“Back to school” Είπαμε ότι στα περί Ινδιάνων Βόρειας Αμερικής θα επανερχόμασταν και εκτός πλαισίου «συγκριτικής λογοτεχνίας». Πριν επανέλθουμε , και πριν επανέλθουμε με τον ίδιο τρόπο και στους Ινδιάνους της Νότιας Αμερικής που μόλις είδαμε, ας δούμε , στα πλαίσια «συγκριτικής λογοτεχνίας», και επίσης με κάποια λινκ για εκτελέσεις της μελοποίησής του από Θεοδωράκη, το ποίημα του Νερούντα που λέγαμε ότι υπάρχει σε βιβλίο της Γ΄ Λυκείου. Kαι μετά ας παραμείνουμε στον σχολικό τρόπο συζήτησης και ανάλυσης των ερωτήσεων που παραμένουν καθώς θα ολοκληρώνουμε τον περίπατο, μουσικό και ιστορικό, εν μέσω μεριμνών για τα σχολεία και μεριμνών των σχολείων για τα εξωσχολικά που όλους μας προβληματίζουν και μας απασχολούν… Βέβαια όσα μόλις είδαμε για το Κάντο Χενεράλ ήταν μόνο αρχή της αρχής, αλλά την συνέχειά τους ας την βάλουμε σε μια παρένθεση της οποίας η ανάγνωση να μπορεί και να αναβληθεί… Την βάζουμε εδώ … …και μετά, αφού δούμε απλώς την αρχή και το τέλος όσων παραλείψαμε , σαν «διάλογο» δυο μεγάλων Ελλήνων με τον Ινδιάνο αρχηγό Σηάττλ και με «οικοδεσπότη» τον Νερούντα*, κάνουμε λίγη ακόμα «συγκριτική λογοτεχνία» συνεχίζοντας στο ποίημα «Οι ελευθερωτές» του Κάντο Χενεράλ που έχει και το βιβλίο της Γ΄ Λυκείου** και αναφέροντας δυο αντίστοιχες ιστορίες από άλλα μέρη πιο κοντά μας κι άλλη μια, για την ιστορία που λέει το ποίημα, αλλά δοσμένη όχι από ποιητή αλλά από έναν σύγχρονο στοχαστή που συχνά ακούμε το όνομά του… Kαι μες στης λίμνης τα νερά, όπ’έφθασε μ’ ασπούδα, Αλλά τι μένει απ’ τη ζωή, έπαιξε με τον ίσκιο της γαλάζια πεταλούδα, αν ο άνθρωπος δεν μπορεί να αφουγκραστεί που ευώδιασε τον ύπνο της μέσα στον άγριο κρίνο… το μοναχικό κάλεσμα του κοκκινολαίμη, Tρέμ’ η ψυχή και ξαστοχά γλυκά τον εαυτό της ή τις συζητήσεις των βατράχων τη νύχτα στη μικρή λίμνη; Σολωμός Chief Seattle Τον Ιούλιο κάποτε μισανοίξανε Όταν ο τελευταίος Ινδιάνος λείψει από τη Γή, τα μεγάλα μάτια της μες στα σπλάχνα μου, κι ο λευκός φέρνει στη μνήμη του το λαό μου σαν ένα θρύλο, την παρθένα ζωή οι ψυχές των νεκρών μας θα ταξιδεύουν σαν το σύννεφο πάνω στον κάμπο. μια στιγμή να φωτίσουν, Θα γεμίζουν τις ακρογιαλιές και θα φιλοξενούνται στα δάση που αγάπησαν μακρινή μητέρα ρόδο μου αμάραντο όπως το μωρό που αγαπά τον χτύπο της μητρικής καρδιάς Ελύτης Chief Seattle *Και «σπίτι του» τα ποιήματά του για τα ζώα, τα πουλιά, την βλάστηση και τα ποτάμια… **Τους πρώτους του στίχους τους βάζουμε και στα Ισπανικά για να παρακολουθήσουμε καλύτερα τον ρυθμό του πρώτου μέρους της μελοποίησης. Από το δεύτερο μέρος της μελοποίησης, το ρέκβιεμ των κρεμασμένων στο «δέντρο της Ελευθερίας», βάζουμε μόνο την ελληνική μετάφραση για να συγκεντρωθούμε στα λόγια της καθώς ακούγεται η μελωδία της… 150 LOS LIBERTADORES http://www.youtube.com/watch?v=YtiEViMHbGQ&feature=related , http://www.youtube.com/watch?v=zHvK2RyHNqQ Aqui viene el arbol , el arbol de la tormenta, el arbol del pueblo. La tierra subes sus heroes como las hojas por la savia, y el viento estrella los follajes de muchedumbre rumorosa, hasta que cae la semilla del pan otra vezla tierra. Aqui viene el arbol , el arbol nutrido por muertos desnudos, muertos azotados y heridos, muertos de rostros imposibiles, empalados sobre una lanza, desmenuzados en la hoguera, decapitados por el hacha, descuartizados a caballo, crucificados en la iglesia. Έρχεται το δέντρο, το δέντρο της καταιγίδας, το δέντρο του λαού Απ’τη γή (που είναι κάτω απ’το δέντρο) ανεβαίνουν οι ήρωες όπως ανεβαίνει κι ο θρεπτικός χυμός από τα πεσμένα φύλλα, κι ο άνεμος κάνει τα φύλλα που δεν έχουν ακόμα πέσει στην γή, να κουνιούνται όσο ελαφρά όσο τα αστέρια στο στερέωμα, και να θροϊζουν σαν τα πλήθη των κρεμασμένων να ψιθύριζαν, μέχρι που ο σπόρος από το ψωμί ξαναπέφτει στην γή. Έρχεται το δέντρο, το δέντρο που είναι θρεμμένο από νεκρούς γυμνούς, νεκρούς μαστιγωμένους, και νεκρούς γεμάτους πληγές, νεκρούς με πρόσωπα παραμορφωμένα με απίθανους τρόπους, παλουκωμένους πάνω σε μια λόγχη ή καμμένους μαζί με τα σκουπίδια ή αποκεφαλισμένους με τσεκούρι ή διαμελισμένους στα τέσσερα από άλογα ή σταυρωμένους μέσα στην εκκλησία. Και απ’τα κλαδιά του η ανθρωπότητα τρύγησε τις σκληρές στεφάνες των λουλουδιών, τις πέρασε από χέρι σε χέρι σαν μανόλιες ή σαν ρόδια που ξαφνικά άνοιξαν την γή και ψήλωσαν ως τ’αστέρια. Αυτό είναι το δέντρο των απελευθερωμένων, το δέντρο της γής, του σύννεφου, του ψωμιού, του βέλους, της γροθιάς, της φωτιάς. Το πλημμυρίζει το τρικυμισμένο νερό της νύχτας που αποτελεί εποχή μας αλλά σαν κατάρτι εξισορροπεί την αρένα της δύναμής του. Μερικές φορές κλαδιά σπασμένα από οργή πέφτουν… Επέζησε από καιρούς περασμένους Είναι το δέντρο των ανθρώπων, είναι το δέντρο του λαού, όλων των λαών που παλεύουν για ελευθερία αγγίξτε τις πάντα νέες ακτίνες του, βυθίστε τα χέρια σας στα εργοστάσια όπου παλλόμενοι οι καρποί του σκορπίζουν το φώς του καθημερινά, σηκώστε το χώμα του στα χέρια σας να συμμετάσχετε στην λάμψη του, πάρτε το ψωμί σας και το μήλο σας… πάρτε την καρδιά σας και τ’άλογό σας να πάτε φρουροί στα σύνορα, στα όρια των φύλλων του. Υπερασπιστείτε το πεπρωμένο των λουλουδιών του, μοιραστείτε τις εχθρικές νύχτες, φρουρήστε στην βάρδια της αυγής, αναπνεύστε στα αστέρινα ύψη, στηρίζοντας αυτό το δέντρο που μεγαλώνει στο κέντρο της γής. Αντίστοιχες ιστορίες: 1.από «Απόκρυφα Ευαγγέλια»*:Όταν πέθανε ο Αδάμ, ο άγγελος που με την πύρινη ρομφαία εμπόδιζε την επιστροφή των πρωτοπλάστων στον παράδεισο, ανασήκωσε την ρομφαία και φώναξε ένα γιο του Αδάμ να μπει μέσα και να πάρει ένα σπόρο από το μήλο της γνώσης. Του είπε να τον βάλει στο στόμα του πατέρα του πριν τον θάψουν. Αργότερα ο σπόρος φύτρωσε και έγινε η φλεγομένη αλλά μη καιομένη βάτος που είχε δει ο Μωϋσής. Αργότερα που μεγάλωσε κι άλλο έγινε το δέντρο που απ’το ξύλο του έτυχε να φτιάξουν τον σταυρό του Χριστού… *(βλ Βικιπαίδεια για το τι είναι αυτά, δεν εννοούμε ιστορίες τύπου Λιακόπουλου) 151 2: Ο Καζαντζάκης αναφέρει ότι όταν ήταν παιδάκι, σε ένα Κρητικό ξεσηκωμό οι Τούρκοι απάντησαν με σφαγή και κρέμασαν τους πρώτους συλληφθέντες. Ο πατέρας του τον πήγε στο δέντρο που ήταν κρεμασμένοι και του είπε να φιλήσει τα πόδια τους. «Ποιός τους σκότωσε;» ρώτησε με φρίκη ο μικρός. «Η ελευθερία» απάντησε ο πατέρας του 3. Στο βιβλίο του «Έτος 500. Η κατάκτηση συνεχίζεται» (γραμμένο το 1992 για τα 500 χρόνια απ’την ανακάλυψη της Αμερικής) ο Τσόμσκυ αναφέρει την φτηνή και μαζική μέθοδο γενοκτονίας που χρησιμοποιούσαν οι κονκισταδόρες και που την έλεγαν μέθοδο του «ώριμου φρούτου» . Έλεγαν σε κάποιους να ανέβουν και να δέσουν θηλειές από κλαδιά μεγάλων δέντρων και μετά να τις φορέσουν στο λαιμό και να πηδήξουν, όταν έκριναν ότι αρκετά ωρίμασαν από αποσύνθεση και όρνια έλεγαν σε άλλους να ανέβουν να τους ξεκρεμάσουν για να πέσουν στο έδαφος και να φορέσουν οι ίδιοι τις θηλειές κλπ κλπ…Γιατί την υπάκουαν την εντολή; Απάντηση: Αυτή ήταν η γενοκτονία με ευθανασία. Η άλλη επιλογή ήταν με βασανιστήρια πριν το κρέμασμα, όπως δηλαδή και στους αντιστεκόμενους που είδαμε στο ποίημα. Άρα ή ανέβαινες να κρεμαστείς μόνος σου ή αυτοκτονούσες με άλλο τρόπο, δικής σου επιλογής, πριν πας ως εκει (έγιναν και μαζικές αυτοκτονίες) Είναι μάλλον σαφές το γιατί στην Λατινική Αμερική το σύμβολο της Ελευθερίας είναι το δέντρο («το επίμονο φυτό» κατά την έκφραση του Γκιμπράν που είχαμε δει πριν πολλές σελίδες). Είναι επίσης σαφές γιατί υπάρχουν εκεί ομάδες που την Μεγάλη Βδομάδα την γιορτάζουν μόνο ως την Μεγάλη Παρασκευή θεωρώντας ότι η Ανάσταση του Χριστού δεν έχει γίνει ακόμα. Γίνεται πιο σαφές και το τι εννοούσε ο Νερούντα λέγοντας ότι σκοπός της Ποίησής του ήταν να αποκαταστήσει το σώμα της Νότιας Αμερικής όπως ήταν πριν την σταύρωση και τον διαμελισμό που υπέστη από τους κονκισταδόρες, «πριν την περούκα και την καζάκα» όπως έλεγε το τελευταίο λινκ που είχαμε επισκεφτεί πριν το λινκ με το δέντρο. Άρα ο λόγος που οι βλαστήσεις, τα πουλιά και τα ζώα που είδαμε στα βίντεο, όπως και τα πριονωτά-μαιανδρικά ποτάμια που διασχίζουν την χώρα σαν πανάρχαιες «αρτηρίες», ήταν αντικείμενα της Ποίησής του δεν ήταν απλώς για να συνοδεύουν τουριστικούς οδηγούς για διαφήμιση από ταξιδιωτικούς πράκτορες; Κι ούτε η μελοποίησή τους από τον Θεοδωράκη είχε αυτό τον σκοπό; Προφανέστατα όχι: πήγαιναν πακέτο με την άλλη «κοσμογονία» στην οποία ο Θεός μοίρασε τον κόσμο ανάμεσα στην Coca Cola Inc. , την United fruit co. και άλλες «οντότητες» που να λυμαίνονται τις πηγές του (με την βοήθεια από σκατόμυγες εθισμένες στο «αίμα και την μαρμελάδα») και να αδειάζουν «σαν σάπια φρούτα στη χωματερή» όσους δεν αντέχουν, πήγαιναν δηλαδή πακέτο αφ’ενός με εκείνη την ιστορία για τους συνεχιστές των κονκισταδόρες κι αφ’ετέρου με όσα μόλις είπαμε για τους αρχικούς κονκισταδόρες. Αλλιώς γιατί να ονόμαζε ο Θεοδωράκης το Κάντο Χενεράλ «Ευαγγέλιο της Ελευθερίας»; Ας ολοκληρώσουμε αυτό το θέμα επιγραμματικά* προσθέτοντας κάτι στην απάντηση που έδινε η χωματερή ανθρώπων που καταρρέουν στην ερώτηση για το αν το νοτιοαμερικάνικο ανάλογο του στίχου «Νυν Νυν το μηδέν» είναι τα περί μπανανιών και δικτατοριών: προς το τέλος του λινκ που είδαμε για το ποίημα «μερικά ζώα», καθώς φτάνουμε στους ασβούς που ξύνουν τα πόδια ενός ποταμιού η μουσική γίνεται όλο και πιο ανήσυχη και καθώς σε αυτό που μέσα σε μια φωλιά αποτελεί μια παλλόμενη ευτυχία ενώ για τους, έξω της, ασβούς αποτελεί λαχταριστά παλλόμενη λιχουδιά στην οποία ορμούν με κόκκινα δόντια, η μουσική γίνεται τρελλά και υπογραμμιστικά απειλητική και ρυθμική, και οι στίχοι λένε οτι στο βάθος του μεγάλου νερού είναι η γιγάντια ανακόντα που μπορεί να κυκλώσει, για να περισφίξει, ολόκληρη την γη, και που καλυμμένη με τελετουργική λάσπη, είναι αδηφάγα και θρησκευάμενη. Στο νου μας φυσικά, στις μέρες μας πλέον, έρχεται η οπλοβιομηχανία της Αμερικής και η «σύγκρουση των φονταμενταλισμών»**… *Ενώ με πολύ λεπτομερέστερες εξηγήσεις , αλλά πολύ λιγότερο συνοπτικά, το ποιά είναι η ελευθερία και ποιο το Ευαγγέλιο μέσα στο Κάντο Χενεράλ το είδαμε στο παρενθετικό λινκ της προπροηγούμενης σελίδας (μπαίνουμε κι από εδώ αν θέλουμε). Ερώτηση: Βοηθάει και το θαυμάσιο φιλμ «Ιλ Ποστίνο»; Απάντηση: Και βοηθάει (με τις θαυμάσιες εικόνες του, την θαυμάσια μουσική του και το ωραιότατο στόρυ του και τους υπέροχους ηθοποιούς του) και εμποδίζει αν τυχόν αντί να κάνει τον θεατή του να αναρωτηθεί τι ήταν ο Νερούντα (που δεν ήταν τα κύριο πρόσωπο του φιλμ) και να ψάξει παραπάνω τον κάνει να νομίσει οτι αφού τόσα πολλά ένιωσε στ φιλμ άρα δεν θα υπάρχουν και πολύ περισσότερα να αναζητήσει και άρα να αρκεστεί στο ότι ήταν κάποιος κομμουνιστής ποιητής, επικίνδυνος αφού εξορίστηκε, με όμορφη γυναίκα, πιο προσφιλής σε κομμουνίστριες αλληλογράφους απ’ότι σε κομμουνιστες αλληλογράφους και που κάποτε έδωσε την υπόσχεση ότι «δεν τους ξεχάσει» σε κάποιο εργάτ ρυχέιου που του είπε να γράψει και γι’αυτούς και που τελικά πήρε και το νόμπελ. ** Κι όσον αφορά τις οικογένειες-λιχουδιές στις οποίες επιτίθενται οι ασβοί με κόκκινα δόντια , στο νου μας έρχεται , αν τυχόν την είχαμε ακουστά όταν ελέχθη, κατά την επίσκεψη του Μπους στην Λατινική Αμερική, η φράση του Μαραντόνα «Θεωρώ τον Μπους ανθρώπινο σκουπίδι, αφού η πολιτική του αναγκάζει οικογένειες να κάνουν σκέψεις σαν την εξής: Μακάρι η βόμβα που ακούμε να πλησιάζει να χτυπήσει τους γείτονές μας στο διπλανό σπίτι αντί εμάς». (Και Ισραηλινά σκουπίδια, τα Χριστούγεννα του 2008, έλεγαν σε οικογένειες στη Γάζα: Θα βομβαρδίσουμε. Διαλέξτε σε ποια μέλη σας να δώσουμε άδεια να φύγουν από την λωρίδα). Ο Μπους είπε ότι δεν απαντά γιατί η μαμά του’μαθε να’ναι ευγενής,εκείνη σε λίγο έλεγε ότι οι άστεγοι απ’τον τυφώνα Κατρίν κακώς ξενοδοχούνται αν ήταν ήδη άστεγοι... 152 Back to school λοιπόν. Λοιπόν; Τι έχει να μας μάθει το σχολείο για την κρίση; Ότι αν φουντάρουμε μπορούμε κάλλιστα να επιβιώσουμε ως άσαρκα φαντάσματα που θα επιστρέφουν σε όσα αγαπήσαμε (πάρκα, παραλίες, ελληνάδκα, ντίσκο, καναπέδες για σήρια κλπ) όπως επιστρέφουν στα δάση που αγάπησαν οι ψυχές των Ινδιάνων για τους οποίους η προσευχή «μη λησμονάτε την χώρα μου» δεν εισακούστηκε από κανέναν με σάρκα και οστά και μη απλώς νοητό*; Ότι έτσι κι αλλιώς έχουμε ξαναφουντάρει με την κατάκτηση από τους Ρωμαίους και τον διασκορπισμό των Ελλήνων αλλά επεβίωσε το έργο του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη συν κάποιες τραγωδίες και κωμωδίες; Αρκούν αυτά; Μπορούν να γίνουν, έστω, καν αυτά; Είναι ήδη «σωσμένα» τα αντίστοιχα; (δηλαδή τα ίδια τα παλιά (Πλάτων , Αριστοτέλης, τραγικοί, κωμωδίες) συν κανα τραγούδι σαν αυτά που συναντήσαμε στον εδώ περίπατο, συν τι άλλο; Θα επανέλθουμε ) Δηλαδή σωσμένα απλώς με κουμπί “save” σε κάποια αρχεία του γκουγλ ή του Στηβ Τζομπς; Υπάρχει και παραπάνω που εννοούμε «σωτηρία μας»; Τι είναι σωτηρία; Τι είναι το «μας»; Το’χουμε ξεκαθαρίσει; Και από ποιον να ζητήσουμε βοήθεια; Από πολιτισμούς που θεωρούν σωτηρία ανθρώπων το να επιβιώσουν καταψυγμένοι και να τους αποψύξουν μετά από αιώνες, ή το να αντιγράψουν όλες τους τις προσωπικές μνήμες σε μικροτσιπ για να υπάρχουν ακόμα και σε διαστημόπλοιο που σαν κιβωτός του Νώε θα μεταφέρει κάποιους κατεψυγμένους σε παρόμοια ηλιακά συστήματα άλλων γαλαξιών όταν η ενέργεια του δικού μας ήλιου εξαντληθεί σε κάτι δισεκατομμύρα χρόνια; Υπάρχουν άνθρωποι που λένε τέτοια πράγματα; Ναι, και θεωρούν κι ανεύθυνους όσους κάνουν μικροπολιτική για το τώρα, αντί να προνοούν για το μετά δισεκατομμύρια χρόνια. Και δεν εννοώ κανανΛιακόπουλο. Νορμάλ ορθολογιστές που ξέρουν κι από «υπερχορδές» κλπ π.χ. βλ. τα πρόσφατα βιβλία του Μιτσιο Κακου (έχουν μεταφραστεί κιόλας)Επίσης κι ο Νανόπουλος μια φορά φώναζε (γραπτώς, σε εφημεριδα το’χα δει) «Αιδώς αχρείοι που τσακώνεστε για τα ταδε, εδώ ο ήλιος σε 8 δισεκατομμύρια χρόνια θα’χει σβήσει και σεις κοιτάτε μικροκομματικά θέματα;» Προσωπικά, άμα για την επιβίωσή μου χρειαζόταν να διαβάζω μπαρούφες σαν του Κακου και του Νανόπουλου, θα προτιμούσα να ζω σαν φάντασμα όπως οι Ινδιάνοι. Πριν όμως επιστρέψουμε σε έγνοιες για πιο σάρκινη επιβίωση είτε σαν της κυβέρνησης, και της Διαμαντοπούλου σχετικά με παιδεία, είτε σαν όποιου αντίποδά της προτιμάμε, ας διαβάσουμε τα ελληνικό αντίστοιχο του αρχηγού Σηάττλ, την ομιλία του Κωνσταντίνoυ Παλαιολόγου μέσα στην εκκλησία λίγο πριν την τελευταία μάχη και την άλωση, που απ’όσο ξέρω δεν είναι διδακτέα ύλη***όπως τo γράμμα του Ινδιάνου αρχηγού. Ας τη δούμε4 *(αλλά ίσως εισακούστηκε απ’τον νοητό ήλιο της δικαιοσύνης**Α! Κι απ’τους κατοίκους της Γάζας που στους βομβαρδισμούς των Χριστουγέννων του2008 έλαβαν επιστολή συμπαράστασης από τους Ινδιάνους) **Λέγαμε ότι ο Ελύτης εξηγεί (στα «Ανοιχτά χαρτιά») ότι ήθελε να ξεκινήσει απ’την αρχή την πορεία του σουρρεαλισμού για να τη θεμελιώσει σε Πλατωνικές βάσεις. Εδώ αναφορά είναι, ήδη εντός ποιήματος, ρητή, αφού όπως μου είπε ο φίλος μου Νίκος ο ήλιος αυτος είναι αναφορά στην Πολιτεία του Πλάτωνα. ***Ίσως και να είναι και να μη το γνωρίζω εγώ, διότι είμαι φυσικός και όσα από τα κεφάλαια περιέχονται στη διδακτέα ύλη των φιλολογικών μαθημάτων απλώς τα ξέρω από ξεφύλλισμα θεμάτων Ιουνίου σε ώρα επιτήρησης διαγωνισμών συναδέλφων (π.