Introduction to energy security (Part A)

ΓΕΩ-ΕΝΕΡΓΕΙΑ
Το παρόν άρθρο αποτελεί το πρώτο μέρος
μιας εισαγωγής στην έννοια και στην εξέταση
της ενεργειακής ασφάλειας. Ο όρος αυτός
έχει πολλές διαστάσεις – είναι εξαιρετικά
πολυσύνθετου και δυναμικού χαρακτήρα. Η
παγκόσμια οικονομία βασίζεται στην καύση
ορυκτών καυσίμων, αλλά ορισμένα κράτη
έχουν δυσανάλογο ρόλο στην προμήθεια
πετρελαίου και φυσικού αερίου στην
παγκόσμια αγορά, γεγονός που κάνει τις
πολιτικές και τις εσωτερικές τους εξελίξεις
να έχουν συνολική σπουδαιότητα για την
παγκόσμια οικονομία.
Η εξάρτηση αυτή δημιουργεί μια αστάθεια,
απειλώντας την πολιτική, οικονομική,
κοινωνική και περιβαλλοντική κατάσταση.
Δικαίως, λοιπόν, η ενεργειακή ασφάλεια
έχει χαρακτηριστεί ως το μεγαλύτερο
γεωστρατηγικό παιχνίδι της επόμενης
πεντηκονταετίας.
Γράφουν | Ι. Βιδάκης, Γ. Μπάλτος και Φ. Χωματά1
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ
ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ
88 | ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2012
Το πετρέλαιο θα συνεχίσει να αποτελεί το
βασικότερο καύσιμο υλικό και κατά τον 21°
αιώνα, ειδικά στον τομέα των μεταφορών.
ΑΣΦΑΛΕΙΑ
Μέρος Α’
ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2012 | 89
ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ
Σ
ύμφωνα με τις προβλέψεις διεθνών ενεργειακών κέντρων, τα επόμενα πενήντα χρόνια
οι ενεργειακές ανάγκες σε παγκόσμια κλίμακα θα αυξηθούν δύο και τρεις φορές, ενώ ειδικά η
ζήτηση υδρογονανθράκων θα συνεχίσει να ανέρχεται για τα επόμενα είκοσι χρόνια2. Εύλογα λοιπόν
προκύπτουν κάποια βασικά ερωτήματα όπως:
Πόσο σημαντικός για τις ανθρώπινες κοινωνίες (όχι μόνο οικονομίες) είναι ο ρόλος του πετρελαίου; Πόσο σύντομα θα εξαντληθεί; Πόσο εύκολη είναι η σταδιακή του αντικατάσταση από άλλα
καύσιμα και ποιά θα είναι αυτά; Πόσο σοβαρές
θα είναι οι επιπτώσεις στη παγκόσμια οικονομική
μεγέθυνση3 από την έλλειψη πετρελαίου;
Αυτά τα κρίσιμα ερωτήματα περιμένουν βάσιμες απαντήσεις, προκειμένου η διεθνής κοινότητα να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει την επερχόμενη ενεργειακή κρίση. Μελέτες και προβλέψεις
των παγκόσμιων ενεργειακών κέντρων, οδηγούν σε τρία βασικά συμπεράσματα:
α. Το πετρέλαιο θα έχει δεσπόζουσα θέση για τις
επόμενες δυο δεκαετίες.
β. Η παγκόσμια ενεργειακή ζήτηση θα αυξάνεται συνεχώς.
γ. Ο παγκόσμιος χάρτης ενεργειακής ζήτησης θα
μεταβληθεί, με αύξηση της ζήτησης από χώρες
εκτός του ΟΟΣΑ.
90 | ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2012
Αναλυτικότερα η παρουσία υδρογονανθράκων (πετρελαίου και φυσικού αερίου) στο παγκόσμιο ενεργειακό ισοζύγιο θα είναι πολύ σημαντική. Ιδιαίτερα το πετρέλαιο θα συνεχίσει να
αποτελεί το βασικότερο καύσιμο υλικό και κατά
τον 21° αιώνα, ειδικά στον τομέα των μεταφορών. Και για τα επόμενα 20-30 χρόνια δεν φαίνεται να μεταβάλλεται ουσιαστικά η σημερινή
εικόνα όσον αφορά στην αξία των πετρελαιοπαραγωγών χωρών. Με βάση τις εκτιμήσεις που
αφορούν στα αποδεδειγμένα αποθέματα υδρογονανθράκων, τα κράτη της ευρύτερης Μέσης
Ανατολής, (τα οποία κατέχουν τα 2/3 των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου και το 50%
των αντιστοίχων σε φυσικό αέριο)4, θα εξακολουθήσουν να διαδραματίζουν κύριο ρόλο στις
εξαγωγές πετρελαίου και στον καθορισμό των
τιμών στις παγκόσμιες αγορές.
