ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

-1-
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Εισαγωγή
σελ. 12
Κεφάλαιο 1ο
Βαρέα Μέταλλα – Μικτά θειούχα
1.1
Βαρέα Μέταλλα
σελ. 14
1.1.1
Ορισµός
σελ. 14
1.1.2
Απελευθέρωση µετάλλων στο περιβάλλον
σελ. 14
1.1.3
Επιπτώσεις βαρέων µετάλλων στο περιβάλλον
σελ. 18
1.2
Η περίπτωση των µικτών θειούχων
σελ. 19
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο
Όξινη Απορροή Μεταλλείων & το περιβαλλοντικό πρόβληµα των εξορυκτικών
αποβλήτων
2.1
Το πρόβληµα της Όξινης απορροής
σελ. 24
2.2
Η περίπτωση των κυανιούχων αλάτων
σελ. 26
2.3
Το πρόβληµα των λιµνών τελµάτων
σελ. 26
2.3.1
Σχεδιασµός & Σφάλµατα
σελ. 26
2.3.2
Ατυχήµατα και περιβαλλοντικές επιπτώσεις κατάρρευσης
φραγµάτων
σελ. 27
-22.3.2.1 Περίπτωση Los Frailes – Μεταλλείο Aznalcollar – Ισπανία
σελ. 27
2.3.2.2 Περιπτωση Baia Mare - Ρουµανία
σελ. 33
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο
Αναγκαιότητα εφαρµογής περιβαλλοντικής πολιτικής (θέσπισης νοµοθεσίας)
διαχείρισης των αποβλήτων από εξορυκτικές δραστηριότητες
πρόγραµµα e-Ecorisk
3.1 Αναγκαιότητα καλύτερης συνεργασίας και δράσης
µεταξύ των φορέων
σελ. 36
3.2 Πρώτα βήµατα προς την κατεύθυνση θέσπισης νοµικού
πλαισίου για την λειτουργία και την διαχείριση των
αποβλήτων των µεταλλευτικών βιοµηχανιών
σελ. 37
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο
Ξένες περιοχές µελέτης - Μεταλλεία Μικτών Θειούχων Ισπανίας – Ιταλίας –
Πορτογαλίας
4.1
Η περίπτωση των Μεταλλείων Μικτών Θειούχων Ισπανίας
σελ. 41
4.1.1
Παρουσίαση µεταλλευτικών εγκαταστάσεων
σελ. 42
4.1.1.1 Η περιοχή της Almagrera
σελ. 42
4.1.1.1.1 Χώροι απόθεσης εξορυκτικών αποβλήτων
σελ. 43
4.1.1.1.2 Χώρος απόθεσης Σκουριών (Cinders Dam)
σελ. 44
-34.1.1.1.3 Σχεδιασµός και κατασκευή φράγµατος –
Τεχνικά χαρακτηριστικά
σελ. 45
4.1.1.1.4 Λίµνη απόθεσης θειούχων τελµάτων
σελ. 45
4.1.1.2 Η περιοχή του Riotinto
σελ. 47
4.1.1.2.1 Μεταλλευτική Ιστορία Riotinto
σελ. 47
4.1.1.2.2 Μονάδα επεξεργασίας µεταλλευµάτων Riotinto
σελ. 48
4.1.1.2.3 Λίµνες απόθεσης τελµάτων
σελ. 48
4.1.1.2.4 Λίµνη απόθεσης Gossan
σελ. 49
4.1.1.2.5 Λίµνη απόθεσης χαλκούχων τελµάτων
σελ. 50
4.1.1.2.6 Φράγµα Aguzadera
σελ. 51
4.1.2
Ποταµός Odiel και Υδροχηµική Ανάλυση
της Υδρολογικής Λεκάνης του Odiel
σελ. 52
4.1.2.1 Χαρακτηριστικά Ρυπανσης Υδάτων ποταµού Odiel
Κυριότεροι συντελεστές
4.1.3
σελ. 54
Υγροβιότοπος Marismas del Odiel
Αλατούχοι Βάλτοι & Παράγοντες Ρύπανσης
4.1.3.1 Παράγοντες ρύπανσης Αλατούχων Βάλτων
σελ. 59
σελ. 62
4.2
Η περίπτωση των Μεταλλείων Μικτών Θειούχων Ιταλίας
σελ. 63
4.2.1
Περιοχή Σαρδηνίας
σελ. 63
-44.2.1.1 Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Masua
σελ. 63
4.2.1.1.1 Γενικά
σελ. 63
4.2.1.1.2 Γεωλογικοί σχηµατισµοί και ορυκτολογία Iglesiente
σελ. 64
4.2.1.1.3 Αποθέµατα περιοχής και ανάλυση µεταλλευτικών
εγκαταστάσεων
σελ. 65
4.2.1.1.4 Προστατευόµενες Περιοχές κοντά στις µεταλλευτικές
εγκαταστάσεις
σελ. 66
4.2.1.1.5 Φυσιογραφία περιοχής - Χρήσεις γης
σελ. 68
4.2.1.1.6 Υδροχηµικά στοιχεία
σελ. 68
4.2.1.2 Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Campo Pisano
σελ. 71
4.2.1.2.1 Γενικά
σελ. 71
4.2.1.2.2 Γεωλογικοί σχηµατισµοί και ορυκτολογία
Sulcis - Iglesiente
σελ. 71
4.2.1.2.3 Υδρογεωλογικά στοιχεία
σελ. 72
4.2.1.2.4 Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις
σελ. 73
4.2.1.2.5 Προστατευόµενες Περιοχές κοντά στις
µεταλλευτικές εγκαταστάσεις
σελ. 74
4.2.1.2.6 Φυσιογραφία της περιοχής
σελ. 74
4.2.1.2.6.1 Ποταµός S.Giorgio
σελ. 74
-54.2.1.2.6.2 Χαρακτηρισµός της περιοχής της κοιλάδας Iglesias
σελ. 75
4.2.1.2.6.3 Χαρακτηρισµός του Υγροτόπου Sa Masa
σελ. 75
4.2.1.3 Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Montevecchio
σελ. 77
4.2.1.3.1 Γενικά
σελ. 77
4.2.1.3.2 Προστατευόµενες Περιοχές κοντά στις
µεταλλευτικές εγκαταστάσεις
σελ. 78
4.2.1.3.3 Φυσιογραφία περιοχής και Χρήσεις γης
σελ. 79
4.2.1.3.3.1 Περιφέρεια Arburese
σελ. 79
4.2.1.3.3.2 Περιφέρεια Golfo di Oristano
σελ. 80
4.2.1.3.4 Περιγραφή υδρογραφικού δικτύου του
ποταµού Montevecchio – Sitzerri
σελ. 83
4.2.1.3.5 Υδροχηµική ανάλυση ποταµού Montevecchio-Sitzerri
σελ. 83
4.2.2
σελ.85
Περιοχή µελέτης Τοσκάνης
4.2.2.1 Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Gavorrano
σελ. 86
4.2.2.1.1 Γενικά
σελ. 86
4.2.2.1.2 Υδρογεωλογία - Γεωλογία
σελ. 87
4.3
Η περίπτωση των Μεταλλείων Μικτών Θειούχων Πορτογαλίας
σελ. 91
4.3.1
Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Panasqueira
σελ. 91
-64.3.1.1 Περιγραφή µεταλλευτικών εγκαταστάσεων
σελ. 91
4.3.1.2 Χαρακτηρισµός Υδρολογικής λεκάνης Panasqueira
σελ. 93
4.3.1.2.1 Ποταµός Zezere
σελ. 93
4.3.1.2.2 Παραποτάµια βλάστηση
σελ. 94
4.3.1.3 Προστατευόµενες Περιοχές
σελ. 95
4.3.1.3 Περιβαλλοντικός Χαρακτηρισµός Ποιότητας Εδάφους
σελ. 97
4.3.1.5 Περιβαλλοντική εκτίµηση της ποιότητας των υδάτων
σελ. 100
4.3.2
σελ. 102
Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Aljustrel
4.3.2.1 Περιγραφή µεταλλευτικών εγκαταστάσεων
σελ. 102
4.3.2.2 Περιβαλλοντική Εκτίµηση ποιότητας υδάτων
σελ.105
4.2.3.3 Εκτίµηση ποιότητας εδάφους
σελ. 107
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο
Ελληνικές Περιοχές Μελέτης
Μεταλλεία Μικτών Θειούχων
5.1
Μεταλλευτικό Κέντρο Β.Α. Χαλκιδικής
5.1.1
Γενικά χαρακτηριστικά µεταλλευτικού κέντρου
5.1.2
σελ. 108
Β.Α. Χαλκιδικής
σελ. 108
Τοπογραφικά Χαρακτηριστικά
σελ. 112
-75.1.3
Χλωρίδα – Πανίδα Περιοχής Μελέτης
5.1.4
Προστατευόµενες Περιοχές κοντά στις µεταλλευτικές
σελ. 113
εγκαταστάσεις
σελ. 119
5.1.5
Κλιµατικές – Μετεωρολογικές Συνθήκες
σελ. 123
5.1.6
Υδρολογική – Υδρογεωλογική Ανάλυση της Περιοχής Μελέτης
σελ. 124
5.1.6.1 Υδρολογική λεκάνη Στρατωνίου
σελ. 125
5.1.6.1.1 Ύπο-Λεκάνη απορροής Κοκκινόλακκα και
Αλλουβιακή λεκάνη Κοκκινόλακκα
σελ. 125
5.1.6.1.2 Αλλουβιακή λεκάνη Στρατωνίου
σελ. 126
5.1.6.1.3 Υπο-Λεκάνη απορροής Ασπρόλακκα
σελ. 126
5.1.6.1.4Αλλουβιακή λεκάνη Χιλανδρίου – Κάµπου (Ασπρολακκας)
σελ. 126
5.1.6.2 Υδρολογική λεκάνη Ολυµπιάδας
σελ. 129
5.1.6.2.1 Υπο-Λεκάνη απορροής Μπαξινάς Λάκκος
σελ. 130
5.1.6.2.2 Υπο-Λεκάνη απορροής Μπασδέκη Λάκκος
σελ. 130
5.1.6.2.3 Υπο-Λεκάνη απορροής Μαυρόλακκου
σελ. 130
5.1.6.2.4 Υπο-Λεκάνη απορροής Ξηρόλακκου
σελ. 131
5.1.6.2.5 Αλλουβιακή λεκάνη Ολυµπιάδας
σελ. 131
5.1.7 Μεταλλευτική δραστηριότητα
σελ. 133
-85.1.8 Γεωλογικά Χαρακτηριστικά Περιοχής
σελ. 135
5.1.9 Σεισµικότητα Β.Α. Χαλκιδικής
σελ. 139
5.1.10 Κοιτασµατολογικά Στοιχεία
σελ. 139
5.1.11 Μεταλλεία Μαντέµ Λάκκος – Μαύρες Πέτρες
σελ. 140
Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Στρατωνίου
5.1.11.2 Κοιτασµατολογικά Χαρακτηριστικά
σελ. 142
5.1.11.3 Μεταλλευτικές Εγκαταστάσεις Μεταλλείων
σελ. 143
Μαντέµ Λάκκου – Μαύρων Πετρών - Στρατωνίου
5.1.12 Μεταλλείο Ολυµπιάδας
σελ. 147
5.1.12.2 Κοιτασµατολογικά Χαρακτηριστικά
σελ. 147
5.1.12.3 Μεταλλευτικές Εγκαταστάσεις Ολυµπιάδας
σελ. 148
5.1.13 Μεταλλουργικά Απορρίµµατα (Σκουριές) της Β.Α. Χαλκιδικής
σελ. 150
5.1.14 Μεταλλείο (χαλκού χρυσού) Σκουριών Μ. Παναγίας
Ν. Χαλκιδικής
σελ. 153
5.1.14.1 Εισαγωγή
σελ. 153
5.1.14.2 Τοποθεσία, ιστορικό και ιδιοκτησιακό καθεστώς
σελ. 153
5.1.14.3 Τεχνικά χαρακτηριστικά του µεταλλείου
σελ. 153
5.1.14.4 Γεωλογικά – Κοιτασµατολογικά στοιχεία
σελ. 154
5.1.14.5 Μεταλλευτικά απόβλητα
σελ. 155
-95.1.14.6 Συνοπτικά
σελ. 155
5.1.14 Περιβαλλοντική κατάσταση Υδάτων Β.Α. Χαλκιδικής
σελ. 156
5.1.14.1 Υδροχηµική Σύσταση Επιφανειακών και υπόγειων υδάτων
σελ. 156
5.1.14.2 Λεκάνη απορροής Κοκκινόλακκα
σελ. 156
5.1.14.3 Ύδατα µεταλλείων Μαύρες Πέτρες και Μαντέµ Λάκκου
σελ. 158
5.1.14.4 Νερά δεξαµενών απόθεσης τέλµατος
σελ. 160
5.1.14.5 Τµήµα Αλλουβιακής λεκάνης Κοκκινόλακκα
σελ. 161
5.1.14.6 Υδρολογική Λεκάνη Ολυµπιάδας
σελ. 163
5.2
Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Κίρκης
σελ. 166
5.2.1
Ιστορικό των Μεταλλείων Κίρκης – Μεταλλείο Αγίου Φιλίππου
σελ. 166
5.2.2
Ορυκτολογική σύσταση κοιτάσµατος µεταλλείου Αγίου Φιλίππου σελ. 167
5.2.3
Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Αγίου Φιλίππου
σελ. 168
5.2.4
Περιβαλλοντική εκτίµηση της κατάστασης των εδαφών
σελ. 171
5.2.4.1 Γεωχηµεία των εδαφών της άµεσης περιοχής του εργοστασίου
σελ. 171
5.2.4.2 Γεωχηµεία καλλιεργήσιµων εδαφών περιφερειακά της
περιοχής του εργοστασίου
σελ. 173
5.2.4.3 Γεωχηµεία ιζηµάτων κατά µήκος του ποταµού Ειρήνη
µέχρι το Θρακικό Πέλαγος
σελ. 173
- 10 5.3
Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Λαυρίου
σελ. 176
5.3.1
Γενικά
σελ. 176
5.3.2
Γεωλογική ∆οµή Λαυρεωτικής
σελ. 176
5.3.3
Κοιτασµατολογικά στοιχεία
σελ. 177
5.3.4
Κτιριακές Εγκαταστάσεις
σελ. 178
5.3.5
Απόβλητα εξορυκτικών διεργασιών
σελ. 179
5.3.6
Παρούσα Κατάσταση Περιβάλλοντος
σελ. 181
5.3.6.1 Εκτίµηση της Ποιότητας της Ατµόσφαιρας
σελ. 181
5.3.6.2 Εκτίµηση της Ποιότητας των επιφανειακών υδάτων
σελ. 181
5.3.6.3 Εκτίµηση της ποιότητας των υπογείων υδάτων
σελ. 181
5.3.6.4 Αποτελέσµατα εδαφο-γεωχηµικής έρευνας Λαυρίου
σελ. 182
5.3.6.5 Επιπτώσεις ρύπανσης της Λαυρεωτικής στην ανθρώπινη υγεία
σελ. 190
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6ο
Μέθοδοι ελέγχου και αντιµετώπισης της
Όξινης απορροής µεταλλείων
6.1 Μέθοδοι ελέγχου της όξινης απορροής
σελ. 191
6.1.1 Προληπτικές µέθοδοι
σελ. 192
6.1.2 Μέθοδοι Αποµόνωσης - Περιορισµού
σελ. 193
- 11 -
6.1.3 ∆ιορθωτικές Μέθοδοι Επέµβασης
σελ. 195
6.1.3.1 Η περίπτωση της Προσθήκης Αλκαλικών Υλικών
σελ. 196
6.1.3.1Η περίπτωση των τεχνητών υγροτόπων
σελ. 197
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7ο
Συµπεράσµατα
σελ. 199
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
σελ. 204
- 12 -
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ένα σηµαντικό περιβαλλοντικό πρόβληµα που προκαλεί η µεταλλευτική και
µεταλλουργική δραστηριότητα είναι το φαινόµενο της όξινης απορροής µεταλλείων
(ΟΑΜ). Το φαινόµενο αυτό σχετίζεται µε την εκµετάλλευση και την επεξεργασία
θειούχων µεταλλευµάτων. Εµφανίζεται επίσης σε ανθρακωρυχεία και λιγνιτωρυχεία.
Τα θειούχα ορυκτά όπως ο χαλκοπυρίτης, ο γαληνίτης, ο σφαλερίτης, ο
µαρκασίτης ο σιδηροπυρίτης κλπ αποκαλύπτονται στα επιφανειακά και υπόγεια
µεταλλευτικά έργα, περιέχονται συνήθως στα µεταλλικά απόβλητα (στείρα
µεταλλείου, τέλµατα εµπλουτισµού), οξειδώνονται υπό τη παρουσία του νερού, αέρα
και οξειδωτικών βακτηρίων και οδηγούν στο σχηµατισµό διαλυµάτων µε υψηλές
συγκεντρώσεις θειικών ανιόντων και βαρέων, τοξικών ή µη στοιχείων.
Στα πλαίσια της αντιµετώπισης του φαινοµένου της ΟΑΜ και του
συνεπακόλουθου
περιβαλλοντικού
προβλήµατος
έχουν
αναπτυχθεί
διάφορες
τεχνολογίες πρόληψης, αποµόνωσης και καταστολής του φαινοµένου.
Στόχος της παρούσας διπλωµατικής εργασίας είναι η παρουσίαση του
προβλήµατος του φαινοµένου της όξινης απορροής, µέσα από την χρήση
παραδειγµάτων στα οποία παρουσιάζεται η υφιστάµενη περιβαλλοντική κατάσταση
µεταλλείων µικτών θειούχων σε Ελλάδα, Ιταλία Ισπανία και Πορτογαλία καθώς και η
ανάδειξη των διαθέσιµων µέχρι στιγµής τεχνολογιών και της ανάγκης ενίσχυσης των
ισχυουσών Ευρωπαϊκών και όχι µόνο κανονισµών µε στόχο την πρόληψη.
Για την καλύτερη παρουσίαση του θέµατος, η εργασία χωρίστηκε σε 7
κεφάλαια.
Στο πρώτο κεφάλαιο: πραγµατοποιείται αναφορά στις επιπτώσεις της
απελευθέρωσης των βαρέων µετάλλων στο περιβάλλον και στους κινδύνους που
δηµιουργούνται για την ανθρώπινη υγεία, ενώ ταυτόχρονα πραγµατοποιείται και µια
πρώτη αναφορά σχετικά µε τα µικτά θειούχα πετρώµατα.
Στο δεύτερο κεφάλαιο: αναλύεται το φαινόµενο της όξινης απορροής,
αποτέλεσµα της εκµετάλλευσης των θειούχων αυτών πετρωµάτων. Επίσης
παρουσιάζεται το πρόβληµα της απόθεσης των εξορυκτικών αποβλήτων και τονίζεται
η ανάγκη σωστού σχεδιασµού και συνεχούς παρακολούθησης αυτών των χώρων. Για
την ενίσχυση της ανάγκης αυτής παρουσιάζονται παλαιότερες περιπτώσεις
ατυχηµάτων
κατάρρευσης
φραγµάτων
απόθεσης
και
των
περιβαλλοντικών
- 13 επιπτώσεων που προκάλεσαν στα οικοσυστήµατα, σε εκτάσεις εκατοντάδων
χιλιοµέτρων, αναλόγως της µορφολογίας του εδάφους κάθε φορά.
Στο
τρίτο
κεφάλαιο:
παρουσιάζονται
οι
ενέργειες
οι
οποίες
πραγµατοποιήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα για την θέσπιση συγκεκριµένων
πλαισίων λειτουργίας των µεταλλείων και της ανάγκης θέσπισης νοµοθεσίας σχετικής
µε την διαχείριση των εξορυκτικών αποβλήτων. Αναφορά γίνεται και στους στόχους
του προγράµµατος e-Ecorisk.
Στο τέταρτο κεφάλαιο: πραγµατοποιείται η υφιστάµενη περιβαλλοντική
εκτίµηση των ξένων επιλεχθέντων από το πρόγραµµα e-Ecorisk µεταλλείων µικτών
θειούχων για τις χώρες της Ιταλίας, Ισπανίας και Πορτογαλίας.
Στο πέµπτο κεφάλαιο: πραγµατοποιείται η εκτίµηση της περιβαλλοντικής
κατάστασης των περιοχών που χωροθετούνται τα σηµαντικότερα µεταλλεία µικτών
θειούχων του Ελλαδικού χώρου.
Στο έκτο κεφάλαιο: παρουσιάζονται όλες οι διαθέσιµες µέχρι σήµερα
τεχνολογίες πρόληψης, αποµόνωσης και καταστολής του φαινοµένου της όξινης
απορροής,
Στο έβδοµο και τελευταίο κεφάλαιο: πραγµατοποιείται η παρουσίαση των
σηµαντικότερων συµπερασµάτων που προέκυψαν από το σύνολο της εργασίας.
- 14 -
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο
Βαρέα Μέταλλα – Μικτά θειούχα
1.1
Βαρέα Μέταλλα
1.1.1
Ορισµός
Τα µέταλλα τα οποία έχουν ειδικό βάρος µεγαλύτερο από εκείνο του σιδήρου
όπως ο χαλκός, ο µόλυβδος, το χρώµιο, το κάδµιο, ο ψευδάργυρος κ.α. καλούνται
βαρέα µέταλλα.
Τα βαρέα µέταλλα θεωρούνται από τους πιο επικίνδυνους ρύπους του
περιβάλλοντος και αυτό επειδή αυτά και
οι ενώσεις τους σε αντίθεση µε τις
οργανικές τοξικές ουσίες δεν αποικοδοµούνται, εισέρχονται απλώς σε κάποιο µικρό ή
µεγάλο βιογεωχηµικό κύκλο και παραµένουν στο περιβάλλον για µεγάλο χρονικό
διάστηµα
συσσωρευµένα
σε
ζώντες
οργανισµούς
(άνθρωπο,
φυτά,
ζώα),
προκαλώντας έτσι διαταραχές στις βιολογικές δράσεις, χρόνιες βλάβες, ή ακόµα και
θάνατο. (Καταφιώτη, 2008)
1.1.2
Απελευθέρωση µετάλλων στο περιβάλλον
Οι κυριότερες αιτίες απελευθέρωσης των µετάλλων στο περιβάλλον είναι:
9 H εξόρυξη και επεξεργασία τους (εµπλουτισµός µεταλλευµάτων)
9 Η απόπλυση των βλαβερών υπολειµµάτων εκ της δραστηριότητος αυτής και
διάχυσή τους στο περιβάλλον µέσω φυσικών παραγόντων (Βροχή)
9 Τα στερεά απόβλητα βιοµηχανιών
Καθώς και φυσικές αιτίες που οφείλονται:
9 Στην γεωλογική αποσάθρωση
9 Στα γεωθερµικά πεδία και
9 Στις ηφαιστειακές εκρήξεις
(Καταφιώτη, 2008)
- 15 Η εξόρυξη και η επεξεργασία των µετάλλων σε µεταλλευτικές περιοχές
οδηγεί στον εµπλουτισµό του εδάφους σε µέταλλα.
Σχήµα 1.1: Τρόποι µεταφοράς βαρέων µετάλλων στον άνθρωπο
Πηγή: Κουιµτζή κ.α., 1998
Για παράδειγµα, η επεξεργασία µικτών θειούχων ορυκτών (πολυµεταλλικά
κοιτάσµατα
µε
εξαιρετικά
µεγάλη
περιεκτικότητα
σε
θείο)
οδηγεί
στην
απελευθέρωση µιας ποικιλίας σηµαντικών µετάλλων όπως για παράδειγµα Cu, Zn,
Pb, κλπ.
Η επεξεργασία περιλαµβάνει, κονιοποίηση και επίπλευση, µε αποτέλεσµα τη
δηµιουργία ενός πολύ πλούσιου σε µεταλλεύµατα υπολείµµατος (sludge). Η µε
φυσικό τρόπο απόπλυση της περιοχής (βρόχινο νερό) συµπαρασύρει τα ανωτέρω
υπολείµµατα µε αποτέλεσµα να δηµιουργείται έντονο πρόβληµα ρύπανσης.
Τα σηµαντικότερα βαρέα µέταλλα που προκύπτουν από την επεξεργασία των
µικτών θειούχων πετρωµάτων και οι επιπτώσεις τους στην ανθρώπινη υγεία
αναφέρονται παρακάτω.
Μόλυβδος (Pb):
Οι βλάβες που προκαλεί ο µόλυβδος στον άνθρωπο εκδηλώνονται στο µυαλό
και στο νεύρο-µυϊκό, κυκλοφοριακό και πεπτικό σύστηµα, µε συµπτώµατα την
απώλεια όρεξης, αδυναµία και απάθεια. Ιδιαίτερα ευπαθής οµάδα πληθυσµού είναι τα
νήπια και τα παιδιά (που προσροφούν τον µόλυβδο κατά 4-5 φορές περισσότερο από
τους ενήλικες), όπου έχει παρατηρηθεί ότι σχετικά αυξηµένες συγκεντρώσεις
- 16 µολύβδου στο αίµα τους µπορεί να οδηγήσουν σε µείωση της διανοητικής τους
ικανότητας. (Ανδρεαδάκης, 2008)
Η πρόσληψη µολύβδου µε το πόσιµο νερό, µε βάση τα σηµερινά δεδοµένα,
θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει το 50% περίπου της συνολικής ηµερήσιας πρόσληψης.
Οι συγκεντρώσεις µολύβδου στο φυσικό νερό είναι συνήθως χαµηλότερες από 5 µg/l
και δεν συνιστούν πρόβληµα, ενώ το ανώτατο ορίζεται στα 50 µg/l (Ανδρεαδάκης,
2008)
Αρσενικό (As):
Το αρσενικό είναι ένα από τα τοξικότερα στοιχεία, χαρακτηρισµένο και ως
καρκινογόνο. Σε ανόργανη µορφή, υπό κανονικές συνθήκες, εµφανίζεται στο
περιβάλλον σε µικρές ποσότητες. Ειδικότερα, στο νερό εισέρχεται λόγω διάλυσης του
αρσενικού που περιέχεται στα πετρώµατα. Πετρώµατα όπως ο αρσενοπυρίτης και ο
σιδηροπυρίτης τα οποία αφθονούν στις πολυµεταλλικές συγκεντρώσεις (µικτά
θειούχα). (Καταφιώτη, 2008), (Ανδρεαδάκης, 2008) & (Κουιµτζή κ.α., 1998)
Πρόσληψη µεγάλων ποσοτήτων ανόργανου αρσενικού µέσω του πόσιµου
νερού έχεις σοβαρές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία. Προκαλεί ενοχλήσεις στο
στοµάχι και το έντερο, µειωµένη παραγωγή ερυθρών και λευκών κυττάρων αίµατος,
αλλαγές στο δέρµα και ενοχλήσεις στους πνεύµονες. Πολύ µεγάλη έκθεση στο
ανόργανο αρσενικό µπορεί να προκαλέσει στειρότητα και αποβολές στις γυναίκες,
και µπορεί να προκαλέσει δερµατικές διαταραχές, µειωµένη αντίσταση σε µολύνσεις,
καρδιακές ανωµαλίες και εγκεφαλικές βλάβες σε άντρες και γυναίκες. Τέλος το
ανόργανο αρσενικό µπορεί να βλάψει το DNA. Υπάρχουν επίσης σαφείς ενδείξεις ότι
µπορεί να ενισχύσει τις πιθανότητες ανάπτυξης καρκίνου, ειδικά τις πιθανότητες για
ανάπτυξη καρκίνου του δέρµατος, των πνευµόνων, καρκίνου στο συκώτι και
λεµφατικού καρκίνου. Μεταξύ των δύο ανόργανων µορφών του (τρισθενές και
πεντασθενές) το τρισθενές αρσενικό φαίνεται να είναι το πιο επικίνδυνο, ειδικότερα
σε σχέση µε την καρκινογένεση. Το οργανικό αρσενικό δεν µπορεί να προκαλέσει
ούτε καρκίνο, ούτε βλάβη στο DNA, αν και η έκθεση σε υψηλές δόσεις µπορεί να
έχει ορισµένες επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία, όπως νευρικές βλάβες και πόνους
στο στοµάχι. (Ανδρεαδάκης, 2008)
Καθώς το αρσενικό δεν φαίνεται να αποτελεί απαραίτητο συστατικό της
δίαιτας του ανθρώπου, επιθυµητή θα ήταν η πλήρης απουσία του. Έτσι τα
προτεινόµενα όρια ακολουθούν µία πορεία όλο και µεγαλύτερης µείωσης.
- 17 Από τα 200 µg/l της δεκαετίας του 1950 και τα 50 µg/l της δεκαετίας του
1960, τα σηµερινά όρια έχουν µειωθεί σε 10 µg/l. (Ανδρεαδάκης, 2008)
Χαλκός (Cu):
Η πρόσληψη του χαλκού γίνεται µε τις τροφές και το νερό, και ελάχιστα µέσω
της εισπνοής. Ο χαλκός αποτελεί βασικό στοιχείο του µεταβολισµού όµως σε πολύ
µεγάλες συγκεντρώσεις αποτελεί ένα από τα τοξικά µέταλλα. Απορροφάται από το
γαστρεντερικό σύστηµα και µπορεί να προκαλέσει διάφορες διαταραχές στην υγεία
του ανθρώπου (π.χ. αιµατολογικές). (Ανδρεαδάκης, 2008) & (Καταφιώτη, 2008)
Ψευδάργυρος (Zn):
Ο ψευδάργυρος είναι απαραίτητος στον ανθρώπινο οργανισµό αλλά όχι σε
συνδυασµό µε κάδµιο µε το οποίο έχει µεγάλη χηµική συγγένεια. ∆εν είναι τοξικός
σε απουσία καδµίου. Τα επιβλαβή αποτελέσµατα της υπερβολικής απορρόφησης
ψευδαργύρου από τον οργανισµό είναι διαταραχές του αναπνευστικού συστήµατος,
κυρίως του ανώτερου, υπό-χρωµική αναιµία, δερµατίτιδα, φλογώσεις των βλεφάρων,
ναυτία, πονοκέφαλο από γαστρεντερικές διαταραχές, λόγω της καταστροφής του
βλεννογόνου που προκαλείται από το σχηµατισµό ZnCl2 στο στοµάχι, σαν προϊόν
αντίδρασης µεταξύ ψευδαργύρου και γαστρικών υγρών. (Καταφιώτη, 2008)
Κάδµιο (Cd):
Το κάδµιο είναι ένα σχετικά σπάνιο στοιχείο (0,2 mg/Kg του φλοιού της γης)
και βρίσκεται σε κοιτάσµατα άλλων µετάλλων όπως ψευδαργύρου, µολύβδου και
χαλκού. Στο έδαφος, το νερό και τον αέρα µεταφέρεται τόσο µε φυσικές διαδικασίες
όσο και µε ανθρώπινες δραστηριότητες. Οι φυσικές διαδικασίες συµβάλλουν κατά
ένα σχετικά µικρό ποσοστό που δεν υπερβαίνει το 10%. (Ανδρεαδάκης, 2008)
Το κάδµιο του εδάφους προσλαµβάνεται από τα φυτά και µέσω των τροφικών
αλυσίδων τελικά από τον ανθρώπινο οργανισµό. Το κάδµιο συσσωρεύεται στο ήπαρ,
στα νεφρά, στη σπλήνα και στο θυρεοειδή αδένα, όπου και προκαλεί βαριές
παθήσεις, όπως πρωτεϊνουρία, ζακχαρουρία και απώλεια αµινοξέων, νεφρικές
βλάβες, αρτηριακή υπέρταση, προστάτης, γαστρεντερικές διαταραχές, διαταραχές
στον µεταβολισµό του ασβεστίου (αντικαθιστά το ασβέστιο των οστών) κλπ. Σε
συµπλοκή οργανική µορφή (καδµιοθειονίνη) ασκεί τοξικότερη επίδραση και δεσµεύει
και ψευδάργυρο. (Καταφιώτη, 2008) & (Κουιµτζή κ.α., 1998)
- 18 -
Χρώµιο (Cr):
Το χρώµιο είναι ευρύτατα διαδεδοµένο στο φλοιό της γης και απαντάται σε
διάφορα σθένη, συνήθως ως τρισθενές και ως εξασθενές. Το τρισθενές χρώµιο είναι
ένα απαραίτητο θρεπτικό συστατικό της ανθρώπινης δίαιτας και η έλλειψή του
µπορεί να προκαλέσει διάφορες καρδιακές παθήσεις, ανωµαλίες στο µεταβολισµό και
διαβήτη. Ωστόσο η υπερβολική λήψη τρισθενούς χρωµίου µπορεί να επιφέρει
δυσµενείς επιπτώσεις στην υγεία. Κατά κανόνα ο κύριος τρόπος πρόσληψης του
χρωµίου από τον ανθρώπινο οργανισµό γίνεται µέσω της κατανάλωσης τροφίµων.
Ιδιαίτερα τοξικό είναι το εξασθενές χρώµιο. Σε αντίθεση µε το τρισθενές υπάρχουν
αρκετές ενδείξεις για πιθανότητα καρκινογένεσης (ιδίως στους πνεύµονες) µέσω
εισπνοής εξασθενούς χρωµίου, ενώ δεν υπάρχουν αντίστοιχες ενδείξεις για πρόσληψή
του µέσω της πεπτικής οδού. (Ανδρεαδάκης, 2008)
1.1.3
Επιπτώσεις βαρέων µετάλλων στο περιβάλλον
Οι λίµνες τελµάτων, δηλαδή οι χώροι στους οποίους αποθέτονται τα
απόβλητα που προέρχονται από την εξόρυξη και τον εµπλουτισµό των
µεταλλευµάτων, λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς τους σε βαρέα µέταλλα
(Αρσενικό, Κάδµιο, Χαλκός, Υδράργυρος, Μόλυβδος Ψευδάργυρος) και τοξικά
χηµικά, αποτελούν µία από τις µεγαλύτερες απειλές για την ρύπανση του
περιβάλλοντος και αυτό εξαιτίας:
9 του µεγάλου τους αριθµού,
9 της ασταθούς τους φύσης καθώς και
9 της ελάχιστης ή και πολλές φορές ανύπαρκτης συντήρησης και διαχείρισης
τους.
(Hadjibiros et. al., 2005)
Πολλοί υγροβιότοποι, που θεωρούνται περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές,
(όπως για παράδειγµα οι περιοχές RAMSAR, Natura 2000, περιοχές προστασίας των
πτηνών) βρίσκονται συνεχώς κάτω από την απειλή µιας µεγάλης κλίµακας διαρροής
των λεκανών συγκράτησης των καταλοίπων των µεταλλείων. (Hadjibiros et. al.,
2005)
Οι περιβαλλοντικές και οι κοινωνικές επιπτώσεις αυτών των διαρροών
µπορούν να είναι τεράστιες ειδικά από κοινωνικοοικονοµική σκοπιά.
- 19 Οι αστοχίες των λεκανών συγκράτησης καταλοίπων των µεταλλείων έχουν
προκαλέσει σηµαντικές περιβαλλοντικές καταστροφές στο παρελθόν. Σοβαρά
ατυχήµατα έχουν οδηγήσει στην απελευθέρωση στο περιβάλλον σηµαντικά µεγάλων
ποσοτήτων καταλοίπων. (Hadjibiros et. al., 2005)
Επιπλέον εκτός του κινδύνου των καταστροφικών συµβάντων οι οικολογικές
επιπτώσεις των µεταλλείων αυξάνουν την ανησυχία που επικρατεί µεταξύ των
περιβαλλοντικών υπηρεσιών και των τοπικών κοινοτήτων.
Εγκαταλελειµµένα µεταλλεία µπορούν επίσης να απελευθερώσουν τοξικές και
άλλες ενδεχοµένως χηµικές ουσίες στο περιβάλλον. (Hadjibiros et. al., 2005)
1.2
Η περίπτωση των µικτών θειούχων
Πρόκειται για πολυµεταλλικά κοιτάσµατα (κατηγορία σουλφιδίων) µε
εξαιρετικά υψηλή περιεκτικότητα σε θείο, ενώ περιέχουν σε µεγαλύτερες ή
µικρότερες ποσότητες όλα τα γνωστά βαρέα µέταλλα. Χαρακτηριστικά ορυκτά της
κατηγορίας αυτής αποτελούν ο σιδηροπυρίτης (FeS2), ο χαλκοπυρίτης (CuFeS2), ο
αρσενοπυρίτης (FeAsS), ο σφαλερίτης (ZnS) και ο γαληνίτης (PbS) (∆ούτσος, 2000).
Αναλυτικότερα:
9 Σιδηροπυρίτης FeS2
Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, ο Σιδηροπυρίτης ή απλά πυρίτης (FeS2),
αποτελεί ένα ορυκτό το οποίο βρίσκεται ευρέως στα θειούχα µεταλλεύµατα και
ευθύνεται σε µεγάλο βαθµό για την παραγωγή οξύτητας. (∆ούτσος, 2000)
Ο σιδηροπυρίτης χαρακτηρίζεται συχνά και ως «ψευδόχρυσος» (Fool’s Gold),
εξαιτίας της εξωτερικής του οµοιότητας µε το χρυσό. Είναι τόσο διαδεδοµένος στον
εξωτερικό φλοιό της γης που µπορεί να βρεθεί σε κάθε πιθανό περιβάλλον γι’αυτό το
λόγο έχει τεράστιο αριθµό από µορφές και ποικιλίες. Ο σιδηροπυρίτης µπορεί να
θεωρηθεί µία πολυµορφία του µαρκασίτη, που σηµαίνει ότι έχει τον ίδιο χηµισµό
(FeS2) όπως ο µαρκασίτης, αλλά µε διαφορετική δοµή και εποµένως κρυσταλλική
διαµόρφωση. Ο σιδηροπυρίτης έχει ανάλογη δοµή µε αυτή του γαληνίτη (ορυκτό του
θειούχου µολύβδου) µε χηµικό τύπο PbS. (Ταµπάκης, 2006)
Αν και όπως αναφέρθηκε ο σιδηροπυρίτης είναι ευρέως διαδεδοµένος στη
φύση, σπάνια χρησιµοποιείται ως πρώτη ύλη για την παραγωγή σιδήρου. Η
- 20 παραγωγή σιδήρου στηρίζεται κυρίως σε οξειδωµένα ορυκτά του σιδήρου όπως ο
αιµατίτης και ο µαγνητίτης. Ο πυρίτης θεωρείται οικονοµικά ασύµφορος για µια
τέτοια επεξεργασία και µόνο σπάνια σε περίπτωση έλλειψης πρώτων υλών
παραγωγής σιδήρου χρησιµοποιείται στην παραγωγική διαδικασία. Μία συχνή χρήση
του είναι η παραγωγή θειικού οξέος, το οποίο χρησιµοποιείται στην παραγωγή
λιπασµάτων στη χηµική βιοµηχανία, στη χρωµατουργία κλπ. (Ταµπάκης, 2006)
Ο πυρίτης είναι ένα σταθερό αδιάλυτο ορυκτό όταν δεν βρίσκεται σε επαφή
µε το νερό και το οξυγόνο. Όµως λόγω των µεταλλευτικών δραστηριοτήτων ο
σιδηροπυρίτης εκτίθεται στην ταυτόχρονη δράση νερού και οξυγόνου και
διαλυτοποιείται γεγονός που οδηγεί στην παραγωγή θειικού οξέος και κατ’επέκταση
στη δηµιουργία του φαινοµένου της όξινης απορροής το οποίο έχει σαν αποτέλεσµα
την απελευθέρωση µεγάλων συγκεντρώσεων βαρέων µετάλλων στην επιφάνεια της
γης και την σηµαντική υποβάθµιση του φυσικού περιβάλλοντος. (Ταµπάκης, 2006) &
(∆ούτσος, 2000)
9 Χαλκοπυρίτης CuFeS2
Κατά την αποσάθρωση ο χαλκοπυρίτης αντιδρά στην ζώνη οξείδωσης, µε το
O2 και δίνει CuSO4, ο οποίος ως ευδιάλυτος κατεισδύει µέχρι την ζώνη
εµπλουτισµού, όπου αντικαθιστά άλλα σoυλφίδια και δίνει χαλκοσύνη και κοβελίνη.
Έτσι συχνά, η ζώνη οξείδωσης έχει αποπλυθεί εντελώς από Cu, ενώ η ζώνη
εµπλουτισµού είναι πολύ πλούσια. Σε περίπτωση που στη ζώνη οξείδωσης υπάρχουν
ανθρακικά ορυκτά, ο Cu δεσµεύεται ως µαλαχίτης και αζουρίτης κι έτσι, η ζώνη
εµπλουτισµού θα έχει την ίδια περιεκτικότητα σε Cu, µε το πρωτογενές µετάλλευµα.
(Μανουσάκη-Ορφανουδάκη, 2004)
Τα οξειδωµένα µεταλλεύµατα (µεταλλεύµατα κυπρίτη, µαλαχίτη και
αζουρίτη), προσφέρονται ευκολότερα για επεξεργασία. Ο Cu εξάγεται, επίσης,
ευκολότερα από τον χαλκούχο σιδηροπυρίτη, απ’ότι από τα µεικτά θειούχα
µεταλλεύµατα (γαληνίτη-σιδηροπυρίτη-σφαλερίτη-χαλκοπυρίτη). Στα µεταλλεύµατα
χαλκού τα σηµαντικότερα επιβλαβή στοιχεία είναι το Bi, As, Sb και Ζn.
(Μανουσάκη-Ορφανουδάκη, 2004)
Συνήθως ο χαλκοπυρίτης αναπτύσσεται ως µικροκοκκώδη συσσωµατώµατα,
η λάµψη του είναι µεταλλική και το χρώµα του ορειχάλκινο κίτρινο, χρυσοκίτρινο ή
και µπρούτζινο. Τα χαλκοπυριτικά ορυκτά εµφανίζουν σκληρότητα της τάξης του
- 21 3,5-4 ενώ το ειδικό ους βάρος κυµαίνεται στα 4,1-4,3. (Μανουσάκη-Ορφανουδάκη,
2001)
Αποτελούν το ποιο διαδεδοµένο ορυκτό του χαλκού και εµφανίζονται σε
υδροθερµικά κοιτάσµατα, µαζί µε σιδηροπυρίτη σφαλερίτη, γαληνίτη (PBS). Σε
γάββρους µαζί µε µαγνητοπυρίτη και σε βασάλτες µαζί µε σιδηροπυρίτη.
(Μανουσάκη-Ορφανουδάκη, 2001)
9 Αρσενοπυρίτης
Ο αρσενοπυρίτης αποτελείται από αρσενικό σε ποσοστό 46%, θείο 19,7% και
σίδηρο 34,3%. Είναι πιθανό νε περιλαµβάνει µικρές ποσότητες χρυσού ενώ µέρος του
ποσοστού του σιδήρου ορισµένες φορές αντικαθίσταται από κοβάλτιο. Το χρώµα του
αργυρό έως γκρί. Η σκληρότητα του κυµαίνεται στα 5,5 µε 6 ενώ το ειδικό του βάρος
είναι 5,9-6,2. Αναπτύσσεται σε υδροθερµικά και πυροµετασωµατικά κοιτάσµατα. Το
αρσενικό χρησιµοποιείται σε εντοµοκτόνα, πυροτεχνήµατα, την χρωµατουργία,
υαλουργία κλπ. (Μανουσάκη-Ορφανουδάκη, 2001) & (Dimou, 2008)
9 Σφαλερίτης
Η ονοµασία του σφαλερίτη προέρχεται από την Ελληνική λέξη σφαλερός. Ο
λόγος που δόθηκε αυτό το όνοµα είναι επειδή αναγνωρίζεται πολύ δύσκολα. Εξαιτίας
της ποικίλης στιλπνότητας, του χρώµατος (κατά βάση κίτρινο αλλά µπορεί να βρεθεί
και σε καφέ µαύρο, κόκκινο πράσινο προς άσπρο), της κρυσταλλικής του δοµής οι
µεταλλειολόγοι το µπλέκουν µε τον ακανθίτη και τον τετραεδρίτη. Η σύνθεση του
είναι κατά βάση ψευδάργυρος 67% και θείο 33%. Συνήθως περιλαµβάνει και
µικροποσότητες σιδήρου, µαγγανίου, καδµίου, υδραργύρου και σπανιότερα,
µολύβδου και κασσίτερου. Εντοπίζεται σε υδροθερµικά κοιτάσµατα µαζί µε γαληνίτη
και σιδηροπυρίτη. (Μανουσάκη-Ορφανουδάκη, 2001) & (Dimou, 2008)
Ο ψευδάργυρος χρησιµοποιείται για επιψευδαργύρωση του σιδήρου, στην
κατασκευή µπαταριών, στην χρωµατουργία, στην αυτοκινητοβιοµηχανία
(Μανουσάκη-Ορφανουδάκη, 2001) & (Dimou, 2008)
κλπ
- 22 9 Γαληνίτης
Η χηµική σύνθεση του γαληνίτη αποτελείται από θείο 13,4% και µόλυβδο
86,6%. Επίσης περιλαµβάνει συνήθως µικροποσότητες σεληνίου, ψευδαργύρου,
καδµίου, αρσενικού, αντιµονίου, βισµουθίου, χαλκού ενώ σπανιότερα ασηµιού και
χρυσού. Το χρώµα του είναι γκριζόµαυρο . Εντοπίζεται σε υδροθερµικά κοιτάσµατα,
σε συνδυασµό µε σιδηροπυρίτη, σφαλερίτη και χαλκοπυρίτη, βαρύτη, φθορίτη και
χαλαζία. (Μανουσάκη-Ορφανουδάκη, 2001)
Η σκληρότητα του πετρώµατος κυµαίνεται µεταξύ 2,5-2,75 και το ειδικό του
βάρος από µεταξύ 7,4 και 7,6. (Dimou, 2008)
Ο µόλυβδος χρησιµοποιείται στους συσσωρευτές µολύβδου, ως αντικροτικό
στην βενζίνη, στην κατασκευή σωλήνων, στην χρωµατουργία στην τυπογραφία κλπ.
Φύλλα µολύβδου χρησιµοποιούνται για την προστασία από RX ακτινοβολία. (Dimou,
2008)
Τα µικτά θειούχα βλέπουµε και από αυτά που περιγράφτηκαν και παραπάνω
πως περιέχουν, σε µεγαλύτερες ή µικρότερες ποσότητες, όλα τα γνωστά βαρέα
µέταλλα: µόλυβδο, ψευδάργυρο, κάδµιο, αρσενικό, χαλκό, αλουµίνιο, µαγγάνιο,
φώσφορο, σίδηρο, σελήνιο, αντιµόνιο, υδράργυρο, πιθανόν ουράνιο, και επίσης
χρυσό και άργυρο. Οι µέθοδοι εξόρυξης και µεταλλουργίας τους διαφέρουν, ανάλογα
µε το επιθυµητό µέταλλο και τη συγκέντρωση που υπάρχει.
(http://www.antigold.gr/gr/default.asp?itemID=312&Title=Μικτά%20θειούχα#)
9 Χρυσός
Στα περισσότερα πετρώµατα µικτών θειούχων εντοπίζονται ποσότητες
χρυσού. Μερικές φορές µπορεί να βρεθεί και αναµεµιγµένος µε ασήµι σε διάφορες
ποσότητες, ή και µε χαλκό ή σίδηρο. Η σκληρότητα του υπολογίζεται στα 2,5 µε 3
ενώ το ειδικό του βάρος κυµαίνεται µεταξύ 15,6 έως 19,3 ενώ όταν είναι καθαρός
φτάνει τα 19,33 (Dimou, 2008)
Στον σιδηροπυρίτη ο χρυσός βρίσκεται ως δυσδιάλυτο συστατικό και γι’ αυτό
απαιτείται εφαρµογή µιας επεξεργασίας για την καταστροφή του κρυσταλλικού
πλέγµατος του θειούχου ορυκτού. Ο µαρκασίτης και ο µαγνητοπυρίτης δεν είναι
σταθεροί κατά την κυάνωση και καταναλώνουν µεγάλες ποσότητες οξυγόνου και
- 23 κυανίου. Ο αρσενοπυρίτης περιέχει χρυσό µέσα στο κρυσταλλικό του πλέγµα σε
περιεκτικότητα που φτάνει τα 15 kg/tn. Το ορυκτό µπορεί να ανακτηθεί µε
επίπλευση, αλλά απαιτείται κατατροφική επεξεργασία π.χ. οξειδωτική φρύξη ή
οξειδωτική εκχύλιση, για την απελευθέρωση του χρυσού. (Γραµµατικόπουλος κ.α.,
2005)
Επίσης συχνό είναι το φαινόµενο µεταλλεύµατα θειούχων ορυκτών του
χαλκού να είναι φορείς χρυσού. (π.χ. πορφυριτικά κοιτάσµατα Au-Cu). Τα
µεταλλεύµατα αυτά χαρακτηρίζονται από χαµηλή περιεκτικότητα/ υψηλά αποθέµατα
και από αυτά προέρχεται το 5-10% της παγκόσµιας παραγωγής. Μεταλλεύµατα
χρυσού µε λιγότερο από 0,3% κ.β. Cu υφίστανται αρχικά εµπλουτισµό µε επίπλευση,
ενώ αρκετά ορυκτά του χαλκού είναι διαλυτά σε αλκαλικά διαλύµατα κυανίου.
(Γραµµατικόπουλος κ.α., 2005)
- 24 -
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο
Όξινη Απορροή Μεταλλείων & το περιβαλλοντικό
πρόβληµα των εξορυκτικών αποβλήτων
2.1
Το πρόβληµα της Όξινης απορροής
Μόλις ξεκινήσει η εξόρυξη σε περιβάλλον µικτών θειούχων, αρχίζουν τα
σοβαρά προβλήµατα. Η έκθεση θειούχων πετρωµάτων στην ατµόσφαιρα, προκαλεί
το φαινόµενο της όξινης απορροής (Ο.Α.Μ. – όξινη αποροή µεταλλείων) που
θεωρείται ως το σηµαντικότερο πρόβληµα της µεταλλευτικής βιοµηχανίας διεθνώς.
Το θείο αντιδρά µε το νερό παρουσία αέρα και σχηµατίζει θειικό οξύ, το
οποίο ως ισχυρότατος διαλύτης, διαλυτοποιεί βαρέα µέταλλα από τα πετρώµατα µε
άµεσο αντίκτυπο την ρύπανση των υδάτων. Το φαινόµενο είναι αυτοκαταλυόµενο και
αν ξεκινήσει δεν µπορεί να σταµατήσει µε καµία γνωστή µέθοδο. Η όξινη απορροή
µεταφέρεται και καταστρέφει τους υδροφόρους ορίζοντες ακόµα και σε µεγάλες
αποστάσεις, λόγω της υπόγειας επικοινωνίας των υπόγειων υδάτων που µεταφέρουν
τα τοξικά προϊόντα.
(http://www.antigold.gr/gr/default.asp?itemID=312&Title=Μικτά%20θειούχα#)
Ο κίνδυνος ρύπανσης του υδροφόρου ορίζοντα είναι από τα σοβαρότερα
περιβαλλοντικά προβλήµατα και η όξινη απορροή είναι ικανή να προκαλέσει τέτοιου
είδους ρύπανση. Εποµένως γίνεται εύκολα αντιληπτό πόσο σηµαντικό είναι να
βρεθούν και να εφαρµοστούν µε επιτυχία τρόποι πρόβλεψης και αντιµετώπισης του
φαινοµένου.
Η όξινη απορροή µεταλλείων είναι σύνηθες φαινόµενο στα πολυµεταλλικά
θειούχα µεταλλεία καθώς και στα ανθρακωρυχεία και λιγνιτωρυχεία, χωρίς βέβαια να
αποκλείουµε περιπτώσεις εµφάνισής της σε περιοχές φυσικής έκθεσης θειούχων
ορυκτών στο περιβάλλον. Κύριες πηγές της ΟΑΜ, οι οποίες συνήθως παραµένουν
ενεργές για πολλές δεκαετίες µετά το πέρας λειτουργίας των αντίστοιχων µονάδων,
είναι (Ξενίδης & Κοµνιτσας, 2001):
9 Οι επιφανειακές και υπόγειες µεταλλευτικές δραστηριότητες
9 Οι σωροί υπερκειµένων και στείρων και
- 25 9 Τα τέλµατα εµπλουτισµού
(Ξενίδης & Κοµνιτσας, 2001)
Όπως αναφέρθηκε, η όξινη απορροή συνδέεται µε την εκµετάλλευση
πολυµεταλλικών θειούχων µεταλλείων καθώς και λιγνιτωρυχείων – ανθρακωρυχείων.
Τα πολυµεταλλικά θειούχα µεταλλεύµατα αποτελούν σηµαντική πηγή για την
παραγωγή µετάλλων όπως ο χαλκός, το νικέλιο, ο ψευδάργυρος, ο µόλυβδος ο
χρυσός κλπ. Η εκµετάλλευση των κοιτασµάτων αυτών έχει σαν αποτέλεσµα την
παραγωγή
τεράστιων
ποσοτήτων
µεταλλευτικών
αποβλήτων
και
τελµάτων
εµπλουτισµού που περιέχουν υπολειµµατικά θειούχα ορυκτά. Η µη ορθή
περιβαλλοντική διαχείριση των αποβλήτων αυτών κατά το παρελθόν, αλλά και σε
κάποιο βαθµό και στις τρέχουσες εκµεταλλεύσεις, οδήγησε στην ανεξέλεγκτη γένεση
Ο.Α.Μ., η οποία επιµόλυνε και συνεχίζει να επιµολύνει τα παρακείµενα εδάφη και τα
υπόγεια και επιφανειακά ύδατα σε µεγάλη έκταση. Το φαινόµενο είναι ιδιαίτερα
καταστροφικό σε αργούντα µεταλλεία, όπου οι παλαιοί σωροί αποβλήτων έχουν
σήµερα εξελιχθεί σε ενεργές πηγές Ο.Α.Μ., οι οποίες επιµολύνουν συνεχώς το
περιβάλλον. Η Ο.Α.Μ. από λιγνιτωρυχεία και ανθρακωρυχεία, περιέχει οξύτητα
διαλυµένο σίδηρο και άργιλο, αλλά συνήθως χαρακτηρίζεται από πολύ χαµηλές
ποσότητες σε βαρέα µέταλλα. (Ταµπάκης, 2006)
Η δηµιουργία της όξινης απορροής µεταλλείων είναι αποτέλεσµα µίας
περίπλοκης σειράς χηµικών αντιδράσεων που περιλαµβάνουν:
9 Παραγωγή θειικού οξέος, εξαιτίας της οξείδωσης των θειούχων
ορυκτών που περιέχονται στα µεταλλεύµατα και στα στερεά απόβλητα
από τη συνδυασµένη δράση οξυγόνου και νερού. Η ταχύτητα των
αντιδράσεων αυτών επιταχύνεται από τη δράση τυχόν υπαρχόντων
βακτηρίων.
