι slump=πέφτω slump=σωριάζομαι slut=πατσαβούρα slut=πόρνη sly=πανούργος sly=πονηρός sly=ύπουλος slyness=πονηριά smack=καρπαζιά smack=χαστούκι smack=χαστουκίζω small=μικρός smallpox=ευλογία smart=κομψός smartly=έξυπνα smash=θρυμματίζω smash=κομματιάζω smash=σπάζω smash=συντρίβω smell=μυρίζω smell=μυρωδιά smile=χαμόγελο smile=χαμογελώ smirch=λερώνω smirch=ρυπαίνω smoke=καπνίζω smoke=καπνοί smoke=καπνός smoker=καπνιστής smooth=λείος smoothly=λεία smoothly=ομαλά smudge=μουτζούρα smudge=μουτζουρώνω smug=αυτάρεσκος smuggler=λαθρέμπορος smuggling=λαθρεμπόριο snack=μεζές snack=σνακ snail=σαλιγκάρι snatch=αρπάζω sneaking=κρυφός sneer=ειρωνεία sneer=χλευάζω sneer=χλευασμός sneeze=φταρνίζομαι sneeze=φτάρνισμα snide=υποτιμητικός snide=χλευαστικός sniffing=ρουθούνισμα snipe=μπεκατσίνι snitch=καταδότης snore=ροχαλίζω snort=φρουμάζω snow=χιόνι snow=χιονίζω so=έτσι so=τόσο soak=εμποτίζω soak=μουσκεύω soap=σαπούνι sob=λυγμός sober=νηφάλιος sober=ξεμέθυστος soccer=ποδόσφαιρο sociable=κοινωνικός social=κοινωνικός socialism=σοσιαλισμός socialist=σοσιαλιστής society=κοινωνία sock=κάλτσα socket=πρίζα socket=υποδοχή sodden=μουλιασμένος sodden=μουσκεμένος sofa=καναπές soft=μαλακός soften=μαλακώνω soil=μαγαρίζω sojourn=διατριβή solace=παρηγοριά solace=παρηγορώ solar=ηλιακός solder=κολλώ soldering=κόλλημα soldier=στρατιώτης sole=γλώσσα sole=πέλμα solely=αποκλειστικά solemn=σεμνοπρεπής solemn=σοβαρός solemnity=σοβαρότητα solemnly=ειλικρινά solemnly=σοβαρά solid=στερεός solid=συμπαγής solidarity=αλληλεγγύη solitary=απόκοσμος solitary=ασυντρόφευτος solitary=μοναχικός solitude=μοναξιά solution=διάλυμα solution=λύση solve=λύνω solvent=εχέγγυος solvent=φερέγγυος sombre=καταθλιπτικός sombre=μουντός some=λίγοι some=μερικοί some=μερικός somebody=κάποιος someone=κάποιος somewhat=κάπως son=καμάρι son=υιός song=τραγούδι sonic=ηχητικός son-in-law=γαμπρός sonorous=ηχηρός soon=σύντομα soon=σύντομος soot=αιθάλη soot=γάνα soot=καπνιά soothe=καταπραΰνω soothsayer=μάντης soothsayer=προφήτης sophisticated=εξεζητημένος sophisticated=καλλιεργημένος sophisticated=σοφιστικέ soprano=σοπράνο sorcerer=μάγος sore=αλγεινός sorrel=λάπατο sorrel=οξαλίδα sorry=συγγνώμη sort=είδος sort=ξεδιαλέγω sort=τακτοποιώ sort=τύπος soul=ψυχή sound=γερός sound=ήχος sound=φωνή sounding=βυθομέτρηση soup=σούπα sour=ξινός source=πηγή south=νότος southern=μεσημβρινός southern=νότιος souvenir=ενθύμιο sovereign=αυτεξούσιος sovereign=ηγεμόνας sovereign=κυρίαρχος sovereignty=κυριαρχία sow=ενσπείρω sow=σπέρνω space=διάστημα space=χώρος spacious=ευρύχωρος spade=τσάπα spaghetti=μακαρόνι span=σπιθαμή spanking=έξοχος spanking=ράπισμα spare=περισσευούμενος spare=περισσεύω spare=χαρίζω spark=σπιθοβολώ sparkle=απαστράπτω sparkling=αστραφτερός sparkling=αφρώδης sparrow=σπουργίτης sparrow=σπουργίτι sparse=αραιός spasmodic=σπασμωδικός spate=κατακλυσμός spate=πληθώρα spawn=γεννοβολώ spawn=γεννώ speak=κρένω speak=μιλώ speaker=ομιλητής spear=δόρυ spear=καμάκι spear=λόγχη speciality=σπεσιαλιτέ species=είδη species=είδος specific=συγκεκριμένος specifically=συγκεκριμένα specify=καθορίζω specimen=δείγμα spectacular=θεαματικός spectator=θεατής spectrum=φάσμα speculate=διαλογίζομαι speculate=εικάζω speculate=κερδοσκοπώ speculation=εικασία speculation=κερδοσκοπία speculative=εικαστικός speculative=θεωρητικός speculative=κερδοσκοπικός speculative=υποθετικός speculator=κερδοσκόπος speechless=άναυδος speechless=άφωνος speechless=εμβρόντητος speed=επισπεύδω speed=ταχύτητα speed=τρέχω speed=φόρα speedy=γοργός spell=διάστημα spell=ξόρκι spell=ορθογραφώ spell=συλλαβίζω spelling=ορθογραφία spend=ξοδεύω sperm=σπέρμα spice=καρύκευμα spice=καρυκεύω spice=μπαχαρικό spicy=πικάντικος spider=αράχνη spill=χύνω spin=γνέθω spin=περιστρέφομαι spin=στριφογυρίζω spinach=σπανάκι spine=αγκάθι spineless=ασπόνδυλος spinning=στριφογύρισμα spiral=ελικοειδής spirit=πνεύμα spirits=κέφια spiritual=πνευματικός spiritually=πνευματικά spit=πτύω spit=φτύνω spiteful=εμπαθής spiteful=κακεντρεχής spiteful=μοχθηρός splash=πιτσιλάω splash=πιτσιλίζω splash=πλατσουρίζω spleen=σπλήνα splendid=εξαίσιος splendid=έξοχα splendid=υπέροχος splint=νάρθηκας splinter=αγκίδα splinter=θραύσμα splinter=παρασχίδα splinter=πελεκούδι split=διχοτομία split=μοίρα split=μοιράζω spoil=κακομαθαίνω spoil=παραχαϊδεύω spoil=χαλώ spoke=μίλησα spongy=σπογγώδης sponsor=χορηγός sponsor=χορηγώ sponsorship=χορηγία spontaneous=αυθόρμητος sporadic=σποραδικός sportsman=αθλητής spot=βούλα spot=εντοπίζω spot=μέρος spot=σπυρί spouse=σύζυγος sprain=στραμπουλίζω sprawl=απλώνομαι sprawl=απλωσιά spray=ψεκάζω spread=απλώνω spread=διαδίδω spread=επέκταση spread=φουντώνω spring=αναπηδώ spring=άνοιξη spring=εκτινάσσομαι sprinkle=πασπαλίζω sprinkle=πασπάλισμα sprinkle=ραντίζω sprinkler=ραντιστήρι sprinkling=ράντισμα spruce=φιλάρεσκος spur=κεντρίζω spur=παρακινώ spur=σπιρούνι spur=σπιρουνίζω spurt=ξεπετάγομαι spy=κατασκοπεύω spy=κατάσκοπος squab=περιστεράκι squab=πιτσούνι squalid=άθλιος squalid=βρώμικος squalor=κακομοιριά squander=διασπαθίζω squander=καταδαπανώ squander=κατασπαταλώ squander=σπαταλώ square=πλατεία square=τετράγωνο squash=ζουλώ squash=κολοκύθι squash=πατικώνω squeak=γρύζω squeaky=τριζάτος squeal=σκληρίζω squeal=στριγγλίζω squeeze=ζουλώ squeeze=στριμώχνω squeeze=στύβω squint=λοξοκοιτάζω squire=ιπποκόμος squire=τσιφλικάς squirrel=σκίουρος stab=μαχαιρώνω stability=σταθερότητα stabilize=σταθεροποιώ stable=στάβλος stable=σταθερός stack=στοιβάδα stack=σωρός stadium=στάδιο staff=προσωπικό stage=σκηνή stage=σκηνοθετώ stage=στάδιο stage=φάση stagger=τρικλίζω stagnant=λιμνάζων stagnant=στάσιμος stain=κηλίδα stain=λεκιάζω stainless=ανοξείδωτος stake=πάσσαλος stale=μπαγιάτικος stalk=κυνηγώ stalk=παγανίζω stalk=στέλεχος stamina=δυνάμεις stammer=τραυλίζω stammer=ψελλίζω stamp=γραμματόσημο stamp=χαρτόσημα stand=εξέδρα standing=κύρος standing=όρθιος staple=βασικός staple=κύριος staple=συνδετήρας star=αστέρι star=πρωταγωνιστής starch=άμυλο starch=κολλαρίζω stare=ατενίζω stark=γυμνός stark=σκέτος starling=ψαρόνι starry=έναστρος start=αρχή start=αρχίζω start=ξεκίνημα start=ξεκινώ starter=αφέτης starter=ορεκτικό starve=λιμοκτονώ starve=πεινώ state=δηλώνω state=κατάσταση state=κρατίδιο state=κράτος statement=δήλωση statement=κατάσταση statesman=πολιτικός static=στατικός station=σταθμός stationary=ακίνητος statistics=στατιστική statue=άγαλμα statuette=αγαλματάκι status=θέση status=κατάσταση statute=καταστατικό statute=νομοθεσία statutory=καθορισμένος stave=βαρελοσανίδα stay=μένω steadfast=ακλόνητος steadfast=απτόητος steady=σταθερός steak=μπριζόλα steal=βουτώ steal=κλέβω steam=ατμός steam=αχνίζω steel=ατσαλένιος steel=ατσάλι steel=χάλυβας steep=απόκρημνος steep=απότομος steer=καθοδηγώ stem=μίσχος stem=στείρα stem=στέλεχος stench=βρώμα stench=δυσωδία stench=μπόχα stentorian=βροντερός stentorian=βροντόφωνος step=βήμα step=βηματίζω step=διάβημα stepmother=μητριά stereotype=στερεοτυπία stereotype=στερεοτυπώ stereotyped=κοινότυπος sterile=άγονος sterile=στείρος sterilise=αποστειρώνω sterilize=αποστειρώνω stern=αυστηρός stern=βλοσυρός stern=πρύμνη stethoscope=στηθοσκόπιο stew=στιφάδο steward=επιστάτης steward=θαλαμηπόλος steward=οικονόμος stick=κολλώ stick=παλούκι stick=χώνω sticker=αυτοκόλλητο sticky=κολλητικός sticky=κολλώδης stiff=άκαμπτος stiff=αλύγιστος stiff=ισχυρός stiffness=δυσκαμψία stiffness=ψυχρότητα stifle=πνίγω stigma=στίγμα still=ακίνητος still=γαλήνιος still=ήρεμος stillness=σιγή stilted=δύσκαμπτος stilted=εξεζητημένος stilted=πομπώδης stimulate=διεγείρω stimulation=διέγερση sting=κεντρί sting=κεντρίζω sting=τσιμπώ stingy=παραδόπιστος stink=βρόμα stink=βρομιά stink=βρομώ stint=τσιγκουνεύομαι stipulate=συμφωνώ stipulation=όρος stipulation=ρήτρα stir=αναδεύω stir=ανακατεύω stir=κινούμαι stir=κινώ stirrer=αναδευτήρας stirring=συνταρακτικός stitch=ράβω stitch=ραφή stock=απόθεμα stock=παρακρατώ stockbroker=χρηματιστής stomach=στομάχι stone=λιθοβολώ stone=πέτρα stone=πετροβολώ stool=έδρανο stool=σκαμνί stool=σκαμπό stopgap=αναπληρωτής stopover=στάση stopper=βύσμα storage=αποθήκευση store=αποθηκεύω store=βάζω store=μαγαζί storey=όροφος storing=αποθήκευση stork=πελαργός storm=θύελλα storm=καταιγίδα storm=τρικυμία story=ιστορία story=παραμύθι stout=γερός stout=εύσωμος stout=θαρραλέος stove=κουζίνα stow=φυλάω straight=ευθύς straight=ίσιος straightforward=απλός strain=διηθώ strain=ζόρι strain=στραμπουλίζω strain=τεντώνω strait=πορθμός strand=εξοκέλλω strand=κλώνος strand=νήμα strange=παράξενος strange=περίεργος strangle=στραγγαλίζω strap=ιμάντας stratagem=στρατήγημα strategic=στρατηγικός straw=άχυρο straw=καλαμάκι strawberry=φράουλα stray=αδέσποτος stream=κυλώ stream=ρέω stream=ρυάκι street=δρόμος street=οδός strength=ρώμη strengthen=εμπεδώνω strengthen=ενδυναμώνω strengthen=ενισχύω strengthen=καρδαμώνω strenuous=έντονος strenuous=επίπονος stress=άγχος stress=στρες stress=τονίζω stress=τόνος stretch=εκτείνομαι stretch=τεζάρω stretch=τεντώνομαι stretch=τεντώνω stretching=τέντωμα strict=αυστηρός strictly=αυστηρά strictness=αυστηρότητα stride=βήμα stride=βηματίζω stride=δρασκελίζω strike=απεργία strike=χτυπώ string=χορδή strip=γδύνομαι strip=γδύνω strip=γυμνώνω strip=εκδύω stripe=ράβδωση striped=ριγέ strive=πασχίζω stroke=εγκεφαλικό stroke=χαϊδεύω stroke=χτύπημα stroll=σουλατσάρω strong=δυνατός stronghold=οχυρό stronghold=φρούριο strongly=δυνατά structure=δομή struggle=αγώνας struggle=αγωνίζομαι stubble=γένια stubble=καλαμιές stubborn=ισχυρογνώμονας stubborn=πεισματάρης stubbornly=πεισματικά stud=ιπποτροφείο stud=καρφί stud=κουμπί student=φοιτητής student=φοιτήτρια study=γραφείο study=μελέτη study=σπουδάζω study=σπουδές stuff=πράμα stuffy=αποπνικτικός stultify=αποβλακώνω stultify=ρεζιλεύω stumble=παραπατώ stumble=σκουντουφλώ stumble=τρικλίζω stump=κούτσουρο stun=ζαλίζω stun=συντρίβω stunning=γοητευτικός stunning=έκπαγλος stunning=εντυπωσιακός stupefaction=αποβλάκωση stupefaction=αποχαύνωση stupefy=αποβλακώνω stupid=χαζός stupor=αδράνεια stupor=εμβροντησία stupor=κατάπληξη stupor=νάρκη sturdy=ανθεκτικός sturdy=γερός sturdy=ρωμαλέος stutter=τραυλίζω