Τεύχος 30 - Κώστας Γ. Σαχινίδης

ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΟΡΟΥ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Αριθμός Τεύχους 30 • ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ-ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ-ΜΑΡΤΙΟΣ 2010 • Τιμή Τεύχους 0,50€
Έδρα: Ελ. Βενιζέλου 134, 17676 Καλλιθέα • Τηλ.: 210 9219495 • Φαξ: 210 9586403 • ΚΩΔ.: 6725
Αφιέρωμα στα 20 χρόνια ζωής και δράσης
του Κέντρου Ελληνικού Χορού και Λαϊκού Πολιτισμού
Ε
20 χρόνια ζωής και δράσης του Κέντρου Ελληνικού Χορού και Λαϊκού Πολιτισμού
ΙΚΟΣΙ ΟΛΟΚΛΗΡΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΥΜΠΛΗΡΩΘΗΚΑΝ
από τότε που ιδρύθηκε το Κέντρο Ελληνικού Χορού και Λαϊκού Πολιτισμού, το1990, ως μη κερδοσκοπικό Σωματείο, έχοντας ως κύριο σκοπό του να
καλλιεργήσει και να προωθήσει τις χορευτικές και άλλες
πολιτιστικές παραδόσεις και αξίες του Ελληνικού λαού.
Η σημαντική ιδιαιτερότητα του Κέντρου Ελληνικού
Χορού και Λαϊκού Πολιτισμού ήταν ότι, με τις δραστηριότητές του και με τους νέους πρωτοπόρους πολιτιστικούς θεσμούς που καθιέρωσε, εισήγαγε την κοινωνιολογική έρευνα και θεώρηση στην παρουσίαση των χορών,
με εμβάθυνση στο περιεχόμενο και τα γενεσιουργά αίτια
της δημιουργίας τους καθώς και τις κοινωνικές τους λειτουργίες.
Σε ολόκληρη την περίοδο της ύπαρξής του και της
δράσης του, επί είκοσι χρόνια, το Κ.Ε.ΧΟ.Λ.Π. λειτούργησε πάντα με συνέχεια, συνέπεια και σταθερότητα, στηριγμένο στην ανεξάντλητη αυτενέργεια, την αυτοθυσία
και την οικονομική στήριξη των μελών και φίλων του. Το
έργο, που έχει να παρουσιάσει μέχρι σήμερα, είναι πολυ-
σήμαντο και πολυδιάστατο και έχει κριθεί από πολλούς
ως έργο υψηλής ποιοτικής, πνευματικής και καλλιτεχνικής στάθμης.
Γενικά, με την υψηλού επιστημονικού επιπέδου
εκπαιδευτική λειτουργία του αλλά και με τις διάφορες
πολιτιστικές δραστηριότητές του, το Κέντρο Ελληνικού
Χορού και Λαϊκού Πολιτισμού καταξιώθηκε ως ένας από
τους πλέον σοβαρούς και αξιόλογους φορείς της χώρας
μας.
Οι επί μέρους δράσεις του επικεντρώθηκαν, κυρίως,
στον εκπαιδευτικό τομέα των χορών αλλά και στον τομέα της διοργάνωσης εκδηλώσεων πολιτιστικού - εκπαιδευτικού χαρακτήρα καθώς και στον τομέα των χορευτικών-καλλιτεχνικών παραστάσεων και των εκδόσεων, με
βασική κατεύθυνση πάντα να συμβάλλει στην ευρύτερη
προβολή και διάδοσή τους. Ειδικότερα οι τομείς δράσης
που αναπτύχθηκαν και συνεχίζουν να αναπτύσσονται,
περιλαμβάνουν τις πιο κάτω κατευθύνσεις, οι οποίες είναι:
συνέχεια στη σελ. 28
Χοροστάσι
2
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
Σημείωμα του εκδότη
Ε
ίναι γεγονός ότι χιλιάδες βιβλίων εκδίδονται στην Ελλάδα, κάθε χρόνο, με σκοπό
την παροχή πρωτότυπης γνώσης ή πληροφόρησης (γενικής ή ειδικής) ή πολιτικού και κοινωνικού προβληματισμού ή απλής πνευματικής τέρψης στον κάθε αναγνώστη. Όμως, πολλά από αυτά τα βιβλία, αν και είναι αξιόλογα, δεν βλέπουν το φως
της ευρείας κυκλοφορίας στην αγορά, επειδή δεν έχουν πρόσβαση στα εμπορικά
κυκλώματα, και, συνεπώς, παραμένουν, σχεδόν, άγνωστα στο ευρύ αναγνωστικό
κοινό, χωρίς να μπορούν να επιτελέσουν κανένα από τους πιο πάνω στόχους.
Στην προσπάθειά μας να συμβάλλουμε και εμείς, όσο αυτό είναι δυνατό, στη
διακίνηση των γνώσεων και των ιδεών, αφιερώσαμε την τελευταία σελίδα του περιοδικού μας, σε τακτική βάση, στην προβολή των εξωφύλλων των βιβλίων που λάβαμε, ώστε να ενημερώνονται και οι αναγνώστες μας σχετικά με γνωστές ή άγνωστες
εκδόσεις. Φυσικά, στις προθέσεις μας ήταν να προβάλλονται και ολοκληρωμένες
βιβλιοπαρουσιάσεις αλλά αυτό ήταν αδύνατο να γίνει λόγω του μεγάλου όγκου των
βιβλίων που είχαμε, και λόγω της έλλειψης χρόνου των συνεργατών μας.
Σήμερα, είμαστε στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσουμε ότι σε όλα τα επόμενα
τεύχη του περιοδικού μας, συμπεριλαμβανομένου και του τρέχοντος, θα περιλαμβάνεται και ειδική σελίδα βιβλιοπαρουσίασης, με την ευθύνη του Τομέα Βυζαντινής Φιλολογίας και Λαογραφίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και
υπό την επίβλεψη του καθηγητή κ. Μηνά Αλ. Αλεξιάδη, τον οποίο και ευχαριστούμε
ιδιαίτερα για την, μέχρι σήμερα, δημιουργική συνεργασία του.
Κατόπιν τούτου, το Χοροστάσι, με χαρά, θα δέχεται όσες εκδόσεις αποστέλλονται
στα γραφεία του, αλλά η ευθύνη για την επιλογή και την παρουσίασή τους θα ανήκει,
αποκλειστικά, στον Τομέα Βυζαντινής Φιλολογίας και Λαογραφίας της Φιλοσοφικής
Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και το επιστημονικό του προσωπικό.
Επίσης, ένα άλλο, πολύ σημαντικό θέμα, για εμάς, είναι ότι το τεύχος αυτό του
περιοδικού μας είναι επετειακό επειδή το Κέντρο Ελληνικού Χορού και Λαϊκού Πολιτισμού συμπληρώνει είκοσι χρόνια δράσης και λειτουργίας. Βέβαια το έργο του δεν θα
το αξιολογήσουμε εμείς αλλά όσοι συμμετείχαν σ’ αυτό, συνολικά ή τμηματικά, και
όσοι μας έκαναν την τιμή να το παρακολουθήσουν, στην Ελλάδα ή το εξωτερικό. Η
συμβολή όλων αυτών, καθώς και όσων φίλων του Πολιτισμού, που βοήθησαν ηθικά,
πνευματικά και υλικά, ήταν καθοριστικής σημασίας για την πραγματοποίηση του έργου μας και γι’ αυτό το Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.Ε.ΧΟ.Λ.Π. τους ευχαριστεί ιδιαίτερα όλους, δεδομένου ότι χωρίς αυτούς, ελάχιστα μόνο θα μπορούσαν να γίνουν.
Χοροστάσι
Ιδιοκτησία
Κέντρο Ελληνικού Χορού
και Λαϊκού Πολιτισμού
Εκδότης-Διευθυντής
Δρ Κων/νος Σαχινίδης
Πρόεδρος του Δ.Σ.
Έδρα
Ελ. Βενιζέλου 134-Καλλιθέα 17676
Τηλ. 6973 591587 - Φαξ 210 9586403
e-mail: [email protected]
Επιστημονικοί Σύμβουλοι
Καθηγ. Βασίλης Φίλιας
Καθηγ. Μιχαήλ Μερακλής
Καθηγ. Γιάννης Μότσιος
Δρ. Γεώργιος Αικατερινίδης
Καθηγ. Μηνάς Αλ. Αλεξιάδης
Αναπλ. καθηγ. Μανόλης Βαρβούνης
Διεύθυνση Σύνταξης
Μαρία Άνθη
Φιλολογική επιμέλεια
Νικολέττα Δ. Περπατάρη
Επεξεργασία Κειμένων
Άννα Κακοπέτρου
Σοφία Κολοβού
Γραμματεία - Oικονομικές ενισχύσεις
Χριστίνα Κεκάκη - τηλ. 210 9566132
Δημιουργική Επιμέλεια
Σελιδοποίηση:
Έλενα Ματθαίου
e-mail: [email protected]
Επεξεργασία Φωτογραφιών
Studio Στάθη Σαχινίδη
Κυψέλης 35, Αθήνα - τηλ. 210 8842679
Περιεχόμενα
•
•
•
•
•
•
•
•
•
•
•
•
•
•
•
•
•
Σημείωμα του εκδότη ................................................................................................ 2
Η κρίση της σύγχρονης Ψυχολογίας, του Βασίλη Φίλια .......................................... 3
Το τουριστικό μας «αρχαιοφολκλόρ», του Μανόλη Γ. Βαρβούνη............................. 4
Λουλούδια και πολύτιμα υλικά για γυναικεία βαφτιστικά ονόματα,
του Γεράσιμου Α. Ρηγάτου ........................................................................................ 5
Πλάκα 1865-1965, Έκθεση με ανάγλυφες ζωγραφικές δημιουργίες
του Θάνου Μαντά ...................................................................................................... 9
Το ρώσικο διήγημα (1918-2010), του Γιάννη Μότσιου ............................................ 10
Η συνεισφορά των Μακεδόνων στην Εθνεγερσία του 1821,
του Κωνσταντίνου Β. Χιώλου .................................................................................... 13
Οι γυναίκες στην Εθνική Αντίσταση μέσα από την προφορική Ιστορία,
του Σωτήρη Δημητρίου ............................................................................................. 15
62 χρόνια ελεύθερα Δωδεκάνησα. Επετειακές εκδηλώσεις για
την ενσωμάτωσή τους στην Ελλάδα......................................................................... 17
Συνδιάσκεψη της Κοπεγχάγης: Ένα ακόμα βήμα για την αντιμετώπιση
της κλιματικής αλλαγής, του Γιώργου Μαρούλη ...................................................... 18
Το τραγούδι ως στοιχείο πολιτισμού στην γλωσσική τάξη,
της Ανθούλας Αρβανίτη ............................................................................................ 21
Η βιολιστική παράδοση της Επαρχίας Σητείας, της Δωροθέας Ξενιδάκη ............... 22
Η πολιτιστική κληρονομιά της Καλλιθέας Αττικής, του Δημήτρη Κάρναβου........... 26
20 χρόνια ζωής και δράσης του Κέντρου Ελληνικού Χορού
και Λαϊκού Πολιτισμού .............................................................................................. 28
Εικόνες από την παλιά Αθήνα, αναδρομική έκθεση ζωγραφικής
του λαϊκού καλλιτέχνη Γεωργίου Σαββάκη .............................................................. 30
Βιβλιοπαρουσίαση, με την επίβλεψη του καθηγητή Μηνά Αλ. Αλεξιάδη ................ 31
Βιβλία που λάβαμε .................................................................................................... 32
Διαδικτυακός τόπος
XΟΡΟΣΤΑΣΙ/ΚΕΧΟΛΠ
www.sachinides.com
ΜΕ ΤΗΝ ΧΟΡΗΓΙΑ ΤΟΥ
ΕΛΛΗΝΟΒΡΕΤΑΝΙΚΟΥ
ΚΟΛΛΕΓΙΟΥ
Εκτύπωση
Γραφικές Τέχνες Δημ. Γκαντήραγας
Γερανίου 7, Αθήνα - τηλ. 210 5244309
Επιτρέπεται η ελεύθερη άντληση στοιχείων, αρκεί να αναφέρεται η πηγή και ο συγγραφέας.
Οι συγγραφείς των άρθρων φέρουν την
ευθύνη για τις απόψεις τους.
Σημείωση Σύνταξης: Οι πόροι του Κέντρου
Ελληνικού Χορού και Λαϊκού Πολιτισμού
προέρχονται ΜΟΝΟ από αυτοχρηματοδότηση, με την οικονομική ενίσχυση και τις
συνδρομές των μελών και των φίλων του,
καθώς και με λίγες και μικρές κρατικές επιχορηγήσεις (κατά καιρούς).
ISSN 1791-6712
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
3
Η κρίση της σύγχρονης Ψυχολογίας
του καθηγητή κ. Βασίλη Φίλια, τέως Πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου
Τ
Α ΕΠΙΤΕΥΓΜΑΤΑ
της
επιστημονικής έρευνας στην
εποχή μας ανέτρεψαν μια
σειρά από παραδοχές και
υποτιθέμενα αυτονόητα,
που σε μεγάλο βαθμό
παρεμπόδιζαν την απροϋπόθετη προσέγγιση των
φαινομένων. Αυτό ισχύει
τόσο για τις θετικές όσο
και για τις θεωρητικές επιστήμες και από την άποψη αυτή
ορθά γίνεται λόγος για «επιστημονική επανάσταση».
Όμως το τίμημα για τη θετική αυτή εξέλιξη ήταν μια
διαμερισματοποίηση και πολυδιάσπαση
των ερευνητικών περιοχών και η συνακόλουθη τάση απόλυτης εξειδίκευσης των
ατομικών και συλλογικών φορέων της
έρευνας.
Το δεδομένο αυτό θέτει ένα τεράστιο
επιστημολογικό πρόβλημα, διότι έχει οδηγήσει σε μια μηχανιστική, κατά συνέπεια
αντιδιαλεκτική θεώρηση των φαινομένων,
που αποκόπτει επικίνδυνα τους διαύλους
επικοινωνίας και αλληλόδρασης των επί
μέρους επιστημών, αλλά και των περιοχών της ίδιας επιστήμης μεταξύ τους.
Αν αυτό είναι αρνητικό για τις θετικές επιστήμες, είναι πολλαπλά αρνητικό
για τις επιστήμες του ανθρώπου ιδιαίτερα
όταν συνοδεύεται από την επιδίωξη μελέτης των κοινωνικών, πολιτιστικών, ψυχολογικών κ.ο.κ.
φαινομένων με την ακρίβεια εργαστηριακού τύπου μετρήσεων ανάλογων με εκείνων, που ακολουθούνται στις
θετικές επιστήμες.
Φυσικά δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι οι έρευνες
των θετικών επιστημών-βιολογία, νευρολογία, γενετική,
μελέτη του εγκεφάλου κ.λπ.- συνθέτουν ένα υπόβαθρο
ακρίβειας στη μελέτη του ανθρώπινου «γίγνεσθαι» καθοριστικής σημασίας, όμως δεν καλύπτουν πλήρως και
απαντούν μόνο μερικά στο ερώτημα «Τι είναι ο άνθρωπος»;
Η επικράτηση της τάσης θετικοποίησης όσον αφορά
στη μελέτη της ανθρώπινης υπόστασης, ιδιαίτερα μετά
τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και κυρίως από τους
Αμερικανούς είχε ως αποτέλεσμα μια απίσχναση και
σχηματοποίηση του περιεχομένου των ανθρωπιστικών
επιστημών με ολέθριες συνέπειες.
Ειδικότερα στην Ψυχολογία, η οποία κυριολεκτικά
καταβροχθίστηκε από τους «συγγενείς» θετικούς επιστημονικούς κλάδους και έχασε σχεδόν ολοκληρωτικά
την αυτονομία της.
Συνοπτικά μπορεί να αναφερθούν οι ακόλουθες συνέπειες:
α. η συστηματική υποβάθμιση της σημασίας των
κοινωνικών συντελεστών, που επηρεάζουν το ψυχικό
«γίγνεσθαι» και η αναγωγή όλων των ψυχικών φαινομένων σε ατομικές καταβολές και προσωπικές βιωματικές
εμπειρίες,
β. ο διαχωρισμός μεταξύ συναισθηματικών στάσεων
και νοηματικών περιεχομένων ως δήθεν κεχωρισμένων
σφαιρών στη λειτουργία της προσωπικότητας,
γ. η «συμπτωματολογική» προσέγγιση των ψυχικών
διαταραχών με την έννοια της συναγωγής συμπερασμάτων από μόνο το σύμπτωμα, χωρίς επαρκή διερεύνηση
του πλέγματος των υποκρυπτομένων αιτίων, που διαφοροποιούν τον χαρακτήρα ενός επιφανειακά όμοιου συμπτώματος.
Με τον τρόπο αυτό η Ψυχολογία έχει
καταστεί επιστήμη πρώτου επιπέδου προσέγγισης, που σημαίνει ότι ερμηνεύει σχηματικά και μονοσήμαντα «τας των πραγμάτων αιτίας»,
δ. η τάση γενικευμένης ψυχολογιοποίησης, που υποβαθμίζει μέχρις εξαφανισμού
τη σημασία των υλικών όρων της πραγματικότητας, των ιστορικο-πολιτιστικών δεδομένων και των αντινομιών της καθημερινής
ζωής στη διαμόρφωση της ανθρώπινης συμπεριφοράς,
ε. η στατική και όχι δυναμική προσέγγιση του ανθρώπινου ψυχισμού, που συνεπάγεται άγνοια των εμπλεκομένων συντελεστών ακαθοριστίας και συνακόλουθα
μονοδιάστατες ερμηνείες όταν και στις θετικές επιστήμες πλέον μετά τον Χάιντεμπεργκ και ιδιαίτερα τον Αϊνστάιν η σχέση ακαθοριστίας θεωρείται καίριας σημασίας για τη μελέτη των φυσικών φαινομένων.
Οι εξελίξεις αυτές όσον αφορά την Ψυχολογία καταλήγουν σε μια βαθμιαία υποκατάστασή της από τη Φυσιολογία και την Ψυχιατρική, που σημαίνει πρακτικά την
αναίρεσή της ως αυτόνομης επιστημονικής πειθαρχίας.
Πέραν τούτου η ίδια αυτή εξέλιξη ευθύνεται για τη
δραστική συρρίκνωση της ψυχιατρικής σε νευρολογία
και φαρμακολογία.
Στο βιβλίο μου Συμβολή στον Επαναπροσδιορισμό της
Ψυχολογίας ως Επιστήμης του Ανθρώπου, επιχειρώ αφενός να εντοπίσω το πλέγμα των παραγόντων, που οδήγησαν σ’ αυτήν την εξέλιξη, αφετέρου να καταδείξω την
επικρατούσα επιστημολογικά σύγχυση και, τέλος, να
προσδιορίσω τα στοιχεία της κρίσης και του αδιεξόδου,
στην οποία έχει περιέλθει η σύγχρονη ψυχολογία.
Στη βάση αυτή διαμορφώνεται η αδήριτη ανάγκη μιας
ανατοποθέτησης της ψυχολογίας όσο και κατ’ επέκταση
της ψυχιατρικής ώστε να υπάρξει σαφής προσδιορισμός
του αντικειμένου τους, που θα επιτρέπει μια διαλεκτική,
όχι απλά γραμμική, ερμηνεία του ψυχικού «γίγνεσθαι»
και των διαταραχών της συνείδησης.
Χοροστάσι
4
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
Το τουριστικό μας «αρχαιοφολκλόρ»
του Μανόλη Γ. Βαρβούνη, αν. Καθηγ. Λαογραφίας στο Δημοκρίτειο Παν/μιο Θράκης
Ο
ΟΡΟΣ «ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΑΡΧΑΙΟΦΟΛΚΛΟΡ» ει-
σήχθη στην ελληνική λαογραφική βιβλιογραφία το 1978 από τον Δημήτριο Σ. Λουκάτο ως
«archeofolklore touristique».1 Τότε ο Λουκάτος έγραψε
για την τάση να κατασκευάζονται και να πουλιούνται
διάφορα είδη λαϊκής τέχνης, για τουριστική κατανάλωση, που μορφολογικά και διακοσμητικά αντλούσαν στοιχεία από την αρχαία ελληνική τέχνη. Πρόκειται για ένα
ρεύμα που συνεχίστηκε έκτοτε, και υπάρχει μέχρι και τις
μέρες μας: σε πολλά καταστήματα και περίπτερα, σε περιοχές όπως η Πλάκα της Αθήνας ή γύρω από μνημεία
της αρχαιότητας και μουσεία, τα είδη αυτά συνεχίζουν
να πουλιούνται μέχρι τώρα.
Ωστόσο, το γενικότερο ζήτημα έχει παρουσιάσει μιαν
ουσιώδη εξέλιξη: ό,τι ο Λουκάτος είχε εντοπίσει σε αντικείμενα και καλλιτεχνικές τάσεις που υπάρχουν στις μέρες μας και σε εθιμικό επίπεδο, και μάλιστα στον τομέα
των τελετουργιών. Όλο και περισσότερο πληθαίνουν οι
εκδηλώσεις του δημόσιου τελετουργικού που αντλούν
θεματολογία και στοιχεία από αρχαιοελληνικές τελετές.
Αναφέρομαι, πρόχειρα, στην τελετή αφής της ολυμπιακής φλόγας, στην αρχαία Ολυμπία, και στη διάσταση που
δίνεται στο θέαμα, αλλά και στα αρχαιοελληνικά παραστατικά στοιχεία στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών
Αγώνων της Αθήνας, το 2004.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις συγκροτείται ένα τελετουργικό σύνολο από εξωτερικά στοιχεία με αρχαιοελληνικές αναγωγές, στόχος των οποίων είναι η παραπομπή στην αρχαιοελληνική καταγωγή των νεοελλήνων.2
Πρόκειται για μια ιδεολογικά φορτισμένη χρήση ετερόκλητων μορφών, που βρίσκεται στο επίκεντρο της αρχαιολατρίας, μιας ιδεολογικής στάσης και επιλογής που
βρέθηκε, ήδη από το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, στη
βάση της διαμόρφωσης της ελληνικής, κρατικής και μη,
ιδεολογικής γραμμής. Είναι άλλωστε γνωστό ότι και η
λαογραφία στην Ελλάδα ιδρύθηκε και εγκαταστάθηκε
υπό το πρίσμα αυτών ακριβώς των ιδεολογικών κατευθύνσεων και παραδοχών.3
Ωστόσο στις μέρες μας υπάρχει μια ακόμη εκδήλωση
αυτής της τάσης. Αναφέρομαι στις ποικίλες αρχαιολατρικές εκδηλώσεις και απομιμήσεις των νεότερων χρόνων, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές δεν εντάσσονται στα
πλαίσια μιας θρησκευτικής πίστης, που στόχο θα είχε την
αναβίωση της αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής θρησκείας. Και τούτο επειδή στην περίπτωση αυτή έχουμε μια
θρησκευτική πίστη, κάτι που ως ατομική και ιδεολογική
ή μεταφυσική επιλογή πρέπει να είναι απολύτως σεβαστό από όλους μας.
Πολλές είναι οι περιπτώσεις εκείνες που διάφοροι
σύλλογοι ή φορείς τοπικής και νομαρχιακής αυτοδιοίκησης, στο πλαίσιο του θεωρούμενου ως «πολιτιστικού»
έργου τους, επιστρέφουν στην εξωτερική, επιφανειακή
και κατά κανόνα κακόγουστη αναπαραγωγή μορφών του
παρελθόντος. Και είναι γνωστό ότι αποκορύφωση των
τάσεων αυτών, και μάλιστα με αμέριστη κρατική, ηθική
και οικονομική υποστήριξη, παρουσιάστηκε στα χρόνια
της πρόσφατης στρατιωτικής δικτατορίας που υπέστη η
χώρα μας (1967-1974). Σε εκείνες μάλιστα τις περιπτώσεις επρόκειτο για μια τάση παραπλάνησης του λαού
μέσω της δελεαστικής ιδεολογικά χρήσης μορφών του
αρχαίου παρελθόντος, ώστε να δημιουργηθεί ένας αυξανόμενος πατριωτισμός, που μετεξελισσόμενος σε εθνικισμό θα κάλυπτε τα ελλείμματα δημοκρατικής ζωής και
διακυβέρνησης της χώρας.
Στις μέρες μας, οι ανάλογες εκδηλώσεις δεν έχουν
βεβαίως τέτοια στόχευση. Δεν είναι πολιτικοί αλλά οικονομικοί και τουριστικοί οι κύριοι λόγοι που ωθούν σε
παρόμοιες διοργανώσεις. Για πολλούς Έλληνες, αλλά και
για σεβαστό μέρος της πολιτικής ηγεσίας της χώρας, η
επίδειξη της σχέσης μας με τους αρχαίους Έλληνες μπορεί να έχει ευνοϊκές επιδράσεις στην αύξηση των αριθμών και των ρυθμών ανάπτυξης της παραγωγικής δραστηριότητας που θεωρείται η «βαριά βιομηχανία» της
Ελλάδας, του τουρισμού. Κι αυτό οδηγεί στη θέσπιση
εκδηλώσεων, από θεατρικούς και αθλητικούς αγώνες ως
απομιμήσεις λαϊκών θρησκευτικών πανηγυριών με κοσμικό υπόβαθρο, που αποσκοπούν στην ανάδειξη αυτής
της αρχαίας καταγωγής,4 με τη χρήση ονομάτων ή και
την «αναβίωση» πομπών και τελετουργικών δεδομένων,
γνωστών από τις σωζόμενες αρχαίες πηγές.
Όλα αυτά, καθώς παρακολουθούνται από πυκνό λαϊκό κοινό, λαμβάνουν βεβαίως τον χαρακτήρα σύγχρονων
λαογραφικών δεδομένων. Αλλά και συμβάλλουν στην
παγίωση ενός νεόκοπου ιδεολογήματος, σύμφωνα με
το οποίο εκείνο που αξίζει στον πολιτισμό μας είναι ό,τι
μπορεί να αναχθεί στο παρελθόν. Έχει δε τόσο αφομοιωθεί στον σύγχρονο λαϊκό πολιτισμό μας το ιδιότυπο αυτό
«αρχαιοφολκλόρ», ώστε ακόμη και σε φολκλοριστικές
αναπαραστάσεις εθίμων και τοπικών χορών συχνά ακούει κανείς τον κατά περίπτωση αφηγητή ή παρουσιαστή
να επιμένει στην δήθεν αρχαία καταγωγή εθιμικών μορφών και στοιχείων του υλικού βίου, πάντοτε χωρίς στέρεα επιχειρήματα, αλλά βασιζόμενος σε μια ιδεολογικής
και συναισθηματικής τάξεως νοητική κατασκευή.
Ιδεολογήματα του τύπου «από αρχαιοτάτων χρόνων»,
που υποστηρίζουν, συχνά με βάση λογικά άλματα ή εξωτερικές ομοιότητες, είναι συχνά το έργο και η δράση των
παραδοσιακών τοπικών λαογράφων και λαογραφούντων
μας. Και είναι αυτά τα ιδεολογήματα που κυριαρχούν και
στις, καλοκαιρινές κατά κανόνα, εκδηλώσεις των τοπικών φορέων που προαναφέρθηκαν, με τα ηχηρά αρχαία
ονόματα. Όλο αυτό τείνει να αποκτήσει τις διαστάσεις
ενός συγκροτημένου ιδεολογικού σχήματος, που μπορεί
να προσδιοριστεί ως «αρχαιοφολκλόρ».
Ο όρος που εισηγήθηκε ο Δ. Σ. Λουκάτος έχει αποκτήσει πια ένα νέο, περισσότερο διευρυμένο, περιεχόμενο. Με βάση όσα προαναφέρθηκαν, το «αρχαιοφολκλόρ»
αποτελεί ένα βασικό παράγοντα εκδήλωσης των σύγχρονων λαογραφικών εκφράσεων, τις οποίες εξετάζει η νεοτερική λαογραφία μας.5
1. D.S. Loukatos, “L’ archeo-folklore touristique en Grece”, Lares 44 (1978), σελ. 99-106.
2. Πρβλ. Μ. Γ. Μερακλής, Σύγχρονος ελληνικός λαϊκός πολιτισμός, Αθήνα 1973, σελ. 5 κ.εξ., με παραδείγματα.
3. Ευαγγ. Γρ. Αυδίκος, «Αστική Λαογραφία: Ουτοπία ή πραγματικότητα», Εθνολογία 3 (1994), σελ.163-186, με σημαντικότατες παρατηρήσεις.
4. Πρβλ. Βασ. Νιτσιάκος, Λαογραφικά Ετερόκλητα, Αθήνα 1997, σελ.16.
5. Για τον κλάδο αυτό βλ. Μηνάς Αλ. Αλεξιάδης, Νεωτερική Ελληνική Λαογραφία. Συναγωγή Μελετών, Αθήνα 2006, σελ. 9-11.
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
5
Λουλούδια και πολύτιμα υλικά
για γυναικεία βαφτιστικά ονόματα
του Γεράσιμου Α. Ρηγάτου,
επίκ. Καθηγ. Ιατρικής και επίτιμου δρα του Παιδαγωγικού Τμήματος Δ. Ε. Παν/μίου Αθηνών
Η
ΟΝΟΜΑΤΟΔΟΣΙΑ των παι-
διών στις παραδοσιακές κοινωνίες αποτελούσε παράγοντα που συνέβαλε στην ένταξή τους
όχι μόνο στην ευρύτερη οικογένεια,
αλλά και συνολικά στην κοινότητα.
Ειδικότερα για τα κορίτσια (που η
γέννησή τους δεν προκαλούσε ιδιαίτερη ικανοποίηση) ήταν μια ευκαιρία για την έκφραση της αγάπης
των γονιών, που θα αποκαθιστούσε
την ισορροπία των αντιφατικών συναισθημάτων. Τα αγαθά και τρυφερά γονεϊκά-πατρικά αισθήματα έβρισκαν τον
τρόπο της έκφρασής τους όχι μόνο με ποικίλα υποκοριστικά, αλλά και με την επιλογή ονομάτων εμπνευσμένων
από πολύτιμα υλικά και από λουλούδια θαυμαστά για την
ομορφιά ή το άρωμά τους.
Λουλούδια, γενικώς, δηλώνουν τα ονόματα Ανθή (Ανθούλα, Ανθούσα), ο λαϊκότερος τύπος Λελούδα (και Λελούδω), Χρυσάνθη (χρυσά άνθη, συνολικά· «η χρυσάνθεμος βοτάνη») και ο λογιότερος τύπος Ωραιάνθη. Δεν
έχω συναντήσει στην Ελλάδα την ανδρική εκδοχή του
πρώτου ονόματος (ο Άνθος), που έχω όμως συναντήσει
στην Κύπρο. Το όνομα Άνθος υπήρχε στην Ελλάδα και
κατά την αρχαιότητα. Με αυτό φέρεται ο γιος του Αυτονόμου και της Ιπποδάμειας, τον οποίο κατασπάραξαν τα
άγρια άλογα του πατέρα του. Υπήρχαν επίσης τα ονόματα
Άνθας και Άνθης, Ανθέας και Ανθεμίων, καθώς και τα γυναικεία ονόματα Άνθεια και Ανθιής. Ανάλογο με τους πιο
πάνω αρχαίους ανδρικούς τύπους του ονόματος είναι το
βαφτιστικό όνομα Ανθέμιος, που γιορτάζεται στις 3 Σεπτεμβρίου. Αντιθέτως, δεν υπάρχουν ανδρικοί τύποι για
τα ονόματα Λελούδα και Ωραιάνθη. Βρίσκουμε όμως το
όνομα Χρύσανθος σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, το
οποίο εορτάζεται με τον ομώνυμο μάρτυρα στις 19 Μαρτίου. Το όνομα Ανθή γιορτάζεται στις 15 Δεκεμβρίου, με
την Αγία Ανθία. Όπως αναφέρει ο συναξαριστής η Ανθία
ήταν μητέρα του Αγ. Ελευθερίου η οποία «περιχυθείσα
τω του υιού νεκρώ, ξίφει τελειούται». Η Ανθούσα έχει
δύο εορταστικές ευκαιρίες: με την οσία (12 Απριλίου) και
με τη μάρτυρα (22 Αυγούστου).