9 Εξουδετέρωση της παραγόµενης οξύτητας από ανθρακικά κυρίως
ορυκτά. Οι αντιδράσεις αυτές προκαλούν την καταβύθιση γύψου,
υδροξειδίων των µετάλλων, οξυ-υδροξειδίων και άλλων ενώσεων.
Εάν η ικανότητα ενός υλικού (δυναµικό εξουδετέρωσης) να εξουδετερώνει
την παραγόµενη οξύτητα είναι µεγαλύτερη από την αντίστοιχη της παραγωγής της,
τότε η προκαλούµενη απορροή θα είναι αλκαλική ή ουδέτερη. Πάντως θεωρείται
- 26 πιθανόν, ακόµη και στην περίπτωση αυτή, να παράγεται τοπικά όξινη απορροή από
κάποια τµήµατα ενός αποβλήτου ή στείρου εκµετάλλευσης, στα οποία υπερτερούν οι
θειούχες ενώσεις. (Ξενίδης & Κοµνιτσας, 2001)
2.2
Η περίπτωση των κυανιούχων αλάτων
Τα µικτά θειούχα µεταλλεύµατα περιέχουν ποσότητες χρυσού και εποµένως
είναι συχνό φαινόµενο σε περιοχές που εντοπίζονται τέτοια κοιτάσµατα να
πραγµατοποιείται κυάνωση για την εξαγωγή του. Η κυάνωση αποτελεί µία ιδιαίτερα
επιθετική περιβαλλοντικά διεργασία. Στην ουσία το πέτρωµα υφίσταται εκχύλιση µε
σκοπό την παραγωγή µερικών γραµµαρίων µετάλλου. Ακολούθως ο κυανιούχος
πολφός, το απόβλητο της µεταλλουργίας, αποτίθεται στις λεγόµενες «λίµνες
τελµάτων».
Το µείζον περιβαλλοντικό πρόβληµα από την εφαρµογή του κυανίου είναι ο
σχηµατισµός µίας µεγάλης ποικιλίας τοξικών ενώσεων των µετάλλων στα τέλµατα
(πολλές από αυτές είναι κυανιούχες) υπό υδατοδιαλυτή µορφή. Οι ενώσεις αυτές
είναι τοξικότατα δηλητήρια και δεν αποδοµούνται από τη φύση. Ενώ αν «ξεφύγουν»
στους υδροφόρους ορίζοντες, τότε οι υδάτικοι πόροι θα ρυπανθούν σηµαντικά.
(http://www.antigold.gr/gr/default.asp?itemID=201&Title=Μεταλλουργία%20Χρυσο
ύ)
2.3
Το πρόβληµα των λιµνών τελµάτων
2.3.1
Σχεδιασµός & Σφάλµατα
Η τοποθέτηση ενός ορυχείου εξαρτάται από την θέση του κυρίου σώµατος
του µεταλλεύµατος, αλλά οι τοποθεσίες που θα κατασκευαστούν οι λίµνες τελµάτων
ελέγχονται από κανονισµούς, περιβαλλοντικές εκτιµήσεις, τις τοπικές υδρολογικές
και σεισµικές συνθήκες καθώς επίσης και τις γεωγραφικές και γεωτεχνικές συνθήκες.
Συνήθεις αιτίες αστοχίας λιµνών τελµάτων (Hadjibiros et. al., 2005):
1. Αστάθεια
2. Υπερχείλιση φράγµατος
3. Εσωτερική διάβρωση
Η αστοχία ενός φράγµατος αποδίδεται :
1. Σε µη σωστό σχεδιασµό
2. Στην αποδοχή του µη ορθού τρόπου κατασκευής από τις υπεύθυνες
- 27 υπηρεσίες
3. Στην µη επαρκή παρακολούθηση κατά την κατασκευή λειτουργία και
συντήρηση του φράγµατος
Σχεδιαστικά σφάλµατα αποτελούν:
1. Ακατάλληλη κατασκευή του τείχους του φράγµατος
2. Η Μη λειτουργία των υδροκυκλώνων σε πολύ χαµηλές θερµοκρασίες
3. Η αποτυχία υπολογισµού της ποσότητας των καταλοίπων και του
σχεδιασµού εποµένως του µεγέθους και της ποιότητας του τοίχους του
φράγµατος
(Hadjibiros et. al., 2005)
Χιλιάδες λεκάνες συγκράτησης των καταλοίπων ορυχείων εντοπίζονται στην
Ευρώπη και δεκάδες χιλιάδες παγκοσµίως, ενώ σηµαντικά µεγάλος είναι και ο
αριθµός των διαρροών που έχουν καταγραφεί µέχρι σήµερα. Τις τελευταίες δύο
δεκαετίες διαρροές σηµειώθηκαν στην Κεντρική και την Νοτιοανατολική Ασία, την
Αυστραλία την Αφρική, την Βόρεια και Νότια Αµερική. Πρόσφατες διαρροές στην
Ευρώπη πραγµατοποιήθηκαν στην Σουηδία, την Ισπανία, την Ιταλία, την
Πορτογαλία, την Μεγάλη Βρετανία, την Εσθονία και την Βουλγαρία (Hadjibiros et.
al., 2005)
Παρόλα αυτά ελάχιστες πληροφορίες υπάρχουν για τον πιθανό επιβλαβή
αντίκτυπο µίας διαρροής καταλοίπων ορυχείων στο περιβάλλον και την κοινωνία,
εκτός από δύο δηµοσιευµένες case - studies για την περιοχή Los Frailes της Ισπανίας
το 1998 και την περιοχή Baia Mare δίπλα στον ∆ούναβη της Βουλγαρίας το 2000.
2.3.2
Ατυχήµατα
και
περιβαλλοντικές
επιπτώσεις
κατάρρευσης
φραγµάτων
2.3.2.1 Περίπτωση Los Frailes – Μεταλλείο Aznalcollar – Ισπανία
Το Εθνικό Πάρκο της Donana εντοπίζεται στο ∆υτικό τµήµα της περιοχής της
Ανδαλουσίας, στο Νοτιό τµήµα της Ισπανίας και δηµιουργήθηκε την δεκαετία του
1960 ως αποτέλεσµα των προσπαθειών της WWF για την προστασία της περιοχής.
- 28 Στο Εθνικό Πάρκο της Donana εντάσσονται 50720 εκτάρια γης, ενώ
χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη τριών κύριων τύπων οικοσυστηµάτων: Τις κινητές
θίνες, το µεσογειακό θαµνολίβαδο και τους βαλτότοπους. Στο βορειότερο σηµείο του
συνορεύει µε το Φυσικό Πάρκο της Donana το οποίο έχει έκταση 54250 εκτάρια,
δηµιουργήθηκε το 1989 και περιλαµβάνει θαµνολίβαδα µε εποχιακούς υγρότοπους,
ξηρές και αρδευόµενες καλλιεργούµενες εκτάσεις, και υγρότοπους που έχουν
µετατραπεί σε ορυζώνες. Τα δύο πάρκα περιλαµβάνουν σχεδόν 40000 εκτάρια
παρθένων βαλτότοπων, πάνω από 5000 εκτάρια ποταµών, φραγµάτων, καναλιών και
λιµνών, 7000 εκτάρια παράκτιων θινών και αµµοθινών, 43000 εκτάρια κωνοφόρων
δασών και 24000 εκτάρια θαµνολίβαδων. (Bartolome & Vega, 2002)
Η περιοχή Donana αποτελεί κατοικία για 875 είδη φυτών και 226 πουλιών,
εκτός από τα ψάρια, τα ερπετά, τα αµφίβια, τα προστατευόµενα θηλαστικά, όπως ο
λίγκας της Ιβηρικής. Αποτελεί µια σηµαντική περιοχή ανάπαυσης των αποδηµητικών
πουλιών (πάνω από 6000000 ανά έτος) και χώρο συγκέντρωσης και διαχείµασης
άλλων (µέγιστη καταγραφή στις 700000)
Η
Donana
έχει
ανακηρυχτεί
υγρότοπος
διεθνούς
σηµασίας,
και
συµπεριλαµβάνεται στην συνθήκη Ramsar (1980) και World Heritage Site (1994).
Επίσης η ευρύτερη περιοχή της Donana εντάσσεται στο δίκτυο Natura 2000.
Το κατώτερο µέρος του ποταµού Guadiamar (ο οποίος µολύνθηκε στο
ατύχηµα του µεταλλείου του Aznalcollar το 1998) ρέει µέσω του Φυσικού Πάρκου,
και περισσότερο παρακάτω, µέσα από το Εθνικό Πάρκο της Donana καταλήγοντας
στον ποταµό Guadalquivir. (Bartolome & Vega, 2002)
Σχήµα 2.1: Ιβηρικός λίγκας
Σχήµα 2.2: Μεταναστευτικά πουλιά
Πηγή: http://www.naturetrek.co.uk/newsletter/ &
Πηγή: http://www.bookspain.ca/wp-content/
/images/IberianLynxHerminioMuniz.jpg
/uploads/2009/02/flamencos_ en_
donana.jpg
- 29 -
Σχήµα 2.3: Εθνικό και Φυσικό Πάρκο Donana
Πηγή: [http://www.csic.es/imagenes/wi/gran_instalacion/donana_mapa352x271.gif]
Τα µεταλλεία του Aznalcollar εντοπίζονται 35 km δυτικά της Σεβίλλης και 50
km µακριά από το Εθνικό Πάρκο της Donana. Το βράδυ της 24ης προς 25ης Απριλίου
του 1998 η κατάρρευση του φράγµατος της λίµνης τελµάτων οδήγησε στην διαρροή
5,5 εκατοµµυρίων m3 τοξικών και πλούσιων σε βαρέα µέταλλα υγρών τελµάτων, τα
οποία µαζί µε µία παχιά στρώση στερεών τελµάτων - ιλύος (περίπου 1,3-1,9
εκατοµµυρίων m3), απελευθερώθηκαν στο περιβάλλον. (Bartolome & Vega, 2002) &
(Greenpeace International, 2002)
Η διαρροή των τελµάτων, είχε σαν αποτέλεσµα να πληµµυρήσουν οι ποταµοί
Agrio και Guadiamar µέχρι τους βάλτους του Entremuros, 40 km νότια του
µεταλλείου, µέχρι το σηµείο δηλαδή όπου αρχίζει το Φυσικό Πάρκο της Donana.
Περιοχές σε απόσταση µέχρι και 250 m και από τις δύο όχθες του ποταµού
Guadiamar ρυπάνθηκαν από τα τοξικά αυτά εξορυκτικά απόβλητα.
- 30 Βάση πληροφοριών της τοπικής αυτοδιοίκησης της Ανδαλουσίας από την
διαρροή επηρεάστηκαν 4600 εκτάρια καλλιεργήσιµων εκτάσεων και περιοχών άγριας
ζωής ενώ 2616 εκτάρια καλύφθηκαν ολοκληρωτικά από τα τέλµατα των λιµνών.
Το στρώµα των στερεών τελµάτων - ιλύος που κάλυψε της εκτάσεις αυτές ήταν
ετερογενούς σύστασης και ποικίλε από ύψος 2 µέτρων έως και µερικά εκατοστά στις
ποιο αποµακρυσµένες περιοχές. Πάνω από 10 κοινότητες συνολικά 46000 κατοίκων
επλήγησαν άµεσα από το ατύχηµα. Ψευδάργυρος, µόλυβδος, αρσενικό, κοβάλτιο,
χαλκός, µόλυβδος αποτελούν µερικά από τα χηµικά συστατικά της ιλύος. (Bartolome
& Vega, 2002)
Τις πρώτες ώρες του συµβάντος, οι υδάτινοι πόροι των ποταµών Agrio και
Guadiamar, παρουσίασαν σηµαντικά υψηλές συγκεντρώσεις αιωρούµενων στερεών,
ενώ ταυτόχρονα οι συγκεντρώσεις του διαλυµένου οξυγόνου είχαν φτάσει σε
µηδενικές τιµές. Συνακόλουθο αποτέλεσµα, η θανάτωση κάθε είδους υδρόβιου
οργανισµού σε αυτούς. (Bartolome & Vega, 2002)
Κατά την πάροδο των ηµερών έπειτα από το καταστροφικό περιβαλλοντικό
ατύχηµα, συλλέχθηκαν 30 τόνοι νεκρών ψαριών και 170 kg καβουριών και άλλων
αµφίβιων. Τα ενήλικα πουλιά που διέµεναν στις ρυπασµένες περιοχές είχαν την
δυνατότητα να αποµακρυνθούν όχι όµως και τα αυγά τους, µε αποτέλεσµα την
σηµαντική µείωση των ετήσιων πληθυσµών τους. (Bartolome & Vega, 2002)
Το ατύχηµα είχε υψηλές επιπτώσεις στην Ισπανική κοινωνία αφού η περιοχή
της Donana εθεωρείτο ως ένα «διαµάντι» φυσικής προστασίας της Νότιας Ευρώπης.
Οι επιστηµονικές κοινότητες και οι κοινότητες για την προστασία της φύσης
άµεσα συνειδητοποίησαν τις µακροχρόνιες επιπτώσεις που αυτή η διαρροή θα
επιφέρει, δεδοµένου του γεγονότος πως τα βαρέα µέταλλα βιο-συσσωρεύονται στους
ζώντες οργανισµούς και αποθηκεύονται στους ιστούς τους, προκαλώντας άµεσες
θανατηφόρες ή υπό-θανατηφόρες επιπτώσεις.
Οι αιτίες της διαρροής διερευνήθηκαν από τρείς επιτροπές. Η σύσταση της
πρώτης εξεταστικής επιτροπής πραγµατοποιήθηκε από την εταιρεία EPTISA κατόπιν
υπόδειξης
της
ιδιοκτήτριας
εταιρείας
Boliden Apirsa. (Bartolome & Vega, 2002)
Η
δεύτερη
εξεταστική
επιτροπή
πραγµατοποιήθηκε από το κυβερνητικό
ερευνητικό οργανισµό CEDEX και η τρίτη
- 31 από το Πανεπιστήµιο της Μπαρτσελόνα.
Και οι τρείς επιτροπές κατέληξαν στο
συµπέρασµα πώς η αιτία της κατάρρευσης του φράγµατος, της λίµνης αποθήκευσης
των τελµάτων, οφειλόταν σε κινήσεις ολίσθησης στο υπέδαφος, αποτέλεσµα του
πλεονάσµατος πίεσης στο ενδοπορικό νερό της αργίλου, εξαιτίας του βάρους του
φράγµατος και των αποθέσεων των τελµάτων. (Bartolome & Vega, 2002)
Οι αρχές της Ανδαλουσίας κατασκεύασαν ένα φράγµα στην περιοχή
Entremuros προκειµένου να σταµατήσουν την ροή των τοξικών αποβλήτων προς το
Φυσικό πάρκο της Donana. Η κατασκευή δεν µπορούσε να σταµατήσει την ροή παρά
µόνο να την καθυστερήσει. Χρειάστηκε η κατασκευή συνολικά τριών φραγµάτων
προκειµένου να ανακοπεί η ροή των τοξικών εξορυκτικών αποβλήτων, προς το
Φυσικό Πάρκο της Donana. Ταυτόχρονα, η Boliden Apirsa, είχε αναλάβει το
κλείσιµο των ρηγµάτων των λιµνών, για την πρόληψη νέων καταρρεύσεων και
προκειµένου να αποτραπεί νέα διαρροή µέσω των επικείµενων βροχοπτώσεων στην
περιοχή. Οι εργασίες εξόρυξης και εµπλουτισµού των µεταλλευµάτων, αναβλήθηκαν
ενώ σηµαντικό ποσοστό του εργατικού δυναµικού των µεταλλείων απολύθηκε.
(Bartolome & Vega, 2002)
Οι Ισπανικές αρχές απαγόρευσαν όλες τις µορφές χρήσεων γης, την άντληση
νερού από τις πηγές για οποιαδήποτε χρήση, ενώ προληπτικά απαγορεύτηκε και η
αλιεία στις εκβολές του ποταµού Guadalquivir. H Boliden Apirsa δεσµεύτηκε να
αγοράσει την συγκοµιδή του έτους 1998 όλων των ρυπασµένων περιοχών
προκειµένου να ανακουφίσει οικονοµικά τους γεωργούς αλλά και για να µειώσει την
κοινωνική ανησυχία για την ύπαρξη µολυσµένων αγροτικών προϊόντων στην αγορά.
Μέχρι τον Μάιο του 2002 το κόστος της περιβαλλοντικής καταστροφής
υπολογίστηκε στα 377,7 εκατ. Ευρώ. Η κατάρρευση τµήµατος του φράγµατος,
κόστισε στην Boliden Aprisa 96 εκατοµµύρια ευρώ. Σε αυτό το ποσό
περιλαµβανόταν το κόστος για την αποκατάσταση του Βόρειου τµήµατος του
ποταµού Guadiamar (27 εκατοµµύρια ευρώ), το κόστος για την εξαγορά της σοδειάς
των γεωργών του έτους 1998 (11 εκατοµµύρια ευρώ) το κόστος για το κλείσιµο των
ρηγµάτων και το κόστος για οριστική παύση λειτουργίας των λιµνών (41
εκατοµµύρια ευρώ) καθώς και το κόστος για την παύση της εξορυκτικής
δραστηριότητας την περίοδο του 1998. (Greenpeace International, 2002)
Η τοπική αυτοδιοίκηση της Ανδαλουσίας, διέθεσε 145 εκατ. ευρώ για την
αποκατάσταση των περιοχών που επλήγησαν. Ενώ η κεντρική διοίκηση (Υπουργείο
Περιβάλλοντος) ενέκρινε προϋπολογισµό 136,7 εκατ. Ευρώ για τον καθαρισµό των
- 32 περιοχών από τα τέλµατα καθώς και για την ανάπτυξη ενός σχεδίου αναγέννησης της
ευρύτερης περιοχής. (Bartolome & Vega, 2002) & (Greenpeace International, 2002)
Σχήµα 2.4: Περιοχές που επηρεάστηκαν από την διαρροή
Πηγή: Bartolome & Vega, 2002
- 33 2.3.2.2 Περιπτωση Baia Mare - Ρουµανία
Η Baia Mare αποτελεί µια αυξανόµενη πληθυσµιακά περιοχή. Η αστική
ανάπτυξη της όµως περιορίζεται εξαιτίας της ύπαρξης ορισµένων παλαιών χώρων
αποθήκευσης τελµάτων. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αποφασίστηκε πως τρείς
από αυτούς τους χώρους απόθεσης θα έπρεπε να σταµατήσουν την λειτουργία τους,
και ο χώρος να αποκατασταθεί προκειµένου να ωθηθεί η αστική ανάπτυξη και να
αναβαθµιστεί η περιβαλλοντική κατάσταση της ευρύτερης περιοχής.
Η
µονάδα
επεξεργασίας
της
Aurul
αποτελεί
Αυστραλο-Ρουµανική
κοινοπραξία. Στόχος της συνεργασίας αυτής ήταν πέρα από την λύση του θέµατος της
αποµάκρυνσης των χώρων απόθεσης τελµάτων από την περιφέρεια της πόλης της
Baia Mare η περαιτέρω αξιοποίηση και ανάκτηση χρυσού και αργύρου από τα
υπάρχοντα τέλµατα (φράγµα της Meda βλ, σχήµα). Το σκεπτικό της κατασκευής της
νέας µονάδας, ήταν το ακόλουθο. Τα εξορυκτικά απόβλητα, θα µεταφέρονταν µέσω
ενός δικτύου αγωγών, µε την βοήθεια αντλιών, σε νέο χώρο απόθεσης 6,5 km
µακριά από την πόλη της Baia Mare, όπου και θα διαχωρίζονταν από τα τέλµατα, µε
την χρήση νέων µοντέρνων τεχνολογικά µεθόδων, ο υπολειπόµενος χρυσός και
άργυρος. (UNEP/OCHA, 2000)
Σχήµα 2.5: Απεικόνιση της περιοχής Baia Mare, της µονάδας επεξεργασίας και των
παλαιών λιµνών τελµάτων της Aurul
Πηγή: UNEP/OCHA, 2000
- 34 Η νέο κατασκευασθείσα (1998) λίµνη τελµάτων της Aurul, στις 30
Ιανουαρίου του 2000 έπειτα από ένα διάστηµα έντονων βροχοπτώσεων κατέρρευσε
στην κορυφή της, µε αποτέλεσµα να διαρρεύσουν 100000 m3 εξορυκτικών
αποβλήτων µέσα σε διάστηµα 11 ωρών. Έπειτα από την εκτίµηση της επικρατούσας
κατάστασης από τις Ρουµανικές αρχές, υπολογίστηκε πώς συνολικά 120 τόνοι
κυανιούχων ενώσεων διέρρευσαν στον ποταµό Szamo (στα Ρουµανικά Somes).
(UNEP/OCHA, 2000), (Greenpeace International, 2002), (Bernstorff & Kanthak,
2000) & (Greenpeace, 2004)
Αναλυτικότερα το κύµα των τελµάτων, κινήθηκε µε µεγάλη ορµή κατά µήκος
των γύρω περιοχών, πέρασε µέσα από το χωριό της Bozinta Mare καταλήγοντας στον
ποταµό Lapus πρίν συνεχίσει την πορεία του στον ποταµό Somes ο οποίος διασχίζει
τα Ούγγρο-Ρουµανικά σύνορα στο Csenger. Ο ποταµός Somes ενσωµατώνεται στον
Tisza ο οποίος ρέει µέσα στην Ουγγαρία και µέσα στην Σερβία (FRY – Former
Republic of Yugoslavia) δίπλα από το Tiszasziget. Το κύµα των τελµάτων
ταξιδεύοντας µε ταχύτητα 2,1 – 2,4 km/hr χρειάστηκε 14 ώρες προκειµένου να
φτάσει στην Σερβία. Ο Tisza αποτελεί παραπόταµο του ∆ούναβη, µε αποτέλεσµα η
ρύπανση να συνεχιστεί µέσω αυτού. Τα εξορυκτικά απόβλητα, περνώντας το
Βελιγράδι, συνέχισαν για άλλα 1200 km και µε ταχύτητα 2,4 – 2,9 km/hr µέχρι και τις
εκβολές του στην Μαύρη θάλασσα. (UNEP/OCHA, 2000)
Αποτέλεσµα όλων αυτών, ήταν η πάνω από 1500 τόνων θανάτωση. Το
πλαγκτόν στον ποταµό Somes και στον Tisza, ουσιαστικά καταστράφηκε. Τα
θηλαστικά και τα πουλιά κατά βάση δεν επηρεάστηκαν σηµαντικά, όµως
εντοπίστηκαν αρκετοί νεκροί κάστορες, ερωδιοί, βίδρες, αλιαετοί, πρόβατα και
αγελάδες. Αρκετά πεδία γεωργικής εκµετάλλευσης ρυπάνθηκαν από το νερά
άρδευσης µε σηµαντικές επιπτώσεις στην τοπική οικονοµία (Greenpeace, 2004) &
(OECD, 2002)
Η εταιρεία Aurul υπεύθυνη για το σηµαντικό αυτό περιβαλλοντικό ατύχηµα
κηρύσσει πτώχευση, και η Transgold την εξαγοράζει, αναλαµβάνοντας εκ νέου την
διαχείριση και την επεξεργασία των εξορυκτικών αποβλήτων της Baia Mare µόλις
λίγους µήνες µετά. Στο µεταξύ η Transgold πραγµατοποίησε έργα πρόληψης, για την
αποφυγή ενός νέου αντίστοιχης κλίµακας σηµαντικού ατυχήµατος. Ένα δεύτερο
φράγµα κατασκευάστηκε προκειµένου να µην υπάρξει πρόβληµα σε περίπτωση
διαρροής του πρώτου. Επίσης αναπτύχθηκε ένα σύστηµα διαχείρισης του δικτύου
σωληνώσεων για την αποφυγή και την µείωση στο ελάχιστο των τυχόν διαρροών,
- 35 ενώ ταυτόχρονα κατασκευάστηκαν δύο νέες µονάδες επεξεργασίας των τελµάτων
αντίστοιχες µε αυτήν της Aurul. (UNEP/OCHA, 2000) & (Greenpeace International,
2002)
Η Transgold µέχρι και σήµερα, δεν έχει πληρώσει αποζηµιώσεις, εκτός από
ορισµένες περιπτώσεις άµεσα θιγόµενων κατοίκων του χωριού Bozinta Mare,
ισχυριζόµενη πως κάθε της ενέργεια ήταν σύµφωνη µε τους Ρουµανικούς νόµους.
(UNEP/OCHA, 2000) & (Greenpeace International, 2002)
Συνοψίζοντας λοιπόν, παρατηρούµε πως εξαιτίας ατυχηµάτων διαρροών στα
φράγµατα
απόθεσης
τελµάτων,
προκλήθηκαν
σηµαντικές
περιβαλλοντικές
καταστροφές µε αποτέλεσµα
1 . Λόγω της ρύπανσης των ποταµών τόνοι ψαριών να θανατωθούν
2 . Εκτάσεις γης ρυπάνθηκαν από τα νερά άρδευσης, λόγω της ρύπανσης που είχαν
υποστεί, µε καταστροφικές συνέπειες στις τοπικές κοινωνίες (καλλιέργειες,
βοσκότοποι, υγεία και ασφάλεια των ανθρώπων
3 . Τεράστιες οικονοµικές απώλειες σηµειώθηκαν από τις καταστροφικές συνέπειες
που προκλήθηκαν στις βιοκοινότητες, αλλά και από τα υπέρογκα κόστη που
απαιτήθηκαν για τον καθορισµό και την αποκατάσταση των ρυπασµένων περιοχών
από τα βλαβερά κατάλοιπα των µεταλλείων.
Και στις δύο περιοχές (Los Frailes και Baia Mare), συντήρηση των λεκανών
συγκράτησης των καταλοίπων των ορυχείων δεν υπήρχε, παρουσιάστηκε αδυναµία
αντιµετώπισης, ενώ ουσιαστικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης δεν είχε προβλεφθεί.
- 36 -
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο
Αναγκαιότητα εφαρµογής περιβαλλοντικής πολιτικής
(θέσπισης νοµοθεσίας) διαχείρισης των αποβλήτων από
εξορυκτικές δραστηριότητες
πρόγραµµα e-Ecorisk
3.1 Αναγκαιότητα καλύτερης συνεργασίας και δράσης µεταξύ των φορέων
Τα ατυχήµατα Aznalcollar και Baia Mare, αύξησαν σηµαντικά την κοινωνική
ευαισθητοποίηση και ανησυχία σχετικά µε θέµατα περιβαλλοντικής προστασίας και
κοινωνικής ασφάλειας που θα πρέπει να τηρούνται από τις εξορυκτικές βιοµηχανίες.
Απέδειξαν επίσης πως το κοινωνικό επίπεδο γνώσης και κατανόησης του, κινδύνου
που ελλοχεύει από την εξορυκτική δραστηριότητα βρίσκεται σε πολύ πρώιµο στάδιο.
Επίσης κατέδειξε την ανάγκη για ανάπτυξη των επιπέδων επικοινωνίας και
συνεργασίας µεταξύ των διαφόρων φορέων.
Χαρακτηριστική περίπτωση αδράνειας η καθυστέρηση 10 ωρών της
ενηµέρωσης από την Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος της Baia Mare (EPA
Baia Mare), της τοπικής Υπηρεσίας Προστασίας των Υδάτινων πόρων της Baia Mare
(WRM of Baia Mare). (UNEP/OCHA, 2000) & (Greenpeace International, 2002)
Ταυτόχρονα όλοι οι αρµόδιοι φορείς, δηλαδή οι Τοπικές Κρατικές Αρχές και
Υπηρεσίες, οι Παγκόσµιοι Οργανισµοί όπως η Ευρωπαική Υπηρεσία Περιβάλλοντος
(European Environment Agency – EEA) και το Πρόγραµµα Περιβάλλοντος των
Ηνωµένων Εθνών (United Nations Environment Programme – UNEP), οι Μη –
Κυβερνητικές Περιβαλλοντικές Οργανώσεις όπως η WWF και η Greenpeace και
τέλος οι πολίτες, θα πρέπει να έχουν και να µπορούν να διαχειριστούν εκτενείς,
έγκαιρες, ενηµερωµένες και εύκολα προσβάσιµες πληροφορίες σχετικά µε την απειλή
και το ρίσκο που προκύπτει από µεγάλης κλίµακας βιοµηχανικές διαρροές στο
περιβάλλον και την κοινωνία, για να έχουν την όσο το δυνατό ορθότερη κρίση για τις
αποφάσεις που θα πρόκειται να λάβουν, προκειµένου να µπορούν να λαµβάνουν
αποδοτικά µέτρα προστασίας και να σχεδιάζουν µέτρα έκτακτης ανάγκης.
Συγκεκριµένα οι αρµόδιοι θεσµοθετηµένοι φορείς και υπηρεσίες θα πρέπει να
επιλέγουν την κατάλληλη στρατηγική πρόληψης του κινδύνου ή άµεσης
- 37 αντιµετώπισής του εάν προκληθεί, από θεσµοθετηµένες επιλογές αντιµετώπισης του
κινδύνου πριν, κατά την διάρκεια, καθώς και µετά την διαρροή των καταλοίπων στο
περιβάλλον. (Hadjibiros et. al., 2005)
Για να έχουµε αποτέλεσµα, ο χαρακτηρισµός του κινδύνου, η αξιολόγηση και
η διαχείριση πρέπει να ξεκινήσουν να πραγµατοποιούνται πριν υπάρξει κάποια
διαρροή αποβλήτων, και να προχωρούν κάτω από έναν συνεπή αποδοτικό και
οικονοµικό τρόπο, µε περιοδική ενηµέρωση, επαναξιολόγηση και επανάληψη των
ενδεχόµενων κινδύνων.
3.2 Πρώτα βήµατα προς την κατεύθυνση θέσπισης νοµικού πλαισίου για την
λειτουργία και την διαχείριση των αποβλήτων των µεταλλευτικών βιοµηχανιών
Η
εξόρυξη
µεταλλευµάτων
αποτελεί
έναν
από
τους
παλαιότερους
βιοµηχανικούς κλάδους των Ευρωπαϊκών Κρατών. Με την πρόφαση Ιστορικών
λόγων, η βιοµηχανία εξόρυξης µεταλλευµάτων, εξαιρείτο από την Ευρωπαϊκή
Περιβαλλοντική Πολιτική µέχρι την τελευταία εικοσαετία. Η κοινωνική πίεση που
ασκήθηκε έπειτα από τα τελευταία σηµαντικά ατυχήµατα του Aznalcollar και της
Baia Mare, επηρέασαν την Ευρωπαϊκή πολιτική προκειµένου να προωθηθούν
νοµοθετικές προτάσεις για τον παραµεληµένο αυτό βιοµηχανικό τοµέα. Η Ευρωπαϊκή
Κοινότητα προχώρησε ταχύτατα στην δηµιουργία ειδικής επιτροπής, γνωστής και ως
ειδική επιτροπή της Baia Mare, σε συνέχεια των τελευταίων ατυχηµάτων. Σε λιγότερο
από ένα έτος, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δηµοσίευσε τρείς επικοινωνιακές τακτικές σε
περιβαλλοντικές πτυχές όπως αυτή της εξορυκτικής βιοµηχανίας οι οποίες
προτάθηκαν από δύο διαφορετικές γενικές διευθύνσεις, αυτή των επιχειρήσεων και
αυτή του περιβάλλοντος. (Kroll , 2002)
Σε συνέχεια αυτών το έκτο περιβαλλοντικό πρόγραµµα δράσεων, εισήγαγε για
πρώτη φορά νοµοθετικό πλαίσιο που θα έπρεπε να εφαρµοστεί από όλες τις χώρες
µέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Decision No. 1600/2002/EC Sixth Community
Environment Action Programme). (Kroll , 2002)
Αναλυτικότερα, τα κράτη µέλη συµφώνησαν επίσης στην θέσπιση οδηγιών
για την διαχείριση των τελµάτων που προκύπτουν από την εξορυκτική
δραστηριότητα. Οι πολιτικές που άρχισαν να προετοιµάζονται από την Ευρωπαϊκή
επιτροπή για την αποφυγή νέων διαρροών συνοψίζονται στον παρακάτω πίνακα.
- 38 Πίνακας 3.1: Βασικές προετοιµαζόµενες πολιτικές από την Ευρωπαϊκή
Επιτροπή
Πηγή: Kroll , 2002
Το σχέδιο-πρόταση για δηµιουργία οδηγίας σχετικά µε την διαχείριση των
αποβλήτων προερχόµενων από εξορυκτικές δραστηριότητες, αποτελεί µία σηµαντική
πολιτική πρωτοβουλία. Πολλές διαβουλεύσεις πραγµατοποιήθηκαν προς την
υλοποίηση αυτού του έργου.
Η εξόρυξη µεταλλευµάτων όπως αναφέρθηκε και παραπάνω θεωρείται ως
ένας από τους µεγαλύτερους παράγοντες παραγωγής αποβλήτων στην Ευρωπαϊκή
Κοινότητα. Τα απόβλητα αυτά πολλές φορές περιέχουν σηµαντικές ποσότητες
µετάλλων οι οποίες είναι οικολογικά επικίνδυνες αν αφεθούν ελεύθερες. Για τον λόγο
αυτό γίνεται αντιληπτή η ανάγκη θέσπισης νοµοθεσίας για την διαχείρισή τους.
Η οδηγία Seveso ΙΙ καλύπτει βιοµηχανικά ατυχήµατα. Υποχρεώνει τους
υπεύθυνους των βιοµηχανιών να αναπτύσσουν διαχειριστικά συστήµατα ασφάλειας
τα οποία θα περιλαµβάνουν στοιχεία εκτίµησης κινδύνου µε περιγραφή πιθανών
σεναρίων ατυχηµάτων.
Έπειτα από τα ατυχήµατα όµως στα µεταλλεία Aznalcollar και Baia Mare, και
τις σηµαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις που προκλήθηκαν από αυτά, η
Ευρωπαική Ειτροπή αποφάσισε την τροποποίηση της οδηγίας προκειµένου µέσα σε
αυτές τις βιοµηχανίες που περιλαµβάνονται στην λίστα της, να ενταχθούν και όλες οι
εξορυκτικές βιοµηχανίες.
Τέλος παρόλο που η οδηγία IPPC (Integrated pollution and Prevention
Control, βλ. παραπάνω πίνακα) δεν περιλαµβάνει τη εξόρυξη µετάλλων, ένα ειδικό,
τεχνικού περιεχοµένου κείµενο, συντάχθηκε, παρουσιάζοντας τις καλύτερες
- 39 διαθέσιµες τεχνικές για την διαχείριση των τελµάτων (κείµενο BAT – Best Available
Techniques Document βλ. παραπάνω πίνακα). (Kroll , 2002)
Όλες τα παραπάνω µέτρα – ενέργειες αποτελούν σηµαντικά βήµατα για την
πρόληψη και την προστασία από νέες διαρροές των βλαβερών καταλοίπων από
εξορυκτικές δραστηριότητες. Επίσης έχουν σαν στόχο να απαντηθούν ερωτήµατα
όπως:
9 Tο ποια είναι η φύση της επικίνδυνης διαρροής
9 Πόσο µεγάλο είναι το ρίσκο µίας πιθανής διαρροής στο περιβάλλον
και την κοινωνία
9 Ποιες είναι οι οικολογικές και κοινωνικές αξίες που κινδυνεύουν από
ένα γεγονός διαρροής
9 Ποιο είναι το σχετικό οικονοµικό και περιβαλλοντικό κόστος που
ανακύπτει έπειτα από ένα περιστατικό διαρροής
9 Ποιες επιλογές είναι διαθέσιµες και
9 Ποιες δράσεις πρέπει να ληφθούν προκειµένου να µειωθεί η
πιθανότητα ή η δριµύτητα µίας διαρροής
Τα ανωτέρω θα συµβάλλουν στην θέσπιση µέτρων πρόληψης και ελέγχου, µε
στόχο την εξάλειψη των δυσµενών πολιτικών κοινωνικών και οικονοµικών
επιπτώσεων εξ ενός γεγονότος διαρροής στο περιβάλλον και την κοινωνία.
Στο πλαίσιο αυτό ανατέθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συνεργασία µε
διάφορους δηµόσιους και ιδιωτικούς φορείς και πάντα µε την καθοδήγηση και
βοήθεια διαφόρων Ευρωπαϊκών πανεπιστηµιακών ιδρυµάτων το πρόγραµµα eEcorisk
Το πρόγραµµα e-Ecorisk είχε σαν στόχο:
9 Tην δηµιουργία ενός δικτύου διαχείρισης πληροφοριών και ενός
συστήµατος αποφάσεων - υποστήριξης για την παροχή πληροφοριών
σχετικά µε πιθανούς και υπαρκτούς κινδύνους από διαρροές µεγάλης
κλίµακας αποβλήτων των ορυχείων
9 Tην ολοκλήρωση και ανάλυση θεµατικών πληροφοριών και ανάλυση
των κινδύνων σε πιθανές περιοχές που έχουν υποστεί διαρροές.
9 Την αναγνώριση, τον χαρακτηρισµό, την ποσοτικοποίηση και
αξιολόγηση των περιβαλλοντικών και κοινωνικών απειλών , ρίσκων,
και των πιθανών και υπαρκτών επιπτώσεων των διαρροών.
- 40 -
Σχήµα 3.1: Μελετώµενα µεταλλεία µικτών θειούχων και χρυσού στα πλαίσια του e-Ecorisk
Πηγή: http://www.e-ecorisk.info/
- 41 -
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο
Ξένες περιοχές µελέτης - Μεταλλεία Μικτών Θειούχων
Ισπανίας – Ιταλίας - Πορτογαλίας
4.1
Η περίπτωση των Μεταλλείων Μικτών Θειούχων Ισπανίας
Στα πλαίσια του προγράµµατος e-Ecorisk επιλέχθηκαν δύο περιοχές προς
µελέτη. Οι µεταλλευτικές εγκαταστάσεις του Riotinto και οι µεταλλευτικές
εγκαταστάσεις της Almagrera. Και στις δύο περιοχές αυτές τα απόβλητα
προερχόµενα από την µεταλλευτική δραστηριότητα αποθηκεύονται σε λίµνες
απόθεσης οι οποίες χωροθετούνται µέσα στην λεκάνη απορροής του ποταµού Odiel.
Ο ποταµός
Odiel αποτελεί τον βασικό προµηθευτή ιζηµάτων καθώς και
υδατικών πόρων στον υγροβιότοπο Marismas del Odiel. Ο υγροβιότοπος αυτός
αποτελεί µία από τις σηµαντικότερες προστατευόµενες περιοχές της Νότιας Ευρώπης.
∆εδοµένης λοιπόν της ρύπανσης των υδάτων από το φαινόµενο της όξινης
απορροής καθώς και τον κίνδυνο των σηµαντικών επιπτώσεων που µπορεί να
προκληθούν από την πιθανότητα διαρροής των λιµνών τελµάτων, για την εκτίµηση
της περιβαλλοντικής κατάστασης της περιοχής Almagrera και Riotinto θα πρέπει να
µελετήσουµε σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, όπου θα περιλαµβάνεται ολόκληρη η
υδρολογική λεκάνη του ποταµού Odiel η οποία περιλαµβάνει τις µεταλλευτικές
εγκαταστάσεις, τον ποταµό Riotino καθώς και τον υγροβιότοπο Marismas del Odiel.
Mine
Tailing
Dam
Almagrera dam
Downstream
Discharge
Area
Odiel river
Marismas del Odiel
RAMSAR site: 7ES006
Σχήµα 4.1: ∆ιάγραµµα ροής µελετώµενης περιοχής
Πηγή: Jorge et al, 2005 & UPC, 2006
Wetland
Area
- 42 4.1.1
Παρουσίαση µεταλλευτικών εγκαταστάσεων
4.1.1.1 Η περιοχή της Almagrera
Οι µεταλλευτικές εγκαταστάσεις της Almagrera εντοπίζονται κοντά στην
πόλη Calanas στην επαρχία της Huelva Νοτιοδυτικά της Ισπανίας. Τα αποθηκευµένα
τέλµατα προέρχονται από την επεξεργασία των θειούχων πολυµεταλλικών
πετρωµάτων τα οποία εξορύσσονται από το µεταλλείο Sotiel-Coronada, ένα από τα
σηµαντικότερα της Ιβηρικής πυριτικής ζώνης. Ποσότητες θειούχων πολυµεταλλικών
πετρωµάτων προερχόµενες και από το µεταλλείο Aquas Tenidas (κατά τη διάρκεια
της τελευταίας περιόδου λειτουργίας του), επεξεργάστηκαν επίσης στην µονάδα
εµπλουτισµού - επεξεργασίας της Almagrera (e-Ecorisk Spanish team, 2006 – b) & .
(e-Ecorisk Spanish team, 2006 – a)
Σχήµα 4.2: Θέσεις µεταλλευτικών εγκαταστάσεων Almagrera
Πηγή: e-Ecorisk Spanish team, 2006 – b
- 43 Τα πετρώµατα από το µεταλλείο Sotiel-Coronada
είναι λεπτόκοκκα
παρουσιάζοντας διάχυτη εσωτερική ανάπτυξη πυρίτη, χαλκοπυρίτη, σφαλερίτη και
γαληνίτη ως βασικά στοιχεία της σύστασής τους.
Από µελέτες έχουν υπολογιστεί αποθέµατα πάνω από 120 Mt στα οποία
περιλαµβάνονται τα αποθέµατα του Migollas και του µεταλλείου του SotielCoronada. Η µεταλλευτική δραστηριότητα στην περιοχή βρίσκει τις ρίζες της την
περίοδο της Ρωµαϊκής Αυτοκρατορίας. Η σύγχρονη µεταλλευτική ιστορία της
περιοχής της Almagrera ξεκινά στα µισά του 19ου αιώνα ενώ το 1939 η United Alkali
Co. προχωρά στην παύση των εργασιών. Τα µεταλλεία επαναλειτουργούν από το
1982 έως και το 2001 από την Almagrera Co. (e-Ecorisk Spanish team, 2006 – b)
Τα υπόγεια µεταλλεία παρήγαγαν µέση ποσότητα 700.000 µετρικών τόνων
ανά έτος. Τα εξορυγµένα µεταλλεύµατα µεταφέρονταν σε απόσταση 4 km µε την
βοήθεια
κυλιόµενου
µεταφορικού
ιµάντα
στην
µονάδα
επεξεργασίας
και
εµπλουτισµού. (e-Ecorisk Spanish team, 2006 – c)
Την περίοδο 1999-2001 υπολογίστηκε πως παραπάνω από 900.000 τόνοι
χαλκούχων και πολυµεταλλικών πετρωµάτων προερχόµενα από το µεταλλείο Aguas
Tenidas επεξεργάστηκαν στην µονάδα επεξεργασίας και εµπλουτισµού της
Almagrera. Μεγάλες ποσότητες θειικών από το µεταλλείο αυτό έδειξαν παρόµοιες
ιδιότητες - χαρακτηριστικά µε αυτές του µεταλλείου Sotiel-Coronada. (e-Ecorisk
Spanish team, 2006 – c)
Η µονάδα επίπλευσης είχε σχεδιαστεί για να µπορεί να επεξεργαστεί µέχρι και
730.000 µετρικούς τόνους µεταλλευµάτων το έτος παράγοντας ταυτόχρονα 90.000
µετρικούς τόνους χαλκού, µολύβδου και ψευδαργύρου. Κατά τη περίοδο λειτουργίας
της µονάδας παρήχθησαν 2.67 Hm3 φρυγµένου πυρίτη (σκουριές) και 2.45 Hm3
θειούχων τελµάτων. (e-Ecorisk Spanish team, 2006 – a)
4.1.1.1.1
Χώροι απόθεσης εξορυκτικών αποβλήτων.
Οι χώροι απόθεσης των αποβλήτων που δηµιουργούνται από την εξόρυξη και
επεξεργασία των µεταλλευµάτων αποθηκεύονταν σε δύο φράγµατα. Τον χώρο
απόθεσης των σκουριών και την λίµνη απόθεσης των θειούχων τελµάτων.
Οι δύο αυτοί χώροι απόθεσης εντοπίζονται κοντά στην µονάδα επεξεργασίας.
Όλες οι προαναφερθείσες µεταλλευτικές εγκαταστάσεις, διακρίνονται στην περιοχή
του άνω ρου του ποταµού Asperon και Manapeo, οι οποίοι αποτελούν παρακλάδια
- 44 του ποταµού Odiel ο οποίος εντοπίζεται 2,5 km ανατολικά. (e-Ecorisk Spanish team,
2006 – a)
Πίνακας 4.1: Γενικά χαρακτηριστικά των φραγµάτων της περιοχής της Almagrera
Πηγή: e-Ecorisk Spanish team, 2006 - b
CINDERS TAILING POND
pe
Ma
na
o
C
reek
m
Ba tán Strea
ro
Asp e
n Stream
SULPHIDE TAILING POND
500
0
500 m
Σχήµα 4.3: Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις περιοχής Almagrera
Πηγή: e-Ecorisk Spanish team, 2006 - b
4.1.1.1.2
Χώρος απόθεσης Σκουριών (Cinders Dam)
Ο χώρος απόθεσης των Σκουριών βρίσκεται 300 m βόρεια της µονάδας
επεξεργασίας στον άνω ρου του ρέµατος Manapeo. Το ρέµα αυτό ενσωµατώνεται µε
τον ποταµό Batan στα 500 m νοτιοανατολικώς του φράγµατος. Ο Batan ενώνεται
στην συνέχεια µε τον κάτω ρου του ποταµού Asperon ο οποίος καταλήγει στον Odiel
- 45 (απόσταση από το φράγµα των σκουριών συνολικά 3,6 km) (e-Ecorisk Spanish team,
2006 – a)
Το φράγµα των σκουριών κατασκευάστηκε για την αποθήκευση των φρυγµένων
πυριτικών καταλοίπων τα οποία παράγονταν στην µονάδας θειικού οξέος. Επίσης
χρησιµοποιήθηκε και για την αποθήκευση ποσοτήτων ακατέργαστου πυρίτη καθώς
και άλλων βιοµηχανικών καταλοίπων. (e-Ecorisk Spanish team, 2006 – a)
4.1.1.1.3
Σχεδιασµός
και
κατασκευή
φράγµατος-
Τεχνικά
χαρακτηριστικά
Τα υλικά κατασκευής πάρθηκαν από γειτονικές περιοχές. Άργιλος και άλλο
µη προσδιορισµένο υλικό µεταφέρθηκαν κοντά στο χώρο κατασκευής. Άµµος,
χαλίκια καθώς, αλλουβιακό υλικό από τον ποταµό Odiel καθώς και υλικό αµµοβολής
από σκουριές χρησιµοποιήθηκαν ως συνθετικό υλικό για το φίλτρο (e-Ecorisk
Spanish team, 2006 – c)
Πίνακας 4.2: Εξέλιξη των βασικών χαρακτηριστικών του φράγµατος των
Σκουριών (Cinders dam) της περιοχής Almagrera
Πηγή: e-Ecorisk Spanish team, 2006 – c
Το πέµπτο στάδιο ενίσχυσης των επιχωµατώσεων και αύξησης του όγκου της
λίµνης απόθεσης των τελµάτων δεν πραγµατοποιήθηκε ποτέ εξαιτίας της πρόωρης
αναστολής των µεταλλευτικών δράσεων στην περιοχή.
4.1.1.1.4
Λίµνη απόθεσης θειούχων τελµάτων
Από το 1982 που ξεκίνησε εκ νέου η εκµετάλλευση των µεταλλείων της
Sotiel-Coronada από την Almagrera S.A. µέχρι και τον Αύγουστο του 1985 τα
απόβλητα που δηµιουργούνταν από την µονάδα επίπλευσης, δεν αποθηκεύονταν
- 46 αλλά ελευθερώνονταν στον ποταµό Odiel. Η λίµνη απόθεσης των θειούχων
τελµάτων, εντοπίζεται 1 km νοτιοανατολικά της µονάδας επίπλευσης στον άνω ρου
του ποταµού Asperon. Σε αυτόν ενσωµατώνεται και ο ποταµός Batan, σε απόσταση 1
km ανατολικώς του φράγµατος, για να καταλήξουν έπειτα από 200 m τελικώς, τα
ύδατά τους στον ποταµό Odiel. (e-Ecorisk Spanish team, 2006 – a)
Πίνακας 4.3: Εξέλιξη των βασικών χαρακτηριστικών του φράγµατος των
θειούχων τελµάτων (Sulphide dam) της περιοχής Almagrera
PHASE
1
2
3
4
5
LEVEL (m)
192
198
204
208
212
HEIGH OF THE DAM (m)
13
20
25
30
33
TAILING VOLUME (m3)
160000
550000
1200000
1850000
2500000
Πηγή: e-Ecorisk Spanish team, 2006 – c
PHASE 4. LEVEL 208 m
PHASE 3. LEVEL 204 m
PHASE 2. LEVEL 198 m
ROCK-BED FOUNDATION
ZONE
MATERIAL
BREAKWATER
GRADED BOULDERS
FILTER
SAND AND GRAVEL
SECONDARY FILTER
GRADED STONE
IMPERVIOUS CORE
CLAY
BACK SUPPORT
BOULDERS
BACK SUPPORT
UNSORTED BORROW MATERIALS
BACK SUPPORT
SAND AND GRAVEL
Σχήµα 4.4: Φάσεις κατασκευής του φράγµατος της Almagrera
Πηγή: UHU, 2004
- 47 4.1.1.2 Η περιοχή του Riotinto
Οι µεταλλευτικές εγκαταστάσεις του Riotinto εντοπίζονται στο κεντρικό
τµήµα της Ιβηρικής πυριτικής ζώνης κοντά στα µέσα του ποταµού Odiel. Αποθέµατα
παραπάνω από 2000 Mt θειούχων πετρωµάτων έχουν υπολογιστεί.
Πίνακας 4.4: Αποθέµατα στην περιοχή των µεταλλευτικών εγκαταστάσεων του
Riotinto
Name
Mineralization type
San Dionisio
massive sulphide
stockwork
massive sulphide
massive sulphide
massive sulphide
stockwork
gossan
Filón Sur
Filón Norte
Planes - San Antonio
Cerro Colorado
Original
Reserves
(Mt)
95
18
80
80
19.5
200
100
Cu
(%)
1
1.70
Zn
(%)
2
Grade
Pb
(%)
1
Ag
(ppm)
30
Au
(ppm)
0.3
1.6
0.43
1.6
0.9
60
0.6
1.2
56
1.2
Data compiled from Pinedo (1963), Lecolle (1977), García Palomero (1993) Tornos (2005)
Πηγή: e-Ecorisk Spanish team, 2006 – a
4.1.1.2.1
Μεταλλευτική Ιστορία Riotinto
Η αρχή της εκµετάλλευσης των µεταλλευµάτων της περιοχής υπολογίζεται
την περίοδο της Ρωµαϊκής αυτοκρατορίας. Η σύγχρονη µεταλλευτική ιστορία της
περιοχής υπολογίζεται στα µέσα προς τέλη του 19ου αιώνα µε την απόκτηση των
µεταλλευτικών εγκαταστάσεων του Riotinto από την Αγγλική εταιρεία Riotinto
Company µε στόχο της εξόρυξη χαλκούχων πετρωµάτων. Από την περίοδο λοιπόν
της βιοµηχανικής επανάστασης µέχρι και τα µέσα προς τέλη του 20ου αιώνα η
περιοχή του Riotinto εθεωρείτο ως ένα από τα βασικότερα και σηµαντικότερα
µεταλλευτικά κέντρα του κόσµου. Από το 1995, οι µεταλλευτικές εγκαταστάσεις
πέρασαν στα χέρια της Minas de Riotinto S.A.L. Στα παραχθέντα προϊόντα
συµπεριλαµβανόταν χαλκός, χρυσός, ασήµι καθώς και ποσότητες θειικού οξέος. Η
κατάρρευση της αγοράς του πυρίτη σε συνδυασµό µε τα µειωµένα αποθέµατα
πετρωµάτων οδήγησαν στην προοδευτική µείωση της µεταλλευτικής δραστηριότητας
στην περιοχή µέχρι το 2001 όπου επήλθε η οριστική παύση. (e-Ecorisk Spanish team,
2006 – a)
- 48 Αποτέλεσµα της πολύχρονης αυτής µεταλλευτικής δραστηριότητας, ήταν η
δηµιουργία µεγάλων ποσοτήτων αποβλήτων προερχόµενα από τους χώρους
εξόρυξης, µεταφοράς αλλά και επεξεργασίας των πετρωµάτων. Τα λεπτόκοκκα
τέλµατα
προερχόµενα από της διαδικασίες επίπλευσης του χαλκού και τις
διαδικασίες κυάνωσης του χρυσού αποθηκεύονταν σε έξι λίµνες. Από τις 6 αυτές οι
τρείς εντοπίζονται στην λεκάνη απορροής του ποταµού Riotinto και οι άλλες τρείς
στην λεκάνη απορροής του ποταµού Odiel. Για τις ανάγκες του προγράµµατος eEcorisk οι λίµνες τελµάτων που επιλέχθηκαν ήταν αυτές που εντάσσονταν στην
υδρολογική λεκάνη του Odiel. Αναλυτικότερα:
4.1.1.2.2
Μονάδα επεξεργασίας µεταλλευµάτων Riotinto
Η επεξεργασία των µεταλλευµάτων του Riotinto πραγµατοποιούταν σε ένα
βιοµηχανικό συγκρότηµα κοντά στην περιοχή του Cerro Colorado. Στις
εγκαταστάσεις αυτές περιλαµβανόταν η µονάδα επίπλευσης θειούχων η οποία έχει
σχεδιαστεί για να δέχεται 7,5 Mt/ έτος και η µονάδα κυάνωσης των πετρωµάτων
χρυσού η οποία αρχικά σχεδιάστηκε προκειµένου να δέχεται 1,5 Mt/έτος όµως
αργότερα τροποποιήθηκε έτσι ώστε να δέχεται 7 Mt/έτος. (e-Ecorisk Spanish team,
2006 – a) & (e-Ecorisk Spanish team, 2006 – c)
4.1.1.2.3
Λίµνες απόθεσης τελµάτων
Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, οι χώροι απόθεσης των τελµάτων στην
περιοχή του Riotinto είναι έξι. Το παλαιότερο τµήµα φραγµάτων (το οποίο δεν
συµπεριλαµβάνεται στο πρόγραµµα e-Ecorisk) εντοπίζεται, στον άνω ρου του
ποταµού Riotinto κοντά στην περιοχή Naya.
