περισσοτερα

ΔΕΛΦΟΙ
Στον Ομφαλό της Γης
Κάποτε, λέει ο μύθος, ο Δίας έστειλε δύο αετούς από τα άκρα του σύμπαντος για να
βρει το κέντρο του κόσμου, και αυτοί έσμιξαν πάνω από τους Δελφούς, τον «ομφαλό
της γης», όπως έκτοτε ονομάστηκαν, κέντρο πνευματικό και θρησκευτικό και σύμβολο
ενότητας του αρχαίου Ελληνισμού. Η γεωγραφία δεν είναι αρκετή για να περιγράψει
τα συναισθήματα γαλήνης και επιβλητικού μεγαλείου που γεννάει ο τόπος. Σο
λεγόμενο δελφικό τοπίο ξεπερνάει τα ανθρώπινα και τα ταπεινά.
Οι Δελφοί, τόπος παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO και
χαρακτηρισμένος ως ένας από τους «ιερούς τόπους» του κόσμου, ανήκει στο νομό
Υωκίδας και έχει πληθυσμό περί τους 2.500 κατοίκους. Αρχικά το παλιό χωριό λεγόταν
Καστρί και βρισκόταν χτισμένο, από τα μεσαιωνικά χρόνια ακόμα, ακριβώς επάνω
από το θαμμένο αρχαιολογικό χώρο. ΋ταν όμως το 1892 ξεκίνησαν οι πρώτες σοβαρές
ανασκαφές από τη Γαλλική Αρχαιολογική ΢χολή Αθηνών, οι περισσότερες περιουσίες
και τα σπίτια των κατοίκων του χωριού απαλλοτριώθηκαν και μεταφέρθηκαν κάποιες
εκατοντάδες μέτρα προς τα δυτικά, μετονομάζοντας το παλιό χωριό Καστρί σε
Δελφούς. Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών ήρθαν στο φως εντυπωσιακά ευρήματα,
ανάμεσα στα οποία και περίπου 3.000 επιγραφές, που αποκαλύπτουν διάφορες πτυχές
του αρχαίου δημόσιου βίου.
Ο αρχαιολογικός χώρος και το Μουσείο των Δελφών
Ο κύριος λόγος που οι Δελφοί αποτελούν πόλο έλξης τουριστών και πληθώρας
επισκεπτών απ’ όλο τον κόσμο είναι το πανελλήνιο ιερό μαντείο του Απόλλωνα, το πιο
ξακουστό της αρχαίας Ελλάδας. Ο ιερός χώρος, σύμφωνα με τα αρχαιολογικά
ευρήματα αρχίζει να διαμορφώνεται στην περιοχή των Δελφών κατά τον 8ο αιώνα
π.Φ., ενώ στο τέλος του 7ου αιώνα χτίστηκαν οι πρώτοι ναοί αφιερωμένοι στον
Απόλλωνα και την Αθηνά. Πρωθιέρια στο Ναό του Απόλλωνα ήταν η Πυθία, γυναίκα
που έπρεπε οπωσδήποτε να κατάγεται από τους Δελφούς, η οποία, ευρισκόμενη σε
έκσταση, μετέφερε τους χρησμούς του θεού προς τον ενδιαφερόμενο, με τρόπο πάντα
λακωνικό, δυσνόητο και αινιγματικό. Πριν από κάθε χρησμοδότηση η Πυθία πλενόταν,
έπινε νερό από την Κασταλία πηγή, μασούσε φύλλα δάφνης και ανέβαινε σε τρίποδο
σκαμνί. Από τη βάση του τρίποδα, με τη βοήθεια καύσης διάφορων ψυχοτρόπων
βοτάνων εμποτισμένων με μεθάνιο, ανάβλυζαν αναθυμιάσεις, που οδηγούσαν την
Πυθία σε ασυνάρτητες κραυγές και παραισθήσεις. Ιερείς του μαντείου μετέτρεπαν τα
άναρθρα αυτά λόγια σε έμμετρους αλλά αμφίσημους χρησμούς.
Ο πιο γνωστός χρησμός ήταν εκείνος που είχε λάβει ο Οιδίποδας, στον οποίο η Πυθία
είπε ότι θα φόνευε τον πατέρα του και θα παντρευόταν τη μητέρα του, πράγμα που
προσπάθησε ματαίως να αποτρέψει. Οι θεοπρόποι έτσι ονομάζονταν οι αιτούντες
χρησμό- πλήρωναν φόρο πριν λάβουν το χρησμό και θυσίαζαν ένα κατσίκι στο βωμό
του Απόλλωνα, γεγονός που καταδεικνύει τη συσσώρευση προσφορών και πλούτου,
καθώς κάθε πόλη, ακόμα και ξένοι ηγεμόνες, ζητούσαν τη συμβουλή του θεού
προσφέροντας το ανάλογο τίμημα. Ο πλούτος μάλιστα αυτός προκάλεσε συχνά την
επιβουλή και το φθόνο,
με αποτέλεσμα τους
τέσσερις
ιερούς
πολέμους, βασική αιτία
των οποίων υπήρξε ο
έλεγχος του μαντείου.
Σο ιερό του Απόλλωνα
κατόρθωσε
να
διατηρήσει την αίγλη
και την ισχύ του για
περισσότερα από 600
χρόνια, λύγισε όμως
μπροστά
στο
φιλοσοφικό κίνημα του
ορθολογισμού
κατά
τον 3ο αιώνα π.Φ.,
οπότε
και
επήλθε
πλήγμα στη λειτουργία
του μαντείου. Ψστόσο, το τυπικό στην ιεροτελεστία του θα παραμείνει αναλλοίωτο
έως το 2ο αιώνα μ.Φ., την εποχή του Αδριανού, ο οποίος θα κάνει προσπάθειες για την
οικονομική ενίσχυση και «αναβίωση» της ισχύος και του κύρους του ιερού, χωρίς όμως
αποτέλεσμα. Σο 394 μ.Φ. δίνεται πια το οριστικό τέλος στη λειτουργία του μαντείου με
διάταγμα του βυζαντινού αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α΄. ΢τη συνέχεια με την
επικράτηση του Φριστιανισμού οι Δελφοί έγιναν έδρα επισκοπής, αλλά
εγκαταλείφθηκαν στις αρχές του 7ου αιώνα μ.Φ., εποχή επέλασης των ΢λάβων.
Η Κασταλία πηγή ή για την ακρίβεια κρήνη, στην οποία όπως προελέχθη, πλενόταν η
Πυθία πριν τη χρησμοδότηση,
διαδραμάτιζε
καθοριστικό
ρόλο στη λειτουργία του
μαντείου. ΢τα εξαγνιστικά
νερά
της
πλένονταν
υποχρεωτικά οι ιερείς, το
προσωπικό του ναού και ο
κόσμος που ερχόταν να λάβει
χρησμό, αλλά και με νερό από
αυτήν καθάριζαν το ναό του Απόλλωνα. Η κρήνη αυτή βρισκόταν και μπορεί να τη δει
κανείς ακόμα και σήμερα ανάμεσα στο τέμενος του Απόλλωνα και στο αρχαίο
γυμνάσιο. Σα νερά της ωστόσο ξεκινούσαν από τη χαράδρα των Υαιδριάδων, στα
ριζά του βράχου που σήμερα ονομάζεται Υλεμπούκος.
Καθώς μπαίνει κανείς στον αρχαιολογικό χώρο, τα πρώτα οικοδομικά λείψανα που
συναντά ανήκουν στο Ιερό της Αθηνάς Προναίας. Ανατολικότερα σώζονται τα
λείψανα παλαιότερου ναού της Αθηνάς, που κτίστηκε τον 7ο αιώνα π.Φ. και
ανοικοδομήθηκε τον 6ο, ενώ δίπλα διακρίνονται κατάλοιπα δύο βωμών. ΢το ιερό
βρίσκονται και οι δύο μικροί θησαυροί του 6ου αιώνα π.Φ., εκ των οποίων ο ένας
χτίστηκε από κατοίκους της Μασσαλίας προς τιμήν της Θεάς. Οι θησαυροί ήταν
μικρά ναόσχημα οικοδομήματα που έχτιζαν οι πόλεις-κράτη για να στεγάζουν τα
αναθήματά τους. Ίσως το πιο χαρακτηριστικό μνημείο του χώρου, που δεσπόζει στο
ιερό της Αθηνάς Προναίας είναι η Θόλος, ένα από τα περισσότερο φωτογραφημένα
σημεία της Ελλάδας. Φτίστηκε στις αρχές του 4ου αιώνα π.Φ. από πεντελικό μάρμαρο
και διέθετε είκοσι δωρικούς κίονες. ΢εισμοί όμως και κατολισθήσεις που συνέβησαν
μέχρι και εκατό χρόνια πριν, ευθύνονται για το γεγονός ότι μόνο τρεις από τους
κίονες στέκονται πλέον όρθιοι.