Εκτός από τα ονόματα που δηλώνουν γενικώς λουλούδια, υπάρχει σειρά γυναικείων κυρίως (σπανιότερα
και ανδρικών) ονομάτων που δηλώνουν συγκεκριμένο
άνθος ή φυτό, θάμνο ή δέντρο. Το σπάνιο, μικρασιατικό
κυρίως όνομα Αφροξυλάνθη προέρχεται από το αφροξυλάνθι, δηλαδή το άνθος της αφροξυλιάς ή κουφοξυλιάς,
γνωστής και ως σαμπούκος (Sambucus nigra). Ο σαμπούκος είναι θάμνος ή χαμηλό πολύκλαδο δέντρο, τα λουλούδια του οποίου είναι τοποθετημένα σε ταξιανθίες και
έχουν αρωματικές, κοσμητικές και φαρμακευτικές ιδιότητες. Το όνομα Βασιλική σχετίζεται μάλλον με το Βασιλεία- Βασίλειος, παρά με το γνωστό φυτό βασιλικός.
Αντίθετα τα ονόματα Βιόλα και Βιολέτα προέρχονται από
το ομώνυμο λουλούδι (βιολέτα) που αποτελεί την κοινή
ονομασία πολλών ειδών του γένους βιόλα. Του καλλωπιστικού αυτού φυτού έχουν καταγραφεί στην Ελλάδα
27 είδη, αυτοφυή ή καλλιεργούμενα, που φύονται από
τις παραλίες ως τα ψηλά βουνά. Το όνομα Γαρυφαλιά δίνεται από το γνωστό λουλούδι, που καλλιεργείται στον
τόπο μας πάνω από 2.000 χρόνια. Με το όνομα «δίανθος»
ή «διόσανθος ο καρυόφυλλος» αναφέρεται ήδη από τον
Θεόφραστο (4ος-3ος αι. π.Χ.). Όσο για το σύγχρονο όνομα του λουλουδιού είναι λέξη αντιδάνεια από ιταλικές
διαλέκτους, τη λέξη garoflo, που προέρχεται από την αρχαιοελληνική καρυόφυλλον. Εκτός από το γυναικείο όνομα υπάρχει και ο ανδρικός τύπος Γαρύφαλος, υπάρχουν
δε και επώνυμα όπως Γαρουφαλής, Γαρουφαλιάς (πιθανώς μητρωνυμικό, της Γαρουφαλιάς), Γαρουφαλίδης κ.ά.
Η ονομασία του γνωστού μπαχαρικού γαρύφαλο ή μοσχοκάρφι, παρόλο που δεν σχετίζεται με το γυναικείο ή
το ανδρικό όνομα, δεν είναι άσχετο από το αρωματικό
λουλούδι, καθώς αποτελεί τον αποξηραμένο κάλυκα του
άνθους του τροπικού φυτού καρυόφυλλος ο αρωματικός
(syzygium aromaticum ή eugenia caryophyllata).
Το όνομα Γιασεμή από το γνωστό, λεπτό, αρωματικό,
λευκό (ή κίτρινο) λουλούδι γιασεμί, συμβολίζει και εύχεται για το κορίτσι-γυναίκα όλες τις πιο πάνω ευάρεστες
ιδιότητες. Είναι μάλιστα σε χρήση και εκτός Ελλάδας σε
διάφορες Αραβικές κυρίως αλλά και Ευρωπαϊκές χώρες
ως Jasmin, Jasmine, Jasmina κ.λπ. Πάλι πρόκειται για
αντιδάνεια λέξη, με πρωταρχική την αρχαιοελληνική
λέξη ίασμος, που δηλώνει το γένος του φυτού jasminum
με τα περισσότερα από 300 είδη σε όλο τον κόσμο. Το
όνομα Δάφνη, μυθολογικό, προέρχεται από τη θυγατέρα
του Πηνειού και της Γης. Στο όμορφο αρωματικό φυτό
που γνωρίζουμε την κόρη μεταμόρφωσε η μητέρα της
Γη για να την προστατεύσει από το ερωτικό κυνηγητό
του Απόλλωνα. Ο θεός υποχρεώθηκε να αρκεστεί σε ένα
κλωνάρι δάφνης, με το οποίο στεφάνωσε την κεφαλή
του («Απόλλων Δαφναίος»). Τόσο οι ιερείς του όσο και η
Πυθία έχουν επίσης συνδεθεί με το φυτό δάφνη. Η σύγχρονη ονοματοδοσία κοριτσιών με το όνομα Δάφνη είναι
μάλλον μία οφειλόμενη αποκατάσταση στους αρχέγονους ρόλους. Στους ασυνείδητους και υποσυνείδητους
συμβολισμούς η δάφνη-Δάφνη συνδέεται με ομορφιά
και ευωδία, με δόξα και τιμή. Μυθολογική προέλευση
έχει και το όνομα Ίρις, με πολλαπλές όμως εννοιολογικές σηματοδοτήσεις. Ίρις είναι η «ποδήνεμος» θεά, που
μετέφερε στους Ολύμπιους μηνύματα, αλλά και «ύδατα
6
Χοροστάσι
της Στυγός» στα οποία έπαιρναν όρκο οι θεοί κατά τις
μεταξύ τους διαφορές. Είναι επίσης το ουράνιο τόξο,
το γνωστό στο λαό συνήθως ως ζωνάρι (του Θεού, του
Χριστού, της Παναγίας, της Αγ. Ελένης, της καλογριάς,
της γριάς κ.λπ., κατά περιοχή). Από την πολυχρωμία του
ουράνιου τόξου, μάλλον, ονομάστηκε ίρις γένος καλλωπιστικών φυτών με 300 είδη μεγάλης χρωματικής ποικιλίας. Εκτός από τα καλλιεργούμενα είδη στην Ελλάδα
υπάρχουν δέκα αυτοφυή είδη γνωστά ως κρίνοι ή σπαθόχορτα. Έτσι η ονοματοδοσία με το όνομα Ίρις δεν είναι συνηθισμένη στα λαϊκά στρώματα, στους ανθρώπους
των παραδοσιακών κοινωνιών. Η προέλευσή του δείχνει
σαφώς λογιότερη παιδεία με μυθολογικές και αρχαιοελληνικές παραπομπές.
Σαφώς λαϊκό στην προέλευσή του είναι το όνομα Κανέλλα, που επικαλείται το γνωστό άρωμα από το φλοιό
του κανελλόδεντρου (cinamomum ceylanicum), με το
όμορφο χρώμα και το ακόμα ωραιότερο άρωμα, γνωστό επί αιώνες και σε ποικίλες χρήσεις από διάφορους
αρχαίους και νεότερους λαούς. Το όνομα εκτός από τον
γυναικείο απαντάται και στον ανδρικό τύπο Κανέλλος.
Φαίνεται μάλιστα ότι τα παλαιότερα χρόνια ήταν συχνότερο και μεταξύ των ανδρών. Εκτός του ότι το συναντούμε ως βαφτιστικό όνομα (λ.χ. Κανέλλος Δεληγιάννης,
ο αγωνιστής του 1821 και πολιτικός κ.ά.) υπάρχουν και
πολλά επώνυμα με προέλευση από αυτό το όνομα (λ.χ.
Κανέλλος, Κανέλλης, Κανελλής, Κανελλίδης, Κανελλόπουλος κ.ά. Υπάρχουν μάλιστα αρκετοί γνωστοί και
εξέχοντες πολιτικοί και κοινωνικοί παράγοντες με τα πιο
πάνω επώνυμα). Του ονόματος Κανέλλα η χρήση αποτυπώνεται και σε γνωστό δημοτικό τραγούδι:
Κάτω στο γιαλό, κάτω στο περιγιάλι
Κόρην αγαπώ ξανθή και μαυρομμάτα…
Μόνο η μάνα της Κανέλλα τη φωνάζει
Κανελόρριζα και άτριφτη κανέλλα…
Το άρωμα της Κανέλλας αναφέρεται συχνά μαζί με
εκείνο του γαρύφαλλου (μοσχοκάρφι) και του μόσχου.
Όπως λ.χ. στο ηπειρώτικο τραγούδι:
Στης Πάργας τον ανήφορο
Κανέλλα και γαρύφαλλο…
Και στη φράση που λέγεται για τις ερυγές των βρεφών: «Μόσχος και κανέλλα».
Το όνομα Καρυοφυλλιά (και το αρσενικό Καρυοφύλλης) απαντούσαν στην ύπαιθρο και κυρίως στη Θράκη
και τη Μικρά Ασία. Προέρχεται από το καρυοφύλλι,
το αρωματικό φυτό με την εξωτική προέλευση, που το
επίσημο όνομά του είναι Αθανασία η Βαλσαμώδης. Το
καρυοφύλλι είναι ένα από τα 2.000 είδη του γένους των
καρυοφυλλωδών, μιας κατηγορίας που περιλαμβάνει 75
γένη, ανάμεσα στα οποία το γαρύφαλο αλλά και το σπανάκι, τα τεύτλα και πολλά άλλα, ετερόκλητα φυτά. Το
καρυοφύλλι καλλιεργείται (αν και σε περιορισμένη πια
έκταση) για το άρωμά του, που μοιάζει με εκείνο του γαρύφαλλου. Από το βαφτιστικό όνομα Καρυοφύλλης έχει
δημιουργηθεί και επώνυμο. Αναφέρεται λ.χ. ο Ιωάννης
Καρυοφύλλης, αξιωματούχος του Οικουμενικού Πατριαρχείου (17ος αι.) που κατηγορήθηκε ως Καλβινιστής,
και άλλοι από διαφορετικές περιοχές και χωρίς σχέση
μεταξύ τους.
Το όνομα Κερασία (ή Κερασιά) έχω συναντήσει μόνο
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
δύο φορές, σε κορίτσι από την Κρήτη και σε άλλο από τη
Δυτική Μακεδονία. Στην πρώτη περίπτωση ο συνειρμός
οδήγησε στο γνωστό χορευτικό τραγούδι:
Μες στου Μαγιού τις μυρωδιές
τα κόκκινα κεράσια
για δέστε πως χορεύουνε
της Κρήτης τα κοράσια…
Νομίζω πως αισθητικοί λόγοι οδήγησαν στη χρήση
του ονόματος: Το πανέμορφο θέαμα του καταπράσινου
δέντρου, που είναι διάστικτο από τους κόκκινους καρπούς. Ή κατά τον Παλαμά (Κερασιά)
…πότε μού φαίνεσθε δροσιές
μες στην πορφύρα της αυγής
και πότε χείλη ηδονικά
κι αμέτρητα χειλάκια…
Με το όνομα κρίνος-κρινάκι φέρονται πολλά είδη του
γένους Λίλιον, αλλά και των γενών Ίρις, Ερμοδάκτυλο,
Κομβαλάρια κ.ά. Στην Ελλάδα υπάρχουν πέντε αυτοφυή
είδη κρίνου, τα οποία επίσης καλλιεργούνται ως καλλωπιστικά και για το άρωμά τους. Το πιο κοινό είναι ο
λεγόμενος κρίνος της Παναγίας ή του Ευαγγελισμού. Είναι αυτός ο κρίνος που συνήθως αναπαριστάνεται στις
εικόνες του Ευαγγελισμού («λείριον, lilium candidum).
Ως σύμβολο αγνότητας, για το λευκό του χρώμα, την
ομορφιά και την ευωδιά του κρίνου, ο κρίνος εμπνέει την
ονοματοδοσία των κοριτσιών. Το όνομα Κρινιώ με τον
μαγικό τρόπο σκέψης των απλών ανθρώπων επιδιώκει τη
μεταβίβαση αυτών των ιδιοτήτων του άνθους στο κορίτσι. Σε δημοτικό τραγούδι βρίσκουμε τον στίχο:
Ποιος κρίνος ωραιότατος σού ’δωσε την ασπράδα…
Ενώ σε νυφιάτικο τραγούδι από τη Νίσυρο ακούμε:
Τον Μάην εγεννήθηκες που ’νοίγουσιν οι κρίνοι
κι επήρες την ασπράδα των, τη μυρωδιάν εκείνη…
Εξ άλλου κοπέλες με λεπτά, μακριά, λευκά δάκτυλα
χαρακτηρίζονται ως «κρινοδάκτυλες», όπως στο στίχο
του Σολωμού:
…κρινοδάκτυλες παρθένες οπού κάνουνε χορό..,
Η αρχαία ελληνική μυθολογία θέλει το κυπαρίσσι να
προέρχεται από ένα πανέμορφο παλικάρι. Ο Κυπάρισσος, γιος του Τήλεφου, σκότωσε από λάθος το αγαπημένο ελάφι του φίλου του Απόλλωνα. Επειδή η θλίψη
του ήταν πολύ μεγάλη παρακάλεσε τους θεούς και όπως
γράφει στις Μεταμορφώσεις του ο Οβίδιος, αυτοί τον μεταμόρφωσαν σε ένα ψηλό, λυγερό και όμορφο δέντρο –
το κυπαρίσσι. Στα δικά μας χρόνια, με ευκτήριο πνεύμα
υψηλού αναστήματος και ευθυτενούς παραστήματος, δίνεται το όνομα Κυπαρίσσης σε αγόρια και (αρκετά σπανιότερα) το όνομα Κυπαρίσσω σε κορίτσια. Το επιθυμητό
αποτέλεσμα, καρπός της μαγικής δύναμης του λόγου, το
δείχνει μεταφορικά το ερωτικό δίστιχο που δημοσιεύει ο
Μιχ. Γ. Μερακλής:
Κυπαρισσάκι μου λιγνό από την Άγια Λαύρα
Που ’ναι η μέση σου λιγνή και τα μαλλιά σου μαύρα.
Εκτός από βαφτιστικό όνομα υπάρχει και σειρά επωνύμων από το όνομα Κυπαρίσσης, ενώ πλήθος τοπωνυμίων βρίσκονται σε διάφορες περιοχές σε όλη τη χώρα
(Κυπαρίσσια, Κυπαρισσία, Κυπαρισσιά, Κυπαρίσσι(ον),
Κυπάρισσος κ.ά.).
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
Το δέντρο λεμονιά εκτός από τη φύτευσή του σε
περιβόλια με εσπεριδοειδή προσφέρεται και για φύτευση στον περιορισμένο χώρο μιας σπιτικής αυλής. Στο
λιγοστό χώρο που καταλαμβάνει παρέχει την αειθαλή
ομορφιά του, τα μύρα των λεμονανθών, τους χρήσιμους
καρπούς του, που στολίζουν το δέντρο και μοσχοβολούν.
Καρπίζουν δε συχνά και δύο φορές το χρόνο. Ομορφιά,
ευωδία και χρησιμότητα οιωνίζει το όνομα Λεμονιά, γι’
αυτό και δίνεται ως βαφτιστικό. Συχνή είναι και η παρομοίωση κόρης με λεμονιά και εύγλωττος ο συμβολισμός
με την αμφίσημη λέξη:
Λεμονάκι μυρωδάτο
Κι από περιβόλι αφράτο
Μη παραμυρίζεις τόσο
Και με κάνεις και λιγώσω…
Το θαμνώδες και φυλλοβόλο φυτό Lippia Citriodora
είναι γνωστό ως «σταυροβότανο» και ως «γοργογιάννης»,
σε πολλές όμως περιοχές είναι γνωστό ως «λουίζα». Με
την τελευταία αυτή εκδοχή το αρωματικό και φαρμακευτικό φυτό δανείζει το όνομά του για το γυναικείο όνομα
Λουίζα, που υπάρχει και στην ανδρική εκδοχή Λουίζος
ενώ από τη ρίζα του ονόματος παράγονται και επώνυμα
(λ.χ. Λουίζος, Λουιζίδης κ.ά.). Αρωματικό και φαρμακευτικό φυτό είναι και η ματζουράνα (Οrganum Μajorana),
γνωστό και με τα ονόματα «σάψυχο» (ή «σάμψυχο») και
αμάρακον. Το άρωμα «αμαράκινον» ήταν ό,τι πιο δυνατό
υπήρχε ανάμεσα στα αρωματικά παρασκευάσματα της
αρχαιότητας σύμφωνα με τον Θεόφραστο. Το άρωμα της
μαντζουράνας και του βασιλικού θεωρεί ως τις πιο ερωτικές μυρουδιές και η λαϊκή μούσα που δηλώνει υπαινικτικά αλλά με σαφήνεια:
Σγουρέ βασιλικέ μου και μαντζουράνα μου
εσύ θα με χωρίσεις από τη μάνα μου…
Σ’ αυτές τις ιδιότητες οφείλεται η μεταφορά στο γυναικείο όνομα Μαντζουράνα.
Το όνομα Μαργαρίτα που οφείλεται στο ομώνυμο άνθος δίνεται στα μικρά κορίτσια με την πρόθεση και την
επιθυμία ομορφιάς. Είναι πράγματι εξαιρετικό το θέαμα
του ανθισμένου φυτού, τόσο της λευκής (ήμερης) μαργαρίτας που αναπτύσσεται σε θαμνώδεις σχηματισμούς,
όσο και της κίτρινης μαγιάτικης μαργαρίτας (αυτοφυούς)
που γεμίζει την άνοιξη –και κυρίως τον Μάιο– αγρούς
και κάθε ελεύθερο χώρο. Θυμηθείτε και το γνωστό τραγούδι που έχει μελοποιήσει ο Μίκης Θεοδωράκης:
Αχ, Μαργαρίτα μαγιοπούλα
αχ, Μαργαρίτα μάγισσα…
Ο αρσενικός τύπος Μαργαρίτης, είναι σπάνιος ως
βαφτιστικό όνομα, αλλά όχι αμελητέος, καθώς δίνει και
επώνυμα (Μαργαρίτης, Μαργαριτίδης, Μαργαριτόπουλος κ.ά.).
Η ανθισμένη μηλιά είναι ένα από τα πιο όμορφα
δέντρα. Η ομορφιά της είναι συγκρίσιμη με εκείνη της
ανθισμένης αμυγδαλιάς. Κατά την πλήρη ανάπτυξη των
καρπών το δέντρο γίνεται ακόμα πιο όμορφο καθώς ο
κόκκινος καρπός διακοσμεί το πράσινο φύλλωμα. Και
πάλι αισθητικοί είναι οι λόγοι που οδήγησαν στη μεταφορά του ονόματος του δέντρου στα κορίτσια. Και,
βεβαίως, η Μηλιά-Μηλίτσα δεν πρέπει να συγχέεται με
την Αιμιλία. Γνωστό παιδικό τραγούδι αναφέρεται στην
7
ομορφιά του καρποφόρου δέντρου, αλλά μπορούμε να το
θεωρήσουμε και υπαινικτικά ερωτικό:
Μηλίτσα που ’σαι στο γκρεμό
τα μήλα φορτωμένη
τα μήλα σου λιμπίζομαι
μα το γκρεμό φοβάμαι…
Η μυρτιά λεγόταν κατά την αρχαιότητα «μύρρινα» και
«μύρτος». Από το φυτό της μύριννας-μυρτιάς δόθηκε το
όνομα της πόλης Μύριννα της Λήμνου, ενώ από τη λέξη
μυρτιά έχουμε ανάλογα τοπωνύμια σε πολλές περιοχές
στην Ελλάδα και την Κύπρο. Επίσης υπάρχει προσωνύμιο της Παναγίας που σχετίζεται με τη μυρτιά. Είναι η
«Παναγία η Μυρτιδιώτισσα», η εικόνα της οποίας όπως
πιστεύεται έχει βρεθεί πίσω από θάμνους μυρτιάς («μυρτίδια»). Όσο για τα γυναικεία ονόματα συναντάμε τους
τύπους Μυρτώ, Μυρτιά, Μυρσίνη, Αμερσούδα, που όλοι
γιορτάζουν κατά τον εορτασμό της Μυρτιδιώτισσας.
Το δέντρο ροδιά φημίζεται για την ομορφιά του.
Από τον Μάιο, περίπου, οπότε αρχίζει η ανθοφορία του
με τους μεγάλους, σαρκώδεις και κόκκινους ανθούς ως
τους πρώτους φθινοπωρινούς μήνες που ακόμα έχει καρπούς, η ροδιά αποτελεί θαυμαστό θέαμα που συγκινεί και
εμπνέει:
Ροδιά μου εσύ τετράκλωνη
στολίδι της αυλής μου
ανάπαψη της προσμονής
νεράκι της πηγής μου…
(στίχοι Ν. Κοκκινόπουλου, από το Αρχιπέλαγος του
Μ. Θεοδωράκη). Συνδυασμένο με τη λατρεία αρχαίων
θεοτήτων (Αθηνά, Αφροδίτη, Περσεφόνη, Δήμητρα) το
δέντρο καλλιεργήθηκε στον τόπο μας από την αρχαιότητα ενώ ο καρπός του, το ρόδι, συνδέεται με πλήθος εθιμικών πρακτικών για γονιμότητα, αφθονία, πλούτο, καλή
τύχη και αναγέννηση. Θυμηθείτε τα αναφερόμενα για τα
Ελευσίνια αλλά και το ρόδι στα κόλλυβα, τον καιρό μας.
Το γυναικείο όνομα που οι άνθρωποι δανείζονται από το
δέντρο είναι Ροδιά, Ροδούλα, Ρόδω, ενώ υπάρχει και ο
αρσενικός τύπος Ρόδης (όπως ο συγγραφέας Ρ. Ρούφος),
καθώς και επώνυμα (Ρόδης, Ροδόπουλος κ.ά.).
Άλλο ρόδι, άλλο ρόδο. Το δεύτερο είναι τριαντάφυλλο, που βεβαίως δεν σχετίζεται με το ρόδι. Υπάρχει ιδιαίτερο όνομα Τριανταφυλλιά και Τριαντάφυλλος. Η λατινογενής εκδοχή του θηλυκού ονόματος το αναφέρει ως
Ρόζα. Η ονομασία δίνεται ως ευχή και επιθυμία κάλλους,
καθώς αναμφισβήτητα το τριαντάφυλλο είναι το ωραιότερο από τα άνθη. Με ποικιλία χρωμάτων, με διαφορετικά μεγέθη και αριθμό φύλλων, με διακριτικό άρωμα, το
τριαντάφυλλο και η τριανταφυλλιά είναι στενά δεμένα
με την παράδοση, τον λαϊκό πολιτισμό, την ποίηση, τους
συμβολισμούς αλλά και με παρασκευάσματα καλλυντικά
και φαρμακευτικά. Κάλλος συνδυασμένο με την αγνότητα που συμβολίζει το τριαντάφυλλο έδωσε στην Παναγία
την προσωνυμία «Ρόδον το αμάραντον».
Ο υάκινθος είναι καλλωπιστικό φυτό που χαρακτηρίζεται από κομψότητα, πρώιμη ανθοφορία, διάφορα ζωηρά χρώματα και ευωδιά. Ο αρχαίος μύθος αναφέρεται
στον προελληνικό θεό της γονιμότητας, της βλάστησης
και του κάτω κόσμου Υάκινθο, του οποίου η λατρεία ενσωματώθηκε αργότερα στον Απόλλωνα. Έτσι το όνομα
είναι αρχικά ανδρικό. Το γυναικείο όνομα Υακίνθη χρη-
8
Χοροστάσι
σιμοποιήθηκε αρκετά αργότερα και προφανώς κάτω από
λόγια παράδοση αρχαιοελληνικής έμπνευσης.
Εκτός από τα ευώδη και τα όμορφα δέντρα, φυτά και
άνθη που ονοματοδοτούν κορίτσια των παραδοσιακών
κοινωνιών υπάρχουν και ονόματα που προέρχονται από
άλλα ευάρεστα στοιχεία και καταστάσεις. Αναφέρομαι
ενδεικτικά στα ονόματα:
- Δροσιά, Δροσούλα, Δρόσω (και στο αντίστοιχο ανδρικό Δρόσος, από το οποίο προέρχονται και επώνυμα,
λ.χ. Δρόσος, Δροσόπουλος κ.ά.)
- Μέλω, από το μέλι με αρσενικό το όνομα Μελής.
- Μόσχω, Μοσχούλα και αρσενικό Μόσχος. Ο μόσχος
είναι ελαιώδες αρωματικό υγρό που προέρχεται από το
αρσενικό του ζώου μόσχος ο μοσχοφόρος. Προσφιλές
αρωματικό μέσο των παραδοσιακών αγροτικών και αστικών πληθυσμών, έδωσε στη συνέχεια το όνομά του σε
κάθε αρωματική ουσία. Ο μόσχος μνημονεύεται και σε
άλλες περιπτώσεις, λ.χ. στις ερυγές των βρεφών: «Μόσχος και γαρύφαλο», «Μόσχος και κανέλλα» και άλλα
ανάλογα. Αναφέρεται και στην έντεχνη λογοτεχνία:
Κι εσείς που από το μόσχο σας δροσόχορτα, δροσάνθη
γράφει ο Σολωμός. Επίσης στην καθημερινή γλώσσα
η λέξη «μόσχος» δίνει πολλά σύνθετα, όπου ως πρώτο
συνθετικό προσδιορίζει την αρωματική φύση ή ιδιότητα
του δεύτερου συνθετικού. Λ.χ. μοσχοβολιά, μοσχοκάρυδο, μοσχολούλουδο, μοσχομπίζελο μοσχοπέπονο κ.λπ.
Υπάρχει και το γυναικείο όνομα που αναφέραμε και δίνουμε το παράδειγμα της Μόσχως Τζαβέλα (1760-1792)
που έμεινε στην ιστορία για την επίθεσή της με όπλα
και πέτρες μαζί με άλλες τετρακόσιες γυναίκες κατά των
Τουρκαλβανών. Το όνομα Μόσχω δεν πρέπει να συνδέεται με το όνομα Μόσχα. Για το τελευταίο θυμίζουμε πως
είναι πολύ πιο πρόσφατο και σχετίζεται με πολιτικά γεγονότα και τοποθετήσεις.
Άλλη κατηγορία βαπτιστικών ονομάτων δηλώνει επιθυμητά ή πρωίμως διακρινόμενα χαρακτηριστικά κάλλους του προσώπου και της κεφαλής. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα ονόματα
- Λευκή, Λευκοθέα και το αντίθετό τους.
- Μελαχροινή και τα δύο παραγόμενα από τη χροιά
του δέρματος, κυρίως του προσώπου.
-Ξανθή, Ξανθούλα και
-Ρούσσα, από το χρώμα των μαλλιών. Των δύο τελευταίων ονομάτων υπάρχουν και τύποι αρσενικού γένους:
Ξάνθος και Ρούσσος (από τα οποία σε απλή ή σύνθετη
μορφή δίνουν και διάφορα επώνυμα.
Τα ευγενή μέταλλα και οι πολύτιμοι λίθοι, όταν υπήρχαν, δεν είχαν μόνο την έννοια του κοσμήματος ή του
αξιομνημόνευτου δώρου για εξαιρετικά γεγονότα. Είχαν
συγχρόνως την έννοια μιας οικονομικής εξασφάλισης
σε πιθανή μελλοντική έκτακτη ανάγκη. Τα υλικά αυτά
όχι μόνο δε χάνουν την αξία τους στο χρόνο – αντιθέτως
μάλιστα, ούτε υφίστανται φθορές και αλλοιώσεις. Έτσι
η κατοχή πολύτιμων μετάλλων και πολύτιμων λίθων
αποτελεί για την οικογένεια «αποκούμπι» και παρέχει
ψυχολογική στήριξη. Η (συχνά όχι επιθυμητή, κατά τη
γέννηση) κόρη θα αποτελούσε μελλοντικά βοηθό για τη
μητέρα: «της καλομάνας το παιδί το πρώτο είναι κορί-
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
τσι». Επίσης θα φρόντιζε με σχεδόν μητρική αγάπη τα
μικρότερα αδέρφια, θα εκδήλωνε την αγάπη της προς τον
πατέρα με χάδια και γλυκόλογα και, τελικά, στα γεράματά τους, θα έδινε «ένα ποτήρι νερό» στους γονείς. Ήταν
λοιπόν για την οικογένεια μια πολύτιμη ύπαρξη, όπως
και η ύπαρξη πολύτιμων λίθων και μετάλλων. Με αυτό
το σκεπτικό ονομάτιζαν το κορίτσι:
- Αδαμαντία, Διαμάντω, Διαμαντούλα από τον αδάμαντα, «βασιλέα» των πολύτιμων λίθων.
- Αργυρή, Αργυρώ, Ασήμω, Ασημούλα
- Κρυστάλλω, Κρυσταλλένια, Κρυσταλλία
- Μαλάμω, Μαλαματή, Μαλαματένια. Μάλαμα (από
το μάλαγμα) λεγόταν τους νεότερους αιώνες ο χρυσός
αλλά και κάθε πολύτιμο μέταλλο. Μεταφορικά λεγόταν έτσι ο πολύ καλός άνθρωπος: «είναι ένα κομμάτι
μάλαμα». Μαλαματένιο λοιπόν ήταν κάθε αντικείμενο
κατασκευασμένο από μάλαμα, αλλά και ο καλόψυχος:
«καρδιά μαλαματένια». Όλα αυτά βάρυναν στη λήψη της
απόφασης για μια τέτοια ονοματοδοσία.
- Ρουμπίνη, Ρουμπίνα, από τον σπάνιο, διαφανή κόκκινο πολύτιμο λίθο.
- Σμαράγδα, Σμαραγδή, Σμαραγδένια, από το λαμπερό πράσινο μεγάλης αξίας σμαράγδι.
- Χρυσάφη, Χρυσάφω, Χρυσή, Χρυσούλα, από το
τυπικότερο και σταθερής αξίας πολύτιμο μέταλλο – και
όχι μόνο, καθώς χρυσός λέγεται και κάθε ευγενής και καλός άνθρωπος, καθένας με χρυσή καρδιά. Με το όνομα
Χρυσή υπάρχει και νεομάρτυρας, που γιορτάζεται στις
13 Οκτωβρίου, ενώ υπάρχουν και ονόματα σύνθετα, λ.χ.
Χρυσαυγή.
Πολλοί και διάφοροι είναι οι λόγοι που βαρύνουν
στην επιλογή του βαφτιστικού ονόματος ενός παιδιού.
Συνήθως επιλέγονται ονόματα του Χριστιανικού εορτολογίου, των παλαιοδιαθηκικών παραδόσεων ή της
αρχαιοελληνικής μυθολογίας και ιστορίας, ενώ άλλες
κατηγορίες –όπως αυτή που εξετάσαμε– προσφέρονται
σπανιότερα για την επιλογή ονόματος. Συχνότατα παίζει καθοριστικό ρόλο η οικογενειακή παράδοση. Το παιδί βαπτίζεται με το όνομα ενός από τους δύο παππούδες
ή μιας από τις δύο γιαγιάδες. Άλλοτε δίνεται το όνομα
συγγενή που έχει προαποβιώσει και διατηρείται η ανάμνησή του. Η ιστορική παράδοση της περιοχής, τοπικοί
άγιοι ή περιώνυμοι ναοί, ο άγιος που γιορτάζει κατά την
ημέρα της γέννησης, τάμα για την ασφαλή κύηση και
τον ανεπίπλεκτο τοκετό, αποτελούν άλλους λόγους για
την επιλογή ενός ονόματος. Σε εποχές έξαψης των πολιτικών παθών, το όνομα βασιλέων, ηγετών, κομματικών
αρχηγών κ.λπ. αποτυπώνεται και στα βαπτιστικά ονόματα (λ.χ. Ελευθέριος, Βενιζέλος, Κωνσταντίνος, Μόσχα,
Λαοκρατία ή αντιθέτως Φρειδερίκη κ.λπ.). Όταν το παιδί
βαφτίζεται με το όνομα παππού ή γιαγιάς, ο λόγος της
επιλογής φαίνεται σαφής, συχνά όμως οι αφανείς υποδηλώσεις μεταφέρονται κατά μία ή περισσότερες γενιές
πίσω. Η επιλογή ονόματος όπως αυτά που αναφέρθηκαν
εδώ, πλεονεκτούν αισθητικά και αποτελούν αίσιο οιωνό
για το παιδί αλλά και την οικογένειά του.