Αντιθέτως το µελετώµενο σύστηµα λιµνών απόθεσης τελµάτων διακρίνεται
στον άνω ρου του ρέµατος Tintillo, το οποίο καταλήγει µέσω του ποταµού Agrio
στον ποταµό Odiel. Κατά την διάρκεια των τελευταίων χρόνων λειτουργίας των
µεταλλείων του Riotinto, παρατηρήθηκε αυξηµένη εκµετάλλευση για τα µέχρι τότε
δεδοµένα.
Υπολογίζεται
πως
παραπάνω
από
10000
Mt/έτος
πετρωµάτων
επεξεργάστηκαν στις προαναφερθείσες µονάδες παράγοντας υπέρογκες ποσότητες
τελµάτων µε αποτέλεσµα το σύστηµα απόθεσης να αυξηθεί προκειµένου να
ικανοποιήσει τις τότε ισχύουσες ανάγκες.
- 49 Η περιοχή µελέτης χωρίζεται λοιπόν σε τρία φράγµατα (Aguzadera, Copper
και Gossan) ενώ υπάρχει και ένα τέταρτο φράγµα το οποίο χρησιµοποιήθηκε για την
αποθήκευση του ανακυκλούµενου νερού. Το όλο αποθηκευτικό σύστηµα
υπολογίστηκε πως µπορεί να αντέξει ποσότητα µεγαλύτερη από 77 Hm3 τελµάτων.
(e-Ecorisk Spanish team, 2006 – a)
Water dam
Copper Dams
Gossan Dam
Corta Atalaya
Cerro Colorao
Σχήµα 4.5: Λίµνες απόθεσης στην περιοχή Riotinto
Πηγή: UHU, 2004
4.1.1.2.4
Λίµνη απόθεσης Gossan
Με τον όρο Gossan αναφερόµαστε σε οξειδωµένο υλικό προερχόµενο από την
επιφανειακή αποσάθρωση πρωτοταγών πετρωµάτων πλούσιων σε θειούχα.
Η
λίµνη συγκράτησης αυτή κατασκευάστηκε προκειµένου να αποθηκευτούν τα
απόβλητα προερχόµενα από την κυάνωση των µικτών θειούχων πετρωµάτων για την
ανάκτηση χρυσού. Το φράγµα του Gossan εντοπίζεται σε ύψος 380 m δίπλα από τον
άνω ρου ρέµατος του Rejoncillo που αποτελεί βραχίονα του ρέµατος Riotinto. Ο
- 50 οποίος µε την σειρά του καταλήγει στον ποταµό Odiel µέσω του ποταµού Agrio
έπειτα από µια απόσταση 8,5 km. (e-Ecorisk Spanish team, 2006 – a) & (e-Ecorisk
Spanish team, 2006 – c)
Filter
Impervious
membrane
Clay
18m
Bac
ks
upp
ort
50 m
Water
NDATI
D FOU
E
B
K
ROC
ON
40m
Σχήµα 4.6: ∆οµή φράγµατος Gossan
Πηγή: e-Ecorisk Spanish team, 2006 – c
Πίνακας 4.5: Γενικά χαρακτηριστικά φράγµατος Gossan της Riotinto
Width
on base
(m)
40
Length
of the dam (m)
1500
Width
on crest
(m)
18
High of
the Dam
(m)
50
Designed
Capacity
(m3)
10000000
Volume
(m3)
Raising
Method
14529790
Downstream
Πηγή: e-Ecorisk Spanish team, 2006 – c
4.1.1.2.5
Λίµνη απόθεσης χαλκούχων τελµάτων
Αποτελεί κατασκευή του 1969 (δύο χρόνια µετά την κατασκευή της λίµνης
Gossan). Εντοπίζεται 2 km βορειοδυτικώς της µονάδας επεξεργασίας σε ύψος 363 m
από την επιφάνεια της θάλασσας. Η λίµνη απόθεσης αυτή κατασκευάστηκε
προκειµένου να αποθηκευτούν τα τέλµατα προερχόµενα από την επίπλευση των
πετρωµάτων του χαλκού.
- 51 Πίνακας 4.6: Γενικά χαρακτηριστικά φράγµατος χαλκούχων τελµάτων της Riotinto
Length of
the dam
(m)
1500
Width on
base (m)
55
Width
on crest
(m)
8
High of
the Dam
(m)
40
Designed
Capacity
(m3)
30000000
Volume
(m3)
Raising
Method
35809738
Downstream
Πηγή: e-Ecorisk Spanish team, 2006 – c
8m
Sand
Semi pervious
back support
Impervious membrane
Clay
Water
40 m
Back support
Filter
ROCK-BED FOUNDATION
Σχήµα 4.7: ∆οµή φράγµατος χαλκούχων τελµάτων
Πηγή: e-Ecorisk Spanish team, 2006 – c
4.1.1.2.6
Φράγµα Aguzadera
Η κατασκευή του φράγµατος αυτού ολοκληρώθηκε το 1986 προκειµένου να
αντικαταστήσει την λίµνη απόθεσης των χαλκούχων τελµάτων (Copper dam) η οποία
είχε πληρωθεί. Εντοπίζεται σε απόσταση 4 km βορειοδυτικώς της µονάδας
επεξεργασίας των θειούχων και χαλκούχων πετρωµάτων
Πίνακας 4.7: Γενικά χαρακτηριστικά φράγµατος Aguzadera της Riotinto
Length of
the dam
(m)
2169
Width on
base (m)
150
Width
on crest
(m)
10
High of
the Dam
(m)
104.5
Designed
Capacity
(m3)
60000000
Πηγή: e-Ecorisk Spanish team, 2006 – a
Volume
(m3)
Raising
Method
23794193
Upstream
and
Centerline
- 52 4.1.2
Ποταµός Odiel και Υδροχηµική Ανάλυση της Υδρολογικής
Λεκάνης του Odiel
Ο ποταµός Odiel εντοπίζεται νοτιοδυτικά της Ιβηρικής πυριτικής ζώνης. Η
ροή του ξεκινά από την Sierra de Aracena (Huelva) και µαζί µε τον ποταµό Tinto
καταλήγουν σε έναν παράκτιο υγροβιότοπο γνωστό ως Ria de Huelva ο οποίος
αποτελεί τµήµα µιας πολύ σηµαντικής προστατευόµενης περιοχής (Marismas del
Odiel). Η υδρολογική λεκάνη απορροής του ποταµού Odiel καταλαµβάνει έκταση
2333 km2 ενώ έχει µήκος 140 km. Η µέση ετήσια βροχόπτωση κυµαίνεται µεταξύ
των 600mm στα χαµηλότερα σηµεία της λεκάνης έως και 1000 mm στους
βορειότερους ορεινούς όγκους. Το 50% της ετήσιας βροχόπτωσης πραγµατοποιείται
µεταξύ Νοεµβρίου – Ιανουαρίου. Τον Απρίλιο επίσης η βροχόπτωση είναι σηµαντική
µε τους θερινούς µήνες να απουσιάζει.
Τα ποτάµια µε την µεγαλύτερη συνεισφορά νερού στον Odiel είναι οι
Olivagras, Oraque και ο Meca από τα αριστερά του και οι Agrio και Villar από την
δεξιά όπως φαίνεται και στο παρακάτω σχήµα.
Εξαιτίας της έντονης µεταλλευτικής δραστηριότητας της περιοχής, τα νερά
του Odiel είναι σηµαντικά ρυπασµένα µε υψηλές συγκεντρώσεις βαρέων µετάλλων
και άλλων τοξικών ουσιών. Η ρύπανση αυτή του ποταµού είναι αποτέλεσµα του
φαινοµένου της όξινης απορροής το οποίο πραγµατοποιείται στις διάφορες
µεταλλευτικές εγκαταστάσεις κατά µήκος της υδρολογικής λεκάνης οι θέσεις των
κυριότερων εκ των οποίων παρουσιάζεται στο παρακάτω σχήµα.
Επίσης αρκετές µελέτες έχουν εκπονηθεί από διάφορους φορείς ιδιωτικούς
και κρατικούς στη περιοχή προκειµένου να υπολογιστεί η κατάσταση των υδάτων της
λεκάνης απορροής του Odiel. Στα πλαίσια του e-Ecorisk η οµάδα µελέτης των
Ισπανικών περιοχών και συγκεκριµένα το Πανεπιστήµιο της Huelva πραγµατοποίησε
αναλύσεις σε δείγµατα νερού από διάφορα σηµεία κατά µήκος της λεκάνης απορροής
του ποταµού Odiels τα αποτελέσµατα των οποίων διακρίνονται στον παρακάτω
πίνακα. (e-Ecorisk Spanish team, 2006 – a)
- 53 -
Σχήµα 4.8: Υδρολογική λεκάνη ποταµού Odiel πάνω στην οποία αποτυπώνονται οι
µεταλλευτικές εγκαταστάσεις που εντοπίζονται στην περιοχή καθώς και διάφορα
σηµεία µελέτης
Πηγή: e-Ecorisk Spanish team, 2006 - a
- 54 Πίνακας 4.8: Αποτελέσµατα χηµικών αναλύσεων από την υπεύθυνη για τις
Ισπανικές περιοχές οµάδα του e-Ecorisk
AMD-contaminated streams
n Mean
Range
S.D.
52 3.92 2.05 7.25 1.36
pH
35 392 77.0
582
132
Eh (mv)
CE (mS/cm) 51 2.23 0.19 14.2 2.71
n.d.
n.d. 0.00
CO32- (mg/L) 44 n.d.
HCO3 (mg/L) 44 5.88 n.d.
97.1 18.4
16 0.69 n.d.
4.82 1.57
F- mg/L
16 17.7 6.58 46.8 10.2
Cl mg/L
2SO4 (mg/L) 52 1586 31.55 12416 2311
52 70.7 n.d.
142
Al (mg/L)
765
52 239
n.d. 4686 879
As (µg/L)
52 74.6 2.70
644
101
Ca (mg/L)
52 84.5 n.d.
589
132
Cd (µg/L)
52 617 9.13 7326 1434
Co (µg/L)
52 14.5 n.d.
180 35.2
Cr (µg/L)
52 7.67 n.d.
Cu (mg/L)
122 18.8
52 175
n.d. 1739 375
Fe (mg/L)
52 1.70 n.d.
7.97 1.48
K (mg/L)
52 114 3.51 1228 197
Mg (mg/L)
52 14.2 0.07
118 22.2
Mn (mg/L)
52 17.5 3.15 52.3 9.38
Na (mg/L)
52 293 3.65 4429 708
Ni (µg/L)
52 106
n.d. 1207 239
P (µg/L)
52 135
n.d. 1985 293
Pb (µg/L)
52 10.5
0.2
41.5 9.74
Si (mg/L)
52 38.5 n.d.
Zn (mg/L)
466 81.0
AMD-uncontaminated streams
n
17
7
17
17
17
14
16
17
17
-17
---17
17
17
17
-17
-17
-17
--
Mean
7.07
184
0.24
0.47
83.8
0.03
19.5
31.1
0.03
n.a.
15.6
n.a.
n.a.
n.a.
0.05
0.19
1.85
10.7
n.a.
14.2
n.a.
64.8
n.a.
2.16
n.a.
Range
5.98 8.44
125 224
0.15 0.42
n.d. 7.92
30.0 212
n.d. 0.12
8.71 64.5
12.9 62.9
n.d. 0.16
--5.24 38.1
------0.01 0.19
n.d. 0.91
0.58 4.38
4.61 20.7
--5.01 35.5
--n.d. 330
--n.d. 6.64
---
S.D.
0.65
34.4
0.09
1.92
46.1
0.04
14.7
15.4
55.2
-8.32
---68.2
323
0.91
4.56
-7.61
-122
-2.36
--
Πηγή: e-Ecorisk Spanish team, 2006 - a
4.1.2.1 Χαρακτηριστικά Ρύπανσης Υδάτων ποταµού Odiel – Κυριότεροι
συντελεστές
Ο ποταµός Odiel ρυπαίνεται σε καθηµερινή βάση από περισσότερα από 15
µεταλλεία. Έπειτα από το σηµείο στο οποίο δέχεται τις πρώτες εκροές από τα
µεταλλεία το pH των υδάτων µειώνεται από το 8 στο 3,5 ενώ οι συγκεντρώσεις των
βαρέων µετάλλων και άλλων τοξικών ουσιών αυξάνονται σηµαντικά. Έπειτα από
µερικά km απόσταση από το πρώτο µεταλλείο η ποιότητα των υδάτων βελτιώνεται
αισθητά, όµως στην ένωση του µε τον παραπόταµο Agrio ο οποίος στραγγίζει την
µεταλλευτική περιοχή του Riotinto υποβαθµίζεται αµετάκλητα.
- 55 Στα µη µολυσµένα ποτάµια το µέσο pH των υδάτων κυµαίνεται στο 7. Τα
υψηλότερα επίπεδα (pH 8,5) εντοπίζονται στο βόρειο τµήµα της λεκάνης απορροής
εξαιτίας της ύπαρξης ασβεστολιθικών σχηµατισµών στο υπέδαφος και της απουσίας
θειούχων πολυµεταλλικών πετρωµάτων. Η ηλεκτρολυτική αγωγιµότητα εκεί δεν
ξεπερνά τα 420 µS/cm
Σε γενικές γραµµές τα µη ρυπασµένα ύδατα της λεκάνης απορροής του
ποταµού Odiel είναι όξινα ή θειούχα ανθρακικά µε τις µέγιστες συγκεντρώσεις να
υπολογίζονται στα 212 mg/l και 63 mg/l αντίστοιχα και συγκεκριµένα στον άνω ρου
του ποταµού Olivagras. (e-Ecorisk Spanish team, 2006 – a)
Από τα αποτελέσµατα των χηµικών αναλύσεων προέκυψε πως τα ύδατα όλων
των ρυπασµένων ποταµών ακολουθούν παρόµοιο πρότυπο. ∆ηλαδή τα ύδατα µε
χαµηλό pH παρουσιάζουν υψηλές συγκεντρώσεις Fe, As, Cu και θειικών αλάτων.
Επίσης εµφανίζουν πρασινωπό χρώµα το οποίο οφείλεται στην µειωµένη
καθιζησιµότητα καθώς τα µέταλλα αυτά σε όξινο περιβάλλον βρίσκονται σε
διαλυµένη µορφή.
Στο µεταξύ, τα όξινα ύδατα ρέουν διαλύοντας τα µέταλλα του υποβάθρου. Για
αυτόν ακριβώς το λόγο η οξύτητα µειώνεται προοδευτικά και νέα στοιχεία όπως Al,
Mn, Mg εισάγονται στο υδατικό σύστηµα λόγω της υδρόλυσης των ορυκτών. Για την
ακρίβεια από τα αποτελέσµατα των µετρήσεων, αυτά τα µέταλλα εντοπίζονται σε
πολύ υψηλές συγκεντρώσεις στα όξινα νερά του ποταµού Odiel (765 mg/l Al, 1228
mg/l Mg, 119 mg/L Mn).
Αντιθέτως όταν το pH βρίσκεται σε αυξηµένες τιµές, το χρώµα των υδάτων
είναι κοκκινωπό, εξαιτίας του σχηµατισµού των Οξυ-υδροξειδίων Fe ενώ οι
συγκεντρώσεις των µετάλλων µειώνονται λόγω των φαινοµένων της καθίζησης και
της προσρόφησης στα ιζήµατα.
Ο Oraque αποτελεί τον σηµαντικότερο ποταµό σε συνεισφορά υδάτινων
πόρων στον Odiel. Σε αυτόν καταλήγουν σηµαντικές ποσότητες µολυσµένων υδάτων
από το µεταλλείο του San Telmo. (pH 2,5, συγκεντρώσεις θειικών αλάτων πάνω από
2500 mg/l και Fe, Al υψηλότερες από 200 mg/l). Άλλα µεταλλεία τα οποία
συµβάλουν στην µόλυνση του Oraque είναι τα Lomero Poyatos, Valdelamusa και
Tharsis.
Το τελευταίο αποτελεί και την σηµαντικότερη πηγή µόλυνσης της λεκάνης
απορροής του Odiel. Η ροή της διαστάλαξης παραµένει σταθερή ολόκληρο το έτος.
- 56 Στις απορρέοντες ποσότητες έχουν υπολογιστεί συγκεντρώσεις Fe της τάξης των 1,7
mg/l, Al 765 mg/l και θειικών αλάτων παραπάνω από 12,4 g/l.
Λίγο πριν τις εκβολές της Huelva παρατηρούνται αυξηµένες συγκεντρώσεις
βαρέων µετάλλων και συγκεκριµένα τα θειικά άλατα ξεπερνούν τα 800 mg/l οι
συγκεντρώσεις του Al ανέρχονται στα 18 mg/l και των Mn, Zn και Co 4,6 και 3 mg/l
αντίστοιχα. Το pH έχει τιµή 3,5 ενώ η ηλεκτρολυτική αγωγιµότητα υπολογίζεται στα
1,2 mS/cm (e-Ecorisk Spanish team, 2006 – a)
Όµως η ρύπανση της υδρολογικής λεκάνης του ποταµού Odiel, δεν οφείλεται
µονάχα στις απορροές από τις µεταλλευτικές εγκαταστάσεις. Σηµαντικές εστίες
ρύπανσης αποτελούν και οι διάφορες βιοµηχανικές εγκαταστάσεις οι οποίες
εντοπίζονται σε σηµεία πολύ κοντινά στον ποταµό καθώς και η γεωργική
δραστηριότητα στην περιοχή.
Οι απορροές επίσης από τα αστικά κέντρα
συνεισφέρουν στην υποβάθµιση του περιβάλλοντος της περιοχής.
Πίνακας 4.9: Υπόµνηµα του χάρτη χρήσεων γης της γύρω περιοχής από τον
ποταµό Odiel
CLC code
*
*
*
*
*
*
*
CLC class
Roughness
index
0.20
0.20
0.10
0.127
222
Continuous urban fabric
Industrial or commercial units
Mineral extraction sites
Non-irrigated arable land
Fruit
trees
and
berry
plantations
244
311
312
313
321
323
324
331
421
422
423
511
512
522
523
Agro-forestry areas
Broad-leaved forest
Coniferous forest
Mixed forest
Natural grassland
Sclerophyllous vegetation
Transitional woodland-shrub
Beaches, dunes, sands
Salt marshes
Salines
Intertidal flats
Water courses
Water bodies
Estuaries
Sea and ocean
0.15
0.20
0.20
0.20
0.10
0.15
0.15
0.12
0.12
0.12
0.05
0.05
0.03
0.03
0.03
111
121
131
211
Πηγή: Jorge, 2006
0.20
- 57 -
Σχήµα 4.9: Χάρτης χρήσεων γης γύρω από την περιοχή του ποταµού Odiel
Πηγή: Jorge, 2006
- 58 Αποτέλεσµα της ρύπανσης η σηµαντική µείωση των πληθυσµών της πανίδας,
και η υποβάθµιση της χλωρίδας στην λεκάνη απορροής του ποταµού Odiel. Αυτό
έρχεται να επιβεβαιωθεί και από την µείωση της συγκέντρωσης των πληθυσµών των
πτηνών, των ερπετών των αµφιβίων, των συγκεντρώσεων των ψαριών καθώς και των
θηλαστικών στην περιοχή γύρω από τον ποταµό Odiel.
Amfibious
Reptilian
Birds
Mammals
Σχήµα 4.10: Πληθυσµιακή κατανοµή των αµφιβίων, ερπετών, πτηνών, θηλαστικών
και
ποτάµιων στην υδρολογική λεκάνη του Odiel
Πηγή: e-Ecorisk Spanish team, 2007 & e-Ecorisk Spanish team, 2006 - a
Fresh Water
Fish
- 59 4.1.3
Υγροβιότοπος Marismas del Odiel – Αλατούχοι Βάλτοι &
Παράγοντες Ρύπανσης
Ο υγροβιότοπος Marismas del Odiel εντοπίζεται στο Νοτιοδυτικό τµήµα της
Ιβηρικής Χερσονήσου. Καλύπτει έκταση 72 km2 αναπτυσσόµενη ανάµεσα από τις
κοινότητες της Huelva, Gibralcon, Aljaraque και Punta Umbria. Η περιοχή αποτελεί
ένα εκτεταµένο σύµπλεγµα βάλτων στις εκβολές του ποταµού Odiel, και µέχρι και
τις εκβολές του ποταµού Tinto. Αναλυτικότερα ο υγροβιότοπος αποτελείται από
αµµοθίνες, διαπαλιρροϊκούς βάλτους και µόνιµες αλατούχες και υφάλµυρες λίµνες,
καθώς επίσης και µόνιµες λίµνες γλυκών υδάτων. (Kroll et. al., 2002)
Οι αλατούχοι βάλτοι, αποτελούν τον σηµαντικότερο τύπο υγροτόπου µε
σηµαντική επιρροή και εξάρτηση από το θαλάσσιο παλιρροϊκό καθεστώς.
Odiel River
HUELVA
Odiel Natural Park
Σχήµα 4.11: Τοποθεσία Υγροβιότοπου Marismas del Odiel
Πηγή: TYPMA, 2005
Tinto River
- 60 Αρκετά υπό εξαφάνιση ενδιαιτήµατα εντοπίζονται σε αυτό τον υγροβιότοπο.
Το κατώτερο τµήµα των αλατούχων βάλτων συχνά υπόκειται συχνά σε φαινόµενα
παλίρροιας και η βλάστηση του χαρακτηρίζεται από την παρουσία των Spartina
Maritima και salicornia ramossisima. Στο µέσο περίπου των αλατούχων βάλτων που
φαινόµενα παλίρροιας είναι λιγότερο συχνά αναπτύσσεται βλάστηση η οποία
χαρακτηρίζεται από τα Sarcocornia perennis και Halimione portulacoides. Τέλος στο
βορειότερο τµήµα των αλατούχων βάλτων που σπάνια υπόκειται στο φαινόµενο της
παλλίροιας αναπτύσσεται βλάστηση που χαρακτηρίζεται από Spartina densiflora,
Artemisia ferulescens κλπ. (Kroll et. al., 2002) & (TYPMA, 2005)
Στους ενδοχωρικούς βάλτους η βλάστηση χαρακτηρίζεται από Phragmites
australis, Typha latifolia Juncus maritimus και acutus.
Σχήµα 4.12: Θεµατικός χάρτης βλάστησης των αλατούχων βάλτων.
Πηγή: TYPMA, 2005
- 61 Η περιοχή θεωρείται εξαιρετικά σηµαντική και για τα πτηνά, όχι µόνο λόγω
του υψηλού αριθµού των ειδών (πάνω από 200 είδη έχουν καταγραφεί), αλλά επειδή
αποτελεί τόπο ανάπαυσης και ξεκούρασης των διαφόρων αποδηµητικών πουλιών,
διαχείµασης άλλων συνιστώντας έτσι έναν υψηλής σηµασίας αναπαραγωγικό πυρήνα
για πολλά απειλούµενα ή σπάνια είδη. (Kroll et. al., 2002) & (UHU, 2004)
Σχήµα 4.13: Χάρτης κατανοµής της πυκνότητας, της επικινδυνότητας και της
αφθονίας των ειδών των πουλιών στον υγροβιότοπου Marismas del Odiel.
Πηγή: TYPMA, 2005
Οι βαλτότοποι του Odiel προστατεύονται από διάφορες συνθήκες. Είναι µέρος
του Ανδαλουσιανού δικτύου φυσικών πάρκων, και µέρος αυτού θεωρείται φυσικό
καταφύγιο. Αποτελεί περιοχή Ramsar και θεωρείται δρυµός βιόσφαιρας από την
- 62 UNESCO. Επίσης περιλαµβάνεται στο δίκτυο Natura 2000 και έχει χαρακτηριστεί
ειδική περιοχή προστασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα άγρια πτηνά. (UHU,
2004)
4.1.3.1 Παράγοντες Ρύπανσης Αλατούχων Βάλτων
Παρόλη όµως την νοµική αυτή προστασία που παρέχεται από αυτές της
συνθήκες οι αλατούχοι βάλτοι του Odiel αποτελούν µία από τις σηµαντικότερα
ρυπασµένες περιοχές της ∆υτικής Ευρώπης. Οι βασικότερες πηγές ρύπανσης είναι: α)
τα µεταλλεία που εντοπίζονται στην υδρολογική λεκάνη του ποταµού Odiel και του
ποταµού Tinto β) Στερεά και υγρά απόβλητα από τις βιοµηχανικές µονάδες της
ευρύτερης περιοχής και γ) Αστικές εκροές.
Οι παλιρροϊκές συνθήκες που επικρατούν στις περιοχές του υγροτόπου,
τείνουν να αναδιανείµουν τις εισρέουσες ουσίες (βαρέα µέταλλα, άλλες τοξικές
ενώσεις) πριν αυτές καθιζήσουν στα ιζήµατα ή απελευθερωθούν στον Ατλαντικό
Ωκεανό. Επιπλέον εξαιτίας της όξινης φύσης των υδάτων του ποταµού Odiel,
ορισµένοι ρύποι που υπό κανονικές συνθήκες θα είχαν υποστεί καθίζηση τείνουν να
βρίσκονται σε διαλυτή µορφή. Το µίγµα αυτό που δηµιουργείται των όξινων υδάτων
σε συνδυασµό µε το θαλασσινό νερό έχει σαν αποτέλεσµα την µαζική καθίζηση των
τοξικών ουσιών στις εκβολές µε συνέπεια την σηµαντική υποβάθµιση του
περιβάλλοντος της περιοχής.
Αυτό επιβεβαιώνεται και από µελέτες οι οποίες πραγµατοποιήθηκαν σε
δείγµατα νερού και σε ιζήµατα, τα αποτελέσµατα των οποίων φαίνονται στον
παρακάτω πίνακα.
Πίνακας 4.10: Συγκεντρώσεις βαρέων µετάλλων στο νερό και στα ιζήµατα του
υγροβιότοπου Marismas del Odiel
Πηγή: Kroll et. al., 2002
- 63 4.2
Η περίπτωση των Μεταλλείων Μικτών Θειούχων Ιταλίας
4.2.1
Περιοχή Σαρδηνίας
Η εξόρυξη µεταλλευµάτων αποτελούσε και αποτελεί µία από τις
σηµαντικότερες βιοµηχανικές δραστηριότητες στην περιοχή της Σαρδηνίας. Η
µεταλλευτική δραστηριότητα ξεκινά από τους αρχαίους χρόνους µε την εξόρυξη του
οψιδιανού και συνεχίζεται µέχρι και σήµερα µε την εξόρυξη χαλκού ψευδαργύρου,
ασηµιού, µολύβδου, χρυσού και άλλων µετάλλων. (e-Ecorisk Italian team – f, 2006)
Η σηµαντικότερη µεταλλευτική περιφέρεια της Σαρδηνίας είναι αυτή του
Sulcis-Iglesiente στην Νοτιοδυτική Σαρδηνία στην οποία εντάσσονται µεταλλεία
όπως αυτό του Montevecchio, της Masua, του Campo Pisano αλλά και το µεταλλείο
του S. Giovanni, Bugerru , Nebida και Monteponi τα οποία εξορύσσουν µόλυβδο,
ασήµι και ψευδάργυρο (e-Ecorisk Italian team – b , November 2004), (e-Ecorisk
Italian team – d , 2005)
Έτσι δεδοµένης της εντατικής µεταλλευτικής εκµετάλλευσης όλα αυτά τα
χρόνια, σηµαντικές συγκεντρώσεις τελµάτων συσσωρεύονταν σε χώρους απόθεσης
δηµιουργώντας σηµαντικά προβλήµατα στην περιβαλλοντική κατάσταση της
περιοχής (e-Ecorisk Italian team – d , 2005)
Στα πλαίσια του προγράµµατος e-Ecorisk επιλέχθηκαν από την ερευνητική
οµάδα υπεύθυνη για τα τις Ιταλικές περιοχές τα µεταλλεία Campo Pisano. Masua και
Montevecchio. (e-Ecorisk Italian team – b , 2004)
4.2.1.1 Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Masua
4.2.1.1.1 Γενικά
Το µεταλλείο της Masua εντοπίζεται στην περιοχή Iglesiente της Σαρδηνίας.
Λειτουργούσε εντατικά από το 1863. Από το 1987 µέχρι και σήµερα παραµένει
κλειστό. Κατά βάση τα ορυκτά τα οποία εξορύσσονταν ήταν ο µόλυβδος και ο
ψευδάργυρος, ενώ η µέθοδος επεξεργασίας των µεταλλευµάτων αυτή της επίπλευσης.
(e-Ecorisk Italian team – a , 2005), (e-Ecorisk Italian team – b , 2004)
Οι γεωλογικοί σχηµατισµοί και η µεταλλοφορία της περιοχής αναλύονται
εκτενέστερα παρακάτω.
- 64 4.2.1.1.2 Γεωλογικοί σχηµατισµοί και ορυκτολογία Iglesiente
Οι γεωλογικοί σχηµατισµοί που αναπτύσσονται στην περιοχή είναι από κάτω
προς τα πάνω οι εξής:
9 Σχηµατισµός Nebida (Arenarie)
9 Σχηµατισµός Gonnesa (Metallifero)
9 Σχηµατισµός Cabitza (Calcescisti)
Σχήµα 4.14: Γεωλογικός Χάρτης Iglesiente
Πηγή: e-Ecorisk Italian team – c , 2002
Τα κοιτάσµατα της Iglesiente βρίσκονται σε µαζικούς σχηµατισµούς,
στηλοειδούς µορφής περιλαµβάνοντας µέταλλα όπως µόλυβδο, ψευδάργυρο, άργυρο
καθώς επίσης βαρίτη και πυρίτη, και βρίσκονται ενσωµατωµένα στον ανθρακικό
σχηµατισµό της Gonnesa. (e-Ecorisk Italian team – f, 2006)
Ο δολοµίτης, είναι βασικά συνδυασµός σιδήρου και ψευδαργύρου, ο οποίος
εµφανίζεται αρχικά σε συµπαγείς µάζες θειούχων και βαθειά οξειδωµένος κοντά στην
επιφάνεια.
- 65 Τα θειούχα εµφανίζονται σε συµπαγή στρώµατα πυρίτη και σφαλερίτη τα
οποία µπορεί να φτάσουν µέχρι και τα 10.000 m2 σε έκταση (8-12% Zn και 27-33%
Fe, µπορεί να υπάρχει και µικρό ποσοστό γαληνίτη). Οι οξειδωµένες µάζες συνήθως
αποτελούνται από ένα µίγµα λιµονίτη και καλαµίνας µε τον ψευδάργυρο να
υπερβαίνει σε ποσοστό το 20-22%. (e-Ecorisk Italian team – f, 2006)
Το κυριότερο µεταλλευτικό κέντρο στο οποίο τα παραπάνω εξορύσσονταν
αποτελούσε το Campo Pisano. Οξειδωµένα ορυκτά παράγονταν σε βάθος µέχρι και
85 m ενώ θειούχα ορυκτά σε βάθος έως και 137 m
Τα ορυκτά στρώµατα στο µέσο τµήµα του γεωλογικού σχηµατισµού
Metallifero, αποτελούνται και αυτά κυρίως από πυρίτη και σφαλερίτη ενώ σχεδόν
πάντα συνοδεύονται από µικρές ποσότητες γαληνίτη. Ενώ στο πάνω µέρος του
στρώµατος αυτού τα ποιο τυπικά και κοινά ορυκτά αποτελούνται από συνδυασµό
µολύβδου και ψευδαργύρου. (e-Ecorisk Italian team – f, 2006)
4.2.1.1.3
Αποθέµατα περιοχής και ανάλυση µεταλλευτικών
εγκαταστάσεων
Τα αποθέµατα σε ορυκτή µάζα στην περιοχή υπολογίζονται στους 7.500.000
τόνους µε το 5% να αντιστοιχεί σε µεταλλεύµατα ψευδαργύρου και µολύβδου. Η
µονάδα επίπλευσης και οι λίµνες απόθεσης των τελµάτων εντοπίζονται µόλις λίγα
µέτρα από την θάλασσα. (e-Ecorisk Italian team – f, 2006)
Το σύστηµα λιµνών απόθεσης των τελµάτων αποτελείται από δύο φράγµατα
τα οποία κατασκευάστηκαν µε την µέθοδο upstream (Όπως φαίνεται και στο
παρακάτω σχήµα) Το πρώτο φράγµα χρησιµοποιήθηκε την περίοδο 1965-1975 και
όταν πληρώθηκε ο χώρος κατασκευάστηκε και χρησιµοποιήθηκε το ανώτερο δεύτερο
φράγµα το οποίο χρησιµοποιήθηκε την περίοδο 1975-1987 δηλαδή ως την περίοδο
παύσης των εργασιών στις µεταλλευτικές εγκαταστάσεις. (e-Ecorisk Italian team – a,
2005), (e-Ecorisk Italian team – b, November 2004)
Τα συνολικά αποθηκευµένα απόβλητα των εξορυκτικών διεργασιών στις
λίµνες αυτές ανέρχονται στα 2,8 εκατοµµύρια m3 εκ των οποίων τα 1,5 εκατοµµύρια
m3 τελµάτων είναι αποθηκευµένα στον ανώτερο (δεύτερη λίµνη αποθήκευσης)
περισσότερο πρόσφατο χώρο απόθεσης. (e-Ecorisk Italian team – a , 2005)
- 66 -
Ανώτερο φράγµα
Κατώτερο φράγµα
Μονάδα Επεξεργασίας
Σχήµα 4.15: Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Masua
Πηγή: e-Ecorisk Italian team – b , November 2004
Η συνολική έκταση που καταλαµβάνουν οι χώροι απόθεσης, υπολογίζεται στα
10 ha µε το µήκος τους να φτάνει τα 700 m (από ανατολικά προς τα δυτικά). Το
µέγιστο ύψος του πάνω φράγµατος ανέρχεται στα 45 m ενώ του κάτω φράγµατος στα
20 m. (e-Ecorisk Italian team – a , 2005)
4.2.1.1.4
Προστατευόµενες Περιοχές κοντά στις µεταλλευτικές
εγκαταστάσεις
Κοντά στις µεταλλευτικές εγκαταστάσεις της Masua εντοπίζονται 4 περιοχές
οι οποίες προστατεύονται από την τοπική και κοινοτική νοµοθεσία.
- 67 9 Φυσικό καταφύγιο της ακτής της Nebida
Οι λόγοι για τους οποίους δηµιουργήθηκε ένα πλαίσιο προστασίας το
οποίο αναφέρεται σε έκταση συνολικά 116 εκταρίων (1,16 km2), γίνονται
αντιληπτοί αν παρατηρήσει κανείς την συχνότητα µε την οποία εµφανίζονται
κρηµνοί, ορµίσκοι, κεκλιµένοι βράχοι οι οποίοι κρέµονται πάνω από τη
θάλασσα, σε συνδυασµό µε την πανέµορφη παραλία Portixeddu συνθέτοντας
ένα αµµώδη βαθύ πυθµένα ο οποίος εκτείνεται εκατοντάδες µέτρα υπεράκτια.
Η βλάστηση της περιοχής αποτελείται από χαµόκλαδα, θάµνους και
πετροφυή φυτά πάνω σε ασβεστολιθικούς σχηµατισµούς. Η περιοχή ανήκει
στους δήµους Iglesias και Gonnesa και αποτελεί την µοναδική κατοικία του
Pinus Ninea στην Ιταλία το οποίο αναπτύσσεται ανάµεσα από θαµνοδάσος
κέδρων και ακανθώδεις δρύες. (e-Ecorisk Italian team – e, 2006)
9 Φυσικό καταφύγιο της ακτής της Nebida
Η ακτή µεταξύ των περιοχών Nebida και Buggerru, ιδιαίτερα
µοναδική για τους βραχώδεις σχηµατισµούς οι οποίοι κατακόρυφα αφήνονται
προς την επιφάνεια της θάλασσας, στην επιφάνεια κοντά στην Masua,
χαρακτηρίζεται από την παρουσία µοναδικών βραχωδών νησιδίων οι οποίοι
αναπτύσσονται από την επιφάνεια της θάλασσας. Ανάµεσα σε αυτούς η
βραχονησίδα Pan di Zucchero ύψους 132 m µε τους αισθητικά και γεωλογικά
αξιόλογους σχηµατισµούς. (e-Ecorisk Italian team – e, 2006)
9 Η ονοµαζόµενη ζώνη «Canal Grande» κοντά στην Nebida
Είναι ένα κανάλι το οποίο εντοπίζεται στην επιφάνεια της ακτής
βόρεια της βραχονησίδας Pan di Zucchero, το οποίο παλαιότερα
χρησιµοποιήθηκε για µεταλλευτικούς λόγους, αποτελούµενο από κεκλιµένα
ασβεστολιθικής προελεύσεως τοιχία, και περικυκλωµένο από σειρές
προεξοχών και ρηγµάτων οι οποίες αναπτύσσονται σε παραπάνω από εκατό
µέτρα ύψος πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Κάτω από την Punta
Cubbeda (132 m) σχηµατίζεται το «grotto of the sea basses» το οποίο
προκύπτει από την διαβρωτική ικανότητα του ποταµού Canal Grande και από
τον κυµατισµό της θάλασσας (e-Ecorisk Italian team – e, 2006)
- 68 9 Περιοχή φυσικού ενδιαφέροντος µε ύπαρξη αµµοθινών «Torre
dei Corsari»
Οι σχηµατισµοί θινών οι οποίοι εµφανίζονται στην περιοχή «Torre dei
Corsari», βόρεια του κόλπου της Masua, παρουσιάζουν έλλειψη πρωτογενούς
βλάστησης µε αποτέλεσµα την δηµιουργία µικρών ερηµικών εκτάσεων.
∆ίπλα από το «Medau di Scivu», το τοπίο χαρακτηρίζεται από
συστοιχία µικρών λόφων, µε κατεύθυνση από το Punta Genna Stellas µέχρι το
Capo Pecora. Στις πλαγιές αυτών, παρατηρείται ένα πολύ πυκνό στρώµα
θάµνων, στην ζώνη µε το που εισερχόµαστε στην ενδοχώρα, όπου αλεπούδες
διαβιούν και πουλιά θηρευτές φωλιάζουν. (e-Ecorisk Italian team – e, 2006)
4.2.1.1.5
Φυσιογραφία περιοχής - Χρήσεις γης
Η περιοχή της Masua εντάσσεται στην περιοχή Bacino Metallifero της
Σαρδηνίας (περιοχή νούµερο 7 από 27) στην οποία και περιλαµβάνονται οι πόλεις
Buggerru, Carbonia, Domusnovas, Fluminimaggiore, Gonesa, Iglesias Siliqua,
Vallermosa αποτελούµενες από ένα σύνολο 80.825 κατοίκων.
Στην σηµερινή εποχή, η βασική οικονοµική δραστηριότητα των κατοίκων
είναι η γεωργία σε αντίθεση µε µερικά χρόνια πριν όπου η κυριότερη πηγή
εισοδηµάτων προερχόταν από
την µεταλλευτική
βιοµηχανία. Ο επόµενος
βασικότερος τοµέας απασχόλησης έπειτα από αυτόν της γεωργίας είναι αυτός των
υπηρεσιών ο οποίος και ξεπερνά πλέον αυτόν της βιοµηχανίας. (e-Ecorisk Italian
team – f, 2006)
4.2.1.1.6
Υδροχηµικά στοιχεία
∆υστυχώς αποτελέσµατα που να παρουσιάζουν την υδροχηµική κατάσταση
της περιοχής δεν υπάρχουν. Στα πλαίσια του προγράµµατος e-Ecorisk, για τις
Ιταλικές περιοχές δειγµατοληψίες και χηµικές αναλύσεις δεν πραγµατοποιήθηκαν,
εξαιτίας οικονοµικών δυσκολιών. Για την περιοχή του Montevecchio υπήρχε µελέτη
του 1998, τα αποτελέσµατα της οποίας ακολουθούν παρακάτω. (e-Ecorisk Italian
team – f, 2006)
- 69 ∆εδοµένου του φαινοµένου της όξινης απορροής από τις µεταλλευτικές
εγκαταστάσεις καθώς και της τοξικής σύνθεσης των τελµάτων τα οποία βρίσκονται
αποθηκευµένα στις λίµνες απόθεσης, και όλων των προαναφερθέντων στοιχείων που
χαρακτηρίζουν την περιοχή της Masua γίνεται αντιληπτός ο υφιστάµενος
περιβαλλοντικός κίνδυνος της περιοχής.
Εξαιτίας της µικρής απόστασης των µεταλλευτικών εγκαταστάσεων της
περιοχής όπως αναφέρθηκε και παραπάνω τα ρυπασµένα νερά προερχόµενα από
αυτές καταλήγουν άµεσα στο θαλάσσιο σύστηµα, ρυπαίνοντας τον κόλπο της Masua.
Υπολογίζεται πως σε περίπτωση διαρροής των λιµνών τελµάτων οι περιοχές
που θα υποστούν σηµαντική υποβάθµιση του περιβάλλοντος θα είναι οι ακόλουθες.
1. Ζώνη του κόλπου της Masua, περιλαµβάνοντας τον όρµο Pan di Zucchero.
(θα εντοπιστούν τα υψηλότερα επίπεδα ρύπανσης εξαιτίας της ελάχιστης
µεταφορικής ικανότητας των κυµάτων στην περιοχή)
2. Η κίνηση των τοξικών υδάτων θα συνεχιστεί Νότια όπως φαίνεται και στο
παρακάτω σχήµα, εµπλέκοντας ολόκληρο τον κόλπο της Gonnesa µέχρι
και το Porto Paglia.
3. Τα λεπτόκοκκα ιζήµατα θα παρασυρθούν από τα θαλάσσια ρεύµατα και
θα επεκταθούν ανάλογα πάντα µε την κατεύθυνση του ανέµου, προς την
ανοικτή θάλασσα. Σε αυτή την περίπτωση, ποσότητες τελµάτων
ξεκινώντας από των κόλπο της Masua θα µετακινηθούν Νότια φτάνοντας
µέχρι και τις ακτές των νησιών S.Pietro και S. Antioco.
(e-Ecorisk Italian team – e, 2006)
- 70 -
Μεταλλευτικές
Εγκαταστάσεις Masua
Ζώνη Canal Grande
Pan di Zucchero
Porto di Masua
Κίνηση Ρευµάτων
Nebida
Προστατευόµενες περιοχές
Πληροφορίες
Χάρτης Masua
Πηγή:IGAG & DIGITA, 2005
Porto Paglia
- 71 4.2.1.2 Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Campo Pisano
4.2.1.2.1 Γενικά
Το µεταλλείο Campo Pisano εντοπίζεται στην περιοχή Sulcis - Iglesiente της
Νοτιοδυτικής Σαρδηνίας. Λειτουργούσε εντατικά από την περίοδο της Ρωµαϊκής
αυτοκρατορίας. Η σύγχρονη µεταλλευτική δραστηριότητα στην περιοχή ξεκίνησε το
1960. Από το 1991 το µεταλλείο παραµένει κλειστό. Κατά βάση τα ορυκτά τα οποία
εξορύσσονταν ήταν ο µόλυβδος το ασήµι και ο ψευδάργυρος. (e-Ecorisk Italian team
– a , 2005), (e-Ecorisk Italian team – b , 2004)
4.2.1.2.2
Γεωλογικοί σχηµατισµοί και ορυκτολογία Sulcis - Iglesiente
Οι γεωλογικοί σχηµατισµοί και η µεταλλοφορία της περιοχής είναι ίδιοι µε
αυτής της Masua, δεδοµένης της µικρής απόστασης των δύο µεταλλευτικών
εγκαταστάσεων. Αναλυτικότερα: (e-Ecorisk Italian team – f, 2006)
Οι γεωλογικοί σχηµατισµοί που αναπτύσσονται στην περιοχή είναι από κάτω
προς τα πάνω οι εξής:
9 Σχηµατισµός Nebida (Arenarie)
9 Σχηµατισµός Gonnesa (Metallifero)
9 Σχηµατισµός Cabitza (Calcescisti)
Σχήµα 4.16: Γεωλογικός Χάρτης Iglesiente
Πηγή: e-Ecorisk Italian team – c, 2002
- 72 Τα κοιτάσµατα της Iglesiente βρίσκονται σε µαζικούς σχηµατισµούς,
στηλοειδούς µορφής περιλαµβάνοντας µέταλλα όπως µόλυβδο, ψευδάργυρο, άργυρο
καθώς επίσης βαρίτη και πυρίτη, και βρίσκονται ενσωµατωµένα στον ανθρακικό
σχηµατισµό της Gonnesa.
Ο δολοµίτης, είναι βασικά συνδυασµός σιδήρου και ψευδαργύρου, ο οποίος
εµφανίζεται αρχικά σε συµπαγείς µάζες θειούχων και βαθειά οξειδωµένος κοντά στην
επιφάνεια. (e-Ecorisk Italian team – f, 2006)
Τα θειούχα εµφανίζονται σε συµπαγή στρώµατα πυρίτη και σφαλερίτη τα
οποία µπορεί να φτάσουν µέχρι και τα 10.000 m2 σε έκταση (8-12% Zn και 27-33%
Fe, µπορεί να υπάρχει και µικρό ποσοστό γαληνίτη). Οι οξειδωµένες µάζες συνήθως
αποτελούνται από ένα µίγµα λιµονίτη και καλαµίνας µε τον ψευδάργυρο να
υπερβαίνει σε ποσοστό το 20-22%.
Το κυριότερο µεταλλευτικό κέντρο στο οποίο τα παραπάνω εξορύσσονταν
αποτελούσε το Campo Pisano. Οξειδωµένα ορυκτά παράγονταν σε βάθος µέχρι και
85 m ενώ θειούχα ορυκτά σε βάθος έως και 137 m (e-Ecorisk Italian team – e, 2006)
Τα ορυκτά στρώµατα στο µέσο τµήµα του γεωλογικού σχηµατισµού
Metallifero, αποτελούνται και αυτά κυρίως από πυρίτη και σφαλερίτη ενώ σχεδόν
πάντα συνοδεύονται από µικρές ποσότητες γαληνίτη. Ενώ στο πάνω µέρος του
στρώµατος αυτού τα ποιο τυπικά και κοινά ορυκτά αποτελούνται από συνδυασµό
µολύβδου και ψευδαργύρου. (e-Ecorisk Italian team – f, 2006)
4.2.1.2.3
Στην
Υδρογεωλογικά στοιχεία
περιοχή
υδρογεωλογικοί
του
Campo
σχηµατισµοί,
οι
Pisano
οποίοι
υδρογεωλογικό χάρτη της περιοχής.
1. Σχηµατισµός Nebida
2. Σχηµατισµός Ασβεστολίθων
3. Σχηµατισµός Cabitza
4. Αποθέσεις Ordovician
αναπτύσσονται
και
διακρίνονται
τέσσερις
στον
κύριοι
παρακάτω
- 73 -
Σχήµα 4.17: Υδρογεωλογικός Χάρτης Sulcis - Iglesiente
Πηγή: e-Ecorisk Italian team – f, 2006
4.2.1.2.4
Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις
Η επεξεργασία των µεταλλευµάτων στην µονάδα επεξεργασίας και
επίπλευσης, δηµιουργούσε σηµαντικές ποσότητες τοξικών αποβλήτων οι οποίες
συσσωρεύονταν στους χώρους απόθεσης. (e-Ecorisk Italian team – b , 2004)
Τα συνολικά αποθηκευµένα απόβλητα των εξορυκτικών διεργασιών στην
λίµνη τελµάτων ανέρχονται στα 2,3 εκατοµµύρια m3. Για τη αποθήκευση αυτής της
µεγάλης ποσότητας των τελµάτων κατασκευάστηκαν συνολικά 4 φράγµατα µε την
µέθοδο upstream όπως και στην περιοχή της Masua, συµπεριλαµβανοµένου και ενός
ακόµη µεγάλου φράγµατος µε κόκκινα ιζήµατα. Το µέσο ύψος των φραγµάτων είναι
32 m µε το µέγιστο ύψος να ανέρχεται στα 38 m. (e-Ecorisk Italian team – a , 2005)
Η συνολική έκταση που καταλαµβάνουν ανέρχεται στα 14 ha µε το µήκος του
φράγµατος µε κατεύθυνση από Ανατολικά προς ∆υτικά να υπολογίζεται στα 650 m.
(e-Ecorisk Italian team – b , 2004)
- 74 4.2.1.2.5
Προστατευόµενες Περιοχές κοντά στις µεταλλευτικές
εγκαταστάσεις
Κοντά στις µεταλλευτικές εγκαταστάσεις του Campo Pisano εντοπίζεται το
σπήλαιο Grotta di S.Barbara το οποίο προστατεύεται από την τοπική νοµοθεσία.
9 Περιοχή φυσικού ενδιαφέροντος Grotta di S. Barbara
Η περιοχή εντοπίζεται στα όρια της πόλης Gonnesa µέσα στην µεταλλευτική
περιφέρεια του S.Giovanni. Το σπήλαιο ένα από τα οµορφότερα της Ιταλίας
αποτελείται από έναν πολύ µεγάλο κεντρικό χώρο ο οποίος χαρακτηρίζεται από την
πλούσια δοµή του σε σταλαγµίτες και σταλακτίτες, ενώ στο κατώτερο µέρος του
σχηµατίζεται µικρή λίµνη. (e-Ecorisk Italian team – e, 2006)
4.2.1.2.6
Φυσιογραφία της περιοχής
Όπως και η περιοχή της Masua, έτσι και η περιοχή του Campo Pisano
εντάσσεται στην περιοχή Bacino Metallifero της Σαρδηνίας (περιοχή νούµερο 7 από
27) στην οποία και περιλαµβάνονται οι πόλεις Buggerru, Carbonia, Domusnovas,
Fluminimaggiore, Gonesa, Iglesias Siliqua, Vallermosa.
Η περιοχή από τις λίµνες απόθεσης των τελµάτων µέχρι και την θάλασσα
χαρακτηρίζεται από τους παρακάτω σχηµατισµούς:
9 Κάµβριοι ασβεστολιθικοί σχηµατισµοί του Marganai – Iglesiente
ορογραφικού συστήµατος σχηµατίζουν το µεταλλοφόρο στρώµα
µεταλλευτικής περιοχής Iglesiente
9 Κοιλάδα Iglesias και ποταµός San Giorgio
9 Επίπεδη ακτή της Gonessa και το συστηµα αµµοθίνών της Fontamare,
συµπεριλαµβανοµένου και του βιολογικού φράγµατος - υγροτόπου της
Sa Masa.(e-Ecorisk Italian team – e, 2006)
4.2.1.2.6.1
Ποταµός S.Giorgio
Στην περιοχή του Campo Pisano η ετήσια βροχόπτωση είναι της τάξης των
750 mm. Μέσω του φαινοµένου της όξινης απορροής ρυπασµένες ποσότητες νερού
- 75 από τις µεταλλευτικές εγκαταστάσεις εισέρχονται στον νερά του ποταµού. Επίσης ο
ποταµός είναι αποδέκτης των λυµάτων της πόλης Iglesias.
Για την εκτίµηση της ποιότητας των υδάτων του ποταµού δυστυχώς δεν
υπάρχουν µετρήσεις οι οποίες να διενεργήθηκαν στα πλαίσια του προγράµµατος eEcorisk εξαιτίας οικονοµικών δυσκολιών. (e-Ecorisk Italian team – f, 2006)
4.2.1.2.6.2
Χαρακτηρισµός της περιοχής της κοιλάδας Iglesias
9 Χλωρίδα κοιλάδας Iglesias
Όσον αφορά την βλάστηση, η χλωρίδα που εντοπίζεται στην Σαρδηνία
κατατάσσεται στον µεσογειακό ορίζοντα και περιλαµβάνει παραπάνω από 2000 είδη
από τα οποία ξεχωρίζουν τα αειθαλή σκληρόφυλλα και ξερόφυλλα είδη . Η κατανοµή
τους στην περιοχή εξαρτάται κυρίως από τις κλιµατικές συνθήκες καθώς και από
γεωλογικά και µορφολογικά χαρακτηριστικά.
