Οι αρχαιολογικές θέσεις στο Νοµό Άρτας. Η άγνωστη ύπαιθρος µιας κοσµοπολίτικης πρωτεύουσας. Μια πρώτη προσέγγιση1. ∆ρόσου ∆ήµητρα Η πόλη της Αµβρακίας αποτέλεσε εντυπωσιακό και µοναδικό για τη Ήπειρο παράδειγµα κοσµοπολίτικης µεγαλούπολης. Η επιρροή και η αίγλη της σηµάδεψε οριστικά την περιοχή και άφησε στη σκιά γειτονικές τις πόλεις. Ο µικρός ηπειρωτικός οικισµός των γεωµετρικών χρόνων στα παράλια του Αµβρακικού τράβηξε το ενδιαφέρον των Κορινθίων εµπόρων, οι οποίοι έστησαν σταθµό στα παράλια της συντηρητικής και κλειστής, µε βουνά και σε ήθη, Ηπείρου. Μιας περιοχής της οποίας οι κάτοικοι, νοµάδες – κτηνοτρόφοι, δεν διέθεταν κίνητρα ή αφορµές επαφών µε τις πιο προοδευµένες κοινωνίες των Ελλήνων, γύρω από το Αιγαίο. Όπως και σήµερα οι Ηπειρώτες ήταν αυτόνοµοι αν και όχι απόλυτα αυτάρκεις. Στο χώρο της Ηπείρου το γεωγραφικό ανάγλυφο και η διαµόρφωση του εδάφους αποτέλεσαν τα πολιτικά – διοικητικά σύνορα ευρύτερων οµάδων µε κοινά εθνογραφικά και πολιτιστικά στοιχεία2. Κατά την αρχαιότητα ο Θύαµις χώριζε τους Χάονες από τους Θεσπρωτούς, ο Αχέρων τους Θεσπρωτούς από τους Κασσωπαίους, ο Αφάς (Λούρος) τους Κασσωπαίους από τους Μολοσσούς και τους Αµβρακιώτες, ο Άραχθος εν µέρει τους Μολοσσούς από τους Αθαµάνες και οι -άγνωστης αρχαίας ονοµασίας- ποταµοί Άννινος και ∆ιπόταµος τους Αµφιλόχους από τους Αµβρακιώτες και τους Αθαµάνες. Τον 9ο αι. π.Χ. η περιοχή κοντά στα παράλια, που αντιστοιχεί µε τον σύγχρονο νοµό Άρτας κατά τι διευρυµένο, κατοικούνταν -σύµφωνα µε τις αρχαίες φιλολογικές πηγές-, από θεσπρωτικά φύλα, το ορεινό βορειοανατολικό τµήµα αποτελούσε µέρος της επικράτειας των Αθαµάνων και, ενδεχοµένως, των Αµφιλόχων, ενώ στις βόρειες περιοχές κατοικούσε το σηµαντικό ηπειρωτικό φύλο των Μολοσσών. Πριν από την εποχή αυτή, οι γνώσεις µας για την παρουσία ανθρώπου στα όρια του σηµερινού νοµού Άρτας περιορίζονται στην ύπαρξη παλαιολιθικών εργαλείων κοντά στο χωριό Γραµµενίτσα, σε λιγοστά ευρήµατα που χρονολογούνται στη νεολιθική εποχή καθώς και µικρή ποσότητα κεραµικής της εποχής του Χαλκού. Στις εκτεταµένες περιοχές που οριοθετούν οι µεγάλες υδάτινες γραµµές των ποταµών και οι επιµήκεις ορεινοί όγκοι, αναπτύχθηκαν τα επί µέρους ηπειρωτικά έθνη, ασκώντας κατά κύριο λόγο την κτηνοτροφία και σε µικρότερο βαθµό τη γεωργία. Κατοικούσαν σε κώµες και εποχιακές εγκαταστάσεις στα ορεινά λιβάδια κατά τους θερινούς µήνες, ενώ το χειµώνα κατέβαιναν στις πεδιάδες και είχαν επαφές τόσο µε τα πεδινά έθνη, όσο και µε τους Κορίνθιους και Ηλείους αποίκους της Ηπείρου ήδη από τον 8ο π.