Το Πρότυπο Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

Το Πρότυπο Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Ένα διαρκές πείραμα
Κουκουλάς Κωνσταντίνος 1, Καλλίνης Γιώργος 2
1
2
Διευθυντής ΠΠΣΠΘ, [email protected]
Εκπαιδευτικός, Φιλόλογος ΠΠΣΠΘ, [email protected]
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Πρότυπο σημαίνει παράδειγμα προς μίμηση, σημαίνει καινοτομία σε όλα τα επίπεδα της εκπαιδευτικής αλλά και της διοικητικής διαδικασίας, σημαίνει πίστη στις αξίες και το όραμα.
Πειραματικό σημαίνει έρευνα, σημαίνει δοκιμή και διόρθωση, διαρκής αναστοχασμός και ανατροφοδότηση, σημαίνει προσπάθεια σε όλα τα επίπεδα.
Ενιαίο; Πώς μπορεί άραγε να είναι ένα σχολείο ενιαίο; Πώς μπορεί να δρα σαν μία οντότητα; Απλά
αν εφαρμόσει κανείς αυτό που τόσα χρόνια επικαλούνται, σχεδιάζουν επί χάρτου και εξαγγέλλουν για
την καθησύχαση βολεμένων ανησυχούντων, ειδικοί και μη ειδικοί. Το ενιαίο πρόγραμμα σπουδών από το
Δημοτικό μέχρι το Λύκειο.
Υπάρχει ένα τέτοιο σχολείο ή τουλάχιστον ιδρύθηκε (1933-34) ένα τέτοιο σχολείο, το Πειραματικό
Σχολείο Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ο ιδρυτής του, οραματιστής της αλλαγής της εκπαίδευσης στην
Ελλάδα, ο Αλέξανδρος Δελμούζος δημιούργησε ένα σχολείο που θα εφαρμόζει νέες πρωτοποριακές
μεθόδους μάθησης, θα αποτελεί πρότυπο για τις διάχυση των αλλαγών στα υπόλοιπα σχολεία και θα έχει
έναν συγκεκριμένο εκπαιδευτικό στόχο από το Δημοτικό ώς το Λύκειο και μάλιστα με μεγάλη δόση
αυτονομίας.
Το πείραμα πέτυχε. Και παρόλες τις τροποποιήσεις και προσαρμογές που επήλθαν συν τω χρόνω,
παραμένει πρόκληση για το μέλλον. Μια πρόκληση που δε φαίνεται πλέον να συγκινεί. Αντί για την
ιδιαιτερότητα, ο Ν. 3966/11, μοιάζει να προωθεί την ισοπέδωση και την απόλυτη ομοιομορφία των ΠΠΣ.
Αντί να δίνει σαφές και διακριτό περιεχόμενο στις έννοιες «πρότυπο» και «πειραματικό», τις ταυτίζει.
Και περί του ενιαίου ουδείς λόγος. Κι όμως θα ήταν υπέροχο να έχουμε σχολεία με διαφορετική φιλοσοφία, με διαφορετικό προσανατολισμό, με ξεχωριστή πορεία. Σχολεία που θα συναγωνίζονται για το
καλύτερο με μοναδικούς ωφελημένους τα παιδιά. Το φαντάζεστε; Θέλετε να το συζητήσουμε;
«Παιδεία που ξεχνά την Ιστορία της, χάνει τον προσανατολισμό της, δεν μπορεί να σχεδιάσει το
μέλλον της.»
Λέξεις κλειδιά: πρότυπο, πειραματικό, ενιαίο.
Είναι κάποια πράγματα που λέγονται και δεν γίνονται και άλλα που γίνονται και δεν λέγονται. Πρότυπο σημαίνει παράδειγμα προς μίμηση, σημαίνει καινοτομία από την αρχή μέχρι
το τέλος, σημαίνει πίστη στις αξίες και το όραμα, όχι απλά αριστεία ως υπόδειγμα. Πειραματικό
σημαίνει έρευνα, σημαίνει δοκιμή και διόρθωση, σημαίνει προσπάθεια σε όλα τα επίπεδα.
Ενιαίο; Πως μπορεί άραγε να είναι ένα σχολείο ενιαίο; Πως μπορεί να δρα σαν μία οντότητα;
Απλά αν εφαρμόσει κανείς αυτό που τόσα χρόνια επικαλούνται ειδικοί και μη ειδικοί. Το ενιαίο
πρόγραμμα σπουδών από το Δημοτικό μέχρι το Λύκειο.
Ας παρακολουθήσουμε μια ιστορία, όχι σαν παραμύθι, αλλά μια ιστορία γραμμένη με
μεράκι και πνεύμα ελεύθερο.