΢ε απόσταση 300 μέτρων από τη δυτική είσοδο του ιερού της Προναίας, σε μια
απότομη κατωφέρεια του εδάφους που σχηματίζεται στο σημείο εκείνο, σώζονται τα
ερείπια του γυμνασίου των Δελφών, ενός από τα πληρέστερα συγκροτήματα της
αρχαιότητας, που περιελάμβανε το γυμνάσιο, την παλαίστρα και λουτρικές
εγκαταστάσεις.
Οι αθλητές που είχαν εξασκηθεί στο γυμνάσιο και την παλαίστρα έδειχναν τα
αποτελέσματα των προσπαθειών τους στο 5.000 θεατών χωρητικότητας στάδιο, όπου
διεξάγονταν τα αθλητικά αγωνίσματα κατά τους Πυθικούς αγώνες. Η αρχική
διαμόρφωσή του χρονολογείται κατά τον 5ο αιώνα π.Φ. και αρχικά οι θεατές
κάθονταν στο έδαφος ή σε ξύλινα ικρία. Λίθινα εδώλια απέκτησε μόλις το 2ο αιώνα
μ.Φ., ενώ τότε διαμορφώθηκε και η μνημειώδης τοξωτή θριαμβική είσοδος, η μοναδική
σε αρχαίο στάδιο στην Ελλάδα.
Εκτός από το στάδιο, στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών υπήρχε και θέατρο, κι
αυτό χωρητικότητας 5000 θεατών, το οποίο φιλοξενούσε τους αγώνες φωνητικής και
ενόργανης μουσικής, που διεξάγονταν στο πλαίσιο των Πυθίων και άλλων
θρησκευτικών εορτών και τελετουργιών. Η σημασία μάλιστα αυτών των εκδηλώσεων
προσδίδει στο μνημείο πνευματική και καλλιτεχνική αξία ισότιμη με την αθλητική ιδέα
που συμβολίζει το αρχαίο στάδιο της Ολυμπίας. Η μορφή του πρώτου θεάτρου που
κατασκευάστηκε στο χώρο δεν είναι γνωστή. Πιθανόν οι θεατές να κάθονταν σε
ξύλινα καθίσματα ή απ’ ευθείας στο έδαφος. Αργότερα, τον 4ο αιώνα π.Φ. χτίστηκε το
πρώτο πέτρινο θέατρο και ακολούθησαν πολλές επισκευές του. Ση σημερινή του
μορφή, με τη λιθόστρωτη ορχήστρα, τα λίθινα εδώλια και τη σκηνή, έλαβε κατά τους
πρώιμους ρωμαϊκούς χρόνους, το 160 π.Φ.
Δίπλα στον αρχαιολογικό χώρο βρίσκεται το μουσείο των Δελφών, που φιλοξενεί
υψηλής ποιότητας αντικείμενα που βρέθηκαν κατά τη διάρκεια των ανασκαφών. Αν
και ο αριθμός τους εντυπωσιάζει με μια πρώτη ματιά, πρέπει να αναφερθεί ότι δεν είναι
παρά μόνο ελάχιστα από όσα απέμειναν από τα πολλά κτήρια, τους αναθηματικούς
ναούς και τα 3.000 αγάλματα στην Ιερά Οδό που οδηγούσε
στο ναό του Απόλλωνα. Ανεγέρθηκε από τη Γαλλική Αρχαιολογική ΢χολή με χρήματα
του Ελληνικού Δημοσίου και αρωγή του εθνικού ευεργέτη Ανδρέα ΢υγγρού. Μια
περιήγηση στις αίθουσες του διώροφου, συνολικού εμβαδού 2.270 τ.μ. μουσείου δείχνει
ανάγλυφη την ιστορία του δελφικού ιερού. Ήδη πριν την είσοδο στον κυρίως χώρο του
μουσείου, ακολουθώντας το μικρό δρομάκι που οδηγεί σε αυτόν, συναντά κανείς
ευρήματα και παλαιοχριστιανικά ψηφιδωτά, μερικά σωσμένα σχεδόν αυτούσια, που
προετοιμάζουν τον επισκέπτη για την πληθώρα των ευρημάτων που έχει το μουσείο
να επιδείξει. Μεταξύ των εκθεμάτων, στα οποία περιλαμβάνονται περικεφαλαίες,
κοσμήματα, είδη καθημερινής χρήσης της εποχής, το τρίποδο που χρησιμοποιούνταν
από την Πυθία, ο ψηλός κίονας με τις τρεις χορεύτριες κ.ά., ξεχωριστή θέση κατέχει η
΢φίγγα της Νάξου, αφιέρωμα από τους νησιώτες στα μέσα του 6ου π.Φ. αιώνα, με
πρόσωπο γυναίκας σε σώμα σκύλου με φτερά,
που αγέρωχη στέκει σαν φύλακας στο μουσειακό χώρο. Επίσης, οι δίδυμοι Κούροι
του Άργους, φιλοτεχνημένοι από τον Αργείο γλύπτη Πολυμήδη, οι οποίοι βρέθηκαν σε
άριστη κατάσταση και αποτελούν πρώιμα δείγματα του Αρχαϊκού ρυθμού και
απεικονίζουν είτε τα αδέρφια από το Άργος, Βίτωνα και Κλέοβι, είτε τους Διόσκουρους,
που λατρεύονταν από τους Πελοποννήσιους. Και βέβαια ο Ηνίοχος, ο μεγάλος
πρωταγωνιστής του μουσείου, το οποίο έχει αφιερώσει μια αίθουσα μόνο γι’ αυτόν. Σο
χάλκινο άγαλμα βρέθηκε στους Δελφούς και αρχικά αποτελούσε μέρος ενός
μεγαλύτερου συμπλέγματος, που παρουσίαζε άρμα με τέσσερα άλογα, από τα οποία
μερικά μόνο τμήματα σώθηκαν. Σο ύψος του είναι 1,80 μ. και αποτελείται από έξι
διαφορετικά κομμάτια. Πολύ χαρακτηριστικά είναι τα μάτια του αγάλματος,
φτιαγμένα από όνυχα, που μαγνητίζουν τον επισκέπτη και δίνουν την εντύπωση ότι ο
Ηνίοχος παρακολουθεί κάθε κίνηση στο χώρο. Σέλος, πολύ σημαντικό έκθεμα αποτελεί
και ο θησαυρός των ΢ιφνίων, δώρο κι αυτό στους Δελφούς από τους κατοίκους της
΢ίφνου, το πιο πλούσιο νησί της εποχής λόγω των εξαιρετικών κερδών από την
εκμετάλλευση των μεταλλείων χρυσού και αργύρου που υπήρχαν εκεί. Αποφάσισαν,
λοιπόν, να χαρίσουν στον Απόλλωνα τη δεκάτη από τα κέρδη τους, και έτσι έχτισαν
το θησαυρό, ένα κτήριο μικρό σε διαστάσεις, με μορφή ναΐσκου, για την κατασκευή
του οποίου οι ΢ίφνιοι μετέφεραν ακριβό λευκό μάρμαρο από την Πάρο, με πλούσιο
γλυπτό διάκοσμο και έτοιμο να φιλοξενήσει τα πολύτιμα αναθήματα που προσέφεραν
κατά καιρούς οι ΢ίφνιοι στο ιερό του θεού. ΢ήμερα πλέον διατηρούνται στη θέση τους
μόνο τα θεμέλια και ένας αστράγαλος από τη διακόσμηση της βάσης. ΋λος ο
σωζόμενος γλυπτός διάκοσμος του κτηρίου έχει συντηρηθεί και εκτίθεται στο μουσείο.
Οι Δελφοί της νεότερης εποχής
΢τη νεότερη εποχή, ο χώρος των Δελφών συνδέθηκε με την προσπάθεια αναβίωσης της
Δελφικής Ιδέας, από τον ποιητή Άγγελο ΢ικελιανό και τη σύζυγό του Εύα Πάλμερ-
΢ικελιανού. Πυρήνας της προσπάθειας αυτής στάθηκε η φιλόδοξη ιδέα του ζεύγους να
καταστήσει και πάλι τους Δελφούς πνευματικό κέντρο όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά
ολόκληρου του πολιτισμένου κόσμου.
Πίστευαν άλλωστε ακράδαντα πως το αρχαιοελληνικό ιδεώδες ήταν σε θέση να
συμβάλει στην ηθική και πνευματική εξύψωση των ανθρώπων, οι οποίοι αισθάνονταν
μια βαθιά απογοήτευση μετά από την συντριβή των ανθρώπινων αξιών που είχε
προκαλέσει ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Για την υλοποίηση του οράματός τους
προχώρησαν μάλιστα στη διοργάνωση των γνωστών Δελφικών Γιορτών, οι οποίες
πραγματοποιήθηκαν το 1927 και το 1930. Ψστόσο, παρά τη μεγάλη απήχηση των
εκδηλώσεων και τον αρχικό ενθουσιασμό πολλών πνευματικών ανθρώπων, η
προσπάθεια του ΢ικελιανού εγκαταλείφθηκε αφού θεωρήθηκε ένα μεγαλόσχημο όραμα
που δεν μπορούσε να εναρμονιστεί με τη δεδομένη κοινωνική πραγματικότητα της
εποχής.