Χ., που συνέβαλαν στη σταδιακή ανάπτυξη της Ηπείρου και των κατοίκων. Οι Ηλιακές πόλεις–αποικίες Βουχέτιον, Βατίαι, Ελάτρεια και Πανδοσία ιδρύθηκαν σε στρατηγικές θέσεις στα σηµεία εισόδου στη χώρα τους, της απαραίτητης δηλαδή υπαίθρου για την επιβίωση και την ανάπτυξη του πληθυσµού τους, και ενισχύθηκαν από ισχυρά τείχη. Η Αµβρακία, ανεπτυγµένη κατά τα άγνωστα 1 Για την σύντοµη παρουσίαση αρχαιολογικών θέσεων στο νοµό Άρτας πραγµατοποιήθηκαν αυτοψίες από τους υπαλλήλους της ΛΓ΄ ΕΠΚΑ Αράπη Χρήστο, Πούλου Σταυρίνα και την υπογράφουσα, ενώ παράλληλα χρησιµοποιήθηκε και φωτογραφικό υλικό από το αρχείο της Υπηρεσίας. Βιβλιογραφικά η παρουσίαση στηρίχθηκε σε άρθρα των Ιωάννας Ανδρέου, Βιβής Καρατζένη και Ανθής Αγγέλη. 2 Για τα τοπογραφικά της αρχαίας Ηπείρου και τα όρια των φύλλων που κατοικούσαν σε αυτή βλ. Ι. Ανδρέου, «Τα Οµόλογα των Αµβρακιωτών και η ιστορική τοπογραφία της νοτιοανατολικής Ηπείρου», Αρχαιολογικό ∆ελτίο 51-52 (1996-1997), Μέρος Α΄ Μελέτες, Αθήνα …., σελ. 142 κ.ε. 1 στους Ηπειρώτες πρότυπα της πόλης – κράτους ήδη από το τέλος του 7ου αιώνα π.Χ., διέθετε ισχυρό οχυρωµατικό περίβολο και άρτια εξοπλισµένο στρατό. Γύρω της οι γείτονές της, προκειµένου πιθανότατα να υπερασπιστούν τη γη τους, κατασκεύασαν αµυντικό δακτύλιο από οχυρές θέσεις. Στα βορειοανατολικά, το νοτιότερο µέτωπο της περιοχής των Μολοσσών προστατευόταν από µια σειρά οχυρωµένων οικισµών. Χαρακτηριστικότερο παράδειγµα αυτών των ακροπόλεων αποτελεί το Όρραον3, πολίχνη φρουριακού χαρακτήρα, που ιδρύθηκε το β' µισό του 4ου αι. π.Χ., στην έξοδο της φυσικής διάβασης που συνέδεε την ενδοχώρα της Ηπείρου µε τον Αµβρακικό κόλπο. Η επιλογή της στρατηγικής αυτής θέσης από τους φιλόδοξους Μολοσσούς έγινε αφενός για τον έλεγχο του εµπορικού διαύλου επικοινωνίας µε τη Ν. Ελλάδα και αφετέρου για τη φύλαξη στρατιωτικού περάσµατος, ζωτικής σηµασίας για την άµυνα του κράτους τους. Το ισχυρό τείχος, περιµέτρου 750 µ., ενισχυµένο µε θλάσεις και - σε δεύτερη φάση- µε πύργους, περιέκλειε έκταση 5,5 εκταρίων, όπου διακρίνονται εξαιρετικά καλά σωζόµενα οικίες ύψους 5-7 µ, εξ ολοκλήρου λιθόκτιστες, µε ισοδοµική τοιχοποιία που φτάνει µέχρι τον δεύτερο όροφο, καθώς και ίχνη δρόµων κατά το ευθύγραµµο γεωµετρικό σύστηµα. Από την άλλη πλευρά, η οργάνωση της Αµβρακίας ως εµπορικής αποικίας – πόλης την διαφοροποίησε από τα ηπειρωτικά φύλλα της ορεινής ενδοχώρας και ιδιαίτερα από τους πλέον αποµονωµένους Αθαµάνες, οι οποίοι µόνο κατά τους κλασικούς χρόνους απέκτησαν αστικό τρόπο ζωής µε διαβίωση σε οργανωµένους οικισµούς και πόλεις4. Ίδρυσαν ακροπόλεις σε θέσεις µε στρατηγική σηµασία για