ΠΡΑΚΤΙΚΑ Περιεχόμενα 1. Φυσικό Περιβάλλον της Αμπέλου-Μεθοδολογία καθορισμού ζωνών. 2. Τεχνολογίες Γεωργίας Ακριβείας στην Αμπελουργία. 3. Εγκατάσταση αμπελώνα - Κρίσιμες αποφάσεις. 4. Χαρακτηριστικά μιας οικογενειακής αμπελοοινικής εκμετάλλευσης 5. Κλωνική Επιλογή Αμπέλου 6. Συμβατική, ολοκληρωμένη και βιολογική αμπελουργία 7. Συνεργασία αμπελοοινικών εταιριών και ερευνητικών ιδρυμάτων 8. Οι κυριότερες φυσιολογικές διαταραχές της αμπέλου 9. Μεθοδολογίες ορθολογικής διαχείρισης αρδευτικού νερού σε αμπελώνα. 10. Χρήση αντιδιαπνευστικών ουσιών σε οινοποιήσιμες ποικιλίες της αμπέλου. 11. Ωρίμανση σταφυλιών - Επίτευξη και προσδιορισμός της βέλτιστης τεχνολογικής ωριμότητας. 12. Ελληνικός Αμπελώνας: μεγέθη, κατανομή, κλήρος, πόροι και βιωσιμότητα. 13. Ελληνικές ποικιλίες - το σήμερα και αύριο του Ελληνικού Αμπελώνα. 14. Θεσμοί και οργάνωση του αμπελοοινικού κλάδου. 15. Στρατηγικό σχέδιο για το branding και το marketing του ελληνικού κρασιού: προκλήσεις για την Ελληνική Αμπελουργία. 2 ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΑΜΠΕΛΟΥ KAI ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΖΩΝΩΝ Στέφανος Κουνδουράς Εργαστήριο Αμπελουργίας, Γεωπονική Σχολή Α.Π.Θ., 54124, Θεσσαλονίκη, τηλ. 2310998650, fax 2310998665, email [email protected] Ο γαλλικός όρος «terroir» περιγράφει ένα οικοσύστημα μέσα στο οποίο αλληλεπιδρούν στο χρόνο οι παράγοντες του φυσικού περιβάλλοντος (έδαφος και κλίμα), η άμπελος (ποικιλία και κλώνος) και ο άνθρωπος (παραδοσιακές αμπελουργικές και οινοποιητικές τεχνικές). Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται διεθνώς όχι μόνο ως δηλωτικό της ποιότητας του οίνου αλλά κυρίως της γνησιότητας (γεωγραφική προέλευση) και της αυθεντικότητάς του (μοναδικά και ιδιαίτερα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά) προσδίδοντας μία φήμη και ασφαλώς μία προστιθέμενη αξία στο τελικό προϊόν. Μεταξύ των παραγόντων του φυσικού περιβάλλοντος, το έδαφος είναι εκείνο στο οποίο αποδίδονται συχνότερα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των οίνων μίας περιοχής. Η ερμηνεία αυτής της επίδρασης γίνεται με όρους άλλοτε γεωλογικούς και άλλοτε καθαρά εδαφολογικούς. Η επίδραση της γεωλογίας αφορά κυρίως το ρόλο των πετρωμάτων στην εδαφογένεση αλλά είναι απομακρυσμένη από τον οίνο καθώς το ριζικό σύστημα της αμπέλου σπάνια έρχεται σε άμεση επαφή με το γεωλογικό υπόστρωμα. Σε ό,τι αφορά το έδαφος, η άμπελος προσαρμόζεται σε μεγάλο εύρος εδαφικών συνθηκών (εξαιρούνται προβληματικά, μη στραγγιζόμενα, έντονα αλατούχα και όξινα εδάφη κλπ) και σε ελάχιστες περιπτώσεις η ωρίμανση της σταφυλής επηρεάζεται άμεσα από αυτές (π.χ. χαλικώδη εδάφη του Chateauneuf-duPape, ηφαιστειακά εδάφη Σαντορίνης κλπ). Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχουν εδαφικοί τύποι που να κατέχουν το «προνόμιο» παραγωγής ποιοτικών οίνων. Εξαιρετικά κρασιά παράγονται σε πληθώρα εδαφικών συνθηκών, ανάλογα με το κλίμα, την ποικιλία, τον τύπο οίνου κλπ. Η ορθότερη ερμηνεία του ρόλου του εδάφους στο terroir είναι η αγρονομική, δηλαδή η διερεύνηση του ρόλου του εδάφους στη φυσιολογία της αμπέλου (και κατ’επέκταση στην ωρίμανση της σταφυλής) και ιδιαίτερα του τρόπου με τον οποίο οι εδαφικοί παράγοντες (κυρίως βάθος και φυσικές/χημικές παράμετροι) επηρεάζουν το υδατικό καθεστώς και την ανόργανη θρέψη της αμπέλου. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η υψηλή ποιότητα του οίνου συνδέεται με κάποιον περιοριστικό εδαφικό παράγοντα (κυρίως το νερό και δευτερευόντως το άζωτο) που μειώνει τη ζωηρότητα και την παραγωγή των πρέμνων και εξασφαλίζει μία πλήρη τεχνολογική, φαινολική και αρωματική ωρίμανση. Στο Bordeaux, οι πιο φημισμένοι οίνοι προέρχονται από τελείως διαφορετικά εδάφη (λ.χ. εδάφη ρηχά πάνω σε ασβεστόλιθο στο Saint Emilion, έντονα αργιλλώδη στο Pomerol, φτωχά αμμώδη-χαλικώδη στο Medoc κλπ) που έχουν όμως ως κοινό χαρακτηριστικό την πρόκληση μίας ήπιας υδατικής καταπόνησης στην άμπελο κατά την περίοδο ωρίμανσης. Ο έτερος εκ των παραμέτρων του περιβάλλοντος, το κλίμα, είναι ο πλέον σημαντικός για την ευδοκίμηση της αμπέλου και για τη διαμόρφωση των ποιοτικών 3 χαρακτηριστικών της παραγωγής της, τόσο διαμέσου των γενικών κλιματικών παραμέτρων (θερμοκρασία, ηλιοφάνεια, βροχόπτωση κλπ) μίας περιοχής (τοπικό κλίμα ή μεσοκλίμα) όσο και της μεταξύ των ετών διακύμανσής τους (εσοδεία). Μεταξύ των κλιματικών παραμέτρων, η θερμοκρασία έχει το σπουδαιότερο ρόλο για την προσαρμογή της αμπέλου σε μία περιοχή. Η άμπελος είναι φυτό των εύκρατων περιοχών (35º με 50º γεωγραφικό πλάτος) και έχει ως ελάχιστες απαιτήσεις μία μέση θερμοκρασία βλαστικής περιόδου 13 ºC και απόλυτα ελάχιστη -15 με -20 ºC (ανάλογα με την ποικιλία). Η θερμοκρασία επηρεάζει το χρόνο εμφάνισης των φαινολογικών σταδίων της αμπέλου (πρωιμότερη εμφάνιση της εκβλάστησης, άνθισης, περκασμού και επιτάχυνση του ετήσιου κύκλου σε θερμότερες συνθήκες) και συνεπώς καθορίζει το χρόνο της φυσιολογικής ωρίμανσης της σταφυλής. Επιπλέον, η θερμοκρασία της περιόδου ωρίμανσης επιδρά στις διεργασίες του πρωτογενούς αλλά και του δευτερογενούς μεταβολισμού της ράγας. Η παραγωγή οίνων με έντονο ποικιλιακό αρωματικό χαρακτήρα ευνοείται γενικά σε ήπιες θερμοκρασίες κατά την περίοδο ωρίμανσης (μέγιστη συσσώρευση σακχάρων σε θερμοκρασία <30 ºC, μειωμένος καταβολισμός του μηλικού οξέος σε συνθήκες χαμηλής θερμοκρασίας, ευνοϊκή θερμοκρασία για τη σύνθεση ανθοκυανών μεταξύ 20 και 25 ºC και μεταξύ 18 και 21 ºC για τη σύνθεση αρωματικών ενώσεων). Επειδή όμως οι πολυάριθμες οινοποιήσιμες ποικιλίες αμπέλου έχουν διαφορετικές θερμικές απαιτήσεις για την ολοκλήρωση του ετήσιου κύκλου τους και για την πλήρη ωρίμανση της παραγωγής τους, το άριστο θερμοκρασιακό εύρος στο οποίο επιτυγχάνεται η οργανοληπτική ποιότητα και η βέλτιστη έκφραση του ποικιλιακού χαρακτήρα είναι διαφορετικό για κάθε ποικιλία. Για το λόγο αυτό, όταν η καλλιέργεια της αμπέλου αποσκοπεί στην παραγωγή οίνων ποιότητας και τυπικότητας (οίνοι terroir), θα πρέπει οι κλιματικές (και κυρίως οι θερμικές) απαιτήσεις της ποικιλίας προς φύτευση να συνάδουν με το τοπικό κλίμα. Έτσι, η επιλογή ποικιλίας με μικρές θερμικές απαιτήσεις για την ολοκλήρωση του ετήσιου κύκλου της (πρώιμη) σε μία θερμή περιοχή με μεγάλη βλαστική περίοδο οδηγεί σε απότομη αύξηση των σακχάρων, απώλεια οξέων και ασύγχρονη ωρίμανση των τμημάτων της ράγας. Αντιστρόφως, η επιλογή ποικιλίας με μεγάλες θερμικές απαιτήσεις (μεγαλύτερος ετήσιος κύκλος) σε μία ήπια/ψυχρή κλιματικά περιοχή οδηγεί σε ανεπαρκή ωρίμανση και «φυτικά» αρώματα στον οίνο. Η επιλογή ποικιλίας με θερμικές απαιτήσεις συμβατές με το τοπικό κλίμα μετατοπίζει χρονικά την περίοδο ωρίμανσης σε ήπιες κλιματικές συνθήκες (ΣεπτέμβριοςΟκτώβριος στο Β. Ημισφαίριο) εξασφαλίζοντας μία σταδιακή και πλήρη ωρίμανση της παραγωγής και μεγιστοποίηση του ποικιλιακού χαρακτήρα στον οίνο. Εξάλλου, στις περισσότερες παραδοσιακές οινοπαραγωγικές περιοχές του παλαιού οινικού κόσμου, οι τοπικές ποικιλίες κάθε περιοχής ολοκληρώνουν τον κύκλο τους και φτάνουν στην πλήρη ωρίμανση της παραγωγής τους κατά τους πρώτους φθινοπωρινούς μήνες όταν οι καιρικές συνθήκες είναι οι πλέον κατάλληλες για την ωρίμανση της σταφυλής (λ.χ. Pinot noir στη Βουργουνδία, Riesling στην Αλσατία, Merlot στο Bordeaux, Sangiovese στην Τοσκάνη, Nebbiolo στο Piemonte, Ξινόμαυρο στη Νάουσα, Αγιωργίτικο στη Νεμέα, Μοσχοφίλερο στη Μαντινεία, Ξυνιστέρι στην Κύπρο κλπ). Με βάση τα παραπάνω, δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι τύποι εδάφους και κλίματος που να εξασφαλίζουν τη βέλτιστη ποιότητα και τυπικότητα των οίνων. Η έκφραση του χαρακτήρα του terroir είναι όμως συνδεδεμένη συνήθως με δύο κύρια 4 χαρακτηριστικά: την ταύτιση των θερμικών απαιτήσεων της ποικιλίας (πρωιμότητα) με το τοπικό κλίμα και την ύπαρξη ενός ήπια περιοριστικού εδαφικού παράγοντα (υδατικού ή/και θρεπτικού) κατά την αύξηση της αμπέλου και την ωρίμανση της ράγας. Στην περίπτωση που η απόκλιση από τις παραπάνω προϋποθέσεις είναι μεγάλη (πρωιμότητα ποικιλίας μη συμβατή με το τοπικό κλίμα ή/και περιοριστικός εδαφικός παράγοντας ανεπαρκής ή υπερβολικός) ενδυναμώνεται ο ρόλος των αμπελουργικών τεχνικών (υποκείμενο, σχήμα διαμόρφωσης, διευθέτηση φυλλώματος-μικροκλίμα, άρδευση, λίπανση κλπ) στην επίτευξη των επιθυμητών προδιαγραφών του τελικού προϊόντος. Η σημασία του φυσικού περιβάλλοντος στον ιδιαίτερο χαρακτήρα των οίνων, οδήγησε από νωρίς στον καθορισμό ζωνών γεωγραφικής προέλευσης των οίνων. Πρόσφατα, ο Διεθνής Οργανισμός Αμπέλου και Οίνου (OIV), στο πλαίσιο των εργασιών της Επιτροπής Αμπελουργίας, εκπόνησε μία ολοκληρωμένη μεθοδολογία καθορισμού οινοπαραγωγικών ζωνών με βάση το έδαφος και το κλίμα (Méthodologie de zonage vitivinicole au niveau du sol et du climat) με τη συνδρομή των καθηγητών Cornelis van Leeuwen του Πανεπιστημίου του Bordeaux και Benjamin Bois του Πανεπιστημίου της Βουργουνδίας. Τα οφέλη μίας τέτοιας μεθοδολογίας, πέρα από τη διερεύνηση του δυναμικού παραγωγής οίνων συγκεκριμένης τυπικότητας (δηλ. την οριοθέτηση ζωνών ΠΟΠ/ΠΓΕ) είναι και η διερεύνηση προσαρμογής ποικιλιών σε μία περιοχή, η βελτίωση/προσαρμογή καλλιεργητικών πρακτικών (υποκείμενο, αραίωμα φορτίου κλπ), η επιλεκτική διαχείριση αμπελοτεμαχίων, η βελτιστοποίηση χρήσης φυσικών πόρων (νερό κλπ) και η προστασία του αμπελουργικού τοπίου. Βέβαια η εφαρμογή μίας τέτοιας μεθοδολογίας έχει σημαντικές δυσκολίες: τη μεγάλη παραλλακτικότητα του εδάφους σε μικρή απόσταση (λιγότερο για το κλίμα), την απαίτηση για συνδρομή από πολλές επιστημονικές ειδικότητες (γεωλόγοι, εδαφολόγοι, κλιματολόγοι, γεωπόνοι, οινολόγοι κλπ), το υψηλό κόστος (ανάλογα με την απαιτούμενη κλίμακα) και τη χρήση διαφορετικών κριτηρίων επιλογής ανάλογα με το σκοπό (είδος οίνου, ποικιλία κλπ.). Σε ό,τι αφορά τη μεθοδολογία με βάση το κλίμα, απαιτείται καταρχήν συλλογή αξιόπιστων κλιματικών δεδομένων είτε από μετεωρολογικούς σταθμούς είτε από δορυφορικές πηγές. Τα δεδομένα θα πρέπει να καλύπτουν μεγάλες χρονοσειρές και να είναι ασφαλώς αντιπροσωπευτικά των υπό εξέταση αμπελουργικών περιοχών. Τα πρωτογενή δεδομένα χρησιμοποιούνται στη συνέχεια για τον υπολογισμό κλιματικών δεικτών ανάλογα με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Έτσι, για τη διερεύνηση της διάρκειας της βλαστικής περιόδου και της ικανότητας προσαρμογής ποικιλιών σε μία περιοχή, χρησιμοποιούνται (1) η μέση θερμοκρασία βλαστικής περιόδου, (2) ο δείκτης του Winkler και (3) ο ηλιοθερμικός δείκτης του Huglin. Για τη διερεύνηση του δυναμικού μίας περιοχής για παραγωγή οίνων συγκεκριμένης τυπικότητας χρησιμοποιούνται (1) ο δείκτης νυχτερινής θερμοκρασίας, (2) ο αριθμός ημερών με μέγιστη θερμοκρασία > 30 ºC και > 35 ºC, (3) το ημερήσιο θερμομετρικό εύρος, (4) η καλοκαιρινή βροχόπτωση (Άνθιση – Ωρίμανση), (5) η ημερήσια εξατμισοδιαπνοή κ.ο.κ. Το τελικό στάδιο της μεθοδολογίας με βάση το κλίμα είναι η γεωαναφορά των πρωτογενών και επεξεργασμένων δεδομένων και η χωρική αποτύπωση με τη μορφή θεματικών χαρτών, κάτι που απαιτεί πυκνό δίκτυο σταθμών και, όπου αυτό δεν είναι 5 δυνατό, παρεμβολή δεδομένων. Οι κλιματικοί χάρτες επιτρέπουν τον εντοπισμό ομοειδών κλιματικών ζωνών με τη χρήση κατάλληλων λογισμικών γεωστατιστικής. Η μεθοδολογία καθορισμού ζωνών με βάση το έδαφος ακολουθεί συνήθως τα εξής στάδια: τη μελέτη της γεωλογίας, τη μελέτη της γεωμορφολογίας, την εδαφολογική μελέτη και τέλος την επαλήθευση της μεθοδολογίας στο επίπεδο της οικοφυσιολογίας της αμπέλου και των χαρακτηριστικών της παραγωγής της. Η γεωλογική μελέτη παρέχει χρήσιμες πληροφορίες για τις συνθήκες εδαφογένεσης ενώ έχει μικρότερη παραλλακτικότητα σε σχέση με έδαφος, έχει μικρό κόστος (το σύνολο της ελληνικής επικράτειας είναι χαρτογραφημένο γεωλογικά) αλλά δεν συνδέεται άμεσα με τα χαρακτηριστικά της αμπέλου. Η γεωμορφολογική προσέγγιση (ανάγλυφο, τοπογραφία, υψόμετρο κλπ.) παρέχει επιπρόσθετες πληροφορίες για το έδαφος (βάθος), συνδέεται με χαρακτηριστικά του μεσοκλίματος (προσανατολισμός κλίσης, υψόμετρο), έχει μικρότερο κόστος λόγω της μεγάλης προόδου στον τομέα των γεωγραφικών συστημάτων πληροφοριών (GIS) αλλά μειονεκτεί, όπως και η προηγούμενη μεθοδολογία, στην απουσία άμεσης σύνδεσης με τα χαρακτηριστικά της αμπέλου. Η εδαφολογική μελέτη είναι η πιο ολοκληρωμένη (ιδιαίτερα εφόσον συμπληρώνεται από την εκτίμηση του βάθους του εδάφους) καθώς παρέχει μεγαλύτερη ακρίβεια και συνδέεται πιο άμεσα με τα χαρακτηριστικά της αμπέλου. Εντούτοις το κόστος της είναι πολύ υψηλότερο (ιδιαίτερα μάλιστα όταν η απαιτούμενη κλίμακα είναι μεγάλη) καθώς απαιτεί διάνοιξη εδαφοτομών και φρεατίων και διενέργεια εδαφολογικών αναλύσεων στο εργαστήριο. Η επιλογή της κλίμακας εξαρτάται από το μέγεθος και τους επιθυμητούς στόχους της χαρτογράφησης. Για το επίπεδο ενός αμπελοτεμαχίου, η κλίμακα πρέπει είναι μεγάλη και λεπτομερής, π.χ. 1:500 με 1:1.000, για επίπεδο ενός μεγάλου κτήματος 1:2.500 με 1:5.000 ενώ μειώνεται στην περίπτωση εδαφολογικών μελετών σε επίπεδο ζώνης ΠΟΠ (1:10.000 με 1:25.000 για μικρή ζώνη και 1:50.000 με 1:100.000 για μεγαλύτερες). Ανάλογα με την επιλεγμένη κλίμακα είναι ο αριθμός των παρατηρήσεων ανά μονάδα επιφάνειας και το απαιτούμενο κόστος σύμφωνα με τον Πίνακα 1 (μεγάλη κλίμακα χαρτογράφησης είναι πιο ακριβής αλλά και πιο δαπανηρή). Πίνακας 1. Αριθμός παρατηρήσεων και δειγματοληψιών ανάλογα με την κλίμακα της εδαφολογικής μελέτης (πηγή OIV) Κλίμακα Αριθμός στρεμμάτων ανά φρεάτιο Αριθμός Ημερήσια στρεμμάτων έκταση (στρ) ανά εδαφοτομή Κόστος (€) ανά στρέμμα (τιμές 2000) 1/2.500 1 με 2 40 με 100 20 με 40 30 με 40 1/10.000 5 με 30 100 με 500 400 με 800 3 με 6 1/25.000 50 με 200 500 με 2000 1000 με 2500 1,5 με 2 1/100.000 500 με 1000 3000 με 10000 5000 με 10000 0,15 με 0,30 Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα τέτοιων μελετών μπορεί σήμερα να αυξηθεί με τη χρήση των νέων τεχνολογιών γεωργίας ακριβείας (λ.χ. ηλεκτρική αγωγιμότητα του εδάφους, δείκτες βλάστησης) που επιτρέπουν τη γρήγορη χαρτογράφηση του 6 εδάφους ή του αμπελώνα και τη σημαντική μείωση του κόστους καθώς επιτρέπουν τη μείωση του αριθμού των παρατηρήσεων ανά μονάδα επιφάνειας. Για την επαλήθευση της μεθοδολογίας καθορισμού ζωνών, θα πρέπει να γίνεται (σε ένα περιορισμένο δείγμα αμπελοτεμαχίων) μία μελέτη της οικοφυσιολογίας της αμπέλου (με μέτρηση παραμέτρων όπως υδ.δυναμικό, χλωροφύλλη, άζωτο, φωτοσύνθεση, αύξηση βλαστών κλπ) αλλά και αξιολόγηση της ωρίμανσης των σταφυλιών και των χημικών και οργανοληπτικών χαρακτηριστικών των οίνων. Σήμερα, νέες μέθοδοι επιτρέπουν τη συλλογή και γεωαναφορά μεγάλου αριθμού δεδομένων συνδεδεμένων με τη φυσιολογία της αμπέλου (λ.χ. ισοτοπικός δείκτης δ13C για το υδατικό καθεστώς, δείκτης βλάστησης NDVI για την αζωτούχο θρέψη και ζωηρότητα κλπ) και επιτρέπουν τη μείωση του κόστους της οικοφυσιολογικής μελέτης. Συμπερασματικά, οι δύο μεθοδολογίες καθορισμού ζωνών (με βάση το έδαφος και το κλίμα αντίστοιχα) μπορούν να χρησιμοποιούνται μαζί ή χωριστά ανάλογα με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Έτσι, για τη διερεύνηση του δυναμικού μίας περιοχής για παραγωγή οίνων ορισμένης τυπολογίας, οι δύο μεθοδολογίες πρέπει να χρησιμοποιούνται συμπληρωματικά. Εφόσον ο σκοπός είναι η επιλογή ποικιλίας, η μεθοδολογία με βάση το κλίμα είναι επαρκής ενώ αντίθετα όταν ο σκοπός είναι η προσαρμογή καλλιεργητικών παραμέτρων (σχήμα διαμόρφωσης, υποκείμενο κλπ.) ή χωρικά διαφοροποιημένη διαχείριση αμπελώνα, η μεθολογία με βάση το έδαφος είναι η καταλληλότερη. 7 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΑΚΡΙΒΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΙΑ Δημήτριος Γεωργίου Τάσκος Ι. Μπουτάρης & Υιός Οινοποιητική Α.Ε., Στενήμαχος Ημαθίας, 59 200 Νάουσα, Τηλ. 6979000535 - 2332059717, Fax. 2332041240, [email protected] Οι τεχνολογίες και οι μέθοδοι που θα αναφερθώ, και που έχει επικρατήσει να ονομάζονται συνολικά Αμπελουργία Ακριβείας (ΑΑ, Precision Viticulture), αποτελούν εξελίξεις της τελευταίας 15ετίας και συνδέονται σε μεγάλο βαθμό με τις σύγχρονες τάσεις στην παραγωγή των σταφυλιών και του οίνου. Θεωρώ λοιπόν σκόπιμο, να αναφερθώ πρώτα στα βασικά χαρακτηριστικά του σύγχρονου αμπελώνα και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο αμπελουργός σήμερα. Στη συνέχεια, θα περιγράψω την ΑΑ, τα μέσα και τις μεθόδους της, καθώς και την σχέση της με την σύγχρονη αμπελουργία. Τέλος, θα αναφερθώ στις προκλήσεις που βάζει η νέα αυτή στρατηγική σχεδιασμού, εγκατάστασης, και διαχείρισης των αμπελώνων στον ερευνητή, στον αμπελουργό και τον οινοποιό. Σύγχρονη αμπελουργία Η σύγχρονη αμπελουργία λειτουργεί σε περιβάλλον εντεινόμενου ανταγωνισμού όπου η εφαρμογή στρατηγικών αποτελεσματικής διαχείρισης των αμπελώνων είναι κρίσιμη για τη επιτυχία μιας αμπελουργικής εκμετάλλευσης. Επομένως, η διαχείριση των αμπελώνων παραγωγής οινοποιήσιμων σταφυλιών, όπου η προστιθέμενη αξία των παραγόμενων προϊόντων μπορεί να είναι μεγάλη, πρέπει να είναι τέτοια ώστε να επιτυγχάνεται η οικονομική και περιβαλλοντική βιωσιμότητα τους. Όμως η εξασφάλιση της βιωσιμότητας και της κερδοφορίας εξαρτάται από τον ρυθμό επιστροφής του επενδυμένου κεφαλαίου, την πληρότητα της αξιοποίησης των διαθέσιμων πόρων, και την συμμόρφωση με υποχρεώσεις που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος και τη διατήρηση των φυσικών πόρων (Clingeleffer et al., 1999). Ιδιαίτερα, η διαχείριση των διαθέσιμων φυσικών πόρων και των εισροών, όπως του νερού, του εδάφους, και των θρεπτικών στοιχείων, είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί επιδρά στην αύξηση, την παραγωγή των σταφυλιών, και τη σύσταση της ράγας, και επομένως εν δυνάμει και στην ποιότητα του παραγόμενου οίνου (Keller, 2005). Σε κάθε περίπτωση, στη σύγχρονη αμπελουργία, η επίτευξη των στρατηγικών στόχων της καλλιέργειας του αμπελώνα εξαρτάται από τη δυνατότητα του αμπελουργού να λαμβάνει τις σωστές αποφάσεις διαχείρισης, στον σωστό χρόνο και να ενσωματώνει στην πρακτική του τις τεχνολογικές προόδους με την μεγαλύτερη ταχύτητα και αποτελεσματικότητα. Εύλογα τίθεται το ερώτημα αν έχει την δυνατότητα ο αμπελουργός να πετύχει όλα τα παραπάνω και αν ναι, πως. Είναι αποδεδειγμένο πια, ότι εδώ μπορεί να βοηθήσουν τα μέσα που προσφέρει σήμερα η ΑΑ κι αυτό γιατί υπάρχει κάτι στα αμπέλια που όταν δεν λαμβάνεται υπόψη μειώνει την αποτελεσματικότητα της καλλιέργειας και, εν δυνάμει και της οινοποίησης. 8 Η πρόκληση της ανομοιογένειας των αμπελώνων Από τότε που ο άνθρωπος καλλιεργεί αμπέλια και παράγει οίνο, γνωρίζει ότι η Γή, το έδαφος και η μορφολογία του, δεν είναι ομοιόμορφα. Αυτή η ανομοιομορφία δημιουργεί παραλλακτικότητα στη βλάστηση, στο σταφύλι, και τελικά στον οίνο. Έτσι, οι ποσοτικές και ποιοτικές παράμετροι της παραγωγής των αμπελώνων, παρουσιάζουν μεταβλητότητα στο χώρο και τον χρόνο και το μέγεθος της διακύμανσης αυτής μπορεί να είναι μεγάλο. Πράγματι, έχει παρατηρηθεί ότι μέσα στον ίδιο αμπελώνα τα διαλυτά στερεά συστατικά της ράγας παραλλάσσουν κατά 20 % ενώ οι φαινολικές ενώσεις και η απόδοση σταφυλιού πολύ περισσότερο (117 % και 900 % αντίστοιχα). Παρατηρούμε ότι ένα από τα ευρέως χρησιμοποιούμενα κριτήρια ωριμότητας και υπολογισμού της αξίας της σταφυλικής παραγωγής, η συγκέντρωση των διαλυτών στερεών είναι από αυτά που παραλλάσσουν λιγότερο στο χώρο εντός των αμπελώνων. Επειδή στην αμπελουργία τα επίπεδα των εισροών, όπως για παράδειγμα του νερού και των θρεπτικών στοιχείων, δεν είναι τόσο ψηλά όσο σε άλλες καλλιέργειες, μέχρι πρόσφατα δίνονταν έμφαση περισσότερο στην επίτευξη των κύριων καλλιεργητικών ποιοτικών και ποσοτικών στόχων και λιγότερο στους διαθέσιμους πόρους. Ωστόσο, τα αυξανόμενα κόστη παραγωγής, οι περιορισμοί στους διαθέσιμους πόρους όπως το νερό, αλλά και μια σειρά τεχνολογικών εξελίξεων επιβάλουν σήμερα την ανάγκη εφαρμογής νέων και πιο αποτελεσματικών μεθόδων σχεδιασμού και διαχείρισης (Proffitt and Bramley, 2010). Επιπλέον, τα τελευταία χρόνια έχει γίνει αποδεκτό ότι η αποτελεσματική διαχείριση των αμπελώνων πρέπει να παίρνει υπόψη και την μεγάλη διακύμανση της παραγωγής και της σύστασης των σταφυλιών που μπορεί να υπάρχει μέσα στους αμπελώνες (Hall et al., 2008). Η ύπαρξη της μεταβλητότητας των ιδιοτήτων της βλάστησης και του σταφυλιού στους αμπελώνες είναι γνωστή από παλιά. Ωστόσο, έλειπαν τα μέσα για την καταγραφή και ερμηνεία της, έτσι εκλαμβάνονταν ως αναπόφευκτο γεγονός και η διαχείριση ανομοιόμορφων αμπελώνων έτεινε να είναι ομοιόμορφη. Αμπελουργία ακριβείας Η αμπελουργία ακριβείας είναι ένα σύστημα λήψης αποφάσεων και διαχείρισης των αμπελώνων με το οποίο επιδιώκεται ο αποτελεσματικότερος έλεγχος της διαδικασίας παραγωγής, ώστε τελικά να επιτυγχάνεται η βελτιστοποίηση των εισροών και των μεθόδων καλλιέργειας και τελικά η παραγωγή προϊόντων ποιότητας με μικρότερο κόστος. Για την επίτευξη αυτών των στόχων, είναι απαραίτητη η γνώση της διακύμανσης εγγενών χαρακτηριστικών των αμπελώνων, όπως οι ιδιότητες του εδάφους και τα τοπογραφικά χαρακτηριστικά, καθώς και η ζωηρότητα και απόδοση των φυτών σε μεγάλη χωρική ευκρίνεια (Bramley, 2010). Έτσι, ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της αμπελουργίας ακριβείας είναι ο έλεγχος και η καταγραφή της διακύμανσης που εμφανίζουν στους αμπελώνες οι φυσικοί, χημικοί, και βιολογικοί παράγοντες που επηρεάζουν τις επιδόσεις των φυτών της αμπέλου (Hall et al., 2002). Στο εννοιολογικό πλαίσιο της στρατηγικής αυτής, η ύπαρξη σημαντικής μεταβλητότητας σε ένα αμπελουργικό σύστημα είναι ισοδύναμη με την ύπαρξη δυνατοτήτων βελτίωσης των επιδόσεων του αμπελώνα και ταυτόχρονα είναι προϋπόθεση για την εφαρμογή της. 9 Τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται στην ΑΑ, έρευνα και εφαρμογές Μπορούμε να φανταστούμε την ΑΑ σαν ένα κυκλικό μηχανισμό με δυνατότητα ανατροφοδότησης και διαρκούς βελτίωσης των επιδόσεων της παραγωγικής διαδικασίας. Τα κομβικά σημεία του μηχανισμού αυτού είναι η παρατήρηση και συλλογή δεδομένων, η χωρική τους περιγραφή, η ερμηνεία και αξιολόγηση τους, και τέλος η χωρικά διαφοροποιημένη διαχείριση. Ανάμεσα στις άλλες τεχνολογίες, ο δορυφορικός εντοπισμός θέσης (GPS) είναι η κύρια τεχνολογική εξέλιξη των τελευταίων ετών που έδωσε ώθηση στην καινούργια προσέγγιση της ΑΑ. Ωστόσο, μια σειρά από άλλες εξελισσόμενες τεχνολογίες επιτρέπουν την περιγραφή της διακύμανσης των ιδιοτήτων του εδάφους (π.χ. μηχανική σύσταση, διαθέσιμο βάθος, στράγγιση, διαθέσιμο νερό) και των φυτών (όγκος φυλλώματος και ζωηρότητα, θρεπτική κατάσταση, σύσταση της ράγας) με πολύ μεγάλη χωρική και χρονική ευκρίνεια. Η ΑΑ βρίσκει εφαρμογή είτε στο σχεδιασμό νέων αμπελώνων που πρόκειται να εγκατασταθούν είτε στη διαχείριση ήδη εγκατεστημένων αμπελώνων. Η έρευνα και η εφαρμογή των αποτελεσμάτων της δείχνει ότι και στις δύο αυτές περιπτώσεις μπορεί να υπάρξουν σημαντικά οφέλη για τον αμπελουργό και τον οινοποιό. Σε υπό εγκατάσταση αμπελώνες, η εγγενής ανομοιομορφία των χαρακτηριστικών του εδάφους και της μορφολογίας του, αλλά και του μεσοκλίματος του αμπελώνα, αντιμετωπίζεται εξαρχής και μόνιμα με προσαρμογή της σχεδίασης του αμπελώνα στις τοπικές συνθήκες. Έτσι, κρίσιμες αποφάσεις όπως για παράδειγμα η επιλογή του υποκειμένου και τον αποστάσεων φύτευσης μπορεί να γίνει με πολύ μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και πολύ καλύτερη τεκμηρίωση (Bramley, 2009). Επιπλέον, η στρατηγική διαχείρισης του εδάφους μπορεί να καθοριστεί με μεγαλύτερη ακρίβεια όπως και άλλες πλευρές της διαχείρισης όπως η άρδευση και το σύστημα της άρδευσης. Ένας αμπελώνας σχεδιασμένος στην βάση αυτών των τεχνολογιών είναι αναμφίβολα καλύτερα προσαρμοσμένος στην επιλεγμένη κατεύθυνση παραγωγής. Έχει πλέον αποδειχτεί ότι η παραδοσιακή δειγματοληψία για την καταγραφή των ιδιοτήτων του εδάφους, εργασία που γίνεται πριν την εγκατάσταση των αμπελώνων αλλά και αργότερα, δεν μπορεί να δώσει την πληροφορία της ΑΑ. Από την άλλη, η χρήση αισθητήρων που καταγράφουν έμμεσα τις μεταβολές των ιδιοτήτων του εδάφους μπορεί να δώσει την πληροφορία που χρειάζεται ο αμπελουργός για να πάρει αποφάσεις κατά την εγκατάσταση ή τη καλλιέργεια του αμπελιού του. Στην περίπτωση ήδη εγκατεστημένων αμπελώνων, μεταξύ των μεθόδων που χρησιμοποιούνται ευρέως στην ΑΑ για την περιγραφή και ανάλυση της χωρικής παραλλακτικότητας που παρουσιάζει η παραγωγή των πρέμνων και η σύσταση των σταφυλιών, η οπτική τηλεπισκόπιση παρέχει πληροφορία μεγάλης χρονικής και χωρικής ευκρίνειας. Στην άμπελο, οι ιδιότητες του φυλλώματος σχετίζονται στενά με την παραγωγή και τη σύσταση των σταφυλιών (Smart and Robinson, 1991). Επομένως, η απόκτηση της πληροφορίας για την μεταβλητότητα στο χώρο των επιδόσεων των πρέμνων είναι εφικτή, γιατί οι ιδιότητες του φυλλώματος συνδέονται άμεσα με τα χαρακτηριστικά του ηλιακού φωτός που αντανακλάται από το φύλλωμα (Hall et al., 2002). Το ανακλώμενο φώς, φυσικό ή τεχνητό, καταγράφεται από ειδικούς ανιχνευτές (sensors) που βρίσκονται σε απόσταση ή κοντά στο φύλλωμα των πρέμνων. Μετά από κατάλληλη ερμηνεία, η αποκτώμενη πληροφορία μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην καλλιέργεια των αμπελώνων. 