ENGLISH-GREEK DICTIONARY V

ENGLISH-GREEK DICTIONARY V.05.2011
Jerzy Kazojć (c) copyright 2011
abacus=άβακας
abacus=αβάκιο
abandon=εγκαταλείπω
abandon=παρατάω
abandonment=εγκατάλειψη
abase=ξεφτιλίζω
abase=ταπεινώνω
abash=πτοώ
abate=κοπάζω
abate=μειώνω
abatement=ελάττωση
abatement=μείωση
abattoir=σφαγείο
abbey=αβαείο
abbey=μονή
abbreviate=συντομεύω
abdomen=κοιλιά
abdomen=στομάχι
abdominal=γαστρικός
abdominal=κοιλιακός
abduct=απάγω
aberration=παρέκκλιση
aberration=παρεκτροπή
abet=υποβοηθώ
abettor=υποκινητής
abeyance=αναβολή
abeyance=εκκρεμότητα
abhor=σιχαίνομαι
abhorrent=απεχθής
abhorrent=αποτροπιαστικός
abide=εμμένω
ability=ικανότητα
abject=άθλιος
abject=ταπεινός
ablative=αφαιρετική
ablaze=φλεγόμενος
able=ικανός
ablution=νίψιμο
ablution=πλύσιμο
ably=ικανά
abnegation=αποκήρυξη
abnormal=ανώμαλος
abode=κατοικία
abolish=καταργώ
abolition=κατάλυση
abolition=κατάργηση
abominable=απεχθής
abominable=εναγής
abomination=απέχθεια
abomination=σίχαμα
aboriginal=γηγενής
aboriginal=ιθαγενής
abort=αποβάλλω
abort=ματαιώνω
abortion=άμβλωση
abortion=έκτρωση
abortive=άκαρπος
abortive=ανεπιτυχής
about=για
about=περί
about=περίπου
above=άνω
aboveboard=ανοικτός
aboveboard=καθαρός
aboveboard=νόμιμος
abrade=λειαίνω
abrade=τρίβω
abrasion=αμυχή
abrasion=απόξεση
abrasion=τριβή
abrasion=φθορά
abrasive=τραχύς
abridge=συντομεύω
abridgment=σύνοψη
abridgment=σύντμηση
abrupt=κοφτός
abruptly=απότομα
abruptly=κοφτά
absence=απουσία
absent=απών
absolute=απόλυτος
absolutely=απολύτως
absolutely=τελείως
absolution=άφεση
absolve=απαλλάσσω
absorb=απορροφώ
absorbent=απορροφητικός
absorption=απορρόφηση
absorptive=απορροφητικός
abstain=απέχω
abstemious=εγκρατής
abstemious=λιτός
abstemious=φειδωλός
abstinence=εγκράτεια
abstract=θεωρητικός
absurd=παράλογος
absurdity=γελοιότητα
abundance=αφθονία
abundance=συρροή
abundant=άφθονος
abundantly=άφθονα
abuse=βρίζω
abuse=κατάχρηση
abuse=καταχρώμαι
abuse=λοιδορία
abusive=καταχρηστικός
abusive=υβριστικός
abut=εφάπτομαι
abut=συνορεύω
abysmal=φοβερός
abyss=άβυσσος
academic=ακαδημαϊκός
academy=ακαδημία
accede=αποδέχομαι
accelerate=επισπεύδω
accelerate=επιταχύνω
acceleration=επίσπευση
acceleration=επιτάχυνση
accent=προφορά
accent=τόνος
accentuate=τονίζω
accept=αποδέχομαι
accept=δέχομαι
accept=παραδέχομαι
acceptable=αποδεκτός
acceptable=δεκτός
acceptance=αποδοχή
acceptor=αποδέκτης
access=πρόσβαση
access=προσπέλαση
accessible=ευπρόσιτος
accession=άνοδος
accession=απόκτημα
accession=ένταξη
accession=προσχώρηση
accessory=συνεργός
accident=ατύχημα
accidental=τυχαίος
acclaim=επευφημώ
acclaim=επιδοκιμάζω
acclaim=επικροτώ
acclamation=επευφημία
acclimate=εγκλιματίζομαι
acclimatize=εγκλιματίζομαι
accommodate=εξυπηρετώ
accommodate=στεγάζω
accommodating=εξυπηρετικός
accommodation=κατάλυμα
accommodation=στέγαση
accompaniment=συνοδεία
accompany=ακολουθώ
accompany=συνοδεύω
accomplish=επιτυγχάνω
accomplish=καταφέρω
accomplish=πραγματοποιώ
accomplishment=διενέργεια
accord=συγκατάθεση
accord=συμφωνία
accost=διπλαρώνω
accost=πλευρίζω
accost=πλησιάζω
account=αναφορά
account=λογαριασμός
account=σημασία
accountable=δωσίλογος
accountable=υπόλογος
accountancy=λογιστική
accountant=λογιστής
accredit=διαπιστεύω
accredit=εξουσιοδοτώ
accretion=προσαύξηση
accretion=πρόσφυση
accrual=επαύξηση
accrue=προκύπτω
accrue=προστίθεμαι
accumulate=συσσωρεύω
accumulation=συρροή
accumulation=συσσώρευση
accuracy=ακρίβεια
accuracy=ορθότητα
accurate=ακριβής
accurately=ακριβέστατα
accusation=κατηγορία
accusative=αιτιατική
accuse=κατηγορώ
accused=κατηγορούμενος
accused=υπόδικος
accustom=εξοικειώνομαι
accustom=εξοικειώνω
accustom=συνηθίζω
acerbic=στυφός
acerbity=δριμύτητα
acerbity=οξύτητα
acerbity=στυφότητα
acetic=οξικός
ache=λαχταρώ
ache=πόνος
ache=πονώ
achieve=κατορθώνω
achievement=επίτευξη
acid=οξύ
acid=οξύς
acidic=όξινος
acidify=οξύνω
acidulous=υπόξινος
acknowledge=αναγνωρίζω
acknowledgement=αναγνώριση
acme=ακμή
acolyte=ακόλουθος
acorn=βελανίδι
acoustic=ακουστικός
acoustic=ηχητικός
acoustics=ακουστική
acquaint=γνωρίζω
acquaint=πληροφορώ
acquaintance=γνωριμία
acquiesce=συναινώ
acquire=αποκτώ
acquisition=απόκτημα
acquisition=απόκτηση
acquisitive=άπληστος
acquisitive=κτητικός
acquit=αθωώνω
acquit=απαλλάσσω
acquittal=αθώωση
acquittal=απαλλαγή
acre=στρέμμα
acrid=πικρός
acrid=πνιγηρός
acrid=σέρτικος
acrid=στυφός
acrimonious=θυελλώδης
acrimonious=πικρός
acrimony=δριμύτητα
acrimony=πικρία
acrobat=ακροβάτης
acrobatic=ακροβατικός
acronym=ακρώνυμο
across=απέναντι
act=ενεργώ
act=επενεργώ
act=πράξη
acting=αναπληρωματικός
action=αγωγή
action=διάβημα
action=δράση
action=επενέργεια
activate=ενεργοποιώ
activation=ενεργοποίηση
active=ακμαίος
active=δραστήριος
active=ενεργός
actively=ενεργά
activism=ακτιβισμός
activity=δραστηριότητα
actual=αληθινός
actual=πραγματικός
actually=πράγματι
actually=πραγματικά
actuate=διεγείρω
actuate=παρακινώ
actuate=προτρέπω
acuity=οξυδέρκεια
acumen=διορατικότητα
acumen=οξύνοια
acupuncture=βελονισμός
acute=έντονος
acute=οξυδερκής
acute=οξύς
adage=απόφθεγμα
adage=ρητό
adamant=άκαμπτος
adamant=αμετάπειστος
adapt=διασκευάζω
adapt=προσαρμόζω
adaptation=διασκευή
adaptation=προσαρμογή
add=προσθέτω
adder=οχιά
addict=εθίζω
addict=ναρκομανής
addiction=εθισμός
additional=επιπρόσθετος
additional=πρόσθετος
additive=πρόσθετο
additive=πρόσμειξη
address=απευθύνω
address=διεύθυνση
addressee=παραλήπτης
adept=επιδέξιος
adept=επιτήδειος
adequacy=επάρκεια
adequate=επαρκής
adhere=εμμένω
adhere=κολλώ
adhere=προσκολλώμαι
adherence=εμμονή
adherent=οπαδός
adhesion=προσκόλληση
adhesive=κόλλα
adhesive=κολλητικός
adhesive=κολλώδης
adieu=αντίο
adjacent=κοντινός
adjacent=παρακείμενος
adjacent=προσκείμενος
adjectival=επιθετικός
adjective=επίθετο
adjoin=γειτονεύω
adjoin=εφάπτομαι
adjoin=συνορεύω
adjoining=διπλανός
adjourn=αναστέλλω
adjudge=αποφαίνομαι
adjudicate=δικάζω
adjudicate=επιδικάζω
adjunct=αναπληρωτής
adjunct=συμπλήρωμα
adjust=προσαρμόζω
adjust=ρυθμίζω
adjustment=ρύθμιση
adjutant=υπασπιστής
administer=απονέμω
administer=διοικώ
administer=εφαρμόζω
administer=χορηγώ
administrate=διοικώ
administration=διοίκηση
administration=διοικητικός
administration=κυβέρνηση
administration=χορήγηση
administrative=διαχειριστικός
admiral=ναύαρχος
admiralty=ναυαρχείο
admiration=θαυμασμός
admire=θαυμάζω
admirer=θαυμαστής
admissible=αποδεκτός
admissible=επιτρεπτός
admission=είσοδος
admission=ομολογία
admission=παραδοχή
admit=εισάγω
admit=παραδέχομαι
admittance=είσοδος
admix=ανακατεύω
admixture=πρόσμειξη
admonish=νουθετώ
admonish=παραινώ
admonition=νουθεσία
admonition=παραίνεση
ado=ντόρος
ado=φασαρία
adolescence=εφηβεία
adolescent=εφηβικός
adolescent=έφηβος
adopt=αποδέχομαι
adopt=υιοθετώ
adoption=υιοθεσία
adoption=υιοθέτηση
adorable=αξιολάτρευτος
adoration=λατρεία
adore=λατρεύω
adorn=καλλωπίζω
adorn=κοσμώ
adorn=λουσάρω
adorn=στολίζω
adroit=επιδέξιος
adulate=κολακεύω
adult=ενήλικας
adult=ενήλικος
adulterate=αλλοιώνω
adulterate=νοθεύω
adulterer=μοιχός
adulterous=μοιχικός
adultery=μοιχεία
advance=προβαίνω
advance=προκαταβάλλω
advance=πρόοδος
advance=προχωρώ
advanced=προχωρημένος
advancement=ανάδειξη
advancing=προοδευτικός
advantage=πλεονέκτημα
advantage=προτέρημα
advantageous=πλεονεκτικός
advent=έλευση
advent=ερχομός
adventitious=παρείσακτος
adventitious=τυχαίος
adventure=περιπέτεια
adventurous=τολμηρός
adverb=επίρρημα
adverbial=επιρρηματικός
adversary=αντίπαλος
adverse=δυσμενής
advert=διαφήμιση
advertise=διαφημίζω
advertisement=διαφήμιση
advertising=διαφημιστικός
advice=συμβουλή
advisability=ορθότητα
advisability=σκοπιμότητα
advisable=συνετό
advisable=συνετός
advise=συμβουλεύω
advise=συνιστώ
advisor=σύμβουλος
advisory=συμβουλευτικός
advocacy=υπεράσπιση
advocate=συνήγορος
advocate=συνηγορώ
advocate=υπερασπιστής
advocate=υποστηρικτής
aegis=αιγίδα
aerate=αερίζω
aerial=κεραία
aeronaut=αεροναύτης
aeroplane=αεροπλάνο
aerosol=αεροζόλ
aerosol=σπρέι
aesthetic=αισθητικός
afar=αλάργα
afar=μακριά
affability=αβρότητα
affability=προσήνεια
affable=αβρός
affable=προσηνής
affair=δεσμός
affair=υπόθεση
affect=επηρεάζω
affect=παριστάνω
affectation=εκζήτηση
affectation=επιτήδευση
affected=επιτηδευμένος
affection=στοργή
affection=τρυφερότητα
affectionate=στοργικός
affiliate=προσκτώμαι
affiliate=προσχωρώ
affinity=αγχιστεία
affinity=έλξη
affinity=συνάφεια
affirm=βεβαιώνω
affirm=διαβεβαιώνω
affirm=επικυρώνω
affirmation=διαβεβαίωση
affirmative=καταφατικός
affix=προσθέτω
affix=πρόσφυμα
afflict=βασανίζω
afflict=ταλαιπωρώ
afflicted=βασανιζόμενος
affliction=βάσανο
affluence=αφθονία
affluent=εύπορος
afforest=αναδασώνω
affray=συμπλοκή
affront=προσβολή
aficionado=οπαδός
after=έπειτα
after=μετά
aftermath=επακόλουθο
afterward=έπειτα
afterward=μετά
afterwards=μετά
again=ξανά
again=πάλι
against=εναντίον
against=κατά
age=εποχή
age=ηλικία
aged=ηλικίας
aged=ηλικιωμένος
ageing=γήρανση
agency=πρακτορείο
agency=υπηρεσία
agent=μεσίτης
agent=παράγων
agent=πράκτορας
aggravate=επιδεινώνω
aggregate=συσσωμάτωμα
aggression=επιθετικότητα
aggressive=επιθετικός
agile=ευκίνητος
agile=εύστροφος
agile=σβέλτος
agility=ευστροφία
agility=σβελτάδα
ago=πριν
agony=αγωνία
agree=συμφωνώ
agreeable=ευάρεστος
agreeable=τερπνός
agreement=συμφωνία
agriculture=γεωργία
aid=βοήθεια
aid=βοήθημα
aid=βοηθώ
aid=επικουρία
ailment=αρρώστια
ailment=ασθένεια
aim=αποβλέπω
aim=βλέψη
aim=σκοπεύω
aim=σκοπός
aimless=άσκοπος
air=αέρας
air=ατμόσφαιρα
airborne=αερομεταφερόμενος
aircraft=αεροσκάφος
airport=αεροδρόμιο
airscrew=έλικας
airy=ευάερος
akin=συγγενής
akin=συγγενικός
alabaster=αλάβαστρο
alacrity=γρηγοράδα
alacrity=προθυμία
alarm=συναγερμός
alarm=τρομάζω
albeit=έστω
album=δίσκος
album=λεύκωμα
alchemist=αλχημιστής
alchemy=αλχημεία
alcohol=αλκοόλ
alcohol=οινόπνευμα
alcoholic=αλκοολικός
alcoholism=αλκοολισμός
alcove=εσοχή
alcove=σηκός
ale=μπύρα
alert=άγρυπνος
alertness=επαγρύπνηση
alertness=ετοιμότητα
algae=άλγη
alias=ψευδώνυμο
alibi=άλλοθι
alien=αλλοδαπός
alien=εξωγήινος
alienate=αλλοτριώνω
alienate=αποξενώνω
alienation=αποξένωση
alight=αναμμένος
alight=κατεβαίνω
align=ευθυγραμμίζω
alike=όμοιος
alimentary=πεπτικός
alimentary=τροφικός
alive=ζωντανός
alkaline=αλκαλικός
all=όλα
all=όλες
all=όλος
allay=ανακουφίζω
allay=κατευνάζω
allege=ισχυρίζομαι
allege=κατηγορώ
alleged=φερόμενος
allegedly=φερόμενος
allegiance=υπακοή
allegoric=αλληγορικός
allegory=αλληγορία
alleviate=ανακουφίζω
alleviate=καταπραΰνω
alley=πάροδος
alley=σοκάκι
alliance=συμμαχία
alliance=συνασπισμός
allied=συμμαχικός
allied=σύμμαχος
allocate=αναθέτω
allocate=κατανέμω
allocation=καταμερισμός
allocation=κατανομή
allot=διανέμω
allotment=κλήρος
allow=αφήνω
allow=επιτρέπω
allowance=επίδομα
allowance=επιχορήγηση
alloy=κράμα
all-round=ολόκληρος
allure=δελεάζω
alluring=σαγηνευτικός
allusion=νύξη
allusion=υπαινιγμός
allusive=υπαινισσόμενος
alluvial=προσχωματικός
ally=σύμμαχος
almanac=καζαμίας
almighty=παντοδύναμος
Almighty=Παντοκράτορας
almond=αμύγδαλο
almost=σχεδόν
alone=μοναχός
alone=μόνος
alongside=δίπλα
aloof=ακατάδεχτος
aloof=υπερόπτης
aloud=φωναχτά
alphabet=αλφάβητο
alphabetic=αλφαβητικός
already=ήδη
already=κιόλας
alright=εντάξει
also=επίσης
also=και
altar=βωμός
alter=αλλάζω
alter=μετατρέπω
alter=παραποιώ
alter=τροποποιώ
alteration=μεταβολή
alteration=τροποποίηση
altercation=λογομαχία
alternate=εναλλάσσω
alternation=εναλλαγή
altitude=υψόμετρο
altogether=εντελώς
altruist=αλτρουιστής
alveolar=κυψελιδικός
always=πάντα
always=πάντοτε
am=είμαι
amalgam=αμάλγαμα
amalgam=μίγμα
amalgamate=ενώνω
amalgamate=συγχωνεύω
amalgamation=ένωση
amalgamation=συγχώνευση
amaranth=αμάραντος
amass=αποθησαυρίζω
amateur=ερασιτέχνης
amateur=ερασιτεχνικός
amateurish=ερασιτεχνικός
amatory=ερωτικός
amaze=εκπλήσσω
amazing=εκπληκτικός
ambassador=πρεσβευτής
ambassador=πρέσβης
amber=κεχριμπάρι
amber=πορτοκαλί
ambiguity=ασάφεια
ambiguous=διφορούμενος
ambition=βλέψη
ambition=φιλοδοξία
ambitious=φιλόδοξος
ambivalent=ταλαντευόμενος
ambrosia=αμβροσία
ambulance=νοσοκομειακό
ambulant=περιπατητικός
ambulatory=περιπατητικός
ambush=ενέδρα
ambush=καρτέρι
ameliorate=βελτιώνω
amend=τροποποιώ
amendment=τροπολογία
amethyst=αμέθυστος
amiable=αξιαγάπητος
amiable=προσηνής
amiable=φιλικός
amiable=φιλόφρων
amicable=φιλικός
amid=ανάμεσα
amid=μεταξύ
amidst=ανάμεσα
amidst=μεταξύ
amiss=στραβά
amity=φιλία
ammonia=αμμωνία
amnesia=αμνησία
amnesty=αμνηστία
amoeba=αμοιβάδα
among=ανάμεσα
amorous=ερωτικός
amorphous=άμορφος
amount=ανέρχομαι
amount=ποσό
amount=ποσόν
amphibian=αμφίβιο
amphibious=αμφίβιος
amphibology=αμφισημία
amphitheatre=αμφιθέατρο
ample=αρκετός
ample=άφθονος
amplification=ενίσχυση
amplifier=ενισχυτής
amplify=ενισχύω
amplitude=εύρος
amplitude=πλάτος
amply=ικανοποιητικά
amputate=ακρωτηριάζω
amputate=ξεκόβω
amputation=ακρωτηριασμός
amputation=αποκοπή
amulet=φυλαχτό
amuse=διασκεδάζω
amuse=ψυχαγωγώ
an=ένα
an=ένας
an=μία
anachronism=αναχρονισμός
anachronistic=αναχρονιστικός
anaemia=αναιμία
anaemic=αναιμικός
analgesic=αναλγητικός
analogous=ανάλογος
analogue=ανάλογο
analogy=αναλογία
analyse=αναλύω
analysis=ανάλυση
analyst=αναλυτής
analytic=αναλυτικός
anarchic=αναρχικός
anarchy=αναρχία
anathema=ανάθεμα
anathema=κατάρα
anatomist=ανατόμος
anatomy=ανατομία
ancestor=πρόγονος
ancestral=πατρογονικός
ancestral=προγονικός
ancestry=καταγωγή
anchor=άγκυρα
anchorite=ασκητής
anchovy=αντσούγια
ancillary=βοηθητικός
and=και
anecdote=ανέκδοτο
anew=πάλι
angel=άγγελος
angelic=αγγελικός
anger=θυμός
anger=οργή
anger=φούρκα
angle=γωνία
angry=θυμωμένος
angry=οργισμένος
anguish=άγχος
anguish=αγωνία
anguish=αγωνιώ
angular=γωνιακός
animadversion=μομφή
animadversion=παρατήρηση
animadvert=μέμφομαι
animal=ζώο
animal=κτήνος
animate=έμψυχος
animate=εμψυχώνω
animate=ζωντανεύω
animism=ανιμισμός
animosity=εμπάθεια
animosity=εχθρότητα
animosity=κακεντρέχεια
animosity=καταφορά
anise=γλυκάνισο
ankle=αστράγαλος
annals=χρονικά
annihilate=εκμηδενίζω
annihilate=καταστρέφω
anniversary=επέτειος
annotate=σχολιάζω
annotation=σχολιασμός
annotation=υποσημείωση
announce=ανακοινώνω
announcement=ανακοίνωση
announcement=εξαγγελία
annoy=ενοχλώ
annoyance=ενόχληση
annual=ετήσιος
annuity=πρόσοδος
annul=ακυρώνω
annul=ανακαλώ
annulment=ακύρωση
annulus=δακτύλιος
annunciate=ευαγγελίζομαι
anoint=χρίω
anomalous=ανώμαλος
anomaly=ανωμαλία
anonymous=ανώνυμος
anorak=ανοράκ
another=άλλος
answer=απάντηση
answer=απαντώ
ant=μυρμήγκι
antagonism=ανταγωνισμός
antagonist=ανταγωνιστής
antagonistic=ανταγωνιστικός
ante=προantecedent=προηγούμενος
antedate=προχρονολογούμαι
antelope=αντιλόπη
antenna=κεραία
anterior=πρόσθιος
anteroom=προθάλαμος
anthem=ύμνος
anther=ανθήρας
anthology=ανθολογία
anthracite=ανθρακίτης
anthropoid=ανθρωποειδής
anthropology=ανθρωπολογία
antibody=αντίσωμα
anticipate=προκαταλαμβάνω
anticipate=προλαμβάνω
anticipation=αναμονή
anticipation=προσδοκία
antidote=αντίδοτο
antipathy=αντιπάθεια
antiquarian=αρχαιολόγος
antiquated=απαρχαιωμένος
antiquated=πεπαλαιωμένος
antiquity=αρχαιότητα
antithetic=αντιθετικός
antonym=αντίθετο
anvil=αμόνι
anxiety=ανησυχία
anxious=αγχώδης
anxious=ανήσυχος
anybody=κανένας
anyone=κανείς
anything=τίποτα
anyway=πάντως
apace=γρήγορα
apart=χωριστά
apartment=διαμέρισμα
apathetic=απαθής
apathy=απάθεια
ape=πίθηκος
aperture=οπή
apex=αποκορύφωμα
aphorism=απόφθεγμα
apiary=μελισσοτροφείο
apocalypse=αποκάλυψη
apocalyptic=αποκαλυπτικός
apocryphal=απόκρυφος
apogee=απόγειο
apology=συγνώμη
apoplectic=αποπληκτικός
apoplexy=αποπληξία
apostasy=αποστασία
apostate=αποστάτης
apostle=απόστολος
apostolic=αποστολικός
apostrophe=αποστροφή
apothecary=φαρμακοποιός
apotheosis=αποθέωση
appal=συγκλονίζω
apparatus=εξοπλισμός
apparatus=συσκευή
apparent=έκδηλος
apparent=εμφανής
apparent=προφανής
apparent=φαινομενικός
apparently=φαινομενικά
apparition=οπτασία
apparition=φάντασμα
appeal=έφεση
appeal=τραβώ
appear=διαφαίνομαι
appear=εμφανίζομαι
appear=φαίνομαι
appearance=εμφάνιση
appearance=παρουσίαση
appease=κατευνάζω
appellation=επωνυμία
appellation=τίτλος
append=επισυνάπτω
appendage=παράρτημα
appendix=παράρτημα
appendix=προσάρτημα
appertain=σχετίζομαι
appetising=ορεκτικός
appetite=όρεξη
applaud=επευφημώ
applaud=χειροκροτώ
applause=επευφημία
applause=επευφημίες
applause=χειροκρότημα
apple=μήλο
appliance=συσκευή
applicable=εφαρμόσιμος
applicable=ταιριαστός
applicant=αιτών
application=αίτηση
application=εφαρμογή
application=προσήλωση
application=χρήση
apply=αιτούμαι
apply=βάζω
apply=εφαρμόζω
appoint=διορίζω
appoint=ορίζω
appointment=διορισμός
appointment=ορισμός
appointment=ραντεβού
appointment=συνάντηση
apportion=διανέμω
apportion=κατανέμω
apposite=ταιριαστός
appraisal=αξιολόγηση
appraisal=εκτίμηση
appraise=αξιολογώ
appraise=εκτιμώ
appreciable=αισθητός
appreciable=αξιοσημείωτος
appreciate=αναγνωρίζω
appreciate=εκτιμώ
appreciate=κατανοώ
apprehend=συλλαμβάνω
apprehension=ανησυχία
apprehension=σύλληψη
apprehension=ταραχή
apprehension=φόβος
apprehensive=ανήσυχος
apprentice=δόκιμος
apprenticeship=μαθητεία
apprise=γνωστοποιώ
approach=μέθοδος
approach=πλησιάζω
approach=προσεγγίζω
approach=προσέγγιση
approachable=ευπροσήγορος
approachable=προσηνής
approbation=έγκριση
approbation=επιδοκιμασία
appropriate=κατάλληλος
appropriate=οικειοποιούμαι
appropriate=σφετερίζομαι
appropriately=κατάλληλα
appropriately=ταιριαστά
appropriation=σφετερισμός
approval=έγκριση
approval=παραδοχή
approve=εγκρίνω
approve=επιδοκιμάζω
approximate=περίπου
apricot=βερίκοκο
apron=ποδιά
apse=αψίδα
apt=επιρρεπής
apt=κατάλληλος
aptitude=ικανότητα
aptitude=κλίση
aptitude=προτέρημα
aptitude=ταλέντο
aqua=ύδωρ
aquarium=ενυδρείο
aquatic=υδρόβιος
aqueduct=υδραγωγείο
arabesque=αραβούργημα
arbiter=διαιτητής
arbitrary=αυθαίρετος
arbitrate=διαιτητεύω
arbitration=διαιτησία
arbour=κρεβατίνα
arbour=περβόλι
arc=αψίδα
arc=τόξο
arcade=αψίδωση
arcade=στοά
arcane=απόκρυφος
arch=αψίδα
archaeologist=αρχαιολογικός
archaeology=αρχαιολογία
archaic=απαρχαιωμένος
archaic=αρχαίος
archangel=αρχάγγελος
archbishop=αρχιεπίσκοπος
archdeacon=αρχιδιάκονος
archer=τοξότης
archetype=αρχέτυπο
archetype=πρότυπο
archipelago=αρχιπέλαγος
architectonic=αρχιτεκτονικός
architectural=αρχιτεκτονικός
architecture=αρχιτεκτονική
architrave=επιστύλιο
Arctic=Αρκτική
arctic=αρκτικός
ardency=πάθος
ardent=φλογερός
ardour=θέρμη
arduous=επίπονος
area=περιοχή
arena=αρένα
argillaceous=αργιλώδης
argot=αργκό
argue=διαπληκτίζομαι
argue=διαφωνώ
argue=επιχειρηματολογώ
argument=διαφωνία
argument=επιχείρημα
argument=λογομαχία
argumentative=αμφιλεγόμενος
argumentative=ερειστικός
aria=άρια
arid=ξερός
aridity=ξηρότητα
arise=εγείρομαι
arise=προκύπτω
aristocracy=αριστοκρατία
aristocrat=αριστοκράτης
aristocratic=αριστοκρατικός
arithmetic=αριθμητική
arithmetic=μαθηματικά
ark=κιβωτός
arm=μπράτσο
arm=όπλο
arm=χέρι
armada=αρμάδα
armament=εξοπλισμός
armchair=πολυθρόνα
armour=πανοπλία
arms=όπλα
army=στρατός
aroma=άρωμα
aromatic=αρωματικός
around=γύρω
arouse=διεγείρω
arouse=ξεσηκώνω
arraign=εγκαλώ
arraign=καταγγέλλω
arraign=κλητεύω
arrange=κανονίζω
arrange=τακτοποιώ
arrangement=διακανονισμός
arrangement=διευθέτηση
arrangement=ετοιμασία
arrangement=τακτοποίηση
array=διάταξη
array=παράταξη
array=παρατάσσω
arrears=καθυστερούμενα
arrest=συλλαμβάνω
arrival=άφιξη
arrive=φθάνω
arrive=φτάνω
arrogance=αλαζονεία
arrogance=έπαρση
arrogance=υπεροψία
arrogant=αλαζόνας
arrogant=αλαζονικός
arrogant=υπερόπτης
arrogant=υπεροπτικός
arrogate=σφετερίζομαι
arrow=βέλος
arsonist=εμπρηστής
art=τέχνη
arterial=αρτηριακός
artery=αρτηρία
artful=πονηρός
artichoke=αγκινάρα
article=άρθρο
articulate=έναρθρος
articulate=ευκρινής
articulation=διάρθρωση
artifice=τέχνασμα
artificial=τεχνητός
artillery=πυροβολικό
artisan=τεχνίτης
artist=καλλιτέχνης
artistic=καλλιτεχνικός
artistry=καλλιτεχνία
artless=άτεχνος
as=όπως
as=σαν
asbestos=αμίαντος
ascend=αναρριχώμαι
ascend=ανεβαίνω
ascension=ανάβαση
ascent=ανάβαση
ascertain=διαπιστώνω
ascertain=εξακριβώνω
ascetic=ασκητικός
asceticism=ασκητισμός
ascribe=αποδίδω
ascribe=επιρρίπτω
asexual=άφυλος
ash=στάχτη
ashen=σταχτής
ashen=τεφροειδής
ashen=ωχρός
ashtray=σταχτοδοχείο
ashtray=τασάκι
ashy=τεφρώδης
aside=πλάι
asinine=γαϊδουρινός
asinine=ηλίθιος
ask=ρωτώ
askance=λοξά
askew=στραβά
asleep=κοιμώμενος
asparagus=σπαράγγι
aspect=άποψη
aspect=θωριά
aspect=όψη
aspect=πλευρά
aspen=λεύκη
asperity=δριμύτητα
asperity=οξύτητα
aspersion=κακολογία
asphalt=άσφαλτος
asphyxiate=ασφυκτιώ
aspic=λεβάντα
aspirant=φιλόδοξος
aspirate=αναρροφώ
aspiration=απορρόφηση
aspiration=βλέψη
aspiration=φιλοδοξία
aspire=φιλοδοξώ
aspirin=ασπιρίνη
ass=βλάκας
ass=γάιδαρος
assailant=επιτιθέμενος
assassin=δολοφόνος
assassinate=δολοφονώ
assassination=δολοφονία
assault=βιαιοπραγία
assault=επίθεση
assault=επιτίθεμαι
assay=δοκιμάζω
assemblage=σύναξη
assemblage=συναρμολόγηση
assemble=συναθροίζω
assemble=συναρμολογώ
assembly=ομήγυρη
assembly=συνέλευση
assent=συγκατάθεση
assert=διεκδικώ
assert=υποστηρίζω
assertive=θετικός
assertive=κατηγορηματικός
assess=αποτιμώ
assess=εκτιμώ
assessment=εκτίμηση
assessor=εκτιμητής
asset=ενεργητικό
asset=κεφάλαιο
assiduity=επιμέλεια
assiduity=προσήλωση
assiduous=ενδελεχής
assiduous=επιμελής
assiduous=εργατικός
assign=αναθέτω
assign=αποδίδω
assign=διορίζω
assignation=ανάθεση
assignation=διανομή
assignee=εντολοδόχος
assignment=ανάθεση
assignment=αποστολή
assignment=δουλειά
assignment=ορισμός
assimilate=αφομοιώνω
assimilate=εξομοιώνω
assimilation=αφομοίωση
assist=βοηθώ
assistant=βοηθός
associate=συνέταιρος
associate=συσχετίζω
association=σχέση
assort=συναναστρέφομαι
assort=ταξινομώ
assorted=διάφορος
assorted=ποικίλος
assuage=κατευνάζω
assume=υποθέτω
assumption=υπόθεση
assurance=διαβεβαίωση
assurance=εγγύηση
assurance=σιγουριά
assure=βεβαιώνω
assure=διαβεβαιώνω
asterisk=αστερίσκος
asthma=άσθμα
astigmatic=αστιγματικός
astonish=εκπλήσσω
astonishingly=εκπληκτικά
astonishment=εμβροντησία
astound=αποσβολώνω
astound=εκπλήσσω
astound=ξαφνιάζω
astral=αστρικός
astrologer=αστρολόγος
astronaut=αστροναύτης
astronomer=αστρονόμος
astronomic=αστρονομικός
astronomy=αστρονομία
astrophysics=αστροφυσική
astute=ευφυής
astute=τετραπέρατος
asylum=ασυλία
asylum=άσυλο
asymmetric=ασύμμετρος
asymmetry=ασυμμετρία
asymptote=ασύμπτωτο
asynchronous=ασύγχρονος
at=σε
atavism=αταβισμός
atavism=προγονισμός
atavistic=αταβιστικός
atheism=αθεϊσμός
atheist=αθεϊστής
atheist=άθεος
athlete=αθλητής
athletic=αθλητικός
athletics=αθλητικά
atmosphere=ατμόσφαιρα
atom=άτομο
atomic=ατομικός
atone=εξιλεώνομαι
atrocious=απαίσιος
atrocious=αποκρουστικός
atrocity=κτηνωδία
atrocity=ωμότητα
atrophy=ατροφία
attach=επισυνάπτω
attach=συνδέω
attack=επιδρομή
attack=επίθεση
attack=επιτίθεμαι
attacker=επιτιθέμενος
attain=επιτυγχάνω
attain=κατορθώνω
attempt=απόπειρα
attempt=προσπάθεια
attempt=προσπαθώ
attend=παραβρίσκομαι
attend=παρακολουθώ
attendance=παρουσία
attendant=ακόλουθος
attention=προσοχή
attention=φροντίδα
attentive=γνωστικός
attentive=προσεκτικός
attentively=περιποιητικά
attentively=προσεκτικά
attenuate=αμβλύνω
attenuate=ελαφρύνω
attest=μαρτυρώ
attest=πιστοποιώ
attestation=κατάθεση
attestation=μαρτυρία
attic=σοφίτα
attire=αμφίεση
attire=ντύσιμο
attitude=στάση
attitude=συμπεριφορά
attorney=συνήγορος
attract=έλκω
attract=επισύρω
attract=προσελκύω
attract=τραβώ
attraction=έλξη
attraction=θέαμα
attractive=ελκυστικός
attribute=αποδίδω
attribute=ιδιότητα
attribution=κατανομή
attrition=τριβή
attrition=φθορά
attune=συντονίζω
atypical=άτυπος
aubergine=μελιτζάνα
auburn=πυρόξανθος
auction=πλειστηριασμός
audacity=θράσος
audience=ακροατήριο
audio=ακουστικός
audit=ελέγχω
auditorium=αίθουσα
auditory=ακουστικός
auger=τρυπάνι
augment=αυξάνω
augmentation=αύξηση
augur=προοιωνίζομαι
August=Αύγουστος.