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Αλεξιάδης Μηνάς, Νεωτερική Ελληνική Λαογραφία. Συναγωγή μελετών, Καρδαμίτσα, Αθήνα 2006.
- Κυπριανού Θεοδ., Από τη Χλωρίδα της Κύπρου. Μύθος-Παράδοση.
Χρήσεις και θεραπευτικές ιδιότητες, Λευκωσία, τόμ. α΄, 2000, τόμ.
β΄, 2007.
- Μερακλής Μ. Γ.: Θέματα Λαογραφίας, Καστανιώτης, 1999.
- Μερακλής Μ. Γ: Ιατροβοτανολογικοί Παράδεισοι. Μεσσηνιακά Ιατρικά Χρονικά, τόμ. γ΄, τεύχ. 6, σ. 25, 2004.
- Μηλίγκου-Μαρκαντώνη Μαρ., Δέντρα, Φυτά, Άνθη στον Λαϊκό
Πολιτισμό των Ελλήνων, Αθήνα 2006.
- Ρηγάτος Γ. Α.: Νεοελληνικά Επώνυμα με Ιατρική Προέλευση, γ΄
έκδ., Βήτα, Αθήνα 2007 (α΄ έκδ. 1996).
- Ρηγάτος Γ. Α: Η Αρχαία Ιατρική στη Λαϊκή μας Παράδοση, β΄ έκδ.,
Βήτα, Αθήνα 2007 (α΄ έκδ. 1999).
- Ρηγάτος Γ. Α., Τα Βότανα στον Πολιτισμό των Ελλήνων, β΄ έκδ.,
Ascent, Αθήνα 2009 (Α΄έκδ. 2001).
- Ρηγάτος Γ. Α.: Λεξικό Ιατρικής Λαογραφίας, Βήτα, Αθήνα 2005.
[i]
Φραγκούλης Κωστής-Ανταίος, «Σητεία Πανάρχαιη Κοιτίδα», περ.
Επτά Ημέρες, εκδ. Καθημερινή, σ. 22, 1997.
[ii]
Κορνάρος Βιτσέντζος Ερωτόκριτος, κεφ. Α΄ στίχ. 391-392, 515516, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 1996.
[iii]
Παναγιωτάκης Νικόλαος. Η Παιδεία και η Μουσική στην Κρήτη
κατά τη Βενετοκρατία, σειρά: «Κρήτη: Ιστορία και πολιτισμός»,
εκδ. Σύνδεσμος Τοπικών Ενώσεων Δήμων και Κοινοτήτων Κρήτης, Κρήτη, σ. 96, 1990.
9
Παναγιωτάκης Νικόλαος, ό.π., σ. 101.
Παναγιωτάκης Νικόλαος, ό.π., σ. 101.
[vi
Παναγιωτάκης Νικόλαος, ό.π., σ. 101.
[vii]
Παναγιωτάκης Νικόλαος, ό.π., σ. 101-102.
[viii]
Συνοδευτικό ένθετο στη σειρά «Κρητική Μουσική Παράδοση
-Πρωτομάστορες 1920-1955», εκδ. Αεράκης, Κρητικό Μουσικό
Εργαστήρι, σ. 30.
[ix]
Παναγιωτάκης Νικόλαος, ό.π., σ. 97
[x]
Οικονομάκης Ηλίας. Γνωριμία με τη Μουσική Παράδοση της Ανατολικής Κρήτης, (αυτοέκδοση), σ. 59, 2004.
[xi]
Οικονομάκης Ηλίας, Ανιχνεύοντας στους Δρόμους της Μουσικής
Παράδοσης-Ανατολική Κρήτη, (αυτοέκδοση), σ. 94, 2008.
[xii]
Οικονομάκης Ηλίας. Ο Αγώνας για τη Μουσική Παράδοση της Ανατολικής Κρήτης, (αυτοέκδοση), σ.σ. 165-172, 2004.
[xiii]
Ανωγειανάκης Φοίβος. Ελληνικά Λαϊκά Μουσικά Όργανα, Μέλισσα, 1991.
[xiv]
Αμαριανάνης Γεώργιος. Κρητική Βυζαντινή και Παραδοσιακή
Μουσική, σειρά: «Κρήτη: Ιστορία και Πολιτισμός», τόμ. β’, σ. 329,
1988.
[xv]
Παναγιωτάκης Νικόλαος, ό.π., σ. 102
[xvi]
Ανωγειανάκης Φοίβος, ό.π., σ. 259-60 και 270
[xvii]
Τσουχλαράκης Ιωάννης. Τα Λαϊκά Μουσικά Όργανα στην Κρήτη,
σ. 28, 2004.
[xviii]
Τσουχλαράκης Ιωάννης ό.π. σ. 37.
[iv]
[v]
Πλάκα 1865-1965
Έκθεση με ανάγλυφες ζωγραφικές δημιουργίες του Θάνου Μαντά
Μ
ΙΑ ΑΚΟΜΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗ ΕΚΘΕΣΗ παρουσιάστηκε
στον φιλόξενο χώρο του Ιωνικού Κέντρου που
βρίσκεται στην Πλάκα της Αθήνας. Πρόκειται
για την έκθεση του Θάνου Μαντά, που παρουσίασε, για
πρώτη φορά, τις μοναδικές ανάγλυφες ζωγραφικές δημιουργίες του, με πρωτοβουλία του Συλλόγου Πλακιωτών
και Φίλων της Πλάκας.
Ειδικότερα η έκθεση περιλάμβανε
σαράντα μακέτες από σπίτια, εκκλησίες, παλιά καταστήματα, μέγαρα,
μνημεία και ταβέρνες επιζωγραφισμένες. Όλα αυτά τα κτίσματα αποτελούν το σκηνικό της παλιάς γειτονιάς
της Πλάκας και συνθέτουν ένα σύνολο κτηρίων που παραπέμπουν σε
άλλους χρόνους και μακρινές εποχές,
ενώ πολλά από αυτά αναδεικνύουν
διάφορα επαγγέλματα που λειτουργούσαν εκεί, παλαιότερα. Ενδεικτικά,
αναφέρονται ορισμένα από τα έργα
της έκθεσης του Θάνου Μαντά όπως
είναι το Αρχοντικό της οδού Πρυτανείου, το Αρτοποιείον του Ντεντέ, ο
Οντάς, το Στιλβωτήριο, το Κρεοπωλείο του Δεμέτη, το Γαλακτοπωλείο
των Αδελφών Ανδρούτσου, το Καφενείο του Δερβίση, το Ραφείο του Νάκου, το Οπωροπωλείον, το Παντοπωλείον στους αέρηδες, το Ποτοποιείον
του Βρετού, το Καφεκοπτείον, το Φαρμακείο, η Ταβέρνα
Ο Πλάτανος, το Σπίτι με Χαγιάτι, τα Αναφιώτικα (1956),
το Σχολείο Καμπάνη(1876), το Καρότσι του Θανάση Με-
ταφοραί Ο Ταρζάν , το Σινέ Παρί, το Εύωνον της οδού
Ανδριανού κ.ά.
Η διάρκεια της έκθεσης ήταν στο διάστημα από 28
Φεβρουαρίου ώς τις 28 Μαρτίου 2010.
Ο Θάνος Μαντάς είναι διακοσμητής στο επάγγελμα,
αλλά ασχολήθηκε, ως ζωγράφος, και με θεατρικά σκηνικά, καθώς και με κατασκευές μικρών
γλυπτών αντικειμένων. Γεννήθηκε
στην Πλάκα και μεγάλωσε μέσα στις
γειτονιές της, στα δρομάκια και στα
ταπεινά, όσο και εντυπωσιακά, νεοκλασικά σπίτια της. Από εκεί, με ζηλευτή αφοσίωση, συγκέντρωσε όλες
τις παιδικές του μνήμες και τις εικόνες
της περασμένης εποχής και τις έχει
μεταφέρει, πιστά και με μοναδική δεξιοτεχνία, σε ξύλο και σε χαρτί, για να
τις προσφέρει όλες, απλόχερα, στον
επισκέπτη του χρόνου.
Σε τούτο το έργο αγάπης, εστίασε,
τελικά, ο κ. Μαντάς, το ευρύτατο ταλέντο και την ανήσυχη δημιουργικότητά
του, θέλοντας να αναβιώσει το σκηνικό
των παιδικών του ονείρων. Για το λόγο
αυτό, κατασκεύασε αυτήν τη μοναδική
σειρά από εξαιρετικές ανάγλυφες ζωγραφικές δημιουργίες που απεικονίζουν την αξέχαστη
παλαιότερη Πλάκα. Ανάλογα έργα αυτής της δουλειάς
του υπάρχουν, ήδη, σε πολλές ιδιωτικές συλλογές στην
Ελλάδα και το εξωτερικό.
Χοροστάσι
10
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
Το Ρώσικο Διήγημα (1918-2010)*
του Γιάννη Μότσιου, καθηγ. Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Τ
ζωντανά, με τη δύναμη της εικόνας, στο νέο σοβιετικό
κινηματογράφο.
σπάθεια ειδολογικής κατηγοριΟι πιο πολλοί σοβιετικοί διηγηματογράφοι, ιδιαίτερα
οποίησης, αλλά και αισθητικής
από
το 1945 και μετά, δεν ακολούθησαν την παράδοση
αποτίμησης της ρωσικής λογοτεχνικής παραγωγής μιας σημαντικής, από του Τσέχοφ με τα σχετικώς σύντομα διηγήματα. Τα κείπολλές πλευρές, περιόδου. Η εποχή μενά τους συχνά, ως προς το μέγεθός τους, ξεπερνούν τις
είναι μεγάλη και ως προς τη χρονική 15 με 20 σελίδες και πλησιάζουν μάλλον προς τα σύντοδιάρκεια, αλλά και ως προς τις ζυμώσεις, παραπέρα τις μα μυθιστορήματα.
Στην προσπάθειά μας για ανθολόγηση περισσότερων
πραγματώσεις, σε τομείς της λογοτεχνίας, ως προς τους
εντελώς νέους προβληματισμούς, τους πειραματισμούς, ονομάτων αναγκαστήκαμε να παραλείψουμε μερικούς
ακόμα και τις πρακτικές αυτοσχεδιασμού. Και όλα αυτά από τους συγγραφείς με όνομα και παράδοση στη σοβρίσκονται σε άμεση σχέση με τα κοινωνικά, πολιτικά βιετική λογοτεχνία, αλλά που διέπρεψαν στο είδος του
πολυσέλιδου διηγήματος.
και ηθικά δρώμενα (και τεκταινόμενα)
Η σοσιαλιστική επανάσταση στη
στην ίδια, καθόλου ευθύγραμμη και
Ρωσία
το 1917 αναζωογόνησε και ριζοομαλή πορεία τού σοβιετικού εγχειρήσπαστικοποίησε
όχι μόνο τους λαούς
ματος για τη διαμόρφωση της νέας κοιαυτής
της
τεράστιας
σε γεωγραφική
νωνίας που θα βάδιζε προς το αταξικό
έκταση
και
ανθρώπους
χώρας, αλλά
ζητούμενο. Ο στόχος, λοιπόν, των σοβικαι
ολόκληρο
τον
κόσμο,
σε πρώτη
ετικών συγγραφέων ήταν η δημιουργία
σειρά την Ευρώπη. Ακολούθησαν
μιας καθ’ όλα νέας λογοτεχνίας, η οποία
εξεγέρσεις και επαναστάσεις στη Γερθα απεικόνιζε τον υπό διαμόρφωση σομανία, την Ουγγαρία, τη Βουλγαρία
βιετικό άνθρωπο στην πορεία του προς
κι αλλού, χωρίς όμως να καταλήξουν
την εδραίωση και τον εμπλουτισμό της
στην επικράτηση της νέας κοινωνικής
νέας ζωής. Το εγχείρημα για τη δημιπρότασης που εκπορευόταν όχι μόνο
ουργία μιας πρωτόφαντης για τα ιστοαπό τη Σοβιετική Ρωσία, αλλά και από
ρικά δεδομένα ανθρώπινης κοινωνίας
τη θεωρία του μαρξισμού.
επαναλαμβανόταν με περισσότερη πρόΤα λογοτεχνικά είδη που ανταποθεση, ζέση, διάθεση και αποφασιστικόκρίθηκαν
στα καλέσματα των νέων
τητα στην πορεία της γέννησης και της
καιρών
είναι
αυτά που θα μπορούσαμε
συνεχούς διαμόρφωσης στη λογοτεχνία
να
τα
ονομάσουμε
«επιχειρησιακά».
Ζοστσένκο
και γενικότερα στην τέχνη.
Σε
επαναστατικές
περιόδους
ευδοκιΗ νέα λογοτεχνική παραγωγή συνμούν
από
την
πρώτη
κιόλας
στιγμή
τα
πολεμικά
θούρια
δύαζε περισσότερες της μιας μεθόδου. Έτσι οι συγγραφείς μέσα από τις ενσαρκωμένες στο έργο τους ιδέες που μερικά από αυτά προετοιμάζουν ιδεολογικά την ποπου μετατρέπονταν σε συμπεριφορές των λογοτεχνικών ρεία προς την επανάσταση. Μεγάλη ζήτηση και κυκλοπροσώπων τους μέσα στα νέα αισθητικά περιβάλλοντα, φορία έχουν τα σατιρικά κι ίσως πιο πολύ τα χιουμοριάλλοτε προηγούνταν (έστω και μερικώς) των ιστορικών στικά είδη που συνήθως διακωμωδούν τους φορείς του
γεγονότων και πραγματώσεων στη χώρα τους, άλλοτε κοινωνικού συστήματος που κατέλυσε η επανάσταση,
συμβάδιζαν μ’ αυτά, άλλοτε ακολουθούσαν με κάποια και, ως εκ τούτου, αγωνίζονται για την επαναφορά τού
απόσταση, ενώ δεν ήταν λίγες οι προσπάθειες για ανα- παλιού στη ζωή.
Στα «επιχειρησιακά» είδη ανήκουν οπωσδήποτε και
παράσταση της εικόνας του μελλοντικού κόσμου που
προϋπήρχε στην δημιουργική φαντασία, με τη μορφή τα σύντομα, της μισής, της μιας ή και των λίγο περισκαλλιτεχνικού μοντέλου, στην επικρατούσα θεωρία, και σότερων σελίδων, πεζογραφικά κείμενα: το διήγημα,
σύγχρονοι μύθοι και θρύλοι, εύθυμες ιστορίες και αφηζούσε στην κατηγορία της καλλιτεχνικής πρότασης.
Ο νέος σοβιετικός άνθρωπος γεννιόταν και εξελίσ- γήματα με έντονο το στοιχείο της δημοσιολογικής – δησονταν πιο ολοκληρωμένος, πιο ελκυστικός στα σημα- μοσιογραφικής λογοτεχνίας. Η γλώσσα και το ύφος των
ντικότερα έργα της σοβιετικής λογοτεχνίας, της ποίησης «επιχειρησιακών» ειδών (στην ποίηση και την πεζογρακαι πρώτα απ’ όλα της πεζογραφίας. Και ίσως ακόμα πιο φία) βρίσκεται πολύ κοντά στον καθομιλούμενο λόγο,
Ο ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ είναι μια προ-
*
Η παρούσα μελέτη για το ρωσικό διήγημα αποτελεί σύντομη μορφή της εισαγωγής μου (των 26 σελίδων) στον τόμο «Το Ρωσικό Σοβιετικό
Διήγημα 1918-1990» που εκδίδεται από τις Εκδόσεις Λιβάνη το 2010 με πρόλογο του Β. Φίλια.
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
11
στη γλώσσα και το ύφος των μαχητών, γενικότερα των μεγαλύτερης δυνατής και κάθετης ανύψωσης της ψυχής,
αγωνιστών, της επαναστατικής διαδικασίας. Είναι οι του σώματος που εκείνη, η ψυχή, φλογίζει και κατακαίει,
εποχές, όπου τα κείμενα της επαναστατικής λογοτεχνί- ετοιμάζοντας το επόμενο άλμα για την καινούρια έφοδο.
ας γνωρίζουν τον μεγαλύτερο δυνατό εκδημοκρατισμό Επαναστατική πράξη και στίχοι-μουσικός σκοπός συτους σε όλα τα επίπεδα ιδεών και αισθητικής τέχνης. Οι νεργάζονται, αλλά κυρίως συναγωνίζονται στο ποιος θα
συγγραφείς, ποιητές και πεζογράφοι, βγαίνουν, συνή- ξεπεράσει ποιον σε επαναστατικό πάθος και προωθητική
θως, από τα γραφεία και τα σπίτια τους, συμμετέχουν, δύναμη, ο καθένας στον τομέα του και με τα μέσα που
παρακολουθούν ή ακολουθούν τις εξελίξεις της εποχής ανακαλύπτει και διαθέτει, ενώ από κοινού, σε συνεχώς
εκ του σύνεγγυς: συχνά ταυτίζονται πλήρως με τα πλήθη υψηλότερα επίπεδα αποτυπώνουν (και προωθούν) την
του επαναστατημένου λαού. Σε μια παρόμοια στιγμή της επαναστατική πράξη όχι μόνο ως προς τις επιτεύξεις,
δικής μας ιστορίας, ο πεζογράφος και δοκιμιογράφος – αλλά κυρίως ως προς τον καθορισμό των οραμάτων με
στοχαστής Γιώργος Θεοτοκάς σημείωσε στο Ημερολόγιό την επιδιωκόμενη πραγματοποίησή τους στη ζωή της
του (15 Νοεμβρίου 1940): «Αισθάνεται κανείς ότι αυτόν κοινωνίας.
τον πόλεμο τον κάνει πρώτα – πρώτα ο λαός, η μεγάλη
Το διήγημα διαθέτει άλλους τρόπους και μέσα απειλαϊκή μάζα, αυθόρμητα και παθιασμένα, υπακούοντας σε κόνισης τόσο της αντικειμενικής πραγματικότητας, όσο
ένστικτα σκοτεινά και ακατανίκητα.» (σ. 198). «…Ο λαός και εκείνης των ιδεών και των κοινωνικών ονείρων. Δεν
μου μού έχει μεταδώσει την πολεμική ορμή που τον κα- είναι ούτε στις προθέσεις, αλλά ούτε και στις δυνατότέχει. Το πλήθος μού επιβλήθηκε απόλυτα και με σέρνει τητές του να δαμάσει τη φλόγα της επαναστατημένης
μαζί του. Είμαι μόριό του, όργανό του και δεν μπορώ να ψυχής και μ’ αυτήν να πλάσει, όπως η ποίηση, τους φλοκάνω αλλιώς. Σε κάθε άλλη περίσταση θα αισθανόμουν γερούς στίχους και τη μουσική των θούριων. Ο διηγητην ανάγκη να αντιδράσω σε μια
ματογράφος με ηρεμία (τουλάχιστον
τέτοια κατάσταση, να ξαναβρώ την
πολύ μεγαλύτερη) και με τα μάτια του
κριτική μου σκέψη και την ατομική
στραμμένα όχι γενικά στις φλόγες της
πρωτοβουλία μου. Σήμερα δεν αισθάεπανάστασης, αλλά στο συγκεκριμένο
νουμαι μια τέτοια ανάγκη. Τουναντίο
επαναστατικό γεγονός που το απομοείμαι ευτυχής να νιώθω τον εαυτό
νώνει από το μέγα πλήθος των υπόλοιμου στην κατάσταση αυτή». (σ.208).
πων, και το ζωγραφίζει έτσι, σα να μην
υπάρχει τίποτα έξω από το γεγονός της
Θεωρώ ότι έχουμε να κάνουμε με
συγγενικές εποχές, συγγενικές καπροτίμησης και της περιγραφής του, το
ταστάσεις και ταυτόσημες (αντι)δράεξισώνει με την επανάσταση, την εποσεις των συγγραφέων: στην ΕΣΣΔ,
χή, την ίδια την ιστορία.
στα χρόνια της Επανάστασης, του
Το διήγημα δεν δέχεται, κι ούτε συΕμφυλίου και του Μεγάλου Πατριωμπεριλαμβάνει στα συστατικά στοιχεία
τικού πολέμου, από τη μια μεριά, το
του την αυστηρή οργάνωση του λόγου,
1940-41, στην κατοχή και το κίνημα
όπως είναι τα μέτρα, οι ρυθμοί, η ειτης Εθνικής Αντίστασης στην Ελλάδική ενορχήστρωση της ηχητικής υπόδα του 1940-1945, από την άλλη.
στασης και λειτουργίας, ο χωρισμός
Επόμενο ήταν στα ανήσυχα χρότου λόγου σε στίχους, σε δίστιχα και
Παουστόφσκι
νια των επαναστατικών συγκρούσεων
σε άλλου είδους στροφές και περιόδους.
στη Σοβιετική Ρωσία να προωθηθεί
Ο διηγηματογράφος ενσαρκώνει την ιδέα
στην πρώτη γραμμή της πεζογραφικής παραγωγής το δι- του, τις εμπειρικής προέλευσης μνήμες, δημιουργώντας
ήγημα, κι ακόμα πιο συγκεκριμένα το σύντομο διήγημα μια αλυσίδα από τη λογική πορεία των γεγονότων, κι αυτων μερικών σελίδων. Η νουβέλα και το μυθιστόρημα τήν ακολουθεί πιστά, με συνέπεια και κατά πειστικό τρόαπαιτούν μεγαλύτερο ξεκαθάρισμα του πολιτικού και του πο το λογοτεχνικό πρόσωπο του κειμένου. Το διήγημα
κοινωνικού τοπίου, χρονική απόσταση από τα ιστορικά αρχίζει μεν με την πρώτη λέξη και με την πρώτη φράση,
πράγματα της εποχής, ειδική ωρίμανση του πεζογράφου αλλά ο σχεδόν μονόσημος, ακόμα, λόγος μετατρέπεται
με την έννοια του φιλτραρίσματος γεγονότων, καταστά- σε πολύσημο και καλλιτεχνικό από τη στιγμή που η πλοσεων, αλλά και ιστορικών υποκειμένων μέσα από το δη- κή αποκτά μια καινούρια κι εντελώς απρόβλεπτη κατεύμιουργικό χωνευτήρι για να καταλήξουν, ως σχεδόν έτοι- θυνση, κάθε φορά που τα γεγονότα εξελίσσονται με μια
μο υλικό, στο συγγραφικό εργαστήρι.
μεγαλύτερη επιτάχυνση προς την ολοκλήρωση της υπόΣτο γόνατο (μεταφορικά, αλλά και κυριολεκτικά) θεσης: εδώ σημαδεύεται και η αρχή προς το τέλος της
μπορεί να γράψει κανείς ένα μικρό διήγημα, ενώ για τη υπόθεσης. Συνήθως η παρόμοια κομβικού χαρακτήρα (ή
σύνθεση του θούριου ούτε κι αυτό είναι απαραίτητο: «σταυροδρομική») τοπική και χρονική στιγμή είναι, βαγράφεις (κυρίως αντιγράφεις) ορθός, παρατηρώντας διά σικά, μία, χωρίς να αποκλείεται μια δεύτερη ή και τρίτη
γυμνού οφθαλμού τις πράξεις των επαναστατών κι ακούς συμπληρωματικής ή εμβόλιμης υφής, και εισάγεται με τη
με τεντωμένο αφτί τα λόγια που προηγούνται ή συνο- λέξη «ξαφνικά». Κατ’ αυτόν τον τρόπο κινείται πλέον το
δεύουν ή και ακολουθούν την επαναστατική πράξη σε κεντρικό ξάφνιασμα, όταν η πλοκή παίρνει μια αναπάντεχη στροφή και μπάζει στον κύριο δρόμο των εξελίαπόσταση ούτε καν αναπνοής.
Οι στίχοι και ο μουσικός σκοπός των θούριων αποτυ- ξεων στην υπόθεση του δοσμένου διηγήματος, όχι μόνο
πώνουν κυρίως τις στιγμές των ψυχικών εξάρσεων, της δεν αποκλείει, αλλά και προϋποθέτει τη δημιουργία νέων
12
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
εστιών ξαφνιάσματος περιορισμένου χαρακτήρα και εμ- λοτε καθοριστικά κι άλλοτε σε λιγότερο βαθμό το ρωσικό
βέλειας, αφού το στοιχείο του απρόβλεπτου και του ξαφ- διήγημα, κυρίως της σοβιετικής εποχής, αλλά και εκείνο
νικού βρίσκεται ανάμεσα στους συντελεστές της τέχνης της μετασοβιετικής και καπιταλιστικής πια Ρωσίας που
που τροφοδοτούν την αγωνία του αναγνώστη, επιτείνο- συχνά έχει ως σημείο αναφοράς τα προηγούμενα 70-75
ντας την αίσθηση και παραπέρα την αδιαμφισβήτητη χρόνια. Π.χ., τα τελευταία αφηγήματα του Σολζενίτσιν
αναγνώριση του συγγραφικού ταλέντου, προκαλώντας και Η Οπτασία του Ρασπούτιν δεν θα είχαν γραφεί αν δεν
εστίες αισθητικής συγκίνησης.
προϋπήρχαν τα σοβιετικά χρόνια.
Το ρωσικό σοβιετικό διήγημα εξετάζεται εδώ σε τρεις
Από την άλλη, όμως, μεριά, τα ονομαζόμενα αιώνια
ενότητες που εκπροσωπούν και εκφράζουν τη διαφορετι- προβλήματα και θέματα που συνοδεύουν τους ανθρώκότητα τριών βασικών περιόδων
πους ώς ένα βαθμό πέρα και έξω
στην ιστορία της ΕΣΣΔ. Το νέο
από τη λειτουργία ετούτου ή του
στοιχείο στο διήγημα πολιτογραάλλου κοινωνικού συστήματος
φείται τόσο σε επίπεδο εννοισε όλη την ιστορική περίοδο,
δεν μπορούσαν να ξεχαστούν,
ών και νοήματος, όσο και στους
τρόπους ενσάρκωσής τους. Οι
να μείνουν για πολύ χρόνο πατρεις ενότητες που προτείνομε
ραμελημένα, εκτός της συγγραείναι άνισες ως προς τη χρονική
φικής δραστηριότητας, αφού
διάρκεια, αλλά σημαντικές στην
απορρέουν από τις ανάγκες των
εξέλιξη του είδους, στον εμπλουανθρώπων της κάθε εποχής,
τισμό της γενικής εικόνας της
χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και
ρωσικής πεζογραφίας από το 1917
αυτά τα θέματα είναι απομονωώς το 1990.
μένα από την υπόλοιπη ζωή ή
Στην πρώτη περίοδο συμπεκαι ουδέτερα σε άμεση σχέση με
ριλαμβάνεται το διήγημα της
τη ζωντανή και αντικειμενική
Οκτωβριανής επανάστασης, του
πραγματικότητα της κάθε ιστοΕμφυλίου και παραπέρα του μερικής εποχής. Θα υποστήριζα
σοπόλεμου. Η δεύτερη αρχίζει με
μάλιστα, ότι ακόμα και τα εντεΑξιόνοφ
την έναρξη του Μεγάλου Πατριλώς καθαρά ανθρώπινα αισθήωτικού, για την ΕΣΣΔ, πολέμου
ματα, οι σκέψεις, τα όνειρα και
1941-45 και η τρίτη είναι εκείνη
οι προσδοκίες των λογοτεχνιτων μεταπολεμικών χρόνων 1946
κών προσώπων, που, εννοείται,
-1990. Οι τρεις καταστάσεις ή και
εκφράζουν την εδραιωμένη πια,
οι τρεις φάσεις που πέρασε στην
αλλά και εξελισσόμενη αντικειιστορία της αυτή η χώρα, με την
μενική πραγματικότητα, που
αναντίρρητη
διαφορετικότητά
ήταν μόνο σοβιετική, αποκτούν
τους ως προς τις ιστορικές επιλοστα διηγήματα της ίδιας εποχής
γές στους τομείς της εθνικής δράχροιά και οσμή σοβιετικής υφής.
σης όλων των λαών της ΕΣΣΔ,
Έχω υπόψη μου πεζογραφικά
έκρινε και υπαγόρευσε την επιλοκείμενα του Μπάμπελ και του
γή και τους τρόπους διαπραγμάΖόστσενκο, του Μαντελστάμ,
τευσης των θεμάτων από τη μεριά
του Μπουλγκάκοφ και του Γκριν
των διηγηματογράφων, ώστε να
της πρώτης περιόδου, του Παουμπορούμε με κάθε σιγουριά να
στόφσκι και του Παστερνάκ του
κάνουμε λόγο για διαφορετικές
πολέμου, του Σουξίν, του Λιχοφάσεις αυτού του είδους στην
ντέγιεφ, του Κρίβιν και άλλων
ανάπτυξη της σοβιετικής πεζοστα μεταπολεμικά χρόνια, της
Γκαλίνας Συτσόβα, αλλά και
γραφίας.
Βαλεντίν Ρασπούτιν
του Σολτζενίτσιν της μετασοβιΜερικά δείγματα νέων διηγημάτων που απεικονίζουν την
ετικής περιόδου.
μετασοβιετική Ρωσία, προέρχονται τόσο από παλαιότεΜια γενική θεώρηση και αποτίμηση του Ρωσικού
ρους πεζογράφους (Αλεξάντρ Σολζενίτσιν, Βαλεντίν Ρα- Σοβιετικού Διηγήματος στο σύνολό του οδηγεί στο συσπούτιν, Βασίλι Αξιόνοφ), όσο και από τις νέες και πολύ μπέρασμα ότι οι δημιουργοί του συνέχισαν τις καλύτερες
διαφορετικές φωνές δύο γυναικών που διαπρέπουν στο λογοτεχνικές παραδόσεις της Ρωσίας, αποτυπώνοντας
είδος με τον καθαρά δικό τους τρόπο (Γκαλίνα Σύτσοβα σε αυτό το λογοτεχνικό είδος το αποκλειστικά κι ανεπανάληπτα δικό τους πρόσωπο.
και Λιουντμίλα Σουχορούκοβα-Ελευθεριάδη).
Και βέβαια εννοείται, ότι οι τρεις, ακόμα και οι τέσΤο χρόνια 1918-30, 1941-45 και 1954-90 ήταν τα πιο
σερεις, περίοδοι, παρά τη διαφορετικότητά τους, δεν χω- δημιουργικά και γόνιμα, ανάδειξαν τις μεγάλες δυναρίζονται με σινικά τείχη. Οι νέες ιδέες, τα σοσιαλιστικά τότητες για περαιτέρω άνθιση του ρωσικού διηγήματος
ιδεώδη, οι εμπειρίες των σοβιετικών ανθρώπων, η ίδια η στην σοβιετική περίοδο και εκδοχή.
πορεία του νέου κοινωνικού συστήματος, επέδρασαν άλ-
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
13
Η συνεισφορά των Μακεδόνων
στην Εθνεγερσία του 1821
του Κωνσταντίνου Β. Χιώλου, Δρα Νομικής- Προέδρου της Εθνικής Ενώσεως Βορείων Ελλήνων
Η
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ κατά την
μακρά περίοδο της
Τουρκοκρατίας,
διεκρίθη σε εθνικούς αγώνες, σε
θυσίες αξιοθαύμαστες και δεν
υπελείφθη της κοινής Ελλάδος
σε πράξεις ηρωϊσμού και αυτοθυσίας. Λόγω δε της ιδιάζουσας
θέσεως της, από γεωγραφικής
απόψεως, υπέστη περισσότερον παντός άλλου τις συνέπειες
της Οθωμανικής κατακτήσεως.