10 Οι πρακτικές εφαρμογές περιλαμβάνουν της οπτικής τηλεπισκόπησης στην αμπελουργία 1. Στοχευόμενη και επιλεκτική συγκομιδή και εν δυνάμει παραγωγή οίνων υψηλότερης αξίας 2. Βελτίωση της αποτελεσματικότητας εφαρμογής φυτοφαρμάκων και θρεπτικών στο φύλλωμα με χρήση συστημάτων VRT (τεχνολογιών μεταβλητής παροχής) 3. Αποτελεσματικότερη εφαρμογή νερού 4. Αποτελεσματική παρακολούθηση της ωρίμασης των σταφυλιών Σε αντίθεση με τις μονοετείς καλλιέργειες όπου οι τεχνικές της γεωργίας ακριβείας εφαρμόστηκαν αρχικά, στην αμπελουργία οι πρώτες εφαρμογές αφορούσαν τη χρήση δορυφορικών εικόνων ή αεροφωτογραφιών που μετά από επεξεργασία και σε συνδυασμό με δειγματοληπτική επιτόπια αξιολόγηση της σύστασης των σταφυλιών, χρησιμοποιούνταν (και χρησιμοποιούνται ακόμη) στη χρήση επιλεκτικού ή κατευθυνόμενου τρυγητού. Έχει αποδειχτεί ότι μπορούν να προσφέρουν σημαντικά οικονομικά οφέλη και είναι κατάλληλες για τις περιπτώσεις αμπελώνων όπου ο τρύγος πραγματοποιείται χειρωνακτικά και η άμεση χαρτογράφηση της παραγωγής δεν είναι εφικτή. Μία παρόμοια προσέγγιση, όμως με αρκετά πλεονεκτήματα σε σχέση με τις δορυφορικές εικόνες και τις αεροφωτογραφίες, προσφέρει η εξελισσόμενη τεχνολογία των επίγειων αισθητήρων. Η έρευνα που έχει πραγματοποιηθεί στη χώρα μας όσο αφορά τη χρήση των επίγειων αισθητήρων στους αμπελώνες έδειξε ότι μπορούν να δώσουν αξιόλογες πληροφορίες για τη βλάστηση και παραμέτρους της σύστασης της ράγας όπως είναι η συγκέντρωση χρωστικών (Stamatiadis et al., 2006) (Stamatiadis et al., 2010). Παρότι η έρευνα αυτή πραγματοποιήθηκε σε αμπελώνες με έκταση από 5-10 στρ., η παραλλακτικότητα που παρατηρήθηκε σε διάφορα χαρακτηριστικά των φυτών ήταν σημαντική για να δικαιολογήσει την εφαρμογή μεθόδων ΑΑ. Ακόμη περισσότερο, πρόσφατη έρευνα στη βόρεια Ελλάδα (υπό δημοσίευση), σε αμπελώνες των ποικιλιών Cabernet Sauvignon και Ξινόμαυρο, έδειξε ότι με τη χρήση ενός νέου τύπου αισθητήρα φυλλώματος, μπορούμε να προβλέψουμε με ικανοποιητική ακρίβεια εκτός από τη βιομάζα χαρακτηριστικά όπως ο εφοδιασμός των φυτών με άζωτο, η περιεκτικότητα του φυλλώματος σε χλωροφύλλη, και η σύσταση των σταφυλιών. Μόλις πρόσφατα έγιναν διαθέσιμοι στην αγορά εξειδικευμένοι αισθητήρες για τον ταχύ προσδιορισμό των χρωστικών της σταφυλής στον αμπελώνα. Αυτή η εξέλιξη, όπως δείχνει σχετική έρευνα (Bramley et al., 2011), θα δώσει επιπλέον δυνατότητες στο αμπελουργό και τον οινοποιό να εφαρμόσουν τις πρακτικές της ΑΑ. PV και το οινοπέδιο (terroir) Είναι φανερό λοιπόν ότι η ΑΑ και οι τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται σε αυτή εξελίσσονται διαρκώς. Αυτή η εξέλιξη όμως, εκτός από τις εφαρμογές που έχει στον αμπελώνα, προβάλλει νέες προκλήσεις για τον αμπελουργό και τον οινοποιό. Έτσι, για παράδειγμα, ενώ η προσέγγιση της ΑΑ δίνει την δυνατότητα να κατανοήσουμε 11 πολύ καλύτερα τον τρόπο που το οινοπέδιο επηρεάζει την ανάπτυξη των φυτών της αμπέλου και την σύσταση των σταφυλιών, εγείρει ωστόσο το ερώτημα σε ποια χωρική κλίμακα εκδηλώνεται η επίδραση αυτή. Αλλιώς, μπορούμε να μιλάμε για διαφορές μεταξύ αμπελώνων όταν γνωρίζουμε ότι σημαντική παραλλακτικότητα των χαρακτηριστικών του οινοπέδιου υφίσταται εντός των αμπελώνων? Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στην οινοπαραγωγή. Επίσης, η ΑΑ βάζει το ερώτημα της επάρκειας της αμπελουργικής γνώσης, αφού εκθέτει με λεπτομέρεια πλευρές της λειτουργίας του οινοπέδιου. Συμπεράσματα 1. Η σχεδίαση και εγκατάσταση νέων αμπελώνων μπορούν να γίνουν με πιο αποτελεσματικό τρόπο. Ικανοποιητική τεχνογνωσία έχει αναπτυχθεί στη χώρα μας για την εφαρμογή τεχνολογιών της ΑΑ. Οι μικρές οινοποιητικές επιχειρήσεις μπορούν να ωφεληθούν. 2. Η ΑΑ μπορεί να δώσει προστιθέμενη αξία στο σταφύλι και στον οίνο, ακόμη και σε μικρούς αμπελώνες. 3. Τα τεχνολογικά μέσα της ΑΑ εξελίσσονται με ταχύτητα. Νέες λύσεις αλλά και προκλήσεις αναμένεται να προκύψουν. Η τεχνολογική πρόοδος της ΑΑ δεν μειώνει την ανάγκη για βασική γνώση αλλά την κάνει πιο επιτακτική. Βιβλιογραφία Clingeleffer, P. R., Sommer, K. J. and Walker, R. R. (1999). Holistic system approach for sustainable vineyard management for grape and wine quality.Proceedings of the Tenth Australian Wine Industry Technical Conference, Sydney, New South Wales. Eds. RJ Blair, AN Sas, PF Hayes and PB Hoj (Australian Wine Research Institute: Urrbrae) pp. pp. 188-196. Smart, R. and Robinson, M. (1991). Sunlight into wine: a handbook for winegrape canopy management. Winetitles. Bramley, R. G. V. (2009). Next steps in Precision Viticulture – Spatial data for improved design of vineyard (re-) planting. Bramley, R. G. V. (2010). Precision viticulture: managing vineyard variability for improved quality outcomes. Managing wine quality: Viticulture & wine quality, 1 445-480. Hall, A., Lamb, D., Holzapfel, B. and Louis, J. (2002). Optical remote sensing applications in viticulture - A review. Australian Journal of Grape and Wine Research, 8(1), 36-47. Hall, A., Louis, J. P. and Lamb, D. W. (2008). Low-resolution remotely sensed images of winegrape vineyards map spatial variability in planimetric canopy area instead of leaf area index. Australian Journal of Grape and Wine Research, 14(1), 917. 12 Keller, M. (2005). Deficit irrigation and vine mineral nutrition. American Journal of Enology and Viticulture, 56(3), 267-283. Proffitt, T. and Bramley, R. (2010). Further developments in Precision Viticulture and the use of spatial information in Australian vineyards. Australian viticulture, 14(1), 31-38. Stamatiadis, S., Taskos, D., Tsadila, E., Christofides, C., Tsadilas, C. and Schepers, J. S. (2010). Comparison of passive and active canopy sensors for the estimation of vine biomass production. Precision Agriculture, 11(3), 306-315. Stamatiadis, S., Taskos, D., Tsadilas, C., Christofides, C., Tsadila, E. and Schepers, J. S. (2006). Relation of ground-sensor canopy reflectance to biomass production and grape color in two merlot vineyards. American Journal of Enology and Viticulture, 57(4), 415-422. 13 Εγκατάσταση αμπελώνα - Κρίσιμες αποφάσεις Ηλίας Κόρκας Σχολή Τεχνολογίας Τροφίων & Διατροφής Τμήμα Οινολογίας & Τεχνολογίας Ποτών ΑΤΕΙ Αθήνας, Αγ, Σπυρίδωνα, 122 10 Αιγάλεω Τηλ. 210 53 85 503, Email: [email protected] Ερώτημα 1ον Συμφέρει, σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, η εγκατάσταση ενός νέου αμπελώνα; Σύμφωνα με μια μελέτη της «ΕΝΩΣΗΣ ΟΙΝΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΩΝΑ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.» κατά το 2004 το κόστος εγκατάστασης για 1 στρ. ανερχόταν = 1.363 € και το κόστος παραγωγής στα 352 €/στρ. (όπου το 80% αφορούν στις εργατοώρες – 3€/ώρα). Επομένως για ένα ετήσιο εισόδημα της τάξεως των 15.000€ απαιτούνται τουλάχιστον 51,5 στρ. αμπελώνα (=70.000 € κόστος εγκατάστασης). Στη συνέχεια αν λάβουμε υπόψη μας αφενός τις δαπάνες μηχανολογικού εξοπλισμού, που σήμερα ξεπερνούν τις 45.000 €, και αφετέρου το κεφάλαιο επένδυσης για την αγορά γης ύψους 105.000€ (51,5 στρ. Χ 2.000€), καταλήγουμε σ’ ένα συνολικό κεφάλαιο επένδυσης ύψους ≈ 220.000 €. Αυτό το ποσό μεταφράζεται σε συνολικό κόστος 457,40€ / στρ., 60,00€ = κόστος για την αγορά – τόκοι κεφαλαίου – ή ενοικίαση γης, 45,40€ κόστος εγκατάστασης (30 έτη), 352,00€ κόστος παραγωγής, για την παραγωγή 1.200 κιλών σταφυλιών, ήτοι ελάχιστη τιμή πώλησης σταφυλικής παραγωγής 0,38€. Ερώτημα 2ον Ποια τοποθεσία είναι κατάλληλη για την εγκατάσταση ενός νέου αμπελώνα; Η πιο σημαντική απόφαση για έναν αμπελώνα είναι ο προσδιορισμός της καταλληλότητας μιας τοποθεσίας, η οποία χαρακτηρίζεται από το μακροκλίμα (οι μακροπρόθεσμα επικρατούσες συνθήκες της περιοχής - θερμοκρασία, βροχοπτώσεις, άνεμοι), το μεσοκλίμα – Τοπογραφία (η εγγύτητα μεγάλων μαζών γης – βουνά- και υδάτων - λίμνες, θάλασσες - επηρεάζουν επίσης το τοπικό κλίμα ενός αμπελώνα, όπως επίσης η κλίση και ο προσανατολισμός μιας πλαγιάς) και το έδαφος (μηχανική σύσταση, φυσικοχημικές ιδιότητες κλπ.). Όσον αφορά στο μακροκλίμα, ν’ αποφεύγονται περιοχές που υπόκεινται σε χαμηλές θερμοκρασίες το χειμώνα (κατώτατο όριο -20ο C), όψιμους παγετούς την άνοιξη (εμφανίζονται μετά την έκπτυξη των οφθαλμών), υπερβολική ζέστη το καλοκαίρι (θερμοκρασίες > 30ο C σε συνδυασμό με υψηλές θερμοκρασίες τη νύχτα μειώνουν την ποιότητα των σταφυλιών και του κρασιού - ταχεία ωρίμανση - τα κρασιά είναι φτωχά σε φρουτώδη αρώματα), υψηλές τιμές βαθμοημερών ανάπτυξης (growing degree days - GDD) μεταξύ 1 Απριλίου και 31 Οκτωβρίου, υψηλή μέση θερμοκρασία του θερμότερου μήνα και απρόβλεπτες βροχοπτώσεις κατά την ωρίμανση (τέλη Αυγούστου - αρχές Οκτωβρίου) που καταστρέφουν την παραγωγή. 14 Οι βροχοπτώσεις δεν θεωρούνται γενικά ως κριτήριο επιλογής του τόπου, αλλά επηρεάζουν σημαντικά την παραγωγή σταφυλιών. Οι ανάγκες των αμπελιών σε νερό ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία τους, την παρουσία ή απουσία ανταγωνισμού από ζιζάνια, και τις συνθήκες εξάτμισης στους οποίες εκτίθενται τα αμπέλια. Ηλικιωμένα αμπέλια χρειάζονται 600 – 800 mm βροχής ετησίως. Ν’ αποφεύγονται περιοχές που αντιμετωπίζουν χρόνιες ελλείψεις νερού κατά τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου, ή να εξετάζετε η συμπλήρωση με αρδεύσεις. Μεσοκλίμα – Τοπογραφία: 1) Προσανατολισμός των πλαγιών: οι Ανατ., Βορ. και ΒΑ πλαγιές είναι μάλλον καλύτερες. Τα αμπέλια σε μια Ανατ. πλαγιά θα στεγνώσουν νωρίτερα (από δροσιά ή βροχή) από εκείνα που σε μια Δυτ. πλαγιά, πιθανώς μειώνοντας τα προβλήματα των ασθενειών. Νοτ. και Δυτ. πλαγιές είναι θερμότερες από Ανατ. και Βορ. Νότιες εκθέσεις ζεσταίνονται νωρίτερα την άνοιξη και μπορεί να προηγηθεί ελαφρώς η έκπτυξη των οφθαλμών σε σύγκριση με βόρειες πλαγιές, αλλά ως συνέπεια υφίστανται αυξημένοι κίνδυνοι παγοπληξίας. Νοτ. και Δυτ. πλαγιές μπορεί επίσης να είναι θερμότερες κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Γενικότερα μια πλήρης έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία και μια καλή κυκλοφορία του αέρα είναι σημαντική. 2) Κλίση εδάφους: Μια μικρή έως μέτρια κλίση μπορεί να είναι ευεργετική γιατί επιταχύνει την απορροή του ψυχρού αέρα. Γενικά, όσο πιο απότομη είναι η πλαγιά, τόσο πιο γρήγορα κινείται καθοδικά ο ψυχρός αέρας, με την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχουν εμπόδια στην κίνηση του αέρα. Απότομες πλαγιές, ωστόσο, μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα (μηχανήματα δύσκολο - επικίνδυνο να λειτουργήσουν, η διάβρωση του εδάφους αυξάνεται). Μια κλίση μεγαλύτερη από 1,5% είναι επιθυμητή αλλά να αποφευχθεί μεγαλύτερη του 15%. 3) Έδαφος: Το έδαφος θα πρέπει να παρέχει στα αμπέλια τα περισσότερα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά και το νερό. Τα αμπέλια ανέχονται ένα ευρύ φάσμα ειδών εδάφους και επιπλέον, μπολιασμένα σε ανθεκτικά υποκείμενα, μπορούν να επεκταθούν τα περιθώρια της καταλληλότητας ενός εδάφους σε κάποιο βαθμό. Ωστόσο, το έδαφος θα πρέπει να πληροί ορισμένα ελάχιστα προσόντα. Πρωταρχικής σημασίας μεταξύ των απαιτήσεων του εδάφους είναι το επαρκές βάθος (75 - 100 εκ. διαπερατό έδαφος) και η ικανότητα αποστράγγισης. Τα εδάφη χωρίς βάθος περιορίζουν την ανάπτυξη των ριζών και την ικανότητα των αμπελιών να αποκτήσουν το απαραίτητο νερό κατά τη διάρκεια εκτεταμένων περιόδων ξηρασίας. Οι ρίζες απαιτούν επίσης καλό αερισμό. Η ανάπτυξη των ριζών και η ευημερία της αμπέλου μειώνονται όταν το έδαφος είναι βαρύ κατά τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου. Καλά στραγγιζόμενα εδάφη είναι απαραίτητα για τους αμπελώνες. Τα ιδανικά εδάφη για αμπελώνες θα πρέπει να είναι μέτριας γονιμότητας. Η πείρα δείχνει ότι τα πολύ γόνιμα εδάφη μπορεί να περιπλέξουν τη διαχείριση αμπέλου, διότι ευνοούν την υπερβολική βλαστική ανάπτυξη. Αντίθετα, σε φτωχό έδαφος οι απαιτήσεις σε θρεπτικά συστατικά είναι μεγάλες, ώστε θα πρέπει να χορηγηθούν συστηματικά μεγάλες ποσότητες λιπασμάτων. Επιβάλλεται η δειγματοληψία του εδάφους πριν από τη φύτευση του αμπελώνα για τον προσδιορισμό του pH, της οργανικής ουσίας και της διαθεσιμότητας των μακροστοιχείων (P, K, Mg). Ένα έδαφος είναι ιδανικό για τα αμπέλια όταν η τιμή του pH κυμαίνεται από 6,0 – 7,0. 15 Ερώτημα 3ον Τι πρέπει να κάνω πριν την εγκατάσταση του αμπελώνα; Ένα χρόνο πριν από τη φύτευση θα πρέπει ν’ απομακρυνθούν δέντρα, θάμνοι και βράχια. Να ελεγχθεί και να διορθωθεί ανάλογα το pH και η περιεκτικότητα του εδάφους σε βασικά θρεπτικά στοιχεία. Να ακολουθήσει βαθιά άροση σε βάθος > 60 εκ. Να διορθωθούν τυχόν εσωτερικά προβλήματα αποστράγγισης. Να ξεκινήσει ο σχεδιασμός του αμπελώνα και να παραγγελθούν τα αμπέλια. Κατά το σχεδιασμό του αμπελώνα θα πρέπει: 1) Να αποφασιστεί η κατεύθυνση γραμμών φύτευσης: Σε επίπεδες τοποθεσίες ο προσανατολισμός των σειρών θα πρέπει να μεγιστοποιήσουν το μήκος των σειρών και να ελαχιστοποιήσουν τον αριθμό τους. Σε τοποθεσίες με κλίση οι γραμμές θα πρέπει να τοποθετηθούν κάθετα στην κυρίαρχο κλίση του τεμαχίου για την ελαχιστοποίηση της διάβρωσης του εδάφους. Ο προσανατολισμός των γραμμών παράλληλα με τους ανέμους κατά του θερινούς μήνες ενισχύει τον αερισμό του αμπελώνα (πολύ σημαντική επίδραση στην μείωση της θερμοκρασίας των σταφυλιών και του φυλλώματος, η οποία συμβάλλει σημαντικά στη βελτίωση της σύνθεσης σταφυλιών). Μια άλλη σκέψη είναι να μεγιστοποιηθεί η αξιοποίηση του ηλιακού φωτός από το φύλλωμα του αμπελιού. Μελέτες έχουν δείξει ότι σειρές προσανατολισμένες σε μια κατεύθυνση βορρά-νότου λαμβάνουν περισσότερο ηλιακό φως και παράγουν ελαφρώς υψηλότερες αποδόσεις από εκείνες που κατευθύνονται από ανατολικά προς τα δυτικά. Σε περιοχές με πολλές υγρασίες κατά τις πρωινές ώρες της ημέρας ενδείκνυται ένας προσανατολισμός από Α – Δ για να στεγνώνει γρήγορα το φύλλωμα και να αποφεύγονται οι επιβλαβείς ασθένειες (Περονόσπορος, Βοτρύτης κλπ.) 2) Να αποφασιστεί η απόσταση γραμμών φύτευσης. Η μέγιστη παραγωγικότητα επιτυγχάνεται όταν το μεγαλύτερο μέρος του ηλιακού φωτός είναι διαθέσιμο στο φύλλωμα του αμπελώνα. Η έρευνα δείχνει ότι η παραγωγικότητα των αμπελιών και η ποιότητα των σταφυλιών μεγιστοποιούνται όταν το φύλλωμά τους διαμορφώνεται σε λεπτά και κάθετα βλαστικά τείχη. Η απόσταση ανάμεσα σε δύο γειτονικές γραμμές δεν θα πρέπει να είναι μικρότερη από το προβλεπόμενο ύψος των βλαστικών τειχών για να ελαχιστοποιηθεί η σκίαση από τις γειτονικές γραμμές και επιπλέον να επιτρέπει την καλή κυκλοφορία του αέρα. Ένα συνηθισμένο ύψος γραμμικού αμπελώνα είναι 2,0 – 2,2 μ., όπου το ύψος του βλαστικού τείχους ανέρχεται στα 1,2 – 1,4 μ. Τα συμβατικά πλάτη όμως του μηχανολογικού εξοπλισμού καθορίζουν κατά κανόνα την ελάχιστη απόσταση μεταξύ των σειρών στα 2,40 - 3,00 μ. Σε εδάφη μέσης γονιμότητας, οι αλληλεπιδράσεις των ριζών σε συνεχόμενες γραμμές αμπελιών παύουν εντελώς όταν η απόσταση μεταξύ των γραμμών είναι > 2 μέτρων. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη το ύψος και το πάχος του φυλλώματος, για την εξάλειψη της σκίασης η σχέση ύψος/απόσταση βλαστικού τείχους θα πρέπει να είναι ≤ 0,8. 3) Να αποφασιστεί η πυκνότητα φύτευσης: Επιδρά τόσο στην απόδοση των φυτών όσο και στην ποιότητα των σταφυλιών. Δεν είναι παράξενο όταν ακούγεται, ότι η βελτίωση της ποιότητας των σταφυλιών σε νέους αμπελώνες απαιτεί, τουλάχιστον, μια πυκνότητα φύτευσης της τάξεως 500 έως 600 φυτών ανά στρέμμα, ή και περισσότερο. Η βασική ιδέα φαίνεται να υιοθετεί την άποψη, ότι η υψηλή πυκνότητα βελτιώνει την ποιότητα.Οι παράγοντες που επηρεάζουν την πυκνότητα φύτευσης είναι: η γονιμότητα του εδάφους, η υγρασία 16 του εδάφους, η θερμοκρασία και η ηλιοφάνεια του περιβάλλοντος, η ευρωστία της καλλιεργούμενης ποικιλίας, ο βαθμός εκμηχάνισης της καλλιέργειας κ.ά. Με αποστάσεις μεταξύ των σειρών φύτευσης > 3,00 μ. αυξάνεται η επιβάρυνση των φυτών πάνω από τη μέση αποδοτική ικανότητά τους, έτσι ώστε να μειώνεται η μέση απόδοση του αμπελώνα τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά. Σε κάθε φυτό θα πρέπει να αντιστοιχεί μια έκταση 2-3 μ2 (≈ 2,5 μ2), Το πλάτος της γραμμής (βλαστικού τοιχώματος) καθορίζει τον αριθμό των γραμμών ανά στρέμμα (συνεπώς και το συνολικό μήκος καρποφόρου ξύλου ανά στρέμμα) και έχει μεγάλη επιρροή στο ποσό της ηλιακής ενέργειας που μπορεί να απορροφηθεί. Συνεπώς, αυτό επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό το ύψος της παραγωγής ανά στρέμμα. Η απόσταση μεταξύ των φυτών επί της γραμμής και ως εκ τούτου η απόδοση ανά μέτρο γραμμής είναι η βασική παράμετρος για τη δημιουργία ποιοτικού σταφυλιού. Τα παγκόσμια στοιχεία δείχνουν ότι η καλύτερη ποιότητα σταφυλιών επιτυγχάνεται όταν ο αριθμός των αμπελιών κυμαίνεται από 250-400 ανά στρέμμα. Τα δεδομένα στη διεθνή βιβλιογραφία αποδίδουν προτεραιότητα στην «φυσιολογική ισορροπία» μιας δεδομένης φύτευσης, η οποία εξαρτάται από το περιβάλλον και κατά συνέπεια από τις διαφορετικές πυκνότητες. 17 ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΙΑΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΑΜΠΕΛΟΟΙΝΙΚΗΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ Χαρούλα Σπινθηροπούλου, Δρ. γεωπόνος, οινολόγος Αργατία Ο.Ε., Ροδοχώρι, Τ.Θ. 6, 59200 Νάουσα, τηλ. 6972884212, +302332051080, e-mail: [email protected] Θα ξεκινήσω την εισήγησή μου δίνοντας τον ορισμό της οικογενειακής εκμετάλλευσης όπως εγώ τον αντιλαμβάνομαι: Μια οικογενειακής μορφής επιχείρηση που περιλαμβάνει αμπελώνες και οινοποιείο και στην οποία όλες οι αναγκαίες εργασίες (καλλιέργεια αμπελώνων, παραγωγή κρασιού, διάθεση) πραγματοποιούνται από τα μέλη της οικογένειας. Για να είναι βιώσιμη μια τέτοια εκμετάλλευση θα πρέπει να διαθέτει 20-50 στρ, έκταση την οποία μια τετραμελής οικογένεια μπορεί άνετα να διαχειριστεί. Όταν μιλώ για ένα οικογενειακό οινοποιείο, το μυαλό μου πάντα πηγαίνει στη Βουργουνδία, όπου υπάρχουν πολλές οικογενειακές εκμεταλλεύσεις με εκτάσεις που μοιάζουν με αυτές των ελληνικών οικογενειακών εκμεταλλεύσεων και οι οποίες δραστηριοποιούνται σε ένα γεωμορφολογικό περιβάλλον που μοιάζει με αυτό πολλών ελληνικών περιοχών. Υπάρχουν βέβαια και σημαντικά στοιχεία διαφοροποίησης. Στη Βουργουνδία τα οικογενειακά οινοποιεία δραστηριοποιούνται μέσα σε ένα zonage viticole με ξεκάθαρα χαρακτηριστικά όσον αφορά την ποιότητα, τον χαρακτήρα, και την «τιμή» των κρασιών. Έχουν παράλληλα μια μακρόχρονη και συνεχή παράδοση και μια ιστορία που δικαιολογεί την τιμολογιακή πολιτική των οικογενειακών οινοποιείων και εξασφαλίζει τη βιωσιμότητά τους ακόμη και με ένα πολύ μικρό αριθμό φιαλών. Επισκεπτόμενος ένα τέτοιο οινοποιείο και έχοντας τις κατάλληλες διασυνδέσεις μπορείς να δοκιμάσεις κρασιά 20,30, 40, 50 ετών, να επισκεφτείς αμπελώνες που ξεπερνούν τα 100 έτη. Τι γίνεται στην Ελλάδα; Την τελευταία εικοσαετία έχουμε μία σημαντική αύξηση των οικογενειακής μορφής οινοποιείων, με αμπελώνες ηλικίας μικρότερης των 20 ετών (στις περισσότερες περιπτώσεις), χωρίς όμως ξεκάθαρους στόχους. Μικρά οινοποιεία που θέλουν να γίνουν Μπουτάρης στη θέση του Μπουτάρη, που να λεν ότι είναι οικογενειακά, αλλά να έχουν και τους εργάτες τους για να αισθάνονται «αφεντικά» Οι ιδιοκτήτες τους είναι γεωπόνοι, οινολόγοι, αμπελουργοί, γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί κλπ Ευτυχώς σε αρκετές περιπτώσεις η επιλογή της δημιουργίας μιας οικογενειακής αμπελοοινικής εκμετάλλευσης είναι συνειδητή. Σε πολλές όμως περιπτώσεις είναι καθαρά για την απόκτηση ενός prestige που θεωρείται ότι παρέχει η ενασχόληση με 18 το κρασί και μιας λάθος αντίληψης που συνδέει το «μου αρέσει να πίνω κρασί» με το «αγαπώ το κρασί». Έτσι οι ιδιοκτήτες συχνά στερούνται γνώσεων και δεν έχουν καμία διάθεση να εκπαιδευτούν, θεωρούν ότι τα ξέρουν όλα και ότι το κρασί τους είναι το καλύτερο, συνήθως χωρίς να μπουν στον κόπο να δοκιμάσουν κανένα άλλο. Δυστυχώς τα παραπάνω δεν είναι αποκυήματα της φαντασίας μου. Φυσικά θέλοντας να σας παρουσιάσω τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα μιας οικογενειακής εκμετάλλευσης δε θα μπορούσα παρά να παρουσιάσω ως παράδειγμα την δική μας εκμετάλλευση, την Αργατία. Καλλιεργούμε 21 στρ αμπελώνες γηγενών ποικιλιών με κυρίαρχη ποικιλία το Ξινόμαυρο, με βάση τις αρχές της βιολογικής γεωργίας. Οι πρώτοι μας αμπελώνες φυτεύτηκαν το 2000, ενώ το 2009 φυτέψαμε το τελευταίο μας αμπελοτεμάχιο. Κτίσαμε το οινοποιείο μας το 2006, το οποίο έχει μία δυναμικότητα 30 τν. Αυτή τη στιγμή παράγουμε 8000 φιάλες και το οινοποιείο βγάζει απλά τα έξοδά του. Θεωρούμε ότι σε δύο χρόνια που όλα τα αμπέλια μας θα είναι σε πλήρη παραγωγή θα φτάσουμε τις 15000 φιάλες, μέγεθος που εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα του οινοποιείου και την αξιοπρεπή μας διαβίωση. Όλες οι εργασίες γίνονται αποκλειστικά από τα μέλη τις οικογένειας και φίλους. Γιατί δημιουργήσαμε την αμπελοοινική 1. Γιατί θέλαμε να αλλάξουμε τρόπο ζωής μας εκμετάλλευση; 2. Για να αξιοποιήσουμε τα αποτελέσματα της εικοσαετούς έρευνας και της εμπειρίας μας στην πράξη 3.Γιατί αγαπάμε τον τόπο μας και θέλαμε να βοηθήσουμε στην αγροτοτουριστική του ανάπτυξη Ας δούμε τώρα τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της μικρής μας οικογενειακής εκμετάλλευσης στις διάφορες φάσεις της παραγωγικής διαδικασίας. ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΙΟΥ Εδώ μόνο πλεονεκτήματα μπορώ να αναφέρω: Το κόστος διαχείρισης των αμπελώνων μας είναι μικρότερο σε σχέση με μεγαλύτερα μεγέθη που απαιτούν ξένη εργασία, το δε ετήσιο κόστος παραγωγής σταφυλιού ανέρχεται στα 30-40 λεπτά Δουλεύοντας ο ίδιος τα αμπέλια σου, αποκτάς ακριβή γνώση των ιδιαιτεροτήτων του κάθε αμπελοτεμαχίου και της ποιότητάς του, αλλά και βιώνεις τις ιδιαιτερότητες της κάθε χρονιάς Επεμβαίνεις έγκαιρα στην κάθε εργασία αφού δεν έχεις ωράριο. Το σημαντικότερο όμως πλεονέκτημα είναι το γεγονός ότι δουλεύεις σε ένα υγιές περιβάλλον και βλέπεις κάθε χρόνο το αποτέλεσμα των ενεργειών σου. Δεν υπάρχει ωραιότερο πράγμα από αυτό. Ακόμα και τις εποχές τις βιώνεις διαφορετικά μέσα στο αμπέλι. 19 ΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Τα αρνητικά σημεία είναι αρκετά και ξεκινούν από το μικρό μέγεθος της εκμετάλλευσης και από το γεγονός ότι για καθαρά ερευνητικούς σκοπούς φυτέψαμε αρκετές ελληνικές ποικιλίες και κλώνους ποικιλιών. Οι διαφορετικής ωρίμανσης ποικιλίες, τα διαφορετικά εδάφη που καλλιεργείται η ίδια ποικιλία παρουσιάζουν μία σχετική δυσκολία διαχείρισης της πρώτης ύλης στο βέλτιστο της τεχνολογικής ωριμότητας της κάθε ποικιλίας. Επιπλέον οι μικρές ποσότητες αναγκάζουν στη χρήση πολλών μικρών δεξαμενών με υψηλότερο κόστος αγοράς. Από την άλλη χρειάζεσαι ένα μικρό πιεστήριο και περισσότερες πιέσεις και άρα περισσότερη εργασία. Γενικά όλος ο εξοπλισμός της οινοποίησης είναι αναλογικά ακριβότερος. Υψηλότερο είναι και το κόστος των αναλωσίμων οινοποίησης, χρειάζεσαι κάποια γραμμάρια ενός σκευάσματος για μια δεξαμενή και είσαι αναγκασμένος να αγοράσεις μία μεγάλη συσκευασία που μπορεί το υπόλοιπο να μη σου ξαναχρειαστεί ή να έχει την επόμενη φορά που θα το θέλεις να έχει λήξει. Αλλά και το κόστος των αναλύσεων είναι υψηλό. Πληρώνεις το ίδιο για ένα δείγμα από μία 2τν δεξαμενή ή μία 20τν. Το κόστος των υλικών συσκευασίας είναι επίσης υψηλό και έχεις και επιπλέον το βραχνά της κατώτερης παραγγελίας. Θυμάμαι τον πρώτο χρόνο που παραγγείλαμε καψύλια και κιβώτια, η παραγγελία μας ήταν για 5 χρόνια με ότι αυτό συνεπάγεται (χρήματα, αποθήκευση κλπ). Ξεκινήσαμε με 3 διαφορετικές φιάλες για να καταλήξουμε σε μία προσπαθώντας να βελτιώσουμε τη διαχείρισή τους. Τέλος έχουμε να αντιμετωπίσουμε και το πολύ υψηλό κόστος των ασφαλιστικών ταμείων. Στα θετικά στοιχεία θα ήθελα να αναφέρω την παραγωγή κρασιών που φέρνουν το στίγμα της χρονιάς, τη μικρότερη καταπόνηση του σταφυλιού και του γλεύκους κατά την οινοποίηση αφού χρησιμοποιούμε όπου μπορούμε τα χέρια μας και όχι τα μηχανήματα, την αξιοποίηση όλου του σταφυλιού (τσίπουρο για οικογενειακή κατανάλωση, κομπόστ για τον μπαξέ κλπ) και τέλος ένα σχετικά μικρότερο λειτουργικό κόστος κυρίως όσον αφορά τη θέρμανση που είναι πολύ σημαντικός παράγοντας του κόστους στη βόρεια Ελλάδα και το ρεύμα (αφού θερμαίνουμε και καίμε ρεύμα μόνο όταν είμαστε στο οινοποιείο). ΕΜΠΟΡΙΑ Και εδώ οι δυσκολίες είναι μεγάλες. Το κόστος συνεχούς διαφήμισης με τους συνήθεις τρόπους (καταχωρήσεις, συμμετοχές σε διαγωνισμούς και εκθέσεις κλπ) είναι υψηλό σε σχέση με τα μεγέθη μας. Το ίδιο και η αποστολή κρασιών στην Ελλάδα και το εξωτερικό για τους ίδιους σκοπούς (το κόστος αποστολής μιας φιάλης είναι διπλάσιο, τριπλάσιο ή και τετραπλάσιο από την τιμή της). Αλλά και το να στείλεις κρασιά σε έναν πελάτη στο εξωτερικό κοστίζει. Πληρώνεις τα ίδια χρήματα στο τελωνείο εάν στείλεις 10 κιβώτια ή μία παλέτα. Και είναι 20 δύσκολο να ενταχθείς σε ένα εμπορικό δίκτυο με το βαθμό δυσκολίας να είναι αντιστρόφως ανάλογος της παραγωγής που διαθέτεις. Πολλά από τα προβλήματα αυτά λύνονται ή αντιμετωπίζονται ως ένα βαθμό με συνεργασία (κάτι που για μας τους έλληνες είναι το μελανό μας σημείο): Συμμετέχοντας σε συλλογικούς φορείς του κλάδου (π.