Μετά από τις αποτυχημένες προσπάθειες του με το Παρθεναγωγείο του Βόλου (1908) και
το Μαράσλειο Διδασκαλείο (1923) ο φωτισμένος παιδαγωγός Αλέξανδρος Δελμούζος, επιχείρησε για τρίτη φορά να πραγματώσει το όραμά του, γιατί όπως έγραψε, «σχολείο θα πει εφαρμογή, λεπτομέρεια, θετική απόκριση κι όχι θεωρία» (Δελμούζος, 1929), ιδρύοντας το Πειρα-
432
Πρακτικά 1ου Πανελληνίου Συνεδρίου ΠΠΣ Α/θμιας και Β/θμιας Εκπαίδευσης
ματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (1933-1934). Στην ομιλία του προς το προσωπικό του σχολείου στις 2.11.1934 καθόρισε του σκοπό ενός τέτοιου σχολείου: «Σκοπός του»,
είπε, «α) να μορφώση τα παιδιά ουσιαστικά, πραγματικά. Να δώση την καλύτερη μόρφωση, που
μπορεί να δώσει σήμερα στον τόπο μας ένα εξατάξιο και μονοτάξιο δημοτικό και ένα κλασικό
γυμνάσιο. β) να βοηθήση την επιστημονική, την παιδαγωγική έρευνα που χρειάζεται η δική μας
παιδεία, τα κύρια προβλήματά της. Και γ) ν’ ασκούνται σ’ αυτό πραχτικά οι απόφοιτοι της φιλοσοφικής και φυσικομαθηματικής σχολής και οι “μετεκπαιδευόμενοι” δημοδιδάσκαλοι. Οι δύο
τελευταίοι όμως σκοποί τόσο καλύτερα θα πετυχαίνουν, όσο περισσότερο θα πετυχαίνη ο πρώτος.
Ώστε αυτός θα είναι ο κύριος, ο βασικός σκοπός μας: να μορφώσωμε τα παιδιά του Πειραματικού
όσο γίνεται πιο ουσιαστικά, πιο καλά» (Δελμούζος, 1947).
Ένα πείραμα, λοιπόν, εμπνευσμένο από ανάλογα πειράματα σε σχολεία του εξωτερικού,
είναι το Πειραματικό Σχολείο για τον ιδρυτή του, ένα πείραμα που διέπεται από τις αρχές του
εκπαιδευτικού δημοτικισμού και διεκδικεί την πρωτοτυπία της συνέχειας, αφού, όπως λέει
«βάση στο πρόγραμμα κάθε σχολείου είναι η πατριδογνωσία· στενώτερη στο δημοτικό, πλατύτερη
και βαθύτερη στη μέση παιδεία. Αυτή θα δώση το υλικό και το όργανο της διδασκαλίας. Τα παιδιά
θα μάθουν και θα δουλέψουν τη γλώσσα τους και άλλα στοιχεία του πολιτισμού τους, όπως και
στοιχεία από το φυσικό κόσμο. [...] Από την πατρίδα τους θ’ απλωθούν στο δημοτικό προς τα
έξω, τόσο μόνο όσο χρειάζεται για να κατατοπιστούν καλύτερα στη σύγχρονη ζωή και τις ανάγκες
της. Στο γυμνάσιο πάλι από την ίδια βάση, που θα τη δουλέψουν τα παιδιά βαθύτερα και πλατύτερα, θ’ απλωθούν πιο πολύ και προς τα έξω, σε ξένους σύγχρονους πολιτισμούς, και προς τα
περασμένα, δικά και ξένα» (Δελμούζος, 1947). Ο Δελμούζος επιχειρεί να δημιουργήσει για
πρώτη φορά στη χώρα ένα σχολείο που ξέρει τι θέλει και το εφαρμόζει με συνέχεια και συνέπεια από την ηλικία των 6 χρόνων ώς την ηλικία των 18. Στην ομιλία του προς τους γονείς
και κηδεμόνες (1935) ο πρώτος διευθυντής, επιλογή του Δελμούζου, ο Βασίλειος Τατάκης λέει
τα εξής: «Τώρα γιατί το σχολείο μας λέγεται Πειραματικό; Πάνε κάπου 50 χρόνια που, με τις
προόδους που έκαμεν η ψυχολογία κυρίως, τα προβλήματα της αγωγής άρχισαν να γίνονται
αντικείμενο μελέτης συστηματοποιημένης, επιστημονικής. Έτσι στερεώθηκεν η Παιδαγωγική επιστήμη. Αλλά η μελέτη δε φτάνει και μάλιστα προκειμένου για την αγωγή που είναι πιότερο πράξη,
λιγότερο θεωρία. Πολύ γρήγορα έγινε αισθητή η ανάγκη προτύπων σχολείων, στα οποία θα δινόταν το δικαίωμα της εφαρμογής των επιτευγμάτων της επιστήμης. Από τέτοια ανάγκη βγήκαν
και τα πειραματικά σχολειά. Για να γίνω σαφέστερος ας μου επιτραπεί να σας μεταφέρω κάπου
αλλού. Χρόνια τώρα το κράτος μας προσπαθεί με κάθε τρόπο να βελτιώσει τη γεωργία μας. Ιδρύει
ινστιτούτα καπνού, σίτου, βάμβακος κλπ. Τι σκοπό έχουν αυτά; Να μελετήσουν επιστημονικά τους
όρους του κλίματος, τη σύσταση του εδάφους, τις αρρώστειες που επιχωριάζουν στον τόπο μας
και ό,τι σχετικό, με σκοπό πάντα τη βελτίωση της παραγωγής. Τον ίδιο σκοπό έχουν και τα Πειραματικά σχολεία για την αγωγή. Να βελτιώσουν την ελληνική παιδεία. Οι μεταρρυθμίσεις που θα
κριθεί αναγκαίο να γίνουν, θα μετρηθούν απάνω στις πραγματικές ανάγκες και συνθήκες της
ζωής μας, στην ψυχολογία του Ελληνόπαιδος, την ιστορία μας, τα ιδανικά μας. Αυτός με συντομότατα λόγια ο σκοπός μας. Για να τον επιτύχουμε έχομε από το νόμο μερικά δικαιώματα, τα
οποία είναι πολύτιμα προνόμια για τα παιδιά σας. Πρώτα πρώτα ορισμένος αριθμός μαθητών.