Κατά τη διάρκεια της διοργάνωσης και της τέλεσης των δύο αυτών γιορτών το ζεύγος
΢ικελιανού έμενε σε ένα σπίτι με πανοραμική θέα προς τον Παρνασσό, το χωριό των
Δελφών και την κοιλάδα της Άμφισσας, το οποίο χτίστηκε από ντόπιους τεχνίτες λίγο
πριν από το 1927. Από το 1991 το πέτρινο σπίτι λειτουργεί πια ως μουσείο, το λεγόμενο
Μουσείο Δελφικών Εορτών. ΢ε αυτό μπορεί να βρει κανείς χειρόγραφα του ΢ικελιανού,
αλληλογραφία για τις δελφικές γιορτές, φωτογραφικό υλικό της διάσημης φωτογράφου
Nelly’s (της αποκλειστικής φωτογράφου των εκδηλώσεων), αλλά και θεατρικά
κοστούμια από τις παραστάσεις φτιαγμένα από την Εύα στον αργαλειό της που
εκτίθεται στο ισόγειο. ΋λο το κτήριο είναι ιδιοκτησίας του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού
Κέντρου Δελφών.
Σο Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών ιδρύθηκε το 1977 ως νομικό πρόσωπο
ιδιωτικού δικαίου υπό την εποπτεία του Τπουργείου Πολιτισμού και υπό την αιγίδα του
΢υμβουλίου της Ευρώπης, με στόχο την «ανάπτυξη πολιτιστικών στοιχείων που
ενώνουν τους λαούς της Ευρώπης». Οι συνεδριακές εγκαταστάσεις του Κέντρου
περιλαμβάνουν δύο κύριους χώρους συνεδρίων, το αμφιθέατρο «Κ. Καραμανλή» και
την αίθουσα «Διόνυσος», βοηθητικές αίθουσες, χώρο εκθέσεων, βιβλιοθήκη, καθώς
επίσης ξενώνα και υπαίθριο θέατρο. Ανάμεσα στις μόνιμες δραστηριότητές του
περιλαμβάνονται οι Διεθνείς ΢υναντήσεις Αρχαίου Ελληνικού Δράματος, οι οποίες
ξεκίνησαν το 1984 και μετά το 1995 πραγματοποιούνται κάθε δύο χρόνια. Επίσης, το
Κέντρο δραστηριοποιείται για την υλοποίηση ενός διεθνούς εικαστικού
προγράμματος με εκθέσεις, σεμινάρια και προγράμματα παραμονής και εργασίας
καλλιτεχνών στους Δελφούς. Σο Πάρκο Γλυπτικής γύρω από το κεντρικό κτήριο
ξεκίνησε να λειτουργεί το 1994 κατά τη διεθνή συνάντηση γλυπτικής και από τότε
εμπλουτίζεται διαρκώς με γλυπτά Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών.
Σο Μουσείο Δελφικών Εορτών, όπως και το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών
εντάσσονται στα σύγχρονα αξιοθέατα της πόλης των Δελφών, η οποία έχει να
παρουσιάσει αξιόλογη τουριστική υποδομή και βέβαια είναι έτοιμη να φιλοξενήσει όλες
τις κατηγορίες τουριστών που επισκέπτονται την πόλη καθ’ όλη τη διάρκεια του
χρόνου. Σο μέρος είναι μια καλή αφετηρία για τη διπλανή Αράχωβα και τα
Φιονοδρομικά κέντρα του Παρνασσού ή για τις παραλίες του Κορινθιακού. Η πόλη
των
Δελφών δεν επαναπαύεται στον αρχαιολογικό χώρο που έχει να επιδείξει και
διοργανώνει κάθε καλοκαίρι πλήθος μουσικών και θεατρικών παραστάσεων,
προσελκύοντας ολοένα και περισσότερο τουρισμό. Έχει επίσης το απαράμιλλο θετικό,
τουλάχιστον για τους εξ Αθηνών ορμώμενους, ότι είναι σε πολύ κοντινή χιλιομετρική
(180 χιλιόμετρα) από την Αθήνα με άνετο δρόμο και καλό οδόστρωμα. ΢ε κάθε
περίπτωση, μπορεί με την επίσκεψή μας σήμερα να μην αποκομίσουμε χρησμό για το
μέλλον, ωστόσο αποτελεί έναν ιδανικό και για όλες τις εποχές προορισμό για
καταφυγή από τους άγριους ρυθμούς της πόλης και χαλάρωση υπό την ιερή αύρα του
αρχαίου μαντείου…
Κωρύκειο ‘Αντρο
Σπήλαιο του Πάνα
Βρίσκεται βόρεια του Μαντείου των Δελφών. Με το αυτοκίνητο μέσω της Αράχωβας
και κατεύθυνση προς Παρνασσό και φτάνοντας στη θέση του Αχλαδόκαμπου,
ακολουθήστε μια πολύ μικρή πινακίδα (προς Άντρο) που οδηγεί δεξιά σε βατό
χωματόδρομο. Ο δρόμος ανηφορίζει στο βουνό με κατεύθυνση το Κωρύκειο Άντρο και
τελειώνει σε ένα μικρό πλάτωμα, όπου παρκάρουν και στρίβουν αυτοκίνητα.
Από αυτό το σημείο, λαξευμένα σκαλοπάτια οδηγούν στην είσοδο ενός σπηλαίου, του
Κωρύκειου Άντρου, το οποίο είναι αθέατο μέχρι τη στιγμή που θα φτάσει κανείς
ακριβώς μπροστά στην τρύπα, στο τέλος του μονοπατιού στα 1.400 μ. υψόμετρο. Σο
Κωρύκειο Άντρο είναι ονομαστό, όχι μόνο στο μύθο, αλλά και στον κόσμο της
αρχαιότητας και στους συγγραφείς του. «Είναι το πιο αξιοθέατο από όλα τα σπήλαια
που είδα» σημειώνει ο Παυσανίας, που το επισκέφθηκε τον 1ο μ.Φ. αιώνα. Πολλές
πιθανές και απίθανες πληροφορίες υπάρχουν γύρω από το πώς η πανάρχαια αυτή
σπηλιά πήρε το όνομα που φέρει σήμερα. Ο Παυσανίας στα «Υωκικά» του αναφέρει
ότι το όνομα το πήρε από την Κωρυκεία νύμφη που αποπλάνησε ο Απόλλωνας και
γέννησε τον Λυκωρία. Ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος αλλού λέει ότι χρωστάει το όνομά
του στην Κωρυκεία νύμφη, που γέννησε έναν γιο τον Κώρυκα. Άλλοι υποστηρίζουν ότι
το όνομα προέρχεται από τους σταλαχτίτες, που έτσι όπως κρέμονται από την οροφή
του, μοιάζουν με αθλητικούς κώρυκες. Είναι αλήθεια πάντως ότι οι χοντροί
σταλαχτίτες που κρέμονται από την οροφή του και μοιάζουν με κώρυκες (δερμάτινο
ταγάρι, ασκί, πανέρι) στάζουν και σταλάζουν σχηματίζοντας γλυπτά που φωτίζονται
μυστηριακά από το τριγωνικό άνοιγμα, ενώ όλα τα πετρώματα γυαλίζουν. Αν σταθεί
κανείς στο άνοιγμα και συνηθισμένος στο δυνατό εξωτερικό φως κοιτάξει προς το
πυκνό σκοτάδι, θα αισθανθεί την παγερή δροσιά του εσωτερικού του και ένα περίεργο
δέος, καθώς ακούγεται ένας μονότονος θόρυβος που κάνουν οι χοντρές σταγόνες
νερού. Σο σπήλαιο, το οποίο ξεπερνά σε μήκος τα 90 μέτρα, οι ντόπιοι το ονόμασαν
«΢αρανταύλι», γιατί λέγεται πως λόγω της μοναδικής αντήχησής του όταν έπαιζαν
αυλό, η μουσική έμοιαζε να επαναλαμβάνεται τουλάχιστον σαράντα φορές.
Παραλλαγή του μύθου μιλά για «σαράντα αυλές», δηλαδή σαράντα συνολικά
αίθουσες του σπηλαίου. ΢ε αυτό το πολύ σημαντικό κέντρο λατρείας του ελλαδικού
χώρου λατρεύονταν οι Νύμφες και ο Θεός των δασών Πάνας τον 5ο αιώνα π.Φ. Ο
Αισχύλος το αναφέρει μάλιστα ως τόπο διαμονής των πουλιών και επίσκεψης των
θεϊκών πνευμάτων.
Με το πέρασμα των χρόνων, και περνώντας από το μύθο στο ρεαλισμό, οι κάτοικοι
χρησιμοποίησαν το σπήλαιο ως καταφύγιο τόσο κατά την εισβολή των Περσών όσο
και πολύ αργότερα, επί Σουρκοκρατίας.
Σο σπήλαιο ερευνήθηκε και ανασκάφηκε από τον P. Amandry το 1970-71 και χιλιάδες
αντικείμενα που ανάγονται στα αρχαϊκά και κλασικά χρόνια ήρθαν στο φως.
