Κατεβάστε το αναλυτικό άρθρο

The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Δεδομένα ερευνών στάσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής
του Κων/νου Ι. Πανάγου
πτυχιούχου Νομικής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης,
μεταπτυχιακού φοιτητή (MSc in Criminal Justice Policy) στο London School of
Economics and Political Science
Περίληψη
Από τη δεκαετία του ‘70, ο βιασμός που τελείται ανάμεσα σε συζύγους αναγνωρίζεται
ως έγκλημα στο σύνολο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, ενώ παλαιότερα
προβλεπόταν με ενάργεια η απαγόρευση άσκησης ποινικής δίωξης εναντίον του
φερόμενου ως δράστη βιασμού με θύμα τη σύζυγό του. Πώς, όμως, οι κάτοικοι των ως
άνω πολιτειών προσλαμβάνουν το συγκεκριμένο έγκλημα, ιδίως εν συγκρίσει με τους
βιασμούς που δεν τελούνται μεταξύ συζύγων ή συντρόφων; Αξίζει να
παρακολουθήσουμε τα πορίσματα ορισμένων σχετικών ερευνών στάσεων.
1
The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
Εισαγωγή
Ο Gelles (1977), προσδιορίζοντας ποιές πράξεις συνιστούν βιασμό,
επισήμανε ότι η σύζυγος μπορεί να αποτελέσει θύμα του συγκεκριμένου
εγκλήματος, παρά το γεγονός ότι οι φορείς του συστήματος της ποινικής
δικαιοσύνης της εποχής του δε διακατέχονταν από την ίδια πεποίθηση. Και
πράγματι, πριν την ανάδειξη του ζητήματος από το φεμινιστικό κίνημα στα
μέσα της δεκαετίας του ‘70, ο συζυγικός βιασμός (marital ή spousal ή conjugal
rape, όπως αποκαλείται διεθνώς) αντιμετωπιζόταν ως έννοια που εμπεριέχει
αντίφαση (Παπαδομαρκάκη 2006). Οι επίπονες προσπάθειες, λοιπόν, του ως
κινήματος, εκτός των άλλων σημαντικών επιτευγμάτων, έθεσαν στο
προσκήνιο την εν λόγω μορφή κακοποίησης των γυναικών, που συγκέντρωσε
βαθμιαία το επιστημονικό ενδιαφέρον (Petrak 2002, Downes and Rock 2007,
McMillan 2007, Τσουδερού 2009, Ryan 1995). Το τελευταίο ανέδειξε
καινούργια αντικείμενα έρευνας στο χώρο της εγκληματολογίας
(Αρτινοπούλου 2000, Πετούση 2007, Σπινέλλη 2005, Burke 2005, Heindensohn
2008, Tierney 2010, Tifft 1993, Walklate 2005) και εν συνεχεία μετουσιώθηκε σε
αλλαγές στη νομοθεσία πλήθους κρατών, ιδίως του δυτικού κόσμου (Lee 2000,
Palmer 1997, Hasday 2000, Karadas 2008), ανάμεσα στα οποία ανήκει η
Ελλάδα.
Πιο αναλυτικά, το άρ. 336 του Ποινικού Κώδικα (στο εξής: ΠΚ)
τροποποιήθηκε με το άρ. 8 του ν. 3500/2006 για την αντιμετώπιση της
ενδοοικογενειακής βίας1 (Μηλιώνη 2008). Ειδικότερα, αφαιρέθηκε ο όρος
«εξώγαμη» από την αντικειμενική του υπόσταση, που λειτουργούσε ως
προσδιοριστικό στοιχείο του όρου «συνουσία». Έτσι, ύστερα από τη θέση σε
ισχύ του ως άνω νόμου, είναι αξιόποινος επίσης ο βιασμός που τελείται
ανάμεσα σε συζύγους, ενώ, βάσει του προγενέστερου νομικού καθεστώτος, η
εν λόγω πράξη απειλούνταν με μικρότερης βαρύτητας ποινές, μέσω των
διατάξεων για την παράνομη βία (άρ. 330 ΠΚ) ή τη σωματική βλάβη (άρ. 308
επ. ΠΚ) (Παρασκευόπουλος 1991, Συμεωνίδου-Καστανίδου 2006,
Συμεωνίδου-Καστανίδου 2008, Συκιώτου 2006). Η ισχύουσα διάταξη
αντανακλά τις σύγχρονες αντιλήψεις για την προστασία της ανθρώπινης
αξιοπρέπειας και την ισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα εντός του πεδίου της
Θα αποτελούσε παράλειψη να μην επισημανθεί ότι οι προσπάθειες του Υπουργείου
Δικαιοσύνης για απάλειψη του όρου «εξώγαμη» από το άρθρο περί βιασμού δεν
καρποφόρησαν κατά τη δεκαετία του ογδόντα στη χώρα μας, καθώς συνάντησαν την έντονη
αντίδραση των ανδρών βουλευτών (Παρασκευόπουλος 1991, Κρανιδιώτη 1995, Συκιώτου
2006).
1
2
The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
έγγαμης συμβίωσης (Χαραλαμπάκης 2006, Κωστάρας 2007). Η απάλειψη του
όρου «εξώγαμη» ήταν αναγκαία, δεδομένου ότι μέσω του προγενέστερου
νομικού καθεστώτος δινόταν η εντύπωση ότι η σύζυγος υποχρεούνταν σε
συνουσία οποτεδήποτε, δίχως να ενδιαφέρει η δική της διάθεση, αλλά μόνο
αυτή του συζύγου. Ταυτόχρονα, δόθηκε η δυνατότητα ορθότερης
αντιμετώπισης των τελούμενων βιασμών ανάμεσα σε εν διαστάσει συζύγους
(Συμεωνίδου-Καστανίδου 2008)2.
Παρά τις διατοπικές νομοθετικές διαφοροποιήσεις ως προς το ποιές πράξεις
συνιστούν βιασμό, ο τελευταίος αποτελεί από τα μέσα της δεκαετίας του ’70
έγκλημα όταν τελείται ανάμεσα σε συζύγους στο σύνολο των Ηνωμένων
Πολιτειών της Αμερικής (στο εξής: ΗΠΑ) (Kirkwood & Cecil 2001), ενώ
παλαιότερα προβλεπόταν με ενάργεια η απαγόρευση άσκησης ποινικής
δίωξης εναντίον του φερόμενου ως δράστη βιασμού με θύμα τη σύζυγό του
(Schwartz 1982). Πώς, όμως, οι κάτοικοι των ΗΠΑ προσλαμβάνουν το
συγκεκριμένο έγκλημα, ιδίως εν συγκρίσει με τους βιασμούς που δεν
τελούνται μεταξύ συζύγων ή συντρόφων; Αξίζει να παρακολουθήσουμε τα
πορίσματα ορισμένων σχετικών ερευνών στάσεων, η αξία των οποίων είναι
γενικότερα σημαντική για τον επίσημο/τυπικό κοινωνικό έλεγχο του
εγκλήματος και τη χάραξη αντεγκληματικής πολιτικής (Ζαραφωνίτου 2008,
Λαμπροπούλου 1999, Λαμπροπούλου 1994, Παρασκευόπουλος 2008, Szabo et
Leblanc 1994). Όπως επισημαίνουν οι Ewoldt et al. (2000), οι απόψεις των
ατόμων που απαρτίζουν μια κοινωνία αναφορικά με τις διαφορετικές
εκδοχές του εγκλήματος του βιασμού ασκούν σημαντική επιρροή στη χάραξη
της κοινωνικής πολιτικής επί του προβλήματος, στη συμπεριφορά των
θυμάτων, αλλά και στη διαμόρφωση της δικανικής πεποίθησης.
