Τεύχος 98

1
To Γράμμα -
Έτος ΙΣΤ΄, αριθ. 98
ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ – ΕΚΔΙΔΕΤΑΙ ΚΑΘΕ ΔΥΟ ΜΗΝΕΣ – ΕΚΔΟΤΗΣ ΚΑΙ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ: Μάνος Τσελίκας
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ : ΟΔΟΣ ΤΕΩ 1, ΠΑΤΗΣΙΑ, Τ.Κ. 11142, ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛΕΦ.: 210 2912340 – ΑΥΓ.- ΣΕΠΤΕΜΒΡ. 2010
e-mail: [email protected]
για παλιά τεύχη, ένθετα κλπ. αναζήτησε: www.lettre.gr
Η σιδερένια δαντέλα – Υπομονή και τέχνη
Με τη φωτιά τρυπά το σίδερο και δημιουργεί
όμορφα πράγματα (το έστειλε ο Γιάννης Νικολούζος)
2
Περί της φούγκας, της παιδικής ηλικίας της τέχνης
του Ζαν Ρουό (απόσπασμα)
Γιόχαν Σεμπάστιαν, που είχε περάσει
ήδη τα πενήντα, που οι σύγχρονοί του
τον αποκαλούσαν «ο γερο-Μπαχ», σαν
να ήταν σ’ όλη του τη ζωή πατριάρχης
τριγυρισμένος από ένα τσούρμο παιδιά, ογκώδης,
εντυπωσιακός, όπως το πορτραίτο που του
φιλοτέχνησε οι Χάουσμαν. Στο πορτραίτο αυτό το
διπλοσάγωνο ξεχειλίζει από το κολάρο, το
πουκάμισο είναι ανοιχτό. Μαντεύουμε ότι
κουμπώνει με δυσκολία, γιατί στους Μπαχ τα
επίγεια αγαθά μετρούν. Μας δείχνει την
παχυσαρκία του κάντορα, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις σημειώσεις του προμηθευτή της
οικογένειας, όπου παρατηρούμε ότι το κρασί
ετύγχανε ιδιαίτερης φροντίδας στον οικογενειακό
προϋπολογισμό. Μπορεί να είχε βαπτισθεί στην
ίδια εκκλησία απ’ όπου πριν ενάμιση αιώνα ο
Μαρτίνος Λούθηρος ξεκίνησε τη μεταρρυθμιστική
σταυροφορία του, στο Άιζεναχ στο ναό του Αγίου
Γεωργίου, χωρίς ν’ απαρνηθεί τα αγαθά του
κόσμου τούτου, κι εξ άλλου ο αυστηρός Μαρτίνος
είπε: «Μετά το λόγο του Θεού μόνο η μουσική
αξίζει να δοξάζεται». Ούτε μια λέξη παραπάνω,
σύμφωνοι, ο Γιόχαν Σεμπάστιαν την υιοθέτησε
αμέσως. Η μουσική είναι η μητρική του γλώσσα,
γλώσσα κοινή σε όλους του είδους του εδώ και έξι
εφτά γενιές. Ο κατάλογος είναι τόσο μακρύς, ώστε
ο κομης Καιζερλιγκ, αρχηγός αυτών που
υποφέρουν από αϋπνία και προς χάριν του οποίου
γράφτηκαν οι παραλλαγές Γκόλντμπεργκ, μπόρεσε
να εκμεταλλευτεί τις άγρυπνες νύχτες του για να
διατρέξει τον κατάλογο των μουσικών Μπάχ.
Αποκοιμήθηκε όμως πριν ολοκληρώσει αυτό το
μουσικό δέντρο με το πυκνό φύλλωμα.
Όλοι μουσικοί λοιπόν, ακόμα κι ο Γκόντφριντ, ο
τέταρτος γιος του Γιόχαν Σεμπάστιαν, για τον
οποίο ο πατέρας του σημειώνει ότι έχει κλίση στα
όργανα με πλήκτρα. Πατέρας καλός και γενναιόδωρος, συνθέτει με ένα παιδί στα γόνατά του, του
μαθαίνει την ορθή θέση των δακτύλων, συνθέτει το
Μικρό βιβλίο για όργανο για τους μαθητές του, το
Μικρό βιβλίο πιάνου για τον Βίλχελμ Φρίντεμαν,
τον πρωτότοκο γιο του, τον αγαπητό του Φρίντε,
καθώς κι ένα άλλο μικρό βιβλίο για την Άννα
Μαγκνταλένα, τη δεύτερη και νεαρή σύζυγό του,
όλα αυτά τα μικρά ρυάκια (Bach στα γερμανικά)
που σχηματίζουν τα μεγάλα ποτάμια σε βαθμό που
κρίνει ότι μπορεί να σχηματίσει με τα μέλη της
μεγάλης οικογένειάς του ένα φωνητικό και
ορχηστρικό κονσέρτο. Μαζί με πάνω από διακόσιες καντάτες, πέντε Πάθη, σουίτες, κονσέρτα,
σονάτες, τοκάτες, πρελούδια, φούγκες, παρτίτες,
χιλιάδες νότες για την επιβίωση των δικών του και
την εξύμνηση του θείου. Προς τι αυτή η υπέρμετρη
δράση, στην οποία το πανεπιστήμιο της Λειψίας
του ζήτησε να προσθέσει μαθήματα λατινικών και
ώρες επίιβλεψης; Στη δουλειά. Ο Γιόχαν
Σεμπάστιαν είναι αυτό που δηλώνει με τη
μεγαλύτερη τιμιότητα του κόσμου: «Οποιοσδήποτε
επιδείξει τόση υπομονή και εμμονή όση επέδειξα
εγώ μπορεί να συνθέσει το ίδιο καλά με μένα».
Βρισκόμαστε ενώπιον της υψίστης δημιουργίας,
με τόση ομορφιά και δύναμη που σου κόβουν την
ανάσα, χωρίς την παραμικρή λανθασμένη νότα.
Βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα έργο που μας κάνει
ν’ αμφιβάλλουμε για την αμφιβολία, τόσο μοιάζει
να το έχει αγγίξει η πνοή της αποκάλυψης, να όλα
αυτά που θέλει να πει ο δημιουργός του. Είναι
παράξενο γιατί δε λείπουν οι αφοσιωμένοι ακροατές. Πώς γίνεται ώστε με τα ίδια συστατικά
στοιχεία, τα θεωρούμενα ως αναγκαία και ικανά,
αυτοί να μας αναστατώνουν τόσο λίγο, να μας
ενοχλούν τόσο πολύ; Πρέπει να είναι κάτι άλλο.
Ας ακούσουμε τον αυθέντη πώς διατυπώνει την
αντιληψή του για τα πράγματα σ’ αυτούς που τον
συγχαίρουν, έκθαμβοι μετά από ένα ρεσιτάλ του με
όργανο, για την ερμηνεία του: «Αρκεί να χτυπήσετε τη νότα που πρέπει τη στιγμή που πρέπει».
Προφανώς δεν πρόκειται να μάθουμε τίποτα απ’
αυτόν. Αυτοί που μπορούν να μας πείσουν ότι η
τελειότητα μπορεί να βρίσκεται και σ’ αυτό τον
κόσμο είναι ελάχιστοι. Ανήκει σ’ αυτή την κατηγορία και είναι ο πρώτος ανάμεσά τους, ο ίδιος που
μας μετέδωσε το μυστικό του αφοσιωμένου
εργάτη.
Στη ζωή του το μόνο που γνώρισε ήταν
αδιάκοπος μόχθος. Η παιδική του ηλικία τέλειωσε
στα δέκα του χρόνια· έχασε την τρυφερότητα μιας
μητέρας που είχε πεθάνει ένα χρόνο πριν και την
καθησυχαστική δύναμη ενός πατέρα που δεν έζησε
πολύ μετά το θάνατο της συζύγου του. Στα δέκα
του χρόνια τ’ ορφανό τραγουδάει για σαρανταπέντε φιορίνια, λίγο ρύζι και λίγα ξύλα, στις
χορωδίες του Λυκείου του Όρντρουφ, για να
βοηθήσει τον αδερφό του και να επιβιώσει. Έκτοτε
και μέχρι το τέλος ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ έχει
μπροστά του πενήντα πέντε χρόνια καταναγκαστικών έργων. Εύθυμα ωστόσο. Υπάρχουν αυτοί οι
λογαριασμοί του προμηθευτή, οι πολυάριθμοι
συνδαιτημόνες και οι παρτατηρήσεις των πριγκίπων της Εκκλησίας που αφοσιώνονται στο να
εκφράζουν τη γελοιότητα διαμέσου των αιώνων:
«Κύριε Μπαχ, παρακαλείσθε να μην εισάγετε
ιδιόρρυθμες αποχρώσεις στα χορωδιακά σας». Δεν
υπάρχει χρόνος για να τοποθετηθεί, πρέπει να
συνθέσει, να σκεφτεί το μέλλον του. Μόλις
τελείωνε το ένα, γρήγορα στο επόμενο. Γι’ αυτό ο
Γιόχαν Σεμπάστιαν δεν είδε τίποτε, ούτε τους
3
συγχρόνους του, που τον έκριναν αρχαϊκό όσο
ζούσε, ούτε την επόμενη γενιά, που τον θεώρησε
καλύτερο από τους γιούς του, ένα είδος απόδοσης
τιμών. Η μόνη που είδε ήταν η Ελίζαμπετ
Λέμερχιρτ, η κόρη ενός γουναρά από το Αϊζεναχ.
Η μόνη που τον αντιλαμβάνεται είναι μια μητέρα
και από μεγάλη εύνοια της τύχης είναι η μητέρα
του δικού μας Σεμπάστιαν.