χ. γράμμα του αρχηγού Σηάττλ, η ιστορία με το χρυσόψαρο του Χάκα, «η ψυχούλα» του Σολωμού (για το θάνατο ενός μικρού παιδιού) , το μοιρολόι της φώκιας του Παπαδιαμάντη, ο θάνατος του Σαρπηδόνα (με τον πιο λεβέντικο διάλογο της παγκόσμιας ιστορίας : Ο Τρώας Σαρπηδόνας με ένα φίλο του φτάνουν στο πεδίο της μάχης με όση άνεση θα πήγαιναν πρωί σε μια ρουτίνα στο γραφείο ή στο εργοστάσιο, ήδη άλλοι έχουν αρχίσει να χτυπιούνται, πριν κατεβάσουν το κλείστρο της περικεφαλαίας και διαλέξουν αντίπαλο και να μπούν κι αυτοί στο χορό λέει ο ένας «Αν σκοτώσουμε κανέναν σήμερα θα δοξαστούμε, αν σκοτωθούμε θα μας πλένουν και θα μας κλαίνε οι γυναίκες το βράδυ για την κηδεία μας» Και απαντάει ο άλλος «Πολλά δεν είπαμε; Άντε να κατεβάζουμε τώρα τα κλείστρο να πάμε να δούμε αν θα δοξαστούμε εμείς ή αν θα δοξάσουμε κάναν άλλο»(πριν τον διάλογο αυτόν δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι ο Όμηρος σαν πρότυπο λεβεντιάς έχει το παλληκάρι των αντιπάλων , τον Έκτορα. Ούτε σαν σύγχρονος ειρηνιστής είναι, ούτε μισέλλην, αλλά τον Αχιλλέα σαν «εις άτοπον απαγωγή της βίας και του θυμού» τον έχει. Ο ίδιος δε ο Όμηρος πρότυπο διαύγειας και εθνικής μεγαλοψυχίας είναι, χώρια από θεϊκός ποιητής…κλπ κλπ (απλώς δεν ξέρω αν θα τον άφηναν να λέει τέτοια αν ήταν σύγχρονος των πρωταγωνιστών του Τρωϊκού πολέμου) 4 Η φράση «του γεωργού παιδός» (προς τα ψηνόμενα, και ούτως συρίζοντα, σαλιγκάρια) που παραλείπεται ως γνωστότατη στο ακροατήριό του, είναι η παροιμιώδης «των οικιών υμών εμπιμπραμένων υμείς άδετε;» 153 Κωνσταντῖνος ΙΑ´ Παλαιολόγος - Ἡ τελευταία ὁμιλία πρὸς τὸν λαόν (ὀλίγον πρὸ τῆς Ἁλώσεως) Ἀπὸ τὸ Χρονικὸν τοῦ Μεγάλου Λογοθέτου Γεωργίου Σφραντζῆ ἢ Φραντζῆ Ἐκδοθὲν ἐν Κερκύρᾳ ἔτει 1477 Ἐμεῖς μέν, εὐγενέστατοι Ἄρχοντες καὶ ἐκλαμπρότατοι δήμαρχοι καὶ στρατηγοὶ καὶ γενναιότατοι στρατιῶται καὶ πᾶς ὁ πιστὸς καὶ τίμιος λαός, καλὸς οἴδατε ὅτι ἔφθασεν ἡ Ὥρα καὶ ὁ ἐχθρὸς τῆς πίστεως ἡμῶν βούλεται ἵνα μετὰ πάσης τέχνης καὶ μηχανῆς ἰσχυροτέρως στενοχωρήσῃ ἡμᾶς καὶ πόλεμον σφοδρὸν μετὰ συμπλοκῆς μεγάλης καὶ συρρήξεως ἐκ τῆς χέρσου καὶ θαλάσσης δώσῃ ἡμῶν μετὰ πάσης δυνάμεως, ἵνα, εἰ δυνατόν, ὡς ὄφις τὸν ἰὸν ἐκχύσῃ καὶ ὡς λέων ἀνήμερος καταπίῃ ἡμᾶς. Διὰ τοῦτο λέγω καὶ παρακαλῶ ὑμᾶς ἵνα στῆτε ἀνδρείως καὶ μετὰ γενναίας ψυχῆς, ὡς πάντοτε ἕως τοῦ νῦν ἐποιήσατε, κατὰ τὸν Ἐχθρῶν τῆς πίστεως ἡμῶν. Παραδίδωμι δὲ ὑμῖν τὴν ἐκλαμπροτάτην καὶ περίφημον ταύτην πόλιν καὶ πατρίδα ἡμῶν καὶ βασιλεύουσαν τῶν πόλεων. Καλῶς οὖν οἴδατε, ἀδελφοί, ὅτι διὰ τέσσερά τινα ὀφείλεται κοινῶέ ἐσμεν πάντες ἵνα προτιμήσωμεν ἀποθανεῖν μᾶλλον ἢ ζῆν, πρῶτον μὲν ὅπερ τῆς πίστεως ἡμῶν καὶ εὐσεβείας, δεύτερον δὲ ὅπερ πατρίδος, τρίτον ὅπερ τοῦ βασιλέως ὡς Χριστοῦ Κυρίου, καὶ τέταρτον ὅπερ συγγενῶν καὶ φίλων. Λοιπόν, ἀδελφοί, ἐὰν χρεῶσταί ἐσμεν ὑπὲρ ἑνὸς ἐκ τῶν τεσσάρων ἀγωνίζεσθαι ἕως θανάτου πολλὰ μᾶλλον ὅπερ πάντων ἡμεῖς, ὡς βλέπετε προφανῶς, καὶ ἐκ πάντων μέλλομεν ζημιωθῆναι. Ἐὰν διὰ τὰ ἐμὰ πλημμελήματα παραχωρήσῃ ὁ Θεὸς τὴν νίκην τοῖς ἀσεβέσιν, ὅπερ τῆς πίστεως ἡμῶν τῆς Ἁγίας, ἣν Χριστὸς ἐν τῷ οἰκείῳ αἵματι ἡμῖν ἐδωρήσατο, κινδυνεύομεν, ὅ ἐστι κεφάλαιον πάντων. Καὶ ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον κερδίσῃ τις καὶ τῶν ψυχῶν ζημιωθῇ, τί τὸ ὄφελος; Δεύτερον πατρίδα περίφημον τοιούτως ὑστερούμεθα καὶ τὴν ἐλευθερίαν ἡμῶν. Τρίτον βασιλείαν τήν ποτε μὲν περιφανῆ, νῦν δὲ τεταπεινωμένην καὶ ἐξουθενωμένην ἀπωλέσαμεν, καὶ ὑπὸ τοῦ τυράννου καὶ ἀσεβοῦς ἄρχεται. Τέταρτον δὲ καὶ φιλτάτων τέκνων καὶ συμβίων καὶ συγγενῶν ὑστερούμεθα. Αὐτὸς δὲ ὁ ἀλιτήριος ὁ ἀμηρᾶς πεντήκοντα καὶ ἑπτὰ ἡμέρας ἄγει σήμερον ἀφ᾿ οὗ ἡμᾶς ἐλθὼν ἀπέκλεισεν καὶ μετὰ πάσης μηχανῆς καὶ ἰσχύος καθ᾿ ἡμέραν τε καὶ νύκτα οὐκ ἐπαύσατο πολιορκῶν ἡμᾶς καὶ χάριτι τοῦ παντεπόπτου Χριστοῦ Κυρίου ἡμῶν ἐκ τῶν τειχῶν μετὰ αἰσχύνῃς ἄχρι τοῦ νῦν πολλάκις κακῶς ἀπεπέμφθη. Τὰ νῦν δὲ πάλιν, ἀδελφοί, μὴ δειλιάσητε, ἐὰν καὶ τοῖχος μακρόθεν ὀλίγον ἐκ τῶν κρότων καὶ τῶν πτωμάτων τῶν ἐλεπόλεων ἔπεσε, διότι, ὡς ὑμεῖς θεωρεῖτε, κατὰ τὸ δυνατὸν ἐδιορθώσαμεν πάλιν αὐτό. Ἡμεῖς πᾶσαν τὴν ἐλπίδα εἰς τὴν ἄμαχον δόξαν τοῦ Θεοῦ ἀνεθέμεθα, οὗτοι ἐν ἅρμασι καὶ οὖτοι ἐν ἵπποις καὶ δυνάμει καὶ πλήθει, ἡμεῖς δὲ ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν πεποίθαμεν, δεύτερον δὲ καὶ ἐν ταῖς ἡμετέραις χερσὶ καὶ ῥωμαλεότητι, ἣν ἐδωρήσατο ἡμῖν ἡ θεία δύναμις. Γνωρίζω δὲ ὅτι αὕτη ἡ μυριαρίθμητος ἀγέλη τῶν ἀσεβῶν, καθὼς ἡ αὐτῶν συνήθεια, ἐλεύσονται καθ᾿ ἡμῶν μετὰ βαναύσου καὶ ἐπηρμένης ὀφρῦος καὶ θάρσους πολλοῦ καὶ βίας, ἵνα διὰ τὴν ὀλιγότητα ἡμῶν θλίψωσι καὶ ἐκ τοῦ κόπου στενοχωρήσωσι, καὶ μετὰ φωνῶν μεγάλων καὶ ἀλαλαγμῶν ἀναριθμήτων, ἵνα ἡμᾶς φοβήσωσι. Τὰς τοιαύτας αὐτῶν φλυαρίας καλῶς οἴδατε, καὶ οὐ χρῇ λέγειν περὶ τούτων. Καὶ ὥρα ὀλίγοι τοιαῦτα ποιήσωσι, καὶ ἀναριθμήτους πέτρας καὶ ἕτερα βέλη καὶ ἐλεβολίσκους, ὡσεὶ ἄμμον θαλασσῶν ἄνωθεν ἡμῶν πτήσουσι, δι᾿ ὧν, ἐλπίζω γάρ, οὐ βλάψωσι, διότι ὑμᾶς θεωρῶ καὶ λίαν ἀγάλλομαι καὶ τοιαύταις ἐλπίσι τὸν λογισμὸν τρέφομαι, ὅτι εἰ καὶ ὀλίγοι πάνυ ἐσμέν, ἀλλὰ πάντες ἐπιδέξιοι καὶ ἐπιτήδειοι ῥωμαλέοι τε καὶ ἰσχυροὶ καὶ μεγαλήτορες καὶ καλῶς προπαρασκευασμένοι ὑπάρχετε. Ταῖς ἀσπίσιν ὑμῶν καλῶς τὴν κεφαλὴν σκέπεσθε ἐπὶ τῇ συμπλοκῇ καὶ συρρήξει. Ἡ δεξιὰ ὑμῶν ἡ τὴν ῥομφαῖαν ἔχουσα μακρὰν ἔστω πάντοτε. Αἱ περικεφαλαίαι ὑμῶν καὶ οἱ θώρακες καὶ οἱ σιδηροῖ ἱματισμοὶ λίαν εἰσὶν ἱκανοὶ ἅμα καὶ τοῖς λοιποῖς ὅπλοις, καὶ ἐν τῇ συμπλοκῇ ἔσονται πάνυ ὠφέλιμα, ἃ οἱ ἐνάντιοι οὐ χρῶνται, ἀλλ᾿ οὔτε κέκτηνται. Καὶ ὑμεῖς ἔσωθεν τῶν τειχῶν ὑπάρχετε σκεπόμενοι, οἱ δὲ ἀσκεπεῖς μετὰ κόπου ἔρχονται. Διό, ὦ συστρατιῶται γίγνεσθε ἕτοιμοι καὶ στερεοὶ καὶ μεγαλόψυχοι διὰ τοὺς οἰκτιρμοὺς τοῦ Θεοῦ. Μιμηθῆτε τούς ποτε τῶν Καρχηδονίων ὀλίγους ἐλέφαντας, πὼς τοσοῦτον πλῆθος ἵππων Ῥωμαίων τῇ φωνῇ καὶ θέᾳ ἐδίωξαν, καὶ ἐὰν ζῷον ἄλογον ἐδίωξε πόσον μᾶλλον ἡμεῖς ἡ τῶν ζῴων καὶ ἀλόγων ὑπάρχοντες κύριοι, καὶ οἱ καθ᾿ ἡμῶν ἐρχόμενοι ἵνα παράταξιν μεθ᾿ ἡμῶν ποιήσωσιν ὡς ζῷα ἄλογα καὶ χείρονές εἰσιν. Οἱ πέλται ὑμῶν καὶ ῥομφαῖοι καὶ τὰ τόξα καὶ ἀκόντια πρὸς αὐτοὺς πεμπέτωσαν παρ᾿ ἡμῶν. Καὶ οὕτως λογίσθητε ὡς ἐπὶ ἀγρίων χοίρων καὶ πληθὺν κυνήγιον, ἵνα γνώσωσιν οἱ ἀσεβεῖς ὅτι οὐ μετὰ ἀλόγων ζῴων ὡς αὐτοί, παράταξιν ἔχουσιν, ἀλλὰ μετὰ κυρίων καὶ αὐθεντῶν αὐτῶν καὶ ἀπογόνων Ἑλλήνων καὶ Ῥωμαίων. Οἴδατε καλῶς ὅτι ὁ δυσσεβὴς αὐτὸς ὁ ἀμηρὰς καὶ ἐχθρὸς τῆς ἁγίας ἡμῶν πίστεως χωρὶς εὔλογον αἰτίας τινος τὴν ἀγάπην ἣν εἴχομεν ἔλυσεν, καὶ τοὺς ὅρκους αὐτοῦ τοὺς πολλοὺς ἠθέτησεν ἀντ᾿ οὐδενὸς λογιζόμενος καὶ ἐλθὼν αἰφνιδίως φρούριον ἐποίησεν ἐπὶ τὸ στενὸν τοῦ Ἀσωμάτου, ἵνα καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν δύνηται βλάπτειν ἡμᾶς. Τοὺς ἀγροὺς ἡμῶν καὶ κήπους καὶ παραδείσους καὶ οἴκους πυριαλώτους ἐποίησε, τοὺς ἀδελφοὺς ἡμῶν τοὺς Χριστιανοὺς ὅσους εὗρεν, ἐθανάτωσε καὶ ἠχμαλώτευσε, τὴν φιλίαν ἡμῶν ἔλυσεν. Τοὺς δὲ τοῦ Γαλατᾶ, ἐφιλίωσε, καὶ αὐτοὶ χαίρονται, μὴ εἰδότες καὶ αὐτοὶ οἱ ταλαίπωροι τὸν τοῦ γεωργοῦ παιδὸς μῦθον, τοῦ ἐψήνοντος τοὺς κοχλίας καὶ εἰπόντος. Ὦ ἀνόητα ζῷα, καὶ τὰ ἐξῇς. Ἐλθὼν οὖν ἀδελφοί, ἡμᾶς ἀπέκλεισε, καὶ καθ᾿ ἑκάστην τὸ ἀχανὲς αὐτοῦ στόμα χάσκων, πῶς εὕρῃ καιρὸν ἐπιτήδειον ἵνα καταπίῃ ἡμᾶς καὶ τὴν πόλιν ταύτην, ἣν ἀνήγειρεν ὁ τρισμακάριστος ἐκεῖνος καὶ τῇ πανάγνῳ δεσποίνῃ ἡμῶν Θεοτόκῳ καὶ ἀειπαρθένῳ Μαρίᾳ ἀφιέρωσεν καὶ ἐχαρίσατο τοῦ κυρίαν εἶναι καὶ βοηθὸν καὶ σκέπην τῇ ἡμετέρα πατρίδι καὶ καταφύγιον τῶν Χριστιανῶν, ἐλπίδα καὶ χαρὰν πάντων τῶν Ἑλλήνων τὸ καύχημα πᾶσι τοῖς οὖσιν ὑπὸ τὴν τοῦ ἡλίου ἀνατολήν. Καὶ οὖτος ὁ ἀσεβέστατος τήν ποτε περιφανῆ καὶ ὀμφακλίζουσαν ὡς ῥόδον τοῦ ἀγροῦ βούλεται ποιήσαι ὑπ᾿ αὐτόν. Ἣ ἐδούλωσε σχεδόν, δύναμαι εἰπεῖν, πᾶσαν τὴν ὑφ᾿ ἥλιον καὶ ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτῆς Πόντον καὶ Ἀρμενίαν, Περσίαν καὶ Παμφλαγονίαν, Ἀμαζόνας καὶ Καππαδοκίαν, Γαλατίαν καὶ Μηδίαν, Κολχοὺς καὶ Ἴβηρας, Βοσποριανοὺς καὶ Ἀλβάνους, Συρίαν καὶ Κιλικίαν καὶ Μεσσοποταμίαν, Φοινίκην, Βακτριανοὺς καὶ Σκύθας, Μακεδονίαν καὶ Θετταλίαν, Ἑλλάδα, Βοιωτία, Λοκροὺς καὶ Αἰτωλούς, Ἀκαρνανίαν, Ἀχαΐαν καὶ Πελοπόννησον, Ἤπειρον καὶ τὸ Ἰλλυρικὸν Λύχνιτας κατὰ τὸ Ἀδριατικόν, Ἰταλίαν, Τουσκίνους, Κέλτους καὶ Κελτογαλάτας, Ἰβηρίαν τε καὶ ἕως τῶν Γαδείρων, Λιβύαν καὶ Μαυριτανίαν καὶ Μαυρουσίαν, Αἰθιοπίαν, Βελέδας, Σκούδην, Νουμιδίαν καὶ Ἀφρικὴν καὶ Αἴγυπτον, αὐτὸς τὰ νῦν βούλεται δουλώσαι καὶ τὴν κυριεύουσαν τῶν πόλεων, ζυγῷ ὑποβαλεῖν καὶ δουλείᾳ καὶ τὰς ἁγίας ἐκκλησίας ἡμῶν, ἔνθα ἐπροσκυνεῖτο ἡ Ἁγία Τριὰς καὶ ἐδοξολογεῖτο τὸ πανάγιον, καὶ ὅπου οἱ ἄγγελοι ἠκούοντο ὑμνεῖν τὸ θεῖον καὶ τὴν ἔνσαρκον τοῦ Θεοῦ Λόγου οἰκονομίαν, βούλεται ποιῆσαι προσκύνημα τῆς αὐτοῦ βλασφημίας καὶ τοῦ φληναφοῦ ψευδοπροφήτου Μωάμεθ, καὶ κατοικητήριον ἀλόγων καὶ καμήλων. Λοιπὸν ἀδελφοὶ καὶ συστρατιῶται, κατὰ νοῦν ἐνθυμηθῆτε ἵνα τὸ μνημόσυνον ὑμῶν καὶ ἡ μνήμη καὶ ἡ φήμη καὶ ἡ ἐλευθερία αἰωνίως γενήσηται. 154 “Αυτή σίγουρα είναι η τελευταία ευκαιρία που θα έχω να σας μιλήσω. Οι αεροπορικές δυνάμεις βομβάρδισαν τις αντέννες του Ράδιο Πορτάλες και του Ράδιο Κορπορασιόν. Σας μιλάω χωρίς πικρία, αλλά και με απογοήτευση: τα λόγια μου θα είναι η ηθική τιμωρία εκείνων που πρόδωσαν τον όρκο τους , στρατιωτών της Χιλής, αξιωματικών του στρατού, του αυτοανακηρυχθέντος Ναυάρχου Μερίνο, και ας μην ξεχάσω τον κύριο Μεντόζα , στρατηγό και ερπετό, ο οποίος , ακόμη και μέχρι χτές , διεκύρυσσε την πίστη του στην κυβέρνηση, και ανεκήρυξε εαυτόν αρχηγό των καραμπινιέρι. Ενώπιον αυτής της κατάστασης υπάρχει μόνο ένα πράγμα που μπορώ να πώ στους εργαζόμενους: Δεν θα παραιτηθώ. Σε αυτή την ακραία θέση στην οποία με τοποθετεί τώρα η ιστορία, θα πληρώσω με την ζωή μου το ότι μένω πιστός ενώπιον του λαού μου. Και σας διαβεβαιώνω για το εξής: Είμαι βέβαιος ότι ο σπόρος που σπείραμε στη συνείδηση χιλιάδων και χιλιάδων Χιλιανών, δεν θα μπορέσει να ξεριζωθεί οριστικά. Κρατούν την εξουσία. Θα μπορέσουν να μας υποδουλώσουν. Αλλά ούτε το έγκλημα, ούτε η βία δεν θα μπορέσουν να σταματήσουν τις κοινωνικές εξελικτικές διαδικασίες. Η ιστορία είναι έργο των λαών και ανήκει σε μας Εργαζόμενοι της χώρας μου: Θέλω να σας ευχαριστήσω για την συνεχή σας πίστη, για την εμπιστοσύνη που δείξατε σε έναν άνθρωπο που απλώς διερμήνευσε την μεγάλη δίψα για δικαιοσύνη, που έδωσε τον λόγο του να τηρήσει το σύνταγμα και τους νόμους , και τον κράτησε. Βέβαια το Ράδιο-Μαγκαλάνες θα εξαναγκαστεί σε σιωπή, και το ήρεμο μήνυμα της φωνής μου θα σταματήσει να σας φτάνει. Δεν έχει σημασία. Αύριο, ακόμα και νεκρός θα είμαι πάντα μαζί σας. Θα έχετε για την ιστορία το όνομά μου το οποίο ήταν τίμιο. Ο λαός πρέπει να υπερασπιστεί τον εαυτό του μα όχι και να θυσιαστεί επίσης. Ο λαός δεν πρέπει να αφήσει να τον θερίσουν ούτε να τον τρυπήσουν οι σφαίρες, μα ούτε και ν’αφήσει να τον ταπεινώσουν. Εργαζόμενοι της χώρας μου, πιστεύω στην Χιλή και στο πεπρωμένο της. Άλλοι θα ξεπεράσουν αυτή τη μαύρη και πικρή στιγμή στην οποία η προδοσία απαιτεί να επιβληθεί. Προχωρήστε , γνωρίζοντας απλώς ότι η μέρα που θα ξανανοίξουν οι πλατειές λεωφόροι από τις οποίες περνάει ο ελεύθερος άνθρωπος για να κτίσει μια καλύτερη κοινωνία, είναι πιο κοντά κι όχι πιο μακριά. Ζήτω η Χιλή! Ζήτω ο λαός! Ζήτω οι εργαζόμενοι! Να οι τελευταίες μου λέξεις: Είμαι βέβαιος ότι η θυσία μου δεν θα είναι μάταιη. Είμαι βέβαιος ότι θα είναι, τουλάχιστον, ένα ηθικό μάθημα που θα τιμωρεί την ατιμία, την δειλία και την προδοσία. Σαντιάγκο, Λα Μονέδα, 11 Σεπτεμβρίου 1973” 155 … ως Σάς έκραζα, συντρόφοι! …y e dios de los altares impregnados devolvia las flores y las vidas… ! …και οι θεοί των βωμών που εγκυμονούσαν αποκατέστησαν την βλάστηση και τις ζωές… 156 Τέλος πάντων, ακόμα και μόνο ελπίδες για επιβίωση ως φαντάσματα να είχαν κάποιοι, αν πρώτα δεν πολεμούσαν για ζήσουν με σάρκα και οστά δεν θα άξιζαν να ζήσουν ούτε ως φαντάσματα ούτε ως χάρτινες, ή ψηφιακές, σελίδες από μη σάρκινα κιλομπάιτ. Άρα από δω και προς μας απασχολούν μόνο ιδέες για ζωή με την καθομιλουμένη έννοια του όρoυ, στην πραγματικότητα και όχι στον κόσμο των νοητών ιδεών. Και με τι σκοπεύουμε να κάνουμε την τέτοια επιστροφή από την τέχνη στην πραγματικότητα ; Με ένα «μπακ του σκουλ» , με ξαναμάντρωμα στις προστατευμένες αίθουσες που λέγαμε στην σελίδα 1 του παρόντος πριν οι μαθητές πάνε μόλις μισή ώρα παρακάτω* στους αγανακτισμένους του Συντάγματος; Και δεν είναι εξωπραγματικό που συνοδεύσαμε την έξοδο από το σχολείο στα πραγματικά προβλήματα με περιήγηση σε τραγούδια που, είτε τραγουδάκια είτε τραγουδάρες ήταν, αφ’ενός θύμιζαν και πάλι διδασκαλία και, τελικά, ιπι-ίπι-ούμε κλπ που λέγαμε μικροί στις εκδρομές; Έστω και αν μείνουμε στο δασκαλίστικο στυλ ή στο θεατρικό, με από σκηνής διδασκαλία, δεν θα’πρεπε να βάλουμε στο ρεπερτόριο και κάνα πιο ορθολογιστικό και πιο καυτό θέμα; Όκεϋ, πότε άρχισαν οι πολύ ραγδαίες εξελίξεις; Μόλις το ’99: Με τους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ στην γειτονιά μας. Μετά, το 2001, ήρθαν οι Δίδυμοι Πύργοι, το 2003 ήρθε η εισβολή στο Ιράκ και ώώπ, φτάσαμε στα πρόσφατα στα πάρε ναχεις, ή μάλλον στα δώσε να μην έχεις, η κρίση συν τοις άλλοις οφειλόταν και στον λογαριασμό που κάποτε θα’ρχόταν σε πρόθυμους και απρόθυμους συμμάχους της Αμερικής για τα έξοδα πολέμου που έκανε με δανεικά όπως και τα εκατομμύρια αστέγων και πεινασμενων συν τοις άλλοις προέρχονται από το ότι αν ανάπτυξη θεωρείται το να’χεις εργασιακές θέσεις μέσω οπλοβιομηχανιών που παράγουν τρόπους να καταστρέφουν σπίτια και πηγές τροφής τότε προφανώς πιο πολλούς άστεγους πεινασμένους θα’χεις παρά εργαζόμενους και αν έχεις και παγκοσμιοποίηση τότε σε λίγο θα συμφέρει και τα όπλα σου ακόμη να τα παράγεις εκεί που είναι φτηνότερα τα μεροκάματα , δηλαδή εκεί που βομβάρδισες. Στους λεγόμενους ανθρωπιστικούς βομβαρδισμούς το 1999 στην Γιουγκοσλαβία, άρχισε α ακούγεται και ευρύτερα δημοσίως, δηλαδή στις ειδήσεις πλέον κι όχι στα βιβλία, εκείνο το γελοίο ιδίωμα οφθαλμοφανούς μπαρουφολογίας που τότε το λέγανε ακόμα Οργουελλιανό και τώρα που μας φλόμωσε, κι απ’τη Βουλή μέσα κατ’ευθείαν κι όχι μόνο από τους εκπροσώπους τύπου της και απ’τα ΜΜΕ, το λένε «σουργελιανό». Π.χ. το ’99 ο εκπρόσωπος τύπου του ΝΑΤΟ που βλέπαμε κάθε βράδυ έλεγε κουράδες π.χ. σαν «Ο πόλεμος αυτός αν τον κοιτάξουμε από πλευράς πηλίκου θυμάτων με αριθμό όπλων που χρησιμοποιήθηκαν, έχει το μικρότερο τέτοιο πηλίκο στην ιστορία». Ε, και τι μου του λές ρε μαλάκα; Κι αν τον κοιτάξεις με το πηλίκο όπλων με αριθμό θυμάτων είναι ο ακριβότερος πόλεμος στην ιστορία. Δηλαδή μας λές ότι κάνατε πολλά έξοδα για ναχετε λίγα θύματα; Ή μας το λες για να διαμαρτυρηθούμε που δεν σκέφτεστε κι εμάς που θα μας στείλετε τον λογαριασμό για να σας πούμε να σκοτώνετε πιο φτηνά κι ας έχουμε περισσότερα θύματα; Ας αφήσουμε το μπλακ χιούμορ , δεν εννοούσαμε αυτό σαν χρήση ορθολογισμού αντί τραγουδιών. Το ’99, ενώ γινόταν οι βομβαρδισμοί αυτοί, στην Αγγλία παίχτηκε το έργο «Κοπεγχάγη», με θέμα την κοινωνική ευθύνη των επιστημόνων και την δυνατότητα παρέμβασής τους στα τεκταινόμενα, που γράφτηκε από τον Μάικλ Φρέυν που τον ξέραμε απ’την φοβερή κωμωδία του «Το σώσε», του ’82, που’χε αφήσει εποχή και είχε παιχτεί και ξαναπαιχτεί στην Ελλάδα.Την «Κοπεγχάγη» την ανέβασε αμέσως μετά ο Καζάκος. Εδώ έχουμε ένα πρόσθετο λόγο να την αναφέρουμε, π.χ. πέρυσι την έπαιξαν τα παιδιά του καλλιτεχνικού λυκείου Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης σε ημερίδα επιδείξεων πειραματικών κατασκευών στο 6ο Γενικό Λύκειο στο Αιγάλεω, και στα παιδιά πάντα ασκεί μια πρόσθετη γοητεία το ότι οι χαρακτήρες της είναι τα ονόματα που διαβάζουν στα βιβλία τους φυσικής, ο Μπορ, με τη γυναίκα του, κι ο Χάιζεμπεργκ. Τον Μπορ υποδύθηκε ο Καζάκος. Η παράσταση των παιδιών: http://www.gymkallampel.gr/?p=1422#more-1422 . Κάνουμε και μια σύντομη περίληψη:Λοιπόν: Τα πρόσωπα που λέγαμε είναι ο Δανός φυσικός Μπορ, ισότιμος του Αϊνσταϊν στη γενιά τους, η γυναίκα του και ο μαθητής του Γερμανός φυσικός Χάϊζενμπεργκ που ήταν επικεφαλής του προγράμματος κατασκευής ατομικής βόμβας για τον Χίτλερ. Ο χώρος που *(με τα πόδια. Και μάλιστα με αργό βήμα, αλλιώς μόνο είκοσι λεπτά!) 