aunt=θεία
auntie=θεία
aura=φωτοστέφανο
aural=ακουστικός
aurora=αυγή
aurora=σέλας
auspice=προστασία
auspicious=ευοίωνος
austere=αυστηρός
austral=νότιος
authentic=αυθεντικός
authentic=γνήσιος
authenticate=επικυρώνω
authenticate=πιστοποιώ
authenticity=γνησιότητα
author=συγγραφέας
authoritarian=απολυταρχικός
authoritative=έγκυρος
authoritative=επιβλητικός
authority=αυθεντία
authority=εξουσία
authority=κύρος
autobiography=αυτοβιογραφία
autocracy=αυτοκρατορία
autocrat=αυτοκράτορας
autocrat=δεσποτικός
autocratic=αυτοκρατορικός
autograph=αυτόγραφο
automate=αυτοματοποιώ
automatic=αυτοματικός
automatic=αυτόματο
automation=αυτοματοποίηση
automaton=αυτόματο
automobile=αυτοκίνητο
automotive=αυτοκίνητος
autonomic=αυτόνομος
autonomous=αυτόνομος
autonomy=αυτονομία
autopsy=νεκροψία
autumn=φθινόπωρο
autumnal=φθινοπωρινός
auxiliary=βοηθητικός
avail=όφελος
avail=χρησιμεύω
avail=ωφελώ
available=διαθέσιμος
avalanche=πλημμύρα
avalanche=χιονοστιβάδα
avarice=τσιγκουνιά
avarice=φιλαργυρία
avaricious=φιλάργυρος
avenge=εκδικούμαι
avenue=λεωφόρος
aver=αποδεικνύω
aver=πιστοποιώ
average=μέσος
averse=αντίθετος
aversion=αποστροφή
avert=αποστρέφω
avert=αποτρέπω
aviary=πτηνοτροφείο
aviation=αεροπορία
aviator=αεροπόρος
avid=ενθουσιώδης
avoid=αποφεύγω
avoidance=αποφυγή
avow=διαβεβαιώνω
avow=ομολογώ
avowal=ομολογία
await=αναμένω
await=περιμένω
awake=ξυπνώ
awaken=ξυπνώ
awakening=ξύπνημα
award=απονέμω
award=βραβείο
award=κατακυρώνω
awareness=αντίληψη
away=μακριά
awe=δέος
awesome=επιβλητικός
awful=απαίσιος
awkward=αδέξιος
awkward=ατζαμής
awl=ξέστρο
awl=σουβλί
awning=τέντα
awry=λοξός
awry=στραβά
axe=πέλεκας
axe=πελέκι
axe=τσεκούρι
axial=αξονικός
axiom=αξίωμα
axiomatic=αξιωματικός
axiomatic=αυταπόδεικτος
axis=άξονας
axle=άξονας
aye=ναι
azure=γαλάζιος
azure=γαλανός
azure=κυανός
babble=ασυναρτησίες
babble=κελαρύζω
babble=φλυαρώ
babe=γκόμενα
babe=μωρό
baby=μωρό
bacillus=βακτήριο
back=ενισχύω
back=πλάτη
back=υποστηρίζω
backbite=καταλαλώ
backdrop=φόντο
backing=συμπαράσταση
backside=πισινό
backward=καθυστερημένος
bacon=μπέικον
bacteria=βακτηρίδια
bad=άσχημος
bad=κακός
badge=κονκάρδα
badger=ασβός
badger=παρενοχλώ
badly=άσχημα
badly=κακά
bag=τσάντα
bait=δόλωμα
baker=φούρναρης
balance=ζυγαριά
balance=ισοζύγιο
balance=ισορροπία
balance=πλάστιγγα
balcony=μπαλκόνι
bald=καραφλός
bald=φαλακρός
baleful=απελπισμένος
baleful=θλιβερός
baleful=ολέθριος
ball=κουβάρι
ball=μπάλα
ballad=μπαλάντα
ballast=έρμα
ballast=σαβούρα
ballast=σαβουρώνω
ballet=μπαλέτο
balloon=αερόστατο
balloon=μπαλόνι
balmy=γλυκός
ban=απαγόρευση
ban=απαγορεύω
ban=αποκλεισμός
ban=αποκλείω
banality=πεζότητα
banana=μπανάνα
band=ταινία
bandage=επίδεσμος
bang=βρόντος
bang=βροντώ
bang=γδούπος
bang=κρότος
bank=ανάχωμα
bank=όχθη
bank=τράπεζα
banker=τραπεζίτης
bankrupt=χρεοκοπημένος
banner=λάβαρο
banquet=πανδαισία
banquet=συμπόσιο
baptise=βαφτίζω
baptism=βάπτισμα
bar=εμποδίζω
bar=κάγκελο
bar=μπαρ
bar=φράζω
barber=κουρέας
bare=γυμνός
bargain=παζαρεύω
bargaining=παζάρι
barge=μαούνα
bark=γαβγίζω
bark=γαυγίζω
bark=φλοιός
barking=γαύγισμα
barley=κριθάρι
barn=αχυρώνας
baron=βαρόνος
baroque=μπαρόκ
barracks=στρατώνας
barrel=βαρέλι
barren=άγονος
barren=άκαρπος
barren=στείρος
barricade=οδόφραγμα
barricade=φράσσω
barrier=εμπόδιο
barrier=μπάρα
barrier=φράγμα
barrier=φραγμός
barrow=τύμβος
base=βάθρο
base=ευτελής
basement=υπόγειο
baseness=ευτέλεια
baseness=προστυχιά
bashful=δειλός
bashful=ντροπαλός
basil=βασιλικός
basin=λεκάνη
basis=βάση
bask=λιάζομαι
basket=καλάθι
basket=κοφίνι
basket=πανέρι
bat=νυχτερίδα
bat=ρόπαλο
batch=φουρνιά
bath=λουτρό
bath=μπανιέρα
bath=μπάνιο
bathe=λούζομαι
bathroom=λουτρό
baton=σκυτάλη
battalion=τάγμα
battery=μπαταρία
battery=συστοιχία
battle=μάχη
bay=κόλπος
bayonet=ξιφολόγχη
be=βρίσκομαι
be=διανύω
be=είμαι
beach=ακτή
beach=αμμουδιά
beach=γιαλός
bead=χάντρα
beak=ράμφος
beam=αχτίδα
beam=δοκός
beam=καδρόνι
bean=φασόλι
beanpole=τηλεγραφόξυλο
bear=αρκούδα
bear=γεννώ
bear=υποφέρω
beard=γένι
beard=μούσι
bearded=γενειοφόρος
bearded=μουσάτος
bearer=κομιστής
bearer=φορέας
bearing=έδρανο
bearing=στάση
bearing=σχέση
beast=ζώο
beast=κτήνος
beat=δέρνω
beat=νικώ
beat=χτυπώ
beater=δάρτης
beating=παλλόμενος
beautiful=όμορφος
beauty=καλλονή
beauty=ομορφιά
beaver=κάστορας
because=γιατί
because=διότι
beckon=γνέφω
become=αρμόζω
become=γίνομαι
becoming=αρμόζων
bed=κρεβάτι
bedroom=κρεβατοκάμαρα
bedroom=υπνοδωμάτιο
beer=μπύρα
beet=τεύτλο
beetle=σκαθάρι
befall=συμβαίνω
before=πριν
before=προτού
beforehand=πριν
beg=ζητιανεύω
beg=ικετεύω
beg=παρακαλώ
beggar=ζητιάνος
begin=αρχίζω
beginner=αρχάριος
beginner=ατζαμής
beginning=αρχή
beginning=έναρξη
begrudge=φθονώ
behave=συμπεριφέρομαι
behaviour=διαγωγή
behaviour=συμπεριφορά
behaviour=φέρσιμο
behold=ιδού
beige=μπεζ
being=όν
belch=ρέψιμο
belief=πεποίθηση
belief=πίστη
believe=πιστεύω
belittle=υποτιμώ
bell=καμπάνα
bell=κουδούνι
belligerent=επιθετικός
belligerent=εριστικός
belligerent=φιλοπόλεμος
bellow=μουγκρίζω
belong=ανήκω
belongings=υπάρχοντα
beloved=αγαπημένος
belt=ζώνη
belt=ιμάντας
bench=έδρα
bench=έδρανο
bench=παγκάκι
bench=πάγκος
bend=γέρνω
bend=καμπυλώνεται
bend=σκύβω
bend=στροφή
beneficial=επωφελής
beneficial=ευεργετικός
beneficial=ωφέλιμος
benefit=επίδομα
benefit=επωφελούμαι
benefit=όφελος
benefit=ωφέλεια
benevolence=καλοσύνη
benevolence=φιλανθρωπία
benevolent=ευμενής
benevolent=καλόβουλος
benevolent=συνετός
benevolent=φρόνιμος
benign=ήπιος
benign=καλοήθης
benign=καλοκάγαθος
bent=κυρτός
bequeath=κληροδοτώ
beret=μπερές
berry=μούρο
berry=ρόγα
beside=δίπλα
beside=πλάι
besides=άλλωστε
besiege=πολιορκώ
bestow=παραχωρώ
bestow=παρέχω
bet=στοίχημα
bet=στοιχηματίζω
betoken=σημαίνω
betray=προδίδω
between=μεταξύ
bewail=μοιρολογώ
bewilderment=σύγχυση
bewitch=θέλγω
bias=προκατάληψη
biased=προκατειλημμένος
biblical=βιβλικός
bicycle=ποδήλατο
bid=απόπειρα
bid=προσπάθεια
bid=προσφορά
big=μεγάλος
bigamy=διγαμία
bike=ποδήλατο
bilateral=διμερής
bile=χολή
bilious=πικρόχολος
bill=λογαριασμός
bill=νομοσχέδιο
bill=ράμφος
billion=δισεκατομμύριο
bin=κάδος
binary=δυαδικός
bind=βιβλιοδετώ
bind=δένω
bind=δεσμεύω
bind=πεδικλώνω
binding=δέσιμο
binding=δεσμευτικός
biographer=βιογράφος
biography=βιογραφία
biologist=βιολογικός
biosphere=βιόσφαιρα
birch=σημύδα
bird=κόμματος
bird=πουλί
birth=γέννα
birth=γέννηση
birthday=γενέθλια
biscuit=μπισκότο
bisect=διχοτομώ
bishop=επίσκοπος
bit=φίμωτρο
bitch=σκύλα
bite=δάγκωμα
bite=δαγκώνω
bite=τσίμπημα
bitter=δριμύς
bitter=πικρός
bitterly=πικρά
bitterly=τσουχτερός
bitterness=πικράδα
bivalve=δίθυρος
bizarre=εκκεντρικός
black=μαύρος
blackbird=κότσυφας
blackboard=μαυροπίνακας
blacken=αμαυρώνω
blackmail=εκβιάζω
blackmail=εκβιασμός
bladder=κύστη
blade=λεπίδα
bland=άνοστος
blank=άγραφος
blank=άγραφτος
blank=κενό
blank=λευκός
blanket=κουβέρτα
blanket=σκεπάζω
blast=έκρηξη
blatant=χονδροειδής
blaze=ανάφλεξη
blaze=πυρκαγιά
blaze=φλόγες
bleach=λευκαντικό
bleach=χλωρίνη
bleak=ανεμοδαρμένος
bleak=γυμνός
bleat=βελάζω
bleed=αιμορραγώ
bleed=ματώνω
blemish=αμαυρώνω
blemish=στίγμα
blemish=ψεγάδι
blend=αναμιγνύω
bless=ευλογώ
blessing=ευλογία
blind=θαμπώνω
blind=τυφλός
blindly=τυφλά
blindness=τύφλωση
blink=αναβοσβήνω
bliss=ευδαιμονία
blissful=ευτυχής
blister=φούσκα
blister=φουσκάλα
blithe=ευτυχής
blizzard=θύελλα
blizzard=χιονοθύελλα
blob=ρανίδα
bloc=συνασπισμός
block=στηρίγματα
block=φραγμός
blockhead=στουρνάρι
blond=ξανθός
blonde=ξανθός
blood=αίμα
bloody=αιματηρός
bloom=ανθίζω
bloom=άνθος
blossom=ανθίζω
blossom=άνθος
blot=αμαυρώνω
blouse=μπλούζα
blow=φυσώ
blow=χτύπημα
blue=μπλε
blueprint=πρωτότυπο
bluff=ευθύς
bluff=μπλόφα
bluff=ντόμπρος
blunt=αμβλύς
blunt=απότομος
blunt=μονοκόμματος
bluster=λεονταρισμός
boar=κάπρος
boar=χοίρος
board=επιβιβάζομαι
board=σανίδα
boarding=σανίδωμα
boat=βάρκα
bob=αναπηδώ
bob=ανεβοκατεβαίνω
bob=πλεξούδα
bodice=κορσάζ
bodily=σωματικά
body=σώμα
bodyguard=σωματοφύλακας
bodywork=αμάξωμα
bog=βάλτος
bog=έλος
boil=βράζω
boiler=καζάνι
boiler=καυστήρας
bold=γενναίος
bold=έντονος
bold=θαρραλέος
bold=τόλμημα
boldly=γενναία
boldly=θαρραλέα
boldness=τόλμη
bolero=μπολερό
bolt=αφηνιάζω
bomb=βόμβα
bombard=βομβαρδίζω
bombard=κατακλύζομαι
bombard=κατακλύζω
bombardment=βομβαρδισμός
bombast=μεγαλορρημοσύνη
bomber=βομβιστής
bombing=βομβαρδισμός
bond=δεσμός
bond=συγκολλώ
bond=συνδέω
bone=κόκαλο
bonnet=καπό
bonnet=πίλος
bonus=πριμ
boo=αποδοκιμάζω
book=βιβλιάριο
book=βιβλίο
book=καπαρώνω
book-keeping=λογιστική
booklet=βιβλιαράκι
booklet=φυλλάδιο
bookmark=σελιδοδείκτης
bookseller=βιβλιοπώλης
bookshop=βιβλιοπωλείο
bookstore=βιβλιοπωλείο
boom=έξαρση
boorish=αγροίκος
boost=ανεβάζω
boost=αυξάνω
boost=ενισχύω
boot=μπότα
booth=θάλαμος
booth=πάγκος
booth=παράπηγμα
booty=λάφυρα
border=μεθόριος
border=ρέλι
border=σύνορο
borderline=οριακός
borderline=παραμεθόριος
bore=διατρυπώ
bore=πλήττω
boredom=βαρεμάρα
boredom=οκνηρία
boring=βαρετός
borrow=δανείζομαι
borrower=δανειζόμενος
boss=αφεντικό
bossy=αυταρχικός
bother=ενοχλούμαι
bother=ενοχλώ
bother=κόπος
bother=σκοτίζομαι
bottle=εμφιαλώνω
bottle=μπουκάλι
bottom=πάτος
bottomless=άπατος
bottomless=απύθμενος
boulder=κοτρόνι
bounce=γκελ
bound=δεμένος
boundary=όριο
boundary=σύνορο
bounty=επίδομα
bounty=πριμοδότηση
bouquet=μπουκέτο
bow=κόμπος
bow=τόξο
bow=φιόγκος
bowels=έγκατα
box=κάσα
box=κουτί
box=πυγμαχώ
boy=αγόρι
boycott=μποϋκοτάρω
boyfriend=γκόμενος
boyish=αγορίστικός
bracelet=βραχιόλι
bracing=τονωτικός
bracket=αγκύλη
braggart=καυχησιάρης
braid=κοτσίδα
braid=πλέκω
braid=ρελιάζω
brain=εγκέφαλος
brainless=άμυαλος
brainless=ανεγκέφαλος
brake=τροχοπεδώ
brake=φρενάρω
brake=φρένο
braking=φρενάρισμα
bramble=βάτος
branch=κλαδί
branch=κλάδος
branch=υποκατάστημα
brand=μάρκα
brand=στιγματίζω
brand=σφραγίδα
brandy=κονιάκ
brandy=μπράντι
brash=αυθάδης
brass=μπρούτζος
brat=βρομόπαιδο
bravado=λεονταρισμοί
bravado=παλικαρισμός
brave=γενναίος
brawl=συμπλέκομαι
bray=γκαρίζω
brazen=ασύστολος
breach=αθετώ
breach=παραβιάζω
breach=παραβίαση
breach=ρήγμα
bread=ψωμί
breadth=φάρδος
break=αντεπίθεση
break=διάλειμμα
break=διάλλειμα
break=σπάζω
breakdown=ρήξη
breast=στήθος
breath=αναπνοή
breath=ανάσα
breathe=αναπνέω
breech=ουραίο
breeches=παντελόνι
breeches=περισκελίδα
breed=αναπαράγω
breed=γεννοβολώ
breed=ράτσα
breeder=εκτροφέας
breeding=αναπαραγωγή
breeze=αεράκι
breeze=αύρα
breezy=κεφάτος
breezy=χαρωπός
brevity=συντομία
brew=βράζω
brew=βράσιμο
brew=μαγειρεύω
brew=ποτό
brewer=ζυθοποιός
brewery=ζυθοποιείο
brewery=ζυθοποιία
bribe=λουφές
bribery=δεκασμός
bribery=δωροδοκία
bribery=λάδωμα
bricklayer=κτίστης
bridal=γαμήλιος
bridge=γέφυρα
bridge=γεφυρώνω
bridle=χαλιναγωγώ
bridle=χαλινάρι
bridle=χαλινώνω
brief=σύντομος
briefcase=χαρτοφύλακας
briefing=ενημέρωση
briefly=κοντολογίς
briefly=σύντομα
brigade=ταξιαρχία
bright=λαμπερός
bright=υποσχόμενος
brightly=λαμπερά
brightly=λαμπρά
brightness=φωτεινότητα
brilliant=έξοχος
brilliant=λαμπερός
brilliant=φανταστικός
brim=περιστόμιο
brim=χείλος
bring=φέρνω
bristle=ανατριχιάζω
bristle=τρίχα
brittle=εύθραυστος
broad=ευρύς
broad=φαρδύς
broadcast=εκπέμπω
broadcast=μεταδίδω
broadcasting=εκπομπή
broadcasting=μετάδοση
broadminded=ανεκτικός
broadminded=προοδευτικός
broker=μεσίτης
broker=χρηματομεσίτης
bronze=μπρούτζος
brooch=καρφίτσα
brooch=πόρπη
brood=μελαγχολώ
brood=τσούρμο
broom=αφάνα
broom=σκούπα
brother=αδελφός
brother=αδερφός
brow=φρύδι
brown=καστανός
brown=καφέ
browse=βόσκω
bruise=μελανιά
bruise=μελανιάζω
bruise=μώλωπας
brush=βούρτσα
brush=βουρτσίζω
brush=πινέλο
brush=σκούπα
brusque=απότομος
brutal=θηριώδης
brutal=κτηνώδης
brutality=κτηνωδία
brute=κτήνος
brutish=κτηνώδης
bubble=παφλάζω
bubble=φούσκα
bubble=φουσκάλα
bucket=κουβάς
bucolic=βουκολικός
bucolic=ποιμενικός
bud=μπουμπούκι
bud=πρωτοεμφανίζομαι
budding=ανερχόμενος
budding=νεαρός
buddy=κολλητός
buddy=φιλαράκος
budge=κινούμαι
budget=προϋπολογισμός
buffer=ασπίδα
buffet=μπουφές
bug=ζουζούνι
bug=μαμούδι
buggy=αμαξάκι
bugle=σάλπιγγα
build=ανάστημα
build=κορμοστασιά
build=μπόι
build=χτίζω
builder=κτίστης
builder=οικοδόμος
builder=χτίστης
building=κτήριο
bulb=βολβός
bulb=γλόμπος
bulge=διογκώνω
bull=βούλα
bull=ταύρος
bullet=σφαίρα
bulletin=δελτίο
bully=θρασύδειλος
bully=νταής
bulwark=μετερίζι
bum=μόρτης
bump=καρούμπαλο
bump=κραδασμός
bump=κύρτωμα
bumper=προφυλακτήρας
bun=κότσος
bunch=δέσμη
bunch=μάτσο
bunch=τσαμπί
bundle=δεσμίδα
bundle=μάτσο
bundle=σωριάζω
bundle=τσουβαλιάζω
buoy=σημαδούρα
burden=βάρος
burden=ζαλίκι
burden=φορτίο
burden=φορτώνω
burdock=κολλιτσίδα
bureaucracy=γραφειοκρατία
bureaucrat=γραφειοκράτης
bureaucrat=γραφειοκρατία
bureaucratic=γραφειοκρατικός
burglar=διαρρήκτης
burglary=διάρρηξη
burial=ταφή
burly=γεροδεμένος
burly=εύσωμος
burn=καίω
burp=ρέψιμο
burrow=κουνελοφωλιά
burrow=σκάβω
burst=ξέσπασμα
burst=ξεσπώ
burst=σπάω
bury=ενταφιάζω
bury=θάβω
bush=θάμνος
business=δουλειά
business=δουλειές
business=επιχείρηση
business=υπόθεση
bust=προτομή
busy=απασχολημένος
but=αλλά
but=όμως
butcher=κρεοπώλης
butcher=σφάζω
butcher=χασάπης
butt=κουτουλώ
butter=βούτυρο
butterfly=πεταλούδα
button=κουμπί
buy=αγοράζω
buyer=αγοραστής
by=από
bypass=παρακαμπτήριος
cab=ταξί
cabaret=καμπαρέ
cabbage=λάχανο
cabin=θαλαμίσκος
cabin=καμπίνα
cable=καλώδιο
cackle=κακαρίζω
cactus=κάκτος
caffeine=καφεΐνη
cage=κλουβί
cagey=επιφυλακτικός
cagey=φιλύποπτος
cake=κέικ
calamity=συμφορά
calculate=λογαριάζω
calculate=υπολογίζω
calculator=κομπιουτεράκι
calculus=λογισμός
calendar=ημερολόγιο
calf=γάμπα
calf=μοσχάρι
calibrate=διαμετρώ
calibre=διαμέτρημα
calibre=ολική
call=κλήση
call=τηλεφωνώ
caller=επισκέπτης
callous=απάνθρωπος
callous=στυγνός
calm=ήρεμος
calm=νηνεμία
calmly=ήρεμα
calmly=ήσυχα
calumny=διαβολή
calumny=συκοφαντία
camel=καμήλα
camera=κάμερα
camouflage=συγκάλυψη
camp=στρατόπεδο
campaign=εκστρατεία
campaigner=αγωνιστής
camping=κατασκήνωση
can=κουτί
can=μπορώ
canal=διώρυγα
canal=κανάλι
canary=καναρίνι
cancel=ακυρώνω
cancellation=ακύρωση
cancer=καρκίνος
candid=ειλικρινής
candidate=υποψήφιος
candlestick=κηροπήγιο
candlestick=λυχνία
candy=καραμέλα
canine=σκυλίσιος
cannon=κανόνι
canny=έξυπνος
canoe=κανό
canonize=αγιοποιώ
canopy=σκιάδα
cant=υποκρισία
cantankerous=πικρόχολος
canteen=καντίνα
canteen=παγούρι
canvas=καμβάς
cap=θήκη
cap=σκούφος
cap=τραγιάσκα
capable=ικανός
capacity=χωρητικότητα
cape=ακρωτήριο
cape=κάπα
cape=μπέρτα
cape=πατατούκα
caper=κάπαρη
capital=πρωτεύουσα
capitalism=καπιταλισμός
capitalist=καπιταλιστής
capitalization=κεφαλαιοποίηση
capitalize=κεφαλαιοποιώ
capricious=αλλοπρόσαλλος
capsule=κάψουλα
captain=καπετάνιος
caption=λεζάντα
captive=αιχμάλωτος
captive=δέσμιος
capture=αιχμαλωσία
capture=αιχμαλωτίζω
car=κούρσα
carapace=καύκαλο
carat=καράτι
caravan=τροχόσπιτο
carbuncle=καλόγερος
carcass=κουφάρι
carcass=ψοφίμι
card=κάρτα
cardboard=χαρτόνι
cardinal=καρδινάλιος
care=προσέχω
care=προσοχή
care=φροντίδα
care=φροντίζω
career=καριέρα
carefree=αμέριμνος
carefree=ανέμελος
carefree=ξέγνοιαστος
careful=προσεκτικός
careless=απρόσεκτος
caress=θωπεύω
caretaker=επιστάτης
caretaker=θυρωρός
carnage=μακελειό
carnage=σφαγή
carnal=σαρκικός
carnation=γαρίφαλο
carnival=Καρναβάλι
carnival=πανηγύρι
carnivorous=σαρκοβόρος
carnivorous=σαρκοφάγος
carp=κυπρίνος
carpenter=μαραγκός
carpet=μοκέτα
carriage=άμαξα
carriage=βαγόνι
carrier=φορέας
carrion=ψοφίμι
carry=κουβαλώ
carry=μεταφέρω
cart=αραμπάς
cart=κουβαλώ
cart=χειράμαξα
cartridge=φυσίγγι
cartridge=φυσίγγιο
carve=γλύφω
carve=λαξεύω
carve=σκαλίζω
case=βαλίτσα
case=θήκη
case=περιστατικό
case=υπόθεση
cash=εξαργυρώνω
cash=μετρητά
cash=χρήματα
cashier=ταμίας
cashmere=κασμίρι
casing=περιτύλιγμα
casino=καζίνο
cask=βαρέλι
casket=κιβούρι
casket=φέρετρο
cassette=κασέτα
cassock=καζάκα
cassock=ράσο
cast=βολή
cast=επιτελείο
cast=ρίξιμο
caste=κάστα
castigate=επιπλήττω
castigate=τιμωρώ
castle=κάστρο
castrate=ευνουχίζω
castration=ευνουχισμός
casual=ανεπίσημος
casual=ξέγνοιαστος
casualty=θύμα
cat=γάτα
catalogue=κατάλογος
catapult=καταπέλτης
cataract=καταρράκτης
catarrh=καταρροή
catastrophe=πανωλεθρία
catastrophic=καταστροφικός
catch=αρπάζω
catch=πιάνω
caterer=τροφοδότης
catering=τροφοδοσία
caterpillar=κάμπια
caterwaul=νιαουρίζω
caterwaul=φωνάζω
catholic=καθολικός
cauldron=καζάνι
caulk=καλαφατίζω
cause=αιτία
cause=προκαλώ
cause=προξενώ
cause=σκοπός
causeway=κράσπεδο
caustic=καυστικός
caustic=σαρκαστικός
cauterize=καυτηριάζω
caution=επιφύλαξη
caution=περίσκεψη
caution=προειδοποίηση
caution=προειδοποιώ
cautious=επιφυλακτικός
cautious=εφεκτικός
cautiously=επιφυλακτικά
cavalry=ιππικό
cave=σπηλιά
cavern=άντρο
cavity=κοιλότητα
cease=παύω
ceasefire=ανακωχή
ceiling=ταβάνι
celebrate=εορτάζω
celebrated=πολύκροτος
celebration=εορτασμός
celebration=εορτή
celestial=επουράνιος
cell=κελί
cell=κύτταρο
cellar=κελάρι
cello=τσέλο
cellular=κυτταρικός
cement=λάσπη
cement=μπετό
cement=τσιμέντο
cemetery=νεκροταφείο
censor=λογοκρίνω
censor=λογοκριτής
censorship=λογοκρισία
censure=επίκριση
censure=κατακρίνω
censure=μέμψη
censure=ψέγω
central=κεντρικός
centre=κέντρο
century=αιώνας
century=εκατονταετηρίδα
ceramic=κεραμικός
ceramics=κεραμική
cereal=δημητριακό
cerebral=εγκεφαλικός
ceremonial=τελετουργικός
ceremony=εθιμοτυπία
ceremony=τελετή
certain=βέβαιος
certain=σίγουρος
certainly=ασφαλώς
certainly=βέβαια
certainly=βεβαίως
certainty=βεβαιότητα
certificate=πιστοποιητικό
chaffinch=σπίνος
chagrin=πικρία
chain=αλυσίδα
chain=καδένα
chair=έδρα
chair=καρέκλα
chalk=κιμωλία
challenge=προκαλώ
challenge=πρόκληση
chamber=θαλάμη
chamber=θάλαμος
chamber=κοιλότητα
champagne=σαμπάνια
champion=πρωταθλητής
champion=υπερασπιστής
chance=ευκαιρία
chance=πιθανότητα
chance=συγκυρία
chance=τύχη
chancellor=καγκελάριος
change=αλλάζω
change=μετατροπή
change=παραλλαγή
change=παραλλάζω
changeable=άστατος
changeable=ευμετάβλητος
changeable=μεταβλητός
channel=διοχετεύω
channel=κανάλι
channel=ρείθρο
chant=ψέλνω
chaos=χάος
chaotic=χαοτικός
chaotic=χαώδης
chapel=εξωκλήσι
chaperon=καβαλιέρος
chaplain=εφημέριος
character=χαρακτήρας
charge=αναθέτω
charge=έφοδος
charge=κατηγορία
charge=φροντίδα
chariot=άρμα
charitable=φιλάνθρωπος
charity=ψυχικό
charlatan=αγύρτης
charm=γοητεύω
charm=θέλγω
charm=μαγεύω
chart=διάγραμμα
chart=χάρτης
charter=καταστατικό
charter=ναυλώνω
chase=κυνηγώ
chasm=άβυσσος
chassis=αμάξωμα
chassis=σασί
chaste=αγνός
chaste=απέριττος
chasten=κολάζω
chasten=τιμωρώ
chasten=φρονηματίζω
chastity=αγνότητα
chat=κουβέντα
chat=κουβεντιάζω
chatter=τρίζω
chatter=φλυαρώ
chatterbox=πολυλογάς
chatterbox=φαφλατάς
chatty=γλαφυρός
chauffeur=σοφέρ
cheap=φτηνός
cheat=ζαβολιάρης
cheat=κλέβω
cheat=φενακίζω
cheating=ζαβολιά
check=ανακόπτω
check=αναχαιτίζω
check=καρέ
check=σταματώ
checker=ελεγκτής
cheek=αναίδεια
cheek=θράσος
cheek=θρασύτητα
cheek=μάγουλο
cheeky=αναιδής
cheeky=θρασύς
cheeky=ξετσίπωτος
cheer=ζητωκραυγάζω
cheerful=φαιδρός
cheese=τυρί
cheetah=τσίτα
chef=μάγειρας
chef=σεφ
chemist=φαρμακοποιός
chemist=χημικός
chemistry=χημεία
cheque=επιταγή
cherry=κεράσι
chest=θώρακας
chest=κάσα
chest=στήθος
chew=μασώ
chick=κόμματος
chick=κοτοπουλάκι
chicken=κοτόπουλο
chicory=ραδίκι
chide=μαλώνω
chief=ηγετικός
chief=κύριος
chieftain=φύλαρχος
child=παιδί
chill=ανατριχίλα
chill=καταψύχω
chill=παγερός
chill=ρίγος
chilling=φοβερός
chilling=φρικιαστικός
chime=ηχώ
chimney=καμινάδα
chin=πηγούνι
chip=τσιπ
chirp=τιτιβίζω
chisel=καλέμι
chisel=λαξεύω
chisel=σμίλη
chivalry=ιπποσύνη
chlorophyll=χλωροφύλλη
chocolate=σοκολάτα
choice=εκλεκτός
choice=επιλογή
choke=στραγγαλίζω
choke=φλομώνω
choking=ασφυξία
choose=διαλέγω
choose=επιλέγω
chop=κόβω
chop=τεμαχίζω
chop=τσεκουριά
chopper=ελικόπτερο
chopper=πέλεκας
choppy=ταραγμένος
choral=χορωδιακός
chord=συγχορδία
chore=αγγαρεία
christen=βαφτίζω
chromosome=χρωμόσωμα
chronic=χρόνιος
chronicle=αφηγούμαι
chronicle=ιστορώ
chronicle=χρονικό
chronicler=χρονικογράφος
chrysalis=χρυσαλλίδα
chuck=πετώ
chum=φιλαράκος
chum=φίλος
church=εκκλησία
churchyard=νεκροταφείο
churl=αγροίκος
churlish=αγροίκος
churn=ανακατεύω
churn=κάδος
churn=καρδάρα
churn=ταράζω
cicada=τζίτζικας
cigarette=τσιγάρο
cinema=κινηματογραφικός
circle=κύκλος
circuit=γύρος
circuit=κύκλωμα
circular=κυκλικός
circulate=κυκλοφορώ
circulation=κυκλοφορία
circulatory=κυκλοφοριακός
circumcise=περιτέμνω
circumspection=προσοχή
circumvent=παρακάμπτω
circus=τσίρκο
cistern=δεξαμενή
citadel=κάστρο
citadel=φρούριο
cite=αναφέρω
cite=παραθέτω
citizen=πολίτης
city=πόλη
civil=ευπροσήγορος
civilisation=πολιτισμός
claim=διεκδίκηση
claim=διεκδικώ
claim=ισχυρίζομαι
claim=ισχυρισμός
clam=κυδώνι
clamber=σκαρφαλώνω
clamp=συσφίγγω
clamp=σφίγγω
clan=φατρία
clang=κλαγγή
clap=κροτώ
clap=χειροκροτώ
clapper=εγκάθετος
clarify=αποσαφηνίζω
clarify=διασαφηνίζω
clarinet=κλαρίνο
clarity=ευκρίνεια
clarity=σαφήνεια
clash=αντιπαράθεση
clash=αψιμαχία
clash=κλαγγή
clash=προσκρούω
clasp=σφίγγω
class=κλάση
class=τάξη
class=υπάγω
classical=κλασσικός
classification=ταξινόμηση
classified=απόρρητος
classify=ταξινομώ
clatter=κροτώ
clatter=πάταγος
clause=ρήτρα
clay=άργιλος
clay=πηλός
clean=εκκαθαρίζω
clean=καθαρίζω
clean=καθαρός
cleaner=καθαριστής
cleaner=καθαρίστρια
cleaning=καθάρισμα
cleaning=καθαρισμός
cleanse=εκκαθαρίζω
clear=διαυγής
clear=έκδηλος
clear=ελευθερώνω
clear=εναργής
clearing=εκκαθάριση
clearing=ξέφωτο
clearly=καθαρά
clearly=ξεκάθαρα
cleave=σχίζω
clemency=επιείκεια
clench=σφίγγω
clergy=ιερατείο
clerical=γραφειοκρατικός
clerk=υπάλληλος
clever=έξυπνος
cleverly=έξυπνα
click=κλικ
client=πελάτης
clientele=πελατεία
cliff=γκρεμός
climate=κλίμα
climax=αποκορύφωμα
climb=ανεβαίνω
climb=σκαρφαλώνω
climber=ορειβάτης
climbing=ορειβασία
cling=πιάνομαι
clinic=κλινική
clinical=κλινικός
clip=κουρεύω
clip=πόρπη
clip=συνδετήρας
clip=ψαλιδίζω
clitoris=κλειτορίδα
cloak=καζάκα
cloak=μανδύας
clock=ρολόι
clod=βώλος
clog=βουλώνω
clog=τσόκαρο
clone=κλώνος
close=αποπνιχτικός
close=κολλητός
close=κοντά
close=πνιγηρός
closure=κλείσιμο
clot=πήζω
cloth=πανί
cloth=ύφασμα
clothes=ρούχα
clothing=ρουχισμός
cloud=θολώνω
cloud=σύννεφο
cloudy=νεφελώδης
cloudy=συννεφιασμένος
clout=καρπαζιά
clout=καρπαζώνω
clover=τριφύλλι
clown=κλόουν
club=λέσχη
club=ρόπαλο
cluck=κακαρίζω
clue=ίχνος
clue=κλειδί
clumsy=αδαής
cluster=σύμπλεγμα
cluster=συστοιχία
clutch=απομόνωση
clutch=αρπάζω
clutch=κλώσημα
clutch=πιάνω
coach=άμαξα
coach=πούλμαν
coach=προπονητής
coach=προπονώ
coagulation=σύμπηξη
coal=άνθρακας
coal=κάρβουνα
coalition=συνασπισμός
coarse=αγροίκος
coarse=χονδροειδής
coast=ακτή
coastal=παραθαλάσσιος
coastal=παράκτιος
coastal=παραλιακός
coat=παλτό
coating=στρώση
cobbler=τσαγκάρης
cock=κόκορας
cock=πετεινός
cockroach=κατσαρίδα
cocoa=κακάο
cocoa=κακό
coconut=καρύδα
cocoon=κουκούλι
cod=βακαλάος
code=κώδικας
coefficient=συντελεστής
coerce=πειθαναγκάζω
coercion=εξαναγκασμός
coexist=συνυπάρχω
coexistence=συνύπαρξη
coffee=καφές
coffin=κάσα
coffin=κιβούρι
coffin=φέρετρο
cognac=κονιάκ
coherence=ειρμός
cohesion=συνοχή
coiffure=κόμμωση
coil=κουλούρα
coil=πηνίο
coin=κέρμα
coincidence=συγκυρία
coincidence=σύμπτωση
coke=κόλα
cold=κρυολόγημα
cold=κρύος
cold=πούντα
coldly=ψυχρά
colic=κολικός
colic=κωλικός
collaboration=συνεργασία
collaborator=τσιράκι
collapse=καταρρέω
collapse=σωριάζομαι
collar=γιακάς
collar=κολάρο
collar=λουρί
collate=παραβάλλω
colleague=συνάδελφος
collect=συλλέγω
collective=συλλογικός
collectively=συλλογικά
collector=συλλέκτης
college=κολέγιο
collegial=κολεγιακός
collegiate=κολεγιακός
collide=συγκρούομαι
collide=συγκρούω
collision=σύγκρουση
collusion=συμπαιγνία
colonel=συνταγματάρχης
colonial=αποικιακός
colonnade=κιονοστοιχία
colony=αποικία
colony=παροικία
colossal=κολοσσιαίος
colossus=κολοσσός
colour=έγχρωμος
colour=χρώμα
coloured=έγχρωμος
colourful=γραφικός
colourful=πολύχρωμος
colourful=χρωματιστός
colt=πουλάρι
column=κολόνα
column=στήλη
coma=κώμα
comb=χτένα
comb=χτενίζω
combat=αγώνας
combat=καταπολεμώ
combat=μάχη
combative=μαχητικός
combination=συνδυασμός
combine=συνδυάζω
combustible=καύσιμος
combustion=ανάφλεξη
combustion=καύση
come=έρχομαι
comeback=επάνοδος
comedy=κωμωδία
comet=κομήτης
comfort=άνεση
comfort=καθησυχάζω
comfort=παρηγορώ
comfortable=άνετος
comfortable=βολικός
comic=αστείος
comic=κωμικός
command=διατάζω
command=εντολή
command=προσταγή
command=προστάζω
commandant=διοικητής
commend=επαινώ
comment=σχολιάζω
comment=σχόλιο
commentary=σχόλιο
commentator=σχολιαστής
commercial=διαφήμιση
commercial=εμπορικός
commission=εξουσιοδότηση
commission=παραγγελία
commission=παραγγέλλω
commissioner=παραγγελιοδόχος
commit=δεσμεύω
commit=διαπράττω
commit=κάνω
commitment=δέσμευση
committee=επιτροπή
commodity=αγαθό
commodity=εμπόρευμα
common=κοινός
common=συνηθισμένος
commonly=κοινά
commonly=κοινώς
commonly=συνήθως
commonplace=κοινός
commonwealth=κοινοπολιτεία
commotion=αναταραχή
commotion=σάλος
commune=κοινόβιο
communicable=μεταδοτικός
communicate=επικοινωνώ
communication=επικοινωνία
communism=κομμουνισμός
communist=κομμουνιστής
community=κοινότητα
compact=συμπαγής
compact=συμπυκνωμένος
companion=σύντροφος
companionship=συντροφιά
company=εταιρία
company=θίασος
company=ομήγυρη
company=παρέα
comparable=εφάμιλλος
comparable=συγκρίσιμος
comparative=παραθετικός
compare=παραβάλλω
comparison=παραβολή
comparison=σύγκριση
compartment=μέρος
compartment=τμήμα
compass=διαβήτης
compass=πυξίδα
compassion=οίκτος
compassion=συμπάθεια
compassion=συμπόνια
compassionate=πονόψυχος
compatible=συμβατός
compatriot=συμπατριώτης
compel=εξαναγκάζω
compendium=επιτομή
compensate=αναπληρώνω
compensate=αντισταθμίζω
compensation=αποζημίωση
compensation=συμψηφισμός
compete=διαγωνίζομαι
compete=συναγωνίζομαι
competence=αρμοδιότητα
competition=διαγωνισμός
competition=συναγωνισμός
competitor=διαγωνιζόμενος
compile=μεταγλωττίζω
compile=συλλέγω
compile=συντάσσω
complacency=αυταρέσκεια
complain=παραπονιέμαι
complaint=πάθηση
complaint=παράπονο
complement=συμπλήρωμα
complete=ολόκληρος
complete=ολοκληρώνω
complete=περατώνω
completely=εντελώς
completion=ολοκλήρωση
completion=τελείωμα
complex=περίπλοκος
complex=πολύπλοκος
complex=πολυσύνθετος
complex=σύνθετος
complexion=χροιά
compliance=συμμόρφωση
compliant=ενδοτικός
complicate=περιπλέκω
complicated=περίπλοκος
complicated=πολύπλοκος
complication=επιπλοκή
complication=μπέρδεμα
complication=περιπλοκή
complicity=συνέργεια
compliment=φιλοφρόνηση
complimentary=φιλοφρονητικός
component=εξάρτημα
component=συστατικός
compose=αποτελώ
compose=συγκροτώ
compose=συνθέτω
composed=ατάραχος
composer=συνθέτης
composition=έκθεση
composition=σύνθεση
composure=αταραξία
composure=ηρεμία
composure=ψυχραιμία
compound=επιδεινώνω
compound=σύνθετος
comprehension=κατανόηση
comprehensive=περιεκτικός
comprehensive=πλήρης
compress=πατικώνω
compress=συμπιέζω
compression=συμπίεση
compressor=συμπιεστής
comprise=περιλαμβάνω
compromise=διακυβεύω
compromise=συμβιβάζω
compromise=συμβιβασμός
compulsion=εξαναγκασμός
compulsion=παρόρμηση
compulsive=παθολογικός
compulsory=υποχρεωτικός
compunction=τύψη
computer=υπολογιστής
con=απάτη
conceal=κρύβω
concealment=απόκρυψη
concealment=συγκάλυψη
concede=παραχωρώ
conceit=αλαζονεία
conceit=έπαρση
conceited=αλαζονικός
conceivable=νοητός
concentrate=συγκεντρώνομαι
concentrate=συγκεντρώνω
concentrate=συμπυκνώνω
concentration=συγκέντρωση
concept=αντίληψη
concept=έννοια
concept=ιδέα
conception=σύλληψη
concern=ανησυχία
concern=ενδιαφέρον
concern=προβληματισμός
concert=συναυλία
concession=παραχώρηση
conciliatory=συμβιβαστικός
concisely=περιεκτικά
conclude=καταλήγω
conclude=συμπεραίνομαι
conclude=συμπεραίνω
conclude=τελειώνω
conclusion=λήξη
conclusion=συμπέρασμα
conclusion=τέλος
conclusive=αδιαμφισβήτητος
conclusive=πειστικός
concord=αρμονία
concord=ομόνοια
concord=συμφωνία
concrete=μπετό
concrete=μπετόν
concrete=σκυρόδεμα
concrete=συγκεκριμένος
concubine=παλλακίδα
concurrence=συγκατάθεση
concurrently=ταυτόχρονα
condemn=καταδικάζω
condemnation=καταδίκη
condemned=καταδικασμένος
condensation=συμπύκνωση
condense=συμπυκνώνω
condense=συνοψίζω
condense=υγροποιώ
condenser=πυκνωτής
condition=κατάσταση
condition=πάθηση
condolence=συλλυπητήρια
condone=παραβλέπω
condone=συγχωρώ
conduct=διαγωγή
conduct=διεξάγω
conduct=συμπεριφορά
conduct=φέρσιμο
conduction=αγωγή
conductor=μαέστρος
conduit=οχετός
cone=κώνος
confederation=συνομοσπονδία
confer=προσφέρω
confer=συσκέπτομαι
confer=χορηγώ
conference=συνέδριο
conference=σύσκεψη
confess=διακηρύσσω
confess=εξομολογώ
confess=ομολογώ
confession=εξομολόγηση
confessor=εξομολογητής
confidant=έμπιστος
confidence=αυτοπεποίθηση
confidence=εμπιστοσύνη
confidence=εχεμύθεια
confident=σίγουρος
confidential=εμπιστευτικός
configuration=διάταξη
configuration=διευθέτηση
confine=περιορίζω
confine=περιστέλλω
confirm=διαβεβαιώνω
confirm=επιβεβαιώνω
confirmed=κατασταλαγμένος
confiscate=δημεύω
confiscate=κατάσχω
confiscation=δήμευση
conflagration=πυρκαγιά
conformity=συμμόρφωση
confront=αντικρίζω
confront=αντιμετωπίζω
confrontation=αντιμετώπιση
confrontation=διαμάχη
confusion=κυκεώνας
confusion=παραζάλη
confusion=σύγχυση
confute=ανασκευάζω
congenial=ευχάριστος
congestion=συμφόρηση
congratulate=συγχαίρω
congregation=εκκλησίασμα
conic=κωνικός
coniferous=κωνοφόρος
conjectural=εικαστικός
conjugate=κλίνω
conjunction=σύνδεσμος
conjure=εξορκίζω
conman=απατεώνας
connect=συνδέω
connection=ανταπόκριση
connection=σύνδεση
connection=σχέση
connective=συνδετικός
conquer=κατακτώ
conqueror=κατακτητής
conquest=κατάκτηση
conquest=πόρθηση
conscience=συνείδηση
consciously=συνειδητά
consciousness=αισθήσεις
consciousness=επίγνωση
conscription=στρατολογία
consecutive=διαδοχικός
consensus=ομοφωνία
consensus=συναίνεση
consent=συγκατανεύω
consequence=επίπτωση
consequence=σημασία
consequence=συνέπεια
consequently=επομένως
consequently=συνεπώς
conservationist=περιβαλλοντολόγος
conservative=συντηρητικός
conserve=διατηρώ
conserve=συντηρώ
consider=θεωρώ
considerable=αξιόλογος
considerable=αρκετός
considerably=αρκετά
consideration=σεβασμός
consideration=σκέψη
consign=αποστέλλω
consistent=σταθερός
consistent=συνεπής
console=παρηγορώ
consolidate=εδραιώνω
consolidate=εμπεδώνω
consolidation=εδραίωση
conspicuous=καταφανής
conspicuous=περίβλεπτος
conspicuous=περίοπτος
conspiracy=συνωμοσία
conspirator=συνωμότης
constant=αδιάκοπος
constant=συνεχής
constantly=συνεχώς
constellation=αστερισμός
consternation=άγχος
consternation=απελπισία
consternation=τρόμος
constituent=συστατικός
constitute=αποτελώ
constitute=συγκροτώ
constitution=σύνταγμα
constitutional=συνταγματικός
constraint=εξαναγκασμός
constraint=συστολή
construct=κατασκευάζω
construct=οικοδομώ
construct=χτίζω
construction=ανέγερση
construction=κατασκευή
constructive=εποικοδομητικός
construe=ερμηνεύω
consulate=υπατεία
consult=ανατρέχω
consult=συμβουλεύομαι
consultant=εμπειρογνώμονας
consultant=εμπειρογνώμων
consultant=σύμβουλος
consume=καταναλώνω
consumer=καταναλωτής
consumption=κατανάλωση
consumption=φθίση
contact=επαφή
contagious=κολλητικός
contain=αναχαιτίζω
contain=περιέχω
contain=περιλαμβάνω
contaminate=μιαίνω
contaminate=μολύνω
contamination=μίασμα
contamination=μόλυνση
contemplation=διαλογισμός
contemplation=περισυλλογή
contemplation=στοχασμός
contemplative=στοχαστικός
contemporary=σύγχρονος
contempt=καταφρόνια
contempt=περιφρόνηση
contemptible=περιφρονητέος
contemptible=ποταπός
contemptuous=περιφρονητικός
content=ευχαριστημένος
content=ικανοποιημένο
content=ικανοποιημένος
contest=αντιπαράθεση
contestant=διαγωνιζόμενος
context=πλαίσιο
continent=ήπειρος
continental=ηπειρωτικός
continual=συνεχής
continually=συνεχώς
continuation=συνέχεια
continue=συνεχίζομαι
continue=συνεχίζω
continuity=ειρμός
continuity=ενδελέχεια
continuous=διαρκής
contour=περίγραμμα
contract=κολλάω
contract=προσβάλλομαι
contract=συμβόλαιο
contract=συστέλλομαι
contraction=συστολή
contractor=εργολάβος
contradict=αντιλέγω
contradict=αντιφάσκω
contradict=διαψεύδω
contradiction=αντίφαση
contradictory=αντιφατικός
contrast=αντίθεση
contrast=αντιπαραθέτω
contrast=συγκρίνω
contribute=συνεισφέρω
contribution=συμβολή
contribution=συνεισφορά
contributor=συνεργάτης
contrive=εφευρίσκω
control=έλεγχος
control=εξουσιάζω
controller=ελεγκτής
controversial=αμφιλεγόμενος