Προηγουμένως, όμως, είναι χρήσιμο να παραθέσουμε τα δεδομένα ερευνών
αναφορικά με τις διαστάσεις του συζυγικού βιασμού στις ΗΠΑ και το
περιεχόμενο της εν λόγω έννοιας, όπως απαντά στη σχετική ξενόγλωσση
βιβλιογραφία.
Εντούτοις, έχει εκφραστεί μία επιφύλαξη στην ελληνική θεωρία αναφορικά με την
πρόβλεψη του αυτού πλαισίου ποινής τόσο για το συζυγικό όσο και για τον κοινό βιασμό. Η
εξομοίωση αυτή αποτελεί, σύμφωνα με την εν λόγω θεώρηση, «υπερβολή». Προς επίρρωση
του εν λόγω ισχυρισμού υποστηρίζεται ειδικότερα ότι «τα όρια μεταξύ εξαναγκασθείσας και
οικειοθελούς (έστω κατ’ανοχή τελούμενης) σεξουαλικής συνεύρεσης είναι συχνά στην πράξη
δυσδιάκριτα» και ότι η τελευταία παρατήρηση «ισχύει ακόμα περισσότερο για τη συνεύρεση
που λαμβάνει χώρα μεταξύ συζύγων». Για τους λόγους αυτούς προτείνεται ως ορθότερη η
πρόβλεψη της ενδοοικογενειακής εξαναγκαζόμενης συνουσίας ως «προνομιούχας
παραλλαγής του κοινού βιασμού» (Χαραλαμπάκης 2006, σ. 722).
2
3
The Art of Crime 20/2011
Ι. Το έγκλημα
φαινομενολογίας
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
του
συζυγικού
βιασμού
στις
ΗΠΑ:
Κ. Πανάγος
στοιχεία
α) Εννοιολόγηση
Σύμφωνα με ένα σχετικό ορισμό, ο συζυγικός βιασμός αποτελεί τη συνουσία
που επιτυγχάνεται εξαναγκαστικά από το σύζυγο ή με απειλές ότι θα γίνει
εξαναγκαστικά στην περίπτωση που η σύζυγος δε συμφωνήσει (Klein 1983). Ο
ως άνω εννοιολογικός προσδιορισμός του φαινομένου έχει επικριθεί εύλογα
ως εξαιρετικά περιοριστικός, δεδομένου ότι περιλαμβάνει στους κόλπους του
αποκλειστικά τη σεξουαλική διείσδυση (Bidwell and White 1986). Ένας
ευρύτερος ορισμός, ο οποίος περιλαμβάνει την οποιαδήποτε σεξουαλικού
χαρακτήρα πράξη που επιχειρείται εξαναγκαστικά από κάποιον με θύμα τη
σύζυγο ή σύντροφό του (με την άσκηση φυσικής βίας, απειλών κτλ) και χωρίς
τη θέλησή της (Groth and Gary 1981), κρίνεται ως περισσότερο
αντιπροσωπευτικός του φαινομένου και ως εκ τούτου πιο επιτυχημένος
(Bidwell and White 1986). Στην έννοια του συζυγικού βιασμού
περιλαμβάνονται επίσης οι περιπτώσεις όπου η σύζυγος δεν είναι σε θέση να
παράσχει τη συναίνεσή της για την τέλεση των ως άνω πράξεων (Bidwell and
White 1986).
Επιχειρώντας, ωστόσο, στο σημείο αυτό μια κριτική αποτίμηση των υπό
συζήτηση ορισμών, είναι χρήσιμο να επισημανθεί ότι στην εννοιολόγηση του
συζυγικού βιασμού δεν είναι αναγκαίο να λαμβάνεται υπόψη ο παράγοντας
του φύλου, δεδομένου ότι επίσης ορισμένοι άνδρες (ανεξάρτητα από το
σεξουαλικό τους προσανατολισμό) αποτελούν θύματα του συγκεκριμένου
εγκλήματος (Waterman et al. 1989). Είναι, άλλωστε, απαραίτητο να έχουμε
κατά νου ότι «στην εποχή των πολλαπλών ταυτοτήτων, ένας λόγος που
υποστηρίζει μεθοδολογικά την επιστημονική διερεύνηση με βάση τη
διχοτομική κατηγοροποίηση άνδρας/γυναίκας ενδέχεται να παρουσιάζεται
τουλάχιστον ως απλουστευτικός» (Αρχιμανδρίτου 2001, σ. VII). Εντούτοις, η
σημαντική αυτή παρατήρηση δεν έχει ληφθεί υπόψη κατά τη διεξαγωγή των
ερευνητικών εγχειρημάτων που έχουν διεξαχθεί αναφορικά με το έγκλημα
του συζυγικού βιασμού στις ΗΠΑ, τα οποία και θα παρουσιάσουμε ευθύς
αμέσως.
β) Τα ερευνητικά δεδομένα για τις διαστάσεις του συζυγικού βιασμού στις
ΗΠΑ
Όπως συμβαίνει στη χώρα μας, έτσι και στις ΗΠΑ, είναι γεγονός ότι δεν
καταχωρούνται στοιχεία για την υφιστάμενη σχέση ανάμεσα στο δράστη και
στο θύμα στις επίσημες στατιστικές αναφορικά με το έγκλημα, ώστε οι
4
The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
τελευταίες να μην είναι δυνατό να αποτελέσουν πηγή άντλησης πληροφοριών
για τις διαστάσεις και τις μορφές της ενδοοικογενειακής βίας ευρύτερα
(Πιτσελά 2008, Πιτσελά 2010, Αλεξιάδης 2011, Φαρσεδάκης 1996, Chatzifotiou
2003, Reiner 2007, Kirkwood & Cecil 2001), ενώ οι δυσκολίες στο πεδίο της
εμπειρικής διερεύνησης του φαινομένου είναι εξαιρετικές (Ζαραφωνίτου
2004, Φαρσεδάκης 2008, Βλάχου 2005, Βλάχου 2008, Jones 2010).
Ο συζυγικός βιασμός εκτιμάται ότι συνιστά κατά κύριο λόγο αφανές
έγκλημα (Δημητρίου 2003, Ewoldt et al. 2000, Heidensohn and Gelsthorpe
2007, Johnson 1980) εξαιτίας του αισθήματος της ντροπής που διακατέχει τα
θύματα και του φόβου που νιώθουν απέναντι στους δράστες. Επίσης, όπως
συμβαίνει με έτερες μορφές βίας εντός του οικογενειακού περιβάλλοντος
επίσης, τα ίδια τα θύματα συχνά δεν αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως
τέτοια (Αρτινοπούλου 2006, Βλάχου 2008, Heidensohn and Gelsthorpe 2007,
Shields and Hanneke 1983). Το τελευταίο βρίσκεται σε συνάρτηση με το εάν
μια γυναίκα έχει υιοθετήσει στερεοτυπικές αντιλήψεις αναφορικά με τον
«πρέποντα» ρόλο της στο πλαίσιο μιας οικογένειας και μιας κοινωνίας εν
γένει ή όχι. Το ίδιο ισχύει αντίστοιχα για τους δράστες. Η ηλικία των
«πρωταγωνιστών» του εγκλήματος, το μορφωτικό τους επίπεδο και η
κοινωνικοοικονομική τους θέση φαίνεται ότι δε διαδραματίζουν κάποιο ρόλο
στην τέλεση του εγκλήματος, υπό την έννοια ότι το τελευταίο εμφανίζεται να
τελείται ανάμεσα σε ζεύγη ανθρώπων που ανήκουν σε όλο το φάσμα της
ηλικιακής, ταξικής και εκπαιδευτικής κατανομής (Χατζηφωτίου 2005, Arrigo
and Shipley 2005, Richards et al. 2008).