Το 2000 τα ορυκτά καύσιμα συμμετείχαν στον
παγκόσμιο ενεργειακό εφοδιασμό κατά 90%, με
το πετρέλαιο να κατέχει το 40%, το φυσικό αέριο
το 25%, τον άνθρακα το 25%, την πυρηνική ενέργεια το 7% και τα υδροηλεκτρικά το 3%.5 Μέχρι
το 2020 το πετρέλαιο αναμένεται να κατέχει ακόμη το 40% του παγκόσμιου ενεργειακού εφοδιασμού, ενώ για το φυσικό αέριο (Φ/Α) προβλέπεται
αύξηση έως 30%6. Όμως τα ορυκτά καύσιμα είναι
Κάτω: Οι Ανανεώσιμες Πηγές (ΑΠΕ) και οι άλλες
μορφές ενέργειας σίγουρα θα αναπτυχθούν
σημαντικά και θα συμβάλουν στο ενεργειακό
μείγμα, αναμένεται όμως να καλύψουν μόνο
μικρό τμήμα της μεγεθυνόμενης ζήτησης.
Απέναντι: Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας,
(ΔΟΕ, International Energy Agency: IEA) εκτιμά
ότι στην καλύτερη περίπτωση (με την υφιστάμενη
τεχνολογία) δεν θα ικανοποιούν ούτε το 10%
των ενεργειακών αναγκών, μέχρι το 2020.
εξαντλούμενες πηγές ενέργειας. Οι Ανανεώσιμες
Πηγές (ΑΠΕ)7 και οι άλλες μορφές ενέργειας σίγουρα θα αναπτυχθούν σημαντικά και θα συμβάλουν στο ενεργειακό μείγμα, αναμένεται όμως να
καλύψουν μόνο μικρό τμήμα της μεγεθυνόμενης
ζήτησης. Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, (ΔΟΕ,
International Energy Agency: IEA)8 εκτιμά ότι στην
καλύτερη περίπτωση (με την υφιστάμενη τεχνολογία) δεν θα ικανοποιούν ούτε το 10% των ενεργειακών αναγκών, μέχρι το 2020.
Σύμφωνα με ορισμένες θεωρήσεις των διεθνών ενεργειακών κέντρων, η παγκόσμια παραγωγή πετρελαίου πρόκειται να προσεγγίσει το
ανώτατο σημείο παραγωγής (peak) στην παρούσα
δεκαετία – μετά από αυτό θα αρχίσει η σταδιακή
και οριστική πτώση της και δεν θα είναι αρκετή
να καλύψει τη συνεχώς αυξανόμενη παγκόσμια
Κατά το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα η παγκόσμια ζήτηση
πετρελαίου φέρεται να αυξάνεται ετησίως με ρυθμό 1,9%,
ξεπερνώντας τα 115 εκατ. βαρέλια την ημέρα το 2035.
ενεργειακή ζήτηση. Οι επιδράσεις στην παγκόσμια
οικονομική μεγέθυνση θα είναι ceteris paribus [με
τις υπόλοιπες μεταβλητές σταθερές] πολύ σοβαρές και μη αντιστρέψιμες, αν δεν ληφθούν έγκαιρα τα κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση της
μελλοντικής ενεργειακής κρίσης.
Παγκόσμια Ενεργειακή
Ζήτηση
Την τωρινή περίοδο οι ανεπτυγμένες χώρες
παράγουν περίπου το 1/3 της παγκόσμιας ενέργειας και καταναλώνουν τα 2/3, ενώ τα λοιπά κράτη παράγουν τα 2/3 και καταναλώνουν το 1/3.
Η ετήσια κατά κεφαλή κατανάλωση πετρελαίου είναι:
• Αναπτυσσόμενες χώρες 2 βαρέλια ανά έτος,
• Ανεπτυγμένες χώρες 14,2 βαρ/έτος, (ΗΠΑ 25,0
βαρ/έτος).
Τα αποθέματα των ορυκτών καυσίμων όπως είχαν εκτιμηθεί9 κατά το διάστημα 2005-2007 ήταν:
• Άνθρακας 900 δισ. τόνοι,
• Πετρέλαιο 1.100-1.300 δισ. βαρέλια,
• Φυσικό αέριο 175-180 τρισ. κυβικά μέτρα.
Αντίστοιχα η ημερήσια παραγωγή τους κατά
την διάρκεια του 200610 ήταν:
• Άνθρακας 16,8 εκατ. τόνοι,
• Πετρέλαιο 84 εκατ. βαρέλια,
• Φυσικό αέριο 3 δισ. κυβικά μέτρα.
