Εκτενές εργοβιογραφικό σημείωμα

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ ΤΡΟΜΑΡΑ
καθηγητή της Λατινικής Φιλολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας του Α.Π.Θ.
Ι. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ
1949
έτος γέννησης (Καστοριά)
1968-73
πανεπιστημιακές σπουδές στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ., πτυχίο
κλασικής Φιλολογίας.
1973-75
στρατιωτική θητεία.
1976
γάμος
1976-80
βοηθός στη Β' έδρα της Λατινικής Φιλολογίας του Α.Π.Θ.
1980-83
μεταπτυχιακές σπουδές στο Julius Maximilian Universität του Παν/μίου
του Würzburg
1984
Διδάκτορας του Πανεπιστημίου του Würzburg
Λέκτορας Λατινικής Φιλολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας του Α.Π.Θ.
1987
Επίκουρος καθηγητής Λατινικής Φιλολογίας στο Α.Π.Θ.
1996
Αναπληρωτής καθηγητής Λατινικής Φιλολογίας στο Α.Π.Θ.
1998-99
Διευθυντής του Τομέα Κλασικών Σπουδών
2003
Καθηγητής Λατινικής Φιλολογίας στο ΑΠΘ
2008
Διευθυντής του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών
Από το 1980 ιδρυτικό μέλος της Deutsch-Griechische Initiative με έδρα τις πόλεις
Würzburg, Αθήνα, Θεσσαλονίκη.
Aπό το 1989 μέλος της Sodalitas Ludis Latinis Faciundis με έδρα το Μόναχο και
πρόεδρο τον γνωστό Λατινιστή, καθηγητή W. Stroh.
Συμμετέχω για πολλά χρόνια στην Συντονιστική Επιτροπή Μεταπτυχιακών Σπουδών
καθώς και στην τριμελή Επιτροπή έκδοσης της Επετηρίδας του Τμήματός μας.
Aπό το 1993 συμμετέχω ενεργά σε ένα διευρυμένο πρόγραμμα Erasmus-Socrates
(Coimbra, Γρανάδα, Caen, Πίζα, Bristol, Würzburg, Θεσσαλονίκη) συμβάλλοντας στην ιδέα
της φοιτητικής κινητικότητας και της επιστημονικής συνεργασίας μεταξύ των Πανεπιστημίων
της Ευρώπης.
ΙΙ. ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΕΡΓΟ
1. Από το 1977 μέχρι σήμερα δίδαξα στους προπτυχιακούς φοιτητές:
•
Λατινική γλώσσα και σύνταξη, Μετρική και Υφολογία, Αντίστροφα Θέματα, Τεχνική
της Μετάφρασης
•
Εισαγωγή στη Λατινική Φιλολογία
•
Catullus, Carmina
•
Τerentius, Eunuchus
•
Iuvenalis, Satirae
•
Suetonius, C. Iulius Caesar
•
Μartialis, Epigrammata
•
Κείμενα Ρωμαϊκής Μαγειρικής
και στο Μεταπτυχιακό Τμήμα:
•
Το λατινικό επίγραμμα από τις αρχές ως τον Μαρτιάλη
•
Προβλήματα της λατινικής κωμωδίας
•
Το νεωτερικό επύλλιο
2. Δίδαξα επίσης αντικείμενα της ειδικότητάς μου στο Τμήμα Φιλολογίας Ρεθύμνου (198889), στο Τμήμα Φιλολογίας Κομοτηνής (Ε/Ε 1996-97 και Χ/Ε 1997-98), στο 2ο ΠΕΚ
Θεσσαλονίκης και σε επιμορφούμενους καθηγητές της Μέσης Εκπαίδευσης (ΕΠΕΑΕΚ).
.
ΙΙΙ. ΣΥΝΕΔΡΙΑ – ΣΥΜΠΟΣΙΑ - ΗΜΕΡΙΔΕΣ
1. Β' Πανελλήνιο Συμπόσιο Λατινικών Σπουδών, Ρέθυμνο, Σεπτ. 1985
2. Γ' Πανελλήνιο Συμπόσιο Λατινικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη, Νοέμβριος 1987
3. Δ' Πανελλήνιο Συμπόσιο Λατινικών Σπουδών, Ρέθυμνο, 2-4 Νοεμβρίου 1990
4. Ε' Πανελλήνιο Συμπόσιο Λατινικών Σπουδών, Αθήνα, 5-7 Νοεμβρίου 1993
5. Στ' Πανελλήνιο Συμπόσιο Λατινικών Σπουδών, Ιωάννινα, 11-13 Απριλίου 1997
6. Ημερίδα της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσ/νίκης με θέμα: Η Μακεδονία στη λατινική
γραμματεία (15 Νοε. 1997). Βλ. Άρθρα, αριθμ. 14.
7. Συμμετοχή στο Curso Intensivo: La tradicion clasica en la modernidad Europea (30
Μαρτίου – 7 Απριλίου 1998). To εντατικό αυτό πρόγραμμα πραγματοποιήθηκε στη
Γρανάδα στο πλαίσιο του προγράμματος Erasmus, και η συμμετοχή μου είχε ως θέμα:
«Το αρχαίο παρακλαυσίθυρον και η αναβίωσή του στη σύγχρονη ελληνική ποίηση και
μουσική» (αδημοσίευτο).
8. Διεθνές συνέδριο του Τομέα Κλασικών Σπουδών ΑΠΘ, με θέμα: Λατινική Παιδεία και
Σύγχρονη Ελλάδα (Θεσ/νίκη, 13-14 Μαϊου 1999).
2
9. Ημερίδα με θέμα «Διδακτική Φιλολογικών Μαθημάτων», την οποία οργάνωσε το
Γραφείο Σχολικών Συμβούλων ΠΕ2 Θεσ/νίκης (25 Ιαν. 2001, 1ο Ενιαίο Λύκειο Συκεών).
Συμμετοχή με ανακοίνωση: Η διδακτική των Λατινικών.
10. Διάλεξη στο Κέντρο Ιστορίας του Δήμου Θεσσαλονίκης (Μάϊος 2002), με θέμα: Περί
Διατροφής και Μαγειρικής των Ρωμαίων.
11. Ζ΄ Πανελλήνιο Συμπόσιο Λατινικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη, 16-19 Οκτ. 2002.
12. Διεθνές Συνέδριο με θέμα: Γλώσσα, Λογοτεχνία και Πολιτισμός στο Αιγαίο, Ρόδος 7-9
Νοε. 2003. Θέμα: «Ποίηση και Μουσική στις ακτές του Αιγαίου: η περίπτωση του
παρακλαυσίθυρου».
13. Διάλεξη στο Τμήμα Φιλολογίας του Παν/μίου Ιωαννίνων (Mάιος 2004), με θέμα: «Από
το αρχαίο παρακλαυσίθυρο στο σύγχρονο ρεμπέτικο».
14. Η΄ Πανελλήνιο Συμπόσιο Λατινικών Σπουδών, Κομοτηνή, 2-5 Μαϊου 2007, με θέμα:
Πολυπολιτισμικότητα στη Ρώμη.
ΙV. ΕΠΙΒΛΕΨΗ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ
Από το 1985 ως σήμερα έχω εποπτεύσει και εξακολουθώ να εποπτεύω αρκετές
μεταπτυχιακές εργασίες (πρωτεύουσες και δευτερεύουσες).
Υπήρξα επίσης και εξακολουθώ να είμαι μέλος και επόπτης
συμβουλευτικών επιτροπών για την εκπόνηση διδακτορικών διατριβών
τριμελών
V. EΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ
Λατινική Λυρική ποίηση (κυρ. Κάτουλλος και λοιποί Νεωτερικοί)
Λατινική Κωμωδία
Λατινική Σάτιρα
Λατινικό Επίγραμμα
Διατροφή και Μαγειρική των Ρωμαίων - Απίκιος
VI.
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΕΡΓΟ - ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ
Α. ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΑΡΘΡΑ
1. "CATULLUS 32.1", EΛΛΗΝΙΚΑ 31.2, 1979, 332-341.
Στη θέση τού χωρίς νόημα ονόματος "Ipsitilla" του κειμένου (ipsi illa O, ipsithila X)
προτείνεται η διόρθωσή του σε "Septimilla", η οποία και υποστηρίζεται από παλαιογραφική,
μετρική και αισθητική άποψη.
3
Η διόρθωση αυτή έτυχε της ευνοϊκής κριτικής του S. Bernardinello (Scriptorium 36,
1982, 65). Βλ. τέλος, σ. 34.
2. "Catullus c. 61, satis diu/ lusisti nucibus, στ. 125-126", Επιστημονική Επετηρίδα
Φιλοσ. Σχολής ΑΠΘ, τόμ. ΙΗ', 1979, 463-475.
Το άρθρο αποτελείται από δύο μέρη. Στο πρώτο (σσ. 463-468) επιχειρείται μια
παρουσίαση του μιμοδραματικού χαρακτήρα του γαμήλιου αυτού ποιήματος.