9 Παραποτάµια βλάστηση
Η παραποτάµια βλάστηση η οποία αποτελείται κατά βάση από καλαµώνες,
δεν είναι συνεχής κατά µήκος των στραγγιστικών καναλιών και των µικρών ρυακιών,
µερικές φορές ακόµα και στον ποταµό S.Giorgio. Τα περισσότερα ρυάκια φαίνεται να
παραµένουν ξηρά κατά την εαρινή περίοδο,
9 Πανίδα κοιλάδας Iglesias
Η άγρια ζωή στην περιοχή είναι σπάνια εξαιτίας της αυξηµένης παρουσίας
των ανθρώπων και το πυκνό οδικό δίκτυο που αναπτύσσεται κατά µήκος της
υδρολογικής λεκάνης του ποταµού. Ερπετά λαγοί και ορνιθοειδή εντοπίζονται
περιστασιακά. (e-Ecorisk Italian team – e, 2006), (e-Ecorisk Italian team –f, 2006)
4.2.1.2.6.3
Χαρακτηρισµός του Υγροτόπου Sa Masa
Ο υγρότοπος της Sa Masa ο οποίος χρησιµοποιείτο εδώ και 30 χρόνια ως
αποδέκτης όλων των αστικών αποβλήτων των πόλεων Gonnesa και Iglesias, µπορεί
να θεωρηθεί ως ένα βιολογικό φράγµα το οποίο εξυπηρετεί µία κοινότητα 30.000
ισοδύναµων κατοίκων. Η ζώνη χαρακτηρίζεται από πυκνή βλάστηση καλαµώνων.
Όσον αφορά την πανίδα αρκετά είδη πουλιών, εµφανίζονται στην Sa Masa
όπως φαλαρίδες, όρνιθες κλπ. Η όρνιθα Sultan, αποτελεί τυπικό είδος των πυκνών
καλαµώνων στην Σαρδηνία, ειδικά αν αυτοί έχουν ρυπανθεί από αστικά
απόβλητα.(e-Ecorisk Italian team – e, 2006), (e-Ecorisk Italian team –f, 2006)
- 76 -
- 77 4.2.1.3 Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Montevecchio
4.2.1.3.1
Γενικά
Το µεταλλείο του Montevecchio εντοπίζεται στην περιοχή Arburense –
Fluminese και αποτελεί ένα από τα σηµαντικότερα του νησιού.
Λειτουργούσε εντατικά από το 1628 µέχρι και το 1990. Από το 1990 µέχρι και
σήµερα παραµένει κλειστό. Κατά βάση τα ορυκτά τα οποία εξορύσσονταν ήταν ο
µόλυβδος το ασήµι και ο ψευδάργυρος. (e-Ecorisk Italian team – b , 2004), (e-Ecorisk
Italian team – d , 2005)
Σχήµα 4.18: Γεωλογικός χάρτης Arburese - Fluminese
Πηγή: e-Ecorisk Italian team – g, 2004
Πέρα από την µονάδα επεξεργασίας των µεταλλευµάτων και εµπλουτισµού,
στην περιοχή εντοπίζονται τρία φράγµατα απόθεσης τελµάτων χωρητικότητας
- 78 συνολικά 5 εκατοµµυρίων m3 , τα οποία καλύπτουν µία έκταση 25 ha συνολικά ενώ
το µήκος τους από τα ανατολικά προς τα δυτικά φτάνει τα 700 m.
Μονάδα Επεξεργασίας
Προς Marceddi Lagoon
Χώρος απόθεσης
τελµάτων
Σχήµα 4.19: Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Montevecchio
Πηγή: e-Ecorisk Italian team – g, 2004
4.2.1.3.2
Προστατευόµενες Περιοχές κοντά στις µεταλλευτικές
εγκαταστάσεις
Κοντά στις µεταλλευτικές εγκαταστάσεις του Montevecchio εντοπίζονται 4
περιοχές οι οποίες προστατεύονται από την τοπική νοµοθεσία.
9 Φυσικό Πάρκο Monte Linas
Το πάρκο, έκτασης 22220 ha περιλαµβάνει τµήµα των πόλεων της
Domusnovas, Fluminimaggiore, Gonnasfanadiga, Iglesias και Villacidro. Η
βλάστηση της περιοχής χαρακτηρίζεται από δρύες, ενώ παρουσιάζονται και
ορισµένα σπάνια και ενδηµικά είδη όπως τα Ibaris Integerrima, Menta
requienni, Festuca morisiana κλπ
- 79 Όσον αφορά την πανίδα του πάρκου και αυτή θεωρείται αξιόλογη µε
τον βασιλαετό, το κιρκινέζι, το γεράκι pilgrim, τη ποντικοβαρβακίνα, και το
σπουργίτι να εµφανίζονται. Επίσης στην περιοχή διαβιούν και πληθυσµοί από
αγριόγατες, βουνοσταχτάρα κλπ.
9 Φυσικό καταφύγιο Capo Pecora
Αυτό το φυσικό καταφύγιο, έκτασης 1659 ha,
καταλαµβάνει τµήµα των
περιοχών όπου εντοπίζονται οι πόλεις Arbus και Fluminimaggiore και
αποτελείται από ένα ενδιαφέρον σύνολο χλωρίδας αλλά και άγριας ζωής
(αγριόγατος, ελάφι της Σαρδηνίας κλπ)
9 Περιοχή φυσικού ενδιαφέροντος Sa Spendula δίπλα από το
Villacidro
Αποτελεί τον γνωστότερο καταρράκτη της Σαρδηνίας.
9 Φυσικό µνηµείο βασαλτικών στηλών κοντά στο Guspini
(e-Ecorisk Italian team – e, 2006), (e-Ecorisk Italian team –f, 2006)
4.2.1.3.3
Φυσιογραφία περιοχής και Χρήσεις γης
Η περιοχή του Montevecchio εντάσσεται στις περιφέρειες Arburese και Golfo
di Oristano της Σαρδηνίας (περιφέρεια νούµερο 8 και 9 από 27). Αναλυτικότερα στην
περιφέρεια Arburese ανήκει η έκταση από τις λίµνες τελµάτων µέχρι και το σηµείο
που ο ποταµός Montevecchio αλλάζει όνοµα. Πέρα από το σηµείο αυτό και µε
κατεύθυνση βόρεια, µέχρι και τον κόλπο Oristano η περιοχή ανήκει στην περιφέρεια
Golfo di Oristano.
4.2.1.3.3.1
Περιφέρεια Arburese
Η περιφέρεια ορίζεται από ένα ευρύ ορεινό σύστηµα, στο πίσω µέρος της
παράκτιας περιοχή, µελετώντας την από την θάλασσα. Η συνέχεια της ορεινών όγκων
διακόπτεται από βαθιές κοιλάδες, και δασικές εκτάσεις οι οποίες φιλοξενούν µικρές
πεδιάδες κοντά στην ακτή.
Στην περιφέρεια Arburese περιλαµβάνονται οι πόλεις Arbus, Gonnosfanadiga
και Guspini οι οποίες αποτελούνται συνολικά από ένα σύνολο 80.825 κατοίκων.
- 80 Ο παραγωγικός τοµέας της περιοχής, αντιµετωπίζει σηµαντική κρίση εξαιτίας
της παύσης των εργασιών στις µεταλλευτικές εγκαταστάσεις. Σήµερα η οικονοµική
δραστηριότητα στην περιοχή στηρίζεται στην εξαγωγή των τοπικών προϊόντων, στην
πολιτιστική αξία της περιοχής και στον τουρισµό. Ενώ ταυτόχρονα σηµαντική είναι η
απασχόληση και στον τοµέα των κοινωνικών υπηρεσιών.
Το 56% των εδαφών της περιφέρειας χρησιµοποιούνται ως γεωργικές
εκτάσεις µε το µεγαλύτερο ποσοστό να κατέχει η πόλη της Arbus. Το συνηθέστερο
καλλιεργούµενο φυτό είναι τα ελαιόδεντρα. Σηµαντική είναι και η ανάπτυξη στον
τοµέα της κτηνοτροφίας.
4.2.1.3.3.2
Περιφέρεια Golfo di Oristano
Η περιφέρεια αυτή χαρακτηρίζεται από το σηµαντικό της υδρογραφικό
δίκτυο. Το σύστηµα των φραγµάτων και των λιµνών που συνδέονται µε τον θαλάσσιο
χώρο έχουν σηµαντική οικολογική αξία και αποτελούν καταφύγιο για τα πουλιά των
υδάτων και γενικότερα την άγρια ζωή.
Στην περιοχή εντάσσονται συνολικά 39 πόλεις συνολικού πληθυσµού 138.687
κατοίκων. Η οικονοµική δραστηριότητα στην περιοχή στηρίζεται κυρίως στην
γεωργία την κτηνοτροφία, την αλιεία και τον τουρισµό, ενώ σηµαντική είναι η
απασχόληση στον τοµέα του εµπορίου και των υπηρεσιών, τον κατασκευαστικό
τοµέα, και την παραγωγή οίνου.
(e-Ecorisk Italian team – e, 2006), (e-Ecorisk Italian team –f, 2006)
- 81 -
Marceddi
Πληροφορίες
Χάρτης Montevecchio
Πηγή: IGAG & DIGITA, 2005
Φράγµα Marceddi
Φράγµα
S.Giovanni
Ποταµός Sitzerri
(συνέχεια ποταµού
Montevecchio
Sitzerri
∆εύτερο σηµείο
∆ειγµατοληψίας (50)
Ποταµός
Montevecchio
Πρώτο σηµείο
∆ειγµατοληψίας (47)
Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις
Montevecchio
- 82 -
Σχήµα 4.20: Χάρτης χρήσεων γής υδρολογικής λεκάνης Montevecchio
Πηγή: Bottai & Maselli, 2005
- 83 4.2.1.3.4
Περιγραφή υδρογραφικού δικτύου του ποταµού
Montevecchio – Sitzerri
Το υδρογραφικό δίκτυο αποτελείται από τον ποταµό του Montevechio και τον
παραπόταµο του Struvonica. Έχει όγκο εκφόρτισης της τάξης των 625.241 m3/a
Η βασική υδρολογική λεκάνη της περιοχής αποτελείται από τον ποταµό
Montevecchio που κατά την πορεία του προς τα φράγµατα Marceddi και S.Giovanni
µετονοµάζεται σε ποταµό Sitzerri από την οµώνυµη περιοχή. (e-Ecorisk Italian team
– e, 2006)
4.2.1.3.5
Υδροχηµική ανάλυση ποταµού Montevecchio-Sitzerri
Η ποιότητα του ποταµού Montevecchio, επηρεάζεται σηµαντικά από τις
εισροές τοξικών υδάτων από τις µεταλλευτικές εγκαταστάσεις αποτέλεσµα του
φαινοµένου της όξινης απορροής. Η µέση ετήσια ροή στον ποταµό ανέρχεται στα
1.202.981 m3/year εκ των οποίων τα 300.000 m3/year προέρχονται από την λεκάνη
των µεταλλευτικών εγκαταστάσεων.
Τα αποτελέσµατα των χηµικών αναλύσεων που πραγµατοποιήθηκαν από
δείγµατα υδάτων σε σηµεία του ποταµού παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα
(µελέτη 1998 από PROGEMISA – στα πλαίσια του προγράµµατος e-Ecorisk, από την
Ιταλική οµάδα δεν πραγµατοποιήθηκαν χηµικές αναλύσεις, εξαιτίας οικονοµικών
δυσκολιών). Τα σηµεία των δειγµατοληψιών εµφανίζονται στο παρακάτω σχήµα.
Πίνακας 4.11: Αποτελέσµατα χηµικών αναλύσεων ποταµού Montevecchio
Parameter
Conductivity
U.M.
µS/cm
pH
Average values on 5 samples taken at different times
Point f. 47
Point f. 50
Variation of values
3090
1034
- 66.6 %
3.46
7.302
+ 111 %
Suspended solids
mg/l
3723
600
- 83.8 %
Hardness
°F
219
25.2
- 88.5 %
Ca--
mg/l
406.86
50.78
- 87.5 %
--
mg/l
247.12
126.4
- 48.8 %
-
Na
mg/l
79.66
108.32
+ 35.9 %
K--
mg/l
64.9
11.22
- 82.7 %
Mg
- 84 Cl-
mg/l
94.78
146.14
+ 54.0 %
mg/l
2.78
13.14
+ 382 %
mg/l
< 0.06
0.328
+ 446 %
mg/l
1846.4
145.48
- 92.1 %
mg/l
0
166.46
+ il totale
Al
µg/l
2364.8
<50
- 97.9 %
Fe
µg/l
57522
<50
- 99,9 %
Zn
µg/l
370680
11968.6
- 96,8 %
Co
µg/l
524.8
13.2
- 97,5 %
As
µg/l
27.2
29.0
+ 6.6 %
Cu
µg/l
269.6
<50
- 81.5 %
Sr
µg/l
547.2
236.75
- 56.7 %
Mn
µg/l
78364
2742.0
- 96.5 %
Cr
µg/l
<10
<10
0%
Ba
µg/l
<10 e 345 (*)
137.4
-60 % (**)
Pb
µg/l
5108.8
16.8
- 99.7 %
Cd
µg/l
1670
21.4
- 98.7 %
Ni
µg/l
1034.2
184
- 82.2 %
Hg
µg/l
<0.5 e 16.3 (*)
0.915
-94.3 % (**)
NO3
S
--
--
SO4-HCO3
-
Πηγή: e-Ecorisk Italian team – e, 2006
Τα άµεσα αποτελέσµατα της ρύπανσης από την όξινη απορροή είναι διακριτά
µέχρι και το κανάλι του ποταµού Sitzerri. Αντιθέτως στο τελευταίο κοµµάτι της
υδρολογικής λεκάνης στην περιοχή δηλαδή κοντά στην λίµνη Marceddi, η χηµική
ποιότητα των υδάτων βελτιώνεται αισθητά εξαιτίας των εισροών φρέσκου καθαρού
νερού από τα παραποτάµια συστήµατα και της διαδικασίας της σταδιακής
εξουδετέρωσης η οποία οδηγεί στην καθίζηση των µετάλλων σε µορφή υδροξειδίων.
Τα µέταλλα µεταφέρονται στα εδάφη των παρακείµενων περιοχών και
συσσωρεύονται καθιστώντας τα ακατάλληλα να αξιοποιηθούν για γεωργικούς και
κτηνοτροφικούς σκοπούς.
Επίσης από χηµικές αναλύσεις του εδάφους της υδρολογικής λεκάνης
καταγράφτηκαν συγκεντρώσεις µολύβδου πάνω από 16.908 ppm, τιµές ψευδαργύρου
πάνω από 11.607 ppm και καδµίου πάνω από 67 ppm. Τιµές δηλαδή συγκρίσιµες µε
αυτές των αποθηκευµένων τελµάτων.
- 85 4.2.2
Περιοχή µελέτης Τοσκάνης
Η εξόρυξη µεταλλευµάτων αποτελούσε και αποτελεί µία από τις
σηµαντικότερες βιοµηχανικές δραστηριότητες στην περιοχή της Σαρδηνίας.
Η σηµαντικότερη µεταλλευτική περιφέρεια της Τοσκάνης είναι η Colline
Metallifere (Metalliferous hills), στην Κεντρική Ιταλία στην οποία εντάσσονται
µεταλλεία όπως αυτό του Boccheggiano, της Niccioleta, της Fenice Cappane αλλά
και το µεταλλείο του Gavorrano,
τα οποία εξορύσσουν πυριτικά κοιτάσµατα
(Maselli, 2004)
Έτσι δεδοµένης της εντατικής µεταλλευτικής εκµετάλλευσης όλα αυτά τα
χρόνια, σηµαντικές συγκεντρώσεις τελµάτων συσσωρεύονταν σε χώρους απόθεσης
δηµιουργώντας σηµαντικά προβλήµατα στην περιβαλλοντική κατάσταση της
περιοχής
Σχήµα 4.21: Προτεινόµενες περιοχές Τοσκάνης
Πηγή: Maselli & Bottai, 2004
Σχήµα 4.22: Περιοχή Τοσκάνης
Πηγή: Maselli & Bottai, 2004
Στα πλαίσια του προγράµµατος e-Ecorisk επιλέχθηκε από την ερευνητική
οµάδα υπεύθυνη για τα τις Ιταλικές περιοχές το µεταλλείο Gavorrano.
- 86 4.2.2.1 Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Gavorrano
4.2.2.1.1
Οι
Γενικά
µεταλλευτικές
εγκαταστάσεις
του
Gavorrano,
εντοπίζονται
στην
Νοτιοδυτική Τοσκάνη στους Metalliferous Hills. Η περιοχή χαρακτηρίζεται από
έντονες τοπογραφικές αλλαγές από µια επίπεδη παράκτια πεδιάδα υψοµέτρου 15- 20
m σε βραχώδεις εκτάσεις µε υψόµετρο έως και 480 m. Η εξόρυξη των πυριτικών
κοιτασµάτων στην περιοχή του Gavorrano ξεκίνησε το 1898 και συνεχίστηκε µέχρι
και τις µέρες µας σε εντατικούς ρυθµούς. Από 1987 και µετά οι µεταλλευτικές
εργασίες στην περιοχή έχουν σταµατήσει, και το µεταλλείο έχει περιέλθει στην
SYNDIAL S.P.A. κοινωνία. (e-Ecorisk Italian team – g, 2004)
Η λίµνες τελµάτων των µεταλλευτικών εγκαταστάσεων ονοµάζονται Filare,
και εντοπίζονται στο δεξί τµήµα του ποταµού Pecora σε υψόµετρο που κυµαίνεται
από 55-95 m. Οι χώροι απόθεσης των τελµάτων, έχουν κατασκευασθεί κοντά τον
ποταµό S.Giovanni δηµιουργώντας µία λίµνη στο δυτικό τµήµα του φράγµατος. Όλα
τα απόβλητα της εξορυκτικής διεργασίας αποθέτονταν λοιπόν σε 9 τεχνητούς χώρους
όπως φαίνεται και στο παρακάτω σχήµα. (e-Ecorisk Italian team – g, 2004)
Σχήµα 4.23: Χώρος απόθεσης εξορυκτικών αποβλήτων
Πηγή: Pelaconi et. al., 2005
- 87 Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η λεκάνη του Gavorrano αποτελείται από 9
αναχώµατα φράγµατα. Αρχικά τα πρώτα τέσσερα φράγµατα κατασκευάσθηκαν σαν
αρχικός χώρος απόθεσης σε µικρή κλίση χρησιµοποιώντας υλικά όπως γρανιτικά
πετρώµατα προερχόµενα από το σκάψιµο των στοών των ορυχείων, αναµιγµένα µε
αµµώδη υλικά. Τα επόµενα 5 αναχώµατα, κατασκευάσθηκαν µε την πλήρωση των
πρώτων τεσσάρων µε τα φράγµατα 7,8, και 9 να κατασκευάζονται µε την µέθοδο
upstream. Η λεκάνη στην οποία αποθέτονται τα τέλµατα καλύπτει έκταση 40 ha
(e-Ecorisk Italian team – g, 2004)
San Giovanni φράγµα τελµάτων: “UPSTREAM Μεθοδος”
SOIL TYPE
DIKE
TAILINGS
SUBSTRATE
SATURATED UNIT WEIGHT (KN/m c) COHESION (kPa) FRICTION ANGLE (°)
19,6
19,8
20,4
6
4,8
12
35,28
30,5
37,57
Σχήµα 4.24: ∆οµή Φράγµατος Gavorrano
Πηγή: Pelaconi et. al., 2005
Αναλυτικότερα το µέσο ύψος των 9 φραγµάτων ανέρχεται στα 20 m. Η
συνολική χωρητικότητά τους υπολογίζεται στα 2.400.000 m3 ενώ το µήκος του
φράγµατος υπολογίζεται στα 320 m από τα Βορειοανατολικά στα Νοτιοδυτικά.
4.2.2.1.2
Υδρογεωλογία - Γεωλογία
Το υδρογεωλογικό σύστηµα της περιοχής του Gavorrano, περιπλέκεται µε την
παρουσία τριών υποσυστηµάτων.
9 Ενός αλλουβιακού συστήµατος
9 Ενός καρστικού συστήµατος και
9 Ενός βαθέως υδροθερµικού συστήµατος
(e-Ecorisk Italian team – g, 2004)
- 88 -
Σχήµα 4.25: Υδρογεωλογικός χάρτης περιοχής Gavorrano
Πηγή: e-Ecorisk Italian team – g, 2004
Σχήµα 4.26: Γεωλογικός χάρτης περιοχής Gavorrano
Πηγή: e-Ecorisk Italian team – g, 2004
- 89 Αναλύοντας τις εκτάσεις γύρω από τις µεταλλευτικές εγκαταστάσεις και µέχρι
τον θαλάσσιο χώρο παρατηρούµε πως το µεγαλύτερο µέρος καλύπτουν οι γεωργικές
εκτάσεις 74% µε τις κατασκευές να καλύπτουν το 16% και τις δασικές εκτάσεις το
µικρότερο ποσοστό. (Bottai & Maselli, 2005)
Σχήµα 4.27: Χάρτης χρήσεων γης περιοχής Gavorrano
Πηγή: Bottai & Maselli, 2005
10%
0%
16%
Artificial Areas
Agricultural areas
Forests and natural area
74%
Water bodies
- 90 -
Σχήµα 4.28: Χάρτης Χρήσεων γης περιοχής Gavorrano
Πηγή: Bottai & Maselli, 2005
- 91 4.3
Η περίπτωση των Μεταλλείων Μικτών Θειούχων Πορτογαλίας
4.3.1
Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Panasqueira
4.3.1.1 Περιγραφή µεταλλευτικών εγκαταστάσεων
Το µεταλλείο της Panasqueira χωροθετείται γεωγραφικά µεταξύ των δήµων
της Covilha και Fundao, της Κεντρικής Πορτογαλίας.
Το ορυκτό απόθεµα της Panasqueira αποτελεί το µεγαλύτερο χαλαζιακού
τύπου κοίτασµα της Ιβηρικής επικράτειας και το σηµαντικότερο απόθεµα βολφραµίτη
της ∆υτικής Ευρώπης ενώ αποτελεί κλασσικό παράδειγµα της υδροθερµικής
ορυκτοποίησης
κασσιτέρου – βολφραµίου ο οποίος συνδέεται µε τον Ερκύνιο
πλουτονισµό. (e-Ecorisk Portugal team, 2007 – a)
Το µεταλλείο εντοπίζεται στο νότιο τµήµα του όρους Estrela µεταξύ των
ορεινών µαζών του S.Pedro de Acor και Gardunha, και σε απόσταση περίπου 30 km
από την πόλη Fundao. Καλύπτει έκταση µεγέθους 21 km2. Απόδειξη της εντατικής
µεταλλευτικής εκµετάλλευσης που υφίσταται η περιοχή αποτελούν οι χώροι
απόθεσης τελµάτων που εντοπίζονται στην περιοχή της Vale de Ermida (περίπου
100.000 m3), της Panasqueira (1.000.000 m3) του Rio (1.200.000 m3) και της Barroca
Grande (7.000.000 m3), µε τους δύο τελευταίους χώρους να αποτελούν τους
κυριότερους από περιβαλλοντικής σκοπιάς. Ο χώρος απόθεσης της Barocca Grande
αποτελείται από ένα πολύ µεγάλο φράγµα τελµάτων και δύο χώρους απόθεσης ιλύος
(mud dams). Το ένα εκ των δύο είναι παλαιό φράγµα και σταθεροποιηµένο σε
γεωτεχνικούς όρους ενώ το άλλο χρησιµοποιείται για την απόθεση των στείρων της
µεταλλευτικής διεργασίας (πλούσια σε θειούχα). Ο χώρος απόθεσης Rio, ο οποίος
εντοπίζεται σε κοντινή απόσταση από τις όχθες του ποταµού Zezere, χρήζει
σηµαντικής παρακολούθησης. Ένα φράγµα ιλύος (mud dam) έχει κατασκευαστεί
στην Νοτιοανατολική πλευρά του χώρου απόθεσης. Τα στραγγίσµατα
από τις
µεταλλευτικές εγκαταστάσεις της Panasqueira ρέουν και καταλήγουν σε απόσταση 90
km στο µεγάλο φράγµα του Castelo do Bode, το οποίο αποτελεί την βασική πηγή
τροφοδοσίας µε νερό της πόλης της Λισαβόνας. Ενώ ταυτόχρονα η οικονοµική
δραστηριότητα πολλών χωριών στην παρακείµενη περιοχή όπως για παράδειγµα τα
S.Jorge da Beira, Panasqueira, Barroca Grande, εξαρτώνται ολοκληρωτικά από την
γεωργία την κτηνοτροφία, την αλιεία και περαιτέρω από την ποιότητα των υδάτων
του ποταµού. (e-Ecorisk Portugal team, 2007- b)
- 92 Τα κατακρηµνίσµατα απορρέουν στην επιφάνεια και διηθούνται µέσα στα
τέλµατα, στραγγίζοντας αυτά τα υλικά. Ιδιαίτερα τα θειούχα πετρώµατα (τα οποία
περιλαµβάνουν συγκεντρώσεις As, Cu, Pb, Zn, Sb, Bi κλπ), οξειδώνονται εύκολα
προκαλώντας το φαινόµενο της όξινης απορροής. Για την αποφυγή λοιπόν της
υποβάθµισης της ποιότητας των υδάτων του ποταµού Zezere, δύο µονάδες
επεξεργασίας υδάτων έχουν κατασκευαστεί στο µεταλλείο της Panasqueira. Η µία
εντοπίζεται στην λίµνη απόθεσης της Barroca Grande και µία στην λίµνη απόθεσης
Rio. Τα όξινα νερά εξουδετερώνονται µε οξείδια του ασβεστίου το οποίο προωθεί την
καθίζηση και κροκίδωση των µετάλλων όταν το pH µειώνεται. Στη συνέχεια τα
ουδέτερα αυτά νερά χρησιµοποιούνται για τις ανάγκες της µονάδας εµπλουτισµού
37 000
35 000
33 000
29 000
31 000
είτε εκφορτίζονται απευθείας στον Zezere. (e-Ecorisk Portugal team, 2007- b)
e - ECORISK PROJECT
PANASQUEIRA MINES
BERALT TIN AND WOLFRAM
m
ea
str
F
850
GEOLOGICAL SYNTHETICAL MAP
Cebola
75
750
600
56 000
56 000
F
q
F
d
q
d
F
0
80
F
77
q F
d
700
80
F
Panasqueira mine
d
F
Subsurface of the underlyng Granite and Greisen contact
with elevation in meters (600 m) above sea level.
75
q
F
q
55
700
650
Spotted Schists. Geologycal contact. In place (Full line).
Infered points)
0
50
Cambões
800
800
F
75
90
0
F
900
700
d
500
F
78
q
F
F
Barroca Grande
q
54 000
600
Quartz vein. (Vertical)
78
q
Basic rocks. (3m thickness)
Main schistosity. Vertical and inclined
54 000
70
0
F
ZERELHO
659
Faults
Joints
600
700
78
SERRINHA
0
40
80
0
500
1085
Porsi
m
Main roads
am
stre
90
0
ALDEIA DE S. FRANCISCO DE ASSIS
1000
Geodesical mark
F
d
d
d
m
s trea
550
Casin
has
d
Beralt W, Sn claims
18
q
650
d
Rio
45
0
73
SERRINHA
52 000
RE
ZE
ZÊ
52 000
Old mud dams (richin sulphides)
* Mud dam actually fillin up (Barroca Grande) *
RIVE
R
q
501
400
90
0
FIGUEIRINHA
995
500
Tailings. Fine to medium grain size. (2 - 12 mm) materials
(Schists and quartz).
80
0
600
12
ABOTUREIRA
706
Tailings. Coarse (> 15 cm) and medium grain size materials
650
550
550
70
0
ER
RIV
450
50 000
50 000
Glory holes
450
ZÊ
ZE
RE
60
0
0
Digitalizado por: Carlos Fernandes
500
Σχήµα 4.29: Γεωλογικός συνθετικός χάρτης περιοχής Panasqueira
Πηγή: e-Ecorisk Portugal team, 2007 – a
1 Km
- 93 4.3.1.2 Χαρακτηρισµός Υδρολογικής λεκάνης Panasqueira
Η περιοχή µελέτης Panasqueira όπως αναφέρθηκε και παραπάνω εντοπίζεται
στην συµβολή τριών διοικητικών περιφερειών: της Fundao, Covilha και Pampilhosa
da Serra.
Ο χώρος απόθεσης των τελµάτων Rio, εντοπίζεται στην λεκάνη του
ποταµού Zezere ο οποίος µε την σειρά του αποτελεί τµήµα της υδρολογικής λεκάνης
του ποταµού Tejo δεδοµένου ότι αποτελεί παραπόταµό του. (e-Ecorisk Portugal team
2006 – d)
Σχήµα 4.30: Υδρολογική λεκάνη ποταµούTejo
Πηγή: e-Ecorisk Portugal team (2006) - d
4.3.1.2.1
Ποταµός Zezere
Ο Zezere αποτελεί τον δεύτερο µεγαλύτερο ποταµό της Πορτογαλίας. Η πηγή
του εντοπίζεται στην Serra da Estrela σε υψόµετρο 1900 m. Από εκεί ρέει
Νοτιοδυτικά για 242 km περίπου µέχρι την ένωση του µε τον ποταµό Tejo κοντά
στην πόλη Constancia. Η έκταση της υδρολογικής λεκάνης υπολογίζεται στα 5.043
km2 (αποτελεί δηλαδή το 20% της υδρολογικής λεκάνης του Teja), και περιλαµβάνει
- 94 τις περιοχές Alvaiazere, Belmonte, Castanheira de Pera, Ferreira. Το βόρειο τµήµα
της υδρολογικής λεκάνης του ποταµού Zezere, αποτελείται από σχηµατισµούς xist
(αδιαπέραστοι στο νερό) ενώ το νότιο αποτελείται από ασβεστολιθικά πετρώµατα τα
οποία ελέγχουν τους υδάτινους πόρους. (e-Ecorisk Portugal team 2006 – d)
Η τοπογραφία της περιοχής και οι µεγάλες κλίσεις στις οποίες υπόκεινται τα
ύδατα του υδρογραφικού δικτύου, µε ροή που πολλές φορές που ξεπερνά τα 10.000
m3/s αναπαριστά έναν αξιοσηµείωτο υδροηλεκτρικό πλούτο ο οποίος αξιοποιείται σε
εύρος τριών φραγµάτων (Bouca, Cabril και Castelo de Bode), τα οποία παράγουν 700
εκατοµµύρια kW/h ετησίως. Και τα τρία φράγµατα εντοπίζονται κατάντη των
µεταλλευτικών εγκαταστάσεων της Panasqueira. Το πρώτο είναι το φράγµα Cabril το
οποίο είναι ένα από τα µεγαλύτερα της Πορτογαλίας µε ύψος 136 m δηµιουργώντας
το µεγαλύτερο απόθεµα νερού στη χώρα (χωρητικότητα 720.000.000 m3) Το δεύτερο
κατά σειρά φράγµα είναι το Bouca µε ύψος 63 m και συνολική χωρητικότητα
48.400.000 m3. Και τέλος το Castelo de Bode το οποίο χρησιµοποιείται εκτός από
παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας, για την ύδρευση της Λισαβόνας και των
γειτονικών σε αυτήν περιοχών καθώς και για δραστηριότητες αναψυχής. Το φράγµα
αυτό έχει ύψος 115 m και διαθέσιµη χωρητικότητα 1.095.000.000 m3. (e-Ecorisk
Portugal team 2006 – d)
Η ρύπανση από την βιοµηχανία στην λεκάνη του Zezero συνεισφέρει
σηµαντικά στην ρύπανση της λεκάνης του ποταµού Tejo. Όµως πέρα από την
ρύπανση από τις διάφορες βιοµηχανικές δραστηριότητες στην περιοχή σηµαντική
είναι φόρτιση η οποία προκαλείται από τις ενεργές µεταλλευτικές εγκαταστάσεις.
4.3.1.2.2
Παραποτάµια βλάστηση
Η παραποτάµια βλάστηση της περιοχής είναι συνεχής µε τα συνηθέστερα
είδη, να είναι τα Salicetum Lambertiano, Scrophulario scorodoniae και Ficario
ranunculoidis. Από άποψη ενδιαιτηµάτων, ολόκληρη η υδρογραφική λεκάνη του
Zezere είναι πλούσια, και συνεπώς και η ποιότητα της πανίδας η οποία
παρουσιάζεται.
Στον άνω ρου του ποταµού Zezere πρέπει να τονιστούν οι περιοχές που
θεωρούνται εξαιρετικά σηµαντικές για την διατήρηση ειδών όπως τα Cinclus cinclus,
Lacerta schreiberi, Galemyw pyrenaicus κλπ. Το µεγάλο υψόµετρο σε συνδυασµό µε
τις µικρές λίµνες της Serra da Estrela συνιστούν σπάνια ενδιαιτήµατα µεγάλου
- 95 ενδιαφέροντος για την διατήρηση των αµφίβιων οργανισµών και των
πληθυσµών των ερπετών. Στα µισά περίπου του Zezere οι βραχώδεις κεκλιµένες
επιφάνειες αποτελούν σηµαντικά ενδιαιτήµατα για τους πληθυσµούς των πουλιών,
καθώς χρησιµοποιούνται για την κατασκευή των φωλιών τους. Χαρακτηριστικό είδος
το Bubo bubo. (e-Ecorisk Portugal team 2006 – d)
4.3.1.3
Προστατευόµενες Περιοχές
Στην υδρολογική λεκάνη του ποταµού Tejo εντοπίζονται τρείς ευαίσθητες
ζώνες οι οποίες προστατεύονται από την τοπική νοµοθεσία:
9 Albufeira do Divor
9 Esteiros de Coina, Moita, Montijo e Saixal, do Estuario do Tejo
9 Lagoa de Albufeira
Οι ακριβείς θέσεις των περιοχών αυτών µέσα στην υδρολογική λεκάνη του
Tejo, παρουσιάζονται στο παρακάτω σχήµα (e-Ecorisk Portugal team 2006 – d) :
Σχήµα 4.31: Ευαίσθητες ζώνες στην υδρολογική λεκάνη ποταµούTejo
Πηγή: e-Ecorisk Portugal team 2006 – d
- 96 Κατάντη
των
µεταλλευτικών
εγκαταστάσεων
της
Panasqueira
δεν
παρουσιάζονται περιοχές Ramsar. Παρόλα αυτά το 2005 σχεδιάστηκαν για την χώρα
της Πορτογαλίας πέντε νέοι υγρότοποι ∆ιεθνούς σηµασίας. Ένας από αυτούς τους
πέντε υγροτόπους εντοπίζεται στο βόρειο τµήµα της λεκάνης απορροής του Zazera
και περιλαµβάνει τον ορεινό όγκο της Estrela, το ανώτερο τµήµα του Plateau και τον
άνω ρου του ποταµού Zazera, περιοχής δηλαδή η οποία εντοπίζεται βόρεια των
µεταλλευτικών εγκαταστάσεων.
Εξαιτίας της υψηλής κατακρήµνισης σχηµατίζονται ποικίλες φυσικές λίµνες,
φράγµατα, πηγές, έλη, ποτάµια όπως και βραχώδη περιβάλλοντα, θάµνοι, µικρές
εκτάσεις δασών. Η αβιοτική ποιότητα της περιοχής είναι εξαίρετη, εµφανίζοντας
χαµηλές συγκεντρώσεις θρεπτικών, έχοντας µαλακό νερό εξαιτίας της υψηλής
κατακρήµνισης και της διήθησης του από τα γρανιτικά πετρώµατα. Αποτέλεσµα η
υψηλής ποιότητας χλωρίδα και η πανίδα, µε πολλά σπάνια είδη να κάνουν την
εµφάνισή τους. Οι µόνες απειλές που έχει να αντιµετωπίσει η περιοχή είναι η
υπερβόσκηση, η υπεράντληση νερού για ηλεκτροπαραγωγή και η ανεξέλεγκτη
απόθεση των αστικών και βιοµηχανικών στερεών αποβλήτων. (e-Ecorisk Portugal
team 2006 – d)
Προστατευόµενη
περιοχή Estrela
Σχήµα 4.32: Περιοχές βιολογικής διατήρησης στην υδρολογική λεκάνη ποταµού Tejo
Πηγή: e-Ecorisk Portugal team 2006 – d
- 97 4.3.1.3
Περιβαλλοντικός Χαρακτηρισµός Ποιότητας Εδάφους
Στα πλαίσια του προγράµµατος e-Ecorisk για την εκτίµηση της ποιότητας των
εδαφών διενεργήθηκαν δειγµατοληψίες από διάφορα σηµεία των µεταλλευτικών
εγκαταστάσεων της Panasqueira τα οποία παρουσιάζονται στα παρακάτω σχήµατα.
Σύµφωνα λοιπόν µε τις έρευνες της Πορτογαλικής οµάδας, τα αποτελέσµατα
των αναλύσεων των εδαφών στην περιοχή S. Fransisco de Assis, παρουσιάζουν
σηµαντικές
συγκεντρώσεις
Αρσενικού,
Καδµίου,
Μολύβδου,
Χαλκού
και
Ψευδαργύρου. (e-Ecorisk Portugal team 2007 – a)
Αναλυτικότερα εντοπίστηκαν σηµαντικές διακυµάνσεις στα αποτελέσµατα
µεταξύ των διαφόρων θέσεων δειγµατοληψίας. Το Αρσενικό είχε διακύµανση της
τάξης των As (9 – 19.000 mg/kg), το κάδµιο Cd (2-320 mg/kg), ο Χαλκός Cu (23 –
1807 mg/kg), και ο Ψευδάργυρος Zn (100 – 2709 mg/kg) e-Ecorisk Portugal team
(2007) - c
Σχήµα 4.33: Κατανοµή της συγκέντρωσης των Βαρέων Μετάλλων στην περιοχή
µεταξύ των φραγµάτων Rio και Barroca Grande
Πηγή: e-Ecorisk Portugal team 2007 – c
610
608
606
- 98 -
450
SBK 13
450
SBK 14
SBK 7
SBK 15
SBK 16
SBK 1
SBK 8
TALHADOR
659
SBK 2
SBK 6
SBK 17
CASEGAS
SBK 12
SBK 4
SBK 3
SBK 11
Cebola
am
re
st
448
SBK 5
448
SBK 20
SBK 10
SBK 18
SBK 9
50
Cambões
0
80
0
SBK 19
70
0
500
446
446
600
Barroca Grande
70
ZERELHO
0
659
60
0
70
0
4
50
0
27
29
32
34 35
30
36 39
37
67
68
26 7
9
23
10 11
25
12
6 8
22
41 24
38
40
49
444
70
69
28
53
55
42
43
66
62
550
47
72
75
73
21
57
58
56
59
45
61
19
65
46
SERRINHA
444
16
20
52
650
str
ea
m
76
60 4
50
51
18 17
strea
m
Rio
RE
ZE
ZÊ
64
74
14 15
44
63
48
13
54
Po
rsi
m
s
ha
sin
Ca
ALDEIA DE
S. FRANCISCO DE ASSIS
71
5
0
2 3
40
1
31
33
RIVER
50
501
400
610
608
606
500
LEGEND
600
0
Downstream Barroca Grande dam soils samples
Local Background soils samples
Σχήµα 4.34: Θέσεις δειγµατοληψιών εδάφους Panasqueira
Πηγή: e-Ecorisk Portugal team 2007 – a
1Km
- 99 Πίνακας 4.12: Αποτελέσµατα χηµικών αναλύσεων δειγµάτων εδάφους Panasqueira
Elements
Soils (n=76)
LBS (n=20)
Ag
1
1
As
498
14
B
72
25
Ba
289
338
Cd
8
2
Co
18
10
Cr
205
148
Cu
144
37
Fe (%)
4
4.5
P
871
558
Pb
25
22
Sb
9
10
V
102
122
Y
17
5
Zn
395
258
Sn
37
6
W
134
6
Πηγή: e-Ecorisk Portugal team 2007 – a
Παρατηρούµε κατά βάση πως οι συγκεντρώσεις των βαρέων µετάλλων στην
περιοχή άµεσης επιρροής από τις µεταλλευτικές εγκαταστάσεις δηλαδή µεταξύ των
δύο λιµνών τελµάτων, είναι κατά πολύ υψηλότερες από το εδαφοχηµικό υπόβαθρο
(LBS) που η περιοχή έχει κανονικά και ειδικά για το Αρσενικό, το Βολφράµιο και το
Κάδµιο.
- 100 4.3.1.5
Περιβαλλοντική εκτίµηση της ποιότητας των υδάτων
Στα πλαίσια του προγράµµατος e-Ecorisk για την εκτίµηση της ποιότητας των
υδάτων διενεργήθηκαν δειγµατοληψίες από διάφορα σηµεία της υδρολογικής
λεκάνης του ποταµού Zezere και των µεταλλευτικών εγκαταστάσεων της Panasqueira
τα αποτελέσµατα των οποίων παρουσιάζονται παρακάτω.
Αναλυτικότερα
πραγµατοποιήθηκαν
δειγµατοληψίες
από
τον
ποταµό
Casinhas κατάντη της λίµνης απόθεσης τελµάτων της Barroca Grande (δείγµατα
1,2,3), από τον άνω ρου του ποταµού Zezere πριν τα νερά του φτάσουν στο σηµείο
που εντοπίζεται η λίµνη απόθεσης του Rio (δείγµατα 4 και 4α). Πραγµατοποιήθηκαν
επίσης δειγµατοληψίες στον κάτω ρου του ποταµού Zezere, κατάντη της λίµνης
απόθεσης των τελµάτων του Rio (5 και 6), από διηθηµένα νερά του υποβάθρου της
λίµνης απόθεσης του Rio (10,11 και 12) καθώς και από την είσοδο του µεταλλείου
Barroco Grande (e-Ecorisk Portugal team 2007 – a)
Σχήµα 4.35: Θέσεις δειγµατοληψίας υδάτων για την περιοχή Panasqueira
Πηγή: e-Ecorisk Portugal team 2007 – a
- 101 Πίνακας 4.13: Αποτελέσµατα χηµικών αναλύσεων εδάφους
Samples
pH
Cond.
Cl
2SO4
+
Na
2+
Ca
Fe
Al
Mn
Cu
Zn
As
Cd
Pb
1
4.3
350
4.6
152
5.2
22.3
100
1500
1100
190
2000
5
15
<22
2
5.7
1088
6.7
605
12
120
<100
800
7000
600
6300
13
58
<22
3
5.7
851
6
441
10.4
87
290
600
4100
510
4800
13
40
<22
4
6.8
59
5.2
4.1
6.4
2.6
40
13
19.3
6.3
18
2
0.2
<0.3
4A
7.1
37
3.9
3.5
4.2
1.2
<30
7
3.5
3
21
4
0.2
<0.3
5
6.9
70
5
9.2
6.5
3
<30
134
84.6
42.9
105
3
0.9
<0.3
6
6.9
76
6.7
12.2
6.5
3.9
130
266
255.9
120.8
181
4
1.6
<0.3
10
3.0
3630
5.3
2991
17.8
287
82500
149000
88700
42700
49200
2138
464
<22
11
2.9
4400
6.7
3717
19.3
401
91000
161000
92600
54300
44500
544
393
<22
12
3.2
2020
3.6
1398
11.8
175
9400
99000
22300
20100
21900
146
226
<22
13
3.9
1260
4.6
727
12.7
107
1700
6100
10200
2100
12400
48
88
<22
Πηγή: e-Ecorisk Portugal team 2007 – a
Τα αποτελέσµατα των χηµικών αναλύσεων ανέδειξαν χαµηλές συγκεντρώσεις
χλωριούχων, σε µερικά δείγµατα και υψηλές συγκεντρώσεις σε θειούχα και σε βαρέα
µέταλλα.
Τα διηθηµένα νερά παρουσιάζουν χαµηλές τιµές pH (µεταξύ 2,9 και 3,2)
πράγµα που αποτελεί στοιχείο πως η τοπική υδροχηµική φάση Na-Cl τύπου
µετατρέπεται σε φάση Ca-SO4 στην περίµετρο των µεταλλευτικών εγκαταστάσεων.
Αυτό αποδεικνύει πως πραγµατοποιείται διαστάλαξη, καθώς τα αποτελέσµατα των
χηµικών αναλύσεων στον κάτω ρου του ποταµού Zezere παρουσιάζουν υψηλές
συγκεντρώσεις σε Al, Zn, Mn,και θειικά
Επίσης δεν παρουσιάζονται υψηλές συγκεντρώσεις As αφού αυτός καθιζάνει
στο υπόβαθρο της περιοχής όπου εντοπίζεται η λίµνη τελµάτων του Rio αποτέλεσµα
της επαφής του µε τα οξυ-υδροξείδια (oxyhydroxides) σιδήρου.
(e-Ecorisk Portugal team 2007 – a)
- 102 4.3.2
4.3.2.1
Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Aljustrel
Περιγραφή µεταλλευτικών εγκαταστάσεων
Οι µεταλλευτικές εγκαταστάσεις της Aljustrel εντοπίζονται 175 km
Νοτιοανατολικώς της Λισαβόνας και περίπου 125 km Βόρεια από το Faro. Περίπου
12.000 υπολογίζονται οι κάτοικοι της διοικητικής περιφέρειας της Aljustrel η οποία
αποτελεί τµήµα της επαρχίας Beja.
Η περιοχή χαρακτηρίζεται από µεσογειακό κλίµα µε µακρά ξηρά καλοκαίρια
και µικρούς µέτριους χειµώνες. Η πυκνότητα του πληθυσµού είναι µικρή µε τους
περισσότερους ανθρώπους να απασχολούνται στην γεωργία και την µεταλλευτική
βιοµηχανία.
Η σύγχρονη µεταλλευτική ιστορία της περιοχής ξεκίνησε στα µέσα του 19ου
αιώνα, όταν και τα αποθέµατα του Algares και Sao Jao άρχισαν να εκµεταλλεύονται
για την εξαγωγή πυρίτη. Εξαιτίας του µεγάλου µεγέθους των αποθεµάτων και του
µικρού ρυθµού εξόρυξης. Μέχρι τα µέσα του 1900 εντατική εκµετάλλευση των
µεταλλευµάτων της περιοχής δεν είχε πραγµατοποιηθεί. Με το πέρας του δευτέρου
παγκοσµίου πολέµου όµως, τα αποθέµατα της Algares είχαν σχεδόν εξαντληθεί, ενώ
η χαµηλή ποιότητα του εδάφους του Sao Jao έκαναν την εξόρυξη δύσκολη.
Έτσι ξεκίνησαν εντατικές προσπάθειες για εξεύρεση νέου κοιτάσµατος, οι
οποίες και οδήγησαν στην ανακάλυψη του κοιτάσµατος του Moinho Νοτιοανατολικά
του Sao Jao. Τα κοιτάσµατα της περιοχής έχουν µήκος 5 km, πλάτος 1,5 km και
πάχος γύρω στα 80-100 m. Αποτελούνται κυρίως από πυρίτη µε λιγότερες ποσότητες
σφαλερίτη, χαλκοπυρίτη και γαληνίτη καθώς και ελάχιστες ποσότητες από
αρσενοπυρίτη, κασσερίτη κλπ
Στην περιοχή των µεταλλευτικών εγκαταστάσεων της Aljustrel, εντοπίζονται
6
µάζες
θειούχων κοιτασµάτων,
οι
οποίες
περιλαµβάνουν
συγκεντρώσεις
ψευδαργύρου, ασηµιού, µολύβδου και χαλκού και είναι γνωστές και ως VHMS.
Τα θειούχα κοιτάσµατα της Aljustrel, έχουν απλή ορυκτολογική δοµή και
αποτελούνται κυρίως από πυρίτη έως και 70%, µε µικρότερες ποσότητες από
σφαλερίτη, χαλκοπυρίτη, γαληνίτη και ελάχιστες συγκεντρώσεις από τετραεδρίτη και
αρσενοπυρίτη.
- 103 -
Σχήµα 4.36: Γεωλογικός µεταλλευτικός χάρτης περιοχής Aljustrel
Πηγή: e-Ecorisk Portugal team, 2007 - b
Η περιοχή της Algares και η περιοχή Sao Jao παρουσιάζουν της µεγαλύτερες
συγκεντρώσεις σε εξορυκτικών αποβλήτων. Αναλυτικότερα έκταση της τάξης των
763.984 m2 στην Algares είναι κατειληµµένη από τέλµατα και άλλα 170.527 m2 από
πυρίτη, ενώ στην περιοχή του Sao Jao άλλα 215.289 m2 καταλαµβάνονται από τα
στείρα των εξορυκτικών διεργασιών.
Σήµερα άµεση απόθεση όξινων νερών πραγµατοποιείται στο δεξί τµήµα του
φράγµατος του Santo Antao. Τα αποτελέσµατα της έντονης εξορυκτικής
δραστηριότητας µε τις µεγάλου όγκου αποθέσεις εκπληρώνονται µε την όξινη
απορροή κατά µήκος των υδρολογικών λεκανών των ποταµών Agua Azeta, Agua
Forte και Barranco do Morgado. Μέρος των υδάτων των µεταλλείων επεξεργάζεται
- 104 χηµικά και εκφορτίζεται στο δυτικό ποτάµιο σύστηµα αφού έχει αυξηθεί το pH του
και έχει βελτιωθεί η ποιότητα του.
Η περιοχή χωρίζεται σε τρείς µεταλλευτικές περιοχές.
9 Sao Jao
9 Santo Antao
9 Algares - Feitas
Água Azeda
Aljustrel
mine
da ms
Sã o Joã o
Farrôbo
Água
Forte
Acid water
discharge
Estéreis
Sa nto Antão
H 2O
H 2O
H 2 O Água
H 2O
Forte
Acid water
dam
Águas
Algares
Waste distribution:
Algares:
763,984m2 occupied by tailings
170,527m2 occupied by brittle pyrite
São João:
215,289m2 occupied by tailings
H 2O
H 2O
Clean water
dam
Água
Industria l
500m
Σχήµα 4.37: Γεωλογικός µεταλλευτικός χάρτης περιοχής Aljustrel
Πηγή: e-Ecorisk Portugal team, 2007 - b
Όπως φαίνεται και από το παραπάνω σχήµα στην περιοχή της Aljustrel
εντοπίζονται 4 βασικά φράγµατα στους ακόλουθους δύο µεταλλευτικές περιοχές:
Τοµέας Algares – Εδώ εντοπίζεται ο χώρος απόθεσης των όξινων υδάτων Agua
Forte και ο χώρος αποθήκευσης του καθαρού νερού Agua Industrial
Τοµέας Santo Antao (νέα βιοµηχανική ζώνη) – Εδώ εντοπίζεται ο χώρος απόθεσης
των όξινων υδάτων Estereis και ο χώρος αποθήκευσης του καθαρού νερού Aguas
Claras
- 105 Και στις δύο περιπτώσεις τα φράγµατα των όξινων υδάτων εντοπίζονται
κατάντη των φραγµάτων αποθήκευσης του νερού. Οι χώροι απόθεσης των όξινων
υδάτων θεωρούνται από τις βασικότερες υποδοµές στις µεταλλευτικές εγκαταστάσεις
της Aljustrel καταλαµβάνοντας έκταση 33 ha και 28 ha αντίστοιχα.
4.3.2.2
Περιβαλλοντική Εκτίµηση ποιότητας υδάτων
Για την εκτίµηση της ποιότητας των παρακείµενων ποταµών από τις
µεταλλευτικές εγκαταστάσεις της Aljustrel η Πορτογαλική οµάδα µελέτης
πραγµατοποίησε δειγµατοληψίες υδάτων σε διάφορα σηµεία στην υδρολογική λεκάνη
του ποταµού Roxo (e-Ecorisk Portugal team 2007 – a)
ALDEIA NOVA
4201
S. JOÃO
DE NEGRILHOS
4200 67
ROXO
17
15
JUNGEIROS
32
13
RIBEIRA
24
4199
29
DO
4198
26
4197
4196
4195
7
RIO DE MOINHOS
4194
39
5
4193
ALJUSTREL
4192
55
4191
4190
64
4189
567
568
569
570
571
572
573
574
575
576
0 Km
1 Km
2 Km
3 Km
Σχήµα 4.38: Θέσεις δειγµατοληψίας υδάτων για την περιοχή Aljustrel
Πηγή: e-Ecorisk Portugal team 2007 – a
- 106 Από τα αποτελέσµατα των χηµικών αναλύσεων προκύπτει πως τα ύδατα των
ποταµών Roxo, Agua Azeda, και Agua Forte έχουν επηρεαστεί από την µεταλλευτική
δραστηριότητα και επιβαρύνονται συνεχώς µέσω του φαινοµένου της όξινης
απορροής. Τα ύδατα κατάντη των µεταλλευτικών εγκαταστάσεων παρουσιάζουν
χαµηλές τιµές pH και αυξηµένες συγκεντρώσεις σε As, Cd, Cu, Fe, Mn, Pb, Zn και
θειικών. (e-Ecorisk Portugal team 2007 – a)
Πίνακας 4.14: Αποτελέσµατα χηµικών αναλύσεων υδάτων περιοχής Aljustrel
Elem.
Média
Med.
Mínimo
1ºQ
3º Q
Máximo
D.P.
pH
Cond
uS/cm
5,1
2281
5,7
2170
2
458
3,3
1689
7,0
3080
7,2
5360
1,99
1224,4
HCO3-
ppm
128
16
0
0
110
306
103089,5
2-
ppm
771
564
27
168
1134
3000
779768,8
Na
ppm
195
186
17
158
263
407
106178,3
K
ppm
7
4
25
3
6
36
8070,9
SO4
Mg
ppm
81
73
16
63
88
195
46123,3
Ca
ppm
155
135
32
82
195
476
105859,42
As
ppb
283
3,4
1,7
2,5
7
6837
1296,850
Cd
ppb
46
22
0,03
0,07
42
455
95,287
Cl
ppm
328
379
22
213
446
752
186846,4
Cu
ppb
6824
720
1,4
9,5
3408
68795
17673,98
294621,9
Fe
ppb
87286
323
5
64
17246
1262000
Mn
ppb
3899
2752
0,025
583
5045,52
19451
4971,5
Pb
ppb
14
2,0
0,05
0,5
11
136
30,0359
Zn
ppb
22023
7719
0,25
32,9
23663
264377
52616,7
Πηγή: e-Ecorisk Portugal team, 2007 - c
- 107 4.2.3.3
Εκτίµηση ποιότητας εδάφους
Και από την χηµική ανάλυση δειγµάτων εδάφους προέκυψε πως σηµαντικές
ποσότητες Cu, Pb, Zn, Ag, Mn, Fe, As Cd, Sb, Bi, Ba, Al και Sn βρίσκονται σε
υψηλά επίπεδα πέρα από τα επιτρεπόµενα όρια.
