ΠΑΚΓΠΖΣΕΙΖΟ ΖΩΑΚΚΖΚΩΚ ΣΙΕΙΑ ΒΖΟΘΟΓΖΗΩΚ ΓΦΑΡΙΟΓΩΚ & ΣΓΧΚΟΘΟΓΖΩΚ ΓΡΓΑΣΕΡΖΑΗΓ ΑΗΕΓΖ ΔΩΟΘΟΓΖΑ ΖΩΑΚΚΕ Δ. ΘΓΟΚΑΡΔΟ ΗΑΘΕΓΕΣΕ ΖΩΑΚΚΖΚΑ 2012 2 Περιεχόμενα Κανονισμός λειτουργίας εργαστηρίου Ζωολογίας ……………………………………..3 Εισαγωγή στην Ιστολογία.............................................................................................6 Υύλο πόγγοι (Porifera) ………………………………………………………………….19 Κλείδα προσδιορισμού των πιο κοινών σπογγων των Ελληνικών θαλασσών ………28 Υύλο κοιλεντερωτά ………………………………………………………………………..32 Κλείδα προσδιορισμού των πλέον κοινών κοιλεντερωτών της Ελλάδας …………….40 Δακτυλιοσκώληκες………………………………………………………………………….44 Ακοιλωματικά ζώα Υύλο Πλατυέλμινθες……………………………………………….. 68 Κλάση στροβιλιστικοί ……………………………………………………………...………68 Κλάση Σρηματώδεις …………………………………………………………………...…..78 Κλάση Κεστώδεις………………………………………………………………………….. 75 Υύλο Μαλάκια …………………………………………………………………………..….85 Κλαση Κεφαλόποδα ……………………………………………………………………….87 Υύλο Αρθρόποδα………………………………………………………………………….. 98 Υύλο Εχινόδερμα …………………………………………………………………………115 Κλάση Εχινοειδή …………………………………………………………………………115 Κλάση Ολοθουροειδή …………………………………………………………………….124 Υύλο Φορδωτά: Ιχθείς……………………………………………………………………..128 Ανατομία Ιχθύων ………………………………………………..……………….143 Υύλο Φορδωτά: Αμφίβια...................................................................................................155 Υύλο Φορδωτά: Θηλαστικά.....ανατομία επίμυος ……..................................................173 3 ΚΑΝΟΝΙΜΟ ΛΕΙΣΟΤΡΓΙΑ ΣΟΤ ΕΡΓΑΣΗΡΙΟΤ ΖΨΟΛΟΓΙΑ Σο Εργαστήριο Ζωολογίας ανήκει στο Σμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Σεχνολογιών και στεγάζεται στο πρώτο όροφο του κτηρίου Ε4. Εξυπηρετεί τις ανάγκες των εργαστηριακών ασκήσεων μαθημάτων συναφών με τη Ζωολογία. Για την πλέον εύρυθμη και άρτια διεξαγωγή των ασκήσεων θεωρούμε αναγκαία όχι μόνο την πληρέστερη οργάνωση του εργαστηρίου σε όργανα και υλικά αλλά και την συντήρηση του εξοπλισμού που διαθέτει η αίθουσα, καθώς και τη δέουσα προσοχή εκ μέρους των χρηστών. Με το φυλλάδιο που έχετε στα χέρια σας μπορείτε να γνωρίσετε τον πλήρη εξοπλισμό της θέσης σας, τις δυνατότητες καθώς και τα μέσα άσκησης και εκπαίδευσης που σας προσφέρουν το Σμήμα και το Εργαστήριο. Επιπλέον θα πρέπει να ενημερωθείτε για ορισμένες βασικές υποχρεώσεις σας. ΕΞΟΠΛΙΜΟ Α. Βασικός εξοπλισμός το εργαστήριο υπάρχουν διαθέσιμα για κάθε φοιτητή τα παρακάτω: 1. μικροσκόπιο 1. στερεοσκόπιο 2. τρυβλία petri 3. αντικειμενοφόροι πλάκες 4. καλυπτρίδες 5. χαρτί κουζίνας Β. Ατομικός εξοπλισμός Ο ατομικός εξοπλισμός αποτελεί τον προσωπικό σας εξοπλισμό τον οποίο προμηθεύεστε με ατομική σας φροντίδα, χρήση και επιβάρυνση. Υροντίζετε να τον φέρετε απαραίτητα μαζί σας κατά τη διεξαγωγή των εργαστηριακών ασκήσεων. 1. Βελόνες ανατομίας 2. Λαβίδα 3. Ισχυρό ψαλίδι ανατομίας με οξύληκτα άκρα 4. Νυστέρι ανατομίας με σειρά ανταλλακτικών λεπίδων 5. Εργαστηριακή ποδιά 4 6. Σετράδιο σημειώσεων και μολύβι 7. Σις σημειώσεις των εργαστηριακών ασκήσεων Έλεγχος Θέσης Πριν από την έναρξη της άσκησης παρακαλούμε να ελέγχετε πάντοτε την κατάστασης της θέσης εργασίας ως προς την πληρότητα, την λειτουργικότητα των οργάνων και των εργαλείων. Εάν κατά την πορεία της εργαστηριακής άσκησης διαπιστωθούν τυχόν φθορές, απώλειες ή βλάβες, που δεν αναφέρατε έγκαιρα, η ευθύνη θα βαρύνει εσάς τους ίδιους . Οι συνέπειες θα καθορίζονται από το Σμήμα και τον κανονισμό του και θα κυμαίνονται από απλή επίπληξη ως και οικονομική αποζημίωση των απωλειών ή των ζημιών που προκλήθηκαν. Ιδιαίτερη φροντίδα και συντήρηση απαιτείται στα όργανα ακριβείας, δηλαδή στο μικροσκόπιο και το στερεοσκόπιο. Για το λόγο αυτό παρακαλούμε να ελέγχετε και να διατηρείτε καθαρά: 1. Σους προσοφθάλμιους και αντικειμενικούς φακούς των οργάνων από σκόνη, ίχνη δακτυλικών αποτυπωμάτων, υπολείμματα κεδρέλαιου, κ.ά . 2. Σον πυκνωτή, την τράπεζα και το σώμα του οργάνου 3. Σην τράπεζα 4. Σα μόνιμα παρασκευάσματα Γενικές οδηγίες Για την καλύτερη λειτουργία του εργαστηρίου αλλά και για την δική σας ασφάλεια και εξυπηρέτηση προτείνουμε τις παρακάτω οδηγίες τις οποίες παρακαλούμε να μελετήστε, να τις κάνετε πράξη σεβόμενοι το Σμήμα, τον χώρο, το προσωπικό του εργαστηρίου τους συναδέλφους σας και την εκπαιδευτική διαδικασία. 1. Φρησιμοποιείστε και συντηρείστε τα όργανα (μικροσκόπιο και στερεοσκόπιο) σύμφωνα με τις οδηγίες χρήσης τους. 2. Κλείνετε τον διακόπτη λειτουργίας τους, όταν μεσολαβεί αρκετός χρόνος ανάμεσα σε διαδοχικές παρατηρήσεις 3. Για οποιαδήποτε επέμβαση στο μικροσκόπιο ή το στερεοσκόπιο απομακρύνετε το καλώδιο από την τροφοδοσία του ρεύματος 4. Μην σύρετε το μικροσκόπιο ή το στερεοσκόπιο πάνω στον πάγκο όταν αυτά είναι ανοικτά στο ρεύμα, υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να καταστραφούν οι λαμπτήρες. 5 5. Διατηρείτε πάντοτε καθαρό τον χώρο του πάγκου σας καθώς και όλα τα αντικείμενα και όργανα που χρησιμοποιήσατε κατά την άσκηση. 6. Κάνετε περισσότερο λειτουργικό το χώρο σας, αφήνοντας στον προθάλαμο του εργαστηρίου ότι δεν σας είναι χρήσιμο (τσάντες, μπουφάν) 7. Απενεργοποιείστε και αφήστε εκτός της αίθουσας τα κινητά σας τηλέφωνα 8. Δεν επιτρέπονται εντός της αίθουσας του εργαστηρίου αλλά ούτε και στους βοηθητικούς χώρους το κάπνισμα και τα είδη κυλικείου. 9. Αποφεύγετε τις άσκοπες μετακινήσεις εντός του εργαστηρίου 10. Να φοράτε πάντα τη λευκή ποδιά του εργαστηρίου. 11. Προσέχετε τους χειρισμούς σας με τα όργανα ανατομίας τόσο για σας τους ιδίους όσο και για τους συναδέλφους σας. ε περίπτωση ανάγκης ζητήστε τις πρώτες βοήθειες από το προσωπικό του εργαστηρίου 12. Αποφεύγετε να αναπνέετε χωρίς λόγο διάφορες χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στο εργαστήριο όπως: φορμόλη, ξυλόλη, οξέα κ.ά. Να κλείνετε τις φιάλες αμέσως μετά τη χρήση τους. 13. ε ορισμένες εργαστηριακές ασκήσεις χρειάζεται να φοράτε γάντια ανατομίας, σε αυτές τις περιπτώσεις θα σας τα παρέχει το προσωπικό του εργαστηρίου. 14. Πλύνετε τα χέρια σας στο τέλος κάθε άσκησης . 15. Πριν φύγετε τοποθετείστε με προσοχή τα είδη στη θέση τους , καθαρίστε τον εργαστηριακό πάγκο, απομακρύνετε τυχόν σκουπίδια, και οτιδήποτε άλλο χρησιμοποιήσατε κατά τη διάρκεια της άσκησης . ΑΝΣΙ ΕΠΙΛΟΓΟΤ Σο Σμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Σεχνολογιών έχει δημιουργήσει και εξοπλίσει τους χώρους του εργαστηρίου Ζωολογίας για την άσκηση των προπτυχιακών και μεταπτυχιακών φοιτητών και την καλύτερη εκπαίδευσή σας. Οι διδάσκοντες και το προσωπικό του εργαστηρίου είναι πρόθυμοι να συμβάλουν τα μέγιστα στην εκπαίδευση σας. Είναι απαραίτητη η συνεργασία των εκπαιδευόμενων με τους διδάσκοντες για την πλέον εποικοδομητική εκπαίδευση. Εκ του προσωπικού του Εργαστηρίου 6 Εργαστηριακή άσκηση: Εισαγωγή στην Ιστολογία. Ιστοί είναι δομές που αποτελούνται από ομάδες κυττάρων κοινής προέλευσης και συχνά όμοιας μορφολογίας. Οι συγκεκριμένες δομικές ιδιότητες του εκάστοτε ιστού καθορίζουν τις λειτουργίες του, η επιτέλεση των οποίων καθίσταται δυνατή χάρις ακριβώς στην ιδιαίτερη διάταξη των κυττάρων. Οντογενετικά, οι ιστοί σχηματίζονται με διαφοροποίηση από τις βλαστικές στοιβάδες του εμβρύου μέσω της διαδικασίες της ιστογένεσης. Οι τρεις βλαστικές στοιβάδες απεικονίζονται με σχηματικό τρόπο στην Εικόνα 1. Εικόνα 1. χηματισμός βλαστικών στοιβάδων στο έμβρυο. τον παρακάτω πίνακα αναφέρεται η εμβρυϊκή προέλευση των κύριων ιστών του σώματος: ΕΞΨΔΕΡΜΑ επιδερμίδα με τα παράγωγά της νευρικό σύστημα επίστρωση του γαστρεντερικού σωλήνα ΕΝΔΟΔΕΡΜΑ ήπαρ και πάγκρεας αναπνευστικό σύστημα ουροδόχος κύστη δερμίδα οστά και μύες ΜΕΟΔΕΡΜΑ απεκκριτικά όργανα λοιπός συνδετικός ιστός αίμα γονάδες 7 Ψς κύριες κατηγορίες ιστών διακρίνουμε τις εξής: 1. ΕΠΙΘΗΛΙΑΚΟ 2. ΤΝΔΕΣΙΚΟ 3. ΜΤΩΚΟ 4. ΝΕΤΡΙΚΟ 1. Επιθηλιακός ιστός Από φυλογενετικής απόψεως, τα επιθήλια αποτελούν την πιο αρχαία κατηγορία ιστών. Σο κύριο πλεονέκτημα που προσέφεραν στους πολυκυττάριους οργανισμούς είναι η δημιουργία φραγμών διαπερατότητας, πράγμα που επέτρεπε να ελέγχουν τη χημική σύσταση των διαμερισμάτων του σώματος που περιβάλλονταν από επιθήλια. Σα γενικά χαρακτηριστικά των επιθηλίων είναι η παρουσία του βασικού υμένα (βασικής μεμβράνης) από ίνες κολλαγόνου και στεγανών συνδέσεων, οι οποίες δεν επιτρέπουν τη δίοδο ύδατος και διαλυμένων μορίων ανάμεσα στα κύτταρα. Ελάχιστη μεσοκυττάρια ουσία περιβάλλει τα κύτταρα, ενώ, από λειτουργικής σκοπιάς, διακρίνουμε την κορυφαία μεμβράνη που βλέπει στον επενδυόμενο από επιθήλιο αυλό ή κοιλότητα και την πλαγιοβασική μεμβράνη, η οποία επικοινωνεί με τον υποκείμενο χώρο (Εικόνα 2). ΑΤΛΟ (ΚΟΙΛΟΣΗΣΑ) στεγανές συνδέσεις βασικός υμένας (ίνες κολλαγόνου) κορυφαία μεμβράνη πλαγιοβασική μεμβράνη ΤΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΙΣΟ Εικόνα 2. Σα κύρια χαρακτηριστικά των επιθηλίων. 8 Η μεταφορά ουσιών (απορρόφηση, έκκριση) μπορεί να αναφερθεί ως μια από τις κυριότερες λειτουργίες των επιθηλίων. Εκτός τούτου, άλλες σημαντικές λειτουργίες είναι η μηχανική προστασία των υποκείμενων ιστών, καθώς και η μετακίνηση υγρών σε διάφορους μικρούς αυλούς με χρήση των βλεφαρίδων της κορυφαίας μεμβράνης. Σέλος, ορισμένα επιθηλιακά κύτταρα έχουν τη δυνατότητα συστολής (μυοεπιθήλια). τον άνθρωπο, τέτοια κύτταρα βρίσκονται μόνο σε εκκριτικούς αδένες, υποθοηθώντας με τη συστολή τους την αδενική έκκριση. Σα επιθήλια συνήθως ταξινομούνται με βάση τα εξής ιστολογικά κριτήρια: μορφή κυττάρων (πλακώδες, κυβοειδές, κυλινδρικό) αριθμός κυτταρικών στοιβάδων (μονόστοιβο ή απλό, πολύστοιβο, ψευδοπολύστοιβο) εναπόθεση κερατίνης (κερατινοποιημένο, μη κερατινοποιημένο) Πρέπει να διευκρινιστεί, ότι τα λεγόμενα ψευδοπολύστοιβα επιθήλια επενδύουν συνήθως διατατά όργανα. την πραγματικότητα είναι μονόστοιβα, καθώς όλα τα κύτταρα επαφίενται με τον βασικό υμένα, αλλά φαίνονται πολύστοιβα επειδή τα κύτταρα έχουν διαφορετικό ύψος. Πλακώδες επιθήλιο Σα κύτταρα είναι πολύ λεπτά και πλατιά σε σχέση με το ύψος τους. Μονόστοιβο πλακώδες επιθήλιο (ενδοθήλιο) επενδύει τα αιμοφόρα αγγεία και λεμφαγγεία. Η επιθάνειά του είναι λεία και εμφανίζει ελάχιστη αντίσταση στη ροή του αίματος και της λέμφου (Εικόνα 3). Σα πολύστοιβα πλακώδη επιθήλια (Εικόνα 4) συνήθως προστατεύουν τους εν τω βάθει ιστούς, απαντώνται στο δέρμα, στον κόλπο, στο στόμα, στον οισοφάγο. υναντώνται τόσο κερατινοποιημένα, όσο και μη κερατινοποιημένα τέτοια επιθήλια. Κυβοειδές επιθήλιο Σα κύτταρα είναι σε σχήμα κύβου. υνήθως είναι μονόστοιβο, καθώς η κύρια λειτουργία του είναι έκκριση και απορρόφηση. Απαντάται στα νεφρικά σωληνάρια, μικρούς αγωγούς και αδένες (Εικόνα 5). 9 ΠΛΑΓΙΑ ΟΧΗ ΕΠΑΝΨ ΟΧΗ Εικόνα 3. Μονόστοιβο πλακώδες επιθήλιο. Εναπόθεση κερατίνης Εικόνα 4. Πολύστοιβα πλακώδη επιθήλια. 10 Εικόνα 5. Παραδείγματα απλού κυβοειδούς επιθηλίου. Κυλινδρικό επιθήλιο Σο ύψος των κυττάρων είναι μεγαλύτερο του πλάτους, τα κύτταρα έχουν υψηλό επίπεδο μεταβολισμού και μεγάλη εκκριτική ή απορροφητική ικανότητα. Απλό κυλινδρικό επιθήλιο απαντάται στο γαστρεντερικό σωλήνα και στο νεφρό (Εικόνα 6). Ψευδοπολύστοιβο κυλινδρικό επιθήλιο (Εικόνα 7) επιστρώνει την επιδιδυμίδα και τα απαγωγά σωληνάρια του νεφρού, καλύπτει την τραχεία, βρόγχους και τη ρινική κοιλότητα, όπου φέρει στην κορυφαία επιφάνεια βλεφαρίδες. Εικόνα 6. Απλό (μονόστοιβο) κυλινδρικό επιθήλιο. 11 Εικόνα 7. Χευδοπολύστοιβο κρωσσωτό κυλινδρικό επιθήλιο από την επιφάνεια της τραχείας. 2. υνδετικός ιστός Αποτελείται από κύτταρα τοποθετημένα σε μεσοκυττάρια ουσία, την οποία εκκρίνουν τα ίδια τα κύτταρα του συνδετικού ιστού. Η μεσοκυττάρια ουσία, κατά σειρά, αποτελείται από την υδαρή, ελαστική και ομοιογενή θεμέλια ουσία και από ίνες που μπορούν να είναι ελαστικές και μη ελαστικές (ίνες κολλαγόνου). Διάφοροι τύποι του συνδετικού ιστού διακρίνονται ως προς την παρουσία και την αναλογία των παραπάνω συστατικών. Ο συνδετικός ιστός καλύπτει, στηρίζει και προστατεύει διάφορα εσωτερικά όργανα, καθώς μπορεί να έχει και αρκετές εξειδικευμένες λειτουργίες. Από ευρύτερη σκοπιά, η εμφάνιση του συνδετικού ιστού επέτρεψε στα ζώα να δημιουργούν όργανα και με αυτόν τον τρόπο να διαφοροποιήσουν τις ζωτικές λειτουργίες τους. τον χαλαρό συνδετικό ιστό υπάρχουν σχετικά λίγα κύτταρα και λίγες ίνες (ελαστικές και μη) που έχουν ακανόνιστη διάταξη (Εικόνα 8). Αντίθετα, ο πυκνός συνδετικός ιστός (τένοντες, σύνδεσμοι) παρουσιάζει μεγάλη αφθονία μη ελαστικών ινών κολλαγόνου σε παράλληλη διάταξη (Εικόνα 9). Ψς παραδείγματα συνδετικού ιστού με εξειδικευμένες λειτουργίες, μπορούν να αναφερθούν ο λιπώδης ιστός με πολυγωνικά κύτταρα, εκτοπισμένους πυρήνες και πολύ λίγη μεσοκυττάρια ουσία (Εικόνα 10), και το αίμα (Εικόνα 11) που είναι ένας "υγρός" ιστός με αιωρούμενα κύτταρα και χωρίς ίνες. 12 Εικόνα 8. Φαλαρός συνδετικός ιστός. Εικόνα 9. Παραδείγματα πυκνού συνδετικού ιστού. 13 Εικόνα 10. Λιπώδης ιστός. Εικόνα 11. Επίχρισμα αίματος ανθρώπου. Φόνδρινος ιστός Μια ευρεία υποκατηγορία του συνδετικού ιστού αποτελεί ο στερεός αλλά παράλληλα εύκαμπτος χόνδρινος ιστός. Περιέχει και θεμέλια ουσία και διάφορους τύπους ινών. Σα κύτταρα βρίσκονται σε ευδιάκριτα θηλάκια βυθισμένα στη μεσοκυττάρια ουσία. Διακρίνουμε τον υαλώδη χόνδρο, που καλύπτει αρθρικές επιφάνειες, τον ελαστικό χόνδρο (π.χ. πτερύγιο του ωτός) και τον ινώδη χόνδρο (μεσοσπονδύλιοι δίσκοι). Ο υαλώδης χόνδρος (Εικόνα 12) περιέχει μεγάλη ποσότητα ινών κολλαγόνου, οι οποίες έχουν όμως την ίδια οπτική πυκνότητα με την θεμέλια ουσία και εξ αιτίας τούτου δεν μπορούν να διακριθούν στο μικροσκόπιο. Αντίθετα, στον ελαστικό χόνδρο, οι ελαστικές ίνες διατάσσονται ακανόνιστα ανάμεσα στα κύτταρα και μπορούν 14 να βαφούν με κατάλληλες χρωστικές (Εικόνα 13). Ο ινώδης χόνδρος έχει πολλά στρώματα ινών κολλαγόνου, αλλά η εμφάνιση της μεσοκυττάριας ουσίας είναι πιο σπογγώδης, σε σύγκριση με τον υαλώδη χόνδρο. Εικόνα 12. Ταλώδης χόνδρος. Εικόνα 13. Σομές από ελαστικό χόνδρο. 15 Οστίτης ιστός Ο οστίτης ιστός αποτελεί ουσιαστικά έναν χόνδρο, εμποτισμένο από ανόργανα άλατα, κυρίως με κρύσταλλα του υδροξυαπατίτη [Ca10(PO4)6(OH)2]. Περιέχει διάφορους τύπους κυττάρων (οστεοκύτταρα, οστεοβλάστες και οστεοκλάστες), ενώ οι ίνες κολλαγόνου έχουν την τυπική διάταξη σε πετάλια γύρω από κοιλότητες με οστεοκύτταρα. Ένα άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα του οστίτη είναι τα αβέρσεια κανάλια, μέσω των οποίων περνάνε αγγεία και νεύρα (Εικόνα 14). Εικόνα 14. Οστίτης ιστός. 16 3. Μσϊκός ιζηός Τα επηκήθε θύηηαξα ηνπ κπϊθνύ ηζηνύ – μςϊκέρ ίνερ – πεξηέρνπλ ηλίδηα αθηίλεο θαη κπνζίλεο θαη εμππεξεηνύλ ηε κπϊθή ζπζηνιή. Δηαθξίλνπκε ηξεηο βαζηθνύο ηύπνπο κπϊθνύ ηζηνύ πνπ πεξηγξάθνληαη παξαθάηω. Ο γπαμμωτόρ μςρ πεξηέρεη ραξαθηεξηζηηθέο γπαμμώσειρ πνπ πξνθύπηνπλ από ηελ απζηεξώο παξάιιειε δηάηαμε ηωλ ζπζηαιηώλ ηληδίωλ ηνπ (Εηθόλα 15). Οη κπϊθέο ίλεο ηνπνζεηνύληαη θαη απηέο παξάιιεια, είλαη πολςπύπηνερ θαη νη ππξήλεο βξίζθνληαη ζηελ πεξηθέξεηα ηεο ίλαο. Εθόζνλ νη γξακκωηνί κύεο πξνζθύνληαη ζηα νζηά, νλνκάδνληαη επίζεο σκελετικοί ή θαη εκούσιοι, θαζώο ε ζπζηνιή ηνπο ειέγρεηαη κε ηε βνύιεζε. Εικόνα 15. Γραμμωτός μυϊκός ιστός με πολυπύρηνες μυϊκές ίνες. Αντίθετα από τον γραμμωτό μυ, ο λείος μυς δεν εμφανίζει γραμμώσεις, επειδή η διάταξη των συσταλτών ινιδίων μέσα στα κύτταρα είναι ακανόνιστη. Οι μυϊκές ίνες 17 έχουν ατρακτοειδές σχήμα και ο προσανατολισμός δεν είναι αυστηρώς παράλληλος (Εικόνα 16). Οι λείοι μύες εξυπηρετούν διάφορα εσωτερικά όργανα και ως εκ τούτου ονομάζονται επίσης σπλαγχνικοί μύες. Η συστολή τους ρυθμίζεται από το αυτόνομο νευρικό σύστημα και δεν υπόκειται άμεσα σε συνειδητό έλεγχο. Εικόνα 16. Λείος μυς. Σέλος, ο καρδιακός μυς προέρχεται φυλογενετικά από τον λείο, αλλά, λόγω μεγάλου μηχανικού έργου, έχει αναπτύξει παράλληλη διάταξη ινιδίων ακτίνης και μυοσίνης και, επομένως, γραμμώσεις (Εικόνα 17). Εντούτοις, οι μυϊκές του ίνες έχουν πολύ μικρότερο μέγεθος από τις σκελετικές και είναι μονοπύρηνες. Σα κύτταρα επικοινωνούν μεταξύ τους με στενές συνδέσεις (εμβόλιμοι δίσκοι) που επιτρέπουν την εξάπλωση ηλεκτρικών ώσεων στον ιστό του μυοκαρδίου. Εικόνα 17. Παρασκευάσματα καρδιακού ιστόυ, όπου φαίνονται εμβόλιμοι δίσκοι. 18 4. Νευρικός ιστός Από δομικής και λειτουργικής άποψης, ο νευρικός ιστός διακρίνεται σε νευρικά κύτταρα ή νευρώνες και σε νευρογλοιακά κύτταρα ή νευρογλοία. Οι νευρώνες κωδικοποιούν την εξωτερική και την εσωτερική πληροφορία, παράγοντας διακυμάνσεις του δυναμικού της μεμβράνης (δυναμικά ενέργειας και ηλεκτροτονικές αποκρίσεις). Σα κύτταρα της νευρογλοίας δεν συμμετέχουν άμεσα στην επεξεργασία της πληροφορίας, αλλά επιτελούν πολλές άλλες σημαντικές λειτουργίες: στήριξη, ρύθμιση της χημικής σύστασης του εξωκυττάριου υγρού, αιματο-εγκεφαλικός φραγμός, μεταβολικές διεργασίες κλπ. Ένα παράδειγμα παρασκευάσματος νευρικού ιστού μπορείτε να δείτε στην Εικόνα 18, όπου φαίνονται έντονα χρωματισμένα κυττάρικά σώματα των νευρώνων. Εικόνα 18. Νευρικά κύτταρα σε μεγάλη μεγέθυνση. 19 ΕΡΓΑΣΗΡΙΑΚΗ ΑΚΗΗ ΥΤΛΟ: ΠΟΓΓΟΙ (PORIFERA) Γενικά Οι σπόγγοι σε αντίθεση με τα πρωτόζωα είναι πολυκύτταροι ζωικοί οργανισμοί (Μετάζωα). Διαφέρουν από όλους τους άλλους πολυκύτταρους οργανισμούς από το γεγονός ότι τα κύτταρά τους δεν είναι διατεταγμένα ώστε να σχηματίζουν σταθερούς ιστούς ή όργανα. Παρουσιάζουν τον απλούστερο τύπο οργάνωσης μεταξύ των μεταζώων – κυτταρικό επίπεδο οργάνωσης-. Οι σπόγγοι ή ποροφόρα περιλαμβάνονται στα κατώτερα μετάζωα. Έχουν σώμα διάτρητο από πόρους, αγωγούς και κοιλότητες μέσω των οποίων διέρχεται συνεχώς νερό. Έχουν βρεθεί περίπου 5000 είδη σπόγγων, εξ αυτών το 95% είναι θαλάσσια. την Ελλάδα έχουν καταγραφεί 132 είδη σπόγγων. Μορφολογία Σο σώμα των σπόγγων αποτελείται από αθροίσματα κυττάρων τα οποία συνδέονται μεταξύ τους χαλαρά. Έχουν απλή κυτταρική οργάνωση, στερούνται οργάνων. Όλες οι σωματικές τους λειτουργίες πραγματοποιούνται από κύτταρα που διατηρούν μια σχετική αυτονομία. Σα κύτταρα ουσιαστικά βρίσκονται μέσα σε ένα πρωτεϊνικό ζελατινώδες υλικό (κολέγχυμα, μεσογλοία). Ο σκελετός είναι μια χαρακτηριστική δομή της μεσογλοίας, ο οποίος εκκρίνεται από ειδικά κύτταρα τους σκληροβλάστες. Σα σκελετικά στοιχεία διακρίνονται σε οργανικά και ανόργανα. Σο σώμα τους υποστηρίζεται από έναν σκληρό σκελετό ο οποίος αποτελείται από οργανικό και ανόργανο υλικό. Ο οργανικός σκελετός αποτελείται από κολλαγόνο (μια μορφή κολλαγόνου με ευμεγέθεις ίνες είναι η σπογγίνη). Ο μη οργανικός σκελετός (ανόργανος) αποτελείται από ακίδες ανθρακικού ασβεστίου και διοξειδίου του πυριτίου. Οι σπόγγοι είναι οργανισμοί που συναντώνται κυρίως στο θαλασσινό νερό και ζουν προσκολλημένοι σε στερεά αντικείμενα. Σο σχήμα του σώματός τους ποικίλει σε μέγεθος (από λίγα χιλιοστά μέχρι και δυο μέτρα διάμετρο) και σχήμα (Εικ. 1,2 και 3). Η μορφή τους επηρεάζεται σε κάποιο βαθμό από τις συνθήκες του περιβάλλοντος στο οποίο ζουν, από την παρουσία ρευμάτων και κυμάτων, από τη μορφή του υποστρώματος, με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται μεγάλη ποικιλότητα ακόμη και μεταξύ των ατόμων του ίδιου είδους. Ορισμένα είδη εμφανίζουν ακτινωτή συμμετρία αν και τα περισσότερα είδη δεν έχουν συμμετρία. 20 το σώμα τους διακρίνονται πολυάριθμοι αγωγοί και πόροι μέσα από τους οποίους διέρχεται το νερό. Ο μεγαλύτερος πόρος είναι γνωστός με το όνομα osculum (στόμιο εξόδου), ενώ οι μικρότεροι ostia (πλευρικοί, δερμικοί πόροι) (Εικ. 1,2 και 3) . το σώμα των σπόγγων διακρίνονται μαστιγοφόρα κύτταρα, τα χοανοκύτταρα, τα οποία με την κίνηση των μαστιγίων τους οδηγούν το νερό μέσα από ένα δίκτυο αγωγών και διαμερισμάτων. Με την κίνηση των μαστιγίων τα χοανοκύτταρα συλλαμβάνουν μικρά σωματίδια τροφής και τα οποία εγκολπώνουν. Καθώς οι σπόγγοι είναι ουσιαστικά ακίνητοι μια σειρά από βιολογικές λειτουργίες τους όπως η τροφοληψία, η αναπαραγωγή, η ανταλλαγή αερίων, απομάκρυνση προϊόντων μεταβολισμού εξαρτώνται από την χαμηλής πίεσης ροή νερού που προκαλείται από τα μαστίγια των χοανοκυττάρων. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι οι σπόγγοι είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι στην ρύπανση και στη παρουσία ιζήματος τα οποία εμποδίζουν το ευαίσθητο σύστημα των πόρων και των αγωγών και κατά συνέπεια δυσχεραίνουν μια σειρά από βιολογικές λειτουργίες. Διακρίνονται τρεις τύποι οργάνωσης του σώματος του σπόγγου: Εικόνα 1. Ασκονοειδής τύπος σπόγγου Α) Ο ασκονοειδής, σε αυτούς τους σπόγγους τα ποροκύτταρα συνδέουν κατευθείαν το εξωτερικό περιβάλλον με το σπογγοκοίλωμα (π.χ. Leucosolenia). Σο σπογγοκοίλωμα είναι ιδιαίτερα μεγάλο, σε σχέση με το μέγεθος του σπόγγου, ενώ δεν διακρίνονται διαμερίσματα (Εικ. 1). Η απλούστερη οργάνωση των σπόγγων παρατηρείται στον ασκονοειδή τύπο ο οποίος συναντάται στα νεαρά άτομα των ασβεστόσπογγων του γένους Clathrina. Σο σώμα του 21 ασκονοειδούς τύπου σπόγγου μοιάζει με ασκό, βρίσκεται προσκολλημένος με έναν από τους δυο πόλους του και αποτελείται από δύο στιβάδες κυττάρων. Σο σπογγοκοίλωμα επενδύεται από κύτταρα, τα οποία καλύπτουν τις τριακτινωτές βελόνες που παράγονται από τους σκληροβλάστες. Ευμεγέθεις ενδοκυττάριοι δερμικοί πόροι με τη μορφή βραχέων αγωγών και επιτρέπουν στο σπογγοκοίλωμα να επικοινωνεί με το εξωτερικό περιβάλλον. Σα χοανοκύτταρα με τη κίνηση των μαστιγίων τους προκαλούν ροή νερού από το σπογγόκοιλο προς το στόμιο εξόδου. Β) Ο συκονοειδής ο οποίος προήλθε από εγκολπώσεις του σωματικού περιβλήματος ενός ασκονοειδούς τύπου (Sycon, Scypha). Σο σπογγοκοίλωμα περιφερειακά διαιρείται σε επιμέρους διαμερίσματα, αυξάνοντας κατά συνέπεια την συνολική επιφάνεια που είναι επενδεδυμένη με χοανοκύτταρα (Εικ. 2). Εικόνα 2. υκονοειδής τύπος σπόγγου το συκονοειδή τύπο, το τοίχωμα του σώματος είναι παχύτερο, σε αυτό υπάρχουν πλευρικές εκπτυχώσεις της κοιλότητας, ακτινοειδώς διαταγμένες, με μορφή μικρών κολπωμάτων, τα οποία ονομάζονται πλευρικά κολπώματα. Οι εξωτερικοί «δερμικοί» πόροι οδηγούν είτε απ' ευθείας στα πλευρικά κολπώματα, είτε στα προσαγωγά σωληνάρια, που συγκοινωνούν με μικρούς πόρους προς τα πλευρικά κολπώματα. Αυτά επενδύονται από χοανοκύτταρα και επικοινωνούν με ευρέα ανοίγματα με την κεντρική κοιλότητα, η οποία επενδύεται από πλακώδες επιθήλιο. Σο νερό εισέρχεται δια μέσου των δερμικών πόρων στα ακτινωτά σωληνάρια προωθείται προς τα πλευρικά κολπώματα, απ' όπου ωθείται με τα μαστίγια των χοανοκυττάρων στο σπογγόκοιλο, την κεντρική κοιλότητα και αποβάλλεται στο εξωτερικό περιβάλλον μέσω των στομίων εξόδου. 22 το συκονοειδή τύπο σπόγγου ο αριθμός των χοανοκυττάρων είναι μεγαλύτερος σε σχέση με τον ασκονοειδή, εξαιτίας του σχηματισμού πλευρικών εκπτυχώσεων με τη μορφή μικρών κολπωμάτων, των ακτινωτών κολπωμάτων, τα οποία επενδύονται από χοανοκύτταρα. Εικόνα 3. Λευκονοειδής τύπος σπόγγου Γ) Ο λευκονοειδής τύπος, ο οποίος είναι περισσότερο πολύπλοκος, παρατηρούνται επιμέρους εγκολπώσεις σε κάθε μια εγκόλπωση (Εικ. 3). ε αυτό τον τύπο το σπογγοκοίλωμα έχει αντικατασταθεί από ένα πολύπλοκο δίκτυο καναλιών και βλεαριδοφόρων διαμερισμάτων. Εικόνα 4. Μορφή σώματος και κυκλοφορία νερού σε ένα ασκονοειδή σπόγγο Ο προσδιορισμός των σπόγγων βασίζεται στη μορφή και στη διάταξη των σκελετικών τους στοιχείων. Είναι προτιμότερο τα εξωτερικά μορφολογικά τους γνωρίσματα, όπως η μορφή των στομίων εξόδου του νερού, το χρώμα τους να εξετάζονται πριν από την 23 στερέωσή τους. Σα δείγματα στερεώνονται σε διάλυμα φορμόλης 4 -10 % και συντηρούνται σε διάλυμα αλκοόλης 70-80 %. Σα σκελετικά στοιχεία είναι από ανθρακικό ασβέστιο, διοξείδιο του πυριτίου ή σπογγίνη (ινώδης πρωτεΐνη). Αυτά είναι διαφόρων μορφών και σχημάτων όπως φαίνονται στις εικόνες 6, 7 και 8. Εικόνα 5. Φοανοκύτταρα Εικόνα 6. κληροβλάστες, σκελετικά στοιχεία 24 Εικόνα 7. κελετικά στοιχεία των σπόγγων: 1. Ακανθόστυλος, 2. τύλος, 3. Συλόστυλος, 4. Ακανθοξεία, 5. Οξεία, 6. Συλώδης, 7. Αμφιστρόγγυλος, 8. Ακανθοστρόγγυλος, 9. Δίαινα, 10. Προτρίανα 11. Ανατρίαινα, 12. Σρίαινα, 13. Άγκυρα, 14. Ισοάγκυρα, 15. Αμφίδισκος, 16. Δέσμη, 17. Αξακτινωτός, 18. Σελικό στάδιο ρομβοειδούς δεσμού, 19. Πλαγιοτρίαινα, 20. φαιροαστέρας, 21. Φηλοτρίαιανα, 22. φαιροαστέρας, 23. τρογυλαστέρας, 24. τερεαστέρας, 25. ανιδαστέρας, 26. Οξυαστέρας, 27. πειραστέρας, 28. Αμφιαστέρας, 29. Σριακτινωτός σκληρίτης, 30. Αρχικό στάδιο δεσμού, 31. Ισόχηλη παλαμοειδής, 32. Ανισόχηλη παλαμοειδής, 33. Σοξοειδής, 34. Άγκιστρο ή σίγμα, 35. Πολυαστέρας, 36. Οξυαστέρας, 37. Οξυαστέρας. 25 Εικόνα 8. Διάφορες μορφές ακίδων που συναντώνται στους σπόγγους http://www.ucmp.berkeley.edu/porifera/porskel.html Μελέτη των σκελετικών στοιχείων των σπόγγων. Για τη μελέτη των σκελετικών στοιχείων των σπόγγων ακολουθούμε η παρακάτω διαδικασία: Σοποθετούμε ένα μικρό κομμάτι σπόγγου σε έναν δοκιμαστικό σωλήνα , στη συνέχεια ρίχνουμε μια μικρή ποσότητα υποχλωριώδους νατρίου (NaOCl). Μετά από λίγο αρχίζουν να σχηματίζονται φυσαλίδες. Α. Σο υποχλωριώδες νάτριο οξειδώνει την οργανική ύλη προς σχηματισμό δι- οξειδίου του άνθρακα και νερού, αφήνει όμως ανεπηρέαστους τους σκληρίτες. Μετά την επεξεργασία γεμίζουμε το δοκιμαστικό σωλήνα με νερό, αφήνουμε κάποιο χρονικό διάστημα ώστε να πέσουν στον πυθμένα του σωλήνα τα σκελετικά στοιχεία ή για συντομία χρόνου φυγοκεντρούμε το δείγμα. τη συνέχεια απομακρύνουμε το υπερκείμενο υγρό με προσοχή ώστε να παραμείνουν στον πυθμένα τα σκελετικά στοιχεία. Σέλος μεταφέρουμε ένα δείγμα των σκελετικών στοιχείων σε μια αντικειμενοφόρο πλάκα και αφού τοποθετήσουμε μια καλυπτρίδα παρατηρούμε στο μικροσκόπιο. Β. Σοποθετούμε ένα μικρό κομμάτι σπόγγου σε ένα δοκιμαστικό σωλήνα. τη συνέχεια ρίχνουμε μικρή ποσότητα υδροχλωρικού οξέως 5% (ή νιτρικού οξέως). Σο υδροχλωρικό οξύ αντιδρά με το ανθρακικό ασβέστιο προς διαλυτό χλωριούχο ασβέστιο διοξείδιο του άνθρακα, με αποτέλεσμα να διαλύονται και οι σκληρίτες που αποτελούνται από ανθρακικό ασβέστιο. Ενώ αν ο σπόγγος περιέχει σκληρίτες από διοξείδιο του πυριτίου αυτοί μένουν ανεπηρέαστοι. 26 Α Β Γ Εικόνα 9. Ιστολογικό παρασκεύασμα από το είδος Grantia. Α περιφερειακά κανάλια , Β Φοανοκύτταρα, Γ. πογγοκοίλωμα Σαξινόμηση Οι σπόγγοι ταξινομούνται σε τέσσερις κλάσεις ανάλογα με την χημική σύνθεση των σκελετικών στοιχείων τους. Κλάση : Ασβεστόσπογγοι (Calcarea). ε αυτή την κλάση περιλαμβάνονται οι σπόγγοι των οποίων οι σκελετικές ακίδες είναι από CaCO3 . Γενικά είναι μικρού μεγέθους σπόγγοι και συναντώνται σε σχετικά μικρά βάθη. Σάξη : Calcinia Σάξη: Calcaronia Κλάση: Ταλόσπογγοι (Hexactinellida). ε αυτή τη κλάση ανήκουν σπόγγοι των οποίων τα σκελετικά στοιχεία είναι εξακτινωτά ή τριακτινωτά. Σα τελευταία συχνά ενώνονται και σχηματίζουν δίκτυο. Οι σπόγγοι αυτοί συναντώνται συνήθως σε μεγάλα βάθη. Σάξη: Amphidiscophora Σάξη: Hexasterophora Κλάση: Δημόσπογγοι( Demospongiae). ε αυτή την κλάση ανήκουν σπόγγοι στο σώμα των οποίων διακρίνονται ακίδες πυριτικές, δίκτυο σπογγίνης ή και τα δυο.. Οι σπόγγοι αυτοί συνήθως έχουν λευκονοειδή μορφή. Εδώ ανήκει και ο κοινός σπόγγος (Spongia sp.) καθώς και οι σπόγγοι της οικογένειας των Spongillidae που ζουν στα εσωτερικά νερά. Σάξη: Homoscleromorpha Σάξη: Tetractinomorpha Σάξη: Ceractinomorpha Κλάση: κληρόσπογγοι ( Sclerospongiae ). ε αυτή την κλάση ανήκουν σπόγγοι στο σώμα των οποίων διακρίνονται και οι τρεις τύποι ακίδων. 27 Βιβλιογραφία Κούκουρας Θ. , Βουλτσιάδου –Κούκουρα, Ε. 1999. πόγοι Κοιλεντερόζωα. το Ζωολογία Ι Εργαστηριακές ασκήσεις. Α. Π.Θ. Τπηρεσία Δημοσιευμάτων. ελ. 226. Λαζαρίδου- Δημητριάδου Μ. Γενική Ζωολογία. Εκδόσεις Γιαχούδη-Γιαπούλη. Θεσσαλονίκη. ελ. 504. Barnet, J. & C. M. Yonge. 1985. Collins pocket guide to the Seashore. Collins, London. pp272 Campbell, A.C. 1980. The Hamlyn guide to: The Seashore and Shallow Seas of Britain and Europe. Hamlyn, London. 28 Κλείδα προσδιορισμού των πιο κοινών σπόγγων των Ελληνικών θαλασσών 1 κελετός από ανθρακικό ασβέστιο 2 κελετός από διοξείδιο του πυριτίου, ή σπογγίνη ή συνδυασμός και των δυο ή χω- 3 ρίς σκελετό 2 Μορφή σωλήνων με διάμετρο όχι μεγαλύτερη των 2 mm που είναι σχεδόν πάντοτε διακλαδισμένοι και συχνά αναστομώνονται. Ασκονοειδής τύπος οργάνωσης. Clathrina coariacea Μορφή κυλινδρική, ωοειδής ή σφαιρική με ένα κεντρικό σπογγοκοίλωμα. Σύπος οργάνωσης συκονοειδής. 3. Φωρίς σκελετό. υμπαγής μορφή με σκληρή σύσταση, χρώμα σκούρο καστανό ή βιολετί 4 Sycon raphanus Chondrosia reniformis Με σκελετό από πυριτικούς σκληρίτες ή σπογγίνη ή συνδυασμό και των δυο. 4 Με σκελετό από πυριτικούς σκληρίτες που συνοδεύονται ή όχι από ποικίλη ποσό- 5 τητα σπογγίνης. κελετός μονό από σπογγίνη 5 13 κελετός αποκλειστικά από μικρόσκληρους σκληρίτες και συγκεκριμένα αστέρες. Μορφή μικρών συσσωματωμάτων, χρώματος καφέ. Chondrilla nucula κελετός όχι μόνο από μικρόσκληρους σκληρίτες. 6 6 κελετός με μεγάσκληρους τετρακτινικούς σκληρίτες (τρίαινες) αστέρες και ένα επιφανειακό στρώμα από στερεαστέρες. Geodia cydonium Φωρίς τετρακτινικούς μεγάσκληρους σκληρίτες 7 7 χήμα σφαιρικό, χρώμα κίτρινο πορτοκαλί, ευδιάκριτος φλοιός. κελετός από δέσμες σκληριτών ακτινωτά τοποθετημένων από το κέντρο προς την επιφάνεια. Μεγάσκληροι σκληρίτες: στύλοι και οξείες. Μικρόσκληρες : αστέρες Tethya aurantium Δεν υπάρχουν όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά 8 κελετός από τυλόστυλους και μικροστρόγγυλους κεντροτυλώδεις σκληρίτες. Μορφή συμπαγής, σύσταση μαλακή και ελαστική 9 8 Ficulina ficus κελετός χωρίς μικροστρόγγυλους κεντροτυλώδεις σκληρίτες 9 κελετός από στύλους και /ή στρογγύλες και / ή οξείες χωρίς μικρόσκληρα σκελε- 10 τικά στοιχεία κελετός από διάφορους μεγάσκληρους και διάφορους μικρόσκληρους σκληρίτες 10 12 ύσταση πολύ σκληρή και εύθρυπτη, χρώμα ποικίλο, από λευκό μέχρι σκούρο ιώδες. Μορφή συμπαγής. κελετός μόνο από οξείες ακίδες τοποθετημένες σε δίκτυο Petrosia ficiformis ύσταση όχι σκληρή. κελετός χωρίς οξείες ή όχι μόνο από οξείες ακίδες. 11 Μορφή δενδροειδής, με κλάδους που σπάνια αναστομώνονται και σχετικά μεγάλο 11 29 ύψος κορμού. Φρώμα κίτρινο ή πορτοκαλί. κελετός από πολυακιδικές γραμμές. Διακρίνονται στύλοι, οξείες και σε μικρά ποσοστά στρογγύλες οφιοειδές Axinella cannabina Μορφή κλάδων συχνά αναστομούμενων, όταν υπάρχει κορμός έχει μικρό ύψος. κελετός μόνο από στύλους που είναι τοποθετημένοι μέσα σε δίκτυο σπογγίνης 12 Styllaxinella stuposa κελετός από ακανθόστηλες και ακανθοξείες. Μορφή συμπαγής με λοβούς, χρώμα πορτοκαλί. ύσταση ανθεκτική και ελαστική Agelas oroides κελετός από υπότυλόστηλες, ανισόχηλες, σίγματα και τριχοδράγματα, μορφή συμπαγής, σχήμα ακανόνιστο. 13 Mycale massa Εκτός από το δίκτυο των κύριων ινών σπογγίνης, υπάρχουν και βοηθητικά ινίδια 14 σπογγίνης Φωρίς ινίδια 14 15 Κύριες ίνες της σπογγίνης με έγκλειστα ξένα σώματα (π.χ. κόκκους άμμου), χρώματος φαιού, καφεκίτρινου ή μαύρου, επιφάνεια καλυμμένη από κωνίδια μικρά και πυκνά τοποθετημένα Ircinia variabilis Κύριες ίνες σπογγίνης χωρίς έγκλειστα ξένα στοιχεία, χρώμα μαύρο, επιφάνεια καλυμμένη από κωνίδια σχετικά μεγάλα και αραιά τοποθετημένα 15 Ircinia foetica κελετός από ίνες σπογγίνης που διακρίνονται: σε κύριες, οι οποίες δε διακλαδί- 16 ζονται και περιέχουν έγκλειστα ξένα σώματα και σε δευτερεύουσες οι οποίες δεν περιέχουν έγκλειστα και παρουσιάζουν διακλαδώσεις και αναστομώσεις. πόγγοι με εμπορική αξία κελετός από μια κατηγορία ινών σπογγίνης που σχηματίζουν εσωτερικά μυελό, χρώμα κίτρινο που μετατρέπεται σε μαύρο μόλις το ζώο βγει από τη θάλασσα 16 Aplysina aerophora Μορφή κούπας ή βεντάλιας, στην επάνω επιφάνεια της οποίας είναι τοποθετημένα τα στόμια εξόδου του νερού και στην κάτω οι πόροι εισόδου του Spongia agaricina Μορφή συμπαγής, σχήμα ακανόνιστο, χρώμα μαύρο εξωτερικά και καφε-κόκκινο εσωτερικά Sponfia officinalis 30 Leucosolenia complicata Sycon raphanus Leucosolenia coriacea Sycon sp. Tethya aurantia Auxinella sp. Aplysina aerophora Ircinia sp. Grantia compressa Spongilla fluviatilis Mycale massa Spongia officinalis 31 32 ΕΡΓΑΣΗΡΙΑΚΗ ΆΚΗΗ: ΥΤΛΟ ΚΟΙΛΕΝΣΕΡΨΣΑ (COELENTERATA Η CNIDARIA) Γενικά Σα Κοιλεντερωτά είναι ζώα υδρόβια, ζουν στη θάλασσα, εκτός από μερικά είδη που συναντώνται στα εσωτερικά νερά. Μέχρι σήμερα έχουν περιγραφεί περίπου 10000 είδη. την Ελλάδα έχουν καταγραφεί 91 διαφορετικά είδη κοιλεντερωτών. Σα μέλη αυτού του φύλου είναι βενθικοί (προσκολλημένοι) ή πλαγκτονικοί οργανισμοί και ζουν μεμονωμένα ή σε αποικίες. Μέλη του φύλου των Κοιλεντερωτών είναι οι μέδουσες, οι θαλάσσιες ανεμώνες, η ύδρα και τα κοράλια. Σα κοιλεντερωτά έχουν διπλοβλαστικό τύπο σώματος, αυτό σημαίνει ότι το σώμα όπως και οι κεραίες αποτελούνται από δυο στοιβάδες κυττάρων, το ενδόδερμα (συχνά αναφέρεται και ως γαστροδερμίδα) και το εκτόδερμα (επιδερμίδα). Εικόνα 1. Φαρακτηριστική μορφή ενός ανθόζωου Μεταξύ των δυο στοιβάδων βρίσκεται η μεσογλοία ή μεσέγχυμα η οποία μπορεί να είναι από πολύ μικρή (όπως στην Hydra viridis) στην Ύδρα), ως και ιδιαίτερα μεγάλων διαστάσεων (όπως σε είδη της κλάσης των κυφοζώων). Σο σωματικό τους τοίχωμα ουσιαστικά είναι ένας σάκος ο οποίος περιβάλλει μια κοιλότητα, την γαστρεντερική κοιλότητα Εικόνα 2. Ακτινωτή συμμετρία των ανθοζώων (κοίλος + έντερο : κοιλεντερωτά). Η γαστρεντερική κοιλότητα επικοινωνεί με το εξωτερικό περιβάλλον μέσω της στοματικής κοιλότητας. το άκρο της γαστρεντερικής κοιλότητας υπάρχει το στοματικό άνοιγμα το οποίο περιβάλλεται από ένα δακτύλιο κεραιών. Οι κεραίες συχνά φέρουν κύτταρα με δη- 33 λητήριο, αυτό χρησιμοποιείται για τη σύλληψη της τροφής και για τη προστασία του οργανισμού. Η νηματοκύστη η οποία είναι και το βασικό χαρακτηριστικό του φύλου εκκρίνεται από το σύμπλεγμα Golgi ενός κυττάρου το οποίο ονομάζεται κνιδοκύταρο ή κνιδοβλάστης Εικ. 3). Όταν ένα ερέθισμα φυσικό ή χημικό κατάλληλης ισχύος επιδράσει στο κνιδοκύτταρο ώστε να το ερεθίσει, τότε από αυτό εξέρχεται ένας αγωγός μέσω του οποίου απελευθερώνονται τοξίνες στο θύμα. Εικόνα 3. Μορφολογία κνιδοκυττάρων και κνιδοκαψών. α. Διεισδυτικό κνιδοκύτταρο σε ηρεμία. β-δ διαδοχικά στάδια εκτίναξης του κνιδοκυνηματίου. ε,ζ προσκολλητικά , η,θ ελισσόμενα κνιδονημάτια. Σα μέλη του φύλου των Κοιλεντερωτών έχουν ακτινωτή συμμετρία. Σα κοιλεντερωτά παρουσιάζουν διμορφισμό. Εμφανίζονται δυο βασικοί τύποι δομής σώματος: Α) Η μορφή του πολύποδα : είναι προσκολλημένος στο υπόστρωμα. Η μορφή του συναντάται στα ώριμα κοράλλια, την ύδρα και στις θαλάσσιες ανεμώνες. Β) Η μορφή της μέδουσας η οποία είναι κολυμβητική. Η μορφή της μέδουσας παρουσιάζεται στις ώριμες πλανώμενες μορφές και στα ανώριμα άτομα πολύποδων. 34 Εικόνα 4. Μορφή σώματος των κοιλεντερωτών Διατροφή Σα κοιλεντερωτά είναι σαρκοφάγα, με τα κνιδοκύτταρα και τις κεραίες συλλαμβάνουν τη λεία τους. Εξαιτίας του γεγονότος ότι λίγα είδη μεδουσών (όπως οι κυβομέδουσες) έχουν αισθητήρια όργανα και ότι οι πολύποδες είναι οργανισμοί που ζουν προσκολλημένοι τα περισσότερα είδη των κοιλεντερωτών μάλλον είναι παθητικοί θηρευτές, δηλαδή τρέφονται με λεία η οποία φτάνει κοντά στις κεραίες τους. Ορισμένα είδη απορροφούν οργανική ύλη από το νερό. Η βλεφαριδοφόρος γαστροδερμίδα με τη δράση των βλεφαρίδων βοηθά στη κυκλοφορία του περιεχομένου της (τροφής, ενζύμων). Εικόνα 5. κίτσο ατόμου Hydra το οποίο συλλαμβάνει και μεταφέρει στο στοματικό του άνοιγμα ένα μικρό καρκινοειδές. Η τροφή που συλλαμβάνεται με τις κεραίες (Εικ. 5), μεταφέρεται στη στοματική κοιλότητα και από κει στη γαστρεντερική κοιλότητα. Η διάσπαση της τροφής αρχίζει 35 από τη στοματική κοιλότητα με τη βοήθεια ενζύμων και συνεχίζεται στην γαστρεντερική κοιλότητα. Η πέψη της τροφής αρχίζει εξωκυτταρικά και ολοκληρώνεται ενδοκυτταρικά στα κύτταρα της γαστροδερμίδας Εικόνα 6. Άτομο μέδουσας που συλλαμβάνει μικρό καρκινοειδές Απέκκριση Σα υπολείμματα της τροφής παραμένουν στην γαστρεντερική κοιλότητα, εκεί καταλήγει με διάχυση η αμμωνία και άλλα προϊόντα μεταβολισμού τα οποία στη συνέχεια αποβάλλονται από το στοματικό άνοιγμα. Αναπαραγωγή Είναι ζώα ερμαφρόδιτα ή γονοχωριστικά. Ο τρόπος αναπαραγωγής τους είναι αγενής (με εκβλάστηση) και εγγενής ( με σχηματισμό γαμετών). Παρατηρείται όμως εναλλαγή γενεών δηλαδή, από τους πολύποδες με εκβλάστηση σχηματίζονται νεαρές μέδουσες που κολυμπούν ελεύθερα και αφού ωριμάσουν παράγουν γεννητικά κύτταρα που με γονιμοποίηση δίνουν μια περιπλανώμενη προνύμφη (πλάνουλα). Αυτή προσκολλάται στο υπόστρωμα και σχηματίζει νέο πολύποδα. ε πολλές περιπτώσεις απουσιάζει ή είναι υποβαθμισμένη είτε η μορφή του πολύποδα είτε η μορφή της μέδουσας. 36 Κίνηση Σα Κοιλεντερωτά ζουν στο υδάτινο περιβάλλον, πλανώνται ή προσκολλούνται στο υπόστρωμα Εικόνα 7. Μετακίνηση της ύδρας Εικόνα 8. Εναλλαγή γενεών 37 Εικόνα 9. Σρόποι αναπαραγωγής μέδουσας Νευρικό σύστημα Σο νευρικό σύστημα αποτελείται από ένα δίκτυο νευρικών κυττάρων που βρίσκονται στο μεσέγχυμα ΤΣΗΜΑΣΙΚΗ ΚΑΣΑΣΑΞΗ ΣΨΝ ΚΟΙΛΕΝΣΕΡΨΣΨΝ Κλάση : Τδρόζωα ΣΑΞΗ : Τδρόμορφα ΣΑΞΗ : Γυμνοβλαστικά ΣΑΞΗ : Καλυπτοβλαστικά ΣΑΞΗ : Λιμνοϋδροειδή ΣΑΞΗ : Ακτινίδια ΣΑΞΗ : Πολύπορα ΣΑΞΗ : τυλαστέρια ΣΑΞΗ : Σραχύλινα α) Τπόταξη : Σραχυμέδουσες β) Τπόταξη : Ναρκομέδουσες ΣΑΞΗ : ιφωνοφόρα 38 Κλάση : Ανθόζωα Τπόκλαση: Οκτακοράλλια Α. ΣΑΞΗ : Παραφυαδοφόρα (Penatulacea) Β. ΣΑΞΗ : Αλκυονιοειδή (Alcyonacea) Γ. ΣΑΞΗ : τελεχοφόρα (Stolonifeara) Δ. ΣΑΞΗ : Γοργονιοειδή (Gorconacea) Τπόκλαση : Εξακοράλλια (Hexacorallia) Α. ΣΑΞΗ : Ακτινοειδή (Αctinaria) Β. ΣΑΞΗ : Madreporaria Κλάση: κυφόζωα (Scyphozoa) A.ΣΑΞΗ : ταυρομέδουσες Οικογένειες : Cleistocarpidae , Eleutherocarpidae B. ΣΑΞΗ : τεφανομέδουσες Οικογένειες : Atollidae (Collaspidae) , Linuchidae , Nausithoidae , Paraphyllinidae , Periphyllidae Γ. ΣΑΞΗ : ημαιόστομες Οικογένειες : Cyaneidae , Pelagiidae , Ulmaridae Δ. ΣΑΞΗ : Ριζόστομοι Οικογένειες : Cassiopeidae , Catostylidae , Cepheidae , Lobonematidae , Lychnorhizidae , Mastigiidae , Rhizostomatidae , Stomolophidae E. ΣΑΞΗ : Κυβομέδουσες Οικογένειες : Chirodropidae , Carybdeidae ΆΣΚΗΣΗ 1. Παρατήρηση μακροσκοπικών παρασκευασμάτων 2. Παρατήρηση μικροσκοπικών παρασκευασμάτων. 39 Παρατήρηση νηματοκυστών και σκληριτών των Κοιλεντερωτών. Νηματοκύστεις Αφαιρούμε προσεκτικά ένα μικρό κομμάτι από μια κεραία του είδους Anemonia sp. Σο τοποθετούμε σε μια αντικειμενοφόρο πλάκα και στη συνέχεια ρίχνουμε μια σταγόνα διαλύματος φορμόλης. τη συνέχεια πιέζουμε ελαφρά με μια καλυπτρίδα και παρατηρούμε τις νηματοκύστεις στο μικροσκόπιο. κελετικά στοιχεία (κληρίτες) Αφαιρούμε ένα μικρό κομμάτι από το ανθόζωο Alcyonium sp. Σο τοποθετούμε σε μια αντικειμενοφόρο πλάκα χωρίς να πιέσουμε την καλυπτρίδα. τη συνέχεια παρατηρούμε τους σκληρίτες του είδους. 40 Κλείδα προσδιορισμού των πλέον κοινών κοιλεντερωτών της Ελλάδας 1 2 3 Άτομα μονήρη 2 Άτομα σε αποικίες 9 Μορφή σώματος πολύποδα 3 Μορφή σώματος μέδουσας 7 Πολύποδες οι οποίοι καλύπτονται από εξωτερικό ασβεστολιθικό σκελετό Caryophlia smithii Πολύποδες χωρίς εξωτερικό σκελετό 4 Πολύποδες με λιγότερες από 15 κεραίες 4 Hydra viridis Πολύποδες με περισσότερες των 15 κεραιών 5 5 τη στοματική περιοχή των οργανισμών συναντούμε δυο ειδών κεραίες τις περιστοματικές και τις περιθωριακές Cerianthus membranaceus Διακρίνονται μιας μορφής κεραίες οι οποίες μπορεί να είναι διατε- 6 ταγμένες σε ομόκεντρους κύκλους 6 Πολύποδες των οποίων το σώμα έχει χρώμα κόκκινο, πράσινο ή πορφυρό. Οι κεραίες είναι κοντές ίδιου χρώματος, συνήθως βρίσκονται καλυμμένες μέσα στη στοματική περιοχή Actinia equina Πολύποδες καφέ ή πράσινου χρώματος. Οι κεραίες έχουν μήκος μεγαλύτερο από το ύψος του κορμού, οι άκρες των οποίων έχουν ρόδινο χρώμα. 7 Anemonia viridis Σο σώμα των μεδουσών φέρει σκιάδιο με κράσπεδο, διακρίνονται 4 ακτινωτοί σωλήνες που ξεκινούν από το στόμα. το χείλος του σκιαδίου διακρίνονται 24-44 κοντές κεραίες Obelia geniculata κιάδιο χωρίς κράσπεδο. Διακρίνονται 4 βραχίονες γύρω από το 8 στόμα 8 Οι στοματικοί βραχίονες έχουν μήκος μεγαλύτερο από τις πολυάριθμες κοντές κεραίες που βρίσκονται στο χείλος του σκιαδίου Aurelia aurita κιάδιο σε σχήμα μανιταριού. Οι στοματικοί βραχίονες έχουν μικρότερο μήκος από τις 8 μακριές κεραίες που βρίσκονται στο χείλος του σικαδίου 9 Αποικίες που καλύπτονται από εξωτερικό ασβεστολιθικό σκελετό Αποικίες που καλύπτονται από διάφανη χιτίνινη θήκη (περισάρκιο) Pelagia noctiluca Cladocora caespitosa Obelia geniculata 41 Αποικίες με εσωτερικό σκελετό ή χωρίς καθόλου σκελετό 10 Αποικίες σε μορφή κρούστας προσκολλημένης στο υπόστρωμα, επάνω στην οποία βρίσκονται οι πολύποδες 11 10 Podocoryna carnea Αποικίες διαφορετικής μορφής από την παραπάνω 11 Πολύποδες με 8 κεραίες πτεροειδείς. Με σκληρίτες από ανθρακικό 12 ασβέστιο στο μεσέγχυμα Πολύποδες με αριθμό κεραιών πολλαπλάσιο του 6. Φωρίς σκληρή- 15 τες από ανθρακικό με ασβέστιο στο μεσέγχυμα 12 Αποικίες με αξονικό σκελετό που περιβάλλεται από το μεσέγχυμα 13 Αποικίες χωρίς αξονικό σκελετό, μόνο με σκληρίτες διασκορπισμένους μέσα στο μεσέγχυμα. Πολύποδες με κεραίες που φέρουν 11-13 13 πτεροειδείς προεκτάσεις σε κάθε πλευρά Alcyonium palmatum Αξονικός σκελετός χωρίς διακλαδώσεις. Αποικία σε σχήμα πέννας Pennatula phosphorea Αξονικός σκελετός με διακλαδώσεις 14 15 14 κελετός άκαμπτος σκληρός κόκκινου χρώματος μ αύλακες στην επιφάνεια του Corallium rubrum κελετός σκληρός αλλά σχετικά εύκαμπτος κιτρινωπού χρώματος Eunicella cavolinti Περιδέρμιο καλυμμένο με μια λεπτή κρούστα από άμμο ή λάσπη. Άκρες των κεραιών μη διογκωμένες. Αποικίες συνήθως προσκολλημένες πάνω στα σφουγγάρια του γένους Axinella Parazoanthus axinellae Περιδέρμιο χωρίς κρούστα από άμμο ή λάσπη. Άκρες των κεραιών διογκωμένες Corynactis viridi 42 Caryophillia smithii Hydra viridis Obelia geniculata Obelia sp. Εναλλαγή γενεών Ceryanthus sp. Pelagia noctiluca Actinia equina Aurelia aurita Anemonia sp. Aurelia sp. Εναλλαγή γενεών Cladocora caspitosa Alcyonium sp. Corallium rubrum Parazoanthus sp. Pennatula phosphorea 43 Βιβλιογραφία Κούκουρας Θ. , Βουλτσιάδου –Κούκουρα, Ε. 1999. πόγοι Κοιλεντερόζωα. το Ζωολογία Ι Εργαστηριακές ασκήσεις. Α. Π.Θ. Τπηρεσία Δημοσιευμάτων. ελ. 226. Λαζαρίδου- Δημητριάδου Μ. Γενική Ζωολογία. Εκδόσεις Γιαχούδη-Γιαπούλη. Θεσσαλονίκη. ελ. 504. Barnet, J. & C. M. Yonge. 1985. Collins pocket guide to the Seashore. Collins, London. pp272 Campbell, A.C. 1980. The Hamlyn guide to: The Seashore and Shallow Seas of Britain and Europe. Hamlyn, London. 44 Υύλο: Δακτυλιοσκώληκες (Annelida) Γενικά σαπακτηπιστικά τος Φύλος των Γακτςλιοσκωλήκων Σο σώμα τους εμφανίζει μεταμέρεια, είναι αμφίπλευρα συμμετρικό, επίμηκες, έχει σκωληκοειδή μορφή. Μερικά είδη έχουν επιδερμικής προελεύσεως όργανα βοηθητικά της κίνησης, (παραπόδια, σμήριγγες). Σο πεπτικό τους σύστημα είναι πλήρως ανεπτυγμένο, υπάρχει ένας χαρακτηριστικός πεπτικός σωλήνας ο οποίος διατρέχει όλο το σώμα ξεκινώντας από το εμπρόσθιο στόμα και καταλήγει στην τελική έδρα. Έχουν κλειστό κυκλοφορικό σύστημα Έχουν ραχιαία υπερφαρυγγικά γάγγλια και κοιλιακές νευρικές χορδές με γάγγλια. Έχουν μετανεφρίδια (συνήθως) ή πρωτονεφρίδια. Σο νευρικό, το κυκλοφορικό και το απεκκριτικό σύστημα σχετίζονται και είναι προσαρμοσμένα με τον μεταμερισμό. Είναι γονοχωριστικά με άμεση ανάπτυξη (πλαγκτονική τροχοφόρος λάρβα). 45 Κλάση Πολύσαιτοι Ph. Annelida, Cl.: Polychaeta, SF.: Nereididacea, F.: Nereidiadae. Οι πολύχαιτοι είναι μια πολυάριθμη κλάση θαλάσσιων δακτυλιοσκωλήκων. Σο σώμα τους διαιρείται σε πολυάριθμα μεταμερή. Σο κοιλωματικό μέρος διαχωρίζεται με κάθετα διαφράγματα (εσωτερική μεταμέρεια). Κάθε μεταμερές φέρει ένα ζεύγος εξαρτημάτων που ονομάζονται παραπόδια. τη περιοχή της κεφαλής διακρίνονται αισθητήρια όργανα. Σο εμπρόσθιο μέρος του πεπτικού συστήματος είναι εκτατό, μυώδες και συχνά εφοδιασμένο με χιτίνινες σιαγώνες. Οι πολύχαιτοι είναι γονοχωριστικοί, οι γαμέτες σχηματίζονται στο κοίλωμα από το οποίο εξέρχονται μέσω αγωγών ή με τη διάρρηξη του σωματικού τοιχώματος. Οικογ.: Nereididae Μέλη της οικογένειας των Nereididae χρησιμοποιούνται ευρέως στη μελέτη της βιολογίας των πολυχαίτων, στις εργαστηριακές ασκήσεις σαν υλικό ανατομίας. Έχουν μεγάλη εμπορική αξία καθώς χρησιμοποιούνται σαν δόλωμα στο ψάρεμα. Nereis sp. χετικά μεγαλόσωμος πολύχαιτος του οποίου το μήκος μπορεί να ξεπερνά και τα 20 cm. υναντάται στα ρηχά νερά, σε εκβολικές περιοχές, μέσα σε αμμο-ιλυώδη υποστρώματα της μεσοπαραλιακής και σε ρηχά νερά της υποπαραλιακής ζώνης. Φρησιμοποιείται σαν δόλωμα στο ψάρεμα, ενώ γίνονται πειράματα για την αξιοποίησή του ως ζωντανή τροφή σε ειδικές περιπτώσεις στις υδατοκαλλιέργειες. Μορφολογία Σο σώμα τους είναι επίμηκες, έχει σκωληκόμορφο σχήμα, ενώ παρουσιάζει αμφίπλευρη συμμετρία. το εμπρόσθιο μέρος του σώματος διακρίνονται μια μικρή κεφαλή, ενώ στο απέναντι άκρο η ουρά ή το πυγίδιο. Σο σώμα είναι νωτοκοιλιακά πλατυσμένο στο οποίο υπάρχουν πολυάριθμα μεταμερή ή σωμίτες. ε κάθε μεταμερές διακρίνεται ένα ζεύγος παραποδίων. Σο σώμα καλύπτεται από λεπτή χιτίνινη ιριδίζουσα εφυμενίδα η οποία εκκρίνεται από το σωματικό τοίχωμα. Ο ιριδισμός οφείλεται στη παρουσία μικροσκοπικών δεσμίδων στην εφυμενίδα οι οποίες διαθλούν το φως. Ένα ραχιαίο αιμοφόρο 46 αγγείο διακρίνεται μέσα από το σωματικό τοίχωμα σαν μια επιμήκης σκουρόχρωμη γραμμή κατά μήκος του σώματος. Εικόνα 1. Εξωτερικά χαρακτηριστικά πολύχαιτου Κευαλή Σην εκπξόζζην κέξνο ηνπ ζώκαηνο ηνπ πνιύραηηνπ δηαθξίλνληαη ε θεθαιή κε ην ζηόκα θαζώο θαη έλαο αξηζκόο εμαξηεκάηωλ. Η θεθαιή ρωξίδεηαη ζε δπν επηκέξνπο πεξηνρέο ην προζηόμιο θαη ην περιζηόμιο. Τν πξνζηόκην είλαη εθνδηαζκέλν κε έλα δεύγνο ζρεηηθά κηθξώλ θεξαηώλ νη νπνίεο νλνκάδνληαη προζηομαηικές κεραίες, έλα δεύγνο προζακηρίδων, δύν δεύγε καύξνπ ή θόθθηλνπ ρξώκαηνο οθθαλμιδίων. Τν πεξηζηόκην θέξεη 47 ηέζζεξα δεύγε θεξαηώλ νη νπνίεο νλνκάδνληαη περιζηομαηικές κεραίες. Τα παξαπάλω πνπ απνηεινύλ ηα βαζηθά αηζζεηήξηα όξγαλα ηνπ δώνπ (Εηθ. 1). Εικόνα 2. Παραπόδια πολυχαίτου Όταν ο πολύχαιτος τρέφεται, από τη στοματική περιοχή του εξέρχεται ο φάρυγγας, ο οποίος αποτελεί την αρχή του πεπτικού συστήματος. Όταν ο φάρυγγας εξέλθει πλήρως, διακρίνονται δυο μαύρου χρώματος χιτίνινες σιαγώνες. Οι σιαγώνες λειτουργούν σαν λαβίδα η οποία ανοίγει κατά την έξοδο του φάρυγγα και κλείνει κατά την επαναφορά του, τραβώντας προς το στόμα οτιδήποτε έχει συλλάβει. Όταν ο φάρυγγας είναι εκτεταμένος στη ραχιαία επιφάνεια του, διακρίνονται πολυάριθμα χιτίνινα οδοντίδια ή επάρματα. Κςπίωρ σώμα Σο περιστόμιο στερείται παραποδίων, για το λόγο αυτό ονομάζεται άποδο. Σα υπόλοιπα μεταμερή φέρουν το καθένα ένα ζεύγος παραποδίων (Εικ. 2). ε κάθε παραπόδιο διακρίνονται δυο λοβοί, ο ραχιαίος που ονομάζεται νωτοπόδιο και ο κοιλιακός που ονομάζεται νευροπόδιο. Οι λοβοί των παραποδίων είναι εφοδιασμένοι με σμήριγγες, ακίδες και έλικες (Εικ. 3). 48 Εικόνα 3. Παραπόδια Πολυχαίτων (Από Cambell). ac= ακίδα, an =κεραίες, ch= σμήριγγες, d=ραχιαία επιφάνεια, e=οφθαλμίδια, ft=οδοντίδια, g=βράγχια, lo=ραχιαίο όργανο (συναντάται σε μερικά είδη), j=γνάθοι, mi= πλευρική μεμβράνη (συναντάται σε μερικά είδη), ms=πλευρική μεμβράνη, p=προσακτρίδα, pr=διαδικασία εξόδου προστομίου, pro=εκτεταμένος φάρυγγας, tc=περιστοματικές κεραίες, v=κοιλιακή πλευρά. Σα παραπόδια εξυπηρετούν την μετακίνηση του πολύχαιτου όπως και την ανταλλαγή αερίων. Για να παρατηρήσουμε τη δομή ενός παραποδίου, αφαιρούμε με τη βοήθεια νυστεριού ένα ολόκληρο μεραμερές, περίπου από τη μέση του σώματος. Το τοποθετούμε σε μια αντικειμενοφόρο πλάκα, το καλύπτουμε και το πιέζουμε ελαφρά με μια καλυπτρίδα. Στη συνέχεια παρατηρούμε το παρασκεύασμα με μικρή μεγέθυνση (10-15Χ). 49 Πυγίδιο. Παρατηρώντας το τελευταίο μεταμερές του σώματος, διακρίνονται συνήθως δυο έλικες (εδρικές) (Εικ. 1). το πυγίδιο καταλήγει ο πεπτικός σωλήνας και αποτελεί την έδρα του οργανισμού. Ανατομία Σοποθετούμε τον πολύχαιτο με την κοιλιακή του πλευρά προς τα κάτω τον στερεώνουμε πάνω σε ένα κομμάτι φελλού με βελόνες. Φρησιμοποιούμε το ψαλίδι ανατομίας ή το νυστέρι και κόβουμε προσεκτικά και επιφανειακά την εφυμενίδα κατά μήκος, ταυτόχρονα κόβουμε και τα διαφράγματα που συναντούμε. τερεώνουμε με βελόνες στο φελλό τα σωματικά εξαρτήματα, ώστε να αποκαλυφθεί η σπλαχνική κοιλότητα. Σοποθετούμε το παρασκεύασμα κάτω από το στερεοσκόπιο και με προσπίπτοντα φωτισμό το παρατηρούμε. Εικ. 4 Ανατομή πολυχαίτου 50 Πεπτικό σύστημα Ο πεπτικός σωλήνας ξεκινά από το στόμα και τη στοματική κοιλότητα, συνεχίζεται κατά σειρά στον μυώδη φάρυγγα, τον οισοφάγο, το επίμηκες έντερο και τέλος καταλήγει στην έδρα. Ο φάρυγγας είναι σχετικά μεγάλου μεγέθους και διακρίνεται καλά. Έχει παχύ μυϊκό τοίχωμα και περιβάλλεται από ισχυρό συνδετικό ιστό. το πρόσθιο τμήμα του οισοφάγου διακρίνονται δυο ευμεγέθεις αδένες οι οποίοι ονομάζονται οισοφαγικοί αδένες οι οποίοι συνδέονται στο σημείο όπου ενώνεται ο οισοφάγος με τον φάρυγγα. το ύψος περίπου του 10ο μεταμερούς διακρίνονται μυϊκές ίνες οι οποίες συνδέουν το σωματικό τοίχωμα με τον οισοφάγο. Πρόκειται για τους εκτείνοντας μυς του Εικόνα 5. Ανατομή εμπρόσθιου μέρους πολυχαίτου φάρυγγα. Μεταξύ οισοφάγου και εντέρου διακρίνεται μια στένωση η οποία είναι ο οισοφαγικός δακτύλιος, αυτή οριοθετεί το εμπρόσθιο με το οπίσθιο μέρος του πεπτικού σωλήνα. Ο πεπτικός σωλήνας είναι σχετικά απλός, το μεγαλύτερο μέρος του καταλαμβάνει το έντερο στο οποίο γίνεται η υδρόλυση των τροφών, η απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών και ο σχηματισμός των περιττωμάτων. υγκρίνοντας το επιθήλιο του εμπρόσθιου με το οπίσθιο μέρος του πεπτικού σωλήνα, φαίνεται ότι το εμπρόσθιο καλύπτεται με εφυμενίδα. 51 Κοίλωμα και σωματικό τοίσωμα Με το σώμα του πολύχαιτου ανοικτό και στερεωμένο μπορούμε να διακρίνουμε το κοίλωμα. Αυτό καλύπτεται από ένα ιδιαίτερα λεπτό επιθήλιο το περιτόναιο, η εσωτερική επιφάνεια του σωματικού τοιχώματος καλύπτεται από το σωματικό περιτόναιο, ενώ τα όργανα καλύπτονται από το σπλαχνικό περιτόναιο. Φλωρογενή κύτταρα, όταν υπάρχουν, δίνουν στο περιτόναιο υποκίτρινο χρώμα. το σωματικό τοίχωμα διακρίνονται παχύνσεις, πρόκειται για τις τέσσερις επιμήκεις μυς οι οποίοι διατρέχουν το σώμα. Εξ αυτών, οι δυο ραχιαίοι είναι εύκολο να παρατηρηθούν, οι κοιλιακοί βρίσκονται κάτω από τον πεπτικό σωλήνα και παρατηρούνται δυσκολότερα. Κςκλουοπικό σύστημα Σο κυκλοφορικό σύστημα των δακτυλιοσκωλήκων είναι «κλειστό» αποτελείται από ραχιαία και κοιλιακά αιμοφόρα αγγεία, αυτά συνδέονται μεταξύ τους με μικρότερα αγγεία. τη ραχιαία πλευρά του πεπτικού σωλήνα διακρίνεται το ραχιαίο αιμοφόρο αγγείο , ενώ κάτω από τον πεπτικό σωλήνα διακρίνεται το κοιλιακό αιμοφόρο αγγείο Απεκκπιτικό σύστημα Οι πολύχαιτοι έχουν ένα ζεύγος μετανεφριδίων σε κάθε μεταμερές, εκτός από το πρώτο και το τελευταίο. Αυτά είναι μικρά σε μέγεθος και είναι ιδιαίτερα δύσκολο να τα δει κάποιος. Νεςπικό σύστημα Σο νευρικό σύστημα των πολύχαιτων αποτελείται από μια ευδιάκριτη λευκού χρώματος νευρική χορδή (Εικ. 6). Βρίσκεται στη κοιλιακή πλευρά πάνω από το κοιλιακό αιμοφόρο αγγείο το οποίο και καλύπτει μερικά. Είναι πιο εύκολο να το παρατηρήσει κάποιος στη φαρυγγική περιοχή όπου ο πεπτικός σωλήνας όπως και το κοιλιακό αιμοφόρο αγγείο μπορούν να μετακινηθούν. το μέσο κάθε μεταμερές η νευρική χορδή διογκώνεται σχηματίζοντας ένα γάγγλιο. Από τα περισσότερα γάγγλια ξεκινούν τρία ζεύγη νεύρων. το ύψος περίπου του περιστομίου η κοιλιακή νευρική χορδή σχηματίζει έναν δακτύλιο ο οποίος περιβάλλει τον φάρυγγα ο οποίος ονομάζεται περιφαρυγγικός νευρικός δακτύλιος. Ο «εγκέφαλος» είναι λευκού 52 χρώματος, ευμεγέθης δίλοβος και αποτελείται από δυο εγκεφαλικά γάγγλια που ενώνονται με ένα σύνδεσμο. Εικόνα 6. Νευρικό σύστημα πολύχαιτου Αναπαπαγωγικό σύστημα Οι περισσότεροι πολύχαιτοι είναι γονοχωριστικοί. Κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου χαρακτηριστικές περιοχές του σωματικού τοιχώματος απελευθερώνουν ανώριμα γεννητικά κύτταρα στο κοίλωμα. Σα γεννητικά προϊόντα ολοκληρώνουν την ωρίμασή τους και στη συνέχεια απελευθερώνονται στο περιβάλλον με ρήξη του σωματικού τοιχώματος ή με αγωγούς. Πολλά είδη της οικογένειας των Nereidiadae όταν ωριμάσουν γεννητικά, «μεταμορφώνονται» λαμβάνοντας γαμήλιους χρωματισμούς αυτή η μορφή ονομάζεται ετερονερεΐς. Αυτή η μορφή διαφέρει ελαφρώς από την ανώριμη μορφή. Κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου οι ετερονερεΐδες εγκαταλείπουν τον πυθμένα και ανέρχονται στην επιφάνεια. Σο σωματικό περίβλημα σπάζει και απελευθερώνονται οι γαμέτες στο νερό. Η γονιμοποίηση γίνεται στο νερό, η ανάπτυξη είναι σπειροειδής και η λάρβα τροχοφόρος. Οι γεννήτορες στη συνέχεια θα πεθάνουν. 