εθιμα και παραδοσεις του τοπου μας

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΜΟΥΖΑΚΙΟΥ
ΔΙΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ (PROJECT)
ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2012-2013
Ο ΤΙΤΛΟΣ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
«Ήθη, έθιμα και παραδόσεις του τόπου μου»
ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΙ:
ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΕ 19 ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ
ΚΑΤΣΙΓΙΑΝΝΗ ΕΛΕΝΗ ΠΕ 10 ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΟΣ
ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΟΝ ΑΡΡΑΒΩΝΑ
ΚΑΙ ΤΟ ΓΑΜΟ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΜΟΥΖΑΚΙΟΥ
Εισαγωγή:
Ο γάμος αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς σταθμούς της ζωής του
ανθρώπου. Πιο αναλυτικά, συνδέεται με την έναρξη της συζυγικής ζωής και τη
δημιουργία μιας νέας οικογένειας. Σκοπός του η ευτυχής ένωση, η οικονομική
ευημερία, καθώς επίσης η τεκνοποίηση.
Το ότι με το γάμο δημιουργείται μία οικογένεια και χωρίς αυτή δύσκολα
μπορεί να λειτουργήσει μία κοινωνία σημαίνει ότι ο γάμος δεν αποτελεί μόνο
οικογενειακό αλλά και κοινωνικό γεγονός. Με το θεσμό του γάμου και το εθιμικό
τελετουργικό του, η κοινωνία ασκεί ουσιαστικά τον έλεγχο της στα υπό διαμόρφωση
κύτταρά της. Γι' αυτό και ο γάμος, εκτός από τη λαμπερή επιφάνεια των εθίμων του,
έχει και μεγάλο κοινωνικό βάθος. Με το πέρασμα των χρόνων, γύρω από τον
αξιοσημείωτο αυτό θεσμό έχει δημιουργηθεί ένα πλαίσιο ηθών και εθίμων που σε
παλαιότερες εποχές ακολουθούνταν πιστά. Στις μέρες μας, ωστόσο, με την ανατροπή
των συνθηκών ζωής, τα έθιμα αυτά τείνουν να εξαφανιστούν, γι' αυτό και η
καταγραφή τους κρίνεται απολύτως απαραίτητη. Εκείνο, ωστόσο, που δε φαίνεται να
κλονίζεται, είναι η παράδοση σχετικά με την θρησκευτικότητα του θεσμού. Ο
πολιτικός γάμος που θεσπίστηκε τελευταία, παρότι σε ορισμένες περιπτώσεις
κρίνεται αναγκαίος, δε φαίνεται να βρίσκει απήχηση στην ελληνική κοινωνία. “Το
στεφάνι έχει άλλη χάρη”, ομολογεί η συντριπτική πλειοψηφία (98%) των ανθρώπων,
τόσο στην επαρχία και τις αγροτικές περιοχές, όσο και στα μεγάλα αστικά κέντρα τις
χώρας μας. Στην εκκλησιαστική ευλογία και τις θρησκευτικές τελετές, εκτός από τη
γοητεία που ασκούν η όλη εικόνα τους και η ατμόσφαιρά τους, οι άνθρωποι, σαν
χριστιανοί, φαίνεται να στηρίζουν και ένα είδος άμυνας απέναντι στους φόβους τους
και τους κινδύνους που πιστεύουν ότι καιροφυλακτούν και εδώ.
Προξενιό:
Εθιμοτυπικά, επειδή στις παλαιότερες εποχές τα άτομα και ιδίως οι γυναίκες
δεν είχαν τη δυνατότητα να έρθουν σε επαφή με ανθρώπους που θα μπορούσαν να
αποτελέσουν μελλοντικά τους συζύγους τους, την ευθύνη για τη γνωριμία τους
αναλάμβαναν οι γονείς, κυρίως όμως ο προξενητής.
Το λεγόμενο προξενιό λοιπόν ξεκινούσε όταν το παιδί (κορίτσι ή αγόρι)
έφτανε σε ηλικία γάμου. Τότε, ο προξενητής, άνθρωπος υπομονετικός, ευγενικός,
πολυλογάς, καταφερτζής αλλά και πολύ εχέμυθος, εξέταζε όλες τις περιπτώσεις στο
χωριό, από τη μια άκρη στην άλλη. Η επιλογή γινόταν με πολλή σκέψη και προσοχή.
Έλεγαν ότι η παντρειά δεν είναι μπάλωμα να ξηλωθεί.
Όταν πλέον γινόταν η επιλογή των δύο οικογενειών που επρόκειτο να
συμπεθερέψουν, άρχιζε η συγκέντρωση πληροφοριών σχετικά με τους δύο νέους. Πιο
αναλυτικά, οι γονείς και οι συγγενείς της νύφης ασχολούνταν με τα εξής θέματα.
Πρώτα-πρώτα, εξέταζαν εάν ο γαμπρός “απολάμβανε” το σεβασμό και την εκτίμηση
της κοινωνίας του χωριού. 'Έπειτα τους ενδιέφερε τι “προκοπή” είχε ο γαμπρός
(κατοικία, περιουσία κλπ), γιατί από αυτό θα εξαρτώνταν η καλοπέραση και η άνετη
διαβίωση της κόρης τους. Επιπλέον, ενδιαφέρονταν επίμονα για την οικογενειακή
κατάσταση του γαμπρού (αν είχε αδερφές ανύπαντρες κλπ), καθώς αυτό θα
αποτελούσε καθοριστικό παράγοντα για το μέλλον του παιδιού τους.
Από την άλλη πλευρά, οι γονείς και οι συγγενείς του γαμπρού, μέσα από τη
συγκέντρωση πληροφοριών και τη διασταύρωση απόψεων, προσπαθούσαν να
διαμορφώσουν άποψη για την ηθική τελειότητα της νύφης. Συγκεκριμένα, ρωτούσαν
να πληροφορηθούν εάν η νύφη γνώριζε τις οικιακές και γεωργικές ασχολίες (πότισμα,
σκάλισμα, ύφαμα), ήθελαν με άλλα λόγια να πάρουν μία άξια κοπέλα στο σπίτι τους.
Παράλληλα, ιδιαίτερη σημασία έδιναν στη δυνατότητα προσαρμογής της νύφης στο
νέο περιβάλλον και στους καινούριους τρόπους ζωής που θα συναντούσε στην
καινούρια οικογένεια. Άλλωστε είναι χαρακτηριστικά τα λόγια που έλεγε η πεθερά
μετά το γάμο στη νύφη: “όπως τα βρήκες κόρη μου όχι όπως ήξερες”.
Ολοκληρώνοντας, αξίζει να σημειωθεί ότι όταν οι προξενιές γίνονταν έξω από
το χωριό, την ευθύνη για την ένωση των δύο ανθρώπων είχαν οι ραφτάδες και οι
ζωέμποροι, άνθρωποι πολύξεροι και κοσμογυρισμένοι, λόγω της δουλειάς τους να
γυρίζουν από χωριό σε χωριό.
Αρραβώνας:
Μετά τις πρώτες συνεννοήσεις, με τον προξενητή ή την προξενήτρα, οι δύο
οικογένειες συγκεντρώνονταν κάποιο βράδυ στο σπίτι της νύφης όπου “φιλεύονταν”
και συζητούσαν όλες τις επιμέρους λεπτομέρειες σχετικά με την προίκα, το νέο
σπιτικό που θα άνοιγε και “έδιναν” έτσι λόγο. Το συνοικέσιο λοιπόν ήταν πια γεγονός
και δεν απέμενε πλέον παρά ο επίσημος αρραβώνας. Άλλοτε αυτός δεν ήταν
απαραίτητος και οριζόταν αμέσως ο γάμος.
Τα αρραβωνιάσματα γίνονταν συνήθως το Σαββατόβραδο ή την παραμονή
κάποιας μεγάλης γιορτής. Έτσι λοιπόν οι γονείς του γαμπρού, ο γαμπρός, τα αδέλφια,
ο προξενητής εφόσον υπήρχε και μερικοί στενοί συγγενείς ξεκινούσαν για το σπίτι
της μέλλουσας νύφης για να αρραβωνιάσουν τους δύο νέους με όλες τις προφυλάξεις
που μπορούσαν να πάρουν ώστε να μην τους αντιληφθούν οι υπόλοιποι του χωριού
και χαλάσει το προξενιό
Ο πατέρας ή η μάνα του γαμπρού είχαν μαζί τους ένα άσπρο μαντήλι στη μια
άκρη, στο οποίο ήταν κομποδιασμένος ο αρραβώνας (βέρα) και στην άλλη ένα
χαρτονόμισμα το οποίο αντιπροσώπευε τον καπάρο. Όταν έφταναν στο σπίτι της
νύφης οι γονείς και οι άλλοι συγγενείς τους υποδέχονταν καλόκαρδα στη ρούγα του
σπιτιού. Έπειτα ο πατέρας του γαμπρού έπαιρνε τους αρραβώνες (από μπρούντζο ή
ασήμι) και τους έβαζε στα χέρια των νέων και η νύφη με τη σειρά της έπαιρνε τα
μαντήλια, αδειανά πια, και τα πήγαινε στο διπλανό δωμάτιο. Ύστερα έπαιρνε γλυκό
και ρακί και κερνούσε όλους τους συμπεθέρους. Ευχές όπως καλά στέφανα, και στα
δικά τους οι ελεύθεροι, πάντα τέτοια να 'χουμε κλπ συνόδευαν την ευχάριστη αυτή
διαδικασία.
Το κάλεσμα:
Συνέντευξη από την κ. Βασιλική Μπρέλα, ετών 97.
Ερώτηση: Πώς γινόταν το κάλεσμα του γάμου παλαιότερα, όταν ήσασταν ακόμη στο
χωριό;
Απάντηση: Τότε, παιδί μου, δεν είχαμε τα καλέσματα που ‘χετε εσείς σήμερα. Εκείνο
τον καιρό, στολίζαμε την κόφα.
Ερώτηση: Τι ήταν η κόφα;
Απάντηση: Η κόφα ήταν ένα ξύλινο μπουκάλι ή καλάθι, ό,τι είχε η κάθε οικογένεια,
που τη στολίζαμε με λουλούδια και άλλα κεντητά, τη γεμίζαμε με κρασί ή τσίπουρο
κι ύστερα γυρνούσαμε με ένα ποτηράκι από σπίτι σε σπίτι σ' όλο το χωριό.
Ερώτηση: Τι ακριβώς κάνατε δηλαδή;
Απάντηση: Πηγαίναμε στο σπίτι εκείνο που θέλαμε να καλέσουμε τους ανθρώπους
και τους λέγαμε “Ορίστε το κάλεσμα του τάδε και την Κυριακή ο γάμος”. Τους
δίναμε μετά στο ποτηράκι λίγο απ' το τσίπουρο που είχαμε στην κόφα και αυτοί μας
έλεγαν “Καλά στέφανα και πάντα τέτοια να 'χουμε”.
Ερώτηση: Ποιον στέλνατε από σπίτι σε σπίτι για να καλέσει τον κόσμο;
Απάντηση: Τις περισσότερες φορές στέλναμε ένα μικρό παιδάκι ή δυο τρία μαζί.
Ο θεσμός της προίκας:
Ο γαμπρός έστελνε έναν στενό συγγενή του ή έναν καρδιακό φίλο του για να
παραλάβει την προίκα, τα κινητά και τα ακίνητα, που είχαν τάξει τα πεθερικά του. Τα
χρήματα τα έπαιρνε, χέρι με χέρι, ο κανονισμένος γι' αυτό το σκοπό, τα τύλιγε σε ένα
λευκό μαντήλι και τα έτριβε στα γένια του. Τα ακίνητα μεταβιβάζονταν στο γαμπρό ή
και στους δύο νεόνυμφους, άλλοτε με ένα απλό χαρτί, πριν την απελευθέρωση της
Θεσσαλίας (1881), κι άλλοτε (μετά το 1882), με ένα επίσημο προικοσύμφωνο του
συμβολαιογραφείου. Παρακάτω παρατίθεται ένα επίσημο προικοσύμφωνο της
εποχής:
Τα έθιμα την εβδομάδα πριν το γάμο :
Το πρωί της Δευτέρας, οι στενές φίλες της νύφης ή οι συγγενείς της, θείες,
ξαδέρφες κλπ. Έπαιρναν τα προικιά και τα μετέφεραν στην κοντινότερη βρύση ή στο
ποτάμι. Εάν το σπίτι είχε το προνόμιο να βρίσκεται κοντά σε κάποια βρύση, τα
έπλεναν εκεί. Το πλύσιμο γινόταν μέσα σε μια τσίγκινη σκαφίδα, ενώ ακούγονταν τα
γνωστά σε όλους μας τραγούδια. ''Ωραία που είναι η νύφη μας και βρύση μου
μαλαματένια''. Το απόγευμα της ίδιας μέρας στόλιζαν την κόφα με διάφορα
λουλούδια και βασιλικό, την γέμιζαν με τσίπουρο και κατόπιν καλούσαν τους στενούς
συγγενείς και φίλους με τον τρόπο που προαναφέρθηκε στην συνέντευξη. Τους
υπόλοιπους χωριανούς τους καλούσαν την Τετάρτη. Αργότερα την ίδια μέρα η νύφη
έφτιαχνε μια πίτα, σε χαρούμενη ατμόσφαιρα, και οι συγγενείς και τα μπρατίμια της
άρπαζαν το πετρόβεργο και τις έδιναν να απλώσει τα φύλλα με μια σκαμνόβεργα ή
βατόβεργα.