Η πρόγνωση για τη χρονική στιγμή εξάντλησης των εν λόγω αποθεμάτων, με βάση τις ποσότητές τους και την τρέχουσα κατανάλωση υπολογίστηκε σε11:
• Άνθρακας 148 έτη,
• Πετρέλαιο 43 έτη,
• Φυσικό αέριο 60 έτη.
Κατά το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα η
παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου φέρεται να αυξάνεται ετησίως με ρυθμό 1,9%, ξεπερνώντας
τα 115 εκατ. βαρ./ημ. το 203512. Το μεγαλύτερο κομμάτι της αύξησης θα οφείλεται στις μεταφορές13. Οι σημαντικότεροι παράγοντες που
οδηγούν στην αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης
είναι η οικονομική μεγέθυνση και η αύξηση
του πληθυσμού.
Με τις σημερινές προβλέψεις, σε λιγότερο από
μια δεκαετία, η σταδιακή μείωση της παραγωγής
σε συνδυασμό με τη ραγδαία αύξηση της ζήτησης
από τους ηγέτες των αναπτυσσόμενων χωρών,
κυρίως της Κίνας και της Ινδίας, θα δημιουργήσει
σοβαρό ανταγωνισμό μεταξύ των βιομηχανοποιημένων και μεταβιομηχανικών χωρών, με σημαντικές συνέπειες στην παγκόσμια οικονομία, (πληθωρισμός, οικονομική ύφεση και διεθνής ένταση),
εφόσον δεν προβλέπεται η έγκαιρη αντικατάσταση
του πετρελαίου με άλλο καύσιμο στις μεταφορές (η
υφιστάμενη τεχνολογία στον τομέα θεωρείται ότι
θα παραμείνει στάσιμη).14 Ο παγκόσμιος πληθυσμός αναμένεται να αυξηθεί από 6 δισ. το 2000, σε
8 δισ. το 2020. Η αύξηση του πληθυσμού στις αναπτυσσόμενες χώρες εκτιμάται ετησίως σε 1,7%,
ενώ στις ανεπτυγμένες χώρες σε 0,3%. Ο όγκος
της παγκόσμιας βιομηχανικής μεγέθυνσης, αναμένεται να επέλθει στις αναπτυσσόμενες χώρες,
(IEA World Energy Outlook 2001).
Τα αποθέματα πετρελαίου μειώνονται και η
άντληση του «μαύρου χρυσού» γίνεται δυσκοΑΠΡΙΛΙΟΣ 2012 | 91
λότερη. Η παραγωγή ελαττώνεται σε πολλές περιοχές που είχαν στο παρελθόν μεγάλα αποθέματα, ενώ παράλληλα άλλες χώρες παραγωγής
πετρελαίου όπως η Νιγηρία, η Σαουδική Αραβία,
το Ιράν και η Βενεζουέλα, είτε είναι απρόθυμες,
είτε αδυνατούν να αυξήσουν την προσφορά. Παράλληλα η ζήτηση από τις χώρες της Ανατολικής
η άντληση του πετρελαίου εθεωρείτο δύσκολη
και ασύμφορη. Η εξέλιξη μπορεί να οδηγήσει σε
συγκράτηση των τιμών μόλις οι νέες αυτές μονάδες αρχίσουν την παραγωγή. Ωστόσο, η παραγωγή δεν μπορεί να αυξάνεται επ’ άπειρον. Οι αυξημένες τιμές οδηγούν συχνά και στην αύξηση των
εθνικοποιήσεων. Οι υψηλές τιμές του πετρελαίου
μελο τρόπο που έγινε τον προηγούμενο αιώνα. Η
αντίφαση που ανακύπτει από το γεγονός ότι, ενώ
οι παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου
θα πρέπει να μειωθούν προκειμένου να αποφευχθούν οι επικίνδυνες επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη, η παγκόσμια ζήτηση ενέργειας,
εκτιμάται, ότι θα αυξηθεί κατά 50% ή και περισσό-
01. Τα βιο-καύσιμα,
αποτελούν σήμερα μόνον
το 1% των καυσίμων
μεταφορών και οι ειδικοί
δεν πιστεύουν ότι το ποσοστό
αυτό θα υπερβεί το 5% κατά
τα επόμενα 20 χρόνια. Αυτή
είναι εγκατάσταση δοκιμών
παραγωγής βιο-καυσίμων.
02. Το ατύχημα στη
Φουκουσίμα της
Ιαπωνίας αναμένεται να
μειώσει τη μελλοντική
επέκταση στη χρήση της
πυρηνικής ενέργειας.