53 Μικποσκοπική εξέταση τομήρ πολύσαιτος Εξετάζοντας το μικροσκοπικό παρασκεύασμα ενός μεταμερούς μπορούμε να εντοπίσουμε τα εξής: Α) παραπόδιο: διακρίνονται το νευροπόδιο, το νωτοπόδιο, οι έλικες, οι σμήριγγες και τέλος οι ακίδες. Β) το κέντρο διακρίνεται η τομή του πεπτικού σωλήνα η οποία μπορεί να ανήκει ανάλογα με την προέλευσή της στο έντερο, στον οισοφάγο ή στον φάρυγγα. Γ) ωματικό τοίχωμα: Σο σωματικό τοίχωμα αποτελείται από λεπτό συνδετικό ιστό (δέρμα), την απλή επιδερμίδα και τέλος την εφυμενίδα. Εσωτερικά του σωματικού τοιχώματος υπάρχει ένα λεπτό δυσδιάκριτο στρώμα κυκλικών μυών και εσωτερικά δυο ζεύγη επιμήκων μυών, οι ραχιαίες και οι κοιλιακές. Δ) τη ραχιαία περιοχή διακρίνεται το ραχιαίο αιμοφόρο αγγείο και στη κοιλιακή πλευρά το αντίστοιχο κοιλιακό αιμοφόρο αγγείο. Η νευρική χορδή διακρίνεται κάτω από το κοιλιακό αιμοφόρο αγγείο. Εικόνα 7. Εγκάρσια και κατά μήκος τομή στο σώμα ενός αντιπροσωπευτικού πολύχαιτου 54 Aphrodite aculeata Hermione hystrix Nepthys sp Capitella capitata Syllis prolifera Nereis diversicolor Eunice harassii Serpula vermicularis Arenicola marina Stenaspis scutata Sabellaria alveo- Amphitrite sp. lata Εικόνα 8. Φαρακτηριστικοί αντιπρόσωποι πολυχαίτων Protula tubularia Autolytus pictus 55 Κλάση Ολιγόχαιτοι (Oligochaeta) Ph.: Annelida, Cl.:Oligochaeta, O.:Haplotaxida, sO.: Lubricina, SF.: Lumbricoidea, F.: Lubricidae. Γενικά ταρακτηριστικά Σα περισσότερα είδη ολιγόχαιτων είναι μικροί δακτυλιοσκώληκες που συναντώνται στα υδάτινα οικοσυστήματα (θαλάσσια και εσωτερικά ύδατα). τη κλάση όμως περιλαμβάνονται και μεγάλου μεγέθους χερσαίοι γεωσκώληκες το μήκος των οποίων μπορεί να φτάνει ακόμη και λίγα μέτρα. Οι ολιγόχαιτοι διαφέρουν από τους πολύχαιτους ορισμένα σε χαρα- κτηριστικά όπως: το μέγεθος της κεφαλής τους έχει μειωθεί σημαντικά Εικόνα 9. Ολιγόχαιτοι απουσιά- ζουν τα αισθητήρια όργανα. Απουσιάζουν τα παραπόδια, ενώ όμως υπάρχουν σμήριγγες. 56 Οι ολιγόχαιτοι είναι ερμαφρόδιτοι και αναπαράγονται με διασταυρού- μενη γονιμοποίηση, τα αναπαραγωγι- κά τους όργανα βρίσκονται σε λίγα μόνο μεταμερή. Οι ολιγόχαιτοι έχουν επίσαγμα. Λόγω της αφθονίας τους στο έδαφος και του σχετικά μεγάλου μεγέθους τους τα μέλη της οικογένειας των Lubricidae είναι καλό υλικό για εργαστηριακές ασκήσεις, Εικόνα 10 . Ολιγόχαιτος όπως επίσης θεωρούνται σχετικά καλό δόλωμα. Μοπυολογία Σο σχήμα του σώματος ενός ολιγόχαιτου είναι επίμηκες σε αυτό διακρίνονται τρεις περιοχές: η κεφαλή, το κυρίως σώμα και η ουρά (πυγίδιο). Σο σώμα χωρίζεται σε ένα μεγάλο αριθμό μεταμερών. Σο προστόμιο δεν φέρει εξαρτήματα. Οι ολιγόχαιτοι δεν έχουν παραπόδια και οι σμήριγγες είναι περιορισμένες σε αριθμό. το 1/3 περίπου του μήκους του σώματος από τη κεφαλή διακρίνεται μια αδενική πάχυνση, το επίσαγμα, αυτό συμμετέχει στην αναπαραγωγή. Σο εμπρόσθιο άκρο του ολιγόχαιτου είναι συνήθως μεγαλύτερο από το οπίσθιο, είναι κυκλικό σε τομή σε αντίθεση με το οπίσθιο το οποίο είναι λεπτότερο και σχετικά νωτοκοιλιακά πλατυσμένο. Σο σκουρόχρωμο ραχιαίο αιμοφόρο αγγείο μπορεί να διακρίνεται στην άνω επιφάνεια του σκώληκα. Επίσαγμα Μια αδενική διόγκωση διακρίνεται στο σώμα του ολιγόχαιτου στο 1/3 περίπου της απόστασης από την κεφαλή. Σο επίσαγμα εκκρίνει το υλικό (βομβύκιο) στο οποίο απελευθερώνονται οι γαμέτες. το σώμα διακρίνονται πο- 57 λυάριθμα μεταμερή, κάθε μεταμερές διαχωρίζεται από το επόμενό του με μια εκβάθυνση. Εικόνα 11. χέδιο ολιγόχαιτου, διακρίνεται το επίσαγμα Σο πρόσθιο μεταμερές είναι το περιστόμιο. Έμπροσθεν του περιστομίου βρίσκεται ένας μικρός λοβός το προστόμιο (το προστόμιο δεν θεωρείται σαν μεταμερές). Σο περιστόμιο περιβάλλει ένα σχετικά μεγάλο στοματικό άνοιγμα το οποίο βρίσκεται μάλλον κοιλιακά. Σο προστόμιο είναι ένας μικρός λοβός που εξέρχεται από μια σχισμή του περιστομίου. Η αρίθμηση των μεταμερών γίνεται από εμπρός προς τα πίσω αρχίζοντας από το περιστόμιο. Εικόνα 12. Ολιγόχαιτος Σμήριγγες ε κάθε μεταμερές διακρίνονται (σε μεγέθυνση 25Φ) περίπου 8 μικρές σμήριγγες. Οι σμήριγγες είναι χιτίνινης προελεύσεως και εξέρχονται από πό- 58 ρους της εφυμενίδας περίπου στο μέσο του σώματος. ε κάθε μεταμερές διακρίνονται δυο ζεύγη κοιλιακών και δυο ζεύγη ραχιαίων σμηρίγγων. Ρίχνοντας νερό σε έναν αναισθητοποιημένο1 γεωσκώληκα μπορούμε να παρατηρήσουμε την ανάνηψή του, κρατώντας τον στο χέρι και κάτω από στερεοσκόπιο μπορούμε να παρατηρήσουμε την κίνηση των σμηρίγγων. ε έναν αναισθητοποιημένο γεωσκώληκα μπορούμε να παρατηρήσουμε την υφή των σμηρίγγων «χαϊδεύοντας» τον από την κεφαλή προς το πυγίδιο και αντίστροφα. Ανατομία Κρατάμε τον ολιγόχαιτο στο ένα χέρι, χρησιμοποιώντας νυστέρι ή μικρό ψαλίδι ανατομίας κάνουμε μια μικρή τομή λίγο μπροστά από το επίσαγμα και περίπου στη μέση της ραχιαίας επιφάνειας. Με προσεκτικές κινήσεις ώστε να μην καταστραφεί ο πεπτικός σωλήνας, όπως και το ραχιαίο αιμοφόρο αγγείο, συνεχίζουμε την τομή μέχρι το περιστόμιο. Πιέζουμε ελαφρά το σημείο τομής πάνω από μια αντικειμενοφόρο πλάκα, ώστε να μεταφερθεί μικρή ποσότητα κοιλωματικού υγρού. Στο παρασκεύασμα ρίχνουμε μια σταγόνα methylene blue και τοποθετούμε καλυπτίδα. Χρησιμοποιώντας μικροσκόπιο μπορούμε να μελετήσουμε τη σύσταση του κοιλωματικού υγρού. Πολλά από τα του κοιλωματικού υγρού είναι αμοιβαδοειδή και φέρουν πολυάριθμα μικρά ψευδοπόδια, ενώ άλλα δεν έχουν. Μερικά από τα κύτταρα είναι χλωρογενή. κώληκες μπορούν να αναισθητοποιηθούν σε διάλυμα 5% αιθυλικής αλκοόλης. Σο διάλυμα θα πρέπει να καλύπτει πλήρως τον γεωσκώληκα. Κατ‟ αυτό τον τρόπο παραμένουν ζωντανοί και η «καρδιά» τους πάλλεται για αρκετές ώρες. 1 59 Εικόνα 13 . Ανατομή ολιγόχαιτου τη συνέχεια στερεώνουμε με βελόνες το σωματικό τοίχωμα2 ώστε να αποκαλυφθεί το εσωτερικό του ολιγόχαιτου. Παρατηρούμε με τη βοήθεια στερεοσκοπίου την εσωτερική οργάνωση (Εικ. 13). Σο κοίλωμα χωρίζεται με διαφράγματα από λεπτό ιστό, ο οποίος εκτείνεται από το σωματικό τοίχωμα μέχρι τον πεπτικό σωλήνα. Για την καλύτερη μελέτη του πεπτικού σωλήνα και των υπόλοιπων εσωτερικών οργάνων θα πρέπει να κο- Οη βειόλεο ηνπνζεηνύληαη κε θιίζε 45ν ώζηε λα εμππεξεηείηαη θαηά ην δπλαηόλ ε παξαηήξεζε. Είλαη δύζθνιν λα κειεηεζεί ε ηνκή λα νη βειόλεο θαξθώλνληαη θάζεηα. 2 60 πούν προσεκτικά αρκετά διαφράγματα. Επίσης θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή ώστε να μην κοπούν μεγάλα αιμοφόρα αγγεία, ωστόσο είναι αναμενόμενο να κοπούν μικρότερα περιφερειακά αγγεία. Σωματικό τοίσωμα, κοίλωμα Παρατηρώντας το σημείο τομής του σωματικού τοιχώματος μπορεί κάποιος με τη βοήθεια στερεοσκοπίου να αναγνωρίσει κάποιους ιστούς. Εξωτερικά υπάρχει λεπτή ιριδίζουσα εφυμενίδα, αυτή εκκρίνεται από την επιδερμίδα η οποία βρίσκεται ακριβώς από κάτω. Η επιδερμίδα είναι ένα απλό επιθύλιο στο οποίο υπάρχουν πολυάριθμα εκκριτικά και αισθητήρια κύτταρα. Ένα παχύ στρώμα κυκλικών μυϊκών ινών βρίσκεται κάτω από την επιδερμίδα. ε ένα νωπό παρασκεύασμα οι κυκλικές μυϊκές ίνες έχουν κόκκινο-καφέ χρώμα. Οι κυκλικές μυϊκές ίνες διαιρούνται σε δακτύλιους με εγκολπώσεις μεταξύ των μεταμερών. Εσωτερικά των κυκλικών μυϊκών ινών διακρίνεται ένα παχύ στρώμα λευκού ή γκρι χρώματος επίμηκων μυϊκών ινών. ε αντίθεση με τις κυκλικές, οι επιμήκεις διατρέχουν το σώμα του ολιγόχαιου χωρίς να διακόπτονται από την παρουσία των διαφραγμάτων. Παρόλο ότι είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτό, οι επιμήκεις μυϊκές ίνες είναι ομαδοποιημένες, διαδικασία η οποία εξυπηρετεί την κίνηση του οργανισμού. Εσωτερικά διακρίνεται το σωματικό περιτόναιο, αυτό είναι ένα λεπτό, γυαλιστερό, φολιδωτό επιθήλιο το οποίο καλύπτει την εσωτερική επιφάνεια των επίμηκων μυϊκών ινών. Ένα παρόμοιας δομής επιθήλιο το σπλαχνικό περιτόναιο καλύπτει το πεπτικό σωλήνα και τα διάφορα όργανα. Ο χώρος μεταξύ των δυο επιθηλίων είναι το σωματικό κοίλωμα. ε αυτό διακρίνεται εσωτερική μεταμέρια λόγω της παρουσίας κάθετων διαφραγμάτων. ε ορισμένα σημεία του περιτόναιου διακρίνονται τμήματα με κίτρινο ή πορτοκαλί χρώμα πρόκειται για τον χλωρογενή ιστό, αυτός σχετίζεται με την σύνθεση και αποθήκευση γλυκογόνου, λιπαρών, τον μεταβολισμό των αμινοξέων καθώς και τη σύνθεση αμμωνίας και ουρίας. ε αυτό τον ιστό παρατηρείται μεγάλη συγκέντρωση σιδήρου, πιθανώς να σχετίζεται και με τη σύνθεση ή /και 61 την αποσύνθεση της αιμογλοβίνης. Σα χλωρογενή κύτταρα προέρχονται από το σπλαχνικό περιτόναιο. Όπως αναφέρθηκε σε κάθε μεταμερές διακρίνονται τέσσερα ζεύγη σμηρίγγων. Παρατηρώντας το εσωτερικό του ολιγόχαιτου οι επάλληλες θέσεις των σμηρίγγων δίνουν την εικόνα επίμηκων σειρών. Οι θέσεις των σμηρίγγων στο κοίλωμα είναι ορατές με τη βοήθεια στεροσκοπίου κάτω από μεγάλη μεγέθυνση σαν μικρές μαύρες κηλίδες, οι οποίες είναι οι θέσεις έκκρισης των σμηρίγγων. Από κάθε θέση εκκρίνονται ένα ζεύγος σμηρίγγων. τις σμήριγγες καταλήγουν μικροί μυς υπεύθυνοι για την κίνησή τους. Πεπτικό σύστημα Ο πεπτικός σωλήνας εκτείνεται από το στόμα μέχρι την έδρα. Εξυπηρετεί τη τροφοληψία, την επεξεργασία της τροφής, την υδρόλυση, την απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών και το σχηματισμό των περιττωμάτων. τον πεπτικό σωλήνα διακρίνουμε το στόμα, τον φάρυγγα, τον οισοφάγο, τον προστόμαχο, τον μυώδη στόμαχο, το έντερο και την έδρα. Σο στόμα συνεχίζει σε μια μικρή στοματική κοιλότητα (μεταμερή 1-3), ο φάρυγγας ακολουθεί την στοματική κοιλότητα (μεταμερή 3-5). Σα τοιχώματα του φάρυγγα είναι παχιά και μυώδη. Πολυάριθμοι μικροί μυς ενώνουν τον φάρυγγα με το σωματικό τοίχωμα, με τη δράση αυτών των μυών επιτυγχάνεται η διαστολή και η συστολή του φάρυγγα. Μετά τον φάρυγγα ακολουθεί ο οισοφάγος (μεταμερή 6-12). Σο τέλος του οισοφάγου καλύπτεται από έξι συνήθως, λευκού χρώματος και κρεμώδους υφής σπερματικές κύστεις. Αμέσως μετά το τέλος του οισοφάγου διακρίνονται δυο ζεύγη αδένων, οι ασβεστιτικοί αδένες (ή οισοφαγικοί αδένες), αυτοί βρίσκονται πλευρικά του οισοφάγου και έχουν συνήθως λευκό χρώμα. Οι ασβεστιτικοί αδένες απομακρύνουν ποσότητες ασβεστίου και διοξειδίου του άνθρακα από το αίμα, παράλληλα εκκρίνουν κρυστάλλους ανθρακικού ασβεστίου στον πεπτικό σωλήνα, κατά συνέπεια ρυθμίζουν τη συγκέντρωση ασβεστίου και το pH του αίματος. Μετά τον οισοφάγο διακρίνεται ο προστόμαχος, ακολουθεί ο στόμαχος και στη συνέχεια το μεσέντερο το οποίο είναι ο χώρος όπου γίνονται οι χημικές διεργασίες της πέψης. Σέλος ακολουθεί το έντερο το οποίο καταλήγει στην έδρα. 62 Κσκλουορικό σύστημα Σο κυκλοφορικό σύστημα των γεωσκωλήκων περιέχει αιμογλοβίνη η οποία του προσδίδει ένα ερυθρό χρώμα, με αποτέλεσμα να καθιστά τα αγγεία ευδιάκριτα. Η αιμογλοβίνη βρίσκεται διαλυμένη, δεν υπάρχουν αιμοσφαίρια. Σο κυκλοφορικό σύστημα περιλαμβάνει δυο επιμήκη αγγεία, ένα ραχιαίο και ένα κοιλιακό. Σα δυο αγγεία συνδέονται σε κάθε μεταμερές με μικρότερα αγγεία (πλευρικά, μεταμερικά) τα οποία διοχετεύουν και λαμβάνουν το αίμα από τους ιστούς. Σο ραχιαίο αγγείο και πέντε ζεύγη πλευρικών αγγείων τα οποία βίσκονται στη περιοχή του οιοσοφάγου είναι συσταλτά και λειτουργούν σαν καρδιά (ψευδοκαρδιά). Σο αίμα κινείται προς τα εμπρός μέσω του ραχιαίου αγγείου και μεταφέρεται προς τα πίσω με το κοιλιακό αγγείο με τη βοήθεια των ψευδοκαρδιών. Αναπνεσστικό σύστημα Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες δομές οι οποίες να εξυπηρετούν την αναπνευστική λειτουργία, η ανταλλαγή αερίων γίνεται στην επιδερμίδα η οποία μπορεί να διατηρείται υγρή, αν χρειάζεται, από τα κοιλωματικά υγρά. το σωματικό τοίχωμα διακρίνονται πολυάριθμα αγγεία τα οποία βοηθούν στην ανταλλαγή των αερίων. Νεσρικό σύστημα Σο νευρικό σύστημα των γεωσκωλήκων είναι χαρακτηριστικό των δακτυλιοσκωλήκων αποτελείται από έναν ραχιαίο εμπρόσθιο εγκέφαλο, περυφαριγγικό δακτύλιο, κοιλιακά υποφαρυγγικά γάγγλια και κοιλιακή νευρική χορδή με γάγγλια σε κάθε μεταμερές. Ο «εγκέφαλος» αποτελείται από ένα ζεύγος γαγγλίων τα οποία βρίσκονται περίπου στο ύψος του 3ου μεταμερούς, πάνω από τον φάρυγγα. Σα γάγγλια έχουν λευκό χρώμα, απιοειδές σχήμα και ενώνονται μεταξύ τους με σύνδεσμο. Σα εγκεφαλικά γάγγλια «εγκέφαλος» βρίσκονται πάνω από το σημείο σύνδεσης του φάρυγγα με την στοματική κοιλότητα. Ο «εγκέφαλος» είναι το κέντρο για το συντονισμό διαφόρων λειτουργιών όπως κίνηση, αντίληψη του περιβάλλοντος. 63 Δεν υπάρχουν συγκεκριμένα αισθητήρια όργανα στους γεωσκώληκες, αλλά το σωματικό τοίχωμα, ιδιαίτερα η περιοχή της κεφαλής, φέρουν υποδοχείς για τη γεύση, την αφή, το φως και τις δονήσεις. Η ραχιαία επιφάνεια του σώματος είναι περισσότερο ευαίσθητη στο φως παρά η κοιλιακή. Απεκκριτικό σύστημα Όλα τα μεταμερή των γεωσκωλήκων φέρουν από ένα ζεύγος μετανεφριδίων. Αυτά διακρίνονται στις δυο πλευρές κάθε μεταμερούς, είναι ευμεγέθη, ανοικτού χρώματος και έχουν λεπτά τοιχώματα. Κάθε μετανεφρίδιο αποτελείται από μια βλεφαριδοφόρο χοάνη (νεφροστόμιο) η οποία είναι ανοικτή προς τον κοιλωματικό χώρο. Οι νεφριδιακοί σωλήνες διαπερνούν το διάφραγμα εισέρχονται στο επόμενο τους μεταμερές και εκβάλλουν στο περιβάλλον μέσω του νεφριδιοπόρου. Αναπαραγωγικό σύστημα Οι ολιγόχαιτοι είναι συνήθως ερμαφρόδιτοι, κάθε άτομο φέρει πλήρες άρρεν και θήλυ αναπαραγωγικό σύστημα. Σο αρσενικό σύστημα παράγει σπέρμα και το μεταφέρει σε σπερματοκύστεις. Σο θηλυκό αναπαραγωγικό σύστημα παράγει αβγά. Η θέση και ο αριθμός των γονάδων χρησιμεύει ως ταξινομικός χαρακτήρας 64 Εγκάρσια τομή Μελετώντας μια εγκάρσια τομή ενός δακτυλιοσκώληκα με τη βοήθεια μικροσκοπίου ή στερεοσκοπίου (40Φ) μπορούμε να διακρίνουμε το σωματικό τοίχωμα, το κοίλωμα, το τοίχωμα του πεπτικού σωλήνα και τον πεπτικό σωλήνα. Παρατηρώντας το σωματικό τοίχωμα με ισχυρή μεγέθυνση (400Φ) να μπορούμε διακρίνουμε από το εξωτερικό προς το εσωτερικό μια λεπτή ακυτταρική στοιβάδα την Εικόνα 13 Εγκάρσια τομή στο σώμα ολιγόχαιτου εφυμενίδα και ακριβώς κάτω από αυτή την επιδερμίδα. Η επιδερμίδα αποτελείται από απλό επιθήλιο, σε αυτό περιλαμβάνονται εκκριτικά και αισθητήρια κύτταρα. Σα εκκριτικά κύτταρα είναι αυτά που εκκρίνουν την εφυμενίδα, διακρίνονται από τα ευμεγέθη εκκριτικά κοκκία. Μια πολύ λεπτή στοιβάδα στη βάση της εφυμενίδας αποτελεί τη βασική στοιβάδα. Ακριβώς πιο κάτω διακρίνεται το δέρμα το οποίο αποτελείται από συνδετικό ιστό. Σο αμέσως επόμενο στρώμα είναι ιδιαίτερα παχύ και αποτελείται από κυκλικές μυϊκές ίνες. Ακριβώς κάτω από τις κυκλικές μυϊκές ίνες διακρίνονται οι επιμήκεις μυϊκές ίνες. Αυτές είναι παράλληλες προς τον επιμήκη άξονα του οργανισμού και είναι οργανωμένες σε ομάδες. Εσωτερικά η μυϊκή στοιβάδα καλύπτεται από ένα λεπτό επιθήλιο (σωματικό περιτόναιο). Ο ιδιαίτερα μεγά- 65 λος χώρος που απομένει είναι το κοίλωμα. Είναι πιθανόν να είναι ορατά μετανεφρίδια, ή κάθετα διαφράγματα που διαχωρίζουν τα μεταμερή. Παρατηρώντας τον πεπτικό σωλήνα διακρίνεται το επιθήλιο και ο εντερικός αυλός. υνήθως ο πεπτικός σωλήνας έχει σχήμα U με το άνοιγμα προς την ραχιαία επιφάνεια. Σο εντερο σχηματίζει μια μεσονωτιαία πτύχωση η οποία ονομάζεται τυφλοσωλήνας. Ο πεπτικός σωλήνας καλύπτεται από συνδετικό ιστό, κυκλικές και επιμήκεις μυϊκές ίνες, οι οποίες όμως είναι δύσκολο να διακριθούν. Ο πεπτικός σωλήνας καλύπτεται από το σπλαχνικό περιτόναιο, σε μερικά σημεία του οποίου διακρίνονται χλωρογενή κύτταρα. Αυτά σχηματίζουν ένα παχύ μονοκύτταρο στρώμα μεταξύ κοιλώματος και περιτοναίου. Πάνω από τον πεπτικό σωλήνα διακρίνεται ένα μεγάλο ραχιαίο αιμοφόρο αγγείο. Ενώ κάτω από τον πεπτικό σωλήνα βρίσκεται το μικρότερο κοιλιακό αιμοφόρο αγγείο και η ευμεγέθης κοιλιακή νευρική χορδή. Η κοιλιακή νευρική χορδή και το κοιλιακό αιμοφόρο αγγείο συνδέονται με τον πεπτικό σωλήνα με το κοιλιακό μεσεντέριο. Σσστηματική των Δακτσλιοσκωλήκων Έχουν περιγραφεί περίπου 15000 είδη δακτυλιοσκωλήκων τα οποία ταξινομούνται σε 3 κλάσεις και 31 τάξεις. Σε απηό ην Φύιν αλήθνπλ δώα ηα νπνία είλαη ηξηπινβιαζηηθά, θνηιωκαηηθά, παξνπζηάδνπλ κεηακέξεηα, έρνπλ επίκεθεο θαη θπιηλδξηθό ή ωνεηδέο ζε ηνκή ζώκα. Έρνπλ πιήξε πεπηηθό ζωιήλα, δεύγε επηδεξκηθώλ ζκεξίγγωλ ή παξαπνδίωλ θαη θνηιηαθή λεπξηθή ρνξδή. Τν θύιν ηωλ Δαθηπιηνζθωιήθωλ δηαθξίλεηαη ζε ηξεηο θιάζεηο. Κλάση Πολύχαιτοι (Polychaeta) Η πολύαριθμότερη κλάση, κυρίως θαλάσσιων ειδών (υπάρχουν μερικά μόνο είδη που ζουν στα εσωτερικά νερά). Σα μεταμερή τους εμφανίζουν συνήθως ένα ζεύγος λοβοειδών προεκτάσεων, τα παραπόδια, που φέρουν πολυάριθμες και ποικιλόμορφες σμήριγγες. τη κεφαλή υπάρχουν οφθαλμίδια και κεραίες, παραπόδια με θυσάνους από σμήριγγες. Είναι γονοχωριστικά, στην ανάπτυξή τους συνήθως περιλαμβάνεται τροχοφόρος λάρβα (Nereis, Arenicola, Sabella). Οι πολύχαιτοι διαιρούνται σε δυο υποκλάσεις: Α. Πλάνητες (Errantia) Είναι οργανισμοί που ζουν και κινούνται ελεύθερα στο υπόστρωμα, μέσα σε σχισμές βράχων ή κολυμπούν. Σρέφονται κυρίως με σάρκα. Έχουν ανεπτυγμένα αισθητήρια όργανα. Σα μεταμερή είναι συνήθως όμοια μεταξύ τους. Σα παραπόδια είναι καλά ανεπτυγμένα και φέρουν ακίδες 66 και σμήριγγες. Η κεφαλή φέρει αισθητήρια όργανα (οφθαλμίδια, κεραίες, προσακτρίδες). Ο φάρυγγας είναι συχνά εξοπλισμένος με μασητικά όργανα. Β. Εδραίοι (Sedentaria) Είναι οργανισμοί που ζουν στο εσωτερικό σωλήνα τον οποίο εκκρίνουν οι ίδιοι. Από τον σωλήνα προεξέχει η κεφαλή, η οποία φέρει θύσανο κεραιών. Σο σώμα τους συχνά διαφοροποιείται σε δυο περιοχές (θώρακα και κοιλιά). Σα παραπόδια συχνά είναι υποπλασμένα χωρίς ακίδες και με λίγες ή καθόλου σμήριγγες. υχνά στη περιοχή της κεφαλής φέρουν χαρακτηριστικές δομές οι οποίες βοηθούν στην λήψη της τροφής όπως και στην αναπνοή (βράγχια). Κλάση Ολιγόχαιτοι (Oligochaeta) Ζουν κυρίως στο υγρό έδαφος και στα εσωτερικά νερά (λίγα είδη ζουν στη θάλασσα), δεν έχουν παραπόδια παρά μόνον σμήριγγες, Δεν διακρίνεται κεφαλή, είναι ερμαφρόδιτοι οργανισμοί και φέρουν εξειδικευμένα όργανα αναπαραγωγής και σύζευξης. Η ανάπτυξή τους είναι άμεση (Lumbricus, Tubifex) Σάξη: Lumbriculida. Υέρουν τέσσερα ζεύγη σμηρίγγων σε κάθε μεταμερές. Ένα ζεύγος χοανών των σπερματαγωγών βρίσκεται στο ίδιο μεταμερές με τον γεννητικό πόρο του αρσενικού γεννητικού συστήματος. Σο επίσαγμα αποτελείται από μια στοιβάδα κυττάρων και περιλαμβάνει τον αρσενικό και θηλυκό γεννητικό πόρο. Περιλαμβάνει μόνο μια οικογένεια ολιγόχαιτων οι οποίοι ζουν στα εσωτερικά νερά (Lumbriculus). Σάξη: Tubificida. υνήθως υδρόβιοι ολιγόχαιτοι, φέρουν οφθαλμούς, βράγχια και πολλές σμήριγγες διαφόρων μορφών. Υέρουν ένα ζεύγος όρχεων και στο επόμενο μεταμερές ένα ζεύγος ωοθηκών. Σο επίσαγμα αποτελείται από μια στοιβάδα κυττάρων και περιλαμβάνει τον αρσενικό και θηλυκό γεννητικό πόρο. Σάξη : Haplotaxida. Κυρίως έχουν δυο μεταμερή με όρχεις και ακολουθούν άλλα δυο μεταμερή με ωοθήκες. Αν υπάρχει ένα ζεύγος όρχεων τότε διαχωρίζεται από τα μεταμερή που φέρουν ωοθήκες με ένα ή δυο μεταμερή. Ο αρσενικός γεννητικός πόρος βρίσκεται ένα ή δυο μεταμερή πίσω από την αντίστοιχη χοάνη. Κλάση Βδελλοειδή (Hirudinea) Ζουν κυρίως στα εσωτερικά νερά και στα υγρά εδάφη (λίγα είδη είναι θαλάσσια).Σο σώμα τους αποτελείται από 34 μεταμερή έκαστο των οποίων διαιρείται σε δακτύλιους. Έχουν πρόσθιο και οπίσθιο μυζητικό δίσκο. Δεν υπάρχουν παραπόδια, σμήριγγες υποπλασμένες ή απουσιάζουν (Hirudo). Σάξη : Ακανθοβδελλοειδής (Acanthobdellida). ε αυτή την τάξη περιλαμβάνεται ένα είδος (Acanthobdell paledina ) με μήκος 3 ως 30 mm, συναντάται στην Βόρειο Ευρώπη παράσιτο ψαριών των ειδών της οικογένειας Salmonidae. Δεν υπάρχει πρόσθιος μυζητήρας. Σάξη: Ρυγχοβδελλοειδή (Rynchobdellida). Αποκλειστικά υδρόβιες βδέλλες με φάρυγγα διαφοροποιημένο σε προβοσκίδα . έχουν κυκλοφορικό σύστημα το οποίο διαχωρίζεται από το σωματικό κοίλωμα. Σάξη Αρυγχοβδελλοειδή (Arnchynchobdellida). Τδρόβιες ή χερσαίες βδέλλες, έχουν φάρυγγα ο οποίος δεν εκτείνεται, φέρουν τρία ζεύγη σιαγώνων (Οικογένειες : Hirudinidae και Haemadipsidae) ή καθολου σιαγώνες (Οικ. Erpobdellidae και άλλες τέσσερις). 67 Ασκήσεις -ερωτήσεις 1. „Όπως αναφέρθηκε τα μετανεφρίδια των πολύχαιτων και συγκεκριμένα της Nereis είναι μικρά, ενώ των ολιγόχαιτων είναι ανεπτυγμένα, πως μπορεί να εξηγηθεί αυτή η διαφορά σε σχέση με το γεγονός ότι το σώμα της Nereis έχει ίδια οσμωτική πίεση με το περιβάλλον, ενώ το σώμα του Lubricus έχει μεγαλύτερη οσμωτική πίεση από το περιβάλλον. 2. Να υπολογισθεί ο αριθμός των μεταμερών πριν και μετά το επίσαγμα. Οι αριθμοί αυτοί παραμένουν σταθεροί; 3. Κάνοντας μια τομή σε μια από τις ψευδοκαρδιές, παίρνουμε μικρή ποσότητα από το αίμα, κάνουμε ένα παρασκεύασμα το οποίο το παρατηρούμε με τη βοήθεια μικροσκοπίου, συγκρίνουμε τον αριθμό των κυττάρων που υπάρχουν στο παρασκεύασμα του αίματος με αυτά που υπάρχουν στο κοιλωματικό υγρό. Σο κόκκινο χρώμα του αίματος οφείλεται σε αιμοσφαίρια ή στο πλάσμα; Βιβλιογπαυία Λαζαρίδου- Δημητριάδου Μ. Γενική Ζωολογία. Εκδόσεις Γιαχούδη-Γιαπούλη. Θεσσαλονίκη. ελ. 504. Φιντήρογλου, Φ. , Βουλτσιάδου –Κούκουρα, Ε. 1999. Δακτυλιοσκώληκες. το Ζωολογία Ι Εργαστηριακές ασκήσεις. Α. Π.Θ. Τπηρεσία Δημοσιευμάτων. ελ. 226. Miller, S. and J. Harley. 1996. Zoology. Wm, C. Brown Publishers. 752 pp. Ruppert E. and R. Barnes 1996. Invertebrate Zoology. Saunders College Publishing. 1056 pp. Barnet, J. & C. M. Yonge. 1985. Collins pocket guide to the Seashore. Collins, London. pp272 Campbell, A.C. 1980. The Hamlyn guide to: The Seashore and Shallow Seas of Britain and Europe. Hamlyn, London. 68 ΑΚΟΙΛΨΜΑΣΙΚΑ ΖΨΑ ΥΤΛΟ: ΠΛΑΣΤΕΛΜΙΝΘΕ (PLATYHELMINTHES) Βασίλειο: Ζώα (Animalia) Διαίρεση: Αμφιπλευροσυμμετρικά (Bilateria) Σμήμα : Ακοιλωματικά (Acoelomata) Σα ακοιλωματικά ζώα διακρίνονται σε δυο φύλα: τους Πλατυέλμινθες (Platyhelminthes) και τους Νεμερτίνους (Nemertea). Αυτά τα φύλα είναι φυλογενετικά σημαντικά καθώς εμφανίζεται για πρώτη φορά η αμφίπλευρη συμμετρία, σε αντίθεση με τα προηγούμενα φύλα τα οποία παρουσίαζαν ακτινωτή συμμετρία. τα ακοιλωματικά ζώα εμφανίζονται τρία σημαντικά χαρακτηριστικά: 1. αμφίπλευρη συμμετρία, 2. μεσόδερμα το οποίο αποτελεί τη βάση για τη στήριξη μυών και οργάνων 3. νευρικό σύστημα με εγκέφαλο και νευρική χορδή. Σα ζώα αυτά δεν έχουν σωματική κοιλότητα, από αυτό το χαρακτηριστικό προκύπτει και το όνομα ακοιλωματικά, ενώ διακρίνεται το μεσόδερμα το οποίο καλύπτει το χώρο μεταξύ της επιδερμίδας και του πεπτικού σωλήνα, Υύλο: Πλατυέλμινθες (Platyhelmintes) το φύλο των πλατυέλμινθων (platys + helminths) περιλαμβάνονται περισσότερα από 20000 είδη. Αυτοί οι οργανισμοί παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλότητα σχετικά με το μέγεθός τους. Σο μήκος του ώριμου ατόμου κυμαίνεται από 1mm ή και λιγότερο μέχρι και αρκετά μέτρα. Σο μεσόδερμά τους δεν παρουσιάζει κοιλότητες (για το λόγο αυτό ονομάζονται ακοιλωματικοί), εμφανίζει όμως μια ακανόνιστη υφή με τη μορφή χαλαρού συνδετικού ιστού ο οποίος ονομάζεται παρέγχυμα. Σο παρέγχυμα παρεμβάλλεται μεταξύ ιστών, οργάνων και του σωματικού τοιχώματος. Περιλαμβάνει παρεγχυματικά κύτταρα τα οποία προέρχονται από το σωματικό τοίχωμα, τα τοιχώματα του πεπτικού σωλή- 69 να, από αδενικά κύτταρα καθώς και ινίδια εξωκυτταρικής προέλευσης. Σο παρέγχυμα είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένο στους μεγαλυτέρου μεγέθους οργανισμούς, ενώ στους μικρού μεγέθους πλατυέλμινθες αποτελείται από μικρής ποσότητας εξωκυτταρικό υλικό. ε ορισμένα είδη κυρίως των εσωτερικών υδάτων το εξωκυτταρικό υλικό είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένο σχηματίζοντας μια μορφή ψευδοκοιλώματος. Ανάλογα με τα διάφορα είδη το παρέγχυμα μπορεί να εξυπηρετεί την στήριξη του σώματος (σαν υποτυπώδης υδροστατικός σκελετός), την αποθήκευση θρεπτικών συστατικών, την κίνηση, την αναγέννηση (σαν απόθεμα κυττάρων για αναγέννηση), την μεταφορά θρεπτικών συστατικών. Λειτουργεί σαν δομικό συστατικό για τις αλληλοσυσχετίσεις μεταξύ οργάνων, σαν ιστός για την οργανογένεση, σαν ιστός για την αποθήκευση οξυγόνου, πιθανώς όμως να εξυπηρετεί και κάποιες άλλες λειτουργίες οι οποίες δεν έχουν ακόμη διερευνηθεί. ε μερικά είδη κυρίως πλανάριας έχει βρεθεί ότι υπάρχουν παρεγχυματικά χρωματοφόρα κύτταρα τα οποία επηρεάζουν τον χρωματισμό του ζώου. Όταν η χρωστική συσσωρεύεται γύρω από τον πυρήνα των κυττάρων τότε ο οργανισμός λαμβάνει ανοικτόχρωμη εμφάνιση, ενώ όταν εκτείνεται στη περιφέρεια του κυττάρου τότε γίνεται περισσότερο σκουρόχρωμο. ε ένα τουλάχιστον είδος το Paratomella rubra τα παρεγχυματικά κύτταρα περιέχουν αιμογλοβίνη, εξ αιτίας αυτής το σώμα του ζώου λαμβάνει κόκκινο χρώμα. Αυτά τα κύτταρα πιθανώς λειτουργούν ως "αποθήκες" οξυγόνου τις οποίες το ζώο αξιοποιεί όταν μετακινείται σε περιβάλλοντα με χαμηλή συγκέντρωση οξυγόνου. τους πλατυέμινθες εμφανίζεται για πρώτη φορά πρόσθια – οπίσθια διαφοροποίηση, δηλαδή διακρίνεται κεφαλή με αισθητήρια όργανα, με συγκέντρωση γαγγλίων (εγκεφαλικά γάγγλια). Σο φύλο των Πλατυέλμινθων διακρίνεται σε τέσσερις κλάσεις: 1. τροβιλιστικοί (Turbellaria) περιλαμβάνει οργανισμούς που ζουν ελεύθεροι. 2. Μονογενή (Monogenea) 3. Σρηματώδεις (Trematoda) 70 4. Κεστώδεις (Cestoidea). Οι τρεις τελευταίες κλάσεις περιλαμβάνουν οργανισμούς οι οποίοι ζουν κυρίως παρασιτικά. Γενικά σαπακτηπιστικά τος Φύλος 1. υνήθως νωτοκοιλιακά πλατυσμένοι σκώληκες (πλατυ-έλμινθες) 2. Σριπλοβλαστικοί. Μεταξύ του εξωδέρματος και του ενδοδέρματος παρεμβάλεται το μεσόδερμα, αυτό είναι συνεκτικός ιστός στον οποίο βρίσκονται διάσπαρτα κύτταρα. Σα κύτταρα αυτά είναι διαφορετικής προέλευσης από αυτά του εξωδέρματος και του ενδοδέρματος, είναι αντίστοιχο του κολεγχύματος των σπόγγων και της μεσογλοίας των κοιλεντερωτών. 3. Ακοιλωματικοί 4. Παρουσιάζουν αμφίπλευρη συμμετρία. Η αμφίπλευρη συμμετρία εμφανίζεται για πρώτη φορά στα μέλη αυτού του φύλου. 5. Εμφανίζουν πρόσθια- οπίσθια διαφοροποίηση 6. κώληκες χωρίς μεταμέρεια. 7. Μη ανεπτυγμένος πεπτικός σωλήνας, συνήθως τυφλός χωρίς έδρα, απουσιάζει στους Κεστώδεις. 8. Νευρικό σύστημα καλά ανεπτυγμένο, παρουσιάζει εγκεφαλικά γάγγλια και συνήθως επιμήκεις νευρικές χορδές. 9. Έχουν πρωτονεφρίδια για απέκκριση και οσμωρύθμιση. 10. Είναι ερμαφρόδιτοι με πλήρως ανεπτυγμένο αναπαραγωγικό σύστημα. το Υύλο των Νεμερτίνων ανήκουν οργανισμοί οι οποίοι είναι κυρίως θαλάσσιοι με επίμηκες σώμα, οι περισσότεροι ζουν χωμένοι στο υπόστρωμα. Α) τροβιλιστικοί (Turbellaria) Ζουν στα εσωτερικά νερά ή σε υγρά εδάφη στη ξηρά. Σα περισσότερα είδη ζουν ελεύθερα, αλλά υπάρχουν και ορισμένα τα οποία παρασιτούν (ενδο- ή έξω-). Είναι ερμαφρόδιτα, εκτός από ορισμένα γένη των Tricladida και Acoela. 