Όχι πάνω από 30 σε κάθε τάξη. Κάτω μπορεί. Έπειτα μπορούμε να επιφέρουμε τροποποιήσεις
στο πρόγραμμα και στη μέθοδο εργασίας. Αν δούμε, π.χ., ότι ορισμένη ύλη είναι κακά τοποθετημένη σε ορισμένη τάξη και θα ήταν καλύτερα σε άλλη τάξη ή ότι πρέπει να αντικατασταθεί
από άλλη ύλη ωφελιμότερη, θα το κάμομε. Επίσης αν ιδούμε ότι ορισμένη μέθοδος εργασίας ή
εξετάσεως είναι αντιψυχολογική θα φροντίσομε να θεραπεύσομε το κακό. Όλη η εργασία βέβαια
θα γίνεται με περίσκεψη και μεθοδικότητα, με αντικειμενικό σκοπό και μόνο τη βελτίωση, την
ανύψωση των αποτελεσμάτων της αγωγής.» (Τατάκης, 2013). Και χρόνια αργότερα, στο εκδοτικό σημείωμα του πρώτου τεύχους του περιοδικού Χρονικά του Πειραματικού Σχολείου του
Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (1947), που πιθανότατα γράφεται από τον τότε διευθυντή Ιωάννη
Ξηροτύρη, δηλώνεται ότι «ένα Πειραματικό Σχολείο πρέπει, βέβαια, να είναι κέντρο δημιουργικής εργασίας, απ’ όπου μπορούν να βγουν ορισμένα πορίσματα με γενικότερο ενδιαφέρον, που
να έχουν τόσο μεγαλύτερο κύρος, όσο πιο πολύ έχουν υποστεί τη δοκιμασία της πράξης, που βάζει
Το Πρότυπο Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ένα διαρκές πείραμα
433
τη σφραγίδα του δυνατού και ωφέλιμου» ([Ξηροτύρης], 1947).
Ο παιδαγωγικός αυτός στόχος συνάδει και με τη νομική υπόσταση του σχολείου: το ΠΣΠΘ
έχει έναν επόπτη, τον καθηγητή της παιδαγωγικής της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου
Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, και έναν διευθυντή για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, όπως
ορίζεται από την παρ. 2 του άρθ. 1 του νόμου 4376/1929: «Το πειραματικόν σχολείον μεθ’ όλων
των τμημάτων του (δημοτικών σχολείων και γυμνασίου), διατελούν υπό την άμεσον εποπτείαν
του οικείου τακτικού καθηγητού της παιδαγωγικής του πανεπιστημίου, έχει την αυτήν ενιαίαν
διεύθυνσιν», καθώς οι εκπαιδευτικοί, δάσκαλοι και καθηγητές, έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν και στις δύο βαθμίδες της εκπαίδευσης. Όπως διευκρινίζεται στην παρ. 3 του άρθ. 2: «Οι
εν τω πειραματικώ σχολείω υπηρετούντες καθηγηταί και διδάσκαλοι δύνανται να διδάσκωσι
μαθήματα της ειδικότητός των εν πάσαις ταις τάξεσι του σχολείου, προς εξίσωσιν δε των ωρών
διδασκαλείας ή αναπλήρωσιν ελλειπόντων ή κωλυομένων καθηγητών ή διδασκάλων δύναται ο
επόπτης του σχολείου και ο διευθυντής αυτού κοινή αποφάσει, να αναθέτωσι διδασκαλίας μαθημάτων εν πάσαις ταις τάξεσι του πειραματικού σχολείου εις τους εν αυτώ υπηρετούντας καθηγητάς και διδασκάλους, καθώς και άλλας εργασίας επιστημονικής ή πρακτικής φύσεως εν τω
σχολείω. Αι αποφάσεις αύται είναι υποχρεωτικαί διά το διδακτικόν προσωπικόν».