Την Τρίτη, οι φίλες και οι συγγένισσες της νύφης σιδέρωναν τα προικιά και τα
ετοίμαζαν για την έκθεση. Όταν η έκθεση ήταν έτοιμη, όχι αργότερα από την Πέμπτη,
πήγαιναν οι γυναίκες και τα κορίτσια του χωριού να δουν τα χιλιοκεντημένα και
πολύχρωμα κεντά και υφαντά της νύφης. Κάθε οικογένεια πήγαινε το δώρο της μέσα
στο οποίο έριχναν ρύζι κ λουλούδια. Καθώς θαύμαζαν τα προικιά τραγουδούσαν το
παρακάτω τραγούδι:
Το βλέπεις κείνο το βουνό;
Το βλέπεις κείνο το βουνό, το καρφανταρισμένο,
που 'χ' ανταρίτσα στην κορυφή κι καταχνιά στη μέση;
Εκεί 'ναι πύργος γυάλινος, πύργος μαλαματένιος.
Εκεί κοιμάται μια ξανθή, ξανθή γαλανομάτα.
Το πώς θα την ξυπνήσουμε, το πώς θα της το πούμε.
Ξύπνα καημένη Αναστασιά, ξύπνα και μην κοιμάσαι.
Σήκω να ανάψεις τη φωτιά, να σβήσεις το λυχνάρι.
Μας πήρε η μέρα και η αυγή, το δόλιο μεσημέρι.
Καθώς τραγουδούσαν, έριχναν ρύζι και νομίσματα, για να ριζώσουν και να
ευτυχήσουν, ευχόμενοι “καλά στέφανα”. Πάνω στα προικιά, ανέβαζαν ένα αγοράκι
με ζωντανούς και τους δύο γονείς του, δείγμα της προσδοκίας για τη γέννηση του
πρώτου παιδιού αγοριού στην νέα οικογένεια.
Τα προικιά ήταν μια θαυμάσια απόδειξη της δεξιοτεχνίας των κοριτσιών, τα
οποία, χρόνια ολόκληρα ύφαιναν στον αργαλειό καμηλωτές, κιλίμια, φλοκάτες,
μαντανίες, μαξιλάρια, σταυρωτά, τροβάδες, δισκάκια και άλλα υφαντά. Το ίδιο
καταπληκτική ήταν και η δεξιοτεχνία της στο βελονάκι με το οποίο έπλεκε
κουβέρτες, κουρτίνες, δαντέλες κ.λ.π. Στα προικιά αυτά η νύφη κεντούσε ή ύφαινε
ποικίλα σχέδια όπως π.χ. Λουλούδια, πουλιά, πολύπλοκους συνδυασμούς και άλλα
εντυπωσιακά μοτίβα.
Την Τετάρτη και συγκεκριμένα το βράδυ της ημέρας αυτής οι γυναίκες (του
γαμπρού και της νύφης) ανάπιαναν τα προζύμια, με τα οποία θα ζύμωναν τις
κουλούρες και το ψωμί του γάμου. Στο ανάπιασμα έπρεπε να παρευρίσκεται
οπωσδήποτε ένα αγόρι ή κορίτσι με τους γονείς του στην ζωή που θα ασχολούνταν
αποκλειστικά και μόνο με την παραπάνω δουλειά. Όταν οι γυναίκες τελείωναν αυτή
την εργασία αλεύρωναν από το αλεύρι της σκάφης το γαμπρό και την νύφη.
Την Πέμπτη το πρωί νωρίς νωρίς, μόλις ξυπνούσε η νύφη ζύμωνε την
κουλούρα του γάμου αφού τα προζύμια ήταν ήδη έτοιμα και έκανε γλύκα, συνήθως
τηγανίτες, μπακλαβά κ.α. ανάλογα με την οικονομική άνεση της οικογένειας της.
Το απόγευμα της Παρασκευής, ο γαμπρός έστελνε τα δώρα του, στη νύφη,
μέσα σε ένα δίσκο, το γνωστό σε όλους μας σινί. Τα μετέφεραν στο σπίτι της οι
βλάμηδες ή μπρατίμια, που στο δρόμο τραγουδούσαν, χόρευαν και έπιναν. Τα δώρα
ήταν, συνήθως, το πέπλο, γάντια, παπούτσια, κάλτσες, εσώρουχα, ομπρέλα, πούδρα,
καθρέφτης. Όσοι είχαν δυνατότητα έστελναν και ένα φόρεμα, σταυρό, καδένα και
ρολόγι. Το δώρο, όμως, θέλει και αντίδωρο κι η χάρη αντίχαρη. Έτσι, λοιπόν, η νύφη
''μαντίλωνε'' τα μπρατίμια με μία άσπρη πόδια, τσουράπια, μαξιλαροθήκες ή
προσόψια. Τους κερνούσε γλύκα, ποτά και κατέληγαν σε ένα γλέντι, το οποίο
διαρκούσε, πολλές φορές, μέχρι τα ξημερώματα.
Από το πρωί του Σαββάτου, άρχιζαν οι ετοιμασίες για την τελετή της
Κυριακής, ετοίμαζαν τα σφαχτά, τα καζάνια, για να μαγειρέψουν το κρέας και τις
πίτες. Συγκέντρωναν πιάτα, κουτάλια, τραπέζια και καθίσματα από την γειτονιά. Το
Σάββατο, επίσης, συγκεντρώνονταν και τα δώρα των συγγενών και φίλων τα οποία
ήταν συνήθως χαλκώματα για την κουζίνα, κατσαρόλες, ταψιά τηγά- νια, πιάτα και
ποτήρια. Το απόγευμα ο γαμπρός έστελνε τα μπρατίμια του να πάρουν με ένα κάρο
και να φέρουν στο σπίτι του τα προικιά της νύφης. Κατά την διάρκεια του
φορτώματος της προίκας στο κάρο επικρατούσε βαθιά συγκίνηση στο κάρο ενώ τότε
οι μπράτιμοι έβρισκαν την ευκαιρία να κλέψουν κάτι από το σπίτι της νύφης για το
καλό καθώς πίστευαν. Όταν έφτανε το κάρο με τα προικιά στο σπίτι του γαμπρού, ο
ίδιος τα εξαγόραζε κερνώντας τα παιδιά που τα μετέφεραν.
Τα έθιμα ανήμερα του γάμου:
Πρωί πρωί την Κυριακή, ενώ οι άντρες ετοίμαζαν τα σφαχτά για ψήσιμο στη
σούβλα, προσφορά πολλές φορές των συγγενών, οι νοικοκυρές ετοίμαζαν τα φαγητά
στα καζάνια. Λίγη ώρα πριν τα στέφανα γινόταν το ξύρισμα του γαμπρού. Ο κουρέας
τον ξύριζε αργά αργά και με διασκεδαστικό τρόπο, με καινούριο ξυράφι και τον
σκούπιζε με αχρησιμοποίητη ή καινούρια πετσέτα. Αν ο καιρός ήταν καλός, το
ξύρισμα γινόταν στην αυλή του σπιτιού. Ο γαμπρός είχε τα πόδια του μέσα σε ένα
χαλκωματένιο ταψί, μέσα στο οποίο έριχναν νομίσματα οι παρευρισκόμενοι, φίλοι
και συγγενείς του, για να πληρωθεί ο κουρέας. Κατά τη διάρκεια του ξυρίσματος, οι
φίλοι του έλεγαν διάφορα αστεία σχετικά με την καινούρια του ζωή και με τη νύφη
για να γελάει και να καθυστερεί το ξύρισμα, ενώ τα όργανα έπαιζαν και όλοι
τραγουδούσαν.
Όταν ο γαμπρός ήταν πια έτοιμος ξεκινούσε με τους βλάμηδες και με πολλούς
συγγενείς και φίλους για το σπίτι του κουμπάρου έχοντας μπροστά του τα όργανα.
Ύστερα από ένα σύντομο γλέντι, έπαιρναν τον κουμπάρο με τους δικούς του και
επέστρεφαν στο σπίτι του γαμπρού. Η κουμπάρα κρατούσε στα χέρια της ένα δίσκο
με τα στέφανα, τα κουφέτα και το φόρεμα, το οποίο θα καρφίτσωναν, αργότερα, στις
πλάτες των νιόπαντρων. Ώσπου να έρθει η ώρα για τα στέφανα στηνόταν μικρό
γλέντι. Την ίδια ώρα, στο σπίτι της νύφης, γινόταν το ντύσιμο και το στόλισμα της.
Εδώ σε αντίθεση με τη φανερά χαρούμενη ατμόσφαιρα, που επικρατούσε στο σπίτι
του γαμπρού, συνυπήρχαν η χαρά και η λύπη. Χαρά από τους γονείς, που έβλεπαν την
κόρη τους να δημιουργεί την οικογένειά της, αλλά και βαθιά πίκρα που θα την
αποχωρίζονταν. Γι' αυτό τα τραγούδια που έλεγαν όσο στόλιζαν την νύφη ήταν
κολακευτικά της ομορφιάς και της αξιοσύνης της, αλλά είχαν και λόγια λυπητερά.
Λόγια του αποχωρισμού, τα οποία ένιωθε εντονότερα η μητέρα. Το νυφικό το
φορούσε στη νύφη ένα παιδί, που είχε στη ζωή και τους δύο γονείς του, ενώ όσοι
βρίσκονταν εκεί τραγουδούσαν. Στο μεταξύ, έφταναν στο σπίτι της οι μπράτιμοι του
γαμπρού γα την ποδέσουν, δηλ. για να της φορέσουν τα νυφικά παπούτσια. Πριν τα
φορέσουν, έκαναν διάφορα αστεία, δηλ. προσπαθούσαν να πάρουν τα παλιά
παπούτσια της ενώ ο συγγενείς της τους εμπόδιζαν. Η νύφη προσποιούνταν πως δεν
την χωρούσαν τα παπούτσια, περιμένοντας το ασήμωμα, δηλ. Το κέρασμα κερμάτων.
Γινόταν, κατά κάποιο τρόπο, ένα ψεύτικο μάλωμα, συνοδευόμενο από χαριτωμένα
πειράγματα και άλλα διασκεδαστικά στιγμιότυπα. Τελικά ακόμα οι μπράτιμοι ,
εξουδετέρωναν την αντίσταση της νύφης και της φορούσαν τα παπούτσια αφού
πρώτα την υποχρέωναν να πιει κρασί από το ένα παπούτσι. Στη συνέχεια, τους
μαντίλωνε η νύφη και έφευγαν. Κατά το έθιμο, οι ανύπαντρες βλάμισσες έγραφαν το
όνομα τους στην σόλα του παπουτσιού και παρατηρούσαν ποια θα έσβηνε. Όποιας το
όνομα έσβηνε ήταν τυχερή διότι πίστευε πως θα παντρευόταν μέσα σε αυτή την
χρονιά. Μέχρι να ‘ρθει η κανονισμένη ώρα για τα στέφανα, στηνόταν μικρό γλέντι
και η νύφη με τους συγγενείς της, ανάμεσα στα άλλα, χόρευε. Πριν ξεκινήσει ο
γαμπρός για την εκκλησία, του έβαζαν στην τσέπη κουφέτα, τα οποία, μετά την
στέψη, έδινε στις βλάμισσες και στους βλάμηδες, διότι πίστευαν πως θα ονειρευτούν
τον μέλλοντα σύντροφό της ζωής τους, τοποθετώντας τα κάτω από το μαξιλάρι τους,
πριν κοιμηθούν τις τρεις πρώτες βραδιές. Ξεκινώντας για την εκκλησία, σχηματιζόταν
πομπή. Μπροστά, χόρευαν οι βλάμηδες , κρατώντας στα χέρια τους κόφες με
τσίπουρα. Πίσω τους, ακολουθούσαν οι οργανοπαίκτες, που έπαιζαν τη γνωστή
γαμήλια πατινάδα. Το γαμπρό συνόδευαν, δεξιά και αριστερά, ο πατέρας και ο
μεγαλύτερος αδερφός, αν υπήρχε, αδερφός. Πίσω ακολουθούσαν οι υπόλοιποι
καλεσμένοι. Στο σπίτι της, η νύφη στεκόταν στο κατώφλι και έχοντας γυρισμένη την
πλάτη στους καλεσμένους έριχνε ένα μήλο στο οποίο ήταν καρφωμένα διάφορα
κέρματα. Πηγαίνοντας προς την εκκλησία την νύφη συνόδευαν ο πατέρας και ο
μεγαλύτερος αδερφός της, αν υπήρχε. Ακολουθούσαν οι καλεσμένοι, οι οποίοι
τραγουδούσαν συνήθως το τραγούδι ''Νερατζούλα Φουντωμένοι''. Όταν έφταναν στην
εκκλησία, έβρισκαν εκεί το γαμπρό να περιμένει τη νύφη, στην οποία πρόσφερε μία
ανθοδέσμη, αφού πρώτα αυτή έκανε τρεις μετάνοιες και αυτός τη φιλούσε στο
μέτωπο. Μετά, πιασμένοι χέρι χέρι, οδηγούνταν από τον παπά στο εσωτερικό της
εκκλησίας, όπου τελούνταν τα μυστήριο του γάμου. Μετά τα στέφανα, οι νεόνυμφοι
χόρευαν με τους κουμπάρους τους στο προαύλιο της εκκλησίας. Πρώτος έσερνε το
χορό ο κουμπάρος, στη συνέχεια η νύφη, ενώ ακολουθούσε ο γαμπρός. Την ώρα που
χόρευαν οι νεόνυμφοι, οι συγγενείς τους καρφίτσωναν στα φορέματα
χαρτονομίσματα.
Αφού τελείωνε ο χορός, ο γαμπρός οδηγούσε τη νύφη στο πατρικό του σπίτι. Εκεί, η
πεθερά καλωσόριζε τη νύφη της και αυτή πετούσε πίσω την ανθοδέσμη της. Όποιος
την έπιανε θεωρούνταν τυχερός. Ύστερα από αυτό, η νύφη έκανε τρεις μετάνοιες και
φιλούσε το χέρι της πεθεράς της. Εκείνη της πρόσφερε κόκκινο γλυκό του κουταλιού,
συνήθως βύσσινο ή κεράσι, και της έδινε να πιει λίγο κόκκινο κρασί. Της έδινε,
επίσης, τη νυφιάτικη κουλούρα την οποία η νύφη έσπαζε πάνω στο κεφάλι της. Πριν
μπει στο σπίτι, πατούσε, επιπλέον, ένα σιδερένιο αντικείμενο για να είναι σιδερένια,
δηλαδή υγιής. Το βράδυ, ακολουθούσε τρικούβερτο γλέντι. Ο γάμος, όμως, δεν
τελείωνε εδώ. Άρχιζε τη Δευτέρα και τελείωνε την επόμενη Δευτέρα.