Η Θεσσαλονίκη, οι Σέρρες, το
Μελένικο, η Κοζάνη, η Νάουσα, η Σιάτιστα και πολλές
άλλες πόλεις της Μακεδονίας διατήρησαν αμείωτη την
ελληνική ζωτικότητα τους καθ’ όλη τη διάρκεια της μακραίωνης δουλείας και ως εκ τούτου εδέχθησαν ασμένως
τα κηρύγματα της Φιλικής Εταιρίας. Όλες αυτές οι πόλεις
της Μακεδονίας, όταν υπό τις ευλογίες της εκκλησίας
την 25η Μαρτίου 1821, υψώνονταν στην Αγία Λαύρα η
Σημαία της Ελληνικής Επαναστάσεως, εξεγέρθηκαν και
συμμερίσθηκαν την τύχη της λοιπής Ελλάδος.
Πολλοί ήσαν εκείνοι, οι οποίοι με τη γραφίδα, είτε με
το χρήμα, είτε προσφέροντας τη ζωή τους, αγωνίσθηκαν
για την επιτυχία του απελευθερωτικού Αγώνος του 1821.
Εκείνος, όμως, του οποίου το όνομα κατ’ εξοχήν λαμπρύνει τις χρυσές δέλτους της Ελληνικής Ιστορίας και τιμά
την Ανατολική Μακεδονία και ιδιαίτερα εμάς τους Σερραίους, είναι αναμφίβολα ο Εμμανουήλ Παπάς, ο οποίος
μυηθείς στη Φιλική Εταιρία από τον Ιωάννη Φαρμάκη,
διέθεσε υπέρ του Αγώνος ολόκληρη τη μεγάλη του περιουσία, τη ζωή του και τη ζωή όλων γενικά των μελών της
οικογένειας του.
Στον Αγώνα στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, έλαβαν
ενεργό μέρος πολλοί Μακεδόνες, όπως ο Γεώργιος Ξενοκράτης και ο Νικόλαος Τουζουνίδης από τη Θεσσαλονίκη και ο Γεωργάκης Ολύμπιος, ο Αρματωλός του Ολύμπου που ήταν από τους πλέον επιφανείς αγωνιστές της
Εθνεγερσίας.
Τον πόθο για την ελευθερία κράτησαν άσβεστο στη
Μακεδονία, οι Αρματωλοί και οι Κλέφτες, κέντρο των
οποίων ήταν ο Όλυμπος.
Η παρά του Εμμανουήλ Παπά αναπτυχθείσα δράση
ήταν μεγάλη. Το επαναστατικό κήρυγμα του Εμμανουήλ
Παπά και η Επανάσταση της Χαλκιδικής ανησύχησαν
βαθέως την Τούρκικη Κυβέρνηση, η οποία προκειμένου
να ανακόψει την επέκταση της, διόρισε ως Πασά Θεσσαλονίκης τον Αμπούλ Αβούδ με εντολή να εκστρατεύσει
κατά της Χαλκιδικής και να καταπνίξει στο αίμα την Επανάσταση των Μακεδόνων. Ο Αμπούλ Αβούδ εξεστράτευσε με 15.000 στρατό περί τα τέλη Οκτωβρίου εναντίον
της Κασσάνδρας, την οποία ύστερα από σκληρό αγώνα
με τους 600 υπερασπιστές της, την κατέλαβε. Κατόπιν
τούτου, οι Τούρκοι της Θεσσαλονίκης αναθαρρήσαντες,
επετέθησαν κατά του Χορτιάτη και των Βασιλικών, όπου
εφόνευσαν εκ των 200 ανδρών του Χάψα τους 60, καθώς
και τον ίδιο.
Απογοητευμένος ο Εμμανουήλ Παπάς από την κατάσταση στην οποία περιήλθε η Επανάσταση στη Χαλκιδική, αναχώρησε την 27η Οκτωβρίου με τον υιό του από
την Κασσάνδρα, προκειμένου να επιτύχει την αποστολή
βοήθειας από πλοία και πολεμοφόδια για τη συνέχιση
του Αγώνος στη Χαλκιδική. Ατυχώς, όμως, συντελούσης και της καταστροφής της Κασσάνδρας, τα γεγονότα
έλαβαν ραγδαία δυσάρεστη εξέλιξη. Κατόπιν τούτου, ο
μετά τόσου ενθουσιασμού και τόσων προσδοκιών, αρχίσας τον απελευθερωτικό Αγώνα τη Πατρίδος, Εμμανουήλ Παπάς, φεύγει και μόλις προφθάνει να αποβιβασθεί
μαζί με τον υιό του Ιωάννη και τον υπασπιστή του Χατζηπέτρο στο πλοίο του Χατζηβισβίκη, προτιθέμενος να
μεταβεί στην Ύδρα, διότι μετά τόσες κακουχίες, εγκατάλειψη και έντονες ψυχικές συγκινήσεις, υπέστη εν πλώ
συγκοπή καρδιάς και απέθανε την 5η Δεκέμβριου 1821
σε ηλικία μόλις 48 ετών, ενώ το πλοίο παρέπλεε στον Καφηρέα (Κάβο Ντόρο) και ετάφη με τιμές Αρχιστράτηγου
στην Ύδρα, μετά μάλιστα την μεταβολή του έτους 1843
αναγράφηκε στο Ελληνικό Βουλευτήριο το όνομα του,
ως ενός των πρωταγωνιστών της Εθνεγερσίας του 1821.
Έτσι, εξέλιπε μια συμπαθέστατη μορφή του Ιερού
Αγώνος του 1821, ο ακραιφνής εκείνος Έλληνας, στον
ένθερμο πατριωτισμό του οποίου οφείλονταν η επαναστατική κίνηση της Μακεδονίας.
Το Έθνος απεστερήθη του Αρχιστράτηγου των Μακεδονικών Δυνάμεων Εμμανουήλ Παπά, τίτλο που απένειμε εις αυτόν ο Δημήτριος Υψηλάντης, Γενικός Επίτροπος
της εν Ναυπλίω Επαναστατικής Κυβερνήσεως, διότι με
δικές του δαπάνες εξήγειρε την Μακεδονία σε Επανάσταση, προσέφερε ύψιστες υπηρεσίες υπέρ της κοινής
ελευθερίας και συνέδραμε τους αδύναμους ομογενείς
της Θεσσαλονίκης, των Σερρών, της Κασσανδρείας, του
Άγιου Όρους και όλης της Χαλκιδικής.
Το έργο του Εμμανουήλ Παπά, παρά την εκ πρώτης
όψεως φαινομενική αποτυχία της μάχης της Κασσάνδρας, υπήρξε μέγα με τεράστια απήχηση επί του όλου
Αγώνος και ιδιαίτερα της πολιορκίας της Τριπολιτσάς, διότι αν δεν απασχολούνταν ο εκ 15.000 ανδρών τουρκικός
στρατός του Αμπούλ Αβούδ με το ιππικό και το πυροβολικό στη Χαλκιδική, θα μεταφέρονταν στο Μοριά, οπότε
δεν είναι γνωστό ποια τύχη θα είχε η έκβαση του όλου
απελευθερωτικού Αγώνος των Πανελλήνων.
Με την πτώση της Κασσάνδρας, δεν τελείωσε η δοκιμασία της Μακεδονίας. Οι υπό τον Ζαφειράκη Θεοδοσίου, τον Καρατάσο και τον Αγγελή Γάτσο από τα Βοδενά,
γενόμενες προετοιμασίες, έφθασαν στο σημείο, ώστε την
Χοροστάσι
14
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
22α Φεβρουαρίου να εισέλθουν στη Νάουσα ένοπλοι,
να καταλύσουν τις Τουρκικές Αρχές και να δώσουν τον
όρκο του Αγώνος στο Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Δημητρίου.
Ο Αμπούλ Αβούδ, ευθύς ως επληροφορήθη την Επανάσταση της Ναούσης, εβάδισε εναντίον των επαναστατών με δύναμη 16.000 πεζικού, ιππικού και πυροβολικού.
Η πολιορκία έγινε στενή και η πίεση των πολιορκητών
σφοδρή.
Την 6η Απριλίου 1822 οι Τούρκοι, διασπάσαντες με
το πυροβολικό τους και τον όγκο τους την ζώνη των επαναστατών, ώρμησαν με αλαλαγμούς εις τας οδούς και τας
οικίας της πόλεως. Έξαλλοι γενόμενοι οι Τούρκοι, έσφαζαν αδιακρίτως τους πάντες. Γυναίκες με μικρά παιδιά
στην αγκαλιά τους, ετράπησαν προς ύψωμα στη βραχώδη
όχθη της Αραπίτσας και από εκεί, για να μην πέσουν στα
χέρια των μαινομένων Τούρκων, και για να αποφύγουν
τις ατιμώσεις, ερρίπτοντο στα καταρρακτώδη νερά της
Αραπίτσας. Οι ηρωίδες αυτές της Ναούσης, με την ομαδική αυτοκτονία τους, έκλεισαν για δεύτερη φορά ένα
νέο ανατριχιαστικό επίλογο «του χορού του Ζαλόγγου»,
τον χορό της Αραπίτσας.
Ο Ζαφειράκης και ο Καρατάσος, μαχόμενοι συνεχώς,
κατορθώνουν να φθάσουν έξω από τη Βέροια. Καταδιωκόμενοι, κατόπιν προδοσίας, περικυκλώνονται και αφού
συλλαμβάνονται σφαγιάζονται από τους Τούρκους στο
Φραγκόζι.
Τα ιστορικά γεγονότα μαρτυρούν, ότι η συνεισφορά
των Μακεδόνων στον υπέρ της Ελευθερίας των Ελλήνων Ιερόν Αγώνα του 1821, υπήρξε λίαν αποφασιστικής σημασίας. Με τρείς μεγάλες επαναστατικές εστίες
που δημιούργησαν οι Μακεδόνες, ήτοι υπό Εμμανουήλ
Παπά, στην περιοχή Βεροίας- Ναούσης και Εδέσσης υπό
τους Αγγελή Γάτσο, Ζαφειράκη Θεοδόσιο και Καρατάσο
και στην περιοχή Πιερίας- Ολύμπου υπό τους Γρηγόριο
Σάλα, Νικόλαο Κασομούλη και Διαμαντή Ολύμπιο, αντιστάθηκαν σθεναρώς στους Τούρκους και συνέβαλαν τα
μέγιστα επιτυχή έκβαση του υπέρ Πίστεως και Πατρίδος
Ιερού Αγώνος των Πανελλήνων.
Τελικώς η Επανάσταση στη Μακεδονία, ούσα ασυντόνιστη, κατεπνίγη στο αίμα, αφού οι Τούρκοι διέθεσαν
προς τούτο μεγάλες δυνάμεις στρατού. Έτσι, η αιματηρή
αποτυχία του Χορτιάτη και της Κασσάνδρας, η μεγάλη
καταστροφή και σφαγή της Ναούσης, η σφαγή της Χίου
Τ
και η καταστροφή των Ψαρών, είναι μοιραία αποτελέσματα μη καλώς συντονισμένης εθνικής δράσεως και πολεμικής προσπάθειας, η οποία και συνετέλεσε στο να παραταθή η δουλεία των επαρχιών αυτών μέχρι το 1912. Παρά
ταύτα, όμως, το αγωνιστικό φρόνημα των Μακεδόνων
δεν εκάμφθη και συνέχισαν ούτοι απτόητοι τον Αγώνα,
παρέχοντας τη συνδρομή τους στη λοιπή αγωνιζόμενη
Ελλάδα και προσφέροντες εις αυτήν τους βραχίονες και
το αίμα τους. Πολλοί από τους Μακεδόνες διακρίθηκαν
σε πολλές μάχες για την τόλμη τους, την ανδρεία, την αυταπάρνηση και το γενναίο φρόνημα τους. Προκειμένου,
λοιπόν, να συνεχίσουν τον Αγώνα τους και την πολύτιμη
συνεισφορά τους στην Εθνεγερσία, κατήλθαν στη Νότιο
Ελλάδα και αφού συγκρότησαν Μακεδονική Φάλαγγα,
παρείχαν αμέριστη τη συνδρομή τους στην απελευθέρωση του Έθνους των Ελλήνων μέχρι του διπλωματικού τυπικού τέρματος της Ελληνικής Επαναστάσεως που έλαβεν χώραν το έτος 1830 με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου,
δια του οποίου ανεγνωρίσθη διεθνώς το Ελληνικό Κράτος
με όρια το Σπερχειό και τον Αχελώο. Παραλλήλως, όμως,
προς τους πολεμιστάς, κατέφυγαν και στην αγωνιζόμενη
υπόλοιπη Ελλάδα από όλα τα υπόδουλα μέρη και λόγιοι
και επιστήμονες, έχοντες σπουδάσει στο εξωτερικό, των
οποίων ανδρών ήταν μεγάλη η έλλειψη κατά την εποχή
εκείνη. Γι’ αυτό και όλοι οι μορφωμένοι άνδρες, μόλις
κατήλθαν στην Ελλάδα, χρησιμοποιήθηκαν αμέσως στη
συγκρότηση και λειτουργία της νέας κρατικής μηχανής.
Έτσι, μεταξύ άλλων, από τα κυριότερα στελέχη του νέου
Ελληνικού Κράτους υπήρξαν ο Αναστάσιος Πολυζωϊδης
από το Μελένικο, που έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην
Α’ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου το 1822. Θα παραμείνη μάλιστα εσαεί υπόδειγμα αμερόληπτου δικαστικού
λειτουργού, εκ του ότι ως Πρόεδρος του συγκροτηθέντος
στο Ναύπλιο εκτάκτου δικαστηρίου, αρνήθηκε πεισμόνως μετά του συναδέλφου του Γεωργίου Τερτσέτη, να
υποκύψει στις πιέσεις των Βαυαρών και να καταδικάσει
σε θάνατο, όπως του ζητούσαν, τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Με τη σθεναρή αυτή στάση του ο Πολυζωίδης,
διέσωσε το κύρος της Δικαιοσύνης, για την οποία αγωνίσθηκε σε όλη του τη ζωή και ανεδείχθη ανυποχώρητος
υπερασπιστής του Δικαίου. (Για το έργο του Πολυζωίδη
βλέπε και στο τεύχος 24 του περιοδικού μας).
Ε Υ Χ Α Ρ Ι Σ ΤΗ Ρ Ι Ο
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ Κ.Ε.ΧΟ.Λ.Π. ευχαριστεί ιδιαίτερα τον κ. Μιχαήλ Γ. Πολυμενέα για την ευ-
γενική του προσφορά 300 ευρώ για τις ανάγκες του Συλλόγου και για το Χοροστάσι. Η χειρονομία του αυτή
αποκτά μια ξεχωριστή βαρύτητα και σημασία, λόγω των κρίσιμων οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο Σύλλογός μας αλλά και ο λαός μας, γενικότερα, από τις δυσμενείς πολιτικο-οικονομικές εξελίξεις των ημερών.
Είθε το παράδειγμά του να αποτελέσει κοινωνικό πρότυπο για μίμηση με την ελπίδα ότι, έστω και έτσι, θα περισωθεί ότι έχει απομείνει από το εθνικό φιλότιμο δεδομένου ότι η κρατική μέριμνα για τον Πολιτισμό ήταν και εξακολουθεί να παραμένει υπόθεση ολίγων και, πάντως, όχι του αρμόδιου Υπουργείου.
Ωστόσο, οι ανιδιοτελείς χειρονομίες των δικών μας φίλων αποτελούν για μας, κυρίως, το ηθικό εκείνο στήριγμα,
που μας ωθεί ακόμη περισσότερο, με περισσότερο πείσμα, να συνεχίσουμε, απερίσπαστοι, το πολιτιστικό μας έργο,
προσπερνώντας τις όποιες αντιξοότητες.
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
15
Οι γυναίκες στην Εθνική Αντίσταση
μέσα από την προφορική Ιστορία
του Σωτήρη Δημητρίου, ανθρωπολόγου
Η
ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΙ μια σημαντική περιοχή της
γνώσης που δεν παραμένει αμετάβλητη αλλά βρίσκεται και αυτή μέσα στην ιστορία, διεξάγει συνεχώς διάλογο με το παρελθόν της και το αναμορφώνει.
Επιπλέον, έχει και την προϊστορία της, τις προφορικές
παραδόσεις για τις γενεαλογίες και τους θρύλους για
άθλους των βασιλιάδων-ημιθέων. Τον αποφασιστικό διαχωρισμό από την προϊστορία τον επέβαλε η κατάκτηση
της γραφής, γι’ αυτό λέμε ότι η ιστορία αρχίζει μαζί με
τη γραφή.
Πέρα από τα μεγάλα ζητήματα
που απασχολούν τη σύγχρονη επιστήμη της ιστορίας, αλλά δεν υπάρχει χώρος για να αναφερθούν εδώ,
εκείνο που θα πρέπει να επισημανθεί είναι ότι, αν και δεν φαίνεται να
αφορά την πρακτική ζωή, εντούτοις
δεν είναι μια μορφή γνώσης που κατοικεί στους ουρανούς. Αντίθετα,
συνδέεται στενά με τις ανάγκες του
ανθρώπου και παίζει αποφασιστικό
ρόλο για τον προσδιορισμό της θέσης του στον κόσμο. Πιο συγκεκριμένα, συνδέεται με τις διαδικασίες
εκείνες, με τις οποίες η κοινωνία
συγκροτεί τη συνοχή της, αξιολογεί
το παρελθόν της και χρησιμοποιεί
την αξιολόγηση αυτή για την πορεία
της στο μέλλον. Γι’ αυτό το λόγο,
στις κοινωνίες οι οποίες έχουν συγκεντρωτικές δομές εξουσίας –τέτοιες είναι σχεδόν όλες οι σύγχρονες κοινωνίες- οι κοινωνικές δυνάμεις που διαχειρίζονται τις δομές αυτές, για να
ελέγχουν την κοινωνική συνοχή, διαχειρίζονται επίσης
και την ιστορία. Δεν είναι δύσκολο να κατανοήσουμε ότι
η ιστορία γράφεται για εκείνα τα άτομα και τις κοινωνικές ομάδες που συνδέονται με την οργάνωση, επιβολή
και συντήρηση της δομής των σχέσεων κυριαρχίας. Συνεπώς, η ιστορία ανασυγκροτεί το παρελθόν με βάση τις
κατηγορίες και τα συμφέροντα του παρόντος, και συγκεκριμένα, με βάση τα κριτήρια και τα συμφέροντα των
απολογητών της εξουσίας, που για λογαριασμό της την
συντάσσουν. Στην περίοδο της απολυταρχίας αναφέρεται
στις πράξεις των ηγεμόνων –η έννοια της ιστορίας του
πολιτισμού εμφανίζεται τον 18ο αιώνα από τον Βολταίρο.
Στην περίοδο του έθνους κράτους η ιστορία αναφέρεται
στο ένδοξο παρελθόν του έθνους και στις μάχες που έδωσε με τους γείτονές του. Με το ίδιο σκεπτικό εξηγείται το
γιατί η ιστορία δεν αναφέρεται στα άλλα κοινωνικά
στρώματα που παίζουν περιθωριακό ρόλο, στις μειονότητες, στις γυναίκες, στους δούλους και αποικιοκρατούμενους, στους αποκλίνοντες κ.ά. Υπάρχει οργανωμένο
σύστημα από σχολές, θεσμούς και παρεμβάσεις που
προσδιορίζουν ώστε τα κριτήρια με τα οποία συντάσσεται και διδάσκεται η ιστορία να συμφωνούν με τα κριτήρια της Πολιτείας και, γενικότερα, του έθνους κράτους. Η
παραβίαση αυτών των κριτηρίων καταγγέλλεται ως παραχώρηση στην εμπάθεια και, συνεπώς, ως έλλειψη
αντικειμενικότητας. Αλλά η ίδια η επίσημη ιστορία, εφόσον κάνει επιλογή στα γεγονότα και αποσιωπά πολλά
άλλα, είναι αδύνατον να γίνει αντικειμενική. Πολύ περισσότερο στερείται αντικειμενικότητας εφόσον αποσιωπά ολόκληρα κοινωνικά στρώματα
όπως τις γυναίκες –για να μην αναφέρουμε την προσθήκη «ιστορικών κατασκευών», π.χ. το λάβαρο της Αγίας
Λαύρας ή το κρυφό σχολειό. Εντούτοις, μαζί με την ιστορία κινείται και
η επιστήμη της ιστορίας. Με άλλα λόγια, από καιρό έχουν διαδραματιστεί
προσπάθειες να υπερπηδηθεί το μονοπώλιο της επίσημης ιστορίας, να
ερευνηθεί με νέες μεθόδους το παρελθόν και να αξιολογηθεί με νέα θεώρηση το νόημά της. Για παράδειγμα,
αναζητήθηκαν νέες αξιόπιστες πηγές
στα αρχεία των κοινοτήτων και των
ενοριών, πέρα από τα κρατικά έγγραφα. Ανάλογες προσπάθειες έγιναν να
διερευνηθούν και άλλες πλευρές της
κοινωνικής ζωής, καθώς και ο ιστορικός ρόλος των περιθωριακών ομάδων,
αυτών που ονομάστηκαν «ομάδες χωρίς φωνή». Είναι φανερό ότι η απουσία στην ιστορία της
φωνής των ομάδων αυτών αντανακλά την έλλειψη κοινωνικής δύναμης από μέρους τους. Επομένως, η διεκδίκηση για την αποκατάσταση της ιστορίας τους συνδέεται
με τη διεκδίκηση της ταυτότητάς τους, άρα με το κίνημα
για τη χειραφέτησή τους. Τη μεγαλύτερη από τις «ομάδες χωρίς φωνή», που είναι ο μισός πληθυσμός, την αποτελούν οι γυναίκες. Το ζήτημα για την έρευνα της ιστορίας τους τέθηκε ουσιαστικά στη δεκαετία του ’60 με
πρωτοβουλία του φεμινιστικού κινήματος. Δηλαδή, εμφανίστηκε σε σύνδεση με το αίτημα για τη χειραφέτησή
τους. Οι σοβαρότερες δυσκολίες ήταν η έλλειψη επαρκών πηγών και η απουσία συλλογικής μνήμης. Σχετικά
με το πρώτο, τις πηγές της ιστορίας τους, αναζητήθηκαν
μαρτυρίες από τα γραπτά των γυναικών, τις επιστολές και
τα ημερολόγια. Οι μαρτυρίες αυτές αντιπροσώπευαν μια
μικρή μερίδα του γυναικείου φύλου, τις διανοούμενες.
Επιπλέον, παρατηρήθηκε ότι, ενώ τα αντίστοιχα γραπτά
των ανδρών αναφέρονταν στη δημόσια ζωή, τα γραπτά
των γυναικών περιέχουν, κυρίως, λεπτομέρειες της καθημερινότητας. Αυτό εξηγήθηκε από τον ιδιαίτερο κοινωνι-
16
Χοροστάσι
κό τους ρόλο, που τις ανάγκαζε να ζουν σε περιορισμένες
συνθήκες «γκέτο», έξω από τη σφαίρα των αποφάσεων.
Το επιβεβαιώνει, άλλωστε, η μεγάλη καθυστέρηση να
αποκτήσουν το δικαίωμα της ψήφου. Η δεύτερη δυσκολία, η απουσία συλλογικής μνήμης είναι εξίσου σοβαρή.
Οφείλεται στο γεγονός ότι η ατομική μνήμη κάθε ανθρώπου διατηρείται, όπως έδειξαν οι έρευνες, ανάλογα με το
βαθμό που οι προσωπικές εμπειρίες συνδέονται και αγκυρώνονται πάνω στα ιστορικά γεγονότα που αφορούν γενικά την κοινότητα. Η αγκύρωση αυτή διαμεσολαβείται
διαμέσου των οικογενειακών αφηγήσεων, ιδίως σχετικά
με τη γενεαλόγηση, με τις οποίες εξοικειώνεται το παιδί
και τις χρησιμοποιεί για να συγκροτήσει την ταυτότητά
του. Για την οργάνωση της συλλογικής μνήμης συμβάλλουν πολλές διαδικασίες: Η επιλογή μιας σειράς ιστορικών γεγονότων που να είναι αποδεκτά από την κοινότητα
(εκλογές, κρίσεις, θάνατοι επισήμων κ.ά.), η χρήση της
σειράς αυτής ως ορόσημα για την αναφορά των εμπειριών της ομάδας στην καθημερινή επικοινωνία και στην
πρακτική και, τέλος, η πρόσδεση των ατομικών αναμνήσεων πάνω σ’ αυτόν τον καμβά. Για να μην επεκταθούμε
περισσότερο στην ανάλυση της συλλογικής μνήμης, σημειώνουμε μόνο ότι αυτή είναι επενδυμένη με τον κυρίαρχο λόγο. Για το λόγο αυτό οι γυναίκες δεν μπορούσαν
να γράψουν αναμνήσεις που να έχουν άξονα αναφοράς
μόνο γυναίκες ή πράξεις γυναικών, γιατί τέτοιες πράξεις
δεν καταγράφονται. Φυσικά, η ατομική μνήμη δεν χάνεται. Με τη διαφορά ότι, εάν εμφανίζεται στο επίπεδο του
ρητού, εξαρτημένη από τη συλλογική μνήμη και τον κυρίαρχο λόγο, τα προσωπικά βιώματα και οι λογοκριμένες
συμπεριφορές απωθούνται στο επίπεδο του άρρητου, στο
υποσυνείδητο. Είναι γνωστό το φαινόμενο της αμνησίας
που έχουν υποστεί οι τραυματικές εμπειρίες από τον πόλεμο, τα άσυλα ανηλίκων κ.ά. Ορισμένες από τις απωθημένες αυτές εμπειρίες έχουν σωματοποιηθεί και οι πιο
τραυματικές, όταν εμφανιστούν στη συνείδηση συνοδεύονται με νευρωτικά συμπτώματα και παραληρήματα.
Ανάλογη σωματοποίηση παρουσιάζεται και στις γυναίκες εξαιτίας της καταπιεστικής αγωγής που υφίστανται.
Για παράδειγμα, οι γυναίκες της Μάνης περπατούν πάντα
σκυφτές, σύμφωνα με την έρευνα της Ν. Σερεμετάκη. Η
λύση αναζητήθηκε στην προφορική ιστορία η οποία με
κατάλληλες μεθόδους επιδιώκει να δημιουργήσει τέτοιες
συνθήκες επικοινωνίας ώστε να αναδυθούν τα βιώματα
και οι κρυμμένες αναμνήσεις των ατόμων που ανήκουν
στις «ομάδες χωρίς φωνή». Κατά την παλαϊκή Εθνική
Αντίσταση του 1941-44 συνέβη, μαζί με τα άλλα, και το
εξαιρετικό γεγονός, να βγουν οι γυναίκες στον απελευθερωτικό αγώνα πλάι στους άνδρες και ισότιμα με αυτούς.
Ο επίσημος λόγος αναγκάστηκε να μιλήσει για τις γυναίκες στην ιστορική αυτή εποχή αλλά περιορισμένα στον
καθιερωμένο υποτελή ρόλο τους. Τις απεικόνισε να πλέκουν τη «φανέλα του στρατιώτη» και να οδηγούν τα φορτωμένα με εφόδια μουλάρια στα βουνά της Πίνδου. Τη
συμμετοχή τους στην Αντίσταση όχι μόνο την απέκρυψε
αλλά την ποινικοποίησε. Τις καταδίωξε με απρόσμενη
αγριότητα γιατί είχε ένα λόγο παραπάνω. Ο πρώτος ήταν
ο γενικός λόγος για όλους, επειδή επήραν μέρος στον
απελευθερωτικό αγώνα. Ο δεύτερος ήταν γιατί δεν μπορούσε να τους συγχωρέσει το γεγονός ότι έδρασαν στη
δημόσια σφαίρα, σ’ αυτήν όπου επιτρέπεται να δρουν
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
μόνο οι άνδρες. Εξαιτίας των καταπιεστικών κοινωνικοπολιτικών συνθηκών που ακολούθησαν μετά το 1945,
καθώς και εξαιτίας άλλων αιτίων που αξίζει να διερευνηθούν, ο ρόλος των γυναικών στην Εθνική Αντίσταση δεν
μπόρεσε να προβληθεί ούτε από την Αριστερά, ώστε παρέμεινε αφανής. Στις αναφορές μας για την Εθνική Αντίσταση εξυπακούεται κατά κανόνα ότι εκείνοι που την
έκαναν ήταν οι άνδρες. Μαζί με την απώλεια αυτή της
συλλογικής μνήμης παραμένει αφανές και ένα μεγάλο
μέρος από την ιστορία μας, δεδομένου ότι η συμμετοχή
των γυναικών στο Δημοκρατικό Στρατό έφτανε το 30%
και ότι γενικά η συμμετοχή τους στους κοινωνικοαπελευθερωτικούς αγώνες είχε σοβαρές συνέπειες στην
αλλαγή της θέσης των γυναικών στην μεταπολεμική κοινωνία. Για τους λόγους αυτούς, η διάσωση του πρωταγωνιστικού ρόλου των γυναικών κατά την κρίσιμη ιστορική
περίοδο του 1941-49 από τις δύο ταινίες «Πουλιά στους
βάλτους» και «Η ζωή στους βράχους» της Αλίντας Δημητρίου αποτελεί σημαντικό επίτευγμα. Είναι ευνόητο ότι η
κατάθεση της ιστορικής μνήμης των γυναικών της Αντίστασης στις δύο ταινίες που αναφέρθηκαν δεν οφείλεται
στη συλλογική μνήμη, αφού ο κυρίαρχος λόγος που πάνω
του στηρίζεται η συλλογική μνήμη καταδίωξε τις γυναίκες για τη συμβολή τους στην Αντίσταση και προσπάθησε με κάθε μέσον να εξοντώσει φυσικά και ηθικά τις ίδιες
και να εξαλείψει, μαζί με την Αντίσταση, και τη μνήμη
τους. Η μνήμη τους διασώθηκε εξαιτίας της πίστης τους
στα ιδανικά που υπερασπίστηκαν, των μεγάλων γεγονότων ιστορικής ανάτασης που έζησαν, και κυρίως στο ότι
διατήρησαν ένα τρόπο συνέχειας αυτών των γεγονότων
με τη συμμετοχή τους σε επετειακές συναθροίσεις, στην
ίδρυση μνημείων, στην οργάνωση συλλόγων ή ακόμα και
σε συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας –κάποιες, παρά τα 85
χρόνια τους, επήραν μέρος στο Φόρουμ της Γένοβα. Διασώθηκε γιατί παρέμεινε ζωντανή στην επικοινωνία τους.