controversial=αμφισβητήσιμος
controversial=επίμαχος
controversy=διαμάχη
conundrum=γρίφος
convalescence=ανάρρωση
convene=συγκαλώ
convenience=άνεση
convenient=βολικός
convention=σύμβαση
convention=συνέδριο
convention=συνέλευση
convention=συνθήκη
conventional=συμβατικός
convergence=σύγκλιση
conversation=συνομιλία
converse=συνομιλώ
conversion=μετατροπή
convert=μετατρέπω
convertibility=μετατρεψιμότητα
convertible=μετατρέψιμος
convey=διαβιβάζω
convey=μεταβιβάζω
convey=μεταδίδω
convict=καταδικάζω
convict=κατάδικος
conviction=καταδίκη
conviction=πεποίθηση
convivial=εύθυμος
convocation=σύγκληση
convocation=σύνοδος
convulsion=σπασμός
convulsive=σπασμωδικός
cook=μάγειρας
cook=μαγειρεύω
cookery=μαγειρική
cookie=μπισκότο
cool=δροσερός
cool=ψυχρός
cooler=ψυγείο
cooling=δροσιστικός
cooper=βαγενάς
cooper=βαρελάς
cooperate=συνεργάζομαι
cooperation=συνεργασία
cooperative=συνεργάσιμος
cooperative=συνεταιρισμός
coordinate=συντεταγμένη
coordination=συντονισμός
cope=αντεπεξέρχομαι
copper=χαλκός
copy=αντίγραφο
copy=αντιγράφω
copy=αντίτυπο
copying=αντιγραφή
coquettish=φιλάρεσκος
coral=κοράλλι
cord=κορδόνι
cordial=εγκάρδιος
core=πυρήνας
cork=φελλός
cormorant=κορμοράνος
corn=καλαμπόκι
corner=γωνία
corner=στριμώχνω
cornet=κορνέτα
coronation=στέψη
corporal=δεκανέας
corporation=συντεχνία
corpse=πτώμα
corpulence=παχυσαρκία
corpulent=εύσαρκος
corpulent=παχύσαρκος
corpulent=τροφαντός
corpuscle=κύτταρο
corpuscle=σωμάτιο
correct=διορθώνω
correct=σωστός
correction=διόρθωμα
correction=διόρθωση
correctly=σωστά
correlation=συσχέτιση
correspond=ανταποκρίνομαι
correspond=αντιστοιχώ
correspond=συμφωνώ
correspondence=αλληλογραφία
correspondent=απεσταλμένος
corridor=διάδρομος
corrosion=διάβρωση
corrupt=αλλοιώνω
corrupt=διαφθείρω
corrupt=εκμαυλίζω
corrupt=ξεμαυλίζω
corruption=διαφθορά
corruption=εκμαυλισμός
corruption=μαύλισμα
corruption=ξεμαύλισμα
corsage=κορσάζ
corset=κορσέ
cosine=συνημίτονο
cosmopolitan=κοσμοπολίτης
cost=δαπάνη
cost=κοστίζω
cost=κόστος
costly=ακριβός
costly=δαπανηρός
costume=ενδυμασία
cotton=βαμβακερό
cotton=βαμβακερός
cotton=βαμβάκι
couch=ανάκλιντρο
couch=καναπές
couch=ντιβάνι
cough=βήχας
cough=βήχω
council=δήμος
council=συμβούλιο
counsel=καμαρίλα
counsel=συμβουλεύω
counsellor=σύμβουλος
count=κόμης
count=μετρώ
countenance=ανέχομαι
countenance=έκφραση
countenance=όψη
counter=θυρίδα
counterbalance=αντίβαρο
counterfeit=κάλπικος
counterfeit=κίβδηλος
counterfeit=πλαστός
counterfeiting=παραχάραξη
counterpart=ομόλογος
countersign=προσυπογράφω
country=εξοχή
country=πατρίδα
country=χώρα
countryside=εξοχή
county=κομητεία
courage=γενναιότητα
courage=θάρρος
courageous=γενναίος
courageous=θαρραλέος
courier=αγγελιοφόρος
course=πιάτο
course=πλεύση
court=αυλή
court=δικαστήριο
court=ερωτοτροπώ
courteous=ευπροσήγορος
courteously=ευγενικά
courtesan=εταίρα
courtesy=ευγένεια
courtesy=φιλοφρόνηση
courtier=αυλικός
courtyard=αυλή
covenant=σύμφωνο
cover=καλύπτω
coverage=κάλυψη
covet=εποφθαλμιώ
cow=αγελάδα
cowardly=θρασύδειλος
cowardly=κιοτής
coy=ντροπαλός
coy=σεμνός
coy=σεμνότυφος
crab=καβουράκι
crack=ραγίζω
crack=ράγισμα
crack=ρωγμή
crack=σπάζω
cracker=βαρελότο
crackle=κροτάλισμα
crackle=τριζοβολώ
crackle=τρίξιμο
cradle=λίκνο
craft=σκάφος
craftsman=τεχνίτης
crafty=μουσίτσα
crag=βράχος
cramp=κράμπα
cramp=σύσπαση
cramped=στενόχωρος
crane=γερανός
crank=μανιβέλα
crash=κραχ
crash=πάταγος
crash=πέφτω
crash=προσκρούω
crate=καφάσι
crater=κρατήρας
craving=δίψα
craving=λαχτάρα
crawl=μπουσουλάω
crawl=σύρομαι
crawl=σύρσιμο
craze=τρέλα
crazy=τρελός
crazy=τρελούτσικος
creak=τρίζω
cream=κρέμα
crease=ζάρωμα
crease=πτυχή
create=δημιουργώ
creation=δημιουργία
creative=δημιουργικός
creator=δημιουργός
creature=πλάσμα
credit=πίστωση
creditor=πιστωτής
credulous=ευκολόπιστος
credulous=εύπιστος
creed=πίστη
creek=ρεύμα
creek=ρυάκι
creep=έρπω
creep=κόλακας
creep=σέρνομαι
crepe=κρεπ
crescent=ημισέληνος
crescent=μισοφέγγαρο
cress=κάρδαμο
crest=λειρί
crest=λοφίο
crest=οικόσημο
crevasse=ρωγμή
crevice=σχισμή
cricket=κρίκετ
cricket=τριζόνι
crime=έγκλημα
criminal=εγκληματίας
criminal=εγκληματικός
criminality=εγκληματικότητα
criminology=εγκληματολογία
cripple=ανάπηρος
crisp=ξηρός
crisp=τραγανιστός
crisp=τσουχτερός
criterion=κριτήριο
critic=κριτικός
critical=καίριος
criticise=επικρίνω
criticise=κριτικάρω
criticism=επίκριση
criticism=κριτική
criticize=επικρίνω
croak=κοάζω
crock=στάμνα
crockery=πιατικά
crocodile=κροκόδειλος
crocus=κρόκος
crook=απατεώνας
crook=κακοποιός
crooked=στραβός
crop=κουρεύω
crop=σοδειά
croquet=κροκέ
cross=γέμισμα
cross=διασχίζω
cross=σταυρός
crossbow=βαλλίστρα
cross-eyed=γκαβός
crossing=διάβαση
crow=κουρούνα
crowd=πλήθος
crown=θήκη
crown=κορόνα
crown=κορώνα
crown=στέμμα
crucial=ζωτικός
crucial=κρίσιμος
crude=ακατέργαστος
crude=χονδροειδής
crude=ωμός
cruel=απάνθρωπος
cruel=σκληρός
cruelly=απάνθρωπα
cruelty=απανθρωπιά
cruise=κρουαζιέρα
crumb=ψίχα
crumb=ψίχουλο
crumble=θρυμματίζω
crumple=ζαρώνω
crumple=τσαλακώνω
crunch=κριτσανίζω
crusade=σταυροφορία
crush=ζουλώ
crush=συνθλίβω
crush=συνωστισμός
crushing=συντριπτικός
crust=καύκαλο
crust=κόρα
crust=κρούστα
crutch=δεκανίκι
crutch=πατερίτσα
cry=κλαίω
cry=κραυγή
cry=φωνάζω
crying=κλάμα
crying=κλάψιμο
crypt=κρύπτη
crystal=κρύσταλλος
cube=κύβος
cubical=κυβικός
cubicle=θαλαμίσκος
cuckoo=κούκος
cucumber=αγγούρι
cue=στέκα
cuff=μανικέτι
culinary=μαγειρικός
culprit=δράστης
culprit=φταίχτης
cultivate=καλλιεργώ
cultivate=σκαλίζω
cultural=πολιτιστικός
culture=πολιτισμός
cumulative=αθροιστικός
cumulative=σωρευτικός
cunning=καπάτσος
cunning=πανουργία
cunning=πονηρός
cup=φλιτζάνι
cupboard=ντουλάπι
cupola=τρούλος
curator=έφορος
curb=κράσπεδο
curb=χαλιναγωγώ
curdle=πήζω
cure=αλατίζω
cure=θεραπεύω
cure=καπνίζω
cure=παστώνω
curiosity=περιέργεια
curious=περίεργος
curl=κατσαρώνω
curl=μπούκλα
curly=κατσαρός
curly=σγουρός
currency=νόμισμα
currency=συνάλλαγμα
current=ρεύμα
current=τωρινός
currently=σήμερα
currently=τώρα
currently=τωρινά
curse=αναθεματίζω
curse=καταριέμαι
cursed=αναθεματισμένος
cursed=εναγής
cursed=επάρατος
cursor=κέρσορας
cursory=απρόσεκτος
cursory=βιαστικός
curtail=κονταίνω
curtail=περικόπτω
curtain=αυλαία
curtain=κουρτίνα
curvature=κύρτωμα
curve=καμπύλη
curve=καμπυλώνω
curve=κυρτώνω
cushion=μαξιλάρι
custody=κηδεμονία
custody=κράτηση
custody=φύλαξη
custom=έθιμο
customer=μουστερής
customer=πελάτης
customs=έθιμα
customs=τελωνείο
cut=κόβω
cut=κοπή
cut=κόψιμο
cute=πανέξυπνος
cute=τετραπέρατος
cuticle=παρανυχίδα
cutlery=μαχαιροπήρουνα
cuttlefish=σουπιά
cycle=κύκλος
cycling=ποδηλασία
cyclist=ποδηλάτης
cyclone=κυκλώνας
cylinder=κύλινδρος
cynical=κυνικός
cynicism=κυνισμός
dab=καλκάνι
dad=μπαμπάς
daddy=μπαμπάς
daffodil=ασφόδελος
dagger=μαχαίρι
daily=καθημερινός
daisy=μαργαρίτα
dam=φράγμα
dam=φραγμός
damage=βλάβη
damage=βλάπτω
damage=ζημιά
damnation=καταδίκη
damnation=κόλαση
damnation=κολασμός
damned=κολασμένος
damp=νωπός
damp=υγρός
dance=χορεύω
dancer=χορευτής
dancing=χορός
dandy=δανδής
danger=κίνδυνος
dangerous=επικίνδυνος
dangerous=ριψοκίνδυνος
dangerously=επικίνδυνα
dangle=κουνώ
dangle=κρεμιέμαι
dank=νοτερός
daring=τόλμη
daring=τόλμημα
dark=μελαχρινός
dark=μουχρός
dark=σκοτεινός
dark=σκούρος
darn=μαντάρω
dart=βέλος
dart=ξεπετάγομαι
dash=ραντίζω
dash=συντρίβω
dash=τρέχω
data=δεδομένα
data=στοιχεία
date=ημερομηνία
date=χουρμάς
daughter=κόρη
dawn=αυγή
day=μέρα
daydream=ονειροπόληση
daydream=ρεμβάζω
dazzle=θαμπώνω
dazzle=τυφλώνω
deacon=διάκονος
dead=νεκρός
dead=πεθαμένος
deadlock=απραξία
deadly=μοιραίος
deaf=κουφός
deal=αγορά
deal=μοιράζω
dealer=έμπορος
dean=κοσμήτορας
dear=αγαπητός
dear=ακριβός
dearly=ακριβά
death=θάνατος
deathly=νεκρικός
debacle=κατάρρευση
debase=προστυχαίνω
debatable=συζητήσιμος
debate=συζήτηση
debauch=εκμαυλίζω
debauch=μαυλίζω
debauch=ξεμαυλίζω
debauchery=ακολασία
debauchery=ασωτία
debauchery=μαύλισμα
debauchery=ξεμαύλισμα
debilitate=καταβάλλω
debility=ατονία
debit=χρέωση
debris=συντρίμματα
debt=χρέος
decade=δεκαετία
decanter=καράφα
decay=παρακμάζω
decay=παρακμή
decay=σαπίζω
decay=φθορά
deceased=αποθανών
deceit=απάτη
deceitful=απατηλός
deceitful=δόλιος
deceive=εξαπατώ
decelerate=επιβραδύνω
decency=φρονιμάδα
decent=ευπρεπής
decent=εύσχημος
decent=πρέπων
deceptive=απατηλός
deceptive=παραπλανητικός
decide=αποφασίζω
deciduous=φυλλοβόλος
decimate=αποδεκατίζω
decision=απόφαση
decisive=αποφασιστικός
decisive=καθοριστικός
decisiveness=αποφασιστικότητα
deck=κατάστρωμα
declaration=κήρυξη
declare=δηλώνω
decline=κλίνω
decline=μαρασμός
decline=ξεπεσμός
declivity=κατήφορος
decompose=αποσυνθέτω
decompose=σαπίζω
decorate=διακοσμώ
decoration=στολισμός
decorous=ευπρεπής
decorum=ευπρέπεια
decorum=κοσμιότητα
decoy=δόλωμα
decoy=κράχτης
decrease=μείωση
decree=διάταγμα
decree=θεσπίζω
decree=θέσπισμα
dedication=αφιέρωση
dedication=προσήλωση
deduce=συμπεραίνω
deduce=συνάγω
deduct=εκπίπτω
deduction=έκπτωση
deem=θεωρώ
deem=κρίνω
deep=βαθύς
deeply=βαθιά
deer=ελάφι
deer=ζαρκάδι
defamation=δυσφήμιση
defamation=συκοφαντία
defamatory=συκοφαντικός
defame=δυσφημώ
default=αθέτηση
default=αθετώ
default=απουσία
defeat=ήττα
defeatism=ηττοπάθεια
defeatist=ηττοπαθής
defect=αποστατώ
defect=ελάττωμα
defection=αποσκίρτηση
defection=αποστασία
defective=ελαττωματικός
defective=ελλειπτικός
defence=άμυνα
defence=συνηγορία
defenceless=ανυπεράσπιστος
defend=αμύνομαι
defend=προστατεύω
defend=υπερασπίζομαι
defend=υπερασπίζω
defendant=εναγόμενος
defendant=κατηγορούμενος
defensive=αμυντικός
defer=αναβάλλω
defiant=ιταμός
deficient=ελλιπής
defile=βεβηλώνω
defile=κηλιδώνω
defile=λερώνω
defile=μαγαρίζω
define=προσδιορίζω
definite=οριστικός
definite=σαφής
definitely=οριστικά
definition=ορισμός
deflation=αποπληθωρισμός
deflect=εκτρέπω
deflect=παρεκκλίνω
defloration=διακόρευση
defloration=εκπαρθένευση
deformity=παραμόρφωση
defraud=φενακίζω
defrost=ξεπαγώνω
deft=επιδέξιος
deft=σβέλτος
deftly=επιδέξια
deftly=σβέλτα
defy=αντιστέκομαι
defy=αψηφώ
degenerate=εκφυλίζομαι
degenerate=έκφυλος
degeneration=εκφύλιση
degrade=εκφαυλίζω
degrade=εξευτελίζω
degrade=καθαιρώ
degrade=υποβαθμίζω
degree=βαθμός
degree=πτυχίο
delay=καθυστέρηση
delectable=απολαυστικός
delectable=νόστιμος
delectable=χαριτωμένος
delegation=αντιπροσωπεία
delete=διαγράφω
delete=εξαλείφω
deliberate=εσκεμμένος
deliberately=επίτηδες
deliberately=εσκεμμένα
deliberately=σκόπιμα
delicacy=λεπτότητα
delicacy=λιχουδιά
delicate=λεπτός
delicate=μαλθακός
delicate=φίνος
delicious=νόστιμος
delight=εντρυφώ
delight=ευφροσύνη
delight=ηδονή
delight=χαρά
delightful=ευφρόσυνος
delightful=ευχάριστος
delightful=τερπνός
delimit=οριοθετώ
delimit=οροθετώ
delineate=σκιαγραφώ
delinquent=εγκληματίας
delirium=παραλήρημα
deliver=εκφωνώ
deliver=παραδίδω
delivery=παράδοση
delivery=παραλαβή
delude=εξαπατώ
deluge=κατακλυσμός
delve=αναζητώ
delve=ερευνώ
delve=ψάχνω
demand=απαίτηση
demand=απαιτώ
demand=ζήτηση
demand=ζητώ
demarcation=οροθεσία
demerit=μειονέκτημα
demise=θάνατος
demise=τέλος
demise=τερματισμός
democratic=δημοκρατικός
demolition=κατεδάφιση
demon=δαίμονας
demon=τελώνιο
demonstrate=αποδεικνύω
demonstrate=δείχνω
demonstrate=διαδηλώνω
demonstration=διαδήλωση
demonstration=επίδειξη
demoralization=έκλυση
demote=υποβαθμίζω
demur=ένσταση
demure=μαζεμένος
demure=σεμνός
den=καταγώγιο
den=λημέρι
den=τρώγλη
denial=άρνηση
denigrate=κακολογώ
denim=τζιν
denizen=κάτοικος
denote=εμφαίνω
denote=σημαίνω
denote=υποδηλώ
dense=δασύς
dense=πυκνός
dent=βαθούλωμα
dent=βαθουλώνω
dent=στραπατσάρισμα
dental=οδοντικός
dentist=οδοντίατρος
denude=απογυμνώνω
denunciation=καταγγελία
deodorant=αποσμητικό
departure=αναχώρηση
departure=απόκλιση
depend=εξαρτώμαι
dependable=αξιόπιστος
dependable=συνεπής
dependence=εξάρτηση
dependency=εξάρτηση
depict=απεικονίζω
depiction=απεικόνιση
deplete=εξαντλώ
deplete=μειώνω
deplore=ελεεινολογώ
deploy=παρατάσσω
depopulate=ερημώνω
deport=απελαύνω
deport=εκτοπίζω
deportation=απέλαση
depose=εκθρονίζω
deposit=επαναθέτω
deposit=ίζημα
deposit=προσχώνω
deprecate=αποδοκιμάζω
depreciation=υποτίμηση
depredation=λεηλασία
depress=μελαγχολώ
depression=κατάθλιψη
depression=ύφεση
deprivation=στέρηση
deprive=αποστερώ
depth=βάθος
derelict=εγκαταλειμμένος
derelict=ετοιμόρροπος
derision=χλευασμός
derivative=παράγωγος
derive=αντλώ
derive=παράγομαι
derive=προέρχομαι
descend=προέρχομαι
descendant=απόγονος
descendant=επίγονος
descent=καταγωγή
describe=περιγράφω
description=περιγραφή
desert=έρημος
deserted=εγκαταλειμμένος
deserve=αξίζω
design=σχεδιασμός
designer=σχεδιαστής
desirable=επιθυμητός
desire=επιθυμία
desire=καημός
desk=θρανίο
despair=απόγνωση
desperate=απεγνωσμένος
desperate=απελπισμένος
despicable=αξιοκαταφρόνητος
despicable=ποταπός
despotic=δεσποτικός
dessert=επιδόρπιο
destination=προορισμός
destine=προορίζω
destiny=ειμαρμένη
destiny=μοίρα
destiny=πεπρωμένο
destroy=καταστρέφω
destroyer=τορπιλικό
destruction=καταστροφή
destructive=καταστροφικός
desultory=ακανόνιστος
desultory=άτακτος
detach=αποκολλώ
detachment=αποκόλληση
detail=απαριθμώ
detail=λεπτομέρεια
detailed=διεξοδικός
detailed=λεπτομερής
detain=καθυστερώ
detain=κρατώ
detect=ανιχνεύω
deteriorate=επιδεινώνω
deteriorate=χειροτερεύω
deterioration=επιδείνωση
deterioration=χειροτέρευση
determination=αποφασιστικότητα
determine=αποφασίζω
determine=καθορίζω
determine=προσδιορίζω
determine=υπολογίζω
detest=σιχαίνομαι
detestable=βδελυρός
detour=παράκαμψη
detrimental=επιζήμιος
devaluation=υποτίμηση
devastate=ερημώνω
devastate=καταστρέφω
devastating=καταστρεπτικός
devastating=ολέθριος
devastation=όλεθρος
devastation=ρήμαγμα
develop=αναπτύσσομαι
develop=αναπτύσσω
development=ανάπτυξη
development=εξέλιξη
deviate=εκτρέπομαι
deviate=παρεκκλίνω
deviation=απόκλιση
device=μηχάνημα
device=συσκευή
device=τέχνασμα
devil=διάβολος
devilish=σατανικός
devious=δόλιος
devious=ύπουλος
devise=επινοώ
devote=αφιερώνω
devotee=οπαδός
devotion=αφιέρωση
devotion=αφοσίωση
devotion=ευλάβεια
devour=καταβροχθίζω
devout=ευσεβής
devout=πιστός
devoutness=ευσέβεια
dew=δρόσος
dexterity=δεξιοτεχνία
dexterity=επιδεξιότητα
dexterity=επιτηδειότητα
dexterous=επιτήδειος
diabetes=διαβήτης
diabetic=διαβητικός
diagnosis=διάγνωση
dial=καντράν
dialogue=διάλογος
diameter=διάμετρος
diamond=διαμάντι
diaper=πάνα
diarrhoea=διάρροια
dice=ζάρια
dictate=υπαγορεύω
dictation=ορθογραφία
dictation=υπαγόρευση
dictator=δικτάτορας
dictatorship=δικτατορία
dictionary=λεξικό
die=αποθνήσκω
die=πεθάνω
die=τεζάρω
diet=διαιτολόγιο
diet=διατροφή
difference=διαφορά
different=διαφορετικός
differentiate=διαφοροποιώ
differently=διαφορετικά
difficult=δύσκολος
difficulty=δυσκολία
difficulty=δυσχέρεια
diffident=άτολμος
diffident=διστακτικός
dig=κέντρισμα
dig=νύξη
dig=σαρκασμός
dig=σκάβω
digest=χωνεύω
digestion=πέψη
digestion=χώνεψη
digger=εκσκαφέας
digging=σκάψιμο
digit=ψηφίο
digital=ψηφιακός
dignified=αξιοπρεπής
dignified=επιβλητικός
dignity=αξιοπρέπεια
digression=παρέκβαση
dike=τάφρος
dilation=διαστολή
dilemma=δίλημμα
dilettante=ερασιτέχνης
diligence=επιμέλεια
diligence=φιλοτεχνία
diligent=επιμελής
diligent=εργατικός
dill=άνηθο
dilute=αραιώνω
dim=αμυδρός
dim=θαμπός
dim=θολός
dim=θολωμένος
dimension=διάσταση
diminish=μειώνομαι
diminish=μικραίνω
diminish=συρρικνώνομαι
diminutive=υποκοριστικός
dimple=λακκάκι
dimwit=βλάκας
din=πάταγος
din=σαματάς
dine=γευματίζω
dine=δειπνώ
dining-room=τραπεζαρία
dinner=βραδινό
dinosaur=δεινόσαυρος
dip=βουτώ
diploma=δίπλωμα
diplomacy=διπλωματία
diplomat=διπλωμάτης
diplomatic=διπλωματικός
dire=έσχατος
dire=τρομερός
direct=καθοδηγώ
direct=σκηνοθετώ
direction=κατεύθυνση
directive=οδηγία
director=σκηνοθέτης
dirge=μοιρολόι
dirty=βρώμικος
dirty=λερωμένος
disability=αναπηρία
disability=ανικανότητα
disable=απενεργοποιώ
disable=αχρηστεύω
disadvantage=μειονέκτημα
disaffection=αντιπάθεια
disaffection=δυσαρέσκεια
disagreement=ασυμφωνία
disappear=εξαφανίζομαι
disappearance=αφανισμός
disappearance=εξαφάνιση
disappearance=χαμός
disappoint=απογοητεύω
disappointment=απογοήτευση
disapproval=αποδοκιμασία
disarmament=αφοπλισμός
disassemble=αποσυναρμολογώ
disassemble=διαλύω
disaster=καταστροφή
disaster=όλεθρος
disaster=συμφορά
disastrous=καταστροφικός
disavow=αποκηρύσσω
disbelief=δυσπιστία
disc=δίσκος
discard=απορρίπτω
discern=διαβλέπω
discernible=ευδιάκριτος
discharge=απολύω
discharge=άφεση
discharge=εκπυρσοκρότηση
discharge=εκροή
disciple=μαθητής
disciplinary=πειθαρχικός
discipline=πειθαρχία
discipline=πειθαρχώ
disclaim=αποποιούμαι
disclaim=απορρίπτω
disclose=αποκαλύπτω
disclosure=αποκάλυψη
discomfort=δυσφορία
discomfort=ταλαιπωρία
disconnect=αποσυνδέω
discontent=δυσφορία
discord=ασυμφωνία
discord=διχόνοια
discount=έκπτωση
discount=μείωση
discount=σκόντο
discourage=αποθαρρύνω
discover=ανακαλύπτω
discovery=ανακάλυψη
discredit=αμφισβητώ
discredit=εξευτελίζω
discreet=διακριτικός
discreet=εχέμυθος
discrepancy=ασυμφωνία
discrete=διακριτικός
discretion=διάκριση
discretion=διακριτικότητα
discretion=εχεμύθεια
discretion=περίσκεψη
discrimination=διακρίσεις
discrimination=διάκριση
discus=δισκοβολία
discuss=συζητώ
discussion=συζήτηση
disdainful=περιφρονητικός
disease=αρρώστια
disease=ασθένεια
disease=νόσος
disembark=αποβιβάζομαι
disembowel=ξεντερίζω
disenchantment=απογοήτευση
disentangle=ξεμπλέκω
disfavour=δυσμένεια
disgrace=δυσμένεια
disgraceful=επαίσχυντος
disguise=μεταμφίεση
disgust=αηδία
disgust=φρίκη
disgusting=αηδιαστικός
dish=πιάτο
dishonest=άτιμος
disinclination=απροθυμία
disinfect=απολυμαίνω
disinherit=αποκληρώνω
disinterestedness=ανιδιοτέλεια
disk=δίσκος
dislike=αντιπάθεια
dislike=αντιπαθώ
dislocate=εξαρθρώνω
dislocation=εξάρθρωση
dismantle=κατεδαφίζω
dismay=ανησυχία
dismay=κατατρομάζω
dismay=τρόμος
dismiss=απολύω
dismissal=απόλυση
dismissal=αποπομπή
dismount=πεζεύω
disobedient=ανυπάκουος
disorder=ακαταστασία
disorder=αταξία
disorder=διαταραχή
disorder=πάθηση
disorderly=ακατάστατος
disorderly=άτακτος
disorderly=χαώδης
disparate=άνισος
dispensable=περιττός
dispensation=απαλλαγή
dispensation=απονομή
dispense=απονέμω
disperse=διασκορπίζω
Dispersion=Διασπορά
displacement=εκτόπισμα
displacement=μετατόπιση
display=εκθέτω
display=οθόνη
display=παρουσιάζω
displease=δυσαρεστώ
displeasure=δυσαρέσκεια
displeasure=δυσφορία
disport=διασκεδάζω
disposition=διάθεση
disputable=αμφισβητήσιμος
dispute=διαφωνία
dispute=διεκδικώ
dispute=διένεξη
disquiet=ανησυχία
disregard=άγνοια
disregard=αμέλεια
disregard=αψηφώ
disregard=παραγνωρίζω
disrupt=καταστρέφω
disruption=αναστάτωση
dissatisfaction=δυσαρέσκεια
dissect=αναλύω
dissect=διαμελίζω
dissect=τεμαχίζω
disseminate=διασπείρω
dissension=διχόνοια
dissent=διαφωνία
dissent=διίσταμαι
dissertation=διατριβή
dissertation=πραγματεία
dissipate=καταδαπανώ
dissoluble=διαλυτός
dissolute=ακόλαστος
dissolute=έκλυτος
dissolute=έκφυλος
dissolve=διαλύω
dissonance=χασμωδία
dissuade=αποτρέπω
dissuade=μεταπείθω
distaff=ρόκα
distance=απόσταση
distant=απόμακρος
distant=απομακρυσμένος
distillation=απόσταξη
distinctive=ξεχωριστός
distinctly=σαφώς
distinctness=ευκρίνεια
distort=στρεβλώνω
distract=αποσπώ
distract=διασπώ
distraction=αναψυχή
distress=αγωνία
distress=ατυχία
distress=θλίψη
distress=καημός
distribute=απονέμω
distribute=διανέμω
distribute=μοιράζω
distribution=διανομή
distribution=κατανομή
distributor=διανομέας
district=μαχαλάς
district=περιοχή
district=περιφέρεια
distrust=δυσπιστία
disturb=ενοχλώ
disturb=παρενοχλώ
disturbance=ενόχληση
ditch=τάφρος
ditch=χαντάκι
dive=βουτώ
dive=καταγώγιο
dive=καταδύομαι
diver=δύτης
diverge=αποκλίνω
divergence=απόκλιση
diversion=αντιπερισπασμός
diversion=διασκέδαση
diversion=παρέκβαση
diversion=παρεκτροπή
diversity=ποικιλία
divert=παρεκτρέπω
divide=διαιρώ
divide=διχάζω
divide=χωρίζω
dividend=μέρισμα
divination=μαντοσύνη
divine=θεϊκός
divine=θεσπέσιος
diving=κατάδυση
division=διαίρεση
division=διχασμός
division=μεραρχία
divorce=διαζύγιο
dizzy=ζαλισμένος
do=κάνω
docile=πειθήνιος
dock=αποβάθρα
dock=αράζω
dock=λάπαθο
dock=προβλήτα
doctor=ιατρός
document=έγγραφο
documentary=ντοκιμαντέρ
dodge=αποφεύγω
doff=εκδύομαι
dog=σκύλος
doleful=θλιβερός
doll=κούκλα
dollar=δολάριο
dolphin=δελφίνι
domain=αρμοδιότητα
domain=κτήση
domain=κυριαρχία
domain=περιοχή
dome=αψίδα
dome=καμάρα
dome=τρούλος
domestic=κατοικίδιος
domestic=οικιακός
domesticate=εξημερώνω
domesticate=τιθασεύω
domestication=εξημέρωση
dominate=δεσπόζω
dominate=κυριαρχώ
dominion=κυριαρχία
donation=δωρεά
donor=δότης
doom=ειμαρμένη
door=πόρτα
doormat=χαλάκι
dope=ντοπάρω
dose=δοσολογία
dot=κουκίδα
double=διπλασιάζω
double=διπλός
double=σωσίας
doubling=διπλασιασμός
doubly=διπλά
doubt=αμφιβάλλω
doubt=αμφιβολία
doubt=αμφισβητώ
doubtful=αμφίβολος
doubtless=αναμφίβολος
dough=ζύμη
dove=περιστέρι
dowdy=άκομψος
down=κάτω
down=πούπουλο
downpour=νεροποντή
dozen=δωδεκάδα
drag=σέρνω
dragon=δράκος
drain=οχετός
drain=στραγγίζω
draining=αποστραγγίζω
drama=δράμα
dramatic=δραματικός
drape=τυλίγω
drastic=δραστικός
draught=βύθισμα
draw=έλκω
draw=επισύρω
draw=ζωγραφίζω
draw=τραβώ
drawback=μειονέκτημα
drawer=συρτάρι
drawing=ζωγραφιά
dream=ονειρεύομαι
dream=όνειρο
dreary=ζοφερός
drench=βρέχω
drench=μουσκεύω
dress=ντύνομαι
dress=ντύνω
dress=φόρεμα
dressing=δέσιμο
dressmaker=μοδίστρα
dressy=λουσάτος
dribble=καταβρέχω
drill=άσκηση
drill=τριβελίζω
drill=τροχός
drink=πίνω
drink=ποτό
drip=στάζω
drip=σταλάζω
drive=οδηγώ
drivel=μωρολογώ
driver=οδηγός
driving=οδήγηση
drizzle=ψιλοβρέχω
drizzle=ψιλοβρόχι
drone=βουίζω
drone=κηφήνας
drop=μειώνομαι
drop=ρανίδα
drop=σταγόνα
droplet=σταγονίτσα
droppings=περιττώματα
drought=ξηρασία
drown=πνίγομαι
drowsiness=νύστα
drowsy=μαχμουρλής
drowsy=νυσταγμένος
drubbing=διασυρμός
drudgery=αγγαρεία
drug=ναρκωτικό
drugstore=φαρμακείο
drum=τύμπανο
drummer=τυμπανιστής
drunk=μεθυσμένος
drunk=φέσι
drunkard=μεθύστακας
drunken=μεθυσμένος
dry=ξηρός
dry=στεγνός
drying=στέγνωμα
dual=διπλός
dub=επονομάζω
dub=μεταγλωττίζω
duchy=δουκάτο
duck=πάπια
duck=σκύβω
due=απαιτούμενος
due=πρέπων
duel=μονομαχία
duet=ντουέτο
dull=βαρετός
dull=μουντός
dull=μουχρός
dull=πληκτικός
duly=δεόντως
dumb=μουγγός
dumb=χαζός
dummy=πιπίλα
dump=ξεφορτώνομαι
dump=πετώ
dump=ρίχνω
dunce=κούτσουρο
dunce=τούβλο
dune=αμμόλοφος
dung=κοπριά
dungeon=μπουντρούμι
duration=διάρκεια
dusk=λυκόφως
dusk=σουρούπωμα
dusky=μουχρός
dust=σκόνη
dustbin=σκουπιδοτενεκές
duty=δασμοί
duty=καθήκον
duvet=πάπλωμα
dwarf=επισκιάζω
dwarf=νάνος
dwell=διαμένω
dwell=κατοικώ
dwindle=συρρικνώνομαι
dye=βάφω
dye=βερνίκι
dynamic=δυναμική
dynamite=δυναμίτης
each=κάθε
eager=πρόθυμος
eagerness=προθυμία
ear=αυτί
early=νωρίς
early=πρώιμος
earn=κερδίζω
earnings=αποδοχές
earnings=απολαβές
earth=γη
earth=χώμα
earthly=γήινος
earthquake=σεισμός
ease=άνεση
ease=καταπραΰνω
easily=εύκολα
east=ανατολή
eastern=ανατολικός
easy=άνετος
easy=εύκολος
eat=τρώω
eaves=μαρκίζα
eavesdrop=κρυφακούω
eavesdrop=ωτακουστώ
ebb=άμπωτη
ebb=παύση
ebb=υποχωρώ
ebony=εβένινος
eccentric=εκκεντρικός
echo=αντήχηση
echo=αντηχώ
echo=αντιλαλώ
echo=μιμούμαι
eclectic=εκλεκτικός
ecliptic=εκλειπτική
ecological=οικολογικός
ecologist=οικολόγος
ecology=οικολογία
economic=οικονομικός
economics=οικονομική
economics=οικονομολογία
economist=οικονομολόγος
ecosystem=οικοσύστημα
ecstatic=εκστατικός
eczema=έκζεμα
eddy=δίνη
edge=άκρη
edge=περιστόμιο
edge=χείλος
edict=διάγγελμα
edit=εκδίδω
edit=επιμελούμαι
edition=τεύχος
editor=συντάκτης
educate=εκπαιδεύω
educate=μορφώνω
education=μόρφωση
educational=εκπαιδευτικός
effect=αποτέλεσμα
effect=επίδραση
effective=αποτελεσματικός
effectiveness=αποδοτικότητα
effectiveness=αποτελεσματικότητα
efficiency=αποτελεσματικότητα
efficient=αποδοτικός
efficient=αποτελεσματικός
effort=προσπάθεια
effusion=διάχυση
egg=αυγό
eggplant=μελιτζάνα
eggshell=τσόφλι
eighth=όγδοος
either=είτε
either=ή
either=ούτε
eject=εκτινάσσω
eject=εκτοξεύω
elaborate=λεπτομερής
elaborate=περίτεχνος
elaborate=προσεγμένος
elbow=αγκώνας
elect=εκλέγω
election=αναγόρευση
election=εκλογές
electoral=εκλογικός
electrician=ηλεκτρολόγος
electrify=ηλεκτρίζω
electrify=ηλεκτροδοτώ
electrocardiogram=ηλεκτροκαρδιογράφημα
electronic=ηλεκτρονικός
elegance=κομψότητα
elegant=εκλεπτυσμένος
elegant=κομψός
elegantly=κομψά
elegiac=ελεγειακός
elegy=ελεγεία
element=στοιχείο
elementary=στοιχειώδης
elephant=ελέφαντας
elevate=ανυψώνω
elevate=σηκώνω
elevate=υψώνω
elevation=ανάδειξη
elevation=ανύψωση
elevation=ύψωση
elevator=ασανσέρ
eleven=έντεκα
eleventh=ενδέκατος
elicit=αποσπώ
elicit=βγάζω
elicit=επιφέρω
elide=αποβάλλω
elide=εκθλίβω
eligible=άξιος
eligible=εκλέξιμος
eligible=εκλόγιμος
eligible=κατάλληλος
eliminate=αποκλείω
eliminate=εξαλείφω
elimination=εξάλειψη
elite=αφρόκρεμα
elite=ελίτ
elm=φτελιά
elongation=επιμήκυνση
elope=κλέβω
eloquence=ευφράδεια
eloquent=εύγλωττος
eloquent=ευφραδής
else=αλλιώς
else=άλλος
elucidate=αποσαφηνίζω
elucidate=διευκρινίζω
elude=διαλανθάνω
elude=διαφεύγω
elusive=ασύλληπτος
elusive=φευγαλέος
emanate=απορρέω
emancipate=απελευθερώνω
emancipate=χειραφετώ
emancipation=χειραφέτηση
embalm=ταριχεύω
embankment=ανάχωμα
embark=επιβιβάζομαι
embark=επιβιβάζω
embarkation=επιβίβαση
embarrassment=αμηχανία
embassy=πρεσβεία
embed=ενσωματώνω
embed=μπήγω
embed=περιζώνω
embellish=καλλωπίζω
embellish=λουσάρω
embezzle=καταχρώμαι
embezzle=σφετερίζομαι
embezzle=υπεξαιρώ
embezzlement=κατάχρηση
embody=εκφράζω
embody=ενσαρκώνω
embody=ενσωματώνω
embody=συσσωματώνω
embrace=αγκαλιάζω
embrace=αγκάλιασμα
embroider=κεντώ
embryo=έμβρυο
emerald=σμαραγδένιος
emerald=σμαράγδι
emerge=αναδύομαι
emigrate=αποδημώ
emigrate=αποικώ
emigration=αποδημία
emigration=μετανάστευση
emission=έκλυση
emission=εκπομπή
emit=αναδίνω
emit=εκπέμπω
emotion=συναίσθημα
emotional=συναισθηματικός
emperor=αυτοκράτορας
emphasis=έμφαση
emphatic=εμφατικός
empire=αυτοκρατορία
employ=χρησιμοποιώ
employer=εργοδότης
employment=εργασία
empower=εξουσιοδοτώ
empty=άδειος
emulate=μιμούμαι
emulate=παραβγαίνω
enable=επιτρέπω
enact=θεσπίζω
enamel=αδαμαντίνη
enamel=εμαγιέ
enamel=σμάλτο
encampment=καταυλισμός
encapsulate=εγκλείω
enchant=σαγηνεύω
enchanting=μαγευτικός
enchanting=σαγηνευτικός
enclose=εσωκλείω
enclose=περικλείω
enclosure=εσώκλειστο
enclosure=μάντρα
enclosure=περίφραγμα
enclosure=περίφραξη
encounter=συνάντηση
encounter=συναντώ
encourage=ενθαρρύνω
encouragement=ενθάρρυνση
end=τελειώνω
end=τέλος
endeavour=πασχίζω
endeavour=προσπαθώ
endemic=ενδημικός
ending=κατάληξη
endive=αντίδι
endorse=επιδοκιμάζω
endorse=οπισθογραφώ
endorsement=επιδοκιμασία
endorsement=οπισθογράφηση
endow=προικίζω
endowment=προικοδότηση
endowment=χάρισμα
endure=αντέχω
endure=υπομένω
enemy=εχθρός
energetic=δραστήριος
energetic=ενεργητικός
enforce=επιβάλλω
enforcement=επιβολή
enforcement=εφαρμογή
engagement=αρραβώνες
engine=μηχανή
engineer=μηχανεύομαι
engineer=μηχανικός
engross=απασχολώ
engross=απορροφώ
engulf=καταποντίζω
engulf=τυλίγω
enhance=βελτιώνω
enigmatic=αινιγματικός
enjoy=απολαμβάνω
enjoy=διασκεδάζω
enjoy=καρπώνομαι
enjoy=χαίρω
enlarge=μεγεθύνω
enlargement=μεγέθυνση
enlighten=διαφωτίζω
enlist=εντάσσω
enlist=εξασφαλίζω
enlist=κατατάσσομαι
ennoble=εξευγενίζω
enough=νισάφι
enquiry=έρευνα
enquiry=ερώτηση
enrage=εξαγριώνω
enrich=εμπλουτίζω
enrol=εγγράφομαι
enrol=εντάσσω
enrolment=εγγραφή
enslave=σκλαβώνω
enslave=υποδουλώνω
ensue=επακολουθώ
ensue=προκύπτω
ensure=βεβαιώνομαι
ensure=εξασφαλίζω
entail=συνεπάγομαι
enter=εισέρχομαι
enter=μπαίνω
enterprising=επιχειρηματικός
enterprising=τολμηρός
entertain=φιλοξενώ
entertainment=ψυχαγωγία
enthusiasm=ενθουσιασμός
enthusiastic=ενθουσιασμένος
entice=δελεάζω
entice=παρασύρω
entire=ολόκληρος
entirely=εντελώς
entitle=τιτλοφορώ
entity=οντότητα
entourage=ακολουθία
entrance=είσοδος
entreat=εκλιπαρώ
entreat=εξορκίζω
entreat=θερμοπαρακαλώ
entreaty=παράκληση
entrepreneur=επιχειρηματίας
entrust=αναθέτω
entrust=εμπιστεύομαι
entry=είσοδος
entry=καταχώρηση
entry=λήμμα
envelope=φάκελος
envious=ζηλόφθονος
environment=περιβάλλον
envisage=προβλέπω
envisage=φαντάζομαι
envy=ζηλεύω
envy=φθόνος
envy=φθονώ
enzyme=ένζυμο
epic=επικός
epic=έπος
epidemic=επιδημία
epidemic=πανδημία
epilepsy=επιληψία
epileptic=επιληπτικός
episcopate=επισκοπή
episode=επεισόδιο
epitome=επιτομή
epoch=εποχή
equal=ίσιος
equal=ίσος
equalize=εξισώνω
equally=εξίσου
equanimity=ηρεμία
equation=εξίσωση
equator=ισημερινός
equilibrium=ισορροπία
equinox=ισημερία
equipment=εξοπλισμός
equitably=ακριβοδίκαια
equitably=δίκαια
equity=ευθυδικία
equivalent=αντίστοιχος
equivalent=ισότιμος
era=εποχή
eradicate=εξαλείφω
eradicate=εξαφανίζω
eradicate=εξολοθρεύω
erase=διαγράφω
eraser=γόμα
erect=αναστηλώνω
erect=ανεγείρω
erect=ορθώνω
erection=ανέγερση
erode=διαβρώνω
erosion=διάβρωση
erroneous=εσφαλμένος
error=λάθος
erudite=λόγιος
erudite=πολυμαθής
eruption=έκρηξη
escalate=κλιμακώνομαι
escalation=κλιμάκωση
escape=δραπετεύω
escape=ξεφεύγω
escort=ακολουθία
escort=καβαλιέρος
escort=συνοδεύω
especially=ειδικά
espionage=κατασκοπεία
essay=δοκίμια
essay=δοκίμιο
essay=έκθεση
essence=ουσία
essential=απαραίτητος
essential=ουσιώδης
essentially=ουσιαστικά
establish=διαπιστώνω
establish=επιβάλλω
establish=ιδρύω
establish=καθιερώνω
establishment=εμπέδωση
establishment=ίδρυμα
establishment=ίδρυση
estate=περιουσία
esteem=εκτίμηση
esteem=υπόληψη
estimate=υπολογίζω
estimation=εκτίμηση
estrange=αλλοτριώνω
estrange=αποξενώνω
eternal=αιώνιος
eternal=παντοτινός
eternity=αιωνιότητα
ethical=ηθικός
ethics=ηθική
ethnic=εθνικός
etiquette=εθιμοτυπία
etymology=ετυμολογία
eucalyptus=ευκάλυπτος
evacuate=εκκενώνω
evacuation=εκκένωση
evade=αποφεύγω
evaluate=αποτιμώ
evaluation=αξιολόγηση
evaporate=εξατμίζομαι
evaporation=εξάτμιση
evasion=περιστροφή
evasion=υπεκφυγή
evasive=διφορούμενος
eve=παραμονή
even=ακόμα
even=ίσος
evening=βράδι
evening=βράδυ
event=άθλημα
event=γεγονός
eventuality=ενδεχόμενο
eventually=τελικά
ever=ποτέ
every=κάθε
everybody=όλοι
everyone=όλοι
everything=όλα
everywhere=παντού
evidence=αποδείξεις
evidence=απόδειξη
evidence=μαρτυρία
evidence=στοιχεία
evident=εναργής
evident=προφανής
evidently=προφανώς
evidently=φανερά
evil=κακός
evil=σατανικός
evolution=εξέλιξη
evolutionary=εξελικτικός
evolve=αναπτύσσομαι
evolve=εξελίσσομαι
ewe=προβατίνα
exacerbate=επιδεινώνω
exacerbate=οξύνω
exact=ακριβής
exact=απαιτώ
exactly=ακριβώς
exaggerate=παραλέω
exaggerate=υπερβάλλω
exaltation=μεταρσίωση
exalted=μεταρσιωμένος
exam=εξέταση
examination=διεργασία
examination=εξέταση
examine=εξετάζω
example=παράδειγμα
example=υπόδειγμα
exasperate=εξοργίζω
excavate=σκάβω
excavator=εκσκαφέας
exceed=ξεπερνώ
exceed=υπερβαίνω
excel=διαπρέπω
excel=υπερακοντίζω
excellence=υπεροχή
excellent=άριστος
excellent=εξαίσιος
excellently=εξαίσια
exception=εξαίρεση
exceptional=εξαιρετικός
excess=περίσσευμα
excess=πλεόνασμα
excessive=υπερβολικός
exchange=ανταλλάσσω
exchange=διαφωνία
exchange=λογομαχία
exchange=συνάλλαγμα
excitable=ευέξαπτος
excitation=διέγερση
excitement=διέγερση
exclaim=αναφωνώ
exclamation=επιφώνημα
exclude=αποκλείω
exclusion=αποκλεισμός
exclusive=αποκλειστικός
exclusive=αποκλειστικότητα
excommunicate=αναθεματίζω
excommunicate=αφορίζω
excrement=κόπρανα
excrement=περίττωμα
excursion=εκδρομή
excusable=συγγνωστός
excuse=αφορμή
excuse=δικαιολογία
excuse=συγχωρώ
execute=εκτελώ
execution=εκτέλεση
executioner=δήμιος
exemplary=υποδειγματικός
exemplify=εξηγώ
exempt=απαλλαγμένος
exempt=απαλλάσσω
exemption=απαλλαγή
exercise=άσκηση
exert=ασκώ
exert=καταβάλλω
exhalation=εκπνοή
exhaust=εξάτμιση
exhibit=έκθεμα
exhibit=εκθέτω
exhilarating=συναρπαστικός
exhilaration=ευφροσύνη
exhort=παραινώ
exhort=παρακινώ
exhortation=παραίνεση
exhortation=προτροπή
exhumation=εκταφή
exile=εξορία
exile=εξορίζω
exist=υπάρχω
existence=ύπαρξη
exit=έξοδος
exonerate=απαλλάσσω
exorbitant=εξωφρενικός
exorcise=εξορκίζω
exotic=εξωτικός
expand=διαστέλλω
expand=διευρύνω
expand=επεκτείνω
expand=φουσκώνω
expansible=διασταλτός
expansion=διαστολή
expansion=εξάπλωση
expansive=επεκτατικός
expect=αναμένω
expect=περιμένω
expect=προσδοκώ
expectation=προσδοκία
expediency=σκοπιμότητα
expedient=σκόπιμος
expedite=επισπεύδω
expedition=εκστρατεία
expel=απελαύνω
expel=αποβάλλω
expenditure=δαπάνες
expenditure=δαπάνη
expense=έξοδα
expensive=ακριβός