Ανάμεσά τους, χιλιάδες πήλινα κομμάτια από αγγεία ή αγαλματίδια από την ύστερη
νεολιθική εποχή, 25.000 κότσια (αστράγαλοι ζώων), λυχνάρια, ζωγραφισμένα αγγεία
του 6ου π.Φ. αιώνα και δαχτυλίδια. Κάποια από τα ευρήματα εκτίθενται στο
αρχαιολογικό μουσείο των Δελφών.
Μονή Προφήτη Ηλία (Χρισσού)
Βρίσκεται σε 5 χλμ Δυτικά των Δελφών. Αποτελεί τον ιστορικό χώρο εκκίνησης
της Επανάστασης του ’21 στην Ρούμελη. Έχοντας βιώσει πολλές φορές την
βαρβαρότητα των εκάστοτε κατακτητών δεσπόζει πια στις πλαγιές του Παρνασσού.
Εντυπωσιακή αρχιτεκτονική αλλά και με την τέχνη να αναδεικνύεται μέσα από το
ξυλόγλυπτο τέμπλο του ναού της που έχει φιλοτεχνηθεί από τον Μετσοβίτη
γλύπτη Αναστάσιο Μόσχο και αποτελεί ένα ατόφιο ξύλινο έργο ανεκτίμητης αξίας και
ομορφιάς που αξίζει κάποιος να το γνωρίσει από κοντά. Σηλ. 2265035002-3
Γαλαξίδι
Η ναυτική πολιτεία
Δυτικά στον κόλπο της Ιτέας συναντάμε το γραφικό Γαλαξίδι, μια ναυτική πολιτεία με
πλούσια ιστορία και παράδοση που διατηρεί αναλλοίωτη την αίγλη και την αρχοντιά
του παρελθόντος. Παράλληλα, προσαρμοσμένη στις επιταγές του σήμερα, η
παραθαλάσσια κωμόπολη των 1700 κατοίκων, ανανεώνεται και μπαίνει δυναμικά στον
τουριστικό χάρτη της ευρύτερης περιοχής, τόσο ως θερινό θέρετρο με όμορφες και
ήσυχες παραλίες, όσο και ως εναλλακτική πρόταση κατά τη χειμερινή περίοδο.
Η ονομασία Γαλαξίδι πρωτοεμφανίστηκε στο χρονικό διάστημα μεταξύ 6ου και 9ου
αιώνα μ.Φ. και η πιο πιθανή εκδοχή για την προέλευσή της αναφέρεται σε κάποιον
Βυζαντινό τοπάρχη, ονόματι Γαλαξίδη, ο οποίος ξανάχτισε την ερειπωμένη πόλη που
υπήρχε στη θέση της σημερινής κωμόπολης. Ψστόσο, η ιστορία του Γαλαξιδίου ξεκινά
αρκετούς αιώνες νωρίτερα, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τα λείψανα του αρχαίου
τείχους που προστάτευε και οριοθετούσε την πόλη και που βρίσκονται σήμερα κατά
μήκος του παραλιακού δρόμου.
Κατά τη Βυζαντινή περίοδο το Γαλαξίδι και οι κάτοικοί του θα ζήσουν αρκετές
περιπέτειες με τους κατακτητές συνεχώς να εναλλάσσονται, έως ότου το 1446 να
καταλήξει και εκείνο, όπως άλλωστε και η υπόλοιπη Ελλάδα, υπόδουλο στα χέρια των
Σούρκων. Αν και κάτω από τον τουρκικό ζυγό, το Γαλαξίδι κατορθώνει να αποσπάσει
κάποια προνόμια από τους Οθωμανούς, αρχίζει να αναπτύσσεται ιδιαίτερα στον
τομέα της ναυτιλίας και κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα γίνεται ένα από τα πιο
πολυσύχναστα ελληνικά λιμάνια. Η επανάσταση του 1821, όπως άλλωστε ήταν φυσικό,
θα ανακόψει την ευημερία της ναυτικής πολιτείας. Πολλά από τα πλοία που είχαν τεθεί
στην υπηρεσία του Αγώνα καταστρέφονται, ενώ ανάλογη είναι και η τύχη της πόλης.
Μετά την Επανάσταση η πόλη ανασυντάσσεται και μια χρυσή περίοδος ακμής για το
Γαλαξίδι ξεκινά. Η τοπική οικονομία προσαρμόζεται αποκλειστικά στο υγρό στοιχείο,
τα ναυπηγεία της πόλης δουλεύουν με πυρετώδεις ρυθμούς και οι Γαλαξιδιώτες
καπετάνιοι «κατακτούν» όλα τα μεγάλα λιμάνια της Ευρώπης. Η άνθιση που γνωρίζει
η πόλη αποτυπώνεται όχι μόνο στο βιοτικό επίπεδο, αλλά κυρίως στον τρόπο ζωής
που υιοθετούν πια οι πολυταξιδεμένοι ναυτικοί και οι οικογένειές τους. Ο πλούτος που
βρίσκεται στα χέρια τους δε χρησιμοποιείται ως μέσο επίδειξης, αλλά ως μέσο για
εκπολιτισμό.
Η έλευση του εικοστού αιώνα όμως δεν είναι εξίσου ευνοϊκή για την πόλη. Σα
ποντοπόρα ιστιοφόρα χάνουν την πρωτοκαθεδρία και τα ατμόπλοια μπαίνουν
δυναμικά στη διεθνή ναυτιλία με σοβαρές επιπτώσεις στη γαλαξιδιώτικη ναυτιλία. Σα
ναυπηγεία που άλλοτε ανταγωνίζονταν τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά κλείνουν το ένα
μετά το άλλο, τα πολυταξιδεμένα πλοία ρίχνουν άγκυρες και οι κάτοικοι αναζητούν
την τύχη τους σε νέες πατρίδες. Οι πόλεμοι και τα δραματικά γεγονότα που
συγκλονίζουν ολόκληρο τον κόσμο θα αποτελέσουν για την ήδη μαραζωμένη πόλη
τη χαριστική βολή.
΢ήμερα πια η εικόνα του Γαλαξιδίου έχει αλλάξει εντελώς. ΢χεδόν τίποτα δε θυμίζει τις
σκληρές εκείνες εποχές, παρά μόνο ίσως μια αδιόρατη μελαγχολία, που και πάλι όμως
το κάνει τόσο γοητευτικό. Σο Γαλαξίδι έχει χαρακτηριστεί διατηρητέος παραδοσιακός
οικισμός και όπως θα διαπιστώσετε με μια μικρή βόλτα στα στενά λιθόστρωτα
σοκάκια του, η πόλη μοιάζει να αποτελεί σκηνικό από ταινία εποχής. Σα
χαρακτηριστικά καπετανόσπιτα και τα επιβλητικά αρχοντικά με τα κομψά
ακροκέραμα και τις όμορφες βοτσαλωτές αυλές παραμένουν σχεδόν αναλλοίωτα στο
πέρασμα του χρόνου. Αρκετά από αυτά είναι επισκέψιμα ενώ κάποια έχουν
μετατραπεί και λειτουργούν ως ξενώνες, προσφέροντας στους επισκέπτες την ευκαιρία
να μεταφερθούν έστω και νοερά στην εποχή της γαλαξιδιώτικης ευμάρειας.
Ανηφορίζοντας προς το ψηλότερο σημείο του οικισμού, στον ένα από τους
δύολόφους που βρίσκεται χτισμένο το Γαλαξίδι, θα συναντήσετε την εκκλησία του
Αγίου Νικολάου, προστάτη των ναυτικών και πολιούχου της πόλης που είναι ορατός
σχεδόν από κάθε σημείο της πόλης, τονίζοντας και εκείνος με τη σειρά του την
άρρηκτη σχέση των Γαλαξιδιωτών με τη ναυτοσύνη. Ο ναός με τη σημερινή του
μορφή ολοκληρώθηκε το 1902 και είναι τρίκλιτος βυζαντινού ρυθμού με δύο
καμπαναριά και τρούλο. ΢το εσωτερικό του ναού διασώζονται αρκετές φορητές
εικόνες του 19ου αιώνα καθώς και πολλά αφιερώματα των ντόπιων προς τον Άγιο
Εκείνο όμως που πραγματικά στολίζει την εκκλησία είναι το περίφημο τέμπλο, ένα
αληθινό αριστούργημα της ξυλογλυπτικής τέχνης του 19ου αιώνα που απεικονίζει
παραστάσεις και γεγονότα από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη και είναι
τεχνοτροπίας μπαρόκ.