χ. ΕΝΟΑΒΕ), μπορείς να εξασφαλίσεις την παρουσία σου στο προσκήνιο μέσα από ομαδικές προωθητικές ενέργειες (εκθέσεις, διαγωνισμούς, έντυπα, καταχωρήσεις κλπ). Δημιουργώντας το δίκτυο μικρών παραγωγών (Αυθεντικά Οινοποιεία) με στόχο την προώθηση των πωλήσεων κυρίως στο εξωτερικό με κοινές δράσεις, ακόμα και κοινές αποστολές σε επιλεγμένες χώρες στόχους ως ελληνικό κρασί. Το μεγάλο πλεονέκτημα των μικρών οικογενειακών οινοποιείων είναι η δυνατότητά τους να πουλούν απευθείας στον καταναλωτή. Στόχος μας είναι η πώληση του κύριου όγκου της παραγωγής από το οινοποιείο. Προσπαθούμε να συνδυάσουμε το κρασί με την τοπική γαστρονομία και κυρίως με προϊόντα που το ίδιο το οινοποιείο παράγει. Αυτό σου δίνει τη δυνατότητα πιο άμεσης και ζεστής επαφής με τον καταναλωτή, τον φέρνεις πιο κοντά, αποκτάς προσωπική σχέση. Έχεις παράλληλα τη δυνατότητα διαφορετικής τιμολογιακής πολιτικής σε σχέση με την ποιότητα της χρονιάς, γίνεσαι πιο «ειλικρινής». Για να γίνει αυτό όμως πρέπει να δημιουργήσεις γεγονότα-θεσμούς που θα φέρουν κόσμο στο οινοποιείο. Είτε αυτό είναι «Ανοικτές Πόρτες», είτε άλλες εκδηλώσεις του κλάδου, είτε κάτι που εσύ δημιουργείς. Εμείς πιστεύοντας στα κοινωνικά δίκτυα δημιουργήσαμε μία αστική μη κερδοσκοπική εταιρία, τους «Φίλους του Ξινόμαυρου». Είναι ουσιαστικά μία ομάδα ανθρώπων η οποία συμμετέχει ενεργά σε όλες τις παραγωγικές δραστηριότητες της εταιρίας μας. Κάθε χρόνο μετά τον τρύγο δοκιμάζουμε το Ξινόμαυρο της χρονιάς και αποφασίζουμε τις εκδηλώσεις που θα πραγματοποιήσουμε κατά τη διάρκεια της νέας χρονιάς (κλάδεμα, κορυφολόγημααμπελόφυλλα, τρύγος κλπ). Γίνονται με τον τρόπο αυτό κοινωνοί του Ξινόμαυρου, μαθαίνουν γι αυτό, το γνωρίζουν και μιλούν γι αυτό στο δικό τους κύκλο. Γίνονται έτσι συνειδητοί πρεσβευτές του κρασιού μας. Κλείνοντας θα ήθελα να συνοψίσω τα στοιχεία που θεωρώ ότι συμβάλλουν στη δημιουργία μιας επιτυχημένης αμπελοοινικής εκμετάλλευσης 1. Αυτογνωσία. Γνωρίζουμε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά μας, τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία μας. 2. Καθορίζουμε το κοινό-στόχο μας και δεν αμφιταλαντευόμαστε με σκοπό το πρόσκαιρο κέρδος (δεν ακολουθούμε τις εφήμερες τάσεις της αγοράς) 3. Πιστεύουμε στο ποιοτικό προϊόν το οποίο παράγουμε και δουλεύουμε συστηματικά στην ίδια προαποφασισμένη από εμάς κατεύθυνση 4. Χτίζουμε την ιστορία της εκμετάλλευσης Η δημιουργία ενός οικογενειακού οινοποιείου είναι επιλογή τρόπου ζωής 21 H ΚΛΩΝΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΑΜΠΕΛΟΥ Κατερίνα Μπινιάρη Επίκουρη Καθηγήτρια, Εργαστήριο Αμπελολογίας, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Ιερά Οδός 75, Αθήνα 11855, τηλ. 210-5294632 Η οικογένεια των Αμπελιδών (Vitaceae ή Ampelidaceae) ανήκει στην τάξη Rhamnales και στο φύλο των Terebinthales- Rubiales. Πολλοί αμπελογράφοι, από τα τέλη του 18ου αιώνα, έχουν ασχοληθεί με την συστηματική κατάταξη των Αμπελιδών. Η συστηματική της παρουσιάζει σημαντικά προβλήματα, όχι μόνο σε επίπεδο ειδών εντός του γένους αλλά ακόμα όσον αφορά τον ακριβή αριθμό των γενών. Κατά τον Planchon (1887) η οικογένεια περιλαμβάνει 10 γένη, κατά τον Suessenguth (1953) 12 ενώ τα τελευταία χρόνια αναγνωρίζονται 14 (Galet 1979, Constantinescu κ.ά 1968). Μεταξύ των ειδών του γένους Vitis, μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η Άμπελος η οινοφόρος ή ευρωπαική άμπελος (Vitis vinifera L.) που ανήκει στο υπογένος Euvitis, του γένους Vitis, το οποίο ήταν ένα από τα πρώτα γένη που μελετήθηκαν από τον Λινναίο (1753). Για τον αριθμό των ειδών του γένους Vitis υπάρχουν διαφορετικές απόψεις και θεωρείται ότι ξεπερνούν τα πενήντα (Rogers και Rogers 1978). Επίσης, εξαιρετικά μεγάλος είναι και ο αριθμός των ποικιλιών του είδους vinifera. Οι Viala και Vermorel (1909) αναφέρουν περισσότερα από 24.000 ονόματα που πιθανόν να αντιστοιχούν σε 8.000- 9.000 ποικιλίες αμπέλου (Alleweldt και Dettweiler, 1989). Είναι φανερό ότι ο μεγάλος αριθμός των ποικιλιών και των ειδών κάνουν δύσκολο το έργο τόσο της διάκρισης όσο και της ταξινόμησης τους. Στους ελληνικούς αμπελώνες είναι γνωστό ότι υπάρχει μεγάλη ποικιλομορφία, που οφείλεται είτε στην ποικιλία είτε στις εδαφοκλιματικές συνθήκες που επικρατούν σε κάθε αμπελουργική περιοχή. Τα αίτια αυτής της ποικιλομορφίας είναι η μακραίωνη καλλιέργεια της αμπέλου, οι φυσικές και τεχνητές διασταυρώσεις, ο έντονος πολυμορφισμός, η μεγάλη γενετική ετερογένεια, οι μεταλλάξεις, καθώς και η μεγάλη γεωγραφική διασπορά του είδους. Η ταξινόμηση, διάκριση και ταυτοποίηση των ποικιλιών αμπέλου δυσχεραίνεται ακόμα περισσότερο από την ύπαρξη των συνωνύμων, δηλαδή την απόδοση μιας ποικιλίας με περισσότερα του ενός ονόματα (π.χ η ποικιλία Σαββατιανό με συνώνυμα Σακέικο, Σταματιανό, Δουμπρένα λευκή, Κούντουρα λευκή, Περαχωρίτικο) ή διαφορετικών ποικιλιών με ένα κοινό όνομα, το οποίο συνοδεύεται από το τοπωνύμιο της περιοχής που καλλιεργείται η ποικιλία (π.χ κοινό όνομα Ασπρούδες που περιλαμβάνει Ασπρούδα Πατρών, Ασπρούδα Μυκηνών, Ασπρούδα Σαντορίνης κ.ά). Η γνώση των ποικιλιών αμπέλου είναι απαραίτητη στην αμπελουργική πράξη και προϋποθέτει τη διάκριση της καλλιεργούμενης ποικιλίας και του κλώνου. Έχουν γίνει πολλές εργασίες για την ταυτοποίηση και διάκριση των καλλιεργούμενων ποικιλιών με αμπελογραφικές, βιοχημικές (Stavrakakis M and Loukas M, 1983) και μοριακές (Stavrakakis, M.N., and Biniari, K. 1998) μεθόδους. 22 Η καλλιεργούμενη ποικιλία (cultivated variety, cultivar) της αμπέλου αποτελεί πληθυσμό ατόμων που προήλθαν από αγενή πολλαπλασιασμό (με μόσχευμα ή εμβολιασμό) από περισσότερα του ενός μητρικά φυτά. Ο κλώνος (ποικιλίας αμπέλου) είναι σύνολο ατόμων που προέρχονται, με αγενή πολλαπλασιασμό, από ένα και μόνο μητρικό φυτό (ακριβέστερα από έναν οφθαλμό) και έχουν τον ίδιο γονότυπο. Η πολυκλωνική αυτή σύνθεση της καλλιεργούμενης ποικιλίας αμπέλου προκάλεσε σημαντικά προβλήματα στην αμπελογραφική μεθοδολογία εξαιτίας της παραλλακτικότητας που παρατηρείται εντός και μεταξύ των ποικιλιών και κυρίως στον προσδιορισμό του (ολοτυπικού ή μεσοτυπικού) δείγματος της κάθε ποικιλίας. Για την επίλυση των παραπάνω προβλημάτων καθιερώθηκε από τον Διεθνή Οργανισμό Αμπέλου και Οίνου 1951 (OIV–International Office of the Vine and Wine) ως αντικείμενο αμπελογραφικής περιγραφής ο κλώνος και απαιτείται πολυετής ερευνητική εργασία ώστε μέσω της Εφαρμογής Προγραμμάτων Κλωνικής Επιλογής να αναδειχθούν και να πιστοποιηθούν οι επιθυμητοί κλώνοι κάθε ποικιλίας. Η πολυκλωνική σύνθεση μιάς ποικιλίας οδηγεί στη διαδικασία επιλογής των καταλληλότερων βιότυπων- κλώνων για την εγκατάσταση νέων, ομοιογενών αμπελώνων. Η κλωνική επιλογή είναι βασική μέθοδος βελτίωσης των καλλιεργούμενων ποικιλιών αμπέλου, που στηρίζεται στη γενετική σταθερότητα του κλώνου. Η αξιολόγηση, η απομόνωση, η ανάδειξη και ο πολλαπλασιασμός των επιθυμητών κλώνων έχει τεράστια σημασία για την σύγχρονη παραγωγική αμπελουργία τόσο για την παραγωγή οίνων ποιότητας όσο και για την παραγωγή και διάθεση υγιούς και γνήσιου πολλαπλασιαστικού υλικού. Με τα προγράμματα κλωνικής επιλογής επιτυγχάνεται η διατήρηση και προστασία του γενετικού υλικού, αφού αξιοποιούνται οι επιθυμητοί κλώνοι και οι υπόλοιποι διατηρούνται σε αμπελογραφικές συλλογές. Έτσι εξηγείται και το τεράστιο ενδιαφέρον για την απομόνωση, την αξιοποίηση και την χρησιμοποίηση των κλώνων των πιο σημαντικών ποικιλιών για την εγκατάσταση παραγωγικών αμπελώνων στις προηγμένες, αμπελουργικά, χώρες. Επισημαίνεται ότι η εφαρμογή ενός προγράμματος κλωνικής επιλογής είναι μια χρονοβόρα και δαπανηρή διαδικασία. Προϋποθέτει τη γνώση και την πιστή εφαρμογή συγκεκριμένου πρωτοκόλλου και την πιστοποίηση από έγκυρο επιστημονικό φορέα. Το αρχικό στάδιο ενός προγράμματος κλωνικής επιλογής περιλαμβάνει: • • • • Επιλογή αρχικών πρέμνων αμπέλου (κριτήρια επιλογής, αμπελογραφική περιγραφή φύλλου, φαινολογικά στάδια, καλλιεργητικές ιδιότητες, αγρονομικοί χαρακτήρες) Εγκατάσταση αμπελώνα πρώτης αξιολόγησης των αρχικών φυτών Εγκατάσταση αμπελώνα δεύτερης αξιολόγησης των αρχικών φυτών Εγκατάσταση αμπελώνων τελικής αξιολόγησης των κλώνων Ακολουθεί το δεύτερο στάδιο που αφορά στην επίσημη αποδοχή των κλώνων (υποβολή φακέλου, κ.ά.) και το τελικό που αφορά στην διατήρηση των κλώνων (αρχικό υλικό, βασικό υλικό, πιστοποιημένο υλικό). 23 Για να αποφευχθούν ενδεχόμενοι κίνδυνοι της καλλιέργειας ενός και μόνο κλώνου και να διατηρηθεί η γενετική παραλλακτικότητα των καλλιεργούμενων ποικιλιών αμπέλου είναι αναγκαία η διάθεση, ικανού αριθμού κλώνων. Βασική κατεύθυνση της κλωνικής επιλογής είναι η ανάδειξη των πολυτιμότερων κλώνων μιας ποικιλίας. Σε άλλες αμπελουργικές χώρες τα προγράμματα κλωνικής επιλογής έχουν ξεκινήσει από τον προηγούμενο αιώνα (1876) και συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Περισσότερο από 100 χρόνια ο ENTAV και INRA συλλέγει, καλλιεργεί, περιγράφει και διατηρεί έναν μεγάλο αριθμό ποικιλιών καθώς και κλώνων των ποικιλιών. Επισημαίνεται ότι μέχρι τώρα έχουν πιστοποιήσει 31 κλώνους της ποικιλίας Chardonnay B και έχουν πολλάπλασιαστεί 20 περίπου κλώνοι ενώ για την ποικιλία Cabernet Sauvignon έχουν πιστοποιηθεί 25 κλώνοι. Ανάλογα προγράμματα κλωνικής επιλογής γίνονται στην Ιταλία και άλλες χώρες. Στην Ελλάδα γίνονται προγράμματα κλωνικής επιλογής, αλλά γεγονός παραμένει ότι δεν υφίσταται φορέας πιστοποίησης και νομοθετικό πλαίσιο εφαρμογής κλωνικής επιλογής. Η περίπτωση της ποικιλίας Ξινόμαυρο, στην οποία εφαρμόστηκε κλωνική επιλογή (Spinthiropoulou, H.C.et al, 2003), η οποία και συνεχίζεται σε άλλες ελληνικές ποικιλίες, στο πλαίσιο ερευνητικού προγράμματος του Εργαστηρίου Αμπελολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών και για την οποία μπορούμε πια να μιλάμε για κλώνους ή υποψήφιους κλώνους, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της χρησιμότητας των κλώνων τόσο στη βελτίωση της ποιότητας των αμπελουργικών και ιδιαίτερα των οινικών προϊόντων όσο και στην κατάσταση της φυτοϋγείας του πολλαπλασιαστικού υλικού. Σήμερα η εφαρμογή της μεθόδου της κλωνικής επιλογής είναι ο μοναδικός τρόπος ώστε να επιλεγεί ο κατάλληλος κλώνος της ποικιλίας, για κάθε αμπελουργικό τόπο, με σκοπό την παραγωγή οίνων υψηλής ποιότητας. Θα πρέπει μέσω της κλωνικής επιλογής να γνωρίσουμε και να αξιολογήσουμε τις γηγενείς ελληνικές ποικιλίες και μετά να στραφούμε στις ξενικές, που θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με ιδιαίτερη προσοχή και όχι ανεξέλεγχτα. Είναι ανάγκη να εφαρμοστεί ένα πρόγραμμα κλωνικής επιλογής σε εθνικό επίπεδο για τις κυριότερες ελληνικές ποικιλίες και να επεκταθεί σε όλες τις γηγενείς ποικιλίες, καθώς και η δημιουργία νομοθετικού πλαισίου εφαρμογής των αποτελεσμάτων. Βιβλιογραφία Alleweldt G and Dettweiler E (1989): A model to differentiate grapevine cultivars with the aid of morphological characteristics. Riv. Vitic. Enol. No1: 59-63. Constantinescu G, Oprea G and Oprea D (1968): Le schéma taxonomique de la famille des Vitaceae provenant de la flore spontanée et de cultivar. Revista de Horticoltura si Viticoltura. Bucarest 7-8: 13-30. Galet P (1979): A practical Ampelography- Grapevine Identification Planchon J-E (1887): Ampelideae in DC. Suites au prodromus systematis naturalis, monographiae phanerogamarum, 5: 305-368, Paris Masson Ed. Rogers D.J and Rogers C.F (1978): Systematic of North American grape species. Am. J. Enol. Viticult. 29: 73-78. 24 Suessenguth K (1953): Vitaceae in ENGLER PRANTL, Die Naturlichen Pflanzenfamilien, 20d : 174-398, Berlin, Dunkzer et Humblot Ed. Spinthiropoulou, H.C., Stavrakakis, M.N., Biniari, A.F., Goulioti, A.G., Marinos, B.A., Dovas, C.I., Katis, N.I., Leventakis N.A., 2003. Clonal selection of the Greek grape wine cultivar ‘Xinomavro’. 1st ISHS International Symposium on Grapevine Growing, Commerce and Research. Lisboa, Portugal June 30-July 2, 2003. Stavrakakis, M.N., and Biniari, K. 1998. Genetic study of grape cultivars belonging to the muscat family by random amplified polymorhic DNA markers. Vitis 37 (3), 119122. Stavrakakis M and Loukas M (1983): The between-and within-grape cultivars genetic variation. Scientia Horticulturae 19: 321-334. 25 Συμβατική, Βιολογική και Ολοκληρωμένη Αμπελουργία: Εμπειρίες από την εφαρμογή στους αμπελώνες της Ευάγγελος Τσάνταλης α.ε. και των συνεργατών της. Γεώργιος Σαλπιγγίδης Διευθυντής Αμπελουργικού Τμήματος Ευάγγελος Τσάνταλης α.ε. Άγιος Παύλος, 63080, Χαλκιδική Τηλ. 23990.76120, fax 23990.61466 e-mail: [email protected] Η Ευάγγελος Τσάνταλης α.ε. καλλιεργεί 2.000 στρέμματα αμπελώνων που βρίσκονται σε ολόκληρη τη βόρειο Ελλάδα και συγκεκριμένα στο Άγιο Όρος, στον Άγιο Παύλο Χαλκιδικής, στη Νάουσα, στο Λιτόχωρο του Ολύμπου και στη Μαρώνεια της Θράκης. Σε αυτές τις εκτάσεις θα πρέπει να προστεθούν και άλλα 7.000 στρέμματα περίπου που ανήκουν σε συνεργάτες αμπελουργούς και των οποίων τα σταφύλια οινοποιούνται από την Ευάγγελος Τσάνταλης. Σε όλη αυτή την ποικιλομορφία των αμπελώνων καλλιεργούνται τόσο γηγενείς ποικιλίες όπως το Αθήρι, το Ασύρτικο, ο Ροδίτης, τα Μοσχάτα, η Μαλαγουζιά, το Αγιωργίτικο, το Λημνιό, το Μαυρούδι και το Ξινόμαυρο, όσο και οι κοσμοπολίτικες όπως οι Chardonnay, Sauvignon Blanc, Grenache Rouge, Cabernet Sauvignon, Cabernet Franc, Merlot, Syrah κ.α. Είναι λογικό λοιπόν μια οινοποιία η οποία στηρίζεται σε τόσο μεγάλη αμπελουργική βάση να ψάχνει ένα μοντέλο το οποίο να δίνει προστιθέμενη αξία στο κρασί της, να ελέγχει την ποιότητα του, να μειώνει το κόστος παραγωγής, να σέβεται και να προστατεύει το περιβάλλον, τον αμπελουργό και τον καταναλωτή και να πετυχαίνει τους παραπάνω στόχους μένοντας εφαρμόσιμο σε μεγάλη κλίμακα. Στα πλαίσια λοιπόν της αναζήτησης του παραπάνω μοντέλου, η Ευάγγελος Τσάνταλης άρχισε πιλοτικά την εφαρμογή της βιολογικής αμπελουργίας το 1996 και το 2000 επεκτάθηκε πιστοποιώντας ολόκληρο τον αγιορείτικο αμπελώνα. Την ίδια χρονιά άρχισε την εφαρμογή της Ολοκληρωμένης Διαχείρισης Παραγωγής στους ιδιόκτητους αμπελώνες της Χαλκιδικής, ενώ το 2001 η εφαρμογή του συστήματος επεκτάθηκε στους αμπελώνες της Μαρώνειας και το 2004 σε όλους τους αμπελώνες που βρίσκονται στη Χαλκιδική και την παραγωγή των οποίων αξιοποιούσε η Ευάγγελος Τσάνταλης. Κατά την εφαρμογή της βιολογικής γεωργίας υπάρχει καθορισμένο θεσμικό πλαίσιο που περιγράφει ποιες εισροές και ποιες πρακτικές επιτρέπονται (Καν. ΕΚ 834/2007). Ας δούμε λοιπόν την επίδραση της βιολογικής γεωργίας στους άξονες των μοντέλων που περιγράφηκε πιο πάνω: 26 α) Προστιθέμενη αξία: Είναι βέβαιο ότι η εφαρμογή της βιολογικής καλλιέργειας δίνει προστιθέμενη αξία στα προϊόντα της Ευάγγελος Τσάνταλης. Συγκεκριμένα ο όγκος των βιολογικών προϊόντων αποτελεί το 1% ενώ συνεισφέρει το 2% στο συνολικό κύκλο εργασιών. β) Κόστος: Η επίδραση στο κόστος εξαρτάται από την περιοχή και την πίεση των προσβολών που αντιμετωπίζονται. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι παρατηρείται αύξηση του κόστους παραγωγής από 5-25%. γ) Προστασία: Σαφέστατα πρόκειται για ένα σύστημα που προστατεύει το τρίπτυχο περιβάλλον - αμπελουργό - καταναλωτή αρκεί να τηρούνται τα όρια στη συγκέντρωση των χαλκούχων φυτοπροστατευτικών σκευασμάτων. δ) Εφαρμογή σε μεγάλη κλίμακα: Είναι πολύ δύσκολη η εφαρμογή του μοντέλου σε μεγάλη κλίμακα κυρίως λόγω ποικιλότητας σε εδαφοκλιματικές συνθήκες αλλά ακόμη και όσον αφορά στην παραγωγή πιστοποιημένων φυτοπροστατευτικών και προϊόντων λίπανσης. Για την εφαρμογή της Ολοκληρωμένης Διαχείρισης Παραγωγής έχουν εκδοθεί από τον ΟΠΕΓΕΠ τα πρότυπα Agro 2-1,2-2 που προβλέπουν τις διαδικασίες παραγωγής στον αγροτικό τομέα. Αναλύοντας τα πρότυπα καταλήγουμε ουσιαστικά σε τρία βασικά στάδια: α) Προγραμματισμός των εργασιών, β) Προσπάθεια εκτέλεσης του παραπάνω προγράμματος, γ) Ανασκόπηση και καταγραφή όλων των εργασιών και εισροών. Κατά την εφαρμογή λοιπόν της ΟΔΠ μπορούμε να χρησιμοποιούμε όλα τα νόμιμα μέσα αρκεί να υπάρχει η σωστή τεκμηρίωση για την ανάγκη χρήσης τους. Συνέπεια αυτής της τεκμηριωμένης χρήσης είναι αφενός η μείωση του κόστους παραγωγής σεβόμενοι την προστασία περιβάλλοντος – αμπελουργού – καταναλωτή. Όσον αφορά στην προστιθέμενη αξία στο τελικό προϊόν αυτή είναι ανύπαρκτη κυρίως λόγω της ελλιπούς εκπαίδευσης του καταναλωτή σε συστήματα διασφάλισης ποιότητας. Τέλος, αναφερόμενος στη ποιότητα θα πω ότι τόσο εκπληκτικά μεγάλα κρασιά όσο και αποτυχημένες προσπάθειες μπορούν να βρεθούν σε προϊόντα και των δύο προτύπων (Bio και Agro) συνεπώς η επίδραση σε αυτόν τον άξονα δεν μπορεί να αξιολογηθεί. Συνοψίζοντας, πιστεύω ότι δεν υπάρχει μια σαφής απάντηση για το ποιο από τα δυο συστήματα είναι αποδοτικότερο. Αυτό που είναι σαφές είναι το γεγονός ότι θα πρέπει να επιλεγεί το καταλληλότερο σύστημα διαχείρισης ανάλογα με την περιοχή (εδαφοκλιματικές συνθήκες) και του επιδιωκόμενου σκοπού. Και ίσως να είναι καιρός μετά από συνεργασία όλων των φορέων που εμπλέκονται στην αμπελοοινική παραγωγή να δημιουργηθεί ένα ιδιωτικό πρωτόκολλο παραγωγής Οίνων Ποιότητος. 27 Συνεργασία άμπελο-οινικών εταιρειών και ερευνητικών ιδρυμάτων Γιώργος Κοτσεριδης Τμημα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Iερά οδός 75, Αθήνα 11855, τηλ 210 5294702, email : [email protected] Tα τελευταία χρόνια παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές στα πανεπιστήμια παγκοσμίως, ιδιαιτέρως σε αυτά των Η.Π.Α. αλλά παράλληλα και σε πολλά ευρωπαϊκά. Τα σύγχρονα μεγάλα πανεπιστήμια σήμερα, λειτουργούν σε παγκόσμιο πλαίσιο. Χαρακτηρίζονται από εξωστρέφεια και συνεργάζονται με φορείς που εκπροσωπούν την βιομηχανία και γενικότερα την ιδιωτική πρωτοβουλία, ενώ επίσης έχουν απαλλαγεί από πολλούς περιορισμούς που τα απέτρεπαν να διεθνοποιηθούν. Επίσης η ευκαμψία, η προσαρμοστικότητα και η ποικιλομορφία είναι σημαντικά στοιχεία. Επίσης αξίζει να σημειωθεί ότι τα πτυχία βασίζονται, σε πολλές περιπτώσεις, σε ένα από απόσταση σύστημα εκμάθησης και το διαδίκτυο είναι αναπόσπαστο στοιχείο της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Βεβαίως κάτι τέτοιο στην ειδίκευση αμπελουργίας-οινολογιας είναι δύσκολο λόγω της απαιτουμένης εργαστηριακής ή πρακτικής αμπελουργικής και οινολογικής εκπαίδευσης, αλλά όχι ακατόρθωτο μιας και εφαρμόζεται στις Η.Π.Α. κυρίως για χορήγηση διπλώματος οινολογίας (http://www.vesta-usa.org/main/), αλλά και στην Ευρώπη. Μέσα ή σε άμεση εξάρτηση με τα πανεπιστήμια κάθε παραγωγός χώρα διαθέτει ένα ινστιτούτο που έχει αναπτύξει πτυχιακά αλλά και μεταπτυχιακά προγράμματα στην Αμπελουργία-Οινολογία. Ως στόχοι, μεταξύ άλλων, των πτυχιακών και μεταπτυχιακών προγραμμάτων αμπελουργίας και οινολογίας παγκοσμίως καταγράφονται : • Η κατάρτιση νέας γενιάς, επαγγελματιών και επιστημόνων, με δυνατότητες να αντεπεξέρχονται στις δύσκολες καταστάσεις της παγκοσμιοποιημενης αγοράς και στην προσπάθεια των μονάδων να εξασφαλίσουν βιωσιμότητα και οικονομική ανάπτυξη • Η δημιουργία νέας γνώσης γύρω από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν το επάγγελμα • Η στελέχωση ερευνητικών μονάδων σχετικά με το αμπέλι και τον οίνο Σε γενικές γραμμές τα ινστιτούτα αυτά έχουν ως πρώτο στόχο την εξυπηρέτηση και την επίλυση των τοπικών προβλημάτων των περιοχών όπου βρίσκονται. Συνεπώς η συνεργασία με τους φορείς που εκπροσωπούν τους αμπελουργούς και οινοποιούς των περιοχών αυτών θεωρείται δεδομένη. Το παράδειγμα του Ontario του Καναδά θα αναλυθεί παρακάτω, οπου οι εκπρόσωποι των οινοποιείων ζήτησαν από το Πανεπιστήμιο να δημιουργήσει το Ινστιτούτο Οίνου μέσα στις εγκαταστάσεις του, και αυτοί με την σειρά τους χρηματοδότησαν ουσιαστικά όλον τον απαραίτητο εξοπλισμό. 28 Το μοντέλο του Οντάριο, Καναδά Cool Climate Oenology & Viticulture Institute (CCOVI) To ερευνητικό ινστιτούτο CCOVI επικεντρώνεται σε θέματα που απασχολούν την άμπελο-οινική βιομηχανία κυρίως του Οντάριο αλλά και γενικότερα του Καναδά. Ιδρύθηκε το φθινόπωρο του 1996 όταν εκπρόσωποι της βιομηχανίας συναντήθηκαν με την διοίκηση του Brock University για να υλοποιήσουν την ίδρυση ενός ινστιτούτου άμπελο-οινικής έρευνας. Ας επισημανθεί βέβαια ότι το πρώτο εμφιαλωμένο κρασί από Vitis Vinifera κυκλοφόρησε το 1991. Έτσι στις 26 Οκτωβρίου του 1996 εγκαινιάστηκε η ίδρυση του CCOVI ανάμεσα στο Πανεπιστήμιο Brock University, στον σύνδεσμο Αμπελουργών του Οντάριο (Grape Growers of Ontario) και του Συμβούλιου Οίνου του Οντάριο (Wine Council of Ontario), που εκπροσωπεί τα οινοποιεία. Το Ινστιτούτο ιδρύθηκε για να εξυπηρετεί την ανάγκη για έρευνα και η εκπαίδευση. Έτσι το 1997, ξεκίνησε το πρώτο δίπλωμα οινολογίας-αμπελουργίας στον Καναδά και το 1999, εγκαινιάστηκε το κτίριο του ινστιτούτου, που ονομάστηκε Inniskillin Hall, με χρηματοδότηση από την βιομηχανία (1 εκατ $), από το κρατίδιο του Οντάριο (1 εκατ $) και από το Πανεπιστήμιο (μέσω των μισθών των ερευνητών/καθηγητών). Συνεπώς υλοποιήθηκε μέσω συνεργασίας της βιομηχανίας, του κράτους και του Πανεπιστημίου. Μετά από 15 χρόνια λειτουργίας το Ινστιτούτο εξυπηρετεί αποτελεσματικά την βιομηχανία στους τομείς της άμπελο-οινικής έρευνας και εκπαίδευσης αλλά και στους τομείς της οικονομικής διαχείρισης του marketing και του οινοτουρισμού. Αναπτύσει και αναλαμβάνει δραστηριότητες Μεταφοράς Τεχνογνωσίας (outreach & extension) στην Βιομηχανία μέσω διαλέξεων, σεμιναρίων και workshops (εργαστηρίων) ώστε να επιλύονται μικρο-μεσο-προθεσμα προβλήματα αλλά και να προωθούνται καινοτομίες. Ακόμη προσφέρει αναλυτικές υπηρεσίες στα οινοποιεία αλλά και σε αμπελουργούς (π.χ. εξασφάλιση αυτών με ποιοτικό έλεγχο των σταφυλιών που πουλούν στην βιομηχανία). Διοίκηση του Ινστιτούτου Το Ινστιτούτο διοικείται από τρεις επιτροπές, την Συμβουλευτική, την εκτελεστική, και την επιτροπή Μεταφοράς τεχνογνωσίας. Η Συμβουλευτική επιτροπή ελέγχει και κατευθύνει την έρευνα, εκπαίδευση, μεταφορά τεχνογνωσίας του Ινστιτούτου βάσει των μεταβαλλόμενων αναγκών και κατευθύνσεων της οινικής βιομηχανίας. Να διανέμει και να επικοινωνεί τα επιτεύγματα σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέλη. Αποτελείται από 25 μέλη, προεδρεύων προέρχεται από τη βιομηχανία. Η εκτελεστική επιτροπή ελέγχει τις δραστηριότητες του Ινστιτούτου σε σχέση με το στρατηγικό πλάνο και ενημερώνει και συμβουλεύει τον διευθύνων του Ινστιτούτου σχετικά με τον βαθμό επίτευξης των στόχων αυτών. Αποτελείται από 7 μέλη, 4 από βιομηχανία, ο προεδρεύων προέρχεται από το Πανεπιστήμιο. Τέλος η επιτροπή Μεταφοράς τεχνογνωσίας προσδιορίζει τους σημαντικούς τομείς μεταφοράς τεχνογνωσίας και της δια βίου εκπαίδευσης που θα βοηθούσε την οίνο-βιομηχανία, αναπτύσσει δε αποτελεσματικά προγράμματα για να ικανοποιούνται αυτές οι ανάγκες. Αποτελείται από 10 μέλη, τα 6 προέρχονται από την βιομηχανία και ο προεδρεύων προέρχεται από το Ινστιτούτο. 29 Απολογισμός πεπραγμένων Έρευνα Από το 1999 έως σήμερα τα μέλη του CCOVI έχουν πραγματοποιήσει πάνω από 140 επιστημονικές δημοσιεύσεις, πάνω από 100 ομιλίες ως προσκεκλημένοι ομιλητές αλλά και 120 παρουσιάσεις σε επιστημονικά συνέδρια. Σε γενικές γραμμές τα αντικείμενα έρευνας αφορούν την αντιμετώπιση διαφόρων προβλημάτων σε τοπικό επίπεδο, όπως πάνω από όλα ο παγετός, ο τρυγητός για την παραγωγή ice wine, μείωση πτητικής οξύτητας κατά την διάρκεια της αλκοολικής ζύμωσης για την παραγωγή ice wine, απομόνωση ζυμομυκήτων για δύσκολες ζυμώσεις, αντιμετώπιση του προβλήματος της μόλυνσης των σταφυλιών από πασχαλίτσες με αποτέλεσμα την έκκριση μεθοξυπυραζινων στο γλεύκος, είναι μερικά από τα θέματα εφαρμοσμένης έρευνας που απασχολούν τους ερευνητές του Ινστιτούτου. Εκπαίδευση νέων οινολόγων Είναι το μόνο Πανεπιστήμιο στον Καναδά που δίνει δίπλωμα Οινολόγου. Έως τώρα έχουν αποφοιτήσει περί τους 150 οινολόγους που η πλειοψηφία τους εργάζεται στα 120 οινοποιεία της περιοχής ή και σε άλλα μέρη του Καναδά ή και του κόσμου. Κατά μέσο όρο αποφοιτούν 13-14 πτυχιούχοι ετησίως. Επίσης στο Ινστιτούτο εκπαιδεύονται 4-5 μεταπτυχιακοί φοιτητές ετησίως. Μεταφορά Τεχνογνωσίας – Δια βίου εκπαίδευση Κάθε χρόνο 400 -500 άτομα από τον άμπελο-οινικό κλάδο εκπαιδεύονται μέσω σεμιναρίων και workshops. Συνολικά πάνω από 2000 επαγγελματίες του κλάδου έχουν εκπαιδευτεί . Ακόμη, 3 φορές τον χρόνο διοργανώνονται τα Winemakers forums όπου συμμετέχουν περί των 50 οινοποιών-οινολόγων. Κατά την διάρκεια των συναντήσεων αυτών κάθε οινοποιός φέρνει προς γευσιγνωσία ένα κρασί με ελαττώματα και όλα δοκιμάζονται με την διαδικασία της τυφλής γευσιγνωσίας. Στην συνεχεία ο expert που προέρχεται από το Ινστιτούτο προτείνει λύσεις και ουσιαστικά η όλη διαδικασία αποτελεί ένα ‘οινοποιητικό φροντιστήριο’. Επίσης ένα άλλο πολύ σημαντικό επίτευγμα ήταν η δημιουργία του εργαλείου βοηθείας προς τους αμπελουργούς για την αντιμετώπιση του παγώματος των οφθαλμών, VineAlert. Εξειδικευμένος στην αμπελουργία συνεργάτης του CCOVI επισκέπτεται τις διάφορες αμπελουργικές περιοχές και συλλέγει δειγματοληπτικά οφθαλμούς από διάφορες ποικιλίες και ελέγχεται η ανθεκτικότητα τους σε χαμηλές θερμοκρασίες, πχ -10, -15, 20 ˚C. Έτσι ανάλογα με τις ποικιλίες που έχει μπορεί να πληροφορηθεί για την ανθεκτικότητα των οφθαλμών της όπως αυτό ανακοινώνεται μέσω του site του CCOVI. Έτσι βάσει της καιρικής πρόγνωσης κάθε αμπελουργός μπορεί να βάλει σε λειτουργία τους ανεμομείκτες, ώστε να πετυχει αύξηση της θερμοκρασίας έστω για 23 ˚C και να σώσει την παραγωγή του. Συνεπώς η χρήση των περιορίζεται στις ώρες που θα χρειάζονταν Σύνδεσμος άμπελο-οινικής έρευνας του Οντάριο Για να μπορεί η βιομηχανία να συμμετέχει καλύτερα στην επίλυση προβλημάτων της ίδρυσε το 2008, τον σύνδεσμο άμπελο-οινικής έρευνας Οντάριο που αποτελείται από μέλη του συνδέσμου των Αμπελουργών του Οντάριο (Grape Growers of Ontario) και του Συμβούλιου Οίνου του Οντάριο (Wine Council of Ontario). Ο σύνδεσμος αυτός κατευθύνει τις ερευνητικές δραστηριότητες των διαφόρων ερευνητικών κέντρων όπως π.