Γι’ αυτό δεν πέρασε στο ασυνείδητο και δεν σωματοποιήθηκε. Το παρουσιαστικό τους διατηρεί την ίδια στάση
αξιοπρέπειας και λεβεντιάς που είχαν στην εποχή που
αγωνίζονταν. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η μνήμη τους
εντάσσεται σε μιαν άλλη, στην κοινωνική μνήμη. Για τη
σύνταξη και των δύο ταινιών η σκηνοθέτιδα βασίστηκε
στη μέθοδο της προφορικής ιστορίας. Δεν χρησιμοποίησε ερωτηματολόγια ή επίκαιρα ούτε γραπτό ή μνημειακό
υλικό. Στηρίχτηκε στα ίδια τα πρόσωπα των αγωνιστριών
και στα βιώματά τους. Τις προσείλκυσε σε ένα κλίμα
απλής επικοινωνίας ώστε να αφεθούν να εξιστορήσουν
τα γεγονότα της αντίστασης και όσα άλλα συμβάντα της
ζωής τους συνδέονταν με αυτά. Μέσα από τη ροή της
αφήγησης ξαναζωντάνευε η ατμόσφαιρα της εποχής και
αναδυόταν, μαζί με τα βιώματα, και ο συγκινησιακός
φόρτος που συνόδευε τα γεγονότα. Με τον τρόπο αυτό,
και με την ιδιαίτερη επεξεργασία του μοντάζ από τη σκηνοθέτιδα, οι δύο ταινίες συνιστούν ένα πάνθεον, μια διαδοχή προσώπων όπου το ένα συμπληρώνει το άλλο, δίνοντας την εντύπωση ότι μιλάει για την Αντίσταση μια
γυναίκα με πλήθος προσώπων. Αυτή η γυναίκα-πάνθεον
μιλάει επιπλέον και με πλήθος σωμάτων, γιατί το πρόσωπο και το σώμα εκφράζουν και συμπληρώνουν εκείνα
που ιστορεί το στόμα. Είναι πολλές και άγνωστες οι γυναίκες που επήραν μέρος στην Εθνική Αντίσταση και
που γι’ αυτή την προσφορά τους ανταμείφθηκαν με
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
17
62 χρόνια ελεύθερα Δωδεκάνησα
Επετειακές εκδηλώσεις για την ενσωμάτωσή τους στην Ελλάδα
Μ
Ε ΣΕΙΡΑ ΛΑΜΠΡΩΝ ΕΠΕΤΕΙΑΚΩΝ εκδηλώσεων,
τιμήθηκε, φέτος, στην Αθήνα, η απελευθέρωση
των Δωδεκανήσων, η οποία πραγματοποιήθηκε
πριν από 62 χρόνια, μετά από 638 χρόνια σκλαβιάς.
Η επίσημη Ενσωμάτωση των νησιών στην Ελλάδα
έγινε στις 7-3-1948 αλλά, ήδη από το 1947, τα Δωδεκάνησα τελούσαν υπό ελληνική διοίκηση, μετά από την σχετική παραχώρησή τους προς την χώρα μας, που είχε προηγηθεί στο Παρίσι (στις 27-6-1946), από το Συμβούλιο
των Υπουργών των Εξωτερικών των τεσσάρων δυνάμεων
(Γαλλία, Βρετανία, Ιταλία και Ρωσία).
Μέχρι τότε, τα Δωδεκάνησα βίωσαν μια μακρόχρονη
κατοχή που άρχισε από την ρωμαϊκή κυριαρχία και το
Βυζάντιο (395 μ.Χ. - 1310), και συνέχισε με την εξουσία
των ιπποτών του Αγίου Ιωάννη (1310-1522), την Οθωμανική Αυτοκρατορία (1522-1012), την Ιταλική κατάκτηση
(1912-1943), τη Γερμανική κατοχή (1943-1945) και την
Βρετανική διοίκηση (1945-1947.
Βέβαια η ελληνική ιστορία των Δωδεκανήσων μετρά,
τουλάχιστον, τέσσερεις χιλιάδες χρόνια, από τότε, δηλαδή, που κατοικήθηκαν από τους αρχαίους λαούς, όπως
ήταν: οι Τελχίνες και οι Κάρες, οι Αχαιοί, οι παλαιοί Δωριείς και οι Ίωνες. Από εκείνη την περίοδο και μέχρι την
πιο πρόσφατη περίοδο, οι Δωδεκανήσιοι, ακολούθησαν
τις τύχες του Ελληνισμού, αντιμετωπίζοντας πολλές
εχθρικές επιδρομές και πολλούς κατακτητές, χωρίς, ποτέ,
να χάσουν τον πολιτισμό τους και την εθνική ταυτότητά
τους, δεδομένου ότι υπήρξαν, πάντα, μαχητές και ναυτιλλόμενοι.
Σήμερα, ο γεωγραφικός προσδιορισμός των Δωδεκανήσων ορίζεται στα νησιά, που βρίσκονται στο Αιγαίο
Πέλαγος, ανάμεσα στη Σάμο, την Κρήτη και τα μικρασιατικά παράλια, τα οποία, όμως, όλα μαζί (μεγάλα και
μικρά), ξεπερνούν, κατά πολύ τα δώδεκα. Τα μεγαλύτερα από αυτά είναι τα νησιά: Ρόδος, Κάρπαθος, Κως,
Κάλυμνος, Αστυπάλαια, Κάσος, Τήλος, Σύμη, Λέρος,
Νίσυρος, Πάτμος, Χάλκη, Σαριά, Λειψοί, Ψέριμος, Αγαθονήσι, Λέβιθα, Καστελόριζο ή Μεγίστη). Πολύ συχνά,
στη μακραίωνη ιστορία τους, ένα μεγάλο μέρος των κατοίκων τους μετεγκαταστάθηκε στην περιοχή της Αττικής, όπως συνέβη και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας.
Μάλιστα, είναι ιδιαίτερα, χαρακτηριστικό το γεγονός ότι
η Δωδεκανησιακή παροικία της Αθήνας είχε δημιουργήσει δευτεροβάθμιους συλλόγους και επιτροπές, από την
περίοδο της Ιταλικής κατοχής των νησιών (1912-1945),
όπως ήταν: η Κεντρική Δωδεκανησιακή Επιτροπή, η Δωδεκανησιακή Νεολαία, η Ένωση Αλυτρώτων Δωδεκανησίων κ.ά., με κύριο σκοπό να ενισχύσουν τον αγώνα για
την απελευθέρωση από το δυνάστη.
Μετά την απελευθέρωση, συνέχισε η δημιουργία
πολλών σωματείων, που, πριν από 25 χρόνια, συσπειρώθηκαν στην Ομοσπονδία Δωδεκανησιακών Σωματείων
Αθηνών-Πειραιώς, η οποία, με τις ποικίλες εκδηλώσεις
της, συνεχίζει να αποτελεί έναν από τους πλέον σημαντικούς εκφραστές της Συλλογικής μνήμης της ιστορικής
Δωδεκανησιακής Παροικίας.
Οι επετειακές εκδηλώσεις της για την εθνική απελευθέρωση έγιναν στις 27 και 28 Φεβρουαρίου 2010, στο
Μουσείο Μπενάκη, στην Αθήνα, με τη συμμετοχή αντιπροσωπειών και χορευτικών συγκροτημάτων από όλα τα
Δωδεκάνησα. Οι πολύχρωμες γραφικές ενδυμασίες των
νησιών, που παρουσιάστηκαν, καθώς και τα τραγούδια
και οι χοροί τους έδωσαν έναν συγκλονιστικό τόνο στη
γιορτή και συνεπήραν όλους όσους παρευρίσκονταν στις
εκδηλώσεις αυτές.
Συνέχεια από την προηγούμενη σελίδα
διώξεις. Στις δύο ταινίες που αναφέρουμε έχουν πάρει
μέρος περίπου 40, όλες ανώνυμες και όλες πάνω από 85
ετών, σήμερα. Το γεγονός ότι είναι ανώνυμες έχει ιδιαίτερη σημασία, κυρίως από την άποψη της προφορικής
ιστορίας, γιατί: Πρώτο, προσφέρει μεγάλο βαθμό γνησιότητας, επειδή οι αφηγήσεις είναι ελάχιστα επηρεασμένες από τη ρητορική και τον επίσημο λόγο των κομματικών παρατάξεων. Από αυτή την άποψη, αποδίδουν τα
γεγονότα με λιγότερο ιδεολογικό σχολιασμό, άρα με μεγαλύτερη ευκρίνεια.
Δεύτερο και σε συνάρτηση με το προηγούμενο, οι γυναίκες αφηγούνται τα συγκλονιστικά γεγονότα που έζησαν και τα σκληρά βασανιστήρια που υπέστησαν με μια
τέτοια εκφραστική λιτότητα, που αποκαλύπτει, από τη
μια πλευρά, το ψυχικό βάθος το οποίο τροφοδοτεί πάντα
τις μεγάλες στιγμές της ιστορίας και, από την άλλη, τις
τεράστιες δυνατότητες που κρύβει ο άνθρωπος. Τρίτο,
φωτίζει την ηθική διάσταση. Οι ανώνυμες αυτές αγωνίστριες δίνουν μάθημα αξιοπρέπειας. «Έστησαν την προσωπική τους ζωή στα έξι μέτρα και την πυροβόλησαν»,
όπως λέει χαρακτηριστικά μία από αυτές, για τα ανθρώπινα ιδανικά, για τους άλλους, χωρίς να ζητήσουν ποτέ
τίποτα. Στητές και απτόητες, ομολογούν όλες ότι καμιά
τους δεν έχει μετανοιώσει και ότι θα ξανάκαναν το ίδιο
εάν χρειαζόταν. Οι γυναίκες της Εθνικής Αντίστασης, οι
«χωρίς φωνή» μαχήτριες της ιστορίας δεν εγνώρισαν την
ήττα. Ξέρουν ότι οι αγώνες για την απελευθέρωση από
τη γυναικεία, καθώς και από τις άλλες μορφές υποτέλειας, συνεχίζονται.
Χοροστάσι
18
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
Συνδιάσκεψη της Κοπεγχάγης:
Ένα ακόμα βήμα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής
του Γιώργου Μαρούλη, Διπλωματούχου Περιβαλλοντολόγου-Οικονομολόγου Ma
Μ
ΕΓΑΛΗ ΚΑΛΥΨΗ από τα
μέσα μαζικής ενημέρωσης
τόσο στην Ελλάδα όσο και
σε διεθνές επίπεδο είχε η Συνδιάσκεψη της Κοπεγχάγης, στην οποία
καταρτίστηκε η Σύμβαση Πλαισίου
των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (UNFCCC). Πολλοί
ανέμεναν ότι αυτή η συνδιάσκεψη,
που έγινε σε αυτήν την άκρη της
Βόρειας Ευρώπης, στην Κοπεγχάγη της Δανίας, θα έκρινε πολλά για την κατάσταση του
πλανήτη μας τα επόμενα χρόνια. Για πρώτη φορά ακούστηκαν φράσεις όπως «το όριο των 2 βαθμών Κελσίου»,
«Προσαρμογή στα νέα κλιματικά δεδομένα» κ.λπ. Όλα
αυτά δημιούργησαν μια ατμόσφαιρα φοβίας, σε παγκόσμιο επίπεδο, και σίγουρα όποιος δεν είχε προηγουμένως άποψη για αυτό το θέμα πίστευε ότι η κατάσταση
ήταν πάρα πολύ κρίσιμη και ότι μια δεσμευτική συμφωνία, για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος, ήταν
μονόδρομος. Το αποτέλεσμα, όμως, της Συνδιάσκεψης
αυτής δεν ενθουσίασε και δεν ικανοποίησε το κοινό αίσθημα. Από την άλλη πλευρά, επιστήμονες και ειδικοί
που, είτε παραβρέθηκαν στη Συνδιάσκεψη είτε την παρακολουθούσαν στενά, είχαν αντιληφθεί ότι η επίτευξη
μιας δεσμευτικής συμφωνίας θα ήταν κάτι παραπάνω
από άθλος.
Ύστερα από τη Συνδιάσκεψη στην Κοπεγχάγη πολλά
ερωτήματα γεννιούνται. Είναι πραγματικά τόσο σοβαρό
το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής; Τι έχει γίνει μέχρι
τώρα, σε παγκόσμιο επίπεδο, για να αντιμετωπιστεί αυτό
το φαινόμενο; Τελικά τι απέφερε η Συνδιάσκεψη στην
Κοπεγχάγη; Γιατί δεν κατέληξαν οι επικεφαλής κρατών
σε μια δεσμευτική συμφωνία; Ποια πρέπει να είναι τα
επόμενα βήματα της διεθνούς κοινότητας για να επιτευχθεί αυτό που δεν έγινε τελικά στην Κοπεγχάγη;
Αφού το κλίμα και η κλιματική αλλαγή μπήκε τόσο
ξαφνικά στη ζωή μας, καλό θα ήταν, αρχικά, να εξηγήσουμε τι πραγματικά είναι αυτό το φαινόμενο και πως
επηρεάζει τη ζωή μας. Όπως πολύ εύστοχα περιγράφει ο
Sir Howard Stern, συγγραφέας της ομώνυμης πολυσέλιδης έρευνας πάνω σε όλες τις πτυχές της κλιματικής αλλαγής, «Η πλειονότητα των επιστημονικών ευρημάτων
δείχνει ότι το κλίμα της Γης αλλάζει δραματικά, απόρροια
της αυξημένης συγκέντρωσης των αερίων του θερμοκηπίου που οφείλεται στις ανθρώπινες δραστηριότητες». Η
κλιματική αλλαγή είναι ένα περιβαλλοντικό πρόβλημα το
οποίο, βασικά είναι απόρροια ενός φυσικού φαινομένου,
γνωστού ως «φαινόμενο του θερμοκηπίου». Βάσει αυτού
του φαινομένου, η ατμόσφαιρα της γης δέχεται πολύ πιο
εύκολα την ηλιακή ακτινοβολία και «απορρίπτει» πολύ
πιο δύσκολα την υπέρυθρη ακτινοβολία, παγιδεύοντάς
την, όπως ακριβώς ένα θερμοκήπιο, κάτι το οποίο οφείλεται στα μόρια του διοξειδίου του άνθρακα και των υδρατμών. Χάρη σε αυτό το φαινόμενο η επιφάνεια της γης
παραμένει ζεστή και κάνει τον πλανήτη μας κατοικήσιμο. Η βιομηχανική, όμως, ανάπτυξη, αρχίζοντας από τη
Βιομηχανική Επανάσταση το 1750 επηρέασε αρνητικά το
φυσικό «φαινόμενο του θερμοκηπίου». Η φρενήρης ανάπτυξη των τελευταίων 200 χρόνων που εκμεταλλευόταν
ασύστολα τους φυσικούς πόρους της γης και μόλυνε χωρίς ενδοιασμό γη, αέρα, θάλασσα στο βωμό του κέρδους
και μιας επιφανειακής κοινωνικής ευημερίας κατάφερε
να μεταλλάξει το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Αποτέλεσμα αυτής της άμβλυνσης ήταν η λεγόμενη «ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή», η οποία είχε ως αποτέλεσμα την
εμφάνιση διαφόρων ακραίων καιρικών φαινομένων (παρατεταμένες περίοδοι ξηρασίας, ερημοποίηση, καύσωνες
κ.α.) και κυρίως μια αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του
πλανήτη μας τα τελευταία αυτά χρόνια.
Οι πρώτες επιστημονικές θεωρίες και υποθέσεις για
την κλιματική αλλαγή άρχισαν να εμφανίζονται από τις
αρχές της δεκαετίας του 70, παράλληλα με την αρχή του
περιβαλλοντικού κινήματος στην Ευρώπη. Όμως η έλλειψη εμπεριστατωμένων μελετών γι’ αυτό το θέμα και
οι διαφωνίες της επιστημονικής κοινότητας καθυστέρησαν τη διαδικασία με την οποία το θέμα της κλιματικής
αλλαγής θα έμπαινε ως θέμα πρώτης προτεραιότητας
στην ατζέντα της διεθνούς περιβαλλοντικής πολιτικής.
Μόλις το 1988 ιδρύθηκε το Διακυβερνητικό Πάνελ για
την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), το οποίο ήταν υπεύθυνο για τη συλλογή και την έκδοση μελετών πάνω στο
θέμα της κλιματικής αλλαγής. Στην τελευταία, από αυτές τις μελέτες, το 2007, το Πάνελ μπόρεσε ύστερα, από
τόσα πολλά χρόνια, να πει ότι είναι «κατά 90% σίγουρη
ότι η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας που παρατηρείται από τα μέσα του 20ού αιώνα οφείλεται στην αύξηση
των αερίων του θερμοκηπίου, τα οποία έχουν προκληθεί
από ανθρωπογενείς παράγοντες». Η μελέτη αυτή, απλά,
προσπάθησε να περιγράψει όσο πιο συστηματικά γίνεται
την κρισιμότητα της κατάστασης του προβλήματος της
κλιματικής αλλαγής. Πιο συγκεκριμένα, το IPCC έθεσε
ως όριο τα 550 ppm CO2 (μέρη διοξειδίου του άνθρακα
ανά εκατομμύριο- τα σημερινά επίπεδα είναι 430 ppm,
ενώ, κατά τη διάρκεια της Βιομηχανικής Επανάστασης,
δεν ξεπέρασαν τα 330 ppm). Η προσέγγιση αυτού του
ορίου θα έχει ως συνέπεια την αύξηση της θερμοκρασίας
από 2 έως 4,5 βαθμούς Κελσίου, κάτι το οποίο θα ταράξει
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
την ισορροπία του πλανήτη μας, προκαλώντας ραγδαίες
αλλαγές (λιώσιμο πάγων, αύξηση της στάθμης της θάλασσας, μειωμένες βροχοπτώσεις, ερημοποίηση) και θα
απειλήσει πολλά μέρη του πλανήτη και βεβαίως τη ζωή
πολλών κατοίκων των περιοχών αυτών.
Πρέπει να επισημάνουμε, σε αυτό το σημείο, ότι
πέρασαν αρκετές δεκαετίες μέχρι να περιγραφεί και να
αποδειχθεί εμπεριστατωμένα η υπόθεση της κλιματικής
αλλαγής, δεδομένου ότι η σχέση μεταξύ των αέριων του
θερμοκηπίου και της αύξησης της μέσης παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας βασίζεται σε έναν αριθμό πολύπλοκων διαδικασιών που συντελούνται στην ατμόσφαιρα,
συμπεριλαμβανομένης και της διάδρασης μεταξύ της
ατμόσφαιρας, της βιόσφαιρας, των ωκεανών και άλλων
υδάτινων σωμάτων. Αυτό απαιτεί εξελιγμένα μοντέλα
που αποτυπώνουν τις αλλαγές της παγκόσμιας μέσης
θερμοκρασίας από τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Τα μοντέλα αυτά μπορούν, σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό, να εξηγήσουν την μετρούμενη αύξηση θερμοκρασίας, μετρώντας μόνο τις συγκεντρώσεις των αερίων του
θερμοκηπίου. Αυτό προσφέρει μια ισχυρή ένδειξη ότι η
αύξηση της θερμοκρασίας είναι μερικώς ανθρωπογενής.
Άλλοι δείκτες, όπως οι αντιδράσεις των οικοσυστημάτων, μας δείχνουν, επίσης, το λεγόμενο «ανθρώπινο αποτύπωμα».
Αν και η μελέτη του IPCC δείχνει ότι η αύξηση της
μέσης παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας δεν μπορεί να
εξηγηθεί χωρίς να λάβουμε υπόψη τον ανθρώπινο παράγοντα, πολλοί σκεπτικιστές αμφισβητούν την επιστημονική υπόθεση της κλιματικής αλλαγής. Από τη
στιγμή που το θέμα της κλιματικής αλλαγής μπήκε στην
ατζέντα, έχει αναπτυχθεί μια πολύ εκτενής συζήτηση
για αυτό το θέμα. Αμφιβολίες για τη θεωρία αυτή έχουν
εκφραστεί, κυρίως, από βιομηχανίες ορυκτών καυσίμων
και από άλλους διάφορους σκεπτικιστές, όπως ακριβώς
είχε συμβεί, παλαιότερα, και με την περίπτωση του καπνίσματος και των επιβλαβών συνεπειών του στην υγεία.
Ειδικότερα, πολλές καπνοβιομηχανίες, που θεώρησαν
ότι θίγονταν τα συμφέροντά τους, άμεσα, από παρόμοιες
μελέτες, έσπευδαν να αμφισβητήσουν την ορθότητα των
μελετών αυτών.
Αφήνοντας όμως τους, άμεσα, θιγόμενους από την
επιβεβαίωση της θεωρίας της κλιματικής αλλαγής στην
άκρη και εξετάζοντας τα επιχειρήματα που έχουν εκφράσει οι λεγόμενοι σκεπτικιστές, μπορεί κανείς να δει ότι
η αρχική δυναμική που είχαν αναπτύξει στις αρχές του
2000, έχει πλέον εξαντληθεί. Παρ’ όλα αυτά, τα επιχειρήματα που έχουν διατυπωθεί, κατά καιρούς, δείχνουν
ότι οι μεγάλες αβεβαιότητες, αναφορικά με το κλιματικό
σύστημα, και η ενδογενής του αβεβαιότητα, δε θα μας
επιτρέψουν, ίσως, ποτέ να έχουμε μια πλήρη απόδειξη
της υπόθεσης της κλιματικής αλλαγής.
Όταν αποτυπώθηκε για πρώτη φορά η θεωρία για την
κλιματική αλλαγή, οι σκεπτικιστές δεν άργησαν να αντικρούσουν τη θεωρία αυτή, βάζοντας ως επιχείρημα ότι τα
πρόσθετα αέρια του θερμοκηπίου δεν είναι ανθρωπογενή. Όταν, όμως, αποδείχθηκε το αντίθετο, πέρα από κάθε
αμφιβολία, τα επιχειρήματα στράφηκαν στην αλλαγή του
19
κλίματος αυτή καθ’ εαυτή. Βασισμένοι σε δεδομένα από
δορυφόρους, διατύπωσαν το επιχείρημα ότι δεν υπάρχει
αύξηση της θερμοκρασίας και ότι οι χρονικές σειρές των
μετρούμενων θερμοκρασιών της επιφάνειας της γης δεν
αντανακλούν πραγματικές αλλαγές στη μέση παγκόσμια
θερμοκρασία. Δημιουργώντας, όμως, πιο σταθερές, και
με μεγαλύτερη διάρκεια, εγγραφές καταμέτρησης θερμοκρασιών και συμπληρώνοντας το κενό μεταξύ των
διαφόρων μέσων μετρήσεων θερμοκρασίας (δορυφόροι,
μπαλόνια και επίγειοι σταθμοί), τότε, και αυτό το δεύτερο επιχείρημα αποδείχτηκε ότι είναι μη αληθές. Κατόπιν
αυτού, τα βέλη κατευθύνθηκαν στο ποιος ήταν ο υπεύθυνος για την αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας.
Επίσης, διάφορα επιχειρήματα έχουν ειπωθεί και για τη
διακύμανση φυσικών φαινομένων, όπως είναι η ηλιακή
ακτινοβολία, η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί υπεύθυνη για το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής. Παρ’ όλα
αυτά, τα μοντέλα εξελίχθηκαν και έγιναν πιο κατανοητά
και μπορεί να γίνει μια καλύτερη εξομοίωση των παρατηρούμενων δεδομένων θερμοκρασίας, συμπεριλαμβάνοντας και τις φαινομενικά τυχαίες διακυμάνσεις. Αυτή τη
στιγμή λοιπόν κανένα επιστημονικό μοντέλο μέτρησης
και εξομοίωσης δεν είναι ικανό να αναπαράγει τις αυξημένες μέσες θερμοκρασίες της γης χωρίς να λάβει υπόψη
τον ανθρώπινο παράγοντα. Έτσι όσες φωνές αντίδρασης
και αμφισβήτησης της θεωρίας της κλιματικής αλλαγής
είναι ενεργοί, έχουν, πια, περιοριστεί στο να υποστηρίζουν, γενικά, ότι υπάρχουν πολλές ασάφειες στην μοντελοποίηση του κλίματος.
Βεβαίως η διεθνής κοινότητα δεν περίμενε μέχρι το
2007 για να πάρει μέτρα αντιμετώπισης του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής. Απλά η επιβεβαίωση της
μελέτης του Διακυβερνητικού Πάνελ για την κλιματική
αλλαγή δεν έκανε τίποτα άλλο από το να δικαιολογήσει
τις κινήσεις που είχε αρχίσει να κάνει εδώ και περίπου
15 χρόνια, αφού ήδη εδώ και πολλά χρόνια είχε προειδοποιήσει για τις συνέπειες που μπορεί να έχει η αδράνεια
μπροστά σε αυτό το φαινόμενο. Όπως έχουμε ήδη πει,
το IPCC ιδρύθηκε το 1988 και είχε σκοπό τη συλλογή
και έκδοση μελετών που σχετίζονταν με την κλιματική
αλλαγή. Το δεύτερο σημαντικό βήμα για την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου έλαβε χωρά το 1992, στην πανηγυρική διάσκεψη του Ρίο Ντε Τζανέιρο στη Βραζιλία,
υπό την αιγίδα του Προγράμματος Περιβάλλοντος του
ΟΗΕ. Τότε ιδρύθηκε το UNFCCC, το Συμβούλιο Πλαίσιο για την Κλιματική Αλλαγή, το οποίο σε αντίθεση με
το IPCC θα εξέφραζε τη γνώμη του και θα συμβούλευε
τη διεθνή κοινότητα στα βήματα που πρέπει να προχωρήσει έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Όμως,
όλες οι απόψεις και οι συμβουλές του οργάνου αυτού
υπερψηφίστηκαν μεν, αλλά δεν είχαν δεσμευτική ισχύ.
Παρ’ όλα αυτά έγινε σαφής η διάθεση όλων των κρατών
να καταπολεμήσουν αυτό το περιβαλλοντικό πρόβλημα.
Το τρίτο σημαντικό γεγονός, σχετικά με την Κλιματική Αλλαγή, αποτέλεσε η ψήφιση του Πρωτοκόλλου του
Κιότο. Με το Πρωτόκολλο αυτό έπρεπε τα όμορφα λόγια
και οι αποφάσεις που ψηφίστηκαν στο Ρίο να τεθούν σε
ισχύ και να περάσει, πια, η διεθνής κοινότητα σε έργα.
20
Χοροστάσι
Η αισιοδοξία του 1992, αναφορικά με τη διάθεση αντιμετώπισης του προβλήματος αυτού, συνεχίστηκε και το
1997. Το Πρωτόκολλο του Κιότο διαχωρίζει τα κράτη σε
αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες. Οι αναπτυγμένες, όπως η Ε.Ε. ως σύνολο, οι Η.Π.Α., ο Καναδάς
καθώς και οι χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού,
δεσμεύονταν στην υποχρεωτική μείωση των ρύπων του
φαινομένου του θερμοκηπίου (6 στο σύνολο) κατά ένα
ποσοστό έως το 2012. Οι υπόλοιπες χώρες, βασιζόμενες
στην αρχή των ίδιων αλλά διαφοροποιήσιμων ευθυνών
δεν ήταν υποχρεωμένες να μειώσουν τους ρύπους τους.
Επιπρόσθετα μέσω ευέλικτων μηχανισμών οι τεχνικά και
οικονομικά αναπτυγμένες χώρες μπορούσαν να υποστηρίξουν τις αναπτυσσόμενες χώρες στην προσπάθειά τους
να υιοθετήσουν πιο καθαρές τεχνολογίες και να επωφεληθούν και τα δύο μέρη από την προσδοκώμενη μείωση
των ρύπων.
Μετά την ψήφιση του Πρωτοκόλλου του Κιότο τα
πρώτα σύννεφα στον ορίζοντα άρχισαν να φαίνονται. Το
κυριότερο πλήγμα ήταν η άρνηση της νέας, τότε, κυβέρνησης των Η.Π.Α., υπό τον George W. Bush, να επικυρώσει τη Συμφωνία, βάζοντας έτσι δυναμίτη στα θεμέλια
της παγκόσμιας προσπάθειας αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Τελικά ύστερα από πολλές διαβουλεύσεις
και συμφωνίες μια άλλη χώρα που αρνιόταν και αυτή να
επικυρώσει τη Συμφωνία που έγινε στο Κιότο, η Ρωσία,
υποχώρησε και, χάρη σε αυτήν, το Πρωτόκολλο τέθηκε
σε ισχύ για την περίοδο 2005-2012.
Η αισιοδοξία και ο ενθουσιασμός των πρώτων χρόνων αντικαταστάθηκε από την απαισιοδοξία και τον
προβληματισμό. Ήδη από τον πρώτο χρόνο ισχύος του
Πρωτοκόλλου του Κιότο άρχισαν και οι πρώτες κριτικές,
δεδομένου ότι το Πρωτόκολλο δεν είχε μηχανισμούς κυρώσεων σε περίπτωση που κάποιο κράτος δεν τηρούσε
τις υποχρεώσεις του. Έτσι οποιαδήποτε μείωση των ρύπων, απλά, ενίσχυε το προφίλ της χώρας αυτής ως περιβαλλοντικά ευαίσθητης. Άλλο μεγάλο σημείο κριτικής
ήταν και οι διάφοροι μηχανισμοί μεταφοράς τεχνολογίας
και υποστήριξης των αναπτυσσόμενων από τις αναπτυγμένες χώρες. Οι μηχανισμοί αυτοί, βασιζόμενοι στους
νόμους της αγοράς επέλεγαν, εύκολα, πραγματοποιήσιμα
έργα και εστίαζαν την προσοχή τους σε μεγάλες αναπτυσσόμενες χώρες όπως είναι οι: Κίνα, Ινδία και το Μεξικό,
αφήνοντας απ’ έξω όλες τις υπόλοιπες αναπτυσσόμενες
χώρες και κατά συνέπεια αυτές οι χώρες δεν μπορούσαν
να έχουν εύκολα πρόσβαση σε νέες τεχνολογίες για τη
μείωση των ρύπων του φαινομένου του θερμοκηπίου.
Οι προβληματισμοί και οι διαφωνίες συνεχίστηκαν
να υπάρχουν για τα επόμενα χρόνια. Η αδράνεια της ηγεσίας του UNFCCC και η πρόθεσή της να μεταθέτει την
επίλυση των διαφόρων θεμάτων για τις επόμενες Συνδιασκέψεις μας οδήγησε στη Σύνοδο της Κοπεγχάγης.
Ακόμα και με την εκλογή της νέας ηγεσίας στις Η.Π.Α.
το κλίμα παρέμενε αρνητικό. Πολλά θέματα έπρεπε να
λυθούν αλλά ο χρόνος ήταν πολύ περιορισμένος. Από τη
μια έχουμε τη συμμαχία των ανεπτυγμένων χωρών, που
φάνηκαν πρόθυμες όσο ποτέ να ενεργήσουν δραστικά
ενάντια στην κλιματική αλλαγή. Δεσμεύτηκαν περαιτέρω μειώσεις των ρύπων τους και ένα συγκεκριμένο πακέτο υποστήριξης των αναπτυσσόμενων χωρών. Όμως ο
αντίπαλος πόλος είχε προετοιμαστεί πολύ καλύτερα από
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
τα προηγούμενα χρόνια και παρέθεσε τις δικές του απόψεις. Ο άλλος πόλος, οι αναπτυσσόμενες χώρες, απάντησαν αρνητικά στις προτάσεις του άλλου μπλοκ. Υποστήριξαν από τη μία, ότι οι αναπτυγμένες χώρες μπορούν να
μειώσουν πολύ περισσότερο τους ρύπους τους και από
την άλλη το πακέτο υποστήριξης που πρότειναν δεν είναι
αρκετό για να αντιμετωπιστούν άμεσα και έμμεσα οι συνέπειες τις κλιματικής αλλαγής στις χώρες τους.
Τελικά η Σύνοδος δεν απέφερε κάποια δεσμευτική
συμφωνία, ούτε ακόμα καν μια κοινή πολιτική δήλωση
που θα μπορούσε να δώσει ελπίδες για τη άμεση σύναψη
μιας συμφωνίας. Η «σκιώδης» Συμφωνία της Κοπεγχάγης, ένα κείμενο στο οποίο καλούνταν όλα τα κράτη μέλη
να δράσουν, άμεσα και με συγκεκριμένο τρόπο, ενάντια
στην κλιματική αλλαγή, ήταν ένα κείμενο, προϊόν μιας
κλειστής διαβούλευσης 26 αρχηγών κρατών και το οποίο
έχει έκταση, μόνο, τριών σελίδων. Τελικά, το αμφιλεγόμενο κείμενο ούτε έγινε αποδεκτό ούτε και απορρίφθηκε
από το επίσημο UNFCCC.