Στο δεύτερο μέρος (σσ. 468-475) γίνεται ανάλυση της Fescennina iocatio (στ. 119
κεξξ.) σε σχέση με τη φράση "satis diu/ lusisti nucibus, η οποία απευθύνεται στον
concubinus του γαμπρού. Στη συνέχεια καταδεικνύεται ο σεξουαλικός συμβολισμός της λ.
nux (═ βάλανος, πληθ. όρχεις, πρβ. Servius Eclog. 8.30, Varro L.L. 5.102 και τη χρήση της λ.
"κάρυα" στον Αριστοφ. Πλ. 1056, Λυσ. 1059, 1181, Εύβ. CAF 2, απόσπ. 137, σ. 212). Ετσι η
παραπάνω φράση μέσα στα συμφραζόμενα της Fescennina iocatio εντάσσεται στα obscoena
Catulli και σημαίνει: satis diu lusisti nucibus (i.e. testiculis) domini. Η ερμηνεία αυτή
ενισχύεται επίσης και από τη χρήση του ρ. ludere στον Κάτουλλο και στην ερωτική ποίηση
γενικότερα, και από το γεγονός της παρουσίας του θεού Talasius, "cuius laudes versu lascivo
canebantur".
Αναφορές-παραπομπές:
J. Granarolo, Lustrum 28/29, 1986/1987: βλ. σσ. 91, 96.
O. Thomsen, Ritual and Desire, Catullus 61 and 62, Aarhus Univ. 1992 (υιοθέτηση της
ερμηνείας μου περί nucibus ledere και άλλων απόψεων περί του γαμηλίου π. 61)
3. ΚΑΤΟΥΛΛΟΣ, ένας ποιητής για όλες τις εποχές, Θεσσαλονίκη 1980, σσ. 300.
Το βιβλίο αυτό είναι μια πλήρης έκδοση του έργου του Κατούλλου και περιλαμβάνει:
α. Εκτεταμένη εισαγωγή για τη ζωή, το έργο (χφ παράδοση και ιστορία του κειμένου)
και την νεωτερική τέχνη του ποιητή, τις επιδράσεις που δέχτηκε και την επιρροή που άσκησε,
διαχρονική αξία της ποίησής του.
β. Λατινικό κείμενο: ενώ τυπικά βασίζεται στην έκδοση του R. Mynors, Oxford 1957,
στην ουσία γίνεται προσπάθεια για μια νέα κριτική θεώρηση του κειμένου με προσωπικές
διορθώσεις και εισαγωγή διορθώσεων νεότερων φιλολόγων. Για πολλά χωρία παρατίθεται
κριτικό υπόμνημα ενσωματωμένο στα σχόλια .
γ. Εντεχνη μετάφραση.
δ. Σχόλια (κυρίως πραγματολογικά και ερμηνευτικά).
ε. Μετρικό παράρτημα.
στ. Εκτεταμένη βιβλιογραφία.
ζ. Πίνακα oνομάτων.
Βιβλιοκρισίες: Ν. Κονομής, ΕΛΛΗΝΙΚΑ 37, 1986, 362-370,
πρβ. Ι. Ταϊφάκος, Αλεβεβάν 1, Ιαν.-Μάρτ. 1990, 6-11 (βλ. παρακ. Δημοσ., αριθμ. 10).
Βιβλιοπαρουσιάσεις: θετικά σχόλια στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο της εποχής, βλ. π.χ.
εφημ. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ της 18.6.1980, σ. 2, περιοδ. ΕΠΙΚΑΙΡΑ της 2.10.1980, σ. 103,
περιοδ. ΔΙΑΒΑΖΩ, αριθμ. 37, 1980, 102-03.
4. "Catullus 55. 6-12", EΛΛHNIKA 33, 1981, 169-174.
4
Εδώ γίνεται προσπάθεια ερμηνείας των στ. 6-12 του ποιήματος με στόχο την
αποκατάσταση του locus vexatus (στ. 9): avelte (sic ipse flagitabam), το οποίο, κι αν ακόμα
ήταν συγκεκομμένος τύπος προστακτικής αντί avellite, δημιουργεί μετρικό πρόβλημα, διότι
έχει τη λήγουσα βραχεία και επιπλέον είναι άπαξ ειρημένον. Αντ’ αυτού προτείνεται η μτχ.
παρακειμ. aversus του ρ. averto με τη σημασία του iratus, inimicus.
H διόρθωση αυτή ευθυγραμμίζεται απόλυτα από μετρική άποψη με τους ιδιάζοντες
φαλαίκειους του ποιήματος. Παλαιογραφικά έχει αρκετά καλή αντιστοιχία προς το avelte,
ενώ από σημασιολογική άποψη ταιριάζει απόλυτα στην ανοδική συναισθηματική κλίμακα
του ποιήματος, το οποίο κορυφώνεται με τον στ. αυτό, και με τη φυσική αντίδραση οργής του
Κάτουλλου στην προσποιητή άγνοια των κοριτσιών, στα οποία απευθύνεται αναζητώντας τον
Καμέριο. Εξ άλλου για να έχει νόημα η χρήση του ρ. flagitabam (═ cum clamore et
pertinacia petere), είναι απαραίτητο να είναι κανείς οργισμένος, και από τον στ. 9 λείπει αυτή
ακριβώς η λέξη που θα δήλωνε την οργή του ποιητή. Με παρόμοιο συλλογισμό -αν και δεν
δηλώνεται- φαίνεται πως έφτασε στο ίδιο συμπέρασμα και ο G. Williams (βλ. Fordyce,
comm. ad loc.), ώστε να προτείνει τη διόρθωση του avelte σε iratus, το οποίο ωστόσο δεν έχει
καμία παλαιογραφική στήριξη.
5. Catull-Interpretationen: Die Aurelius-, Furius- und Iuventius-Gedichte, EEΦΣΘ,
παράρτ. αριθμ. 47, Θεσσαλονίκη 1984, σσ. 162 (Διδακτορική διατριβή που υποβλήθηκε τον
Νοέμβριο του 1983 στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου του Würzburg).
Αναφορές-Παραπομπές:
-
P. Neukam (ed.), Die Antike als Begleiterin, München 1990: βλ. σσ. 151, 154.
-
W. Stroh, Musa puerilis, δημοσιευμένο στο: Th. Stemmler (ed.), Homoerotische Lyrik,
Vorträge eines interdisziplinären Kolloquiums, Mannheim 1992: βλ. σσ. 78κεξξ.
-
Jan-Wilhelm Beck, Lesbia und Iuventius: zwei libelli im Corpus Catullianum,
(Hypomnemata 111), Göttingen 1996:
Ο συγγραφέας θεωρεί το θέμα της διατριβής μου και του άρθρου μου υπ’ αριθμ. 6 ως
βασική έρευνα για τη δική του διατριβή, και έτσι κάνει συχνότατες αναφορές σ’ αυτά,
συνήθως υιοθετώντας πολλές από τις θέσεις μου, βλ. π.χ. σσ. 31, 39-40, 101, 110, 114,
115, 118, 133, 136, 140, 142, 144-145, 148, 166 κ.ά.
6. “Die Aurelius- und Furius-Gedichte Catulls als Zyklen (cc. 11, 15, 16, 21, 23, 24, 26)”,
ERANOS 85, 1987, 106-112.
Mε την εργασία αυτή επιχειρείται μια δεύτερη δοκιμή εφαρμογής των λογοτεχνικών
κριτηρίων της "κυκλικής σύνθεσης" και της ιδέας του κύκλου, παρόμοια με εκείνην που
προσδιορίστηκε και εφαρμόστηκε στο τελευταίο κεφάλαιο της διδακτ. διατριβής μου .
Εδώ εξετάζονται τώρα επτά συνολικά ποιήματα, χωρισμένα σε δύο ομάδες και
εξάγονται τα εξής συμπεράσματα:
Η πρώτη ομάδα (ππ. προς Αυρήλιο: 11, 15, 16, 21) δεν αποτελεί κύκλο, εφόσον από
τα τέσσερα ποιήματα το μεν 11ο αποβάλλεται ως ξένο σώμα, το δε 16ο αποκλείεται, διότι
καταστρέφει τη θεματική ενότητα των ππ. 15 και 21. Τα δύο εναπομένοντα δεν μπορούν,
ούτε και με τους κανόνες της Γεωμετρίας, να συναποτελέσουν κύκλο.
Η δεύτερη ομάδα (ππ. προς Φούριο: 23, 24, 26) δομεί μια κυκλική ενότητα, εφόσον το
"θεματικό τους apriori", πενία και υποκρισία του Φούριου, συνάπτει και τα τρία ποιήματα και
εξελίσσει ως ποιητική δυνατότητα τον ίδιο πυρήνα, ο οποίος πραγματώνεται μέσα από μια
τριαδική σχέση του Φούριου. Αποδεικνύεται ακόμη ότι τα τρία αυτά ποιήματα ως
5
"ανεξάρτητα μεν αλλά όχι αυτόνομα" συναποτελούν έναν κύκλο, ο οποίος είναι "ανοιχτός"
και όχι "κλειστός".
Αναφορές-παραπομπές:
-
W. Stroh, Lesbia und Juventius, ein erotisches Liederbuch im Corpus Catullianum, 134-158,
δημοσιευμένο στο: Die Antike als Begleiterin, (ed. Peter Neukam), Mόναχο 1990: βλ. σσ. 151,
154.
