Οὐ φέρω τύχην ἐμήν

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
για την Α΄ τάξη του Γυμνασίου
Οὐ φέρω τύχην ἐμήν
θεῶν, ἀνθρώπων, ἡρώων πάθη
Λύσεις των ασκήσεων
1. Ἡρακλέους ἀπὸ Δελφῶν μετοικία
1.
Οι μαθητές μπορούν να ανατρέξουν στο κείμενο για να τοποθετήσουν σωστά
τους τόνους και τα πνεύματα.
Πάνυ καλὴ ἡ ὑμετέρα ἀγροικία, ἀλλὰ ἡ ὁδὸς ἡ ἀπὸ Ὀλυμπίας μακρά ἐστι.
Ὁ ἐμὸς Ἡρακλῆς οὐκ ἐν τῇ οἰκίᾳ παρέμενε.
2.
ἀλλὰ
καὶ
ὅτι
εἰ
μὲν
ὅτι
τε, δὲ
γὰρ
γὰρ
3.
γάρ, μέν, δέ, τε, οὖν
4.
Μετοικῶ ὅτι τὴν οἰκίαν ἐπώλησα.
Μετοικῶ. Ἐπώλησα γὰρ τὴν οἰκίαν.
5.
εἰς
ἐν
εἰς
περὶ
ἐν
ἐν
ἐν, περὶ
ἐκ
εἰς
ἐπὶ
μετὰ
1
6.
Με τη σειρά που εμφανίζονται οι εικόνες:
ἐκ, εἰς, ἐν, ἐπί, περί, μετά
7.
ἐκ ή ἐξ ανάλογα με το αν αρχίζει από σύμφωνο (ἐκ) ή φωνήεν (ἐξ) η επόμενη
λέξη.
Τρεις προθέσεις που δεν συζητήθηκαν:
ἀπό, μέχρις, κατὰ
8.
περὶ τῆς οὐσίας/νίκης/κρίσεως
ἀπὸ θήρας
ἐξ Ἰωνίας/Ἀθηνῶν
κατὰ τοὺς πόνους
ἐκ Σικελίας
μέχρις ὄρθρου
9.
τῆς ἀγροικίας
τῶν πόνων
τῶν Δελφῶν
τῆς Ὀλυμπίας
τῶν τέκνων
τοῖς Δελφοῖς
10.
ἡ τράπεζα
ἡ οἰνοχόη
ὁ πέπλος
τὸ θρανίον
τὸ στρόφιον
ὁ αὐλός
ἡ λύρα
τὸ πινάκιον
ὁ θεωρός
ὁ Ῥόδιος
ἡ παλαίστρα
ἡ Ὀλυμπία
ἡ ἀγορά
ἡ θήρα
11.
Χύτρα
Κρατήρ
Κύλικες
ἀμφορεύς
1 (εικ. 7)
5 (εικ. 1, 2, 3, 6, 7)
3 (εικ. 7, 15, 16)
-
οἰνοχόη
λύρα
αὐλός
ἐμβάδες
2 (εικ. 7, 15)
3 (εικ. 1, 4, 6)
3 (1, 7, 16)
1 (εικ. 7)
2
12.
πολλοὶ πόνοι
πολὺς θόρυβος
πολλοὶ θεωροί
πολλοὶ φιλόσοφοι
πολὺς φόβος
πολλὴ φροντίς
πολλὴ οὐσία
3
2. Ἀθηναῖος ἄμουσος καὶ Κορίνθιος
1.
ἑταῖρος (12), ἕτερος (14), Ἕλληνες (19), ἕν (19)
2.
τίς, τίνες, τινες, τις, τίς, τις.
3.
σθένος, ασθενής, ασθένεια, ασθενοφόρο
καινούργιος, καινοτόμος
παντοτινός, παντού, παντογνώστης, παντοδύναμος
παραληρώ, παραλήρημα
4.
Κείμενο 1: ξένος = από άλλη πόλη/χώρα
Κείμενο 2: ξένος = φίλος από φιλοξενία
Η δεύτερη σημασία είναι πιο στενή από την πρώτη, αφορά ειδική χρήση της
λέξης που παγιώνεται ως περίπου τεχνικός όρος (βλ. Βιβλίο καθηγητή).
5.
οἰνοχόη, θερινός, ποῦ, φιλόσοφοι, παραγίγνομαι, ἕτερος, διακρίνομαι,
θεωρός
6.
