Graduate Technological Education Institute of Piraeus Department of Business Administration Marketing Laboratory Director Prof. P.Kyriazopoulos (Ph.D.) Οι προσδοκίες των μεταπτυχιακών φοιτητών από την αγορά εργασίας και ο ρόλος της ανώτατης εκπαίδευσης The expectations of post- graduate students from the labor market and the role of Higher Education Ιωάννα Παπαϊωάννου (*)- Θεανώ Μοσχονά (**) Απρίλιος 2011 Έτος 8ο Αρ. Τεύχους 4/2011 (*) Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια: «Διεθνής Διοικητική των Επιχειρήσεων» (**) Supervisor Copyright © ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ Π. Ράλλη & Θηβών 250 Αιγάλεω 12244 Τηλ. 2105381135 –fax 2105381429 Email: [email protected] ISSN: 1790-0700 2 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Editor : Samanta Irene Board of Consulting Editors kyriazopoulos Panagiotis Connor Sandra Giannakopoulos Dionysis Grigoroudis Evagelos Iliopoulos Costas Malcolm Crowe Matsatsinis Nikolaos Moschona Erifili-Theano Siriopoulos Kostantinos Siskos Yannis Spyridakos Thanasis Terzidis Costas Thanos George TEI of Piraeus University of the West of Scotland TEI of Piraeus Technical University of Crete University of the West of Scotland University of the West of Scotland Technical University of Crete TEI of Piraeus University of Patras University of Piraeus TEI of Piraeus TEI of Kavala TEI of Chalkida Greece U.K. Greece Greece U.K. U.K. Greece Greece Greece Greece Greece Greece Greece ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 3 4 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Abstract The rapid changes in the economic environment lead individuals in a continuing education, so that they can worthily withstand the demands of today's market, which have led companies to a competition that transforms the traditional career into a new form. For this reason, Master Programs are designed to prepare graduate students in order to cope with the complex and dynamic international economic environment, contributing to business processes that enhance the competitiveness and the economic growth of the country. The main purpose of this research is to comprehend the expectations of graduate students from the labor market, and the reasons, why they wanted to gain a master degree. For the conduct of this study an anonymous questionnaire was used, which had been distributed to 8 out of 13 Master Programs of TEI Piraeus. The method of stratified sampling was used in the questionnaire. The findings from the statistical analysis, according to research matters of research, have shown that graduate students do not differ on the reasons for obtaining a master’s degree, having as main and fundamental reason for obtaining it the increase of their salaries and the securing of a job, removing obstacles that they may face especially as refers to women. Furthermore, graduate students, who are not working, do not have clear goals and expectations as opposed to those who are working. Research results suggest that expectations of graduate students from the labor market are directly affected by the work area in which students are currently employed, and their family environment. The expertise gained from attending a master’s program covers the failure of the first degree, because there are in high demand in the labor market. Keywords: Expectations, master programs, graduate students, labor market, human capital, higher education. ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 5 Περίληψη Οι ταχύτατες μεταβολές του οικονομικού περιβάλλοντος οδηγούν τα άτομα σε μία διαρκή εκπαίδευση ώστε να μπορούν να ανταπεξέλθουν επάξια στις απαιτήσεις της σύγχρονης αγοράς, οι οποίες έχουν οδηγήσει τις επιχειρήσεις σε έναν ανταγωνισμό που μετασχηματίζει τη παραδοσιακή σταδιοδρομία σε μία νέα μορφή της. Γι’αυτό το λόγο και τα Μεταπτυχιακά Προγράμματα αποσκοπούν στην προετοιμασία των μεταπτυχιακών φοιτητών ώστε να αντιμετωπίσουν επιτυχώς το πολύπλοκο και δυναμικό διεθνές οικονομικό περιβάλλον, συμβάλλοντας σε επιχειρησιακές διαδικασίες που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα και την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η κατανόηση των προσδοκιών των μεταπτυχιακών φοιτητών από την αγορά εργασίας, καθώς και τους λόγους που θέλησαν να αποκτήσουν ένα μεταπτυχιακό τίτλο. Για τη πραγματοποίηση της συγκεκριμένης μελέτης χρησιμοποιήθηκε ανώνυμο ερωτηματολόγιο το οποίο διανεμήθηκε σε 8 από τα 13 Μεταπτυχιακά Προγράμματα (Π.Μ.Σ) του ΤΕΙ Πειραιά. Το ερωτηματολόγιο που χρησιμοποιήθηκε, πραγματοποιήθηκε με τη μέθοδο στρωματοποιημένης δειγματοληψίας (Stratified Sampling).Τα ευρήματα από την στατιστική ανάλυση σύμφωνα με τις ερευνητικές υποθέσεις της έρευνας κατέδειξαν πως οι μεταπτυχιακοί φοιτητές δε διαφέρουν στους λόγους απόκτησης ενός μεταπτυχιακού διπλώματος, έχοντας ως κύριο και βασικό λόγο απόκτησης του, την αύξηση των αποδοχών και την εξασφάλιση μιας θέσης εργασίας, εξαλείφοντας εμπόδια που μπορεί να αντιμετωπίζουν κυρίως οι γυναίκες. Επίσης μεταπτυχιακοί φοιτητές που δεν εργάζονται, δεν έχουν ξεκάθαρους στόχους και προσδοκίες σε αντίθεση με τους εργαζόμενους μεταπτυχιακούς φοιτητές. Τα ερευνητικά αποτελέσματα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι προσδοκίες των μεταπτυχιακών φοιτητών από την αγορά εργασίας 6 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων επηρεάζονται άμεσα και από το τομέα εργασίας που απασχολούνται αυτή τη στιγμή οι φοιτητές αλλά και από το οικογενειακό περιβάλλον. Οι εξειδικευμένες γνώσεις που αποκομίζουν από τη παρακολούθηση ενός μεταπτυχιακού καλύπτει την ανεπάρκεια του πρώτου τίτλου σπουδών, λόγω του ότι δεν έχουν μεγάλη ζήτηση στην αγορά εργασίας. Λέξεις κλειδιά: Προσδοκίες, Μεταπτυχιακά Προγράμματα, μεταπτυχιακοί φοιτητές, αγορά εργασίας, ανθρώπινο κεφάλαιο, ανώτατη εκπαίδευση. ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 7 1.Εισαγωγή Ένας από τους κυριότερους λόγους για τη διερεύνηση του θέματος είναι η μεγάλη ζήτηση των φοιτητών σε μεταπτυχιακά προγράμματα τα τελευταία έτη, καθώς επίσης και ο μεγάλος ανταγωνισμός στην αγορά εργασίας λόγω της παγκοσμιοποίησης. Τα κίνητρα και οι λόγοι παρακολούθησης ενός Μεταπτυχιακού προγράμματος καθώς και οι προσδοκίες των μεταπτυχιακών φοιτητών από την αγορά εργασίας ,είναι για την ανάπτυξη των ικανοτήτων τους ώστε να έχουν περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες (Agarwala 2008), την αύξηση των αποδοχών και κατοχύρωση μιας θέσης εργασίας (Chiu 1999, Baruch et al. 2000,2001, Michail et al 2006). Τα Eλληνικά νοικοκυριά διαθέτουν ένα σημαντικό μέρος από τους πόρους τους για την εκπαίδευση, πιστεύοντας με αυτό τον τρόπο, ότι προετοιμάζονται για μία επιτυχημένη επαγγελματική σταδιοδρομία, επενδύοντας με αυτό τον τρόπο στο ανθρώπινο κεφάλαιο (Κώστογλου: 2005).Η εκπαίδευση έχει οικονομική σημασία τόσο σε γενικούς όρους όσο και σε όρους βελτίωσης της παραγωγικότητας. Από τη μία πλευρά μέσω της εκπαίδευσης δημιουργείται και διαχέεται επιστημονική γνώση, η οποία εφαρμοσμένη στη παραγωγική διαδικασία αναβαθμίζει τη τεχνολογική πρόοδο και βελτιώνει τη παραγωγικότητα. Από την άλλη, η εκπαίδευση αυξάνοντας τις γνώσεις και δεξιότητες των εργαζομένων τους καθιστά ικανούς για συγκεκριμένες εργασίες και εύκολα προσαρμόσιμους στις απαιτήσεις της αγοράς. Συναφής με αυτό, είναι και η συμπληρωματική σχέση που υπάρχει μεταξύ των υψηλών γνώσεων και δεξιοτήτων αφενός και επενδύσεων και εφαρμογών σε νέες τεχνολογίες αφετέρου. Είναι προφανές, ότι η σχέση αυτή οδηγεί στην οικονομική ανάπτυξη. Όπου το εκπαιδευτικό επίπεδο είναι υψηλό, είναι πιθανό και η υιοθετούμενη τεχνολογία να είναι σχετικά πιο παραγωγική και συμπληρωματική του υφιστάμενου 8 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων επιπέδου εκπαίδευσης. Επιπροσθέτως, αξίζει να σημειωθεί πως, η εκπαίδευση ασκεί και θετικές οικονομικές εξωτερικές επιδράσεις. Το εκπαιδευτικό επίπεδο, που αποτελεί βασικό παραγωγικό προσόν των ατόμων, θεωρείται από όλο και περισσότερους ως κρίσιμη μεταβλητή για την επίδοση των εργαζομένων στην αγορά εργασίας, την ανάπτυξη των φορέων παραγωγής (επιχειρήσεων), καθώς και για την ανάπτυξη της οικονομίας γενικότερα.