stutter=ψελλίζω sty=κριθαράκι sty=χαλάζιο sty=χοιροστάσιο style=ρυθμός style=στυλ style=στύλος style=ύφος stylish=κομψός stylus=στύλος subaltern=κατώτερος subaltern=υφιστάμενος subdivision=υποδιαίρεση subdue=υποτάσσω subject=αντικείμενο subject=θέμα subject=υπήκοος subject=υποκείμενο subjective=υποκειμενικός subjectivity=υποκειμενικότητα sublimation=εξάχνωση submission=υποταγή submit=παραδίδομαι submit=υποβάλλω submit=υποστηρίζω submit=υποτάσσομαι subordinate=υφιστάμενος subordination=υπεξουσιότητα subscribe=προσφέρω subscriber=συνδρομητής subscription=συνδρομή subsequent=μεταγενέστερος subsequently=κατόπιν subsequently=μεταγενέστερα subside=υποχωρώ subsidiary=επικουρικός subsidiary=θυγατρική subsidiary=υποβοηθητικός subsidise=επιδοτώ subsidy=επιδότηση subsidy=επιχορήγηση subsist=ζω subsist=υπάρχω substance=ουσία substantial=αξιόλογος substantial=ουσιαστικός substantial=στερεός substantiate=τεκμηριώνω substantive=ουσιαστικό substitute=αναπληρωματικός substitute=αναπληρώνω substitute=υποκαθιστώ subterfuge=υπεκφυγή subterranean=υπόγειος subtle=εκλεπτυσμένος subtle=λεπτός subtle=φίνος subtlety=λεπτότητα subtraction=αφαίρεση suburb=προάστιο subversive=υπονομευτικός subvert=ανατρέπω subvert=υπονομεύω succeed=επιτυγχάνω succeed=πετυχαίνω success=επιτυχία successful=επιτυχημένος successful=πετυχημένος succession=διαδοχή succession=σειρά successive=αλλεπάλληλος successive=διαδοχικός successor=κληρονόμος succinct=περιεκτικός succinct=σύντομος succinctly=περιεκτικά succumb=υποκύπτω such=τέτοιος such=τόσος suck=γλείφω suck=θηλάζω suck=ρουφώ sucker=βεντούζα sucker=βλαστάρι sucker=παραφυάδα suckle=θηλάζω suckling=θηλαστικός suction=αναρρόφηση suction=άντληση sudden=αιφνίδιος sudden=ξαφνικός suddenly=αιφνιδιαστικά suddenly=ξαφνικά sue=εγκαλώ sue=ενάγω sue=μηνύω suffer=παθαίνω suffer=πάσχω suffer=υποφέρω suffice=επαρκώ sufficient=επαρκής sufficiently=επαρκώς suffocate=πνίγω suffocation=ασφυξία sugar=ζάχαρη suggest=προτείνω suggestion=πρόταση suicide=αυτοκτονία suit=αρμόζω suit=βολεύω suit=εξυπηρετώ suit=κοστούμι suitable=βολικός suitable=κατάλληλος suitable=πρόσφορος suitably=κατάλληλα suitcase=βαλίτσα suite=ακολουθία suite=σουίτα suitor=μνηστήρας sulk=σκυθρωπιάζω sullen=βλοσυρός sullen=σκυθρωπός sully=κηλιδώνω sully=ρυπαίνω sully=σπιλώνω sultry=αποπνικτικός sultry=πνιγηρός sum=πράξη sum=σύνολο summary=περίληψη summer=θερινός summer=καλοκαίρι summit=κορυφή summon=καλώ sun=ήλιος sundry=διάφοροι sunflower=ήλιος sunny=ηλιόλουστος super=σούπερ superb=άριστος superb=θαυμάσιος superb=καταπληκτικός superficial=επιπόλαιος superficial=επιφανειακός superficially=επιφανειακά superfluous=περιττός superior=ανώτερος superiority=ανωτερότητα supersede=εκτοπίζω supersonic=υπερηχητικός superstition=πρόληψη superstitious=δεισιδαίμονας superstitious=προληπτικός superstructure=υπερκατασκευή supervise=επιβλέπω supervise=εποπτεύω supervision=επίβλεψη supervision=επιτήρηση supervisor=επιτηρητής supervisor=επόπτης supplant=αντικαθιστώ supplement=συμπλήρωμα supplement=συμπληρώνω supplementary=συμπληρωματικός supplication=ικεσία supplier=προμηθευτής supply=παρέχω supply=παροχή supply=προμήθεια supply=χορήγηση support=βοήθεια support=στήριγμα support=συμπαράσταση support=υποστήριγμα supporter=οπαδός supporter=υποστηρικτής suppose=υποθέτω suppose=υποτίθεται supposed=δήθεν suppress=αποκρύπτω suppress=καταπνίγω suppress=καταστέλλω suppression=απόκρυψη suppression=καταστολή supremacy=κυριαρχία supreme=ανώτατος supreme=ύπατος supreme=υπέρτατος sure=σίγουρος surely=σίγουρα surface=αναδύομαι surface=επιφάνεια surfeit=κορεσμός surge=κύμα surge=ξεχύνομαι surgeon=χειρουργός surgery=ιατρείο surgical=χειρουργικός surly=κακότροπος surly=σκυθρωπός surmount=ξεπερνώ surmount=υπερβαίνω surname=επίθετο surpass=ξεπερνώ surpass=περνώ surpass=υπερακοντίζω surplus=περίσσευμα surplus=πλεόνασμα surprise=έκπληξη surrender=παραδίδω surround=περικυκλώνω surround=πλαισιώνω surround=πλαισίωση surrounding=γύρω surroundings=περιβάλλον surroundings=περίχωρα survey=ανασκόπηση survey=έρευνα survey=μελέτη surveyor=τοπογράφος survival=επιβίωση survive=επιζώ susceptibility=ευαισθησία susceptibility=ευπάθεια susceptible=επιδεικτικός susceptible=εύθικτος susceptible=ευπαθής suspect=υποπτεύομαι suspend=αναστέλλω suspend=κρεμώ suspender=ζαρτιέρα suspension=ανακοπή suspension=ανάρτηση suspension=αναστολή suspension=εναιώρημα suspicion=υπόνοια suspicion=υποψία suspicious=καχύποπτος suspicious=ύποπτος sustain=κρατώ sustain=συντηρώ sustain=υποστηρίζω suture=ραφή swallow=καταπίνω swallow=χελιδόνι swamp=βάλτος swamp=έλος swamp=κατακλύζω swampy=ελώδης swan=κύκνος swap=ανταλλάσσω swarm=σμάρι swarm=σμήνος swat=χτυπώ sway=λικνίζομαι sway=πείθω sway=ταλαντεύομαι swear=ορκίζομαι sweep=καμπύλη sweep=σαρώνω sweep=σκουπίζω sweeping=σαρωτικός sweet=γλυκός sweet=καραμέλα sweetness=γλυκύτητα swell=εξογκώνω swell=πρήζω swell=φουσκώνω swelling=πρήξιμο swelling=φλεγμονή swerve=λοξοδρομώ swerve=φάλτσο swiftly=γοργά swill=ξεπλένω swim=κολυμπώ swimming=κολύμπι swing=κούνια swing=κουνώ swirl=δίνη swirl=στροβιλίζομαι switch=αλλαγή switch=αλλάζω switch=διακόπτης swivel=στριφτάρι swoop=εφορμώ sword=ξίφος sword=σπάθα sword=σπαθί sworn=ορκίζομαι sworn=ορκισμένος syllable=συλλαβή syllogism=συλλογισμός symbol=σύμβολο symbolic=συμβολικός symmetry=συμμετρία symphony=συμφωνία symptom=σύμπτωμα synagogue=συναγωγή syndrome=σύνδρομο synonymous=συνώνυμος synthetic=συνθετικός syphilis=σύφιλη syringe=σύριγγα system=σύστημα table=πίνακας table=τραπέζι tablet=χάπι taboo=απαγορευμένο tacit=έμμεσος tacit=σιωπηρός tackle=αντιμετωπίζω tact=διπλωματικότητα tactless=αδιάκριτος tail=ουρά tailor=ράπτης take=παίρνω taking=λήψη tale=ιστορία tale=μύθος talented=προικισμένος talented=ταλαντούχος talk=μιλώ talk=ομιλία talkative=ομιλητικός talkative=φλύαρος tall=ψηλός tally=καταμετρώ tally=συμφωνώ talon=νύχι tame=τιθασεύω tamper=αλλοιώνω tamper=παραποιώ tan=βυρσοδεψώ tan=καφετί tan=μαυρίζω tan=μαύρισμα tangible=απτός tank=δεξαμενή tantamount=ισοδύναμος tap=βρύση tap=παρακεντώ tape=ταινία tar=κατράμι tar=ναύτης tar=πίσσα tardy=αργός tardy=καθυστερημένος target=στοχεύω target=στόχος tariff=δασμολόγιο tariff=τιμολόγιο tarmac=άσφαλτος tarnish=αμαυρώνω tarpaulin=μουσαμάς tarry=διαμένω tarry=χρονοτριβώ tarsal=ταρσικός tart=καυστικός tart=πόρνη tart=στυφός tart=τάρτα task=δουλειά task=καθήκον taste=γεύομαι taste=γεύση taste=γούστο tasty=γευστικός tatter=κουρέλι tattle=κουτσομπολεύω tattle=φλυαρώ taunt=λοιδορία tavern=μπαρ tavern=χάνι tax=προβληματίζω tax=φορολογώ tax=φόρος taxi=ταξί taxi=τροχοδρομώ taxpayer=φορολογούμενος tea=τσάι teach=διδάσκω teacher=δασκάλα teacher=δάσκαλος teacher=καθηγητής teacher=καθηγήτρια teacup=φλιτζάνι team=ομάδα tear=δάκρυ tear=σκίζω tear=σχίζω tease=ξεμπλέκω tease=πειράζω technically=τεχνικά technique=τεχνική technocracy=τεχνοκρατία technological=τεχνολογικός technology=τεχνολογία tedious=ανιαρός tedious=πληκτικός tedium=πλήξη teem=βρίθω teenager=έφηβος telecommunication=τηλεπικοινωνία telegraph=τηλέγραφος telephone=τηλέφωνο telephone=τηλεφωνώ telescope=συμπτύσσω telescope=τηλεσκόπιο television=τηλεόραση tell=αφηγούμαι tell=διηγούμαι tell=λέω tell=ξεχωρίζω temper=διάθεση temper=μετριάζω temper=οργή temper=σκληραίνω temperamental=ιδιότροπος temperamental=κυκλοθυμικός temperance=εγκράτεια temperate=εγκρατής temperate=εύκρατος temperature=θερμοκρασία temperature=πυρετός tempest=θύελλα tempest=τρικυμία template=περίγραμμα template=φόρμα temple=μελίγγι temple=μηνίγγι temple=ναός tempo=ρυθμός temporal=εγκόσμιος temporal=κοσμικός temporal=χρονικός temporarily=προσωρινά temporary=πρόσκαιρος temporary=προσωρινός tempt=δελεάζω temptation=πειρασμός ten=δέκα ten=φροντίζω tenacious=ανυποχώρητος tenacious=επίμονος tenancy=κολιγιά tenant=ένοικος tenant=κολίγας tenant=νοικάρης tend=επιμελούμαι tend=περιποιούμαι tendency=ροπή tendency=τάση tender=μαλακός tender=τρυφερός tenderness=άλγος tenderness=πόνος tenet=δόγμα tennis=τένις tenor=τενόρος tense=τεντωμένος tension=ένταση tent=σκηνή tentacle=πλοκάμι tentative=δειλός tenth=δέκατος tenuous=ισχνός tenuous=λεπτός term=διορία term=όρος term=τρίμηνο terminology=ορολογία terminus=τέρμα termite=τερμίτης terrace=ταράτσα terrain=έδαφος terrible=τρομερός terrible=φοβερός terribly=απαίσια territorial=εδαφικός territory=έδαφος terror=τρόμος terrorism=τρομοκρατία terrorist=τρομοκράτης terse=βραχύλογος terse=λακωνικός terse=λιτός test=ελέγχω testament=διαθήκη testimonial=πιστοποιητικό testimony=κατάθεση tetchy=ευέξαπτος text=κείμενο texture=σύσταση texture=υφή than=από thank=ευχαριστώ that=εκείνος that=που thaw=λιώνω thaw=ξεπαγώνω theatre=θέατρο theatrical=θεατρικός theft=κλοπή them=αυτά them=αυτές them=αυτούς theme=θέμα then=έπειτα then=μετά then=τότε theologian=θεολόγος theology=θεολογία theory=θεωρία therapy=θεραπεία there=εκεί therefore=άραγε thermal=θερμικός thermometer=θερμόμετρο thesis=διατριβή thick=πυκνός thicken=δένω thicken=πήζω thicken=πυκνώνω thicket=ρουμάνι thickness=πυκνότητα thigh=μηρός thin=αραιός thin=αραιώνω thin=λιγνός thin=ψιλός thing=πράγμα think=νομίζω think=σκέπτομαι think=σκέφτομαι thinness=λιγνάδα third=τρίτος thirsty=διψασμένος thirty=τριάντα this=αυτή this=αυτό this=αυτός thistle=γαϊδουράγκαθο thorn=αγκάθι thorough=εξονυχιστικός thorough=λεπτομερής thoroughfare=δίοδος thou=εσύ though=μολονότι thought=νόμιζα thought=σκεφτόμουν thought=σκέψη thoughtless=απερίσκεπτος thousand=χίλια thrall=σκλάβος thread=κλωστή thread=μίτος threat=απειλή threaten=απειλώ threatening=απειλητικός three=τρία thrifty=φειδωλός thrill=συγκίνηση thrive=ευδοκιμώ thrive=ευημερώ thrive=προκόβω throat=λαιμός throb=γογγύζω throb=δονούμαι throne=θρόνος throng=πλήθος throng=συναθροίζομαι throng=συρρέω through=διαμέσου throw=πέταγμα throw=πετώ throw=ρίχνω thrust=μπήγω thrust=χωμένος thrust=ώθηση thunder=βροντές thunder=βροντώ thunder=μπουμπουνίζω thwart=εμποδίζω thwart=ματαιώνω thyme=θυμάρι tibia=κνήμη tick=τικ ticket=εισιτήριο tickle=γαργαλίζω tidy=αρκετός tidy=συγυρίζω tidy=συγυρισμένος tidy=τακτοποιώ tie=γραβάτα tie=δένω tiger=τίγρης tight=στενός tight=σφιχτός