157 συμβαίνουν τα δρώμενα είναι ο ουρανός όπου και οι τρεις έχουν βρεθεί μετά θάνατον και λύνεται μια παρεξήγηση μεταξύ τους που ποτέ δεν λύθηκε στην γη. Αντί να βάλουμε τους διαλόγους όπως κανονικά ήταν, να μιλάει μια ο ένας μια ο άλλο,ς θα τα πει ο καθένας, όλα μαζί όσα είπε, για δε τους Μπορ θα τα πει όλα η γυναίκα του κι όχι πότε ο ένας πότε ο άλλος. Λοιπόν: Λέει η γυναίκα του Μπορ στον Χάϊζενμπεργκ: «Όταν σκέφτομαι τι έκανες αναρωτιέμαι για την ανθρώπινη φύση. Δεν σου έφτανε που ανέλαβες την κατασκευή της βόμβας, είχες και το θράσος να’ρθεις στην Δανία που τελούσε υπό Γερμανική κατοχή να ρωτήσεις τον καθηγητή σου για τα θέματα στα οποία δυσκολεύονταν η βόμβα του Χίτλερ, και μάλιστα μας την έκανες την επίσκεψη μαζί με δυο γκεσταπίτες που μας άκουγαν. Άνθρωπος που με τον καθηγητή του έκανε έρευνα επιπέδου νόμπελ, που έπαιζες πιάνο σπίτι μας και μάλιστα τόσο υπέροχα, που θεωρούσες τον καθηγητή σου σαν τον πατέρα σου και που σε ένιωθε γιό του, που έπαιζες με τα παιδιά μας μωρά και που ήξερες κι ότι το ένα μας παιδί είχε πνιγεί στην λίμνη και μάλιστα μπροστά στα μάτια του πατέρα του! Κι ήρθες να ζητήσεις βοήθεια για την βόμβα του Χίτλερ. Πραγματικά αναρωτιέμαι για την ανθρώπινη φύση» «Αυτό που είχα ελπίσει ήταν ότι δεν θα αναρωτιόσασταν για την ανθρώπινη φύση αλλά, αντιστρόφως, θα λέγατε ότι άνθρωπος που έπαιζε με τα παιδιά μας , που ξέρει ότι πνίγηκε το παιδάκι που έπαιζε μαζί του, που…που …που…, δεν μπορεί να ήρθε με γκεσταπίτες να ρωτήσει τον καθηγητή του για την βόμβα άρα κάτι άλλο ήρθε να κάνει. Την ερώτηση που ρώτησα για τη διάχυση νετρονίων ακόμα απορούν οι φυσικοί στον κόσμο πώς και δεν την απάντησα μόνος μου ενώ μέχρι και προπτυχιακοί φοιτητές ξέρουν να την απαντήσουν. Αν άνθρωπος που το νόμπελ στα τριαντατρία του το πήρε για δουλειά που έκανε στα είκοσιδύο του δεν ξέρει να απαντήσει τέτοια ερώτηση και έρχεται με γκεσταπίτες σπίτι σας να ρωτήσει, τότε τι σημαίνει; Ότι θέλει να σας κάνει προδότες μπροστά στους γείτονές σας; Όχι. Σημαίνει ότι ναι μεν οι γκεσταπίτες παρακολουθούν μήπως κάτι ύποπτο λεχθεί, αλλά εγώ αυτό που σας λέω είναι άλλο: σας λέω συνθηματικά ότι η ομάδα μας την σαμποτάρει την βόμβα του Χίτλερ, ότι ο λόγος που δεν παραιτήθηκα και δεν έφυγα όπως άλλοι αντιΧιτλερικοί Γερμανοί από την Γερμανία είναι ότι αν παραιτηθώ δεν ξέρω αν και ο επόμενος θα την σαμποτάρει, και σας λέω ότι ούτε Γερμανοί ούτε άλλοι στρατιωτικοί πρέπει ποτέ να πάρουν από φυσικούς βόμβα. Και άρα να ηρεμήσουν και οι φυσικοί στην Αμερική και να μη δώσουν ούτε εκείνοι βόμβα στους στρατιωτικούς γιατί ούτε εμείς θα δώσουμε. Η μόνη τρέλα σε όλα αυτά ήταν το να ελπίσω ότι μπορούσε να περάσω τέτοιο μήνυμα με τρόπο που να είστε σίγουροι ότι όντως αυτό σας είπα και το να ελπίσω ότι μετά θα βρίσκατε τρόπο να αναιρέσετε όσα είχαν δρομολογηθεί για την βόμβα στη Αμερική. Αλλά η ελπίδα έπρεπε να δοκιμαστεί, αν αποτύγχανε θα χάνατε πάσαν ιδέαν και για μένα και για την ανθρώπινη φύση όπως και χάσατε, αν δεν δοκιμάζονταν τότε απλώς θα διασφάλιζα μια καλύτερη γνώμη από σας για μένα, ενώ διακυβεύονταν πράγματα πέραν του προσωπικού μου κύρους ως ανθρώπου. Και τι αποτέλεσμα είχαν αυτά; Αποδράσατε με κινηματογραφικές συνθήκες από την κατεχόμενη Δανία, πήγατε στην Αμερική, βοηθήσατε την εκεί βόμβα, οι πολιτικοί και στρατιωτικοί δεν ακολούθησαν την αρχική πρόταση των φυσικών που είχε γίνει δια στόματος Αϊνσταϊν προς Ρούσβελτ, δηλαδή δεν έριξαν τη βόμβα σε ερημονήσι του Ειρηνικού ως απόδειξη προς Ιάπωνες ότι δεν μπλοφάρουν, την έριξαν σε κατοικημένες περιοχές, κατοικημένες από αμάχους. Ποιος ήταν λοιπόν ο συνεργάτης ποιανού Χίτλερ; Αυτοί συνεργάστηκαν με βαρβάρους αλλά εμένα θεωρούν συνεργάτη και δεν μου δίνουν χειραψία στα συνέδρια φυσικής. Δεν είναι βέβαια αυτό που με απασχολεί. Ούτε το αν οι συμπατριώτες οι δικοί μου με θεωρούν άσχετο φυσικό που δεν μπόρεσε να τους προστατέψει από την επίθεση κατά αμάχων στην Δρέσδη ακόμα και μετά την συνθηκολόγηση. Για μένα η Γερμανία δεν ήταν ο Χίτλερ. Ήταν και ο Γερμανικός πολιτισμός, ήταν και οι παιδικοί φίλοι, που δεν ήταν όλοι ναζί, ήταν και οι ανθρώπινες αναμνήσεις. Γι’αυτό με τον Πλάνκ που επίσης ήταν Γερμανός, συνειδητά και μαζί, πήραμε την απόφαση να μη φύγουμε. Είχαμε ευθύνη προς αυτή την Γερμανία την οποίοι ευθύνη δεν είχαν ούτε οι Αυστριακοί, ούτε οι Γερμανοεβραίοι φυσικοί που καλά έκαναν κι έφυγαν. Τώρα λοιπόν αυτό που με απασχολεί είναι άλλο: μήπως έπρεπε όντως να προστατέψω τους μη Χιτλερικούς Γερμανούς που λέω, έστω βοηθώντας τον Χίτλερ. Και η απάντησή μου είναι ότι είναι μεγάλος κίνδυνος για την ανθρωπότητα να σκέφτεται κανείς 158 έτσι όπως μόλις είπα. Και ότι ευτυχώς που δεν σκέφτηκα έτσι στον πόλεμο». Εδώ τελειώνει το έργο, ξαναπιστεύει στην ανθρώπινη φύση η γυναίκα του Μπορ, καταλαβαίνει ο θεατής σε τι πράγμα αμετανόητος ήταν ο Χάϊζενμπεργκ. Σημείωση: ξαναλέμε ότι η παρεξήγηση μεταξύ του ζεύγους Μπορ και του Χάϊζενμπεργκ δεν λύθηκε ποτέ εν ζωή. Λύθηκε μόνο στον επί σκηνής μεταθανάτιο ουρανό. Λοιπόν; Είναι και αυτή η ιστορία κάτι άχρηστο για να καταλάβουμε πού βρισκόμαστε; Είναι το να κάτσει ένας κωμωδιογράφος να γίνει εξπέρ στην ιστορία του ινστιτούτου Μπορ της Κοπεγχάγης, στις βιογραφίες των φυσικών του, και στα περί βόμβας, και να τα κάνει θέατρο και να το παίζουν και παιδιά σε ημερίδα πειραματικής φυσικής στο Αιγάλεω και μετά, μέσω youtube, να το βλέπουν και σε άλλα σχολεία, είναι όλα αυτά άσχετες και κουλτουριάρικες ασχολίες για προστατευόμενα εξωπραγματκά περιβάλλοντα; περιττές λεπτομέρειες άνευ ενδιαφέροντος γιατί προέχει η κρίση; Δηλαδή είτε μόνο για πρότζεκτ με δεξιότητες χρήσιμες για πρόσληψη σε δουλειά πρέπει να μαθαίνουμε είτε μόνο για μολότωφ; Ας το πει αυτό είτε μαθητής είτε γονιός για να δουμε πόσοι θα συμφωνήσουν, είτε απ’αυτούς που θέλουν επιμόρφωση σε δεξιότητες για δουλειά είτε σε μολότωφ. Α! Ας προσθέσουμε, στα περί βόμβας, κι ότι ο Αμερικανός σοφός που λέγαμε, ο Μάμφορντ, είχε μετά τον πόλεμο κάνει την εικασία, που πριν τέσσερα-πέντε χρόνια επιβεβαιώθηκε, ότι ότι ο λόγος που οι Ρώσοι έφτιαξαν ατομική βόμβα σε χρόνο μηδέν μετά την Αμερικανική, ήταν ότι Γερμανοί φυσικοί που δεν ήταν εντοπισμένοι, όπως ήταν το γκρουπ του Χάιζενμπεργκ, και που είχαν προχωρήσει αλλά σαμπόταραν τον Χίτλερ ελπίζοντας ότι οι Αμερικανοί δεν θα την ρίξουν αν την έφτιαχναν, οι φυσικοί αυτοί που τους πρόλαβε το εντοπισμένο γκρουπ και τους ενημέρωσε, έφυγαν τρέχοντας να βοηθήσουν τους Ρώσους να την φτιάξουν για να μη κάνει η υπεροπλία τους Αμερικανούς να γίνουν Χίτλερ στην θέση του Χίτλερ αλλά να υπάρξει τουλάχιστον ισορροπία του τρόμου. Κατά τον ίδιο τον Μάμφορντ νικητής στον 2ο παγκόσμιο πόλεμο ήταν Χίτλερ, αφού αυτό που έχει σημασία δεν είναι ποιος αρχηγός τελικά πυροβολήθηκε αλλά ποιού οι σκοποί, οι μέθοδοι και τα οράματα επικράτησαν. Κι αφού με κάποιους Γερμανους έγιναν ντηλ σε στυλ «ή θα δικαστείτε ή θα συνεργαστείτε με μας να μας μάθετε κάμποσα για προπαγάνδα, βόμβες, …» και τα έμαθε η CIA για να τα χρησιμοποιεί, όχι για άμυνα…αρα; Ε, το να’ναι ο σκοπός πλέον Αμέρικα ούμπερ άλλες και όχι Ντόυτσλαντ ούμπερ άλλες είναι ένα είδος νίκης της Αμερικής αλλά για έναν τρίτο(-κοσμικό) σιγά τη διαφορά το ποιός απ’τους δυο θα σε κάνει μπανανία ή αν θα σε κάνει γκαρσόνι με ούζο δίπλα στη ακρόπολη αντί με τεκίλα (ή ξέρω γω τι πίνουν εκεί) δίπλα σε πυραμίδες των Ίνκα. Με κάπως παρόμοια λογική για το ποιός νικάει σε ένα πόλεμο, το ποιός νίκησε στο Αφγανιστάν, έχει την απλή απάντηση «ο μπιν Λάντεν», αφού τι σημασία έχει αν πρόλαβαν Αμερικανοί πεζοναύτες να τον πυροβολήσουν πριν πεθάνει απ’τα νεφρά του (αιμοκάθαρση δεν έκανε ήδη απ’τον καιρό των Δίδυμων Πύργων;) όταν, και σαν μέρος της κρίσης, ακόμα τον θυμόμαστε να λέει μέσω Αλ Τζαζήρα «Εμένα πόσα μεροκάματα μου κοστίζει να στέλνω κάθε τόσο κάποιον να μπήγει σε ένα άσχετο χωράφι στου διαόλου τη μάνα μια σημαία της Αλ Κάιντα; Ενώ εσάς πόσο σας κοστίζει να στέλνετε ύστερα εκεί μια μεραρχία; Οικονομική κρίση σε ολόκληρη την Δύση θα πάθετε για να απαντάτε σε κάθε τέτοια κίνηση». Ας γυρίσουμε στον ορθολογισμό τύπου φυσικών σαν τον Χάιζεμπεργκ που είδαμε. Έγραφε κάπου για τον καιρό της παρακμιακής Γερμανίας του 1920* «Ανέχεια, εθνική ταπείνωση, παρακμή, αλλά μερικοί νέοι σκεφτόμασταν ότι κι η Αθήνα μετά τον Πελοποννησιακό πόλεμο** κάποιο αντίστοιχο χάλι θα είχε, και ότι όπως κάποιοι άνθρωποι σαν τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα είπαν ότι απάντηση στη κρίση δεν ήταν το να απαντήσουν στον ανύπαρκτο και ψεύτικο λόγο των πολιτικών με πολιτικολογίες και σοφιστείες αλλά με το να συγκεντρωθούν στα ερωτήματα που είχαν πραγματικά νόημα, και δημιούργησαν όσα διαβάζουμε στους Πλατωνικούς διαλόγους, έτσι κι εμείς έπρεπε να στραφούμε σε όσα είχαν πραγματικά νόημα και δημιουργήσαμε την κβαντομηχανική (το «εμείς» εννοεί μεταξύ άλλων τον Πάουλι που ακούμε *Ο Αϊνστάϊν για τον καιρό της δικής του νιότης (γύρω στα 1900) έγραφε «Μεγάλη κρίση αλλά τι σήμαινε; Ότι επειδή είχαμε στομάχι έπρεπε να ξεχάσουμε ότι έχουμε και μυαλό και καρδιά;» **Τότε ήταν υποχρεωτικά στο Γερμανικό Γυμνάσιο τα αρχαία Ελληνικά και τα Λατινικά, αλλά ειδικά στο σπίτι του τα ξέρανε πιο καλά γιατί οι γονείς του ήταν αρχαιολόγοι; Βυζαντινολόγοι; Κάτι τέτοιο… 159 στο σχολείο για την «απαγορευτική αρχή».Καμιά 20-αριά από αυτούς τους νέους πήγαν στον Μπορ στην Κοπεγχάγη όπως και δυο Αμερικανοί και δυο Ρώσσοι* Υπάρχουν Ελληνικά αντίστοιχα σε ποίηση αντί σε φυσική; Η γενιά του ’30 μήπως**; Ας παραπέμψουμε στα «Ανοιχτά χαρτιά» του Ελύτη και εδώ ας πούμε απλώς για έναν που γεννήθηκε μεν το 25, οπότε την ποίηση της γενιάς του ’30 την άκουγε , όπως λέει ο ίδιος, σε πάρτυ και εκδρομές με συνομηλίκους του που έφερναν και διάβαζαν, ο ένας στον άλλο τους, ποιήματα από ποιητές που είχαν ηλικία σαν μεγαλύτερων αδελφών τους, εννοούμε τον Μικη Θεοδωράκη που μια παράγραφός του για την εφηβεία του θυμίζει πάρα πολύ την παράγραφο του Χάιζεμπεργκ που μόλις είδαμε. Γράφει ο Μίκης (ή λέει σε κάποια συνέτευξη και γράφει ο δημοσιογράφος): «Σαν έφηβοι ακούγαμε για τις ανακαλύψεις της επιστήμης και για την μαθηματική αρμονία που υπακούουν οι γαλαξίες στο σύμπαν και ότι τρόπος να έλθει η αρμονία στη γη είναι με το έργο των καλλιτεχνών και των κοινωνικών αναμορφωτών και ήθελα να βρω έναν σοφό με ιδέες για τις οποίες θα άξιζε και να ζήσω και να πεθάνω και, έχοντας ταλέντο στη μουσική, τον βρήκα στο πρόσωπο του Μπετόβεν που ήταν μουσουργός αλλά, και ο ίδιος και το έργο του, αγγιζόταν από τις κοινωνικές ανησυχίες της εποχής του...» (η συνέχεια είναι γνωστή). Μα έτσι προχωράει η κοινωνία; Με το τι κάνουν κάποια προικισμένα άτομα που’ναι σε κάποιο θέμα ταλεντάρες που ανήκουν στην κλάση ένας στο εκατομμύριο; Όχι: Η Ελλάδα φημιζόταν και για το υψηλό επίπεδο που είχαν ακόμη και οι μάζες που ήταν αναλφάβητες. Σε αυτό τι έπαιζε ρόλο (εκτός φυσικά του βασικότερου ρόλου που τον παίζει το ζωντανό παράδειγμα από συγγενείς και γείτονες!); Έπαιζε ρόλο το ότι κάποιοι θεωρούσαν φυσικό το να μεριμνούν για το θέμα αυτό, π.χ. μέγα παράδειγμα τέτοιας μέριμνας ο Σπαθάρης που όταν ο καραγκιοζοπαίχτης πατέρας του αρρώστησε κι έπρεπε να αναλάβει , 17-άρης ων, αυτός τη δουλειά άρχισε τα επεισόδια τύπου «Ο Καραγκιόζης κι ο Μεγαλέξανδρος» , «Ο Καραγκιόζης κι ο Αθανάσιος Διάκος» για να μεταγγίζει όσα μάθαινε στο γυμνάσιο σε όσους δεν είχαν πάει ούτε δημοτικό. Βέβαια σπουδαιότατο τέτοιο ρόλο έπαιξε κι ο ίδιος ο Θεοδωράκης με την «πολιτιστική επανάσταση» των Λαμπράκηδων της οποίας τον ρόλο έχουμε ήδη περιγράψει****. Εξ ίσου *(και σχεδόν όλοι τους έγιναν νομπελίστες) **Μεμονωμένοι μαθηματικοί και φυσικοί επίσης υπήρξαν αλλά όχι σε αριθμούς που συνιστούν «γενιά». Και έφυγαν για το εξωτερικό. Ο Καραθεοδωρής ήταν μεν σε «γενιά» αλλά της Γερμανικής επιστήμης. Πιο πολύ τέτοια γενιά, αλλά εκτός Ελλάδας και πάλι, υπήρξε από την δεκαετία του ’60 και μετά, ξεκινώντας με τον Χριστοδούλου, τον οποίο κάλεσε στο μεταπτυχιακό του Πρίνστον, όταν ήταν στη Β΄ Λυκείου, ο Γουήλερ, ο ένας από τους δυο Αμερικανούς που νέοι είχαν πάει στον Μπορ στην Κοπενγχάγη. Αυτό δημιούργησε γενιά υπό την έννοια ότι οι πιο έξυπνοι φοιτητές, που τότε πήγαιναν κυρίως στο Πολυτεχνείο*** άρχισαν να στρέφονται στην φυσική και στα μαθηματικά (συχνά πηγαίνοντας πρώτα στο Πολυτεχνείο για να κάνουν το χατίρι των γονιών τους να’χουν πρώτα ένα γερό χαρτί επαγγελματικής εξασφάλισης και πηγαίνοντας στη φυσική για μεταπτυχιακό μετά κι από κάποια σεμινάρια και συστατικές επιστολές από Δημόκριτο). Αρκετοί επέστρεψαν στην Ελλάδα και ζωογόνησαν αρκετά χρόνια τα εδώ πανεπιστήμια…τις τελευταίες δεκαετίες υπήρξαν τα προβλήματα που όλοι ακούμε… ***Η ιατρική έγινε της μόδας αργότερα. ****Θα τα ξαναπούμε και παρακάτω αλλά ίσως να’γινε ήδη σαφές οτι δεν κινούμαστε προς κάποια παρηγορητική και υπεραπλουστευμένη αναλογία του τύπου «ε, και τι έγινε με μια τρόϊκα για 10 εκατομμύρια Έλληνες, στην αρχαία Αθήνα κάνανε παπάδες με μια τριαοντόϊκα για 10 χιλιάδες Αθηναίους». Οι χρηματιστές είναι απείρως πιο επικίνδυνοι από τους τριάκοντα*****. Θα επανέλθουμε. *****Ο Θεοδωράκης κάποτε είχε πει «...Αλλά τον Χίτλερ αν μη τι άλλο τον σεβόσουνα σαν αντίπαλο. Τα στουρνάρια τους συνταγματαρχαίους ούτε καν έτσι δεν τους σεβόσουν, σου’ρχόταν να τους αρχίσεις στις σφαλιάρες. Ο μόνος σεβασμός που σου ενέπνεαν ήταν να τους πεις «Καλά, ας πούμε ότι είστε και η εκδίκηση της γυφτιάς, υπό την έννοια οτι κάποια αποβράσματα σιχαθήκατε και τους δεξιούς που σας χρησιμοποίησαν για να κάνουν το βρώμικο μέρος της δουλειάς τους και θελήσατε να κάνετε ένα κίνημα που να συλλάβει κάμποσους κι απ’αυτούς». Προσωπικά, στα γκόλντεν ζόμπι αφιερώνουμε μόνο το πρώτο μέρος, ούτε καν το δεύτερο (=με το ελαφρυντικό) κι ας υπάρχουν μαλάκες που γράφουν στη Μέρκελ ανοιχτή επιστολή του τύπου «Πριν μας κατηγορήσεις όλους για απατεώνες στείλε κάποιους δικούς σου να συλλάβουν τα λαμόγια μας», λες και οι δικοί της ελεγκτές θα είχαν κίνητρα πατριωτισμού να πιάνουν ξένα λαμόγια ή λες κι αξίζουμε απαλλαγή απ’τα λαμόγια μας αν δεν τα πιάνουμε μόνοι μας, για δικό μας καλό. 160 Σπουδαίο ρόλο έπαιξε όχι μόνο η αξία της τέτοιας διδακτικής μέριμνας αλλά και η εκτίμηση στην μόρφωση, και ως εκ τούτου και στον αντίστοιχο δάσκαλο, που έδειχνε ο απλός κόσμος. Αφού βέβαια ο απλός άνθρωπος είναι ανώνυμος και δεν γράφει αυτοβιογραφίες ούτε του παίρνουν συνεντεύξεις, θα πρέπει, για να το στοιχειοθετήσουμε αυτό δημοσίως, να το πούμε μέσω αυτοβιογραφιών και συνεντεύξεων ανθρώπων απλών που αν ήταν ο ένας τους εκδορεύς/χασάπης ή κουρέας, αντιστοίχως , όπως θα ήταν οι Βαμβακάρης και Ζαμπέτας αν δεν είχαν το χάρισμα στη μουσική που τους έκανε γνωστούς στον κόσμο, κι από κει ενδιαφέροντες στους εκδότες και τους δημοσιογράφους, τότε δεν θα είχαμε καταγεγραμμένη και δημοσιοποιημένη την γνώμη τους αυτή που απηχούσε πολλούς αφού δεν είχε σχέση με τα ταλέντο που τους έκανε ξεχωριστούς*. Λοιπόν: Βαμβακάρης: Γιατί είχα έρωτα στα γράµµατα… (Repost) ΣΕΠΤΕΜΒΡΊΟΥ 12, 2011 από Allu Fun Marx Τα σχολεία της φωτοτυπίας ανοίγουν σήμερα. Ευκαιρία λοιπόν για ένα repost. Στο blog αυτό το κείμενο που ακολουθεί ανέβηκε για πρώτη φορά το 2007. Ο Μάρκος Βαμβακάρης θυμάται τα σχολικά του χρόνια. Σε κάποιο σημείο ο Μάρκος αναφερόμενος στις συνθήκες που επικρατούσαν στα σχολεία το 1909 λέει: “Βιβλία δεν είχαµε”. Και είναι πραγματικά… “κατόρθωμα” της κυβέρνησης που 102 χρόνια μετά, οι σημερινοί μαθητές μπορούν να πουν “ούτε εμείς έχουμε βιβλία Μάρκο!” «Το 1909 µε βρέσκει πέντε χρονώ παιδάκι. Ήµουνα από τότες κιµπάρης. Σφιχτοδεµένος. Είχα πρώιµη ανάπτυξη. Παρατήραγα δεξιά αριστερά. Σφουγγάρι. Τα µάτια µου αρπάχνανε. Εβύζαιναν παντού. Έστηνα τ’ αυτί κι άκουγα,εκεί που μιλούσαν οι γέροι, οι σοφότεροι. Να μασώ την γλώσσα. Μου αρένανε ν’ ακώ κουβέντες.