Τα ληφθέντα δεδομένα ερευνών που έχουν υλοποιηθεί με στόχο τη
διευρεύνηση της συχνότητας με την οποία εκδηλώνεται το υπό εξέταση
φαινόμενο, έχει παρατηρηθεί ότι διαφοροποιούνται συχνά μεταξύ τους
ανάλογα με τον τρόπο διεξαγωγής των τελευταίων, το ερευνητικό εργαλείο
που χρησιμοποιείται (πρόκειται για ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο ζήτημα και ως
τούτου χρήζει ιδιαίτερης αντιμετώπισης και προσέγγισης από τον εκάστοτε
ερευνητή) και τον τρόπο επιλογής των δειγμάτων του πληθυσμού που
χρησιμοποιούνται. Επιπρόσθετα, κομβικό σημείο στη διεξαγωγή του εκάστοτε
ερευνητικού εγχειρήματος διαδραματίζει ο ορισμός που υιοθετείται από τους
ερευνητές για το υπό εξέταση φαινόμενο και ειδικότερα, παρατηρείται ότι όσο
πιο ευρύς είναι ο τελευταίος, υφίστανται τόσο περισσότερες πιθανότητες
υφίστανται για τη λήψη καταφατικών απαντήσεων ως προς την τέλεσή του
(Bennice & Resick 2003, Muehlenhard et al. 1992, Deakin and Spencer 2011).
5
The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
Αναφορικά με τις έρευνες που έχουν υλοποιηθεί σε δείγματα γυναικών, που
αποτέλεσαν ιστορικά το πρώτο πεδίο εστίασης (McKinney and Sprecher 1991),
αξίζει στα σταθούμε στα ακόλουθα: στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 διεξήχθη
έρευνα σε τυχαίο δείγμα εννιακοσίων τριάντα (930) γυναικών που
κατοικούσαν στο San Francisco. Η ερευνήτρια πραγματοποίησε συνεντεύξεις
με τις εξιακόσιες σαράντα τέσσερις (644) εξ’ αυτών, οι οποίες ήταν στο σύνολό
τους ενήλικες και είχαν συνάψει γάμο έστω μία φορά στη ζωή τους. Το
δεκατέσσερα τοις εκατό (14%) δήλωσαν ότι έχουν βιώσει την εμπειρία του
συζυγικού βιασμού (ολοκληρωμένου ή απόπειρά του) τουλάχιστον μία φορά
στη ζωή τους. Το δέκα τοις εκατό (10%) του τελευταίου ποσοστού είχε βιώσει
επίσης σωματική βία και μόνο το τέσσερα τοις εκατό (4%) είχε βιώσει
αποκλειστικά σεξουαλική κακοποίηση. Η ερευνήτρια, συνήγαγε επίσης το
συμπέρασμα ότι η μορφή του βιασμού που εμφανίζεται στην πράξη με τη
μεγαλύτερη συχνότητα είναι αυτή του συζυγικού και όχι αυτού που τελείται
από άγνωστους προς το θύμα δράστες (Russell 1990, Schelong 1994-95).
Σχετική έρευνα διεξήχθη επίσης στη Βοστώνη σε τυχαίο δείγμα τριακοσίων
είκοσι έξι (326) μητέρων παιδιών σχολικής ηλικίας. Οι εν λόγω κλήθηκαν να
απαντήσουν εάν ο σύζυγός τους ή ο σύντροφος με τον οποίο συνοικούσαν
είχε ασκήσει ποτέ φυσική βία ή απειλή, ώστε να τις εξαναγκάσει σε
σεξουαλική επαφή. Το ποσοστό που απάντησε καταφατικά ανήλθε στο δέκα
τοις εκατό (10%). Όμοια με την αμέσως προαναφερθείσα έρευνα, μόλις το
τρία τοις εκατό (3%) του δείγματος δήλωσε ότι είχε βιώσει βιασμό από
άγνωστο πρόσωπο (Finkelhor and Yllo 1985). Εν συνεχεία, οι Hanneke,
Shields και McCall (1986) απέστειλαν προς συμπλήρωση ερωτηματολόγια σε
ένα (1) φορέα οικογενειακού προγραμματισμού (family planning agency), σε
ένα (1) πανεπιστήμιο, ενώ επίσης σχετική διαφήμιση καταχωρήθηκε σε
τοπική εφημερίδα. Από τα εξακόσια εβδομήντα ένα (671) ερωτηματολόγια
που επέστρεψαν συμπληρωμένα στους ερευνητές προέκυψε ότι μόνο οι
τριακόσιες επτά (307) είχαν παντρευτεί ή συγκατοικήσει με τον ερωτικό τους
σύντροφο. Το εννέα περίπου τοις εκατό (8,8% για την ακρίβεια) των εν λόγω
γυναικών δήλωσε ότι ο πιο πρόσφατος σύντροφός τους, τούς είχε εξαναγκάσει
ασκώντας σωματική βία στην τέλεση σεξουαλικών δραστηριοτήτων. Μόλις το
ένα τοις εκατό (1%) αυτού του ποσοστού δήλωσε ότι αποτέλεσε θύμα
σεξουαλικής κακοποίησης αποκλειστικά, ενώ οι υπόλοιπες δήλωσαν ότι
βίωσαν τόσο σωματική όσο και σεξουαλική κακοποίηση.
Οι περιορισμοί των ανωτέρω ερευνών σχετίζονται κυρίως με το ότι ήταν
τοπικές και ως εκ τούτου τα συμπεράσματά τους δεν είναι δυνατό να
γενικευτούν για το σύνολο των θυμάτων του υπό εξέταση εγκλήματος
6
The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
(Kirwood and Cecil 2001). Λαμβάνοντας υπόψη τη συγκεκριμένη ασκηθείσα
κριτική, παραθέτουμε τα πορίσματα μίας ευρύτερης κλίμακας έρευνας, η
οποία υλοποιήθηκε σε δείγμα οχτώ χιλιάδων (8000) γυναικών στις ΗΠΑ και
στην περιοχή της Columbia, στο πλαίσιο της National Violence Against
Women Survey. Περίπου το οχτώ τοις εκατό του δείγματος (7,7% για την
ακρίβεια) δήλωσε ότι έχει βιασθεί κάποια στιγμή της ζωής του από το
σύντροφό του. Εντούτοις, αξίζει να σταθούμε στο ότι, για τους σκοπούς της εν
λόγω έρευνας, χρησιμοποιήθηκε ένας ευρύς ορισμός της έννοιας του
συντρόφου. Ως τέτοιοι θεωρήθηκαν οι τωρινοί ή πρώην σύζυγοι, οι
συνοικούντες και μη, όπως επίσης οι περιστασιακοί σύντροφοι, ενώ ως
βιασμός ορίστηκε το με βία τελούμενο κολπικό, πρωκτικό και στοματικό σεξ.
Η ευρύτητα του ορισμού της έννοιας του συντρόφου δημιουργεί κατά μία
άποψη προβλήματα στην τελική εκτίμηση των αποτελεσμάτων της έρευνας. Η
αξία, όμως, της τελευταίας έγκειται στο ότι εξετάζει το ζήτημα του συζυγικού
βιασμού σε ένα πολυπληθές εθνικό δείγμα (Bennice and Resick 2003)3.