-
Johannes Scherf, Untersuchungen zur antiken Veröffentlichung der Catull- Gedichte,
(Spudasmata 61), Hildesheim 1996: βλ. σσ. 92, 107.
-
Jan-Wilhelm Beck, Lesbia und Iuventius: zwei libelli: βλ. παραπ. δημοσίευμα υπ’ αριθμ.
5.
7. «Η περιγραφή του λοιμού του 65 μ.Χ. από τον Τάκιτο (Αnn. 16. 13. 1-3)», AΡΙΑΔΝΗ
4, 1988, 234-243. (Ανακοίνωση στο Β' Πανελλήνιο Συμπόσιο Λατινικών Σπουδών, Ρέθυμνο,
Σεπτ. 1985).
Για τον παραπάνω λοιμό σώζονται οι περιγραφές του Τάκιτου (Ann. 16. 13.1-3) και
του Σουητωνίου (Nero 39), και έχει υποστηριχτεί από παλαιότερους μελετητές πως η διάταξη
του ιστορικού υλικού τους παραπέμπει σε μια κοινή πηγή, δηλ. στο χαμένο σήμερα έργο του
πρεσβύτερου Πλινίου Historiae.
Στο άρθρο αυτό καταδεικνύεται πως ο Σουητώνιος δεν χρησιμοποίησε για την
περίπτωση ούτε το αρχείο της Venus Libitina ούτε και τα αυτοκρατορικά αρχεία, όταν ήταν
ab epistulis ή a studiis του Αδριανού. Από την άλλη η κάπως εκτενής περιγραφή του Τάκιτου
δείχνει να διαμορφώθηκε με βάση τις λογοτεχνικές του μνήμες (πρβ. τις ανάλογες περιγραφές
λοιμών από τον Λουκρήτιο, τον Βεργίλιο και τον Λίβιο) και την προσωπική ευαισθησία του
συγγραφέα απέναντι στην προφορική παράδοση.
8. "Ibi inerat pictura haec (Terent. Eunuch. 584-589)”, ΕΛΛΗΝΙΚΑ 36, 1985, 268-277.
Το άρθρο απαρτίζεται από δύο μέρη. Στο πρώτο συζητούνται οι πολλές διορθώσεις
που προτάθηκαν για τους στ. 588-89 και υποστηρίζεται η ορθότητα:
α. της παραδομένης γραφής in hominem (στ. 588),
β. της γραφής atque in (alienas tegulas) σε αντιδιαστολή προς τη γραφή et per (alien.
teg.) για τον στ. 588, και
γ. της παλαιάς διόρθωσης του Bentley (per pluviam) σε αντιδιαστολή προς το
παραδομένο και υιοθετημένο από τους νεότερους εκδότες per inpluvium στον στ. 589.
Στο δεύτερο μέρος, αφού λαμβάνονται υπόψη όλες οι λογοτεχνικές και αρχαιολογικές
μαρτυρίες για τον μύθο της Δανάης και της χρυσής βροχής του Δία, επιχειρείται να
προσδιοριστεί επακριβώς η ζωγραφική παράσταση του περιγράφεται στο κείμενο του
Τερεντίου, η οποία κοσμούσε το conclavium της εταίρας Θαϊδας. Η περιγραφή ταυτίζεται με
την εικόνα υπ' αριθμ. 3 (σ. 274 του άρθρου).
Αναφορές-Παραπομπές:
-
Μ. Βettini, Il ritratto dell’ amante, Torino 1992: βλ. σσ. 191-192.
-
K. Philippides, Terence's Eunuchus: the Rape Scene, Mnemosyne 48, 1995, 281.
-
M. Lentano, Quindici anni di studi Terenziani (1979-93), BStudLat 27, 1997, 497-564: βλ.
ιδιαίτ. σσ. 504, 514.
-
O. Bianco, Commedie di Publio Terenzio Afro, Torino 1993: βλ. σ. 46.
-
J. Barsby, Terence, Eunuchus, Cambridge 1999: βλ. σσ. 197 (στ. 589), 324.
6
-
E. Karakasis, Terence and the Language of Roman Comedy, Cambridge 2000: βλ. σσ.
105, 106.
9. «Κάτουλλος και Κικέρων (Catull. c. 49)», ΠΡΑΚΤΙΚΑ Γ' ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥ
ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ ΛΑΤΙΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ, Θεσσαλονίκη 1989, σσ. 17-32, (Ανακοίνωση στο
εν λόγω Συμπόσιο που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη, τον Νοέμβριο του 1987).
Η νεότερη έρευνα εγκαταλείποντας την παλαιά ιστορικοβιογραφική μέθοδο
προσέγγισης των κατουλλικών ποιημάτων προχώρησε στην ανάλυση της δομής του π. 49, για
να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το π. αυτό είναι ειρωνικό προς τον Κικέρωνα.
Εδώ, για πρώτη φορά αντιμετωπίζεται η ρητορική διάσταση του π. με βάση τους
όρους laudatio και vituperatio του genus demonstrativum, όπως αυτοί προσδιορίστηκαν από
τον Αναξιμένη τον Λαμψακηνό (Ρητορ. τέχνη 3.1) και επανεμφανίζονται στο σύγγραμμα Ad
Herennium (3.10) και στο νεανικό έργο του Κικέρωνα De Inventione (2. 177-178).
Aπό την ανάλυση των τόπων που περιλαμβάνουν οι δύο αυτοί όροι -και οι οποίοι
περιέχονται σε σμικρογραφία στο π. 49- αποδεικνύεται ότι αυτό είναι ένας μοναδικός στη
λογοτεχνία συνδυασμός των δύο ειδών, που αποσκπεί στην αντιστροφή της λειτουργίας τους.
Θέλει δηλ. ο ποιητής μέσω αυτής αντιστροφής να μετατρέψει τον έπαινο για τον Κικέρωνα
σε ψόγο και τον ψόγο για τον εαυτό του σε έπαινο. Η αντιστροφή αυτή επιτυγχάνεται και
γίνεται αντιληπτή περισσότερο στο επίπεδο της φόρμας του π. και λιγότερο στο
σημασιολογικό.
Αναφορές-Παραπομπές:
K. Philippides, Terence's Eunuchus: the Rape Scene, Mnemosyne 48, 1995, 276 και 281.
Βιβλιοπαρουσιάσεις: Latomus 51, 1992, 240-243 (βλ. Δημοσιεύματα, αριθμ. 35).
10. H "περιθωριοποίηση του Κατούλλου" και η κριτική της κριτικής, ΑΛΕΒΕΒΑΝ 2,
1990, 146-152.
Το άρθρο αυτό αποτελεί απάντηση στο δημοσίευμα του Ι. Ταϊφάκου, "Η
περιθωριοποίηση του Κατούλλου" (Αλεβεβάν 1,1990,6-11), στο οποίο διατυπώνει την άποψη
ότι η γλώσσα με την οποία μετέφρασα το έργο του Κατούλλου (βλ. Δημοσιεύματα, αριθμ. 3)
"θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως περιθωριοποίηση του Κατούλλου" (σ. 8, πρβ. σ. 11).
Τα επιχειρήματα του Ι.Τ. συνοψίζονται σε μια οκταπλή κατηγοριοποίηση στο πλαίσιο
της ιδιολέκτου του περιθωρίου (μάγκικα, βωμολοχίες, αναχρονισμοί, λαϊκά στοιχεία, ξένες
αντιποιητικές λέξεις, γλώσσα της ταβέρνας), στοιχεία τα οποία εντοπίζει στη Μετάφρασή
μου.
Πέρα από τα επιμέρους λάθη και τις λανθασμένες εκτιμήσεις που κάνει ο Ι.Τ., το
βασικό του σφάλμα έγκειται στο ότι απέκλεισε από την έρευνά του τα carmina maiora (ππ.
61-69), δηλ. το ήμισυ του κατουλλικού έργου, και μάλιστα χωρίς να δίνει καμία εξήγηση.
Επομένως αναρωτιέται κανείς ποια ισχύ μπορεί να έχει μια έρευνα βασισμένη στο μισό
υλικό. Ενα δεύτερο και ουσιαστικό σφάλμα του είναι ότι δεν λαμβάνει διόλου υπόψη του το
εκάστοτε λογοτεχνικό είδος του μεταφραζόμενου ποιήματος, από το οποίο είδος εξαρτώνται
ασφαλώς, τόσο η γλώσσα όσο και το ύφος του ποιήματος.
Μερικά απτά παραδείγματα για το πόσο αντιεπιστημονικά -και παραπλανητικά
συγχρόνως για τον αναγνώστη- εργάστηκε ο Ι.Τ. Για να κατοχυρώσει π.χ. τη "μάγκικη
ιδιόλεκτο" (σ. 8κεξ.), όπως την ονομάζει παίρνει από τη Μετάφραση δύο δείγματα:
α. το λέξημα "γκόμενα" και παραπέμπει στις λατιν. λέξεις amores (10.1), puella
(41.7), amica (72.3), deliciae (6.1), femellae (55.7) και
7
β. το λέξημα "μάγκας" και παραπέμπει στα ππ. 41.4 και 43.5.