Τα έθιμα μετά το γάμο:
Το πρωί της Δευτέρας, μόλις ξυπνούσαν, η νύφη είχε υποχρέωση να δείξει τα
πειστήρια της αγνότητας της (το ματωμένο σεντόνι) στα πεθερικά της. Ύστερα τα
μπρατίμια την οδηγούσαν στη βρύση για να πάρει νερό. Όταν κατάφερνε να πάρει
νερό, επέστρεφε στο σπίτι και έκανε πίτα. Τα μπρατίμια την εμπόδιζαν,
ξεθυμαίνοντας αυτή τη στιγμή για όλη την κούραση του γάμου. Όση ώρα ψηνόταν η
πίτα, τα μπρατίμια ανακάτευαν τα προικιά της νύφης, λέγοντας διάφορα αστεία. Οι
νιόπαντροι δεν πήγαιναν για έναν χρόνο σε κηδείες και μνημόσυνα. Αν τύχαιναν στην
εκκλησία την ώρα του μνημόσυνου, έβγαιναν έξω και ούτε έτρωγαν σιτάρι από
μνημόσυνα και ψιχούδια. Για 8 μέρες η νύφη δεν πήγαινε στο πατρικό της.
Επικοινωνία άρχιζε μετά τα ''πιστρόφια''. Μετά το γάμο συνηθίζονταν μερικές
εκδηλώσεις, όπως η ''κουλούρα'' του κουμπάρου και τα ''πιστρόφια''. Τα πιστρόφια ή
γυρίσματα ήταν η συνήθεια των νεονύμφων να επιστρέφουν την πρώτη Κυριακή μετά
την τέλεση του μυστηρίου του γάμου στο πατρικό της νύφης, όπου φιλοξενούνταν με
ιδιαίτερη στοργή και αγάπη που εκδηλώνονταν με πλούσια δώρα και ευχές για την
ευτυχία, ευγονία και μακροζωία τους. Η νύφη έπαιρνε, συνήθως, το όνομα του άνδρα.
Μερικές φορές όμως κάποιες δυναμικές γυναίκες κρατούσαν το όνομα της μητέρας
τους.
Προλήψεις σχετικά με το γάμο:
•
Ήταν γρουσουζιά να έβλεπε ο γαμπρός τη νύφη με το νυφικό της πριν το
γάμο.
•
Έριχναν ρύζι στους νεόνυμφους για να ριζώσουν.
•
Αν μια ανύπαντρη έβαζε κάτω από το μαξιλάρι της κουφέτα, τα οποία έπαιρνε
από την τσέπη του γαμπρού στο τέλος της στέψης, λέγεται ότι θα έβλεπε στον ύπνο
της τον άνδρα που θα παντρευόταν στο μέλλον.
•
Όποιας το όνομα (από τις ανύπαντρες βλάμισσες) έσβηνε πρώτο από τη σόλα
του παπουτσιού της νύφης ήταν τυχερή διότι πίστευαν πως θα παντρευόταν μέσα στο
έτος εκείνο.
Βιβλιογραφία:
 http://www.stefaniada.gr/docs/pdf/gynaika_01.pdf
 http://www.artofwise.gr/html/categories_content/anadromes/prolipseis.html
 https://www.google.gr/search?
 https://www.google.gr/search
 https://www.google.gr/search
 Κουκουράβας, Α., Μακρυγιάννη-Πλακιά , Π. (1993), Ο Μουζακιώτικος
Γάμος. Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις. Τρίκαλα, σελ. 24-64
 Καρδιτσιώτικα χρονικά, Τόμος 1ος (1995), Εταιρεία Καρδιτσιώτικων
Μελετών, σελ. 282-301
 Πάττα – Δασκάλου, Γ., (1995), Η ιστορία και παράδοση της Οξυάς Καρδίτσας
και της περιοχής των Αγράφων, σελ.305-306
 Περιοδικό Αμάραντος, Τεύχος 2ο, (1999), Δορυφόρος, σελ. 31-32
ΓΕΝΝΗΣΗ-ΒΑΠΤΙΣΗ-ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ
ΜΕΓΑΛΩΜΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η γέννηση είναι η διαδικασία με την οποία ο άνθρωπος αποκτά ότι
προσφιλέστερο θεωρεί στο κόσμο και το οποίο αποτελεί την βασική προϋπόθεση
αυτής της ίδιας της συνέχειας της ζωής με την αναδημιουργία, δηλαδή το παιδί,
φυσικό είναι να επηρεάζει στον υπέρτατο βαθμό και με τρόπο δεισιδαιμονικό όχι
μόνο τους προγόνους και αμόρφωτους αλλά και ανθρώπους καλλιεργημένους και
ειδικότερα τους γονείς.(βιβλ.6)
Μετά τη γέννηση του παιδιού ακολουθεί το μυστήριο του βαπτίσματος που
αποτελεί την είσοδο του ανθρώπου στην εκκλησία. Με το βάπτισμα το νήπιο
αποκαθαίρεται από το προπατορικό και κάθε προσωπικό αμάρτημα μέσω του νερού,
το οποίο συμβολίζει το αίμα του Ιησού Χριστού. Η βύθιση στο νερό συμβολίζει την
είσοδο του πιστού στην εκκλησία. (βιβλ.9)
ΓΕΝΝΗΣΗ
Η εγκυμοσύνη, ο τοκετός και η λοχεία είναι τα τρία βασικά στάδια που
σχετίζονται με τη γέννηση του ανθρώπου. Και στα τρία πρωταγωνιστικός είναι ο
ρόλος της γυναίκας, που είναι φορέας πολυτεκνίας και ευτεκνίας, αφού η απόκτηση
τέκνων και μάλιστα αρσενικών είναι ουσιώδης σκοπός του γάμου κατά το λαϊκό
άνθρωπο.(βιβλ.4) Η γέννηση ενός παιδιού, σε μια οικογένεια, ήταν και είναι το πιο
ευτυχές γι' αυτή γεγονός, καθώς ταυτίζεται με την ίδια την ανανέωση της ζωής.
(βιβλ.1)
Είναι η μεγαλύτερη χαρά που νοιώθει ένα ζευγάρι, όταν γεννιέται ένα παίδι
στην οικογένεια. Σήμερα η γέννηση είναι αρκετά εύκολη. Υπάρχουν μαιευτικές
κλινικές, νοσοκομεία και άλλα ιδρύματα. Πριν από λίγα χρόνια τα πράγματα ήταν
εντελώς διαφορετικά, από τις πρώτες κιόλας μέρες της κύησης. Τότε η μέλλουσα
μητέρα ήταν υποχρεωμένη να εργάζεται σκληρά, μέχρι την τελευταία βδομάδα του
τοκετού. Να φέρνει στο κόσμο το παιδί της χωρίς βοήθεια, και πολλές φορές
μάλιστα, όχι στο σπίτι, αλλά στο χώρο της δουλειάς, στο αμπέλι, στο χωράφι ή και
στο λόγγο.(βιβλ.2)
ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ
Για τους άνδρες, η χαρά για τη γέννηση ενός παιδιού μετριαζόταν κάπως,
όταν αυτό ήταν κορίτσι. Τα αγόρια ήταν πάντα η επιθυμία τους από τη μέρα του
γάμου, γιατί υπήρχε μια τέτοια παράδοση, για να κρατηθεί το όνομα της γενιάς, και
από την άλλη, γιατί η θέση του κοριτσιού, μέσα στα κλειστά ήθη μιας καθαρά
ανδροκρατικής κοινωνίας, ήταν πολύ λεπτή. Τα διδάγματα, πάντως, από την ίδια τη
ζωή και οι νέες συνθήκες ζωής συντέλεσαν στο να ανατραπεί σε μεγάλο βαθμό αυτή
η αντίληψη, η οποία χωρίς αμφιβολία ήταν από τα κακώς κείμενα της κοινωνίας μας
γενικά. Δίπλα, ωστόσο, στην επιθυμία του πατέρα για να αποκτήσει <<παιδί>> (όπως
έλεγαν το αγόρι) υπήρχε πάντα και μια λανθάνουσα χαρά και για το κορίτσι, γιατί τα
κορίτσια πίστευαν ότι έφερναν προκοπή στο σπίτι. (βιβλ.1)
ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ
Οι έγκυες γυναίκες δεν έδειχναν να φοβούνται τις δουλειές και δεν έπαιρναν
ιδιαίτερες προφυλάξεις, εκτός από την αποφυγή κάποιων πολύ βαριών εργασιών.
Έδειχναν όμως αξιοζήλευτο κουράγιο και υπομονή. Έδιναν, επίσης, μεγάλη σημασία
στο «λίμπισμα» της εγκύου. Η έγκυος δεν έπρεπε να ζηλέψει κάποιο φαγητό, και αν
συνέβαινε, έπρεπε να της το δώσουν, για να μην αποβάλλει το παιδί. Μια τέτοια
δοξασία, ασφαλώς, δεν φαίνεται να ήταν τίποτα άλλο, παρά μια συμβολική
παράσταση της ανάγκης να ακολουθεί η έγκυος μια ορισμένη δίαιτα, κάτι που στη
σύγχρονη εποχή μας ρυθμίζεται με τη λήψη βιταμινών. Πολύ περισσότερες
προφυλάξεις, όμως έπαιρναν, είτε με τη μορφή ενεργειών για απομάκρυνση των
κακών πνευμάτων είτε με τη μορφή υγιεινών συνηθειών κατά τη γέννηση του παιδιού
ή μετά απ' αυτή.(βιβλ.1)
ΤΟΚΕΤΟΣ ΚΑΙ ΛΟΧΕΙΑ
Η προφύλαξη από το μάτιασμα και τις κακές γλώσσες άρχιζε από την ώρα του
τοκετού. Ειδοποιούσαν τη μαμή μυστικά, για να μην μάθουν στη γειτονιά για το
γεγονός. Η μαμή ήταν πάντα μια γυναίκα από το χωριό, η οποία αντιμετώπιζε με
θάρρος το ξεγέννημα και είχε κάποια επιδεξιότητα και εμπειρία στα θέματα του
τοκετού. Όταν πλησίαζαν οι μέρες του τοκετού, έστελναν επίσης κάποιον στον παπά
του χωριού με ένα δοχείο νερό για να το διαβάσει. Με το «ευχολονέρι» ράντιζαν την
έγκυο την ώρα του τοκετού και αργότερα ράντιζαν το μωρό, ενώ το χρησιμοποιούσε
η έγκυος και για το πλύσιμο των χεριών της.
Σε κάποια χωριά για την διευκόλυνση του τοκετού και για να στηρίζεται
καλύτερα η έγκυος, την έδεναν με μια τριχιά από τη μέση και από ένα ξύλο από την
οροφή του δωματίου. Σε περίπτωση που δυσκολευόταν η γυναίκα να γεννήσει,
έριχναν στο πάτωμα νερό και περνούσε από
πάνω.
Όταν το παιδί γεννιόταν, η μαμή έκοβε τον ομφάλιο λώρο και τον έδεναν με
μια κλωστή. Έπλενε το παιδί σε όλο του το σώμα, το ράντιζε με ευχολονέρι και το
λιβάνιζε. Ύστερα το τύλιγε με τα σπάργανα και το έβαζε στη σαρμανίτσα. Πρώτα,
όμως, το περνούσε πάνω από ένα σίδερο, για να είναι σιδερένιο. Έβραζε κρασί με
λίγο λάδι και το έπινε η λεχώνα.
Στη μαμή έδιναν πάντα ένα μικρό δώρο, γιατί βοήθησε στην ξελευτεριά της
εγκύου. Στο νεογέννητο, ώσπου να έρθει το γάλα της μάνας, έβαζαν στο στόμα του
ένα λουκούμι που το τύλιγαν σε ένα τούλι ή σε μια καθαρή μαντίλα.(βιβλ.1)
Για σαράντα μέρες η λεχώνα δεν έπρεπε να βγει έξω από το σπίτι. Φορούσε
φυλαχτό, για να μην αβασκαθεί και αρρωστήσει. Δεν έπρεπε να δέχεται επισκέψεις,
ούτε να τρώει βαριά φαγητά, παρά μόνο σούπες, γάλατα, φιδέ και να πίνει πολύ
χαμόμηλο.(βιβλ.2) Σύμφωνα με τις αντιλήψεις της εποχής η λεχώνα πριν σαραντίσει
απαγορευόταν να φάει φακές, γιατί έλεγαν την επόμενη φορά θα γένναγε
κορίτσι.(βιβλ.7) Ακόμη, δεν δάνειζαν στο διάστημα αυτό αλεύρι, ούτε ζάχαρη. Μετά
από 3 μέρες περίμεναν να έρθουν οι μοίρες για να δώσουν το νήμα της ζωής του
παιδιού, τι δηλαδή θα συνέβαινε στη ζωή του. Έστρωναν καλά το σπίτι για να τις
υποδεχτούν και να τις προδιαθέσουν έτσι, για να χαράξουν καλό δρόμο στη ζωή του
παιδιού.(βιβλ.2)
Το μωράκι τις πρώτες μέρες όπου έμενε δίπλα στη μαμά του μάθαινε να
θηλάζει και ήταν τυλιγμένο με κάποιες πάνινες κουβερτούλες. Στη συνέχεια το μωρό
το φάσκιωναν.