τον έλεγχο των περασµάτων αλλά και για να καταφεύγουν οι πληθυσµοί σε περίπτωση επιδροµής. Ίχνη τέτοιων -αποσπασµατικά σωζόµενων σήµερα κάτω από την πυκνή βλάστηση και σε εξαιρετικά δυσπρόσιτες περιοχές- ακροπόλεων/φρουρίων, εντοπίζονται στους Ραφταναίους, την Πλάκα, τα Κουκούλια, τα Γουριανά, τους Καλαρρύτες, τους Χουλιαράδες, την Πράµαντα, τον Καταρράκτη, την Κυψέλη, τα Θεοδωριανά, το Βουλγαρέλι, την Ανεµορράχη. Η ίδρυση των οχυρωµένων πολισµάτων στις συγκεκριµένες θέσεις και σε πολλές άλλες που δεν αναφέρθηκαν, πιθανότατα είχε σαν σκοπό όχι µόνο τον έλεγχο των συνόρων αλλά και του σηµαντικού τµήµατος της διάβασης προς την ανατολική πλευρά της Πίνδου, που ένωνε την Αµβρακία µε τη Θεσσαλία διασχίζοντας ζωτικό τµήµα της Αθαµανίας. Η παντοκρατορία της Αµβρακίας εκφράστηκε µε την απουσία άλλων σηµαντικών θέσεων – χώρων στην περιοχή του σηµερινού νοµού, αλλά και πόλεων αυτού του µεγέθους σε ολόκληρη την Ήπειρο. Μάλιστα φαίνεται πως ποτέ δεν αντιµετωπίστηκε φιλικά από τους αυτόχθονες γείτονές της, παρόλο που αποτέλεσε πρότυπο για τις ηπειρωτικές πόλεις, όπως για παράδειγµα την Κασσώπη, που προέκυψαν τον 4ο αιώνα από τον συνοικισµό των ηπειρωτικών φύλων. Για το λόγω αυτό και εκτός από ισχυρό οχυρωµατικό περίβολο φρόντισε να προστατευτεί από την εχθρική ενδοχώρα µε την ίδρυση σε κοντινή απόσταση ενός µικρού φρουρίου έκτασης 4 περίπου στρεµµάτων, στην κορυφή χαµηλού υψώµατος, ΝΑ του οικισµού Χανόπουλο και δίπλα στις εγκαταστάσεις των Ιαµατικών Λουτρών5. Το εν λόγω φρούριο ταυτίζεται µε βεβαιότητα µε εκείνο που αναφέρεται στην επιγραφή καθορισµού των ορίων µεταξύ της Αµβρακίας και της Χαράδρου, 3 Σ. Ι. ∆άκαρης, «Το Όρραον», Αρχαιολογική Εφηµερίς, Αθήνα 1986, σελ. 108-146. 4 Για τις αρχαιότητες στην περιοχή των Τζουµέρκων βλ. Ανθή Αγγέλη, «Αρχαιότητες στην περιοχή των Τζουµέρκων. Από τους προϊστορικούς έως τους ρωµαϊκούς χρόνους», ……, σελ. 77-84. 5 Για το κάστρο στα βορειοανατολικά του οικισµού Χανόπουλο βλ. Β. Καρατζένη, «Τοπογραφικά της χώρας των Αµβρακιωτών», Αφιέρωµα στον N. G. L. Hammond, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θες/νίκη 1997, σελ. 233-238. 2 αρχαίας πόλης στην περιοχή της Φιλιππιάδας. Με βάση µάλιστα και τις αρχαίες φιλολογικές µαρτυρίες, οι θερµές πηγές στους πρόποδες του υψώµατος θα πρέπει να ταυτιστούν µε τα «Ηράκλεια λουτρά», που αναφέρονται πλησίον της Αµβρακίας. Η οργάνωση µάλιστα της Αµβρακίας ως εµπορικής αποικίας – πόλης δεν θα ήταν πλήρης αν δεν διέθετε το ασφαλές λιµάνι για τις εµπορικές συναλλαγές της. Αυτό, σύµφωνα µε µελετητές, ταυτίζεται µε το Φιδόκαστρο, στις