Μελέτη: Τοπικά Σχέδια για την απασχόληση

«Τ ΟΠΙΚΑ Σ ΧΕΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ Α ΠΑΣΧΟΛΗΣΗ
Τ ΟΠ ΣΑ»
« Α Κ Τ Ι Ν Ε Σ Ζ ΩΗ Σ » …Λ Ε Σ Β Ο Σ
«RAYS OF LIFE» LESVOS
ΣΧΕΔΙΟ ΔΡΑΣΗΣ
Αίτησης – πρότασης χρηματοδότησης «ΤΟΠΙΚΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΠΡΟΣΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ στις ΑΝΑΓΚΕΣ
ΤΩΝ ΤΟΠΙΚΩΝ ΑΓΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ», Δράση 7, της Κατηγορίας Παρέμβασης 1: Ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης, του
Θεματικού Άξονα Προτεραιότητας 3: «Διευκόλυνση της πρόσβασης στην Απασχόληση» ΣΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ, συγχρηματοδοτούμενων από το ΕΚΤ (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό
Ταμείο)
ΜΥΤΙΛΉΝΗ, ΜΑΙΟΣ 2012
~1~
ΠΕΡΙΕΧΌΜΕΝΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ..............................................................................................................................................................................3
ΕΙΣΑΓΩΓΗ .................................................................................................................................................................................5
A. ΠΕΡΙΟΧΗ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ .......................................................................................................................................................6
1. ΑΝΑΛΥΣΗ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ, .....................................................................................7
Λόγω Διοικητικής Διαίρεσης γίνεται και αναφορά στη Λήμνο και Άγιο Ευστράτιο (επίπεδο Νομού) ................................... 7
1α. Γενικά στοιχεία ανάπτυξης της περιοχής και στοιχεία ανάπτυξης του προτεινόμενου επαγγελματικού κλάδου ...........9
Απασχόληση στον δευτερογενή τομέα ................................................................................................................................. 10
Κύρια χαρακτηριστικά δευτερογενούς τομέα ......................................................................................................................10
Εξαγωγική δραστηριότητα ....................................................................................................................................................11
Τριτογενής Τομέας ................................................................................................................................................................12
Αριθμός, μέγεθος και διάρθρωση επιχειρήσεων ανά κλάδο (τουρισμός, εμπόριο, υπηρεσίες) ..........................................12
Τουρισμός .............................................................................................................................................................................13
Συμπεράσματα – προοπτικές................................................................................................................................................14
1β. Χωροταξική – πολεοδομική οργάνωση...........................................................................................................................16
1γ. Κοινωνική Υποδομή.........................................................................................................................................................18
1δ. Πολιτιστικό περιβάλλον ..................................................................................................................................................19
Ιστορικοί – Πολιτιστικοί Πόροι .............................................................................................................................................21
1ε. Τεκμηρίωση της επιλογής της περιοχής εφαρμογής....................................................................................................... 25
ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΩΝ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΩΝ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ (SWOT analysis) ΤΗΣ
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ........................................................................................................................27
2. ΛΕΣΒΟΣ – ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΟΥ ΝΗΣΙΟΥ ..............................................................29
4. ΑΝΑΛΥΣΗ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ (ΒΟΡΕΙΟ ΑΙΓΑΙΟ)......................................................71
Δημογραφικά Στοιχεία ..........................................................................................................................................................72
Απασχόληση και Ανεργία ......................................................................................................................................................76
Μορφωτικό επίπεδο και υποδομές εκπαίδευσης ................................................................................................................76
2α. Υποβάθμιση της Περιοχής Υλοποίησης ..........................................................................................................................79
2β. Βασικά προβλήματα και ανάγκες της Περιοχής Υλοποίησης ..........................................................................................82
2γ. Οικονομική φυσιογνωμία και στοιχεία απασχόλησης .................................................................................................... 85
2δ. Στοιχεία ανεργίας............................................................................................................................................................93
2ε. Ενδογενής Δυναμική ..................................................................................................................................................... 100
Β. ΟΜΑΔΑ ΣΤΟΧΟΣ.............................................................................................................................................................. 102
1. ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ................................................................................................................................................. 102
2. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΟΡΙΑ ΦΤΩΧΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ........................................................................................... 102
3. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΟΡΙΟ ΦΤΩΧΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ .................................................................................... 103
Γ. ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ-ΣΤΟΧΟΥ & ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ .................................................. 106
1. ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΕ ΤΟΜΕΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗΣ ................................................................................................ 107
2. ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΕ ΤΟΜΕΙΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ...................................................................................................................... 108
Δ. ΣΥΝΑΦΕΙΑ – ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΥΝΕΡΓΕΙΩΝ ΜΕ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ & ΥΠΑΡΞΗ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΛΟΙΠΑ
ΣΧΕΔΙΑ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ .......................................................................................................... 110
1. ΣΥΝΑΦΕΙΑ ΚΑΙ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ (ΠΡΑΞΗΣ) ΜΕ ΕΘΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ, ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ Ή ΕΘΝΙΚΑ Ή ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΔΡΑΣΗΣ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ .................. 110
2. ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΥΝΕΡΓΕΙΑΣ/ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗΣ/ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ/ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΤΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΜΕ
ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Ή ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ, ΤΟΠΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΠΟΥ
ΥΛΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ Ή ΣΧΕΔΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΥΛΟΠΟΙΗΘΟΥΝ ........................................................................................................... 112
Ε. ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ/ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ................................................... 115
1. ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ/ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ........................................................................... 115
2. ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ/ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΝΕΡΓΙΑ.................................................................................... 115
3. ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ/ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ............................................................. 116
4. ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ/ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ .......................................................... 116
ΣΤ. ΠΗΓΕΣ ............................................................................................................................................................................ 118
2
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Η παρούσα μελέτη έχει ως στόχο να εξετάσει τις δυνατότητες ενσωμάτωσης της Ομάδας-Στόχου των ατόμων σε
κατάσταση φτώχειας και απειλούμενων από φτώχεια, στις αναπτυξιακές δυνατότητες της τοπικής αγοράς εργασίας, σε
καινοτόμες δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα, στην Περιφερειακή Ενότητα Λέσβου, η οποία αποτελείται από τα
νησιά Λέσβου, Λήμνου, Αγίου Ευστρατίου καθώς και στην ευρύτερη περιοχή του Βορείου Αιγαίου.
Η μελέτη περιλαμβάνει έξι μέρη. Το πρώτο μέρος αφορά την Περιοχή Υλοποίησης, και ειδικότερα:
1) Αναλύεται η υφιστάμενη κατάσταση στην Περιοχή Υλοποίησης, με έμφαση:
α) στα γενικά στοιχεία ανάπτυξης της και του προτεινόμενου επαγγελματικού κλάδου,
β) στη χωροταξική-πολεοδομική της οργάνωση,
γ) στην κοινωνική υποδομή της, και
δ) στο πολιτιστικό της περιβάλλον, ενώ εν συνεχεία υπάρχει
ε) η τεκμηρίωση της επιλογής της Περιοχής Υλοποίησης.
2) Γίνεται μία ιστορική αναδρομή της οικονομικής ανάπτυξης του νησιού της Λέσβου, απ’ όπου θα αντληθούν
ενδιαφέροντα στοιχεία, αλλά και με γνώμονα το παρελθόν θα αναζητηθούν οι προοπτικές ανάπτυξης της περιοχής,
επικαιροποιημένες με στοιχεία του παρόντος, π.χ. εργαλεία από τις νέες τεχνολογίες, νέοι τρόποι καλλιέργειας κλπ.
3) Γίνεται αναλυτική περιγραφή της οικονομικής ζωής της Λήμνου.
4) Αναλύεται η υφιστάμενη κατάσταση στην Περιφέρεια Παρέμβασης, με έμφαση:
α) στην υποβάθμιση της Περιοχής Υλοποίησης,
β) στα βασικά προβλήματα και τις ανάγκες της Περιοχής Υλοποίησης,
γ) στην οικονομική της φυσιογνωμία και τα στοιχεία απασχόλησής της,
δ) στα στοιχεία ανεργίας της και
ε) στην την ενδογενή δυναμική της.
Το δεύτερο μέρος σχετίζεται με την Ομάδα-Στόχο, δηλαδή τα άτομα σε κατάσταση φτώχειας και απειλούμενα από
φτώχεια, και πιο συγκεκριμένα με τα χαρακτηριστικά και τις ανάγκες αυτής. Επιπλέον, περιγράφονται τα όρια της
φτώχειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Περιοχή Παρέμβασης.
Το τρίτο μέρος περιλαμβάνει τη διάγνωση των Αναγκών της Ομάδας-Στόχου και πως αυτές μπορούν να συνδεθούν με
την αγορά εργασίας της Περιοχής Υλοποίησης, μέσω συγκεκριμένων προτεινόμενων παρεμβάσεων.
Το τέταρτο μέρος αφορά την συνάφεια – ανάπτυξη συνεργειών με περιφερειακές πολιτικές και την ύπαρξη
συμπληρωματικότητας με λοιπά τοπικά σχέδια δράσης απασχόλησης και επιχειρηματικότητας.
Το πέμπτο μέρος συνοψίζει τα αναμενόμενα αποτελέσματα των προτεινόμενων παρεμβάσεων, δίδοντας έμφαση στις
επιπτώσεις στους εξής τομείς:
1) στην Απασχόληση,
2) την Ανεργία,
3) την Επιχειρηματικότητα και
4) το Κοινωνικό Περιβάλλον.
Τέλος, στο έκτο μέρος της εν λόγω μελέτης καταγράφονται οι πηγές, από όπου αντλήθηκε όλο το υλικό της εν λόγω
ερευνητικής διαδικασίας.
3
Στοιχεία Τεκμηρίωσης της Αναγκαιότητας Σχεδιασμού, Εφαρμογής, Υλοποίησης Ολοκληρωμένης Παρέμβασης
Α. Περιοχή Υλοποίησης
Β. Ομάδα-Στόχος
Γ. Διάγνωση των Αναγκών της Ομάδας-Στόχου &
Προτεινόμενες Παρεμβάσεις
1) Παρεμβάσεις σε τομείς
κοινωνικής ενσωμάτωσης
2) Παρεμβάσεις σε τομείς
απασχόλησης
Δ. Συνάφεια – Ανάπτυξη Συνεργειών με Περιφερειακές Πολιτικές &
Ύπαρξη Συμπληρωματικότητας με Λοιπά Σχέδια Απασχόλησης και
Επιχειρηματικότητας
Ε. Αναμενόμενα Αποτελέσματα/ Επιπτώσεις
Προτεινόμενων Παρεμβάσεων
Αναμενόμενα
Αποτελέσματα/
Επιπτώσεις στην
Απασχόληση
Αναμενόμενα
Αποτελέσματα/
Επιπτώσεις στην
Ανεργία
Αναμενόμενα
Αποτελέσματα/
Επιπτώσεις στην
Επιχειρηματικότητα
Αναμενόμενα
Αποτελέσματα/
Επιπτώσεις στο
Κοινωνικό
Περιβάλλον
~4~
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η Περιοχή Υλοποίησης είναι η ευρύτερη περιοχή του Βορείου Αιγαίου και ειδικότερα η περιοχή του Δήμου Λέσβου,
όπως απεικονίζεται στον χάρτη που ακολουθεί:
Βόρειο Αιγαίο
Πηγή: http://el.wikipedia.org & www.hellogreece.gr
Η περιοχή παρέμβασης για το προτεινόμενο σχέδιο είναι το άθροισμα των δημοτικών αυτών διαμερισμάτων που έχουν
παραπλήσια χαρακτηριστικά όσον αφορά τα κύρια κριτήρια επιλογής.
1. Εξάρτηση οικονομικής δραστηριότητες από αλιεία
2. Κρίσιμη μάζα και αναπτυξιακές προοπτικές
3. Περιβαλλοντική προσέγγιση – οικολογικά ευαίσθητες περιοχές
4. Αναγκαιότητα παρεμβάσεων - Διαβούλευση
Η προσπάθεια του σχεδίου είναι να αναδείξει μέσα από κοινές δράσεις και ενέργειες τις δυνατότητες που έχουν τα
νησιά να λειτουργούν τονίζοντας τα στοιχεία που τα ενώνουν.
Τα σημεία αναφοράς της περιοχής είναι η ποικιλομορφία που την χαρακτηρίζει.
~5~
A. ΠΕΡΙΟΧΗ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ
Ο Νομός Λέσβου αποτελεί ένα νησιωτικό σύμπλεγμα τριών κατοικημένων νησιών (Λέσβος, Λήμνος και Άγιος
Ευστράτιος) στο Β.Α. άκρο του Αιγαίου, σε μεγάλη απόσταση από την ηπειρωτική Ελλάδα και πολύ κοντά στις ακτές της
Τουρκίας.
Ο Νομός Λέσβου έχει έκταση 2.154 τετραγωνικά χιλιόμετρα, ακτογραμμή μήκους 696 χιλιομέτρων και κατά την
απογραφή του 2001 είχε 109.118 κατοίκους. Πρωτεύουσα του νομού είναι η πόλη της Μυτιλήνης, ο νομός αποτελεί
τμήμα της περιφέρειας Β. Αιγαίου και απέχει από το στενό του Ελλησπόντου 120 ναυτικά μίλια, από τη Σμύρνη 105 και
από τις Κυδωνίες (Αϊβαλί). Η διασπορά του Νομού σε πολλά νησιά δυσχεραίνει το βαθμό επικοινωνίας αλλά και κύρια η
απόσταση που τον χωρίζει από την ηπειρωτική Ελλάδα και άρα από το κέντρο χάραξης πολιτικής και λήψης αποφάσεων
συνεπάγεται σημαντικές και ιδιαίτερες ανάγκες σε θέματα ακτοπλοϊκής και αεροπορικής διασύνδεσης τόσο των νησιών
μεταξύ τους όσο και με την υπόλοιπη χώρα. Διαφορετικά προβλήματα, ανάγκες και χαρακτηριστικά διαπιστώνονται και
μεταξύ των ΟΤΑ του ίδιου του νομού. Οι διαφοροποιήσεις αυτές οδηγούν δίχως άλλο και σε διαφορετική μορφή και
ρυθμό ανάπτυξης για τον κάθε ένα από αυτούς. Η συνθήκη αυτή αποτρέπει τη λογική της σύγκρισης ομοειδών
καταστάσεων στην προσπάθεια απεικόνισης της υφιστάμενης κατάστασης σε κάθε ΟΤΑ, και πολύ δε μάλλον σε κάθε
Δημοτικό διαμέρισμα του νομού.
Παρουσίαση Προτεινόμενης Περιοχής Παρέμβασης
ΝΟΜΟΣ ΛΕΣΒΟΥ-GR 83
1
2
3
4
5
6
7
8
9
10
11
12
13
14
ΔΗΜΟΣ ΛΕΣΒΟΥ
Δ.Δ*1. ΓΕΡΑΣ
Δ.Δ. ΓΕΡΑΣ
Δ.Δ. ΓΕΡΑΣ
Δ.Δ. ΕΡΕΣΟΥ-ΑΝΤΙΣΗΣ
Δ.Δ. ΚΑΛΛΟΝΗΣ
Δ.Δ. ΚΑΛΛΟΝΗΣ
Δ.Δ. ΚΑΛΛΟΝΗΣ
Δ.Δ. ΜΑΝΤΑΜΑΔΟΥ
Δ.Δ. ΜΗΘΥΜΝΗΣ
Δ.Δ. ΜΥΘΗΜΝΗΣ
Δ.Δ. ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ
Δ.Δ ΠΕΤΡΑΣ
Δ.Δ. ΠΟΛΙΧΝΙΤΟΥ
Δ.Δ ΠΟΛΙΧΝΙΤΟΥ
Δ.Κ..*2 ΜΕΣΑΓΡΟΥ
Δ.Κ ΠΑΛΑΙΟΚΗΠΟΥ
Δ.Κ ΠΕΡΑΜΑΤΟΣ
Δ.Κ. ΣΙΓΡΙΟΥ
Δ.Κ. ΚΑΛΛΟΝΗΣ
Δ.Κ. ΚΕΡΑΜΙΟΥ
Δ.Κ. ΠΑΡΑΚΟΙΛΩΝ
Δ.Κ. ΚΛΕΙΟΥΣ
Δ.Κ. ΜΗΘΥΜΝΑΣ
Δ.Κ. ΣΥΚΑΜΙΝΕΑΣ
Δ.Κ. ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ
Δ.Κ. ΠΕΤΡΑΣ
Δ.Κ. ΠΟΛΙΧΝΙΤΟΥ
Δ.Κ. ΒΑΣΙΛΙΚΩΝ
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ
ΕΚΤΑΣΗ
(Km2)
14,76
11,73
3,90
39,71
88,99
3,50
14,36
16,21
28,13
8,03
15,81
35,36
60,67
47,99
3.650,77
Πραγματικός
πληθυσμός
2001
1991
1.048
1.283
633
402
2.027
1.000
926
592
1.667
371
28.879
1.305
2.975
608
1.077
1.425
598
368
1.901
865
1.048
580
1.514
426
24.942
1.140
3.162
741
206.121
199.231
ΜΕΤΑΒΟΛΗ
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ
1991/2001
-2,69%
-9,96%
5,85%
9,24%
6,63%
15,61%
-11,64%
2,07%
10,11%
-12,91%
15,78%
14,47%
-5,91%
-17,95%
3,46%
ΠΥΚΝΟΤΗΤΑ
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ
2001
71,03
109,40
162,31
10,12
22,78
285,71
64,50
36,53
59,26
46,21
1827,21
36,91
49,03
12,67
56,46
*1 Δημοτικό Διαμέρισμα *2 Δημοτική Κοινότητα
6
1. ΑΝΑΛΥΣΗ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ,
Λόγω Διοικητικής Διαίρεσης γίνεται και αναφορά στη Λήμνο και
Άγιο Ευστράτιο (επίπεδο Νομού)
Η φυσιογνωμία της περιοχής παρέμβασης
Ο Νομός Λέσβου βρίσκεται στο νότιο-ανατολικό άκρο της ΕΕ και αποτελεί τμήμα των εξωτερικών της συνόρων.
Ειδικότερα, βρίσκεται στο Β.Α Αιγαίο σε μικρή απόσταση από τα μικρασιατικά παράλια. Η θέση της αυτή, έχει σαν
συνέπεια ότι από τη μια πλευρά βρίσκεται μακριά από τα αστικά κέντρα (εθνικά και κυρίως ευρωπαϊκά ) με τις μεγάλες
αγορές τόσο για την προμήθεια ενδιάμεσων και τελικών αγορών, όσο και για τη διάθεση της παραγωγής και από την
άλλη πλευρά, ως παραμεθόρια περιοχή, αντιμετωπίζει στο πολλαπλάσιο τα προβλήματα των αντίστοιχων ηπειρωτικών
περιοχών. Υπάγεται στο νομό Λέσβου, ο οποίος αποτελεί έναν από τους 13 αμιγώς νησιωτικούς νομούς της χώρας και
στην περιφέρεια Β. Αιγαίου, που αποτελεί μια από τις 4 νησιώτικες περιφέρειες.
2
Η Λέσβος είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Ελλάδας με έκταση 1.658,06 Km . και είναι απομακρυσμένη από τα άλλα
2
δύο νησιά τού νομού, τη Λήμνο και τον Άγιο Ευστράτιο. Η Λήμνος με 475 Km είναι το όγδοο σε μέγεθος νησί και ο Άγιος
2
Ευστράτιος με 43 Km κατέχει τη 46η θέση ανάμεσα στα ελληνικά νησιά. Στα νότια του νησιού βρίσκεται ο νομός της
Χίου και στα βόρεια και ανατολικά η Τουρκία με πολλές συνέπειες (θετικές και αρνητικές) για την ανάπτυξη του νησιού
ανάλογα με την ιστορική στιγμή.
Ένα από τα κυριότερα προβλήματα της περιοχής είναι ο νησιωτικός χαρακτήρας της, ο οποίος αποτελεί τη βασικότερη
παράμετρο, τον παράγοντα εκείνο που επηρεάζει αρνητικά περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο την αναπτυξιακή
διαδικασία και αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την ανάπτυξη όχι μόνο της Λέσβου, αλλά και των νησιωτικών
περιοχών όλης της Ευρώπης. Η Ε.Ε. αλλά και το Ελληνικό Κράτος σε μία σειρά από νομοθετήματα π.χ. συνθήκη του
Amsterdam, και Καν. 2019/1993, αναγνώρισε και επίσημα την ιδιαιτερότητα του νησιωτικού χώρου του Αιγαίου,
…προς όφελος των πολύ μικρών νησιών του Αιγαίου Πελάγους… (με μόνιμους κατοίκους >100.000), καλώντας για
λήψη ειδικών μέτρων που θα βοηθήσουν στην καλύτερη ενσωμάτωση των νησιών στην ενιαία εσωτερική αγορά κάτω
από δίκαιες προϋποθέσεις.
Το μικρό μέγεθος της νησιωτικής περιοχής τόσο ως προς την έκταση, όσο και προς τον πληθυσμό μειώνει τις
δυνατότητες για παραγωγικές δραστηριότητες ιδιαίτερα μεγάλης κλίμακας λόγω της περιορισμένης ποικιλίας και
ποσότητας φυσικών πόρων. Το γεγονός ότι τα νησιά του νομού βρίσκονται σε απόσταση, τόσο από τα οικονομικά και
πολιτικά κέντρα λήψης αποφάσεων όσο και από τα μεγάλα αστικά κέντρα, μαζί με το χαρακτηριστικό της φυσικής
απομόνωσης, εξ αιτίας της ασυνέχειας του χώρου, έχει σαν συνέπεια την συνεχή αιμορραγία σε οικονομικούς και
ανθρώπινους πόρους. Στη πρώτη μεταπολεμική περίοδο το φαινόμενο της εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης
ήταν σχεδόν γενικευμένο, με αποτέλεσμα στην πλειοψηφία των νομών της χώρας να σημειώνεται απόλυτη μείωση του
πληθυσμού. Aπό την απογραφή του 1991 παρατηρείται συγκράτηση η και αντιστροφή της κατάστασης αυτής. Παρ όλα
αυτά ο νομός χάνει συνεχώς πληθυσμό, φτάνοντας τις 109.118, το 2001, με οριακή αύξηση από τους 105.182 το 1991,
έναντι των 117.371 κατοίκων το 1961 και των 137.160 το 1928. Το γεγονός αυτό μαζί με τη αύξηση της
υπογεννητικότητας, δημιούργησε συνεχή συρρίκνωση του πληθυσμού, η οποία έχει αρνητική επίπτωση στην πυραμίδα
των ηλικιών. Ο πληθυσμός της Λέσβου είναι γερασμένος και φθίνουν οι παραγωγικές ηλικίες που μπορούν να ωθήσουν
στην ανανέωσή του. Παρ ότι η απογραφή του 2001 εμφανίζει μικρή αύξηση στον πληθυσμό, 3,84%, αυτό οφείλεται στην
παρουσία φοιτητών και στρατευμάτων. Ο πληθυσμός πέρα από γήρανση, σήμερα χαρακτηρίζεται από χαμηλό βαθμό
εκπαίδευσης και ειδίκευσης, ενώ οι παλιές δεξιότητες που ανθούσαν και ωθούσαν την οικονομική ανάπτυξη (πχ.
καραβομαραγκός) είναι σε μεγάλο βαθμό μη άμεσα αξιοποιήσιμες. Ο νομός υστερεί σε υποδομές όπως είναι το οδικό
δίκτυο, λιμάνια, αεροδρόμια, έργα ύδρευσης –αποχέτευσης-βιολογικού καθαρισμού, εγκαταστάσεις παροχής υγείας
κλπ. Η έλλειψη υποδομών και κατάλληλων υπηρεσιών σε μια κοινωνία με συνεχώς αυξανόμενες και
διαφοροποιούμενες ανάγκες δεν μπορεί παρά να ενισχύει την τάση φυγής των δυναμικότερων στοιχείων του
πληθυσμού και των επιχειρηματιών μακριά από τα νησιά του νομού.
ος
Ο Ν. Λέσβου με κατά κεφαλή προϊόν 12.400 € είναι 37 νομό στην κατάταξη των νομών με το 85% του μέσου όρου της
Ελλάδας. Οι κάτοικοι καταναλώνουν το 87% του οικιακού ρεύματος του μέσου Έλληνα και τους αναλογούν 17
αυτοκίνητα ανά 100 κατοίκους. Το γεγονός ότι ο νομός αποτελεί μία από τις λιγότερο συγκλίνουσες περιοχές της Ε.Ε.
από πλευράς ανάπτυξης και με σημαντικά διαρθρωτικά προβλήματα, προδιαθέτει για μια όχι ιδιαίτερα καλή κατάσταση
της τοπικής οικονομίας. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα επικαιροποιημένα στοιχεία της ΕΣΥΕ, η Περιφέρεια Β. Αιγαίου
παράγει το 1,36% του ΑΕΠ της Χώρας σε τρέχουσες τιμές από το οποίο το 0,78% ο νομός. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην
Περιφέρεια είναι μόλις το 70,64% της Χώρας σε τρέχουσες τιμές έτους 1991 και το 50% του Κοινοτικού μέσου όρου με
αποτέλεσμα η Περιφέρεια να βρίσκεται σε σύνολο 179 Περιφερειών της Ε.Ε. στη θέση μεταξύ 170 και 179.
7
ου
Κοινωνικοοικονομικά ο νομός παρουσίασε υψηλό βαθμό ανάπτυξης περί τα τέλη του 19 αιώνα μέχρι και την περίοδο
του μεσοπολέμου. Το γεγονός αυτό αποτελεί μια τυπική περίπτωση περιοχής όπου κάτω από μια συγκεκριμένη
οικονομική, κοινωνική και πολιτική συγκυρία σημείωσε σημαντικές επιτυχίες και γνώρισε αξιόλογη πρόοδο. Η Λέσβος
αξιοποίησε την ύπαρξη σημαντικού αγροτικού δυναμικού και με κινητήριο μοχλό την ελαιοπαραγωγή, δημιούργησε ένα
καθετοποιημένο ολοκληρωμένο σύμπλεγμα παραγωγής, μεταφοράς και δικτύων εμπορίας και μεταφορών, γνωρίζοντας
μια σημαντική περίοδο οικονομικής, δημογραφικής και πολιτιστικής ακμής. Στη συνέχεια όμως οι εξωτερικές συνθήκες
άλλαξαν. Ο πρωτογενής τομέας έπαψε με την πάροδο του χρόνου να διαδραματίζει τον ίδιο σημαντικό ρόλο με πριν,
δίνοντας τη θέση του στη βαριά βιομηχανία, τα δίκτυα των θαλάσσιων μεταφορών άλλαξαν με την εμφάνιση μεγάλων
πλοίων που παρακάμπτουν τα μικρά νησιά, ενώ οι θαλάσσιες μεταφορές έχασαν την κυρίαρχη θέση τους με την
ανάπτυξη των μαζικών μεταφορών σε ξηρά και αέρα. Οι μονάδες παραγωγής γιγαντώνονται και συγκεντρώνονται στα
μεγάλα αστικά κέντρα, η Μεσόγειος χάνει τον κυρίαρχο ρόλο της. Τη μεταπολεμική περίοδο οι οικονομικές
δραστηριότητες συγκεντρώνονται στα μεγάλα αστικά κέντρα, με αποτέλεσμα οι επιχειρηματίες να επικεντρώνουν τις
δραστηριότητες τους στην Αθήνα και τα άλλα ηπειρωτικά κέντρα, όταν διέγνωσαν ότι δεν συντρέχουν οι απαραίτητες
προϋποθέσεις στα νησιά του νομού.
Η πολιτική της Ε.Ε. - Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), που στήριξε οικονομικά τους παραγωγούς στον αγροτικό τομέα
εγγυώμενη τιμές βάσεις, (αν και θα πρέπει να αποδεχτούμε τον καταρχήν θετικό ρόλο της ΚΑΠ για τα αγροτικά
εισοδήματα και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής στην ύπαιθρο) δεν είναι σίγουρο ότι μακροχρόνια θα αποδώσει θετικά
για τη περιοχή παρέμβασης. Κι αυτό γιατί το καθεστώς των εγγυημένων τιμών αποπροσανατόλισε σε μεγάλο βαθμό
τους παραγωγούς των οποίων το ενδιαφέρον στράφηκε περισσότερο στη μεγιστοποίηση των εισπράξεων των
επιδοτήσεων, παρά στη μεγιστοποίηση των εισπράξεων από αυτή καθ’ αυτή την παραγωγική δραστηριότητα. Το ίδιο
γεγονός παρατηρείται και σε σχέση με την Κοινή Αλιευτική Πολιτική, όσον αφορά τις δραστηριότητες της αλιείας οι
οποίες παρουσιάζουν συνεχώς δείκτες που φθίνουν και σε μέγεθος αλλά και σε αποτελεσματικότητα συμμετοχής στη
τοπική οικονομία. Γενικότερα στο νομό οι παραγωγοί αγροτικών και αλιευτικών προϊόντων πέρασαν σε μια ιδιαίτερα
«παθητική αντιμετώπιση» προσπαθώντας να αντισταθμίσουν το πράγματι υψηλό κόστος παραγωγής μέσω
επιδοτήσεων, χωρίς καθόλου να μεριμνήσουν για αυτή την ίδια αποδοτικότητα αγροτικού – αλιευτικού κεφαλαίου
(ανανέωση ελαιώνα, γεωτρήσεις, συστηματικές καλλιεργητικές φροντίδες, νέες μεθόδους αλίευσης, βελτιώσεις –
αντικαταστάσεις σκαφών κλπ). Τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης LEADER Ι , II & +, όπως και τα ΟΠΑΑΧ, αποτέλεσαν
και αποτελούν σημαντικότατους παράγοντες ανάπτυξης για τις μικρομεσαίες δραστηριότητες.
Ο πληθυσμός του νομού ανέρχεται σε 109.118 κατοίκους.
Στη προτεινόμενη περιοχή παρέμβασης η αύξηση του πληθυσμού είναι οριακή με σαφείς τάσεις μείωσης του νεότερου
τμήματος πληθυσμού γεγονός το οποίο συνιστά απειλή για τη προτεινόμενη περιοχή παρέμβασης εφόσον δεν ανακοπεί
αυτή η τάση στη διαδικασία αντικατάστασης του πληθυσμού που ετοιμάζεται να εισέλθει στη παραγωγική διαδικασία
σε σχέση με αυτούς που ετοιμάζονται να αποχωρήσουν από την παραγωγική διαδικασία, όπως επίσης και η εξάρτηση
του μη ενεργού πληθυσμού από τις παραγωγικές ηλικίες που είναι αρκετά υψηλότερος του εθνικού, περιφερειακού και
τοπικών δεικτών (0,53). Παρόλα αυτά ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η μείωση των ηλικιών από 0-14, είναι σε
χαμηλότερο επίπεδο από τον εθνικό δείκτη. Παράλληλα διαπιστώνεται ότι στα μεγάλα αστικά κέντρα των νομών,
συγκεντρώνεται το σημαντικότερο μέρος του νεανικού πληθυσμού ενώ οι περισσότεροι ηλικιωμένοι, αντίστοιχα,
συγκεντρώνονται στην ύπαιθρο, γεγονός το οποίο εντείνει την αναγκαιότητα αναπτυξιακών παρεμβάσεων στην
ύπαιθρο, και ειδικότερα στη προτεινόμενη περιοχή παρέμβασης για τη συγκράτηση του νέου πληθυσμού. Η τάση φυγής
των νέων από την ύπαιθρο αναγνωρίζεται ως μειονέκτημα και αποτελεί απειλή στις τρέχουσες συνθήκες του κοινωνικό
οικονομικού περιβάλλοντος.
Όμως με την σημερινή οικονομική κατάσταση της χώρας παρατηρείται επιστροφή των νέων ανθρώπων στον νομό, η
οποία όμως δεν έχει αποτυπωθεί στατιστικά.
Ο πραγματικός πληθυσμός λαμβάνει υπ΄ όψη τους απογραφέντες τη δεδομένη στιγμή στο σημείο της απογραφής
επομένως ο αριθμός που παρουσιάζεται στην ηλικία 15-64 στους άρρενες επηρεάζεται από την παρουσία
στρατευμάτων αλλά και από την μετανάστευση αν και υπάρχει τάση μείωσης των στρατευμένων στο νομό, όχι όμως
και στη προτεινόμενη περιοχή παρέμβασης στην οποία ακόμη υπάρχουν μεγάλα στρατόπεδα, με αποτέλεσμα την
αλλοίωση των πραγματικών δεικτών. Επίσης η δημογραφική αποτύπωση στατιστικά επηρεάζεται και από την παρουσία
των φοιτητών και εργαζόμενων του Πανεπιστημίου Αιγαίου, οι οποίοι πέρα από το Δ.Δ. Μυτιλήνης κατοικούν και στα
γειτονικά Δ.Δ. που αποτελούν περιοχή παρέμβασης και σύμφωνα με την Νομαρχιακή διεύθυνση της Γ.Γ. της ΕΣΥΕ,
αποτελούν παράγοντα αλλοίωσης των στοιχείων. Π.χ, υπάρχουν στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου περίπου 1.500 αμειβόμενοι
εκπαιδευτικοί και συνεργάτες μέσω της Επιτροπής Ερευνών οι οποίοι αν και αφορούν το σύνολο της παρουσίας στη
περιφέρεια αλλά και στην Αθήνα, δηλώνονται ως αμειβόμενοι στη Μυτιλήνη.
8
1α. Γενικά στοιχεία ανάπτυξης της περιοχής και στοιχεία
ανάπτυξης του προτεινόμενου επαγγελματικού κλάδου
Απασχόληση στον πρωτογενή τομέα
Ο πρωτογενής τομέας διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην οικονομία του νομού.
Όσον αφορά στον αριθμό των επιχειρήσεων ανά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας του πρωτογενή τομέα παραγωγής,
παρατίθενται στοιχεία στον παρακάτω πίνακα, σε επίπεδο Δημοτικών διαμερισμάτων όπως βρίσκονται διαθέσιμα.
Στον κλάδο της γεωργίας, κτηνοτροφίας, θήρας και συναφών βοηθητικών δραστηριοτήτων εντάσσονται εκατόν μία (101)
επιχειρήσεις, σε επίπεδο Δημοτικών διαμερισμάτων που αποτελούν το 72% του συνόλου των επιχειρήσεων του νομού.
Στον κλάδο της αλιείας, ιχθυοκαλλιέργειας και συναφών βοηθητικών δραστηριοτήτων εντάσσεται το 100% των
επιχειρήσεων του νομού, στην περιοχή παρέμβασης. Πολύ χαμηλή δραστηριότητα φαίνεται να έχει ο κλάδος της
δασοκομίας, υλοτομίας και συναφών δραστηριοτήτων, καθώς υπάρχει μία (1) μόνο επιχείρηση στην περιοχή που
βρίσκεται στο Δήμο Λήμνου και ο κλάδος των άλλων εξορυκτικών και λατομικών δραστηριοτήτων με εννέα (9) συνολικά
επιχειρήσεις, οι οποίες όμως συνιστούν και το 82% περίπου των επιχειρήσεων του νομού.
ΣΤΑΚΟΔ
03
01
05
14
ΔΗΜΟΣ
Πίνακας Επιχειρήσεις πρωτογενούς τομέα
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΓΕΡΑΣ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΕΡΕΣΟΥ
ΑΝΤΙΣΣΗΣ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΚΑΛΛΟΝΗΣ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΜΑΝΤΑΜΑΔΟΥ
ΔΗΜΟΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΜΟΥΔΡΟΥ
ΔΗΜΟΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΜΥΡΙΝΑΣ
ΔΗΜΟΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΝΕΑΣ ΚΟΥΤΑΛΗΣ
ΔΗΜΟΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΠΕΤΡΑΣ
ΔΗΜΟΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΠΟΛΙΧΝΙΤΟΥ
ΣΥΝΟΛΟ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ
ΝΟΜΟΣ ΛΕΣΒΟΥ
ΔΗΜΟΣ ΜΟΥΔΡΟΥ
ΣΥΝΟΛΟ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ
ΝΟΜΟΣ ΛΕΣΒΟΥ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΕΡΕΣΟΥ
ΑΝΤΙΣΣΗΣ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΜΑΝΤΑΜΑΔΟΥ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΜΟΥΔΡΟΥ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΝΕΑΣ ΚΟΥΤΑΛΗΣ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΠΟΛΙΧΝΙΤΟΥ
ΣΥΝΟΛΟ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ
ΝΟΜΟΣ ΛΕΣΒΟΥ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΓΕΡΑΣ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΕΡΕΣΟΥ
ΑΝΤΙΣΣΗΣ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΚΑΛΛΟΝΗΣ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΜΥΡΙΝΑΣ
ΣΥΝΟΛΟ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ
ΝΟΜΟΣ ΛΕΣΒΟΥ
Πηγή: Μητρώο Επιχειρήσεων ΕΣΥΕ
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΛΑΔΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ
Γεωργία, κτηνοτροφία, θήρα και συναφείς βοηθητικές
δραστηριότητες
Δασοκομία, υλοτομία και συναφείς δραστηριότητες
Αλιεία, ιχθυοκαλλιέργεια και συναφείς βοηθητικές δραστηριότητες
Άλλες εξορυκτικές και λατομικές δραστηριότητες
ΑΡ.
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
33
4
6
11
1
14
12
8
1
11
101
140
1
1
3
14
1
1
2
3
2
23
23
4
1
1
1
2
9
11
Σε σχέση με τους απασχολούμενους στον πρωτογενή τομέα της προτεινόμενης περιοχής παρέμβασης, αυτοί αποτελούν
το 12,49% του ενεργού πληθυσμού της περιοχής. Για την περιοχή παρέμβασης η κτηνοτροφία αποτελεί σημαντική
δραστηριότητα για τους κατοίκους γεγονός το οποίο αναδεικνύεται και από την παραγωγή των σχετικών προϊόντων
ζωικής παραγωγής και από το αντίστοιχο πλήθος των εκμεταλλεύσεων. Οι απασχολούμενοι στους κλάδους της αλιείας
στην περιοχή παρέμβασης συνιστούν το 69,50% των απασχολούμενων στον κλάδο στο σύνολο του νομού και το 2,7% σε
επίπεδο χώρας. Το ποσοστό αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι αφορά σχεδόν
αποκλειστικά τους απασχολούμενους στην αλιεία και στην εκμετάλλευση ιχθυοτροφείων και μονάδων παραγωγής
9
γόνου καθώς οι απασχολούμενοι στην επεξεργασία και τη συντήρηση βρώσιμων αλιευμάτων και των προϊόντων τους
είναι μόλις 3 σε αριθμό.
Απασχόληση στον δευτερογενή τομέα
Κύρια χαρακτηριστικά δευτερογενούς τομέα
Στην περιοχή, λειτουργεί σήμερα ένας σημαντικός πυρήνας μικρομεσαίων μεταποιητικών επιχειρήσεων, που μπορεί να
συμβάλει στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας καλύπτοντας ένα μέρος του ενεργού πληθυσμού αξιοποιώντας
παράλληλα τους τοπικούς διαθέσιμους πόρους, την τοπική παράδοση και τον πρωτογενή τομέα. Η συμβολή αυτών των
επιχειρήσεων δεν μπορεί να αποτελέσει αποκλειστικό μοχλό ανάπτυξης λόγω της μικρής και περιορισμένης νησιωτικής
αγοράς, την στενότητα στη διαθεσιμότητα του κατάλληλου και εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού, την ελάχιστη
μάζα συναφών και συμπληρωματικών μονάδων, την έλλειψη εξειδίκευσης στις μονάδες παροχής υπηρεσιών και το
δυσανάλογα μεγάλο κόστος των μεταφορών.
Από την άλλη μεριά, η ύπαρξη ΒΙΠΕ ή ΒΙΟΠΑ θα μπορούσε να αποτελέσει υποδομή πάνω στην οποία θα στηριζόταν μια
οργανωμένη ανάπτυξη του δευτερογενούς τομέα, όμως δεν υπάρχουν αντίστοιχες υποδομές και δεν έχουν προβλεφθεί
για το άμεσο μέλλον.
Ο δευτερογενής τομέας σε επίπεδο Περιφέρειας Β. Αιγαίου είναι ο δεύτερος σε μέγεθος τομέας οικονομικής
δραστηριότητας από πλευράς Ακαθάριστου Προϊόντος, με σημαντική διαφοροποίηση όμως ως προς την διάρθρωσή του.
Ο Νομός Λέσβου έχει τη μεγαλύτερη συμμετοχή στη διαμόρφωση του προϊόντος του δευτερογενούς τομέα στην
Περιφέρεια, φθάνοντας σχεδόν στο 83%.
Πίνακας Αριθμός, μέγεθος και διάρθρωση επιχειρήσεων ανά κλάδο και κατηγορία βάση Πρωτοβάθμιου Κωδικού
ΣΤΑΚΩΔ – Γ.Γ. ΕΣΥΕ
ΣΤΑΚΟΔ
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΛΑΔΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ
13
14
15
17
18
Εξόρυξη μεταλλικών μεταλλευμάτων
Άλλες εξορυκτικές και λατομικές δραστηριότητες
Βιομηχανία τροφίμων και ποτών
Παραγωγή κλωστοϋφαντουργικών υλών
Κατασκευή ειδών ένδυσης· κατεργασία και βαφή γουναρικών
Κατεργασία και δέψη δέρματος· κατασκευή ειδών ταξιδίου
(αποσκευών), τσαντών, ειδών σελλοποιίας, ειδών σαγματοποιίας και
υποδημάτων
Βιομηχανία ξύλου και κατασκευή προϊόντων από ξύλο και φελλό, εκτός
από τα έπιπλα· κατασκευή ειδών καλαθοποιίας και σπαρτοπλεκτικής
Παραγωγή χαρτοπολτού, χαρτιού και προϊόντων από χαρτί
Εκδόσεις, εκτυπώσεις και αναπαραγωγή προεγγεγραμμένων μέσων
εγγραφής ήχου και εικόνας και μέσων πληροφορικής
Κατασκευή προϊόντων από ελαστικό (καουτσούκ) και πλαστικές ύλες
Κατασκευή άλλων προϊόντων από μη μεταλλικά ορυκτά
Παραγωγή βασικών μετάλλων
Κατασκευή μεταλλικών προϊόντων, με εξαίρεση τα μηχανήματα και τα
είδη εξοπλισμού
Κατασκευή μηχανημάτων και ειδών εξοπλισμού μ.α.κ.
Κατασκευή μηχανών γραφείου και ηλεκτρονικών υπολογιστών
Κατασκευή ηλεκτρικών μηχανών και συσκευών μ.α.κ.
Κατασκευή εξοπλισμού και συσκευών ραδιοφωνίας, τηλεόρασης και
επικοινωνιών
Κατασκευή ιατρικών οργάνων, οργάνων ακριβείας και οπτικών
οργάνων, κατασκευή ρολογιών κάθε είδους
Κατασκευή αυτοκινήτων οχημάτων· κατασκευή ρυμουλκούμενων και
ημιρυμουλκούμενων οχημάτων
Κατασκευή λοιπού εξοπλισμού μεταφορών
Κατασκευή επίπλων· λοιπές βιομηχανίες μ.α.κ.
Παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου, ατμού και ζεστού νερού
Συλλογή, καθαρισμός και διανομή νερού
Κατασκευές
19
20
21
22
25
26
27
28
29
30
31
32
33
34
35
36
40
41
45
* ΠΗΓΗ: Μητρώο επιχειρήσεων Γ.Γ. ΕΣΥΕ
ΝΟΜΟΣ ΛΕΣΒΟΥ
ΠΕΡΙΟΧΗ
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ
ΠΟΣΟΣΤΟ
1
11
249
8
16
1
9
206
7
14
100,00%
81,82%
82,73%
87,50%
87,50%
3
3
100,00%
95
3
84
3
88,42%
100,00%
29
9
60
5
29
9
51
4
100,00%
100,00%
85,00%
80,00%
133
29
1
16
113
25
1
14
84,96%
86,21%
100,00%
87,50%
3
3
100,00%
5
5
100,00%
2
13
85
9
13
1073
2
10
71
5
13
914
100,00%
76,92%
83,53%
55,56%
100,00%
85,18%
10
Ειδικότερα, αν και ο δευτερογενής τομέας αναδεικνύεται σε σημαντικό τμήμα της παραγωγικής διάρθρωσης της
περιοχής παρέμβασης, φαίνεται ότι αναπτύσσεται κύρια στον κλάδο των κατασκευών, όπως συμβαίνει και σε επίπεδο
Περιφέρειας. Ο κλάδος της μεταποίησης ακολουθεί γενικότερα πτωτικές τάσεις καθώς πάσχει λόγω του μεγέθους και
του μικρού κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων ενώ είναι πολύ μικρός για συγκρίσεις ο αριθμός των απασχολουμένων
στις άλλες οικονομικές δραστηριότητες (π.χ. ενέργεια και λατομεία / ορυχεία). Η πλειοψηφία των μονάδων του
δευτερογενή τομέα είναι μικρές και απευθύνονται κατά κύριο λόγο στις τοπικές αγορές της Περιοχής. Συγκεκριμένα
στον κλάδο της επεξεργασίας και συντήρησης βρώσιμων αλιευμάτων και των προϊόντων δραστηριοποιούνται συνολικά
14 επιχειρήσεις στο νομό Λέσβου, 5 από τις οι οποίες βρίσκονται στην περιοχή παρέμβασης (Επιμελητήριο Λέσβου,
2008). Στον αγροδιατροφικό τομέα, η εκμετάλλευση ελαιοτριβείων, η τυποποίηση ελαιολάδου, οι ποτοποιίες – κυρίως η
παραγωγή αποσταγμάτων, τα τυροκομεία, τα αρτοποιεία και τα εργαστήρια ζαχαροπλαστικής συνθέτουν το αντικείμενο
δραστηριότητες των βιομηχανιών αυτών. Ακολουθούν η εκμετάλλευση θερμοκηπίων και ανθοκηπίων, οι
ιχθυοκαλλιέργειες, και η κτηνοτροφία.
Οι κλάδοι στους οποίους φαίνεται να υπάρχει μια ιδιαίτερη δυναμική, είναι ο κλάδος των τροφίμων και ποτών, όπου
συγκαταλέγονται και οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις του τομέα τόσο από την άποψη του κύκλου εργασιών, όσο και από
την άποψη της απασχόλησης, ο κλάδος της κατασκευής μεταλλικών προϊόντων, ενώ σημαντική είναι η παρουσία και των
κλάδων της βιομηχανίας ξύλου και της κατασκευής επίπλου.
Εν γένει, η βιοτεχνική δραστηριότητα συγκεντρώνεται στο Δήμο Μυτιλήνης και στο Δήμο Μύρινας και ιδιαίτερα στην
περιοχή γύρω από το ημιαστικό κέντρο. Η απασχόληση του ενεργού πληθυσμού της περιοχής παρέμβασης στο
δευτερογενή τομέα ανέρχεται σε ποσοστό 13,33%.
Η λειτουργία των αναπτυξιακών νόμων και των κινήτρων, καθώς και η αξιοποίηση των χρηματοδοτικών δυνατοτήτων
των Προγραμμάτων και πρωτοβουλιών της Ε.Ε. συνέβαλαν αποφασιστικά στην ενεργοποίηση της ιδιωτικής επένδυσης
στη μεταποίηση.
Εξαγωγική δραστηριότητα
Οι εξαγωγές του νομού Λέσβου ακολουθούν τους ρυθμούς του ελαιολάδου. Όταν δηλαδή υπάρχει μεγάλη παραγωγή
ελαιολάδου, τότε γίνονται σημαντικές εξαγωγές (χύμα ελαιολάδου) και καταγράφεται αύξηση στις εξαγωγές του νομού,
ενώ όταν είναι μειωμένη η παραγωγή ελαιολάδου τότε μειώνονται και οι εξαγωγές.
A/A
ΕΞΑΓΩΓΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΕΠΙΧ/ΣΕΩΝ ΝΟΜΟΥ ΛΕΣΒΟΥ
ΑΡ. ΕΠΙΧ/ΣΕΩΝ
1
Ελαιόλαδο
7
2
Κλωστοϋφαντουργικά είδη.
1
3
Ούζο.
4
4
Φυσικά και τεχνητά σφουγγάρια.
3
5
Ακατέργαστα δέρματα – μαλλιά προβάτων.
1
6
Ζωοτροφές, σιτηρά, οικοδομικά υλικά, τρόφιμα, μαλλιά προβάτων
1
7
Μη βρώσιμο ελαιόλαδο, σαπούνι
1
8
Κρασιά
1
9
Ιχθύες, ψάρια
4
10
Εξοπλισμός, είδη ιχθυοτροφείου και αλιείας
1
11
Τυροκομικά προϊόντα
1
12
Είδη ένδυσης
1
13
Μαγνητισμένη πολυουρεθάνη και παρελκόμενα εργαλεία
1
14
Παλαιά σίδερα (SCRAP)
1
ΣΥΝΟΛΟ
28
* ΠΗΓΗ: Μητρώο επιχειρήσεων Γ.Γ. ΕΣΥΕ, μετά από διασταύρωση και επικαιροποίηση με μητρώο επιμελητηρίου Λέσβου
(αφαιρούνται επιχειρήσεις που για 3 συναπτά έτη δεν παρουσίασαν εξαγωγική δραστηριότητα )
Το εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό εξαγωγών γαλακτοκομικών προϊόντων σε ένα νομό που διαθέτει περίπου το 3% ως 5%
των αιγοπροβάτων είναι η στατιστική απεικόνιση των προβλημάτων της κτηνοτροφίας του νομού. Τα νησιά του νομού
Λέσβου είναι τα μόνα που έχουν δικαίωμα να παράγουν τυρί με την επωνυμία «φέτα» σε όλο το Αιγαίο. Ωστόσο, αυτό
το πλεονέκτημα μέχρι σήμερα δεν έχει αξιοποιηθεί. Αντίθετα το σχετικά μεγάλο ζωικό κεφάλαιο των νησιών έχει γίνει
βραχνάς για τους κτηνοτρόφους του νησιού. Στη χώρα μας καταναλώνονται περίπου 20 εκατομμύρια φιάλες ούζο
ετησίως, ενώ άλλα 10 εκατομμύρια εξάγονται, κυρίως στη Γερμανία. Στη Λέσβο παράγεται το 50% περίπου της
συνολικής ελληνικής παραγωγής ούζου και εδρεύουν οι τρεις από τις πέντε πρώτες εταιρίες στην παραγωγή ούζου στην
Ελλάδα, το «Μίνι» (Pernod Ricard), το «Πλωμαρίου Ισίδωρου Αρβανίτη» (Καλογιάννης, διακίνηση από την Καρούλιας, η
οποία ελέγχεται από την αγγλική Berry Brothers Hellas), και το ούζο «Βαρβαγιάννη». Το 65% έως 70% της κατανάλωσης
11
του ούζου εντός Ελλάδας πραγματοποιείται την περίοδο από το Μάιο έως το Σεπτέμβριο. Στη Λέσβο παράγουν ούζο
περισσότεροι από δέκα παραγωγοί, σχεδόν όσοι σε όλη την υπόλοιπη Ελλάδα.
Τριτογενής Τομέας
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία που αντλούνται από τη μελέτη αξιολόγησης του Επιχειρησιακού Προγράμματος της
Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου το εμπόριο και η διαχείριση ακίνητης περιουσίας διαμορφώνουν το 43% περίπου του
προϊόντος του τριτογενή τομέα, οι μεταφορές συμμετέχουν κατά 17%, ενώ η συμμετοχή του κλάδου των ξενοδοχείων /
εστιατορίων είναι μικρή, της τάξης του 6%, διατηρούμενη διαχρονικά στα ίδια χαμηλά επίπεδα. Ο τριτογενής τομέας
είναι ιδιαίτερα σημαντικός για την οικονομία της περιοχής παρέμβασης αν υπολογιστεί ότι απασχολεί περισσότερο από
το ήμισυ του ενεργού πληθυσμού της περιοχής παρέμβασης. Από τον παρακάτω πίνακα προκύπτει ότι για τον Νομό
Λέσβου και την περιοχή παρέμβασης κύρια δραστηριότητα στον τομέα αυτό αποτελεί το λιανικό εμπόριο όπου και
συγκεντρώνεται ο μεγαλύτερος αριθμός επιχειρήσεων. Ακολουθεί ο τομέας του τουρισμού με σημαντικό αριθμό
επιχειρήσεων παροχής διανυκτέρευσης και χώρων εστίασης και αναψυχής. Στη συνέχεια ακολουθούν οι επιχειρήσεις
παροχής υπηρεσιών (μελετών, σύμβουλοι επιχειρήσεων, χρηματοοικονομικά, παραγωγή λογισμικού κλπ).
Όμοια και στην περιοχή παρέμβασης η πλειονότητα των επιχειρήσεων του τριτογενή τομέα αφορά στο λιανικό εμπόριο,
τον κλάδο του τουρισμού και το χονδρικό εμπόριο. Η εικόνα αυτή δικαιολογείται από το γεγονός ότι στην περιοχή
παρέμβασης συγκαταλέγονται Δ.Δ. Μήθυμνας και Πέτρας, ιστορικά από τις πρώτες τουριστικές περιοχές της Λέσβου
καθώς και το Δ.Δ. Μύρινας που συγκεντρώνουν τις περισσότερες δραστηριότητες στον χώρο του εμπορίου και της
παροχής υπηρεσιών.
Αν εξαιρεθεί ο κλάδος του εμπορίου και του τουρισμού διαπιστώνεται μια σημαντική δυναμική ίδρυσης νέων
επιχειρήσεων σε κατηγορίες που δεν είχαν σημαντική παρουσία ή υπολείπονταν της ζήτησης. Τα τελευταία χρόνια
σημειώνεται ραγδαία ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας σε κλάδους που μέχρι πριν λίγα χρόνια δεν είχαν σημαντική ή
και καθόλου παρουσία στην περιοχή παρέμβασης, με εστίαση σε υπηρεσίες που αφορούν στην τεχνική υποστήριξη και
στη διάθεση προϊόντων νέων τεχνολογιών, χρηματοοικονομικές και μελετητικές υπηρεσίες. Παρόλα αυτά υπάρχουν
σημαντικές ελλείψεις στον τομέα παροχής υπηρεσιών που συνδέονται με την υποστήριξη της επιχειρηματικής
δραστηριότητας, της εκπαίδευσης, της ψυχαγωγίας και της ποιότητας ζωής, οι οποίες λειτουργούν ανασταλτικά στην
προσπάθεια προσέλκυσης ανθρώπινου δυναμικού αλλά και παραμονής των νέων στην περιοχή παρέμβασης.
Αριθμός, μέγεθος και διάρθρωση επιχειρήσεων ανά κλάδο
(τουρισμός, εμπόριο, υπηρεσίες)
Οι απασχολούμενοι στον τομέα αντιπροσωπεύουν το 57,84% της συνολικής απασχόλησης στην περιοχή, και
παρουσιάζουν αυξητικές τάσεις. Η πλειονότητα των εργαζομένων, απασχολείται στους κλάδους του εμπορίου και της
δημόσιας διοίκησης, ενώ οι πιο σημαντικοί κλάδοι που έχουν όμως και τα μεγαλύτερα περιθώρια βελτίωσης της
απασχολησιμότητας είναι οι κλάδοι που σχετίζονται με την τουριστική δραστηριότητα, οι κλάδοι των μεταφορών, των
ξενοδοχείων και των κέντρων εστίασης και αναψυχής.
Ο αριθμός των επιχειρήσεων του τριτογενή τομέα, ανέρχεται κατά προσέγγιση σε 5.587 σε επίπεδο νομού και 4.836 σε
επίπεδο προτεινόμενης περιοχής παρέμβασης (Επιμελητήριο Λέσβου, 2003). Ο κύκλος εργασιών ανά επιχείρηση
113.527,53 Ευρώ (ΕΣΥΕ-ΜΕΕΠ,2002) περίπου, παρουσιάζοντας αύξηση, τόσο ως αριθμός, όσο και ως κύκλος εργασιών,
σε σχέση με τις αρχές της δεκαετίας του 2000, υπολείπονται όμως σαφώς από την ευρύτερη χωρική ενότητα τόσο στην
τάση για αύξηση του κύκλου εργασιών όσο και στην κερδοφορία. Το ήμισυ σχεδόν των επιχειρήσεων του τομέα είναι
εμπορικές επιχειρήσεις. Οι τουριστικές επιχειρήσεις (καταλύματα/κέντρα εστίασης) αποτελούν το 18,96% του συνόλου
των επιχειρήσεων του τομέα σε επίπεδο προτεινόμενης περιοχής παρέμβασης, και το αντίστοιχο ποσοστό σε επίπεδο
νομού 16,41%. Οι υπόλοιπες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται σε λοιπές επιχειρηματικές δραστηριότητες, όπως
προκύπτει και από τον παρακάτω πίνακα.
Πίνακας ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΑΝΑ ΣΤΑΚΩΔ ΣΤΟΝ Ν. ΛΕΣΒΟΥ, - Πηγή: Γ.Γ. ΕΣΥΕ
ΣΤΑΚΟΔ
50
51
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΛΑΔΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ
Εμπόριο, συντήρηση και επισκευή αυτοκινήτων οχημάτων και
μοτοσυκλετών·
Χονδρικό εμπόριο και εμπόριο με προμήθεια, εκτός από το εμπόριο
ΝΟΜΟΣ
ΛΕΣΒΟΥ
353
496
ΠΕΡΙΟΧΗ
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ
317
452
ΠΟΣΟΣΤ
Ο
89,80%
91,13%
12
52
55
60
61
63
64
66
67
70
71
72
73
74
75
80
85
90
91
92
93
αυτοκινήτων οχημάτων και μοτοσυκλετών
Λιανικό εμπόριο, εκτός από το εμπόριο αυτοκινήτων οχημάτων και
μοτοσυκλετών· επισκευή ειδών ατομικής και οικιακής χρήσης
Ξενοδοχεία και εστιατόρια
Χερσαίες μεταφορές. Μεταφορές μέσω αγωγών
Υδάτινες μεταφορές
Βοηθητικές και συναφείς προς τις μεταφορές δραστηριότητες·
δραστηριότητες ταξιδιωτικών πρακτορείων
Ταχυδρομεία και τηλεπικοινωνίες
Ασφαλίσεις και συνταξιοδοτικά ταμεία, εκτός από την υποχρεωτική
κοινωνική ασφάλιση
Δραστηριότητες συναφείς με τις δραστηριότητες ενδιάμεσων
χρηματοπιστωτικών οργανισμών
Δραστηριότητες σχετικές με ακίνητη περιουσία
Εκμίσθωση μηχανημάτων και εξοπλισμού χωρίς χειριστή·
εκμίσθωση ειδών ατομικής και οικιακής χρήσης
Πληροφορική και συναφείς δραστηριότητες
Έρευνα και ανάπτυξη
Άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες
Δημόσια διοίκηση και άμυνα· υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση
Εκπαίδευση
Υγεία και κοινωνική μέριμνα
Διάθεση λυμάτων και απορριμμάτων· υγιεινή και παρόμοιες
δραστηριότητες
Δραστηριότητες οργανώσεων με μέλη μ.α.κ.
Ψυχαγωγικές, πολιτιστικές και αθλητικές δραστηριότητες
Άλλες δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών
1877
1183
263
19
1630
971
209
17
86,84%
82,08%
79,47%
89,47%
66
20
61
20
92,42%
100,00%
67
10
14,93%
13
31
12
25
92,31%
80,65%
47
19
60
696
21
48
19
41
18
58
650
18
46
18
87,23%
94,74%
96,67%
93,39%
85,71%
95,83%
94,74%
14
24
95
156
10
20
91
142
71,43%
83,33%
95,79%
91,03%
Όσον αφορά στην προτεινόμενη περιοχή παρέμβασης κυριαρχεί το μικρό σχετικά μέσο έως μικρό μέγεθος μονάδων, το
οποίο ανέρχεται στις 40 περίπου κλίνες ανά ξενοδοχειακό κατάλυμα, ενώ ο αντίστοιχος αριθμός για το σύνολο της
χώρας ανέρχεται στο 74,2. Το μεγαλύτερο μέσο μέγεθος μονάδων παρατηρείται στο Νομό Λέσβου (61,6 κλίνες ανά
ξενοδοχειακό κατάλυμα στις κύρια τουριστικές περιοχές π.χ. Μήθυμνα). Το μέσο μέγεθος των ξενοδοχειακών
καταλυμάτων της προτεινόμενης περιοχής παρέμβασης δεν φαίνεται να έχει βελτιωθεί σε σχέση με τη προηγούμενη
δεκαετία, καθώς στις αρχές της δεκαετίας του ’90, κυριαρχούσαν οι μονάδες μέσου μεγέθους 53 κλινών. Γεωγραφικά, το
μεγαλύτερο μέρος των τουριστικών επιχειρήσεων συγκεντρώνεται στο Δ.Δ. Μυτιλήνης, στο Δ.Δ. Μήθυμνας και στο Δ.Δ.
Μύρινας.
Όσον αφορά στην κατανομή των εμπορικών επιχειρήσεων στους Δήμους, αυτή φαίνεται ότι παρουσιάζει
διαφοροποιήσεις, αφού σε κάθε Δήμο ο μεγαλύτερος αριθμός εμπορικών επιχειρήσεων συγκεντρώνεται σε
διαφορετικό αντικείμενο δραστηριοποίησης ενώ οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών συγκεντρώνονται ως επί το
πλείστον στο Δ.Δ. Μυτιλήνης και Δ.Δ. Μύρινας που αποτελούν και τα διοικητικά κέντρα του νομού και της επαρχίας
αντίστοιχα.
Ο τριτογενής τομέας αποτελεί έναν τομέα της οικονομίας για την περιοχή παρέμβασης με δυνατότητες ανάπτυξης
αναλογιζόμενοι ότι είναι τοποθετημένη ανάμεσα στα δύο κύρια τουριστικά κέντρα του νησιού τη Μυτιλήνη και τη
Μήθυμνα, και σύμφωνα με τα στοιχεία παρουσιάζει δυνατότητες βελτίωσης των δεικτών της. Όπως φαίνεται από την
ανάλυση των προηγούμενων δύο τομέων της οικονομίας η περιοχή παρέμβασης έχει έντονα αγροτοκτηνοτροφικό
χαρακτήρα ενώ ο τουρισμός λειτουργεί κύρια συμπληρωματικά στο εισόδημα των αγροτικών νοικοκυριών.
Τουρισμός
Η διάρθρωση του τουρισμού είναι αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης εξωγενών και ενδογενών παραγόντων που αφορούν:
 Στην τουριστική αγορά από την άποψη των τόπων προέλευσης και εκδήλωσης της τουριστικής ζήτησης.
 Στα συγκοινωνιακά δίκτυα και στους ταξιδιωτικούς μηχανισμούς.
 Στην τουριστική προσφορά και στους τουριστικούς πόρους.
Στη διαδικασία επιλογής ενός τόπου προορισμού για διακοπές κυρίαρχο ρόλο διαδραματίζουν τα διαμορφωμένα
επίπεδα πληροφόρησης και τα σχήματα περιβαλλοντικής αντίληψης- κατάταξης των εναλλακτικών τόπων διακοπών. Η
παρέμβαση στη διαδικασία αυτή των μεγάλων ταξιδιωτικών οργανισμών και επιχειρήσεων είναι καθοριστική
13
δεδομένων των τεχνικών και οικονομικών δυνατοτήτων διαμόρφωσης «εικόνας» ενός προορισμού που πάντως έχει
επιλεγεί με καθαρά επιχειρηματικά κριτήρια.
Η νησιωτικότητα αλλά και τα ιδιαίτερα συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής παρέμβασης, την τοποθετούν στη λίστα
των αξιόλογων τουριστικών προορισμών, όχι όμως με υψηλή συγκέντρωση τουρισμού σε σχέση με άλλες νησιωτικές
περιοχές.
• Μονάδες εστίασης και αναψυχής
Όπως φαίνεται και από τον πίνακα διάρθρωσης του τριτογενή τομέα αλλά και από τον πίνακα εξειδίκευσης στον τομέα
του τουρισμού είναι σαφής η ύπαρξη μεγάλου αριθμού χώρων εστίασης και αναψυχής τόσο σε επίπεδο νομού και
νησιού όσο και σε επίπεδο προτεινόμενης περιοχής παρέμβασης. Από το σύνολο των διαβουλεύσεων που έγιναν
διαπιστώθηκε έντονο ενδιαφέρον σε θέματα εκσυγχρονισμού, προβολής, δικτύωσης και ποιοτικής αναβάθμισης της
παρεχόμενης υπηρεσίας στις μονάδες εστίασης και αναψυχής. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι η Λέσβος έχει
διακριθεί για την γαστρονομία της ενώ η περιοχή παρέμβασης στο σύνολό της παράγει προϊόντα υψηλής διατροφικής
αξίας, προϊόντα ποιότητας και διατηρεί ισχυρή παράδοση στον τομέα της γαστρονομίας. Το γεγονός αυτό μπορεί να
αποτελέσει έναν σημαντικό τουριστικό πόρο που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί και να αποτελέσει ένα ιδιαίτερο σημείο
της τουριστικής προσφοράς της περιοχής.
• Ειδικές τουριστικές υποδομές
Στην περιοχή παρέμβασης δεν εντοπίζονται αρκετές ειδικές τουριστικές υποδομές παρά μόνο η μαρίνα του Δήμου
Μυτιλήνης η οποία βρίσκεται εντός του πολεοδομικού συγκροτήματος της πόλης, και δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη
καθώς και υποδομές για τη διεξαγωγή συνεδρίων δυναμικότητας 150 – 200 ατόμων σε 2 ξενοδοχειακές μονάδες της
Μύρινας.
• Λοιπές Υπηρεσίες
Σύμφωνα με τον πίνακα που περιγράφει την διάρθρωση των επιχειρήσεων του τουρισμού σχεδόν το 33,71% αυτών
είναι καταστήματα λιανικού εμπορίου και ειδών λαϊκής τέχνης, γραφεία ενοικίασης αυτοκινήτων, ταξιδιωτικά γραφεία
κλπ. Το αντίστοιχο ποσοστό κυμαίνεται στα ίδια επίπεδα (33,60%) και σε επίπεδο νομού.
• Πόλοι προσέλκυσης επισκεπτών
Η περιοχή παρέμβασης είναι αμιγώς νησιωτική και ως εκ τούτου διαθέτει σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα σχετικά
με στοιχεία που συντελούν στην ελκυστικότητά της. Το Βόρειο Αιγαίο παρουσιάζει το 7,5% των αµµωδών ακτών στο
σύνολο της χώρας και το 6,8% των αξιόλογων ακτών της, έναντι επιφάνειας 2,9%, δηλαδή έχει περίπου 2,5 φορές
μεγαλύτερο ποσοστό αξιόλογων ακτών από το ποσοστό επιφάνειάς της. Οι ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες, με μεγάλο
ποσοστό ηλιοφάνειας, το αξιόλογο φυσικό περιβάλλον, πλούσιο σε βιοποικιλότητα και με σημαντικές εκτάσεις
περιοχών Natura 2000, με μνημεία της φύσης (απολιθωμένο δάσος Λέσβου – Σίγρι) και με ιαματικά νερά, οι πολιτιστικοί
πόροι με σημαντικές αρχαιότητες (π.χ. αρχαία Ηφαιστεία), παραδοσιακούς οικισμούς και θρησκευτικά μνημεία καθώς
και τα ιδιαίτερα προϊόντα και η γαστρονομία της περιοχής παρέμβασης αποτελούν ξεχωριστούς πόλους έλξης και
μοναδικότητες που δίνουν τη δυνατότητα ανάπτυξης και εναλλακτικών μορφών τουρισμού. Η θαλάσσια περιοχή από
την άλλη μεριά, προσφέρει ιδιαίτερης σημασίας ευκαιρίες για την ανάπτυξη τουρισμού καταδύσεων (η πρώτη
προσπάθεια ανάπτυξης αυτής της μορφής τουρισμού έγινε μέσα από την Κ.Π. LEADER+), με ιδιαίτερα ικανοποιητικά
αποτελέσματα.
Συμπεράσματα – προοπτικές
Όπως φαίνεται από την ανάλυση των προηγούμενων δύο τομέων της οικονομίας η περιοχή παρέμβασης έχει έντονα
αγροτοκτηνοτροφικό χαρακτήρα ενώ ο τουρισμός λειτουργεί κύρια συμπληρωματικά στο εισόδημα των αγροτικών
νοικοκυριών. Η διασύνδεση των τομέων αυτών παρουσιάζεται ως μία προοπτική ενίσχυσης του τριτογενούς τομέα προς
την κατεύθυνση αξιοποίησης των ιδιαίτερων αγροτικών και αλιευτικών προϊόντων και αξιοποίησης του ενδογενούς
ανθρώπινου δυναμικού, αντιμετωπίζοντας ζητήματα ανταγωνισμού και απασχόλησης. Σε επίπεδο κλαδικής ανάλυσης
του τριτογενή τομέα, το εμπόριο κατέχει το σημαντικότερο ποσοστό και ακολουθούν ο τουρισμός, η εστίαση και οι
υπηρεσίες. Οι μεταφορικές υπηρεσίες κατέχουν επίσης σημαντικό μερίδιο και με τον εκσυγχρονισμό των υποδομών
τους (αποθηκευτικοί χώροι, συστήματα διαχείρισης) συμβάλλουν σημαντικά στην αντιμετώπιση των προβλημάτων, στη
διακίνηση των τοπικών προϊόντων, αλλά και στην τροφοδοσία των νησιών που προέρχονται από την ελλιπή
συγκοινωνιακή εξυπηρέτηση και τις αδυναμίες του συστήματος θαλάσσιων μεταφορών. Η βελτίωση της
προσπελασιμότητας των νησιών, εξακολουθεί να αποτελεί μία από τις σημαντικότερες παραμέτρους ανάσχεσης της
ανάπτυξης. Οι συναφείς με την αλίευση δραστηριότητες επηρεάζουν σαφώς τον τριτογενή τομέα και πιο συγκεκριμένα
τον κλάδο του εμπορίου. Τα διάσπαρτα προβλήματα όμως της αλιείας χρήζουν αντιμετώπισης καθώς η μείωση των
ιχθυαποθεμάτων που παρουσιάζεται και η αδυναμία διαχείρισής τους, τείνει να επιφέρει δυσμενείς επιπτώσεις και
στον κλάδο του εμπορίου.
14
Η κατανομή του αριθμού των επιχειρήσεων του τουριστικού τομέα για το νομό δείχνει ότι υπερέχουν σημαντικά οι
επιχειρήσεις εστίασης και αναψυχής έναντι εκείνων που παρέχουν διανυκτέρευση. Το ίδιο συμβαίνει και στο επίπεδο
του νησιού και της περιοχής παρέμβασης.
Ειδικότερα για τον κλάδο του Τουρισμού εκτιμάται ότι αποτελεί κρίσιμο παράγοντα και προοπτική για την ανάπτυξη του
τριτογενή τομέα, ειδικά στην προτεινόμενη περιοχή παρέμβασης. Ένα από τα σημαντικά προβλήματα του κλάδου, είναι
η ανάπτυξη μαζικού τουρισμού που δημιουργεί χωρική συγκέντρωση στις κλασσικές τουριστικές περιοχές του νησιού
και χρονική συγκέντρωση κατά την διάρκεια του θερινού τριμήνου πράγμα που οδηγεί στην μη διάχυση του
οικονομικού οφέλους στην ευρύτερη κοινωνία ως τόπου υποδοχής. Εντοπίζεται χωρική συγκέντρωση του τουρισμού
στους ήδη αναπτυγμένους προορισμούς του νησιού (Πέτρα, Μήθυμνα, Πολιχνίτος) που βρίσκονται εκτός του
πολεοδομικού συγκροτήματος στης Μυτιλήνης καθώς και στην ευρύτερη περιοχή της Μύρινας. Η έντονη εποχικότητα
από την άλλη μεριά, οφείλεται όχι μόνο στην έλλειψη υποδομών αλλά και στο απαγορευτικό κόστος στις μεταφορές.
Οι αδυναμίες του τοπικού ανθρώπινου δυναμικού σε θέματα εξειδίκευσης και επαγγελματικής κατάρτισης και η
έλλειψη «τουριστικής παιδείας» αποτελούν αναμφίβολα ανασχετικό παράγοντα στις επιδιώξεις για ποιοτική
αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών και μεγιστοποίηση του οφέλους από τη τουριστική δραστηριότητα.
Αναδεικνύεται λοιπόν η ευκαιρία για τη δημιουργία τέτοιων υποδομών σε μέγεθος που να είναι βιώσιμες και
αποτελεσματικές για την προσέλκυση επισκεψιμότητας, με εστίαση στην αναβαθμισμένη ποιότητα παροχής υπηρεσιών
και στους ιδιαίτερους τουριστικούς πόλους της περιοχής παρέμβασης. Οι δημόσιες επενδύσεις στον τομέα της
ανάδειξης των τουριστικών πόρων συγκεντρώθηκαν σχεδόν αποκλειστικά στους αρχαιολογικούς χώρους, με σημαντικά
θετικά αποτελέσματα στην επισκεψιμότητά τους. Αντίθετα, δεν σημειώθηκαν αξιόλογες πρωτοβουλίες προς την
κατεύθυνση της προστασίας και αξιοποίησης του φυσικού περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς, πέρα από
ορισμένες σημαντικές αλλά αποσπασματικές πρωτοβουλίες της τοπικής αυτοδιοίκησης. Στον τομέα του θαλάσσιου
τουρισμού δεν σημειώθηκε καμία ουσιαστική πρόοδος σε επίπεδο σχεδιασμού και υλοποίησης έργων και
προγραμμάτων αν εξαιρέσει κανείς τη μαρίνα της Μυτιλήνης.
Από τις διαβουλεύσεις που έγιναν στην προτεινόμενη περιοχή παρέμβασης υπήρξε έκδηλο ενδιαφέρον προς την
κατεύθυνση της ποιοτικής αναβάθμισης του παρεχόμενου τουριστικού προϊόντος αλλά και κύρια προς την κατεύθυνση
της δημιουργίας μιας ξεχωριστής τουριστικής εικόνας και ενός μοναδικού «τουριστικού προϊόντος» το οποίο θα πρέπει
να είναι μοναδικό και ανταγωνιστικό δεδομένου του κλίματος της παγκοσμιοποιημένης τουριστικής αγοράς και όπου το
θαλάσσιο περιβάλλον και ο θαλάσσιος τουρισμός θα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο. Στο πλαίσιο αυτό αναδεικνύονται
δράσεις όπως η δημιουργία καταδυτικών πάρκων και η παρατήρηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος, η μετατροπή και ο
εκσυγχρονισμός σκαφών για μη αλιευτικές δραστηριότητες, η δημιουργία εναλλακτικών μορφών τουρισμού (ήπιες
θαλάσσιες δραστηριότητες - περιηγήσεις με σκάφος – ιστιοσανίδα, οικοτουρισμός κ.λπ.), η ανάδειξη των συγκριτικών
πλεονεκτημάτων της περιοχής παρέμβασης. Εν κατακλείδι, η άρση της εσωστρέφειας, η ποιοτική διαφοροποίηση του
παραγόμενου προϊόντος και η δημιουργία τουριστικής ταυτότητας αποτελεί σημείο κλειδί για την ανάπτυξη του
τουρισμού στην περιοχή.
15
1β. Χωροταξική – πολεοδομική οργάνωση
Στα πλαίσια της καταγραφής της παρούσας ενότητας κρίνεται σκόπιμο να αποτυπωθεί η υφιστάμενη κατάσταση σε
επίπεδο Νομού Λέσβου, αφενός μεν λόγω της έννοιας της νησιωτικότητας και αφετέρου διότι το χωρικό υποσύνολο της
περιοχής παρέμβασης δεν διαφοροποιείται από το γενικό σχεδιασμό και τα σημεία που εξετάζονται. Όπου είναι
απαραίτητο γίνονται σχολιασμοί σε επίπεδο υποσυνόλου-περιοχής παρέμβασης. Η θέση της περιοχής παρέμβασης, όσον
αφορά κύριους συγκοινωνιακούς κόμβους και τις συνδέσεις και αλληλεξαρτήσεις της περιοχής (ροές εμπορευματικές,
μετακινήσεις για εργασία κ.λπ.)εξετάζεται στο 3.2.7.
Αποστάσεις της περιοχής παρέμβασης από σημαντικά οικιστικά κέντρα και αγορές
Η γεωγραφική θέση του Νομού Λέσβου, που παρ’ ότι προς το παρόν συνιστά παράγοντα απομάκρυνσης και
απομόνωσης, εν τούτοις προσφέρεται για την αξιοποίηση δραστηριοτήτων διαμετακομιστικού εμπορίου, εγκατάστασης
ελεύθερων ζωνών εμπορίου, υποδομών πύλης εισόδου – εξόδου από και προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο οικιστικός
τομέας, ιδιαίτερα στην πρωτεύουσα και στα μεγαλύτερα οικιστικά κέντρα, υποφέρει από τις τοπογραφικές
ιδιαιτερότητες, σε συνδυασμό με τις ανάγκες επέκτασης, τη δυσλειτουργία των παραδοσιακών κέντρων πόλεων, τον
συνεχώς αυξανόμενο κυκλοφοριακό φόρτο, την έλλειψη επαρκών ελεύθερων χώρων και χώρων στάθμευσης, την
έλλειψη παρακαμπτηρίων, τη χαμηλή ποιότητα των οδοστρωμάτων και πεζοδρομίων. Η απόσταση της Λέσβου από την
Αθήνα, η οποία αποτελεί και το μεγαλύτερο οικιστικό κέντρο και την πιο σημαντική αγορά του Ελλαδικού χώρου, είναι
346 χλμ.. Η Λήμνος και ο Άγιος Ευστράτιος βρίσκονται σχεδόν στο κέντρο του Βορείου Αιγαίου. Η Λήμνος είναι το 8ο
κατά σειρά μεγέθους, νησί της Ελλάδας με συνολική έκταση 477 τετραγωνικά χιλιόμετρα, αντίστοιχα ο Άγιος
Ευστράτιος έχει έκταση 43,23 τετραγωνικά χιλιόμετρα.
ΟΙΚΙΣΤΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟ
Σχέδια Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτών Πόλεων (Σ Χ.Ο.Ο.Α.Π.)
Τα Σχέδια Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτών Πόλεων (Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π.) του Ν. 2508/1997 αφορούν τη ρύθμιση
των πόλεων και των οικισμών της χώρας, καλύπτουν δε μια διευρυμένη γεωγραφική περιοχή η οποία, κατά κανόνα,
συμπίπτει με τα όρια της νέας πρωτοβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης (νέου Δήμου ή Κοινότητας). Στην περιοχή
παρέμβασης, μόνο ο Δήμος Μυτιλήνης έχει εγκεκριμένο Γ.Π.Σ. το οποίο βρίσκεται σε ισχύ από το 2007 και αφορά το
σύνολο των Δημοτικών Διαμερισμάτων του.