Όταν ιστορούσανε. Άκουγα. Κι ό,τι λέγανε τα κράτηγα. Μου αρένανε τα μυστήρια του ντουνιά. Επάγαινα στις γκάιντες, εκεί που τραγουδάγανε. Το κάθε ξηµέρωµα µ’ έβρισκε στο πόδι. Από ρουχαλάκια, δεν είχαµε, μπαλωµένα φορήγαµε. Παπούτσια ούτε για δείγµα. Διπλοβελονιά ντουσέκι το παλιοπαντελονάκι. Και µονοφόρι. Κι αν ξέπεφτε κανένα παλιοπάπουτσο, το ‘ραβα µε κερωµένο γκιούλι για να µη σπάει. Εχανόµουνε στα χωράφια ξιπολησιάς. Και τα κανιά µου γιοµάτα σηµάδια. Έβρεχε και πιλάλαγα στη βροχή. Έπεφτε µπόρα, δεν µ’ απάνταγε. Τα ‘βαζα µε τα στοιχειά της φύσης. Βούταγα µια βάρκα και κοντραριζόµουνα µε τα κύµατα.Την άνοιξη φούσκωνε η ψυχή µου. Εκαθόµουνα µε τις ώρες στις πλευρές κι άκουγα τα λουλούδια που έσκαζαν. Είχα µονίµως µια φούντωση (http://www.youtube.com/watch?v=1CeGogPy6fw). Έτσι ενθυµούµαι.Πέντε χρονώ, µ’ έστειλε ο πατέρας σχολείο. Από το υστέρηµα του µ’ αγόρασε ποδιά. Ετότες φορήγαµε ποδιές. Αλατζαδένιες. Υπήρχαν και τα ντρίλια. Κι ήµαστε όλα τα παιδιά µια κοψιά. Λόγω στολής. Τα γράµµατα τ’ αγάπησα, τα ‘παιρνα στον αέρα. Επήγα στο σχολείο. Ξύλινα θρανία. Κι ένας πίνακας. Κιµωλίες µε το δελτίο, πιο ακριβές κι απ’ το γαρούφαλο. Βιβλία δεν είχαµε. Το µάθηµα τ’ αρπάζαµε από το στόµα του δάσκαλου.Μόλις τελείωνα µε την διδασκαλία, ξαµολιόµουνα στα χωράφια και έλεγα µεγαλοφώνως τι άκουσα. Το ‘λεγα πολλές φορές. Αφού φχαριστιόµουνα, το ξανάρχιζα κι έβαζα και δικά µου µέσα. Ό,τι µου ‘ρχότανε. Το µεγάλωνα. Άµα µου άρεσε µια λέξη, µια φράση, την έλεγα και την ξανάλεγα. Κι όταν µε σήκωνε στο µάθηµα, του ξηγιόµουνα αβέρτα. Εκεί όµως που πάθαινα µεγάλη ζηµιά ήταν µε τον Πάρι και την ωραία Ελένη. Τον Αγαµέµνονα. Ξέρξη. Δαρείο. Τους Άθλους του Ηρακλέους. Όπου εστεκόµουνα, αυτούς τους πατριώτες τους έβλεπα οµπρός µου. Και τις ναυµαχίες. Με πρώτη εκείνη που έλαβε χώρα στή Σαλαµίνα. Ετούτοι οι πρόγονοι πολύ µε συγκίνησαν. Ταίριαξαν µε την ψυχή µου. Ο δάσκαλος καταλάβαινε τι αντάρα γινόταν µέσα µου και µε είχε περί πολλού. Ήµαστε ζόρικοι. Αλλά σ’ εµένα δεν σήκωσε ποτές χέρι. Γιατί είχα έρωτα στα γράµµατα. Τους άλλους τους µούρλαινε στις φάπες.Τους διάταξε, ο καθένας να φέρνει τη βέργα του. Και µε την βέργα του τον έδερνε. Να και τούτη, να και κείνη.Και του καρούλιαζε τα χέρια. Όταν έµαθα την αλφαβήτα,γιόµισαν τα µάτια µου δάκρυα. Μου κονόµησε ο πατέρας ένα µολύβι. Εβρήκα κι ένα χαρτί άσπρο κι άρχισα να συνταιριάζω τις πρώτες λέξεις. Τις έγραφα και µετά τις διάβαζα φωναχτά. Τι δε θα ‘δινα να θυµηθώ την πρώτη λέξη που ‘γραψα. Αλάφρωσε η ψυχή µου από την φούντωση. Τα γράµµατα µου παίρναν την στενοχώρια. Από µικρό παιδάκι στα βάσανα. Έβλεπα τον πατέρα µου να δουλεύει, να κουράζεται. Αλλά το ψωµί δεν έφτανε. Πώς να θρέψει τρία παιδιά; Κι η µάνα µου µαρτύρησε να µας αναστήσει. Είχα κλίση στα γράµµατα.Κι όταν φτάσαµε σ’ εκείνους, Βυζάντιο και τα ρέστα, ξανάπαθα ζηµιά. Όλους εκείνους τους αυτοκρατόρους, Κωνσταντινούπολη, Αγία Σοφιά. Έπεφτα να πλαγιάσω, αλλά πού ύπνος. Τα ‘παιρνα απ’ το δάσκαλο και τα ‘φερνα στον ύπνο. Συντροφία. Ξαγρύπναγα και τα ‘βλεπα. Κοιµόµανε και ‘ρχόσανε στα όνειρα. Βυζάντιο. Η άλωσις της Κωνσταντινουπόλεως. Εσηκωνόµουνε ως υπνοβάτης και ξέβγαινα όξω τες νύχτες, µπας και τους συναντήσω. Κι όλο ρώταγα το δάσκαλο εκείνα που σκεφτόµουνα, να πάρω απαντήσεις. Αλλά δεν κράτησα πολύ τα γράµµατα. Πριν τελειώσω την τέταρτη τάξη, το 1912, επήραν τον πατέρα µου στρατιώτη και άφησα το σχολείο για να πάµε µε τη µάνα µου σε δουλειά. Τρία µωρά στο σβέρκο. Εµένα.Τον Λεονάρδο.Και τον Φραγκίσκο. Ήµανε ο µεγαλύτερος. Κι ήπρεπε να κονοµάµε. Από δουλειά σε δουλειά, εγίνηκα κι εφηµεριδοπώλης. Εξέκλεφτα χρόνο στις γωνιές και κλεφτά εδιάβαζα τα µεγάλα γράµµατα.Τους τίτλους. Κι εµάθαινα τα γραµµατάκια. Και τα καλλιεργούσα όπως όπως». Ο Μάρκος Βαμβακάρης,θυμάται τα σχολικά του χρόνια… Και μας συγκινεί. Από την σειρά “Ρεμπέτικος Μύθος” των εκδόσεων Τεγόπουλου-Μανιατέα, με κείμενα και επιμέλεια του Γιώργη Χριστοφιλάκη. Δυό επισημάνσεις μόνο: -Πόσο ζωντάνια έχουν οι ρηματικοί τύποι που χρησιμοποιούσε στον προφορικό του λόγο ο Μάρκος :Μου αρένανε,τα κράτηγα,εχανόµουνε,φορήγαµε…-Διαβάζοντας το απόσπασμα αυτό, μπόρεσα να καταλάβω πώς ξεφύτρωσαν ο Σωκράτης, ο Πάρης, η Ωραία Ελένη,ο Μενέλαος, ο Ηρακλής, η Λερναία Ύδρα και ο Ξέρξης μέσα στους στίχους του τραγουδιού του Μάρκου”Ήθελα νά’μουν Ηρακλής” «Εκεί όµως που πάθαινα µεγάλη ζηµιά ήταν µε τον Πάρι και την ωραία Ελένη.Αγαµέµνονα. Ξέρξη. Δαρείο. Τους Άθλους του Ηρακλέους. http://www.youtube.com/watch?v=Z-tIJlX5efw Όπου εστεκόµουνα, αυτούς τους πατριώτες τους έβλεπα οµπρός µου Ζαμπέτας: «…εξόν από τη μάνα μας και τα παιδιά μας τι άλλο νομίζεις πως θα θυμόμαστε ρε; Κάνα καλό δάσκαλο, την πρώτη μας γκομενίτσα και κανένα μερακλίδικο τραγούδι…» *(όπως και καμιά ιστορία ή γνώμη του Ζορμπά δεν θα ξέραμε αν δεν είχε τύχει να πάει κηπουρός και στον Καζαντζάκη, αφού κι από μουσική το σαντούρι απλώς το έπαιζε , δεν έγραφε επιτυχίες…) 161 Θα πει ίσως κάποιος «Καλά όλα αυτά, ένα-ένα, αλλά όλα μαζί πού το πάνε; Στο ότι π.χ. αν υπήρχε εκτίμηση στην παιδεία από γονείς και μαθητές θα μπορούσε κάποιος να πει στα σχολεία κάτι πολύτιμο που δεν λένε ούτε τα ΜΜΕ ούτε όσα το υπουργείο καθορίζει ως διδακτέα θέματα; Εντάξει, πες οτι αποδείχθηκε ότι π.χ. ακόμα συνιστά πολιτισμό η μουσική του Μίκη, πες και ότι αποδείχτηκε ότι ο πολιτισμός μπορεί ακόμη να αποτελεί παρέμβαση στα τεκταινόμενα (που ΔΕΝ αποδείχτηκε ακόμα, υποθετικά μιλάμε αυτή την στιγμή), έστω λοιπον ότι όλα αυτά ισχύουν και ότι εχει το σχολείο την εκτίμηση παιδιών και γονέων για να αφιερώσουν, δοκιμαστικά, την προσοχή τους σε κάποια από τα μηνύματα που περιέχονται στο μουσικό περίπατο. Ποιά θα διάλεγες , με ποιό τρόπο θα τα διατύπωνες, και σε ποιάν ευκαιρία συνάθροισης;» Απάντηση: Θα μπορούσαν όλα αυτά να γίνουν απλώς μέσω του κεφαλαίου που ακολουθούσε «Άλσος Παγκράτι Νιουζ» και που λεγόταν «Συζήτηση για το αμέσως παραπάνω», το δε «Άλσος Παγκράτι Νιουζ» έχει την δομή υστερογράφου στην γιορτή της 17Ν, και μια περίληψή έχε ήγη παιχτεί σαν τέτοιο υστερόγραφο. (Ας την βάλουμε αυτούσια κι εδώ να μην ψάχνει ο αναγνώστης) Λ:-Λοιπόν; Ήταν αρκετά συναφής η κωμωδία; Π:- Ήταν Ντ:- Αρκετά συναφής ήταν, αρκετά κωμωδία ΔΕΝ ήταν. Έχει η γενιά σου τιποτε αρκετα ξε-ψυχοπλακωτικό, κι ας μην είναι συναφές; Κατι πιο ροκ ρε παιδί μου! Στέλλα:- Κοντρόόλ, το θυμασαι εκεινο το βιντεακι με τον Ρέϋ Τσαρλς και τους Blues Brothers Κτρλ:- Εφτασέέέ: http://www.youtube.com/watch?v=rN5V-6yCbpg Ντ:- Καλές οι πλάκες αλλά τότε που διασκεδάζατε με όλα αυτά δεν ήσασταν με με τα δυο ποδια σε κριση και το ένα πόδι στο λάκο όπως εμείς. Π:-Άλλο το οτι το βιντεο δειχνει φτωχογειτονιά Αμερικάνικη κι άλλο το τι ήσασταν εσεις σαν θεατες. Αλλωστε αλλιώς ήταν οι φτωχογειτονιες τον καιρο πριν την κριση και αλλιώς θαναι τωρα, ακομη και στην Αμερική. Σ:- Μα δεν τελειώσαμε , απλώς για τα παρακάτω πρέπει να θυμηθούμε ότι μια ευχή-κραυγή στα ελληνικά γλέντια είναι το «να πεθάνει ο Χάρος». Πάμε να δούμε άλλο ένα τραγούδι που όλοι ταυτίζουμε με κέφι, «του Θωμά το μαγαζί» . Ας δούμε λοιπόν πώς με το ίδιο κέφι που το τραγούδι αυτό τραγουδιόταν όταν άρχιζε το πρόγραμμα μιας τραγουδίστριας ρεμπέτικων στο φημισμένο έργο «Ρεμπέτικο» του Φέρρη, τραγουδήθηκε επίσης και στην κηδεία της. Πώς πέρασαν τα όργανα στο νεκροταφείο; Κλεισμένα σε ευρύχωρα παλτά, όπως κυκλο-φορούσαν έτσι κρυμμένα και κάποτε που είχαν κηρυχθεί παράνομα τα ρεμπέτικα. Και δόθηκαν χέρι- χέρι γύρω από τον τάφο σαν να ήτανε ντουφέκια που άρχισαν να τα παίζουν πρώτα όρθιοι σαν να τιμούσαν στρατηγό που αποχωρεί… Λ:-…αλλά όταν, μαζί με λουλούδια, της έρριξαν στο φέρετρο και το ντέφι της, τότε άρχισαν να παίζουν τα όργανα τρυφερά για να μην ταράξουν την καινουργιοφερμενη στον Παράδεισο, αλλά και γονατίζοντας προς την γη για να ακούγονται οι πεννιές στον Άδη καλύτερα, σαν ναχε απλώς πάει στο 162 διπλανό δωμάτιο κι άκουγε ακόμα τους φίλους της να γλεντάνε για να της κάνουν με την φασαρία παρέα να μη νιώθει μόνη, και επίσης χόρευαν με απαλά βήματα στο νεκροταφείο στον τέτοιο αποχαιρετισμό μέχρι που ένας τους την χαιρέτισε και κουνώντας προς τον ουρανό την τραγιάσκα όπως χαιρετάμε ταξιδιώτη σε πλοίο… http://www.youtube.com/watch?v=t_YG5XCJWFA&feature=related Ντ:- Κάπως στο στυλ πάρ’τον στο γάμο σου να σου πεί και του χρόνου δεν είναι αυτού του είδους η αισιοδοξία; Ή σαν το «η εγχείρηση πέτυχε ο ασθενης απέθανε», που λέει και η τρόικα Π:- Ή μήπως μας την λέτε που τώρα δεν γράφονται τέτοια τραγούδια με μπαγλαμαδάκια κλπ; Σ:- Δεν γράφονται; Μα τι λες;! Μέχρι και τέτοια μπαγλαμαδάκια δεν έχει ο Αγγελάκας στο «Σιγά μην κλάψω σιγά μη φοβηθώ;» της γενιάς σας; Για άκου τα… http://www.youtube.com/watch?v=bS-l3DTIGAI&feature=related …………………………… Στέλλα:- Ντίνα ειχες δει εκεινο το Αλ Τσαντίρι που τέλειωνε ο Λάκης με κείνο το χασαποσέρβικο που ξεκιναγε με τα στιχους «μια μερα θα μας γράψει η ιστορία/ που διώξαμε απ’την Ελλάδα τα θηρία/ που διώξαμε υπουργούς και βουλευτάδες/ τους ψευταράδες και τους μασκαράδες»; Ντίνα:- Και που συνέχιζε «Και στo Συνταγμα εκεί όλοι οι άνθρωποι οι απλοί /Νίκος, Κώστας , Γιάννης, Στέλιος /που αυτοί θα φέρουν τέλος/ και ο κάθε πατριώτης θα μας φέρουν την ισότης»; Ναι το ειχα δει. Κανα ονομα μπορει να άλλαξα, αλλά το Στέλιος υπήρχε για να ταιριαζει με το τελος. Kι έδειχνε ο Λάκης με το δάχτυλο το κοινό σαν να’βλεπε τα ονόματα που’λεγε. Στέλλα:- Μπράάβο! Με την πρωτη σου’μεινε; Εχεις δει το οριτζιναλ πριν το προσαρμόσει ο Λάκης στα σημερινά; Ντ:- Όχι Στέλλα: - Έλα να δούμε λίγο και πες μου αν κατά τη γνωμη σου είναι ψυχοπλακωτικο ή ξεψυχοπλακωτικό.Κοντρόόλ Κτρλ:- Ξέρω-ξέρω, καταλαβα. http://www.youtube.com/watch?v=-8Gp2OVlhlE&feature=related 163 Στέλλα: - Η φτωχεια είναι τοσο μεγαλη που η συζυγος του μπουζουξη αν δεν ήταν ετοιμόγεννη θα τραγουδούσε κι εκεινη διπλα του, ή θα χτυπαγε ντεφι. Όπως ειδες με το ένδυμα ορχηστρας είναι ντυμενη καθώς στο πισω δωματιο, με μια μαμή, γενναει σε ένα καναπέ ενώ η ορχήστρα παίζει. Α! Δεν στο’πα! Το κοριτσάκι που γεννήθηκε μέσα στις πεννιές που τις ακουγε ήδη απ’την κοιλια της μανας της ήταν η τραγουδίστρια που χρόνια μετά, στην κηδεία της, την ξεβγάλανε με μπουζουκια κλπ τραγουδωντας του Θωμά το μαγαζί με το οποίο είπαμε ότι ξεκίναγαν τα γλέντια στο μαγαζί όπου τραγούδαγε. Τώρα πες μου κατι άλλο. Αυτά που ειδαμε τι σου φαινονται πως είναι; Τραγωδία λόγω φτωχειας ή κέφι παρ’όλη την φτωχεια; Ντίνα:- Θα το σκεφτω. Ετσι που το προσάρμοζε το Αλ Τσαντίρι ειχε μόνο κεφι. Λάκη γιατι το διαλεξες; Τι ακριβως γινόταν εκει με εκεινον τον Βενιζέλο τον παλιό; Κατι σαν τωρα; Λ:- Εκείνος το 1909 έσωσε την Ελλάδα από το ιστορικό «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» που έγινε 12 χρόνια νωρίτερα. Αλλά καμια σχέση με τον τωρινό , ούτε συγγένεια, ούτε ομοιότητα. Κι αφού δεν βλέπουμε κανενα σαν εκεινο να σωσει την χωρα, αν την σωσει κάποιος θαναι ο ανώνυμος λαός, δηλαδή οι Κώστας , Γιάννης, Πέτρος, Στέλιος, αυτοί για τους οποίους η ποίηση λέει ότι γραφουν την ιστορια του κόσμου σε μικρά ονοματα. Τέλος πάντων, όλοι μας μαζί θα πρέπει να τη σώσουμε αλλιώς δεν σώζεται. Και βέβαια όλοι ξέρουμε ότι χωρίς τον λαό ακόμα κι ο παλιός Βενιζέλος θαταν ανίσχυρος. Πάντα ο λαός είναι αυτός που σώζει την χώρα. Ντ:- Καταλαβαινω οτι κατι εχετε και σεις να μας πειτε αλλά για να στανιαρω ξερετε με ποιο τραγουδι θελω να τελειωσουμε. Σ:- Αμ δεν ξερουμε; Στέλλα:- Και το κοντρόλ ξερει …. Λ:- Μόλις πριν λίγο δεν σας τόπα ότι δεν το ξεχάσαμε; Βιαζεστε να φυγετε; Ντ:-Καλά ντε, δεν σας έπιασα κι απ’τα μούτρα. Αμέσως εσείς μ’αυτό το κοντρόλ! Πρωτα θελω να μας ξαναπει Λάκης εκείνο: Λ:- Πές το κι έγινε Ντ:-Καλά ντε, αμεσως πες το κι έγινε.Πρώτα ξαναπαίξε το ροκ το Ελληνικό (Το λινκ του «το ροκ το Ελληνικό» των Τουρνά-Μητροπάνου είναι http://www.youtube.com/watch?v=Ape1Nip_v74 το λινκ Λαζόπουλου είναι http://www.youtube.com/watch?v=NyTPhhty6Ys&feature=related ) 164 …………………………… Π:- Κι έχω μια ένσταση ήδη στο βιντεάκι με το ορίτζιναλ του τραγουδιού . τυ Λάκη. Γιατί το ειχατε στο αρχείο σας με γερμανικούς υπότιτλους; Ξέρουμε για τις σχεσεις ΑLFΑ με Γερμανία, δεν χρειαζεται και να μας το υπενθυμίζετε. Το έχουμε εμπεδώσει ……………………………. …(απάντηση Λάκη και Σαλονικιού με γνωστό ανέκδοτο:)…έρχεται ο τζίτζικας καλοκαίρι στο μέρμηγκα και του λέει «Πάμε παραλία; Έχω στρώσει κατάσταση με γκόμενες» «Εγώ στρώνω κατασταση για το χειμωνα. Χωρίς προμήθειες εσύ θα χτυπησεις το κεφάλι σου και θα με θυμηθεις» «Καλά , μαζεψε τώρα προμήθειες και θα σε ξαναφωνάξω, κοίτα ναρθεις γιατί εσυ θα χτυπησεις το κεφάλι σου για τη μαγκουφιά σου και θα με θυμηθείς» Τον ξαναφωναζει σε λίγες μερες για κατάσταση, του φέρνει μαζί και τις γκόμενες με τα μαγιο και τα αντιηλιακά και τα ψαθακια, όλοι με μαύρα γυαλιά και σαγιοναρες, αλλά τα ιδια ο μερμηγκας. Έρχεται ο χειμωνας , ο μέρμηγκας ρόμπα, παντοφλίτσα, καλοριφερ, λέει στην μανα του «Αν χτυπήσει κουδούνι ο τζίτζικας μη τον βάλεις μεσα γιατι θα μας κατσικωθει και δεν θα φεύγει. Φώναξέ με και κάτσε να μας ακούσεις» Χτυπάει ο τζίτζικας με δυο γκόμενες, όλοι κασκόλ, μαυρο γυαλί και σκι , του λέει «Πάμε Πάρνηθα για σκι. Ντύσου κι έλα» Του κλείνει την πόρτα ο μερμηγκας και λέει στην μανα του που τον κοιτάει με απορία: «Αν τηλεφωνησει κάποιος Αίσωπος πές του ότι ειναι μεγάλος μαλάκας»…Αυτό δειχνει έναν από τους λόγους που και οι φτωχοί Έλληνες, κι όχι μόνο τα λαμόγια, την σπανε στους Ευρωπαίους ή τους γεννανε αισθήματα αγάπης-μίσους. Πού κολλάει τα ανεκδοτο αυτό στα σημερινά; Περασμενα μεγαλεια και διηγώντας τα να κλαις; Παρηγοριά στον αρρωστο μέχρι να βγει η ψυχή του; Ούτε τονα ούτε ταλλο. Μα θα πει κανεις «Λίγα πάθαμε ζωντας σαν νεοπλουτοι τζίτζικες από τα διακοποδανεια και την κατανάλωση; Δεν βάζουμε μυαλό;» . Όμως αλλού είναι το θέμα. Τους Ελληνες εντός π.χ. διακοπών σε άλλο πράγμα είναι που απ’τη μια τους χαίρονταν και ήθελαν να τους μοιασουν οι ξενοι κι απ’την άλλη τους ζήλευαν. Οι ξενοι ερχονταν εδώ με λεφτα και εμείς είμασταν μπατίρηδες και όμως ξεραμε να ζούμε και να γλεντάμε με το τιποτα χωρις καρτες κλπ Οι παππουδες με το βρακί το μπαλωμενο που τους εχουνε όλους χεσμενους ξέρουν ότι οι Ελληνες στο γήπεδο της φτωχειας παίζουν εντός έδρας και κερδιζουν και οι ξένοι αναρωτιούνται πώς να τους μοιασουν, ενώ αν την χαρά την παιρνουνε μεσα από την κατανάλωση τότε παιζουν στο γήπεδο των ξένων και όσο και να προσπαθούν πάντα φτωχοί συγγενεις θαναι και θα προσπαθούν οι ίδιοι να μοιασουν στους ξενους. Ποιος από μας τους μεγαλύτερους δεν θυμαται φορές που όταν νέοι καθόμασταν σε ταβέρνες και αρχίζαμε ανέκδοτα στην παρεα γελάγαμε 165 τόσο πολύ που οι παρεες ξένων από δίπλα σταματαγαν τις μεταξυ τους κουβεντες και αρχιζαν να γελανε όταν γελάγαμε κι εμεις χωρις καν να ξερουν ελληνικά. Προσωπικά την πρωτη φορά που μουτυχε ρωτησα «Άρα ξερετε Ελληνικά;» και μουπαν (Σουηδοί ήταν, στ’Αγγλικά τους ρωτησα) «όχι αλλά είναι μεταδοτικό το γελιο και ετσι κι αλλιως το απολαμβάνουμε εξ ίσου», άλλη φορά που ρωτησα, μήπως τους ενοχλούμε, μου ειπαν «όχι, όμως γελάμε κι εμεις απλώς επειδη κανετε ευτυχισμενο θόρυβο», την τρίτη που ρωτησα ήταν ενας που ετρωγε μοναχός του και συγκεντρωνόταν τόσο πολύ σε αυτό που λεγαμε και γέλαγε ένα δευτερολεπτο πριν γελασουμε εμεις, αρα πώς ήξερε πού ηταν το αστειο αφου δεν ηξερε Ελληνικά; Θαταν φυσιογνωμιστής. Υστερα δεν ξαναρωτησα γιατι άλλη φορά ειδα που γελαγε κι ένα μωρό από την παρεα μας την Ελληνική άρα απλως σήμαινε ότι και χωρις λογια μεταδιδεται αυτό που εμπιστευονται οι άνθρωποι ως χαρά κι ευτυχία. Και μη μου πειτε ότι ετυχε η παρέα μου ναναι πάντα ηθοποιοί της κωμωδιας. Ίδιες σκηνές μου’χουν πει και φίλοι κάθε επαγγέλματος. Άσε πια τι γινότανε στον χορό που η γλώσσα του σώματος είναι διεθνης. Όποιος δεν με πιστευει ας ανατρεξει απλως στην μνημη του να θυμηθει ποσες φορές ξενοι κοιτάγανε έτσι τις νεανικές παρέες μας σε ταβέρνες. Λοιπόν: Οι υπότιτλοι στα γερμανικά στο λινκ με τη ρεμπετισσα που γεννούσε παραπλεύρως μαρτυρούν οτι το εργο, το «Ρεμπέτικο», του Κώστα Φέρρη, παίχτηκε και στη Γερμανία. Υπαρχει και σε λινκ με αγγλικους υποτιτλους. Δεν τους χρεώνουμε το δωρο που το εργο αυτό προσφερει, η ουσία είναι παντα δωρεαν, δωρεά σημαινει δωρο, απλώς παρατηρουμε ότι αν ξερανε πώς να το κανουν το εργο αυτό να πιασει τοπο θα διδασκονταν από μας κατι πολύ βαθυ για την ουσια της ζωης όπως το ξέραμε εμεις πριν παμε να τους μοιασουμε στην κατανάλωση. Π.