(Κανελοπούλου et al 2004:22). 2.Θεωρητική Προσέγγιση 2.1 Παγκοσμιοποίηση και αγορά εργασίας Όπως αναφέρει και ο Σακελλαρόπουλος (2003: 251)«Η Ελλάδα εισήλθε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης κατά τη δεκαετία του ’80, όπου σκοπός της είναι η διασφάλιση της ευελιξίας στην οικονομία με τη σταθερότητα στη κοινωνία». «Το έτος 2000, χαρακτηρίζεται από ένα βαθύ μετασχηματισμό τόσο σε διεθνές οικονομικό πεδίο όσο και στον τρόπο παραγωγής πλούτου. Οι νέες οικονομίες χαρακτηρίζονται από τη ταχύτατη ανάπτυξη των διεθνών οικονομικών συναλλαγών τη συνεχή αύξηση των επιχειρήσεων και κυρίως των πολυεθνικών, όχι μόνο στη χώρα μας αλλά σε όλο τον κόσμο, και την ανάπτυξη των κοινών συμμαχιών για στρατηγικές οικονομικής μεγέθυνσης» (Μάρδας Γ., 2000:118) . Από τα παραπάνω, εύλογα γίνεται κατανοητό ότι στις σύγχρονες παγκοσμιοποιημένες αγορές, οι επιχειρήσεις βρίσκονται σε μια διαρκή ροή μετασχηματισμών. Ομοίως, οι υπάλληλοι, οι επαγγελματίες και οι διευθυντές πρέπει να είναι εξίσου ευέλικτοι και προσαρμοστικοί στις νέες εξελίξεις. (Gual και Ricart, 2001). Πράγματι, οι πρόοδοι στην τεχνολογία (Freeman et al., 1995), ο έντονος παγκόσμιος ανταγωνισμός (Rosenthal, 1995), και οι εξελισσόμενες οργανωτικές δομές (Miles and ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 9 Snow, 1996) έχουν μετασχηματίσει την παραδοσιακή σταδιοδρομία σε μια νέα μορφή σταδιοδρομίας. Η νέα αυτή μορφή απαιτεί υπαλλήλους με δεξιότητες και κατάλληλους για απασχόληση προκειμένου να έχουν υψηλή παραγωγικότητα, για όσο διάστημα παραμείνουν στην επιχείρηση. Παράλληλα οι οργανισμοί σήμερα προκαλούνται όλο και περισσότερο να συντονίσουν την επιχείρηση στην παγκόσμια κλίμακα και να ενσωματώσουν τις δραστηριότητές τους σε διαφορετικές χώρες. Για αυτόν το σκοπό, οι οργανισμοί χρειάζονται διευθυντές, αλλά και υπαλλήλους οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να συντονίσουν τα λειτουργικά τμήματα μιας επιχείρησης σε μια παγκόσμια κλίμακα. Η νέα υπερεθνική επιχείρηση και η σύγχρονη μορφή των παγκοσμιοποιημένων δικτύων των επιχειρήσεων επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την αγορά προϊόντων και υπηρεσιών. Παράλληλα, η υπερεθνική επιχείρηση επηρεάζει και ελέγχει (άμεσα και έμμεσα) και την αγορά συντελεστών παραγωγής. Συνεπώς και την αγορά εργασίας με άμεσο αποτέλεσμα την αλλαγή στο είδος και στη μορφή της απασχόλησης. Ενδεικτικά, η ανάπτυξη του τομέα των υπηρεσιών δημιουργεί ένα νέο προφίλ εργαζομένου με υψηλές μορφωτικές απαιτήσεις και επαγγελματικές δεξιότητες που καλείται να καλύψει σύνθετους επαγγελματικούς ρόλους (multi-task job). 2.2 H Θεωρία του Ανθρώπινου Κεφαλαίου Ως κεντρική ιδέα αυτής της θεωρίας είναι ότι το κατάλληλα εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό πρέπει να θεωρείται ως ένας από τους πιο σημαντικούς παράγοντες οικονομικής ανάπτυξης και η αξία του πρέπει να υπολογίζεται ως ανάλογη προς εκείνες των φυσικών πόρων και του τυπικού κεφαλαίου μιας χώρας. Οι γνώσεις οι ικανότητες και οι δεξιότητες, τις οποίες αποκτά το άτομο μέσω της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής εξάσκησης του αποτελούν ένα είδος 10 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων επενδυτικού κεφαλαίου το οποίο ονομάζεται «ανθρώπινο κεφάλαιο» (Κώστογλου: 2005). Η θεωρία του ανθρώπινου κεφαλαίου ξεκίνησε από τη μελέτη και τη προσπάθεια πολλών μελετητών για τα αποτελέσματα της εκπαίδευσης. Παρέχει μια θεωρητική βάση για την κατανόηση της επιτυχούς σταδιοδρομίας. «Αν και έχει τις ρίζες της στον Adam Smith o οποίος υποστήριξε ότι οι μισθοί αυξάνονται με δυσκολία και το κόστος εκμάθησης της τέχνης, συστηματοποιήθηκε θεωρητικά και εμπειρικά στις αρχές της δεκαετίας του 1960, υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις ανάμεσα σε οικονομολόγους, κοινωνιολόγους και άλλους επιστήμονες ως προς τον ακριβή τρόπο με τον οποίο η εκπαίδευση επηρεάζει και επηρεάζεται από την οικονομική δραστηριότητα και την κοινωνική εξέλιξη». (Κανελοπούλου et.al, 2004:23). Η θεωρία του ανθρώπινου κεφαλαίου (Becker, 1975) προτείνει ότι τα άτομα που επενδύουν περισσότερο στα χαρακτηριστικά του ανθρώπινου κεφαλαίου όπως η εκπαίδευση, η κατάρτιση και η εμπειρία αναμένεται να παρουσιάσουν υψηλότερα επίπεδα απόδοσης στην εργασία τους και να λάβουν στη συνέχεια υψηλότερες ανταμοιβές. Σύμφωνα με αυτήν την θεωρία, η πρόοδος και η επιτυχία σταδιοδρομίας του ατόμου εξαρτώνται από την ποσότητα και την ποιότητα των ανθρώπινων προσόντων που φέρνει κάποιος στη αγορά εργασίας (Becker, 1964). Επίσης οι δεξιότητες και η εμπειρία που τα άτομα έχουν στην εργασία τους σχετίζονται με τις απολαβές τους. (Agarwala, 1981). Μέχρι το σημείο που οι παράγοντες ανθρώπινου κεφαλαίου επηρεάζουν την απόδοση των υπαλλήλων, ούτως ώστε να εκτελέσουν καλύτερα την εργασία τους, για να αυξηθούν οι αποδοχές τους. Τα πρόσφατα εμπειρικά στοιχεία υποστηρίζουν τη θετική σχέση μεταξύ των μεταβλητών ανθρώπινου κεφαλαίου που είναι οι γενικές δεξιότητες (ανάγνωση, γραφή, αρίθμηση), οι ειδικές ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 11 δεξιότητες, τεχνικές ή επιστημονικές γνώσεις, και της επιτυχούς σταδιοδρομίας (Tharenou, 2001). Όπως αναφέρει ο Μάρδας (2000) η έννοια του ανθρώπινου κεφαλαίου στηρίχθηκε σε μία διπλή αντίληψη των οικονομικών αποτελεσμάτων της εκπαίδευσης, την κοινωνική και την ατομική. Στο κοινωνικό επίπεδο, διαπιστώνονται τα σπουδαία αποτελέσματα για την οικονομική αύξηση των κοινωνιών, που οφείλονται στην ανάπτυξη των επιστημών και της τεχνικής. Σε επίπεδο ατομικό, το ανθρώπινο κεφάλαιο είναι μία αληθινή πραγματικότητα, που οι άνθρωποι επενδύουν στους ίδιους τους εαυτούς, με άμεση συνέπεια να ταυτίζουμε την έννοια του ανθρώπινου κεφαλαίου για μία ανάλυση οικονομική των κοινωνιών μας, κυρίως δε για μία κατανόηση των οικονομικών ρόλων που παίζει η ανάπτυξη των επιστημών και τεχνικών. 2.3 Φοιτητές και Μεταπτυχιακή Εκπαίδευση Σήμερα ένας μεταπτυχιακός τίτλος θεωρείται μια σοφή επένδυση ανθρώπινου κεφαλαίου (Κώστογλου 2005). Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '80, ένα πτυχίο MBA, θεωρούνταν βασικό κλειδί για την εισαγωγή στην αγορά εργασίας με υψηλή αμοιβή. Πανεπιστήμια σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων της Οξφόρδης και του Καίμπριτζ, προσέφεραν έναν μεγάλο αριθμό προγραμμάτων MBA. Σήμερα, υπολογίζεται ότι περίπου 90.000 άνθρωποι στις ΗΠΑ κάθε έτος λαμβάνουν μεταπτυχιακά στην επιχειρησιακή διοίκηση, και υπάρχουν περισσότερο από 750 προγράμματα MBA στις ΗΠΑ και πάνω από 115 προγράμματα στο Ηνωμένο Βασίλειο. (Sturges, Simpson, & Altman, 2003) Στο Χονγκ Κονγκ, από τα τέλη της δεκαετίας του ‘80, το μεταπτυχιακό στη Διοίκηση Επιχειρήσεων, αποτέλεσε μια ελκυστική επιλογή για άνδρες και γυναίκες. Έξι δημόσια Τριτοβάθμια Ιδρύματα προσφέρουν μια σειρά από μεταπτυχιακά προγράμματα, 12 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων πλήρους και μερικής απασχόλησης, καθώς επίσης και άλλους διαβαθμισμένους τίτλους επιχειρηματικών σπουδών (Chiu, 1999). Διάφορες μελέτες έχουν ερευνήσει τους λόγους και τα κίνητρα των σπουδαστών στην επιλογή ενός μεταπτυχιακού προγράμματος. Αν και υπήρχαν παραλλαγές στα αποτελέσματα αυτών των μελετών, υπήρξαν μερικές ομοιότητες. Οι 297 φοιτητές στο Hong Kong, συμμετείχαν σε ποικίλα προγράμματα εξ’ αποστάσεως. Οι φοιτητές αυτοί αναγνώρισαν την εργασιακή απόδοση ως πρωταρχικό κίνητρο στην επιλογή του μεταπτυχιακού προγράμματος. Το δεύτερο κίνητρο αφορούσε την ανάπτυξη και ενδυνάμωση της επαγγελματικής σταδιοδρομίας τους. Οι Luker et al. (1989), κατέληξαν σε παρόμοια συμπεράσματα σε μια μελέτη τους με Αμερικάνους φοιτητές. Οι ερευνητές αυτοί, αναγνώρισαν πέντε λόγους, οι οποίοι ωθούν τους φοιτητές στην επιλογή ενός μεταπτυχιακού προγράμματος και συγκεκριμένα: τη μακροπρόθεσμη επαγγελματική σταδιοδρομία, την προαγωγή, τον ανταγωνισμός, τον καλύτερος μισθός και την προσωπική ικανοποίηση. Από την άλλη σύμφωνα με τον Carpenter (1997), η εύρεση καλύτερης δουλειάς και ο μεγαλύτερος μισθός ήταν δύο βασικά κίνητρα στην επιλογή ενός MBA προγράμματος και όχι μόνο. 2.4 Επιχειρήσεις και Μεταπτυχιακή Εκπαίδευση Από τη πλευρά των επιχειρήσεων, o Baruch (2009) υποστηρίζει, ότι οι επιχειρήσεις επωφελούνται από την πρόσληψη αποφοίτων MBΑ, διότι θεωρούν ότι μπορούν να βελτιώσουν τις επιχειρηματικές τους δεξιότητες και την ποιότητα εργασίας του εργαζομένου, την παραγωγικότητα τις ηγετικές ικανότητες και τον τρόπο με τον οποίο θα διαχειρίζονται τον πελάτη. ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 13 Η αγορά εργασίας των μεταπτυχιακών φοιτητών MBA αλλά και των μεταπτυχιακών φοιτητών που αφορά το κλάδο της πληροφορικής και της επικοινωνίας είναι στενά συνδεδεμένη με την οικονομία ( Κώστογλου 2005). Η έρευνα του Schneider το 2000 στο περιοδικό Business Week, συμπέρανε ότι απόφοιτοι φοιτητές του MBA, είχαν έναν μέσο όρο προσφοράς δουλειών 2,7 και μισθό 75.900 $, χωρίς τα επιδόματα. Συνολικά 9.651 μεταπτυχιακοί φοιτητές του MBA από 73 σχολεία, των οποίων τα στοιχεία των μισθών τους στάλθηκαν για έρευνα, διαπιστώθηκε ότι ο μισθός τους είχε αυξηθεί κατά 15% από το 1998 και κατά 30% από το 1996 (Zhao et al., 2006). Παρόλα αυτά, το 2002 έκθεση στο ίδιο περιοδικό αναφέρει ότι μόνο το 60% των πτυχιούχων MBA βρήκε εργασία. (Hazelwood, 2003a, 2003b). Οι Pfeffer και Fong (2004) υποστήριξαν ότι εάν οι μεταπτυχιακοί φοιτητές παρευρίσκονται στη Οικονομική Σχολή απλά για να βρουν καλύτερη δουλειά και να αυξήσουν το μισθό τους, απογοητεύονται πολύ εάν δε συμβεί τουλάχιστον ένα από τα δύο. Παραδοσιακά, τα προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών αναμενόταν να παρέχουν στους φοιτητές γνώσεις και ικανότητες για να βελτιώσουν τις ηγετικές τους ικανότητες, αλλά και για να επιτύχουν επαγγελματικά σε οποιοδήποτε τομέα, (Gaskell L et.al 2009, Baruch et al., 2005; Pfeffer and Fong, 2002, Choueke R et.al 2002). Τα τελευταία χρόνια, εντούτοις, ο ρόλος των μεταπτυχιακών προγραμμάτων στη διοίκηση των επιχειρήσεων εξετάζεται όλο και περισσότερο (Starkey and Tempest, 2005). Η πορεία για το κλάδο των τεχνολογιών, της πληροφορικής και των επικοινωνιών την τελευταία δεκαετία στην αγορά εργασίας, χαρακτηρίζεται από σημαντική αύξηση των απασχολούμενων αλλά και των απαιτήσεων των εργοδοτών. Παρατηρήθηκαν ωστόσο συχνές μεταβολές της ζήτησης, έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού και συνεχή ύπαρξη χάσματος δεξιοτήτων. Οι δεξιότητες που 14 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων ζητά η αγορά εργασίας από τους εργαζομένους έχουν αναγνωριστεί 4 τεμνόμενες μεταξύ τους απαιτήσεις για τα συγκεκριμένα επαγγέλματα, οι οποίες αντανακλούν τη προσέγγιση των εργοδοτών. Οι απαιτήσεις αυτές είναι η εκπαίδευση, η εμπειρία, οι τεχνικές δεξιότητες, οι επαγγελματικές και τεχνικές δεξιότητες. Πέρα από τις παραπάνω απαιτήσεις για τα υψηλής ειδίκευσης επαγγέλματα, οι συχνές αλλαγές της τεχνολογίας και των συνθηκών της αγοράς προκαλούν συχνές μεταβολές της ζήτησης στη συγκεκριμένη αγορά καθιστώντας τη περαιτέρω εξειδίκευση και επιμόρφωση ως απαραίτητο προσόν για τους εργαζομένους. (Κώστογλου 2005). 2.5 Οι προσδοκίες των μεταπτυχιακών φοιτητών από την αγορά εργασίας Στην σημερινή εποχή, η απόκτηση ενός μεταπτυχιακού διπλώματος είναι απαραίτητη για ένα στρατηγικό προβάδισμα στην αγορά εργασίας. Κατά καιρούς, έχουν πραγματοποιηθεί αρκετές μελέτες που εξετάζουν τους λόγους για τους οποίους ένα άτομο αποφασίζει να αποκτήσει ένα μεταπτυχιακό. Παρακάτω, αναλύονται εκτενέστερα οι μελέτες που έχουν γίνει σχετικά με το θέμα. Το κίνητρο για να συμμετάσχει κάποιος σε εκπαιδευτικές δραστηριότητες επηρεάζεται από τις πεποιθήσεις του, ότι αυτές οι δραστηριότητες θα οδηγήσουν σε ευνοϊκά αποτελέσματα (Noe και Wilk, 1993). Εκτός από τη γνώση και τις δεξιότητες που αποκτώνται μέσω της εκπαιδευτικής διαδικασίας βελτιώνονται τα αποτελέσματα στην εργασία που ολοκληρώνουν τη μεταφορά της εκμάθησης. Αυτά τα αποτελέσματα περιλαμβάνουν το αυξανόμενο εισόδημα, την αναγνώριση από τους διευθυντές και τις μεγαλύτερες πιθανότητες για την προώθηση και εξέλιξη (Dubin, 1990 Farr ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 15 και Middlebrooks, 1990). Ο Houle (1961) αναφέρει ότι οι συμμετέχοντες στην εκπαίδευση ενηλίκων έχουν τρεις αρχικούς προσανατολισμούς: την επίτευξη στόχων, την εκμάθηση, ή τις δραστηριότητες. Ο αρχάριος εκπαιδευόμενος επιδιώκει την πρόοδο και την ανάπτυξη της ικανότητάς του σε σχέση με τους υπόλοιπους. Αυτό είναι ευδιάκριτο από έναν προσανατολισμό εκμάθησης που επιδιώκει τη γνώση για να ικανοποιήσει το μυαλό του και μια επιθυμία για την εκμάθηση για προσωπικό του όφελος. Ένας προσανατολισμός δραστηριοτήτων για την εκμάθηση επιδιώκει την ικανοποίηση των αναγκών για κοινωνικές επαφές και την ανακούφιση από τη ρουτίνα. Οι ενήλικοι έχουν πολλούς πιθανούς λόγους να ακολουθήσουν ένα μεταπτυχιακό αλλά υπάρχει γενική συναίνεση ότι τα μεταπτυχιακά ενισχύουν τις δεξιότητες και τις προοπτικές αύξησης του μισθού (Grubb, 1993 Heywood, 1994 Hungerford και Solon, 1987). Ο Arkes (1999) διαπίστωσε ότι οι κάτοχοι μεταπτυχιακών αποδίδουν καλύτερα στις επιχειρήσεις και λαμβάνουν υψηλότερο μισθό από εκείνους που έχουν μόνο πτυχίο πανεπιστημίου. Εκτός από τη γνώση που αποκτάται από τους μεταπτυχιακούς σπουδαστές ανεξαρτήτου κλάδου, τη δυνατότητα εφαρμογής εκείνης της γνώσης σε μια δεδομένη εργασία, ένα μεταπτυχιακό αυξάνει την αξία του ατόμου με τον εφοδιασμό μιας σηματοδότησης των δυνατοτήτων (Spence, 1974) στις οποίες οι εργοδότες υποθέτουν ότι οι εργαζόμενοι είναι ικανότεροι όταν έχουν περισσότερη εκπαίδευση (Chiswick, 1973, Gaskell et.al: 2009). Οι σπουδαστές επιλέγουν να συμμετάσχουν σε ένα μεταπτυχιακό, που θα αφορά επιχειρησιακές μελέτες για διαφορετικούς λόγους από όταν αναζητούν προπτυχιακούς τίτλους (McKenzie et.al, 1998). Αν και ο προπτυχιακός βαθμός στρέφει το άτομο προς μια επαγγελματική κατεύθυνση, τον 16 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων εφοδιάζει με ευρείς γνώσεις και του παρέχει μια καλή εμπειρία εκμάθησης. Κατά την είσοδο σε ένα μεταπτυχιακό πρόγραμμα, τα συμφέροντα του σπουδαστή τείνουν προς ένα πιο υψηλό επαγγελματικό επίπεδο (Choueke et.al 2002). Ένα άλλο κίνητρο, για τη συμμετοχή σε μεταπτυχιακό πρόγραμμα αποτελεί η στρατηγική καριέρας που μεγιστοποιεί την πρόοδο του μεταπτυχιακού φοιτητή. Ένα άτομο που αποσκοπεί αποκλειστικά και μόνο στην καριέρα του, είναι ένας καιροσκόπος, που βάζει το συμφέρον του πάνω από τα συμφέροντα της επιχείρησης, στην οποία εργάζεται (Aryee και Chen, 2004). Αντίθετα, όταν μοναδικός σκοπός δεν είναι η καριέρα, ο εργαζόμενος επιδιώκει την ασφάλεια στην επιχείρηση που εργάζεται, την οποία εξασφαλίζει με υπερωρίες και με την επίτευξη των στόχων που θέτει ο οργανισμός (Thompson et al., 1985). Οι κάτοχοι ενός Master στη διοίκηση επιχειρήσεων αλλά και στους υπόλοιπους κλάδους όπως της υγείας, πληροφοριών, επικοινωνιών και τεχνολογίας, προσδοκούν στην ανάπτυξη των ικανοτήτων τους και των επαγγελματικών τους ευκαιριών. Οι κλάδοι, στους οποίους το μεταπτυχιακό θεωρείται βασικό κλειδί για την επαγγελματική σταδιοδρομία, είναι οι κλάδοι των επιχειρήσεων, της νομικής και των μηχανικών (Sturges et.al: 2003,Κώστογλου:2005, Argarwala: 2008, Eddy et al.:2008). Πιο αναλυτικά και σύμφωνα με τους Zhao et al. (2006), οι κάτοχοι ενός μεταπτυχιακού διπλώματος, προσδοκούν καλύτερες οικονομικά απολαβές και καλύτερη θέση εργασίας. Παράλληλα θεωρούν ότι αναπτύσσουν ικανότητες επίλυσης προβλημάτων, ηγεσίας, αλλά και ομαδικής συνεργασίας. Γενικότερα, η απόκτηση ενός μεταπτυχιακού διπλώματος, θεωρείται ένα μέσο για τη βελτίωση των ευκαιριών απασχόλησης όπως επίσης και για την εξέλιξη της επαγγελματικής σταδιοδρομίας, γεγονός που συνεπάγεται την ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 17 αύξηση μισθού και μεγαλύτερο κύρος στην αγορά εργασίας (Chiu., : 1999, Baruch & Leeming.,: 2001, Baruch & Peiperl.,: 2000, Mihail & Elefterie.,: 2006). Οι Simmering Melisande και Wilcox (1995), στην έρευνα τους με σκοπό τη μελέτη των προσδοκιών των φοιτητών μεταπτυχιακού προγράμματος στη διοίκηση επιχειρήσεων, όσον αφορά την επαγγελματική τους σταδιοδρομία, κατέληξε