tighten=σφίγγω tight-fisted=παραδόπιστος tile=κεραμίδι tile=πλακάκι till=μέχρι till=ταμείο tiller=δοιάκι tilt=γέρνω timber=ξυλεία time=καιρός time=φορά time=χρόνος time=ώρα timely=καίριος timetable=ωράριο timid=δειλός timid=ντροπαλός timid=συνεσταλμένος timidity=ατολμία timidity=δειλία tin=κασσίτερος tin=κονσέρβα tincture=βάμμα tinder=προσάναμμα tinfoil=αλουμινόχαρτο tinge=απόχρωση tiny=μικροσκοπικός tiny=τοσοδούλης tip=αιχμή tip=ποδοκόπι tip=πουρμπουάρ tip=ρεγάλο tirade=κατσάδα tire=εξαντλώ tire=κουράζω tiredness=κόπωση tissue=ιστός tit=βυζί titanic=τιτανικός title=τίτλος to=προς to=σε toady=κόλακας toast=πρόποση toast=τοστ tobacco=καπνά tobacco=καπνός toffee=καραμέλα together=μαζί togetherness=ομόνοια toil=κόπος toil=μόχθος toilet=τουαλέτα token=δείγμα token=κουπόνι tolerable=ανεκτός tolerable=υποφερτός tolerance=ανεκτικότητα tolerance=ανοχή tolerance=αντοχή tolerant=ανεκτικός tolerate=ανέχομαι toll=διόδια toll=φόρος tomato=ντομάτα tomb=τάφος tomorrow=αύριο ton=τόνος tone=ατμόσφαιρα tone=τόνος tongs=λαβίδα tongs=τσιμπίδα tongue=γλώσσα tonsil=αμυγδαλή too=επίσης tool=εργαλείο tooth=δόντι top=κορυφαίος top=κορυφή topic=θέμα topple=ανατρέπω topple=γκρεμίζομαι topple=πέφτω topple=ρίχνω torch=φακός tornado=ανεμοστρόβιλος torpedo=τορπίλη torpid=μουδιασμένος torpid=ναρκωμένος torpid=χαύνος torrent=βροχή torrent=κρουνός torrent=χείμαρρος torrential=καταρρακτώδης torrid=καυτερός torrid=φλογισμένος torsion=στρέψη tortoise=χελώνα torture=βασανίζω torture=βασανισμός toss=ρίχνω total=ολικός total=σύνολο totter=ταλαντεύομαι totter=τρεκλίζω touch=αγγίζω touch=πινελιά touchy=ευερέθιστος touchy=εύθικτος tough=δύσκολος tough=σκληρός tough=σκληροτράχηλος toughen=σκληραίνω tour=γύρος tour=περιοδεύω tour=ταξίδι tourism=τουρισμός tourist=τουρίστας tourist=τουριστικός tournament=τουρνέ tournament=τουρνουά tow=ρυμουλκώ tow=στουπί toward=προς towards=προς towel=πετσέτα tower=πύργος towering=πανύψηλος town=πόλη townsman=αστός toxic=τοξικός toy=παιχνίδι trace=ανακαλύπτω trace=ανιχνεύω trace=ίχνος trace=υπόλειμμα trachea=τραχεία tracing=ανίχνευση track=ανιχνεύω track=ίχνη track=μονοπάτι track=πίστα tractor=τρακτέρ trade=εμπόριο trade=επάγγελμα trade=επιτήδευμα tradesman=τεχνίτης tradition=παράδοση traditional=παραδοσιακός traditionally=παραδοσιακά traffic=δοσοληψία traffic=κυκλοφορία tragic=τραγικός trail=ίχνος trail=μονοπάτι trailer=νταλίκα train=αμαξοστοιχία train=εκπαιδεύω train=τρένο trainee=εκπαιδευόμενος trainer=εκπαιδευτής trainer=προπονητής training=εκπαίδευση training=προπόνηση training=προπονούμενος trait=γνώρισμα trait=χαρακτηριστικό traitor=προδότης tram=τραμ tramp=αγύρτης tramp=αλήτης tramp=μόρτης trample=τσαλαπατώ trance=έκσταση trance=ύπνωση tranquil=γαλήνιος tranquil=ήρεμος tranquillity=γαλήνη tranquillity=ηρεμία tranquillity=ησυχασμός transaction=διεκπεραίωση transaction=δοσοληψία transaction=νταραβέρι transaction=συναλλαγή transatlantic=υπερατλαντικός transfer=μεταβίβαση transfer=μεταγράφω transfer=μετάθεση transfer=μετατάσσω transform=μεταβάλλω transform=μετατρέπω transform=μετουσιώνω transformation=μεταμόρφωση transformer=μετασχηματιστής transfusion=μετάγγιση transgress=παραβαίνω transgression=παράβαση transistor=τρανζίστορ transition=μετάβαση translate=μεταφράζω translation=μετάφραση transmission=μεταβίβαση transmit=διοχετεύω transmit=μεταδίδω transmitter=διαβιβαστής transmitter=μεταδότης transmitter=πομπός transparency=διαφάνεια transparent=διαφανής transplant=μεταμόσχευση transplant=μεταμοσχεύω transplant=μόσχευμα transport=μεταφέρω transport=μεταφορά transport=συνεπαίρνω trap=παγίδα trap=παγιδεύω trapeze=τραπέζιο trapezoid=τραπεζοειδής traumatic=τραυματικός travel=ταξιδεύω traveller=ταξιδιώτης tray=δίσκος treacherous=προδοτικός tread=βήμα tread=πατημασιά tread=τσαλαπατώ treason=προδοσία treasure=θησαυρός treasurer=ταμίας treasury=θησαυροφυλάκιο treat=θεραπεύω treat=κέρασμα treat=κερνώ treat=μεταχειρίζομαι treatise=διατριβή treatise=πραγματεία treatment=θεραπεία treatment=μεταχείριση treaty=συνθήκη treble=τριπλασιάζω treble=τριπλός tree=δέντρο trek=οδοιπορία trellis=δικτυωτό tremble=τρέμω trembling=τρεμούλιασμα tremor=δόνηση tremor=τρεμούλιασμα trench=χαντάκι trench=χαράκωμα trend=μόδα trend=τάση trepidation=ταραχή trepidation=τρεμούλα trespasser=καταπατητής trespasser=παραβάτης trial=δίκη trial=δοκιμασία trial=δοκιμαστικός trial=δοκιμή triangulation=τριγωνομέτρηση tribe=φάρα tribe=φυλή tribunal=δικαστήριο tribunal=επιτροπή trick=κόλπο trick=ξεγελώ trick=τρικ trickery=απάτη trickle=μικροποσότητα trickle=στάζω trickle=σταλάζω trickster=κομπιναδόρος tricky=δύσκολος tricky=πονηρός trident=τρίαινα trifle=πραγματάκι trigger=σκανδάλη trill=τρίλια trim=κλαδεύω trim=κομψός trim=κουρεύω trim=ψαλιδίζω trinity=τριάδα trio=τριάδα trip=πεδικλώνω trip=ταξιδάκι tripe=πατσάς tripod=τρίποδας trite=κοινότυπος trite=τετριμμένος triumph=θριαμβεύω triumph=θρίαμβος triumphant=θριαμβευτικός triumphant=νικηφόρος triumphantly=θριαμβευτικά trivial=ασήμαντος trophy=κύπελλο trophy=τρόπαιο tropical=τροπικός