πορεύεται
ποιεῖτε
σοφισταὶ - διδάσκετε
προσέρχεται
Ἀκούετε, ὦ μαθηταί!
Χαίρετε
παιδοτρίβαι
7.
οἰκίαν, πρυτανεῖον, ἐπίκουρον ἀγαθόν, θόρυβον, ἀγοράν,
γραμματιστήν, Ὀλυμπίαν, Κορίνθιον ξένον, μακρὰν ὁδόν.
Αρσενικά
ἀγαθός
νέος
Κορίνθιος
Επίθετα
Θηλυκά
νέον
–
Ουδέτερα
μακρά
Ουσιαστικά
Αρσενικά
Θηλυκά
Ουδέτερα
ἐπίκουρος
θόρυβος
γραμματιστής
ξένος
οἰκία
ἀγορά
Ὀλυμπία
ὁδός
πρυτανεῖον
4
8.
φανερῶς, δικαίως, δίκαιός (ἐστι), καλῶς, φανερός, καλός.
Καλός, φανερός, δίκαιος: επίθετα.
Καλῶς, φανερῶς, δικαίως: επιρρήματα.
9.
ἑταῖρε, ἑταῖρος, ἕτερος.
- Ἕτερος = άλλος. Είναι αντωνυμία.
- Ἑταῖρος = φίλος, μαθητής (σε σχέση με δάσκαλο). Είναι όνομα
ουσιαστικό.
Εταιρεία < ἑταῖρος και σημαίνει σύμπραξη, συνεργασία προσώπων
Ετεροχρονισμένος < ἕτερος και σημαίνει σε διαφορετικό, σε άλλο χρόνο
Συνεταιρισμός < ἑταῖρος και σημαίνει οργανισμός με συνεργασία προσώπων
Ετερόκλητος < ἕτερος και σημαίνει διαφορετικός, ανομοιογενής,
αταίριαστος
Προσεταιρίζομαι < ἑταῖρος και σημαίνει κάνω κάποιον ευνοϊκό απέναντί
μου, τον παίρνω με το μέρος μου
10.
πρὸς
περὶ
διὰ
ὑπὸ
παρ’ (Ὁμήρῳ)
Ἐξ (ὅτου) - ἐν (τῇ ἀγορᾷ)
11.
Διδάσκουσι, φιλοῦσι, ψέγουσι, ἐπάγουσι, ληροῦσι.
12.
Λέσβου, ὑγιεινῆς διαίτης, καινοῦ δαιμονίου, ὁδοῦ, ποιητικῆς σοφίας, καινῆς
ἀγροικίας, μουσικῆς.
5
3. Πηνελόπη καὶ Ὀδυσσεύς
1.
Οὐ: όταν ακολουθεί λέξη που αρχίζει από σύμφωνο (π.χ. οὐ πέμπω).
Οὐκ: όταν ακολουθεί λέξη που αρχίζει από φωνήεν, το οποίο παίρνει ψιλή
(π.χ. οὐκ αὐτίκα).
Οὐχ: όταν ακολουθεί λέξη που αρχίζει από φωνήεν, το οποίο παίρνει δασεία
(π.χ. οὐχ ὁρῶ. Βλ. πάθη συμφώνων).
2.
Εἰρήνη – πόλεμος
ἀγορά – οἶκος
δεσπότης – θεράπων
σύμμαχος – πολέμιος
ὑμέτερος - ἐμός
πόρρω - ἐγγύς
βαδίζομεν – πλέομεν
3.
ἐννοῶ: κατανοώ κάτι, ως πρώτο στάδιο για τη γνώση του
νομίζω: έχω μια άποψη για κάτι, είναι όμως καθαρά υποκειμενική
γιγνώσκω: είμαι βέβαιος για κάτι και αυτό είναι αντικειμενικά σωστό
οἶμαι: έχω μια άποψη για κάτι, όμως δεν είμαι απόλυτα βέβαιος
Βαθμός βεβαιότητας: νομίζω, οἶμαι, ἐννοῶ, γιγνώσκω
4.
αὐτίκα
φιλεῖται
οὐδείς
παλαιός
αὐτός
ἐκεῖ
5.
αὐτίκα, ἤδη, οὔπω, ἀεί, ποτε
Κοινό σημείο ως προς τη σημασία: δηλώνουν χρόνο.