στο ότι οι φοιτητές δεν είχαν ξεκάθαρους στόχους. Παρόλα αυτά προσδοκούν στην απόκτηση ικανοτήτων για ομαδική εργασία, ηγεσία (Camuffo et al., 2009), και στην εύρεση εργασίας με περισσότερο γόητρο (status). Επιπρόσθετα, παρατηρήθηκε ότι οι γυναίκες παρακολουθούν το συγκεκριμένο πρόγραμμα για να καταλάβουν μία θέση στην ανώτερη διοικητική ιεραρχία ενός οργανισμού. Η έρευνα της Agarwala (2008), στην διερεύνηση των παραγόντων που έχουν επιρροή στην επιλογή σταδιοδρομίας των σπουδαστών διοίκησης επιχειρήσεων ,κατέδειξε, ότι σημαντικός παράγοντας για την επιλογή είναι η οικογένεια, η οποία μερικές φορές επηρεάζει την επιλογή της σταδιοδρομίας και των προσδοκιών των φοιτητών. Όπως αναφέρει ο Agarwala (2008) οι παράγοντες που παίζουν σημαντικό ρόλο στις προσδοκίες των φοιτητών είναι τρεις: (1) εσωτερικοί (ενδιαφέρον για τη δουλειά, ικανοποιητική εργασία) (2) εξωτερικοί (διαθεσιμότητα των θέσεων εργασίας, και υψηλές αποδοχές) (3) διαπροσωπικοί (επιρροή των γονέων και άλλων). Οι «δεξιότητες, ικανότητες, και δυνατότητες» ήταν οι περισσότεροι σοβαροί παράγοντες και «ο πατέρας» ήταν το σημαντικότερο άτομο που επηρέασε την επιλογή σταδιοδρομίας των Ινδών σπουδαστών. Η κυρίαρχη πολιτιστική αξία ήταν η συλλογικότητα, αν και οι σπουδαστές κατέδειξαν και ατομικές τάσεις σε μερικά πλαίσια. Ένας 18 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων πρωτεϊκός προσανατολισμός επίσης καθοδήγησε την επιλογή σταδιοδρομίας αυτών των σπουδαστών. Ο Mihail (2008), αναφέρει ότι η πρωταρχική πηγή για τις στρατηγικές σταδιοδρομίας ήταν οι προσανατολισμοί σταδιοδρομίας τους. Άλλα προσωπικά και οργανωτικά χαρακτηριστικά όπως το φύλο, η ηλικία, η επαγγελματική εμπειρία, ο τομέας ειδίκευσης, ο οικονομικός παράγοντας και η δραστηριότητα, το μέγεθος της εταιρίας και η σύμβαση απασχόλησης, φάνηκε να μην έχουν σημαντική επίδραση στις στρατηγικές σταδιοδρομίας των ερωτώμενων. Επιπλέον, παρόλη την ανάδυση μιας «νέας» σταδιοδρομίας, η παραδοσιακή σταδιοδρομία παρακινούσε ακόμα τους πτυχιούχους και τους οδηγούσε να ακολουθήσουν τις στρατηγικές συσσώρευσης και δικτύωσης του ανθρώπινου κεφαλαίου. Οι Zhao et al. (2006), αναφέρουν ότι η διεθνής-αναγνωρισμένη εκπαίδευση MBA έχει έναν θετικό αντίκτυπο στην απασχόληση των πτυχιούχων της, στα ετήσια έσοδα, αλλά και στην προαγωγή εργασίας βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Επιπλέον, οι πτυχιούχοι MBA θεωρούν ότι είναι καλύτεροι επαγγελματίες από αυτούς που δεν έχουν MBA, ως προς την επίλυση προβλημάτων, ως προς τις ηγετικές ικανότητες αλλά και ως προς τη συνεργασία σε ομάδες. Επιπροσθέτως, ένα πτυχίο MBA προτιμάται κυρίως λόγω της ώθησης που δίνεται στη διατήρηση μιας θέσης στην ανταγωνιστική αγορά εργασίας, που βελτιώνει τις προοπτικές για την περαιτέρω ανάπτυξη σταδιοδρομίας (Chiu,1999). 2.5.1 Οι προσδοκίες των μεταπτυχιακών φοιτητών από την αγορά εργασίας ανάλογα με το φύλο τους. Οι διοικητικές σταδιοδρομίες των ανδρών και των γυναικών διαφέρουν σημαντικά από διάφορες απόψεις (όπως για ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 19 παράδειγμα από το που εργάζονταν) και υπάρχουν διαφορές στις αντιλήψεις των ανδρών και γυναικών πτυχιούχων για το πώς το μεταπτυχιακό που παρακολούθησαν είχε επιπτώσεις στις σταδιοδρομίες τους. οι γυναίκες, συγκεκριμένα, έχουν εμπόδια στις σταδιοδρομίες τους ακόμα και αν είχαν περισσότερα προσόντα (μικρότερο μισθό) (Ackah et al. 1999). Πιο αναλυτικά, η πρόοδος σταδιοδρομίας των ανδρών και των γυναικών που έχουν παρακολουθήσει ένα μεταπτυχιακό πρόγραμμα επηρεάζεται πολύ περισσότερο από το πρόγραμμα παρά από τα προσόντα τους αυτά καθ' αυτά. Συγκεκριμένα, οι περισσότεροι από εκείνους που συμμετείχαν σε αυτήν την μελέτη είχαν βελτιώσει τη θέση τους μετά από το μεταπτυχιακό. Οι γυναίκες ωστόσο είχαν βελτιωθεί λιγότερο και ιδιαίτερα στους μισθούς, συγκριτικά με τους άνδρες. Από την άλλη, οι ερωτώμενοι θεώρησαν ότι το μεταπτυχιακό τους είχε βοηθήσει στις σταδιοδρομίες τους, και συγκεκριμένα τους είχε βοηθήσει για να υπερνικήσουν τα εμπόδια στην πρόοδο σταδιοδρομίας. Εντούτοις, εκείνα τα εμπόδια ακόμα υπήρχαν και τα εμπόδια που δημιουργούνται από τις συμπεριφορές και την οργανωσιακή κουλτούρα συνεχίζουν να ενεργούν εις βάρος των γυναικών κυρίως. Όσο αφορά την πρόοδο σταδιοδρομίας των γυναικών πτυχιούχων MBA, αναφέρεται ότι ενώ οι γυναίκες στον Καναδά έχουν παρόμοια πορεία σταδιοδρομίας με τους άνδρες, οι γυναίκες στη Βρετανία καθυστερούσαν να σταδιοδρομήσουν μετά το πτυχίο, συγκριτικά με τους άνδρες. Συγχρόνως, οι γυναίκες στη Βρετανία αντιμετωπίζουν περισσότερα εμπόδια σταδιοδρομίας υπό τη μορφή αρνητικών συμπεριφορών από τους ανωτέρους τους αλλά και προκατάληψης. Ένα μοντέλο «επίδρασης του μεταπτυχιακού» προτείνεται από την άποψη του πώς τα προσόντα μπορούν να προσκρούσουν στα εμπόδια σταδιοδρομίας. Αυτό συμπεριλαμβάνει τρεις διαφορετικούς τύπους εμποδίων που φαίνεται να λειτουργούν σε ατομικό 20 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων επίπεδο (το πρόσωπο θέτει τα εμπόδια) σε οργανωτικό επίπεδο (επιχειρησιακή κουλτούρα και συμπεριφορές, εταιρικές πρακτικές) καθώς επίσης και, σε μακρο επίπεδο, αντίκτυπος νομοθετικών πλαισίων. Η δύναμη του μοντέλου έδειξε ότι η εξέλιξη της σταδιοδρομίας και τα εμπόδια που παρουσιάζονται εξαρτώνται από τις εθνικές διαφορές στα κοινωνικές όργανα και τις δομές που επηρεάζουν τη διαμόρφωση των σχέσεων των δύο φύλων στην εργασία (Simpson et al. 2004). Επιπροσθέτως, αξίζει να αναφερθεί ότι οι γυναίκες κάτοχοι ενός MBA είναι περισσότερο ικανοποιημένες συγκριτικά με τους άνδρες. Συγκεκριμένα περισσότερες γυναίκες θεωρούν ότι ένα πτυχίο MBA, τους έχει βοηθήσει στην επαγγελματική τους σταδιοδρομία ώστε να φτάσουν σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο θέσης. Παρόλα αυτά, οι γυναίκες εξακολουθούν να παίρνουν λιγότερο μισθό συγκριτικά με τους άνδρες, αν και διαθέτουν τα ίδια προσόντα Οι Ackah, Heaton and McWhinney (1999), η Simpson (2000), οι Heaton, Ackah και Mc Whinney (2000), οι Simpson et al., (2004) και οι Eddy, Burke and Fiksenbaum (2008). Επίσης οι Heaton, Ackah και Mc Whinney (2000) κατέδειξαν ότι η απασχόληση στον τομέα της διαχείρισης (Management) εξακολουθεί να είναι διαφορετική για τους άνδρες και τις γυναίκες, δεδομένου ότι τείνουν να απασχολούνται σε διαφορετικά είδη διευθυντικών επαγγελμάτων. Για παράδειγμα, στην παραγωγή, η συντριπτική πλειοψηφία είναι άνδρες. Επίσης οι άνδρες κατέχουν το 90% σε θέσεις όπως Διευθύνοντες Σύμβουλοι, Chief Executives και άλλα ανώτερα διευθυντικά στελέχη (Mihail & Elefterie, 2006). Οι Tanova, Karatas-Ozkan & Inal (2008) αναφέρουν, ότι οι γυναίκες φοιτήτριες MBA θεωρούν την εκπαίδευση και τη γνώση, σημαντικούς παράγοντες για ευκαιρίες προαγωγής, και ανοδικής επαγγελματικής σταδιοδρομίας. Η εικόνα αυτή είναι παρόμοια σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες και στις ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 21 Βορειοαμερικάνικες οικονομίες. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Dimitrios & Elefterie (2006), διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες απόφοιτοι μεταπτυχιακού προγράμματος έχουν μικρότερη αύξηση του μισθού, αλλά βρίσκονται σε ανώτερα ιεραρχικά επίπεδα και ικανοποίησης από την εργασία σε σύγκριση με τους άνδρες ενώ έχουν πιο αργή επαγγελματική εξέλιξη και οι αποδοχές δεν είναι υψηλές όσο των ανδρών. 2.6 Ο ρόλος της ανώτατης εκπαίδευσης Η εκπαίδευση στις μέρες μας δεν είναι μόνο το δικαίωμα του ανθρώπου για να μορφωθεί. Όπως αναφέρει ο Νόμος 1268/82 του Ελληνικού Συντάγματος και αναλύεται από τον Ρόκο Δ. (2003), η Ανώτατη παιδεία είναι η συνταγματική υποχρέωση για την ολοκλήρωση και την ανάπτυξη της ταυτότητας του ατόμου. Συγκεκριμένα η πρώτη παράγραφος επισημαίνει χαρακτηριστικά ότι «Το Κράτος έχει την υποχρέωση να παρέχει ανώτατη εκπαίδευση σε κάθε Έλληνα πολίτη που το επιθυμεί μετά από διαδικασίες που ορίζονται κάθε φορά από το Νόμο. Όπως αναφέρουν οι Κανελοπούλου Κ, et.al (2004), η εκπαίδευση έχει οικονομική σημασία τόσο σε γενικούς όρους όσο και σε όρους βελτίωσης της παραγωγικότητας. Από τη μία πλευρά μέσω της εκπαίδευσης δημιουργείται και διαχέεται η επιστημονική γνώση, η οποία εφαρμοζόμενη στη παραγωγική διαδικασία αναβαθμίζει την τεχνολογική πρόοδο και βελτιώνει τη παραγωγικότητα. Από την άλλη, η εκπαίδευση αυξάνοντας τις γνώσεις και δεξιότητες των εργαζομένων τους καθιστά ικανούς για συγκεκριμένες εργασίες και εύκολα προσαρμοζόμενους στις νεοεμφανιζόμενες απαιτήσεις της αγοράς. Συναφής με αυτό είναι και η συμπληρωματική σχέση που υπάρχει μεταξύ υψηλών γνώσεων και δεξιοτήτων αφενός και επενδύσεων και εφαρμογών σε νέες τεχνολογίες αφετέρου. 