Αλλά τι είναι το φάσκιωμα; Το φάσκιωμα ήταν ένα ιδιαίτερο και φοβερό τύλιγμα του
μωρού λες και το έκαναν επίτηδες για να το ταλαιπωρήσουν. Η γιαγιά, αν υπήρχε στο
σπίτι ή η μάνα καθόταν με τα πόδια απλωμένα στο πάτωμα. Ύστερα έριχνε ένα μικρό
μάλλινο τσιόλι ή κουβέρτα, αν υπήρχε, πάνω στα απλωμένα πόδια της αφού
προηγουμένως την είχε διπλώσει διαγωνίως. Έστρωνε πάνω στη κουβέρτα ένα
βαμβακερό ύφασμα, σεντόνι θα λέγαμε σήμερα, και εκεί επάνω τοποθετούσε το μωρό
με το κεφαλάκι του προς τις πατούσες της αφού πρώτα είχε θηλάσει. Και αντί
μπεμπελίνο, όπως αυτό γίνεται σήμερα, τύλιγε τον πισινό του με ένα πανάκι και το
περνούσε και κάτω από τα σκέλη του. Ύστερα έπιανε το ένα χεράκι και το κολλούσε
στα πλευρά του σφιχτά, ομοίως και το άλλο χεράκι και αυτό κολλητά στα πλευρά του
και το σκέπαζε με την άλλη άκρη της κουβέρτας ύστερα ίσιαζε καλά τα πόδια του και
με την κάτω άκρη της κουβέρτας τα τύλιγε κι αυτά και αφού έκανε ένα σωλήνα (έτσι
έμοιαζε το νεογνό) το τύλιγε από την κορυφή μέχρι τα πόδια του με μια φασκιά
δηλαδή πλεγμένη λωρίδα από μάλλινες κλωστές γύρω γύρω εις τρόπον ώστε το παιδί
να μη μπορεί ούτε να κλωτσήσει ούτε να κινήσει τα χεράκια του, παρά μόνο να
αναπνέει και να κλαίει. Στη συνέχεια το τοποθετούσαν για ύπνο, αν βέβαια ήταν
δυνατόν να κοιμηθεί σ΄ αυτή τη κατάσταση που ήταν στο κρεβατάκι του την
λεγόμενη σαρμανίτσα.
Στο μαξιλάρι του είχε πάντα την εικόνα της Παναγίας και στο πάνω μέρος της
σαρμανίτσας ένα σταυρό. Όταν το μωρό έκλαιγε, το κουνούσε στην κούνια του και
άλλοτε έκαιγε λουλούδια από τον επιτάφιο και το κάπνιζε για να ξεματιαστεί.
Μετά από σαράντα μέρες η λεχώνα πήγαινε στον παπά και της διάβαζε μια
ευχή. Έτσι, μπορούσε πλέον να βγαίνει από το σπίτι και να εκκλησιάζεται.(βιβλ.1)
ΝΑΝΟΥΡΙΣΜΑΤΑ
Η μητέρα θήλαζε οπωσδήποτε το παιδί μέχρι την ηλικία των 2 ετών ή και
παραπάνω καμιά φορά. Τότε το <<απόκοβε>>, όπως έλεγαν, και ύστερα
ακολουθούσε μια δύσκολη φάση για την ψυχολογική και διαιτολογική προσαρμογή
του παιδιού αλλά και την γενικότερη εξέλιξή του.
Όλοι έτρεφαν ξεχωριστή αγάπη στο παιδί από την γέννησή του και σαν άρχιζε
να περπατάει και να μιλάει, γινόταν το επίκεντρό της οικογενειακής ζωής. Από μικρό
του μιλούσαν στη γλώσσα των νηπίων και η μητέρα ή η γιαγιά του τραγουδούσαν
νανουρίσματα. Μερικά από αυτά ήταν τα εξής:
Έλα ύπνε απ΄ τα βουνά
Νάνι του, νανάκια του
κι απ΄ τα κρύα τα νερά.
και πολλά χρονάκια του.
Έλα ύπνε απ΄ τα κλαράκια
Νάνι του να γίνει τρανό
και δροσιά απ΄ τα χορταράκια
το παιδάκι μου το καλό.
να υπνώσεις τα παιδάκια.
Να κοιμηθεί σαν το
αρνάκι
να σηκωθεί σαν το
κατσικάκι.
Το μωρό μου νάνι, νάνι
και όπου του πονάει να
γιάνει.
Έλα ύπνε ύπνωσέ το,
Παναγιά αποκοίμησέ το.
Το παιδί μου να΄ ν΄ καλά
κι ας ψοφήσουν χίλια αρνιά,
χίλια αρνιά, χίλια κατσίκια
και του Μπέη τα κορίτσια.
Νάνι νάνι, νάνι νάνι,
νάνι το παιδί να κάνει
να πλαιάζει να΄ μερώνει,
να ξυπνάει να μεγαλώνει
το πιδάκι μ΄ το χρυσό
ποιος το λέει δεν είναι
(βιβλ.1)
να ψοφήσ΄ ν τα πλάκια
καλό
του
και
τα
κουτουπλάκια
του.(βιβλ.5)
Η ΒΑΠΤΙΣΗ
Το βάπτισμα είναι ένα από τα εφτά μυστήρια της ορθοδοξίας, με την τέλεση
του οποίου γίνεται δεκτός από την εκκλησία του Χριστού ένας νέος χριστιανός. Η
βάπτιση θεωρήθηκε ότι αποτελεί και θωράκιση εναντίον του θανάτου.(βιβλ.1) Αν
όμως το βρέφος ασθενούσε βαριά, για να μην πεθάνει αβάπτιστο το βάπτιζαν στον
<<αέρα>>. Συνήθως φώναζαν τον γείτονα, και γινόταν το «αεροβάπτισμα»: ο νονός
σήκωνε το βρέφος τρεις φορές στον αέρα και έλεγε το όνομα με την ευχή «βαπτίζεται
ο δούλος του Θεού...... στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου
Πνεύματος, αμήν». Εάν το βρέφος ξεπερνούσε τον κίνδυνο γινόταν και το κανονικό
βάπτισμα με το ίδιο όνομα.(βιβλ.3)
Οι γονείς, παλαιότερα, άρχιζαν να σκέπτονται την βάπτιση του παιδιού τους
αμέσως μετά το σαράντισμα.(βιβλ.1)
Ο νονός, που θα βάπτιζε το παιδί, ήταν συνήθως ο κουμπάρος που τους
στεφάνωσε ή έστω ένα από τα παιδιά του. Το όνομα, που θα έδινε ο νονός στο παιδί
υπήρχε η παράδοση να είναι το όνομα του παππού του, από τον πατέρα, αν ήταν
αγόρι, και της γιαγιάς του, αν ήταν κορίτσι. Μετά το δεύτερο παιδί, έδινε και
ονόματα από το σόι της μητέρας. Ο νονός, μάλιστα, έδινε το όνομα, και χωρίς να
προηγηθεί συνεννόηση με τους γονείς του παιδιού.(βιβλ.1)
Σε πάρα πολλά σημεία της Ελλάδας, η βάπτιση γινόταν χωρίς την παρουσία
των γονιών του παιδιού, οι οποίοι περίμεναν στο σπίτι τη χαρμόσυνη αναγγελία του
ονόματος. Συνήθως η γιαγιά του μωρού, κυρίως η μητέρα του γαμπρού, ή η μαμή
πήγαιναν το μωρό στην εκκλησία. Μόλις ο νονός ή η νονά έλεγε το όνομα του
μωρού, όλοι οι πιτσιρικάδες του χωριού έτρεχαν στα σοκάκια για να πουν στους
γονείς το όνομα. Ο πρώτος που έφτανε στους γονείς έπαιρνε καλό φιλοδώρημα σε
χρήματα της εποχής.(βιβλ.8) Στο τέλος του μυστηρίου, ο νονός φορούσε στο παιδί τα
καινούργια του ρούχα (βαπτιστικά). Στο πέτο των παρευρισκομένων κολλούσε
σταυρουδάκια, που είχαν την έννοια ότι παρέστησαν μάρτυρες του μυστηρίου που
τελέστηκε.(βιβλ.1) Οι υπόλοιποι δέχονταν κεράσματα (καραμέλες, καρύδια, κάστανα,
χαλβά ή λουκούμια). Όσο τα παιδιά έτρεχαν, από την εκκλησία ξεκινούσε μια πομπή
με τους υπόλοιπους καλεσμένους. Επικεφαλής ήταν ο ιερέας και ακολουθούσε ο
νονός ή η νονά με το βαφτισμένο μωρό. Με την άφιξη της πομπής η μητέρα
παραλάμβανε από το νονό ή τη νονά το μωρό της, αφού πρώτα φιλούσε το χέρι του
ιερέα κι έκανε τρεις μετάνοιες μπροστά τους. Ακολουθούσαν κεράσματα της εποχής,
που ήταν συνήθως περιποιημένες πίτες, τα γνωστά “μπουρέκια”.(βιβλ.8)
Ο νονός απέναντι στο παιδί βάπτιζε, αναλάμβανε και ηθικές υποχρεώσεις.
Θεωρούνταν πνευματικός πατέρας του που θα φρόντιζε και για την σωστή
διαπαιδαγώγησή του. Γι΄ αυτό και η κουμπαριά θεωρήθηκε ένας ισχυρός (εξ
αγχιστείας) συγγενικός δεσμός.(βιβλ.1)
ΑΝΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ
Όταν το παιδί μεγάλωνε κάπως, του διηγούνταν ιστορίες και παραμυθάκια.
Του μάθαιναν από μικρό να μην κάνει αταξίες και να σέβεται τους μεγαλύτερους του.
Όταν δεν καθόταν φρόνιμα, το φόβιζαν με υποτιθέμενους επισκέπτες, με φανταστικά
πρόσωπα, «μούμους» και κακούς αράπηδες, για να του αποσπάσουν την προσοχή του
και να συμμορφωθεί. Του απαγόρευαν να λέει κακές κουβέντες και του μάθαιναν να
κάνει το σταυρό του με το καλό το χέρι και να προσεύχεται στο Χριστούλη και την
Παναγία. Όταν έκανε ζημιές, καμιά φορά συνέβαινε να το κλείσουν μόνο του σε
δωμάτιο, ή του έλεγαν ότι θα το τιμωρήσει ο πατέρας του σαν έρθει. Άλλοτε πάλι, για
τις κακιές κουβέντες του έβαζαν πιπέρι στη γλώσσα.
Τα πρότυπα, που παρουσίαζαν το παιδί και ήθελαν να μοιάσει, ήταν πρόσωπα
του χωριού ή των παραμυθιών και άλλων διηγήσεων. Το αγόρι να γίνει δυνατός
άνδρας σαν τον.... και καλό παιδί. Το κορίτσι να γίνει καλή νοικοκυρά. Από μικρό,
μάλιστα, στο κορίτσι η μητέρα του ανέθετε εύκολες δουλειές του σπιτιού για να
συνηθίζει. Σιγά σιγά θα τις έκανε όλες μόνο του. Έτσι, με τον καιρό το κορίτσι θα
ξεκούραζε την μητέρα του και το αγόρι τον πατέρα του. Τέλος τα μεγαλύτερα παιδιά
βοηθούσαν σημαντικά στο μεγάλωμα των μικρότερων αδερφιών τους.(βιβλ.1)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Γεωργίου Ηλ. Πάττα Δασκάλου, (1995), ΄Εθιμα από τον κύκλο της ζωής του
ανθρώπου΄, Ιστορία και παράδοση της Οξυάς Καρδίτσας και της περιοχής των
Αγράφων, Βόλος, σελ. 296-302
Χρήστου Μιλτ. Μηλίτση, (1996), ΄Λαογραφία ο κύκλος της ζωής΄, Άγραφα,
Καρδίτσα, σελ. 285-286
Χριστόφορος Κ. Τραύλος, ΄ Η βάπτιση΄, Η θεσσαλική Ιθώμη το Φανάρι, Σαββάλας,
σελ.
Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, ΄Ο
κύκλος της ζωής΄, Αγροτική Παράδοση και Λαική Τέχνη 20ς κύκλος, σελ. 297-299
Περιοδική Έκδοση της ΄Ενωσης
Επιστημόνων Νομού Καρδίτσας, (1985),
΄Νανουρίσματα΄, Καρδίτσα, σελ. 152-153
Θανάσης Κούβακας, Νίκος Μπούγας, Ειρήνη Πουρνάρα, (1984), ΄Βάπτιση΄,
Πάπυρους Λαρούς Μπριτάνικα, Μαρούσι Αττικής, σελ.279
Πολιτιστικός Σύλλογος Λεοντίτου΄Ο Πλάτανος΄, (2007), ΄Έθιμα΄, Ημερολόγιο,
Αθήνα, σελ.5
http://www.yeskid.gr/baptisi-party/mystirio/proetoimasia/ta-ethima-tis-baptisis-aposto
D:\e8ima\ta-ethima-tis-vaptisis-apo-to-a-sto-ο-35860.html
ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΡΟΛΗΨΕΙΣ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Εδώ και χιλιάδες χρόνια, ο άνθρωπος έχει χαρακτηρίσει ορισμένα πράγματα
και γεγονότα ως καλή ή κακή τύχη. Όσο κι αν προσπαθούμε να ξεφύγουμε από αυτές
τις προλήψεις και δεισιδαιμονίες, πιάνουμε καμιά φορά τον εαυτό μας να πιστεύει
κάποιες από αυτές. Μερικές ακούγονται γελοίες, άλλες ίσως κάπως πιο ρεαλιστικές...
είναι όλα θέμα απόψεων. Το σίγουρο είναι πάντως, ότι όταν πιστεύουμε κάτι με
πάθος, τελικά το δημιουργούμε. Είναι η δύναμη που όλοι μας έχουμε.
Εδώ λοιπόν είναι μια μικρή συλλογή των πιο γνωστών προλήψεων:
-Σκούπα: Αν πέσει η σκούπα μόνη της, θα έρθουν ανεπιθύμητοι επισκέπτες.