Ο χρόνος που της προσφέρεται είναι λίγος, έχει
μόνο εννιά χρόνια και τη μοναδική ενόραση να
ξεχωρίζει αυτό που τρεις αιώνες αργότερα μας
φαίνεται πασιφανές. Για το σκοπό αυτό χρειάζεται
τη συνενοχή του μικρότερου γιού της που τον
βάζει κρυφά στην εκκλησία για να παίξει λαθραία
όργανο. Αυτή κινεί τους φυσητήρες ή ένας φίλος
του γιού της ή μήπως κάποιος νεωκόρος εραστής
της ωραίας μουσικής; Αρκεί να καθήσει το μικρό
αγόρι πίσω από το μεγάλο έπιπλο του οργάνου με
τα γλυπτά να δεσπόζουν, μνημειώδης αυλός του
Πάνα, απ’ όπου θα διέλθει το θείο μήνυμα. Ας
ξεχάσουμε τον εντυπωσιακό Μπαχ, τον ιδιοφυή
δημιουργό, τον οικογενειάρχη: στον πάγκο
κάθεται ένα παιδί που ονομάζεται Γιόχαν
Σεμπάστιαν. Δεν ξέρουμε τίποτε γι’ αυτό εκτός
από το ότι έχει πολύ ωραία σοπράνο φωνή και
αξίζει να συμμετάσχει στη Συμφωνική Χορωδία
της Λατινικής Σχολής του Άϊζεναχ, μιας κωμόπολης στην καρδιά της Θουριγγίας. Καθόμαστε
μυστικά δίπλα στην Ελίζαμπετ, η οποία δεν μπορεί
να συγκρατηθεί πριν αρχίσει η παιδική ακρόαση
και ρίχνει ανήσυχα βλέμματα δεξιά και αριστερά·
το καπέλο της, που το έχει σφιχτά δεμένο με μια
κορδέλα κάτω από το σαγόνι, την κάνει να
μορφάζει, ανησυχεί πολύ, κάθεται στην άκρη του
πάγκου, μόλις καταφέρνει να μένει καθιστή.
Τεντώνουμε μαζί το αυτί. Το παιδί έπαιξε ένα
θέμα, κάποιες νότες, ίσως τα γράμματα του
ονόματός του*, μια μελωδική γραμμή, απλή,
φωτεινή· την επαναλαμβάνει, την αναπτύσσει, τη
στολίζει με νέα μοτίβα, περνά από τη μία
τονικότητα στην άλλη, όπως ο πίθηκος πηδάει από
κλαδί σε κλαδί, από τρόπο σε τρόπο, παίζοντας σε
όλες τις εκτάσεις, συλλαμβάνοντας το θέμα του,
γυρίζοντάς το σαν γάντι, εξαντλώντας το μέχρι να
δώσει τα πάντα· τα μικρά πόδια του μοιάζει να
χορεύουν στα πεντάλ, που τα εγγίζει ελαφρά με τις
μύτες των ποδιών. Παρατηρούμε μυστικά πότε τη
μητέρα πότε το παιδί. Η μητέρα έχει ανασηκωθεί
ανεπαίσθητα. Βρίσκεται ξανά στην πλώρη ενός
μεγάλου πλοίου, βυθίζεται στα κύματα της
μουσικής που ξεχύνονται από το βήμα, προσφέρει
το πρόσωπό της στη γλυκιά βροχή, με τα μάτια
κλειστά, τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος, σαν να
ανεβαίνει προς την πηγή αυτού του μεγάλου
*
Σημ. «Γράμματος»: στα γερμανικά οι νότες
ονομάζονται όπως τα γράμματα.
ποταμού μουσικής που πλημμυρίζει τα πάντα γύρω
της. Εκεί ψηλά, το παιδί έχει ενωθεί με τους
αγγέλους, δηλαδή δεν ανήκει σε τούτον τον
κόσμο. Βρίσκεται σ’ αυτήν την ενδιάμεση κατάσταση, πέρα από τις ανθρώπινες μεταπτώσεις, εκεί
όπου το υπερπέραν αφήνει να φανεί η ήσυχη
ομορφιά του. Το πρόσωπό του, που είναι σκυμμένο πάνω από το κλαβιέ, δεν προδίδει κανένα
ίχνος προσπάθειας, τα χέρια του κινούνται πάνω
στα πλήκτρα όπως τα εφήμερα έντομα στην
επιφάνεια ενός βάλτου. Μολαταύτα, μια θύελλα
από ήχους έχει κατακλύσει τον ιερό περίβολο και
στην καρδιά αυτής της θύελλας βρίσκεται η
Ελίζαμπετ μεταμορφωμένη· έχει ξεχάσει την
κρυφή θέση της και αφήνεται να παρασυρθεί από
αυτό που της φαίνεται όλο και περισσότερο ως
εκδήλωση του θείου. Έχει φέρει μέσα της την
εκδήλωση του θείου, ένα φωτεινό φορτίο. Είναι η
Ελίζαμπετ Λέμερχιρτ, είναι η Μαρία γεμάτη χάρη.
Και το φως αυτό την κατέκλυζε με μια καθαρότητα απόλυτη, χωρίς τη σκιά της παραμικρής
αμφιβολίας, που της δείχνει ότι παίχτηκαν τα
πάντα. Και παίχτηκαν καλά. Έστω κι αν ήταν η
μόνη που ασπαζόταν αυτή τη γνώμη, κανείς δεν θα
την έκανε να την αλλάξει. Παραπονιόταν για τους
τυφλούς και τους κουφούς, έχοντας πειστεί η ίδια
για την ανωτερότητα του παιδιού απέναντί τους,
απέναντι σ’ αυτούς που θα καυχηθούν αργότερα
πως ήταν οι πρώτοι και οι οποίοι επί του παρόντος
του επιτρέπουν να συνεχίσει αυτή την συνάντηση
με την αποκάλυψη. Η Ελίζαμπετ δεν σκέφτεται να
αφήσει τον κόσμο τούτο, αλλά, αν συμβεί να την
καλέσει ο Κύριος, ξέρει πως έχει κάνει ό,τι
καλύτερο μπορούσε. Κι αυτό το καλύτερο είναι
ένας ωκεανός μουσικής, αυτό το καλύτερο είναι
σαν την ανακάλυψη ενός νέου κόσμου.
Η τελευταία νότα σταμάτησε να αντηχεί κάτω
από τους θόλους, ανάμεσα στις κολόνες,
διαλύθηκε αργά σε μια κρυστάλλινη σιωπή,
έσβησε. Ο Σεμπάστιαν κατεβαίνει από την ουράνια Ιερουσαλήμ του και πλησιάζει την μητέρα του,
την Ελίζαμπετ, η οποία του γύρισε την πλάτη –
φαίνεται ότι βρίσκεται ακόμα κάτω από την
επίδραση της μεγάλης πνοής που φύσηξε επάνω
της. Το παιδί κάνει γνωστή την παρουσία του
μιλώντας της απαλά. Η Ελισάβετ στρέφει τα μάτια
προς το θαύμα της. Εκείνος αναρωτιέται τι
συνέβη. Η Ελίζαμπετ Λέμερχιρτ, με τα χέρια της
φούγκας και την καρδιά της καντάτας, έχει δάκρυα
στα μάτια.
ΠΗΓΗ: Και ο Θεός έπλασε την μητέρα, Pablo
Coelho και άλλες ιστορίες από γνωστούς
συγγραφείς,
Μετάφραση ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΛΑΜΑΝΤΗΣ,
Εκδοτικός Οίκος Α.Α.Α. Λιβάνη, 1999.
4
Μια καινούργια σκέψη σ’ ένα καινούργιο κόσμο
του Ζ. Μ. Γκ. Λε Κλεζιό (βραβ. Νόμπελ Λογοτεχνίας)
ι προσωκρατικοί. Υπάρχει μια χάρη, ένα
μυστήριο σ’ αυτό το όνομα, το όνομα των
αρχαιότερων φιλόσοφων της Δύσης.
Όσο για μένα, εγώ δεν μπορώ να ξεχάσω την
έκσταση που αισθάνθηκα όταν, τελειώνοντας τις
αφηρημένες σπουδές αυτού που στα σχολεία
ονομάζουμε φιλοσοφία, άρχισα να διαβάζω τα
λόγια του Παρμενίδη και του Ηράκλειτου σαν ένα
μυστικό που ήταν δύσκολο να το καταλάβω, αλλά
και ταυτόχρονα δύσκολο να το ξεχάσω, τα ίχνη και
τις αναφορές της λογικής σκέψης.
Σαν τα λόγια τούτα, που ήσαν αρχαία όσο και οι
μύθοι, να έλαμπαν έντονα μέσα στο τρεμάμενο φως
της νιότης, να αποκτούσαν μια βαθύτερη, ζωντανή
και σχεδόν μυστική έννοια.
Θυμάμαι το ποίημα του Παρμενίδη:
● Νυκτιφαές περί γαῖαν άλλότριον φῶς.
Αυτό που με εξέπληττε τότε, αυτό που με
εκπλήσσει σήμερα, όταν διαβάζω τους άλλους
προσωκρατικούς φιλοσόφους, τον Αναξαγόρα, τον
Θαλή, τον Δημόκριτο, τον Ξενοφάνη, τον Ζήνωνα
τον Ελεάτη, τον Γοργία, είναι ο καθρέφτης που
υψώνεται στις αμφιβολίες και στις απορίες μου. Οι
φιλόσοφοι αυτοί ήταν κοντά στη νιότη, τα λόγια
τους ήταν κατ’ εικόνα και ομοίωσή τους, λαμπερά
διαυγή και ημιτελή. Ο κόσμος τους ήταν νέος.