λιµνοθάλασσες ανατολικά της Κορωνησίας, µια οχύρωση της Οθωµανικής περιόδου ή λίγο προγενέστερη, θεµελιωµένη σε αρχαία οχύρωση6. Στο σηµείο αυτό τοποθετείται ο Άµβρακος, µικρή πόλη µε περίµετρο τειχών που δεν υπερβαίνει τα 960 µ. Πρόκειται για το οχυρωµένο λιµάνι της Αµβρακίας, το οποίο ανεπιτυχώς επιδίωξαν να καταλάβουν οι Ηπειρώτες µε σκοπό τον αποκλεισµό της Αµβρακίας, και που σήµερα πλέον καλύπτεται από το νερό, µε ορατό κάτω από πυκνή βλάστηση µόνο το νεώτερο τµήµα του. Παρά τη δύναµη και το µεγαλείο της πρωτεύουσας του Πύρρου, η Αµβρακία δεν κατάφερε να µην ακολουθήσει τη µοίρα που επιφύλαξαν οι Ρωµαίοι για ολόκληρη την Ήπειρο, την κατάληψη δηλαδή αρχικά και την τελική καταστροφή. Ενδείξεις κατοίκησης εντοπίζονται σποραδικά, το ενδιαφέρον των όµως ρωµαίων αποίκων στρέφεται κυρίως στα παράλια του, εύκολα προσεγγίσιµου, Αµβρακικού κόλπου. Ακολουθώντας το σύνηθες τυπικό ιδρύονται αυτάρκεις οικιστικές µονάδες. Τα κατάλοιπα ενός εκτεταµένου συγκροτήµατος ρωµαϊκής αγροικίας µε έπαυλη, αποθήκες, εγκαταστάσεις ελαιοτριβείου και ενός οκταγωνικού οικοδοµήµατος λουτρού-βαλανείου, εντοπίστηκαν στις ακτές του Αµβρακικού, κοντά στο χωριό Στρογγυλή7. Η συνοπτική παρουσίαση της ιστορίας της πόλης της Αµβρακίας και της υπαίθρου χώρας, µέσα από τα µνηµεία της και τα αρχαιολογικά ευρήµατα που έρχονται καθηµερινώς στο φως, αποδεικνύει τον ιδιαίτερο ρόλο που αυτή διαδραµάτισε στον ηπειρωτικό χώρο. Εκτός από τους αρκετά γνωστούς στο ευρύ κοινό αρχαιολογικούς χώρους σώζονται και αρκετοί χώροι και µνηµεία ιδιαίτερης αρχαιολογικής σηµασίας και φυσικής οµορφιάς, οι οποίοι χρήζουν άµεσης φροντίδας, προστασίας και ανάδειξης. Στο πλαίσιο αυτό η ΛΓ' ΕΠΚΑ προχωράει σε συστηµατική καταγραφή των αρχαιολογικών χωρών και µνηµείων, ξεχωριστά στον κάθε Ο.Τ.Α., µε διενέργεια αυτοψιών, την κατάρτιση όσο το δυνατόν πληρέστερου καταλόγου των χώρων καθώς και στην οριοθέτηση τους. Σε αυτή τη προσπάθεια ευελπιστούµε σε αγαστή συνεργασία όλων των φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. 6 Βασικό εγχειρίδιο για την ιστορία, τα µνηµεία αλλά και τα πολιτιστικά στοιχεία της αρχαίας Αµβρακίας παρέχει το βιβλίο της Χρυσηίδας Σούλη «Αµβρακία» που εκδόθηκε το … από το Μουσικοφιλολογικό Σύλλογο Άρτας «Ο Σκουφάς». Σχετικά στοιχεία µε τον αρχαίο Άµβρακο αναφέρονται στις σελ. ….. 7 Για την ρωµαϊκή αγροικία των ρωµαϊκών χρόνων βλ. Αγγελική Ντούζουγλη, «Εγκαταστάσεις ελαιοτριβείου αγροικίας ρωµαϊκών χρόνων στις ακτές του Αµβρακικού Κόλπου», Πρεβεζιάνικα Χρονικά, Τεύχος 39-40, Πρέβεζα 2003, σελ. 5-35. 3
© Copyright 2024 Paperzz