Τα υφιστάμενα Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια (Γ.Π.Σ.) των Δήμου Πολιχνίτου και Μήθυμνας έχουν πλέον καταργηθεί
σύμφωνα με την ΚΥΑ 2508/1997 διότι ήταν πεπαλαιωμένα και αναφερόταν μόνο στο κεντρικό Δημοτικό Διαμέρισμα και
όχι στο σύνολο του Δήμου. Επιβάλλεται λοιπόν ο σχεδιασμός νέων Γ.Π.Σ. (σε Δήμους με ένα τουλάχιστον Δ.Δ. με
πληθυσμό άνω των 2000 κατοίκων) ή αντίστοιχα Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. Ο Δήμος Μούδρου έχει σε εξέλιξη ΣΧΟΟΑΠ, ενώ για τους
Δήμους Ατσικής, Νέας Κούταλης, Μανταμάδου, Καλλονής, Πέτρας, Γέρας και Μήθυμνας εγκρίθηκε η ένταξη σχετικού
έργου – μελέτης στο Π.Ε.Π. Β. Αιγαίου και προβλέπεται η άμεση δημοπράτησή τους. Σύμφωνα με τις προτάσεις της Γ΄
Φάσης της Ε.Χ.Μ., οι οποίες έχουν γίνει αποδεκτές από το Κεντρικό ΣΧΟΠ, για τον Δήμο Μύρινας καθορίζεται ζώνη
«Διάσπαρτων βιομηχανικών μονάδων», στην ορεινή περιοχή ανατολικά της Μύρινας και βορείως του Πλατέως. Στη ζώνη
αυτή επιτρέπεται η εγκατάσταση βιοτεχνικών και βιομηχανικών δραστηριοτήτων Α΄ κατηγορίας (ομάδα ΙΙ) και Β΄
κατηγορίας (σύμφωνα με την κατάταξη της ΚΥΑ 69269/5387/90. Ο τρόπος και οι όροι δόμησης για τους οικισμούς του
Δήμου Νέας Κούταλης καθορίζονται από το Π.Δ. 3-5-85 (ΦΕΚ 181Δ), όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε και τις
αποφάσεις οριοθέτησης των οικισμών. Η Ειδική Χωροταξική Μελέτη Λήμνου περιλαμβάνει το σύνολο σχεδόν της
γεωγραφικής περιοχής του Δήμου Ν. Κούταλης στα όρια της Ζ.Ο.Ε. Μύρινας καθορίζοντας μεγάλο αριθμό από υποζώνες
με έμφαση στην προστασία των παραλιών, των οικοτόπων και της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας.
Αναμενόμενα αποτελέσματα
Η εκπόνηση μελετών Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. θα έχει ως αποτέλεσμα:
Τη δημιουργία του αναγκαίου πλαισίου για τη χωρική οργάνωση του Δήμου και τη ρύθμιση των χρήσεων γης. Την
ταυτόχρονη ρύθμιση του χώρου εντός και εκτός των οικισμών έτσι ώστε η ικανοποίηση αναγκών ένταξης περιοχών σε
σχέδια ή προς πολεοδόμηση ζώνες να εξισορροπείται με τις απαιτούμενες ρυθμίσεις προστασίας. Οι ρυθμίσεις για τους
οικισμούς δε θα γίνονται πλέον μεμονωμένα, αλλά θα είναι απόρροια ενός γενικότερου σχεδιασμού, και η οικιστική
τους οργάνωση θα εναρμονίζεται με τους γενικότερους στόχους του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού με τις
αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης.
16
Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου (Ζ.Ο.Ε.)
Αποτελούν ζώνες εκτός σχεδίου δόμησης, η οποία ορίζεται με Προεδρικό Διάταγμα, που εκδίδεται κατ΄ εξουσιοδότηση
του N. 1337/83 και αφορά την οριοθέτηση και τον καθορισμό των χρήσεων γης περιοχών, με ταυτόχρονο καθορισμό και
των όρων και περιορισμών των πάσης φύσεως επιτρεπομένων παρεμβάσεων. Στην περιοχή παρέμβασης αλλά και στο
νησί της Λέσβου, της Λήμνου και του Αγίου Ευστρατίου γενικότερα δεν έχουν οριοθετηθεί Ζ.Ο.Ε.
Χαρακτηρισμένοι παραδοσιακοί οικισμοί
Οι παραδοσιακοί οικισμοί είναι βασικά στοιχεία της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής πολιτιστικής κληρονομιάς και της
φυσιογνωμίας της Ελλάδας και αποτελούν εντυπωσιακά αξιοθέατα της χώρας. Στους χώρους αυτούς αποτυπώνονται και
εκφράζονται τρόποι ζωής, τεχνικές μέθοδοι, αισθητικές προτιμήσεις, καλλιτεχνικά ρεύματα και κοινωνικές σχέσεις, που
διαμορφώθηκαν στην πολυκύμαντη ιστορική εξέλιξη. Η διατήρηση και η ανάδειξη της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της
περιοχής παρέμβασης αποτελεί συστατικό στοιχείο της ήπιας τουριστικής ανάπτυξης και της προσφοράς εναλλακτικών
δυνατοτήτων για κάθε είδους τουριστική δραστηριότητα. Αρκετά κτήρια παραδοσιακής αρχιτεκτονικής έχουν σήμερα
αποκτήσει νέες χρήσεις και στεγάζουν διάφορες λειτουργίες, όπως τουριστικά καταλύματα, μουσεία, εκθέσεις,
εστιατόρια, δημόσιες και δημοτικές υπηρεσίες, κλπ.
Πίνακας Χαρακτηρισμοί Οικισμών της περιοχής παρέμβασης
ΜΗΘΥΜΝΑ
Παραδοσιακός
ΣΥΚΑΜΙΝΕΑ
Παραδοσιακός
ΒΑΣΙΛΙΚΑ
Παραδοσιακός
ΠΟΛΙΧΝΙΤΟΣ
Παραδοσιακός
ΠΕΤΡΑ
Παραδοσιακός
ΠΕΡΑΜΑ
Ιδιαίτερης προστασίας (αδιάφορος
ΜΕΣΑΓΡΟΣ
Ιδιαίτερης προστασίας (αδιάφορος)
ΠΑΛΑΙΟΚΗΠΟΣ
Ιδιαίτερης προστασίας (αξιόλογος)
ΚΛΕΙΩ
Ιδιαίτερης προστασίας (αξιόλογος
ΚΕΡΑΜΙ
Ενδιαφέρων
ΠΑΡΑΚΟΙΛΑ
Ενδιαφέρων
ΚΑΛΛΟΝΗ
Ενδιαφέρων
ΣΙΓΡΙ
Αξιόλογος
Συμπεράσματα – προοπτικές
Για την επιτάχυνση της πορείας της περιοχής παρέμβασης προς μια αειφόρο ανάπτυξη και πραγματική σύγκλιση με τις
ανεπτυγμένες περιφέρειες της Χώρας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπάρχουν ως πλεονέκτημα οι πλούσιοι φυσικοί και
ιστορικοπολιτιστικοί της πόροι (ορεινοί όγκοι, ακτές, περιώνυμα αρχαία και βυζαντινά μνημεία, παραδοσιακοί οικισμοί
κ.λπ.), οι οποίοι είναι μέχρι σήμερα ελλιπώς αξιοποιημένοι, ενώ η τάση για εναλλακτικό, ποιοτικό τουρισμό συνεχώς
αυξάνει, προσελκύοντας υψηλού επιπέδου τουριστικό κοινό.
Από την άλλη, εμπόδιο στην αναπτυξιακή πορεία της περιοχής παρέμβασης αποτελεί ο νησιωτικός της χαρακτήρας, σε
σχέση με τη γεωγραφική της θέση και τη μεγάλη απόσταση της από τον ηπειρωτικό κορμό της χώρας αλλά και η ύπαρξη
ακόμη αδυναμιών σε βασικές υποδομές όπως σύγχρονα Νοσοκομεία, λιμάνια, σχολεία και υποδομές προστασίας του
περιβάλλοντος.
Από τις σημαντικότερες λοιπόν προοπτικές ανάπτυξης είναι η ανάπτυξη νέων ανταγωνιστικών δραστηριοτήτων στον
τουρισμό και στην αγροτική και μεταποιητική παραγωγή, σε συνδυασμό με την προστασία και ανάδειξη των πλούσιων
φυσικών και πολιτιστικών πόρων, με παράλληλη ανάπτυξη υψηλού επιπέδου λοιπών υπηρεσιών για την εξυπηρέτηση
αυτών των δραστηριοτήτων.
17
1γ. Κοινωνική Υποδομή
Κατάλογος Αθλητικών Εγκαταστάσεων
Δημοτικό Γυμναστήριο Αγιάσου Λέσβου, Δημοτικό Κλειστό Γυμναστήριο Νεάπολης Μυτιλήνης, Δημοτικό Κολυμβητήριο
Μυτιλήνης, Δημοτικό Στάδιο Καλλονής, Δημοτικό Στάδιο Μυτιλήνης, Δημοτικό Στάδιο Πλωμαρίου, Δημοτικό Στάδιο
Πολιχνίτου και το Δημοτικό Κλειστό Γυμναστήριο Μύρινας.
Εκπαιδευτικές μονάδες ανά μονάδα εκπαίδευσης
Στην περιοχή παρέμβασης συναντάμε 28 Δημοτικά Σχολεία, εκ των οποίων 2 Πειραματικά και 1 Ειδικό, 15 Γυμνάσια εκ
των οποίων 2 Εσπερινά, 1 Μουσικό και 1 Πειραματικό, 13 Λύκεια εκ των οποίων 1 Πειραματικό, 2 Πολυκλαδικά και 1
Εσπερινό, 4 Τεχνικά Επαγγελματικά Λύκεια, 2 Τεχνικές Επαγγελματικές Σχολές, 2 ΕΠΑΛ και το Ίδρυμα Επαγγελματικής
Κατάρτισης Μυτιλήνης.
Πανεπιστημιακή Μονάδα Λέσβου
To Πανεπιστήμιο Αιγαίου έχει έδρα του την πρωτεύουσα του Νομού Λέσβου, την πόλη της Μυτιλήνης. Περιλαμβάνει τη
Σχολή Κοινωνικών Επιστημών με τέσσερα τμήματα (Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας, Τμήμα
Γεωγραφίας, Τμήμα Κοινωνιολογίας και Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας) και τη Σχολή Περιβάλλοντος
με δύο τμήματα (Τμήμα Περιβάλλοντος και το Τμήμα Επιστημών της Θάλασσας. Επίσης λειτουργούν συνολικά για όλα
τα τμήματα και 11 μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών. Ο αριθμός των φοιτητών που φοιτά σε όλα τα τμήματα
ανέρχεται περίπου στους 5000 στη Λέσβο από σύνολο 8.000 φοιτητών στη περιφέρεια
Υγεία – Κοινωνική Φροντίδα
Στο Νομό Λέσβου σήμερα λειτουργούν: 1 Κέντρο Απεξάρτησης, 64 Φαρμακεία, 6 Βρεφονηπιακοί Σταθμοί, 14 Παιδικοί
Σταθμοί, 7 Δομές Φροντίδας Ατόμων Τρίτης Ηλικίας, 1 Ίδρυμα Κοινωνικής Πρόνοιας, 1 ΚΕΚΥΚΑΜΕΑ, 4 Ι.Κ.Α, το Ε.Κ.Α.Β
Μυτιλήνης και Καλλονής, 1 Νοσοκομείο, το Νοσοκομείο – Κέντρο Υγείας στη Μύρινα 4 Κέντρα Υγείας και 33
Περιφερειακά Ιατρεία. Συγκεκριμένα η περιοχή παρέμβασης εξυπηρετείται από το από το «Βοστάνειο» Νοσοκομείο
Μυτιλήνης, από το Ε.Κ.Α.Β Μυτιλήνης και Καλλονής, από το Ι.Κ.Α. Μυτιλήνης, Καλλονής, Πολιχνίτου και Μήθυμνας από
το Νοσοκομείο – Κέντρο Υγείας στη Μύρινα με το Περιφερειακό Ιατρείο Κοντοπουλίου, 2 Κέντρα Υγείας και 6
Περιφερειακά Ιατρεία. Συγκεκριμένα λειτουργούν το Κέντρο Υγείας Πολιχνίτου με το Περιφερειακό Ιατρείο Βασιλικών,
το Περιφερειακό Ιατρείο Σιγρίου το οποίο υπάγεται στο Κέντρο Υγείας Άντισσας και το Κέντρο Υγείας Καλλονής με τα
Περιφερειακά Ιατρεία των Παρακοίλων, της Πέτρας, της Μήθυμνας και της Συκαμινέας.
Στις παραπάνω κοινωνικές υποδομές, θα πρέπει να προσθέσουμε την σημαντική βοήθεια του προγράμματος Βοήθεια
στο σπίτι. Δυστυχώς ήδη έχει ανακοινωθεί ότι το παραπάνω πρόγραμμα δεν θα είναι υπόθεση των Δήμων.
Παρακάτω παρατίθενται τα προγράμματα Βοήθειας στο σπίτι του νομού Λέσβου
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΕΥΕΡΓΕΤΟΥΛΑ ΛΕΣΒΟΥ-1
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΕΥΕΡΓΕΤΟΥΛΑ ΛΕΣΒΟΥ-2
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΓΕΡΑΣ ΛΕΣΒΟΥ-1
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΓΕΡΑΣ ΛΕΣΒΟΥ-2
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΠΛΩΜΑΡΙΟΥ ΛΕΣΒΟΥ – 1
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΠΛΩΜΑΡΙΟΥ ΛΕΣΒΟΥ – 2
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΛΕΣΒΟΥ
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΜΑΝΤΑΜΑΔΟΥ ΛΕΣΒΟΥ-1
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΜΑΝΤΑΜΑΔΟΥ ΛΕΣΒΟΥ-2
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΛΟΥΤΡΟΠΟΛΗΣ ΘΕΡΜΗΣ ΛΕΣΒΟΥ
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ-ΒΟΡΕΙΑ ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΑ
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ- ΝΟΤΙΑ ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΑ
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ- 2
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΚΑΛΛΟΝΗΣ ΛΕΣΒΟΥ-1
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΚΑΛΛΟΝΗΣ ΛΕΣΒΟΥ-2
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΑΓΙΑΣΟΥ ΛΕΣΒΟΥ
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΕΡΕΣΟΥ-ΑΝΤΙΣΣΗΣ ΛΕΣΒΟΥ
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΔΗΜΟΥ ΠΟΛΙΧΝΙΤΟΥ ΛΕΣΒΟΥ – 1
18
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΠΟΛΙΧΝΙΤΟΥ ΛΕΣΒΟΥ – 2
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΠΕΤΡΑΣ ΛΕΣΒΟΥ – 1
ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Δ.Δ. ΠΕΤΡΑΣ ΛΕΣΒΟΥ – 1
1δ. Πολιτιστικό περιβάλλον
Ιστορικά στοιχεία
Το νησί πήρε το όνομα του από το Λέσβο που έφτασε με τους Λαπήθες από τη Θεσσαλία και εγκαταστάθηκε στην
περιοχή. Η Λέσβος έφτασε στην μεγαλύτερη οικονομική και πολιτισμική ακμή της κατά την Αρχαϊκή περίοδο (7ος -6ος
αι. π.Χ.), στηριζόμενη στην ναυτιλία και την αμπελουργία. Οι Λέσβιοι ίδρυσαν πολλές αποικίες τόσο στα μικρασιατικά
παράλια (Μυτιληναίων Αιγιαλός) όσο και στην Θράκη και την Αίγυπτο. Δύο από τις μεγαλύτερες μορφές που ανέδειξε το
νησί κατά την περίοδο της ακμής του ήταν ο ποιητής Αλκαίος και η Σαπφώ, μια από τις λίγες ποιήτριες της εποχής.
Παράλληλα με την ποίηση, ιδιαίτερη άνθηση γνώρισαν στη Λέσβο τα γράμματα, οι τέχνες και η μουσική.
Το νησί υπήρξε μέλος της Α' και Β' Αθηναϊκής Συμμαχίας ενώ υποτάχθηκε μαζί με τις μικρασιατικές αποικίες του δύο
φορές στους Πέρσες. Το 322 π.Χ. όμως ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν αυτός που αποτίναξε το ζυγό αποδίδοντας της και τις
αποικίες της. Κατά την Βυζαντινή περίοδο το νησί αναδείχθηκε σε εμπορικό και πνευματικό κέντρο, χάρη στα πολλά
μοναστήρια του με σημαντικότερο τη μονή Λειμώνος. Η Λέσβος πέρασε στους Γατελούζους το 1355 σαν προίκα της
αδερφής του Αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγου Ε', Μαρίας. Οι Τούρκοι την κατέλαβαν το 1462 αλλά η πνευματική
συμβολή του νησιού ήταν σημαντική ακόμα και τότε. Απελευθερώθηκε και προσαρτήθηκε με την Ελλάδα στις 8
Νοεμβρίου του 1912 από μοίρα του Ελληνικού στόλου υπό τον ναύαρχο Κουντουριώτη. Μετά την μικρασιατική
καταστροφή το 1922 περίπου 24.000 πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν μόνιμα στο νησί. Εκτός από τους αρχαίους Αλκαίο και
Σαπφώ, η Λέσβος συνεχίζει να είναι πατρίδα ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών όπως του Στρατή Μυριβήλη, του
Αργύρη Εφταλιώτη και του Οδυσσέα Ελύτη (γεννήθηκε στο Ηράκλειο αλλά η καταγωγή του ήταν από εδώ), του
Θεόφιλου, του Στρατή Ελευθεριάδη, του Γεωργίου Ιακωβίδη κ.α.
Το όνομα Λήμνος πιθανολογείται ότι είναι φοινικικής προέλευσης και σημαίνει Λευκή, λόγω ίσως του χθαμαλού της
εδάφους και της λευκής όψης που παρουσιάζει σε αυτόν που την προσεγγίζει από την θάλασσα. Η γεωγραφική θέση
του νησιού στο κέντρο του Βορείου Αιγαίου, σε ίση σχεδόν απόσταση από το Άγιον Όρος και τον Ελλήσποντο, καθόρισε
την ιστορική του πορεία.
Έχουν βρεθεί σε όλο το νησί Νεολιθικοί οικισμοί όπως η Ηφαιστεία, η Αξιά, η Κώμη κ.α. Ο σπουδαιότερος προϊστορικός
η
οικισμός του νησιού είναι η Πολιόχνη, που ιδρύθηκε την 4 χιλιετία π.Χ. και εξελίχθηκε σε οχυρωμένη πολιτεία –την
αρχαιότερη ίσως στην Ευρώπη- με αστική δομή και σημαντικό πολιτισμό, με το πρώτο Δημοκρατικό βουλευτήριο.
Η Λήμνος λόγω της παλαιάς ηφαιστειακής δραστηριότητας, θεωρήθηκε ως το νησί του Ηφαίστου, του θεού της φωτιάς
και της μεταλλουργίας, καθώς σύμφωνα με την μυθολογία, όταν ο Δίας εκδίωξε τον Ήφαιστο από τον Όλυμπο, αυτός
έπεσε μετά από 3 ημέρες στο νησί της Λήμνου, κοντά στο μέρος όπου βρίσκεται σήμερα το χωριό Ρεπανίδι. Η
ανακάλυψη της φωτιάς από τους πρώτους κατοίκους του νησιού αναβίωνε κάθε χρόνο με την τελετή της Πυρφoρίας.
Τα κλασικά χρόνια η Λήμνος κατακτήθηκε από τους Πέρσες (512π.Χ.) Μετά από τους περσικούς πολέμους η Λήμνος
πέρασε στην εξουσία των Αθηναίων, οι οποίοι έδιωξαν την περσική φρουρά κι εγκατέστησαν τους πρώτους εποίκους.
Από τα μέσα του 5ου αιώνα εγκαταστάθηκαν στη Λήμνο πλήθος Αθηναίων κληρούχων, καθώς και αθηναϊκή φρουρά και
ίδρυσαν δύο μεγάλες πόλεις, τη Μύρινα και την Ηφαιστεία γι αυτό η Λήμνος αποκαλούνταν Δίπολις. Από τον 4ο αιώνα
υπήρχαν στο νησί: Βουλή, Συνέλευση και γενικά πολιτικοί θεσμοί ανάλογοι με εκείνους της μητρόπολης Αθήνας.
Το 196 οι Ρωμαίοι κυριαρχούν στον ελληνικό χώρο και κηρύσσουν τη Λήμνο ελεύθερη να εφαρμόζει τους δικούς της
νόμους, αλλά με την υποχρέωση να δεχτεί ρωμαϊκή φρουρά. Τελικά, το 166 παραχωρούν τη διοίκηση της στους
Αθηναίους, η οποία διαρκεί ως τα τέλη του 2ου αιώνα μ.Χ., Τη χαριστική βολή στην κλασική Λήμνο φαίνεται πως
έδωσαν οι βαρβαρικές ορδές των Γότθων και των Ερούλων, οι οποίοι λεηλάτησαν το νησί το 268 μ.Χ.
Στους Βυζαντινούς χρόνους η Λήμνος διατηρεί στενούς δεσμούς με την Κωνσταντινούπολη και αποτελεί τόπο
καταφυγίου ή εξορίας σημαντικών ηγεμονικών οικογενειών της αυτοκρατορίας, γεγονός που υποδηλώνεται και από την
έντονη παρουσία βυζαντινών ονομάτων μέχρι σήμερα. Σημαντικές είναι επίσης οι σχέσεις του νησιού με τα Μοναστήρια
του Αγίου Όρους στα οποία παραχωρούνται «μετόχια» ως δωρεές των αυτοκρατόρων. Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους η
Λήμνος δέχεται συνεχείς πειρατικές επιδρομές, και λεηλατείται το 900 μ.Χ. από τους Άραβες
Το 1770, η αποτυχία κατάληψης του νησιού από τα ρωσικά στρατεύματα, και το μένος που εκδήλωσαν οι Τούρκοι
ανάγκασε πολλούς κατοίκους να το εγκαταλείψουν. Η απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό ήρθε στις 8 Οκτωβρίου
1912 από τον ελληνικό στόλο με επικεφαλής το Ναύαρχο Κουντουριώτη που δημιούργησε στο νησί ναύσταθμο για να
ελέγχει τα Στενά.
Κατά τη διάρκεια του Α’ παγκοσμίου πολέμου η Λήμνος έγινε Αγγλική βάση και ο κόλπος του Μούδρου έγινε
ναύσταθμος του αγγλικού στόλου. Στις 31 Οκτωβρίου 1918, στο Μούδρο συνομολογήθηκε μεταξύ των Συμμαχικών
δυνάμεων και της Τουρκίας, συνθήκη ανακωχής, που σήμανε ουσιαστικά τη λήξη του αιματηρού πολέμου. Μετά την
19
καταστροφή του 1922 έγινε τόπος υποδοχής και περίθαλψης χιλιάδων προσφύγων από τα χώματα της Ιωνίας. Οριστική
λύση θα δώσει η Συνθήκη της Λοζάννης (1923) με την οποία αναγνωρίζεται η ελληνική κυριαρχία στο νησί. Κατά το Β’
Παγκόσμιο πόλεμο η Λήμνος περιέρχεται σε Γερμανική κατοχή μέχρι τις 16 Οκτωβρίου 1944.
Κατά τη διάρκεια και μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου, η Λήμνος χρησιμοποιείται ως τόπος εξορίας. Οι συνθήκες
διαβίωσης στο νησί προκάλεσαν μαζική μετανάστευση τόσο προς το εσωτερικό της χώρας, όσο και προς το εξωτερικό
κυρίως προς Αυστραλία, Η.Π.Α. Νότια Αφρική και Καναδά.
Διαχείριση Τοπίου - Κληρονομιάς
Ένα μέσο διαχείρισης αλλά και προβολής του μοναδικά μαγευτικού φυσικού περιβάλλοντος και της πλούσιας
πολιτιστικής κληρονομιάς της Λέσβου, είναι το συνολικό δίκτυο περιπατητικών διαδρομών. Επιλέγοντας τα μονοπάτια
που συνδέουν όλα αυτά τα σημεία έλξης, στις πιο αξιόλογες περιοχές κάθε Δήμου, στα χωριά με τα φυσικά και
πολιτισμικά αξιοθέατα, μπορεί να διαπιστώσει κανείς τον πλούτο αυτού του τόπου. Το δίκτυο περιπατητικών
διαδρομών στο περιβάλλον της Λέσβου είναι ένα μέσο ανάδειξης της ταυτότητας του νησιού και κατ΄ επέκταση ένα
εξαιρετικό εργαλείο άσκησης τουριστικής πολιτικής. Με τις πολιτιστικές του διαδρομές, αναδεικνύει αξιόλογα
αρχιτεκτονικά στοιχεία της αγροτικής υπαίθρου με ιστορική σημασία (παραδοσιακοί οικισμοί, μνημεία, μύλοι, γεφύρια,
βρύσες, μοναστήρια κ.α.), ενισχύοντας τη φυσιογνωμία της περιοχής. Υπάρχει μια άμεση σύνδεση του δικτύου των
μονοπατιών με τις εναλλακτικές μορφές τουρισμού, εξαιτίας της φύσης της δραστηριότητας του περιπατητικού
τουρισμού, των μονοπατιών και των περιηγήσεων, τα οποία είναι δυνατό να γίνουν σε κάποιο βαθμό από όλους τους
ανθρώπους, χωρίς να απαιτούνται ιδιαίτερες γνώσεις, ικανότητες, εξοπλισμός ή υποδομή.
Επίσης η χρήση των σύγχρονων τεχνολογιών για την προβολή της υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς, κερδίζει την
εκτίμηση της πλειοψηφίας των υποψήφιων επισκεπτών. Η προστασία και διατήρηση της πολιτισμικής κληρονομιάς, η
ανάπτυξη των πολιτισμικών υποδομών και η βελτίωση των πολιτιστικών υπηρεσιών, συμβάλλουν στην αξιόπιστη
παρουσίαση, προβολή και κατανόηση του λεσβιακού πολιτισμού. Η δυνατότητα αυτή (διά της παροχής πολιτιστικών,
συνεδριακών, εκπαιδευτικών, ψυχαγωγικών κ.α. υπηρεσιών υψηλών απαιτήσεων) αναβαθμίζει την πολιτιστική και
τουριστική της δυναμική. Τοπικές εκδηλώσεις, πανηγύρια, θρησκευτικές εκδηλώσεις και άλλες δραστηριότητες, είναι
συνέχεια της τοπικής κουλτούρας και πολιτισμικής φυσιογνωμίας η οποία δεν έχει απολέσει την δύναμη της και
εκφράζεται από τη συλλογικότητα της συμμετοχής σε αυτές. Οι τοπικές, πολιτισμικές δραστηριότητες ουσιαστικά
αποτελούν τις μόνες οργανωμένες δραστηριότητες οι οποίες μπορούν να συσπειρώσουν το σύνολο του τοπικού
πληθυσμού αλλά και να προσελκύσουν κοινό από ευρύτερες περιοχές και να ανακόψουν σε έναν βαθμό ακόμα και την
κοινωνική – πληθυσμιακή αποδυνάμωση.
Συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής της Λήμνου αποτελούν η ισχυρή πολιτιστική παράδοση, η οποία είναι
συνδεδεμένη με τις αγροτικές ασχολίες του πληθυσμού καθώς και η υψηλή αισθητική και αρχιτεκτονική αξία κτιρίων και
μνημείων. Σημειώνεται ότι στην περιοχή παρέμβασης υπάρχει ένας (1) κηρυγμένος παραδοσιακός οικισμοί (Κοντιάς),
μάνδρες, ανεμόμυλοι, αλώνια, κλπ.
Λαμβάνοντας υπόψη το χαρακτηρισμό της περιοχής ως τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, την σπουδαία ιστορική
κληρονομιά, την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική και την πληθώρα ιστορικών και παραδοσιακών κτιρίων, τον αγροτικό
χαρακτήρα της περιοχής αλλά και την επιβίωση παραδοσιακών επαγγελμάτων που σχετίζονται με αυτόν, κρίνεται
απαραίτητη η ανάδειξη και αξιοποίηση του τοπίου και της κληρονομιάς προς την κατεύθυνση της τοπικής ανάπτυξης.
Η διατήρηση της σπουδαίας αυτής κληρονομιάς προσδίδει πολλαπλά οφέλη τόσο στον τοπικό πληθυσμό όσο και στον
δυνητικό επισκέπτη. Συντελεί στην αξιοποίηση της γνώσης γύρω από παραδοσιακές τεχνικές και μεθόδους, ενισχύει την
τουριστική προβολή και δημιουργεί επιπλέον δυνατότητες για εναλλακτικές μορφές τουρισμού (θεματικό τουρισμό,
πολιτιστικές διαδρομές, αγροκτήματα κ.λπ.), ενεργοποιεί το ανθρώπινο δυναμικό σε τοπική κλίμακα με την έννοια της
αξιοποίησης των ιδιαίτερων πολιτιστικών στοιχείων κάθε περιοχής και αποτελεί συντελεστή για τη βελτίωση της
ποιότητας ζωής (αξιοποίηση κτιρίων προς την κατεύθυνση δημιουργίας χώρων άσκησης πολιτιστικών δραστηριοτήτων,
εκθέσεων, συλλογών ή μουσείων, ενίσχυση πολιτιστικών εκδηλώσεων, κ.λπ.).
Έχουν ήδη γίνει σημαντικές προσπάθειες διαχείρισης του τοπίου και της κληρονομιάς, όπως για παράδειγμα η ανάδειξη
αξιόλογων κτιρίων και ιστορικών μνημείων, όμως οι δράσεις προς την κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να συνεχιστούν. Με
κύριο γνώμονα τη διασύνδεση της αγροτικής κληρονομιάς με την τουριστική προβολή, τη διατήρηση των ιδιαίτερων
πολιτιστικών στοιχείων κάθε περιοχής, τη δημιουργία κινήτρων πολιτιστικής δραστηριότητας και τη βελτίωση της
ποιότητας της ζωής γενικότερα, ενδεικτικές δράσεις που μπορούν να πραγματοποιηθούν είναι η ανάδειξη αγροτικών
στοιχείων (μάντρες, αλώνια, μύλοι, βρύσες), η ενίσχυση πολιτιστικών εκδηλώσεων, η αποκατάσταση κτιρίων ιδιαίτερης
αρχιτεκτονικής και ιστορικής αξίας, η ανάδειξη παραδοσιακών σημείων ή κέντρων στους οικισμούς.
20
Ιστορικοί – Πολιτιστικοί Πόροι
Μοναστήρια
Η Μονή Λειμώνος είναι χτισμένη, μέσα σε ένα εύφορο λεκανοπέδιο και απέχει μόλις 5χλμ ΒΔ της Καλλονής. Ιδρύθηκε
κατά τους βυζαντινούς χρόνους και λειτουργούσε ως την κατάληψη του νησιού το 1462 από τους Οθωμανούς. Πρόκειται
για μια μοναστική πολιτεία, μία μικρογραφία του Αγίου Όρους. Η Μονή διαθέτει ήδη πάνω από 40 μικρές και μεγάλες
εκκλησίες, παλαιές και νέες. Η Ι.Μ. Παναγίας Μυρσινιώτισσας κοντά στην Ι. Μ. Λειμώνος και εξαρτώμενη από αυτήν
είναι βυζαντινού ρυθμού, η οποία ανασυστήθηκε το 1523 προς τιμή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Στο εσωτερικό της
υπάρχουν ανεκτίμητης αξίας εικόνες, παλαιό ξυλόγλυπτο τέμπλο και σημαντικές τοιχογραφίες. Η Ι.Μ. Δαμανδρίου
Βυζαντινή Μονή (14ος αιώνας), αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Στο εσωτερικό του Καθολικού υπάρχουν
καταπληκτικές αγιογραφίες Βυζαντινής τεχνοτροπίας και αξιόλογα εκκλησιαστικά αντικείμενα. Βρίσκεται σε απόσταση
5χλμ από τον Πολιχνίτο.
Εκκλησίες
Στο Δήμο Γέρας συναντάμε το Ναό του Αγίου Ερμολάου με το αριστοτεχνικό του τέμπλο, το Ναό της Αγίας
ου
Μαγδαληνής του 19 αιώνα με ξενώνες και κατακόμβες και το Ναό της Ζωοδόχου Πηγής με το μαρμάρινο τέμπλο της
φιλοτεχνημένο το 1796. Στη Μήθυμνα αντίστοιχα βρίσκεται ο Ναός του Ταξιάρχη κτίσμα του 1795, ο Ναός του Αγίου
Παντελεήμονα κτίσμα του 1844 και ο Ναός της Αγίας Κυριακής. Το Ναό των Αγίων Αθανασίου και Κυρίλλου
ου
(Μητρόπολη) ο οποίος κτίστηκε στα τέλη του 16 αιώνα και είναι τρίκλιτη βασιλική, το Ναό του Αγίου Θεράποντα που
κτίσθηκε το 1860 και είναι τρίκλιτη βασιλική με νεοκλασικά στοιχεία θα συναντήσουμε στη Μυτιλήνη. Πραγματικά
ιστορικά μνημεία ο Ναός της Παναγίας της Γλυκοφιλούσας κτισμένος στη κορυφή του βράχου και ο Ναός του Αγίου
Νικολάου με τρία στρώματα τοιχογραφιών στην Πέτρα.
Αρχαιολογικοί Χώροι και Μνημεία
Από τα λείψανα που σώζονται σημαντικά είναι τα αψιδωτά ιερά της Μυτιλήνης, της Μήθυμνας, τα σπίτια της
Μήθυμνας, και οι αναλημματικοί μνημειακοί τοίχοι αγροτικού χαρακτήρα της Μήθυμνας. Όμοιας τοιχοποιίας είναι
επίσης οι πύργοι και τα οχυρά, που είναι διάσπαρτα σε όλη τη λεσβιακή ύπαιθρο. Η παράδοση συνεχίστηκε ως το τέλος
του 4ου αι. π.Χ., όπως τεκμηριώνεται από τα τείχη της Μυτιλήνης αυτής της εποχής, όπου ο πολυγωνικός τρόπος
δόμησης διατηρείται περισσότερο ως ανάμνηση και αντανάκλαση του ύφους της Αρχαϊκής εποχής. Ελάχιστα είναι τα
μνημεία της Κλασικής περιόδου που σώζονται, λόγω της μεταγενέστερης οικιστικής δραστηριότητας. Τα σημαντικότερα
ευρήματα προέρχονται από το Ιερό της Δήμητρας, στη βόρεια νεκρόπολη της Μυτιλήνης. Κτηριακά κατάλοιπα σώζονται
στην αρχαία πόλη της Αρίσβης και σποραδικά στη Μυτιλήνη, τη Μήθυμνα και την Ερεσό.
Στην πόλη της Μυτιλήνης, στην κορυφή του λόφου της Αγίας Κυριακής, χτίστηκε, κατά την Πρώιμη Ελληνιστική περίοδο,
το αρχαίο θέατρο, που όπως φαίνεται από τα ανασκαφικά δεδομένα έπαιξε σημαντικότατο ρόλο στη ζωή της πόλης.
Μετά την επέκταση της πόλης της Μυτιλήνης το 2ο αι. π.Χ., η περιοχή γνώρισε μεγάλη οικονομική άνοδο, όπως φαίνεται
από τα πλούσια ευρήματα και τις επαύλεις με τα θαυμάσια ψηφιδωτά και τις τοιχογραφίες. Η χτιστή ιχθυοδεξαμενή
που αποκαλύφθηκε κοντά στο νότιο λιμάνι της Μυτιλήνης με την επιμελημένη τοιχοποιία χρονολογείται στη Ρωμαϊκή
περίοδο. Είναι το μοναδικό μνημείο αυτής της κατηγορίας στο βόρειο Αιγαίο.
Από τα αιολικά κιονόκρανα, που βρέθηκαν στην πόλη της Μυτιλήνης, την Ερεσό και στην αγροτική περιοχή του
παραδοσιακού οικισμού της Νάπης, αποδεικνύεται η πυκνότητα των κτισμάτων αιολικού ρυθμού, που ήταν διάσπαρτα
σε ολόκληρη τη Λέσβο. Στο Μουσείο της Κωνσταντινούπολης βρίσκεται ένα κιονόκρανο από μεγάλο αιολικό κτίσμα, που
προέρχεται από το Κάστρο της Μυτιλήνης.
Η Παλαιοχριστιανική, Βυζαντινή και Μεσαιωνική περίοδος είναι πολύ σημαντική για τη Λέσβο. Πλήθος οικοδομημάτων
μοναστηριακού χαρακτήρα και βασιλικές σε όλη τη Λέσβο επιβεβαιώνουν την εδραίωση της χριστιανικής πίστης. Στα
σημαντικότερα μνημεία αυτής της εποχής συμπεριλαμβάνονται η μονή της Παναγίας Μυρσινιώτισσας του 13ου αι. μ.Χ.
και η Μονή Λειμώνος του 16ου αι. μ.Χ., των οποίων οι συλλογές περιλαμβάνουν σημαντικούς θησαυρούς, όπως
αυτοκρατορικά χειρόγραφα, εικόνες και άλλα κειμήλια
Από την καταστροφή και την ερήμωση που προκάλεσαν οι πειρατικές επιδρομές έμειναν αλώβητα τα κάστρα του
νησιού, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζουν εκείνα της Μυτιλήνης και της Μήθυμνας, που εντάχθηκαν αργότερα, μαζί με το
μεταγενέστερο κάστρο του Σιγρίου, στο αμυντικό δίκτυο του νησιού.
Από τις σημαντικότερες πρωτοχριστιανικές βασιλικές της Λέσβου είναι των Αργάλων με τα προσκτίσματά της, επίσης της
Κρατήγου κοντά στο αεροδρόμιο της σημερινής πόλης, του Μέσου, καθώς και της Αχλαδερής στον κόλπο της Καλλονής.
Αξιοσημείωτη επίσης είναι και η βασιλική της Αγίας Αναστασίας στην Κλειού. Τμήμα παλαιοχριστιανικής βασιλικής ήρθε
στο φως στην πόλη της Μυτιλήνης, στην οδό Περγάμου, και πλησίον αυτής, στην περιοχή Λαδάδικα, ανασκάφηκε
χριστιανικός ναός που οικοδομήθηκε στα θεμέλια ρωμαϊκών λουτρών του 3ου αιώνα.
Η εκκλησία της Παναγίας Γλυκοφιλούσας, χτισμένη στον υψηλότερο βραχώδη λόφο του παραδοσιακού οικισμού της
Πέτρας, οικοδομήθηκε το 1609 και επισκευάστηκε το 1747. Τοποθετημένη στην κορυφή του βράχου, καλεί τον
προσκυνητή να ανέβει τα 114 σκαλιά, για να θαυμάσει τη θέα που απλώνεται ως τις μικρασιατικές ακτές. Το νεότερο
εκκλησάκι της Παναγιάς της Γοργόνας, που είναι χτισμένο στο βραχώδες ακρωτήριο του παραδοσιακού οικισμού της
21
Συκαμναίας, συνδέεται με τη λογοτεχνική παράδοση της Λέσβου και συγκεκριμένα με το Στρατή Μυριβήλη. Από αυτό το
εκκλησάκι και το δράμα τον προσφύγων ο συγγραφέας εμπνεύστηκε το έργο του «Παναγιά η Γοργόνα», όπου
συντίθεται η γλαφυρή περιγραφή του πολύχρωμου λεσβιακού τοπίου με την τρέχουσα ιστορία και την ηθογραφική
αναπαράσταση της εποχής.
Το Γενί Τζαμί, που βρίσκεται στην περιοχή της Επάνω Σκάλας, οικοδομήθηκε το 1823-1828 και αποτελεί δείγμα
οθωμανικής αρχιτεκτονικής.Τα Αρχοντικά, ιδιωτικές κατοικίες των πλούσιων κατοίκων της Λέσβου, που «κοσμούν» τη
Μυτιλήνη και πολλές οικιστικές ενότητες του νησιού, είναι τα σύμβολα της οικονομικής ισχύος και του κοινωνικού
κύρους της άρχουσας τάξης των αρχών του 20ού αιώνα, που διαχειρίζονταν τα κοινοτικά, εκκλησιαστικά και
εκπαιδευτικά πράγματα της νήσου. Το σημαντικό για την εσωτερική του διαρρύθμιση και τις τοιχογραφίες του
Αρχοντικό της Βαρελτζίδαινας, στην Πέτρα, σήμερα είναι Μουσείο.
Στην πόλη της Μυτιλήνης υπήρχαν τρία λουτρά, χτισμένα στο βορειοδυτικό τμήμα της Επάνω Σκάλας: το μεγάλο λουτρό
της Αγοράς (çarşı hamam), που χρονολογείται στις αρχές του 19ου αιώνα, το λουτρό που βρίσκεται στη συμβολή των
οδών Ηρακλείας και Καραβαγγέλη, του 19ου αιώνα, καθώς και ένα τρίτο του 17ου αιώνα, που συγκαταλέγεται ανάμεσα
στα οικοδομήματα του Κάστρου. Από αυτά, ιδιαιτέρως μνημειακού χαρακτήρα είναι το λουτρό της Αγοράς στη σημερινή
οδό Ερμού, Από τα λουτρά που σώζονται ακόμη στο υπόλοιπο νησί ξεχωρίζει αυτό του κάστρου της Μήθυμνας στο
Μόλυβο λόγω των μεγάλων του διαστάσεων και της επιμελημένης διακόσμησης. Στο εσωτερικό του οικισμού των
Παρακοίλων, βρίσκεται εγκαταλελειμμένο –και άγνωστο σε πολλούς– λουτρό μικρών διαστάσεων με αξιόλογα
μορφολογικά και διακοσμητικά στοιχεία.
Στη Μύρινα, χτισμένη στη θέση που βρισκόταν η ομώνυμη αρχαία πόλη, ήρθε στο φως έπειτα από ανασκαφές στην
περιοχή των Ρηχών Νερών στα βόρεια της πόλης, το επίκεντρο του Προϊστορικού Οικισμού. Κοντά στον Προϊστορικό
Οικισμό της Μύρινας σε απόσταση 2 χλμ. από τη σύγχρονη πόλη βρίσκεται ο αρχαίος ναός της Άρτεμης, του 7ου π.Χ
αιώνα, γνωστός και ως «εκτός πόλεως ιερό». Όλα τα σπουδαία ευρήματα από τις ανασκαφές που έχουν γίνει στη
Μύρινα, την Πολιόχνη, τα Καβείρια, την Ηφαιστία αλλά και το προϊστορικό Κουκονήσι εκτίθενται στο Αρχαιολογικό
Μουσείο της Μύρινας, το οποίο στεγάζεται σε νεοκλασικό κτίριο του 19ο αι. και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας στέγαζε
το τουρκικό διοικητήριο Το Κάστρο της Μύρινας βρίσκεται σε μικρή απόσταση από το Αρχαιολογικό Μουσείο και μαζί
μ' αυτό αποτελούν έναν ενιαίο αρχαιολογικό χώρο. Η βραχώδης χερσόνησος στην οποία είναι χτισμένο το φρούριο,
χωρίζει την παραλία της Μύρινας σε δύο «γιαλούς», το Ρωμαίικο και τον Τούρκικο Γιαλό και καλύπτει έκταση 144
στρεμμάτων. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση οχυρό του Αιγαίου. Ο Ιερός Ναός της Κακκαβιώτισσας, ασκεπής,
χτισμένος στην εσοχή βράχου στο λόφο Κάκκαβος στο Θάνος και η Αγία Τριάδα, ο μητροπολιτικός Ναός της Μύρινας,
μαρτυρούν τους ισχυρούς δεσμούς των Λημνιών με τη βυζαντινή λατρευτική παράδοση. Στην περιοχή του Μούδρου η
κατοίκηση ξεκινά από τα προϊστορικά χρόνια, με επίκεντρο την πόλη που είχε κτιστεί στο νησάκι Κουκονήσι. Από τις ως
τώρα ανασκαφές προκύπτει ότι στο Κουκονήσι αναπτύχθηκε ένας ακμαίος οικισμός με μακραίωνη, συνεχή κατοίκηση
από την Πρώιμη ως την Ύστερη Χαλκοκρατία. Πρόκειται για το σημαντικότερο λημνιακό κέντρο της περιόδου αυτής και
φαίνεται πως όταν αρχίζει η παρακμή της Πολιόχνης και, ενδεχομένως, της Μύρινας, αρχίζει να ακμάζει το Κουκονήσι..
Ανάμεσα στους οικισμούς Κότσινας και Ρεπανίδι, στη θέση «Αγιόχωμα», εντοπίζεται η τοποθεσία στην οποία
πραγματοποιούνταν η εξόρυξη της Λημνίας Γης. Πρόκειται για πυκνόρρευστο πηλό, ο οποίος χρησιμοποιούνταν ως
φάρμακο για πλήθος ασθενειών. Στην αρχαιότητα, τον πηλό τον έπλεναν και του έδιναν σχήμα δίσκου, ενώ ήταν ακόμα
μαλακός και κατόπιν συσκευαζόταν για να φύγει από τη Λήμνο, αφού σφραγιζόταν με μια ειδική σφραγίδα, ως
πιστοποιητικό γνησιότητας. Στο Μούδρο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι ιεροί ναοί της Ευαγγελίστριας και
των Ταξιαρχών. Στην ευρύτερη περιοχή του Κοντοπουλίου βρίσκεται η αρχαία Ηφαιστεία. Χρoνoλoγείται από την
Χαλκoλιθική επoχή και φαίνεται ότι κατoικείτo συνεχώς μέχρι και τα Βυζαντινά χρόνια. Oι αρχαιoλoγικές ανασκαφές
μπόρεσαν να απoκαλύψoυν μεταξύ των άλλων τo ιερό της Μεγάλης θεάς, νεκρoπόλεις, λoυτρά, ένα μεγάλo oίκημα πιθανότατα ανάκτoρo και ελληνιστικό-ρωμαϊκό θέατρo. Σημαντικότατα ευρήματα κεραμικής τέχνης τoπικής
παραγωγής και υψηλής καλλιτεχνικής πoιότητας εκτίθενται στo μoυσείo της Μύρινας. Πρόσφατα το αρχαίο θέατρο της
Ηφαιστείας αποκαταστάθηκε από πόρους του Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος Βορείου Αιγαίου 20002006. Βορειότερα της Ηφαιστείας, στην περιoχή της Χλόης βρίσκεται το ιερό των Καβείρων. Σύμφωνα με τη μυθoλoγία,
"Κάβειρoι" ήταν oι τρεις γιoι και oι τρεις θυγατέρες τoυ Ηφαίστoυ και της Καβειρoύς και λατρεύoνταν στη Λήμνo ως
θεότητες. Η λατρεία τoυς ήταν έντoνα μυστηριακή και περιελάμβανε τις τελετές πoυ έμειναν γνωστές ως "Καβείρια
Μυστήρια" και είχαν σχέση με την αναγέννηση της φύσης και την γoνιμότητα. Τo Καβείριo ήταν τo κέντρo αυτής της
λατρείας. Στην βραχώδη ακτή βρίσκεται και η σπηλιά τoυ μυθικoύ Φιλoκτήτη πoυ εγκαταλείφθηκε από τoυς
συντρόφoυς τoυ στην εκστρατεία εναντίoν της Τρoίας. Στην Πλάκα, κοντά στο αλιευτικό καταφύγιο, σε μία μικρή
χερσόνησo βρίσκoνται ερείπια του Παλαιόκαστρου, σημαντικoύ κάστρoυ της μεσαιωνικής επoχής.
Ο Κοντιάς, κυρηγμένος παραδοσιακός οικισμός έχει να επιδείξει αντιπροσωπευτικά δείγματα της λημνιακής
αρχιτεκτονικής και τους πέτρινους ανεμόμυλους που δεσπόζουν στην είσοδό του. Εκτός όμως από τα υπέροχα
αρχοντικά ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι τρεις εκκλησίες. Ο Άγιος Δημήτριος που χτίστηκε το 1867 και
βρίσκεται στη θέση του Παλαιού Μοναστηριού μετόχι της Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους. Ο Χριστός που είναι
μεταγενέστερη εκκλησία χτισμένη γύρω στο 1950, όπως και ο μικρός ναός του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου που είναι
χτισμένος τον 16ο αιώνα την εποχή των πειρατών (γι' αυτό άλλωστε έχει και τις πολεμίστρες που σώζονται μέχρι
σήμερα). Ο ναός αυτός σήμερα λειτουργεί σαν μουσείο με παλιές βυζαντινές εικόνες. Στον Κοντιά δημιουργήθηκε
22
Πινακοθήκη Σύγχρονης Βαλκανικής Τέχνης, μοναδική στον ελλαδικό χώρο. Στον χώρο της Πινακοθήκης στεγάζονται
74 πίνακες Βαλκανίων ζωγράφων, οι οποίοι αποκτήθηκαν από τη διοργάνωση δυο Βαλκανικών συμποσίων
ζωγραφικής που έγιναν στον Κοντιά τα έτη 1999 και 2001.
Ιστορικά και Παραδοσιακά Κτίρια
Σημαντική κατηγορία οικοδομημάτων της Λέσβου του 19ου αιώνα, που συνεχίζουν τη λειτουργία τους ως τα σήμερα,
είναι τα ελαιοτριβεία, για τη σύνθλιψη του ελαιοκάρπου, την παραγωγή και φύλαξη του λαδιού. Μια καταγραφή του
1912 απαριθμεί στη Λέσβο 110 ατμοκίνητα ελαιοτριβεία, λογική αναλογία με τη γεωγραφική κατανομή των 11.000.000
περίπου ελαιοδένδρων. Είναι χτισμένα στα όρια των οικισμών και στα επίνεια των κωμοπόλεων, δίπλα σε
σαπωνοποιεία, βυρσοδεψεία και πυρηνελαιουργεία.
Μεγάλο και πλούσιο νησί η Λέσβος, είχε πάνω από 100 οικισμούς που οργανώνονταν σε 8 ενότητες, σε καθεμιά από τις
οποίες κυριαρχούσε ένα μεγαλύτερο οικιστικό κέντρο. Τα κέντρα αυτά ήταν η Μυτιλήνη, ο Μόλυβος, το Πλωμάρι, η
Αγιάσος, ο Πολιχνίτος, η Ερεσός, η Καλλονή, η Σκαμνιά. Το στοιχείο που χαρακτήριζε την οικιστική της Λέσβου είναι ο
αστικός χαρακτήρας, που οφειλόταν στην ανάπτυξη κατά τα Νεότερα χρόνια μιας ισχυρής μεσαίας κοινωνικής τάξης. Οι
επιμέρους διαφοροποιήσεις στην αρχιτεκτονική κάθε ομάδας οικισμών σχετίζονταν με τη μορφολογία του τοπίου, τα
υλικά δομής, την οικονομία και τις πολιτισμικές ιδιομορφίες κάθε περιοχής.
Κατά τη θερινή περίοδο οι πλούσιοι γαιοκτήμονες μετέβαιναν στις εξοχικές συνοικίες. Εκεί διέμεναν στους Πύργους,
που συχνά ήταν χτισμένοι στην άκρη εύφορου κτήματος, συνήθως με οπωροφόρα δέντρα. Το τείχος που περιβάλλει τα
αγροκτήματα με τους πύργους είναι τις περισσότερες φορές υψηλό, για την προστασία των καρποφόρων από τους
ανέμους που επικρατούν στα νησιά του Αιγαίου και για την εξασφάλιση της ιδιωτικής ζωής των αστών. Οι πύργοι ήταν
κτίσματα οχυρωματικού χαρακτήρα, υψηλά διώροφα και με ισόγειο χωρίς παράθυρα. Ο δεύτερος όροφος είχε ξύλινο
κλειστό πρόβολο, το γνωστό «σαχνισίνι». Στο ισόγειο, «κατώι», φύλαγαν το λάδι και τα τρόφιμα, στον πρώτο όροφο,
«μεσόδωμα», ήταν εγκατεστημένο το μαγειρείο και τα δωμάτια για τις υπηρέτριες «παρακόρες». Ο δεύτερος όροφος,
άνω δώμα, χρησίμευε για την υποδοχή των ξένων και τη διαμονή της οικογένειας. Την κύρια είσοδο έκλεινε η
επιβλητική χοντρή ξύλινη πόρτα, που κλείδωνε με τεράστιο σιδερένιο κλειδί και την ασφάλιζε η «αμπάρα». Από τα
καλύτερα σωζόμενα παραδείγματα πύργων είναι των Δ. Νιάνια, Μ. Σάλτα, Π. Βοστάνη, Π. Αλαμανέλλη, Δ. Καραπιπέρη
και άλλων. Τα υλικά οικοδομής για όλα τα λεσβιακά κτίσματα ήταν εγχώρια. Ηφαιστειακά πετρώματα, όπως ο
πολύχρωμος τραχείτης, χρησιμοποιήθηκαν στο δυτικό και βόρειο τμήμα της Λέσβου. Ο ασβεστόλιθος,
«μαρμαρόπετρα», χρησιμοποιήθηκε στα χωριά της Γέρας, ο σχιστόλιθος στο Πλωμάρι και ο ερυθρόχρωμος
μιστεγνιώτικος λίθος στο ανατολικό τμήμα του νησιού. Αξιόλογα δείγματα λαϊκής οικιστικής αρχιτεκτονικής αποτελούν
οι υδροκίνητοι μύλοι και οι βρύσες, σκορπισμένες παντού, από τις οποίες μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι
περίτεχνες οθωμανικές βρύσες, συχνά με επιγραφές και φυτικά διακοσμητικά θέματα. Σημαντικό είναι το οδικό δίκτυο
με τα λιθόστρωτα (καλντερίμια) σε όλο το νησί.
Στα μνημειακά οικοδομήματα δημόσιου χαρακτήρα, της περιόδου 1840-1912, συμπεριλαμβάνονται το παλιό
Διοικητήριο, σημερινό Υπουργείο Αιγαίου, το Δικαστικό μέγαρο και τα Σχολεία. Τα σημαντικότερα είναι το 1ο Γυμνάσιο
Μυτιλήνης, «νεοκλασικού» ρυθμού που ανεγέρθηκε το 1840, έργο του αρχιτέκτονα Αργύρη Αδαλή, το Σχολείο Καλλονής
του 1890.
Μουσεία
ΜΟΥΣΕΙΟ ΘΕΟΦΙΛΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ. Τo μουσείο του Θεόφιλου βρίσκεται στο προάστιο Βαρειά της Μυτιλήνης. Στεγάζει
ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς του λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου Χατζημιχαήλ.
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ. Το νέο κτήριο του Aρχαιολογικού Mουσείου Mυτιλήνης, που αποτελεί δείγμα
της σύγχρονης μουσειακής αρχιτεκτονικής, βρίσκεται στην περιοχή Kιόσκι, όπου οι πρόσφατες ανασκαφικές έρευνες
έφεραν στο φως το ιερό της Aφροδίτης
ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ. To Βυζαντινό μουσείο στεγάζεται απέναντι από τον θαυμαστό ναό του αγίου
Θεράποντος. Στόχος του ήταν να διασωθούν κειμήλια μεγάλης εκκλησιαστικής αξίας.
ΜΟΥΣΕΙΟ - ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΣΤΡΑΤΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΔΗ – TERIADE Στις αίθουσες του μουσείου ο επισκέπτης μπορεί να
θαυμάσει έργα χαρακτικής των σπουδαιότερων ζωγράφων του 20ου αιώνα αλλά και έργα ζωγραφικής γνωστών
ελλήνων δημιουργών
ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ Ένα μοναδικό χώρο πολιτισμού και εικαστικών διαθέτει ο Δήμος Mυτιλήνης, μετά την οργάνωση και
λειτουργία της Δημοτικής Πινακοθήκης Mυτιλήνης.
ΜΟΥΣΕΙΟ ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΙΓΡΙΟΥ Το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου αποτελεί ένα
παράθυρο στην ιστορία και την εξέλιξη της λεκάνης του Αιγαίου τα τελευταία 20.000.000 χρόνια. Ιδρύθηκε το 1994 με
έδρα το Σίγρι της Λέσβου
23
Παραδοσιακά Επαγγέλματα
Τα παραδοσιακά επαγγέλματα της Λέσβου αντανακλούν τις ιδιαίτερες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που
διαμορφώθηκαν σε ένα ιστορικό πλαίσιο συνεχών και κομβικών αλλαγών, από το 19ο στον 20ό αιώνα. .Η αναφορά που
ακολουθεί είναι αλφαβητική και μπορεί να θεωρηθεί ενδεικτική για τα παραδοσιακά επαγγέλματα και τις
επαγγελματικές πρακτικές στη Λέσβο από το 1850 μέχρι σήμερα. Αγγειοπλάστες, Αγωγιάτες (Κιρατζήδες), Αλιείς
(Ψαράδες), Αμαξάδες (Αραμπατζήδες) και Αυτοκινητιστές (Σωφέρηδες), Ανελύτρες, Ασβεστοποιοί, Αχθοφόροι
(Χαμάληδες), Βαφείς υφασμάτων (Μπογιατζήδες), Βυρσοδέψες (Ταμπάκηδες), Γανωτζήδες, Γουμαράδες, Εργάτες
Ελαιόμυλων και Ελαιοτριβείων – Ελαιομυλωνάδες, Εργάτες και Εργάτριες στους "Τσουρχνάδες" ή "Κλωσταριά", Εργάτες
και Εργάτριες που απασχολούνται στην Ελαιοκαλλιέργεια (Ραβδιστές, Μαζώχτρες, Κλαδευτές), Εργάτες και Εργάτριες
που απασχολούνται στις Αλυκές, Ζευγάδες, Ζωγράφοι, Ζωέμποροι, (Τσαμπάσηδες), Καλαθοπλέκτες ή Καλαθάδες,
Καλαφάτες, Καπιστράδες, Καραβομαραγκοί, Καρβουναραίοι, Κατασκευαστές Κουδουνιών, Καφετζήδες, Κεραμιδάδες,
Κετσετζήδες ή Πιλητές, Κηροποιοί (Μουμτζήδες), Κοσμηματοποιοί - Χρυσοχόοι (Κουγιουμτζήδες), Κουρείς
(Μπαρμπέρηδες), Κτηνοτρόφοι και Τσομπάνηδες, Μυλωνάδες στους αλευρόμυλους και υδρόμυλους, Μεταξουργοί
(Καζάζηδες), Μετρητές (Κισιτζήδες), Μουσικάντες, Ναυτικοί (Γεμιτζήδες ή Γιομιτζήδες), Ντελάληδες, Ξυλογλύπτες,
Ξυλοκόποι (Ταχτατζήδες), Ξυλοσχίστες ή Υλοτόμοι (Μπισκιτζήδες), Ξυλουργοί - Μαραγκοί (Ντουλγκέρηδες), Πελεκάνοι
και Μαρμαρογλύπτες, Πεταλωτές (Αλμπάνηδες), Πετράδες, Πλανόδιοι Έμποροι (Πραματευτάδες ή Γυρολόγοι),
Ρακοκαζανάδες και Ρακιτζήδες, Ράπτες (Τσοχατζήδες, Αμπατζήδες, Γουναράδες, Φραγκοράφτες), Σακκοποιοί
(Μουτάφηδες), Σαμαροποιοί ή Σαμαράδες, Σαπουνάδες, Σιδεράδες (Δεμιρτζήδες), Τουλουμτζήδες, Υποδηματοποιοί
(Παπουτσήδες, Τσαγκάρηδες) και Τσιρβουλάδες, Υφάντρες, Φαναράδες ή Φαναρτζήδες, Φανοκόροι (Πασβάντες),
Φουρνάρηδες, Χαλκουργοί, Χανιτζήδες ή Χανιώτες, Χτίστες (Γιαπιτζήδες) και Πρωτομάστορες (Καλφάδες).
Τα κύρια επαγγέλματα που απαντώνται στη Λήμνο συνδέονται με τον αγροτικό χαρακτήρα της περιοχής, με την ισχυρή
πολιτιστική παράδοση και με τα φυσικο-γεωγραφικά χαρακτηριστικά της. Η καλλιέργεια της γης και η εκμετάλλευση των
φυσικών πόρων ανέδειξαν επαγγελματίες όπως οι εργάτες αλυκών, οι μυλωνάδες, οι καλαθοποιοί, οι κηροποιοί.
Πρόκειται για επαγγέλματα που πολύ λίγο ασκούνται σήμερα, κυρίως λόγω του εκσυγχρονισμού των μέσων παραγωγής
και των αλλαγών στις καλλιέργειες. Οι στενοί δεσμοί των Λημνιών με τη θάλασσα και τη ναυτική παράδοση και η
ενασχόληση με την αλιεία ως μέσο βιοπορισμού, ανέδειξε επαγγελματίες όπως οι καραβομαραγκοί και οι
σφουγγαράδες. Το επάγγελμα του σιδερά φανερώνει τους δεσμούς με την μακρά ιστορική, πολιτισμική και μυθολογική
παράδοση της Λήμνου και δείγματα της δουλειάς των Λημνιών σιδεράδων διατηρούνται ακόμη στο διάκοσμο των
παραδοσιακών οικημάτων. Η πολιτισμική δραστηριότητα των κατοίκων, που συνδέεται κατά κόρον με τις θρησκευτικές
γιορτές και τα λαϊκά ήθη και έθιμα ανέδειξε και τους τοπικούς οργανοποιούς, στη δουλειά των οποίων βασίστηκε κατά
πολύ η τοπική μουσική παράδοση.
Πολιτιστικές Εκδηλώσεις
Ο Νομός Λέσβου είναι τόπος με πλούσιο πολιτισμό και ιστορία από τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι σήμερα.
Ταυτόχρονα, η πλούσια μουσική παράδοση συνεχίζεται στις μέρες μας στις πολυάριθμες γιορτές και πανηγύρια που
πραγματοποιούνται όλο το χρόνο σε διαφορετικές περιοχές του Νομού, που διατηρούν ζωντανά τα ήθη και έθιμα των
κατοίκων. Τα περισσότερα πανηγύρια πραγματοποιούνται προς τιμήν των Αγίων της Ορθόδοξης εκκλησίας σ' όλη τη
διάρκεια του χρόνου, ιδιαίτερα όμως τη θερινή περίοδο. Η παράδοση των πανηγυριών συνδέεται κυρίως με τον
αγροτικό χώρο, με επίκεντρα τόσο τις εκκλησίες των οικισμών, όσο και τα υπαίθρια εξωκλήσια. Παλαιότερα την
οργάνωση των πανηγυριών αναλάμβαναν οι κοινότητες, οι επαγγελματικές συντεχνίες, καθώς και οι γεωργικοί και
κτηνοτροφικοί σύλλογοι. Σήμερα, πολλά πανηγύρια διατηρούνται (και) με τη συμβολή πολιτιστικών συλλόγων, ενώ
αρκετά έχουν πλέον ξεχαστεί. Από τα πιο μεγάλα πανηγύρια με υπερτοπικό χαρακτήρα που αποτελούν μέχρι και
σήμερα κεντρικό σημείο αναφοράς στη κοινωνική και θρησκευτική ζωή του Νομού είναι α) για τη Λέσβο:
στη Μυτιλήνη του Άγιου Θεόδωρου προστάτη της πόλης στη Μητρόπολη (17/2), της Παναγίας στην συνοικία της
Χρυσομαλλούσας (15/8) και της Παναγίας - Ζωοδόχου Πηγής στη συνοικία της Λαγκάδας. Τελούνται επίσης
πολυάριθμες θρησκευτικές γιορτές προς τιμήν των Αγίων στις ενοριακές εκκλησίες της πόλης, ενώ εορτάζονται
πανηγυρικά οι Απόκριες και τα "Κάψαλα" στις (24/6), στα Βασιλικά της Παναγίας (Γενέθλια Θεοτόκου), στη Καλλονή της
Αγίας Τριάδας, του Αγίου Παντελεήμονα στην τοποθεσία «Καραβούλια» (27/7), του Αγίου Ιγνατίου, στη Μονή Λειμώνος
(14/10), της Αγίας Άννας, στην Σκάλα Καλλονής (25/7), στο Κεράμι το Πάσχα (το έθιμο «Κουκούρα» τη νύχτα της
Ανάστασης), στη Κλειού του Αγίου Κήρυκα (15/7), της Αγίας Τριάδας, της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος στο επίνειο
Τσόνια (6/8), στο Μόλυβο του Αγίου Ιωάννου (29/8), την Καθαρή Δευτέρα, στον Παλαιόκηπο του Αγίου Ερμολάου
(26/7), στο Πέραμα του Αγίου Παντελεήμονα (27/7), στη Πέτρα της Παναγίας (15/8), στον Πολιχνίτο του Αγίου Γεωργίου
(23/4), στο Σίγρι του Αγίου Γεωργίου (23/4) και στη Συκαμιά των Ταξιαρχών, της Αγίας Φωτεινής (9/5), του Αγίου Κήρυκα
στη Σκάλα Συκαμιάς (15/7), της Παναγίας στη Σκάλα Συκαμιάς (15/8).
β) για τη Λήμνο: στις 27 Ιουλίου ημέρα εορτασμού του Αγίου Παντελεήμονα στην περιοχή Ανδρώνι της Μύρινας, πλήθος
τοπικών εκδηλώσεων πραγματοποιούνται στα χωριά της περιοχής στις 15 Αυγούστου, αναπαράσταση του Λημνιού
Γάμου στη Μύρινα, στις 7 Ιανουαρίου στην Παναγιά παραμονή του Αϊ Γιάννη αναβιώνουν τα «Πατατσούδικα», στις 6
Αυγούστου η Μεταμόρφωση του Σωτήρος στην Πλάκα, στις 22 Αυγούστου στην Πλάκα στον Άγιο Χαράλαμπο όπου
γιορτάζονται τα εννιάμερα τις Θεοτόκου, 26 Οκτωβρίου του Αγίου Δημητρίου γιορτή με ιπποδρομίες στο Κοντοπούλι.
24
1ε. Τεκμηρίωση της επιλογής της περιοχής εφαρμογής
Το κύριο σκεπτικό για την επιλογή των Δημοτικών Διαμερισμάτων της Λέσβου ήταν η υποβαθμισμένη τους δυναμική σε
σχέση με τις προοπτικές τους.
Βασικό κριτήριο στην επιλογή της περιοχής παρέμβασης αποτέλεσε και η ανάγκη ορθολογικής παρέμβασης και
αξιοποίησης του περιβάλλοντος και της φυσικής ομοιογένειας, σε συνδυασμό με την ανταγωνιστική
επιχειρηματικότητα. Ένα μεγάλο μέρος της περιοχής χαρακτηρίζεται ως οικολογικά ευαίσθητη, (NATURA 2000), και
στόχος του σχεδίου του τοπικού προγράμματος είναι να αποτελέσει μια φιλόδοξη αλλά και ρεαλιστική πρόταση
αναπτυξιακής διαδικασίας.
Ο ευρύτερος αγροτικός τομέας της προτεινόμενης περιοχής παρέμβασης χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη δυναμικών
κλάδων με βασικότερες την ελαιοκαλλιέργεια, την κτηνοτροφία, τον αγροτουρισμό και την μεταποίηση προϊόντων, αλλά
και άλλους κλάδους με προοπτικές εξέλιξης όπως η παραγωγή προϊόντων ονομασίας προέλευσης η γεωγραφικής
ένδειξης, βιολογικών κλπ. Που δημιουργούν οικονομική και αναπτυξιακή αλληλεξάρτηση. Παρουσιάζει όμως ιδιαίτερα
προβλήματα (διαρθρωτικά, δομικά, προσαρμογής κ.λ.π.) που είτε αφορούν τον αγροτικό τομέα γενικότερα, είτε
αφορούν ειδικές συνθήκες που σχετίζονται με τον νησιωτικό χαρακτήρα στο σύνολο της Λέσβου. Τα κυριότερα
προβλήματα του τομέα είναι ο μικρός κλήρος, το μικρό ποσοστό αρδευόμενων εκτάσεων, η μικρή ανάπτυξη βασικών
υποδομών, η σημαντική υστέρηση στην εκμηχάνιση, η πληθυσμιακή αποψίλωση ορεινών απομακρυσμένων περιοχών, η
μερική απασχόληση, η χαμηλή παραγωγικότητα εργασίας στη γεωργία,. τα έντονα φαινόμενα μονοκαλλιέργειας κλπ.
Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη οικονομική ύφεση της χώρας και την συνεχή αύξηση του κόστους
παραγωγής, δημιουργούν προβλήματα στον κοινωνικοοικονομικό ιστό, στην αγροτική ανάπτυξη, στην ποιότητα ζωής
και γενικότερα στην ανάπτυξη του νησιωτικού χώρου. Έτσι δημιουργείται ή έντονη ανάγκη για τον σωστό σχεδιασμό και
εφαρμογή ενός πλαισίου στήριξης της ανάπτυξης του νησιού. Η εφαρμογή του προτεινόμενου προγράμματος θα
βοηθήσει, με την αξιοποίηση της τεχνολογίας και των τοπικών πλεονεκτημάτων στην άρση της γεωγραφικής
απομόνωσης, της φθίνουσας πληθυσμιακής εξέλιξης και της οικονομικής υστέρησης που έχει προκαλέσει ο
παραμεθόριος νησιωτικός χαρακτήρας της περιοχής παρέμβασης, όπως αποτυπώνεται στα στοιχεία που παρατέθηκαν
σε προηγούμενα υποκεφάλαια, αλλά και οι αδυναμίες της περιοχής να ακολουθήσει την πορεία των άλλων περιοχών
του νησιού.
Στα βασικά κριτήρια για τον προσδιορισμό της περιοχής παρέμβασης του προγράμματος ανήκει και η συμμετοχή του
αγροτικού τομέα στη διαμόρφωση του τοπικού εισοδήματος, η συνεκτικότητα της ζώνης εφαρμογής, η ύπαρξη κέντρου
ανάπτυξης και των απαραίτητων υποδομών καθώς επίσης και η βούληση των τοπικών δυνάμεων της περιοχής για κοινή
δράση. Στη διαδικασία προσέγγισης της περιοχής παρέμβασης εκτιμήθηκε ότι είναι έντονη η προοπτική ανάπτυξης της
προτεινόμενης περιοχής παρέμβασης με στόχο να δημιουργηθεί μια συνολική τάση που θα βασίζεται πάνω στην
ορθολογική εκμετάλλευση του περιβάλλοντος και την επιχειρηματικότητα με έμφαση στην ιδιαιτερότητα και την
νησιωτική ταυτότητα που αγγίζει στην παράδοση επίσης η προοπτική της περιοχής είναι και η συμπληρωματική
ανάπτυξη δεσμών μεταξύ τομέων της τοπικής κοινωνίας. Η γεωγραφική συνέχεια διασφαλίζεται σε μεγάλο βαθμό, αν
και η διοικητική διαίρεση δεν μπορεί να καταγράψει με την έννοια των συνόρων τις ομοιότητες και διαφορές μιας
περιοχής.
Η φυσική ομοιογένεια στην επιλογή της περιοχής παρέμβασης έχει τον ρόλο της προβολής της ποικιλομορφίας ενός
υποσυνόλου που αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του νησιού και βασίζεται στο περιβάλλον του και τα ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά του με κύριο άξονα αναφοράς τις προστατευόμενες περιοχές.
Επιπλέον αυτών όλη περιοχή διαθέτει πλούσιο πολιτιστικό απόθεμα που εξειδικεύεται στα εξής: Πλεονεκτήματα: Ισχυρή
ιστορική και πολιτισμική ταυτότητα όλων των περιοχών, Ανυπολόγιστης αξίας ιστορική, πολιτισμική, πολιτιστική
κληρονομιά, εμφανής στο δομημένο περιβάλλον (Αρχ. Χώροι , ιστορικά και θρησκευτικά μνημεία, χαρακτηρισμένοι και
παραδοσιακοί οικισμοί, αγροτική κληρονομιά), Ενδιαφέροντα ήθη και έθιμα σε όλες τις περιοχές, Σημαντικές
πολιτιστικές δραστηριότητες και δρώμενα σε όλες τις περιοχές.
Μειονεκτήματα: Εγκατάλειψη των πλέον απομακρυσμένων οικισμών, Εγκατάλειψη παραδοσιακού τρόπου ζωής.
Σε ότι αφορά την συνοχή στον πρωτογενή τομέα: Πλεονεκτήματα. Έντονος γεωργικός Χαρακτήρας της περιοχής,
δυνατότητες για διαφοροποιημένη και συμπληρωματική γεωργοκτηνοτροφική παραγωγή. Σημαντική κτηνοτροφία:
Αιγοπρόβατα, βοοειδή, πουλερικά κ.α. Εκλεκτής ποιότητας αγροτικά προϊόντα: λάδι, ελιά, πατάτες, τυροκομικά
προϊόντα (ΠΟΠ), άγρια αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά, ούζο, αλίπαστα. Επιβίωση τεχνικών παραγωγής που
συγκροτούν αξιοποιήσιμο πολιτισμικό απόθεμα.
Μειονεκτήματα: Σχετικά μικρό μέγεθος και κατακερματισμός του αγροτικού κλήρου, μικρού μεγέθους αγροτικές
εκμεταλλεύσεις, χαμηλής ανταγωνιστικότητας και προβληματικής βιωσιμότητας. Μικρή έκταση αρδευόμενων εκτάσεων.
Εντατικοποίηση της χρήσης αγροχημικών με βλαπτικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και στην ποιότητα των προϊόντων.
Υπερβόσκηση βοσκοτόπων. Ελλιπής διασύνδεση παραγωγής κτηνοτροφών και αναγκών της κτηνοτροφίας (κρίση του
κλάδου παραγωγής τους). Περιορισμένη αξιοποίηση προγραμμάτων αναδιάρθρωσης των καλλιεργειών. Μικρός αριθμός
25
προϊόντων ΠΟΠ, ΠΓΕ. Χαμηλός βαθμός επεξεργασίας της αγροτικής παραγωγής. Ανεπάρκειες στην προβολή / διείσδυση
των βιολογικών προϊόντων στις ειδικές αγορές.
Σε ότι αφορά την συνοχή στον Δευτερογενή τομέα παρατηρούνται: Μη ισόρροπη κατανομή σε κλάδους του
δευτερογενούς τομέα με μεγάλη βαρύτητα στον κατασκευαστικό. Οι μεταποιητικές μονάδες του αγροδιατροφικού
τομέα δεν είναι κατανεμημένες με ισορροπία στο νησί.
Όσον αφορά τον τριτογενή τομέα, στην προτεινόμενη περιοχή παρουσιάζει γενικά αύξηση και σχετική βαρύτητα η οποία
όμως υπολείπεται των ευρύτερων χωρικών ενοτήτων και έχει ως χαρακτηριστικό την ανομοιόμορφη κατανομή της
ανάπτυξης μεταξύ παραθαλάσσιων και ηπειρωτικών περιοχών αλλά και μεταξύ Δ.Δ.. Ο κλάδος των Υπηρεσιών
αναπτύσσεται κυρίως στα δύο μεγάλα Αστικά κέντρα της Μυτιλήνης και Καλλονής με τουριστική βαρύτητα στη
Μήθυμνα και το Πλωμάρι. Η αδυναμία υλοποίησης προγραμμάτων που να τονώσουν το ενδιαφέρον για την ανάπτυξη
υπηρεσιών του τριτογενή τομέα και κυρίως διαφοροποιημένων τουριστικών υπηρεσιών και υποδομών είναι εμφανής σε
περιοχές με μικρότερα ανάπτυξη όσον αφορά περιοχές π.χ. των Δήμων Γέρας, Μανταμάδου, Πολιχνίτου κλπ.
Όσον αφορά τους Δημογραφικούς και οικονομικούς δείκτες η περιοχή είναι αυτή η οποία χρήζει της μεγαλύτερης
προσοχής λόγω της αποψίλωσής της και των τάσεων εγκατάλειψης. Η διαφοροποίηση των δεικτών επηρεάζεται
σημαντικά από τα προβλήματα στην παραγωγική βάση και την οικονομική δραστηριότητα, την τομεακή διάρθρωση της
οικονομικής δραστηριότητας, την χαμηλή παραγωγικότητα του πρωτογενή τομέα, τη γήρανση του απασχολούμενου
δυναμικού σε αυτόν και την μη ανανέωση του, την αδυναμία ουσιαστικής εκμετάλλευσης των πλούσιων πόρων και της
διαφοροποίησης των κοινωνικών δομών μιας κύρια αγροτικής περιοχής. Οι κοινωνικοί δείκτες μπορούν να
μεταστραφούν σε έναν διαφορετικό πολυσυμμετοχικό σχεδιασμό ανάπτυξης συνδεδεμένο με τους κρίσιμους πόρους
της περιοχής παρέμβασης, που συμβάλλει στην διαφοροποίηση και την πολυσυλλεκτικότητα του αγροτικού
εισοδήματος, που ενισχύει ποιοτικά τοπικά προϊόντα που με τη σειρά τους θα τροφοδοτήσουν τον αγροδιατροφικό
τομέα, θα εισάγουν την γνώση και την ανταγωνιστικότητα στην αγροτική παραγωγή, αλλά και στην μεταποίηση και
τέλος θα ενισχύσουν και τον τριτογενή τομέα δημιουργώντας μια ισχυρή αλυσίδα μεταξύ των Τομέων για την
διαφοροποίηση της περιοχής, τη δημιουργία ενός πιο συνεκτικού και ανθεκτικού μοντέλου ανάπτυξης – ιδιαίτερα λόγω
συγκυριών και κρίσεων- και μιας προσέγγισης με επίκεντρο τον άνθρωπο με δραστηριότητα στο περιβάλλον τέτοια η
οποία να αποδεικνύει και τον σεβασμό του στη φύση.
Με βάση τις αλληλεξαρτήσεις και την ομοιογένεια στο φυσικό, πολιτιστικό, παραγωγικό και ανθρωπογενές περιβάλλον
- χαρακτηριστικό της νησιωτικότητας - εκτός από το πλαίσιο που τεκμηριώνει την συνοχή της περιοχής και την επιλογή
της ως περιοχή παρέμβασης του Προγράμματος, προσδιορίζεται και η ανάγκη διαμόρφωσης μίας ενιαίας Αναπτυξιακής
Στρατηγική που θα επικεντρώνεται στην κατεύθυνση της αξιοποίησης και ανάδειξης των συνολικών πόρων της περιοχής
και της δημιουργίας πρόσθετων προϋποθέσεων αύξησης και αποτελεσματικής διαχείρισης της ελκυστικότητας και της
ανταγωνιστικότητας της περιοχής. Η προοπτική εφαρμογής ενός τέτοιου Αναπτυξιακού Σχεδίου αποτελεί σοβαρό
κίνητρο για την κινητοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού της περιοχής, με αναμενόμενο αποτέλεσμα τη βελτίωση της
ανταγωνιστικότητας του τομέα της γεωργίας, την ενθάρρυνση της διαφοροποίησης της αγροτικής οικονομίας, με
σεβασμό στο περιβάλλον και τη παράδοση, την αύξηση της απασχόλησης και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής.
Οι φυσικοί και πολιτιστικοί πόροι και η δικτύωση αυτών με τα τοπικά προϊόντα και τις δραστηριότητες των ανθρώπων
της νησιωτικής υπαίθρου αποτελούν το υπόβαθρο και μια από τις κύριες συνιστώσες της τοπικής Στρατηγικής
ανάπτυξης που αποβλέπει στην αποτελεσματική πολιτική ανάπτυξης των κρίσιμων πόρων της περιοχής.
Προβληματισμό προκαλεί η ένταση των ανισοτήτων που παρατηρούνται σε όλα σχεδόν τα επίπεδα
δραστηριότητας παρόλο τον πλούσιο πολιτιστικό, αρχαιολογικό, ιστορικό και φυσικό πλούτου της περιοχής. Επομένως
παρουσιάζεται επιτακτικά η ανάγκη για διασύνδεση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων με διαφοροποιημένο και πιο
ανταγωνιστικό τρόπο με τη φύση, για την ανάδειξη της ταυτότητας και ιδιαιτερότητας της περιοχής παρέμβασης.
Τέλος η προτεινόμενη περιοχή παρέμβασης έχει διαπιστωμένα την εκφρασμένη στην πράξη διάθεση της τοπικής
κοινωνίας για συνεργασία με σκοπό την αποτελεσματική ανάπτυξη ώστε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το σύνολο
των προβλημάτων και ανισοτήτων που έχουν προαναφερθεί και καθιστούν την ανάπτυξη της δύσκολη.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, μια ολοκληρωμένη παρέμβαση μέσω του προτεινόμενου Προγράμματος, και
συμπληρωματικά με τα υπόλοιπα προγράμματα και πρωτοβουλίες του Δ’ ΚΠΣ κρίνεται απαραίτητη μέσα από το
προτεινόμενο μοντέλο ανάπτυξης της συγκεκριμένης περιοχής.