troposphere=τροπόσφαιρα trot=τριποδίζω trouble=ενοχλώ trouble=μπελάς trouble=ταλαιπωρία trouble=φασαρία troublemaker=ταραξίας trousers=παντελόνι trousers=περισκελίδα trout=πέστροφα trowel=μυστρί trowel=σκαπάνη truce=ανακωχή truce=εκεχειρία truculent=άγριος truculent=κτηνώδης true=αληθής truffle=τρούφα trumpet=καραμούζα trumpet=τρομπέτα trunk=κορμός trunk=μπαούλο trunk=προβοσκίδα trunk=σεντούκι trust=εμπιστεύομαι trust=εμπιστοσύνη trusted=έμπιστος trustee=διαχειριστής trustee=θεματοφύλακας truth=αλήθεια try=δοκιμάζω try=εκδικάζω try=προσπαθώ tub=σαπιοκάραβο tube=σωλήνας tubing=σωλήνας tubing=σωλήνωση tubular=σωληνοειδής tuck=πιέτα tuck=πτύσσω tuck=πτυχή tuck=χώνω tug=τράβηγμα tuition=διδασκαλία tulip=τουλίπα tumble=κατρακυλώ tumble=πέφτω tumour=όγκος tumult=παραζάλη tundra=τούνδρα tune=κουρδίζω tune=μελωδία tunnel=σήραγγα tunnel=τούνελ turbid=θολός turbulent=θυελλώδης turbulent=πολυτάραχος turkey=γαλοπούλα turkey=διάνος Turkey=Τουρκία turmoil=φασαρία turn=σειρά turn=στρίβω turn=στροφή turner=τορνευτής turning=στροφή turnkey=δεσμοφύλακας turnover=κίνηση turnover=τζίρος turquoise=γαλάζιος turtle=χελώνα turtle=χελώνας tusk=χαυλιόδοντας tutor=δάσκαλος twaddle=κουραφέξαλα twelve=δώδεκα twentieth=εικοστός twenty=είκοσι twig=κλαδάκι twilight=λυκόφως twinkle=ακτινοβολώ twinkle=αστράφτω twinkle=λάμψη twinkle=σπιθίζω twinkling=λαμπερός twinkling=σπινθηροβόλος twist=καμπή twist=πλοκή twist=στραμπουλίζω twist=στροφή twitter=τερετίζω two=δυο tycoon=μεγιστάνας type=δακτυλογραφώ type=είδος typhoon=τυφώνας typical=τυπικός typical=χαρακτηριστικός tyranny=τυραννία tyre=λάστιχο udder=μαστάρι ugly=άσχημος ulcer=έλκος ulceration=εξέλκωση ultimate=απώτατος ultimate=έσχατος ultimate=τελικός ultimate=ύστατος ultimately=τελικά umbrella=ομπρέλα unambiguous=ξεκάθαρος unambiguous=σαφής unanimous=ομόφωνος unanimously=ομόφωνα unarmed=άοπλος unarmed=αφοπλισμένος unassuming=απλός unassuming=μετριόφρονας unassuming=σεμνός unattended=ασυνόδευτος unavoidable=αναπόφευκτος unavoidably=αναπόφευκτα unawares=εξαπίνης unbearable=ανυπόφορος unbelievable=απίστευτος unbelievably=απίθανα unbiased=αμερόληπτος unborn=αγέννητος uncanny=αλλόκοτος uncanny=απόκοσμος uncanny=αφύσικος uncertain=αβέβαιος uncertain=αμφίβολος uncertainty=αβεβαιότητα unchanging=αναλλοίωτος uncle=θείος uncomfortable=άβολος uncomfortably=άβολα unconscious=αναίσθητος unconsciousness=αναισθησία uncouth=άξεστος undercarriage=τροχοί undergo=υφίσταμαι underground=υπόγειος undergrowth=χαμόκλαδα underline=υπογραμμίζω underling=τσιράκι underling=υφιστάμενος undermine=υποσκάπτω underpants=σώβρακο understand=καταλαβαίνω understand=κατανοώ understanding=κατανόηση undertaking=εγχείρημα underwear=εσώρουχα underwrite=ασφαλίζω underwrite=εγγυώμαι undesirable=ανεπιθύμητος undignified=άπρεπος undo=ξεκουμπώνω undoubtedly=αναμφισβήτητα undress=γδύνομαι undress=γδύνω unearth=ανακαλύπτω unearth=ξεθάβω unemployed=άνεργος unemployment=ανεργία unequal=άνισος unerring=αλάνθαστος uneven=μονός unexpectedly=απροσδόκητα unfailing=αδιάπτωτος unfailing=συνεχής unfairness=αδικία unfeeling=στυγνός unfold=ξεδιπλώνω unfortunate=δυστυχής unfortunately=δυστυχώς unfriendly=εχθρικός unfurl=ξεδιπλώνω unhappy=δυστυχισμένος unification=ενοποίηση uniform=ενιαίος uniform=ομοιόμορφος uniform=στολή uniformity=ομοιομορφία unify=ενοποιώ uninhabited=ακατοίκητος uninteresting=αδιάφορος union=ένωση union=σωματειακός unique=μοναδικός unit=μονάδα unite=ενοποιώ unite=συνενώνω unity=αρμονία unity=ενότητα universal=παγκόσμιος university=πανεπιστήμιο unjust=άδικος unleash=αποδεσμεύω unlike=διαφορετικός unlikely=απίθανος unlimited=απεριόριστα unlimited=απεριόριστος unload=αδειάζω unload=ξεφορτώνω unmanageable=δύσχρηστος unmanly=θηλυπρεπής unnecessary=περιττός unpleasant=δυσάρεστος unreadable=δυσανάγνωστος unreliable=ασυνεπής unrestrained=ακάθεκτος unruffled=ατάραχος unsafe=επισφαλής unscramble=ξεμπερδεύω unseen=αθέατος unselfish=ανιδιοτελής unsettled=άστατος unsightly=άσχημος unsociable=ακοινώνητος unstable=ανερμάτιστος unstable=ασταθής unsteadiness=ευμεταβλησία unsuitable=ακατάλληλος untidy=ακατάστατος until=μέχρι until=ώσπου untimely=πρόωρος untrue=αναληθής untrue=ψευδής untrue=ψεύτικος untruth=ψέμα unusually=ασυνήθιστα unwanted=ανεπιθύμητος unwell=αδιάθετος unwind=ξεκουράζομαι unwind=χαλαρώνω unwittingly=άθελα unwittingly=ασυναίσθητα unworthy=ανάξιος up=άνω up=πάνω upbringing=ανατροφή update=αναβαθμίζω update=αναβάθμιση upgrade=αναβαθμίζω uphill=ανηφορικός uphill=ανήφορος upkeep=συντήρηση uplift=μεταρσιώνω upon=σε upper=άνω upright=δοκάρι upright=όρθιος upright=τίμιος uprising=εξέγερση uproar=σάλος uproarious=θορυβώδης uproot=ξεριζώνω upset=αναστατώνω upset=ταραγμένος upshot=αποτέλεσμα upshot=έκβαση upswing=άνοδος upswing=αύξηση urban=αστικός urbane=αβρός urbanity=αβρότητα urchin=αχινός urge=παρακινώ urge=παρόρμηση urge=παροτρύνω urgent=άμεσος urgent=επείγων urine=ούρα urn=λάρνακα usage=χρήση use=χρήση use=χρησιμοποιώ useful=χρήσιμος usefulness=χρησιμότητα useless=ανωφελής user=χρήστης usual=συνήθης usually=συνήθως