Πρότυπο, Πειραματικό και Ενιαίο: τρεις λέξεις άρηκτα συνδεδεμένες σε ένα πείραμα.
Πώς όμως ένα τέτοιο πρωτοποριακό σχολείο θα πετύχει τους στόχους του; «Θα φροντίσωμε
να φοιτούν στο γυμνάσιό μας όσα [παιδιά] αξίζουν για τέτοιες σπουδές, και το προσωπικό του
διαλέχτηκε μέσα από τα καλύτερα εκπαιδευτικά μας στελέχη, και δεν ξέρει μόνο τις ελλείψεις του,
παρά αισθάνεται την ανάγκη κι έχει την ικανότητα να συμπληρώνη και ν’ ανανεώνη τη μόρφωσή
του» (Δελμούζος, 1947), λέει ο Δελμούζος.
Όπως θυμάται ο διευθυντής Ιωάννης Ξηροτύρης, «όταν ανέλαβα τη Διεύθυνση του Σχολείου,
η πρόσληψη των μαθητών της πρώτης Δημοτικού γινόταν με “τεστ” επιλογής των υποψηφίων.
[...] Τα “τεστ” έλεγχαν την παρατηρητικότητα και την αντίληψη των υποψηφίων. Αυτό το σύστημα το συνέχισα, όπως το βρήκα, ώς το Σεπτέμβριο του 1949, οπότε το [κατάργησα] και εισήγαγα
το σύστημα του κλήρου» (Ξηροτύρης, 2001). Ο Ξηροτύρης θεωρεί ότι το σύστημα της κλήρωσης στο δημοτικό είναι δικαιότερο, αφού «η δημοτική εκπαίδευση πρέπει να είναι γενική και
καθολική. Εκπαίδευση για όλο το λαό», «ενώ τα συστήματα επιλογής και εισαγωγικών εξετάσεων
επιβάλλονται στη μέση εκπαίδευση, όπου βέβαια πρέπει να είναι αυστηρότατα» (Ξηροτύρης,
2001). Κι αυτό όχι για λόγους κοινωνικών διακρίσεων, αλλά επειδή, κατά τον πρώτο διευθυντή
Βασίλειο Τατάκη, ο «σκοπός του Πειραματικού Σχολείου είναι να δώση πρότυπον πρόγραμμα
και πρότυπον μέθοδον διδασκαλίας» (Πράξη 14η, 30 Ιουνίου 1938), στα οποία θεωρείται
απαραίτητο να έχει τη δυνατότητα να ανταποκριθεί το μαθητικό δυναμικό. Γι’ αυτό είναι
απαραίτητη η επιλογή και του διδακτικού προσωπικού. Είναι εμφανής η αγωνία του επόπτη
κατά τα πρώτα έτη της λειτουργίας του σχολείου να εξασφαλίσει καλούς δασκάλους, όπως
διαπιστώνεται στην αλληλογραφία του με τον Βασίλειο Τατάκη (Τατάκη-Μπακοπούλου,
2013).
Με αυτούς τους όρους και αυτές τις προϋποθέσεις αρχίζει τη λειτουργία του το Πειραματικό Σχολείο Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ήδη στο 1ο Πρακτικό (20 Οκτ. 1934) ο Δελμούζος με τον διευθυντή Τατάκη και τους εκπαιδευτικούς αποφασίζουν την τροποποίηση του
αναλυτικού προγράμματος και τονίζουν ότι θα «προτιμηθεί επομένως, όπου είναι δυνατό, η
συνεχής διδασκαλία στο ίδιο μάθημα», δύο «καινοτομίες» που επανήλθαν το 2011 με το νέο
νόμο για τα Πρότυπα Πειραματικά και το Πιλοτικό Σχολείο. Προς επιβεβαίωσιν το απόσπασμα
Πράξης του 1941, σύμφωνα με το οποίο ο σύλλογος «αποφασίζει όπως κατά παρέκκλισιν από
του επισήμου προγράμματος παραμείνη εν ισχύι μέχρι πέρατος των μαθημάτων της θερινής
περιόδου το εν χρήσει προσωρινόν ωρολ. Πρόγραμμα, αφιστάμενον εκ του επισήμου τοιούτου, εν
τη πεποιθήσει, ότι ούτω πράττων ευρίσκεται εν αρμονία προς το πνεύμα του νομοθέτου, κατατείνον εις την προαγωγήν και ουχί δυσχέρανσιν του έργου της διδασκαλίας» (Πράξη 15η, 28
Ιουνίου 1941).