26
ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΩΝ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ
ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΩΝ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ (SWOT analysis) ΤΗΣ
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ
ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ
ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΚΑΙ ΟΠΑΡΑΚΤΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
-W
ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ – ΔΥΝΑΜΕΙΣ - (STRENGTHS)
 Σχετικά υψηλός ρυθμός μεταβολής του ενεργού
πληθυσμού και του ακαθάριστου προϊόντος, έντονος
αλιευτικός χαρακτήρας, ευνοϊκές τάσεις στην
απορρόφηση αλιευτικών προϊόντων
 Σημαντικές περιοχές υψηλής περιβαλλοντικής
αξίας - (Τ.Κ.Σ - Ζ.Ε.Π.)
 Πλούσιοι ιστορικό-πολιτιστικοί πόροι και φιλόξενη
αντίληψη του τοπικού πληθυσμού.
 Σπάνια ποικιλομορφία του γεωφυσικού
περιβάλλοντος, ιδιαίτερη ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ, Ισχυροί
πόλοι έλξης (Απολιθωμένο Δάσος, Ιδιαίτερη
Γεωμορφολογία), χαμηλή πυκνότητα πληθυσμού.
 Ύπαρξη αξιοποιήσιμων τουριστικών πόρων και
δυνατότητα ανάπτυξής τους, κλίμα, εκτεταμένες
ακτογραμμές.
 Περιοχή παρέμβασης ως σύνορο της ελληνικής
επικράτειας και του ευρωπαϊκού κεκτημένου.
 Ποιοτικά και επώνυμα αλιευτικά προϊόντα, στα
πλαίσια μιας μεγάλης ποικιλίας τοπικών
(πρωτογενών και μεταποιημένων) αγροτικών
προϊόντων. Ποιοτικός αγροδιατροφικός τομέας –
Καταναλωτικές συνήθειες
 Συμμετοχή του πρωτογενούς τομέα στην
οικονομία και αγροτική φυσιογνωμία περιοχής.
 Χαμηλή πυκνότητα της πληθυσμιακής σύνθεσης
σε σχέση με το περιβάλλον.
 Λειτουργία του Πανεπιστημίου Αιγαίου ως πόλος
ανάπτυξης και δημιουργίας-ενσωμάτωσης της
καινοτομίας.
 Τάσεις βελτίωσης του ενδογενούς ανθρώπινου
δυναμικού και ύπαρξη κρίσιμης μάζας
επιχειρηματικότητας και ανθρώπινου δυναμικού.
 Ισχυρές τοπικές εταιρικές σχέσεις και
αμοιβαιότητα, εμπειρία στο σχεδιασμό και
υλοποίηση τοπικών αναπτυξιακών Προγραμμάτων
και Στρατηγικών.
 Ταυτότητα και ιδιαιτερότητα μέσα από την
παράδοση, τον πολιτισμό και την κουλτούρα της
ανθρώπινης δραστηριότητας.
 Ισχυρή παρουσία αλιέων σε συγκροτημένη βάση
με ικανό πληθυσμό , ισχυρούς τοπικούς δεσμούς,
παράδοση και εμπειρία
ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ - ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ - (WEAKNESSES)
 Πολλαπλή περιφερειακή διάσταση που τονίζεται από
τη νησιωτικότητα με αποτέλεσμα την απομόνωση, και τις
δυσκολίες πρόσβασης στα κέντρα συσσώρευσης
δραστηριοτήτων και γνώσεων.
 Ενδονησιωτικές ανισότητες, χωροταξικός
υδροκεφαλισμός
 Σταδιακή εγκατάλειψη της αλιευτικής δραστηριότητας
με περιβαλλοντικές επιπτώσεις - τάσεις ερημοποίησης
από την εγκατάλειψη του περιβάλλοντος
 Πιέσεις από μη ορθολογικές παρεμβάσεις στις
θαλάσσιες και παράκτιες περιοχές με οικολογικό
ενδιαφέρον και στο καθεστώς προστασίας και
διαχείρισής τους
 Αστάθεια και άμεση επιρροή απρόβλεπτων εθνικών
συνθηκών λόγω θέσης.
 Αρνητικές επιδράσεις της Κ.ΑΛ.Π.
 Συσσωρευμένες αδυναμίες σε βασικές υποδομές και
υπηρεσίες και ελλείμματα στο ενεργειακό δυναμικό και
τους υδάτινους πόρους.
 Υψηλό κόστος παραγωγής προϊόντων, σχετικά χαμηλή
παραγωγικότητα του πρωτογενούς τομέα και χαμηλός
βαθμός διακλαδικής-διατομεακής διασύνδεσης.
 Χαμηλός βαθμός ενσωμάτωσης καινοτομιών και νέων
τεχνολογιών, συντηρητικές επιλογές, άτολμες ενέργειες
στην επιχειρηματικότητα
 Αδυναμίες στον τουρισμό, μικρή διάρκεια τουριστικής
περιόδου, αδυναμίες στην επιχειρηματικότητα, στην
παροχή υπηρεσίας, στην εξειδίκευση και στη σύνδεση με
άλλες δραστηριότητες.
 Δυσκολία υπέρβασης της εσωστρέφειας και
ανακύκλωση προβλημάτων. Αδυναμία άμυνας απέναντι
σε συνθήκες κρίσης, με άμεσες επιπτώσεις στη
δημογραφική σύνθεση και τη συνεκτικότητα του
κοινωνικού και οικονομικού ιστού
 Λίγες και σχετικά αδύναμες μεταποιητικές μονάδες
αλιευτικής παραγωγής και προϊόντων
 Αυξημένος δείκτης γήρανσης, διαρθρωτικές ανισότητες
στην απασχόληση και στα φύλα, περιορισμένο δίκτυο
κοινωνικών υπηρεσιών.
 Ανεπάρκειες στην εκπαίδευση του ανθρώπινου
δυναμικού και συντηρητισμός της κοινωνίας χαρακτηριστικό της νησιωτικότητας.
27
ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ
ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Ο-Τ
ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ – ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ (OPPORTUNITIES)
 Αξιοποίηση φυσικού
περιβάλλοντος με ορθολογικό
τρόπο
 Αξιοποίηση εξαιρετικής
γεωφυσικής ποικιλομορφίας και
διατήρησή της σε καλή κατάσταση.
Αξιοποίηση της εξαιρετικής
Βιοποικιλότητας (π.χ. BIOBUSNAIAS, παράρτημα 6.)
 Αξιοποίηση της αυξανόμενης
ζήτησης βιολογικής πρώτης ύλης
αγροδιατροφικών προϊόντων
 Αξιοποίηση του πολιτιστικού
δυναμικού της περιοχής και της
πλούσιας παράδοσης και
κουλτούρας, ενσωμάτωση της
πολιτιστικής και ιστορικής
κληρονομιάς.
 Αξιοποίηση νέων τεχνολογιών,
καινοτομίας.
 Νέες τεχνολογίες στην
επιχειρηματικότητα και την
λειτουργία της. Ποιότητα και
καθετοποίηση της παραγωγής
«από το χωράφι στον
καταναλωτή», αξιοποίηση νέων
διατροφικών συνηθειών, Προϊόντα
ΠΓΕ.
 Αξιοποίηση του ενδογενούς
ανθρώπινου δυναμικού και
ανάπτυξη των δυνατοτήτων του.
 Δημιουργία ποιότητας ζωής και
δυναμικής στην άρση των
ανισοτήτων. Δικτύωση και έμφαση
στην εξωστρέφεια.
 Αξιοποίηση των δυνατοτήτων της
διαφοροποίησης του τουριστικού
προϊόντος σε συνδυασμό με την
ιδιαίτερη φύση και αξιοποίηση των
εναλλακτικών μορφών τουρισμού.
 Προσεκτικός σχεδιασμός και
ανάπτυξη ευκαιριών για νέους και
γυναίκες, διαρκής εκπαίδευσηπροσωπική βελτίωση
 Προσέλκυση νέων επενδύσεων,
νέων επενδυτικών ιδεών και
εφαρμογών.
 Δημιουργία οράματος και στόχοπροσήλωση στην έννοια της
αειφόρου ανάπτυξης.
 Αξιοποίηση και διάδοση της
πληροφορίας ως μέσου επίτευξης
πολλαπλασιαστικών οφελών.
ΑΠΕΙΛΕΣ – ΚΙΝΔΥΝΟΙ - (THREATS)
 Ελλιπείς βασικές υποδομές, έλλειμμα στο υδάτινο δυναμικό
 Εξάρτηση από τον εθνικό κορμό και αποψίλωση της ενσωμάτωσης
της τοπικής οικονομίας στην εθνική οικονομία
 Απόσταση, απομόνωση, εσωστρέφεια, κλειστό περιβάλλον,
περιορισμένοι πόροι για αυτάρκεια
 Δύσκολες παγκόσμιες συγκυρίες με άμεσες επιπτώσεις στην τοπική
πραγματικότητα
 Αλλαγές στις κλιματικές συνθήκες - κίνδυνοι στο περιβάλλον από
παρεμβάσεις, πυρκαγιές, αποψίλωση δασών, εκτεταμένη χρήση
αγροχημικών
 Σκληρό ανταγωνιστικά περιβάλλον για την παραγωγή και την
επιχειρηματικότητα.
 Μακροχρόνια ανεργία και γενικότερες αρνητικές οικονομικές
συγκυρίες που πλήττουν με πολλαπλάσιο αντίκτυπο την περιοχή.
 Χαμηλή παραγωγικότητα της εργασίας με αρνητικές συνέπειες στις
οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις.
 Παρατεταμένη έλλειψη εφαρμογής καινοτομιών και νέων
τεχνολογιών στην παραγωγική διαδικασία
 Γήρανση του δυναμικού που απασχολείται στη γεωργική παραγωγή
και δυσκολία προσαρμογής του στις τεχνολογικές / καινοτομικές
εξελίξεις
 Συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού, ανεργία, ανταγωνισμός με
αστικά κέντρα, αστικοποίηση
 Σταδιακή μείωση των ενισχύσεων-επιδοτήσεων (ΚΑΠ) σε συνδυασμό
με την αναγκαιότητα που ακόμη υπάρχει.
 Εισαγωγική διείσδυση, αδύναμη εξαγωγική προσπάθεια, αδυναμία
αξιοποίησης οικονομιών κλίμακας.
 Ανεπαρκές μοντέλο ανάπτυξης για τα τοπικά δεδομένα, μακροχρόνια
αναπτυξιακή καχεξία.
28
2. ΛΕΣΒΟΣ – ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΟΥ ΝΗΣΙΟΥ 1
Συλλογική οργάνωση του πληθυσμού
Αγροτικά Σωματεία – Γεωργικές Επιτροπές στην Λέσβο. Στην Λέσβο, το 1916 οι κτηματίες οργανώθηκαν. Τον Οκτώβριο
του 1916 τα μέλη του Κτηματικού Συνδέσμου Μυτιλήνης ενέκριναν το καταστατικό του νεοσυσταθέντος Συνδέσμου
2
τους. Ο Σύνδεσμος είχε την επωνυμία: «Αγροτικός Σύνδεσμος Κτηματιών της περιφερείας Μυτιλήνης», και
πραγματοποιούσε τα Παλλεσβιακά Γεωργικά Συνέδρια, στα οποία διατυπώνονταν τα αιτήματά τους προ το κεντρικό
κράτος. Ο σύνδεσμος Κτηματιών σε συνέδριό του, το 1924 αποφάσισε ομόφωνα την επέκτασή και την οργάνωση του
3
Συνδέσμου Κτηματιών σε όλο το Νησί.
Στην περιφέρεια υπήρχαν γεωργικά σωματεία. Στην Αγία Παρασκευή το γεωργικό σωματείο είχε ηλικία πάνω από 100
4
χρόνια. Πριν από την Μυτιλήνη είχε ιδρυθεί και στο Πλωμάρι το οποίο είχε και την ευθύνη της αγροφυλακής.
Το 1919 δημιουργήθηκαν Γεωργικές επιτροπές. Αρκετές φορές οι πρόεδροι των Γεωργικών Επιτροπών και συνδέσμων
5
του νησιού συνεδρίαζαν και συζητούσαν για τα γεωργικά ζητήματα που τους απασχολούσαν.
Η Σύσταση Γεωργικών Επιμελητηρίων
Το Υπουργείο Γεωργίας προς εκτέλεση του νόμου 280 αποφάσισε να συστήσει στην πρωτεύουσα κάθε Νομού Γεωργικά
Επιμελητήρια και για τούτο έστειλε εγκυκλίους σε όλους τους Νομάρχες για να γνωμοδοτήσουν ποιοι Δήμοι ή
Κοινότητες θα αποτελούσαν τις εκλογικές περιφέρειες κάθε Νομού, για την εκλογή των μελών γεωργικών
6
επιμελητηρίων, τα οποία θα εκλέγονται από τα Δημοτικά και Κοινοτικά Συμβούλια κάθε εκλογικής περιφέρειας. Παρότι
η σύσταση τους προβλεπόταν από νόμο της προηγούμενης δεκαετίας, μόλις το 1927 ξεκίνησε η ίδρυσής τους. Το 1928
το Υπουργείο Γεωργίας με έγγραφό του προς τις Νομαρχίες, ζητούσε την άμεση σύγκλιση της Α’ της Γενικής Συνέλευσης
του Γεωργικού Επιμελητηρίου. Τα θέματα συζήτησης σ΄ αυτή την συνέλευση εκτός των άλλων θα περιείχε την εκλογή
επιτροπής επί των διαιτησιών, πρόσληψη Γενικού Γραμματέα, σύνταξη εσωτερικού κανονισμού, καθορισμό ποσοστού
7
φορολογίας, εκλογή εκτάκτων μελών και καταρτισμός και επιτροπών ή τμημάτων. Η εφημερίδα, Ο ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ
στις 1/2/1929 περιγράφει αναλυτικά την πρώτη συνεδρίαση του Γεωργικού Επιμελητηρίου Λέσβου.
8
Την Άνοιξη του 1928 στην Θεσσαλονίκη πραγματοποιήθηκε το Πανελλήνιο Αγροτικό Συνέδριο. Την ίδια εποχή
ο
9
πραγματοποιείθηκε στην Λέσβο το 6 Παλλεσβιακό Συνέδριο ελαιοπαραγωγών. Τον Ιανουάριο του 1931, στην Αγιάσο,
έγινε το Παλλεσβιακό Ελαιοπαραγωγικό Συνέδριο, το οποίο μεταξύ άλλων αποφάσισε: «αποκρούει απολύτως και
απορρίπτει ως ασύμφορο και ότι δεν εξυπηρετεί τους ελαιοπαραγωγούς, το προσχέδιο νόμου, το οποίο συντάχθηκε από
το Υπουργείο Γεωργίας, «Περί συστάσεως επιτροπής προστασίας ελαίας». Και ζητούσε την ψήφιση του υπό του Β’
Πανελληνίου Ελαιοκομικού Συνεδρίου καταρτισθέντος προσχεδίου «Περί αυτόνομου Ελαιοκομικού Οργανισμού».
Τάθηκε υπέρ της εφαρμογής των δακοκτόνων μέτρων και την έναρξη του ραντίσματος, την καταργήση φόρων, την
τέλεια απαγόρευση εισαγωγής σπορέλαιων αλλά και την παραγωγή τους, κλπ.
Αγροτικοί Συνεταιρισμοί
Η νομική μορφή που διαδέχτηκε τα ισνάφια, τα συνεργατικά σωματεία, τις αδελφότητες κλπ., ήταν οι αγροτικοί
συνεταιρισμοί, οι οποίοι έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας και κατ’ επέκταση συνολικά
της οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδος. Αρχικά η νομική τους κάλυψη ήρθε με τον νόμο 602/1915 και στην συνέχεια ο
1
Το παρόν κείμενο είναι από την έρευνα που έκανε η Β. Ανδρεαδέλλη στο πλαίσιο της διδακτορικής της διατριβής «Πρακτικοί κανόνες υγιεινής στον
αγροτικό χώρο, ως πεδίο συγκερασμού τοπικών και υπερτοπικών αντιλήψεων και αντιπαραθέσεων, το παράδειγμα της Λέσβου» στο Τμήμα Πολιτισμικής
Τεχνολογίας & Επικοινωνίας του Πανεπιστήμιο Αιγαίου
2
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 4/10/1916
3
Βλ. Εφημ.. ΣΑΛΠΙΓΞ 11/6/1924
4
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 5/10/1916
5
Βλ. εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 14/6/1920
6
Τα Γεωργικά Επιμελητήρια θα αντιπροσώπευαν τους γεωργούς και τα συμφέροντά τους και ειδικότερα θα μελετούσαν τα ζητήματα που συνδέονται
με την γεωργική ή βασική παραγωγή, θα έδιναν την γνώμη τους για τα νομοσχέδια τα οποία σχετίζονταν με την γεωργία και τους κλάδους της, θα
φρόντιζαν περί της επαγγελματικής μόρφωσης των γεωργών καθώς και περί σύστασης γεωργικών σωματείων και συλλόγων, θα διοργάνωναν γεωργικές
και κτηνοτροφικές εκθέσεις, θα ίδρυαν φυτώρια, αγροκήπια και σταθμούς επιβητόρων, καθώς και γεωργικά ταμεία ή άλλα γεωργικά πιστωτικά ιδρύματα
και κοινές αποθήκες για τα γεωργικά προϊόντα, θα επέβλεπαν ώστε να μην νοθεύονται τα προϊόντα επίσης και για να ζυγίζονται με ακρίβεια, θα
αγόραζαν ή θα μεταπωλούσαν γεωργικές μηχανές, εργαλεία, σπόρους ή λιπάσματα, θα κρατούσαν γεωργική και δασική στατιστική και τέλος θα έλυαν
ως διαιτητές τις διαφορές μεταξύ εμπόρων και γεωργών, γαιοκτημόνων και κολίγων εργατών6 και γενικά θα επέβλεπαν την βελτίωση των Γεωργικών και
Δασικών προϊόντων, καθώς και ανάπτυξη της κτηνοτροφίας. Βλ. εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 21/1/1927
7
Βλ. Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ 14/6/1928
8
Βλ. Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ 2/4/1928
9
Βλ. Εφημ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ 19/4/1928
29
10
Οι συνεταιρισμοί ανά την Ελλάδα το 1935,
αρχικός νόμος συμπληρώθηκε - συμπληρώνεται μέχρι τις μέρες μας.
ίδρυσαν την Συνομοσπονδία Συνεταιρισμών. Στο Ελληνικό κράτος στα 1936 ο αριθμός των συνεταιρισμένων γεωργών
11
ήταν 300.000, αρχηγοί οικογενειών οι οποίοι αντιπροσώπευαν πληθυσμό 1.350.000 ατόμων.
Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί στην Ελλάδα είναι δύο βαθμών: πρωτοβάθμιοι, πού ιδρύονται για να λειτουργούν στα
χωριά και τις αγροτικές συνοικίες των επαρχιακών πόλεων, και δευτεροβάθμιες οργανώσεις, όπως οι ενώσεις
γεωργικών συνεταιρισμών που ιδρύονται και λειτουργούν σε κάθε αγροτική περιφέρεια. Εκτός από αυτούς τους
συνεταιρισμούς υπάρχουν και οι κεντρικές συνεταιριστικές οργανώσεις που άλλες χαρακτηρίζονται σαν δευτεροβάθμιες
και άλλες σαν τριτοβάθμιες. Σαν ανώτατη κορυφαία συνεταιριστική οργάνωση είναι η Πανελλήνια Συνομοσπονδία
Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΠΑΣΕΓΕΣ ).
Οι πρωτοβάθμιοι συνεταιρισμοί είναι το κύτταρο του συνεταιριστικού κινήματος και δημιουργούνται στον τόπο
απασχόλησης και κατοικίας του αγρότη. Αποτελούνται από 7 – 25 αγρότες και έχουν καταστατικό λειτουργίας. Η
12
λειτουργία τους αρχίζει μετά την έγκριση του καταστατικού από το Υπουργείο Γεωργίας.
Η ΠΑΣΕΓΕΣ είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου και μη κερδοσκοπικός οργανισμός. Αποτελεί το ανώτατο
ιδεολογικό, επαγγελματικό και συντονιστικό φορέα των Ελληνικών Αγροτικών Συνεταιρισμών εκπροσωπώντας 746.812
αγρότες σε κάθε γωνία της χώρας, 63.550 Αγροτικούς Συνεταιρισμούς και 114 Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών.
Ανώτατο καθοδηγητικό όργανο της ΠΑΣΕΓΕΣ αποτελεί η Γενική Συνέλευση η οποία εκλέγει Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.)
από 21 μέλη τα οποία εν συνεχεία εκλέγουν πενταμελές προεδρείο. Το Δ.Σ. και το προεδρείο ορίζουν τον Γενικό
Διευθυντή ο οποίος έχει την ευθύνη της διοικητικής, οικονομικής και διαχειριστικής λειτουργίας της ΠΑΣΕΓΕΣ. Επίσης
λειτουργεί ως Εθνικός εκπρόσωπος των Ελληνικών Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων στο εξωτερικό και
συνεργάζεται με τις αντίστοιχες Ευρωπαϊκές Οργανώσεις.Είναι μέλος διαφόρων ευρωπαϊκών και διεθνών οργανισμών
όπως: Διεθνή Ομοσπονδία Αγροτών (IFAP), Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Γεωργίας (CEA) και Γενική Επιτροπή του
Αγροτικού Συνεταιρισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης (COGECA).
Στην Λέσβο, μετά τον νόμο για τους συνεταιρισμούς, ιδρύθηκαν με χρονολογικοί σειρά οι εξής: 3/6/1915 Γεωργικός
Πιστωτικός Συνεταιρισμός Κηπουρών Μόριας, με 40 μέλη. 18/7/1915 Γεωργικός Συνεταιρισμός Ελαιοπαραγωγών
Μόριας, με 60 μέλη. 8/9/1915 Γεωργικός Πιστωτικός Συνεταιρισμός Άγιος Ισίδωρος, στο Πλωμάρι, με 66 μέλη. 7/3/1917
Γεωργικός Πιστωτικός Συνεταιρισμός Πολιχνίτου, με μέλη 31.Το 1921 Ελαιουργικός Πιστωτικός Συνεταιρισμός Σκοπέλου,
Γέρας. Ο θεμέλιος λίθος του συνεταιριστικού ελαιουργείου Παπάδου μπήκε τον Απρίλιο του 1924 από τον Νομάρχη
13
Λέσβου.
Από το 1922 άρχισε το ουσιαστικό ενδιαφέρον του κράτους για την βελτίωση της ελαιοκαλλιέργειας και την ίδρυση
σύγχρονων ελαιοτριβείων, τοποθετήθηκε επόπτης συνεταιρισμών στην Λέσβο και με τους πρόσφυγες που
14
εγκαταστάθηκαν στην Λέσβο υπήρχαν άφθονα εργατικά χέρια. Το 1923 ιδρύθηκαν 8 Συνεταιρισμοί , το 1924, 14, το
15
Στα τέλη του 1925 στον Ν. Λέσβου υπήρχαν 50 συνεταιρισμοί. Από αυτούς οι 18 είναι
1925 ιδρύθηκαν 23,
Ελαιουργικοί Πιστωτικοί, ( στις κοινότητες: Σκόπελος, Μιστεγνά, Παλαιόκηπος, Παπάδος, Μεσαγρός, Μόρια, Βασιλικά,
Θερμή, Πολυχνίτος, Βρισά, Πλακάδος, δυο στο Πλωμάρι, Κλειού, Ακράσι, Μεγαλοχώρι, Πάμφιλα και Παλαιοχώρι), οι 19
Γεωργικοί Πιστωτικοί, (στις κοινότητες: Πολυχνίτο, Πάμφιλα, Μεσότοπο, Βατούσα, Φίλια, Σκαλοχώρι, Ερεσό, Καλλονή,
Κεράμι-Παπιανά, Αγία Παρασκευή, Παράκοιλα, Ανεμώτια, Μήθυμνα), οι 8 έχουν διάφορους σκοπούς, (στον Σκόπελο
υπάρχει συνεταιρισμός πώλησης καπνού, στην Αγιάσο πώλησης γεωργικών και βιομηχανικών προϊόντων, στην Βαριά
ενοικίαση γαιών, στην Αγιάσο για την ενοικίαση της Μεγάλης Λίμνης, στα Τελώνια για την ενοικίαση των κτημάτων της
Μονής Υψηλού, στο Σίγρι για την ενοικίαση γαιών, στον Μεσότοπο γαλακτομικός και στην Αγία Μαρίνα για την
ενοικίαση γαιών), και ένας Γεωργοκτηματικός στον Άγιο Ευστράτιο και ένας στην Νέα Κούταλη στην Λήμνο. Το ίδιο έτος
στο Μπαλτζίκι (Νέες Κυδωνίες), όπου είχαν εγκατασταθεί αρκετοί πρόσφυγες, έγιναν οι απαραίτητες ενέργειες ώστε η
16
κοινότητα να γίνει «Πρότυπος Γεωργικός Συνεταιρισμός»
Οι Ελαιουργικοί Συν/σμοί στο τέλος του 1928 είχαν συνεταίρους 3600, περίπου. Από αυτούς οι 25 είχαν ισάριθμα
ελαιουργεία όλα ατμοκίνητα ή πετρελαιοκίνητα, πλην ενός υδροκινήτου, αξίας 35.000.000 δρχ. με 57 υδραυλικά
πιεστήρια πρώτου μεγέθους, 34 ελαιομύλους, με ανάλογες αποθήκες ελαιόκαρπου και αποθήκες ελαιόλαδου 1.000.000
10
Βλ. Κλήμης Αρ «ΛΕΣΒΙΑΚΑ» ΤΕΥΧΟΣ ΙΒ΄ ,.:172-19
Βλ. Βεργόπουλος Κ., 1975:173
12
Βλ. Αβδελίδης Παρμ.. 1986,
13
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 23/4/1924
14
Μεταξύ αυτών ο Το 1923 ιδρύθηκαν του Μανταμάδου, οι οποίοι άρχισαν να αγοράζουν σε συμφέρουσες τιμές τα αναγκαία υλικά για τις καλλιέργειες.
ΝΕΟΙ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΙ Ιδρύθησαν ελαιουργικός πιστωτικός συνεταιρισμός εις Μανδαμάδον, ενοικιάσας διά τας εργασίας του το εργοστάσιον της εκεί
κοινότητος, ως και ο Γεωργικός τοιούτος εις Πολυχνίτον Βλ. εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 16/3/1923
15
Στην κοινότητος Φίλιας, Σκαλοχωρίου ίδρυσαν Γεωργ. Πιστωτ. Συναιτερισμό απεριορίστου ευθύνης. Στην Βατούσα Γεωργ. Πιστωτ. Συναιτερισμόν
περιορισμένης ευθύνης. Ακολουθούν οι Ελαιουργικοί Πιστωτικοί Συνεταιρισμοί του Μεγάλου Χωριού, του Ακρασί και των Παμφύλων Το 1925 στον
Πολυχνίτο αποφασίστηκε η δημιουργία συνεταιριστικού ελαιοτριβείου. Οι αρχικοί μέτοχοι ήταν 52. Βλ. εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 9/9/1925 Στην Αγιάσο
ιδρύθηκε συνεταιρισμός πώλησης γεωργικών και βιομηχανικών προϊόντων του τόπου. Το καταστατικό εγκρίθηκε από το Υπουργείο Γεωργίας Βλ. Εφημ.
ΣΑΛΠΙΓΞ 25/8/1925
16
Βλ. Εφημ.. ΣΑΛΠΙΓΞ 31/3/1925
11
30
17
18
Περί τους 100 αγρότες
οκ. Το ίδιο έτος, συστήθηκε Πιστωτικός Ελαιουργικός Συνεταιρισμός Σκαμνιάς «Αθηνά».
κάτοικοι Κλειούς ιδρύσαν Ελαιουργικό Πιστωτικό Συν/σμό, ο οποίος από τον Φεβρουάριο του 1928 μέσα σε ένα χρόνο,
κατόρθωσε να αποκτήσει ιδιόκτητο ελαιοτριβείο αξίας 750 χιλιάδων δρχ. Η ίδρυση Καπνογεωργικού Συν/σμού στον
Πολυχνίτο ήταν απαραίτητος ύστερα από την εκμετάλλευση που υφίσταντο οι καπνοκαλλιεργητές εκ μέρους των
19
καπνεμπόρων. Ο Συνεταιρισμός ονομάσθηκε «Ομόνοια», αριθμούσε δε στην αρχή γύρω στα 50 μέλη. Ο Ασώματος
επίσης, το ίδιο έτος απέκτησε Ελαιουργικό Πιστωτικό Συνεταιρισμό. Το καταστατικό του εγκρίθηκε από το Υπουργείο
20
Γεωργίας και στις 25 Ιουνίου 1928.. Από του υπουργείου Γεωργίας το 1930 ενεκρίθη η σύστασης και τρίτου
21
συνεταιρισμού στην κοινότητα Θερμής και το1931 ιδρύθηκε στο Τζουμαϊλή Καλλονής, Γεωργικός Πιστωτικός
22
Συνεταιρισμός.
Το 1929 στην Λέσβο λειτουργούσαν 54 συνεταιρισμοί, οι οποίοι κατανέμονται ως εξής : 32 Ελαιουργικοί Πιστωτικοί, 3
Γεωργοκτηνοτροφικοί, 3 Κτηματικής Πίστεως, 1 Κτηνοτροφικός και 1 ενοικιάσεως γαιών με αριθμόν συνεταίρων 6.000
περίπου και καταβεβλημένο κεφάλαιον πάνω από 17.000.000 δρχ.
Οι συνεταιριστές της Αγιάσου στις 15 Ιουνίου του 1932 εξέδωσαν την «Φωνή του Συνεταίρου», όργανο των
συνεταιρισμένων αγροτών Λέσβου και το Γεωργικό Επιμελητήριο Λέσβου εξέδωσε το αγροτικο- συνεταιριστικό έντυπο
23
«Δελτίο». Μέχρι το 1933 οι συνεταιρισμοί είχαν οικοδομήσει 18 και αγοράσει 8 ελαιουργεία. Με τον τρόπο αυτό αφ’
ενός κοινωνικοποιήθηκαν τα μέσα επεξεργασίας και εμπορίας του λαδιού και αφετέρου αφαιρέθηκαν από τους
μεσάζοντες οι μηχανισμοί εκμετάλλευσης των μικρών και μεσαίων παραγωγών. Με την βοήθεια της ΑΤΕ, το 1932 με
’33, ιδρύθηκε αλληλοασφαλιστικός συνεταιρισμός μεταξύ 14 Ελαιουργικών Συνεταιρισμών, με στόχευση την ασφάλεια
για φωτιά. Από επίσημα στατιστικά στοιχεία της ΑΤΕ, στο τέλος του 1933 στο νησί λειτουργούσαν 69 συνεταιρισμοί, υπό
οργάνωση 4, σε αδράνεια 11, σύνολο 84. Οι παραπάνω συνεταιρισμοί (οι λειτουργούντες) είχαν στο ενεργητικό τους
είχαν ως μέλη 6.839 άτομα (αρχηγοί αγροτικών οικογενειών). Τα είδη των συνεταιρισμών αυτών ήταν: πιστωτικοί 28,
ελαιουργικοί 35, γαλακτομικοί 1, ενοικίασης – εξαγοράς 4, άλλων σκοπών 1. Μετά το 1933 η εξέλιξή τους ήταν η
ακόλουθη: Το 1934 ιδρύθηκαν 8 συνεταιρισμοί εξαγοράς και ενοικίασης γαιών και βοσκοτόπων και 1 πιστωτικός
κτηνοτροφικός, το 1935 ιδρύθηκαν 8 γεωργοκτηνοτροφικοί και διαλύθηκαν 4 διαφόρων σκοπών και το 1936 ιδρύθηκε 1
συνεταιρισμός εξαγοράς γαιών και 1 πώλησης σύκων, ενώ διαλύθηκαν 3. Οι συνεταιρισμοί είχαν ουσιαστικές
παρεμβάσεις στη ζωή των χωριών τους. Π.χ. είχαν αναλάβει τον ηλεκτροφωτισμό των χωριών, όπως στο Πλωμάρι, ο
συνεταιρισμός της Θερμής εξασφάλιζε το καθημερινό ψωμί των οικογενειών των μελών τους κλπ.
Η συνεταιριστική κίνηση της Λέσβου στα τέλη του 1936 είχε ως εξής: Στην επαρχία Μολύβου υπήρχαν 41 συνεταιρισμοί,
αλλά λειτουργούσαν 31, στην επαρχία Μυτιλήνης από τους 43 λειτουργούσαν οι 30 και στην επαρχία Πλωμαρίου από
24
Στις 8
τους 14 λειτουργούσαν οι 13. Τα μέλη των 85 δραστήριων συνεταιρισμών ανερχόταν στα 6.894 άτομα.
25
Σεπτεμβρίου του 1939 η κυβέρνηση ίδρυσε υφυπουργείο Συνεταιρισμών με απόφαση του Αρχηγού της κυβέρνησης.
Η κυβέρνηση το 1945, με τον νόμο 389 προσπάθησε να ελέγξει του συνεταιρισμούς, δίνοντας την δυνατότητα σε
ανθρώπους που δεν είχαν ουσιαστική σχέση με τους αγρότες να διορίζονται ως σύμβουλοι των συνεταιρισμών και να
26
κάνουν την εκκαθάριση των συν/σμών που η ίδρυσή τους δεν διέπεται από τον Ν. 602. Στην Ερεσό το 1946 ιδρύθηκε
27
σύνδεσμος κτηματιών με αριθμό μελών πάνω από 150 μέλη. Στα μέσα της δεκαετίας του ’50, στην δύναμη της Ένωσης
Συνεταιρισμών Λέσβου, ήταν: 42 ελαιουργικοί, 5 γαλακτομικοί, 5 γεωργικοί, 3 φρουτοπαραγωγικοί σύνολο 55, και οι
συνεταιριστές ανερχόταν στους 8.557 αγρότες.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 υπήρχαν κατά επαρχία οι παρακάτω συνεταιριστικές οργανώσεις αγροτών:
Συνεταιριστική οργάνωση
Επαρχία
Επαρχία Πλωμαρίου
Επαρχία
Σύνολο
Μυτιλήνης
Μηθύμνης
Μελισσοκομικοί
1
1
Ελαιουργικοί
29
10
14
53
Κτηνοτροφικοί & γαλακτομικοί
4
1
7
12
Γεωργικοί Πιστωτικοί
4
8
12
Πώληση λαχαν. Φρούτων & 2
2
4
οπωροπαραγωγικοί
Συκοπαραγ. & πώληση σύκων
1
1
2
Δασικοί
1
1
1
3
Βλ. Βέννος Κ. Έκθεση Επόπτης Συνεταιρ. Λέσβου Βλ. εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 9/5/1929
Βλ. Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ 27/3/1928
19
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 21/2/1929
20
Βλ. Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ 28/6/1928
21
Βλ. Εφημ.. ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ 12/10/1930
22
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 17/3/1931
23
Αυτοί που οικοδόμησαν ήταν: Ακρασίου, Αφάλωνα, Βασιλικών, Βορού, Βατούσας, Γελίων, Κλειούς, Κλωμηδάδου, Μανταμάδου, Μεσαγρού,
Παμφίλων, Πηγής, Παπάδου, Πλακάδου, Παλαιοκήπου, Πλωμαρίου, Στύψης, Σκαλοχωρίου, ενώ αγόρασαν οι συνεταιρισμοί Βρύσας (2), Κάπης (2),
Πέτρας, Παρακοίλων Σκαμνιάς, Σκοπέλου.
24
Βλ. Κλήμης Αρ «ΛΕΣΒΙΑΚΑ» ΤΕΥΧΟΣ ΙΒ :172- 194&., 1989 & Ευαγγέλου Δ., 1933
25
Βλ. Εφημ.. ΛΕΣΒΙΑΚΗ ΗΧΩ 9/3/1940
26
Βλ. Εφημ. ΑΓΡΟΤΙΚΗ 10/10/45
27
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 9/2/ 1946
17
18
31
Ο παραπάνω αριθμός των Συνεταιριστικών Οργανώσεων κατατάσσει το νησί της Λέσβου στην πρώτη γραμμή των
διαμερισμάτων της Ελλάδας. Σχεδόν σε όλα τα χωριά υπάρχει Συνεταιρισμός. Η ιδιοκτησία των συνεταιρισμών ήταν:
42 ελαιοτριβεία, 5 τυροκομεία, 4 ηλεκτροφωτισμούς, 10 αλευρόμυλους, 1 αποστειρωτήριο σύκων, 1 μικρό
28
κονσερβοποιείο φρούτων και 2 σαπωνοποιεία .
Επίσης στην δεκαετία του 1980 λειτουργούσαν ο Γαλακτομικός Συνεταιρισμός Νάπης, ο Γεωργικός Πιστωτικός
29
Συνεταιρισμός Σκαλοχωρίου, ο γαλακτομικός Συνεταιρισμός Βατούσας και ο Σύλλογγος Μελισσοκόμων Νομού Λέσβου
Η Ένωση των Αγροτικών Συνεταιρισμών Λέσβου
Χθες (1930) το πρωί συνήλθον εις το γραφείον του Επόπτου Συνεταιρισμού κ. Βένου, περί τους 40 αντιπροσώπους
Συνεταιρισμών της νήσου, προς τον σκοπόν της ιδρύσεως Ενώσεως Συνεταιρισμών. Κατόπιν μακράς συζητήσεως
απεφασίσθη η ίδρυσις της Ενώσεως, δηλωσάντων συμμετοχήν εις αύτην είκοσι συνεταιρισμών. Το καταστατικόν
30
υπεγράφη υπό 18 αντιπροσώπων.
Η Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Λέσβου ( Ε.Α.Σ.Λ. ) είναι δευτεροβάθμια συνεταιριστική Οργάνωση με έδρα το Δήμο
Μυτιλήνης. Η σύστασή της διέπεται από την νομοθεσία για τις Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις ( Ν. 1541/1985 )
και από τις διατάξεις του καταστατικού της, το οποίο επίκειται να τροποποιηθεί σύμφωνα με το Ν. 2810/2000. Η
περιφέρειά της καταλαμβάνει το σύνολο των περιφερειών των πρωτοβάθμιων συνεταιρισμών που είναι μέλη της και
επεκτείνεται σ’ ολόκληρη τη νήσο Λέσβο. Ιδρύθηκε το έτος 1930 αλλά η ουσιαστική δραστηριότητά της άρχισε το 1938
με την συνεργασία της με τις Ενώσεις Ξάνθης, Κιλκίς, Δράμας, Κατερίνης και την πώληση λαδιού σε αγορές της
Μακεδονίας.
Η εταιρική της μορφή είναι συνεταιρισμός περιορισμένης ευθύνης και τα μέλη της ευθύνονται για τις υποχρεώσεις της
προς τρίτους, περιορισμένα, μέχρι του τριακονταπλασίου του ύψους των συνεταιριστικών τους μερίδων. Σκοπός της
Ένωσης είναι ο συντονισμός και η ενίσχυση του έργου των μελών της, τα οποία είναι κυρίως συνεταιρισμοί, που
ασχολούνται με την ελαιοκομία και την κτηνοτροφία. Η Ένωση, κατά την χρονική περίοδο αναφοράς, είχε τις εξής
βιομηχανίες και εγκαταστάσεις: 2 πυρηνελαιουργεία, 1 Ραφινερί, 3 ελαιοδεξαμενές, 1 κλωστοϋφαντουργείο
ελαιοπάνων, 42 ελαιοτριβεία, 4 τυροκομεία, 10 αλευρόμυλοι, 1 κονσερβοποιείο, 1 αποστειρωτήριο σύκων, 4 σταθμοί
ηλεκτροπαραγωγής. Είχε πρακτορεία στη Γέρα, το Πλωμάρι, τον Πολυχνίτο, ενώ είχε αντιπροσωπείες στην Αθήνα, στη
31
Θεσσαλονίκη και στην Καβάλα.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’70 η Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών Λέσβου ήταν ο μοναδικός οικονομικός και
32
συνδικαλιστικός οργανισμός των αγροτών στο νησί. Η δύναμή της ξεπερνούσε τις 12.000 αγροτικές οικογένειες.
Σήμερα στη δύναμή της υπάγονται, 62 πρωτοβάθμιοι συνεταιρισμοί με 12.297 φυσικά μέλη. Κάθε συνεταιρισμός μέλος
της Ένωσης μετέχει υποχρεωτικά στην Ένωση με μία συνεταιριστική μερίδα, το ύψος της οποίας, ορίζεται σε 14,67 ευρώ
( 5.000 δρχ. ) ανά φυσικό μέλος. Η ΕΑΣ Λέσβου διακινεί κατ΄ έτος περίπου 1400 τόνους τυποποιημένου ελαιολάδου,
τόσο στην Ελληνική όσο και στην παγκόσμια αγορά στην οποία τα τελευταία πέντε έτη συνεχώς επεκτείνεται. Εκτός
όμως από την πώληση του τυποποιημένου ελαιολάδου σημαντική είναι και η διακίνηση του χύμα ελαιολάδου,
πρωτίστως, προς τις αγορές του εξωτερικού. Στα προϊόντα της Ένωσης θα πρέπει να αναφέρουμε την παραγωγή και
πώληση πυρηνελαίου το οποίο προέρχεται από την επεξεργασία των ελαιοπυρήνων καθώς και σαπουνιού που
προέρχεται από την επεξεργασία υποπροϊόντων ελαιολάδου και πυρηνελαίου.
Για να μπορέσει η Ένωση να διεξάγει τις παραπάνω εργασίες διατηρεί Βιομηχανικό Συγκρότημα, στα Πάμφιλα της
Λέσβου, το οποίο περιλαμβάνει τα
εξής τμήματα:Τυποποίηση Ελαιολάδου, Ραφινερία, Πυρηνελαιουργείο,
Σαπωνοποιείο, Τμήμα ποιοτικού ελέγχου, Τμήμα επισκευών και συντήρησης., Εμπορία και διακίνηση γεωργικών
εφοδίων , και εμπορευμάτων.
Η Ένωση προκειμένου να εξυπηρετήσει τους συνεταιρισμούς μέλη της καθώς και τα φυσικά της μέλη που είναι οι
συνεταιρισμένοι αγρότες της Λέσβου διακινεί, μέσω των αγροτικών συνεταιρισμών αλλά και των αποθηκευτικών της
κέντρων, κατ΄ έτος, περίπου 18 - 20 χιλιάδες τόνους ζωοτροφές και 2-3 χιλιάδες τόνους λιπάσματα.
Βλ. Γρηγορίου Ε. 1952:51-52
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 18/6/81
30
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 1930
31
Η Ένωση ασχολείται με την εκχύλιση ελαιοπυρήνων για λογαριασμό των συνεταίρων, την πώληση λαδιού, πυρηνέλαιου και υποπροϊόντων της ελιάς,
με την προμήθεια ζωοτροφών, σπόρων, κατασκευή ελαιόπανων για τα ελαιοτριβεία, την συγκέντρωση βάμβακος και τη διαχείριση των γεωργικών
εφοδίων και φαρμάκων. Βλ. Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1956 σελ., 252
32
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 13/2/78
28
29
32
ΠΙΝΑΚΑΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ ΜΕΛΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΜΕΛΩΝ 31/12/2009
ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ
Αγίας Παρασκευής
Αγιάσου
Άγρας
Ακρασίου
Αμπελικού
Ανεμώτιας
Άντισσας
Αργένου
Ασωμάτου
Αφάλωνα
Βασιλικών
Βατούσας
Βατούσας
Βρίσας
Ερεσού
Θερμής
Ιππείου
Καλλονής
Καλλονής
Κάπης
Κάτω-Τρίτους
Κεραμειών
Κλειούς
Κώμης - Πηγής
Λάμπου-Μύλων
Λισβορίου
Λουτρών
Μανταμάδου
Μεσαγρού
Μεσοτόπου
Μηθύμνης
Μόριας
Μιστεγνών
Μυτιλήνης
Νάπης
Νεοχωρίου
Ν. Κυδωνιών
Α΄ Παλαιοκήπου
Λαϊκός Παλαιοκήπου
Παλαιοχωρίου
Παμφίλων
Παπάδου
Παρακοίλων
Πελόπης
Πέτρας
Πλαγιάς
Πλακάδου
Α΄ Πλωμαρίου
Β΄Πλωμαρίου
Πολιχνίτου
Σκαλοχωρίου
Σκοπέλου
Σκουτάρου
Σταυρού
Στύψης
Συκαμινέας
Τρίγωνα
Φίλιας
Χιδήρων
Πτερούντας
Αγροτοτουριστικός Πέτρας
Συκούντας
Μέλη
466
552
55
131
33
255
358
28
176
168
107
73
45
535
125
147
106
61
207
249
67
77
207
56
36
191
204
247
248
123
211
175
114
145
114
118
79
366
336
143
200
340
324
32
116
237
52
569
251
479
247
304
92
53
427
311
135
197
124
40
35
70
11769
Δραστηριότητα
Λάδι – Κτηνοτρφ.
Λάδι
Κτηνοτροφία
Λάδι
Λάδι
Λάδι - Κτηνοτρφ.
Λάδι - Κτηνοτρφ.
Κτηνοτροφία
Λάδι
Λάδι
Λάδι
Λάδι
Κτηνοτροφία
Λάδι
Κτηνοτροφία
Λάδι
Λάδι
Λάδι
Κτηνοτροφία
Λάδι - Κτηνοτρφ.
Λάδι
Λάδι
Λάδι - Κτηνοτρφ.
Λάδι
Λάδι
Λάδι
Λάδι
Λάδι - Κτηνοτρφ.
Λάδι
Κτηνοτροφία
Λάδι - Κτηνοτρφ.
Λάδι - Κτηνοτρφ.
Λάδι
Λάδι
Λάδι - Κτηνοτρφ.
Λάδι
Λάδι - Κτηνοτρφ.
Λάδι
Λάδι
Λάδι
Λάδι
Λάδι
Λάδι - Κτηνοτρφ.
Κτηνοτροφία
Λάδι - Κτηνοτρφ.
Λάδι
Λάδι
Λάδι
Λάδι
Λάδι
Κτηνοτροφία
Λάδι
Λάδι - Κτηνοτρφ.
Λάδι
Λάδι - Κτηνοτρφ.
Λάδι
Λάδι
Λάδι - Κτηνοτρφ.
Κτηνοτροφία
Κτηνοτροφία
Τουρισμός
Λάδι
33
Στο Κάτω Τρίτος λειτουργούσε σταθμός Γεωργικής Έρευνας, ο οποίος μεταξύ άλλων διοργάνωνε εκπαιδευτικά
33
σεμινάρια. Πάνω από 30 είδη ελιάς καλλιεργούνταν στον Σταθμό στις αρχές της δεκαετίας του 80. Οι πειραματικές
αυτές καλλιέργειες είχαν ως στόχο να ερευνηθούν τα είδη που έχουν μεγαλύτερες αποδώσεις και ευδοκιμούν στο νησί.
Ποικιλίες από την Κρήτη, το Ισραήλ, την Ισπανία κλπ. υπήρχαν στο πρότυπο αυτό αγρόκτημα. Ο Σταθμός δεν
περιοριζόταν μόνο στην έρευνα για την καλλιέργεια της ελιάς. Γινόταν έρευνες για να διαπιστωθεί κατά πόσο ο τόπος
μας θα μπορούσε να αναπτύξει νέες, δυναμικές καλλιέργειες, όπως π.χ. τα ακτινίδια, τα δέντρα αχούπα, όπου
34
ευδοκιμούν σε απόλυτα ξηρούς τόπους, όπως είναι το Β.Δ. τμήμα του νησιού κλπ.
Γυναικείοι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί
Τα τελευταία χρόνια το συνεταιριστικό πνεύμα στη Λέσβο αναπτύχθηκε με μεγάλους ρυθμούς. Την πρωτοβουλία πήραν
ομάδες γυναικών από τα διάφορα χωριά του νησιού. Ήταν μια διέξοδος για τις γυναίκες της υπαίθρου οι οποίες θα
μπορούσαν να ασχοληθούν με κάτι δημιουργικό και συγχρόνως να μπούνε στο στίβο της επιχειρηματικότητας. Αυτή τη
στιγμή υπάρχουν έντεκα συνεταιρισμοί γυναικών που ασχολούνται κυρίως με την παρασκευή παραδοσιακών γλυκών
και υφαντών. Σημαντικό όμως είναι το γεγονός ότι έχουν αρχίσει πλέον να ασχολούνται και με τον τουριστικό τομέα,
ακολουθώντας το παράδειγμα του πρώτου και πετυχημένου γυναικείου συνεταιρισμού στην Ελλάδα, αυτόν της
35
Πέτρας.
Ο Αγροτουριστικός συνεταιρισμός γυναικών Πέτρας, ιδρύθηκε το 1983 από 24 γυναίκες της Πέτρας και είναι ο πρώτος
που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα. Οι γυναίκες του συνεταιρισμού ασχολούνται με την ενοικίαση 100 δωματίων, ενώ το
καλοκαίρι λειτουργούν και εστιατόριο στην πλατεία του χωριού.
Ο Αγροτουριστικός-αγροτοβιοτεχνικός συνεταιρισμός γυναικών Πολιχνίτου, ιδρύθηκε το 1997 και εκτός από την
παρασκευή γλυκών ασχολείται με την κατασκευή εικόνων από παλιό ξύλο καθώς και με κεντήματα.
Ο Αγροτουριστικός συνεταιρισμός γυναικών Μεσοτόπου, δημιουργήθηκε το 1998. Ασχολούνται με γλυκά κουταλιού και
ταψιού και αναλαμβάνουν το catering σε διάφορες εκδηλώσεις.
Οι νεώτεροι γυναικείοι συνεταιρισμοί που ιδρύθηκαν στη Λέσβο είναι Ασώματου, Αγιάσου, Στύψης-Υψηλομετώπου,
Σκαλοχωρίου, Ανεμότιας, Παρακοίλων, Καλλονής, Αγ. Παρασκευής.
Άλλα εργατικά σωματεία. Η έντονη οικονομική δραστηριότητα στο νησί, οδήγησε πολύ νωρίς στη λειτουργία Εμπορικής
Λέσχης, ενώ το 1915 ιδρύθηκε ο Εμπορικός Σύλλογος Μυτιλήνης με πρώτο Πρόεδρο τον Περικλή Αντωνίου, και στις 10
Δεκεμβρίου το 1918 δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα της Κυβέρνησης, Βασιλικό Διάταγμα για την ίδρυση του Εμπορικού
και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Μυτιλήνης, το οποίο άρχισε να λειτουργεί από το 1919 με πρώτο Πρόεδρο τον
Βασίλειο Μουζάλα.
Άλλες συλλογικές οργανώσεις αναφέρονται: Σύνδεσμος εργατών θαλάσσης Μυτιλήνης, Παλλεσβιακός
Δημοδιδασκαλικός Σύνδεσμος Μυτιλήνης 1915, Σωματείο «Αλληλοβοήθειας» Μυτιλήνης 1915 Κηπουρικός Σύνδεσμος
Μυτιλήνης 1917, Παλλεσβιακός Σύνδεσμος υπέρ της υγείας του παιδιού 1919, Παμμικρασιατική Ένωση 1916,
Σύνδεσμος των Εργατών Τυπολιθογράφων 1916, Παλλεσβιακό Εργατικό Κέντρο. Έδρα Μυτιλήνη, 1917, Γεωργικός
Σύνδεσμος Μανταμάδου «Η ΔΗΜΗΤΡΑ» 1917 Σύλλογος Κυριών και Δεσποινίδων η «Ομόνοια» 1917, στον Μανταμάδο
36
με 60 μέλη. Ο Συνεταιρισμός προμηθειών και καταναλώσεως Δημοσίων Υπαλλήλων Μυτιλήνης 1918, Παλλαϊκό
Σωματείο Αγίας Μαρίνης Λέσβου 1918, Κυνηγετικός Όμιλος Λέσβου 1918, Πανεργατικό Κέντρο Αγιάσου η
37
«ΟΜΟΝΟΙΑ» 1920, Σύνδεσμος μηχανικών και μηχανεργατών Μυτιλήνης 1921. Ο Σύλλογος παροχής εργασίας για τις
προσφυγοπούλες της Μικρασιατικής καταστροφής, ιδρύθηκε το 1922, με πρωτοβουλία γυναικών της
38
Μυτιλήνης, Παλλεσβιακός Γυμναστικός 1923, Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ 1923, Φαρμακευτικός Σύνδεσμος Λέσβου 1924, Ένωση
Εφέδρων Λέσβου 1924, Λέσχη «ΠΡΟΟΔΟΣ» Μανταμάδου 1924 Εμπορικός Σύλλογος Πλωμαρίου 1924, Ιατρικός
39
Σύλλογος Λέσβου 1924 Σωματείο ποτοποιών Λέσβου 1924, Γεωργικός Σύνδεσμος Καλλονής 1924 Ο Σύλλογος
40
«Βερναρδάκης» ιδρύθηκε το 1924 στην Μυτιλήνη με φιλανθρωπικούς σκοπούς. Το Σωματείο ξενοδόχων φαγητού
Μυτιλήνης 1925, Φιλανθρωπικός Σύλλογος «Στέγη Φυματιώντων» 1925, Σύλλογος «Η ΟΜΟΝΟΙΑ» Βρίσσα Λέσβου
1925, Σωματείο Ελλήνων υπηκόων κτηματιών εν Τουρκία 1924, Σύλλογος Κυριών και Δεσποινίδων Καλλονής η «Ευποΐα»
1926, Σωματείο των κτιστών «Η Ελπίς» 1926, Ένωση Εργατών Λιμένος Μυτιλήνης 1926, Καπνεμπορικός Σύλλογος
Μυτιλήνης 1926, Σωματείο Αχθοφόρων Προκυμαίας Μυτιλήνης 1926, Σύλλογος «ΠΡΟΟΔΟΣ» στον Πολυχνίτο 1927,
Αλληλοβοηθητική Ένωσις κατοίκων, κοινότητας Ασωμάτου 1927, Φιλόπτωχο Ταμείο της Μητροπόλεως Μυτιλήνης 1928
41
Ταμείο Πρόνοιας Δικηγόρων Μυτιλήνης 1928. Ο Γυμναστικός Σύλλογος, ο Ερασιτεχνικός Όμιλος και νέα Φιλόπτωχος
Αδελφότης ιδρύθηκαν στην Αγιάσο το 1928, Σύνδεσμος Ιεροψαλτών Μυτιλήνης 1929, Ελληνική Κολυμβητική
33
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 22/11/78
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 6/9/80
35
Ο «γυναικείος αγροτουρισμός» της Πέτρας, αποτελεί την πρώτη ουσιαστικά εμπειρία στην Ελλάδα, τόσο ως νέα μορφή εναλλακτικού τουρισμού που
εμφανίστηκε στη χώρα από τις αρχές της δεκαετίας του 1980.
36
Βλ. Παρασκευαΐδης Π., «ΑΙΟΛΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ», Τόμος Η΄, 2006:5-55
37
Βλ. Βαλέτας Γ. 1939 :43-197
38
Βλ. Αναγνωστοπούλου Μ., «ΑΙΟΛΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ» , Τόμος Δ΄ , 2002:139-155
39
Βλ. Βαλέτας Γ. 1939: 43-197
40
Βλ. Σύλλογος «Ο Βερναρδάκης», 1961
41
Βλ. Βαλέτας Γ. 1939: 43-197
34
34
Ομοσπονδία Φιλάθλων, Ναυτικός Όμιλος Μυτιλήνης 1929, Προεδρικός Σύλλογος «ΟΡΦΕΥΣ» στην Άντισσα 1929, Λέσχη «
Η ΟΜΟΝΟΙΑ» της Αγίας Παρασκευής 1930 Εσπεραντικός Σύνδεσμος Λέσβου 1930, Σύλλογος «Ορφανοτρόφος» σκοπός
του ήταν η περίθαλψη ορφανών και άπορων παιδιών1930, Ορθόδοξος Χριστιανικός Σύλλογος «Ιωάννης Βαπτιστής»
1930, Ένωση Πρακτόρων Ασφαλειών Μυτιλήνης 1930, Παγγεραγωτικός Γυμναστικός Σύλλογος Γέρας 1930, Σύνδεσμος
Ιχθυοπωλών Μυτιλήνης 1931, «Αγαθοεργός Αδελφότης» Κεράμι – Καλλονής 1933, Αδελφότης Μυτιλήνης «Ευσέβεια»
1933, Σύνδεσμος Ελαιεργατών Λέσβου 1934, Σύνδεσμος Οικοδόμων «Ο Άρης» 1934, Σωματείο Εργατών – Ναυτών
ανεμοτρατών Μυτιλήνης 1934, Ένωσις Κλωστοϋφαντουργών Μυτιλήνης 1934, Σωματείο Οικοδόμων Μανταμάδου 1935,
42
43
Σύλλογος εκτελωνιστών Λέσβου 1936 Στα 1950 η εργατική τάξη στην Λέσβο απαριθμούσε επίσημα 7.000 μέλη.
Οικονομία
Λέσβος
ος
ο
Ο πολύ καλός 19 αιώνας για τη Λέσβο δίνει τη θέση του στον 20 αιώνα, η αρχή του οποίου σηματοδοτείται από
εκτεταμένες αλλαγές στα Βαλκάνια και στο Αιγαίο με δύο μεγάλους πολέμους, την ενσωμάτωση στο Ελληνικό κράτος
τελικά την έλευση των προσφύγων το 1922 και ο αποκλεισμός επικοινωνίας της Λέσβου με τα παράλια της Μικράς
Ασίας. Οι αλλαγές αυτές έφεραν μια πολύ μεγάλη οικονομική και στη συνέχεια δημογραφική κρίση στη Λέσβο, όπως
και σε πολλές ακόμη περιοχές της Ελλάδας και της Μεσογείου. Η κρίση της Λεσβιακής οικονομίας φαίνεται να αρχίζει
από την αρχή του αιώνα, όταν πολιτικές ανακατατάξεις και κρίσεις μεταξύ της Αυτοκρατορίας και Ευρωπαϊκών χωρών
περιορίζουν το εμπόριο. Η αντίδραση των πλουσιότερων εμπόρων και βιομηχάνων του νησιού είναι η μετακίνηση των
δραστηριοτήτων σε άλλες περιοχές όπως Αίγυπτος, Ρωσία, Σμύρνη, Ευρώπη κλπ.. Η ενσωμάτωση στο Ελληνικό κράτος
το 1912 δεν μετέβαλλε αμέσως την οικονομική δομή του νησιού, καθώς η επικοινωνία με την απέναντι ακτή ήταν
ακόμη εφικτή. Εικόνα της οικονομικής ευρωστίας των κατοίκων της Λέσβου, στα τέλη της δεκαετίας του 1910, μας δίνει
ο πίνακας των έντοκων ταμειακών γραμματίων που διατέθηκαν και από τα στοιχεία η Μυτιλήνη ήταν δεύτερη ύστερα
44
από την Αθήνα στην διάθεση των εντόκων γραμματίων.
Οικονομία
Βιομηχανία
45
Το 1913 σύμφωνα με την έκθεση Σοφιανόπουλου προς την Ελληνική Διοίκηση, οι εργάτες που απασχολούνταν στην
βιομηχανία του νησιού προσέγγιζαν τους 3.300. Οι εργάτες γης υπολογίζονταν στους 5.950, για 10.000.000 ελαιόδεντρα,
ο δε συνολικός πληθυσμός του νησιού ήταν περίπου125.753. Την ίδια χρονιά συναντάμε 113 ελαιουργία από τα οποία
5 ανήκουν στις Ελληνικές εκκλησίες, 4 σε κοινότητες, 1 στο Νοσοκομείο και τα υπόλοιπα σε ιδιώτες. 8 Οθωμανοί, 2
Άγγλοι, 1 Ιταλός και οι υπόλοιποι Έλληνες.
Μετά το 1922 τα δεδομένα άλλαξαν δραματικά για τη βιομηχανία του Αρχιπελάγους. Πρώτα επλήγησαν τα νησιά του
ανατολικού Αιγαίου, τα οποία, αποκομμένα από τη μικρασιατική τους ενδοχώρα, δεν μπόρεσαν να ανταγωνιστούν τις
βιομηχανίες της Παλαιάς Ελλάδας. Σταδιακά, οι νησιώτες επιχειρηματίες μεταφέρθηκαν στον Πειραιά, που συγκέντρωνε
τις προϋποθέσεις για νέα δυναμική βιομηχανική ανάπτυξη. Η οικονομική πτώση της Λέσβου που παρατηρήθηκε, ήταν
γιατί αποχωρίστηκε τις ιδιοκτησίες που είχαν οι Λέσβιοι στα απέναντι παράλια της Μικράς Ασίας (περίπου το 1/3 της
ιδιωτικής περιουσίας), εγκαταλείφθηκαν φυσικοί πόροι, συναλλαγές και επικοινωνίες με τα απέναντι παράλια, με τα
οποία η οικονομία του νησιού ήταν άρρηκτα δεμένη. Η οικονομία της Λέσβου εξακολουθεί και μετά το 1922, να
στηρίζεται στην βιομηχανία της ελιάς πρωτίστως και κατά δεύτερον με τις υπόλοιπες καλλιέργειες και την κτηνοτροφία.
42
Βλ. Βαλέτας Γ. 1939:43-197
Σε όλο το νησί υπήρχαν τα παρακάτω σωματεία: Εθνικό Σωματείο Κλωστοϋφαντουργών, Εθνικό Σωματείο Μακαρονοτεχνιτών, Εθνική Ένωση
προσωπικού ΒΙΝ, Σωματείο Σφαγέων-Εκδορέων, Εθνική Ένωση Καρραγωγέων, Σωματείο Οδοκαθαριστών, Σωματείο Τεχνιτών Εργατών
Καπνοβιομηχανίας, Σωματείο Οδηγών Αυτοκινήτων Λέσβου, Σωματείο Εισπρακτόρων- Βοηθών αυτοκινήτων, Σωματείο Στιλβωτών, Σύνδεσμος
Σαπωνεργατών, Σωματείο Αρτεργατών, Σωματείο Φορτοεκφορτωτών ξηράς, Ένωση Εργατών Τύπου, Ένωση Φορτοεκφορτωτών Λιθμένος, Σύνδεσμος
Βυρσοδεψεργατών, Ένωση Οικοδόμων, Σύνδεσμος Υπαλλήλων Καφεζυθεστιατορείων, Σωματείο Ναυτών Τεχνιτών Ανεμοτρατών, Ένωση ΦυλάκωνΝυχτοφυλάκων, Θυρωρών
Σύνδεσμος Ηλεκτροτεχνιτών, Σύνδεσμος Εργατών Κατεργασίας Ελαίου, Σύνδεσμος Τεχνικού Προσωπικού Οινοζυθεστιατόρων, Σωματείο
Υποδηματεργατών, Εθνική Μεταλλουργική Ένωση, Σωματείο Εργατών Αλιπάστων, Σωματείο Φορτ/των Παναγιούδας, Σωματείο Φορτ/των Λουτρών,
Σωματείο Φορτ/σεως και Βιομηχανίας, Ένωση Φορτ/των Λιμένος Πλωμαρίου, Ένωση Οικοδόμων Πλωμαρίου, Σωματείο Φορτ/των Ξηράς Πλωμαρίου,
Σωματείο Εργατών Ελαιολάδου, Ένωση Φορτ/των Λιμένος Γέρας (Πέραμα), Σωματείο Κατεργασίας Ελαίου και Μεταφορών, Σωματείο Λεμβούχων
Περάματος, Σωματείο Εργατών και Υπαλλήλων Εταιρίας Σουρλάγκα Σωματείο Αρτεργατών Γέρας, Σωματείο Φορτ/των Ξηράς Πέραμα, Σωματείο
Σαπωνεργατών Γέρας, Ένωση Οικοδόμων Γέρας, Σωματείο Φορτ/των Λιμένος Ντίπι, Σωματείο Εργατοτεχνιτών ΕΠΕΛ Ντίπι, Ένωση Φορτ/των Λιμένος
Σκάλας Πολυχνίτου, Σωματείο Αχθοφόρων Αγοράς, Σωματείο Εργατών Εργατριών Μεταλλείων Λευκολίθου Βασιλικών, Σωματείο Φορτ/των Λιμένος
Μηθύμνης Σωματείο Αχθοφόρων Προκυμαίας Πέτρας, Σωματείο Φορτ/των Λιμένος Σκάλας Καλλονής, Σωματείο Φορτ/των Σκάλας Ερεσού, Σωματείο
Αχθοφόρων Αγοράς, Σωματείο Μυλεργατών, Ένωση Αρτοϋπαλλήλων, Σύλλογος Βοηθών Φαρμακείων, Σύνδεσμος Διπλωματούχων Πρακτικών
Μηχανικών, Εργατών ΕΦΕΞ, Καπνεργατική Ένωση, Σωματείο Ξενοδοχοϋπαλλήλων, Σωματείο Ραπτεργατών, Ένωση Ιδιωτικών Υπαλλήλων, Σωματείο
Φορτ/των Λιμένος Παμφίλων, Σωματείο Εργατών Ελαιοτριβείων Πλωμαρίου, Σωματείο Καρραγωγέων Πολυχνίτου, Σωματείο Φορτ/των Άλατος «Η
ΟΜΟΝΟΙΑ» Καλλονής. Βλ. . Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950, «Τα εργατικά σωματεία»:280-281
44
Αθήνα δρχ. 103.840.600, Πάτρα δρχ 4.402.000, Θεσσαλονίκη δρχ. 1.574.000, Βόλος δρχ. 1.852.000, Κέρκυρα δρχ. 1.519.000, Σύρος δρχ. 1.186.600,
Καλαμάτα δρχ. 9.773.500, Μυτιλήνη δρχ. 5.137.300, Ηράκλειο δρχ. 110.600. Βλ. εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 10/3/1919
45
Επιθεωρητής της Βιομηχανίας και των μεταλλείων των καταληφθεισών Νήσων
43
35
Στην Εθνική Τράπεζα, παραδόθηκαν το 1925 από το Γραφείο Ανταλλαγής, εφτά τούρκικα εργοστάσια, το ξενοδοχείο
ΣΑΡΛΙΤΖΑ ΠΑΛΛΑΣ, οι θερμοπηγές της Θερμής και το μεγάλο δάσος, γνωστό με το όνομα Χασάν εφέντη και Χιλμή
46
Πασά.
Στο 1926 στη Μυτιλήνη υπήρχαν 5 εργοστάσια αλευροποιΐας, κινητήριας δύναμης 600 ίππων, και αξίας 21.800.000 δρχ.
και άλλα 15 εργοστάσια στην ύπαιθρο αξίας 5.460.000 δρχ. Τα εργοστάσια όμως αυτά δεν λειτουργούν. Θα μπορούσαν
να αλέθουν σιτάρια από Βουλγαρία, Τουρκία, κλπ., βεβαίως Ελληνικά. Το λάδι εξάγεται στην πρωτογενή του κατάσταση
47
στους Ευρωπαίους, ραφινάρετε και πουλιέται από αυτούς όχι σε βαρέλια αλλά στα μπουκάλια με όμορφες ετικέτες.
Η επεξεργασία και η εμπορία του αγροτικού προϊόντος της ελιάς αδιαμφισβήτητα έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην
δημιουργία βιομηχανικών εγκαταστάσεων, στην απασχόληση πολλών ανθρώπων και στην δημιουργία νέων
επαγγελμάτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η οδός Λαδάδικα της Μυτιλήνης, η οποία φιλοξενούσε πάνω από 20
ελαιομεσιτικά γραφεία, όταν η Λέσβος βρισκόταν στο ζενίθ της ανάπτυξής της. Το 1928 λειτουργούσαν κατά μήκος της
προκυμαίας του λιμανιού και στους παράλληλους δρόμους Λαδάδικα και Κομνηνάκη σαπωνοποιεία, εξαγωγικά
γραφεία, αποθήκες ελαιολάδου, ελαιομεσιτικά γραφεία, μεσιτικά, ελαιοεμπορικά κλπ. Το 1928 στην Αμερική ιδρύθηκε
εταιρεία με την επωνυμία ‘Plomar Products Corporation” με σκοπό την εισαγωγή προϊόντων ελαιόλαδου, καλλυντικών
ειδών, κυρίως σαπουνιών. Θα κατασκευάζονται στο Πλωμάρι και θα εισάγονται απ’ ευθείας στην Νέα Υόρκη και
Βοστόνη. οι μετοχές της εταιρείας ανέρχονται στις 500.000 δολάρια. Από αυτά προβλεπόταν να πωληθούν μετοχές αξίας
48
140.000 δολ. Στην εταιρεία συμμετέχουν πολλοί Έλληνες κυρίως Πλωμαρίτες που μένουν στην Αμερική.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, η κυριότερη βιομηχανία στην Λέσβο ήταν:
•
Υδραυλικά ελαιουργεία 160
•
Ραφινερί 2
•
Πυρηνελαιουργεία 7
•
Σαπωνοποιεία 42
•
Κλωστοϋφαντήρια βάμβακος 2
•
Αλευρόμυλοι 18
•
Μακαρανοποιεία 2
•
Καπνεργοστάσιο 1
•
Εργοστάσια ξυλουργικής 3
•
Εργοστάσια βυρσοδεψίας 11
•
Εργοστάσιο παρασκευής δεψικών εκχυλισμάτων 1
49
•
Υπήρχαν επίσης εργοστάσια πλεκτικής αγγειοπλαστικής, παραγωγής ηλεκτρισμού κλπ.
Το 1932 ανακοινώθηκε η ίδρυση ελαιουργικής εταιρείας υπό την αιγίδα της Εθνικής Τραπέζης και με κεφάλαια 100
εκατομμυρίων δρχ. στην οποίαν συγχωνεύθηκαν το τέως ελαιουργικό τμήμα της «Βιό», η «Κρητική ελαιουργία» και η
Ανώνυμος Εταιρεία Κουρτζή Μυτιλήνης. Η εταιρεία η οποία ονομάσθηκε «Ελαιουργία της Ελλάδος Α.Ε.» θα διαθέτει
εννέα εργοστάσια παραγωγής πυρηνέλαιου, διυλισμένου ελαίου (ραφινέ) και σάπωνος. Γενικός διευθυντής της
50
εταιρείας διορίσθηκε ο κος Καραμάνος ο οποίος ήταν γενικός διευθυντής του υπουργείου Γεωργίας.
Το 1934 ιδρύθηκε η Βιομηχανία Δεψικών εκχυλισμάτων Σουρλάγκα, που εξελίχθηκε στη μεγαλύτερη εξαγωγική εταιρεία
του είδους στα Βαλκάνια.
Το Επαγγελματικό και Βιοτεχνικό Επιμελητήριο ιδρύθηκε το 1947 ως ανεξάρτητος οικονομικός και διοικητικός
οργανισμός. Από το 1923 λειτούργησε ως παράρτημα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου. Η δύναμή του
51
το 1950 ανερχόταν σε 7.000 μέλη από τα οποία τα 2.500 ήταν στην Μυτιλήνη.
Η οικονομία του νησιού τέλη της δεκαετίας του 1950 σύμφωνα με έκθεση του Εμπορικού και Βιομηχανικού
Επιμελητηρίου χαρακτηρίστηκε ως ικανοποιητική. Η γεωργική παραγωγή ανήλθε το 1956/57 σε 80.000 περίπου τόνους,
έναντι των 65.000 τόνων του 1955/56, η δε αξία της, υπολογίζεται ότι ανήλθε στα 575.000.000 δρχ. Από αυτά τα
440.000.000 δρχ. προέρχονται από την ελαιοπαραγωγή, τα 22.000.000 δρχ. προέρχονται από την παραγωγή των
52
οπωροφόρων δένδρων και 113.000.000 δρχ. από τα διάφορα άλλα γεωργικά προϊόντα.
Την ίδια χρονική περίοδο μεταξύ των άλλων βιομηχανιών, υπήρχαν 145 ελαιουργεία, και τα εργοστάσια ηλεκτρικής
ενέργειας που υπήρχαν σε όλο το νησί λειτουργούσαν κάτω από την ΔΕΗ.
ο
Μετά τον 2 παγκόσμιο πόλεμο υπήρχαν 155 ελαιουργεία (όπως προκύπτει και από τις εγγραφές του Εμπορικού και
Βιομηχανικού Επιμελητηρίου) από τα οποία 86 πετρελαιοκίνητα, 67 ατμοκίνητα και 2 υδροκίνητα. Τα ελαιουργεία αυτά
53
διέθεταν συνολικά 370 υδραυλικά πιεστήρια.
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 6/10/1925
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 29/7/1926
48
Βλ. Εφημ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ 12/3/1928
49
Βλ. Καλοναίος Μ. 1934:9
50
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 5/10/1932
51
Βλ. Λεσβιακόν Ημερολόγιον, 1950: 278-279
52
Βλ. Εμπορικό & Βιομηχανικό Επιμελητήριο Μυτιλήνης, 1958 :3-7
53
Βλ. Ελευθεριάδης Δημ 1950 :242-246
46
47
36
Ελαιοτριβεία
Τα ελαιοτριβεία προς τα τέλη της δεκαετίας του ’20, σιγά- σιγά εκσυγχρονίζονται και όλο και περισσότερα
54
χρησιμοποιούν μηχανές στην λειτουργία τους. Στο νησί λειτουργούν ήδη 160 περίπου ελαιουργεία, εκ των οποίων τα
30 περίπου είναι συνεταιρικά. Το πρώτο ελαιοτριβείο που λειτούργησε με μηχανήματα με νέο σύστημα επεξεργασίας
55
του ελαιόκαρπου του Ιταλού εφευρέτη Galardı ήταν στα Κεραμειά ιδιοκτησίας του κου Περ. Τζανετή το 1952.
56
Την δεκαετία του 2000 διαθέτουν ελαιοτριβείο 43 ελαιουργικοί συν/σμοί.
Σαπωνοποιία
Το 1913 στο νότιο τμήμα του νησιού όπου είναι και τα πυρηναιλουργεία, υπήρχαν 42 σαπωνοποιεία σε λειτουργία και
ένα μη λειτουργούντα για οικονομικούς λόγους, και όλα ανήκουν σε Χριστιανούς Έλληνες. Λόγω της περιοδικής
εργασίας των σαπωνοποιείων οι εργάτες τους διαιρούνται σε 2 κατηγορίες: στους μόνιμους που αντιστοιχούν 3-5 για τα
κοινά εργοστάσια και 6-8 για τα εργοστάσια που διαθέτουν μηχανή, και τους χύτες, οι οποίοι αποτελούν σωματείο. Οι
χύτες είναι κοινοί για τα εργοστάσια, και πηγαίνουν από εργοστάσιο σε εργοστάσιο και προσφέρουν τις υπηρεσίες
τους. Στα σαπωνοποιεία παρατηρούνται εργατικά ατυχήματα κατά την ανάμειξη της σαπωνόμαζας.
Το ποσό του παραγόμενου σαπουνιού ανερχόταν σε 12.649.204 κιλά αξίας 11.595.100 δρχ. η κατανάλωση του
παραγόμενου προϊόντος γινόταν στην Λέσβο, αλλά κυρίως γινόταν εξαγωγές στην Θράκη, Μακεδονία, Ήπειρο, Αλβανία,
Σμύρνη, Ανατολή και Συρία. Το 1919 ύστερα από απόφαση της Γεν. Διοίκησης απαγορεύθηκε η παραγωγή σαπουνιού
57
στο νησί μας από έλαια φαγώσιμα. Επιτρέπεται μόνο από έλαια βιομηχανικά, πυρηνέλαια και σαπωνέλαια Το 1922 οι
σαπωνοβιομήχανοι άρχισαν την προμήθεια λαδιών από Κέρκυρα για τη κατασκευή σαπουνιού, γιατί ήταν κατά μια
58
δραχμή φθηνότερο από τα λάδια του νησιού.
Η σαπωνοποιία άρχισε να παρακμάζει και ένας από τους κυριότερους λόγους ήταν η επιβολή μεγάλης φορολογίας στα
59
εξαγόμενα σαπούνια, Από τα 60 λειτουργούντα άλλοτε σαπωνοποιεία, μόλις 8 είναι τα αξιόλογα που λειτουργούν .
Από το 1926 που καταργήθηκε η δεκάτη, επιβλήθηκε ο έγγειος φόρος, και παράλληλα που προστατεύθηκε
δασμολογικά η σαπωνοβιομηχανία των χωρών που γινόταν εξαγωγές των σαπουνιών μας, η σαπωνοβιομηχανία του
νησιού υστέρησε κατά πολύ, με αποτέλεσμα πολλά σαπωνοποιεία να κλείσουν και άλλα να περιορίσουν τις εργασίες
τους. Την περίοδο 1920- 1926, η Λέσβος παρήγαγε 2.700.000 κιλά λευκού σαπουνιού κατά μέσο όρο ετησίως, ενώ η
συνολική παραγωγή της υπόλοιπης χώρας σε όλους τους τύπους (λευκό, πράσινο και αρωματικό) δεν ξεπερνούσε τα
60
1.700.000 κιλά». Στην βιομηχανική απογραφή του 1920, που αποκοκινίζεται η βιομηχανική δύναμη του Ελληνικού
κράτους, ανάλογα με τον αριθμό των απασχολούμενων εργατών, στη Λέσβο απογράφησαν 22 εργαστήρια – βιοτεχνίες –
μικρά εργοστάσια, σαπωνοποιίας, στα οποία κατά μέσο όρο απασχολούσαν 2-3 εργάτες. Στην κατηγορία των μεγάλων
61
εργοστασίων η Λέσβος είχε 9, που απασχολούσαν κατά μέσο όρο 12 εργάτες το καθένα. Το Εμπορικό και Βιομηχανικό
62
Επιμελητήριο Λέσβου στο Δελτίο καταγράφονται 58 σαπωνοποιεία.
Η παραγωγή το 1931-1932 στο νησί υπολογίστηκε σε 1.500.000 οκ. ετησίως έναντι ετήσιας παραγωγής 7.000.000 οκ.
περίπου, κατά το έτος 1926.
Το 1951 ακόμη μια δυσχερή εξέλιξη για την Λεσβιακή σαπωνοποιεία και όχι μόνο έρχεται να προστεθεί: η διαταγή που
εξέδωσαν τα υπουργεία Εθν. Οικονομίας και Εφοδιασμού με την οποία απαγορεύεται η χρησιμοποίηση ελαιόλαδου
για την κατασκευή σαπουνιού. Επίσης απαγορεύεται η υδρογόνωση του ελαιόλαδου, καθώς και η χρησιμοποίηση
63
ραφινέ ελαίου για την κατασκευή μαγειρικού λίπους.
Στην δεκαετία του 1960 λειτουργούσαν :
•
Βιομηχανία ελαίων – σαπώνων Ν. Παπαρίσβα στη Μυτιλήνη.
•
Σαπωνοποιΐα Κονταξή – Μαθιέλλη στην Μυτιλήνη, έτος ιδρύσεως 1917
•
Εργοστάσιο σαπωνοποιΐας Κριτσίνης – Βασιλέλλης Ο.Ε.