03. Με την υπερπροσφορά
πετρελαίου της δεκαετίας
του ’60, συμπιέσθηκε
η τιμή του άνθρακα και
αποδυναμώθηκαν οι
βιομηχανικές ζώνες
κοντά σε κοιτάσματα.
01
Ασίας, κυρίως της Κίνας θα υπερδιπλασιαστεί ως
το 2030. Η προβλεπόμενη μείωση της παραγωγής
πετρελαίου στις ΗΠΑ κατά 1% ετησίως μέχρι το
2020 (σε 5,1 εκατ. βαρ./ημ απο 5,8) και η αύξηση της ζήτησης θα οδηγήσουν στην αύξηση της
εξάρτησής της από εισαγωγές πετρελαίου από
54% (10,5 εκατ. βαρ./ημ.) σε 64% το 2020 (16,5
εκατ. βαρ./ημ.). Η Β. Αμερική ως σύνολο (κυρίως
οι ΗΠΑ, αλλά και ο Καναδάς και το Μεξικό), αναμένεται να απορροφήσουν πάνω από 52% των
πετρελαϊκών προμηθειών τους από χώρες του
OΠΕΚ, αντί του 47% το 1998. Τα διάφορα hedge
funds και οι επενδυτικές τράπεζες έχουν τοποθετήσει τεράστια κεφάλαια στις προθεσμιακές
αγορές πετρελαίου, στηρίζοντας την προοπτική ανόδου των τιμών, γεγονός που επιτείνει την
αστάθεια στις τιμές του πετρελαίου. Επιπλέον, ο
επικεφαλής του ΟΠΕΚ υποστήριξε ότι η τιμή του
πετρελαίου μπορεί να φτάσει και στα 200 δολάρια
το βαρέλι. Τέλος το ασθενές δολάριο, που εγείρει
προσδοκίες για νέες μειώσεις επιτοκίων, αποτελεί
ένα σημαντικό παράγοντα για τις ανοδικές τάσεις
που παρουσιάζουν οι τιμές του πετρελαίου.
Οι υψηλές τιμές οδηγούν σε νέες επενδύσεις
ακόμη και σε περιοχές που θεωρούνταν στο παρελθόν «φτωχές» σε αποθέματα, ή σε μέρη όπου
92 | ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2012
προκαλούν ανοδικές εισροές κεφαλαίων και ενισχύουν τα περιθώρια των διαπραγματεύσεων των
πετρελαιοπαραγωγών χωρών και τα έσοδά τους.
Οι κυβερνήσεις τους προστρέχουν σε πολιτικές
«εθνικισμού πόρων» του τύπου της δεκαετίας του
1970, εκμεταλλευόμενες τις υψηλές τιμές του πετρελαίου. Παράλληλα, οι κυβερνήσεις αρνούνται
την πρόσβαση σε νέα πετρελαϊκά κοιτάσματα σε
ιδιωτικές εταιρείες, ενώ εθνικοποιούν κοιτάσματα τα οποία είχαν ήδη αρχίσει να αναπτύσσουν οι
ιδιωτικές επιχειρήσεις, (περίπτωση Βενεζουέλας
και Exxon Mobil - Conoco Phillips)15. Σε αντιδιαστολή, η Δύση επιχειρεί να «εκχωρήσει» σε
ιδιωτικές εταιρείες τον πλούτο του Ιράκ, πρόσφατα της Λιβύης και είναι βέβαιο ότι προσβλέπει και στα αποθέματα του Ιράν.
Τέλος, πρόκληση για το σύνολο των κρατών
αποτελεί η προστασία του περιβάλλοντος. Όπως
είναι γνωστό η παραγωγή ενέργειας από την καύση οποιουδήποτε στερεού ή υγρού καυσίμου προκαλεί τη μόλυνση του περιβάλλοντος (ατμόσφαιρας και υδάτων λόγω εκπομπής διοξειδίου του
άνθρακα) και την υπερθέρμανση του πλανήτη. Αν
και συνεχίζουμε να έχουμε στη διάθεση μας ικανά αποθέματα πετρελαίου και άνθρακα, δεν μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε με τον ίδιο ανέ-
τερο έως το 2030, αναδεικνύοντας ένα εξίσου σοβαρό πρόβλημα. Συνεπώς, η ανάπτυξη τεχνολογιών που θα εξασφαλίζουν την παραγωγή ενέργειας
από λιγότερο ρυπογόνα καύσιμα αποτελεί επιτακτική ανάγκη της παγκόσμιας κοινωνίας.
Δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι η σημερινή στενότητα στην αγορά έστρεψε το ενδιαφέρον και σε
εναλλακτικές πηγές ενέργειας, όπως η ηλιακή
ή τα βιο-καύσιμα, ακόμη και η πυρηνική ενέργεια16. Ωστόσο, τα βιο-καύσιμα, αποτελούν σήμερα μόνον το 1% των καυσίμων μεταφορών και
οι ειδικοί δεν πιστεύουν ότι το ποσοστό αυτό θα
υπερβεί το 5% κατά τα επόμενα 20 χρόνια. Ακόμη και σήμερα, το κάρβουνο υπολογίζεται ότι
συμβάλλει στα 2/3 της κατανάλωσης ενέργειας
στην Κίνα και στην Ινδία και ότι τα ορυκτά καύσιμα αποτελούν το 90% της ζήτησης σε ενέργεια
παγκοσμίως. Το πετρέλαιο φθάνει το 40% του
παγκόσμιου ενεργειακού μίγματος, εξαιτίας της
κυριαρχίας του στον τομέα των μεταφορών. Η
ακόλουθη υποθετική συλλογιστική παρουσιάζει
το πόσο μπορεί πραγματικά να αυξηθεί ραγδαία
η ζήτησή του στο μέλλον: στις ΗΠΑ τα 868 στα
1.000 άτομα έχουν αυτοκίνητο, (στην ΕΕ η αντιστοιχία είναι 680 άτομα στα 1.000). Αλλά στην
Κίνα είναι μόνον 15 άτομα στα 1.000. Αναλογι-
ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ
η Δύση επιχειρεί να «εκχωρήσει» σε ιδιωτικές εταιρείες τον πλούτο του
Ιράκ, πρόσφατα της Λιβύης και είναι βέβαιο ότι προσβλέπει και στα
αποθέματα του Ιράν.
02
στείτε την επίδραση στις προμήθειες ενέργειας αν
το ποσοστό της Κίνας επρόκειτο να προσεγγίσει
αυτό της ΕΕ κατά τα επόμενα 20 χρόνια.
Σύντομη Ιστορική
Ανασκόπηση
Οι προσπάθειες ανασυγκρότησης των χωρών
μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχαν ως συνέπεια
μεταξύ άλλων τη δημιουργία νέων λειτουργιών και
δομών στις οικονομίες τους. Στις χώρες κυρίως
της Δ. Ευρώπης, (αλλά και σε πολλές άλλες χώρες),
η ενέργεια αποτέλεσε ισχυρό μέσο οικονομικής
μεγέθυνσης17. Από την εποχή αυτήν αρχίζει να εκδηλώνεται μια στενή σχέση ανάμεσα στις ενεργειακές καταναλώσεις και την οικονομική μεγέθυνση,
και πολλές φορές η τιμή του λόγου της ενεργειακής κατανάλω­σης προς το Ακαθάριστο Εγχώριο
Προϊόν (ΑΕΠ) χρησιμοποιήθηκε ως δείκτης ανάπτυξης. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι βιομηχανικές
χώρες στην εικοσαετία 1950-1970 διπλασία­σαν
την κατανάλωση ενέργειας. Επισημαίνεται ότι οι
προσπάθειες ανα­συγκρότησης μετά το Β΄ Π.Π. δεν
υπήρξαν σύμμετρες σε όλα τα κράτη. Έτσι, αρκετά υστέρησαν στην προσπάθεια, με αποτέλεσμα η
απόσταση μεταξύ των αναπτυγμένων και των «υπό
ανάπτυξη» χωρών να αυξηθεί.
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’50 η παρουσία του άνθρακα στα ενεργειακά ισοζύγια των
χωρών ήταν καθοριστική, σε σημείο που αυτός
να ρυθμίζει τη διαμόρφωση των τιμών της ενέργειας (ανταγωνιστική οικονομία). Συγκεκριμένα
η τιμή της ενέργειας διαμορφωνόταν σε επίπεδο
που επέτρεπε την κατανάλωση των παραγόμενων ποσοτήτων άνθρακα, ειδικότερα στις χώρες
της Δυτικής Ευρώπης.