Ανάλογο ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο άλλος ενοριακός ναός της πόλης, αυτός της
Αγίας Παρασκευής που είναι και ο παλιότερος. Εκτός από τις παλιές εικόνες και το
ξυλόγλυπτο τέμπλο του 1847, εδώ θα έχετε την ευκαιρία να παρατηρήσετε αλλά και να
θαυμάσετε ένα μοναδικό έργο που βρίσκεται στο δάπεδο του ναού. Σο 1911 ο
καπετάνιος και μύστης της αστρονομίας Ηλίας ΢κούρτης σκάλισε πάνω στις πέτρινες
πλάκες το ζωδιακό κύκλο με τους δώδεκα μήνες του χρόνου και τα σύμβολα των
ζωδίων, δημιουργώντας ένα ηλιακό ημερολόγιο υψηλής πιστότητας και τεχνικής. Κάθε
μεσημέρι λοιπόν, στις 12 η ώρα μια αχτίδα φωτός εισέρχεται στο ναό από μια
στρογγυλή τρύπα της οροφής και πέφτει στην αντίστοιχη ημερολογιακή κουκίδα του
ηλιοτροπίου. Επιπλέον, στην εξωτερική πλευρά της κεντρικής εισόδου υπάρχει και
ηλιακό ρολόι, όπου η σκιά μιας μεταλλικής κεραίας δείχνει την ώρα πάνω στην
αριθμημένη πλάκα. Εντυπωσιακά και τα δύο, αρκεί να έχει ηλιοφάνεια!
΢υνεχίζοντας τη βόλτα σας στο γραφικό Γαλαξίδι κατευθυνθείτε προς την Αγορά, το
κεντρικό λιμάνι της πόλης. Εδώ συγκεντρώνεται και το μεγαλύτερο μέρος της
τουριστικής κίνησης, καθώς κατά μήκος της παραλίας βρίσκονται δεκάδες
ψαροταβέρνες, εστιατόρια και καφετέριες. Ψστόσο πριν ή μετά τον καφέ και το
φαγητό αξίζει να περπατήσετε και μέχρι την Πέρα Πάντα, το πευκόφυτο άλσος που
δημιουργήθηκε το 1929, για να απολαύσετε την πανοραμική θέα της πόλης. Σο άλλο
φυσικό λιμάνι του Γαλαξιδίου, ο Φηρόλακας, βρίσκεται από την πίσω πλευρά της
Αγοράς και είναι εξίσου όμορφο αλλά συγκριτικά πιο ήσυχο και γαλήνιο. ΢την πλατεία
του Φηρόλακα ξεχωρίζουν η μεγάλη άγκυρα και το μαρμάρινο άγαλμα του
καπετάνιου, ενώ αν συνεχίσετε μέχρι το τέλος του δρόμου θα συναντήσετε το
τελευταίο καρνάγιο που απέμεινε στην πόλη. Σο Γαλαξίδι χάρη στην αγάπη και τη
φροντίδα των κατοίκων του καταφέρνει και κρατάει αναλλοίωτα το ιδιαίτερο χρώμα
και τη γραφικότητά του ακόμα και κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων που η
τουριστική κίνηση παρουσιάζει μεγάλη άνοδο. Σα περισσότερα καταλύματα
στεγάζονται σε παλιά αρχοντικά που αναπαλαιώνονται με μεράκι και γούστο,
προσφέροντας σύγχρονες ανέσεις στον επισκέπτη, ενώ παράλληλα και στο κομμάτι
της εστίασης οι περισσότερες ταβέρνες της περιοχής είναι αξιόλογες και μπορείτε
άφοβα να τις εμπιστευτείτε για να δοκιμάσετε τις ντόπιες νοστιμιές.
Το έθιμο του αλευρομουτζουρώματος
Κάθε χρόνο το αποκριάτικο γλέντι στο Γαλαξίδι κορυφώνεται με τα Κούλουμα της
Καθαρής Δευτέρας. ΢υγκεκριμένα, το μεσημέρι μετά το φαγητό και την παρέλαση των
αρμάτων, όλοι οι Γαλαξιδιώτες κατεβαίνουν στην Αγορά, εφοδιασμένοι με σακούλες
που περιέχουν αλεύρι και φούμο. Σο σύνθημα δίνεται και ο αλευροπόλεμος ξεκινά!
Ναυτικό και Ιστορικό Μουσείο Γαλαξιδίου
Σο Ναυτικό Μουσείο του Γαλαξιδίου ιδρύθηκε το 1928 και είναι το πρώτο ναυτικό
μουσείο που λειτούργησε στην Ελλάδα. ΢τεγάζεται σε κτήριο του 1870, όπου κατά το
παρελθόν λειτουργούσε Παρθεναγωγείο ενώ αργότερα χρησιμοποιήθηκε και ως
Δημαρχείο. ΢τις δύο μεγάλες αίθουσές του βρίσκονται συγκεντρωμένα αντικείμενα
που σχετίζονται με τη ναυτιλία, μεταξύ αυτών πίνακες που απεικονίζουν ιστιοφόρα,
ακρόπρωρα, τμήματα σκαφών, ναυτικά όργανα, ημερολόγια πλοίων, όπλα αγωνιστών
του 1821, καθώς και τα νηολόγια των γαλαξιδιώτικων σκαριών. Αξιόλογες είναι επίσης οι
συλλογές από έργα δύο γνωστών Γαλαξιδιωτών ζωγράφων: του ΢πύρου Βασιλείου και
του Πέτρου Πατραντζά. Επίσης, στο μουσείο μετά και τις πρόσφατες ανακαινίσεις
φιλοξενείται και μία αρχαιολογική συλλογή, η οποία συγκεντρώνει ευρήματα που
ήρθαν στην επιφάνεια ύστερα από συστηματικές ή και τυχαίες πολλές φορές
ανασκαφές και αριθμεί περίπου 300 εκθέματα, ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνονται
αμφορείς, επιτύμβιες στήλες και νομίσματα. Σηλ. 2265041795, 2265041558, ανοικτό
καθημερινά: 08:30 - 15:00
Λαογραφικό Μουσείο Γαλαξιδίου
΢το παλιό αρχοντικό της οικογένειας Αγγελή στεγάζεται σήμερα το μικρό
Λαογραφικό Μουσείο της Πόλης. Περιλαμβάνει ενδιαφέρουσες συλλογές από τοπικές
ενδυμασίες και εργόχειρα, αλλά και διάφορα έπιπλα και διακοσμητικά αντικείμενα που
έφερναν οι ναυτικοί από τα ταξίδια τους για να στολίζουν τα σπίτια τους.
Σηλ. 2265041910
Αράχωβα
Η Αράχωβα είναι μια γραφική κωμόπολη του νομού Βοιωτίας πληθυσμού 4.000
κατοίκων, χτισμένη στις νότιες πλαγιές του Παρνασσού, σε υψόμετρο 950 μ. και απέχει
160 χλμ. από την Αθήνα. Η ιστορία της Αράχωβας έχει τις ρίζες της σε δύο προομηρικές
πόλεις, την Κυπάρισσο ανατολικά στη θέση Πάνια και την Ανεμώρεια δυτικά στη θέση
Σρουβουλού. Εδώ είχαν αποικία οι Κρήτες, ενώ και οι Θράκες εγκαταστάθηκαν σε
τούτα τα μέρη πριν από περίπου 3.200 χρόνια, φέρνοντας μαζί τους τη λατρεία του
Διονύσου και των Μουσών.
Η περιοχή της Αράχωβας εμφανίζει οικισμούς και κατά τα βυζαντινά χρόνια και έτσι
στην περιοχή της Πάνιας συναντάμε τον παλαιοχριστιανικό οικισμό (4ο-7ο αιώνα
μ.Φ.), που ορίζεται από την ύπαρξη των τριών μονόχωρων ναών του. Η κατοίκηση
ος
συνεχίζεται στον ίδιο χώρο μέχρι και τα μεσοβυζαντινά χρόνια (10ος-11 αιώνας μ.Φ.)
για να μετακινηθεί κατόπιν στον τόπο του σημερινού οικισμού. Κατά τη
μεταβυζαντινή περίοδο, το 1435 μαρτυρίες την αναφέρουν σαν «πόλη πολυάνθρωπη»,
ενώ το 1728, μετά από έντονη άνθιση που γνώρισε κατά το 16ο αιώνα, αναφέρεται ως η
«διασημότερη κώμη του Παρνασσού».
΢τα χρόνια της Επανάστασης, οι κάτοικοι της Αράχωβας ήταν από τους πρώτους
στη ΢τερεά Ελλάδα που ξεσηκώθηκαν ενάντια στους Σούρκους το 1821, ενώ είναι
παροιμιώδης η νικηφόρος μάχη που έδωσε ο Γεώργιος Καραϊσκάκης με 300 μόνο
Αραχωβίτες το Νοέμβριο του 1826 απέναντι από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου
εναντίον του Μουσταφάμπεη και 2.000 Σουρκαλβανών.
Η αναπάντεχη, αν συγκρίνει κανείς τις δυνάμεις των δύο στρατών, αλλά και τόσο
σπουδαία νίκη των Ελλήνων αγωνιστών αποδόθηκε στη σωτήρια επέμβαση του Αγ.
Γεωργίου και γι’ αυτό ο Καραϊσκάκης του αφιέρωσε ένα από τα κανόνια που πήραν
ως λάφυρα.