•
Σαπωνοποιείο Ιωάννης Αθηναίος
Βλ. Εφημ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ 7/2/1929
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 12/3/1952
56
Αγροτικός Συν/σμός Αγ. Παρασκευής, Αγιάσου, Ακρασίου, Ανεμώτιας, Αντισσας,
Ασωμάτου, Αφάλωνα, Βασιλικών, Βατούσας
(Κοινοτικό), Βρίσας, Θερμής, Καλλονής, Κάπης, Κλειούς, Κώμης – Πηγής, Λισβορίου, Λουτρών, Μανταμάδου, Μεσαγρού, Μήθυμνας, Μόριας,
Μιστεγνών, Νάπης, Νεοχωρίου, Ν. Κυδωνιών, Α’ Παλαιοκήπου, Β’ Παλαιοκήπου, Πέτρας,
Παλαιοχωρίου, Παμφίλων, Παπάδου, Παρακοίλων, Πλαγιάς, Α’ Πλωμαρίου, Β’ Πλωμαρίου, Πολιχνίτου, Σκαλοχωρίου, Σκοπέλου, Σκουτάρου,
Στύψης, Συκαμιάς, Τρίγωνα, Φίλιας. Πηγή Ε.Σ.Λ.
57
Βλ. Εφημ ΣΑΛΠΙΓΞ 3/12/1919
58
Βλ. Εφημ ΣΑΛΠΙΓΞ 3/8/1922
59
Βλ. Εφημ ΣΑΛΠΙΓΞ 19/9/1926
60
Βλ. Σιφναίου Ε., Σηφουνάκης Ν., Κουτσουρίδης Γ., 2002
61
Βλ. Σιφναίου Ε., Σηφουνάκης Ν., Κουτσουρίδης Γ., 2002 Στην Μυτιλήνη το 1928 βρήκε σε λειτουργία τα εξής σαπωνοποιεία: Αδελφών Ρουσέλλη το
οποίο βρισκόταν στο τέλος της ομώνυμης στοάς. Παν. Γεωργαντή & Σία επί της προκυμαίας στο σημερινό κατάστημα της Εθνικής Τραπέζης.
Λειτούργησε μέχρι το 1929. Εμμανουήλ Αξιώτη επί της προκυμαίας, με εξαγωγική δραστηριότητα κυρίως προς την Τουρκία μέχρι το 1923, στο
εσωτερικό και μετά το 1930 προς Ιταλία. Ανδρεόπουλος – Παπαδόπουλος επί της οδού Λαδάδικα, με εξαγωγές κυρίως προς Αμερική, το οποίο κάηκε το
1922. Παναγιώτη Μαρτίνη επί της οδού Λαδάδικα, με εξαγωγές στο εσωτερικό. Ιωάννη Στεφανίδη στην οδό Αγ. Αποστόλων Ιωάννη Πραΐδη στο
Βουναράκι. Στο Πέραμα της Γέρας υπήρχε το σαπωνοποιείο του Ν. Πασπάτη και του Τηλέμ. Χατζηϊωάννου. Αφοί Γεωργαντέλλη στο Πλωμάρι.
62
Βλ.. Βλάχου Έλ., «ΛΕΣΒΙΑΚΑ» ΤΕΥΧΟΣ ΙΓ΄ , 85-108
63
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ16/1/ 1951 Ύστερα από διάβημα των βουλευτών των ελαιοπαραγωγικών περιφερειών η κυβέρνηση επέτρεψε την χρήση
ελαίου πέραν των 15ο βαθμών οξύτητας στη σαπωνοβιομηχανία.
54
55
37
•
64
Σαπωνοποιείο Γεωργίου – Σαράντη.
Σήμερα λειτουργούν το σαπωνοποιείο της ΛΕΣΕΛ και του Κατσακούλη. Τα σαπούνια αυτά προέρχονται από
φυτικά λίπη.
Πυρηνελαιεργοστάσια
Άλλο προϊόν της ελιάς υπολογίσιμο είναι οι ελαιοπυρήνες και το παραγόμενο πυρηνέλαιο. Η παραγωγή ελαιοπυρήνων
εξαρτάται αποκλειστικά από την παραγωγή του ελαιοκάρπου και υπολογιζόταν ότι ανερχόταν κατά την διετία σε
1.000.000 στατήρες. Τα 50% περίπου τα χρησιμοποιούσαν ως καύσιμη ύλη, τα 40% εκθλίβονταν και τα 10% έμεναν
απούλητα.
Στο νησί λειτουργούσαν 6 πυρηνελαιεργοστάσια τα οποία επαρκούσαν στην έκθλιψη των ελαιοπυρήνων του νησιού
και μάλιστα γινόταν εισαγωγές από την Μικρά Ασία, σημαντικές ποσότητες ελαιοπυρήνων οι οποίες υπερέβαιναν κατ΄
65
Το 80% περίπου της όλης αυτής της παραγωγής εξάγονται από το νησί, σε αγορές
έτος τις 100.000 στατήρων.
66
Αμερικής, μικρή ποσότητα στην αγορά Θεσσαλονίκης και το υπόλοιπο παρέμενε στο νησί για την σαπωνοβιομηχανία.
Τα κυριόετρα εργοστάσια ήταν: Αδελφοί Αθ. Βοστάνη στα Πάμφιλα. Π. Μ. Κουρτζή στο Ντίπι το οποίο το 1935 περιήλθε
στην Ελαιουργία Ελλάδος. Α. Π. Βασιλείου στα Λουτρά. Βόστσαλος στο Πλωμάρι. Αδελφοί Τραγάκι στη Σκάλα
67
Πολυχνίτου. Β. Μουζάλα και μετέπειτα Χατζηχριστόφα στη Σκάλα Λουτρών. Στην δεκαετία του ’40 υπήρχαν τα
68
πυρηνελαιουργεία στο Πλωμάρι, στον Πολυχνίτο, στα Πάμφιλα, στα Λουτρά και στο Ντίπι. Στο Εμπορικό και
Βιομηχανικό Επιμελητήριο Λέσβου υπήρχαν στην δύναμή του, το 1950 7 πυρηνελαιουργεία που απασχολούσαν
69
συνολικά 130 εργάτες με ημερήσια παραγωγή 3-4 τόνους. Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 υπήρχαν 5
70
πυρηνελαιουργεία και 2 εκχυλιστήρες ελαιοπυρήνα. Στην δεκαετία του 1960 λειτουργούσαν: Πυρηνελαιουργείο της
Ελαιουργίας της Ελλάδος, Πυρηνελαιουργείο Ένωσης Συνεταιρισμών Λέσβου και το Εργοστάσιο Πυρηνελουργείο
71
Βασιλείου
Ραφινερίες
Το παραγόμενο λάδι μέχρι το 1927 πουλιόταν στην φυσική του κατάσταση. Από το 1928 άρχισε η επιστημονική του
72
επεξεργασία με την ίδρυση ραφινερί και ίσως το καλύτερο στο είδος του των λειτουργούντων στην Ελλάδα. Το 1929
ιδρύθηκε δεύτερο στην Γέρα και το 1932 τρίτο πάλι στην Μυτιλήνη. Η επεξεργασία του ελαιόλαδου στα ραφινερί είχε ως
73
σκοπό την απαλλαγή του λαδιού από το ελαϊκό οξύ και την βελτίωση της γεύσης και της οσμής του.
Τα εργοστάσια ήταν: Π. Μ. Κουρτζή, ιδρύθηκε το 1927 – 1928 στα Κουτζουκλούκια. Εσεμ η οποία ιδρύθηκε το 1927-‘28
από τους Απόσ. Γρημάνη, Υιοί Αντώνη Χατζηβασιλείου και Ευστ. Βουζβούνη, στο Πέραμα Γέρας. Αδελφοί Μοσχόβη στο
Πέραμα Γέρας. Η ΛΕΣΒΕ στον Καρά- Τεπέ η οποία το 1938 περιήλθε στην Α.Π. Κατσακούλη Α.Ε. Α.Ε. Θ. Τρύφων & Σία
στον Μόλυβο ιδρύθηκε το 1938.
Στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Λέσβου υπήρχαν στην δύναμή του, το 1950 5 ραφινερί με 80 εργάτες και με
74
ημερήσια παραγωγή εξευγενισμένου ελαιόλαδου 35 τόνους, στην επαρχία Μυτιλήνης και συνολικά στο νησί υπήρχαν 6
75
ραφινερίες. Στην δεκαετία του 1960 λειτουργούσαν: Ραφινερί – Σαπωνοποιείο Θ. Τρύφων & ΣΙΑ, Λεσβιακή Ελαιουργία
Ραφινερί- Σαπωνοποιείο Αδελφών Χατζηγιάννη Α.Ε. Ελαιουργική Σαπωνουργική Εταιρεία Μυτιλήνης ΕΣΕΜ Α.Ε.,
76
εργοστάσιο Ραφινερί – Σαπωνοποιείο, Εργοστάσιο Απόστολου Λαζανάς & ΣΙΑ Ραφινερί- Σαπωνοποιείο
Ελαιομεσίτες - Καταστήματα – γραφεία εμπορίας λαδιού και σαπουνιού
Άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες ήταν τα Ελαιομεσιτικά γραφεία (πριν το 1930 λειτουργούσαν στην Μυτιλήνη εξ,
77
78
ενώ μετά το 1930 δεκατέσσερα) και τα ελαιοεμπορικά (μετά το 1930 στην Μυτιλήνη υπήρχαν έντεκα), και Αποθήκες.
Στα τέλη του 1986 λειτουργούσαν τέσσερα ελαιοεμπορικά, εξ ελαιομεσιτικά γραφεία, τρεις Ραφινερίες (Α.Π.
Κατσακούλη Α.Ε. στον Καρά Τεπέ, ΕΛΠΑ Α.Ε. στην Επάνω Σκάλα και ΕΣΕΜ στο Πέραμα), τρία Πυρηνελαιουργεία ( Ένωσης
Συνεταιρισμών στα Πάμφιλα πρώην Βοστάνη, ΕΤΕΛ στο Ντίπι, πρώην Κουρτζή, κληρονόμων Α. Π. Βασιλείου στα
79
Λουτρά).
Βλ. Μαντζάρογλου Πρ. 1960: 96
Βλ. Εφημ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 19/11/1932
66
Βλ. Εφημ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 19/11/1932
67
Βλ. Παρασκευαΐδης Θαν ΛΕΣΒΙΑΚΑ ΤΕΥΧΟΣ ΙΒ΄ : 321-326
68
Βλ. Ελευθεριάδης Δημ Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950 :242-246
69
Βλ. Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950: 278-279
70
Βλ. Γρηγορίου Ε. 1952:49
71
Βλ. Μαντζάρογλου Πρ. 1960: 96
72
Βλ. Ελευθεριάδης Δημ Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950 242-246
73
Βλ. Ευαγγέλου Β. 1933
74
Βλ. Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950, : 278-279
75
Βλ. Γρηγορίου Ε. 1952:49
76
Βλ. Μαντζάρογλου Πρ. 1960: 96
77
. Βλ. Παρασκευαΐδης Θαν. ΤΕΥΧΟΣ ΙΒ΄ : 321
78
Οίκου Γρημάνη, Παν. Γεωργαντή, Α.Π. Κατσακούλη & Σία, Θ. Τρύφων & Σία, Παναγιώτη Πιστιλαδή, Φ. Ράλλη, Ι. Ιακώβου, Υιοί Μωραϊτέλλη, Γ.
Βελισάριου Βλ Παρασκευαΐδης Θαν. ΛΕΣΒΙΑΚΑ ΤΕΥΧΟΣ ΙΒ΄.: 321-326
79
Βλ. Παρασκευαΐδης Θαν ΛΕΣΒΙΑΚΑ ΤΕΥΧΟΣ ΙΒ΄ ΜΥΤΙΛΗΝΗ: 321-326
64
65
38
Βυρσοδεψεία
Το 1913 λειτουργούσαν 20 βυρσοδεψεία, από αυτά 7 στη θέση «Ταμπακαριά» στην Μυτιλήνη. Το 1919 ιδρύθηκε ο
80
βιομηχανικός οίκος Βονοφακίδη Βασιλείου με ατμοκίνητο βυρσοδεψείο. Το 1921 λειτουργούσαν στο νησί 14, τα 5
στην Μυτιλήνη. Μια από τις παλιότερες επιχειρήσεις του κλάδου ήταν αυτή της εταιρείας του Σίμου Πολιτάκη, η οποία
81
είχε συσταθεί πριν το 1882. Στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Λέσβου υπήρχαν στην δύναμή του, το 1950
ένα εργοστάσιο βυρσοδεψίας που απασχολούσαν 80 εργάτες, με μηνιαία παραγωγή 50.000- 60.000 οκάδες, και ένα
εργοστάσιο εκχυλίσματος βαλανιδιού με 120 εργάτες και ημερήσια παραγωγή 29-30 τόνους. Εκτός από τις μεγάλες
82
βιομηχανικές μονάδες υπήρχαν και 15 βυρσοδεψεία.
Την δεκαετία του 1960 λειτουργούσαν: Ε. Ν. Σουρλάγκας Α.Ε. Βυρσοδεψικά εκχυλίσματα - επανωδέρματα –
83
σολοδέρματα και Εταιρεία ΕΒΕΜ Βυρσοδεψείο – σολοδέρματα
Βιομηχανία καπνού
Με την ανάπτυξη της καλλιέργειας του καπνού εμφανίστηκαν στο νησί καπνοβιομηχανίες. Π.χ. Ο καπνοβιομηχανικός
οίκος Υιοί Α. Χιωτέλλη ιδρύθηκε το 1914, είχε σιγαροποιητικές μηχανές και τμήμα επεξεργασίας φύλλα καπνού και
84
85
κυκλοφορούσε τα τσιγάρα LUX. Η καπνοβιομηχανία Καψιμάλη Αθανασίου Υιοί, ιδρύθηκε το 1919 . Η βιομηχανία
86
87
σιγαρέτων Καρδασός Μενέλαος ιδρύθηκε το 1920 και έβγαζε τα σιγαρέτα «Φάμα, Λουξ». Ο οίκος Κων. Σ. Ράλλη με
πρώτη έδρα του οίκου στην Καλλονή το 1904, ενώ μεταφέρεται στην Μυτιλήνη το 1922. Σαν βιομηχανία διέθετε
ατμοκίνητα ελαιοτριβεία και στην Καλλονή και στην Αγ.Παρασκευή, ενώ εμπορευόταν εκτός από έλαια και σάπωνες και
88
89
καπνά . Άλλα Καπνεργοστάσια ήταν του Βαρβαγιάννη και Χουρμούζη, το οποίο παρασκεύαζε δυο ποιότητες καπνού.
90
Σύμφωνα με στοιχεία το 1921 λειτουργούσαν στην Μυτιλήνη τα καπνοκοπτήρια των : Βαρβαγιαννη Ιωαν., Βερβερη ,
Βογιατζογλου Μιλτ., Καλδη Νικ, Καψιμαλη , Μπουχλελη Σοφ, Σιμου Κωνστ, Χατζηκωνσταντη Ι., Χιωτελη.
91
Δραστηριοποιούνταν δε οι καπνέμποροι : Bαρβαγιαννης, Bερβερης, Kαραγεωργης K, Kαλαγανης Xαρ, Πετροπουλος Ν ,
Καψιμαλης και Χουρμούζης Γ Στην Αγιάσο υπήρχε ο καπνοπαραγωγος Χατζηπροκοπίου Μιχ., ενώ στην Καλλονή
υπήρχαν οι Δουρούδης Χρ, και Παυλίδης Αργ. καταγεγραμένοι ως καπνοπαραγωγοί , και ως καπνεμπορος ο Μιχαηλάρας
Ηρ. Αντίστοιχα ως καπνέμπορος αναφέρεται στο Μανταμάδο ο Γεροντέλλης Δημήτρης. Ξένες καπνοβιομηχανίες στην
Λέσβο ήταν η Ανώνυμος Ολλανδική Εταιρεία Καπνών «εις φύλλα Ανατολής 'ΑΚΑ» , και η Αμερικάνικη Εταιρεία Καπνών
Ανατολής.
Βλ. Λεοντής Δ., ΜΥΤΙΛΗΝΗ γράμματα- τέχνες Τόμος Δ΄ , Μυτιλήνη 1991:43-50
Βλ. Βλάχου Έ «ΛΕΣΒΙΑΚΑ» ΤΕΥΧΟΣ ΙΓ΄ :85-108
82
Βλ. Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950,: 278-279
83
Βλ. Μαντζάρογλου Πρ. 1960: 96
84
Βλ. Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ 1/9/1928
85
Η επιχείρηση ιδρύεται το 1919 και εξακολουθεί την παραγωγή σιγαρέτων μέχρι το 1925.Διατηρούσε ιδιόκτητες καλλιέργειες καπνού στην Θράκη, ενώ
στο ιδιόκτητό της κυτιοποιείον παρασκευάζει τα πακέτα τσιγάρων της . Εδρα είχε την Μυτιλήνη, με υποκαταστήματα στην Θεσσαλονίκη , την Καβάλα,
την Σμύρνη , την Ελλάδα, την Αλεξάνδρεια και την Δρέσδη, ενώ εξάγει στην Γαλλία και στην Αβυσσηνία.Σήματα που παρήγαγε ήταν τα ΕΚΛΕΚΤΟΝ,
ΜΠΑΦΡΑ,ΑΓΡΙΝΙΟ, ΓΕΝΙΤΖΕ, ΣΑΜΨΟΥΝ, ΛΕΣΒΟΣ
86
έδρα είχε την Μυτιλήνη και υποκατάστημα στην Σμύρνη στην οδό ΤΖΟΓΙΑ ΧΑΝ .Η εταιρία ιδρύθηκε στις 22 Φεβρουαρίου από τον Μενέλαο
Καρδασσό , τον Ν. Πετρόπουλο και τον Γ. Πετρέλλη με σκοπό την εμπορία και βιομηχανία καπνών και σιγαρέτων .Χρησιμοποιεί για την παραγωγή
σιγαρέτων καπνά Αγρινίου και Μακεδονίας. Κάνει εξαγωγές στην Γερμανία. Σήματα που παρήγαγε ήταν LUX, FAMA, ASTRON
87
Βλ. Λεοντής Δ., ΜΥΤΙΛΗΝΗ γράμματα- τέχνες Τόμος Δ΄ 1991:43-50
88
ΙΩΑΝΝΗΣ Π. ΒΑΡΒΑΓΙΑΝΝΗΣ(1913-1932) Ετος ίδρυσης του καπνεμπορικού οίκου το 1913.Χρησιμοποιεί για την παραγωγή σιγαρέττων καπνά
αποκλειστικά μόνον Μακεδονίας και Παλαιάς Ελλάδας, ενώ η επιχείρηση κάνει και ταυτόχρονη ιδία εξαγωγή καπνοφύλλων, και παράλληλα
αναλαμβάνει την προμήθεια καπνού σε φύλλα για λογαριασμό τρίτων. Εδρα της επιχείρησης η Μυτιλήνη με υποκατάστημα στο Πλωμάρι. Τα σήματα
που παρήγαγε είναι ΡΑΔΙΟΝ, ΣΕΛΑΜ, ΗΒΗ.
89
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 18/8/1918
90
Λίγα στοιχεία υπάρχουν για τον συγκεκριμένο καπνεμπορικό οίκο. Δεν ξέρουμε την ακριβή ημερομηνία ίδρυσης του, φαίνεται να δραστηριοποιούνταν
το 1920-1921, ενώ στις καταγεγραμμένες ενεργές καπνοβιομηχανίες του έτους 1924 δεν συμπεριλαμβάνεται. Εχει έδρα την Μυτιλήνη, έναντι της
αποβάθρας όπως χαρακτηριστικά γράφει στο πακέτο , με υποκαταστήματα στο Βόλο , την Σμύρνη και τα νησιά του Αιγαίου. Χρησιμοποιεί καπνά
Μακεδονίας Θεσσαλίας και Αγρινίου, και παρασκευάζει χειροποίητα τσιγάρα. Διακριτικό της σήμα το ΛΕΣΒΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΑ.
91
Ιδρύεται στην Μυτιλήνη το 1895 και το εργοστάσιο του οίκου ήταν εκεί που σήμερα υπάρχει ο κινηματογράφος Αρίωνας. Εμπορευόταν κύρια ξυλεία
αλλά είχε και αντιπροσωπείες καπνών σε φύλλα ενώ αναλάμβανε και την προμήθεια καπνών σε φύλλα για λογαριασμό τρίτων.
80
81
39
Το 1924 λειτουργούν τέσσερα καπνοβιομηχανικά εργοστάσια στην Μυτιλήνη. Εκείνα των Υιών Χιωτέλλη, του Ι.
Βαρβαγιάννη, του Μενέλαου Καρδασού & Σια και των Αδελφών Καψίμαλη. Οι εγκαταστάσεις των μηχανημάτων των
Χιωτέλλη και Βαρβαγιάννη ήταν εντός του δημόσιου Καπνεργοστασίου, οι δε εγκαταστάσεις των μηχανημάτων των
Καρδάσου και Καψίμαλη βρίσκονταν σε δύο ιδιαίτερα παραρτήματα του δημόσιου Καπνεργοστασίου. Τα τέσσερα αυτά
εργοστάσια είχαν έξη μηχανές παραγωγής τσιγάρων, και δέκα καπνοκοπτικές μηχανές. Στα εργοστάσια απασχολούνταν
γύρω στα 650 άτομα .Την ίδια χρονιά η λιανική τιμή των σιγαρέτων για τα μεν πρώτης ποιότητας ήταν 5 έως 6 δραχμές,
ενώ για εκείνα της δεύτερης ποιότητας ήταν 4 δραχμές.
92
Η καπνοβιομηχανία Υιών Α. Χιωτέλλη επαναδραστηριοποιείται στην Λέσβο, το 1947. Στο Εμπορικό και Βιομηχανικό
Επιμελητήριο Λέσβου υπήρχε στην δύναμή του, το 1950 μια καπνοβιομηχανία σιγαρέτων με 30 εργάτες και εργάτριες
93
με ημερήσια παραγωγή 240.000 σιγαρέτων. Την άνοιξη του 1955 σαν μοναδική σιγαρετοβιομηχανία της Μυτιλήνης
94
αναφέρεται εκείνη των Χιωτέλλη Α & Υιών ( η οποία λειτουργούσε και σαν καπνεμπορική επιχείρηση) ενώ οι
υπόλοιπες λειτουργούσες καπνεμπορικές επιχειρήσεις ήταν οι εξής :Φρυδάκης Ευαγ. & Υιος-Καρδάτος Χ ΔημήτριοςΟικονομίδης Ι & ΣΙα-Πετρέλλης Γεώργιος-Γρηγοριάδης Γρηγόρης-Βάγιας Γ & Σια- Σοφιανίδης Δημήτριος).
Κλωστοϋφαντουργία – υφαντουργία
Το 1919 η Ανώνυμος Εταιρία «ΠΕΙΡΑΪΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ», με έδρα τον Πειραιά άνοιξε στην Μυτιλήνη το τέταρτο
Εργοστάσιο. Το κεφάλαιο που κατέβαλε ήταν 3.500.000 δρχ. Άρχισε να λειτουργεί Κλωστήριο και Υφαντήριο Κάμποτ στο
95
κτίριο πρώην Αθανασιάδου. Στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Λέσβου υπήρχαν στην δύναμή του, το 1950
ένα νηματουργείο και υφαντουργείο, που απασχολούσαν συνολικά 367 εργάτες και εργάτριες με 24ωρη παραγωγή 480
πακέτα νήματα των 3 ½ οκάδων και 7.500 γιαρδών κάμποτο. Ένα εκκοκκιστήριο με 7 εργάτες και ημερήσια εκκόκκιση
96
βάμβακος 4.000 οκάδες. 11 κοκκοϋφαντουργεία (παραγωγή τσουπιών για τις ανάγκες κυρίως των ελαιοτριβείων). Το
Κλωστοϋφαντουργικό τμήμα της βιομηχανικής επιχείρησης Καλαμάρη απασχολούσε 400 εργαζόμενους. Το 1955
97
άρχισαν μαζικές απολύσεις των εργαζομένων με την δικαιολογία του περιορισμού των εργασιών.
Βιοτεχνίες υφασμάτων (τσουπιά)
Οι βιοτεχνίες ελαιόπανων για τα ελαιοτριβεία είναι αρκετά αναπτυγμένη ιδίως στην Αγιάσο. Τα προϊόντα αυτών των
εργοστασίων είναι τρίχινα και από χόρτο ελαιόπανα καθώς και τσουβάλια ελαιοτριβείων. Τα υλικά που
χρησιμοποιούνται για την κατασκευή τους είναι αιγότριχα Χαλκιδικής και χόρτο Ινδικό Κοκκοφοίνικα.
Έτσι έχουμε π.χ. τα : εργοστάσιο κατασκευης ελαιοπάνων ελαιοτριβειων αδελφων Μ. & Δ. Λιγελη Αγιασσος, εργοστάσιο
98
ελαιοπάνων Παναγ. Γουναρη την Μυτιλήνη, εργοστάσιο ελαιοπάνων Δημ. Ι. Παπανη στην Αγιάσο και το εργοστάσιο
99
ελαιοπάνων Θεοδ. Ιγγλεζέλλη & ΥΙΟΙ.
Η βιομηχανία πλεκτική Αδελφών Σούγιουλτζη παρείχε εργασία σε πάνω από 20 εργάτριες και παρήγαγε όλων των
100
ειδών πλεκτές κάλτσες, ζακέτες, και μπλούζες μάλλινες μεταξωτές και βαμβακερές, το οποίο ανακοίνωσε το 1946 ότι
101
102
επανήρχησε την λειτουργία του. Και στην δεκαετία του 1960 το συναντάμε να συνεχίζει την λειτουργία του.
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 16/9/47
Βλ. Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950 : 278-279
94
Πρόκειται για το μακροβιότερο καπνεμπορικό οίκο της Μυτιλήνης. Ιδρύεται το 1914,και συνεχίζει τις δραστηριότητες του ως την δεκαετία του 60,
στην Θέση Μπας - φανάρι στο κέντρο της πόλης της Μυτιλήνης. Ασχολείται με την παραγωγή σιγαρέττων (κυρίως Σέρτικα), διαθέτει ειδικό τμήμα
επεξεργασίας φύλλων καπνού, ενώ αναλαμβάνει και την προμήθεια φύλλων καπνού για λογαριασμό τρίτων. Εχει έδρα την Μυτιλήνη και
υποκαταστήματα, στην Θεσσαλονίκη (που εδρεύει στην οδό Βουλγαροκτόνου με σημαντικό κύκλο εργασιών , και πολύ καλή φήμη),στον Πειραιά,
Σμύρνη, Κων/λη, Χίο και Λήμνο. Εκανε εξαγωγές φύλλων καπνού στην Ευρώπη και στην Αμερική. Τα σήματα που παρήγαγε είναι
«ΣΚΡΑ»(Αριστοκρατικά, Απλά) , LUX SUPERRIOR ΑΡΙΣΤΟΝ ,ΦΛΟΓΑ .
95
Βλ. Εφημ ΣΑΛΠΙΓΞ 1/9/1919
96
Βλ. Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950 : 278-279
97
Βλ. Εφημ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 4/3/1955
98
Βλ. Εφημ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 14/9/1929
99
Βλ. Εφημ ΛΕΣΒΙΑΚΗ ΗΧΩ 13/11/1939
100
Βλ. Εφημ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 7/3/1936
101
Βλ. Εφημ ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 3/10/46
102
Βλ. Μαντζάρογλου Πρ. 1960: 96
92
93
40
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, λειτουργούσε στην Αγιάσο ένα μικρό κονσερβοποιείο φρούτων από τον
Συνεταιρισμό Οπορωπαραγωγών Αγιάσου.
Η Ένωση Συνεταιρισμών Λέσβου λειτουργούσε στα Πάμφιλα Κονσερβοποιείο για βρώσιμες ελιές. Αγόραζε από τους
103
Τον Μάιο του 1881, η Ένωση
συνεταιριστές ελιές κολοβές προκειμένου να τυποποιηθούν και να βγουν στο εμπόριο.
104
εγκαινίασε Πέραμα ελαιοδεξαμενές για τις ανάγκες της κρατικής συγκέντρωσης λαδιού.
Οι αδελφοί Καψιμάλη είχαν εργοστάσιο κυτοποιΐας, το οποίο κάλυπτε τις ανάγκες του νησιού. Το 1926 το ανακαινίζουν
με μηχανήματα Χρωμολιθογραφίας και Τυπογραφίας και προσέλαβαν ειδικό σχεδιαστή χαράκτη για να ανταποκριθούν
105
στις απαιτήσεις των πελατών τους.
Υπήρχε παγοποιείο, το οποίο λειτουργούσε με το χορτοϋφαντήριο της Μυτιλήνης. Παρήγαγε 100 τον. πάγο ετησίως, ο
106
οποίος πουλιώταν 80 δρχ. ο τόν. Στην καταχωρημένη διαφήμιση στην εφημερίδα, αυτό που προξενεί εντύπωση είναι
ότι τονίζεται ιδιαίτερα ότι ο παραγόμενος πάγος είναι υγιεινός και καθαρός «κατασκευαζόμενος εξ ύδατος διϋλισμένου
107
εν τω μεγάλω Παγοποιείω των κ.κ. Π..Λ. Ραπίτη & ΣΙΑ.» Το εργοστάσιο Ραπίτη παρήγαγε και πουλούσε παγοκολώνες.
Η πώληση γινόταν και κατ΄ οίκον από τους διανομείς. Για περισσότερη ευκολία προς τους καταναλωτές το εργοστάσιο
108
πάγου, διατηρούσε 7 πρατήρια πάγου, στις συνοικίες της πόλης.
Ποτοποιΐες
Το 1914 λειτουργούσε στην Μυτιλήνη η οινοπαραγωγική εταιρεία Οίνων, Κονιάκ, Ρακής κλπ. του Καμπούρη Λεοντή &
109
Σία. Στην Καλλονή λειτουργούσε το εργοστάσιο του Δ. Θ. Παπαγεωργίου. Το 1919 όπως ανακοίνωσε ο χημικός του
νησιού κ. Σωτηρόπουλος εργάσθηκαν στην επαρχία Μυτιλήνης 23 ποτοποιοί οι οποίοι κατεργάστηκαν 370.349
χιλιόγραμμα οινοπνεύματος για το οποίο καταβλήθηκε φόρος 1.018.459 δρχ. Κατά το έτος 1920 εργάσθηκαν 27
ποτοποιοί καταβάλλοντας. Αυτοί κατεργάστηκαν 300.494 χιλιόγραμμα οινοπνεύματος για το οποίο καταβλήθηκε φόρος
110
111
901.382 δρχ. Το 1949 συναντάται να κυκλοφορεί το ούζο Πούλου τριπλής απόσταξης, και το ούζο Ψαρέλλη. Στο
112
Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Λέσβου υπήρχαν στην δύναμή του, το 1950 25 ποτοποιείες, και τέλη της
δεκαετίας του 1950 ήταν καταγεγραμμένες γύρω στις 35. Μια από τις ποτοποιείες που ακόμα δραστηριοποιούνται στην
Μυτιλήνη είναι η ΕΠΟΜ, με μια σειρά προϊόντων, όπως την δεκαετία του 1970 το ούζο ΛΕΣΒΟΣ. Η ποτοποιεία
113
ΜΑΤΘΑΙΟΥ, εξακολουθεί να λειτουργεί, και ένα από τα προϊόντα της είναι το ούζο MATIS. Στην δεκαετία του ΄60 οι Ν.
114
Καλαμιδιώτη & ΣΙΑ στη Μυτιλήνη, οδό Σαπφούς, με προϊόντα όπως το ούζο ΑΡΙΣΤΟΝ κλπ.
Οι υπάρχουσες ποτοποιίες, μέχρι το 2005 είναι 16. Από αυτές, στην Μυτιλήνη: ΕΠΟΜ, Ε.Β.Α, Γ. Ματθαίου Υιοί, Σπέντζας
Γ., Ε. και Λ. Τικέλλης, Λίνου. Στο Πλωμάρι: Αρβανίτης, Βαρβαγιάννης, Γιαννατσής, Πιτσιλαδής. Στον Παπάδο ΑΙΓΑΙΟΝ και
Σαμαράς, στην Αγία Παρασκευή Υιοί Λ. Γαλανού, Πέτρα Ουρ., Κουρουμιχάλη και στα Λουτρά Ι. Γιαννακάκης – Α. Λίγκος
115
και ΛΕΒΑ Α.Ε. Μιχάλης Μπουχλής.
Βιομηχανία σιταριού- Αλευρόμυλοι
Η εταιρεία Γεωργιάδη Σταμάτη είχε μεγάλο αλευρόμυλο και αποτέλεσε τον πυρήνα ανάπτυξης της μεγάλης
βιομηχανικής επιχείρησης Καλαμάρη, έτος ιδρύσεως 1916. Το 1917 ιδρύθηκαν τα Ενωμένα Εργοστάσια Ι. Καλαμάρη
116
Α.Ε., και δραστηριοποιούταν στην αλευροποιΐα, μακαρονοποιΐα και υφαντουργία.
Στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Λέσβου υπήρχαν στην δύναμή του, το 1950 2 κυλινδρόμυλοι με 70 εργάτες
117
και εργάτριες και παραγωγή 70.000 οκάδες ημερησίως, 14 υδρόμυλοι και 48 μηχανοκίνητοι αλευρόμυλοι.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, σε όλες σχεδόν τις κοινότητες της επαρχίας Μυτιλήνης υπήρχαν μηχανοκίνητοι ή
118
υδροκίνητοι αλευρόμυλοι οι οποίοι επαρκούσαν για την άλεση των παραγόμενων σιτηρών.
Στη Μυτιλήνη συναντάμε το 1924 εργοστάσιο Μακαρονοποιΐας, στο οποίο κατασκευάζονται όλα τα είδη μακαρονιών,
πάστας και φιδέδων. Το εργοστάσιο έχει την επωνυμία «ΔΗΜΗΤΡΑ», και ανήκει στον κ. Μιλτιάδη Χ’Γεωργίου. Οι
119
εγκαταστάσεις του ήταν στην πάροδο Χ’’Γιαννίκου Βρύση απέναντι από τα γραφεία της Λέσχης «Πρόοδος».
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 20/1/79
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 22/5/81
105
Βλ. Εφημ ΣΑΛΠΙΓΞ 10/6/1926
106
Βλ. Έκθεσις Α.Ι.Σοφιανόπουλου
107
Βλ. Εφημ ΣΑΛΠΙΓΞ 2/6/1912
108
Βλ. Εφημ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 28/5/1933
109
Βλ. Ελευθεριάδη Μίμ., «ΛΕΣΒΙΑΚΑ» ΤΕΥΧΟΣ ΙΔ ,:84-91
110
Βλ. Εφημ ΣΑΛΠΙΓΞ 6/1/1922
111
Βλ. Εφημ ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 13/8/49
112
Βλ. Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950, : 278-279
113
Βλ Ελευθεριάδης Μ. 1979
114
Βλ. Μαντζάρογλου Πρ. 1960: 96
115
Βλ. Σιμιτζής Δ., στα Αιολικά Χρονικά, τόμος ΙΑ΄ Μυτιλήνη 2009
116
Βλ. Λεοντής Δ ΜΥΤΙΛΗΝΗ γράμματα- τέχνες Τόμος Δ΄ ,. 1991:43-50
117
Βλ. Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950, : 278-279
118
Βλ. Γρηγορίου Ε. 1952:50
119
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 13/8/1924
103
104
41
Στην δεκαετία του ΄60 λειτουργούσαν: Ενωμένα Εργοστάσια Ι. Καλαμάρης Α.Ε. βιομηχανία σίτου και βάμβακος και Β.
120
Μουζάλας & ΣΙΑ βιομηχανία σίτου.
Στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Λέσβου υπήρχε στην δύναμή του, το 1950 ένα εργοστάσιο ζυμαρικών που
121
απασχολούσε 15 εργάτες και παραγωγή 4.500 οκάδες.
Τυροκομεία
122
Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 τα τυροκομεία του νησιού ανέρχονται στα 60-65 στα οποία πήγαινε 90% από το
γάλα των ζώων των κτηνοτρόφων.
Περιφέρεια
Τυροκομεία
Μήθυμνας
6
Μεσοτόπου
5
Πολιχνίτου
4
Άντισσας
5
Άγρας
4
Αγ. Παρασκευής
4
Ερεσού
4
Σκαλοχωρίου
3
Υψηλομέτωπου
3
Καλλονής
3
Μανταμάδου
3
Παρακοίλων
3
Λουτρών
2
Μυστεγνών
2
Γέλια
2
Στύψη
2
Διαφόρων
άλλων 10
κοινοτήτων
ΣΥΝΟΛΟ
65
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, στην επαρχία της Μυτιλήνης λειτουργούσαν 7 ιδιωτικά τυροκομεία και 1
123
συνεταιριστικό. Στην επαρχία Πλωμαρίου, οι κτηνοτρόφοι, τυροκομούσαν μόνοι τους το γάλα.
Άλλες παραγωγικές εγκαταστάσεις
Στην πόλη της Μυτιλήνης υπήρχε μετοχικό εργοστάσιο παραγωγής πετρελαιαερίου για τις ανάγκες του φωτισμού της
πόλης. Το αέριο διανέμετο στην πόλη μέσω σιδηροσωλήνων. Στο εργοστάσιο αυτό δούλευαν 6 Αρμένιοι και 1 Έλληνας.
Δύο δυναμομηχανές με πετρελαιοκινητήρα παρήγαγαν ηλεκτρικό φως το οποίο φώτιζε τις δύο αίθουσες δημοσίων
θεαμάτων. Το 1919 το εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ανακοίνωσε στους πελάτες του ότι θα παρέτεινε την παροχή
124
ηλεκτρικού ρεύματος μέχρι της 1 μετά τα μεσάνυχτα. Επίσης τον Μάρτιο του ίδιου έτους ηλεκτροφωτίστηκε ένα
125
μέρος της προκυμαίας.
Το 1927 συστήθηκε εταιρεία με σκοπό την ανάληψη του έργου του ηλεκτροφωτισμού με καλύτερους όρους για τον
Δήμο της Μυτιλήνης και τους δημότες. Η εταιρεία η οποία απαρτίζεται από Μυτιληνιούς. Μεταξύ των άλλων
126
Τον Μάιο
αναλαμβάνει να στήσει 50 σιδερένιους φανοστάτες στην προκυμαία και όπου αλλού υποδείξει ο δήμος.
του 1929 κατατέθηκε ο θεμέλιος λίθος του νέου εργοστασίου ηλεκτροφωτισμού, παραπλεύρως του εργοστασίου του
127
128
Ραπίτη. Τον Αύγουστο του 1927 έγιναν τα εγκαίνια του ηλεκτρικού εργοστασίου Αγιάσου. Το 1930 ξεκινούν δειλά
129
–δειλά οι ηλεκτρικές εγκαταστάσεις και νέα επαγγέλματα κάνουν την εμφάνισή τους στην Μυτιλήνη, αλλά και νέα
προϊόντα, όπως ηλεκτρικές θερμάστρες και ηλεκτρικοί λαμπτήρες. Το 1950 υπήρχαν 14 εργοστάσια παραγωγής
130
ηλεκτρικού ρεύματος. Η Ηλεκτρική εταιρεία Μυτιλήνης εξακολουθεί να δραστηριοποιείται ως Ανώνυμη Εταιρεία
και δεχόταν έγγραφες δηλώσεις των πελατών της που επιθυμούσαν να χρησιμοποιήσουν το ειδικό τιμολόγιο οικιακών
χρήσεων, τύπου Τ3. Το εργοστάσιο της ∆ΕΗ πρωτολειτούργησε το 1963 στην περιοχή Επάνω Σκάλα.
Βλ. Μαντζάρογλου Πρ. 1960: 96
Βλ. Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950: 278-279
122
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 6/3/1934
123
Βλ. Γρηγορίου Ε. 1952:50
124
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 17/3/1919
125
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 20/3/1919
126
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 9/1/1927
127
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 14/5/1929
128
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 17/8/1927
129
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 16/1/1930
130
Βλ. Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950: 278-279
120
121
42
Μηχανουργεία
Το 1914 στην Μυτιλήνη ήταν σε λειτουργία ο «ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ», Τεχνικό γραφείο των Σ. Αργυρόπουλου και Γ.
Χατζηανδρέου. Το ηλεκτρολογικό τους τμήμα αναλάμβανε εγκαταστάσεις και μελέτες ηλεκτρικών φωτισμών πόλεων,
εργοστασίων κλπ., Μελέτες και εγκαταστάσεις τροχιοδρόμων, ηλεκτρικοί ανελκυστήρες, τηλεφωνικές εγκαταστάσεις
κλπ. Το μηχανουργικό τμήμα ανελάμβανε εγκαταστάσεις αλευρόμυλων, ελαιουργείων, πυρηνοεργοστασίων,
ξυλουργείων κλπ.. Επίσης έκαναν προμήθεια και εγκαταστάσεις ατμομηχανών, ατμολεβήτων, κατασκευές ρυμουλκών
131
ατμακάτων και βενζινακάτων κλπ.
Το 1931 ο εργοστασιάρχης κος Κων. Πρωτόπαπας εγκατέστησε στην Επάνω Σκάλα, εργοστάσιο κατασκευής Καμπάνες
τετραφωνικές, Μανουάλια, Πολυελαίους, Στατήρες, Πλάστιγγες κλπ. Στο εργοστάσιο αυτό ενδεικτικά κατασκευάστηκαν
οι καμπάνες των εκκλησιών του Αγίου Θεράποντα, του Ιωάννου του Χρυσοστόμου Πλωμαρίου, Μητροπολιτικού ναού
132
Ζωοδόχου Πηγής στην Καλλονή κλπ.
133
Το 1951 συναντάμε το εργοστάσιο κηροποιΐας Γ.Γ. Χατζησάββα και ΣΙΑ με τεχνικό πρόσφυγα από την Ρουμανία.
Στον δρόμο Αγίων Θεοδώρων στην Μυτιλήνη υπήρχε το εργοστάσιο κατασκευής σουμιέδων ξύλινων και σιδερένιων,
134
κρεβατιών ντιβανιών του Ν. Κουρουγένη.
Υπήρχαν επίσης εργαστήρια χρυσοχοεία, που κατασκεύαζαν μετά από παραγγελία όλα τα είδη χρυσοχοΐας,
135
αργυροχοΐας .
Βιομηχανία Αλιπάστων
136
Στα τέλη της δεκαετίας του ’40, η παραγωγή της βιομηχανίας Αλιπάστων έφτανε στις 500.000 οκάδες ετησίως. Στα
137
μέσα της δεκαετίας του ’50, υπήρχαν 8 βιομηχανίες αλιπάστων στην Μυτιλήνη και 2 στον Μόλυβο.
138
Στην δεκαετία του ’50, είχε ιδρυθεί, και εργοστάσιο πλεκτικής διχτυών και τροφοδοτούσε τα αλιευτικά. Την δεκαετία
του 1960 λειτουργούσαν:
•
Εταιρεία Αλιπάστων Μυτιλήνης Ο.Ε., με προϊόντα: σαρδέλες, γαύροι, αντσούγιες, κολιοί, παλαμίδες, λακέρδες.
Εργοστάσια της εταιρείας λειτουργούσαν στην Μυτιλήνη, Παναγιούδα και στον Μούδρο Λήμνου.
•
Βιομηχανία & Εμπορία Αλιπάστων Λέσβος Ο.Ε.
•
Λεσβιακή Εταιρεία Αλιπάστων
•
Μυτιληναική Εταιρεία & Βιομηχανία Αλιπάστων ΜΕΒΑ
139
•
Λεσβιακή Εμπορία & Βιομηχανία Αλιπάστων ΛΕΒΑ
Το Εργοστάσιο Αλίπαστων Δούκα, τέλη της δεκαετίας του ’70 απασχολούσε περίπου 100 εργάτες και εργάτριες. Η κύρια
πρώτη ύλη που χρησιμοποιούσε ήταν σαρδέλες που προερχόταν από τους αλιείς της Λέσβου, και τόνο που τον έκανε
140
141
εισαγωγή. Το εργοστάσιο κονσερβοποιΐας ψαριών Δουκάκη Δούκα λειτούργησε το 1978 και έκλεισε το 1982.
Ψυγεία
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, στην Μυτιλήνη λειτουργούσε 1 ψυγείο της Α.Ε. «Γαλιλαίος», με ψυκτικό χώρο 3.000
κ.μ. και ήταν οι μοναδικές ψυκτικές εγκαταστάσεις και δεν επαρκούσαν για τις ανάγκες διατήρησης των προϊόντων,
142
κτηνοτροφικών και φρούτων.
143
Άλλες βιομηχανικές μονάδες ήταν εργαστήρια υαλουργείων, κεραμοποιείων κλπ. Επίσης υπήρχαν στην δύναμή του
144
Επιμελητηρίου,, 9 μηχανουργεία, 6 επιπλοποιεία με μηχανικές εγκαταστάσεις, 18 κεραμοποιεία, 7 τυπογραφία κλπ.
145
και ένα εργοστάσιο κολοφωνίου τερεβινθελαίου με 5 εργάτες με ημερήσια επεξεργασία ρητίνης 2.500 οκάδες. Το
εργοστάσιο όπου γινόταν κατεργασία ρητίνης και παραγωγή κολοφωνίου, το οποίο βρισκόταν στη θέση Μακρύς Γιαλός
στην κοινότητα Παναγιούδας, λόγω της μη λειτουργίας του, η Εθνική Τράπεζα ανακοίνωσε την πώλησή του τον
146
Νοέμβριο του 1978.
Στην δεκαετία του 1960 μεταξύ των άλλων δραστηριοποιείτο η Λεσβιακή Βιοτεχνία γλυκών κουταλιού και
ζαχαροπλαστικής «ΚΑΜΕΛΙΑ», του Αιμίλιου Λυκόπουλου, Λεσβιακή βιοτεχνία παγωτών «ΣΤΑΡ» Σταμάτη Τσίκνα, και
Βλ. Πανελλήνιον Ημερολόγιον Λέσβου 1914:297
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 10/9/1931
133
Βλ. Εφημ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 371951
134
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 19/2/1935
135
Βλ. Ελευθεριάδη Μίμ., «ΛΕΣΒΙΑΚΑ» ΤΕΥΧΟΣ ΙΔ ΜΥΤΙΛΗΝΗ,:84-91
136
Βλ. Μπίνος Χαρ., Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950:229-237
137
Βλ. Κυριάκου Αν., 1954 : 165-169
138
Βλ. Κυριάκου Αν., 1954 : 165-169
139
Βλ. Μαντζάρογλου Πρ. 1960: 96
140
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 17/7/79
141
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 24/8/82
142
Βλ. Γρηγορίου Γ.Ε. 1952:50
143
Βλ. Σιφναίου Ρ., ΛΕΣΒΙΑΚΑ ΤΕΥΧΟΣ ΙΓ΄ :286- 301
144
Βλ. Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950: 278-279
145
Βλ. Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950: 278-279
146
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 1/11/78
131
132
43
Αντωνίου – Σταυρίδης μαγειρικά λίπη – αλίπαστα, Μ. Κομνηνόγλου & ΣΙΑ μαγειρικά λίπη, Ν. Κλεομβρότου & ΣΙΑ
147
μαγειρικά λίπη
Στο τέλος της δεκαετίας του ’50 στην Λέσβο ήταν διασπαρμένες σ’ όλο το νησί με μεγαλύτερη βιομηχανική συγκέντρωση
148
στην Μυτιλήνη και στην περιοχή της Γέρας, μικρές επιχειρήσεις αν εξαιρεθούν τρεις ή τέσσερεις:
Είδος
Αγγειοπλαστεία
Εργοστάσιο Αερούχων ποτών
Αλλαντοποιεία
Αλατοτριβεία
Αλευρόμυλοι
Εργοστάσιο Αλιπάστων
Ατμοβαφεία
Βαρελοποιεία
Βαφεία διχτυών
Βυρσοδεψία
Εργοστάσιο εκχυλ. Δεψικών
Δικτυοπλεκτήρια
Εκκοκκιστήρια Βάμβακος
Εργοστάσιο ελαιοπάνων
Ελαιουργεία
Ραφινερί
Εργοστάσιο Επανωδερμάτων
Εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού
ρεύματος
Εργοστάσιο παραγωγής μαγειρικού
λίπους
Εργοστάσιο ζυμαρικών
Καροποιεία
Αριθμός
7
10
1
2
76
11
4
1
1
13
1
5
3
7
148
8
1
24
Είδος
Κλωστήρια μαλλιών
Κυλινδρόμυλοι
Λευκοσιδηρουργεία
Ναυπηγεία
Νηματουργεία
Ορειχαλκουργεία
Παγοποιεία – Ψυγεία
Εργοστάσιο παγωτών
Ποτοποιείες
Πυρηνελαιουργεία
Σαπωνοποιεία
Βιομηχανία τσιγάρων
Ταπητουργία
Τυπογραφεία
Τυροκομεία
Υφαντήρια
Χαλβαδοποιεία
Κεραμοποιεία
Αριθμός
16
2
12
5
1
3
6
1
35
6
35
1
1
14
50
9
5
29
4
Κιβωτοποιεία
1
1
8
Κηροποιεία
2
Τον Δεκέμβριο του 1964, έγιναν τα εγκαίνια των εγκαταστάσεων εμφιάλωσης υγραερίων της ΠΕΤΡΟΓΚΑΖ, στα
149
Πάμφιλα.
Ορυχεία- Εργοστάσια Ισλανδικής Κρυστάλλου
Το 1925 εξακολουθούν τις εργασίες τους τα ορυχεία Ταλκ. Γνωστά ήταν κοντά στην Γέρα στη θέση Νιάνδρο, και στο
150
ο
Κάτω Τρίτος. Ένα από τα σπουδαιότερα μεταλλεία του νησιού ήταν στο 34 χιλιόμετρο Μυτιλήνης Καλλονής και γύρω
στα 4 χιλ. Β.Α. του χωριού Βασιλικών, από το οποίο εξάγεται λευκόλιθος. Στο μεταλλείο αυτό απασχολούνται περίπου
50 εργάτες και προβλέπεται ο αριθμός τους να ανεβεί στους 200. Το Δημόσιο εισπράττει από τα εξαγόμενα
μεταλλεύματα 14,5% κατά τόπο με την υποχρέωση να καταβάλλει στην κοινότητα που ανήκει το μεταλλείο 5% από τις
151
152
εισπράξεις. Το μεταλλείο των Βασιλικών απασχολούσε 77 εργάτες, και το 1953 έκλεισε λόγω χρεών.
Τέλη της δεκαετίας 1990 και αρχές 2000, στη Λέσβο λειτουργούν 19 Τυροκομεία και 1 Οινοποιείο. Επíσης λειτουργούν
11 τυποποιητήρια ελαιολάδου και 4 μονάδες τυποποίησης βρώσιμων ελιών. Στη Λέσβο υπάρχουν 3 μεταποιητικές
μονάδες αλιευμάτων.
Κλάδος
Αναψυκτικά
Αρτοποιία-Ζαχαροπλαστική
Γαλακτοκομικά προϊόντα
Ελαιοτριβεία-τυποποίηση λαδιού
Επεξεργασία ξύλου-έπιπλα
Κατασκευή ηλεκτρικών μηχανημάτων
Κεραμικά
Κηροποιεία
Σύνολο
4
64
21
73
102
1
14
2
Βλ. Μαντζάρογλου Πρ. 1960: 96
Βλ. Εμπορικό & Βιομηχανικό Επιμελητήριο 1958:14-15
149
Βλ Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 8/12/1964
150
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 1/11/1925
151
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 14/5/1930
152
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 21/10/1953
147
148
44
Κλωστοϋφαντουργία
9
Λατομεία-μάρμαρα-πέτρα
11
Ναυπηγική-Λεμβουργία
4
Παγοποιία
4
Πλαστικά
1
Ποτοποιία
20
Πτηνοτροφία-Ζωοτροφές
6
Σιδηροκατασκευές-αλουμινοκατασκευές
38
Τρόφιμα
20
Υλικά οικοδομών
24
Σύνολο
418
Πηγή:Έρευνα των μεταποιητικών επιχειρήσεων του Νομού Λέσβου
Αγροτική οικονομία
Η Λέσβος αν και είναι ορεινή το περισσότερο των εδαφών της μπορεί να καλλιεργηθεί. Το 1913 η έκθεση του
νομογεωπόνου Μεσσηνίας «περί πλούτου της νήσου Λέσβου» αναφέρει: Καλλιεργείτε μόνο το 1/3, και το υπόλοιπο
χρησιμοποιείται ως βοσκή. Έτσι το περισσότερο του βόρειου και του δυτικού τμήματος του νησιού μένει ακαλλιέργητο
και μόνο το Ν. και το ΝΑ. τμήμα του εδάφους είναι καλλιεργημένο.
Κατά την απογραφή που έγινε στο διάστημα 1910-1914 αναφέρεται ότι στην Λέσβο υπάρχουν 1402 άροτρα, από τα
153
οποία τα 1202 ξύλινα και 200 Ευρωπαϊκά. Η κατανομή τους δε κατά δήμους είναι:
ΔΗΜΟΣ
ΞΥΛΙΝΑ ΑΡΟΤΡΑ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ
ΣΥΝΟΛΟ
(ΣΙΔΕΡΕΝΙΑ)
Μυτιλήνης
65
28
93
Αγιάσου
20
20
Πλωμαρίου
15
8
23
Γέρας
14
28
42
Μανταμάδου
100
4
104
Πολυχνίτου
184
12
196
Καλλονής
154
89
243
Μολύβου
313
15
328
Ερεσού
337
16
353
Σύνολο
1202
200
1402
Γεωργική παραγωγή έτους 1914-1915 του Νομού Λέσβου. Απόδοσις μετρία
(δηλ. 1 κιλό σπόρου αποδίδει 5)
Σίτος
Κριθή
Σμίγος
Σίκαλις
Βρώμη
Κύαμοι
ΛΕΣΒΟΣ
1.643.659
1.270.770
83.376
6.050
814.430
ΛΗΜΝΟΣ
621.000
1.783.000
616.000
59.000
27.000
ΙΜΒΡΟΣ
514.000
742.000
18.000
7.000
62.200
ΑΓ. ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ
9.600
140.000
12.000
ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ
60.000
240.000
60.000
6.000
ΤΕΝΕΔΟΣ
120.000
20.000
20.000
6.400
-
Ετήσια παραγωγή σιτηρών του Γεωργικού έτους 1914- 1915 κατά Δήμους μετά την αφαίρεσιν του προς σποράν
αναγκαιούντος ποσού σπόρου
ΔΗΜΟΣ
Μυτιλήνης
Αγιάσου
Πλωμαρίου
Γέρας
Μανταμάδου
Πολυχνίτου
Μολύβου
Ερεσού
153
ΣΙΤΟΣ
106.000
13.400
27.430
14.400
101.448
186.000
215.440
377.960
ΚΡΙΘΗ
103.180
2.960
7.241
7.680
51.040
116.800
96.000
374.044
ΣΜΙΓΟΣ& ΣΙΚΑΛΙΣ
11.116
6.736
72.670
Βλ. Αρχοντόπουλος Τιμ. Νομογεωπόνος Λέσβου 21 Μαΐου 1917
45
ον
Μετά το 1922 η κατάσταση της υπαίθρου χαρακτηριζόταν: 1 από μείωση της παραγωγής ως εξής: Δημητριακά
2.130.000 οκάδες έναντι μέσης συνήθως παραγωγής 7.000.000. Ελαιόλαδα 2.500.000 οκάδες έναντι μέσης συνήθως
ον
παραγωγής έτους εφορίας 7.000.000. Καπνά 106.000 οκάδες έναντι μέσης συνήθως παραγωγής 260.000. 2 από
ον
ον
έλλειψη επαρκών και φθηνών κεφαλαίων, 3 από ψηλούς τόκους των ιδιωτικών δανείων, 4 από την προαγορά της
σοδειάς των μικροκτηματίων, από τους κεφαλαιούχους ή ελαιοβιομηχάνους, με αποτέλεσμα την κακή διανομή των
ον
κερδών της καλλιέργειας της γης και της εμπορίας των προϊόντων, 5 έλλειψη πνεύματος αλληλεγγύης μεταξύ των
ον
αγροτών, 6 αρχέγονη και ανεπαρκή εκμετάλλευση των κτημάτων.
Η επιστροφή των αγροτών προς τους αγρούς μετά την αποστράτευση και η καταφυγή 15.000 περίπου αγροτών
προσφύγων έδωσε την ώθηση προς αλλαγή προς το καλύτερο και της αναστροφής της παραπάνω κατάστασης. Τους
ακτήμονες γεωργούς τους εκμεταλλευόταν με το ψηλό μίσθωμα που τους ζητούσαν για την ενοικίαση των κτημάτων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα μοναστηριακά κτήματα στην περιοχή της Καλλονής, τα οποία τα είχαν νοικιάσει
πλούσιοι της περιφέρειας και ζητούσαν από τους ακτήμονες εφέδρους ως ποσό επινοικίασης 825 δρχ. το στρέμμα δηλ.
154
διπλάσια τιμή από αυτή που τα είχαν νοικιάσει οι ίδιοι από τα μοναστήρια.
Η δράση της τοκογλυφίας είναι ένα άλλο ζήτημα, εξ ίσου σπουδαίο, το οποίο θα έπρεπε να διευθετηθεί. Οι χωρικοί των
περισσοτέρων γεωργικών περιφερειών, καταφεύγουν συνήθως στους τοκογλύφους του τόπου τους, για να
προμηθευτούν τα πλέον απαραίτητα δάνεια, με υψηλότατο τόκο. Ο γεωργός εργάζεται πάντοτε για τον τοκογλύφο,
αφού δεν έχει τις απαιτούμενες γεωργικές εκτάσεις, διά να ανταποκριθεί εις τα χρέη του. Για την αντιμετώπιση της
τοκογλυφίας, η Εθνική Τράπεζα και οι λοιπές τοπικές τράπεζες, διέθεσαν 40.000.000 δρχ. αλλά τα χρήματα αυτά δεν
155
επαρκούσαν για εξυπηρέτηση των γεωργικών αναγκών.
Η χρησιμοποίηση των χημικών λιπασμάτων αρχίζει να διαδίδεται σε όλες τις καλλιέργειες: λαχανικών, καπνού,
δένδρων, λουλουδιών, αμπελιών και φυσικά των ελαιόδεντρων. Η προμήθεια των λιπασμάτων γινόταν από την
156
«Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων»
Η πραγματικά σημαντική ημερομηνία είναι το 1922, όταν διακόπηκε απότομα η επικοινωνία με την Μικρασιατική ακτή,
με αποτελέσματα την αύξηση του κόστους εισαγωγής προϊόντων και κυρίως τροφίμων, το σταμάτημα της εποχιακής
μετανάστευσης που λειτουργούσε ως ασφαλιστική δικλείδα για τον υπερπληθυσμό του νησιού, το σταμάτημα των
επενδύσεων σε ακίνητα και γη και την εγκατάσταση χιλιάδων προσφύγων στην Μυτιλήνη. Η παρακμή των βιομηχανικών
δραστηριοτήτων και η φυγή πολλών επιχειρήσεων ξεκίνησε αυτή την περίοδο και ολοκληρώθηκε έπειτα από το τέλος
του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν αρχίζει και η αγροτική έξοδος (ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 35% μεταξύ 1940 και
1981. Οι δυσμενείς αυτές εξελίξεις συνέπεσαν με την βελτίωση των ηπειρωτικών οδικών μέσων, την εισαγωγή καραβιών
που δεν πραγματοποιούσαν ενδιάμεσους σταθμούς σε μικρά λιμάνια όπως αυτά της Λέσβου και με την αγροτική
157
μεταρρύθμιση ολοκληρώθηκε το 1932.
Από το 1960 και μετά έχει ήδη αρχίσει μια προσπάθεια απεξάρτησης από τη μονοκαλλιέργεια της ελιάς, η αστάθεια της
παραγωγής της οποίας έχει οδηγήσει σε δραματική μείωση του πληθυσμού του νησιού. Η στροφή γίνεται προς την
ανάπτυξη του τουρισμού.
To 1964 σε έκθεση ελαιοκομίας που έγινε στην Λέσβο αναφερόταν ότι το 48% του αγροτικού εισοδήματος στην Λέσβο
προερχόταν από την ελαιοκαλλιέργεια, το 21% από την κτηνοτροφία, και το 21% από την γεωργία αμπελοκαλλιέργεια
κλπ. Την δεκαετία του 1980 αρχίζει να γίνεται ορατή η απώλεια του κύριου εισοδήματος του νησιού από το ελαιόλαδο
με τη στροφή της κατανάλωσης στα φθηνότερα σπορέλαια. Η καλλιέργεια αλλά και η συγκομιδή της ελιάς που έθρεψε
τη Λέσβο από τα μέσα του 14ου και για 5 αιώνες περίπου, καθίσταται πλέον ασύμφορη.
Το ετήσιο ακαθάριστο εισόδημα από την οργανωμένη κτηνοτροφία, στις αρχές της δεκαετίας του 1930, ανερχόταν σε
51.625.000 δρχ., ποσό που αντιπροσωπεύει το τίμημα της διάθεσης των προϊόντων:
ΠΡΟΪΟΝ
Γάλα
Αμνοερίφια
σφάγια
ΟΚΑΔΕΣ
6.500.000
85.000
300.000
ΤΙΜΗ ΟΚΑΣ
6 δρχ.
25 δρχ
35 δρχ
ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΑΞΙΑ
39.000.000
2.125.000
10.500.000
Οι κτηνοτρόφοι το ετήσιο ακαθάριστο κέρδος τους ήταν κατά μέσο όρο, 365 δρχ. κατά κεφαλή ζώου, ή 200 δρχ. καθαρό.
Η παραγωγή του τυριού συμπεριλαμβανομένης και της κατ΄ οίκον παρασκευής, ανερχόταν στο ποσό των 900.000
οκάδων, και κατανεμόταν ως εξής:
Βλ Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 9/1/1929
Βλ Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 19/1/1929
156
Στις 25 Απριλίου του 1909 µία ομάδα τραπεζιτών και βιομηχάνων μεταξύ των οποίων οι ιδιοκτήτες και διευθυντές του "Ελληνικού
Πυριτιδοποιείου και Καλυκοποιείου", και ένας από τους εµπνευσµένους τεχνικούς της εποχής, ο χηµικός Ν. Κανελλόπουλος ίδρυσαν
την "Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων". Η ίδρυση επικυρώθηκε µε Βασιλικό ∆ιάταγµα στις 10 Μαΐου
του 1909.
157
Βλ. Βεργόπουλος, 1975, & Βαρβαρέσος 1949
154
155
46
Είδος τυριού
Κασέρι
Τουλουμοτύρι
158
Τελεμές ολόπαχος
Τελεμές
αποβουτυρωμένος
Γραβιέρα και
κεφαλοτύρι
Ποσότητα σε
οκάδες
400.000
350.000
100.000
Τιμή εξαγωγής ανά
μονάδα
46
34
28
12
50.000
42
Εκτός από την παραγωγή τυριού γίνεται και παραγωγή 25.000 οκάδων βούτυρο αγνού, ο οποίος διατίθεται στην τοπική
159
Η παραγωγή των κτηνοτροφικών προϊόντων στα τέλη της δεκαετίας του 1950, ήταν η ακόλουθη: γάλα
αγορά
8.450.000 περίπου οκάδες, από τις οποίες οι 1.800.000 καταναλώθηκε ως νωπό και το υπόλοιπο προωθήθηκε στην
160
τυροκομεία. Η παραγωγή μαλλιών προβάτου ανήλθε στις 90.000 οκάδες, και η αιγότριχα 7.460 οκάδες.
Η ΕΛΑΙΟΥΡΓΙΚΗ Βιομηχανία Π.Μ. Κουρτζή Ε.Ε., ανακοίνωσε το 1957, ότι άρχισε την παραγωγή κτηνοτροφής ΠΡΩΤΕΑ. Η
ζωοτροφή αυτή ήταν συμπυκνωμένη και είχε ως βάση την ψίχα της ελιάς, η οποία κατόπιν ειδικής γαλακτικής ζύμωσης
161
(δίπλωμα ευρεσιτεχνίας 18/527), αναμιγνυόταν με κατάλληλες τροφές και παρασκευαζόταν το τελικό προϊόν.
Η κτηνοτροφία μεταπολιτευτικά ήταν ένας από τους δυνατούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Οι ανάγκες της χώρας
σε κρέας είχαν αυξηθεί πολύ. Η κατανάλωση μέσα σε μια εξαετία 1974- 1980, αυξήθηκε από 55 κιλά το άτομο κατά
μέσο όρο σε 67 κιλά ετησίως, με αποτέλεσμα οι τιμές του κρέατος να διατηρούνται σε ικανοποιητικά επίπεδα για τους
162
κτηνοτρόφους.
Αγροτική παραγωγή
Καλλιέργειες
ου
Οι καλλιέργειες στις αρχές του 20 αιώνα εκτός από την ελιά, ήταν βαλανιδιές, συκιές, αμπέλια, καπνό, καστανιές και
163
Η πεδιάδα της Καλλονής είναι η μεγαλύτερη του Ανατολικού Αιγαίου, συνολικής εκτάσεως 47.000
φρούτα.
164
στρεμμάτων. Η αγροτική παραγωγή της Λέσβου από το 1916 - 1919 σύμφωνα με την ανακοίνωση του Εμπορικού και
Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Μυτιλήνης, όπως την υπογράφει ο Γενικός του Γραμματέας Μ. Ράλλης είχε ως εξής:
Είδος
Σιτάρι
Κριθή
Σμίγος
Αραβόσιτος
Βρώμη
Σίκαλη
Φασόλια
Κουκιά
Ερέβινοι
Φακή
Φάβα
Μπιζέλια
Ροβή
Γεώμηλα
Κρόμμυα
Σκόρδα
Λαχανικά
Πεπονοειδή
Καπνός σε φύλλα
Βαμβάκι
Σησάμι
1916/οκάδες
4.467.750
7.250.000
1.203.100
120.000
75.000
127.000
260.000
780.000
215.000
17.000
64.935
150
290.000
61.700
615.400
21.570
830.000
479.800
233.190
52.675
258.898
1919/οκάδες
1.350.000
535.000
55.000
27.000
18.000
65.000
13.500
765.000
43.000
9.500
2.750
370
90.350
95.600
407.405
21.000
454.050
267.000
575.700
18.900
9.400
158
Λευκό τυρί άλμης, μαλακό. Παρασκευάζεται σε πολλές περιοχές της Ελλάδας. Προέρχεται από πρόβειο γάλα, κατσικίσιο ή και αγελαδινό.
Βλ. Βασιλείου Ε. 1933
160
Βλ. Εμπορικό & Βιομηχανικό Επιμελητήριο 1958:7-12
161
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 20/12/1957
162
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 15/7/81
163
Βλ. Καμπούρης Ζ., ΛΕΣΒΙΑΚΑ ΤΕΥΧΟΣ Δ 1962: 102-185
164
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 22/5/81
159
47
Σταφύλια
Λάδι
Ελιές
Λεμόνια
Πορτοκάλια
Απίδια
Μήλα
Αμύγδαλα
Σύκα ξερά
Καρύδια
Βαλανίδια
Κάστανα
Κερί
Κυψέλες σε τεμάχια
Μέλι
850.000
13.625.730
583.600
18.200
15.600
670.000
42.800
63.865
590.000
122.300
748.000
118.400
300
1950
8.080
95.000
2.275.000
90.800
14.000
17.700
395.000
47.000
17.000
119.000
16.700
437.900
195.800
358
2.190
4.500
Την περίοδο του μεσοπολέμου οι αγροτικές καλλιέργειες καταμεριζόταν ως εξής:
Καλλιέργειες
Ελαιώνες
Καλλιέργειες πεδιάδας και κηπευτικών
Εδάφη αναπαυόμενα ή ακαλλιέργητα και θα
μπορούσαν να καλλιεργηθούν
Διάφοροι δενδρώνες
Αμπελώνες
Σύνολο
165
Εκτάρια
45.000
14.300
9.900
1.400
1.000
71.000
Τα δάση και τα λοιπά εδάφη ήταν:
Εδάφη
Πευκοδάση
Δάση βελανιδιάς
Βοσκές, θαμνώδη, ακαλλιέργητα, ελώδη, αλυκές,
εκτάσεις πόλεων κλπ.
Σύνολο
Εκτάρια
35.000
3.400
65.000
103.400
Το 1937 η Λέσβος πήρε μέρος στην πρώτη Πανελλήνια Γεωργική Έκθεση των Αθηνών. Στο περίπτερό της, ο χάρτης των
καλλιεργειών μας πληροφορεί:
166
Η Λέσβος αποτελείται από 1.750.000 στρέμματα κατανεμημένα ως ακολούθως:
Ελαιώνες
455.000 στρ.
Αγροί, δημητριακών, οσπρίων, καπνών, κήποι,
309.000 στρ.
συκεώνες κλπ.
Αμπέλια
12.000 στρ.
Δάση πεύκου και καστανιές
350.000 στρ.
Βαλανιδιές, βοσκότοποι
274.000 στρ.
Έλη και τέλματα
25.000 στρ.
Γαίες πετρώδεις και άγονες
325.000 στρ.
Σύνολο
1.750.000 στρέμματα
Η καλλιέργειες δεν θα μπορούσαν να μείνουν ανεπηρέαστες από την εμπόλεμη κατάσταση. Από την Νομαρχία Λέσβου
τον Νοέμβριο του 1940 εξέδωσε απόφαση κατά την οποία όλοι οι καλλιεργηθέντες αγροί κατά το παρελθόν έτος 1939167
1940 με καπνό, υποχρεωτικά θα έπρεπε το καλλιεργητικό έτος 1940-1941, να καλλιεργηθούν με σιτάρι. Κατά τη
διάρκεια της γερμανικής Κατοχής (1941-1944) τα παραγόμενα γεωργικά προϊόντα και ιδίως το ελαιόλαδο κατάσχονταν
από τις Αρχές με άμεσο αποτέλεσμα την πείνα και τον εξευτελιστικό θάνατο εκατοντάδων ανθρώπων στην πόλη και τα
165
Βλ. Κανονής Χαρ., ΛΕΣΒΙΑΚΑ ΤΕΥΧΟΣ Κ΄ : 70- 80
Βλ Εφημ. ΛΕΣΒΙΑΚΗ ΗΧΩ 29/5/1937
167
Βλ Εφημ. ΛΕΣΒΙΑΚΗ ΗΧΩ 16/11/40
166
48
168
χωριά του νησιού . Το εμπόριο και κάθε οικονομική δραστηριότητα παρέλυσε, φαινόμενα αισχροκέρδειας και μαύρης
αγοράς έκαναν την εμφάνισή τους, ενώ κυριάρχησε η ανταλλακτική πρακτική οικονομία (είδος με είδος) τόσο σε
169
ενδολεσβιακό επίπεδο όσο και στις εμπορικές συναλλαγές με τη Βόρεια Ελλάδα , αφού το πληθωριστικό- κατοχικό
χρήμα ήταν εντελώς άνευ αξίας. Τις μεταπολεμικές δεκαετίες, η απαξίωση του γεωργικού εισοδήματος, η ανεργία και η
έντονη ανέχεια, σε συνδυασμό με την παρακμή των παραδοσιακών βιοτεχνιών, εξαφάνισαν πολλά επαγγέλματα και
170
και οδήγησαν πολλούς Λέσβιους στη μετανάστευση, εσωτερική και εξωτερική, αλλά και στη
δραστηριότητες
συνακόλουθη εγκατάλειψη της υπαίθρου και το δημογραφικό μαρασμό.
ο
171
Μετά τον 2 παγκόσμιο πόλεμο οι αγροτικές καλλιέργειες καταμεριζόταν ως εξής:
Είδος
Ελαιώνες
Οπωρώνες
Αμπελώνες
Κηπευτικά
Βελανιδιές
Δάση
Βοσκότοποι
Θαμνότοποι
Στρέμματα
460.000
16.000
8.500
5.000
20.500
Ι78.000
600.000
142.000
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο παρατηρείται μια πτώση της καλλιεργητικής δύναμης αλλά και διάθεσης της γης.
Παρατηρούνται κτήματα ακαλλιέργητα και απεριποίητα, και πολλές καλλιέργειες να γίνονται χωρίς ιδιαίτερη φροντίδα
με αποτέλεσμα οι αποδώσεις να μην είναι καλές. Στα τέλη της δεκαετίας του 1940 παρατηρείται μια αντιστρόφως
ανάλογη σχέση μεταξύ της καλλιεργούμενης γης και της προσφοράς εργατών γης. Η μη γεωργική ανάπτυξη είχε ως
συνέπεια τον περιορισμό προσφοράς εργασίας με αποτέλεσμα να υπάρχει αξιοσημείωτη ανεργία ιδίως δε, στους
καλοκαιρινούς μήνες.
Η λύση δόθηκε με την αθρόα μετανάστευση, αντί για την βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό των μεθόδων καλλιέργειας,
την πλήρη αξιοποίηση της γης, του υδάτινου πλούτου με σκοπό την γεωργική και κτηνοτροφική ανάπτυξη.
Βιώσιμος κλήρος στη Λέσβο και μέχρι την δεκαετία του 1950, μπορούσε να θεωρηθεί:
•
Για ελαιοκτήματα έκταση ελαιώνων 40-50 στρέμματα απόδοσης 12.500 οκάδων ελαιόκαρπου ανά διετία.
•
Για αγρούς ημιορεινούς καλής γονιμότητας έκταση 50 στρέμματα.
•
Για αγρούς μέτριας – πτωχής γονιμότητας έκταση 70-80 στρέμματα.
Η καλλιέργεια στη Λέσβο γίνεται:
•
Οι έχοντες γεωργικό κλήρο με την βοήθεια της οικογένειάς τους δηλ. αυτοκαλλιεργητές.
•
Οι καλλιεργητές οι οποίοι δεν έχουν επαρκή κλήρο και ασχολούνται με την γεωργία είτε νοικιάζοντας χωράφια,
είτε ως εργάτες με ημερομίσθιο.
•
Οι έχοντες κλήρο και τον καλλιεργούν με εργάτες και δικοί τους επίβλεψη.
Η συγκομιδή της ελιάς στις πολύ μεγάλες ιδιοκτησίες γίνεται με ημερομίσθια εργατών και επιστατών ή με το νοίκιασμα
172
των κτημάτων (κισίμια).
173
Στην απογραφή του 1951 ο αριθμός των αγροτικών οικογενειών και η καλλιεργούμενη γη ανά επαρχία ήταν η εξής:
Επαρχίες
Μυτιλήνης
Πλωμαρίου
Μηθύμνης
Σύνολο
Καλλιεργούμενη
έκταση σε τετρ.
χιλιόμετρα
347,0
81,0
218,2
646,2
% της
καλλιεργούμενης
γης του νησιού
51,05
55,10
27,15
39,64
Πληθυσμός
απογραφής
1951
75.285
11.659
39.984
126.928
Αριθμός
αγροτικών
οικογενειών
11.715
2.340
9.330
23.385
Αριθμός
οικογενειών
ελαιοπ/γωγών
11.100
2.100
4.400
17.600
βλ. αφήγηση Βασίλη Δεμερτζή, στο Παρασκευαΐδης Γ., 1997: 272
Ενδεικτική είναι η προσπάθεια της κοινότητας Μανταμάδου να εξασφαλίσει τρόφιμα και ζωοτροφές, για τους κατοίκους του χωριού, το φθινόπωρο
του 1941: (βλ. αφήγηση Βασίλη Δεμερτζή, στο Παρασκευαΐδης Γ., 1997: 271-272).
170
«Με την τεχνολογική ανάπτυξη και την αθρόα εισαγωγή βιομηχανικών προϊόντων της ηπειρωτικής Ελλάδας και της Ευρώπης, αρχίζουν να παρακμάζουν
και οι τοπικές βιοτεχνικές δραστηριότητες, όπως η αγγειοπλαστική, η κεραμουργεία, η υφαντουργία, η σιδηρουργία, η κατασκευή ελαιοπάνων, ενώ η
μηχανοκίνητη συγκοινωνία εξαλείφει το πολυπληθές και δραστήριο στρώμα των αγωγιατών, των καραγωγέων, καθώς και τις σχετικές δραστηριότητες των
σαμαροποιών, πεταλωτήδων, τσαμπάσηδων κ.ο.κ.» (βλ. Χτούρης Σ.-Βαρκαράκη Χ., κ.ά., 2000: 92-93. Τη δεκαετία του ’50 πολλοί πετράδες και χτίστες
μεταναστεύουν στις πόλεις, όπου εργάζονται ως μαρμαράδες και οικοδόμοι.
171
Βλ. Ελευθεριάδης Δημ. 1950,: 242-246
172
Βλ. Γρηγορίου Ε. 1952:16-21
173
Βλ. Σέττας Ν., 1962:19
168
169
49
Από τον παραπάνω αριθμό των αγροτικών οικογενειών 2.845 ασκού και δεύτερο επάγγελμα τεχνίτη, καφεπώλη,
παντοπώλη κλπ.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, οι καλλιεργηθήσες εκτάσεις των κυριότερων γεωργικών προϊόντων, εκτός της ελιάς,
ανήλθαν σε 127.898 στρέμματα. Αύξηση σημείωσε η καλλιέργεια του σιταριού, των κτηνοτροφών και των οσπρίων, ενώ
μείωση σημείωσαν οι καλλιέργειες του καπνού και του βαμβακιού. Αναλυτικά παρατίθεται ο πίνακας (εκτός του
174
ελαιώνα):
Προϊόντα
Σιτηρά
Αραβόσιτος
Όσπρια
Καπνός
Βαμβάκι
Σουσάμι
Γλυκάνισο
Πατάτες
Λαχανικά
Καρπούζια – Πεπόνια
Αμπέλια
Κτηνοτροφικά
Σύνολο
Στρέμματα
58.187
2.148
11.299
8.810
1.844
244
750
5.152
13.183
3.588
8.386
14.307
127.898
Τα γεωργικά μηχανήματα και τα εργαλεία που υπήρχαν στη Λέσβο τέλη της δεκαετίας του 1950 ήταν:
Είδος
Άροτρα ξύλινα
Άροτρα σιδερένια ιπποκιν.
Άροτρα ελκυόμενα με ελκυστήρα
Σβάρνες οδοντωτές
Δισκοσβάρνες
Ελκυστήρες
Ιπποσκαλιστήρια
Σπαρτικές μηχανές
Χορτοπιεστικές μηχανές
Σιτοκαθαριστήρια & Σιτοδιαλογείς
Μηχανές για ζωοτροφές
Σύνολο
Στις αρχές της δεκαετίας του ΄60 η εκμετάλλευση είχε ως εξής:
Προϊόντα
Δημητριακά
Οπωροφόρα
Ελαιόδεντρα
Δάση
Άγονες περιοχές
Αριθμός
3.460
1.980
13
241
2
13
4
6
45
25
4
5.793
176
Στρέμματα
140.000
50.000
420.000
220.000
780.000
Στα μέσα της δεκαετία του 1960 η κατηγοριοποίηση των στρεμμάτων είχε ως εξής:
Είδος
Αγροί
Ελαιώνες
175
177
Στρέμματα
175.000
400.000
Βλ. Εμπορικό & Βιομηχανικό Επιμελητήριο 1958:7-8
Βλ. Εμπορικό & Βιομηχανικό Επιμελητήριο 1958:7-11
176
Βλ. Παπαγεωργίου Ηλ., 1999:111-117
177
Βλ. Μαλιάκας Ν. 1965: 378
174
175
50
Κηπευτικά
15.000
Αμπελώνες
10.000
Οπωροκηπευτικά
16.000
Βοσκότοποι
600.000
Δάση
350.000
Από άποψης κατανομής ιδιοκτησίας της γης το 50% των οικογενειών είχαν μισό κλήρο, 10% περίπου ήταν χωρίς
ιδιοκτησία, 20% με 1και ½ κλήρο και περίπου 10% κατείχε 3 κλήρους και πάνω. Να επισημανθεί ότι ένας κλήρος
ισοδυναμούσε με 40-50 στρέμματα ελαιοκτημάτων και με απόδοση ανά διετία 16.000 κιλών ελιών, δηλ. 25 μοδιών, ή 50
178
στρέμματα πεδινών ή ημιορεινών αγρών.