Ομως η λέξη amores (═ αγάπες, έρωτες, και μετωνυμικά ερωμένη, -ος) για
παράδειγμα, απαντά στο έργο του Κάτουλλου 8 φορές συνολικά και εγώ μετέφρασα τη λέξη
αυτή μόνον άπαξ με τον όρο "γκόμενα" (10.1), ενώ στις υπόλοιπες επτά περιπτώσεις ως εξής:
έρωτες (6.16)
πολυαγαπημένη (45.1)
αγόρι μου (21.4, 40.7)
αγάπες (96.3)
αγάπη μας (38.6)
Επίσης η λέξη puella απαντά συνολικά 43 φορές, και εγώ την απέδωσα μόνον σε 3
περιπτώσεις με τον όρο "γκόμενα" (13.4, 41.7 και 57.9). Τι απέγιναν οι υπόλοιπες 40
περιπτώσεις για τον κ. Ι.Τ.;
Με άλλα λόγια ο Ι.Τ. θεώρησε δεδομένον τον χαρακτήρα της Μετάφρασής μου ως
περιθωριακόν και δεν μπήκε στον κόπο να ελέγξει και τη γλώσσα του πρωτοτύπου, ως
όφειλε. Δηλ. έπρεπε, πριν κατηγοριοποιήσει το μεταφραστικό υλικό, να ελέγξει πρώτα σε τι
ποσοστό επί του συνολικού λατινικού γλωσσικού υλικού αντιστοιχούν οι "περιθωριακές"
λέξεις (και εδώ αναρωτιέται κανείς με ποια κριτήρια τις χαρακτήρισε έτσι), ποιες είναι αυτές
και με ποια συχνότητα εμφανίζονται. Στη συνέχεια θα έπρεπε να εξετάσει αν υπάρχει
αντιστοιχία και ισορροπία μεταξύ πρωτοτύπου και Μετάφρασης.
Τελικά θα μπορούσε να πει κανείς πως, όσο κι αν η κριτική του Ι.Τ. ξεκινάει από την
ανομολόγητη θέση του ότι ένα αθυρόστομο αρχαίο κείμενο θα έπρεπε μεταφραστικά να
ευπρεπίζεται -θέση με την οποία διαφωνώ-, επιστημονικά τουλάχιστον καρκινοβατεί.
11. "Textkritische Bemerkungen zum Eunuchus des Terenz", LATOMUS 49, 1990,7174.
Στο άρθρο αυτό προτείνονται και αναλύονται τρεις διορθώσεις στο κείμενο του
"Ευνούχου" του Τερεντίου.
Η πρώτη αφορά την κατανομή των προσώπων στους στ. 129-130 και έχει ως εξής: στ.
129α: Parmeno ( αντί Phaedria), στ. 129β: Phaedria ( αντί Parmeno ή Thais) και στ. 130:
Thais.
H δεύτερη αφορά τον στ. 300, όπου το dicet ορισμένων χφφ και των περισσότερων
εκδοτών διορθώνεται σε dices.
Η τρίτη διόρθωση αφορά τον στ. 312, όπου το παράλογο si adeo διορθώνεται σε
suadeo (═ συμβουλεύω, προειδοποιώ) και αποκαθίσταται άριστα το νόημα του στίχου.
Αναφορές- Παραπομπές:
-
M. Lentano, Quindici anni di studi Terenziani (1979-93), BStudLat 27, 1997, 497-564, βλ.
ιδιαίτ. σσ. 504, 557.
-
J. Barsby, Terence, Eunuchus, Cambridge 1999: βλ. σσ. 109 (στ. 129), 324.
12. “Μια ελληνίδα εταίρα στη Ρώμη (η τελευταία σκηνή του Ευνούχου του Τερεντίου)”,
ΠΡΑΚΤΙΚΑ Δ΄ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥ ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ ΛΑΤΙΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (2-4 Νοεμβρ.
1990), Ρέθυμνο 1994, σσ. 21-31.
Το πρόβλημα που παρουσιάζει η τελευταία σκηνή του Eunuchus έγκειται στην
άκομψη και αντιπαθή, όπως χαρακτηρίστηκε από πολλούς, "διανομή" της εταίρας Θαϊδας
μεταξύ του νεαρού εραστή της Φαιδρία και του στρατιώτη Θράσωνα. Για να δοθεί λύση σ'
αυτό το πρόβλημα θα πρέπει πρώτα να αντιμετωπιστούν δύο συναφή προβλήματα:
8
α. η σκηνή αυτή προέρχεται από τον Μένανδρο ή όχι;
β. η Θαϊδα είναι ή όχι bona meretrix;
Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι ότι πρόκειται για μια καθαρά τερεντιανή
επιλογή, αφού το πιθανότερο τέλος του μενανδρικού "Ευνούχου" θα πρέπει να ήταν η
επιτυχής έκβαση των ερωτικών υποθέσεων των δύο αδερφών. Οσον αφορά το άλλο πρότυπο
του Eunuchus, τον "Κόλακα" του Μενάνδρου, ένα τέτοιο τέλος θα ήταν εκεί εκτός στόχου.
Η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα είναι η εξής: με βάση την μαρτυρία του
Πλουτάρχου (Ηθ. 712c) η μενανδρική εταίρα (Χρυσίς) θα έπρεπε κανονικά να είναι μία
"χρηστή και αντερωσα" εταίρα. Η τερεντιανή όμως Θαϊδα, όπως προκύπτει από την ανάλυση
του ρόλου και του χαρακτήρα της, ούτε bona ούτε mala meretrix μπορεί να χαρακτηριστεί. Ο
Τερέντιος, στην περίπτωσή της, κράτησε όλα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά (ομορφιά,
κοινωνικός περίγυρος, νομικό καθεστώς) και την διαφοροποίησε μόνον ως προς το ήθος.
Τώρα, σχετικά με τους λόγους που ώθησαν τον Τερέντιο να δώσει ένα τέτοιο τέλος
στην κωμωδία:
1. Η contaminatio δεν μπορεί αφ' εαυτής, όπως προτείνουν οι Lefevre και Anderson,
να εξηγήσει τη "διανομή" της εταίρας, διότι εξίσου επιτυχώς θα μπορούσε ο Τερ. να
προσφύγει σε μια εντελώς διαφορετική λύση, όπως π.χ. σε μια δεύτερη γελοιοποίηση του
miles, αν ήθελε να τον παρουσιάσει πιο ανόητο στα μάτια του κοινού του.
2. Ούτε οι κοινωνικοί λόγοι (κοινωνική αντιστοιχία ή μη κάποιων ρόλων) εξηγούν το
τέλος του Eunuchus, διότι αφενός μεν η αθηναία εταίρα είχε κονωνική αντιστοιχία στη Ρώμη
της εποχής του Τερ., όπως προκύπτει από τις πηγές (Lucil. frg. 265, 580 κ.α., Liv. 3.9.5),
αφετέρου δε εάν ο Τερ. ήθελε να προβάλει κάποιο πρότυπο κοινωνικής ηθικής, όπως
ισχυρίζονται μερικοί ερευνητές, θα έπρεπε να προσέξει περισσότερο τον ρόλο του miles και
λιγότερο αυτόν της εταίρας, μια και η Ρώμη τότε ζούσε υπό το φάσμα των Καρχηδονιακών
πολέμων (ο 2ος είχε τελειώσει το 201), οπότε ο στρατιώτης δεν αποτελούσε πρόσωπο
κατάλληλο για γελοιοποίηση.
3. Ο ουσιαστικός λόγος της τερεντιανής επέμβασης και αλλαγής οφείλεται στο ότι ο
Eunuchus, όπως και κάθε fabula palliata, αποτελεί μια γνήσια ελληνική κωμωδία, η οποία
αφορά έναν κόσμο τόσο ρεαλιστικό όσο και φανταστικό συγχρόνως, όπου όλα είναι πιθανά.
Ετσι ο Τερ. παίρνει το πρότυπό του και διαφοροποιεί τον χαρακτήρα της Θαϊδας. Από τον στ.
182κεξξ., όπου ο Φαιδρίας συμφωνεί να υποχωρήσει για χάρη του στρατιώτη -αυτή η
απόφαση σημειωτέον επαναλαμβάνεται εμφατικά στον στ. 480κεξ.- αρχή και τέλος του
Eunuchus παύουν να βρίσκονται σε δυσαρμονία και οικοδομούν μια κυκλική σύνθεση (RingKomposition). Εάν κανείς μιλάει για contaminatio και για πιστότητα προς το ελληνικό
πρότυπο -βασικά σημεία αντιπαράθεσης μεταξύ Τερ. και Λανουβίνου- εδώ είναι που πρέπει
να πέσει το κέντρο βάρους της μεταφραστικής τέχνης του Τερ.: ο Λανουβίνος επιδιώκει
πιστότητα προς το ελληνικό κείμενο, δηλ. γλωσσική πιστότητα, ο Τερ. επιδιώκει πιστότητα
προς τον ελληνικό κόσμο και το ελληνικό πνεύμα, και με αυτόν τον τρόπο εξελίσσει τη Νέα
κωμωδία και γίνεται ο συνεχιστής τουΜενάνδρου, σε ρωμαϊκό πλέον έδαφος.
13. P. TERENTI AFRI EUNUCHUS (εισαγωγή, κείμενο, σχόλια), University Studio
Press, Θεσσαλονίκη 1991, σσ. 260.