22 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Είναι προφανές ότι η σχέση αυτή προωθεί την οικονομική ανάπτυξη. Όπου το εκπαιδευτικό επίπεδο είναι υψηλό, είναι πιθανότερο και η υιοθετημένη τεχνολογία να είναι σχετικά πιο παραγωγική και συμπληρωματική του επιπέδου εκπαίδευσης. Είναι πολύ σημαντικό να αναφέρουμε ότι το μελλοντικό ποσοστό απασχόλησης των αποφοίτων των ανώτατων σχολών, αποτελεί σημαντικό δείκτη ποιότητας και μέτρο σύγκρισης για την ποιότητα που παρέχουν και την κάλυψη αναγκών στην αγορά εργασίας (Miller S., et.al 2003). Θα πρέπει να υπάρχει ένα σύστημα αξιολόγησης των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων για την καλύτερη ποιότητα των σπουδών και παροχή γνώσεων στους φοιτητές ούτως ώστε να αντεπεξέλθουν επαρκώς στις απαιτήσεις της αγοράς. Επιπρόσθετα, η σωστή επιχειρηματική εκπαίδευση των φοιτητών από τα ανώτατα ιδρύματα θα τους οδηγήσει στην απόκτηση κατάλληλων δεξιοτήτων ώστε να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις των επιχειρήσεων. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση, πρέπει να παρέχει στους φοιτητές πρόσβαση στη γνώση ώστε να μπορούν να στηρίξουν οι φοιτητές τις τεχνολογικά προηγμένες επιχειρήσεις που θα ανταγωνιστούν τη διεθνή αγορά (Galloway L., et.al 2005). 3.Μεθοδολογία έρευνας 3.1 Ερευνητική προσέγγιση Η έρευνα πραγματοποιήθηκε το χρονικό διάστημα Νοέμβριος 2010 -Φεβρουάριος 2011, ακολούθησε τη τάση του θετικισμού και την παραγωγική προσέγγιση. Η μελέτη ακολούθησε τη ποσοτική έρευνα και τα αποτελέσματα αυτής αναλύθηκαν μέσω της στατιστικής εφαρμογής SPSS. χρησιμοποιήθηκε ανώνυμο ερωτηματολόγιο το οποίο διανεμήθηκε στα Μεταπτυχιακά Προγράμματα (Π.Μ.Σ) του ΤΕΙ Πειραιά. Από τα 13 Μεταπτυχιακά Προγράμματα του ΤΕΙ Πειραιά ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 23 ανταποκρίθηκαν τα 8 έχοντας συνολικό πληθυσμό 564 μεταπτυχιακούς φοιτητές από τους οποίους ανταποκρίθηκαν οι 282, έχοντας αντίστοιχη αναλογία δείγματος ως προς τα τμήματα που συμμετείχαν στην έρευνα, ώστε να εξαχθούν αξιόπιστα αποτελέσματα. Το ερωτηματολόγιο ,αποτελείτε από 34 ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών ανοιχτών και κλειστών ερωτήσεων. Είναι χωρισμένο σε 5 ενότητες, α) τα δημογραφικά στοιχεία, β) την προπτυχιακή εκπαίδευση των μεταπτυχιακών φοιτητών, γ) την κατάσταση απασχόλησης ,δ) τα εμπόδια στην επαγγελματική εξέλιξη, ε) και την επαγγελματική κατάσταση και εκπαίδευση των γονέων. 3.2 Δείγμα 3.2.1 Κατανομή συχνοτήτων του δείγματος Παρατηρείται ότι από τους 282 μεταπτυχιακούς φοιτητές, το 23% των συμμετεχόντων στην έρευνα ήταν από το μεταπτυχιακό «Διεθνής Διοικητική των Επιχειρήσεων», το 18,1% από το μεταπτυχιακό «Διοίκηση Υγείας», το 17,7% «Διοίκηση Επιχειρήσεων», το 14,2% «Λογιστική και Χρηματοοικονομική», το 9,6% «Διαχείριση και Διοίκηση Κατασκευών», το 6,7% «Δίκτυα και Επικοινωνίες Δεδομένων», και με ποσοστό 5,3% το «Project Management» και «Ηλεκτρονικό Εμπόριο». 3.3 Δημογραφικά στοιχεία Από τους 282 μεταπτυχιακούς φοιτητές που έλαβαν μέρος στην έρευνα, οι 112 ήταν άντρες με ποσοστό 39,7% ενώ οι 170 ήταν γυναίκες με ποσοστό 60,3 %. Η ηλικία του δείγματος όπως φαίνεται και στο πίνακα 3 κυμαίνεται από τα 23 έως 47 έτη, με μέσο όρο ηλικίας τα 28 έτη και τυπική απόκλιση κατά 5 έτη, ενώ στο διάγραμμα 1 ομαδοποιήθηκε η συνεχή μεταβλητή της ηλικίας σε 4 τάξεις (Πίνακας 1). 24 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Περιγραφικά Στατιστικά για την ηλικία Τυπική Ελάχιστη Μέγιστη Μέση Απόκλιση ΗΛΙΚΙΑ 282 23,00 47,00 28,4255 4,71423 Πίνακας 1 : Περιγραφικά Στατιστικά για την ηλικία Ως μόνιμο τόπο διαμονής, το 87,6% διαμένει στην Αθήνα, το 4,6% στη Στερεά Ελλάδα, το 3,5 % στη Πελοπόννησο, και το υπόλοιπο 4,3% στην υπόλοιπη Ελλάδα. N 3.4 Αποτελέσματα έρευνας Εκπαίδευση Το 92,2% των φοιτητών που πήραν μέρος στην έρευνα έχουν τελειώσει ενιαίο λύκειο ενώ το 6,4% έχουν τελειώσει τεχνικό επαγγελματικό εκπαιδευτήριο (πίνακας 3 παραρτήματος). Επίσης, παρατηρούμε ότι οι περισσότεροι μεταπτυχιακοί φοιτητές έχουν πτυχίο ΤΕΙ (ποσοστό 68,8%), αρκετοί έχουν πτυχίο ΑΕΙ (ποσοστό 30,5%) και μόλις το 0,7% των φοιτητών έχουν πτυχίο εξωτερικού (πίνακας 4 παραρτήματος). Τα πεδία των προπτυχιακών σπουδών που έχουν τελειώσει οι φοιτητές, έχουν ως εξής: το 57,3% έχει ολοκληρώσει τις σπουδές στο πεδίο οικονομίας και διοίκησης, το 24,9% τεχνολογικών επιστημών, το 7,1% επιστημών υγείας, το 4,6% θετικές επιστήμες, και το 6% ανθρωπιστικών, νομικών και κοινωνικών επιστημών. Απασχόληση Στη συγκεκριμένη μελέτη το 73% (206 άτομα) των μεταπτυχιακών φοιτητών που συμμετείχαν στην εργάζεται ενώ το 26,6% (76 άτομα) δεν απασχολούνται ακόμα. Οι φοιτητές που εργάζονται σε υπηρεσίες ιδιωτικού τομέα είναι ποσοστό 20,4%, 16% σε τράπεζες, ασφάλειες, και στο δημόσιο τομέα, ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 25 το 11% στο εμπόριο ενώ το υπόλοιπο ποσοστό απασχολείται στην δημόσια και ιδιωτική εκπαίδευση, στη πληροφορική, κατασκευές, στο πρωτογενή τομέα, ηλεκτρισμό και ύδρευση. Το 42,2% των μεταπτυχιακών φοιτητών ασκούν επιστημονικά επαγγέλματα όπως λογιστές, αρχιτέκτονες, βιολόγοι, εκπαιδευτικοί, το 19,4% είναι υπάλληλοι γραφείου, το 12,6 είναι πωλητές, το 10,7 είναι ειδικευμένοι τεχνίτες, το 9,7% είναι τεχνολόγοι και τεχνικοί βοηθοί και ασκούντες σε συναφή επαγγέλματα το 4,4% Ελεύθεροι επαγγελματίες, και το 1% δημόσιοι υπάλληλοι. Σχεδόν όλοι εργάζονται με πλήρης απασχόληση 93,7% ενώ το 6,3% με ημιαπασχόληση. Επίσης, η θέση που έχουν οι μεταπτυχιακοί φοιτητές στη συγκεκριμένη εργασία είναι η εξής: το 82,4% είναι μισθωτοί, το 6,3% είναι βοηθοί στην οικογενειακή τους επιχείρηση, το 5,9% είναι απασχολούμενοι χωρίς προσωπικό και το 5,4% είναι αυτοαπασχολούμενοι με προσωπικό. Ακόμα, το 77,1% των μεταπτυχιακών φοιτητών θεωρεί ότι η εργασία τους είναι σχετική με το αντικείμενο που σπούδασαν στο πρώτο τους πτυχίο, ενώ το 22,9% πιστεύει το αντίθετο όπου το 85,7% θα ήθελε μία εργασία σχετική με το αντικείμενο και το 14,3 % όχι. Στη τελευταία ερώτηση της συγκεκριμένης ενότητας του ερωτηματολογίου, οι μεταπτυχιακοί φοιτητές απάντησαν ότι η εργασία τους ικανοποιεί προσδοκίες όπως ικανοποιητικές αποδοχές και έχουν προοπτικές εξέλιξης με 37,1% , το 25,7% τη μονιμότητα, ενώ απάντησαν επίσης ότι οι σωστές συνθήκες εργασίας, η ύπαρξη προϋπηρεσίας, γνώση του αντικειμένου και η εμπειρία είναι μερικές από τις προσδοκίες που του ικανοποιεί η εργασία τους . Όσον αφορά τους μεταπτυχιακούς φοιτητές που δεν εργάζονται, παρατηρήθηκε ότι οι περισσότεροι (ποσοστό 92,1%) πιστεύουν ότι με την ολοκλήρωση των σπουδών τους θα εργαστούν σε επάγγελμα σχετικό με το αντικείμενο των 26 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων σπουδών τους . Επίσης, οι περισσότεροι μεταπτυχιακοί φοιτητές (ποσοστό 93,4%) πιστεύουν ότι θα εργαστούν σε πλήρη απασχόληση. Ακόμα, οι περισσότεροι (ποσοστό 57,9%) πιστεύουν ότι θα εργαστούν σε διάστημα 0 έως 6 μηνών ενώ αρκετοί (ποσοστό 27,6%) πιστεύουν ότι θα βρουν δουλεία σε 7 έως 12 μήνες . Επιπλέον, ένα μεγάλο ποσοστό (38,2%) θα επιδιώξει να εργαστεί στο δημόσιο τομέα . Ενώ ένα μεγάλο ποσοστό (35,5%) επιθυμεί να εργαστεί στον ιδιωτικό τομέα. Εμπόδια επαγγελματικής εξέλιξης Στη συγκεκριμένη ενότητα, οι μεταπτυχιακοί φοιτητές έπρεπε να αναφέρουν τα εμπόδια που υπάρχουν σε μια επαγγελματική σταδιοδρομία. Παρατηρήθηκε ότι το 44,3% δυσκολεύεται να εξελιχθεί στην εργασία του, το 16% έχει αδυναμία εξειδίκευσης, το 12,8% έχει οικογενειακές υποχρεώσεις, το 11% πιστεύει ότι δεν υπάρχουν εμπόδια και το 8,9% θεωρεί τη διάκριση φύλου σημαντικό εμπόδιο. Άλλοι λόγοι που αναφέρθηκαν είναι η οικονομική κρίση, η κατάργηση θέσεων εργασίας, η αναξιοκρατία, η αδυναμία προϋπηρεσίας και ανταγωνισμός στην αγορά εργασίας. 