-Σκύλος: Αν ένας σκύλος σε ακολουθήσει μέχρι το σπίτι σου, είναι καλή τύχη. Αν
ένας σκύλος αρχίσει να ουρλιάζει χωρίς λόγο, τότε κάποιος θα πεθάνει.
-Μάτι: Μικρές μπλε χάντρες σε σχήμα ματιού φοριούνται για προστασία από το
μάτιασμα.
-Χρήματα: Αν βρεις χρήματα στο δρόμο, είναι καλή τύχη για τα επαγγελματικά
σου.(βιβλ.1)
-Ανοιχτή ομπρέλα μέσα στο σπίτι: Η προέλευση αυτής της πρόληψης είναι απλή: ότι
σχεδιάστηκε για έξω πρέπει να παραμένει έξω. Παρόλο που η σημερινή εκδοχή της
παλιάς δεισιδαιμονίας με την ομπρέλα περιορίζεται μόνο στην «κακή τύχη», ο Oliver
υποστηρίζει πως τα παλιά χρόνια ήταν πολύ πιο σκοτεινή. «Τα παλιότερα χρόνια, το
άνοιγμα της ομπρέλας μέσα στο σπίτι ήταν οιωνός θανάτου», όπως εξηγεί ο
ίδιος.(βιβλ.2)
-Πιρούνι: Αν σου πέσει το πιρούνι από το τραπέζι, φίλοι θα καλέσουν.
-Σκόρδο: Φοριέται στο λαιμό ή κρεμιέται στην εξώπορτα του σπιτιού για να κρατάει
τους βρικόλακες μακριά.
-Δόντια: Όταν ένα παιδάκι βγάζει τα παιδικά του δόντια, τα πετάει στα κεραμίδια του
σπιτιού του για βγουν τα νέα δόντια γερά. Επίσης, υπάρχει ο μύθος της νεράιδας των
δοντιών, που παίρνει τα παιδικά δοντάκια που βρίσκει κάτω από το μαξιλάρι του
παιδιού, και αφήνει στη θέση τους λεφτά.
-Πέταλο: Πέταλο αλόγου φέρνει καλή τύχη στα χρηματικά.(βιβλ.1)
-Γεμάτος φούρνος: Πρόκειται για μια παλιά εβραϊκή δεισιδαιμονία. Εάν ένας
φούρνος έμενε άδειος, η οικογένεια θα πείναγε στο μέλλον. Για να αποφύγει κάποιος
την πείνα, αρκούσε να αφήσει μέσα στον φούρνο ένα κομμάτι λαδόκολλα ή ένα
τηγάνι. Η δεισιδαιμονία αυτή σχετίζεται με αρχαία τελετουργικά, κατά τα οποία
άφησαν φαγητό για τους θεούς του νοικοκυριού, ώστε να προστατεύουν την
οικογένεια.(βιβλ.2)
-Ουράνιο Τόξο: Είναι καλή τύχη αν δεις ουράνιο τόξο. Ο μύθος επίσης λέει ότι
υπάρχει θησαυρός θαμμένος εκεί που τελειώνει το ουράνιο τόξο.
-Αστέρια: Είναι γρουσουζιά να μετράς τα αστέρια. Αν όμως δεις ένα αστέρι να
πέφτει, κάνε μια ευχή.
-Ψαλίδι: Λέγεται ότι αν μια έγκυος κάτσει εν αγνοία της πάνω σε ανοιχτό ψαλίδι, θα
γεννήσει αγόρι.
-Αλάτι: Διώχνει τα δαιμόνια και τους ανεπιθύμητους επισκέπτες. Αν χυθεί αλάτι κατά
λάθος είναι γρουσουζιά και πρέπει να ρίξεις λίγο πίσω σου, πάνω από τον ώμο
σου.(βιβλ.1)
-Ανάποδα εσώρουχα: Εάν κάποιος έχει μια κακή μέρα, το μόνο που χρειάζεται για να
την καλυτερέψει είναι να βάλει τα εσώρουχά του ανάποδα. Ο Oliver δεν είναι
σίγουρος για την προέλευση αυτής της δεισιδαιμονίας αλλά δεν θα μας κάνει
εντύπωση εάν αποδειχτεί πως προέρχεται από κάποια ξέφρενη φοιτητική εστία, ως
ένα είδος <<παρέλαση της ντροπής>>.(βιβλ.2)
-Βασιλικός: Είναι καλή τύχη να έχεις μια γλάστρα με βασιλικό στην είσοδο του
σπιτιού. Αν επίσης προσφέρεις ένα κλαράκι βασιλικού στους επισκέπτες σου, τότε
αυτοί θα ξαναέρθουν.
-Πασχαλίτσα: Αν πέσει πάνω σου πασχαλίτσα είναι καλή τύχη. Είναι όμως μεγάλη
γρουσουζιά να την διώξεις.
-Σκάλα: Είναι γρουσουζιά να περνάς κάτω από σκάλα.
-Ρούχα: Πολλοί φοράνε τα ρούχα τους ανάποδα όταν πάνε για ύπνο, για να
προστατευτούν από τις κατάρες.
-Μαχαιροπίρουνα: Είναι γρουσουζιά να αφήνεις τα μαχαιροπίρουνά σου σε θέση
σταυρού πάνω στο πιάτο σου.(βιβλ.1)
-Θαυμασμός βρέφους: Εάν είστε στην Κίνα και δείτε ένα πολύ όμορφο νεογέννητο
μωρό, δεν θα πρέπει για οποιονδήποτε λόγο να εκφράσετε τον θαυμασμό σας, Στην
Κίνα, θεωρείται μεγάλη γρουσουζιά ο θαυμασμός ενός νεογέννητου γιατί θεωρούν
ότι τραβάει την προσοχή των φαντασμάτων και των δαιμόνων. Έτσι, συνηθίζεται να
μιλούν με άσχημα λόγια για ένα μωρό, ώστε να κρατούν το κακό μακριά.(βιβλ.2)
-Κρασί: Εάν είσαι ανύπαντρος και τύχει στο δικό σου το ποτήρι να τελειώσει το
κρασί, τότε θα καλοπαντρευτείς.
-''Εις υγείαν'': Είναι γρουσουζιά να λες ''εις υγείαν'' και να τσουγκράς το ποτήρι σου,
αλλά να μην πίνεις. Είναι επίσης γρουσουζιά να τσουγκράς με άδειο ποτήρι ή με
νερό.
-Μητρικό γάλα: Λέγεται ότι το ύφασμα που έχει πάνω του γάλα από γυναίκα που
θηλάζει, είναι πολύ δυνατό γούρι και προστατεύει από οτιδήποτε κακό.
-Μάρτης: Μικρά βραχιολάκια από κόκκινη και λευκή κλωστή φοριούνται στο χέρι,
για να μην «σε κάψει ο Μάρτης».(βιβλ.1)
-Τετράφυλλο τριφύλλι: Λόγω της σπανιότητας των τετράφυλλων τριφυλλιών, εάν
κάποιος βρει ένα, θεωρείται πολύ τυχερός. Σύμφωνα με τον Oliver, το σπάνιο αυτό
φυτό αντιπροσωπεύει οτιδήποτε μπορεί να επιθυμήσει κάποιος: πλούτο, δόξα, αγάπη
και υγεία.(βιβλ.2)
-Κόκορας: Οι παλιοί πάντα σφάζανε έναν κόκορα και τον θάβανε στα θεμέλια του
σπιτιού όταν χτιζότανε, για να στεριώσει το σπίτι.
-Μέλι και γάλα: Είναι έθιμο να ταΐζει η πεθερά την νέα της νύφη μέλι και γάλα, για
να τα πάνε «μέλι-γάλα».
-Ζάχαρη: Σε πολλά μέρη της Ελλάδας, οι μητέρες «ζαχαρώνουν» τις κόρες τους όταν
είναι μωρά, για να γίνουν όμορφες και γλυκές. Τις ρίχνουν δηλαδή ζάχαρη.
-Παπούτσια: Είναι γρουσουζιά να αφήνεις τα παπούτσια σου ανάποδα.
-Ντουλάπα: Όταν αφήνεις τις ντουλάπες ανοιχτές, λέγεται ότι ευνοείς τις κακές
γλώσσες.
-Παίνεμα: Είναι κακό να παινεύεις την ομορφιά ενός μωρού, γιατί προκαλείς τις
νεράιδες που
μπορεί να το ζηλέψουν και να του κάνουν κακό.
-40ήμερα:Ακόμα και σήμερα, πολλοί είναι αυτοί που δεν αφήνουν κανένα να δει το
νεογέννητό τους πρωτού κλείσει 40 ημέρες, για να μην το βρει κακό μάτι.
-Νύχια: Είναι γρουσουζιά να κόβουμε τα νύχια μας την ή τις παρασκευές.
-Ψίχουλα: Όταν τινάζουμε το τραπεζομάντιλο μετά από γεύμα έξω την νύχτα,
ταΐζουμε τα πνεύματα κι έτσι δεν υπάρχει φόβος να αγριέψουν μαζί μας.
-Γάμος: Όλοι γνωρίζουμε τα 2 έθιμα που σχετίζονται με τους γάμους: Είναι
γρουσουζιά να δει ο γαμπρός την νύφη με το νυφικό της πριν από τον γάμο και
ρίχνουμε ρύζι στους νεόνυμφους για να «ριζώσουν».
-Καθρέφτες: Αν σπάσεις έναν καθρέφτη, θα έχεις 7 χρόνια γρουσουζιά. Πολλοί
επίσης πιστεύουν ότι αν κοιτάξεις στον καθρέφτη μετά τα μεσάνυχτα, μεγάλο κακό
θα σε βρει.
-Κουφέτα: Αν μια ανύπαντρη βάλει κάτω από το μαξιλάρι της κουφέτο, θα δει στον
ύπνο της ποιον θα παντρευτεί.(βιβλ.1)
-Πέρασμα κάτω από μια σκάλα: Μετά από έρευνα ενός χρόνου στη Βρετανική
Βιβλιοθήκη του Λονδίνου, ο Oliver αναφέρει πως η δεισιδαιμονία αυτή αναφέρεται
στη σκάλα που σχηματίζει ένα τρίγωνο με τον τοίχο και το έδαφος, υποδηλώνοντας
την Αγία Τριάδα και επομένως φέρνει κακή τύχη. Άλλη πιθανή (και πολύ πιο απλή)
εξήγηση είναι πως όπου υπάρχει σκάλα, συνήθως κάπως δουλεύει από πάνω και με
το να περάσει κάποιος από κάτω μπορεί να προκληθούν διάφορα ατυχήματα, όπως να
πέσει ένα σφυρί στο κεφάλι του περαστικού.
-13:Το γρουσούζικο 13-Ο αριθμός 13-και η παρασκευή και 13 θεωρούνται
γρουσουζιά σε πολλά μέρη, ενώ οι ρίζες αυτής της δεισιδαιμονίας φτάνουν πίσω στη
Βίβλο.(βιβλ.2)
-Το απόβραδο της Τρίτης, Πέμπτης, Σαββάτου και της παραμονής γιορτής οι
γυναίκες δεν έπλεκαν, έγνεθαν, κεντούσαν, έραβαν, μπάλωναν, έπλεναν ενόψει της
Τετάρτης, της Παρασκευής, της Κυριακής, της γιορτής αντίστοιχα.
-Οι νιόπαντροι δεν παραβρίσκονται σε κηδείες ή σε μνημόσυνα.
-Η ψυχή μετά θάνατο και για διάστημα σαράντα ημερών γυρίζει στα μέρη απ΄ τα
οποία διήλθε ο πεθαμένος κατά τη διάρκεια της ζωής του.
-Η πρόβλεψη των καιρικών συνθηκών για όλη τη διάρκεια του έτους γινόταν με βάση
τις παρατηρήσεις των πρώτων ημερών του Αυγούστου (μερομήνια).(βιβλ.3)
-Δεν άρχιζαν καμιά πολυήμερη εργασία ημέρα Τρίτη και δεκατρείς του κάθε μήνα.
-Δεν παντρεύονταν χρόνο δίσεκτο (όταν ο Φεβρουάριος είχε 29 ημέρες).
-Δεν δρασκέλιζαν τον ξαπλωμένο γιατί δεν ψήλωνε, αν από απροσεξία ή αστεία το
έκαναν, τον ξεπηδούσαν.(βιβλ.4)
-Μαύρη γάτα: Οι μαύρες γάτες είναι συνυφασμένες με τη μαγεία και γι αυτό κάποιοι
άνθρωποι πιστεύουν πως φέρνουν κακή τύχη, Εντούτοις, υπάρχουν δύο παραλλαγές
σε αυτή τη δεισιδαιμονία. Εάν μια γάτα περάσει από μπροστά σου θεωρείται κακή
τύχη, ενώ αν έρθει προς το μέρος σου, τότε είναι καλός οιωνός. Στην περίπτωση του
πρώτου σεναρίου, για να ξορκίσεις το κακό, το μόνο που χρειάζεται να κάνεις είναι
να φτύσεις.(βιβλ.2)
-'Όταν στο πιάτο πέσει το ψωμί, έρχεται μουσαφίρης.
-Όταν ο καφές στο φλιτζάνι έκανε φούσκες μικρές, θα έπαιρνες χρήματα, οι μεγάλες
θα ήταν φίλοι.
-Όταν σ΄ έτρωγε η μύτη, θα έτρωγες ξύλο.
-Όταν καθίσει επάνω σου αλογόμυγα ή ανυφαντής θα αντάμωνες φίλο.
-Στα παιδιά φορούσαν χαϊμαλιά με σκόρδο, μπαρούτι και αλάτι, να μην ματιάζονται.
Επίσης, πάνω στα χαϊμαλιά κρεμούσαν και μια χάντρα.
-Όταν έλουζαν τα παιδιά και ήθελαν να βγουν έξω, έριχναν λίγο αλάτι στη τσούκα
του κεφαλιού τους να μην πάρουν από μάτι.