Έλαμπε μ’ ένα νέο φως. Γι’ αυτό είναι ζωντανά
ακόμα και σήμερα. Δεν είχε περάσει καιρός από
τότε που είχε γεννηθεί ο μεσογειακός κόσμος, η
Ελλάδα, η Καρχηδόνα, η Ρώμη. Κατά τον 5ο π.Χ.
αιώνα μόλις είχε εμφανισθεί ο κόσμος: όταν
γράφουν ο Ηράκλειτος κι ο Παρμενίδης, τον καιρό
των Πυθαγόρειων, η Ρώμη μόλις είχε δημιουργηθεί,
ο τρωικός πόλεμος βρίσκεται σ’ όλες τις αναμνήσεις. Ο Όμηρος είναι δεν είναι εκατό χρονών.
Ο χρόνος δεν έχει περάσει ακόμα από τα μεγάλα
μνημεία της Αιγύπτου. Στις άλλες εσχατιές του
κόσμου, ο Κομφούκιος υπαγορεύει τη διδασκαλία
του. Στην Ινδία, ο γιος του βασιλιά των Σάκια
λαμβάνει τη φώτιση που θα οδηγήσει στο
βουδισμό.
Την ίδια εποχή οι άνθρωποι ενώνονται στην
Αθήνα, στη Μικρά Ασία, στην Ιταλία, στη Σικελία
για να εφεύρουν τη λογική, για να συγκρίνουν τους
νόμους της φύσης, τα μυστικά των μαθηματικών
και το σχέδιο των άστρων. Ο Θαλής που
ανακαλύπτει τη χρησιμότητα του πολικού αστέρα
στη ναυσιπλοΐα και ήταν σε θέση να προβλέπει τις
εκλείψεις του Ήλιου καθώς και τη διαδρομή του
ήλιου από ηλιοστάσιο σε ηλιοστάσιο, το μέγεθος
του Ήλιου και της Σελήνης, εξήγησε τις πλημμύρες
του Νείλου συσχετίζοντάς τες με τους ανέμους, το
μαγνητισμό και τον ηλεκτρισμό. Ο Δημόκριτος, που
υπερασπιζόταν την ατομική θεωρία, ο Ξενοφάνης,
που φανέρωσε τη θεϊκή τελειότητα, την πιο αγνή
απ’ τις θρησκείες. Ο Εμπεδοκλής, ο Παρμενἰδης,
παθιασμένοι με την αστρονομία, μελετητές των
φάσεων της Σελήνης και ιδρυτές της δυαδικότητας
της Φιλότητας και του Νείκους, του όντος και του
μη όντος. Ο Πυθαγόρας και όλοι οι μαθητές του,
για τους οποίους η ισορροπία του κόσμου
βρισκόταν στο μυστικό των αριθμών, στην
αριθμητική και τη γεωμετρία και οι οποίοι
μετέδωσαν το όνομά του στη φιλοσοφία.
Είναι η νιότη που αποτελεί τη χάρη και το
μυστήριο αυτής της σκέψης. Τα απλά ερωτήματα
της νιότης δεν σταμάτησαν να είναι σύγχρονα: τι
είναι ο κόσμος, ποια είναι η έννοια της ζωής, τι
είναι το μέλλον; Από πού μας έρχεται η ιδέα της
ομορφιάς, του χρόνου και του απείρου, η επιθυμία
για δικαιοσύνη και τελειότητα; Ποιο είναι το θεϊκό
τμήμα του ανθρώπου, ποια είναι τα όρια της
εξυπνάδας του; Γιατί υπάρχει θάνατος και οδύνη;
Το φως που λάμπει στη Μεσόγειο την εποχή των
προσωκρατικών είναι ωραίο και μοναδικό. Η
ελληνική σκέψη που γεννήθηκε στους θερμούς
αυτούς τόπους, που είναι η δημοκρατική πόλη της
Αθήνας ή οι αποικίες του Ακράγαντα, των
Αβδήρων, της Σάμου, της Εφέσου, της Μιλήτου,
σχηματίζει μια τελειότητα που αναμφίβολα κανείς
άλλος πολιτισμός δεν θα καταφέρει να ανταγωνιστεί. Μετά τη βασιλεία της σκέψης, πολιτισμοί θα
ιδρυθούν και θα διαλυθούν. Η Ρώμη θα
καταστραφεί από την ίδια την ατιμία της. Η Δύση
θα υποταχτεί στη βίαιη βασιλεία των Φράγκων,
των Γερμανών, των Ισπανών. Ποτέ όμως στην
ιστορία της ανθρωπότητας τα ουσιώδη ερωτήματα
δεν τέθηκαν με τόση διαύγεια – με τόση χάρη και
μυστήριο.
Οι κομήτες του Αναξαγόρα, το βέλος του Ζήνωνα,
ο ποταμός του Ηράκλειτου και το τρίγωνο των
πυθαγόρειων έγιναν σύμβολα. Είναι γιατί η ανθρώπινη απορία είναι πάντα αληθινή, αποτελεί πάντα
τη βάση της σκέψης μας, της ηθικής μας, της
προσδοκίας μας για το ωραίο. Αυτός ο πολύμορφος προβληματισμός δεν είναι μια άποψη του
πνεύματος. Ενδιαφέρεται για όλα όσα υπάρχουν
5
στον κόσμο, αναζητεί την ίδια αλήθεια. Η δύναμη
του Ήλιου, του πύρινου άστρου και η κίνηση της
Σελήνης γύρω από τη Γη, αντανακλώντας το φως
του Ήλιου. Η γήινη επανάσταση σύμφωνα με τους
πυθαγόρειους:
Όπως αναφέρει και ο Αριστοτέλης, σύμφωνα μ’
αυτούς «το κέντρο είναι κατειλημμένο από φωτιά,
ενώ η Γη που είναι ένα άστρο ανάμεσα στα άλλα,
κινείται γύρω από το κέντρο με κυκλική τροχιά και
δημιουργεί έτσι τη νύχτα και τη μέρα».
Ο Ζήνωνας ο Ελεάτης ή η σχετικότητα του
χρόνου. Ο Δημόκριτος ή η σχετικότητα της γνώσης.
Ο Λεύκιππος ή η αέναη κίνηση των ατόμων. Ο
Θεόδωρος απ’ την Κυρήνη, ο δάσκαλος του
Σωκράτη, που δίδασκε τους θεμελιώδεις νόμους
της αριθμητικής, της αστρονομίας και της μουσικής.
Αυτό που μας εκπλήσσει περισσότερο σ’ αυτή
την τόσο μακρινή διδασκαλία είναι η κληρονομιά
που μετέφερε. Σ’ αυτό το νέο κόσμο, όπου βασίλευε
ένα τόσο ζωντανό φως, τον κόσμο της νεότητας της
Μεσογείου, αυτό που ακούγεται είναι η πιο αρχαία
γνώση. Χάρη στους προσωκρατικούς έχουμε
συνδεθεί με τους πιο μακρινούς πολιτισμούς: το
μυστικισμό και την αστρονομία της Αιγύπτου, τις
επιστήμες των αριθμών της Βαβυλώνας, της
Ασσυρίας, της Ουρ. Η φαντασία μας οδηγεί πιο
μακριά ακόμα, μέχρι τις δοξασίες για μετεμψύχωση
και τη λατρεία της φωτιάς στην Ινδία, όπου
παράλληλα με την ελληνική φιλοσοφία γεννήθηκε
και η αποκάλυψη της Βεδάντα.
Μολαταύτα ο Ζαν Πωλ Ντυμόν έχει δίκιο όταν
σημειώνει στον πρόλογο τούτης της εξαιρετικής
έκδοσης του οίκου Pleiade τη ματαιότητα κάθε
αλληλουχίας. Η ελληνική σκέψη διατηρεί το
μυστήριό της, γιατί γεννήθηκε από ένα θαύμα.
Θαύμα που δεν είναι αποτέλεσμα τύχης, αλλά της
συνάντησης ιδεών, μορφών, γνώσεων. Στην
Αθήνα, στη Σικελία, στην Νότια Ιταλία, στη Μικρά
Ασία οι σχολές οργανώνονται, ανταλλάσσουν
ιδέες. Από αυτό το εκπληκτικό εμπόριο γεννήθηκε η
σκέψη των προσωκρατικών, συνδυασμένη με
πίστη, σκεπτικισμό, περιέργεια.
Αλλά η ουσία αυτού του μυστηρίου δεν είναι η
γνώση. Βρίσκεται κυρίως στη δύναμη της
γλώσσας, στο κίνητρο των ερωτήσεων. Στα λόγια,
πίσω από το βάθος και την ακρίβεια των
ερωτήσεων, αυτό που αισθανόμαστε, που
μαντεύουμε είναι η ζωή· είναι η φυσική παρουσία
του ελληνικού κόσμου του 5ου π.Χ. αιώνα, τόσο
κοντά στο δικό μας κόσμο: οι οικείοι θόρυβοι, η
μυρωδιά του ελαιόλαδου (λέγεται ότι ο Θαλής
τελειοποίησε το σύστημα εξαγωγής του), η γεύση
της φάβας, του φαγητού που αγαπούσε ο
Ηράκλειτος. Οι φωνές των εμπόρων, η άφιξη των
πλοίων στα λιμάνια, η βοή των βαρβαρικών
γλωσσών και οι ναοί με το τόσο αγνό σχέδιο να
δεσπόζουν στην πόλη, μπροστά στη θάλασσα.