71 Εικόνα 1. Dugestia tigrina. Διακρίνονται η τριγωνική κεφαλή οι οφθαλμικές κηλίδες, ο φάρυγγας και ο εντερικός σωλήνας. Κλάση τροβιλιστικοί (Turbellaria) Ph: Platyhelminthes, Cl. : Turbellaria, Ord.: Tricladida, Fam.: Dugesiidae, Gen.: Dugestia, Sp.: Dugestia tigrina. Εικόνα 2. κίτσο πλανάριας, διακρίνονται η ραχιαία, η κοιλιακή επιφάνεια, ο φάρυγγας και η τριγωνική κεφαλή Ο περισσότερο γνωστός αντιπρόσωπος αυτής της κλάσης είναι η πλανάρια (Dugestia tigrina). υναντάται σε λίμνες, ρυάκια όπου βρίσκονται κάτω από πέτρες ή άλλα αντικείμενα. Είναι οργανισμός που παρουσιάζει αρνητικό φωτοτακτισμό (αποφεύγουν το φως). Η πλανάρια φτάνει σε μήκος μέχρι και 2 cm, συνήθως όμως δεν ξεπερνά το 1.5 cm. τη μια άκρη του σώματός της διακρίνε- 72 ται η πλατιά τριγωνική κεφαλή η οποία στη ραχιαία πλευρά της φέρει δυο οφθαλμικές κηλίδες. Σα κύτταρα της επιδερμίδας έχουν χρωστικές και μεταξύ τους υπάρχουν μονοκύτταροι βλεννογόνοι αδένες. την κοιλιακή της πλευρά φέρει βλεφαρίδες οι οποίες τη βοηθούν στη μετακίνηση. τη κίνηση του ζώου συμμετέχουν και ένας αριθμός κυκλικών, επιμήκων και διαγώνιων μυών που με τη συντονισμένη δράση τους βοηθούν κυρίως στις αλλαγές κατεύθυνσης. Μορθολογία το εμπρόσθιο μέρος του σώματος διακρίνεται η τριγωνική κεφαλή. τα άκρα της κεφαλής βρίσκονται δυο χημειοευαίσθητα αισθητήρια σημεία, ενώ στο πάνω μέρος διακρίνονται δυο οφθαλμικές κηλίδες. το μέσο περίπου του σώματος βρίσκεται ο φάρυγγας, είναι μυώδης, εκτατός και στο άκρο του βρίσκεται το στόμα. Κατά την τροφοληψία το μήκος του φάρυγγα αυξάνεται και με το στόμα λαμβάνεται η τροφή. Σο οπίσθιο άκρο του φάρυγγα καταλήγει στο έντερο, το οποίο χωρίζεται σε κλάδους. τη περιφέρεια του σώματος διακρίΕικόνα 3. κίτσο στο οποίο παρουσιάζονται τα όργανα της πλανάρια νονται πολυάριθμα πρωτονεφρίδια, αυτά βρίσκονται στο παρέγχυμα με διακλαδιζόμενους και τυφλούς κλάδους, συνήθως εκβάλλουν στα πλευρά του σώματος με απεκκριτικούς αγωγούς. Εικ. 3. Ανατομία της Planaria 73 ε μια κάθετη τομή στο σώμα της πλανάρια διακρίνονται ο φάρυγγας ή το έντερο ανάλογα με το σημείο στο οποίο έχει γίνει η τομή. το εμπρόσθιο ή στο οπίσθιο μέρος του σώματος διακρίνονται ένας ή περισσότεροι δακτύλιοι οι οποίοι είναι διακλαδώσεις ή απολήξεις του εντέρου (Εικ. 4). Παραηηρώνηας ένα ζωνηανό άηομο Σοποθετούμε με προσοχή ένα ζωντανό άτομο σε μια αντικειμενοφόρο πλάκα, (χωρίς όμως να το καλύψουμε με καλυπτρίδα). Με τη βοήθεια μικροσκοπίου μπορούμε να διακρίνουμε τον τρόπο με τον οποίο μετακινείται κατά μήκος της πλάκας. Ουσιαστικά η κίνηση γίνεται με τη συντονισμένη δράση βλεφαρίδων που υπάρχουν στη κοιλιακή πλευρά του οργανισμού. Ψστόσο, σημαντικό ρόλο έχει και το μυϊκό σύστημα, ιδιαίτερα στις αλλαγές κατεύθυνσης. Με διάφορους χειρισμούς, με τη βοήθεια λαβίδας και βελόνας ανατομίας, μπορούμε να παρατηρήσουμε τον τρόπο με τον οποίο αλλάζει διεύθυνση. Πιέζοντας ελαφρά το ζώο μπορούμε να διαπιστώσουμε τη δυνατότητά του να προσκολλάται. Παρατηρώντας τον οργανισμό με ισχυρό διερχόμενο φως μπορούμε να διακρίνουμε το πεπτικό του σύστημα, ιδιαίτερα αν έχει τραφεί πρόσφατα. Σοποθετώντας μια καλυπτρίδα μπορούμε να καταφέρουμε να ακινητοποιηθεί ο οργανισμός. Κάτω από την πίεση της καλυπτρίδας ο οργανισμός ακινητοποιείται και φαίνεται λεπτότερος, επιτρέποντας να παρατηρηθούν με μεγαλύτερη ευκολία τα εσωτερικά όργανα, ιδιαίτερα αν αφαιρέσουμε μια ποσότητα νερού, με τη βοήθεια απορροφητικού χαρτιού, προσέχοντας όμως να μην στεγνώσει το παρασκεύασμα. 74 Εικόνα 4. Εγκάρσια τομή στο σώμα πλανάρια Επιλέγοντας μεγέθυνση (100Φ) και παρατηρώντας στη περιοχή της κεφαλής, είναι δυνατόν να διακρίνουμε τις παλλόμενες βλεφαρίδες, ιδιαίτερα αν μειώσουμε το φωτισμό. Οι βλεφαρίδες βρίσκονται στη κοιλιακή περιοχή του ζώου και είναι ιδιαίτερα δύσκολο να τις διακρίνει κάποιος. Οι βλεφαρίδες που βρίσκονται στη περιοχή της κεφαλής σχετίζονται με χημειοϋποδοχείς και η κίνησή τους μπορεί να γίνει εμφανής. Σο όνομα της κλάσης στροβιλιστικοί προέρχεται από το στροβιλισμό και τη κίνηση του νερού γύρω από τον οργανισμό που προκαλείται από τη κίνηση των βλεφαρίδων της περιοχής της κεφαλής. Αυξάνοντας το φωτισμό μπορούμε να μελετήσουμε τα εσωτερικά όργανα της πλανάριας. Επιλέγοντας μικρότερη μεγέθυνση (40Φ) μπορούμε να διακρίνουμε τον πεπτικό σωλήνα, ιδιαίτερα αν το ζώο έχει τραφεί πρόσφατα. Ο φάρυγγας βρίσκεται στο μέσο περίπου του σώματος είναι ευδιάκριτος, επιμήκης και σχετικά ανοικτόχρωμος. Μελετήστε τη κίνηση της πλανάρια με τη βοήθεια μικροσκοπίου, προσπαθήστε να διακρίνετε τις κινούμενες βλεφαρίδες. Σοποθετήστε τη πλανάρια σε ένα δισκίο Petri βάλτε λίγο νερό. Μόλις αρχίσει αν κινείτε τοποθετήστε μπροστά της τη βελόνα ανατομίας και παρατηρείστε τις αντιδράσεις του ζώου μόλις συναντήσει εμπόδιο. 75 Σοποθετούμε ένα ή περισσότερα άτομα πλανάρια σε ένα δίσκο petri, στη συνέχεια βάζουμε ένα μικρό κομμάτι από τη λέκιθο ενός καλά βρασμένου αβγού, ή ένα κομμάτι συκωτιού, (η λέκιθος είναι προτιμότερη λόγω του χρώματός της). Σοποθετούμε το δίσκο Petri πάνω από τη πλάκα του στερεοσκοπίου προσεκτικά. Είναι πιθανόν να καταφέρουμε να παρατηρήσουμε την πλανάρια να εκτίνει το φάρυγγά της να εγκολπώνει μικρά σωματίδια τροφής καθώς και την κίνησή τους κατά μήκος του φάρυγγα. Η λέκιθος είναι μια ιδιαίτερα καλή τροφή για τη μελέτη της τροφοληψίας, λόγω του έντονου κίτρινου χρώματός της. Παρατηρείστε τη διαδικασία τροφοληψίας της πλανάρια Αναπαραγωγή Οι στροβιλιστικοί αναπαράγονται αγενώς και εγγενώς. Σα άτομα είναι ερμαφρόδιτα και η εγγενής αναπαραγωγή γίνεται με ετερογονιμοποίηση. Η εγγενής αναπαραγωγή εναλλάσσεται με την αγενή. Η αγενής αναπαραγωγή γίνεται, με εγκάρσια διαίρεση, το είδος αυτό της αναπαραγωγής σχετίζεται με την αυξημένη αναγεννητική ικανότητα που παρουσιάζουν οι στροβιλλιστικοί. 76 Μια κάθετη τομή μετά τον φάρυγγα διαιρεί τον οργανισμό σε δυο τμήματα ένα εμπρόσθιο το οποίο φέρει τη κεφαλή, το στόμα και τον φάρυγγα και ένα ατελές ακέφαλο το οποίο στη συνέχεια αναπληρώνει τα τμήματα που λείπουν. Μετά την τομή το εμπρόσθιο τμήμα συμπεριφέρεται κανονικά, το εναπομείναν όμως παραμένει ακίνητο μέχρι την πλήρη ανάπλασή του. Εικόνα 5. Αναγέννηση της πλανάρια υλλογή ατόμων Είναι σχετικά εύκολο να συλλέξουμε άτομα πλανάριας. Επιλέγουμε ένα ρυάκι με σχετικά ήπια ροή νερού, ή την βραχώδη ακτή μιας λίμνης. Ανακινούμε τη βλάστηση, ξεριζώνουμε λίγα φυτά μπροστά από μια απόχη με μικρό μάτι διχτυού, ή μπροστά από ένα δοχείο. Παίρνουμε προσεκτικά πέτρες και παρατηρούμε προσεκτικά την κάτω επιφάνειά τους, αν στην περιοχή υπάρχουν άτομα πλανάριας είναι πολύ πιθανό να τα βρούμε. Μια τεχνική η οποία αποδίδει είναι η παρακάτω: Επιλέγουμε ένα ρυάκι, τοποθετούμε κοντά στην ακτή ένα χρησιμοποιημένο μεταλλικό δοχείο με υπολείμματα ζωοτροφών. Σοποθετούμε το δοχείο μέσα σε μια πλαστική σακούλα και φροντίζουμε να το ασφαλίζουμε με κάποια πέτρα ώστε να μην παρασυρθεί από το νερό. Αφήνουμε την «παγίδα» όλη τη νύχτα. Είναι πιθανόν το πρωί να βρούμε πλανάριες γύρω ή μέσα στη σακούλα. 77 Εργαζίες 1. υλλογή ατόμων πλανάρια, διατήρηση σε ενυδρείο, παρακολούθηση της συμπεριφοράς του ζώου. Μελέτη της τροφοληψίας. 2. Επιλέγουμε ορισμένα άτομα σχετικά μεγάλου μεγέθους. Με ένα νυστέρι ανατομίας τα κόβουμε κάθετα σε διάφορα σημεία του σώματός τους, κυρίως κάθετα στον επιμήκη άξονα του σώματος. ε ορισμένα άτομα κάνουμε τομή κατά μήκος του επιμήκη άξονα του σώματος. Μελετάμε την αναγεννητική ικανότητας του ζώου. 3. Μελέτη της ικανότητας απομνημόνευσης του ζώου, σε σχέση με την επίδραση πάνω του χαμηλής ισχύος ηλεκτρικού ρεύματος ή την επίδραση φωτός. 4. Μελέτη της αναγεννητικής ικανότητας του ζώου σε σχέση με την θερμοκρασία του περιβάλλοντος. 78 Υύλο : Πλατυέλμινθες Κλάση Σρηματώδεις. Οι τρηματώδεις είναι ακοιλωματικοί, με αμφίπλευρη συμμετρία παρασιτικοί σκώληκες. Ένας τυφλός πεπτικός σωλήνας με στόμα και φάρυγγα διακρίνεται, αλλά απουσιάζει έδρα. Ο πεπτικός σωλήνας έχει σχήμα Τ. Αρχίζει από έναν μυζητήρα που συνήθως βρίσκεται στην άκρη του σώματος και περιβάλλει το στόμα. Ακολουθεί βραχύς φάρυγγας, κατόπιν ο οισοφάγος που οδηγεί σε δίκλαδο τυφλό έντερο. Δεν υπάρχουν αναπνευστικό και κυκλοφορικό σύστημα. Η οσμωρύθμιση και η απέκκριση επιτυγχάνονται με τη βοήθεια των πρωτονεφριδίων. Σο αναπαραγωγικό σύστημα μοιάζει με αυτό των στροβιλιστικών, όλα σχεδόν τα άτομα είναι ερμαφρόδιτα. Οι περισσότεροι τρηματώδεις ανήκουν στην υπόκλαση των Διγενών. Σα άτομα αυτής της ταξινομικής ομάδας χρειάζονται δυο τουλάχιστον ξενιστές για να ολοκληρώσουν το βιολογικό τους κύκλο. Clonorchis (=Opisthorchis) sinensis Ph.: Platyhelminthes, Cl.: Trematoda, sCl.: Digenea, Ord.: Opisthorchiida, sOrd.:Opisthorchiata, Sfam.: Opisthorchoidea, Fam.: Opisthorchidae. Σο είδος Clonorchis (=Opisthorchis) sinensis είναι ένα ιδιαίτερα διαδεδομένο παράσιτο των κατοίκων της Άπω Ανατολής, όπου περισσότεροι από 50 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν προσβληθεί. Σα ώριμα άτομα ζουν στις χοληφόρους οδούς του συκωτιού τρεφόμενα με επιθηλιακούς ιστούς και αίμα. Εικόνα 6. Clonorchis sinensis 79 Σα αβγά αφήνονται στον χοληφόρο αγωγό, μέσω αυτού καταλήγουν στο έντερο και απομακρύνονται με τα περιττώματα. Κατόπιν οι σποροκύστες, οι ρέδιες και τα κερκάρια εμφανίζονται στο νερό. Αν τα κερκάρια προσκολληθούν σε ένα ψάρι (δεύτερος ενδιάμεσος ξενιστής) εισέρχονται στην επιδερμίδα του, και εγκυστώνονται. Σα μετακερκάρια αναπτύσσονται σε ώριμα άτομα στο σώμα του ανθρώπου ο οποίος θα καταναλώσει ωμό ή ελαφρά μαγειρεμένο ψάρι. την Άπω Ανατολή, αλλά και στο Δυτικό Κόσμο πλέον συνηθίζουν να καταναλώνουν ωμά η ελαφρά μαγειρεμένα ψάρια. Ο σκώληκας Fascioloa hepatica παρασιτεί κυρίως στο συκώτι των προβάτων, των βοοειδών, άλλων θηλαστικών αλλά σπάνια και στον άνθρωπο οι οποίοι είναι και οι τελικοί ξενιστές. Προκαλεί την ηπατική διαστομίαση (κοιν. χλαπάτσα). Σα ώριμα ζουν στις χοληφόρους οδούς του συκωτιού. Σα αβγά καταλήγουν στο έντερο από όπου και απελευθερώνονται. Όταν τα αβγά καταλήξουν στο νερό εκκολάπτονται και τα μειρακίδια προσλαμβάνονται από το κατάλληλο είδος υδρόβιου γαστερόποδο. Αν τα μειρακίδια συναντήσουν το κατάλληλο είδος γαστερόποδου Εικόνα 7. Fasciola hepatica εισέρχονται στους μαλακούς ιστούς του, αναπτύσσονται σε σποροκύστεις, ρεδίες και κερκάρια. τη συνέχεια τα κερκάρια εγκαταλείπουν το σώμα του γαστερόποδου και εγκυστώνονται στην υδρόβια βλάστηση. 80 Εικόνα 8. Πρόσθιο τμήμα του κεστώδους Fasciola hepatica Σα θηλαστικά προσβάλλονται όταν καταναλώσουν τους φυτικούς οργανισμούς. Ο άνθρωπος μπορεί να προσβληθεί καταναλώνοντας υδρόβιους φυτικούς οργανισμούς (π.χ. νεροκάρδαμο). Η λοίμωξη από αυτό το παράσιτο προκαλεί βαρύτατες βλάβες του συνδετικού ιστού, κυρίως του συκωτιού, ελάττωση της αιμοσφαιρίνης και των λεμφοκυττάρων. Κλάση: Κεστώδεις (Cestoidea) Οι κεστώδεις είναι επιμήκεις σχετικά πλατυσμένοι πλατυέλμινθες, των οποίων το μήκος μπορεί να φτάνει μέχρι και τα 15 μέτρα. Έχουν περιγραφεί περίπου 3500 είδη κεστωδών και όλα είναι ενδοπαράσιτα συνήθως του πεπτικού συστήματος των σπονδυλωτών, είναι γνωστοί με το όνομα ταινίες. Σο χρώμα τους είναι λευκό με αποχρώσεις του κίτρινου ή του γκρι. Οι κεστώδεις παρουσιάζουν δυο χαρακτηριστικές προσαρμογές στο παρασιτικό τρόπο διαβίωσης. Α) Δεν έχουν στόμα και πεπτικό σωλήνα σε όλα τα στάδια του βιολογικού τους κύκλου. Απορροφούν τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά μέσω του σωματικού τους τοιχώματος. 81 Β) Σο σώμα των περισσότερων ώριμων κεστωδών αποτελείται από ένα μεγάλο αριθμό επαναλαμβανόμενων μονάδων (ψευδομεταμερή) οι οποίες ονομάζονται προγλωττίδες. Όπως και τα περισσότερα ενδοπαράσιτα έτσι και οι κεστώδεις ζουν σε ένα εχθρικό μεν, αλλά ιδιαίτερα σταθερό περιβάλλον. Ο πεπτικός σωλήνας των σπονδυλωτών σαν περιβάλλον για έναν άλλον οργανισμό παρουσιάζει πολύ λίγες μεταβολές γεγονός που απαιτεί πολύ λίγες ανατομικές ή λειτουργικές προσαρμογές από το σώμα ενός κεστώδους. Οι προσαρμοστικοί χαρακτήρες του παράσιτου καθορίζονται από τους λειτουργικούς μηχανισμούς του ξενιστή. υνήθως το σώμα τους αποτελείται από τμήματα, όπως τη σκωληκοκεφαλή ή σκωλήκιο, τον αυχένα και τις προγλωττίδες, το σύνολο των οποίων αποτελεί τη στροβίλη. Παρουσιάζουν αμφίπλευρη συμμετρία, είναι τριπλοβλαστικά και ακοιλωματικά. Ο πεπτικός σωλήνας, αν υπάρχει έχει ένα απλό άνοιγμα. Τπάρχει «εγκέφαλος» και μια συγκέντρωση αισθητηρίων οργάνων στη περιοχή της σκωληκοκεφαλής. Οι κεστώδεις είναι ενδοπαράσιτα, με εξαίρεση λίγα είδη, οι ώριμες μορφές τους συναντώνται στο πεπτικό σύστημα των σπονδυλωτών. Ο κύκλος ζωής τους ωστόσο περιλαμβάνει ένα ενδιάμεσο ξενιστή στον οποίο συναντώνται οι ανώριμες μορφές. Οι ενδιάμεσοι ξενιστές μπορεί να είναι σπονδυλωτά ή ασπόνδυλα. Ο ενδιάμεσος ξενιστής συνήθως είναι η λεία του τελικού ξενιστή. 82 Σο σώμα ενός κεστώδους αποτελείται από την κεφαλή (σκωληκοκεφαλή) με την οποία προσκολλάται στον ξενιστή και το κυρίως σώμα (strobila) το οποίο διαιρείται σε πολυάριθμα επαναλαμβανόμενα μικρά τμήματα που ονομάζονται προγλωττίδες. Σα περισσότερα συστήματα απουσιάζουν από το σώμα ενός κεστώδους με εξαίρεση το αναπαραγωγικό το οποίο είναι καλά ανεπτυγμένο και ένα υποτυπώδες νευρικό και απεκκριτικό. Δεν υπάρχει πεπτικός σωλήνας, ο μεταβολισμός είναι αναερόβιος. Ο σκώληκας για τις ενεργειακές του ανάγκες εκμεταλλεύεται μικρά μόρια οργανικών ενώσεων τα οποία απορροφά από τον πεπτικό σωλήνα του ξενιστή μέσω της Εικόνα 9. κωληκοκεφαλή του τρηματώδους. Διακρίνονται μυζητήρες, άγκιστρα , προγλωτίδες επιφάνειας του σώματός του. Σο συγκυτιακό επιθήλιο φέρει μικρολάχνες που εξυπηρετούν την απορρόφηση. Η απέκκριση και η ωσμορύθμιση γίνονται με πρωτονεφρίδια τα οποία συγκεντρώνουν τα απεκκρίματα σε ένα απεκκριτικό αγωγό που εκβάλλει στο πρόσθιο μέρος του σώματος. Taenia pisiformis Ph.: Platyhelminthes, Cl.: Cestoidea, sCl. : Eucestoda, O.: Cyclophyllidea, F.: Taeniidae. Μορθολογία Σο σώμα του σκώληκα αποτελείται από τη σκωληκοκεφαλή και το σώμα το οποίο είναι μια σειρά επαναλαμβανόμενων τμημάτων, των προγλωττίδων. Παρατηρώντας τη σκωληκοκεφαλή με τη βοήθεια μικροσκοπίου διακρίνονται τα άγκιστρα με τα οποία προσκολλάται στον ξενιστή, ο πρόσθιος μυζητήρας 83 και στη συνέχεια οι ραχιαίοι και οι κοιλιακοί μυζητήρες. Δυο ζεύγη απεκκριτικών αγωγών διακρίνονται στη περιοχή της κεφαλής. Εικόνα 10. Taenia pisiformis. Διακρίνονται η σκωληκοκεφαλή οι μυζητήρες και οι προγλωττίδες. Σο εμπρόσθιο μέρος του σώματος περιλαμβάνει μια σειρά ανώριμων προγλωττίδων, σε αυτές δεν διακρίνονται όργανα και είναι λεπτότερες από τις υπόλοιπες που ακολουθούν. Μεταξύ των ανώριμων προγλωττίδων και της σκωληκοκεφαλής μεσολαβεί ο αυχένας. Από την περιοχή του αυχένα παράγονται διαρκώς νέες ανώριμες προγλωττίδες. Σο σώμα τους είναι μακρύ σκωληκοειδές σε πολλές περιπτώσεις φτάνει σε πολλά μέτρα μήκος (υπάρχουν ανφορές ότι το είδος Taeniarhynchus saginatus, παράσιτο του ανθρώπου, φτάνει σε μήκος μέχρι και 20 μέτρα). Σο σώμα είναι νωτοκοιλιακά πλατυσμένο και αποτελείται από πολυάριθμες προγλωττίδες. το εμπρόσθιο μέρος του σώματος διακρίνονται ανώριμες προγλωττίδες, στο μέσο γεννητικά Εικόνα 10. κίτσο μιας προγλωττίδας 84 ώριμες, ενώ προς το τέλος διακρίνονται αβγοφόρες έτοιμες να απελευθερωθούν και να προσβάλλουν έναν νέο ξενιστή. Σο μέγεθος των προγλωττίδων αυξάνεται από το εμπρόσθιο προς το οπίσθιο μέρος του σώματος. Κάθε προγλωττίδα περιλαμβάνει ένα πλήρες αναπαραγωγικό σύστημα, καθώς και ένα υποτυπώδες απεκκριτικό και νευρικό. Δεν υπάρχει πεπτικό σύστημα. Σο αναπαραγωγικό σύστημα των νεαρών πρόσθιων προγλωττίδων δεν έχει σχηματιστεί, στη πορεία προς το πίσω μέρος του σώματος διαρκώς ωριμάζει. Οι περισσότεροι σκώληκες είναι πρωτανδρικοί με το αρσενικό αναπαραγωγικό σύστημα να ωριμάζει πρώτο. 85 ΥΤΛΟ Mαλάκια (MOLLUSCA) Γενικά Σο φύλο των Μαλακίων είναι από τα μεγαλύτερα του ζωικού βασιλείου (περίπου 50000 είδη), επίσης παρουσιάζει ευρεία εξάπλωση. Διαιρείται σε επτά κλάσεις, τα Aplacophora, τα Polyplacophora,τα Monoplacophora, τα Gasteropoda (χερσαία και υδρόβια σαλιγκάρια κ.λ.π) τα Pelecypoda (στρείδια,μύδια κ.λ.π) τα Scaphopoda και τα Cephalopoda (σουπιές, καλαμάρια, χταπόδια). Σα περισσότερα είναι ζώα θαλάσσια και ζουν κοντά στις ακτές σε μικρά ή μεγάλα βάθη. Αρκετά από αυτά (όπως τα Γαστερόποδα) ζουν σε γλυκά νερά ή ακόμη και στην ξηρά. Μερικά κολυμπούν ελεύθερα, άλλα έρπουν, άλλα ζουν προσκολλημένα σε στερεά υποστρώματα και άλλα ζουν μέσα στην άμμο. Σο όνομά τους υποδηλώνει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό το οποίο είναι “το μαλακό σώμα” παρ‟ όλο που τα περισσότερα καλύπτονται από σκληρό κέλυφος. Κύρια χαρακτηριστικά 1. Σο σώμα τους παρουσιάζει αμφίπλευρη συμμετρία ή ασυμμετρία (σε κάποια όπως τα Γαστερόποδα). Σο σώμα τους δεν παρουσιάζει μεταμέρεια και συνήθως η κεφαλή είναι σαφώς ορισμένη. 2. Σο γαστρικό σωματικό τοίχωμα, διαφοροποιμένο ως μυώδες πόδι , κυρίως χρησιμεύει για την μετακίνηση του ζώου. 3. Σο θωρακικό σωματικό τοίχωμα σχηματίζει τον μανδύα, ο οποίος περικλείει την σπλαγχνική κοιλότητα (σπλαγχνικό σάκο) και ο οποίος επίσης “τροποποιείται” σε βράγχια ή πνεύμονα. Επίσης εκκρίνει το κέλυφος (σε όσα είδη το διαθέτουν). 4. Σο επιφανειακό επιθήλιο περιλαμβάνει αδένες και νευρικές απολήξεις. 5. Σο κοίλωμα συνήθως περιορίζεται στον χώρο γύρω από την καρδιά. 6. Διαθέτουν σύνθετο και καλά αναπτυγμένο πεπτικό σύστημα. Η στοματική κοιλότητα είναι εφοδιασμένη με γνάθους και ξύστρο (radula) , όργανο που 86 φέρει στην επιφάνειά του μικρούς χιτινώδεις οδόντες. Ακολουθεί ο οισοφάγος, ο στόμαχος και το έντερο που καταλήγει στην έδρα. Η πέψη είναι κυρίως εξωκυτταρική αλλά παρατηρείται και ενδοκυτταρική (σε πεπτικούς αδένες). Σα μαλάκια είναι φυτοφάγα, σαρκοφάγα αρπακτικά ή παράσιτα. 7. Διαθέτουν ανοιχτό κυκλοφορικό σύστημα (εκτός των κεφαλόποδων) με καρδιά, αγγεία και αναπνευστικές χρωστικές στο αίμα τους. Η καρδιά συνήθως αποτελείται από τρία μέρη (1 κοιλία και 1 ή 2 κόλπους). Από την κοιλία ξεκινά είτε μία πρόσθια αορτή είτε μια πρόσθια και μία οπίσθια. 8. Η ανταλλαγή των αερίων γίνεται δια μέσου βραγχίων, πνευμόνων, του μανδύα ή της σωματικής επιφάνειας. 9. Σο απεκκριτικό σύστημα αποτελείται από ένα ή δύο νεφρίδια (μετανεφρίδια) τα οποία συνήθως αδειάζουν το περιεχόμενό τους στην σπλαγχνική κοιλότητα. 10. Σο νευρικό σύστημα αποτελείται από 3 έως 5 ζεύγη γαγγλίων τα οποία βρίσκονται στην κεφαλή, το πόδα και στα σπλάγχνα. Επίσης περιλαμβάνει τις νευρικές χορδές και τους εγκάρσιους συνδέσμους. τα Γαστερόποδα και τα Κεφαλόποδα τα γάγγλια αθροίζονται σε ένα νευρικό δακτύλιο σχηματίζοντας έναν υποτυπώδη εγκέφαλο. 11. Είναι είδη γονοχωριστικά ή ερμαφρόδιτα. Η γονιμοποίηση είναι εσωτερική ή εξωτερική. Κυρίως είναι ωοτόκα αλλά υπάρχουν και μερικά ζωοτόκα Γαστερόποδα. 12. την κεφαλή υπάρχουν αισθητήρια όργανα που εξυπηρετούν την αφή, την όσφρηση, τη γεύση, την ισορροπία και την όραση. τα κεφαλόποδα υπάρχουν καλά αναπτυγμένοι οφθαλμοί. 87 Κλάση: CEPHALOPODA ή SIPHONOPHORA Γενικά Σα κεφαλόποδα ανήκουν στο φύλο των Μαλακίων στο οποίο περιλαμβάνονται τα χταπόδια, οι σουπιές και τα καλαμάρια. Η κατανομή εκτείνεται από τους πόλους ως τον ισημερινό και από τα επιφανειακά στρώματα ως τα πολύ βαθιά (ως και 5000 m). Σο μέγεθος των ενήλικων ατόμων κυμαίνεται από 2 cm ως και 18 m (τα γιγαντιαία καλαμάρια Architeuthis sp. , το είδος Architeuthis deux φτάνει σε ολικό μήκος τα 18 m και βάρος τα 900 kg). Σο μεγάλο σε σχέση με τα υπόλοιπα ασπόνδυλα μέγεθος των κεφαλόποδων οφείλεται στο καλά ανεπτυγμένο κυκλοφορικό και αναπνευστικό τους σύστημα τα οποία επιτρέπουν την μεγάλη πίεση και ροή των κυκλοφορικών υγρών καθώς και αποτελεσματική ανταλλαγή αερίων. Παράλληλα τω νερό ως μέσο επιτρέπει την διαβίωση οργανισμών μεγάλου μεγέθους που στερούνται σκελετικών στοιχείων. Γενικά χαρακτηριστικά Σο σώμα των δεκάποδων κεφαλοπόδων παρουσιάζει αμφίπλευρη συμμετρία και έχει μάλλον ατρακτοειδές σχήμα. Διακρίνονται δυο χαρακτηριστικές περιοχές: η κεφαλή και το σώμα ή κοιλιακή περιοχή. Σα κεφαλόποδα στο σώμα τους φέρουν πολυάριθμα χρωματοφόρα κύτταρα με τη βοήθεια των οποίων μπορούν και προσαρμόζονται στο χρωματισμό του περιβάλλοντος. Σα δεκάποδα κεφαλόποδα (σουπιές, καλαμάρια) κινούνται με τη βοήθεια του πτερυγίου το οποίο βρίσκεται πλευρικά στο σώμα τους, καθώς και με τα πλοκάμια τους. Επιπλέον για γρήγορη κίνηση ωθούν με μεγάλη πίεση νερό από το σίφωνα μέσω της σύσπασης των μυών του μανδύα, με αυτό τον τρόπο κινούνται προς τα πίσω. Οι βραχίονες χρησιμοποιούνται ως όργανα πλεύσης. 88 Σα Κεφαλόποδα είναι θαλάσσια αρπακτικά, βενθικά ή πελαγικά ζώα τα οποία ζουν είτε στα ρηχά νερά είτε στα μεγάλα βάθη. Σο κέλυφος τους μπορεί να είναι εσωτερικό (όπως στα είδη Sepia, Loligo),ή εξωτερικό (Nautilus). To σώμα τους είναι μαλακό, με μεγάλο κεφάλι και ένα δακτύλιο (που προέρΕικόνα 1. Γενικά χαρακτηριστικά ενός κεφαλόποδου χεται από τον πόδα των μαλακίων) που φέρει τους βραχίονες (πλοκάμια). Παρουσιάζουν σύνθετους και καταφανείς οφθαλμούς. Ο σίφωνας προέρχεται επίσης από τον πόδα και χρησιμεύει για την έξοδο του νερού. Όλα τα Κεφαλόποδα εμφανίζουν μία συστηματική καρδιά η οποία αντλεί αίμα διαμέσου του σώματος και δύο βραγχιακές καρδιές που διοχετεύουν αίμα στα βράγχια. Η αναπνοή γίνεται δια μέσου ενός ζεύγους φυλλοειδών βραγχίων. Σα νευρικά γάγγλια είναι συγκεντρωμένα στη κεφαλή σχηματίζοντας ένα είδος εγκεφάλου. Θεωρούνται από τα πλέον γρήγορα και έξυπνα ζώα ενώ παρουσιάζουν εκπληκτικές ιδιότητες αποφυγής των θηρευτών τους (φυσικό camouflage, αποβολή μελάνης). 89 ουπιά ( Sepia officinalis) Εξωτερική μορφολογία Παρατηρούμε τα εξωτερικά μορφολογικά χαρακτηριστικά. Η κεφαλή με τους βραχίονες ξεχωρίζει από τον κορμό με μια κυκλική αύλακα (δακτύλιος). Η κοιλιακή επιφάνεια είναι λευκή ενώ η νωτιαία είναι χρωματισμένη. την περιοχή της κεφαλής και νωτιαία διακρίνονται ένα ζεύγος μεγάλων οφθαλμών. Η σουπιά διαθέτει πολύ καλό σύστημα όρασης, με φακούς οφθαλμών αντίστοιχους αυτών του ανθρώπου, οι οποίοι όμως είναι προσαρμοσμένοι να εστιάζουν με διαφορετικό τρόπο. Για να εστιάσουν σε κοντινά αντικείμενα «σπρώχνουν» τους φακούς του οφθαλμού με την βοήθεια μυών, μπροστά. Αντίθετα για μακρινά αντικείμενα «σύρουν» τους φακούς προς το πίσω μέρος του οφθαλμού. Επιπλέον, με σειρά τριχιδίων κατά μήκος της κεφαλής και των βραχιόνων ανιχνεύουν δονήσεις χαμηλών συχνοτήτων. Έτσι μπορούν να «ακούσουν» και να εντοπίσουν τους θηρευτές τους ή τη λεία τους. την κεφαλή διακρίνονται τέσσερα ζεύγη μικρών και ισχυρών βραχιόνων που περιβάλλουν το στόμα. Τπάρχει επίσης ένα ζεύγος αρκετά μακριών βραχιόνων, οι συλληπτήριοι βραχίονες που στο άκρο τους φέρουν μυζητικές κοτύλες. Οι μυζητικές κοτύλες στους υπόλοιπους βραχίονες βρίσκονται στην εσωτερική τους επιφάνεια και το μέγεθός τους ελαττώνεται προς το άκρο του βραχίονα (Εικ. 2). την βάση του 4ου δεξιού βραχίονα υπάρχει στα αρσενικά και ώριμα σεξουαλικά άτομα μια δερματική πτυχή, η εξωκοτύλη, που χρησιμοποιείται για την σύζευξη. Εντοπίστε και παρατηρείστε τους δυο διαφορετικούς τύπους βραχιόνων τη θέση των κοτυλών. Σχεδιάστε τη διάταξη των κοτυλών στους βραχίονες. 90 Εικόνα 2. τη παραπάνω εικόνα φαίνονται οι διαφορές μεταξύ βραχιόνων και συλληπτήριων βραχιόνων. Οι βραχίονες (πάνω) έχουν μυζητήρες σε όλο τους το μήκος. Οι συλληπτήριοι βραχίονες είναι μακρύτεροι από τους κοινούς βραχίονες και έχουν μυζητήρες μόνο στα άκρα τους. Σα χταπόδια, τα καλαμάρια και οι σουπιές έχουν οκτώ βραχίονες, αλλά μόνο οι σουπιές και τα καλαμάρια έχουν συλληπτήριους βραχίονες. Παρατηρείστε την άνω και κάτω επιφάνεια του σώματος μιας σουπιάς και ενός καλαμαριού. Με τη βοήθεια της λαβίδας και του νυστεριού ή του ψαλιδιού αφαιρέστε ένα μικρό μέρος της επιδερμίδας. Τοποθετήστε την σε μια αντικειμενοφόρο πλάκα βάλτε μια σταγόνα νερό καλύψτε την με μια καλυπτρίδα και παρατηρείστε την στο μικροσκόπιο. Μελετήστε τα χρωματοφόρα κύτταρα καταγράψτε το σχήμα τους και τις διαφορετικές χρωματικές αποχρώσεις. Σε μια λευκή σελίδα σχεδιάστε ορισμένα αντιπροσωπευτικά χρωματοφόρα κύτταρα. Ανατομία Ο κορμός της σουπιάς είναι ωοειδής, πλατυσμένος νωτοκοιλιακά και περιβάλλεται από περιφερικό πτερύγιο που σχηματίζεται από τον μανδύα, στο πίσω άκρο του σώματος παρουσιάζει μια εγκοπή. Παρατηρώντας την σουπιά από την κοιλιακή επιφάνεια, διακρίνουμε στο πρόσθιο τμήμα του σώματος τον κώνο ή σίφωνα απ‟ όπου εξέρχεται το νερό και την μανδυακή σχισμή απ‟ όπου εισέρχεται3. Ανοίγοντας μια κατά μήκος τομή παρατηρούμε στην νωτιαία επιφάνεια ένα φυλλοειδές εξάρτημα που λειτουργεί σαν βαλβίδα. Σοποθετείστε ένα άτομο σε ένα δοχείο με τη κοιλιακή επιφάνεια προς τα πάνω και καλύψτε το με νερό. Με τον αντίχειρα και τα δυο πρώτα δάκτυλα, ανασηκώστε το μανδυακό τοίχωμα. Για να το πετύχετε θα πρέπει ο αντίχειρας και ο μέσος να βρίσκονται στις δυο πλευρές του μανδύα, ανασηκώνοντας ελαφρώς, ενώ ο δείκτης να εφάπτε3 91 Με την κοιλιακή επιφάνεια προς τα πάνω, κόβουμε το μανδυακό τοίχωμα (αρχίζοντας από το πάνω δεξιό άκρο και συνεχίζοντας περιφερειακά προς την βάση του πτερυγίου). Σα κομβία βρίσκονται στη εσωτερική επιφάνεια του μανδυακού τοιχώματος. Οι κομβιοδόχες βρίσκονται στη βάση του σίφωνα. Οι καθελκτήρες μυς βρίσκονται ακριβώς πίσω από τις κομβιοδόχες και δίπλα τους βρίσκονται τα ακτινωτά γάγγλια που συνδέονται με τον «εγκέφαλο». το πίσω μέρος παρατηρούμε τον μελανοφόρο σάκκο που κατευθύνεται προς τα εμπρός με τον μελανοφόρο αγωγό και εκβάλλει κοντά στη έδρα. Εικόνα 3. Κοιλιακή όψη του είδους Sepia officinalis. Διακρίνονται ο ιδιαίτερα μεγάλου μεγέθους πεπτικός αδένας (ηπατοπάγκρεας). Σα υπόλοιπα όργανα του πεπτικού συστήματος έχουν απομακρυνθεί. ται του μανδύα εμπρός και μεταξύ των δυο δακτύλων. Ενώ παρατηρείτε τον κώνο, πιέστε ελαφρά τα πλευρά του μανδύα με τον αντίχειρα και τον παράμεσο. Με αυτή τη κίνηση διογκώνεται η μανδυακή κοιλότητα και νερό εισέρχεται μέσω της μανδυακής σχισμής. Αφήστε τα πλευρά και πιέστε με τον δείκτη στο μέσο της μανδυακής κοιλότητας. Με αυτή τη κίνηση μειώνεται ο όγκος της μανδυακής κοιλότητας και εξέρχεται νερό μέσω του κώνου. Με ένα σταγονόμετρο τοποθετείστε λίγες σταγόνες από μια χρωστική ουσία μέσα στη μανδυακή κοιλότητα. Επαναλαμβάνοντας τη παραπάνω διαδικασία θα διαπιστώστε ότι θα εκτοξευθεί από τον κώνο μια ποσότητα έγχρωμου υγρού. 