ΙΙ. Η διερεύνηση της κοινωνικής πρόσληψης του συζυγικού βιασμού στις
ΗΠΑ
α) Η αποδοκιμασία του συζυγικού βιασμού
Η κοινωνική αποδοκιμασία του συζυγικού βιασμού έχει διαφανεί μέσα από
έρευνες που διεξήχθησαν στην αλλοδαπή. Πιο συγκεκριμένα, στο πλαίσιο
διδακτορικής διατριβής που εκπονήθηκε στο Sam Houston State University
και υποστηρίχθηκε το 1981, διεξήχθη έρευνα σε δείγμα διακοσίων εξήντα επτά
(267) κατοίκων της Πολιτείας του Τέξας με στόχο τη διερεύνηση της γνώμης
τους αναφορικά με το υπό εξέταση θέμα. Στην ερώτηση εάν η γυναίκα έχει το
δικαίωμα να αρνηθεί τις σεξουαλικές περιπτύξεις με το σύζυγό της, περίπου
τα τρία τέταρτα (3/4) του δείγματος απάντησαν καταφατικά (Kirkwood and
Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, αξιοσημείωτο είναι το σχετικό δεδομένο που ελήφθη το 2003
από την επιδημιολογική – θυματολογική έρευνα του Κέντρου Ερευνών Θεμάτων Ισότητας
(ΚΕΘΙ) σε αντιπροσωπευτικό του πληθυσμού σε πανελλήνια κλίμακα δείγμα χιλίων
διακοσίων (1200) ενήλικων γυναικών (18 έως 60 χρονών), το οποίο επιλέχθηκε σύμφωνα με τη
μέθοδο της πολυσταδιακής τυχαίας δειγματοληψίας: περίπου το τέσσερα τοις εκατό (3,5% για
την ακρίβεια) του δείγματος δήλωσε ότι έχει εξαναγκαστεί από το σύζυγο ή σύντροφό του σε
σύναψη σεξουαλικής επαφής (Αρτινοπούλου 2006). Επιπρόσθετα, είναι ενδεικτικό ότι κατά
τη διάρκεια των ετών 1993 έως 1999, κρατικός ξενώνας που λειτουργούσε στην Αθήνα,
φιλοξένησε περίπου διακόσιες (200) γυναίκες, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων
(περίπου το ογδόντα τοις εκατό – 80%), κατήγγειλε τόσο σωματική όσο και σεξουαλική
κακοποίηση (Greek Helsinki Monitor – OMCT 2002). Το στοιχείο αυτό αναδεικνύει τη συχνά
παρατηρούμενη συνύπαρξη των επιμέρους μορφών της ενδοοικογενειακής βίας (Martin et al.
2007, Stets 1995). Αξιοσημείωτο επίσης ότι δεν υφίστανται ερευνητικά δεδομένα αναφορικά
με τις διαστάσεις του βιασμού σε ομόφυλα ζεύγη, πεδίο που αξίζει να διερευνηθεί εμπειρικά.
3
7
The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
Cecil 2001). Παρόμοια δεδομένα ελήφθησαν από σχετική έρευνα σε δείγμα
πεντακοσίων δέκα εννέα (519) κατοίκων της Βοστώνης, που δημοσιεύτηκε το
1985: το εξήντα εννέα τοις εκατό (69%) υποστήριξε ότι η γυναίκα δικαιούται
άρνησης σε σεξουαλική επαφή με το σύζυγό της (Finkelhor and Yllo 1985).
Παρά το γεγονός ότι τα ανωτέρω ποσοστά είναι ιδιαίτερα υψηλά και ως εκ
τούτου αποτυπώνουν την κοινωνική αποδοκιμασία που τυγχάνει ο συζυγικός
βιασμός, δεν είναι δυνατό να παραβλέψει κανείς τα επίσης αξιοσημείωτα
ποσοστά της τάξεως του είκοσι πέντε έως τριάντα τοις εκατό (25 – 30%) όσων
θεωρούσαν ότι η γυναίκα δεν έχει το δικαίωμα να αρνηθεί τη σεξουαλική
συνεύρεση στον άνδρα της (Kirkwood and Cecil 2001).
β) Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού εν συγκρίσει με έτερες
εκδοχές του εγκλήματος
Και ενώ στο σύγχρονο δυτικό κόσμο φαίνεται ότι γίνεται γενικά αποδεκτό
ότι κανένας από τους συζύγους δεν μπορεί να εξαναγκάζει τον άλλο σε
συνουσία ή σε οποιαδήποτε άλλη συναφή πράξη, ο συζυγικός βιασμός,
συγκριτικά με αυτόν που τελείται μεταξύ υποκειμένων που δεν συνδέονται
μεταξύ τους, προσλαμβάνεται από την κοινή γνώμη ως λιγότερο τραυματική
εμπειρία για τα θύματα και ως λιγότερο σημαντικό έγκλημα. Στη
συγκεκριμένη αντίληψη βασικό ρόλο διαδραματίζει, μεταξύ άλλων, η
διάρκεια της σχέσης (π.χ. της έγγαμης συμβίωσης) του δράστη και του
θύματος: όσο μεγαλύτερη είναι η τελευταία τόσο μικρότερης σημασίας
θεωρούνται οι επιπτώσεις για τα θύματα (Munge et al. 2007, Whatley 1993). Η
αξιολόγηση που τυγχάνει ο συζυγικός βιασμός από τους κοινωνούς,
συγκριτικά με λοιπές μορφές εγκληματικής δράσης, αποτέλεσε αντικείμενο
έρευνας και μελέτης στις ΗΠΑ, ώστε, με εναλλακτική διατύπωση, να
καταδειχθεί η απαξία με την οποία αντιμετωπίζεται όχι μεμονωμένα, αλλά εν
συγκρίσει με άλλα εγκλήματα. Επιχειρώντας μια γενική εκτίμηση των
αποτελεσμάτων των ερευνών του εν λόγω θεματικού πεδίου, στις τελευταίες
αποτυπώνεται μια τάση της αμερικανικής κοινής γνώμης για υποβάθμιση της
σοβαρότητας του συζυγικού βιασμού εν συγκρίσει με άλλες μορφές του
συγκεκριμένου εγκλήματος εν γένει (Finkelhor and Yllo 1985, Kirkwood and
Cecil 2001).
Αναλυτικότερα, στην κατηγορία των υπό εξέταση ερευνητικών
εγχειρημάτων εντάσσεται αυτό των Rossi, Waite, Bose και Berk (1974). Οι εν
λόγω ζήτησαν από κατοίκους της Βαλτιμώρης να αξιολογήσουν εκατόν
σαράντα (140) διαφορετικές μεταξύ τους εγκληματικές συμπεριφορές
ανάλογα, κατά την κρίση τους, με τη σοβαρότητά τους. Οι τελευταίες
κυμαίνονταν από την κατόπιν σχεδιασμού ανθρωποκτονία ενός αστυνομικού
8
The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
έως την άρνηση καταβολής προστίμου για παράνομο παρκάρισμα.
Αναφορικά με το έγκλημα του βιασμού, ζητήθηκε η αξιολόγηση τεσσάρων (4)
μορφών υπό τις οποίες εμφανίζεται στην πράξη: α) βιασμός κάποιου ύστερα
από παράνομη είσοδο στην οικεία του, β) από έναν άγνωστο σε ένα πάρκο, γ)
από έναν γείτονα και δ) από έναν πρώην σύζυγο (ο βιασμός από τον τωρινό
σύζυγο δε συνιστούσε αξιόποινη πράξη στην πολιτεία του Maryland και για
το λόγο αυτό δεν περιελήφθη από τους ερευνητές στις παρεχόμενες προς
αξιολόγηση συμπεριφορές). Οι ερωτώμενοι κατέταξαν την τελευταία
περίσταση στην εξηκοστή δεύτερη (62η) θέση, ανάμεσα στη χρήση LSD και
στην οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, ενώ τα υπόλοιπα περί βιασμού
σενάρια κατατάχθηκαν στις πρώτες είκοσι πέντε (25) θέσεις του καταλόγου
που διαμορφώθηκε βάσει των απαντήσεων. Προκύπτει, λοιπόν, ότι τα
πρόσωπα, από τα οποία απαρτιζόταν το δείγμα της υπό εξέταση έρευνας,
θεωρούσαν το βιασμό ως ένα ιδιαίτερα σοβαρό έγκλημα. Η υφιστάμενη
σχέση, όμως, ανάμεσα στο δράστη και στο θύμα αποτέλεσε έναν καθοριστικής
σημασίας παράγοντα για την αξιολόγηση των ειδικότερων εμφανιζόμενων
μορφών του (Kirkwood and Cecil 2001)4.