Κάποιοι μελετητές είδαν, μετά την Κοπεγχάγη, το ποτήρι μισογεμάτο, άλλοι μισοάδειο και άλλοι πάλι τελείως
άδειο. Όπως, όμως, και να έχει, το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής είναι υπαρκτό και γίνεται όλο και πιο ορατό
στην καθημερινή μας ζωή. Σίγουρα οι ενδείξεις για την
σύναψη κάποιας δεσμευτικής συμφωνίας δεν είναι και οι
καλύτερες, όμως η ανάγκη εύρεσης λύσης θα οδηγήσει
σε αμοιβαίες υποχωρήσεις και συμβιβασμούς. Όλα αυτά
σίγουρα θα αρχίζουν να γίνονται ορατά από τα μέσα του
Απρίλη, όταν θα συνεδριάζουν και τα διάφορα όργανα
του UNFCCC, τα οποία θα καθορίσουν σε ποιο «ρυθμό»
θα «χορέψουνε» τα διάφορα κράτη-μέλη μέχρι τη μεγάλη
Συνδιάσκεψη που θα γίνει στις αρχές του Δεκέμβρη αυτού του χρόνου στο Cancun του Μεξικό. Αυτό που πρέπει να υπογραμμισθεί είναι ότι χρειάζονται δύο για ένα
ταγκό και αυτό τόσο οι ανεπτυγμένες χώρες όσο και οι
αναπτυσσόμενες το κατάλαβαν μετά την Κοπεγχάγη.
Η σχέση μεταξύ των αέριων του θερμοκηπίου και
της αύξησης της μέσης παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας
βασίζεται σε έναν αριθμό πολύπλοκων διαδικασιών στην
ατμόσφαιρα , συμπεριλαμβανομένης και της διάδρασης
μεταξύ της ατμόσφαιρας, της βιόσφαιρας, των ωκεανών
και άλλων υδάτινων σωμάτων. Αυτό απαιτεί εξελιγμένα
μοντέλα που αποτυπώνουν τις αλλαγές της παγκόσμιας
μέσης θερμοκρασίας από τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Τα μοντέλα αυτά μπορούν σε ένα πολύ μεγάλο
βαθμό να εξηγήσουν την μετρούμενη αύξηση θερμοκρασίας, μετρώντας μόνο τις συγκεντρώσεις των αερίων του
θερμοκηπίου. Αυτό προσφέρει μια ισχυρή ένδειξη ότι η
αύξηση της θερμοκρασίας είναι μερικώς ανθρωπογενής,
ενώ άλλοι δείκτες, όπως οι αντιδράσεις των οικοσυστημάτων μας, δείχνουν, επίσης, το λεγόμενο «ανθρώπινο
αποτύπωμα».
Αν και η μελέτη του IPCC δείχνει ότι η παγκόσμια
μέση θερμοκρασία δεν μπορεί να λάβει υπόψη τον ανθρώπινο παράγοντα, πολλοί σκεπτικιστές αμφισβητούν
την επιστημονική υπόθεση της κλιματικής αλλαγής.
Από τη στιγμή που το θέμα της κλιματικής αλλαγής
μπήκε στην ατζέντα, έχει αναπτυχθεί μια πολύ εκτενής
συζήτηση για αυτό το θέμα. Αμφιβολίες για τη θεωρία
αυτή έχουν εκφραστεί κυρίως από βιομηχανίες ορυκτών
καυσίμων και από άλλους διάφορους σκεπτικιστές, όπως
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
21
Το τραγούδι ως στοιχείο πολιτισμού
στη γλωσσική τάξη
της Ανθούλας Αρβανίτη*, Φιλολόγου ΜΑ.
Λ
ΕΜΕ ΣΥΧΝΑ ΟΤΙ ΜΑΘΑΙΝΟΥΜΕ ή ότι μιλάμε μια
ξένη γλώσσα. Κατά πόσο όμως είμαστε κοινωνοί
του πολιτισμού που εκφράζεται μέσα από αυτήν;
Οι σύγχρονες μέθοδοι διδασκαλίας πρεσβεύουν ότι ο πολιτισμός πρέπει να αποτελεί το πλαίσιο μέσα στο οποίο
λαμβάνει χώρα η γλωσσική διδασκαλία ώστε ο μαθητής
να αντιλαμβάνεται τον τρόπο με τον οποίο η νοοτροπία
και η κουλτούρα αντικατοπτρίζει την γλώσσα. Στο σχολείο ελληνικής γλώσσας «Μέγας Αλέξανδρος» αυτή είναι η φιλοσοφία που διέπει το πρόγραμμα σπουδών και
γίνεται ο άξονας για όλα τα μαθήματα που προσφέρουμε
στους μαθητές μας.
Έτσι, πέρα από τις ώρες της γλωσσικής διδασκαλίας, κατά τις οποίες οι διδάσκουσες έχουν την ελευθερία να συνδυάσουν, με όποιον τρόπο κρίνουν καλύτερο,
την γλώσσα με τον πολιτισμό, υπάρχουν μια σειρά από
δραστηριότητες, που προσφέρουμε στους μαθητές μας,
προκειμένου να διασφαλίσουμε ότι όλοι αυτοί έχουν την
ελάχιστη επαφή με σημαντικές όψεις του πολιτισμού
μας, όπως είναι η ελληνική ιστορία, η ελληνική φιλοξενία και η διασκέδαση, αλλά και με προϊόντα πολιτισμού,
όπως είναι οι διάφορες ταινίες, οι χοροί και τα τραγούδια.
Οι δραστηριότητες αυτές περιλαμβάνουν επισκέψεις σε
μουσεία, προβολή ελληνικών ταινιών, διδασκαλία ελληνικών παραδοσιακών χορών και εξόδους σε όμορφες
αθηναϊκές γωνιές.
Μέρος αυτών των δραστηριοτήτων είναι και μια σειρά
παρουσιάσεων με θέμα την ιστορία και, το κομμάτι που
έχει αναλάβει η υπογράφουσα, το τραγούδι. Το τραγούδι
αποτελεί ένα πολιτιστικό προϊόν πολύ δημοφιλές στους
μαθητές μας καθώς είναι ένας πολύ ευχάριστος τρόπος να
μάθουν την γλώσσα και, ταυτόχρονα, να διασκεδάσουν.
Έχουμε επιλέξει να παρουσιάζουμε τραγούδια που αποτελούν μνημεία της ελληνικής μουσικής, χωρίς, όμως, να
έχουμε περιοριστεί σε κάποιο είδος, ενώ, ταυτόχρονα,
τουλάχιστον ορισμένα από αυτά, είναι πιθανόν να ακουστούν στην ταβέρνα ή στο ραδιόφωνο.
Οι παρουσιάσεις βασίζονται στο εγχειρίδιο Τραγουδώ Ελληνικά, το οποίο έχει αναπτυχθεί από το σχολείο
μας μέσα στα πλαίσια του προγράμματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης «Σωκράτης». Το εγχειρίδιο αυτό αποτελεί
συμπληρωματικό υλικό διδασκαλίας και περιλαμβάνει
διάφορες θεματικέ, οι οποίες έχουν ως κύρια κείμενα
διάφορα τραγούδια. Από αυτές τις θεματικές έχουμε επιλέξει ορισμένες από τις οποίες αντλήσαμε τα τραγούδια
και μαζί με επιπλέον πληροφορίες και φωτογραφικό υλικό δημιουργήσαμε τις ειδικές παρουσιάσεις.
* Η κ. Ανθούλα Αρβανίτη, είναι διδάσκουσα της ελληνικής γλώσσας ως ξένης στο Σχολείο Ελληνικών «Μέγας Αλέξανδρος»
Συνέχεια από την προηγούμενη σελίδα
ακριβώς είχε συμβεί, παλαιότερα, και με την περίπτωση
του καπνίσματος και των επιβλαβών συνεπειών του στην
υγεία, κατά την οποία πολλές καπνοβιομηχανίες, των
οποίων τα συμφέροντα θίγονταν, άμεσα, από παρόμοιες
μελέτες, έσπευδαν να αμφισβητήσουν την ορθότητα των
μελετών εκείνων.
Αφήνοντας όμως τους άμεσα θιγόμενους από την
επιβεβαίωση της θεωρίας της κλιματικής αλλαγής στην
άκρη και κοιτάζοντας τα επιχειρήματα που έχουν εκφράσει οι λεγόμενοι σκεπτικιστές, μπορεί κανείς να δει ότι
η αρχική δυναμική που είχαν αναπτύξει στις αρχές του
2000 έχει πλέον εξαντληθεί. Παρόλα αυτά τα επιχειρήματα, που έχουν διατυπωθεί, κατά καιρούς, δείχνουν ότι
οι μεγάλες ενδογενείς ή άλλες αβεβαιότητες, αναφορικά
με το κλιματικό σύστημα, και η του αβεβαιότητα, δε θα
μας επιτρέψουν, ίσως, ποτέ να έχουμε μια πλήρη απόδειξη της υπόθεσης της κλιματικής αλλαγής.
Όταν διατυπώθηκε, για πρώτη φορά, η θεωρία για την
κλιματική αλλαγή, οι σκεπτικιστές δεν άργησαν να αντικρούσουν τη θεωρία βάζοντας ως επιχείρημα ότι τα πρόσθετα αέρια του θερμοκηπίου δεν είναι ανθρωπογενή.
Όταν αποδείχθηκε, πέρα από κάθε αμφιβολία, τα επιχειρήματα στράφηκαν στην αλλαγή του κλίματος αυτή καθ’
εαυτή. Βασισμένοι σε δεδομένα από δορυφόρους, διατύπωσαν το επιχείρημα ότι δεν υπάρχει αύξηση της θερμοκρασίας και ότι οι χρονικές σειρές των μετρούμενων
θερμοκρασιών της επιφάνειας της γης δεν αντανακλούν
πραγματικές αλλαγές στη μέση παγκόσμια θερμοκρασία.
Δημιουργώντας όμως πιο σταθερές και με μεγαλύτερη
διάρκεια εγγραφές καταμετρήσεως θερμοκρασιών και
συμπληρώνοντας το κενό μεταξύ των διαφόρων μέσων
μετρήσεων θερμοκρασίας (δορυφόροι, μπαλόνια και
επίγειοι σταθμοί) και αυτό το δεύτερο επιχείρημα αποδείχτηκε μη αληθές. Τα βέλη, τότε, κατευθύνθηκαν στο
ποιος ήταν ο υπεύθυνος για την αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας. Επίσης, επιχειρήματα έχουν ειπωθεί
για τη διακύμανση φυσικών φαινομένων όπως η ηλιακή
ακτινοβολία, η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί υπεύθυνη για το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής. Παρ’ όλα
αυτά, τα μοντέλα εξελίχθηκαν και έγιναν πιο κατανοητά
και μπορεί να γίνει μια καλύτερη εξομοίωση των παρατηρούμενων δεδομένων θερμοκρασίας, συμπεριλαμβάνοντας και τις φαινομενικά τυχαίες διακυμάνσεις. Αυτή τη
στιγμή λοιπόν κανένα επιστημονικό μοντέλο μέτρησης
και εξομοίωσης δεν είναι ικανό να αναπαράγει τις αυξημένες μέσες θερμοκρασίες της γης χωρίς να λάβει υπόψη
τον ανθρώπινο παράγοντα. Έτσι, όσες φωνές αντίδρασης
και αμφισβήτησης της θεωρίας της κλιματικής αλλαγής
είναι πια ενεργοί, έχουν περιοριστεί στο να υποστηρίζουν, γενικά, ότι υπάρχουν πολλές ασάφειες στη μοντελοποίηση του κλίματος.
Χοροστάσι
22
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
Η βιολιστική παράδοση της Επαρχίας Σητείας*
της Δωροθέας Ξενιδάκη, εκπαιδευτικού
Η
ΕΠΑΡΧΙΑ ΣΗΤΕΙΑΣ, που βρίσκεται στην Ανατολική Κρήτη, είναι μια περιοχή, πλούσια σε μουσική, χορό και πολιτισμό, αλλά συγχρόνως είναι
ένα κομμάτι του νησιού παραμελημένο και «παραγκωνισμένο».
Η μουσικοχορευτική της παράδοση είναι ενταγμένη
σε αυτήν της Κρήτης, αλλά, ταυτόχρονα, είναι διαφορετική και ιδιαίτερη, επειδή ανήκει στη ρομαντική και
λυρική της πλευρά και παρουσιάζει πολλές διαφορές, σε
σχέση με την υπόλοιπη Κρήτη. Ο Σητειακός ριμαδόρος
Κωστής Φραγκούλης-Ανταίος αναφέρει ότι οι ιδιαιτερότητες της Σητειακής μουσικής είναι:
• H ελαφράδα, ο λυρισμός, ο ρομαντισμός.
• H συγγένεια με τη μουσική της Δωδεκανήσου και της
NΔ Mικράς Ασίας.
• Tο νταούλι (κρουστό) παίζει ως συνοδευτικό (μαζί με
το λαούτο) της λύρας.
• Τα γερακοκούδουνα (μικρά κουδούνια) που κρέμονται στο δοξάρι.
• H κιθάρα παίζει συχνά στη θέση του λαούτου.
• H έντονη παρουσία του βιολιού.
*
•
Η συμμετοχή των χορευτών στο τραγούδι κατά τη διάρκεια του χορού».1
Περίφημες είναι οι «Στειακές κοντυλιές», ενώ, η λαϊκή ποίηση, και κυρίως η μαντινάδα, ήταν και εξακολουθεί να είναι δεμένη με όλες τις εκδηλώσεις της ζωής: τα
πανηγύρια, τα γλέντια, τις χαρές και τις λύπες, αλλά και
όλα τα σημαντικά και επίκαιρα γεγονότα του δημόσιου ή
του ιδιωτικού βίου.
Πολλά είναι τα μουσικά όργανα που επηρέασαν τη
μουσικοχορευτική παράδοση της Σητείας, από την εποχή της Ενετοκρατίας, από την οποία αντλούμε αρκετά
στοιχεία, μέχρι τις μέρες μας. Λαούτο, μαντολίνο, κιθάρα, νταουλάκι, λύρα και βιολί, ήταν και είναι, κάποια
από αυτά, κυρίαρχα. Υπήρχαν, όμως και άλλα όργανα,
που εγκαταλείφθηκαν στο πέρασμα των εποχών, είτε
γιατί ήταν δύσκολη η κατασκευή τους (ασκομαντούρα)
είτε γιατί η περιοχή δέχτηκε επιδράσεις από τη μουσική και τα μουσικά όργανα άλλων περιοχών της Κρήτης.
Το βιολί και η λύρα, όμως, «μάχονται» στο πέρασμα των
χρόνων για την καθιέρωσή τους, κι άλλοτε υπερισχύει
το ένα, άλλοτε το άλλο. Δεν είναι λίγοι εξ’ άλλου αυτοί
Οι πληροφορίες για την εργασία αυτή αντλήθηκαν κυρίως από ντόπιους συγγραφείς, που άφησαν μια πολύ αξιόλογη παρακαταθήκη για τη
μουσική παράδοση του τόπου, και που δεν αναφέρονται εδώ, λόγω οικονομίας χώρου.
Συνέχεια από τη σελ. 21
Από τις θεματικές που επιλέξαμε, οι τρεις αφορούν
περιοχές ή πόλεις της Ελλάδας, όπως είναι η Αθήνα, η
Θεσσαλονίκη και η Κρήτη. Κυρίως, παρουσιάζονται
μνημεία, που είναι γνωστά από την παγκόσμια ιστορία,
είτε γνωρίζουν οι μαθητές από, τυχόν ταξίδια που έχουν
πραγματοποιήσει εκεί, και συνδέονται με ιστορικά γεγονότα. Στη συνέχεια ακούν τραγούδια που μιλούν για
τις πόλεις Αθήνα και Θεσσαλονίκη ή είναι παραδοσιακά
τραγούδια από την περιοχή της Κρήτης, δίνοντας ταυτόχρονα πληροφορίες για τη νοοτροπία των ανθρώπων που
ζουν εκεί.
Οι υπόλοιπες τρεις παρουσιάσεις αφορούν το Ρεμπέτικο Τραγούδι, ως βάση του λαϊκού μας τραγουδιού, και
δύο προσωπικότητες της ελληνικής μουσικής, παγκόσμιας εμβέλειας, τον Μάνο Χατζιδάκι και τον Μίκη Θεοδωράκη. Η έμφαση δίνεται και πάλι στο λαϊκό τραγούδι
και ξεκινάμε από κομμάτια που είναι συνήθως γνωστά
στους μαθητές (Ζορμπάς, Τα παιδιά του Πειραιά), αλλά
επεκτεινόμαστε σε διάφορα είδη: μελοποιημένη ποίηση, τραγούδια και μουσική για τον κινηματογράφο και
το θέατρο. Στο πλαίσιο ενός γενικότερου σχεδιασμού,
συνδυάζουμε τις παρουσιάσεις αυτές με τις ταινίες που
προβάλλουμε στο σχολείο. Για παράδειγμα, την εβδομάδα που παρουσιάζουμε τον Χατζιδάκι, προβάλλουμε την
ταινία Ποτέ την Κυριακή ή τη Στέλλα, ενώ την εβδομάδα
που παρουσιάζουμε το ρεμπέτικο τραγούδι, προβάλλουμε την ομώνυμη ταινία κ.ο.κ.
Γιατί, όμως, πραγματοποιούμε παρουσιάσεις και όχι
γλωσσική διδασκαλία; Ο λόγος είναι πολύ απλός. Τα μαθήματα είναι εντατικά –τέσσερις ώρες κάθε ημέρα– συν
το διάβασμα που έχουν οι μαθητές για το σπίτι. Αναφέραμε ήδη ότι οι διδάσκουσες είναι ελεύθερες κατά την διάρκεια του μαθήματος να συνδυάσουν, με όποιον τρόπο
επιθυμούν, τη γλωσσική διδασκαλία με τον πολιτισμό.
Η λογική είναι ότι οι μαθητές, μετά από ένα πολύωρο
μάθημα, μπορούν να παρακολουθήσουν ευχάριστα και
χωρίς πίεση ένα θέμα όπου κύριος στόχος είναι να ενημερωθούν και να διασκεδάσουν ακούγοντας πράγματα
τα οποία ελπίζουμε ότι θα τους ενδιαφέρουν. Γι’ αυτό το
λόγο προβλέπεται να υπάρχουν συνήθως δύο τμήματα:
ένα αρχαρίων, στο οποίο η ενδιάμεση γλώσσα είναι η
αγγλική, και ένα προχωρημένων, με ενδιάμεση γλώσσα
την ελληνική, ώστε το θέμα που παρουσιάζεται να είναι
κατανοητό από όλους.
Η ανταπόκριση από τους μαθητές, ιδιαιτέρως στις
παρουσιάσεις αλλά και γενικότερα στις δραστηριότητες του σχολείου, είναι ενθαρρυντική. Στην πλειονότητά
τους συμμετέχουν με ενθουσιασμό και φεύγουν με τις
θετικότερες εντυπώσεις. Ο σκοπός του σχολείου, που είναι να τους προσφέρουμε ποικιλία ερεθισμάτων και την
αίσθηση ότι γνώρισαν, έστω, ένα μικρό κομμάτι από τον
ελληνικό πολιτισμό, πιστεύουμε ότι επιτυγχάνεται. Με
αυτόν τον τρόπο οι μαθητές μας γίνονται κοινωνοί της
ελληνικής κουλτούρας, παράλληλα με την εκμάθηση της
γλώσσας.
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
που υπερασπίζονται ακράδαντα το ένα ή το άλλο όργανο
και αναφέρουν μνήμες και θύμησες από το παρελθόν και
τα παιδικά τους χρόνια. Κανένας, ωστόσο, «ειδικός» που
ασχολήθηκε με την περιοχή και τη μουσική αναδρομή
της Ανατολικής Κρήτης δεν αρνείται, ότι το βιολί ήταν το
κυρίαρχο μουσικό όργανο της περιοχής.
Για την επαρχία Σητείας, δυστυχώς, είναι ελάχιστοι
αυτοί που ασχολήθηκαν με την καταγραφή των μουσικών
οργάνων, τα οποία επηρέασαν, μουσικά, την περιοχή, διαχρονικά, ενώ, σχεδόν, κανένας δεν έχει καταγράψει τους
χορούς που χόρευαν οι κάτοικοί της στα γλέντια, στα πανηγύρια και στις κοινωνικές τους μαζώξεις, οι οποίες δεν
ήταν λίγες. Από διάφορες προφορικές παρακαταθήκες
που σώθηκαν, όπως είναι αυτή του Ερωτόκριτου, αντλούμε πληροφορίες για μουσικά όργανα που έκαναν την εμφάνισή τους παλαιότερα στην Επαρχία Σητείας. Στους
στίχους, λοιπόν, του Ερωτόκριτου, του σπουδαίου Σητειακού ποιητή Βιτσέντζου Κορνάρου, ο οποίος γεννήθηκε
και έζησε στη Σητεία, κάνουμε την πρώτη μας επαφή με
το λαγούτο. Πρόκειται για ένα μουσικό όργανο που αναφέρεται σαν το όργανο του «νυχτερινού» τραγουδιού του
Ερωτόκριτου, της μεταγενέστερης «καντάδας», η οποία
καντάδα, ήταν αναπόσπαστο κομμάτι του νυχτερινού
γλεντιού των Σητειακών, για πολλούς αιώνες μετά.
Έπαιρνε το λαγούτον του κι εσιγανοπορπάτει,
κι εκτύπαν το γλυκιά γλυκιά αγνάντια στο παλάτι...
κι ας έρθει αυτός που τραγουδεί και παίζει το λαγούτο
γλήγορα φέρετέ τονέ εις το παλάτι τούτο…2
Ο καθηγητής Νικόλαος Παναγιωτάκης (1935-1997),
στο βιβλίο του «η Παιδεία και η μουσική στην Κρήτη
κατά τη Βενετοκρατία», αναφέρει, σχετικά με τα όργανα,
αρκετά στοιχεία, τα οποία εντόπισε και επεξεργάστηκε.
Πρόκειται για πολυτιμότατες ανέκδοτες πηγές (απομνημονεύματα, αρχεία της εποχής, «νοταριακές» πράξεις
συμβάσεων μαθητείας με αντικείμενο τη διδασκαλία
διαφόρων οργάνων κ.λπ.) που φτάνουν σε βάθος χρόνου,
μέχρι το δεύτερο μισό του 14ου αιώνα, και αφορούν τους
οργανοπαίκτες, αστούς και χωρικούς, επαγγελματίες και
ερασιτέχνες, καθώς και τα όργανα που χρησιμοποιούσαν.
Ειδικότερα, ο Ν. Παναγιωτάκης αναφέρει ότι «η δεξιοτεχνία στα έγχορδα, κυρίως, όργανα δεν ήταν προνόμιο
των μεσαίων μόνο και των κατώτερων τάξεων. Την καλλιεργούσαν με επιτυχία και οι ευγενείς».3 Επίσης, ο ίδιος
αναφέρει ότι «όταν οι φεουδάρχες, έφευγαν κάθε καλοκαίρι από τις πόλεις προς τα χωριά, ανάμεσα στους χωρικούς παροίκους που τους συνόδευαν, υπήρχαν και ορισμένοι που κατά τη διάρκεια της πορείας τραγουδούσαν
και έπαιζαν «piva», δηλαδή, όπως εξηγεί, ασκομαντούρα».4 Περιγράφοντας δε τα πανηγύρια στα χωριά, αναφέρει, ότι «οι χοροί, στήνονταν υπό τους ήχους της ασκομαντούρας και του φλάουτου»,5 ενώ, δύο αιώνες αργότερα,
ο Κρητικός Πατριάρχης Μελέτιος Πηγάς σημειώνει ότι,
«τύμπανα και αυλοί, ήταν τα όργανα που συνόδευαν τα
τραγούδια στα πανηγύρια».6
Ο Ν. Παναγιωτάκης, θεωρεί, ότι «σποραδικά και σταδιακά θα είχαν αρχίσει να διεισδύουν στην ύπαιθρο και
τα μουσικά όργανα του αστικού πολιτισμού, και ιδιαίτερα το βιολί και το λαγούτο». Μάλιστα, ο ίδιος θεωρεί, ότι
«το βιολί σαν λαϊκό όργανο, διαδόθηκε στην Κέρκυρα
23
από Κρητικούς πρόσφυγες».7
Όλα αυτά, είναι στοιχεία, που αναφέρονται, στα μουσικά όργανα που υπήρχαν κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας, γενικότερα στην Κρήτη. Όμως, οι μουσικές
επιδράσεις που έγιναν στην Ανατολική Κρήτη, μπορεί να
έγιναν και στην περιοχή της Σητείας. Η εμφάνιση του
νταουλιού στην Κρήτη, και συγκεκριμένα στη Σητεία,
χρονολογείται γύρω στον 16ο αιώνα και ήρθε από τα Δωδεκάνησα. Το τύμπανο, το «νταουλάκι» όπως χαρακτηριστικά λέγεται, είναι ίδιο με το νησιώτικο μικρό νταούλι
(τουμπανάκι) που παίζεται, ακόμα και σήμερα, στα νησιά
του Αιγαίου και το χρησιμοποιούν ως συνοδευτικό όργανο της τσαμπούνας ή του βιολιού, ενώ στην Κρήτη το
χρησιμοποιούσαν στους χορούς ως συνοδευτικό όργανο
της λύρας ή του βιολιού μέχρι και τη δεκαετία του ΄60.8
Σήμερα, το νταουλάκι σπανίζει στις παραδοσιακές
ορχήστρες, αν και βλέπουμε να το χρησιμοποιούν κάποιοι νέοι οργανοπαίκτες, οι οποίοι, ενώ προσπαθούν να
το επαναφέρουν σαν μουσικό όργανο, ωστόσο δεν ακολουθούν ακριβώς τις παραδοσιακές «ζυγιές».
Το μουσικό όργανο που κυριάρχησε στη μουσικοχορευτική παράδοση της επαρχίας Σητείας είναι το βιολί,
με τη συνοδεία κιθάρας.
Στοιχεία σχετικά με την εμφάνιση του βιολιού στην
Κρήτη και, κυρίως, στην Ανατολική Κρήτη, αντλούμε
από διάφορες πηγές, που αναφέρονται αμέσως παρακάτω.
Στη Διήγηση διά στίχων του δεινού Kρητικού Πολέμου
του Mαρίνου Tζάνε Mπουνιαλή, που γράφτηκε και εκδόθηκε το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα, αναφέρεται:
Κ’ οι δούλοι οι εμπιστικοί τάχατες που ’ναι εκείνοι,
να πιάσουν όμορφο χορό, με τέχνες να πηδούνε
κι άλλοι να ρίκτουν τουφεκιές, άλλοι να τραγουδούνε;
Bιολιά να παίζουν, τσίτερες, λαγούτα να λαλούσι,
οληνυχτίς να χαίρονται και να μην κοιμηθούσι.9
Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, αναφέρεται ένας
Τούρκος βιολιστής, ο «Σαλής», στην Ιεράπετρα, ο οποίος, εκτελούσε θαυμάσιες μελωδίες. Το στοιχείο αυτό,
αποτελεί απόδειξη πως, ήδη, την εποχή εκείνη, το βιολί
είχε σημαντική εξέλιξη στο χώρο της μουσικής παράδοσης στην Ανατολική Κρήτη, κι αυτό γιατί ο Σαλής ήταν
γέννημα θρέμμα της περιοχής εκείνης.10
Το βιολί, πήρε την τελική του μορφή, περίπου, στα
μέσα του 17ου αιώνα στην Ιταλία. Στην Ανατολική Κρήτη, μοιάζει να ήρθε από την Ιταλία, στα τέλη της Ενετικής κατοχής και, σε σύμπραξη με το λαούτο, το οποίο
αντικατέστησε προοδευτικά, σφράγισε τη μουσική παράδοση της περιοχής.11
Στη Σητεία, το βιολί καθιερώθηκε και αγαπήθηκε ιδιαίτερα για πολλούς λόγους:
• Την περιοχή χαρακτήριζε ο λυρισμός και ο ρομαντισμός, που αναφέραμε και προηγουμένως, κατάλοιπο
προφανώς της Ενετοκρατίας και του «Ερωτόκριτου».
• Η ενασχόληση με το βιολί ντόπιων καλλιτεχνών,
όπως ήταν ο Στρατής Καλογερίδης, ο οποίος επηρέασε πολύ τη μουσική της περιοχής.
Εδώ, αξίζει να αναφερθούμε στον μεγάλο αυτό βιολάτορα της περιοχής ο οποίος θεωρείται ο σημαντικότερος εκτελεστής βιολιού της Κρήτης.
24
Χοροστάσι
Ο Στρατής Καλογερίδης γεννήθηκε στη Σητεία το
1883. Στις αρχές της δεκαετίας του 1910, με την προτροπή του πατέρα του έφυγε για το Παρίσι για να σπουδάσει
Χημεία. Όμως αντί αυτού, παρακολούθησε μουσική στο
Κονσερβατουάρ του Παρισιού. Το 1915 ήρθε στο Ηράκλειο όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα.
Γεννημένος μουσικός, μεγαλωμένος μέσα σε ανθρώπους με πηγαία μουσική φλέβα, αποκτά βιώματα,
τα οποία, μαζί με τις γνώσεις που αποκόμισε, θα γίνουν
ρυθμοί, ήχοι, χρώμα και ύφος που θα επηρεάσουν ανεξίτηλα τη μουσική της Κρήτης. Ασχολήθηκε με πάθος
με την κρητική μουσική και ιδιαίτερα με τις ρίζες της,
που ύστερα από πολλή έρευνα, τις εντόπισε στην πανάρχαια Πυρρίχια μουσική, ρίζες, συγγενείς των μοτίβων
της Ανατολικής Κρήτης. Ο Στρατής Καλογερίδης υπήρξε
ο πρώτος κρητικός μουσικός και συνθέτης που έγραψε
κρητική μουσική σε παρτιτούρες. Οι «κοντυλιές Καλογερίδη» έγιναν μέτρο σύγκρισης. Το βιολί, επικράτησε
σαν πρώτο όργανο σε πολλές περιοχές της Ανατολικής
Κρήτης και φυσικά στην πατρίδα του, μετά το 1930. Ιδιαίτερα, η παρουσία του και η συμβολή του έπαιξε βασικό
ρόλο στην εξέλιξη της κρητικής μουσικής. Είναι εμφανείς ακόμα και σήμερα οι μουσικές του παρεμβάσεις. Το
όνομά του συνδέθηκε ανεξίτηλα με τη μουσική της Ανατολικής Κρήτης, απ’ όπου, κυρίως, άντλησε τις μουσικές
του ιδέες. Ιδιαίτερη σημασία, έχει ο τρόπος που οι λαϊκοί
καλλιτέχνες αφομοίωσαν τη μουσική του. Ακόμα και σήμερα συνεχίζουν να παίζουν τις συνθέσεις του, συμβάλλοντας έτσι ώστε να καθιερωθεί ως λαϊκός βάρδος της
Κρήτης.
Οι παρτιτούρες του διασώθηκαν και συγκεντρώθηκαν από το Δήμο Ηρακλείου, για να εκδοθούν σε βιβλίο
το 1985.12
Γενικότερα, η καταξίωση και καθιέρωση του βιολιού
στην περιοχή οφείλεται κατά πολύ στη προσωπικότητά
του. Οι ντόπιοι καλλιτέχνες ακολούθησαν την πορεία του
και, σαν αποτέλεσμα αυτού, το βιολί, διαθέτει φανατικούς υποστηρικτές, οι οποίοι, σήμερα, δεν αποδέχονται
τη λύρα ως κύριο όργανο της περιοχής.