3.5 Ανάλυση έρευνας μέσω πινάκων συνάφειας Από την ανάλυση των πινάκων συνάφειας, παρατηρήθηκε ότι σχεδόν σε όλα τα τμήματα των μεταπτυχιακών προγραμμάτων του ΤΕΙ Πειραιά έχουν ολοκληρώσει τις σπουδές τους σε ΤΕΙ εκτός τους μεταπτυχιακού της διοίκησης υγείας όπου οι περισσότεροι έχουν τελειώσει ΑΕΙ. Στην ιεράρχηση των λόγων που επέλεξαν το τμήμα που αποφοίτησαν σε προπτυχιακό επίπεδο, ο πρώτος λόγος ήταν η πρώτη τους επιλογή στο μηχανογραφικό δελτίο. Οι λόγοι που επέλεξαν να παρακολουθήσουν τα συγκεκριμένα μεταπτυχιακά προγράμματα του ΤΕΙ Πειραιά οι φοιτητές, παρατηρήθηκε ότι ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 27 σχεδόν σε όλα, οι βασικότεροι λόγοι ήταν για να έχουν περισσότερες ευκαιρίες επαγγελματικής σταδιοδρομίας και περαιτέρω γνώσεις στο αντικείμενο τους ενώ μόνο στο μεταπτυχιακό της διοίκησης επιχειρήσεων ο κύριος λόγος είναι γιατί καλύπτει τις σύγχρονες ανάγκες των επιχειρήσεων. Επίσης παρατηρήθηκε ότι μεγαλύτερο ποσοστό των γυναικών σε σχέση με τους άντρες παρακολουθούν το μεταπτυχιακό επειδή προσφέρει περισσότερες ευκαιρίες επαγγελματικής σταδιοδρομίας ενώ μεγαλύτερο ποσοστό των ανδρών γυναικών παρακολουθεί το μεταπτυχιακό επειδή καλύπτει τις σύγχρονες ανάγκες των επιχειρήσεων. Παρατηρούμε ακόμα, ότι σχεδόν όλοι οι μεταπτυχιακοί φοιτητές παρακολουθούν τα μεταπτυχιακά προγράμματα διότι προάγουν τις διοικητικές και τις οργανωτικές ικανότητες ενώ όσοι φοιτούν στο μεταπτυχιακό των δικτύων και επικοινωνίας δεδομένων το παρακολουθούν κυρίως επειδή αυξάνει τις δεξιότητες επικοινωνίας και συνεργασίας. Επιπροσθέτως, στην ενότητα της απασχόλησης παρατηρήθηκαν τα εξής σημαντικά. Οι περισσότεροι μεταπτυχιακοί φοιτητές απασχολούνται με πλήρη απασχόληση ανεξάρτητου του τμήματος του μεταπτυχιακού, το ποσοστό όσων εργάζονται με μερική απασχόληση είναι μεγαλύτερο στο ιδιωτικό σε σύγκριση με τον δημόσιο τομέα και με πλήρη απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα και στο δημόσιο. Η πλειοψηφία των φοιτητών εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα εκτός των φοιτητών της δημόσιας υγείας όπου οι περίπου μισοί εργάζονται στο δημόσιο και άλλοι μισοί στο ιδιωτικό τομέα. Οι περισσότεροι φοιτητές εργάζονται ως μισθωτοί ανεξαρτήτως του μεταπτυχιακού προγράμματος που παρακολουθούν. Ωστόσο, αρκετοί που σπουδάζουν στο ηλεκτρονικό εμπόριο είναι αυτοαπασχολούμενοι με προσωπικό ενώ αρκετοί που σπουδάζουν στη διαχείριση και διοίκηση κατασκευών είναι βοηθοί στην οικογενειακή επιχείρηση .Εν συνεχεία κλήθηκαν 28 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων να απαντήσουν οι μεταπτυχιακοί φοιτητές που δεν απασχολούνται ακόμα. Συμφώνα με όσων απάντησαν, παρατηρήθηκε το εξής ενδιαφέρον ότι όσοι πιστεύουν ότι ισχυρότερα εφόδια για την επαγγελματική σταδιοδρομία είναι οι ατομικές ικανότητες, οι μεταπτυχιακοί τίτλοι και η ύπαρξη προϋπηρεσίας τείνουν να επιθυμούν να εργαστούν στον ιδιωτικό τομέα. Όσοι πιστεύουν ότι ισχυρότερο εφόδιο είναι η οικογενειακή παράδοση θέλουν να εργαστούν στην οικογενειακή επιχείρηση. Πιστεύουν ότι ισχυρότερο εφόδιο είναι οι γνωριμίες προσδοκούν να εργαστούν στο δημόσιο τομέα . Οι μεταπτυχιακοί φοιτητές που προσδοκούν να εργαστούν στον ιδιωτικό τομέα θεωρούν ότι το ισχυρότερο εφόδιο για μία επαγγελματική σταδιοδρομία είναι η ύπαρξη προϋπηρεσίας, οι ατομικές ικανότητες και οι μεταπτυχιακοί τίτλοι. Οι μεταπτυχιακοί φοιτητές που προσδοκούν να εργαστούν στην οικογενειακή τους επιχείρηση θεωρούν άπαντες πως το ισχυρότερο εφόδιο είναι η οικογενειακή παράδοση. Στη συγκεκριμένη ενότητα αξίζει να εξεταστεί ο πίνακας συνάφειας που ακολουθεί για τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι μεταπτυχιακοί φοιτητές που συμμετείχαν στη έρευνα ανάλογα με το φύλο. Συσχετίζοντας τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι μεταπτυχιακοί φοιτητές στην αγορά εργασίας με το φύλο παρατηρήθηκε ότι οι γυναίκες αντιμετωπίζουν περισσότερα εμπόδια από τους άντρες όπως τη διάκριση φύλου, τη δυσκολία εξέλιξης στην ίδια την εργασίας τις οικογενειακές υποχρεώσεις και την αδυναμία εξειδίκευσης. Συμπερασματικά καταλαβαίνουμε ότι οι γυναίκες αντιμετωπίζουν περισσότερα εμπόδια στην εργασία τους σε σχέση με τους άντρες. ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 29 3.6 Στατιστική ανάλυση με μοντέλο διωνυμικής λογιστικής παλινδρόμησης. Για να ελεγχθεί εάν οι φοιτητές των Μεταπτυχιακών Προγραμμάτων του ΤΕΙ Πειραιά διαφέρουν στους λόγους απόκτησης του μεταπτυχιακού διπλώματος . Σύμφωνα με το μοντέλο διωνυμικής λογιστικής παλινδρόμησης (binary logistic regression), Αν οι μεταπτυχιακοί φοιτητές επέλεξαν το συγκριμένο μεταπτυχιακό για να έχουν περισσότερες ευκαιρίες επαγγελματικής σταδιοδρομίας δεν επηρεάζεται από την ηλικία και από το γεγονός αν εργάζονται σε επίπεδο σημαντικότητας 5%. Όμως, συμπεραίνουμε ότι επηρεάζεται από το φύλο σε επίπεδο σημαντικότητας 5%. Επειδή, ο λόγος πιθανοτήτων (oddsratioγυναικών/άντρων προκύπτει περίπου 2,2 (1/0,448) συμπεραίνουμε ότι οι γυναίκες έναντι των αντρών έχουν 55% μεγαλύτερη πιθανότητα να έχουν επιλέξει το μεταπτυχιακό πρόγραμμα για καλύτερη επαγγελματική σταδιοδρομία (Πίνακες 2 και 3). Hosmer and Lemeshow Test Sstep Chi-square df 1 12,831 Sig. 8 ,118 Πίνακας 2: Έλεγχος καλής προσαρμογής του μοντέλου Variables in the Equation B S.E. Wald df Step 1a GENDER(1) -,803 ,259 9,604 ΗΛΙΚΙΑ -,005 ,028 ,029 1 WORKING(1) ,052 ,296 ,031 1 Constant 149 ,802 2,054 a. Variable(s) entered on step 1: GENDER, ΗΛΙΚΙΑ, WORKING. Sig. 1 ,002 ,866 ,860 1 ,152 Exp(B) ,448 ,995 1,054 3,155 Πίνακας 3: Μοντέλο διωνυμικής λογιστικής παλινδρόμησης με εξαρτημένη την μεταβλητή «περισσότερες ευκαιρίες επαγγελματικής σταδιοδρομίας». Ελέγχοντας εάν οι μεταπτυχιακοί φοιτητές που δεν εργάζονται δεν έχουν σαφέστερες προσδοκίες και στόχους ή το αντίθετο, παρατηρήθηκε το εξής ενδιαφέρον. Η πιθανότητα να επέλεξαν όσοι δεν εργάζονται το συγκεκριμένο μεταπτυχιακό για να αποκτήσουν σαφέστερες προσδοκίες και στόχους από το να 30 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων μην το επέλεξαν για αυτό το λόγο, είναι 2 φορές μεγαλύτερη σε σύγκριση με όσους εργάζονται (Πίνακες 4 και 5). Hosmer and Lemeshow Test Sstep Chi-square df Sig. 1 10,885 8 ,208 Πίνακας 4: Έλεγχος καλής προσαρμογής του μοντέλου Variables in the Equation B Step 1a GENDER(1) ,081 S.E. ,258 Wald ,097 df Sig. 1 ,755 ΗΛΙΚΙΑ -,006 ,028 ,042 1 ,838 WORKING( -,709 ,280 6,394 1 ,011 1) Constant ,019 ,787 ,001 1 ,981 a. Variable(s) entered on step 1: GENDER, ΗΛΙΚΙΑ, WORKING. Exp(B) 1,084 ,994 ,492 1,019 Πίνακας 5: Μοντέλο διωνυμικής λογιστικής παλινδρόμησης με εξαρτημένη την μεταβλητή «σαφέστερες προσδοκίες και στόχοι» 4.Συμπεράσματα Οι σύγχρονες απαιτήσεις στην αγορά εργασίας και ο αυξανόμενος ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων αλλά και των πτυχιούχων έχει οδηγήσει τα άτομα στην περαιτέρω ανάπτυξη των γνώσεών τους όπου φάνηκε στην έρευνα που πραγματοποιήθηκε στα μεταπτυχιακά προγράμματα του ΤΕΙ Πειραιά. Όπως αποδείχθηκε και στην έρευνα της συγκεκριμένης εργασίας, οι μεταπτυχιακοί φοιτητές δεν διαφέρουν στους λόγους απόκτησης του μεταπτυχιακού διπλώματος αφού προσδοκούν μια εξασφάλιση θέσης εργασίας, την αύξηση του εισοδήματος τους, και να ανταπεξέλθουν στον ανταγωνισμό. Σαφώς υποστηρίζουν την άποψη ότι με την απόκτηση του μεταπτυχιακού διπλώματος θα έχουν περισσότερες ευκαιρίες επαγγελματικής σταδιοδρομίας και να προάγουν τις γνώσεις τους στο συγκεκριμένο αντικείμενο. Από τη βιβλιογραφική ανασκόπηση που έγινε στην έρευνα δεν παρατηρήθηκαν διαφορές ως προς τις ανησυχίες των ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 31 μεταπτυχιακών φοιτητών. Πιο συγκεκριμένα, οι γυναίκες αντιμετωπίζουν περισσότερα εμπόδια επαγγελματικής εξέλιξης από τους άντρες όπως η διάκριση φύλου, οι οικογενειακές υποχρεώσεις, και η δυσκολία εξέλιξης στην ίδια την εργασία, τις οδήγησαν στην παρακολούθηση ενός μεταπτυχιακού προγράμματος, ώστε να τους δοθούν περισσότερες ευκαιρίες επαγγελματικής εξέλιξης. Τέλος, στους μεταπτυχιακοί φοιτητές που δεν εργάζονται παρατηρήθηκε ότι ο λόγος παρακολούθησης ενός μεταπτυχιακού είναι η απόκτηση σαφέστερων στόχων και προσδοκιών. Κλείνοντας τα συμπεράσματα της διπλωματικής μου εργασίας θα ήθελα να προσθέσω πως η προσπάθεια πάντα ανταμείβεται, αρκεί να το θέλουμε εμείς οι ίδιοι. 