Αντίστοιχες έρευνες διεξήχθησαν αργότερα σε άλλα μέρη της Αμερικής,
όπως για παράδειγμα το 1981 στην περιοχή San Antonio του Τέξας. Ομοίως σε
αυτή την έρευνα δόθηκαν διάφορες εκδοχές τέλεσης του εγκλήματος του
βιασμού και αυτή που αναφερόταν σε βιασμό ανάμεσα σε πρόσωπα που
είχαν καταρτίσει σύμβαση γάμου αξιολογήθηκε ως η λιγότερο σοβαρή. Είναι
αξιοσημείωτο ότι περίπου το πενήντα τοις εκατό (50%) των ατόμων που
συμμετείχαν στην εν λόγω έρευνα πίστευε ότι το σενάριο του συζυγικού
βιασμού δεν αποτελεί έγκλημα. Λιγότερο από το αντίστοιχο υπόλοιπο
ποσοστό του δείγματος (50%) δήλωσε ότι ένας σύζυγος πρέπει να οδηγηθεί
στη δικαιοσύνη για την τέλεση βιασμού εις βάρος της συζύγου του.
Παρατηρήθηκαν, επίσης, σαφείς διαφοροποιήσεις ως προς τις απαντήσεις των
δύο (2) φύλων, μιας και το σαράντα δύο τοις εκατό (42%) των γυναικών που
συμμετείχαν στην έρευνα προέβη στην ανωτέρω δήλωση, τη στιγμή που το
αντίστοιχο ποσοστό για τους άνδρες ανήλθε στο είκοσι εννέα τοις εκατό (29%)
(Williams and Holmes 1981). Διαφαίνεται, λοιπόν, από την εξέταση των ως
άνω ερευνητικών δεδομένων ότι παρόλο που ορισμένοι εκτιμούσαν ότι ο
συζυγικός βιασμός είναι έγκλημα, ένιωθαν ταυτόχρονα πως συνιστά μια
H συγκεκριμένη αντίληψη φαίνεται ότι διαδραματίζει σημαντικό ρόλο σε νομολογιακό
επίπεδο, μιας και έχει διαπιστωθεί ότι η διάρκεια των στερητικών της ελευθερίας ποινών που
επιβάλλονται σε δράστες βιασμού με θύμα γνωστό σε αυτούς πρόσωπο είναι μικρότερη, εν
συγκρίσει με όσους βιάζουν αγνώστους (McCormick et al. 1998).
4
9
The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
ιδιωτική υπόθεση, η οποία δεν πρέπει να απασχολεί το σύστημα της ποινικής
δικαιοσύνης (Kirkwood and Cecil 2001).
Μία πιο πρόσφατη έρευνα, που δημοσιεύτηκε το πρώτο (1ο) έτος της
τρέχουσας χιλιετίας, διεξήχθη σε δείγμα φοιτητών και φοιτητριών5 του
πολυπληθούς πανεπιστημίου του Midwestern. Στόχος της ήταν η εξέταση του
πώς ορισμένοι παράγοντες που σχετίζονται με τους συμμετέχοντες στην
έρευνα, αλλά και τις περιστάσεις τέλεσης του εγκλήματος του βιασμού,
επηρεάζουν τη στάση των τελευταίων απέναντι στο εν λόγω έγκλημα. Σε ό,τι
αφορά το συζυγικό βιασμό που μας αφορά εν προκειμένω, διαφάνηκε ότι οι
συμμετέχοντες στην έρευνα, με σαφείς διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα δύο
φύλα, «υποστηρίζουν» περισσότερο το δράστη του εγκλήματος και
εκδηλώνουν μεγαλύτερες στερεοτυπικές περί του ρόλου των φύλων στάσεις
όσο ο βαθμός της γνωριμίας ανάμεσα στον τελευταίο και στο θύμα του
γίνεται μεγαλύτερος (Monson et al. 2000). Αντίστοιχα δεδομένα ελήφθησαν
από έρευνα που διεξήχθη σε δείγμα τετρακοσίων εξήντα εννέα (469)
προπτυχιακών φοιτητών εγκληματολογικών επιστημών του mid-Atlantic
University (Kirkwood and Cecil 2001). Δεδομένου ότι το δείγμα που
χρησιμοποιήθηκε στην τελευταία έρευνα ήταν βολικό (convenience sample),
τα συμπεράσματά της δεν μπορούν να γενικευτούν για το σύνολο των
φοιτητών και των φοιτητριών του ως άνω πανεπιστημίου (Bailey 1994,
Bryman 2004, Bernard 2000, Marshall 1996). Είναι, όμως, αξιοσημείωτο ότι και
από αυτή την έρευνα διαφάνηκε ότι ο συζυγικός βιασμός είναι περισσότερο
αποδεκτός, συγκριτικά με αυτόν που τελείται υπό άλλες περιστάσεις και
ανάμεσα σε άγνωστα μεταξύ τους υποκείμενα (Kirkwood and Cecil 2001).
Στις έρευνες που έχουν διεξαχθεί αναφορικά με τη στάση της κοινής γνώμης
απέναντι στο έγκλημα του συζυγικού βιασμού, τόσο αυτές που ενδεικτικά
παραθέσαμε ανωτέρω όσο και σε άλλες σχετικές, παρατηρούνται ορισμένες
μεταβλητές που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στις ληφθείσες από τους
συμμετέχοντες απαντήσεις (εκτός του φύλου, στην οποία ήδη αναφερθήκαμε
ανωτέρω), όπως η φυλή και η ηλικία. Οι γυναίκες, οι λευκοί και τα νεαρής
ηλικίας άτομα παρατηρήθηκε ότι ήταν πιο πιθανό να ταχθούν θετικά στην
αναγνώριση του συζυγικού βιασμού ως εγκλήματος εν συγκρίσει με τους
άνδρες, τα άτομα που ανήκαν σε μειονότητες και τους ηλικιωμένους.
Εντοπίστηκαν επίσης διατοπικές διαφορές μεταξύ των επιμέρους πολιτειών
των ΗΠΑ, οι οποίες εκτιμάται ότι ερείδονται, μεταξύ άλλων, στις πολιτικές
πεποιθήσεις των συμμετεχόντων (Finkelhor and Yllο 1985, Kirkwood and
Ένα σημαντικό περιορισμό των ερευνών στάσεων που διεξάγονται σε φοιτητές εκτιμάται ότι
αποτελεί η αδυναμία γενίκευσης των συμπερασμάτων τους (Freze et al. 2004).
5
10
The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
Cecil 2001, Jeffords and Dull 1982). Σημαντικό παράγοντα επίσης για την
κοινωνική απαξία του βιασμού φαίνεται να είναι το εάν η σεξουαλική
κακοποίηση συνυπάρχει με τη σωματική. Όταν το τελευταίο δε συμβαίνει, το
έγκλημα προσλαμβάνεται ως λιγότερο σημαντικό (Langhinrichsen-Rohling
and Monson 1998). Προκύπτει επίσης από τις έρευνες αυτής της κατηγορίας
ότι ενώ κατά κύριο λόγο δεν απορρίπτεται το δικαίωμα των γυναικών να
αρνηθούν τη σεξουαλική συνεύρεση με το σύζυγό τους και στην περίπτωση
που αυτός το επιχειρήσει με βία θεωρείται εγκληματίας, υφίσταται μια
δυστοκία ως προς την προσφυγή στους φορείς του επίσημου κοινωνικού
ελέγχου όταν ο βιασμός τελείται μεταξύ συζύγων (Kirkwood and Cecil 2001).
γ) Ανάλογα ερευνητικά εγχειρήματα σε άλλα κράτη
Έρευνες με στόχο τη διερεύνηση των κοινωνικών στάσεων έναντι του
συζυγικού βιασμού έχουν διεξαχθεί κυρίως σε κράτη του δυτικού κόσμου.