92 Αναπαραγωγικό σύστημα Α. θηλυκό άτομο Κάτω από τον μελανοφόρο σάκκο υπάρχει η ωοθήκη και στο πάνω δεξί μέρος ο ωαγωγός. το άνω μέρος του ωαγωγού υπάρχουν οι λευκοματογόνοι αδένες. Πάνω ακριβώς από τον μελανοφόρο σάκκο υπάρχουν οι ωοκολλαγόνοι αδένες και πάνω από αυτούς οι επικουρικοί αδένες (Εικ. 4). Β. Αρσενικό άτομο Κάτω από τον μελανοφόρο σάκο υπάρχει ο όρχις που εκβάλλει με τον σπερματαγωγό προς τα επάνω. Πριν την έξοδό του υπάρχει η σπερματική κύστη όπου φυλάσσονται τα εκκρίματα του προστάτη αδένα. Αυτά συγκολλούν το σπέρμα που αποθηκεύεται στον θύλακα του NEEDHAM, έως την σύζευξη. Πιέζοντας το άκρο του σπερματαγωγού με την λαβίδα, μεταφέρουμε μέρος των σπεματοζωαρίων σε αντικειμενοφόρο πλάκα και παρατηρούμε στο μικροσκόπιο. 93 Εικόνα 4. Ανατομή σουπιάς όπως φαίνεται από την κοιλιακή της περιοχή. Κυκλοφορικό σύστημα. Σο κεντρικό όργανο, η καρδιά, αποτελείται από μία κοιλία και δυο κόλπους. Σο αίμα συγκεντρώνεται στη βάση των βραγχίων, στις βραγχιακές καρδιές, απ‟όπου μεταφέρεται στα βράγχια μέσω των φλεβικών αγγείων. Αφού οξυγονωθεί επιστρέφει με τις βραγχιακές αρτηρίες στους κόλπους της καρ- 94 διάς και μετά στην κοιλία. Από την κοιλία ξεκινούν η κεφαλική αορτή ( προς το πρόσθιο μέρος) και η σπλαγχνική αορτή ( προς το οπίσθιο μέρος). Εικόνα 5. Κατά μήκος τομή ουπιάς Πεπτικό σύστημα – Απεκκριτικό σύστημα Με μία κατά μήκος τομή ανοίγουμε το μανδυακό τοίχωμα από την στοματική χοάνη ως την μανδυακή σχισμή. Παρατηρούμε στο εσωτερικό του στόματος τις δύο γνάθους (παρουσιάζουν την μορφή ράμφους παπαγάλου). Σις αφαιρούμε προσεκτικά. Καθώς γίνεται η αφαίρεση των γνάθων στο άκρο τους, πολλές φορές, ακολουθεί το ξύστρο της σουπιάς, ελαφρά περιτυλιγμένο. Σοποθετήστε το ξύστρο απλωμένο πάνω σε μια αντικειμενοφόρο πλάκα και παρατηρείστε το στο μικροσκόπιο. 95 Εικόνα 6. Ώριμο άτομο σουπιάς διακρίνονται τα βράγχια και ο μελανοφόρος σάκος. Κάτω από την στοματική χοάνη εντοπίζεται ο φάρυγγας όπου καταλήγουν οι σιελογόνοι αδένες, ο οισοφάγος και ο στόμαχος. Σο ηπατοπάγκρεας εκβάλλει στο τυφλό του εντέρου. Σο έντερο κατευθύνεται προς τα εμπρός και εκβάλλει στη έδρα. Κόβουμε προσεκτικά την μεμβράνη που συγκρατεί τον μελανοφόρο σάκο και τον αφαιρούμε. Παρατηρούμε τους δυο απεκκριτικούς σάκους, αυτοί βρίσκονται μεταξύ των δυο πτεροειδών βραγχίων. Οι απεκκριτικοί σάκοι ενώνονται προς τα εμπρός σε άζυγο απεκκριτικό σάκο που εκβάλλει με δύο αγωγούς στην έδρα. 96 Εικόνα 7. Κέλυφος της σουπιάς ( οστό, σηπίο) Σο κέλυφος της σουπιάς έχει χρώμα λευκό και σχήμα ελλειψοειδές. Σοποθετώντας την σουπιά με την νωτιαία επιφάνεια προς τα πάνω κόβουμε τον μανδύα κατά μήκος και στο μέσον. Αφαιρούμε το σηπίο. Είναι κατασκευασμένο από αλλεπάλληλες πορώδεις ασβεστώδεις στιβάδες ( στρωματοειδής κατασκευή) ενδεικτικές της σταδιακής ανάπτυξής του. Εξωτερικά υπάρχει η χιτινώδης περιφέρεια και το ασπίδιο στο άκρο του σηπίου. Εντοπίστε και παρατηρείστε τις γνάθους, τη θέση των οφθαλμών, την ίριδα και τον σίφωνα. Εντοπίστε το μανδύα, τη μανδυακή κοιλόητα, τη μανδυακή σχισμή και το σημείο εκβολής του μελανοφόρου σάκου. Σχεδιάστε τη διάταξη των σωματικών περιοχών και των εξωτερικών δομών σε πλάγια όψη. Μελετήστε στο στερεοσκόπιο τη δομή των γνάθων και το σηπίο. Από κάθε σουπιά ζυγίστε τις γνάθους και το σηπίο και προσπαθήστε να βρείτε τη σχέση η οποία συνδέει τα δυο αυτά όργανα. 97 Βιβλιογραφία Λαζαρίδου- Δημητριάδου Μ. και Π Οικονομίδης 1999. Μαλάκια. το Ζωολογία Ι Εργαστηριακές ασκήσεις. Α. Π.Θ. Τπηρεσία Δημοσιευμάτων. ελ. 226. Λαζαρίδου- Δημητριάδου Μ. Γενική Ζωολογία. Εκδόσεις Γιαχούδη-Γιαπούλη. Θεσσαλονίκη. ελ. 504. Barnet, J. & C. M. Yonge. 1985. Collins pocket guide to the Seashore. Collins, London. pp272 Campbell, A.C. 1980. The Hamlyn guide to: The Seashore and Shallow Seas of Britain and Europe. Hamlyn, London. 98 ΥΤΛΟ ΑΡΘΡΟΠΟΔΑ (ARTHROPODA) ΤΠΟΥΤΛΟ ΚΑΡΚΙΝΟΕΙΔΗ ( CRUSTACEA) Κλάση Μαλακόστρακα (Malacostraca) Σα καρκινοειδή ανήκουν στο φύλο των Αρθρόποδων. Είναι κυρίως υδρόβια ζώα (συναντώνται στα εσωτερικά νερά, στα υφάλμυρα και στη θάλασσα). Είναι βενθικά ή πελαγικά. Σο μέγεθος των ενηλίκων ατόμων των ενήλικων ποικίλει μεταξύ αυτού των ζωοπλαγκτονικών οργανισμών (200-2000 μm) μέχρι και αυτό των μεγαλόσωμων αστακών του είδους Homarus americanus που φτάνει σε μήκος το 1 m και βάρος τα 19 Kg), ή ακόµη και του Ιαπωνικού αραχνοκάβουρα (Macrocheira kaempferi), ο οποίος είναι και το μεγαλύτερο αρθρόποδο που ζει σήµερα και φτάνει τα 4 m µήκος και 18 Kg βάρος. Σα καρκινοειδή εμφανίζουν σχεδόν κάθε τύπο διατροφής, είναι διηθηµατοφάγα, παρασιτικά, σαπροφάγα ή σαρκοφάγα. Σα καρκινοειδή διαφέρουν από τα υπόλοιπα αρθρόποδα σε πολλά χαρακτηριστικά. Σο κυριότερο ωστόσο διαγνωστικό χαρακτηριστικό είναι ότι τα καρκινοειδή είναι τα μόνα αρθρόποδα µε δύο ζεύγη κεραιών, τρία ζεύγη στοματικών μορίων και δισχιδή εξαρτήματα. Σα μαλακόστρακα είναι η πλέον πολυάριθμη κλάση των καρκινοειδών. ε αυτή περιλαμβάνονται τα καβούρια, οι καραβίδες, οι αστακοί, οι γαρίδες, τα ισόποδα και τα αμφίποδα. τη τάξη των δεκάποδων (Decapoda) η οποία με τη σειρά της είναι η πολυαριθμότερη τάξη των καρκινοειδών περιλαμβάνονται γαρίδες, καραβίδες, αστακοί και καβούρια. Οι γαρίδες έχουν το σώμα τους πλευρικά πλατυσμένο, μυώδη κοιλιά και πλεοπόδια τα οποία εξυπηρετούν την κολύμβηση. Οι αστακοί τα καβούρια και οι καραβίδες έχουν προσαρμοσμένο το σώμα τους στη βάδιση στο υπόστρωμα, σχετικά μειωμένη την κοιλιά. 99 Γενικά Σα καρκινοειδή είναι ζώα υδρόβια, τα οποία συναντώνται ευρύτατα στην θάλασσα αλλά ταυτόχρονα αφθονούν και στα γλυκά νερά. ήμερα είναι γνωστά περίπου 26000 είδη καρκινοειδών, σε όλες τις κατηγορίες υδατίνων οικοσυστημάτων. Η συμμετοχή των καρκινοειδών στην σύνθεση του πλαγκτού, του νηκτού και του βένθους είναι ιδιαίτερα σημαντική. Σα περισσότερα μέλη των καρκινοειδών ζουν ελεύθερα ενώ αρκετά είναι προσκολλημένα (σε υποστρώματα) ή είναι παράσιτα. Η οικονομική τους αξία είναι ιδιαίτερα σημαντική καθώς αρκετά είδη εκτρέφονται. Επιπλέον αποτελούν αντικείμενο εντατικής αλιείας καθώς η τιμή πώλησης τους είναι ιδιαίτερα υψηλή. Σα περισσότερα είδη ζουν ελεύθερα, μερικά είναι προσηλωμένα στο υπόστρωμα, αρκετά είδη ζουν ως παράσιτα ή ως ξενιστές παρασίτων. Εικ. 1. Η ποταμοκαραβίδα (Astacus astacus) 100 Moρφολογία - Μεταμέρεια, εξαρτήματα Σο σώμα των καρκινοειδών παρουσιάζει αμφίπλευρη συμμετρία και μεταμέρεια (Εικ. 2). Πολλές φορές τα μεταμερή (σωμίτες) ενώνονται σε κεφαλή, θώρακα (ή και τα δύο μαζί σχηματίζοντας κεφαλοθώρακα) και κοιλιά (tagmatization). Από τα μεταμερή εκφύονται ζεύγη εξαρτημάτων (πόδια, κεραίες κ.λ.π). τα ανώτερα καρκι- Εικόνα 2. Η ποταμοκαραβίδα Astacus fluviatilis νοειδή εμφανίζονται 19 μεταμερή τα οποία φέρουν εξαρτήματα και 2 ακραία (προστόμιο και τέλσο). Φαρακτηριστική είναι η μορφή όλων των εξαρτημάτων των καρκινοειδών, η οποία εμφανίζει την μορφή διχάλας (σχήμα Τ) , με την βάση του Τ να προσφύεται πάνω στο μεταμερές του σώματος (Εικ. 5). 101 Εικ. 3 Δομή καρκινοειδούς το σώμα των περισσότερων καρκινοειδών διακρίνουμε την κεφαλή, τον θώρακα και την κοιλία. ε πολλά, όπως η καραβίδα, η κεφαλή και ο θώρακας είναι ενωμένα σχηματίζοντας τον κεφαλοθώρακα. το σημείο ένωσης τους διακρίνεται η κεφαλική αύλακα. Η κεφαλή παρουσιάζει 5 ζεύγη εξαρτημάτων, συμπεριλαμβανομένου ενός ζεύγους κεραιών (κεραϊίδια, κεραίες, άνω γνάθος, 2 κάτω γνάθοι) και το προστόμιο το οποίο φέρει τους οφθαλμούς (Εικ. 4). Ο αριθμός των εξαρτημάτων του θώρακα και της κοιλιάς ποικίλλει. τις περισσότερο εξελιγμένες μορφές τα διάφορα εξαρτήματα εξειδικεύονται για την εκτέλεση ειδικών λειτουργιών ή τείνουν να περιοριστούν σε αριθμό ή και να εξαφανισθούν από τμήματα του σώματος. 102 Εικόνα 4. Μορφολογία καραβίδας Η βασική δομή του εξαρτήματος αποτελείται από τα εξής μέρη : Εικόνα 5. Βασική δομή εξαρτήματος καρκινοειδών. 103 Α) Σο πρωτοποδίδιο το οποίο εμφανίζει τρία άρθρα, προκοξοποδίδιο, κοξοποδίδιο και βασιποδίδιο. Σο πρωτοποδίδιο μπορεί να εμφανίζει προεκβολές είτε προς το εσωτερικό (ενδίτης) είτε προς το εξωτερικό (επιποδίτης). Β) Σο τελοποδίδιο με διχαλωτή κατασκευή από την οποία το εξωτερικό σκέλος λέγεται εξωποδίδιο και το εσωτερικό ενδοποδίδιο. Σο ενδοποδίδιο αποτελείται από πέντε άρθρα (από την βάση προς την κορυφή ονομάζονται, ισχιοποδίδιο, μεροποδίδιο, καρποποδίδιο, προποδίδιο και δακτυλιοποδίδιο). Εξωσκελετός Σο όστρακο σχηματίζεται από χιτίνη η οποία εκκρίνεται από την επιδερμίδα και είναι εμποτισμένο από άλατα ανθρακικού και φωσφορικού ασβεστίου δημιουργώντας έναν εξωσκελετό. Η παρουσία αλάτων το καθιστά σκληρό και άκαμπτο. τα σημεία όπου υπάρχουν αρθρώσεις παραμένει μαλακό εξυπηρετώντας τις κινήσεις. Ο εξωσκελετός φέρει δερματικές εκφύσεις (τρίχες, άκανθες, κ.λ.π.) με βασικό σκοπό την προστασία του ζώου. Λειτουργίες Η αναπνοή γίνεται μέσω βραγχίων ή μέσω της διαπερατής επιφάνειας του σώματος (επιδερμίδας) ή με τραχείες. Ο εγκέφαλος αποτελείται από γάγγλια και συνήθως τα καρκινοειδή (οπωσδήποτε τα ώριμα άτομα) φέρουν σύνθετους οφθαλμούς (compound eyes). H απέκκριση γίνεται με την βοήθεια οργάνων όπως είναι αδένες ή ειδικά αρθροκύτταρα, ή μαλπιγγειανά σωληνάρια, ή μετανεφρίδια ανάλογα με το περιβάλλον στο οποίο ζουν. Μερικά καρκινοειδή είναι ζώα ποικιλοσμωτικά (ρυθμίζουν την εσωτερική τους οσμωτική πίεση) ενώ άλλα είναι οσμωρυθμιστικά (διατηρούν σταθερή την οσμωτική τους πίεση). Σα περισσότερα είδη είναι γονοχωριστικά ενώ ελάχιστα είδη εμφανίζουν ερμαφροδιτισμό ή υπολειμματικό ερμαφροδιτισμό. 104 ΜΟΡΥΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΣΟΜΙΑ ΚΑΡΑΒΙΔΑ Γενικά Η ποταμοκαραβίδα (Astacus astacus) ανήκει στην τάξη των δεκάποδων καρκινοειδών. Περισσότερα από 500 είδη καραβίδας συναντώνται σε όλο τον κόσμο. Σα περισσότερα είδη ζουν στα γλυκά νερά, εν τούτοις αρκετά είδη συναντώνται και στην θάλασσα. τη Ελλάδα με το όνομα «καραβίδα» είναι γνωστά δυο είδη, το Nephrops norvegicus (θαλασσοκαραβίδα) και το Astacus astacus, (συν. Astacus fluviatilis) και το Astacus leptodactylus (ποταμοκαραβίδα). Η εξωτερική μορφή είναι η τυπική μορφή των περισσοτέρων καρκινοειδών και χαρακτηρίζεται από τον κεφαλοθώρακα και το αρθρωτό σώμα, το χρώμα του οποίου μπορεί να είναι κίτρινο, πράσινο, λευκό, ή σκούρο καφετί. υνήθως το μήκος του σώματος είναι μικρότερο των 9 cm. Η μικρότερη, σε μέγεθος που έχει αναφερθεί ανήκει στο είδος Cambarellus diminutis (2.5 cm) και η μεγαλύτερη στο είδος Astacopsis gouldi (40 cm). Tα περισσότερα είδη έχουν μικρό κύκλο ζωής (συνήθως μικρότερο των 2 ετών). Εξωτερική μορφολογία Α) Σο σώμα Σοποθετούμε την καραβίδα (ζωντανή ή συντηρημένη) στο δίσκο ανατομίας για παρατήρηση. Παρατηρούμε το σώμα και τα εξαρτήματα. Παρατηρούμε την αμφίπλευρη συμμετρία του ζώου. Σο σώμα καλύπτεται από ένα σκληρό, αρθρωτό περίβλημα, τον εξωσκελετό και κάτω από αυτόν την επιδερμίδα, η οποία και τον εκκρίνει. Ο εξωσκελετός στην περιοχή των αρθρώσεων είναι ευκίνητος και λεπτός επιτρέποντας την κίνηση του σώματος. Διακρίνουμε τα μεταμερή ή σωμίτες (segments) καθώς και τα εξαρτήματα που εκφύονται στα μεταμερή. Ομάδες από μεταμερή και τα συνδεδεμένα εξαρτήμα- 105 τα τείνουν να διαφοροποιούνται, διαιρώντας τελικά το σώμα σε τάγματα (tagmata). υνήθως τα καρκινοειδή έχουν τρία τάγματα (κεφαλή, θώρακα,κοιλιά). την καραβίδα η κεφαλή και ο θώρακας σχηματίζουν τον κεφαλοθώρακα, ο οποίος χωρίζεται με την κεφαλική αύλακα σε κεφαλή και θώρακα. την πλευρά του θώρακα παρατηρούμε τους βραγχιοστεγίτες που καλύπτουν τα βράγχια. την κάτω επιφάνεια του ζώου παρατηρούμε καλύτερα τα εξαρτήματα που εκφύονται από το σώμα κατά ζεύγη. την καραβίδα όπως και σε όλα τα ανώτερα καρκινοειδή μετρούμε 19 ζεύγη. Οι κεραίες (1 ζεύγος), τα κεραϊίδια (1 ζεύγος) οι γνάθοι (3 ζεύγη), τα οποία εκφύονται από την κεφαλή. Ο θώρακας αποτελείται από 8 μεταμερή (θωρακομερή) με αντίστοιχα 8 ζεύγη εξαρτημάτων. Παρατηρούμε τα γναθικά πόδια (3 ζεύγη) και τα βαδιστικά πόδια (5 ζεύγη). Η κοιλιά φαίνεται πολύ καλά ανεπτυγμένη, με διακριτά μεταμερή και ισχυρούς μυς (χάριν των οποίων οι καραβίδες και γενικά τα ανώτερα καρκινοειδή είναι δημοφιλή εδέσματα). Η κοιλιά λέγεται επίσης πλέον (pleon) και τα μεταμερή πλεονίτες (pleonites). Διακρίνουμε τα πλεοπόδια (5 ζεύγη) και τα ουροπόδια (1 ζεύγος). Σο τελευταίο τμήμα του σώματος λέγεται τέλσο και δεν αποτελεί μεταμερές. την κάτω επιφάνεια του τέλσου παρατηρούμε την έδρα ενώ στην βάση των κεραιών τον απεκκριτικό πόρο. τα θηλυκά άτομα οι γεννητικές οπές βρίσκονται στην βάση του 3ου ζεύγος βαδιστικών ποδιών, ενώ τα πλεοπόδια του 1ου και 2ου ζεύγους είναι υποπλασμένα. τα αρσενικά άτομα οι γεννητικές οπές βρίσκονται στην βάση του 5 ου ζεύγους των βαδιστικών ποδιών, ενώ το 1ο και 2ο ζεύγος πλεοποδίων μεταπλάσσονται σε όργανα σύζευξης. 106 Β) Εξαρτήματα Σα εξαρτήματα των δεκαπόδων μελετώνται ευκολότερα, αρχίζοντας από το τελευταίο τμήμα του σώματος προς το πρόσθιο (Η αρίθμησή τους φυσικά γίνεται από το πρόσθιο προς το οπίσθιο). Σα εξαρτήματα του σώματος διαφοροποιούνται ανάλογα με την θέση τους και εκτελούν συγκεκριμένες λειτουργίες. Για παράδειγμα στην καραβίδα τα βαδιστικά πόδια είναι ισχυρά ενώ τα πλεοπόδια είναι σχετικά αδύναμα, στις γαρίδες συμβαίνει το αντίθετο για τον λόγο ότι οι γαρίδες μετακινούνται κολυμπώντας ενώ οι καραβίδες βαδίζοντας. Εικόνα 6. ωματικά Εξαρτήματα καραβίδας. Σα εξαρτήματα αφαιρέθηκαν και τοποθετήθηκαν κατά σειρά (Ενδ. Ενδοποδίδιο, Εξ. Εξωποδίδιο) 107 Παρατηρούμε τώρα τα κοιλιακά εξαρτήματα. Σο τελευταίο ζεύγος, το οποίο προσαρτάται στο 6ο μεταμερές είναι τα ουροπόδια. Σα ουροπόδια εμφανίζουν ένα μικρό πρωτοποδίδιο (βλέπε δομή εξαρτήματος καρκινοειδούς) και δύο μεγαλύτερες επίπεδες προεκβολές,(εξωποδίδιο, ενδοποδίδιο). τη συνέχεια παρατηρούμε τα υπόλοιπα ζεύγη εξαρτημάτων που εκφύονται από την κοιλιά, τον θώρακα, την κεφαλή ,καταμετρώντας και ονομάζοντας όπως έχει προαναφερθεί. Παρατηρήστε τις δυο διαφορετικές περιοχές του σώματος, τα εξαρτήματα τους καθώς και τα ανατομικά χαρακτηριστικά των αρθρώσεων. Εντοπίστε τα διάφορα τμήματα του κεφαλοθώρακα και τα 13 ζεύγη των εξαρτημάτων. Διακρίνετε τα διάφορα κεφαλικά εξαρτήματα, τα θωρακικά εξαρτήματα. Εντοπίστε τα επιμέρους άρθρα του κάθε εξαρτήματος. Ποιες διαφορές υπάρχουν μεταξύ του 3ου γναθικού και του 5ου βαδιστικού ποδιού καθώς και μεταξύ του 1ου και 5ου βαδιστικού ποδιού. Εντοπίστε και παρατηρείστε τα διαφορετικά τμήματα της κοιλίας καθώς και τα διαφορετικά ζεύγη εξαρτημάτων τους. Σχεδιάστε τη βασική δομή του τρίτου πλεοποδίου και του ουροποδίο. Προσδιορίστε το φύλο του ατόμου που μελετάτε. Ανατομία Η κοιλότητα του σώματος των αρθρόποδων είναι ένα τεράστιο αιματόκοιλο, γεμάτο αίμα το οποίο περιλούζει τα εσωτερικά όργανα. Σοποθετώντας το ζώο με την ραχιαία επιφάνεια προς τα πάνω, απομακρύνετε τον εξωσκελετό από το εσωτερικό (υποκείμενο) σωματικό περίβλημα. υνεχίστε 108 την νωτιαία τομή του κεφαλοθώρακα προς το πρόσθιο τμήμα και μέχρι τη βάση του ασπιδίου, αφαιρώντας προσεκτικά το υπόλοιπο νωτιαίο τμήμα πρόσθια των βραγχιοστεγιτών Κόβουμε διαδοχικά τον κεφαλοθώρακα και στην συνέχεια την κοιλιά. Κάντε νωτιαία επιμήκη τομή των κοιλακών μυών µε τη βοήθεια του ψαλιδιού με την κοιλιά καθώς και στα σημεία σύναψης των κοιλιακών μεταμερών (απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή ώστε να μην απομακρυνθούν και τμήματα των ζωτικών οργάνων). Θα πρέπει να προσέξετε η τομή να είναι εξωτερική. Πρέπει να γίνεται µόνο στον εξωσκελετό και όχι στα εσωτερικά όργανα. Αφαιρέστε προσεκτικά τους νωτιαίους μυς της κοιλίας και αποκαλύψτε το έντερο. Εικόνα 7. Κυκλοφορικό σύστημα καραβίδας Αναπνευστικό σύστημα Η αναπνευστική συσκευή αποτελείται από πολυάριθμα βράγχια τα οποία βρίσκονται μέσα στην βραγχιακή κοιλότητα (Εικ. 8). Τπάρχουν τρία είδη βραγχίων ανάλογα με το σημείο πρόσφυσης, τα πλευροβράγχια, τα αρθροβράγχια και τα ποδοβράγχια. 109 Αναγνωρίστε τα πρόσθια και τα κοιλιακά ανοίγματα των βραγχιακών θαλάμων. Αναγνωρίστε τα βράγχια. Πιάνοντας με τη λαβίδα το βασιποδίδιο τραβήξτε με δύναμη ώστε να αποκολληθεί. Τοποθετείστε το βασιποδίδιο μέσα σε ένα δισκίο petri με μικρή ποσότητα νερού, στη συνέχεια παρατηρείστε τη δομή των βραγχίων χρησιμοποιώντας το στερεοσκόπιο. Εικόνα 8. Αναπνευστικό σύστημα καραβίδας Πεπτικό σύστημα Σο πεπτικό σύστημα περιλαμβάνει τις γνάθους, τη στοµατική κοιλότητα, τον οισοφάγο, το στόμαχο, το έντερο, την έδρα και το ηπατοπάγκρεας το εμπρόσθιο και κάτω μέρος της κεφαλής, στο ύψος περίπου των οφθαλμών διακρίνουμε το στόμα το οποίο βρίσκεται στην κάτω επιφάνεια της κεφαλής, ακολουθεί ένας μικρός σωλήνας, ο οισοφάγος ο οποίος καταλήγει στον στόμαχο. Ο στόμαχος αποτελείται από δύο μέρη, το εμπρόσθιο, μεγαλύτερο και φαρδύ είναι ο καρδιακός στόμαχος και το οπίσθιο μικρότερο και στενότερο ο πυλωρικός στόμαχος. τον καρδιακό στόμαχο εμπεριέχεται ο γαστρικός μύλος, αποτελείται από χιτινώδη δόντια και ασβεστιτικές πλάκες και επεξεργάζεται, τεμαχίζει 110 και αλέθει την τροφή. τη καρδιακή μοίρα του στομάχου αποθηκεύονται άλατα ασβεστίου με τη μορφή ασβεστολιθικών μαζών που ονομάζονται γαστρόλιθοι. Ο πεπτικός σωλήνας συνεχίζεται με το έντερο και καταλήγει στην έδρα. Η στοματική κοιλότητα, ο οισοφάγος, ο στόμαχος και η έδρα επενδύονται εσωτερικά από χιτινώδη στοιβάδα. τον στόμαχο εκβάλλουν δυο πεπτικοί αδένες που συγκροτούν το ηπατοπάγκρεας (μεγάλο, μαλακό όργανο το οποίο καταλαμβάνει τον χώρο πλευρικά και οπίσθια του στομάχου). Παραμερίζοντας το ηπατοπάγκρεας παρατηρούμε ευκρινέστερα τα διάφορα όργανα. Η αλεσμένη τροφή στην συνέχεια προωθείται προς τον πυλωρικό στόμαχο και εν συνεχεία στο έντερο ή στο ηπατοπάγκρεας ενώ η μη αλεσμένη τροφή επανεπεξεργάζεται, η υδρόλυση και η απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών τροφών γίνεται κυρίως από το ηπατοπάγκρεας. Η έδρα εκβάλλει στην κοιλιακή πλευρά του τέλσου. Αναγνωρίστε το στόμαχο, τον οισοφάγο και το έντερο. Εντοπίστε το ηπατοπάγκρεας. Παρατηρείστε την εσωτερική χιτινώδη στοιβάδα του στόματος και της έδρας. Εντοπίστε τα στοματικά εξαρτήματα και μελετήστε τις δυνατότητες κίνησής τους. Μελετήστε το γαστρικό μύλο. Παρατηρείστε το περιεχόμενου του στομάχου. Εικόνα 9. Πεπτικό σύστημα καραβίδας 111 Απεκκριτικό σύστημα Σο απεκκριτικό σύστημα αποτελείται από ένα ζεύγος αδένων οι οποίοι βρίσκονται στο μεταμερές των κεραιών. Εντοπίζονται πρόσθια και κοιλιακά του στομάχου. Ονομάζονται κεραιϊκοί αδένες και έχουν χρώμα πρασινωπό. Εκβάλλουν στους απεκκριτικούς πόρους, οι οποίοι εντοπίζονται στους ισχιοποδίτες των κεραιών. Εντοπίστε και αναγνωρίστε τους κεραιϊκούς αδένες και τους απεκκριτικούς πόρους Κυκλοφορικό σύστημα Σο κυκλοφορικό σύστημα είναι ανοιχτό και αποτελείται από την καρδιά, τις αρτηρίες και φυσικά το αίμα. Η καρδιά βρίσκεται στο μέρος του αιματόκοιλου που ονομάζεται καρδιακό αιματόκοιλο. υνδέεται με 5 αρτηρίες στο εμπρόσθιο μέρος , 4 από τις οποίες είναι κατά ζεύγη και μία μονή (οφθαλμική). Οι υπόλοιπες είναι οι κεραιικές, και οι ηπατικές. το οπίσθιο μέρος υπάρχουν δυο μονές αρτηρίες, η κοιλιακή η οποία διακλαδίζεται σε δυο πλευρικές αρτηρίες και η στερνική η οποία διασχίζει το πίσω μέρος της καρδιάς, το δεξιό ή αριστερό τμήμα του εντέρου και καταλήγει στο στέρνο. τη συνέχεια το αίμα οδηγείται στους ιστούς. τα τοιχώματα της καρδιάς υπάρχουν στομίδια μέσω των οποίων το αίμα επιστρέφει στην καρδιά στη διάρκεια της διαστολής. Σα στομίδια φέρουν βαλβίδες οι οποίες αποτρέπουν την έξοδο του αίματος κατά την συστολή. 112 Εντοπίστε την καρδιά, προσπαθήστε να αναγνωρίσετε τα στομίδια. Αναπαραγωγικό σύστημα Σα δεκάποδα καρκινοειδή είναι γονοχωριστικά με εξαίρεση ορισμένα προσηλωμένα άτομα, και παράσιτα τα οποία είναι ερμαφρόδιτα. Σο αναπαραγωγικό σύστημα αποτελείται από ένα ζεύγος γονάδων, σε σχήμα Y το οποίο εντοπίζεται στον κεφαλοθώρακα κοιλιακά της περικαρδιακής κοιλότητας. Σο μέγεθος των οποίων εξαρτάται από την ηλικία, την γεννητική ωριμότητα του ατόμου κ.λ.π. Ανάλογα με το φύλο υπάρχει ωοθήκη ή όρχις. Σα δεκάποδα παρουσιάζουν φυλετικό διμορφισμό, ο οποίος εντοπίζεται στη διαφορετική μορφολογία και λειτουργία του 1ου και 2ου ζεύγους των πλεοποδίων. Αυτά, στα αρσενικά άτομα έχουν διαφοροποιηθεί σε εξαρτήματα σύζευξης. τα αρσενικά οι σπερματαγωγοί εκβάλλουν στη βάση του 5ου ζεύγους βαδιστικών ποδιών ενώ οι ωαγωγοί των θηλυκών στην βάση του 3ου ζεύγους. Κατά την σύζευξη το αρσενικό και το θηλυκό τοποθετούν κοντά τις κοιλιακές τους επιφάνειες (face to face) με το αρσενικό να συγκρατεί το θηλυκό. Σα όργανα σύζευξης είναι τα γονοπόδια ( βλέπε πλεοπόδια) στα οποία μεταφέρεται το γεννητικό υλικό (σπέρμα). Οι εκκρίσεις των σπερματαγωγών συγκολλούν τα σπερματοζωάρια σε σπερματοφόρα τα οποία αποθηκεύονται από το θηλυκό μέχρι την έκδυση και τη γονιμοποίηση. Σα αυγά των θηλυκών γονιμοποιούνται από το σπέρμα και προσκολλώνται στα πλεοπόδια των θηλυκών μέχρι την εκκόλαψή τους σε λάρβες. Μέχρι την εκκόλαψη, τα κεντρολεκιθικά αυγά είναι προσκολλημένα στα πλεοπόδια του θηλυκού. Αν και η πλειονότητα των καρκινοειδών παρουσιάζει έμμεση ανάπτυξη, τα δεκάποδα χαρακτηρίζονται από άμεση ανάπτυξη. Αναγνωρίστε το φύλο του ατόμου που μελετάτε. Εντοπίστε τις γονάδες και το γεννητικό πόρο. 113 Νευρικό σύστημα Σο κεντρικό νευρικό σύστημα των καρκινοειδών αποτελείται από τον εγκέφαλο, τα υποοισοφαγικά γάγγλια και το κοιλιακό νευρικό σχοινί. Ο εγκέφαλος είναι ένα επιοισοφαγικό ζεύγος γαγγλίων από το οποίο εκπορεύονται τα νεύρα των οφθαλμών, των κεραιών και των κεραϊδίων. υνδέεται µε τα συντηγμένα υποοισοφαγικά γάγγλια, από τα οποία εκπορεύονται τα νεύρα του στόματος, των εξαρτημάτων, του οισοφάγου και των κεραιϊκών αδένων. Σο κοιλιακό νευρικό σχοινί αποτελείται από μια επιμήκη νευρική χορδή η οποία σε κάθε μεταμερίδιο σχηματίζει ένα ζεύγος γαγγλίων. Σα δυο γάγγλια συγχωνεύονται σε ένα, ενώνονται με το προηγούμενο και επόμενο σχηματίζοντας την νευρική αλυσίδα. Από το κεντρικό νευρικό σχοινί νευρώνονται τα εξαρτήματα, οι μυς και τα διάφορα μέρη του σώματος. Εκτός από το κεντρικό νευρικό σύστημα, υπάρχει και το συμπαθητικό νευρικό σύστημα που νευρώνει το πεπτικό. Σα αισθητήρια όργανα αποτελούνται από το ζεύγος των έμμισχων σύνθετων οφθαλμών, το ζεύγος των στατοκύστεων καθώς και από απτικά, οσφρητικά, γευστικά τριχίδια. Σα αισθητικά τριχίδια εντοπίζονται κυρίως στις κεραίες και κεραιίδια, στο στόμα και τα συγγενή εξαρτήματα, στο τέλσο κ.α. Οι στατοκύστεις είναι σακοειδείς σχηματισμοί που εντοπίζονται στις βάσεις των κεραιϊδίων και φέρουν τους στατόλιθους (ασβεστολιθικές δομές). Εξυπηρετούν την αίσθηση της ισορροπίας. Εντοπίστε τον εγκέφαλο, τα υποοισοφαγικά γάγγλια και τις στατοκύστεις. Παρατηρείστε τα αισθητικά τριχίδια των κεραιών και των κεραιϊδίων. 114 Μυϊκό σύστημα Σο μυϊκό σύστημα είναι καλά ανεπτυγμένο. Σο μεγαλύτερο μέρος του εντοπίζεται στην κοιλία. Αποτελείται από τους νωτιαίους και τους κοιλιακούς μυς. Μεταξύ των μυών της κοιλιάς διέρχεται ο εντερικός σωλήνας. Εντοπίστε τους μυς της κοιλίας. Ερειστικό (στηρικτικό) σύστημα Σο στηρικτικό σύστημα αποτελείται από τον χιτινώδη, ασβεστοποιημένο εξωσκελετό, ο οποίος προστατεύει τα ευαίσθητα εσωτερικά όργανα, αλλά και µε εσωτερικές προεκβολές του προσφέρει σημεία πρόσφυσης των μυών. Η αύξηση του σώματος επιτελείται µε την ορμονικά ελεγχόμενη διαδικασία της έκδυσης. Βιβλιογραφία Λαζαρίδου- Δημητριάδου Μ. Γενική Ζωολογία. Εκδόσεις Γιαχούδη-Γιαπούλη. Θεσσαλονίκη. ελ. 504. Οικονομίδης, Π. 1999. Καρκινοειδή. το Ζωολογία Ι Εργαστηριακές ασκήσεις. Α. Π.Θ. Τπηρεσία Δημοσιευμάτων. ελ. 226. Όντρια Ι. υστηματική Ζωολογία. Σόμος 2ος. 677 σελ . Barnet, J. & C. M. Yonge. 1985. Collins pocket guide to the Seashore. Collins, London. pp272 Campbell, A.C. 1980. The Hamlyn guide to: The Seashore and Shallow Seas of Britain and Europe. Hamlyn, London. Miller, S. and J. Harley. 1996. Zoology. Wm, C. Brown Publishers. 752 pp. Ruppert E. and R. Barnes 1996. Invertebrate Zoology. Saunders College Publishing. 1056 pp. Hickman C.P., Roberts L.S., Larson A. 200 . Integrated principles of zoology. MacGraw-Hill, 899 p. 115 Βασίλειο: Ζώα (ANIMALIA) ΥΤΛΟ ΕΦΙΝΟΔΕΡΜΑ ( ECHINODERMATA) Γενικά τα εχινόδερμα περιλαμβάνονται : οι αχινοί, οι αστερίες, οι οφίουροι και τα ολοθούρια (αγγούρια της θάλασσας). Όλα τα εχινόδερμα είναι θαλάσσιοι οργανισμοί. Είναι ζώα ελεύθερα ή προσκολλημένα. Ζουν σε όλα τα βάθη και σε όλα τα κλίματα. Απολιθώματά τους είναι γνωστά από πολύ παλιές γεωλογικές περιόδους (και διαπλάσεις) ήδη από το Προκάμβριο. ήμερα είναι γνωστά περί τα 6.000 είδη και 20.000 απολιθωμένα. Σόσο η προέλευση των εχινοδέρμων όσο και οι φυλογενετικές σχέσεις των υποφύλων τους παραμένουν ασαφείς. Σα Εχινόδερμα ανήκουν στα δευτεροστόμια εντεροκοιλωματικά ζώα. Εμφανίζουν ακτινωτή συμμετρία, η οποία συνήθως είναι πενταμερής (πεντακτινωτή συμμετρία). Παρουσιάζουν ισχυρή συγγένεια (συνάφεια) με προγονικούς ολιγομερείς κοιλωματικούς οργανισμούς ειδικά στην οργάνωση των σωματικών κοιλοτήτων ή του κοιλώματος. Οι λάρβες των εχινοδέρμων παρουσιάζουν αμφίπλευρη συμμετρία ενώ το κοιλωμά τους διαιρείται σε τρεις περιοχές όπως ακριβώς στα κοιλωματικά ζώα. Σα Εχινόδερμα είναι θαλάσσιοι οργανισμοί, ελεύθεροι ή προσκολλημένοι σε υπόστρωμα. Ένα βασικό χαρακτηριστικό τους είναι το μοναδικό υδροφορικό σύστημα που διαθέτουν, το οποίο όπως θα φανεί στη συνέχεια συμμετέχει σε μια σειρά λειτουργιών. Σο σωματικό τοίχωμα περιλαμβάνει έναν σκληρό ιστό στον οποίο, συνήθως, ασβεστώδεις πλάκες αποτελούν κύριο χαρακτηριστικό. Αυτές οι πλάκες συνθέτουν έναν ενδοσκελετό ο οποίος «εμφανίζεται» διαφορετικός ανάλογα με το είδος και την τάξη. τα περισσότερα εχινόδερμα ασβεστώδεις άκανθες (ακίδες) εκτείνονται από την σωματική επιφάνεια . 