4.1 Περιορισμοί μελέτης (limitations) Κάθε έρευνα που πραγματοποιείται δεν στερείται και από περιορισμούς. Ο πρώτος περιορισμός που αντιμετωπίστηκε για την διεξαγωγή της έρευνας είναι η ποσότητα του δείγματος. Η συμμετοχή και των 13 μεταπτυχιακών προγραμμάτων που βρίσκονται στο ΤΕΙ Πειραιά θα μας οδηγούσαν σε ένα ακόμα καλύτερο αποτέλεσμα, και το δείγμα θα ήταν ακόμα πιο αξιόπιστο παρόλα αυτά συμμετείχαν τα 8, και από τη σχολή Διοίκησης και Οικονομίας αλλά και από τη σχολή τεχνολογικών εφαρμογών. Γενικότερα παρατηρήθηκε η δυσπιστία ορισμένων μεταπτυχιακών φοιτητών στη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου, με αποτέλεσμα να μην έχουν συλλεχθεί αρχικά αρκετά ερωτηματολόγια ώστε να ολοκληρωθεί η έρευνα, αφού έπρεπε να υπάρχει αναλογία ως προς τα τμήματα των Μεταπτυχιακών Προγραμμάτων που λειτουργούν στο ΤΕΙ Πειραιά. Η χρονική περίοδος που πραγματοποιήθηκε η έρευνα ήταν 32 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Νοέμβριος του 2010 με Φεβρουάριο του 2011. Για καλύτερα απoτελέσματα της έρευνας, έπρεπε να υπάρχει και αναλογία στο δείγμα όσον αφορά τη πλήρη και τη μερική φοίτηση των προγραμμάτων (full και part time). Τα μαθήματα που γινόντουσαν τη συγκεκριμένη περίοδο για τους φοιτητές μερικής φοίτησης σε ορισμένα μεταπτυχιακά είχαν ολοκληρωθεί και γι’αυτό το λόγο η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε μεταπτυχιακούς φοιτητές που παρακολουθούσαν το πρόγραμμα πλήρους φοίτησης. ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 33 Ελληνική Βιβλιογραφία 1. Κανελοπούλου Κ., Μαυρομαρά Κ., Μητράκος Θ., (2004) Εκπαίδευση και αγορά εργασίας, Μελέτη 50, ΚΕΠΕ, Αθήνα. 2. Κώστογλου Β., (2005) Η απασχόληση των ειδικοτήτων τεχνολογιών της πληροφορίας και επικοινωνιών στις επιχειρήσεις πληροφορικής, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών, Θεσσαλονίκη. 3. Μάρδας Γ., (2000), Κοινωνική Πολιτική Εκπαίδευση και Οικονομία, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα. 4. Ρόκος Δ., (2003), Νόμος Πλαίσιο 1268/82 για την ανώτατη παιδεία: Πριν, Κατά και Μετά Είκοσι Έτη, Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα. 5. Σακελλαρόπουλος Θ., (2003), Ζητήματα Κοινωνικής Πολιτικής, Εκδόσεις Διόνικος, Αθήνα. Ξενόγλωσση Βιβλιογραφία 1. Ackah C., Heaton N., Mc Whinney G., (1999) “Women in management: the case of MBA graduates”. MCB University Press. Vol.14 , No 4, pp. 136-145. 2. Agarwal, N. (1981), “Determinants of executive compensation”, Industrial Relations, Vol. 20, pp. 36-45. 3. Agarwala T., (2008) “Factors influencing career choice of management students in India” Vol. 13 No. 4pp. 362-376. 4. Arkes, J. (1999), “What do educational credentials signal and why do employers value credentials?”, Economics of Education Review, Vol. 18, pp. 133-41. 5. Aryee, S., Chay, Y.W. and Tom, H.H. (1994), “An examination of the antecedents of subjective career success among a managerial sample in Singapore”, Human Relations, Vol. 47 No. 5, pp. 487-509. 6. Baruch Y., Peiperl M., (2000) “Thee impact of an MBA on graduate careers” Human Resource Management Journal,Vol.10, Issue 2 pp. 69-90. 7. Baruch Y., Leeming A., (2001), “The added value of MBA studies- graduates perceptions” Vol.30 No 50 pp.589-601. 8. Baruch, Y., Bell, M.P. and Gray, D. (2005), “Generalist and specialist graduate business degrees: tangible and intangible value”, Journal of Vocational Behaviour, Vol. 67, pp. 51-68. 9. Baruch Y., (2009), “To MBA or not to MBA” Vol. 14 No. 4, 2, pp. 388-406. 10. Becker, G.S. (1964), “Human Capital: A Theoretical and Empirical Analysis with Special Reference to Education”, Columbia University Press, New York, NY. 11. Becker, G.S. (1975), “Human Capital”, University of Chicago Press, Chicago, IL. 12. Camuffo A., Gerli F., Borgo S., and Somia T., (2009) “The effects of management education on careers and compensation A competency-based study of an Italian MBA Programme” Vol. 28 No. 9, pp. 839-858. 13. Carpenter, R. (1997), “What’s an MBA worth?”, Canadian Business, Vol. 70 No. 14, October, pp. 40-2. 34 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 14. Chiswick, B. (1973), “Schooling, screening, and income”, in Solomon, L. and Taubman, P. (Eds), Does College Matter?, Academic Press, New York, NY, pp. 151-158. 15. Chiu R. (1999), “Relationships between motivators and criteria in the selection of a distance learning MBA programme in Hong Kong” Career Development International 4/1 26–33. 16. Choueke R., West P., (2002) “The MSc management development: a programme in management or a management development process? A study focusing on the MSc in management development at Edge Hill” Education and Training, Vol.44, No 6., pp 271280. 17. Dubin, S.S. (1990), “Maintaining competence through updating”, in Willis, S. and Dubin, S.S. (Eds), Maintaining Professional Competence, Jossey-Bass, San Francisco, CA, pp. 9-43. 18. Eddy S.W. Ng, Burke R., Fiksenbaum L.,(2008) “Career choice in management: findings from US MBA students” Vol. 13 No. 4pp. 346-361. 19. Farr, J. and Middlebrooks, C. (1990), “Enhancing motivation to participate in professional development”, in Willis, S. and Dublin, S.S. (Eds), Maintaining Professional Competence, Jossey-Bass, San Francisco, CA, pp. 199-213. 20. Freeman, C., Soete, L. and Efendioglu, U. (1995), “Diffusion and the employment effects of information and communication technology”, International Labour Review, Vol. 134 Nos 4/5, pp. 587-603. 21. Galloway L., Anderson M., Brown W., Wilson L., (2005) “Enterprise skills for the economy”. Education + Training. Vol. 47 No. 1, pp. 7-17. 22. Gaskell L., Beaton S.,(2009) “Nurse Education in Practice”. Elsevier. 23. Grubb, W. (1993), “The varied economic returns to postsecondary education: new evidence from the class of 1972”, Journal of Human Resources, Vol. 37 No. 2, pp. 365-82. 24. Gual, J. and Ricart, J.E. (2001), “Strategy, Organization and the Changing Nature of Work”, Edward Elgar Publishing, Northampton, MA. 25. Hazelwood, K. (2003a, May 6). Striking out on their own. Business Week, 98– 99. 26. Hazelwood, K. (2003b, May 6). The worst of times for new MBAs. Business Week Online. Retrieved March 23, 2006, from http://www.businessweek. com/bschools/content/may2003/bs200305 5_0596_bs001.htm 27. Heaton N., Ackah C., Mc Whinney G., (2000) “MBAS and management Careers: Different Paths for men and women”. Vol.19 No 5 . 28. Heywood, J. (1994), “How widespread are sheepskin returns to education in the US?”, Economics of Education Review, Vol. 13 No. 3, pp. 227-34. 29. Houle, C. (1961), “The Inquiring Mind: A Study of the Adult who Continues to Learn”, University of Wisconsin Press, Madison, WI. 30. Hungerford, T. and Solon, G. (1987), “Sheepskin effects in the returns to education”, Review of Economics and Statistics, Vol. 69 No. 1, pp. 175-8. 31. Luker, A., Bowers, M.R. and Powers, T.L. (1989), “Factors influencing pursuit of the MBA degree: a student and employer perspective”, Journal of Marketing for Higher Education, Vol. 2 No. 2, pp. 87-96. ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 35 32. McKenzie, R. and Lee, D. (1998), “Managing Through Incentives: How to Develop a More Collaborative, Productive, and Profitable Organization”, Oxford University Press, New York, NY. 33. Michail M. Dimitrios.and Elefterie K.,(2006) “Perceived effects of an MBA degree on employability and career advancement The case of Greece” Vol. 11 No. 4, pp. 352-361. 34. Mihail D. (2008). “Graduates’ career orientations and strategies in corporate Greece”. Emerald Group Publishing Limited 37(4), pg 393-411. 35. Miller S., Liciardi R., (2003) “Tertiary students perception of the benefits of professional career management education: an exploratory study”.Career development International. pp. 309-315. 