Εκκινώντας από αυτή τη διαπίστωση, ο Μ. Adinkrah (2011), διδάσκων
εγκληματολογίας στο Central Michigan University, διεξήγαγε έρευνα σε
βολικό δείγμα εκατόν τριάντα (130) πρωτοετών προπτυχιακών φοιτητών και
φοιτητριών στο δημόσιο πανεπιστήμιο της Γκάνα6, στο πλαίσιο του
μαθήματος της κοινωνιολογίας. Η έρευνα διεξήχθη την πρώτη μέρα του
εαρινού εξαμήνου, προτού οι φοιτητές διδαχθούν ύλη εγκληματολογίας. Οι
εν λόγω κλήθηκαν να εκφράσουν εκπονώντας σχετική έκθεση τις απόψεις
περί ενδεχόμενης ποινικοποίησης του συζυγικού βιασμού στο ως άνω κράτος.
Στο κάλεσμα του ερευνητή ανταποκρίθηκαν τελικά εβδομήντα εννέα (79)
φοιτητές και τριάντα επτά (37) φοιτήτριες (παρά το γεγονός ότι ο αριθμός των
γυναικών που εισάγονται στο ως άνω πανεπιστήμιο έχει αυξηθεί κατά τα
τελευταία χρόνια, ακόμη και σήμερα είναι σημαντικά μικρότερος συγκριτικά
με αυτόν των ανδρών).
Τα δεδομένα που ελήφθησαν αποτυπώνουν μια σαφή αντίθεση των
συμμετεχόντων στην ποινικοποίηση του φαινομένου, δίχως να
παρατηρηθούν αξιοσημείωτες διαφοροποίησεις ως προς τα δύο φύλα. Πιο
συγκεκριμένα, από τους εκατόν δέκα έξι (116), οι είκοσι πέντε (25)
συμμετέχοντες και ειδικότερα δεκατρείς (13) φοιτήτριες και δώδεκα (12)
φοιτητές εξέφρασαν υποστηριχτικές απόψεις ως προς την ποινικοποίηση του
συζυγικού βιασμού, ενώ οι ενεννήντα ένα (91) και ειδικότερα είκοσι πέντε (25)
φοιτήτριες και εξήντα έξι (66) φοιτήτριες, τάχθηκαν με ενάργεια εναντίον της
τελευταίας. Οι πρώτοι επισήμαναν τις ψυχολογικές και σωματικές συνέπειες
του φαινομένου στα θύματα και υποστήριξαν ότι η αναγωγή του σε έγκλημα
Ο συζυγικός βιασμός δεν αποτελεί έγκλημα σύμφωνα με τη νομοθεσία του ως άνω κράτους
(Duncan 2005).
6
11
The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
και η επιβολή ποινών στους δράστες δύνανται να συμβάλλουν στην
αντιμετώπιση τόσο του συζυγικού βιασμού ειδικότερα, όσο και στο φαινόμενο
της βίας εναντίον των γυναικών ευρύτερα. Οι δεύτεροι υποστήριξαν ότι η
σύζυγος υπάγεται στην εξουσία του άνδρα της και αποτελεί καθήκον της η
παροχή σεξουαλικής ικανοποίησης σ’αυτόν (Adinkrah 2011).
Πριν ολοκληρώσουμε την παρουσίαση των ερευνών στάσεων απέναντι στο
έγκλημα του συζυγικού βιασμού, που υλοποιήθηκαν στις ΗΠΑ, είναι χρήσιμο
να αναφέρουμε ότι αντίστοιχο ερευνητικό εγχείρημα δεν έχει επιχειρηθεί
στον ελλαδικό χώρο. Ωστόσο, αξιοσημείωτα είναι τα πορίσματα ερευνών στο
πλαίσιο του προγράμματος «Παραβατικότητα των Ανηλίκων και Συστήματα
Ποινικής Δικαιοσύνης σε Ευρωπαϊκή Προοπτική» (Juvenile Delinquency and
Criminal Justice Systems in a European Perspective) του Τομέα Ποινικών
και Εγκληματολογικών Επιστημών του Τμήματος Νομικής του
Αριστοτελείου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης και του Ινστιτούτου
Εγκληματολογικής Έρευνας του Πανεπιστημίου της Κολωνίας. Στόχο των
ερευνών αποτέλεσε η διερεύνηση της εκτίμησης της βαρύτητας ορισμένων
εγκληματικών συμπεριφορών τεσσάρων (4) ομάδων ατόμων: νεαρών
κρατουμένων και φοιτητών Νομικής στην Ελλάδα και στη Γερμανία. Η
σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκου κατέλαβε την πρώτη θέση στον κατάλογο
που διαμορφώθηκε βάσει των απαντήσεων που ελήφθησαν. Ακολούθησε ο
«βιασμός μιας άγνωστης στο δράστη γυναίκας στο δρόμο», ενώ στην τρίτη θέση
ανήλθε ο «βιασμός μιας γνωστής στο δράστη γυναίκας μετά από γιορτή κατά το χρόνο
που τη συνόδευε σπίτι της» (Πιτσελά κ.ά. 2008). Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό,
η περίπτωση του συζυγικού βιασμού δεν εξετάστηκε στο πλαίσιο των ως άνω
ερευνών. Εντούτοις, το γεγονός ότι ο βιασμός από γνωστό στο θύμα πρόσωπο
αξιολογήθηκε ως «ελαφρότερη» εγκληματική συμπεριφορά εν συγκρίσει με το
βιασμό από άγνωστο, μπορεί να υποστηριχθεί ότι επαληθεύει όσα προέκυψαν
από τις έρευνες του εξωτερικού αναφορικά με το ρόλο που διαδραματίζει η
υφιστάμενη σχέση ανάμεσα στο δράστη και στο θύμα στην κοινωνική
πρόσληψη του εγκλήματος του βιασμού.
Αντί επιλόγου
Οι τροποποιήσεις που επέφεραν οι προσπάθειες του φεμινιστικού κινήματος
ανά τον κόσμο στο πεδίο της νομικής αξιολόγησης του συζυγικού βιασμού
αντανακλούν την «αναβαθμισμένη αναγνώριση [...] του αγαθού της
γενετήσιας ελευθερίας» (Δημητράτος 1993, σ. 1049). Η εξέλιξη αυτή, μιας και
εκφράζει «τις πολιτισμικές αξίες και ευαισθησίες της εποχής μας» (Κωστάρας
2007, σ. 854), κρίνεται σημαντική. Ωστόσο, τα προαναφερθέντα πορίσματα
των ερευνών στάσεων στις ΗΠΑ αναδεικνύουν μια σειρά από σημαντικά και
12
The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
άξια προς περαιτέρω διερεύνηση ζητήματα. Φαίνεται πως πολλά απαιτούνται
ακόμα να γίνουν, ώστε να εμπεδωθεί πλήρως και αδιάκριτα ο απόλυτος
σεβασμός της γενετήσιας ελευθερίας και να απεμποληθούν οι αντιλήψεις που
θέτουν τη γυναίκα στην ανδρική σφαίρα εξουσίας...