χ. από σκηνες όπως με τα ανέκδοτα στις ταβέρνες ξέραμε ότι μεταξυ ενος λεφτα κι ενός μπατιρη μπορει ναναι ευτυχισμενος ο μπατιρης και να θελει να του μοιασει ο άλλος. Εμείς όμως μπορούμε να το ξαναμαθουμε αυτό σε χρόνο ντε-τε αφου δεν πεθαναν ακόμα οι γενιές που την προλαβαν αυτή την αλήθεια. Ας την ξαναδιδαχτουμε για να μη καταντησουμε εμεις σαν τους Γερμανούς , που στην χωρα του Μπετοβεν , του Καντ, του Αϊνσταϊν, του Μπρεχτ, και της αξιοθαύμαστης αυτοκριτικης για Χιτλερ κλπ που κάνανε καποτε, να γινονται τωρα προς εμας κολπα τυπου Ζιμενς-Μιζενς και να μετρανε μπουκιες σε μας μηπως τρωμε πιο πολύ απο αυτους στις διακοπες στο Αιγαίο και μήπως τα γέλιο μας οφείλεται στο ότι παραγγέλνουμε πιο πολλά και μάλιστα με δικα τους εξοδα διοτι τους ειπαν ότι εμεις τους καναμε τράκα κι όχι αυτοί εμας, τότε στις πολεμικες αποζημιώσεςι και στα δανεια που με το ζόρι μας πηραν τότε στην κατοχή… 166 Αφού ξαναείδαμε ποιά σημεία εννοούσαμε πάμε πλέον στις σημειώσεις για την συζήτηση που λέγαμε: … 1. Τώρα τελευταία κυκλοφορει στο ίντερνετ μια παραγραφος από την «Γένεση της τραγωδίας» του Νίτσε που λέει ότι οι Ευρωπαίοι έχουν κάθε λόγο να ζηλεύουν τους Έλληνες, αλλά δεν καταλαβαινουν τιποτε από αυτούς αφού ποτέ οι Ευρωπαίοι δεν κατάλαβαν το πώς οι Έλληνες έφτιαξαν ένα πολιτισμό που ισορροπεί ακροβατώντας πάνω από τον τάφο και το κάνει χορεύοντας την τεράστια αγάπη του ανθρώπου για τη ζωή. Τέλος πάντων κάπως ετσι το τοποθετεί , θα βρούμε άλλη φορά το λινκ . Τωρα άλλο προέχει. Απάντησαν μερικοί (και Έλληνες και ξένοι) ότι μιλάει για τους αρχαίους Έλληνες και όχι για τους σύγχρονους και οτι η αλυσσίδα προς εκεινους εχει σπάσει προ πολλού. Μα συγχρονοι Έλληνες είναι τα λαμόγια των τελευταιων ετων που θέλαν να γίνουμε γιάπηδες*; Επίσης αρκεί λιγος χρόνος νεοπλουτισμού για να εξαλείψει συνδέσεις που δεν κοπηκαν για αιωνες και για χιλιετηρίδες και δεν αρκεί ο αντιστοιχος χρόνος αυτοκριτικής για να αποκαταστήσει την σύνδεση; Αν δεν είμαστε βαθεια συνδεδεμενοι με τα βιώματα αυτά γιατί μερακλώνουμε με τα τραγούδια που ακούσαμε; Και δεν μερακλώνουμε μόνο εμεις, αλλά και κάθε ξένος που ζει εδώ ή που ακουει τα τραγουδια είτε τα μεταφράζει, όπως στους γερμανικούς υπότιτλους που ειδαμε, ειτε νιωθει την μουσική τους. Άλλο αν είναι βαρβαρο-Ευρωπαίος και νομιζει πως αυτό που νιωθει θα το νιωθει καλυτερα αν βαλει απεριτιφ, πισινες και γκρηκ ντάνσινγκ στην ακροπολη. Κι ακόμη δεν αρχισαμε καν να μιλάμε για το πώς όλα αυτά εκφράζονται στη μουσική του Θεοδωράκη που θέλει από μόνη της ένα αποκλειστικά δικό της πρότζεκτ ή, για να μη υπεραπλουστεύουμε, τουλάχιστον μια αποκλειστική δεκάδα από πρότζεκτ… *Γιάπηδες-μαϊμού εμείς, οι πολλοί, και αρχηγοί μας (ως ορίτζιναλ γιάπηδες για να τους θαυμάζουμε σαν φτωχοί συγγενείς εμείς οι ιμιτασιόν) αυτοί. 2. Επίσης ας πούμε σύντομα, και το λεμε εκτενως άλλη φορά, και το γνωστό που κάποτε μαθαιναμε για την σχέση Ελληνισμού-Χριστιανισμού στο πώς έδιναν οι αρχαιοι , πανανθρωπινη απάντηση, στο ερωτημα «πώς γίνεται και υπάρχει ακόμη το καλό στον κόσμο». Λέγανε τον εξής Ορφικό μύθο: Κάποτε τον Διόνυσο, σύμβολο του καλού, τον κυνηγούσαν κατι γίγαντες. Εκείνος για να ξεφύγει συνεχώς μεταμορφωνόταν, αλλά σε μια στιγμη που’χε μεταμορφωθεί σε νεαρό ταύρο ένιωσε πολύ όμορφος κι έκανε την ανοησία να σταματήσει να κοιταχτεί στα νερά μιας λίμνης. Εκει οι γιγαντες τον προλαβαν, τον σκότωσαν και, ως ταυρο, τον έκαναν μπριζολες και τον εφαγαν. Μεταβολίστηκε στα στομαχια τους και μετά όλα τα κυτταρα και αυτων και των παιδιών τους περιείχαν και το καλό. Δηλαδή το «Λάβετε φάγετε, τούτο εστι το σώμα μου…» οι Ορφικοί το ειχαν σαν ότι ο τρόπος που τα καλό επιζει είναι σαν σουβλάκι στα στομαχια των κακών. Δεν σημαινει δηλαδή «σφάξε με αγά μου ν’αγιάσω» αλλά π.χ. όταν ένας πιλότος στο Ιράκ κατεδαφιζει μια πολυκατοικία αμάχων επειδη Ιρακινός οικογενειαρχης πήρε τουφεκι και πηγε σε ταράτσα να πυροβολεί αφού αποχαιρέτησε την οικογένειά του, τότε στη δική του οικογένεια αργότερα θα ντρέπεται να λέει τι άνανδρος ήταν ο ίδιος και θα λέει ως δικες του τις ιστοριες του αντιπάλου. Και εστω μέσω κλοπής θα επιζεί η σωστή στάση προς τη ζωή. Έτσι έγινε και με τα Χόλλυγουντ που έδωσε σαν καουμποϋλίκι την ανδρεία των Ινδιάνων που υπέστησαν γενοκτονία. 3. Και θυμόμαστε από τα κείμενα στην Β Γυμνασίου το άρθρο του «Βήματος» στο οποίο ο Ζήσιμος Λορεντζάτος μετέφραζε από τα Αγγλικά γράμμα του Ινδιάνου αρχηγού Σηάττλ προς τον «μεγάλο αρχηγό, μπιγκ τσιφ, στη Γουάσινγκτον» το 1855 που έλεγε ότι τώρα πλέον τα λειβαδια, τα οποία ήξεραν πόσο οι Ινδιάνοι τα αγαπούσαν, θα τα εχουν οι Λευκοί που δεν ξερουν να τα αγαπήσουν, των δε Ινδιάνων θα κυκλοφορουν μονο τα φαντασματα και καμια φορά κάποιοι Λευκοί με ευαισθησία και τιμιότητα σκαβοντας κάτω από την ασφαλτο των πόλεων θα νιώθουν την παρουσία τους. Ο Ρίτσος στη Ρωμιοσύνη έλεγε «Αυτές οι πέτρες δεν βολευονται κατω απο ξενα βηματα..». 167 4. Αλλά και Ελληνες και Ινδιάνοι ξερανε οτι δεν αρκει να ζήσεις σαν ιδεα, σαν φάντασμα, σαν παράγραφος σε βιβλίο ιστορίας ή ποίησης ή γεωμετρίας και ότι η ζωή ή ίδια σου ζητα να πολεμήσεις για να ζήσεις εσύ και οι δικοι σου με σάρκα και οστά, αλλιώς ούτε την αφηρημενη αθανασία αξίζεις. Και πάντα πολέμησαν. Η φοβερή υπεροπλία νίκησε τους Ινδιάνους. Τους Έλληνες που δεν νικήθηκαν το ’40 θα τους νικήσει ίσως η πονηριά των γκολντεν μπόϋς; Ίσως αποδειχτούμε πιο εξυπνοι απ’ότι αυτά τα γιαπάκια ίσως η πονηριά κερδίζει την τίμια εξυπνάδα. Σίγουρα πάντως αν νικήσουμε σαν τροπος ζωής που να αξίζει να την ζούμε δεν θαναι με το να τους μιμηθούμε και να τους κανουμε προτυπα να μας δωσουν κάνα ευσημο ότι εστω και λιγάκι καπως τους μοιασαμε στον «πολιτισμό». Το θέμα ειναι να κανουμε αυτοκριτική ενώπιον των καλών του πολιτισμού μας που προδώσαμε και των καλών του πολιτισμού της Ευρώπης που αυτή πρόδωσε, όχι ενώπιον των καλών της κατανάλωσης που καταντησε και μας και αυτους ρεντικολα των εταιριών ως κυβερνησεις και μας καταντησε, ως λαούς, ρεντικολα τετιων κυβερνήσεων, δηλαδη ρεντίκολα-ρεντίκολων. 5. Οι της «θετικής κατεύθυνσης» λένε συνήθως πιο επίγεια πράγματα. Έχω ακουσει ότι κάποτε ο Τσώρτσιλ είχε πει «Θέλετε να εξευτελίσετε ένα θεσμό; Εφαρμόστε τον στην Ελλάδα». Άλλοι τοχαν παρει σαν προσβολή. Άλλοι σαν σωστή κριτική για τα τότε λαμόγια. Προσωπικά εγώ τον θυμήθηκα τον Τσώρτσιλ όταν ειδα πως οι παππούδες με το πανό για το βρακι το χεσμενο εξευτέλισαν όχι μονο το μνημόνιο, και την εφορία αλλά και την μπουρδα του Τσώρτσιλ μαζί. Όταν οι «θετικοί» ακούνε τον Ορφικό μύθο κλπ από τους «θεωρητικής κατεύθυνσης» μάλλον νιώθουν και ότι όλη αυτή η στάση των Ελλήνων, η Αριστοφανική, έχει κάποιες πολύ βαθειές ρίζες. Που θυμίζουν κι ένα στίχο από Σαββόπουλο.: Μπορεί κανίβαλος ποτέ να εκπροσωπησει τάχα όλους τους φίλους τους παλιούς που εχει στη στομάχα; Τότε που τοβγαλε Σαββόπουλος, με τίτλο «Οι εκλογές μαντινάδα», ειχε χρησιμοποιήσει η Δεξιά στα προεκλογικά της κεντρα τραγούδια του Ρίτσου και του Θεοδωράκη και τρελλαθηκανε όλοι και λέγανε: «Ρε πάτε καλά; Παίζετε το «ετούτοι μες στα σιδερα, κι εκεινοι μες στο χώμα…»; Εσεις δεν τους στέλνατε στα σιδερα και στο χωμα;». Ενώ τωρα, βλέπεις, βελτιωθήκανε τα πράματα: «μαζί τα φάγαμε, δεν βαλαμε εσας στην στομάχα, αλλά τις επιχορηγήσεις, κι αφου βάλατε κι εσεις στην στομάχα, αρα γιατι να μη σας εκπροσωπούμε τάχα;» 6. Υπάρχουν και χειρότερες εφαρμογές της εκπροσώπησης φαγωμένων από κανίβαλο που τους έχει φάει: Στο βιβλίο «Τα μυστικά του Βοσπόρου» ο Αμερικανός πρέσβης στην Τουρκία Μοργκενταου τον καιρό της γενοκτονίας των Αρμενίων γράφει ότι Τουρκος αξιωματούχος ζήτησε από την Αμερική να εισπράξει Τουρκία τις ασφάλειες ζωής όσων Αρμενίων είχαν ασφαλιστεί σε Αμερικανικές εταιρείες. Για το αν τις εισέπραξαν και ποιός ήταν και τι έγινε ο Τούρκος αξιωματούχος όποιος θέλει να μαθει ας κανει πρότζεκτ, εδώ μόνο σαν ακόμη πιο ακραία εφαρμογή του στιχου το λέμε… 7. Μα ας τελειώσουμε με λιγότερο ακραίο τρόπο: Ας επιστρέψουμε απλώς στη γενιά του Πολυτεχνείου για να της ξανα-αφιερώσουμε το τραγούδι του Σαββόπουλου «Οι παλιοί μας φίλοι για πάντα φύγαν» , όχι, όπως ήδη είπαμε, για τον λόγο ότι κάποιοι της γενιάς δεν στάθηκαν στο ύψος των νεκρών και ζωντανών φίλων τους, αλλά διότι οι περιστάσεις είναι τέτοιες που πρέπει εμείς να πάρουμε την θέση τους όχι απλώς σε θεατρικές αναπαραστάσεις τους αλλά στην πραγματικότητα (ένας στίχος του τραγουδιού μάλιστα λέει «οι κραυγές γίνανε παιχνίδι στα χέρια των παιδιών»…) Εν ολίγοις δεν κάνουμε την αφιέρωση στους πολιτικάντηδες που ανέβηκαν με, κυριολεκτικά, ξένα κόλυβα, αλλά στους υπόλοιπους της γενιάς, στους «Νίκο, Κώστα , Γιάννη, Στέλιο» του τραγουδιού που ακούσαμε από τον Λαζόπουλο , αυτούς «που γράφουν την ιστορία του κόσμου με μικρά ονόματα» και που το τραγούδι της προηγούμενης γενιάς γι’αυτούς ήταν το «Αυτούς που βλέπεις θα τους ξαναδείς, θα τους γνωρίσει πάλι/άλλον θα λένε Κωνσταντή κι άλλον Μιχάλη»… 168 Σαββόπουλος, οι παλιοί μας φίλοι http://www.youtube.com/watch?v=OJyh_dHQz8w Μη, μην το πεις οι παλιοί μας φίλοι μην το πεις για πάντα φύγαν. Μη, το μαθα πια τα παλιά βιβλία, τα παλιά τραγούδια για πάντα φύγαν. Πέρασαν οι μέρες που μας πλήγωσαν. Γίνανε παιχνίδι στα χέρια των παιδιών. Η ζωή αλλάζει δίχως να κοιτάζει τη δική σου μελαγχολία κι έρχεται η στιγμή για ν' αποφασίσεις με ποιους θα πας και ποιους θ' αφήσεις. Πέρασαν για πάντα οι παλιές ιδέες, οι παλιές αγάπες οι κραυγές. Γίνανε παιχνίδι στα χέρια των παιδιών. Όμορφη είναι αυτή η στιγμή, να το ξαναπώ όμορφη να σας μιλήσω βλέπω πυρκαγιές πάνω από λιμάνια πάνω από σταθμούς κι είμαι μαζί σας. Όταν ο κόσμος μας θα καίγεται όταν τα γεφύρια πίσω μας θα κόβονται εγώ θα είμαι εκεί να σας θυμίζω τις μέρες τις παλιές. 169 Τώρα όλα αυτά τι ήταν; Σχέδια πιο προσγειωμένα ή «νεφελοκοκκυγίες» και όνειρα θερινής νυκτός ακόμα πιο απογειωμένα από πριν; Απάντηση:Υπάρχει μια πολύ συγκεκριμένη έννοια υπό την οποία ο καλύτερος τρόπος προσγείωσης είναι να απογειωθεί κανείς πρώτα ακόμα παραπάνω για να δει καλύτερα πού ακριβώς να κατευθυνθεί πριν αρχίσει σταδιακά να κόβει ύψος, σε κύκλους πάνω από το επιλεγέν σημείο…Συγκεκριμένα, εν προκειμένω: 1.Οι «Όρνιθες» του Αριστοφάνη, ως γνωστόν (γνωστόν είτε το έχουμε δει (ή διαβάσει) είτε όχι) ήταν πουλιά που ζούσαν ελεύθερα σε μια χώρα πάνω από τα σύννεφα. Αυτή χώρα λεγόταν «νεφελοκοκκυγία» (εκ του κόκκυξ =κούκος. Αγγλικά την λένε overcloudcuckooland). Σαν έκφραση το «λες νεφελοκοκκυγίες» σημαίνει , αρχικά, «λες ανεφάρμοστα πράγματα» (μη πραγματοποιήσιμα σχεδια, όνειρα θερινής νυκτός, “chateaux en Espagne” κλπ) αλλά λόγω του «νεφέλες» σημαίνει, τελικά, και θολούρες και, γενικότερα, σημαίνει απλώς μαλακίες. Πιο πρόσφατος ιδιωματισμός (μετά την εκλαϊκευση αναλύσεων για την «γάτα του Σραίντινγκερ») για την νεφελοκοκκυγία είναι το «παράλληλο σύμπαν» (π.χ. στην έκφραση «όποιος πιστεύει ότι η τάδε ανάλυση της κρίσης είναι σωστή ζει σε ένα παράλληλο σύμπαν». Η έμφαση δηλαδή δεν είναι στο ότι οι παράλληλες ευθείες συμβαδίζουν αλλά στο ότι ποτέ δεν συναντιούνται ). Λιγότερο υβριστική χρήση γίνεται στον όρο «ουτοπία» ίσως διότι περισσότεροι άνθρωποι έχουν ακούσει ότι ο όρος χρησιμοποιείται και με την θετική έννοια του ότι πρώτα φαντάζεται κάποιος ένα κόσμο καλύτερο και εξετάζει με την φαντασία αν έχει αντιφατικές συνέπειες που τον ακυρώνουν (ή και τον καθιστούν παράδειγμα προς αποφυγήν κι όχι προς μίμηση) και μετά προσπαθεί να τον πραγματώσει ξεκινώντας με την ρητή διατύπωση θετικών του χαρακτηριστικών για να τον κάνει επιθυμητό και άξιο προσπαθειών στήριξης από όσους πειστούν για την αξία του*. Πολύ συχνά όμως οι πρώτες χρήσεις μερικών όρων είναι, τελικά, όχι μόνο οι απλούστερες και αμεσότερες αλλά και οι διαυγέστερες: Την νεφελοκοκκυγία ο Αριστοφάνης δεν την θεωρούσε οντότητα διαφορετικής υφής και λειτουργίας από τα τέλεια γεωμετρικά σχήματα που δεν υπάρχουν στον πραγματικό κόσμο αλλά «κατοικούν στον Πλατωνικό κόσμο των ιδεών» και το να τα μελετήσουμε ασκεί την λογική μας με τρόπο απαραίτητο στο να προσπαθήσουμε αργότερα να χειριστούμε και τα ατελέστερα σχήματα του πραγματικού κόσμου. *Η τόσο θεμελιώδης, και ακόμη πιο θεμελιώδης αν το ψάξει κανείς, σημασία της φαντασίας, είναι και ο λόγος που υπάρχει σε εκφράσεις που κυκλοφορούν, όπως «Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας» (τίτλος βιβλίου του Καστοριάδη) , «φαντασίωση του πραγματικού» (έκφραση του φιλοσόφου Μάρτιν Μπούμπερ σε συνέντευξή του, κι επίσης του Πικάσο για το πόσο καμιά φορά ζούμε τόσο εξωπραγματικά που την πραγματικότητα πρέπει να την συλλάβουμε με την φαντασία κι όχι από την ενημέρωση για τα υποτιθέμενα «πραγματικά» γεγονότα ), «χάρτης του κόσμου χωρίς την ουτοπία πάνω του δεν αξίζει δεύτερη ματιά μας» (ατάκα του Όσκαρ Γουάϊλντ), «ποιητή κοίτα τον αιώνα σου, πες μας τι βλέπεις»(στίχος Ελύτη, προφανώς δεν εννοεί κοίτα με γυάλινη σφαίρα, αλλά «κοίτα στο παράλληλο σύμπαν για παραδείγματα, είτε πρός μίμηση είτε πρός αποφυγή, γιά να εμπνεύσουν πρός βελτίωση τον δικό μας κόσμο στα προβλήματα που αντιμετωπίζει στον «αιώνα μας ». Όντως θα βοηθούσαν οι οι τέτοιες θεωρήσεις αν υλοποιούνταν; Ο Μάμφορντ που λέγαμε θεωρούσε ότι το όνειρο των φιλοσόφων να γίνουν κυβερνήτες οι φιλόσοφοι ή να γίνουν φιλόσοφοι οι κυβερνήτες ήδη πραγματοποιήθηκε , στην μεν Αμερική, όταν ανακαλύφτηκε, πήγαν οι τέτοιοι οραματιστές να εφαρμόσουν όσα είχαν συλλάβει σε μια «πλούσια, παρθένα κι ακατοίκητη» χώρα (και έκαναν γενοκτονία στους κατοίκους της), στην δε Ρωσσία εφαρμόστηκαν οι θεωρίες φιλοσόφων όπως ο Μαρξ και με εξ ίσου μεγάλη βία (στους αντιφρονούντες). Την φαντασία και την ουτοπία ο ίδιος τις θεωρεί ότι έχουν όντως ουσιαστικότατες λειτουργίες αλλά το ποιες τυφλότητες θεωρεί ο ίδιος οτι οδήγησαν εκεί την εφαμογή του ονείρου των φιλοσόφων, αφήνουμε να τις βρει ο αναγνώστης στα βιβλία του The city in history**και στο ήδη μεταφρασμενο «Ο μύθος της μηχανής»(εκδόσεις «Νησίδες»)Η μεγάλη του ανησυχία από την δεκαετία του’50)ήταν ότι καταλαβαίνοντας, με την μοριακή βιολογία, καλύτερα το πώς λειτουργεί το ΝτιΕνΕϊ ο άνθρωπος θα επέμβει να «βελτιώσει» την ζωή με κριτήρια όσο χυδαία όσο της ελεύθερης αγοράς…Ήδη βρισκόμαστε κάπου εκεί. Για ανάλυση, προ δεκαετιών επίσης, ενός Έλληνα που προέβλεπε τα σημερινά και τελείωνε έχοντας σαν μόνη ελπίδα την φράση «Μακάρι ναχω κανει κάποιο λάθος στην ανάλυση, κι ας μην μπορώ να βρω πού» βλ. Αντρέα Γεωργίου Ξυφτίλη «Το τέλειο κράτος , η νύχτα των ερπετών». Ο Μάμφορντ έλεγε απλώς «εύχομαι να ισχύει, για να μπορεί να γραφτεί στον τάφο μου, το “ενθάδε κείται ένας ανόητος που πολύ θα’χε χαρεί αν μάθαινε ότι όλα όσα με απροθυμία προέβλεψε βγήκαν λάθος”»3 **(κάποια μέρη του που ανθολογήσαμε και μεταφράσαμε βγαίνουν αν μπει στο γκουγκλ η φράση Έχει σημασία το «Η Πόλη στην Ιστορία» του Μάμφορντ μετά απο 40 χρόνια; ) 3 Έλεγε επίσης ότι αυτή την στιγμή η ανθρωπότητα βρίσκεται σε αγώνα δρόμου μεταξύ παγκόσμιας καταστροφής και παγκόσμιας μόρφωσης κι έκανε τα πάντα για να μορφώσει τους πάντες σ’όλα όσα θεωρούσε ότι παίζουν ρόλο… 170 2. Η πορεία του Ευρωπαϊκού πνεύματος έχει παρομοιασθεί* (το1944) με το τμήμα της περιπλάνησης του Οδυσσέα στο οποίο ακούει το τραγούδι των Σειρήνων αλλά δεμένος σε κατάρτι , ενώ οι κωπηλάτες, σύμβολα προλεταρίων στην εικόνα αυτή (και σύμβολο αστικού πολιτισμού ο Οδυσσέας) τραβάνε κουπί με τα αυτιά βουλωμενα προς το τραγούδι. Ο Νιτσεϊστής, και κάθε άλλο παρά κόλαξ οποιουδήποτε, Καζαντζάκης** που κι αυτός ασχολήθηκε (κάπως!) με Οδυσσαϊκές παρομοιώσεις έλεγε αντιθέτως ότι λαός δεν διδάσκεται αλλά διδάσκει , και δεν θεωρούσε ότι είχε βουλωμένα ο λαός τ’αυτιά του σε κάποιες αναντικατάστατα θείες μελωδίες που μόνο (Ευρωπαίοι***) αστοί άκουγαν δεμένοι σε κάποιο κατάρτι (τι τύπου κατάρτι; Κάτι σαν το Μέγαρο; Κάτι σαν συνεδρίες σε καναπέ ψυχαναλυτή; Σαν συνεδρίες τύπου California dreaming;****) . Διαφέρουν τόσο πολύ οι λαοί; (π.