expensively=ακριβά
experience=εμπειρία
experiment=πείραμα
experiment=πειραματίζομαι
experimental=δοκιμαστικός
experimental=πειραματικός
expert=ειδικός
expert=εμπειρογνώμονας
expert=εμπειρογνώμων
expertise=πραγματογνωμοσύνη
expire=λήγω
explanation=εξήγηση
explicit=κατηγορηματικός
explicit=ρητός
explicit=σαφής
explicitly=ρητά
explode=εκρήγνυμαι
exploit=αξιοποιώ
exploit=εκμεταλλεύομαι
exploitation=εκμετάλλευση
exploration=εξερεύνηση
explore=εξερευνώ
explorer=εξερευνητής
explosion=έκρηξη
export=εξάγω
export=εξαγωγή
expose=εκθέτω
expose=ξεσκεπάζω
exposure=έκθεση
express=διατυπώνω
express=εκφράζω
expression=έκφραση
expressive=εκφραστικός
expressly=ρητώς
expropriate=αλλοτριώνω
expropriation=απαλλοτρίωση
expulsion=απέλαση
expulsion=αποβολή
extend=εκτείνομαι
extend=εκτείνω
extend=επεκτείνω
extension=έκταση
extension=επέκταση
extension=προέκταση
extensive=διεξοδικός
extensive=εκτεταμένος
extensively=εκτεταμένα
extent=βαθμός
extent=έκταση
extinction=αφανισμός
extinction=εξαφάνιση
extinguish=σβήνω
extol=εκθειάζω
extort=εκβιάζω
extract=αποσπώ
extract=εκχύλισμα
extraction=εξαγωγή
extraction=καταγωγή
extraordinarily=ασυνήθιστα
extraordinary=ασυνήθιστος
extravagant=απλοχέρης
extravagant=πολυδάπανος
extravaganza=φιέστα
extreme=ακραίος
extremely=εξαιρετικά
extremist=εξτρεμιστής
extremist=φανατικός
exuberance=διαχυτικότητα
exuberance=ζωντάνια
exuberant=διαχυτικός
exuberant=ενθουσιώδης
exude=εκκρίνω
eye=μάτι
eye=οφθαλμός
eyebrow=φρύδι
eyelash=βλεφαρίδα
eyelash=τσίνορο
eyelid=βλεφαρίδα
eyesight=όραση
fable=παραμύθι
fabricate=επινοώ
fabricate=κατασκευάζω
fabulous=απίθανος
fabulous=υπέροχος
facade=πρόσοψη
face=αντικρίζω
face=αντιμετωπίζω
face=κύρος
face=πρόσωπο
facile=απλοϊκός
facile=εύκολος
facilitate=διευκολύνω
facility=ευκολία
facility=ευχέρεια
facsimile=πανομοιότυπο
fact=γεγονός
faction=φατρία
factor=παράγοντας
factor=συντελεστής
factory=εργοστάσιο
factual=αληθινός
factual=πραγματικός
faculty=διεύθυνση
fad=τρέλα
fade=ξεθωριάζω
fag=αδελφή
fag=τσιγάρο
faience=φαγεντιανή
fail=αποτυγχάνω
failing=ελάττωμα
failure=αποτυχία
faint=αμυδρός
faint=λιποθυμώ
fair=δίκαιος
fair=ξανθός
fair=πανηγύρι
fairly=αρκετά
fairly=δίκαια
fair-minded=αμερόληπτος
fair-minded=δίκαιος
fairness=δικαιοσύνη
fairness=ισότητα
fairy=νεράιδα
faith=πίστη
faithful=πιστός
fake=κάλπικος
fake=πλαστογραφία
fake=πλαστός
falconer=γερακάρης
fall=εκπίπτω
fall=πέφτω
fall=πτώση
fallow=χέρσος
false=αναληθής
false=λάθος
false=ψευδής
false=ψεύτικος
falsely=ψευδώς
falsification=παραποίηση
falsify=παραποιώ
fame=φήμη
familiar=γνωστός
familiar=εξοικειωμένος
familiarity=οικειότητα
family=οικογένεια
famine=λιμός
famous=γνωστός
famous=διάσημος
famous=ξακουστός
fan=ανεμιστήρας
fan=βεντάλια
fan=οπαδός
fanatic=φανατικός
fanaticism=φανατισμός
fancy=γουστάρω
fancy=γούστο
fancy=προτίμηση
fancy=φανταστικός
fantastic=απίθανος
far=μακριά
farcical=αστείος
fare=φαγητό
farewell=αποχαιρετισμός
farm=αγρόκτημα
farmer=αγρότης
farmhouse=αγροικία
farmhouse=φάρμα
far-sighted=διορατικός
far-sighted=προνοητικός
fascinate=γοητεύω
fascinate=σαγηνεύω
fascism=φασισμός
fascist=φασιστής
fashion=διαμορφώνω
fashion=μόδα
fashion=πλάθω
fashion=σχηματίζω
fast=γρήγορα
fast=γρήγορος
fastening=στερέωση
fastidious=αψίκορος
fat=λίπος
fat=χόνδρος
fat=χοντρός
fatal=θανατηφόρος
fatal=μοιραίος
fatalism=μοιρολατρία
fatalistic=μοιρολατρικός
fatality=θάνατος
fatality=θύμα
fatally=θανατηφόρα
fate=ειμαρμένη
fate=μοίρα
fate=πεπρωμένο
fateful=μοιραίος
father=πατέρας
fatherly=πατρικός
fathom=οργιά
fatigue=κόπος
fatigue=κόπωση
fatigue=κούραση
fault=ατέλεια
fault=ελάττωμα
fault=λάθος
fault=φτιάξιμο
faultless=αλάθητος
faulty=ελαττωματικός
fauna=πανίδα
favour=ευνοώ
favour=ρουσφέτι
favour=χάρη
favourable=ευμενής
favourable=ευνοϊκός
favourably=ευνοϊκά
favourite=αγαπημένος
fax=φαξ
fealty=υποτέλεια
fear=φοβάμαι
fear=φόβος
fearful=φοβισμένος
fearsome=τρομακτικός
fearsome=φοβερός
feasible=εφικτός
feast=ευωχούμαι
feast=πανδαισία
feast=πανηγύρι
feast=συμπόσιο
feather=φτερό
feature=αφιέρωμα
feature=σουσούμι
feature=χαρακτηριστικό
federal=ομοσπονδιακός
federalist=φεντεραλιστής
federation=ομοσπονδία
fee=αμοιβή
fee=δίδακτρα
fee=τιμάριο
feeble=αδύναμος
feeble=ανίσχυρος
feeble=ασθενικός
feed=σιτίζω
feed=ταΐζω
feed=τροφοδοτώ
feel=αισθάνομαι
feel=νιώθω
feel=υφή
feeling=αίσθημα
feet=πόδια
feign=επιτηδεύομαι
feign=προσποιούμαι
feint=προσποίηση
felicity=ευδαιμονία
feline=αιλουροειδής
fell=έπεσα
fell=κόβω
fellow=άντρας
fellow=συνάδελφος
fellow=τύπος
felt=αισθανόμουν
felt=ένιωθα
felt=τσόχα
female=θηλυκός
feminist=φεμινίστρια
fence=κλεπταποδόχος
fence=φράχτης
fencing=ξιφασκία
fennel=μάραθο
ferment=βράζω
fern=φτέρη
ferocious=άγριος
ferocious=θηριώδης
ferociously=άγρια
ferry=φεριμπότ
fertile=γόνιμος
fertilise=γονιμοποιώ
fertilise=λιπαίνω
fertiliser=λίπασμα
fertility=γονιμότητα
fertility=ευγονία
fertility=ευφορία
fertilizer=λίπασμα
fervour=λαύρα
festival=εορτή
festival=πανήγυρη
feud=τιμάριο
fever=θέρμη
fever=πυρετός
feverish=πυρετώδης
few=λίγα
few=λίγες
few=λίγοι
few=λιγοστός
fiasco=φιάσκο
fibre=ίνα
fickle=αλλοπρόσαλλος
fickle=ασταθής
fickle=ευμετάβλητος
fickleness=ευμεταβλησία
fiction=φαντασία
fiddler=βιολιστής
fidelity=πιστότητα
fief=τιμάριο
field=πεδίο
field=τομέας
field=χωράφι
fierce=άγριος
fierce=μανιασμένος
fiery=παθιασμένος
fiery=φλογερός
fiesta=φιέστα
fifteen=δεκαπέντε
fifth=πέμπτος
fiftieth=πεντηκοστός
fifty=πενήντα
fig=σύκα
fight=καταπολεμώ
fight=μάχη
fight=μάχομαι
figurative=παραστατικός
figure=αριθμός
figure=πρόσωπο
figurehead=σύμβολο
filament=νημάτιο
filch=κλέβω
filch=ξαφρίζω
file=λιμάρω
file=πίφερο
file=υποβάλλω
fill=γεμίζω
filling=γέμισμα
filling=σφράγισμα
filling=χορταστικός
film=έργο
film=ταινία
film=φιλμ
filter=διηθώ
filter=κρησαρίζω
filter=φίλτρο
filth=μουρνταριά
filthy=ακάθαρτος
filthy=βρώμικος
filtration=διήθηση
fin=πτερύγιο
final=τελικός
finale=φινάλε
finally=τελικά
finance=χρηματοδοτώ
financial=οικονομικός
find=ανεύρεση
find=βρίσκω
find=εύρημα
finding=εύρημα
fine=αίθριος
fine=πρόστιμο
fine=φίνος
fine=ψιλή
finesse=φινέτσα
finger=δάκτυλο
fining=κολλάρισμα
finish=περατώνω
finish=τελειώνω
finish=τέλος
finish=τερματισμός
finite=πεπερασμένος
finite=περιορισμένος
fink=καταδότης
fir=έλατο
fire=απολύω
fire=πυρκαγιά
fire=πυροβολώ
fire=φωτιά
fireman=πυροσβέστης
fireplace=τζάκι
firing=εκπυρσοκρότηση
firm=εδραίος
firm=εταιρία
firm=σταθερός
firmly=ακράδαντα
firmly=σταθερά
firmly=σφικτά
first=πρώτος
fish=ψάρι
fist=γροθιά
fist=πυγμή
fit=αρμόζων
fit=εξοπλίζω
fitness=ικανότητα
fitness=καταλληλότητα
fitted=εντοιχισμένος
fitted=εφαρμοστός
fitting=πρόσφορος
five=πέντε
fix=φτιάχνω
fixing=στερέωση
fixture=συνάντηση
flabby=πλαδαρός
flag=λάβαρο
flag=μπαϊράκι
flag=σημαία
flake=νιφάδα
flammable=εύφλεκτος
flank=πλαγιά
flank=πλευρό
flap=φτεροκοπώ
flash=αναλαμπή
flash=φλας
flashback=αναδρομή
flashy=λουσάτος
flask=παγούρι
flask=φλάσκα
flat=διαμέρισμα
flat=επίπεδος
flatten=ισιώνω
flatten=ισοπεδώνω
flatter=κολακεύω
flattering=κολακευτικός
flattery=γαλιφιά
flatulence=φούσκωμα
flavour=γεύση
flavour=καρυκεύω
flaw=ατέλεια
flaw=ψεγάδι
flawless=άψογος
flax=λινάρι
flax=λινό
fledgling=ανώριμος
fledgling=ξεπεταρούδι
fleet=νηοπομπή
fleet=στόλος
flesh=σάρκα
fleshy=σαρκώδης
flex=κάμπτω
flex=λυγίζω
flexibility=ευκαμψία
flexibility=ευλυγισία
flexible=εύκαμπτος
flexible=ευλύγιστος
flicker=τρεμοπαίζω
flicker=τρέμω
flight=πτήση
flight=φυγή
flimsy=λεπτός
flimsy=φτωχός
flinch=υποχωρώ
fling=εξακοντίζω
fling=πετώ
flipper=πτερύγιο
float=επιπλέω
float=φελλός
floating=επίπλευση
floating=πλωτός
flock=αγέλη
flock=κοπάδι
flock=συρρέω
flog=μαστιγώνω
flood=κατακλύζω
flood=πλημμύρες
flood=πλημμυρίζω
flooding=πλημμύρες
flooding=πλημμύρισμα
floor=όροφος
floor=πάτωμα
flop=φέσι
floppy=πλαδαρός
flora=χλωρίδα
floral=λουλουδάτος
floral=λουλουδένιος
florescence=άνθισμα
florist=ανθοπώλης
flounder=παραδέρνω
flounder=παραπαίω
flour=αλεύρι
flourish=ακμάζω
flourish=ανθίζω
flourish=ανθώ
flourish=κραδαίνω
flow=ρέω
flow=ροή
flower=λουλούδι
flowery=εξεζητημένος
flowery=λουλουδένιος
flowing=ριχτός
flu=γρίπη
fluctuate=αυξομειώνω
fluctuate=κυμαίνομαι
fluctuate=ταλαντεύομαι
fluctuation=διακύμανση
fluent=άπταιστος
fluently=άπταιστα
fluid=υγρό
fluidity=ρευστότητα
fluorescence=φθορισμός
fluoride=φθόριο
flurry=αναταραχή
flurry=ξέσπασμα
flush=κοκκινίζω
flute=αυλός
flute=φλάουτα
flutist=αυλητής
flutter=πτερυγίζω
fly=μύγα
fly=πετώ
flying=ιπτάμενος
foal=πουλάρι
foam=αφρίζω
focus=εστία
focus=εστιάζω
focus=συγκεντρώνω
foe=εχθρός
foetus=έμβρυο
fog=ομίχλη
foggy=ομιχλώδης
foil=αποτρέπω
foil=ματαιώνω
fold=διπλώνω
fold=πτυχή
foliage=φύλλωμα
follow=ακολουθώ
following=ακολουθία
following=οπαδοί
following=παρακολούθηση
foment=υποκινώ
fond=στοργικός
fond=τρυφερός
font=γραμματοσειρά
food=τροφή
food=φαγητό
fool=βλάκας
fool=κοροϊδεύω
fool=χαζός
foolhardy=απερίσκεπτος
foolhardy=παράτολμος
foolish=κουτός
foolish=χαζός
foot=πόδι
football=ποδόσφαιρο
footballer=ποδοσφαιριστής
footnote=υποσημείωση
footprint=πατημασιά
footwear=παπούτσια
footwear=υποδήματα
for=για
foramen=τρήμα
foray=επιδρομή
forbearance=αποχή
forbearance=μακροθυμία
forbid=απαγορεύω
force=βία
force=δύναμη
force=εξαναγκάζω
forceful=ισχυρός
forecast=προβλέπω
forecast=πρόγνωση
forehead=κούτελο
forehead=μέτωπο
foreign=εξωτερικός
foreign=ξένος
foreigner=αλλοδαπός
foreigner=ξένος
foreman=εργοδηγός
foremost=πρώτος
forensic=δικανικός
foresight=προνοητικότητα
forest=δάσος
forester=δασοφύλακας
forestry=δασοκομία
forestry=δασολογία
foretell=προβλέπω
foretell=προλέγω
forfeit=πρόστιμο
forfeit=στερούμαι
forfeit=τίμημα
forgery=πλαστογραφία
forget=ξεχνώ
forgetful=ξεχασιάρης
forging=παραχάραξη
forgive=συγχωρώ
form=δελτίο
form=μορφή
formal=επίσημος
formality=τυπικότητα
formation=σχηματισμός
former=πρώην
formerly=άλλοτε
formula=τύπος
formulate=διατυπώνω
forthright=ειλικρινής
forthright=ευθύς
fortieth=τεσσαρακοστός
fortification=οχύρωση
fortify=ενδυναμώνω
fortify=καρδαμώνω
fortitude=αντοχή
fortress=οχυρό
fortress=φρούριο
fortunate=καλότυχος
fortunate=τυχερός
fortunately=ευτυχώς
fortune=ευτυχία
forty=σαράντα
forward=εμπρός
forward=μπρος
forward=μπροστινός
fosse=τάφρος
fossil=απολίθωμα
foster=ανατρέφω
foster=θετός
foster=υιοθετώ
foul=ανέντιμος
foul=απαίσιος
foul=βρόμικος
found=βρήκα
found=ιδρύω
foundation=βάθρο
foundation=θεμέλιο
foundation=ίδρυμα
foundation=ίδρυση
founder=ιδρυτής
founder=ναυαγώ
founder=φουντάρω
foundry=χυτήριο
fount=πηγή
fountain=βρύση
fountain=πηγή
four=τέσσερα
four=τέσσερις
fourfold=τετραπλός
fourteen=δεκατέσσερα
fourth=τέταρτος
fowl=πουλερικά
fowl=πτηνό
fox=αλεπού
foxhole=χαράκωμα
foxy=σέξι
fraction=κλάσμα
fractional=κλασματικός
fractious=δύστροπος
fracture=διχοτομία
fracture=θλάση
fracture=κάταγμα
fracture=σπάσιμο
fragile=εύθραυστος
fragment=θραύσμα
fragment=κομματάκι
fragmentary=αποσπασματικός
fragrance=άρωμα
fragrance=ευωδιά
fragrant=ευώδης
frail=αδύναμος
frailty=αδυναμία
frame=πλαίσιο
frame=πλαισιώνω
frame=σκελετός
frame=σώμα
framework=δομή
framework=σκελετός
framing=διάρθρωση
framing=πλαισίωση
franchise=προνόμιο
frankincense=μοσχολίβανο
frantic=μανιώδης
frantic=φρενιτιώδης
fraternal=αδερφικός
fraud=απάτη
fraud=δόλος
fraudulent=απατηλός
fraught=αγχωμένος
fraught=κατάφορτος
fray=ξεφτίζω
fray=συμπλοκή
freak=αφύσικο
freak=φρικιό
freakish=εκκεντρικός
freakish=ιδιότροπος
freckle=φακίδα
free=αυτεξούσιος
free=δωρεάν
free=τσάμπα
freedom=ελευθερία
freelance=αδέσμευτος
freelance=ανεξάρτητος
freely=απεριόριστα
freely=ελεύθερα
freeze=καταψύχω
freeze=κρουσταλλιάζω
freeze=παγώνω
freezer=καταψύκτης
freezing=παγερός
freezing=ψύξη
freight=φορτίο
frenetic=φρενιτικός
frenzied=έξαλλος
frenzied=ξέφρενος
frenzy=παραλήρημα
frenzy=παραφροσύνη
frenzy=ταραχή
frenzy=φρενίτιδα
frequent=συχνάζω
frequent=συχνός
frequently=συχνά
fresco=τοιχογραφία
fresh=δροσερός
fresh=ζωντανός
fresh=νωπός
fresh=φρέσκος
freshen=ανανεώνω
freshen=φρεσκάρω
freshly=πρόσφατα
freshness=φρεσκάδα
fret=μελαγχολώ
fret=ταράσσομαι
friable=εύθρυπτος
friction=προστριβή
friction=τριβή
fridge=ψυγείο
friend=φίλη
friend=φίλοι
friend=φίλος
friendly=φιλικός
friendship=φιλία
frieze=διάζωμα
frieze=ζωφόρος
frigate=φρεγάτα
fright=τρόμος
fright=φόβος
frighten=τρομάζω
frighten=φοβίζω
frightful=τρομερός
frightful=φοβερός
frigid=ψυχρός
frill=γαρνίρισμα
frill=πιέτα
fringe=κρόσσι
fringe=παρυφές
fringe=φράντζα
fritter=θρυμματίζω
fritter=σπαταλώ
frivolity=επιπολαιότητα
frivolous=ελαφρόμυαλος
frivolous=επιπόλαιος
frizzle=καβουρντίζω
frizzle=ξεροτηγανίζω
frizzle=σγουραίνω
frizzy=κατσαρός
frock=φόρεμα
frock=φουστάνι
frog=βάτραχος
frolic=διασκέδαση
frolic=ευθυμία
frolic=τρέλες
from=από
front=μέτωπο
front=πρόσοψη
frontier=παραμεθόριος
frontier=σύνορο
frost=παγετός
frost=παγωνιά
frost=πάχνη
frost=παχνιάζομαι
frostbite=κρυοπάγημα
frostbite=παγοπληξία
frosty=παγερός
frosty=ψυχρός
froth=αφρίζω
frown=σκυθρωπιάζω
frown=συνοφρυώνομαι
frowzy=απεριποίητος
fructose=φρουκτόζη
frugal=λιτός
frugality=λιτότητα
fruit=καρπός
fruit=φρούτο
fruitful=γόνιμος
fruitful=καρποφόρος
fruitful=παραγωγικός
fruition=πραγματοποίηση
fruitless=άγονος
fruitless=άκαρπος
frustrate=ανατρέπω
frustrate=απογοητεύω
fry=καβουρντίζω
fry=μαρίδα
fry=τηγανίζω
fudge=αερολογώ
fudge=κουραφέξαλα
fudge=υπεκφεύγω
fuel=καύσιμα
fuel=καύσιμο
fuel=τροφοδοτώ
fugitive=φυγάς
fugitive=φυγόδικος
fugue=φούγκα
fulfil=εκπληρώνω
fulfil=πραγματοποιώ
full=γεμάτος
full=μεστός
full=ολικός
full=πλήρης
fully=πλήρως
fulminate=δριμύτατα
fulminate=επικρίνω
fumble=πασπατεύω
fume=καπνός
fume=καυσαέριο
fun=διασκέδαση
fun=κέφι
fun=πλάκα
function=δεξίωση
function=λειτουργία
function=λειτουργώ
functional=λειτουργικός
fund=απόθεμα
fund=κονδύλι
fundamental=θεμελιώδης
fundamental=ουσιώδης
fundamentally=ουσιαστικά
funding=χρηματοδότηση
funeral=κηδεία
funerary=επικήδειος
funereal=νεκρικός
funereal=πένθιμος
fungible=φθαρτός
funnel=φουγάρο
funnel=χωνί
funny=αστείος
funny=κωμικός
funny=περίεργος
fur=γούνα
fur=τρίχωμα
furbish=καθαρίζω
furbish=λουστράρω
furious=μαινόμενος
furious=οργισμένος
furl=μάζεμα
furl=μαζεύω
furl=τύλιγμα
furl=τυλίγω
furlough=άδεια
furnace=κλίβανος
furnace=φούρνος
furnish=επιπλώνω
furnish=προμηθεύω
furnishing=επίπλωση
furniture=έπιπλα
furrier=γουναράς
furrow=αυλάκι
furrow=χαντάκι
further=μακρύτερος
further=παραπέρα
further=περαιτέρω
furthermore=επιπλέον
furtive=κλεφτός
furtive=κρυφός
furtive=ύπουλος
fury=λύσσα
fury=μανία
fury=οργή
fuse=φιτίλι
fuse=φυτίλι
fuselage=άτρακτος
fusion=σύντηξη
fuss=αναστάτωση
fuss=ταραχή
fuss=φασαρία
fussy=μικροπρεπής
future=μελλοντικός
futurist=φουτουριστής
fuzzy=χνουδάτος
gable=αέτωμα
gag=αστείο
gag=φιμώνω
gain=απολαβή
gain=κερδίζω
gait=βάδισμα
gait=περπατησιά
gale=ανεμοθύελλα
gall=χολή
gallery=θεωρείο
gallery=πινακοθήκη
galley=γαλέρα
gallop=γκάλοπ
gallop=καλπάζω
gallop=καλπασμός
gallows=αγχόνη
gallows=ικρίωμα
gallows=φούρκα
galore=άφθονος
gamble=διακυβεύω
gamble=ρισκάρω
gamble=ριψοκινδυνεύω
gambol=χοροπηδώ
game=παιχνίδι
gang=σπείρα
gang=συμμορία
gap=κενό
gap=χάσμα
garbage=σκουπίδια
garden=κήπος
gardener=κηπουρός
gardening=κηπουρική
gardening=κηπουρικός
garlic=σκόρδο
garment=ρούχο
gas=αέριο
gas=βενζίνη
gash=κοπή
gasp=αγκομαχώ
gasp=ασθμαίνω
gasp=λαχανιάζω
gastric=γαστρικός
gate=αυλόπορτα
gate=θύρα
gate=πύλη
gateway=πύλη
gather=μαζεύομαι
gather=μαζεύω
gather=περισυλλέγω
gather=συγκεντρώνομαι
gathering=συγκέντρωση
gauge=εκτιμώ
gauge=μετρητής
gauge=υπολογίζω
gaunt=κάτισχνος
gauze=γάζα
gawky=αδέξιος
gay=εύθυμος
gay=ομοφυλόφιλος
gay=φαιδρός
gay=χαρούμενος
gaze=ατενίζω
gaze=βλέμμα
gazelle=γαζέλα
gazette=εφημερίδα
gear=γρανάζια
gear=εργαλεία
gear=προσαρμόζω
gear=ταχύτητα
gelatine=ζελατίνη
gelatinous=ζελατινώδης
gem=πετράδι
geminate=διπλασιάζω
geminate=διπλός
gender=γένος
gender=φύλο
gene=γονίδιο
general=γενικός
general=στρατηγός
generalisation=γενίκευση
generalisation=γενικότητα
generally=γενικά
generate=γεννοβολώ
generate=γεννώ
generate=παράγω
generation=γενιά
generator=γεννήτρια
generic=χαρακτηριστικός
generosity=γενναιοδωρία
generosity=μεγαλοψυχία
generous=ανοιχτοχέρης
generous=γενναιόδωρος
generously=γενναιόδωρα
genesis=γένεση
genetic=γενετικός
genial=ζεστός
genial=πρόσχαρος
genial=φιλικός
genital=γεννητικός
genitive=γενική
genocide=γενοκτονία
genteel=ευγενικός
Gentile=Εθνικός
gentle=απαλός
gentle=ευγενικός
gentle=ήπιος
gentle=πράος
gentleman=κύριος
gentlewoman=κυρία
gently=μαλακά
genuflect=γονατίζω
genuflect=γονυπετώ
genuine=αυθεντικός
genuine=γνήσιος
genuinely=αληθινά
genuinely=γνήσια
genus=γένος
geocentric=γεωκεντρικός
geodesic=γεωδαιτικός
geodesy=γεωδαισία
geodetic=γεωδαιτικός
geographer=γεωγράφος
geographic=γεωγραφικός
geography=γεωγραφία
geologist=γεωλόγος
geology=γεωλογία
geometer=γεωμέτρης
geometry=γεωμετρία
geophysics=γεωφυσική
geranium=γεράνι
germ=μικρόβιο
germinate=βλαστάνω
germinate=γεννώ
germinate=προέρχομαι
germinate=φυτρώνω
gestation=κυοφορία
gesticulate=χειρονομώ
gesture=γνέφω
gesture=χειρονομία
gesture=χειρονομώ
get=αποκτώ
get=παίρνω
getaway=απόδραση
getaway=δραπέτευση
geyser=θερμοπίδακας
geyser=θερμοσίφωνας
ghastly=άρρωστος
ghastly=φριχτός
gherkin=αγγουράκι
ghost=φάντασμα
giant=γίγαντας
gibber=τραυλίζω
gibberish=ανοησίες
gibbet=κρεμάλα
gibe=σκώμμα
gift=δωρεά
gift=δώρο
gift=πεσκέσι
gift=χάρισμα
gild=επιχρυσώνω
gill=βράγχιο
giraffe=καμηλοπάρδαλη
girl=κορίτσι
give=δίνω
give=παραδίνω
glad=χαρούμενος
gladly=χαρούμενα
glamour=αίγλη
glance=ματιά
gland=αδένας
glare=αγριοκοιτάζω
glare=λάμψη
glaring=εμφανής
glaring=ολοφάνερος
glass=γυαλί
glass=ποτήρι
glass=τζάμι
glasses=γυαλιά
gleam=αναλαμπή
gleam=μαρμαρυγή
gleam=φεγγίζω
glen=λαγκάδα
glen=χαράδρα
glib=εύγλωττος
glib=εύστροφος
glib=ευχερής
glider=ανεμόπτερο
glimmer=αχτίδα
glint=αστράφτω
glint=λαμπυρίζω
glint=σπιθίζω
glisten=αστράφτω
glisten=λαμποκοπώ
glisten=λάμπω
glitter=γυαλίζω
globe=υφήλιος
gloomy=απαισιόδοξος
gloomy=ζοφερός
gloomy=μελαγχολικός
glorify=εκθειάζω
glorious=ένδοξος
glory=δόξα
glory=μεγαλείο
gloss=εξήγηση
gloss=ερμηνεία
gloss=λούστρο
glossy=γυαλιστερός
glossy=στιλπνός
glove=γάντι
glow=λάμψη
glow=πυρακτώνομαι
glow=φεγγοβολώ
glowing=ενθουσιώδης
glowing=θερμός
glowing=πυρακτωμένος
glue=κόλλα
glue=κολλώ
glum=μελαγχολικός
glum=σκυθρωπός
glutton=λιμάρης
gluttonous=λαίμαργος
gluttony=λαιμαργία
gnat=μουσίτσα
go=πηγαίνω
goad=καθοδηγώ
goad=κεντρίζω
goal=γκολ
goat=γίδα
goat=κατσίκα
gobble=καταβροχθίζω
goblet=κύπελλο
God=θεός
godchild=βαφτιστήρι
goddess=θεά
godfather=νονός
godson=βαφτιστικός
goitre=βρογχοκήλη
gold=μάλαμα
gold=χρυσός
golden=χρυσαφένιος
goldsmith=χρυσοχόος
gondola=γόνδολα
good=αγαθός
good=καλός
good-humoured=καλόκαρδος
good-looking=όμορφος
good-looking=ωραίος
goods=αγαθά
gooey=γλοιώδης
goose=χήνα
gorge=λαγκάδι
gorge=φαράγγι
gorgeous=έξοχος
gorgeous=ωραίος
gorilla=γορίλα
gorilla=τραμπούκος
Gospel=Ευαγγέλιο
gossip=κουτσομπολεύω
gossip=κουτσομπόλης
gossip=κουτσομπολιό
gourmet=καλοφαγάς
govern=διέπω
govern=ιθύνω
govern=κυβερνώ
government=κυβέρνηση
governor=κυβερνήτης
grab=αρπάζω
gracious=πρόσχαρος
grade=βαθμολογώ
grading=βαθμολόγηση
gradual=βαθμιαίος
gradually=βαθμιαία
gradually=σιγάgraduate=απόφοιτος
graduate=αποφοιτώ
graduation=αποφοίτηση
graft=μόσχευμα
graft=μπολιάζω
grafting=εμβολιασμός
grain=δημητριακά
grain=κόκκος
grain=σπυρί
grainy=κοκκώδης
grand=λαμπρός
grand=μεγάλος
grand=σπουδαίος
granddad=παππούς
grandeur=μεγαλείο
grandfather=παππούς
grandmother=βαβά
grandmother=γιαγιά
grandpa=παππούς
granite=γρανίτης
grant=επίδομα
grant=επιχορηγώ
grant=υποτροφία
grant=χορηγώ
grape=σταφύλι
graphics=γραφικά
grapple=αρπάζομαι
grapple=δραστηριοποιούμαι
grapple=παλεύω
grasp=πιάνω
grasp=συλλαμβάνω
grasp=σφίγγω
grasping=κερδομανής
grass=καταδότης
grass=πόα
grass=χόρτο
grassy=ποώδης
grate=τρίβω
grater=τρίφτης
grating=ενοχλητικός
gratitude=ευγνωμοσύνη
gratuity=ποδοκόπι
gratuity=φιλοδώρημα
grave=καίριος
grave=τάφος
grave=τύμβος
gravel=χαλίκι
gravestone=ταφόπετρα
gravity=βαρύτητα
gravy=σάλτσα
graze=βόσκω
graze=γδέρνομαι
grease=γράσο
grease=λιπαντικό
greasy=λιπαρός
great=απίθανος
great=μεγάλος
greatly=πολύ
greed=απληστία
greed=βουλιμία
greedy=άπληστος
greedy=λαίμαργος
green=πράσινος
greenery=πρασινάδα
greenfly=μελίγκρα
greenhouse=θερμοκήπιο
greenish=πρασινωπός
greensward=πρασινάδα
greet=χαιρετίζω
greet=χαιρετώ
gregarious=αγελαίος
gregarious=κοινωνικός
grenade=χειροβομβίδα
grey=γκρίζος
grey=φαιός
greyhound=λαγωνικό
grid=δίχτυ
grid=πλέγμα
grid=σχάρα
gridiron=πλέγμα
gridiron=σχάρα
grief=θλίψη
grief=λύπη
grief=οδύνη
grievance=παράπονο
grieve=θλίβομαι
grieve=θρηνώ
grieve=πενθώ
grievous=θλιβερός
grievous=σοβαρός
grill=ανακρίνω
grill=σχάρα
grille=κάγκελα
grim=ανελέητος
grim=αυστηρός
grim=σκληρός
grimace=μορφάζω
grimace=μορφασμός
grime=βρομιά
grimy=βρόμικος
grimy=βρώμικος
grind=αγγαρεία
grind=αλέθω
grind=λιώνω
grind=τρίζω
grinding=τρίξιμο
grindstone=ακόνι
grip=κράτημα
grip=λαβή
grip=πιάνω
gripe=γκρίνια
gripe=γκρινιάζω
grippe=γρίπη
grisly=μακάβριος
grit=αμμόλιθος
grit=άμμος
grit=χαλίκι
grizzly=γκρίζος
groan=μουγκρίζω
groan=τρίξιμο
grocer=μπακάλης
grocer=παντοπώλης
groggy=ζαλισμένος
groom=γαμπρός
groom=ιπποκόμος
groove=αυλάκι
groove=αυλακώνω
groove=εντομή
grope=ψαχουλεύω
gross=αισχρός
gross=ακαθάριστος
gross=πρόστυχος
gross=χοντρός
grotesque=αλλόκοτος
grotesque=τερατώδης
grotesque=τραγελαφικός
grotto=σπηλιά
grouch=γκρινιάζω
grouch=γκρινιάρης
grouch=τζαναμπέτης
ground=γη
ground=έδαφος
ground=προσαράσσω
groundwork=θεμέλιο
group=ομάδα
group=όμιλος
group=συγκρότημα
group=σύμπλεγμα
grouse=γκρινιάζω
grove=άλσος
grovel=γλείφω
grovel=υποτάσσομαι
grow=αυξάνομαι
grow=μεγαλώνω
growl=μουγκρίζω
grown=μεγάλος
growth=ανάπτυξη
growth=όγκος
grub=μάσα
grub=σκαλίζω
grubby=βρόμικος
grudge=άχτι
grudge=μνησικακία
gruel=κουρκούτι
gruesome=φρικτός
gruff=τραχύς
grumble=γκρινιάζω
grumble=μεμψιμοιρώ
grumpy=γκρινιάρης
grunt=γρυλλίζω
grunt=μουρμουρίζω
guarantee=αντίκρισμα
guarantee=εγγύηση
guarantee=εγγυώμαι
guarantee=εχέγγυο
guarantor=εγγυητής
guaranty=τριτεγγύηση
guard=φρουρά
guard=φρουρώ
guard=φύλακας
guard=φυλάω
guardian=κηδεμόνας
guerdon=αμοιβή
guess=εικασία
guess=μαντεύω
guesswork=εικασία
guest=καλεσμένος
guest=φιλοξενούμενος
guidance=καθοδήγηση
guidance=χειραγωγία
guide=καθοδηγώ
guide=ξεναγός
guide=ξεναγώ
guide=οδηγός
guidebook=οδηγός
guideline=οδηγία
guideline=οδηγός
guild=ένωση
guild=συντεχνία
guild=σωματείο
guile=δολοπλοκία
guile=πανουργία
guileless=άδολος
guilt=ενοχή
guilty=ένοχος
guise=αμφίεση
guise=παρουσιαστικό
guitar=κιθάρα
guitarist=κιθαριστής
gulch=φαράγγι
gulf=άβυσσος
gulf=κόλπος
gulf=χάσμα
gull=γλάρος
gullible=μωρόπιστος
gully=ρεματιά
gully=χαντάκι
gulp=καταπίνω
gum=μαστίχα
gum=ούλο
gummy=κολλώδης
gun=καραμπίνα
gun=όπλο
gun=πιστόλι
gush=αναβλύζω
gusto=απόλαυση
gusto=κέφι
gusto=τέρψη
gut=έντερο
gutter=οχετός
gutter=ρείθρο
guttural=λαρυγγικός
guy=παιδί
guy=τύπος
gym=γυμναστήριο
gymnast=γυμναστής
gymnastics=γυμναστική
habit=έξη
habit=συνήθεια
habitable=κατοικήσιμος
haggard=καταβεβλημένος
haggle=παζαρεύω
hail=καταιγισμός
hail=χαλάζι
hailstorm=χαλαζοθύελλα
hair=μαλλιά
hair=τρίχα
haircut=κούρεμα
hair-do=κόμμωση
hairdresser=κομμωτής
hairdresser=κομμώτρια
hairpin=τσιμπιδάκι
hairy=μαλλιαρός
hairy=τριχωτός
half=μισός
hall=αίθουσα
hallmark=γνώρισμα
hallow=καθαγιάζω
hallucination=παραίσθηση
halt=σταματώ
ham=ζαμπόν
hammer=σφυροκοπώ
hand=δείκτης
hand=δίνω
hand=παραδίνω
hand=χέρι
handbook=εγχειρίδιο
handcuff=χειροπέδη
handful=χούφτα
handicapped=ανάπηρος
handkerchief=μαντήλι
handle=μεταχειρίζομαι
handle=χειρίζομαι
handle=χερούλι
handling=μεταχείριση
handout=δείγμα
handsomely=ωραία
handy=εύχρηστος
handy=πρόχειρος
hang=απαγχονίζω
hang=κρεμώ
hangar=υπόστεγο
hanger=κρεμάστρα
haphazard=πρόχειρος
haphazard=τυχαίος
hapless=άτυχος
hapless=κακόμοιρος
happen=διαδραματίζω
happen=συμβαίνω
happening=συμβάν
happily=ευτυχισμένα
happiness=ευτυχία
happy=ευτυχισμένος
harass=παρενοχλώ
harbour=λιμάνι
harbour=φυγαδεύω
harbour=φωλιάζω
hard=δύσκολος
hard=σκληρός
hardship=κακουχία
hard-working=εργατικός
hare=λαγός
harlequin=αρλεκίνος
harlot=εταίρα
harm=βλάβη
harm=βλάπτω
harmful=βλαβερός
harmful=επιβλαβής
harmonica=φυσαρμόνικα
harmonize=εναρμονίζω
harness=ιπποσκευή
harp=άρπα
harrow=σβάρνα
harsh=άγριος
harsh=δριμύς
harsh=σκληρός
harsh=τραχύς
harshness=σκληρότητα
harvest=θερίζω
harvest=σοδειά
harvest=τρύγος
hassle=ενόχληση
hassle=φασαρία
haste=βιασύνη
hasten=σπεύδω
hasty=βιαστικός
hasty=εσπευσμένος
hat=καπέλο
hat=πίλος
hatch=άνοιγμα
hatch=εκκολάπτομαι
hatch=επωάζω
hatch=μπουκαπόρτα
hatchet=πέλεκας
hatching=επώαση
hate=μίσος
hate=μισώ
hatred=μίσος
haughtiness=έπαρση
haunt=στοιχειώνω
have=έχε
have=έχετε
have=έχουμε
have=έχω
hawk=γεράκι
hay=σανός
haystack=θημωνιά
hazard=αποτολμώ
hazard=διακυβεύω
hazard=κίνδυνος
hazardous=επικίνδυνος
haze=αχλή
haze=καταχνιά
hazel=φουντουκιά
head=ηγούμαι
head=κεφάλι
headache=πονοκέφαλος
header=κεφαλιά
heading=επικεφαλίδα
heading=πορεία
headlight=προβολέας
headsman=δήμιος
heal=γιατρεύω
heal=επουλώνομαι
heal=επουλώνω
health=υγεία
healthy=υγιής
heap=στοιβάδα
hear=ακούω
hearing=ακοή
hearken=αφουγκράζομαι
hearsay=διάδοση
heart=καρδιά
heartbeat=καρδιοχτύπι
heartbeat=παλμός
heartily=θερμά
heat=ζεσταίνω
heat=ζέστη
heat=θερμαίνω
heated=βίαιος
heated=σφοδρός
heather=βρύο
heather=ρείκι
heaven=ουρανός
heavy=βαρύς
heavy-handed=αδέξιος
heckler=εγκάθετος
heckler=κλακαδόρος
hectare=εκτάριο
hectic=πολυάσχολος
hedge=φράκτης
heedless=απρόσεκτος
heel=τακούνι
heel=φτέρνα
heft=ζυγιάζω
heft=ζυγίζω
hegemony=ηγεμονία
height=ύψος
heighten=αυξάνω
heighten=εντείνω
heinous=διαβολικός
heinous=ειδεχθής
heinous=στυγερός
heir=κληρονόμος
heirloom=κειμήλιο
helicopter=ελικόπτερο
Hell=κόλαση
hello=εμπρός
helm=πηδάλιο
helm=τιμόνι
helmet=κράνος
help=αρωγή
help=βοήθεια
help=βοηθός
help=επικουρία
helpful=εξυπηρετικός
helpless=ανήμπορος
helpless=ανίκανος
hem=ούγια
hem=ρέλι
hemisphere=ημισφαίριο
hen=κότα
henchman=τραμπούκος
hepatitis=ηπατίτιδα
her=αυτή
her=αυτήν
her=της
herald=κήρυκας
heraldry=οικοσημολογία
herb=βότανο
herbal=βοτανικός
herbicide=ζιζανιοκτόνο
herbivore=φυτοφάγο
herbivore=χορτοφάγο
herd=αγέλη
herd=κοπάδι
here=εδώ
hereditary=κληρονομικός
heredity=κληρονομικότητα
heretic=αιρετικός
heritage=κληρονομιά
hermit=ασκητής
hermit=ερημίτης
hermitage=ησυχαστήριο
hernia=κήλη
heroin=ηρωίνη
heron=ερωδιός
hesitation=δισταγμός
hesitation=διστακτικότητα
hew=πελεκώ
hiatus=χασμωδία
hibernation=διαχείμαση
hide=κρύβομαι
hide=κρύβω
hideous=απεχθής
hideous=βδελυρός
hideout=κρησφύγετο
high=ψηλός
high-handed=αυθαίρετος
highlight=στιγμιότυπο
highlight=τονίζω
highly=ψηλά
hijack=αεροπειρατεία
hijacker=αεροπειρατής
hijacking=αεροπειρατεία
hike=πεζοπορία
hilarious=ξεκαρδιστικός
hilarious=φαιδρός
hill=λόφος
hillock=λοφίσκος
hillock=τούρλα
hillside=λοφοπλαγιά
hilly=λοφώδης
him=αυτόν
him=τον
hinder=κωλυσιεργώ
hinder=παρακωλύω
hindrance=εμπόδιο
hindrance=παρακώλυση
hinge=κλάπα
hint=νύξη
hint=υπαινιγμός
hint=υποδηλώνω
hip=γοφός
hippo=ιπποπόταμος
hire=νοικιάζω
hired=βαλτός
hired=μισθοφορικός
hiring=εκμίσθωση
hirsute=δασύς
his=του
hiss=σφυρίζω
historical=ιστορικός
hit=βαρώ
hit=σουξέ
hit=χτυπώ
hive=κυψέλη
hoard=απόθεμα
hoard=κομπόδεμα
hoarding=σανίδωμα
hoarding=ταμπέλα
hoarse=βραχνός
hobble=χωλαίνω
hobby=δεντρογέρακας
hobby=ενασχόληση
hobby=χόμπι
hoe=σκαλίζω
hoe=σκαπάνη
hog=χοίρος
hold=αμπάρι
hold=κρατώ
holder=θήκη
hold-up=καθυστέρηση
hole=τρύπα
holiday=διακοπές
holidaymaker=παραθεριστής
hollow=βαθουλωμένος
hollow=κοίλος
hollow=κούφιος
hollow=υπόκωφος
holocaust=ολοκαύτωμα
holy=ιερός
holy=πανάγιος
home=σπίτι
homeland=πατρίδα
homeopath=ομοιοπαθητικός
homily=κήρυγμα
homily=ομιλία
homogeneous=ομοιογενής
homosexuality=ομοφυλοφιλία
honest=έντιμος
honest=τίμιος
honesty=ειλικρίνεια
honey=μέλι
honorary=επίτιμος
honorary=τιμητικός
honour=τιμώ
hood=κουκούλα
hoof=οπλή
hook=άγκιστρο
hook=αγκιστρώνω
hook=γάντζος
hooked=γαμψός
hooker=πόρνη
hooligan=χούλιγκαν
hoop=στεφάνι
hoot=σκούζω
hoot=σκούξιμο
hope=ελπίδα
hope=ελπίζω
hope=ευελπιστώ
hopeless=απελπισμένος
hopper=βυθοκόρος
hopper=χοάνη
hops=λυκίσκος
horde=ορδή
horde=πλήθος
horizon=ορίζοντας
horizontal=οριζόντιος
hormone=ορμόνη
horn=κόρνα
horn=σάλπιγγα
hornbeam=γαύρος
hornet=σφήκα
horrible=απαίσιος
horribly=απαίσια
horror=φρίκη
horse=άλογο
hose=μάνικα
hospital=νοσοκομείο
hospitality=φιλοξενία
host=οικοδεσπότης
host=φιλοξενώ
hostage=όμηρος
hostel=ξενώνας
hostess=οικοδέσποινα
hostility=εχθρότητα
hot=καυτός
hotel=ξενοδοχείο
hound=καταδιώκω
hound=κυνηγώ
hound=σκύλος
hour=ώρα
hourly=ωριαίος
house=οίκος
house=σπίτι
house=στεγάζω
household=οικιακός
household=οικογένεια
household=σπίτι
household=σπιτικό
housing=στέγαση
housing=στεγαστικός
how=πως
how=πώς
however=όμως
howl=ουρλιάζω
hug=αγκαλιάζω
huge=πελώριος
huge=τεράστιος
hull=κέλυφος
hum=βουίζω
human=ανθρώπινος
human=άνθρωπος
humane=ανθρωπιστικός
humane=επιεικής
humanity=ανθρωπότητα
humble=ταπεινός
humid=νοτισμένος
humid=υγρός
humidity=υγρασία
humiliate=εξευτελίζω
humiliation=διασυρμός
humiliation=εξευτελισμός
humiliation=ταπείνωση
humility=ταπεινοφροσύνη
humour=χιούμορ
hump=καμπούρα
hump=κύρτωμα
humpback=καμπούρα
humus=μαυρόχωμα
hundred=εκατόν
hunger=πείνα
hungry=πεινασμένος
hunt=κυνηγώ
hunter=κυνηγός
hunting=κυνήγι
hurl=εκσφενδονίζω
hurl=πετώ
hurricane=τυφώνας
hurry=βιάζομαι
hurry=βιασύνη
hurry=σπεύδω
hurt=πληγώνω
hurt=πονώ
hurt=τραυματίζω
hurt=χτυπώ
hurtle=ρίχνομαι
husband=σύζυγος
husk=έλυτρο
husk=κέλυφος
husky=βραχνός
husky=τραχύς
hut=καλύβα
hut=υπόστεγο
hydrostatic=υδροστατικός
hyena=ύαινα
hymn=ψαλμός
hypo=υπόhypocrisy=υποκρισία
ice=πάγος
icicle=κρούσταλλο
icon=εικόνα
icon=σύμβολο
icy=παγωμένος
idea=ιδέα
ideal=ιδανικός
idealism=ιδεαλισμός
idealist=ιδεαλιστής
idealistic=ιδεαλιστικός
ideally=ιδεωδώς
identical=ολόιδιος
identification=ταυτότητα
identify=αναγνωρίζω
identify=ταυτίζω
identity=ταυτότητα
idiot=βλάκας
idle=αδρανής
idle=άνεργος
idle=αργόσχολος
idle=τεμπέλης
idol=ίνδαλμα
idyll=ειδύλλιο
idyllic=ειδυλλιακός
if=αν
if=εάν
ignition=ανάφλεξη
ignition=διακόπτης
ignition=μίζα
ignition=πυροδότηση
ignominious=επονείδιστος
ignominy=όνειδος
ignominy=ταπείνωση
ignorance=άγνοια
ignorance=αμάθεια
ignorant=αγνοών
ignorant=αγράμματος
ignorant=αμαθής
ignore=αγνοώ
ignore=παραβλέπω
ill=άρρωστος
illegal=παράνομος
illegible=δυσανάγνωστος
illness=αρρώστια
illusion=παραίσθηση
illusionist=μάγος
illusionist=ταχυδακτυλουργός
illusory=πλασματικός
illusory=ψευδαισθητικός
illustrate=διευκρινίζω
illustrate=εικονογραφώ
illustrate=επεξηγώ
illustration=εικονογράφηση
illustrious=διάσημος
illustrious=επιφανής
image=είδωλο
image=εικόνα
imaginary=φανταστικός
imagination=φαντασία
imagine=φαντάζομαι
imitate=μιμούμαι
imitation=απομίμηση
immaculate=άχραντος
immaculately=άψογα
immaterial=επουσιώδης
immaturity=ανωριμότητα
immediately=αμέσως
immense=τεράστιος
immerse=βουτώ
immigrant=μετανάστης
immigration=μετανάστευση
imminent=επικείμενος
immoral=ανήθικος
immortal=αθάνατος
immune=απρόσβλητος
immune=άτρωτος
immunity=ανοσία
immunity=ασυδοσία
immutable=αμετάβλητος
impact=επίδραση
impact=κρούση
impact=ορμή
impact=σύγκρουση
impair=παραβλάπτω
impair=χειροτερεύω
impairment=εξασθένηση
impart=μεταβιβάζω
impart=πληροφορώ
impassive=απαθής
impassive=ατάραχος
impatience=ανυπομονησία
impatient=ανυπόμονος
impeach=εγκαλώ
impeccable=άψογος
impede=δυσχεραίνω
impede=παρακωλύω
impediment=παρακώλυση
impel=εξωθώ
imperative=προστακτική
imperious=αλαζονικός
imperious=αυταρχικός
imperious=δεσποτικός
imperious=επιτακτικός
impersonal=απρόσωπος
impersonate=παριστάνω
impertinence=αυθάδεια
impetuosity=αυθορμητισμός
impetuosity=βιασύνη
impetuosity=ορμή
impetuous=ακάθεκτος
impetuous=απερίσκεπτος
impetuous=ορμητικός
implant=εμφυτεύω
implement=εργαλείο
implement=όργανο
implement=υλοποιώ
implementation=εφαρμογή
implicate=εμπλέκω
implicate=ενοχοποιώ
implication=έννοια
implication=συνέπεια
implication=υπόνοια
implore=θερμοπαρακαλώ
implore=ικετεύω
imply=υπονοώ
impolite=αγενής
import=εισάγω
importance=σημασία
important=σημαντικός
important=σπουδαίος
importunate=φορτικός
impose=επιβάλλω
impossible=αδύνατον
impoverish=φτωχαίνω
impress=εντυπωσιάζω
impression=εντύπωση
impressionable=ευεπηρέαστος
impressionist=ιμπρεσιονιστής