Πίνακας 4.15: Αποτελέσµατα χηµικών αναλύσεων δειγµάτων εδάφους - Aljustrel
ValidN
Mean
Median
Min
Max
Lower
Upper
Std.Dev.
Skewness
Kurtosis
Mo
ppm
216
2,5
1,1
0,2
41,8
0,6
2,2
4,4
5,3
37,4
Cu
ppm
216
225,3
64,8
11,4
5414,3
37,8
192,2
490,4
6,7
61,8
Pb
ppm
216
613,7
65,5
19,5
10000,0
39,4
165,2
1808,0
4,2
17,7
Zn
ppm
216
321,0
118,0
30,0
10000,0
84,0
205,0
1008,0
7,7
63,2
Ag
ppm
216
3,4
0,2
0,1
200,0
0,1
0,5
16,7
9,1
96,1
Ni
ppm
216
29,7
28,8
0,3
105,5
19,5
38,9
15,8
0,9
2,7
Co
ppm
216
16,7
15,0
1,0
161,0
10,0
19,0
14,0
6,0
54,3
Mn
ppm
216
1459,1
758,5
19,0
50000,0
526,5
1191,0
3748,7
10,6
132,4
Fe
%
216
4,8
3,8
1,2
35,6
3,1
5,0
4,0
5,0
32,0
As
ppm
216
194,1
26,0
6,0
3936,0
18,0
71,0
547,5
4,9
26,7
U
ppm
216
3,2
2,9
0,9
16,7
2,3
3,5
1,8
4,3
25,6
Th
ppm
216
11,1
11,1
2,4
22,7
9,1
12,9
3,4
0,4
0,8
Sr
ppm
216
136,6
121,0
20,0
520,0
93,5
164,0
67,0
1,6
4,7
Cd
ppm
216
0,9
0,3
0,1
61,6
0,2
0,4
4,4
12,4
168,5
Sb
ppm
216
56,6
3,9
0,8
4000,0
2,0
11,2
295,6
11,5
149,2
Bi
ppm
216
14,9
0,6
0,2
1306,1
0,5
1,7
94,8
12,2
162,7
V
ppm
216
94,9
97,5
19,0
192,0
70,0
122,5
37,9
0,0
-0,5
Ca
%
216
0,9
0,2
0,0
14,6
0,1
0,4
2,5
4,0
15,8
P
%
216
0,1
0,1
0,0
0,2
0,0
0,1
0,0
2,2
6,8
La
ppm
216
35,7
35,0
6,2
95,7
27,3
42,2
12,8
0,7
1,8
Cr
ppm
216
54,4
55,1
5,8
114,7
38,0
71,8
24,5
0,0
-0,5
Mg
%
216
0,7
0,6
0,0
3,1
0,4
0,9
0,4
1,7
5,1
Ba
ppm
216
407,1
398,0
4,0
1612,0
316,0
495,5
212,1
1,1
5,2
Ti
%
216
0,4
0,4
0,0
0,8
0,3
0,5
0,1
0,0
0,5
Al
%
216
7,1
7,3
0,8
13,7
6,2
8,2
2,1
-0,2
0,9
Na
%
216
1,0
0,9
0,1
3,4
0,5
1,3
0,7
1,3
1,5
K
ppm
216
1,6
1,6
0,3
3,2
1,2
1,9
0,6
0,2
0,2
W
ppm
216
2,3
1,3
0,3
39,2
1,0
2,1
4,1
6,5
47,7
Zr
ppm
216
90,8
88,1
17,3
333,2
74,3
103,2
33,9
2,7
15,2
Ce
ppm
216
75,5
73,0
13,0
201,0
56,5
95,0
27,6
0,6
1,3
Sn
ppm
216
9,6
3,1
1,0
147,6
2,3
6,5
20,6
4,5
21,6
Y
ppm
216
17,7
16,3
3,9
64,4
13,2
20,1
8,0
2,6
10,9
Nb
ppm
216
7,9
7,2
0,5
28,5
6,2
8,7
3,4
2,3
9,1
Ta
ppm
216
1,2
0,6
0,1
102,0
0,5
0,8
6,9
14,6
215,0
Be
ppm
216
3,3
2,0
1,0
102,0
1,0
2,0
11,8
8,3
68,1
-0,2
Sc
ppm
216
11,2
11,0
1,0
21,0
9,0
14,0
3,8
0,1
Li
ppm
216
46,8
46,4
3,0
183,4
32,6
57,7
21,7
1,5
6,9
Rb
ppm
216
85,8
86,8
14,1
183,2
65,4
106,2
32,6
0,2
0,0
Hf
ppm
216
3,4
3,2
0,6
12,8
2,7
3,7
1,4
3,2
17,7
Πηγή: e-Ecorisk Portugal team, 2007 - c
- 108 -
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο
Ελληνικές Περιοχές Μελέτης
Μεταλλεία Μικτών Θειούχων
5.1
Μεταλλευτικό Κέντρο Β.Α. Χαλκιδικής
5.1.1
Γενικά χαρακτηριστικά µεταλλευτικού κέντρου Β.Α. Χαλκιδικής
Η γεωλογική δοµή της Χαλκιδικής χαρακτηρίζεται από µοναδική
πολυπλοκότητα µε σηµαντικό επιστηµονικό ενδιαφέρον το οποίο εντείνεται εξαιτίας
του πλούσιου σε ορυκτές ύλες υπεδάφους που διαθέτει και οι οποίες από την
αρχαιότητα αποτέλεσαν και αποτελούν διαχρονικά αντικείµενο αξιοποίησης.
(Θεοδωρούδης, 2003).
Στην Β.Α. Χαλκιδική εντοπίζονται τα σηµαντικότερα κοιτάσµατα µολύβδου,
ψευδαργύρου, χαλκού, χρυσού, αργύρου και µαγγανίου της χώρας. Πλήθος αρχαίων
µεταλλευτικών έργων, πηγάδια, στοές, λαγούµια και σηµαντικές ποσότητες παλαιών
µεταλλουργικών εκκαµινεύσεων (σκουριές) απαντούν στην περιοχή και µαρτυρούν
τη διαχρονική εκµετάλλευση των µεταλλικών συγκεντρώσεων από την αρχαιότητα
έως σήµερα. (Θεοδωρούδης, 2003)
Στο µεταλλευτικό κέντρο της Β.Α. Χαλκιδικής περιλαµβάνονται οι εξής
περιοχές:
9 Το µεταλλείο Μαντέµ Λάκκος, Μαύρες Πέτρες και οι µεταλλευτικές
εγκαταστάσεις Στρατωνίου
9 Το µεταλλείο Ολυµπιάδας και οι µεταλλευτικές εγκαταστάσεις Ολυµπιάδας
9 Το κοίτασµα µαγγανίου του ∆.Μ. Βαρβάρας.
9 Το κοίτασµα µαγγανίου στην περιοχή Πιάβιτσα
(Θεοδωρούδης, 2003)
Το µεταλλευτικό κέντρο της Β.Α. Χαλκιδικής oπου λειτουργούν τα
ονοµαζόµενα µεταλλεία Κασσάνδρας, βρίσκεται στην επαρχία Αρναιάς και
περιλαµβάνει τους ∆ήµους Αρναιάς, Μεγάλης Παναγίας και Σταγειρών-Ακάνθου του
νοµού Χαλκιδικής της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας. (Καταφιώτη, 2008)
- 109 -
Σχήµα 5.1: Μεταλλευτική Περιοχή επαρχίας Αρναιάς (∆.Αρναιάς, ∆. Παναγίας και
∆. Σταγιρών – Ακάνθου)
Πηγή:[http://images.google.gr/imgres?imgurl=http://farm4.static.flickr.com/3611/366402255
3_4885f79c88_m.jpg&imgrefurl=http://antigoldgreece.wordpress.com/tag/%25CE%25BC%25CF%2580%25CE%25B1%25CE%25BD%25CE%25B1%25CE%25B3%25CE%25B9%
25CE%25B1/&usg=__Byg6OqtqlPypFt30HlnHGNfHbFY=&h=202&w=240&sz=31&hl=el&
start=9&um=1&tbnid=_bMF5HOskN0aJM:&tbnh=93&tbnw=110&prev=/images%3Fq%3D
%25CE%25A3%25CF%2584%25CE%25B1%25CE%25B3%25CE%25B5%25CE%25B9%2
5CF%2581%25CF%258E%25CE%25BD%25CE%2591%25CE%25BA%25CE%25AC%25CE%25BD%25CE%25B8%25CE%25BF
%25CF%2585%26hl%3Del%26sa%3DN%26um%3D1]
- 110 -
Σχήµα 5.2: Χάρτης θέσεων µεταλλείων Κασσάνδρας
Πηγή: Θεοδωρούδης, 2003
- 111 Λαµβάνοντας υπόψη την διεθνή µείωση της ζήτησης των µεταλλευµάτων
µαγγανίου και δεδοµένης της δυσχερούς εξέλιξης της µεταλλευτικής βιοµηχανίας της
περιοχής, δεν δίνονται περιθώρια πιθανής αξιοποίησης των αποθεµάτων µαγγανίου
της Χαλκιδικής τουλάχιστον βραχυχρόνια. Εποµένως θα εστιάσουµε στις
µεταλλευτικές περιοχές Στρατωνίου και Ολυµπιάδας όπου εντοπίζονται σηµαντικά
κοιτάσµατα µικτών θειούχων και χρυσού.
Σχήµα 5.3: Χάρτης θέσεων µεταλλείων Κασσάνδρας
Πηγή: Θεοδωρούδης, 2003
- 112 5.1.2
Τοπογραφικά Χαρακτηριστικά
Οι µεταλλευτικές εγκαταστάσεις Στρατωνίου και Ολυµπιάδας, εντοπίζονται
στο Β.Α. τµήµα της Χαλκιδικής (Μακεδονία, Βόρεια Ελλάδα), 100 km Ανατολικά
της πόλεως της Θεσσαλονίκης. (Meladiotis, 2002) & (AUTH, 2004)
Η Β.Α. Χαλκιδική είναι µία ηµιορεινή – ορεινή περιοχή, µε κύριο δοµικό
στοιχείο το Στρατωνικό όρος το οποίο αποτελεί τον ανατολικό κλάδο του όρους
Χολοµώντα και το οποίο µε διεύθυνση σχεδόν ∆Α απολήγει στην µεταξύ Στρατωνίου
– Ολυµπιάδας χερσόνησο Μπροστοµίτσα. (AUTH, 2006)
Τα µέγιστα υψόµετρα του Στρατωνικού όρους είναι τα υψόµετρα Κοντάρι
(918 m), Στρεµπενίκος (868 m), Τούρλα (832 m), Σπάθα (820 m). Η ηµιορεινή
περιοχή διασχίζεται από ένα καλά αναπτυγµένο, µε απότοµες πολλές φορές κλίσεις
πρανών υδρογραφικό δίκτυο δενδριτικής µορφής. Στις παράκτιες περιοχές του
Στρατωνίου και της Ολυµπιάδας, το ανάγλυφο είναι σηµαντικά ηπιότερο
(Θεοδωρούδης, 2003), (AUTH, 2006) & (AUTH, 2004)
Σχήµα 5.4: Υψηλότερες κορυφές και κυριότεροι ποταµοί στην περιοχή µελέτης
Πηγή: AUTH, 2006
- 113 5.1.3
Χλωρίδα – Πανίδα Περιοχής Μελέτης
Η φυτοκάλυψη της περιοχής είναι ιδιαίτερα πυκνή και οφείλεται στο ιδιαίτερο
βιοκλίµα της, του οποίου τα χαρακτηριστικά είναι η συγκέντρωση των
µετεωρολογικών κατακακρηµνισµάτων κατά τις περιόδους Φθινόπωρο, Χειµώνας και
Άνοιξη, µε µία παρατεταµένη έως σύντοµη ξηροθερµική περίοδο, κατά τη διάρκεια
του καλοκαιριού και τις αρχές του Φθινοπώρου. (Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997)
Το ποσοστό της δασοκάλυψης στο σύνολο της περιοχής µελέτης, είναι
ιδιαίτερα υψηλό 65,27% της συνολικής έκτασης. (Μαυρίδης Σ., 2003)
Κυριότερος δασοκτήµων στην περιοχή είναι το ελληνικό δηµόσιο, το οποίο
κατέχει το 81% των δασικών εκτάσεων. (Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997)
Η ανθρώπινη παρέµβαση δεν είναι ιδιαίτερα εµφανής αν εξαιρέσει κανείς τις
παραθαλάσσιες πεδινές εκτάσεις οι οποίες ειδικά στις βόρειες κοινότητες είναι
σηµαντικά διαταραγµένες από ανθρωπογενείς δραστηριότητες (Θεοδωρούδης, 2003)
Πίνακας 5.1: Μορφές Χρήσεων Γης στην Β.Α. Χαλκιδική (σε χιλ. στρέµµατα)
Επαρχία
Νοµός
Σύνολο
Χρήσεις Γης
Αρναιάς
Χαλκιδικής
Χώρας
∆άση & ∆ασικές Εκτάσεις
638,4
2020,5
65130,7
Βοσκότοποι
15,6
41,9
14272,2
Γεωργικές Καλλιέργειες
140,1
989,3
30542,4
Έκταση
3,59
45,51
1815670
Αστική
7,19
39,52
1193140
Ύδατα – Έλη
0
3,59
815,92
Βιοµηχανική Ζώνη
38,6
----
----
21,5
----
----
67,8
----
----
Γυµνή – Βραχώδης
Μεταλλευτική Ζώνη
Αποκλειστικής Χρήσης
Μεταλλευτική Ζώνη
Κύριας Χρήσης
Πηγή: Θεοδωρούδης, 2003
- 114 -
Σχήµα 5.5: ∆ορυφορική εικόνα Quickbird της περιοχής µελέτης Ολυµπίας
Πηγή: Astaras, 2005
- 115 -
Σχήµα 5.6: Χάρτης Χρήσεων Γης στην περιοχή µελέτης Ολυµπία
Πηγή: AUTH, 2005
- 116 -
Σχήµα 5.7: ∆ορυφορική εικόνα Quickbird της περιοχής µελέτης Στρατωνίου
Πηγή: Astaras, 2005
- 117 -
Σχήµα 5.8: Χάρτης Χρήσεων Γης στην περιοχή µελέτης Στρατωνίου
Πηγή: AUTH, 2005
- 118 Η µεγάλη ποικιλία των δασικών οικοσυστηµάτων, αναφέρεται σε δάση
φυλλοβόλων Οξιάς, Καστανιάς, ∆ρυός, δάση µικτών φυλλοβόλων µε Ιταµούς,
Σκλήθρα, Φλαµουριές κ.α., λίγα δάση κωνοφόρων και θαµνώδεις εκτάσεις που
καλύπτονται από αείφυλλα σκληρόφυλλα µε κυρίαρχη την αριά ή κοινώς
ονοµαζόµενο πουρνάρι (Quercus ilex) αλλά και σχίνα, κέδρα, κουµαριές καθώς και
φρυγανικά
είδη:
λαδανιές
(Cistus
sp.),
γαλατσίδες
(Euphorbia
sp.)
κ.α.
[http://www.minenv.gr/1/12/121/12103/viotopoi/g1270005.html] , (AUTH, 2006)
Χαρακτηριστική στο Στρατωνικό Όρος, είναι η εξάπλωση µέχρι τη θάλασσα
της
καστανιάς
(Castanea
sativa)
και
η
παρουσία
[http://www.minenv.gr/1/12/121/12103/viotopoi/g1270005.html]
της
&
οξιάς.
(Μαυρίδης,
2003)
Όσον αφορά στην πανίδα της περιοχής ενδεικτικά αναφέρεται η παρουσία των
παρακάτω
θηλαστικών:
Λύκος
(Canis
lupus),
Τσακάλι
(Canis
aureus),
Αγριογούρουνο (Sus scrofa), Ζαρκάδι (Capreolus capreolus), Βίδρα ( Lutra lutra) και
Αγριόγατα (Felis silvestris). (Μαυρίδης, 2003)
Αναφορικά µε την ορνιθοπανίδα, η περιοχή µελέτης φιλοξενεί ένα αρκετά
αξιόλογο αριθµό ειδών αρπακτικών πουλιών και στρουθιόµορφων. Ακόµη η περιοχή
φιλοξενεί αρκετά είδη από θαλασσοπούλια για τα οποία η αξία του θαλάσσιου
οικοσυστήµατος του Στρυµονικού για τροφοληψία είναι σηµαντική. Ενδεικτικά από
τα είδη της ορνιθοπανίδας που παρατηρούνται, αναφέρουµε τα: Φιδαετός (Circaetus
galicus),
Σαίνι
∆ρυοκολάπτες
(Accipiter
brevipes),
Dendrocopos
syriacus
Αετογερακίνα
και
(Buteo
Dendrocopus
rufinus),
leucotos,
και
τους
τα
θαλασσοπούλια Θαλασσοκόρακας, (Phalacrocorax aristotelis) Χειµωνογλάρονο
(Sterna scadvicensis) Μαυροκέφαλος, Γλάρος (Larus melanocephalus).
Σχετικά µε την πανίδα των αµφιβίων, στην περιοχή απαντώνται τα 8 από τα
17 είδη αµφιβίων που υπάρχουν στην Ελλάδα. µερικά από αυτά είναι η Σαλαµάνδρα
(Salamandra salamandra), τον Λοφιοφόρο Τρίτωνα (Triturus cristatus), τον
Χωµατόφρυνο (Bufo bufo), και τον Πηδοβάτραχο (Rana dalmatica).
(Μαυρίδης, 2003)
Τέλος στην περιοχή µελέτης εντοπίζονται 18 είδη ερπετών, από τα οποία τα
15 είδη απαντώνται στο Στρατωνικό Όρος. Μερικά από αυτά είναι: Πράσινη Σαύρα
(Lacerta trilineata), Λαφιάτης (Elaphe quatorlineata) και Νερόφιδο (Natrix natrix) που
είναι ενδηµικά υποείδη στον ελλαδικό χώρο. (Μαυρίδης, 2003)
- 119 5.1.4
Προστατευόµενες
Περιοχές
κοντά
στις
µεταλλευτικές
εγκαταστάσεις
Κοντά στις µεταλλευτικές εγκαταστάσεις του µεταλλευτικού κέντρου της ΒΑ
Χαλκιδικής εντοπίζονται πολλές περιοχές οι οποίες προστατεύονται από την τοπική
νοµοθεσία.
9 Ιερισσός
Στην περιοχή εκτείνονται τα ερείπια της αρχαίας πόλης Ακάνθου µε
τειχισµένη ακρόπολη κλασσικής και ελληνιστικής περιόδου, αρχαίο λιµενοβραχίονα
και
οικοδοµικά
λείψανα
ρωµαικής
παλαιοχριστιανικής,
βυζαντινής
και
µεταβυζαντινής περιόδου. Η Άκανθος πήρε το όνοµά της από τα πολλά αγκάθια της
περιοχής. Ήταν από τις ισχυρότερες πόλεις της Χαλκιδικής. Κατά την αρχαιότητα και
συγκεκριµένα το 168 π.Χ. την κατέλαβαν και την λεηλάτησαν οι Ρωµαίοι. Η πόλη
εµφανίστηκε και ονοµάστηκε Ερισσός – Ιερισσός.
Η Ιερισσός αποτελεί σήµερα εµπορο-αγροτικό και παραθεριστικό κέντρο της
περιοχής, µε µικρή βιοτεχνία ιδίως ειδών ψαρικής. Η γύρω περιοχή καλλιεργείται µε
σιτηρά, ελαιόδενδρα, αµπελοειδή και κηπευτικά.
Η περιοχή της Ιερισσού (έκταση 800 ha) έχει ενταχθεί στο υπάρχον θεσµικό
πλαίσιο ως αρχαιολογικός χώρος, Ιστορικός τόπος, Τοπίο ιδιαίτερου φυσικού
κάλλους και χώρος ειδική κρατικής προστασίας. (http://www.itia.ntua.gr/filotis/)
9 Όρος Στρατωνικό
Ο Στεµπενίκος είναι ένας δασωµένος κλάδος του όρους Χολοµώντας. Στην
περιοχή αυτή εµφανίζονται πολλοί τύποι βλάστησης. Τα πυκνά δάση που υπάρχουν
αποτελούνται από Castanea sativa, Quercus frainetto και είδη Fagus. Υπάρχουν
επίσης µεσογειακά µακκί (στο κατώτερο τµήµα) και πολλά απότοµα βράχια,
ιδιάιτερα κάτω στην ακτή.
Τα δάση που εµφανίζονται στην περιοχή είναι πολύ κατάλληλα για την
αναπαραγωγή αρπακτικών πτηνών. Η περιοχή δεν περιλαµβάνει χωριά ή γεωργικές
εκµεταλλεύσεις.
- 120 Οι ανθρώπινες δραστηριότητες περιλαµβάνουν δασοκοµία και κυνήγι.
Υπάρχουν ακόµη πολύ σηµαντικά µεταλλεία µέσα στην περιοχή (στην ανατολική
πλευρά, κοντά στην Ολυµπιάδα) (http://www.itia.ntua.gr/filotis/)
9 Όρος Χολοµώντας
Στην περιοχή αυτή βρίσκεται το δάσος του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου
Θεσσαλονίκης (Τµήµα ∆ασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος). Ο Χολοµώντας
αποτελείται από δασωµένους λόφους, µε ανοιχτή δοµή δάσους και µακκί. ∆εν
υπάρχουν ποτάµια ή λίµνες. Από γεωλογική άποψη ο Χολοµώντας ανήκει στη ΣερβοΜακεδονική µάζα και στην Περι-Ροδόπια ζώνη. Το κλίµα είναι το ίδιο µε τις περιοχές
της ενδοχώρας της Β Ελλάδας, δηλαδή ένας ενδιάµεσος τύπος κλίµατος µεταξύ του
µεσογειακού και του ηπειρωτικού. Τα µεγάλα υψόµετρα (πάνω από 900 m) ανήκουν
στην πολύ υγρή ζώνη, κατά τον χειµώνα, ενώ τα χαµηλότερα στην ξηρή, µε ήπιο
κλίµα κατά τον χειµώνα. Η ένωση του Fagion hellenicum είναι χωρίς την Abies
borisii-regis. Ένας κοινός τύπος ειδών σκληρού ξύλου στη ΒΑ Χαλκιδική είναι µια
µίξη της οξυάς µε τη δρυ και πιο σπάνια µε την καστανιά. Αυτά τα είδη εξαιτίας της
αντοχής και της ισχύος τους χρησιµοποιούνται για πολλά αντικείµενα, που ξεκινούν
από κιβώτια και φτάνουν ως και υλικά για την κατασκευή κτιρίων. Παρ' όλα αυτά η
κυριότερη χρήση τους είναι για τα µεταλλεία της περιοχής. Περισσότερα από δώδεκα
διαφορετικά σκληρόξυλα είδη απαντούν στην περιοχή και περιλαµβάνουν τα:
Carpinus orientalis, Ostrya carpinifolia, Tilia tomentosa, Acer campestre, Acer
pseudoplatanus, Rhus coriaria κ.λπ.
(http://www.minenv.gr/1/12/121/12103/viotopoi/g1270001.html)
Το νότιο τµήµα του όρους Χολοµών έχει υπερβοσκηθεί και παρουσιάζει
σηµαντικά προβλήτα διάβρωσης του εδάφους. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες επίσης
περιλαµβάνουν γεωργία, δασοπονία, κτηνοτροφία, κυνήγι. Ένα πυκνό οδικό δίκτυο
έχει αναπτυχθεί για να υπηρετήσει τις ανάγκες των πολυάριθµων χωριών και πολλά
εκτάρια έχουν αναδασωθεί µε Pinus nigra. (http://www.itia.ntua.gr/filotis/)
- 121 9 Στάγειρα (Ολυµπιάδα) και νησίδα Κάπρος
Η περιοχή έχει ενταχθεί στο υπάρχον θεσµικό πλαίσιο ως Τοπίο ιδιαίτερου φυσικού
κάλλους. Στο χωριό σήµερα εµφανίζονται υπολλείµµατα κλασσικών και µεσαιωνικών
οχυρώσεων εν µέσω µακκίας βλάστησης. Στη νησίδα Κάπρος, πάνω από το λιµάνι
σώζονται ίχνη µικρού οικισµού (http://www.itia.ntua.gr/filotis/)
9 Χαράδρα Κηπουρίστρα Στρατωνικού
Η χαράδρα αυτή εντοπίζεται στη Χαλκιδική δυτικά του παράλιου χώρου
Ολυµπιάδα και διασχίζεται από ένα µικρό ρέµα που είναιπαραπόταµος του ρέµατος
Μαυρόλακκος. Χαρακτηρίζεται από πυκνή υδρόβια βλάστηση µε πλατάνια, κλήθρα
και άλλα παρόµοια δένδρα, ενώ οι πλαγιές της καλύπτονται από επίσης πυκνό δάσος
που µεταξύ των άλλων περιλαµβάνει φλαµουριές και ιταµούς. Σ’ένα σηµείο της
χαράδρας εντοπίζεται µικρός καταρράκτης. Η περιοχή έχει ενταχθεί στο δίκτυο
Natura 2000. (http://www.itia.ntua.gr/filotis/)
9 Βουνά Αρβανίτης και Παϊβούνι, Ιερισσός
Βιότοπος έκτασης 3700 εκταρίων
- 122 Το µεγαλύτερο κοµµάτι των περιοχών µελέτης, (Περιοχές Στρατωνίου –
Ολυµπιάδας), έχει ενταχθεί στο ευρωπαϊκό δίκτυο Natura 2000 λόγω της υψηλής
οικολογικής και αισθητικής τους αξίας.
Σχήµα 5.9: Προστατευόµενες Περιοχές κοντά στις περιοχές µελέτης.
Πηγή: AUTH, 2005
- 123 5.1.5
Κλιµατικές – Μετεωρολογικές Συνθήκες
Το κλίµα της περιοχής είναι µεσογειακό ή µπορεί να θεωρηθεί και µεταβατικό
µεταξύ του µεσογειακού και του ηπειρωτικού και το µέσο ετήσιο ύψος βροχής (βάση
δασαρχείου Αρναιάς) υπολογίζεται στα 650 mm για την ηµιορεινή ζώνη και 600mm
για τις πεδινές περιοχές, ενώ βάση µετρήσεων του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου η
µέση ετήσια βροχόπτωση ανέρχεται στα 712mm. (AUTH, 2006) & (Καταφιώτη,
2008)
Σχήµα 5.10: Μετεωρολογικά ∆εδοµένα Σταθµού Αρναιάς (Περίοδος 19782001)
Πηγή: Καταφιώτη, 2008
Οι υγρότεροι µήνες είναι αυτοί του Νοεµβρίου, του ∆εκεµβρίου, του
Ιανουαρίου και του Φεβρουαρίου, µε το µέσο υψηλότερο ποσοστό σχετικής υγρασίας
να σηµειώνεται τον ∆εκέµβριο (86%) και οι ξηρότεροι µήνες αυτοί του Καλοκαιριού,
µε την µεγαλύτερη σε ύψος εξάτµιση να σηµειώνεται τον µήνα Ιούλιο (84 mm). Το
ύψος των βροχοπτώσεων είναι σηµαντικά αυξηµένο τους µήνες Νοέµβριο και
∆εκέµβριο 84 mm και 90 mm αντίστοιχα, ενώ το εύρος της θερµοκρασίας κατά την
διάρκεια του έτους κυµαίνεται από 2,6οC τον Ιανουάριο σε 22,9οC τον Ιούλιο.
- 124 -
5.1.6
Υδρολογική – Υδρογεωλογική Ανάλυση της Περιοχής Μελέτης
Η περιοχή µελέτης συγκροτείται από τις εξής υδρολογικές λεκάνες απορροής:
Υδρολογική λεκάνη Στρατωνίου
Υδρολογική λεκάνη Ολυµπιάδας
Ασπρόλακκα
Μπαξινάς Λάκκο
Κοκκινόλακα
Μπασδέκη Λάκκο
Μαυρόλακκα
Ξηρόλακκα
(Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997)
Πίνακας 5.2: Υδρολογικοί παράµετροι των υπολεκανών απορροής περιοχής
Ολυµπιάδας – Στρατωνίου - Πιάβιτσα
Υπολεκάνη
Έκταση
Μήκος
Μέση
Μέσο
Μέσα Ετήσια
Μέση
Μέση
Απορροής
Km2
Ρέµατος
Κλίση
Υψόµετρο
Κατακρηµνίσ-
Ετήσια
Ετήσια
(m)
µατα
Απορροή
Απορροή
(mm)
(m3)
(m3)
(Km)
Μαυρόλακκας
36
9,6
0,07
359
607
2.649.485
0,135
Ξηρόλακκας
5,5
5,5
0,11
200
580
414.700
0,135
(ορεινό τµήµα)
Μπασδέκι
9,2
6,8
0,13
401
615
763.830
0,135
Μπαξινά
19,3
6,4
0,13
405
615
1.411.425
0,13
Κοκκινόλακας
23,8
12
0,13
250
600
1.856.000
0,15
400
630
6.200.000
0,15
(ορεινό τµήµα)
0,16
(πεδινό τµήµα)
Ασπρόλακκας
65,3
13,5
0,10
(ορεινό τµήµα)
0,02
(πεδινό τµήµα)
Πηγή: Θεοδωρούδης, 2003
- 125 5.1.6.1 Υδρολογική λεκάνη Στρατωνίου
5.1.6.1.1
Ύπο-Λεκάνη απορροής Κοκκινόλακκα και Αλλουβιακή
λεκάνη Κοκκινόλακκα
Η ευρύτερη περιοχή Στρατωνίου υδρολογικά αποτελείται από την λεκάνη
Κοκκινόλακα (24 Km2) και την πεδινή περιοχή Στρατωνίου (2 Km2). Το µήκος της
λεκάνης είναι 12 m και το εύρος ποικίλει από 2,5-3,5 km. Η επιφανειακή απορροή
του Κοκκινόλακκα κατά την ξηρή περίοδο αρχίζει από τις αναβλύσεις που
εντοπίζονται στην κοίτη του ρέµατος σε ύψος 420m βόρεια της κοινότητας
Στρατωνίκης. Κατά την υγρή περίοδο, αναµένεται η απορροή να ξεκινά από
υψηλότερα τοπογραφικά σηµεία. (Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997, Α’Φάση) &
(Θεοδωρούδης, 2003)
Ο Κοκκινόλακκας, διέρχεται πάνω από τα µεταλλεία Μαύρες Πέτρες και
Μαντέµ Λακκος και πλησίον της δεξαµενής απόθεσης τέλµατος. Μετά από απόσταση
10 km συµβάλλει µε τον Ασπρόλακκα και συνεχίζει την διαδροµή του προς την
θάλασσα. Αρκετά άλλα µικρορέµατα (Βαθύλακκος, Ιάνοβος κλπ) που διέρχονται
πάνω από την µεταλλευτική περιοχή καταλήγουν στον Κοκκινόλακκα. Τα
περισσότερα από αυτά τα ρέµατα λειτουργούν ως χείµαρροι. Στον Κοκκινόλακκα
εκφορτίζονται νερά των στοών +323m και υγρά αστικά απόβλητα των κοινοτήτων
Στρατωνίου και Στρατωνίκης. (Θεοδωρούδης, 2003)
Η παροχή των νερών που ρέουν σήµερα στον Κοκκινόλακκα κυµαίνεται από 50-150
m3/hr και σε πληµµυρικές καταστάσεις φθάνει τα 1000 m3/hr ή και περισσότερο. Οι
συνολικές ετήσιες ποσότητες των επιφανειακών νερών ανέρχονται σε 0,8-1,2 106m3
που κατεισδύουν στη συνέχεια στα χαλαρά ιζήµατα της στενής, µήκους 5km
κοιλάδας Κοκκινόλακκα. Η στενή αυτή αλλουβιακή λεκάνη αρχίζει 1km νότια της
περιοχής του µεταλλείου Μαντέµ Λάκκος και φθάνει µέχρι τη συµβολή των ρεµάτων
Ασπρόλακκας – Κοκκινόλακκας. Το Βόρειο περιθώριο της έρχεται σε επαφή µε τους
αµφιβολίτες και το Νότιο γειτονεύει µε την συµβολή των ρεµάτων Κοκκινόλακκα –
Ασπρόλακκα, όπου µετά την συµβολή σχηµατίζεται η αλλουβιακή λεκάνη
Χιλανδρίου - Κάµπου (Θεοδωρούδης, 2003) & (Παπακωνσταντίνου κ.α., 1996)
- 126 5.1.6.1.2
Αλλουβιακή λεκάνη Στρατωνίου
Η αλλουβιακή λεκάνη Στρατωνίου έχει σχήµα V, καταλαµβάνει έκταση 1,6
km και η κοινότητα Στρατωνίου βρίσκεται στο Ανατολικό µέρος αυτής. Η δεξαµενή
απόθεσης τέλµατος του εργοστασίου εµπλουτισµού βρίσκεται στο δυτικό µέρος
κοντά στον υδροκρίτη µεταξύ της λεκάνης Στρατωνίου και του Κοκκινόλακκα.
(Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997, Τεύχος 6) & (Θεοδωρούδης, 2003)
5.1.6.1.3
Υπό-Λεκάνη απορροής Ασπρόλακκα
Η λεκάνη απορροής Ασπρόλακκα έχει πεπλατυσµένο σχήµα µε µήκος13,5 km εύρος
4,3-7 km και καταλαµβάνει έκταση 65,3 km Η µεση κλίση των ρεµάτων στον άνω
ρού είναι 10% και αντίστοιχα στον κάτω ρου γίνεται 2%. Οι πλευρές των ρεµάτων
είναι απότοµες και σε µερικές θέσεις οι κλίσεις τους φθάνουν το 60%-70% η και
παραπάνω. (Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997, Τεύχος 6) & (Θεοδωρούδης, 2003) & (AUTH,
2006)
5.1.6.1.4
Αλλουβιακή λεκάνη Χιλανδρίου – Κάµπου (Ασπρολακκας)
Στον κάτω ρού του Ασπρόλακκα και ιδιαίτερα µετά την συµβολή
Ασπρόλακκα – Κοκκινόλακκα µέχρι την ακτή αναπτύσσεται σε υψ. 0-40 m η
αλλουβιακή λεκάνη Χιλανδρίου – Κάµπου. Το µήκος της λεκάνης είναι 3 km Το
εύρος ποικίλει από 200-500 m (περιοχή Χιλανδρίου) και φθάνει τα 2,6 km στο
παράκτιο τµήµα της (περιοχή Κάµπου). Η έκταση της λεκάνης είναι 2,2 km2
(Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997, Τεύχος 6)
- 127 -
Σχήµα 5.11: Υδρολογικές λεκάνες Ασπρόλακκα και Κοκκινόλακκα
Πηγή: Θεοδωρούδης, 2003
- 128 -
Σχήµα 5.12: Χάρτης Υδατοπερατότητας λεκάνης Στρατωνίου
Πηγή: AUTH, 2006
- 129 5.1.6.2 Υδρολογική λεκάνη Ολυµπιάδας
Η υδρολογική λεκάνη Ολυµπιάδας (62 km2) όπως αναφέρθηκε και παραπάνω,
περιλαµβάνει τις υδρολογικές υπολεκάνες Μαυρόλακκα, Ξηρόλακκα, Μπασδέκι
Λάκκο, Μπαξινάς Λάκκο και την πεδινή περιοχή Ολυµπιάδας. (Θεοδωρούδης, 2003)
Κατά την χειµερινή περίοδο η επιφανειακή απορροή των ρεµάτων
Μαυρόλακκας και Μπασδέκι, λόγω κορεσµού του αλλουβιακού υδροφορέα φθάνει
µέχρι τη θάλασσα. Κατά την ξηρά περίοδο επιφανειακή απορροή παρουσιάζεται
µονάχα στο ρέµα Κηπουρίστας και στον Μαυρόλακκα. (Παπακωνσταντίνου, κ.α.,
1996)
Σχήµα 5.13: Γεωλογικός χάρτης και υδρογραφικό δίκτυο στην υδρολογική
λεκάνη Ολυµπιάδος
Πηγή: Βερανής, 2005
- 130 5.1.6.2.1
Υπο-Λεκάνη απορροής Μπαξινάς Λάκκος
Η λεκάνη Μπαξινά Λάκκου ατο χαµηλό τµήµα της (40- 120 m) έχει διεύθυνση από
τα νότια στα Βόρειακαι στην συνέχεια διακλαδίζεται σε δύο υδρογραφικά δίκτυα α)
Μπαξινάς ρέµα β) Τουρκόλακκος ρέµα (Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997, Τεύχος 6)
Οι άξονες των κυρίων ρεµάτωνσυµπίπτουν µε κατακόρυφα ρήγµατα γεγονός στο
οποίο οφείλεται και η απότοµη κλίση των πρανών. Το µήκος της λεκάνης απορροής
είναι 6,4 km, το εύρος είναι 2,5 km και η έκταση της είναι 19,3 km2. Η µέση κλίση
του ρέµατος είναι 13%. Το Μπαξινάς ρέµα λίγο έξω από την Ολυµπιάδα συµβάλλει
µε το Μπασδέκη ρέµα. (Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997, Τεύχος 6),
(ΙΓΜΕ, 2003) &
(AUTH, 2006)
5.1.6.2.2
Υπο-Λεκάνη απορροής Μπασδέκη Λάκκος
Η λεκάνη απορροής του Μπασδέκη Λάκκος είναι επιµήκης, µε διεύθυνση από
νοτιο-δυτικά στα βορειο-ανατολικά στον άνω ρου και µέχρι της εισόδου του ρέµατος
στην αλλουβιακή λεκάνη Ολυµπιάδος, οπότε ακολουθεί κατεύθυνση από δυτικά προς
τα ανατολικά µέχρι την ακτή. Το µήκος της λεκάνης είναι 6,8 km και το εύρος
ποικίλει από 400-1600 m. Η µέση κλίση του ρέµατος είναι 13% και η έκταση της
λεκάνης απορροής 9,2 km2. (Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997, Τεύχος 6) & (AUTH, 2006)
5.1.6.2.3
Υπο-Λεκάνη απορροής Μαυρόλακκου
Η λεκάνη απορροής Μαυρόλακκου, έχει πεπλατυσµένο χοανώδες σχήµα µε
µήκος 9,6 km, µέσο εύρος 4,5 km, και έκταση 36 km2. Η µέση κλίση του ρέµατος
είναι 7%. Ανάντη της δεξαµενής απόθεσης τέλµατος ο Μαυρόλακκας τροφοδοτείται
από ρέµατα τα σηµαντικότερα εκ των οποίων είναι ο Κηπουρίστας το Καλαµούδι κλπ
ενώ κατάντη της δεξαµενής απόθεσης τέλµατος, παροχετεύονται στον Μαυρόλακκα
τα νερά του µεταλλείου Ολυµπιάδος (Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997, Τεύχος 6) & (AUTH,
2006)
- 131 5.1.6.2.4
Υπο-Λεκάνη απορροής Ξηρόλακκου
Η λεκάνη απορροής του Ξηρόλακκου έχει επίµηκες σχήµα µε µήκος 5,5 km,
εύρος 0,4-1,0 km, µέση κλίση ρέµατος 1,1% και έκταση 5,5 km2. Η κοίτη του
Ξηρόλακκα διέρχεται από την δεξαµενή απόθεσης τέλµατος και γι’αυτό έγινε
περεκτροπή της κοίτης του µε τσιµεντ-αύλακα προς τον Μαυρόλακκα. Ο
Ξηρόλακκας είναι χωρίς απορροή και λειτουργεί ως χείµαρρος (Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α.,
1997, Τεύχος 6), (ΙΓΜΕ, 2003) & (AUTH, 2006)
5.1.6.2.5
Αλλουβιακή λεκάνη Ολυµπιάδας
Η αλλουβιακή λεκάνη Ολυµπιάδας (υψόµετρο 0-40 m) εκτάσεως 1000
στρεµµάτων περιβάλλεται από ηµιορεινό ανάγλυφο (20-600 m) µε έντονες κλίσεις
και συνολική έκταση λεκάνης απορροής 72 km2. Στην αλλουβιακή λεκάνη
καταλήγουν ακτινωτά οι απορροές µεγάλων ρεµάτων (Μαυρόλακκος, Μπασδέκη,
Μπαξινά) Η βόρεια πλευρά οριοθετείται από το ρήγµα Ξηρόλακκα και στα νότια από
το ρήγµα Μπασδέκη Λάκκου. Η κοινότητα Ολυµπιάδος εντοπίζεται στο ΝοτιοΑνατολικό µέρος της περιοχής και σε απόσταση 1,5 km κατάντη των επιφανειακών
µεταλλευτικών εργασιών που αναπτύσσονται σε υψόµετρο 20-80 m. Η κοιλάδα
διασχίζεται από τρία κύρια υδρορέµατα που έχουν διεύθυνση άξονα απορροής από
δυτικά προς ανατολικά. (Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997, Τεύχος 6)
- 132 -
Σχήµα 5.14: Χάρτης Υδατοπερατότητας λεκάνης Ολυµπιάδας
Πηγή: AUTH, 2005
- 133 5.1.7
Μεταλλευτική δραστηριότητα
Η µεταλλευτική δραστηριότητα στην περιοχή χρονολογείται από τον 4ο π.Χ.
αιώνα γεγονός το οποίο επιβεβαιώνεται από την πληθώρα παλαιών µεταλλευτικών
έργων και σκουριών, οι οποίες αποτελούν προϊόντα εκκαµίνευσης σιδηροµαγγανίου
και θειούχων βασικών µετάλλων. (Βεράνης & Μελαδιώτης, 1996)
Το 1893 την διαχείριση των µεταλλείων ανέλαβε η εταιρεία «ΓάλλοΟθωµανική Α.Ε Μεταλλείων Κασσάνδρας» που αγόρασε τις µεταλλευτικές
ιδιοκτησίες της Βόρειας Χαλκιδικής και στην περιοχή εκµεταλλεύονταν κυρίως τα
µαγγανιούχα µεταλλεύµατα. (Μαυρίδης, 2003)
Το 1927 και 1928 τα παραπάνω µεταλλεία µε την έγκριση του Υπουργού
Εθνικής οικονοµίας µεταβιβάσθηκαν στην Α.Ε.Ε.Χ.Π.&Λ. (ιδιοκτησίας ΜποδοσάκηΑθανασιάδη) και έτσι δηµιουργήθηκε το Τµήµα Μεταλλείων της εταιρείας µε την
επωνυµία «Μεταλλεία Κασσάνδρας». Από τότε µέχρι το 1976 η Α.Ε.Ε.Χ.Π.&Λ. µε
την συνεχή επέκταση των µεταλλευτικών δικαιωµάτων της στην περιοχή απέκτησε
την κυριότητα σηµαντικού τµήµατος του ορυκτού πλούτου της Β.Α. Χαλκιδικής.
(Καταφιώτη, 2008)
Αρχικά η δραστηριότητα της εταιρείας επικεντρώθηκε στην εκµετάλλευση
του σιδηροπυρίτη, ενώ από το 1953 µε την λειτουργία των µεταλλείων Μαντέµ
Λάκκου, Μαύρων Πετρών και του µύλου του Στρατωνίου και τα µικτά θειούχα
κοιτάσµατα. (Μαυρίδης, 2003)
Το κοίτασµα θειούχων βασικών και πολύτιµων µετάλλων για την Ολυµπιάδα
εντοπίσθηκε κατά τα τέλη της δεκαετίας του 60, ενώ η δοκιµαστική εκµετάλλευση
ξεκίνησε το 1972. (Θεοδωρούδης, 2003)
Το 1976 προστέθηκε στις αρχικές µεταλλευτικές εγκαταστάσεις του
Στρατωνίου, των Μαύρων Πετρών και του Μαντέµ Λάκκου, η σύγχρονη µονάδα
εµπλουτισµού της Ολυµπιάδας µε δυνατότητα επεξεργασίας 50t/h και η λίµνη
απόθεσης
τελµάτων.
Το
συµπύκνωµα
πυρίτη
της
Ολυµπιάδας,
περιείχε
αρσενοπυρίτη, ο οποίος µε την σειρά του περιέχει χρυσό, αλλά η φύση του
κοιτάσµατος απαιτούσε ειδικά εργοστάσια και µεθόδους επεξεργασίας για να εξαχθεί
ο χρυσός και ακόµα πιο εξειδικευµένα εργοστάσια και µέθοδοι για να γίνει η
επεξεργασία περιβαλλοντικά ασφαλής. Καθώς η ΑΕΕΧΠ&Λ αδυνατούσε –υπό αυτές
της συνθήκες- να ανακτήσει το χρυσό, µπορούσε µόνο να πωλεί το συµπύκνωµα του
πυρίτη κατά µεγάλα φορτία από καιρού εις καιρόν σε ορισµένες εταιρείες εκτός
- 134 Ελλάδας, που είχαν τη δυνατότητα να το επεξεργαστούν. (Μαυρίδης, 2003) &
(ΜΕΤΒΑ Α.Ε., 1990)
Το χωριό Στρατώνι κατασκευάστηκε από την ΑΕΕΧΠ&Λ κοντά στις
µεταλλευτικές εγκαταστάσεις προκειµένου να εξυπηρετήσει και να ικανοποιήσει τις
ανάγκες των µεταλλωρύχων. (AUTH, 2006)
Η ανάκτηση του χρυσού από το µετάλλευµα της Ολυµπιάδας αποτέλεσε
αντικείµενο έρευνας τόσο από την ΑΕΕΧΠ&Λ όσο και από την ΜΕΤΒΑ Α.Ε.. Το
1987 η ΜΕΤΒΑ Α.Ε. προγραµµάτιζε την έναρξη των χωµατουργικών εργασιών για
την ανέγερση εργοστασίου χρυσού, που µαταιώθηκε έπειτα από τις αντιδράσεις των
κατοίκων της περιοχής. Η µη υλοποίηση του επενδυτικού σχεδίου της ΜΕΤΒΑ σε
συνδυασµό µε την πτώση των τιµών βασικών µετάλλων είχαν σαν αποτέλεσµα τα
«Μεταλλεία Κασσάνδρας», να περιέλθουν σε δεινή οικονοµική κατάσταση.
(∆ηµητριάδης, 1996)
Οι µεταλλευτικές εγκαταστάσεις Στρατωνίου που συµπεριλαµβάνουν τις
εγκαταστάσεις Μαντέµ Λάκκου, των Μαύρων Πετρών και του µύλου του
Στρατωνίου, αγοράστηκαν από την TVX Hellas Α.Ε., θυγατρικής της γνωστής
Καναδικής εταιρείας TVX Gold Inc. το 1995 ως µέρος µιας µεγαλύτερης συµφωνίας
που περιλάµβανε το πρόγραµµα χρυσού της Ολυµπίαδας.(στα πλαίσια της ειδικής
εκκαθάρισης και έπειτα από πλειοδοτικό διαγωνισµό). (AUTH, 2006)
Κάτω από το ιδιοκτησιακό καθεστώς της TVX, πραγµατοποιήθηκαν εργασίες
ανακαίνισης του µύλου ενώ το µεταλλείο του Μαντέµ Λάκκου τέθηκε ξανά σε
λειτουργία. Η εξόρυξη ψευδαργύρου και µολύβδου ξεκίνησε τον Ιούλιο του 1996.
(AUTH, 2006)
Το επενδυτικό σχέδιο της TVX δεν κατέστη δυνατό να υλοποιηθεί εντός των
σχετικών χρονοδιαγραµµάτων. Αποτέλεσµα αυτού ήταν να υπογραφτεί στις 12
∆εκεµβρίου 2003
µεταξύ
αυτής
και
του Ελληνικού
∆ηµοσίου
σύµβαση
εξωδικαστικού συµβιβασµού, βάση της οποίας, το σύνολο της κυριότητας των
Μεταλλείων Κασσάνδρας περιήλθε ξανά στο Ελληνικό ∆ηµόσιο. (Καταφιώτη, 2008)
Τον Ιανουάριο του 2003 όλες οι µεταλλευτικές δραστηριότητες τόσο στην
Ολυµπία όσο και στην περιοχή του Στρατωνίου τερµατίστηκαν. Από τον Ιανουάριο
του 2004 το σύνολο των στοιχείων του ενεργητικού των µεταλλείων Κασσάνδρας
µεταβιβάστηκε στην Ελληνικός Χρυσός, και η εξορυκτική δραστηριότητα ξεκίνησε
ξανά. (AUTH, 2006)
- 135 5.1.8
Γεωλογικά Χαρακτηριστικά Περιοχής
Η περιοχή µελέτης δοµείται από κρυσταλλοσχιστώδη πετρώµατα της
Σερβοµακεδονικής Μάζας Προκάµβριας ηλικίας, τα οποία διαπερνώνται από ποικίλες
Μεσοζωικές και Καινοζωικές πυριγενείς διεισδύσεις. Οι κρυσταλλοσχιστώδεις
σχηµατισµοί της Σερβοµακεδονικής Μάζας εντάσσονται στην υποκείµενη σειρά των
Κερδυλίων που εκτείνεται στα Βορειοανατολικά και στην τεκτονικά υπερκείµενη
σειρά του Βερτίσκου που εκτείνεται δυτικά και νότια. Το όριο µεταξύ των δύο
σειρών Κερδυλίων – Βερτίσκου τοποθετείται κατά µήκος του ρήγµατος Στρατωνίου –
Πιάβιτσας – Βαρβάρας. (Βεράνης, 1994)
Σχήµα 5.15: Γεωλογικός Χάρτης Β.Α. Χαλκιδικής
Πηγή: Βεράνης, 1994
Τα πετρώµατα της Σερβοµακεδονικής Μάζας θεωρούνται από τα παλαιότερα
των ελληνικών πετρωµάτων, και η ηλικία τους ανάγεται στην προκάµβριο εποχή.
Λόγω της ηλικίας τους τα πετρώµατα έχουν δεχτεί την επίδραση και των δύο
- 136 βασικών ορογενετικών κύκλων, του Ερκύνιου και του Αλπικού µε αποτέλεσµα την
πολυµεταµόρφωση τους. Από τις γεωλογικές αυτές διαδικασίες προέκυψε και η
πλούσια µεταλλοφορία της περιοχής. (Μαυρίδης, 2003)
Τόσο η περιοχή της Ολυµπιάδας όσο και η περιοχή του Στρατωνίου,
εντάσσονται γεωλογικά στον σχηµατισµό των Κερδυλίων. (ΙΓΜΕ, 2003)
Ο σχηµατισµός των Κερδυλίων συνίσταται εν γένει από βιοτιτικούς
γνεύσιους, οι οποίοι φέρουν πηγµατίτες, σπάνια αµφιβολίτες και αναπτύσσουν
ορίζοντες µαρµάρου. (Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997) & (AUTH, 2006)
Ενώ η σειρά Βερτίσκου, αποτελείται από ακολουθία µαρµαρυγιακών
γνεύσιων, σχιστολίθων και αµφιβολιτών, φέροντας επίσης σερπεντινικά λέπη, τα
οποία πιστεύεται ότι αντιπροσωπεύουν είτε Μεσοζωικά µέλη οφιολιθικού
συµπλέγµατος, είτε λείψανα της Παλαιοτηθύος. (Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997) & (ΙΓΜΕ,
2003).
Σχήµα 5.16: Απλουστευµένος Γεωλογικός Χάρτης µε λιθολογικές και µεταλλευτικές
πληροφορίες
Πηγή: AUTH, 2004 & Filippidis, 2004
- 137 -
Σχήµα 5.17: Γεωλογικός Χάρτης Περιοχής Μελέτης
Πηγή: AUTH, 2006
- 138 Αναλυτικότερα, οι κυριότεροι γεωλογικοί σχηµατισµοί στην ευρύτερη
περιοχή των Μεταλλείων Κασσάνδρας είναι:
9 Βιοτιτικός γνεύσιος: Περιέχει ως κύρια συστατικά, πλαγιόκλαστα,
χαλαζία, βιοτίτη, Κ-αστρίους,µοσχοβίτη, αµφίβολο, χλωρίτη, επίδοτο,
τιτανίτη, απατίτη, ζιρκόνιο
9 Κεροστιλβικός Γνεύσιος: Είναι σκοτεινότεφρος εώς πρασινωπός,
µεσόκκοκος
και
περιέχει
πλαγιόκλαστα,
χαλαζία,
πράσινη
κεροστίλβη, βιοτίτη κλπ
9 Πλαγιοκλαστικός µικροκλινικός γνεύσιος: Απαντάται στην περιοχή
µεταξύ Ζέπκου και Ολυµπιάδας.