-Αν σε έτρωγε η αριστερή παλάμη, θα έπαιρνες χρήματα, αν η δεξιά, θα έδινες.
-Όταν λοξυγκιάζεις, κάποιος σε μελετάει.
-Η γυναίκα όταν είχε τα έμμηνα ή ερχόταν σε επαφή με τον άνδρα της, δεν έπρεπε να
ζυμώσει πρόσφορα, ούτε να πάει στην εκκλησία.
-Όταν το μάτι έπαιζε, θα σου συνέβαινε κάτι κακό.
-Όταν σφύριζε το αυτί, θα άκουγες κάποιο νέο.
-Δεν έκανε να ακουμπάς τα μάγουλα στα δυο σου χέρια.
-Όταν κάποιος πήγαινε ταξίδι, σκούπιζαν πριν φύγει.
-Πίστευαν στις νεράιδες και πως αν μιλήσεις, όταν τις δεις, σου παίρνουν τη φωνή.
-Το λάλημα της κουκουβάγιας προμηνούσε θάνατο.
-Όταν πιεις από το ίδιο ποτήρι το υπόλοιπο νερό που άφησε ο άλλος, μαθαίνεις τα
μυστικά του.
-Δεν έπρεπε να αφήσεις στο τέλος του φαγητού τη μπουκουσιά σου ή το φαγητό σου,
γιατί θα σε εγκατέλειπε ο/η σύζυγος.
-Όταν πηγαίνεις σε ξένο σπίτι, έπρεπε να βγαίνεις από την ίδια πόρτα, γιάτι γύριζες
πίσω την προξενιά των παιδιών.
-Αν κράζουν τα κοράκια, κάποιος θα πεθάνει.
-Όταν χυθεί ο καφές από το φλιτζάνι, θα πάρεις χρήματα.
-Τα μαλλιά του μωρού δεν τα έκοβαν πριν χρονιάσει.
-Το υποκάμισο του φιδιού το κάνουν φυλαχτό.
-Όταν η γάτα νίβεται θα βρέξει.(βιβλ.4)
-Έλεγαν ότι για να γεννηθεί ένα όμορφο παιδί, οι περισσότερες έγκυες απέφευγαν να
πιάσουν ή να δουν οποιοδήποτε άσχημο πράγμα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
http://www.artofwise.gr/html/categories_content/anadromes/prolipseis.html
http://www.newsbomb.gr/blogs/story/140398/13-kathimerines-deisidaimonies-tisimainoyn-kai-apo-poy-proerxontai
Δημήτριος Ιωαν. Τσιούρης, (2004), 'Προλήψεις, δεισιδαιμονίες, μαντείες, δοξασίες,
παραδόσεις', Δρακότρυπα Στοιχεία Τοπικής Ιστορίας, Καρδίτσα, σελ.261-262
Δημήτριος Βαίου Στάθης, (1993), 'Δεισιδαιμονίες-Προλήψεις', Η Απιδιά των
Αγράφων Ιστορία-Λαογραφία, Καρδίτσα, σελ.263-265
ΉΘΗ, ΈΘΙΜΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
Οι μεγάλες αυτές γιορτές είναι στο τέλος του παλιού και στις αρχές κάθε νέου έτους.
Μέσα στο εορταστικό δωδεκαήμερο από τις 25 του Δεκέμβρη μέχρι την γιορτή των
Φώτων, στις 6 του Γενάρη. Είναι η πιο μεγάλη γιορτή των Χριστιανών. Αυτή τη
μέρα, ο Χριστός ενσαρκώθηκε σε άνθρωπο και ήρθε στην γη, όπου υπέφερε τα
πάνδεινα για να σώσει τον κόσμο για την αμαρτία. Όπως και τότε έτσι και τώρα
συνεχίζουμε να κρατάμε τις παραδόσεις μας. Σαράντα μέρες πριν νηστεύουμε, και η
νηστεία γίνεται σκληρότερη κάθε Τετάρτη και Παρασκευή της Σαρακοστής.
Χριστούγεννα
Μια εβδομάδα πριν την γιορτή, καθαρίζουμε τα σπίτια, ασβεστώνουμε οι αυλές και
οι άλλοι χώροι. Ετοιμάζουμε τα γλυκά, τα χριστόψωμα, τις αυγοκουλούρες, τους
κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα. Προμηθεύουμε την κότα ή τη γαλοπούλα που θα
την κάνουμε γεμιστή.
Την Παραμονή στα χωριά σφάζουμε τα γουρούνια για να είναι όλα έτοιμα για την
μεγάλη χαρά. Οι Καλλικάντζαροι ή αλλιώς Παγανά οι οποίοι έχουν κατακλύσει κάθε
χωριό και έχουν γεμίσει τα ακατοίκητα σπίτια, τις ρεματιές και τους νερόμυλους.
Κάθε νοικοκυρά με μία κεραμίδα στο χέρι, με λίγα αναμμένα κάρβουνα στα οποία
ρίχνει και ξαναρίχνει θυμιάμα, έπειτα τρέχει σε κάθε γωνία του σπιτιού, στην
καλύβα, στον αχυρώνα, να θυμιατίσει, πιστεύοντας πως έτσι θα διώξει τα Παγανά.
Τα παιδιά πριν φέξει καλά-καλά, είναι στον δρόμο βρέχει χιονίζει. Γυρίζουν από σπίτι
σε σπίτι και τραγουδούν τα κάλαντα:
Καλήν ημέρα άρχοντες, να πω στ' αρχοντικό σας
Χριστός γεννάται σήμερα, εν Βηθλεέμ τη πόλει
Οι Ουρανοί αγάλονται, χαίρετ' η κτίση όλη.
Εν τω Σπηλαίω τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων
Ο Βασιλεύς των Ουρανών, ο Ποιητής των όλων.
Εδώ το έκοβαν και δεν συνέχιζαν παρακάτω, γιατί το έλεγαν τραγουδιστά και
κρατούσε πολύ ώρα. Έπρεπε να βιαστούν, για να προλάβουν όλα τα σπίτια του
χωριού. Στο τέλος φώναζαν “Και του χρόνου”. Καθώς τα παιδιά περιφέρονται στους
δρόμους τραγουδώντας τα κάλαντα, οι νοικοκυρές ετοιμάζουν τα σπιτια τους και
έδιναν στα παιδιά είτε φιλοδώρημα είτε κάποιο γλύκισμα.
Τη μέρα των Χριστουγέννων, το πρωί η καμπάνα μας καλούσε στην Εκκλησία. Ένας
από κάθε σπίτι, πήγαινε πρώτος για να δώσει το πρόσφορο στον παπά. Σε λίγο όλοι οι
κάτοικοι του χωριού βρίσκονταν στην Εκκλησία. Παλιά όπως και τώρα δίνουν οι
επίτροποι λουλούδια σ' αυτούς που γιορτάζανε και αυτοί με την σειρά τους έριχναν
στο δίσκο χρήματα. Επιστρέφοντας στο σπίτι από την Εκκλησία καίουν στο τζάκι
λίγο χλωρό πουρνάρι λέγοντας ευχές.
Την Δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων, έβαζαν το χοιρινό στη σκάφη. Το έκοβαν και
έβγαζαν το λίπος και το έβραζαν σε μεγάλα καζάνια. Το ψαχνό κρέας το χτυπούσαν
σε χοντρά ξύλα με τσεκούρι, το έκοβαν κιμά, το ανακάτευαν με μπαχαρικά, γέμιζαν
τα έντερα και έκοβαν τα λουκάνικα. Διατηρούσαν μέρα και νύχτα αναμμένο το τζάκι,
γιατί πίστευαν πως, αν σβήσει θα κατέβουν από το τζάκι τα παγανά. Ακόμα και οι
μυλωνάδες τα φοβούνταν και δεν πήγαιναν στους μύλους τις μέρες αυτές. Έλεγαν
πως οι καλικάτζαροι κρατούσαν την μυλόπετρα και δεν την άφηναν να γυρίσει για να
κάνουν το άλεσμα. Τη στάχτη που μαζεύονταν άφθονη τις Χριστουγεννιάτικες μέρες,
την σκόρπιζαν αργότερα στα χωράφια τους για να κάνουν πολλή σοδειά.
Πρωτοχρονιά
Μέσα στο δωδεκαήμερο γιορτάσι, λίγες μέρες μετά τα Χριστούγεννα έρχεται και η
Πρωτοχρονιά. Είναι η πρώτη γιορτή του καινούριου χρόνου, που τόσο την
περιμένουμε όλοι μας και ιδίως τα παιδιά. Περιμένουν τον Αη-Βασίλη, για να τους
φέρει τα δώρα τους. Τον φαντάζονται, έτσι τα διηγήθηκε η γιαγία, γέρο-Ασπρομάλλη
με πυκνοδασομένη κατάλευκη γενιάδα, με το χιονισμένο δισάκκι ακουμπισμένο στην
γερόντικη ράχη του γεμάτο από δώρα.
Την Παραμονή της Πρωτοχρονιάς, το πρωί τα παιδιά πηγαίνουν από σπίτι και
τραγουδούν τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς, ξαναζωντανεύοντας έτσι ένα πανάρχαιο
έθιμο:
Αρχή Μηνιά κι' αρχή χρονιά, ψιλή μου δεντρολιβανιά
κι αρχή καλός μας χρόνος, Εκκλησιά με τ' Άγιο Θρόνος.
Αρχή που βγήκε ο Χριστός, Άγιος και Πνευματικός,
στη γη να περπατήσει και να μας καλοσωρίσει
Άγιος Βασίλης έρχεται και δεν μας καταδέχεται,
από την Καισαρεία, συ 'σαι, αρχόντισσα κυρία.
Βαστά εικόνα και χαρτί, ζαχαροκάντιο ζυμωτή
Χαρτί και καλαμάρι, δεν και με το παλικάρι.
Και τελείωναν με την ευχή “Καλή Χρονιά”. Έπαιρναν το φιλοδώρημα και συνέχιζαν
στην διπλανή πόρτα. Εν τω μεταξύ, οι γυναίκες στα διάστημα αυτό έχουν ετοιμάσει
τα πάντα, βασιλοκουλούρες, μηλόπιτες, πρόσφορα και γλυκά, ακόμη και τηγανίτες.
Πιο συγκεκριμένα, είναι μια κουραστική μέρα για την νοικοκυρά. Έπειτα αλείφανε
τις βρύσες του χωριού με λίπα και βούτυρο. Έχυναν γάλα, έριχναν στο νερό σπόρους
από δημητριακά και άλλα όσπρια λέγοντας “Όπως τρέχει η βρύση, να τρέχουν τα
σοδήματα”. Έπαιρναν νερό από τις βρύσες και το βράδυ λούζονταν στα σπίτια τους.
Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς, γυρίζοντας από την Εκκλησία, ο πρώτος που θα
περνούσε το πόδι του από την πόρτα του σπιτιού έπρεπε να περάσει με το δεξί για να
πηγαίνουν όλα καλά αυτό το χρόνο. Μετά την Εκκλησία οι νοικοκυρές έφτιαχναν τη
Βασιλόπιτα στην οποία έβαζαν μέσα στο ζυμάρι το φλουρί μαζί με άχυρο και ένα
ξυλαράκι από κλίμα. Έτσι ήταν έτοιμη για το μεσημεριανό Πρωτοχρονιάτικο τραπέζι.
Κατά την διάρκεια του γεύματος έλεγαν ευχές καθώς σταύρωναν την πίτα. Την
γύριζαν, όπως ήταν μέσα στο ταψί, αφού κάθονταν όλοι ολόγυρα στο τραπέζι. Στη
συνέχεια την τεμαχίζανε και την ονομάζανε. Το πρώτο κομμάτι ήταν του Χριστού.
Το δεύτερο του Άη-Βασίλη. Το τρίτο του σπιτιού και στην συνέχεια με τη σειρά του
πατέρα, της μητέρας και των παιδιών ανάλογα με την ηλικία. Ο τυχερός ήταν εκείνος
που στο κομμάτι του θα έβρισκε το φλουρί. Σύμφωνα με αυτό πίστευαν ότι μέσα
στον καινούριο χρόνο θα γίνονταν πλούσιος. Όποιος τύχαινε να βρεί το άχυρο το
συνέδεαν με τις αγελάδες και το κλίμα με τα αμπέλια. Στο τραπέζι, φυσικά, υπήρχε η
κότα, η γαλοπούλα, το χοιρινό κρέας, τα φρούτα και το κρασί. Μετά το ΑγιοΒασιλιάτικο τραπέζι άρχιζαν οι επισκέψεις, που τελείωναν αργά το βράδυ.
Θεοφάνεια – Φώτα
Τα Θεοφάνεια είναι μία από τις αρχαιότερες και μεγαλύτερες γιορτές της
χριστιανοσύνης. Αναφέρεται στην φανέρωση της Αγίας Τριάδος, δηλαδή στην
εμφάνιση του Θεού με τις τρεις υποστάσεις Του, κατά την βάφτιση του Ιησού
Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Κατά την ημέρα
εκείνη ο Θεός ακούστηκε από τον ουρανό ν' αποκαλεί το Χριστό, που τον βάφτιζε ο
Ιωάννης, αγαπητόν Υιόν Του, και παρουσιάστηκε το Άγιο Πνεύμα που κάθισε στο
κεφάλι του Χριστού “εν είδει περιστεράς”. Η γιορτή των Θεοφανείων λέγεται και
“Επιφάνεια”, ενώ ο λαός συνηθίζει να την αποκαλεί “Τα Φώτα”.
Όπως σ' όλη την Ελλάδα, έτσι και στη περιοχή μας, τα Φώτα, που γιορτάζονται στις 6
Ιανουαρίου, διαρκούν δύο ημέρες. Αρχίζουν την παραμονή και ολοκληρώνονται
ανήμερα.