impressionist=ιμπρεσιονιστικός
imprison=φυλακίζω
imprisonment=φυλάκιση
improbable=απίθανος
improper=ανάρμοστος
improper=απρεπής
improve=βελτιώνομαι
improvement=βελτίωση
improvise=αυτοσχεδιάζω
impudence=αναίδεια
impudent=ασύστολος
impudent=ιταμός
impudent=ξετσίπωτος
impudently=αναίσχυντα
impudently=ασύστολα
impulse=ορμή
impulsive=ορμέμφυτος
impunity=ασυδοσία
impurity=ακαθαρσία
in=σε
inaccessible=απρόσιτος
inaccuracy=ανακρίβεια
inaccurate=ανακριβής
inaction=απραξία
inanimate=άψυχος
inappropriate=ακατάλληλος
inarticulate=άναρθρος
inarticulate=ανέκφραστος
inattentive=απρόσεκτος
inaugurate=εγκαινιάζω
incarcerate=φυλακίζω
incendiary=εμπρηστικός
incense=θυμίαμα
incense=λιβάνι
incentive=κίνητρο
incessant=ασταμάτητος
incident=επεισόδιο
incident=περιστατικό
incinerate=αποτεφρώνω
incision=εντομή
incite=παρακινώ
incite=υποκινώ
inclination=κλίση
inclination=ροπή
inclination=τάση
include=περιλαμβάνω
include=συμπεριλαμβάνω
inclusion=προσθήκη
inclusion=συμπερίληψη
incoherent=ασυνάρτητος
income=απολαβή
income=εισόδημα
incompatible=ασυμβίβαστος
incompetent=ανίκανος
inconsistency=ανακολουθία
inconsistency=ασυνέπεια
inconstancy=αστάθεια
inconstancy=παλιμβουλία
inconvenience=ενόχληση
inconvenient=άβολος
incorporate=ενσωματώνω
incorrect=λάθος
incorruptible=αδιάφθορος
increase=αυξάνω
increase=αύξηση
incredible=απίστευτος
incredulous=απίστευτος
incriminate=ενοχοποιώ
incubation=επώαση
incubator=θερμοκοιτίδα
indecisive=διστακτικός
indeed=πράγματι
independence=ανεξαρτησία
independent=ανεξάρτητος
independent=αυτεξούσιος
index=ευρετήριο
indicate=δείχνω
indicate=εμφαίνω
indicate=φανερώνω
indication=ένδειξη
indicator=πίνακας
indicator=φλας
indict=κατηγορώ
indifference=αδιαφορία
indigence=ένδεια
indigenous=ιθαγενής
indigent=άπορος
indigestible=δυσκολοχώνευτος
indignation=αγανάκτηση
indiscreet=ακριτόμυθος
indispensable=ουσιώδης
individual=ατομικός
individual=άτομο
individualism=ατομικισμός
individuality=ατομικότητα
individually=ατομικά
individually=χωριστά
indolence=νωθρότητα
indolent=μαλθακός
indolent=νωθρός
indolent=ράθυμος
indoor=εσωτερικός
indoors=εσωτερικά
induce=επιφέρω
induce=προκαλώ
induction=εισαγωγή
induction=επαγωγή
indulge=εντρυφώ
indulgence=επιείκεια
indulgence=μακροθυμία
indulgent=επιεικής
indulgent=μακρόθυμος
industrial=βιομηχανικός
industrialist=βιομήχανος
industry=βιομηχανία
inefficient=αναποτελεσματικός
inept=αδέξιος
inept=ανίκανος
inequality=ανισότητα
inert=αδρανής
inertia=αδράνεια
inevitable=αναπόφευκτος
inevitably=αναπόφευκτα
inexperience=απειρία
infallible=αλάνθαστος
infamous=διαβόητος
infant=βρέφος
infantry=πεζικό
infect=μολύνω
infection=λοίμωξη
infection=μόλυνση
infectious=κολλητικός
infer=συμπεραίνω
inference=επαγωγή
inferior=κατώτερος
inferior=παρακατιανός
inferior=υποδεέστερος
inferiority=κατωτερότητα
infertile=στείρος
infiltrate=εισχωρώ
infinite=άπειρος
infinity=άπειρο
inflame=ερεθίζω
inflate=εξογκώνω
inflate=φουσκώνω
inflationary=πληθωριστικός
inflexibility=ακαμψία
influence=επενέργεια
influence=επενεργώ
influence=επιρροή
influenza=γρίπη
influx=εισροή
inform=πληροφορώ
informal=ανεπίσημος
information=πληροφορίες
informer=καταδότης
infrastructure=υποδομή
infringe=παραβαίνω
infringe=παραβιάζω
infringement=παράβαση
infuriate=εξαγριώνω
infuse=ενσταλάζω
infusion=έγχυμα
ingenious=εφευρετικός
ingenious=πολυμήχανος
ingenuity=ευφυΐα
ingenuity=εφευρετικότητα
ingratitude=αχαριστία
inhabit=κατοικώ
inhabitant=κάτοικος
inhalation=εισπνοή
inhale=εισπνέω
inherit=κληρονομώ
inheritance=κληρονομιά
inhibit=παρεμποδίζω
inhibit=περιορίζω
inhospitable=αφιλόξενος
inhuman=απάνθρωπος
initial=αρχικά
initiate=εγκαινιάζω
initiate=μυώ
initiate=ξεκινώ
initiation=μύηση
initiative=πρωτοβουλία
initiator=εφευρέτης
inject=εισάγω
inject=εμφυσώ
injection=ένεση
injunction=εντολή
injury=βλάβη
ink=μελάνι
inland=ενδοχώρα
inmate=τρόφιμος
inn=πανδοχείο
inn=χάνι
inner=εσωτερικός
innocence=αθωότητα
innocent=αθώος
innovation=καινοτομία
innovative=καινοτόμος
innovative=νεωτεριστικός
innuendo=νύξη
innuendo=υπαινιγμός
inoculate=εμβολιάζω
inoculation=εμβολιασμός
inopportune=παράκαιρος
inquire=ερευνώ
inquire=ερωτώ
inquiring=φιλοπερίεργος
inquiry=ανάκριση
inquiry=εξέταση
inquiry=έρευνα
inquiry=ερώτηση
inquisitive=αδιάκριτος
inquisitor=ιεροεξεταστής
inscribe=επιγράφω
inscribe=χαράζω
inscription=εγχάραξη
inscription=επιγραφή
insect=έντομο
insecticide=εντομοκτόνο
insectivore=εντομοφάγος
insectivorous=εντομοφάγος
insecure=ανασφαλής
insecurity=ανασφάλεια
insemination=γονιμοποίηση
insensitive=αναίσθητος
insensitive=ανεπηρέαστος
insert=βάζω
insert=εισάγω
insertion=καταχώρηση
insertion=προσθήκη
inside=μέσα
insidious=επίβουλος
insidiously=επίβουλα
insignia=γαλόνι
insignia=διακριτικό
insignificance=ασημαντότητα
insignificant=ασήμαντος
insincere=ανειλικρινής
insinuate=υπαινίσσομαι
insinuate=χώνομαι
insinuation=νύξη
insinuation=υπαινιγμός
insipid=άγευστος
insipid=ανούσιος
insist=επιμένω
insolence=αυθάδεια
insolent=αναιδής
insolent=θρασύς
insolent=ιταμός
insoluble=αδιάλυτος
insomnia=αϋπνία
inspect=επιθεωρώ
inspect=εποπτεύω
inspection=επιθεώρηση
inspector=ελεγκτής
inspector=επιθεωρητής
inspector=επόπτης
inspiration=έμπνευση
inspire=εμπνέω
install=εγκαθιδρύω
install=εγκαθιστώ
install=τοποθετώ
installation=εγκατάσταση
instance=παράδειγμα
instance=περίπτωση
instant=στιγμή
instant=στιγμιαίος
instantly=αμέσως
instigate=ξεκινώ
instil=ενσταλάζω
instinctive=ενστικτώδης
instinctively=ενστικτωδώς
institute=επιβάλλω
institute=θεσπίζω
institution=θεσμός
institution=ίδρυμα
instruct=διδάσκω
instructor=δάσκαλος
instrument=εργαλείο
instrument=όργανο
insubordination=ανυπακοή
insubordination=απείθεια
insufficiency=ανεπάρκεια
insufficient=ανεπαρκής
insulation=μόνωση
insult=λοιδορώ
insult=προπηλακίζω
insult=προσβάλλω
insult=προσβολή
insulting=δηκτικός
insulting=προσβλητικός
insurance=ασφάλεια
insurance=ασφάλιση
insurrection=ξεσήκωμα
integral=ακέραιος
integrity=ακεραιότητα
intellect=νοημοσύνη
intellectual=διανοητικός
intellectual=διανοούμενος
intellectual=πνευματικός
intellectually=διανοητικά
intelligent=έξυπνος
intelligently=έξυπνα
intelligentsia=διανοούμενοι
intend=σκοπεύω
intense=εντατικός
intense=έντονος
intensification=εντατικοποίηση
intensification=επαύξηση
intensity=ένταση
intensive=εντατικός
intensive=επιτακτικός
intensively=εντατικά
intent=πρόθεση
intent=σκοπός
intention=προαίρεση
intention=πρόθεση
intention=σκοπός
intentionally=επίτηδες
intentionally=σκόπιμα
intercept=ανακόπτω
intercept=τέμνω
intercession=μεσιτεία
intercession=μεσολάβηση
interchange=εναλλαγή
intercourse=συνουσία
interest=ενδιαφέρον
interest=επιτόκιο
interest=τόκος
interesting=ενδιαφέρων
interfere=επεμβαίνω
interfere=παρεμβαίνω
interference=παρεμβολή
interior=εσωτερικό
interject=παρεμβάλλω
interlink=αλληλοσυνδέω
interlocutor=συνομιλητής
interlude=διάλειμμα
intermediary=μεσάζων
intermediary=μεσίτης
intermediate=ενδιάμεσος
intermediate=μεσαίος
intermingle=σμίγω
intermission=διάλειμμα
intermittent=διαλείπων
intern=ιατρός
internal=εσωτερικός
internal=εσωτερικώς
international=διεθνής
internment=εγκλεισμός
interpret=ερμηνεύω
interpretation=ερμηνεία
interpreter=διερμηνέας
interrogate=ανακρίνω
interrogation=ανάκριση
interrogatory=ανακριτικός
interrupt=διακόπτω
interruption=διακοπή
intersection=διατομή
interval=διάλειμμα
interval=διάστημα
intervention=διαπλοκή
intervention=μεσολάβηση
interview=συνέντευξη
intestine=έντερο
intimate=ενδόμυχος
intimate=οικείος
intimate=στενός
intimidate=εκφοβίζω
intimidation=εκφοβισμός
intimidation=φοβέρα
intolerable=ανυπόφορος
intractable=επίμονος
intransigence=αδιαλλαξία
intricacy=περιπλοκή
intricate=περίπλοκος
introduce=εισάγω
introduce=συστήνω
introduction=εισαγωγή
introductory=εισαγωγικός
intruder=εισβολέας
intuitive=διαισθητικός
inundate=κατακλύζω
inundate=πλημμυρίζω
invade=εισβάλλω
invader=εισβολέας
invalid=ανάπηρος
invalidity=ακυρότητα
invaluable=ανεκτίμητος
invasion=εισβολή
invent=εφευρίσκω
invention=εφεύρεση
inventive=επινοητικός
inventive=εφευρετικός
inventor=εφευρέτης
inversion=αναστροφή
inversion=αντιστροφή
invert=αναποδογυρίζω
invert=ανατρέπω
invertebrate=ασπόνδυλος
invest=διορίζομαι
invest=εξουσιοδοτούμαι
invest=επενδύω
investigation=διερεύνηση
investigation=έρευνα
investment=επένδυση
investor=επενδυτής
invisible=αθέατος
invisible=αόρατος
invitation=πρόσκληση
invite=προσκαλώ
invocation=επίκληση
invoke=επικαλούμαι
involuntary=ακούσιος
involve=εμπλέκομαι
involve=εμπλέκω
involve=μπλέκω
involve=περιλαμβάνω
ionize=ιονίζω
irate=οργισμένος
iris=ίρις
irksome=δυσάρεστος
iron=σιδερένιος
iron=σιδερώνω
ironically=ειρωνικά
irregular=ανώμαλο
irregular=ανώμαλος
irregularity=ανωμαλία
irregularity=παρατυπία
irregularly=ανώμαλα
irrelevant=άσχετος
irreproachable=άμεμπτος
irresponsible=ανεύθυνος
irreverence=ασέβεια
irreversible=αμετάκλητος
irreversible=αμετάτρεπτος
irrigate=αρδεύω
irrigation=άρδευση
irritable=ευέξαπτος
irritable=οξύθυμος
irritate=ενοχλώ
irritate=ερεθίζω
irritate=παρενοχλώ
irritating=ενοχλητικός
isinglass=ιχθυόκολλα
island=νησί
islander=νησιώτης
isle=νησάκι
isolate=απομονώνω
isolate=διαχωρίζω
isolated=απομονωμένος
issue=θέμα
issue=τεύχος
it=αυτό
itch=κνίδωση
itch=φαγούρα
item=κομμάτι
item=πράγμα
iterate=επαναλαμβάνω
iterate=ξαναλέω
itinerary=δρομολόγιο
ivy=κισσός
jab=μπηχτή
jabber=ψιττακίζω
jack=γρύλος
jackal=τσακάλι
jackdaw=κάργα
jacket=σακάκι
jade=νεφρίτης
jaguar=ιαγουάρος
jail=φυλακή
jam=συνωστισμός
jar=βαζάκι
jaundice=ίκτερο
jaundice=ίκτερος
javelin=ακόντιο
jaw=σαγόνι
jazz=τζαζ
jealous=ζηλιάρης
jealousy=ζήλια
jeep=τζιπ
jeer=λοιδορία
jeer=λοιδορώ
jejune=άγονος
jejune=στείρος
jelly=ζελές
jellyfish=μέδουσα
jerk=κλονισμός
jerk=κόπανος
jerk=τράνταγμα
jester=γελωτοποιός
jet=αεριωθούμενο
jet=πετώ
jewel=κόσμημα
jewellery=κοσμήματα
job=δουλειά
jockey=αναβάτης
jockey=τζόκεϊ
jocular=αστείος
jocular=ευτράπελος
join=ενώνω
join=κατατάσσομαι
join=συνδέω
join=συνενώνω
joint=άρθρωση
joint=γόμφος
joint=κοινός
joint=κοψίδι
joke=αστείο
joke=σκέρτσο
jolly=εύθυμος
jolly=κεφάτος
jolt=τραντάζω
jostle=σκουντώ
jostle=σπρώχνω
jotter=σημειωματάριο
journalism=δημοσιογραφία
journalist=δημοσιογράφος
journey=ταξιδεύω
journey=ταξίδι
jovial=ευδιάθετος
jovial=εύθυμος
jovial=κεφάτος
joy=χαρά
jubilant=ενθουσιώδης
jubilant=περιχαρής
judge=δικάζω
judge=δικαστής
judge=κρίνω
judge=κριτής
judgement=κρίση
judicial=δικανικός
judicial=δικαστικός
judiciary=δικαστικός
judicious=νουνεχής
judicious=συνετός
judo=τζούντο
jug=κανάτα
juice=ζουμί
juice=χυμός
juicy=ζουμερός
juicy=χυμώδης
jump=πηδώ
junction=διασταύρωση
jungle=ζούγκλα
junior=μικρότερος
junior=υφιστάμενος
juniper=άρκευθος
jurisdiction=δικαιοδοσία
jurisprudence=νομολογία
juror=ένορκος
just=δίκαιος
just=μόλις
justice=δικαιοσύνη
justification=αιτιολογία
justification=δικαιολογία
justification=τεκμηρίωση
justify=δικαιολογώ
justify=δικαιώνω
juvenile=ανώριμος
juvenile=νεανικός
juxtapose=αντιπαραθέτω
juxtapose=παραθέτω
juxtaposition=αντιδιαστολή
juxtaposition=αντιπαράθεση
juxtaposition=παράθεση
kaleidoscope=ειδωλοσκόπιο
karate=καράτε
keel=καρίνα
keen=ενδιαφερόμενος
keen=οξυδερκής
keep=εξακολουθώ
keep=κατακρατώ
keep=κρατώ
kernel=πυρήνας
kernel=ψίχα
kerosene=κηροζίνη
key=κλειδί
keyboard=πληκτρολόγιο
kick=κλοτσώ
kid=κατσικάκι
kid=παιδί
kid=πιτσιρίκος
kidnapper=απαγωγέας
kidnapping=απαγωγή
kidnapping=αρπαγή
kidney=νεφρό
kill=σκοτώνω
killer=δολοφόνος
killing=δολοφονία
kilogram=κιλό
kilometre=χιλιόμετρο
kind=είδος
kind=ευγενικός
kind=καλός
kindle=ανάβω
kindle=διεγείρω
kindle=εξάπτω
kindly=ευγενικά
king=βασιλιάς
king=ρήγας
kingdom=βασίλειο
kiosk=περίπτερο
kiss=φίλημα
kiss=φιλί
kiss=φιλώ
kit=εξοπλισμός
kitchen=κουζίνα
kitten=γατάκι
knack=κολάι
knead=μαλάζω
kneading=πλάσιμο
knee=γόνατο
kneel=γονατίζω
knickers=βράκες
knight=ιππότης
knighthood=ιπποσύνη
knit=ζαρώνω
knit=θρέφω
knit=πλέκω
knob=χερούλι
knot=δένω
knot=κόμβος
knot=φιόγκος
knotty=δυσεπίλυτος
knotty=ροζιάρικός
know=γνωρίζω
know=ξέρω
knowledge=γνώσεις
knowledge=γνώση
known=γνωστό
lab=εργαστήριο
label=ετικέτα
laborious=κοπιαστικός
laborious=πολύμοχθος
labour=εργάζομαι
labour=εργασία
labour=κοπιάζω
labourer=εργάτης
labyrinth=λαβύρινθος
lack=έλλειψη
lack=υστέρημα
lackadaisical=απαθής
lad=παιδί
ladder=σκάλα
lady=κυρία
lag=υστέρηση
lake=λίμνη
lamb=αρνί
lame=κουτσός
lament=θρήνος
lament=θρηνώ
lament=μοιρολογώ
lament=οδυρμός
lamentable=αξιοθρήνητος
lamp=λάμπα
lamp=λυχνία
lampoon=σάτιρα
lampoon=σατιρίζω
lancer=λογχοφόρος
land=έδαφος
land=προσγειώνομαι
land=προσγειώνω
landing=πλατύσκαλο
landing=προσγείωση
landlord=νοικοκύρης
landscape=τοπίο
landslide=κατολίσθηση
lane=δρομάκι
lane=λωρίδα
lane=πάροδος
language=γλώσσα
languish=ατονώ
lanky=ψηλόλιγνος
lanolin=λανολίνη
lantern=φαναράκι
lantern=φανάρι
lantern=φανός
lap=γόνατα
lap=γύρος
lap=παφλάζω
lap=πλαταγίζω
lapel=πέτο
lapel=ρεβέρ
lapse=παραδρομή
lapse=πέφτω
larceny=κλοπή
lard=λαρδί
large=μεγάλος
largesse=γενναιοδωρία
largesse=μεγαλοψυχία
lark=κορυδαλλός
larva=κάμπια
larva=προνύμφη
lash=λοιδορώ
lash=μαστίζω
last=διαρκώ
last=τελευταίος
last=φτουρώ
lasting=διαρκείας
latch=μάνταλο
latch=μανταλώνω
late=αποθανών
late=αργά
late=αργός
late=όψιμος
lately=πρόσφατα
lateral=πλάγιος
lathe=τόρνος
latter=τελευταίος
latter-day=σύγχρονος
lattice=δικτυωτό
lattice=πλέγμα
laudable=επαινετός
laugh=γελώ
laughter=γέλια
launch=εκτοξεύω
launch=εξαπολύω
launch=καθελκύω
launching=εκτόξευση
launching=καθέλκυση
launderette=καθαριστήριο
laurel=δάφνη
lavatory=αποχωρητήριο
lavish=επιδαψιλεύω
lavish=πολυτελής
lavishness=επιδαψίλευση
law=νόμος
lawful=νόμιμος
lawn=γκαζόν
lawn=πελούζα
lawsuit=δίκη
lawyer=δικηγόρος
lax=ελαστικός
lax=λάσκος
lax=χαλαρός
lay=κοσμικός
lay=ξαπλώνω
lay=στρώνω
layer=στρώμα
layout=διαρρύθμιση
laziness=οκνηρία
lazy=νωχελής
lazy=τεμπέλης
lead=ηγούμαι
lead=λουρί
lead=μόλυβδος
leader=αρχηγός
leader=ηγεμόνας
leader=ηγέτης
leader=ηγήτορας
leadership=ηγεμονία
leadership=ηγεσία
leading=ηγετικός
leading=κορυφαίος
leaf=φύλλο
leaflet=φυλλάδιο
league=κατηγορία
league=πρωτάθλημα
league=συνασπισμός
leak=διαρρέω
leak=διαρροή
leakage=διαρροή
leakage=διαφυγή
lean=ακουμπώ
lean=άπαχος
lean=γέρνω
lean=κλίνω
leap=αναπηδώ
leap=πηδώ
leap=χοροπηδώ
learn=μαθαίνω
learning=μάθηση
lease=εκμίσθωση
lease=μίσθωση
leather=δερμάτινος
leave=παραιτούμαι
leave=παρατάω
leave=φεύγω
lecture=διάλεξη
lecture=νουθετώ
lecturer=υφηγητής
ledge=πρεβάζι
ledge=χείλος
leek=πράσο
left=αριστερός
left=άφησα
left=έφυγα
leftover=περισσευούμενος
leg=πόδι
leg=στάδιο
legal=νόμιμος
legality=νομιμότητα
legally=νόμιμα
legend=θρύλος
legendary=θρυλικός
legendary=μυθικός
legible=ευανάγνωστος
legion=λεγεώνα
legislation=θεσμοθέτηση
legislation=νομοθεσία
legislative=νομοθετικός
legitimacy=νομιμότητα
legitimate=νόμιμος
leisurely=σιγανός
lemon=λεμόνι
lemonade=λεμονάδα
lend=δανείζω
length=μήκος
lens=φακός
lentils=φακές
leopard=λεοπάρδαλη
leprosy=λέπρα
leprosy=λώβα
lesion=αλλοίωση
lesion=κάκωση
lessen=ελαττώνω
lessen=μειώνω
lessen=μικραίνω
lesson=μάθημα
let=αφήνω
let=ενοικιάζομαι
lethal=φονικός
letter=γράμμα
lettuce=μαρούλι
level=επίπεδο
lever=μοχλός
leverage=επιρροή
lewd=ασελγής
liability=δωσιδικία
liability=ευθύνη
liability=παθητικό
liable=δωσίλογος
liar=ψεύτης
libellous=δυσφημιστικός
liberal=φιλελεύθερος
liberation=χειραφέτηση
librarian=βιβλιοθηκάριος
library=βιβλιοθήκη
lice=ψείρα
lichen=λειχήνες
licit=θεμιτός
licit=νόμιμος
lick=γλείφω
lick=νικώ
lick=συντρίβω
lid=καπάκι
lid=σκέπασμα
lie=κείμαι
lie=ψεύδομαι
liege=υποτελής
lieutenant=υπολοχαγός
life=βίος
life=ζωή
life=ισόβιος
lifeguard=ναυαγοσώστης
lift=ασανσέρ
lift=σηκώνω
lift=υψώνω
ligament=σύνδεσμος
ligature=επίδεσμος
ligature=κλωστή
ligature=σύμπλεγμα
light=ανάβω
light=ξανθός
light=φωτερός
light=φωτίζω
lighter=αναπτήρας
lighter=μαούνα
light-hearted=ξένοιαστος
light-hearted=χαρούμενος
lighting=φωτισμός
lightly=ελαφρώς
lightly=επιπόλαια
lightning=αστραπές
ligneous=ξυλώδης
lignite=λιγνίτης
like=αρέσω
like=όπως
like=σαν
like=συμπαθώ
likeable=συμπαθητικός
likelihood=πιθανότητα
likely=μάλλον
likely=πιθανά
likely=πιθανόν
likewise=παρομοίως
liking=αρέσκεια
lily=κρίνος
limb=άκρο
limb=κλαδί
limb=μέλος
lime=ασβέστης
limestone=ασβεστόλιθος
limit=όριο
limit=περιορίζω
limitation=περιορισμός
limitation=περιστολή
limousine=λιμουζίνα
limp=κουτσαίνω
limp=χαλαρός
limpid=λαγαρός
line=γραμμή
line=επενδύω
line=παρατάσσω
line=ρυτίδα
linen=κλινοσκεπάσματα
linen=λινός
linger=βραδυπορώ
linger=επιμένω
linger=καθυστερώ
lingo=γλώσσα
lingo=διάλεκτος
linguist=γλωσσολόγος
linguist=γλωσσομαθής
linguistic=γλωσσικός
linguistics=γλωσσολογία
lining=φόδρα
link=κρίκος
link=συνδέω
linking=μεταβατικός
lip=χείλι
liquid=υγρό
liquidate=εκκαθαρίζω
liquidate=ρευστοποιώ
liquidation=εκκαθάριση
liquidation=ρευστοποίηση
liquidator=εκκαθαριστής
lira=λιρέτα
lisp=τραυλισμός
lisp=ψευδίζω
lisp=ψεύδισμα
list=λίστα
listen=ακούω
listen=αφουγκράζομαι
listener=ακροατής
literal=κυριολεκτικός
literally=κυριολεκτικά
literary=λογοτεχνικός
literature=λογοτεχνία
litre=λίτρο
litter=απορρίμματα
litter=σκουπίδια
little=λίγο
little=μικρός
littoral=παραλιακός
live=ζωντανός
live=μένω
livelihood=απασχόληση
liveliness=ζωντάνια
lively=ζωηρός
liver=συκώτι
livid=εξοργισμένος
livid=μολυβής
living=έμψυχος
living=ζωντανός
load=γεμίζω
load=ζαλίκι
load=φορτίζω
loading=φόρτωση
loaf=φρατζόλα
loafer=τεμπέλης
loan=δάνειο
loan=δανεισμός
loathe=σιχαίνομαι
lobby=λόμπι
lobby=προθάλαμος
lobster=αστακός
local=τοπικός
locally=τοπικά
locate=εντοπίζω
location=τοποθεσία
loch=λίμνη
lock=κλειδαριά
locomotive=μηχανή
locus=τόπος
locust=ακρίδα
lodge=καταλύω
lodge=σφηνώνω
lodging=κατάλυμα
loft=σοφίτα
lofty=υπερόπτης
lofty=ψηλός
logarithm=λογάριθμος
logarithmic=λογαριθμικός
logistic=λογιστικός
loiter=περιδιαβάζω
loiter=χαζεύω
lolly=γλειφιτζούρι
lone=μοναχικός
lone=μόνος
loneliness=μοναξιά
lonely=μόνος
lonesome=μοναχικός
long=μακρύς
long=μεγάλος
longing=καημός
longing=λαχτάρα
look=βλέμμα
look=εμφάνιση
look=κοιτάζω
look=φαίνομαι
lookout=προοπτική
lookout=σκοπιά
lookout=τσιλιαδόρος
loom=αργαλειός
loom=ξεπροβάλλω
loop=βρόγχος
loop=βρόχος
loop=θηλιά
loophole=παραθυράκι
loose=λάσκος
loose=λυτός
loose=μπόσικος
loose=χαλαρός
loosely=χαλαρά
loosen=λασκάρω
loosen=μολάρω
loosen=χαλαρώνω
loot=λάφυρα
loot=λεηλατώ
loot=λεφτά
lop=κλαδεύω
loquacious=φλύαρος
lord=άρχοντας
lord=αφέντης
lord=λόρδος
lorry=φορτηγό
lose=χάνω
loss=απώλεια
loss=ήττα
loss=χαμός
loss=χάσιμο
lot=κλήρος
lot=μοίρα
loud=βροντερός
loud=ηχηρός
loudspeaker=ηχείο
loudspeaker=μεγάφωνο
lounge=σαλόνι
louse=ψείρα
lousy=άθλιος
love=αγάπη
love=αγαπώ
love=έρωτας
lover=εραστής
low=χαμηλός
lower=ταπεινώνω
lower=χαμηλώνω
loyal=πιστός
loyalty=πίστη
lubricant=λιπαντικό
lubrication=λίπανση
lucid=ευκρινής
lucid=σαφής
luck=τύχη
luckily=ευτυχώς
lucky=τυχερός
ludicrous=γελοίος
ludicrous=περίγελος
lug=σέρνω
lug=τραβώ
luggage=αποσκευές
lukewarm=χλιαρός
lull=νηνεμία
lump=βώλος
lunar=σεληνιακός
lunatic=μανιακός
lunch=μεσημεριανό
lung=πνεύμονας
lurch=μετατόπιση
lure=δελεάζω
lurid=μακάβριος
lurk=παραμονεύω
lush=άφθονος
lush=μεθύστακας
lush=πλούσιος
lust=λαγνεία
lust=πόθος
luxurious=πολυτελής
luxury=πολυτέλεια
luxury=πολυτελής
lymph=λέμφος
lymphatic=λεμφικός
lynch=λυντσάρω
lyric=λυρικός
lyrics=στοίχοι
macaroni=μακαρονάδα
machination=δολοπλοκία
machination=ραδιουργία
machine=μηχάνημα
machinist=μηχανουργός
mad=θυμωμένος
mad=κουζουλός
mad=λωλός
mad=τρελός
madness=τρέλα
maelstrom=δίνη
magazine=περιοδικό
magic=μαγεία
magic=μαγικός
magistrate=δικαστής
magistrate=ειρηνοδίκης
magnanimous=μεγάθυμος
magnanimous=μεγαλόψυχος
magnetic=μαγνητικός
magnify=μεγαλοποιώ
magpie=καρακάξα
mahogany=μαόνι
maiden=παρθένος
mail=ταχυδρομείο
mail=ταχυδρομώ
mailman=ταχυδρόμος
maim=σακατεύω
main=κύριος
main=κυριότερος
mainstay=στυλοβάτης
maintain=διατείνομαι
maintain=διατηρώ
maintain=υποστηρίζω
maintenance=συντήρηση
maisonette=διπλοκατοικία
majestic=μεγαλειώδης
majestic=μεγαλοπρεπής
majesty=μεγαλείο
majesty=μεγαλοπρέπεια
major=σημαντικός
major=ταγματάρχης
majority=πλειονότητα
make=εξαναγκάζω
make=κάνω
make=κατασκευάζω
make=φτιάχνω
maker=κατασκευαστής
makeshift=πρόχειρος
maladroit=αδέξιος
malady=αρρώστια
male=ανδρικός
male=αρσενικός
malefactor=κακοποιός
malefactor=κακούργος
malevolent=κακόβουλος
malevolent=μοχθηρός
malice=μοχθηρία
malice=πονηριά
malice=χαιρεκακία
malicious=εμπαθής
malicious=κακόβουλος
malicious=μοχθηρός
malign=κακολογώ
malignant=κακεντρεχής
malignant=κακοήθης
malleable=ελαστικός
maltreat=κακομεταχειρίζομαι
mammal=θηλαστικό
man=άνδρας
man=άνθρωπος
man=επανδρώνω
manage=αντεπεξέρχομαι
manage=διευθύνω
manage=καταφέρνω
management=διοίκηση
manager=διευθυντής
managerial=διευθυντικός
mandarin=μανταρίνι
mandate=εντολή
mandatory=επιτακτικός
mandolin=μαντολίνο
mane=χαίτη
manger=φάτνη
manic=μανιακός
manifestation=εκδήλωση
manifesto=μανιφέστο
manifold=πολλαπλός
manipulation=χειρισμός
manipulation=χρήση
mannequin=μανεκέν
manner=τρόπος
manoeuvre=ελιγμός
mansion=μέγαρο
mantle=μανδύας
manual=εγχειρίδιο
manufacture=κατασκευάζω
manufacturer=κατασκευαστής
manumit=απελευθερώνω
manure=κοπριά
many=πολλοί
map=χάρτης
map=χαρτογραφώ
mar=βλάπτω
marathon=μαραθώνιος
marble=μαρμάρινος
marble=μάρμαρο
march=βαδίζω
March=Μάρτιος
mare=φοράδα
margarine=μαργαρίνη
margin=περιθώριο
margin=τράτο
marginal=οριακός
marginal=περιθωριακός
marina=μαρίνα
marinade=μαρινάτα
marinate=μαρινάρω
marine=θαλάσσιος
marine=πεζοναύτης
marionette=νευρόσπαστο
maritime=ναυτικός
mark=βαθμός
mark=σημαίνω
mark=σημειώνω
markdown=έκπτωση
markedly=έντονα
markedly=ξεκάθαρα
markedly=σαφώς
marker=σημάδι
market=αγορά
marquis=μαρκήσιος
marriage=γάμος
married=παντρεμένη
married=παντρεμένος
marrow=μυελός
marsh=βάλτος
marsh=έλος
marsh=μαζεύω
marshal=επιστρατεύω
marshal=στρατάρχης
marshal=συγκεντρώνω
marshy=ελώδης
martial=πολεμικός
martyr=μάρτυρας
martyrdom=μαρτύριο
marvellous=θαυμάσιος
mask=μάσκα
mask=προσωπείο
mass=μάζα
mass=μαζικός
massacre=μακελειό
massacre=σφαγή
massage=μασάζ
massive=ογκώδης
massive=τεράστιος
mast=ιστός
mast=κατάρτι
master=αφέντης
master=δεξιοτέχνης
master=κύριος
master=μετρ
masturbation=αυνανισμός
mat=χαλάκι
match=αγώνας
match=σπίρτο
match=συνταιριάζω
match=ταιριάζω
mate=ζευγαρώνω
mate=ταίρι
mate=ύπαρχος
mate=φιλαράκος
material=ύλη
material=υλικός
material=ύφασμα
materialism=υλισμός
materialistic=υλιστικός
maternal=μητρικός
maternity=μητρότητα
mathematician=μαθηματικός
maths=μαθηματικά
matrimony=παντρειά
matter=θέμα
matter=νοιάζομαι
matter=ύλη
matter=υπόθεση
mattress=στρώμα
mature=μεστός
mature=μεστώνω
mature=ωριμάζω
mature=ώριμος
maturity=ωριμότητα
maudlin=μεμψίμοιρος
maxim=γνωμικό
mayor=δήμαρχος
maze=λαβύρινθος
me=εμένα
me=με
me=μου
mead=υδρομέλι
meadow=λιβάδι
meagre=λιγοστός
meagre=πενιχρός
meal=γεύμα
mean=εννοώ
mean=παραδόπιστος
mean=σημαίνω
mean=τσιγκούνης
meander=ελίσσομαι
meaning=έννοια
meaning=σημασία
means=μέσο
means=μέσον
measure=μέτρο
measure=μετρώ
measurement=καταμέτρηση
measurement=μέτρηση
meat=κρέας
meat=σάρκα
mechanic=μηχανικός
mechanism=μηχανισμός
medal=μετάλλιο
medal=παράσημο
medical=ιατρικός
medicine=ιατρική
medicine=φάρμακο
medieval=μεσαιωνικός
mediocre=μέτριος
mediocrity=μετριότητα
medium=μεσαίος
medium=μέσον
medium=μέτριος
meek=άτολμος
meek=πειθήνιος
meek=πράος
meet=συναντώ
meeting=αναμέτρηση
melancholy=κατήφεια
mellifluous=ηδύφωνος
melodic=μελωδικός
melodrama=μελόδραμα
melt=λιώνω
member=μέλος
member=στέλεχος
memento=αναμνηστικό
memento=ενθύμιο
memo=σημείωμα
memorable=αλησμόνητος
memorable=αξέχαστος
memorable=αξιομνημόνευτος
memorial=μνημείο
memorial=μνημόσυνο
memorize=απομνημονεύω
memory=ανάμνηση
memory=μνήμη
menacing=απειλητικός
menagerie=θηριοτροφείο
mend=επισκευάζω
mental=πνευματικός
mental=ψυχικός
mentality=νοοτροπία
mentality=ψυχοσύνθεση
mention=αναφέρω
mention=αναφορά
mercenary=μισθοφορικός
mercenary=μισθοφόρος
merchandise=εμπορεύματα
merchandise=πραμάτεια
merchant=έμπορας
merciful=εύσπλαχνος
merciless=ανηλεής
mercury=υδράργυρος
mercy=έλεος
mere=απλός
merely=απλώς
merge=συγχωνεύομαι
merge=συγχωνεύω
meridian=απόγειο
merit=αξία
meritorious=άξιος
merriment=διασκέδαση
merriment=ευθυμία
merriment=κέφι
merry=εύθυμος
merry=φαιδρός
merrymaking=διασκέδαση
mesh=δίχτυ
mesh=ζεύξη
mesh=πλέγμα
mess=ακαταστασία
message=άγγελμα
message=μήνυμα
messenger=αγγελιοφόρος
messy=ακατάστατος
metabolism=μεταβολισμός
metal=μέταλλο
metallic=μεταλλικός
metallurgic=μεταλλουργικός
metallurgical=μεταλλουργικός
metallurgist=μεταλλουργός
metallurgy=μεταλλουργία
metamorphosis=μεταμόρφωση
metaphoric=μεταφορικός
mete=διανέμω
mete=επιβάλλω
meteorite=μετεωρίτης
meteorologist=μετεωρολόγος
meteorology=μετεωρολογία
meter=μετρητής
meter=μέτρο
method=μέθοδος
methodology=μεθοδολογία
meticulous=σχολαστικός
metre=μέτρο
metric=μετρικός
metronome=μετρητής
metropolis=μητρόπολη
metropolitan=μητροπολιτικός
mettle=θάρρος
mew=νιαουρίζω
mica=μαρμαρυγίας
microbe=μικρόβιο
microscope=μικροσκόπιο
middle=μεσαίος
middle=μέση
middleman=μεσάζοντας
midge=μουσίτσα
midget=νάνος
midnight=μεσάνυχτα
might=δύναμη
might=μπορούσα
mighty=δυνατός
mighty=ισχυρός
migrant=μετανάστης
migrate=αποδημώ
migrate=μεταναστεύω
migration=αποδημία
migration=μετανάστευση
mike=μικρόφωνο
mild=ήπιος
mild=πράος
mildew=μούχλα
mildew=περονόσπορος
mile=μίλι
military=στρατιωτικός
milk=αρμέγω
milk=γάλα
milkman=γαλατάς
mill=αλέθω
mill=εργοστάσιο
mill=μύλος
miller=μυλωνάς
millet=κεχρί
million=εκατομμύριο
mime=μίμος
mince=κιμάς
mind=νοιάζομαι
mind=πειράζω
mind=φυλάξου
mine=μεταλλείο
mine=νάρκη
miner=ανθρακωρύχος
mineral=μετάλλευμα
mineralogy=ορυκτολογία
minimal=ελάχιστος
minimize=ελαχιστοποιώ
minimum=ελάχιστος
minister=ιερέας
minister=υπουργός
ministerial=υπουργικός
ministry=υπουργείο
minor=ασήμαντος
minor=ελάσσων
minor=μικρός
minor=υπεξούσιος
minority=μειοψηφία
mint=μέντα
mint=νομισματοκοπείο
minus=πλην
minute=λεπτό
minute=λεπτομερής
minute=μικροσκοπικός
miracle=θαύμα
mire=βόρβορος
mirror=αντικατοπτρίζω
mirror=καθρέφτης
mirth=ευθυμία
mirth=χαρά
miscarriage=αποβολή
miscarry=αποβάλλω
mischief=μοχθηρία
misdemeanour=πταίσμα
miser=φιλάργυρος
miserable=άθλιος
miserable=ελεεινός
miserable=κακόμοιρος
miserable=χάλια
miserly=παραδόπιστος
miserly=φιλάργυρος
misery=δυστυχία
misery=μιζέρια
misfortune=δυστυχία
misfortune=κακοτυχία
misgiving=δισταγμός
mishap=ατύχημα
mislead=παραπλανώ
misleading=παραπλανητικός
miss=αστοχώ
miss=δεσποινίς
miss=χάνω
missile=πύραυλος
mission=αποστολή
missionary=ιεραπόστολος
mist=ομίχλη
mist=πούσι
mistake=λάθος
mistaken=εσφαλμένος
mistaken=λαθεμένος
mistaken=λανθασμένος
mistrust=δυσπιστία
misty=ομιχλώδης
misunderstanding=παρεξήγηση
mitt=γάντι
mix=ανακατεύω
mix=ανακατώνω
mix=αναμιγνύω
mix=μίγμα
mixer=μίξερ
mixture=μίγμα
moan=μουγκρητό
moan=μουγκρίζω
moan=στενάζω
mob=όχλος
mob=συμμορία
mobile=κινητός
mobility=κινητικότητα
mock=περιγελώ
mock=σαρκάζω
mock=χλευάζω
mockery=κοροϊδία
mockery=παρωδία
mockery=χλευασμός
mocking=εμπαικτικός
mocking=περιπαιχτικός
model=μακέτα
model=μανεκέν
model=μοντέλο
moderate=μετριάζω
moderate=μετριοπαθής
moderate=μέτριος
moderation=εγκράτεια
moderation=μετριοπάθεια
modern=μοντέρνος
modern=σύγχρονος
modest=μετριόφρων
modest=σεμνός
modestly=σεμνά
modesty=απλότητα
modesty=μετριοφροσύνη
modesty=σεμνότητα
modesty=ταπεινοφροσύνη
modify=παραλλάζω
modify=τροποποιώ
moist=υγρός
moisten=υγραίνω
moisture=υγρασία
molar=τραπεζίτης
mole=μόλος
mole=τυφλοπόντικας
moment=στιγμή
momentarily=προσωρινά
momentous=βαρυσήμαντος
monarch=ηγεμόνας
monetary=νομισματικός
money=λεφτά
moneylender=τοκογλύφος
monitor=οθόνη
monitor=παρακολουθώ
monkey=μαϊμού
Monopoly=Μονοπώλια
monopoly=μονοπώλιο
monsoon=μουσώνας
monster=κτήνος
monster=τέρας
monstrous=τραγελαφικός
month=μήνας
monthly=μηνιαίος
monument=μνημείο
monumental=μνημειώδης
monumental=πελώριος
moo=μουγκανίζω
mood=διάθεση
mood=έγκλιση
mood=κέφι
moon=φεγγάρι
moon=φωτερό
moor=προσδένω
moor=χερσότοπος
moot=αμφισβητούμενος
mop=σφουγγαρίζω
mop=σφουγγαρίστρα
moped=μοτοποδήλατο
moral=επιμύθιο
moral=ηθικός
more=πια
more=πλέον
morgue=νεκροτομείο
morning=πρωί
morrow=αύριο
morsel=λιχουδιά
mortal=θανάσιμος
mortal=θνητός
mortality=θνησιμότητα
mortgage=υποθηκεύω
mortgage=υποθήκη
mosque=τζαμί
mosquito=κουνούπι
moss=βρύο
most=πλέον
moth=σκόρος
moth=σκώρος
mother=μητέρα
motherly=μητρικός
motion=γνέφω
motion=κίνηση
motion=πρόταση
motionless=ακίνητος
motivate=παρακινώ
motivation=κίνητρο
motivation=παρακίνηση
motive=κίνητρο
motley=ανακατεμένος
motley=ετερογενής
motor=μηχανή
motorbike=μηχανή
motorcar=αυτοκίνητο
motorcycle=μηχανή
motoring=οδήγηση
motorist=αυτοκινητιστής
mottle=κηλίδα
mould=μήτρα
mould=μούχλα
moulding=πλάσιμο
moult=μαδώ
mound=ανάχωμα
mount=ανεβαίνω
mount=αυξάνομαι
mount=βουνό
mount=όρος
mountain=βουνό
mountain=όρος
mountaineer=ορειβάτης
mountaineering=ορειβασία
mountainous=ορεινός
mountebank=αγύρτης
mourn=θρηνώ
mourn=κλαίω
mourn=πενθώ
mournful=πένθιμος
mournful=περίλυπος
mouse=ποντίκι
moustache=μουστάκι
mouth=στόμα
mouth=στόμιο
mouthful=μπουκιά
mouthpiece=επιστόμιο
movable=κινητός
move=κίνηση
move=κινώ
move=μετακομίζω
move=σαλεύω
movement=κίνημα
movement=κίνηση
moving=συγκινητικός
mow=θερίζω
much=πολύ
much=πολύς
muck=βόρβορος
muck=βρομιά
muck=κοπριά
mud=βόρβορος
mud=ιλύς
mud=λάσπη
muddle=ανακατεύω
muddle=μπερδεύω
muddle=συγχέω
muddy=ιλυώδης
muddy=λασπώδης
muddy=λασπωμένος
mudguard=λασπωτήρας
mudguard=φτερό
muff=χάνω
muffle=κουκουλώνω
muffle=πνίγω
mug=κούπα
mug=μούρη
mugger=ληστής
mugging=ληστεία
muggy=πνιγηρός
mulberry=μούρο
mulct=πρόστιμο
mule=μουλάρι
mull=ζεσταίνω
multifarious=πολυειδής
multilingual=πολύγλωσσος
multiple=πολλαπλός
multiplication=αναπαραγωγή
multiplication=πολλαπλασιασμός
multiply=πολλαπλασιάζω
multitude=πλήθος
mum=μαμά
mum=μάνα
mumble=μουρμουρίζω
mummify=ταριχεύω
mummy=μαμά
mummy=μούμια
mundane=κοσμικός
mundane=τετριμμένος
municipal=δημοτικός
murder=σκοτώνω
murder=φόνος
murderer=δολοφόνος
murderous=φονικός
murk=ζόφος
murmur=γκρινιάζω
murmur=μουρμουρίζω
muscular=μυϊκός
muscular=μυώδης
muse=ρεμβάζω
museum=μουσείο
mushroom=μανιτάρι
music=μουσική
musician=μουσικός
musket=μουσκέτο
musket=τουφέκι
must=μούστος
must=πρέπει
mustard=μουστάρδα
muster=συγκεντρώνομαι
muster=συγκεντρώνω
mutation=μεταλλαγή
mutation=μετάλλαξη
mute=μουγγός
mutilate=κουτσουρεύω
mutter=μουρμουρίζω
mutual=αμοιβαίος
myrtle=μερσίνη
myrtle=μυρσίνη
myrtle=μύρτος
mysterious=αινιγματικός
mysterious=μυστηριώδης
mysteriously=μυστηριωδώς
mystery=αίνιγμα
mystery=γρίφος
mystery=μυστήριο
mystic=μυστικιστής
mythology=μυθολογία
nab=πιάνω
nab=σουφρώνω
nab=συλλαμβάνω
nag=αποπαίρνω
nag=καυγαδίζω
nag=παλιάλογο
nail=καρφί
nail=νύχι
nail=πρόκα
naive=αφελής
naivety=αφέλεια
naked=γυμνός
naked=τσίτσιδος
name=όνομα
name=ονομάζω
name=ονομασία
nameless=ανώνυμος
namely=ήτοι
nap=υπνάκος
nape=σβέρκος
napkin=πετσέτα
napkin=πετσετάκι
napkin=χαρτοπετσέτα
nappy=πάνα
narrator=αφηγητής
narrow=στενός
nasty=απαίσιος
nation=έθνος
national=εθνικός
nationalism=εθνικισμός
nationalist=εθνικιστής
nationality=ιθαγένεια
nationality=υπηκοότητα
native=ιθαγενής
native=ντόπιος
naturally=φυσικά
nature=φύση
naughty=άτακτος
nautical=ναυτικός
naval=ναυτικός
nave=σηκός
navigation=ναυτιλία
navigator=αεροναυτίλος
navigator=ναυτίλος
navy=ναυτικό
near=κοντά
nearby=κοντά
nearby=κοντινός
nearly=παραλίγο
nearly=σχεδόν
near-sighted=μυωπικός
neat=ακριβής
neatly=κομψά
necessarily=απαραίτητα
necessary=αναγκαίος
necessity=αναγκαιότητα
neck=αυχένας
neck=λαιμός
neck=σβέρκος
necklace=κολιέ
nectar=νέκταρ
need=ανάγκη
need=χρειάζομαι
needle=βελόνα
nefarious=άνομος
nefarious=φαύλος
negative=αρνητικός
negatively=αρνητικά
neglect=αμέλεια
neglect=αμελώ
negligible=αμελητέος
negotiate=διαπραγματεύομαι
negotiation=διαπραγμάτευση
negotiator=διαπραγματευτής
neigh=χλιμιντρίζω
neighbour=γείτονας
neighbourhood=γειτονιά
neighbourhood=μαχαλάς
neighbouring=γειτονικός
neighbourly=φιλικός
nerve=νεύρο
nervous=νευρικός
nervously=ανήσυχα
nest=θαλάμη
nest=φωλιά
nest=φωλιάζω
nestle=φωλιάζω
net=δίχτυ
nettle=τσουκνίδα
network=δίκτυο
neutral=νεκρό
neutral=ουδέτερος
never=ποτέ
nevertheless=ωστόσο
new=καινούριος
new=νέος
newfangled=καινοφανής
newly=πρόσφατα
news=ειδήσεις
news=νέα