9 Αµφιβολίτες: Είναι σκοτεινοπράσινοι ή µαύροι, λεπτόκοκκοι έως
µεσόκοκκοι και αποτελούνται από κεροστίλβη, πλαγιόκλαστο,
χαλαζία, ανθρακικά, τιτανίτη κλπ
9 Μάρµαρα: Αναπτύσσονται σε δύο ορίζοντες, τον ανώτερο και τον
κατώτερο. Ο κατώτερος είναι µάρµαρο γαλαζωπό ή λεπτό
χονδρόκοκκο,
παχυστρωµατώδες,
µε
ενστρώσεις
βιοτιτικού
κεροστιλβικού γνεύσιου και αµφιβολιτών. Στην περιοχή Μαντέµ
Λάκκου τέµνεται από τον γρανοδιορίτη Στρατωνίου. Επίσης φιλοξενεί
τα θειούχα κοιτάσµατα του Στρατωνίου και Ολυµπιάδας. Ο ανώτερος
έχει τα ίδια χαρακτηριστικά µε τον κατώτερο αλλά εκτείνεται κατά
µήκος της επαφής του σχηµατισµού Κερδυλίων µε αυτών του
Βερτίσκου. Στις περιοχές Πιάβιτσα και Γκαβάζι εντοπίζονται
σηµαντικά κοιτάσµατα µαγγανίου.
9 Πηγµατίτες – Απλίτες: Οι γνεύσιοι και τα µάρµαρα διακόπτονται από
δίκτυο
µεταπηγµατιτικών,
µετα-απλιτικών
φλεβών
και
από
παρεµβολές παρείσακτων κοιτών τοναλιτικού - γρανιτικού τύπου
9 Πλειστοκαινικές
αποθέσεις:
Απαντώνται
στα
υψηλότερα
µορφολογικά τµήµατα της περιοχής
9 Νεώτερες αποθέσεις: Πλειστοκενικής- Ολοκαινικής ηλικίας και
απαντώνται στην πεδινή περιοχή της Ολυµπιάδας.
9 Αλλουβιακά ιζήµατα: Χαλαρές αποθέσεις από αργίλους και
αµµοαργίλους
(Θεοδωρούδης, 2003) & (AUTH, 2006)
- 139 5.1.9
Σεισµικότητα Β.Α. Χαλκιδικής
Εξετάζοντας παράλληλα τη σεισµικότητα της περιοχής, προκύπτει ότι η
περιοχή έρευνας κατατάσσεται στην κατηγορία ΙV, ζώνη υψηλής επικινδυνότητας.
Στην ευρύτερη περιοχή εντοπίζονται ισχυρές τεκτονικές γραµµές, διαφόρων
διευθύνσεων, που συνδέονται άµεσα µε τους καταστροφικούς και ρηγµατογόνους
σεισµούς του εικοστού αιώνα και πιθανότατα µε την πλειονότητα των ιστορικών
επεισοδίων.
Ο υπό µελέτη χώρος βρίσκεται ανάµεσα σε δύο περιοχές µε µεγάλη
συγκέντρωση επίκεντρων σεισµικών δονήσεων, του Αγίου όρους και των λιµνών
Κορώνεια και Βόλβη.
(Μαυρίδης, 2003)
5.1.10 Κοιτασµατολογικά Στοιχεία
Η περιοχή της Β.Α. Χαλκιδικής παρουσιάζει έντονο κοιτασµατολογικό –
µεταλλευτικό ενδιαφέρον λόγω των µεγάλων κοιτασµάτων θειούχων βασικών και
πολύτιµων µετάλλων, των κοιτασµάτων µαγγανίου, αλλά και των πολλών
εµφανίσεων µεταλλικών κυρίως ορυκτών. Τα σηµαντικότερα κοιτάσµατα απαντούν
στο σχηµατισµό των Κερδυλίων, κατά µήκος του µεταλλοφόρου ρήγµατος
Στρατωνίου – Βαρβάρα, ενώ στο σχηµατισµό του Βερτίσκου απαντούν τα
πορφυριτικού τύπου χαλκού – χρυσού κοιτάσµατα των Σκουριών και Φυσώκας.
Πρόσφατα
µάλιστα, εντοπίστηκαν σηµαντικές µεταλλοφόρες
συγκεντρώσεις
πολύτιµων και βασικών µετάλλων στη ρηξιγενή περιοχή Βίνα – Παπάδες –
Στρεµπενίκος. (Θεοδωρούδης & Αρβανιτίδης, 1999)
- 140 5.1.11 Μεταλλεία Μαντέµ Λάκκος – Μαύρες Πέτρες
Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Στρατωνίου
Τα µεταλλεία Μαντέµ Λάκκος και Μαύρες Πέτρες είναι από τα παλαιότερα
µεταλλεία της Β.Α, Χαλκιδικής και η λειτουργία τους είναι ταυτισµένη µε την
ιστορία των µεταλλείων Κασσάνδρας, αλλά και
µε την ευρύτερη περιοχή των
Μαντεµοχωρίων. (Θεοδωρούδης, 2003)
Το µεταλλείο Μαντέµ Λάκκου – Μαύρων Πετρών βρίσκεται µεταξύ των
δηµοτικών διαµερισµάτων Στρατωνίου και Στρατωνίκης του ∆ήµου Σταγειρών
Ακάνθου του Ν. Χαλκιδικής. (Καταφιώτη, 2008)
Σχήµα 5.18: Γενική διάταξη των µεταλλευτικών εγκαταστάσεων Στρατωνίου
Πηγή: Θεοδωρούδης, 2003
- 141 -
Μεταλλευτικό Κέντρο
Β.Α. Χαλκιδικής
(Μεταλλεία Ολυµπιάδας
και Στρατωνίου)
Σχήµα 5.19: Άτλαντας ορυκτών πρώτων υλών Κεντρικής Μακεδονίας
Πηγή: ∆ιακάκης, 1994
- 142 5.1.11.2
Κοιτασµατολογικά Χαρακτηριστικά
Η µεταλλοφορία στα Μεταλλεία Μαντέµ Λάκκου – Μαύρων Πετρών
φιλοξενείται στον κατώτερο µαρµάρινο ορίζοντα, εντοπίζεται κατά µήκος αντικλίνων
µε άξονα Β∆ – ΝΑ διεύθυνσης και ακολουθεί το ρήγµα Στρατωνίου - Βαρβάρας µε
παράταξη Α-∆ και κλίση 30ο -55ο Ν. (Παπακωνσταντίνου κ.α., 1996), (Βεράνης,
2005) & (AUTH, 2006)
Η µεταλλοφορία στην περιοχή εξελίσσεται από τα ανώτερα προς τα κατώτερα
επίπεδα από µεταλλοφορία µαγγανιούχων οξειδίων (ανώτερα επίπεδα περιοχής
Μαύρων Πετρών), σε µεταλλοφορία µικτών θειούχων µεταλλευµάτων (ενδιάµεσα
επίπεδα περιοχής Μαύρων Πετρών και Μαντέµ Λάκκου) και τέλος σε µεταλλοφορία
µεταµόρφωσης εξ επαφής µικτών θειούχων µεταλλευµάτων και ακολούθως
σιδηροπυρίτη µέσα σε scarn πλούσιο σε ασβέστιο (κατώτερα επίπεδα περιοχής
Μαντέµ Λάκκου). (Θεοδωρούδης, 2003)
Οι τύποι µικτής θειούχου µεταλλοφορίας είναι η συµπαγής η διάσπαρτη της
µορφής
πλήρωσης
ανοιχτών
εγκοίλων,
τύπου
breccia
(δηλαδή
λατύπες
µεταλλεύµατος θειούχων ορυκτών και εξαλλοιωµένου απλίτη ή µαρµάρου,
προερχόµενη
από
ρηξιγενή
τεκτονική
δραστηριότητα
ή/και
φαινόµενα
καρστικοποίησης) και µεταλλοφορία µεταµόρφωσης επαφής (τύπου scarn µε γρανάτη
και επίδοτο). (Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997, Τεύχος 6) & (Θεοδωρούδης, 2003)
Η µικτή θειούχα µεταλλοφορία των Μεταλλείων Μαντέµ Λάκκου και
Μαύρων Πετρών συνίσταται κυρίως από σιδηροπυρίτη, γαληνίτη, σφαλερίτη, και
ακολουθούν
αρσενοπυρίτης,
τετραεδρίτης
χαλκοπυρίτης,
βουρνοτίτης,
µπουλανζερίτης, µαρκασίτης, πυρροτίνης, εναργίτης και άλλα δευτερεύοντα ορυκτά.
Μεταξύ των ορυκτών της στείρας παραγένεσης τα κυριότερα είναι ασβεστίτης,
σερικίτης, χαλαζίας και ροδοχρωσίτης. Απαντάται επίσης χρυσός, γενικώς
υποµικροσκοπικών διαστάσεων (<1µm) που επειδή δεν είναι άµεσα ανακτήσιµος µε
διάλυµα NaCN, χαρακτηρίζεται ως δυσκατέργαστος. (AUTH, 2006), (Θεοδωρούδης,
2003) & (Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997, Τεύχος 6)
- 143 5.1.11.3
Μεταλλευτικές
Εγκαταστάσεις
Μεταλλείων
Μαντέµ
Λάκκου – Μαύρων Πετρών - Στρατωνίου
Σχήµα 5.20: Θέσεις µεταλλευτικών εγκαταστάσεων Στρατωνίου
Πηγή: AUTH, 2006
9 Το Υπόγειο Μεταλλείο Μαύρων Πετρών, και το Υπόγειο Μεταλλείο Μαντέµ
Λάκκου. Στα µεταλλεία αυτά πραγµατοποιείται η εξόρυξη µικτών θειούχων
µεταλλευµάτων.
9 Το εργοστάσιο Στρατωνίου που περιλαµβάνει τις µονάδες εµπλουτισµού του
µεταλλεύµατος για την παραγωγή εµπορεύσιµων προϊόντων δηλαδή
συµπυκνωµάτων θειούχου µολύβδου (γαληνίτη) και θειούχου ψευδαργύρου
(σφαλερίτη) και την µονάδα εξουδετέρωσης των µικτών θειούχων
µεταλλευµάτων.
9 Τους χώρους απόθεσης στερεών καταλοίπων από την παραγωγή των
Μεταλλευτικών Εγκαταστάσεων Στρατωνίου (Μ.Ε.Σ.), στους οποίους
- 144 περιλαµβάνονται τα αναχώµατα Καρακόλι και Σεβαλιέ (χώροι απόθεσης
στερεών τελµάτων), σωρός απόθεσης στείρων εξόρυξης στο Καρακόλι, και οι
λίµνες Σεβαλιέ 1 και 2 (χώροι απόθεσης πολφού λεπτοµερών τελµάτων και
ιλύος εξουδετέρωσης). Στην ευρύτερη περιοχή των Μ.Ε.Σ., απαντούν και
παλαιοί, εκτός λειτουργίας, χώροι απόθεσης από την προγενέστερη
µεταλλευτική δραστηριότητα. (σωροί αποφρυγµάτων πυριτών, µαγγανιούχες
Σκωρίες κλπ)
9 Τις βοηθητικές εγκαταστάσεις στις οποίες περιλαµβάνονται οι δύο µονάδες
λιθογόµωσης των Μεταλλείων Μαύρων Πετρών και Μαντέµ Λάκκου, το
συγκρότηµα παραγωγής πεπιεσµένου αέρα, τα ηλεκτροφόρα ζεύγη, τα
συνεργεία συντήρησης, οι εγκαταστάσεις δικτύων πόσιµου και βιοµηχανικού
νερού, οι αποθήκες, τα γραφεία κλπ.
9 Τις εγκαταστάσεις φόρτωσης Στρατωνίου στις οποίες συµπεριλαµβάνονται οι
πλατείες αποθήκευσης θειούχων συµπυκνωµάτων µολύβδου και ψευδαργύρου
και οι εγκαταστάσεις φόρτωσής τους σε πλοία µε σύστηµα µεταφορικών
ταινιών καθώς και αποβάθρα φορτοεκφόρτωσης µικρών πλοίων.
Σχήµα 5.21: ∆ιάγραµµα ροής κύριων φάσεων – εργασιών Μεταλλευτικές
Εγκαταστάσεις Στρατωνίου
Πηγή: Θεοδωρούδης, 2003
- 145 Η µέθοδος εκµετάλλευσης που εφαρµόζεται από τα τέλη της δεκαετίας του 80
µέχρι σήµερα είναι η µέθοδος των λιθογοµόσεων. Μέχρι το 1980 εφαρµοζόταν η
µέθοδος µε κατακρήµνιση οροφής.
Το εξορυσσόµενο µετάλλευµα και τα στείρα, µεταφέρονται από τις υπόγειες
εγκαταστάσεις, στις εγκαταστάσεις Εµπλουτισµού του Στρατωνίου. Τα στείρα
µεταφέρονται και αποτίθενται στον ελεγχόµενο χώρο απόθεσης πλησίον του
αναχώµατος Καρακολίου.
Στο κύκλωµα εµπλουτισµού, το µετάλλευµα µετά από θραύση – λειοτρίβιση
και προσθήκη αντιδραστηρίων, υφίσταται διαφορική επίπλευση. Έτσι διαχωρίζονται
από το µετάλλευµα ως συµπυκνώµατα, τα περιεχόµενα ωφέλιµα µεταλλικά ορυκτά
του γαληνίτη και σφαλερίτη.
Τα συµπυκνώµατα µετά από πύκνωση και διήθηση, αποτίθενται σε ειδικά
διαµορφωµένη, στεγασµένη πλατεία στην εγκατάσταση της Σκάλας φόρτωσης, από
την οποία φορτώνονται σε πλοία και εξάγονται σε µεταλλουργίες του εξωτερικού.
Από το τέλµα εµπλουτισµού, αρχικά διαχωρίζεται το αδροµερές κλάσµα
(+44µm) που χρησιµοποιείται στα Μεταλλεία ως υλικό λιθογόµωσης, µετά από την
ανάµιξη του µε τσιµέντο και νερό. Το λεπτοµερές τέλµα αντλείται υπό µορφή πολφού
και αποτίθεται εναλλάξ στις δύο στεγανοποιηµένες λίµνες τελµάτων Σεβαλιέ. Εκεί τα
στερεά καθιζάνουν και το διαυγασµένο νερό ανακυκλώνεται στο εργοστάσιο
Εµπλουτισµού. Όταν οι λίµνες τελµάτων πληρωθούν, τα περιεχόµενα στερεά
αφήνονται να συµπυκνωθούν και µεταφέρονται στο χώρο απόθεσης στερεών
καταλοίπων, θέση Καρακόλι.
Τα υπόγεια νερά των µεταλλείων οδηγούνται επί 24ώρου βάσης, στη µονάδα
εξουδετέρωσης του Στρατωνίου. Εκεί µετά από εξουδετέρωση µε προσθήκη
υδρασβέστου, τα νερά διέρχονται από διάταξη πυκνωτών και στην συνέχεια η
διαυγής υπερροή, µε ποιότητα που ικανοποιεί υα ισχύοντα όρια διάθεσης σε φυσικό
αποδέκτη, διατίθενται στον όρµο του Στρατωνίου. Ο πολφός εξουδετέρωσης
αναµιγνύεται και συναποτίθεται µε το λεπτοµερές τέλµα του εµπλουτισµού στις
λίµνες Σεβαλιέ.
- 146 -
Σχήµα 5.22: Σεβαλιέ 1 και 2
Πηγή: AUTH, 2006
Σχήµα 5.23: Λίµνη τελµάτων Καρακόλι
Πηγή: AUTH, 2006
Σχήµα 5.24: Ξηρό υλικό απόθεσης στην λίµνη τελµάτων
Πηγή: AUTH, 2006
- 147 5.1.12 Μεταλλείο Ολυµπιάδας
Το µεταλλείο Ολυµπιάδας εντοπίζεται σε µικρή απόσταση δυτικά του ∆ηµοτικού
∆ιαµερίσµατος Ολυµπιάδας του ∆ήµου Σταγειρών – Ακάνθου του Νοµού
Χαλκιδικής.
Σχήµα 5.25: Θέσεις µεταλλευτικών εγκαταστάσεων Ολυµπιάδας
Πηγή: Θεοδωρούδης, 2003
5.1.12.2
Κοιτασµατολογικά Χαρακτηριστικά
Συγκρινόµενη η µεταλλοφορία της περιοχής του Στρατωνίου µε αυτή της
Ολυµπιάδας, διαπιστώνεται ότι γενικά έχουν τον ίδιο τύπο και την ίδια ορυκτολογική
σύσταση µε τη διαφορά, ότι αυτή του Στρατωνίου παρουσιάζει χαµηλότερη
συγκέντρωση σε As και Au, έχει ιστό πιο χονδροκρυσταλλικό και διαθέτει
µεταλλοφορία µεταµόρφωσης επαφής τύπου scarn.
- 148 -
5.1.12.3
Μεταλλευτικές Εγκαταστάσεις Ολυµπιάδας
9 Υπόγειο Μεταλλείο, βρίσκεται σε απόσταση 2 km ∆υτικά των ορίων της
Κοινότητας της Ολυµπιάδας
9 Εργοστάσιο Εµπλουτισµού, βρίσκεται 1,5 km Β του µεταλλείου Ολυµπιάδας.
Περιλαµβάνει τις επιφανειακές εγκαταστάσεις θραύσης του µεταλλευµατος,
λειοτρίβισης και επίπλευσης
9 Αποθήκευση – ∆ιαχείριση προϊόντων
9 Περιοχές απόθεσης των στείρων εκµετάλλευσης (Πλατεία Φιρέ)
9 Λίµνη απόθεσης των τελµάτων εµπλουτισµού του µεταλλεύµατος
9 Βοηθητικές εγκαταστάσεις
Σχήµα 5.26: ∆ιάγραµµα ροής κύριων φάσεων – εργασιών Μεταλλευτικές
Εγκαταστάσεις Ολυµπιάδας
Πηγή: Θεοδωρούδης, 2003
- 149 -
Σχήµα 5.27: ∆ορυφορική φωτογραφία Quickbird της Λίµνης τελµάτων
Ολυµπιάδας
Πηγή: AUTH, 2006
- 150 5.1.13 Μεταλλουργικά Απορρίµµατα (Σκουριές) της Β.Α. Χαλκιδικής
Αξίζει να συµπληρώσουµε ότι εστίες ρύπανσης σε βαρέα µέταλλα αποτελούν
και τα µεταλλουργικά απόβλητα (σκουριές) τα οποία βρίσκονται διάσπαρτα στη ΒΑ
Χαλκιδική.
Πρόκειται για τα υπολείµµατα της πυροµεταλλουργικής κατεργασίας των
µεταλλευµάτων που εξορύσσονταν και επεξεργάζονταν κατά το παρελθόν επί τόπου
ή κοντά στους χώρους εξόρυξης, όπου µεταφέρονταν για εκκαµίνευση. Σε ολόκληρη
την περιοχή της Β.Α. Χαλκιδικής παρά τις σηµαντικές ποσότητες σκουριών δεν έχουν
βρεθεί - διασωθεί καµίνια όπου γινόταν η πυροµεταλλουργική επεξεργασία. Ως
θερµαντικό αλλά και αναγωγικό µέσο χρησιµοποιούνταν ο ξυλάνθρακας γι’ αυτό και
τα µεταλλεύµατα µεταφέρονταν σε περιοχές πλούσιες σε ξυλεία και κοντά σε ρέµατα
µε συνεχή ροή νερού. (Καταφιώτη, 2008)
Η κατεργασία (εµπλουτισµός) και η πυροµεταλλουργική επεξεργασία των
µεταλλευµάτων ήταν ήδη γνωστά από τους αρχαίους έλληνες 4ος π.Χ. αιώνας, όπως
αποδεικνύεται από τα ευρήµατα του Λαυρίου και άλλων περιοχών και περιλαµβάνει :
9 Την εξόρυξη του µεταλλεύµατος
9 Τη θραύση και το διαχωρισµό των στείρων µε χειροδιαλλογή και την έκπλυση
του µεταλλεύµατος
9 Την καµινεία, όπου ετήκετο το µετάλλευµα και λαµβάνονταν το τηγµένο
µέταλλο.
Χρειάζεται να αναφερθεί ότι σε µεγάλες ποσότητες σκουριών κατά το
παρελθόν έχουν χρησιµοποιηθεί από τους κατοίκους της περιοχής για την επίστρωση
των χωµατόδροµων – δασικών δρόµων ως υλικό οδοποιίας αντιολισθητικό. Στον
πίνακα που ακολουθεί δίδονται πρόδροµα αποτελέσµατα χηµικών αναλύσεων λίγων
αντιπροσωπευτικών δειγµάτων από έξι θέσεις απόθεσης σκουριών. Μία πρώτη
εκτίµηση των γεωχηµικών µεγεθών επιτρέπει την άµεση σύνδεση των σκουριών µε
τις γνωστές µεταλλοφόρες συγκεντρώσεις της κάθε επιµέρους θέσης. Σε όλες
ανεξαιρέτως τις θέσεις οι σκουριές περιέχουν τοξικά στοιχεία, και ως εκ τούτου
πρέπει να θεωρηθούν ως εστίες ρύπανσης, να µελετηθούν λεπτοµερώς τα γεωχηµικά
χαρακτηριστικά και να προταθούν µέτρα αντιµετώπισης της ρύπανσης που πιθανώς
να προκαλούν. (Καταφιώτη, 2008)
- 151 Πίνακας 5.3: Χηµικές αναλύσεις µεταλλουργικών αποβλήτων
Πηγή: Θεοδωρούδης, 2003
Θέσεις αποθέσεων Σκουριών –Ποσοτικοποίηση
9 Στη θέση Εκκλησιαστικός Μύλος, νότια των Σταγειρών – Στρατονίκης στις
δυτικές παρυφές Του οµώνυµου ρέµατος υπάρχουν µεγάλες πσότητες
σκουριών που καλύπτουν δύο χώρους µε µήκος περίπου 500 m ο καθένας και
πλάτος περίπου 100-150 m και πάχος από 0 έως και 2-3 mm
9 Νότια του µεταλλείου της Πιάβιτσας περίπου 500 m από τις εγκαταστάσεις
εµπλουτισµού βρίσκονται δύο εκτεταµένοι σωροί σουριών διαστάσεων
περίπου 200 m έκαστος µε µικρό σχετικά πάχος
- 152 9 Στη θέση Άγιος ∆ηµήτριος δυτικά των Σταγειρών υπάρχει σχετικά µεγάλη
ποσότητα σκουριών, βόρεια του δρόµου Αρναιά –Σταγειρά στην ανατολική
πλευρά του ρέµατος, µε διαστάσεις 150χ50 m περίπου και πάχος έως 10 m
περίπου
9 Στη θέση Κηπουρίστα ρέµα δυτικά της Ολυµπιάδας κατά µήκος του ρέµατος
υπάρχουν επιµέρους σωροί σκουριών µικρού σχετικά εύρους (το µεγαλύτερο
µέρος έχει στρωθεί στους δρόµους)
9 Κατά µήκος του ρέµατος Μπαξινά κοντά στη λεκάνη και δυτικά της
Ολυµπιάδας υπάρχουν εκτεταµένες ποσότητες σκουριών σε δύο θέσεις και σε
εύρος περίπου 150χ300 m και πάχος κυµαινόµενο έως και 3 m
9 Μικρές ποσότητες σκουριών επίσης υπάρχουν πολύ κοντά στην επιφανειακή
εκσκαφή του πορφυριτικού κοιτάσµατος των Σκουριών της Μ. Παναγίας
9 Μεγάλες ποσότητες σκουριών υπάρχουν στη θέση Μαύρες Πέτρες και
Κοκκινόλακκας ανατολικά της Στρατονίκης, όπως ήδη έχει αναφερθεί.
Από µια πρώτη εκτίµηση των χηµικών αναλύσεων προκύπτει άµεσα η
σύνδεση των σκουριών µε τα ήδη γνωστά χαρακτηριστικά των µεταλλοφοριών της
περιοχής. Οι περιεκτικότητες, του Fe, Mn, Cu, Zn, Pb στις σκουριές οδηγούν στο
φυσικό συµπέρασµα ότι προέρχονται από εκκαµίνευση µεταλλευµάτων που
εξορύσσονταν κοντά στους χώρους απόθεσής τους. (Θεοδωρούδης, 2003)
- 153 5.1.14 Μεταλλείο (χαλκού-χρυσού) Σκουριών Μ.Παναγίας Ν. Χαλκιδικής
Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει για το µεταλλείο µικτών θειούχων Μ.
Παναγίας το οποίο παρουσιάζει χαλκοπυρητικά κοιτάσµατα πλούσια σε χρυσό.
Σηµαντική ιδιαιτερότητα της περιοχής αυτής αποτελούν οι ποσότητες σκουριών οι
οποίες εντπίζονται σε διάφορα σηµεία των µεταλλευτικών εγκαταστάσεων.
Απόβλητα δηλαδή καµινεύσεων τα οποία αποτελούν σηµαντική απειλή για το
περιβάλλον.
5.1.14.1 Εισαγωγή
Το
µεταλλείο
Σκουριών
δεν
παρουσιάζει
καµµία
µεταλλευτική
δραστηριότητα, έπειτα και από τις τελευταίες ερευνητικές εργασίες που
πραγµατοποιήθηκαν από την TVX την περίοδο 1990-1995. Το αποθεµατικό δυναµικό
του µεταλλείου ανέρχεται σε 230 εκ.τόνους µε µέση περιεκτικότητα σε Cu=0,52%,
Au=0,70 gr/tn και Ag=14 gr/tn. (∆ιακάκη, 2002)
5.1.14.2 Τοποθεσία, ιστορικό και ιδοκτησιακό καθεστώς
Το
µεταλλείο
Σκουριών
εντοπίζεται
Βόρειοανατολικώς
του
χωριού
Μ.Παναγίας και οφείλει το όνοµά του στη ύπαρξη αρχαίων καµινεύσεων (σκουριών)
που απλώνονται σε ένα τµήµα του. Αρχικά ο χώρος του µεταλλείου ανήκε στην
εταιρεία Μποδοσάκη, ενώ σήµερα το ιδιοκτησιακό καθεστώς το έχει η Καναδική
εταιρία TVX.
Η ιστορία του ανάγεται στην εποχή των Μακεδόνων, οι οποίοι εξορύσσοντας
µετάλλευµα χαλκού από το εκεί ηφαιστειακό πέτρωµα, έπερναν χαλκό και χρυσό µε
την µέθοδο της «Καµίνευσης». (∆ιακάκη, 2002)
5.1.14.3 Τεχνικά χαρακτηριστικά του µεταλλείου
Η αρχική εξόρυξη µεταλλεύµατος ξεκίνησε κατά την αρχαιότητα στην εποχή
των Μακεδόνων µε επιφανειακές εκσκαφές. Το εξορυγµένο µετάλλευµα από τον εκεί
εµφανιζόµενο τραχείτη, το έλιωναν στα καµίνια, όπου έπερναν το µέταλλο χαλκού
- 154 καθώς επίσης και χρυσό και άργυρο. Τα υπολείµµατα των καµινεύσεων αφήνονταν
στον ίδιο χώρο.
Στα νεότερα χρόνια, τόσο επί Μποδοσάκη, όσο και µε την TVX, δεν έγινε
καµία συστηµατική εξόρυξη µεταλλεύµατος, παρα µόνον ελάχιστες µικροποσότητες
για δοκιµαστικό εµπλουτισµό στις εγκαταστάσεις των µεταλλείων Ολυµπιάδας,
καθώς επίσης και δειγµατοληψίες γεωτρήσεων για χηµικές αναλύσεις. (∆ιακάκη,
2002)
5.1.14.4 Γεωλογικά – Κοιτασµατολογικά στοιχεία
Η περιοχή Σκουριών υπάγεται γεωλογικά στην σειρά Βερτίσκου της
Σερβοµακεδονικής Μάζας. Τα πετρώµατα που εµφανίζονται στην στενή περιοχή του
µεταλλείου είναι γνεύσιοι και µαρµαρυγιακοί σχιστόλιθοι, σε εναλλαγές µε
αµφιβολιτικούς
και
κρυσταλλοσχιστόδη
χλωριτικούς
πετρώµατα,
έχει
σχιστολίθους.
διεισδύσει
Μέσα
ένα
στα
παραπάνω
ηφαιστειακό
πέτρωµα
κυλινδρικής µορφής. Το πέτρωµα αυτό είναι τραχείτης ή γρανιτικός πορφυρίτης.
Φέρει εξωτερικά και µέχρι µεγάλου βάθους, έντονες υδροθερµικές εξαλλοιώσεις.
Επίσης το πέτρωµα αυτό παρουσιάζει έντονο κατακερµατισµό, που οφείλεται σε
πυκνό δίκτυο ρωγµών και ρηγµάτων. Σηµειώνεται ότι και τα µεταµορφωµένα
πετρώµατα γύρω από τον ηφαιστίτη, παρουσιάζουν τα ίδια χαρακτηριστικά.
Το κοίτασµα χαλκού των Σκουριών παρουσιάζει µία ζώνη οξείδωσης µε κύρια
ορυκτά τον αζουρίτη και µαλαχίτη, πάχους µέχρι 20 m και µέσης περιεκτικότητας σε
Cu= >1%. Ακολουθεί η ζώνη εµπλουτισµού πάχους από 3-9 µέτρα µε περικτικότητα
σε χαλκό από 2-22% και τέλος η ζώνη πρωτογενούς µεταλλοφορίας χαλκού που το
πάχος της φτάνει τα 800 m µε µεση περιεκτικότητα σε χαλκό 1%.
Στη ζώνη οξείδωσης εντοπίζονται τα ανθρακικά ορυκτά χαλκού, όπως ο
αζουρίτης και ο µαλαχίτης, ο κυπρίτης, ο λειµωνίτης και ο αιµατίτης.Στην πρωτογενή
ζώνη µεταλλοφορίας κυριαρχεί ο χαλκοπυρίτης και ακολουθούν ο σιδηροπυρίτης ο
βορνίτης και άλλα σύνδροµα σε µικρότερες ποσότητες µεταλλικά ορυκτά, όπως ο
µαγνητοπυρίτης και ο µολυβδαινίτης. (∆ιακάκη, 2002)
- 155 5.1.14.5 Μεταλλευτικά απόβλητα
Στο χώρο του µεταλλείου, όπως προαναφέρθηκε, εντοπίζονται σωροί αρχαίων
καµινεύσεων οι οποίοι καλύπτουν µια έκταση 10 στρεµµάτων περίπου µε συνολικό
όγκο 10000 m3 ή αλλιώς 30.000 τόνους.
5.1.14.6 Συνοπτικά
Το µεγάλο µεταλλευτικό δυναµικό στη θέση Σκουριές σ’ότι αφορά στην
µεταλλοφορία χαλκού, χρυσού και αργύρου, δηµιουργεί ασφαλώς όλες τις
προυποθέσεις για µία µακροχρόνια οικονοµική εκµετάλλευση του κοιτάσµατος,
γεγονός που θα συµβάλλει στην οικονοµική ανάπτυξη της περιοχής.
Τα υπάρχοντα ήδη εξορυχθέντα απόβλητα του πετρώµατος, µαζί µε τις
αρχαίες σκουριές δηµιουργούν έναν σχετικά µεγάλο µανδύα κάλυψης στον χώρο
αυτό, αλλά και κατ’ επέκταση στον ευρύτερο χώρο, στον οποίο µεταφέρονται µε την
βοήθεια των οµβρίων υδάτων, τα µεταλλοιόντα Είναι επίσης σίγουρο ότι µε την
επανέναρξη εκµετάλλευσης του κοιτάσµατος και την επι πλέον εξόρυξη µεγάλων
ποσοτήτων αποβλήτων λόγω επιφανειακής εκµετάλλευσης, η κατάσταση στον χώρο
του µεταλλείου θα δηµιουργήσει µεγαλύτερα προβλήµατα από τα ήδη υπάρχοντα
Για όλους τους παραπάνω λόγους θα πρέπει η εκµετάλλευση του κοιτάσµατος
χαλκού να γίνει κάτω από αυστηρές προδιαγραφές, όπως κάλυψη των αρχαίων
σκουριών, συγκέντρωση των εξορυχθέντων και αυτών που θα εξορυχθούν
αποβλήτων σε συγκεκριµένους ελεγχόµενους χώρους, προκειµένου να αποφευχθεί η
περαιτέρω ρύπανση της περιοχής. (∆ιακάκη, 2002)
- 156 5.1.15 Περιβαλλοντική κατάσταση Υδάτων ΒΑ Χαλκιδικής
5.1.15.1
Υδροχηµική Σύσταση Επιφανειακών και υπόγειων υδάτων
Η υδροχηµική σύσταση του νερού εξαρτάται από την λιθολογική,
ορυκτολογική σύσταση των πετρωµάτων µέσω των οποίων κινείται, τον χρόνο
παραµονής µέσα στα πετρώµατα αυτά, την ταχύτητα αναπλήρωσής του και από τις
εστίες ρύπανσης. Κατά την αντίδραση µεταξύ του νερού και των στερεών υλικών
(πετρώµατα, απόβλητα κλπ) το νερό εµπλουτίζεται στα χηµικά στοιχεία που
περιέχονται σ’αυτά. Οι διαδικασίες της µεταλλογένεσης, η παλαιά και η σύγχρονη
µεταλλευτική δραστηριότητα έχουν προκαλέσει υποβάθµιση της ποιότητας των
υπογείων υδάτων (Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997, Τεύχος 6), (Meladiotis & Veranis, 2002)
& (Θεοδωρούδης, 2003)
5.1.15.2
Λεκάνη απορροής Κοκκινόλακκα
Τµήµα Λοφώδους Ηµιορεινής ζώνης
Α) Επιφανειακά ύδατα Κοκκινόλακκα
Ο άνω ρους του Κοκκινόλακκα πριν την είσοδο του ποταµού στην
µεταλλευτική περιοχή, περιέχει χαµηλές συγκεντρώσεις σε θειικές ρίζες (SO4), βαρέα
µέταλλα και τοξικά στοιχεία. Στο σηµείο αυτό η υδροχηµική σύσταση είναι
αντιπροσωπευτική των επιφανειακών υδάτων της ηµιορεινής ζώνης στον άνω ρου του
Κοκκινόλακκα όπου τα επιφανειακά και υπόγεια νερά δεν έχουν ρυπανθεί από την
όξινη απορροή των µεταλλείων. (Θεοδωρούδης, 2003)
Στην θέση λίγο µετά το µεταλλείο του Μαντέµ Λάκκου και έπειτα από τις
αποθέσεις σιδηροµαγγανίου και το µεταλλείο Μαύρων Πετρών, παρατηρήθηκε σε
µελέτη που πραγµατοποιήθηκε το 1994-1996 από το ΙΓΜΕ αυξηµένη συγκέντρωση
σε SO4, Sb, As, Ca, Fe, Mg, Zn. . (Θεοδωρούδης, 2003) & (Meladiotis & Veranis,
2002)
Κατάντη της δεξαµενής απόθεσης τέλµατος στο Καρακόλι µετά από
περιόδους έντονων βροχοπτώσεων εντοπίζονται αναβλύσεις στην κοίτη του
Κοκκινόλακκα. Το νερό των αναβλύσεων έχει υψηλή αγωγιµότητα 5260-5960 µS/cm
και το σύνολο των εν διαλύσει αλάτων (TDS) κυµαίνεται στα 2090 – 7000 mg/L.
- 157 Κατάντη όλων των εστιών ρύπανσης παρατηρείται αυξηµένη συγκέντρωση στα: SO4,
Cl, NH4, Al, Ca, Fe, Pb, Mg, Mn, Ni, Zn. (Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997, Τεύχος 6)
Πίνακας 5.4: Υδροχηµική σύσταση επιφανειακών και υπόγειων υδάτων αλλουβιακής
λεκάνης Κοκκινόλακκα
Πηγή: Meladiotis & Veranis, 2002
Β) Υπόγεια ύδατα Κοκκινόλακκα
Πηγές και γεωτρήσεις κοινοτήτων Στρατωνίου - Στρατωνίκης
Η υδρευτική γεώτρηση δυτικά της δεξαµενής τέλµατος λεπτόκοκκου (περιοχή
chevalier) υλικού, χρησιµοποιείται για την ύδρευση της κοινότητας Στρατωνίου. Το
νερό της γεώτρησης περιέχει αυξηµένες συγκεντρώσεις σε θειικά ενώ περιοδικά
- 158 συγκεντρώσεις µαγγανίου οι οποίες ξεπερνούν τα καθορισµένα επιτρεπόµενα όρια.
Πιθανώς η γεώτρηση να βρίσκεται σε υδραυλική επικοινωνία µε τα ρυπασµένα ύδατα
του Κοκκινόλακκα (απέχει από την κοίτη 80m). Οι σηµερινές πηγές ύδρευσης της
Στρατονίκης, εντοπίζονται βόρεια του µεταλλείου των Μαύρων Πετρών σε
τοπογραφικά υψηλότερο επίπεδο από τη µεταλλοφόρο ζώνη και δεν επηρεάζονται
από τις µεταλλευτικές δραστηριότητες. (Meladiotis & Veranis, 2002)
5.1.15.3
Ύδατα µεταλλείων Μαύρες Πέτρες και Μαντέµ Λάκκου
Το κύριο χαρακτηριστικό των υδάτων των µεταλλείων Μαύρες Πέτρες και
Μαντέµ Λάκκου είναι η όξινη απορροή που προκύπτει λόγω οξείδωσης των θειούχων
ορυκτών και κύρια του σιδηροπυρίτη, µαγνητοπυρίτη. Το pH σε ορισµένα σηµεία
είναι πολύ όξινο και κυµαίνεται από 2,5-5,7. Τα νερά του µεταλλείου Μαύρες Πέτρες
µε ελεύθερη ροή µεταφέρονται στο µεταλλείο Μαντέµ Λάκκου απ’ όπου αντλούνται
και διοχετεύονται στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας που βρίσκονται στο χώρο του
εργοστασίου εµπλουτισµού. Η επεξεργασία των υδάτων γίνεται µε υδράσβεστο και
στην συνέχεια αυτά παροχετεύονται στην θάλασσα. Η µονάδα επεξεργασίας των
υδάτων αποβλήτων της εξορυκτικής δραστηριότητας λειτουργεί από το 1984. Την
περίοδο 1954-1983 τα νερά των µεταλλείων παροχετεύονταν στους υδάτινους
αποδέκτες (θάλασσα, Κοκκινόλακκος) δίχως καµία κατεργασία. Ακόµα και σήµερα
παρ’ όλο που έχουν ληφθεί µέτρα για την εξουδετέρωση των όξινων υδάτων των
µεταλλείων και την αποµάκρυνση των βαρέων µετάλλων και τοξικών στοιχείων, η
παροχή σε πληµµυρικές καταστάσεις υπερβαίνει τις δυνατότητες της µονάδας
εξουδετέρωσης µε αποτέλεσµα ανεπεξέργαστα ύδατα µεταλλείων καθώς και η
υπερχείλιση από την δεξαµενή απόθεσης τέλµατος Καρακόλι να παροχετεύονται στον
Κοκκινόλακκα. (Θεοδωρούδης, 2003)
- 159 -
Σχήµα 5.28: Εστίες ρύπανσης και θέσεις δειγµατοληψιών στη µεταλλευτική
περιοχή Στρατωνίου
Πηγή: Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α., 1997, Τεύχος 6
- 160 5.1.15.4
Νερά δεξαµενών απόθεσης τέλµατος
Η δεξαµενή απόθεσης τέλµατος του Στρατωνίου χαρακτηρίζεται από υψηλή
αγωγιµότητα. Το ph κυµαίνεται σε φυσιολογικά επίπεδα (από 7,4-7,6). Οι
υδροχηµικές αναλύσεις που πραγµατοποιήθηκαν στα πλαίσια του προγράµµατος eEcorisk δείχνουν αρκετά υψηλές συγκεντρώσεις στα µέταλλα Cu, Zn, Pb, As, Cd.
Αναλυτικότερα ο Pb κυµάνθηκε σε συγκεντρώσεις 10-15 φορές υψηλότερες από τα
επιτρεπόµενα όρια της EPA. Ο As 7-35 φορές παραπάνω από το επιτρεπόµενο όριο.
Το Cd και ο Zn παρουσίασαν συγκεντρώσεις οριακά υψηλότερες από το θεσπισµένο
όριο της EPA.
Πίνακας 5.5: Συγκεντρώσεις τοξικών µετάλλων και pH στην δεξαµενή τελµάτων
Στρατωνίου την περίοδο 2004
Πηγή: NTUA, 2005
- 161 Πίνακας 5.6: Συγκεντρώσεις τοξικών µετάλλων και του pH στην δεξαµενή τελµάτων
Στρατωνίου την ξηρή περίοδο 2005
Πηγή: NTUA, 2005
5.1.15.5
Τµήµα Αλλουβιακής λεκάνης Κοκκινόλακκα
Τα επιφανειακά νερά Κοκκινόλακκα κατεισδύουν εξ ολοκλήρου στα χαλαρά
ιζήµατα της αλλουβιακής λεκάνης και ρυπαίνουν τους υπόγειους υδροφορείς. Γενικά
τα επιφανειακά ύδατα του Κοκκινόλακκα είναι επιφορτισµένα µε βαρέα µέταλλα,
θειικές ρίζες και άλλα στοιχεία. (Cd, Fe, Mn, Ni, Zn, Na, Cl, Mg). Η ρύπανση που
οφείλεται στην όξινη απορροή των µεταλλείων Μαντέµ Λάκκου και Μαύρων Πετρών
καθιστά τα επιφανειακά και υπόγεια ύδατα της αλλουβιακής λεκάνης ακατάλληλα για
ύδρευση και άρδευση.
- 162 -
Σχήµα 5.29: Θέσεις δειγµατοληψιών
Πηγή: NTUA, 2007
- 163 5.1.15.6
Υδρολογική Λεκάνη Ολυµπιάδας
Υπολεκάνη Ρέµατος Μαυρόλακκα
Στον ποταµό Μαυρόλακκα µονάχα οι συγκεντρώσεις As παρουσιάζονται να
ξεπερνούν το όριο των 10 µg/L που ορίζεται από την οδηγία 98/83/EC περί πόσιµου
νερού. Την υγρή περίοδο (Ιανουάριος) καταγράφηκαν τιµές της τάξης των 25-45 µg/L
δηλαδή συγκεντρώσεις διπλάσιες µέχρι και τετραπλάσιες, ενώ την ξηρή περίοδο
(Αύγουστο) οι συγκεντρώσεις του As έφτασαν τα 53-60 µg/L δηλαδή πενταπλάσιες
έως και εξαπλάσιες από τα αποδεκτά όρια.
Πίνακας 5.7: Συγκεντρώσεις διαφόρων µετάλλων την υγρή και την ξηρή περίοδο σε
δίαφορες θέσεις του ποταµού Μαυρόλακκα
Πηγή: NTUA, 2007
- 164 -
Σχήµα 5.30: Θέσεις δειγµατοληψιών
Πηγή: NTUA, 2007
Όσον αφορά την λίµνη τελµάτων Ολυµπιάδας, τα εξορυκτικά απόβλητα
παρουσιάζουν υψηλές συγκεντρώσεις Pb, As. Η συγκέντρωση του As είναι σαράντα
φορές παραπάνω από τα όρια που έχει θεσπίσει η EPA, ενώ η συγκέντρωση του Pb
είναι 3-9 φορές υψηλότερη.
- 165 Πίνακας 5.8: Συγκεντρώσεις τοξικών µετάλλων και pH στην δεξαµενή τελµάτων
Ολυµπιάδας την ξηρή περίοδο 2005
Πηγή: NTUA, 2005
Πίνακας 5.9: Συγκεντρώσεις τοξικών µετάλλων και pH στην δεξαµενή τελµάτων
Ολυµπιάδας την περίοδο 2004
Πηγή: NTUA, 2005
- 166 5.2
Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Κίρκης
5.2.1
Ιστορικό των Μεταλλείων Κίρκης – Μεταλλείο Αγίου Φιλίππου
Η Κίρκη είναι ένα χωριό του νοµού Έβρου, 17 km Β-Β∆ της
Αλεξανδρούπολης. Βόρεια έως Βορειοδυτικά της Κίρκης υπάρχουν πολλές
µεταλλοφόρες εµφανίσεις, από τις οποίες οι πιο γνωστές εκτός από αυτή του Αγίου
Φιλίππου, είναι οι King Arthur, Αρµουτσούκ, Αχατκιόι, Επτάδενδρο, Αχλά Ταρλά
και Παγώνι Ράχη (Αρίκας κ.α., 2007 - α)
Η πρώτη ιδιωτική παραχώρηση δόθηκε µε Τουρκικό φιρµάνι το1880 και µετά
από την απελευθέρωση της Θράκης κρατικοποιήθηκε από το Ελληνικό ∆ηµόσιο. Στη
συνέχεια µεταβίβασε τα δικαιώµατα του στις Αγγλικές εταιρείες Thracian Union και
Thracian Mineral Products (1932 και 1934 αντίστοιχα) και δύο χρόνια αργότερα στην
Kirka Mines Ltd. Οι Άγγλοι µεταλλευτές πραγµατοποίησαν ερευνητικές –
µεταλλευτικές στοές 2000 m στις θέσεις Άγιος Φίλιππος, King Arthur και Aberdeen
µε παραγωγή µεταλλεύµατος 20.000 τόνων περίπου. (Κατιρτζογλου κ.α., 1982)
Το 1940 µε την πτώχευση των Αγγλικών εταιρειών δηµιουργείται εταιρεία
Ελληνο-Γερµανικών συµφερόντων µε την επωνυµία Thragische Bergwperks, που
πραγµατοποιεί εργασίες συντήρησης στα µεταλλευτικά έργα. Την περίοδο 1942-1944
η εταιρεία περιέρχεται σε Γερµανικό και Βουλγαρικό έλεγχο και πραγµατοποιούνται
νέα έργα στα οποία περιλαµβάνεται και το εργοστάσιο εµπλουτισµού καθώς και οι
γραµµές εναέριας µεταφοράς του µεταλλεύµατος που
διατηρούνται µέχρι και
σήµερα. Παρ’ όλα τα έργα µεταλλευτική δραστηριότητα την περίοδο αυτή δεν
παρατηρήθηκε. (Κατιρτζογλου κ.α., 1982)
Οι προσπάθειες της Αµερικανικής εταιρίας Mediteranean Mines στο διάστηµα
µεταξύ 1951-1953 και της Ελληνικής Τράπεζας Βιοµηχανικής Ανάπτυξης (ΕΤΒΑ)
την δεκαετία του 1960 να δηµιουργήσουν µεταλλευτική βιοµηχανία δεν
καρποφόρησαν. Το 1974 τα µεταλλευτικά δικαιώµατα µεταβιβάστηκαν στην Κίρκη
Μεταλλευτική ΕΠΕ όπου και έπειτα από τόσα χρόνια έθεσε σε λειτουργία το
µεταλλείο, την µονάδα εµπλουτισµού καθώς και το εναέριο σύστηµα µεταφοράς του
µεταλλεύµατος. Η ετήσια παραγωγή τα έτη 1975 και 1976, ανήλθε στους 40.000
τόνουςµεταλλεύµατος και 3.000 τόνους συµπυκνωµάτων γαληνίτη και σφαλερίτηβουρτσίτη. (Αρίκας κ.α., 2007 - α)
- 167 Έπειτα από την κατάρρευση του κεντρικού συστήµατος των στοών το 1977 οι
εργασίες σταµάτησαν το 1980. Στα µέσα της δεκαετίας του 1980 ξεκίνησαν
ερευνητικές εργασίες από το ΙΓΜΕ για τοιν εντοπισµό νέων µεταλλοφόρων
εµφανίσεων, µε αποθαρυντικά όµως αποτελέσµατα. Το 1989 η ίδια εταιρία απέκτησε
τα µεταλλευτικά δικαιώµατα της περιοχής. Οι ποσότητες και η ποιότητα του
µεταλλεύµατος από την επιφανειακή εξόρυξη περιορίσθηκαν αισθητά. Το φτωχό
αυτό µετάλλευµα µεταφερόταν µε φορτηγά στην µονάδα εµπλουτισµού. Τα σε πολύ
µεγαλύτερες ποσότητες στείρα εκµετάλλευσης αποτέθηκαν γύρω από το µεταλλείο.
Το επιφανειακό ορυχείο απέκτησε µε την πάροδο του χρόνου πολύ µεγάλες
διαστάσεις. Στο βαθύτερο µέρος της εκσκαφής συγκεντρώθηκαν και λίµνασαν
επιφανειακά νερά τα οποία παρά τις αντλήσεις δηµιουργούσαν µεγάλες δυσκολίες
στην εξόρυξη µε αποτέλεσµα να διακόπτονται συχνά οι εργασίες που οδήγησαν το
1997 οριστικά στην παύση της µεταλλευτικής δραστηριότητας. (Αρίκας κ.α., 2007 α)
Στο µεταλλείο Άγιος Φίλιππος εξορύχθηκαν συνολικά περίπου 200.000220.000
τόνοι
µεταλλεύµατος
που
υπέστη
επεξεργασία
στο
εργοστάσιο
εµπλουτισµού. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα σχετικά µικρό µεταλλευτικό έργο, το
οποίο όµως δηµιούργησε σηµαντικά περιβαλλοντικά προβλήµατα.
5.2.2
Ορυκτολογική σύσταση κοιτάσµατος µεταλλείου Αγίου Φιλίππου
Η µεταλλοφορία στο µεταλλείο Άγιος Φίλιππος είναι επιθερµικού τύπου και
περιορίζεται σε µία ζώνη ρηγµάτων µήκους περίπου 1500 m και πλάτους από µερικά
µέτρα έως 40 m.
Πρόκειται για µία ασυνήθιστη πολυµεταλλική µεταλλοφορία µε πάνω από 20
µεταλλικά ορυκτά. Η ιδιαιτερότητα έγκειται κυρίως στην παρουσία σπάνιων
θειοαλάτων που συνδυάζουν στο πλέγµα τους τα στοιχεία Pb, As, Bi χωρίς την
παρουσία Sb. (∆ήµου, 2005)
Τα διάφορα µεταλλικά ορυκτά που απαντώνται στην µεταλλοφορία,
αναφέρονται παρακάτω µε φθίνουσα σειρά συµµετοχής.
9 Σιδηροπυρίτης
9 Σφαλερίτης
9 Βουρτσίτης
9 Γαληνίτης
- 168 9 Κιρκιίτης
9 Ιορδανίτης
9 Τενναντίτης
9 Κοστερίτης
9 Χαλκοπυρίτης
9 Μαρκασίτης
9 Βισµουθινίτης
9 Κοζαλίτης
9 Εναργίτης και
9 Σελιγµανίττης
(∆ήµου, 2005)
Από τα ορυκτά που αναφέρθηκαν προέρχονται τα εξής εν µέρει τοξικά,
χηµικά στοιχεία: Fe, Zn, Pb, Cu, As, Cd, Sb, Bi και φυσικά άφθονο θείο. Πρέπει να
σηµειωθεί ότι το Αρσενικό συµµετέχει σε πολλά µεταλλικά ορυκτά και ανήκει έτσι
µαζί µε τον ψευδάργυρο, τον µόλυβδο και το χαλκό στα κύρια χηµικά στοιχεία του
κοιτάσµατος και των µεταλλευτικών συµπυκνωµάτων και τελµάτων. Αναλύσεις που
πραγµατοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια λειτουργίας του εργοστασίου εµπλουτισµού,
έδειξαν σε συµπύκνωµα Cu περιεκτικότητα As µέχρι 11,3% κ.β. Το δεύτερο πολύ
τοξικό στοιχείο το κάδµιο Cd, συµµετέχει στην σύνθεση των κύριων µεταλλικών
ορυκτών του σφαλερίτη και ιδιαίτερα του βουρτσίτη. Η περιεκτικότητα του Cd στον
βουρτσίτη του Αγίου Φιλίππου βρέθηκε 1,3% κ.β. (Αρίκας κ.α., 2007 - α)
5.2.3
Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Αγίου Φιλίππου
Οι µεταλλευτικές εγκαταστάσεις αποτελούνται από τα κτήρια του
εργοστασίου εµπλουτισµού, τις λίµνες τελµάτων, αποθήκες χηµεία, το εργοστάσιο
παραγωγής ηλεκτρικού ρεύµατος, γραφεία και κατοικίες υπαλληλικού προσωπικού.
Το συγκρότηµα του εργοστασίου εµπλουτισµού αποτελείται από:
9 Την πλατφόρµα εκφόρτωσης του µεταλλεύµατος από τα βαγονέτα του
εναέριου σιδηροδρόµου και το κτήριο θραύσης και λειοτρίβισης του
µεταλλεύµατος. Το θραυσµένο µετάλλευµα µεταφερόταν µε ταινία
κατά µήκος µιας κλειστής γέφυρας στον επάνω όροφο του δευτέρου
κτηρίου για την λειοτρίβισή του.
- 169 9 Το τµήµα εµπλουτισµού του µεταλλεύµατος µε τη µέθοδο της
επίπλευσης.
Στους
δύο
χαµηλότερους
ορόφους
του
κτιρίου
εντοπίζονται ακόµη τα υπολείµµατα 40 κυψελών επίπλευσης (20 σε
κάθε όροφο)
Σχήµα 5.31: Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Αγίου Φιλίππου – Κίρκης. B1-B6: λίµνες
τελµάτων, 1-2: εργοστάσιο εµπλουτισµού, 3: εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής
ενέργειας, 4: χηµείο, 5: αποθήκες
Πηγή: Αρίκας κ.α., 2007
Για τον εµπλουτισµό των µεταλλικών ορυκτών χρησιµοποιούνταν διάφορα
χηµικά αντιδραστήρια για τη ρύθµιση των φυσικών ιδιοτήτων (καταβύθισης,
επίπλευσης) των διαφόρων ορυκτών του µεταλλεύµατος όπως καυστικό νάτριο,
θειούχο νάτριο, θειικός ψευδάργυρος, και κυανιούχο νάτριο. Όλες οι παραπάνω
χηµικές ουσίες, µε περισσότερο σηµαντικό το άκρως δηλητηριώδες κυανιούχο
νάτριο, βρίσκονταν στον πολφό που διοχετεύονταν στις λίµνες απόθεσης µετά την
ανάκτηση των µεταλλικών συµπυκνωµάτων. (Αρίκας κ.α., 2007 - α)
- 170 Λίµνες εναπόθεσης των µεταλλευτικών τελµάτων
Στα πρώτα χρόνια µετά την έναρξη των µεταλλευτικών δραστηριοτήτων, τα
απόβλητα από τον εµπλουτισµό µεταλλευµάτων τοποθετούνταν σε έναν επίπεδο
χώρο περίπου 200 m νοτιοανατολικά του εργοστασίου, δίπλα στον ποταµό Ειρήνη.