Παράλληλα (3ο Πρακτικό, 9 Νοέμβρη 1034) ο Δελμούζος θίγει το θέμα της μεθόδου
διδασκαλίας. «Αν στο καθαρώς επιστημονικό μέρος του μαθήματός του ο καθένας μας πρέπει
434
Πρακτικά 1ου Πανελληνίου Συνεδρίου ΠΠΣ Α/θμιας και Β/θμιας Εκπαίδευσης
διαρκώς να προβάλει ερωτήματα στον εαυτό του, πολύ περισσότερο στο μεθοδικό μέρος πρέπει να
θεωρεί τον εαυτό του διαρκώς μαθητευόμενο, να τον αισθάνεται γεμάτο ανησυχία και απορία.»
Και συνεχίζει: «Από όλες τις διδακτικές μεθόδους εκείνη που εξασφαλίζει περισσότερο την
αυτενέργεια του παιδιού και το υψώνει αποτελεσματικότερα και βαθύτερα στην εικόνα της αυτοαγωγής, του επιτρέπει ελευθερία δράσεως και του δίνει τις περισσότερες ευκαιρίες να εκδηλωθεί
είναι η μέθοδος του σχολείου εργασίας. Αυτήν θα θέσωμε ως βάση της διδακτικής μας εργασίας».
Ιδού το «πρωτοποριακό» πιλοτικό σχολείο του 2011 σχεδόν 80 χρόνια πριν! Ακούστε: «Έτσι
δυο στάδια διαγράφονται για τη διδασκαλία κάθε μαθήματος. Στο πρώτο οδηγεί πιο πολύ ο
δάσκαλος, ώσπου να συνηθίσει το παιδί να δουλεύει. [...] Εδώ όλη η δουλειά στο σχολείο.
Ακολουθεί ένα δεύτερο όπου όσο συνηθίζει το παιδί του δίνεται μεγαλύτερη ελευθερία, ώσπου να
μπορέσει να δουλέψει αυθύπαρχτα.»
Συγχρόνως (4ο Πρακτικό, 16 Νοέμβρη 1934) ο επόπτης δεν παραλείπει να εξηγήσει τις
μορφές διδασκαλίας με τη μέθοδο εργασίας: «Εξάλλου όσα είπαμε προηγουμένως για την εκμάθηση της τεχνικής της εργασίας μας δείχνουν ότι δύο κυρίως μορφές θάχωμε: 1) τη συγκρατημένη, όπου ο δάσκαλος θα δίνει τον ρυθμό της εργασίας κυρίως, μορφή προσωρινή και 2) την
ελεύθερη. Μέσα στη δεύτερη πάλι αυτή μορφή θάχωμε α) την ατομική, όπου το κάθε παιδί θα
εργάζεται μόνο του β) την ομαδική, όπου θα εργάζεται όλη η τάξη και γ) την εργασία σε ομάδες».
Ιδέες που επανέρχονται το 2011 με το πιλοτικό σχολείο!
Προτείνει εξάλλου τους γνωστούς από το νέο νόμο του 2011 ομίλους, τους οποίους αποκαλεί «εργασιακές κοινότητες», τονίζοντας ότι «μπορούμε π.χ. να έχωμε εργασιακές κοινότητες
από την ίδια ή από διάφορες τάξεις με κοινό μορφωτικό σκοπό που θα βγαίνει από τα μαθήματα
ή θα τον βρίσκουν πέρα και έξω από αυτόν, ομάδες π.χ. γλυπτικής, λογοτεχνίας, συλλογών κλπ.
Οι ομάδες αυτές θα συγκεντρώνουν παιδιά με κοινά ζωηρά ενδιαφέροντα», ξεκαθαρίζει τις κατευθυντήριες γραμμές της σχολικής ζωής: το προσωπικό «να προβάλλει ολοένα και δυσκολότερες απαιτήσεις», να ενισχύει «την αυτενέργεια και την πρωτοβουλία του παιδιού» μέσα στο
πλαίσιο αρχών που δεν συζητούνται όπως «η καθαριότητα ατόμου και σχολείου, η τάξη, ο
σεβασμός του ξένου πράγματος» και προχωρά στη οργάνωση «ιδιαίτερ[ων] βοηθητικ[ών] μαθημάτ[ων] για τους υστερούντες μαθητές» (6ο Πρακτικό, 24 Νοέμβρη 1934), τη δική μας
ενισχυτική διδασκαλία.
Έχοντας συγκεκριμένες παιδαγωγικές αρχές το ΠΣΠΘ διαμόρφωσε το χαρακτήρα του και
κατέκτησε τη φήμη του καλύτερου σχολείου της Θεσσαλονίκης, αν όχι της χώρας. Οι οργανωμένες εκδρομές του για τη γνωριμία των μαθητών του με την Ελλάδα, οι διάσημες θεατρικές
του παραστάσεις, τα μουσικά του πρωϊνά, οι διαλέξεις για το ευρύτερο κοινό, οι εκθέσεις
ζωγραφικής, το περιοδικό Χρονικά του Πειραματικού Σχολείου του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, οι επιτυχίες των αποφοίτων του και κυρίως ο τρόπος δουλειάς τού έδωσαν μάλιστα τη
μία από τις τρεις πρώτες θέσεις μεταξύ των σχολείων της Δυτικής Ευρώπης σε έρευνα της
Unesco το 1956 (Ξηροτύρης, 2001).