newspaper=εφημερίδα
next=επόμενος
next=μετά
nibble=τσιμπολόγημα
nice=ωραίος
nicely=ωραία
nicety=ακριβολογία
niche=σηκός
nick=εγκοπή
nickname=παρατσούκλι
niggard=τσιγκούνης
night=νύχτα
nightingale=αηδόνι
nimbleness=ευστροφία
nimbus=αύρα
nine=εννέα
nip=τσιμπώ
nipper=πιτσιρίκος
nipple=ρόγα
nirvana=νιρβάνα
nitwit=βλάκας
no=κανένας
no=όχι
nobility=αριστοκρατία
noble=αβρός
nobody=κανείς
nocturnal=νυχτερινός
nod=κατανεύω
noise=θόρυβος
noisy=θορυβώδης
nomadic=φερέοικος
nomenclature=ονοματολογία
nominal=ονομαστικός
nominate=διορίζω
nominate=προτείνω
nomination=υποψηφιότητα
nomination=χρίσμα
nominative=ονομαστικός
nonchalant=αδιάφορος
nonchalant=οκνός
nonchalant=ράθυμος
none=κανένας
nonplus=σαστίζω
nonsense=ανοησίες
nonsense=βλακείες
nonsensical=ανόητος
nook=γωνία
nook=εσοχή
noon=μεσημέρι
nor=ούτε
norm=νόρμα
norm=πρότυπο
normal=κανονικός
normal=φυσιολογικός
normally=κανονικά
north=Βοράς
north=Βοριάς
northern=βόρειος
nose=μύτη
nostalgia=νοσταλγία
nostalgic=νοσταλγικός
nostril=ρουθούνι
not=δεν
notable=αξιοσημείωτος
notary=συμβολαιογράφος
note=σημειώνω
note=σημείωση
notebook=καρνέ
notebook=σημειωματάριο
noteworthy=αξιοσημείωτα
nothing=τίποτα
notice=παρατηρώ
notice=πίνακας
noticeable=αξιοσημείωτος
notify=γνωστοποιώ
notify=ειδοποιώ
notion=αντίληψη
notion=ιδέα
notorious=διαβόητος
notorious=περιβόητος
nourish=καλλιεργώ
nourish=τρέφω
nourishment=θρέψη
nourishment=τροφή
novel=καινοφανής
novel=μυθιστόρημα
now=τώρα
noxious=επιζήμιος
nuance=απόχρωση
nuclear=πυρηνικός
nucleus=πυρήνας
nudism=γυμνισμός
nuisance=μπελάς
nullify=ανατρέπω
nullify=ματαιώνω
number=αριθμός
numbness=μούδιασμα
numerous=πολυάριθμος
nunnery=μονή
nurse=βάγια
nurse=νοσοκόμα
nursery=φυτώριο
nurture=τρέφω
nut=παξιμάδι
nutrition=θρέψη
nutritional=θρεπτικός
nutritious=θρεπτικός
oak=βελανιδιά
oak=δρύινος
oar=κουπί
oasis=όαση
oath=όρκος
oats=βρόμη
oats=βρώμη
obedient=πειθήνιος
obedient=υπάκουος
obelisk=οβελίσκος
obese=παχύσαρκος
obesity=παχυσαρκία
obey=υπακούω
obituary=νεκρολογία
object=αντικείμενο
object=αντιτείνω
objection=αντίρρηση
objective=αντικειμενικός
objurgate=επικρίνω
obligation=υποχρέωση
obligatory=υποχρεωτικός
oblige=υποχρεώνω
oblique=λοξός
oblique=πλάγιος
obliquity=λοξότητα
oblivion=λήθη
oblivion=λησμονιά
oblong=επιμήκης
oblong=μακρόστενο
obscene=αισχρός
obscene=άσεμνος
obscure=δυσνόητος
obscure=κρύβω
obscure=σκοτεινός
observation=παρακολούθηση
observation=παρατηρητικότητα
observatory=παρατηρητήριο
observe=παρατηρώ
observe=τηρώ
observer=παρατηρητής
obsolete=απαρχαιωμένος
obstacle=εμπόδιο
obstacle=φραγμός
obstinacy=πείσμα
obstinate=ισχυρογνώμων
obstinate=πεισματάρης
obstinate=πεισμωμένος
obstruct=κωλυσιεργώ
obstruct=παρακωλύω
obstruction=παρακώλυση
obstruction=στένωση
obtain=αποκτώ
obtain=προμηθεύομαι
obvious=φανερός
obviously=εμφανώς
occasion=περίπτωση
occasional=σποραδικός
occasionally=περιοδικά
occasionally=πότεoccult=απόκρυφος
occupant=κάτοχος
occupation=επάγγελμα
occupation=κατάληψη
occupation=κατοχή
occupational=επαγγελματικός
occupy=καταλαμβάνω
occur=συμβαίνω
occurrence=γεγονός
occurrence=περιστατικό
occurrence=συμβάν
ocean=ωκεανός
ochre=ώχρα
octopus=χταπόδι
odd=μονός
oddity=ιδιορρυθμία
oddity=παραξενιά
odour=οσμή
of=από
off=μακριά
offence=αδίκημα
offence=παράβαση
offence=προσβολή
offend=προσβάλλω
offender=ένοχος
offender=παραβάτης
offensive=επίθεση
offensive=προσβλητικός
offensive=συνέπεια
offer=προσφέρω
offer=προσφορά
office=γραφείο
office=θώκος
officer=αξιωματικός
officer=στέλεχος
official=αξιωματικός
official=επίσημος
officially=επίσημα
officiate=χοροστατώ
offshoot=βλαστός
offshoot=παρακλάδι
offshoot=παραφυάδα
often=συχνά
oil=λάδι
oil=πετρέλαιο
ointment=αλοιφή
old=γέρικος
old=γέρος
old=παλαιός
olive=ελιά
omelette=ομελέτα
ominous=δυσοίωνος
omission=παράλειψη
omit=παραλείπω
omnivorous=παμφάγος
on=σε
once=εφάπαξ
once=κάποτε
one=ένα
one=ένας
one=μία
onerous=βαρύς
onerous=επαχθής
onion=κρεμμύδι
onlooker=θεατής
only=μόνο
onset=αρχή
onto=πάνω
onus=βάρος
ooze=ίζημα
ooze=κυλώ
ooze=λάσπη
ooze=στάζω
opaque=αδιαφανής
open=ανοίγω
open=ανοικτός
open=ανοιχτός
open=εγκαινιάζω
openly=ανοιχτά
opera=όπερα
operate=εγχειρίζω
operate=λειτουργώ
operation=εγχείρηση
operation=επιχείρηση
operation=λειτουργία
operational=λειτουργικός
operator=χειριστής
opinion=άποψη
opinion=γνωμάτευση
opinion=γνώμη
opponent=αντίπαλος
opportune=επίκαιρος
oppose=αντιτίθεμαι
oppose=εναντιώνομαι
opposition=αντίθεση
opposition=αντιπολίτευση
oppression=καταδυνάστευση
oppression=καταπίεση
oppressive=καταπιεστικός
optician=οπτικός
optimism=αισιοδοξία
optimistic=αισιόδοξος
option=επιλογή
or=ή
oral=προφορικός
orange=πορτοκαλί
orange=πορτοκάλι
orbit=τροχιά
orchard=περιβόλι
orchestra=ορχήστρα
ordain=χειροτονώ
ordeal=δοκιμασία
order=εντολή
order=παραγγελία
order=παραγγέλλω
order=προσταγή
ordinary=συνηθισμένος
ordination=χειροτονία
ore=μετάλλευμα
ore=ορυκτό
oregano=ρίγανη
organ=όργανο
organic=οργανικός
organisation=διοργάνωση
organisation=οργάνωση
organist=οργανίστας
oriental=ανατολικός
oriental=ανατολίτικος
orientate=προσανατολίζω
orifice=στόμιο
origin=προέλευση
original=γνήσιος
original=πρωτότυπος
originality=πρωτοτυπία
originate=προέρχομαι
orphan=ορφανός
orphanage=ορφανοτροφείο
orthodox=ορθόδοξος
orthodoxy=ορθοδοξία
oscillate=ταλαντώνομαι
osier=λυγαριά
ostensible=δήθεν
ostensible=φαινομενικός
ostensibly=φαινομενικά
ostentatious=επιδεικτικός
ostentatious=φιγουρατζής
other=άλλος
ounce=ουγκιά
out=έξω
outbreak=εκδήλωση
outbreak=έκρηξη
outbreak=ξέσπασμα
outcome=έκβαση
outcome=κατάληξη
outcry=αγανάκτηση
outcry=κατακραυγή
outfit=εξοπλισμός
outgoing=εκδηλωτικός
outgoing=εξωστρεφής
outgoing=κοινωνικός
outing=εκδρομή
outlaw=φυγάς
outlet=διέξοδος
outline=διατυπώνω
outline=σκιαγράφηση
outline=σκιαγραφώ
outlook=πρόβλεψη
outmoded=ντεμοντέ
outmoded=ξεπερασμένος
output=παραγωγή
outrage=οργή
outrage=προπηλακίζω
outrage=προσβολή
outrageous=εξωφρενικός
outrageous=σκανδαλώδης
outright=απόλυτος
outset=αρχή
outsider=ξένος
outskirts=περίχωρα
outspoken=ειλικρινής
outspoken=ντόμπρος
outstanding=εξαιρετικός
outwit=ξεγελώ
ovary=ωάριο
ovation=επευφημία
over=πάνω
over=τελείωσε
overall=γενικός
overall=ποδιά
overall=συνολικός
overalls=ολόσωμα
overburden=παραφορτώνω
overcast=μουντός
overcast=συννεφιασμένος
overcoat=παλτό
overcoat=πανωφόρι
overcome=νικημένος
overcome=ξεπερνώ
overdo=εξογκώνω
overestimate=υπερεκτιμώ
overflow=ξεχειλίζω
overflow=υπερχείλιση
overhear=ωτακουστώ
overheat=υπερθερμαίνομαι
overlap=επικαλύπτω
overlap=συμπίπτω
overload=υπερφορτώνω
overlook=παραβλέπω
overlook=παραγνωρίζω
overly=υπερβολικά
overpopulation=υπερπληθυσμός
overrun=υπερβαίνω
overseas=υπερπόντιος
oversee=επιβλέπω
oversee=επιτηρώ
overseer=επόπτης
oversight=αβλεψία
oversight=παράλειψη
oversimplify=απλουστεύω
overt=φανερός
overtake=ξεπερνώ
overtake=προσπερνώ
overthrow=ανατροπή
overturn=αναποδογυρίζω
overturn=μπατάρω
overweight=υπέρβαρος
overwhelm=καταβάλλω
overwhelm=κατακλύζω
overwhelm=πνίγω
overwhelm=συντρίβω
oviduct=σάλπιγγα
owe=οφείλω
owe=χρωστώ
owl=κουκουβάγια
own=κατέχω
own=της]
owner=ιδιοκτήτης
owner=κάτοχος
owner=κτήτορας
ownership=ιδιοκτησία
oxide=οξείδιο
oxygenation=οξυγόνωση
ozone=όζον
pace=βήμα
pace=δρασκελιά
pace=ρυθμός
pace=φόρα
pacific=ειρηνικός
pack=κατακλύζω
pack=πακέτο
pack=συσκευάζω
pack=τράπουλα
packaging=συσκευασία
packer=συσκευαστής
packet=δέμα
packet=δέσμη
packet=πακέτο
padding=παραγέμισμα
paddle=κουπί
page=σελίδα
pagoda=παγόδα
pail=κουβάς
pain=πόνος
painful=αλγεινός
painful=οδυνηρός
painfully=οδυνηρά
painless=ανώδυνος
painstaking=κοπιαστικός
painstaking=φιλόπονος
paint=βάφω
painter=βαφέας
painting=ζωγραφιά
paintwork=λουστράρισμα
pair=ζευγάρι
pal=φιλαράκος
pal=φίλος
palace=ανάκτορο
palace=μέγαρο
palace=παλάτι
palaeontologist=παλαιοντολόγος
palatable=εύγευστος
palatable=ευχάριστος
palate=ουρανίσκος
palate=υπερώα
pale=ξανθός
pale=χλωμός
paleness=κιτρινίλα
palette=παλέτα
palm=παλάμη
palm=φοίνικας
pancake=τηγανίτα
pandemonium=πανδαιμόνιο
pander=εκμαυλίζω
panel=προεδρείο
panel=φάτνωμα
panic=πανικοβάλλω
panic=πανικός
pannier=κοφίνι
panorama=πανόραμα
pansy=πανσές
pant=λαχανιάζω
panther=πάνθηρας
panties=βράκα
pantomime=παντομίμα
pants=παντελόνι
pap=κουρκούτι
pap=πολτός
paper=εφημερίδα
paper=χαρτένιος
paper=χαρτί
par=ισότητα
par=ισοτιμία
parable=παραβολή
parachute=αλεξίπτωτο
parade=παρέλαση
paradigm=παράδειγμα
paradise=παράδεισος
paragon=υπόδειγμα
paragraph=παράγραφος
parallel=παράλληλος
paralyse=παραλύω
paramilitary=παραστρατιωτικός
paranoia=παράνοια
paranoid=παρανοϊκός
parapet=πεζούλα
parasite=παράσιτο
parcel=δέμα
parch=ξεραίνω
pardon=συγχώρηση
pardon=συγχωρώ
pardon=χάρη
parish=ενορία
park=πάρκο
parliament=βουλή
parliament=κοινοβούλιο
parliamentary=κοινοβουλευτικός
parody=παρωδία
parole=ομιλία
parrot=παπαγάλος
parsley=μαϊντανός
parson=εφημέριος
part=μερίδιο
part=χωρίζω
partial=μερικός
participant=συμμέτοχος
participle=μετοχή
particle=μόριο
particle=σωματίδιο
particular=ειδικός
particular=συγκεκριμένος
particularly=ειδικά
particularly=ιδίως
parting=χωρισμός
parting=χωρίστρα
partisan=παρτιζάνος
partly=μερικώς
partner=σύντροφος
partner=ταίρι
partnership=συνεργασία
partridge=πέρδικα
parturition=τοκετός
party=παρέα
party=συμβαλλόμενος
pass=κυκλοφορώ
pass=πέρασμα
pass=περνώ
pass=στενά
passable=διαβατός
passable=μέτριος
passage=διάβαση
passage=κείμενο
passenger=επιβάτης
passing=πέρασμα
passing=περαστικός
passion=εμπάθεια
passionate=εμπαθής
passionate=παθιασμένος
passive=παθητικός
passively=παθητικά
password=σύνθημα
past=παρελθόν
past=περασμένος
pasta=ζυμαρικό
paste=κόλλα
pastel=κραγιόνι
pastime=απασχόληση
pastime=ενασχόληση
pastime=χόμπι
pastoral=ποιμενικός
pasture=βοσκότοπος
pat=χαϊδεύω
patch=μπάλωμα
paternal=πατρικός
paternity=πατρότητα
path=διαδρομή
path=μονοπάτι
pathfinder=ανιχνευτής
pathogenic=παθογόνος
pathologist=παθολόγος
pathology=παθολογία
pathway=μονοπάτια
patience=καρτερία
patience=υπομονή
patient=ασθενής
patient=υπομονετικός
patiently=υπομονετικά
patriarch=πατριάρχης
patrician=πατρίκιος
patriot=πατριώτης
patriotic=πατριωτικός
patriotism=πατριωτισμός
patrol=περιπολία
patron=θαμώνας
patron=προστάτης
patronage=πατρονάρισμα
patronage=προστασία
pattern=σχέδιο
paunch=προκοίλι
pause=διακοπή
pause=διακόπτω
pause=παύση
pause=σταματώ
pave=λιθοστρώνω
pavement=πεζοδρόμιο
pavement=πεζόδρομος
pay=πληρωμή
pay=πληρώνω
payable=πληρωτέος
pea=μπιζέλι
peace=ειρήνη
peace=ησυχασμός
peach=γιαρμάς
peacock=παγόνι
peak=κορυφή
peak=κορυφώνω
pear=απίδι
pear=αχλάδι
pearl=μαργαριτάρι
peasant=χωριάτης
peat=τύρφη
pebble=ψηφίο
peck=ραμφίζω
peckish=πεινασμένος
peculiar=παράδοξος
peculiar=παράξενος
pedal=πετάλι
pedal=πετάλιο
pedantic=σχολαστικός
pedestal=βάθρο
pedestrian=πεζός
pedigree=οικογένεια
pedigree=ράτσα
peel=καθαρίζω
peel=ξεφλουδίζω
peel=ξύσμα
peep=κρυφοκοιτάζω
peer=όμοιος
peer=ομότιμος
peer=περιεργάζομαι
peevish=πικρόχολος
peg=γόμφος
pelvis=πύελος
pen=μάντρα
pen=στυλό
penal=ποινικός
penalty=κύρωση
penalty=ποινή
penalty=πρόστιμο
pencil=μολύβι
penetrate=διαπερνώ
penetrate=διεισδύω
penetrate=εισχωρώ
penetrating=διεισδυτικός
penetration=διείσδυση
peninsula=χερσόνησος
penitentiary=σωφρονιστήριο
pension=συνταγή
pension=σύνταξη
pensioner=συνταξιούχος
people=άνθρωποι
people=άνθρωπος
people=κόσμος
pep=σφρίγος
pepper=πιπέρι
pepper=πιπεριά
per=ανά
per=κάθε
perceive=αντιλαμβάνομαι
perceive=διαβλέπω
percentage=ποσοστό
perceptible=αισθητός
perception=αντίληψη
perch=κούρνια
perfect=τελειοποιώ
perfect=τέλειος
perfection=τελειοποίηση
perfectly=τέλεια
perfidious=επίβουλος
perforate=διατρυπώ
perform=αποδίδω
perform=εκτελώ
performance=απόδοση
performance=παράσταση
performer=καλλιτέχνης
perfume=άρωμα
perfume=ευωδιά
perhaps=ίσως
perhaps=μπορεί
perilous=επικίνδυνος
period=διάστημα
period=περίοδος
periodically=περιοδικά
peripheral=περιφερειακός
periphery=περιφέρεια
perish=χάνομαι
perjurer=επίορκος
permanent=μόνιμος
permanently=μόνιμα
permeability=διαπερατότητα
permission=άδεια
permit=άδεια
permit=επιτρέπω
pernicious=ολέθριος
perpetrate=διαπράττω
perpetrator=δράστης
perpetual=ενδελεχής
perpetual=παντοτινός
perpetuity=αιωνιότητα
persecute=καταδιώκω
persecution=διωγμός
persevere=εμμένω
persevere=επιμένω
persist=επιμένω
persistence=εμμονή
persistence=επιμονή
persistent=διαρκής
persistent=επίμονος
person=άνθρωπος
person=άτομο
person=πρόσωπο
personable=ευπαρουσίαστος
personal=προσωπικός
personality=προσωπικότητα
personally=προσωπικά
personification=ενσάρκωση
personify=προσωποποιώ
perspective=άποψη
perspective=προοπτική
perspicacious=διορατικός
perspicacity=διορατικότητα
persuade=πείθω
persuasion=πειθώ
pert=αυθάδης
pert=θρασύς
pesky=ενοχλητικός
pessimism=απαισιοδοξία
pester=τριβελίζω
pet=θωπεύω
petrol=βενζίνη
petticoat=μεσοφόρι
petty=μικροπρεπής
pharmaceutical=φαρμακευτικός
pharmacist=φαρμακοποιός
pharmacy=φαρμακείο
phase=φάση
pheasant=φασιανός
phenomenal=εκπληκτικός
phenomenal=φαινομενικός
philharmonic=φιλαρμονικός
philologist=φιλόλογος
philosopher=φιλόσοφος
philosophical=φιλοσοφικός
philosophy=φιλοσοφία
phlegm=ροχάλα
phlegmatic=φλεγματικός
phoenix=φοίνιξ
phonetic=φωνητικός
photo=φωτογραφία
photograph=φωτογραφία
photograph=φωτογραφίζω
photographer=φωτογράφος
photographic=φωτογραφικός
photography=φωτογραφία
phrase=διατυπώνω
phrase=φράση
physical=σωματικός
physical=φυσικός
physician=γιατρός
physics=φυσική
physiotherapy=φυσιοθεραπεία
physique=κράση
pianist=πιανίστας
piano=πιάνο
pick=διαλέγω
pick=κασμάς
pick=μαζεύω
pick=συλλέγω
picket=παλούκι
pickle=τουρσί
pickpocket=πορτοφολάς
pictorial=παραστατικός
picture=εικόνα
picturesque=γραφικός
pie=πίτα
pier=αποβάθρα
pier=μόλος
piercing=διαπεραστικός
piety=ευσέβεια
pig=γουρούνι
pigeon=περιστέρι
pigment=χρωστικός
pigtail=κοτσίδα
pigtail=πλεξούδα
pile=στοίβα
pile=στοιβάδα
pile=στοιβάζω
pile=σωρός
pilgrim=προσκυνητής
pilgrimage=προσκύνημα
pill=χάπι
pillar=κολόνα
pillar=στυλοβάτης
pillar=στύλος
pillow=μαξιλάρι
pilot=πιλοτάρω
pilot=πιλότος
pimp=μαστροπός
pimple=σπυρί
pin=γόμφος
pin=καρφίτσα
pinch=βουτώ
pinch=κλέβω
pinch=τσιμπώ
pine=πεύκο
pink=ροζ
pinnacle=αποκορύφωμα
pinpoint=εντοπίζω
pioneer=καινοτομώ
pioneer=προπορεύομαι
pioneer=πρωτοπόρος
pious=ευσεβής
pip=κουκούτσι
pipe=αυλός
pipe=πίπα
pipe=σωλήνας
pipeline=αγωγός
piping=σωλήνωση
pirate=πειρατής
pistil=ύπερος
piston=έμβολο
piston=πιστόνι
pit=λάκκος
pit=ορυχείο
pitch=γήπεδο
pitch=κατράμι
pitch=κλυδωνίζομαι
pitcher=στάμνα
pitiful=αξιολύπητος
pitiful=οικτρός
pity=κρίμα
pity=οίκτος
place=μέρος
place=τοποθετώ
place=τόπος
placement=τοποθέτηση
plagiarist=λογοκλόπος
plagiary=λογοκλοπή
plague=πανώλης
plain=κάμπος
plain=πεδιάδα
plain=σκέτο
plain=σκέτος
plaintiff=ενάγων
plait=κοτσίδα
plait=πτυχή
plan=σχεδιάζω
plan=σχέδιο
plane=επίπεδο
plane=πλάνη
plane=ροκάνι
plane=στάθμη
planet=πλανήτης
plant=εργοστάσιο
plant=φυτεύω
plant=φυτό
plantation=φυτεία
plaque=πλάκα
plaster=γύψος
plaster=λευκοπλάστης
plasterer=σοβατζής
plastering=σοβάτισμα
plastic=πλαστικός
plate=πιάτο
plate=πλάκα
plateau=οροπέδιο
platform=εξέδρα
platform=πλατφόρμα
platitude=κοινοτυπία
platitude=σαχλαμάρα
platoon=διμοιρία
platter=πιατέλα
plaudit=χειροκρότημα
plausible=αληθοφανής
plausible=εύσχημος
play=έργο
play=παίζω
play=παριστάνω
player=παίκτης
playful=εύθυμος
playful=παιχνιδιάρικος
plaything=παιχνίδι
plea=έκκληση
plea=υπεράσπιση
plead=αγορεύω
plead=ικετεύω
pleasant=ευάρεστος
pleasant=ευχάριστος
pleasantly=ευχάριστα
please=ευχαριστώ
please=παρακαλώ
pleasure=αρέσκεια
pleasure=ευχαρίστηση
pleasure=ηδονή
pleat=πιέτα
plebiscite=δημοψήφισμα
pledge=εχέγγυο
pledge=υπόσχομαι
plentiful=άφθονος
plenty=άφθονος
plenty=πολλά
plenty=πολλοί
pliable=εύκαμπτος
pliant=ευλύγιστος
pliers=πένσα
plot=πλοκή
plot=συνωμοσία
plot=συνωμοτώ
plough=αλέτρι
plough=οργώνω
ploughman=ζευγάς
ploughman=οργωτής
ploughshare=υνί
pluck=μαδώ
plucky=τολμηρός
plug=βύσμα
plug=πρίζα
plum=δαμάσκηνο
plumage=φτέρωμα
plumb=σταθμίζω
plumber=υδραυλικός
plume=λοφίο
plume=φτερό
plump=παχουλός
plump=τροφαντός
plunder=λεηλατώ
plunge=βουτώ
plunge=καταδύομαι
plunge=πέφτω
plus=συν
poacher=λαθροκυνηγός
pocket=τσέπη
poem=ποίημα
poet=ποιητής
poetic=ποιητικός
poetry=ποίηση
point=αιχμή
point=δείχνω
point=επισημαίνω
point=στίγμα
pointed=αιχμηρός
pointed=μυτερός
pointer=βέργα
pointer=δείκτης
pointless=άσκοπος
poise=κορμοστασιά
poison=δηλητηριάζω
poison=δηλητήριο
poisoning=δηλητηρίαση
poisonous=δηλητηριώδης
poke=σπρώχνω
poke=τσιγκλώ
poker=σκαλιστήρι
polar=πολικός
pole=παλούκι
pole=πάσσαλος
police=αστυνομεύω
police=αστυνομία
policeman=αστυνόμος
policeman=αστυφύλακας
policy=πολιτική
polish=βερνίκι
polish=γυαλίζω
Polish=λουστράρω
polish=λούστρο
Polish=στιλβώνω
polite=ευγενικός
political=πολιτικός
politician=πολιτικός
pollen=γύρη
pollute=μαγαρίζω
pollution=ρύπανση
pompous=ξιπασμένος
pond=λιμνούλα
ponder=αναμετρώ
ponder=ζυγιάζω
ponder=σταθμίζω
ponder=συλλογίζομαι
pony=αλογάκι
pool=λιμνούλα
pool=πισίνα
poor=καημένος
poor=πενιχρός
poor=φτωχός
poorly=φτωχά
Pope=Πάπας
pope=πάπισσα
popish=παπικός
poplar=καβάκι
poppy=παπαρούνα
popular=δημοφιλής
popular=λαϊκός
popularity=δημοτικότητα
population=πληθυσμός
porcelain=πορσελάνη
porch=βεράντα
pore=πόρος
porn=τσόντα
pornography=πορνογραφία
port=αριστερός
port=λιμάνι
portable=φορητός
portal=πύλη
portent=προμήνυμα
porter=αχθοφόρος
portfolio=χαρτοφυλάκιο
portion=μερίδα
portion=μερίδιο
portly=εύσωμος
portrait=πορτρέτο
portrayal=απεικόνιση
pose=πόζα
pose=ποζάρω
posh=λουσάτος
position=θέση
position=τοποθεσία
position=τοποθετώ
positive=θετικός
possess=έχω
possess=κατέχω
possession=κατοχή
possessions=περιουσία
possessions=τιμαλφή
possessor=κάτοχος
possible=εφικτός
possible=πιθανός
post=δοκάρι
post=πόστο
post=ταχυδρομώ
postal=ταχυδρομικός
postcard=κάρτα
poster=αφίσα
postman=διανομέας
postman=ταχυδρόμος
postpone=αναβάλλω
postponement=αναβολή
postulate=αιτώ
postulate=ζητώ
potable=πόσιμος
potato=πατάτα
potent=κραταιός
potential=ενδεχόμενος
potential=πιθανότητα
potential=τάση
potpourri=ποικιλία
potter=αγγειοπλάστης
pottery=αγγειοπλαστική
pouch=θύλακας
pouch=σακούλα
pound=κοπανίζω
pound=λίβρα
pound=λίμπρα
pound=μάντρα
pour=βάζω
pour=ρίχνω
pour=χιμώ
poverty=ένδεια
poverty=μιζέρια
poverty=πενία
poverty=φτώχεια
powder=πασπαλίζω
powder=πούδρα
power=δύναμη
power=εξουσία
power=κύρος
powerful=δυναμικός
powerful=δυνατός
powerful=ισχυρός
powerless=αδύναμος
powerless=ανίκανος
practical=πρακτικός
practically=σχεδόν
practice=άσκηση
practice=πρακτική
practise=ασκώ
practise=εξασκώ
praise=εκθειάζω
praise=έπαινος
praiseworthy=αξιέπαινος
prawn=γαρίδα
pray=προσεύχομαι
prayer=προσευχή
preacher=ιεροκήρυκας
preaching=κήρυγμα
preamble=πρόλογος
preamble=σκεπτικό
precarious=επισφαλής
precaution=προφύλαξη
precautionary=προληπτικός
precede=προηγούμαι
precedent=προηγούμενο
precious=πολύτιμος
precious=τιμαλφής
precipice=γκρεμός
precipitate=επισπεύδω
precise=ακριβής
precise=ακριβολόγος
precise=συγκεκριμένος
precisely=ακριβώς
precision=ακρίβεια
preclude=αποκλείω
preclude=παρακωλύω
preconceive=προδικάζω
preconception=προκατάληψη
precursor=προάγγελος
predatory=αρπακτικός
predict=προβλέπω
predict=προλέγω
prediction=πρόβλεψη
prediction=πρόρρηση
predominate=επικρατώ
predominate=υπερισχύω
preface=προλογίζω
preface=πρόλογος
preface=προοίμιο
preference=προτίμηση
prefix=πρόθεμα
pregnancy=εγκυμοσύνη
pregnancy=κύηση
pregnant=έγκυος
prehistoric=προϊστορικός
prejudice=προκατάληψη
prejudice=πρόληψη
preliminary=προκαταρκτικός
premature=πρόωρος
premeditated=εσκεμμένος
premiere=πρεμιέρα
premise=κατάστημα
premise=οίκημα
premise=πρόταση
prepare=προετοιμάζω
preparing=προπαρασκευαστικός
preposition=πρόθεση
prerogative=προνόμιο
presage=προμήνυμα
prescribe=διατάσσω
prescribe=ορίζω
prescribe=προβλέπω
prescription=παραγραφή
presence=παρουσία
present=δώρο
present=παρουσιάζω
present=παρών
presentation=παρουσίαση
preservation=διατήρηση
preserve=διασώζω
preserve=διατηρώ
preserve=συντηρώ
preside=προεδρεύω
presidency=προεδρία
president=πρόεδρος
presidential=προεδρικός
press=πιέζω
press=πρεσάρω
pressure=πίεση
prestige=αίγλη
prestige=γόητρο
presume=υποθέτω
presuppose=προϋποθέτω
pretence=εκζήτηση
pretend=προσποιούμαι
pretension=αξίωση
pretentious=ξιπασμένος
pretty=χαριτωμένος
prevail=επικρατώ
prevail=υπερισχύω
prevalence=επικράτηση
prevaricate=υπεκφεύγω
prevarication=χρονοτριβή
prevent=αποτρέπω
prevent=εμποδίζω
prevent=προλαβαίνω
prevention=αποφυγή
prevention=εμποδισμός
prevention=πρόληψη
previous=προηγούμενος
previously=προηγούμενα
prey=βορά
prey=λεία
price=τιμή
priceless=ανεκτίμητος
prick=κέντημα
prick=κεντώ
prick=τρυπώ
prick=τσιτώνω
prickly=ακανθώδης
prickly=δύσκολος
prickly=ευερέθιστος
pride=έπαρση
pride=καμάρι
pride=φιλοτιμία
priest=παπάς
priesthood=ιερατείο
primacy=πρωτεία
primacy=υπεροχή
primarily=κυρίως
primary=πρωταρχικός
primary=πρώτος
primitive=αρχέγονος
primitive=πρωτόγονος
primordial=προϊστορικός
prince=πρίγκιπας
princely=ηγεμονικός
principal=ηγετικός
principle=αρχή
print=εμπριμέ
print=τυπώνω
printer=τυπογράφος
printing=εκτύπωση
priority=προτεραιότητα
prisoner=φυλακισμένος
pristine=πρωτόγονος
private=ιδιαίτερος
private=ιδιωτικός
private=φαντάρος
privy=αποχωρητήριο
privy=μυημένος
prize=βραβείο
prize=έπαθλο
probably=πιθανά
probe=εξερευνώ
probe=εξετάζω
probe=καθετήρας
probing=εμβάθυνση
problem=πρόβλημα
procedure=διαδικασία
proceed=προβαίνω
proceed=προχωρώ
proceeding=διενέργεια
proceeding=ενέργεια
process=διαδικασία
process=επεξεργάζομαι
process=κατεργάζομαι
processing=επεξεργασία
procession=παρέλαση
proclaim=διαλαλώ
proclaim=καταδεικνύω
proclaim=προκηρύσσω
proclamation=εξαγγελία
proclamation=κήρυξη
prod=σπρώχνω
prodigality=ασωτία
prodigious=τεράστιος
produce=παράγω
produce=προσκομίζω
producer=παραγωγός
producing=παραγωγικός
product=προϊόν
production=παραγωγή
productive=παραγωγικός
productivity=παραγωγικότητα
profane=βέβηλος
profession=επάγγελμα
professional=επαγγελματίας
professional=επαγγελματικός
professor=καθηγητής
proffer=δίνω
proficiency=ικανότητα
proficient=ικανός
proficient=προχωρημένος
profile=επισκόπηση
profile=προφίλ
profit=απολαβή
profit=κέρδος
profit=ωφέλεια
profitable=επικερδής
profligacy=ακολασία
profligacy=ασωτία
profound=βαθύς
profound=βαθυστόχαστος
profoundly=βαθύτατα
profoundly=κατάκαρδα
profuse=αδρός
profuse=αφειδής
progeny=απόγονος
program=πρόγραμμα
programme=πρόγραμμα
programming=προγραμματισμός
progress=προοδεύω
progress=πρόοδος
progression=εξέλιξη
progression=πρόοδος
progressive=προοδευτικός
prohibit=απαγορεύω
prohibition=απαγόρευση
project=προβάλλω
project=πρόγραμμα
project=σχέδιο
projectile=βλήμα
projection=ακτινοβολία
projection=προβολή
projection=υπολογισμός
projector=προβολέας
prolixity=μακρηγορία
prolong=παρατείνω
promenade=σεργιανίζω
prominent=διακεκριμένος
prominent=διαπρεπής
prominent=ευδιάκριτος
promise=υπόσχεση
promise=υπόσχομαι
promote=προάγω
promote=προωθώ
promotion=ανάδειξη
promotion=προαγωγή
promotion=προώθηση
prompt=γρήγορος
prompt=υποκινώ
prompt=ωθώ
prompter=υποβολέας
promptly=έγκαιρα
promulgate=ανακοινώνω
promulgate=κοινοποιώ
prone=μπρούμυτα
prone=πρηνής
pronounce=προφέρω
pronouncement=γνωμάτευση
proof=απόδειξη
proof=πειστήριο
prop=στυλοβάτης
propagate=διασπείρω
propeller=έλικας
proper=ευπρεπής
proper=καθωσπρέπει
proper=πρέπων
proper=σωστός
properly=ευπρεπέστατα
properly=σωστά
property=ακίνητο
property=κτήμα
property=περιουσία
property=σπίτι
propitiate=εξευμενίζω
propitious=ευμενής
proportion=αναλογία
proportionate=ανάλογος
proposal=πρόταση
propose=προτείνω
proposition=επιχείρηση
proposition=πρόβλημα
propulsion=ώθηση
prosaic=μονότονος
prosaic=πεζός
prosecutor=κατήγορος
prospect=προοπτική
prosper=επιτυγχάνω
prosper=ευημερώ
prosperity=ευημερία
prostitute=ιερόδουλη
prostitute=πόρνη
protect=κατοχυρώνω
protect=προστατεύω
protection=προστασία
protective=προστατευτικός
protector=προστάτης
protest=διαμαρτυρία
protest=διαμαρτυρίες
protest=διαμαρτύρομαι
Protestant=Διαμαρτυρόμενος
prototype=πρωτότυπο
protractor=μοιρογνωμόνιο
protrude=εξέχω
protrusion=προεξοχή
proud=καμαρωτός
proud=περήφανος
proudly=υπερήφανα
prove=αποδεικνύω
provenance=προέλευση
proverb=παροιμία
provide=παρέχω
provide=προνοώ
province=αρμοδιότητα
province=επαρχία
provincial=επαρχιακός
provision=διάταξη
provision=μέριμνα
provision=προμήθεια
provisional=προσωρινός
proviso=ρήτρα
provoke=προκαλώ
proximity=εγγύτητα
proxy=παραγγελιοδόχος
prudence=σωφροσύνη
prune=κλαδεύω
prurient=ηδυπαθής
psalm=ψαλμός
psyche=ψυχοσύνθεση
psychiatrist=ψυχίατρος
pub=μπαρ
puberty=ήβη
public=κοινός
publication=δημοσίευμα
publication=δημοσίευση
publication=δημοσιοποίηση
publication=έκδοση
publicity=δημοσιότητα
publish=δημοσιεύω
publisher=εκδότης
puddle=λιμνούλα
puddle=λούτσα
puff=τολύπη
pull=τράβηγμα
pull=τραβώ
pulley=τροχαλία
pulp=πολτός
pulse=παλμός
pump=αντλία
pump=τρόμπα
pump=φουσκώνω
pumpkin=κολοκύθα
pumpkin=κολοκύθι
punch=γρονθοκοπώ
punctilious=ακριβολόγος
punctual=συνεπής
punctuality=συνέπεια
punctuate=στίζω
punctuation=στίξη
punish=τιμωρώ
punishment=τιμωρία
puny=αδύνατος
puny=ασήμαντος
puny=ισχνός
pup=κουτάβι
pupa=νύμφη
pupil=μαθητής
pupil=μαθήτρια
puppet=κούκλα
puppet=νευρόσπαστο
puppy=κουταβάκι
purchase=αγορά
purchase=αγοράζω
purchaser=αγοραστής
pure=ατόφιος
purely=αγνά
purely=τελείως
purge=αποπλύνω
purge=εκκενώνω
purloin=σφετερίζομαι
purple=μωβ
purpose=σκοπός
purposeful=σκόπιμος
purr=γουργουρίζω
purse=πορτοφόλι
pursue=ασκώ
pursue=επιδιώκω
pursue=παγανίζω
pursuit=ασχολία
pursuit=επίτευγμα
pursuit=καταδίωξη
purvey=εφοδιάζω
purvey=προμηθεύω
pus=πύο
push=σπρώξιμο
push=σπρώχνω
pusillanimous=μικρόψυχος
pussy=ψιψίνα
put=βάζω
put=τοποθετώ
putty=στόκος
puzzle=προβληματίζω
pygmy=πυγμαίος
pyjamas=πιτζάμα
pyramid=πυραμίδα
python=πύθωνας
quack=καμποτίνος
quack=κράζω
quadruple=τετραπλασιάζω
quail=ορτύκι
quaint=γραφικός
quaint=παράξενος
qualification=πρόκριση
qualify=προκρίνομαι
quality=ποιότητα
quantity=ποσότητα
quarrel=διαπληκτίζομαι
quarrel=καυγαδίζω
quarrel=καυγάς
quarrel=φιλονικία
quarrelsome=καβγατζής
quarrelsome=φιλόνικος
quarry=νταμάρι
quarter=μαχαλάς
quarter=τέταρτο
quartet=κουαρτέτο
quartz=χαλαζίας
quaver=τρέμω
quay=αποβάθρα
queen=βασίλισσα
queer=αδερφή
queer=αλλόκοτος
queer=παράξενος
quench=σβήνω
querulous=γκρινιάρης
querulous=μεμψίμοιρος
query=ερώτημα
query=ερώτηση
quest=αναζήτηση
question=ανακρίνω
question=ερώτημα
question=ερώτηση
question=ζήτημα
questionnaire=ερωτηματολόγιο
quick=γοργός
quick=γρήγορος
quicken=επιταχύνω
quiet=ησυχασμός
quiet=ήσυχος
quilt=πάπλωμα
quince=κυδώνι
quintessence=πεμπτουσία
quintet=πεντάδα
quip=ευφυολόγημα
quirky=εκκεντρικός
quite=αρκετά
quite=εντελώς
quiver=τρεμουλιάζω
quiver=τρέμω
quotation=παράθεση
quotation=χωρίο
quote=καθορίζω
quote=μνημονεύω
quote=παραθέτω
rabbi=ραβί
rabbit=κουνέλι
rabid=λυσσαλέος
race=ράτσα
racial=φυλετικός
racism=ρατσισμός
racist=ρατσιστής
rack=βασανιστήριο
rack=μέγγενη
rack=ράφι
rack=σχάρα
racket=ρακέτα
radar=ραντάρ
radiant=ακτινοβόλος
radiant=αστραφτερός
radiate=ακτινοβολώ
radiate=εκπέμπω
radiation=ακτινοβολία
radiator=καλοριφέρ
radiator=σόμπα
radical=ριζικός
radio=ράδιο
radius=ακτίνα
raft=σχεδία
rafter=καδρόνι
rafter=πάτερο
rag=κουρέλι
rage=λυσσομανώ
rage=μανία
rage=οργή
rage=φουντώνω
ragged=κουρελιασμένος
raid=επιδρομή
raider=εισβολέας
rail=ράγα
railing=διαμαρτυρίες
railing=κιγκλίδωμα
railway=σιδηρόδρομος
rain=βροχή
rainfall=βροχόπτωση
rainstorm=καταιγίδα
rainy=βροχερός
raise=αναστηλώνω
raise=ανατρέφω
raise=σηκώνω
raise=υψώνω
raising=ανύψωση
ram=εμβολίζω
ram=κριάρι
ramification=διακλάδωση
ramification=παρακλάδι
ramp=ράμπα
rampant=αχαλίνωτος
rampart=έπαλξη
rampart=μετερίζι
rampart=προμαχώνας
ranch=ράντσο
rancour=μίσος
rancour=μνησικακία
range=διακυμαίνομαι
range=εμβέλεια
range=φάσμα
rank=βαθμίδα
rank=βαθμολογώ
rank=βαθμός
rank=κατατάσσω
ransack=λεηλατώ
ransom=εξαγορά
ransom=λύτρα
rapacious=άπληστος
rapacity=αρπακτικότητα
rape=βιασμός
rape=κράμβη
rapid=γοργός
rapid=γρήγορος
rapidly=γοργά
rapidly=γρήγορα
rapine=αρπαγή
rapture=έκσταση
rare=σπάνιος
rarely=σπάνια
rascal=μόρτης
rash=απερίσκεπτος
rash=εξάνθημα
rash=παράτολμος
rasp=ράσπα
raspberry=βατόμουρο
rat=αρουραίος
rate=αναλογία
rate=τιμή
ratify=επικυρώνω
ratify=κυρώνω
rating=εκτίμηση
ration=κατανέμω
ration=μερίδα
ration=σιτηρέσιο
rational=λογικός
rationalize=αιτιολογώ
rattle=κουδουνίζω
rattle=κροταλίζω
rattle=τραντάζω
raucous=βραχνός
ravage=καταστρέφω
ravage=ρημάζω
rave=διθυραμβικός
rave=ενθουσιώδης
ravenous=λιμασμένος
ravenous=πεινασμένος
ravine=λαγκάδα
ravine=λαγκάδι
ravine=ρεματιά
ravine=φαράγγι
raw=ωμός
ray=ακτίνα
ray=αχτίδα
ray=σαλάχι
raze=ισοπεδώνω
raze=κατεδαφίζω
razor=ξυράφι
reach=φτάνω
react=αντιδρώ
reaction=αντίδραση
reactor=αντιδραστήρας
read=διαβάζω
reader=αναγνώστης
reading=διάβασμα
readjust=αναπροσαρμόζομαι
ready=έτοιμος
ready=πανέτοιμος
real=πραγματικός
realism=ρεαλισμός
realize=υλοποιούμαι
really=αλήθεια
really=πράγματι
realm=σφαίρα
realm=τομέας
reap=θερίζω
rear=ανατρέφω
rear=πισινός
reason=αιτία
reason=αιτιολογία
reason=λόγος
reasonable=λογικός
reasonably=αρκετά
reasonably=λογικά
reasoning=συλλογισμός
reasoning=συλλογιστικός
reassurance=επιβεβαίωση
reassurance=καθησύχαση
reassure=καθησυχάζω
rebate=έκπτωση
rebel=επαναστάτης
rebel=επαναστατώ
rebellion=εξέγερση
rebellion=επανάσταση
rebellious=στασιαστικός
rebirth=αναγέννηση
rebuild=ανοικοδομώ
rebuild=ξανακτίζω
rebuilding=ανοικοδόμηση
rebuke=επίπληξη
rebuke=επιπλήττω
rebuke=κατσαδιάζω
rebut=αντικρούω
rebuttal=αντίκρουση
rebuttal=διάψευση
recall=θυμάμαι
recede=υποχωρώ
receipt=απόδειξη
receipt=λήψη
receipt=παραλαβή
receive=λαμβάνω
receive=παραλαμβάνω
receiver=εκκαθαριστής
receiver=παραλήπτης
recent=πρόσφατος
recently=πρόσφατα
reception=λήψη
reception=ρεσεψιόν
reception=υποδοχή
recess=σηκός
recipe=συνταγή
recipient=παραλήπτης
reciprocate=ανταποδίνω
recital=ρεσιτάλ
reckless=απερίσκεπτος
reckless=ατάσθαλος
reckless=παράτολμος
recklessness=αποκοτιά
reckon=υπολογίζω
recognisable=αναγνωριζόμενος
recognisable=έγκυρος
recognise=αναγνωρίζω
recognition=αναγνώριση
recollect=θυμάμαι
recommend=προτείνω
recommend=συνιστώ
recommend=συστήνω
recompense=αμοιβή
reconcile=συμβιβάζω
reconcile=συμφιλιώνω
reconciliation=συμφιλίωση
recondite=δυσνόητος
recondite=σκοτεινός
recondition=ανακαινίζω
recondition=αποκαθιστώ
reconnaissance=αναγνώριση
reconnaissance=αναγνωριστικός
reconnaissance=ανίχνευση
reconnoitre=εξερευνώ
reconstruction=ανασυγκρότηση
record=δίσκος
record=ηχογραφώ
record=καταγράφω
record=ρεκόρ
recording=ηχογράφηση
recording=ηχοληψία
recount=αφηγούμαι
recount=διηγούμαι
recover=ανακτώ
recover=αναρρώνω
recover=επανακτώ
recovery=ανάρρωση
recreate=αναδημιουργώ
recreate=αναπαριστώ
recreation=αναψυχή
recruit=νεοσύλλεκτος
recruit=στρατολογώ
recruitment=πρόσληψη
recruitment=στρατολόγηση
rectal=πρωκτικός
rectangle=ορθογώνιο
rectitude=ακεραιότητα
rectitude=ορθότητα
recur=ξανασυμβαίνω
recurrence=επανεμφάνιση
recycling=ανακύκλωση
red=κόκκινος
redeem=εξαγοράζω
redemption=εξαγορά
redemption=λύτρωση
redolent=αποπνέων
redoubtable=επίφοβος
reduce=ελαττώνω
reduce=μειώνω
reduce=περιορίζω
reduction=αναγωγή
reduction=μείωση
reduction=περιστολή
redundant=πλεονάζων
redundant=υπεράριθμος
reed=καλάμι
reef=ύφαλος
reel=μηχανάκι
refer=αναφέρομαι
refer=παραπέμπω
referee=διαιτητής
reference=αναγωγή
reference=αναφορά
refine=βελτιώνω
refine=ραφινάρω
refined=εκλεπτυσμένος
refined=καλλιεργημένος
refined=ραφινάτος
refinement=βελτίωση
refinery=διυλιστήριο
reflect=αντανακλώ
reflect=αντικατοπτρίζω
reflecting=αντανακλαστικός
reforestation=αναδάσωση
reform=ανασχηματισμός
reform=μεταρρυθμίζω
reform=μεταρρύθμιση
reformation=αναμόρφωση
refract=διαθλώ
refraction=διάθλαση
refrain=απέχω
refrain=επωδός
refrigerator=ψυγείο
refuge=ησυχαστήριο
refuge=καταφύγιο
refugee=πρόσφυγας
refuse=σκουπίδια
refutation=διάψευση
refute=αναιρώ
refute=αντικρούω
regal=βασιλικός
regard=θεωρώ
regent=αντιβασιλέας
regime=δίαιτα
regime=καθεστώς
regime=πολίτευμα
regiment=σύνταγμα
register=εγγράφομαι
register=καταχωρώ
registrar=ληξίαρχος
registration=εγγραφή
regret=λυπάμαι
regret=λύπη
regret=μετανιώνω
regrettable=ατυχής
regrettable=θλιβερός
regroup=συσπειρώνω
regular=ομαλός