Σο 1870 ένας μεγάλος σεισμός έπληξε την περιοχή και η ανατολική συνοικία
Κούκουρας καταστράφηκε ολοσχερώς, όπως και αρκετά σπίτια σε όλη την Αράχωβα,
η οποία όμως ξανακτίστηκε από ντόπιους τεχνίτες. Γραφικές γειτονιές παραμένουν
στην Άνω Αράχωβα κοντά στον Αϊ-Γιώργη και στην Κάτω Αράχωβα προς τον Αφανό
και τα Ρίτσα, ενώ ωραία παραδοσιακά σπίτια με χαγιάτια και τετράρριχτες στέγες
φτιαγμένες για να αντέχουν το βαρύ χειμώνα θα δείτε και εκατέρωθεν του κεντρικού
δρόμου. Με την πρώτη ματιά θα καταλάβετε από τι ζει ο κόσμος εδώ. Τφαντά,
γαλακτοκομικά προϊόντα, ταβέρνες, καφέ, ξενώνες και μαγαζιά ενοικίασης εξοπλισμού
σκι, αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων στην Αράχωβα,
βασιζόμενες όλες στον τουρισμό. Οι Αραχωβίτες, ανέκαθεν φιλόπονοι, φρόντιζαν να
καλλιεργούν στον τόπο τους άριστης ποιότητας αγροτικά και κτηνοτροφικά
προϊόντα, ενώ τη δεκαετία του ’60 το φημισμένο μπρούσκο κρασί παραγωγής τους
που πουλιόταν μέχρι και στη Βενετία, ο ελαιώνας, το μέλι, τα υφαντά και η
κτηνοτροφία αποτελούσαν την κύρια πηγή εσόδων. Αργότερα, μόλις το χιονοδρομικό
κέντρο άνοιξε τις πύλες του, γνωστοί Αθηναίοι έφτιαξαν μαγαζιά-καφετέριες,
φέρνοντας όλο τον «καλό» κόσμο στο χωριό, το οποίο έγινε και παραμένει μέχρι
σήμερα ο πιο δημοφιλής προορισμός της περιοχής. Σα αμπέλια, όσα απέμειναν μετά
την πτωτική πορεία της αμπελοκαλλιέργειας και την ανάπτυξη του τουρισμού,
συντηρούν τη φήμη του καλού μπρούσκου αραχωβίτικου κρασιού και ο ελαιώνας
εξακολουθεί να δίνει λάδι εκλεκτής ποιότητας. Οι εξορμήσεις των τουριστών στα
χιονοδρομικά κέντρα συνδυάζονται σχεδόν πάντα και με αγορά παραδοσιακών
γαλακτοκομικών προϊόντων που ακόμα παράγει η περιοχή, όπως η περίφημη φέτα
Παρνασσού, το γιαούρτι, οι μυζήθρες, οι χυλοπίτες, ο τραχανάς και το μοναδικό
οψιμοτύρι, όλα από ζώα που οι έμποροι διατυμπανίζουν πως βόσκουν αρωματικά
βότανα στα ορεινά λιβάδια του Παρνασσού. Περισσότερο απ’ όλα όμως ξεχωρίζει η
περίφημη και πραγματικά πεντανόστιμη φορμαέλα, το παραδοσιακό αραχωβίτικο τυρί
που πήζει σε μικρά καλάθια, παράγεται μόνο στην Αράχωβα και η ονομασία του είναι
κατοχυρωμένη στην Ευρωπαϊκή Ένωση σαν «Υορμαέλα Αράχωβας Παρνασσού».
Το πανηγυράκι του Αγ. Γεωργίου
Οι τουρίστες που θα τύχει να βρεθούν στην Αράχωβα στις 23 Απριλίου ή τη δεύτερη
μέρα του Πάσχα (αν η 23η Απριλίου πέσει πριν το Πάσχα) θα έχουν την τύχη να
απολαύσουν μια παραδοσιακή τοπική εορτή, το τελετουργικό της οποίας μένει
αναλλοίωτο στο πέρασμα του χρόνου, το λεγόμενο «πανηγυράκι». Είναι η μέρα που
γιορτάζει ο Αγ. Γεώργιος και παράλληλα γιορτάζεται η πανηγυρική νίκη του
Καραϊσκάκη κατά του Μουσταφάμπεη, την οποία οι κάτοικοι θεωρούν το
σημαντικότερο ιστορικό σταθμό της πόλης τους. Η γιορτή κρατάει τρεις ημέρες και
περιλαμβάνει πολλά δρώμενα: την παραμονή στο χωριό πέφτουν τρεις κανονιές,
χτυπούν οι καμπάνες και μετά όλοι φορούν τις φουστανέλες ή τα σεγκούνια τους,
πάνε στην εκκλησία και οι γεροντότεροι χορεύουν το πανηγυράκι. Μετά
παρακολουθούν τον εσπερινό, γίνεται η περιφορά της εικόνας του Αϊ-Γιώργη,
πολιούχου άγιου, και ο χορός συνεχίζεται στον κεντρικό δρόμο μέχρι το βράδυ. Σην
πρώτημέρα, στο πεδίο όπου έγινε η μάχη με το Μουσταφάμπεη, πάνω στην
ορθοπλαγιά, γίνεται το δρώμενο του ανηφορικού δρόμου, όπου πρώτα τρέχουν οι
γέροντες, μετά οι άντρες και στο τέλος οι έφηβοι. Είναι μια μικρή αναπαράσταση της
μάχης και το έπαθλο είναι ένα ζωντανό αρνί που προσφέρουν οι τσοπάνηδες της
Αράχωβας. Ση δεύτερη και την τρίτη μέρα διεξάγονται αγωνίσματα στο προαύλιο του
Αϊ-Γιώργη, όπως άλμα εις απλούν, τριπλούν, εις ύψος, πάλη, σήκωμα πέτρας κ.ά.
Σο μεσημέρι της τρίτης μέρας έξω από τον Αϊ-Γιώργη ψήνονται αρνιά. Μετά το
φαγητό και το χορό, πέφτουν κανονιές σημαίνοντας το «χάλασμα» του πανηγυριού.
΋λοι χορεύουν μια τελευταία φορά το πανηγυράκι και το πλήθος διαλύεται σιγά σιγά
χορεύοντας στον κεντρικό δρόμο του χωριού.
Ιερά Μονή Οσίου Λουκά
Βυζάντιο και Ορθοδοξία
΢τις δυτικές υπώρειες του Ελικώνα, κάτω από την ακρόπολη της αρχαίας ΢τείριδας
βρίσκεται ένα από τα σημαντικότερα βυζαντινά μνημεία του ελλαδικού χώρου, η μονή
Οσίου Λουκά. Ψς ένα από τα καλύτερα σωζόμενα πρότυπα της μεσοβυζαντινής
τέχνης και αρχιτεκτονικής, το μοναστήρι περιλαμβάνεται στον κατάλογο των
μνημείων παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO και η ακτινοβολία του
προσελκύει ακόμα και σήμερα χιλιάδες επισκέπτες από όλο τον κόσμο. Η ιστορία της
Μονής ξεκινάει το 946 μ.Φ., όταν ο μοναχός τότε και μετέπειτα ΋σιος Λουκάς ο
΢τειριώτης επιλέγει το συγκεκριμένο σημείο για να χτίσει το κελί του, που αποτελεί
ουσιαστικά και το πρώτο κτίσμα του συγκροτήματος. Οι θεραπευτικές αλλά και οι
προφητικές ικανότητες του μοναχού έγιναν ευρύτερα γνωστές, με αποτέλεσμα, εκτός
από τους ασκητές που έφτασαν εκεί για να μαθητεύσουν κοντά στον χαρισματικό
γέροντα, ο ΋σιος να γίνει ιδιαίτερα αγαπητός και σε αρκετούς αξιωματούχους και
άρχοντες της εποχής. Εκείνοι ήταν λοιπόν που τόσο κατά τη διάρκεια της ζωής του
Οσίου αλλά κυρίως μετά την κοίμησή του το 953 μ.Φ. χάρισαν στο μοναστήρι μεγάλα
χρηματικά ποσά, πλούσιους θησαυρούς και βοήθησαν στην ανέγερση των ναών και
των υπόλοιπων οικοδομημάτων.
Με το πέρασμα των αιώνων ο χώρος υπέστη σημαντικές καταστροφές, οι εργασίες
αναστήλωσης ωστόσο που ξεκίνησαν ήδη από το 1938 κατόρθωσαν να
αποκαταστήσουν το μοναδικό αυτό μνημείο χαρίζοντάς του τη σημερινή του μορφή.
Σο μοναστικό συγκρότημα λοιπόν αποτελείται από δύο ναούς, το Καθολικό, που είναι
αφιερωμένο στον ΋σιο Λουκά και τη μικρότερη εκκλησία της Παναγίας, καθώς επίσης
την τράπεζα, την κρύπτη, τα κελιά των μοναχών και άλλα βοηθητικά κτίσματα, ενώ
ολόκληρο περιβάλλεται από οχυρωματικό τείχος με απομεινάρια αμυντικών πύργων
που σκοπό είχαν να προστατεύουν το χώρο από εχθρικές επιδρομές.