Η εργασία αυτή αποτελείται από τέσσερα μέρη:
1. Εισαγωγή (σσ. 9-35). Περιλαμβάνει: α) τη βιογραφία του Τερ., όπως μας
διασώθηκε από τον Αίλιο Δονάτο. Εδώ εξετάζεται το πρόβλημα της καταγωγής και του
ονόματος του ποιητή. Διατυπώνονται ορισμένες ερεθιστικές για την έρευνα σκέψεις και
προβληματισμοί που οδηγούν στην απόρριψη τόσο της άποψης ότι ο Τερ. ήταν απελεύθερος
δούλος όσο και της άποψης ότι ήταν λιβυκής ή καρχηδονιακής καταγωγής.
9
β) Παρουσίαση του έργου του Τερ. (σσ. 13-17): υποθέσεις, πρότυπα, χρονολογίες των
κωμωδιών του, δοσμένα με τρόπο, ώστε να φαίνεται ο πειραματισμός του ποιητή στην
επιλογή των προτύπων του, και το κυνήγι της θεατρικής επιτυχίας.
γ) "Τερέντιος: νεωτερισμός και παράδοση" (σσ. 17-27): εδώ εκτίθεται τα βασικά
χαρακτηριστικά τόσο της ρωμαϊκής κωμικής τριάδας (Πλαύτος, Καικίλιος, Τερέντιος) όσο
και της ελληνορωμαϊκής τριάδας (Μένανδρος, Πλαύτος, Τερέντιος), με σκοπό να φανεί
εναργέστερα το νεωτερικό στοιχείο του Τερ., τόσο σε δραματουργική μέθοδο όσο και σε
φιλοσοφί ζωής, και τελικά η συνεισφορά του στην ιστορία της Κωμωδίας, από τον
Αριστοφάνη ως τον ίδιο. Συζητείται ακόμη το πρόβλημα της πρωτοτυπίας ή μη του Τερ., και
από τις δύο βασικές ερευνητικές κατευθύνσεις (αναλυτικοί π.χ. Jachmann, Ludwig,
Buechner, και ενωτικοί, δηλ. unitarische Richtung, π.χ. Reitzenstein, Leo, Croce) ενισχύεται
η δεύτερη με νέα επιχειρήματα.
δ) Χφ παράδοση (σσ. 27-29): παρουσίαση της ιστορίας του κειμένου και περιγραφή
των βασικότερων κωδίκων με βάση τα νεότερα συμπεράσματα της έρευνας.
ε) Μέτρο και προσωδία (σσ. 29-35 ): αναλυτική παρουσίαση των μέτρων του
Eunuchus και βασικά χαρακτηριστικά της τερεντιανής προσωδίας.
2. Λατινικό κείμενο (σσ. 38-83): ενώ αρχική μου πρόθεση ήταν να υιοθετήσω το
κείμενο της Οξφόρδης (ΟCT 1926), με τη μελέτη του υλικού άρχισα να διαφοροποιούμαι σε
πάρα πολλά σημεία, τόσο σε θέματα γραφών όσο και σε στίξης. Ετσι λαμβάνοντας υπόψη και
την κριτική βιβλιογραφία που μεσολάβησε από τότε ως σήμερα κατέληξα σε ένα νέο κείμενο
που διαφέρει σημαντικά από όλες τις νεότερες εκδόσεις (Marouzeau 1947-49, Prete 1954).
Επόμενο ήταν να συνταχθεί και ένα νέο κριτικό υπόμνημα, το οποίο βεβαίως βασίστηκε στα
κριτικά υπομνήματα των προγενέστερων εκδόσεων.
3. Σχόλια (σσ. 87-247): τα Σχόλια είναι εντελώς νέα και πρωτότυπα, αφού η νεότερη
σχολιασμένη έκδοση χρονολογείται στο 1895 (Fabia). Με βάση τα νεότερα αποτελέσματα
της έρευνας (συμπεριλαμβανομένης και της Schichtenanalyse) και με βοηθήματα που δεν
υπήρχαν παλαιότερα (McGlynn, Hoffmann, Haffter, Otto, Lilja, Opelt, Buechner κ.ά.) έγινε η
γλωσσική ανάλυση του κειμένου (γλώσσα πεζή, ρητορική, οικεία, καθομιλουμένη) και ο
καθορισμός της γλωσσικής συγγένειας με άλλες κωμωδίες, για να ακολουθήσουν τα realia, η
ερμηνευτική, αισθητική, μετρική και σκηνική επεξεργασία του κειμένου.
4. Πίνακες: πίνακας μέτρων και βιβλιογραφίας.
Βιβλιοκρισίες:
S. A. Frangoulidis, Latomus 52, 1993, 897-899 (βλ. τέλος, σ. 34-35).
Αναφορές-Παραπομπές:
- Μ. Lentano, Quindici anni di studi terenziani, BStudLat 27, 1997, 497-564, βλ. σσ. 504,
557.
-
S.A. Frangoulidis, Handlung und Nebenhandlung, Stuttgart 1997.
-
Μ. Παπαδημητρίου, Στοιχεία της ομιλούμενης Λατινικής στον Τερέντιο, Ιωάννινα 1998.
Συχνές παραπομπές και αναφορές, βλ. π.χ. σσ. 112, 113, 117, 118, 121, 122 κ.α.
14. P. TERENTIUS
AFER,
EUNUCHUS (Einführung, kritischer Text und
Kommentar), Weidmann (Olms Verlag), Hildesheim 1994, σσ. 289.
10
Η εργασία αυτή αποτελεί μια δεύτερη, αναθεωρημένη και βελτιωμένη έκδοση της
προηγούμενης μελέτης (υπ' αριθμ. 13), γραμμένη όμως στα Γερμανικά (η μετάφραση έγινε
από εμένα και την Maria Petersen).
Tα νέα στοιχεία που προστέθηκαν εδώ είναι:
α. Die Handlung des "Eunuchus", σσ. 28-34.
β. Die Charaktere des "Eunuchus", σσ. 34-50.
γ. Νέο κριτικό υπόμνημα.
δ. Textabweichungen von der Oxfordausgabe, σσ. 270-271.
ε. Generalindex, σσ. 281-289, και
στ. Βελτιώσεις, προσθήκες και διορθώσεις στο κείμενο και στα σχόλια, ύστερα από
υποδείξεις συναδέλφων, Ελλήνων και Γερμανών.
Βιβλιοκρισίες: Η εργασία, πριν σταλεί στο τυπογραφείο, τέθηκε υπόψιν ενός ειδικού της
λατινικής κωμωδίας, του καθηγητή L. Braun (Würzburg). Βλ. επίσης W. Stockert, AAHG 48,
1995, 209-211, F. Callier, Latomus 55, 1996, 878-79, Maurach, Gymnasium 103, 1996, 7579.
Αναφορές-Παραπομπές:
-
Α. Bagordo, Beobachtungen zur Sprache des Terenz, Göttingen 2001: συχνές αναφορές
και παραπομπές, όπως π.χ. σ. 44 (σημ. 110), σ. 59 (σημ. 174), σ. 104 (σημ. 388), σ. 150
κ.α.)
-
J. Barsby, Terence, Eunuchus, Cambridge 1999: βλ. σ. vii, 324.
-
E. Karakasis, Terence and the Language of Roman Comedy, Cambridge 2000: βλ. σσ.
105, 106.
15. "APICIANA", LATOMUS 56, 1997, 819-823.
α. Η lacuna που υφίσταται στη συνταγή 6.8.9 του Απικίου (Pullum elixum cum
colocasiis elixis: supra scripto iure perfundis et inferes. facis et in elixa et in ...) προτείνεται
να συμπληρωθεί ως εξής, αφού προηγουμένως διορθωθεί και το κείμενο που προηγείται του
χάσματος: facit et in elixum et in <assum>.
β. Mετά την αποκατάσταση του προηγούμενου χωρίου, η αμέσως επόμενη συνταγή
6.8.10, η οποία αρχίζει με χάσμα στις διάφορες εκδόσεις του Απικίου (... olivis columbadibus
non valde ita ut laxamentum habeat, ne dissiliat etc.), προτείνεται να αποκατασταθεί ως εξής:
<Pullum elixum farsilem: pullum imples> olivis columbadibus non valde, etc.
Η έκπτωση του τίτλου της συνταγής και μέρους των οδηγιών οφείλεται σε αντιγραφικό λάθος
λόγω της ύπαρξης της φράσης "et in" σε δύο συνεχόμενες σειρές.
16. "Το επίγραμμα ΙΙ.17 του Μαρτιάλη (ιστορική διαδρομή ενός μοτίβου)", Πρακτικά
Ε΄ Πανελληνίου Συμποσίου Λατινικών Σπουδών, Αθήνα 1996, σσ. 225-237.
Οι μελετητές του Μαρτιάλη φαίνονται να αποφεύγουν την ερμηνεία αυτού του
επιγράμματος λόγω του ambiguum της αιχμής του. Eτσι για πρώτη φορά επιχειρείται εδώ μια
ουσιαστική ανάλυση και ερμηνεία του ποιήματος.
11
Εφαρμόζοντας αρχικά την ιστορικο-βιογραφική μέθοδο προσέγγισης αποδεικνύεται
ότι οι διάφορες απόψεις που διατυπώθηκαν -έστω περιθωριακά- κατά καιρούς (radere=
masturbare και admutilare usque ad cutem) είναι αβάσιμες και ερμηνευτικά
αναποτελεσματικές.