χ. του CCOVI ή άλλων, βάσει των προτεραιοτήτων της βιομηχανίας και 30 χρηματοδοτεί την έρευνα ολικά ή μερικά. Τα έσοδα για την χρηματοδότηση συλλέγονται από τις εισφορές για κάθε τόνο σταφυλιών και για κάθε λίτρο οίνου Δίκτυο άμπελο-οινικής έρευνας Καναδά Πολύ πρόσφατα, μόλις το 2010, ιδρύθηκε μεταξύ του Brock University, του University of Guelph, του Niagara College, του Vineland Research & Innovation Centre, του Agri-Food Canada της British Columbia και του Quebec, αλλά και με εκπροσώπους παραγωγικών φορέων (αμπελουργών και οινοποιιών) από όλα τα κρατίδια αυτά. Το δίκτυο αυτό έχει ως στόχο την συλλογική ενασχόληση με την έρευνα που χρειάζεται ο αμπελο-οινικός κλάδος του Καναδά. Πολύ πρόσφατα δε έλαβε χρηματοδότηση 2.86 εκατ. $ για την μελέτη βελτιστοποίησης παραμέτρων παραγωγής αφρωδών και ερυθρών οίνων τύπου Amarone. Δικτυο άμπελο-οινικής έρευνας Ελλάδας ; Μετά την παρουσιαση των δομων που έχουν αναπτυχθει σε μια νεα χώρα παραγωγής οινων και μαλιστα σε πολύ μικρο χρονικό διαστημα, αναρωτιεται κανεις για το τι γινεται στην Ελλαδα. Η χωρα μας πιθανοτατα να παρουσιαζει την μοναδικη στον κοσμο ιδαιτεροτητα να μην διαθετει ένα ‘ενεργό’ Ινστιτουτο Οινου. Η τελευταια φορα που έγινε συντονισμενη ερευνα θα πρεπει να αναγεται στην δεκαετία του 70. Επίσης παρά την προθεση των φορέων να συμμετασχουν ενεργά στην διαμορφωση ενός πλαισιου εφαρμοσμένης έρευνας ακόμη δεν είναι ορατό το πώς θα μπορουσε να πραγματοποιηθει κατι τέτοιο. Ακόμη και στο site του new wines of Greece η παραγραφος για την ελληνική οινική έρευνα http://www.newwinesofgreece.com/en/explore/index.html είναι τουλαχιστον ‘φιλοδοξη’. Τι θα μπορουσε όμως να γίνει ; Α) Αρχικα θα πρεπει να τεθούν οι στόχοι και να καταγραφούν τα προβλήματα π.χ. διαχείριση ποτίσματος και ποιότητα λευκών και ερυθρών οίνων, γνώση φαινολικού δυναμικού ερυθρών ποικιλιών και μέγιστη αξιοποίηση κατά την οινοποίηση, οξειδωσιμότητα λευκών οίνων. Οι στόχοι είναι πολλοί, αλλά τουλαχιστον ας ξεκινούσε κυρίως η απόκτηση γνώσης για τις 4 τοπο-ποικιλίες που εχουν προσδιοριστει από το στρατηγικό σχέδιο, π.χ. ποιο το αναλυτικο οργανοληπτικό προφίλ των οινων από τις 4 αυτές περιοχές, ποιοι οι βέλτιστοι τρόποι καλλιέργειας και οινοποίησης ; B) Oι Φορείς θα πρέπει να συντονιστούν και να οργανωθούν για τον συγκεκριμένο στόχο Γ) Να οργανωθει συντονισμένη εκπαίδευση βάσει αναγκών του κλάδου, εκπαίδευση βάσει των ερευνητικών γνώσεων που θα αποκτηθούν. Να οργανωθουν προγράμματα Δια βίου εκπαίδευσης. Να πραγματοποιουνται Workshops με θεματολογια που θα αφορα καθε ζώνη Δ) Υλοποιηση του Ελληνικού Δικτύου έρευνας στην Αμπελουργία /Οινολογία που θα αποτελειται από το ινστιτουτο αμπελου και οινου, από το ΤΕΙ Οινολογιας, από τα μεταπτυχιακα Αμπελουργίας – Οινολογιας των ΓΠΑ και Γεωπονικής Σχολης του ΑΠΘ, από το ΥΠΑΑΤ, τους φορεις αμπελουργών και Οινοποιειων. Είναι εμφανες βεβαια ότι για να υλοποιηθουν όλα αυτά απαιτειται τεραστια Διάθεση αλλα και Οικονομικη ενισχυση. Απαιτειται συντονισμός, συνεργασία, επαγγελματισμός. Τα αποτελεσματα βεβαια θα είναι αμεσσα και θα συντελεσουν στην ποιοτικη βελτίωση, στην μεταστροφή της όποιας αρνητικής εικόνας στο εξωτερικό και θα συμβαλλλει στην προβολή της μεγάλης προσπάθειας βελτίωσης των προϊόντων και αναδειξης των ελληνικών ποικιλιων βασει σχεδιασμού και στόχων. 31 Οι κυριότερες φυσιολογικές διαταραχές της αμπέλου Ν. Α. Νικολάου Εργαστήριο Αμπελουργίας, Γεωπονική Σχολή Α.Π.Θ., 54124, Θεσσαλονίκη, τηλ. 2310998628, fax 2310998665, email [email protected] Ορισμένες φυσιολογικές διαταραχές των φυτών της αμπέλου, παρά το γεγονός ότι έχουν πλήρως διερευνηθεί κατά το παρελθόν εμφανίζουν μια σταθερή παρουσία στους Ελληνικούς αμπελώνες. Έχουν ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση της ποσότητας και της ποιότητας της παραγωγής αλλά και όχι σπάνια, αυτήν τούτη την επιβίωση των φυτών στον αμπελώνα. Συνήθως οφείλονται σε αβλεψίες που αφορούν, είτε την υποεκτίμηση του κινδύνου και την έλλειψη δεδομένων για την καλλιέργεια είτε την λανθασμένη ερμηνεία, ή έλλειψη αναλυτικών στοιχείων που αφορούν το πολλαπλασιαστικό υλικό και το περιβάλλον. Στο κείμενο που ακολουθεί λόγω περιορισμένης έκτασης αναφέρονται περιληπτικά οι κυριότερες φυσιολογικές διαταραχές και οι τρόποι πρόληψης και αντιμετώπισης αυτών. Xλώρωση σιδήρου. Η χλώρωση σιδήρου συνήθως δεν οφείλεται σε μια πραγματική έλλειψη σιδήρου στο έδαφος, αλλά στην αδιαλυτοποίησή του από το ανθρακικό ασβέστιο, το οποίο ρυθμίζει καθοριστικά το pH του εδάφους. Εμφανίζεται πολλές φορές ως προσωρινό φαινόμενο κατά την άνοιξη όταν οι βλαστοί αναπτύσσονται έντονα, σε χρονιές υγρές με παρατεταμένες βροχοπτώσεις και αργότερα τα συμπτώματα αμβλύνονται. Άλλοτε πάλι αποκτά μόνιμο χαρακτήρα σε πολύ υψηλές συγκεντρώσεις ανθρακικού ασβεστίου ή όταν υπάρχει σε βάθος εδαφικός ορίζοντας πλούσιος σε ανθρακικό ασβέστιο. Στις περιπτώσεις αυτές η χλώρωση είναι ιδιαίτερα έντονη σε ξηρές χρονιές και τα χλωρωτικά φαινόμενα διαρκούν όλο το καλοκαίρι. Είναι γνωστό ότι ανθρακικό ασβέστιο και το υδροξείδιο του ασβεστίου (CaCO3 Ca(OH)2 ) έχουν έντονα βασική αντίδραση και ως εκ τούτου επηρεάζουν το pH του εδάφους. Η ύπαρξη των όξινων ανθρακικών στο εδαφικό διάλυμα αυξάνει το pH του εδαφικού διαλύματος και βέβαια την έκπλυση του ασβεστίου και τη συσσώρευσή του σε βαθύτερα στρώματα εδάφους. Ο σίδηρος του εδάφους βρίσκεται υπό τη μορφή διαφόρων υδροξειδίων και οξειδίων του σιδήρου και σχεδόν στην ολότητά του είναι αδιάλυτος. Η πρόσληψή του, εξαρτάται από την ικανότητα των ριζών να τον καθιστούν αφομοιώσιμο στα φυτά. Τα διάφορα υποκείμενα της αμπέλου διαφέρουν ως προς την ικανότητα αυτή. Έτσι είναι απαραίτητη η εκλογή του κατάλληλου υποκειμένου η οποία βασίζεται κυρίως στην εκτίμηση του ανθρακικού ασβεστίου του εδάφους και μερικές φορές των διαφόρων ποσοτήτων σιδήρου που εκχειλίζονται με διάφορα εκχειλιστικά μέσα. Τα διάφορα υποκείμενα μετά από μακροχρόνια μελέτη έχουν ταξινομηθεί ανάλογα με την αντοχή του στη χλώρωση. Ως δείκτες αντοχής έχουν χρησιμοποιηθεί η περιεκτικότητα του εδάφους στο ελεύθερο και το ενεργό ανθρακικό ασβέστιο. Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις όμως που εμφανίζεται χλώρωση στους αμπελώνες και τούτο οφείλεται σε λάθη που αφορούν κυρίως την αξιολόγηση του εδάφους. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι εδαφικές συνθήκες σε έναν αμπελώνα παρουσιάζουν χωρική παραλλακτικότητα η οποία θα πρέπει να λαμβάνεται πάντα υπόψη. Ακόμη επειδή οι συνθήκες εκδήλωσης οφείλονται και στις μεταβολές του εδάφους (η παρουσία νερού και λεπτόκοκκων συστατικών εντείνουν τη χλώρωση) θα πρέπει αυτές να λαμβάνονται υπόψη και κατά την εκλογή του υποκειμένου να υπάρχουν αποστάσεις ασφαλείας από την αναφερόμενη ως αντοχή 32 του υποκειμένου στο ελεύθερο ή το ενεργό ανθρακικό ασβέστιο. Τέλος στις περιπτώσεις όπου το ελεύθερο ανθρακικό ασβέστιο στο έδαφος ξεπερνά το 20% να υπολογίζεται πάντα και το ενεργό ανθρακικό ασβέστιο. Προβλήματα οξίνων εδαφών Σε όξινα εδάφη με χαμηλή εναλλακτική ικανότητα παρατηρούνται προβλήματα που οφείλονται βασικά στην έλλειψη των δισθενών κατιόντων Ασβεστίου και Μαγνησίου, του Βορίου, καθώς επίσης και στις τοξικές συγκεντρώσεις Μαγγανίου, Αργιλίου και πιο σπάνια Χαλκού. Πολλές φορές οι ελλείψεις δισθενών κατιόντων εμφανίζονται με συμπτώματα στα φύλλα μοιάζουν με αυτά της έλλειψης Μαγνησίου οι οποίες συνοδεύονται με περιφερειακές νεκρώσεις του ελάσματος. Οι νεκρώσεις αυτές σιγά - σιγά επεκτείνονται σε όλο το έλασμα και αργότερα τα φύλλα πέφτουν. Τα αναλυτικά χαρακτηριστικά των φύλλων στις περιπτώσεις αυτές εμφανίζονται με χαμηλές συγκεντρώσεις Μαγνησίου και Ασβεστίου οι οποίες συχνά συνοδεύονται με υψηλές συγκεντρώσεις Καλίου. Η αντιμετώπιση αυτών των ελλείψεων συνίσταται στην προσθήκη μεγάλων ποσοτήτων δολομίτη στο έδαφος για την αποκατάσταση του Μαγνησίου και του ασβεστίου με παράλληλη διόρθωση του pH. Οι περιπτώσεις όμως αυτές απαντώνται και σε άλλα εδάφη. Σε ότι αφορά τις τοξικές συγκεντρώσεις μερικών στοιχείων αυτές οφείλονται στη μετατροπή τους σε ιονική μορφή λόγω του χαμηλού pH και την αύξησή τους στο εδαφικό διάλυμα. Τοξικότητα Χαλκού. Σε όξινο pH ο χαλκός διαλυτοποιείται και επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξη κυρίως των νεαρών φυτών. Τα ηλικιωμένα φυτά λόγω βαθύτερου ριζικού συστήματος επηρεάζονται λιγότερο. Συνήθως η φυτοτοξικότητα παρουσιάζεται όταν μετά την εκρίζωση ενός παλαιού αμπελώνα ακολουθήσει επαναφύτευση του αμπελώνα. Εμφανίζεται στα φυτά της αμπέλου υπό την μορφή της πολύ βραδείας ανάπτυξης των φυτών χωρίς ιδιαίτερα συμπτώματα στα φύλλα. Τα επίπεδα του χαλκού στα φύλλα παραμένουν κανονικά δεδομένου ότι το στοιχείο αυτό δεν μετακινείται προς το υπέργειο τμήμα. Σε ότι αφορά το ριζικό σύστημα, παρατηρείται μια πολύ μειωμένη έως ατροφική ανάπτυξη. Τα όρια στα οποία θα μπορούσε να εμφανιστεί η τοξικότητα είναι: pH: <6 , Cu : 25mg/Kg για τα αμμώδη εδάφη ή 100 mg/Kg για τα αργιλώδη. Στην περίπτωση της τοξικότητας του χαλκού επιβάλλεται η ανύψωση του pH του εδάφους. Επίσης στα όξινα εδάφη θα πρέπει να περιορίζονται οι συχνές επεμβάσεις με χαλκό και να προτιμούνται ενώσεις χαλκού με μικρή περιεκτικότητα σε μεταλλικό χαλκό. Σε ότι αφορά τα λιπάσματα θα πρέπει να αποφεύγονται ενώσεις που μειώνουν το pH. Τοξικότητα Αργιλίου. Το Αργίλιο σε χαμηλό pH (< 4.8) μεταπίπτει και αυτό σε ιονική μορφή και προσλαμβάνεται από τις ρίζες. Δεν μετακινείται προς το υπέργειο τμήμα και ως εκ τούτου η τοξικότητά του δεν διαπιστώνεται με τη φυλλοδιαγνωστική. Το Αργίλιο εμποδίζει την ανάπτυξη των φυτών της αμπέλου ακόμη και όταν προσλαμβάνεται σε μικρές ποσότητες. Ιδιαίτερα αναστέλλει την ανάπτυξη των νεαρών φυτών μετά την εγκατάστασή τους στον αμπελώνα και πολλές φορές τα καταστρέφει. Δεν υπάρχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά συμπτώματα τοξικότητας, παρά μόνο η μειωμένη ανάπτυξη των ριζών και του υπεργείου τμήματος των φυτών. Οι ρίζες πολλές φορές αποκτούν παχύ φλοιό και συστρέφονται. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι στον αμπελώνα δεν υπάρχει αυτοφυής βλάστηση. Σε ότι αφορά την πιθανότητα εκδήλωσης της τοξικότητας, αυτή εμφανίζεται σε: pH< 4.8(HCl) και περιεκτικότητα σε Αργίλιο, 50 – 100mg/Kg εδάφους. 33 Τοξικότητα Μαγγανίου. Απαντάται σε πολύ περιορισμένη έκταση. Η τοξικότητα Μαγγανίου εμφανίζεται με χαρακτηριστικά συμπτώματα στους βλαστούς και τα φύλλα. Στους βλαστούς παρατηρείται μειωμένη ανάπτυξη και εμφάνιση χαρακτηριστικών μελανόμορφων κηλίδων οι οποίες παρατηρούνται τόσο στα μεσογονάτια όσο και στα γόνατα, τους έλικες ή ακόμη και τους βοστρύχους. Τα φύλλα αποκτούν περιφερειακές νεκρώσεις οι οποίες μπορεί να επεκτείνονται σε όλο το έλασμα. Επίσης αναδιπλώνονται παραμένουν μικρά και τελικά πέφτουν. Η ανάλυση των φύλλων εμφανίζει υψηλές συγκεντρώσεις Μαγγανίου που φθάνουν τα 200 - 500 ppm. και μερικές φορές μέχρι και τα 3000 ppm. Οι κανονικές συγκεντρώσεις είναι 10 - 20 ppm. Το χαμηλό pH και η αναεροβίωση ευνοούν την εμφάνιση διαλυτών μορφών Μαγγανίου. Σε κάθε περίπτωση που αφορά την τοξικότητα Cu, Al, και Mn θα πρέπει να διορθώνεται το pH του εδάφους. Ενδείκνυται λοιπόν προσθήκη μεγάλων ποσοτήτων ασβέστου ανάλογα τα αναλυτικά χαρακτηριστικά του εδάφους και τις οδηγίες των Γεωπόνων Ξήρανση της ράχης Η έλλειψη μαγνησίου προκαλεί την γνωστή φυσιολογική διαταραχή η οποία εμφανίζεται κατά την εποχή του περκασμού με χαρακτηριστικές ξηράνσεις τμημάτων του βοστρύχου των σταφυλών. Έτσι τα τμήματα της σταφυλής τα οποία έχουν προσβληθεί δεν ωριμάζουν. Η έκταση της ζημίας εξαρτάται από την ένταση των συμπτωμάτων. Η περίσσεια αζώτου και καλίου στο έδαφος επιτείνουν το φαινόμενο. Στις περιπτώσεις αυτές, εφαρμόζονται δύο διαφυλλικές επεμβάσεις με ένυδρο θειικό μαγνήσιο (0.5%) κατά τον περκασμό με διαφορά δέκα ημερών, όπου το ψεκαστικό διάλυμα κατευθύνεται στις ράγες. Στη συνέχεια επιδιώκεται η διόρθωση των επιπέδων του μαγνησίου του εδάφους με επεμβάσεις Θειικού, ανθρακικού ή οξειδίων του Μαγνησίου ή και του pH στις περιπτώσεις των όξινων εδαφών. Τοξικότητα βορίου. Οι περιπτώσεις τοξικότητας βορίου είναι σπάνιες και συνήθως παρουσιάζονται είτε από υπερβολικές ποσότητες βόρακος που προστίθενται για την διόρθωση των επιπέδων του στοιχείου αυτού στο έδαφος , είτε από άρδευση των αμπελώνων με νερό, το οποίο περιέχει αυξημένες ποσότητες βορίου. Στην περιοχή της Θεσσαλονίκης μάλιστα, έχουν παρατηρηθεί περιπτώσεις τοξικότητας βορίου από τη χρησιμοποίηση τέτοιου νερού άρδευσης το οποίο περιείχε 4. 5 mg/ Lβορίου. Τα συμπτώματα τοξικότητας βορίου είναι πολύ χαρακτηριστικά και παρουσιάζονται κατ’ αρχήν στα νέα φύλλα της κορυφής τα οποία εμφανίζουν περιφερειακές ξηράνσεις των ελασμάτων τους. Αυτές οι περιφερειακές ξηράνσεις των ελασμάτων προκαλούν και συστροφή των περιθωρίων των φύλλων και τα φύλλα καρουλιάζουν συστρεφόμενα προς τα κάτω. Σε περιπτώσεις εντονότερης τοξικότητας τα φυτά εμφανίζουν ασθενική ανάπτυξη βλαστών και ανάπτυξη μεγάλου αριθμού ταχυφυών. Τα φύλλα είναι πολύ μικρά με νεκρώσεις σκούρου χρώματος και τα φυτά καταλήγουν σε ξήρανση. Περιπτώσεις έντονης τοξικότητας ακόμη έχουν εμφανιστεί κατά τις φυτεύσεις νέων αμπελώνων όταν προστέθηκε η ανάλογη ποσότητα βόρακος στο λάκκο φύτευσης. Η πρακτική αυτή πρέπει να αποκλείεται όχι μόνο για το βόριο αλλά και για οποιοδήποτε άλλο στοιχείο το οποίο προστίθεται υπό τη μορφή λιπάσματος. Για την αντιμετώπιση της τοξικότητας βορίου συνιστάται κατάκλιση του αμπελώνα με μεγάλες ποσότητες νερού καλής ποιότητας για την έκπλυση του στοιχείου αυτού. Σε εδάφη με μικρές ποσότητες ασβεστίου συνιστάται επίσης προσθήκη θειικού ασβεστίου. 34 Φυσιολογική ξήρανση των φύλλων - Θήλωση . Είναι μια φυσιολογική διαταραχή που παρατηρείται με το γενικό σύμπτωμα της απώλειας της σπαργής και κάμψης των φύλλων τα οποία παρουσιάζουν γενική εικόνα αφυδάτωσης και ανάλογα με την ένταση του φαινομένου οδηγούνται σε ξήρανση μετά από μερικές ημέρες. Αποκτούν το χρώμα βρασμένων λαχανικών, γίνονται μαλακά και συνήθως σχίζονται από τον αέρα. Μερικές φορές ακόμη παρατηρούνται περιφερειακές και μεσονεύριες ξηράνσεις. Πολλές φορές επηρεάζονται και οι ράγες, όταν είναι ακόμη πράσινες και δεν έχουν αρχίσει να εναποθέτουν ικανοποιητικές ποσότητες ζαχάρων (στάδια πρωιμότερα από τον περκασμό), με αποτέλεσμα την μερική τους αφυδάτωση. Τα συμπτώματα αυτά εμφανίζονται ξαφνικά και παρατηρούνται όταν μετά από έντονη ενυδάτωση των φυτών που προκαλείται από πότισμα με μεγάλες ποσότητες νερού, ή δυνατή βροχή, ακολουθήσει δυνατός αέρας. Τότε λόγω απορρύθμισης της λειτουργίας των στοματίων εξ’ αιτίας απωλειών νερού από επιδερμικά κύτταρα, αυτά παραμένουν ανοιχτά και οι απώλειες νερού είναι πολύ μεγάλες για μικρό χρονικό διάστημα. Η υποπίεση που δημιουργείται στα αγγεία του ξύλου λόγω της απότομης απώλειας νερού, έχει ως αποτέλεσμα οι στήλες του νερού εντός των αγγείων να χάνουν τη συνέχειά τους και να εισέρχεται αέρας. Έτσι διακόπτεται η άνοδος του νερού. Επιπλέον πολλές φορές παρατηρείται στα αγγεία είσοδος κυτοπλάσματος από γειτονικά κύτταρα με αποτέλεσμα να φράζονται τα αγγεία και να σχηματίζονται θηλές. Οι θηλές αυτές μπορούν να επαναπορροφηθούν σε μεταγενέστερη περίοδο και τα αγγεία αποφράζονται. Οι θηλές πέραν από των συμπτωμάτων της χαρακτηριστικής ξήρανσης των φύλλων κατά την περίοδο που εκδηλώνεται το φαινόμενο, έχουν ως αποτέλεσμα και την ακανόνιστη εκβλάστηση των οφθαλμών την επόμενη άνοιξη. Είναι γνωστό ότι νέα φυτά τα οποία δεν έχουν εγκαταστήσει ικανοποιητικά ακόμη το ριζικό τους σύστημα αλλά παρουσιάζουν υπερβολική ζωηρότητα στο υπέργειο τμήμα, είναι πιο επιρρεπή στη φυσιολογική ξήρανση και τη θήλωση. Για την αντιμετώπιση της φυσιολογικής ξήρανσης θα πρέπει να λαμβάνονται όλα εκείνα τα προληπτικά μέτρα που ενδείκνυνται για την ομαλή εγκατάσταση του ριζικού συστήματος στα νέα φυτά και τη μείωση της ζωηρότητας (ρύθμιση της παραγωγής μείωση των αζωτούχων λιπάνσεων κλπ). Μετά την εμφάνιση του φαινομένου ενδείκνυται ένα πολύ αυστηρό κορυφολόγημα για να μειωθεί ο ρυθμός διαπνοής και η επανεμφάνιση του φαινομένου που θα έχει καταστρεπτικές συνέπειες. Αφυδάτωση των σταφυλών και των ραγών Κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, λίγο πριν και κατά τη διάρκεια της περιόδου ωρίμανσης των ραγών παρατηρείται μια μερική αφυδάτωση των ραγών των σταφυλών. Η αφυδάτωση αυτή κυρίως παρατηρείται σε μερικά τμήματα της σταφυλής, ιδιαίτερα στο άκρο αλλά μπορεί να επεκταθεί και στο σύνολον αυτής. Οι ράγες και τα στελέχη χάνουν τη σπαργή τους, σταφιδιάζουν μερικώς, γίνονται μαλακές και πέφτουν εύκολα πολλές φορές μαζί με τα στελέχη του βότρυ. Ανάλογα με την ένταση του φαινομένου η κατάσταση αυτή συνοδεύεται με ξήρανση των φύλων αλλά όχι πάντα. Οι ράγες ή τα τμήματα της σταφυλής που υφίστανται αυτή τη ζημία έχουν μειωμένους βαθμούς 0Brix. Το φαινόμενο αυτό οφείλεται στην οικονομία νερού και συγκεκριμένα στον ανταγωνισμό μεταξύ φύλλων και καρπών αλλά και μεταξύ των διαφόρων μερών της σταφυλής. Είναι γεγονός ότι η διατήρηση της σπαργής των κυττάρων της ράγας 35 οφείλεται στη συσσώρευση ζαχάρων κατά την περίοδο της ωρίμανσης των ραγών, με συνέπεια τη μείωση του υδατικού δυναμικού στις ράγες και την εισροή του νερού στα κύτταρα. Εάν υπάρχει υπερπαραγωγή και μειωμένη φυλλική επιφάνεια σε σχέση με τους καρπούς, άρρα μειωμένη συσσώρευση ζαχάρων στις ράγες το φαινόμενο αυτό επιτείνεται. Η μειωμένη συσσώρευση σακχάρων στα ακραία τμήματα των σταφυλών λειτουργεί επίσης κατά τον ίδιο τρόπο. Νέκρωση των κύριων αξόνων τω ν οφθαλμών (Primary bud necrosis). Η νέκρωση των κύριων αξόνων των οφθαλμών προκαλείται κατά τους χειμερινούς παγετούς οι οποίοι συμβαίνουν κατά τη χειμερινή ανάπαυση των φυτών, όταν οι θερμοκρασίες πέσουν κάτω από ένα όριο, το οποίο μπορεί να είναι ανάλογα με την ποικιλία και την κατάσταση των φυτών, -12 - -17 C0 . Στις περιπτώσεις αυτές οι κύριοι άξονες των χειμερίων οφθαλμών υφίστανται πρώτοι ζημίες σε σχέση με τους άξονες αντικαταστάσεως. Έτσι εάν τα φυτά δεν έχουν υποστεί ολοκληρωτική ζημία, την ερχόμενη άνοιξη παρατηρούνται διπλοί βλαστοί οι οποίοι αντικαθιστούν το κύριο βλαστό κατά την εκβλάστηση. Βέβαια στη χώρα μας οι χειμερινοί παγετοί είναι σπάνιοι και συμβαίνουν σε ορισμένες ψυχρές περιοχές και κατά μεγάλα χρονικά διαστήματα πολυετιών. Η πιο συνηθισμένη όμως περίπτωση νέκρωσης των κύριων αξόνων των χειμερίων οφθαλμών είναι αυτή η οποία εμφανίζεται ως μια φυσιολογική διαταραχή και συμβαίνει όχι κατά την περίοδο της χειμερινής ανάπαυσης των φυτών αλλά κατά τη βλαστική περίοδο, όταν εξελίσσεται η διαφοροποίηση των βλαστικών αξόνων. Η νέκρωση των κύριων αξόνων αρχίζει με αλλοιώσεις των ιστών των κύριων αξόνων 60 ημέρες μετά την εκβλάστηση. Η περίοδος αυτή συμπίπτει με την περίοδο της ταχείας αύξησης των βλαστών. Η νέκρωση των κύριων αξόνων έχει συσχετιστεί με πολλούς παράγοντες όπως υπερβολική ζωηρότητα, επιδράσεις με Γιββερελλίνη, υπερβολική αζωτούχος λίπανση και παροχή νερού, ή ακόμη και έλλειψη υδατανθράκων σχετιζόμενη με έντονη σκίαση και μειωμένη φωτοσύνθεση. Πάντως η νέκρωση των κύριων αξόνων έχει ως συνέπεια τη μειωμένη παραγωγή δεδομένου ότι κυρίως στους κύριους άξονες διαφοροποιούνται οι ταξιανθίες. Στην περίπτωση αυτή ως γενικό σύμπτωμα κατά την εκβλάστηση είναι το σύμπτωμα των διπλών βλαστών. 36 ΑΡΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΧΡΗΣΗΣ ΝΕΡΟΥ ΣΕ ΑΜΠΕΛΩΝΑ Α. Πατάκας Πανεπιστήμιο Δυτικής Ελλάδας, Εργ. Φυτικής Παραγωγής, Γ. Σεφέρη 2, 30100, Αγρίνιο, [email protected] Περίληψη Στη Μεσογειακή ζώνη οι καλλιεργούμενες ποικιλίες της αμπέλου, συχνά και ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του θέρους, εκτίθενται σε συνθήκες έλλειψης νερού εξαιτίας των υψηλών θερμοκρασιών, του υψηλού ρυθμού διαπνοής και της ανεπάρκειας νερού στο έδαφος. Η ένταση καθώς και η συχνότητα εμφάνισης τέτοιων συνθηκών αναμένεται να αυξηθούν τα επόμενα έτη λόγω της αύξησης της μέσης ετήσιας θερμοκρασίας –απόρροια των κλιματικών αλλαγών - και της αναμενόμενης μείωσης των ποσοτήτων νερού που θα είναι διαθέσιμες για γεωργική χρήση. Αποκτά επομένως ιδιαίτερη σημασία για την αμπελοκαλλιέργεια στην Ελλάδα, η εξεύρεση και εφαρμογή μιας στρατηγικής άρδευσης που θα αποσκοπεί στην βελτίωση της ποιότητας και της ποσότητας του παραγόμενου προϊόντος σε συνδυασμό με την αποτελεσματικότερη χρήση του αρδευτικού νερού. Μια τέτοια στρατηγική άρδευσης για να είναι εφαρμόσιμη θα πρέπει να συντίθεται από μια χρονική και μια περιγραφική συνιστώσα. Η πρώτη αφορά στον ακριβή προσδιορισμό του χρόνου άρδευσης στηριζόμενη στην γνώση των υδατικών απαιτήσεων των φυτών στα διαφορετικά φαινολογικά στάδια ενώ η δεύτερη αφορά στην εξεύρεση ενός περιγραφικού δείκτη της υδατικής κατάστασης των φυτών της αμπέλου και συνεπώς της έντασης της υδατικής καταπόνησης. Εισαγωγή Δεδομένων αφενός των επαπειλούμενων φαινομένων ξηρασίας που μοιραία θα επιφέρει η προβλεπόμενη αλλαγή του κλίματος τις προσεχείς δεκαετίες, και αφετέρου της αύξησης του ανταγωνισμού ως προς τις χρήσεις του νερού καθίσταται προφανές ότι η διαχείριση των υδατικών πόρων, κυρίως όσον αφορά την άρδευση των καλλιεργειών, αναμένεται να αποτελέσει πολύπλοκο και ακανθώδες πρόβλημα. Και αυτό γιατί θα πρέπει ταυτόχρονα να αντιμετωπιστεί η αυξημένη αναγκαιότητα εφαρμογής αρδευτικού νερού από τη μια και η περιορισμένη διαθεσιμότητά του από την άλλη. Μεταξύ των αγρονομικών καλλιεργειών, η αμπελοκαλλιέργεια στην Ελλάδα καταλαμβάνει το 5.4% του συνόλου της καλλιεργήσιμης έκτασης συμβάλλοντας σημαντικά στο εθνικό γεωργικό εισόδημα. Από το σύνολο των 1.200.000 περίπου στρεμμάτων του ελληνικού αμπελώνα αρδεύονται περίπου 406.000 στρέμματα δηλαδή ποσοστό 33% (Πηγή: Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων 2007). Είναι επομένως φανερό ότι η συντριπτική πλειοψηφία των καλλιεργούμενων ποικιλιών εκτίθενται, κατά το μάλλον ή ήττον, σε συνθήκες υδατικής καταπόνησης στη διάρκεια της βλαστικής περιόδου. Η συχνή και παρατεταμένη έκθεση των πρέμνων της αμπέλου σε τέτοιες συνθήκες έχει σαν αποτέλεσμα την μειωμένη βλαστική τους ανάπτυξη, την μείωση της ποσότητας των παραγομένων σταφυλών, την ποιοτική υποβάθμιση του παραγόμενου προϊόντος και τελικά την μείωση του 37 οικονομικού αποτελέσματος της αμπελοκαλλιέργειας (Patakas et al., 1997). Παρόλη την ύπαρξη διαφωνιών σχετικά με την αναγκαιότητα εφαρμογή άρδευσης στις οινοποιήσιμες ποικιλίες αμπέλου, σήμερα είναι γενικά αποδεκτό ότι η εφαρμογή άρδευσης σε συγκεκριμένα φαινολογικά στάδια επιδρά θετικά στην ποσότητα αλλά και στην ποιότητα του παραγομένου προϊόντος. Παραμένει όμως ζητούμενο η ανάπτυξη μιας στρατηγικής άρδευσης η οποία θα κατατείνει στην βελτίωση της ποιότητας και της ποσότητας του παραγόμενου προϊόντος, σε συνδυασμό με την αποτελεσματικότερη χρήση του αρδευτικού νερού. Μια τέτοια στρατηγική άρδευσης για να εφαρμόσιμη θα πρέπει να αποτελείται από μια χρονική και μια περιγραφική συνιστώσα. 1. Χρονική συνιστώσα Τα τελευταία χρόνια οι περισσότερες ερευνητικές εργασίες εισηγούνται την σύνδεση της στρατηγικής άρδευσης με τα φαινολογικά στάδια ώστε να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα χρήσης του αρδευτικού νερού (Chaves et al., 2007). Προς την κατεύθυνση αυτή ιδιαίτερη σημασία έχει η γνώση των απαιτήσεων σε νερό αλλά και των επιπτώσεων της έλλειψης νερού στην δυναμική αύξησης των οργάνων της αμπέλου σε κάθε φαινολογικό στάδιο (Σχήμα 1). Το πρώτο φαινολογικό στάδιο (έκπτυξη οφθαλμών έως άνθηση) χαρακτηρίζεται από έντονη αύξηση των βλαστών η οποία υποστηρίζεται από την αποταμιευθείσα στην διάρκεια του χειμώνα εδαφική υγρασία (Hardie et al., 1976). Η ύπαρξη επαρκούς εδαφικής υγρασίας κατά το στάδιο αυτό θεωρείται κρίσιμη για την επίτευξη της ελάχιστης ενεργού φυλλικής επιφανείας η οποία είναι απαραίτητη για την ομαλή ανάπτυξη και ωρίμανση των σταφυλών. Έλλειψη νερού σε αυτό το στάδιο είναι συνήθως σπάνια εξαιτίας α) της ύπαρξης επαρκούς υγρασίας και αποθεμάτων νερού στο έδαφος νωρίς την άνοιξη και β) των μικρότερων διαπνευστικών απωλειών νερού λόγω της μικρότερης φυλλικής επιφανείας και του υδατικού ελλείμματος της ατμόσφαιρας. Κατά το δεύτερο φαινολογικό στάδιο (καρπόδεση-περκασμός) συντελείται στο μεγαλύτερο βαθμό η αύξηση σε μέγεθος των ραγών. Η αύξηση σε μέγεθος των ραγών πραγματοποιείται σε τρεις φάσεις εκ των οποίων οι δύο πρώτες ολοκληρώνονται στην διάρκεια αυτού του φαινολογικού σταδίου (Prichard et al., 2004). Η πρώτη φάση (φάση 1), διάρκειας 40-60 ημερών, χαρακτηρίζεται από γρήγορη αύξηση του μεγέθους των ραγών ακολουθούμενη από μια περίοδο ανάσχεσης ή σημαντικής επιβράδυνσης του ρυθμού αυτού (φάση 2). Έλλειψη νερού ή επιβολή μέτριας υδατικής καταπόνησης κατά την πρώτη φάση προκαλεί σημαντική μείωση του μεγέθους των ραγών και κατα συνέπεια της παραγωγής λόγω της αρνητικής επίδρασης της έλλειψης νερού στο ρυθμό πολλαπλασιασμού των κυττάρων και συνεπώς στον τελικό αριθμό τους ανά ράγα. 38 ράγε ρίζε βλαστ ΕΚΒΛΑΣΤΗΣΗ ΑΝΘΗΣΗ ΠΕΡΚΑΣΜΟΣ ΩΡΙΜΑΝΣΗ Σχήμα 1. Εποχιακή μεταβολή κίνησης θρεπτικών συστατικών και δυναμική αυξήσεως των οργάνων της αμπέλου στα διαφορετικά φαινολογικά στάδια. Ανθεκτικότερο στην ξηρασία θεωρείται το τρίτο φαινολογικό στάδιο (περκασμόςωρίμανση). Κατά το στάδιο αυτό ολοκληρώνεται η αύξηση σε μέγεθος των ραγών (φάση 3) που είχε αρχίσει από το προηγούμενο φαινολογικό στάδιο. Εφαρμογή ήπιου υδατικού ελλείμματος στο στάδιο αυτό έχει ελάχιστες αρνητικές συνέπειες στο τελικό μέγεθος των ραγών κυρίως μέσω της επίδρασής του στη τάνυση των κυττάρων. Από την άλλη μεριά όμως μπορεί να συμβάλλει στην βελτίωση της ποιότητας του παραγόμενου προϊόντος στις έγχρωμες οινοποιήσιμες ποικιλίες λόγω της αύξησης της συγκέντρωσης χρωστικών στον φλοιό των ραγών. Η τελευταία αποδίδεται τόσο στην βελτίωση του φωτεινού μικροκλίματος στην ζώνη των σταφυλών, συνέπεια της ανάσχεσης της βλαστικής ανάπτυξης και της έκπτυξης των ταχυφυών βλαστών, όσο και στην αύξηση της αναλογίας φλοιού/ γλεύκους. Τέλος έλλειψη νερού κατά το τέταρτο φαινολογικό στάδιο (ωρίμανση –φυλλόπτωση) μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγή της επόμενης βλαστικής περιόδου λόγω της μείωσης του ρυθμού αποθησαυρισμού υδατανθράκων, της απορρόφησης ανόργανων θρεπτικών στοιχείων και του ρυθμού αύξησης του ριζικού συστήματος των φυτών . Όσον αφορά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και ειδικότερα την συγκέντρωση των σακχάρων και οξέων στις ράγες, τα αποτελέσματα των περισσοτέρων ερευνητικών εργασιών εισηγούνται ότι αυτή σχετίζεται με την ακολουθούμενη αρδευτική στρατηγική καθόλη την περίοδο της αύξησης και ανάπτυξής τους. Ήπια υδατική καταπόνηση μπορεί να αυξήσει την περιεκτικότητα σε σάκχαρα των ραγών και να επιταχύνει την ωρίμανση των σταφυλιών ενώ έντονη υδατική καταπόνηση σε συνδυασμό με αυξημένο φορτίο των πρέμνων συντελεί στην καθυστέρηση συγκέντρωσης υδατανθράκων στις ράγες και οψίμιση της ωρίμανσης. Τέλος ήπια υδατική καταπόνηση προκαλεί μείωση της συνολικής οξύτητα μειώνοντας σημαντικά την περιεκτικότητα σε μηλικό οξύ και μεταβάλλοντας την αναλογία τρυγικό/μηλικό οξύ (Esteban et al., 1999). Οι παραπάνω αναφερθείσες επιπτώσεις, παρότι δεν μπορούν να τύχουν ευρύτερης γενίκευσης εξαρτώμενες από πολλές παραμέτρους (ποικιλία, περιβαλλοντικές συνθήκες κλπ), αποδεικνύουν ότι η εφαρμογή ενός προγράμματος άρδευσης 39 βασιζόμενου στην γνώση των υδατικών απαιτήσεων των φυτών αλλά και των επιπτώσεων έλλειψης νερού σε κάθε φαινολογικό στάδιο δύναται να βοηθήσει στη βελτίωση της ποιότητας του παραγομένου προϊόντος με ταυτόχρονη εξοικονόμηση αρδευτικού νερού. 