6.
οὐδεμίαν, οὐδόλως, οὐδενός, οὔπω, οὐδένα, οὐδείς.
Κοινό σημείο ως τη σημασία: εκφράζουν άρνηση, απουσία προσώπου/
πράγματος/ χρόνου.
7.
συνάγονται, μανθάνω, κομίζομεν, πόρρω, διαγωνίζονται, δικαίως, γιγνώσκω,
πυνθάνομαι, φιλοξένως, πόλεμος, στόλῳ, μεγάλῳ, Ἑλλήνων, Πριάμῳ.
8. Το ἐμός ΔΕΝ θα χρησιμοποιηθεί, ενώ το σύ θα χρησιμοποιηθεί δύο φορές.
σὺ
ἐμοὶ
ἐγὼ
ἡμετέρᾳ
6
ἡμέτερος
σὺ
9.
Δίνεται η πρώτη στήλη (οι υπόλοιπες κατά τον ίδιο τρόπο)
Ἑλένη
Ἑλένης
Ἑλένῃ
Ἑλένην
Ἑλένη
10.
περιμένει, μισεῖται, λέγεται, φέρει, πορεύεται, σπεύδει, ἀδικεῖ, σθένει,
φθείρει, πέμπει, χαίρει
11.
ἄγουσι, ἐπάγουσι, ἄγουσι, διάγουσι, συνάγονται.
7
4. Δεσπότης δύσκολος καὶ οἰκέτης
1.
ἀπάγω: απαγωγή, απαγωγέας, αγωγός, αγώνας, αγωγή, παραγωγή
θύρα: θυρωρός, θυροτηλέφωνο, παράθυρο, θυρίδα
ὁρῶ: όραση, ορατός, όψη, οπτικός, μάτι (<ὀμμάτιον)
δέομαι: δέηση, ενδεής, ένδεια, ψοφοδεής, περιδεής
οἶνος: οινοποσία, οινολογία, οινόπνευμα, οινοποιείο, οινοπαραγωγός
αἰτοῦμαι: αίτηση, αιτητής, απαίτηση, παραιτούμαι, παραίτηση
2.
Δεν ταιριάζουν οι λέξεις:
δέδοικα
ἔσχατος
κότινος
τυρός
χωρίον
γέρων
3.
Πρὸς ταῖς θύραις ὁ ξένος ἕστηκεν.
Ὁ δεσπότης ἔνδον (ἐν τῇ οἰκίᾳ/ἐν τῷ οἴκῳ) κρύπτεται.
Ἐπὶ Τροίαν οἱ Ἕλληνες πλέουσι.
Ἔρχεται ἐκ Κορίνθου.
Τροία πόρρω Ἰθάκης κεῖται.
Ἐν τῇ οἰκίᾳ (ἐν τῷ οἰκίσκῳ) κεῖται.
Πέμπει αὐτοὺς ἐς κόρακας.
4.
- Χαῖρ᾽, ὦ Πράξανδρε.
- Χαῖρε.
- Πῇ βαδίζεις;
- Ἀθήναζε πορεύομαι.
- Πρὸς τί;
- Ἀκούεται ὅτι οἶνος ἀνθοσμίας ἐκεῖ πολύς ἐστι.
5.
θύραν, βίον, ξένοις, ἀσκούς, κλοπάς, οἰκίᾳ, ἔργων
6.
Δίνεται η πρώτη στήλη (οι υπόλοιπες κατά τον ίδιο τρόπο)
λέγω
λέγεις
λέγει
λἐγομεν
λέγετε
λέγουσι (ν)
7.
Ἄνοιγε τὴν θύραν μηδενί, ὦ τέκνον!
Ἄπελθ᾽ ἐκ τοῦ μέσου, τρισάθλιε!
Ἄπαγε ἐς κόρακας, θηρίον!
8
Εἴσελθε, ὦ δέσποτα!
Σὺ δὲ παρασκεύαζέ μοι ἄριστον, ὦ οἰκέτα!
8.
τῷ οἰκίσκῳ
ἐν τῷ χωρίῳ
τῷ τόπῳ
τῷ βίῳ
9.
ἀπὸ
πλὴν
ἐκ, ἐν
παρά (παρ´ Ὁμήρῳ)
ἕνεκα
10.