χ. αλλιώς διαμορφώνεσαι αν σε γδέρνουν Τούρκοι άμα εξεγερθείς κι αλλιώς αν σε πουλάει ο Λούθηρος αν εξεγερθείς εν ονόματί του και μετά, άπαξ και τον αποδεχθούν οι ευγενείς σε αφήνει στο έλεός τους (ΟΜΩΣ: … βλ 5) . Διαφέρουν οι συγκεκριμένοι λαοί τη συγκεκριμένη στιγμή; (απογοητεύτηκε ο Αντόρνο από το πόση λαϊκή στήριξη βρήκε ο Χίτλερ;). Πιο ουσιαστικό ερώτημα: Εμείς οι ίδιοι είμαστε ακόμη σαν τον λαό που γνώρισε ο Καζαντζάκης; (και οι της υποσημ ** που είδαμε). 3. Όπως και να’χουν όλα αυτά, πολύ πιο ακριβή εικόνα για το παρόν της Ευρώπης φαίνεται πως αποτελούσε το καράβι με το οποίο την παρομοίασε ο Φελλίνι πριν σχεδόν 30 χρόνια («Και το πλοίο πάει», 1983). Συγκεκριμένα: Ένα καράβι πρόκειται να σκορπίσει κάπου στην Μεσόγειο, σύμφωνα με την επιθυμία της, την στάχτη μια μεγάλης κλασσικής ντίβας. Τη στάχτη της φίλης τους στο πλοίο συνοδεύουν πολύ ταλαντούχοι φίλοι της μουσικής που με κάθε αφορμή και με κάθε αντικείμενο που βγάζει ήχο κάνουν αυτοσχεδιασμούς αισθητικότατους και ευρηματικότατους. Συναντούν μια σχεδία και περιμαζεύουν πρόσφυγες , οι οποίοι στο κατάστρωμα, αφού ηρεμήσουν, αρχίζουν τραγούδια, όργανα και χορούς δικούς τους που οι άλλοι καλλιτέχνες εκτιμούν δεόντως και οι δυο ομάδες αρχίζουν να πλησιάζουν και ξαφνικά μια βόμβα τους βυθίζει όλους, ενώ από την ομίχλη αρχίζει να ξεπροβάλλει ένα πλοίο που μοιάζει Γερμανικό (τυχαίο; Δεν νομίζω. Μεγάλε Φελλίνι!!!) 4. Θα πει βέβαια κάποιος «Γιάάά να συγκεντρωνόμαστε λίγο, υπάρχει κι ένα ερώτημα που είτε αποσιωπάται είτε αναβάλλεται είτε δεν διάβασα προσεχτικά και μου διαφεύγει …το «ποιος τα γαμεί» όλα όσα λέγονται εδώ, για να στο πω πιο ευγενικά: πιο σχετικό με το, όποιο πιθανό , ζητούμενο, είναι, τελικά κι αναπόδραστα, το μόνο σύντομο φιλμ του Φελλίνι, που μάλιστα βγήκε και κάτι χρόνια νωριτερα από το πλοίο που είδαμε» («Πρόβα ορχήστρας», 1978…Διακοπή: …Ας πούμε περιληπτικά όσα περί αυτού χρειαζόμαστε: Σε μια πρόβα ορχήστρας επικρατεί ένα μπάχαλο ανεύθυνης κι αντιεπαγγελματικής συμπεριφοράς προς την δουλειά τους και προς τον μαέστρο , π.χ. το άκρον άωτον τέτοιας (παιδικής πλέον) συμπεριφοράς είναι που ενώ οι άλλοι παίζουν κάποιος αφήνει τα βιολί του για να βγάλει το σακάκι του, κι όχι μόνο αυτό αλλά σαν παιδάκια σε αίθουσα, κι άλλοι θυμούνται οτι ζεσταίνονται και τον μιμούνται, με αίσχιστα αποτελέσματα, φυσικά, στον ήχο. Ο, μάλλον Γερμανός, μαέστρος επιδεικνύει ασύμμετρη προς τα γεγονότα αυτοσυγκράτηση, ένας παππούς θυρωρός νοσταλγεί εποχές που οι μαέστροι βαράγανε με χάρακα τους μουσικούς στα *( Από τους Αντόρνο και Χορκχάιμερ στο «Διαλεκτική του Διαφωτισμού») **(και ο Σικελιανός μαζί του κι ο Ελύτης από ακόμα πιο πρώτο χέρι, κι ο Θεοδωράκης από ακόμα κοντύτερα) ***Για την άποψη του, μάλλον ουδόλως επαρχιώτη και καθ’όλα Ευρωπαίου κοσμοπολίτη, Ελύτη βλ. συνεντευξή του βάζοντας τα γκουγκλ την φράση «Νιώθω κάθε μέρα την πνευματική μας υπόσταση ν’αλλοιώνεται καθώς διοχετεύεται μέσα στο μεγάλο, αδηφάγο χωνευτήρι του Βορρά» . Επί τη ευκαιρία και την φράση «Είδα στα πρόσωπα των στρατιωτών μου τη λάμψη που είναι ικανός ο Ελληνσμός ν’αναδώσει όταν πιστεύει στο δίκιο του. Και γνώρισα από κοντά την αψηφισιά του θανάτου, την ακατάβλητη θέληση της ζωής που έγινε τελικά και δική μου» (κι άλλος λαοκόλαξ λέει «ο λαός δεν διδάσκεται, διδάσκει» μετά τον Καζαντζάκη;! Και δεξιός μάλιστα; ) ****(αν τυχόν τις πρόβλεψε ο Αντόρνο ήδη το ’44 που έγραψε στην Αμερική το βιβλίο) 5 Δεν λέω ότι είμαι ειδικός. Ούτε καν βιβλίο δώρο που μου χάρισαν, πιθανώς σχετικό με το ερώτημα, δεν έχω διαβάσει ακόμα (του Κωστή Παπαγιώργη). Διαβάζοντας , αυτό ή και άλλα, μπορεί η εικασία που είπα να αποδειχθεί απλώς για τα μπάζα… 171 χέρια όταν κάνανε λάθη, κάθε τόσο ακούγεται ένας υπόκωφος ήχος που δεν ξέρει κανείς τι είναι, ύστερα αρχίζουν συνδικαλιστικές διεκδικήσεις, απεργία, γκράφιτυ στον τοίχο, σβήνουν ξαφνικά και τα φώτα από απεργία ή από οτιδήποτε άλλο και ανάβουν κεριά, αρχίζουν σφαλιάρες και μαγκουρομαχίες μεταξύ των συνδικαλιστών τις οποίες το φιλμ, λόγω του σκοταδιού, και προφανώς και για αναφορά στο Πλατωνικό σπήλαιο, δείχνει μέσω των σκιών των μαγκουροφόρων στο τοίχο υπό το φως των κεριών, έρχεται το ρεύμα, ξαφνικά ένα κομμάτι τοίχος σκοτώνει μια συμπαθητική κυρία, παίκτρια άρπας, και βλέπουμε από την τρύπα στον τοίχο τι ήταν ο υπόκωφος ήχος που ακουγόταν κάθε τόσο, μα σιδηρόμπαλλα απ’αυτές που χρησιμοποιούν στις κατεδαφίσεις. Όλοι οι μουσικοί στέκονται σούζα, της γυρίζουν την πλάτη να μη την βλέπουν, πιάνουν τα όργανά τους και υπακούουν τυφλά στον μαέστρο, όρθιοι και σούζα και σ’αυτόν, αυτός τα παραγγέλματά του τα δίνει όλο και πιο έντονα και σε λίγο, σβήνουν και τα φώτα, και τα παραγγέλματά του (στο σκοτάδι, χωρίς καν κεριά) είναι τα γαυγίσματα στα οποία κατέληγαν οι λόγοι του Χίτλερ)… …Συνεχίζουμε στο θέμα μας: Λοιπόν; Ακόμη κι αν αποδειχθεί ότι ακόμη αποτελεί ένας μουσικός περίπατο πολιτισμό (ΟΚ, είχαμε πει ότι το θεωρήσαμε αποδεδειγμένο), ακόμη και αν υποτεθεί ότι είναι κατανοητά κάποια δύσκολα σημεία του ακόμα και σε μικρά παιδιά (ή σχετικώς μικρά, δηλαδή έφηβους. ΟΚ, αποδειχτηκε κι αυτό με μια συζήτηση κλπ) ακόμα και αν υποτεθεί (εδώ είναι υπόθεση, δεν έχει αποδειχθεί) ότι η μόρφωση αυτού του τύπου μπορεί να είναι παρέμβαση στα τεκταινόμενα, και πάλι χρειαζεται κι άλλη προσγείωση, κάποιο 5ο στάδιο, (είμαστε ακόμα στο 4ο) διότι ακόμα και αν όλα αυτά έπειθαν κάποιον αν τα άκουγε, και αν οδηγούσαν σε κάτι συλλογικό (τι;) κάποιους που τα είχαν όλοι ακούσει, υπάρχει το «ΑΝ τα άκουγε». Ποιος τα γαμεί;= ποιος θα κάτσει να τα ακούσει. Και ειδικά ποιος νέος; Οι μεγάλοι όσα τους ενδιέφεραν από αυτά τα είχαν ήδη ακούσει, όσα κενά είχαν θα τα συμπληρώσουν με την δέουσα προσοχή και νοσταλγία, κι επίσης θα συμπληρώσουν τα κενά του περίπατου με τις δικές τους προσωπικές αναμνήσεις, καθώς θα συζητάνε με συνομηλίκους τους, αλλά στους νέους , ο δυναμισμός των οποίων είναι φορέας κάθε παρέμβασης , πώς θα ακουστούν; Άκουγαν οι νέοι της Φελλινικής ορχήστρας τον μαέστρο; Οι γέροι ελπίζουν ότι να τους τα πει κανας καλλιτεχνης γιατί τος ίδιος δεν τους ακούν θεωρώντας ότι ήδη ξέρουν όσα χρειάζονται . Ο καλλιτέχνης θα ξαναπετάξει το μπαλάκι στους μεγάλους και θα πει «εγώ σε σας τα λέω, πείτε τα εσείς στα παιδιά σας και στα εγγόνια σας»; Τρελλό βέβαια. 5. Μήπως ένα 5ο στάδιο προσγείωσης θαταν, εκ πρώτης όψεως, το να προλάβει να μάθει τα παιδιά, στο Λύκειο, πριν γίνουν ξερόλες συνδικαλιστές ς ή ξερόλες αντιεξουσιαστές, κάποιους τρόπους να σκέφτονται με επιχειρήματα, με στοιχεία, με ανθρωποώρες για σκέψη,έρευνα και συζήτηση, και να χρησιμοποιήσει τα πρότζεκτ κλπ που θέλει το υπουργείο παιδείας να κάνουν αλλά για θέματα που δεν είναι κατ’ανάγκη αποδεκτά στο υπουργειο παιδείας; (π.χ κι αυτός ο περίπατος δομή πρότζεκτ έχει προφανώς) Ένσταση 1η : Για το απωτερο μέλλον δουλεύουμε; Τα πάντα δε επείγουν; Απάντηση: Αν είχαν γίνει ακόμα και καθυστερημένα όσα δεν έγιναν ποτέ επειδή «ήταν αργά» θα’ταν αλλιώς ο κόσμος, αλλά και ερήμην τέτοιας θυμοσοφίας η απάντηση είναι «Απώτερο; Γιατί; Τα παιδιά που τώρα είναι Α, Β, Γ Λυκείου σε 1 , σε 2 και σε 3 χρόνια αντιστοίχως θαναι ή φοιτητές ή εργαζόμενοι ή άνεργοι. Απώτερο το λένε αυτό;» Ένσταση 2η: Μα αν τα προτζεκτ δεν είναι από αυτά που λέει το υπουργείο τότε θα πρέπει να γίνονται εκτός ωραρίου; Κάθονται καθηγητές να κάνουν τέτοια πράγματα; Μαθητές κάθονται; » Απάντηση: Τις μαλακίες του Πάγκαλου κάθεσαι κι ακούς; Στις πόλεις, τουλάχιστον όσοι μένουν κοντά στο σχολείο, κάθονται, στα δε χωριά που όλοι μένουν κοντά στο σχολείο, κάθονται ακόμα περισσότεροι (ή ξανάρχονται αφού ξεκουραστούν) Δειγματοληπτικώς: Βάλε στο γκουκλ την φράση του Ζαμπέτα που’λεγε και για δάσκαλο* και κοίτα τι βγαίνει. Επίσης βάλε το εξής λινκ: http://www.youtube.com/watch?v=eltEtwBwhhQ ΥΓ: Επίσης βάλε στο γκουγκλ: tutorpool, Βιτωράτου Ένσταση 3η: «Μήπως βλογάτε τα γένια σας εσείς οι εκπαιδευτικοί;» Απάντηση: Γιατί ποιος θα’πρεπε να μας τα βλογάει ; Εσύ που δεν έχεις παιδί με τέτοιο δάσκαλο ή ο Πάγκαλος που’λεγε ότι κάνουμε ιδιαίτερα με 25.000 δραμές την ώρα και ξυριζόμαστε μόνο για να πάμε στα μπουζούκια; Μα για να πάμε στα μπουζούκια πρέπει όντως να χρεώσουμε τόσα και για να χρεώσουμε τόσα πρέπει να’χουμε πελάτη υπουργό, όπως αυτός, που δεν θα μπορεί και να *«…εξόν από τη μάνα μας και τα παιδιά μας τι άλλο νομίζεις πως θα θυμόμαστε ρε; Κάνα καλό δάσκαλο, την πρώτη μας γκομενίτσα και κανένα μερακλίδικο τραγούδι…» 172 μιλήσει αφού μας φώναξε για ιδιαίτερο ενώ απαγορεύεται. Τώρα τι θέλει; Να παρανομούμε για πάρτη του και να του κάνουμε και οικονομία; Εκτός αν για λόγους νομιμότητας φώναξε καμιά φίρμα κι όχι δημόσιο υπάληλο. Ε, 50.000 παίρνουνε οι φίρμες, του’κανε και οικονομία και φωνάζει από πάνω; Και τον θέλει και ξυρισμένο; Ο υπεραπασχολημένος θα του χρεώσει και την ώρα ξυρίσματος. Αν ρωτάς αν βλογάω και τα δικά μου γένια, μου αρκεί που μου τα βλόγησε συνάδελφος που ας βλογήσω τα δικά του εδώ και τώρα: Από τον φίλο Τάσο που έπαιζε κάθε βδομάδα και για τους μαθητές και για τους γονείς και για μας φοβερές ταινίες (απ’το Σινεμά Παράδεισος, μέχρι τον τελευταίο Σαμουράι, και από «τα παιδιά της χορωδίας» μέχρι τον Αλέξανδρο Νιέφσκι και από την «όγδοη μέρα» μέχρι τις «νύφες» και…και…και… και που κρεμούσε στον εβδομαδιαίο πίνακα ειδήσεων στο διάδρομο στίχους μαθητών, έμαθα ότι υπάρχουν και πράγματα σαν και τα εξής που έκανε, διδάσκοντας και φωτογραφία ταυτόχρονα: φωτογράφιζε ένα παιδί μια σειρά φωτογραφιών , έβαζε μετά λεζάντες, και μετά αφαιρώντας τις φωτογραφίες έμεναν οι λεζάντες σαν ποίηση. Από τέτοιο Τάσο λοιπόν είχα τη τιμή να λάβω για μια ανάρτηση την εξής απάντηση: «…Γιάννη έχεις καταγραφεί στη συνείδησή μου ως ο Ντ’Αρτανιάν της μνήμης και της παράδοσης…». Να σου πω για σχολείο σε χωριό με εβδομάδα ολόκληρη πολιτιστικών εκδηλώσεων τον Ιούνιο και με συναυλίες, εικαστικά, παραδοσιακούς χορούς, αερομπικ ντάνσιν, θέατρο και…και…και… ;. να σου πω και για δασκάλα, της νέας-νέας γενιάς μάλιστα, που με τρίωρη παράσταση μουσικής αναδρομής από τα χάλυ γκάλυ και απ’το if I had a hammer μέχρι τις ρεμπέτικες κομπανίες και μέχρι τώρα, διηγήθηκε χωρίς να εμφανίζεται καθόλου η ίδια, δεκαετίες ολόκληρες με δυο παιδάκια δημοτικού ντυμένα σε στυλ «Αγάπη μου παλιόγρια» του Τσιφόρου» να λένε, σαν μάλλωμα του παππού στους νέους, για την μουσική τότε που αραβωνιαστήκανε, την μουσική ύστερα που παντρευτήκανε, που κάνανε παιδιά και που φύλαγαν μη γίνει τίποτε στα πάρτυ κλκλπ και με τα άλλα παιδιά να υποδύονται τις αναμνήσεις τους; Θέλεις να σου πω για πιτσιρικάδες Α Λυκείου, σε κανονικό Λύκειο κι όχι σε καλλιτεχνικό, να παίζουν Τσέχωφ και Κοκτώ σαν επαγγελματίες; Και μιλάμε σε Αθήνα, όχι σε χωριό στο οποίο οι μικρές αποστάσεις κάνουν εύκολη την παραμονή στο σχολείο (και έτσι παίξανε ολόκληρο το «το μεγάλο μας τσίρκο» και το «η μικρήμας πόλη» την ίδια χρονιά. Μπορεί το χωριό να’ναι το μέγεθος κυττάρου που να μπορεί να λειτουργεί με τον βέλτιστο τρόπο ο συνδυασμός προσωπικής επαφής και πολιτιστικής ζωής αλλά και στην πόλη, που αυτό έχει τόσα εμπόδια, το σχολείο είναι, σε μέγεθος, σαν χωριό-κύτταρο και θα μπορούσε λειτουργεί παρομοίως, απλώς είναι χωριό μόνο ανηλίκων. Για ενήλικους είναι πιο δύσκολο, αλλά όχι αδύνατο, να αποφύγουν τις δυσλειτουργίες της πόλης, το’χει μελετήσει το θέμα ο σοφός που λέγαμε. Πάμε ξανά στο θέμα μας. Άλλη ένσταση; Α! Ρώταγες και για μαθητές αν κάθονται εκτός ωραρίου, εν μέρει αυτό απαντήθηκε αφού αυτά που σου’πα τα κάνουνε μαζί μαθητές και καθηγητές, αλλά ας πάω και χώρια στο θέμα αυτό:» 6. Αν μαθητές θεωρήσουν ότι 1. Θέλουν οπωσδήποτε να τραγουδήσουν σε μια χορωδία γιατί αφού δεν είμαστε μουσικό σχολείο δεν πειράζει αν είναι φάλτσοι, και κανείς δεν μπορεί να τους στερήσει την χαρά της συμμετοχής, τότε θα δεις αν μπορείς να βρεις καμιά άλλη εκδήλωση που να τους αρέσει 2. Αν μετά σου πουν «ναι αλλά η άλλη εκδήλωση θα μου δικαιολογεί απουσίες να χάνω μαθημα όπως και στη χορωδία;» 3. Αν μετά η χορωδία σου πει «χρειαζόμαστε κι άλλους, ας είναι φάλτσοι, αλλά θα σου πούμε εμείς ποιούς» 4. Αν μετά σου πουν ότι θα σου πουν εκείνοι ποια τραγούδια θα πουν είτε διοτι αυτά ξέρανε από δημοτικό και δεν γίνεται να νοστιμήσει γιορτή χωρίς αυτά είτε γιατί αυτοί ξέρουνε ποια τραγούδια (ραπ κυρίως) σπάνε τα στερεότυπα, προκαλούν και αρέσουν και 5. Αν ακουστείς μέχρι το απέναντι κτίριο φωνάζοντας ότι έτσι που πάνε , όχι απλώς μη μαθαίνοντας τίποτα από άλλους αλλά και κτίζοντας συστηματικά την αυτοδιαιώνιση των μεγαλύτερων μαλακιών που υπάρχουν και διαλέγοντας ένακι-ένα τα χειρότερα ελαττώματα της κοινωνίας όχι να τα διακωμωδήσουν αλλά να τα υιοθετήσουν, και άρα να τα βράσεις τα στιχάκια που θα τραγουδάνε και που οι άλλοι θα ακούνε, αφού θα λένε π.χ. λόγια του Παναγούλη που ούτε οι ίδιοι δεν θα ξέρουν τι εννοούν, και θα’χουν μόνο εμπεδώσει κλίκες στη χορωδία, μοιρασιά λούφας σε απουσίες και κοπάνες, αδράνεια και πορεία με αυτόματο πιλότο κλπ και 6. Αν τοτε σε πούν τρελλό που είσαι ο μόνος που τα πάιρνει στα σοβαρά όλα αυτά διότι οι ίδιοι δεν τα παίρνουν, και αν είτε από αλληλεγγύη προς τους θιγομένους είτε από απειλή εξοστρακισμού με εντολή των θιγομένων (ή κι από συδυασμό των δυο) δεν σου έρθει κανείς για συνεργασία, τότε τι κάνεις; Τους δείχνεις την εξής γνωστή φωτογραφία απ’το ίντερνετ και τους λες το εξής γνωστό ανέκδοτο που κάποτε ήταν και πόστερ; 173 Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα αντικομφορμιστικό σπουργίτι που όταν το φθινόπωρο τα άλλα έφυγαν για τις θερμές χώρες αυτό αποφάσισε να παραμείνει εκεί που ήταν. Σύντομα κατάλαβε το λάθος του και είπε να ξεκινήσει μόνο του για τον Νότο. Το κρύο όμως δημιούργησε πάγο στα φτερά του και δεν μπορούσε να τα κινεί ελεύθερα και μη μπορώντας να πετάξει έπεσε σε μια αυλή που κοντά είχε ένα στάβλο. Πέρασε από κει μια γελάδα και του έριξε μια κουράδα. Το σπουργίτι νόμισε πως ήρθε το τέλος του. Αλλά κάτω απ’την κοπριά ζεστάθηκαν τα φτερά του κι ο πάγος έλιωσε και χαρούμενο που μπορούσε να τα κινεί άρχισε να τιτιβίζει. Το άκουσε μια γάτα, πλησίασε, τόβγαλε απ’την κοπριά και τόφαγε. Ηθικά διδάγματα:1ον Όποιος σε χέζει δεν θέλει κατ’ανάγκη το κακό σου 2ον Όποιος σε βγάζει απ’τα σκατά δεν θέλει κατ’ανάγκη το καλό σου 3ον και κυριότερον: Αν νιώθεις μια γλυκιά θαλπωρή κάτω από ένα όγκο από σκατά, κράτα το στόμα σου κλειστό. Αν μετά τους εξηγήσεις ότι οι πινγκουίνοι το πρωί πριν βουτήξουν στο νερό πάνε και σπρώχνουν κάναν διπλανό τους να χάσει την ισορροπία του και να πέσει εκείνος πρώτος μη τυχόν και κυκλοφορεί το τέρας που βλέπουμε και που τους αρπάζει ήδη πριν φτάσουν στο νερό και αν εκείνη την στιγμή θυμηθείς ότι όταν τ’άκουσαν αυτό οι Βαγγέλης και Γιώργος του πρώτου θρανίου χαμογέλασαν ταυτόχρονα, γυάλισε το μάτι τους ταυτόχρονα, και έδωσαν από μια γερή ο ένας την πλάτη του άλλου λέγοντας ταυτόχρονα «Ρέ τον Γιώργο!» και «Ρέ τον Βαγγέλη!» αντιστοίχως, τότε τι κάνεις; (αφού σταματήσουν πλέον τα γέλια όλων και φυσικά και τα δικά σου (Προσωπικά απ’τα πιο σπαρταριστά πουχω ρίξει στη ζωή μου) Να τι κάνεις:) 1. Θυμάσαι ότι βρίσκεσαι μπροστά σε παιδάκια κι όχι σε ξερόλες που έχουν διαβάσει μόνο Ιντυμέντια στη ζωή τους και νιώθουν μια γλυκιά θαλπωρή κάτω από τον όγκο από σκατά του δικού τους κομφορμισμού και τρομάζουν να πουν κατι διαφορετικό μη πηδήξει η Ιντυμεντια και τους εξοστρακίσει λες και το για το σύγχρονο «αντισταθείτε» αρκεί το να αντισταθούμε «στον περσικό τάπητα των πολυκατοικιών» ή λες και για το νέο «χαιρετίσματα λοιπόν στη εξουσία» αρκεί να μη φοράμε παπιόν αλλά να’χουμε κοτσίδα. 