Αυτή η οικειότητα καταργεί το χρόνο και κάνει το
λόγο των φιλοσόφων μια ερώτηση καθημερινή,
κάπως σαν, παρά την απόσταση, να καταφέρνουμε ακόμα και σήμερα να βλέπουμε με τα δικά
τους μάτια. Ο Εμπεδοκλής ο Παρμενίδης, ο
Αναξαγόρας, ο Δημόκριτος βρίσκονται ακόμα
ανάμεσά μας, ζουν μαζί μας, σ’ αυτό το μεσογειακό
κόσμο που αυτοί δημιούργησαν. Η εικόνα αυτής
της αιωνιότητας που μας δίνει ο Ηράκλειτος
υπάρχει ακόμα, μπορούμε να τη δούμε κάθε
στιγμή: «ο χρόνος είναι ένα παιδί που διασκεδάζει,
που παίζει τάβλι».
(Les Presocratiques, έκδοση που επιμελήθηκε ο
Ζαν-Πώλ Ντυμόν, La Pleiade, Gallimard).
ΕΛΠΙΔΑ
Ο Charles Revson, ιδρυτής της επιτυχημένης φίρμας
καλλυντικών Revlon, είχε πει: «Στο εργοστάσιό μας
κατασκευάζουμε κραγιόν. Στη διαφήμηση πουλάμε
ελπίδα».
Ας ελπίζουμε περισσότερο. Γι’ αυτό ο κόσμος αγοράζει
λαχεία. Μια φτωχή μητέρα, που μεγάλωνε τα παιδιά της
σε νοικιασμένο σπίτι δουλεύοντας σκληρά όλη την
ημέρα, ρωτήθηκε: «Γιατί σπαταλάς σε λαχεία τα
χρήματά σου, αφού τα φέρνεις τόσο δύσκολα;»
– Ναί, απάντησε, αγοράζω ένα λαχείο κάθε μέρα. Αλλά
το ένα δολάριο που δίνω δεν είναι πολλά για 24 ώρες
ελπίδας.
Βεβαίως υπάρχουν καλύτεροι τρόποι χρήσεως των
χρημάτων από το ν’ αγοράζει κανείς λαχεία. Αλλά εκείνη
προτίμησε να εξαρτηθεί από λίγη ελπίδα.
Έχουμε ανάγκη από ελπίδα. Είναι ζωτικό συστατικό της
ζωής. Χωρίς αυτήν πάρα πολλά πρόσωπα καταλήγουν
στο συμπέρασμα ότι είναι αδύναμοι μπροστά στις
δυσκολίες. «Κατάσταση απελπιστική» είναι η σταθερή
άποψή τους. Χωρίς ελπίδα δεν προχωρούν σε
απαραίτητες αλλαγές. Χωρίς ελπίδα θα δέχονται τα
απαράδεκτα και θα πιστεύουν ότι τα πράγματα είναι
έτσι και δεν θα μπορούσαν να είναι καλύτερα.
Ανακάλυψα ότι είτε θα είναι κανείς αιχμάλωτος των
περιστάσεων είτε θα ενεργεί με βάση την ελπίδα. Είτε
θα λυπάμαι τον εαυτό μου και θα μένω αβοήθητος
μπροστά στα προβλήματά μου είτε θα πιστεύω ότι
κάπου υπάρχει ρεαλιστική πιθανότητα για κάτι
καλύτερο. Λοιπόν κολλημένοι και αβοήθητοι ή
αιχμάλωτοι της ελπίδας; Διαφορά σοβαρή, ίσως ζωής
και θανάτου.
Steve Goodier
6
Αποσπάσματα από το «Αστείο» του Μίλαν Κούντερα
ο κομμουνιστικό κίνημα βέβαια είναι άθεο.
Αλλά μόνο οι χριστιανοί που δεν θέλουν να
δουν τη δοκό στο μάτι τους μπορούν να
ενοχοποιήσουν για τούτο τον ίδιο τον
κομμουνισμό. Λέω χριστιανοί. Αλλά πού ακριβώς είναι;
Βλέπω τριγύρω μου μόνο φαινομενικούς χριστιανούς
που ζουν ακριβώς το ίδιο όπως ζουν και οι άπιαστοι.
Μόνο που το νάσαι χριστιανός σημαίνει να ζεις αλλιώς.
. Σημαίνει να βαδίσεις το δρόμο του Χριστού, να
μ ο ι ά σ ε ι ς του Χριστού. Σημαίνει να βάλεις στην άκρη
τα προσωπικά σου ενδιαφέροντα, τα πλούτη και την
εξουσία και να στρέψεις το πρόσωπό σου στους
φτωχούς, πονεμένους και ταλαίπωρους. Αλλά τι κάνει
αντ’ αυτού η εκκλησία; Ο πατέρας μου ήταν εργάτης
αιωνίως άνεργος και ταπεινά πιστός στο Θεό. Έστρεψε
προς αυτόν με ευσέβεια το πρόσωπό του, αλλά η
εκκλησία ποτέ δεν έστρεψε το πρόσωπό της προς
αυτόν. Έμεινε εγκαταλειμμένος ανάμεσα στους πιο
κοντινούς του, εγκαταλειμμένος καταμεσής στην
εκκλησιά, μόνος με το Θεό του, ως την αρρώστεια και το
θάνατό του.
Η εκκλησία δεν κατάλαβε πως το εργατικό κίνημα είναι
κίνημα των ταπεινών και των καταπιεσμένων που ποθεί
κάποια δικαιοσύνη. Τελείως αντίθετα με το πνεύμα του
Χριστού, τους γύρισε τις πλάτες. Δεν είχε ενδιαφέρον να
φροντίζει μαζί τους και γι’ αυτούς και για τη βασιλεία το
Θεού στη γη. Ενώθηκε με τους καταπιεστές κι απομάκρυνε έτσι απ’ το εργατικό κίνημα και τον ίδιο το Θεό.
Και τώρα το κατηγορεί πως είναι αθεϊστικό. Τι
φαρισαϊσμός! Ναι, το σοσιαλιστικό κίνημα είναι
αθεϊστικό, αλλά εγώ σ’ αυτό βλέπω την αποφασιστική
επίπληξη του Θεού σ’ εμάς; τους χριστιανούς! Επίπληξη
στην αναισθησία που δείξαμε για τους φτωχούς και
τους βασανισμένους.
Και τι πρέπει να κάνω σε μα τέτοια κατάσταση;
Πρέπει να φρίττω γιατί όλα αυτά μειώνουν τα μέλη της
εκκλησίας; Πρέπει να τρομάζω που στα σκολειά τα
παιδιά διαπαιδαγωγούνται μ’ ένα αθεϊστικό πνεύμα;
Πόσο είναι ανόητοι! Η πραγματική θρησκεία δεν έχει
ανάγκη της βέβηλης εξουσίας. Η βέβηλη αποδοκιμασία
αντίθετα, δυναμώνει την πίστη.
Και πρέπει να γίνω πολέμιος του σοσιαλισμού γιατί
από δικό μας σφάλμα είναι άθρησκος; Ακόμα μεγαλύτερη ανοησία! Θα μπορούσα μόνο να λυπάμαι για
την τραγική πλάνη που απομάκρυνε το σοσιαλισμό από
τον Θεό. Μπορώ μόνο να εξηγήσω αυτή την πλάνη και
να δουλέψω για την εξιλέωσή της.
Διαφορετικά, γιατί αυτή η ανησυχία, αδελφοί
χριστιανοί; Το κάθε τι συμβαίνει με τη θέληση του Θεού
και συχνά αναρωτιέμαι αν ο Θεός επίτηδες δεν δίνει στ’
ανθρώπινο γένος να καταλάβει πως ο άνθρωπος δεν
μπορεί ατιμώρητα να καθήσει δίπλα στο θρόνο του και
πως και η πιο έντιμη διευθέτηση βέβηλων σχέσεων
χωρίς τη δικιά του συμμετοχή χρεωκοπεί και χαλάει.
Θυμάμαι εκείνα τα χρόνια που οι άνθρωποι στη χώρα
μας* αισθάνονταν πως απέχουν μόνο ένα βήμα από τον
παράδεισο. Κι ήταν υπερήφανοι, γιατί ο παράδεισος
αυτός ήταν δικός τους και δεν χρειάζονταν άλλον στους
ουρανούς. Κι έπειτα ξαφνικά τους γλίστρησε μέσα από
τα χέρια.
(σελ. 244-245)
* * *
Υποστηρίζατε κάποτε πως ο σοσιαλισμός αναπτύχθηκε πάνω στον κορμό του ευρωπαϊκού ορθολογισμού
και σκεπτικισμού, είναι άθρησκος και διώκτης της
θρησκείας και διαφορετικά δεν μπορεί να νοηθεί. Αλλά
αλήθεια θέλετε ακόμα να υποστηρίζετε στα σοβαρά
πως χωρίς την πίστη στην υπεροχή της ύλης δεν είναι
δυνατό να οικοδομηθεί μια σοσιαλιστική κοινωνία;
Νομίζετε στ’ αλήθεια πως οι άνθρωποι που πιστεύουν
στο Θεό δεν μπορούν να
εθνικοποιήσουν τις
φάμπρικες;
Είμαι σχεδόν σίγουρος ότι η γραμμή αυτή του
ευρωπαϊκού πνεύματος, που προέρχεται από το μήνυμα
του Ιησού, παρουσιάζεται στην κοινωνική ισότητα και
στο σοσιαλισμό πιο κανονική. Ακόμα κι όταν φέρω στη
σκέψη μου τους πιο φλογερούς κομμουνιστές της
πρώτης περιόδου του σοσιαλισμού στη χώρα μας […]
μου φαίνονται περισσότερο σαν θρησκευτικοί ένθερμοι
οπαδοί παρά σαν βολταιρικοί με τις τόσες τους
αμφιβολίες. Αυτή η επαναστατική περίοδος από το 1948
ως το 1956 είχε πολύ λίγα κοινά σημεία με τον
σκεπτικισμό και τον ορθολογισμό. Ήταν μια περίοδος
μεγάλης μαζικής πίστης. Ο άνθρωπος, που συμφώνησε
με την περίοδο εκείνη και βάδισε μαζί της, είχε
αισθήματα που μοιάζουν πολύ με τα θρησκευτικά:
Παραμέρισε το εγώ του, την προσωπικότητά του, τη
μοναξιά του, προς όφελος κάτι μεγάλου, κάτι που
στέκονταν πάνω από όλα αυτά. Τα μαρξιστικά
διδάγματα είχαν αρχές βέβηλες, αλλά η σημασία που
τους δόθηκε έμοιαζε με εκείνη του Ευαγγελίου και των
βιβλικών εντολών. Δημιούργησε ένα κύκλο ιδεών που
στη δική μας ορολογία ήταν απαραβίαστες, ιερές.