Κατά τη διάρκεια της επτάχρονης δικτατορίας οι πρωτοποριακές αρχές της λειτουργίας του
σχολείου δέχτηκαν καίριο πλήγμα: η σχολική ζωή ατόνησε, το περιοδικό Χρονικά σταμάτησε
να κυκλοφορεί, το πορτρέτο του Δελμούζου αποκαθηλώθηκε, η δημοτική γλώσσα τέθηκε υπό
διωγμό. Όπως θυμάται ο αείμνηστος καθηγητής του σχολείου Χρίστος Τσολάκης «την 28η
Μαρτίου 1968 κατά την ώρα της κριτικής της δειγματικής διδασκαλίας, την οποία είχαν παρακολουθήσει σύμφωνα με το πρόγραμμα οι φοιτητές, ο τότε διευθυντής του σχολείου, ο διορισμένος
από τη δικτατορία, με τρόπο αυταρχικό μου αφήρεσε το λόγο, ενώ μιλούσα για τον ιδρυτή του
Πειραματικού Αλέξανδρο Δελμούζο και τη συμβολή του στη διδασκαλία κειμένων Νεοελληνικής
Λογοτεχνίας. [...] Σημειώνω ότι η διδασκαλία, σύμφωνα με την παράδοση του σχολείου, είχε
κυλήσει στη δημοτική γλώσσα και όχι στην καθαρεύουσα, όπως επέβαλλε ο διευθυντής και η
δικτατορία. Οι φοιτητές τη χάρηκαν και χειροκρότησαν. Ο διευθυντής εξοργίστηκε.» (Τσολάκης,
2010).
Αλλά και οι αλλαγές που συνέβησαν στην ελληνική κοινωνία μετά την πτώση δικτατορικού
καθεστώς (1974) άφησαν το στίγμα τους και στο Πειραματικό. Μετατράπηκε σε μεικτό, ο
αριθμός των μαθητών στο Γυμνάσιο και το Λύκειο διπλασιάστηκε, ιδρύθηκε Νηπιαγωγείο,
Το Πρότυπο Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ένα διαρκές πείραμα
435
απέκτησε διευθυντή Δημοτικού, οι εξετάσεις για την εισαγωγή των μαθητών στο Γυμνάσιο
καταργήθηκαν.
Σήμερα το σχολείο έχει μία σφραγίδα, τρεις σημαίες, ένα Σύλλογο Γονέων και Κηδεμόνων,
δύο δεκαπενταμελή μαθητικά συμβούλια· έχει δύο τμήματα σε κάθε τάξη του Γυμνασίου και
του Λυκείου αντί για ένα, όχι από επιλογή, αλλά από λάθος χειρισμούς, ενώ ο Σύλλογος Διδασκόντων του δεν διαπνέεται από τις αρχές που έθεσε ο ιδρυτής του. Κι όμως, κάτι η παράδοση, κάτι το όνομα, το σχολείο συντηρεί ακόμα στοιχεία που συμβάλλουν στην ιδιαιτερότητά
του, παρά τις περί αντιθέτου απόψεις της διοικητικής εκπαιδευτικής ιεραρχίας, η οποία ουδεμία
ιδέα έχει για το τι συμβαίνει εντός των τειχών του προστατευόμενου από την εφορία Νεοτέρων
Μνημείων κτιρίου. Τόσο που αν κάποια στιγμή η προϊσταμένη αρχή θελήσει να ασχοληθεί με
τον τρόπο λειτουργίας του σχολείου, θα παγιδευτεί στις πάγιες νομοθετικές δυσκαμψίες λόγω
της ιδιαιτερότητας που μοιάζει τροχοπέδη στην όποια προσπάθεια ομογενοποίησης του εκπαιδευτικού συστήματος. Οι καιροί άλλαξαν, οι αντιθέσεις αμβλύνθηκαν μα και το όραμα έχασε
το στόχο του.
Και ξαφνικά εμφανίζεται ο Ν. 3966/11, που σε πρώτη ματιά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί
ως αντιγραφή της λειτουργίας του ΠΣΠΘ! Ένας νόμος που δίνει άλλο περιεχόμενο στην έννοια
του Προτύπου και μάλλον αγνοεί την έννοια του Πειραματικού. Φυσικά δεν μπορεί να καταλάβει, δεν μπορεί να λάβει υπόψη του την έννοια του Ενιαίου. Και από εδώ αρχίζουν τα προβλήματα.