regular=τακτικός
regularity=τακτικότητα
regularly=τακτικά
regulate=κανονίζω
regulation=κανονισμός
regulation=ρύθμιση
regulator=ρυθμιστής
regurgitate=αναμασώ
rehabilitation=αποκατάσταση
rehearsal=πρόβες
reign=βασιλεία
reign=βασιλεύω
reimburse=αποζημιώνω
reimbursement=αποζημίωση
rein=χαλινάρι
reinforcement=ενίσχυση
reinstate=αποκαθιστώ
reject=απορρίπτω
rejection=απόρριψη
rejoice=πανηγυρίζω
rejoice=χαίρομαι
rejoin=ανταπαντώ
relapse=υποτροπιάζω
relate=διηγούμαι
related=συγγενικός
related=συναφής
relationship=σχέση
relative=συγγενής
relatively=σχετικά
relaxation=εκτόνωση
relaxation=ξεκούραση
relay=σκυταλοδρομία
release=δημοσιεύω
release=εκκρίνω
release=κυκλοφορώ
release=λύτρωση
relentless=αδιάκοπος
relevant=σχετικός
reliability=αξιοπιστία
reliability=σταθερότητα
reliable=αξιόπιστος
reliable=εχέγγυος
reliable=συνεπής
reliable=φερέγγυος
relic=υπόλειμμα
relief=ανάγλυφος
relief=ανακούφιση
relief=αρωγή
relief=εκτόνωση
relieve=ανακουφίζω
relieve=ξαλαφρώνω
religion=θρησκεία
religious=θρησκευόμενος
religious=θρησκευτικός
religious=θρήσκος
reliquary=λειψανοθήκη
relish=απολαμβάνω
relocate=μετακομίζω
reluctance=απροθυμία
reluctant=απρόθυμος
reluctant=διστακτικός
remain=παραμένω
remainder=κατάλοιπο
remains=ερείπια
remains=λείψανα
remains=υπολείμματα
remark=παρατήρηση
remark=παρατηρώ
remarkable=αξιοσημείωτος
remedy=αποκαθιστώ
remedy=επανορθώνω
remember=θυμάμαι
remind=υπενθυμίζω
reminder=υπόμνηση
reminisce=αναπολώ
remission=ύφεση
remittance=έμβασμα
remnant=ρετάλι
remorse=τύψη
remote=απόκεντρος
remote=απόμακρος
remote=απομακρυσμένος
remote=ψυχρός
removal=αφαίρεση
removal=εξάλειψη
removal=μετάθεση
remove=μετακομίζω
remunerate=αμείβω
remunerate=αποζημιώνω
remunerate=πληρώνω
Renaissance=Αναγέννηση
render=καθιστώ
render=κάνω
render=προσφέρω
rendition=μετάφραση
renegade=αποστάτης
renegade=λιποτάκτης
renew=ανανεώνω
renewable=ανανεώσιμος
renewal=ανανέωση
renounce=αποκηρύσσω
renounce=αποποιούμαι
renounce=εγκαταλείπω
renovate=ανακαινίζω
renovation=ανακαίνιση
renowned=διάσημος
renowned=ξακουστός
renowned=φημισμένος
rent=ενοικιάζω
rent=ενοίκιο
rent=νοίκι
rental=ενοικίαση
rental=μίσθωμα
renunciation=απάρνηση
renunciation=αποποίηση
repair=επισκευάζω
repair=επισκευή
reparation=αποκατάσταση
reparation=επανόρθωση
repay=ανταμείβω
repay=ξεπληρώνω
repayment=αποπληρωμή
repeal=ακυρώνω
repeal=ανακαλώ
repeal=καταργώ
repeat=επαναλαμβάνω
repeated=αλλεπάλληλος
repeated=επαναλαμβανόμενος
repercussion=αντίκτυπο
repercussion=αντίκτυπος
repercussion=επίπτωση
repertoire=ρεπερτόριο
repertory=δραματολόγιο
repetition=επανάληψη
replace=αντικαθιστώ
replacement=αντικατάσταση
replacement=αντικαταστάτης
replay=ξαναπαίζω
replenish=αναπληρώ
replenish=ανεφοδιάζω
replete=μεστός
replete=πλήρης
replica=αντίγραφο
replica=αντίτυπο
reply=ανταπαντώ
reply=αντίλογος
reply=απαντώ
reporter=δημοσιογράφος
reporter=ρεπόρτερ
repository=αποθήκη
repository=ταμείο
reprehend=αποδοκιμάζω
reprehend=αποπαίρνω
reprehend=μέμφομαι
reprehensible=καταδικαστέος
reprehensible=μεμπτός
represent=αντιπροσωπεύω
representation=αναπαράσταση
representation=αντιπροσώπευση
representation=απεικόνιση
representative=αντιπροσωπευτικός
representative=αντιπρόσωπος
representative=παραστατικός
reprieve=αναστολή
reprimand=επιτιμώ
reproach=επίπληξη
reproduce=αναπαράγομαι
reprove=επικρίνω
reprove=επιτιμώ
reprove=κατακρίνω
reptile=ερπετό
republic=δημοκρατία
repudiation=απάρνηση
repulsive=αντιπαθητικός
repulsive=απωθητικός
reputable=ευυπόληπτος
reputable=ονομαστός
reputable=τίμιος
reputation=φήμη
request=ζητώ
request=παρακαλώ
request=παράκληση
require=απαιτώ
require=χρειάζομαι
requisition=επίταξη
rescind=ακυρώνω
rescind=αναιρώ
rescind=καταργώ
rescue=διασώζω
rescue=διάσωση
research=έρευνα
researcher=ερευνητής
resentment=αγανάκτηση
resentment=μνησικακία
reservation=επιφύλαξη
reservation=κράτηση
reserve=εφεδρεία
reserve=εφεδρικός
reserve=παρακαταθήκη
reserve=παρακρατώ
reserved=επιφυλακτικός
reserved=κρατημένος
reservoir=δεξαμενή
residence=κατοικία
resident=κάτοικος
resident=μόνιμος
residential=κατοικημένος
residential=οικιστικός
residual=υπολειπόμενος
residue=υπόλοιπο
resign=αποσύρομαι
resign=παραιτούμαι
resignation=εγκαρτέρηση
resignation=παραίτηση
resilience=ανάκαμψη
resilience=ελαστικότητα
resilient=ανθεκτικός
resin=ρετσίνι
resin=ρητίνη
resist=αντιστέκομαι
resistance=αντίσταση
resistance=αντοχή
resistant=ανθεκτικός
resolute=αποφασισμένος
resolve=αποφασίζω
resolve=διευθετώ
resolve=λύνω
resonance=απήχηση
resonance=ηχηρότητα
resonant=ηχηρός
resort=θέρετρο
resound=ηχώ
resounding=σκαστός
resounding=τρανταχτός
resource=πόροι
resourceful=επινοητικός
resourcefulness=επινοητικότητα
resourcefulness=εφευρετικότητα
respect=σεβασμός
respect=σέβομαι
respectable=έντιμος
respiration=αναπνοή
respite=ανάπαυλα
respite=διάλλειμα
respond=απαντώ
response=αντίλογος
response=απάντηση
responsibility=ευθύνη
responsible=αρμόδιος
responsible=υπεύθυνος
responsive=ανταποκρινόμενος
rest=ησυχασμός
rest=ξεκουράζομαι
rest=υπόλοιπος
restaurant=εστιατόριο
restful=γαλήνιος
restful=ξεκουραστικός
restive=νευρικός
restless=ανυπόμονος
restoration=αναπαλαίωση
restoration=επαναφορά
restore=ανακτώ
restore=αναστηλώνω
restore=αποκαθιστώ
restrain=αναχαιτίζω
restraint=φραγμός
restrict=περιορίζω
restriction=περιορισμός
restriction=περιστολή
result=αποτέλεσμα
result=έκβαση
result=επίπτωση
resume=ξαναρχίζω
resurrection=ανάσταση
resuscitate=νεκρανασταίνω
resuscitate=ξαναζωντανεύω
resuscitation=αναζωογόνηση
retail=λιανικός
retain=διατηρώ
retain=κρατώ
retaliate=ανταποδίδω
retaliate=εκδικούμαι
retaliation=ανταπόδοση
retaliation=αντεκδίκηση
retaliation=αντίποινα
retard=επιβραδύνω
retard=καθυστερώ
retention=παρακράτηση
reticence=επιφυλακτικότητα
reticence=ολιγολογία
reticent=εχέμυθος
reticent=κρυψίνους
reticent=λιγόλογος
reticent=λιγομίλητος
retinue=ακολουθία
retire=αποσύρομαι
retirement=αποστράτευση
retort=ανταπαντώ
retort=αντίλογος
retreat=ησυχαστήριο
retreat=κρησφύγετο
retreat=οπισθοδρομώ
retreat=υποχωρώ
retrench=περικόπτω
retribution=εκδίκηση
retrieve=ανακτώ
retrieve=επαναφέρω
retrieve=σώζω
retrospective=αναδρομικός
return=γυρίζω
return=επιστρέφω
return=επιστροφή
reunite=ξανασμίγω
reunite=συμφιλιώνομαι
reunite=συμφιλιώνω
rev=μαρσάρω
revamp=ανακαινίζω
reveal=αποκαλύπτω
reveal=διαφαίνομαι
revel=ξεφαντώνω
reveller=γλεντζές
revelry=ξεφάντωμα
revenge=εκδίκηση
revenge=ρεβάνς
revenue=εισόδημα
revenue=έσοδο
reverberate=ηχώ
reverend=πανοσιολογιότατος
reversal=αντιστροφή
reverse=αντιστρέφω
review=αναθεωρώ
review=ανασκόπηση
review=ανασκοπώ
review=κριτική
revile=προπηλακίζω
revival=αναβίωση
revival=αναζωογόνηση
revival=επιστροφή
revive=αναβιώνω
revive=αναζωογονώ
revoke=ανακαλώ
revolt=αποστασία
revolt=εξέγερση
revolting=αηδιαστικός
revolting=επαναστατικός
revolutionary=επαναστατικός
revolve=περιστρέφομαι
revolve=περιστρέφω
revolving=περιστρεφόμενος
revolving=περιστροφικός
reward=αμοιβή
reward=ανταμοιβή
rewarding=αποδοτικός
rewrite=ξαναγράφω
rheumatism=ρευματισμοί
rhino=ρινόκερος
rhombus=ρόμβος
rib=πλευρό
ribald=αισχρός
ribald=χυδαίος
ribbon=κορδέλα
rice=ρύζι
rich=πλούσιος
riches=πλούτη
richly=πλούσια
rickets=ραχίτιδα
rickety=ξεχαρβαλωμένος
rid=απαλλάσσω
riddle=γρίφος
riddle=κοσκινίζω
ride=ατραξιόν
ride=βόλτα
ride=ιππεύω
rider=αναβάτης
ridge=κορυφογραμμή
ridicule=γελοιοποιώ
ridicule=διασυρμός
ridiculous=γελοίος
ridiculous=περίγελος
ridiculousness=γελοιότητα
riding=ιππασία
rife=μπόλικος
rifle=καραμπίνα
rifle=τουφέκι
rift=ρωγμή
rift=σχισμή
rift=χάσμα
rig=εξοπλίζω
rig=στήνω
rigging=ξάρτια
right=δεξιός
right=δικαίωμα
right=σωστός
righteous=ενάρετος
righteous=ηθικολόγος
righteous=ηθικός
righteousness=ευσυνειδησία
rigid=αδιάλλακτος
rigid=άκαμπτος
rigid=άτεγκτος
rigid=αυστηρός
rigidity=ακαμψία
rigorous=εξονυχιστικός
rim=στεφάνη
rind=κέλυφος
rind=φλούδα
ring=δακτυλίδι
ring=δαχτυλίδι
ring=μάτι
rinse=ξεπλένω
rinsing=απόπλυση
riot=όργιο
riot=πληθώρα
riot=ταραχή
rioter=ταραξίας
rip=σκίζω
ripen=μεστώνω
ripen=ωριμάζω
ripple=κελαρύζω
ripple=κυμάτισμα
ripple=κυματισμός
rise=ανατέλλω
rise=αυξάνομαι
rise=αύξηση
rise=ορθώνομαι
risk=αποτολμώ
risk=διακυβεύω
risk=ριψοκινδυνεύω
risky=ριψοκίνδυνος
rival=αντίζηλος
rival=αντίπαλος
rival=παραβγαίνω
rivalry=ανταγωνισμός
rivalry=αντιζηλία
river=ποτάμι
rivet=καρφώνω
road=δρόμος
roam=περιπλανιέμαι
roar=βρυχηθμός
roar=βρυχώμαι
roar=ωρύομαι
roast=καβουρδίζω
roast=καβουρντίζω
roast=ψήνω
roasting=κατσάδα
roasting=ψήσιμο
rob=ληστεύω
rob=ξεγυμνώνω
robber=ληστής
robbery=ληστεία
robe=ρόμπα
robe=τήβεννος
robe=χιτώνας
robust=γερός
robust=ρωμαλέος
rock=κουνώ
rock=λικνίζω
rock=πέτρα
rock=ροκ
rocket=πύραυλος
rocket=ρόκα
rocket=ρουκέτα
rocky=βραχώδης
rocky=πετρώδης
rod=βέργα
rod=κοντάρι
rod=ραβδί
rodent=τρωκτικό
roe=ταραμάς
rogue=μπερμπάντης
role=ρόλος
roll=κύλινδρος
roll=κυλώ
roll=ψωμάκι
roller=μπικουτί
romance=ρομάντζα
romantic=ρομαντικός
roof=οροφή
roof=σκεπή
roof=ταράτσα
rook=πύργος
room=δωμάτιο
room=χώρος
roomy=ευρύχωρος
roost=κουρνιάζω
root=ρίζα
rope=σκοινί
rose=τριαντάφυλλο
rosette=κονκάρδα
rosy=ρόδινος
rot=σαπίζω
rotate=περιστρέφομαι
rotate=περιστρέφω
rote=παπαγαλίστικος
rotten=σαθρός
rotten=σαπισμένος
rotten=σαπρός
rotten=χάλια
rouge=ρουζ
rough=πρόχειρος
rough=σκληρός
rough=τραχύς
roughly=πρόχειρα
roughness=τραχύτητα
roulette=ρουλέτα
round=γύρος
round=περιοδεία
round=στρογγυλός
roundabout=κόμβος
route=διαδρομή
route=δρόμος
route=πορεία
routine=ρουτίνα
row=καβγάς
row=κωπηλατώ
row=σειρά
rowdy=ταραχώδης
rowing=κωπηλασία
royal=βασιλικός
royal=ηγεμονικός
rub=τρίβω
rubber=γόμα
rubber=λαστιχένιος
rubbish=βλακείες
rubbish=σαρίδι
rubbish=σκουπίδια
rubble=μπάζα
rubble=χαλάσματα
rubric=υπόδειξη
ruby=ρουμπίνι
rucksack=σακίδιο
rudder=δοιάκι
rudder=πηδάλιο
ruddy=ροδαλός
rude=αγενής
rude=αγροίκος
rue=απήγανος
rue=μετανιώνω
ruff=ψευτομαχητής
ruffle=αναμαλλιάζω
rug=χαλί
ruin=ρήμαγμα
ruin=χαλώ
ruin=χαντακώνω
rule=αποφασίζω
rule=βασιλεύω
rule=ιθύνω
rule=κανόνας
ruler=ρίγα
ruler=χάρακας
ruling=κυρίαρχος
rum=ρούμι
rumble=μπουμπουνίζω
ruminate=αναχαράζω
rummy=ραμί
rumour=φήμη
rumour=φημολογία
rump=πυγή
run=τρέχω
runner=αθλητής
runner=δρομέας
running=τρέξιμο
rupture=θλάση
rupture=θραύση
rural=αγροτικός
rush=βιασύνη
rush=ορμή
rush=τρέχω
rustle=θρόισμα
rut=αυλάκι
ruthless=αδίστακτος
ruthless=ανελέητος
ruthless=άσπλαχνος
rye=σίκαλη
sable=σαμούρι
sabotage=δολιοφθορά
sabotage=σαμποτάρω
sabre=σπάθα
sack=απολύω
sacred=ιερός
sacred=όσιος
sacrifice=θυσία
sacrifice=θυσιάζω
sacristan=σκευοφύλακας
sad=λυπημένος
saddle=σέλα
sadly=θλιβερά
sadly=λυπημένα
sadly=λυπηρά
sadness=λύπη
safe=ασφαλής
safe=χρηματοκιβώτιο
safeguard=διασφαλίζω
safeguard=κατοχυρώνω
safeguard=περιφρουρώ
safety=ασφάλεια
saffron=ζαφορά
saffron=κρόκος
sag=βουλιάζω
sag=κρεμάω
sagacity=αγχίνοια
sage=φασκομηλιά
sage=φασκόμηλο
sail=πανί
sail=πλέω
sailing=ναυτιλία
sailing=πλεύση
sailor=ναύτης
saint=άγια
saint=άγιος
saintly=αγιοπρεπής
saintly=άγιος
salad=σαλάτα
salary=μισθός
sale=πώληση
sales=εκπτώσεις
saline=αλατούχος
saline=αλμυρός
salivate=σαλιάζω
sallow=κίτρινος
sallow=ωχρός
salmon=σολομός
salon=μαγαζί
salt=αλάτι
salty=αλμυρός
salvation=σωτηρία
salve=κατευνάζω
same=ίδιος
sample=γεύομαι
sample=δείγμα
sample=δοκιμάζω
sanction=επικυρώνω
sanction=κύρωση
sanctity=αγιότητα
sanctity=απαραβίαστο
sanctity=ιερότητα
sanctuary=καταφύγιο
sand=άμμος
sandal=πέδιλο
sandal=σανδάλι
sandpit=σκάμμα
sandstone=αμμόλιθος
sandwich=σάντουιτς
sandy=αμμώδης
sane=λογικός
sanitary=υγιεινός
sanitation=υγιεινή
sanity=λογική
sap=εξαντλώ
sap=ζουμί
sap=χυμός
sapper=σκαπανέας
sapphire=ζαφείρι
sarcastic=σαρκαστικός
sardine=σαρδέλα
sardonic=σαρδόνιος
sate=ικανοποιώ
sate=χορταίνω
satellite=δορυφόρος
satin=σατέν
satisfaction=αρέσκεια
satisfaction=ικανοποίηση
satisfy=ικανοποιώ
saturate=μουσκεύω
saturation=κορεσμός
saucy=αναιδής
saucy=ξετσίπωτος
saunter=σουλατσάρω
sausage=λουκάνικο
savage=άγριος
savage=βάρβαρος
savagely=άγρια
save=αποκρούω
save=αποταμιεύω
save=διασώζω
save=εκτός
saving=αποταμίευση
saving=οικονομία
saviour=σωτηρία
savour=γεύομαι
savour=γεύση
savoury=πικάντικο
saw=είδα
saw=πριόνι
saw=πριονίζω
say=λέω
saying=γνωμικό
saying=παροιμία
saying=ρήση
scab=απεργοσπάστης
scabies=ψώρα
scaffold=ικρίωμα
scaffold=κρεμάλα
scaffold=σκαλωσιά
scaffolding=σκαλωσιά
scald=ζεματίζω
scale=κλίμακα
scale=κλίμακας
scale=κλιμάκωση
scale=λέπι
scallop=χτένι
scamp=μπερμπάντης
scamp=παλιάνθρωπος
scan=αγναντεύω
scan=ερευνώ
scan=σαρώνω
scanty=λιγοστός
scar=ουλή
scarce=σπάνιος
scarcity=έλλειψη
scarcity=σπανιότητα
scare=εκφοβίζω
scare=τρομάζω
scarf=κασκόλ
scarf=μαντήλι
scarlet=άλικος
scarlet=κατακόκκινος
scary=τρομακτικός
scathing=δηκτικός
scatter=διασκορπίζομαι
scatter=διασκορπίζω
scatter=διασπείρω
scatter=σκορπίζω
scene=σκηνή
scene=τοπίο
scenery=τοπίο
scent=άρωμα
scent=ευωδία
scent=μυρωδιά
scent=οσμή
sceptic=δύσπιστος
sceptic=σκεπτικιστής
scepticism=σκεπτικισμός
sceptre=σκήπτρο
schedule=πρόγραμμα
schedule=προγραμματίζω
scheme=πρόγραμμα
school=σχολείο
schooner=γαλέτα
schooner=σκούνα
science=επιστήμη
scientific=επιστημονικός
scientist=πανεπιστήμων
scion=γόνος
scion=μπόλι
scoff=λοιδορία
scoff=περιγελώ
scolding=επίπληξη
scolding=κατσάδα
scoop=σέσουλα
scooter=βέσπα
scorch=καίω
scorch=καψαλίζω
score=εικοσαριά
score=σκορ
score=σκοράρω
scorn=καταφρόνια
scorn=περιφρόνηση
scorn=περιφρονώ
scornful=περιφρονητικός
scornful=χλευαστικός
scotch=αποτρέπω
scotch=ουίσκι
Scotch=Σκοτσέζος
scoundrel=παλιάνθρωπος
scour=τρίβω
scour=χτενίζω
scourge=μάστιγα
scourge=μαστιγώνω
scourge=μαστίζω
scourge=πληγή
scout=ανιχνευτής
scout=ανιχνεύω
scout=πρόσκοπος
scowl=κατσουφιάζω
scowl=συνοφρυώνομαι
scraggy=ισχνός
scramble=διαταράσσω
scramble=σκαρφαλώνω
scrap=αποφάγια
scrape=ξύνω
scratch=αμυχή
scratch=γρατσουνιά
scratch=γρατσουνίζω
scratch=ξύνω
scream=κραυγάζω
scream=κραυγή
scream=στριγκλίζω
scream=φωνάζω
screen=εξετάζω
screenplay=σενάριο
screw=βίδα
screw=βιδώνω
scribble=ορνιθοσκαλίσματα
script=σενάριο
scrotum=όσχεο
scrub=θάμνοι
scrub=ρουμάνι
scrub=τρίβω
scrub=χαμόδεντρα
scruffy=απεριποίητος
scruffy=ατημέλητος
scrupulous=ευσυνείδητος
scrupulous=λεπτολόγος
scuffle=καυγάς
scuffle=συμπλοκή
sculpt=λαξεύω
sculpt=πλάθω
sculptor=γλύπτης
sculptor=λαξευτής
sculpture=άγαλμα
sculpture=γλυπτική
sculpture=γλυπτό
scum=γλίτσα
scurf=κασίδα
scurrilous=πρόστυχος
scurrilous=χυδαίος
scurvy=σκορβούτο
scythe=δρεπάνι
sea=θάλασσα
sea=πέλαγος
seagull=γλάρος
seal=βούλα
seal=φώκια
seam=ραφή
seaman=ναυτικός
seaplane=υδροπλάνο
search=αναζήτηση
seashore=γιαλός
seaside=ακτή
seaside=γιαλός
season=νοστιμίζω
season=περίοδο
season=περίοδος
seasonal=εποχικός
seasoning=άρτυμα
seat=καθίζω
seat=κάθισμα
seaweed=φύκι
secession=αποσκίρτηση
seclude=απομονώνω
secluded=απομονωμένος
secluded=ερημικός
seclusion=απομόνωση
second=δευτερόλεπτο
second=δεύτερον
second=δεύτερος
secondary=δευτερεύων
secrecy=εχεμύθεια
secrecy=μυστικότητα
secret=απόρρητος
secret=μυστικό
secret=μυστικός
secrete=εκκρίνω
secretive=εχέμυθος
secretive=μυστηριώδης
sect=αίρεση
section=τμήμα
section=τομή
secular=κοσμικός
secure=ασφαλής
secure=ασφαλίζω
secure=διασφαλίζω
secure=εδραιώνω
security=αντίκρισμα
security=ασφάλεια
sediment=ίζημα
sediment=ιλύς
sediment=κατακάθι
sedition=στασιασμός
seditious=στασιαστικός
seduce=αποπλανώ
seduce=μαυλίζω
seduce=ξελογιάζω
seduction=εκμαυλισμός
seductive=δελεαστικός
seductive=θελκτικός
see=βλέπω
seed=εμφυτεύω
seed=σπέρνω
seed=σπόρος
seedling=φιντάνι
seedling=φυντάνι
seek=αναζητώ
seek=ψάχνω
seeker=αναζητητής
seem=φαίνομαι
seep=διαρρέω
seesaw=τραμπάλα
seethe=βράζω
seethe=κοχλάζω
segment=τμήμα
seize=καταλαμβάνω
seize=κατάσχω
seizure=σπασμός
seldom=σπάνια
select=διαλέγω
selection=επιλογή
selective=επιλεκτικός
self-confidence=αυτοπεποίθηση
selfish=εγωιστής
selfish=ιδιοτελής
selfishness=εγωισμός
selfishness=ιδιοτέλεια
selfishness=φιλαυτία
self-reliant=αυτοδύναμος
self-sufficient=αυτάρκης
sell=εκποιώ
sell=πουλώ
selvage=ούγια
semen=σπέρμα
semester=εξάμηνο
senate=γερουσία
senator=γερουσιαστής
send=στέλνω
seneschal=οικονόμος
seneschal=τελετάρχης
senile=γεροντικός
sensation=αίσθημα
sensation=αίσθηση
sensational=εντυπωσιακός
sensational=θεαματικός
sense=αισθάνομαι
sense=αίσθημα
sense=νόημα
sense=σωφροσύνη
senseless=ανόητος
senseless=παράλογος
sensible=λογικός
sensitive=ευαίσθητος
sensitivity=ευαισθησία
sensor=αισθητήρας
sensor=ανιχνευτής
sensory=αισθητήριος
sensual=αισθησιακός
sentence=καταδικάζω
sentence=καταδίκη
sentence=πρόταση
sentimental=συναισθηματικός
sentinel=σκοπός
sentinel=φρουρός
sentry=καραούλι
separate=ιδιαίτερος
separate=ξεχωριστός
separate=χωρίζω
separate=χωριστός
separation=διαχωρισμός
separation=χωρισμός
sequence=αλληλουχία
sequence=διαδοχή
sequence=σειρά
seraglio=σαράι
serenade=πατινάδα
serene=ατάραχος
serene=γαλήνιος
serenity=γαλήνη
sergeant=αρχιφύλακας
sergeant=λοχίας
serial=σειρά
serious=σοβαρός
seriously=βαριά
seriously=σοβαρά
sermon=κήρυγμα
servant=υπηρέτης
servant=υπηρέτρια
serve=υπηρετώ
service=εξυπηρέτηση
service=ρουσφέτι
service=σέρβις
service=υπηρεσία
serving=μερίδα
servitude=δουλειά
servitude=σκλαβιά
session=ώρα
set=καθορισμένος
set=τοποθετώ
setback=αναποδιά
settee=καναπές
setting=περιβάλλον
settle=εγκαθίσταμαι
settle=κανονίζω
settlement=οικισμός
settler=οικιστής
seven=επτά
seventh=έβδομος
sever=αποκόβω
sever=κόβω
several=αρκετές
several=αρκετοί
severance=διακοπή
severe=αυστηρός
severe=δριμύς
severe=σέρτικος
severe=σοβαρός
severity=αυστηρότητα
sew=ράβω
sewer=οχετός
sex=έρωτας
sex=σεξ
sex=φύλο
sexual=σεξουαλικός
sexuality=σεξουαλικότητα
shabby=ακατάστατος
shade=σκιά
shadow=σκιά
shadowy=σκιώδης
shady=σκιερός
shady=ύποπτος
shaft=άξονας
shake=κουνώ
shake=σαλεύω
shake=σείω
shake=ταράζω
shaky=επισφαλής
shallow=επιπόλαιος
shallow=ρηχός
sham=καμώματα
shame=κρίμα
shame=ντροπή
shameless=αδιάντροπος
shameless=ασύστολος
shameless=ξετσίπωτος
shampoo=σαμπουάν
shape=διαμορφώνω
shape=μορφώνω
shape=σχήμα
shape=σχηματίζω
shard=θραύσμα
share=κλήρος
share=μοιράζομαι
share=μοιράζω
shared=κοινός
shared=μοιρασμένος
shareholder=μέτοχος
shark=καρχαρίας
sharp=αιφνίδιος
sharp=κοφτερός
sharp=μυτερός
sharp=οξυδερκής
sharpen=ακονίζω
sharpen=ξύνω
sharply=κοφτά
sharpness=οξυδέρκεια
sharpness=στυφότητα
shatter=θρυμματίζομαι
shatter=θρυμματίζω
shave=ξυρίζομαι
shawl=σάλι
she=αυτή
sheath=κολεός
shed=αποβάλλω
shed=καλύβα
shed=παράγκα
sheen=γυαλάδα
sheep=πρόβατα
sheep=πρόβατο
sheer=απόκρημνος
sheer=απότομος
sheer=καθαρός
sheet=κομμάτι
sheet=σεντόνι
sheet=στρώμα
shelf=ράφι
shell=καβούκι
shell=κέλυφος
shell=οβίδα
shellfish=θαλασσινά
shellfish=μαλάκια
shellfish=οστρακοειδή
shelter=καταφεύγω
shelter=καταφύγιο
shelter=προστατεύω
shepherd=βοσκός
shepherd=ποιμένας
shield=ασπίδα
shield=περίβλημα
shift=αλλάζω
shift=μετακινώ
shift=μετατοπίζω
shimmer=λαμπυρίζω
shimmer=μαρμαρυγή
shimmer=τρεμοφέγγω
shin=καλάμι
shin=κνήμη
shine=λάμπω
shingle=βότσαλο
ship=πλοίο
shipment=αποστολή
shipping=ναυτιλία
shipwreck=ναυάγιο
shirt=πουκάμισο
shirt=φανέλα
shiver=ανατριχίλα
shiver=ριγώ
shiver=τουρτουρίζω
shoal=κοπάδι
shock=κραδασμός
shock=κρούση
shock=σοκ
shoe=παπούτσι
shoe=πεταλώνω
shoelace=κορδόνι
shoemaker=τσαγκάρης
shoot=βλαστός
shoot=εκτινάσσω
shoot=πυροβολώ
shooting=πυροβολισμός
shop=μαγαζί
shop=προδίδω
shop=ψωνίζω
shopkeeper=μαγαζάτορας
shopping=ψώνια
shore=ακτή
short=κοντός
shortage=έλλειψη
shortcoming=ελάττωμα
shorten=κονταίνω
shorten=μικραίνω
shortly=σύντομα
short-sighted=μυωπικός
shot=πυροβόλησα
shot=πυροβολισμός
shot=πυροβολώ
shot=σκάγια
shoulder=σπάλα
shoulder=ώμος
shove=σπρώχνω
shovel=φτυάρι
show=δείχνω
show=εμφαίνω
show=παράσταση
shower=επιδαψιλεύω
shower=ντους
showy=επιδεικτικός
shred=κομματάκι
shrew=στρίγγλα
shrewd=έξυπνος
shrewd=καπάτσος
shrewd=πανέξυπνος
shrewd=τετραπέρατος
shrewdness=καπατσοσύνη
shriek=στριγκλιά
shriek=στριγκλίζω
shrill=διαπεραστικός
shrimp=γαρίδα
shrine=λάρνακα
shrine=παρεκκλήσι
shrink=μπαίνω
shrink=συρρικνώνομαι
shrink=συστέλλω
shrive=εξομολογώ
shrub=θάμνος
shutter=παραθυρόφυλλο
shuttle=σαΐτα
shy=δειλός
shy=ντροπαλός
shy=συνεσταλμένος
shyness=ατολμία
shyness=δειλία
shyness=ντροπαλότητα
sick=άρρωστος
sickly=φιλάσθενος
side=μεριά
side=πλευρά
sideboard=μπουφές
sideboard=σερβάντα
sideboard=σκευοθήκη
sidestep=λοξοδρομώ
sidewalk=πεζοδρόμιο
siege=πολιορκία
sieve=κοσκινίζω
sieve=κρησαρίζω
sigh=αναστεναγμός
sigh=αναστενάζω
sight=όραση
sign=πίνακας
sign=σήμα
sign=ταμπέλα
sign=υπογράφω
signal=γνέφω
signal=νεύω
signal=σήμα
signatory=υπογράφων
signature=υπογραφή
significant=σημαντικός
silence=σιγή
silence=σιωπή
silence=σωπαίνω
silent=σιωπηλός
silhouette=διαγράφω
silk=μεταξωτό
silky=απαλός
silky=στιλπνός
sill=πεζούλι
sill=περβάζι
silly=ανόητος
silly=χαζός
silt=πρόσχωμα
silver=ασημένιος
silver=ασημί
similar=παρόμοιος
similarity=ομοιότητα
similarly=παρομοίως
simmer=σιγοβράζω
simmer=υποθάλπω
simplicity=απλότητα
simplification=απλοποίηση
simplify=απλοποιώ
simply=απλά
simply=απλώς
simultaneous=ταυτόχρονος
simultaneously=ταυτόχρονα
sin=αμαρτάνω
sin=αμαρτία
since=από
since=αφού
sincerely=ειλικρινά
sinew=μυς
sinew=σθένος
sing=τραγουδώ
singer=τραγουδιστής
singer=τραγουδίστρια
single=ανύπαντρος
single=μονόκλινος
single=μονός
single=μόνος
singular=ενικός
singular=ιδιόμορφος
singular=μοναδικός
sink=βυθίζομαι
sink=βυθίζω
sink=ναυαγώ
sink=νεροχύτης
sinner=αμαρτωλός
sip=αργοπίνω
siren=σειρήνα
sit=κάθομαι
site=τόπος
sitting=καθιστικός
sitting=συνεδρίαση
situation=θέση
situation=κατάσταση
six=έξι
sixth=έκτος
sixty=εξήντα
size=μέγεθος
sizzle=τσιγαρίζω
sizzle=τσιτσιρίζω
skate=βάτος
sketch=σκίτσο
sketchy=πρόχειρος
ski=σκι
skid=γλιστρώ
skid=ντεραπάρω
skier=σκιέρ
skiff=λέμβος
skilful=δεξιοτέχνης
skilful=έντεχνος
skilful=επιτήδειος
skilful=ικανός
skill=επιδεξιότητα
skill=ικανότητα
skill=τέχνη
skill=φιλοτεχνία
skilled=έντεχνος
skim=ξαφρίζω
skimp=τσιγκουνεύομαι
skin=γδέρνω
skin=δέρμα
skin=προβιά
skinny=κοκαλιάρης
skinny=τσιγκούνης
skirt=φούστα
skittish=ζωηρός
skulk=λουφάζω
skull=καύκαλο
skull=κρανίο
skunk=κουνάβι
sky=ουρανός
skylark=κορυδαλλός
slab=πλάκα
slack=αργοκίνητος
slack=λάσκος
slack=μπόσικος
slack=χαλαρός
slacken=λασκάρω
slacken=μολάρω
slag=σκωρία
slander=δυσφημώ
slanderous=συκοφαντικός
slant=γέρνω
slant=κλίνω
slap=ραπίζω
slap=χαστούκι
slash=εγκοπή
slash=πετσοκόβω
slate=πλάκα
slate=σχιστόλιθος
slaughter=πελεκώ
slaughter=σφαγή
slave=δούλος
slave=ραγιάς
slave=σκλάβος
slaver=σαλιαρίζω
slavery=δουλεία
slavery=σκλαβιά
sleek=άψογος
sleek=γλοιώδης
sleek=καλοφτιαγμένος
sleek=στιλπνός
sleep=κοιμάμαι
sleep=τσίμπλα
sleep=ύπνος
sleepiness=νύστα
sleepy=νυσταγμένος
sleeve=μανίκι
slender=λεπτός
slender=λυγερός
slenderness=λιγνάδα
slice=φέτα
slick=κηλίδα
slide=γλιστρώ
slide=τσουλήθρα
sliding=προοδευτικός
slight=ελαφρύς
slight=θίγω
slight=μικρός
slight=προσβάλλω
slightly=ελαφρώς
slightly=λίγο
slim=αδυνατίζω
slime=γλίτσα
sling=κούνια
slip=γλίστρημα
slip=γλιστρώ
slip=ολίσθημα
slip=παραδρομή
slipper=παντόφλα
slippery=γλιστερός
slippery=ολισθηρός
slit=σχισμή
slither=γλιστρώ
sliver=σκλήθρα
slope=γέρνω
slope=κατηφορίζω
slope=πλαγιά
sloppy=τσαπατσούλης
slot=σχισμή
slovenly=ατημέλητος
slow=βραδύς
slowly=αργά
slowly=σιγά
slowly=σιγάslow-witted=αργόστροφος
slow-witted=βραδύνους
sludge=βόρβορος
slug=γυμνοσάλιαγκας
slug=σφαίρα
sluggish=άτονος
sluggish=δυσκίνητος
sluggish=μαχμουρλής
sluggish=νωχελής
slum=φτωχογειτονιά
slump=καταρρέω
slump=κεσάτι
slump=πέφτω
slump=σωριάζομαι
slut=πατσαβούρα
slut=πόρνη
sly=πανούργος
sly=πονηρός
sly=ύπουλος
slyness=πονηριά
smack=καρπαζιά
smack=χαστούκι
smack=χαστουκίζω
small=μικρός
smallpox=ευλογία
smart=κομψός
smartly=έξυπνα
smash=θρυμματίζω
smash=κομματιάζω
smash=σπάζω
smash=συντρίβω
smell=μυρίζω
smell=μυρωδιά
smile=χαμόγελο
smile=χαμογελώ
smirch=λερώνω
smirch=ρυπαίνω
smoke=καπνίζω
smoke=καπνοί
smoke=καπνός
smoker=καπνιστής
smooth=λείος
smoothly=λεία
smoothly=ομαλά
smudge=μουτζούρα
smudge=μουτζουρώνω
smug=αυτάρεσκος
smuggler=λαθρέμπορος
smuggling=λαθρεμπόριο
snack=μεζές
snack=σνακ
snail=σαλιγκάρι
snatch=αρπάζω
sneaking=κρυφός
sneer=ειρωνεία
sneer=χλευάζω
sneer=χλευασμός
sneeze=φταρνίζομαι
sneeze=φτάρνισμα
snide=υποτιμητικός
snide=χλευαστικός
sniffing=ρουθούνισμα
snipe=μπεκατσίνι
snitch=καταδότης
snore=ροχαλίζω
snort=φρουμάζω
snow=χιόνι
snow=χιονίζω
so=έτσι
so=τόσο
soak=εμποτίζω
soak=μουσκεύω
soap=σαπούνι
sob=λυγμός
sober=νηφάλιος
sober=ξεμέθυστος
soccer=ποδόσφαιρο
sociable=κοινωνικός
social=κοινωνικός
socialism=σοσιαλισμός
socialist=σοσιαλιστής
society=κοινωνία
sock=κάλτσα
socket=πρίζα
socket=υποδοχή
sodden=μουλιασμένος
sodden=μουσκεμένος
sofa=καναπές
soft=μαλακός
soften=μαλακώνω
soil=μαγαρίζω
sojourn=διατριβή
solace=παρηγοριά
solace=παρηγορώ
solar=ηλιακός
solder=κολλώ
soldering=κόλλημα
soldier=στρατιώτης
sole=γλώσσα
sole=πέλμα
solely=αποκλειστικά
solemn=σεμνοπρεπής
solemn=σοβαρός
solemnity=σοβαρότητα
solemnly=ειλικρινά
solemnly=σοβαρά
solid=στερεός
solid=συμπαγής
solidarity=αλληλεγγύη
solitary=απόκοσμος
solitary=ασυντρόφευτος
solitary=μοναχικός
solitude=μοναξιά
solution=διάλυμα
solution=λύση
solve=λύνω
solvent=εχέγγυος
solvent=φερέγγυος
sombre=καταθλιπτικός
sombre=μουντός
some=λίγοι
some=μερικοί
some=μερικός
somebody=κάποιος
someone=κάποιος
somewhat=κάπως
son=καμάρι
son=υιός
song=τραγούδι
sonic=ηχητικός
son-in-law=γαμπρός
sonorous=ηχηρός
soon=σύντομα
soon=σύντομος
soot=αιθάλη
soot=γάνα
soot=καπνιά
soothe=καταπραΰνω
soothsayer=μάντης
soothsayer=προφήτης
sophisticated=εξεζητημένος
sophisticated=καλλιεργημένος
sophisticated=σοφιστικέ
soprano=σοπράνο
sorcerer=μάγος
sore=αλγεινός
sorrel=λάπατο
sorrel=οξαλίδα
sorry=συγγνώμη
sort=είδος
sort=ξεδιαλέγω
sort=τακτοποιώ
sort=τύπος
soul=ψυχή
sound=γερός
sound=ήχος
sound=φωνή
sounding=βυθομέτρηση
soup=σούπα
sour=ξινός
source=πηγή
south=νότος
southern=μεσημβρινός
southern=νότιος
souvenir=ενθύμιο
sovereign=αυτεξούσιος
sovereign=ηγεμόνας
sovereign=κυρίαρχος
sovereignty=κυριαρχία
sow=ενσπείρω
sow=σπέρνω
space=διάστημα
space=χώρος
spacious=ευρύχωρος
spade=τσάπα
spaghetti=μακαρόνι
span=σπιθαμή
spanking=έξοχος
spanking=ράπισμα
spare=περισσευούμενος
spare=περισσεύω
spare=χαρίζω
spark=σπιθοβολώ
sparkle=απαστράπτω
sparkling=αστραφτερός
sparkling=αφρώδης
sparrow=σπουργίτης
sparrow=σπουργίτι
sparse=αραιός
spasmodic=σπασμωδικός
spate=κατακλυσμός
spate=πληθώρα
spawn=γεννοβολώ
spawn=γεννώ
speak=κρένω
speak=μιλώ
speaker=ομιλητής
spear=δόρυ
spear=καμάκι
spear=λόγχη
speciality=σπεσιαλιτέ
species=είδη
species=είδος
specific=συγκεκριμένος
specifically=συγκεκριμένα
specify=καθορίζω
specimen=δείγμα
spectacular=θεαματικός
spectator=θεατής
spectrum=φάσμα
speculate=διαλογίζομαι
speculate=εικάζω
speculate=κερδοσκοπώ
speculation=εικασία
speculation=κερδοσκοπία
speculative=εικαστικός
speculative=θεωρητικός
speculative=κερδοσκοπικός
speculative=υποθετικός
speculator=κερδοσκόπος
speechless=άναυδος
speechless=άφωνος
speechless=εμβρόντητος
speed=επισπεύδω
speed=ταχύτητα
speed=τρέχω
speed=φόρα
speedy=γοργός
spell=διάστημα
spell=ξόρκι
spell=ορθογραφώ
spell=συλλαβίζω
spelling=ορθογραφία
spend=ξοδεύω
sperm=σπέρμα
spice=καρύκευμα
spice=καρυκεύω
spice=μπαχαρικό
spicy=πικάντικος
spider=αράχνη
spill=χύνω
spin=γνέθω
spin=περιστρέφομαι
spin=στριφογυρίζω
spinach=σπανάκι
spine=αγκάθι
spineless=ασπόνδυλος
spinning=στριφογύρισμα
spiral=ελικοειδής
spirit=πνεύμα
spirits=κέφια
spiritual=πνευματικός
spiritually=πνευματικά
spit=πτύω
spit=φτύνω
spiteful=εμπαθής
spiteful=κακεντρεχής
spiteful=μοχθηρός
splash=πιτσιλάω
splash=πιτσιλίζω
splash=πλατσουρίζω
spleen=σπλήνα
splendid=εξαίσιος
splendid=έξοχα
splendid=υπέροχος
splint=νάρθηκας
splinter=αγκίδα
splinter=θραύσμα
splinter=παρασχίδα
splinter=πελεκούδι
split=διχοτομία
split=μοίρα
split=μοιράζω
spoil=κακομαθαίνω
spoil=παραχαϊδεύω
spoil=χαλώ
spoke=μίλησα
spongy=σπογγώδης
sponsor=χορηγός
sponsor=χορηγώ
sponsorship=χορηγία
spontaneous=αυθόρμητος
sporadic=σποραδικός
sportsman=αθλητής
spot=βούλα
spot=εντοπίζω
spot=μέρος
spot=σπυρί
spouse=σύζυγος
sprain=στραμπουλίζω
sprawl=απλώνομαι
sprawl=απλωσιά
spray=ψεκάζω
spread=απλώνω
spread=διαδίδω
spread=επέκταση
spread=φουντώνω
spring=αναπηδώ
spring=άνοιξη
spring=εκτινάσσομαι
sprinkle=πασπαλίζω
sprinkle=πασπάλισμα
sprinkle=ραντίζω
sprinkler=ραντιστήρι
sprinkling=ράντισμα
spruce=φιλάρεσκος
spur=κεντρίζω
spur=παρακινώ
spur=σπιρούνι
spur=σπιρουνίζω
spurt=ξεπετάγομαι
spy=κατασκοπεύω
spy=κατάσκοπος
squab=περιστεράκι
squab=πιτσούνι
squalid=άθλιος
squalid=βρώμικος
squalor=κακομοιριά
squander=διασπαθίζω
squander=καταδαπανώ
squander=κατασπαταλώ
squander=σπαταλώ
square=πλατεία
square=τετράγωνο
squash=ζουλώ
squash=κολοκύθι
squash=πατικώνω
squeak=γρύζω
squeaky=τριζάτος
squeal=σκληρίζω
squeal=στριγγλίζω
squeeze=ζουλώ
squeeze=στριμώχνω
squeeze=στύβω
squint=λοξοκοιτάζω
squire=ιπποκόμος
squire=τσιφλικάς
squirrel=σκίουρος
stab=μαχαιρώνω
stability=σταθερότητα
stabilize=σταθεροποιώ
stable=στάβλος
stable=σταθερός
stack=στοιβάδα
stack=σωρός
stadium=στάδιο
staff=προσωπικό
stage=σκηνή
stage=σκηνοθετώ
stage=στάδιο
stage=φάση
stagger=τρικλίζω
stagnant=λιμνάζων
stagnant=στάσιμος
stain=κηλίδα
stain=λεκιάζω
stainless=ανοξείδωτος
stake=πάσσαλος
stale=μπαγιάτικος
stalk=κυνηγώ
stalk=παγανίζω
stalk=στέλεχος
stamina=δυνάμεις
stammer=τραυλίζω
stammer=ψελλίζω
stamp=γραμματόσημο
stamp=χαρτόσημα
stand=εξέδρα
standing=κύρος
standing=όρθιος
staple=βασικός
staple=κύριος
staple=συνδετήρας
star=αστέρι
star=πρωταγωνιστής
starch=άμυλο
starch=κολλαρίζω
stare=ατενίζω
stark=γυμνός
stark=σκέτος
starling=ψαρόνι
starry=έναστρος
start=αρχή
start=αρχίζω
start=ξεκίνημα
start=ξεκινώ
starter=αφέτης
starter=ορεκτικό
starve=λιμοκτονώ
starve=πεινώ
state=δηλώνω
state=κατάσταση
state=κρατίδιο
state=κράτος
statement=δήλωση
statement=κατάσταση
statesman=πολιτικός
static=στατικός
station=σταθμός
stationary=ακίνητος
statistics=στατιστική
statue=άγαλμα
statuette=αγαλματάκι
status=θέση
status=κατάσταση
statute=καταστατικό
statute=νομοθεσία
statutory=καθορισμένος
stave=βαρελοσανίδα
stay=μένω
steadfast=ακλόνητος
steadfast=απτόητος
steady=σταθερός
steak=μπριζόλα
steal=βουτώ
steal=κλέβω
steam=ατμός
steam=αχνίζω
steel=ατσαλένιος
steel=ατσάλι
steel=χάλυβας
steep=απόκρημνος
steep=απότομος
steer=καθοδηγώ
stem=μίσχος
stem=στείρα
stem=στέλεχος
stench=βρώμα
stench=δυσωδία
stench=μπόχα
stentorian=βροντερός
stentorian=βροντόφωνος
step=βήμα
step=βηματίζω
step=διάβημα
stepmother=μητριά
stereotype=στερεοτυπία
stereotype=στερεοτυπώ
stereotyped=κοινότυπος
sterile=άγονος
sterile=στείρος
sterilise=αποστειρώνω
sterilize=αποστειρώνω
stern=αυστηρός
stern=βλοσυρός
stern=πρύμνη
stethoscope=στηθοσκόπιο
stew=στιφάδο
steward=επιστάτης
steward=θαλαμηπόλος
steward=οικονόμος
stick=κολλώ
stick=παλούκι
stick=χώνω
sticker=αυτοκόλλητο
sticky=κολλητικός
sticky=κολλώδης
stiff=άκαμπτος
stiff=αλύγιστος
stiff=ισχυρός
stiffness=δυσκαμψία
stiffness=ψυχρότητα
stifle=πνίγω
stigma=στίγμα
still=ακίνητος
still=γαλήνιος
still=ήρεμος
stillness=σιγή
stilted=δύσκαμπτος
stilted=εξεζητημένος
stilted=πομπώδης
stimulate=διεγείρω
stimulation=διέγερση
sting=κεντρί
sting=κεντρίζω
sting=τσιμπώ
stingy=παραδόπιστος
stink=βρόμα
stink=βρομιά
stink=βρομώ
stint=τσιγκουνεύομαι
stipulate=συμφωνώ
stipulation=όρος
stipulation=ρήτρα
stir=αναδεύω
stir=ανακατεύω
stir=κινούμαι
stir=κινώ
stirrer=αναδευτήρας
stirring=συνταρακτικός
stitch=ράβω
stitch=ραφή
stock=απόθεμα
stock=παρακρατώ
stockbroker=χρηματιστής
stomach=στομάχι
stone=λιθοβολώ
stone=πέτρα
stone=πετροβολώ
stool=έδρανο
stool=σκαμνί
stool=σκαμπό
stopgap=αναπληρωτής
stopover=στάση
stopper=βύσμα
storage=αποθήκευση
store=αποθηκεύω
store=βάζω
store=μαγαζί
storey=όροφος
storing=αποθήκευση
stork=πελαργός
storm=θύελλα
storm=καταιγίδα
storm=τρικυμία
story=ιστορία
story=παραμύθι
stout=γερός
stout=εύσωμος
stout=θαρραλέος
stove=κουζίνα
stow=φυλάω
straight=ευθύς
straight=ίσιος
straightforward=απλός
strain=διηθώ
strain=ζόρι
strain=στραμπουλίζω
strain=τεντώνω
strait=πορθμός
strand=εξοκέλλω
strand=κλώνος
strand=νήμα
strange=παράξενος
strange=περίεργος
strangle=στραγγαλίζω
strap=ιμάντας
stratagem=στρατήγημα
strategic=στρατηγικός
straw=άχυρο
straw=καλαμάκι
strawberry=φράουλα
stray=αδέσποτος
stream=κυλώ
stream=ρέω
stream=ρυάκι