Ο αριθμός των αγροτικών εκμεταλλεύσεων έχει μειωθεί σημαντικά (30% περίπου από το 1971 ως το 1991, από 22.799
σε 15.696 εκμεταλλεύσεις), αλλά η σημασία της αγροτικής παραγωγής είναι ακόμη μεγάλη, ιδιαίτερα εκτός του αστικού
κέντρου της Μυτιλήνης. Στην τελευταία απογραφή του 1991, η χρήση του εδάφους, δηλαδή το ποσοστό της
χρησιμοποιούμενης αγροτικής γης (καλλιεργούμενη γη και αγραναπαύσεις) αποτελεί το 37% του συνόλου του εδάφους
στη Λέσβο. Έτσι η Λέσβος παρουσιάζει το υψηλότερο ποσοστό χρησιμοποιούμενης γης από όλα τα νησιά του Αιγαίου,
αλλά και από το μέσο όρο της Ελλάδας.(29,9%). Από τα στοιχεία φαίνεται ότι στο νησί της Λέσβου έχουν συρρικνωθεί
σημαντικά σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες οι εκτάσεις που καλλιεργούνται με φυτά μεγάλης καλλιέργειας. Οι
εκτάσεις με δενδρώδεις καλλιέργειες, κυρίως ελιές, έχουν αυξηθεί ενώ έχει μειωθεί σημαντικά και το ποσοστό της
καλλιεργούμενης γης με αμπέλια.
ΒΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ
Η αυξημένη ευαισθησία των καταναλωτών τα τελευταία χρόνια, όσον αφορά την παραγωγή γεωργικών προϊόντων
απαλλαγμένων από χημικά, και την προστασία του περιβάλλοντος, είχε σαν αποτέλεσμα την ανάπτυξη της Βιολογικής
Γεωργίας.
179
Οι βιολογικές καλλιέργειες στη Λέσβο το 2001 ήταν:
ΕΙΔΟΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ
Ελαιώνες ξηρικοι
Ελαιώνες ποτιστικοί
Εσπεριδοειδή
Λαχανικά Θερμοκηπίου
ΕΚΤΑΣΗ ΣΕ ΣΤΡΕΜΜΑΤΑ
11000
1700
5
6
Ελιά
Στη Λέσβο καλλιεργούνται την δεκαετία του 1920, περισσότερα των 15 εκατομμυρίων ελαιόδενδρα, τα οποία ανήκουν
στους: το 1/3 στους πρόσφυγες, το 1/3 εις τους εκατομμυριούχους, οι οποίοι δεν είναι πολλοί ,στα μοναστήρια και το
υπόλοιπο στον αγροτικό πληθυσμό. Στην περίοδο του μεσοπολέμου η έκταση της καλλιέργειας της ελιάς υπολογιζόταν
σε 45.000 εκτάρια. Βάσει της στατιστικής του Υπουργείου Γεωργίας την χρονιά 1930-31, η Λέσβος είχε περίπου
180
6.265.617 δένδρα. Οι παρακάτω πίνακες αποτυπώνουν την καλλιέργεια της ελιάς, ανά κοινότητα και ανά επαρχία.
Επαρχία Μυτιλήνης
Κοινότητα
Μυτιλήνη
Αγιάσος
Αφάλωνας
Θερμή
Καγιάνι
Κάτω Τρίτος
Κλειού
Λάμπου Μύλοι
Μανταμάδος
Μόρια
Μυχού
Πάμφιλα
Παπάδος
Πύργοι Θερμής
Σκούντα
Δέντρα
30.000
400.000
25.000
150.000
30.000
25.000
123.000
74.000
200.000
150.000
16.000
150.000
125.000
25.000
18.000
Κοινότητα
Αγία Μαρίνα
Ασώματος
Μπαλτζίκι
Ίππειος
Κάπη
Κεραμειά
Κώμη
Λουτρά
Μεσαγρός
Μυστεγνά
Παλαιόκηπος
Παναγιούδα
Πηγή
Σκόπελος
Δέντρα
26.222
18.000
40.000
240.000
40.000
48.000
70.000
400.000
200.000
130.000
75.000
7.000
80.000
20.000
Βλ. Μαλιάκας Ν. 1965: 378
Πηγή στοιχείων είναι ΔΗΩ
180
Βλ. , Κανονής Χαρ., «ΛΕΣΒΙΑΚΑ» ΤΕΥΧΟΣ Κ΄ ΜΥΤΙΛΗΝΗ
178
179
51
Ο συνολικός αριθμός των δένδρων της επαρχίας ήταν 3.290. 222
Επαρχία Πλωμαρίου
Κοινότητα
Πλωμάρι
Αμπελικό
Δένδρα
800.000
1.000
Βρίσα
90.000
Μεγαλοχώρι
52.000
Πλαγιά
172.000
Πολιχνίτος
250.000
Ο συνολικός αριθμός δένδρων της επαρχίας ήταν 1.925.600
Κοινότητα
Ακράσι
Μπουρό
(Βορός)
Λισβόρι
Παλαιοχώρι
Τρίγωνας
Δένδρα
120.000
50.000
Κοινότητα
Άγρα
Βατούσα
Δάφια
Καλλονή
Λαφιώνας
Χίδηρα
Παράκοιλα
Πτερούντα
Σκουτάρος
Σίγρι
Άντισσα
Χάλικας
Δένδρα
1.000
20.000
10.000
150.000
25.000
5.550
100.000
1.200
60.000
1.250
90.000
15.000
30.000
160.000
200.000
Επαρχία Μήθυμνας
Κοινότητα
Αγία Παρασκευή
Ανεμώτια
Γέλια
Ερεσός
Κεράμι -Παπιανά
Φίλια
Μεσότοπος
Πέτρα
Σκαλοχώρι
Στύψη
Συκαμιά
Υψηλομέτωπο
Δένδρα
300.000
25.000
6.000
3.000
1.000
60.000
3.000
30.000
12.000
90.000
80.000
15.000
181
Ο συνολικός αριθμός δένδρων της επαρχίας ήταν 1.049.795
Οι οικονομικές απαιτήσεις την περίοδο του μεσοπόλεμου, για την διετή καλλιέργεια ελαιώνα εκτάσεως 1 στρέμματος
καθώς και για την συγκομιδή και παραγωγή του λαδιού είναι:
Καλλιέργεια α’ έτους
3 ημερομίσθια κλαδευτικά προς 80 δρχ. 240. 4 ημερομίσθια σκάψιμο προς 45 δρχ. 180. 1 ημερομίσθιο καθάρισμα
θάμνων 45 δρχ. 45. 1 ημερομίσθιο περιτοιχισμάτων δρχ. 50. το όλον 515.
Καλλιέργεια β’ έτους
4 ημερομίσθια σκάψιμο προς 45 δρχ. 180. 1 ημερομίσθιο καθάρισμα θάμνων κλ. 45 δρχ. 45, 1 ημερομίσθιο
επιδιόρθωσης περιτοιχισμάτων δρχ. 50. το όλον 275. – 790.
Συγκομιδή 500 οκ. ελιών.
2 ημερομίσθια καθάρισμα εδάφους προς δρχ. 45 190. 2 ημερομίσθια μαζευτικά ελιών προς 30 δρχ. 360. 3 ημερομίσθια
ραβδιστικά προς 70 δρχ. 210. 5 αγώγια μεταφοράς ελιών προς 30 δρχ. 150. σάκοι, καλάθια, τέμπλες κλπ. δρχ. 20. το
όλον 830.
Παραγωγή ελαίου κλπ. Έξοδα. Εκθλιπτικά 500 οκ. ελιών δρχ. 150. αγροφυλακτικοί φόροι για 2 έτη δρχ. 40. Το όλον 190.
182
Ο παρακάτω πίνακας δείχνει την απόδοση κατά δένδρο σε διάφορες ελαιοπαραγωγικές περιφέρειες της Ελλάδας.
Νομός
Αριθμός
Μέση
απόδοση
σε Μέση απόδοση κατά
ελαιοδένδρων
χιλιόγραμμα 1921-1928
δένδρο
Λέσβου
11.000.000
9.506.600
0,86
Λασιθίου
4.000.000
3.506.600
0,88
Χανίων
3.250.000
7.502.067
2,30
Κερκύρας
3.500.000
7.320.725
2,09
Χαλκιδικής
800.000
709.990
0,88
Σύνολο
22.550.000
28.545.982
1,26
181
182
Βλ. Κανονής Χαρ., «ΛΕΣΒΙΑΚΑ» ΤΕΥΧΟΣ Κ΄ ΜΥΤΙΛΗΝΗ, 70- 80
Βλ Εφημ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 6/2/1930
52
Κατά την Γερμανική κατοχή την Λέσβο δραστηριοποιήθηκε η ελληνογερμανική εταιρεία «Έλαιον», η οποία
183
εκμεταλλευόταν το εμπόριο του λαδιού, με τρόπο ληστρικό.
ο
Μετά τον 2 παγκόσμιο πόλεμο η κυριότερη πλουτοπαραγωγική πηγή της οικονομίας του νησιού παρέμεινε η
184
καλλιέργεια της ελιάς με 12.000.000 περίπου ελαιόδεντρα, ή με 7.700.000, και μέση ετήσια παραγωγή σε 10.300.000
οκάδες (ο μέσος όρος της τελευταίας τετραετίας της δεκαετίας του 1940).
Μετά την κατοχή τόσο μεγάλη ήταν η έλλειψη του λαδιού, που ο Αγρονόμος Μυτιλήνης απαγόρευσε την αγοραπωλησία
ελαιόκαρπου, όταν ήταν κατάλληλο για έκθλιψη. Οι πωλητές πράσινου ελαιόκαρπου έπρεπε να έχουν έγγραφη άδεια
των αγροφυλάκων. Επίσης απαγορευόταν η πώληση και η μεταφορά ελαιόκαρπου από ανήλικους κάτω των 15 ετών.
185
Το 1947 οι Λέσβιοι παραγωγοί ελιάς πρότειναν στην
Από την απαγόρευση της πώλησης εξαιρείτο το «μπασάκι».
186
Η
κυβέρνηση την απαγόρευση εισαγωγής σπορέλαιων, ιδίως για την Λέσβο, που έχει μονοκαλλιέργεια της ελιάς.
απάντηση του αιτήματος έρχεται από την κυβέρνηση το 1950, δεν ικανοποιεί το αίτημα των Λέσβιων παραγωγών. Κατά
τις πληροφορίες του υπουργείου Γεωργίας, η παραγωγή λαδιού του έτους 1950 υπολογίστηκε ότι υπερέβη τους 60.000
τόνους έναντι 140.000 του 1949.
Η παραγωγή το 1950 καταμερίζεται ως εξής στις διάφορες ελαιοπαραγωγικές περιφέρειες της χώρας:
Κρήτη
8.800.000 οκ.
Πελοπόννησος 12.000.000 οκ.
Στερεά Ελλάς
4.000.000 οκ.
Νησιά Αιγαίου 3.600.000 οκ.
Ήπειρος
1.150.000 οκ.
Θεσσαλία
400.000 οκ.
Η ελαιοπαραγωγή στη Λέσβο εξακολουθούσε να κατέχει την πρώτη θέση στις αγροτικές καλλιέργειες του νησιού, και να
η
187
το κατατάσσει έτσι στην 2 θέση μετά την Κρήτη στον Ελληνικό χώρο.
Η ετήσια παραγωγή λαδιού στην Λέσβο, τέλη της δεκαετίας 1950 αρχές 1960, για να θεωρηθεί ότι είναι ικανοποιητική
από τους παραγωγούς ως προς τον όγκο, έπρεπε να φθάνει τους 20.000 τόνους, μέσω όρο τον χρόνο, η δε τιμή του τις
18 δρχ. ανά κιλό. Με αυτή την παραγωγή και τιμή μπορούσαν οι παραγωγοί να ικανοποιήσουν τις υποχρεώσεις τους
προς την Αγροτική Τράπεζα, τους ιδιώτες δανειστές και να καλύψουν τις δαπάνες καλλιέργειας της ελιάς.
Παραγωγοί, εργάτες, μεταφορείς, ελαιουργοί, εργάτες ελαιουργείων, τεχνίτες, υπάλληλοι και γενικά οι ενασχολούμενοι
με την καλλιέργεια της ελιάς και την παραγωγή του λαδιού, υπολογίζονταν στις 60.000.
Αμπέλια
Μετά την παρουσίαση της φυλλοξήρας καταστράφηκαν σχεδόν όλοι οι παλιοί αμπελώνες της Λέσβου και άρχισε η
ανασύστασής τους, περί τις αρχές της δεκαετίας του 1920, με εισαγόμενα φυντάνια από την Γαλλία, της Αμερικάνικης
ποικιλίας, και μετά από τα κρατικά φυτώρια της Θεσσαλονίκης. Το 1922 συστήθηκε επιτροπή αποτελούμενη από τους
Νομογεωπόνους Μυτιλήνης, Χίου, και Σάμου για την εξεύρεση κατάλληλου μέρους για την ίδρυση φυτωρίου
188
Η
αμερικανικών αμπελιών. Ως κατάλληλο μέρος υποδείχθηκε αγρός ευρισκόμενος στο δρόμο Μυτιλήνης Μόριας
κυριότερη περιοχή που καλλιεργούνταν αμπέλια ήταν: η Καλλονή. Ένα από τα προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει η
ο
αμπελουργία μετά τον 2 παγκόσμιο πόλεμο, ήταν η έλλειψη θειαφιού. Η Γεωργική Υπηρεσία είχε αναλάβει την διανομή
189
του στις κοινότητες όταν έφτανε ποσότητα από την ΟΥΝΡΑ.
Η καλλιέργεια του αμπελιού στα τέλη της δεκαετίας του 1940 ανερχόταν σε 8.030 στρέμματα, από τα οποία 3.130 για
επιτραπέζια σταφύλια και 4.900 για οινοποιΐα. Οι κυριότερες ποικιλίες επιτραπέζιων σταφυλιών που καλλιεργούνταν
την χρονική περίοδο 1940 -1950, ήταν η Ροζακί, Σουλτανίνα, Μοσχάτο Αμβούργου και τα Φωκιανά, ενώ για την
οινοποιΐα, το μαύρο Καλλονής, η Κοντούρα και τα Φωκιανά. Η καλλιέργειά του στην δεκαετία του 1950 ανερχόταν σε
190
20.000 στρέμματα.
Βελανιδιά
Η μέση ετήσια παραγωγή βαλανιδιών ανερχόταν πριν το 1913, σε 40.000 στατήρες αντιπροσωπεύοντας αξία περίπου
191
Το 1915 τα βαλανιδοκτήματα που εκτείνονται μεταξύ Μεσοτόπου και Ερεσού, κινδύνευσαν να
200.000 δρχ.
καταστραφούν, γιατί οι πρόσφυγες μάζευαν τον καρπό πριν ωριμάσει, ενάμιση μήνα πριν από την κανονική ημερομηνία
192
συγκομιδής. Οι βαλανιδιές κατά την δεκαετία του 1920, κάλυπταν έκταση γύρω στις 20.000 στρ., του βορειοδυτικού
183
Βλ Εφημ. ΑΓΡΟΤΙΚΗ 26/1/45
Βλ., Μπίνος Χαρ., Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950
185
Βλ Εφημ. ΑΓΡΟΤΙΚΗ 14/11/45
186
Βλ Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 1947
187
Βλ. Γρηγορίου Ε. 1952:25-28
188
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 22/1/1922
189
Βλ. Εφημ.. ΑΓΡΟΤΙΚΗ 30/4/45 και ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 1946
190
Βλ. Γρηγορίου Ε. 1952::25-26
191
Έκθεση του νομογεωπόνου Μεσσηνίας Συράκη Δ. «Περί του πλούτου της νήσου Λέσβου» 1913
192
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 30/7/1915
184
53
τμήματος του νησιού, και ειδικά στις περιοχές Σκαλοχωρίου, Ανεμώτιας, Φίλιας, Άντισσας, Βατούσας, Μεσοτόπου,
Ερεσού, Άγρας και Στύψης. Η μέση ετήσια παραγωγή βαλανιδιών ανέρχεται περίπου στο 1.000.000 οκάδες. Το προϊόν
τούτο η καλλιέργειά του δεν απαιτεί κανένα έξοδο, μόνο μια μικρή δαπάνη κατά την διάρκεια της συγκομιδής. Η
χρησιμότητα των βαλανιδιών είναι διττή. Το κύριο βαλανίδι διατίθεται για τροφή των ζώων, ιδίως των χοίρων, το δε
κυπελλοειδές περίβλημα εκχυλίζετε για την εξαγωγή του δεψικού οξέως (τανίνης), που χρησιμοποιείται στην
193
βυρσοδεψία για την κατεργασία πελματοδερμάτων και βακετών, αλλά και στην βαφική, φωτογραφία και στη ιατρική.
Τα βαλανίδια κατά την περίοδο του Ευρωπαϊκού πολέμου και μέχρι το 1929 είχαν μεγάλη ζήτηση και η τιμή τους ήταν
194
ικανοποιητική. Από το 1929 όμως άρχισαν να προτιμούν τα Τούρκικα βαλανίδια λόγο της καλύτερης ποιότητας.
Τα βαλανίδια εξακολουθούσαν να είναι ένας αξιόλογος οικονομικός πόρος για την περιοχή της Άντισσας έως και την
δεκαετία του 1950. Μια καλή χρονιά την δεκαετία του 50 μπορούσε να δώσει 400 – 450.000 οκάδες βαλανίδι. Η μέση
παραγωγή υπολογιζόταν σε 250 – 300.000 οκάδες. Το προϊόν όμως την χρονική περίοδο που εξετάζουμε διατίθετο σε
195
πολύ χαμηλή τιμή (1,20 ως 1,30 την οκά). Ο κύριος αγοραστής της παραγωγής ήταν το εργοστάσιο του Σουρλάγκα , το
196
οποίο και καθόριζε τις τιμές, με αποτέλεσμα να παραμένουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
Στις αρχές του 1960 στο Β.Δ τμήμα του νησιού είχαν διασωθεί αραιά δάση βαλανιδιάς της οποίας τον καρπό τον
χρησιμοποιούσαν για ζωοτροφές. Ο φλοιός του καρπού χρησιμοποιείτο ως δεψική ύλη για την παρασκευή εκχυλίσματος
τανίνης και ήταν ένα από τα προϊόντα εξαγωγής του νησιού. Πριν το 1970 τα δάση της βαλανιδιάς βρισκόταν σε ενεργεί
διαχείριση η οποία συνδύαζε την παραγωγή ξύλου, την βόσκηση, την συλλογή βαλανιδιών για την βυρσοδεψία αλλά και
197
Η σημερινή διαχείριση της βαλανιδιάς είναι ανεπαρκής και περιορισμένη και καταλαμβάνει στην
σαν ζωοτροφή.
198
Λέσβο γύρω στα 5000 Ha στην Φίλια, τον Σκουτάρο, Ανεμότια, Σκαλοχώρι, Βατούσα και Άντισσα.
Βαμβάκι
199
Στις επόμενες
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 η καλλιέργεια του βαμβακιού ανερχόταν σε 1.300 στρέμματα.
200
δεκαετίες έχει μια σταθερή παραγωγή γύρω στους 40 τόνους.
1989
1990
1991
1992
Παραγ.
Παραγ.
Παραγ.
Παραγ.
/τόνο
Στρέμ.
/τόνο
Στρέμ.
/τόνο
Στρέμ.
/τόνο
Στρ.
βαμβάκι
40
200
20
120
40
200
40
200
1993
1994
1995
1996
Παραγ.
Παραγ.
Παραγ.
Παραγ.
/τόνο
Στρ.
/τόνο
Στρέμ.
/τόνο
Στρέμ.
/τόνο
Στρέμ.
βαμβάκι
40
200
40
200
40
200
40
200
Δημητριακά
Στο βόρειο τμήμα του νησιού και ιδιαίτερα στην περιοχή της Καλλονής καλλιεργούνταν σιτηρά τα οποία επαρκούσαν για
201
την διατροφή των κατοίκων του νησιού για 2- 21/2 μήνες. Λόγω της φύσης του εδάφους του νησιού, το οποίο
καλύπτεται από ελαιώνες, πεύκα, και άλλα δένδρα, ενώ παράλληλα όπου υπήρχε πεδινό έδαφος δεν ήταν πάντοτε
κατάλληλο προς σπορά, λόγω της βαλτώδους σύστασής του, η καλλιέργεια δημητριακών στο νησί ποτέ δεν κατείχε
πρωτεύουσα θέση μεταξύ των γεωργικών καλλιεργειών. Συγκεκριμένα, στα μέσα της δεκαετίας του 1920, μόλις σε
100.000 στρέμματα εκτεινόταν κατ’ έτος η καλλιέργεια δημητριακών. Τα καλλιεργούμενα είδη δημητριακών ήταν:
Σιτάρι, Κριθάρι, Βρώμη, Σίκαλη, Αραβόσιτος, Κουκιά. Η καλλιέργεια σιτηρών δεν αποτελούσε όπως άλλωστε όλες οι
καλλιέργειες στο νησί μοναδική επιχείρηση των γεωργών, αλλ’ απλά βοηθητική. Μεταξύ των πλείστων
σιτοκαλλιεργειτών, οι οποίοι έσπερνα τα 100.000 στρέμματα, ελάχιστοι είναι εκείνοι οποίοι καλλιεργούσαν σιτηρά
πάνω από 100 στρέμματα.
Κατά το έτος 1926 η παραγωγή δημητριακών της Λέσβου ανερχόταν στις 2.118.000 οκ. σιταριού 2.489.000 οκ.
κριθαριού, ( η συνολική παραγωγή της χώρας ανέρχεται σε 140.550.650 οκ.), 522.000 οκ. σμίγου, ( η συνολική
παραγωγή της χώρας ανέρχεται σε 22.558.405 οκ.),51.000 οκ. βρώμης ( η συνολική παραγωγή της χώρας ανέρχεται σε
202
66.771400 οκ.) και 9.000 οκ. σίκαλης ( η συνολική παραγωγή της χώρας ανέρχεται σε 25.056.895 οκ.). Κατά το έτος
1928-1929 καλλιεργήθηκαν 125 χιλ. στρέμ. με δημητριακά στον νομό Λέσβου και κατά το έτος 1929-1930
καλλιεργήθηκαν 160 χιλ. στρέμ. με δημητριακά στον νομό Λέσβου με την ακόλουθη αναλογία: Σίτος 64.000 στρ., κριθή
Βλ. Βασιλείου Ε. 1933
Βλ. Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ 8/8/1930
195
Το εργοστάσιο του Σουρλάγκα ξεκίνησε να λειτουργεί από το 1833 ως σαπωνοποιείο και στη συνέχεια μετατράπηκε σε βυρσοδεψείο
196
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 27/4/1955
197
Βλ. Παντέρα Αν., εισήγηση ημερίδα 2002
198
1Ha=10 στρέμματα
199
Βλ. Σέττας Ν. 1962:13
200
Δ/νση Γεωργίας Ν. Λέσβου
201
Βλ.Έκθεσις Συράκη Δ. 1913
202
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 11&12/8/1926
193
194
54
203
73.000, βρώμη 4.000, σίκαλη 245, και σμιγό 1800. Τα καλλιεργηθέντα στρέμματα με δημητριακά κατά τα γεωργικά
έτη 1930- 1932, ανερχόταν σε 90.000 περίπου κατανεμειμένα ως εξής:
Γεωργικόν έτος
1931- 1932
στρέμματα
57.000
23.000
500
9.000
300
300
-
Σίτος
Κριθή
Σίκαλις
Αραβόσιτος
Κύαμοι
Βρώμη
Αρακάς
Διάφορα
Γεωργικόν έτος
1930- 1931
στρέμματα
52.000
22.000
600
1.000
6.000
300
2.500
Τον Δεκέμβριο του 1944 καταρτίστηκε Επιτροπή η οποία μοίρασε σιτόσπορο στους γεωργούς της περιφέρειας του
204
Δήμου Μυτιλήνης.
Οι κυριότερες περιοχές που καλλιεργούνταν σιτάρι ήταν: η Καλλονή, η Άντισσα, ο Πολυχνίτος, το Σκαλοχώρι, η Ερεσός
το Λισβόρι, η Αρίσβη το Κάτω Τρίτος, Λάμπου Μύλοι, Βατούσα, Αγιάσος, Κεραμειά, Ίππειος, Μανταμάδος, Αχλαδερή.
205
Κριθάρι και αραβόσιτο στις περιοχές: Καλλονή, Σκαλοχώρι, Ερεσός, Λισβόρι, Κεράμι, Αγιάσος, Κεραμειά Αχλαδερή.
Για κτηνοτροφική χρήση βίκος στο Πλωμάρι και τριφύλλι στην Πελόπη.
206
Τα καλλιεργήσιμα στρέμματα των δημητριακών και κτηνοτροφικών στα τέλη της δεκαετίας του 1950 ήταν:
Σιτηρά
Σιτάρι
Κριθάρι
Βρώμη
Σίκαλη
Αραβόσιτος
σιτάρι
κριθάρι
βρώμη
αραβόσιτος
σιτάρι
κριθάρι
βρώμη
αραβόσιτος
1989
Παραγ.
/τόνο
9000
18000
3000
775
1993
Παραγ.
/τόνο
7880
11800
2500
600
Στρέμματα
40.000
17.000
1.500
300
2.500
Στρέμ.
35000
65000
10000
2300
Στρέμ.
35000
65000
10.000
1700
Κτηνοτροφικά
Βίκος
Βίκος
Ρόβη
Μηδική
Τριφύλλι αλεξανδρινό
Βρώμη για σανό
Στρέμματα
16.000
1.500
1.000
1.000
1.800
1.000
1990
1991
1992
Παραγ.
Παραγ.
Παραγ.
/τόνο
Στρέμ. /τόνο
Στρέμ. /τόνο
2200
35000
7000
35000
7000
4800
65000
11000
66000
11000
500
10000
1800
10000
2000
555
2100
755
2100
595
1994
1995
1996
Παραγ.
Παραγ.
Παραγ.
/τόνο
Στρέμ. /τόνο
Στρέμ. /τόνο
7000
35000
7000
35000
7000
11000
65000
11000
65000
11000
2500
10000
2500
10000
2500
600
1700
600
1700
600
Στρέμ.
35000
65000
10000
1690
Στρέμ.
35000
65000
10000
1700
Καπνός
Η καπνοκαλλιέργεια στη Λέσβο άρχισε το 1910 και άρχισε να αναπτύσσεται από το 1914 με την άφιξη των προσφύγων
και παράλληλα με την ανάπτυξη της καλλιέργειας αρχίζουν να δραστηριοποιούνται και οι πρώτες εμπορικοβιομηχανικές
εταιρείες στο νησί. Στην Καλλονή η καλλιέργεια του καπνού άρχισε πριν το 1912 αλλά υπήρχε αποκλειστικότητα από την
Γαλλική εταιρεία REZI. Το 1913 η παραγωγή καπνού στη Μυτιλήνη ανερχόταν σε 180.000 οκάδες .Οι κύριοι τόποι
καλλιέργειας ήταν η Αγία Παρασκευή, η Ερεσσός, το Ιππειος, η Καλλονή, ο Πολιχνίτος και τα Τελώνια. Ποικιλίες που
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 11/1/1930
Βλ. Εφημ. ΕΦΗΜ. ΑΓΡΟΤΙΚΗ 11/12/44
205
Βλ. Λεσβιακή Έκθεση Γεωργοκτηνοτροφικών προϊόντων 1952
206
Βλ. Σέττας Νικ. 1962:13
203
204
55
πρωτίστως καλλιεργούνταν ήταν τα μυρωδάτα Ανατολής (Σαμψούντος), και δευτερευόντως εκείνα της Ξάνθης της
Καβάλας και του Αγρινίου.
Η καλλιέργεια του καπνού δεν ήταν ελεύθερη. Κάθε χρόνο ο καπνοκαλλιεργητής έπρεπε να πάρει άδεια για καλλιέργεια
207
καπνού για τον επόμενο χρόνο. Το προϊόν από την καλλιέργεια τον πήγαιναν στις αποθήκες του Μονοπωλίου. Η
208
Βέβαια γίνεται αυστηρή
καλλιέργεια του καπνού είχε προσωρινά απαγορευτεί και επετράπη ξανά το 1917.
προειδοποίηση προς τους καπνοκαλλιεργητές ότι απαγορεύεται αυστηρά η κατά το τρέχον έτος καλλιέργεια με καπνού
των κτημάτων εκείνων στα καλλιεργηθήκαν με καπνό πέρυσι και ότι κάθε καπνοπαραγωγός υποχρεώνεται να
209
καλλιεργεί σιτηρά και όσπρια εκτάσεις γης τουλάχιστον ίσες προς τις εκτάσεις των καπνοφυτειών του. Τα κτήματα
στα οποία καλλιεργείται ο καπνός ονομάζονται και «κουρουλαμάδες». Στην περιοχή της Καλλονής στην τοποθεσία
210
Από την στατιστική
«Μέσα» αλλά και μέσα στην Μυτιλήνη δίνονται χωράφια προς ενοικίαση για καπνοκαλλιέργειες
του Καπνεργοστασίου της περιφέρειας Μυτιλήνης για το έτος 1918 καλλιεργήθηκαν για καπνά 10.395 στρέμματα από
211
847 καλλιεργητών οι οποίοι πήραν κανονική άδεια. Η καλλιέργεια του καπνού επεκτείνεται στις περιοχές των δήμων
Μυτιλήνης, Γέρας, Αγιάσου, Μανδαμάδου, Καλλονής.
Οι καπνοπαραγωγοί συστήνουν Παλλεσβιακό Σωματείο Καπνοπαραγωγών το οποίο μεταξύ των άλλων παρακολουθεί
τις αγορές του καπνού, την παραγωγή στις άλλες περιοχές ενημερώνει τους καπνοκαλλιεργητές για τις παρακαταθήκες
παλαιών εσοδειών καπνού, για τις τιμές, την ποιότητα, τις ποικιλίες κλπ. Το 1918 επισημαίνεται ο κίνδυνος
212
εγκατάλειψης των λαχανόκηπων και την αντικατάσταση της καλλιέργειας τους με καπνό. Η καλλιεργηθείσα έκταση με
καπνό στον Νομό Λέσβου ανέρχεται σε 2.652 στρέμματα έναντι 28.543 του έτους 1919 η δε απόδοση υπολογίζεται σε
213
183.600 οκάδων, έναντι 1.431.000 οκάδων του προηγουμένου έτους 1919.
Μετά την Μικρασιατική καταστροφή το 1922, και την άφιξη των προσφύγων, που γνώριζαν να καλλιεργούν καπνό,
δόθηκε νέα ώθηση στην καλλιέργειά του, με αποκορύφωμα την καπνική περίοδο 1927-1928, κατά την οποία
214
Κατά το
καλλιεργήθηκαν 34.000 στρέμματα και η παραγωγή εκτοξεύτηκε στις 1.700.000 οκάδες, τύπου Σμύρνης.
έτος 1922 ο αριθμός των φυτευθεύντων με καπνό στρέμματα ανερχόταν σε 3.000 περίπου, το 1923 πενταπλασιάσθηκε,
το 1924 ανήλθεν σε 25.000 περίπου και το 1925 σε 40.000 οπότε σημειώθηκε και η μεγαλυτέρα ένταση της
καπνοκαλλιέργειας. Το 1924 μόνο στην επαρχία Μυτιλήνης (Γέρας, Αγιάσου, Μανταμάδου), καλλιεργήθηκαν 4261
215
στρέμματα καπνού τα οποία παρήγαγαν 180.202 οκάδες καπνού. Σε όλο το νησί καλλιεργήθηκαν 26.000 στρέμματα
τα οποία απέδωσαν 1.800.000 οκάδες καπνού. Από αυτά πουλήθηκαν στο εξωτερικό και εσωτερικό της χώρας 1.600.000
216
οκάδες. Μέχρι τον Μάρτιο του 1925 για το ίδιο έτος, είχαν δοθεί 73 άδειες καλλιέργειας καπνού, για 2.782 στρέμματα
217
στην περιφέρεια Μυτιλήνης, Αγιάσου, Γέρας. Για την ασφάλεια της καπνοφυτείας το 1925 εμφανίστηκε η Αγγλική
ασφαλιστική εταιρεία LIMITED, η οποία ανακοίνωσε ότι ασφαλίζει τις καπνοφυτείες από τις καταστροφές από το χαλάζι.
218
Στην Μυτιλήνη αντιπρόσωπό της ήταν ο κος Π. Ανδρέου οδός Τελωνείου.
Από το έτος 1925 μέχρι του έτους 1928 παρατηρήθηκε ύφεση στην καπνοκαλλιέργεια. Κατά το 1929 παρατηρήθηκε
απότομη αύξηση σε στρέμματα περίπου 39.000. Κατά το έτος 1930 και πάλι μειώθηκε, το δε 1931 υποβιβάσθηκε σε
22.470 στρέμματα διά να μειωθεί το επόμενο έτος σε 8.500 στρέμματα περίπου.
Η πορεία παραγωγής σε οκάδες παραγωγή ανάλογος προς τα φυτευθέντα στρέμματα έχει περίπου ως εξής:
Έτος
1921
1922
1923
1924
Οκάδας
15.000
150.000
100.000
1.500.000
207
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 5/3/1913
Ο κ. επί των Οικονομικών υπουργός διά τηλεγραφήματός του προς τον Αντιπρόσωπον κ. Σκουριώτην γνωρίζει ότι κατόπιν αποφάσεως του
υπουργείου επιτρέπεται η καλλιέργεια καπνού στα Νησιά Λέσβο και Λήμνο Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 27/12/1917
209
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 28/12/1917
210
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 30/7/1918 ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ διά Καπνοφυτείαν το εις Άνω Χάλικα θέσις Άγιος Σπυρίδων κτήμα του κ. Β.Δ.Κατσάνη.Οι
βουλόμενοι αποτανθήτωσαν εις τον ίδιον ΣΑΛΠΙΓΞ 14/8/1918
211
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 28/8/1918
212
«ΠΛΗΘΟΣ Κήπων της Μόρηας και Βαρειάς και αύτης της Θερμής, κήπων τροφοδοτούντων διά χορταρικών και λαχανικών την αγοράν μας,
ενοικιάσθησαν εις τιμάς υψηλάς διά να μεταβληθώσιν υπό των επιχειρηματιών εις καπνοχώραφα. Αγροί κατάλληλοι προς καλλιέργειαν δημητριακών
μεταβάλλονται εις καπνοχώραφα, συντελουσών ου μόνον των υψηλών τιμών της μισθώσεως αλλά και άλλων λόγων, σχετικωτάτην προς τας τιμάς που
όρισεν η Κυβέρνησις διά τα δημητριακά. Θεωρούμεν καθήκον μας να υποδείξομεν εις τας αρχάς μας ότι εγκαίρως δέον να λάβωσι μέτρα προς περιορισμόν
αυτής της τάσεως ήτις δεν προμηνύει ευχάριστα διά την διατροφήν του πληθυσμού της νήσου μας. Και φρονούμεν ότι μόνος ο εξαναγκασμός των
καπνοπαραγωγών προς καλλιέργειαν διά δημητριακών ή άλλων τροφίμων εκτάσεως τριπλασίας της διά καπνού φυτευθησομένης μόνος αυτός ο
εξαναγκασμός θα σώση την κατάστασιν. Άλλως απωλώλαμεν». Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 18/8/1918
213
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 25/7/1920
214
Υπήρχε πρόβλεψη ότι η παραγωγή του καπνού του 1923 θα είναι τριπλάσια του ’22. Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 26/7/1923. Αυτό αποδεικνύεται και από
τις εισπράξεις από τον φόρο του καπνού τον Ιούνιο του ίδιου έτους οι οποίες ανήλθαν σε 31.048,660 έναντι 8.385,686 του αντίστοιχου μήνα του 1922.
Επίσης σημειώνεται ότι κατά τον Ιούνιο στα καπνοκοπτήρια κόπηκαν 401.800 οκάδες καπνού. Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 3/8/1923
215
Η κίνησις του Καπνεργοστασίου Μυτιλήνης Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 12/2/1925
216
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 5/6/1925
217
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 4/4/1925
218
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 16/5/1925
208
56
1925
1926
1927
1928
1929
1930
1931
1932
2.000.000
1.100.000
1.400.000
1.300.000
1.500.000
1.500.000
770.000
350.000
Τα καπνά της Λέσβου ποιοτικά κατείχαν άριστη θέση μεταξύ των καπνών της Ανατολής. Έτσι ήταν μεν ποιοτικά ανώτερα
των καπνών πολλών περιφερειών, εν τούτοις ήταν κατώτερα των καπνών Θράκης, Μακεδονίας , Θεσσαλονίκης και
Σάμου.
Υπήρχαν όμως στο νησί και περιφέρειες όπως του Πολυχνίτου, των οποίων τα καπνά ήταν ισάξια με του τα Αγρινίου. Αν
θελήσουμε να κατατάξουμε τις καπνοπαραγωγικές περιφερείες του νησιού κατά ποιότητα παραγώμενων καπνών
έχουμε την παρακάτω σειρά:
1)
2)
3)
4)
5)
Πολυχνίτος, Βασιλικά, Λισβόρι, Βασιλικά.
Ερεσσός, Ανεμώτια, Αγία Παρασκευή
Φίλια, Στύψη, Περιφέρεια Μυτιλήνης
Καλλονή
Γέρα
Τον Φεβρουάριο του 1927 η Παλλεσβιακή Καπνεργατική Ένωση σε έκτακτη Γενική Συνέλευση, σε ψήφισμά της
προς το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας ζητούσε τα εξής: Την κατάργηση του καπνικού νόμου, την απαγόρευση της
εξαγωγής των ανεπεξέργαστων καπνών, την αποστολή από το Ταμείο των 60 ημερομισθίων, την απαγόρευση της
επεξεργασίας καπνού από εργάτες χωρίς να είναι εφοδιασμένοι με βιβλιάριο, να περιορισθεί ο αριθμός των
219
Τον Μάρτιο του 1927 η Νομαρχία συστήνει την Επιτροπή
καπνεργατών σύμφωνα με τις ανάγκες του τόπου.
Περίθαλψης Καπνεργατών, υπό την προεδρεία του Διευθυντή της Νομαρχίας, κ. Γ. Θεοδωράκη. Η επιτροπή αποφάσισε
τον διορισμό γιατρών, συγκεκριμένα τον κ. Καλφόπουλο Δημοσθένη και Σανίκο Κίμωνα για την ιατρική περίθαλψη των
220
καπνεργατών Μυτιλήνης. Ως κέντρα εξέτασης ορίσθηκαν τα φαρμακεία στα οποία παρευρίσκονται οι γιατροί.
Από τα σπουδαιότερα προϊόντα καλλιέργειας στην Ερεσό ήταν ο καπνός. Ο Γεωργικός Συνεταιρισμός Ερεσού, διόρισε
ειδικό τεχνίτη του οποίου η δουλειά ήταν να παρακολουθεί την καλλιέργεια του καπνού από την εποχή της φυτείας ως
την αποξήρανση, δίνοντας οδηγίες στους καπνοκαλλιεργητές για την παραγωγή καλύτερης ποιότητας καπνού. Το 1928 ο
η
Γεωργικός Συνεταιρισμός Ερεσού πήρε μέρος στην 3 Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης με καπνά, με αποτέλεσμα να
221
πάρει χρυσό μετάλλιο και δίπλωμα τιμής για την ποιότητά τους.
222
Το 1936
Κατά το 1929 η παραγωγή ανήλθε σε 1.600.000 οκ. επί καλλιεργηθείσης έκτασης 45 χιλ στρεμ..
αποφασίσθηκε όπως η Αγροτική Τράπεζα να συγκεντρώσει τον καπνόσπορο και να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή
223
Το 1938 στον κάμπο της Καλλονής ασχολήθηκαν 260 οικογένειες οι οποίες καλλιέργησαν 2.000
σπορέλαιου.
στρέμματα και παρήγαγαν 127.000 οκάδες καπνού ετησίως. Η οικονομική κρίση που ακολούθησε και η Γερμανική
κατοχή, η αλλαγή των αγορών, συντέλεσαν στην μείωση κατά πολύ της καλλιέργειας του καπνού.
Βλ. Εφημ.
Βλ. Εφημ.
Βλ. Εφημ.
222
Βλ. Εφημ.
223
Βλ. Εφημ.
219
220
221
ΣΑΛΠΙΓΞ 6/2/1927
ΣΑΛΠΙΓΞ 16/3/1927
ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 28/8/1929
ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 1/4/1930
ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 15/10/1936
57
Καπνική περίοδος
1942
1943
1944
Καλ. Στρέμματα
5.000
2.000
1.500
Παραγωγή σε οκάδες
250.000
100.000
75.000
Η καπνοκαλλιέργεια είχε σπουδαία γεωργοοικονομική σημασία για τη Λέσβο γιατί όχι μόνο ήταν επικερδής καλλιέργεια,
αλλά άνοιγε θέσεις εργασίας. Οι καπνεργάτες κατά την διάρκεια του πολέμου ήταν ένας από τους κλάδους που πλήγηκε
περισσότερο στο θέμα της ανεργίας. Αλλά και μετά τον πόλεμο οι μεταπολεμικές κυβερνήσεις δεν έδειξαν ενδιαφέρον
για την λύση των προβλημάτων αυτών που απασχολούνταν με τον καπνό, με αποτέλεσμα να ήταν σε απόγνωση άντρες
και γυναίκες καπνεργάτες. Ειδικά στην Λέσβο, το 1945 600.000 οκάδες καπνά παρέμειναν ακατέργαστα με αποτέλεσμα
224
400 εργάτες να ήταν άνεργοι.
Μετά το 1944 άρχισε σιγά- σιγά να αναπτύσσεται πάλι η καπνοκαλλιέργεια, χωρίς όμως να φτάσει την προπολεμική
225
παραγωγή.
Καπνική περίοδος
1945
1946
1947
1948
1949
Καλ. Στρέμματα
2.500
4.000
9.000
5.500
7.000
Παραγωγή σε οκάδες
125.000
200.000
450.000
225.000
400.000
Ένας σημαντικός παράγοντας αναστολής της καλλιέργειας του καπνού ήταν ότι οι προσπάθειες που έγιναν για την
εξασφάλιση της εξαγωγής ελληνικών καπνών στις αγορές του εξωτερικού δεν απέδωσαν. Έτσι, το 1950 παρέμειναν στις
αποθήκες αδιάθετοι 17.500 τόνοι καπνού εσοδειών 1948 και παλαιοτέρων, η δε παραγωγή του 1949 υπολογιζόταν σε
38.000 τόνους. Η εσωτερική κατανάλωση απορροφούσε 8.000 τον. Συνεπώς η Ελλάδα αντιμετώπιζε το τεράστιο
πρόβλημα της διάθεσης 45.000 τόνων καπνών, τη στιγμή που η Τουρκία κατόρθωσε να βγάλει στο εξωτερικό, σχεδόν
ολόκληρη την παραγωγή των καπνών και της περασμένης χρονιάς που έφθασε τους 100 χιλ. τόνους περίπου. Η Τουρκία
τροφοδοτούσε το με καπνό τις αγορές της Ανατολικής Ευρώπης που προπολεμικά τροφοδοτούσε η Ελλάδα. Ως προς τη
Γερμανική αγορά που ήταν προπολεμικά ο κυριότερος αγοραστής ελληνικών καπνών κατακλύστηκε από τα αμερικάνικα
226
καπνά ¨Βιρτζίνια».
Κατά τις πληροφορίες του υπουργείου Γεωργίας η έκταση που καλλιεργήθηκε με καπνό κατά την καλλιεργητική περίοδο
227
του 1950 στο νησί μας ήταν 11.000 στρέμματα, έναντι 7.100 της προηγούμενης χρονιάς.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εμπορίου και Εργασίας, το 1953, αποφάσισαν την εφ’ άπαξ ατομική αποζημίωση,
228
στους καπνεργάτες που έβγαιναν από το επάγγελμα, μέχρι τέλους του 1953. Από το 1953 άρχισε φθίνουσα πορεία
229
μέχρι που σταμάτησε στις αρχές της δεκαετίας του 1970.
Το 1955 παρατηρήθηκε αύξηση και στα καλλιεργημένα στρέμματα αλλά και στα χρήματα που προέκυψαν από την
230
καπνοκαλλιέργεια. Καλλιεργήθηκαν 11.000 στρέμματα τα οποία απέδωσαν 13 εκατομμύρια δρχ. Η παραγωγή του
231
καπνού τέλη της δεκαετίας του 1950 ήταν 579.320 οκάδες και η στρεμματική καλλιέργειά του ήταν 11.299.
232
Το 1964 καλλιεργήθηκαν στην Λέσβο 12.500 στρέμματα με καπνό, έναντι 11.200 το 1963. Τα καπνά εξακολουθούσαν
να καλλιεργούνται την δεκαετία του ’70. Το 1978 έγινε εξαγωγή καπνού 179 τόνων, με προορισμό την Δυτική Γερμανία
233
και η αξία τους υπολογίστηκε σε 14 εκατομμύρια δρχ.
Οπορωφόρα
Η Λέσβος είναι πρόσφορος για την καλλιέργεια των οπορωφόρων δένδρων. Από τη δεκαετία του 1930 και έπειτα
παρουσιάστηκε σημαντική μείωση των εκτάσεων των οπωροφόρων δέντρων εκτός ελαιώνων, καθώς ήδη από το 1959 οι
234
ελαιώνες αποτελούσαν το 96% περίπου της συνολικής έκτασης των δενδρώνων, έναντι 88% περίπου το 1933. Στα
τέλη της δεκαετίας 1940, με αρχές του ’50, υπολογιζόταν ότι ετησίως εισήχθησαν στη Λέσβο περί των 8.000
Βλ. Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΛΕΣΒΟΣ 13/10/45
Βλ. Μπίνος Χαρ. Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 14/4/1950
227
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 4/8/1950
228
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 21/10/1953
229
Η ΚΙΝΗΣΙΣ ΤΩΝ ΚΑΠΝΩΝ ΣΤΟ ΝΗΣΙ ΜΑΣ. 13 ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΕΝΑΝΤΙ 6 ΤΟΥ 1953. Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 1955
230
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 5/6/1955
231
Βλ. «Συνοπτική Ανασκόπησις της Οικονομίας της Λέσβου κατά το έτος 1957». Εμπορικό & Βιομηχανικό Επιμελητήριο Μυτιλήνης, 1958:7-8
232
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 11/7/64
233
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 18/11/78
234
Βλ. Κίζος Θ., Κουλούρη Μ. 2004.
224
225
226
58
οπορωφόρων δενδρυλλίων, ετησίως για φύτευση.
236
εκτός των εσπεριδοειδών.
Είδος
Βερικοκιές
Ροδακινιές
Κερασιές
Βυσσινιές
Κορομηλιές
Δαμασκηνιές
Μουσμουλιές
Αχλαδιές
Μηλιές
Κυδωνιές
Αμυγδαλιές
Καρυδιές
Φυστικές
Μουριές
Συκές
Καστανιές
Ροδιές
Σύνολο
αχλάδια
μήλα
βερίκοκα
ροδάκινα
κεράσια
σύκα
δαμάσκηνα
ακτινίδια
αμύγδαλα
καρύδια
κάστανα
λεμόνια
Πορτοκάλια
1989
Παραγ.
/τόνο
1600
900
100
380
190
600
80
220
350
400
45
630
αχλάδια
μήλα
βερίκοκα
ροδάκινα
κεράσια
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 καλλιεργήθηκαν 831.150 δένδρα,
Δένδρα
7.130
12.220
7.010
13.760
5.990
7.530
1.130
392.600
65.950
59.360
38.630
17.790
1.960
5.430
127.300
37.000
30.350
831.150
Εσπεριδοειδή
Λεμονιές
Πορτοκαλιές
Μανταρινιές
Νεραντζιές
Κιτρέα
Σύνολο
Στρέμ
.
1500
1540
390
900
380
6550
600
1990
Παραγ.
/τόνο
840
390
40
235
100
150
55
6500
3400
8170
260
1550
210
325
50
70
720
1993
Παραγ.
/τόνο
800
900
100
350
180
235
Παραγ.
/τόνο
600
500
80
300
50
237
Στρέμ
.
1500
1540
390
900
380
6550
600
1991
Παραγ.
/τόνο
900
860
120
380
200
800
110
Στρέμ
.
1500
1540
390
900
380
6550
600
4700
3400
8170
260
1550
265
380
400
80
850
6500
3400
8170
260
1550
1994
Στρ.
1500
1540
400
900
380
Δένδρα
7.465
35.240
6.895
2.215
173
51.988
Παραγ.
/τόνο
600
500
80
300
50
Στρ.
1500
1540
390
900
380
6550
600
40
3500
3400
8170
1996
238
1995
Στρέμ
.
1500
1540
400
900
380
1992
Παραγ.
/τόνο
800
900
130
360
200
600
100
75
595
400
300
Στρέμ.
1500
1540
400
900
380
Παραγ
.
/τόνο
690
500
20
800
50
Στρέμ.
1500
1540
400
900
380
Βλ. Γρηγορίου Ε. 1952:33
Βλ. Εμπορικό & Βιομηχανικό Επιμελητήριο Μυτιλήνης, 1958:7-9
237
Πηγή: Δ/νση Γεωργίας Ν. Λέσβου
238
Ό.π.
235
236
59
σύκα
δαμάσκηνα
ακτινίδια
αμύγδαλα
καρύδια
κάστανα
λεμόνια
πορτοκάλια
600
100
50
550
400
400
6650
600
40
3500
3400
8170
600
40
50
500
350
350
90
50
6550
40
3300
3400
8000
260
1500
600
40
50
500
350
350
90
6550
40
3300
3400
8000
260
600
40
50
500
350
350
90
6550
40
3300
3400
8000
260
Μεταξύ των οπορωφόρων δένδρων του νησιού αξιόλογη θέση κατείχε η συκιά. Οι κυρίως συκοπαραγωγικές περιοχές
του νησιού ήταν: η πεδιάδα του Ιππείου, της Καλλονής, η Ερεσός και η Γέρα. Υπολογίζεται ότι μέχρι το 1932, υπήρχαν
γύρω στα 72.000 δέντρα. Η ετήσια παραγωγή τους υπολογίζεται ότι ανερχόταν στο 1.000.000 οκάδες και η αξία τους στα
4.000.000 και πλέον δρχ. από αυτά οι 400.000 οκάδες καταναλώνονταν φρέσκα και 600.000 οκάδες ξηρά. Αυτή η
239
παραγωγή ξηρών σύκων αντιπροσώπευε το 4% περίπου της ετήσιας παραγωγής της χώρας.
Τα σύκα της Ερεσού και της Καλλονής ήταν γνωστά, όχι μόνο στην Λέσβο, για την ποιότητά τους και είχαν βραβευτεί σε
240
εκθέσεις των Αθηνών και της Θεσσαλονίκης. Κατά τα τέλη της δεκαετίας του ’40, στην Ερεσό υπήρχε καλλιέργεια της
συκιάς των ποικιλιών Αϊδινίου και Κωνσταντινούπολης. Ετησίως συσκευαζόταν στις δυο επιχειρήσεις που διέθεταν
241
αποστειρωτήρια, 150.000 οκάδες σύκα. Στο δε πεδινό τμήμα της περιοχής του Ιππείου υπήρχαν περί των 15.000
δένδρων, ποικιλιών πολίτικα και ασπρόσυκα, με καλή εμπορική αξία ως ξηρά σύκα. Για την αποστείρωση των ξηρών
σύκων της περιοχής δεν υπάρχει κανένας αποστειρωτικός κλίβανος με αποτέλεσμα να συσκευάζονται μέσα σε σακίδια
242
με νερό θαλάσσης, το οποίο μειώνει την εμπορική τους αξία, αλλά δεν εξαλείφει τον κίνδυνο εξάλειψης σκουληκιών.
Όσπρια
Το 1918 υπήρξε απαγόρευση της μεταφοράς των κουκιών με αποτέλεσμα να υπάρξουν διαμαρτυρίες, αλλά και για το
243
πόσο αργά λύνονται τα ζητήματα των οποίων η λύση τους εξαρτάται από την Αθήνα. Οι κυριότερες περιοχές που
καλλιεργούνταν όσπρια ήταν: Ρεβίθια στην Άντισσα, Πολυχνίτο, Λισβόρι, κουκιά Καλλονή Άντισσα, φασόλια λευκά
244
Άντισσα, Αρίσβη, Φακή στον Πολυχνίτο.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 τα καλλιεργήσιμα στρέμματα ήταν 12.500
φασόλια
κουκιά
ρεβύθια
1989
Παραγ.
/τόνο
115
280
115
Στρέμ.
1250
800
1250
1990
Παραγ.
/τόνο
93
200
100
φασόλια
κουκιά
ρεβύθια
1994
Παραγ.
/τόνο
100
250
120
Στρέμ.
1200
1700
1150
Στρέμμ.
1300
1600
1100
1991
Παραγ.
/τόνο
102
255
120
1995
Παραγ.
/τόνο
100
350
120
Στρέμ.
1280
1600
1100
Στρέμ.
1300
1600
1000
245
1992
Παραγω.
/τόνο
100
250
120
Στρέμ.
1280
1600
1100
1996
Παραγ.
/τόνο
100
287
120
Στρέμ.
1300
1840
1000
1993
Παραγ.
/τόνο
100
250
120
Στρέμ.
1300
1600
1100
Η παραγωγή των κηπευτικών στα τέλη της δεκαετίας του1940, κάλυπταν την τοπική αγορά του νησιού σε νωπά
246
προϊόντα. Η καλλιέργεια των κηπευτικών στα τέλη της δεκαετίας του 1950 ανερχόταν σε 26.000 στρέμματα.
Κρεμμύδια καλλιεργούνται στο Λισβόρι, Παράκοιλα, Μόλυβο, Καλλονή και στον Πολυχνίτο. Σκόρδα στον Μόλυβο,
Καλλονή, Παράκοιλα, Λισβόρι.Μελιτζάνες, ντομάτες και κολοκύθια στην Παναγιούδα, στην Μυτιλήνη Λισβόρι και
Μπαλτζίκι. Καρπούζια καλλιεργούνται στα Κεραμιά, Καλλονή, Μόλυβο, Πέτρα, Παράκοιλα.
Βλ. Βασιλείου Ε 1933
Βλ. Καλοναίος Μ. 1934:8
241
Βλ.. Μπίνος Χαρ, 1960
242
Βλ. Γρηγορίου Ε. 1952:33
243
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 15/8/1918
244
Πηγή: Λεσβιακή Έκθεση Γεωργοκτηνοτροφικών προϊόντων 1952
245
Πηγή: Δ/νση Γεωργίας Ν. Λέσβου
246
Βλ. Σέττας Ν. 1962:13
239
240
60
ντομάτες
μελιτζάνες
λάχανο
μαρούλια
ντομάτες
μελιτζάνες
λάχανο
μαρούλια
1989
Παραγ.
/τόνο
10200
1950
1400
1020
1993
Παραγ.
/τόνο
11000
2000
1000
1000
Στρέμ.
3975
1500
1200
750
Στρ.
4000
1500
1000
800
1990
Παραγ.
/τόνο
6000
1600
1200
1000
1994
Παραγ.
/τόνο
11000
2000
1000
1000
Στρέμ.
1100
1400
1100
800
1991
Παραγ.
/τόνο
6000
1900
1100
1100
1995
Παραγ.
/τόνο
11000
2000
1000
1000
Στρέμ.
4000
1500
1000
800
Στρέμ.
3580
1500
1000
820
Στρέμ.
4000
1500
1000
800
1992
Παραγ.
/τόνο
11250
2000
1100
1050
1996
Παραγ.
/τόνο
11000
2000
1000
1000
Στρ.
4114
1500
1000
800
Στρέμ.
4000
4500
1000
800
Άλλες καλλιέργειες
247
Η καλλιέργεια υπόλοιπων ειδών στα τέλη της δεκαετίας του ’40, είχε ως εξής:
Είδος
Φασόλια
Σουσάμι
Μποστάνια
Κρεμμύδια
φυστίκι
αράπικο
γλυκάνισο
πατάτες
φυστίκι
αράπικο
γλυκάνισο
πατάτες
1989
Παραγ.
/τόνο
Στρέμ.
1990
Παραγ.
/τόνο
40
9
6000
200
200
3200
15
10
5000
1993
Παραγ.
/τόνο
40
10
1950
Στρέμματα
180
270
2.400
1.240
Στρέμ.
1991
Παραγ.
/τόνο
200
200
2800
40
10
5255
Στρ.
1994
Παραγ.
/τόνο
200
700
3100
40
10
5550
248
Στρέμ.
1992
Παραγ.
/τόνο
Στρ.
200
200
2950
40
10
5550
200
200
3100
Στρέμ.
1995
Παραγ.
/τόνο
Στρέμ.
1996
Παραγ.
/τόνο
Στρέμ.
200
200
3100
40
10
5550
200
200
3100
40
10
5550
200
200
3100
Η πατατοκαλλιέργεια επεκτείνονταν ολοένα και περισσότερο στην αγροτική περιοχή της Ερεσού. Την τελευταία δε
τετραετία της δεκαετίας του 1940, είχε αυξηθεί η καλλιέργεια της πατάτας ώστε όχι μόνο να καλύπτει τις τοπικές
249
ανάγκες κατανάλωσης, αλλά και να υπάρχει πλεόνασμα για εξαγωγή. Το 1951, άρχισε να καλλιεργείται και ο μικρός
250
κάμπος της Τσιχλιώντας, περίπου χίλια στρέμματα Επίσης πατατοκαλλιέργεια συναντάμε στην Καλλονή και στον
Πολυχνίτο.
Το 1954, σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Γεωργίας, η συνολική έκταση που καλλιεργήθηκε με πατάτα στην Λέσβο
251
ήταν 1650 στρέμματα, και η παραγωγή υπολογίστηκε σε 1650 στρέμματα. Στην Άντισσα η πατατοκαλλιέργεια
Βλ. Ελευθεριάδης Δημ., «Η Γεωργοοικονομική Λέσβος»: 19502 42-246
Πηγή: Δ/νση Γεωργίας Ν. Λέσβου
249
Βλ. Γρηγορίου Ε. 1952:25
250
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 5/6/1951
251
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 16/7/1954 Η ΛΕΣΒΙΑΚΗ ΠΑΤΑΤΑ Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε το υπουργείο Γεωργίας η συνολική έκταση
που καλλιεργήθηκε εφέτος για πατάτα στο νησί μας ανέρχεται σε 1650 στρέμματα. Η παραγωγή υπολογίζεται σε 2.500.000 οκάδες.
247
248
61
ξεκίνησε το 1948 και το 1954 η παραγωγή της πέρασε τις 40.000 οκάδες με απόδοση 55.000 δρχ.
253
ανοιξιάτικής πατάτας το 1966 έφθασε στους 4.000 τόνους και φυτεύτηκαν 2500 στρέμματα.
καρπούζια
σουσάμι
καρπούζια
σουσάμι
1989
Παραγ.
/τόνο
5600
1993
Παραγ.
/τόνο
4300
Στρέμ
.
3400
Στρ.
3300
1990
Παραγ.
/τόνο
4000
40
1994
Παραγ.
/τόνο
4500
50
Στρέμ.
3000
1300
Στρέμ.
3300
1500
1991
Παραγ.
/τόνο
4400
50
1995
Παραγ.
/τόνο
4500
Στρέμ.
3200
1500
Στρέμ.
3300
1992
Παραγ.
/τόνο
4500
252
Η συγκομιδή της
Στρ.
3300
254
1996
Παραγ.
/τόνο
4500
Στρέμ.
3300
Δάση, θαμνότοποι, βοσκότοποι
Η εκμετάλλευση των δασών
Η Λέσβος έχει πλούσια πευκόφυτα δάση, αλλά η εκμετάλλευσή τους ήταν ελάχιστη. Εκτός από την εκμετάλλευση της
ρητίνη που γινόταν αλλά χωρίς να επεκταθεί σε όλα τα δάση της Λέσβου, δεν γινόταν εκμετάλλευση του πευκοφλοιού
που χρησιμοποιούταν στην βυρσοδεψία και σε άλλες βιομηχανίες. Ο κυριότερος λόγος ήταν η μεγάλη φορολογία που
επέβαλε το κράτος. Διπλάσιος ήταν ο φόρος από αυτόν που εξήγαγαν οι Τούρκοι στην Ελλάδα. Στην Λέσβο η φορολογία
για τον πευκοφλοιό ήταν 80 λεπτά η οκά, ενώ στην υπόλοιπη Ελλάδα ήταν 40. Ο λόγος αυτής της διαφοράς είναι ο εξής:
το 1922 στο νησί εκδηλώθηκε πυρκαγιά σε δάσος, και σύμφωνα με τον νόμο για 10 χρόνια θα πληρωνόταν ο διπλάσιος
255
φόρος για την εκμετάλλευση του πευκοφλοιού.
Η καλυπτόμενη έκταση από πεύκα σε στρέμματα, στα τέλη της δεκαετίας του 1920, ανερχόταν στις 137.000. η
ιδιοκτησία ήταν των: δημοσίου, ιδιωτών, των Κοινοτήτων, του Ταμείου Εκπαιδευτικής Πρόνοιας Αγιάσου, των
Φιλανθρωπικών Καταστημάτων και της Εκκλησίας. Το ακαθάριστο ετήσιο εισόδημα, την ίδια χρονική περίοδο, από την
256
εκμετάλλευση των δασών ανερχόταν περίπου σε 1.500.000 δρχ.
Ρητίνη
300.000 οκάδες
1.200.000 δρχ
Ξυλάνθρακες
20.000 οκάδες
45.000 δρχ
Πευκοφλοιός
45.000 οκάδες
180.000 δρχ
Καυσόξυλα
οκάδες
6.000 δρχ
Ξυλεία
οκάδες
35.000 δρχ
Δαδιά
οκάδες
4.500 δρχ
Η δασική βλάστηση της Λέσβου, στα τέλη της δεκαετίας του ’40, ήταν πάνω από 100-110.000 στρέμματα, πάνω από
250.000 βοσκότοπων και θαμνότοπων. Οι παραπάνω εκτάσεις περίπου οι μισές ανήκαν σε ιδιώτες, και οι άλλες μισές
στο Ελληνικό Δημόσιο, στις Κοινότητες και στα μοναστήρια. Ο δασικός πλούτος του νησιού υπέστη σοβαρή ζημιά κατά
257
την διάρκεια της Γερμανικής κατοχής, από την ανεξέλεγκτη υλοτόμηση.
Το 1953, σύμφωνα με στοιχεία της δασικής υπηρεσίας η συνολική έκταση των δασών στην Λέσβο ήταν 350.000. Τα
πεύκα διαφόρων ειδών καταλάμβαναν 280.000, Οι βελανιδιές 23.000, 42.000 καλύπτονταν από θάμνους και τα
258
υπόλοιπα 5.000 από άγρια δένδρα.
Η συλλογή της ρητίνης, στις αρχές της δεκαετίας του 1930, είχε αναληφθεί από την εταιρεία ρητινοσυλλογής «Μαρνέρη
και Πάλλη» η οποία είχε έδρα στην Ελευσίνα. Η εταιρεία αυτή ανέλαβε αρχικά την εκμετάλλευση της ρητίνης του
δάσους Κρατήγου, κατόπιν Αγιάσου- Βασιλικών, Αγίας Παρασκευής και Βουβαρίου, Πτερούντας, Χυδήρων και
259
Παρακοίλων. Η έδρα της εταιρείας στη Λέσβο ήταν στα Βασιλικά. Στα πευκοδάση υπήρχαν οι ρητινοσυλλέκτες και η
συλλογή της ρητίνης, στα μέσα της δεκαετίας του '50 ξεπερνούσε τους 5.000 τόνους τον χρόνο μόνο στη Λέσβο, στην
οποία υπήρχε και εργοστάσιο επεξεργασίας που έκανε εξαγωγές σε 20 χώρες. Στο παρελθόν οι ρητινοσυλλέκτες ήταν οι
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 27/4/1955
Βλ. Εφημ.. ΑΓΡΟΤΙΚΑ ΛΕΣΒΙΑΚΑ ΝΕΑ ΙΟΥΝΙΟΣ 1966
254
Πηγή: Δ/νση Γεωργίας Ν. Λέσβου
255
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 5/9/1930
256
Βλ. Βασιλείου Ε 1933
257
Βλ. Μπίνος Χαρ. 1950229-237
258
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 24/8//1953
259
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 5/9/1930
252
253
62
«φυσικοί προστάτες» του πευκοδάσους. Οι οποίοι, πέρα από τη συλλογή της ρητίνης από τον Μάρτιο ως τον Οκτώβριο,
εποχή ανάγκης πυροφυλάκων, επιδίδονταν και στον καθαρισμό του, με την παραγωγή δαδιού (προσανάμματος), με την
ξύλευση, καθώς και τη συλλογή των πευκοφλοιών. Οι τελευταίοι είχαν ευρύτατη χρήση στην παραγωγή κατραμιού με το
οποίο αδιαβροχοποιούσαμε τα καΐκια.
Τέλη της δεκαετίας του 1950, η παραγωγή των δασικών προϊόντων ήταν η ακόλουθη: ξυλεία τεχνική 2.090 κ.μ.,
καυσόξυλα 4.600.000 οκάδες, ξυλάνθρακες 269.000 οκάδες, πευκοφλοιός 149.000 οκ., βαλανίδια 1.130.000 οκ. και
260
ρητίνη 826.000οκ. Αναλυτικότερα:
Έτη
1948
1949
1950
1951
1952
1953
1954
1955
1956
1957
Ξυλεία
/κ.μ.
1.370
1.700
1.250
1.500
2.100
1.960
2.250
2.386
2.230
2.090
Καυσόξυλα
σε οκάδες
830.000
1.640.000
2.500.000
2.740.000
3.100.000
2.250.000
3.700.000
3.250.000
3.740.000
4.600.000
Ξυλάνθρακες σε
οκάδες
297.000
463.000
273.000
450.000
527.000
576.000
645.000
582.000
298.000
296.000
Πευκοφλοιός
σε οκάδες
100.000
242.000
189.000
240.000
270.000
254.000
287.000
185.000
285.000
149.000
Βαλανίδια
σε οκάδες
880.000
900.000
675.000
1.160.000
960.000
825.000
1.000.000
890.000
885.000
1.130.000
Ρητίνη
σε οκ.
63.000
90.000
208.000
196.000
216.000
493.000
488.000
811.000
826.000
Κτηνοτροφία
Η περισσότερη κτηνοτροφία αναπτύσσεται στα δυτικά και βόρεια τμήματα του νησιού. Η αξία των εξαγωγών των
261
Μετά την σταδιακή διοικητική εναρμόνιση
διάφορων κτηνοτροφικών προϊόντων ανέρχεται σε 250.000- 350.000 δρχ.
της Λέσβου με τα του Ελληνικού Κράτους βλέπουμε ότι υπάρχουν διατάξεις που διέπουν την εισαγωγή και ιδιοκτησία
262
των ζώων Οι νομογεωπόνοι κατά καιρούς προσπαθούσαν, με τις οδηγίες προς τους αγρότες και κτηνοτρόφους, να
τους βοηθήσουν να ανταπεξέλθουν στις αρρώστιες των ζώων. Υπάρχουν πλείστα χαρακτηριστικά παραδείγματα όπως οι
263
οδηγίες για την διστομίαση (κλαπάτσα).
Το 1914 το Υπουργείο της Εθνικής Οικονομίας κάνει γνωστό στις Γενικές Διοικήσεις ότι υπάρχει εμβόλιο κατά του
264
άνθρακα για την προφύλαξη των ζώων από αυτή την νόσο. Το εμβόλιο τούτο παρέχεται προς τους κτηνοτρόφους που
265
το ζητούν αντί 50 λεπτών, για τα μεγάλα ζώα και 25 λεπτά για τα μικρά.
Η κτηνοτροφική δύναμη της Λέσβου από το 1916 - 1919 σύμφωνα με την ανακοίνωση του Εμπορικού και Βιομηχανικού
Επιμελητηρίου Μυτιλήνης, όπως την υπογράφει ο Γενικός του Γραμματέας Μ. Ράλλης είχε ως εξής:
Αροτριώντα ζώα
Μη Αροτριώντα ζώα
Είδος
1916
1919
Είδος
1916
1919
Βόδια
7.029
1.300
Αγελάδες
2.677
1.600
Άλογα
421
411
Άλογα
1.685
1.025
Φοράδες
305
153
Βόδια
2.242
1.270
Ημίονοι
584
395
Φοράδες
3.295
1.700
Ημίονοι
Όνοι
Πρόβατα
Αίγες
Χοίροι
Πτηνά
4.015
8.595
67.000
23.000
795
36.000
2.990
7.075
76.000
38.753
873
73.000
Στην απογραφή του 1923 ο αριθμός των αιγοπροβάτων ήταν
115.505 για τις τρεις περιφέρειες, δηλ. Μυτιλήνης, Μολύβου
και Πλωμαρίου. Η κτηνοτροφία ήταν ένα υπολογίσιμο κεφάλαιο
για την Λέσβο. Μεταξύ δε των νησιών κατέχει την δεύτερη μετά
την Κρήτη.
Κατά το έτος 1926-1927 δηλώθηκαν και φορολογήθηκαν στην Λέσβο 81.906 ( Μυτιλήνη 23.346, Μόλυβος 49.930.
266
Πλωμαρίου 8.630), αριθμός κατά αρκετά μικρότερος από προηγούμενα χρόνια.
267
Στα μέσα του 1930 η κτηνοτροφική δύναμη του νησιού ήταν:
Βλ. Εμπορικό & Βιομηχανικό Επιμελητήριο Μυτιλήνης, 1958:7-13
Βλ. Έκθεσις Δ. Συράκη 1913
262
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 29/8/1913
263
ΠΩΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΤΑΙ Η ΔΙΣΤΟΜΙΑΣΙΣ (ΚΛΑΠΑΤΣΑ) ΤΩΝ ΑΙΓΟΠΡΟΒΑΤΩΝ βλ.Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 6/2/1914
264
Ο άνθρακας προκαλείται από το βάκιλο του άνθρακα. Διεθνώς, η ασθένεια που προκαλείται από τον βάκιλο αυτό έχει ονομασθεί άνθρακας (από την
ελληνική λέξη) διότι μπορεί μεταξύ άλλων να προκαλέσει στο δέρμα μαύρες πληγές, εξελκώσεις που έχουν προσομοιαστεί με το κάρβουνο ασθένεια
εμφανίζεται συνήθως στα ζώα (βόδια, πρόβατα, κατσίκια, καμήλες και άλλα χορτοφάγα) αλλά μπορεί να μολύνει και τους ανθρώπους σε περίπτωση
265
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 26/8/1914
266
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 12/10/1926
260
261
63
Είδος
Πλήθος
Ίπποι & φοράδες
7.342
Ημίονοι
3.895
Βοοειδή
16.652
Όνοι
11.800
Πρόβατα
152.151
Αίγες
43.592
Χοίροι
4.537
Ορνιθοειδή
268.678
Κουνέλια
784
268
Το σύνολο των μικρών και μεγάλων ζώων στο νησί κατά το 1933 ανερχόταν περίπου σε 140.000.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’30 η κτηνοτροφία είχε πάρει αξιόλογη ανάπτυξη. Είχε γίνει ένα απ’ τα σημαντικότερα
παραγωγικά κεφάλαια του τόπου. Τα εξευγενισμένα προϊόντα της – τα θαυμαστά τυριά της Ερεσού- είχαν κατακτήσει
την αγορά των μεγάλων μας αστικών κέντρων, συναγωνιζόμενα τους πιο φημισμένους ευρωπαϊκούς τύπους. Αλλά αυτό
δε βάσταξε πολύ. Ήρθαν τα χρόνια της κατοχής. Τον φθινόπωρο του 1940 η ελληνική κυβέρνηση έκανε επίταξη των
υποζυγίων: άλογα, φοράδες, μουλάρια. Συγκεντρωθήκαν στην Μυτιλήνη, φορτώθηκαν στα βαπόρια με το βίντσι, και
269
μεταφέρθηκαν στην ηπειρωτική Ελλάδα, για τις ανάγκες του πολέμου.
Στην περίοδο της κατοχής οι λύκοι αποδεκατίσανε τα κοπάδια. Επίσης η επίμονη ξηρασία, οι ανυπέρβλητες επισιτιστικές
δυσχέρειες, αλλά και τα περιοριστικά μέτρα που πάρθηκαν για τη δίωξη των ανταρτών στο νησί, δημιούργησαν για την
ντόπια κτηνοτροφία συνθήκες μεγάλα προβλήματα.
Η προβατοτροφία στο νησί, κατά τις πιο έγκυρες στατιστικές, αριθμούσε στα 1940, 135.000 κεφάλια, στα 1945, βρέθηκε
με 80.000 κεφάλια, στα 1948 ήταν πάλι 140.000 κεφάλια.
Κατά τα τέλη της δεκαετίας του ’40 το ζωικό κεφάλαιο του νησιού ανερχόταν σε 170.000 αιγοπρόβατα, 13.800 αγελάδες
270
και η παραγωγή σε 900.000 οκάδες γάλακτος, και 120.000 οκάδες τυριού διαφόρων τύπου.
271
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, τα εκτρεφόμενα ζώα ανά επαρχία ήταν:
Είδος ζώου
Ίπποι
Όνοι
Ημίονοι
Βόες
Πρόβατα
Αίγες
Επαρχία
Μυτιλήνης
1.235
5.210
1.120
2.325
27.000
13.000
Επαρχία
Πλωμαρίου
155
1.490
775
95
5.220
2.495
Επαρχία
Μήθυμνας
1.400
3.900
1.465
4.900
76.000
16.740
Σύνολο
2.790
10.600
3.360
7.320
110.000
32.800
Σύμφωνα με πίνακα ο κτηνοτροφικός πλούτος του νομού μας παρουσιάζει τις ακόλουθες αυξομειώσεις από το 1936
272
έως το 1952:
273
1936
1940
Βοοειδή
13.000
14.000
Πρόβατα
195.000
180.000
Αίγες
50.000
42.000
Ημίονοι
4.300
5.000
Όνοι
15.000
12.000
Χοίροι
5.000
2.500
Πουλερικά
300.000
250.000
1945
1952
Βοοειδή
9.500
13.500
Πρόβατα
120.000
175.000
Αίγες
50.000
50.800
267
Κατά την στατιστική του Αρισ. Σγατζού, γραμματέα του Γεωργικού Επιμελητηρίου Λέσβου, την χρονική περίοδο 1932-1933. Βλ. Καλοναίος Μ.
1934:8-9
268
Βλ. Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950, «Κτηνοτροφία»:281-282
269
Βλ. Καραβάνης Στρ.Αθήνα 2003. :120-121
270
Βλ. Μπίνος Χ. 1950 :229-237
271
Βλ. Γρηγορίου Ε. 1952:34-35
272
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 1953
273
Βλ. Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950, «Κτηνοτροφία»:281-282
64
Ημίονοι
Όνοι
Χοίροι
Πουλερικά
Χοίροι
Κατοικίδια πτηνά
Κουνέλια
2.400
10.500
1.300
200.000
1.160
59.050
375
300
17.400
35
2.950
16.200
2.800
300.000
1.565
46.050
515
3.025
122.500
925
Τα άλογα χρησιμοποιούνταν ως ζώα μεταφοράς συνήθως έλξης, και οι φοράδες περισσότερο χρησιμοποιούνται για
αναπαραγωγή μουλαριών. Τα μουλάρια και τα γαϊδούρια χρησιμοποιούνταν σχεδόν αποκλειστικά για ζώα φόρτου και
για την μεταφορά του ελαιόκαρπου, την εποχή αυτή ήταν αναντικατάστατα.
Ο αριθμός των προβάτων στις αρχές της δεκαετίας του 1950, θεωρείται δυσανάλογος με την χωρητικότητα των
βοσκοτόπων της Λέσβου. Ήταν συνηθισμένο φαινόμενο να μεταναστεύουν ολόκληρα κοπάδια από την Λέσβο στην
Θράκη σε περίπτωση υπερβολικής ξηρασίας και μικρής χορτοφυΐας των βοσκοτόπων. Το ελεύθερης βοσκής πρόβατο,
αποδίδει 30 – 70 οκάδες γάλα, ενώ όταν διατηρούνται στα στέγαστρα, κατά περιόδους κακοκαιρίας, συνήθως 1 με 2
μήνες τον χρόνο, και τρέφεται συμπληρωματικά με ζωοτροφές, η παραγωγή του αυξάνεται σε 80- 100 οκάδες. Το γάλα
του προβάτου χρησιμοποιείται για την παραγωγή τυριού, βουτύρου και γιαουρτιού. Σε ορισμένες περιοχές της Λέσβου,
η αίγα ήταν ζώο μεγάλης οικονομικής αξίας, λόγω των διατροφικών της συνηθειών και προτιμήσεων για τους πρίνους,
και η γαλακτοπαραγωγή της, ανερχόταν στις 60 -70 γάλακτος.
Από τα ελάχιστα πτηνοτροφία του νησιού, στις αρχές της δεκαετίας του 1930, το αξιολογότερο είναι αυτό που
λειτουργούσε στην Κράτηγο. Το ακαθάριστο εισόδημα από τα προϊόντα της πτηνοτροφίας, ανερχόταν στα 15.900.000
274
δρχ. περίπου.
Η πτηνοτροφία, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, δεν αποτελούσε αντικείμενο κτηνοτροφικής επιχειρηματικότητας,
αλλά ανήκε στην σφαίρα της οικιακής οικονομίας της αγροτικής οικογένειας. Τα παραγόμενα αυγά δεν ήταν επαρκή για
275
τις ανάγκες της τοπικής κατανάλωσης και γίνονται εισαγωγές.
Τα κτηνοτροφικά προϊόντα που παραγόντουσαν στις αρχές της δεκαετίας του 1950 ήταν: γάλα, τυρί, βούτυρο, κρέας,
μαλλιά, τρίχες, αυγά και μέλι. Όλα τα παραπάνω κάλυπταν τις ανάγκες της τοπικής κατανάλωσης, εκτός του τυριού, του
276
βούτυρου και των μαλλιών που διατίθενται για εξαγωγή σε άλλα μέρη της Ελλάδας.
Βοοειδή
Πρόβατα
Αίγες
Ημίονοι
Όνοι
Χοίροι
Πουλερικά
1945
9.500
120.000
50.000
2.400
10.500
1.300
200.000
1952
13.500
175.000
50.800
2.950
16.200
2.800
300.000
Οι κτηνοτρόφοι του Μολύβου το 1945 οργανώθηκαν σε συνεταιρισμό και ίδρυσαν τυροκομείο με σκοπό την
277
εκμετάλλευση της τοπικής παραγωγής γάλακτος. Το 1950 οι τυροκόμοι εκμεταλλεύτηκαν σε βαθμό αφάνταστο τη
γαλακτοπαραγωγή. Οι διάφορες τυροκομικές επιχειρήσεις, εγκαταστημένες σε καίρια πόστα, είχαν υποδιαιρέσει, κατά
ένα τρόπο, σε ζώνες αποκλειστικής εκμετάλλευσης, το κτηνοτροφικό χάρτη του νησιού. Ο κτηνοτρόφος της κάθε
περιοχής δεν μπορούσε να διαλέξει. Θα έπρεπε να παρακαλέσουν για να δώσουν το γάλα του, χωρίς παζάρια και χωρίς
όρους. Έτσι, ένα όργιο εκμετάλλευσης γινόταν εις βάρος των κτηνοτρόφων. Στην περιοχή της Πηγής π.χ. όλοι οι
κτηνοτρόφοι παρέδιδαν το γάλα τους στον κυρίαρχο τυροκόμο με τραβήγματα ανοιχτού λογαριασμού. Το ποσό που θα
πληρωνόταν το όριζε ο τυροκόμος, συνήθως στο τέλος της γαλακτοκομικής περιόδου, όταν υποχωρούσαν οι τιμές των
278
τυριών, όταν ήταν βολικότερες γι’ αυτόν οι συνθήκες.