Η θρησκεία αυτή ήταν σκληρή. Δεν μας εξύψωσε
ανάμεσα στους ιερείς μας, μάλλον και τους δυο μας
πλήγωσε. Κι όμως η εποχή εκείνη μού ήταν εκατό
φορές πιο κοντινή από την εποχή που σήμερα (1967)
φαίνεται να έρχεται, μια εποχή ρεντίκολο, σκεπτικισμού,
διάβρωσης, στενοκέφαλη εποχή που στο προσκήνιό
της εμφανίζεται ο ειρωνικός διανοούμενος, ενώ πίσω,
στο βάθος, σωριάζεται η συνωστισμένη νεολαία, ωμά,
κυνικά, και βάναυσα, χωρίς ιδανικά και ενθουσιασμό,
ικανή να βάλει φωτιά και να σκοτώσει.
*
σημ. «Γράμματος»: την Τσεχία
7
Αυτή η εποχή που φεύγει, ή που έφυγε είχε τουλάχιστο
μέσα της κάτι από το πνεύμα των μεγάλων θρησκευτικών κινημάτων. Κρίμα που δεν μπόρεσε να
φθάσει ως το τέλος της θρησκευτικής της αυτογνωσίας.
Είχε θρησκευτικές χειρονομίες και αισθήματα, αλλά
μέσα της έμενε άδεια, χωρίς το θεό της. Αλλά τότε
πίστευα πως ο Θεός θα την ευσπλαχνιστεί, θα δείξει
κατανόηση, πως στο τέλος θα καθαγιάσει αυτή τη
μεγάλη πίστη. Περίμενα μάταια.
Η εποχή εκείνη έχασε τελικά τη θρησκευτικότητά της
και εγκολπώθηκε την ορθολογιστική κληρονομιά που
την διάλεξε μόνο και μόνο γιατί δεν καταλάβαινε η ίδια
τον εαυτό της. Αυτός ο ορθολογιστικός σκεπτικισμός
διαβρώνει τον χριστιανισμό εδώ και δυο χιλιάδες
χρόνια. Τον διαβρώνει και δεν τον καταστρέφει. Αλλά
την κομμουνιστική θεωρία, το ιδιαίτερό της έργο το
καταστρέφει μέσα σε μερικές δεκαετίες. Μέσα σας το
κατέστρεψε πια, Λούντβιχ. Εσείς ο ίδιος το ξέρετε πολύ
καλά.
(σελ. 257-258)
Ο ΜΙΛΑΝ ΚΟΥΝΤΕΡΑ
Ο Γαλλοτσέχος συγγραφέας Μίλαν Κούντερα γεννήθηκε στο Μπρνο και ζει στη
Γαλλία, τη δεύτερη πατρίδα του, εδώ και περισσότερο από είκοσι χρόνια. Έχει
γράψει τα μυθιστορήματα: "Το αστείο", "Η ζωή είναι αλλού", "Το βαλς του
αποχαιρετισμού", "Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης", "Η αβάσταχτη
ελαφρότητα του είναι", "Η αθανασία", καθώς επίσης τη συλλογή διηγημάτων
"Γελοίοι έρωτες" –όλα στην τσέχικη γλώσσα. Όπως και τα παλαιότερα δοκίμια
"Η τέχνη του μυθιστορήματος" και οι "Προδομένες διαθήκες". Τα πιο πρόσφατα
όμως μυθιστορήματά του "Η βραδύτητα", "Η ταυτότητα" και "Η άγνοια"
γράφτηκαν στα γαλλικά.
Βραβείο: Médicis (Συγγραφείς) - 1973
«ΤΟ ΑΣΤΕΙΟ»
Το κωμικό στοιχείο εμπεριέχεται σε κάθε είδος
εξουσίας, όπως και σε πολλές μορφές ατομικής και
κοινωνικής συμπεριφοράς. Άλλωστε από τον τρόπο με
τον οποίο οι παρενέργειές του επεκτείνονται στη
συνείδηση και στον ψυχικό βίο εξαρτάται συχνά και η
εικόνα που σχηματίζουμε για τον κόσμο. Επομένως η
διακωμώδηση, ως πράξη ατομικής απελευθέρωσης εξ
ορισμού, είναι αδύνατο να μείνει χωρίς συνέπειες. Ο
σημερινός αναγνώστης διαβάζοντας το «Αστείο» του
Μίλαν Κούντερα αυτό πρωτίστως εισπράττει. Όταν το
βιβλίο πρωτοκυκλοφόρησε το 1967, την περίοδο της
Άνοιξης της Πράγας, θεωρήθηκε το σημαντικότερο
μεταπολεμικό πολιτικό μυθιστόρημα που κατήγγελλε το
σοβιετικό σύστημα και τον συναφή ολοκληρωτισμό
χωρίς να καταφεύγει στα φτηνά τεχνάσματα της
προπαγάνδας αλλά μόνο στην ευφυή - και αυθεντικά
πεζογραφική - υπόθεσή του: ο κεντρικός ήρωας, ο
20χρονος Λούντβιχ Γιαχν, στέλνει στη φίλη του μια
κάρτα όπου αστεϊζόμενος της γράφει: «Ο οπτιμισμός
είναι το όπιο του λαού. Το υγιές πνεύμα βρωμάει
βλακεία. Ζήτω ο Τρότσκι». Από εδώ και πέρα η ζωή του
παίρνει τον κατήφορο. Η φίλη του δεν καταλαβαίνει από
αστεία. Τον ίδιο τον διαγράφουν από το κόμμα. Στον
στρατό τον στέλνουν σε τάγμα ανεπιθύμητων και
υπηρετεί τη θητεία του δουλεύοντας στα ορυχεία, όπου
και μένει τρία επιπλέον χρόνια, «εθελοντικά». Το μέλλον
του, η ιστορία της ζωής του, είχε σχεδιαστεί πάνω σε
ένα αστείο, σε ένα λάθος, τις συνέπειες του οποίου θα
πρέπει να εξαλείψει πάση θυσία. Τόσο ο ίδιος όσο και
τα υπόλοιπα κεντρικά πρόσωπα της αφήγησης (ο
Γιάροσλαβ, η Ελενα, ο Κόστκα) γίνονται άλλοι
άνθρωποι, δηλαδή εκείνοι που όντως ήταν αλλά δεν το
ήξεραν.
Την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου οι μυστικές
υπηρεσίες της Δύσης πίστευαν ότι μόνο εν ονόματι της
θρησκείας ήταν δυνατόν να αναληφθεί οποιαδήποτε
εκστρατεία εναντίον του κομμουνισμού. Αλλά στο
μυθιστόρημα του Κούντερα, όπου τα καφκικά και τα
φροϋδικά στοιχεία αφθονούν, ο ορίζοντας και το πεδίο
των ατομικών σχέσεων, η θρησκεία, εμφανίζεται ως
αρνητικό της ιδεολογίας – και αντιστρόφως. Αυτό
προκύπτει από τη διαδικασία των απανωτών
σχολιασμών – βασικό γνώρισμα της πεζογραφικής
τέχνης του Κούντερα. Η διαδικασία αυτή προωθεί και
δεν επιβραδύνει ούτε στιγμή την αφήγηση. Τα σχόλια
είναι δραστικά, αναφέρονται πάντα στο παρόν, έστω
και αν αντλούνται από το παρελθόν, και σε κανένα
σημείο δεν λειτουργούν απολογιστικά. Αντιθέτως,
δυναμώνουν τις περιγραφές πλουτίζοντάς τες με το
εσωτερικό νόημα που υποκρύπτει κάθε αναπαράσταση.
ΠΗΓΗ: PERIZITITO.GR
8
Η ΘΕΤH ΜΗΤΈΡΑ ΤΟΥ ΤΙΓΡΗ
9
Φαίνεται πως δεν το κάνουν σωστά…
10
Η ΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ ΞΕΝΙΑΣ (επιμελείται η Σίρλεϋ Σώντερς)
Παραιτούμαι!
Δια του παρόντος υποβάλλω επισήμως την παραίτησή μου ως ενήλικου. Αποφάσισα ότι θα ήθελα
να αναλάβω πάλι τις ευθύνες ενός οκτάχρονου. Θέλω να πάω στου Μακντόναλντς και να θεωρώ
ότι είναι εστιατόριο τεσσάρων αστέρων. Θέλω να βάλω να πλέουν ξυλάκια σε μια λιμνούλα με
λασπόνερα και να φτιάξω ένα πέρασμα με πέτρες. Θέλω να σταθώ κάτω από ένα πλατάνι και να
πουλάω λεμονάδες με τους φίλους μου μια ζεστή μέρα του καλοκαιριού.