Στη συνέχεια εφαρμόζεται η μοτιβιστική ανάλυση με σκοπό να παρακολουθήσουμε
την ιστορική διαδρομή που διήνυσε το μοτίβο του κουρέα τόσο στην ελληνική όσο και στη
λατινική γραμματεία, από την Αρχαία Κωμωδία μέχρι τις ημέρες του Μαρτιάλη . Ετσι
φαίνεται πως αρχικά το μοτίβο, στη σατιρική του εκδοχή, αφορούσε την ταπεινότητα του
επαγγέλματος, το στοιχείο της φλυαρίας και του κουτσομπολιού. Στη συνέχεια όμως
εμπλουτίστηκε με στοιχεία, τα οποία δανείστηκε από το μοτίβο του χειρούργου γιατρού
(δολοφόνος γιατρός, πρβ. ΝΕ χασάπης), το οποίο είναι και αρχαιότερο, ή συνδέθηκε με τον
"βροτολοιγό" Αρη και το μοτίβο του ψαλιδοφόρου ράφτη.
Εχοντας την παραπάνω σκευή αντιλαμβανόμαστε τώρα, γιατί ο Μαρτ. επιλέγει να
τοποθετήσει δίπλα στην tonstrix της Συβούρας όλους τους δημίους της Ρώμης και μια
πληθώρα από sutores, δηλ. όλους αυτούς που ασχολούνται με την "κατεργασία" του
δέρματος. Είναι επόμενο λοιπόν να συμπεράνουμε πως και η ίδια η κομμώτρια δεν
ασχολείται με την περιποίηση της γενειάδας και της κόμης των πελατών της, αλλά μόνον με
το ξύρισμα. Το ξύρισμα όμως αυτό -ούτως ή άλλως για τους Ρωμαίους ήταν οδυνηρή
εμπειρία- είναι ένα ξύρισμα κατάσαρκο σαν το μαστίγωμα του δημίου ή σαν το πέρασμα της
φαλτσέτας του τσαγκάρη. Αυτό που θέλει λοιπόν να δηλώσει ο Μαρτιάλης στην κατακλείδα
του επιγράμματος είναι η αδεξιότητα και ο βίαιος τρόπος, με τον οποίο η tonstrix ασκεί το
επάγγελμά της, έτσι ώστε το κουρείο της να μην είναι κουρείο αλλά εκδορείο.
17. «Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΜΑΡΚΟΣ ΒΑΛΕΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΑΛΗΣ ΚΑΙ Η ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ
ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΚΑΙΣΑΡΕΣ ΤΗΣ ΙΟΥΛΙΟ-ΚΛΑΥΔΙΑΝΗΣ ΔΥΝΑΣΤΕΙΑΣ», ΕΕΦΣΘ
6, 1996/97, σσ. 31-95.
Στην εργασία αυτή αναλύονται όλες οι αναφορές (45 περ.) του Μαρτιάλη στους έξι
καίσαρες της Ιουλιο-Κλαυδιανής δυναστείας, με σκοπό να διερευνηθεί η γενικότερη και
κυρίως η πολιτική στάση του ποιητή απέναντί τους. Τα συμπεράσματα αυτής της μελέτης
εντάσσονται σε ένα ευρύτερο και σχετικά νέο ερευνητικό πλαίσιο, όπου διερευνώνται οι
σχέσεις Μαρτιάλη και Δομιτιανού και αναθεωρούνται παλαιότερες «περί αυλικότητας και
αυλοκόλακα» απόψεις.
Τα συμπεράσματα που προέκυψαν έχουν ως εξής:
α. Ο Ιούλιος Καίσαρ αντιμετωπίζεται υπό διπλό πρίσμα: ως άνθρωπος υπήρξε ίσως
κατώτερος του στωικού Κάτωνα και κακώς ενεπλάκη στην εμφύλια διαμάχη με τον γαμπρό
του Πομπήιο· ως ηγεμόνας όμως υπήρξε ένας invictus και magnus Caesar, άξιος γενάρχης
όλων των καισάρων και γι' αυτό του πρέπουν θεϊκές τιμές.
β. Ο Οκταβιανός Αύγουστος κατέχει μια εξέχουσα και τιμητική θέση. Γίνεται μέτρο
θετικής σύγκρισης για το ναυμαχικό θέαμα του Τίτου και λογοτεχνικό παράδειγμα προς
μίμηση για τον ίδιο τον Μαρτιάλη, ο οποίος επιδιώκοντας την αυτονομία της τέχνης του αλλά
και την προστασία του από τον censor perpetuus παραπέμπει με ευχαρίστηση στη Romana
simplicitas verborum, i.e. epigrammaton linguam της ποίησής του.
γ. Τιβέριος και Καλιγούλας δεν μνημονεύονται καθόλου.
δ. Ο Κλαύδιος αντιμετωπίζεται με κάποια ειρωνική και σκωπτική διάθεση,
τουλάχιστον ως προς τον ατυχή θάνατό του από τα δηλητηριασμένα μανιτάρια της
Αγριππίνας.
ε. Ο μόνος καίσαρας που παρουσιάζεται συνοδευόμενος από ποικίλα υβριστικά
επίθετα είναι ο Νέρων, ο οποίος και κατέχει την πρώτη θέση ως προς τον αριθμό των
12
αναφορών (περισσότερες από 20) του ποιητή. Στο πεδίο της πολιτικής και ηθικής
συμπεριφοράς χαρακτηρίζεται ως dirus, ferus, crudelis, monstrosus, dominus furens κλπ.
Οσον αφορά όμως την παιδεία του και τις λογοτεχνικές του αρετές ο Μαρτιάλης τον τιμά
αποκαλώντας τον doctus. Το στοιχείο αυτό αποτελεί βεβαίως για μας κριτήριο αμεροληψίας
και έντιμης στάσης του ποιητή.
στ. Τέλος, από τη σχετική έρευνα προέκυψαν και κάποια παραπληρωματικά
συμπεράσματα για τη στάση του Μαρτιάλη απέναντι στον Δομιτιανό. Η στάση του λοιπόν
είναι βεβαίως φιλοκαισαρική, αλλά δεν είναι η στάση ενός ασυνείδητου κόλακα, όπως τον
ήθελε η παλαιότερη έρευνα. Ο Μαρτιάλης παρουσιάζεται ως ένας συνειδητός και πολιτικά
σκεπτόμενος ποιητής που κατά καιρούς έχει το θάρρος της αυτόνομης σκέψης και την τόλμη
να ασκήσει πολιτική κριτική.
18. Μαρτιάλης και Ιουλιοκλαυδιανοί Καίσαρες, Θεσσαλονίκη (Univ. Studio Press), 1998,
σσ. 108.
Εμπορική έκδοση της εργασίας υπ’ αριθμ. 18 με ολίγες προσθήκες (κυρίως μεταφράσεις
των λατινικών κειμένων) και βελτιώσεις.
19. «Προσωπογραφικά στον Μαρτιάλη», Πρακτικά Στ΄ Πανελληνίου Συνεδρίου Λατ. Σπουδών,
Ιωάννινα 1997, σσ. 83-88 (ανακοίνωση στο παραπάνω συνέδριο, Ιωάννινα, 11-13 Απρ. 1997).
Εδώ επιχειρείται, και νομίζω επιτυχώς, η ταύτιση δύο γυναικείων προσώπων που
εμφανίζονται στο έργο του Μαρτιάλη υπό τα ονόματα Spatale (2. 52) και Caelia (4.61, 6.67,
7.30, 11.75), και για τα οποία πιστευόταν μέχρι τώρα ότι πρόκειται για δύο διαφορετικά και
άσχετα μεταξύ τους πρόσωπα. Με βάση τον Quintil., Inst. Or. 8.5.17, 19 και το CIL VI.
20940 αποδεικνύεται ότι τελικά πρόκειται για ένα και το αυτό πρόσωπο, δηλ. την Caelia
Spatale, μια απελεύθερη της εποχής του Μαρτιάλη, η οποία κληρονόμησε τον αιφνιδίως
θανόντα έγγαμο εραστή της και οδηγήθηκε στα δικαστήρια προκαλώντας κοινωνικό
σκάνδαλο.
20. «Η Θεσσαλονίκη στο ιστορικό έργο του Τ. Λιβίου (συμβολή στην ιστορία της
Θεσσαλονίκης)», Νέα Πορεία Απρ.-Ιούν. 1998, 125-138 και ΕΕΦΣΘ 7, 1998, 9-23.
Ανακοίνωση στην ημερίδα που οργάνωσε η Εταιρία Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης στο πλαίσιο της
«Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης», στις 15 Νοε. 1997 και με θέμα: Η Μακεδονία στη
λατινική γραμματεία.
Από τις ποικίλες αναφορές των λατίνων συγγραφέων στη Θεσσαλονίκη (Κικέρων,
Πομπώνιος Μέλας, πρεσβύτερος Πλίνιος, συγγραφείς της Historia Augusta, βλ. σ. 126, σημ.