36. Miles, R.E. and Snow, C. (1996), “Twenty-first century careers”, in Arthur, M.B. and Rousseau, D.M. (Eds), The Boundaryless Career, Oxford University Press, New York, NY, pp. 97-115. 37. Noe, R. and Wilk, S. (1993), “Investigation of the factors that influence employees’ participation in development activities”, Journal of Applied Psychology, Vol. 78 No. 2, pp. 291-302. 38. Pfeffer, J. and Fong, C.T. (2002), “The end of business schools? Less success than meets the eye”, Academy of Management Learning and Education, Vol. 1 No. 1, pp. 78-95. 39. Pfeffer, J., & Fong, C. T. (2004). The business school “business”: Some lessons from the U.S. experience. Journal of Management Studies, 41, 1501–1520. 40. Rosenthal, N.H. (1995), “The nature of occupational employment growth: 198393”, Monthly Labor Review, Vol. 118 No. 6, pp. 45-54. 41. Simmering., Wilcox M., Ian B.,(1995) “Career exploration and identity formation in MBA students”, Journal of Education for BusinessVol. 70 Issue 4, pp.233. 42. Simpson R., Sturges J., Woods A., Altman Y.,(2004) “Career Progress and career barriers: women MBA graduates in Canada and the UK”. Vol.9 No 5, pp. 459477. 43. Simpson R., (2000) “ A voyage of discovery or a fast track to success: men, women and the MBA”. Vol.19 No 9, pp.764-782. 44. Spence, M. (1974), “Market Signaling: Informational Transfer in Hiring and Related Screening Processes”, Harvard University Press, Cambridge, MA. 45. Starkey, K. and Tempest, S. (2005), “The future of the business school: knowledge challenges and opportunities”, Human Relations, Vol. 58 No. 1, pp. 61-82. 46. Sturges J., Simpson R., Altman Y., (2003), Capitalizing on learning: an exploration of the MBA as a vehicle for developing career competencies, International Journal of Training and Development,Vol.7, Issue 1, pp. 53–66. 47. Tanova C., Karatas-Ozkan M., Inal G., (2008), “The process of choosing a management career Evaluation of gender and contextual dynamics in a comparative study of six countries: Hungary, Israel, North Cyprus, Turkey, UK and the USA” Vol. 13 No. 4 pp. 291-305. 36 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 48. Tharenou, P. (2001), “Going up? Do traits and informal social processes predict advancing in management?”, Academy of Management Journal, Vol. 44 No. 5, pp. 1005-17. 49. Thompson, P., Kirkham, K. and Dixon, J. (1985), “Warning: the fast track may be hazardous to organizational health”, Organizational Dynamics, Vol. 13, pp. 21-33. 50. Zhao J., Truell A., Melody W., Inga B. (2006). “Less Success Than Meets the Eye? The Impact of Master of Business Administration Education on Graduates’ Careers”. Journal of Education for Business, pg 261-268. ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 37 Τεύχη της σειράς “ Επιστημονικές Εργασίες υπό Εξέλιξη” (Working Papers Series) Panagiotis Kyriazopoulos – Irene Samanta -Rania Christou- Anastasios Ntanos Elderly people with disabilities in the internet age Η χρήση του Ιντερνετ από ηλικιωμένα άτομα με κινητικά προβλήματα Αρ. Τεύχους 8, 8/2009 M. Pagouropoulou, P. Kyriazopoulos, I. Samanta "The current female beauty ideal and its impact on women’s consuming behaviour towards beauty products and services” Το σύγχρονο ιδεατό πρότυπο ομορφιάς και η επίδραση του στην καταναλωτική συμπεριφορά των γυναικών στα προϊόντα και τις υπηρεσίες ομορφιάς. Αρ. Τεύχους 9, 9/2009 Irene Samanta & Dr. P. Kyriazopoulos CAN GLOBAL ENVIRONMENT INFLUENCE B2B RELATIONSHIPS? Η επίδραση του παγκόσμιου περιβάλλοντος στις Βιομηχανικές σχέσεις Αρ. Τεύχους 10, 10/2009 Dr. P. Kyriazopoulos, Mrs Irene Samanta, Dr. K. Terzidis DEFINING MARKETING PRACTICES OF SMALL FAMILY BUSINESS OF 1st & 2nd GENERATION MANAGEMENT Ο καθορισμός των πρακτικών Marketing στις μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις 1ης και 2ης γενιάς. Αρ. Τεύχους 11, 11/2009 Panagiotis Kyriazopoulos and Irene Samanta Greating an innovation culture through knowledge management the Greek firms. Η Διαχείριση Γνώσης και η καινοτομική κουλτούρα στις Ελληνικές Επιχειρήσεις Αρ. Τεύχους 12, 12/2009 Constantinos Papageorgiou, Irene Samanta and Panagiotis Kyriazopoulos Electronic word of mouth (e-wom) the case of internet forums Αρ. Τεύχους 1, 1/2010 Panagiotis Manolitzas, Denis Yannacopoulos, Nikolaos Tsotsolas, Dimitrios Drosos Η Αξιολόγηση των Υπηρεσιών των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών. Μία πολυκριτηριακή προσέγγιση Αρ. Τεύχους 2, 2/2010 Tsiora Evangelia, Samanta Irene, Kyriazopoulos Panagiotis Relationship between price and quality of service. How consumers perceive this relationship in the abroad flights. The case of Aegean airlines company Αρ. Τεύχους 3, 3/2010 Patrinos Vasilios, Irene Samanta, P. Kyriazopoylos The Role of Motives and the Way that the Theories of Motivation can be Used to Predict and Guide Consumer Behavior: the Case of HSBC in Greece Οι Θεωρίες Παρακίνησης και εφαρμογή τους στην πρόβλεψη και καθοδήγηση της καταναλωτικής συμπεριφοράς: Η περίπτωση της HSBC στην Ελλάδα Αρ. Τεύχους 4, 4/2010 Zotou Efstathia, Irene Samanta Applying Measurement Tools to Improve. Store Image and Performance. The case of an apparel retail store. Μέτρηση της Εικόνας των Καταστημάτων Λιανικής. Η περίπτωση του καταστήματος VIPS λιανικής πώλησης γυναικείων ενδυμάτων Αρ. Τεύχους 5, 5/2010 38 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Kavalaris Artemios, Irene Samanta “Factors affecting the consumers in buying a new car during the period of economic crisis.” Παράγοντες που επηρεάζουν τους καταναλωτές στην αγορά καινούργιου αυτοκινήτου την περίοδο της Οικονομικής κρίσης Αρ. Τεύχους 6, 6/2010 Stavroula Karava, Irene Samanta The impact of modern lifestyle on consumers’ eating habits and food shopping behaviour: The case of Western Greece H επίδραση του δυτικού τρόπου ζωής στις διατροφικές συνήθειες των καταναλωτών και στην αγοραστική τους συμπεριφορά: Η περίπτωση της Δυτικής Ελλάδας Αρ. Τεύχους 7, 7/2010 Restas Nikolaos, Irene Samanta Evaluation of the usefulness of e-Marketing on the buying behavior of Greek consumers in the Ιnternet book market. Aποτίμηση της χρησιμότητας του ηλεκτρονικού marketing στην καταναλωτική συμπεριφορά των Ελλήνων: Η περίπτωση της ηλεκτρονικής αγοράς βιβλίων Αρ. Τεύχους 8, 8/2010 Στασινοπούλου Βασιλική Η Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη και η συμβολή των εσωτερικών πελατών Αρ. Τεύχους 9, 9/2010 Νταρίνα Τοντεβα-Κουρκουλη –Αναστάσιος Ντάνος «ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ – Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ» Socioculture atiitudes of employees and resistance to change: The Greek reality Αρ. Τεύχους 10, 10/2010 Αικατερίνη Γοργογιάννη- Διονύσιος Γιαννακόπουλος Η Διαχείριση Γνώσης στους Γηραιότερους Εργαζόμενους: Η Περίπτωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α’ Βαθμού The elderly employees and knowledge management: The case of local administration Αρ. Τεύχους 11, 11/2010 Ειρήνη Σαμαντά E-marketing influence B2B relationships in medium sized firms H επίδραση του ηλεκτρονικού Marketing στη δημιουργία σχέσεων των επιχειρήσεων Αρ. Τεύχους 12, 12/2010 Γεωργία Σωτηροπούλου- Ειρήνη Σαμαντά Η επίδραση της ηλεκτρονικής διαφήμισης στη συμπεριφορά του καταναλωτή. The effect of electronic advertisement in the behavior of consumer. Αρ. Τεύχους 1, 1/2011 Καλαμαρά Αγγελική - Ειρήνη Σαμαντά ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΠΟΛΥΤΕΛΗ ΠΡΟΙΟΝΤΑ ΕΝΔΥΜΑΣΙΑΣ CONSUMER BEHAVIOR TOWARDS LUXURY APPAREL PRODUCTS Αρ. Τεύχους 2, 2/2011 Γιαννακάς Κωνσταντίνος - Σπύρος Τρύφωνας Η «κεφαλοποιήσιμη αξία» μιας εμπορικής επωνυμίας (Consumer-based brand equity) και οι αλληλεπιδράσεις της με την αγοραστική συμπεριφορά τους. Η περίπτωση της εμπορικής επωνυμίας «ΝΟΥΝΟΥ» στους Έλληνες καταναλωτές ηλικίας 18 – 35 ετών. Consumer-based brand equity and its effect to consumer behavior. The case of brand “NOYNOY” to the Greek customers. Αρ. Τεύχους 3, 3/2011 ΤΕΙ Πειραιά – Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων 39
© Copyright 2024 Paperzz