116 Η απέκκριση στα εχινόδερμα πραγματοποιείται με απλή διάχυση των άχρηστων μεταβολικών προϊόντων μέσω των λεπτών περιοχών του σωματικού τους τοιχώματος. τα εχινόδερμα υπάρχει ποικιλία αναπνευστικών δομών. Σο κυκλοφορικό σύστημα συμμετέχει στην αναπνοή, ο ρόλος του όμως δεν είναι ακόμη πλήρως εξακριβωμένος. ημαντικό ρόλο παίζει το κυκλοφορικό υγρό από τις διάφορες κοιλωματικές περιοχές. Σο πιθανότερο είναι ότι το κυκλοφορικό σύστημα μεταφέρει θρεπτικές ουσίες στις κοιλωματικές περιοχές. Σο νευρικό σύστημα αποτελείται από τρεις κεντρικούς νευρικούς δακτυλίους από τους οποίους εκτείνονται ακτινωτά νεύρα προς την περιφέρεια. Είναι σχεδόν όλα γονοχωριστικά. Η γονιμοποίηση είναι εξωτερική και γίνεται μέσα στο νερό. Η ανάπτυξη είναι έμμεση και περιλαμβάνει μία αμφιπλευροσυμμετρική βλεφαριδοφόρα προνύμφη που μεταμορφώνεται και γίνεται ακτινωτά συμμετρική. Σο σώμα τους εμφανίζει μία νωτιαία και μία κοιλιακή επιφάνεια. Σο στόμα τους βρίσκεται στην κοιλιακή επιφάνεια ενώ η έδρα στην αντιστοματική (αντιπολικό σημείο, νωτιαία επιφάνεια). Η δομή του σώματός τους χαρακτηρίζεται από ένα σύνθετο κοίλωμα που υποδιαιρείται σε τρεις κοιλωματικούς χώρους: Σον υδροφορικό χώρο Σον περιαιματικό χώρο και Σον κυκλοφορικό χώρο. τον υδροφορικό χώρο υπάρχει ένα δίκτυο σωλήνων που σχηματίζει το υδροφορικό σύστημα το οποίο χαρακτηρίζει τα εχινόδερμα. Σο μεσόδερμα φέρει το κυκλοφορικό σύστημα και έναν σκελετό από πινακίδια ή πλακίδια και άκανθες που αποτελούνται κυρίως από ανθρακικό ασβέστιο (CaCO3). 117 Σα εχινόδερμα δεν έχουν απεκκριτικά όργανα. Η απέκκριση γίνεται κυρίως με τα κοιλωματοκύτταρα που αποβάλλουν τα απεκκρίματά τους προς τα έξω. Σο υδροφορικό σύστημα: εξασφαλίζει την εσωτερική υδροστατική πίεση του ζώου για την στήριξη και μετακίνησή του με τα βαδιστικά πόδια. Σο υδροφορικό σύστημα αποτελείται από ένα σύστημα κλειστών σωλήνων που βρίσκονται στο εσωτερικό του σώματος και συγκοινωνούν με το θαλασσινό νερό μέσω της μαδρεπορικής πλάκας. Αυτή είναι μία από τις νωτιαίες ασβεστιτικές πλάκες του σώματος του ζώου που ξεχωρίζει από τις άλλες παρακείμενες επειδή φέρει πολλούς πόρους. Η πλάκα αυτή βρίσκεται στην άκρη του πετρώδη σωλήνα που συγκοινωνεί με τον κυκλικό σωλήνα. το υδροφορικό σύστημα εισέρχεται το νερό της θάλασσας από την μαδρεπορική πλάκα. Η κυκλοφορία του νερού στο εσωτερικό του σώματος επιταχύνεται με τις βλεφαρίδες του επιθηλίου που επενδύει τα τοιχώματα του υδροφορικού συστήματος. Σο νερό από τον κυκλικό σωλήνα φθάνει στα βαδιστικά πόδια μέσω ενός δικτύου από ακτινωτούς σωλήνες και πλευρικούς σωλήνες ή ακτινωτά σωληνάρια. Εδώ σημειώνεται ότι τα βαδιστικά πόδια έχουν διαφορετική μορφή ανάλογα με την λειτουργία που επιτελούν: π.χ. αυτά που περιβάλλουν το στόμα είναι σχεδόν πάντα αισθητήρια αν και σε μερικές ομάδες συμπεριλαμβανομένων και των εχινοειδών παίρνουν μέρος και στην λειτουργία της θρέψης. Σα βαδιστικά πόδια των εχινόδερμων που έρπουν είναι εφοδιασμένα στο πάνω μέρος τους με μυώδεις φύσιγγες και καταλήγουν σε μυζητικούς δίσκους. ΙΙ. Διάκριση του φύλου (Σαξινόμηση) των Εχινόδερμων: Η διάκριση στηρίζεται κυρίως στους χαρακτήρες που παρουσιάζουν τα ώριμα άτομα. Έτσι το φύλο των εχινόδερμων διακρίνεται σε δύο υποφύλα: 118 Εικόνα 1. Τποφύλο πελματόζωα Α. Σα Πελματόζωα: (Pelmatozoa): είναι τα πλέον πρωτόγονα. Οι προνύμφες τους είναι πάντα σταθερά προσκολλημένες στο υπόστρωμα. Πολλά από αυτά βρίσκονται προσκολλημένα ακόμη και ενήλικα. Η έδρα τους βρίσκεται σχεδόν δίπλα στο στόμα εφόσον η άλλη άκρη του σώματος του ζώου στηρίζεται στο υπόστρωμα με ένα αντιστοματικό στέλεχος. Σο σώμα των ώριμων ατόμων περιβάλλεται από έναν καλυκόμορφο ή κυπελόμορφο εξωσκελετό. Γύρω από το στόμα τους υπάρχουν 5 διακλαδισμένοι βραχίονες. Σο υποφύλο αυτό περιλαμβάνει 4 κλάσεις από τις οποίες μόνον μία έχει αρτίγονα είδη. Β. Σα Ελευθερόζωα (Eleutherozoa): Είναι εχινόδερμα που μετακινούνται ελεύθερα. το ώριμο στάδιό τους έρπουν στο υπόστρωμα. Σο στόμα τους βρίσκεται συνήθως στο κέντρο της κοιλιακής επιφάνειας (στοματική περιοχή) και η έδρα στην νωτιαία επιφάνεια (αντιστοματική περιοχή). το υποφύλο αυτό διακρίνουμε 4 κλάσεις: τα αστεροειδή (Asteroidea), τα οφιουροειδή (Ophiouroidea), τα εχινοειδή (Echinoidea) και τα ολοθουροειδή (Holothuroidea). 119 Εικόνα 2. Αντιστοματική περιοχή αχινού Κλάση Εχινοειδή την Κλάση αυτή ανήκουν οι αχινοί. τα γενικά χαρακτηριστικά μοιάζουν με τα υπόλοιπα εχινόδερμα. Έχουν σχήμα περίπου σφαιρικό οι ασβεστιτικές τους πλάκες είναι λεπτές τοποθετημένες σε δέκα ζεύγη διπλών μεσημβρινών γραμμών, σχηματίζουν μια κλειστή κάψα η οποία περικλείει τον οργανισμό. Η κλάση των εχινοειδών διαιρείται στις υποκλάσεις των κανονικών και μη κανονικών αχινών. Η πρώτη περιλαμβάνει τους θαλάσσιους αχινούς με την ακτινωτή συμμετρία, το σφαιρικό σώμα και τις μακριές άκανθες, οι οποίοι ζουν σε σκληρά υποστρώματα. Η δεύτερη περιλαμβάνει ζώα με αμφίπλευρη συμμετρία, συνήθως επίπεδο σώμα και κοντές άκανθες, αυτοί οι οργανισμοί ζουν μέσα σε μαλακά υποστρώματα. Οι κανονικοί αχινοί, διαθέτουν μασητική συσκευή (λύχνος του Αριστοτέλη) η οποία απουσιάζει στους μη-κανονικούς αχινούς. 120 Ανατομία του αχινού (Paracentrotus lividus) Εξωτερική μορφολογία Σοποθετούμε τον αχινό κάτω από το στερεοσκόπιο και αναγνωρίζουμε τα χαρακτηριστικά του. Σο σχήμα του είναι σχεδόν σφαιρικό, με το ένα άκρο του περίπου πιεσμένο. Σο κατώτερο σημείο του ο στοματικός πόλος, είναι πλατυσμένο, ενώ η αντίθετη περιοχή που ονομάζεται αντιστοματικός πόλος είναι σφαιρική. Εμφανίζει ακτινωτή συμμετρία, οι δυο πόλοι ενώνονται με έναν νοητό άξονα τον στοματικό- αντιστοματικό ο οποίος είναι και ο άξονας συμμετρίας του ζώου. Πέντε βαδιστικές ζώνες διακρίνονται στην επιφάνεια της σφαίρας και εκτείνονται από την στοματική στην αντιστοματική περιοχή. Μεταξύ αυτών διακρίνονται οι μεσοβαδιστικές ζώνες. Σο σχήμα του είναι σφαιρικό, καρδιόσχημο ή δισκοειδές. Ο σκελετός του αποτελείται από πενταγωνικές ασβεστολιθικές πλάκες οι οποίες είναι τοποθετημένες σε δέκα ζεύγη διπλών μεσημβρινών γραμμών. Σα πέντε από τα δέκα ζεύγη, τα οποία συγκροτούνται από διάτρητα πινακίδια (πλάκες) ονομάζονται βαδιστικές ζώνες επειδή από τις οπές τους εξέρχονται βαδιστικοί ποδίσκοι. Σα άλλα πέντε ζεύγη ονομάζονται μεσοβαδιστικές ζώνες και από αδιάτρητες πλάκες πάνω στις οποίες εκδύονται οι άκανθες. Γύρω από την έδρα υπάρχουν πέντε πενταγωνικές πλάκες που είναι οι βάσεις των μεσοβαδιστικών πλακών και αποτελούν τις γεννητικές πλάκες επειδή φέρουν γεννητικούς πόρους. Μια από αυτές είναι η μαδρεπορική πλάκα. τις βάσεις των βαδιστικών πλακών βρίσκονται οι μεσογεννητικές πλάκες. 121 Εικόνα 3. Αντιστοματική περιοχή αχινού Αφαιρούμε μερικές άκανθες από το σώμα του αχινού και τις παρατηρούμε. Βλέπουμε το κοίλωμα στο κέντρο της βάσης και τους πολύ λεπτούς μυς που εκτείνονται από την βάση προς την επιφάνεια. Οι άκανθες καλύπτονται από λεπτή επιδερμίδα. το σώμα του αχινού διακρίνονται δυο διαφορετικών μεγεθών άκανθες, οι οποίες όμως έχουν παρόμοια δομή. Η προς το σώμα του αχινού βάση της κάθε άκανθας είναι στρογγυλεμένη και εδράζεται σε μια κόγχη του οστράκου. Λεπτοί μυς εκτείνονται από τη βάση των ακάνθων προς το σώμα και τις κινούν. Γύρω από το στόμα του αχινού υπάρχουν οι ποδολαβίδες αυτές ποικίλουν ως προς το σχήμα και τη μορφή. Σα χαρακτηριστικά των ποδολαβίδων χρησιμοποιούνται για την ταξινόμηση των ειδών. Οι ποδολαβίδες χρησιμεύουν για την μετακίνηση του ζώου, την αναπνοή και την σύλληψη της τροφής. Εντοπίστε το στοματικό και αντιστοματικό πόλο του αχινού, Εντοπίστε τις βαδιστικές και μεσοβαδιστικές ζώνες. Εντοπίστε τη μαδρεπορική πλάκα και τις μεσογεννητικές πλάκες 122 Αφαιρούμε 2-3 ποδολαβίδες, τις τοποθετούμε πάνω σε μια αντικειμενοφόρο πλάκα. τη συνέχεια ρίχνουμε μια σταγόνα υποχλωριώδους νατρίου (NaOCl). Σοποθετούμε μια καλυπτρίδα και μετά τη πάροδο μικρού διαστήματος παρατηρούμε στο μικροσκόπιο. την στοματική περιοχή (περιστόμιο) βρίσκεται η μασητική συσκευή που λέγεται λύχνος του Αριστοτέλη, που αποτελείται από πέντε γνάθους και πέντε δόντια. Αμέσως μετά εκτείνεται ο φάρυγγας. Εικόνα 4. Α Ό λύχνος του Αριστοτέλη. Β. Λεπτομέρεια. Εντοπίστε τον λύχνο του Αριστοτέλη. Παρατηρείστε τους μυς και τους αγωγούς που το συνδέουν με το υδροφορικό σύστημα Εσωτερική ανατομία. Σοποθετούμε τον αχινό σε πινακίδα ανατομίας με την νωτιαία επιφάνεια προς τα πάνω. Κάνουμε μια επιφανειακή τομή (όχι βαθειά) κατά τον ισημερινό, ανοίγοντας τα δυο ημισφαίρια. 123 Παρατηρούμε τα εσωτερικά όργανα. το πεπτικό σύστημα, υπάρχει ο πεπτικός σωλήνας, ο οποίος σχηματίζει δύο σπείρες μέσα σε κάθε ημισφαίριο. Προσπαθούμε να παρατηρήσουμε τον λύχνο του Αριστοτέλη, ο οποίος περικλείεται από ένα λεπτό περιφαρυγγικό μεσεντέριο. Ο οισοφάγος ανέρχεται κατακόρυφα από το στόμα μέχρι τον ισημερινό, στη συνέχεια κάμπτεται και κοντά στο σωματικό τοίχωμα διευρύνεται κατά πολύ σχηματίζοντας τον στόμαχο. Ο στόμαχος διαγράφει, κατά την φορά των δεικτών του ρολογιού, έναν πλήρη κύκλο. το τέλος του κύκλου κατευθύνεται προς την αντίθετη πλευρά κάνοντας έναν κύκλο στην αντίθετη φορά. Ο δεύτερος κύκλος αποτελεί το έντερο το οποίο καταλήγει στην έδρα. Ο υδροφόρος σωλήνας είναι ένας λεπτός σωλήνας παράπλευρος του στομάχου, από τον οποίο το νερό παρακάμπτει (bypass) τον στόμαχο, περνώντας κατ‟ ευθείαν από τον οισοφάγο στο έντερο, αποφεύγοντας έτσι την αραίωση των γαστρικών ενζύμων. Εικόνα 5. Ανατομία αχινού 124 Σο αναπαραγωγικό σύστημα αποτελείται από πέντε ζεύγη γονάδων τα οποία βρίσκονται στην κοιλιακή περιοχή του κοιλώματος. Οι γονάδες των θηλυκών έχουν κοκκινωπό χρώμα ενώ των αρσενικών ασπροκίτρινο. Οι γονάδες διοχετεύουν το περιεχόμενό τους στον γονοπόρο και από εκεί στις γεννητικές πλάκες. Σο νευρικό σύστημα είναι δύσκολο να παρατηρηθεί στον αχινό. Τπάρχει ένας νευρικός δακτύλιος στην βάση του λύχνου από τον οποίο εκτείνονται πέντε ακτινωτά ζεύγη νεύρων. Μερικές φορές αυτά είναι διακριτά σε μία κομμένη άκρη του εξεταζόμενου οργανισμού. Εντοπίστε το υδροφορικό σύστημα, μελετήστε όλους τους αγωγούς του. Μελετήστε το πεπτικό σύστημα του αχινού. Παρατηρείστε τις γνάθους, τις κινήσεις που κάνουν. Εντοπίστε το πεπτικό σωλήνα παρατηρείστε το έντερο και την έδρα. Με τη βοήθεια του στερεοσκοπίου μελετήστε το στομαχικό περιεχόμενό του ΚΛΑΗ : ΟΛΟΘΟΤΡΟΕΙΔΗ (HOLOTHUROIDEA) Οι ολοθούριοι έχουν σχήμα κυλινδρικό, επιμηκυσμένο, συνήθως μαλακό. το σώμα τους δεν φέρουν βραχίονες, άκανθες και ποδολαβίδες. Ο σκελετός τους αποτελείται από διάσπαρτα πινακίδια που ενισχύουν το τοίχωμα του σώματος. Υέρουν βαδιστικούς ποδίσκους. Σο στόμα τους βρίσκεται στο πρόσθιο μέρος και περιβάλλεται από συσπώμενες κεραίες οι οποίες στη πραγματικότητα είναι τροποποιημένοι βαδιστικοί ποδίσκοι. Ο εντερικός σωλήνας είναι επιμήκης αναδιπλώνεται και καταλήγει τελικά στο οπίσθιο (αντιστοματικό ) άκρο. 125 Εικόνα 6. Εξωτερικά χαρακτηριστικά ολοθούριου Ανατομία. Με το ψαλίδι ανατομίας κόβουμε προσεκτικά το σωματικό τοίχωμα του ολοθούριου από τη στοματική προς την αντιστοματική περιοχή καταλήγοντας στην έδρα. το σώμα τους διακρίνεται μια μεγάλη κοιλότητα, ο πεπτικός σωλήνας αρχίζει από το στόμα, αναδιπλώνεται και καταλήγει στην έδρα. Σο στόμα περιβάλλεται από πλοκάμους, το σχήμα των οποίων αποτελεί ταξινομικό γνώρισμα. Σο μυϊκό σύστημα είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένο. Δίπλα στην έδρα διακρίνονται δενδροειδή βράγχια. Η γονάδα βρίσκεται κοντά στη στοματική περιοχή. τη στοματική περιοχή επίσης διακρίνεται ο πετρώδης σωλήνας του υδροφορικού συστήματος. 126 Εικόνα 7. Ανατομία ολοθούριου 127 Βιβλιογραφία Φιντήρογλου Φ. και Α. ίνης 1999. Εχινόδερμα. το Ζωολογία Ι, Εργαστηριακές ασκήσεις. Α. Π. Θ. Τπηρεσία Δημοσιευμάτων. ελ. 226. Λαζαρίδου- Δημητριάδου Μ. Γενική Ζωολογία. Εκδόσεις Γιαχούδη-Γιαπούλη. Θεσσαλονίκη. ελ. 504. Barnet, J. & C. M. Yonge. 1985. Collins pocket guide to the Seashore. Collins, London. pp272 Campbell, A.C. 1980. The Hamlyn guide to: The Seashore and Shallow Seas of Britain and Europe. Hamlyn, London. 128 Φορδωτά: Μορφολογία και ανατομία των ιχθύων Γενικά χαρακτηριστικά των ιχθύων Με τον όρο ιχθείς αναφερόμαστε σε υδρόβια σπονδυλωτά τα οποία φέρουν βράγχια και συνήθως μια σειρά εξαρτημάτων όπως: πτερύγια, λέπια δερμικής προέλευσης, και ένα εξειδικευμένο ιδιαίτερα σημαντικό για την επιβίωσή τους αισθητήριο όργανο την πλευρική γραμμή. Οι ιχθείς αποτελούν μια πολυφυλετική ομάδα του φύλου των χορδωτών και μαζί με τις τάξεις των αμφιβίων, ερπετών πτηνών και θηλαστικών συνιστούν το υποφύλο των σπονδυλωτών. Σα υάρηα επομέκφς είκαη : Ποηθηιόζερμοη οργακηζμοί ζποκδσιφηά σδρόβηοη οργακηζμοί (ηδηαίηερα φς προς ηεκ ακαπαραγφγή ηοσς) ακαπκέοσκ με εζφηερηθά βράγτηα θέροσκ δσγά πηερύγηα ή πηερύγηα σπό μορθή άθρφκ ηο ζώμα ηοσς ζσκήζφς είκαη θαισμμέκο με ιέπηα ή ηροποποηήζεης ασηώκ (αρθεηά είδε υαρηώκ δεκ έτοσκ ιέπηα) ηο ζώμα ηοσς θέροσκ ζύζηεμα πιεσρηθής γραμμής Οι τελεόστεοι αποτελούν την πλέον πολυάριθμη και ποικιλόμορφη ταξινομική ομάδα των ψαριών. Παρουσιάζουν μια πλειάδα χαρακτηριστικών (αν και όχι απαραίτητα αποκλειστικών) όπως: 1. Βραγχιακό επικάλυμμα αποτελούμενο από τέσσερα (4) οστά συμπεριλαμβανομένου του μεσοεπικαλυμματικού το οποίο απουσιάζει από τους χονδριχθείς. 2. ύστημα αναπνοής «δυο αντλιών». 129 3. Πλήρως οστεοποιημένοι σπόνδυλοι. Είναι μικρότερου αριθμού από αυτούς των χονδριχθυών, αλλά έχουν μεγαλύτερο βάρος και αντοχή. 4. Υέρουν νηκτική κύστη, αυτή είναι σχετικά μικρού μεγέθους, εξυπηρετεί κυρίως την υδροστατική λειτουργία, σε ορισμένες περιπτώσεις εξυπηρετεί και άλλες λειτουργίες (παραγωγή ήχων, αναπνοή) 5. Υέρουν βραγχιοστεγείς ακτίνες. Σο μεσεπικαλυμματικό οστό (μάλλον τροποποίηση βραγχιοστεγούς ακτίνας) με την παρουσία του επιτρέπει την αύξηση της χωρητικότητας της βραγχιακής κοιλότητας, ενώ παράλληλα συντελεί στην διατροφή με εισρόφηση . 6. Υέρουν ελαφρά, ελαστικά ελασμοειδή (κυκλοειδή, κτενοειδή ) λέπια (πολλά είδη οστεϊχθυών δεν φέρουν λέπια). 7. Σο ζεύγος των εκτατών προγναθικών, αποτελεί τα κυριότερα οστά των άνω σιαγώνων, εξασφαλίζοντας μια τεράστια ποικιλία στοματικών μορφών και στρατηγικών τροφοληψίας. 8. Υέρουν, συνήθως, ομόκερκο ουραίο πτερύγιο, με επουραία και υπουραία οστά ως στηρικτικά στοιχεία. 9. Υέρουν πτερύγια με μεγάλη ελαστικότητα και δυνατότητα διαφορετικών κινήσεων. Σα θωρακικά πτερύγια έχουν χαρακτηριστικά διαφοροποιημένη εσωτερική δομή (δυο ή περισσότερα μετακλείθρα, τέσσερα εγγύς πτερυγιοφόρα). 10. Παρουσιάζουν μια μεγάλη ποικιλία σχήματος σώματος, όπως και τρόπων αναπαραγωγής. 11. ύστημα πλευρικής γραμμής. 1. Μορφολογία ιχθύων Γενικά. Σο σώμα των ψαριών παρουσιάζει αμφίπλευρη συμμετρία. Διακρίνεται σε τρεις ανατομικές περιοχές : την κεφαλή, τον κορμό και την ουρά ( η οποία ουσιαστικά είναι το μεταεδρικό τμήμα του κορμού). Ανάλογα με τον τρόπο διαβίωσης, το σχήμα του σώματος των τελεόστεων παρουσιάζει μια μεγάλη ποικιλία. Μπορεί να είναι ατρακτοειδές (το πλέον συνηθισμένο σχήμα σώματος), νωτοκοιλιακά ή πλευρικά πλατυσμένο επίμηκες ή βραχύ, ωοειδές κ. ά (Εικόνα 1 και 2) 130 Anguillidae (anguilli- Pleuronectidae formes) nectiformes) Diodontidae (Tetraodon- Cyprinidae tiformes) Molidae (Pleuro- Salmonidae (Salmoniformes) (Cyprini- Sygnathidae formes) (Tetraodonti- Chaetodontidae formes) (Sygnathiformes) (Perci- Antennariidae formes) Cyprinodontidae (Cypri- Percidae (Perciformes) (Lophiiformes) Gacidae (Gadiformes) nodontiformes) Εικόνα 1. Ορισμένα παραδείγματα τη ποικιλότητας μορφών σώματος των τελεόστεων ιχθύων. (Οικογένειες και τάξεις (Wooton, 1990) 131 A A A B B Γ Γ Δ Ε Ε Ζ Ζ Η Ι Ι Θ Ζ Ε Εικόνα. 2 Φαρακτηριστικές μορφές σχήματος σώματος ψαριών. Α πλάνητες θηρευτές, Β. Ενεδρεύοντες θηρευτές, Γ. Επιφανειακά, πελαγικά ψάρια. Δ. βενθικά ψαρια Ε. κρυπτόμενα στο βυθό ψάρια F. Πλάνητες του βυθού Ζ. Πλατύψαρα H. Χάρια με σχήμα ουράς σαν ποντικού, Ι. στενόσωμα, Θ. χελόμορφα 132 Κεφαλή: την κεφαλή διακρίνονται τα παρακάτω: τόμα. Αυτό έχει θέση τελική (στο άκρο του ρύγχους), ημιτελική ή βρίσκεται κοιλιακά της κεφαλής. Ανάλογα με τις διατροφικές συνήθειες του κάθε είδους το στόμα μπορεί να έχει πρόσθιο, νωτιαίο ή κοιλιακό προσανατολισμό (Εικόνα 3) συχνά μπορεί να προεκτείνεται αρκετά με έκταση των γνάθων, ή ακόμη και να σχηματίζει σωλήνα. Η κάτω γνάθος είναι προτεταμένη Η άνω γνάθος είναι προτεταμένη ωληνοειδές ρύγχος με τις σε μορφή ξίφους γνάθους στην άκρη Οι σιαγώνες και τα χείλη είναι τελι- Η άνω γνάθος εκτείνεται και το Σο ρύγχος προεξέχει και κά κάτω χείλος υπερκαλύπτεται υπερκαλύπτει το στόμα Εικόνα 3. Διάφορες μορφές στόματος οστεϊχθυών Μουστάκια. την άνω ή την κάτω σιαγόνα ή ακόμη και στις δύο μπορεί να υπάρχουν σαρκώδη μουστάκια ποικίλου μεγέθους. Υυσητήρες (στους χονδριχθείς). Πίσω από τους οφθαλμούς μπορεί να υπάρχουν οπές, το άνοιγμα των οποίων ποικίλλει σε μέγεθος. Αυτό φέρει στα εσωτερικά του τοιχώματα ψευδοβράγχια. Βραγχιακό επικάλυμμα. Εντοπίζεται στο οπίσθιο άκρο της κεφαλής. Καλύπτει τη βραγιακή κοιλότητα και προστατεύει τα βράγχια. Αποτελείται από τέσσερα (4) οστά: το επικαλυμματικό, το προεπικαλυματικό, το υποεπικαλυμματικό και το μεσεπικαλυμματικό. Σο κράσπεδο του προεπικαλύμματος άλλοτε είναι λείο και άλλοτε οδοντωτό με μικρούς ή ισχυρούς οδόντες. 133 Εικόνα 4. Μορφολογικά χαρακτηριστικά Οστεϊχθύ Εικόνα 5. Μορφολογικά χαρακτηριστικά χονδριχθύ Βραγχιακές άκανθες. την εσωτερική πλευρά του πρώτου βραγχιακού τόξου διακρίνονται οι βραγχιακές άκανθες το μέγεθος όπως και η μορφή των οποίων συχνά ποικίλει. Οι βραγχιακές άκανθες διακρίνονται σε οριζόντιες και κάθετες. 134 Βραγχιοστεγείς ακτίνες. Η βραγχιακή κοιλότητα των οστεϊχθυών καλύπτεται στο κάτω μέρος της από μια μεμβράνη η οποία υποβαστάζεται από τις βραγχιοστεγείς ακτίνες. Οφθαλμοί : υνήθως βρίσκονται πλευρικά και στο άνω μέρος της κεφαλής, δεν φέρουν βλέφαρα. Η όραση είναι μάλλον έγχρωμη. Ρινικές οπές ή ρώθωνες. Μπροστά από τους οφθαλμούς και σπανιότερα στο άνω χείλος του στόματος βρίσκονται τα ρινικά ανοίγματα ή ρινικοί σωλήνες ένα ζεύγος σε κάθε πλευρά. Δεν επικοινωνούν με το πεπτικό σύστημα. τους χονδριχθείς οι ρώθωνες βρίσκονται μπροστά από το στόμα και καλύπτονται από την ρινική μεμβράνη ή τα ρινικά πτερύγια. Οδόντες. τις σιαγόνες βρίσκονται οδόντες ποικίλου μεγέθους και σχήματος. Διακρίνονται κυνοδοντόμορφοι, κοπτηρόμορφοι, γομφιόμορφοι, τραπεζοειδείς και χνοώδεις συμφωνά με τη μορφολογία τους. Εκτός των οδόντων των γνάθων στη στοματική κοιλότητα, διακρίνονται απαντούν οδόντες στη γλώσσα, την υπερώα, την ίνιδα. Επίσης στα μέλη ορισμένων οικογενειών Cyprinidae, Cyprinodontidae διακρίνονται δόντια τα φαρυγγικά δόντια. Άσκηση: Στα ψάρια τα οποία σας έχουν δοθεί για μελέτη εντοπίστε και παρατηρείστε τα εξής: στόμα, στοματική κοιλότητα, γνάθους, μελετήστε τα κινούμενα μέρη της κεφαλής, τα διαφόρων ειδών δόντια, τα βραγχιακά επικαλύμματα, τα βράγχια, τα βραγχιακά τόξα, τις βραγχιακές άκανθες, τα φαρυγγικά δόντια, τους οφθαλμούς και τους ρώθωνες σε κάθε είδος ψαριού που σας έχει διανεμηθεί. Δέρμα. Σο σώμα των τελεόστεων καλύπτεται από δίστιβο δέρμα ( επιδερμίδα και δερμίδα) σε αυτό διακρίνονται βλεννογόνοι αδένες και λέπια. Κορμός Ο κορμός ορίζεται μεταξύ του τέλους της κεφαλής (βραγχιακό επικάλυμμα, βραγχιακές σχισμές) και του ύψους της ουρογενετικής οπής. Περιλαμβάνει κυρίως τη σπλαχνική χώρα. το κορμό εντοπίζονται τα θωρακικά πτερύγια, τα κοιλιακά πτερύγια, το ραχιαίο πτερύγιο (ένα η και περισσότερα ) (Εικόνα 4 και 5). Σέλος υπάρχει η έδρα η οποία βρίσκεται στη κοιλιακή περιοχή πρόσθια του εδρικού πτερυγίου. Επιδερμίδα. Σο σώμα των οστεϊχθυών είναι καλυμμένο με λέπια κυκλοειδή ή κτενοειδή. τα μέλη της τάξης των Acipenseriformes διακρίνονται οστέινες πλάκες διαταγμένες σε σειρές. Σο 135 σώμα των χονδριχθυών καλύπτεται από πλακοειδή λέπια. Μερικά είδη ψαριών φέρουν φωτοφόρα όργανα η διάταξη των οποίων είναι χαρακτηριστική για κάθε είδος. Φρωματισμός. Ο χρωματισμός των τελεόστεων παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία ανάλογα με το είδος καθώς και με το περιβάλλον διαβίωσης. Σα χρωματοφόρα κύτταρα, τα οποία οφείλεται ο χρωματισμός όπως και οι μεταβολές του, εντοπίζονται κυρίως στο δέρμα και αποτελούνται από μελανοφόρα, ξανθοφόρα, ερυθροφόρα και ιριδοφόρα. Βλέννα – βλεννογόνοι αδένες Εικόνα 6. Βλεννογόνοι αδένες από την ουρά ενός θηλυκού ατόμου Salveninus sp. (αριστερά). Βλεννογόνοι αδένες από τη περιοχή της κεφαλής του ίδιου ατόμου (Alcian blue x260) Πλευρική γραμμή. τα περισσότερα είδη ψαριών διακρίνεται η πλευρική γραμμή η οποία είναι αισθητήριο όργανο. Εντοπίζεται από μια σειρά ειδικών λεπιών τα οποία σχηματίζουν μια διάστικτη γραμμή, αυτή αρχίζει από το άνω χείλος του βραγχιακού επικαλύμματος και καταλήγει στην ουρά. Σα λέπια αυτά της πλευρικής γραμμής φέρουν οπές που επιτρέπουν την επικοινωνία του νερού με μία αύλακα του σώματος. Κάτω από τα λέπια της πλευρικής γραμμής βρίσκονται οι απολήξεις αισθητηρίου νεύρου. Ο αριθμός των λεπιών της πλευρικής γραμμής είναι χαρακτηριστικός σε μεγάλο αριθμό ειδών. 136 Πτερύγια: Εικόνα 7. Πτερύγια πέστροφας, διακρίνεται το λιπώδες πτερύγιο. τη ράχη του σώματος των ψαριών διακρίνεται το ραχιαίο πτερύγιο το οποίο συμβολίζεται με το γράμμα D, εάν το ψάρι έχει περισσότερα του ενός πτερύγια τότε συμβολίζονται ως εξής: D1, D2, D3 κλπ. τη περιοχή της κοιλιάς διακρίνεται το εδρικό πτερύγιο το οποίο που συμβολίζεται με το γράμμα Α. Α. Ραχιαίο πτερύγιο Β. Εδρικό πτερύγιο Εικόνα 8. Άζυγα πτερύγια τα οποία αποτελούνται από (σκληρές) άκανθες και (μαλακές) ακτίνες Πίσω από την κεφαλή και στη περιοχή του θώρακα βρίσκεται ένα ζεύγος πτερυγίων ανά ένα σε κάθε πλευρά και ονομάζονται θωρακικά πτερύγια και συμβολίζονται με το γράμμα Ρ. τη περιοχή της κοιλιάς υπάρχει ένα ζεύγος πτερυγίων τα οποία ονομάζονται κοιλιακά και συμβολίζονται με το γράμμα V (Εικόνα 6 και 7). 137 Κίνηση. Η κίνηση επιτυγχάνεται από το ανεπτυγμένο μυικό σύστημα και τα πτερύγια, καθένα από τα οποία επιτελεί διαφορετική λειτουργία (μεταβολή της πορείας, διατήρηση της θέσης, προώθηση, μείωση της ταχύτητας). Ουρά Είναι το μεταεδρικό τμήμα του σώματος και ουσιαστικά αποτελεί συνεχές και αδιαίρετο τμήμα του κορμού. Διακρίνεται από τον κορμό γιατί δεν περιλαμβάνει κανένα τμήμα της σπλαχνικής χώρας. Καταλήγει στο ουραίο πτερύγιο (Εικόνα 8). το πίσω άκρο του σώματος βρίσκεται το ουραίο πτερύγιο, το οποίο συμβολίζεται με το γράμμα C. Εικόνα 9 Διάφορες μορφές ουραίων πτερυγίων ψαριών Σο ουραίο πτερύγιο μπορεί να είναι εξωτερικά (από την κορυφή προς τα συμμετρικό και τότε ονομάζεται ομόκερκο ή να εμ- κάτω): επίκερκο, ισόκερκο, φανίζει δύο ανόμοιους λοβούς οπότε και ονομάζεται υπόκερκο (Nikolsky, 1963) ετερόκερκο (Εικόνα 9). Εκτός από τα προαναφερθέντα πτερύγια σε ορισμένες οικογένειες ψαριών διακρίνονται πίσω από τα ραχιαία και τα εδρικά πτερύγια ένας αριθμός μικρών πτερυγίων τα οποία ονομάζονται ψευδοπτερύγια. Επίσης σε ορισμένες άλλες οικογένειες ψαριών πίσω από το ραχιαίο πτερύγιο διακρίνεται ένα μικρό λίπωμα το λιπώδες πτερύγιο (Εικόνα 6). Ημισελινοειδής Απόστρογγυλεμένη Αιχμηρή απόληξη Διχαλωτή ουρά 138 Διπλή αιχμηρή Σετράγωνη ουρά Αιχμηρή Γυμνή ακτίνες (χωρίς στην άκρη) Εικόνα 10. Μορφές ουράς στους οστεϊχθείς Εικόνα 11. Μαλακές και σκληρές ακτίνες Σελεόστεου. Αριστερά μαλακή ακτίνα (Α) πλευρική όψη διακλαδισμένης ακτίνας, (Β) πρόσθια όψη. Δεξιά : κληρή ακτίνα (άκανθα) (Γ) πλευρική όψη (Δ) πρόσθια όψη (Bond, 1979) 139 Ακτίνες. Σα πτερύγια υποστηρίζονται από ακτίνες. Οι ακτίνες είναι δύο ειδών: σκληρές ή ακανθώδεις και μαλακές. Οι σκληρές ακτίνες είναι απλές, τις περισσότερες φορές ισχυρές και ακανθώδεις, ενώ οι μαλακές είναι αρθρωτές και διακλαδίζονται στο ανώτερο άκρο τους (Εικόνα 10) . Ο αριθμός των σκληρών ακτινών συμβολίζεται με γράμματα της λατινικής γραφής, ενώ των μαλακών με γράμματα της αραβικής π.χ. DV,9, όπου το V σημαίνει 5 σκληρές και το 9 μαλακές (Εικόνα 11). Εικόνα 12. Μορφές ραχιαίων και εδρικών πτερυγίων με μαλακές και σκληρές ακτίνες. Επίσης παρουσιάζεται ο τρόπος αρίθμησής τους. Παρατηρήστε και εντοπίστε τις διαφορετικές περιοχές του κορμού. Εντοπίστε και παρατηρήστε τα διάφορα πτερύγια. Μελετήστε την εικόνα ενός πτερυγίου στο στερεοσκόπιο. Παρατηρείστε ότι υπάρχουν διαφόρων ειδών ακτίνες στα πτερύγια (άκανθες – σκληρές ακτίνες και μαλακές ακτίνες – εύκαμπτες) 140 Παρατηρήστε το γενικό χρωματικό πρότυπο του σώματος του ψαριού. Διακρίνετε τα χρωματοφόρα κύτταρα στο δέρμα του ψαριού. Σκεφθείτε γιατί δυο άτομα του ίδιου είδους μπορεί να παρουσιάζουν διαφορετικό χρωματικό πρότυπο. Αποκολλήστε ένα αριθμό λεπιών από το δέρμα του ψαριού, παρατηρείστε τα στο στερεοσκόπιο, μεταβάλετε το φωτισμό, παρατηρείστε το γενικό πρότυπο που παρουσιάζουν, (τι σας θυμίζουν;). Μελετείστε τις ζώνες αύξησης. Παρατηρείστε λέπια από διάφορες περιοχές του σώματος του ψαριού. Εντοπίστε την πλευρική γραμμή. Παρατηρείστε τα λέπια της πλευρικής γραμμής στο στερεοσκόπιο. 141 Διάφορα είδη ψαριών Oncorhynchus mykiss Acipenser sturio Lophius piscatorius Mullus surmuletus Cyprinus carpio Chelidonichthys cuculus Zeus faber Dicentrarchus labrax Anguilla anguilla Solea solea 142 Mola mola Platychthys flesus Atherina boyeri Cepola macrophthalma Echeneis naucrates Scyliorhyncus canicula Thynnus alalunga Sparus aurata Εικόνα 13. Διάφορα είδη ψαριών 143 2. Ανατομία Υαρυγγική περιοχή Παρατηρήσεις κάτω από το βραγχιακό επικάλυμμα Ο φάρυγγας είναι περιοχή του πεπτικού συστήματος καθώς συνδέει τη στοματική κοιλότητα με τα υπόλοιπα όργανα του πεπτικού σωλήνα. Θα μελετηθεί σε αυτή τη φάση γιατί στη συνέχεια με την ανατομή της κοιλιακής κοιλότητας θα καταστραφεί. Ο φάρυγγας βρίσκεται μεταξύ της στοματικής κοιλότητας και του οισοφάγου και ορίζεται σαν η περιοχή εκείνη η οποία φέρει τα βραγχιακά τόξα. Ο φάρυγγας και τα βραγχιακά τόξα βρίσκονται κάτω από το βραγχιακό επικάλυμμα το οποίο και τα προστατεύει. Σα βραγχιακά ανοίγματα βρίσκονται ανάμεσα στα βραγχιακά τόξα. Σο νερό εισέρχεται από το στόμα και στη συνέχεια στο φάρυγγα, κατόπιν περνά πλευρικά από τα βραγχιακά ανοίγματα και πάνω από τα βραγχιακά ελάσματα και τα βραγχιακά νημάτια όπου γίνεται η ανταλλαγή των αερίων, τέλος εξέρχεται από το βραγχιακό επικάλυμμα. ε μεγέθυνση περίπου 7Φ ανοίξτε το βραγχιακό επικάλυμμα και εξετάστε τη βραγχιακή κοιλότητα. Τπάρχουν τέσσερα βραγχιακά τόξα, διακρίνεται μόνο το πρώτο ενώ τα υπόλοιπα βρίσκονται κάτω από αυτό. Ξεπλύνετε με νερό τη βραγχιακή κοιλότητα για να απομακρυνθεί η βλέννα. Παρατηρείστε το πρώτο βραγχιακό τόξο έχει σήμα «C» με το κοίλο μέρος προς τα εμπρός. Η εξωτερική του επιφάνεια φέρει τα ροζ ή κόκκινου χρώματος βράγχια. Είναι η επιφάνεια ανταλλαγής αερίων. Παρατηρείστε τα βράγχια σε μεγέθυνση 20Φ για να κατανοείστε τον τρόπο σύνδεσης των βραγχιακών νηματίων και ελασμάτων στο βραγχιακό τόξο. Αν παρατηρήσετε προσεκτικά θα διαπιστώσετε ότι τα βραγχιακά νημάτια φέρουν τα βραγχιακά ελάσματα. Σα βραγχιακά νημάτια με τα βραγχιακά ελάσματα προφέρουν την απαραίτητη επιφάνεια για την ανταλλαγή αερίων. 