Βέβαια, ήταν πάρα πολλοί οι βιολάτορες που άφησαν
το στίγμα τους στη μουσική παράδοση της Σητείας και
ενίσχυσαν, με την ξεχωριστή συμβολή του ο καθένας,
την υπερίσχυση του βιολιού στην περιοχή. Ανάμεσα σε
αυτούς αναφέρω το Μιχαήλ Καλομενόπουλο (1835-1920),
το Σολιδάκη Γιάννη ή Κιρλίμπα, (1894-1977), τον Παπαχατζάκη Γιάννη ή Στραβογιαννιό (επειδή ήταν τυφλός)
(1904-1997), τον Παντελή Μπαριταντωνάκη, τον Παπαδάκη Γιώργο, το Λαγουδάκη Μιχάλη και βέβαια τον γνωστό βιολάτορα (αλλά συγχρόνως λυράρη και ποιητάρη)
Γιάννη Δερμιτζάκη ή Δερμιτζογιάννη (1907-1984), του
οποίου η προσφορά και η συμβολή στη Σητειακή παραδοσιακή μουσική είναι τεράστια, κ.ά.
Το βιολί, εξ άλλου, ήταν το μουσικό όργανο με το
οποίο γεννήθηκαν οι περίφημες «Στειακές κοντυλιές», οι
οποίες χαρακτηρίζουν την περιοχή της Σητείας.
Με τον όρο «κοντυλιές» εννοούμε ολοκληρωμένα
μουσικά κομμάτια ενώ, κατά μία διαφορετική διατύπωση, «κοντυλιές» είναι μικρά μουσικά κομμάτια, όσο η
μισή φράση μιας μαντινάδας. Η «κοντυλιά» ταυτίζεται
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
με εκείνο που, στη γλώσσα του λαού λέγεται «γύρισμα».
Οι κοντυλιές, στη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα,
έπαιρναν και συνεχίζουν, και σήμερα, να παίρνουν, την
ονομασία τους από τη μουσική κλίμακα, στην οποία παίζονται. Οι πλέον συνηθισμένες μουσικές κλίμακες που
χρησιμοποιούνται για τις κοντυλιές είναι: La Maggiore,
La Minore, Re Minore, Re Maggiore, Sol Maggiore, Do
Maggiore, Fa Maggiore και με λαϊκή ονομασία, κοντυλιά του Fa, κοντυλιά του Do, κοντυλιά του Sol. Αυτή η
ονομασία, κατά κλίμακες, μάλλον, οφείλεται, χωρίς να
είναι απολύτως εξακριβωμένο, στον περίφημο συνθέτη
και βιολιστή Στρατή Καλογερίδη.
Οι κοντυλιές, ως μουσικό είδος, διαμορφώθηκαν, κυρίως, μέσα στο χώρο της Ανατολικής Κρήτης. Είναι δημιούργημα του λαού της και πολλές από αυτές προϋπήρχαν
από την εποχή του Βιτσέντζου Κορνάρου.
Εκτός από τις κοντυλιές, στην κλίμακα του La, αλλά
και του Sol, πρέπει να υπήρχαν και εκείνες που δίνουν τη
δυνατότητα της διφωνίας στην κλίμακα του Re Maggiore.
Με αυτές τις κοντυλιές, και ιδίως με την τελευταία, τραγουδιούνται οι μαντινάδες στις νυχτερινές εξορμήσεις
που αργότερα πήραν το όνομα «καντάδα» Το βιολί επίσης, παίζει πολύ σπουδαίο ρόλο στις καντάδες στη Σητεία, οι οποίες γίνονταν με τη συνοδεία κιθάρας.
Και ας έρθουμε στη λύρα, το πιο δημοφιλές μουσικό
όργανο στις μέρες μας.
Όσον αφορά τη λύρα, οι μουσικοί της Κρήτης, διαφωνούν, αφού υπάρχουν φανατικοί υποστηρικτές, τόσο
της λύρας όσο και του βιολιού. Αν και οι περισσότεροι
βέβαια συμφωνούν ότι το βιολί καθιερώθηκε στη Σητεία
και στην Ανατολική Κρήτη, γενικότερα, και διαμόρφωσε την παράδοσή της, ωστόσο, για τη λύρα στην Κρήτη,
έχει τεθεί και ζήτημα χρονολόγησης της εμφάνισής της.
Από την άλλη, τα στοιχεία και οι καταγραφές που διαθέτουμε, είναι πολύ λίγα, ωστόσο, κανείς δεν διαφωνεί
ότι η ιστορία του μουσικού αυτού οργάνου είναι μεγάλη,
διαφορετικά δεν θα είχε καθιερωθεί στις μέρες μας σαν
πρωτεύον πλέον όργανο.
Σύμφωνα με το μουσικολόγο Φοίβο Aνωγειανάκη,
η προέλευση της λύρας είναι βυζαντινο-ανατολική και
ταυτίζεται ή συγγενεύει με άλλα παρόμοια ή παραπλήσια όργανα λαών της Ανατολής, οι οποίοι τα χρησιμοποιούν μέχρι σήμερα.13
Ο καθηγητής Γεώργιος Αμαριανάκης γράφει ότι «η
λύρα, αν και γνωστή στον ελλαδικό χώρο ήδη από τον 9ο
αιώνα, δεν είναι βέβαιο από πότε άρχισε να χρησιμοποιείται στην Kρήτη».14
Σύμφωνα με το Νικόλαο Παναγιωτάκη «η λύρα, δεν
αναφέρεται καθόλου στις Κρητικές πηγές της Ενετοκρατίας. Αυτό που αναφέρεται, είναι ένα μουσικό όργανο,
η lira του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης, έγχορδο όργανο που παιζόταν με πλήκτρο ή κοντό δοξάρι, άσχετη
τελείως με τη σημερινή κρητική λύρα. Αναφέρεται και
το όνομα ενός αστού μουσικού, του «Σαχλίκη, που έπαιζε
αυτή τη lira. Αντίθετα, η κρητική λύρα, μοιάζει πολύ με
όργανα που βλέπουμε να εικονίζονται σε βυζαντινές και
μεταβυζαντινές τοιχογραφίες». Και αναφέρει επίσης ότι,
«στην Kρήτη, όπως φαίνεται, η λύρα ήρθε μετά την τουρκική κατάκτηση, τον 17ο ή τον 18ο αιώνα.».15
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
Η περιοχή της Κρήτης, στην οποία κυριάρχησε η
λύρα, είναι ο νομός Ρεθύμνου.
Τα είδη της λύρας που καθιερώθηκαν, γενικά, στην
Κρήτη, είναι το «λυράκι», που έδινε έναν οξύ και διαπεραστικό ήχο, και η «βροντόλυρα», που είναι μεγαλύτερη
σε μέγεθος και κατάλληλη για πολύωρη συνοδεία τραγουδιού.16
Το κρητικό λυράκι είναι σχεδόν ίδιο με την πολίτικη
λύρα, δηλαδή τη λύρα της Κωνσταντινούπολης.
Με το βιολί και την κιθάρα, παλαιότερα,
γίνονταν όλα τα γλέντια της Σητείας
Mέχρι το πρώτο τέταρτο του 20ού αιώνα παιζόταν
κυρίως μόνη της, δηλαδή χωρίς συνοδευτικά όργανα, και
στο κέντρο του χορευτικού κύκλου. Στο δοξάρι της συνήθιζαν να κρεμούν μικρά σφαιρικά κουδουνάκια, που
λέγονται γερακοκούδουνα, επειδή θεωρείται ότι παρόμοια κουδουνάκια κρεμούσαν κατά τη βυζαντινή (άλλοι
πιστεύουν κατά την Ενετική) περίοδο στα κυνηγετικά γεράκια. Kατά την εκτέλεση της μουσικής τα γερακοκούδουνα, με επιδέξιες κινήσεις, μεταμορφώνονται σ’ ένα
δεύτερο όργανο ρυθμικής και αρμονικής συνοδείας.17
Στις αρχές της περιόδου του Μεσοπολέμου (19201940) διαμορφώθηκε στην κεντρική Κρήτη η βιολόλυρα,
μια οκτάσχημη λύρα που δημιουργήθηκε στα πλαίσια
μιας προσπάθειας να αποκτήσει η λύρα τις τεχνικές δυνατότητες του βιολιού. Χρησιμοποιήθηκε ιδιαίτερα στο
νομό Ηρακλείου.18
Ωστόσο, στη Σητεία, η λύρα δεν καθιερώθηκε. παρόλο που υπάρχει και σχετική παράδοση, η οποία, για το
19ο και τον 20ο αιώνα, περνάει από τα ονόματα ξακουστών λυράρηδων, όπως του Εμμανουήλ Τερζάκη ή Τερζή (1836-1916), του Χατζαντωνάκη Κωστή ή Φοραδάρη
(1870-1935), του Ιωάννη Σολιδάκη ή Κιρλίμπα (18941977) (δεξιοτέχνη και στο βιολί επίσης), του Γεώργιου
Χαρκιολάκη ή Καλοχωριανού (1885-1963), του Γεώργιου
Διακάκη ή Λευκάρη (1912-2008), Δεν έγινε βίωμα του
λαού και δεν βρήκε την ίδια ανταπόκριση που βρήκε το
βιολί, με του οποίου τους ήχους, η Σητειακή μουσικοχορευτική παράδοση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη.
Στις μέρες μας, το βιολί σαν μουσικό όργανο, σπάνια
κάνει την εμφάνισή του στις χορευτικές εκδηλώσεις της
περιοχής. Οι παλιοί βιολάτορες, μεγάλοι σε ηλικία πια,
25
δύσκολα παίρνουν την απόφαση να παίξουν, μια και έχει
αλλάξει όλη η διαδικασία της παρέας και του γλεντιού.
Οι νεώτεροι, μαθαίνουν και παίζουν περισσότερο λύρα,
ακολουθώντας τη γενικότερη μουσική παράδοση που
επικρατεί σήμερα στην Κρήτη γενικότερα. Δυστυχώς οι
βιολάτορες είναι πολύ λίγοι και οι «καλοί παραδοσιακοί»
βιολάτορες ακόμα λιγότεροι. Η λύρα κυριαρχεί στις μουσικοχορευτικές εκδηλώσεις της περιοχής, πέρα από ελάχιστες εξαιρέσεις κι αυτό δεν είναι ένα φαινόμενο που θα
πρέπει απαραίτητα να ανησυχεί. Αρκεί να μην χάνονται
οι ρίζες και οι καταβολές ενός τόπου. Να ακολουθούνται
τα μουσικά μονοπάτια της περιοχής, τα οποία μας οδήγησαν σε μια πλούσια μουσική παράδοση, ιδιαίτερη από
αυτή της υπόλοιπης Κρήτης.
Ο κάθε μουσικός δεν ακολουθεί τις παραδοσιακές
«ζυγιές» (βιολί-κιθάρα, ή λύρα-λαούτο, ή λύρα-λαούτονταουλάκι) αλλά ζυγιές «αυτοσχεδιασμού» (συνήθως,
αυτοσχεδιάζει σε ότι αφορά τα όργανα που θα αποτελέσουν το μουσικό του συγκρότημα και επιλέγει μεταξύ
της λύρας, του λαούτου, της κιθάρας, του νταουλιού και
πολλές φορές του συνθεσάιζερ). Όμως, δεν θα πρέπει να
επαναπαύεται αλλά να ερευνά, να ψάχνει, να μαθαίνει
για τις καταβολές της μουσικής του τόπου του και , φυσικά, να τις μεταδίδει.
Στις μέρες μας η παραδοσιακή μουσική της Ανατολικής Κρήτης, περιλαμβάνει όλα τα επίπεδα ποιότητας. Το
«παραδοσιακό», το οποίο ελάχιστοι συνεχιστές της παλιάς καλής Σητειακής μουσικής ακολουθούν, το «έντεχνο», μια νέα τάση στην γενικότερη Κρητική μουσική,
η οποία πολλές φορές αντλεί στοιχεία από τη γνήσια παραδοσιακή μουσική, προσθέτοντας καινούρια στοιχεία
και νεωτερισμούς, και, τέλος, το «σκυλάδικο», το οποίο
έχει ένα καθαρά εμπορικό ύφος που αποπροσανατολίζει,
ειδικά τους νέους που δεν έχουν ψάξει ή ασχοληθεί με
την παραδοσιακή μουσική του τόπου τους. Όλα αυτά τα
είδη συμβιώνουν και διεκδικούν το δικό μας κομμάτι της
προσοχής. Τα μουσικά όργανα, ακολουθούν όλο αυτό το
συνονθύλευμα, χωρίς πάντα οι μουσικοί να έχουν ξεκαθαρίσει τη γνησιότητα και την αυθεντική παραδοσιακή
μουσική.
Από τη σύντομη αυτή ανασκόπηση, στην οποία τα
καταγεγραμμένα στοιχεία ήταν ελάχιστα, είναι φανερό,
ότι στην περιοχή της Σητείας, υπήρχε μια πλούσια και
ζωντανή μουσική παράδοση. Ο «Ερωτόκριτος», η καντάδα, ο ρομαντισμός της εποχής, άφησαν το στίγμα τους
στο πέρασμα των χρόνων, και συντέλεσαν στο να καθιερωθεί το βιολί σαν μουσικό όργανο στην περιοχή.
Έτσι, η «βιολιστική» παράδοση της Σητείας, έδωσε
ένα διαφορετικό χρώμα και ύφος, που έκαναν την περιοχή να ξεχωρίσει.
Οι ραγδαίες μεταβολές που συντελούνται σήμερα
στον τρόπο ζωής παρασύρουν σε ραγδαίες μεταβολές τη
μουσική μας παράδοση αλλά και την ευρύτερη έννοια
του πολιτισμού. Μέσα στη γενικότερη κρίση που χαρακτηρίζει την εποχή μας, η ανάγκη για επαγρύπνηση και
προβληματισμό μεγαλώνει. Ας προσπαθήσουμε να φιλτράρουμε τις επιδράσεις και τις επιρροές που δεχόμαστε
και ας κρατήσουμε τα στοιχεία εκείνα που θα μας διατηρήσουν γνήσιους και ποιοτικούς.
Χοροστάσι
26
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
Η πολιτιστική κληρονομιά της Καλλιθέας Αττικής
του Δημήτρη Κάρναβου, Δημοτικού Συμβούλου Καλλιθέας, Οικονομολόγου, MSc Βιώσιμη Ανάπτυξη
Η
ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ
κληρονομιά μιας πόλης
δύναται να περιλαμβάνει τα ήθη, τα έθιμα, τα
μουσεία, τα τραγούδια, τη
γαστρονομία και κάθε τι
που είναι απόρροια του πολιτισμού που αναπτύσσεται
σε ένα τόπο μέσα από την
αέναη αλληλεπίδραση της
κοινωνίας των κατοίκων και
του φυσικού και δομημένου
περιβάλλοντος. Η πολιτιστική κληρονομιά ενός τόπου επηρεάζει ιδιαίτερα τη
φυσιογνωμία του, αποτελώντας καθοριστικό παράγοντα
συνδιαμόρφωσής της. Τα έθιμα, τα ήθη, τα μουσεία, τα
τραγούδια, η κουζίνα ενός τόπου μπορούν να επηρεάσουν τη συνείδηση των κατοίκων του, την εικόνα της
πόλης που εισπράττουν οι επισκέπτες της, αλλά και την
εντύπωση που τους δημιουργεί το άκουσμα της.
Η Καλλιθέα ως τόπος προορισμού μεταναστών πολλών και διαφορετικών καταγωγών δεν είναι εύκολο να
διαμορφώσει και να συντηρήσει τη δική της ιδιαίτερη
πολιτιστική κληρονομιά. Πολλοί κάτοικοί της εξακολουθούν να αποτελούν πολιτιστικές ενότητες, ανάλογα με
τον τόπο καταγωγής τους, όπως, ιδιαίτερα, οι Πόντιοι,
οι Κωνσταντινουπολίτες και οι Κρήτες αλλά και οι Κυκλαδίτες, οι Μανιάτες, οι Αρκάδες, οι Ηπειρώτες και οι
Ρουμελιώτες,, και να διατηρούν τα ήθη και τα έθιμα της
ιδιαίτερης πατρίδας τους. Ιδιαίτερα μετά την απότομη
πληθυσμιακή αύξηση των δεκαετιών μετά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, η έννοια του Καλλιθεάτη που είχε αρχίσει
να διαμορφώνεται καθώς και της τοπικής πολιτιστικής
κληρονομιάς έχει σχετικά ατονήσει.
Παρ’ όλα αυτά η Καλλιθέα αποτέλεσε από πολύ νωρίς
πόλο έλξης πνευματικών ανθρώπων. Σε αυτό συνέβαλε
και η ίδρυση, στα πρώτα χρόνια της ζωής της, πέντε ση-
μαντικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, δηλαδή της Σχολής
Νηπιαγωγών, της Χαροκοπείου, του Οίκου Τυφλών, της
Σιβιτανιδείου και της Παντείου. Όμοια, από νωρίς προέκυψαν και λειτούργησαν τοπικές κοινωνικές εκδηλώσεις πνευματικού χαρακτήρα όπως, η Α’ Έκθεση Καλλιθεατών Ζωγράφων, που έλαβε χώρα στην αίθουσα της
Λέσχης Καλλιθέας, τα πρωτότυπα Ψυχικά Καλλιστεία
της Γυναικός το 1937, η Α’ Έκθεση Ελληνικού Βιβλίου,
το 1938 με διοργανωτή το βιβλιοπωλείο του Γεράσιμου
Λουκάτου (Καθημερινή, 2003).
Σημαντική συμβολή στην πολιτιστική και πνευματική ανάπτυξη της πόλης είχε το βιβλιοπωλείο Λουκάτου.
Όχι μόνο λόγω των εκδηλώσεων που διοργανώνει, αλλά
και γιατί αποτελεί σημείο συνάντησης του πνευματικού
και καλλιτεχνικού κόσμου της πόλης, καθώς και εκδοτικό
οίκο των Καλλιθεατών λογίων (Τριανταφυλλίδης, 1972).
Προς την ίδια κατεύθυνση κινούνταν εκείνη την περίοδο και οι σύλλογοι που λειτουργούσαν στην πόλη.
Έτσι, ο Σύλλογος Κωνσταντινουπολιτών, η Εθνική
Ψυχή, το Παλλάδιο της Καλλιθέας, η Αγία Βαρβάρα
και οι Αργοναύτες- Κομνηνοί οργάνωναν διαλέξεις, φιλολογικά μνημόσυνα Καλλιθεατών λογίων, θεατρικές
παραστάσεις ελληνικών και ξένων κλασικών έργων και
μουσικές εκδηλώσεις (Κασιάνης, 1963). Δεν είναι τυχαίο
ότι ο χαρακτηρισμός της Καλλιθέας ως Μονμάρτης της
Ελλάδας, παρομοιωμένης, δηλαδή, με το γνωστό καλλιτεχνικό προάστιο του Παρισιού, από τον τότε Γραμματέα των Καλών Τεχνών του Υπουργείου Παιδείας Νικ.
Καλογερόπουλο, θεωρήθηκε επιτυχής και καθιερώθηκε
σε ολόκληρο το φιλολογικό και καλλιτεχνικό κόσμο της
εποχής (Παπάζογλου, 2000).
Στην Καλλιθέα έζησαν πολλοί λόγιοι, εικαστικοί, ιδιαίτερα ζωγράφοι, επηρεάζοντας σημαντικά την κοινωνική και πολιτιστική ζωή της πόλης. Αυτό όμως που έκανε
ιδιαίτερα γνωστή την πόλη ήταν το ειδικό μουσικό πάλκο
στις Τζιτζιφιές και στη Λεωφόρο Συγγρού που φιλοξένησε στη χρυσή εποχή του, αυτό που, σήμερα, αποκαλείται
Συνέχεια από τη σελ. 25
[1] Φραγκούλης Κωστής-Ανταίος (1997) Σητεία Πανάρχαιη κοιτίδα,
περ. «Επτά ημέρες», εκδ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ, σ. 22
[2] Κορνάρος Βιτσέντζος (1996) Ερωτόκριτος. Εκδ. ΠΑΠΥΡΟΣ, Αθήνα κεφ. Α΄ στίχ. 391-392, 515-516.
[3] Παναγιωτάκης Νικόλαος (1990). Η παιδεία και η μουσική στην
Κρήτη κατά τη Βενετοκρατία, σειρά: «Κρήτη: Ιστορία και πολιτισμός», εκδ. Σύνδεσμος Τοπικών Ενώσεων Δήμων και Κοινοτήτων
Κρήτης, Κρήτη, σ. 96
[4] Παναγιωτάκης Νικόλαος, ό.π., σ. 101
[5] Παναγιωτάκης Νικόλαος, ό.π., σ. 101
[6] Παναγιωτάκης Νικόλαος, ό.π., σ. 101
[7 Παναγιωτάκης Νικόλαος, ό.π., σ. 101-102
[8]Συνοδευτικό ένθετο στη σειρά «Κρητική μουσική παράδοση -Πρωτομάστορες 1920-1955», εκδ. ΑΕΡΑΚΗΣ, ΚΡΗΤΙΚΟ ΜΟΥΣΙΚΟ
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ, σ. 30
[9] Παναγιωτάκης Νικόλαος, ό.π., σ. 97
[10] Οικονομάκης Ηλίας (2004). Γνωριμία με τη μουσική παράδοση
της Ανατολικής Κρήτης, (αυτοέκδοση), σ. 59
[11] Οικονομάκης Ηλίας, (2008). Ανιχνεύοντας στους δρόμους της
μουσικής παράδοσης-Ανατολική Κρήτη, (αυτοέκδοση), σ. 94
[12] Οικονομάκης Ηλίας (2004). Ο αγώνας για τη μουσική παράδοση
της Ανατολικής Κρήτης, (αυτοέκδοση), σ. 165-172
[13] Ανωγειανάκης Φοίβος (1991). Ελληνικά λαϊκά Μουσικά Όργανα,
εκδ. ΜΕΛΙΣΣΑ
[14] Αμαριανάνης Γεώργιος (1988). Κρητική Βυζαντινή και παραδοσιακή μουσική, σειρά: «Κρήτη: Ιστορία και Πολιτισμός», τόμ. Β΄,
σ. 329
[15] Παναγιωτάκης Νικόλαος, ό.π., σ. 102
[16] Ανωγειανάκης Φοίβος, ό.π., σ. 259-60 και 270
[17] Τσουχλαράκης Ιωάννης (2004). Τα λαϊκά μουσικά όργανα στην
Κρήτη, σ. 28
[18] Τσουχλαράκης Ιωάννης ό.π. σ. 37
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
27
ρεμπέτικο τραγούδι, δημιουργώντας μία σχετική με το κή δημιουργία στην πόλη. Σημαντική προσπάθεια, για
είδος αυτό του τραγουδιού ατμόσφαιρα. Στο πλαίσιο της τη διαφύλαξη της πολιτιστικής κληρονομιάς της πόλης,
ευρύτερης περιοχής της Καλλιθέας δούλεψαν και έζη- αποτελεί και η διοργάνωση πολιτιστικών εκδηλώσεων
σαν όλα τα μεγάλα ονόματα αυτής της εποχής, όπως ο των πολλών και σημαντικών εθνοτοπικών συλλόγων που
Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Μπαγιαντέρας, ο Άκης Πάνου εδρεύουν εκεί. Οι εκδηλώσεις των Ποντιακών Συλλόγων
κ.ά.(Καθημερινή, 2003). Συχνές δε ήταν οι αναφορές της και ιδιαίτερα του Παμποντιακού Συλλόγου Αργώ και του
πόλης και σε στίχους των ρεμπέτικων τραγουδιών. Χα- Συλλόγου Ποντίων Αργοναύτες- Κομνηνοί, καθώς και
ρακτηριστικός ο στίχος: «…Στου Χαροκόπου και στην των Κρητικών Συλλόγων και ιδιαίτερα του Συλλόγου
Καλλιθέα, μου είπανε πως τα ’πινες εχθές, ψηλό μελα- Κρητών και του Συλλόγου Κρητών Η Μεγαλόνησος αποχρινό είχες παρέα και εγώ σε γύρευα στις Τζιτζιφιές…». τελούν σημαντικές προσπάθειες διαφύλαξης της πολιτιΣτην πόλη δεν απαντώνται άλλα τοπικά τραγούδια, παρά στικής κληρονομιάς των μεγαλύτερων ομάδων εσωτεριμόνο όσα διασώζει η παράδοση των πολυπληθέστερων κών και εξωτερικών μεταναστών που αποτελούν σήμερα,
ομάδων μεταναστών που κατοικούν εκεί.
ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας της πόλης.
Στα 1955, δημιουργείται στην πόλη, από κληροδότηΣε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης δεν λειτουργεί κάμα του Καλλιθεάτη ποιητή Ιωάννη Γρυπάρη, η Δημοτική ποιο μουσείο. Όμως στην πόλη υπάρχουν δύο μουσεία,
Βιβλιοθήκη, η οποία, αρχικά, στεγάστηκε στην οικία του που είναι απόρροια ιδιωτικών προσπαθειών. Το ένα είναι
ποιητή, επί της οδού Γρυπάρη 126, στη συνέχεια μετα- το μουσείο της πεζογράφου και παιδαγωγού Έλλης Αλεφέρθηκε στο κτήριο, που βρίσκεται στη γωνία των οδών ξίου, που βρίσκεται στο σπίτι, όπου έζησε τα τελευταία
Αριστείδου και Σκοπευτηρίου, ενώ, σήμερα, εδρεύει χρόνια της ζωής της, στην οδό Σαπφούς 49. Στο μουσείο
στην οδό Ανδρομάχης 86α και Αλκμήνης. Στην πόλη αυτό φυλάσσονται διάφορα προσωπικά αντικείμενα τόσο
λειτουργεί, επίσης, η Δημοτική Φιλαρμονική, από το της ίδιας, όσο και των γονιών της, της αδελφής της Γα1952, η οποία, έκτοτε, αποτελεί σημείο αναφοράς όλων λάτειας Καζαντζάκη, του δεύτερου συζύγου της Μάρκου
των κοινωνικών εκδηλώσεων που λαμβάνουν χώρα στην Αυγέρη, του αδελφού της Λευτέρη Αλεξίου και του πρώπόλη με διοργανωτή το Δήμο και όχι μόνο (Ψαλιδόπου- του συζύγου της Β. Δασκαλάκη, όλων συγγραφέων (Παλος, 2002).
πάζογλου, 2000). Το δεύτερο,
Μέχρι το 1979, η παρέμβααλλά ιδιαίτερα σημαντικό
ση του Δήμου στην πόλη, για τα
και μοναδικό για τη χώρα
πολιτιστικά της δρώμενα είναι
μας, μουσείο είναι το Μουαποσπασματική και εξαντλείται
σείο Αφής, ιδιοκτησίας του
στη λειτουργία της Δημοτικής
Φάρου Τυφλών της Ελλάδος.
Βιβλιοθήκης και της Δημοτικής
Στεγάζεται σε προσφάτως
Φιλαρμονικής. Τότε, δημιουργείχαρακτηρισμένο κτίριο του
ται, ως Νομικό Πρόσωπο ΔημοΦάρου Τυφλών, δωρεά της
σίου Δικαίου, το Πνευματικό Κέοικογένειας Εμπειρίκου, επί
ντρο Καλλιθέας, το οποίο έβαλε
της οδού Δοϊράνης 198. Ως
σα στόχο της δημοτικής πολιτιΜουσείο Αφής λειτούργησε
κής τη δημιουργία Πινακοθήκης
πρώτη φορά το 1984, ενώ
και σχετικού Μουσείου, καθώς
το 1988 έλαβε τον Έπαινο
και την οργανωμένη πολιτιστική
του Ευρωπαϊκού Μουσείου
Το ιστορικό βιβλιοπωλείο Λουκάτου
δραστηριότητα με δημοτική μέτης Χρονιάς. Φιλοξενεί μια
(φώτο Aνδρέας Ανδρεόπουλος)
ριμνα (Ψαλιδόπουλος, 1997). Το
πλούσια συλλογή από γύψιΠνευματικό Κέντρο αποτέλεσε
να αγάλματα και ανάγλυφα,
ουσιαστικά τον πρόγονο του σημερινού Πολιτιστικού τα οποία είναι ακριβή αντίγραφα περίφημων αρχαίων
Οργανισμού, ο οποίος αποτελώντας την αιχμή της δη- θησαυρών. Στο μουσείο αυτό, οι τυφλοί, όχι μόνο από
μοτικής πολιτικής στο χώρο του πολιτισμού, αναπτύσ- την Ελλάδα αλλά και από το εξωτερικό, μπορούν, με την
σει πολυσχιδή δραστηριότητα. Ενδεικτικά αναφέρεται η αφή, να αντιληφθούν τον πλούτο και το μεγαλείο της ποδραστηριότητα του Πολιτιστικού Οργανισμού σε τομείς λιτιστικής μας κληρονομιάς (Κεχαγιόγλου, 2000).
Θα ήταν παράλειψη αν αναφερόμενοι στην πολιτιστιόπως είναι η λειτουργία Δημοτικού Ωδείου, Δημοτικής
Φιλαρμονικής, Δημοτικής Βιβλιοθήκης, Κέντρου Με- κή κληρονομιά της Καλλιθέας δεν αναφερόμαστε στους
λέτης Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, μικτής Δημοτικής θερινούς κινηματογράφους. Κάποτε, περίπου πριν 40
Χορωδίας, Σχολής Παραδοσιακής Μουσικής και ομά- χρόνια βρίθανε από ζωή, αποτελώντας σημαντική διέδας Παραδοσιακού Χορού. Λειτουργούν, επίσης, ερα- ξοδο ψυχαγωγίας για τους κατοίκους της πόλης. Υπήρσιτεχνικές ομάδες σε εργαστήρια Πηλού, Κεραμικής, ξαν περίοδοι όπου στην πόλη λειτουργούσαν ταυτόχροΑγιογραφίας, Ζωγραφικής, Φωτογραφίας και Θεάτρου. να πάνω από 15 θερινοί κινηματογράφοι (Παπάζογλου,
Σημαντική συνεισφορά στη διαφύλαξη της πολιτιστικής 2000). Σήμερα, από την ανοικοδόμηση πολυκατοικιών
κληρονομιάς της πόλης, αποτελεί η πρωτοβουλία του έχουν ξεφύγει μόλις δύο: Η Διονυσία, στην οδό Συγγρού
Πολιτιστικού Οργανισμού να ονομάσει τα πολιτιστικά και το Φλερύ, που έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο.
κέντρα του Δήμου με ονόματα παλαιών, διακεκριμένων
Σημαντική δραστηριότητα για τη διαφύλαξη της ποστο χώρο των γραμμάτων και των τεχνών, Καλλιθεατών. λιτιστικής κληρονομιάς της πόλης αποτελεί η λειτουργία
Έτσι στην Καλλιθέα συναντάμε τα πολιτιστικά κέντρα του Κέντρου Μελέτης Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γιάνμε τα ονόματα: Αρχέλαος, Θανάσης Απάρτης, Γιάννης νης Χατζίνης και του Νέου Πνευματικού Κύκλου, που
Κορδάτος, Γιάννης Χατζίνης, Μάρκος Αυγέρης. Η ανα- αναβιώνουν και διασώζουν την πνευματική και πολιτικατασκευή της οικίας της ζωγράφου Σοφίας Λασκαρίδου στική ζωή της Καλλιθέας που υπήρξε έντονη την περίοκαι η λειτουργία της, ως μόνιμης έκθεσης της ιδίας και δο του Μεσοπολέμου έως και το 1970 περίπου.