Την επόμενη δεκαετία η υπερπροσφορά του
πετρελαίου από τη Μέση Ανατολή, σε ένα μειωμένο αλλά και σταθερό επίπεδο τιμών, είχε ως
αποτέλεσμα την αυξημένη χρήση του σε διεθνές
επίπεδο. Η συμμετοχή του πετρελαίου στο παγκόσμιο ενεργειακό ισοζύγιο κατά την εν λόγω
δεκαετία ξεπερνά το 50%. Την ίδια περίοδο οι
εξωενεργειακές χρήσεις του πετρελαίου θεμελιώνουν την πετροχημική βιομηχανία. Ωστόσο
είναι χαρακτηριστικό ότι οι επενδύσεις για την εκμετάλλευση του πετρελαίου πραγματοποιήθηκαν
από μεγάλες (και λίγες), αμερικανικών συμφερόντων οι περισσότερες, διεθνικές εταιρείες, (παραγωγής, μεταφοράς και εμπορίας πετρελαιοειδών), με συνέπεια αυτές να αποκτήσουν και τον
πλήρη έλεγχο της αγοράς σε βαθμό που, εκτός
από την τιμή, να καθορίζουν και το ύψος της πα-
03
ραγωγής και τους όρους της εμπορίας. Με αυτήν
την αρχικά «επιθετική είσοδο» του πετρελαίου
στη διεθνή αγορά επέρχονται τα εξής:
• Σημαντικοί ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης
ορισμένων βιομηχανικών χωρών ή περιοχών
(π.χ. Δυτική Ευρώπη, Ιαπωνία), που πολλές φορές ήταν εντονότεροι και ταχύτεροι από εκείνους των ΗΠΑ.
• Συμπίεση της τιμής του άνθρακα σε βαθμό που
να μην καλύπτεται το κόστος παραγωγής του και
να διακοπεί σχεδόν η παραγωγή του. Αποδυνάμωση των βιομηχανικών ζωνών που είχαν αναπτυχθεί κοντά στα αν­θρακοφόρα στρώματα.
• Συνειδητοποίηση, από μέρους των αραβικών
πετρελαιοπαραγωγών χωρών, της οικονομικής σημασίας του πλούτου που διέθεταν, χωρίς όμως αντίστοιχη πολιτική εκμετάλλευση της
πλεονεκτικής τους θέσης. Αποφασίζουν ωστόσο να συντονίσουν τη δράση τους και το 1960
ιδρύουν τον Οργανισμό Πετρελαιοπαραγωγών
Κρατών (ΟΠΕΚ).
Στην αρχή της δεκαετίας του ’70 μια σειρά από
γεγονότα είχαν αποτέλεσμα τη μεταβολή του καθεστώτος της πετρελαϊκής διαχείρισης, συγκεκριμένα η ζήτηση πετρελαίου υπερβαίνει τις προβλέψεις.
Σε αυτό συμβάλλει και το αυξανόμενο ενδιαφέρον
ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2012 | 93
ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ
Ο σύγχρονος κόσμος στηρίζεται σε έναν απέραντο ενεργειακό
εφοδιασμό σε καύσιμα. Η πρόσβαση σε φθηνή ενέργεια είναι πλέον
αναγκαία για τη λειτουργία των σύγχρονων οικονομιών.
των ΗΠΑ για εισαγωγές πετρελαίου από τη Μέση
Ανατολή, (οι εισαγωγές πετρελαίου στις ΗΠΑ είχαν
περιοριστεί με απόφαση του προέδρου Αϊζενχάουερ το 1958)18. Παρατηρείται αδυναμία παράδοσης
αργού πετρελαίου λόγω ανεπαρκών επενδύσεων. Οι χώρες του ΟΠΕΚ αντιλαμβάνονται πλέον τις
δυνατότητες ου­σιαστικότερης εμπλοκής τους στο
«κύκλωμα» του αργού πετρελαίου και την αποκόμιση υψηλών κερδών.
Πρακτικά, η σταδιακή μεταβολή της πολιτικής του ΟΠΕΚ εκφράζεται με τις συμφωνίες
της Τεχεράνης (1971), της Νέας Υόρκης και της
Βιέννης (1972) για αύξηση και αναπροσαρμογή
των τιμών, (ανάλογα με τις νομισματικές διακυμάνσεις) καθώς και τη συμμετοχή των μελών
του στην εκμετάλλευση των κοιτασμάτων τους.
Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ο έλεγχος της τιμής και του ύψους παραγωγής να περιέλθει από
τις διεθνικές εταιρείες στις πετρελαιοπαραγωγές
χώρες, (χωρίς να χρησιμοποιηθεί ο μηχανισμός
της ελεύθερης αγοράς). Η γραφειοκρατική οργάνωση της παραγωγής και οι αβεβαιότητες στις
αγορές διαμόρφωσαν συνθήκες έλλειψης για το
94 | ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2012
αργό πετρέλαιο. Η αραβοϊσραηλινή σύρραξη του
1973 θα εντείνει τις πιέσεις και θα μετατρέψει το
πετρέλαιο σε «πολιτικό όπλο», σε μια σειρά από
εκρηκτικά γεγονότα με προεξάρχοντα:
• Διακοπή πωλήσεων σε συγκεκριμένα κράτη,
(Φθινόπωρο 1973).