usurer=τοκογλύφος usurp=σφετερίζομαι utensil=σκεύος uterus=μήτρα utmost=μέγιστος utmost=ύψιστος utter=απόλυτος utter=εκστομίζω utter=καθαρός utter=ξεστομίζω vacancy=κενό vacant=άδειος vacant=κενός vacate=αδειάζω vacate=εκκενώνω vacation=διακοπές vaccinate=εμβολιάζω vaccination=εμβολιασμός vaccination=εμβόλιο vaccine=εμβόλιο vacillate=αμφιρρέπω vacuum=κενό vagabond=πλάνης vagabond=πλανόδιος vagina=κολεός vaginal=κολπικός vague=ακαθόριστος vague=αμυδρός vague=ασαφής vaguely=αμυδρά vaguely=αόριστα vain=εγωκεντρικός vain=ματαιόδοξος vain=μάταιος vain=ξιπασμένος vainglorious=καμαρωτός valet=θαλαμηπόλος valiant=γενναίος valid=έγκυρος valid=ισχύων validate=κυρώνω validity=ισχύς validity=κύρος valley=κοιλάδα valuable=πολύτιμος valuable=τιμαλφής value=αξία value=εκτιμώ value=τιμή valve=βαλβίδα van=φορτηγάκι vandalism=βανδαλισμός vane=ανεμοδείκτης vane=πτερύγιο vanilla=βανίλια vanity=κενοδοξία vanity=ματαιοδοξία vanity=ματαιότητα vanity=φιλαυτία vanquish=καταβάλλω vanquish=κατανικώ vanquish=υπερνικώ vapid=αηδής vapid=άνοστος vapid=κενός vapid=σαχλός vapour=ατμός variable=μεταβλητός variant=εναλλακτικός variation=παραλλαγή variety=ποικιλία various=διάφορα various=διάφορος varnish=βερνικώνω vary=παραλλάζω vary=ποικίλλω vascular=αγγειακός vase=βαζάκι vast=απέραντος vast=τεράστιος vat=δοχείο vault=κάβα veer=αλλάζω veer=γυρίζω vegetable=λαχανικό vegetarian=χορτοφάγος vehement=παράφορος vehemently=σφοδρά vehemently=φλογερά vehicle=όχημα veil=πέπλος vein=φλέβα velocity=ταχύτητα velvet=βελούδινος velvet=βελούδο venality=διαφθορά venality=δωροληψία venality=φαυλότητα vendetta=βεντέτα venerable=σεβαστός venerable=σεπτός vengeance=εκδίκηση vent=διέξοδος vent=τρύπα ventilate=αερίζω ventilation=αερισμός venture=αποτολμώ venture=επιχειρώ venture=τολμώ veracity=αλήθεια veracity=ειλικρίνεια verb=ρήμα verbal=φραστικός verbally=φραστικά verdict=ετυμηγορία verge=μεταίχμιο verify=επαληθεύω veritable=αληθινός veritable=πραγματικός vermouth=βερμούτ vernacular=καθομιλούμενος verse=στίχος version=εκδοχή version=τύπος versus=εναντίον vertebra=σπόνδυλος vertebral=σπονδυλικός vertebrate=σπονδυλωτό vertex=κορυφή vertical=κάθετος verve=κέφι very=πολύ vesper=εσπερινός vessel=αγγείο vessel=πλοίο vessel=σκάφος vessel=σκεύος vest=φανέλα vest=φανελάκι vestige=ίχνος vestige=υπόλειμμα vet=κτηνίατρος veteran=παλαίμαχος veterinary=κτηνιατρικός veto=αρνησικυρία vexation=όχληση via=δια viable=βιώσιμος viable=εφαρμόσιμος viaduct=υδραγωγείο vibration=δόνηση vibration=κραδασμός vicar=εφημέριος vice=ανηθικότητα vice=κακία vicegerent=αντικαταστάτης vicious=αισχρός vicious=φαύλος victim=θύμα victory=νίκη vie=συναγωνίζομαι view=άποψη viewer=τηλεθεατής vigorous=δυνατός vigorous=ρωμαλέος villa=βίλα villa=έπαυλη village=χωριό villainous=αχρείος vindictive=εκδικητικός vindictive=μνησίκακος vine=κλήμα vinegar=ξύδι vineyard=αμπέλι vintage=τρύγημα viola=βιόλα violate=αθετώ violate=παραβαίνω violate=παραβιάζω violation=παράβαση violence=βία violent=βίαιος violet=μενεξές violin=βιολί violinist=βιολιστής viral=μολυσματικός virgin=παρθένα virgin=παρθένος virtually=ουσιαστικά virtually=σχεδόν virtue=αρετή virtue=προσόν virtue=προτέρημα virtue=φρονιμάδα virtuoso=βιρτουόζος virulence=καταφορά virulent=φαρμακερός virus=ιός visa=βίζα viscid=γλοιώδης viscous=γλοιώδης visibility=ορατότητα visible=ορατός visibly=αισθητά visibly=καθαρά visibly=φανερά vision=όραμα vision=όραση visionary=οραματιστής visit=επισκέπτομαι visit=επίσκεψη visitation=επιθεώρηση visitation=επίσκεψη visitor=επισκέπτης vista=ορίζοντας visual=οπτικός visually=οπτικά vital=ζωτικός vital=ουσιώδης vitality=ζωτικότητα vitality=ικμάδα vitiate=διαστρέφω vitiate=φθείρω vitreous=υαλώδης vituperate=βρίζω vituperate=μέμφομαι vituperate=ονειδίζω vivacious=ζωηρός vivid=γλαφυρός vivid=ζωντανός vividly=ζωηρά vixen=μέγαιρα vizier=βεζίρης vocabulary=λεξιλόγιο vocation=επιτήδευμα voice=εκφράζω voice=φωνή void=κενό volatile=πτητικός volcanic=ηφαιστειακός volcano=ηφαίστειο volition=βούληση volition=θέληση volley=καταιγισμός volume=όγκος volume=ποσότητα volume=φωνή voluntarily=εθελοντικά voluntarily=εκούσια voluntarily=εκουσίως voluntary=εθελοντικός volunteer=εθελοντής vomit=ξερνώ voracious=ακόρεστος voracious=άπληστος voracious=αχόρταγος vote=ψηφίζω vote=ψήφος voter=ψηφοφόρος voting=ψήφισμα voting=ψηφοφορία vow=ορκίζομαι vow=όρκος vow=τάζω vulgar=βάναυσος vulgar=πρόστυχος vulgar=χυδαίος vulgarity=προστυχιά vulnerable=ευάλωτος vulture=γύπας wad=στουπί wage=μισθός wager=στοίχημα wager=στοιχηματίζω wages=μισθός wail=στριγγλίζω waist=μέση waistcoat=γιλέκο wait=περίμενε wait=περιμένω waiter=τραπεζοκόμος wake=ξυπνώ walk=περίπατος walk=περπατώ walk=σεργιανίζω walker=περιπατητής walking=περπάτημα walkout=αποχώρηση wall=τοίχος wallet=πορτοφόλι wallpaper=ταπετσαρία walnut=καρύδι waltz=βαλς wander=περιφέρομαι wander=τριγυρίζω wane=ελαττώνομαι want=ανάγκη want=έλλειψη want=θέλω war=πόλεμος ward=θάλαμος wardrobe=ντουλάπα warehouse=αποθήκη warfare=πόλεμος wariness=περίσκεψη warm=ζεστός warmly=ζεστά warmth=ζεστασιά