Το 1953 άρχισε την λειτουργία του το Αγροτικό Κτηνιατρείο στο οποίο γινόταν δεκτά άρρωστα ζώα για θεραπεία. Οι
279
ιδιοκτήτες των ζώων κατέβαλαν μικρή αμοιβή, βάση τιμολογίου που είχε καταρτίσει το Υπουργείο Γεωργίας.
Τέλος της δεκαετίας του 1950, στο νησί εκτρεφόταν 222.000 ζώα και 154.000 πτηνά.
280
Αναλυτικά το 1957 είχαμε:
274
Βλ. Βασιλείου Ε. 1933
Βλ. Γρηγορίου Ε. 1952:34-35
276
Βλ. Γρηγορίου Ε. 1952:34-35
277
Βλ. Εφημ. ΑΓΡΟΤΙΚΗ 27/4/45
278
Βλ. Εφημ.. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 14/4/1950
279
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 13/2/1953
280
Βλ. Εμπορικό & Βιομηχανικό Επιμελητήριο Μυτιλήνης, 1958:7-12
275
65
Ζώα
Αριθμός
Ίπποι
3.213
Ημίονοι
4.431
Όνοι
12.877
Βόες
8.747
Πρόβατα
151.015
Αίγες
33.940
Χοίροι
1.571
Κουνέλια
683
Πτηνά
154.500
Κυψέλες
5.542
Σύνολο
376.519
Το 1964 ο Μυτιληνιός υφυπουργός Γεωργίας Νικ. Μαλλιάκας, ανακοίνωσε την τοποθέτηση κτηνιάτρων στην Καλλονή
281
και στο Πλωμάρι, και το 1965 ιδρύθηκαν 7 νέα κτηνιατρεία στον Πολυχνίτο, Αγιάσο, Άντισσα, Καλλονή, Πέτρα,
282
Μανταμάδο και Πλωμάρι.
Τέλος της δεκαετίας του 1980, και στην δεκαετία του 1990 στο νησί εκτρεφόταν:
283
1989
1990
1991
1992
1993
1994
1996
αριθμός αριθμός αριθμός αριθμός αριθμός αριθμός αριθμός
ζώων
ζώων
ζώων
ζώων
ζώων
ζώων
ζώων
βόες
6900
6695
6318
5824
5809
56750
6100
πρόβατα
300000 300000 288000 55800
257000 261500 261000
αίγες
48000
45000
45000
45000
32000
35000
35000
χοίροι
3300
1920
1700
1345
1500
1500
1500
πτηνά
680000 650000 650000 650000 660000 650000 650000
μελισοσμήν
η
με
κυψέλες
12000
12000
12000
13000
Σήμερα στην Λέσβο εκτρέφονται 302.973 πρόβατα και 34.357 κατσίκες.
13300
13500
13500
284
Βιολογική κτηνοτροφία και προϊόντα
Στη Λέσβο υπάρχουν 4 πιστοποιημένοι κτηνοτρόφοι για την παραγωγή βιολογικών προϊόντων την περίοδο 2001-2002 με
συνολικό αριθμό αιγοπροβάτων 1800-2000. Ήδη υπάρχει έγκριση από το Υπουργείο Γεωργίας για 3000 μονάδες
επιδοτούμενες. Γίνεται παραγωγή βιολογικού γάλακτος, τυριού (φέτα) και υπάρχει πιστοποίηση για παραγωγή
βιολογικού κρέατος, αλλά δεν υπάρχουν οι κατάλληλες εγκαταστάσεις υποδομής για τη στήριξη της παραγωγής αυτού
του προϊόντος.
Αλυκές
Το 1914 με απόφαση του Υπουργείου Οικονομικών οι αλυκές και η πώληση του αλατιού από το Δημόσιο Οθωμανικό
285
Χρέος περιέρχονταν στις Γενικές Διοικήσεις οι οποίες και στο εξής θα τις εκμεταλλεύονταν. Το 1917 ο Ισπανός Ιωσήφ
Σανταρόζα ίδρυσε στη περιοχή του κόλπου της Καλλονής τις αλυκές που υπάρχουν και σήμερα.
Οι αλυκές ανήκαν κατά κυριότητα στο Ελληνικό Δημόσιο και η καλλιέργειά τους γινόταν με μέριμνα του Υπουργείου
Εθνικής Οικονομίας, από την Υπηρεσία Διαχείρισης Υπέγγυων προσόδων όπως και τα υπόλοιπα μονοπωλιακά είδη.
Η παραγωγή άλατος στην Ελλάδα ανήλθε κατά το 1918 σε 30.765.974 οκάδες περίπου. Το ποσόν τούτο κατά
286
προσέγγιση γιατί δεν κατορθώθηκε να συγκεντρωθούν τα δεδομένα πολλών αλυκών.
287
Η παραγωγή της αλυκής Καλλονής ανήλθε κατά το 1925 σε 8.878.881 κιλά και σε 7.546.000 κιλά του Πολυχνίτου.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’40, οι αλυκές που λειτουργούσαν ήταν δυο της Καλλονής και της Σκάλας του Πολυχνίτου. Οι
αλυκές της Αποθήκας και του Περάματος είχαν εγκαταλειφθεί πριν από αρκετά χρόνια. Η απόδοση της αλυκής του
Πολιχνίτου έφτασε στην παραγωγή των 15.000- 16.000 τόνων το έτος. Το παραγόμενο αλάτι ήταν πολύ καλής ποιότητας.
Οι εγκαταστάσεις της όμως δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Το 1949 καταργήθηκε στον Πολυχνίτο η αποθήκη Μονοπωλίου
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 1/9/64
Βλ. Μαλιάκας Νικ., 1965: 23-24
283
Πηγή: Δ/νση Γεωργίας Ν. Λέσβου
284
Βλ. Νησιώτικο Αγρόκτημα Τεύχος 1ο 2008
285
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 25/3/1914
286
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 25/10/1919
287
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 23/9/1926
281
282
66
288
του άλατος με αποτέλεσμα την έντονη διαμαρτυρία του Πολυχνίτου. Η αλυκή της Καλλονής είχε παραγωγή 17.000
τόνους αλατιού ετησίως με μεγάλη δυνατότητα επέκτασής της. Οι εγκαταστάσεις της ήταν εγκαταλειμμένες, τα
απορροφητικά της μηχανήματα ήταν φθαρμένα και παλιά, δεν είχε σιδηρόδρομο μεταφοράς και οι αποβάθρες της δεν
289
μπορούσαν να εξυπηρετήσουν φορτώσεις πάνω από 150 τόνους ημερησίως.
Το 1956 το Λεσβιακό αλάτι ταξίδεψε στην Βουλγαρία. Μόνο τον Ιανουάριο του 1956 η εξαγωγή αλατιού προς την χώρα
290
αυτή ήταν 7.000 τόνοι. Το 1964 το Ελληνικό Μονοπώλιο διέθεσε το ποσό του 1.000.000 και πλέον δρχ., για να
κατασκευάσει μόνιμη σιδερένια αποβάθρα στις αλυκές της Καλλονής και έτσι μπορούσαν και μεγάλα σκάφη να
πλησιάζουν τις αλυκές και να φορτώνουν το αλάτι, το οποίο μεταφερόταν με βαγόνια τα οποία κινούνταν πάνω σε
291
σιδηροτροχιές. Πριν του έργου αυτού η φόρτωση γινόταν με βάρκες.
Η καλλιέργεια της αλυκής ξεκινάει την 1η Απριλίου και η συλλογή του αλατιού την 1η Σεπτεμβρίου. Τη δεκαετία του
1980 είχε έκταση περίπου 3.000 στρέμματα και μπορούσε να παράγει 60.000 τόνους αλάτι.
Η αλιεία
Ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού ασχολείτο με την αλιεία. Η αλιεία με ανεμότρατες επί Τουρκοκρατίας είχε
απαγορευθεί. Τον 1919 ο Σύνδεσμος αλιέων Πολυχνίτου απαγόρευσε στα μέλη του την αλιεία μέσα στον κόλπο
Καλλονής με γρυπάκια, λαντίσματα και βωλάσματα από 1 Μαρτίου μέχρι 15 Αυγούστου. Υπέβαλε το πρακτικό στην Γεν.
Διοίκηση, την Αστυνομική Διεύθυνση Μυτιλήνης και την Οικονομική Εφορεία παρακαλώντας όπως την απόφαση αυτή
292
την επικυρώσουν για να έχει ισχύ επίσημης διαταγής. Το 1920 το Υπουργ. Εθνικης Οικονομιας επανέρχεται στο θέμα
της αλιείας με δυναμίτη και ανακοινώνει ποινές αυτών που ψαρεύουν με δυναμίτη και αμοιβές γι’ αυτούς που τους
293
υποδεικνύουν.
Με την έλευση των προσφύγων το 1922, ήρθαν στο νησί ειδικευμένοι αλιείς, από τον Τσεσμέ, τη Προποντίδα και τα
Μοσχονήσια. Οι προερχόμενοι από τον Τσεσμέ με τις πεζότρατές τους, της εξέλιξαν σε ανεμότρατες και μηχανότρατες.
Αυτοί έβαλαν την βάση της οργανωμένης αλιείας γιατί κατασκεύασαν τις πρώτες ανεμότρατες, σύμφωνα με το Ιταλικό
σύστημα, με διπλά ιστιοφόρα καΐκια. Από την Προποντίδα (Μπουγαζιανοί), χρησιμοποίησαν τους μπιγιαντέδες και
τους γρίπους, που ήταν οι πρόδρομοι των γρι-γρι. Οι Μοσχονησιώτες ήταν μοναδικοί τεχνίτες στα παραγάδια. την
έβαλαν οι Τσεσμελήδες,
Για την αλιευτική δύναμη καταγράφηκαν ότι δραστηριοποιούνται το 1927, 332 αλιευτικά πλοιάρια και το 1928
294
ασχολούνται 896 αλιείς. Την ίδια χρονική περίοδο παρουσιάστηκαν τα πρώτα γρι-γρι. Η εργασία ήταν εξαντλητική,
όπως και στις μηχανότρατες και πεζότρατες. Από τα λιμάνια που ξεκινούσαν τα γρι-γρι και οι πεζότρατες, οι ναύτες
έπιαναν τα κουπιά και επί ώρες ολόκληρες κωπηλατούσαν μέχρι να φτάσουν στον τόπο αλιείας. Όλη η εργασία γινόταν
με τα χέρια. Εν τω μεταξύ ναυπηγήθηκαν τα πρώτα τρεχαντήρια και τοποθετήθηκαν μηχανές για να χρησιμοποιηθούν
ως πρωτοκάικα των γρι-γρι. Το ίδιο έτος οι ιδιοκτήτες τράτας διαμαρτυρόμενοι για την επιβολή φόρου 20% επί των
295
ψαριών, έδεσαν τις τράτες και παρέδωσαν στον Λιμενάρχη τα βιβλιάριά τους.
Το 1931 τοποθετήθηκαν οι πρώτες πετρελαιομηχανές στις ανεμότρατες και έτσι σχηματίστηκαν οι μηχανότρατες με
διπλά καΐκια πάντα. Αργότερα παρουσιάστηκε η πρώτη μηχανότρατα με μονό καΐκι, όπως οι σημερινές. Το 1939 η
296
κυβέρνηση προέβη στην ανακοίνωση της ίδρυσης Οργανισμού της αλιείας. Το 1947 με ιδιωτικά κεφάλαια, και την
ενίσχυση του σχεδίου Μάρσαλ, ναυπηγήθηκαν μηχανότρατες και γρι-γρι, με πολύ καλό εξοπλισμό και ισχυρές μηχανές.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’40 η αλιεία στη Λέσβο είχε αναπτυχθεί και συστηματοποιηθεί. Ο μηχανοκίνητος στόλος
ήταν αξιόλογος και έφθανε στις 28 ανεμότρατες, 15 γρι-γρι, 18 πεζότρατες, 18 γρίποι και 400 περίπου βάρκες για τις
ανάγκες της παράκτιας αλιείας.
Από τα 61 μηχανοκίνητα σκάφη αλιείας, τα 31 ήταν ιδιοκτησία των αλιευτικών συνεταιρισμών και τα 30 σε
μεμονωμένους ιδιώτες.
Η ετήσια παραγωγή των ψαριών ετησίως ήταν η ακόλουθη:
28 ανεμότρατες Χ 180 ημέρες τον χρόνο Χ 300 οκάδες ημερησίως = 1.512.000
15 γρι-γρι
Χ 176 ημέρες τον χρόνο Χ 600 οκάδες ημερησίως = 1.584.000
18 πεζότρατες Χ 160 ημέρες τον χρόνο Χ 70 οκάδες ημερησίως =
201.600
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 13/8/49
Βλ. Μπίνος Χαρ., 1950:229-237
290
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 27/1/1956
291
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 11/5/64
292
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 8/6/1919
293
Σύμφωνα με τον υπ’ αριθ. 2054 νόμον «περί απαγορεύσεως της αλιείας διά δυναμίτιδος κλπ. αυτοί που ψάρευαν με δυναμίτιδα και άλλα εκρηκτικά
υλικά, καθώς και οι συνένοχοι τους τιμωρούνταν με φυλάκιση από 1 μέχρι 3 ετών ή με πρόστιμο 1000 μέχρι 5000 δραχμών. Αυτοί δε που πουλούσαν
δυναμίτιδα στο ψαρά τιμωρούνταν με φυλάκιση 1 μέχρι 5 μηνών ή πρόστιμο 500 μέχρι 2000 δραχμών. Επίσης απαγορευόταν η πώληση των ψαριών των
αλιευμένων με δυναμίτιδα, όσοι δε τα πουλούσαν, τιμωρούνταν με φυλάκιση 1 μέχρι 5 μηνών ή πρόστιμου 500 μέχρι 2000 δραχμών. Αυτοί που
καταδικάζονταν δεν μπορούσαν να πάρουν αναστολή της ποινής τους ή προσωρινή απόλυση ή να εξαγοράσουν με χρήματα την ποινή της φυλάκισης
τους. Όποιος κατήγγειλε παραβάτη έπαιρνε αμοιβή από 500 μέχρι 1000 δραχμών ευθύς μετά την καταδίκη του καταγγελθέντος.Εν Αθήναις τη 15η
Μαρτίου 1920 Ο Υπουργός Κ.ΣΠΥΡΙΔΗΣ. βλ. ΕΦΗΜ ΣΑΛΠΙΓΞ 27/3/1920
294
Βλ. Δρανδάκη Π., Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τ. ΙΖ΄, λ. Μυτιλήνη, Αθήνα 1926
295
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 2/2/1927
296
Βλ. Εφημ. ΛΕΣΒΙΑΚΗ ΗΧΩ 27/11/1939
288
289
67
18 γρίποι
Χ 160 ημέρες τον χρόνο Χ 50 οκάδες ημερησίως =
144.000
297
400 βάρκες
Χ 120 ημέρες τον χρόνο Χ 20 οκάδες ημερησίως =
960.000
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 τα αλιεύματα της Λέσβου κάλυπταν τις εντόπιες ανάγκες και ορισμένα είδη γινόταν
εξαγωγή, όπως: παλαμίδες και σαρδέλες. Στην Μυτιλήνη και στην Καλλονή λειτουργούσαν εργοστάσια αλιπάστων.
Ο όγκος της αλιευτικής παραγωγής είχε περιοριστεί σοβαρά εξ αιτίας των αυστηρών ποινικών διατάξεων του Τουρκικού
κράτους για την διεξαγωγή της αλιείας μεταξύ των ελληνικών νησιών και των ακτών της Μικράς Ασίας.
Η αλιευτική δύναμη του νησιού αυτή την περίοδο εκτός από τις αλιευτικές βάρκες ήταν:
•
Λιμάνι Μυτιλήνης: 11 γρι-γρι, 12 μηχανότρατες από τις οποίες οι 4 εργάζονται και ως γρι-γρι. Η δύναμη των
αλιεργατών ήταν 200.
•
Λιμάνι Μήθυμνας – Σκαμνιάς: 5 γρι-γρι, 1 μηχανότρατα και οι ασχολούμενοι αλιεργάτες ήταν 70.
•
Λιμάνι Θερμής- Μυστεγνών: 2 γρι-γρι, και οι ασχολούμενοι αλιεργάτες ήταν 50.
•
Λιμάνι Πλωμαρίου: 1 γρι-γρι με 15 αλιεργάτες.
•
Λιμάνι Πολυχνίτου ασχολούνταν 70 αλιεργάτες.
•
Λιμάνι Πέτρας απασχολούσε 10 αλιεργάτες.
•
Λιμάνι Περάματος- Γέρας- Ντιπίου υπήρχαν 20 αλιεργάτες.
•
Λιμάνι Παναγιούδας υπήρχαν 20 αλιεργάτες.
298
•
Λιμάνι Σιγρίου υπήρχαν 10 αλιεργάτες.
Η αλιεία στην Λέσβο, μπορούσε να χωρισθεί σε δυο κύριες κατηγορίες: την παράκτιο και την μέση. Στην παράκτιο, η
οποία περιλαμβάνει τα «παραγαδιάρικα», τα «διχτυάρικα», τις «πεζότρατες», τα «ζαργανιά» ή γρίποι, το ψάρεμα με
πυροφάνι κλπ, απασχολούνταν πάνω από 500 ψαράδικα από τα οποία τα περισσότερα ήταν μηχανοκίνητα.
Ένα πολύ γραφικό είδος ψαρέματος ήταν οι λεγόμενες «λετισιές» όπου 10-12 ψαρόβαρκες έζωναν με τα δίχτυα τους
ορισμένες ξέρες ή ψαρότοπους και αν τους ευνοούσε ο καιρός και τα ρέματα και έπεφταν πάνω σε ψάρια τότε το
μεροκάματο των ψαράδων ήταν ικανοποιητικό.
Η μέση αλιεία, στην οποία περιλαμβάνονται οι μηχανότρατες και τα
γρι-γρι, είναι η αλιεία που δημιουργήθηκε μετά τις τελευταίες εξελίξεις και επιστημονικές έρευνες. Στην Λέσβο, άρχισε
να αναπτύσσεται στα τέλη της δεκαετίας του 20, με αρχές του 30. Βέβαια πρέπει να σημειωθεί και ο μεγάλος αριθμός
299
ερασιτεχνών ψαράδων. Η αλιευτική παραγωγή προπολεμικά, δεν υπερέβαινε τους 33.000 τόνους ετησίως. Το 1952
είχε φθάσει τους 55.000. Συνολικά είχαν διατεθεί για την ανασυγκρότηση της αλιείας και το συγχρονισμό των
αλιευτικών μέσων 5 εκατομμύρια δολάρια από την Ούνρα και άλλα 4 από το σχέδιο Μάρσαλ.
Ο αλιευτικός στόλος της μέσης αλιείας το 1954 απαρτιζόταν πάνω από 50 σκάφη, όλα μηχανοκίνητα. Στους αριθμούς
των απασχολουμένων με την παραγωγή του ψαριού πρέπει να προστεθούν και πολλές άλλες κατηγορίες επαγγελματιών
και τεχνιτών που ασχολούνταν σε δουλειές εξαρτώμενες από την αλιεία ή στην εκμετάλλευση των αλιευμάτων. Στα
μέσα της δεκαετίας του ’50, ο αλιευτικός στόλος της Λέσβου αποτελείτε από 26 μηχανότρατες 23 γρι-γρι, και πάνω από
500 βάρκες για την παράκτια αλιεία. Εργαζόταν 900 περίπου αλιεργάτες στη μέση αλιεία και 2.500 στην παράκτιο
300
Για τις ανάγκες της αλιείας και με την πρόοδο της τεχνολογίας το 1950, δημιουργήθηκε μια νέα
αλιεία.
301
Έτσι κάνει την εμφάνισή του εργοστάσιο
επιχειρηματική δραστηριότητα, στην Μυτιλήνη η κατασκευή διχτυών.
302
κατασκευής διχτυών με την επωνυμία: ΒΙΟΠΛΕΚΤΙΚΗ ΟΕ. «Η ΑΓΚΥΡΑ».
Η βιομηχανία αλιπάστων που διέθετε 8 εργοστάσια στην Μυτιλήνη, 2 στην Παναγιούδα και 2 στον Μόλυβο. Το
εργοστάσιο στην Μυτιλήνη απορροφούσε το 1953 το σύνολο της παραγωγής των γρι-γρι εκτός ελάχιστου ποσοστού
που διοχετευόταν απ’ ευθείας στην κατανάλωση. Έτσι τα γρι-γρι συμβάλλονταν με τις επιχειρήσεις αλιπάστων για να
τους δίνουν τα ψάρια των. Στη συμφωνία μετείχαν κατ΄ αναλογία και τα πληρώματα των γρι-γρι τα οποία πληρώνονται
303
σε είδος.
Την ίδια χρονιά διετέθησαν έξω από το νησί, πάνω από 1000 τόνους αλίπαστα, αξίας 10 δισεκατομμυρίων δρχ. Άλλα 1015 δισεκατομμύρια αντιπροσώπευαν οι εξαγωγές φρέσκων ψαριών, που η ποσότητά τους ξεπέρασε τους 1500 τόνους.
Μεγαλύτερο αλιευτικό κέντρο του νησιού ήταν η Μυτιλήνη, η οποία θεωρούνταν ένα από τα μεγαλύτερα αλιευτικά
λιμάνια της χώρας. Ακολουθούσε ο Μόλυβος, το Σίγρι, η Σκαμνιά, ο Πολιχνίτος, η Γέρα κλπ. Για τον Μόλυβο η αλιεία
έπαιζε σημαντικό οικονομικό ρόλο περισσότερο και από το λάδι. Σημαντικοί παράγοντες για την ανάπτυξη της αλιείας
έπαιξαν και οι δυο κόλποι του νησιού, της Καλλονής και της Γέρας, η οποίοι ήταν μεγάλα φυσικά ιχθυοτροφεία.
Την δεκαετία του ’70 οι αλιείς είχαν σοβαρό πρόβλημα με την Τουρκική πολιτική στο Αιγαίο με και την απειλή ότι ανά
πάσα στιγμή μπορούσαν να συληφθούν. Οι ιδιοκτήτες των αλιευτικών και το σωματείο των αλιεργατών, έστειλαν
τηλεγράφημα προς την Κυβέρνηση ζητώντας περισσότερη προστασία. Ένα άλλο πρόβλημα που αντιμετώπιζαν ήταν η
304
305
τιμή της χορήγησης του πετρελαίου για τα σκάφη τους. Η Δ/νση αλιείας του Υπουργείου Γεωργίας, με εγκύκλιό της
Βλ. Χαρ. Μπίνος, 1950: 229-237
Βλ. Σέττας Νικ. 1962:39
299
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 17/2/1954
300
Βλ. Κυριάκου Ανδ., 1954: 165-169
301
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 16/5/1950
302
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 23/6/1950
303
Βλ. Εφημ. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ 16/7/1953
304
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 29/11/78
305
Την υπ’ αριθμ. 44778/3786/9-7-81
297
298
68
ανακοίνωσε πρόγραμμα χρηματοδότησης για ανάπτυξη της παράκτιας αλιείας, από το Ευρωπαϊκό Ταμείο
306
Προσανατολισμού και Γεωργικής Εγγύησης, βάσει των 1852/78 και 1713/80 κανονισμών της ΕΟΚ.
Την δεκαετία του ’80 οι ιχθυοπαραγωγοί και οι αλιεργάτες αντιμετώπιζαν σοβαρά προβλήματα επιβίωσης. Αυτό είχε ως
αποτέλεσμα από τα 28 γρι-γρι που υπήρχαν πριν μερικά χρόνια στο νησί, το 1982 να υπάρχουν μόνο 8. Τα επεισόδια
που είχαν δημιουργηθεί κατά καιρούς σε βάρος των αλιευτικών από τα τούρκικα περιπολικά είχαν στοιχίσει την
περιουσία, την φυλάκιση ακόμα και την ζωή αλιεργατών και ιχθυοπαραγωγών. Η τιμή του πετρελαίου είχε αυξηθεί, δεν
υπήρχαν τιμές ασφαλείας. Το κονσερβοποιείο Δούκα Δουκάκη που λειτουργούσε μέχρι το 1981 αγόραζε την σαρδέλα
από τα λεσβιακά γρι- γρι. Το 1982 το 90% της παραγωγής πεταγόταν στην θάλασσα. Οι εισφορές του ΙΚΑ ήταν
307
δυσβάσταχτες. Το σωματείο αλιεργατών είχε στην δύναμή του 500-600 αλιεργάτες και το 1982 είχε μόνο
308
80. Σύμφωνα με τα στοιχεία από το τμήμα Αλιείας της Διεύθυνσης Γεωργίας της Νομαρχιακής Διεύθυνσης Λέσβου, ο
ενεργός στόλος των επαγγελματικών αλιευτικών σκαφών της Λέσβου για το 2001 ήταν 1049. Από αυτά, τα 1036 σκάφη
είναι παράκτιας αλιείας και 13 σκάφη μέσης αλιείας. Οι απασχολούμενοι στην αλιεία για το 2001 ήταν 2072 άτομα στη
Λέσβο και αποτελούσαν το πλήρωμα των παράκτιων επαγγελματικών σκαφών και 130 άτομα απασχολούνταν με τη
μέση αλιεία. Συνολικά οι απασχολούμενοι με την αλιεία στη Λέσβο ήταν 2202. Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο για την
παραγωγή αλιευτικών προϊόντων στη Λέσβο, και αυτό οφείλεται στο ότι δεν υπάρχει ιχθυόσκαλα. Οι μεταποιητικές
μονάδες αλιευτικών προϊόντων που λειτουργούν στη Λέσβο είναι 3 και είναι μονάδες αλιπάστων.
Ιχθυοτρόφοι ποταμοί
Στην Λέσβο υπήρχαν ιχθυοτρόφοι ποταμοί, τους οποίους νοίκιαζε το κράτος για δέκα χρόνια. Ο ενοικιαστής
κατακυρωνόταν ύστερα από δημοπρασία. Την όλη επίβλεψη της διαδικασίας την είχε ο Οικονομικός Έφορος Μυτιλήνης
309
Τον
και οι κατά τόπους οικονομικοί έφοροι. Τέτοιοι ποταμοί ήταν: ο Βούβαρης, ο Πετρώροφος και Συνόροδος.
Ιανουάριο του 1925 ο ποταμός του κόλπου Γέρας συγκαταλεγόταν στον κατάλογο των ιχθυοτρόφων ποταμών του
310
Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, Τμήμα Αλιείας. Η ενοικίαση έγινε για μια 10ετία, αφορούσε τους ιχθυοτρόφους
311
ποταμούς και ιχθυοτρόφα νερά του Κόλπου Γέρας. Η αξία του μισθώματος ανερχόταν στις 71.000δρχ.
Ιχθυοκαλλιέργειες
Οι μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας που λειτουργούν στη Λέσβο είναι πέντε και βρίσκονται στα Λουτρά, στη Φτέλη
Μεσαγρού, στο Καλό Λιμάνι στο Σκαλοχώρι, και δύο μονάδες στην Αγριλιά Μυτιλήνης. Η παραγωγή αλιευτικών
προϊόντων για το 2001, από τις ιχθυοκαλλιέργειες ανήλθε σε 795 τόνους, από τις οστρακοκαλλιέργειες σε 206 τόνους.
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 3/10/81
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 3/5/82
308
Βλ. Εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ 24/8/82
309
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 27/10/1914
310
Βλ. Εφημ. ΣΑΛΠΙΓΞ 10/1/1925
311
Η ενοικίασις των ιχθυοτροφίων Γέρας Διά διαταγής του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας κατεκυρώθη επ’ ονόματι του Νικ. Αναστασίου, κατοίκου
Κάτω Τρίτος η διά μίαν δεκαετίαν ενοικίασις των ιχθυοτρόφων ποταμών και ιχθυοτρόφων υδάτων του κόλπου Γέρας, αντί μισθώματος 71.000 δραχμών
Βλ. Εφημ.ΣΑΛΠΙΓΞ 11/2/1925
306
307
69
Βοοειδή
Γεωγραφική
Περιοχή
ΣΥΝΟΛΟ ΧΩΡΑΣ
ΒΟΡΕΙΟ ΑΙΓΑΙΟ
ΝΟΜΟΣ ΛΕΣΒΟΥ
Προβατοειδ
ή
Σύνολο
Θηλυκά
Εκμ
Κεφ. Εκμ. Κεφ. Εκμ. Κεφ.
.
652.3 26.51 447.9 128.55 8.752.6
28.325
86
1
30
1
68
1.04 12.05
388.64
907
7.192 5.868
0
6
8
9.28
5.51 5.44 373.8
741
645
2
2
8
49
Κατανομή ζωικού κεφαλαίου
Ιπποεοδή
Αίγες
Χοίροι
Όνοι
Εκμ
.
138.25 5.327.2 36.25
1
01
1
113.95 2.25
7.426
0
5
5.06 57.76 1.5
3
3
89
Εκμ.
Κεφ.
Κεφ
Εκμ.
.
969.85
31.019
2
10.62
3.422
3
6.76
2.442
0
Και
Κουνέλια
Πουλερικά
Κυψέλες
Μελισσών
Εκμ
Κεφ.
Εκμ.
Κεφ.
Εκμ.
.
47.80 1.109.1
39.324.39
44.362
326.851
10.892
7
21
7
Κεφ.
4.766
3.570
960
193
20.469 10.177
2.716
6.518
404.907 462
260.04
7
200
Κεφ.
630.397
20.615
8.105
Πηγή: Σχέδιο Τοπικού Προγράμματος στο πλαίσιο του Άξονα 4 «Εφαρμογή της Προσέγγισης LEADER» του ΠΑΑ 2007-2013 (Στοιχεία ΕΣΥΕ)
~ 70 ~
4. ΑΝΑΛΥΣΗ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ (ΒΟΡΕΙΟ ΑΙΓΑΙΟ)
Κύριο χαρακτηριστικό της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου αποτελεί ο νησιώτικος χαρακτήρας και η «διπλή
περιφερειακότητα», η οποία εκφράζει την ταυτόχρονη ιδιότητα της ακριτικής περιφέρειας της χώρας στα ανατολικά της
σύνορα και απομακρυσμένη, περιφερειακή περιοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα εξωτερικά της σύνορα, με δυσμενή
αποτελέσματα ως προς την ένταξή της στα υπάρχοντα δίκτυα επικοινωνίας και ανταλλαγών.
Η Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου είναι μια νησιωτική Περιφέρεια με εννέα (9) κατοικημένα νησιά σε τρεις Νομούς
(Λέσβου, Χίου και Σάμου). Η συνολική έκτασής της φθάνει τα 3.836 km2. Πέντε από τα νησιά της είναι μεγάλα σε έκταση
(Λέσβος, Χίος, Σάμος, Λήμνος, Ικαρία) για την κλίμακα των νησιών του Αιγαίου και τέσσερα μικρότερα (Άγιος
Ευστράτιος, Οινούσσες, Ψαρά, Φούρνοι) (Πίνακας 1), με τη Λέσβο και τη Χίο να συγκαταλέγονται στα σημαντικά νησιά
του ευρωπαϊκού χώρου.
Επίσης, στην Περιφέρεια περιλαμβάνονται πολλά μικρότερα ακατοίκητα νησιά και μεγάλος αριθμός βραχονησίδων.
Όσον αφορά στο ανάγλυφο του εδάφους, το υψόμετρο στα νησιά διαφέρει, με τη Σάμο να είναι το πιο ορεινό, και τη
Λήμνο το λιγότερο ορεινό. Συνολικά, οι ορεινές εκτάσεις καλύπτουν το 33% περίπου της συνολικής έκτασης της
Περιφέρειας. Οι κλίσεις παρουσιάζουν επίσης σημαντικές διαφορές, με την Ικαρία να παρουσιάζει τις υψηλότερες και τη
Λήμνο τις μικρότερες, χωρίς αυτό το γεωγραφικό χαρακτηριστικό να καθορίζει ανάλογα και τις δυνατότητες πρόσβασης,
ενώ όμως θα πρέπει να συνυπολογίζεται στο γεγονός της απόστασης από την ηπειρωτική χώρα, αλλά και στη μεταξύ
των νησιών μεγάλη απόσταση.
Η γεωπολιτική σημασία των νησιών του Βορείου Αιγαίου προσέλκυσε από νωρίς αποίκους και κατακτητές, συνέβαλε
στην ανάπτυξη συμπληρωματικών παραγωγικών και εμπορικών δραστηριοτήτων, στην ενίσχυση της επικοινωνίας,
δημιούργησε παράδοση στην τέχνη, στον πολιτισμό αλλά και στην παραγωγή και μεταποίηση αγροτικών προϊόντων.
Τους δύο τελευταίους αιώνες και, εν μέσω των εξελίξεων της βιομηχανικής επανάστασης, αναπτύχθηκαν σε πολλά
νησιά του Βορείου Αιγαίου σημαντικές αγροτοβιομηχανικές και μεταποιητικές δραστηριότητες.
Συνεπώς, ο συγκεκριμένος νησιωτικός χώρος, αποτελεί μια περιοχή με ιδιαίτερα κοινωνικά και οικονομικά
χαρακτηριστικά, λόγω της ασυνέχειας του και της φυσικής απομόνωσής του, ενώ χαρακτηρίζεται κυρίως από:
• δημογραφική και κοινωνική αποσταθεροποίηση των νησιών, που εκδηλώνεται με τη μορφή δημογραφικής
αποψίλωσης, με τη μορφή πληθυσμιακής έκρηξης σε ορισμένες περιόδους, είτε με τη μορφή υψηλών ποσοστών
ανεργίας,
• αποδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού και συρρίκνωση της παραγωγικής βάσης των νησιών, κυρίως λόγω της
αδυναμίας αναδιάρθρωσης και της ανάπτυξης οικονομιών κλίμακας από τις επιχειρήσεις, της έλλειψης εξειδικευμένου
προσωπικού και, του αυξημένου κόστους μεταφορών.
Πλέον των ανωτέρω, τα κύρια προβλήματα της Περιφέρειας του Βορείου Αιγαίου, είναι τα εξής:
 η ύπαρξη σημαντικών διαπεριφερειακών, ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων μεταξύ των οποίων και ανισοκατανομή
ανθρώπινων και φυσικών πόρων και υποδομών,
 η υψηλή εποχικότητα δραστηριοτήτων, που σε μεγάλο βαθμό στηρίζονται στον τουρισμό,
 η ευάλωτη οικονομία η οποία βασίζεται κατά κύριο λόγο στον τριτογενή τομέα,
 οι έντονες πιέσεις στη δόμηση, τόσο για οικιστικές όσο και για τουριστικές λειτουργίες,
 η υπερεκμετάλλευση των περιορισμένων φυσικών πόρων,
 το υψηλό κόστος αντιμετώπισης των αστικών και κοινωνικών λειτουργιών (ποιότητα και ευκολία πρόσβασης σε
υπηρεσίες από επιχειρήσεις και πολίτες, συγκοινωνίες, υγεία, παιδεία, κ.λπ.),
 η τεχνολογική και οικονομική εξάρτηση,
 οι αδυναμίες στην παροχή υψηλού επιπέδου υπηρεσιών υγείας, εκπαίδευσης και κοινωνικών υπηρεσιών λόγω
έλλειψης εξειδικευμένου προσωπικού,
 το υψηλό κόστος δημιουργίας και συντήρησης υποδομών,
 η απουσία οικονομιών κλίμακας για τις επιχειρήσεις, καθώς και
 οι δυσχερείς συνθήκες μεταφορών.
Στα πλαίσια αυτά, η ευρύτερη Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, μέσα στην Αιγαιοπελαγίτικη Πολυνησία, αναγνωρίζεται
πανελλαδικά και πανευρωπαϊκά ότι έχει το οξύτερο δημογραφικό πρόβλημα, τους χαμηλότερους δείκτες ανάπτυξης κι
ακόμα χαμηλότερους δείκτες ευημερίας και τις λιγότερες ευκαιρίες, δυνατότητες και δικαιώματα, καθώς οι κάτοικοι
της Περιφέρειας δεν έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν ή να ωφελούνται το ίδιο με τους άλλους Έλληνες και
Ευρωπαίους από τις εξελίξεις και προκλήσεις των καιρών και τα μεγάλα αναπτυξιακά έργα της «άλλης» Ελλάδας
εξαιτίας των ακολούθων:
- της γεωπολιτικής της θέσης (γειτνίαση & σχέση με την Τουρκία),
- του χαρακτήρα της περιοχής (νησιωτικής, ακριτικής – με εν δυνάμει εθνικές εντάσεις – ορεινής, άγονης, φθίνουσας
κλπ.),
~ 71 ~
- της περιορισμένης έκτασης, της εδαφικής ασυνέχειας, του κατακερματισμού γης, του μικρού κλήρου και της
μορφολογίας του εδάφους,
- των οριακών μεγεθών πληθυσμού, αγορών, επιχειρήσεων, δραστηριοτήτων και περιορισμένων φυσικών πόρων,
-των ειδικών συνθηκών, όπως μεταφορών-επικοινωνιών-εκπαίδευσης, βαθμού αποκέντρωσης Δημοσίων Υπηρεσιών &
αρμοδιοτήτων, υποδομών, ανεπάρκειας πόρων, περιορισμένης αποτελεσματικότητας μέσων και μέτρων Περιφερειακής
Πολιτικής, οργανωτικών & διοικητικών αδυναμιών περιφερειακών & τοπικών φορέων,
- των χαμηλών ρυθμών αύξησης δημόσιων & ιδιωτικών επενδύσεων,
- των λοιπών μεγεθών και δεικτών (Απασχόλησης, ΑΕΠ, κατά κεφαλή εισοδήματος, επενδύσεων πάγιου κεφαλαίου,
κατά κεφαλή τουριστικής δαπάνης κλπ.).
Επιπλέον, έχοντας υπόψη ότι το μοντέλο ανάπτυξης της τελευταίας 50ετίας ευνόησε την αστικοποίηση εξαιτίας των
οικονομιών κλίμακας που εξασφαλίζονται στα μεγάλα αστικά κέντρα, είναι προφανές ότι η νησιώτικη χώρα ζημιώθηκε
διπλά από αυτή την εξέλιξη. Αφενός δεν ευνοήθηκε ως περιοχή προτεραιότητας και αφετέρου παράλληλα με την
πληθυσμιακή έξοδο, παρουσίασε έντονα φαινόμενα περιβαλλοντικής και κοινωνικής υποβάθμισης, με την
δημιουργία ενός κύριου αστικού κέντρου σε κάθε νησί, προσελκύοντας τα δυναμικότερα στοιχεία του εναπομείναντος
πληθυσμού. Δημιουργήθηκε έτσι μία σημαντική χωρική διαφοροποίηση με πιεστικά προβλήματα συνωστισμού και
συναφών δυσλειτουργιών σε όλους τους τομείς. Σήμερα, ο μισός σχεδόν πληθυσμός της Περιφέρειας είναι αστικός με
τον Δήμο Μυτιλήνης να συγκεντρώνει περισσότερο από το μισό αυτόν αστικό πληθυσμό. Επιπλέον, ως παραμεθόριος
περιοχή το Βόρειο Αιγαίο συγκεντρώνει μεγάλους αριθμούς μεταναστών και ατόμων με πολιτισμικές ιδιαιτερότητες.
Η ανάλυση των αδυναμιών και των πλεονεκτημάτων και η αξιολόγηση των προοπτικών της Περιφέρειας Βορείου
Αιγαίου, οδήγησε στον γενικό αναπτυξιακό στόχο της Περιφέρειας που είναι η άρση της γεωγραφικής απομόνωσης, της
φθίνουσας πληθυσμιακής εξέλιξης και της οικονομικής υστέρησης που έχει προκαλέσει ο παραμεθόριος νησιώτικος
χαρακτήρας της Περιφέρειας. Ο γενικός αυτός αναπτυξιακός στόχος εξειδικεύεται στους ακόλουθους στρατηγικούς
στόχους:
- αναστροφή της πληθυσμιακής συρρίκνωσης και της περιθωριοποίησης της νησιώτικης οικονομίας με την αξιοποίηση
της τεχνολογίας και των τοπικών πλεονεκτημάτων,
- εξασφάλιση ίσων ευκαιριών πρόσβασης σε αναβαθμισμένες υπηρεσίες υγείας και πρόνοιας, πολιτισμού, αναψυχής
και εκπαίδευσης,
- αξιοποίηση της κοινωνίας της πληροφορίας,
- ανάπτυξη και αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού.
Ενδεικτικά, τα πιο σημαντικά αναπτυξιακά χαρακτηριστικά, που παρουσιάζει η εν λόγω Περιοχή Υλοποίησης, δηλαδή η
περιοχή του Βορείου Αιγαίου, είναι τα ακόλουθα:
 Ευνοϊκή στρατηγική θέση στο θαλάσσιο χώρο της Μεσογείου.
 Σημαντική συγκέντρωση περιοχών με αξιόλογα στοιχεία φυσικού περιβάλλοντος σε συνδυασμό με σημαντικά
στοιχεία ιστορικού και πολιτισμικού ενδιαφέροντος.
 Ιδιαίτερη ευαισθησία σχετικά με την αξιοποίηση των περιβαλλοντικών πόρων.
 Σημαντική συμμετοχή του τουριστικού τομέα στην οικονομία της Χωρικής Ενότητας και ύπαρξη τουριστικών πόρων
υψηλής σπουδαιότητας. Σημειώνεται η υψηλού επιπέδου τουριστική ανάπτυξη με σημαντικές πρωτοβουλίες για
την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και εμπλουτισμού του τουριστικού προϊόντος.
 Υψηλού επιπέδου πολιτισμικό προϊόν, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται εκτός από τους παραδοσιακούς
πολιτιστικούς πόρους και τα μουσεία, η σύγχρονη τέχνη και ο «πολιτισμός της γεύσης».
 Προβεβλημένα τοπικά προϊόντα καλής ποιότητας και ευρείας κλίμακας.
 Λειτουργία σημαντικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης (π.χ. Πανεπιστήμιο Αιγαίου).
Δημογραφικά Στοιχεία
Αναφορικά με τα δημογραφικά χαρακτηριστικά της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, σύμφωνα, με στοιχεία της
Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat, 2005), η Χωρική Ενότητα «Κρήτης-Νήσων Αιγαίου» συγκεντρώνει το 9,99%
του πληθυσμού της χώρας (Πίνακας 1), με ποσοστό αναλογίας των ανδρών μεγαλύτερο από το αντίστοιχο εθνικό μέσο
όρο. Από το σύνολο του πληθυσμού της Χωρικής Ενότητας «Κρήτης-Νήσων Αιγαίου» το 54,3% συγκεντρώνεται στην
Περιφέρεια Κρήτης. Το υπόλοιπο μοιράζεται σχεδόν ισόποσα στις δυο άλλες Περιφέρειες, με την Περιφέρεια Νοτίου
Αιγαίου να υπερτερεί ελαφρά έναντι της Περιφέρειας του Βορείου Αιγαίου. Αν και η Χωρική Ενότητα Κρήτης-Νήσων
Αιγαίου κατατάσσεται τελευταία από την άποψη του ποσοστού πληθυσμού σε επίπεδο χώρας, από την άποψη της
πληθυσμιακής πυκνότητας κατατάσσεται τρίτη (63,3), μεταξύ των λοιπών Χωρικών Ενοτήτων. Οι πυκνοκατοικημένες
ζώνες καλύπτουν το 42,9% γεγονός που οφείλεται κυρίως στην επίδραση των πυκνοκατοικημένων περιοχών της
Περιφέρειας Κρήτης με ποσοστό 50,7%. Ο βαθμός αστικοποίησης στην Κρήτη εμφανίζει διαχρονικά μία δυναμική, σε
αντίθεση με τις λοιπές Περιφέρειες της Χωρικής Ενότητας, του Νότιου και Βόρειου Αιγαίου.
72
Πίνακας 1: Πληθυσμιακά χαρακτηριστικά στην Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου –
Σύγκριση με λοιπές Περιφέρειες και Σύνολο Χώρας
Πηγή: EUROSTAT, 2005
Επιπροσθέτως, σύμφωνα με τα προσωρινά αποτελέσματα της Απογραφής του Πληθυσμού 2011, που διενεργήθηκε από
την Ελληνική Στατιστική Αρχή στις 10-24 Μαΐου 2011, εύλογα διαφαίνεται η σταδιακή μείωση του πληθυσμού της
περιφέρειας του Βορείου Αιγαίου, καθώς η εν λόγω περιοχή καταγράφει 197.810 μόνιμους κατοίκους (μόνιμο
πληθυσμό) από 205.235 μόνιμους κατοίκους (μόνιμο πληθυσμό) που είχε καταγράψει το 2001, ενώ ειδικότερα στους
Δήμους Λέσβου και Λήμνου καταγράφονται 85.330 κάτοικοι και 17.000 κάτοικοι, αντίστοιχα (Πίνακας 2). Το γεγονός
αυτό οφείλεται στο φαινόμενο της έντονης αστικοποίησης (έντονη πληθυσμιακή έξοδος προς τα μεγάλα αστικά κέντρα)
των τελευταίων ετών, ειδικά της τελευταίας δεκαετίας. Τα οριστικά αποτελέσματα για το Μόνιμο Πληθυσμό, σε επίπεδο
οικισμού, θα είναι διαθέσιμα το δεύτερο εξάμηνο του 2012, ενώ αναλυτικά αποτελέσματα για τα δημογραφικά,
οικονομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού θα γίνονται διαθέσιμα σταδιακά, από το τέλος του 2012 και
εντός του 2013.
Πίνακας 2: Προσωρινά αποτελέσματα του Μόνιμου Πληθυσμού της Ελλάδος
73
Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ
Στο κατωτέρω διάγραμμα απεικονίζεται η κατανομή του μόνιμου πληθυσμού της Ελλάδας, σε περιφερειακό επίπεδο και
φαίνεται ότι μόλις το 1,83% του μόνιμου πληθυσμού της Ελλάδας κατανέμεται στην Περιφέρεια του Βορείου Αιγαίου.
Διάγραμμα 1.
Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ
Η ηλικιακή διάρθρωση του πληθυσμού για τις νεανικές και παραγωγικές ηλικίες (έως και 54 ετών, Πίνακας 3)
καταδεικνύει και για τις τρεις Περιφέρειες της Χωρικής Ενότητας «Κρήτης-Νήσων Αιγαίου» υγιή πληθυσμιακή
διάρθρωση, με ποσοστά υψηλότερα του εθνικού μέσου όρου, με μικτή υστέρηση του Βορείου Αιγαίου, κυρίως στην
ηλικία 0-14. Η εικόνα αυτή αντιστρέφεται ελαφρά στις ηλικίες από 65 ετών και άνω, όπου οι τρεις ανωτέρω περιφέρειες
υστερούν του εθνικού μέσου όρου, με δύο σημαντικές επισημάνσεις:
• Η Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου εμφανίζει αρνητική έξαρση στις ηλικίες από 65 ετών και άνω, η οποία οδηγεί σε
αντίστοιχη αρνητική εικόνα όλων των κοινωνικών δεικτών.
• Η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου εμφανίζει ευνοϊκότερους δείκτες στις μεγάλες ηλικίες.
Πίνακας 3: Ηλικιακή Διάρθρωση του Πληθυσμού
Πηγή: Γ.Γ. ΕΣΥΕ, Απογραφή 2001
Από την επεξεργασία της ηλικιακής διάρθρωσης, προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο δείκτης γήρανσης αποτυπώνει την
αναλογία των ηλικιωμένων (65+) προς τα άτομα νεαρότερης ηλικίας (0-14). Το Βόρειο Αιγαίο συγκαταλέγεται στις 3
Περιφέρειες της χώρας με τον υψηλότερο δείκτη δημογραφικής γήρανσης, με 152%, ενώ οι Περιφέρειες Κρήτης και
Νοτίου Αιγαίου συμπεριφέρονται θετικά με χαμηλά ποσοστά του δείκτη σε σύγκριση με το αντίστοιχο εθνικό. Ο δείκτης
γήρανσης διαφοροποιείται ανάμεσα στα δυο φύλα με το γυναικείο πληθυσμό να παρουσιάζει μεγαλύτερα επίπεδα
γήρανσης και στις τρεις Περιφέρειες. Αντίστοιχα, οι τιμές του δείκτη εξάρτησης ηλικιωμένων στο Νότιο Αιγαίο είναι 5
ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερες από το εθνικό μέσο όρο με αποτέλεσμα να θεωρείται Περιφέρεια με
σχετικά καλύτερη θέση (μαζί με την Αττική) αφού αντιστοιχούν περίπου 4,5 άτομα εργάσιμης ηλικίας ανά ηλικιωμένο. Η
Κρήτη εμφανίζει επιδόσεις κοντά στον εθνικό μέσο όρο, ενώ η Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου εμφανίζει δείκτη σε πολύ
υψηλότερα επίπεδα από τον εθνικό μέσο όρο (αναλογία λιγότερη των 3 ατόμων εργάσιμης ηλικίας ανά ηλικιωμένο).
74
Πίνακας 4: Δείκτες Γήρανσης
Πηγή: ΕΣΥΕ, επεξεργασία ΠΑΕΠ, 2004
Πίνακας 5: Δείκτης Εξάρτησης Ηλικιωμένων
Πηγή: ΕΣΥΕ, επεξεργασία ΠΑΕΠ, 2004
Τέλος, στο σύνολο του πληθυσμού η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου παρουσιάζει μεγαλύτερο ποσοστό αναλογίας φύλων σε
σύγκριση με τις άλλες δυο Περιφέρειες (Κρήτης και Βορείου Αιγαίου), υψηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο. Ο μεγάλος
δείκτης αναλογίας φύλων στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου ειδικά στις παραγωγικές ηλικίες, μπορεί, μεταξύ άλλων, να
υποδεικνύει το γεγονός ότι η Περιφέρεια είναι μια περιοχή υποδοχής μεταναστών με μεγαλύτερη συμμετοχή γυναικών.
Εκτός αυτού, από τους κατωτέρω πίνακες διαφαίνεται μία μικρή μείωση του ποσοστού των ανδρών στην Περιοχή
Υλοποίησης του Βορείου Αιγαίου, στη διάρκεια των ετών 2005-2011, από 51,7% σε 50,3%. Αντίθετα, παρατηρείται μία
σταδιακή αύξηση του ποσοστού των γυναικών στη διάρκεια της ίδιας χρονικής περιόδου και στην ίδια περιοχή, από
48,3% σε 49,7%.
Πίνακας 6: Αναλογία Πληθυσμού Ανδρών-Γυναικών
Πηγή: New Cronos, Eurostat 2005
Πίνακας 7: Ποσοστιαία κατανομή του Μόνιμου Πληθυσμού της Ελλάδος, κατά φύλο και περιφέρεια,
Απογραφή 2011 (Προσωρινά στοιχεία)
Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ
75
Απασχόληση και Ανεργία
Είναι γνωστό ότι μια από τις κεντρικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για την Απασχόληση αφορά στην αύξηση
της συμμετοχής του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας στην αγορά εργασίας, ή με άλλα λόγια την αύξηση της προσφοράς
εργασίας καθώς και στη μείωση της ανεργίας. Ο πίνακας που ακολουθεί (Πίνακας 8) παρουσιάζει την περιφερειακή
κατανομή των ποσοστών συμμετοχής και ανεργίας. Από τη συσχέτιση των δυο ποσοστών προκύπτει ότι οι Περιφέρειες
Κρήτης και Νότιου Αιγαίου χαρακτηρίζονται από χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας και υψηλότερα ποσοστά συμμετοχής
από το μέσο όρο της χώρας. Το Βόρειο Αιγαίο εμφανίζει χαμηλότερες τιμές στους παραπάνω δύο δείκτες.
Σημαντικό ποσοστό υψηλού εκπαιδευτικού επιπέδου του οικονομικά ενεργού πληθυσμού σημειώνεται στην Περιφέρεια
Κρήτης, πολύ κοντά στο εθνικό μέσο όρο, ήτοι 19,5%. Τέλος, σημειώνεται ότι η μεγάλη πλειοψηφία του οικονομικά
ενεργού πληθυσμού στη Χωρική Ενότητα «Κρήτης-Νήσων Αιγαίου» χαρακτηρίζεται από χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης
Πίνακας 8: Ποσοστό Συμμετοχής (Εργατικό Δυναμικό 15-64 ετών / Πληθυσμό σε ηλικία προς εργασία 15-64 ετών) και
Ποσοστό Ανεργίας
Πηγή: ΕΣΥΕ, Έρευνα Εργατικού Δυναμικού, 2004 Β’ Τρίμηνο
Σύμφωνα με την επεξεργασία στοιχείων του Παρατηρητηρίου Απασχόλησης (Επετηρίδα Αγοράς Εργασίας, Περιφέρειες
και Νομοί, 2005) η Περιφέρεια του Βορείου Αιγαίου παρουσιάζει χαμηλό ποσοστό ανεργίας σε σχέση με το σύνολο της
χώρας (7% το 2003 καταλαμβάνοντας τη 10η θέση μεταξύ των Περιφερειών) αλλά και το μικρότερο πληθυσμό με τάσεις
περαιτέρω μείωσης και γήρανσης. Η απασχόληση χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη αναλογία των αυτοαπασχολούμενων
τόσο στο σύνολο (39,7%) όσο και κατά φύλο, την κατά συνέπεια χαμηλή αναλογία των απασχολουμένων πλήρους και
αορίστου χρόνου, καθώς και μια μεγαλύτερη αναλογία των προσωρινά απασχολουμένων σε σύγκριση με το σύνολο της
χώρας. Περαιτέρω, αξιοποιώντας την παρουσίαση για τη διάρθρωση της ανεργίας στις Περιφέρειες της χώρας,
σύμφωνα με τα στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού της ΕΣΥΕ για το 2004, η Περιφέρεια του Βορείου Αιγαίου
είναι η Περιφέρεια με το μικρότερο πληθυσμό εργάσιμης ηλικίας και το μικρότερο αριθμό ανέργων από όλες τις
Περιφέρειες. Στο σύνολο των ανέργων το 2004 αντιμετώπιζε το ένατο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας (9,4%), στους
άνδρες (3,6%) – το χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας όλων των Περιφερειών – και στις γυναίκες (19,7%) το πέμπτο
υψηλότερο ποσοστό ανεργίας. Σύμφωνα με το ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας στο σύνολο των ανέργων κατατάσσεται
στη δέκατη θέση (49,8%). Οι άνδρες της Περιφέρειας αντιμετωπίζουν χαμηλότερο του μέσου όρου ποσοστό ανεργίας
ενώ οι γυναίκες της Περιφέρειας αντιμετωπίζουν υψηλότερο του μέσου όρου ποσοστό ανεργίας. Τα ποσοστά
μακροχρόνιας ανεργίας ανδρών και γυναικών είναι χαμηλότερα των αντίστοιχων ποσοστών για το σύνολο της χώρας. Τα
άτομα 20-24 ετών και τα άτομα 45-64 ετών αντιμετωπίζουν χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας από τα αντίστοιχα ποσοστά
για το σύνολο της χώρας. Η Περιφέρεια του Βορείου Αιγαίου σύμφωνα με τους περισσότερους δείκτες ανεργίας
πλήττεται ηπιότερα από την ανεργία συγκριτικά με το μέσο όρο της χώρας. Εξαίρεση αποτελούν οι γυναίκες οι οποίες
πλήττονται εντονότερα από το μέσο όρο.
Μορφωτικό επίπεδο και υποδομές εκπαίδευσης
Αναφορικά με το μορφωτικό επίπεδο της Περιοχής Υλοποίησης του Βορείου Αιγαίου, η δευτεροβάθμια εκπαίδευση
αντανακλά στις τεχνικές ικανότητες του πληθυσμού, απαραίτητες για δραστηριότητες μεσαίας τεχνολογικής
εξειδίκευσης, ενώ η τριτοβάθμια εκπαίδευση λειτουργεί ως προσέγγιση των υψηλών δεξιοτήτων του πληθυσμού μιας
περιοχής. Το μορφωτικό επίπεδο του πληθυσμού χρησιμοποιείται επίσης ως δείκτης προσέγγισης των ικανοτήτων του
ανθρώπινου δυναμικού, άρα και ως σημαντικός παράγων προσέλκυσης επενδύσεων. Η χωρική ενότητα εμφανίζει
σημαντικές ελλείψεις στο ζήτημα αυτό, που σημαίνει ότι για την προσέλκυση επενδύσεων μεσαίας και υψηλής
τεχνολογικής έντασης θα πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες αναβάθμισης του μορφωτικού επιπέδου. Στον παρακάτω
πίνακα (Πίνακας 9) παρατίθενται στοιχεία που αφορούν στην ποιότητα του ανθρωπίνου δυναμικού των Περιφερειών,
σύμφωνα με το επίπεδο εκπαίδευσης για το έτος 2003.
76
Πίνακας 9: Μορφωτικό επίπεδο ανθρώπινου δυναμικού, 2003
Πηγή: New Cronos, Eurostat
Στην εθνική συμμετοχή των Περιφερειών, ανά μορφωτικό επίπεδο (σε μεγέθη πληθυσμού), το Βόρειο Αιγαίο διατηρεί
την τελευταία θέση ως προς την υποχρεωτική εκπαίδευση και την προτελευταία θέση ως προς τη δευτεροβάθμια και
την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αντίστοιχα, το Νότιο Αιγαίο διατηρεί τη δέκατη θέση των Περιφερειών της χώρας ως προς
την υποχρεωτική και δευτεροβάθμια εκπαίδευση και την ενδέκατη ως προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η Κρήτη
κατατάσσεται όγδοη, έκτη και τέταρτη ως προς την πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση
αντιστοίχως.
Ουσιαστικά τα ποσοστά κατανομής των γνωσιακών δεξιοτήτων, επιτρέπουν την παρατήρηση ότι ο νησιωτικός χώρος
του Βορείου και Νοτίου Αιγαίου δεν παρουσιάζει σημαντικές αποκλίσεις μορφωτικού επιπέδου, ενώ ειδικά στην
περίπτωση της Κρήτης εμφανίζεται μεγαλύτερο απόθεμα υψηλού μορφωτικού επιπέδου. Αντίστοιχη εικόνα
παρουσιάζει και το επίπεδο εκπαίδευσης του οικονομικά ενεργού πληθυσμού στη ανωτέρω Χωρική Ενότητα.
Σχετικά με τις υποδομές εκπαίδευσης σχολικών κτιρίων (2003-2004), τα στοιχεία που ακολουθούν απεικονίζουν την
υπάρχουσα κατάσταση ως προς το διαθέσιμο σχολικό κτίριο και τον εξοπλισμό σε επίπεδο χωρικής ενότητας (συγκριτικά
με τη χώρα ή και μεταξύ των τριών περιφερειών κατά περίπτωση), έχουν ποσοτική μορφή (αριθμό, ποσοστό, αναλογία)
και εκφράζουν απλή καταγραφή ή εκτίμηση, σύμφωνα με την εμπεριστατωμένη άποψη των διευθυντών και των
εκπαιδευτικών των σχολικών μονάδων. Η άντληση των στοιχείων προέρχεται από τη μελέτη «Αποτύπωση του
εκπαιδευτικού συστήματος σε επίπεδο σχολικών μονάδων» που εκπόνησε το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας (2005).
Η Περιφέρεια με το μεγαλύτερο συγκριτικά ποσοστό συστεγαζόμενων σχολείων είναι το Βόρειο Αιγαίου με ποσοστό
55,9%. Την 9η θέση κατέχει η Κρήτη με ποσοστό 45,3% και το Νότιο Αιγαίο την 8η με 47%. Η εικόνα των σχολείων που
ανήκουν σε συγκρότημα σχολείων ανά περιφέρεια και βαθμίδα εκπαίδευσης στη Χωρική Ενότητα έχει ως εξής: Το μέσο
ποσοστό των σχολείων όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης που αποτελούσαν μέρος συγκροτήματος ανέρχεται στο 23,6%.
Τα λύκεια και τα ΤΕΕ εμφανίζουν υψηλότερες τιμές ως προς το στοιχείο αυτό (το 38,4%των λυκείων και το 42,9% των
ΤΕΕ) έναντι των νηπιαγωγείων (22,3%), των δημοτικών (16,8%) και των γυμνασίων (32,1%). Η περιφερειακή κατανομή
των σχολείων που αποτελούν μέρος συγκροτήματος είναι 27,4% στο Βόρειο Αιγαίο, 22,6% στην Κρήτη και 18,7% στο
Νότιο Αιγαίο.
Αναφορικά με τις σχολικές μονάδες που λειτουργούν με πρωινό ωράριο εργασίας –βασικό παράγοντα ποιοτικής
εκπαίδευσης που συνδέεται με τη διαθέσιμη σχολική στέγη– ανά βαθμίδα εκπαίδευσης και περιφέρεια η κατάσταση
έχει ως ακολούθως:
Η πλειονότητα των σχολείων σε εθνικό επίπεδο, το 93,5%, λειτουργεί μόνο πρωί ή είναι ολοήμερα. Παρόλα αυτά
υπάρχουν αρκετές σχολικές μονάδες, συνολικά το 4,4%, που λειτουργούσαν πρωί-απόγευμα ανά εβδομάδα ή ανά
ημέρες, ή μόνο απόγευμα, σε ποσοστό 0,8%. Τα σχετικά ποσοστά παρουσιάζουν μικρές αποκλίσεις μεταξύ
πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με μεγαλύτερο το ποσοστό των γυμνασίων και λυκείων (5,7%) που
λειτουργούσαν πρωί-απόγευμα και το ποσοστό των ΤΕΕ (16,9%) που λειτουργούσαν μόνο απόγευμα. Συνάγεται ότι το
πρόβλημα της εναλλασσόμενης βάρδιας, αν και έχει περιοριστεί σημαντικά, δεν έχει εκλείψει, εμφανίζεται δε να είναι
πιο έντονο στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Και στις τρεις Περιφέρειες (Κρήτης, Νότιου και Βόρειου Αιγαίου) της χωρικής ενότητα η συντριπτική πλειονότητα των
σχολείων λειτουργεί με πρωινό ωράριο εργασίας ή είναι ολοήμερα σχολεία.
Η συστέγαση δεν δημιουργεί ιδιαίτερο πρόβλημα διπλοβάρδιας, αφού το μεγαλύτερο ποσοστό των συστεγαζόμενων
σχολείων λειτουργεί μόνο πρωί ή ως ολοήμερα.
Για την καταλληλότητα της διαθέσιμης σχολικής στέγης στο σύνολο των σχολείων ανά περιφέρεια εξετάζονται στοιχεία
σχετικά με τη στέγαση των σχολικών μονάδων σε μισθωμένα κτήρια ή κτήρια των οποίων ο αρχικός προγραμματισμός
δεν προέβλεπε τη σχολική χρήση. Σε εθνικό επίπεδο προκύπτει ότι η συντριπτική πλειονότητα των σχολείων (89,1%)
στεγαζόταν σε δημόσιο διδακτήριο. Υπάρχει όμως ένα μικρό ποσοστό σχολικών μονάδων (7,2%) που στεγαζόταν σε
διδακτήριο μισθωμένο και κυρίως πρόκειται για κτίρια των νηπιαγωγείων (14,1%) και των Τ.Ε.Ε (11,9%).
Η κατανομή των σχολείων που στεγάζονται σε μισθωμένο διδακτήριο ανά περιφέρεια της χωρικής ενότητας
παρουσιάζεται με αποκλίσεις που κυμαίνονται από 3,9% των σχολείων στο Βορείου Αιγαίου, σε 6% των σχολείων στο
Νότιο Αιγαίο και 10% των σχολείων στην Κρήτη.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ανωτέρω δεδομένα για την εν λόγω Περιοχή Υλοποίησης, συνάγεται ότι η τελευταία
αντιμετωπίζει δύο βασικές προκλήσεις:
77
•
την αξιοποίηση του μεταβαλλόμενου διεθνούς περιβάλλοντος (τεχνολογικές αλλαγές ιδιαίτερα στους τομείς των
πληροφοριών και των τηλεπικοινωνιών, βαρύτητα των υπηρεσιών στο σχηματισμό του εθνικού πλούτου, στροφή
των επιδιώξεων των ανθρώπων υπέρ ποιοτικών στόχων, κλπ) ώστε να μετατραπούν οι νησιωτικές της
ιδιαιτερότητες από μειονεκτήματα σε πλεονεκτήματα,
• την εφαρμογή της έννοιας της αειφορίας, δηλαδή, της σταθερής αναπτυξιακής πορείας που να επιτρέπει τη
διατήρηση της φυσιογνωμίας της και των χαρακτηριστικών της σε βάθος χρόνου, ενισχύοντας την ελκυστικότητά
της.
Σημαντικό ρόλο στην αναπτυξιακή αυτή προσπάθεια διαδραματίζει τα τελευταία χρόνια, η ενίσχυση της
ανταγωνιστικότητας και της απασχόλησης του αγροτικού τομέα, μέσω της σχετικής Αγροτικής Ανάπτυξης που
επιδιώκεται στην εν λόγω περιοχή, παρόλο που ο πρωτογενής τομέας καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση συμμετοχής στο
Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της Περιφέρειας του Βορείου Αιγαίου.
Ειδικότερα, σύμφωνα με μελέτη που πραγματοποιήθηκε το 2007 στην εν λόγω Περιφέρεια, για την εφαρμογή της Νέας
Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (Κ.Α.Π.), προκύπτει ότι οι στόχοι της Περιφέρειας για τον αγροτικό τομέα είναι οι εξής:
• αναδιάρθρωση των προϊόντων του πρωτογενή τομέα στις ανάγκες της εσωτερικής αγοράς και προώθηση τοπικών
προϊόντων,
• προαγωγή της παραγωγής προϊόντων αναγνωρισμένης ποιότητας μέσω της εφαρμογής προτύπων στην
παραγωγική διαδικασία,
• αναδιάρθρωση και εκσυγχρονισμός των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, προκειμένου να διατηρηθούν οικονομικά
βιώσιμες, μέσα σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο, διεθνές περιβάλλον,
• διαφοροποίηση του πρωτογενή τομέα σε δραστηριότητες διαφορετικές από τις γεωργικές, με παράλληλη βελτίωση
της ελκυστικότητας του αγροτικού χώρου,
• διατήρηση και ανάδειξη της ελκυστικότητας του αγροτικού χώρου διαμέσου της διαφύλαξης του περιβάλλοντος
και των φυσικών πόρων,
• ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του πρωτογενή τομέα στην Περιφέρεια, μέσω καινοτόμων μεθόδων
παραγωγής και διαφοροποιημένων δραστηριοτήτων υπό το πρίσμα βιώσιμων διαχειριστικών πρακτικών, με
σκοπό την απεξάρτηση των νησιών σε τρόφιμα από την ηπειρωτική χώρα ιδιαίτερα κατά τους θερινούς μήνες,
• βελτίωση των υποδομών της περιφέρειας Βορείου Αιγαίου.
Η στρατηγική για την ολοκληρωμένη Αγροτική Ανάπτυξη έχει σκοπό να συμβάλει στην ανταγωνιστικότητα του
πρωτογενούς τομέας της Περιφέρειας του Βορείου Αιγαίου, μέσω της βελτίωσης της επιχειρηματικότητας και κατ’
επέκταση της ανταγωνιστικότητας των μεμονωμένων παραγωγικών μονάδων της. Για το σκοπό αυτό, δίνεται ιδιαίτερο
βάρος στην παραγωγή πιστοποιημένων προϊόντων μέσω του εκσυγχρονισμού των υφιστάμενων γεωργο-κτηνοτροφικών
εκμεταλλεύσεων και της ίδρυσης μικρομεσαίων μονάδων μεταποίησης-τυποποίησης, στα πλαίσια της καθετοποίησης
της παραγωγής των γεωργο-κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων.
Ειδικότερα βαρύτητα δίνεται:
 στη διασφάλιση της πλήρους αλληλοσυμπλήρωσης δράσεων και έργων
 στη συγκεκριμένη στόχευση και σχεδιασμό των αναπτυξιακών στόχων των προτεινόμενων περιοχών
αναδιάρθρωσης,
 στην αντιμετώπιση των υφιστάμενων δυσμενών καταστάσεων (καταστάσεων που αποτελούν τροχοπέδη στην
ανάπτυξη των περιοχών αυτών),
 στη δημιουργία ίσων ευκαιριών στην αγορά εργασίας ανάμεσα στα δύο φύλα, και γενικότερα σε όλες τις
κοινωνικές ομάδες πληθυσμού, κυρίως στις ευάλωτες,
 στην ισόρροπη ανάπτυξη των περιοχών,
 στον εκσυγχρονισμό της παραγωγικής διαδικασίας,
 στη στήριξη της κοινωνικής συνοχής,
 στον ολοκληρωμένο και πολύ-τομεακό σχεδιασμό.
78
2α. Υποβάθμιση της Περιοχής Υλοποίησης
Στη Χωρική Ενότητα «Κρήτης-Νήσων Αιγαίου» συγκεντρώνεται το 9,9% του πληθυσμού της χώρας σε ένα σύνολο 986
δημοτικών διαμερισμάτων. Από αυτά, το 32,9% χαρακτηρίζονται ορεινά, το 29,6% ημιορεινά και 37,5% πεδινά. Παρά την
αριθμητική υπεροχή των ορεινών και ημειορεινών διαμερισμάτων (65,5%) συγκεντρώνουν μόλις το 35,6% του
συνολικού πληθυσμού της Χωρικής Ενότητας.
Η πλειοψηφία, των ορεινών δημοτικών διαμερισμάτων συναντάται στην Περιφέρεια Κρήτης με ποσοστό 63%.
Ακολουθούν το Βόρειο και το Νότιο Αιγαίο με ποσοστά 21,6 % και 15,1%ν αντίστοιχα. Χωρικά η πλειοψηφία του
πληθυσμού, ήτοι το 58% επί του συνόλου, συγκεντρώνεται στα αστικού τύπου διαμερίσματα με πυκνότητα 319,3
κατοίκους ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο. Ως πλέον αραιοκατοικημένες περιοχές (24,1 κάτοικοι / χλμ2) χαρακτηρίζονται,
όπως είναι αναμενόμενο, οι ορεινές καθώς και οι τρεις διοικητικές Περιφέρειες διαθέτουν σημαντική διαρροή
πληθυσμού από τις ορεινές στις πεδινές περιοχές και κυρίως στα αστικά κέντρα εντός ή/και εκτός της χωρικής ενότητας.
Η αναλυτική παρουσίαση της χωρικής διάστασης των περιφερειακών ανισοτήτων ανά διοικητική Περιφέρεια
παρουσιάζεται στην επόμενη ενότητα.
Ενδοπεριφερειακές ανισότητες
Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου: Πέραν της περιφερειακής θέσης, το Βόρειο Αιγαίο υστερεί, λόγω του νησιωτικού
χαρακτήρα του και από τις συνέπειες του φυσικού κατακερματισμού, που περιορίζουν τις δυνατότητες λειτουργικής
ενοποίησής του. Σε επίπεδο νομού οι δεσμοί μεταξύ των νησιών είναι πιο έντονοι και αποτελούν συνάρτηση ιστορικών
δεσμών, του πληθυσμιακού μεγέθους, των αστικών κέντρων και των μεταφορικών κόμβων. Η διάταξη, όμως, των
μεταφορικών συστημάτων της χώρας, που είναι ακτινική με κύριους πόλους την Αθήνα ή τον Πειραιά, περιορίζει τις
επικοινωνιακές συνδέσεις μεταξύ των νησιών που ανήκουν σε διαφορετικούς νομούς. Η πολλαπλή αυτή
περιφερειακότητα, διπλή για τα μεγαλύτερα νησιά και τριπλή για τα μικρότερα, αποτελεί ένα μόνιμο μειονέκτημα της
Περιφέρειας στις παρούσες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες. Όσον αφορά στις διαφοροποιήσεις / ανισότητες μεταξύ
των νομών και των νησιών της Περιφέρειας, αυτές αναφέρονται τόσο στα δημογραφικά και κοινωνικο-οικονομικά
χαρακτηριστικά, όσο και στη διάρθρωση της παραγωγικής δομής τους.
Αναλυτικά:
Ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού της Περιφέρειας υπολείπεται σημαντικά από τον αντίστοιχο της Χώρας, κυρίως στο
νομό Χίου, με μείωση του πληθυσμού στα Ψαρά, ενώ οι νομοί Λέσβου και Σάμου εμφανίζουν περισσότερο βελτιωμένη
εικόνα, σε όλα τα νησιά που τους απαρτίζουν. Ο δείκτης αστικότητας του πληθυσμού διαφοροποιείται μεταξύ των
νομών, με το νομό Χίου να έχει το υψηλότερο ποσοστό αστικού πληθυσμού, 53%, ενώ στους άλλους δύο νομούς
κυριαρχεί ο αγροτικός πληθυσμός, κυρίως στο νομό Σάμου.
Ο δείκτης γήρανσης, και στους τρεις νομούς υπερβαίνει τον αντίστοιχο της Χώρας,
σημειώνοντας την υψηλότερη τιμή στους νομούς Λέσβου και Σάμου (1,63) και χαμηλότερη στο νομό Χίου (1,47), όταν η
τιμή του δείκτη στη Χώρα είναι 1,25. Ιδιαίτερα μεγάλο δείκτη γήρανσης έχουν τα νησιά Ικαρία, Αγ. Ευστράτιος,
Οινούσσες και Ψαρά, ήτοι τα μικρά νησιά της Περιφέρειας.
Επίσης, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ των νομών της Περιφέρειας (σύμφωνα με τα στοιχεία
Της Eurostat) διαφοροποιείται σημαντικά, με μεγαλύτερο δείκτη στο νομό Λέσβου, ακολουθεί ο νομός Χίου και
τελευταίος ο νομός Σάμου. Σε σχέση με το μέσο όρο της Περιφέρειας όταν αυτός εκφράζεται με 100 για το κατά
κεφαλήν ΑΕΠ της Περιφέρειας, οι έντονες διαφοροποιήσεις των νομών, φαίνονται από το γεγονός ότι ο νομός Λέσβου
έχει δείκτη 113,6, ο νομός Χίου 106,9, και ο νομός Σάμου 71,8, χωρίς όμως αυτό να αναφέρεται σε όλα τα νησιά κάθε
νομού.
Τέλος, όσον αφορά στην παραγωγική διάρθρωση των νομών της Περιφέρειας, ο νομός Σάμου εμφανίζει υψηλό ποσοστό
συμμετοχής του τριτογενή τομέα, με σημαντική διαφορά από το νομό Λέσβου, ο οποίος όμως παρουσιάζει υψηλό
ποσοστό στο δευτερογενή τομέα, με σημαντική διαφορά από τους νομούς Χίου και Σάμου. Τέλος, ο πρωτογενής τομέας
παρουσιάζει μικρή συμμετοχή και στους τρεις νομούς, με διαφοροποίηση στα μικρά νησιά, των οποίων η μικρή
οικονομία τους στηρίζεται στον πρωτογενή τομέα και στον τουρισμό.
Όσον αφορά στις ενδονομαρχιακές διαφοροποιήσεις, τα πέντε μεγάλα σε έκταση και πληθυσμό νησιά της Περιφέρειας
(Λέσβος, Χίος, Σάμος, Λήμνος και Ικαρία) τα οποία καλύπτουν το 96% της συνολικής έκτασης της Περιφέρειας και
συγκεντρώνουν το 98,40% του πληθυσμού της, πέραν των διαφοροποιήσεων που έχουν μεταξύ τους ως προς τη δομή
της παραγωγής τους και το επίπεδο ανάπτυξης, παρουσιάζουν σημαντικές διαφοροποιήσεις, σε σχέση με τα υπόλοιπα
πέντε μικρά νησιά, που ανήκουν αντίστοιχα στους τρεις νομούς της Περιφέρειας.
79
Πίνακας 10: Μόνιμος πληθυσμός και πυκνότητα με διάκριση αστικές, αγροτικές περιοχές, Μέσος Σταθμικός
Υψομέτρων
ΠΗΓΗ: ΕΣΥΕ, 2001
Ορεινές, ημιορεινές, πεδινές περιοχές
Η Περιφέρεια του Βορείου Αιγαίου χαρακτηρίζεται από σημαντικό ποσοστό ορεινών και ημιορεινών εκτάσεων.
Συγκεκριμένα, το ποσοστό των ορεινών εκτάσεων καλύπτει το 33,2% της συνολικής έκτασης της Περιφέρειας και των
ημιορεινών το 35,3%. Από το σύνολο των δημοτικών διαμερισμάτων (214) που υπάρχουν στην Περιφέρεια του Βορείου
Αιγαίου το 33% ανήκει σε ορεινές περιοχές, ενώ το 19 % του πληθυσμού κατοικεί στον ορεινό χώρο.
Παράλληλα, παρατηρούνται έντονες ανισότητες στις εσωτερικές ζώνες των νησιών, ιδιαίτερα των πέντε μεγάλων της
Περιφέρειας, οι οποίες προσδιορίζονται από το ανάγλυφο του εδάφους (ορεινό, ημιορεινό και κλίσεις), σε σχέση και με
την έλλειψη των αναγκαίων συνδέσεων των ζωνών αυτών με τα αστικά/ ημιαστικά κέντρα και λιμάνια των νησιών. Οι
ορεινές περιοχές μειονεκτούν σε σχέση με τις πεδινές εκτάσεις κυρίως λόγω κλίματος, γεωμορφολογίας και θέσης. Λόγω
των χαμηλών εισοδημάτων και της έλλειψης κοινωνικοπολιτιστικής υποδομής, παρατηρούνται τις τελευταίες δεκαετίες
σημαντικές μετακινήσεις πληθυσμού στα αστικά κέντρα της Περιφέρειας και της Ηπειρωτικής χώρας. Τα Δημοτικά
Διαμερίσματα των ημιορεινών περιοχών με πληθυσμό μικρότερο των 2.000 κατοίκων εμφανίζουν παρόμοια
δημογραφικά, παραγωγικά και εν γένει αναπτυξιακά προβλήματα με εκείνα των ορεινών περιοχών, ίσως σε ορισμένες
ελάχιστες εξαιρέσεις μικρότερης έντασης, αξιοποιώντας σε κάποιο μικρό βαθμό τον εναλλακτικό τουρισμό, κυρίως τον
αγροτουρισμό. Τα πεδινά δημοτικά διαμερίσματα συγκεντρώνοντας το 58% του συνολικού πληθυσμού της Περιφέρειας,
είναι κατά βάση αγροτικά ή εξαρτώνται από την αλιεία, με συμπληρωματικές δραστηριότητες τον εποχικό, μικρής
διάρκειας τουρισμό. Σε μεγάλο δε βαθμό εμφανίζουν παρόμοια χαρακτηριστικά με εκείνα των ορεινών και ημιορεινών
αγροτικών Δημοτικών Διαμερισμάτων, ήτοι δυσμενέστερη δημογραφική σύνθεση, χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο,
χαμηλότερο επίπεδο αξιοποίησης νέων τεχνολογιών και έλλειψη κοινωνικών υποδομών, ενώ παράλληλα
διαπιστώνονται και ελλείψεις σε βασικές υποδομές, ιδιαίτερα περιβαλλοντικές και συγκοινωνιακές.
80
Αστικές περιοχές, βιώσιμη αστική ανάπτυξη
Ο αστικός πληθυσμός του Βορείου Αιγαίου καταλαμβάνει το 46,7% του συνολικού πληθυσμού της Περιφέρειας, με
κυρίαρχα αστικά κέντρα τις Πρωτεύουσες των νομών. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011, τα μεγαλύτερα αστικά
κέντρα της Περιφέρειας είναι ο Δήμος Λέσβου του νομού Λέσβου με πληθυσμό 85.330 κατοίκους, ο Δήμος Χίου του
νομού Χίου με πληθυσμό 51.320 κατοίκους και ο Δήμος Σάμου με πληθυσμό 32.760 κατοίκους.
Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες του νησιωτικού χώρου της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, ως αστικά κέντρα
μπορούν να χαρακτηρισθούν οι εξής πόλεις:
• Η Μυτιλήνη, στο νησί της Λέσβου, με πληθυσμό περίπου 28.879 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2001, η
οποία είναι πρωτεύουσα του νομού Λέσβου και έδρα της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου.
• Η Μύρινα, στο νησί της Λήμνου του νομού Λέσβου, με πληθυσμό 4.342 κατοίκους, η οποία είναι έδρα του επαρχείου
της Λήμνου.
• Το Δημοτικό Διαμέρισμα Σαμίων, στο νησί της Σάμου, με πληθυσμό 6.275 κατοίκους, πρωτεύουσα του νομού Σάμου,
διοικητικό κέντρο του νομού, μαζί με το Δ.Δ. Βαθέος, λειτουργούν από κοινού ως το αστικό κέντρο του νησιού.
• Το Καρλόβασι, επίσης στο νησί της Σάμου, με πληθυσμό 5.895 κατοίκους, στο κύριο λιμάνι του νησιού, το οποίο
συγκεντρώνει έντονη εμπορική και οικονομική δραστηριότητα.
• Η Χίος, στο ομώνυμο νησί, με πληθυσμό 23.779 κατοίκους, πρωτεύουσα του νομού Χίου, εμπορικό/ οικονομικό και
διοικητικό κέντρο του νομού.
Οι παραπάνω αναφερόμενες ως αστικά κέντρα, πόλεις της Περιφέρειας, υπό διαφορετική κλίμακα και ένταση
λειτουργούν ενίοτε ως πυρήνες της ανάπτυξης μιας ευρύτερης περιοχής, ενίοτε ως δέκτες όλης της οικονομικής
δραστηριότητας της ευρύτερης περιοχής ή/ και του νομού. Η δεύτερη περίπτωση, η οποία είναι η πλέον συνήθης, έχει
ως αποτέλεσμα τη διαχρονική απερήμωση της ευρύτερης περιοχής ή/ και των πλέον απομακρυσμένων και
μειονεκτικών περιοχών της Περιφέρειας. Παράλληλα όμως η υπερσυγκέντρωση δραστηριοτήτων και πληθυσμού σ’
αυτού του τύπου αστικά κέντρα, χωρίς την ανάλογη θεσμική και λειτουργική υποδομή δημιουργεί κάποια κοινά αλλά
πολύπλοκα προβλήματα που
παρατηρούνται και στα κέντρα άλλων ευρωπαϊκών πόλεων, έστω και υπό διαφορετική κλίμακα.
Για την αξιοποίηση των αστικών κέντρων στην αναπτυξιακή διαδικασία της Περιφέρειας, απαιτείται ο σαφής
προσδιορισμός του αναπτυξιακού τους ρόλου, η ενίσχυση των επιχειρηματικών και των αναπτυξιακών υποδομών
τους, καθώς και η ενίσχυση των αστικών υπερδομών και υποδομών που αφορούν την επισήμανση της ταυτότητας
της πόλης, την ποιότητα κατοικίας, την προστασία και την αναβάθμιση του περιβάλλοντος, την κυκλοφορία και την
στάθμευση των οχημάτων, την ανάπλαση και ανάδειξη αστικών περιοχών, ιστορικών κέντρων κ.λπ., τις υπηρεσίες
εκπαίδευσης-υγείας-πρόνοιας, την προώθηση της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης. Τέλος, για κάθε Αστικό Κέντρο πρέπει
να αναδειχθούν και να ενισχυθούν οι «Προωθητικές Δραστηριότητες» που δημιουργούν σημαντική αναπτυξιακή
δυναμική στην πόλη, προσελκύουν και συντηρούν συμπληρωματικές δραστηριότητες και αναβαθμίζουν του
αναπτυξιακό περιβάλλον.
81
2β. Βασικά προβλήματα και ανάγκες της Περιοχής Υλοποίησης
Ως απόρροια όλων των ανωτέρω δεδομένων, τα βασικά προβλήματα της Περιοχής Υλοποίησης του Βορείου Αιγαίου,
κωδικοποιούνται ως εξής:
1.
Ύπαρξη σημαντικών διαπεριφερειακών, ενδοπεριφερειακών και ενδονησιωτικών ανισοτήτων, μεταξύ των οποίων
και ανισοκατανομή ανθρώπινων και φυσικών πόρων και υποδομών.
2.
Δυσχέρεια στην ανάπτυξη σχέσεων συνεργασίας και επικοινωνιών λόγω του νησιωτικού και απομονωμένου
χαρακτήρα των Περιφερειών.
3.
Συνεχόμενες ελλείψεις σε υποδομές μεταφορών με υψηλό κόστος μεταφοράς και χαμηλό επίπεδο εξυπηρέτησης.
4.
Χωρική ανισοκατανομή κάλυψης των αναγκών ιατρικής περίθαλψης και φροντίδας, οι οποίες πολλαπλασιάζονται
τη θερινή περίοδο.
5.
Μειωμένη συμμετοχή των γυναικών στο εργατικό δυναμικό και δυσκολίες στην ένταξη άνεργων γυναικών στην
αγορά εργασίας.
6.
Σημαντικές αποκλίσεις μορφωτικού επιπέδου διαπεριφερειακά και υστέρηση σε σύγχρονες υποδομές
εκπαίδευσης.
7.
Σχετικά χαμηλή παραγωγικότητα, μικρός βαθμός εξειδίκευσης των απασχολουμένων και έλλειψη εξειδικευμένου
προσωπικού στις επιχειρήσεις. Χαμηλή ενσωμάτωση πτυχιούχων και επιστημόνων στην τοπική παραγωγική και
κοινωνική βάση.
8.
Έντονες περιβαλλοντικές πιέσεις στις «αναπτυγμένες ζώνες» λόγω αστικής και τουριστικής ανάπτυξης.
9.
Μη συστηματική προσέγγιση στη διαχείριση και εξασφάλιση υδάτινων πόρων.
10. Μικρός βαθμός ανάπτυξης διατομεακών και ενδοτομεακών συνεργιών (δικτυώσεις, συμπράξεις), με στόχο τη
μεταφορά τεχνογνωσίας, τη «γέννηση» επιχειρηματικών ιδεών κ.λπ.
11. Μη εκσυγχρονισμένες μέθοδοι παραγωγής και προώθησης στον πρωτογενή τομέα, χαμηλές επενδύσεις στο
δευτερογενή και ελλειμματική διασύνδεσή τους.
12. Χαμηλό επίπεδο σύγχρονης και «καθιερωμένης» επιχειρηματικότητας, απουσία εκσυγχρονισμού στις επιχειρήσεις
και αδυναμία ανάπτυξης οικονομιών κλίμακας.
13. «Ρηχή» επιχειρηματικότητα. Μικρή έως μηδενική διάχυση των αποτελεσμάτων της έρευνας και χρήσης ΤΠΕ στην
επιχειρηματική κοινότητα.
14. Χαμηλός βαθμός προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, στατική κατανομή των ΑΕΠΚ.
15. Άνιση διαπεριφερειακή και ενδοπεριφερειακή κατανομή εισοδήματος και απασχόλησης.
16. Χωρική και χρονική υπερσυγκέντρωση της τουριστικής δραστηριότητας, χαμηλή αξιοποίηση πολιτισμικών πόρων
σε σχέση με τις υπάρχουσες δυνατότητες και εξάρτηση του τουριστικού μοντέλου από το πρότυπο «μαζικού
τουρισμού».
17. Μη καλυπτόμενες ενεργειακές ανάγκες, ιδιαίτερα κατά τους θερινούς μήνες, μικρή χρήση ΑΠΕ, εξάρτηση από το
πετρέλαιο.
Με τη σειρά τους, τα ανωτέρω προβλήματα οδηγούν στις εξής ανάγκες:
82
1.
Αντιμετώπιση των έντονων ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων, καθώς και της σύνδεσης των περιφερειών της Χωρικής
Ενότητας «Κρήτης – Νήσων Αιγαίου» με τη λοιπή χώρα (διπλή περιφερειακότητα).
2. Άρση της νησιωτικής απομόνωσης μέσω της αναβάθμισης υφιστάμενων και δημιουργίας νέων υποδομών φυσικής
και τεχνολογικής προσπελασιμότητας.
3. Βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων και των επισκεπτών της Χωρικής Ενότητας Κρήτης-Νήσων Αιγαίου.
4. Ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και της ισότητας των ευκαιριών στην ποιότητα ζωής και στην απασχόληση.
5. Ενεργητικές πολιτικές μείωσης της ανισοκατανομής της απασχόλησης ενδο-περιφερειακά και δια-περιφερειακά,
ενίσχυση της πολυαπασχόλησης και της κινητικότητας του εργατικού δυναμικού.
6. Αναβάθμιση των δεξιοτήτων και των γνώσεων του ανθρωπίνου δυναμικού αναβαθμίζοντας τις υποδομές
εκπαίδευσης και χρησιμοποιώντας ως εργαλείο, μεταξύ άλλων, τις νέες τεχνολογίες.
7. Βελτίωση της διοικητικής ικανότητας της περιφερειακής δημόσιας διοίκησης και της αυτοδιοίκησης με έμφαση
στην ενίσχυση της ποιότητας ζωής και της παραγωγικότητας μέσω των ΤΠΕ.
8. Αυξημένες απαιτήσεις προστασίας φυσικού και ιστορικού πολιτιστικού περιβάλλοντος με σημαντική χωρική
διασπορά.
9. Ολοκληρωμένα διαχειριστικά σχέδια για τα δάση, την ύδρευση, άρδευση και τα απορρίμματα.
10. Ανάπτυξη διαπεριφερειακών και διακρατικών συνεργιών και συνεργασιών για το Περιβάλλον, την Έρευνα και την
Κοινωνία της Πληροφορίας.
11. Εκσυγχρονισμός της παραγωγικής βάσης των περιφερειακών οικονομιών, ενσωμάτωση πρακτικών τοποθέτησης
των τοπικών προϊόντων στις εθνικές και διεθνείς αγορές, προτεραιότητα προώθησης των προϊόντων με
ονομασία προέλευσης.
12. Ενίσχυση της επιχειρηματικότητας «ευκαιρίας» έναντι της επιχειρηματικότητας «ανάγκης», προώθηση νέας
επιχειρηματικότητας και της διείσδυσης των ΤΠΕ. Διασύνδεση της έρευνας και των εφαρμογών των νέων
τεχνολογιών με την οικονομία.
13. Δημιουργία ικανής ερευνητικής βάσης και δια-πανεπιστημιακής συνεργασίας, για την προσέλκυση και αξιοποίηση
του ερευνητικού δυναμικού και ανάπτυξη της καινοτομίας (τεχνολογικής και μη).
14. Διασφάλιση της ενεργειακής αυτοτέλειας των νησιών.
15. Εμπλουτισμός τουριστικού προϊόντος, αξιοποίηση πολιτισμικών πόρων, μείωση της εποχικότητας. Προώθηση
ειδικών μορφών τουρισμού με χρήση των συγκριτικών φυσικών πλεονεκτημάτων κάθε περιοχής.
Η κάλυψη των ανωτέρω αναγκών θα αντιμετωπισθεί μέσω αξιοποίησης των συνεργειών που απορρέουν από την
αρχιτεκτονική του ΕΣΠΑ 2007-2013, οι οποίες θα αναλυθούν σε επόμενη ενότητα.
Στο παρακάτω πίνακα επιχειρείται η συσχέτιση και αντιστοίχιση των αναγκών της Χωρικής Ενότητας «Κρήτης-Νήσων
Αιγαίου» με τις θεματικές προτεραιότητες του ΕΣΠΑ. Συγκεκριμένα:
Οι ανάγκες 2, 4, 11, 12, 13, 14, και 15 ταξινομούνται ως ανάγκες για την επένδυση στον παραγωγικό τομέα της
οικονομίας, καθώς αναγκαία προϋπόθεση για την επίτευξή τους αποτελεί η αναβάθμιση και διαφοροποίηση του
τουριστικού προϊόντος της Χωρικής Ενότητας, η προβολή της ως ασφαλούς και ελκυστικού προορισμού καθώς και η
βελτίωση της παραγωγικότητάς της.
Πίνακας 11: Συσχέτιση αναγκών Χωρικής Ενότητας Κ-ΝΑ με προτεραιότητες ΕΣΠΑ
Πηγή: Ε.Π. Κρήτης και Νήσων Αιγαίου 2007-2013
83
Οι 6, 10, 11, 12, 13, 14 15 αποτελούν ανάγκες για την ενίσχυση της καινοτομίας και της κοινωνίας της γνώσης, καθώς
αναγκαίες προϋποθέσεις για την επίτευξή τους αποτελούν:
1. η ενίσχυση της ’Έρευνας, Τεχνολογίας και η προώθηση της καινοτομίας σε όλους τους κλάδους ως βασικού
παράγοντα αναδιάρθρωσης των περιφερειακών οικονομιών, καθώς και
2. η αξιοποίηση των ΤΠΕ και επικοινωνιών.
Ανάγκες που αντιστοιχούν στην προώθηση της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής είναι οι 1-6, 10, 11, 13, και
15. Η βελτίωση της ελκυστικότητας της Χωρικής Ενότητας «Κρήτης – Νήσων Αιγαίου» επιτυγχάνεται μέσω των
αναγκών 1, 2, 3, 5, 6, 7, 8, 9, 10 13, 14, 15, καθώς μέσω της κάλυψης τους θα ενισχυθεί σημαντικά:
1. η αύξηση της εισροής επενδύσεων,
2. η συγκράτηση του πληθυσμού ενδοπεριφερειακά,
3. ο εκσυγχρονισμός των φυσικών και τεχνολογικών υποδομών,
4. η συμβολή του ενεργειακού τομέα στην ανταγωνιστικότητα, την εξωστρέφεια και την αειφόρο ανάπτυξη,
5. η αειφορική προσέγγιση στην περιβαλλοντική πολιτική και
6. η ανάδειξη του πολιτιστικού αποθέματος ενδο-περιφερειακά και διαπεριφερειακά.
Οι 1, 2, 3, 5 και 7 δημιουργούν μια ομαδοποίηση αναγκών σχετικών με τη βελτίωση της διακυβέρνησης των
αναπτυξιακών παρεμβάσεων (βελτίωση θεσμικού περιβάλλοντος).
Τέλος, ως ανάγκες ενίσχυσης της χωρικής διάστασης της στρατηγικής χαρακτηρίζονται 1, 2, 7, 8, 9, 10, 14, 15 καθώς η
κάλυψή τους θα εμπλουτίσει σημαντικά το χωροταξικό σχεδιασμό στη λογική της πολυκεντρικής προσέγγισης, στην
ανάπτυξη διασυνδέσεων αγροτικών και αστικών περιοχών και εν γένει στην άμβλυνση των εμποδίων που
αντιμετωπίζουν οι περιοχές με φυσικά μειονεκτήματα στη χωρική ενότητα.
84
2γ. Οικονομική φυσιογνωμία και στοιχεία απασχόλησης
Η οικονομική φυσιογνωμία της ευρύτερης Περιφέρειας του Βορείου Αιγαίου, καθώς και τα στοιχεία απασχόλησης που
αναλύονται παρακάτω επιβεβαιώνουν πλήρως το γεγονός ότι, ο ευρύτερος κλάδος του πρωτογενούς τομέα μπορεί να
αναδειχτεί ένας από τους δυναμικότερους και ανερχόμενους κλάδους της περιοχής, με τις κατάλληλες καινοτόμες
δραστηριότητες, με σημαντική συμβολή στην τοπική οικονομία και στην τοπική αγορά εργασίας.
Συμμετοχή κλάδων παραγωγής στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ)
Η οικονομία της Περιφέρειας του Βορείου Αιγαίου χαρακτηρίζεται από τα κοινά χαρακτηριστικά της κατάστασης που
επικρατεί σε εθνικό επίπεδο. Το κυρίαρχο στοιχείο της είναι η τριτογενοποίηση, φαινόμενο που επιτείνεται διαχρονικά.
Ειδικότερα, η συμμετοχή των τομέων παραγωγής του ΑΕΠ της Περιφέρειας του Βορείου Αιγαίου κατά κλάδο
παρουσιάζεται στο διάγραμμα που ακολουθεί.
Διάγραμμα 2.
Πηγή: ΕΣΥΕ Β’ Τρίμηνο 2008
Από το παραπάνω διάγραμμα διαπιστώνεται ότι στην Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, ο πρωτογενής τομέας παράγει το
19%, ο δευτερογενής τομέας το 17,5% και ο τριτογενής το 63,5% του Ακαθάριστου Περιφερειακού Προϊόντος, ενώ η
Μυτιλήνη ακολουθεί τα πρότυπα της ευρύτερης περιφέρειας.
Ο πρωτογενής τομέας χαρακτηρίζεται από μία σειρά ενδογενών προβλημάτων όπως ο μικρός κλήρος, ο
παραδοσιακός τρόπος παραγωγής κλπ, αλλά και από την παρουσία πολλών προϊόντων τοπικού χαρακτήρα. Η
μεταποίηση αποτελεί τον τρίτο κατά σειρά τομέα σε σχέση με τη συμμετοχή της στην διαμόρφωση του Ακαθάριστου
Περιφερειακού Προϊόντος (ΑΕΠ) ενώ διαχρονικά παρατηρείται μία σαφής τάση ενίσχυσης του τριτογενούς τομέα και
μείωσης του δευτερογενή, ενώ ο πρωτογενής παρουσιάζει μία σχετική σταθερότητα. Οι χωρικές ανισότητες στην
ανάπτυξη έχουν ενδιαφέρον να επισημανθούν δεδομένου ότι ο Ν. Λέσβου παράγει το 55% του ΑΕΠ της Περιφέρειας
ενώ μαζί με τον Ν. Σάμου έχουν το υψηλότερο κατά κεφαλή ΑΕΠ στην Περιφέρεια, όπως αποτυπώνεται στον παρακάτω
πίνακα.
ΝΟΜΟΣ
ΛΕΣΒΟΥ
ΣΑΜΟΥ
ΧΙΟΥ
ΣΥΝΟΛΟ
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ
ΣΥΝΟΛΟ ΧΩΡΑΣ
Πηγή: ΕΣΥΕ
ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ
23,5%
15,7%
12,5%
19,0%
Πίνακας 12.
ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΗΣ
15,4%
21,0%
18,8%
17,5%
ΤΡΙΤΟΓΕΝΗΣ
61,1%
63,4%
68,8%
63, 5%
14,2%
23,8%
62,0%
Ποσοστιαία κατανομή απασχόλησης κατά τομέα και κλάδο παραγωγής
Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, που δημοσιεύτηκαν στις 15/12/2011, κατά το Γ΄ τρίμηνο του
2011, στο σύνολο της χώρας, ο αριθμός των απασχολούμενων ανήλθε σε 4.079.286 άτομα και των ανέργων σε 878.266.
Το ποσοστό ανεργίας ήταν 17,7%, έναντι 16,3% του προηγούμενου τριμήνου και 12,4% του αντίστοιχου τριμήνου 2010.
Η απασχόληση μειώθηκε κατά 1,9% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 7,4% σε σχέση με το Γ΄ Τρίμηνο του
85
2010. Ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε κατά 8,3% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 41,2% σε σχέση με το
Γ΄ Τρίμηνο του 2010.
Διαγράμματα 3 & 4.
Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ
Σημειώνεται ότι ο στόχος της Ελλάδας με βάση το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς (ΕΣΠΑ) είναι η επίτευξη
Συνολικού Ποσοστού Απασχόλησης 65% για το 2015. Ομοίως, στο ΕΣΠΑ έχει αποτυπωθεί ως στόχος για το 2015 το
ποσοστό απασχόλησης των γυναικών να ανέλθει σε 52%.
Αναφορικά, δε, με την εξέλιξη του αριθμού των απασχολουμένων, ανά τομέα της οικονομίας, σύμφωνα με τα από
15/12/2011 δημοσιευμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, παρατηρείται ότι σε όλους τους τομείς σημειώνεται μείωση στον
αριθμό των απασχολούμενων σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο. Στον πρωτογενή τομέα η μείωση ανέρχεται σε
8,6%, στο δευτερογενή 15,6% και στο τριτογενή 4,8%. Στο Διάγραμμα 2 παρουσιάζεται η ποσοστιαία κατανομή των
απασχολούμενων κατά τομέα της οικονομίας για το Γ΄ Τρίμηνο του 2011.
Διάγραμμα 5.
Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ
Σε επίπεδο, δε, κλάδων οικονομικής δραστηριότητας, το ποσοστό απασχολούμενων ηλικίας 15 ετών και άνω σε επίπεδο
περιφέρειας, αποτυπώνεται ως εξής:
86
Πίνακας 13.
87
Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ
Η πλειονότητα των κλάδων παρουσιάζει δυνατότητες «παραγωγής» νέων θέσεων εργασίας με κυρίαρχους τους κλάδους
του πρωτογενούς (γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία κλπ.) και δευτερογενούς τομέα (βιομηχανία, κατασκευές, περιβάλλον
κλπ.).
Ειδικότερα, η ποσοστιαία κατανομή της Απασχόλησης στην Περιφέρεια Β. Αιγαίου, κατά τομέα παραγωγής
παρουσιάζεται στο διάγραμμα που ακολουθεί και αναλύεται παρακάτω.
88
Διάγραμμα 6.
Ποσοστιαία κατανομή
απασχόλησης κατά τομέα
παραγωγής, 2001 (Πηγή:
ΕΣΥΕ)
20,7%
18,6%
60,6%
Α΄ΓΕΝΗΣ
Β΄ΓΕΝΗΣ
Πηγή: ΕΣΥΕ
Όπως παρατηρείται στο διάγραμμα το 20,7% των απασχολούμενων στο Βόρειο Αιγαίο εργάζεται στον πρωτογενή
τομέα, το 18,6% στον δευτερογενή τομέα, ενώ ο τριτογενής τομέας απορροφά το 60,6% της απασχόλησης της
Περιφέρειας. Τα αντίστοιχα εθνικά ποσοστά είναι 19,8%, 22,5% και 57,7%.
Όσον αφορά στην κλαδική κατανομή της απασχόλησης, μεγάλος αριθμός των εργαζόμενων απασχολείται στον κλάδο
του τουρισμού και του πολιτισμού, όπως επιβεβαιώνεται από τον πίνακα που ακολουθεί:
Κλάδος
Γεωργία, Κτηνοτροφία, Θήρα, Δασοκομία
Αλιεία
Ορυχεία και Λατομεία
Μεταποιητικές Βιομηχανίες
Παροχή ηλεκτρικού ρεύματος
Κατασκευές
Χονδρικό & Λιανικό Εμπόριο
Ξενοδοχεία και εστιατόρια
Μεταφορές αποθήκευση και επικοινωνίες
Ενδιάμεσοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί
Διαχείριση ακίνητης περιουσίας
Δημόσια Διοίκηση & Άμυνα
Εκπαίδευση
Υγεία και Κοινωνική μέριμνα
Άλλες δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών
Ιδιωτικά νοικοκυριά
Ετερόδικοι οργανισμοί και όργανα
Σύνολο
Πηγή: EΣΥΕ, 2002
Πίνακας 14.
Βόρειο Αιγαίο
Αριθμός Απασχολούμενων
Σύνολο
Άνδρες
10.173
5.170
916
833
334
334
4.503
4.002
499
499
6.420
6.420
10.174
6.338
4.002
2.335
6.002
5.586
917
584
1.417
667
6.087
4.086
3.584
1.333
2.251
334
1.834
1.084
167
0
0
0
59.280
39.605
Γυναίκες
5.003
83
0
501
0
0
3.836
1.667
416
333
750
2.001
2.251
1.917
750
167
0
19.675
Κατωτέρω δε αποτυπώνεται η κλαδική κατανομή της απασχόλησης στην Περιφέρεια Υλοποίησης
Περιφέρειες με αντιστοιχία στο σύνολο της χώρας:
και τις λοιπές
89
Αν.ατ.
Μακ.
Θράκη
Κεντρ.
Μακεδον
α
Δυτ.
Μακεδον
α
Ήπειρος
Θεσσαλία
Ιόνια
Νησιά
Δυτ.
Ελλάδα
Λ. Στερεά
& Εύβοια
Αττική
Πελοπόννησος
Βορ.
Αιγαίο
Νοτ.
Αιγαίο
Κρήτη
Πίνακας 15: Κλαδική κατανομή της απασχόλησης στην Περιφέρεια υλοποίησης και τις λοιπές Περιφέρειες με
Γεωργία
Αλιεία
Ορυχεία
Μεταποίηση
Παροχή ηλεκτρ.ρεύμ.
60.251
902
1.397
31.270
91.878
2.888
1.266
122.621
16.459
0
4.902
11.621
22.241
566
646
12.977
74.421
328
327
34.456
14.699
1.191
250
4.260
59.080
1.546
586
22.932
34.771
2.334
2.906
34.965
9.857
110
860
232.073
76.446
2.080
2.523
20.548
11.548
1.025
87
5.066
5.091
736
1.659
8.162
53.662
475
339
19.370
530.404
14.181
17.748
560.321
1.076
4.032
4.859
1.397
1.499
155
1.626
1.540
14.028
2.119
357
2.310
2.691
37.689
Κατασκευές
13.466
53.149
9.524
14.241
25.719
8.408
27.142
21.728
133.788
18.696
5.993
13.889
21.530
367.273
Εμπόριο
ΞενοδοχείαΕστιατόρια,βοηθητικέςτουρ.δραστηριότητες
κ.α.
Μεταφορέςεπικοινωνίες
Ενδιάμ.
Χρηματοπ.
οργαν.
33.988
142.462 13.996 18.579
48.347
18.218 43.262
37.685
314.734
33.484
11.228 22.611
43.541
782.135
16.249
42.092
4.738
6.432
17.350
19.134 19.555
15.933
81.914
13.592
6.841
26.841
33.441
304.112
8.270
38.261
1.449
4.567
9.945
5.426
14.234
10.029
141.270
11.256
2.861
7.751
12.415
267.734
2.760
15.597
1.812
1.417
4.518
1.043
4.030
3.037
67.257
3.761
975
2.199
4.644
113.050
7.594
45.800
3.425
5.899
14.127
5.238
11.970
7.819
158.301
8.994
2.611
6.118
11.327
289.223
22.239
44.910
7.388
10.234
21.535
5.048
22.020
17.312
142.380
15.502
9.043
9.213
16.817
343.641
12.941
10.771
56.060
36.996
10.460 11.496
4.294 7.956
22.495
10.316
2.934
3.111
20.116
10.501
12.025
8.432
119.197
94.440
16.523
10.055
6.046
3.630
5.875
6.181
16.199
13.521
312.367
220.204
4.962
25.426
2.073
3.261
7.225
1.797
7.814
6.612
73.443
6.932
1.078
4.775
8.213
153.611
Ιδιωτ. νοικοκυριά
879
9.294
242
814
2.732
941
2.893
1.058
44.604
1.256
283
507
2.130
67.633
Ετερόδ. Οργαν.
0
0
0
52
0
0
0
0
447
0
0
0
115
614
ΣΥΝΟΛΟ
229.015 732.732 97.242 122.775 295.340 91.853 269.307 218.186 1.628.703 243.767 68.672 123.918 260.430 4.381.940
Διαχείριση
ακίν.
περιουσίας
Δημόσια
διοίκησηάμυνα
Εκπαίδευση
Υγεία-μέριμνα
Άλλες δραστηρ.
ΣΥΝΟΛΟ
ΧΩΡΑΣ
αντιστοιχία στο σύνολο της χώρας
Πηγή: Περιφερειακή Επετηρίδα 2009
Στο σημείο αυτό και μετά την παρουσίαση όλων αυτών των στοιχείων που τεκμηριώνουν την δυναμική που έχουν
αναπτύξει ο κλάδος του πρωτογενούς τομέα στην περιοχή εφαρμογής του προγράμματος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον
παρουσιάζει η απεικόνιση της συνολικής κατάστασης και των χαρακτηριστικών της ανεργίας στην ευρύτερη περιοχή
υλοποίησης του προγράμματος, ώστε στη συνέχεια να μπορούν να προκύψουν χρήσιμα συμπεράσματα ως προς το
βαθμό και το μέγεθός δυνατοτήτων κάλυψης των διαθέσιμων θέσεων εργασίας στον προτεινόμενο κλάδο.
Κλάδοι με προβλήματα απασχόλησης
Πρωτογενής τομέας
Για την Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, ο πρωτογενής τομέας διαδραματίζει σημαντικότερο ρόλο στην οικονομία της
Περιφέρειας, από εκείνο που διαδραματίζει στο σύνολο της Χώρας και πολύ σημαντικότερο από το ρόλο του τομέα
στην οικονομία της Ε.Ε., ενώ δεν επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τον πρωτογενή τομέα της Χώρας, λόγω του σχετικά μικρού
μεγέθους του πρωτογενούς Τομέα της Περιφέρειας. Όσον αφορά στους τρεις νομούς της, δεν παρατηρούνται
σημαντικές διαφοροποιήσεις, ως προς τη συμμετοχή του τομέα στο σύνολο της οικονομίας του κάθε νομού,
παρουσιάζοντας το ίδιο περίπου ποσοστό συμμετοχής σε κάθε νομό με το ποσοστό συμμετοχής του στο σύνολο της
Περιφέρειας. Από τη διάρθρωση του πρωτογενή τομέα ανά κλάδο, διαπιστώνεται ότι διατηρούν την κυριαρχία τους οι
κλάδοι της φυτικής και ζωικής παραγωγής, κυρίως η φυτική, ενώ η αλιεία αποκτά μια ιδιαίτερη σημασία διαχρονικά,
οφειλόμενη κυρίως στην ανάπτυξη των ιχθυοκαλλιεργειών ιδιαίτερα στο νομό Χίου, δευτερευόντως στο νομό Σάμου και
λιγότερο στο νομό Λέσβου.
Δευτερογενής τομέας
Ο δευτερογενής τομέας φαίνεται ότι είναι ένας σημαντικός τομέας για την Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, σε
ονομαστικές τιμές, υπερβαίνοντας η συμμετοχή του στην συνολική ΑΠΑ της Περιφέρειας την αντίστοιχη συμμετοχή σε
επίπεδο Χώρας, οφειλόμενη όμως αυτή η σημαντική διαφοροποίηση του στον κλάδο των κατασκευών, ο οποίος
κυριαρχεί στο Δευτερογενή τομέα της Περιφέρειας. Ο δευτερογενής τομέας είναι περισσότερο σημαντικός για το νομό
90
Λέσβου, με αξιοσημείωτη διαφορά από τους άλλους δύο νομούς, ταυτιζόμενος όμως με τον κλάδο των κατασκευών,
ενώ και στους άλλους δύο νομούς ο συγκεκριμένος κλάδος κυριαρχεί στο δευτερογενή τομέα. Ο αριθμός των
επιχειρήσεων του τομέα, για το έτος 2002, χωρίς να διαφοροποιείται σημαντικά και στα επόμενα έτη, με βάση τα
επίσημα στατιστικά στοιχεία της ΕΣΥΕ, ανέρχεται σε 3.656, με κύκλο εργασιών ανά επιχείρηση 72 χιλ. ευρώ περίπου,
παρουσιάζοντας αύξηση, τόσο ως αριθμός, όσο και ως κύκλος εργασιών, σε σχέση με τις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Οι επιχειρήσεις που κυριαρχούν είναι οι κατασκευαστικές, το 62% των επιχειρήσεων του τομέα. Ακολουθεί η
μεταποιητική δραστηριότητα, συγκεντρώνοντας το 39% του συνόλου των επιχειρήσεων του τομέα. Οι κλάδοι στους
οποίους φαίνεται να υπάρχει μια ιδιαίτερη δυναμική, είναι ο κλάδος των τροφίμων και ποτών, ο κλάδος της κατασκευής
μεταλλικών προϊόντων, ενώ σημαντική είναι η παρουσία και των κλάδων της βιομηχανίας ξύλου και της κατασκευής
επίπλου.
Όπως φαίνεται από τα προηγούμενα, οι δραστηριότητες που κυριαρχούν στο δευτερογενή τομέα είναι οι κατασκευές
και η μεταποίηση. Ειδικότερα για τη μεταποίηση, οι παράγοντες που διαμορφώνουν την υφιστάμενη κατάσταση αλλά
και τις μελλοντικές προοπτικές του τομέα, σχετίζονται, κατά κύριο λόγο, με το νησιωτικό χαρακτήρα και τη θέση της
Περιφέρειας, τη σύνδεσή της με τον αγροτικό τομέα, το μικρό μέγεθος των μονάδων, καθώς και με την ανάπτυξη της
τουριστικής δραστηριότητας.
Τριτογενής τομέας
Ο τριτογενής τομέας είναι ιδιαίτερα σημαντικός για την οικονομία της Περιφέρειας, πλησιάζοντας διαχρονικά το
ποσοστό συμμετοχής του, εκείνο της Χώρας, παραμένοντας όμως σε χαμηλότερα επίπεδα, με μικρές τάσεις βελτίωσης
της θέσης του έναντι των άλλων τομέων. Ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο διαδραματίζει για το νομό Σάμου, λόγω της
αυξημένης τουριστικής δραστηριότητας, ενώ για τους άλλους δύο νομούς, κυρίως για το νομό Λέσβου, είναι λιγότερο
σημαντική η συμμετοχή του τομέα στη συνολική ΑΠΑ του νομού. Το εμπόριο και η διαχείριση ακίνητης περιουσίας
διαμορφώνουν το 43% περίπου του προϊόντος του τριτογενή τομέα, οι μεταφορές συμμετέχουν κατά 17%, ενώ η
συμμετοχή του κλάδου των ξενοδοχείων/ εστιατορίων είναι μικρή, της τάξης του 6%, διατηρούμενη διαχρονικά στα ίδια
χαμηλά επίπεδα. Ο αριθμός των επιχειρήσεων του τομέα το έτος 2002, με μικρές διαφοροποιήσεις στα επόμενα έτη,
ανέρχεται σε 11.129, με κύκλο εργασιών ανά επιχείρηση 110 χιλ. ευρώ περίπου, παρουσιάζοντας αύξηση, τόσο ως
αριθμός, όσο και ως κύκλος εργασιών, σε σχέση με τις αρχές της δεκαετίας του 2000. Το ήμισυ σχεδόν των επιχειρήσεων
του τομέα είναι εμπορικές επιχειρήσεις. Οι τουριστικές επιχειρήσεις (ξενοδοχεία/ εστιατόρια) αποτελούν το 26% του
συνόλου των επιχειρήσεων του τομέα. Οι υπόλοιπες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται σε λοιπές επιχειρηματικές
δραστηριότητες.
Πίνακας 16: Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία κατά κλάδο
(σε εκατ. € σε τρέχουσες τιμές)
Πηγή: ΕΣΥΕ, 2005
Πίνακας 17: Συμμετοχή των τομέων παραγωγής στην ΑΠΑ της ΧΕ Κ-ΝΑ και της χώρας
Πηγή: ΕΣΥΕ, 2005
Παραγωγικότητα της εργασίας και τομεακή διάρθρωση της απασχόλησης
91
Πέραν του βαθμού αξιοποίησης του ανθρωπίνου δυναμικού που εκφράζεται με το ποσοστό απασχόλησης σε εθνικό και
περιφερειακό επίπεδο, στο επίπεδο του κατά κεφαλήν ΑΕΠ συντελεί η παραγωγικότητα της εργασίας ανά
απασχολούμενο. Ο Πίνακας 12 παρουσιάζει για το έτος 2002, το επίπεδο της παραγωγικότητας της εργασίας μετρημένο
με δύο τρόπους, παραγόμενο προϊόν (ΑΕΠ σε ΜΑΔ) ανά απασχολούμενο και παραγόμενο προϊόν (ΑΕΠ σε ΜΑΔ) ανά
σύνολο εργατοωρών έτους. Για λόγους σύγκρισης παρουσιάζεται - όπου είναι εφικτό με τη διαθέσιμη πληροφόρηση και η απόκλιση των ανωτέρω μεγεθών από το μέσο όρο της Ε.Ε.-25 και της χώρας.
Διαπιστώνεται ότι το τρέχον επίπεδο παραγωγικότητας ανά απασχολούμενο στις Περιφέρειες της Χωρικής Ενότητας
«Κρήτης – Νήσων Αιγαίου», με εξαίρεση την Κρήτη, είναι ικανοποιητικό και υψηλότερο του μέσου εθνικού όρου. Η
ύπαρξη έντονων αποκλίσεων, θετικών ή αρνητικών, από το μέσο όρο της χώρας καταγράφεται σε περιφερειακό
επίπεδο, ενδεικτικό και πάλι των ενδογενών παραμέτρων που διαμορφώνουν τα επίπεδα παραγωγικότητας ανά
Περιφέρεια. Οι επιδόσεις του Βόρειου Αιγαίου είναι ανάλογες με εκείνες της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου. Παρότι δεν
είναι εφικτή η αντίστοιχη σύγκριση σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, εντούτοις με ενδιαφέρον σημειώνεται ότι οι ανωτέρω
διαφοροποιήσεις μεταξύ Περιφερειών δεν μεταβάλλονται ουσιαστικά όταν εξετασθεί η ωριαία παραγωγικότητα της
εργασίας, στοιχείο που παραπέμπει σε άλλες παραμέτρους-συντελεστές της αποδοτικότητας των ανθρωπίνων πόρων.
Ωστόσο και σε συνδυασμό με τη σχετική υστέρηση στο βαθμό απασχόλησης, το συμπέρασμα είναι ότι η βελτίωση της
παραγωγικότητας της εργασίας παραμένει για τη Χωρική Ενότητα Κρήτης-Νήσων Αιγαίου και ειδικά για την Περιφέρεια
Κρήτης μία από τις βασικότερες προκλήσεις στην άσκηση της περιφερειακής πολιτικής, προκειμένου να επιτευχθούν οι
στόχοι της Λισσαβόνας.
Πίνακας 18: Παραγωγικότητα εργασίας & ωριαία παραγωγικότητα στις Περιφέρειες, 2002
(Σύγκριση σε ΜΑΔ με μέσους όρους χώρας, Ε.Ε.-25)
Πηγή: New Cronos, Eurostat 2005
Σε σχέση με την παραγωγικότητα της εργασίας αλλά και το βαθμό απασχόλησης σε περιφερειακό επίπεδο, καθοριστική
επίδραση ασκεί μεταξύ άλλων η τομεακή διάρθρωση της απασχόλησης αλλά και το μορφωτικό επίπεδο του ανθρώπινου
δυναμικού σε περιφερειακό επίπεδο. Ο Πίνακας 13 παρουσιάζει στοιχεία για τη διάρθρωση της απασχόλησης σε
τομεακό επίπεδο, για τις διοικητικές Περιφέρειες της Χωρικής Ενότητας το έτος 2003.
Πίνακας 19: Τομεακή διάρθρωση της απασχόλησης στις Περιφέρειες, 2003
Πηγή: New Cronos, Eurostat 2005
Διαπιστώνεται κατ’ αρχήν ότι σε εθνικό επίπεδο το ποσοστό απασχόλησης στον πρωτογενή τομέα ανέρχεται σε 16,4% το
οποίο είναι υπερδιπλάσιο του ποσοστού της ΑΠΑ που παράγει ο τομέας, το ποσοστό απασχόλησης του δευτερογενούς
τομέα ανέρχεται σε 22,2% και είναι σχεδόν ίσο με το ποσοστό της ΑΠΑ, ενώ το ποσοστό απασχόλησης του τριτογενούς
τομέα είναι 61,3% και είναι σχεδόν 10 ποσοστιαίες μονάδες μικρότερες του ποσοστού της ΑΠΑ. Οι αναλογίες αυτές
υποδηλώνουν ότι σε εθνικό επίπεδο η παραγωγικότητα της εργασίας του πρωτογενούς τομέα είναι σε σχετικές τιμές η
μικρότερη, ενώ του τριτογενούς τομέα η μεγαλύτερη.
Μεταξύ των Περιφερειών που παρουσιάζουν σχετικά μεγάλη εξάρτηση απασχόλησης από τον πρωτογενή τομέα είναι
και η Κρήτη η οποία παρουσιάζει αρνητική απόκλιση από τον εθνικό μέσο όρο της παραγωγικότητας της εργασίας.
92
Από τις Περιφέρειες που εξειδικεύονται στον τριτογενή τομέα (σε όρους απασχόλησης), είναι το Νότιο και το Βόρειο
Αιγαίο οι οποίες συγκαταλέγονται στις Περιφέρειες με θετική απόκλιση από τον εθνικό μέσο όρο της παραγωγικότητας
της εργασίας.
2δ. Στοιχεία ανεργίας
Θέλοντας να δώσουμε μια σύντομη περιγραφική εικόνα της ανεργίας στο σύνολο της χώρας, και όπως έχει ήδη
προαναφερθεί ενδεικτικά, σύμφωνα με τα δημοσιευμένα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, το Γ’ τρίμηνο του
2011 ο αριθμός των απασχολούμενων ανήλθε σε 4.079.286 άτομα και των ανέργων σε 878.266. Το ποσοστό ανεργίας
ήταν 17,7%, έναντι 16,3% του προηγούμενου τριμήνου και 12,4% του αντίστοιχου τριμήνου 2010. Η απασχόληση
μειώθηκε κατά 1,9% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 7,4% σε σχέση με το Γ΄ Τρίμηνο του 2010. Ο αριθμός
των ανέργων αυξήθηκε κατά 8,3% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 41,2% σε σχέση με το Γ΄ Τρίμηνο του
2010.
Διαγράμματα 3 & 4.
Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ
Ειδικότερα, το ποσοστό ανεργίας των γυναικών (21,5%) είναι σημαντικά υψηλότερο από των ανδρών (15,0%). Το
υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στους νέους ηλικίας 15-29 ετών (35,3%), το οποίο στις νέες γυναίκες φθάνει
στο 40,8%. Τα εν λόγω στοιχεία διαφαίνονται εύκολα στον ακόλουθο πίνακα και στο ακόλουθο διάγραμμα.
Πίνακας 20. Ανεργία (%), κατά φύλο και ομάδες ηλικιών
Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ
Διάγραμμα 7.
93
Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ
Η κατανομή της ανεργίας, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο εκπαίδευσης, έχει ως εξής: το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας
παρατηρείται σε όσους δεν έχουν πάει καθόλου σχολείο (25,1%). Ακολουθούν τα άτομα που έχουν τελειώσει μερικές
τάξεις δημοτικού (24,6%) και οι απόφοιτοι ανώτερης Τεχνολογικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (20,1%). Τα
χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται σε όσους έχουν διδακτορικό ή μεταπτυχιακό (9,5%) και στους πτυχιούχους της
τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (13,9%). Τα στοιχεία αυτά αποτυπώνονται στον ακόλουθο πίνακα.
Πίνακας 21. Ανεργία (%), κατά φύλο και επίπεδο εκπαίδευσης
Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ
Από το σύνολο των ανέργων, το 89,7% αναζητά εργασία ως μισθωτός με πλήρη απασχόληση. Από το σύνολο των
ανέργων που αναζητούν μισθωτή απασχόληση, το 48,9% αναζητά αποκλειστικά πλήρη απασχόληση, ενώ το 43,1%
αναζητά πλήρη αλλά στην ανάγκη είναι διατεθειμένο να εργαστεί και με μερική απασχόληση.
Ένα ποσοστό ανέργων (7,0%) απέρριψε, κατά τη διάρκεια του Γ’ τριμήνου του 2011, κάποια πρόταση ανάληψης
εργασίας για διάφορους λόγους, κυρίως επειδή:
α) δεν εξυπηρετούσε ο τόπος εργασίας (30,6%),
β) δεν ήταν ικανοποιητικές οι αποδοχές (24,4%),
γ) δεν εξυπηρετούσε το ωράριο (15,8%).
Το ποσοστό των «νέων ανέργων», δηλαδή όσων εισέρχονται για πρώτη φορά στην αγορά εργασίας αναζητώντας
απασχόληση, ανέρχεται στο 24,6% του συνόλου των ανέργων ενώ οι μακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν από 12
μήνες και άνω εργασία, ανεξάρτητα αν είναι «νέοι» ή «παλαιοί» άνεργοι), αποτελούν αντίστοιχα το 53,2%.
Το ποσοστό ανεργίας των ατόμων με ξένη υπηκοότητα, είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων υπηκόων
(19,8% έναντι 17,5%). Επίσης, το 72,8% των ξένων υπηκόων είναι οικονομικά ενεργό, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο
από το αντίστοιχο των Ελλήνων το οποίο είναι 51,7%.
94
Σε επίπεδο Περιφέρειας το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στη Δυτική Μακεδονία με 22,3% και στην
Ανατολική Μακεδονία και Θράκη με 19,7%. Στον αντίποδα, το μικρότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στις Ιόνιους
Νήσους με 8,5%, στο Νότιο Αιγαίο με 10,3% και στο Βόρειο Αιγαίο με 13,9%.
Πίνακας 22. Ανεργία (%), κατά Περιφέρεια.
Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ
Ωστόσο, και επειδή στόχος του ΕΣΠΑ είναι να μειωθεί η ανεργία σε ποσοστό 6,9% έως το 2015, απαιτείται η πλήρης και
αποτελεσματική αξιοποίηση των πολιτικών απασχόλησης και καταπολέμησης της ανεργίας και του κοινωνικού
αποκλεισμού με ιδιαίτερη έμφαση στους αντίστοιχους άξονες προτεραιότητες και στόχους του Ε.Π. ΑΝΑΠΤΥΞΗ
ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ.
Στον παρακάτω πίνακα, αποτυπώνονται ποσοστά ανεργίας, τα οποία διαφοροποιούνται ανά κατηγορία ανέργων και
ειδικότερα γυναικών-νέων ανέργων και μακροχρόνια ανέργων και παρουσιάζονται ως εξής:
Πίνακας 23: Διαφοροποιούμενα ποσοστά ανεργίας ανά κατηγορία ανέργων (γυναίκες, νέοι άνεργοι, μακροχρόνια
άνεργοι) ανεργίας στην Περιφέρεια Υλοποίησης και τις λοιπές Περιφέρειες με αντιστοιχία στο σύνολο της χώρας
ΤΥΠΟΣ
ΟΝΟΜΑΣΙΑ
ΠΟΣΟΣΤΟ
ΠΟΣΟΣΤΟ
ΠΟΣΟΣΤΟ
ΠΟΣΟΣΤΟ
ΠΟΣΟΣΤΟ
ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ
ΑΝΕΡΓΙΑΣ
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ
ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ
ΑΝΕΡΓΙΑΣ
ΚΡΗΤΗ
64,92
8,0
2,91
11,18
17,61
ΙΟΝΙΑ ΝΗΣΙΑ
8,4
63,62
7,5
60,39
8,2
59,54
9,9
56,28
10,9
56,65
9,8
56,82
6,4
61,37
8,2
ΣΤΑΔΙΑΚΗΣ
57,87
9,3
ΕΞΟΔΟΥ
52,05
12,3
ΣΤΑΔΙΑΚΗΣ
61,01
11,7
ΕΙΣΟΔΟΥ
60 00
10 5
ΣΥΝΟΛΟ
60,10
8,9
Πηγή: ΕΣΥΕ 2009 - ΕΠ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΣΥΓΚΛΙΣΗΣ
ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ
ΘΕΣΣΑΛΙΑ
ΑΝΑΤ.
ΜΑΚ.
ΗΠΕΙΡΟΣ
Δ.ΕΛΛΑΔΑ
ΒΟΡΕΙΟ ΑΙΓΑΙΟ
ΑΤΤΙΚΗ
Κ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
Δ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
Ν. ΑΙΓΑΙΟ
ΣΤ ΕΛΛΑΔΑ
64,06
2,40
12,48
22,66
5,62
5,24
6,89
7,39
6,16
6,34
4,67
5,87
12,95
2,85
6 35
5,26
14,08
16,74
17,75
18,96
18,62
19,66
12,48
17,52
28,00
16,61
18 55
15,30
28,18
20,26
31,41
36,12
24,94
35,19
20,26
28,72
43,96
18,35
31 81
25,99
95
Απασχόληση – Ανεργία
Σημαντικό πρόβλημα για την Περιφέρεια του Βορείου Αιγαίου, στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, αποτελεί το
υψηλό ποσοστό ανεργίας που έφθασε το 2002 στο 8,9% και σε αριθμό ανέργων 5.618, όπως απεικονίζεται στο σχετικό
πίνακα που ακολουθεί, ποσοστό το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, αυξήθηκε και το 2011 έφτασε στο 13,9%.
Πίνακας 24: Απασχόληση, ανεργία και εργατικό δυναμικό ανά περιφέρεια – 2002
Περιφέρεια
Αριθμός
Αριθμός
Εργατικό
ανέργων
απασχολουμένων
δυναμικό
Ανατολική Μακεδονία και Θράκη
23.980
220.720
244.700
Στερεά Ελλάδα
16.725
161.211
177.936
Βόρειο Αιγαίο
5.618
57.509
63.127
Δυτική Ελλάδα
25.387
221.089
246.476
Δυτική Μακεδονία
15.198
91.832
107.030
Ήπειρος
12.303
103.768
116.071
Θεσσαλία
31.051
253.825
284.876
Ιόνια Νήσια
4.533
75.003
79.536
Κεντρική Μακεδονία
88.632
662.491
751.123
Κρήτη
14.404
229.738
244.142
Νότιο Αιγαίο
8.416
96.788
105.204
Αττική
155.943
1.576.757
1.732.700
Πελοπόννησος
14.441
194.851
209.292
Σύνολο χώρας
416.631
3.945.582
4.362.213
Πηγή: ΕΣΥΕ, Έρευνα Εργατικού Δυναμικού – Γ’ Τρίμηνο 2002
Ποσοστό
ανεργίας
9,8%
9,4%
8,9%
10,3%
14,2%
10,6%
10,9%
5,7%
11,8%
5,9%
8,0%
9%
6,9%
9,7%
Το ποσοστό ανεργίας στην Περιφέρεια του Βορείου Αιγαίου, είχε σημειώσει ιδιαίτερη αύξηση και κατά το χρονικό
διάστημα 1995-2002, καθώς ανήλθε από 5,5% το 1995 σε 8,9% το τρίτο τρίμηνο 2002.
Επιπλέον, στη διάρκεια της τελευταίας δεκαπενταετίας επιδεινώθηκαν τα επιμέρους χαρακτηριστικά της ανεργίας στην
εν λόγω Περιφέρεια, ως ακολούθως:
- υπήρξε σημαντική αύξηση του ποσοστού ανεργίας των γυναικών και σταθεροποίηση σε επίπεδα διπλάσια του
ποσοστού ανεργίας των ανδρών, ενώ η μακροχρόνια ανεργία φαίνεται να πλήττει περισσότερο τις γυναίκες, ενώ
παράλληλα
- σημειώθηκε σημαντική αύξηση του ποσοστού ανεργίας των νέων κάτω των 25 ετών.
Οι πρωτεύουσες των νομών της Περιφέρειας του Βορείου Αιγαίου (Μυτιλήνη, Σάμος και Χίος) ακολουθούν αναλογικά
τα πρότυπα της ευρύτερης περιοχής, ως προς τα ανωτέρω χαρακτηριστικά ανεργίας. Εντούτοις, θα πρέπει να σημειωθεί
ότι η Μυτιλήνη είχε χαρακτηριστεί, κατά την απογραφή πληθυσμού της Ελλάδος το 2001, ως φθίνουσα περιοχή αλλά
και σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει χαρακτηριστεί ως περιοχή με μικρή ανάπτυξη (υπάρχουν σχετικές έρευνες και μελέτες
του ΕΚΚΕ, της ΕΣΥΕ, του Υπουργείου Ανάπτυξης, του Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο).
Τέλος, όπως έχει ήδη αναφερθεί σε προηγουμένη ενότητα, η Περιφέρεια του Βορείου Αιγαίου παρουσιάζει χαμηλό
ποσοστό ανεργίας σε σχέση με το σύνολο της χώρας αλλά και το μικρότερο πληθυσμό με τάσεις περαιτέρω μείωσης και
γήρανσης. Η απασχόληση χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη αναλογία των αυτοαπασχολούμενων τόσο στο σύνολο όσο και
κατά φύλο, την κατά συνέπεια χαμηλή αναλογία των απασχολουμένων πλήρους και αορίστου χρόνου, καθώς και μια
μεγαλύτερη αναλογία των προσωρινά απασχολουμένων σε σύγκριση με το σύνολο της χώρας. Επιπλέον, σύμφωνα με τα
στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού της ΕΣΥΕ για το 2004, η Περιφέρεια του Βορείου Αιγαίου είναι η Περιφέρεια
με το μικρότερο πληθυσμό εργάσιμης ηλικίας και το μικρότερο αριθμό ανέργων από όλες τις Περιφέρειες. Στο σύνολο
των ανέργων το 2004 αντιμετώπιζε το ένατο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας (9,4%), στους άνδρες (3,6%) –το χαμηλότερο
ποσοστό ανεργίας όλων των Περιφερειών- και στις γυναίκες (19,7%) το πέμπτο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας. Σύμφωνα
με το ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας στο σύνολο των ανέργων κατατάσσεται στη δέκατη θέση (49,8%). Οι άνδρες της
Περιφέρειας αντιμετωπίζουν χαμηλότερο του μέσου όρου ποσοστό ανεργίας ενώ οι γυναίκες της Περιφέρειας
αντιμετωπίζουν υψηλότερο του μέσου όρου ποσοστό ανεργίας. Τα ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας ανδρών και
γυναικών είναι χαμηλότερα των αντίστοιχων ποσοστών για το σύνολο της χώρας. Τα άτομα 20-24 ετών και τα άτομα 4564 ετών αντιμετωπίζουν χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας από τα αντίστοιχα ποσοστά για το σύνολο της χώρας. Η
Περιφέρεια του Βορείου Αιγαίου σύμφωνα με τους περισσότερους δείκτες ανεργίας πλήττεται ηπιότερα από την
ανεργία συγκριτικά με το μέσο όρο της χώρας. Εξαίρεση αποτελούν οι γυναίκες οι οποίες πλήττονται εντονότερα από το
μέσο όρο.
Πίνακας 25: Ποσοστό συμμετοχής του εργατικού δυναμικού στο σύνολο του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας (15-και
άνω)
96
Πηγή: ΕΣΥΕ, Έρευνα Εργατικού Δυναμικού
Πίνακας 26: Ποσοστό απασχολούμενων σε επίπεδο Περιφέρειας, 1999-2005
Πηγή: ΕΣΥΕ, Έρευνα Εργατικού Δυναμικού
Πίνακας 27: Ποσοστό απασχολούμενων ανά τομέα σε επίπεδο Περιφέρειας, στα έτη 2002 & 2005
Πηγή: ΕΣΥΕ, Έρευνα Εργατικού Δυναμικού
Πίνακας 28: Πλήρης και μερική απασχόληση ανά Περιφέρεια, 2004
Πηγή: ΕΣΥΕ, Έρευνα Εργατικού Δυναμικού
Κοινωνική Συνοχή
Σε πολλές χώρες της Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, οι χαμηλοί ή αρνητικοί ρυθμοί της φυσικής μεταβολής
του πληθυσμού αλλά και η γήρανση αντισταθμίζονται με τη μετανάστευση. Γι’ αυτό και η αποτελεσματικότερη
εργασιακή και κοινωνική ενσωμάτωση των μεταναστών αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα και καίρια
κοινωνικοοικονομικά ζητήματα. Τα τελευταία χρόνια, η εισροή στην Ελλάδα μεγάλου αριθμού μεταναστών οδήγησε σε
υψηλά επίπεδα το ποσοστό αλλοδαπών στο συνολικό πληθυσμό (6,9% με στοιχεία της απογραφής 2001).
Οι καταγεγραμμένοι μετανάστες που κατοικούν στα νησιά του Αιγαίου, σύμφωνα με την απογραφή του 2001,
ανέρχονται σε 37.823 άτομα αποτελώντας το 5% του συνόλου των μεταναστών που κατοικούν σε ολόκληρη τη χώρα.
Ως αιτίες μετανάστευσης αναφέρουν την αναζήτηση εργασίας, την επανένωση της οικογένειας, τον επαναπατρισμό ή
την παλιννόστηση, την πρόσβαση στην εκπαίδευση, την αναζήτηση ασύλου και την προσφυγιά. Το 78,8% είναι 15-64
ετών, το 17,3% είναι ηλικίας 0-14 ετών και μόλις το 4% ανήκει στην ηλικιακή κατηγορία 65 ετών και άνω. Σε αστικές
περιοχές συγκεντρώνεται το 59,8% του συνόλου των μεταναστών που κατοικεί στα νησιά του Αιγαίου, ενώ το υπόλοιπο
40,2% βρίσκεται σε αγροτικές περιοχές. Η πλειονότητα των καταγεγραμμένων μεταναστών βρίσκεται στην περιφέρεια
Νοτίου Αιγαίου, ήτοι το 74,3%, ενώ μόλις το 25,7% κατοικεί στο Βόρειο Αιγαίο. Οι περισσότεροι καταγεγραμμένοι
μετανάστες προέρχονται από τη Βουλγαρία.
97
Επίσης, σημαντικός είναι ο αριθμός των παλιννοστούντων Ελλήνων της διασποράς που έρχονται από τις Ηνωμένες
Πολιτείες, την Αυστραλία, τον Καναδά και τη Γερμανία. Άλλωστε στο Αιγαίο παρατηρούνται τα μεγαλύτερα ποσοστά
επαναπατρισμού. Ειδικότερα, οι παλιννοστούντες Έλληνες αποτελούν το 15% και 12% του συνόλου των μεταναστών
στο Βόρειο και Νότιο Αιγαίο αντίστοιχα.
Όσον αφορά, τη διανομή του παραγόμενου εισοδήματος επηρεάζει άμεσα το εύρος των κοινωνικών ανισοτήτων και
κατά συνέπεια την κοινωνική συνοχή μιας χώρας. Εντάσσεται στην ποιοτική διάσταση του επιπέδου ζωής και της
ευημερίας της κοινωνίας στο σύνολό της. Τα ποσοστά φτώχειας στην Ελλάδα κυμαίνονται σε επίπεδα πάνω από το 20%,
παρά τις υψηλές δαπάνες κοινωνικής προστασίας. Σύμφωνα με την έρευνα του Ε.Κ.Κ.Ε «Περιφερειακές διαστάσεις της
φτώχειας στην Ελλάδα» (Ιούλιος 2005) το συνολικό ποσοστό πληθυσμού που αντιμετωπίζει κίνδυνο αποκλεισμού
λόγω της φτώχειας μετά τις κοινωνικές δαπάνες, ανέρχεται στο 21% για το σύνολο της χώρας, και ειδικότερα για την
Περιφέρεια του Βορείου Αιγαίου ανέρχεται στο 22,1%, δηλαδή από και από τον εθνικό μέσο όρο. Από την άλλη μεριά
η Περιφέρεια του Νοτίου Αιγαίου ταυτίζεται με τον κίνδυνο για το σύνολο της χώρας (20,8%).
Κατά πάσα πιθανότητα, στις εν λόγω περιφέρειες οι τυχόν διαφοροποιήσεις να οφείλονται σε αναλυτικοσυνθετικά
χαρακτηριστικά των νοικοκυριών. Στο Βόρειο Αιγαίο συναντάται το χαμηλότερο μέσο μέγεθος νοικοκυριού (2,14) και
η υψηλότερη αναλογία (25,3%) μονοπρόσωπων νοικοκυριών. Αντίθετα, στην περίπτωση των πολυπρόσωπων
νοικοκυριών (με πάνω από 4 άτομα), καταγράφονται οι ελάχιστες συχνότητες, ενώ στην ίδια περιφέρεια σημειώνεται ο
χαμηλότερος μέσος αριθμός παιδιών (0,29) και ατόμων με ηλικία άνω των 14 ετών (2,12). Αντίστοιχα, η μέση ηλικία του
υπεύθυνου του νοικοκυριού (56,0292) υπερέχει της αντίστοιχης μέσης ηλικίας για το Νότιο Αιγαίο (53,5441). Άλλωστε,
όπως έχει ήδη αναφερθεί, το Βόρειο Αιγαίο είναι η πλέον «γερασμένη» περιφέρεια της χώρας με βάση το δείκτη
γήρανσης (145,47%) ή την αναλογία ηλικιωμένων στο συνολικό πληθυσμό (21,37%). Στο Νότιο Αιγαίο, η αναλογία
εισοδημάτων από απασχόληση είναι υψηλότερη του Βορείου Αιγαίου, ενώ το αντίθετο συμβαίνει με τις συντάξεις. Η
τιμή του ολικού δείκτη εξάρτησης στο Βόρειο Αιγαίο (55,65) υπερισχύει της τιμής στο Νότιο Αιγαίο (45,47%), ενώ το
αντίθετο διαπιστώνεται με το δείκτη εξάρτησης παιδιών ο οποίος είναι μέγιστος στο Νότιο Αιγαίο (25,7%) και πολύ
χαμηλός στο Βόρειο Αιγαίο (22,9%). Φαίνεται επομένως ότι η διαφορά ανάμεσα στις δύο περιφέρειες είναι ουσιαστική
και τεχνική: Στο Βόρειο Αιγαίο η αναλογία εξαρτημένων ατόμων «βαραίνει» από τους ηλικιωμένους (συνταξιούχους).
Αντίθετα στο Νότιο Αιγαίο, η «εξάρτηση» κυρίως προέρχεται από τη βάση της πυραμίδας (παιδιά) και είναι καθολικά
επιβαρυντική καθώς τα οικογενειακά επιδόματα έχουν ασήμαντο ρόλο στη σύνθεση του οικογενειακού εισοδήματος.
Με βάση τη «φιλοσοφία» το ισοδύναμο εισόδημα μοιράζεται σε όλα τα μέλη της οικογένειας ανεξάρτητα από το αν
είναι ενήλικες εργαζόμενοι (με μισθό), συνταξιούχοι (με κάποια σύνταξη) ή εξαρτώμενα παιδιά (χωρίς συνεισφορά). Σε
συνδυασμό με το στοιχείο της υποεκτίμησης του εισοδήματος των νοικοκυριών κυρίως στο Νότιο Αιγαίο, το γεγονός ότι
το Βόρειο Αιγαίο είναι μία ανερχόμενη περιφέρεια, η σύνθεση και το μέγεθος των νοικοκυριών σε κάθε περίπτωση
(Βόρειο Αιγαίο, η πλέον γερασμένη και Νότιο Αιγαίο η περιφέρεια με τις τυπικές οικογένειες πυρήνα με παιδιά)
λειτουργεί καταλυτικά για την εμφάνιση «παραμορφώσεων» στις εκτιμήσεις της οικονομικής ανισότητας και της
φτώχειας.
Εκτός αυτού, θα πρέπει να σημειωθεί ότι παρόλο, που κατά τη διετία 2002-2003, διαπιστώνεται αύξηση των γεννήσεων
από μητέρες που κατοικούν στο Αιγαίο της τάξης του 2,2%, ανώτερη από την αντίστοιχη καταγεγραμμένη αύξηση σε
σύνολο χώρας (0,8%), οι γεννήσεις στην περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, σημείωσαν μείωση 1,9%.
Επιπλέον, αν μελετήσει κανείς την εξέλιξη που συντελέστηκε κατά την περίοδο 1961-2001, θα διαπιστώσει μείωση του
πληθυσμού της περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, η οποία ξεπερνά το 19%. Κατά τη δεκαετία 1991-2001, παρατηρείται
αύξηση πληθυσμού στο Αιγαίο (10,3%). Η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρείται στην περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, η οποία
ανήλθε σε 17%, σε αντίθεση με την περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, όπου ο πληθυσμός αυξήθηκε μόλις κατά 1,9%.
Όπως έχει προαναφερθεί, ο νησιωτικός χαρακτήρας του Αιγαίου βρίσκει το συνολικό πληθυσμό διαιρεμένο σε πολλές
ολιγομελείς πληθυσμιακές ενότητες αριθμώντας συνολικά μόλις δεκατρία αστικά κέντρα (πόλεις με πληθυσμό άνω των
10.000 κατοίκων). Ο πληθυσμός του Αιγαίου, σε σημαντικό βαθμό αγροτικός (46,6% αγροτικός, 53,4% αστικός).
Συγκεκριμένα, στην περιφέρεια Βορείου Αιγαίου ο πληθυσμός σε ποσοστό 43,2% είναι αστικός, ενώ 56,8% είναι
αγροτικός. Όσον αφορά τις επιμέρους περιοχές, ο νομός Σάμου παρουσιάζει τον περισσότερο αγροτικό πληθυσμό
(65,5%), ενώ ταυτόχρονα συγκεντρώνει και το μικρότερο πληθυσμό σε ποσοστό 8,6%.
Ως προς την εκπαίδευση, οι κάτοικοι του Αιγαίου βρίσκονται σχεδόν στα ίδια επίπεδα με το συνολικό πληθυσμό της
χώρας, όπως αποκαλύπτουν στοιχεία της απογραφής πληθυσμού του 2001. Ειδικότερα, οι απόφοιτοι Δημοτικού στην
περιφέρεια Βορείου Αιγαίου αποτελούν το 37,53%, ενώ οι αναλφάβητοι το 2,77%.
Τέλος, με βάση το κριτήριο του φύλου, το Αιγαίο κατοικείται κατά 51,7% από άνδρες και σε ποσοστό 48,3% από
γυναίκες. Στις επιμέρους περιφέρειες ο ανδρικός πληθυσμός της περιφέρειας Βορείου Αιγαίου αποτελεί το 51,6% και
ο γυναικείος το 48,4%. Εξετάζοντας τα διαθέσιμα στοιχεία πληθυσμού κατά φύλο στους νομούς του Αιγαίου προκύπτει
ότι η Σάμος συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ποσοστό ανδρών, ήτοι το 52,2% του πληθυσμού του νομού, ενώ ο νομός Χίου
τις περισσότερες γυναίκες, ήτοι το 48,9%.
Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να αναφερθεί ότι η εν λόγω Περιφέρεια, στο σύνολο των ανέργων το 2004 αντιμετώπιζε το
ένατο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας (9,4%), στους άνδρες (3,6%) – το χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας όλων των
Περιφερειών – και στις γυναίκες (19,7%) το πέμπτο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας. Συνεπώς, οι άνδρες της Περιφέρειας
αντιμετωπίζουν χαμηλότερο του μέσου όρου ποσοστό ανεργίας ενώ οι γυναίκες της Περιφέρειας αντιμετωπίζουν
98
υψηλότερο του μέσου όρου ποσοστό ανεργίας. Επίσης, όπως έχει ήδη επισημανθεί, τα ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας
ανδρών και γυναικών είναι χαμηλότερα των αντίστοιχων ποσοστών για το σύνολο της χώρας. Τα άτομα 20-24 ετών και
τα άτομα 45-64 ετών αντιμετωπίζουν χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας από τα αντίστοιχα ποσοστά για το σύνολο της
χώρας. Η Περιφέρεια του Βορείου Αιγαίου σύμφωνα με τους περισσότερους δείκτες ανεργίας πλήττεται ηπιότερα από
την ανεργία συγκριτικά με το μέσο όρο της χώρας. Εξαίρεση αποτελούν οι γυναίκες οι οποίες πλήττονται εντονότερα
από το μέσο όρο και κατά συνέπεια αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας.
Στον τομέα της επιχειρηματικότητας, η πιθανότητα δημιουργίας νέας επιχείρησης από άνδρες είναι υψηλότερη από την
αντίστοιχη για τις γυναίκες. Επίσης εντοπίζονται αδυναμίες όσον αφορά τη βιωσιμότητα των νέων επιχειρήσεων από
γυναίκες.
Στο πλαίσιο της τρέχουσας προγραμματικής περιόδου 2007-2013 υλοποιούνται ειδικές δράσεις για την ενίσχυση της
απασχόλησης των γυναικών, τόσο μέσω της δημιουργίας και λειτουργίας κοινωνικών δομών (Βοήθεια στο σπίτι,
Βρεφονηπιακοί σταθμοί) όσο και μέσα από τη δημιουργία ίσων ευκαιριών μεταξύ των δύο φύλων στις Μικρομεσαίες
Μεταποιητικές Επιχειρήσεις όσο και στις μεγάλες επιχειρήσεις.
Ως απόρροια, λοιπόν, όλων των ανωτέρω, η μετανάστευση, η κατανομή του εισοδήματος, ο κίνδυνος της φτώχειας, ο
πληθυσμός, το επίπεδο εκπαίδευσης αυτού και η ισότητα των ευκαιριών (ανδρών – γυναικών) είναι παράμετροι
άρρηκτα συνδεδεμένοι με την κοινωνική συνοχή.
Εν κατακλείδι, για να ενισχυθεί η κοινωνική συνοχή στην ποιότητα ζωής και στην απασχόληση στην Περιοχή Υλοποίησης,
παρόλο που έχει χαρακτηριστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο ως περιοχή με μικρή ανάπτυξη, απαιτούνται κατά
προτεραιότητα δράσεις πρόληψης και αντιμετώπισης του κοινωνικού αποκλεισμού και ολοκληρωμένες παρεμβάσεις
κοινωνικής ένταξης και απασχόλησης για τις ευάλωτες ομάδες (π.χ. άτομα σε κατάσταση φτώχειας και απειλούμενων
από φτώχεια, γυναίκες κλπ.).
99
2ε. Ενδογενής Δυναμική
Σύμφωνα με όσα έχουν αναφερθεί, σχετικά με την Οικονομική και Κοινωνική Φυσιογνωμία της ευρύτερης περιοχής του
Βορείου Αιγαίου, οδηγούμαστε με ασφάλεια στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για περιοχή με έντονα κοινωνικοοικονομικά
προβλήματα και συνθήκες που εμποδίζουν την αυτοδύναμη και ενδογενή ανάπτυξη. Τούτο σημαίνει ότι μόνο με την
κατάλληλη εξωτερική παρέμβαση και στήριξη, η Περιοχή Υλοποίησης θα μπορούσε να οδηγηθεί σε ασφαλή ανάπτυξη
και εξέλιξή της σε αυτοδύναμη κοινωνικά και οικονομικά ζώνη, αξιοποιώντας θετικά τομείς που τείνουν ή
εμφανίζονται υποσχόμενοι για το μέλλον.
Η δυνατότητα δημιουργίας νέων θέσεων απασχόλησης σε δυναμικούς κλάδους στην εν λόγω περιοχή, σε σχέση πάντοτε
με τις δυνατότητες των εν λειτουργία επιχειρήσεων, προκύπτει από την οικονομική φυσιογνωμία της περιοχής καθώς και
τα στοιχεία απασχόλησης που περιγράφηκαν αναλυτικά σε προηγούμενη ενότητα με επαρκή στοιχεία και διαγράμματα.
Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνουν πλήρως το γεγονός ανάγκης ενίσχυσης της περιοχής με πρωτοβουλίες απασχόλησης και
στήριξης του πληθυσμού και ιδιαίτερα των ευπαθών κοινωνικών ομάδων του. Η ύπαρξη ευάλωτων κοινωνικών ομάδων,
γεννά τις προϋποθέσεις για τη ανάγκη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης.
Όπως διαπιστώνεται και έχει προαναφερθεί και ανωτέρω, τα βασικά χαρακτηριστικά της οικονομικής δραστηριότητας
και φυσιογνωμίας της Περιοχής Παρέμβασης μπορούν να συνοψισθούν στα εξής:
Για την Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, ο πρωτογενής τομέας διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην οικονομία της,
παρόλο που δεν επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τον πρωτογενή τομέα της Χώρας, λόγω του σχετικά μικρού μεγέθους του.
Από τη διάρθρωση του πρωτογενή τομέα ανά κλάδο, διαπιστώνεται ότι διατηρούν την κυριαρχία τους οι κλάδοι της
φυτικής και ζωικής παραγωγής, κυρίως η φυτική, ενώ η αλιεία αποκτά μια ιδιαίτερη σημασία διαχρονικά, οφειλόμενη
κυρίως στην ανάπτυξη των ιχθυοκαλλιεργειών ιδιαίτερα στο νομό Χίου, δευτερευόντως στο νομό Σάμου και λιγότερο
στο νομό Λέσβου.
Επίσης, ο δευτερογενής τομέας είναι πολύ σημαντικός τομέας για την εν λόγω Περιφέρεια. Οι επιχειρήσεις που
κυριαρχούν είναι οι κατασκευαστικές με ποσοστό 62% των επιχειρήσεων του τομέα. Ακολουθεί η μεταποιητική
δραστηριότητα, κατέχοντας το 39%, της οποίας οι μελλοντικές προοπτικές σχετίζονται, κατά κύριο λόγο, με το νησιωτικό
χαρακτήρα και τη θέση της Περιφέρειας, τη σύνδεσή της με τον αγροτικό τομέα, το μικρό μέγεθος των μονάδων, καθώς
και με την ανάπτυξη της τουριστικής δραστηριότητας. Οι κλάδοι στους οποίους φαίνεται να υπάρχει μια ιδιαίτερη
δυναμική, είναι ο κλάδος των τροφίμων και ποτών, ο κλάδος της κατασκευής μεταλλικών προϊόντων, ενώ σημαντική
είναι η παρουσία και των κλάδων της βιομηχανίας ξύλου και της κατασκευής επίπλου.
Ο τριτογενής τομέας είναι ιδιαίτερα σημαντικός για την οικονομία της Περιφέρειας, πλησιάζοντας διαχρονικά το
ποσοστό συμμετοχής του, εκείνο της Χώρας. Το εμπόριο και η διαχείριση ακίνητης περιουσίας διαμορφώνουν το 43%
περίπου του προϊόντος του τριτογενή τομέα, οι μεταφορές συμμετέχουν κατά 17%, ενώ η συμμετοχή του κλάδου των
ξενοδοχείων/ εστιατορίων είναι μικρή, της τάξης του 6%, διατηρούμενη διαχρονικά στα ίδια χαμηλά επίπεδα. Το ήμισυ
σχεδόν των επιχειρήσεων του τομέα είναι εμπορικές επιχειρήσεις. Οι τουριστικές επιχειρήσεις (ξενοδοχεία/ εστιατόρια)
αποτελούν το 26% του συνόλου των επιχειρήσεων του τομέα. Οι υπόλοιπες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται σε λοιπές
επιχειρηματικές δραστηριότητες.
Συνεπώς, ο τριτογενής τομέας κατέχει την πρώτη θέση στην οικονομική δραστηριότητα της Περιοχής παρέμβασης,
ακολουθεί ο πρωτογενής τομέας, ενώ τελευταίος έρχεται ο δευτερογενής τομέας.
Πηγή: ΕΣΥΕ Β’ Τρίμηνο 2008
Διάγραμμα 2.
Το Βόρειο Αιγαίο, παρότι παρόλο που είναι μία περιοχή με μεγάλες δυνατότητες ανάπτυξης σε όλους τους
προαναφερόμενους τομείς, ειδικά στον πρωτογενή τομέα, εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα εξαιτίας:
 Χαμηλής παραγωγικότητας του πρωτογενή τομέα
100
 Χαμηλό επιπέδου τεχνολογικού εξοπλισμού
 Αδύναμων μεταποιητικών μονάδων
 Παραδοσιακών / πλεονασματικών στην Ε.Ε. γεωργικών προϊόντων
 Χαμηλού βαθμού διακλαδικής-διατομεακής διασύνδεσης
 Χαμηλού επιπέδου βασικών υποδομών
 Έλλειψης/ ανεπάρκειας ενεργειακού δυναμικού
 Μικρού μεγέθους επιχειρήσεων με στόχευση στην τοπική αγορά
 Ενδοπεριφερειακών/ ενδονησιωτικών ανισοτήτων
 Δυσκολίας στην ανάπτυξη σχέσεων συνεργασίας και λειτουργικών/ παραγωγικών διασυνδέσεων.
Σε αυτά τα προβλήματα έρχεται να προστεθεί:
 Το χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο
 Ο αυξημένος δείκτης γήρανσης
 Το περιορισμένο δίκτυο κοινωνικών υπηρεσιών
 Οι δυσκολίες ένταξης γυναικών στην αγορά εργασίας
 Το αυξημένο ποσοστό μη ενεργού οικονομικά πληθυσμού
 Την σταδιακή αύξηση της ανεργίας, ακολουθώντας την ανεργία ολόκληρης της χώρας
 Ο κοινωνικός αποκλεισμός που δέχονται οι ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και η δύσκολη ενσωμάτωση αυτών στην
τοπική αγορά εργασίας και στο τοπικό κοινωνικό σύνολο.
Εντούτοις, οι συνθήκες θα μπορούσαν να ήταν περισσότερο ευοίωνες ένα και εφόσον είχαν δοθεί ευκαιρίες για
πρόσθετη επαγγελματική κατάρτιση και εξειδίκευση των ευάλωτων κοινωνικά ομάδων της περιοχής, που θα τους
καθιστούσαν ικανούς και ανταγωνιστικούς στις σύγχρονες απαιτήσεις της αγοράς εργασίας. Βέβαια, από μόνη της η
κατάρτιση και επαγγελματική εξειδίκευση δεν θα μπορούσε να επιφέρει πολλαπλασιαστικά και βιώσιμα αποτελέσματα
για το μέλλον και τον ευρύτερο πληθυσμό των ευάλωτων κοινωνικά ομάδων. Απαιτείται η εφαρμογή ενός
ολοκληρωμένου πλέγματος μέτρων και δράσεων στήριξής τους, προκειμένου να διαμορφωθούν ως αυτοδύναμες
προσωπικότητες ικανές να σταθούν από μόνες τους και να ενταχθούν πλήρως στο κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον
της περιοχής. Μόνο με τον τρόπο θα επιτευχθούν επαρκή και ικανοποιητικά για την περιοχή αποτελέσματα
απασχολησιμότητας.
Αναφορικά με τη δυνατότητα δημιουργίας νέων θέσεων απασχόλησης στην Περιοχή Παρέμβασης, θα μπορούσε κανείς
να ισχυριστεί ότι ο πρωτογενής τομέας είναι ένας πολλά υποσχόμενος τομέας, όσον αφορά την ανάπτυξη και ενίσχυση
της τοπικής οικονομίας και κοινωνίας, κυρίως λόγω της καλής ποιότητας και μεγάλης ποικιλίας παραγόμενων τοπικών
προϊόντων. Σε συνδυασμό με την υψηλή συγκέντρωση του πληθυσμού των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων στη περιοχή,
οδηγείται κανείς εύκολα στην διαπίστωση ανάγκης παρέμβασης και ανάπτυξης επιχειρηματικότητας στον ανωτέρω
τομέα.
Ειδικότερα, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες και προοπτικές ανάπτυξης της Περιοχής Παρέμβασης, σε συνδυασμό με τα
προβλήματα/ ανάγκες των ευάλωτων κοινωνικά ομάδων της, καταλήγει κανείς με ασφάλεια στο συμπέρασμα ότι ο
πρωτογενής τομέας, παρουσιάζει μία ολοένα αυξανόμενη ενδογενή δυναμική με πολλές προοπτικές βιωσιμότητας,
μέσω των κάτωθι ευκαιριών/ πολιτικών:
 Δυνατότητα επίτευξης συμπληρωματικότητας παραγωγικών δραστηριοτήτων
 Αξιοποίηση τοπικών επώνυμων προϊόντων και ενδυνάμωση της γεωγραφικής τους προέλευσης
 Εξωστρέφεια των επώνυμων αγροτικών προϊόντων
 Ενίσχυση της ανάπτυξης καινοτομιών με τη διασύνδεση της έρευνας και αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της
έρευνας από τις επιχειρήσεις.