• Μονομερή καθορισμό των τιμών από τις χώρες
του ΟΠΕΚ (Δεκέμβριος 1973).
• Ύστερα από μερικές εβδομάδες τετραπλασιασμό των τιμών.
• Απόφαση του ΟΠΕΚ για απόλυτο έλεγχο των
κοιτασμάτων, (εθνικοποιήσεις).
Το σύνολο αυτών των γεγονότων αποτελεί
την ενεργειακή κρίση του ’73, που στη συνέχεια
συνέβαλε στην οικονομική ύφεση. Ταυτόχρονα,
αποτέλεσε το έναυσμα για να ανακαλύψουμε το
ενεργειακό πρόβλημα. Ειδικότερα στη Δυτική
Ευρώπη μέχρι το 1975 η βιομηχανική παραγωγή
μειώθηκε κατά 8% και το ΑΕΠ κατά 2,2%. Στις
αναπτυσσόμενες χώρες η κατάσταση επιδεινώθηκε σε σημείο τέτοιο που διπλασιάστηκε
το εξωτερικό τους χρέος. Οι βιομηχανικές χώρες και περιοχές (κυρίως η Ιαπωνία και η Δυτική
Ευρώπη), που στη δεκαετία του ’60 στήριξαν την
ανάπτυξη τους στη φθηνή εισαγόμενη ενέργεια,
ξαναγύρισαν στην προηγούμενη κατάσταση της
ενεργειακής στενότητας.
Ενεργειακή Ασφάλεια
Όπως συνάγεται από την προηγούμενη ανάλυση, η ενέργεια έχει ζωτική σημασία στην ανθρώπινη ζωή και είναι ίσως ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες της οικονομικής μεγέθυνσης.
Ο σύγχρονος κόσμος στηρίζεται σε έναν απέραντο ενεργειακό εφοδιασμό σε καύσιμα σχεδόν σε
όλους τους τομείς μιας οικονομίας: μεταφορές,
επικοινωνίες, παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών, εμπόριο, υποδομές, επενδύσεις, κατανάλωση προϊόντων και υπηρεσιών. Η πρόσβαση σε
φθηνή ενέργεια είναι πλέον αναγκαία για τη
λειτουργία των σύγχρονων οικονομιών. Μέχρι
το 1970, οι ενεργειακοί πόροι δεν ήταν ακριβοί και
σχετικά εύκολα μπορούσαν να βρεθούν, να μεταφερθούν και να αξιοποιηθούν, σε σχέση με την
ύστερη περίοδο. Ωστόσο, μετά τον περιορισμό της
παραγωγής πετρελαίου που έγινε από τον ΟΠΕΚ
το 1973, η κατάσταση αυτή έχει μεταβληθεί σταδιακά και οι περισσότερες από τις χώρες άρχισαν
να αντιμετωπίζουν προβλήματα στον τομέα της
ενέργειας. Τα κράτη άρχισαν να αντεπεξέρχονται
την πετρελαϊκή κρίση, ωστόσο αυξήθηκαν οι τιμές
του πετρελαίου, που με τη σειρά τους προκάλεσαν
αρνητικές επιδράσεις στις οικονομίες παγκοσμίως, όπως η άνοδος του πληθωρισμού, η μείωση
της παραγωγής και ορισμένες ελλείψεις αγαθών
και υπηρεσιών. Ως αποτέλεσμα αυτών η ενεργειακή ασφάλεια αναδείχθηκε σε κύριο ζήτημα για τις
κυβερνητικές πολιτικές σε όλο τον κόσμο. ■
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Μέλη του Κέντρου Αμυντικών, Ενεργειακών και
Γεωπολιτικών Ερευνών (ΚΑΕΓΕ), http://www.
defencenter-energeo.org/. Το Κέντρο υπάγεται
στο Εργαστήριο Γεωγραφικών Πληροφοριακών
Συστημάτων, Γεω-οικονομίας και Γεωπολιτικής του
Πανεπιστημίου Αιγαίου με διευθυντή τον Καθηγητή
Γιάννη Καρκαζή, (GEOPOL - http://www.stt.aegean.
gr/geopolab/). Οι συγγραφείς δέχονται ευχαρίστως
ιδέες και κρίσεις ανατροφοδότησης στην ηλεκτρονική
διεύθυνση: [email protected]
2. Prof. M.J.Economidis, The Oil & Gas Review 2003.
3. Πολλές φορές μάλλον λανθασμένα, χρησιμοποιείται
ο όρος «ανάπτυξη» αντί του ορθού «μεγέθυνση».