144 Σο εσωτερικό μέρος των βραγχιακών τόξων φέρει μακρές βραγχιακές άκανθες. Αυτές εξυπηρετούν αρκετές λειτουργίες σχετικά με τη διατροφή των διαφόρων ειδών. ε ορισμένες περιπτώσεις είναι πολυάριθμες, πυκνές και λειτουργούν ως φίλτρο συγκρατώντας από το νερό τα υπάρχοντα λεπτά σωματίδια. ε άλλα είδη εμποδίζουν τα μικρά καρκινοειδή και έντομα να δραπετεύουν από τη βραγχιακή κοιλότητα, επιπλέον προστατεύουν τα βραγχιακά νημάτια από βλάβες που πιθανώς να προκαλέσει η λεία. Ο αριθμός των βραγχιακών ακάνθων είναι ταξινομικό κριτήριο, για το λόγο αυτό θα πρέπει να καταμετρώνται. Μετρήστε τον αριθμό των βραγχιακών ακάνθων στην πλευρική επιφάνεια του πρώτου βραγχιακού τόξου. Ανασηκώστε το πρώτο βραγχιακό τόξο, θα αποκαλυφθεί το δεύτερο, στη συνέχεια το τρίτο και τέλος το τέταρτο. Σο πέμπτο βραγχιακό τόξο σχηματίζει το οπίσθιο τοίχωμα της βραγχιακής κοιλότητας δεν φέρει νημάτια αλλά άκανθες ή μεγάλα φαρυγγικά δόντια. Σο διάστημα μεταξύ των βραγχιακών τόξων είναι το βραγχιακό άνοιγμα, είναι το πέρασμα του νερού από το φάρυγγα στο βραγχιακή κοιλότητα και από κει στο εξωτερικό περιβάλλον. Σο νερό περνά ανάμεσα από αυτά. Τπάρχουν πέντε βραγχιακά ανοίγματα. ε ορισμένα είδη υπάρχει ένα υπολειμματικό βράγχιο, αυτό διακρίνεται σαν ένα άθροισμα νηματίων στην εσωτερική επιφάνεια του βραγχιακού επικαλύμματος και ονομάζεται ψευδοβράγχιο. Υαρυγγικά δόντια Ανασηκώσετε ελαφρά το αριστερό βραγχιακό επικάλυμμα και ξεχωρίστε το πέμπτο βραγχιακό τόξο. Πρόκειται για ένα ισχυρό οστό το οποίο ορίζει το τέλος της βραγχιακής κοιλότητας και βρίσκεται ακριβώς μπροστά από την περικαρδιακή κοιλότητα. Με το νυστέρι κοψτε τους μαλακούς ιστούς που συγκρατούν το βραγχιακό τόξο, αλλά μην επιχειρήσετε να το κόψετε. Όταν το βραγχιακό τόξο απελευθερωθεί από τους ιστούς που το συγκρατούν προσπαθήστε να το απομακρύνετε τραβώντας το με την λαβίδα. Η μελέτη των φαρυγγικών δοντιών είναι σημαντικό στη μελέτη των Cyprinidae, σε γενικό αλλά και ειδικό επίπεδο. Σα φαρυγγικά δόντια είναι χαρακτηριστικά των μελών της οικογένειας των Cyprinidae βρίσκονται στο τέλος της στοματικής κοιλότητας και εξυπηρετούν στην επεξεργασία της 145 τροφής. Σα δόντια βρίσκονται σε μια ή δυο σειρές. Διακρίνεται η κύρια σειρά με 4-5 δόντια και η δευτερεύουσα σειρά με 1-2 μικρότερα. Α Εικόνα 14. Υαρυγγικά δόντια των ειδών : A τσιρωνι (Rutilus rutilus). Β, Scardinius erythrophthalmus. Γ. διάταση στη φυσική τους θέση (Οικονομίδης, 1997) . Παρατηρήσεις στη στοματική κοιλότητα Φρησιμοποιείστε το νυστέρι ή το ψαλίδι και κόψτε από το κάτω χείλος μέχρι το ύψος των βραγχιακών επικαλυμμάτων. Με αυτό τον τρόπο θα αποκαλυφθεί η βάση της στοματικής κοιλότητας και θα μπορέσετε να εξετάσετε τη στοματική κοιλότητα και το φάρυγγα. Σο στόμα οδηγεί στη στοματική κοιλότητα η οποία είναι το πρώτο διαμέρισμα του πεπτικού σωλήνα. ε πολλά είδη υπάρχουν πολυάριθμά δόντια σε διάφορα σημεία. την άνω και κάτω γνάθο υπάρχουν δόντια, αλλά ακόμη και τα περισσότερα οστά της στοματικής κοιλότητας. Χάξτε στο εσωτερικό της στοματικής κοιλότητας για δόντια Με τη βοήθεια σε μεγέθυνσης 7Φ και 20Φ. Σα μέλη της οικογένειας των Cyprinidae δεν φέρουν δόντια στη στοματική κοιλότητα. Σο πλατύ μυώδες όργανο στο εσωτερικό της στοματικής κοιλότητας είναι η γλώσσα. Προσφύεται στο δάπεδο της στοματικής κοιλότητας έχει σχετικά μικρό μήκος και δεν εκτείνεται. 146 Φωρίς τη βοήθεια μεγέθυνσης ψάξτε στη στοματική κοιλότητα και βρείτε τα βραγχιακά τόξα και τα βραγχιακά ανοίγματα στην αριστερή και δεξιά πλευρά του σώματος. Σα έχετε μελετήσει από διαφορετική οπτική γωνία. Φρησιμοποιώντας την βελόνα ανατομίας ξεχωρίστε τα βράγχια και μετρήστε τα. Μελέτη του μυϊκού συστήματος του κορμού και της ουράς Με το ψαλίδι κόβετε το δέρμα κάθετα (τελείως επιφανειακά) στο ύψος της βάσης του θωρακικού πτερυγίου και στη συνέχεια η τομή επεκτείνεται προς τα πίσω, πρώτα κα- τά μήκος της ράχης και στη συνέχεια κατά μήκος της κοιλιάς. Με τη λαβίδα τραβάτε με δύναμη προς τα πίσω το δέρμα με τα λέπια ως την ουρά. Έτσι αποκαλύπτονται οι μυς του κορμού. Οι μυς αποτελούνται από τεθλασμένες μυϊκές μάζες σε παράλληλη διάταξη και ονομάζονται μυομερή ή μυοτόμοι. που χωρίζονται με λεπτά διαφράγματα συνδετικού ιστού τα οποία ονομάζονται μυοδιαφράγματα. Οι μυϊκές μάζες της ράχης χωρίζονται από εκείνες της κοιλιάς με το οριζόντιο διάφραγμα. που συμπίπτει με την πλευρική γραμμή. την περιοχή αυτή είναι εύκολο να ανιχνευτεί με μια καρφίτσα το πλευρικό νεύρο που νευρώνει το αισθητήριο της πλευρικής γραμμής. τη συνέχεια κόβετε με το νυστέρι η ουρά του ψαριού, στο ύψος της τελευταίας ακτίνας του του εδρικού πτερυγίου, και στην τομή αυτή μπορούν να παρατηρηθούν τα μυομερή, τα μυοδιαφράγματα και η σπονδυλική στήλη. Εικόνα 15. Γενική οργάνωση του μυικού συστήματος ενός οστεϊχθύ Περιτοναϊκή κοιλότητα και πεπτικό σύστημα Η κοιλιακή κοιλότητα των ψαριών διαιρείται στη μεγάλη περιτοναϊκή κοιλότητα και στη μικρότερη περικαρδιακή. τα ψάρια δεν διακρίνεται θωρακική κοιλότητα, ακόμη 147 και στα πνευμονόψαρα. Η περιτοναϊκή κοιλότητα καταλαμβάνει περισσότερο από το ήμισυ του κορμού, ενώ η περικαρδική κοιλότητα βρίσκεται στο εμπρόσθιο μέρος της κοιλιακής κοιλότητας ακριβώς πίσω από το βραγχιακό επικάλυμμα. Κρατήστε το ψάρι με τη κοιλιά προς τα πάνω, τοποθετήστε το νυστέρι στην έδρα και κόψτε προς τα εμπρός παράλληλα προς το επίπεδο συμμετρίας. Προσέξτε να μην βυθίζετε το νυστέρι βαθιά. Μόλις κάνετε τομή περίπου 5 mm προσπαθήστε με το νυστέρι να ανοίξτε τα πλευρά της τομής και ελέγξτε αν έχετε κόψει τους μυς ή αν χρειάζεται να προχωρήσετε βαθύτερα. Προχωρήστε την τομή μέχρις ότου να φτάσετε στο ύψος των θωρακικών πτερυγίων, τώρα έχετε πλησιάσει την περικαρδιακή κοιλότητα. υνεχίστε την τομή πολύ προσεκτικά κόβοντας μόνο τους μυς προχωρώντας προς τα εμπρός. Φρησιμοποιείστε ισχυρό νυστέρι ή ψαλίδι για να κόψτε τα οστά μέχρι το βραγχιακό επικάλυμμα. ε αυτό το σημείο η κοιλιακή περιοχή είναι ανοικτή, αλλά τα όργανα δεν διακρίνονται εύκολα. Εικόνα 16. Ανατομία πέρκας (Perca fluviatilis) το εμπρόσθιο άκρο της περιτοναϊκής κοιλότητας διακρίνεται ένα λεπτό διάφραγμα που εκτείνεται από τη μια πλευρά στην άλλη , πιθανώς ένα μέρος του να έχει καταστραφεί από 148 την κατά μήκος τομή. Η περικαρδιακή κοιλότητα εκτείνεται μπροστά από το κάθετο διάφραγμα και η περιτοναίκή κοιλότητα από πίσω του. Η περικαρδιακή κοιλότητα και η καρδιά καλύπτονται από μια λεπτή υπόλευκη μεμβράνη η οποία ονομάζεται περικάρδιο. Αυτή προς το παρόν θα πρέπει να παραμείνει ανέπαφη. Σοποθετήστε το ψάρι κάτω από το στερεοσκόπιο σε χαμηλή μεγέθυνση. Κρατήστε τις δυο πλευρές της τομής ανοικτές με το χέρι σας και παρατηρείστε μέσα στην περιτοναϊκή κοιλότητα. Αυτό είναι σχετικά δύσκολο, είναι προτιμότερο να γίνονται σε παρατηρήσεις σε ψάρια το σώμα των οποίων είναι πλευρικά πλατυσμένο. Παρατηρείστε το περιτόναιο, αυτό είναι ένα επιθήλιο το οποίο συνδέει την κοιλωματική κοιλότητα, πρόκειται για ένα λεπτό φύλλο ιστών που καλύπτουν όλη την επιφάνεια της κοιλότητας. Σο χρώμα του ποικίλει ανάλογα με το γένος των ψαριών και είναι σημαντικό ταξινομικό κριτήριο. Μπορεί να είναι λευκό, ασημόχρωμο, ή μαύρο. Μπορεί να διακρίνονται πάνω του μαύρα χρωματοφόρα. Ο λευκός αφρώδης ιστός ο οποίος καλύπτει τις περισσότερες επιφάνειες είναι αποθέσεις λίπους. Παρατηρείστε προσεκτικά και θα διαπιστώστε ότι ο λιπώδης ιστός αποτελείται από πολυάριθμα σφαιρικές λιπώδεις μάζες οι οποίες είναι υπεύθυνες για αυτή την αφρώδη εμφάνιση. Σώρα μπορείτε να αφαιρέσετε το σωματικό τοίχωμα στην αριστερή πλευρά του σώματος ώστε να αποκαλυφθούν τα εντόσθια. Σοποθετείστε το ψάρι στο δίσκο ανατομίας με την αριστερή πλευρά προς τα επάνω. Κρατώντας με τη λαβίδα από το άνοιγμα της τομής το πάνω φύλλο του μυοδέρματος, κόβονται, λοξά προς τα εμπρός, οι μύες από την αρχή του εδρικού πτερυγίου ως πάνω από τη σπονδυλική στήλη. Από εκεί παράλληλα προς αυτή, η τομή επεκτείνεται ως το πρώτο βράγχιο και στη συνέχεια κόβεται και το υπόλοιπο τμήμα ως την κατω γνάθο. Κατά την διάρκεια της τομής μπορούν εύκολα να παρατηρηθούν οι λευκοί μυς. Μην κόψετε κάποιο κόκκινο ιστό. Σο αποκομμένο κομμάτι αφαιρείται προσεκτικά ώστε να αποκαλυφτεί η σπλαγχνική κοιλότητα. Σα αποκαλυπτόμενα όργανα εξετάζονται, όπως εμφανίζονται στη φυσική τους θέση. 149 Παρατηρείστε τους ερυθρούς ιστούς που βρίσκονται κάτω από την σπονδυλική στήλη, στην οροφή της περιτοναϊκής κοιλότητας. Αυτοί είναι οι νεφροί. Οι νεφροί των ψαριών είναι λεπτοί επιμήκεις και σχεδόν καταλαμβάνουν όλο τη μήκος της κοιλιακής κοιλότητας. Δεν μοιάζουν στην μορφή με τους νεφρούς των θηλαστικών. Οι νεφροί εφάπτονται στη ραχιαίας επιφάνειας της σπλαγχνικής κοιλότητας κάτω από τη σπονδυλική στήλη. το πρόσθιο μέρος ενώνονται ενώ στο οπίσθιο καθένας εκτείνεται σε μία στενή ταινία που καταλήγει σε ένα αγωγό τον ουρητήρα. Οι δύο ουρητήρες εκβάλλουν σε μία μικρή ουροδόχο κύστη, η οποία με την ουρήθρα καταλήγει στον απεκκριτικό πόρο που βρίσκεται πίσω από το γεννητικό πόρο. Κοιλιακά των νεφρών βρίσκεται η νηκτική κύστη, αυτή μαζί με τους νεφρούς και τις γονάδες βρίσκονται εκτός της περιτοναϊκής κοιλότητας. Η νηκτική κύστη μοιάζει σαν μια σακούλα αέρα. ε πολλές οικογένειες ψαριών, όπως στα Cyprinidae αποτελείται από δυο διαμερίσματα το εμπρόσθιο και το οπίσθιο τα οποία χωρίζονται από μια στένωση τον ισθμό. Σα αέρια εκκρίνονται από το αίμα μέσω ενός επιθηλίου στο εμπρόσθιο διαμέρισμα, ενώ από το τοίχωμα του οπισθίου διαμερίσματος απορροφώνται. Σο ψάρι ρυθμίζοντας την έκκριση και απορρόφηση μπορεί να επιτύχει ουδέτερη πλευστότητα σε κάποιο βάθος της στήλης του νερού. Παρατηρείστε κοιλιακά και πλάγια της νηκτικής κύστης για να βρείτε τις γονάδες. Σο μέγεθος αυτών των οργάνων εξαρτάται από την αναπαραγωγική περίοδο. Η εξέταση των γεννητικών αδένων ή γονάδων (όρχεις ή ωοθήκες) γίνεται αφού αποσπαστούν από την σπλαχνική κοιλότητα και τοποθετηθούν σε ένα φύλλο χαρτιού. Όσο πλησιάζει η εποχή της αναπαραγωγής, οι γονάδες διογκώνονται και καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος της σπλαγχνικής κοιλότητας. Σότε είναι εύκολη και η διάκριση των ωοθηκών από τους όρχεις. γεγονός που επιτρέπει τον ασφαλή διαχωρισμό των φύλο. το αποκορύφωμα της αναπαραγωγικής περιόδου οι ωοθήκες μπορεί να φτάνουν το 70% του βάρους του ψαριού. Οι ώριμες ωοθήκες είναι μεγαλύτερες από τους ώριμους όρχεις. Αν το άτομο που εξετάζετε είναι θηλυκό οι γονάδες του είναι αδρές κοκκώδεις και πιθανώς να διακρίνονται μικρά σφαιρικά αβγά. Οι όρχεις περιέχουν σπερματοζωάρια και πιθανώς θα είναι λευκοί χωρίς να μπορούν να διακρίνονται γαμέτες μέσα σε αυτούς. Σα σπερματοζωάρια είναι πολύ μικρά για να διακριθούν κάτω από στερεοσκόπιο. Σόσο οι όρχεις όσο και οι ωοθήκες σχηματίζουν ένα ζεύγος επιμηκών σάκων συμμετρικά τοποθετημένων στη σπλαχνική κοιλότητα. Οι γεννητικοί αγωγοί σπερματαγωγοί ή 150 ωαγωγοί είναι ένα ζεύγος για κάθε φύλο. Πριν από την έξοδο τους οι σπερματαγωγοί ενώνονται προς έναν κοινό απαγωγό σωλήνα. ενώ οι ωαγωγοί προς τον κόλπο. Ο γεννητικός πόρος βρίσκεται και στα δυο φύλα ακριβώς πίσω από την έδρα. Για να γίνουν καλύτερες οι παρατηρήσεις ο πεπτικός σωλήνας τεντώνεται προς τα κάτω και στερεώνεται με καρφίτσα από το μέσα μέρος, με προσοχή όμως να μην τρυπηθεί Σα εναπομείναντα εντόσθια είναι έντερα, στόμαχος και συκώτι. Ο στόμαχος είναι συχνά καλυμμένος με λίπος με αποτέλεσμα να είναι σχετικά δύσκολο να διακρίνει κανείς το σχήμα του αν δεν απομακρύνει το λίπος, αυτό μπορεί αν γίνει αλλά χρειάζεται σημαντική προσπάθεια. Θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσπάθεια ώστε να μην κοπεί το στομάχι κατά την απομάκρυνση του λίπους. Σο συκώτι έχει χρώμα ανοικτό καφέ και η βάση του εφάπτεται στο κάθετο διάφραγμα, συνήθως αποτελείται από τρεις επιμήκεις λοβούς και βρίσκεται πλησίον της μάζας του λίπους που περιβάλει τον στόμαχο. Απομακρύνετε τη μάζα των εντέρων προς τα αριστερά και παρατηρείστε την δεξιά πλευρά. Θα δείτε τους δυο εκ των τριών λοβών του συκωτιού, ο ένας βρίσκεται περίπου στην κοιλιακή μεσογραμμή και ο δεύτερος στα δεξιά του. Μια περιοχή με πρασινο-κίτρινο χρώμα δείχνει τη θέση της χοληδόχου κύστης αυτή βρίσκεται κοντά στη βάση του δεξιού λοβού του συκωτιού. Επιστρέψτε τα έντερα στην κανονική τους θέση και αναζητήστε τον αριστερό λοβό. Ένα επίμηκες όργανο με κόκκινο ή σκούρο καφέ χρώμα η σπλήνα βρίσκεται μεταξύ του στομάχου και του αριστερού λοβού του συκωτιού. Απομακρύνετε τον λιπώδη ιστό από το στόμαχο όσο καλύτερα μπορείτε. Αυτό μπορεί να γίνει ανασηκώνοντας μικρούς λοβούς λίπους με τη λαβίδα και στη συνέχεια κόψτε τους με το νυστέρι. Ο στόμαχος έχει χρώμα ροζ-καφέ (πιο ανοικτό από το συκώτι) και στις περισσότερες περιπτώσεις είναι επιμήκης. Κοντά στο συκώτι έχει σχήμα «S» , ενώ στη συνέχεια είναι ευθύς. Ο πυλωρός αποτελεί το όριο μεταξύ του στομάχου και του δωδεκαδάκτυλου και εντοπίζεται στην περιοχή αυτή από την χαρακτηριστική περίσφιγξη, που όμως μόλις διακρίνεται. Γενικά δεν υπάρχουν σαφή όρια μεταξύ οισοφάγου, στομάχου και δωδεκαδάκτυλου. Σο πάγκρεας συγχέεται μέσα στην ηπατική μάζα. 151 Ο οισοφάγος περνά από το κάθετο διάφραγμα και καλύπτεται από το συκώτι. τη συνέχεια εισέρχεται στον στόμαχο. Ο στόμαχος καταλήγει στο δωδεκαδάκτυλο το οποίο οδηγεί στο έντερο. Σο έντερο αναστρέφεται προς τα εμπρός, μόλις φτάσει στο εμπρόσθιο άκρο της περιτοναϊκής κοιλότητας αναστρέφεται προς τα πίσω και καταλήγει στην έδρα. Σο μήκος του εντέρου σε ορισμένες φορές χρησιμοποιείται ως ταξινομικό κριτήριο. Περικαρδιακή κοιλότητα και καρδιά. Με το νυστέρι ανοίξτε την περικαρδιακή κοιλότητα κόβοντας την μεμβράνη που την περιβάλει. Όπως και στη περιτοναϊκή κοιλότητα είναι πιθανόν αυτή να είναι γεμάτη με λίπος ή υγρά τα οποία θα πρέπει προσεκτικά να αφαιρεθούν. Φρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή ιδιαίτερα στην πρόσθια περιοχή όπου η καρδιά συναντά το κάθετο διάφραγμα που τη διαχωρίζει από την κεφαλή και τα βράγχια. Η καρδία βρίσκεται πάνω στο επίπεδο συμμετρίας, πίσω και κάτω από τη βραγχιακή περιοχή. Περιβάλλεται από τα δύο φύλλα του περικαρδίου και είναι δίχωρη, ένας κόλπος και μία κοιλία διακρίνονται. Ο κόλπος δέχεται αίμα από το φλεβώδη κόλπο και αυτός από το σώμα με τις κύριες φλέβες, τις σφαγίτιδες και τις υπερηπατικές. Ο κόλπος έχει ραχιαία θέση και επικοινωνεί με την κοιλία, η οποία φέρει το αίμα στον αορτικό κώνο. Ο τελευταίος εκβάλλει στον αρτηριακό βολβό που προεκτείνεται στην κοιλιακή αορτή, από αυτή αναχωρούν, δεξιά και αριστερά οι βραγχιακές ή προσαγωγές αρτηρίες που φέρουν το αίμα στα βράγχια. Ο φλεβώδης κόλπος βρίσκεται στο εμπρόσθιο μέρος και είναι εύκολο να καταστραφεί. Σα περισσότερα από τα υπόλοιπα διαμερίσματα της καρδιάς είναι ευμεγέθη, ευδιάκριτα με παχιά τοιχώματα, σε αντίθεση με τον φλεβώδη κόλπο ο οποίος έχει λεπτά τοιχώματα, σχεδόν διαφανή και που εύκολα μπορούν να καταστραφούν. Ξεπλύνετε την περικαρδιακή κοιλότητα με άφθονο νερό. Ο φλεβώδης κόλπος είναι το πρώτο διαμέρισμα της καρδιάς, είναι τριγωνικό βρίσκεται ακριβώς πίσω από το κάθετο διάφραγμα στο εμπρόσθιο μέρος της περικαρδιακής κοιλότητας. Δέχεται όλο το φλεβικό αίμα από το σώμα. 152 Ο (καρδιακός) κόλπος είναι ευδιάκριτος, έχει ελαφρό υποκόκκινο χρώμα και βρίσκεται προς τα αριστερά της περικαρδιακής κοιλότητας. Δέχεται και στη συνέχεια προωθεί στη κοιλία το φλεβικό αίμα από τον φλεβώδη κόλπο. Η κοιλία είναι ευμεγέθης, μυώδης με παχυά τοιχώματα και βρίσκεται περίπου στο μέσο του περικαρδίου. υσπάσεις της κοιλίας προωθούν το αίμα προς τα εμπρός. Η κοιλία στέλνει το αίμα στον αρτηριακό κώνο. Αυτός είναι βολβώδης, υποκόκκινου χρώματος και βρίσκεται μπροστά από την κοιλία. τη συνέχεια διακρίνεται η κοιλιακή αορτή η οποία διαπερνά το εμπρόσθιο τοίχωμα της περικαρδιακής κοιλότητας και εισέρχεται στις βραγχιακές κοιλότητες. ε κάθε βραγχιακή κοιλότητα η αορτή διακλαδίζεται σε πέντε ζεύγη αορτικών τόξων τα οποία μεταφέρουν το αίμα στα βράγχια για οξυγόνωση. Οξυγονωμένο αίμα από τα βράγχια κατευθύνεται στο σώμα με τη βοήθεια κλάδων της ραχιαίας αορτής. Σο αίμα επιστρέφει στη καρδιά (φλεβώδη κόλπο) με τη βοήθεια του φλεβώθους συστήματος το οποίο αποτελείται από την ηπατική φλέβα, την νεφρική και την πυλαία. Μελέτη του οφθαλμού Με τη βοήθεια του ψαλιδιού ανατομίας και της λαβίδας κόβονται περιφερειακά οι μεμβράνες που συγκρατούν το βολβό του ματιού στην κόγχη. Μέσα στην οφθαλμική κόγχη φαίνεται το οπτικό νεύρο και οι μυς που κινούν το βολβό. Αυτοί είναι οι τέσσερις οπίσθιοι (άνω-, κάτω-, έσω-, και έξω ορθός) και οι δύο πρόσθιοι (μέγας και μικρός λοξός). Ο βολβός του ματιού αποσπάται και εξετάζεται ο κρυσταλλοειδής φακός που έχει σχήμα σφαιρικό. Μελέτη του νευρικού συστήματος Με το νυστέρι κόψτε προσεκτικά μία κάθετη τομή στο κρανίο, κατά μήκος του επιπέδου συμμετρίας. Για τη διάνοιξη της κρανιακής κάψας αποσπώνται από δεξιά και από αριστερά μερικά από τα οστά της οροφής και αφού ανοιχθεί μία οπή, από την οποία να φαίνεται έστω και μερικώς ο εγκέφαλος, εκχύνονται μέσα στην κρανιακή κοιλότητα μερικές σταγόνες διαλύματος φορμόλης (10%). Μετά από μερικά λεπτά της ώρας, αποσπούνται και τα υπόλοιπα οστά ώστε να αποκαλυφτεί ο εγκέφαλος. Αυτός είναι πενταμερής, όπως σε όλα τα σπονδυλωτά, και αποτελείται από τα εξής μέρη, από εμπρός προς τα πίσω: ο τελεγκέφαλος ή θαλαμεγκέφαλος που φέρει τους οσφρητικούς λοβούς και τα εγκεφαλικά ημισφαίρια ο διεγκέφαλος πολύ στενός, που φέρει την υπόφυση την επίφυση και το οπτικό χίασμα, ο μετεγκέφαλος σχηματίζει την παρεγκεφαλίδα και ο μυελεγκέφαλος συνεχίζεται προς το νωτιαίο μυελό. 153 Από τον εγκέφαλο εκφύονται κατά ζεύγη τα κρανιακά νεύρα ή εγκεφαλικές συζυγίες. Αυτά είναι: το οσφρητικό Ι, το οπτικό II, το κοινό κινητικό III, το τροχιλιακο η παθητικό IV, το τρίδυμο V, το απαγωγό VI, το προσωπικό VII, το ακουστικό VIII, το γλωσσοφαρυγγικό IX και το πνευμονοβραγχιακό Φ (πνευμονογαστρικό). 154 1 6 11 16 21 Προγναθικό οστό Εγκέφαλος σπλήνας νηκτική κύστη πλευρική γραμμή 2 7 12 17 22 Τπερώα Κρανίο Αξονόστεο σπόνδυλος ουραίος μίσχος 3 8 13 18 23 Βραγχιακές ακτίνες επίφυση νεφρός νευράκανθα ουραίο πτερύγιο 4 9 14 19 24 Μετωπικό οστό Βράγχια πτερυγιοφόρα ραχιαίο πτερύγιο μαλακή ακτίνα 5 10 15 20 25 Οπτικός λοβός νευρική χορδή άκανθα μαλακή ακτίνα εδρικό πτερύγιο 26 αιματάκανθα 27 άκανθα εδρ. πτερυγίου 28 ουροδόχος κύστη 29 ωοθήκη 30 ουρογεννητική οπή 31 λιπώδης ιστός 32 έντερο 33 στόμαχος 34 πυλωρικά τυφλά 35 χοληδόχος κύστη 36 θωρακικό πτερύγιο 37 θωρακική ζώνη 38 συκώτι 39 καρδιά 40 θωρακική ζώνη 41 κοιλιακή αορτή 42 βασιβραγχιακό οστό 43 ενδογλωσικό οστό 44 οδοντοφόρο οστό Εικόνα 16. Σομή στον κατά μήκος άξονα ενός τελεόστεου ιχθύ. 155 Υύλο Φορδωτά: Αμφίβια Μορφολογία και Ανατομία Βατράχου Εισαγωγή Σα αμφίβια είναι ποικιλόθερμα ανάμνια σπονδυλωτά που ζουν στο νερό και στο χέρσο. Σο δέρμα τους είναι συνήθως γυμνό και γλοιώδες, φέρει αδένες οι οποίοι παράγουν δύσοσμο υγρό, επιπλέον στο δέρμα τους διακρίνονται πολυάριθμα χρωματοφόρα κύτταρα. τα άκρα τους είναι με αρθρωτά άκρα διαμορφωμένα σε πόδια. Η αναπνοή είναι πνευμονική ή βραγχιακή αλλά και δερμική. Η καρδιά τους είναι δίχωρη. Η ανάπτυξή τους γίνεται κατά κανόνα με μεταμορφώσεις. Η κλάση των αμφιβίων (amphibia) περιλαμβάνει περίπου 4000 είδη τα οποία διακρίνονται σε τρεις τάξεις: 1. τάξη άποδα (Gymnophiona) (σκωληκόμορφα είδη των τροπικών περιοχών) 2. τάξη ουροδελή (Caudata) (τρίτωνες και σαλαμάνδρες) 3. τάξη άνουρα (Ανθρα) (βάτραχοι και φρύνοι). Η τάξη των άνουρων είναι η πολυπληθέστερη και αριθμεί περισσότερα των 3400 ειδών. Φαρακτηριστικός αντιπρόσωπος αυτής της τάξης στη περιοχή της Ηπείρου είναι ο βάτραχος Rana epirotica. Για τη μελέτη όμως της βιολογίας και της οργάνωσης των συστημάτων των αμφιβίων μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα είδη : Rana ridibunda, Rana graeca, Rana temporaria, καθώς επίσης και οι φρύνοι των ειδών Bufo bufo και Bufo viridis. Όλα αυτά τα είδη ανήκουν στην τάξη των άνουρων. 156 υστηματική κατάταξη του είδους Rana ridibunda Υύλο : Chordata Τποφύλο : Vertebrata Κλάση : Amphibia Σάξη : Anura Οικογένεια : Ranidae Γένος : Rana Είδος : epirotica Μελέτη ζωντανών ατόμων Οι βάτραχοι μπορούν να βρεθούν σε λίμνες, ποτάμια, ρυάκια, τενάγη και έλη. υλλέγονται με απόχη και μπορούν να διατηρηθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα σε μικρά ενυδρεία με λίγο νερό και φυσικό υπόστρωμα (πέτρες, ξύλα κ.ά). Σο νερό όμως πρέπει να ανανεώνεται κάθε μέρα. Οι φρύνοι βρίσκονται σε υδατοσυλλογές, κήπους και αγρούς. Σην ημέρα κρύβονται σε κοιλότητες του εδάφους, βράχους, δέντρα κ.ά. και εξέρχονται τη νύχτα για ανεύρεση της τροφής τους. Διατηρούνται μέσα σε ενυδρεία, όπως και οι βάτραχοι. Οι βάτραχοι και οι φρύνοι πέφτουν το χειμώνα σε χειμέρια νάρκη, από την οποία εξέρχονται νωρίς την άνοιξη. Μελετήστε ένα ζωντανό βάτραχο ή φρύνο και παρατηρήστε την αμφίπλευρη συμμετρία του και τα χαρακτηριστικά του σώματός του. Μέσα στο ενυδρείο μπορεί κάποιος να παρατηρήσει τον τρόπο που κολυμπά. Επίσης τοποθετώντας τον βάτραχο πάνω στον πάγκο του εργαστηρίου μπορείτε να παρατηρήσετε τον τρόπο που πηδά με τη βοήθεια των οπίσθιων άκρων του. Παρατηρήστε τα σωματικά μέρη, την κεφαλή και τον κορμό, ο οποίος φέρει δύο άνισα ζεύγη άκρων, τα πρόσθια είναι βραχύτερα ενώ τα οπίσθια είναι επιμηκέστερα. Μπορεί επίσης να παρατηρήσει κάποιος τις αναπνευστικές κινήσεις του βατράχου. Η κάτω επιφάνεια της στοματικής κοιλότητας ανέρχεται και κατέρχεται περιοδικά. Κατά την κάθοδό της διευρύνεται η στοματική κοιλότητα και εισέρ- 157 χεται μέσα σε αυτήν από τις ρινικές οπές αέρας από το περιβάλλον, ενώ κατά την άνοδό της πιέζεται ο αέρας της στοματικής κοιλότητας, φράσσουν με βαλβίδες οι ρινικές οπές και ο αέρας οδηγείται προς πνεύμονες. Αντίστοιχα η εκπνοή επιτυγχάνεται με τη συμπίεση των πνευμόνων από μυς του σωματικού τοιχώματος. Μετρήστε πόσες αναπνοές έχει ανά λεπτό. Θανατώστε το βάτραχο κλείνοντάς τον μέσα σε ένα δοχείο το οποίο κλείνει ερμητικά τοποθετώντας μερικές σταγόνες χλωροφορμίου. Μορφολογία Α. κεφαλή το σώμα του βατράχου διακρίνεται η κεφαλή και ο κορμός, ο οποίος ενώνεται με το σώμα χωρίς να παρεμβάλλεται λαιμός, επίσης στα ενήλικα άτομα δεν διακρίνεται ουρά. το πρόσθιο μέρος της κεφαλής υπάρχει ένα μεγάλο τριγωνικό στόμα, αυτό έχει τη μορφή επίμηκους εγκάρσιας σχισμής. Σο στόμα κλείνει ερμητικά με τη βοήθεια μιας πτυχής και μιας αύλακας του άνω χείλους, κάτω από την οποία καλύπτεται η κάτω γνάθος. Ανοίξτε το στόμα και σύρετε το δάχτυλο σας πάνω στις γνάθους, θα αντιληφθείτε την ύπαρξη δοντιών στην άνω γνάθο, αυτά είναι μικρά και κωνικά. το μέσο του δαπέδου της στοματικής κοιλότητας βρίσκεται η γλώσσα η οποία προσφύεται εμπρός και είναι ελεύθερη προς τα πίσω. Με την εκτίναξη της γλώσσας επιτυγχάνεται η σύλληψη λείας. την οροφή της στοματικής κοιλότητας και προς τα πίσω και πλάγια υπάρχουν δυο οπές, αυτές είναι οι είσοδοι των δύο ευσταχιανών σαλπίγγων, και εξυπηρετούν την επικοινωνία του μέσου αυτιού με το φάρυγγα. Λίγο πάνω από το στόμα φαίνονται δύο ρινικές οπές οι οποίες επικοινωνούν με τη στοματική κοιλότητα. Πίσω και πάνω από τις ρινικές οπές διακρίνονται δύο μεγάλοι προέχοντες οφθαλμοί. ε κάθε οφθαλμό μπορεί κάποιος εύκολα να παρατηρήσει τον κερατοειδή χιτώνα, την ίριδα, τη κόρη, το ακίνητο άνω βλέφαρο και το μεγάλο, κινητό και διαφανές κάτω βλέφαρο, το οποίο σκεπά- 158 ζει όλο τον κερατοειδή χιτώνα, τέλος τη σκαρδαμυκτική μεμβράνη η οποία είναι το τρίτο κινητό διαφανές βλέφαρο και κρατά καθαρή την επιφάνεια του οφθαλμού. Πίσω από κάθε οφθαλμό υπάρχει μια κυκλική τυμπανική μεμβράνη, η οποία αποτελεί μέρος του ακουστικού συστήματος. Σα αμφίβια δεν έχουν εξωτερικό ακουστικό πτερύγιο. Β. ώμα Β.1 Δέρμα Παρατηρήστε το βάτραχο και προσέξτε ότι το σώμα του είναι γυμνό, υγρό και γλοιώδες, αυτό οφείλεται στη παρουσία των πολυάριθμων βλεννογόνων αδένων στο δέρμα. Προσέξτε το χρωματισμό του βατράχου, ο οποίος στην κοιλιακή επιφάνεια είναι λευκός ή υποκίτρινος, ενώ στη ραχιαία επιφάνεια είναι σκουρόχρωμος με αποχρώσεις του πράσινου και του καφέ, ενώ διακρίνονται διάσπαρτες μαύρες κηλίδες. Ο χρωματισμός του δέρματος οφείλεται στη παρουσία των χρωματοφόρων κυττάρων. Κρατήστε το δέρμα με τη λαβίδα και ανυψώστε το, θα διαπιστώσετε ότι συνδέεται χαλαρά με το σώμα. Αυτό οφείλεται στην ύπαρξη κάτω από το δέρμα εκτεταμένων χώρων οι οποίοι ονομάζονται λεμφικοί σάκοι και είναι γεμάτοι από λέμφο. Η σύνδεση του δέρματος με το σώμα γίνεται κατά μήκος μόνο ορισμένων γραμμών, μεταξύ αυτών δημιουργούνται οι λεμφικοί σάκοι (Εικ. 1) . Εικόνα 1. Λεμφικοί σάκοι βατράχου (από Κυριακοπούλου-κλαβούνου, 2001) Β.2 Άκρα 159 Σα άκρα είναι δύο ζεύγη, το πρόσθιο και το οπίσθιο. Σο καθένα αποτελείται από τρία τμήματα, το βραχίονα, τον αντιβραχίονα και τη χείρα στο πρόσθιο άκρο, και το μηρό, την κνήμη και τον πόδα στο οπίσθιο άκρο. Εξετάστε τη χείρα, η οποία φέρει τέσσερις ελεύθερους δαχτύλους. Κοντά στη βάση του εσωτερικού δαχτύλου στα αρσενικά άτομα, και ιδίως κατά την περίοδο της αναπαραγωγής τους, υπάρχει εξόγκωμα, ο τύλος, που αποτελεί δευτερογενές φυλετικό γνώρισμα (Εικ. 2). Σα οπίσθια άκρα είναι επιμηκέστερα και φέρουν ισχυρούς μυς. Αυτά χρησιμεύουν για να κολυμπά και να πηδά. Εικόνα 2. Δευτερεύοντα φυλετικά χαρακτηριστικά του βατράχου. Αριστερά συζευκτικός τύλος, δεξιά φωνητικοί σάκοι (από Κυριακοπούλουκλαβούνου, 2001) Μεταξύ των δύο πρόσθιων άκρων, κάτω από το δέρμα του στήθους, βρίσκεται η ωμική ζώνη. Πιέζοντάς την ελαφρά διαπιστώνουμε ότι παρουσιάζει αντίσταση, αυτό οφείλεται στο γεγονότος ότι τα δύο συμμετρικά της τμήματα συνδέονται με τις παρυφές τους με το στέρνο. τους φρύνους σε αντίθεση υποχωρεί ελαφρά στην πίεση, διότι οι δύο παρυφές των συμμετρικών τμημάτων δεν συνδέονται. Παρατηρήστε ότι κάθε πόδι φέρει πέντε δάχτυλα, τα οποία συνδέονται μεταξύ τους με τη νηκτική μεμβράνη. την εσωτερική επιφάνεια του ποδιού διακρίνετε ένα φύμα, το οποίο μάλλον αντιστοιχεί σε ένα τροφικό έκτο δάχτυλο. Οι βάτραχοι και οι φρύνοι διαφέρουν μεταξύ τους. Σο σώμα των φρύνων είναι κοντόχοντρο, τα πίσω άκρα βραχύτερα, η κεφαλή βραχύτερη και ευρύτερη, ενώ το δέρμα τους τραχύ, εξαιτίας της ύπαρξης άφθονων μικρών φυμάτων. Επίσης πίσω από κάθε οφθαλμό διακρίνεται ένας ελλειπτικός επίμηκης και ελαφρώς προεξέχων αδένας, ο οποίος ονομάζεται παρώτιος αδένας. 