Η εκκλησία της Παναγίας είναι η παλαιότερη και χρονολογείται στο δεύτερο μισό του
10ου αιώνα. Ψς προς τον αρχιτεκτονικό τύπο ανήκει στον σύνθετο τετρακιόνιο
σταυροειδή εγγεγραμμένο ναό με τρούλο, τον τύπο δηλαδή που χαρακτηρίζει την
αρχιτεκτονική σχολή της Κωνσταντινούπολης εκείνη την περίοδο. Από τον πλούσιο
διάκοσμο που κάποτε στόλιζε το εσωτερικό του ναού σήμερα ελάχιστα τμήματα
σώζονται, με πιο σημαντικό την τοιχογραφία που απεικονίζει τον Ιησού του Ναυή πριν
την άλωση της Ιεριχούς. Σο Καθολικό χτίστηκε στις αρχές του11ου αιώνα για να
στεγάσει το θαυματουργό λείψανο του Οσίου και ανήκει στον τύπο των ηπειρωτικών
οκταγωνικών ναών. Αν το εξωτερικό του ναού σας φανεί μεγαλοπρεπές, τότε είναι
σίγουρο πως η πολυτέλεια του εσωτερικού θα σας προκαλέσει κατάπληξη. Η επένδυσή
του από πολύχρωμα μάρμαρα, οι ανάγλυφες διακοσμήσεις, τα υπέροχα ψηφιδωτά,
αλλά και οι εξαιρετικές τοιχογραφίες καθιστούν το ναό μοναδικό και επιβεβαιώνουν
τις εικασίες πως ανοικοδομήθηκε με γενναίες αυτοκρατορικές χορηγίες. Η κρύπτη
κτίστηκε την ίδια περίοδο με το Καθολικό της μονής και είναι αφιερωμένη στην Αγία
Βαρβάρα. Απέναντι από την είσοδο βρίσκεται ο αρχικός τάφος του Οσίου Λουκά, ενώ
στο χώρο υπάρχουν και άλλοι δύο τάφοι που πιθανώς ανήκουν σε ηγούμενους του
μοναστηριού. Η κόγχη έχει σχήμα σταυρού και κοσμείται επίσης από περίτεχνες
τοιχογραφίες που θεωρούνται σύγχρονες με τα ψηφιδωτά του ναού του Οσίου Λουκά,
τοποθετούνται δηλαδή χρονολογικά περίπου στις αρχές του 11ου αιώνα. Ο χώρος της
παλαιάς Σράπεζας, αφού αναστηλώθηκε λειτουργεί πλέον ως μουσείο και στεγάζει
έκθεση από μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη της μονής, ενώ στον επίσης
αναστηλωμένο στάβλο εκτίθενται αποτοιχισμένες αγιογραφίες του 18ου αιώνα από το
ναό του Αγίου ΢πυρίδωνος Μεδεώνος στην περιοχή της Αντίκυρας.
Πληροφορίες: 2267022228, www.osiosloukas.gr
Δίστομο
Τόπος μαρτυρίου, τόπος μνήμης
Ανάμεσα στους πρόποδες του Παρνασσού και του Ελικώνα, σε μια εξάλοφη πλαγιά
που καταλήγει σε μικρή κοιλάδα, βρίσκεται χτισμένο σε υψόμετρο 450 μέτρων το
Δίστομο. Πρόκειται για μια περιοχή με πλούσια φυσική ομορφιά, που έγινε ευρύτερα
γνωστή για άλλο λόγο. ΢τις 10 Ιουνίου 1944 διακόσιοι δεκαοχτώ αθώοι κάτοικοι μεταξύ των οποίων πολλά βρέφη και μικρά παιδιά - εκτελέστηκαν από τις γερμανικές
κατοχικές δυνάμεις, ενώ ολόκληρο το χωριό αφού λεηλατήθηκε, πυρπολήθηκε και
καταστράφηκε ολοσχερώς. Προς τιμήν των θυμάτων έχει στηθεί μνημείο - μαυσωλείο
στο λόφο Κάναλες, στο οποίο πραγματοποιούνται κάθε χρόνο την ημέρα της
τραγικής επετείου εκδηλώσεις, ενώ στην πόλη λειτουργεί και το Μουσείο Θυμάτων
Ναζισμού, που στεγάζεται στο παλιό δημοτικό σχολείο και περιλαμβάνει φωτογραφίες
των θυμάτων και άλλα ιστορικά αρχεία και ντοκουμέντα της εποχής. Αν και η σφαγή
πλέον έχει σφραγίσει ανεξίτηλα το Δίστομο.
Άμφισσα
Τα ιστορικά Σάλωνα
Φτισμένη αμφιθεατρικά στους πρόποδες της Γκιώνας και του Παρνασσού βρίσκεται η
γραφική και ιστορική πρωτεύουσα του νομού Υωκίδας, η Άμφισσα. Αν και βρίσκεται
σε απόσταση αναπνοής από τους Δελφούς, την Αράχωβα και το Γαλαξίδι, η Άμφισσα
εντούτοις επισκιάζεται από τη φήμη των γειτονικών της πόλεων και δυστυχώς για
πολλούς παραμένει άγνωστη και ανεξερεύνητη. Μια και μόνο επίσκεψη όμως αρκεί για
να διαπιστώσετε πως η Άμφισσα δεν έχει τίποτα να ζηλέψει και ίσα ίσα έχει πολλά για
να παινευτεί. Μύθους και Ιστορία, ομορφιά και παράδοση, ένα εξαιρετικό μωσαϊκό
εικόνων από το παρελθόν και το παρόν που αξίζει να το ανακαλύψετε! Πλησιάζοντας
προς την Άμφισσα το πρώτο πράγμα που θα αντικρίσετε είναι ο εντυπωσιακός
ασημοπράσινος κάμπος από τον οποίον πλαισιώνεται. Ονομαζόταν Κρισσαϊκό Πεδίο
κατά την αρχαιότητα και σήμερα αποτελεί έναν από τους αρχαιότερους ελαιώνες
στον κόσμο ηλικίας 3.000 ετών. ΢τις εκτάσεις του δε, φιλοξενούνται πάνω από ένα
εκατομμύριο ελαιόδεντρα, από τα οποία παράγονται οι γευστικότατες ελιές
Αμφίσσης, τις οποίες παρεμπιπτόντως μην ξεχάσετε να δοκιμάσετε! Η διαδρομή της
Άμφισσας στο χρόνο ξεκινάει ήδη από την αρχαιότητα και μάλιστα από το ίδιο
σημείο που σήμερα βρίσκεται η σύγχρονη πόλη. Η ευημερία που γνώρισε η Άμφισσα
από την απελευθέρωσή της έως και τα χρόνια του Μεσοπολέμου γίνεται εύκολα
αντιληπτή ακόμα και σήμερα σε αρκετά σημεία της πόλης. Ιδιαίτερα στο βόρειο τμήμα
της βρίσκονται συγκεντρωμένα πανέμορφα νεοκλασικά αρχοντικά με περίτεχνες
γύψινες διακοσμήσεις, εντυπωσιακά ακροκέραμα αλλά και αξιόλογες τοιχογραφίες
λαϊκών ζωγράφων της εκάστοτε εποχής. Ανάλογο ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο
Μητροπολιτικός Ναός της Ευαγγελίστριας, χτισμένος το 1869 στην παλιά συνοικία της
Μάνδρας με τις περίφημες τοιχογραφίες του διάσημου ζωγράφου και αγιογράφου
΢πύρου Παπαλουκά. Δίπλα στη Μητρόπολη μην παραλείψετε επίσης να επισκεφτείτε
και το Παλαιοχριστιανικό Βαπτιστήριο του 3ου και 4ου αιώνα μ.Φ. με το εξαιρετικό
ψηφιδωτό δάπεδο.
΢υνεχίζοντας την περιήγησή σας στην πόλη, στα δυτικά του Κάστρου θα
συναντήσετε την παλιά συνοικία των βυρσοδεψών, τη Φάρμαινα. Φαμόσπιτα με
κόκκινους πλίνθους, ανώγεια με φαγωμένα ξύλα, γάντζοι και εξαρτήματα παλιών
μηχανημάτων και φυσικά παντού διάχυτη η χαρακτηριστική μυρωδιά από την
επεξεργασία του δέρματος. Διατηρητέος οικισμός πια, αποτέλεσε κατά το παρελθόν
ένα από τα σημαντικότερα κομμάτια της πόλης. Βέβαια σήμερα είναι ελάχιστοι εκείνοι
που συνεχίζουν την παράδοση και το επάγγελμα του βυρσοδέψη που τόσο πολύ
συνεισέφερε στην οικονομική άνθιση της πόλης τείνει να εκλείψει. Ένα ακόμη μνημείο
που αξίζει να επισκεφτείτε βγαίνοντας πια από την πόλη και σε απόσταση 3 χλμ. είναι
ο άριστα διατηρημένος βυζαντινός Ναός του ΢ωτήρος. Βρίσκεται χτισμένος σε
βραχώδη και απότομη πλαγιά από τον 11ο ή 12ο αιώνα μ.Φ. και στη νότια πλευρά του,
σε ύψος 2,5 μέτρων από το έδαφος έχουν χαραχθεί δύο ηλιακά ρολόγια.