8-10) απομονώνονται αυτές του ιστορικού Τ. Λιβίου (σ. 126, σημ. 7), ο οποίος μνημονεύει
την πόλη αρκετές φορές και πάντα στο πλαίσιο των Μακεδονικών πολέμων (200-168 π.Χ.).
Από την εξονυχιστική ανάλυση και ερμηνεία των σχετικών χωρίων προκύπτει ότι, σε
αντίθεση με τα όσα πίστευαν Ελληνες και ξένοι αρχαιολόγοι (σ. 127, σημ. 12), η πόλη, στα
μέσα του 2ου αι. π.Χ., διέθετε ισχυρά τείχη που την προστάτευαν πανταχόθεν, και ακόμη
διέθετε ένα τεχνικά διαμορφωμένο και ασφαλές λιμάνι, στη δυτική πλευρά της, συνοδευμένο
μάλιστα από ένα μεγάλο και σημαντικό νεώριο.
21. «Από το vortit barbare στο Graece vertere: ελληνικές μεταφράσεις λατινικών
κειμένων», Νέα Πορεία Οκτ.-Δεκ. 1999, 286-306.
Ανακοίνωση στο Διεθνές Συνέδριο που οργάνωσε ο Τομέας Κλασικών Σπουδών
(Θεσσαλονίκη,13-14 Μαϊου 1999), με θέμα «Λατινική παιδεία και σύγχρονη Ελλάδα».
13
Μετά από μία εισαγωγή στην μεταφραστική θεωρία και πράξη των Ρωμαίων (σσ.
286-290), το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στην ελληνική πλευρά, δηλ. επιχειρείται να δοθεί,
ίσως για πρώτη φορά, ένα σκιαγράφημα της ιστορίας της Ελληνικής μετάφρασης έργων της
Λατινικής, από την αρχαιότητα μέχρι το Βυζάντιο (το οποίο απλώς ακροθίγεται), και από
εκεί στην νεότερη Ελλάδα, δηλ. τον 19ο και 20ο αι., για τους οποίους δίδεται αναλυτικός
πίνακας μεταφρασμένων έργων κατά συγγραφέα (σσ. 297-307), πίνακας που στην ουσία
συνιστά και την πρώτη «βιλιογραφία» Νεοελληνικών μεταφράσεων έργων της Λατινικής.
Ενδιαφέρον έχουν, νομίζω, και τα συμπεράσματα που προέκυψαν από αυτήν τη μελέτη,
σχετικά με τη στάση του νεότερου Ελληνισμού προς τους Ρωμαίους (σσ. 293-297).
22. Κάτουλλος, Ο Νεωτερικός ποιητής της Ρώμης, εισαγωγή, κείμενο, μετάφραση,
σχόλια, University Studio Press, Θεσ/νίκη 2001, σσ. 660.
Η πολυσέλιδη αυτή εργασία ξεκίνησε περί το 1996. Μετά την πρώτη μεταφραστική
μου προσέγγιση του ποιητή το 1980 (εργασία υπ’ αριθμ. 3), στόχος μου ήταν πλέον να
συγγράψω ένα διεξοδικό ερμηνευτικό υπόμνημα στον Κάτουλλο, το οποίο επιβαλλόταν τόσο
ερενητικά και βιβλιογραφικά (βλ. πρόλογος, σ. 10) όσο και από το γεγονός ότι είχε σωρευθεί
μια πληθώρα νέων γνώσεων και νέων προσεγγίσεων μετά την εικοσαετή διδακτική και
ερευνητική εμπειρία μου στο αντικείμενο.
Μετά την ολοκλήρωση των Σχολίων διαπίστωσα ότι η παλαιά έκδοση δεν μπορούσε
πλέον να σταθεί δίπλα στο νέο υλικό. Ετσι αποφάσισα την αντικατάστασή της, και το τελικό
αποτέλεσμα είναι αυτή η εντελώς νέα έκδοση, η οποία αν και παραβιάζει την καλλιμάχεια
περί όγκου μορφολογική ευαισθησία, διαθέτει ωστόσο ροδιακή πληρότητα και συνέχεια,
αλλά και αλεξανδρινή ερμηνευτική καταλεπτολόγηση, όπως ελπίζω:
Η εισαγωγή (σσ. 17-53) γράφτηκε εξ αρχής με βάση τα νέα δεδομένα, κυρίως αυτά
που αφορούν την περίφημη αλεξανδρινή «μάχη των βιβλίων» (Green, Cameron), τον ρόλο
του ποιητή Παρθένιου στην κίνηση των Ρωμαίων Νεωτέρων (Lightfoot) και την
«modification of the Alexandrian sensibility» από τoν ρωμαίο Κάτουλλο (Παπαγγελής,
Newman)· σημαντικό είναι νομίζω και το κεφάλαιο για την «παράδοση του κειμένου και τη
δομή της κατουλλικής συλλογής (σσ. 38-45), αφού για το πολυσυζητημένο αυτό πρόβλημα
προέκυψαν δύο νέες διδ. μελέτες (Heck, Schubart). Eδώ προστέθηκε και ένα εκτενές
κεφάλαιο (σσ. 45-53) για τη λογοτεχνική «επιβίωση» του Κάτουλλου από την αρχαιότητα και
τον Μαρτιάλη έως τον Ezra Pound και τον Allen Ginsberg, αλλά και για την πρόσληψή του
από μεγάλους μουσουργούς (Μonte Verdi, Carl Orff) και ζωγράφους (Τιτσιάνο, Alma
Tadema).
Το λατινικό κείμενο αναμορφώθηκε σε μερικά σημεία, πολύ λίγα τον αριθμό, όπως
και η ελληνική μετάφραση, κυρίως σε εκείνα τα σημεία της, όπου η απόσταση των είκοσι και
πλέον ετών και η «ενηλικίωσή» μου εντόπισε «μεταφραστικές υπερβάσεις».
Τα σχόλια (σσ. 251-630) αποτελούν τον κύριο όγκο της εργασίας, εκμεταλλεύονται
ευπρεπώς την κεκτημένη γνώση παλαιοτέρων σχολιαστών και με την επεξεργασία της
νεότερης βιβλιογραφίας συμβάλλουν, όπως ελπίζω, σε ουκ ολίγα σημεία στην κατουλλική
έρευνα είτε προτείνοντας νέες ερμηνείες και προσεγγίσεις είτε αναδεικνύοντας μορφολογικά
στοιχεία που δεν είχαν προσεχθεί, είτε κομίζοντας νέες παραλληλίες, οι οποίες αναδεικνύουν
τις ευρύτερες διακειμενικές και ποιητολογικές συναρτήσεις ή απεξαρτήσεις του ποιητή.
Τέλος, οι πίνακες και η βιβλιογραφία (σσ. 631-660) βοηθούν πρακτικά τον
αναγνώστη και τον παραπέμπουν τόσο στο τεράστιο ενδιαφέρον των ερευνητών για τον
βερονέζο ποιητή, όσο και στις δυσκολίες να διεξέλθει κανείς και να αντιμετωπίσει συνειδητά
αυτόν τον αλλότριο μόχθο.
Βιβλιοκρισίες: Β. Φυντίκογλου, υπό δημοσίευση στο περιοδ. Latomus.
14
23. «Μεταφραστικές απόψεις την εποχή του Τερεντίου», Πρακτικά Ζ΄ Πανελληνίου Συμποσίου
Λατινικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη, ΕΕΦΣΘ 10, 2003, 48-58.
Από την λεπτομερή ανάλυση της εξαετούς διαμάχης μεταξύ Τερεντίου και Luscius
Lanuvinus, όπως αυτή παρουσιάζεται διαθλασμένη μέσα από τους προλόγους του Τερεντίου,
προκύπτει ότι η διαμάχη αυτή δεν ήταν μια απλή προσωπική αντιπαράθεση ή μια διαμάχη
που περιοριζόταν στην ad verbum και στην ad sensum translatio. Οι απόψεις του ΛΛ περί
μόλυνσης του προτύπου και περί πιστής μεταφοράς της ξένης σκηνικής εμπειρίας στη
ρωμαϊκή σκηνή, μας υποχρεώνουν να δεχθούμε ότι αυτός ο ποιητής, πολύ περισσότερο από
τον Τερέντιο, είχε στο νου του και στο μεταφραστικό του πρόγραμμα ένα κοινωνικόπολιτισμικό μοντέλο μετάφρασης (πρβ. Even Zohar 1970, Gideon Toury 1980). Αν
εκτιμήσουμε τις απόψεις του με σημερινά μεταφρασιολογικά κριτήρια, νομίζω ότι πρέπει να
τον κατατάξουμε μεταξύ των πρωτοπόρων της θεωρίας της μετάφρασης, ή τουλάχιστον
μεταξύ των πρώτων που προβληματίστηκαν έντονα σχετικά με το πώς πρέπει να μεταφέρεται
ένα λογοτεχνικό-πολιτισμικό προϊόν από μια γλώσσα-πηγή σε μια γλώσσα-στόχο.
24. "APICIANA", Δημητρίω Στέφανος, Τιμητ. τόμος για τον Δ. Λυπουρλή, Θεσ/νίκη
2004, σσ. 369-374.