Την παραμονή των Φώτων νωρίς το πρωί μικρές παρέες παιδιών χτυπούν τις πόρτες
των σπιτιών, για να φέρουν το μήνυμα της βαπτίσεως του Χριστού και του αγιασμό
των υδάτων, λέγοντας:
Σήμερα είναι τα Φώτα κι' ο Φωτισμός
Και χαρά μεγάλη στο Κύριό μας.
Σήμερα η Κυρά μας η Παναγιά
Σπάργανα κρατάει στην αγκαλιά
Και τον Άη-Γιάννη παρακαλεί
Έλα να βαφτίσεις Θεού παιδί.
Μετά την τελετή του μεγάλου αγιασμού στην εκκλησία, λένε, ότι “έπεσε ο Σταυρός
στο νερό” και ο παπάς με το σταυρό στο χέρι περνά από όλα τα νοικοκυριά για να τα
“φωτίσει”, δηλαδή να ράνει, χρησιμοποιώντας κλωνάρια βασιλικού, με το αγιασμένο
νερό, που έχει μέσα στο μπακιρένιο “μπακράτσι” του. Πιστεύει και αυτός ότι με τον
αγιασμό φεύγουν τα κακά πνεύματα, οι καλικάτζαροι, από τα σπίτια και ότι ο
αγιασμός φέρνει υγεία, χαρά και ευτυχία στις οικογένειες τους.
Το βράδυ το χωριό αναστατώνεται με τα “Ραγκατζάρια”. Οι άνθρωποι μαζεύονται
νωρίς στα σπίτια τους, καθώς είναι χειμώνας και το κρύο τσουχτερό. Τότε οι
“ραγκατζαραίοι”, παρέες μικρών και μεγάλων, με μαγκούρες στα χέρια, πολλές φορές
και με κουδούνια, για να κάνουν φασαρία, γυρίζουν μέχρι τα μεσάνυχτα όλα τα
σπίτια του χωριού και λένε τα νυχτερινά κάλαντα για να διώξουν τους
καλικάτζαρους. Ακολουθούν βέβαια και τα φιλοδωρήματα όπως χρήματα,
λουκάνικα, τσιγαρίδες, χριστόψωμα και κάθε είδους καλούδια.
Το πρωινό ανήμερα των Φώτων σχεδόν όλοι οι κάτοικοι εκκλησιάζονται στη μεγάλη
εκκλησία της περιοχής. Μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας, οι πιστοί
συγκεντρώνονται στο ποτάμι της περιοχής με σκοπό να ρίξει τον Σταυρό στο ποτάμι.
Πριν, όμως, να τον ρίξει ο παπάς απαγγέλει το Απολυτίκιο:
«Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου Κύριε η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις του γαρ
Γεννήτορος η φωνή προσεμαρτύρει Σοι αγαπητόν Σε Υιόν ονομάζουσα και το Πνεύμα
εν είδει περιστεράς εβεβαίου του λόγου το ασφαλές Ο επιφανείς Χριστέ ο Θεός Και τον
κόσμον φωτίσας δόξα Σοι»
Έπειτα ο παπάς ρίχνει τον σταυρό στο ποτάμι. Αμέσως οι κολυμβητές ή βουτηχτάδες
ορμούν προς το παγωμένο ποτάμι για να πίασουν τον σταυρό. Αυτός που θα
καταφέρει να τον πιάσει πρέπει πρώτα να τον φιλήσει κι αυτός θα είναι ευλογιμένος
όλο το χρόνο που θα ακολουθήσει, έπειτα αφου ετοιμαστεί λαμβάνει πλούσια δώρα
από τους κατοίκους. Κι έτσι με το τέλος των Φώτων τελειώνουν και οι γιορτινές
μέρες του χειμώνα.
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
Το παιχνίδι είναι φυσιολογική ανάγκη για το παιδί. Μ'αυτό εξασκείται και το σώμα
και το πνεύμα του. Είναι σύμφυτο με τον πρωτόγονο άνθρωπο.
Το Κρυφτό
Τα παιδιά “τα βγάζουν” για να δουν ποιό θα τα “φυλάει”. Το παιδί που τα φυλάει,
γυρισμένο προς τον τοίχο (ή το δέντρο ή κολώνα που ορίζεται) χωρίς να βλέπει,
αρχίζει να μετράει, π.χ. μέχρι το 30, 40, 100, ενώ τα άλλα παιδιά σκορπίζονται για να
κρυφτούν. Όταν τελειώσει το μέτρημα, φωνάζει:- Φτου και βγαίνω! Κι αρχίζει να
ψάχνει. Κάθε φορά που βρίσκει ένα παιδί, τρέχει στον τοίχο όπου φύλαγε και
¨φτύνει” λέγοντας “Φτου” και το όνομα του παιδιού. Όποιον φτύσει (βρει) πρώτον
αυτός θα τα φυλάει στον επόμενο γύρο. Αν όμως κάποιος προλάβει και φτάσει στον
τοίχο πριν να τον δει το παιδί που τα φυλάει, τότε φτύνει αυτός (φτου!) και δεν
κινδυνεύει να φυλάξει. Αν μάλιστα αυτό το παιδί είναι και το τελευταίο που έχει
απομείνει, τότε λέει “Φτου ξελευθερία!” και ελευθερώνει όλα τα παιδιά που έχει
φτύσει (βρει) αυτός που τα φύλαγε. Κι ο καημένος τα ξαναφυλάει!
Η Αμπάριζα
Τα παιδιά χωρίζονται σε δύο ομάδες κι η κάθε μία διαλέγει την “αμπάριζα” της,
δηλαδή το σημείο (δέντρο, κολώνα) που θα υπερασπιστεί. Οι δύο αμπάριζες πρέπει
να απέχουν όσο το δυνατόν περισσότερο. Ένα παιδί από την ομάδα που παίζει πρώτη,
ακουμπάει την αμπάριζα και φωνάζει: “Παίρνω αμπάριζα και βγαίνω” και τρέχει
κατά την αντίπαλη αμπάριζα με σκοπό να την ακουμπήσει, οπότε την κυριεύει. Αλλά,
αμέσως, απαγγέλλοντας τα ίδια λόγια, ξεκινάει και από την αμυνόμενη ομάδα ένας
παίχτης, με σκοπό, ή να προλάβει να κυριέψει αυτός πρώτος την αμπάριζα των
άλλων, ή να ακουμπήσει τον πρώτο παίχτη, οπότε τον αιχμαλωτίζει. Τότε, διαδοχικά,
συμπαίχτες των πρώτων ξεκινούν, με τα ίδια λόγια, για να τους ενισχύσουν αλλά και
για να νικήσουν τους φύλακες και να ελευθερώσουν τους δικούς τους με ένα άγγιγμα.
Νικάει
η
ομάδα
που
κυριεύει
την
αμπάριζα
των
άλλων.
Η Τυφλόμυγα
Τα παιδιά τα βγάζουν για να δουν ποιό θα γίνει τυφλόμυγα λέγοντας:
“Άκα τα, μάκα τα, σούκουτου μπε,
άμπερ, φάμπερ, ντομινέ.
Άκα τα, μάκα τα, σούκουτο μπε,
άμπερ, φάμπερ, βγε”.
Δένουν με πανί τα μάτια του παιδιού που τα φυλάει και τα άλλα, γύρω του, το
πειράζουν και το προκαλούν. Το παιδί-τυφλόμυγα προσπαθεί να πιάσει έναν από τους
συμπαίχτες του κι όταν το πετύχει, μαντεύει από το μπόι του, από τα ρούχα του και
γενικά από τα χαρακτηριστικά του, ποιός είναι. Τότε, αυτό το παιδί γίνεται
τυφλόμυγα.
Το Χαλασμένο Τηλέφωνο
Τα παιδιά κάθονται το ένα πλάι στο άλλο. Το πρώτο από δεξιά, σκύβει στο αυτί του
διπλανού του και του ψιθυρίζει μια λέξη πολυσύλλαβη και δύσκολη ή ασυνήθιστη,
π.χ.:
Σκουληκοσκαθαρομυρμηγκότρυπα,
ιχθυοπωροπαντολαχανοπωλείο.
Το παιδί που ακούει τη λέξη την επαναλαμβάνει όπως την άκουσε και την κατάλαβε
στο αυτί του διπλανού του κι αυτό στο παραδίπλα ως το τελευταίο. Το τελευταίο
παιδί σηκώνεται και τη φωνάζει δυνατά, αλλά συνήθως, αυτή η λέξη δεν έχει πια
καμία σχέση με την αρχική!
Τα Μήλα
Δύο παιδιά στέκονται αντικριστά, δεκαπέντε-είκοσι μέτρα μακριά το ένα από τ'άλλο,
ενώ στη μέση αυτής της απόστασης συγκεντρώνονται όλα τα υπόλοιπα. Οι δύο
παίχτες που στέκονται αντικριστά προσπαθούν με το τόπι να χτυπήσουν κάποιο από
τα παιδιά που είναι μέσα, οπότε αυτό “καίγεται” και βγαίνει απ' το παιχνίδι. Αντίθετα,
το παιδί που θα καταφέρει να πιάσει το τόπι χωρίς να πέσει κάτω καρδίζει ένα “μήλο”
που θα του επιτρέψει, αν κάποια στιγμή “καεί”, να μη βγει, αλλά να παραμείνει στο
παιχνίδι ή, αν καεί κάποιος φίλος του να του το παραχωρήσει! Όταν απομείνει μόνο
ένα παιδί, οι δύο παίχτες με το τόπι μπορούν να κάνουν μονάχα δέκα προσπάθειες να
το χτυπήσουν. Αν τους ξεφύγει, τα ξαναφυλάνε και το παιχνίδι αρχίζει από την αρχή.
Το Μαντηλάκι
Τα παιδιά χωρίζονται σε δύο ομάδες και στέκονται αντικριστά, με απόσταση δέκα
περίπου μετρών μεταξύ τους. Στη μέση αυτής της απόστασης χαράζουν έναν κύκλο
και στο κέντρο του βάζουν ένα μαντήλι. Μόλις ακούγεται το σύνθημα, βγαίνει από
κάθε ομάδα ένα παιδί που προσπαθεί ν' αρπάξει το μαντήλι και να γυρίσει πίσω χωρίς
να το αγγίξει ο αντίπαλος, γιατί αν το ακουμπήσει, το πιάνει αιχμάλωτο. Οι
αιχμάλωτοι ελευθερώνονται (ένας-ένας) κάθε φορά που κάποιο παιδί την ομάδας
τους παίρνει το μαντήλι. Κερδίζει η ομάδα που θα καταφέρει να αιχμαλωίσει όλους
τους παίχτες την άλλης.
Πετάει – Πετάει
Ένα παιδί κάνει τη μάνα. Τα άλλα παιδιά, μεζεμένα γύρω από τη μάνα, ακουμπάνε το
δείκτη τους στο τραπέζι, στο πεζούλι κλπ. Η “μάνα” ακουμπάει κι αυτή το δείκτη της
και λέει: Πετάει, πετάει (π.χ.) ο αετός! ή Πετάει, πετάει ο γιατρός! Όταν ακούνε
“αετός” οι παίχτες πρέπει να σηκώσουν ψηλά τους δείκτες τους γιατί ο αετός
πράγματι πετάει, ενώ δεν πρέπει βέβαια να σηκώσουν το χέρι τους στο άκουσμα
“γιατρός”! Όποιο (ή όποια) από τα παιδιά ξεγελαστεί και χάσει, υποχρεώνεται να
κάνει κάποια αστεία μίμηση που θα του ζητήσει η “μάνα”.
Τα Στρατιωτάκια
Αυτός που τα “φυλάει”, ακουμπάει στον τοίχο με την πλάτη στραμμένη στα άλλα
παιδιά και απαγγέλει δυνατά:
Στρατιωτάκια ακούνητα, αμίλητα, αγέλαστα!
και γυρνάει γρήγορα μήπως και πιάσει κάποιον να κουνιέται. Τα παιδιά, σε στάσεις
πολεμιστών και ηρώων, προσπαθούν να μην κουνηθούν, να μη γελάσουν, να μη
χάσουν την ισορροπία τους, ό,τι κι αν τους κάνει ή τους λέει το παιδί που τα φυλάει
γιατί τότε χάνουν. Ο πρώτος που χάνει, τα φυλάει.
Η Μακριά Γαϊδούρα
Τα παιδιά χωρίζονται σε δύο ομάδες. Η “μάνα” της ομάδας που “τα φυλαέι”,
στέκεται με την πλάτη στηριγμένη σ' έναν τοίχο κι όλα τ' άλλα παιδιά, σκυμμένα και
πιασμένα γερά το καθένα από τη μέση του μπροστινού του, με το κεφάλι
προφυλαγμένο κάτω από την μασχάλη του, σχηματίζουν τη “μακριά γαϊδούρα”. Με
το σύνθημα, τα παιδιά της άλλης ομάδας παίρνουν φόρα και, ένα-ένα πηδάνε πάνω
στις ράχες των σκυμμένων. Όταν σκαρφαλώσουν όλα, η μάνα αρχίζει και μετράει
ενώ τα σκυμμένα παιδιά κάνουν ό,τι μπορούν για να ρίξουν τους καβαλάρηδες. Αν,
πριν τελειώσει το μέτρημα, κάποιο παιδί χάσει την ισορροπία του και πέσει ή έστω,
ακουμπήσει το πόδι του κάτω, καίγεται και μαζί του όλη η ομάδα του, που παίρνει τη
θέση της άλλης.
Περνά, περνά η μέλισσα
Αυτό το παιχνίδι είναι ένα παλιό και παραδοσιακό παιχνίδι. Συγκεντρώνονται
τουλάχιστον έξι παιδιά και δύο χτυπούν παλαμάκια και τραγουδούν. Τα υπόλοιπα
παιρνούν κάτω απ' τα χέρια τους και όποιον πιάσουν το βάζουν και επιλέγει με
ποιανού το μέρος θα πάει. Τελικά όταν μεζευτούν όλα τα παιδιά τραβάνε τους άλλους
και όποιοι δεν πέσουν κάτω είναι οι νικητές.