Αρχαιολογικό Μουσείο Άμφισσας
΢το ιστορικής αξίας κτήριο όπου τον Νοέμβριο του 1821 πραγματοποιήθηκε η Α΄
Εθνοσυνέλευση της Ανατολικής Φέρσου Ελλάδος στεγάζεται το Αρχαιολογικό
Μουσείο Άμφισσας. Η συλλογή του περιλαμβάνει ευρήματα που χρονολογούνται από
την Εποχή του Φαλκού και προέρχονται τόσο από την Άμφισσα αλλά και από
ολόκληρο το νομό Υωκίδας. ΢το ισόγειο κυριαρχούν τα ευρήματα της Κίρρας και το
περίφημο άγαλμα της Περσεφόνης, στημένο στο αρχαίο βάθρο του. ΢τη μεγάλη
αίθουσα του επάνω ορόφου θα μυηθείτε στα ευρήματα της «μεγίστης και
ονομαστότατης» κατά τον Παυσανία Άμφισσας, αντλώντας ενδιαφέρουσες
πληροφορίες για το δημόσιο και ιδιωτικό βίο των αρχαίων κατοίκων της πόλης, ενώ
στη μικρότερη αίθουσα θα έχετε την ευκαιρία να δείτε την έκθεση των αρχαίων
νομισμάτων. Σέλος, στους στεγασμένους χώρους του κήπου που περιβάλλει το κτήριο
μπορείτε να δείτε ψηφιδωτά από παλαιοχριστιανικά οικοδομήματα. Σηλ. 2265023344,
ανοικτό καθημερινά 8:30 - 14:30
Μεταλλευτικό Πάρκο Φωκίδας - Vagonetto
Σαν άλλοι μεταλλωρύχοι…
΢το διάσελο Γκιώνας-Παρνασσού και συγκεκριμένα στο 51ο χλμ. της εθνικής οδού
Λαμίας-Άμφισσας σας περιμένει μια ευχάριστη έκπληξη! Δίπλα στους χώρους του
σύγχρονου μεταλλείου, η εταιρεία S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε. έχει διαμορφώσει έναν
χώρο-αφιέρωμα στην ιστορία αξιοποίησης του ελληνικού βωξίτη και παράλληλα στις
μνήμες του τόπου που είναι άρρηκτα δεμένες με την εξόρυξη του πετρώματος. Σο
Μεταλλευτικό Πάρκο Υωκίδας ή «Vagonetto», ένα από τα λιγοστά θεματικά πάρκα
της Ευρώπης και μοναδικό όσον αφορά στα ελληνικά δεδομένα, είναι σίγουρο πως θα
σας εντυπωσιάσει, καθώς δεν πρόκειται για ένα ακόμη μουσείο ή μια συνηθισμένη
έκθεση, αλλά για ένα μαγευτικό ταξίδι στο χρόνο και μάλιστα στα έγκατα της γης,
ακολουθώντας τα χνάρια χιλιάδων μεταλλωρύχων που εργάζονταν για την εξόρυξη
του πολύτιμου βωξίτη. Η περιήγηση ξεκινάει από το παλιό ορυχείο, την υπόγεια ΢τοά
850 (η στοά άνοιξε το 1967 και λειτούργησε ως το 1972), η οποία έχει διατηρηθεί ακριβώς
όπως ήταν την περίοδο λειτουργίας της. Αφού φορέσετε τα ειδικά κράνη ασφαλείας
και τα αδιάβροχα (λόγω υγρασίας), επιβιβάζεστε στο βαγονέτο, το αυθεντικό τρενάκι
που μετέφερε πριν από μισό αιώνα τους εργάτες, και διανύοντας περίπου μισό
χιλιόμετρο φτάνετε στην καρδιά του ορυχείου, στα 200 μέτρα κάτω από την επιφάνεια
της γης. Με τη βοήθεια των κατάλληλων οπτικοακουστικών μέσων και με τα άκρως
ρεαλιστικά ομοιώματα των μεταλλωρύχων να βρίσκονται στις θέσεις εργασίας τους,
θα νιώσετε σαν να παρακολουθείτε μια τυπική μέρα δουλειάς των ανθρώπων αυτών.
Με το σύγχρονο ψηφιακό σύστημα ατομικής ξενάγησης (επιλογή από 6 γλώσσες)
μπορείτε να περπατήσετε μέσα στη στοά για να γνωρίσετε από κοντά όλα τα στάδια
εξόρυξης του βωξίτη, ενώ μετά από περίπου τρία τέταρτα το βαγονέτο θα σας
μεταφέρει και πάλι πίσω στην επιφάνεια της γης. Μυημένοι πια, μπορείτε να
επιστρέψετε για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το βωξίτη στο χώρο της
Μεταλλευτικής Ιστορίας, όπου σε ειδικά διαμορφωμένες αίθουσες παρουσιάζεται
ολόκληρη η διαδικασία από τον εντοπισμό του πετρώματος μέχρι και την τελική
επεξεργασία του, από την οποία προκύπτει η αλουμίνα. Επίσης, από φέτος λειτουργεί
και η Διαδραστική Πτέρυγα με τρεις αίθουσες. Χυχαγωγία και εκπαίδευση
συνδυάζονται αρμονικά με τη βοήθεια της ψηφιακής τεχνολογίας προσφέροντας σε
σας αλλά κυρίως στα παιδιά την ευκαιρία να βιώσετε μια πολυδιάστατη εμπειρία στα
πλαίσια του «παίζω και μαθαίνω». Πληροφορίες: www.vagonetto.gr, τηλ. 2265078819,
2265028826
Επτάλοφος (Αγόριανη)
Η φύση στα καλύτερά της
Φτισμένη αμφιθεατρικά πάνω σε επτά λόφους στη βορειοδυτική πλευρά του
Παρνασσού, σε υψόμετρο 900 περίπου μέτρων βρίσκεται η Επτάλοφος. Εξίσου όμορφη
αλλά λιγότερο κοσμοπολίτισσα σε σχέση με την Αράχωβα που απέχει 22 χιλιόμετρα, η
Επτάλοφος έχει αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια στην πιο ισχυρή εναλλακτική
πρόταση για όσους επισκέπτες αγαπούν μεν το βουνό και την ενασχόληση με τα
χειμερινά σπορ, προτιμούν όμως μια πιο αυθεντική και ήρεμη επαφή με τη φύση.
Η παλαιότερη ονομασία του χωριού ήταν Αγόριανη και οι ντόπιοι φαίνεται μάλλον να
τη προτιμούν ακόμα και σήμερα αφού εξακολουθούν να αποκαλούν το χωριό τους με
αυτό το όνομα και όχι Επτάλοφο, όπως επίσημα πια λέγεται.
Από την Επτάλοφο ξεκινούν ή περνούν ορισμένες από τις ομορφότερες πεζοπορικές
και ορειβατικές διαδρομές του Παρνασσού. Αν είστε μυημένοι ή αν απλά θέλετε να
περπατήσετε μέσα στις καταπράσινες πλαγιές του βουνού απολαμβάνοντας τη φύση,
στην κεντρική πλατεία του χωριού υπάρχει ειδική σήμανση για τις επιλογές που
υπάρχουν. Ξεχωρίζει φυσικά η διαδρομή που ακολουθεί το Ευρωπαϊκό Μονοπάτι Ε4
και που ύστερα από 7 ώρες περπάτημα καταλήγει στους Δελφούς.
Η γραφική πλατεία με την πηγή και τα τεράστια πλατάνια αποτελεί σαφώς τον
πυρήνα του χωριού συγκεντρώνοντας κατοίκους και επισκέπτες στις ταβέρνες και τα
καφενεία της. Εδώ, εκτός από τα ντόπια κρεατικά, που έχουν άλλωστε την τιμητική
τους σε όλη την περιοχή του Παρνασσού, μπορείτε να δοκιμάστε νόστιμες πίττες με
τραγανό φύλλο, εκλεκτά τυριά και άλλα παραδοσιακά πιάτα της ρουμελιώτικης
κουζίνας. ΋σο για τα γλυκά, φημίζονται κυρίως αυτά του κουταλιού, που παράγονται
από τους καρπούς των δέντρων της περιοχής, όπως το κάστανο, το καρύδι, το κεράσι
και το μήλο. ΢ε κοντινή απόσταση από τον οικισμό αξίζει επίσης να αναζητήσετε το
περίφημο σπήλαιο Εφτάστομος. Επτά μεγάλες οπές - ορατές στην επιφάνεια της γης ενώνονται και καταλήγουν σε ένα μοναδικό γεωλογικό μνημείο. Εκεί στα έγκατά της,
όπου κατά τη διάρκεια της Κατοχής λέγεται ότι οι Γερμανοί έριξαν αιχμαλώτους,
βρίσκεται για εκατομμύρια τώρα χρόνια ένας από τους νοτιότερους παγετώνες της
Ευρώπης. Αξιοσημείωτος οικισμός μέσα στο δάσος είναι και ο «Έλατος» 5 Φλμ πριν
τον Επτάλοφο.