2. Λες στον εαυτό σου «Ρε άνθρωπέ μου, θυμάσαι τη συνέντευξη του Τσόμσκυ που’λεγε ότι τότε που’θελε να μιλήσει για το Βιετνάμ και είχε για αίθουσα την εκκλησία, και μαζευόταν τέσσερις, ένας ο εαυτός το, ένας ο διοργανωτής ένας ακροατής, κι ένας που’ρχόταν για να ζεσταθεί, και για να’ρχονται κι άλλοι διάβαζε και για άλλα θέματα να βάλει στις αφίσσες , για να έρθουν κι άλλοι και να τους πει και για το Βιετναμ; Τι θαλεγε αν άκουγε για μας στην Ελλάδα; Θαλεγε: “Ρε εσείς οι Έλληνες αν βάλετε κανα τραγούδι και κανα ανέκδοτο σίγουρα θα εγκλωβίσετε όχι τέσσερις , σαράντα τέσσερις! Κι αν είναι παιδάκια, ακόμα και να μη πείτε τίποτα τελικά για την κρίση, ένας αυτοσκοπός θα’χει ήδη συντελεστεί. Σ’αυτή την ηλικία, η ανάλυση της κρίσης είναι ο αυτοσκοπός και τα άλλα το μέσον ή το αντίστροφο; Και σε τέτιο επάγγελμα , καθηγητές, χρειάζεται να ψάχνετε αλλού ακροατές; Θα μου πεις κι εγώ καθηγητής (στο εμαϊ-τι) είμαι αλλά………”» (εμείς ας ξαναγυρίσουμε στο θέμα μας) 3. Λες στον εαυτό σου. «Ούτε να σκοτωθούμε να μιλήσουμε σε ενήλικους αν είναι κουφοί κι απλώς χάνουμε χρόνο («στου κουφού την πόρτα παρ’την πόρτα και φύγε») ούτε να μιλάμε μόνο σε παιδάκια σαν μαθητοπατέρες . Σε λίγο θα’ναι ενήλικες και τα ίδια κουσούρια (κλίκες κλπ) θα ταχουν με τρόπο ασυγχώρητο, τώρα τάχουν με τρόπο που είναι ντροπή να τα συνεριζόμαστε. Μα πού αρχίζει, πού τελειώνει και, πιο πρακτικά, πού βρίσκει ρωγμή να χωρέσει για να δράσει η ευθύνη μας; πού ακριβώς μεταξύ του «πολύ αργά» και του «πολύ νωρίς»;. Εδώ τι «παρέμβαση» χρειάζεται; Κι όσον αφορά την αλληλεγγύη σε μαλακίες , αν ήμουν στη ηλικία τους και μου φώναζαν μπροστά στην κοπέλλα μου ή την συμμαθήτριά μου, ή αν μπροστά μου, φώναζαν στην κοπέλλα μου ή στην συμμαθήτριά μου, δεν θα στήλωνα κι εγώ τα πόδια σαν πεισματάρης γάϊδαρος ακόμη κι αν ήξερα ότι έχω άδικο και ότι λέω μαλακίες;» 4. Από ψυχολογία μαθητή κατά ηλικίες, λίγο πολύ όλοι ξέρουμε ότι στην Α΄ Λυκείου τα παιδιά κινούνται μεταξύ τρυφερότητας παιδικής και ερωτικής, στην Β΄Λυκείου, μεταξύ μαγκιάς ερωτικά επαναστατικης και μαγκιάς κοινωνικά επαναστατικής,και στην Γ΄Λυκείου τους έχει αναβληθεί η μαγκιά αφού έχει εμφανιστεί ο πινγκουινοφάγος που τώρα λέγεται «πανελλήνιες» και με κάθε παραπάτημα μπορεί «να σε φάει η μαρμάγκα», ναχεις ισόβιες συνέπειες κλπ κλπ Όκεϋ, πάνε όλα αυτά σε κάποιο «δια ταύτα»; Ναι, μα πριν το δούμε ας πούμε και αν η τέχνη μπορεί ακόμη να’ναι και παρέμβαση, εκτός από τροφή ψυχής, που σίγουρα είναι. 174 Θα το δούμε πολύ καλύτερα αν ξεκινήσουμε από ένα σπουδαιότατο μέλος «της γενιάς του ’30»: Το ’30 έγιναν, νε διεθνή επιτυχία και πάλι, οι δεύτερες Δελφικές εορτές (οι πρώτες είχαν γίνει το ’27) που ήταν το όραμα του Σικελιανού. Το όραμα αυτό είχε στηριχθεί από οικονομικά και χορογραφικά και σκηνογραφικά μέχρι και στην παραμικρή λεπτομέρεια, π.χ. ποιος θα υφάνει στον αργαλειό τα ρούχα του χορού των Ωκεανίδων από την γυναίκα του Σικελιανού Εύα Πάλμερ, κόρη μεγιστάνα που ήταν θαυμαστής του ποιητή Γουώλτ Γουίτμαν και ιδρυτής του «Ομίλου» που είχε σκοπό το γεφύρωμα όλων των πολιτισμών (ήταν δηλαδή ο αντίποδας της παγκοσμιοποίησης που βασίζεται στη «σύγκρουση των πολιτισμών»). Η Εύα γνώρισε το Σικελιανό στην Αγγλία (η αδελφή του είχε παντρευτεί τον αδελφό της μεγάλης χορεύτριας Ισιδώρας Ντάνκαν) και τον θεώρησε όχι απλώς Ελληνικό αντίστοιχο του Γουώλτ Γουίτμαν αλλά θεό και, πριν την επιστροφή του στην Ελλάδα, «έτρεξε ικέτις» στο πατρικό του στην Λευκάδα* (ο πατέρας του ήταν δάσκαλος Αγγλικών) να ζητήσει να τον πείσουν να την παντρευτεί και έγραψε στην πρώτη της αγάπη που την είχε μυήσει στον έρωτα «…Εσένα αγαπώ αλλά αν δεν τον παντρευτώ δεν θα δεχτεί να χρησιμοποιήσει την περιουσία μου για το Δελφικό του όραμα…» (http://ellinaenamilo2.blogspot.com/2011/10/blog-post_10.html ) κοινώς**«τον εξαπάτησε για να της επιτρέψει να της τα φάει», τα φάγανε μέχρι σχεδόν πλήρους χρεωκοπίας, τα κείμενα των τραγωδιών τα δώσανε και δωρεάν κατά την ρήση του Χριστού «δωρεάν λάβατε δωρεάν δότε» (κυριολεκτικά: δωρεά Θεού για τον Σικελιανό η Ποίηση και δωρεά Εύας τα χρήματα, δωρεά πατρός για την Εύα τα χρήματα, δωρεά Θεού η γενναιόδωρη καρδιά της και η καλλιτεχνική ευφυία της) μετά χώρισαν (γιατί όχι;! Τι τους εμπόδιζε; Μόνο 25 χρόνια έμειναν παντρεμένοι οι άνθρωποι, ένα παιδί κάνανε και δυο Δελφικές γιορτές) και η Εύα πήγε στην Αμερική και ο Σικελιανός παντρεύτηκε την Άννα που τον είδε σαν άνθρωπο και όχι σαν θεό κι έζησαν σε «καμαρούλα μια σταλιά δυο επί τρία» που λέει κι ο Πουλόπουλος. Στην κατοχή είχαν βέβαια την επιλογή να πάνε στην Αμερική ή στην Αγγλία αλλά προτίμησαν να’ναι κοντά την Ελλάδα στις δοκιμασίες της κι όπως γράφουν (ο Λουντέμης αν θυμάμαι καλά) «Τον θυμούνται στα συσσίτια να περιμένει την σειρά του κρατώντας το τενεκεδάκι του με ηρεμία άρχοντα». Θυμάμαι κάπου και γραπτό της Άννας «Μ’άκουσε που έλεγα με την γειτόνισσά μας να βάλουμε στο καντήλι από τ’άλλο λάδι, και το καλό να το φυλάξουμε και φώναξε «Μα τι είν’αυτά που λέτε, στον Θεό θα δώσουμε απ’το βήτα λάδι;» και φώναξε τόσο δυνατά που στενοχωρήθηκε γιατί το κατάλαβε ότι κι εμείς στενοχωρηθήκαμε». Εμ , έτσι είναι. Το βήτα λάδι στον Θεό; και μάλιστα αυτοί που λάβανε και δωρεάν απ’αυτόν; Για να πούμε ότι η Εύα Πάλμερ αντιπροσώπευε αξίες της γενιάς του ’30 δεν αρκεί να πούμε το νούμερο ’30 από τις δεύτερες Δελφικές εορτές, πρέπει να αποδείξουμε ότι και τα μέλη της γενιάς του ’30 όντως θα ξόδευαν τα λεφτά τους για τέτοιους σκοπούς αν τα είχαν. Δεν είχαν, άρα πώς θα το αποδείξουμε; Ας δείξουμε έναν Έλληνα που έκανε κάτι ίδιο κι ας έζησε λίγο νωρίτερα, 1821-1894, δηλαδή πέθανε όταν η γενιά του ’30 ήταν μωρά. Λεγόταν Στέφανος Ξένος, θεωρείται ο εισηγητής του ιστορικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα (βλ. Βικιπαιδεια ή το βιβλίο «Στέφανος Ξένος. Σκηνές από το δράμα του Ελληνισμού» του Ζ. Καυκαλίδη) και αφού έβγαλε το αρχικό του χρηματικό κεφάλαιο γράφοντας στα Αγγλικά το Η ηρωϊς της Ελληνικής Επαναστάσεως : ήτοι σκηναί εν Ελλάδι από του έτους 1821-1828 έγινε με τα χρήματα αυτά μεγιστάνας, ως εφοπλιστής, τα ξόδεψε όλα για την Ελλάδα προσπαθώντας μέχρι και την απελευθέρωση της Θεσσαλίας μέσω αγοράς της από την Τουρκία, και πέθανε κυριολεκτικά χωρίς καν λεφτά για την κηδεία του (με το κάρο του δήμου τον πήγαν, και με συνοδεία της εγγονούλας του). Πάμε λοιπόν προς το «δια ταύτα»: Ο πολιτισμός του είδους που μπορεί να κάνει παρέμβαση με το να αγγίξει «μάζες» χρειάζεται όχι μόνο «αυτοκαταστροφικές»(;!) καλλιτεχνικές ιδιοφυίες αλλά και την μεσολάβηση ιδιοφυών κριτικών τους που να είναι και πλούσιοι και «οικονομικά αυτοκαταστροφικοί». Έπρεπε να «αυτοκαταστραφούν» Πάλμερ και Σικελιανός για να φτάσει στις «μάζες» σαν έργο ήδη ξακουστών κι όχι μουρλών κάποιο Πνευματικό Εμβατήριο από κάποιον επίσης «αυτοκαταστροφικό» Θεοδωράκη; Τι σημαίνει «αυτοκαταστροφικός»; 3,4 Αυτός που απλώς ζει με όσα και οι μη αυτοκαταστροφικοί άλλοι ενώ θα μπορούσε να ζει με περισσότερα; *Γύρω στο ’95 έτυχε να’μαστε εκεί με τη γυναίκα μου , γινόταν και κάποια πολιτιστική εβδομάδα, ρωτήσαμε φοιτητές, που πούλαγαν εισιτήρια για την Αρβανιτάκη, πού είναι το σπίτι του και δεν ξέρανε, όμως αυτός που όχι μόνο ήξερε αλλά μας πήγε κιόλας, ήταν ο σκουπιδιάρης. Το ξαναθυμηθήκαμε όταν βγήκε το σήριαλ «Περί ανέμων και υδάτων» και βλέπαμε τι έλεγαν ο Μπάμπης κι ο κουρέας για τα παιδια τους Άννα-Μαρία και Άγγελο και γενικά για την γενιά τους… ** …κοινώς (ή μάλλον δηλαδή. Το «κοινώς» σαν συνώνυμο του «δηλαδή» το λέμε όταν επεξηγούμε κάτι με κάτι πιο κοινό που γίνεται πιο συχνά, εδώ έγινε κάτι λιγότερο κοινό αφού γίνεται μάλλον λιγότερο συχνά) 3( δεν είπαμε αυτοκτονικούς μαλάκες που αυτοκτονούν με ναρκωτικά αφού εκπληρώσουν και το Αμερικανικό όνειρο) 4 Ο Καστοριάδης μια φορά που τον ρώτησαν αν μετάνιωσε που δεν γύρισε στην Ελλάδα είπε «Αν γύρναγα θα’μουν άλλος ένας άνθρωπος που’φαγε η Ελλάδα». Τα άμεσα συμφραζόμενα δεν ήταν αρκετά για να συμπεράνει κανείς αν εννοούσε ότι το έργο του (φιλοσοφία +…+…+…) ήταν τέτοιο που στην Ελλάδα απλώς θα πήγαινε στράφι ή αν εννοούσε κι ότι άνθρωποι τύπου Ρίτσου, Θεοδωράκη του φαίνονται «φαγωμένοι» απ’την Ελλάδα…(θα επανέλθουμε) 175 Όλοι οι ψαράδες και αγρότες στην Αίγινα που, σαν τον Σικελιανό, είχαν καμαρούλα 2Χ3, ένα πιάτο φαϊ, και όλο το Αιγαίο κι όλα τα περιβόλια δικά τους στα μάτια τους και στην ψυχή τους αλλά όχι δικά τους σαν ιδιοκτησία να τα νέμονται, ήταν κατεστραμμένοι; Και ο Σικελιανός ήταν αυτοκαταστροφικός που ήταν από ένα σημείο και μετά κι αυτός έτσι κατεστραμμένος; και εξ επιλογής, διότι είχε γνωρίσει και «καλύτερα»; (Πώς θα’ταν τα καλύτερα; π.χ. θα’χε βίλλα στο ίδιο τοπίο για να το βλέπει από βεράντα αντί από αυλίτσα; Γιατί; Θα ανέβαινε το τοπίο στη βεράντα να κάτσει σε σαιζ λονγκ να θαυμάσει μαζί του την θέα;). Και τι σημαίνει «εξ επιλογής»; Για να έχει την βίλλα θα έπρεπε να μην έχει κάνει τις Δελφικές γιορτές; Για τον Σικελιανό που είναι συνώνυμός τους αυτό δεν θα’ταν Η ΑΠΟΛΥΤΗ καταστροφή; Θα την επέλεγε; Και πες πως είχε προσγειωθεί και είχε προτιμήσει την βίλλα. Η Εύα γιατί να δώσει τα λεφτά σε αυτόν κι όχι σε άλλον που ήθελε βίλλες; (τις οποίες βίλλες η ίδια τις είχε, σε όλο τον κόσμο, αλλά τις πούλησε για να της τις φάει ο Σικελιανός για τις Δελφικές γιορτές) Άρα μη λέμε μαλακίες για καταστροφές, επιλογές κλπ. (για αυτοκαταστροφή όσων επέλεξαν Μακρόνησο να μιλάνε οι Θεοδωράκηδες. Ο ίδιος μας φαίνεται κατεστραμμένος; Μα τα’χουμε πει αυτά, δεν επιστρέφουμε*) Δια ταύτα 1ον: Πρέπει τα προγράμματα ανθρωπιστικών σπουδών (humanities) που διδάσκονται διεθνώς να συμπεριλάβουν και ερεθίσματα που να δίνουν, σε τωρινούς νέους με πολύστροφα μυαλά ικανά για αυριανά λεφτά τύπου Στηβ Τζομπς, συνειρμούς και για το πώς να πάρουν στροφές για αυτοκαταστροφή εποικοδομητική και για τον εαυτό τους και για την κοινωνία, κι όχι μόνο για το πώς θα εκπληρώσουν το Αμερικάνικο όνειρο για να γίνουν σεβαστοί στον κάθε φουκαρά (συμπεριλαμβανομένου και του φουκαρά εαυτού τους) που το ονειρεύεται, να πάρουν δηλαδή τα μυαλά τους και καμιά στροφή όπως πήραν τα μυαλά των προικισμένων «αυτοκαταστροφικών» που είδαμε εδώ και του αυτοκαταστροφικού τους ινδάλματος που έλεγε «Αγαπάτε αλλήλους» (ο «ουτοπικός κομμουνιστής» Θεοδωράκης έλεγε οτι αυτή η φράση τον επηρέασε πάρα πολύ, κι ο Νιτσεϊστής Καζαντζάκης*** σαν πιο αγαπημένο του ήρωα στα βιβλία του τον Χριστό του «Τελευταίου πειρασμού» θεωρούσε. Κι ο Σικελιανός στις Δελφικές γιορτές για το διεθνές κοινό, την σύνθεση του επαναστάτη Προμηθέα με τον επαναστάτη Χριστό ήθελε να διοχετεύσει). Το αν έχουμε ή δεν έχουμε κατι χειροπιαστό για παράδειγμα «διδακτέας ύλης» σε τεόια προγράμματα θα το κρίνει κάποιος αν διαβάσει μέχρι τέλους το παρενθετικό λινκ που έχουμε ξανααναφέρει (μπαίνουμε κι από εδώ). Θα αναρωτηθεί κάποιος «Καλά , μας λέει οποιοσδήπτε ή οτιδήποτε ότι ειναι εποχή με ρεύμα για αυτοκαταστροφικούς μεγιστάνες και για «μάζες» που να τους χρειάζονται και που κι αυτοί να τις χρειάζονται και που θα χρειάζονται τα πουλιά του Κάντο Χενεράλ να τραγουδάει την αυτοκατστροφή τους με όρους Αριστοφανικών ορνίθων;» Απάντηση: Αν ρωτάς σε επίπεδο μυθιστορήματος απλώς πάτα στο εδώ μπλε: Ralph Nader's novel Only the Super-Rich Can Save Us! : The New ... Αν ρωτάς στο επίπεδο πραγματικότητας βλ. γκουγκλ για το τι έκανε και κάνει το το Wikileaks και το πού βρίσκεται και τι αντιμετωίζει ο εμπνευστής του, ο Julian Assange. Αν ρωτάς για γεγονότα κι όχι για τα τραγούδια περί «μαζών» ενημερώσου από γκουγκλ γιαTυνησία, για Ταχρίρ, για indignados, για αγανακτισμένους, , για Wall Street occupiers, για occupiers of future, για world occupiers κλπ και βγάλε μόνος σου συμπέρασμα αν ταιριάζουν σε όλες, σε κάποιες ή σε καμιά … Διάλειμμα: Προσγειωνόμαστε ή απογειωνόμαστε; Όπως και να’χει, εκεί που θα καταλήξουμε θα’ναι το 7ο Λύκειο Παγκρατίου απ’όπου ο όλος περίπατος ξεκίνησε, άρα στο τέλος θα’ναι σαφές το πού θα’μαστε ακόμα και αν (ΑΝ) παραμείνει ασαφές αν είμαστε ακόμα σαν πουλιά στα σύννεφα σ’ένα παλιό βενζινάδικο που λέει και το τραγούδι: ας τ’ακούσουμε: (http://www.youtube.com/watch?v=XKfcQ60OMB8 ) *Απλώς ας ολοκληρώσουμε την τελευταία υποσημείωση της προηγούμενης σελίδας: …ή αν εννοούσε (ο Καστοριάδης) κι ότι άνθρωποι τύπου Ρίτσου, Θεοδωράκη του φαίνονται «φαγωμένοι» απ’την Ελλάδα που κάθε άλλο παρά τους έφαγε! Έτερον εκάτερον το ότι κυριολεκτικά τους έφαγε και τους τρώει κάθε Ελληνική μαρμάγκα που υπήρξε και που υπάρχει**. Η απουσία από παντού αναφορών του σ’αυτούς ή στον Ελύτη μάλλον δείχνει ότι όντως φαγωμένους τους θεωρούσε (αν όχι τότε κι ο ίδιος ήταν μια μαρμάγκα γι’αυτούς) Προσωπικά, ακόμη και για το έργο του (το φιλοσοφικό+…+…+…) θεωρώ ότι τελικά το έφαγε η άλλη «μαρμάγκα», η Γαλλική (και η Ελληνική ακόλουθός της) με το χειρότερο φάγωμα που μπορεί να τύχει σε στοχαστή: να τον αναφερουν μεν Γάλλοι μα μόνο για πράγματα που τα λέει και αυτός όπως πολλοί άλλοι αλλά ποτέ για εκείνα που λέει μόνο αυτός γιατί δεν τα κατάλαβαν (φαινόμενο δηλαδή όπως σε εκείνο το Λούκυ Λουκ με τον (κακοποιό) Σαιξπηριστή που όλο έλεγε φράσεις τύπου «όπως είπε κι ο Μάκβεθ «καληνύχτα» », «όπως είπε κι η Οφηλία «πώς από δω;» » κλπ κι όταν τον συνέλαβε ο Λούκυ Λουκ και τον πήγε φυλακή και παραδίδοντάς τον του’πε «να ζει κανείς ή να μη ζει;» ο Σαιξπηριστής τον κοίταξε απορημένος σαν να μην το’χε ακούσει ποτέ)Παραδείγματα τέτοιων ιδεών του θα πούμε σ’άλλη(μη μουσική) ανάρτηση **Πως συνυπάρχουν το φαγωμα με το κάθε-άλλο-παρά-φάγωμα έχει ειπωθεί με πολλούς τρόπους στην ιστορία, ένας απ’τους πιο ωραίους είναι κι ότι ο Μίκης 1.μια ζωή φορούσε μαύρα στις συναυλίες του «διότι ένιωθε παππάς» (του Σικελιανού και του Ελύτη ως ιερουργών) και 2. Φόρεσε άσπρα στην συναυλία-ρεβάνς-της-ιστορίας στην Μακρόνησο. ***Άλλος αυτοκαταστροφικός κι αυτός!: Μετά τον θάνατό του και τον κινηματογραφικό Ζορμπά άρχισαν να αγοράζονται τα βιβλία του, μια ζωή τσάι και παξιμάδι το πρωί, και το μεσημέρι ντοματοσαλάτα το καλοκαίρι και φακή το χειμώνα έτρωγαν με την Ελένη, και κεφτέδες αν είχαν μουσαφιραίους. 