2. Περιγραφική συνιστώσα Η περιγραφική συνιστώσα ενός προγράμματος άρδευσης συνίσταται στην αριθμητική έκφραση και τον ποσοτικό προσδιορισμό της υδατικής κατάστασης των φυτών της αμπέλου και συνεπώς της έντασης της υδατικής καταπόνησης. Το γεγονός ότι η γνώση της υδατικής κατάστασης των φυτών αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για ένα επιτυχές πρόγραμμα άρδευσης οδήγησε σε ερευνητικές προσπάθειες δημιουργίας και εξέλιξης τεχνικών και μεθοδολογιών προσδιορισμού της. Οι εν λόγω μεθοδολογίες μπορούν να χωριστούν σε δυο κατηγορίες: α) στις άμεσες, κύριο χαρακτηριστικό των οποίων είναι ότι στηρίζονται στην μέτρηση και καταγραφή τιμών φυσιολογικών παραμέτρων των φυτών και β) στις έμμεσες, που αφορούν κυρίως μετρήσεις της υγρασίας του εδάφους. Στις πρώτες ανήκει το υδατικό δυναμικό το οποίο με τις ποικίλες εκφάνσεις του (υδατικό δυναμικό φύλλων, βλαστού, βάσης κ.α ) αποτελεί κατά γενική ομολογία τον περισσότερο χρησιμοποιούμενο και αποδεκτό δείκτη της υδατικής κατάστασης των φυτών της αμπέλου (Patakas et al., 2005). Σε αντιδιαστολή με την υψηλή ακρίβειά του, οι μετρήσεις του υδατικού δυναμικού παρουσιάζουν σημαντικά μειονεκτήματα όπως ότι είναι χρονοβόρες, επίπονες και καταστροφικές. Τα ίδια μειονεκτήματα παρουσιάζει και η μέτρηση της στοματικής αγωγιμότητας που από πολλούς θεωρείται ως υψηλότερης ακρίβειας δείκτης έντασης υδατικής καταπόνησης, συγκρινόμενος με το υδατικό δυναμικό, εξαιτίας της ισοϋδρικης συμπεριφοράς ποικιλιών της αμπέλου (Beis and Patakas 2012). Προς άρση αυτών των μειονεκτημάτων νέες εναλλακτικές τεχνικές προτάθηκαν, ανάμεσα στις οποίες μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν η ταχύτητα του ανοδικού ρεύματος (sap flow) και η μέτρηση της θερμοκρασίας του φύλλου. Κύριο πλεονέκτημα των δυο αυτών μεθοδολογιών είναι ότι είναι πλήρως αυτοματοποιημένες και ότι εξαρτώνται άμεσα και συνεπώς προσδιορίζουν μεταβολές στην στοματική αγωγιμότητα των φύλλων (Patakas et al., 2005; Πατάκας κ.α 2007). Στις έμμεσες μετρήσεις περιλαμβάνονται η μέτρηση-καταγραφή της υγρασίας του εδάφους στην ζώνη του ενεργού ριζοστρώματος (υπό μορφή υδατικού δυναμικού ή υδατικού περιεχομένου) καθώς και ο υπολογισμός μεταβολών στο ισοζύγιο εδαφικού νερού μέσω της διαφοράς εισροών (βροχόπτωση, άρδευση) και εκροών (έκπλυση, επιφανειακή απορροή, εξατμισοδιαπνοή). Οι μέθοδοι αυτοί παρουσιάζουν το πλεονέκτημα της αυτοματοποίησης καθώς έχουν την δυνατότητας συλλογής και επεξεργασίας μεγάλου όγκου δεδομένων. Το κυριότερο μειονέκτημά τους έγκειται στο ότι οι φυσιολογικές λειτουργίες σε επίπεδο φυλλικού ιστού συνδέονται αμεσότερα με την υδατική κατάσταση των πρέμνων παρά με τις αλλαγές στην περιεκτικότητα του εδάφους σε υγρασία. Βιβλιογραφία Chaves, M.M., Santos, T.P., Souza, C.R., Ortuna, M.F., Rodrigues, M.L., Lopes, C.M., Maroco, J.P. and Pereira, J.S., 2007. Deficit irrigation in grapevine improves 40 water use efficiency while controlling vigour and production quality. Ann. Appl. Biol. 150: 237-252. Beis, A. and A. Patakas, (2012). Relative contribution of photoprotection and antioxidative mechanisms to differential drought adaptation ability in grapevines. Environmental and Experimental Botany 78: 173– 183. Esteban, M.A., Villanueva M.J. and Lissarrague, J.R., 1999. Effect of irrigation on changes in berry composition of Tempranillo during maturation. Sugars, organic acids and mineral elements. Am. J. Enol. Vitic. 50: 418-434. Patakas, Α., Noitsakis, Β. and Stavrakas, D., 1997. Adaptation to seasonal drought in Vitis vinifera L. as affected by leaf age. Vitis 36 (1): 11-14. Patakas, A., Noitsakis, B. and Chouzouri, A., 2005. Optimization of irrigation water use in grapevines using the relationship between transpiration and plant water status. Agr. Ecosyst. Environ. 106: 253-259. Πατάκας, A., I. Βογιατζής, και Θρ. Γιαντζίδης, 2007. Χρησιμοποίηση θερμομέτρων υπέρυθρης ακτινοβολίας για τον προγραμματισμό άρδευσης αμπελώνα. Πρακτικά της 23ης Επιστημονικής συνεδρίασης της Ελληνικής Εταιρείας της Επιστήμης των Οπωροκηπευτικών: 41-44. Prichard, T., Hanson, B.,Verdegaal, P. and Smith, R., 2004. Deficit irrigation of quality grapevines using micro-irrigation techniques. University of California Davis, Handbook. 41 ΘΡΕΨΗ ΚΑΙ ΛΙΠΑΝΣΗ ΤΗΣ ΑΜΠΕΛΟΥ Τσουγκριάνη Χαρίκλεια ΕΛ.Γ.Ο – ΔΗΜΗΤΡΑ (Γεωργική ΕΠΑ.Σ. Νεμέας) Μαθητικής Εστίας 37, 20500, Νεμέα Τηλ. & Fax:2746023032, e-mail: [email protected] Εισαγωγή Θρέψη της αμπέλου είναι ο εφοδιασμός των πρέμνων με τα θρεπτικά στοιχεία που είναι απαραίτητα για την αύξηση και τον μεταβολισμό τους. Τα πρέμνα εφοδιάζονται με άνθρακα, υδρογόνο και οξυγόνο από την ατμόσφαιρα και το νερό. Ο εφοδιασμός τους με όλα τα υπόλοιπα θρεπτικά στοιχεία γίνεται με την απορρόφησή τους από το έδαφος αποτελώντας την ανόργανη θρέψη της αμπέλου. Η σταδιακή μείωση των αποθεμάτων του εδάφους σε θρεπτικά στοιχεία λόγω της συνεχούς απορρόφησής τους από τα πρέμνα και της απομάκρυνσής τους με έκπλυση, καθιστά απαραίτητη την αναπλήρωσή τους ώστε να ικανοποιούνται οι ανάγκες των πρέμνων. Η διαδικασία αναπλήρωσης των θρεπτικών στοιχείων στο έδαφος λέγεται λίπανση και γίνεται με τα λιπάσματα, όπου λίπασμα θεωρείται οποιοδήποτε υλικό περιέχει ένα τουλάχιστον θρεπτικό στοιχείο. Για την κανονική εκτέλεση όλων των φυσιολογικών διεργασιών των πρέμνων οι συγκεντρώσεις των θρεπτικών στοιχείων στους ιστούς τους πρέπει να βρίσκονται σε συγκεκριμένα όρια που είναι χαρακτηριστικά για κάθε στοιχείο. Η έλλειψη ενός και μόνον στοιχείου εμποδίζει την κανονική ανάπτυξη και παραγωγή των πρέμνων ενώ η πλήρης έλλειψή του κάνει αδύνατη την ολοκλήρωση του βιολογικού κύκλου τους. Πολλά από τα προβλήματα της παραγωγής των αμπελώνων, ποσοτικά και ποιοτικά, οφείλονται σε λανθασμένη διαχείριση της ανόργανης θρέψης τους. Γενικά επιθυμητή είναι η μικρή έως μέτρια ζωηρότητα των πρέμνων και η διατήρηση της ισορροπίας μεταξύ βλάστησης και καρποφορίας. Η υπερβολική παροχή ορισμένων στοιχείων πχ του αζώτου αυξάνει πολύ τη ζωηρότητα και την παραγωγή με δυσμενή αποτελέσματα στην ποιότητα του παραγόμενου οίνου. Στόχος λοιπόν κάθε προγράμματος λίπανσης πρέπει να είναι η εξασφάλιση της βιωσιμότητας και της παραγωγικότητας του αμπελώνα, αλλά και της καλής ποιότητας των παραγόμενων αμπελο-οινικών προϊόντων. Εκτίμηση – Έλεγχος Ανόργανης Θρέψης Αμπέλου Η εξασφάλιση της επάρκειας των θρεπτικών στοιχείων ξεκινά από την προετοιμασία του εδάφους για την εγκατάσταση του αμπελώνα. Οι εδαφολογικές αναλύσεις που προηγούνται της φύτευσης καθορίζουν αν χρειάζονται επεμβάσεις διόρθωσης του pΗ, αύξησης της οργανικής ουσίας ή η προσθήκη λιπασμάτων. Όσο τα πρέμνα ωριμάζουν σε ηλικία και αποδίδουν παραγωγή συνήθως χρειάζεται η προσθήκη ενός ή περισσότερων θρεπτικών στοιχείων στο έδαφος. Για την 42 κατάστρωση του προγράμματος λίπανσης ενός αμπελώνα πρέπει να είναι γνωστά το ιστορικό των λιπάνσεων που προηγήθηκαν και οι καλλιεργητικές πρακτικές που εφαρμόζονται και να έχει προηγηθεί η εκτίμηση της θρεπτικής του κατάστασης. Η εκτίμηση της θρεπτικής κατάστασης ενός αμπελώνα γίνεται με τον συνδυασμό των συμπερασμάτων από α) την μακροσκοπική εξέταση της εμφάνισης και απόδοσης των πρέμνων, β) τα αποτελέσματα των αναλύσεων εδάφους και γ) τα αποτελέσματα από τις αναλύσεις φύλλων των πρέμνων. Μακροσκοπική Εξέταση Αμπελώνα Η μακροσκοπική εξέταση της εμφάνισης των πρέμνων ενός αμπελώνα, αλλά και της απόδοσης και της ποιότητας της παραγωγής τους, μπορεί να δώσει πολύτιμες πληροφορίες για την θρεπτική τους κατάσταση. Συμπτώματα όμως στα πρέμνα μπορεί να παρατηρηθούν από διάφορα αίτια (ασθένειες, τοξικότητες φυτοφαρμάκων κα) κι όχι μόνο λόγω θρεπτικών διαταραχών, γι’ αυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή για την αποφυγή λανθασμένων συμπερασμάτων. Σημαντικό είναι να λαμβάνεται υπ’ όψιν η έκταση και η τοποθεσία στην οποία εμφανίζεται το πρόβλημα στον αμπελώνα, γιατί μια τροφοπενία σπάνια πλήττει μεμονωμένα πρέμνα αλλά συνήθως διακρίνεται σε τμήματά του. Πληροφορίες για το είδος της έλλειψης δίνουν τόσο η ηλικία των φύλλων που εμφανίζουν συμπτώματα και η θέση τους πάνω στο βλαστό, όσο και το είδος των μεταχρωματισμών στο έλασμά τους. Ανάλογα με το αν το στοιχείο που είναι σε έλλειψη είναι ευκίνητο ή δυσκίνητο εντός του φυτού, τα συμπτώματα εμφανίζονται συνήθως πρώτα στα κατώτερα και μεγαλύτερης ηλικίας ή στα νεαρότερα φύλλα αντίστοιχα. Σε κάθε περίπτωση πάντως πριν γίνει οποιαδήποτε διορθωτική επέμβαση με λιπάσματα πρέπει να γίνεται επιβεβαίωση των συμπερασμάτων αυτών με εργαστηριακές αναλύσεις για την αποφυγή λαθών. Αναλύσεις Εδάφους Οι αναλύσεις εδάφους είναι απαραίτητο να ξεκινούν πριν την εγκατάσταση του αμπελώνα και να επαναλαμβάνονται κάθε 3-5 χρόνια ή και συντομότερα. Η ορθότητα των αποτελεσμάτων καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την ποιότητα του δείγματος το οποίο πρέπει να είναι αντιπροσωπευτικό του εδάφους του αμπελώνα. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος η υπό εξέταση περιοχή χωρίζεται σε ομοιογενή τμήματα και από το κάθε τμήμα γίνεται συλλογή ενός σύνθετου δείγματος που προκύπτει από την ανάμιξη πολλών απλών δειγμάτων. Συλλέγεται ένα σύνθετο δείγμα για κάθε βάθος δειγματοληψίας (0-30cm και 30-60cm). Το ριζικό σύστημα της αμπέλου εξερευνεί μεγάλο όγκο εδάφους, το οποίο μπορεί να διαφέρει πολύ στη χημική του σύσταση ακόμα και σε μικρές αποστάσεις. Έτσι η αξία των αναλύσεων εδάφους στην αμπελοκαλλιέργεια εντοπίζεται περισσότερο στις πληροφορίες σχετικά το pΗ του, που επηρεάζει τη διαθεσιμότητα των θρεπτικών στοιχείων και τη δραστηριότητα των μικροοργανισμών του, την περιεκτικότητά του σε ανθρακικό ασβέστιο που καθορίζει σε μεγάλο βαθμό το είδος του υποκειμένου που θα χρησιμοποιηθεί και την πιθανότητα ύπαρξης προβλημάτων αλατότητας. 43 Τέλος από τις αναλύσεις εδάφους αντλούνται πληροφορίες σχετικά με τη διαθεσιμότητα των θρεπτικών στοιχείων και τις αλληλεπιδράσεις τους. Το να είναι όμως κάποιο στοιχείο διαθέσιμο στο έδαφος δε σημαίνει απαραίτητα ότι μπορεί να απορροφηθεί επαρκώς και από τα πρέμνα. Συνεπώς οι αναλύσεις εδάφους δεν μπορούν να δώσουν μια ένδειξη της θρεπτικής κατάστασης των πρέμνων. Αναλύσεις Φύλλων Οι αναλύσεις φύλλων αποτελούν τον πιο αντικειμενικό οδηγό για την εκτίμηση της θρεπτικής κατάστασης και των λιπαντικών αναγκών της αμπέλου γιατί μετρούν την περιεκτικότητα των φυτικών ιστών σε θρεπτικά στοιχεία. Τα αποτελέσματά τους συγκρίνονται με τιμές αναφοράς και από τη σύγκριση μπορεί να προσδιοριστεί αν κάποιο στοιχείο βρίσκεται σε επίπεδα επάρκειας, έλλειψης ή περίσσειας. Η ανάλυση φύλλων δεν είναι απαραίτητη σε αμπελώνες που δεν έχουν μπει στην παραγωγική διαδικασία. Σε αμπελώνες που βρίσκονται σε κανονική παραγωγή πρέπει να γίνεται ανάλυση φύλλων κάθε χρόνο ή έστω κάθε δύο χρόνια ενώ σε περιπτώσεις που υπάρχει πρόβλημα θρέψης, μπορεί να χρειαστούν περισσότερες από μια αναλύσεις κατά τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου. Με τις αναλύσεις φύλλων είναι δυνατό να γίνει εκτίμηση της επάρκειας της λιπαντικής τακτικής, η διάγνωση τροφοπενιών που περιορίζουν την παραγωγή πριν ακόμα φανούν συμπτώματα στα πρέμνα, η επιβεβαίωση διαγνώσεων που βασίστηκαν στη μακροσκοπική εξέταση των φυτών και η εκτίμηση της επίδρασης αλλαγών της καλλιεργητικής πρακτικής (πχ άρδευση κλπ) στη θρεπτική κατάσταση των πρέμνων. Η ορθότητα των αποτελεσμάτων καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την ποιότητα του δείγματος το οποίο πρέπει να είναι αντιπροσωπευτικό της καλλιέργειας. Κάθε δείγμα πρέπει να συλλέγεται από ένα ομοιογενές τεμάχιο του αμπελώνα και να αντιπροσωπεύει έναν συνδυασμό ποικιλίας – υποκειμένου. Υπάρχουν τρία διαφορετικά πρωτόκολλα ανάλυσης φύλλων στο αμπέλι: της Καλιφόρνιας, το Γαλλικό και της Νοτίου Αφρικής. Για κάθε πρωτόκολλο και για κάθε προτεινόμενο στάδιο συλλογής δείγματος υπάρχουν διαφορετικές τιμές αναφοράς για σύγκριση των αποτελεσμάτων. Πρόβλημα σε όλα τα πρωτόκολλα είναι η εκτίμηση των επιπέδων του αζώτου, για το οποίο πιο σημαντικές θεωρούνται οι παρατηρήσεις της ζωηρότητας, παραγωγικότητας και του χρώματος του φυλλώματος των πρέμνων. Κατά το πρωτόκολλο της Καλιφόρνιας συλλέγονται μίσχοι από φύλλα της βάσης των βλαστών απέναντι από ταξιανθία κατά την πλήρη άνθιση ενώ όταν είναι απαραίτητος ο επανέλεγχος κάποιου στοιχείου συλλέγεται ένα δεύτερο δείγμα μίσχων από τα νεαρότερα ώριμα φύλλα των πρέμνων κατά τον περκασμό. Κατά το Γαλλικό πρωτόκολλο συλλέγονται ολόκληρα φύλλα (έλασμα και μίσχος) από τη βάση των βλαστών και απέναντι από ταξιανθία. Η συλλογή δειγμάτων μπορεί να γίνει σε τρία διαφορετικά στάδια (άνθιση, περκασμό, και ωρίμανση). Τέλος κατά το πρωτόκολλο της Ν. Αφρικής συλλέγονται ελάσματα φύλλων από τη βάση των βλαστών στο στάδιο του περκασμού. 44 Βιβλιογραφία 1. Benton Jones J. Jr.: PLANT NUTRITION Manual, 1998. 2. Christensen P.: Use of Tissue Analysis in Viticulture, University of California, Cooperative Extension Pub.NG10-00, 2000 3. Reuter D.J. and Robinson J.B.: PLANT ANALYSIS An Interpretation Manual, Inkata Press, Melbourne, 1986 4. Robinson J.B.: Grapevine nutrition in Viticulture Volume 2 Practices, Chapter 9, Eds Coombe BG & Dry PR, Winetitles, Adelaide Australia, 1992. 5. Walsh Leo and Beaton D. James: Soil Testing and Plant Analysis Revised Edition, Soil Science Society of America, Inc. Madison, Wisconsin USA, 1973. 45 Η ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΔΙΑΠΝΕΥΣΤΙΚΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΠΙΝΟΛΙΝΗ ΣΕ ΟΙΝΟΠΟΙΗΣΙΜΕΣ ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ ΤΗΣ ΑΜΠΕΛΟΥ Δέσποινα Πετούμενου Consiglio per la Ricerca e la sperimentazione in Agricoltura, Centro di Ricerca per la Viticoltura (CRA-VIT), Viale XXVIII Aprile, 26, 31015, Conegliano (TV) – Italy, tel.: +39-0438-456744, fax.: +39-0438-64779, email: [email protected] Τις τελευταίες δεκαετίες, τόσο η ελληνική αμπελουργία όσο και αυτή των περισσότερων παραδοσιακά αμπελουργικών χωρών βρίσκεται αντιμέτωπη με την επίλυση πρακτικών προβλημάτων, όπως η έλλειψη νερού και οι υψηλές θερμοκρασίες, που καταγράφονται κυρίως κατά την περίοδο της ωρίμανσης της σταφυλής, συνθήκες οι οποίες δυσχεραίνουν την παραγωγή οίνων υψηλής ποιότητας. Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση της επιστημονικής διακυβερνητικής επιτροπής του Ο.Η.Ε. για την κλιματική αλλαγή (η γνωστή IPCC) προβλέπεται μια αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 1,8-2,0°C ως το 2100 (IPCC, 2007). Οι κύριες επιπτώσεις της κλιματικής αυτής αλλαγής για το αμπέλι αναμένεται να είναι η πρωίμιση του ετήσιου κύκλου της αμπέλου, η αύξηση ή μείωση της καρπόδεσης, του μεγέθους της ράγας και της παραγωγής, ανάλογα με τη διαθεσιμότητα του νερού (έλλειψη ή όχι), η αύξηση των σακχάρων, η μείωση της οξύτητας στο γλεύκος και κατ’επέκταση η παραγωγή οίνων με λιγότερες χρωστικές, με υψηλούς αλκοολικούς τίτλους και μη ισορροπημένα αρώματα (Moriondo και Bindi, 2007, Gordo και Sanz 2010, Mira de Orduña 2010, Tomasi κ.α. 2011). Αυτές οι αλλαγές, οι οποίες έχουν ήδη γίνει περισσότερο ή λίγοτερο αντιληπτές (ανάλογα με την περιοχή καλλιέργειας της αμπέλου) από τους αμπελουργούς τα τελευταία έτη, οφείλονται, όπως ήδη αναφέρθηκε, τόσο στην αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη (Schultz 2000, Jones κ.α. 2005) όσο και στις ριζικές διαρθρωτικές αλλαγές στην καλλιέργεια της αμπέλου, όπως οι χαμηλές αποδόσεις που επιβάλονται από τη νομοθεσία για την παραγωγή οίνων Ο.Π.Α.Π. Αυτή η νέα αμπελουργική πραγματικότητα, που χαρακτηρίζεται από το συνδυασμό «κλιματική αλλαγή»-«περιορισμένη παραγωγή» είναι και η αιτία της μη επίτευξης μιας ικανοποιητικής τεχνολογικής και κυρίως φαινολικής ωρίμανσης, ιδιαίτερα επιζητούμενη στις ερυθρές ποικιλίες για την παραγωγή οίνων υψηλής ποιότητας (πληρότητα στα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά, µεγάλη δυνατότητα παλαίωσης). Με βάση τα προαναφερόμενα, είναι χρήσιμο να επαναξεταστεί η δυνατότητα εφαρμογής συγκεκριμένων καλλιεργητικών τεχνικών που μπορούν να επιταχύνουν ή να επιβραδύνουν (κυρίως κατά την τελική φάση της ωρίμανσης) την συγκέντρωση των σακχάρων στο γλεύκος και να βελτιώσουν ή να μειώσουν το φαινολικό δυναμικό μιας ερυθρής ποικιλίας, ανάλογα με το τελικό οινολογικό αποτέλεσμα που θέλουμε να επιτύχουμε (οίνοι ερυθροί φρέσκοι, χαμηλόβαθμοι ή βαθιάς παλαίωσης με υψηλό αλκοολικό τίτλο). Μεταξύ αυτών, θεωρείται σκόπιμη η αναφορά στην τεχνική των θερινών ή χλωρών κλαδεμάτων (βλαστολόγημα, κορυφολόγημα, ξεφύλλισμα, αραίωμα βοτρύων ή πράσινος τρύγος, χαραγή, αφαίρεση ταχυφυών), στην άρδευση, στα συστήματα σκίασης του φυλλώματος (π.χ. με κατάλληλα δίχτυα) για προστασία 46 από την υπεριώδη ακτινοβολία και στην εφαρμογή κατάλληλων φυτορρυθμιστικών ουσιών (αντιδιαπνευστικά) για την ρύθμιση της διαπνοής του φυτού. Συγκεκριμένα, αυτή η τελευταία καλλιεργητική πρακτική μπορεί να αποτελέσει μια ενδιαφέρουσα εναλλακτική λύση στις ήδη υπάρχουσες, κυρίως λόγω της απλότητας στην εφαρμογής της. Τα αντιδιαπνευστικά είναι συνθετικές κυρίως φυτορρυθμιστικές ουσίες, ικανά να ρυθμίζουν το άνοιγμα των στοματίων στο φύλλο του φυτού, περιορίζοντας την διαπνοή μέχρι και 80%. Η ικανότητά τους αυτή εξαρτάται, τόσο από το είδος της ουσίας, όσο και από τον χρόνο και τον τρόπο εφαρμογής της. Αυτά μπορούν να διακριθούν στις εξής μεγάλες κατηγορίες: α) τα μεταβολικά αντιδιαπνευστικά που επηρεάζουν τον μεταβολισμό του φυτού και ρυθμίζουν το άνοιγμα των στοματίων (αμπσισικό οξύ, CO2, chloromequat chloride, chlorflurecol methyl, daminozide, phenyl mercuric acetate, 8-hydroxyquinoline sulphate, l), β) τα αντιδιαπνευστικά που προκαλούν ανάκλαση της προσπίπτουσας στα φυτά ηλιακής ακτινοβολίας (καολινίτης) και γ) τα αντιδιαπνευστικά που σχηματίζουν μεμβράνη (film) πάνω στα φύλλα, μειώνοντας έτσι την διαπνοή (cetyl alcohol, hexadecanol, latex, pinolene, polyterpene, polyvinyl chloride, silicone, κηρός παραφίνης, γαλακτωματοποιήσιμοι κηροί (Πασπάτης 1998). Στο κείμενο που ακολουθεί παρουσιάζονται συνοπτικά τα αποτελέσματα που προκύπτουν από την εφαρμογή της αντιδιαπνευστικής ουσίας πινολίνη (χημική ονομασία: di-1-p-menthene, μοριακός τύπος: C20H34) σε δυο ερυθρές οινοποιήσιμες ποικιλίες της αμπέλου (Vitis vinifera L.) και σε δυο διαφορετικές φαινολογικές φάσεις, πριν την ανθοφορία και κατά τον περκασμό. Η πινολίνη είναι μια τερπενική ουσία φυτικής προελεύσεως, αφού προέρχεται από την επεξεργασία της φυσικής ρητίνης του πεύκου (και για το λόγο αυτό η χρήση της επιτρέπεται και στη βιολογική γεωργία). Στο αµπέλι χρησιµοποιείται για την αύξηση της παραγωγής (αύξηση του μεγεθους της σταφυλής, Πασπάτης 1998), για την βελτίωση της ποιότητας των σταφυλιών (βελτίωση του χρώµατος και της µετασυλλεκτικής ζωής των σταφυλιών) και για προστασία από το ψύχος και την ξηρασία (Γιαννοπολίτης 1997). Η εφαρμογή της πινολίνης πριν την ανθοφορία πραγματοποιήθηκε με στόχο την βελτίωση των ποιοτικών χαρακτηριστικών της σταφυλής και του παραγώμενου οίνου ενώ η όψιμη εφαρμογή της (περίπου έναν μήνα πριν τον τρυγητό) είχε ως στόχο την καθυστέρηση της τεχνολογικής ωρίμανσης, ώστε να επιτευχθεί μια ικανοποιητική φαινολική ωρίμανση απαραίτητη για την παραγωγή οίνων παλαίωσης ή φρέσκων, χαμηλόβαθμων ερυθρών ή ροζέ. Πιο συγκεκριμένα η πρώιμη εφαρμογή της πινολίνης πραγματοποιήθηκε σε γραμμικό αμπελώνα της κεντρικής Ιταλίας (νομός Ούμπρια, Umbria) κατά τη τριετία 20072009. Το κλίμα της περιοχής είναι εύκρατου μεσογειακού τύπου, η μέση θερμοκρασία είναι 13°C, η ετήσια βροχόπτωση κυμαίνεται μεταξύ 800 και 1.000 mm ενώ το άθροισμα των βροχοπτώσεων κατά την περίοδο της διεξαγωγής του πειράματος ήταν 45-50 mm. Ο πειραματικός αμπελώνας είναι εγκατεστημένος με την γηγενή ποικιλία Σαντζιοβέζε (Sangiovese), εμβολιασμένη σε υποκείμενο 110 R. Τα φυτά ήταν ηλικίας 11 ετών και διαμορφωμένα σε μονόπλευρο γραμμικό σχήμα, με αποστάσεις φύτευσης 1,00 m επί της γραμμής και 2,50 m μεταξύ των γραμμών (400 φυτά/στρεμ.). Η πινολίνη εφαρμόστηκε σε συγκέντρωση 3% πριν την ανθοφορία και σε επαναληπτική εφαρμογή στην ίδια συγκέντρωση, σε διάστημα δύο εβδομάδων από την πρώτη, λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών (έντονη βροχόπτωση). Η όψιμη 47 εφαρμογή της πινολίνης πραγματοποιήθηκε σε γραμμικό αμπελώνα της Β.Α. Ιταλίας (νομός Βένετο, Veneto) τον Αύγουστο 2011. Το κλίμα της περιοχής είναι ηπειρωτικού τύπου, η μέση θερμοκρασία είναι 12,5°C, η ετήσια βροχόπτωση κυμαίνεται μεταξύ 900 και 1.200 mm ενώ το άθροισμα των βροχοπτώσεων κατά την περίοδο της διεξαγωγής του πειράματος ήταν 96 mm και μέση μέγιστη θερμοκρασία 31°C. Ο πειραματικός αμπελώνας είναι εγκατεστημένος με την ποικιλία Cabernet Sauvignon, εμβολιασμένη σε υποκείμενο 420Α. Τα φυτά ήταν ηλικίας 6 ετών και διαμορφωμένα σε μονόπλευρο γραμμικό σχήμα, με αποστάσεις φύτευσης 1,00 m επί της γραμμής και 2,50 m μεταξύ των γραμμών. Η πινολίνη εφαρμόστηκε σε συγκέντωση 3% ένα μήνα περίπου πριν τον τρυγητό (18 Αυγούστου 2011). Όσον αφορά τις φυσιολογικές παραμέτρους της ποκιλίας Sangiovese, τα αποτελέσματα των μετρήσεων έδειξαν, ότι η προανθική εφαρμογή της πινολίνης μείωσε σημαντικά (έως και 70%), ήδη από την δεύτερη ημέρα εφαρμογής της, την φωτοσυνθετική δραστηριότητα των φύλλων σε σύγκριση με αυτή του μάρτυρα και η οποία διήρκησε μέχρι και 60 ημέρες από τον τελευταίο ψεκασμό (Σχήμα 1). Η ίδια τάση παρατηρήθηκε και στην διαπνοή των φύλλων, μέχρι και το πέρας του τρυγητού, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό κατά τις μεσημβρινές ώρες και κατά την περίοδο ωρίμανσης της ράγας και το οποίο επιβαβαιώνει την αντιδιαπνευστική δράση αυτής της ουσίας (Σχήμα 2). Η παράμετρος όμως, που σημείωσε μεγαλύτερο ενδιαφέρον ήταν η ενδογενής αποτελεσματικότητα χρήσης του νερού (Intrinsic Water Use Efficiency, W.U.E.i=A/gs, μmol CO2/mmol H2O), η οποία δίνεται από τη σχέση μεταξύ του δεσμευόμενου CO2 και της ποσότητας νερού που διαπνέεται από το φυτό. Αυτό, από πρακτικής πλευράς σημαίνει ότι κάτω από ίδιες συνθήκες επάρκειας νερού, τα πρέμνα στα οποία είχε πραγματοποιηθεί η εφαρμογή της πινολίνης κατόρθωσαν να ξοδέψουν μικρότερες ποσότητες νερού ανά μονάδα δεσμευόμενου CO2 και έτσι να κάνουν πιο αποτελεσματική χρήση του νερού σε σχέση με τα πρέμνα του μάρτυρα, γεγονός που μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στις περιόδους έλλειψης νερού (μειωμένες βροχόπτωσεις και/ή μη δυνατότητα άρδευσης) και κατά συνέπεια, στην αποφυγή φαινομένων στρες των φυτών για την επίτευξη υψηλής ποιότητας πρώτης ύλης. Όσον αφορά τα ποσοτικά χαρακτηριστικά της παραγωγής, τα αποτελέσματα των μετρήσεων έδειξαν ότι τα φυτά με πινολίνη παρουσίασαν μείωση της παραγωγής/πρέμνο, του μέσου βάρους της σταφυλής και του μέσου βάρους της ράγας (Πίνακας I), ενώ αμετάβλητες παρέμειναν οι παράμετροι: μέσος αριθμός ραγών/σταφυλή, μέσος αριθμός γιγάρτων/ράγα και μέσο βάρος γιγάρτων/ράγα (δεδομένα δεν παρουσιάζονται). Αρκετά από τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της σταφυλής και της ράγας παρουσίασαν σημαντική βελτίωση έπειτα από την εφαρμογή της πινολίνης, όπως η περιεκτικότητα του γλεύκους σε σάκχαρα (αύξηση κατά 1,4°Brix), η φαινολική σύσταση της ράγας (+11%), η πυκνότητας της σταφυλής (μείωση έως και 19%), ενώ η ολική οξύτητα και το pH του γλεύκους δεν παρουσίασαν στατιστικά σημαντικές διαφορές (Πίνακας I). Τέλος η παραγωγή των οίνων για τις εσοδειές 2008 και 2009 έδειξε ότι η πρώιμη εφαρμογή της πινολίνης επέφερε αύξηση του αλκοολικού τίτλου (έως και 1,1%Vol.), ενώ ταυτόχρονα βελτίωσε το χρώμα του παραγώμενου οίνου (Πίνακας II). Γευστικά, οι οίνοι αυτοί εμφανίζονταν με έντονο χρώμα και ευχάριστο άρωμα, πλούσιο σώμα και ισορροπημένο όξινο χαρακτήρα, σε σχέση με τους οίνους που προέρχονταν από τον μάρτυρα. 