Πουν' το το δαχτυλίδι
Τα παιδιά στήνονται σε σειρά. Κάποιο από αυτά κρύβει στα χέρια του ένα δαχτυλίδι
ψεύτικο ή αληθινό. Έπειτα προσπαθεί να αφήσει στα χέρια κάποιου από τα παιδιά
που είναι στη σειρά το δαχτυλίδι, λέγοντας το τραγουδάκι:
Πουν' το, που' το
το δαχτυλίδι,
ψάξε, ψάξε
δεν θα το βρεις!
Δεν θα το βρεις,
δεν θα το βρεις,
το δαχτυλίδι που ζητείς.
Το καθένα από τα παιδιά έχει μια ευκαιρία να μαντέψει ποιος έχει το δαχτυλίδι.
Όποιος μαντέψει σωστά παίρνει το δαχτυλίδι και το ρίχνει στο επόμενο παιδί. Το
παιχνίδι συνεχίζεται με τον ίδιο τρόπο.
Ο Βασιλιάς
Τα παιδιά “τα βγάζουν” κι ένας τους γίνεται βασιλιάς. Ο βασιλιάς κάθεται κάπου,
ενώ οι άλλοι απομακρύνονται για να διαλέξουν ποιο επάγγελμα θα παραστήσουν και
με ποιες κινήσεις. Όταν τελειώσουν επισκέπτονται τον βασιλιά και ακολουθεί ο
παρακάτω διάλογος:
-Βασιλιά, βασιλιά με τα 12 σπαθιά, τι δουλειά;
-Τεμπελιά!
-Και τα ρέστα;
-Παγωτά
-Είπε η γιαγιά να μας κάνεις μια δουλειά.
-Τι δουλειά;
Τότε τα παιδιά κάνουν τις κινήσεις του επαγγέλματος που διαλέξανε. Αν ο βασιλιάς
το καταλάβει, το φωνάζει και κυνηγάει να πιάσει ένα παιδί που γίνεται βασιλιάς. Αν
δεν το καταλάβει, ξανακάθεται και τα παιδιά μιμούνται κάτι άλλο.
Βιβλιογραφία
- ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ Κ. ΤΡΑΥΛΟΣ
Η Θεσσαλική Ιθώμη “Το Φανάρι”
Εκδόσεις: Σαββάλας
- ΧΑΡΙΛΑΟΥ Ν. ΚΩΛΕΤΤΑ
Ελληνόκαστρο (Χώρα Βούνιστα) Καρδίτσας
Ιστοριολαογραφική Μελέτη
Θεσσαλονίκη 1987
- ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΙΩΑΝ. ΤΣΙΟΥΡΗΣ ΔΑΣΚΑΛΟΣ
Δρακότρυπα – Στοιχεία Τοπικής Ιστορίας
Καρδίτσα 2004
- ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΙΛΤ. ΜΗΛΙΤΣΗ
Άγραφα: Καρδίτσα – Μεσενικόλας και τα χωριά τους τέως δήμου Νεβρόπολης
Καρδίτσα 1996
- ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΒΑΪΟΥ ΣΤΑΘΗΣ
Η Απιδιά των Αγράφων
Έκδοση Πολιτιστικός Σύλλογος Απιδιάς
Καρδίτσα 1993
http:// ellas2.wordpress.com/2010
ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΠΟΚΡΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ
ΠΑΣΧΑ.
ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ.
ΑΠΟΚΡΙΕΣ
Τα παραδοσιακά έθιμα δυστυχώς εξαφανίστηκαν από την εξέλιξη του χρόνου στο
βωμό της δήθεν εξέλιξης. Η αναβίωση τους αποτελεί πηγή ζωής και σύνδεσης κάθε
γενιάς με την ιστορία της, τις ρίζες και το παρελθόν της. Η γιορτή των Αποκριών
είναι συνδεδεμένη με τη Μεγάλη Σαρακοστή, κατά την οποία για 7 βδομάδες οι
χριστιανοί θα υποστούν ευχαρίστως και με ευλάβεια τη νηστεία, που είναι μια
σωματική και πνευματική προετοιμασία για να υποδεχτούν τη μεγάλη γιορτή της
χριστιανοσύνης, το Άγιο Πάσχα. Η διαδικασία της σωματικής και κυρίως της
πνευματικής κάθαρσης, αρχίζει από την Καθαρά Δευτέρα.
Εικόνα : Αποκριάτικη
μάσκα
Στον τόπο μας και ιδιαίτερα στο Φανάρι γιορτάζονται οι Απόκριες με μια σειρά
εκδηλώσεων από την Κυριακή το βράδυ. Μικροί και μεγάλοι ντύνονται μασκαράδες
και με μάσκες και κουδούνια γυρίζουν όλη την αγορά και τα σπίτια. Αργά το βράδυ
παρέες μαζεύονται στα συγγενικά σπίτια για το αποκριάτικο γλέντι. Εκεί τραγουδούν
εύθυμα τραγούδια της τάβλας. Ο γέρος π.χ τραγουδά…
Εγώ Αγόρουμ δεν μπορώ
και εσύ παιχνίδια θέλεις,
θέλεις στην κούνια βάλε με
θέλεις στην σαρμανίτσα....
ΚΑΘΑΡΑ ΔΕΥΤΕΡΑ
Εικόνα 1: Το πέταγμα του χαρταετού.
Η καθαρά Δευτέρα είναι η επομένη της Κυριακής των Αποκριών και αποτελεί την
αφετηρία της Σαρακοστής. Η καθαρά Δευτέρα είναι μέρα κάθαρσης της ψυχής μας.
Λόγο νηστείας οι γυναίκες ζυμώνουν ένα παραδοσιακό νηστίσιμο ψωμί τη γνωστή
σε όλους μας Λαγάνα. Αυτή η μέρα αποτελεί αργία και μέρα απόδρασης της
οικογένειας στην εξοχή. Τα παιδιά έχοντας τους αυτοσχέδιους χαρταετούς τους
τρέχουν ανέμελα ώσπου ο χαρταετός απογειωθεί. Στην κεντρική πλατεία του
Μουζακίου ο χώρος σφύζει από ζωή. Μαζεύονται όλοι να φάνε από το άκουσμα των
δημοτικών τραγουδιών τα οποία συνήθως συνοδεύονται από κλαρίνα
ΠΑΣΧΑ
Από την Πέμπτη κι όλα πριν της Μ. Εβδομάδας, τα κορίτσια απ' τα χωριά του
κάμπου βγαίνουν και μαζεύουν αγριολούλουδα για τα καλάθια τους. Την
Παρασκευή, πριν το Σάββατο του Λαζάρου τα κορίτσια συγκεντρώνονται στην
πλατεία κι από εκεί μοιράζονται σε όλο το χωριό όπου τραγουδάνε.
Εις την πόλη Βηθανία Μάρθα
κλαίει και η Μαρία
εχάσαν τον αδερφό τους
Λάζαρο τον καρδιακό τους.
Τρείς ημέρες τον θρηνούσαν
και τον ημερολογούσαν.
Την ημέρα την Τετάρτη
Κίνησε ο Χριστός για να ‘ρθει.
Βγήκε η Μαρία έξω
κι έπεσε στα γόνατα του.
Αν ήσουν εδώ Χριστέ μου
δεν θα πέθαινε ο αδερφός μου
και ο φίλος ο δικός σου
Λάζαρος ο καρδιακός σου.
Σήκω Λάζαρε και μην κοιμάσε.
Πες μας Λάζαρε τι είδες
Κει στον Άδη όπου πήγες.
Είδα φόβο είδα τρόμο
Είδα βάσανα και πόνο…
Εικόνα 2: Βαμένα αυγά.
Εικόνα 3: Τσούγκρισμα των αυγών.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΙΩΝ
Την Κυριακή των Βαΐων το πρωί όλοι πηγαίνουν στην εκκλησία όπου ο παπάς
τους προσφέρει κλαδιά Βαΐων τα οποία στη συνέχεια όλοι τα βάζουν στα
εικονοστάσια των σπιτιών τους.
ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ
Την Μεγάλη Δευτέρα ξεκινάνε τα πάθη του Χριστού.
ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ
Την Μεγάλη Τρίτη το βράδυ ψέλνεται το τροπάριο της Κασσιανής. Επιπλέον ο
παπάς μας αλείφει τα χέρια με μύρο.
ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
Την Μεγάλη Τετάρτη το απόγευμα διεξάγεται το ευχέλαιο στο οποίο ο παπάς
συνεχώς μας σταυρώνει με λάδι τα χέρια και το μέτωπο. Όταν η λειτουργία λαμβάνει
τέλος αφού προηγηθεί το ολοκληρωτικό λιώσιμο των κεριών. Το βράδυ της ίδιας
ημέρας ψέλνεται η ιστορία της Μαρίας Μαγδαληνής.
ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ
Την Μεγάλη Πέμπτη το μεσημέρι οι γυναίκες φτιάχνουν σπανακόπιτα και βάφουν
τα αυγά. Οι νονοί φέρνουν στα βαφτιστήρια τους τις λαμπάδες και τα δώρα. Το
βράδυ όλοι πάνε στην εκκλησία να ακούσουν το μυστικό δείπνο και τα 12 ευαγγέλια.
Μετά το τέλος της εκκλησίας οι γυναίκες στολίζουν τον επιτάφιο.
ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
Την Μεγάλη Παρασκευή το πρωί τα αγόρια πηγαίνουν σε όλο το χωρίο και
τραγουδάνε:
Σήμερα μαύρος ουρανός
σήμερα μαύρη μέρα,
σήμερα όλοι θλίβονται
και τα βουνά λυπούνται,
γιατί σταυρώσαν το Χριστό
τον πάντα βασιλέα.
Παρήγγειλαν στο Φαραώ
Για τέσσερα πιρόνια
Και αυτός ο σκυλοφαραώς
Βαρεί και φτιάχνει πέντε.
εσύ Φαραέμ που τα έφτιαξες
έλα να μας διατάξεις.
Βάλτε τα δυο στα πόδια Του
και τα άλλα δυο στα χέρια
και το ένα το φαρμακερό
μπήξτε το στη καρδιά Του
να τρέξει αίμα και νερό
να πληγωθεί η καρδιά Του.
Το απόγευμα στην λειτουργία τα παιδάκια περνάνε κάτω από τον επιτάφιο τρεις
φορές και τα αγόρια περιφέρουν τα εξαπτέρυγα γύρω από την εκκλησία, ενώ ο
ιερέας τα λαύρα.
ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ
Το Μεγάλο Σάββατο κατά τις 23:00 το βράδυ οι χριστιανοί συγκεντρώνονται στην
εκκλησία για να παρακολουθήσουν την λειτουργία και το γεγονός της ανάστασης.
Στα χέρια τους κρατούνε τις λαμπάδες τις οποίες τις ανάβουν στις 24:00 με το Άγιο
Φώς. Όσοι επιθυμούν μένουν να παρακολουθήσουν και την λειτουργία της Κυριακής.
Όταν γυρίσουν πίσω στο σπίτι πριν μπουν μέσα στέκονται στην πόρτα και με την
λαμπάδα τους και σχηματίζουν ένα σταυρό. Στη συνέχεια ως έθιμο τρώνε την
μαγειρίτσα.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ
Την Κυριακή του Πάσχα συγκεντρώνονται οι οικογένειες με τους συγγενείς τους
και ψήνουν αρνί ή κατσίκι και κοκορέτσια. Εν συνεχεία τα μέλη της οικογένειας
τσουγκρίζουν τα αυγά. Αυτό που υπερισχύει θα βρει μια θέση στο εικονοστάσιο
μέχρι το επόμενο Πάσχα.
Τα παιδιά πετάνε βεγγαλικά στις γειτονιές για να γιορτάσουν το χαρμόσυνο νέο της
Ανάστασης.
ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
Στην περιοχή μας υπάρχει ποικιλία δημοτικών τραγουδιών. Π.χ τα καραγκούνικα
που υπάρχουν στην πεδινή Καρδίτσα. Συνήθως τα χωριά/οι περιοχές έχουν και το
δικό τους τραγούδι που τα αντιπροσωπεύει. Η περιοχή της Αργιθέας είναι μία από
αυτές, με πλούσια ποικιλία δημοτικών τραγουδιών.
Ένα από τα ποιο γνωστά τραγούδια που εκπροσωπεί αυτή την περιοχή είναι Της
Εικόνα 4: Αντάμωμα Αργιθεατών.
Αργιθέας τα χωριά:
Στης Αργιθέας τα χωριά
στον Τύμπανο τη ράχη
θέλω να πάω μια φορά
το χω κρυφό μεράκι...
Επίσης γεννημένα τραγούδια από Αργιθεάτες είναι και το Θέλω να ανέβω στα
Άγραφα...
Θέλω ανέ ματζουράνα μου
θέλω ν' ανέβω στά ΄γραφα
κι απάνω στα κατσάβραχα...
με το Βρυσούλα πετροκάγκελη...
Άι βρυσούλα πετροκάγκελη
βγάζεις νερό σαν χιόνι
άι εγώ ξόδεψα και έκανα
άι να πίνω μοναχός μου...
Εκτός από τα δημοτικά τραγούδια η περιοχή της Αργιθέας έχει αναδείξει και πάρα
πολλούς καλλιτέχνες όπως τον Κωσταρέλο, τον Βλαχογιάννη και πολλούς άλλους.
Ένα από τα τραγούδια του Κωσταρέλου είναι το Ένας λεβέντης χόρευε...
Ένας λεβέντης χόρευε
σε μαρμαρένια αλώνια...
και του Βλαχογιάννη Χρυσή μου παρέα...
Ωρέ την χρυσή μου την παρέα
την χρυσή μου την παρέα
θέλω να την γλεντήσω ωραία...
Εικόνα 5: Παραδοσιακή ορχήστρα.