ως Δημοτικής Πινακοθήκης, αναβάθμισε την εικαστιΕπίσης σημαντική πολιτιστική δραστηριότητα ανα-
28
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
20 χρόνια ζωής και δράσης
του Κέντρου Ελληνικού Χορού και Λαϊκού Πολιτισμού
Συνέχεια από τη σελ. 1
-Ο Εκπαιδευτικός τομέας δράσης. Η εκμάθηση παραδοσιακών χορών σε εκατοντάδες μαθητές και πανεπιστημιακούς φοιτητές, διαφόρων ηλικιών βασίζεται σε
ένα Εκπαιδευτικό - Παιδαγωγικό πρόγραμμα σπουδών,
επιστημονικού επιπέδου, με συστηματική διδασκαλία
παραδοσιακών χορών από όλες τις περιοχές της Ελλάδας. Ιδιαίτερα τα θεωρητικά και πρακτικά του μαθήματα
απευθύνονται σε σπουδαστές όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης (Πρωτοβάθμιας, Δευτεροβάθμιας και Τριτοβάθμιας).
Η διδασκαλία των χορών καθώς και η λειτουργία του
Κ.Ε.ΧΟ.Λ.Π καθοδηγείται και πραγματώνεται, κάθε χρόνο, ανιδιοτελώς, από στελέχη με επιστημονική εξειδίκευση στο γνωστικό αντικείμενο των χορών. Διδάσκουν
οι Κώστας Σαχινίδης, Δρ Κοινωνιολογίας του Χορού,
Χάρης Πανικίδης, τ. Σχολικός Σύμβουλος και Χριστίνα
Κεκάκη, ιστορικός-αρχαιολόγος.
- Οι χορευτικές παραστάσεις του Κ.Ε.ΧΟ.Λ.Π. στην
Ελλάδα.
Οι χορευτικές ομάδες του Κ.Ε.ΧΟ.Λ.Π., κάθε χρόνο, παρουσιάζουν ένα μεγάλο αριθμό παραστάσεων και
συμμετείχαν σε πλήθος εκδηλώσεων, διαφόρων Φορέων, σε όλη την Ελλάδα. Μέχρι σήμερα, συμμετείχαν σε
πλήθος παραστατικών εκδηλώσεων, σε διάφορες περιο-
χές και ειδικότερα σε αρκετούς Δήμους της Αττικής και
της Θεσσαλονίκης καθώς και στις επαρχιακές πόλεις και
κωμοπόλεις: Τύρναβος, Ελασσόνα, Εύβοια, Μεσολόγγι,
Ναυπακτία, Πάτρα, Ναύπλιο, Νέα Κίος, Κρήτη (Χανιά,
Γεωργιούπολη και Κουρνάς Χανίων, Γέργερη Ηρακλείου), Ζάκυνθος, Άνδρος, Καπανδρίτι, Κορινθία (Στιμάγκα
Βέλους) κ.ά.
-Οι χορευτικές παραστάσεις και περιοδείες στο εξωτερικό.
Οι χορευτικές ομάδες του Κ.Ε.ΧΟ.Λ.Π. εκπροσώπησαν, πολλές φορές, τη χώρα μας σε κορυφαία διεθνή φεστιβάλ του εξωτερικού, όπου παρουσίασαν ελληνικούς
χορούς, σε διάφορα σημεία της Αμερικής, της Ευρώπης
και της Ασίας και ιδιαίτερα στις χώρες: Η.Π.Α. (2001),
Κινά (2002), Κούβα (2003), Ουγγαρία (2005), Λιθουανία
(2009), Ιταλία (2000), Βουλγαρία (1993 Και 1994), Γιουγκοσλαβία (1998) κ.ά.
-Η αποκλειστική και μοναδική, πανελλήνια, παρουσίαση αποκριάτικων χορευτικών δρώμενων της περιοχής
Ελασσόνας, με σατιρικά τραγούδια και χορούς καθώς
και με απαγγελία σατιρικών διστίχων και πολύστιχων.
Οι παραστάσεις αυτές έγιναν σε δήμους της Αττικής και
της επαρχίας από τη χορευτική ομάδα μεταμφιεσμένων
καρναβαλιών του Κ.Ε.ΧΟ.Λ.Π., με την συμμετοχή δια-
Συνέχεια από τη σελ. 28
πτύσσει το Κέντρο Ελληνικού Χορού και Λαϊκού Πολιτισμού, στην οδό Θησέως 134, που δραστηριοποιείται
στην Καλλιθέα, ως διακεκριμένος εκπαιδευτικός και εκπολιτιστικός Φορέας, επί 20 συνεχή χρόνια, ενώ, με τις
διάφορες εκτός έδρας δραστηριότητές του, μετέφερε το
όνομα της Καλλιθέας σε όλη την Ελλάδα και στα πέρατα
του κόσμου (ΗΠΑ, ΚΟΥΒΑ, ΚΙΝΑ κ.λπ.). Στο πλαίσιο
αυτής του της προσπάθειας εντάσσεται και το πολιτιστικό περιοδικό «Χοροστάσι», που εκδίδεται κάθε τρίμηνο,
επί οκτώ συνεχή χρόνια.
Η Καλλιθέα τέλος, είναι ιδιαιτέρως γνωστή για τις
ψαροταβέρνες της στην περιοχή των Τζιτζιφιών. Τα σημερινά καταστήματα συνεχίζουν μία παράδοση που ξεπερνάει τα 100 χρόνια, ενώ οι περίπου 30 εναπομείναντες
ερασιτέχνες αλιείς θυμίζουν ότι το φυσικό περιβάλλον
της περιοχής υπήρξε κ.λπ., κατά όχι πολύ μακρινό παρελθόν, κατάλληλο για φυσικές δραστηριότητες. Η κουζίνα
της περιοχής έχει δεχτεί, όμως, έντονες και τις επιρροές
των μεταναστών που κατά καιρούς έφθασαν στην πόλη.
Έτσι, στην πόλη συναντά κανείς εστιατόρια με ποντιακή,
πολίτικη, κρητική, ρωσική, ακόμη και αιγυπτιακή κουζίνα.
Η πολιτιστική κληρονομιά της Καλλιθέας περιλαμβάνει τα ήθη, τα έθιμα, τα τραγούδια, τη γαστρονομία και
κάθε τι που είναι απόρροια του πολιτισμού που αναπτύσσεται από την αέναη αλληλεπίδραση των επιρροών των
πάσης φύσεως εσωτερικών και εξωτερικών μεταναστών
που την κατοίκισαν τα τελευταία 120 χρόνια. Είναι όμως
ταυτόχρονα προϊόν της αλληλεπίδρασης του φυσικού
και δομημένου περιβάλλοντος όπως αυτό διαμορφώθηκε
από την έλευση των μικρασιατικών προσφύγων και την
μεταπολεμική αστυφιλία. Η πολιτιστική κληρονομιά της
Καλλιθέας επηρεάζει τη συνείδηση των κατοίκων του,
την εικόνα της πόλης που εισπράττουν οι επισκέπτες της,
αλλά και την εντύπωση που τους δημιουργεί το άκουσμα
της. Το όνομα Καλή-θέα σίγουρα είναι εύηχο, το πολιτιστικό της αποτύπωμα είναι πολυσχιδές και ενδιαφέρον
καθώς συντίθεται από ένα μωσαϊκό πολιτιστικών επιρροών, εθίμων και ηθών από διάφορες εποχές και παραδόσεις.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Εφημερίδα Καθημερινή (2003), Παλιά Καλλιθέα.
- Κεχαγιόγλου, Μ., (2001), Τα παλιά κτίρια της Καλλιθέας.
- Παπάζογλου, Χρ., (2000), Η Καλλιθέα του χθες και του σήμερα, Αθήνα: Εκδόσεις Έρευνα.
- Τριανταφυλλίδης, Τρ., (1972), ΑΣΤΥ ΚΑΛΛΙΘΕΑΣ, Αθήνα: Εκδόσεις εφημερίδα Καλλιθέα.
- Ψαλιδόπουλος, Θ., (2002), Καλλιθέα. Σελίδες Ιστορίας και Πολιτικής, Καλλιθέα: Εκδόσεις Άννα Ανδρεατίδου.
- Ψαλιδόπουλος, Θ., (2002), Κείμενα για την πόλη και τον πολιτισμό,
Καλλιθέα.
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
κεκριμένων καλλιτεχνών όπως είναι οι: Κώστας Κίνης,
σκηνοθέτης, Γεωργία Ζώη, Καίτη Παπανίκα και Γιώτα
Αγνάντη, ηθοποιοί κ.ά.
-Η διοργάνωση επιμορφωτικών και πνευματικών εκδηλώσεων. Το Κ.Ε.ΧΟ.Λ.Π., σε συνεργασία με άλλους
φορείς, διοργάνωσε πέντε επιστημονικές ημερίδες και
συμπόσια, για τους χορούς, με την συμμετοχή κορυφαίων επιστημόνων.
-Η διοργάνωση φεστιβαλικών πολιτιστικώνκαλλιτεχνικών παραστατικών εκδηλώσεων. Στον τομέα
αυτό το Κ.Ε.ΧΟ.Λ.Π. καθιέρωσε κορυφαίους πολιτιστικούς θεσμούς, που χαρακτηρίζονται από μοναδικότητα και πρωτοτυπία, με βασικό σκοπό την ανάδειξη και
παραστατική παρουσίαση της σχέσης των ελληνικών
παραδοσιακών χορών και τραγουδιών με παλαιότερες ή
σύγχρονες μορφές ζωής και λαϊκές εκφράσεις, οι οποίες αντικατοπτρίζουν διάφορες κοινωνικές και ηθικές ή
θρησκευτικές αξίες, ιδέες, αντιλήψεις και συνήθειες του
λαού μας.
Οι σημαντικότερες όλων των εκδηλώσεων είναι αυτές που έγιναν με τον γενικό τίτλο:
- Πανόραμα Παραδοσιακών Χορών. Το Πανόραμα
παραδοσιακών χορών και φορεσιών αποτέλεσε ένα από
τα μεγαλύτερα Φεστιβάλ της Ελλάδας και έγινε στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας (1997, 1998, 1999), με συμμετοχή,
κάθε φορά, περίπου 80 χορευτικών συγκροτημάτων και
περίπου 1800 χορευτών.
- Σεργιάνι στην Παράδοση. Πραγματοποιήθηκε, επί
8 χρόνια, στο διάστημα 1992-2002, σε μεγάλα θέατρα
της Αττικής όπως είναι: το Παλλάς, το Βεάκειο Πειραιά,
το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, ο Φιλολογικός Σύλλογος
Παρνασσός κ.ά. Οι εκδηλώσεις αυτές διακρίθηκαν ιδιαίτερα για το επιστημονικά εξειδικευμένο και άρτιο,
καλλιτεχνικά, περιεχόμενό τους. Μάλιστα, για το λόγο
αυτό αποτέλεσαν πρότυπο για πολλούς άλλους Φορείς,
οι οποίοι, πολύ συχνά, χρησιμοποιούν ακόμη και τον ίδιο
τίτλο στις δικές τους εκδηλώσεις.
Επίσης, το Κ.Ε.ΧΟ.Λ.Π., συμμετείχε οργανωτικά, επί
δεκαέξι χρόνια, στην πραγματοποίηση των εκδηλώσεων
με τίτλο ΔΙΕΘΝΕΣ ΜΟΥΣΙΚΟΧΟ-ΡΕΥΤΙΚΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ-ΑΡΑΔΟΣΙΒΙΑ ΕΛΑΣΣΟΝΑΣ, στο οποίο συμμετείχαν
διάφορα ελληνικά και ξένα συγκροτήματα από διάφορες
χώρες του εξωτερικού. Μάλιστα τα ξένα συγκροτήματα,
κάθε χρόνο, παρουσιάζονται και σε διάφορους δήμους
στην περιοχή της Αττικής, της Λάρισας, της Μαγνησίας,
της Κοζάνης, της Πιερίας, της Θεσσαλονίκης κ.ά.
- Η έκδοση βιβλίων και περιοδικών. Στον εκδοτικό τομέα, το Κ.Ε.ΧΟ.Λ.Π. έχει κάνει σημαντικές παραγωγές
βιβλίων, με τις οποίες προωθείται η έρευνα και η καταγραφή των χορών αλλά και άλλων παραδοσιακών εκφάνσεων, όπως είναι:
- το βιβλίο του Κώστα Γ. Σαχινίδη με τίτλο Κοινωνιολογική Λειτουργία του Παραδοσιακού Χορού: Το Παράδειγμα του Ν. Μαγνησίας, Αθήνα 1995.
- Ο συλλογικός τόμος με τίτλο Παραδοσιακός Χορός
και Λαϊκή Δημιουργία, Αθήνα 1999, επιμ. Κώστα Γ. Σαχινίδη.
- Το τριμηνιαίο περιοδικό ΧΟΡΟΣΤΑΣΙ, Για τον
Πολιτισμό και την Παράδοση, που εκδίδεται από το
Κ.Ε.ΧΟ.Λ.Π, τακτικά από τον Δεκέμβριο του 2002 μέχρι
29
σήμερα. Το περιοδικό αυτό έχει τριάντα δύο σελίδες και
κυκλοφορεί σε 1.500 αντίτυπα, σε όλη τη χώρα, αλλά και
στο εξωτερικό. Στην έκδοσή του συμμετέχει ένα εκλεκτό επιτελείο Λαογράφων, Μουσικολόγων, Φιλολόγων,
Κοινωνιολόγων, δημοσιογράφων και άλλων ειδικών επιστημόνων.
-Η επιμέλεια παραγωγής ηχητικού υλικού, με τρεις
ιδιαίτερα αξιόλογες μουσικές παραγωγές, που αποτελούν
πολύτιμο βοήθημα για τα χορευτικά συγκροτήματα, δεδομένου ότι δεκάδες χορευτικοί σύλλογοι στην Ελλάδα
και το εξωτερικό χρησιμοποιούν τα τραγούδια αυτά τόσο
κατά την διδασκαλία των χορών της Ηπείρου, του Μεσολογγίου και του Πόντου όσο και στις παραστάσεις τους.
Οι παραγωγές αυτές είναι:
-Ένα cd με τίτλο Χοροί και Τραγούδια της Ηπείρου, με
την κομπανία του Πέτρου-Λουκά Χαλκιά και τον Βασιλη
Κολοβό (Αθήνα 2000). Συνοδεύεται από ένα εκτενές ένθετο πληροφοριακό έντυπο του Κώστα Σαχινίδη.
-Δύο cd με τίτλο Χοροί και Τραγούδια του Μεσολογγίου και του Αιτωλικού, με τη ζυγιά του Ηλία Αριστόπουλου και την κομπανία του Αλέκου Αρκαδόπουλου (Αθήνα 2002). Τραγουδούν οι Γιώτα Σύρου, Βασίλης Κολοβός
και Γιάννης Κούτρας. Συνοδεύεται από ένα δίγλωσσο
βιβλίο (ελληνικά-αγγλικά), τριακοσίων σελίδων του Κώστα Σαχινίδη.
-Μία κασέτα με δεκαεννέα ποντιακούς χορούς, με
τον λυράρη Γιάννη Νικολαΐδη.
Γενικότερα, με όλες τις δραστηριότητές του, το Κέντρο Ελληνικού Χορού και Λαϊκού Πολιτισμού παρουσιάζει ένα πλούσιο έργο, με το οποίο έχει συμβάλλει,
ουσιαστικά, στη διατήρηση και ανάπτυξη της πολιτιστικής κληρονομιάς, με υποδειγματικό τρόπο. Το κυριότερο
χαρακτηριστικό, όμως, όλων αυτών των εκδηλώσεων,
καθώς και των υπόλοιπων, είναι το γεγονός ότι είχαν πανελλήνια εμβέλεια και έγιναν με την μακρόχρονη συνεργασία πολλών οργανισμών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης,
α΄ και β΄ βαθμού, καθώς και με εκατοντάδες κοινωνικούςπολιτιστικούς φορείς από πολλές περιοχές της Ελλάδας
και του εξωτερικού.
Οι δραστηριότητες αυτές αποτελούν ένα μέρος του
πολιτιστικού «γίγνεσθαι» της χώρας μας και την προβάλουν παντού, με μια ιδιαίτερη επιτυχία. Με αυτόν τον
τρόπο δράσης, το Κέντρο γίνεται ο καλύτερος «πρεσβευτής» της παράδοσης και του Πολιτισμού μας, παντού, σε
όλο τον κόσμο.
Βασικοί Επιστημονικοί Σύμβουλοι του Κ.Ε.ΧΟ.Λ.Π.
είναι οι κ.κ.:
-Βασίλης Φίλιας, καθηγητής Κοινωνιολογίας, τ. Πρύτανης Παντείου Πανεπιστημίου
-Μιχάλης Γ. Μερακλής, καθηγητής Λαογραφίας, τ.
Πρύτανης Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
- Γιάννης Μότσιος, καθηγητής Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
- Μηνάς Αλ. Αλεξιάδης, καθηγητής Λαογραφίας Πανεπιστημίου Αθηνών
- Μανόλης Γ. Βαρβούνης, αν. καθηγητής Λαογραφίας
Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης
- Γεώργιος Αικατερινίδης, Δρ Φιλ., τ. Δ/ντής του Κέντρου Ερευνών Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών
καθώς και πολλοί διακεκριμένοι σκηνοθέτες, ηθοποιοί, μουσικοί και άλλοι άνθρωποι των Γραμμάτων και των
Τεχνών.
Χοροστάσι
30
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
Εικόνες από την παλιά Αθήνα
Αναδρομική έκθεση ζωγραφικής του λαϊκού καλλιτέχνη Γεωργίου Σαββάκη
Νικολέττα Δ. Περπατάρη
Μ
Ε ΕΝΤΟΝΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ του κοινού παρουσιά-
στηκαν, για μια ακόμη φορά, αρκετά από τα έργα
ζωγραφικής του γνωστού λαϊκού καλλιτέχνη Γεωργίου Σαββάκη, στην αναδρομική εικαστική έκθεση
που έγινε στο διάστημα, από τις 24 Φεβρουαρίου έως
τις 17 Μαρτίου 2010, με τίτλο “Εικόνες από την παλιά
Αθήνα”.
Η έκθεση πραγματοποιήθηκε στην Τεχνόπολη του
Δήμου Αθηναίων, στο Γκάζι, με οργανωτές την Art Cube
και τον Πολιτισμικό Οργανισμό του Δήμου Αθηναίων.
Ειδικότερα, η έκθεση περιείχε πίνακες και σχέδια του
αθηναιογράφου Σαββάκη, παρουσιασμένα σε διάφορες
θεματικές ενότητες. Τα έργα συνοδεύονταν από: α) μία
αναπαράσταση του εργαστηρίου του ζωγράφου, με τα
πινέλα του, το καβαλέτο και
άλλα προσωπικά του αντικείμενα, β) ένα video, που πρόβαλε το σύνολο του έργου και,
κυρίως, τις τοιχογραφίες του
Σαββάκη και γ) ένα creative
video βασισμένο στο έργο του
καλλιτέχνη, σχεδιασμένο από
την διακεκριμένη εταιρεία
Nomint Motion Design.
Στόχος της έκθεσης ήταν
η παρουσίαση του έργου του
Γεωργίου Σαββάκη και, μέσω
αυτής, η αναβίωση της ατμόσφαιρας της παλιάς Αθήνας.
Για το λόγο αυτό, η έκθεση
έγινε στην Τεχνόπολη, που αποτελεί ένα χώρο, ο οποίος συνδυάζει τη μνήμη με την ανάγκη για καλλιτεχνική
δημιουργία. Εκεί ξαναζωντάνεψαν, μέσα από τα έργα
του Γ. Σαββάκη, σκηνές από την καθημερινή ζωή, τις
ταβέρνες, τις αγορές και τις λαϊκές γειτονιές της παλιάς
Αθήνας. Ακόμη, ζωντάνεψαν οι Αθηναϊκές αποκριές, οι
στρατιωτικές παρελάσεις, τα γραφικά τοπία της Πλάκας,
οι ταβέρνες, οι μικροπωλητές, οι γυρολόγοι, οι μουσικοί,
οι αμαξάδες και άλλες χαρακτηριστικές ανδρικές και γυναικείες φιγούρες της εποχής και ταξίδεψαν τους επισκέπτες της έκθεσης σε μια Αθήνα γεμάτη χρώμα, ζωντάνια
και μουσική. Σε μια Αθήνα, που αξίζει να θυμούνται οι
παλαιότεροι και να γνωρίζουν οι νεότεροι.
Η Επιμέλεια της έκθεσης έγινε από τον Παναγιώτη
Δημητρόπουλο και την Όλγα Σουφλιά.
Για την πραγματοποίηση της έκθεσης σημαντική συμβολή είχαν, επίσης και το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, καθώς και οι παραδοσιακές ταβέρνες της Πλάκας,
με την παραχώρηση των έργων του Σαββάκη, καθώς και
η ΕΡΤ, η οποία παραχώρησε το οπτικοακουστικό υλικό
από το αρχείο της.
Μάλιστα, στο πλαίσιο της έκθεσης πρόκειται να εκδοθεί και ένας δίγλωσσος κατάλογος (ελληνικά - αγγλικά), ο οποίος αποτελεί χορηγία της “Τεχνόπολις” και του
Πολιτισμικού Οργανισμού του Δήμου Αθηναίων.
Ο Γεώργιος Σαββάκης (1924-2004) γεννήθηκε στου
Ψυρρή, αλλά έζησε και εργάστηκε στην Πλάκα μέχρι το
θάνατό του. Ξεκίνησε να ζωγραφίζει από νεαρή ηλικία,
ως αυτοδίδακτος, και εργάστηκε, πάντα, με το μεράκι και
την αγάπη του για τη ζωγραφική και το σχέδιο. χωρίς να
λάβει μαθήματα από κανένα δάσκαλο.
Το 1956, άρχισε να κάνει τοιχογραφίες σε διάφορες
γνωστές ταβέρνες της περιοχής της Πλάκας, με πρώτη
την ταβέρνα «Βάκχος». Συνολικά έχει ζωγραφίσει τους
τοίχους σε περισσότερες από 40 παραδοσιακές ταβέρνες.
Μάλιστα, πολλά από τα έργα του σώζονται, ακόμα και
σήμερα, και κοσμούν ορισμένες ταβέρνες, που άντεξαν
στο χρόνο, όπως είναι η “Ταβέρνα του Βλάχου”, η “Σπηλιά”, η “Ταβέρνα του Σταματόπουλου”, η “Ταβέρνα του
Ψαρά”, ο “Πλάτανος’, η “Κληματαριά”, η “Σαΐτα” και η
“Αμβροσία”.
Από το 1973, με τις επίμονες προτροπές των φίλων
του, άρχισε να φιλοτεχνεί και
σε καμβά.
Τα θέματά του πηγάζουν,
κυρίως, από τις αναμνήσεις
του και την καθημερινότητά
του, από τις αρχές του 20ού
αιώνα, καθώς και από την
ιστορία του Έθνους, απεικονίζοντας τοπία, λαϊκές γιορτές, ενδυμασίες, χαρακτήρες
και στιγμιότυπα από τη ζωή
στην παλιά Αθήνα, χωρίς να
χρησιμοποιεί γραμμικά περιγράμματα, αλλά ζωγραφίζοντας κατευθείαν με χρώματα που κατασκεύαζε ο ίδιος,
αυτοσχεδιάζοντας, για να πετύχει την απόδοση που ήθελε.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’60, ταξίδεψε στην Ελβετία, όπου έμεινε και εργάστηκε για ένα μικρό χρονικό
διάστημα.
Το 1980, παρουσίασε την πρώτη του ατομική έκθεση στην αθηναϊκή γκαλερί “Διογένης” και ακολούθησαν
πολλές άλλες, ατομικές και συλλογικές, εκθέσεις στην
Ελλάδα (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ηράκλειο) και στο εξωτερικό (Η.Π.Α., Καναδά, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία),
ενώ, από το 2006 μέχρι σήμερα, συνεχίζει η πιο πρόσφατη έκθεση με δημιουργίες του, στο εστιατόριο “Θάλασσα” στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης.
Πολλοί πίνακές του βρίσκονται στο Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, στο Μουσείο Βορρέ, στη συλλογή της Εθνικής Τράπεζας, στο Διεθνές Μουσείο Λαϊκής
Τέχνης στη Γαλλία, σε ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα
και το εξωτερικό. Μάλιστα, ως μια αναγνώριση της δουλειάς του, το 1991 του απονεμήθηκε ο τίτλος του Ιππότη
της Ελιάς από την ομώνυμη Αδελφότητα (Confrerie des
Chevaliers de l’ Olivier) στη Νυόν της Γαλλίας.
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010
31
Βιβλιοπαρουσίαση
με την επίβλεψη του καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Μηνά Αλ. Αλεξιάδη
(Τομέας Βυζαντινής Φιλολογίας και Λαογραφίας)
Φ
ΩΤΕΙΝΙΩ ΕΥΣΤ. ΟΘΕΙΤΗ, Στιγμές της ζωής μου
στις Μενετές Καρπάθου. Έμμετρη απόδοση και
ένα πεζό αφήγημα, πρόλογος - επιμέλεια Μηνάς
Αλ. Αλεξιάδης, Αθήνα 2009, σσ. 47.
Πρόδηλη απόδειξη της εξωστρέφειας των νησιωτών
αποτελεί το φαινόμενο των λαϊκών ποιητάρηδων, ποιητών ή ριμαδόρων της Δωδεκανήσου, της Κρήτης, της
Κύπρου, της Νάξου και της Λευκάδας, που υπήρξε αποτέλεσμα μιας άσκησης, η οποία
εκκινούσε από την πρακτική ανάγκη να πλαισιωθούν με ποιητικό
λόγο κοινωνικές, κατά κύριο λόγο,
ενέργειες (γέννηση, βάπτιση, γάμος, γιορτές, θάνατος κ.λπ.). Την
ποιητική αυτή δεινότητα παρακολουθούμε, με ενδιαφέρον, και
μέσα από την ανάγκη των λαϊκών
στιχουργών να αποδώσουν ποιητικά τις εμπειρίες της ζωής τους ή να
εκφράσουν ενδόμυχες σκέψεις.
Αξιόλογο δείγμα της ποιητάρικης τέχνης του νησιωτικού μας
χώρου είναι το βιβλίο της Καρπαθιάς Φωτεινιώς Ευσταθίου Οθείτη,
που πάντοτε επιθυμούσε να γράψει
τις εμπειρίες της σε στίχους, όπως
υπογραμμίζει στον πρόλογό του ο
καθηγητής Λαογραφίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου
Αθηνών κ. Μηνάς Αλ. Αλεξιάδης.
Ο κ. Αλεξιάδης γνωρίζει από μικρός τη λαϊκή ποιήτρια
–κοινό σημείο αναφοράς ο γενέθλιος τόπος τους, οι Μενετές Καρπάθου–, ώστε να είναι ο πλέον κατάλληλος,
για να επισημάνει πτυχές του χαρακτήρα της: «(…) είναι προικισμένη με ήθος, χιούμορ, ειλικρινή αισθήματα
για τους συνανθρώπους της, ευγένεια και εξυπνάδα. Όλα
αυτά τη βοήθησαν να συγκροτήσει ένα θαυμάσιο χαρακτήρα, με αποτέλεσμα να είναι πάντοτε πρόθυμη να προσφέρει κάθε βοήθεια στη μικροκοινωνία του χωριού της
και γενικότερα στην Κάρπαθο. Η Φωτεινιώ διακρίνεται
ακόμη για την καλοσύνη της και την κοινωνικότητά της,
γι’ αυτό είναι ιδιαίτερα ευχάριστη η παρουσία της οπουδήποτε. Ο υπογραφόμενος τη γνωρίζει από μικρό παιδί,
γιατί έζησαν πολλά χρόνια στην ίδια γειτονιά και τα σπίτια τους χωρίζει μόνο ένας τοίχος. Μάλιστα κάθε φορά
που επισκέπτομαι τον γενέθλιο τόπο, το “πρώτο βήμα”
μου είναι το σπίτι της Φωτεινιώς. (…) Το μικρό αυτό βιβλίο αποδίδει τον πλούσιο εσωτερικό κόσμο της Φωτεινιώς, που αγκαλιάζει όλους τους συμπατριώτες της».
Οι 379 στίχοι της κ. Οθείτη αφορούν βιωματικά, κυρίως, θέματα. Στην πρώτη ενότητα, με τίτλο «Για την
ποίηση», εξαίρεται η ποιητική δημιουργία: «Λέει και
κάποιο απ’ τα ρητά “κοντά στο νου κι η γνώση” / δεν
έγραφα απ’ τα παλιά και το ’χω μετανιώσει. (…) Είναι η
ποίηση ζωή, χάρισμα στους ανθρώπους, / φτάνει να φέρεσαι καλά, να ’χεις ωραίους τρόπους». Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει η επόμενη ενότητα, όπου η λαϊκή
ποιήτρια αναπτύσσει στοχαστική διάθεση, με παραινετικό, κάποτε, χαρακτήρα: «Όλοι περνούμε τη ζωή σαν
το παραμυθάκι, / που διηγούνται οι
γιαγιές πάντα κοντά στο τζάκι. (…)
Να ’χεις ψυχή μικρού παιδιού, κι
όταν θα μεγαλώσεις / την τελευταία
σου στιγμή, ψυχή να παραδώσεις».
Με αναφορές σε προσωπικά και οικογενειακά θέματα, παρουσιάζονται
οι στίχοι των επόμενων ενοτήτων,
όπου η κ. Οθείτη κάνει την αυτοκριτική της, σχολιάζοντας γνωρίσματα
του χαρακτήρα της, εκφράζει τα συναισθήματά της για το σύζυγό της
Στάθη Οθείτη, τον οποίο έχασε πρόσφατα, θυμάται τους αγαπημένους
της συγγενείς, αναφέρει, με μετριοφροσύνη, την κοινωνική της προσφορά στο νησί. Ορισμένοι στίχοι
έχουν γραφτεί προς τιμήν του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας
κ. Κωνσταντίνου Δ. Στεφανόπουλου –η κ. Οθείτη τον γνώρισε και
προσωπικά–, με αφορμή την πρώτη επίσημη επίσκεψή
του στις Μενετές και την επανεκλογή του το Μάρτιο του
2000. Το βιβλίο ολοκληρώνεται με έμμετρες ευχαριστίες προς το πρόσωπο του κ. Αλεξιάδη και την οικογένειά
του. Δημοσιεύεται τέλος σε επίμετρο ένα πεζό αφήγημα
της ποιήτριας για την Ιταλική Κατοχή (1912-1944) στην
Κάρπαθο, με δυσάρεστες αναμνήσεις, όπως έμμετρα και
πάλι μάς επισημαίνει («Μετά απ’ όσα έγραψα, ευχάριστα
κι αστεία, / ήρθε η ώρα να σας πω και για τη δυστυχία»)
και φωτογραφικό υλικό με αγαπημένα πρόσωπα και στιγμές από τη ζωή της.
Η κ. Οθείτη συνεχίζει επάξια την παράδοση των λαϊκών στιχουργών της Καρπάθου και το βιβλίο της συνιστά
ουσιαστική συμβολή στο έργο των ειδικών λαογράφων,
που ασχολούνται με τη λαϊκή ποίηση, καθώς συμπληρώνει και ανανεώνει, μπορούμε να πούμε –η παρεμβολή
γνωμικών και παροιμιών στα δίστιχά της θα μπορούσε να
αποτελέσει αντικείμενο έρευνας από τους μελετητές του
λαϊκού πολιτισμού–, τη λαογραφική βιβλιογραφία.
ΒΙΒΛΙΑ
ΠΟΥ
ΛΑΒΑΜΕ
32
Χοροστάσι
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ • ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ • ΜΑΡΤΙΟΣ 2010