48 Συμπερασματικά λοιπόν, μπορούμε να διατυπώσουμε ότι η εφαρμογή της πινολίνης στην ποικιλία Sangiovese, σε συγκέντρωση 3% πριν την ανθοφορία, επέφερε αύξηση της περιεκτικότητας του γλεύκους σε σακχαρα και μείωση του βάρους της σταφυλής, εξαιτίας της μείωσης του βάρους της ράγας, αυξάνοντας έτσι την συγκέντρωση των χρωστικών ουσιών και βελτιώνοντας την ποιότητα των οίνων. Η μείωση αυτή των διαστάσεων των ραγών, και κατά συνέπεια η μείωση της πυκνότητας της σταφυλής, προσδίδει στην σταφυλή έναν καλύτερο αερισμό και ένα δυσμενές περιβάλλον για την ανάπτυξη εχθρών και ασθενειών, οι οποίοι ως γνωστόν υποβαθμίζουν την ποιότητα. Έτσι, η εφαρμογή της αντιδιαπνευστικής αυτής ουσίας μπορεί να δώσει ένα προϊόν υψηλής ποιότητας, ανάλογο με αυτό που προκύπτει από την κλασική αμπελοκομική διαχείριση του φυτού (ξεφύλλισμα, κορυφολόγημα, κλπ.). Η αποτελεσματικότητα, όμως της πινολίνης, όπως διαπιστώθηκε και στο πείραμα, είναι στενά συνδεδεμένη με τη μείωση της φωτοσυνθετικής δραστηριότητας και την παραμονή της στα φύλλα. Για το λόγο αυτό, οι ψεκασμοί δεν θα πρέπει να πραγματοποιούνται με έντονες και παρατεταμένες βροχοπτώσεις, και όταν αυτό είναι αναπόφευκτο θα πρέπει να επαναλαμβάνονται. Τέλος, η χρήση αυτή των ουσιών θα μπορούσε να υιοθετηθεί ως μια στρατηγική ορθολογικής διαχείρισης της άρδευσης στο αμπέλι, αφού καταφέρνει και μεγιστοποιεί την αποτελεσματικότητα χρήσης του νερού, βελτιώνοντας έτσι την απόδοση του φυτού. Όσον αφορά την όψιμη εφαρμογή της πινολίνης, σχεδόν ένα μήνα πριν τον τρυγητό στην ποικιλία Cabernet sauvignon, οι φυσιολογικές παράμετροι των φυτών με πινολίνη παρουσίασαν τιμές ανάλογες με αυτές της προανθικής εφαρμογής. Παρατηρήθηκε έτσι, μια μείωση της φωτοσυνθετικής δραστηριότητας των φύλλων και μια βελτίωση της αποτελεσματικότητας χρήσης του νερού (στοιχεία δεν εμφανίζονται). Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Πίνακα III, η εφαρμογή της πινολίνης στον περκασμό δεν επέφερε σημαντικές διαφορές στα ποσοτικά χαρακτηριστικά της παραγωγής ενώ η μόνη ποιοτική διαφορά που παρατηρήθηκε ήταν στην περιεκτικότητα του γλεύκους σε σάκχαρα, μείωση κατά 1,8°Brix, γεγονός που διαφοροποίησε όπως ήταν φυσικό και τον αλκοολικό τίτλο του παραγώμενου οίνου (Πίνακας IV). Έτσι η χρήση της πινολίνης στις ερυθρές αυτές ποικιλίες, ένα μήνα πριν τον τρυγητό, θα μπορούσε να είναι ένα χρήσιμο εργαλείο, στα χέρια του αμπελουργού, στην περίπτωση που στοχεύει στην παραγωγή ενός ερυθρού ή ροζέ οίνου φρέσκου, χαμηλόβαθμου και ικανοποιητική περιεκτικότητα σε ανθοκυάνες. Η πειραματική αυτή έρευνα, για την δράση της πινολίνης κατά το στάδιο του περκασμού, εκτός του ότι θα πρέπει να επαναληφθεί και τα επόμενα έτη για την επιβεβαίωση των παραπάνω αποτελεσμάτων, θα πρέπει να διερευνηθεί η εφαρμογή της και στις συνθήκες της χώρας μας, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στην δοσολογία και στο συγκεκριμένο φαινολογικό στάδιο της αμπέλου, που θα πρέπει να πραγματοποιείται ο ψεκασμός της ουσίας αυτής, ανάλογα µε τον επιδιωκόµενο τύπο οίνου. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν, κάθε φορά που καλούμαστε να εφαρμόσουμε τα σκευάσματα αυτά, τόσο οι φυσικοί παράγοντες (κλίμα, έδαφος, υδατικά αποθέματα) της κάθε περιοχής όσο και οι ανθρώπινες επεμβάσεις (καλλιεργητικές και οινοποιητικές τεχνικές), που διαµορφώνουν την «ποιότητα» και την «τυπικότητα» των οίνων µιας συγκεκριµένης ποικιλίας. 49 Σχήμα 1. Επίδραση της προανθικής εφαρμογής της πινολίνης στις φυσιολογικές παραμέτρους της αμπέλου (φωτοσυνθεση, διαπνοή, αποτελεσματικότητα χρήσης του νερού) της ποικιλίας Sangiovese κατά την βλαστική περίοδο 2007. 14/5 28/5 Μάρτυρας Φωτοσύνθεση (µmol CO2/m2 s) Πινολίνη Περκασμός Τρυγητός Διαπνοή (mmol H2O/m2s) Ανθοφορία WUEi (A/gs, µmol CO2/mmol H2O) Αποτελεσματικότητα χρήσης νερού Τρυγητός Περκασμός Ανθοφορία 16/5 31/5 15/6 30/6 15/7 30/7 14/8 29/9 13/9 50 Πίνακας I Επίδραση της προανθικής εφαρμογής της πινολίνης στα ποσοτικά χαρακτηριστικά της παραγωγής και στη χημική σύσταση των σταφυλιών της ποικιλίας Sangiovese κατά την ωριμότητα (μέσος όρος από τρεις βλαστικές περιόδους 2007, 2008, 2009). Παράμετροι Μάρτυρας Πινολίνη Μέση παραγωγή (kg/πρέμνο) 4,5 b 3,6 a Σταφυλές/πρέμνο (αριθμός) 12,3 a 12,6 a Μέσο βάρος σταφυλής (g) 335 b 275 a Μέσο βάρος ράγας (g) 2,15 b 1,89 a Σάκχαρα (°Brix) 21,9 a 23,3 b Ολική οξύτητα (g/l) 6,51 a 6,35 a pH 3,35 a 3,32 a Ολικές ανθοκυάνες (mg/kg) 1.120 a 1.248 b Οι μέσοι όροι που ακολουθούνται από διαφορετικά γράμματα δηλώνουν στατιστικά σημαντικές διαφορές (p<0,05) Πίνακας II Επίδραση της προανθικής εφαρμογής της πινολίνης στα ποιοτικά χαρακτηριστικά των οίνων της ποικιλίας Sangiovese (βλαστικές περίοδοι 2008, 2009). Παράμετροι 2008 2009 Μάρτυρας Πινολίνη Μάρτυρας Πινολίνη Αλκοολικός τίτλος (%Vol.) 12,9 13,4 12,3 13,4 Ολική οξύτητα (g/l τρυγικό) 5,8 5,6 5,3 5,4 Πτητική οξύτητα (g/l οξικό) 0,19 0,11 0,48 0,57 pH 3,60 3,55 3,36 3,43 Πολυφαινόλες (mg/l) 1.455 1.618 1.222 1.241 Ταννίνες (mg/l) 1.124 894 1.400 1.410 Ανθοκυάνες (mg/l) 142 170 97 127 Ένταση χρώματος 6,2 7,2 5,1 5,9 51 Πίνακας III Επίδραση της εφαρμογής της πινολίνης ένα μήνα πριν τον τρυγητό στα ποσοτικά χαρακτηριστικά της παραγωγής και στη χημική σύσταση των σταφυλιών της ποικιλίας Cabernet sauvignon κατά την ωριμότητα (βλαστική περίοδος 2011). Παράμετροι Μάρτυρας Πινολίνη Μέση παραγωγή (kg/πρέμνο) 5,4 a 5,8 a Σταφυλές/πρέμνο (αριθμός) 34,8 a 33,8 a Μέσο βάρος σταφυλής (g) 167 a 178 a Ράγες/σταφυλή (αριθμός) 119 a 139 a Μέσο βάρος ράγας (g) 1,50 a 1,52 a Σάκχαρα (°Brix) 22,1 b 20,3 a Ολική οξύτητα (g/l) 6,94 a 7,16 a pH 3,34 a 3,28 a Ολικές ανθοκυάνες (mg/kg) 784 a 771 a Οι μέσοι όροι που ακολουθούνται από διαφορετικά γράμματα δηλώνουν στατιστικά σημαντικές διαφορές (p<0,05) Πίνακας IV Επίδραση της εφαρμογής της πινολίνης ένα μήνα πριν τον τρυγητό στα ποιοτικά χαρακτηριστικά των οίνων της ποικιλίας Cabernet sauvignon (βλαστική περίοδος 2011). Παράμετροι Μάρτυρας Πινολίνη Αλκοολικός τίτλος (%Vol.) 12,1 b 10,9 a Ενεργός οξύτητα (pH) 3,35 a 3,27 a Ολική οξύτητα (g/l τρυγικό) 2,95 a 3,33 a Ολικές ανθοκυάνες (mg/L) 380 a 362 a Οι μέσοι όροι που ακολουθούνται από διαφορετικά γράμματα δηλώνουν στατιστικά σημαντικές διαφορές (p<0,05) Βιβλιογραφία α. Αγγλική Gordo O. and Sanz J.J., 2010. Impact of climate change on plant phenology in Mediterranean ecosystems. Global Change Biology, 16, 1082-1106. IPCC 2007. Climate Change 2007: The Physical Science basis. Summary for Policymakers. Contribution of the Working Group 1 to the Fourth Assessment of the Intergovernmental Panel on Climate Change. IPCC Secretariat (http://www.ipcc.ch/). Moriondo M., Bindi M., 2007. Impact of climate change on the phenology of typical mediterranean crops. Italian Journal of Agrometeorology xxx (3), 5-12. Ramón Mira de Orduña, 2010. Climate change associated effects on grape and wine quality and production. Food Research International 43, 1844-1855. Tomasi D., Jones G.V., Giust M., Lovat L. and F. Gaiotti, 2011. Grapevine Phenology and Climate Change: Relationships and Trends in the Veneto Region of Italy for 1964-2009. American Journal of Enology and Viticulture, 62, 329-339. 52 β. Ελληνική Γιαννοπολίτης Ν. Κ., 1997. Οδηγός γεωργικών φαρµάκων. Εκδόσεις Αγρότυπος. Αθήνα. Πασπάτης Ε., 1998. Φυτορρυθμιστικές Ουσίες (Φυτορμόνες) - Ο ρόλος στα φυτά - οι εφαρμογές τους στις καλλιέργειες. 53 Ωρίμανση σταφυλιών - Επίτευξη και προσδιορισμός της βέλτιστης τεχνολογικής ωριμότητας Κανάκης Σ. Ιωάννης Φυτώρια Αμπέλου Φασούλη – Λεόντιο Νεμέα 20500 – τηλ:2746061230 - email: [email protected] Οι οίνοι και τα σταφύλια που οινοποιούνται για την δημιουργία τους, αποτελούν προϊόντα που παρουσιάζουν μεγάλη ετερογένεια καθώς επηρεάζονται από ένα ευρύ φάσμα παραγόντων που περιλαμβάνει την ποικιλία, τις κλιματολογικές συνθήκες , το έδαφος , την διαχείριση του αμπελώνα και τις παραμέτρους της οινοποίησης. Υψηλής ποιότητας οίνοι, ανεξάρτητα από το πως τους ορίζει κανείς, είναι το αποτέλεσμα της συνεπίδρασης σημαντικών παραγόντων στους οποίους περιλαμβάνεται και η ποιότητα των σταφυλιών. Η ποιότητα των σταφυλιών επηρεάζεται από : 1. Την ωριμότητα, καθαρότητα και κατάσταση υγείας 2. Το άρωμα/γεύση και φαινολικά συστατικά 3. Τον τρόπο/χρόνο τρυγητού και τη μεταφορά στο οινοποιείο. Για να ορίσει κανείς την βέλτιστη ποιότητα των σταφυλιών για την παραγωγή ενός συγκεκριμένου τύπου και στυλ κρασιού, ο κάθε παράγοντας από αυτούς είναι καλύτερα να αξιολογείται όχι απομονωμένος , αλλά σε συνδυασμό με τους άλλους. Υπάρχουν τρία στάδια ανάπτυξης της ράγας αμέσως μετά την άνθηση: 1. Στάδιο ανάπτυξης της πράσινης ράγας (Ι) 2. Στάδιο επίσχεσης του ρυθμού αύξησης (ΙΙ) 3. Στάδιο ωρίμανσης (ΙΙΙ) Ξεκινά με τον περκασμό και μπορεί να χωριστεί σε τέσσερις φάσεις: ¾ Φάση 1 όπου παρατηρείται συσσώρευση σακχάρων ¾ Φάση 2 όπου παρατηρείται διακοπή της λειτουργίας του ηθμού. ¾ Φάση 3 όπου παρατηρείται αφυδάτωση και ¾ Φάση 4 όπου παρατηρείται σταφίδιασμα των ραγών. Κατά στάδιο αυτό το μέγεθος της ράγας σχεδόν διπλασιάζεται μέχρι τον τρυγητό. Η ωρίμανση των σταφυλιών επηρεάζει τον τύπο του οίνου που θα παραχθεί και οι περισσότεροι οινοποιοί καταλαβαίνουν ότι ο προσδιορισμός του χρόνου τρυγητού καθορίζει και το μέγιστο της αναμενόμενης ποιότητας αυτού του οίνου. Υψηλής ποιότητας οίνος, ανεξάρτητα από τον ορισμό του, είναι το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης σημαντικών χαρακτήρων των σταφυλιών στους οποίους 54 περιλαμβάνεται οι αρωματικές και πρόδρομες αρωματικές ενώσεις του σταφυλιού, οι ανθοκυάνες και οι τανίνες. Το ιδανικό θα ήταν αυτά να μεγιστοποιούνται ποσοτικά και ποιοτικά συγχρόνως με την επιθυμητή σακχαροπεριεκτικότητα και οξύτητα. Αυτό όμως σπάνια συμβαίνει και είναι το μείζον πρόβλημα που έχει να διαχειριστεί ο αμπελουργός. 1. Παράγοντες που επηρεάζουν την ωρίμανση Είναι κοινά αποδεκτό ότι υψηλής ποιότητας οίνοι από μία συγκεκριμένη ποικιλία, σε ένα συγκεκριμένο τόπο, παράγονται από τα πρώτα αμπέλια των οποίων τα σταφύλια θα φτάσουν στην επιθυμητή τεχνολογική ωριμότητα. Σε αυτά δεν πρέπει να λάβουμε υπόψη τα νεαρά αμπέλια, τα αμπέλια που είναι εκτός ισορροπίας και δεν είναι καλλιεργημένα ορθά. Σημαντικοί παράγοντες που επηρεάζουν την ωρίμανση είναι : H θερμοκρασία, η σχετική υγρασία, η βροχόπτωση, τα χαρακτηριστικά του τόπου, συμπεριλαμβανομένου του τύπου του εδάφους, η ηλιοφάνεια η υγρασία του εδάφους, η διαχείριση άρδευσης, η ποικιλία/κλώνος, το υποκείμενο, το σύστημα μόρφωσης και υποστύλωσης, η κατεύθυνση των γραμμών φύτευσης, η διαχείριση της κόμης, και το μέγεθος παραγωγής.. 2. Δειγματοληψία σταφυλιών Η δειγματοληψία σταφυλιών ξεκινά λίγο καιρό μετά το στάδιο του περκασμού. Ανεξάρτητα από το ποιες παραμέτρους μετρά κανείς, πολύ μεγάλη προσοχή θα πρέπει να δίνετε στην ακρίβεια της δειγματοληψίας. Υπάρχουν δύο βασικές επιλογές δειγματοληψίας : δειγματοληψία ολόκληρων σταφυλιών ή δειγματοληψία ραγών. Στην περίπτωση δειγματοληψίας σταφυλιών υπάρχει μια επιπλέον επιλογή ανάμεσα στην λήψη σταφυλιών από το σύνολο του αμπελώνα ή από συγκεκριμένα επισημασμένα πρέμνα. Μέγεθος παραγωγής Το μέγεθος της παραγωγής επηρεάζει το ρυθμό και το επίπεδο της ωρίμανσης. Το μέγιστο φορτίο που δύναται να φέρει ένα πρέμνο, χωρίς καθυστέρηση της ημερομηνίας ωριμάνσεώς του, αποτελεί δείκτη της δυναμικότητας του πρέμνου προς καρποφορία και ονομάζεται κανονικό φορτίο του πρέμνου. Όταν το φορτίο που φέρει το πρέμνο είναι μεγαλύτερο του κανονικού, τότε συμβαίνει να έχουμε υπερπαραγωγή. Ένα πρέμνο σε κατάσταση υπερπαραγωγής δεν μπορεί να παράγει αρκετά σάκχαρα για την επιθυμητή ωριμότητα και αποτυγχάνει να παράγει σταφύλια με το απαραίτητα αρωματικό και φαινολικό δυναμικό. Η παραλλακτικότητα σε μερικά από τα παραπάνω στοιχεία, μπορεί να δημιουργήσει μικρότερη ή μεγαλύτερη παραλλακτικότητα στην παραγωγή κατά τον τρυγητό αν και το αμπέλι έχει από μόνο του ικανότητα αυτορρύθμισης και μείωσης των διαφορών. Συγχρόνως ο αμπελουργός έχει την δυνατότητα μέσα από παρεμβάσεις του να ρυθμίζει και να διορθώνει αυτές τις διαφορές προς όφελος της ομοιομορφίας παραγωγής. 3. Μη σύγχρονη ωρίμανση Η παραλλακτικότητα είναι ένα ενδογενές συστατικό των βιολογικών συστημάτων. Παραλλακτικότητα υπάρχει στον αμπελώνα ανάμεσα στις ράγες, στα σταφύλια και τα πρέμνα. Αυτή η παραλλακτικότητα θεωρείται ότι επιδρά αρνητικά στο μέγεθος της παραγωγής, στην σύσταση των σταφυλιών και τέλος στην ποιότητα των κρασιών. 55 Δύο στοιχεία της παραλλακτικότητας ανάμεσα στις ράγες είναι σημαντικά στην οινοποιία: η παραλλακτικότητα στο μέγεθος και στη σύσταση. Σε ακραίες παθολογικές περιπτώσεις αυτή αναφέρεται ως ανισοραγία. Διαχείριση της ανομοιομορφίας του αμπελώνα Οι πηγές της παραλλακτικότητας μπορεί να είναι ενδογενείς και να ελέγχονται από το γενετικό υλικό είτε εξωγενείς και να εξαρτώνται από την ετερογένεια του εδάφους, την στράγγιση, την γονιμότητα αλλά και τις καλλιεργητικές επεμβάσεις του αμπελουργού. Για την αντιμετώπιση της μεταξύ των πρέμνων παραλλακτικότητας που οφείλεται στο οικολογικό περιβάλλον η ζωνοποίηση του ετερογενούς αμπελώνα και ο επιλεκτικός τρυγητός σύμφωνα με αυτές τις ζώνες, αποτελούν τη βέλτιστη λύση. Η παραλλακτικότητα που οφείλεται στο έδαφος, μπορεί να μειωθεί εξαρχής με τις σωστές επιλογές εγκατάστασης του αμπελώνα. Όσον αφορά την παραλλακτικότητα ανάμεσα στα σταφύλια η εφαρμογή ορθής αμπελοκομικής τεχνικής από τους αμπελουργούς μπορεί να δώσει πολύ καλά αποτελέσματα. Στόχος αυτών πρέπει να είναι η επίτευξη βιολογικής, φυσιολογικής και παραγωγικής ισορροπίας του αμπελώνα. Εξαιρετικής σημασίας παράγοντας για την μείωση της παραλλακτικότητας ανάμεσα στα πρέμνα αλλά και τα σταφύλια είναι η χρήση επιλεγμένου πολλαπλασιαστικού υλικού για την εγκατάσταση του αμπελώνα της επιθυμητής ποικιλίας. 4. Παράμετροι προδιορισμού της βέλτιστης τεχνολογικής ωριμότητας 1. Μέγεθος/ Βάρος ράγας Το μέγεθος της ράγας το μετράμε είτε μετρώντας το βάρος (gr) είτε την διάμετρο (mm). Αμπελοκομικές τεχνικές με τις οποίες μπορούμε να ρυθμίσουμε το μέγεθος των ραγών Διαχείριση της κόμης : Το λιγότερο αυστηρό κλάδεμα (περισσότερα μάτια) μπορεί να οδηγήσει σε σταφύλια με μικρότερες ράγες. Οδηγεί όμως και σε αύξηση της παραγωγής γι’ αυτό θα πρέπει να συνδυαστεί με ταυτόχρονη ρύθμιση του φορτίου στο κατάλληλο στάδιο και πάντως πριν τον περκασμό. Διαχείριση της άρδευσης : Η υπερβολική άρδευση αυξάνει την παραγωγή κυρίως μέσω της αύξησης του μεγέθους των ραγών και αυτό μπορεί να έχει, όπως γνωρίζουμε, ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις στο κρασί. Εάν ο αμπελουργός επιθυμεί να ρυθμίσει το μέγεθος των ραγών, αυτό μπορεί ευκολότερα να γίνει μεταξύ καρπόδεσης και περκασμού με την εφαρμογή ελεγχόμενης υδατικής καταπόνησης. Μπορεί σε αυτό το στάδιο να επιτευχθεί μείωση του μεγέθους των ραγών έως πάνω από 20-30% σε κάποιες ποικιλίες. 2. Σακχαροπεριεκτικότητα Ο βαθμός °Βrix είναι μια μέτρηση της συγκέντρωσης των σακχάρων και συνεπώς ένας δείκτης του ΔΑΤ. Αμπελοκομικές τεχνικές σακχαροπεριεκτικότητα: με τις οποίες μπορούμε να ρυθμίσουμε την Θρέψη : Περίσσια ή έλλειψη κάποιου θρεπτικού στοιχείου επηρεάζει την συσσώρευση σακχάρων στις ράγες κυρίως μέσω της επίδρασης στο μέγεθος της 56 φυλλικής επιφάνειας (π.χ Ν) και της λειτουργίας της φωτοσύνθεσης (π.χ K,Μg,N). Επίσης μια υψηλή συγκέντρωση NaCl είναι επιζήμια για τα πρέμνα καθώς εμμέσως μειώνει την φωτοσύνθεση και συνεπώς καθυστερεί την ωρίμανση των σταφυλιών. Διαχείριση της κόμης: Σκιαζόμενα φύλλα στο εσωτερικό πυκνής κόμης δεν συνεισφέρουν ουσιαστικά στην φωτοσύνθεση. Αμπελοκομικές πρακτικές που μειώνουν την σκίαση στο εσωτερικό της κόμης μπορούν να αυξήσουν τον ρυθμό συσσώρευσης σακχάρων. Άλλη παρέμβαση θα μπορούσε να είναι η αλλαγή της σχέσης φυλλικής επιφάνειας / παραγωγή. Στην περίπτωση υπερπαραγωγής η αφαίρεση φορτίου μετά την καρπόδεση βελτιώνει την σχέση προς όφελος των παραμένοντων σταφυλιών ενώ και η αύξηση του φυλλικού τοίχους με παρεμβάσεις στην υποστύλωση μπορεί να δώσει ανάλογα αποτελέσματα. Διαχείριση της άρδευσης : Υπερβολική ή πολύ λίγη εδαφική υγρασία μπορεί να μειώσει το ρυθμό συσσώρευσης σακχάρων. Η ελεγχόμενη υδατική καταπόνηση, ανάλογα με την ποικιλία και τους στόχους που έχουν τεθεί, αποτελεί ένα εξαιρετικά ισχυρό εργαλείο για την επίτευξη της επιθυμητής ποιότητας. 3. ρΗ , Οξύτητα Η εκτίμηση της οξύτητας και του ρΗ χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό του κατάλληλου χρόνου τρυγητού. Και τα δύο έχουν σημαντική επίδραση στο κρασί. Αμπελοκομικές τεχνικές με τις οποίες μπορούμε να ρυθμίσουμε το ρΗ –Οξύτητα : Θρέψη : Αυξάνοντας τα επίπεδα του καλίου στο έδαφος, αυξάνεται και το ρΗ του γλεύκους. Η χρήση καλιούχων λιπασμάτων πρέπει να γίνεται με γνώση των δεδομένων του αμπελώνα. Υψηλά επίπεδα αζώτου οδηγούν σε υψηλότερα επίπεδα σκίασης τα οποία με την σειρά τους θα αυξήσουν το ρΗ του γλέυκους. Διαχείριση της κόμης : Το ρΗ του γλεύκους παρουσιάζει μια πολύ ισχυρή θετική συσχέτιση με τα επίπεδα καλίου και τα δύο βρίσκονται σε υψηλότερα επίπεδα σε πυκνές με έντονη σκίαση, κόμες. Προφανώς αυτό οδηγεί σε κατώτερης ποιότητας σταφυλική παραγωγή Διαχείριση της Άρδευσης : Αυξημένη διαθεσιμότητα νερού είτε από βροχοπτώσεις είτε μέσω άρδευσης, αυξάνει το κάλιο και συνεπώς το ρΗ του γλεύκους και του οίνου. Τεχνικές που μετριάζουν και ελέγχουν την διαθεσιμότητα του νερού στα πρέμνα μπορούν να δώσουν λύση στο πρόβλημα. Διαχείριση του τρυγητού : Το ρΗ μπορεί να αυξηθεί έως και 0,2 μονάδες στον χρόνο ανάμεσα στον τρυγητό και την παραλαβή των σταφυλιών στο οινοποιείο. Για αυτό ο τρυγητός νωρίς το πρωί (χαμηλότερες θερμοκρασίες) και η άμεση ψύξη των σταφυλιών πριν ξεκινήσει η οινοποίηση, αποτελούν αποτελεσματικές πρακτικές στην αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος. 4. Φαινολική σύσταση – Χρώμα Η ποσοτική και ποιοτική μέτρηση των φαινολικών ουσιών χρησιμοποιείται ως δείκτης της επιθυμητής ωριμότητας των σταφυλιών από τους οινοποιούς. Αμπελοκομικές τεχνικές με τις οποίες μπορούμε να ρυθμίσουμε την ένταση του χρώματος Θρέψη : Η φαινολική σύσταση των σταφυλιών στην οποία συμπεριλαμβάνονται και οι χρωστικές, βρίσκονται σε ισορροπία όταν δεν υπάρχει έλλειψη στα σταφύλια. Συνεπώς είναι σκόπιμο να υπάρχουν σε επάρκεια τα απαραίτητα θρεπτικά. 57 Ανισόρροπίες στην θρέψη που αφορούν κυρίως στο Κ και το Ν , έχουν ισχυρή επίδραση στο χρώμα. Το άζωτο επηρεάζει έμμεσα το χρώμα καθώς η περίσσια του αυξάνει την ζωηρότητα, την σκίαση στο εσωτερικό της κόμης και το μέγεθος των ραγών. Η περίσσια καλίου μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του ρΗ στα σταφύλια και συνεπώς και στην ένταση του χρώματος. Διαχείριση της κόμης: Για την συσσώρευση των χρωστικών στα σταφύλια απαιτείται να υπάρχει επαρκής φωτισμός στο εσωτερικό της κόμης του αμπελώνα. Επίσης η σχέση φυλλικής επιφάνειας προς το φορτίο παίζει σημαίνοντα ρόλο στην συσσώρευση των ανθοκυανών στις ράγες. Η σχέση αυτή μπορεί να διωρθωθεί, όταν απαιτείται, είτε με αύξηση της φυλλικής επιφάνειας είτε με μείωση του φορτίου με πράσινο τρυγητό. Η τεχνική του ξεφυλλίσματος (συνήθως στον περκασμό) χρησιμοποιείται σε πολλές περιπτώσεις για την αύξηση του χρώματος στα σταφύλια. Θέλει όμως προσοχή στον βαθμό της έκθεσης καθώς μπορεί να έχουμε μείωση της συγκέντρωσης των χρωστικών κυρίως στις πιο θερμές περιοχές. Διαχείριση της άρδευσης : Ράγες που αναπτύσονται σε ένα περιβάλλον καλής υδατικής κατάστασης των φυτών θα έχουν καλύτερο χρώμα από αυτές που έχουν στην διαθεσή τους είτε πάρα πολύ είτε πολύ λίγο νερό. Τεχνικές όπως η ελεγχόμενη υδατική στέρηση μπορούν να αυξήσουν το χρώμα κυρίως μέσω της μείωσης του μεγέθους των ραγών. Καταπολέμηση εχθρών και ασθενειών :Υπάρχει ένας ανταγωνισμός μέσα στις ράγες, ανάμεσα στην δημιουργία ανθοκυανών και άλλων φαινολικών ουσιών που συνθέτει το φυτό προκειμένου να αμυνθεί στις επιθέσεις που δέχεται από παθογόνους μύκητες και να προστατευτεί από τις υπεριώδεις ακτινοβολίες του ηλιακού φωτός. Κατά συνέπεια η παρουσία μυκητολογικών ασθενειών μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του χρώματος. Ο καλύτερος τρόπος για την μείωση του ¨πίεσης¨ από τις ασθένειες είναι η βελτίωση του μικρικλίματος της κόμης και η εφαρμογή ενός αποτελεσματικού προγράμματος φυτοπροστασίας. Ιδιαίτερης σημασίας παθογόνο για την συσσώρευση και ύπαρξη του χρώματος είναι ο Βοτρύτης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την δημιουργία καφέ χρωστικών στα λευκά κρασιά και την απώλεια του χρώματος στα κόκκινα. Διαχείριση Τρυγητού : Ο χειρωνακτικός τρυγητός υπερτερεί από τον μηχανικό καθώς στην δεύτερη περίπτωση υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος οξειδώσεων και απώλειας χράματος στον χρόνο που μεσολαβεί από τον τρυγητό μέχρι την έναρξη της οινοποίησης. 5. Άρωμα - Γεύση Τα κύρια αρωματικά συστατικά των σταφυλιών υπάρχουν σε πολύ μικρές συγκεντρώσεις της τάξης των 10-6000 μg/ Κgr. Με αυτό το δεδομένο καταλαβαίνει κανείς πόσο περίπλοκο και δύσκολο μπορεί να είναι να κάνουμε μετρήσεις και να μπορούμε να χρησιμοποιούμε αυτές σαν δείκτη της ωρίμανσης. Οι αρωματικές και οι πρόδρομες αρωματικλες ενώσεις, αυξάνονται στις ράγες ραγδαία κατά τα τελευταία προχωρημένα στάδια της ωρίμανσης Αμπελοκομικές τεχνικές με τις οποίες μπορούμε να επηρεάσουμε το αρωματικό δυναμικό Διαχείριση της κόμης : Όπως συμβαίνει με τους περισσότερους μεταβολίτες έτσι και με τις ενώσεις που συνιστούν το άρωμα, οι κλιματολογικές συνθήκες και οι αμπελοκομικές πρακτικές επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την σύσταση και την 58 συγκέντρωσή τους. Ανόλογα με το μικροκλίμα της κόμης και των σταφυλιών άλλες αρωματικές ενώσεις αυξάνονται και άλλες μειώνονται. Διαχείριση της Άρδευσης-Θρέψη : Αυξημένη διαθεσιμότητα νερού είτε από βροχοπτώσεις είτε μέσω άρδευσης, επηρεάζει πολύ το αρωματικό δυναμικό μέσω της επίδρασης στην διάρκεια της περιόδου ωρίμανσης. 6. Οργανοληπτική αξιολόγηση Η οργανοληπτική ανάλυση των σταφυλιών (Berry Sensory Analysis), ακολουθεί μια τυποποιημένη ομάδα είκοσι περιγραφικών στοιχείων που εκτιμούν την ωριμότητα των σταφυλιών κρίνοντας τους βόστρυχους, τη φλούδα, την σάρκα και τα κουκούτσια ξεχωριστά. Το γεγονός όμως ότι μέρος του αρωματος είναι κρυμένο ως πρόδρομες αρωματικές ενώσεις κάνει την αξιολόγηση του αρωματικού δυναμικού να είναι μια κατ’ εκτίμιση αξιολόγηση που υπόκειται σε μεγάλο σφάλμα. Επιπλέον πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι κάθε αρωματική ή πρόδρομος αρωματική ουσία μπορεί να συντίθεται ανεξάρτητα από τις άλλες μέσα στην ράγα. Η υψηλή συγκέντρωση μιας αρωματικής ουσίας δεν συνδέεται απαραίτητα με την υψηλή συγκέντρωση μιας άλλης. Η σύνθεση των αρωματικών και πρόδρομων αρωματικών ενώσεων διαφέρει δραματικά από χρονιά σε χρονιά λόγω των κλιματολογικών συνθηκών που επικράτησαν και των αμπελοκομικών τεχνικών που εφαρμόστηκαν. Οι αρωματικές και πρόδρομες αρωματικες ενώσεις έχουν διαφορετικό βαθμό απώλειας στις ράγες κατά την ωρίμανση και τον μετασυλλεκτικό χειρισμό. 7. Άλλοι παράμετροι αξιολόγησης ποιότητας και της βέλτιστης τεχνολογικής ωριμότητας Η προσβολή των πρέμνων και των σταφυλιών από εχθρούς και ασθένειες επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα και ποσότητα των παραγόμενων προιόντων. Στους παράγοντες αξιολόγησης λοιπόν περιλαμβάνεται και η εκτίμηση της προσβολής κυρίως από τον Βοτρύτη και το ωίδιο. Επιπλέον τα συγκομιζόμενα σταφύλια θα πρέπει να πληρούν τις προδιαγραφές όσον αφορά τα υπολλείματα φυτοπροστατευτικών προιόντων. Η τελική απόφαση για την ημερομηνία τρυγητού λαμβάνεται συνεκτιμώντας τις μετρήσεις των τεχνολογικών παραμέτρων που αναφέρθηκαν, της πορείας και επικινδυνότητας των κλιματολογικών δεδομένων, τη διαθεσιμότητα του εργατικού προσωπικού, και την οργάνωση της παραλαβής στο οινοποιείο. 59 ΕΙΚΟΝΑ ΚΑΙ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΜΠΕΛΩΝΑ Άγγελος Ρούβαλης, οινολόγος-οινοποιός, Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου. Οινοποιία Οινοφόρος, Σελινούς, Αίγιο Τηλ. 26910 61676 E mail: [email protected] Ο ελληνικός αμπελώνας σταφυλιών προς οινοποίηση καταγράφεται το 1961 ως1.338.000 στρέμματα, το1980 ως 1.013.000 στρ. ενώ σήμερα ξέρουμε ότι αριθμεί 690.000 στρ. Δηλ. ο ελληνικός αμπελώνας έχει μείνει ο μισός τα τελευταία 50 χρόνια. Είναι κρίσιμο επομένως θέμα αν θα μπορέσουμε να κρατήσουμε αυτή την ελάχιστη αμπελοκαλλιέργεια ή αν σε λίγα χρόνια το καθημερινό μας κρασί θα είναι εισαγόμενο. Ας δούμε επίσης δύο άλλα στατιστικά στοιχεία από το Στρατηγικό Σχέδιο marketing (Σ.Σ.) του τομέα: Α) Η παραγωγή από ελληνικές ποικιλίες είναι το 89% έναντι 11% της παραγωγής από τις διεθνείς. 60 Β) Όπως φαίνεται στον επόμενο πίνακα, το Σαββατιανό,ο Ροδίτης και η ποικιλία Μοσχάτο Αμβούργου παράγουν το 56% των 263.000tn που δίνουν οι 20 κυριότερες ποικιλίες, υποδηλώνοντας τις ανάγκες αναδιαρθρώσεως του ελληνικού αμπελώνα. ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΜΕΣΗΣ ΕΤΗΣΙΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΟΙΝΟΥ ΑΝΑ ΠΟΙΚΙΛΙΑ ΣΤΑΦΥΛΙΩΝ ΣΕ ΣΥΝΟΛΟ ΧΩΡΑΣ (ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ ΣΕ HL) Α.