street=δρόμος
street=οδός
strength=ρώμη
strengthen=εμπεδώνω
strengthen=ενδυναμώνω
strengthen=ενισχύω
strengthen=καρδαμώνω
strenuous=έντονος
strenuous=επίπονος
stress=άγχος
stress=στρες
stress=τονίζω
stress=τόνος
stretch=εκτείνομαι
stretch=τεζάρω
stretch=τεντώνομαι
stretch=τεντώνω
stretching=τέντωμα
strict=αυστηρός
strictly=αυστηρά
strictness=αυστηρότητα
stride=βήμα
stride=βηματίζω
stride=δρασκελίζω
strike=απεργία
strike=χτυπώ
string=χορδή
strip=γδύνομαι
strip=γδύνω
strip=γυμνώνω
strip=εκδύω
stripe=ράβδωση
striped=ριγέ
strive=πασχίζω
stroke=εγκεφαλικό
stroke=χαϊδεύω
stroke=χτύπημα
stroll=σουλατσάρω
strong=δυνατός
stronghold=οχυρό
stronghold=φρούριο
strongly=δυνατά
structure=δομή
struggle=αγώνας
struggle=αγωνίζομαι
stubble=γένια
stubble=καλαμιές
stubborn=ισχυρογνώμονας
stubborn=πεισματάρης
stubbornly=πεισματικά
stud=ιπποτροφείο
stud=καρφί
stud=κουμπί
student=φοιτητής
student=φοιτήτρια
study=γραφείο
study=μελέτη
study=σπουδάζω
study=σπουδές
stuff=πράμα
stuffy=αποπνικτικός
stultify=αποβλακώνω
stultify=ρεζιλεύω
stumble=παραπατώ
stumble=σκουντουφλώ
stumble=τρικλίζω
stump=κούτσουρο
stun=ζαλίζω
stun=συντρίβω
stunning=γοητευτικός
stunning=έκπαγλος
stunning=εντυπωσιακός
stupefaction=αποβλάκωση
stupefaction=αποχαύνωση
stupefy=αποβλακώνω
stupid=χαζός
stupor=αδράνεια
stupor=εμβροντησία
stupor=κατάπληξη
stupor=νάρκη
sturdy=ανθεκτικός
sturdy=γερός
sturdy=ρωμαλέος
stutter=τραυλίζω
stutter=ψελλίζω
sty=κριθαράκι
sty=χαλάζιο
sty=χοιροστάσιο
style=ρυθμός
style=στυλ
style=στύλος
style=ύφος
stylish=κομψός
stylus=στύλος
subaltern=κατώτερος
subaltern=υφιστάμενος
subdivision=υποδιαίρεση
subdue=υποτάσσω
subject=αντικείμενο
subject=θέμα
subject=υπήκοος
subject=υποκείμενο
subjective=υποκειμενικός
subjectivity=υποκειμενικότητα
sublimation=εξάχνωση
submission=υποταγή
submit=παραδίδομαι
submit=υποβάλλω
submit=υποστηρίζω
submit=υποτάσσομαι
subordinate=υφιστάμενος
subordination=υπεξουσιότητα
subscribe=προσφέρω
subscriber=συνδρομητής
subscription=συνδρομή
subsequent=μεταγενέστερος
subsequently=κατόπιν
subsequently=μεταγενέστερα
subside=υποχωρώ
subsidiary=επικουρικός
subsidiary=θυγατρική
subsidiary=υποβοηθητικός
subsidise=επιδοτώ
subsidy=επιδότηση
subsidy=επιχορήγηση
subsist=ζω
subsist=υπάρχω
substance=ουσία
substantial=αξιόλογος
substantial=ουσιαστικός
substantial=στερεός
substantiate=τεκμηριώνω
substantive=ουσιαστικό
substitute=αναπληρωματικός
substitute=αναπληρώνω
substitute=υποκαθιστώ
subterfuge=υπεκφυγή
subterranean=υπόγειος
subtle=εκλεπτυσμένος
subtle=λεπτός
subtle=φίνος
subtlety=λεπτότητα
subtraction=αφαίρεση
suburb=προάστιο
subversive=υπονομευτικός
subvert=ανατρέπω
subvert=υπονομεύω
succeed=επιτυγχάνω
succeed=πετυχαίνω
success=επιτυχία
successful=επιτυχημένος
successful=πετυχημένος
succession=διαδοχή
succession=σειρά
successive=αλλεπάλληλος
successive=διαδοχικός
successor=κληρονόμος
succinct=περιεκτικός
succinct=σύντομος
succinctly=περιεκτικά
succumb=υποκύπτω
such=τέτοιος
such=τόσος
suck=γλείφω
suck=θηλάζω
suck=ρουφώ
sucker=βεντούζα
sucker=βλαστάρι
sucker=παραφυάδα
suckle=θηλάζω
suckling=θηλαστικός
suction=αναρρόφηση
suction=άντληση
sudden=αιφνίδιος
sudden=ξαφνικός
suddenly=αιφνιδιαστικά
suddenly=ξαφνικά
sue=εγκαλώ
sue=ενάγω
sue=μηνύω
suffer=παθαίνω
suffer=πάσχω
suffer=υποφέρω
suffice=επαρκώ
sufficient=επαρκής
sufficiently=επαρκώς
suffocate=πνίγω
suffocation=ασφυξία
sugar=ζάχαρη
suggest=προτείνω
suggestion=πρόταση
suicide=αυτοκτονία
suit=αρμόζω
suit=βολεύω
suit=εξυπηρετώ
suit=κοστούμι
suitable=βολικός
suitable=κατάλληλος
suitable=πρόσφορος
suitably=κατάλληλα
suitcase=βαλίτσα
suite=ακολουθία
suite=σουίτα
suitor=μνηστήρας
sulk=σκυθρωπιάζω
sullen=βλοσυρός
sullen=σκυθρωπός
sully=κηλιδώνω
sully=ρυπαίνω
sully=σπιλώνω
sultry=αποπνικτικός
sultry=πνιγηρός
sum=πράξη
sum=σύνολο
summary=περίληψη
summer=θερινός
summer=καλοκαίρι
summit=κορυφή
summon=καλώ
sun=ήλιος
sundry=διάφοροι
sunflower=ήλιος
sunny=ηλιόλουστος
super=σούπερ
superb=άριστος
superb=θαυμάσιος
superb=καταπληκτικός
superficial=επιπόλαιος
superficial=επιφανειακός
superficially=επιφανειακά
superfluous=περιττός
superior=ανώτερος
superiority=ανωτερότητα
supersede=εκτοπίζω
supersonic=υπερηχητικός
superstition=πρόληψη
superstitious=δεισιδαίμονας
superstitious=προληπτικός
superstructure=υπερκατασκευή
supervise=επιβλέπω
supervise=εποπτεύω
supervision=επίβλεψη
supervision=επιτήρηση
supervisor=επιτηρητής
supervisor=επόπτης
supplant=αντικαθιστώ
supplement=συμπλήρωμα
supplement=συμπληρώνω
supplementary=συμπληρωματικός
supplication=ικεσία
supplier=προμηθευτής
supply=παρέχω
supply=παροχή
supply=προμήθεια
supply=χορήγηση
support=βοήθεια
support=στήριγμα
support=συμπαράσταση
support=υποστήριγμα
supporter=οπαδός
supporter=υποστηρικτής
suppose=υποθέτω
suppose=υποτίθεται
supposed=δήθεν
suppress=αποκρύπτω
suppress=καταπνίγω
suppress=καταστέλλω
suppression=απόκρυψη
suppression=καταστολή
supremacy=κυριαρχία
supreme=ανώτατος
supreme=ύπατος
supreme=υπέρτατος
sure=σίγουρος
surely=σίγουρα
surface=αναδύομαι
surface=επιφάνεια
surfeit=κορεσμός
surge=κύμα
surge=ξεχύνομαι
surgeon=χειρουργός
surgery=ιατρείο
surgical=χειρουργικός
surly=κακότροπος
surly=σκυθρωπός
surmount=ξεπερνώ
surmount=υπερβαίνω
surname=επίθετο
surpass=ξεπερνώ
surpass=περνώ
surpass=υπερακοντίζω
surplus=περίσσευμα
surplus=πλεόνασμα
surprise=έκπληξη
surrender=παραδίδω
surround=περικυκλώνω
surround=πλαισιώνω
surround=πλαισίωση
surrounding=γύρω
surroundings=περιβάλλον
surroundings=περίχωρα
survey=ανασκόπηση
survey=έρευνα
survey=μελέτη
surveyor=τοπογράφος
survival=επιβίωση
survive=επιζώ
susceptibility=ευαισθησία
susceptibility=ευπάθεια
susceptible=επιδεικτικός
susceptible=εύθικτος
susceptible=ευπαθής
suspect=υποπτεύομαι
suspend=αναστέλλω
suspend=κρεμώ
suspender=ζαρτιέρα
suspension=ανακοπή
suspension=ανάρτηση
suspension=αναστολή
suspension=εναιώρημα
suspicion=υπόνοια
suspicion=υποψία
suspicious=καχύποπτος
suspicious=ύποπτος
sustain=κρατώ
sustain=συντηρώ
sustain=υποστηρίζω
suture=ραφή
swallow=καταπίνω
swallow=χελιδόνι
swamp=βάλτος
swamp=έλος
swamp=κατακλύζω
swampy=ελώδης
swan=κύκνος
swap=ανταλλάσσω
swarm=σμάρι
swarm=σμήνος
swat=χτυπώ
sway=λικνίζομαι
sway=πείθω
sway=ταλαντεύομαι
swear=ορκίζομαι
sweep=καμπύλη
sweep=σαρώνω
sweep=σκουπίζω
sweeping=σαρωτικός
sweet=γλυκός
sweet=καραμέλα
sweetness=γλυκύτητα
swell=εξογκώνω
swell=πρήζω
swell=φουσκώνω
swelling=πρήξιμο
swelling=φλεγμονή
swerve=λοξοδρομώ
swerve=φάλτσο
swiftly=γοργά
swill=ξεπλένω
swim=κολυμπώ
swimming=κολύμπι
swing=κούνια
swing=κουνώ
swirl=δίνη
swirl=στροβιλίζομαι
switch=αλλαγή
switch=αλλάζω
switch=διακόπτης
swivel=στριφτάρι
swoop=εφορμώ
sword=ξίφος
sword=σπάθα
sword=σπαθί
sworn=ορκίζομαι
sworn=ορκισμένος
syllable=συλλαβή
syllogism=συλλογισμός
symbol=σύμβολο
symbolic=συμβολικός
symmetry=συμμετρία
symphony=συμφωνία
symptom=σύμπτωμα
synagogue=συναγωγή
syndrome=σύνδρομο
synonymous=συνώνυμος
synthetic=συνθετικός
syphilis=σύφιλη
syringe=σύριγγα
system=σύστημα
table=πίνακας
table=τραπέζι
tablet=χάπι
taboo=απαγορευμένο
tacit=έμμεσος
tacit=σιωπηρός
tackle=αντιμετωπίζω
tact=διπλωματικότητα
tactless=αδιάκριτος
tail=ουρά
tailor=ράπτης
take=παίρνω
taking=λήψη
tale=ιστορία
tale=μύθος
talented=προικισμένος
talented=ταλαντούχος
talk=μιλώ
talk=ομιλία
talkative=ομιλητικός
talkative=φλύαρος
tall=ψηλός
tally=καταμετρώ
tally=συμφωνώ
talon=νύχι
tame=τιθασεύω
tamper=αλλοιώνω
tamper=παραποιώ
tan=βυρσοδεψώ
tan=καφετί
tan=μαυρίζω
tan=μαύρισμα
tangible=απτός
tank=δεξαμενή
tantamount=ισοδύναμος
tap=βρύση
tap=παρακεντώ
tape=ταινία
tar=κατράμι
tar=ναύτης
tar=πίσσα
tardy=αργός
tardy=καθυστερημένος
target=στοχεύω
target=στόχος
tariff=δασμολόγιο
tariff=τιμολόγιο
tarmac=άσφαλτος
tarnish=αμαυρώνω
tarpaulin=μουσαμάς
tarry=διαμένω
tarry=χρονοτριβώ
tarsal=ταρσικός
tart=καυστικός
tart=πόρνη
tart=στυφός
tart=τάρτα
task=δουλειά
task=καθήκον
taste=γεύομαι
taste=γεύση
taste=γούστο
tasty=γευστικός
tatter=κουρέλι
tattle=κουτσομπολεύω
tattle=φλυαρώ
taunt=λοιδορία
tavern=μπαρ
tavern=χάνι
tax=προβληματίζω
tax=φορολογώ
tax=φόρος
taxi=ταξί
taxi=τροχοδρομώ
taxpayer=φορολογούμενος
tea=τσάι
teach=διδάσκω
teacher=δασκάλα
teacher=δάσκαλος
teacher=καθηγητής
teacher=καθηγήτρια
teacup=φλιτζάνι
team=ομάδα
tear=δάκρυ
tear=σκίζω
tear=σχίζω
tease=ξεμπλέκω
tease=πειράζω
technically=τεχνικά
technique=τεχνική
technocracy=τεχνοκρατία
technological=τεχνολογικός
technology=τεχνολογία
tedious=ανιαρός
tedious=πληκτικός
tedium=πλήξη
teem=βρίθω
teenager=έφηβος
telecommunication=τηλεπικοινωνία
telegraph=τηλέγραφος
telephone=τηλέφωνο
telephone=τηλεφωνώ
telescope=συμπτύσσω
telescope=τηλεσκόπιο
television=τηλεόραση
tell=αφηγούμαι
tell=διηγούμαι
tell=λέω
tell=ξεχωρίζω
temper=διάθεση
temper=μετριάζω
temper=οργή
temper=σκληραίνω
temperamental=ιδιότροπος
temperamental=κυκλοθυμικός
temperance=εγκράτεια
temperate=εγκρατής
temperate=εύκρατος
temperature=θερμοκρασία
temperature=πυρετός
tempest=θύελλα
tempest=τρικυμία
template=περίγραμμα
template=φόρμα
temple=μελίγγι
temple=μηνίγγι
temple=ναός
tempo=ρυθμός
temporal=εγκόσμιος
temporal=κοσμικός
temporal=χρονικός
temporarily=προσωρινά
temporary=πρόσκαιρος
temporary=προσωρινός
tempt=δελεάζω
temptation=πειρασμός
ten=δέκα
ten=φροντίζω
tenacious=ανυποχώρητος
tenacious=επίμονος
tenancy=κολιγιά
tenant=ένοικος
tenant=κολίγας
tenant=νοικάρης
tend=επιμελούμαι
tend=περιποιούμαι
tendency=ροπή
tendency=τάση
tender=μαλακός
tender=τρυφερός
tenderness=άλγος
tenderness=πόνος
tenet=δόγμα
tennis=τένις
tenor=τενόρος
tense=τεντωμένος
tension=ένταση
tent=σκηνή
tentacle=πλοκάμι
tentative=δειλός
tenth=δέκατος
tenuous=ισχνός
tenuous=λεπτός
term=διορία
term=όρος
term=τρίμηνο
terminology=ορολογία
terminus=τέρμα
termite=τερμίτης
terrace=ταράτσα
terrain=έδαφος
terrible=τρομερός
terrible=φοβερός
terribly=απαίσια
territorial=εδαφικός
territory=έδαφος
terror=τρόμος
terrorism=τρομοκρατία
terrorist=τρομοκράτης
terse=βραχύλογος
terse=λακωνικός
terse=λιτός
test=ελέγχω
testament=διαθήκη
testimonial=πιστοποιητικό
testimony=κατάθεση
tetchy=ευέξαπτος
text=κείμενο
texture=σύσταση
texture=υφή
than=από
thank=ευχαριστώ
that=εκείνος
that=που
thaw=λιώνω
thaw=ξεπαγώνω
theatre=θέατρο
theatrical=θεατρικός
theft=κλοπή
them=αυτά
them=αυτές
them=αυτούς
theme=θέμα
then=έπειτα
then=μετά
then=τότε
theologian=θεολόγος
theology=θεολογία
theory=θεωρία
therapy=θεραπεία
there=εκεί
therefore=άραγε
thermal=θερμικός
thermometer=θερμόμετρο
thesis=διατριβή
thick=πυκνός
thicken=δένω
thicken=πήζω
thicken=πυκνώνω
thicket=ρουμάνι
thickness=πυκνότητα
thigh=μηρός
thin=αραιός
thin=αραιώνω
thin=λιγνός
thin=ψιλός
thing=πράγμα
think=νομίζω
think=σκέπτομαι
think=σκέφτομαι
thinness=λιγνάδα
third=τρίτος
thirsty=διψασμένος
thirty=τριάντα
this=αυτή
this=αυτό
this=αυτός
thistle=γαϊδουράγκαθο
thorn=αγκάθι
thorough=εξονυχιστικός
thorough=λεπτομερής
thoroughfare=δίοδος
thou=εσύ
though=μολονότι
thought=νόμιζα
thought=σκεφτόμουν
thought=σκέψη
thoughtless=απερίσκεπτος
thousand=χίλια
thrall=σκλάβος
thread=κλωστή
thread=μίτος
threat=απειλή
threaten=απειλώ
threatening=απειλητικός
three=τρία
thrifty=φειδωλός
thrill=συγκίνηση
thrive=ευδοκιμώ
thrive=ευημερώ
thrive=προκόβω
throat=λαιμός
throb=γογγύζω
throb=δονούμαι
throne=θρόνος
throng=πλήθος
throng=συναθροίζομαι
throng=συρρέω
through=διαμέσου
throw=πέταγμα
throw=πετώ
throw=ρίχνω
thrust=μπήγω
thrust=χωμένος
thrust=ώθηση
thunder=βροντές
thunder=βροντώ
thunder=μπουμπουνίζω
thwart=εμποδίζω
thwart=ματαιώνω
thyme=θυμάρι
tibia=κνήμη
tick=τικ
ticket=εισιτήριο
tickle=γαργαλίζω
tidy=αρκετός
tidy=συγυρίζω
tidy=συγυρισμένος
tidy=τακτοποιώ
tie=γραβάτα
tie=δένω
tiger=τίγρης
tight=στενός
tight=σφιχτός
tighten=σφίγγω
tight-fisted=παραδόπιστος
tile=κεραμίδι
tile=πλακάκι
till=μέχρι
till=ταμείο
tiller=δοιάκι
tilt=γέρνω
timber=ξυλεία
time=καιρός
time=φορά
time=χρόνος
time=ώρα
timely=καίριος
timetable=ωράριο
timid=δειλός
timid=ντροπαλός
timid=συνεσταλμένος
timidity=ατολμία
timidity=δειλία
tin=κασσίτερος
tin=κονσέρβα
tincture=βάμμα
tinder=προσάναμμα
tinfoil=αλουμινόχαρτο
tinge=απόχρωση
tiny=μικροσκοπικός
tiny=τοσοδούλης
tip=αιχμή
tip=ποδοκόπι
tip=πουρμπουάρ
tip=ρεγάλο
tirade=κατσάδα
tire=εξαντλώ
tire=κουράζω
tiredness=κόπωση
tissue=ιστός
tit=βυζί
titanic=τιτανικός
title=τίτλος
to=προς
to=σε
toady=κόλακας
toast=πρόποση
toast=τοστ
tobacco=καπνά
tobacco=καπνός
toffee=καραμέλα
together=μαζί
togetherness=ομόνοια
toil=κόπος
toil=μόχθος
toilet=τουαλέτα
token=δείγμα
token=κουπόνι
tolerable=ανεκτός
tolerable=υποφερτός
tolerance=ανεκτικότητα
tolerance=ανοχή
tolerance=αντοχή
tolerant=ανεκτικός
tolerate=ανέχομαι
toll=διόδια
toll=φόρος
tomato=ντομάτα
tomb=τάφος
tomorrow=αύριο
ton=τόνος
tone=ατμόσφαιρα
tone=τόνος
tongs=λαβίδα
tongs=τσιμπίδα
tongue=γλώσσα
tonsil=αμυγδαλή
too=επίσης
tool=εργαλείο
tooth=δόντι
top=κορυφαίος
top=κορυφή
topic=θέμα
topple=ανατρέπω
topple=γκρεμίζομαι
topple=πέφτω
topple=ρίχνω
torch=φακός
tornado=ανεμοστρόβιλος
torpedo=τορπίλη
torpid=μουδιασμένος
torpid=ναρκωμένος
torpid=χαύνος
torrent=βροχή
torrent=κρουνός
torrent=χείμαρρος
torrential=καταρρακτώδης
torrid=καυτερός
torrid=φλογισμένος
torsion=στρέψη
tortoise=χελώνα
torture=βασανίζω
torture=βασανισμός
toss=ρίχνω
total=ολικός
total=σύνολο
totter=ταλαντεύομαι
totter=τρεκλίζω
touch=αγγίζω
touch=πινελιά
touchy=ευερέθιστος
touchy=εύθικτος
tough=δύσκολος
tough=σκληρός
tough=σκληροτράχηλος
toughen=σκληραίνω
tour=γύρος
tour=περιοδεύω
tour=ταξίδι
tourism=τουρισμός
tourist=τουρίστας
tourist=τουριστικός
tournament=τουρνέ
tournament=τουρνουά
tow=ρυμουλκώ
tow=στουπί
toward=προς
towards=προς
towel=πετσέτα
tower=πύργος
towering=πανύψηλος
town=πόλη
townsman=αστός
toxic=τοξικός
toy=παιχνίδι
trace=ανακαλύπτω
trace=ανιχνεύω
trace=ίχνος
trace=υπόλειμμα
trachea=τραχεία
tracing=ανίχνευση
track=ανιχνεύω
track=ίχνη
track=μονοπάτι
track=πίστα
tractor=τρακτέρ
trade=εμπόριο
trade=επάγγελμα
trade=επιτήδευμα
tradesman=τεχνίτης
tradition=παράδοση
traditional=παραδοσιακός
traditionally=παραδοσιακά
traffic=δοσοληψία
traffic=κυκλοφορία
tragic=τραγικός
trail=ίχνος
trail=μονοπάτι
trailer=νταλίκα
train=αμαξοστοιχία
train=εκπαιδεύω
train=τρένο
trainee=εκπαιδευόμενος
trainer=εκπαιδευτής
trainer=προπονητής
training=εκπαίδευση
training=προπόνηση
training=προπονούμενος
trait=γνώρισμα
trait=χαρακτηριστικό
traitor=προδότης
tram=τραμ
tramp=αγύρτης
tramp=αλήτης
tramp=μόρτης
trample=τσαλαπατώ
trance=έκσταση
trance=ύπνωση
tranquil=γαλήνιος
tranquil=ήρεμος
tranquillity=γαλήνη
tranquillity=ηρεμία
tranquillity=ησυχασμός
transaction=διεκπεραίωση
transaction=δοσοληψία
transaction=νταραβέρι
transaction=συναλλαγή
transatlantic=υπερατλαντικός
transfer=μεταβίβαση
transfer=μεταγράφω
transfer=μετάθεση
transfer=μετατάσσω
transform=μεταβάλλω
transform=μετατρέπω
transform=μετουσιώνω
transformation=μεταμόρφωση
transformer=μετασχηματιστής
transfusion=μετάγγιση
transgress=παραβαίνω
transgression=παράβαση
transistor=τρανζίστορ
transition=μετάβαση
translate=μεταφράζω
translation=μετάφραση
transmission=μεταβίβαση
transmit=διοχετεύω
transmit=μεταδίδω
transmitter=διαβιβαστής
transmitter=μεταδότης
transmitter=πομπός
transparency=διαφάνεια
transparent=διαφανής
transplant=μεταμόσχευση
transplant=μεταμοσχεύω
transplant=μόσχευμα
transport=μεταφέρω
transport=μεταφορά
transport=συνεπαίρνω
trap=παγίδα
trap=παγιδεύω
trapeze=τραπέζιο
trapezoid=τραπεζοειδής
traumatic=τραυματικός
travel=ταξιδεύω
traveller=ταξιδιώτης
tray=δίσκος
treacherous=προδοτικός
tread=βήμα
tread=πατημασιά
tread=τσαλαπατώ
treason=προδοσία
treasure=θησαυρός
treasurer=ταμίας
treasury=θησαυροφυλάκιο
treat=θεραπεύω
treat=κέρασμα
treat=κερνώ
treat=μεταχειρίζομαι
treatise=διατριβή
treatise=πραγματεία
treatment=θεραπεία
treatment=μεταχείριση
treaty=συνθήκη
treble=τριπλασιάζω
treble=τριπλός
tree=δέντρο
trek=οδοιπορία
trellis=δικτυωτό
tremble=τρέμω
trembling=τρεμούλιασμα
tremor=δόνηση
tremor=τρεμούλιασμα
trench=χαντάκι
trench=χαράκωμα
trend=μόδα
trend=τάση
trepidation=ταραχή
trepidation=τρεμούλα
trespasser=καταπατητής
trespasser=παραβάτης
trial=δίκη
trial=δοκιμασία
trial=δοκιμαστικός
trial=δοκιμή
triangulation=τριγωνομέτρηση
tribe=φάρα
tribe=φυλή
tribunal=δικαστήριο
tribunal=επιτροπή
trick=κόλπο
trick=ξεγελώ
trick=τρικ
trickery=απάτη
trickle=μικροποσότητα
trickle=στάζω
trickle=σταλάζω
trickster=κομπιναδόρος
tricky=δύσκολος
tricky=πονηρός
trident=τρίαινα
trifle=πραγματάκι
trigger=σκανδάλη
trill=τρίλια
trim=κλαδεύω
trim=κομψός
trim=κουρεύω
trim=ψαλιδίζω
trinity=τριάδα
trio=τριάδα
trip=πεδικλώνω
trip=ταξιδάκι
tripe=πατσάς
tripod=τρίποδας
trite=κοινότυπος
trite=τετριμμένος
triumph=θριαμβεύω
triumph=θρίαμβος
triumphant=θριαμβευτικός
triumphant=νικηφόρος
triumphantly=θριαμβευτικά
trivial=ασήμαντος
trophy=κύπελλο
trophy=τρόπαιο
tropical=τροπικός
troposphere=τροπόσφαιρα
trot=τριποδίζω
trouble=ενοχλώ
trouble=μπελάς
trouble=ταλαιπωρία
trouble=φασαρία
troublemaker=ταραξίας
trousers=παντελόνι
trousers=περισκελίδα
trout=πέστροφα
trowel=μυστρί
trowel=σκαπάνη
truce=ανακωχή
truce=εκεχειρία
truculent=άγριος
truculent=κτηνώδης
true=αληθής
truffle=τρούφα
trumpet=καραμούζα
trumpet=τρομπέτα
trunk=κορμός
trunk=μπαούλο
trunk=προβοσκίδα
trunk=σεντούκι
trust=εμπιστεύομαι
trust=εμπιστοσύνη
trusted=έμπιστος
trustee=διαχειριστής
trustee=θεματοφύλακας
truth=αλήθεια
try=δοκιμάζω
try=εκδικάζω
try=προσπαθώ
tub=σαπιοκάραβο
tube=σωλήνας
tubing=σωλήνας
tubing=σωλήνωση
tubular=σωληνοειδής
tuck=πιέτα
tuck=πτύσσω
tuck=πτυχή
tuck=χώνω
tug=τράβηγμα
tuition=διδασκαλία
tulip=τουλίπα
tumble=κατρακυλώ
tumble=πέφτω
tumour=όγκος
tumult=παραζάλη
tundra=τούνδρα
tune=κουρδίζω
tune=μελωδία
tunnel=σήραγγα
tunnel=τούνελ
turbid=θολός
turbulent=θυελλώδης
turbulent=πολυτάραχος
turkey=γαλοπούλα
turkey=διάνος
Turkey=Τουρκία
turmoil=φασαρία
turn=σειρά
turn=στρίβω
turn=στροφή
turner=τορνευτής
turning=στροφή
turnkey=δεσμοφύλακας
turnover=κίνηση
turnover=τζίρος
turquoise=γαλάζιος
turtle=χελώνα
turtle=χελώνας
tusk=χαυλιόδοντας
tutor=δάσκαλος
twaddle=κουραφέξαλα
twelve=δώδεκα
twentieth=εικοστός
twenty=είκοσι
twig=κλαδάκι
twilight=λυκόφως
twinkle=ακτινοβολώ
twinkle=αστράφτω
twinkle=λάμψη
twinkle=σπιθίζω
twinkling=λαμπερός
twinkling=σπινθηροβόλος
twist=καμπή
twist=πλοκή
twist=στραμπουλίζω
twist=στροφή
twitter=τερετίζω
two=δυο
tycoon=μεγιστάνας
type=δακτυλογραφώ
type=είδος
typhoon=τυφώνας
typical=τυπικός
typical=χαρακτηριστικός
tyranny=τυραννία
tyre=λάστιχο
udder=μαστάρι
ugly=άσχημος
ulcer=έλκος
ulceration=εξέλκωση
ultimate=απώτατος
ultimate=έσχατος
ultimate=τελικός
ultimate=ύστατος
ultimately=τελικά
umbrella=ομπρέλα
unambiguous=ξεκάθαρος
unambiguous=σαφής
unanimous=ομόφωνος
unanimously=ομόφωνα
unarmed=άοπλος
unarmed=αφοπλισμένος
unassuming=απλός
unassuming=μετριόφρονας
unassuming=σεμνός
unattended=ασυνόδευτος
unavoidable=αναπόφευκτος
unavoidably=αναπόφευκτα
unawares=εξαπίνης
unbearable=ανυπόφορος
unbelievable=απίστευτος
unbelievably=απίθανα
unbiased=αμερόληπτος
unborn=αγέννητος
uncanny=αλλόκοτος
uncanny=απόκοσμος
uncanny=αφύσικος
uncertain=αβέβαιος
uncertain=αμφίβολος
uncertainty=αβεβαιότητα
unchanging=αναλλοίωτος
uncle=θείος
uncomfortable=άβολος
uncomfortably=άβολα
unconscious=αναίσθητος
unconsciousness=αναισθησία
uncouth=άξεστος
undercarriage=τροχοί
undergo=υφίσταμαι
underground=υπόγειος
undergrowth=χαμόκλαδα
underline=υπογραμμίζω
underling=τσιράκι
underling=υφιστάμενος
undermine=υποσκάπτω
underpants=σώβρακο
understand=καταλαβαίνω
understand=κατανοώ
understanding=κατανόηση
undertaking=εγχείρημα
underwear=εσώρουχα
underwrite=ασφαλίζω
underwrite=εγγυώμαι
undesirable=ανεπιθύμητος
undignified=άπρεπος
undo=ξεκουμπώνω
undoubtedly=αναμφισβήτητα
undress=γδύνομαι
undress=γδύνω
unearth=ανακαλύπτω
unearth=ξεθάβω
unemployed=άνεργος
unemployment=ανεργία
unequal=άνισος
unerring=αλάνθαστος
uneven=μονός
unexpectedly=απροσδόκητα
unfailing=αδιάπτωτος
unfailing=συνεχής
unfairness=αδικία
unfeeling=στυγνός
unfold=ξεδιπλώνω
unfortunate=δυστυχής
unfortunately=δυστυχώς
unfriendly=εχθρικός
unfurl=ξεδιπλώνω
unhappy=δυστυχισμένος
unification=ενοποίηση
uniform=ενιαίος
uniform=ομοιόμορφος
uniform=στολή
uniformity=ομοιομορφία
unify=ενοποιώ
uninhabited=ακατοίκητος
uninteresting=αδιάφορος
union=ένωση
union=σωματειακός
unique=μοναδικός
unit=μονάδα
unite=ενοποιώ
unite=συνενώνω
unity=αρμονία
unity=ενότητα
universal=παγκόσμιος
university=πανεπιστήμιο
unjust=άδικος
unleash=αποδεσμεύω
unlike=διαφορετικός
unlikely=απίθανος
unlimited=απεριόριστα
unlimited=απεριόριστος
unload=αδειάζω
unload=ξεφορτώνω
unmanageable=δύσχρηστος
unmanly=θηλυπρεπής
unnecessary=περιττός
unpleasant=δυσάρεστος
unreadable=δυσανάγνωστος
unreliable=ασυνεπής
unrestrained=ακάθεκτος
unruffled=ατάραχος
unsafe=επισφαλής
unscramble=ξεμπερδεύω
unseen=αθέατος
unselfish=ανιδιοτελής
unsettled=άστατος
unsightly=άσχημος
unsociable=ακοινώνητος
unstable=ανερμάτιστος
unstable=ασταθής
unsteadiness=ευμεταβλησία
unsuitable=ακατάλληλος
untidy=ακατάστατος
until=μέχρι
until=ώσπου
untimely=πρόωρος
untrue=αναληθής
untrue=ψευδής
untrue=ψεύτικος
untruth=ψέμα
unusually=ασυνήθιστα
unwanted=ανεπιθύμητος
unwell=αδιάθετος
unwind=ξεκουράζομαι
unwind=χαλαρώνω
unwittingly=άθελα
unwittingly=ασυναίσθητα
unworthy=ανάξιος
up=άνω
up=πάνω
upbringing=ανατροφή
update=αναβαθμίζω
update=αναβάθμιση
upgrade=αναβαθμίζω
uphill=ανηφορικός
uphill=ανήφορος
upkeep=συντήρηση
uplift=μεταρσιώνω
upon=σε
upper=άνω
upright=δοκάρι
upright=όρθιος
upright=τίμιος
uprising=εξέγερση
uproar=σάλος
uproarious=θορυβώδης
uproot=ξεριζώνω
upset=αναστατώνω
upset=ταραγμένος
upshot=αποτέλεσμα
upshot=έκβαση
upswing=άνοδος
upswing=αύξηση
urban=αστικός
urbane=αβρός
urbanity=αβρότητα
urchin=αχινός
urge=παρακινώ
urge=παρόρμηση
urge=παροτρύνω
urgent=άμεσος
urgent=επείγων
urine=ούρα
urn=λάρνακα
usage=χρήση
use=χρήση
use=χρησιμοποιώ
useful=χρήσιμος
usefulness=χρησιμότητα
useless=ανωφελής
user=χρήστης
usual=συνήθης
usually=συνήθως
usurer=τοκογλύφος
usurp=σφετερίζομαι
utensil=σκεύος
uterus=μήτρα
utmost=μέγιστος
utmost=ύψιστος
utter=απόλυτος
utter=εκστομίζω
utter=καθαρός
utter=ξεστομίζω
vacancy=κενό
vacant=άδειος
vacant=κενός
vacate=αδειάζω
vacate=εκκενώνω
vacation=διακοπές
vaccinate=εμβολιάζω
vaccination=εμβολιασμός
vaccination=εμβόλιο
vaccine=εμβόλιο
vacillate=αμφιρρέπω
vacuum=κενό
vagabond=πλάνης
vagabond=πλανόδιος
vagina=κολεός
vaginal=κολπικός
vague=ακαθόριστος
vague=αμυδρός
vague=ασαφής
vaguely=αμυδρά
vaguely=αόριστα
vain=εγωκεντρικός
vain=ματαιόδοξος
vain=μάταιος
vain=ξιπασμένος
vainglorious=καμαρωτός
valet=θαλαμηπόλος
valiant=γενναίος
valid=έγκυρος
valid=ισχύων
validate=κυρώνω
validity=ισχύς
validity=κύρος
valley=κοιλάδα
valuable=πολύτιμος
valuable=τιμαλφής
value=αξία
value=εκτιμώ
value=τιμή
valve=βαλβίδα
van=φορτηγάκι
vandalism=βανδαλισμός
vane=ανεμοδείκτης
vane=πτερύγιο
vanilla=βανίλια
vanity=κενοδοξία
vanity=ματαιοδοξία
vanity=ματαιότητα
vanity=φιλαυτία
vanquish=καταβάλλω
vanquish=κατανικώ
vanquish=υπερνικώ
vapid=αηδής
vapid=άνοστος
vapid=κενός
vapid=σαχλός
vapour=ατμός
variable=μεταβλητός
variant=εναλλακτικός
variation=παραλλαγή
variety=ποικιλία
various=διάφορα
various=διάφορος
varnish=βερνικώνω
vary=παραλλάζω
vary=ποικίλλω
vascular=αγγειακός
vase=βαζάκι
vast=απέραντος
vast=τεράστιος
vat=δοχείο
vault=κάβα
veer=αλλάζω
veer=γυρίζω
vegetable=λαχανικό
vegetarian=χορτοφάγος
vehement=παράφορος
vehemently=σφοδρά
vehemently=φλογερά
vehicle=όχημα
veil=πέπλος
vein=φλέβα
velocity=ταχύτητα
velvet=βελούδινος
velvet=βελούδο
venality=διαφθορά
venality=δωροληψία
venality=φαυλότητα
vendetta=βεντέτα
venerable=σεβαστός
venerable=σεπτός
vengeance=εκδίκηση
vent=διέξοδος
vent=τρύπα
ventilate=αερίζω
ventilation=αερισμός
venture=αποτολμώ
venture=επιχειρώ
venture=τολμώ
veracity=αλήθεια
veracity=ειλικρίνεια
verb=ρήμα
verbal=φραστικός
verbally=φραστικά
verdict=ετυμηγορία
verge=μεταίχμιο
verify=επαληθεύω
veritable=αληθινός
veritable=πραγματικός
vermouth=βερμούτ
vernacular=καθομιλούμενος
verse=στίχος
version=εκδοχή
version=τύπος
versus=εναντίον
vertebra=σπόνδυλος
vertebral=σπονδυλικός
vertebrate=σπονδυλωτό
vertex=κορυφή
vertical=κάθετος
verve=κέφι
very=πολύ
vesper=εσπερινός
vessel=αγγείο
vessel=πλοίο
vessel=σκάφος
vessel=σκεύος
vest=φανέλα
vest=φανελάκι
vestige=ίχνος
vestige=υπόλειμμα
vet=κτηνίατρος
veteran=παλαίμαχος
veterinary=κτηνιατρικός
veto=αρνησικυρία
vexation=όχληση
via=δια
viable=βιώσιμος
viable=εφαρμόσιμος
viaduct=υδραγωγείο
vibration=δόνηση
vibration=κραδασμός
vicar=εφημέριος
vice=ανηθικότητα
vice=κακία
vicegerent=αντικαταστάτης
vicious=αισχρός
vicious=φαύλος
victim=θύμα
victory=νίκη
vie=συναγωνίζομαι
view=άποψη
viewer=τηλεθεατής
vigorous=δυνατός
vigorous=ρωμαλέος
villa=βίλα
villa=έπαυλη
village=χωριό
villainous=αχρείος
vindictive=εκδικητικός
vindictive=μνησίκακος
vine=κλήμα
vinegar=ξύδι
vineyard=αμπέλι
vintage=τρύγημα
viola=βιόλα
violate=αθετώ
violate=παραβαίνω
violate=παραβιάζω
violation=παράβαση
violence=βία
violent=βίαιος
violet=μενεξές
violin=βιολί
violinist=βιολιστής
viral=μολυσματικός
virgin=παρθένα
virgin=παρθένος
virtually=ουσιαστικά
virtually=σχεδόν
virtue=αρετή
virtue=προσόν
virtue=προτέρημα
virtue=φρονιμάδα
virtuoso=βιρτουόζος
virulence=καταφορά
virulent=φαρμακερός
virus=ιός
visa=βίζα
viscid=γλοιώδης
viscous=γλοιώδης
visibility=ορατότητα
visible=ορατός
visibly=αισθητά
visibly=καθαρά
visibly=φανερά
vision=όραμα
vision=όραση
visionary=οραματιστής
visit=επισκέπτομαι
visit=επίσκεψη
visitation=επιθεώρηση
visitation=επίσκεψη
visitor=επισκέπτης
vista=ορίζοντας
visual=οπτικός
visually=οπτικά
vital=ζωτικός
vital=ουσιώδης
vitality=ζωτικότητα
vitality=ικμάδα
vitiate=διαστρέφω
vitiate=φθείρω
vitreous=υαλώδης
vituperate=βρίζω
vituperate=μέμφομαι
vituperate=ονειδίζω
vivacious=ζωηρός
vivid=γλαφυρός
vivid=ζωντανός
vividly=ζωηρά
vixen=μέγαιρα
vizier=βεζίρης
vocabulary=λεξιλόγιο
vocation=επιτήδευμα
voice=εκφράζω
voice=φωνή
void=κενό
volatile=πτητικός
volcanic=ηφαιστειακός
volcano=ηφαίστειο
volition=βούληση
volition=θέληση
volley=καταιγισμός
volume=όγκος
volume=ποσότητα
volume=φωνή
voluntarily=εθελοντικά
voluntarily=εκούσια
voluntarily=εκουσίως
voluntary=εθελοντικός
volunteer=εθελοντής
vomit=ξερνώ
voracious=ακόρεστος
voracious=άπληστος
voracious=αχόρταγος
vote=ψηφίζω
vote=ψήφος
voter=ψηφοφόρος
voting=ψήφισμα
voting=ψηφοφορία
vow=ορκίζομαι
vow=όρκος
vow=τάζω
vulgar=βάναυσος
vulgar=πρόστυχος
vulgar=χυδαίος
vulgarity=προστυχιά
vulnerable=ευάλωτος
vulture=γύπας
wad=στουπί
wage=μισθός
wager=στοίχημα
wager=στοιχηματίζω
wages=μισθός
wail=στριγγλίζω
waist=μέση
waistcoat=γιλέκο
wait=περίμενε
wait=περιμένω
waiter=τραπεζοκόμος
wake=ξυπνώ
walk=περίπατος
walk=περπατώ
walk=σεργιανίζω
walker=περιπατητής
walking=περπάτημα
walkout=αποχώρηση
wall=τοίχος
wallet=πορτοφόλι
wallpaper=ταπετσαρία
walnut=καρύδι
waltz=βαλς
wander=περιφέρομαι
wander=τριγυρίζω
wane=ελαττώνομαι
want=ανάγκη
want=έλλειψη
want=θέλω
war=πόλεμος
ward=θάλαμος
wardrobe=ντουλάπα
warehouse=αποθήκη
warfare=πόλεμος
wariness=περίσκεψη
warm=ζεστός
warmly=ζεστά
warmth=ζεστασιά
warn=προειδοποιώ
warning=προειδοποίηση
warp=διαστρεβλώνω
warrant=ένταλμα
warrior=πολεμιστής
wart=κονδύλωμα
wary=επιφυλακτικός
wary=προσεκτικός
wary=προσεχτικός
wash=πλένω
wash=πλύνω
washer=ροδέλα
washing=πλύση
wasp=σφήκα
waste=απόβλητα
waste=λύμα
waste=σπατάλη
waste=σπαταλώ
wasteful=σπάταλος
watch=βλέπω
watch=παρακολουθώ
watch=ρολόι
watch=φρουρά
water=νερό
water=ποτίζω
water=ύδωρ
waterfall=καταρράκτης
waterfront=παραλία
waterfront=προκυμαία
waterproof=αδιάβροχος
watery=βουρκωμένος
watery=νερουλός
watery=υγρός
wave=κύμα
waver=αμφιρρέπω
wavy=κυματιστός
wavy=σπαστός
wax=κερί
way=τρόπος
we=εμείς
weak=αδύναμος
weak=ανίσχυρος
weaken=αποδυναμώνομαι
weaken=αποδυναμώνω
wealth=πλούτος
wealthy=ευκατάστατος
wealthy=εύπορος
wealthy=πλούσιος
wean=αποκόβω
wean=αποσπώ
wear=φορώ
weariness=κόπωση
weary=εξαντλημένος
weary=κουρασμένος
weather=καιρός
weathercock=ανεμοδείκτης
weave=υφαίνω
weaver=υφαντής
weaving=ύφανση
wed=παντρεύομαι
wedding=γάμος
wedge=γόμφος
wedge=σφήνα
wee=μικρός
weed=ζιζάνιο
week=εβδομάδα
weekly=εβδομαδιαίος
weep=κλαίω
weeping=κλάμα
weigh=ζυγίζω
weight=βάρος
weird=αλλόκοτος
weird=απόκοσμος
weld=οξυγονοκολλώ
weld=συγκολλώ
welfare=πρόνοια
well=αναβλύζω
well=καλά
well=λοιπόν
well=πηγάδι
west=δύση
western=δυτικός
wet=βρεγμένος
wet=περιχύω
wet=υγρός
whale=φάλαινα
what=τι
whatever=οτιδήποτε
whatsoever=καθόλου
wheel=ρόδα
wheel=τροχός
when=όταν
when=πότε
where=όπου
where=που
where=πού
whether=αν
whether=είτε
whichever=οποιοδήποτε
while=ενώ
whim=καπρίτσιο
whimsical=άστατος
whimsical=ιδιότροπος
whining=κλαψιάρικος
whining=παραπονιάρικος
whip=μαστιγώνω
whip=μαστίζω
whip=νικώ
whirlpool=δίνη
whirlpool=ρουφήχτρα
whisk=χτυπητήρι
whisper=ψιθυρίζω
whisper=ψιθυρισμός
whistle=σφύριγμα
whistle=σφυρίζω
whistle=σφυρίχτρα
white=άσπρος
white=λευκό
white=λευκός
whitewash=ασπρίζω
whoever=οποιοσδήποτε
whole=ακέραιος
whole=άρτιος
whole=ολόκληρος
wholesome=θρεπτικός
wholesome=υγιεινός
wholly=πλήρως
whore=πατσαβούρα
whose=ποιανού
whose=τίνος
why=γιατί
wick=θρυαλλίδα
wick=φιτίλι
wicked=κακός
wicked=σατανικός
wide=πλατύς
wide=φαρδύς
widely=ευρέως
widely=πλατέως
widen=διευρύνω
widen=πλαταίνω
widen=φαρδαίνω
widening=διεύρυνση
widower=χήρος
width=φάρδος
wife=γυναίκα
wife=σύζυγος
wig=περούκα
wild=άγριος
wilderness=έρημος
wildly=άγρια
will=διαθήκη
will=θέληση
will=προαίρεση
willing=πρόθυμος
willingly=εκών
willingly=πρόθυμα
willingness=προθυμία
willow=ιτιά
wily=μουσίτσα
wily=πανούργος
wily=τετραπέρατος
win=κερδίζω
win=νικώ
wind=αιολική
wind=άνεμος
wind=κουρδίζω
window=παράθυρο
windy=ανεμώδης
wine=κρασί
wine=οίνος
wing=φτερό
winged=φτερωτός
winner=νικητής
winnow=λιχνίζω
winter=διαχειμάζω
winter=χειμώνας
wipe=σκουπίζω
wire=καλώδιο
wire=σύρμα
wireless=ασύρματο
wiry=σπαθάτος
wisdom=σοφία
wisdom=σύνεση
wisdom=σωφροσύνη
wise=σοφός
wise=συνετός
wise=φρόνιμος
wisely=σοφά
wisely=συνετά
wish=ευχή
wish=εύχομαι
wish=μακάρι
wisp=τούφα
wisp=τσουλούφι
wistful=σκεπτικός
wit=εξυπνάδα
wit=πνεύμα
witch=μάγισσα
with=μαζί
with=με
withdraw=αποσύρω
withdraw=υπαναχωρώ
withdraw=υπαναχωρώ.
withdrawal=ανάληψη
withdrawal=αποχώρηση
wither=κατακεραυνώνω
withhold=παρακρατώ
within=εντός
within=μέσα
without=άνευ
without=χωρίς
witness=μάρτυρας
witness=μαρτυρώ
witty=πνευματώδης
witty=σπιρτόζος
wizard=μάγος
wobble=ταλαντεύομαι
wolf=λύκος
woman=γυναίκα
womb=μήτρα
wonder=αναρωτιέμαι
wonder=διερωτώμαι
wonder=θαύμα
wonder=θαυμασμός
wonderful=θαυμάσιος
wonderful=υπέροχος
wondrous=θαυμαστός
wood=ξύλο
wooden=ξύλινος
woody=δασώδης
wool=μαλλί
woollen=μάλλινος
woolly=μαλλιαρός
word=λέξη
work=δουλειά
work=δουλεύω
work=εργάζομαι
work=εργασία
working=εργαζόμενος
workman=εργάτης
workshop=ατελιέ
world=κόσμος
world=υφήλιος
worldwide=παγκόσμιος
worldwide=παγκοσμίως
world-wide=παγκοσμίως
worry=ανησυχώ
worry=έννοια
worsen=χειροτερεύω
worship=λατρεία
worship=λατρεύω
worst=χείριστος
worthless=άχρηστος
worthy=άξιος
wound=λαβώνω
wound=τραύμα
wound=τραυματίζω
wound=τραυματισμός
wounded=λαβωμένος
wounded=τραυματισμένος
wrangle=διαπληκτίζομαι
wrap=τυλίγω
wrapper=κάλυμμα
wrathful=οργίλος
wreath=στεφάνι
wrench=αποσπώ
wrench=στραμπουλίζω
wrestle=παλεύω
wrestler=παλαιστής
wretch=κακόμοιρος
wretched=ελεεινός
wretched=πενιχρός
wring=στύβω
wrinkle=ζάρα
wrinkle=ρυτίδα
wrinkle=ρυτιδώνω
writ=ένταλμα
write=γράφω
write=συντάσσω
writer=συγγραφέας
writhe=σπαρταρώ
writhe=σφαδάζω
writing=γραφή
wrong=λάθος
wrongly=λανθασμένα
wrongly=λανθασμένος
wry=ειρωνικός
wry=στραβός
yacht=θαλαμηγός
yacht=κότερο
yank=τράβηγμα
yard=αυλή
yard=προαύλιο
yawn=χασμουρητό
yawn=χασμουριέμαι
year=έτος
year=χρονιά
year=χρόνος
yearly=ετήσια
yearning=καημός
yeast=ζύμη
yeast=μαγιά
yell=κραυγή
yell=στριγγλίζω
yell=στριγκλίζω
yell=φωνάζω
yellow=δειλός
yellow=κίτρινος
yellowish=κιτρινωπός
yelp=βαβίζω
yes=ναι
yesterday=χθες
yet=ακόμα
yet=ωστόσο
yield=παραγωγή
yield=σοδειά
yielding=υποχωρητικός
yoga=γιόγκα
yoghurt=γιαούρτι
yoke=ζεύω
you=εσείς
you=εσύ
you=σας
young=μικρός
young=νέος
youngster=νεαρός
your=σας
youth=νεαρός
youth=νεότητα
youthful=νεανικός
zany=παλαβός
zeal=ζήλος
zero=μηδέν
zest=ζήλος