Άλλωστε, όπως έχει ήδη επισημανθεί, στα Πλαίσια της Νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, οι στόχοι για τον αγροτικό
τομέα της εν λόγω Περιφέρειας είναι οι εξής:
 Αναδιάρθρωση των προϊόντων του πρωτογενή τομέα στις ανάγκες της εσωτερικής αγοράς και προώθηση τοπικών
προϊόντων

Προαγωγή της παραγωγής προϊόντων αναγνωρισμένης ποιότητας μέσω της εφαρμογής προτύπων στην
παραγωγική διαδικασία

Αναδιάρθρωση και εκσυγχρονισμός των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, προκειμένου να διατηρηθούν οικονομικά
βιώσιμες, μέσα σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο, διεθνές περιβάλλον

Διαφοροποίηση του πρωτογενή τομέα σε δραστηριότητες διαφορετικές από τις γεωργικές, με παράλληλη
βελτίωση της ελκυστικότητας του αγροτικού χώρου

Διατήρηση και ανάδειξη της ελκυστικότητας του αγροτικού χώρου διαμέσου της διαφύλαξης του περιβάλλοντος
και των φυσικών πόρων
101

Ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του πρωτογενή τομέα στην Περιφέρεια, μέσω καινοτόμων μεθόδων
παραγωγής και διαφοροποιημένων δραστηριοτήτων υπό το πρίσμα βιώσιμων διαχειριστικών πρακτικών, με
σκοπό την απεξάρτηση των νησιών σε τρόφιμα από την ηπειρωτική χώρα ιδιαίτερα κατά τους θερινούς μήνες

Βελτίωση των υποδομών της περιφέρειας Βορείου Αιγαίου.
Β. ΟΜΑΔΑ ΣΤΟΧΟΣ
Η Ομάδα-Στόχος είναι τα άτομα που βρίσκονται σε κατάσταση φτώχειας και απειλούνται από φτώχεια στην περιοχή
του Βορείου Αιγαίου, και ειδικότερα στους Δήμους Λέσβου Λήμνου και Αγίου Ευστρατίου. Αυτή η ομάδα ανήκει στις
ευάλωτες κοινωνικές ομάδες της περιοχής.
Τα μέλη της ομάδας θα καταρτιστούν σε καινοτόμες δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα, καθώς τέτοιου είδους
δραστηριότητες συνάδουν απόλυτα και με τις ανάγκες τους και με την αναβάθμιση της Περιοχής Παρέμβασης. Με τον
τρόπο αυτό, θα αποκτήσουν εξειδικευμένες γνώσεις και θα αναπτύξουν δεξιότητες, που θα τους βοηθήσουν να γίνουν
περισσότερο ανταγωνιστικοί στην τοπική αγορά εργασίας και ικανοί να βρουν και να διατηρήσουν συναφείς με το
αντικείμενο κατάρτισης δυναμικές θέσεις απασχόλησης. Παράλληλα, θα τους παρασχεθούν οι απαραίτητες Συνοδευτικές
Υποστηρικτικές Υπηρεσίες.
1. ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Τα άτομα ευρισκόμενα σε κατάσταση φτώχειας και απειλούμενα από φτώχεια, αποτελούν μία ευάλωτη κοινωνική
ομάδα, τα ποσοστά της οποίας αυξάνονται ραγδαία, σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, λόγω της αυξημένης
ανεργίας στην τρέχουσα περίοδο. Ως τέτοια νοούνται τα άτομα που έχουν ετήσιο εισόδημα χαμηλότερο από το κατ’
έτος εκάστοτε εκτιμώμενο όριο της φτώχειας στην Ελλάδα, όπως αυτό προσδιορίζεται από τη Ελληνική Στατιστική
Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.).
Η ανωτέρω ιδιότητα πιστοποιείται από το εκκαθαριστικό σημείωμα ή από σχετική υπεύθυνη δήλωση, θεωρημένη από
την εκάστοτε εφορία, ότι το άτομο αυτό δεν υποχρεούται να υποβάλει φορολογική δήλωση λόγω χαμηλού
εισοδήματος. Επίσης, σε αυτήν την κατηγορία, ανήκουν και οι άποροι, των οποίων η ιδιότητα αυτή πιστοποιείται από
το σχετικό βιβλιάριο απορίας (πρόνοιας).
2. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΟΡΙΑ ΦΤΩΧΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat) για το έτος 2010, τα οποία δόθηκαν
στη δημοσιότητα στις 08/02/2012, στα όρια της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού ζει το 27,7% των Ελλήνων
πολιτών.
Το ποσοστό αυτό κατατάσσει την Ελλάδα έβδομη, σε ποσοστά φτώχειας, μεταξύ των 27 χωρών της ΕΕ. Στην «ΕΕ των 27»,
το 23% του πληθυσμού ζει κοντά στο όριο της φτώχειας.
Τα υψηλότερα ποσοστά φτώχειας καταγράφονται στη Ρουμανία και στη Βουλγαρία (41%), στη Λετονία (38%), στη
Λιθουανία (33%), στην Ουγγαρία (30%), στην Πολωνία (27,8%) και στην Ελλάδα (27,7%).
Ειδικότερα, στην Ελλάδα ζουν κοντά στο όριο της φτώχειας το 28,7% των παιδιών ως 17 ετών, το 27,7% του πληθυσμού
ηλικίας από 18 ως 64 ετών και το 26,7% των Ελλήνων άνω των 65 ετών. Τα αντίστοιχα ποσοστά στην «ΕΕ των 27» είναι
27%, 23,3% και 19,8%.
Τα υψηλότερα ποσοστά φτώχειας στα παιδιά κάτω των 18 ετών, καταγράφονται στη Ρουμανία (48,7%), στη Βουλγαρία
(44,6%), στη Λετονία (42%), στην Ουγγαρία (38,7%), στη Λιθουανία (34,3%), στην Πολωνία (30,8%), στην Ισπανία
(29,8%), στη Μ. Βρετανία (29,7%), στην Ιταλία (28,9%) και στην Ελλάδα και την Πορτογαλία (28,7%).
102
3. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΟΡΙΟ ΦΤΩΧΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ
Όπως αποδεικνύει επιστημονική μελέτη του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) που δημοσιεύτηκε το 2007,
ένας στους τρεις κατοίκους του νομού Λέσβου διαβιεί κάτω απ’ τα όρια της φτώχειας, Η ευρύτερη περιοχή του Βορείου
Αιγαίου παρουσιάζει έντονες ανισότητες μεταξύ πλούσιων και φτωχών νομών.
Οι πιο πλούσιοι κάτοικοι της χώρας, εντοπίζονται μερικά μίλια νοτιότερα της Μυτιλήνης, κι είναι οι κάτοικοι του
γειτονικού νομού της Χίου, που μόλις το 5% των νοικοκυριών διαβιεί κάτω από τα όρια της φτώχειας. Ομοίως σε πολύ
καλή θέση, είναι κι ο τρίτος νομός της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, ο νομός της Σάμου, όπου κάτω απ’ τα όρια της
φτώχειας διαβιεί το 17,9%. Απ’ τους 54 νομούς, μόνο οι 13 έχουν ποσοστά κάτω του 20% στο δείκτη φτώχειας, ενώ το
αντίστοιχο ποσοστό για το νομό Λέσβου είναι κάπου στη μέση της κατάταξης, με 35,4% (δηλαδή σχεδόν το επταπλάσιο
ποσοστό από το αντίστοιχο του νομού της Χίου).
Ο νομός Χίου διαθέτει αναλογικά μόλις τους μισούς φτωχούς από την αμέσως επόμενη περιοχή, το νομό Χαλκιδικής,
που καταλαμβάνει τη δεύτερη καλύτερη θέση στη λίστα με ποσοστό 9%, ενώ στην τρίτη θέση βρίσκεται η Μαγνησία με
13,4% και ακολουθούν δύο νομοί της Κρήτης, το Ηράκλειο και το Λασίθι με 14,1 και 14,7% αντίστοιχα.
Ως όριο της εισοδηματικής φτώχειας, σύμφωνα με τα δεδομένα του 2007, ορίζεται ετησίως το ποσόν των 6.120 ευρώ
ανά κάτοικο. Η πιο πρόσφατη, πάντως, έρευνα του ΕΚΚΕ σε σχέση με τη φτώχεια δείχνει ότι σε επίπεδο χώρας, το 20% ή
αλλιώς ένας στους πέντε κατοίκους, λαμβανομένης υπόψη ακόμη και της παραοικονομίας, είναι κάτω απ’ τα όρια της
φτώχειας.
Ωστόσο, στην εν λόγω έρευνα τονίζεται ότι είναι βελτιωμένες οι τιμές των δεικτών φτώχειας και ανισότητας στις
περιφέρειες Δυτικής Μακεδονίας, Θεσσαλίας, Κρήτης και Βορείου Αιγαίου.
Πίνακας 29: Ταξινόμηση περιφερειών και δήμων βάσει κινδύνου φτώχειας
Πηγή: ΕΚΚΕ, 2007
103
Πίνακας 30: Κίνδυνος Φτώχειας κατά περιφέρεια, νομό, μέγεθος δείγματος και όρια διαστήματος εμπιστοσύνης
(95%)
104
Πηγή: ΕΚΚΕ, 2007
105
Γ. ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ-ΣΤΟΧΟΥ &
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ
Από την περιγραφή και ανάλυση όλων των ανωτέρω δεδομένων και αν θα ήθελε κανείς να συνοψίσει τις
σημαντικότερες διαπιστώσεις, θα έλεγε ότι βασικό χαρακτηριστικό της Ομάδας-Στόχου στην προκείμενη Περιοχή
Παρέμβασης είναι ο πολύπλευρος αποκλεισμός τους από την κοινωνικοοικονομική ζωή της.
Ο πολύπλευρος αποκλεισμός οφείλεται σε παράγοντες:
• επαγγελματικούς (δυσκολία πρόσβασης στην απασχόληση και αυτοαπασχόληση, μειωμένες δυνατότητες
ανάπτυξης οργανωμένων και βιώσιμων επιχειρηματικών πρωτοβουλιών κ.α.),
• εκπαιδευτικούς (αναλφαβητισμός, αναντιστοιχία εκπαίδευσής τους σε σχέση με την αγορά εργασίας κ.α.),
• κοινωνικούς (δυσχέρεια επικοινωνίας με το περιβάλλον, έλλειψη πληροφόρησης, άγνοια της αγοράς εργασίας,
έλλειψη κοινωνικής δικτύωσης, διακρίσεις, στιγματισμός, περιθωριοποίηση, μειωμένη φροντίδα μελών οικογενειών
τους κ.α.),
• οικονομικούς (φτώχεια, ανεργία, εκμετάλλευση),
• θεσμικούς (νομικής φύσεως προβλήματα, ελλιπές θεσμικό πλαίσιο στήριξης),
Οι παράγοντες αυτοί, σε σχέση με την εργασία, οδηγούν, όπως έχει ήδη προαναφερθεί, σε:
o υψηλά ποσοστά ανεργίας,
o έλλειψη συστηματικής και κύριας απασχόλησης,
o ετεροαπασχόληση (σε επαγγέλματα πέραν των προσόντων τους),
o αύξηση των ατόμων που βρίσκονται σε κατάσταση φτώχειας ή απειλούνται από φτώχεια
o κοινωνική απομόνωση και
o έλλειψη αυτοπεποίθησης.
Μολονότι, η Ομάδα-Στόχο στην εν λόγω Περιοχή Παρέμβασης, χαρακτηρίζεται από ένα σχετικά χαμηλό μορφωτικό
επίπεδο (ειδικά των σχετιζόμενων και απασχολούμενων στον πρωτογενή τομέα), καθώς ο μισός σχεδόν πληθυσμός της
αρκείται στην πρωτοβάθμια και γυμνασιακή εκπαίδευση, ωστόσο σημαντικό ποσοστό της χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερες
τεχνικές ικανότητες, απαραίτητες για δραστηριότητες μεσαίας τεχνολογικής εξειδίκευσης, καθώς συμμετέχει στην
Λυκειακή και Μεταλυκειακή Εκπαίδευση. Άλλωστε, είναι γνωστό πως το μορφωτικό επίπεδο του πληθυσμού
χρησιμοποιείται επίσης ως δείκτης προσέγγισης των ικανοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, άρα και ως σημαντικός
παράγων προσέλκυσης επενδύσεων.
Εκτός αυτού, είναι γεγονός ότι, η Ομάδα-Στόχος βρίσκεται σε μειονεκτικότερη θέση σε σχέση με άλλες κατηγορίες
πληθυσμών και αυτό γιατί πρωταρχικό τους μέλημα είναι η επιβίωσή της η οποία δεν μπορεί να εξασφαλιστεί χωρίς
ομαλή κοινωνικοοικονομική τους ενσωμάτωση στην Περιοχή Παρέμβασης.
Επιπλέον, μια από τις βασικότερες ανάγκες της Ομάδας-Στόχου είναι η ανάγκη για απόκτηση εξειδικευμένων
γνώσεων σε θέματα άμεσα συνδεδεμένα με την τοπική αγορά εργασίας, όπως είναι για παράδειγμα ο πρωτογενής
τομέας, που έχει πολλές δυνατότητες ανάπτυξης στην εν λόγω Περιοχή Παρέμβασης, έτσι ώστε να μπορέσουν να
ενσωματωθούν ομαλά στη τοπική κοινωνία. Με αυτόν τον τρόπο, θα μπορέσουν και να συνεισφέρουν στην ανάπτυξη
της τοπικής οικονομίας και να ενσωματωθούν εύκολα στην τοπική κοινωνία, η οποία εύλογα θα αναγνωρίσει αυτή τους
τη συμβολή στην περιοχή. Άλλες ανάγκες των μελών της Ομάδας-Στόχου τόσο ως προς την κατάσταση στην οποία
βρίσκονται σήμερα (σε κατάσταση φτώχειας ή απειλούμενα από φτώχεια), όσο και ως προς τους γενικούς δείκτες περί
απασχόλησης (ανεργία, υποαπασχόληση, ετεροαπασχόληση), είναι οι εξής:
 ανάγκη για τον προσδιορισμό των εμπειριών και των επαγγελματικών δυνατοτήτων τους σε συνάρτηση με την
τοπική αγορά εργασίας (π.χ. με το πρωτογενή τομέα),
 ανάγκη εκπαίδευσης με σκοπό την επαγγελματική τους διέξοδο και ένταξη αλλά και την ευχέρεια στις
επαγγελματικές και κοινωνικές συναλλαγές,
 ανάγκη επαφής και εξοικείωσης με την τοπική αγορά εργασίας,
 ανάγκη άμεσης εύρεσης εργασίας, σχετικής με τις δυνατότητες και τα προσόντα τους (είτε με την μορφή
αυτοαπασχόλησης, είτε με την μορφή εξαρτημένης απασχόλησης),
 ανάγκη ηθικής και ψυχολογικής στήριξης και συμπαράστασης.
Θα πρέπει, λοιπόν, να υπάρξουν σχετικές παρεμβάσεις στην εν λόγω περιοχή, οι οποίες θα αποσκοπούν στην κάλυψη
όλων των προαναφερόμενων αναγκών με προτεραιότητα στις ανάγκες της Ομάδας-Στόχου για απόκτηση
εξειδικευμένων γνώσεων σε καινοτόμες δραστηριότητες του πρωτογενή τομέα, που έχουν μεγάλες δυνατότητες
ανάπτυξης στην Περιοχή Παρέμβασης, για κατάρτιση και κοινωνική στήριξη και για πρόσβαση στις διαδικασίες
δημιουργίας μιας επιχείρησης. Συνεπώς, οι σχετικές παρεμβάσεις θα πρέπει να κινηθούν γύρω από τους εξής άξονες:
- την κάλυψη των αναγκών της Ομάδας-Στόχου
- τις προοπτικές ένταξής της σε ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης
-την προώθηση της ισότητας των ευκαιριών και την προσαρμογή των μελών της Ομάδας-Στόχου στις απαιτήσεις αυτών
- τις προοπτικές επαγγελματικής και κοινωνικής ένταξης σε σχέση με τις δυνατότητες και την υφισταμένη κατάσταση της
αγοράς εργασίας.
106
1. ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΕ ΤΟΜΕΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗΣ
Όπως αναλυτικά περιγράφηκε ανωτέρω, οι Παρεμβάσεις που θα πρέπει να υλοποιηθούν στην εν λόγω περιοχή
στοχεύουν άμεσα στην καταπολέμηση των προβλημάτων και των ανισοτήτων, που προέρχονται από τον αποκλεισμό
που δέχεται η Ομάδα-Στόχο στην τοπική κοινωνία και αγορά εργασίας της εν λόγω Περιοχής Υλοποίησης, στην
κατάρτιση της Ομάδα-Στόχο σε θέματα καινοτόμων δραστηριοτήτων του πρωτογενούς τομέα (όπως π.χ. καινοτόμες
μέθοδοι και νέα προϊόντα παραγωγής, βιολογικές καλλιέργειες κλπ.), που έχουν προοπτικές εξέλιξης στην προκείμενη
περιοχή και στη δημιουργία ίσων ευκαιριών πρόσβασης της Ομάδας-Στόχου στην τοπική αγορά εργασίας.
Ειδικότερα, οι Παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν και να ευδοκιμήσουν στην Περιοχή Παρέμβασης
αφορούν την κατάρτιση της Ομάδας-Στόχου σε πρωτοπόρες δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα, έτσι ώστε η
Ομάδα-Στόχο να μπορέσει στη συνέχεια να χρησιμοποιήσει τις νέες αυτές γνώσεις στο να δημιουργήσει τοπικές
ελεγχόμενες επιχειρήσεις ή να ενισχύσει τις ήδη υφιστάμενες επιχειρήσεις, του προτεινόμενου τομέα. Συνεπώς, οι εν
λόγω Παρεμβάσεις θα έχουν ως κύριους σκοπούς:
α) την ανάπτυξη/ αναβάθμιση της οικονομίας της Περιοχής Παρέμβασης, ειδικότερα του πρωτογενή τομέα, μέσω
καινοτόμων πρωτοβουλιών και
β) τη βελτίωση της ποιότητα ζωής της Ομάδας-Στόχου, μέσω της κοινωνικοοικονομικής ένταξης της στην τοπική
κοινωνία και οικονομία.
Τα ανωτέρω συνηγορούν στην συμβολή των Παρεμβάσεων στην Κοινωνική Ενσωμάτωση της Ομάδας-Στόχου μέσα από
σχετικές Δράσεις, όπως είναι: η παροχή κατάλληλης Συμβουλευτικής, οι συναφείς ενέργειες της Δικτύωσης, Διάδοσης
και Ευαισθητοποίησης, η κατάρτιση/ παροχή εξειδικευμένων γνώσεων στην Ομάδα-Στόχο στον προτεινόμενο κλάδο
κλπ. Αυτές οι Δράσεις αναμένεται να επιδράσουν θετικά στην προώθηση της Κοινωνικής Ενσωμάτωσης της ΟμάδαςΣτόχου, καθώς θα ενισχύσουν:
- Την ενδυνάμωση της προσωπικότητάς των μελών της Ομάδας-Στόχου και την πεποίθησή τους ότι έχουν αποκτήσει την
απαραίτητη Πληροφόρηση, Προσανατολισμό και Ενίσχυση της Αυτοπεποίθησης τους ώστε να είναι ικανοί να
ενταχθούν δυναμικά στην τοπική αγορά εργασίας.
- Την ενθάρρυνση της ανάληψης πρωτοβουλιών για δραστηριοποίηση σε τομείς της τοπικής κοινωνικοοικονομικής ζωής.
- Την ευρύτερη διάδοση των προβλημάτων και αναγκών τους και την ευαισθητοποίηση της τοπικής κοινωνίας σε αυτά,
που διευκολύνει την αποδοχή και την κοινωνική ενσωμάτωσή τους.
Επίσης, με τις κατάλληλες παρεχόμενες Συνοδευτικές Υποστηρικτικές Υπηρεσίες θα προωθηθεί η κοινωνική
ενσωμάτωση της Ομάδας-Στόχου, καθώς αναμένεται να επιδράσουν θετικά στον τομέα ψυχοκοινωνικής στήριξης και
προώθησης στην απασχόληση των μελών της Ομάδας-Στόχου ως προς τα εξής:
- Την ενδυνάμωση και εμψύχωση της προσωπικότητάς τους σχετικά με τις επαγγελματικές δεξιότητες που αφορούν τον
προτεινόμενο κλάδο και που συνάδουν απόλυτα με τις ανάγκες της Περιοχής Παρέμβασης.
- Την ευεργετική επίδραση των μελών της οικογενείας με τη βοήθεια της συμβουλευτικής παρέμβασης στα θέματα της
κινητοποίησης και προτροπής για ανάληψη εργασιακών πρωτοβουλιών.
- Την συνεχή ψυχολογική υποστήριξη και εξομάλυνση τυχόν ψυχολογικών διαταραχών που τους βοηθά να
προσαρμοστούν και να ανταποκριθούν στις ανάγκες των θέσεων εργασίας.
- Την απελευθέρωση των συναισθημάτων και την ενεργοποίηση έκφρασης, λόγου και κίνησης που τους διευκολύνει
στην εκδήλωση των επαγγελματικών τους προσδοκιών.
- Την κατάρριψη στερεοτύπων και αλλαγή στάσεων και συνείδηση απέναντι στις ικανότητες και δεξιότητες των μελών
της Ομάδας-Στόχου, που θα μπορέσουν να ενταχθούν δυναμικά στην τοπική αγορά εργασίας και συνεπώς στην τοπική
κοινωνία.
Ακόμη, με την κατάλληλη κατάρτιση αναμένεται να προκύψουν τα ακόλουθα θετικά αποτελέσματα προς τα μέλη της
Ομάδας-Στόχου, που εγγυώνται την εξασφάλιση της κοινωνικής ενσωμάτωσής τους :
- Η παροχή εξειδικευμένων γνώσεων στον προτεινόμενο τομέα, που θα καταστήσουν τα μέλη της Ομάδας-Στόχου
ανταγωνιστικά στην τοπική αγορά εργασίας.
- Η ανάπτυξη δεξιοτήτων των μελών της Ομάδας-Στόχου, που καλύπτουν απόλυτα τις σύγχρονες απαιτήσεις
απασχόλησης στον προτεινόμενο τομέα κατάρτισής τους (καινοτόμες δραστηριότητες στον ανερχόμενο και πολλά
υποσχόμενο πρωτογενή τομέα).
- Η απόκτηση αυτοπεποίθησης ώστε μόνοι τους να μπορούν να εξελιχθούν στον χώρο της πρόσθετης επαγγελματικής
κατάρτισης, κοινωνικής στήριξης και αγοράς εργασίας να αναπτυχθούν και δραστηριοποιηθούν παρακολουθώντας τις
εξελίξεις.
- Η ενίσχυση των παρεχομένων θεωρητικών γνώσεων με πρακτική άσκηση σε πραγματικές συνθήκες εργασίας
συμβεβλημένων επιχειρήσεων συναφών με τον προτεινόμενο τομέα κατάρτισής τους.
- Η λήψη πληροφοριών σχετικά με τους όρους, τις συνθήκες και τους τρόπους εργασίας στα πεδία κατάρτισής τους.
107
- Ο προσανατολισμός και ενημέρωση της Ομάδας-Στόχου για τις υπάρχουσες θέσεις εργασίας στον προτεινόμενο τομέα
κατάρτισής τους στην Περιοχή Παρέμβασης.
- Η διασύνδεση της Ομάδας-Στόχου με επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον εν λόγω τομέα κατάρτισής τους
(ένταξη σε νέες θέσεις εργασίας) και η απόκτηση ειδικών γνώσεων για τη σύσταση αυτοτελών επιχειρήσεων
οργάνωσης του κλάδου (αυτοαπασχόληση).
- Η ενίσχυση της αυτοπεποίθησης και της ασφάλειας των εκπαιδευόμενων και η ενδυνάμωσή τους για την ενεργό
συμμετοχή τους στην διαδικασία ένταξης στην αγορά εργασίας.
2. ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΕ ΤΟΜΕΙΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ
Όπως ήδη, περιγράφηκε σε προηγούμενες ενότητες, η Περιοχή Παρέμβασης πλήττεται από τη γενικότερη ανεργία που
πλήττει την χώρα, με αποτέλεσμα:
1) τη διακοπή λειτουργίας πολλών επιχειρήσεων, μικρών ή οικογενειακού μεγέθους,
2) την μεγάλη πληθυσμιακή έξοδο προς τα μεγάλα αστικά κέντρα (αστικοποίηση),
3) την υποβάθμιση των παραγωγικών τομέων της Περιοχής Παρέμβασης (όπως είναι ο πρωτογενής τομέας: γεγονός
που επιφέρει μία γενικότερη αποδιοργάνωση της παραγωγικής βάσης) και
4) την αύξηση των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, και κυρίως του ποσοστού των ατόμων που βρίσκονται σε
κατάσταση φτώχειας ή που απειλούνται από φτώχεια, καθώς και του αποκλεισμού τους από την τοπική κοινωνία
και αγορά εργασίας (γεγονός που επιφέρει μια γενικότερη αποδιοργάνωση του οικονομικού και του κοινωνικού
ιστού).
Συμπληρωματικά με την κοινωνική ενσωμάτωση των ευάλωτων κοινωνικά ομάδων της Περιοχής Παρέμβασης, όπως
είναι η Ομάδα-Στόχο, θα πρέπει να γίνουν οι κατάλληλες παρεμβάσεις προκειμένου να καταπολεμηθεί η ανεργία αυτών
(μακροχρόνια ή μη) και συνεπώς η κατάσταση φτώχειας τους, προκειμένου να μην περιθωριοποιούνται πλέον από την
τοπική αγορά εργασίας και την τοπική κοινωνία.
Όπως ήδη έχει προαναφερθεί, η παροχή κατάλληλης Συμβουλευτικής, οι συναφείς ενέργειες της Δικτύωσης, Διάδοσης
και Ευαισθητοποίησης, η κατάρτιση/ παροχή εξειδικευμένων γνώσεων στην Ομάδα-Στόχο κλπ. αναμένεται να
επιδράσουν θετικά στα προβλήματα απασχόλησης που αντιμετωπίζει η Ομάδα-Στόχο, καθώς θα επιτύχουν:
- Την ενδυνάμωση της προσωπικότητάς των μελών της Ομάδα-Στόχο, ότι δεν έχουν απολέσει τις δεξιότητές και
ικανότητές τους για επανένταξη στην αγορά εργασίας και σε στις ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης.
- Την ενημέρωσή τους σε θέματα επαγγελματικού προσανατολισμού, που τους παρέχουν νέες οδηγίες και κατευθύνσεις
σε τομείς που θα μπορούσαν να αποδειχθούν ιδιαίτερα ανταγωνιστικοί στην τοπική αγορά εργασίας, όπως είναι οι
καινοτόμες δραστηριότητες πρωτογενούς τομέα.
- Την εξομάλυνση των σχέσεων με το οικογενειακό τους περιβάλλον που υπέστησαν διαταραχές λόγω του αυξημένου
πλέον αποκλεισμού τους από την τοπική αγορά εργασίας.
- Την ευρύτερη διάδοση των προβλημάτων και αναγκών τους και την κινητοποίηση της τοπικής κοινωνίας για την
αποδοχή και εργασιακή τους επανένταξη.
Εκτός αυτού, οι κατάλληλες Παρεμβάσεις στην εν λόγω περιοχή θα συμβάλουν άμεσα στη δημιουργία νέων συνθηκών
στην τοπική αγορά εργασίας.
Όπως ήδη περιγράφηκε ανωτέρω, μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η Περιοχή
Παρέμβασης είναι:
α) το πρόβλημα της ανεργίας και της κοινωνικοοικονομικής ένταξης των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, όπως είναι η
Ομάδα-Στόχος (και ειδικότερα το πρόβλημα της αύξησης του ποσοστού των ατόμων που βρίσκονται σε κατάσταση
φτώχειας ή απειλούνται από φτώχεια) και
β) το πρόβλημα της υποβάθμισης του πρωτογενή τομέα, λόγω χρήσης απαρχαιωμένων μεθόδων παραγωγής, ύπαρξης
ελλειπών υποδομών και εξοπλισμού και μη ύπαρξης καινοτόμων δραστηριοτήτων στον εν λόγω κλάδο.
Ως αίτια αυτών θεωρούνται η διακοπή λειτουργίας πολλών επιχειρήσεων, το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και η έλλειψη
εξειδίκευσης του σχετικού εργατικού δυναμικού, ο κοινωνικός αποκλεισμός που δέχονται οι ευάλωτες κοινωνικές
ομάδες και η καθυστέρηση υλοποίησης έργων σχετικών με τον πρωτογενή τομέα, όπως είναι η καλλιέργεια βιολογικών
108
προϊόντων. Με τις κατάλληλες, λοιπόν, παρεμβάσεις επιτυγχάνεται κατά κύριο λόγο η καταπολέμηση του
κοινωνικοοικονομικού αποκλεισμού των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και η ενίσχυση του πρωτογενούς τομέα της
Περιοχής Παρέμβασης, μέσω καινοτόμων πρωτοβουλιών. Με τον τρόπο αυτό, θα μπορούσε να επιτευχθεί η:
> Στήριξη της Ομάδας-Στόχου της περιοχής και την τρέχουσα χρονική περίοδο που μαστίζεται από τη γενικότερη ανεργία
στη χώρα και στο άμεσο μέλλον, με σκοπό την μείωση του κοινωνικοοικονομικού της αποκλεισμού,
> Ομαλή ένταξη της Ομάδας-Στόχου στην τοπική κοινωνία και αγορά εργασίας,
> Ενίσχυση της ποιότητας ζωής και της απασχόλησης της Ομάδας-Στόχου,
> Ανάπτυξη της τοπικής αγοράς εργασίας, των τοπικών επιχειρήσεων, των συναφών με τον προτεινόμενο τομέα
εξειδίκευσης,
> Αύξηση της ανταγωνιστικότητας του πρωτογενούς τομέα, μέσω καινοτόμων δραστηριοτήτων.
Σύμφωνα με την σημερινή φυσιογνωμία της αγοράς εργασίας στην ευρύτερη Περιοχή Παρέμβασης, παρατηρούμε πως ο
πρωτογενής τομέας παρουσιάζει ολοένα αυξανόμενες προοπτικές εξέλιξης στην τοπική οικονομία, καθώς προσελκύει
μεγάλη μάζα ατόμων που επιθυμούν να ασχοληθούν με αυτόν. Οι ανάγκες τοπικής αγοράς εργασίας στην Περιοχή
Παρέμβασης εντοπίζονται κατά κύριο λόγο στον εν λόγω τομέα, και σε καινοτόμες δραστηριότητες αυτού, όπως είναι οι
βιολογικές καλλιέργειες και οι νέες μέθοδοι παραγωγής κλπ.
Για το λόγο αυτό, και λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες της τοπικής αγοράς εργασίας καθώς και τις δεξιότητες,
χαρακτηριστικά και επαγγελματικές ικανότητες της Ομάδας-Στόχου, θα δοθεί προτεραιότητα στην δημιουργία
επιχειρήσεων ή στην ενίσχυση των ήδη υφιστάμενων επιχειρήσεων, στον προτεινόμενο τομέα.
Οι κατάλληλες Παρεμβάσεις αναμένεται να επιδράσουν θετικά στην διευκόλυνση δημιουργίας νέων βιώσιμων θέσεων
εργασίας ή νέων επιχειρήσεων, καθώς:
- Η παροχή εξειδικευμένων γνώσεων σε αντικείμενα του προτεινόμενου τομέα κατάρτισης που ανήκουν στον
ανερχόμενο και βιώσιμο πρωτογενή τομέα, θα καταστήσουν τα μέλη της Ομάδας-Στόχου ανταγωνιστικά στην αγορά
εργασίας,
- Η απόκτηση αυτοπεποίθησης στα μέλη της Ομάδας-Στόχου, θα τους βοηθήσει να δραστηριοποιηθούν στον
προτεινόμενου τομέα, παρακολουθώντας τις εξελίξεις σχετικά με την προσφορά και ζήτηση στην τοπική αγορά
εργασίας,
- Η διασύνδεση της Ομάδας-Στόχου με επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον εν λόγω τομέα πεδία Κατάρτισης, θα
ενισχύσει την ένταξη τους σε νέες θέσεις εργασίας,
- Η ενίσχυση των παρεχόμενων θεωρητικών γνώσεων με πρόσθετες γνώσεις επιχειρηματικότητας και ανάληψης
επιχειρηματικών σχεδίων, θα βοηθήσει στην εξοικείωση τους με τα ανταγωνιστικά αντικείμενα της τοπικής αγοράς
εργασίας.
109
Δ. ΣΥΝΑΦΕΙΑ – ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΥΝΕΡΓΕΙΩΝ ΜΕ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΕΣ
ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ & ΥΠΑΡΞΗ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΛΟΙΠΑ
ΣΧΕΔΙΑ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
1. ΣΥΝΑΦΕΙΑ ΚΑΙ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ
ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ (ΠΡΑΞΗΣ) ΜΕ ΕΘΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ, ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ Ή ΕΘΝΙΚΑ Ή
ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΔΡΑΣΗΣ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ
Οι προτεινόμενες παρεμβάσεις (πράξη) εμφανίζουν συνάφεια και συνέπεια με τις εθνικές και ευρωπαϊκές στρατηγικές,
την περιφερειακή στρατηγική ή με τα εθνικά ή ευρωπαϊκά σχέδια δράσης σε διάφορους τομείς (κοινωνική ενσωμάτωση
κλπ.), όπως απεικονίζεται στο διάγραμμα που ακολουθεί και περιγράφεται αναλυτικά στη συνέχεια:
Συνάφεια και συνέπεια προτεινόμενων
παρεμβάσεων (πράξης)
Εθνικές και ευρωπαϊκές
στρατηγικές
 Προτεραιότητες
και παρεμβάσεις των
εθνικών
μεταρρυθμιστικών
προγραμμάτων
 Ολοκληρωμένες
θ ή
Περιφερειακή Στρατηγική (Π.Ε.Π.)
Εθνικά ή ευρωπαϊκά σχέδια σε
διάφορους τομείς (π.χ. σχέδια
δικτύωσης, αδελφοποίησης πόλεων
δράσης Ε.Π. «Η ΕΥΡΩΠΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ
ΠΟΛΙΤΕΣ» κ.α.)
Αναθεωρημένη
Στρατηγική
Λισσαβόνας






Τομείς
Βελτίωση ποιότητας ζωής
Κοινωνική Ενσωμάτωση
Εκπαίδευση
Προώθηση απασχόλησης /επιχειρηματικότητας
ΑμεΑ
Ισότητα των φύλων κλπ.
110
Οι προτεινόμενες παρεμβάσεις (πράξη) εντάσσονται στη Δράση 3: «Τοπικές Δράσεις κοινωνικής ένταξης για ευάλωτες
ομάδες», της Κατηγορίας Παρέμβασης 1: «Πρόληψη και αντιμετώπιση του κοινωνικού αποκλεισμού ευπαθών ομάδων
του πληθυσμού» του Θεματικού Άξονα Προτεραιότητας 4: «Πλήρης ενσωμάτωση του συνόλου του ανθρώπινου
δυναμικού σε μία κοινωνία ίσων ευκαιριών», του Επιχειρησιακού Προγράμματος «ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ
ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ» 2007-2013.
Βρίσκονται, δε, σε πλήρη συνάφεια και συνέπεια με τις ακόλουθες στρατηγικές:
1. Εθνικές και ευρωπαϊκές στρατηγικές
Ειδικότερα, εντάσσονται στις βασικές στρατηγικές επιλογής της Αναθεωρημένης Στρατηγικής της Λισσαβόνας και του
Εθνικού Προγράμματος Μεταρρυθμίσεων, τη στοχοθεσία του ΕΣΠΑ και στων Στρατηγικών για την Απασχόληση.
Και τούτο διότι, όλες οι προτεινόμενες παρεμβάσεις βρίσκονται δε σε συνάφεια και συνέπεια με τις προτεινόμενες
διαρθρωτικές αλλαγές και παρεμβάσεις των ανωτέρω στρατηγικών και ειδικότερα:
 τόνωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος
 επενδυτικός νόμος (Ν. 3908/2011) που ενισχύει την ανάπτυξη νέων και παλαιών επιχειρήσεων
 φορολογικές ρυθμίσεις που ευνοούν ευάλωτες ομάδες πληθυσμού κλπ.
 ενίσχυση του περιβάλλοντος και της βιώσιμης ανάπτυξης
 προώθηση προγραμμάτων για βιώσιμη διαχείριση των αποβλήτων και της βιοποικιλότητας
 Ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής διάστασης στις τομεακές πολιτικές
 Προώθηση βιώσιμων προτύπων παραγωγής και κατανάλωσης (δράση LIFE – Περιβάλλον κλπ.) κλπ.
 περιφερειακή και κοινωνική συνοχή
 επενδυτικά κίνητρα μέσω του επενδυτικού νόμου
 ενίσχυση ευπαθών κοινωνικά ομάδων (ΕΚΟ) με οικονομική στήριξη και φορολογικές ελαφρύνσεις
φορολογικών εισοδημάτων
 ανάπτυξη δομών εξειδικευμένων υποστηρικτικών υπηρεσιών ΕΚΟ (κέντρα στήριξης κλπ.)
 καταπολέμηση κοινωνικού αποκλεισμού των ΑΜΕΑ και βελτίωση της προσβασιμότητας σε υπηρεσίες και τις
νέες τεχνολογίες /ανάπτυξη εθνικού παρατηρητηρίου για τα ΑΜΕΑ κλπ.
 απασχόληση, κατάρτιση, εκπαίδευση
 δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών απασχόλησης
 βελτίωση της ποιότητας της εργασίας και της παραγωγικότητας
 ενίσχυση προσαρμοστικότητας των επιχειρήσεων
 ενίσχυση της απασχόλησης των γυναικών και προώθηση της ισότιμης πρόσβασης στην αγορά εργασίας
 μείωση του κοινωνικού αποκλεισμού και βελτίωση της κοινωνικής συνοχής
 βελτίωσης της ποιότητας και των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης στις νέες απαιτήσεις της αγοράς
εργασίας (αναβάθμιση προσόντων κλπ.)
Ειδικά δε, σε ότι αφορά στις Ολοκληρωμένες Κατευθυντήριες Γραμμές για την Απασχόληση (ΕΣΔΑ κλπ.), οι
προτεινόμενες παρεμβάσεις συνάδουν ειδικότερα με τις κάτωθι ενδεικτικά προτεραιότητες :
 εμβάθυνση και εκσυγχρονισμός των υπηρεσιών απασχόλησης (ΔΥΑ κλπ) για την ενεργοποίηση των ανέργων και
την αξιοποίηση της μεθόδου εξατομικευμένης παρέμβασης
 ενίσχυση υποστηρικτικών δομών γυναικών για την προώθηση της συμφιλίωσης οικογενειακής και
επαγγελματικής ζωής
 καταπολέμηση του αποκλεισμού από την αγορά εργασίας και την κοινωνία
 βελτίωση της διαδικασίας σύζευξης μεταξύ προσφοράς και ζήτησης κλπ.
 βελτίωση της προσβασιμότητας των ΑΜΕΑ σε υποστηρικτικές υπηρεσίες
 προώθηση της ισότητας των φύλων στην αγορά εργασίας και την κοινωνία κ
 ανάπτυξη κοινωνικής οικονομίας και νέων μορφών κοινωνικής επιχειρηματικότητας κλπ.
2. Περιφερειακή Στρατηγική / Εθνικά ή ευρωπαϊκά σχέδια σε διάφορους τομείς
Ειδικότερα, οι προτεινόμενες παρεμβάσεις εμφανίζουν πλήρη συνάφεια και συνέπεια με τις παρεμβάσεις του
αντίστοιχου Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος, ή άλλων εθνικών, ευρωπαϊκών σχεδίων (π.χ. σχέδια Ε.Π. «Η
ΕΥΡΩΠΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΕΣ» μέσω δράσεων δικτύωσης, αδελφοποίησης πόλεων, δράσεων κοινωνίας των πολιτών κλπ)
που επιδιώκουν τη βελτίωση της ποιότητας ζωής, προστασία του περιβάλλοντος, δημιουργία περισσότερων και
καλύτερων θέσεων εργασίας κλπ και οι οποίες αφορούν στους ακόλουθους, αντίστοιχα, τομείς:
 βελτίωση υποδομών και υπηρεσιών αστικής ανάπτυξης
 βελτίωση συστημάτων και υπηρεσιών προστασίας περιβάλλοντος
 ανάπτυξη υποδομών εκπαίδευσης
 ανάπτυξη συστημάτων υγείας και κοινωνικών υποδομών
 διευκόλυνση πρόσβασης σε υπηρεσίες που αναβαθμίζουν την ποιότητα διαβίωσης (υγεία, κοινωνικές
υπηρεσίες, εκπαίδευση κλπ.)
 βελτίωση της απασχολησιμότητας
111
 μείωση των ανισοτήτων στο εσωτερικό των πόλεων
 προώθηση της κοινωνικής ενσωμάτωσης και των ίσων ευκαιριών κλπ.
2. ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΥΝΕΡΓΕΙΑΣ/ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗΣ/ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ/ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΤΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΜΕ
ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Ή ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ, ΤΟΠΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΠΟΥ
ΥΛΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ Ή ΣΧΕΔΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΥΛΟΠΟΙΗΘΟΥΝ
Οι προτεινόμενες παρεμβάσεις (πράξη) αναπτύσσουν συνέργεια/ αλληλεπίδραση/ συμπληρωματικότητα/
πολλαπλασιαστικά
αποτελέσματα
με
άλλες
πράξεις
ή
αναπτυξιακές
δράσεις,
τοπικά
σχέδια
απασχόλησης/επιχειρηματικότητας που υλοποιούνται ή σχεδιάζεται να υλοποιηθούν, όπως απεικονίζεται στο
διάγραμμα που ακολουθεί και περιγράφεται αναλυτικά στη συνέχεια:
Με τον Νέο Επενδυτικό Νόμο
3908/2011, για την Ενίσχυση Ιδιωτικών
Επενδύσεων για την Οικονομική
Ανάπτυξη, την Επιχειρηματικότητα και
την Περιφερειακή Συνοχή
Με το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο
Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΣΣΑΑ) 20072013 & ειδικότερα με το Ε.Π.
«ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ (ΠΑΑ) 20072013
Συνέργεια /αλληλεπίδραση
/συμπληρωματικότητα
/πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα
με άλλες πράξεις ή αναπτυξιακές
δράσεις
Με δράσεις περιφερειακού σκέλους
που χρηματοδοτούνται από άλλα
μέτρα του Π.Ε.Π. (π.χ. «ΤΟΠΣΑ», κ.α.)
Με δράσεις που χρηματοδοτούνται
στα πλαίσια του Ε.Π. «ΑΝΑΠΤΥΞΗ
ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ»
Με δράσεις που χρηματοδοτούνται από άλλα
Τομεακά Προγράμματα ή έργα που υλοποιούνται
στα πλαίσια του ΕΣΠΑ (π.χ. Ε.Π. «ΕΠΑΝ ΙΙ»,
«ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ & ΑΕΙΦΟΡΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗ»,
«ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΜΙΣΗ» κ.α.)
Οι προτεινόμενες παρεμβάσεις στοχεύουν στην πρόληψη και καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και της
ανεργίας/ φτώχειας που επιδέχεται η Ομάδα-Στόχο, στην ενίσχυση της απασχόλησης της Ομάδας-Στόχου και στη
δημιουργία ίσων ευκαιριών πρόσβασης στην αγορά εργασίας της Περιοχής Παρέμβασης, στην ανάπτυξη του
πρωτογενούς τομέα στην εν λόγω περιοχή και στην αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της και της ΟμάδαςΣτόχου. Ειδικότερα, οι προτεινόμενες παρεμβάσεις στοχεύουν στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων των μελών της ΟμάδαςΣτόχου και στην προώθηση τους στην τοπική αγορά εργασίας και συνεπώς στην κοινωνικοοικονομική τους ενσωμάτωση
στην εν λόγω περιοχή, ειδικότερα στον πρωτογενή τομέα, μέσω καινοτόμων πρωτοβουλιών και δραστηριοτήτων.
Ειδικότερα, η ανάπτυξη συνεργειών των προτεινόμενων παρεμβάσεων με την υπάρχουσα τοπική, περιφερειακή
στρατηγική ανάπτυξης και η ύπαρξη συμπληρωματικότητας αυτών με λοιπά τοπικά σχέδια δράσης για την Απασχόληση,
δράσεις του αντίστοιχου ΠΕΠ και παρεμβάσεις που εντάσσονται οριζόντια σε διάφορα Επιχειρησιακά Προγράμματα
(Ε.Π.) περιγράφεται ενδεικτικά ως εξής :
1) Το Ε.Π. «ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ», στοχεύει πρωτίστως στη βελτίωση της ποιότητας της εργασίας και
της παραγωγικότητας, καθώς και την ενίσχυση της προσαρμοστικότητας των επιχειρήσεων και του ανθρώπινου
δυναμικού στις μεταβαλλόμενες συνθήκες του διεθνούς ανταγωνισμού και των τεχνολογικών και παραγωγικών
εξελίξεων. Επίσης, στοχεύει στην ενίσχυση της απασχόλησης των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, όπως είναι η
προκείμενη Ομάδα-Στόχου, και στην προώθηση της ισότιμης πρόσβασης τους στην αγορά εργασίας, καθώς και στη
μείωση του κοινωνικού αποκλεισμού και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής. Το εν λόγω Ε.Π. χρηματοδοτεί επίσης
την προώθηση σύγχρονων τεχνικών δια βίου μάθησης στις επιχειρήσεις, μέτρα για την ενεργό γήρανση του εργατικού
δυναμικού, στοχευμένες και ολοκληρωμένου χαρακτήρα παρεμβάσεις για την εργασιακή και κοινωνική ένταξη ευπαθών
ομάδων, την ανάπτυξη της Κοινωνικής Οικονομίας.
Στα
πλαίσια
του
Ε.Π.
αναφέρονται,
ενδεικτικά,
πιθανές
συνέργειες/αλληλεπίδραση/συμπληρωματικότητα/πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα με πράξεις, δράσεις σύνδεσης με
την αγορά εργασίας που αφορούν στην επιχορήγηση επιχειρήσεων μέσω ειδικών προγραμμάτων ΟΑΕΔ π.χ.
 προγράμματα ενίσχυσης εργοδοτών με επιχορήγησης ασφαλιστικών εισφορών
 προγράμματα επιχορήγησης Ν.Ε.Ε. με έμφαση τους νέους, τις γυναίκες κλπ.
 προγράμματα «επιταγής επανένταξης» (μετατροπή επιδόματος ανεργίας σε επίδομα απασχόλησης κλπ.
 προγράμματα ενίσχυσης της απασχόλησης για ευπαθείς ομάδες (ΕΚΟ) κλπ.
112
Ομοίως, δράσεις και προγράμματα που σχετίζονται με:
 ολοκληρωμένα προγράμματα ενίσχυσης ευπαθών κοινωνικά ομάδων (ΕΚΟ), κατάρτιση-προώθηση στην
απασχόληση κλπ.
 ανάπτυξη σχεδίων για την προώθηση της κοινωνικής οικονομίας κλπ.
2) Το ΕΠΑΝ ΙΙ (Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα και Επιχειρηματικότητα» 2007-2013) έχει ως κύρια αναπτυξιακή επιδίωξη τη
βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας των επιχειρήσεων και του παραγωγικού συστήματος της
χώρας, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη διάσταση της καινοτομίας. Τέτοια διάσταση παρουσιάζει και ο εν λόγω
προτεινόμενος πρωτογενής τομέας, ο οποίος τα τελευταία χρόνια εξελίσσεται σε πρωτοπόρο και σύγχρονο
επιχειρηματικό τομέα, σε ευρωπαϊκή και παγκόσμια εμβέλεια, μέσω καινοτόμων πρωτοβουλιών και
δραστηριοτήτων.
Ειδικότερα, οι παρεμβάσεις που θα υλοποιηθούν από το εν λόγω Ε.Π. αποσκοπούν στην προώθηση του συστήματος
Έρευνας, Ανάπτυξης και Καινοτομίας (ΕΑΚ) της χώρας και στη διασύνδεση του συστήματος με τον παραγωγικό ιστό,
καθώς και στην ενίσχυση του επιχειρηματικού ιστού και την ποιοτική αναβάθμιση των προϊόντων,
συμπεριλαμβανομένης της επιχειρηματικής δικτύωσης. Επίσης, αποσκοπούν στην ενίσχυση των δομών στήριξης της
επιχειρηματικότητας, στη βελτίωση των μηχανισμών εποπτείας της αγοράς, στην υποστήριξη δομών υποδοχής
επιχειρηματικών και καινοτόμων δράσεων κ.λπ. καθώς και στην εξασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας της χώρας και
μέσω των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ).
Στα
πλαίσια
του
Ε.Π.
αναφέρονται,
ενδεικτικά,
πιθανές
συνέργειες/αλληλεπίδραση/συμπληρωματικότητα/πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα με πράξεις/δράσεις επιχορήγησης
επενδυτικών σχεδίων σε δυναμικούς κλάδους της οικονομίας που σχετίζονται με τον πρωτογενή τομέα κλπ.
3) Από την άλλη πλευρά, το Ε.Π. «Περιβάλλον - Αειφόρος Ανάπτυξη» έχει ως κύρια αναπτυξιακή επιδίωξη την
προστασία, αναβάθμιση και αειφορική διαχείριση του περιβάλλοντος ώστε να αποτελέσει το υπόβαθρο για την
προστασία της δημόσιας υγείας, την άνοδο της ποιότητας ζωής των πολιτών καθώς και παράγοντα βελτίωσης της
ανταγωνιστικότητας της Οικονομίας. Όλα τα ανωτέρω αποτελούν, όπως ήδη προαναφέρθηκε, προβλήματα και ανάγκες
της Περιοχής Παρέμβασης, καθώς και της Ομάδας-Στόχου της εν λόγω περιοχής. Μερικές από τις κυριότερες
παρεμβάσεις που θα υλοποιηθούν στο πλαίσιο του Ε.Π. είναι η ολοκληρωμένη διαχείριση στερεών και επικίνδυνων
αποβλήτων και η προστασία των εδαφών, η διαχείριση αστικών λυμάτων, η διαμόρφωση συστημάτων μέτρησης και
ελέγχου στο σύνολο των πηγών ατμοσφαιρικής ρύπανσης και η εφαρμογή σχεδίων δράσης για τον περιορισμό της
ατμοσφαιρικής ρύπανσης, της ρύπανσης του θαλάσσιου περιβάλλοντος και των ακτών. Επίσης, θα υλοποιηθούν
παρεμβάσεις που αφορούν στη διαμόρφωση εργαλείων για το σχεδιασμό και την εφαρμογή χωροταξικών ρυθμίσεων
για τη διάδοση των ΑΠΕ, στην ολοκληρωμένη προστασία και διαχείριση βιοτόπων, στις υποδομές αντιπλημμυρικής
προστασίας μεγάλης κλίμακας, στην πρόληψη και την αποτελεσματική αντιμετώπιση των φυσικών και τεχνολογικών
καταστροφών μέσω μηχανισμών και ορθών πρακτικών και στην ευαισθητοποίηση των πολιτών.
Στα
πλαίσια
του
Ε.Π.
αναφέρονται,
ενδεικτικά,
πιθανές
συνέργειες/αλληλεπίδραση/συμπληρωματικότητα/πολλαπλασιαστικά
αποτελέσματα
με
πράξεις
/δράσεις
επιχορήγησης επενδυτικών σχεδίων σε δυναμικούς κλάδους που σχετίζονται με τον πρωτογενή τομέα κλπ.
4) Ανάμεσα στους βασικούς στόχους του ΕΠ «ΔΟΙΚΗΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΜΙΣΗ 2007-2013» συμπεριλαμβάνεται και ο
σχεδιασμός και υλοποίηση δράσεων για την προώθηση της ισότητας των φύλων καθώς και την ανάδειξη του κοινωνικού
ρόλου στη στήριξη των γυναικών και κοινωνικών ομάδων που υφίστανται πολλαπλές διακρίσεις (γυναίκες θύματα βίας
κάθε μορφής, γυναίκες αρχηγοί μονογονεικών οικογενειών, γυναίκες με αναπηρία, γυναίκες Ρομά κ.λπ.).
Στα πλαίσια του Ε.Π. αναφέρονται, ενδεικτικά, πιθανές συνέργειες/ αλληλεπίδραση/ συμπληρωματικότητα/
πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα με πράξεις /δράσεις, σχέδια ενίσχυσης Μ.Κ.Ο. για την προώθηση της ισότητας
των φύλων ή/και την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των γυναικών κλπ.
5) Αντικείμενο των Τοπικών Σχεδίων Δράσης για την Απασχόληση (ΤΟΠΣΑ), που θα υλοποιηθούν στις δεκατρείς
Περιφέρειες της Ελληνικής Επικράτειας, είναι η ενεργοποίηση και κινητοποίηση των τοπικών φορέων με στόχο την
εξασφάλιση της δημιουργίας θέσεων απασχόλησης για 30.000 ανέργους, οι οποίες προκύπτουν από τη διάγνωση
εξειδικευμένων αναγκών των τοπικών κοινωνιών και την ανάδειξη των αναπτυξιακών δυνατοτήτων στις περιοχές
παρέμβασης. Οι παρεμβάσεις αυτές εξασφαλίζουν την προετοιμασία των ωφελουμένων ώστε:
• να ιδρύσουν επιχειρήσεις, οι οποίες θα αξιοποιούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής τους, όπως ισχύει
και στις προτεινόμενες παρεμβάσεις για την προκείμενη Ομάδα-Στόχου στην Περιοχή Υλοποίησης,
• να αποκτήσουν τις προϋποθέσεις για να επιδοτηθούν/επιχορηγηθούν από άλλα επενδυτικά προγράμματα και
• να αποκτήσουν δεξιότητες που θα καλύψουν τις διαπιστωμένες ανάγκες των τοπικών επιχειρήσεων που θα τους
προσλάβουν, γεγονός που ισχύει και στις προτεινόμενες παρεμβάσεις για την προκείμενη Ομάδα-Στόχου στην
Περιοχή Υλοποίησης.
113
Στα πλαίσια της συγκεκριμένης κατηγορίας παρέμβασης
αναφέρονται, ενδεικτικά, πιθανές συνέργειες/
αλληλεπίδραση/ συμπληρωματικότητα/ πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα με το προτεινόμενο σχέδιο στην Περιφέρεια
παρέμβασης.
6) Το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΣΣΑΑ) 2007-2013 καθορίζει τις προτεραιότητες της Ελλάδας για
την περίοδο 2007-2013, σύμφωνα με το άρθρο 11 του Κανονισμού (ΕΚ) 1698/2005 για τη στήριξη της αγροτικής
ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ), στον οποίο ορίζεται ότι η εθνική
στρατηγική αγροτικής ανάπτυξης θα εφαρμοστεί μέσω του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ) 2007-2013.
Πιο συγκεκριμένα, η πολιτική αγροτικής ανάπτυξης 2007-2013 για την Ελλάδα εστιάζεται σε τρεις βασικούς άξονες:
• Βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του τομέα της γεωργίας και της δασοκομίας
• Βελτίωση του περιβάλλοντος και της υπαίθρου
• Βελτίωση της ποιότητας ζωής στις αγροτικές περιοχές και διαφοροποίηση της αγροτικής οικονομίας
συνεπικουρούμενους από ένα τέταρτο οριζόντιο άξονα LEADER, που βασίζεται στην εμπειρία που αποκτήθηκε από τις
Κοινοτικές Πρωτοβουλίες Leader των προηγούμενων προγραμματικών περιόδων.
Οι προτεινόμενες παρεμβάσεις, για την προκείμενη Ομάδα-Στόχου στην Περιοχή Υλοποίησης, συνάδουν απόλυτα με
δύο τελευταίους άξονες, δηλαδή αυτούς της βελτίωσης του περιβάλλοντος και της βελτίωσης της ποιότητας ζωής στις
αγροτικές περιοχές, καθώς οι καινοτόμες δραστηριότητες στον πρωτογενή τομέα, που προτείνονται εδώ θα
βελτιώσουν την ποιότητα του περιβάλλοντος της Περιοχής Παρέμβασης, η οποία πλήττεται ανεπανόρθωτα με την
υποβάθμιση του, ενώ παράλληλα θα αναβαθμίσουν την ποιότητα ζωής στην εν λόγω περιοχή, που μεγάλο μέρος της
είναι αγροτικό.
Στα πλαίσια του Ε.Π. αναφέρονται, ενδεικτικά, πιθανές συνέργειες/ αλληλεπίδραση/ συμπληρωματικότητα/
πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα με πράξεις/ δράσεις για την ενίσχυση των νέων στον τομέα της αγροτικής ανάπτυξης,
εκμίσθωση αγροτικής γης κλπ.
7) Τέλος, ο Νέος Επενδυτικός Νόμος 3908/2011 για την «Ενίσχυση Ιδιωτικών Επενδύσεων για την Οικονομική Ανάπτυξη,
την Επιχειρηματικότητα και την Περιφερειακή Συνοχή», έχει ως σκοπό την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης της
χώρας με τη διαμόρφωση καθεστώτων ενίσχυσης των επενδύσεων, με τα οποία βελτιώνεται η επιχειρηματικότητα, η
τεχνολογική ανάπτυξη, η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και η περιφερειακή συνοχή και προωθούνται η
πράσινη οικονομία, η αποτελεσματική λειτουργία των διαθέσιμων υποδομών και η αξιοποίηση του ανθρώπινου
δυναμικού της χώρας.
Με τις εν λόγω προτεινόμενες παρεμβάσεις στην εν λόγω Περιοχή Υλοποίησης, θα προωθηθεί και θα ενισχυθεί ο
πρωτογενής τομέας, μέσω καινοτόμων πρωτοβουλιών, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην ανάπτυξη της
ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, της εν λόγω περιοχής.
Συνοψίζοντας, οι προτεινόμενες παρεμβάσεις αναμένεται να έχουν θετικές επιπτώσεις στην προσπάθεια ανάπτυξης
και αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού. Τα κυριότερα αναμενόμενα αποτελέσματα είναι ο
εκσυγχρονισμός και η προσαρμογή δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού στις νέες οικονομικές συνθήκες, η
μείωση της ανεργίας/ φτώχειας, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και η βελτίωση της
πρόσβασης στην αγορά εργασίας ευάλωτων κοινωνικών ομάδων πληθυσμού και η προώθηση ίσων ευκαιριών
πρόσβασης στην αγορά εργασίας για όλους.
Στα πλαίσια του Επενδυτικού Νόμου αναφέρονται, ενδεικτικά, πιθανές
συνέργειες/ αλληλεπίδραση/
συμπληρωματικότητα/ πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα με πράξεις /δράσεις για την ανάπτυξη μικρών ή μεγάλων
επενδυτικών σχεδίων, δράσεων δικτύωσης και συνεργασίας, ειδικής επιχειρηματικότητας των νέων κλπ.
Σ’ αυτό το πλαίσιο επιδιώκεται ειδικότερα η αναβάθμιση του εργατικού και στελεχιακού δυναμικού, συγκεκριμένα της
Ομάδας-Στόχου, με την παροχή ποιοτικής επαγγελματικής κατάρτισης και προώθησης της απασχόλησης στους ανωτέρω
προτεινόμενους τομείς. Ειδικότερα επιδιώκεται:

H επαγγελματική κατάρτιση και εξειδίκευση σε σύγχρονες επαγγελματικές ειδικότητες με υψηλή ζήτηση, όπως
η προτεινόμενη.

H πρόληψη της ανεργίας και προώθηση της απασχόλησης ατόμων και ομάδων που αντιμετωπίζουν σοβαρούς
κινδύνους παρατεταμένου αποκλεισμού από την αγορά εργασίας.

H ενίσχυση και προώθηση της απασχόλησης και αυτοαπασχόλησης στο πλαίσιο παρεμβάσεων και
πρωτοβουλιών που συνδέονται με τις αναπτυξιακές προτεραιότητες και τις οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες της
Περιοχής Υλοποίησης του προγράμματος.

H δημιουργία δικτύων ανθρώπων και δομών για την καλύτερη επικοινωνία και αξιοποίηση των γεωγραφικών
ιδιαιτεροτήτων της περιοχής εφαρμογής του προγράμματος.
114
Ε. ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ/ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ
Τα αποτελέσματα που αναμένεται να προκύψουν από την εφαρμογή των προτεινόμενων παρεμβάσεων, στον
κοινωνικοοικονομικό τομέα της Περιοχής Υλοποίησης, αναλύονται με βάση τους τέσσερις (4) άξονες, της απασχόλησης,
ανεργίας, της επιχειρηματικότητας και του κοινωνικού περιβάλλοντος, ως ακολούθως:
1. ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ/ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ
ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ
Οι επιπτώσεις των προτεινόμενων παρεμβάσεων στην Απασχόληση είναι σαφείς και ορισμένες, καθώς θα
δημιουργηθούν αναμφισβήτητα νέες θέσεις εργασίας.
Τούτο δε, επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι τα μέλη της Ομάδας-Στόχου, μέσα από τις κατάλληλες δράσεις και
ενέργειες, θα αποκτήσουν ειδικές γνώσεις και προσανατολισμό για τις επαγγελματικές και κοινωνικές τους δεξιότητες
και δυνατότητες. Αναμένεται, ειδικότερα, τα μέλη της Ομάδας-Στόχου να αποκτήσουν όλα τα απαραίτητα εφόδια, που
θα τα βοηθήσουν στην επαγγελματική τους ένταξη. Οι προτεινόμενες παρεμβάσεις καταρτίστηκαν με γνώμονα τις
πραγματικές ανάγκες της Ομάδας-Στόχου και την πεποίθηση ότι μπορούν να βοηθήσουν στην κάλυψή τους και να
ανοίξουν σοβαρές προοπτικές απασχόλησης, στον προτεινόμενο τομέα.
Επίσης, οι προτεινόμενες παρεμβάσεις, που συνεπικουρούν στην βελτίωση των επαγγελματικών δεξιοτήτων και την
ενίσχυση της προσωπικότητας των μελών της Ομάδας-Στόχου, επιδιώκουν, κατά κύριο λόγο, την κοινωνικοοικονομική
ένταξη τους στην Περιοχή Υλοποίησης του Σχεδίου και τη σημαντική βελτίωση της οικονομίας της περιοχής.
Το γενικό αυτό αποτέλεσμα εξειδικεύεται στις εξής ειδικότερες επιπτώσεις:
> κοινωνικοοικονομική ενσωμάτωση της Ομάδας-Στόχου στην τοπική κοινωνία,
> κατάρτιση και εξειδίκευση της Ομάδας-Στόχου σε θέματα επιχειρηματικότητας σχετικά με καινοτόμες πρωτοβουλίες
στον πρωτογενή τομέα, με στόχο την οικονομική ανάπτυξη και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της Περιοχής
Παρέμβασης,
> ενίσχυση και υποστήριξη των τοπικών επιχειρήσεων,
> καταπολέμηση της ανεργίας στην εν λόγω περιοχή.
Γίνεται, λοιπόν, λόγος για μια δραστηριοποίηση στον πρωτογενή τομέα, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τα πρόσφατα
στοιχεία της φυσιογνωμίας της αγοράς εργασίας στην ευρύτερη Περιοχή Παρέμβασης, όπως έχει ήδη αναφερθεί σε
προηγούμενη ενότητα, ο συγκεκριμένος κλάδος εμφανίζει ολοένα αυξανόμενη προοπτική εξέλιξης και προσελκύει
μεγάλη μάζα ατόμων που επιθυμούν να ασχοληθούν με αυτόν, είτε ιδρύοντας ανάλογες επιχειρήσεις, είτε ενισχύοντας
τις ήδη υπάρχουσες.
2. ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ/ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΝΕΡΓΙΑ
Όπως ήδη περιγράφηκε αναλυτικά σε προηγούμενη ενότητα, οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η
Περιοχή Παρέμβασης είναι το πρόβλημα:
α) της κοινωνικοοικονομικής ένταξης των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, όπως είναι η Ομάδα-Στόχο, στην τοπική
κοινωνία,
β) της ανεργίας και της φτώχειας και
γ)της υπανάπτυξης του πρωτογενούς τομέα, του κύριου δηλαδή παραγωγικού της τομέα.
Με τις Προτεινόμενες Παρεμβάσεις αναμένεται να αντιμετωπιστούν ικανοποιητικά τα ανωτέρω προβλήματα της
ευρύτερης Περιοχής Παρέμβασης, με την ενθάρρυνση των μελών της Ομάδας-Στόχου για την εισαγωγή τους σε νέες
θέσεις εργασίας στον προτεινόμενο τομέα αλλά και τη δημιουργία δικής τους βιώσιμης επιχείρησης. Επίσης, επιδιώκεται
και η αντιμετώπιση του κοινωνικού αποκλεισμού που δέχεται απροκάλυπτα στην εν λόγω περιοχή η Ομάδα-Στόχος.
Τα αποτελέσματα, που αναμένεται να προκύψουν με αυτές τις παρεμβάσεις θα δράσουν πολλαπλασιαστικά, τόσο προς
όφελος της γενικότερης οικονομίας της ευρύτερης Περιοχής Παρέμβασης, όσο και προς όφελος των μελών της ΟμάδαςΣτόχου,σε προσωπικό και οικογενειακό επίπεδο. Τούτο σημαίνει, ότι οι θετικές συνέπειες που θα προκύψουν, θα
λειτουργήσουν πολλαπλασιαστικά στο μέλλον, επεκτείνοντας την εμβέλειά τους στον ευρύτερο πληθυσμό της ΟμάδαςΣτόχου της Περιοχής Παρέμβασης.
115
Επιπλέον, και ως προς την μείωση του φαινομένου του κοινωνικού αποκλεισμού και συνεπώς της ανεργίας της ΟμάδαςΣτόχου, αναμένονται ποιοτικά και ποσοτικά αποτελέσματα και επιπτώσεις, καθώς τα μέλη της θα αποκτήσουν ειδικές
γνώσεις, προσανατολισμό, και ικανές επαγγελματικές και κοινωνικές δεξιότητες που τους καθιστούν από εδώ και στο
εξής, ανταγωνιστικούς στην αγορά εργασίας και υποψήφιους διεκδίκησης ανάλογων θέσεων απασχόλησης και
επιχειρηματικών ευκαιριών. Τα αποτελέσματα αναμένεται να είναι σημαντικά στον βαθμό που τα μέλη της ΟμάδαςΣτόχου, εκτός από την ανάπτυξη επαγγελματικών και κοινωνικών δεξιοτήτων, θα αποκτήσουν αυτοπεποίθηση, ώστε
μόνα τους να μπορούν να εξελιχθούν στον προτεινόμενο τομέα της αγοράς εργασίας και να αναπτυχθούν ως προς αυτόν,
δραστηριοποιούμενα και παρακολουθώντας τις εξελίξεις.
3. ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ/ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ
ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Οι επιπτώσεις των Προτεινόμενων Παρεμβάσεων στην Επιχειρηματικότητα είναι σαφείς και ορισμένες καθώς θα
δημιουργηθούν νέες βιώσιμες επιχειρήσεις (ΝΕΕ) ή θα ενισχυθούν οι ήδη υπάρχουσες.
Οι Προτεινόμενες Παρεμβάσεις θα ενισχύσουν τις ικανότητες των μελών της Ομάδας-Στόχου για ανάπτυξη αυτοδύναμης
επιχειρηματικής πρωτοβουλίας, ενώ παράλληλα θα βελτιώσουν της οικονομίας της Περιοχής Παρέμβασης μέσα από τη
δημιουργία νέων Επιχειρήσεων για την Ομάδα-Στόχο ή την ενίσχυση των υφιστάμενων από αυτήν.
Τα ανωτέρω εξειδικεύονται στις εξής ειδικότερες επιπτώσεις:
> αύξηση των τοπικών επιχειρήσεων ή ενίσχυση των ήδη υφιστάμενων επιχειρήσεων,
> ενίσχυση των επιχειρήσεων του πρωτογενούς τομέα,
> στήριξη των μελών της Ομάδας-Στόχου της Περιοχής Παρέμβασης,
> δράσεις καταπολέμησης του κοινωνικοοικονομικού αποκλεισμού και συνεπώς της ανεργίας και της φτώχειας που
μαστίζει Ομάδα-Στόχο.
Ο πρωτογενής τομέας που περιγράφηκε ανωτέρω, εμφανίζει ολοένα αυξανόμενες προοπτικές εξέλιξης και στον τομέα
προώθησης, ενίσχυσης και δημιουργίας νέων επιχειρήσεων στην εν λόγω Περιοχή Παρέμβασης. Για το λόγο αυτό, και
λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες της εν λόγω περιοχής καθώς και τις δεξιότητες/ επαγγελματικές ικανότητες
της προκείμενης Ομάδας-Στόχου, θα δοθεί προτεραιότητα στη δημιουργία επιχειρήσεων και στην ενίσχυση των ήδη
υπαρχόντων, οι οποίες δραστηριοποιούνται στον συγκεκριμένο κλάδο.
Με τις Προτεινόμενες Παρεμβάσεις καθίσταται εφικτή η ενίσχυση της τοπικής αγοράς εργασίας και συγχρόνως η
καταπολέμηση του κοινωνικοοικονομικού αποκλεισμού της Ομάδας-Στόχου, με ένα τρόπο που είναι πολυδιάστατα
θετικός και ωφέλιμος. Και τούτο διότι, δεδομένου ότι η οικονομία της Περιοχής Παρέμβασης χρήζει πρόσθετης στήριξης
και ενίσχυσης από νέες δυναμικές επιχειρήσεις που θα διαθέτουν τον κατάλληλο υλικοτεχνικό εξοπλισμό και το
κατάλληλα καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό, η προκείμενη ενίσχυση της Ομάδας-Στόχου, υπόσχεται την
πραγματοποίηση αυτής της προσδοκίας.
4. ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ/ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΟ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Από την εφαρμογή των Προτεινόμενων Παρεμβάσεων επιτυγχάνεται σε μεγάλο βαθμό η αντιμετώπιση κοινωνικών
αναγκών της Ομάδας-Στόχου και προβλημάτων που αντιμετωπίζει, κατά την διαδικασία κοινωνικής και εργασιακής της
ενσωμάτωσης.
Και τούτο διότι, πρωταρχική επιδίωξη των Προτεινόμενων Παρεμβάσεων, είναι ως επί το πλείστον η καταπολέμηση των
ανισοτήτων των ευπαθών κοινωνικά ομάδων στην Περιοχή Υλοποίησης, και ειδικότερα της Ομάδας-Στόχου.
Ειδικότερα, προβλέπονται ολοκληρωμένες εναλλακτικές προσεγγίσεις των κοινωνικών προβλημάτων της Ομάδας-Στόχου
και την υποστήριξή της στην αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτών. Ως τέτοιες προσεγγίσεις προτείνονται:
- η εξατομικευμένη παροχή υπηρεσιών λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις ανάγκες και ιδιαιτερότητες της Ομάδας-Στόχου,
- οι ομαδικές συνεδρίες με στόχο την ανάπτυξη της επικοινωνίας, τη διαχείριση συναισθημάτων, κ.α.,
- H οριζόντια προσέγγιση της Ομάδας-Στόχου, η οποία διασφαλίζει την άμβλυνση των ανισοτήτων.
Οι Προτεινόμενες Παρεμβάσεις θα εξασφαλίσουν την ουσιαστική παρέμβαση στην Ομάδα-Στόχο, την πραγματική
ενδυνάμωση, εμψύχωση και ενίσχυση των επαγγελματικών της δεξιοτήτων, κατά τέτοιο τρόπο που να δύναται η ίδια η
Ομάδα-Στόχο να λαμβάνει αποφάσεις, να ενεργοποιείται κοινωνικά και αυτοδύναμα ενάντια στα κοινωνικά της
προβλήματα (κοινωνικός αποκλεισμός κλπ.) και να εντάσσεται χωρίς προβλήματα σε βιώσιμες και ανταγωνιστικές θέσεις
εργασίας. Άλλωστε, οι Προτεινόμενες Παρεμβάσεις εξασφαλίζουν την ενίσχυση τομέων, πρόληψης στην αντιμετώπιση
116
προβλημάτων και κοινωνικού αποκλεισμού, επαρκούς ενημέρωσης των μελών της Ομάδας-Στόχου και κατοίκων της
Περιοχής Παρέμβασης, ουσιαστικής συμμετοχής των τελευταίων για την επίλυση και αποκατάσταση ζητημάτων που τα
αφορούν άμεσα ως ενεργούς πολίτες.
Οι θετικές επιπτώσεις των Προτεινόμενων Παρεμβάσεων επεκτείνονται επίσης:
- Στο οικογενειακό και άμεσα κοινωνικό και εργασιακό περιβάλλον, που θα επηρεασθεί θετικά από τη βελτίωση της
θέσης της Ομάδας-Στόχου.
- Στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, και κυρίως στην Ομάδα-Στόχου, επειδή η τεχνογνωσία που θα προκύψει με τις
Προτεινόμενες Παρεμβάσεις, θα αποτελέσει αξιοποιήσιμο εργαλείο για την υποστήριξη ευρύτερων τμημάτων του
ενεργού πληθυσμού.
- Σε κοινωνικούς, δημοτικούς και μη κυβερνητικούς φορείς, οι οποίοι θα ωφεληθούν από τα αποτελέσματα και την
τεχνογνωσία που θα προκύψουν από την υλοποίηση των Προτεινόμενων Παρεμβάσεων, σε σχέση με τις ανάγκες, τις
δυνατότητες και τις προοπτικές απασχόλησης των μελών της Ομάδας-Στόχου.
Συνοψίζοντας τις θετικές επιπτώσεις των Προτεινόμενων Παρεμβάσεων στο Κοινωνικό Περιβάλλον της Ομάδας-Στόχου,
διαπιστώνουμε ότι θα επιτευχθούν τα ακόλουθα συγκεκριμένα αποτελέσματα:
- ενίσχυση της επιχειρηματικής δραστηριότητας της Ομάδας-Στόχου, εναρμονισμένη με τις ανάγκες της τοπικής αγοράς
εργασίας σε τομείς του πρωτογενούς τομέα,
- ενίσχυση και ενδυνάμωση της προσωπικότητάς τους σχετικά με τις επαγγελματικές δεξιότητες/ ικανότητες που θα
αποκτήσουν και η συμβολή αυτών στην επίλυση ψυχο-κοινωνικών προβλημάτων που τους οδηγούν στο περιθώριο της
τοπικής κοινωνίας,
- ενίσχυση τους συναισθήματος της ευθύνης και ικανότητας στη διεκπεραίωση αναληφθέντων εργασιών που τους
καθιστά περισσότερο ευπρόσδεκτους και κοινωνικά αποδεκτούς
- βελτίωση της θέσης των μελών των οικογενειών της Ομάδας-Στόχου και της στάσης τους απέναντι στα κοινωνικά
θέματα και τη ζωή,
- απελευθέρωση των συναισθημάτων και την ενεργοποίηση έκφρασης, λόγου και κίνησης, που διευκολύνεται μέσα από
την άσκηση εργασίας και ανάπτυξη επαγγελματικών προσδοκιών,
- ενίσχυση του επιχειρηματικού πνεύματος της Ομάδας-Στόχου και της προσαρμοστικότητας τους στις σύγχρονες
ανάγκες της εργασίας και της εργονομίας
- βελτίωση του κριτικού τρόπου σκέψης και της ανάληψης πρωτοβουλιών,
- κατάρριψη στερεοτύπων και αλλαγή στάσεων και συνείδηση των πολιτών απέναντι στις ικανότητες και δεξιότητες των
μελών της Ομάδας-Στόχου που υπάγονται σε ειδικές κοινωνικές ομάδες και λειτουργούν δικές τους επιχειρήσεις,
- αναβάθμιση, μέσω όλων των ανωτέρω, της κοινωνικής και οικονομικής θέσης της Ομάδας-Στόχου στην εν λόγω Περιοχή
Παρέμβασης,
- επέκταση της κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας της Περιοχής Παρέμβασης, σε τομείς με επίκεντρο τον
πρωτογενή τομέα, της μείωσης του κοινωνικού αποκλεισμού και της βελτίωσης της ποιότητας ζωής της Ομάδας-Στόχου.
117
ΣΤ. ΠΗΓΕΣ
ΕΣΠΑ 2007-2013 – Τελική έκδοση εγγράφου αναφοράς, Ιανουάριος 2007
ΕΠ «ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ» 2007-2013
Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα (ΠΕΠ) Προγραμματικής Περιόδου 2007-2013
Στοιχεία από την Εθνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), 2005-2011
Στοιχεία από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Ελλάδας (ΕΣΥΕ), 1991-2008
Στοιχεία από το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, 2007
Μελέτες ΕΚΕΠΙΣ, Πιστοποιημένα Επαγγελματικά Περιγράμματα, 2008
EUROSTAT, 2005-2008
Έρευνα Αγοράς με θέμα: «Ανάγκες των επιχειρήσεων σε ειδικότητες αιχμής για την τριετία 2005-2007», (ΣΕΒ),
2006
Έρευνα Αγοράς - Μελέτη με θέμα: «Ζήτηση Ειδικοτήτων και Δεξιοτήτων στην Ελληνική Αγορά Εργασίας.
Αποτελέσματα Έρευνας στις Ιδιωτικές Επιχειρήσεις», Εθνικό Παρατηρητήριο Απασχόλησης, 2006
Έκθεση για την Ελληνική Οικονομία, Price Waterhouse Coopers, 2006
Έκθεση με θέμα: «Παγκόσμιες Τάσεις Απασχόλησης των νέων για το 2004», Διεθνές Γραφείο Εργασίας (ΒΙΤ), 2006
Έρευνα Αγοράς και Μελέτη με θέμα: «Σύνδεση εξειδικευμένης συνεχιζόμενης κατάρτισης ανέργων με τις ανάγκες
των επιχειρήσεων», Metron Analysis για λογαριασμό του Υπουργείου Εργασίας & Κοινωνικών Ασφαλίσεων
Επαγγέλματα του μέλλοντος και του παρελθόντος – Προοπτικές επαγγελμάτων στην Ελλάδα και στις δεκατρείς
περιφέρειες της και επαγγελματικός προσανατολισμός, Θ. Κατσανέβας, Εκδόσεις Πατάκη, Απρίλιος 2003
«Περιφερειακοί Δείκτες Απασχόλησης και Ανεργίας», Εθνικό Παρατηρητήριο Απασχόλησης, Αύγουστος 2006
Μελέτη με θέμα « Διερεύνηση του δυναμισμού των επαγγελμάτων και των αναγκών κατάρτισης», ΕΠΑ,
Σεπτέμβριος 2006
Ανάλυση περιοχής παρέμβασης Τ.Π. άξονα 4-ΠΑΑ 2007-2013, ΕΤΑΛ Α.Ε.
Περιφερειακή Επετηρίδα, ΠΑΕΠ ΑΕ ΟΑΕΔ, 2006
ΙΝΕ/ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ,Ετήσια Έκθεση 2008
Έρευνα Εργατικού Δυναμικού, Υπουργείο Οικονομίας & Οικονομικών, Μάιος 2008
Δελτίο τύπου Γ.Γ. ΕΣΥΕ, Έρευνα εργατικού δυναμικού, Αύγουστος 2008
Στοιχεία, έρευνες και μελέτες Τμήματος Σχεδιασμού Προγραμμάτων και Γραφείου Στήριξης και Προώθησης στην
Απασχόληση ΔΙΟΝ ΕΠΕΚΑ, 2000-σήμερα
Έρευνα που εκπονήθηκε από την Β. Ανδρεαδέλλη στο πλαίσιο της διδακτορικής της διατριβής «Πρακτικοί κανόνες
υγιεινής στον αγροτικό χώρο, ως πεδίο συγκερασμού τοπικών και υπερτοπικών αντιλήψεων και αντιπαραθέσεων,
το παράδειγμα της Λέσβου» στο Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας & Επικοινωνίας του Πανεπιστήμιο Αιγαίου
118