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
1) Adinkrah, M. (2011). “Criminalizing rape within marriage – Perspectives of Ghanaian
university students”, International Journal of Offender Therapy and Comparative
Criminology, 55 (6): 982-1010
2) Αλεξιάδης, Σ. (2011). Εγκληματολογία, Αθήνα-Θεσσαλονίκη: Σάκκουλας
3) Arrigo, B. and Shipley, S. (2005). Introduction to forensic psychology, USA: Elsevier
Academic Press
4) Αρτινοπούλου, Β. (2000). «Εγκληματολογικές όψεις των νέων κοινωνικών
κινημάτων», στο Β. Αρτινοπούλου (επιμ.), Νέα κοινωνικά κινήματα – Εγκληματολογική
προσέγγιση, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη
5) Αρτινοπούλου, Β. (2006). Ενδοοικογενειακή κακοποίηση γυναικών, Αθήνα: Νομική
Βιβλιοθήκη
6) Αρχιμανδρίτου, Μ. (2001). Γυναίκες και έκτιση των ποινών – Από την ιστορία του 16ου στη
θεωρία του 19ου αιώνα, Θεσσαλονίκη: Σάκκουλας
7) Bailey, K. (1994). Methods of social research, New York: The Free Press
8) Bernard, R. (2000). Social research methods: Qualitative and quantitative approaches,
Thousand Oaks – London – New Delhi: Sage
9) Bennice J. and Resick P. (2003). “Marital rape: History, research, and practice”,
Trauma, violence, & abuse, 4 (3): 228-46
10) Bidwell, L. and White, P. (1986). “The family context of marital rape”, Journal of
Family Violence, 3 (1): 277-87
11) Βryman, A.(2004). Social Research Methods, Oxford: Oxford University Press
12) Burke, R. (2005). An introduction to criminological theory, Devon: Willan
13) Chatzifotiou, S. (2003). “Violence against women and institutional responses: the case
of Greece”, European Journal of Social Work, 6 (3): 241-56
14) Χατζηφωτίου, Σ. (2005). Ενδοοικογενειακή βία κατά των γυναικών και των παιδιών, Αθήνα:
Τζιόλας
15) Deakin, J. and Spencer, J. (2011). “Sensitive survey research: An oxymoron?”, στο P.
Davies, P. Francis, V. Jupp (επιμ.), Doing criminological research, London – Thousand
Oaks – New Delhi: Sage
16) Δημητράτος, Ν. (1993). «Αντεγκληματική πολιτική και συμβολικό ποινικό δίκαιο»,
Νομικό Βήμα, 41 (5): 1045-55
17) Δημητρίου, Σ. (2003). Μορφές βίας, Αθήνα: Σαββάλας
13
The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
18) Downes, D. and Rock, P. (2007). Understanding deviance, Oxford: Oxford University
Press
19) Duncan, B. (2005). “Marital rape as a form of domestic violence and the need for law
reform in Ghana”, στο J. Bond (επιμ.), Voices of African women: Women’s rights in
Ghana, Uganda, and Tanzania, Durham, NC: Carolina Academia Press
20) Ewoldt, C. A., Monson, C. M., Langhinrichsen-Rohling, J. (2000). “Attributions about
rape in a continuum of dissolving marital relationships”, Violence Against Women, 15
(11), 1175-82
21) Φαρσεδάκης, Ι. (1995). Στοιχεία εγκληματολογίας, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη
22) Φαρσεδάκης, Ι. (2008). «Εγκληματολογικές προσεγγίσεις της ενδοοικογενειακής
βίας», στο Μ. Δημοπούλου-Λαγωνικά, Γ. Κατσίκη, Μαρντίκιαν-Γαζέριαν Μ. (επιμ.),
Ενδοοικογενειακή βία – Διεπιστημονική προσέγγιση στην πρόληψη και την αντιμετώπιση,
Αθήνα: ΑΩ
23) Finkelhor, D. and Yllo, K. (1985). License to rape: Sexual abuse of wives, New York: Holt,
Rinehart & Winston
24) Frese, B. Moya, M., Megias, J. (2004). “Social perception of rape – How rape myth
acceptance modulates the influence of situational factors”, Journal of Interpersonal
Violence, 19 (2): 143-61
25) Gelles, R. (1977). “Power, sex, and violence: the case of marital rape”, The Family
Coordinator, 26 (4): 339-47
26) Greek Helsinki Monitor-OMCT (2002), Violence against women in Greece – Report
prepared for the Committee on the Elimination of Discrimination against Women, Geneva
27) Groth, A. and Gary, Τ. (1981). “Marital Rape”, Medical Aspects of Human Sexuality, 15
(3): 126-31
28) Hanneke, C., Shields, N., McCall, G. (1986). “Assessing the prevalence of marital
rape”, Journal of Interpersonal Violence, 1 (3): 350-62
29) Hasday, J. (2000). “Contest and consent: A legal history of marital rape”, California
Law Review, 88 (5): 1373-1505
30) Heidensohn, F. (2008). “Gender and policing”, στο T. Newburn (επιμ.), Handbook of
policing, Devon: Willan
31) Heidensohn, F. and Gelsthorpe, L. (2007). “Gender and crime”, στο M. Maguire, R.
Morgan, R. Reiner (επιμ.), The Oxford Handbook of Criminology, Oxford: Oxford
University Press
32) Jeffords, C. and Dull, T. (1982). “Demographic variations in attitudes towards marital
rape immunity”, Journal of Marriage and the Family, 44 (3): 755-62
33) Johnson, A. (1980). “On the prevalence of rape in the United States”, Signs: Journal of
Women in Culture and Society, 6 (1): 346-49
34) Jones, S. (2010). Understanding violent crime, Berkshire: Open University Press
35) Karadas, C. (2008). “A comparative study: Development of marital rape as a crime in
USA, UK and Turkey”, Turkish Journal of Police Studies, 10 (4): 113-32
14
The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
36) Kirkwood, M. and Cecil, D. (2001). “Marital rape: A student assessment of rape laws
and the marital rape exemption”, Violence against women, 7 (11): 1234-53
37) Κωστάρας, Α. (2007). Ποινικό Δίκαιο – Επιτομή Ειδικού Μέρους, Αθήνα – Κομοτηνή:
Αντ. Ν. Σάκκουλας
38) Κρανιδιώτη, Μ. (1995). «Προς μια αξιολόγηση των ρυθμίσεων του ν. 1419/1984 για
τον βιασμό», στο Τιμητικός Τόμος Τομέα Ποινικών Επιστημών, Μνήμη ΙΙ Ιωάννη
Δασκαλόπουλου, Κωνσταντίνου Σταμάτη και Χρήστου Μπάκα, Αθήνα-Κομοτηνή: Αντ. Ν.