Α. ΠΟΙΚΙΛΙΑ (ΛΕΥΚΗ/ΕΡΥΘΡΗ) ΠΑΡΑΓΩΓΗ 1 ΣΑΒΒΑΤΙΑΝΟ (Λ) 611.500 2 ΡΟΔΙΤΗΣ (Λ) 577.500 3 ΜΟΣΧΑΤΟ ΑΜΒΟΥΡΓΟΥ (Ε) 303.000 4 ΑΓΙΩΡΓΙΤΙΚΟ (Ε) 236.000 5 ΜΟΣΧΑΤΑ (Λ) 113.000 6 CABERNET SAUVIGNON (Ε) 100.600 7 ΞΙΝΟΜΑΥΡΟ (Ε) 83.400 8 ΚΟΤΣΙΦΑΛΙ (Ε) 79.600 9 ΛΙΑΤΙΚΟ (Ε) 100.000 10 MERLOT (Ε) 79.000 11 ΜΟΣΧΟΦΙΛΕΡΟ (Λ) 45.000 12 ΒΗΛΑΝΑ (Λ) 42.000 13 SYRAH (Ε) 42.000 14 CHARDONNAY (Λ) 42.000 15 ΑΣΥΡΤΙΚΟ (Λ) 37.000 16 ΜΑΝΔΗΛΑΡΙΑ (Ε) 36.600 17 SAUVIGNON BLANC (Λ) 28.400 18 ΑΘΗΡΙ (Λ) 28.500 19 ΡΩΜΕΪΚΟ (Ε) 50.000 ΣΥΝΟΛΟ 2.635.100 Εάν θελήσουμε να ακτινογραφήσουμε περισσότερο τον ελληνικό αμπελώνα θα πάμε στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για να δούμε τα ακόλουθα 61 Έρευνα: Ετήσια Αμπέλων – Εκμεταλλεύσεις κατά τάξη μεγέθους Ημερομηνία Ενημέρωσης: 29/04/2009 Τάξη Μεγέθους (στρέμματα) Αριθμός Εκμεταλεύσεων ( έτος2006) 1-1,9 45.955 2-2,9 25.348 3-4,9 23.211 5-9,9 23.187 10-19,9 16.928 20-29,9 6.513 30-49,9 4.051 50-99,9 1.134 100 και άνω 82 Σύνολο 146.409 Από αυτό τον πίνακα προκύπτουν τα εξής συμπεπάσματα: 1) Το σύνολο των Αμπελουργικών Εκμεταλεύσεων, όλων των κατηγοριών σταφυλιών (οινοποιήσιμα, επιτραπέζια,διπλής-τριπλής χρήσης και φυτώρια.) είναι 146.409. 2) Το 31,4% αυτών είναι μικρότερες από 2 στρ.! και το 64% αυτών είναι μικρότερες από 5 στρ.! δηλαδή το 64% δεν είναι βιώσιμες αμπελουργικές εκμεταλεύσεις, αλλά μικροί κήποι. 3) Πάνω από 20στρ. είναι 11.780 αμπ. εκμ. (8% του συνόλου) που μας δίνουν περίπου 7.000 αμπελουργούς οινοποιήσιμων σταφυλιών. Αυτοί οι 7.000 αμπελουργοί έχουν ουσιαστικό ενδιαφέρον για το αμπέλι, και αυτούς πρέπει να εξυπηρετούν οι πολιτικές του αμπελοοινικού τομέα, κατά κύριο λόγο. Όταν ακούμε λοιπόν για 100 ,200 ή 300 χιλιάδες αμπελουργούς, σίγουρα δεν μιλάμε σοβαρά για τον τομέα. 4) Πάνω από 50στρ. έχουν μόλις 750 αμπελουργοί, ενώ πάνω από τον γαλλικό μέσο όρο που είναι τα 90στρ., έχουμε μόλις 50 αμπελ. εκμετ. στην Ελλάδα (τους ξέρουμε έναν – έναν!). Είναι σαφές πως είναι πολυάριθμοι αυτοί που ασκούν μια «ιδιωτική αμπελοκαλλιέργεια», ενισχυτική της αγροτικής οικονομίας ή άλλες φορές από παράδοση ή χόμπυ. 62 Βλέπουμε σε αυτή την μορφή αμπελοκαλλιέργειας μια θετική συνύπαρξη με άλλες μορφές πολυλειτουργικότητας της γεωργίας, με δράσεις ανάπτυξης της υπαίθρου, οινο , και αγρο-τουρισμό. Αλλά οι ενεργοί και δραστήριοι αμπελοκαλλιεργητές , αυτοί που έχουν ουσιαστική εμπορική δραστηριότητα και που πρέπει να επηρεάζουν τις αποφάσεις του αμπελοοινικού τομέα , σε συνεργασία με τους οινοποιούς, δεν είναι πάνω από 7.000 αμπελουργοί. B. ΚΟΣΤΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ, ΤΙΜΕΣ, ΕΙΣΟΔΗΜΑ Ο προσδιορισμός του κόστους της αμπελ/γιας παρουσιάζει δυσκολίες, καθώς εξαρτάται από την μορφή και τον τρόπο καλλιέργειας, τα standars που βάζει στον εαυτό της, την γεωγραφική θέση, την απόσταση αμπελουργού –αμπελιού, τους διαθέσιμους πόρους (εργατικό προσωπικό, νερό κ.ο.κ.). Προτιμούμε όμως, αντί να αφήσουμε το θέμα αυτό στο σκοτάδι, να το φωτίσουμε μ’ έναν τρόπο και η συζήτηση είναι μπροστά μας. Υπολογίσαμε τα κόστη μαζί με αμπελουργούς της περιοχής μου, λαμβάνοντας υπ όψιν δεδομένα άλλων συναδέλφων άλλων περιοχών, αλλά και προσωπικά οικονομικά στοιχεία από καλλιέργεια χρόνων μιας έκτασης 10 στρ. και μιας άλλης 40στρ. Σε κάθε περίπτωση μιλάμε για ένα κόστος προσανατολισμού αφού η κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή. Ας δούμε λοιπόν αυτόν τον πίνακα: 63 Κόστος αμπελουργίας για 10στρ. (1ha) Κόστος υλικών (Ευρώ) Ημερομίσθια Κλάδεμα 8 Βοηθητικές εργασίες κλαδέματος (μάζεμα βέργες, διόρθωση συρμάτων, δέσιμο) 3,5 Σκάψιμο ‐ σκάλος 1 ή εναλλακτικά 2 ψεκασμοί 0,5 70 Λίπανση 0,5 150 Φυτοπροστασία 3 250 Τοποθέτηση κληματίδων ‐ βλαστολόγημα ‐ κορφολόγημα ‐ ξεφύλλισμα 7 Ποτίσματα (συνολικά) 1 Τρύγος 14 ΜΕΡΙΚΑ ΣΥΝΟΛΑ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΙ ΣΥΝΟΛΩΝ (ημερ/σθιο=40 ευρώ) 37,5 470 Ευρώ 1.500 470 ΚΑΥΣΙΜΑ ‐ ΑΝΑΛΩΣΙΜΑ 350 Ε.Λ.Γ.Α. 220 ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ (Α) ΑΠΟΣΒΕΣΕΙΣ ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ (Β) 2.550 750 3.300 Θεωρούμε ως αποσβέσεις 1) του τρακτέρ, εάν υπάρχει, 2) της εγκατάστασης του αμπελώνα, εφ’ όσον δεν έχει επιδοτηθεί, πράγμα όμως που δεν είναι σύνηθες. Αποσβέσεις μηχανημάτων 150€/ha/έτος Αποσβέσεις φύτευσης 600€/ha/έτος) Τα εργατικά αντιπροσωπεύουν περίπου το 60% του κόστους. Αυτό σημαίνει ότι ένα μέρος αυτών, μπορεί να το ωφεληθεί ο αμπελουργός με την προσωπική του εργασία. Ένα άλλο σημείο που έχει όμως πολύ μεγάλο ενδιαφέρον είναι να δούμε το κόστος ανά kgr σταφυλιού. 64 Όπως ξέρουμε έχουμε αμπελώνες με απόδοση 800 kgr/στρ., με 1200 kgr/στρ που είναι το νομοθετικό όριο για οίνους ΠΟΠ/ΠΓΕ αλλά και με 2500-3500/kgr/στρ. Οπότε τα κόστη ανά kgr. σταφυλιού,διαμορφώνονται ως ακολούθως. 255€/στρ.: 800kgr=0,32 €/kgr 255€/στρ.: 1200kgr=0,21 €/kgr 255€/στρ.: 1700kgr=0,15 €/kgr 255€/στρ.: 2500kgr=0,10 €/kgr Σταφύλια ΠΟΠ/ΠΓΕ Απλά σταφύλια Ή με τυχόν αποσβέσεις 330€/στρ.: 800kgr=0,41 €/kgr 330€/στρ.: 1200kgr=0,275 €/kgr 330€/στρ.: 1700kgr=0,19 €/kgr 330€/στρ.: 2500kgr=0,13 €/kgr Σταφύλια ΠΟΠ/ΠΓΕ Απλά σταφύλια Αυτά τα στοιχεία είναι σε καλή αντιστοιχία και με τον υπολογισμό του κόστους στην Ισπανία όπως ακριβώς κατατέθηκε στον O.I.V. Μάλιστα με το κόστος της πιο ακριβής σχετικά ζώνης, της Rioha ,ενώ σε όλες τις άλλες περιοχές είναι έως πολύ χαμηλότερο. Να δούμε τώρα τις τιμές σταφυλιού στην χώρα μας με βάση έναν πίνακα που δεν μπορεί να κατηγορηθεί ότι παρουσιάζει τιμές μεγαλύτερες από τις πραγματικές: 65 Mέση τιμή ανά kg σταφυλιού Έτη Επιτραπέζια € ΟΠΑΠ € Μεταβολή 1987 29 0,09 39 0,11 1988 36 0,10 43 0,13 11,68 1989 42 0,12 56 0,16 28,61 1990 57 0,17 70 0,21 26,13 1991 57 0,17 75 0,22 7,14 1992 48 0,14 79 0,23 4,99 1993 38 0,11 73 0,22 -7,01 1994 58 0,17 93 0,27 27,26 *1995 75 0,22 115 0,34 23,18 *1996 85 0,25 130 0,38 13,04 *1997 65 0,19 140 0,41 7,69 *1998 64 0,19 142 0,42 1,43 *1999 65 0,19 145 0,43 2,11 *2000 75 0,22 150 0,44 3,45 *2001 78 0,23 153 0,45 2,00 *2002 78 0,23 153 0,45 0,00 *2003 80 0,23 153 0,45 0,00 *2004 61 0,18 126 0,37 -17,60 *2005 51 0,15 119 0,35 -5,41 *2006 51 0,15 112 0,33 -5,71 *2007 78 0,23 143 0,42 27,27 *2008 92 0,27 153 0,45 7,14 *2009 58 0,17 135 0,40 -11,11 *2010 44,3 0,13 102,23 0,30 -25,00 Στοιχεία Υπουργείου Γεωργίας *Στοιχεία ΚΕΟΣΟΕ Ο μέσος όρος τιμών για τα απλά σταφύλια είναι 0,20€/kgr ενώ για τα σταφύλια ΠΟΠ είναι 0,39€/kgr. (τελευταία τετραετία) Παρατηρούμε ότι η τιμή 0,20 καλύπτει ευρέως το κόστος των απλών σταφυλιών. Και επίσης το 0,39 των ΠΟΠ καλύπτει το κόστος για αποδόσεις 1200 Kgr/στρ που είναι το όριο των οίνων ποιότητας . Αν δούμε τις τιμές σταφυλιού στην Ισπανία όπως κατατέθηκαν στον Ο.Ι.V. και εμφανίζονται στην δεν θα βρούμε κάτι που να μας φανερώνει κάποιον άλλο δρόμο. 66 Επίσης στη Γαλλία, και μάλιστα με στοιχεία ενός πρότυπου συνεταιρισμού(Castelmaure) που ήρθε καλεσμένος σε ημερίδα στην Αθήνα και τον οποίο δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε ότι δίνει εξευτελιστικές τιμές στον γάλλο αμπελουργό, βλέπουμε πως το εισόδημα των μελών του, σε ζώνη ΠΟΠ, είναι 340€/στρ. και πως αφήνει καθαρό κέρδος 140€/στρ. (τα στοιχεία βρίσκονται στα πρακτικά της ημερίδας) γιατί έχουν κόστος 200€/στρ. σύμφωνα με τούς δικούς τους υπολογισμούς. Να δούμε τώρα στην Ελλάδα, με τις τιμές που έχουμε, πως διαμορφώνονται τα καθαρά και ακαθάριστα έσοδα, ανά στρέμμα: -Παραγωγικές ζώνες: 1500-3500kgr/στρ. Χ 0,20 = 300-700€/στρ. είσπραξη -Ποιοτικές ζώνες: 800-1200kgr/στρ. Χ 0,39 = 310-468€/στρ. είσπραξη -έναντι κόστους 255€/στρ (330 με τυχόν αποσβέσεις) Αφού λοιπόν οι τιμές σταφυλιού καλύπτουν το κόστος αμπελοκαλλιέργειας και σε μερικές περιπτώσεις αφήνουν σημαντικό περιθώριο κέρδους ανά στρέμμα, το πρόβλημα εντοπίζεται στο μέγεθος της αμπελουργικής εκμετάλλευσης. Δηλ. ένας αμπελουργός με πέντε στρέμματα αμπέλι και 150€ καθαρό εισόδημα ανά στρ. μαζί με τα προσωπικά ημερομίσθια που μπορεί να είναι 2 έως 3 ανά στρέμμα θα έχει έσοδο καθαρό 250€ το στρέμμα. Σύνολο 1250€. Προφανώς είναι κάτι, αντιστοιχεί σε 1-2 μηνιάτικα, αλλά δεν στέκεται από μόνο του. 67 Πρέπει να φτάσουμε τα 40 στρ. αμπελώνα για να έχουμε έσοδα καθαρά 40στρ.Χ(150-200) = 6.750 -8.000 € τα οποία μαζί με 80-100 ημερομίσθια προσωπικής εργασίας θα συγκεντρώνουν 10.350-12.000€ ως ετήσιο εισόδημα. Σε κάθε τρύγο υπάρχουν φωνές- για τις οποίες είναι εύκολο να κάνουν πολύ θόρυβοπου ισχυρίζονται ότι οι τιμές είναι εξευτελιστικές, πως δεν καλύπτουν το κόστος παραγωγής και ότι αυτό είναι το πρόβλημα του ελληνικού αμπελώνα. Αυτό δεν επιβεβαιώνεται από τα ανωτέρω.. Το πρόβλημα του ελληνικού αμπελώνα είναι ο μικρός κλήρος των 5-6 στρεμμάτων. Αυτό πρέπει να δούμε κατάματα και να πιέσουμε για πολιτικές που αφορούν τις χρήσεις γης, μεγέθυνσης του κλήρου, πολιτικές νέων φυτεύσεων, και ενίσχυσης των μικρών αμπελώνων των ορεινών μειονεκτικών και νησιωτικών περιοχών όπως ακριβώς η νέα ΚΑΠ προτρέπει. Γ. ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ – ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΜΠΟΔΙΑ Η γαλλική Viniflhor αξιολογεί και παρακολουθεί την ανταγωνιστικότητα κάθε αμπελουργικής χώρας με τα ακόλουθα κριτήρια: 1) Το μέγεθος και τη δυναμική του αμπελώνα της 2) Το εδαφοκλιματικό περιβάλλον 3) Την ικανότητα των επιχειρήσεων να κερδίζουν τις αγορές 4) Τον βαθμό οργάνωσης του αμπελοοινικού τομέα 5) Το μακρο-οικονομικό περιβάλλον. Για την Ελλάδα είναι σαφές ότι το κριτήριο 5) είναι στο χειρότερο δυνατό σημείο, το 4) σχεδόν ανύπαρκτο, αφού δεν έχουμε ούτε έναν θεσμό σε εθνικό ή τοπικό επίπεδο το 3) αρκετά περιορισμένο μέχρις τώρα, το 1) προβληματικό όπως το είδαμε, και τέλος έχουμε κάποια πλεονεκτήματα στο κριτήριο 2. Βασικά θέματα – Βασικά εμπόδια 1) ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΗΣ Φάνηκε με σαφήνεια ότι ο μικρός κλήρος είναι βασικό πρόβλημα, πέρα από κάθε έννοια πολυλειτουργικότητας της γεωργίας και ανάπτυξης του αγροτικού τουρισμού. Επομένως πρέπει να αγγίξουμε δύο θέματα: Την Πολιτική Γης και τα κίνητρα για μεγέθυνση των αμπελουργικών εκμεταλλεύσεων. Έχει η Ελληνική Δημόσια Διοίκηση την ικανότητα και η πολιτική ηγεσία τη βούληση να παρέμβουν σ’ αυτό ; 68 Το 1998 συνιστάται (Ν. 2637/1998) η ΑΓΡΟΓΗ με σκοπό την συγκέντρωση γεωργικών εκτάσεων και την διευκόλυνση μεταφοράς γεωργικής γης προς τους αγρότες για να μπορέσουν να δημιουργήσουν βιώσιμες γεωργικές εκμεταλλεύσεις (Γ.Ε.). Ο Νόμος 2945/2001, ανάμεσα στα άλλα, ορίζει ότι «σε αγροτεμάχια που χαρακτηρίζονται από την Διεύθυνση Αγροτικής Ανάπτυξης ως αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας απαγορεύεται η άσκηση οποιασδήποτε άλλης δραστηριότητας εκτός από τη Γ.Ε.». Ο νόμος αυτός απαγορεύει την κατάτμηση των αγροτεμαχίων αυτών, καθώς επίσης προωθεί την προτίμηση αγοράς από γειτονικούς αγρότες και άλλα ωραία πράγματα. Με ποιά κριτήρια ορίζεται η γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας; Χρειάζεται να περιμένουμε το 2010 για να οριστούν αυτά τα κριτήρια και να χαρακτηριστούν, οι αμπελουργικές ζώνες ΠΟΠ ως γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας. Όμως μέσα στο κλίμα γενικευμένης ανομίας, όλα αυτά δεν παράγουν κανένα πρακτικό αποτέλεσμα, η ΑΓΡΟΓΗ διαλύεται και οι αρμοδιότητές της κατευθύνονται στον ΟΠΕΚΕΠΕ ο οποίος δεν φαίνεται να τις έχει αναλάβει . Παράλληλα το ΥΠΕΚΑ προετοιμάζει ΠΔ για τις χρήσεις γης, στο άρθρο 14 του οποίου προβλέπει σωστά πως στις εκτός σχεδίου περιοχές που είναι ζώνες υψηλής παραγωγικότητας μόνον κτίσματα συμπληρωματικά των Γ.Ε. μπορούν να γίνουν. Το υπό διαβούλευση ΠΔ ξεσηκώνει βεβαίως τους μηχανικούς και άλλους παράγοντες της οικοδομής όλης της χώρας, αλλά για την γεωργία αυτό είναι όρος ύπαρξης, διαφορετικά δεν μπορεί να σταματήσει ο πολυτεμαχισμός του κλήρου και να υπάρξουν βιώσιμες Γ.Ε. Περιμένουμε να δούμε αν θα μπορέσει να προχωρήσει το ως άνω ΠΔ. Περιμένουμε απλώς γιατί μας λείπουν οι θεσμοί εκείνοι, όπως τα Συμβούλια των Αμπελουργικών ζωνών που θα επεδίωκαν να υποστηρίξουν και να προωθήσουν αυτές τις ρυθμίσεις, που θα επέβαλαν τα αποτελέσματα του χαρακτηρισμού των ζωνών ΠΟΠ ως γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας. Είναι γι αυτό που χρειάζονται γνήσιοι εκπρόσωποι των πραγματικών αμπελουργών και οινοποιών που θα έχουν συμφέρον να αγωνιστούν για τα ανωτέρω. Βλέπουμε διάφορους επώνυμους του αγροτικού χώρου να παίρνουν θέσεις υπέρ της δόμησης και όχι υπέρ της καλλιέργειας, αφού οι ίδιοι πολύ λίγο εξαρτούν τις απολαβές τους από τη γεωργία. 2) Έτσι ερχόμαστε στο επόμενο βασικό εμπόδιο, που είναι Ο ΒΑΘΜΟΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΟΟΙΝΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ Γράφει η κ. Κουράκου, το φωτεινό μυαλό του αμπελοοινικού τομέα της χώρας μας, το 1992, πριν είκοσι χρόνια¨ «Από το 1964(!) είχε προταθεί από επιτροπή επιφορτισμένη με την μελέτη των προβλημάτων του αμπελοοινικού τομέα, η σύσταση ειδικού Οργανισμού.. αλλά η πρόταση είχε απορριφθεί τότε από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Γεωργίας » και πιο κάτω: «Αντί αυτού (το Υπουργείο) καλλιέργησε το κλίμα της διαίρεσης στους «κακούς» της ιδιωτικής οινοποιίας που ανά πάσα στιγμή είναι έτοιμοι να καπηλευθούν το προϊόν και στους «καλούς» συνεταιρικούς φορείς που, αιχμάλωτοι ενός κακώς εννοούμενου 69 κοινωνικού ρόλου, έφτασαν στο κατώφλι της ενιαίας αγοράς βουτηγμένοι σε συσσωρευμένα χρέη.» Το ΥΠΑΑΤ καθυστερεί, ατέρμονα, αυτό το μεγάλο θέμα της «θεσμικής θωράκισης» του τομέα μ’ ένα Αμπελοοινικό Συμβούλιο σε εθνικό επίπεδο και με την θεσμοθέτηση Συμβουλίων Διαχείρισης των αμπελουργικών ζωνών ΠΟΠ/ΠΓΕ, κατά το πρότυπο όλων των οινοπαραγωγικών κρατών του κόσμου (παλιού και νέου). Πολλά θέματα που έχουν σχέση με τον πυλώνα της Αγροτικής Ανάπτυξης, με τις νέες πολιτικές της ΚΑΠ, με την σύμβαση του Τοπίου, με Δίκτυα Ποιότητας μπορούν να προωθηθούν μόνον από Συμβούλια Περιοχής. Μόνον τα Συμβούλια Περιοχής μπορούν να δώσουν ΠΝΟΗ στις αμπελουργικές ζώνες. Το δε Εθνικό Συμβούλιο, το οποίο ήταν απαραίτητο το 1964, είναι σήμερα, ο πιο Κρίσιμος Παράγοντας Επιτυχίας του Ελληνικού Κρασιού.( Στρατηγικό Σχέδιο marketing) 3) ΚΡΙΣΙΜΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ Η αξιοπρόσεκτη αυτή έλλειψη θεσμών στη χώρα μας εμποδίζει κάθε συνέχεια και συνέπεια των προσπαθειών μας – οπωσδήποτε και της σημερινής – αλλά δημιουργεί και μια άλλη θανάσιμη πληγή: Τις κρίσιμες αποφάσεις τις παίρνει η εκάστοτε πολιτική ηγεσία, χωρίς να αναλύει και να μετρά την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού κρασιού στο παγκόσμιο κάδρο, αλλά μετρώντας σκοπιμότητες πολιτικού κόστους και ψηφοθηρικού αθροίσματος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η κατανομή των 24.000.000€ με τα οποία προικοδοτεί η ΚΟΑ οίνου την χώρα μας ετησίως. Η Ελλάδα είναι το μόνο Κ-Μ που αποφάσισε τα 2/3 αυτών των χρημάτων να τα διώξει οριστικά από τον Εθνικό Φάκελο του τομέα και να τα κάνει οριζόντια αποδεσμευμένη στρεμματική ενίσχυση, σε βάρος των κονδυλίων για αναδιάρθρωση των αμπελώνων και προώθηση των οίνων. Με άλλα λόγια, προτιμήθηκε να μην δοθούν χρήματα στον αμπελουργό που θέλει να αναδιαρθρώσει το αμπέλι του και να δοθούν ως ενίσχυση σε αυτόν που μπορεί να το παρατήσει ή να αλλάξει καλλιέργεια. Τώρα βρισκόμαστε πάλι μπροστά στο επόμενο μοιραίο λάθος που κάνει το ΥπΑΑΤ υποστηρίζοντας την συνέχιση της απαγόρευσης των φυτεύσεων. Η επιτυχημένη μεταρρύθμιση της ΚΟΑ οίνου το 2008 (με επικεφαλής την κ. Fisher Boel που φιλοξενήσαμε ένα χρόνο αργότερα στη Σαντορίνη) νομοθέτησε την άρση της απαγόρευσης των φυτεύσεων από το 2016 έτσι ώστε το Ευρωπαϊκό κρασί να γίνει πιο ανταγωνιστικό, με δεδομένο ότι όλες οι χώρες εκτός ΕΕ φυτεύουν χωρίς περιορισμούς. Αυτή την απόφαση θέλουν να ανατρέψουν οι μεγάλοι Γάλλοι παραγωγοί, προστατεύοντας τα προσωπικά τους συμφέροντα, αφού πρώτα πέτυχαν την γερμανική πολιτική στήριξη. Η Ελλάδα όμως έχει άλλα συμφέροντα: 1) Χρειάζεται να μεγαλώσει ο αμπελώνας της έτσι ώστε να κρατηθεί σε ένα κρίσιμο και ουσιαστικό μέγεθος. 2) Χρειάζεται να μεγαλώσει ο μικρός αμπελουργικός κλήρος για να γίνει βιώσιμος. 70 3) Χρειάζεται να δώσει την δυνατότητα σε νέους αγρότες να ξεκινήσουν μια βιώσιμη αμπελουργική εκμετάλλευση. 4) Η έρευνα που ανακοίνωσε ο ίδιος ο Υπουργός πριν 24 ημέρες, έδειξε τον τεράστιο αριθμό νέων που θέλουν να ζήσουν στην ύπαιθρο, να ασχοληθούν με τη Γεωργία και από τους οποίους το 1/3 δήλωσε προτίμηση στην αμπελοκαλλιέργεια. 5) Ένα εθνικό σχέδιο ανάπτυξης θα περιλαμβάνει την προώθηση των προϊόντων ποιότητας της ελληνικής γης, μέσω της Γαστρονομίας και του Τουρισμού. Το κρασί είναι θεμελιακό προϊόν στην κατεύθυνση αυτή. 6) Για να κρατηθεί το αμπέλι στις ορεινές και μειονεκτικές περιοχές χρειάζεται οι ενεργοί αμπελουργοί, σε αυτές τις περιοχές, να συγκεντρώσουν μεγαλύτερες εκτάσεις με νέες φυτεύσεις. Και ας κλείσουμε με το να σας προϊδεάσω ότι μερικοί αγροτοπατέρες ζητούν εκ νέου επιδότηση εκριζώσεων στη χώρα μας… Να είμαστε έτοιμοι να αποφύγουμε τουλάχιστον αυτό! Και επειδή δεν τελειώνουν τα βάσανα, είναι παράλογο να έχουμε χωριστές Διευθύνσεις ή και Υφυπουργούς για το Αμπέλι και το Κρασί μέσα στη δομή του ίδιου του ΥπΑΑΤ! Αυτά είναι τα τρία πολύ μεγάλα εμπόδια στην βιωσιμότητα και ανάπτυξη του αμπελοοινικού τομέα της χώρας μας, δηλαδή : 1) Η Πολιτική Γης ( ευθύνη ΥΠΕΚΑ , ΥΠΑΑΤ) 2) Η Ανυπαρξία θεσμικών οργάνων του αμπελοοινικού τομέα (ευθύνη του ΥΠΑΑΤ) 3) Ως συνέπεια, οι λανθασμένες κρίσιμες επιτελικές αποφάσεις όπως η κατανομή του Ε.Φ. και η απαγόρευση των φυτεύσεων.(ευθύνη ΥπΑΑΤ) Οι θετικές ευκαιρίες που μπορεί να αξιοποιήσει ο τομέας έχουν κυρίως να κάνουν με τον άξονα 2, δηλαδή το εδαφο-κλιματικό περιβάλλον. Έμμεσα σχετίζονται με αυτό και πολλοί από τους παράγοντες που ανιχνεύουμε, που μπορούν να επηρεάσουν θετικά την εξέλιξη και οι οποίοι είναι: 1) Η λογική της νέας ΚΑΠ 2) Οι νέες τεχνολογίες προς εφαρμογή στο αμπέλι 3) Οι δυνατότητες βιολογικής καλλιέργειας 4) Οι δυνατότητες άμυνας στις κλιματικές αλλαγές 5) Ο αγροτουρισμός , ο οινοτουρισμός και οι πολιτικές του Τοπίου 6) Η σύνθεση των ελλήνων οινοποιών 7) Οι αλλαγές στο Ν/Σ για τους συνεταιρισμούς 8) Η επιστροφή μορφωμένων νέων στην γεωργία 9) Η θέληση όλων μας να προχωρήσουν τα πράγματα 71 ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ – ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΥΡΙΟ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΜΠΕΛΩΝΑ Κωνσταντίνος Μπακασιέτας Φυτώρια Αμπέλου Μπακασιέτα – VNB, email:[email protected] / www.bakasietas.gr τηλ.2746061711, fax:2746061712, Σήμερα παγκοσμίως απαριθμούμε περίπου 8.000 έως 10.000 ποικιλίες vinifera μαζί με τα συνώνυμάτους σύμφωνα με τους αμπελογράφους. Από το σύνολο αυτών των ποικιλιών, σήμερα στην Ελλάδαπροσεγγίζουμε περίπου το 5%, δηλαδή περισσότερες από 400. Παρόλα αυτά, ο ελληνικός αμπελώνας δεν ξεπερνά τα 600.000 με 700.000 στρέμματα οινοποιήσιμων ποικιλιών,την ίδια στιγμή που στον παγκόσμιο αμπελώνα βρίσκουμε τουλάχιστον δέκα ποικιλίες που καλλιεργούνται σε εκτάσεις από 500.000 έως 1.000.000 στρέμματων. Οι δέκα ποιο φυτεμένες ποικιλίες σήμερα παγκοσμίως,αναφέρονται παρακάτω με σειρά προτεραιότητας από την ποιο «πολυφυτεμένη», την Ισπανική Airén Λ. και στην συνέχεια ακολουθούν οιδύο γνωστές γαλλικές MerlotΜ.,CabernetSauvignon Μ., δύο ισπανικές Macabeu Λ., Tempranillo Μ., 4 γαλλικές και μια ΙταλικήSyrah Μ., Chardonnay Λ., Sauvignon Λ., Sangiovese Μ., Grenache Μ. και τελειώνοντας βρίσκουμε την ΓερμανικήRiesling Λ. Διατυπώνεται σήμερα από πολλούς το ερώτημα: «είναι οι δικές μας, οι ελληνικές ποικιλίες γνωστές στον Παγκόσμιο αμπελώνα;» Η απάντηση φυσικά είναι απλή... όχι! Οι ελληνικές ποικιλίες είναι άγνωστες στην διεθνή αγορά.Δεν τις γνωρίζουν ούτε οι ειδικοί του χώρου, γευσιγνώστες, αμπελουργοί, οινολόγοι και οινοποιοί. Πόσο μάλλον ο καταναλωτής κάποιων άλλων χωρών εκτός Ελλάδας, ο οποίος πολλές φορές δυσκολεύεται να προφέρει και το όνομα των ποικιλιών μας. Οι βασικοί λόγοι για τους οποίους είναι στο περιθώριο οι ποικιλίες μας είναι: • η επιφάνεια καλλιέργειας ανά ποικιλία είναι πολύ μικρή. • η ιστορία της Ελλάδας στην παγκόσμια αγορά του κρασιού έχει ξεκινήσει πολύ πρόσφατα. • δεν βρίσκουν εύκολα πληροφορίες στα αγγλικά για τις ποικιλίες μας στο εξωτερικό. • εμείς, είτε ως χώρα είτε ως περιοχές (ζώνες) δεν έχουμε προωθήσει και δεν έχουμε διαφημίσει όσο θα έπρεπε τις ελληνικές ποικιλίες. Παρόλα αυτά, υπάρχουν ελάχιστοι ξένοι οι οποίοι γνωρίζουν τις ελληνικές ποικιλίες είτε ως ειδικοί του αμπελοιοινικού τομέα και της αγοράς του κρασιού, είτε γιατί σε επιστημονικό επίπεδο μέσο πανεπιστημίων, ινστιτούτων και της έρευνας αυτών έρχονται σε επαφή με τις ποικιλίες μας. Αυτοί που γνωρίζουν έστω και λίγο τις ελληνικές ποικιλίες, μόνο καλά λόγια έχουν να πουν για αυτές. 72 Πρώτα από όλα, βρίσκουν τρομερά ενδιαφέρον το ποιοτικό δυναμικό που διαθέτουν οι ελληνικές ποικιλίες. Τα οινολογικά και γευστικά χαρακτηριστικά, όπως αρώματα, χρώμα, γεύση, απαντούν σε μεγάλο ποσοστό στις νέες απαιτήσεις της αγοράς σήμερα. Μπορούν να παρέχουν στην αγορά κρασιά, με πλούσια αρώματα, και μαλακές τανίνες για τα ερυθρά, καιγια τα λευκά κρασιά, τεράστια παλέτα αρωμάτων, πολύ καλή επίγευση και δυνατότητα παλαίωσης. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά, μπορούν να κάνουν τα κρασιά από τις ελληνικές ποικιλίες ανταγωνιστικά στην οποιαδήποτε σκληροτράχηλη αγορά. Οι άνθρωποι των πανεπιστημίων επειδή είναι περισσότερο ουδέτεροι κριτές από αυτούς της αγοράς, όταν γνωρίζουν τις ελληνικές ποικιλίες ενθουσιάζονται πάντα, εξαιτίας της δυναμικής τους και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους. Πιθανόν, θα έπρεπε να λαμβάνουμε πολύ πιο σοβαρά υπόψην μας την άποψη τους και με οδηγό την δική τους κριτική να επενδύουμε στις ελληνικές ποικιλίες. Τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον για τις ελληνικές ποικιλίες στο εξωτερικό συνεχώς αυξάνεται. Τα παραδείγματα πλέον είναι πολλά, με πιο πρόσφατο και τρανταχτό, την εισαγωγή της ποικιλίας Ασύρτικο στην Αυστραλία. Την ίδια περίοδο, 2012-13 έχουμε την εγγραφή των ποικιλιών Μοσχοφίλερο και Θηνιά (μάλλον Μαυροδάφνη) στο κατάλογο της Καλιφόρνιας. Επίσης επιστρέφοντας, στην λεκάνη της Μεσογείου, μπορούμε να βρούμε αρκετά παραδείγματα πλέον σε χώρες όπως η Κύπρος, ο Λίβανος, η Ιταλία, η Βουλγαρία και η Ισπανία. Ενώ πλέον θεωρείται σχεδόν σίγουρη η εγγραφή των ποικιλιών Αγιωργίτικο και Ασύρτικο στον Εθνικό κατάλογο της Γαλλίας από το 2016. Τα τελευταία 10 χρόνια παρατηρείται ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον από διάφορους φορείς του εξωτερικού για τις ελληνικές ποικιλίες. Το εύλογο ερώτημα που προκύπτει σε αυτό το σημείο, είναι το τι κάνουμε εμείς στην Ελλάδα για αυτές. Πόσο τις βοηθάμε στο να εξελιχτούν και να αναπτυχθούν σε παγκόσμιο επίπεδο. Πόσο καλά γνωρίζουμε τις ποικιλίες μας έτσι ώστε όταν έρθει η «κρίσιμη στιγμή», να είμαστε εμείς αυτοί που θα εκμεταλλευτούμε την όποια φήμη τους παγκοσμίως. Αναζητώντας κανείς την πραγματικότητα στην Ελλάδα, χρειάζεται να ερευνήσει 5 διαφορετικά σημεία. Πρώτα από όλα το θεσμικό και νομοθετικό πλαίσιο που υφίσταται αυτή την στιγμή όσον αφορά τις ελληνικές ποικιλίες αμπέλου. Ψάχνοντας κάποιος λεπτομέρειες σε αυτό το επίπεδο, θα ανακαλύψει τραγικά κενά. Το πιο εντυπωσιακό και ταυτόχρονα θλιβερό, είναι ότι οι περισσότερες ποικιλίες που είναι εγγεγραμμένες στον εθνικό κατάλογο ποικιλιών δεν είναι στις συνιστώμενες ή προτεινόμενες ποικιλίες,με αποτέλεσμα οι αμπελουργοί να απαγορεύεται να τις καλλιεργήσουν και να χρειάζεται να μπουν στην διαδικασία του πειραματισμού αυτοί, αντί για κάποιους φορείς τους κράτους. Επίσης σε πολλές περιπτώσεις έχουμε περιφέρειες όπου στις συνιστώμενες ή προτεινόμενες ποικιλίες είναι περισσότερες οι ξενικές από τις ελληνικές!!! Ακόμη και σήμερα, το 2012, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της ευρωπαϊκής ένωσης που δεν έχει θεσπίσει νομοθετικά ένα πρωτόκολλο κλωνικής επιλογής και τα στάδια πιστοποίησης του φυτικού υλικού από ελληνικές ποικιλίες αμπέλου. Δυστυχώς τα κενά στην νομοθεσία είναι πολλά και το ένα είναι πιο σοβαρό από το άλλο… Όλη αυτή η αδράνεια, η ανυπαρξία και ο στρουθοκαμηλισμός του συστήματος στην Ελλάδα, μπορεί να οδηγήσει τις ελληνικές ποικιλίες σε πολύ επικίνδυνα σημεία... Υπάρχει ο κίνδυνος να αρχίσουμε να χάνουμε από την μη προβολή της αξίας τους, την«αποκλειστικότητα» και την ιστορικότητα των ονομάτων των ελληνικών 73 ποικιλιών. Δεδομένου ότι κάποιες ελληνικές ποικιλίες άρχισαν να ταξιδεύουν σε χώρες όπως είναι η Αυστραλία,χώρες με τεράστια επιστημονική έρευνα αλλά ταυτόχρονα και τεράστιες δυνατότητες εξάπλωσης και επένδυσης σε μια ποικιλία. Χώρες όπου μπορεί σε λίγα χρόνια να καλλιεργούν μια ποικιλία σε έκταση 10 και 20 φορές περισσότερο από ότι όλη η Ελλάδα. Αυτό μπορεί να μας οδηγήσει μακροπρόθεσμα, σε μια απώλεια της Ελληνικής ταυτότητας κάποιων ποικιλιών στα μάτια των καταναλωτών στην διεθνή αγορά. Προσπαθώντας όμως να διεισδύσουμε περισσότερο στην ελληνική πραγματικότητα για τις ποικιλίες αμπέλου, με θλίψη θα αντιληφθούμε ότι από τις σχεδόν 300 ή 400 ποικιλίες που έχουμε στην Ελλάδα (δυστυχώς δεν γνωρίζουμε πόσες ποικιλίες έχουμε) καλλιεργούμε συστηματικά μόνο 35 με 40. Επίσης σε πολύ μικρές εκτάσεις, και περιορισμένης εμβέλειας, και σχεδόν σπάνιες καλλιεργούνται άλλες 10 με 20 ποικιλίες. Συνεπώς δεν καλλιεργούμε ούτε το 25 με 30% του σύνολου των ποικιλιών που έχουμε. Βέβαια, δεν είναι κακό να καλλιεργείς τις καλύτερες και ποιοτικότερες ποικιλίες. Όταν αυτό γίνεται συνειδητά, είναι επιθυμητό και σεβαστό, στην περίπτωση όμως της χώρας μας, δυστυχώς αυτό γίνεται λόγω παράδοσης και τυχαίων γεγονότων. Δεν γνωρίζουμε καθόλου την δυναμική του υπόλοιπου 70 με 75% των ποικιλιών μας! Εδώ φαίνεται και το μεγάλο κενό του τρίτου σημείου στην Ελλάδα, που είναι τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά ιδρύματα. Η έρευνα στην Ελλάδα είναι σχεδόν ανύπαρκτη όχι μόνο για τις σπάνιες ποικιλίες που δεν καλλιεργούνται συστηματικά, αλλά και για τις γνωστές ποικιλίες η έρευνα και οι μελέτες που υπάρχουν είναι ελάχιστες. Δυστυχώς σήμερα δεν είναι γνωστά τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των τριάντα πιο διαδεδομένων ποικιλιών μας,με αποτέλεσμα οι αμπελουργοί, αλλά και οι γεωπόνοι και οι οινολόγοι να τις διαχειρίζονται πολλές φορές λάθος. Πολλά αμπέλια φυτεύονται με λάθος ποικιλίες σε λάθος σημεία, όπωςγια παραδείγμα: Μαλαγουζιά σε ζεστό και πρώιμο Terroir. Οι οινολογικές πρακτικές που ακολουθούνται για τις ποικιλίες μας ακολουθούν τις διεθνείς πρακτικές, που αφορούν άλλες ποικιλίες και άλλα κλιματικά δεδομένα (π.