Αργότερα κατά την δεύτερη περίοδο των εργασιών (1990-1997), ο πολφός των
τελµάτων από το εργοστάσιο διοχετευόταν σε λίµνες απόθεσης. Κατασκευάστηκαν
συνολικά έξι κυκλικές έως ελλειψοειδείς λεκάνες διαµέτρου 50-150 m (συνολικής
έκτασης 27.000 m2). Οι δύο µάλιστα (Β1 και Β4) εντοπίζονται δίπλα στο ρέµα
Κιρκάλων, 300 και 100 m αντίστοιχα πριν την εκβολή του στον ποταµό Ειρήνη.
Αξιοσηµείωτη είναι επίσης η περίπτωση της έκτης λεκάνης µέσα στο χώρο της
προηγούµενης αυθαίρετης εναπόθεσης των αποβλήτων για την οποία αναφερθήκαµε
παραπάνω. Μέρη των τοιχωµάτων της ψευτολεκάνης αυτής, που ουσιαστικά
αποτελούνταν από το υλικό παλαιοτέρων αποβλήτων, έχουν ήδη παρασυρθεί από τα
βρόχινα νερά. (Αρίκας κ.α., 2007 - α)
Τα τοιχώµατα των λεκανών αποτελούνται από το υλικό αναχωµάτωσης του
αυτόχθονου εδάφους-πετρώµατος. Για τη στεγανότητα τους, που αποτελεί ιδιαίτερα
σηµαντικό γεγονός, δεν ελήφθησαν ποτέ ούτε τα στοιχειώδη µέτρα, όπως η χρήση
στεγανών αργιλικών υλικών ή γεωµεµβράνης. Αξίζει να σηµειωθεί ότι η περιοχή
αποτελείται από κροκαλοπαγή πετρώµατα µε χαλαρή αδροκοκκώδη ψαµµιτική
συνδετική ύλη, δηλαδή υλικά που είναι αδύνατον να στεγανοποιήσουν τα τοιχώµατα
και τον πυθµένα των λεκανών. (Αρίκας κ.α., 2007 - α)
Κατά διαστήµατα έγιναν ανυψώσεις των τοιχωµάτων κατά τον ευκολότερο
τρόπο, δηλαδή µε το υλικό αυτών των ίδιων των τελµάτων. Τα τοιχώµατα λοιπόν αντί
να αποµονώνουν τα τέλµατα αποτέλεσαν πρόσθετη πηγή εκποµπής τοξικών
στοιχείων. Τα ανυψωµένα τµήµατα των τοιχωµάτων, διακρίνονται ευκολότερα από
τα χαρακτηριστικά ξασπρίσµατα λόγω του σχηµατισµού θειικών αλάτων. Επίσης
πρέπει να τονιστεί πως οι εξωτερικές πλευρές των τοιχωµάτων τριών λεκανών (Β1,
Β3 και Β4) έχουν µεγάλη κλίση προς το ρέµα των Κιρκάλων και παρουσιάζουν
εµφανείς αυλακώσεις διάβρωσης και άλλα σηµεία που διευκολύνουν τη διαρροή των
µεταλλοφόρων τοξικών αποβλήτων. Είναι πιθανό µία έντονη βροχόπτωση να
παρασύρει και αυτά τα ψευτοτοιχώµατα ώστε να ολοκληρωθεί η ελεύθερη ροή των
αποβλήτων στο ρέµα των Κιρκάλων και στην συνέχεια στον ποταµό Ειρήνη. (Αρίκας
κ.α., 2007 - α)
- 171 5.2.4
Περιβαλλοντική εκτίµηση της κατάστασης των εδαφών
5.2.4.1 Γεωχηµεία των εδαφών της άµεσης περιοχής του εργοστασίου
Όσον αφορά την χηµική σύσταση από τα εδάφη των µεταλλευτικών
εγκαταστάσεων, παρατηρείται σηµαντική διακύµανση. Σχεδόν σε όλες τις περιοχές
µελέτης τα εδάφη βρέθηκαν επιβαρηµένα µε µέταλλα και µε εξαίρεση τις περιοχές F7
και F15 που διακρίνονται στο παρακάτω σχήµα, παρουσιάζουν περιεκτικότητες σε
Pb, Zn, Cu, As και Cd της τάξης των µεταλλευτικών τελµάτων.
Σχήµα 5.32: Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Αγίου Φιλίππου – Κίρκης. Θέσεις
δειγµατοληψιών εδάφους
Πηγή: Αρίκας κ.α., 2007 - β
Τα περισσότερα σηµεία µελέτης παρουσίασαν συγκεντρώσεις µολύβδου και
ψευδαργύρου άνω των 5000 ppm, ενώ σε ορισµένα σηµεία δίπλα από το εργοστάσιο
οι περιεκτικότητες σε Pb, Zn, Cu, As ια Cd ανέρχονται έως και 33362, 40015, 2522,
1732 και 293 ppm αντίστοιχα. Οι τιµές αυτές είναι αντίστοιχα 1850, 555, 115, 110
και 1450 φορές ανώτερες από αυτές των µη επιβαρυµένων εδαφών και ιζηµάτων. Οι
- 172 υψηλότερες τιµές σηµειώθηκαν στην περιοχή F11 όπου το έδαφος παρουσιάζεται
αισθητά επηρεασµένο από το υλικό των µεταλλοφόρων συµπυκνωµάτων που είναι
διασκορπισµένο πλησίον της.
Πίνακας 5.10: Χηµικές αναλύσεις δειγµάτων από την επιφάνεια του εδάφους
στην περιοχή του εργοστασίου
Πηγή: Αρίκας κ.α., 2007 - β
Επίσης παρατηρείται ότι η ανώτερη τιµή σε Pb (και Cu, και As) µετρήθηκε σε
δείγµα βάθους 25-45 cm, ενώ την µεγαλύτερη περιεκτικότητα σε Zn (και Cd)
παρουσιάζει το επιφανειακό δείγµα της τοµής. Η ασύµµετρη αυτή αναλογία
µολύβδου-ψευδαργύρου οφείλεται µάλλον σε κατά διαστήµατα αλλαγές σύστασης
του εξορυχθέντος µεταλλεύµατος, οι οποίες αντικατοπτρίζονται στην παραγωγή των
µεταλλευτικών συµπυκνωµάτων και τελµάτων που επιβαρύνουν το έδαφος της
περιοχής του εργοστασίου. (Αρίκας κ.α., 2007 - β)
- 173 5.2.4.2 Γεωχηµεία καλλιεργήσιµων εδαφών περιφερειακά της περιοχής
του εργοστασίου
Γενικά τα µελετώµενα εδάφη παρουσιάζονται ελαφρώς επηρεασµένα από τις
αέριες µεταφορές και οι τιµές του Pb, Zn και Cd υπερβαίνουν έως 7, 4 και 8 φορές
αντίστοιχα τις οριακές. Υψηλές συγκεντρώσεις εµφανίστηκαν στο δείγµα F17 µε τις
συγκεντρώσεις Pb, Zn και Cd να ξεπερνούν κατά 29, 14 και 38 φορές τις οριακές
τιµές. Αντιθέτως στα F 21-23, οι συγκεντρώσεις σε όλα τα µεταλλικά στοιχεία
υπολογίστηκαν σε χαµηλά επίπεδα.
Πίνακας 5.11: Χηµικές αναλύσεις δειγµάτων από την επιφάνεια καλλιεργήσιµων
εδαφών περιφερειακά της περιοχής του εργοστασίου
Πηγή: Αρίκας κ.α., 2007 - β
5.2.4.3 Γεωχηµεία ιζηµάτων κατά µήκος του ποταµού Ειρήνη µέχρι το
Θρακικό Πέλαγος
Γενικά στις περιοχές αυτές οι τιµές των µεταλλικών στοιχείων ήταν
πολλαπλάσιες των οριακών. Η συγκέντρωση του Zn στα περισσότερα µελετώµενα
σηµεία εµφανίστηκε µεγαλύτερη των 2000 ppm και ανερχόταν έως και τα 6000 ppm.
Οι περιεκτικότητες αυτές είναι αντίστοιχα 30 έως και 85 φορές µεγαλύτερες από την
οριακή τιµή. Την µεγαλύτερη επιβάρυνση παρουσιάζει το κάδµιο, οι τιµές
- 174 συγκέντρωσης του οποίου υπολογίστηκαν 50-100 φορές υψηλότερες των επιθυµητών
ορίων. Τέλος και οι συγκεντρώσεις σε Pb, Cu και As βρίσκονται σε σηµαντικά υψηλά
επίπεδα (40, 8 και 3 φορές πάνω από τα όρια)
Πίνακας 5.12: Χηµικές αναλύσεις των χαλαρών ιζηµάτων του ποταµού Ειρήνη από
την περιοχή του εργοστασίου µέχρι την εκβολή του στο Θρακικό Πέλαγος
Πηγή: Αρίκας κ.α., 2007 - β
Ιδιαίτερα σηµαντικό είναι το γεγονός πως οι περιεκτικότητες των τοξικών
αυτών ουσιών διπλασιάζονται ή και τριπλασιάζονται στο αργιλικό κλάσµα των ίδιων
δειγµάτων. Η περιεκτικότητα σε Zn ανέρχεται στα 21500 ppm, του Pb µέχρι 2270
ppm, του Cu µέχρι 470 ppm και του As µέχρι τα 410 ppm, τιµές οι οποίες είναι
αντίστοιχα 300, 125, 20 και 25 φορές υψηλότερες των προτεινόµενων οριακών τιµών.
Πίνακας 5.13: Χηµικές αναλύσεις του αργιλικού κλάσµατος από τα παραπάνω
δείγµατα
Πηγή: Αρίκας κ.α., 2007 - β
- 175 -
Και στην περίπτωση αυτή πρωτεύει το κάδµιο µε περιεκτικότητα 45-138 ppm,
που είναι κατά 225-690 φορές υψηλότερη από την οριακή τιµή. Οι υψηλές αυτές
περιεκτικότητες στο αργιλικό κλάσµα των ιζηµάτων έχουν ιδιαίτερη σηµασία εάν
ληφθεί υπόψη ότι τα λεπτόκοκκα αυτά υλικά αιωρούνται, κινούνται και
µεταναστεύουν ευκολότερα στο νερό του ποταµού. (Αρίκας κ.α., 2007 - β)
- 176 5.3
Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Λαυρίου
5.3.1
Γενικά
Οι µεταλλευτικές και µεταλλουργικές δραστηριότητες των µεταλλείων
Λαυρεωτικής δεν περιορίζονται µονάχα στην πόλη του Λαυρίου αλλά εξαπλώνονται
σε µεγάλο τµήµα της Λαυρεωτικής χερσονήσου, η οποία βρίσκεται στο
Νοτιοανατολικό άκρο της Αττικής και εκτείνεται νότια της νοητής γραµµής
Βουλιαγµένης – Λιµένα Μεσογαίας. Το Λαύριο είναι µία βιοµηχανική πόλη στην
ανατολική ακτή της Λαυρεωτικής χερσονήσου και βρίσκεται 55 km νοτιοανατολικά
της Αθήνας. Η περιχοή διοικητικά ανήκει στην Περιφέρεια Αττικής, στο Νοµό
Αττικής και στο ∆ήµο Λαυρεωτικής και Κοινότητα Αγ.Κωνσταντίνου.
Η περιοχή είναι λοφώσης κυρίως µετρίου τοπογραφικού αναγλύφου, το οποίο
κατά θέσεις γίνεται έντονο Το µεγαλύτερο υψόµετρο 356 είναι στο ύψωµα του
Προφήτη Ηλία. (∆ήµου κ.α., 2003)
5.3.2
Γεωλογική ∆οµή Λαυρεωτικής
Η Λαυρεωτική ανήκει στην Πελαγονική γεωτεκτονική ενότητα της Ελλάδας
που αποτελείται από µεταµορφωµένα µεσοζωικά πετρώµατα (µάρµαρα και
σχιστόλιθους) και που αποτελούν το αυτόχθονο σύστηµα. Λιθοστρωµατογραφικά
αποτελείται από:
9 Το Κατώτερο Μάρµαρο
9 Τους Μαρµαρυγιακούς Σχιστόλιθους
9 Το Ανώτερο Μάρµαρο
(ΚΠΕ Στυλιδας, 2008)
Πάνω από αυτό έχει επωθηθεί το αλλόχθονο σύστηµα που αποτελείται από
λιγότερο µεταµορφωµένα πετρώµατα όπως φυλλίτες και µεταµορφωµένοι οφιόλιθοι.
Στην παρακάτω εικόνα δίνεται µία συνοπτική λιθοστρωµατογραφική τοµή των δύο
µεγάλων ενοτήτων, η θέση των λιθοστρωµατογραφικών οριζόντων, οι θέσεις
σχηµατισµού του µεταλλεύµατος κ.α.
Πέραν αυτών, στο Λαύριο υπάρχουν και άλλα πετρώµατα όπως:
9 Γρανίτης (στην περιοχή της Πλάκας ηλικίας 10 εκατοµµυρίων ετών
περίπου)
- 177 9 Το µετάλλευµα που συνδέεται µε τα διαλύµατα που συνόδευαν τον
γρανίτη (πυριγενές πέτρωµα). Το µετάλλευµα βρίσκεται µέσα σε
µάρµαρα και στην επαφή προς τους υπερκείµενους σχιστόλιθους.
(ΚΠΕ Στυλιδας, 2008)
Σχήµα 5.33: Γεωλογική τοµή Λαυρίου
Πηγή: ΚΠΕ Στυλιδας, 2008
5.3.3
Κοιτασµατολογικά στοιχεία
Στο Λαύριο διακρίνουµε πρωτογενή και υστερογενή µεταλλοφορία. Στην
πρωτογενή παρατηρούµε δύο µεταλλογενετικές διαπλάσεις. Την σιδηροµαγγανιούχο,
που αποτελείται κυρίως από µαγγανιούχο αγκερίτη ή ροδοχρωσίτη, µε βαρύτη,
χαλαζία, φθορίτη και τη µικτή θειούχο , από σφαλερίτη σιδηροπυρίτη, γαληνίτη
µαγνητοπυρίτη και αρσενοπυρίτη. Εκτός από την πρωτογενή µεταλλοφορία ο
- 178 ορυκτός πλούτος του Λαυρίου εκπροσωπείται εξ ίσου και µερικές φορές περισσότερο
από την δευτερογενή µεταλλοφορία, που αποτελείται από κερουσίτη, λειµωνίτη,
αιµατίτη, πυρολουσίτη καµαριζίτη, λαυριωνίτη, κλπ Στην περιοχή Λαυρίου
περισσότερα από 100 ορυκτά έχουν προσδιοριστεί και για αυτό θεωρείται ως
ανεξάντλητο σχεδόν ορυκτολογικό και ορυκτοχηµικό µουσείο. (Βέργου-Βήχου και
Χατζηγεωργίου, 1992)
5.3.4
Κτιριακές Εγκαταστάσεις
Επειδή στη Λαυρεωτική απαντάται ένας τεράστιος αριθµός µεταλλευτικών
και µεταλλουργικών έργων και εγκαταστάσεων, γίνεται αναφορά µονάχα στις
εγκαταστάσεις του µεταλλευτικού πάρκου οι οποίες µέχρι σήµερα έχουν αξιοποιηθεί.
Παρεµβάσεις και αξιοποιήσεις έργων και εγκαταστάσεων:
1. Τεχνολογικό και πολιτιστικό πάρκο
Το ΕΜΠ έχει αναλάβει και υλοποιεί τον µετασχηµατισµό του ιστορικού
βιοµηχανικού συγκροτήµατος της πρώην «Γαλλικής εταιρείας µεταλλείων Λαυρίου»
σε τεχνολογικό- πολιτιστικό πάρκο.
2. Πολιτιστικό Κέντρο
Το µηχανουργείο της «Ελληνικής εταιρείας Μεταλλουργίων Λαυρίου» είναι
ένα εξαίρετο δείγµα βιοµηχανικής αρχιτεκτονικής, από τα λίγα διασωθέντα. Ο δήµος
Λαυρίου προέβη στην αναστήλωσή του και στην λειτουργία του ως Πολιτιστικού
Κέντρου
3. Ορυκτολογικό Μουσείο Λαυρίου
Ιδρύθηκε από την εταιρεία Μελετών Λαυρεωτικής το 1986 και στεγάζεται σε
βιοµηχανικό κτήριο το οποίο είναι ένα από τα σωζόµενα τµήµατα του µεγάλου
µεταλλοπλυσίου των µεταλλουργείων Λαυρίου που είχε ανεγερθεί το 1873 επί
Φωκίωνος Νέγρη.
4. Φούρνος Καλαµίνας
5. Αρχαία Βιοµηχανικά Μνηµεία
Σε αυτά περιλαµβάνονται τα επίπεδα και ελικοειδή αρχαία πλυντήρια, τα
οποία εντοπίζονται σε διάφορες θέσεις όπως Σούριζα, Αγριλέζα, Θορικό κ.α.
(∆ήµου κ.α., 2003)
- 179 5.3.5
Απόβλητα εξορυκτικών διεργασιών
Οι εκτεταµένες µεταλλευτικές και µεταλλουργικές δραστηριότητες στο
Λαύριο, είχαν σαν αποτέλεσµα τον σχηµατισµό τεραστίων σωρών αποβλήτων, που
περιέχουν υψηλές συγκεντρώσεις βαρέων και τοξικών µετάλλων και συνέβαλαν στην
εκτεταµένη ρύπανση του εδάφους, καθώς και των επιφανειακών και υπόγειων
υδάτων. Οι σωροί που εντοπίζονται στην περιοχή παρουσιάζουν διαφορετικά
γεωχηµικά και περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά και µπορούν να ταξινοµηθούν σε
τρείς κατηγορίες:
9 Θειούχα απόβλητα επίπλευσης
9 Οξειδωµένα απόβλητα εµπλουτισµού
9 Μεταλλουργικές σκουριές
(Λιακόπουλος, 2007)
Σχήµα 5.34: Θέσεις απόθεσης υλικών από τη µεταλλευτική δραστηριότητα
Λαυρεωτικής
Πηγή: Τσόµπος κ.α.
- 180 Τα θειούχα απόβλητα προέρχονται από την διαδικασία εµπλουτισµού του
µεταλλεύµατος, και εντοπίζονται σε τέσσερις κύριους σωρούς γύρω από το
µεταλλουργικό εργοστάσιο του Λαυρίου στον Καβοδόκανο και στον κόλπο του
Θορικού. Η ποσότητα των θειούχων αποβλήτων εκτιµάται περίπου στους 1.200.000
τόνους. Τα θειούχα απόβλητα που περιέχονται σε αυτούς τους σωρούς, έχουν υποστεί
φυσική οξείδωση υπό την επίδραση των υδάτων της βροχής και του ατµοσφαιρικού
οξυγόνου, µε αποτέλεσµα την γένεση όξινων ρυπασµένων υδάτων. Τα νερά της
επιφανειακής απορροής και τα στραγγίσµατα που συσσωρεύονται στη γειτνιάζουσα
περιοχή των πυριτών διαπιστώθηκε πως είναι πολύ όξινα, (pH περίπου 1,9 και
υψηλές συγκεντρώσεις διαλυµένων τοξικών στοιχείων). (∆ήµου κ.α., 2003) &
(Λιακόπουλος, 2007)
Τα οξειδωµένα απόβλητα εµπλουτισµού ή επίπλευσης καταλαµβάνουν την
µεγαλύτερη έκταση. Αποτελούνται από άµµο και κροκάλες, που είναι τα άχρηστα
θρυµµατισµένα και λειοτριβηµένα πετρώµατα, τα οποία διαχωρίζονται από το
µετάλλευµα. Η ποσότητά τους εκτιµάται ότι ξεπερνά τους 7.000.000 τόνους.
Περιέχουν υψηλές συγκεντρώσεις τοξικών στοιχείων όπως µόλυβδο, κάδµιο,
αρσενικό , αντιµόνιο κ.α. Η λεγόµενη και «σαβούρα» αυτά θεωρούνται τα πλέον
επικίνδυνα µεταλλουργικά αποτελεί το πλέον επικίνδυνο µεταλλουργικό απόβλητο,
δεδοµένου ότι ένα µεγάλο τµήµα της πόλης του Λαυρίου είναι κτισµένο πάνω σε
αυτή και ο τοπικός πληθυσµός και κυρίως τα παιδιά έρχονται σε άµεση επαφή µε το
ρυπασµένο αυτό υλικό. (Λιακόπουλος, 2007) & (∆ήµου κ.α., 2003)
Οι µεταλλουργικές σκουριές είναι τα απόβλητα από την τήξη του
µεταλλεύµατος για την εξαγωγή του αργυρούχου µολύβδου, µε υαλώδη πυριτική
σύσταση και εκτιµώµενη ποσότητα µεγαλύτερη από 5.000.000 τόνους. Οι σκουριές
του Λαυρίου που χαρακτηρίζονται ως µη σιδηρούχες δεν είναι αδρανής διότι
προέρχονται από την εκκαµίνευση των µικτών θειούχων µε αποτέλεσµα να περιέχουν
εκτός από σίδηρο και µαγγάνιο και υψηλές συγκεντρώσεις τοξικών στοιχείων όπως
µολύβδου, καδµίου, ψευδαργύρου κ.α.
- 181 5.3.6
Παρούσα Κατάσταση Περιβάλλοντος
5.3.6.1 Εκτίµηση της Ποιότητας της Ατµόσφαιρας
Για την περιοχή του Λαυρίου έχουν πραγµατοποιηθεί πολύ λίγες µετρήσεις
της ποιότητας του ατµοσφαιρικού αέρα. Οι Makropoulos et al. (1991) αναφέρουν πως
οι µέσες συγκεντρώσεις Pb στον ατµοσφαιρικό αέρα για την περίοδο του 1987
υπολογίζοντανστα 1,62 µg/m3. Τον Ιανουάριο του 1988 ο µέσος όρος των τιµών ήταν
0,3 µg/m3 µε µέγιστη τιµή στα 0,36 µg/m3, τον Φεβρουάριο 5,07 µg/m3 µε µέγιστη
τιµή στα 22,44 µg/m3 και τον Μάρτιο 1,59 µg/m3 µε µέγιστη τιµή στα 4,04 µg/m3.
(∆ήµου κ.α., 2003)
Σηµειώνεται πως η πολιτεία του Κονέκτικατ των ΗΠΑ έχει θεσπίσει όρια
επικίνδυνων τιµών για το µόλυβδο στα 3 µg/m3 για µέσο όρο 8 ωρών και 15 µg/m3
για µέσο όρο 30 λεπτών. Οι τιµές αυτές αποδεικνύουν πως η ρύπανση στην
ατµόσφαιρα του Λαυρίου ήταν κατά το τέλος της δεκαετίας του 1980 ήδη σε
επικίνδυνα
επίπεδα
ενώ
ταυτόχρονα
αναδεικνύει
την
ανάγκη
τακτικής
παρακολούθησης του ατµοσφαιρικού αέρα, δεδοµένης της ύπαρξης στην περιοχή
σηµαντικών ποσοτήτων λεπτόκοκκου υλικού προερχόµενα από τις µεταλλουργικές
δραστηριότητες οι οποίες µπορούν να επιβαρύνουν µε βαρέα µέταλλα τον ανθρώπινο
οργανισµό µέσω της αναπνευστικής οδού (∆ήµου κ.α., 2003)
5.3.6.2 Εκτίµηση της Ποιότητας των επιφανειακών υδάτων
Στην περιοχή της Λαυρεωτικής δεν παρουσιάζονται ποτάµια συστήµατα και λίµνες,
εκτός από µερικούς χείµαρρους οι οποίοι αποστραγγίζουν την περιοχή
5.3.6.3 Εκτίµηση της ποιότητας των υπογείων υδάτων
Κατά καιρούς πολλές µελέτες έχουν διενεργηθεί
για την εκτίµηση της
ποιότητας των υπογείων υδάτων. Τα αποτελέσµατα µερικών εξ’ αυτών παραθέτονται
παρακάτω. Σαν γενικό συµπέρασµα από αυτές προκύπτει πως οι συγκεντρώσεις των
νιτρικών αλάτων κυµαίνονται σε υψηλά επίπεδα σε δείγµατα από πηγάδια τα οποία
χωροθετούνται σε περιοχές κοντά σε βόθρους ή εδάφη στα οποία χρησιµοποιείται
κοπριά ως λίπασµα, και αυξηµένες τιµές θειικών αλάτων σαν αποτέλεσµα της
- 182 διείσδυσης του θαλασσινού νερού αλλά και πιθανής ρύπανσης από τα µεταλλουργικά
απόβλητα. Επίσης παρουσιάστηκαν αυξηµένες συγκεντρώσεις σιδήρου, νικελίου,
µαγγανίου και θειικών αλάτων σε πηγάδια που εντοπίζονται κοντά σε περιοχές που
έχουν αποτεθεί σωροί µε οξειδωµένο πυρίτη, πράγµα που υποδηλώνει την έκπλυση
αυτών των στοιχείων από το φαινόµενο της όξινης απορροής. Όσον αφορά τον
µόλυβδο, το κάδµιο και τον ψευδάργυρο, οι συγκεντρώσεις τους είναι αυξηµένες
όµως δεν ξεπερνούσαν τα επιτρεπτά θεσµοθετηµένα όρια του πόσιµου νερού. (∆ήµου
κ.α., 2003)
Πίνακας 5.14: ∆εδοµένα ποιότητας Υπογείων υδάτων του Λαυρίου
Πηγή: ∆ήµου κ.α., 2003
5.3.6.4 Αποτελέσµατα εδαφο-γεωχηµικής έρευνας Λαυρίου
Κατανοµή Αρσενικού
Οι τιµές του αρσενικού (As) κυµαίνονται από <5,6-7.066 mg/kg, µε µέση και
διάµεση τιµή 222 και 93 mg/kg As αντίστοιχα. Το 25% των δεδοµένων έχουν τιµές
>211 mg/kg As. Ενώ τo 10%, 5% και 2,5% των δεδοµένων έχουν αντίστοιχα τιµές
>466, >909 και >1.265 mg/kg As. Γενικά η περιεκτικότητα των µη ρυπασµένων
εδαφών σε αρσενικό κυµαίνεται από 1-50 mg/kg (βάση Levinson 1974) µε διάµεση
τιµή 7,5 mg/kg As (∆ηµητριάδης κ.α., 2002)
- 183 Πίνακας 5.15: ∆εδοµένα ποιότητας Υπογείων υδάτων του Λαυρίου
Πηγή: ∆ηµητριάδης κ.α., 2002
Συνεπώς, τα εδάφη της Λαυρεωτικής χερσovήσoυ σε σύγκριση µε τα
καvovικά έχoυv πoλύ υψηλή περιεκτικότητα σε αρσενικό (η διάµεση τιµή τoυς είvαι
δωδεκαπλάσια τωv καvovικώv εδαφώv). Η υψηλή περιεκτικότητα του αρσενικού στα
εδάφη της Λαυρεωτικής χερσovήσoυ oφείλεται στη συµµετoχή τoυ στη
µεταλλoφoρία, είτε στov αρσεvoπυρίτη ή στα θειoύχα oρυκτά, όπως τoν τετραεδρίτη
ή σε άλλα oρυκτά, ως τov πρoυστίτη, γερσδoρφίτη και αυτoφυή αρσεvικό, πoυ
βρίσκovται σε εγκλείσµατα στo γαληvίτη
Το νοµοθετηµένο όριο των 10 mg/kg As στο έδαφος κατοικιών, που
συνιστάται από τη Βρετανική νοµοθεσία (ICRCL 1987), δείχνει ότι το 93,3% της
έκτασης της Λαυρεωτικής χερσονήσου, που ερευνήθηκε, είναι επικίνδυνο για τον
άνθρωπο.
Αv θεωρηθεί ότι η oριακή τιµή τωv 15 mg/kg As είvαι η πιo ασφαλής για τις
καλλιέργειες, τότε τo 92.3% της περιoχής έχει περιεκτικότητες πoυ είvαι φυτoτoξικά
επικίvδυvες (∆ηµητριάδης κ.α., 2002)
- 184 -
Σχήµα 5.35: Γεωχηµικός χάρτης κατανοµής του αρσενικού στο επιφανειακό έδαφος
(0-10 cm) της Λαυρεωτικής χερσονήσου.
Πηγή: ∆ηµητριάδης κ.α., 2002
Κατανοµή Καδµίου
Οι τιµές τoυ καδµίου (Cd) κυµαίvovται από <3,3-233 mg/kg, µε µέση και
διάµεση τιµή 222 και 93 mg/kg Cd αvτίστoιχα. Τo 25% τωv δεδoµέvωv έχoυv τιµές
>9 mg/kg Cd. Εvώ τo 10%, 5% και 2,5% τωv δεδoµέvωv έχoυv αvτίστoιχα τιµές >27,
>52 και >86 mg/kg Cd. Γενικά η περιεκτικότητα τωv µη ρυπασµένων εδαφώv σε
κάδµιo κυµαίvεται από 0,1-0,5 mg/kg (βάση Levinson 1974) µε µέση τιµή 1 mg/kg
Cd. Συvεπώς, τα εδάφη της Λαυρεωτικής χερσovήσoυ, σε σύγκριση µε τα καvovικά,
έχoυv πoλύ υψηλή περιεκτικότητα σε κάδµιο (η µέση τιµή τoυς είvαι τoυλάχιστoν
διακoσαπλάσια τωv καvovικώv εδαφώv). Οι υψηλές συγκεvτρώσεις τoυ καδµίου στα
εδάφη oφείλονται στη συµµετoχή τoυ στηv µικτή θειoύχo µεταλλoφoρία, π.χ. µέσα
στo σφαλερίτη και γαληvίτη
Το νοµοθετηµένο όριο των 3 mg/kg Cd στο έδαφος κατοικιών, που
συνιστάται από τη Βρετανική νοµοθεσία (ICRCL 1987), δείχνει ότι το 57,3% της
έκτασης της Λαυρεωτικής χερσονήσου, που ερευνήθηκε, είναι επικίνδυνο για τον
άνθρωπο.
- 185 Αv θεωρηθεί ότι η oριακή τιµή τωv 3 mg/kg Cd είvαι η πιo ασφαλής για τις
καλλιέργειες, τo 57,3% της περιoχής έχει περιεκτικότητες πoυ είvαι φυτoτoξικά
επικίvδυvες (∆ηµητριάδης κ.α., 2002)
Σχήµα 5.36: Γεωχηµικός χάρτης κατανοµής του καδµίου στο επιφανειακό έδαφος (010 cm) της Λαυρεωτικής χερσονήσου.
Πηγή: ∆ηµητριάδης κ.α., 2002
Κατανοµή Χρωµίου
Οι τιµές του χρωµίου κυµαίνονται από <0,7-2.575 mg/kg, µε µέση και
διάµεση τιµή 368 και 291 mg/kg Cr αvτίστoιχα. Τo 25% τωv δεδoµέvωv έχoυv τιµές
>453 mg/kg Cr. Εvώ τo 10%, 5% και 2,5% τωv δεδoµέvωv έχoυv αvτίστoιχα τιµές
>678, >912 και >1.173 mg/kg Cr. Γενικά η περιεκτικότητα τωv εδαφώv σε χρώµιo
κυµαίvεται από 5-1.000 mg/kg (Levinson 1974) µε διάµεση τιµή 43 mg/kg
Οι υψηλότερες συγκεvτρώσεις χρωµίoυ (>1.173 mg/kg) βρίσκovται σε
χώρoυς, όπoυ υπάρχει µικτή θειoύχoς µεταλλoφoρία µε παλιές εργασίες ή oξειδώσεις
µέσα σε µάρµαρα. Αυτό υπoδηλεί ότι τo χρώµιο συvoδεύει επίσης τη µικτή θειoύχo
- 186 µεταλλoφoρία, κάτι πoυ συµβαίvει σε oρισµέvα πoλυµεταλλικά θειoύχα κoιτάσµατα,
τα oπoία βρίσκovται σε βασικά και υπερβασικά πετρώµατα
Το νοµοθετηµένο όριο των 600 mg/kg Cr στο έδαφος κατοικιών, που
συνιστάται από τη Βρετανική νοµοθεσία (ICRCL 1987), δείχνει ότι το 13,6% της
έκτασης της Λαυρεωτικής χερσονήσου, που ερευνήθηκε, είναι επικίνδυνο για τον
άνθρωπο. (∆ηµητριάδης κ.α., 2002)
Σχήµα 5.37: Γεωχηµικός χάρτης κατανοµής του χρωµίου στο επιφανειακό έδαφος (010 cm) της Λαυρεωτικής χερσονήσου.
Πηγή: ∆ηµητριάδης κ.α., 2002
Κατανοµή Χαλκού
Οι τιµές τoυ χαλκού κυµαίvovται από 7-1.397 mg/kg, µε µέση και διάµεση
τιµή 368 και 291 mg/kg Cu αvτίστoιχα. Τo 25% τωv δεδoµέvωv έχoυv τιµές >79
mg/kg Cu. Εvώ τo 10%, 5% και 2,5% τωv δεδoµέvωv έχoυv αvτίστoιχα τιµές >179,
>298 και >411 mg/kg Cu. Γενικά η περιεκτικότητα τωv εδαφώv σε χαλκό κυµαίvεται
από 2-100 mg/kg (Levinson 1974) µε διάµεση τιµή 15 mg/kg Cu
- 187 -
Σχήµα 5.38: Γεωχηµικός χάρτης κατανοµής του χαλκού στο επιφανειακό έδαφος (010 cm) της Λαυρεωτικής χερσονήσου.
Πηγή: ∆ηµητριάδης κ.α., 2002
Συvεπώς, τα εδάφη της Λαυρεωτικής χερσovήσoυ, σε σύγκριση µε τα
καvovικά, έχoυv πoλύ υψηλή περιεκτικότητα σε χαλκό (η διάµεση τιµή τoυς είvαι
τoυλάχιστoν δεκαεvvιαπλάσια). Οι περιοχές µε τις µεγαλύτερες συγκεvτρώσεις (>411
ppm Cu) βρίσκovται σε έvτovα µεταλλoφόρες περιoχές µε παλιές εργασίες. Η έντονη
ρύπανση µε χαλκό στηv πόλη τoυ Λαυρίoυ οφείλεται στα απoρρίµµατα της
µεταλλoυργίας (σωρoί από σκωρίες, πυρίτη και «σαβούρα»).
Το νοµοθετηµένο όριο των 150 mg/kg Cu στο έδαφος κατοικιών, που
συνιστάται από τη Ελβετική νοµοθεσία, δείχνει ότι το 12% της έκτασης της
Λαυρεωτικής χερσονήσου, που ερευνήθηκε, είναι επικίνδυνο για τον άνθρωπο.
Αν θεωρηθεί ότι η οριακή τιµή τωv 60 mg/kg Cu είvαι η πιo ασφαλής για τις
καλλιέργειες, τότε τo 36,3% της περιoχής έχει περιεκτικότητες πoυ είvαι φυτoτoξικά
επικίvδυvες (∆ηµητριάδης κ.α., 2002)
- 188 Κατανοµή Μολύβδου
Οι τιµές τoυ µολύβδου κυµαίvovται από 24-70.032 Pb mg/kg, µε µέση και
διάµεση τιµή 2.883 και 692 mg/kg Pb αvτίστoιχα. Τo 25% τωv δεδoµέvωv έχoυv
τιµές >2.232 mg/kg Pb. Εvώ τo 10%, 5% και 2.5% τωv δεδoµέvωv έχoυv αvτίστoιχα
τιµές >7.633, >14.114 και >21.550 mg/kg Pb.
Κατά τoυς Levinson (1974) και Rose et al. (1979) η περιεκτικότητα τωv
εδαφώv σε µόλυβδo κυµαίvεται από 2-200 mg/kg µε διάµεση τιµή 17 mg/kg Pb.
Συvεπώς τα εδάφη της Λαυρεωτικής χερσovήσoυ έχoυv πoλύ αυξηµέvες
συγκεvτρώσεις σε µόλυβδο (η διάµεση τιµή τoυς είvαι τoυλάχιστo σαραvταπλάσια
τωv καvovικώv). Αυτό φυσικά oφείλεται στη συµµετoχή τoυ µολύβδου στη µικτή
θειoύχo µεταλλoφoρία.
Το νοµοθετηµένο όριο των 500 mg/kg Pb στο έδαφος κατοικιών, που
συνιστάται από τη Βρετανική νοµοθεσία (ICRCL 1987), δείχνει ότι το 59,9% της
έκτασης της Λαυρεωτικής χερσονήσου, που ερευνήθηκε, θεωρείται επικίνδυνο για
τον άνθρωπο.
Σχήµα 5.39: Γεωχηµικός χάρτης κατανοµής του χαλκού στο επιφανειακό έδαφος (010 cm) της Λαυρεωτικής χερσονήσου.
Πηγή: ∆ηµητριάδης κ.α., 2002
- 189 Αv θεωρηθεί ότι η oριακή τιµή τωv 100 mg/kg Pb είvαι η πιo ασφαλής για τις
καλλιέργειες, τότε τo 96,7% της περιoχής έχει περιεκτικότητες πoυ είvαι φυτoτoξικά
επικίvδυvες (∆ηµητριάδης κ.α., 2002)
Κατανοµή Ψευδαργύρου
Οι τιµές τoυ ψευδαργύρου κυµαίvovται από 28-51.608 mg/kg, µε µέση και
διάµεση τιµή 1.958 και 420 mg/kg Zn αvτίστoιχα. Τo 25% τωv δεδoµέvωv έχoυv
τιµές >1.177 mg/kg Zn. Εvώ τo 10%, 5% και 2.5% τωv δεδoµέvωv έχoυv αvτίστoιχα
τιµές >5.259, >10.119 και >14.136 mg/kg Zn. Γενικά η περιεκτικότητα τωv εδαφώv
σε ψευδάργυρo κυµαίvεται από 10-300 mg/kg (Levinson 1974) µε διάµεση τιµή 36
mg/kg Zn. Συvεπώς τα εδάφη της Λαυρεωτικής χερσovήσoυ έχoυv πoλύ αυξηµέvες
συγκεvτρώσεις σε ψευδάργυρο (η διάµεση τιµή τoυς είvαι σχεδόv δωδεκαπλάσια τωv
καvovικώv). Αυτό φυσικά oφείλεται στη συµµετoχή τoυ ψευδαργύρου στη µικτή
θειoύχo µεταλλoφoρία.
Το νοµοθετηµένο όριο των 720 mg/kg Zn στο έδαφος κατοικιών, που
συνιστάται από την Ολλανδική νοµοθεσία (Jan Ebbing, προσωπική πληροφόρηση
1996), δείχνει ότι το 35,1% της έκτασης της Λαυρεωτικής χερσονήσου, που
ερευνήθηκε, είναι επικίνδυνο για τον άνθρωπο. Αv θεωρηθεί ότι η oριακή τιµή τωv
70 mg/kg Zn είvαι η πιo ασφαλής για τις καλλιέργειες, τότε τo 99,6% της περιoχής
έχει περιεκτικότητες πoυ είvαι φυτoτoξικά επικίvδυvες (∆ηµητριάδης κ.α., 2002)
Σχήµα 5.40: Γεωχηµικός χάρτης κατανοµής του ψευδαργύρου στο επιφανειακό
έδαφος (0-10 cm) της Λαυρεωτικής χερσονήσου.
Πηγή: ∆ηµητριάδης κ.α., 2002
- 190 5.3.6.5 Επιπτώσεις ρύπανσης της Λαυρεωτικής στην ανθρώπινη υγεία
Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, το µεγαλύτερο τµήµα του επιφανειακού
εδάφους της Λαυρεωτικής χερσονήσου και όλης της αστικής περιοχής του Λαυρίου,
µε το οποίο έρχονται σε άµεση επαφή οι κάτοικοι και ιδιαίτερα τα παιδιά, είναι
έντονα ρυπασµένο από επικίνδυνα για την υγεία τοξικά στοιχεία (µόλυβδος,
ψευδάργυρος, χρώµιο, κάδµιο, αρσενικό κλπ). Την ίδια στιγµή τα λεπτόκοκκα
αιωρούµενα σωµατίδια της ατµόσφαιρας που εισέρχονται µε την αναπνοή στον
ανθρώπινο οργανισµό είναι επίσης επιβαρυµένα από τα ίδια τοξικά στοιχεία (ΒέργουΒήχου & Χατζηγεωργίου, 1992)
Επιδηµιολογικές µελέτες που πραγµατοποιήθηκαν τις δεκαετίες 1980-1990
στην πόλη του Λαυρίου, έδειξαν ότι τα παιδιά και οι ενήλικες στο Λαύριο
παρουσιάζουν υψηλές συγκεντρώσεις µολύβδου στο αίµα και αρσενικού στα ούρα.
Το αποτέλεσµα αυτό ήταν αναµενόµενο, δεδοµένου ότι το περιβάλλον που ζουν,
επιβαρύνεται από ποικίλες πηγές ρύπανσης. (∆ήµου κ.α., 2003)
Τα παιδιά, κυρίως της προσχολικής ηλικίας, ανήκουν στις οµάδες υψηλού
κινδύνου εξ αιτίας της περιόδου ανάπτυξης που περνούν και της στενής επαφής που
έχουν µε το µολυσµένο περιβάλλον. Παίζουν πολλές ώρες στο ύπαιθρο και έρχονται
σε άµεση επαφή µε το χώµα . Με τον τρόπο αυτό η πρόσληψη από το στόµα σκόνης
πλούσιας σε τοξικά στοιχεία είναι µεγάλη και η απορρόφησή τους είναι πολύ πιο
πλήρης. Ιδιαίτερα απειλητικός για την παιδική ηλικία είναι ο µόλυβδος Pb, του
οποίου η απορρόφηση εκτός από την πεπτική οδό πραγµατοποιείται κυρίως από την
αναπνευστική µε αποτέλεσµα το 35-50% του εισπνεόµενου Pb να απορροφάται στο
αίµα. (∆ήµου κ.α., 2003) & (Βέργου-Βήχου & Χατζηγεωργίου, 1992)
Από σχετικές µελέτες που διενεργήθηκαν στο Λαύριο, αποδείχθηκε η στενή
σχέση µεταξύ του επιπέδου Pb στο αίµα των παιδιών και του δείκτη νοηµοσύνης.
Συγκεκριµένα, ακόµα και τα παιδιά µε συγκέντρωση στο αίµα µικρότερη από 25
µg/100ml παρουσιάζουν χαµηλότερο I.Q. συγκριτικά µε τα παιδιά άλλων περιοχών.
Επίσης οι ιατρικές έρευνες εντόπισαν συσχέτιση µεταξύ των συγκεντρώσεων
µολύβδου στο αίµα των παιδιών και σχετική µείωση της ανάπτυξή τους, όσον αφορά
την περιφέρεια του κρανίου και του στήθους. Στους ενήλικες εκτός από την
µολυβδίαση που προσέβαλε κυρίως τους εργαζοµένους στα µεταλλεία και το
εργοστάσιο εµπλουτισµό, παρατηρούνται πολλά νευρολογικής φύσεως προβλήµατα.
(Βέργου-Βήχου & Χατζηγεωργίου, 1992)
- 191 -
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6ο
Μέθοδοι ελέγχου και αντιµετώπισης της
Όξινης απορροής µεταλλείων
6.1
Μέθοδοι ελέγχου της όξινης απορροής
Το βασικό χαρακτηριστικό της όξινης απορροής των µεταλλείων είναι το
γεγονός ότι τόσο οι χηµικοί όσο και οι βακτηριακοί µηχανισµοί, που προκαλούν τη
δηµιουργία της είναι αυτοκαταλυόµενοι, µε αποτέλεσµα να µην αναστέλλεται από
την στιγµή που θα εµφανιστεί. (Ξενίδης & Κοµνιτσας, 2001)
Όταν η γένεση της όξινης απορροής φτάσει στο τρίτο στάδιο (τελικό στάδιο),
τότε το πρόβληµα επιδεινώνεται και η αντιµετώπισή του καθίσταται εξαιρετικά
δυσχερής. Πηγές οι οποίες βρίσκονται σε προχωρηµένο στάδιο παραγωγής οξύτητας
δεν µπορούν να καταστούν ανενεργές. Εποµένως από τη στιγµή που θα σχηµατιστεί η
ΟΑΜ, η διαδικασία παραγωγής οξύτητας µπορεί να συνεχιστεί για δεκαετίες η και
πολύ παραπάνω έπειτα από το κλείσιµο του µεταλλείου. Στη φάση αυτή το µόνο που
µπορεί να γίνει είναι η συλλογή και η κατεργασία της όξινης απορροής. ∆εδοµένων
των τεράστιων όγκων των σωρών που παράγουν οξύτητα αλλά και του γεγονότος ότι
µπορούν να παραµείνουν ενεργοί επί µακρό χρονικό διάστηµα, η κατασταλτική
αντιµετώπιση είναι εξαιρετικά δαπανηρή. Είναι λοιπόν φανερό ότι η έγκαιρη
καταστολή του φαινοµένου εξασφαλίζει σηµαντική µείωση των δαπανών που
απαιτούνται για την κατεργασία των παραγόµενων όξινων διαλυµάτων πριν την
απόρριψή τους στους υδάτινους αποδέκτες. Με βάση τα παραπάνω, η έρευνα για την
ανάπτυξη τεχνικών πρόληψης της γένεσης της όξινης απορροής αποτελεί ένα από τα
σηµαντικότερα τµήµατα της δραστηριότητας που έχει αναπτυχθεί την τελευταία
εικοσαετία διεθνώς, αλλά ιδιαίτερα στις ΗΠΑ και τον Καναδά.
(Ταµπάκης, 2006)
Οι µέθοδοι ελέγχου της όξινης απορροής µπορούν να ταξινοµηθούν σε τρείς
κύριες κατηγορίες:
9 Πρωτογενείς ή προληπτικές µέθοδοι, που στοχεύουν στην πρόληψη
της δηµιουργίας της ΟΑΜ
- 192 9 ∆ευτερογενείς ή µέθοδοι αποµόνωσης ή περιορισµού, που στοχεύουν
στον περιορισµό της µετανάστευσης της ΟΑΜ προς το περιβάλλον
9 Τριτογενείς ή κατασταλτικές ή διορθωτικές µέθοδοι επέµβασης, που
στοχεύουν στη συλλογή και επεξεργασία της ΟΑΜ
(Ξενίδης & Κοµνιτσας, 2001)
6.1.1 Προληπτικές µέθοδοι
∆ιάθεση
υγρών αποβλήτων – εφαρµοζόµενες τεχνικές σε ελεγχόµενες
περιοχές
Σκοπός των µεθόδων πρόληψης είναι η εξάλειψη ή η δραστική µείωση του
ρυθµού δηµιουργίας όξινων εκχυλισµάτων. Αυτό µπορεί να επιτευχθεί µε την
καταρχήν ελεγχόµενη διάθεση των αποβλήτων σε κατάλληλες περιοχές και στη
συνέχεια µε την αποµόνωσή τους, ώστε να αποκλεισθεί η επαφή τους µε το οξυγόνο
ή/και νερό, παράγοντες οι οποίοι συντελούν στη διαλυτοποίηση των τοξικών
συστατικών και τη µεταφορά τους στο περιβάλλον.
∆ιάθεση υγρών αποβλήτων σε ελεγχόµενες περιοχές: Η διάθεση των υγρών αποβλήτων
υπό µορφή πολφού χαµηλής πυκνότητας σε ελεγχόµενες περιοχές, οι οποίες
περιλαµβάνουν αδιαπέραστα πλευρικά τοιχώµατα και πυθµένα, όπως είναι τα
φράγµατα απόθεσης, θεωρείται ως µία από τις καταλληλότερες µεθόδους
περιορισµού της ρύπανσης του περιβάλλοντος. Οι ελεγχόµενες αυτές περιοχές, εκτός
του ότι ελαχιστοποιούν την πιθανότητα δηµιουργίας όξινης απορροής, εγκλωβίζουν
και το νερό των πόρων, το οποίο συνήθως περιέχει υψηλά φορτία βαρέων µετάλλων.
Για τον περιορισµό της διαφυγής των παραγόµενων εκχυλισµάτων, τα δάπεδα
των ελεγχόµενων περιοχών πρέπει να κατασκευάζονται µε τέτοιο τρόπο ώστε να
επιτυγχάνονται βέλτιστες συνθήκες υγρασίας, συµπίεσης και ισοκατανοµής των
πιθανών διαρροών. Τα δάπεδα αυτά αποτελούνται από εδαφικά η συνθετικά υλικά
των οποίων η διαπερατότητα µειώνεται µε την αύξηση του επιβαλλόµενου φορτίου.
Έτσι επιτυγχάνεται αφενός µεν µείωση της ποσότητας των παραγόµενων
εκχυλισµάτων, αφετέρου δε µείωση της συγκέντρωσης των τοξικών συστατικών στα
εκχυλίσµατα λόγω αραίωσης. (Ξενίδης & Κοµνιτσας, 2001)
Η διάθεση των υγρών αποβλήτων σε ελεγχόµενες περιοχές πραγµατοποιείται
µε τις παρακάτω τεχνικές:
9 Τεχνική ταχείας ξήρανσης
9 Τεχνική διατήρησης υπερκείµενου υδατικού καλύµµατος.
- 193 -
Σχήµα 6.1: ∆ιάθεση αποβλήτων µε την τεχνική της διατήρησης του υπερκείµενου
υδατικού καλύµµατος
Πηγή: Ξενίδης & Κοµνιτσας, 2001
6.1.2 Μέθοδοι Αποµόνωσης - Περιορισµού
Η εφαρµογή µεθόδων περιορισµού έχει ως πρωταρχικό στόχο τον περιορισµό
της µετανάστευσης της Όξινης απορροής µεταλλείων προς το περιβάλλον. Εάν αυτός
δεν είναι πλήρως εφικτός, τότε:
Eπικεντρώνεται στην αποµάκρυνση µέρους του φορτίου των βαρέων
µετάλλων και των υπολοίπων τοξικών συστατικών από τα όξινα διαλύµατα.
Με βάση αυτή τη λογική ο περιορισµός αναφέρεται στην µείωση του τοξικού
φορτίου των βαρέων µετάλλων των υγρών αποβλήτων και όχι στην µείωση του όγκου
τους.
Η δηµιουργία στερεών καλυµµάτων εµποδίζει σε σηµαντικό βαθµό την
διείσδυση νερού προς τα απόβλητα και συνεπώς, οδηγεί σε µείωση της ποσότητας της
όξινης απορροής που µπορεί να δηµιουργηθεί και τελικά να µεταναστεύσει προς το
- 194 περιβάλλον. Άρα η µέθοδος αυτή περιορίζει αποτελεσµατικά την µετανάστευση των
παραγοµένων υγρών αποβλήτων.
Άλλες σηµαντικές µέθοδοι περιορισµού είναι: α) η ανάσχεση της ροής
επιφανειακού και υπόγειου νερού προς τις περιοχές διάθεσης ενεργών στερεών
αποβλήτων, µε στόχο την ελαχιστοποίηση της πιθανότητας οξείδωσής του και
δηµιουργίας ΟΑΜ και β) η ανάσχεση της ροής υπόγειων ρυπασµένων υδάτων προς
τον υδροφόρο ορίζοντα, µε στόχο την αποφυγή της ρύπανσής του. (Ξενίδης &
Κοµνιτσας, 2001)
Α. Ανάσχεση ροής επιφανειακών και υπόγειων υδάτων
Η ανάσχεση της ροής επιφανειακών υδάτων προς τις περιοχές που έχουν
διατεθεί ενεργά στερεά απόβλητα συνήθως πραγµατοποιείται µε τεχνικές εκτροπής,
οι οποίες περιλαµβάνουν κατασκευή τάφρων ή αναχωµάτων. Επειδή οι διαδικασίες
αυτές δεν είναι πάντοτε αποτελεσµατικές, σε αρκετές περιπτώσεις προτιµάται η
κάλυψη των αποβλήτων µε υλικό εξαιρετικά χαµηλής διαπερατότητας (π.χ.
γεωµεµβράνης).
Η ανάσχεση της ροής των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων προς τα
υπόγεια
µεταλλευτικά
περιλαµβάνουν
έργα,
δραστηριότητες
τα
οποία
εξόρυξης
είναι
είτε
µικτών
εγκαταλελειµµένα
θειούχων
είτε
µεταλλευµάτων,
πραγµατοποιείται µε κλείσιµο όλων των πιθανών διόδων. Οι κυριότερες δίοδοι είναι
αυτές που δηµιουργούνται κατά τις µεταλλευτικές εργασίες και περιλαµβάνουν στοές
και πηγάδια αερισµού και µεταφοράς µεταλλευµάτων. Άλλη πιθανή δίοδος θεωρείται
το δάπεδο των υπόγειων µεταλλευτικών έργων στην περίπτωση κατά την οποία
αποτελείται από κατακερµατισµένα πετρώµατα. Το κλείσιµο των διόδων αυτών
πραγµατοποιείται είτε µε σφράγισµα είτε µε πλήρωση µε κατάλληλα υλικά (αδρανή
υλικά, µίγµα τσιµέντου και ιπτάµενης τέφρας κλπ)
Ανάσχεση της ροής των υπόγειων υδάτων προς τα ενεργά στερεά απόβλητα,
τα οποία έχουν αποτεθεί σε υπόγεια µεταλλευτικά έργα µπορεί να πραγµατοποιηθεί
µε την συνολική κάλυψη των αποβλήτων µε άλλα αδρανή υλικά ή εδάφη
µεγαλύτερης διαπερατότητας.