176 Διάλειμμα 2ον: Ας δούμε μισό λεφτό μια παράγραφο από το βιβλίο του Νίτσε «Η Γέννηση της τραγωδίας από το πνεύμα της μουσικής» και μετά συνεχίζουμε (το 2ο διάλειμμα. Στο 2ο και τελικό «δια ταύτα» πάμε μετά κι απ’αυτό) «Απευθύνομαι αποκλειστικά σ’εκείνους που η επαφή τους με τη μουσική είναι άμεση, σε κείνους που θεωρούν τη μουσική για μητρικό τους κόλπο και που η επικοινωνία τους με τα πράγματα αποτελείται σχεδόν εντελώς από ασυνείδητες μουσικές σχέσεις. Απ’αυτούς ακριβώς τους αυθεντικούς μουσικούς ζητάω να μάθω, πώς είναι δυνατόν να φαντασθούν ένα ανθρώπινο όν που η αισθαντικότητά του θα ήταν ικανή να βαστάξει την τρίτη πράξη του Τριστάνου και της Ιζόλδης, δίχως τη βοήθεια του λόγου και της εικόνας, σαν μια τεράστια σύνθεση καθαρά συμφωνική, χωρίς να πνιγεί ασφυκτιώντας υπό τη σπασμωδική ένταση όλων των ινών της ψυχής; Ο άνθρωπος που όπως εδώ ακούμπησε, όπως θα λέγαμε, τ’αυτί του στην καρδιά της Βούλησης του κόσμου, κι ένιωσε το φρενήρη πόθο ζωής να ξεχειλίζει και να πλημμυρίζει όλες τις αρτηρίες του κόσμου, με τη βουερή ορμή ενός χειμάρρου, ή με το σιγομουρμουρητό ενός ρυακιού, που στριφογυρίζει κυλώντας στους αναρίθμητους μαιάνδρους του, ο άνθρωπος αυτός θα μπορούσε να μη νιώσει την ψυχή του ξαφνικά να θρυμματίζεται;»* *Κάτι που παραπέμπει προς την παράγραφο αυτή έχουν και οι στίχοι για τα «αρτηριακά ποτάμια που υπήρχαν πριν από την περούκα και τη καζάκα» που είχαμε δει απ’το «Αμερική, αγάπη μου» του Νερούντα, κι επίσης μια παράγραφος από το «Αργώ ή πλούς αεροστάτου» του Εμπειρίκου** και, πιθανότατα, κι άλλα σχετικά που δεν έχει τύχει να δούμε***. Οι στίχοι εκείνοι του Νερούντα και η παράγραφος του Εμπειρίκου είτε αποτελούν αναφορές στην παράγραφο αυτή του Νίτσε (συνειδητά ή ασυνείδητα) είτε αποτελούν αναφορά στην ίδια ανθρώπινη εμπειρία στην οποία αποτελεί υποσυνείδητη αναφορά και η παράγραφος του Νίτσε (πάνε δηλαδή κατά το «τα μεγάλα πνεύματα συναντώνται» κλπ). **Ας την παραθέσουμε: «…Τα μάτια του ντόν Πέντρο Ραμίρεθ εθόλωσαν...Είναι τάχα σωστό να παριστάνεις το μικρό και κελαρίζον ποταμάκι , όταν έχεις τον Αμαζόνιο στο στήθος σου και μέσα στ’αρχίδια σου φωτιά;..Ο Ντόν Πέντρο Ραμίρεθ έβλεπε τώρα νά κυλά μπροστά του ένας τεράστιος ποταμός, ένας ποταμός εδώ μέν απρόσιτος εις τήν ναυσιπλοϊαν, από τήν κοχλάζουσαν ορμή τών νερών, ή από τήν ύπαρξιν μεγάλων υδατοπτώσεων, αλλού δέ γαλήνιος καί προσιτός, ένας ποταμός, πού σέ άλλα σημεία ειλίσσετο κατά τρόπον πασιφανώς ηδυπαθή καί νωχελή, σέ κοίτην βαθειά, διασχίζουσα ατέρμονες πεδιάδες καί πραιρίες, ενώ σέ άλλα σημεία, ωρμούσε μεταξύ απορρώγων καί κατακορύφων βράχων, ή δασωδών ορέων , ενίοτε κορυφουμένων εις αλληλουχίας πανυψήλων ηφαιστείων, εν μέσω βλαστήσεως τροπικής εκ πλατυφύλλων ή κωνοφόρων δένδρων παμμεγίστων, κάτω από τά οποία τυλίσσονται καί εκτυλίσσονται κόβραι καί πύθωνες καί βόαι καί περπατούν βελούδινα ή στέκονται ν’αφουγκρασθούν, μέλαιναι πούμαι, ή γογόσκιρτοι ιαγουάροι, ενώ υπεράνω , πετούν καί διασχίζουν τόν αέρα μυριόχρωμα βεγγαλικά πουλιών τού παραδείσου. Καί ενώ εις άλλα μέν σημεία τού τεραστίου αυτού Αμαζονίου, ή Μανταλένα, ή Ζαμβέζη, τά νερά κυλούν σέ ευδαίμονα καί αδιατάρακτον αλληλεγγύην μέ όλα τά στοιχεία , κυματίζοντα ελαφρά, ως πέπλος νεαράς ταξειδιωτίσσης νεονύμφου επί γεφύρας γαμηλίου ατμοπλοίου, σέ άλλα σημεία, εχύνοντο μέσα σέ ζοφεράν καί πλήρη αιμοφύρτων οιωνών ατμόσφαιραν βοώσης καταιγίδος. Καί ενώ τό ύδωρ έρρεεν, έτσι ή αλλοιώς , χαρμόσυνον καί διαυγές , ή σκοτεινόν καί πλήρες πηκτής ιλύος, ανάλλαχτος πάντοτε καί παντού, μέσα στίς άπειρες εναλλαγές τής φύσεως, διά μέσου τής οποίας έρρεεν, σέ όλες τίς όχθες του, και στίς χαρούμενες καί φωτεινές, καί στίς στυγνές καί ερρεβώδεις, επάνω απ’όλα πρόβαλε , μέ γέλια καί μέ ιαχές, οτέ μέν χλιμιντρίζοντας , οτέ δέ αλαλάζων, ο Μέγας Πάνας κορυβαντιών, μέ τό μεγάλο πέος του παντοτεινά εν στύσει...Ο ντόν Πέντρο Ραμίρεθ έβαλε τό χέρι του στό πέος του. Σέ αυτό, εσκέπτετο, καί όχι στό μυαλό του, ώφειλε πάν ό,τι είχε κάμει. Τήν ευτυχίαν του καί τίς χαρές του, όλες τίς επιτυχίες του, τόσον στον έρωτα, όσον καί στά άλλα. Σέ αυτό εδώ, εσκέπτετο, ψαύων τό πέος του καί τούς όρχεις του. Σέ αυτό και αυτά. Ο Πέντρο Ραμίρεθ ησθάνετο πάλι μέσα του γαλήνην....Δέν έφταιγε αυτός..Έτσι τον έφτιαξε ο εν σοφία τα πάντα ποιών-δηλαδή πολύ καλά....Έτσι τον έφτιαξε ο Θεός. Μακάρι να ήταν περισσότεροι άνδρες σαν και αυτόν. Αμήν. Τά δάκρυα που πρό ολίγου τού εθάμπωσαν τά μάτια, καί πού μέ κόπον υπεράνθρωπον κατόρθωσε νά συγκρατήσει...εν τέλει τώρα τρέξανε, διότι τά άφησε να τρέξουν. Αλλά δέν ήταν δάκρυα θλίψεως, ή μεταμελείας. Τουναντίον, ήσαν δάκρυα κατανοήσεως τής ουσιαστικής εννοίας, δάκρυα ευγνωμοσύνης καί απολυτρωτικού θριάμβου. Ο ντον Πέντρο Ραμίρεθ έσφιξε άλλην μίαν φοράν τό πέος του, καί έπειτα πήρε τήν εφημερίδα του καί ήρχισεν πάλι νά διαβάζη...» ***Όχι βέβαια ότι ο καθένας που λέει κάτι σοβαρό για τη μουσική θα πρέπει άμεσα ή έμμεσα να το’χει πάρει από τον Νίτσε! Μπορεί και να το’χει πάρει απ’την μουσική την ίδια όπως π.χ. η Κινεζούλα που λέγαμε ότι είπε στο «στην υγειά μας, ρε παιδιά» ότι έμαθε Ελληνικά για να καταλάβει καλύτερα τη μουσική του Θεοδωράκη που έρχεται κατ’ευθείαν απ’τον ουρανό και κατ’ευθείαν απ’τα βάθη της γης». Η δε παράγραφος αυτή του Νίτσε θυμίζει ειδικά την μουσική του Θεοδωράκη σε φωτογραφικό βαθμό (προφανώς δεν έκανε Μίκης την μουσική του να θυμίζει Νίτσε, απλώς ο Νίτσε πολύ-πολύ θα χαιρότανε να την έχει ακούσει και να’χει γράψει τόσα και τρείς φορές άλλα τόσα γι’αυτήν!). Για το τι προκαλεί ο Μίκης κι η μουσική του πρέπει να παρατηρήσουμε ότι ακόμη και ανθρώπους σαν τον Πάγκαλο τους κάνει να λένε πράγματα που αποκαλύπτουν, ακόμη και σε πιο τρίτους παρατηρητές, τις καλύτερες δυνατές πτυχές του εαυτού τους , π.χ. στο ίδιο επεισόδιο του Σπύρου Παπαδόπουλου που μίλησε η Κινεζούλα είπε ότι για όλους τους όταν ήταν νέοι ο Μίκης όχι απλώς τους έκανε με το άφταστο ύψος του να περνάνε μια περίοδο πατροκτονικής επιθυμίας προς αυτόν αλλά και να συνειδητοποιούνε ότι δεν τους είναι ένα καταπιεστικό ταβάνι μα ένας απέραντος ουρανός (και μάλιστα το’πε λίγο πριν μιλήσει η Κινεζούλα, όχι μετά ώστε να’χε επηρεαστεί, από παλιά το’νιωθε με τέτιους όρους!) 177 Λοιπόν: Στην τηλεόραση πριν λίγο καιρό πέσαμε στο τέλος μιας συζήτησης μεταξύ Κ.Τσουκαλά και Γ.Βέλτσου.Ο Τσουκαλάς, ειλικρινέστατα, έλεγε ότι πλην της βαθειάς απαισιοδοξίας που του γεννά το πού βρισκόμαστε ομολογεί και την αδυναμα του για οποιανδήποτε πρόβλεψη αφού όλα τα νοητικά εργαλεία που ξέρει να υπάρχουν ανατέμνουν τη σχέση αιτίου-αποτελέσματος εκ των υστέρων και άρα η ανάλυση που κατανοεί το παρόν μας θα γίνει στο μέλλον αφού αναδυθεί πρώτα ότι αναδυθεί εκ του μηδενός στο οποίο βρισκόμστε και βαδίζουμε. Δεν θυμάμαι κι αν άκουσα και απ’τον ίδιο να αναδιατυπώνει τους περιορισμούς των εργαλείων σε μια φράση, του Χέγκελ, που λέγεται σε τέτοιες περιπτώσεις, «η κουκουβάγια της σοφίας έρχεται αφού πρώτα πέσει η νύχτα», αλλά αξίζει εδώ ο αναγνώστης να βάλει στο γκουγκλ το εξής: ange-ta, το κάλεσμα της ερήμου Ν. Μπινιάρης .Ο Βέλτσος, τιμιότατα, πρόσθετε στα περί απαισιοδοξίας και ότι αναγνωρίζει και ένα μέρος ευθύνης και του ίδιου και συναδέλφων του στο ότι δεν είχε, και δεν έχει, αποδεσμευτεί αρκετά από συμβιβασμούς που καθυστέρησαν τα όσα θα μπορούσε να έχει συνεισφέρει στην καταγγελία κακώς κειμένων αμέσως μόλις είχαν γίνει ορατά. Αμέσως πριν απ’αυτό κάτι είχε πει που ή δεν το πρόλαβα πλήρως ή το θεωρούσε γνωστό από κάτι που είχε ήδη πει στην ίδια ή σε προηγούμενη εκπομπή του, κάτι σαν «δεν το εννοώ Λορεντζατικά, σαν τα περί χαμένου κέντρου, ούτε Γιανναρικά». Δεν ξέρω τι εννοούσε ο ίδιος, θα πω τι ξέρω εγώ περί των ιδίων θεμάτων και πού ταιριάζουν εδώ, και μάλιστα ταιριάζουν τόσο πολύ που, πριν το τέλος του 2ου διαλείμματος στο οποίο βρισκόμαστε, τα βάζω σαν προθέρμανση για το τελικό «δια ταύτα» του παρόντος περιπάτου: Τον Ζήσιμο Λορεντζάτο, μέχρι στιγμής τον είδαμε απλώς σαν τον άνθρωπο που πληροφόρησε εμάς τους Έλληνες για την επιστολή του αρχηγού Σηάττλ στον big chief στην Ουάσινγκτον (όχι ότι θα ήταν λίγο κι αυτό!). Αλλά εμβάθυνε πολύ και στον Σικελιανό , στο βιβλίο του «το χαμένο κέντρο», το οποίο μπορούμε να φανταστούμε πού (περίπου) θα το πήγαινε, αφού έχουμε δει αποσπάσματα του Σικελιανού που ταιριάζουν σε θέμα με τέτοιο τίτλο (εκεί με τα αποσπάσματα από Μάμφορντ κι από Γκιμπράν) Ο Γιανναράς στα καλύτερά του γράφει κι αυτός τέτοια… στα χειρότερά του τον πιάνει, για να μη φραγκέψουμε, να γίνουμε «Φαναριώτες», λες και οι Τούρκοι θα ήθελαν να μας προσλάβουν ως 10 εκατομμύρια Φαναριώτες κι όχι ως κάτι άλλο, ή λες και ο Ελύτης που θεωρούσε σαν επαρχιωτισμό να γίνει σαν τους Βόρειους, και σαν δορυφοροποίηση της Ελλάδος την Βορειοπληξία και θεωρούσε τον Μεσογειακό Νότο σαν Ήλιο της Ζωής και τους Βόρειους σαν πλανήτες του (στο θέμα ζωή, όχι στο θέμα «ανταγωνιστικότητα») , και λάτρευε τον Παπαδιαμάντη όσο και ο Γιανναράς, χρειαζόταν να’χει παρόμοιες παρωπίδες και να μη βλέπει ότι ακόμα και οι ούτως Μεσογειοποιημένοι Τούρκοι δεν έχουν καμιά όρεξη να μας κάνουν Φαναριώτες. (ούτε κι έχουμε τα προσόντα όλοι. Προσωπικά δεν τα’χω, ο Πάγκαλος κι ο Βενιζέλος ίσως; ...Ή ο Γιωργάκης; Αν τα’χει γιατί τον λέει «ολίγιστο» ο Γιανναράς; Για Φαναριώτης καλό ζεϊμπέκικο ξέρει αλλά για Έλληνας απαίσιο) Τέρμα οι μαλακίες κι οι ειρωνείες σε έναν άνθρωπο που επί 40 χρόνια, από φοιτητής, διαβάζω κι αγαπώ τα βιβλία του και τις επιφυλλίδες του* Αγαπητέ Γιώργο, μη το ψάχνετε κι άλλο γιατί απομακρύνεστε απ’την ουσία ακόμη πιο πολύ, βεβαίως και δεν υπάρχει πρόβλεψη περισσότερη από την εκ των υστέρων,της κουκουβάγιας του Χέγκελ, αλλά για την επαφή με το κέντρο δεν χρειάζεται να καταλαβαίνει κανείς και τους στίχους του Σικελιανού και του Ελύτη, αρκεί η μουσική τους και οι πράξεις τις οποίες θα υποκρούει η νυν, ή κάποια νέα, μελοποίησή τους. Η δε κουκουβάγια σοφότερα λόγια απ’τα (κατανοητότατα) του Σηάττλ δεν θα πει, μακάρι όσα διαδραματιστούν να ετυμολογούν τελικά λόγια όχι αποχαιρετισμού όπως είναι τα δικά του (ακόμα και τώρα που το μπλέξιμο δεν είναι καν με σφάχτες εκ του σύνεγγυς αλλά με γκόλντεν ζόμπι). Αρκετή και η προθέρμανση για το τελικό «δια ταύτα», τέρμα και το 2ο διάλειμμα, πάμε στο 2ο, και τελικό, δια ταύτα: *Στην σύγχυσή του μάλλον συντέλεσε το ότι είδε πόσο επιδεικτικά αγνοείται ο Βασίλης Μαρκεζίνης από όλους τους Έλληνες πολιτικούς και τους περισσότερους Έλληνες διανοούμενους και πόσο πολύ λαμβάνεται υπ’όψη (μέχρι και υπουργός εξωτερικών έγινε) ο Νταβούτογλου. Εντυπωσιασμένος δεν πρόσεξε ούτε πόσα λάθη του βρίσκει ο Μαρκεζίνης, ούτε πόσα λάθη, οι ίδιοι οι Τούρκοι αναλυτές, βρίσκουν ότι κανει ο Ερντογάν όταν επηρεάζεται από αυτόν, ούτε πρόσεξε ότι οι αναφορές του Νταβούτογλου είναι συχνά παιδαριώδεις (προσωπικά δεν είμαι ειδικός στα θέματά του για να’χω γνώμη, αλλά σε ένα θέμα που έχω γνώμη είναι για τα μπάζα: Αναφέρεται και στον Μάμφορντ (τον σοφό που συχνά αναφέραμε) για να επικαλεστεί την κριτική του για την Δύση και να πει μετά ότι η Τουρκία έχει την απάντηση σε αυτά με την πολυπολιτισμική της παράδοση. Αν τέτοιας βαρύτητας είναι και τ’άλλα που λέει τότε να χάσω πάσαν ιδέα. ΟΚ, θα διαβάσω και ειδικούς…Ο Γιανναράς επίσης καλύτερα να διαβάσει τις συζητησεις κι αναλύσεις που κυκλοφορούν για το πώς η πολυπολιτισμικοτητα δεν είναι φορέας της δημοκρατίας αλλά η ψευτοδημοκρατία των αυτοκρατοριών.Ή ας βάλει στο γκουγκλ το ange-ta το κάλεσμα της ερήμου Ν. Μπινιάρης που λέγαμε... 178 Δια ταύτα: …(τα πολλά λόγια είναι φτώχεια*)…πάμε στα pdf του ΥΓ, δηλ: Αλ Παγκράτι μπλούζ Είθισται η καταγραφή εμπνεύσεων για το αυτονόητο να συνοδεύονται από το λινκ για την σκηνή επιφοίτησης του Μπελούσι στο Blues Brothers, εκεί που είναι μαζί με τον Άκροϋντ κι ακούνε τον Τζέιμς Μπράουν ως παπα-ροκά στην εκκλησία και του’ρχεται η ιδέα να χρησιμοποιήσουν την ορχήστρα (the Band! The BAND!!) για να να σώσουν από την πτώχευση το ορφανοτροφείο με τις καλογριές στο οποίο μεγάλωσαν ( στο σημείο 1:36 του λινκ http://www.youtube.com/watch?v=P1KZ KZs-2YM ) Είθισται, επίσης, περίπατοι που, μετά από κάποια επιφοίτηση, καταλήγουν στην τοποθεσία και την καθημερινότητα από τις οποίες ξεκίνησαν, να βάζουν σαν τελικό μόττο τον τελευταίο στίχο της Θείας Κωμωδίας (που είχαμε δει και στην μακρά παρένθεση που πέρναγε με λεπτομέρειες από τα λινκ για το «Ταξίδι στα Κύθηρα»), την φράση δηλαδή «…και ξαναβρέθηκα κάτω απ’τον ουρανό που είναι γεμάτος απ’την αγάπη που κινεί τ’αστέρια». Αν είμαστε στην Ελλάδα, τι θα’λεγε καποιος; «Από αγάπη δεν ξέρω, θα δείξει, αλλά από αστέρια, δόξα τω Θεώ , έχει ήδη δείξει προ πολλού» αυτό δεν θα’λεγε; Κι αν είμαστε νύχτα στην Αθήνα, και ειδικά στο άλσος Παγκρατίου, ποιανού στίχους θα τραγουδάγαμε αντί του Θείου Δάντη και της Θείας Κωμωδίας; Του θείου Κηλαηδόνη και της θείας Μοσχολιού, είναι κάτι νύχτες με φεγγάρι…Τα λινκ είναι στην επόμενη σελίδα: *Τώρα το θυμηθήκαμε ότι είναι φτώχεια; Μετά από 178 σελίδες; Ναι , και τώρα που το θυμηθήκαμε ας το ξαναξεχάσουμε για να πούμε και περί τίνος πρόκειται στο τελικό δια ταύτα: Κάνουμε μια επιλογή απ’όσα είδαμε στον περίπατο που πλέον ολοκληρώθηκε, (απλώς ολοκληρώθηκε , δεν τελείωσε, όπως ούτε η μουσική, ούτε η Ελλάδα, ούτε η ιστορία, τελειώνουν ποτέ) , μια από τις πολλές ολοκληρωμένες επιλογές από αυτόν ή από οποιονδήποτε άλλον ολοκληρωθέντα περίπατο, που 1.να είναι σαν τρέιλερ του παρόντος όπως το παρόν ήταν σαν τρέιλερ άλλων πολύ μακρύτερων περιπάτων 2. να μπορεί να χωράει σε μια θεατρική βραδυά και 3. να είναι η θεατρική βραδυά φτιαγμένη για άλσος Παγκρατίου είτε νοερώς είτε και με σάρκα και οστά (αν το θέατρο που θυμόμαστε μπορεί να ξαναγίνει διαθέσιμο σε όσους προτείνουμε και αν όσοι ακούσουν τι τους προτείνουμε (π.χ. Λαζόπουλος, Φασουλής, Αλευράς, …) είναι διαθέσιμοι για την βραδυά, αλλιώς απλώς νοερώς**) δηλαδή στο Αλ Παγκράτι μπλουζ το Αλ είναι αναφορά στη λειτουργία, την προσφορά και το φόρματ του Αλ Τσαντίρι, το Παγκράτι είναι αναφορά στα αντίστοιχα του Ελεύθερου Θεάτρου τότε που έπαιζε στο Άλσος και στα αντίστοιτιχα των τωρινών Παγκρατιώτικων προσπαθειών (επαγγελματιών του παλιού Κορονέτ, ερασιτεχνών (μαθητές με π.χ. καθοδήγηση Σαριγιαννίδη) και χύμα (μαθητές π.χ. με «καθοδήγηση» «δική μου») , και το μπλούζ είναι αναφορά στον τόνο του Μαχαιρίτσα στο Διδυμότειχομπλούζ http://www.youtube.com/watch?v=eyJfI8gKIL8 , το ότι Ελλάδα σε καψώνι και «στρατιωτικό περίπατο» βρίσκεται και όχι σε παρτάκι με ημίφως δεν χρειάζεται διευκρινήσεις, αυτό που ναι χρειάζεται όμως, και που δεν είναι καψώνι κι ας περνάει από πολύ χειρότερα, είναι ένας άλλος περίπατος ένα δείγμα του οποίου και κάναμε εδώ και που προσφέρεται και για ανταλλαγές (π.χ τόνου) ανάμεσα στις γενιές και τις γειτονιές που μόλις αναφέραμε…/Γιάννης Αλεβίζος, Παγκράτι, Χριστούγεννα 2011 **όσο «απλώς νοερώς» κι όχι ολοζώντανο ήταν το από ραδιοφώνου «θέατρο της Δευτέρας», εννοώ ότι αν μεταξύ τραγουδιών και βίντεο διαβάζουμε κάποια σχόλια συνδετικά-γεφυρωτικά μεταξύ προηγούμενου κι επόμενου τραγουδιού, σχόλια τύπου ντιτζέυ αλλά που να που υποτίθεται οτι τ’ακούμε από π.χ. Λαζόπουλο ή Φασουλή ή Αλευρά κλπ, τότε θα’ναι απόλυτα «εικονική» η πραγματικότητα που λέμε; Δηλαδή τότε που δεν υπήρχε καν ραδιόφωνο ήταν ψεύτικοι οι χαρακτήρες της λογοτεχνίας; Όταν ανακαλύφτηκε η τηλεόραση έγιναν ψεύτικοι οι ραδιοφωνικοί; Και όταν ανακαλύφτηκε η έγχρωμη έγιναν ψεύτικοι οι ασπρόμαυροι; Αν έτσι το πάμε, και γίνουν ψεύτικοι κι οι έγχρωμοι μετά την τρισδιάστατη ΤιΒι, τότε κινούμαστε προς την όλο και πραγματικότερη τέχνη ή προς την κατεύθυνση αυτών που βλέπουν τσόντες με κάσκα και φόρμες για αισθήσεις αφής και θεωρούν ελλιπώς πραγματικές υπάρξεις τις γυναίκες με σάρκα και οστά; Τέλος πάντων, ας μη το παρακουράζουμε στην προσπάθεια να πείσουμε για την υπαρκτότητα του παρόντος ακόμη κι αν ποτέ δεν παιχτεί επί σκηνής από ηθοποιούς με σάρκα και οστά στο ρόλο του εαυτού τους ή όσων λέμε, αφού όσοι δεν πείστηκαν από από την πραγματικότητα όσων διάβασαν λίγο τα εδώ ή δεν πείστηκαν καν να διαβασουν, δεν προκειται να πειστούν από το επιχείρημα που μόλις είπαμε ή καν να το διαβάσουν. Άλλωστε έχει και μειονεκτήματα η παράσταση: Είναι μιας φοράς. Σε επόμενο ανέβασμα θα παίζει άλλος π.χ.τον Λαζόπουλο; Προφανής απάντηση:ας μεταβιβαστεί τώρα η σκυτάλη και η αύριον μεριμνήσει τα εαυτής... 179 Άλσος by day Ελλάς by night http://www.youtube.com/watch?v=k3UhKoi6dAE&feature=related http://www.youtube.com/watch?v=rDNQN8gJpbU 180
© Copyright 2024 Paperzz