Το άρθρο αποτελείται από δύο δύο μέρη:
α. Στο πρώτο προτείνεται να διορθωθεί το xωρίς νόημα degrano των χφφ. (συνταγή
3.8.1 του Απικίου) σε de agro, οπότε το χωρίο αναφέρεται στις άγριες μολόχες (malvae
agrestis, rusticae). Στο ίδιο χωρίο προτείνεται επίσης να προστεθεί η πρόθεση ex πριν από τη
λέξη piper.
β. Το δεύτερο μέρος αφορά το χωρίο 4.2.15, για το οποίο προτείνεται η μετάθεση της
φράσης et obligas μετά το in ius mittis, διότι διαφορετικά το παρασκεύασμα θα έπρεπε να
"δεθεί" δύο φορές, τη μία με αυγά και την άλλη με άμυλο.
25. Prosopographisches bei Martial (Caelia Spatale), Würzburger Jahrbüher für die
Altertumswissenschaft 28a, 2004, 119-124.
Επιχειρείται, και νομίζω επιτυχώς, η ταύτιση δύο προσώπων που εμφανίζονται
σατιριζόμενα στο έργο του Μαρτιάλη, και τα οποία μέχρι τώρα θεωρούνταν ως δύο
διαφορετικά πρόσωπα, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα και το αυτό πρόσωπο,
δηλ. την σκανδαλώδη κυρία Caelia που κυκλοφορούσε με το ψευδώνυμο Spatale.
26. P. TERENTIUS AFER, EUNUCHUS (εισαγωγή, κείμενο, μετάφραση, σχόλια),
University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2005, σσ. 362.
Βελτιωμένη έκδοση της εργασίας Νο 13 και της Νο 14 με προσθήκη μετάφρασης του
λατινικού κειμένου και χρηστικών Πινάκων.
27. «Φιλοσοφική διάσταση της πολυπολιτισμικότητας στην αρχαία Ρώμη», Πρακτικά
του Η΄ Πανελληνίου Συμποσίου Λατινικών Σπουδών, Κομοτηνή, 2-5 Μαϊου 2007, με
θέμα: Πολυπολιτισμικότητα στη Ρώμη (υπό έκδοση).
Β. ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ
15
28. Απίκιος, Η Μαγειρική των Ρωμαίων, Θεσσαλονίκη (University Studio Press), 1991,
σσ. 252.
Το έργο αυτό απευθύνεται στο ευρύτερο φιλολογικό και αρχαιόφιλο κοινό, και
περιλαμβάνει: εισαγωγή, λατινικό κείμενο, μετάφραση, σχόλια και χρηστικούς πίνακες.
Είναι η πρώτη προσπάθεια να μεταφραστεί στα Ελληνικά αυτό το άκρως ενδιαφέρον αλλά
και δύσκολο συγχρόνως κείμενο της λαϊκής Λατινικής των πρώτων πέντε μεταχριστιανικών
αιώνων.
Βιβλιοκρισίες:
I. Bona, Latomus 52, 1993, 424-425 (βλ. παρακ., σ. 36).
Aναφορές- Παραπομπές:
Σ.Α. Γεωργάκης – Κ. Βαρελτζής - Ι. Αμβροσιάδης, Τεχνολογία τροφίμων ζωικής προέλευσης,
Θεσσαλονίκη 2002, βλ. σ. 117.
29. Σουητώνιος, Καλιγούλας, Αθήνα (Παρασκήνιο), 1991, σσ. 90.
Είναι η πρώτη μετάφραση του Σουητωνίου στην ελληνική γλώσσα. Συνοδεύεται από
μια κατατοπιστική εισαγωγή, σημειώσεις, πίνακα χρονολογιών και πίνακα βασικής
βιβλιογραφίας.
30. Σουητώνιος, Κλαύδιος, Αθήνα (Παρασκήνιο), 1993, σσ. 84.
Μετάφραση του λατινικού κειμένου, η πρώτη στην Ελληνική, συνοδευμένη από μια
κατατοπιστική εισαγωγή, σημειώσεις, πίνακα χρονολογιών και βασικής βιβλιογραφίας.
31. PAUL KROH, ΛΕΞΙΚΟ ΑΡΧΑΙΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ, ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΛΑΤΙΝΩΝ,
Θεσσαλονίκη (University Studio Press) 1996, σσ. 766.
Από κοινού με τον κ. Λυπουρλή αναλάβαμε τη μετάφραση από τα Γερμανικά του
μεγάλου αυτού και χρηστικού λεξικού (Lexikon der Antiken Autoren, Stuttgart, Alfred
Kroener Verlag, 1972), ο κ. Λυπουρλής τους Έλληνες συγγραφείς, εγώ τους Λατίνους. Η
μεταφραστική αυτή προσπάθεια διήρκεσε περίπου πέντε χρόνια. Σε αρκετές περιπτώσεις
έγιναν επεμβάσεις στο πρωτότυπο, αφού πολλά λήμματα, όσο και τα εισαγωγικά βοηθήματα,
εμπλουτίστηκαν με νεότερη βιβλιογραφία, ξενόγλωσση και ελληνική.
32. Τερεντίου Ο Ευνούχος, εισαγωγή, μετάφραση, Θεσσαλονίκη 1996, σσ. 122.
Είναι η πρώτη μετάφραση του Ευνούχου στα Ελληνικά. Συνοδεύεται από μια
κατατοπιστική εισαγωγή που πληροφορεί τον αναγνώστη για την πλοκή του έργου, τα
σκηνικά δεδομένα μιας παράστασής του και άλλες θεατρικές λεπτομέρειες. Πρωτότυπο είναι
εδώ το κεφάλαιο «οι χαρακτήρες του Ευνούχου» (σσ. 18-42), όπου γίνεται λεπτομερής
καταγραφή του ρόλου τους, των διαφορών και ομοιοτήτων που παρουσιάζουν σε σχέση με
άλλους ομώνυμους χαρακτήρες του Τερεντίου, αλλά και σε σχέση με τους χαρακτήρες του
Κόλακα και του Ευνούχου του Μενάνδρου.
33. R. Austin, Βεργιλίου Αινειάδος Βιβλίο 4ο, (μτφ.), Θεσ/νίκη 2000, σσ. 358.
16
Οι μεταφράσεις αυτές (πρβ. υπ’ αριθμ. 31, 32) έγιναν με πρωταρχικό σκοπό να
βοηθηθούν οι έλληνες φοιτητές, αφού εδώ και εβδομήντα πέντε τουλάχιστον χρόνια
διδάσκουμε μεν την Αινειάδα, αλλά δεν διαθέτουμε ούτε μία έγκυρη σχολιασμένη έκδοσή
της. Κατά τη μετάφραση έγιναν κάποιες μικρές αλλαγές και passim βελτιώσεις, ενώ
προστέθηκε και ένας χρηστικός Index Locorum που δεν υπήρχε στο πρωτότυπο.
34. R. Austin, Βεργιλίου Αινειάδος Βιβλίο 1ο, (μτφ.), Θεσ/νίκη 2001, σσ. 405.
35. R. Austin, Βεργιλίου Αινειάδος Βιβλίο 2ο, (μτφ.), Θεσ/νίκη 2002, σσ. 558.
36. R. D. Williams, Βεργιλίου Αινειάδος Βιβλίο 3ο (μτφ.), Θες/νίκη 2003.
37. R. Austin, Βεργιλίου Αινειάδος Βιβλίο 6ο, (μτφ.), Θεσ/νίκη 2005.
38. R. D. Williams, Βεργιλίου Αινειάδος Βιβλίο 5ο (επιμ.), Θεσ/νίκη 2006.
39. M. L. Clarke, Το ρωμαϊκό πνεύμα. Ιστορία της ρωμαϊκής σκέψης από τον Κικέρωνα
ως τον Μ. Αυρήλιο, (σε συνεργασία με την Π. Δημητριάδου), Θεσ/νίκη 2004.
Γ. ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΣΙΕΣ
40. Ν. Α. Γκούμα, Μαρτιάλης, Επιγράμματα, Αθήνα 1980, σσ. 220.
1981, 198-199.
ΕΛΛΗΝΙΚΑ 33,
41. Β. Παπαϊωάννου, Ιουβενάλης. Εισαγωγή στην εποχή, στο βίο και στο έργο του μεγάλου
σατιρικού, Θεσσαλονίκη 1991, σσ. 328.
ΕΛΛΗΝΙΚΑ 42, 1991/92, 387-389.
42. Πρακτικά Γ' Πανελληνίου Συμποσίου Λατινικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1989, σσ.
352. LATOMUS 51, 1992, 240-243.
43. Β. Παπαϊωάννου, Ιουβενάλης, Σάτιραι, Θεσσαλονίκη 1991. LATOMUS 54, 1995, 187188.
44. J. André, Essen und Trinken im alten Rom. Aus dem französischen übersetzt von
Ursula Blank-Sangmeister, Stuttgart 1998, SS. 280. LΑΤΟΜUS 59, 2000, 956-957.
45. Δ. Ράιος, Η Μέλισσα και ο λυκάνθρωπος, Μια αλληγορία της πολιτικής σύγκρουσης
στα χρόνια του Νέρωνα, Ιωάννινα 2001, σσ. 355 (προσωπική έκδοση, κεντρική διάθεση:
εκδόσεις Παπαδήμα). ΕΛΛΗΝΙΚΑ 55, 2005, 150-152.
17