Στην περίπτωση αυτή έχει διαπιστωθεί ότι τα υπόγεια νερά θα κινηθούν
επιλεκτικά περιµετρικά των αποβλήτων και δεν θα διεισδύσουν στην µάζα τους, µε
- 195 αποτέλεσµα να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα δηµιουργίας όξινης απορροής.
(Ξενίδης & Κοµνιτσας, 2001)
Β. Ανάσχεση ροής ρυπασµένων υπόγειων υδάτων προς τον υδροφόρο
ορίζοντα
Στην περίπτωση λοιπόν που η δηµιουργία Ο.Α.Μ. είναι αναπόφευκτη, η
κίνηση των όξινων υδάτων µε υψηλές συγκεντρώσεις βαρέων µετάλλων, προς τον
υδροφόρο ορίζοντα, είναι δυνατό να αναχαιτισθεί, µε την εκσκαφή υλικού
υπερκείµενου του υδροφόρου ορίζοντα και την αντικατάστασή του µε πορώδες υλικό.
Το υλικό αυτό δρα ως στρώµα φραγµού και εµποδίζει την µεταφορά τοξικών
συστατικών προς τα υπόγεια ύδατα. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται αφενός µείωση
της στάθµης των υπόγειων υδάτων εντός της µάζας των αποβλήτων και αφετέρου
βελτίωση της προκύπτουσας όξινης απορροής. Επίσης, µπορεί να εφαρµοστεί και
υδατοπερατός ενεργός φραγµός στον οποίο κατακρατούνται οι ρύποι. (Ξενίδης &
Κοµνιτσας, 2001)
6.1.3
∆ιορθωτικές Μέθοδοι Επέµβασης
Η εφαρµογή διορθωτικών ή κατασταλτικών µεθόδων επέµβασης αποτελεί το
τελευταίο στάδιο της αντιµετώπισης των επιπτώσεων της όξινης απορροής και
στοχεύει στη συλλογή και επεξεργασία των παραγόµενων υγρών αποβλήτων.
Η επεξεργασία µπορεί να πραγµατοποιηθεί:
9 είτε µε την χρήση ενεργητικών συστηµάτων, τα οποία περιλαµβάνουν συνεχή
χηµική επεξεργασία,
9 είτε µε τη χρήση παθητικών συστηµάτων (π.χ. τεχνητοί υγρότοποι), τα οποία
εάν σχεδιαστούν σωστά, λειτουργούν για µεγάλα χρονικά διαστήµατα χωρίς
να απαιτείται ουσιαστικός έλεγχος. (Ξενίδης & Κοµνιτσας, 2001)
Η χηµική επεξεργασία θεωρείται µία ασφαλής βραχυπρόθεσµη, αλλά όχι
µακροπρόθεσµη µέθοδος περιβαλλοντικής προστασίας, ειδικά όταν εφαρµόζεται σε
εγκαταλελειµένα µεταλλεία, τα οποία εξακολουθούν να παράγουν όξινη απορροή για
µεγάλες χρονικές περιόδους µετά το πέρας των εργασιών. Σε τέτοιες περιπτώσεις
εκτιµάται πως η εφαρµογή παθητικών συστηµάτων αποδίδει ικανοποιητικότερα
αποτελέσµατα. (Ξενίδης & Κοµνιτσας, 2001)
- 196 Η µόνη βιοµηχανική µέθοδος σήµερα είναι η εξουδετέρωση της ΟΑΜ µε
βάση, συνήθως ασβέστη ή συνδυασµό ασβεστολίθου µε ασβέστη. Η εξουδετέρωση
προκαλεί καταβύθιση των βαρέων µετάλλων σε µορφή υδροξειδίων.
6.1.3.1 Η περίπτωση της Προσθήκης Αλκαλικών Υλικών
Η αποτελεσµατικότητα των αλκαλικών υλικών, όπως του ασβεστόλιθου και
της ασβέστου, στην παρεµπόδιση της παραγωγής οξύτητας από τα θειούχα ορυκτά
έχει αναγνωριστεί εδώ και πολύ καιρό, δεδοµένου ότι στις περιπτώσεις των
µεταλλείων θειούχων ορυκτών και ανθρακορυχείων όπου απαντούν σε αφθονία
ασβεστολιθικά πετρώµατα, η απορροή έχει παραµείνει ουδέτερη έως αλκαλική. Στις
περισσότερες περιπτώσεις όµως η ποσότητα και η δραστικότητα των ενδογενών
αλκαλικών ορυκτών δεν επαρκεί για την εξουδετέρωση της οξύτητας που δύναται να
παραχθεί από την οξείδωση των θειούχων και έτσι απαιτείται η περαιτέρω προσθήκη
αλκαλικότητας. Το συνηθέστερο αλκαλικό πρόσθετο, τόσο λόγω διαθεσιµότητας σε
µεγάλες ποσότητες όσο και λόγω χαµηλού κόστους είναι ο ασβεστόλιθος. Άλλα
πρόσθετα είναι η άσβεστος και η υδράσβεστος που είναι περισσότερο δραστικά αλλά
και µε αυξηµένο συγκριτικά κόστος Σε ανάλογες εφαρµογές έχουν χρησιµοποιηθεί
βιοµηχανικά κατάλοιπα, όπως ιπτάµενη τέφρα από σταθµούς καύσης λιθάνθρακα ή
λιγνίτη καθώς και µεταλλευτικά απόβλητα ή στείρα µε αυξηµένη συγκέντρωση
ανθρακικών ορυκτών. (Ταµπάκης, 2006)
Η αποτελεσµατικότητα των αλκαλικών προσθέτων καθορίζεται από δύο
σηµαντικούς παράγοντες. Η πρώτη παράµετρος είναι η δραστικότητα τους και όως
αυτή υπολογίζεται από το δυναµικό εξουδετέρωσης τους και η δεύτερη ο τρόπος
επαφής των θειούχων µε τα αλκαλικά και το νερό.
Η προσθήκη αλκαλικών υλικών µπορεί να γίνει µε τρείς µεθόδους.
9 Ως στρώση στην επιφάνεια των τελµάτων
9 Σε ανάµιξη µε την µάζα των τελµάτων
9 Ως βασική στρώση κάτω από τα εξορυκτικά απόβλητα
(Ταµπάκης, 2006)
- 197 9 Η περίπτωση του Γεωφραγµού (HardPan)
Συµφωνά µε όσα αναφέρονται στην διεθνή βιβλιογραφία σε σωρούς που
εντοπίζονται κοντά σε µεταλλευτικές εγκαταστάσεις παρατηρούνται τρείς ζώνες
φυσικοχηµικών διεργασιών. Οι ζώνες αυτές είναι οι εξής:
9 Ζώνη οξείδωσης
9 Γεωφραγµός – HardPan
9 Ζώνη στην οποία δεν έχει πραγµατοποιηθεί καµία αντίδραση
οξείδωσης ή έχει γίνει σε πολύ µικρό βαθµό
Εποµένως ως γεωφραγµός ορίζεται η ενδιάµεση ζώνη η οποία έχει ως κύριο
χαρακτηριστικό της την µειωµένη διαπερατότητα και κατ’αυτόν τον τρόπο αποτελεί
ένα φυσικό φράγµα στην περαιτέρω οξείδωση των θειούχων ορυκτών (αφού η
ουσιαστική του λειτουργία είναι να εµποδίζει τη διάχυση του οξυγόνου) και
πρωτίστως του σιδηροπυρίτη. Έχει υπολογιστεί πως ότι ο ρυθµός οξείδωσης των
θειούχων ορυκτών µπορεί µε τη δηµιουργία του αδιαπέρατου στρώµατος να µειωθεί
από 1000 έως και 10000 φορές, ενώ από άλλες µελέτες έχει βρεθεί πως στην ζώνη
αυτή κατακρατείται ένα σηµαντικό ποσοστό τοξικών και βαρέων µετάλλων.
(Ταµπάκης, 2006) & (Κοντόπουλος, 1995)
Ο γεωφραγµός δηµιουργείται µε την προσθήκη στους σωρούς αποβλήτων
διαφόρων ορυκτών που έχουν την ιδιότητα να αυξάνουν το pH και συνεπώς να
καταναλώνουν οξύτητα. Τέτοια ορυκτά είναι ο ασβεστόλιθος (λόγω µικρού κόστους
χρησιµοποιείται συχνότερα), καθώς και το οξείδιο και υδροξείδιο του ασβεστίου,
αλουµινοπυριτικά και φωσφορούχα ορυκτά ή µίγµατά τους. Η δράση του
γεωφραγµού στηρίζεται στο ότι αυξανοµένου του pH µειώνεται η διαλυτότητα
πολλών µεταλλικών ιόντων που είναι τοξικά και βαρέα. Τα ιόντα αυτά
καταβυθίζονται ως οξείδια και υδροξείδια γεγονός που οδηγεί σε µείωση του
πορώδους του αποβλήτου και συνεπώς σε µείωση της υδροπερατότητας. (Ταµπάκης,
2006) & (Κοντόπουλος, 1995)
6.1.3.2 Η περίπτωση των τεχνητών υγροτόπων
Ως τεχνητοί υγρότοποι θεωρούνται κατάλληλα διαµορφωµένες περιοχές, οι
οποίες είναι πληµµυρισµένες ή κορεσµένες σε νερό (επιφανειακό ή υπόγειο) και
- 198 περιέχουν κατάλληλο υπόστρωµα και φυτά, τα οποία προκαλούν την αποµάκρυνση
ρυπαντικών συστατικών από υγρά απόβλητα.
Η κατασκευή των υγροτόπων περιλαµβάνει συνήθως, τα ακόλουθα στάδια:
9 ∆ηµιουργία αδιαπέραστου πυθµένα (εάν απαιτείται)
9 Κατασκευή υποστρωµάτων µε διαφορετική υδραυλική αγωγιµότητα.
(άµµος, χαλίκια, τύρφη κλπ)
9 Εµφύτευση κατάλληλων φυτών, που µπορούν να αναπτυχθούν σε
υποστρώµατα, τα οποία βρίσκονται σε αναερόβιες συνθήκες κορεσµού
9 Εξασφάλιση ροής υγρών αποβλήτων (επιφανειακή ή από το
υπόστρωµα)
9 Προσθήκη σπονδυλωτών και ασπόνδυλων οργανισµών
9 Προσθήκη µ/ο οι οποίοι αναπτύσσονται σε αερόβιες και αναερόβιες
συνθήκες.
Οι τεχνητοί υγρότοποι αποτελούν εναλλακτικές µεθόδους επεξεργασίας
υγρών αποβλήτων και κυρίως όξινης απορροής µεταλλείων, µε ήπια χαρακτηριστικά.
Χρησιµοποιούνται τόσο κατά την διάρκεια όσο και µετά το πέρας της λειτουργίας
ενός µεταλλείου, εφόσον η παραγωγή όξινης απορροής είναι συνεχής. Θεωρούνται
παθητικά συστήµατα επεξεργασίας, επειδή µετά το πέρας της κατασκευής τους
συνήθως δεν απαιτείται υποστήριξη της λειτουργίας τους. Απαιτούν µεγάλες εκτάσεις
αλλά έχουν χαµηλό λειτουργικό και ενεργειακό κόστος. (Ξενίδης & Κοµνιτσας,
2001)
- 199 -
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7ο
Συµπεράσµατα
Στην παρούσα εργασία πραγµατοποιήθηκε εκτίµηση της υφιστάµενης
περιβαλλοντικής κατάστασης, των σηµαντικότερων µεταλλευτικών εγκαταστάσεων
µικτών θειούχων πετρωµάτων που εντοπίζονται στον Ελλαδικό, τον Ιταλικό, τον
Πορτογαλικό και τον Ισπανικό χώρο.
Τα µικτά θειούχα πετρώµατα αποτελούν σηµαντικής αξίας κοιτάσµατα της
µεταλλευτικής βιοµηχανίας δεδοµένης της πολυµεταλλικής τους σύνθεσης. Όµως
όσο σηµαντικά κοίτασµα αποτελούν, τόσο επικίνδυνα µπορεί να καταστούν για το
περιβάλλον, αν δεν υπάρξει η απαιτούµενη προσοχή κατά την διάρκεια της εξόρυξης,
την διαδικασία εµπλουτισµού τους, καθώς και κατά την διαδικασία απόθεσης των
αποβλήτων προερχόµενων από τις διαδικασίες εξόρυξης στους κατασκευασµένους γι’
αυτό το λόγο ειδικούς χώρους, γνωστούς και ως λίµνες τελµάτων.
Τα µεγαλύτερα κοιτάσµατα µικτών θειούχων που έχουν ανακαλυφθεί και
αξιοποιηθεί ή αξιοποιούνται στον Ελλαδικό χώρο, εντοπίζονται στις περιοχές της
Χαλκιδικής – µεταλλευτικές εγκαταστάσεις Κασσάνδρας, του Έβρου – µεταλλευτικές
εγκαταστάσεις Κίρκης και στην περιοχή της Αττικής – µεταλλευτικές εγκαταστάσεις
Λαυρίου.
Το µεταλλείο Αγ. Φιλίππου της Κίρκης παραµένει κλειστό από τις αρχές του
1990. Εκεί εξορύχθησαν συνολικά περίπου 200.000 - 220.000 tn µεταλλεύµατος.
Ουσιαστικά πρόκειται για ένα µικρό µεταλλευτικό έργο, το οποίο όµως δηµιούργησε
σηµαντικά περιβαλλοντικά προβλήµατα και αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγµα
των επιπτώσεων που η όξινη απορροή και ο ελλιπής σχεδιασµός και οργάνωση
σχετικά µε την διαχείριση των εξορυκτικών αποβλήτων µπορεί να προκαλέσει.
Στις συγκεκριµένες µεταλλευτικές εγκαταστάσεις για τον εµπλουτισµό των
µεταλλικών ορυκτών χρησιµοποιούνταν διάφορα χηµικά αντιδραστήρια για τη
ρύθµιση των φυσικών ιδιοτήτων (καταβύθιση, επίπλευση) των διαφόρων ορυκτών
του µεταλλεύµατος όπως, καυστικό νάτριο, θειικό νάτριο, θειικός ψευδάργυρος και
κυανιούχο νάτριο. Όλες αυτές οι χηµικές ουσίες µε σηµαντικότερη το άκρως
δηλητηριώδες κυανιούχο νάτριο, αποθέτονταν, έπειτα από την ανάκτηση των
- 200 µεταλλικών συµπυκνωµάτων, ειδικά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του µεταλλείου σε
χώρους που δεν τηρούνταν οι ελάχιστοι κανόνες ασφαλείας για την αποτροπή της
διαφυγής των ρύπων στο περιβάλλον.
Επίσης χαρακτηριστικό της επικρατούσας κατάστασης είναι πως τµήµατα των
τειχίων ορισµένων παλαιών φραγµάτων που ουσιαστικά αποτελούνταν από υλικά
παλαιότερων αποβλήτων, έχουν παρασυρθεί από το βρόχινο νερό και έχουν
διαρρεύσει στα υδατικά συστήµατα ρυπαίνοντας τα εδάφη και υποβαθµίζοντας την
ποιότητα των εδαφών και του περιβάλλοντος.
∆εδοµένης λοιπόν της µηδαµινής συντήρησης των χώρων αυτών και σε
συνδυασµό µε τα παραπάνω συµπεραίνεται εύκολα η αυξηµένη πιθανότητα µικρής ή
µεγάλης κλίµακας διαρροής ή ακόµα και η πιθανότητα κατάρρευσης κάποιου
φράγµατος που θα προκαλούσε σηµαντικές επιπτώσεις στην περιβαλλοντική
κατάσταση της ευρύτερης περιοχής
Το φαινόµενο της όξινης απορροής φαίνεται να λαµβάνει χώρα,
παρατηρώντας τα αποτελέσµατα των γεωχηµικών αναλύσεων από περιοχές εντός των
µεταλλευτικών εγκατατάσεων καθώς και από ιζήµατα του ποταµού Ειρήνης µέχρι το
Θρακικό Πέλαγος.
Οι συγκεντρώσεις των Zn, Cd, Pb, Cu και As, φαίνεται να ξεπερνούν τις
θεσπισµένες οριακές τιµές κατά 85, 100, 40, 8 και 3 φορές αντίστοιχα.
Πολύ χειρότερη παρουσιάζεται η κατάσταση στην Λαυρεωτική χερσόνησο.
Οι µεταλλευτικές εγκαταστάσεις µικτών θειούχων στην περιοχή παραµένουν
κλειστές, ενώ έχει ανακυρηχθεί και µεταλλευτικό πολιτιστικό παρκο.
Στην περιοχή εντοπίζονται πάνω από 1.200.000 tn θειούχων αποβλήτων
επίπλευσης, πάνω από 7.000.000 tn οξειδωµένων αποβλήτων εµπλουτισµού και πάνω
από 5.000.000 tn σκουριών αποτέλεσµα της τήξης του µεταλλεύµατος για την
εξαγωγή του αργυρούχου µολύβδου.
Εντοπίζονται δηλαδή κατά µήκος της Λαυρεωτικής χερσονήσου σηµαντικές
ποσότητες αποβλήτων οι οποίες σε συνδυασµό µε την υψηλή οικιστική ανάπτυξη των
τελευταίων δεκαετιών αποελούν σηµαντική απειλή τόσο για το περιβάλλον όσο και
για την δηµόσια υγεία. Χαρακτηριστικό παράδειγµα, οι σωροί των οξειδωµένων
αποβλήτων εµπλουτισµού ή επίπλευσης οι οποίοι περιέχουν υψηλές συγκεντρώσεις
τοξικών στοιχείων όπως µόλυβδο, κάδµιο, αρσενικό, αντιµόνιο κ.α. Αυτοί αποτελούν
το πλέον επικίνδυνο µεταλλουργικό απόβλητο, δεδοµένου ότι ένα µεγάλο τµήµα της
- 201 πόλης είναι κτισµένο πάνω σε αυτό και ο τοπικός πληθυσµός και κυρίως τα παιδιά
έρχονται σε άµεση επαφή µε το ρυπασµένο αυτό υλικό.
Κάτι τέτοιο έρχεται να επιβεβαιωθεί και µε τα αποτελέσµατα των
επιδηµιολογικών µελετών που διενεργήθηκαν την δεκαετία του 1980-1990, βάση των
οποίων τα παιδιά και οι ενήλικες κάτοικοι του Λαυρίου παρουσίασαν υψηλές
συγκεντρώσεις µολύβδου στο αίµα και αρσενικού στα ούρα.
Τα εδάφη της Λαυρεωτικής χερσονήσου παρουσιάζουν σηµαντικά υψηλές
συγκεντρώσεις βαρέων µετάλλων. Βάση των ορίων της Βρετανικής νοµοθεσίας για
το Αρσενικό, το Κάδµιο, το Χρώµιο, τον Χαλκό και το Μόλυβδο, κρίνεται ότι το
93,3%, το 57,3%, το 13,6%, το 12%, το 59,9% και το 35% της έκτασης της, (κατ’
αντιστοιχία του µετάλλου) είναι ακατάλληλα για την χρήση τους από τον άνθρωπο.
Αντίθετα στο Ν. Χαλκιδικής οι µεταλλευτικές εγκαταστάσεις παραµένουν
ενεργές. Η ευρύτερη περιοχή των µεταλλείων εντοπίζεται ανάµεσα από µεγάλο
αριθµό προστατευόµενων εκτάσεων, πράγµα που αναδεικνύει την αναγκαιότητα
σωστής διαχείρισης των εξορυκτικών αποβλήτων και της συνεχούς παρακολούθησης
των χώρων απόθεσης.
Παρόλα τα µέτρα αντιµετώπισης του φαινοµένου της όξινης απορροής που
έχουν ληφθεί από την ιδιοκτήτρια εταιρία η ποιότητα των εδαφών και του υδροφόρου
ορίζοντα συνεχίζει να παρουσιάζει αυξηµένες συγκεντρώσεις βαρέων µετάλλων Cu,
Ni, Zn, Cr, Pb, Cd, As, σε επίπεδα υψηλότερα των θεσπισµένων οριακών τιµών.
Οι αυξηµένες οριακές τιµές αυτές, πιθανώς να οφείλονται στην παλαιότερη
δραστηριότητα των µεταλλευτικών εγκαταστάσεων, στον µεγάλο αριθµό σκουριών
που εντοπίζονται διάσπαρτες σ’ολόκληρη την Β.Α. Χαλκιδική αλλά και σε φυσικό
εµπλουτισµό από την βιολογική αποσάθρωση των πετρωµάτων της περιοχής.
Αποδεικνύει επίσης, την δυσκολία που παρουσιάζει, το να περιοριστεί το
φαινόµενο της όξινης απορροής, όταν αυτό έχει ξεκινήσει, και την ανάγκη για την
ενίσχυση των µέτρων αποµόνωσης – περιορισµού.
Παρόµοια παρουσιάζεται και η κατάσταση στις µταλλευτικές εγκαταστάσεις
µικτών θειούχων πετρωµάτων όλλων Ευρωπαικών Χωρών, όπως της Ιταλίας, της
Πορτογαλίας, και της Ισπανίας.
Και σε αυτές (είτε οι µεταλλευτικές εγκαταστάσεις παραµένουν κλειστές είτε
είναι ενεργές), η ποιότητα των εδαφών και του υδροφόρου ορίζοντα παρουσιάζεται
σηµαντικά υποβαθµισµένη από την παρουσία υψηλών συγκεντρώσεων βαρέων και
- 202 τοξικών µετάλλων καθώς και από τις πολύ χαµηλές τιµές στις οποίες κυµαίνεται το
pH.
Μέσα από το πλήθος των µεταλλευτικών εγκαταστάσεων µικτών θειούχων
πετρωµάτων που µελετήθηκαν, συµπεραίνουµε πως το φαινόµενο της όξινης
απορροής αποτελεί έναν από τους µεγαλύτερους παράγοντες ευθύνεται για την
ρύπανση από τη µεταλλευτική δραστηριότητα.
Με την έναρξη της εξόρυξης σε περιβάλλον µικτών θειούχων, εµφανίζεται το
φαινόµενο της ΟΑΜ η οποία όπως αναλυτικά ανεφέρθη είναι ικανή να προκαλέσει
όξυνση των υδάτων λόγω του σχηµατισµού θειικού οξέος, και ρύπανση των εδαφών
και του υδροφόρου ορίζοντα µε σηµαντικές συγκεντρώσεις βαρέων µετάλλων, τα
οποία βιοσυσσωρεύονται στους ζώντες οργανισµούς, προκαλώντας τους σηµαντικές
διαταραχές στην υγεία.
Γίνεται σαφής λοιπόν η ανάγκη εφαρµογής µεθόδων πρόληψης της εµφάνισης
του φαινοµένου της ΟΑΜ όσο και της χρήσης τεχνικών αποµόνωσης, και εφαρµογής
διορθωτικών µέτρων επέµβασης όπου το φαινόµενο έχει ξεκινήσει.
Ένα ακόµα σηµαντικό θέµα που ανακύπτει είναι αυτό του ορθού σχεδιασµού
και της συντήρησης των λιµνών τελµάτων, τόσο κατά την διάρκεια λειτουργίας των
µεταλλευτικών εγκαταστάσεων, όσο και έπειτα από την παύση των εργασιών αυτών
καθώς πιθανή διαρροή ή κατάρρευση φράγµατος µπορεί να προκαλέσει σηµαντικές
περιβαλλοντικές κατατροφές.
Παραδείγµατα τέτοιων ατυχηµάτων αποτελούν οι διαρροές που σηµειώθηκαν
σε λίµνες τελµάτων στην περιοχή Aznalcollar και Baia Mare οι οποίες είχαν σαν
αποτέλεσµα:
9 Την θανάτωση τόνων ψαριών λόγω της ρύπανσης των ποτάµιων
συστηµάτων
9 Την ρύπανση µεγάλων εκτάσεων γης από τα νερά άρδευσης, µε
σηµαντικές
επιπτώσεις
στην
τοπική
κοινωνία
(καλλιέργειες,
βοσκότοποι, υγεία και ασφάλεια ανθρώπων)
9 Την
πρόκληση
σηµαντικών
οικονοµικών
απωλειών
από
τις
κατατσροφικές συνέπειες που προκλήθηκαν στις βιοκοινότητες, αλλά
και από τα υψηλά κόστη των εργασιών που απαιτήθηκαν για τον
καθαρισµό και την αποκατάσταση των περιοχών που επλήγησαν
- 203 Τα ατυχήµατα αυτά αποτυπώνουν την γενικότερη εικόνα που επικρατεί στον
τοµέα της µεταλλευτικής βιοµηχανίας. ∆ηλαδή:
9 Απέδειξαν πώς το κοινωνικό επίπεδο γνώσης και κατανόησης του κινδύνου
που ελλοχεύει από την εξορυκτική δραστηριότητα βρισκόταν σε πρώιµο
στάδιο
9 Κατέδειξαν την ανάγκη για ανάπτυξη των επιπέδων επικοινωνίας και
συνεργασίας µεταξύ των διαφόρων φορέων
9 Απέδειξαν την έλλειψη σχεδιασµού και την αδυναµία αντιµετώπισης
έκτακτων καταστάσεων.
Κύρια όµως ανεδείχθη η ανάγκη σε Ευρωπαικό επίπεδο, θέσπισης αυστηρού
νοµικού πλαισίου λειτουργίας των µεταλλευτικών βιοµηχανιών. Και αυτό διότι
απεδείχθη πλέον και στην πράξη ότι η εξόρυξη µεταλλευµάτων αποτελεί έναν από
τους µεγαλύτερους παράγοντες παραγωγής αποβλήτων στην Ε.Ε.
Το θεσµικό πλαίσιο που αναπτύχθηκε, αποτέλεσµα της κοινωνικής
ευαισθητοποίησης για ζητήµατα περιβαλλοντικής προστασίας και κοινωνικής
ασφάλειας, έπειτα και από τα καταστροφικά συµβάντα στις χώρες της Ισπανίας και
Ρουµανίας, αποτελεί σηµαντικό βήµα στην κατεύθυνση της ορθότερης διαχείρισης
των εξορυκτικών αποβλήτων για την αποφυγή νέων ατυχηµάτων.
Με στόχο την καλύτερη εφαρµογή του θεσµικού πλαισίου, αλλά και την
δυνατότητα κάλυψης πλήθους προβληµάτων που θα ανακύπτουν κάθε φορά στη
µεταλλευτική δραστηριότητα, κρίνεται απαραίτητη η συνεχής έκδοση οδηγιών όταν
αυτό απαιτείται για την συνεχή βελτίωση, συµπλήρωση και επαναξιολόγηση των
ισχυουσών διατάξεων.
Επισηµαίνεται επίσης η ανάγκη λειτουργίας ενός δικτύου υποστήριξης (τύπου
e-Ecorisk) για την παροχή πληροφοριών, που θα βοηθήσει στην λήψη αποφάσεων,
προς αποτροπή πιθανών και υπαρκτών κινδύνων από µεγάλης κλίµακας διαρροές
αποβλήτων των µεταλλείων
Εξ όλων των ανωτέρω καταδεικνύεται πόσο αναγκαίος είναι ο τοµέας της
πρόληψης, πιθανών δυσµενών επιπτώσεων στο περιβάλλον από πάσης φύσεως
διαρροές για την αντιµετώπιση, µέσω της αναγνώρισης, του χαρακτηρισµού, και της
ποσοτικοποίησης και αξιολόγησης των περιβαλλοντικών και κοινωνικών απειλών.
- 204 -
Ελληνόγλωσση Βιβλιογραφία
9 Ανδρεαδάκης Α. (2008) «Επεξεργασία νερού: Βασικές αρχές και διεργασίες»
εκδόσεις Συµµετρία, Αθήνα
9 Αρίκας Κ., N. Asfahani, A. Nowak, D. Goetz, V. Watzl, Β. Μέλφος (2007)
«Τα µεταλλεία Κίρκης Νοµού Έβρου και εκτιµήσεις περιβαλλοντικών
επιπτώσεων – Μέρος Α’: Γεωχηµική και Ορυκτολογική µελέτη των
µεταλλευτικών
τελµάτων
και
συµπκνωµάτων»
Μεταλλειολογικά
και
Μεταλλουργικά Χρονικά
9 Αρίκας Κ., N. Asfahani, A. Nowak, D. Goetz (2007) «Τα µεταλλεία Κίρκης
Νοµού Έβρου και εκτιµήσεις περιβαλλοντικών επιπτώσεων – Μέρος B’:
Προσδιορισµός τοξικών στοιχείων σε εδάφη και ποτάµια ιζήµατα»
Μεταλλειολογικά και Μεταλλουργικά Χρονικά
9 Βεράνης Ν. (1994) «Γεωλογική δοµή και ορυκτές πρώτες ύλες στο νοµό
Χαλκιδικής» Ι.Γ.Μ.Ε., Θεσσαλονίκη
9 Βεράνης Ν. και Μελαδιώτης Ι. (1996) «Συγκεντρώσεις τοξικών στοιχείων και
βαρέων µετάλλων στα επιφανειακά και υπόγεια νερά της περιοχής
Ολυµπιάδας του νοµού Χαλκιδικής» Μεταλλειολογικά Μεταλλουργικά
Χρονικά, ΜΜΧ, Αθηνα.
9 Βεράνης Ν. και Μελαδιώτης Ι. (2005) «Υδρογεωλογικές συνθήκες της
Υδρολογικής λεκάνης Ολυµπιάδος, Νοµού Χαλκιδικής, Βόρεια Ελλάδα» 7ο
Υδρογεωλογικό Συνέδριο, Ι.Γ.Μ.Ε. & Α.Π.Θ., Αθηνα.
9 Βέργου – Βήχου Α. & Σταυράκης Γ. (1992) «Περιβαλλοντική γεωχηµική
έρευνα στην περιοχή Λαυρίου και Αγ. Κωνσταντίνου (Καµάριζα) Αττικής»
Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών – ΙΓΜΕ, Αθήνα
- 205 9 Γραµµατικόπουλος Α., Β. Τσικούρας, Κ. Σαλονίκης (2005) «Συµβολή της
Εφαρµοσµένης Ορυκτολογίας στις µεταλλουργικές διεργασίες χρυσού»
Μεταλλειολογικά και Μεταλλουργικά Χρονικά
9 ∆ηµητριάδης Α., Α. Βεργού, Π. Τσόµπος, Μ. Στεφούλη (2002) «Η
χρησιµοποίηση των αποτελεσµάτων της ρύπανσης της Λαυρεωτικής χερσονήσου
στο σχεδιασµό χρήσεων γης» Πρακτικά Ι’ Επιστηµονικής Συνάντησης Ν.Α.
Αττικής
9 ∆ηµητριάδης ∆. (1996) «Περιβαλλοντική θεώρηση µονάδας χρυσού της TVX
HELLAS Α.Ε.» Ηµερίδα ΤΕΕ: Η διαχείριση των επικίνδυνων αποβλήτων,
Αθήνα
9 ∆ήµου Ε. (Ιούνιος 2005) «Ορυκτολογική σύσταση της µεταλλοφορίας της
Κίρκης (µεταλλείο Αγ. Φίλιππος, Αχλά Ταρλά, ΟΠ3) ως παράγοντας των
περιβαλλοντικών
επιπτώσεων
της
περιοχής»
Γ’ΚΠΣ
Επιχειρησιακό
πρόγραµµα Ανταγωνιστικότητα, Έργο: Καινοτόµες τεχνολογικές τεχνικές
καταγραφής
και
αξιοποίησης
απορριµµάτων
µεταλλευτικής
και
µεταλλουργικής βιοµηχανίας και εγκαταλειµµένων δηµοσιων µεταλλείων.
Πιλοτικές εφαρµογές. Υπεύθυνος Έργου: ∆ρούγκας Ι. Υποέργο 1: Καταγραφή
απορριµµάτων µεταλλευτικής και µεταλλουργικής δραστηριότητας. Μελέτες
και έρευνες επιπτώσεων, τεχνικών αδρανοποίησης και αξιοποίησης.
Υπεύθυνος υποέργου: Λιακόπουλος Α. – Μελέτη ΙΓΜΕ, Αθήνα
9 ∆ήµου Ε., Α. Βέργου – Βήχου, Ζ Τζανικιάν, Μ. Καµινάρη (2003) «Μεταλλεία
Λαυρεωτικής
Ν.Αττικής»
Γ’ΚΠΣ
Επιχειρησιακό
πρόγραµµα
Ανταγωνιστικότητα, Έργο: Καινοτόµες τεχνολογίες - τεχνικές καταγραφής
και
αξιοποίησης
βιοµηχανίας
και
απορριµµάτων
εγκαταλειµµένων
µεταλλευτικής
δηµοσίων
και
µεταλλουργικής
µεταλλείων.
Πιλοτικές
εφαρµογές. Υπεύθυνος Έργου: ∆ρούγκας Ι. Υποέργο 2: Τεχνικές αξιοποίησης
εγκαταλειµµένων µεταλλείων – Πιλοτική εφαρµογή Υπεύθυνος Υποέργου:
Λιακόπουλος Α. – Μελέτη ΙΓΜΕ, Αθήνα
- 206 9 ∆ιακάκη Ε., Π.Σταφανίδη, Γ. Σταικόπουλος, Ν. Αποστόλου, Ι. Ζάννα (2002)
«Έκθεση απογραφής εγκαταλειµµένων µεταλλείων Κεντρικής Μακεδονίας.
Μεταλλεία Σκουριών, Λαχανά, Παλιοχώρας,Φυτείας, Αλώρου, Φιλαδελφείου»
Γ’ΚΠΣ Επιχειρησιακό πρόγραµµα Ανταγωνιστικότητα, Έργο: Καινοτόµες
τεχνολογίες
-
τεχνικές
καταγραφής
και
αξιοποίησης
απορριµµάτων
µεταλλευτικής και µεταλλουργικής βιοµηχανίας και εγκαταλειµµένων
δηµοσίων µεταλλείων. Πιλοτικές εφαρµογές. Υπεύθυνος Έργου: ∆ρούγκας Ι.
Υποέργο 1: Καταγραφή απορριµµάτων µεταλλευτικής και µεταλλουργικής
δραστηριότητας. Μελέτες και έρευνες επιπτώσεων, τεχνικών αδρανοποίησης
και αξιοποίησης. Πιλοτικές εφαρµογές Υπεύθυνος Υποέργου: Λιακόπουλος
Α. – Μελέτη ΙΓΜΕ, Αθήνα
9 ∆ιακάκης Ε., Π. Στεφανίδης, Φ. Μιχαλέου (1994) «Άτλαντας ορυκτών πρώτων
υλών Κεντρικής Μακεδονίας. Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραµµα
(Σ.Π.Α.)» ΙΓΜΕ (ψηφιακή απόδοση), Θεσσαλονίκη
9 ∆ούτσος Θ. (2000) «Γεωλογία: Αρχές και Εφαρµογές» Εκδόσεις Leederbooks,
Αθήνα
9 Θεοδωρούδης Α. & Αρβανιτίδης Ν. (1999) «Αρχαίες µεταλλευτικές εργασίες
στην περιοχή Βίνας της Β.Α. Χαλκιδικής» Έκθεση Ι.Γ.Μ.Ε., Αθήνα
9 Θεοδωρούδης Α., Ν. Βεράνης, Ε. Πολυζώνης, Ν. Κακλαµάνης, Μ.
Νυµφόπουλος, Ν. Αρβανιτίδης, Χ. Κουγκούλης, Α. Μανάκος (2003)
«Μεταλλευτικό κέντρο Β.Α. Χαλκιδικής: Γεωλογική – Μεταλλευτική Περιβαλλοντική αποτίµηση» Γ' ΚΠΣ 2000-2006 Επιχειρησιακό Έργο
"Ανταγωνιστικότητα". Έργο: Καινοτόµες τεχνολογίες-τεχνικές καταγραφής
και
αξιοποίησης
βιοµηχανίας
και
απορριµµάτων
εγκαταλειµµένων
µεταλλευτικής
δηµόσιων
και
µεταλλουργικής
µεταλλείων.
Πιλοτικές
εφαρµογές. Υπεύθυνος Έργου: ∆ρούγκας Ι., ∆/ντής ∆ΜΕΟΜ: Υποέργο 1:
Καταγραφή
απορριµµάτων
µεταλλευτικής
και
µεταλλουργικής
δραστηριότητας. Μελέτες και έρευνες επιπτώσεων, τεχνικών αδρανοποίησης
και αξιοποίησης. Πιλοτικές εφαρµογές. Υπεύθυνος Υποέργου: ∆ρ. Αλ.
Λιακόπουλος ΙΓΜΕ / ∆ΙΓΕΧΠΕ, ΙΓΜΕ, Αθήνα.
- 207 9 Ινστιτούτο
Γεωλογικών
και
Μεταλλευτικών
Ερευνών
&
Ινστιτούτο
Περφερειακής Ανάπτυξης, Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α. (1997) «Μελέτη επιλογής θέσης
εγκατάστασης µονάδας µεταλλουργίας χρυσού της TVX-Hellas στην περιοχή
µεταλλείων Κασσάνδρας Χαλκιδικής – Συνοπτική Παρουσίαση της Μελέτης»
Α’ Φάση, Υπουργείο Ανάπτυξης, ΥΠ.ΑΝ., Αθήνα
9 Ινστιτούτο
Γεωλογικών
και
Μεταλλευτικών
Ερευνών
&
Ινστιτούτο
Περφερειακής Ανάπτυξης, Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α. (1997) «Μελέτη επιλογής θέσης
εγκατάστασης µονάδας µεταλλουργίας χρυσού της TVX HELLAS στην περιοχή
των µεταλλείων Κασσάνδρας Χαλκιδικής:
Υδρολογικά – Υδρογεωλογικά –
Υδροχηµικά χαρακτηριστικά των λεκανών απορροής της περιοχής µελέτης»
Τεύχος 6, Υπουργείο Ανάπτυξης, ΥΠ.ΑΝ., Αθήνα
9 Ινστιτούτο
Γεωλογικών
και
Μεταλλευτικών
Ερευνών
&
Ινστιτούτο
Περφερειακής Ανάπτυξης, Ι.Γ.Μ.Ε. & Ι.Π.Α. (1997) «Μελέτη επιλογής θέσης
εγκατάστασης µονάδας µεταλλουργίας χρυσού της TVX HELLAS στην περιοχή
των µεταλλείων Κασσάνδρας Χαλκιδικής:
Υδρολογικά – Υδρογεωλογικά –
Υδροχηµικά χαρακτηριστικά των λεκανών απορροής της περιοχής µελέτης»
Τεύχος 6, Υπουργείο Ανάπτυξης, ΥΠ.ΑΝ., Αθήνα
9 Καταφιώτη Μ. (2008) «Εκτίµηση των περιβαλλοντικών συνθηκών στο νοµό
Χαλκιδικής όσον αφορά τα Βαρέα µέταλλα» Μεταπτυχιακή εργασία,
Πανεπιστήµιο Πατρών, Μεταπτυχιακό πρόγραµµα σπουδών: Γεω-επιστήµες
και περιβάλλον, Τοµέας περιβαλλοντικής και Θαλάσσιας Γεωχηµείας, Πάτρα
9 Κατιρτζογλου Κ., ∆. Κωνσταντινίδη, ∆. Μπίτζιο (1982) «Η σηµασία του
δηµοσίου
µεταλλείου
Κίρκης
στην
αξιοποιηση
των
µεταλλοφόρων
συγκεντρώσεων της ηφαιστειοιζηµατογενούς λεκάνης Κίρκης – Αισύµης –
Βυρίνης» Ινστιτούτο Γεωλογικών Μελετών – ΙΓΜΕ, Ξάνθη
9 Κουϊµτζή Θ., Κ. Φυτιανού, Κ. Σαµαρά-Κωνσταντίνου (1998) «Χηµεία
Περιβάλλοντος» Εκδόσεις university studio press, Θεσσαλονίκη
- 208 9 Μαυρίδης Σ. (Οκτώβρης 2003) «Επιχείρηση, περιβάλλον και κοινωνική
κινητοποίηση. Το παράδειγµα της Μεταλλουργίας Χρυσού της εταιρείας TVX
Gold Inc. στο Στρυµονικό Κόλπο» Πτυχιακή Εργασία
9 ΜΕΤΒΑ Α.Ε. (Οκτώβριος 1990) «Φάκελος µε πληροφορίες για το έργο της
µεταλλουργίας Χρυσού» Τεχνικό Επιµελητήριο Ελλάδος, ΤΕΕ, Αθήνα
9 Ξενίδης Α. & Κόµνιτσας Κ. (2001) «Όξινη Απορροή Μεταλλείων.
∆ηµιουργία – Επιπτώσεις και Τεχνικές Αντιµετώπισης σε µεταλλεία µικτών
θειούων» Τεχνικά Χρονικά Επιστηµονική Έκδοση Τ.Ε.Ε – Τ.Ε.Ε.
9 Ορφανουδάκη – Μανουσάκη Α. (2001) «Ορυκτολογία: Συστηµατική –
Οπτική» Τµήµα Μηχανικών Μεταλλείων – Μεταλλουργών, Ε.Μ.Π., Αθήνα
9 Ορφανουδάκη – Μανουσάκη Α. (2004) «Κοιτασµατολογία: Κυριότερα
µεταλλευτικά ορυκτά» Σηµειώσεις Εργαστηρίου Ορυκτολογίας, πετρολογίας
κοιτασµατολογίας, Σχολή Μηχανικών Μεταλλείων – Μεταλλουργών ΕΜΠ
9 Παπακωνσταντίνου Α., Ν. Βεράνης, Ε. Πολυζώνης (1996) «Υδροχηµική –
Υδρογεωλογική Μελέτη Ολυµπιάδας – Στρατωνίου Ν. Χαλκιδικής» Ι.Γ.Μ.Ε.
Θεσσαλονίκη
9 Ταµπάκης Κ. (2006) «∆ηµιουργία Γεωφραγµού σε Θειούχα Απορρίµµατα»
∆ιπλωµατική Εργασία, Τµήµα Μηχανικών Μεταλλείων – Μεταλλουργών,
Ε.Μ.Π., Αθήνα
9 Τσόµπος Π., Μ. Στεφούλη, ∆. Βασιλείου «Εντοπισµός και οριοθέτηση
επιφανειακών ρυπαντών από τη µεταλλευτική δραστηριότητα στο Λαύριο µε
µεθόδους Τηλεπισκόπισης» Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών
Ερευνών, Υπηρεσία εφαρµογών τηλεπισκόπισης – ΙΓΜΕ, Αθήνα
- 209 -
Ξενόγλωσση Βιβλιογραφία
9 Aristotle University of Thessaloniki (AUTH-partner 16), (2005) «e-Ecorisk
Project “contract EVG1-2002-00068” - Remote Sensing Deliverables»
Grecia, Thessaloniki
9 Aristotle University of Thessaloniki (AUTH-partner 16), (2006), « e-ecorisk
Project “contract EVG1-2002-00068” – Final Report » , Thessaloniki, Greece
9 AUTH, (2004) «Work Package 2: End-User Requirements Results» e-Ecorisk
Symposium, Cagliari/Sardinia
9 Bartolome J. & Vega I. (2002) «Mining in Donana, learned lessons» WWF
Spain and Donana Office, Spain
9 Bernstorff A. & Kanthak J. (2000) «The real face of the kangaroo: A factfinding tour to the Aurul S.A. gold mining enterprise in Baia Mare, Romania
and along the Lapus, Somes and Tisza river system in Romania and Hungary»
Greenpeace, Netherlands, Amsterdam
9 Bottai L. & Maselli F. (2005) «Production of land cover maps for the Italian
test sites» LaMMA-FMA and IBIMET-CNR
9 Dimou E. (2008) «Mixed Sulphide Mineralisation» Institute of Geology and
Mineral Exploration IGME, Hellas
9 e-Ecorisk Italian team - a «Sardinian Test Sites» Data Protocol Roma, from eEcorisk Internet data base (ftp://dib.joanneum.at/)
9 e-Ecorisk Italian team - b (2004) «Selection of test sites in Sardinia» e-Ecorisk
meeting, Cagliari, from e-Ecorisk Internet data base (ftp://dib.joanneum.at/)
- 210 9 e-Ecorisk Italian team - c (2007) «II progetto e-Ecorisk: Esigenze utenti e
acquisizione dati», Aula Magna AUSI, Iglesias, from e-Ecorisk Internet data
base (ftp://dib.joanneum.at/)
9 e-Ecorisk Italian team - d (2003) «Sardinian», from e-Ecorisk Internet data
base (ftp://dib.joanneum.at/)
9 e-Ecorisk Italian team - e (2006) «REPORT - Biological Characterisation of
the
downstream
valley»,
from
e-Ecorisk
Internet
data
base
(ftp://dib.joanneum.at/)
9 e-Ecorisk Italian team - f (2006) «Italy Data acquisition Deliverables
Workpackage 3 - contract n.EVG1-CT2002-00068», from e-Ecorisk Internet
data base (ftp://dib.joanneum.at/)
9 e-Ecorisk Italian team - g (2004) «WorkPackages 3 – Case study
Characterisation - Data Acquisition Protocol», from e-Ecorisk Internet data
base (ftp://dib.joanneum.at/)
9 e-Ecorisk Portugal team (2007) - a «Deliverable 3.2.1 – WP3 Case study
Characterisation» e-Ecorisk contract No EVG1-CT-2002-00068, from eEcorisk Internet data base (ftp://dib.joanneum.at/)
9 e-Ecorisk Portugal team (2007) - b «Deliverable 3.1 – WP3 Case study
Characterisation» e-Ecorisk contract No EVG1-CT-2002-00068, from eEcorisk Internet data base (ftp://dib.joanneum.at/)
9 e-Ecorisk Portugal team (2007) - c «WP3 – Final Report» from e-Ecorisk
Internet data base (ftp://dib.joanneum.at/)
9 e-Ecorisk Portugal team (2006) - d «Biological Characterisation of the
Downstream Valley - Groundwater Parameters – Panasqueira Test Site» from
e-Ecorisk Internet data base (ftp://dib.joanneum.at/)
- 211 9 e-Ecorisk Spanish team (2006) - a «Final report: Spanish test sites» e-Ecorisk
WP-3 Case study site characterization, from e-Ecorisk Internet data base
(ftp://dib.joanneum.at/)
9 e-Ecorisk Spanish team (2006) - b «Technical Report 1: Spanish test sites –
Description of the tailing dams and settings of the selected case study sites» eEcorisk WP-3 Case study site characterization – deliverables, from e-Ecorisk
Internet data base (ftp://dib.joanneum.at/)
9 e-Ecorisk Spanish team (2006) - c «Technical Report 2: Spanish test sites –
Technical report describing the data sources, field collection methods and
types of data» e-Ecorisk WP-3 Case study site characterization – deliverables,
from e-Ecorisk Internet data base (ftp://dib.joanneum.at/)
9 e-Ecorisk Spanish Team (February, 2007) «Resumen de los trabajos
realizados en los sitios de estudio Espanoles – Overview of work undertaken
at the Spanish Test Sites» Συνέδριο Σεβίλλης, Ισπανία, from e-Ecorisk Internet
data base (ftp://dib.joanneum.at/)
9 Filippidis A., (2004) «Project e-Ecorisk» Aristotle University of Thessaloniki
(AUTH), School of Geology and economic Geology in collaboration with
department of physical and environmental geography Laboratory of Remote
Sensing and GIS, Cyprus
9 Fletcher D., W. Hopkins, T. Saldana, J. Baionno, C. Arribas, M. Standora, C.
Fernandez-Delgado (2006) «Geckos as indicators of mining pollution»
Environmental Toxicology and Chemistry, USA
9 Greenpeace (2004) «Baia Mare: 5th Anniversary of the Cyanide Disaster»
9 Greenpeace International (2002) «Corporate Crimes, the need for an
international instrument on corporate accountability and liability»
- 212 9 Hadjibiros K., I. Mantziaras, D. Sakellariadis, C. Giannakidou, A. Katsiri
(2005) «Pollution risk assessment from European mining sites and
preliminary results from tailing dams in Greece», Department o Civil
engineering, National Technical University of Athens (NTUA), Athens,
Greece
9 IGAG, Consiglio Nazionale delle Ricerche, & DIGITA, Universita degli Studi
di Cagliari (2005) «e-Ecorisk Workpackage 3: Case study characterization –
Test sites in Sardinia», Thessaloniki symposium, Greece, from e-Ecorisk
Internet data base (ftp://dib.joanneum.at/)
9 Jorge J. (2006) «WP-3 Case study characterization – Remote Sensing Data –
Spanish test sites: Technical report describing the remote sensing
methodology and techniques used to extract physiographical and ecological
information from case the case study sites», Universitat Politecnica de
Catalunya (UPC)
9 Jorge J., J. Edo, V. Nieves (2005) «Workpackage 3 – Remote Sensing Data –
Status. Spanish study sites Almagrera and Riotinto» Universitat Politecnica de
Catalunya (UPC) e-Ecorisk, Partner 11, from e-Ecorisk Internet data base
(ftp://dib.joanneum.at/)
9 Kroll A. (IPTS), G. Betlem (UNEX), E. Brans (UNEX), K. Getliffe (UNEX),
F. Groen (UNEX), L. Santamaria (NIOO), M. Lucas (NIOO), B. Lopez
(NIOO) and J. Amezaga (UNEX) (2002) «Environmental Regulation of Mine
Waters in the European Union, D4, European Policies and Mine Waters»
European Commission Fifth Framework Programme, Energy Environment
and Sustainable Development, contract No EVK1-CT-2000-0078
9 Maselli F. & Bottai L. (2004) «Proposed test sites in Tuscany» e-Ecorisk
Kickoff meeting, LaMMA-FMA and IBIMET-CNR, Larnaca Symposium,
Cyprus, from e-Ecorisk Internet data base (ftp://dib.joanneum.at/)
- 213 9 Maselli F., L. Bottai, M. Chiesi, S. Pelaconi (2004) «Tuscany study area»,
from e-Ecorisk Internet data base (ftp://dib.joanneum.at/)
9 Meladiotis G. & Veranis N. (2002) «The impact of mining to the surface and
ground water of the Stratoni mining area, Chalkidiki province, Northern
Greece» Πρακτικά 6ου Πανελλήνιου Υδρογεωλογικού Συνεδρίου, Ξάνθη
9 National Technical University of Athens (2007) «e-Ecorisk Final - Report»
9 National Technical University of Athens (November 2005) NTUA team
«WP3 Greek Sites Olympia and Stratoni – Chalkidiki» e-Ecorisk Symposium
Thessalonika
9 OECD (2002) «Lessons from the Baia Mare» OECD Global Forum on
Foreign Direct Investment and the Environment
9 Pelaconi S., F. Maselli, L. Bottai, M. Chiesi (2005) «Tuscany study area»
Institute of Bio-Meteorology, Foundation of applieda meteorology, Roma,
Italy, from e-Ecorisk Internet data base (ftp://dib.joanneum.at/)
9 Theodore Astaras (2005) «WorkPackage 3: Remote Sensing and GIS of Greek
test sites» Aristotle University of Thessaloniki, AUTH, e-Ecorisk Symposium,
Greece, Thessaloniki
9 TYPMA (2005) «Natural characterization of odiel salt marsh» e-Ecorisk
Spanish team, from e-Ecorisk Internet data base (ftp://dib.joanneum.at/)
9 UHU (2004) «WP-3 Spanish sites» , from e-Ecorisk Internet data base
(ftp://dib.joanneum.at/)
9 UNEP/OCHA (2000) «Cyanide Spill at Baia Mare, Romania: Spill of liquid
and suspended waste at the Aurul S.A. retreatment plant in Baia Mare» United
Nations Environment Programme, UNEP / Office for the Co-ordination of
- 214 Humanitarian Affairs, OCHA, Assessment mission, Romania-HungaryFederal Republic of Yugoslavia, Report, Geneva
9 UPC (2006) «WP-3 Case study characterization – Remote Sensing Data –
Spanish test sites - Deliverables: Set of image interpretation maps showing the
physiographical and ecological properties of the case study sites», from eEcorisk Internet data base (ftp://dib.joanneum.at/)
∆ικτυακοί Ιστότοποι
9 http://images.google.gr/imgres?imgurl=http://farm4.static.flickr.com/3611/366
4022553_4885f79c88_m.jpg&imgrefurl=http://antigoldgreece.wordpress.com/
tag/%25CE%25BC%25CF%2580%25CE%25B1%25CE%25BD%25CE%25B1%25CE%25B3%
25CE%25B9%25CE%25B1/&usg=__Byg6OqtqlPypFt30HlnHGNfHbFY=&h
=202&w=240&sz=31&hl=el&start=9&um=1&tbnid=_bMF5HOskN0aJM:&t
bnh=93&tbnw=110&prev=/images%3Fq%3D%25CE%25A3%25CF%2584%
25CE%25B1%25CE%25B3%25CE%25B5%25CE%25B9%25CF%2581%25
CF%258E%25CE%25BD%25CE%2591%25CE%25BA%25CE%25AC%25CE%25BD%25CE%25B8
%25CE%25BF%25CF%2585%26hl%3Del%26sa%3DN%26um%3D1
9 http://www.antigold.gr/gr/default.asp?itemID=201&Title=Μεταλλουργία%20
Χρυσού
9 http://www.antigold.gr/gr/default.asp?itemID=312&Title=Μικτά%20θειούχα#
9 http://www.bookspain.ca/wpcontent/uploads/2009/02/flamencos_en_donana.jpg
9 http://www.csic.es/imagenes/wi/gran_instalacion/donana_mapa352x271.gif
9 http://www.e-ecorisk.info/
- 215 -
9 http://www.minenv.gr/1/12/121/12103/viotopoi/g1270005.html
9 http://www.naturetrek.co.uk/newsletter/images/IberianLynxHerminioMuniz.jp
g
9 http://www.itia.ntua.gr/filotis/
9 http://www.minenv.gr/1/12/121/12103/viotopoi/g1270001.html