Σάκκουλας
39) Λαμπροπούλου, Έ. (1994). Ο κοινωνικός έλεγχος του εγκλήματος, Αθήνα: Παπαζήσης
40) Λαμπροπούλου, Έ. (1999). Κοινωνιολογία του ποινικού δικαίου και των θεσμών της
ποινικής δικαιοσύνης, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
41) Langhinrichsen-Rohling, J. and Monson, C. (1998). “Marital rape: Is the crime taken
seriously without co-occurring physical abuse?”, Journal of Family Violence, 13 (4): 43343
42) Lee, S. (2000). “Marital rape and marital murder”, στο J. Hanmer, C. Itzin, S. Quaid,
D. Wigglesworth (επιμ.), Home truths about domestic violence, London: Routledge
43) Marshall, Μ. (1996). “Sampling for qualitative research”, Family Practice, 13 (6): 522-26
44) Martin, E., Taft, C., Resick, P. (2007). “A review of marital rape”, Aggression and
violent behavior, 12 (3): 329-47
45) McCormick, J. S., Maric, A., Seto, M. C., Barbaree, H. E. (1998). “Relationship to
victim predicts sentence length in sexual assault cases”, Journal of Interpersonal
Violence, 13 (3), 413-20
46) McMillan, L. (2007). Feminists organizing against gendered violence, Hampshire:
Palgrave
47) Μηλιώνη, Φ. (επιμ., 2008). Ενδοοικογενειακή βία: Προοπτικές μετά τον Ν. 3500/06, ΑθήναΚομοτηνή: Αντ. Ν. Σάκκουλας
48) Monson, C., Langhinrichsen-Rohling, J., Binderup, T. (2000). “Does “no” really mean
“no” after you say “yes”? Attributions about date and marital rape”, Journal of
Interpersonal Violence, 15 (11): 1156-74
49) Muehlenhard, C., Powch, I., Phelps, J., Giusti, L. (1992). “Definitions of Rape:
Scientific and Political Implications”, Journal of Social Issues, 48 (1): 23-44
50) Munge, B., Pomerantz, A., Pettibone, J., Falconer, J. (2007). “The influence of length of
marriage and fidelity status on perception of marital rape”, Journal of Interpersonal
Violence, 22 (10): 1332-9
51) Newburn, T. (2007). Criminology, Devon: Willan
52) Palmer, S. (1997). “Rape marriage and the European Convention on Human Rights”,
Feminist Legal Studies, V (1): 92-7
53) Παπαδομαρκάκη, Ε. (2006). «Κακοποίηση γυναικών από το σύζυγο: Το πρόβλημα
του συζυγικού βιασμού», στο Ο. Γιωτάκος και Β. Πρεκατέ (επιμ.), Σεξουαλική
κακοποίηση – Μυστικό; Όχι πια!, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
15
The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
54) Παρασκευόπουλος, Ν. (1991). «Η οικογένεια ως εμπόδιο της αντεγκληματικής
αποστολής του ποινικού δικαίου», Υπεράσπιση, 1 (5): 798-811
55) Παρασκευόπουλος, Ν. (2008). Τα θεμέλια του ποινικού δικαίου, Αθήνα-Θεσσαλονίκη:
Σάκκουλας
56) Πετούση, Β. (2007). «Φεμινιστική εγκληματολογία: Βασικές θέσεις και προτάσεις», στο
Σ. Γεωργούλας (επιμ.), Η εγκληματολογία στην Ελλάδα σήμερα – Τιμητικός Τόμος για τον
Στέργιο Αλεξιάδη, Αθήνα: ΚΨΜ
57) Petrak, J. (2002). “Rape: History, myths and reality”, στο J. Petrak and B. Hedge
(επιμ.), The trauma of sexual assault – Treatment, Prevention and Practice, West Sussex:
John Wiley & Sons
58) Πιτσελά, Α. (2008). «Βία κατά ηλικιωμένων», στο Ποινικές επιστήμες – Θεωρία και πράξη
– Προσφορά τιμής στην Άννα Μπενάκη-Ψαρούδα, Αθήνα – Κομοτηνή: Αντ. Ν. Σάκκουλας
59) Πιτσελά, Α., Παπαδοπούλου, Χ., Φίλιου, Μ., Neubacher, F., Brand, T., Walter, M.
(2008). «Η βαρύτητα των εγκλημάτων και η αντεγκληματική πολιτική από τη σκοπιά
νεαρών κρατουμένων και φοιτητών Νομικής – Συγκριτική έρευνα στην Ελλάδα και
στη Γερμανία», Ποινική Δικαιοσύνη, 11 (6): 776-86
60) Πιτσελά, Α. (2010). Η εγκληματολογική προσέγγιση του οικονομικού εγκλήματος, ΑθήναΘεσσαλονίκη: Σάκκουλας
61) Pracher M. (1981)., “The marital rape exemption: A violation of a woman's right of
privacy”, Golden Gate University Law Review, 11 (3): 717-57
62) Reiner, R. (2007). Law and order – An honest citizen’s guide to crime and control,
Cambridge: Polity
63) Richards, L., Letchford, S., Stratton, S. (2008). Policing domestic violence, Oxford:
Oxford University Press
64) Rossi, P., Waite, E., Bose, C., Berk, P. (1974). “The seriousness of crimes: Normative
structures and individual differences”, American Sociological Review, 39 (2): 224-37
65) Russel, D. (1990). Rape in marriage, Bloomington: Indianna University Press
66) Ryan, R. (1995). “The sex right: A legal history of the marital rape exemption”, Law &
Social Inquiry, 20 (4): 941-1001
67) Schelong, K. (1994-95). “Domestic violence and the state: Response to and rationales
for spousal battering, marital rape & stalking”, Marquette Law Review, 78 (1), 79-120
68) Schwartz, M. (1982). “Spousal exemption for criminal rape prosecution”, Vermont Law
Review, 7 (33): 33-58
69) Schwartz, M. (2000). “Methodological issues in the use of survey data for measuring
and characterizing violence against women”, Violence against women, 6 (8): 815-38
70) Shields, N. and Hannek, C. (1983). “Battered wives’ reactions to marital rape”, στο D.
Finkelhor, R. Gelles, G. Hotaling, M. Straus (επιμ.), The dark side of families: current
family violence research, London: Sage
71) Σπινέλλη, Κ. (2005). Εγκληματολογία – Σύγχρονες και παλαιότερες κατευθύνσεις, ΑθήναΚομοτηνή: Αντ. Ν. Σάκκουλας
16
The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
72) Stets, J. (1995). “Verbal and physical aggression in marriage”, στο S. Stith & M. Straus
(επιμ.), Understanding partner violence, Minneapolis: National Council on Family
Relations
73) Συκιώτου, Α. (2006). «Έμφυλη εγκληματικότητα, Μια απόπειρα κριτικής
προσέγγισης», στο Ν. Κουράκης (επιμ.), Έμφυλη εγκληματικότητα – Ποινική και
εγκληματολογική προσέγγιση του φύλου, Αθήνα – Κομοτηνή: Αντ. Ν. Σάκκουλας
74) Συμεωνίδου-Καστανίδου, Ε. (2006). Εγκλήματα κατά προσωπικών αγαθών, Αθήνα:
Νομική Βιβλιοθήκη
75) Συμεωνίδου-Καστανίδου, Ε. (2008). «Οι ποινικές ρυθμίσεις του νόμου 3500/2006 για
την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας», στο Εμβάθυνση στο ουσιαστικό ποινικό
δίκαιο, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη
76) Szabo, D. et Leblanc M. (1994). Traité de criminologie empirique, Montréal: Les Presses
de l’Université de Montréal
77) Tierney, J. (2010). Criminology – Theory and context, Essex: Pearson
78) Tifft, L. (1993). Battering of women, Boulger – San Fracisco – Oxford: Westview
79) Τσουδερού, Ι. (2009). Ενδοοικογενειακή βία και η θεσμική προστασία των γυναικών, Αθήνα:
Παρασκήνιο
80) Βλάχου, Β. (2005). Η αντιμετώπιση της σωματικής βίας κατά των γυναικών από το σύστημα
απονομής της ποινικής δικαιοσύνης, Αθήνα: Έλλην
81) Βλάχου, Β. (2007). «Η κοινωνιολογική διερεύνηση της ενδοοικογενειακής βίας:
Θεωρητικές
προσεγγίσεις,
μεθοδολογικοί
προβληματισμοί
και
θεσμικές
παρεμβάσεις», Ποινική Δικαιοσύνη, 10 (5): 625-9
82) Βλάχου, Β. (2008). Η εξέλιξη των εγκληματολογικών θεωριών για τη βία και την
επιθετικότητα, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη
83) Walklate, S. (2005). Criminology, London: Taylor and Francis
84) Waterman C., Dawson L., Bologna M. (1989). “Sexual coercion in gay male and
lesbian relationships: Predictors and implications for support services”, Journal of Sex
Research, 26 (1): 118-24
85) Whatley, M. (1993). “For better or worse: The case of marital rape”, Violence and
Victims, 8 (1): 29-39
86) Williams, J. and Holmes, K. (1981). The second assault: Rape and public attitudes,
London: Greenwood
87) Χαραλαμπάκης, Α. (2006). «Ο ν. 3500/2006 για
ενδοοικογενειακής βίας», Ποινικός Λόγος, 6 (3): 719-23
την
αντιμετώπιση
της
88) Ζαραφωνίτου, Χ. (2004). Εμπειρική εγκληματολογία, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη
89) Ζαραφωνίτου Χ. (2008). Τιμωρητικότητα – Σύγχρονες
εγκληματολογικοί προβληματισμοί, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη
τάσεις,
διαστάσεις
και
17
The Art of Crime 20/2011
Η κοινωνική πρόσληψη του συζυγικού βιασμού
Κ. Πανάγος
18