Ωστόσο η έννοια «ανάπτυξη» είναι ευρύτερη και
αναφέρεται συνήθως σε όλους τους τομείς μιας
κοινωνίας, όχι μόνον την οικονομική, (υλικά αγαθά).
4. BP, Statistical Review of World Energy, 2008.
5. Σύμφωνα με το BP Statistical Review, June 2001.
6. BP Statistical Review, June 2003.
7. Ο χαρακτηρισμός «ανανεώσιμες» ίσως είναι
καταχρηστικός, καθόσον ορισμένες από αυτές τις
πηγές, όπως η γεωθερμική, δεν ανανεώνονται σε
κλίμακα χιλετιών.
8. Ο ΙΕΑ συστάθηκε από την πλειονότητα των
βιομηχανικών χωρών, μετά την πετρελαϊκή κρίση
του 1973, με αρχικό κύριο έργο την ανάλυση
της παγκόσμιας ενεργειακής κατάστασης και τη
σχετική ενημέρωση της διεθνούς κοινότητας. Οι
εκτιμήσεις του αποτελούν σημείο αναφοράς για την
πετρελαϊκή βιομηχανία.
9. World Estimated Recoverable Coal World Proved
Reserves of Oil and Natural Gas, Most Recent
Estimates
10. http://www.eia.doe.gov/pub/international/iealf/
table14.xls
http://www.eia.doe.gov/emeu/international/Rece
ntPetroleumConsumptionBarrelsperDay.xls
http://www.eia.doe.gov/pub/international/iealf/
table13.xls
11. Σημειώνεται ότι οι παραπάνω εκτιμήσεις
έχουν γίνει με την παραδοχή ότι το επίπεδο της
κατανάλωσης θα παραμείνει σταθερό και πως όλες
οι πηγές ορυκτών καυσίμων έχουν ανακαλυφθεί.
Στην πραγματικότητα όμως η κατανάλωση
αυξάνεται ενώ εξακολουθούν να υπάρχουν
ανεκμετάλλευτα κοιτάσματα.
12. Ο ΟΠΕΚ προβλέπει το Peak Oil να επέρχεται τo 2025,
(http://www.energia.gr/article.asp?art_id=51674,
ημ. πρόσβασης Πέμπτη, 10 Νοεμβρίου 2011).
13. IEA, World Energy Outlook, 2000.
14. Επισημαίνεται ότι η τεχνολογία στο πεδίο της
ενέργειας προωθείται κυρίως από τις μεγάλες
Επάνω: Τα παγκόσμια αποθέματα φυσικού
αερίου υπολογίζεται πως θα εξαντληθούν σε
60 έτη. Αυτή είναι εγκατάσταση υγροποίησης
και φόρτωσης για μεταφορά.
Απέναντι: Κατά το πρώτο τέταρτο του 21ου
αιώνα η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου
φέρεται να αυξάνεται ετησίως με ρυθμό 1,9%,
ξεπερνώντας τα 115 εκατ. βαρ./ημ. το 2035.
ιδιωτικές εταιρείες, οι οποίες θα πρέπει πρώτιστα
να «προστατεύσουν» και να αποσβέσουν την αξία
των επενδύσεών τους. Ωστόσο και οι κρατικές
εταιρείες υδρογονανθράκων των υπολοίπων
πετρελαιοπαραγωγών χωρών, έχουν συμφέρον
να μην αναπτυχθεί «φθηνή» τεχνολογία σε
εναλλακτικές πηγές ενέργειας.
15. Βλ. αναλυτικότερα άρθρο μας σχετικά για τον
«Ψυχρό Ενεργειακό Πόλεμο», στο περιοδικό
«Ελληνική Άμυνα & Τεχνολογία», τεύχος 17,
Ιούνιος 2011.
16. Το ατύχημα στη Φουκουσίμα της Ιαπωνίας
αναμένεται να μειώσει τη μελλοντική επέκταση της
χρήσης της πυρηνικής ενέργειας.
17. Οι ΗΠΑ προσανατόλισαν τη μετάβαση της Δ.
Ευρώπης στο μεσανατολικό πετρέλαιο μέσω και
του Σχεδίου Μάρσαλ, βλ. διατριβή Θ. Τσακίρη,
Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2007, σελ. 439-442
και σχετικό άρθρο στο περιοδικό «Ελληνική Άμυνα
& Τεχνολογία», τ. 23, Δεκέμβριος 2011.
18. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι οι ΗΠΑ, αν και
κατέχουν σημαντικά αποθέματα πετρελαίου,
ακολουθούν μια πολιτική διατήρησής τους, ως
στρατηγικά αποθέματα.
ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2012 | 95