Θέλω να ξαναγυρίσω στον καιρό που η ζωή ήταν απλή. Όταν αυτά που ξέραμε ήταν χρώματα,
πίνακες πολλαπλασιασμού και νανουρίσματα και δεν μας πείραζε, γιατί δεν ξέραμε αυτά που δεν
ξέραμε και δεν μας ένοιαζε.
Όσα ήξερα ήταν ωραία και καλά και ήμουν μακάριος, επειδή αγνοούσα όσα μπορούν να
στεναχωρήσουν ή να αναστατώσουν έναν άνθρωπο. Θέλω να νομίζω ότι ο κόσμος είναι δίκαιος.
Ότι όλοι είναι τίμιοι και καλοί. Θέλω να πιστεύω ότι όλα είναι δυνατά. Θέλω να ξεχάσω τις
πολυπλοκότητες της ζωής και να ενθουσιάζομαι και πάλι με τα μικρά πράγματα.
.
Θέλω να ζω και πάλι απλά. Δεν θέλω η ζωή μου να είναι γεμάτη από βλάβες του υπολογιστή,
βουνά από χαρτιά για γράψιμο, θλιβερά νέα, πώς να περάσουμε πιο πολλές μέρες του μήνα από
όσα λεφτά έχουμε στην τράπεζα, αρρώστειες, λογαριασμούς γιατρών, κουτσομπολιό, και απώλειες
αγαπημένων προσώπων.
Θέλω να πιστεύω στη δύναμη του χαμόγελου, της αγκαλιάς, του καλού λόγου, της αλήθειας, της
δικαιοδύνης, της ειρήνης, των ονείρων, της φαντασίας, της ανθρωπιάς και να φτιάχνω αγγέλους
από χιόνι. Παραιτούμαι επισήμως από την ενήλικη ζωή.
Κι αν θέλεις να το συζητήσουμε, πρέπει πρώτα να με πιάσεις, γιατί «παίρνω αμπάριζα και φεύγω»..
11
ΠΟΙΗΣΗ
ΠΩΣ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ
Στους Γαβρίλη και Αθανασία Συριανόγλου
« Γιατί τα ποιήματα πρέπει να γράφονται
σπάνια κι απρόθυμα, κάτω από
αφόρητη πίεση και μόνο με ελπίδα
ότι πνεύματα αγαθά, όχι κακά,
μας διάλεξαν για όργανά τους».
CZESLAW MILOSZ
Μάθετε, λοιπόν, πώς γεννιέται το ποίημα
Μόνο με προσευχές – και πώς θα γινόταν αλοιώς!
Πρώτα προσεύχομαι και παρακαλώ να με συντρέξει
Η απροθυμία.
Και να, με πλησιάζει εκείνη,
Ωραία γυναίκα, κρατώντας σ ένα δίχτυ
Ένα κουβάρι σάπιες φλέβες,
Ένα κουβάρι τους ωραίους στίχους!
– Είμαι η απροθυμία και ήρθα άθελά μου,
δε με φώναξες;
Έλα λοιπόν, μου λέει, να με κοιμηθείς παράνομα
Για να σου δώσω ό,τι έχω!
Δεν έχω χρόνο πολύ!
Αυτό το «παράνομα» με κάνει και τρέμω.
–Τι θα γίνει αν το μάθει η γυναίκα μου;
Σιχαίνομαι το κουβάρι σου, της λέω,
Τις σάπιες φλέβες σου. Αν ανοίξουν
Μαυρίζει ο τόπος!
Εκείνη τότε θυμώνει και με στριμώχνει
Με την αφόρητη πίεση.
Ώστε δεν με θέλεις λοιπόν;
Τσακίσου πλάγιασε δίπλα μου, ουρλιάζει…
Ποιος νομίζεις ότι είσαι;
Χαζοκιχώτη της αιωνιότητας,
Έτσι που μοίρασες τη ζωή σου, σπαθιές
Ανάμεσα στους πειρασμούς
Και στην άρνηση των πειρασμών!
Αν δε με θες τι με καλείς;
Τότε εγώ φωνάζω δυνατά ξανά και ξανά
Μην επιτρέψεις το ποτήριο τούτο
Κι ακούω τη φωνή μου να χάνεται
Και να επιστρέφει μέσα
Στους κύκλους της σιωπής, μην επιτρέψεις,
–Δεν ξέρω πόσην ώρα–
Επιτέλους κάποτε, βλέπω απρόσμενα
Το αγαθό πνεύμα.
Σε περίμενα, του λέω ξέπνοος
Και «μη φοβάσαι» μου λέει ,
Λίγο θα πονέσεις ακόμη,
Άλλωστε όλα αυτά ήταν απαραίτητα
Και μιλώντας βυθίζει τα χέρια του
Στο μαύρο της ψυχής μου…
Μετά με τυπικές κινήσεις μαιευτήρος
Καθαρίζει προσεκτικά απ’ το αίμα και το μελάνι
Το νεογέννητο ποίημα και το απιθώνει στοργικά
Στη σελίδα του να κοιμηθεί…
π. Αθανάσιος Πολύζος
ΠΗΓΗ: Και ο θάνατος μέσα στις λεμονιές θα
κυματίσει, Εκδόσεις Ακτή, Λευκωσία 2010
12
Ρεαλιστικό κέντημα με λεπτές βελονιές
Από την Jill
Draper
Πολύ ρεαλιστικές σκηνές αγροτικής ζωής αναπαράγονται με μόχθο στο δωμάτιο της
Βρετανής καλλιτέχνιδας Jill Draper στο δωμάτιό της – με βελόνα και κλωστή. Η Κα
Draper κεντά από φωτογραφίες τα τοπία με θαυμαστή ακρίβεια. Κάθε εικόνα έχει
διαστάσεις 35-45 εκ. Και γίνεται χωρίς πινέλο, από χιλιάδες βελονιές του χεριού ή
της ραπτομηχανής .
Η Τζίλ από το Σάφολκ δουλεύει έξι ώρες την ημέρα. Είναι η αποκλειστική εργασία
της. Αν συγκεντρωθεί πολλή ώρα σε λεπτομέρειες πρέπει να διακόψει, γιατί παθαίνει
ναυτία. Έχει πουλήσει εκατοντάδες πίνακες η ίδια ή μέσω καταστημάτων, με τιμές
από 500 έως 3000 λίρες.
13
Αριστερά η φωτογραφία ενός μονοπατιού από το φθινόπωρο του 2009 που μετά από σειρά
αντιγραφικών διαδικασιών καλύφθηκε με μετάξινη κλωστή πολλών αποχρώσεων.
============================================
Τι είναι ωριμότητα;
Η ωριμότητα είναι η ικανότητα να
ελέγχει κανείς το θυμό του χωρίς
καταστροφή ή άσκηση βίας.
Η ωριμότητα είναι υπομονή
Είναι η προθυμία να αρνηθούμε μια
άμεση ικανοποίηση χάριν ενός
μεταγενέστερου κέρδους..
Η ωριμότητα είναι επιμονή, να μοχθεί
κανείς σε ένα πρόγραμμα ή μια
κατάσταση παρά τη σκληρή
αντιπολίτευση και τις απογοητευτικές
παλινωδίες.
Ωριμότητα είναι να αντιμετωπίζει κανείς
δυσάρεστα, άβολα και απογοητευτικά
πράγματα και ήττες χωρίς παράπονο ή
εγκατάλειψη. .
Ωριμότητα είναι η ταπείνωση. Είναι να
έχεις το ανάστημα να πεις «Έσφαλα».
Και όταν έχει δίκιο, ο ώριμος άνθρωπος
δεν χρειάζεται την ικανοποίηση να πει
«εγώ σου το είχα πει» .
Ωριμότητα είναι να πάρεις μια
απόφαση και να επιμείνεις. Οι
ανώριμοι δαπανούν τη ζωή τους
εξετάζοντας αναρίθμητες δυνατότητες
και στο τέλος δεν κάνουν τίποτα.
Ωριμότητα είναι να μπορεί να στηριχτεί
κανείς επάνω σου, να τηρείς το λόγο
σου, να αντέχεις σε μια κρίση.
Οι ανώριμοι είναι πολύ καλοί στα
άλλοθι. Πάσχουν από σύγχυση και
έλλειψη οργάνωσης.
Η ζωή τους είναι ένας λαβύρινθος από
υποσχέσεις που δεν τήρησαν, από
παλιούς φίλους, από ατέλειωτες
δουλειές και καλές προθέσεις που δεν
υλοποιήθηκαν.
–αγνώστου από το Διαδίκτυο–
14
Σοφές κουβέντες από την Κίνα
1.
Ο άνθρωπος γνωρίζει πολύ
περισσότερα από όσα καταλαβαίνει.
2.
Κοιτάζοντας παρατηρείς πολλά.
3.
Οι γέροι είναι πάτα αρκετά νέοι
για να μάθουν και να ωφεληθούν.
4.
Όταν δεν ξέρεις τι να πεις, πες
την αλήθεια!
5.
Μέσα στην αλλαγή τα πράγματα
βρίσκουν το σκοπό τους.
6.
Μη μετράς τα κοτόπουλά σου
προτού επωαστούν.
7.
Είναι πιο εύκολο να υποδεικνύεις
λύσεις, όταν δεν ξέρεις τη φύση του
προβλήματος.
8.
Υπάρχουν φορές που το χάος
παράγει ζωή, ενώ η τάξη παράγει
συνήθεια.