Δίνει στο Πρότυπο χαρακτηριστικά αριστείας και φορτώνει την έννοια του Πειραματικού
με έρευνα πεδίου, επαγγελματική ανάπτυξη και άσκηση φοιτητών. Δε γίνεται λόγος για μαθητική εξέλιξη και εκπαιδευτική διαδικασία. Θεωρεί αυτονόητο ότι, αφού οι εκπαιδευτικοί θα
είναι οι καλύτεροι και θα επιμορφώνονται συνεχώς, θα είναι αυτομάτως σε θέση να παρασύρουν και τους μαθητές τους στη μαθησιακή ανάπτυξη. Βεβαίως ο Ενιαίος χαρακτήρας του
σχολείου δεν μπορεί να χωρέσει σε ένα νόμο που συντάχθηκε παίρνοντας υπόψη του ένα
μεμονωμένο Πειραματικό Δημοτικό, Γυμνάσιο ή Λύκειο με ιστορική διαδρομή μόλις μερικών
ετών (Ξηροτύρης, 2001).
Δεν αμφισβητούμε τις προθέσεις των μελών της ΔΕΠΠΣ, οι οποίοι με όραμα και κόπο
προσπάθησαν να αναβιώσουν τα σχολεία για μαθητές υψηλού επιπέδου, αλλά τους καταλογίζουμε απειρία, συγκεντρωτισμό, παρά τις περί αντιθέτου αναφορές του Ν. 3966, και έλλειψη
διαλόγου. Για παράδειγμα, η πενθήμερη διαβούλευση για τις εξετάσεις, στο τέλος Ιανουαρίου,
θα μπορούσε να είχε δρομολογηθεί από το Σεπτέμβριο και να έχουν διαμορφωθεί κοινά αποδεκτές προτάσεις. Τώρα τι έγινε; Ουσιαστικά ανακοινώθηκε ο τρόπος εισαγωγής στα ΠΠΣ,
όπως είχε αναγγελθεί από την περασμένη χρονιά, αγνοώντας τις όποιες ιδιαιτερότητες. Παραφράζοντας: «Παιδεία που ξεχνά την Ιστορία της, χάνει τον προσανατολισμό της, δεν μπορεί να
σχεδιάσει το μέλλον της».
Σήμερα τι ακριβώς κάνουμε; Υπακούμε στις εντολές της ΔΕΠΠΣ, αφήνοντας στην άκρη
οποιαδήποτε πρωτοβουλία των ΕΠΕΣ. Κι όμως δε θα ήταν υπέροχο να έχουμε σχολεία με
διαφορετική φιλοσοφία, με διαφορετικό προσανατολισμό, με ξεχωριστή πορεία; Σχολεία που
θα συναγωνίζονται για το καλύτερο με μοναδικούς ωφελημένους τα παιδιά; Το φαντάζεστε;
Εμείς οφείλουμε να συνεχίσουμε να υπηρετούμε το όραμα του ιδρυτή Αλέξανδρου Δελμούζου που δημιούργησε ένα πειραματικό πρότυπο ενιαίο σχολείο. Εκτός από τη λειτουργία
των ομίλων, που εκείνος πρώτος καθιέρωσε, και των παράλληλων δράσεων, τη συμμετοχή σε
συνέδρια και διαγωνισμούς, τη διοργάνωση ημερίδων επιμόρφωσης, ‒που προβλέπονται για
ένα ΠΠΣ‒ παρεμβαίνουμε στην ουσία της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Στο Νηπιαγωγείο διδάσκεται σωματική αγωγή δυο φορές την εβδομάδα από φοιτητές του
τμήματος φυσικής αγωγής ή από καθηγητές που διδάσκουν το μάθημα στις άλλες βαθμίδες του
σχολείου, μουσική προπαιδεία μια φορά την εβδομάδα, από καθηγητή μουσικής, ο οποίος
διατίθεται από το ολοήμερο Δημοτικό του σχολείου και, δοκιμαστικά, αγγλικά, ενταγμένα στο
μαθησιακό παιχνίδι ως πρώτη επαφή των νηπίων με τα εργαλεία επικοινωνίας.
Στο Δημοτικό λειτουργούν κατά πάγια πρακτική του σχολείου υποτμήματα αγγλικής και
436
Πρακτικά 1ου Πανελληνίου Συνεδρίου ΠΠΣ Α/θμιας και Β/θμιας Εκπαίδευσης
γαλλικής γλώσσας στη Γ΄ και στη Δ΄ τάξη με δυνατότητα επιλογής, ενώ αυτονόητο θεωρείται
το δικαίωμα των εκπαιδευτικών να επιλέγουν το διδακτικό υλικό που εκείνοι κρίνουν προσφορότερο. Παράλληλα δίνεται η ευκαιρία σε εκπαιδευτικούς που ειδικεύονται στη διδασκαλία
συγκεκριμένων αντικειμένων να τα διδάξουν σε διάφορες τάξεις του Δημοτικού με τη σύμφωνη γνώμη του Συλλόγου Διδασκόντων. Εφαρμόζεται μάλιστα πιλοτικά η «συνεργατική διδασκαλία» ή αλλιώς «ομαδική διδασκαλία» (Team Teaching), η οποία αποτελεί ήδη από πολλών
ετών πάγια πρακτική σε αρκετά σχολεία του εξωτερικού, με εξαιρετικά μαθησιακά αποτελέσματα για τους μαθητές τους, καθώς με τη συνεργασία δύο δασκάλων στην τάξη επιτυγχάνεται πολλαπλή εσωτερική διαφοροποίηση της διδασκαλίας και της μάθησης. Επιτυγχάνεται η διαφοροποίηση των διδακτικών στόχων και των εποπτικών μέσων διδασκαλίας,
εφαρμόζονται αποτελεσματικά μαθητοκεντρικές μορφές διδασκαλίας, όπως η ομαδοσυνεργατική (ομαδική) διδασκαλία, τα σχέδια εργασιών (projects) και η εξατομίκευση της διδασκαλίας,
όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο. Η «ομαδική διδασκαλία» προάγει την επαγγελματική ανάπτυξη
των εκπαιδευτικών, την εφαρμογή πολλών μορφών εργασίας, την αντιμετώπιση της ανομοιογένειας των μαθητών και των επιδόσεών τους, όπως και τη μετάδοση δημοκρατικών αξιών.
Αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά οι μαθησιακές δυσκολίες των μαθητών μέσα στην τάξη, στο
εκπαιδευτικό τους περιβάλλον, αποφεύγεται η στοχοποίησή τους, διευκολύνεται η διδασκαλία
εργαστηριακών μαθημάτων και η χρήση των ΤΠΕ. Επιτυγχάνεται η αποτελεσματικότερη διαχείριση της τάξης, όταν μάλιστα οι τάξεις είναι πολυπληθείς, και προάγεται η ομαδικότητα, ο
κοινός σχεδιασμός και η συνεργασία των εκπαιδευτικών.
Στο Γυμνάσιο, ήδη για δεύτερη χρονιά, εφαρμόζεται πιλοτικά το Πρόγραμμα Σπουδών για
το Νέο Σχολείο, ενώ στο Γενικό Λύκειο αυξήθηκαν οι ώρες διδασκαλίας σε 35 για όλες τις
τάξεις, με προσθήκη μίας επιπλέον ώρας Έκθεσης και Φυσικής στην Α΄ Λυκείου, μίας ώρας
Μαθηματικών στην ΒΘΤ και ΒΤΧ της Β΄ Λυκείου, μίας ώρας Έκθεσης στη Γ΄ Λυκείου και
τριών ακόμη ωρών στα μαθήματα κατεύθυνσης. Επιπλέον τα μαθήματα Αρχές Φιλοσοφίας και
Εισαγωγή στο Δίκαιο και τους Πολιτικούς Θεσμούς της ΒΘΚ διδάσκονται εκ περιτροπής,
προσφέροντας στους μαθητές την ευκαιρία να συνειδητοποιήσουν την εσωτερική σχέση διδακτικών αντιμειμένων που φαίνονται, λόγω της ακαμψίας του αναλυτικού προγράμματος, άσχετα μεταξύ τους.
Και όλα αυτά με τον κατάλληλο τεχνολογικό εξοπλισμό και με συχνή συνεργασία μεταξύ
των βαθμίδων.
Μπορεί να μην αναγνωριζόμαστε ως ενιαίο στα χαρτιά, είμαστε όμως ενιαίο στην πράξη,
είμαστε το Πρότυπο Πειραματικό Ενιαίο Σχολείο Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Δελμούζος, Αλ. (1929). Οι πρώτες προσπάθειες στο Μαράσλειο. Αθήνα, σσ. 12-13.
Δελμούζος, Αλ. (1947). «Σκοπός και σημασία του Πειραματικού». περ. Χρονικά του Πειραματικού
Σχολείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τόμ. Α΄, σ. 4.
[Ξηροτύρης Ι. Ν.] (1947). [«Eκδοτικό Σημείωμα»]. περ. Χρονικά, τόμ. Α΄, σ. 2.
Τατάκης, Β. (2013). «Ομιλία μου σε συγκέντρωση γονέων του Πειραματικού Σχολείου (10.11.35)»,
περ. Χρονικά, τεύχ. 23 (υπό δημοσίευση).
Τατάκη-Μπακοπούλου, Ν. (2013). «Επιστολές Δελμούζου στον Β. Τατάκη. Πώς ξεκίνησε το Πειραματικό Σχολείο Θεσσαλονίκης», περ. Φιλόλογος, τεύχ. 150 (Οκτ.-Νοέμ.-Δεκ.), σ. 383-418.
Τσολάκης, Χρ. Λ. (2010). «Τέσσερες μαρτυρίες για το Πειραματικό Σχολείο», στο Γ. Καλλίνης - Ε.
Χασάπη - Β. Χατζηβασιλείου (επιμ.), 1934-2009. 75 χρόνια Πειραματικό. Ο χρόνος επισκέπτεται
αναλλοίωτος. Θεσσαλονίκη: Ιανός, σ. 162.