χ. κάποιοι λησμονούν τον φρουτώδη χαρακτήρα της ποικιλίας Αγιωργίτικο, τα τελευταία 10 χρόνια) . Οι γεωπόνοι, δεν προσαρμόζουν τις ποικιλίες στις εδαφοκλιματικές συνθήκες, αλλά προσπαθούν να καλλιεργήσουν τις ποικιλίες με βάση τις ανάγκες άλλων ποικιλιών όπως π.χ. CabernetSauvignon και Merlot. Ένα τέταρτο σημείο όχι τόσο σημαντικό όσο τα προηγούμενα, αλλά άξιο λόγου είναι η ταυτοποίηση των συνώνυμων των Ελληνικών ποικιλιών και η ταυτότητα γενικότερα των ποικιλιών μας. Ευτυχώς λόγω της τεράστιας ιστορίας μας, έχουμε πάρα πολλές ποικιλίες, την ίδια στιγμή όμως έχουμε και πάρα πολλά συνώνυμα. Αυτό δημιουργεί αρκετές φορές προβλήματα, συγχύσεις και μπερδέματα τόσο στους αμπελουργούς όσο και στο ίδιο το κράτος. Για παράδειγμα αξίζει να σημειωθούν κάποιες περιπτώσεις όπως ο Τσαπουρνάκος που τελικά είναι Cabernetfranc, ή το Κοτσιφολιάτικο που στην Κρήτη στις περισσότερες περιπτώσεις είναι Mourvedreή η Θράψα που είναι τελικά Μανδηλαριά κ.α.Συνώνυμα που τα θεωρούν τόσο οι αμπελουργοί όσο και το κράτος άλλες ποικιλίες!!! Τέλος το 5ο σημείο που ίσως θα άξιζε να ασχοληθεί κάποιος πρωτίστως είναι τα μειονεκτήματα και πλεονεκτήματα των ελληνικών ποικιλιών. Ο έλληνας αμπελουργός χρειάζεται να γνωρίζει σήμερα, ότι γενικά οι ελληνικές ποικιλίες είναι : 74 • ευαίσθητες στον βοτρύτη. • ποιο ευαίσθητες σε κρυπτογραφικές ασθένειες σε σχέση με τις διεθνείς. • έχουν μεγάλη ρώγα και πυκνόραγο σταφύλι. • δύσκολεςστην διαχείριση του αμπελώνα εξαιτίας της κατεύθυνσης των βλαστών και της μεγάλης ευρωστίας που έχουν σε σχέση με τις διεθνείς ποικιλίες. Την ίδια στιγμή όμως, έχουν και πάρα πολλά πλεονεκτήματα, τα οποία τους δίνουν την δυνατότητα να δώσουν προϊόντα υψηλής ποιότητας και σε καλές παραγωγές: • ανθεκτικές σε ξηροθερμικές συνθήκες και εύρωστες. • όψιμες, απαντούν στις ανάγκες των περισσότερων περιοχών του πλανήτη που υπάρχουν αμπελώνες. • έχουν προσωπικότητα ως ποικιλίες και αυτό φαίνεται και στο κρασί, μεγάλο θετικό σημείο για την αγορά και το marketing. • απαντούν στις απαιτήσεις της αγοράς σήμερα : φρούτα και ευχάριστα κρασιά στο στόμα με μαλακές τανίνες για τις ερυθρές και καλή οξύτητα για τις λευκές. • παραγωγικές ποικιλίες. • τεράστια γενετική παραλλακτικότητα, άγνωστη η δυναμική των ποικιλιών εξαιτίας της πολυκλωνικότητάς τους και άγνωστη η δυναμική του Ελληνικού αμπελώνα γενικότερα. Όλα τα παραπάνω θα μπορούσαμε να πούμε ότι κανονικά θα έπρεπε να μας απογοητεύουν και να μας δημιουργούν μια απαισιοδοξία για το μέλλον, βλέποντας τις μεγάλες ελλείψεις και τα χρόνια που έχουν πάει σχεδόν χαμένα στην έρευνα και την μελέτη των ποικιλιών. Από την άλλη πλευρά όμως υπάρχουν πολλές μικρές ηλιαχτίδες φωτός που πρέπει να μας κάνουν αισιόδοξους. Η ποιο θετική σκέψη που μπορεί να έχει κάποιος όσο αφορά τις Ελληνικές ποικιλίες, είναι ότι έως σήμερα οι ποικιλίες μας και τα κρασιά που παράγονται από αυτές έχουν πετύχει τόσα πολλά, παρόλες τις υποτυπώδεις υποδομές που υπάρχουν. Αν έχουν φτάσει τα οινοποιεία μας να κάνουν τέτοιου επιπέδου κρασιά, πως μπορεί να είναι τα κρασιά μας στο μέλλον αν διορθώσουμε όλα τα προβλήματα του σήμερα; Πρέπει λοιπόν να αισιοδοξούμε γιατί το δυναμικό των ελληνικών ποικιλιών είναι τεράστιο, αλλά για να αισιοδοξούμε και για το μέλλον του αμπελοοινικού τομέα γενικότερα χρειάζεται να δουλέψουμε πάρα πολύ έτσι ώστε να καλύψουμε τα κενά του παρελθόντος και να συμβαδίσουμε με τις σύγχρονες εξελίξεις παγκοσμίως. 75 ΘΕΣΜΟΙ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΟΟΙΝΙΚΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΘΕΟΔΩΡΟΣ Γ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ Διευθυντής του Wine & Law Program Δικηγόρος Αθηνών και Reims [email protected] Το γεγονός της έλλειψης οργανωμένου θεσμικού πλαισίου στην Ελλάδα σε ό, τι αφορά τον αμπελουργικό τομέα είναι γνωστό. Το ίδιο γνωστή όμως πρέπει να γίνει και η ανάγκη αναπλήρωσης αυτού του κενού, καθώς σειρά παραγόντων επιτείνουν το πρόβλημα καθιστώντας την ανάγκη αυτή όλο και περισσότερο επιτακτική, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα και τη σημασία ενός ισχυρού νομοθετικού πλαισίου για τον κλάδο. Η ελληνική οικονομική συγκυρία δεν είναι παρά ένα, και δη το πιο πρόσφατο από τα εμπόδια που έχει να αντιμετωπίσει η ελληνική αμπελουργία προκειμένου να γίνει ανταγωνιστική. Ήρθε να προστεθεί στον πάντα σκληρό διεθνή ανταγωνισμό, στον οποίο η Ελλάδα, λόγω της γεωγραφικής ιδιαιτερότητάς της, έχει εξ ορισμού ιδιάζουσα και μειονεκτική θέση. Ο μικρός σε έκταση και κατακερματισμένος αμπελουργικός κλήρος , σε συνδυασμό με την απουσία χωροταξικού σχεδιασμού υποσκάπτει τις δυνατότητες του κλάδου ενώ εξυπακούεται ότι η πολυπλοκότητα της διάσπαρτης αμπελοοινικής νομοθεσίας δεν συμβάλλει τα μέγιστα προς τη βελτίωση της κατάστασης. Ένα ισχυρό θεσμικό πλαίσιο αντίθετα θα προσέφερε μια σειρά από πλεονεκτήματα ανεκτίμητα για την ανάπτυξη της αμπελουργίας. Η εξασφάλιση της ποιότητας των αμπελοοινικών προϊόντων, και η προώθησή τους στο εξωτερικό, η μείωση του κόστους και η απορρόφηση κονδυλίων είναι μερικά μόνο από το οικονομικά οφέλη που θα απολάμβανε ο κλάδος και η εθνική οικονομία, ειδικά υπό την προοπτική προσέλκυσης επενδύσεων και της ανάπτυξης του οινοτουρισμού. Στα θετικά θα πρέπει να προστεθούν και η εκπροσώπηση των επαγγελματιών ενώπιον των αρμοδίων οργάνων, ώστε στελεχώνεται και να ενημερώνεται η διοίκηση από ειδικούς στον τομέα, καθώς και η ταχεία και κατά το δυνατόν ανέξοδη επίλυση διαφορών. Ήδη η νομική συγκυρία, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από τον Κανονισμό 479/2008 – ο οποίος επιβάλλει την αναγνώριση από τα κράτη μέλη Ομάδων Παραγωγών και Διεπαγγελματικών Οργανώσεων, καθώς και τον ν. 4015/2011 που προβλέπει νέους κανόνες και μορφές οργάνωσης γι διεπαγγελματικές οργανώσεις, Αγροτικούς συνεταιρισμούς και τις Κεντρικές Ενώσεις αυτών, καλούν το υπάρχον πλαίσιο σε αναδίπλωση. 76 Δημιουργικές ιδέες και εμπειρία, χωρίς όμως να καταφύγουμε σε στείρα αναπαραγωγή, μπορούν να αντληθούν από χώρες με ήδη ανεπτυγμένο θεσμικό πλαίσιο. Τέτοιες είναι η πρωτοπόρος Γαλλία, η Ισπανία που έχει ακολουθεί το ομοσπονδιακό μοντέλο, η Ιταλία, που εμφανίζει ομοιότητες με την ελληνική πραγματικότητα, ενώ ενδιαφέρον εκτός Ευρώπης παρουσιάζει και η Αυστραλία. Το παράδειγμα της Γαλλίας ειδικότερα έχει να επιδείξει 2 διακριτά από το Υπουργείο όργανα, τον ΙΝΑΟ αφενός, ο οποίος έχει συμβουλευτικό ρόλο και τον ποικίλων αρμοδιοτήτων France AgriMER. Στον ιδιωτικό τομέα από την άλλη, υπάρχουν 27 τοπικές Διεπαγγελματικές Οργανώσεις συν ο ΑΝΙVIN που αφορά επιτραπέζιους οίνους, καθώς και το Εθνικό Συμβούλιο Αμπελοοινικών Επαγγελματιών. Δικές τους οργανώσεις έχουν σχηματίσει και οι παραγωγοί και οι έμποροι αμπελοοινικών προϊόντων. Ακόμη διαφωτιστικότερο είναι το ειδικότερο παράδειγμα της Καμπανίας, όπου δεσπόζει ο CIVC, οργανισμός αποτελούμενος από 2 ισοδύναμες επαγγελματικές ενώσεις, εκείνη των Αμπελουργών και εκείνη των οίκων σαμπάνιας, οι οποίες λειτουργούν με το σύστημα της συναπόφασης. Το κράτος περιορίζεται σε έλεγχο νομιμότητας των αποφάσεων που υιοθετούνται – καθώς είναι δεσμευτικές για όλους τους ενδιαφερόμενους - και στην απλή εποπτεία. Διαθέτει αρμοδιότητες ελέγχου, προώθησης , προστασίας και έρευνας, ενώ χρηματοδοτείται από υποχρεωτικές εισφορές ανά κιλό σταφυλής και ανά φιάλη (17 εκατ. Ε το χρόνο). Διαφορετικό παράδειγμα θεσμικής οργάνωσης αποτελεί το Ισπανικό Αμπελοοινικό Συμβούλιο, το οποίο έχει τη θέση εθνικού συμβουλευτικού οργάνου για τα θέματα του τομέα. Μέλη του είναι αντιπρόσωποι της Γενικής Διοίκησης του Κράτους, των αυτοδιοικούμενων περιφερειών αλλά και των τοπικών διεπαγγελματικών οργανώσεων, ωστόσο οι αρμοδιότητές του είναι σαφώς διακριτές από εκείνες των αντιπροσωπευόμενων. Συνίστανται, εκτός από την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών και τη γενικότερη πληροφόρηση και γνωμοδότηση που παρέχει στη διοίκηση, στην έκδοση αναφορών σχετικά με τα στρατηγικά σχέδια δράσης των συμβουλίων του τομέα και στην πρόταση ενεργειών για την προώθηση του ισπανικού οίνου. Ανεξαρτήτως πάντως από τη ιδιαίτερη διαμόρφωση των διεπαγγελματικών οργανώσεων σε κάθε χώρα, όπως αυτή διαγράφεται μέσα από το συγκριτικό δίκαιο, υπάρχουν ορισμένες κοινές αρχές που διέπουν τη θεσμική τους λειτουργία εσωτερική και εξωτερική. Η μεν εσωτερική χαρακτηρίζεται από αντιπροσωπευτικότητα και αυτοτέλεια. Η πρώτη εκφράζεται μέσα από την ελεύθερη δυνατότητα εισόδου στην οργάνωση, την εκλογή των μελών μέσω δημοκρατικών διαδικασιών και την πλειοψηφία της παραγωγής και των παραγωγών στην ίδια και αυτή οργάνωση. Η δεύτερη εξασφαλίζεται χάρη στην οικονομική ανεξαρτησία, η οποία επιτυγχάνεται με την χρηματοδότηση από εισφορές των μελών τους, την πολιτική, όπερ σημαίνει ότι οι αρμοδιότητες καθορίζονται ελεύθερα από την ίδια την οργάνωση, εντός των ορίων φυσικά που χαράσσει ο νόμος, και τέλος τη θεσμική, που επιβάλλει τον περιορισμό του ελέγχου των αποφάσεων σε έλεγχο νομιμότητας, τήρησης δηλαδή των ως άνω ορίων. Στον έλεγχο αυτό, εκτός από τις αποφάσεις, υπόκειται και η τήρηση των προϋποθέσεων που απαιτεί το εκάστοτε καθεστώς ΠΟΠ/ΠΓΕ, ενώ ο ίδιος ο έλεγχος πρέπει να χαρακτηρίζεται από οικονομική και πολιτική διαφάνεια. 77 Η δε εξωτερική λειτουργία καθορίζεται από τηις αρμοδιότητες που διαθέτει και τη δράση που αναπτύσσει η οργάνωση. Σε αυτή περιλαμβάνονται ενέργειες προστασίας και προώθησης των οίνων ΠΟΠ/ΠΓΕ και η ρύθμιση της παραγωγής καθώς και οι πρωτοβουλίες ενημέρωσης των καταναλωτών και διαβούλευσης με το κράτος. Δεν μπορεί όμως ποτέ να επεκταθεί η δράση αυτή και στην τελική πιστοποίηση των ΠΟΠ/ΠΓΕ ούτε και στην άσκηση εμπορικής δραστηριότητας, καθώς κάτι τέτοιο απαγορεύεται από το ενωσιακό δίκαιο (Καν.479/2008) Σε κάθε περίπτωση, η εθνική διεπαγγελματική οργάνωση δεν αποτελεί πανάκεια. Μόνη η ίδρυση της δεν είναι απαραίτητη ούτε αρκεί για την επίτευξη των στόχων. Η αποτελεσματικότητά της θα εξαρτηθεί από τη δράση των λοιπών οργάνώσεων σε κατώτερο επίπεδο. Προτείνεται λοιπόν για την Ελλάδα ο συνδυασμός του συγκεντρωτικού ισπανικού και του αποκεντρωτικού, τοπικού χαρακτήρα, γαλλικού συστήματος κατά τρόπο ώστε, σε συνδυασμό με τη αξιοποίηση του υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου, να προκύψει ένας συγκερασμός των καλύτερων χαρακτηριστικών και από τους δύο κόσμους. Αφενός λοιπόν, προτείνεται η δημιουργία Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Αμπέλου και Οίνου, κατά τα πρότυπα του Ισπανικού Αμπελοοινικού Συμβουλίου, στο οποίο θα εκπροσωπούνται, εκτός από τις περιφερειακές οργανώσεις, όσο το δυνατόν περισσότεροι ενδιαφερόμενοι, όπως διανομείς, φυτωριούχοι, αμπελουργοί, παραγωγοί.... Οι αρμοδιότητές της θα σχετίζονται με ζητήματα που απασχολούν τον κλάδο σε εθνικό επίπεδο, όπως για παράδειγμα η πολιτική εξαγωγών, η εκπροσώπηση σε διεθνείς οργανισμούς, η πολιτική ήπιας κατανάλωσης αλκοόλ κλπ. Αλλά και η συνεργασία με Ιδρύματα και το Οργανισμό «Δήμητρα», εφόσον βέβαια ο τελευταίος συσταθεί. Επιπλέον, η οργάνωση θα επιφορτιστεί με την επιδιαιτησία διαφωνιών που τυχόν ανακύψουν μεταξύ των περιφερειακών διεπαγγελματικών οργανώσεων-μελών της. Ανακεφαλαιώνοντας, μπορούμε να συμπεράνουμε την ανάγκη θεσμικής αναδίπλωσης του υφιστάμενου θεσμικού καθεστώτος, το οποίο θα αντικατασταθεί από μια καίριας σημασίας κωδικοποίηση της αμπελοοινικής νομοθεσίας με την οποία θα εισαχθεί ένα συνδυασμός περιφερειακής και εθνικής οργάνωσης του κλάδου. Η οργάνωση αυτή θα πρέπει απαραιτήτως να έχει ως κύρια χαρακτηριστικά της την εξασφάλιση της οικονομικής, πολιτικής και θεσμικής της αυτοτέλειας και την κατά το δυνατό ευρύτερη αντιπροσωπευτικότητα και δημοκρατικότητα, ενώ επιφορτισμένοι με τον έλεγχό της θα πρέπει να είναι κατά βάση η ίδια, αλλά και τρίτοι, πάντως ανεξάρτητοι, φορείς. 78 ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ BRANDING & MARKETING ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΣΙ : ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΙΑ Δρ Ιωάννης Βογιατζής Ι. Μπουτάρης & Υιός Οινοποιητική Α.Ε., Στενήμαχος Νάουσα Ημαθίας Οινοποιία Βογιατζή Ε.Π.Ε., Βελβεντό Κοζάνης Όπως γνωρίζετε ο κλάδος μας έχει στα χέρια του μια εμπεριστατωμένη και αναλυτική μελέτη Branding & Marketing, η οποία ορίζει την κεντρική κατεύθυνση στρατηγικής, θέτει στόχους και προτεραιότητες, διαγράφει τακτικές υλοποίησης. Έχουμε την άποψη ότι η αμπελουργία και η οινοποιία πρέπει να είναι σε θέση να υποστηρίξουν τις ανάγκες που δημιουργούν οι κατευθύνσεις αυτού του στρατηγικού πλάνου. Στην παρουσίασή μου σήμερα θα παραθέσω τα βασικά στοιχεία της στρατηγικής μελέτης και επιλεκτικά αυτά που σχετίζονται με την συζήτηση για τον σχεδιασμό αντίστοιχου πλάνου της αμπελουργίας. Πρώτο στάδιο στην εκπόνηση της μελέτης υπήρξε η καταγραφή των απειλών και ευκαιριών . 1. • • • • • ΑΠΕΙΛΕΣ Μετατροπή του κρασιού σε φθηνό προϊόν μαζικής κατανάλωσης Αυξανόμενη αντιπαλότητα μεταξύ των οινοπαραγωγών χωρών Είσοδος νέων οινοπαραγωγών χωρών Παγκόσμια οικονομική κρίση Μειονεκτική εικόνα της Ελλάδας 2. ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ • Αμφισβήτηση της τάσης για μαζικοποίηση • Ανάδειξη της γαστρονομίας σε στοιχείο δημιουργικής έκφρασης και lifestyle • Ενημερωμένοι καταναλωτές σε αναζήτηση άμεσης, εξειδικευμένης, ανεξάρτητης πληροφόρησης • Απαίτηση των καταναλωτών για πιστοποιημένη ποιότητα • Διεύρυνση των περιστάσεων κατανάλωσης του κρασιού • Απαίτηση για βιωσιμότητα, οργανικές και υπεύθυνες πρακτικές • Ευρεία αναγνώριση των ευεργετικών ιδιοτήτων της λελογισμένης καθημερινής κατανάλωσης του κρασιού • Ανάδειξη του οινοτουρισμού σε δημοφιλή ταξιδιωτική δραστηριότητα • Αξιοποίηση του κρασιού από τους κλάδους ευζωίας και ομορφιάς • Αύξηση επιρροής των ειδικών του κρασιού • Ανάδειξη της συσκευασίας σε συγκριτικό πλεονέκτημα • Απαίτηση για διαφάνεια και ευκολία στην επικοινωνία 79 Συνολικά ο στρατηγικός σχεδιασμός πρέπει να επισημανθεί ότι παρέχει την απαραίτητη συνολική κατεύθυνση στον Ελληνικό κλάδο, καθορίζει υψηλούς και μετρήσιμους ποσοτικούς και ποιοτικούς στόχους, θέτει προτεραιότητες και προδιαγράφει τακτικές για την υλοποίησή τους, αποτελεί όχημα για την επίτευξη συνοχής, διαχέοντας την αίσθηση του κοινού οράματος και εμπνέοντας τους επαγγελματίες και τις επιχειρήσεις του κλάδου προκειμένου να συσπειρώσουν τις δυνάμεις τους στην κατεύθυνση του συλλογικού οφέλους. Προκύπτει ότι η στρατηγική διαφοροποίησης είναι η μόνη βιώσιμη επιλογή για το Ελληνικό κρασί, η επίτευξη ανταγωνιστικότητας στη βάση του κόστους είναι μη εφικτή. Πεδία διαφοροποίησης μπορούν να είναι η αυθεντικότητα, η καινοτομία και ο οινοτουρισμός. Η αυθεντικότητα στηρίζεται στα ιδιαίτερα, μοναδικά αμπελοτόπια και τις αξιόλογες γηγενείς ποικιλίες. Η καινοτομία αφορά βιώσιμες, οργανικές και υπεύθυνες πρακτικές, λειτουργικά (functional) προϊόντα με θετικές επιδράσεις στην υγεία, premiumization και πολυτέλεια, ευκολία στη χρήση (convenience). Στον πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζεται μια εικόνα των κύριων ανταγωνιστών μας Έτσι τελικά το όραμα για το Ελληνικό κρασί συνοψίζεται στην ακόλουθη φράση : «Αύξηση της αντιλαμβανόμενης αξίας που προσφέρει η ελληνική οινική προέλευση στα επώνυμα, τυποποιημένα κρασιά που παράγονται στην ελληνική επικράτεια» Τι περιλαμβάνει η Εθνική Αρχιτεκτονική : • • • • Γεωγραφικές ενδείξεις Ποικιλίες του ελληνικού αμπελώνα Οίνοι κατά παράδοση Οίνοι εναλλακτικών πρακτικών 80 • • • Οινική έρευνα και καινοτομία Οινοποιεία & παραγωγοί Οινοτουρισμός Στις Διεθνείς αγορές συμμετέχει το σύνολο της ελληνικής οινικής προσφοράς αρκεί να πληροί τα ποιοτικά κριτήρια, εξαιρούνται το ανώνυμο, αγνώστου προελεύσεως, μη τυποποιημένο κρασί, προϊόντα μη ενδεδειγμένων οινοποιήσεων, ημίγλυκος. Η Εθνική οινική υπογραφή (Brand name) είναι NEW WINES OF GREECE, και περιλαμβάνει όλες τις υπο-οντότητες της Εθνικής οινικής αρχιτεκτονικής, ανεξάρτητες τοπο-ποικιλίες πρεσβευτές, άλλες αξιόλογες διακριτές οινικές υποοντότητες. Πιο συγκεκριμένα περιλαμβάνονται : Ασύρτικο – Σαντορίνη, Μοσχοφίλερο Μαντινεία, Αγιωργίτικο – Νεμέα, Ξινόμαυρο – Νάουσα & Αμύνταιο, Διακεκριμένα κρασιά, Κρασιά εναλλακτικών πρακτικών, Ανερχόμενες τοπο– ποικιλίες, Επιδόρπιοι οίνοι. Στη δεύτερη φάση εντάσσονται νέες τοπο–ποικιλίες πρεσβευτές, Ελληνικές εκφράσεις διεθνών ποικιλιών, Καθημερινά κρασιά, Σύγχρονη ρετσίνα. Από τις στρατηγικές και τις τακτικές εφαρμογής, μας αφορούν για τον σχεδιασμό της αμπελουργίας μας οι παρακάτω: Α4 : Επένδυση στην ανταγωνιστικότητα του προϊόντος με τους δύο άξονες που αναφέρθηκαν προηγούμενα, προστασία και ενίσχυση της αυθεντικότητας του προϊόντος και δημιουργία προιοντικής καινοτομίας. Προτείνονται : Α.4.1. Δράσεις δημιουργίας και ενίσχυσης θεμελιωδών αμπελοοινικών υποδομών Α.4.3. Υποστήριξη δημιουργίας κρασιών με βιώσιμες οργανικές και υπεύθυνες πρακτικές Α.4.4. Δημιουργία premium / exclusive κρασιών Α 5 : Επικοινωνία και συνοχή μεταξύ των μελών (internal marketing), θεωρείται άμεσης προτεραιότητας για να γίνει ο κλάδος ανταγωνιστικός μέσω της ανάπτυξης κλαδικής κουλτούρας συνεργασίας, ευθυγράμμισης με την εθνική στρατηγική και της διαρκούς ενημέρωσης για τις σύγχρονες εξελίξεις. Προτείνονται : Α.5.1 Πρόσβαση σε έρευνες αγοράς και μελέτες Α.5.2 Δημιουργία υποστηρικτικού ενημερωτικού υλικού Α.5.3 Προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης του οινικού κλάδου Παραθέτω επιπλέον στη συνέχεια τους Κρίσιμους Παράγοντες Επιτυχίας που ενδιαφέρουν το αντικείμενο της παρούσας εισήγησης, όπως παρουσιάσθηκαν από τους μελετητές. ΚΛΑΔΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ & ΟΡΓΑΝΩΣΗ, ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΚΡΑΤΙΚΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ Οι ΚΠΕ 1 & 4 αποτελούν μία ενότητα και πρέπει να εξετασθούν συνολικά τουλάχιστον στην αρχή, εξειδικεύοντας στην συνέχεια ανάλογα με τους επιμέρους στόχους. 81 Ο ΚΠΕ 1 : «η θεσμοθέτηση κλαδικών δομών και οργάνωσης που θα εξυπηρετούν το όραμα και την στρατηγική για το Ελληνικό κρασί και θα εξασφαλίζουν ταχύτητα στις αποφάσεις, πληρότητα και αποτελεσματικότητα στην εφαρμογή προγραμμάτων και λειτουργιών, κλίμακα και διαπραγματευτική ισχύ, πρόσβαση σε υψηλού επιπέδου υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας, αποτελεσματική στρατηγική συνεργασία και διάλογο μεταξύ των παικτών» και Ο ΚΠΕ 4 : «ευθυγράμμιση και εξασφάλιση συντεταγμένης λειτουργίας κυβέρνησης, κράτους, κλαδικών οργανώσεων, οινοπαραγωγών και αμπελουργών, καθώς και παρόχων και συντελεστών οινικής εκπαίδευσης, έρευνας & ανάπτυξης, marketing, design και άλλων υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας» ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ, ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ Οι ΚΠΕ 5&6 είναι συναφείς και καλύτερα να τους εξετάσουμε μαζί. Ο ΚΠΕ 5 «δημιουργία και άμεση εφαρμογή συστημάτων αποτύπωσης παραγωγής και πωλήσεων και πιστοποίησης ποιότητας τελικού προϊόντος (μητρώο, έλεγχοι, ιχνηλασιμότητα, μόνιτορ παραγωγής και πωλήσεων σε Ελλάδα και εξωτερικό κτλ), τουλάχιστον για τις τοπο-ποικιλίες πρεσβευτές» και Ο ΚΠΕ 6 «εξέλιξη και ολοκλήρωση κανονιστικού πλαισίου, νόμων και κανόνων αυτοδέσμευσης που θα διασφαλίζουν συνθήκες ασφαλούς ανταγωνισμού (νόθευση, ‘ελληνοποίηση’ και ‘σπάσιμο’ τιμών, χρήση σταφυλιών διπλής και τριπλής χρήσης στην οινοποίηση, διάθεση ακατάλληλου προιόντος σε εξωτερική και εσωτερική αγορά) και επομένως ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ, ΕΡΕΥΝΑ & ΑΝΑΠΤΥΞΗ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ Οι ΚΠΕ 9&10 &14 έχουν συνάφεια και στο στάδιο που βρίσκεται ο κλάδος και η ιεράρχηση των προτεραιοτήτων μας οδηγεί να τους εξετάσουμε μαζί : Ο ΚΠΕ 9 «διαρκής παρακολούθηση εξελίξεων σε όλες τις περιοχές του οινικού αντικείμενου διεθνώς και εξασφάλιση άμεσης πρόσβασης στις πληροφορίες από το σύνολο των stakeholders του κλάδου, αναλόγως με την περιοχή ενδιαφέροντός τους», Ο ΚΠΕ 10 «εμπέδωση κουλτούρας καινοτομίας και συνεχούς εξέλιξης, και επένδυση σε εξειδικευμένο στελεχιακό δυναμικό, καινοτομία και ανταγωνιστικότητα κυρίως με βάση τις γηγενείς ποικιλίες, καθώς και συνεχής επιστημονική καθοδήγηση αμπελουργών και οινοποιών, με στόχο την ολοκληρωτική αναβάθμιση, καινοτομία και ανταγωνιστικότητα, κυρίως με βάση τις γηγενείς ποικιλίες», και τέλος Ο ΚΠΕ 14, παρόλο που δεν κατανέμεται στην μέριμνα του κλάδου, αφορά την εκπαίδευση και τον θεωρούμε συναφή «εκπαίδευση και εμπέδωση της οινικής κουλτούρας στους Έλληνες καταναλωτές και επαγγελματίες των κλάδων εστίασης, τουρισμού και φιλοξενίας, και συνολική αναβάθμιση της on-trade οινικής εμπειρίας στην Ελλάδα». ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΙΑ, ΠΑΡΑΓΩΓΗ (ΚΠΕ 11) Με τον ΚΠΕ 11 «δημιουργία πλαισίου προδιαγραφών και εφαρμογή πρακτικών για την προστασία και θωράκιση του αμπελώνα, και για βιώσιμη, οργανική και υπεύθυνη αμπελοκαλλιέργεια και οινοποίηση», θίγεται το ζήτημα της κατεύθυνσης και της υποστήριξης της αμπελοκαλλιέργειας και της οινοπαραγωγής ώστε να παράγονται τα προϊόντα που χρειαζόμαστε σύμφωνα με τον στρατηγικό σχεδιασμό. 82 ΑΥΤΟΔΕΣΜΕΥΣΗ, ΚΕΦΑΛΑΙΑ – ΠΟΡΟΙ Οι ΚΠΕ 19 & 20 αφορούν την ενεργοποίηση του κλάδου για την επιτυχημένη υλοποίηση του στρατηγικού σχεδιασμού. Ο ΚΠΕ 19 « αυτοδέσμευση ικανού αριθμού επιχειρήσεων για συνεργασία στις περιοχές που αφορούν τους παραπάνω κρίσιμους παράγοντες επιτυχίας» και Ο ΚΠΕ 20 «εξασφάλιση επάρκειας κεφαλαίων για επενδύσεις σε περιοχές που αφορούν τους παραπάνω κρίσιμους παράγοντες επιτυχίας». Οι παραδοχές κατά την άποψή μου στις οποίες πρέπει να βασιστεί η συζήτηση για τον σχεδιασμό της αμπελουργίας μας είναι : • Η αμπελουργία μας είναι βασικός πυλώνας του κλάδου : δεν μπορεί η οινοπαραγωγή μας να προχωρήσει χωρίς σύγχρονη, βιώσιμη και ανταγωνιστική αμπελουργία. • Πρέπει να συντάσσεται με τον στρατηγικό σχεδιασμό marketing του κλάδου όπου τον οδηγητικό ρόλο έχει η αγορά και ο καταναλωτής. • Η αμπελουργία πρέπει είναι σε θέση να παρακολουθεί μέσω του στρατηγικού σχεδιασμού την αγορά του τελικού προϊόντος για να μπορεί να προσφέρει σε όλα τα τμήματά της πρώτη ύλη συγκεκριμένων προδιαγραφών οι οποίες λαμβάνουν υπόψη και τις απαιτήσεις του τελικού αποδέκτη δηλαδή του καταναλωτή. • Απώτερος στόχος της είναι ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των τελικών προϊόντων στις αγορές. • Η οινοποιία πρέπει να είναι σε θέση να αξιοποιεί την προσφερόμενη πρώτη ύλη και να παράγει τα επιθυμητά προιόντα, διασφαλίζοντας συγχρόνως την δική της βιωσιμότητα και ανταγωνιστικότητα • Η χάραξη κατευθύνσεων και δράσεων έχει υποχρεωτικά συλλογικό χαρακτήρα. • Επομένως οι οργανωτικές δομές μας πρέπει να επιτρέπουν και να προωθούν αυτή τη συλλογική – συνεργατική προσέγγιση. Τα επόμενα βήματα • Μελέτη και ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης, • Ιεράρχηση των πιο σημαντικών διαρθρωτικών και λειτουργικών προβλημάτων της αμπελουργικής παραγωγής και της οινοποιίας • Διαμόρφωση των βασικών αξόνων του στρατηγικού σχεδιασμού για την ανάπτυξη της ελληνικής αμπελουργίας κατά την επόμενη εικοσαετία ώστε να καταστεί βιώσιμη και ανταγωνιστική • Προσδιορισμός των επιμέρους θεματικών τομέων που θα αποτελέσουν αντικείμενο μελέτης και των στόχων τους, ενδεικτικά αναφέρονται Περιβάλλον και φυσικοί πόροι, Νέες τεχνολογίες, Ποικιλιακό δυναμικό, φυτικό υλικό, Έρευνα και ανάπτυξη, Ανθρώπινο δυναμικό, Βιωσιμότητα και ανταγωνιστικότητα της αμπελουργικής εκμετάλλευσης, Οινοποιία. • Περαιτέρω οργάνωση της συζήτησης για τον στρατηγικό σχεδιασμό • Κατανόηση των θεμάτων και των προβλημάτων και διαμόρφωση κοινών θέσεων για τα περαιτέρω βήματα που πρέπει να γίνουν • Την περιγραφή των ζητούμενων του σχεδιασμού • Εξεύρεση της διαδικασίας υλοποίησης • Εξεύρεση πόρων για την ανάθεση του έργου 83 Η αμπελουργία και η οινοποιία πρέπει να είναι σε θέση να υποστηρίξουν τις ανάγκες που επιβάλλουν οι κατευθύνσεις αυτού του στρατηγικού πλάνου και για να γίνει αυτό είναι απαραίτητη η κατάρτιση αντίστοιχου στρατηγικού πλαισίου κατευθύνσεων και στον αμπελουργικό τομέα. 84
© Copyright 2024 Paperzz