9.
Οι ιδέες τρελαίνονται αν δεν
συζητηθούν.
10.
Θα μας γνωρίσουν από τα ίχνη
που θ’ αφήσουμε πίσω μας.
11.
Χωρίς λοξοδρομίες η πρόοδος
είναι αδύνατη.
12.
Οι καλύτερες ιδιότητες του
χαρακτήρα δεν υπάρχουν, πρέπει να
αποκτηθούν
13.
Ο θυμός είναι άνεμος που σβήνει
το λύχνο του νου.
14.
Το μυστήριο δεν είναι η μορφή
του κόσμου, αλλά η ίδια η ύπαρξή του!
15. Η απλή λογική είναι τα ερείπια
του πνεύματος.
16. Αν θέλεις να τους ευχαριστείς
όλους, δεν θα ευχαριστήσεις κανένα.
17. Τα να ζεις με φόβο είναι σαν να
μη ζεις.
18.
Μη φοβάσαι να εκπλήξεις.
19. Κάθε τοίχος έχει μια πόρτα.
20. Νέος είσαι μια φορά μόνο. Έπειτα
πρέπει να βρεις άλλη
δικαιολογία.
21. Συχνά η καρδιά σου γνωρίζει
πράγματα πριν τα μάθει το μυαλό σου.
22. Μη χάνεις τον καιρό σου βάφοντας
ένα κτήριο που καίγεται.
23. Η αυταπάτη είναι η πρώτη
απόλαυση.
24. Η ζωή συρρικνώνεται ή
εκτείνεται αναλόγως του θάρρους που
έχει κάποιος.
25. Το μυαλό μου δεν είναι κρεβάτι
να το στρώνουμε και να το
ξεστρώνουμε
26.
Η αλήθεια είναι πιο παράξενη κι
από τη φαντασία
27.
Τα φαινόμενα συχνά απατούν.
28.
Ο άνθρωπος γνωρίζεται από τη
συντροφιά που έχει το μυαλό του.
29.
Το σήμερα είναι το αύριο για το
οποίο ανησυχούσες χθές.
30. Η ψυχή δεν θα είχε ουράνιο τόξο,
αν τα μάτια δεν είχαν δάκρυα
31. Μόνο οι μέτριοι είναι πάντα στον
καλύτερο εαυτό τους.
32. Σοφία είναι η ζωή που έχει
επίγνωση ότι ζει.
33. Μιλώντας πολύ για τον εαυτό
μας δείχνουμε ίσως ότι κάτι
συγκαλύπτουμε.
==========================
Είναι ανάγκη να βρούμε το Θεό και
δεν μπορεί να βρεθεί στο θόρυβο και
στην αναστάτωση. Ο θεός αγαπά τη
σιωπή. Δέστε πώς η φύση– τα
δέντρα, τα λουλούδια, η χλόη –
μεγαλώνουν στη σιωπή. Δέστε τα
άστρα, το φεγγάρι και τον ήλιο πώς
κινούνται αθόρυβα… χρειάζεται
σιωπή για να αγγίξουμε ψυχές.
Μητέρα Τερέζα
15
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΙ ΘΑΡΡΟΥΣ
Ο εκπληκτικός γιατρός
Η δύναμη ενός σημειώματος
Της Δασκάλας
νας ακόμα χρόνος διδασκαλίας σε
δημοτικό σχολείο του Νιού Τζέρσεϋ
τελείωνε. Άρχιζε η τελετή λήξεως για τα
παιδιά της τελευταίας τάξης.
Την ώρα αυτή σε πιάνει ένα αίσθημα ότι
κάτι κατάφερες. Ελπίζεις ότι τα παιδιά κοιτάζοντας
πίσω θα αντιληφθούν πόσα έχουν μάθει και ότι θα
επιτύχουν στο Γυμνάσιο.
Όντας δασκάλα δεκαπέντε χρόνια συμπέρανα ότι
η διδασκαλία είναι μια δουλειά όπου παίρνεις πολύ
λίγα «ευχαριστώ» και ότι την επίδρασή σου δεν θα
τη μάθεις ποτέ. Αυτό το άδειο συναίσθημα
εντείνεται τη μέρα της λήψεως των απολυτηρίων.
Πηγαίνοντας στην τελετή θέλησα να σταματήσω
στην τάξη μου και να πάρω για το σπίτι μερικά
πράγματά μου από τη διδασκαλία της ιστορίας.
Κοιτάζοντας προς την έδρα είδα ένα χαρτί και το
διάβασα. Ήταν ένα σημείωμα από μια τελειόφοιτη
αρκετά μακρύ που απευθυνόταν σε μένα. Δεν
πίστευα αυτά που διάβαζα.
Αυτή η ήσυχη μικρή ήθελε να εκφράσει την
ευγνωμοσύνη της για τη θετική επίδραση που είχα
στη ζωή της –και σχολικά και συναισθηματικά.
Έγραφε πόσο δύσκολα ήταν στην αρχή στην
τάξη και πόσο εγώ μπόρεσα να της κάνω
ευχάριστο το μάθημα, να την κάνω να γελάει και να
της δώσω την πεποίθηση ότι θα τα καταφέρει στο
Γυμνάσιο.
Καθώς διάβαζα, δάκρυα κυλούσαν στα μάγουλά
μου. Μόλις τελείωσα, πήγα βιαστικά στην τελετή.
Αλήθεια δεν θυμάμαι τίποτα από την τελετή. Το
μυαλό μου ξαναγύριζε στο γράμμα. Θυμάμαι ότι
σκέφτηκα να μην δω τη μαθήτρια στα μάτια, γιατί
δεν θα μπορούσα να κρατήσω τα δάκρυά μου και
οι συνάδελφοι θα απορούσαν τι συμβαίνει με την
ψύχραιμη δασκάλα που ήξεραν.
Αυτή η μαθήτρια άλλαξε τη ζωή μου από τότε με
την καλοσύνη της και την εκτίμησή της. Ούτε τώρα
παίρνω πολλά σημειώματα ευχαριστιών από
γονείς ή μαθητές, αλλά δεν τα χρειάζομαι. Τον
Ιούνιο του 2002 έλαβα ένα γράμμα ευγνωμοσύνης
από μια νέα, που μου έλεγε ότι είχα κάνει τη
διαφορά.
Επειδή η παλιά αυτή μαθήτρια εργάζεται σε ένα
εστιατόριο κατά τις διακοπές της από το Κολλέγιο,
την βλέπω κάπου κάπου. Πάντα τη χαιρετώ και τη
ρωτώ για τις σπουδές της. Ελπίζω να έχει κατάλάβει την επίδραση που είχε τότε επάνω μου.
Όταν τα πράγματα δεν είναι καλά στη δουλειά μου
ή όταν αμφιβάλλω γι’ αυτό που κάνω, ξαναδιαβάζω εκείνο το σημείωμα και δακρύζω για την
τύχη μου να έχω γνωρίσει εκείνο το καλό κορίτσι.
της A. Dawn McConkey
Η μέρα που γεννήθηκε γιος μας κατέληξε να είναι
αληθινός εφιάλτης.
Δεν ήξερα ότι είχε συγγενή καρδιοπάθεια και
πληθώρα και άλλα προβλήματα. Ούτε οι γιατροί
ήταν προετοιμασμένοι. Δεν υπήρχαν κοντά ειδικοί
και κανείς δεν ήταν έτοιμος να κάνει κάτι, όταν ο
μικρός έπαθε κυάνωση και έπαψε να κλαίει.
Αργότερα κάποιος που δεν τον είχα ξαναδεί
μπήκε στο δωμάτιο ακολουθούμενος από τον
άντρα μου. Ο δρ. Σούσαντ στάθηκε στα πόδια του
κρεβατιού μου και μας είπε ότι το Νοσοκομείο
Παίδων έστειλε ένα ειδικό ασθενοφόρο για να
πάρει το μωρό μας. Μας εξήγησε τρομερά
πράγματα για το παιδί, μιλώντας σιγά, αλλά με
θετικό τρόπο και με χαμόγελο στα χείλη.
Όταν κάποιοι γιατροί μιλούν έτσι, μας φαίνεται
συγκαταβατικό σε τέτοιες ώρες, αλλά η πίστη του
δρ. Σούσαντ ότι το παιδί μας θα γίνει καλά ήταν
πολύ μεταδοτική. Όταν έλεγε κάτι, εγώ απλώς το
πίστευα.
Την επομένη ανέπτυξα μια σταφυλοκοκκική
φλεγμονή και απογοητεύτηκα ακόμα περισσότερο,
γιατί δεν με άφηναν να πάω να δω το παιδί μου.
Όταν ξύπνησα, ο δρ. Σούσαντ ήταν εκεί. Φαινόταν
ανήσυχος, αλλά χαμογελούσε ακόμα. Είπε «Παρά
λίγο να σας χάσουμε, αλλά είσθε καλύτερα τώρα,
γιατί το μωρό σας σάς χρειάζεται».
Αργότερα έμαθα ότι ο δρ. Σούσαντ ήταν ο
παιδιατρικός συνεργάτης του νοσοκομείου. Χάρις
σ’ αυτόν επέζησε ο γιος μου. Κατόπιν έμεινε όλη τη
μέρα κοντά στο παιδί, γιατί νοιαζόταν για μια
μητέρα που είχε χωριστεί από το πολύ άρρωστο
παιδί της.
Με επισκεφτόταν δυο φορές την ημέρα, για να
μου λέει ο ίδιος τι του έλεγαν οι γιατροί στο
νοσοκομείο παίδων, όπου ήταν ο μικρός μου, το
οποίο επισκεφτόταν τέσσερες φορές την ημέρα.