160 Γ. Ανατομία Βατράχου Γ.1 Δέρμα Για να γίνει η ανατομία του βατράχου, θα πρέπει να τοποθετηθεί με τη κοιλιακή επιφάνεια προς τα πάνω και με την κεφαλή προς τα εμπρός. Σεντώστε τα πόδια και στερεώστε τα με καρφίτσες. Ανασηκώστε το δέρμα κατά μήκος της μέσης κοιλιακής γραμμής, περίπου στο ύψος των δυο μηρών. Με προσοχή και χωρίς να τραυματίσετε τα υποκείμενα όργανα κάντε μια εγκάρσια τομή κατά μήκος του σώματος μέχρι τη βάση της κεφαλής από το σημείο μεταξύ της βάσης των δύο μηρών μέχρι την κάτω γνάθο, χωρίς όμως να τραυματίσετε τα υποκείμενα όργανα. τη συνέχεια κάντε δυο εγκάρσιες τομές η πρώτη ακριβώς κάτω από τα δυο άνω άκρα και η δεύτερη ακριβώς κάνω από τα δυο πίσω άκρα όπως φαίνεται στην εικόνα 3. Προσέξτε ότι το δέρμα δεν συνδέεται στενά με το υποκείμενο σώμα 4 παρά μόνο σε ορισμένα σημεία και μεταξύ αυτών βρίσκονται οι λεμφικοί σάκοι. Κόψτε ανά μία τις μεμβράνες για να εισέλθετε σε νέους σάκους. Εισχωρήστε με τη λαβή του νυστεριού σας μετά από τομή της μεμβράνης μέσα σε ένα σάκο και αναζητήστε τα όρια του, τα οποία φτάνουν μέχρι το σημείο όπου προχωρεί η λαβίδα. Με αυτόν τον τρόπο μπορείτε να βρείτε τους λεμφικούς σάκους της κοιλιακής επιφάνειας του σώματος, δηλαδή τον κοιλιακό, το θωρακικό, τον υπογνάθιο, τους δύο πλευρικούς και τους δύο μηριαίους. Τπάρχουν παρόμοιοι λεμφικοί σάκοι στη ραχιαία επιφάνεια του σώματος, καθώς και στα άκρα (Εικ. 1). την πραγματικότητα, το δέρμα συνδέεται με την εσωτερική του επιφάνεια στενά με το σώμα, αφήνοντας να αναπτυχθούν οι μεγάλοι λεμφικοί σάκοι. Καθώς οι περισσότεροι βάτραχοι φέρουν άφθονους δερμικούς αδένες, μεταξύ των οποίων υπάρχουν και δηλητηριώδεις. Θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στο να μην εκτιναχθεί υποδερμικό υγρό στα μάτια σας κατά τη διάρκεια της ανατομής. Επίσης θα πρέπει να προσέξετε ώστε να μην φέρετε τα χέρια σας στο στόμα ή στα μάτια κατά τη διάρκεια της άσκησης. το τέλος της άσκησης να πλύνετε τα χέρια σας καλά. 4 161 Μεταξύ της λέμφου και του περιβάλλοντος αέρα, μέσω του δέρματος, μπορεί να γίνει η ανταλλαγή των αερίων. ε αυτή συμμετέχουν τα Εικόνα 3. ειρά τομών ανοίγματος της σωματικής κοιλότητας (από Κυριακοπούλου-κλαβούνου, 2001) άφθονα αγγεία του δέρματος, τα οποία βρίσκονται στην εσωτερική του επιφάνεια. τερεώστε το δέρμα προς τα πλάγια με καρφίτσες και παρατηρείστε τους υποκείμενους μυς, αυτοί διακρίνονται ως ροδόχρωμες μάζες. Γ.2 Μυϊκό σύστημα Οι μυς που αποκαλύπτονται στη περιοχή της κοιλιάς είναι : Ο ορθός κοιλιακός μυς αυτός εκφύεται μεταξύ των μηρών από την ηβική περιοχή και καταφύεται στο στέρνο. Διαχωρίζεται κατά μήκος από έναν λευκό τένοντα σε δεξί και αριστερό ήμισυ, καθένα από τα οποία χωρίζεται σε τμήματα από πέντε εγκάρσιες λευκές κυματοειδείς γραμμές, οι οποίες είναι οι τενοντώδεις σύνδεσμοι. 162 Εικόνα 4. Μυς της κοιλιακής επιφάνειας του σώματος του βατράχου (Όντριας, 1996 ) Επίσης διακρίνονται οι έξω λοξοί μυς, καθένας από τους οποίους εκφύεται από τη ράχη και καταφύεται στα πλάγια του ορθού κοιλιακού και καλύπτονται εν μέρει από το θωρακικό μυ. Αυτοί οι μυς συμμετέχουν στην εισπνοή. Ο θωρακικός μυς, αποτελείται από τρεις περιοχές. Οι δύο περιοχές εκφύονται από την ωμική ζώνη και η τρίτη από το τοίχωμα της κοιλίας, καταφύονται δε στο βραχίονα. Ο θωρακικός μυς προσάγει το βραχίονα (Εικ. 4). το κάτω μέρος της κεφαλής διακρίνεται ο υπογνάθιος μυς ο οποίος εκφύεται από τη κάτω γνάθο. Ο μυς αυτός αποτελεί το δάπεδο της στοματικής κοιλότητας και συμμετέχει στη κατάποση του αέρα κατά την αναπνοή. Επίσης διακρίνεται ο στερνοκερκιδικός ή δικέφαλος μυς, ο οποίος εκφύεται από το στέρνο και καταφύεται στον βραχίονα, αυτός προσάγει το βραχίονα. 163 Εικόνα 5. Μύες της ραχιαίας επιφάνειας του σώματος δεξιά και μετά την αφαίρεση των επιφανειακών μυών αριστερά (Όντριας 1996). τη περιοχή της ράχης διακρίνονται ο κοκκυγολαγόνιος μυς, ο κοκκυγοϊερός μυς, ο ειλεοοσφυικός μυς, ο μακρύς ραχιαίος μυς, ωμοπλατιαίος ή επιωμοπλατιαίος, ο πλατύς ραχιαίος, ο λαγόνιος μυς και ο σφιγκτήρας του πρωκτού (Εικ. 5). Αντίστοιχα διακρίνονται οι μυς της ωμικής ζώνης (Εικ. 5), των άνω και κάτω άκρων (Εικ. 6). 164 Εικόνα 6. Μυς των κάτω άκρων του βατράχου (Όντριας, 1996) Γ 3. Πεπτικό σύστημα Εικόνα 7. χηματική παράσταση της διάταξης των οργάνων του βατράχου (Όντριας, 1996) 165 τη στοματική κοιλότητα μπορούμε να διακρίνουμε την κάτω γνάθο και τη γλώσσα. Πίσω από τη γλώσσα υπάρχει η επιμήκης σχισμή της γλωττίδας, η οποία είναι η είσοδος στο βραχύτατο λάρυγγα, στη συνέχεια του οποίου βρίσκονται οι δύο πνεύμονες. Πίσω από τη γλωττίδα βρίσκεται ο φάρυγγας, στο βάθος του οποίου βρίσκεται ο οισοφάγος. Αυτός είναι ευρύς και βραχύς σωλήνας που καταλήγει στο στόμαχο, ο οποίος είναι επιμήκης. Κάνοντας μια τομή στο στόμαχο παρατηρούμε εσωτερικά μια κιτρινέρυθρη περιοχή, το βυθό, με ισχυρές πτυχώσεις και μια λευκή περιοχή, την πυλωρική, με ελαφρές πτυχώσεις. Παρατηρήστε ότι ο στόμαχος κάμπτεται ελαφρώς και καταλήγει σε μια περίσφιγξη, τον πυλωρό. Ο εντερικός σωλήνας παρουσιάζει μια καμπή. Σο τμήμα από τον πυλωρό μέχρι τη καμπή ονομάζεται δωδεκαδάκτυλος. υνέχεια του δωδεκαδαχτύλου βρίσκεται ο ειλεός, δηλαδή το πολλαπλώς περιελιγμένο λεπτό έντερο, το οποίο κοντά στο τελικό του τμήμα ευρύνεται στο απευθυσμένο. Αυτό εκβάλλει σε μια κοιλότητα, την αμάρα, η οποία μέσω της έδρας, που βρίσκεται ραχιαία μεταξύ της βάσης των μηρών, εκβάλλει στο περιβάλλον. Κοντά στο στόμαχο διακρίνεται το ήπαρ, αυτό αποτελείται από τρεις λοβούς, έναν μεγάλο στα δεξιά, έναν μεγαλύτερο στα αριστερά και ένα μεσαίο πολύ μικρότερο. τη βάση του ήπατος βρίσκεται η χοληδόχος κύστη η οποία επικοινωνεί με το δωδεκαδάχτυλο μέσω του χοληφόρου αγωγού. το δωδεκαδάχτυλο καταλήγει ο παγκρεατικός αγωγός ο οποίος τον συνδέει με το πάγκρεας. Σο πάγκρεας το οποίο έχει λευκοκίτρινο χρώμα είναι επίμηκες και τριγωνικό. 166 Γ.4 Κυκλοφορικό σύστημα Εικόνα 8. Εσωτερικά όργανα βατράχου (Όντριας, 1996) Σο κυκλοφορικό σύστημα περιλαμβάνει τη καρδιά, τα αγγεία, τις φλέβες το αίμα και τη λέμφο. Η καρδιά 5 βρίσκεται μεταξύ των πρόσθιων άκρων και καλύπτεται από μια λεπτή μεμβράνη το περικάρδιο. Η καρδιά έχει απιοειδές σχήμα και κατευθύνεται ελαφρώς προς τα πίσω. το άνω μέρος διακρίνονται οι δυο κόλποι, έχουν σκούρο ερυθρό χρώμα και λεπτά μυώδη τοιχώματα. Η κοιλία έχει παχιά μυώδη τοιχώματα. Από τη βάση της κοιλίας ξεκινά ο αορτικός κώνος, ο οποίος παρουσιάζει μια ελαφρά απόκλιση προς τα αριστερά. Σο αγγείο αυτό στο ύψος των κόλπων διχάζεται σε δύο κλάδους, έναν αριστερό και ένα δεξί. Ανασηκώστε ελαφρώς και προς τα εμπρός την καρδιά, αφαιρώντας με προσοχή το συνδετικό ιστό με τη βοήθεια του ψαλιδιού, αλλά χωρίς να τραυματίσετε Εάν η καρδιά του βατράχου εξακολουθεί να πάλλεται τότε πιθανώς το ζώο να μην έχει πεθάνει ακόμη και βρίσκεται σε κατάσταση νάρκωσης, σε αυτή τη περίπτωση όμως δεν υποφέρει. Πιθανώς όμως να έχει θανατωθεί, αλλά η καρδιά του πάλλεται εξαιτίας της ισχυρής ζωνικής αυτονομίας, την οποία παρουσιάζουν οι ιστοί του βατράχου. 5 167 αυτήν και τα αγγεία της, και παρατηρήστε ότι κάθε κλάδος του αορτικού κώνου σχηματίζει τρία αγγεία. Αυτά είναι τα εξής: 1. Σα δύο αορτικά τόξα, το δεξί και το αριστερό. Αυτά είναι τα μεγαλύτερα αγγεία, κάμπτονται προς τα πίσω και συνενώνονται σε ένα αγγείο, τη ραχιαία αορτή, η οποία ακολουθώντας την κοιλιακή επιφάνεια της σπονδυλικής στήλης, κατευθύνεται προς τα πίσω (Εικ. 9). Από τη ραχιαία αορτή ξεκινούν διάφοροι κλάδοι, η κοιλιακή, η εντερική, η ηπατική, οι νεφρικές και οι γεννητικές αρτηρίες. 2. Οι δύο καρωτίδες, οι οποίες βρίσκονται εμπρός από τις προηγούμενες και τροφοδοτούν με αίμα την κεφαλή και 3. Οι οπίσθιοι κλάδοι, καθένας από τους οποίους χωρίζεται στη δερμική και την πνευμονική αρ- Εικόνα 9. χηματική παράσταση του αρτηριακού κυκλοφορικού συστήματος αρσενικού βατράχου τηρία. τον αριστερό κόλπο διακρίνονται οι πνευμονικές φλέβες, αυτές μεταφέρουν αρτηριακό αίμα από τους πνεύμονες. Ανασηκώστε ελαφρά την καρδιά και τότε από κάτω θα αποκαλυφθεί ο φλεβώδης κόλπος (Εικ. 8). ε αυτόν καταλήγουν οι πρόσθιες κοίλες φλέβες και η κάτω κοίλη φλέβα, οι οποίες μεταφέρουν το αίμα στην καρδιά. 168 Γ.5 Αναπνευστικό σύστημα Όπως αναφέρθηκε η αναπνοή στο βάτραχο δε γίνεται μόνο με τους πνεύμονες, αλλά επικουρείται από το δέρμα, επίσης στην αναπνοή συντελεί και η βλεννώδης επένδυση της στοματικής κοιλότητας. Η πνευμονική αναπνοή βρίσκεται στο μέγιστο της την άνοιξη και το καλοκαίρι, ενώ η δερμική και η στοματοφαρυγγική το χειμώνα, όταν τα ζώα διαχειμάζουν στη λάσπη και το νερό. Ανυψώνοντας τους ηπατικούς λοβούς, διακρίνονται οι πνεύμονες, αυτοί είναι σκούροι καφεκόκκινοι σάκοι στη νωτιαία πλευρά του σώματος. Σο αναπνευστικό σύστημα περιλαμβάνει τη γλωττίδα στο δάπεδο της στοματικής κοιλότητας, αυτή οδηγεί σε έναν βραχύ αγωγό με χόνδρινα τοιχώματα τον λάρυγγα. το λάρυγγα υπάρχουν οι φωνητικές χορδές. Ο λάρυγγας χωρίζεται σε δυο κοντούς αγωγούς τους βρόγχους. Ο κάθε βρόγχος καταλήγει σε έναν πνεύμονα. Ο κάθε πνεύμονας είναι ένας ελαστικός σάκος με μικρούς θαλάμους. Εάν οι πνεύμονες δεν είναι διογκωμένοι, μπορείτε να εμφυσήστε μέσα σε αυτούς αέρα με τη βοήθεια σιφωνίου από το λάρυγγα, τότε θα διογκωθούν. τα αρσενικά άτομα κάτω από κάθε τυμπανική μεμβράνη και πίσω από το στόμα υπάρχει μία μικρή σχισμή, από την οποία προβάλλει μερικές φορές με μορφή κύστης ο φωνητικός σάκος. Μέσα στη στοματική κοιλότητα, εκατέρωθεν της μέσης γραμμής και κοντά στις αρθρώσεις των γνάθων, υπάρχει από μία οπή, η οποία αποτελεί την είσοδο προς το φωνητικό σάκο (Εικ. 2). Γ.6 Αναπαραγωγή και Αναπαραγωγικό σύστημα Η αναπαραγωγή γίνεται την άνοιξη συνήθως αρχίζει από το τέλος του Μαρτίου και διαρκεί και τον Απρίλιο. Κατά την εποχή αυτή τα αρσενικά διακρίνονται εξωτερικά από τα θηλυκά, από την εμφάνιση ενός εξογκώματος στη βάση των εσωτερικών δαχτύλων των πρόσθιων άκρων (Εικ. 2). Οι διογκώσεις αυτές χρησιμεύουν για να συγκρατούνται πάνω στη ράχη των θηλυκών κατά τη διάρκεια της γονιμοποίησης. Σα θηλυκά αντίστοιχα παρουσιάζουν δύο μικρές εγκολπώσεις στη περιοχή του θώρακα στις οποίες εισχωρούν οι διογκώσεις των δαχτύλων του αρσενικού. Αν το εξεταζόμενο άτομο είναι θηλυκό και βρίσκεται στην 169 περίοδο της αναπαραγωγής, τότε τα σπλάχνα του επικαλύπτονται από τα αναπτυγμένα και γεμάτα με ωάρια γεννητικά όργανα, τα οποία είναι ανάγκη να απομακρυνθούν για την παρατήρηση των υπολοίπων οργάνων. ε αρσενικό άτομο, στο οποίο έχει γίνει ανατομή, παρατηρήστε εκατέρωθεν της μέσης ραχιαίας επιφάνειας του κοιλώματος τα λιπαρά σωμάτια, με τη μορφή πορτοκαλόχρωμων σωματίων. Αυτά χρησιμεύουν για την αποθήκευση διαφόρων ουσιών και κυρίως λίπους. Κάτω από αυτά βρίσκονται μικρά ωοειδή, λευκά και μαλακά σωμάτια, οι όρχεις (Εικ. 7). Πίσω, ραχιαία από τους όρχεις, διακρίνονται οι δύο μεσονεφροί. Αυτοί είναι επιμήκεις, πλατυσμένοι, σκοτεινού ερυθρού χρώματος και φέρουν στην εξωτερική επιφάνεια τους τους αγωγούς του Wolf, τους ουρητήρες. Κάθε ουρητήρας εκβάλλει στην αμάρα, λίγο δε πριν το τέλος του διευρύνεται σε σπερματοκύστη. Σα σπερματοζωάρια με λεπτότατους αγωγούς εισχωρούν στους απεκκριτικούς αγωγούς των νεφρών και στη συνέχεια στους ουρητήρες, στη σπερματοκύστη, όπου και αποθηκεύονται. Κατά τη γονιμοποίηση εισέρχονται στην αμάρα και από κει εξέρχονται από το άνοιγμά της. Επομένως, στα αρσενικά οι ουρητήρες είναι ουρογεννητικοί αγωγοί. Σα ούρα, παράγονται στους νεφρούς και εισχωρούν στους ουρητήρες και από εκεί στην αμάρα, όπου και συγκεντρώνονται στην ουροδόχο κύστη (Εικ. 10). Η ουροδόχος κύστη είναι λευκός, διαφανής δίλοβος σάκος προσκολλημένος στην κοιλιακή επιφάνεια του απευθυσμένου6. Εάν το εξεταζόμενο άτομο είναι θηλυκό, στο ουρογεννητικό του σύστημα διακρίνονται τα κίτρινα λιπαρά σωμάτια, τα οποία είναι αντίστοιχα με αυτά των αρσενικών (Εικ. 10). Οι ωοθήκες παρουσιάζονται με διάφορες μορφές ανάλογα με το στάδιο της γεννητικής ωριμότητας του ατόμου. Κατά την άνοιξη είναι συνήθως ογκώδεις και γεμάτες με λευκοκίτρινα ωάρια, τα οποία φέρουν στον ένα πόλο τους μελανό στίγμα. Όταν το άτομο είναι ανώριμο το μέγεθος της ωοθήκης δεν είναι πολύ μεγαλύτερο από αυτό του όρχι και διακρίνεται από την κοκκώδη εμφάνισή της, εξαιτίας των ωαρίων τα οποία περιέχει. Εκατέρωθεν και κατά μήκος της μέσης ραχιαίας επιφάνειας του κοιλώματος βρίσκονται οι ωαγωγοί ή αγωγοί του Müller. Αυτοί παρουσιάζονται με διαφορετική εικόνα ανάλογα με το στάδιο της γεννητικής ωριμότητας του ατόμου. Σο χειμώνα είναι σωλήνες λευκοί, διαφανείς, 6 Ο βάτραχος διατηρεί στην ουροδόχο κύστη του ούρα, τα οποία εκτινάσσει απότομα από την έδρα κατά του εχθρού του, όταν συλληφθεί απ' αυτόν. 170 ευρείς όπως το έντερο και έντονα περιελιγμένοι. Εάν οι ωαγωγοί δεν περιέχουν αβγά, είναι λεπτοί σωλήνες, τοποθετημένοι στην εξωτερική επιφάνεια των νεφρών. Εικόνα 10. Ουρογεννητικό σύστημα βατράχου, με την αμάρα και την ουροδόχο κύστη διανοιγμένη κατά μήκος της μέσης κοιλιακής γραμμής. Αριστερά αρσενικού ατόμου, δεξιά θηλυκού ατόμου (Όντριας, 1996) Ακολουθώντας τον ωαγωγό διαπιστώνουμε ότι φτάνει μέχρι το ύψος του πνεύμονα. Ο ωαγωγός έχει ελεύθερο χοανοειδές άκρο που φέρει βλεφαρίδες, τη σάλπιγγα (Εικ. 10). Ο ωαγωγός προς τα πίσω διευρύνεται και σχηματίζει τη μήτρα, η οποία εκβάλλει στη ραχιαία επιφάνεια του απευθυσμένου, σε σημείο που βρίσκεται λίγο εμπρός από τις εκβολές των αγωγών του Wolf. Σα ωάρια εξέρχονται από τα ωοθυλάκια της ωοθήκης, πέφτουν στην κοιλιακή κοιλότητα, όπου μετακινούνται από τις βλεφαρίδες του περιτόναιου και οδηγούνται προς τα εμπρός στις σάλπιγγες. Από τους ωαγωγούς οδηγούνται στη μήτρα όπου και περιβάλλονται από μια στιβάδα πηκτώδους ουσίας. Μετά την ωοτοκία, η πηκτώδης ουσία διογκώνεται μέσα στο νερό. Σο απεκκριτικό σύστημα του θηλυκού ατόμου είναι όμοιο με αυτό του αρσενικού, με τη διαφορά ότι οι αγωγοί του Wolf, οι ουρητήρες, χρησιμεύουν για την αποβολή μόνο των ούρων. 171 Γ.7 Νευρικό σύστημα Σο νευρικό σύστημα διακρίνεται στο κεντρικό, περιφερικό και αυτόνομο. Σο κεντρικό νευρικό σύστημα περιλαμβάνει τον εγκέφαλο και το νωτιαίο μυελό. Σο περιφερικό περιλαμβάνει τα κρανιακά και τα νωτιαία νεύρα. Σο αυτόνομο περιλαμβάνει τα συμπαθητικά και παρασυ- μπαθητικά νεύρα. Ο εγκέφαλος προστατεύεται από το κρανίο. Με την αφαίρεση των οστών του κρανίου διακρίνονται δυο Εικόνα 11. Νευρικό σύστημα του βατράχου (Όντριας, 1996) μεμβράνες οι μήνιγγες. Για την εξέταση του εγκεφάλου αφαιρέστε το δέρμα της κεφαλής του ατόμου, χαράξτε τα οστά και αποκολλήστε με το νυστέρι κατά μήκος και στο μέσο την οροφή του κρανίου αρχίζοντας από το οπίσθιο τμήμα του, μέχρι τις ρινικές οπές. Αποσπάστε με προσοχή τις παρυφές της τομής και αποκαλύψτε τον εγκέφαλο. Παρατηρήστε σε αυτόν, από τα πίσω προς τα εμπρός, τον προμήκη μυελό και πριν απ' αυτόν την παρεγκεφαλίδα, ως απλή πτυχή, τα δίδυμα του μεσεγκεφάλου, το διεγκέφαλο, με την ελάχιστα ορατή επίφυση στην οροφή του και τον τελεγκέφαλο, ο οποίος εμφανίζει δυο επιμήκη ημισφαίρια. Σα ημισφαίρια είναι στη βάση τους διογκωμένα και προς τα εμπρός επεκτείνονται στους οσφρητικούς λοβούς. Αφαιρώντας τα όργανα του πεπτικού, του αναπαραγωγικού και του ουροποιητικού συστήματος, διακρίνονται κατά μήκος της σπονδυλικής στήλης η ραχιαία αορτή και εκατέρωθεν αυτής τα νωτιαίο νεύρα, με τη μορφή λεπτών 172 λευκών νηματίων. Αυτά προέρχονται από το νωτιαίο μυελό και εξέρχονται μεταμερώς από διάκενα μεταξύ των σπονδύλων. Ανυψώστε με τη λαβίδα την αορτή και θα διαπιστώστε ότι συνδέεται με κάθε νωτιαίο νεύρο με λεπτά λευκά νημάτια, τα οποία στην αρχή τους παρουσιάζουν μια διόγκωση. Σα νημάτια αυτά αποτελούν τα συμπαθητικά στελέχη, οι δε διογκώσεις τους τα συμπαθητικά γάγγλια. Βιβλιογραφία Κυριακοπούλου-καλβούνου Π. 2001. Μορφολογία και Ανατομία Βατράχου. Εργαστηριακές Ασκήσεις Ζωολογίας ΙΙ. Α.Π.Θ. Τπηρεσία Δημοσιευμάτων σελ. 36-72. Λαζαρίδου –Δημητριάδου Μ. 1992. Γενική Ζωολογία. Εκδ. Γιαχούδη-Γιαπούλη σελ. 504. Όντριας, Ι. 1996. Γενική Ζωολογία . Σόμος Δεύτερος Φορδωτά. ελ. 301. Arnold, E.N. and Burton, J.A. 1980. A field guide to the Reptiles and Amphibians of Britain and Europe. Collins , London 272 pp. Miller, S. A. and Harley, J. P., 1996. Zoology. Third edition. http://curry.edschool.virginia.edu/go/frog/home.html http://www-itg.lbl.gov/ITG.hm.pg.docs/dissect/info.html http://step.sdsc.edu/projects95/Frog.Dissection/ http://www.batesville.k12.in.us/bhs/science/basic_frog_dissection.htm http://biog-101-104.bio.cornell.edu/Biog101_104/tutorials/frog.html#general 173 Υύλο Φορδωτά: Μορφολογία και ανατομία επίμυος Σαξινομική θέση: Βασίλειο: Ζώα (Animalia) Υύλο: Φορδωτά (Chordata) Τπόφυλο: πονδυλωτά (Vertebrata) Κλάση: Θηλαστικά (Mammalia) Σάξη: Σρωκτικά (Rodentia) Γένος: Επίμυς (Rattus) Ι. ΕΙΑΓΨΓΗ Σα σύγχρονα θηλαστικά έχουν αναπτύξει μια σειρά από σημαντικές βιολογικές προσαρμογές που τους επέτρεψαν να εισχωρήσουν σε όλα σχεδόν τα περιβάλλοντα του πλανήτη. Σα θηλαστικά είναι ομοιόθερμα ζώα, γεγονός που τους επιτρέπει να διατηρούν ένα υψηλό επίπεδο μεταβολισμού κατά τη διάρκεια της νύχτας ή του χειμώνα. Προκειμένου δε να μειώσουν τις απώλειες θερμότητας, έχουν τρίχες – εξειδικευμένα παράγωγα της επιδερμίδας. Σα θηλαστικά χαρακτηρίζονται από σύνθετες στρατηγικές αναπαραγωγής και γονικής φροντίδας. Ο πλακούντας των θηλαστικών προσφέρει στο έμβρυο ένα σταθερό περιβάλλον στο εσωτερικό του οργανισμού της μητέρας, ενώ η γονική φροντίδα συνεχίζεται μετά τον τοκετό με θηλασμό που έγινε δυνατός χάρη στην ανάπτυξη μαστικών αδένων και λεπτή ορμονική ρύθμιση. Πολλά είδη θηλαστικών έχουν σύνθετη κοινωνική ζωή και μεταδίδουν τις εμπειρίες τους από γενιά σε γενιά, πράγμα που αναμφισβήτητα συνιστά απαρχή του πολιτισμού. Μια περιπετιώδης εξέλιξη και πολλές προκλήσεις, που έχουν συναντήσει τα θηλαστικά, συνέβαλαν σε μια εντυπωσιακή ανάπτυξη του κεντρικού νευρικού συστήματος και εξειδίκευση των αισθητηρίων οργάνων τους. Από άλλες βιολογικές προσαρμογές αξίζει να αναφερθεί η εξέλιξη των δοντιών που επέτρεψε στα θηλαστικά να χρησιμοποιούν ποικίλα σχήματα διατροφής και που είναι συγκρίσιμη με την εξέλιξη των μασητικών μορίων στα έντομα. 174 Ι. ΜΟΡΥΟΛΟΓΙΑ Εξετάζοντας τον αρρουραίο εξωτερικά, μπορούμε να διακρίνουμε δύο από τα βασικά χαρακτηριστικά των θηλαστικών: το τρίχωμα, που συνήθως καλύπτει ολόκληρη σχεδόν την επιφάνεια του σώματος, και τους μαστικούς αδένες, οι οποίοι υπάρχουν και στα δύο φύλα, αλλά πολύ πιο εύκολα φαίνονται στα θηλυκά. Οι αρρουραίοι έχουν κατά κανόνα έξι ζεύγη μαστικών αδένων που διατάσσονται ίσα στην θωρακική και κοιλιακή περιοχή. Είναι επίσης εμφανή τα πτερύγια του αυτιού που κατευθύνουν τα ηχητικά κήματα στο δίαυλο του εξωτερικού ωτός. Η μακριά ουρά του αρρουραίου φέρει λίγες μόνο διάσπαρτες τρίχες και καλύπτεται από σκληρά λέπια – παράγωγα της επιδερμίδας. Φρησιμοποιείται κυρίως ως μέσον ισορροπίας. την κάτω πλευρά της ουράς φαίνεται η ουραία φλέβα, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αιμοληψίες ή ενέσεις στην εργαστηριακή έρευνα. τα εξελιγμένα θηλαστικά η ουρογεννητική και η πρωκτική οπή είναι ξεχωριστές. ε μικρές ηλικίες, οι αρσενικοί και οι θηλυκοί αρρουραίοι μπορούν να διακριθούν από την απόσταση μεταξύ των οπών αυτών, η οποία είναι πολύ μικρότερη στα θηλυκά. ε ενήλικα ζώα, τα αρσενικά διακρίνονται επίσης από τα ογκώδη όσχεα, μέσα στα οποία βρίσκονται οι όρχεις. Οι τροφικές συνήθειες των θηλαστικών είναι εξερετικά ποικίλες, αλλά μπορούν να προβλεφθούν καλά με τη βοήθεια της μορφολογίας των δοντιών και του οδοντικού τύπου. Γενικώς, στα θηλαστικά διακρίνονται τέσσερεις κατηγορίες δοντιών: κοπτήρες (τα πιο πρόσθια δόντια που θράβουν σκληρές τροφές), κυνόδοντες που είναι αμέσως επόμενα και συνήθως επιφέρουν βαθιές πληγές στη λεία, προγομφίοι, οι οποίοι είναι επίσης αιχμηροί αλλά πολύ λιγότερο από τους κυνόδοντες και χρησιμεύουν στο να τεμαχίζουν κομμάτια τροφής και, τέλος, οι γομφίοι, που έχουν επίπεδη επιφάνεια και χρησιμοποιούνται για λειοτρίβηση μικρών κομματιδίων. Ο οδοντικός τύπος γράφεται λοιπόν, σε γενική μορφή, ως εξής: I ai/bi C ac/bc P ap/bp M am/bm όπου Ι – incisors (κοπτήρες), C – canines (κυνόδοντες), P – premolar (προγομφίοι) και M – molar (γομφίοι), ενώ a και b είναι ο αριθμός δοντιών της κάθε κατηγορίας σε μια πλευρά της άνω και κάτω γνάθου αντίστοιχα. Όλα τα τρωκτικά διακρίνονται από απουσία κυνόδοντων και προγομφίων και η κενή θέση που δημιουργείται έτσι ονομάζεται διάστημα (diastema). Ο αρρουραίος σε κάθε πλευρά της άνω και κάτω γνάθου φέρει από έναν κοπτήρα και τρεις γομφίους (Εικόνα 1), οπότε ο οδοντικός του τύπος είναι I 1/1 C 0/0 P 0/0 M 3/3 175 Εικόνα 1. Σα δόντια του αρρουραίου ΙΙ. ΑΝΑΣΟΜΙΑ Σοποθετήστε τον αρρουραίο με την κοιλιά προς τα πάνω και κόψτε το δέρμα σε κάποιο σημείο της κοιλιάς. Επεκτείνετε την τομή προς το κεφάλι και προς τα κάτω και στη συνέχεια προς τις πλευρές. Προχωρήστε με αυτό τον τρόπο και αφαιρέστε το δέρμα από όλη την περιοχή του κορμού. Εξετάστε τους μυς ταυτοποιώντας τους με τη βοήθεια της Εικόνας 2. Προσέξτε επίσης τους ισχυρούς μασητικούς μυς στο λαιμό. Εικόνα 2. Οι κύριοι μύες του κορμού Σοποθετήστε τώρα το ζώο πάλι με την κοιλιά προς τα πάνω και κάντε μια προσεκτική τομή του μυϊκού τοιχώματος μόνο στο σημείο ακριβώς κάτω της ξιφοειδούς απόφυσης του στέρνου. Προεκτείνετε την τομή προς τα κάτω μέχρι και την έδρα, προσέχοντας πάντα να μη βλάψετε τα υποκείμενα όργανα. υνεχίστε έπειτα την τομή προς τα πάνω, κόβοντας το 176 στέρνο με ψαλίδι. Για να δείτε καλύτερα το περιεχόμενο της θωρακικής κοιλότητας, μπορείτε να κόψετε και να αφαιρέσετε τα ένα μέρος των πλευρών. Σα εσωτερικά όργανα του αρρουραίου παρουσιάζονται στην Εικόνα 3. Εικόνα 3. Εσωτερική ανατομία του αρρουραίου την περιοχή του λαιμού φαίνονται καλά ανεπτυγμένοι σιελογόνοι αδένες, κάτω από τους οποίους βρίσκεται ο θυρεοειδής αδένας. Αφαιρώντας ή παραμερίζοντας τους μυς του λαιμού, βρίσκουμε έναν λευκωπό σωλήνα με χαρακτηριστική εμφάνιση – την τραχεία. Από κάτω προσκολλημένος στην τραχεία βρίσκεται ένας άλλος σωλήνας, κατά πολύ λεπτότερος και μαλακός καφέ χρώματος – ο οισοφάγος. την θωρακική κοιλότητα την πιο πρόσθια θέση καταλαμβάνει ένα λευκό σωμάτιο χαλαρής υφής – ο θύμος αδένας, ο οποίος αποτελεί μέρος του ανοσοποιητικού συστήματος. Υαίνεται επίσης η μυώδης καρδιά και από κάτω οι πνεύμονες ανοιχτού ροζ χρώματος. Προσέξτε, ότι οι πνεύμονες του αρρουραίου είναι ασύμμετροι: ο δεξιός πνεύμονας έχει τρεις και ο αριστερός δύο λοβούς. Ακολουθεί το διάφραγμα που χωρίζει την θωρακική κοιλότητα από την σπλαγχνική. Βρίσκουμε ένα καλώς ανεπτυγμένο ήπαρ με έξι λοβούς. Η χοληδόχος κύστη άπουσιάζει. Με- 177 ρικώς καλυμμένο από το συκώτι και προς τα δεξιά (από μας) βρίσκεται το στομάχι. Σο στομάχι χωρίζεται σε δύο τμήματα – το πρόσθιο και το πυλωρικό στομάχι – περίπου στο επίπεδο εκβολής του οισοφάγου. Από το στομάχι ξεκινά το δωδεκαδάκτυλο και έπειτα το λεπτό έντερο. Ανάμεσα στο δωδεκαδάκτυλο και το στομάχι βρίσκεται ένας χαλαρός διάσπαρτος ιστός παρόμοιος με το λιπώδη, αλλά ροζ χρώματος που είναι το πάγκρεας. Σα έντερα και τα αγγεία που οδηγούν προς και από αυτά εγκλείονται σε ένα κοιλωματικό επιθήλιο που ονομάζεται περιτόναιο. Σο λεπτό έντερο εκβάλλει στο τυφλό, το οποίο έχει μεγάλο μέγεθος, μεγαλύτερο από αυτό του στομάχου. Από το τυφλό ξεκινά το παχύ έντερο, το οποίο στον αρρουραίο δεν είναι ιδιαίτερα παχύτερο από το λεπτό, αλλά μπορεί συνήθως να διακριθεί από την παρουσία κοπράνων. Γυρίζοντας το στομάχι, βρίσκουμε έναν επιμήκη σπλήνα έντονου κόκκινου χρώματος, ενώ παραμερίζοντας όλη τη σπλαγχνική μάζα μπορούμε να δουμε από κάτω σχετικά μεγάλους και λίγο ασύμμετρα τοποθετημένους νεφρούς σε σχήμα φασολιού. Επάνω από το νεφρό, μέσα σε σπλαγχνικό λίπος, βρίσκεται ένα μικρό σφαιρικό καφέ σωματίδιο – επινεφρίδιο. Σο γεννητικό σύστημα αρσενικού αρρουραίου (Εικόνα 4,Α) ξεκινά με τον όρχι που βρίσκεται σε ένα ανθεκτικό όσχεο, και την επιδιδυμίδα, η οποία εφάπτεται του όρχη και αποτελείται από ένα διάφανο λεπτό σακκίδιο, όπου περιελίσσονται λεπτότατα σπερματικά κανάλια με οριμάζον σπέρμα. Από την επιδιδυμίδα, ο σπερματικός αγωγός οδηγεί το σπέρμα στην ουρήθρα στην περιοχή της ουροδόχου κύστης. Εκεί το σπέρμα δέχεται το υγρό του προστάτη αδένα, ο οποίος όμως δεν φαίνεται από μπροστά, καθώς βρίσκεται ανάμεσα στην ουροδόχο κύστη και στο ορθό. Ο καλύτερος τρόπος να παρατηρήσετε τον προστάτη είναι να ανασηκώσετε την ουροδόχο κύστη, τραβώντας την προς τον πρωκτό και πάνω. Ο προστάτης παρουσιάζεται σαν ένα μακρύ ροζ πέταλο, κολλημένο στην ουρήθρα. Β 178 Α Α B Εικόνα 4. Ουρογεννητικό σύστημα αρσενικού (Α) και θηλυκού (Β) αρρουραίου Από τις δύο πλευρές της ουροδόχου κύστης βρίσκονται μεγάλα επιμήκη οδοντωτά σωμάτια – οι βολβουρηθραίοι αδένες, οι οποίοι ονομάζονται επίσης σπερματοκύστεις. Αποθηκεύοντας το σπέρμα εκκρίνουν σε αυτό και ένα σύνθετο υγρό. Λίγο πιο κάτω από την ουροδόχο κύστη βρίσκονται μικροί φαιοβουβονική αδένες, οι οποίοι εκκρίνουν ένα διάφανο λιπαντικό υγρό πριν την διείσδυση. Σέλος, το θηλυκό γεννητικό σύστημα (Εικόνα 4,Β) είναι εύκολα παρατηρήσιμο και περιλαμβάνει τις μικρές ωοθήκες κάπου κοντά στους νεφρούς, τους ωαγωγούς που προοδευτικά παχαίνουν και μεταπίπτουν στη δισχιδή μήτρα, η οποία στο τελικό της τμήμα έχει ένα 179 στενό και σκληρό δακτύλιο – τον τράχηλο της μήτρας. Ακολουθεί ο μυώδης και διατατός κόλπος που τελειώνει με την ουρογεννητική οπή.
© Copyright 2024 Paperzz