warn=προειδοποιώ warning=προειδοποίηση warp=διαστρεβλώνω warrant=ένταλμα warrior=πολεμιστής wart=κονδύλωμα wary=επιφυλακτικός wary=προσεκτικός wary=προσεχτικός wash=πλένω wash=πλύνω washer=ροδέλα washing=πλύση wasp=σφήκα waste=απόβλητα waste=λύμα waste=σπατάλη waste=σπαταλώ wasteful=σπάταλος watch=βλέπω watch=παρακολουθώ watch=ρολόι watch=φρουρά water=νερό water=ποτίζω water=ύδωρ waterfall=καταρράκτης waterfront=παραλία waterfront=προκυμαία waterproof=αδιάβροχος watery=βουρκωμένος watery=νερουλός watery=υγρός wave=κύμα waver=αμφιρρέπω wavy=κυματιστός wavy=σπαστός wax=κερί way=τρόπος we=εμείς weak=αδύναμος weak=ανίσχυρος weaken=αποδυναμώνομαι weaken=αποδυναμώνω wealth=πλούτος wealthy=ευκατάστατος wealthy=εύπορος wealthy=πλούσιος wean=αποκόβω wean=αποσπώ wear=φορώ weariness=κόπωση weary=εξαντλημένος weary=κουρασμένος weather=καιρός weathercock=ανεμοδείκτης weave=υφαίνω weaver=υφαντής weaving=ύφανση wed=παντρεύομαι wedding=γάμος wedge=γόμφος wedge=σφήνα wee=μικρός weed=ζιζάνιο week=εβδομάδα weekly=εβδομαδιαίος weep=κλαίω weeping=κλάμα weigh=ζυγίζω weight=βάρος weird=αλλόκοτος weird=απόκοσμος weld=οξυγονοκολλώ weld=συγκολλώ welfare=πρόνοια well=αναβλύζω well=καλά well=λοιπόν well=πηγάδι west=δύση western=δυτικός wet=βρεγμένος wet=περιχύω wet=υγρός whale=φάλαινα what=τι whatever=οτιδήποτε whatsoever=καθόλου wheel=ρόδα wheel=τροχός when=όταν when=πότε where=όπου where=που where=πού whether=αν whether=είτε whichever=οποιοδήποτε while=ενώ whim=καπρίτσιο whimsical=άστατος whimsical=ιδιότροπος whining=κλαψιάρικος whining=παραπονιάρικος whip=μαστιγώνω whip=μαστίζω whip=νικώ whirlpool=δίνη whirlpool=ρουφήχτρα whisk=χτυπητήρι whisper=ψιθυρίζω whisper=ψιθυρισμός whistle=σφύριγμα whistle=σφυρίζω whistle=σφυρίχτρα white=άσπρος white=λευκό white=λευκός whitewash=ασπρίζω whoever=οποιοσδήποτε whole=ακέραιος whole=άρτιος whole=ολόκληρος wholesome=θρεπτικός wholesome=υγιεινός wholly=πλήρως whore=πατσαβούρα whose=ποιανού whose=τίνος why=γιατί wick=θρυαλλίδα wick=φιτίλι wicked=κακός wicked=σατανικός wide=πλατύς wide=φαρδύς widely=ευρέως widely=πλατέως widen=διευρύνω widen=πλαταίνω widen=φαρδαίνω widening=διεύρυνση widower=χήρος width=φάρδος wife=γυναίκα wife=σύζυγος wig=περούκα wild=άγριος wilderness=έρημος wildly=άγρια will=διαθήκη will=θέληση will=προαίρεση willing=πρόθυμος willingly=εκών willingly=πρόθυμα willingness=προθυμία willow=ιτιά wily=μουσίτσα wily=πανούργος wily=τετραπέρατος win=κερδίζω win=νικώ wind=αιολική wind=άνεμος wind=κουρδίζω window=παράθυρο windy=ανεμώδης wine=κρασί wine=οίνος wing=φτερό winged=φτερωτός winner=νικητής winnow=λιχνίζω winter=διαχειμάζω winter=χειμώνας wipe=σκουπίζω wire=καλώδιο wire=σύρμα wireless=ασύρματο wiry=σπαθάτος wisdom=σοφία wisdom=σύνεση wisdom=σωφροσύνη wise=σοφός wise=συνετός wise=φρόνιμος wisely=σοφά wisely=συνετά wish=ευχή wish=εύχομαι wish=μακάρι wisp=τούφα wisp=τσουλούφι wistful=σκεπτικός wit=εξυπνάδα wit=πνεύμα witch=μάγισσα with=μαζί with=με withdraw=αποσύρω withdraw=υπαναχωρώ withdraw=υπαναχωρώ. withdrawal=ανάληψη withdrawal=αποχώρηση wither=κατακεραυνώνω withhold=παρακρατώ within=εντός within=μέσα without=άνευ without=χωρίς witness=μάρτυρας witness=μαρτυρώ witty=πνευματώδης witty=σπιρτόζος wizard=μάγος wobble=ταλαντεύομαι wolf=λύκος woman=γυναίκα womb=μήτρα wonder=αναρωτιέμαι wonder=διερωτώμαι wonder=θαύμα wonder=θαυμασμός wonderful=θαυμάσιος wonderful=υπέροχος wondrous=θαυμαστός wood=ξύλο wooden=ξύλινος woody=δασώδης wool=μαλλί woollen=μάλλινος woolly=μαλλιαρός word=λέξη work=δουλειά work=δουλεύω work=εργάζομαι work=εργασία working=εργαζόμενος workman=εργάτης workshop=ατελιέ world=κόσμος world=υφήλιος worldwide=παγκόσμιος worldwide=παγκοσμίως world-wide=παγκοσμίως worry=ανησυχώ worry=έννοια worsen=χειροτερεύω worship=λατρεία worship=λατρεύω worst=χείριστος worthless=άχρηστος worthy=άξιος wound=λαβώνω wound=τραύμα wound=τραυματίζω wound=τραυματισμός wounded=λαβωμένος wounded=τραυματισμένος wrangle=διαπληκτίζομαι wrap=τυλίγω wrapper=κάλυμμα wrathful=οργίλος wreath=στεφάνι wrench=αποσπώ wrench=στραμπουλίζω wrestle=παλεύω wrestler=παλαιστής wretch=κακόμοιρος wretched=ελεεινός wretched=πενιχρός wring=στύβω wrinkle=ζάρα wrinkle=ρυτίδα wrinkle=ρυτιδώνω writ=ένταλμα write=γράφω write=συντάσσω writer=συγγραφέας writhe=σπαρταρώ writhe=σφαδάζω writing=γραφή wrong=λάθος wrongly=λανθασμένα wrongly=λανθασμένος wry=ειρωνικός wry=στραβός yacht=θαλαμηγός yacht=κότερο yank=τράβηγμα yard=αυλή yard=προαύλιο yawn=χασμουρητό yawn=χασμουριέμαι year=έτος year=χρονιά year=χρόνος yearly=ετήσια yearning=καημός yeast=ζύμη yeast=μαγιά yell=κραυγή yell=στριγγλίζω yell=στριγκλίζω yell=φωνάζω yellow=δειλός yellow=κίτρινος yellowish=κιτρινωπός yelp=βαβίζω yes=ναι yesterday=χθες yet=ακόμα yet=ωστόσο yield=παραγωγή yield=σοδειά yielding=υποχωρητικός yoga=γιόγκα yoghurt=γιαούρτι yoke=ζεύω you=εσείς you=εσύ you=σας young=μικρός young=νέος youngster=νεαρός your=σας youth=νεαρός youth=νεότητα youthful=νεανικός zany=παλαβός zeal=ζήλος zero=μηδέν zest=ζήλος
© Copyright 2024 Paperzz