Μου σχεδίασε εικόνες της καρδιάς του μωρού, για
να μου εξηγήσει τι είχε και πώς θα θεραπευόταν.
Οι νοσηλεύτριες μου είπαν ότι τα έκανε από αγάπη
στην οικογένειά μας και για να μην τρομάξω.
Στις μέρες μας είναι σπάνιο να βρεις γιατρό, που
θυμάται τα πρόσωπα από τη μια επίσκεψη στην
άλλη. Επί μήνες ο δρ. Σούσαντ έβλεπε το γιο μας
κάθε δυο βδομάδες. Κράτησε συνεχή επαφή και με
τους άλλους γιατρούς του παιδιού. Ερχόταν στις
γιορτές του παιδιού και έδειχνε το μωρό στην καλή
γυναίκα του.
Το γραφείο του γιατρού πήρε οδηγίες να σβήνει
τους λογαριασμούς, που δεν πληρώνονταν από το
Ασφαλιστικό Ταμείο μας. Έφθασε να μας καλέσει
να μείνουμε στο σπίτι του, όταν φοβηθήκαμε ότι θα
χάσουμε το σπίτι μας, για να πληρώσουμε τα
ιατρικά έξοδα. Γελούσε, αλλά το έλεγε σοβαρά. Ο
Δρ. Σούσαντ είναι υπέροχος άνθρωπος και κάθε
ενέργειά του έχει κίνητρο τη αγάπη.
16
Πήγα, είδα, άκουσα, διάβασα και νομίζω… του Μ.Τ.
έει κανείς ψέματα και γίνεται πιστευτός,
επειδή οι περισσότεροι σ’ ένα χώρο
λένε αλήθεια και έχει αναπτυχθεί μια
παράδοση εμπιστοσύνης. Όταν οι
ψεύτες σ’ ένα τόπο γίνουν πολλοί, τότε οι υποψίες
αυξάνονται, οι επιβεβαιώσεις γίνονται αναγκαίες,
οι μάρτυρες είναι απαραίτητοι. Όταν όλοι λένε
ψέματα, τότε παύει να έχει σημασία τι λέει κανείς,
το ψέμα δεν έχει ισχύ, γιατί και το ψέμα στην
αλήθεια στηρίζεται, το ψέμα είναι ένας λόγος που
προσποιείται την αλήθεια με ύφος αλήθειας και
πρέπει να υπάρχουν άνθρωποι που λένε αλήθεια
για να υπάρχει το προσωπείο αυτό να το φορέσει
κανείς. Η τέτοια κατάσταση μοιάζει μ’ ένα
ύφασμα που δεν μπορείς να το μπαλώσεις είτε
γιατί το σχέδιό του έχει χαθεί από τις πολλές
φθορές και αλλοιώσεις είτε γιατί οι βελονιές του
μπαλώματος δεν βρίσκουν γερό ύφασμα να
στηριχτούν.
Λέει κανείς ψέματα και γίνεται πιστευτός, όταν
έχει πει αλήθεια άλλες φορές· και αν αυτές οι
φορές είναι πολλές, ο ψεύτης γίνεται πιο πολύ
πιστευτός. Ο ψεύτης βοσκός του μύθου δεν
μπορούσε να στηριχτεί σε καμιά αλήθεια που είχε
πεί ο ίδιος προτύτερα…
Λέει κανείς ψέματα και προσπαθεί να στηριχτεί σε
μάρτυρες. Είναι πολύ δυσκολότερο να είναι κανείς
ψευδομάρτυρας, θέλει ειδική τέχνη παρά να
μαρτυρεί την αλήθεια. Γι’ αυτό τελικά το ψέμα με
λίγη έρευνα αποκαλύπτεται, χρειάζεται λίγος
χρόνος, γι’ αυτό λένε «το ψέμα έχει κοντά πόδια».
Η παραγραφή των αδικημάτων είναι άμυνα των
παράνομων και στηρίζεται σ’ αυτό ακριβώς.
Λέει κανείς ψέματα και κάνει τη δουλειά του
ακόμα κι αν εκείνοι που τον ακούν ξέρουν ότι λέει
ψέματα. Ακόμα κι αν ο ίδιος δεν επιμένει ότι λέει
την αλήθεια, όταν του φαίνεται ότι δεν είναι
απαραίτητο, αφού δεν βρίσκει αντιδράσεις. Αυτοί
που τον ακούν είτε δεν τολμούν να τον
διαψεύσουν, επειδή φοβούνται την οργή του, είτε
έχουν και οι ίδιοι συμφέρον να μην αποκαλυφθεί,
είτε δεν ανακατεύονται στα «κακώς εύ κείμενα».
«Εσύ να κάνεις τη δουλειά σου, όταν δεν σε αφορά
κάτι», υποδεικνύουν μερικοί, γιατί δεν έμαθαν ή
δεν παραδέχονται ότι όλους μας αφορά το ψέμα, η
απάτη και η κλεψιά, αφού έτσι είναι με τα
κοινωνικά ζητήματα, απλώνονται.
Νομίζω λοιπόν ότι «το ψέμα στηρίζεται στην
αλήθεια»· κι αν απότομα γίνουν όλοι ψεύτες δεν
θα έχει νόημα η απάτη, δεν θα υπάρχει απάτη,
αφού δεν θα υπάρχει πουθενά το γνήσιο για
σύγκριση.
Για να μπούμε σε παραδείγματα από τη ζωή μας σ΄
αυτό τον τόπο κατά τα πολλά χρόνια που έχουν
περάσει, ένας πολιτικός θα είναι αδύνατο στο
μέλλον να υποσχεθεί ότι θα αναδιοργανώσει το
κράτος και θα κάνει εξυπηρετικές και δίκαιες τις
υπηρεσίες, γιατί δεν θα τον πιστέψει πια κανείς.
Επειδή φτάσαμε στο «μη χειρότερα», ελπίζει
κανείς ότι πολλοί πολιτικοί θα καταλάβουν ότι η
ώρα να γίνει τούτο ή εκείνο είναι τώρα. Δεν
μπορεί πια κανείς π.χ. να πιστέψει ότι τα
φακελάκια είναι «ελάχιστα» ή ότι τα δίνουν στους
χειρούργους οι συγγενείς των αρρώστων από καλή
διάθεση. Έχουν πια δώσει χωρίς να θέλουν κι οι
πιο τίμιοι και το ομολογούν· και γι αυτό υπάρχει
για πρώτη φορά ελπίδα ή να νομιμοποιηθούν οι
αμοιβές αυτές ή να εκλείψουν. (Τα ποσά κάθε
τέτοιας δωροδοκίας διαφέρουν από τις δωροδοκίες
των κρατικών προμηθειών και έργων, αλλά τα
περιστατικά είναι περισσότερα και ο εκβιασμός
ωμότερος και πιο απάνθρωπος). Με το να
μετρηθούν οι δημόσιοι υπάλληλοι (δεν ξέραμε ότι
είναι αμέτρητοι) δυσκολεύεται η ύπαρξη χιλιάδων
αργόμισθων. Με το να δημοσιεύονται στο
Διαδίκτυο οι Υπουργικές αποφάσεις, αυτοί που
«δεν ήξεραν» γίνονται λιγότεροι και οι συμφωνίες
κάτω από το τραπέζι γίνονται πολύ δύσκολες.
Ελπίζει κανείς, όχι επειδή είναι τώρα καλύτεροι οι
πολιτικοί ή οι πολίτες, αλλά γιατί το κακό
παράγινε. Έγινε τόσο μεγάλη ληστεία στα
νοσοκομεία (ύψους δισεκατομμυρίων ευρώ), ώστε
είναι βάσιμο να πιστεύει κανείς ότι δεν θα
αγορασθούν πια σε τριπλάσια ή δεκαπλάσια τιμή
(όπως συνόψισε ο κ. Βγενόπουλος) εργαλεία και
άλλα είδη χωρίς διαγωνισμό ή με φωτογραφικό
τέτοιο, ούτε φάρμακα για ανύπαρκτους ασθενείς ή
τάχα για κάποιους που δεν ξέρουν τι κάνουν με τα
βιβλιάριά τους ο γιατρός, ο ελεγκτής και ένα δυο
άλλοι στην περιοχή διπλασιάζοντας απότομα εκεί
σ’ ένα χρόνο το κόστος της περίθαλψης.
«…και μην έχοντας πιο κάτω άλλο σκαλί,
να κατρακυλήσεις πιο βαθιά
στου κακού τη σκάλα,
θα αισθανθείς να σου φυτρώνουν –ώ χαρά –
τα φτερά
τα φτερά τα πρωτινά σου τα μεγάλα!…»
έγραψε κι ο Κ. Παλαμάς.
Το ψέμα πρέπει να γράφεται με αι όπως το αίμα.
Πίσω από κάθε μίζα υπαλλήλου, πίσω από κάθε
δήθεν έλεγχο βρίσκεται ένα ψέμα, που στηρίζει
άλλα κακά. Όσο για του δημοσιογράφους, ελπίζω
ότι, αντί να κάνουν έρευνες σε άλλες χώρες, αντί
για κάθε θέμα να νομίζουν ότι αρκεί να καλέσουν
αντιπροσώπους δύο ή τριών κομμάτων χωρίς οι
ίδιοι να παίρνουν θέση, θα παύσουν να σιωπούν σε
θέματα που ξέρουν ότι «έτσι γίνεται» και θα
ψάχνουν να βρούν τι γίνεται εκεί που δεν φαίνεται
–ανεξαρτήτως επικαιρότητας.