Φιλικές
ὦ Μεγάρα
ὦ τάλαινα
ὦ ἄνδρες
ὦ ἑταῖρε
(ὦ) Πράξανδρε
ὦ λῷστε
ὦ τᾶν
(ὦ) θεράποντες
(ὦ) Ὀδυσσεῦ
ὦ Πηνελόπη
(ὦ) παῖ
ὦ δέσποτα
ὦ δέσποτα
(ὦ) θεοί
ὦ ξένοι
ὦ μακάριοι
(ὦ) γείτονες
ὦ Πυρρία
Προσβλητικές
ὦ μιαρέ
ὦ ἐβρόντητε
(ὦ) τρισάθλιε
ὦ κατάρατε
(ὦ) ἀνδροφόνα θηρία
11.
ἐπιφέρει
αἰτίαν
χρηστοί
ἤκουσα
μέλη
σώφρων
χαῖρε
ἱμάτιον
αἰσχρούς
Ρήμα
Ουσιαστικό
Επίθετο
περί
ὅτι
ἐγγύς
ἐκ
ὅτε
φιλοξένως
ἀπό
εἰ
αὐτίκα
Πρόθεση
Σύνδεσμος
Επίρρημα
12. (και όχι 13)
ζητῶ: ψάχνω, προσπαθώ να μάθω ή να βρω κάτι.
αἰτοῦμαι: υποβάλλω παράκληση
δέομαι: υποβάλλω παράκληση για κάτι που με ενδιαφέρει προσωπικά
ἀντιβολῶ: παρακαλώ με μεγάλη συναισθηματική φόρτιση
9
5. Θεῶν κρίσις
1.
ποιητής
κιθαρῳδός
ῥαψῳδός
οἰκέτης
θεράπων
δοῦλος
δαιμόνιος
μακάριος
θεῖος
ξένος
ἑταῖρος
σύμμαχος
μειράκιον
νεανίας
νέος
ἄναξ
δεσπότης
βασιλεύς
2.
Νεανίας ἐστὶ καλός, ὄνομα δὲ αὐτῷ Πάρις.
Οἱ νέοι πάντες πρῶτοι βούλονται εἶναι ἐν πολέμῳ.
Τοῦ δὲ ἀγῶνος τὸ ἆθλον ἔσται τὸ μῆλον.
Ἐὰν ἐγὼ τῇ σῇ ψήφῳ κρατήσω, σύμμαχός σοι ἔσομαι.
Σέ, ὦ Πάρι, κελεύει Ζεὺς δικάζειν.
3.
διά
ἄξιος
βουλή
Πάρις
ταχέως
οὕτως
κρίσις
4.
οἰκίσκος
ἀρτίσκος
κολπίσκος
5.
Σὺ εἶ καλός.
Καὶ σὺ χαῖρε, ὦ ξένε.
Σοὶ κελεύω ἐκ Διὸς τάδε.
Σὺ κόμιζε θώρακα.
Παρασκευάζω σοι ἄριστον.
6.
(Δίνεται η πρώτη στήλη. Οι υπόλοιπες θα κλιθούν σύμφωνα με αυτή).
ξένος
ξένου
ξένῳ
ξένον
ξένε
ξένοι
ξένων
ξένοις
ξένους
ξένοι
10
7.
ἐστὶ
εἶ
ἐστέ
εἰσίν
ἐσμέν
8.
λέγειν, δικάζειν, μανθάνειν
9.
ἔσχατος, πρῶτος
μέγας, μικρὸς θόρυβος ἔσται.
Οὐ πονηροὺς, ἀλλ’ ἀγαθοὺς οἰκέτας ἔχομεν.
Οὐ πάντα τὰ ἐπιτήδεια, ἀλλ᾽ οὐδὲν ἐν οἴκῳ ἐστί.
Οὐ καλός ἀλλ᾽ αἰσχρὸς ὁ Πάρις ἦν.
Ἑρμῆς θνητός ἐστι. Οὐ θνητός, ἀλλ᾽ ἀθάνατός ἐστι.
10.
(Τα κενά θα συμπληρωθούν με τα ονόματα που θα διαλέξουν οι ίδιοι οι μαθητές)
Γείτων μοί ἐστι ......................
Διδάσκαλοί μοί εἰσι ..............................
Φίλον μοι νομίζω ............................ (σε αιτιατική)
Γέρας μοι ἔσται τὸ μῆλον (ή οτιδήποτε άλλο επιλέξουν οι μαθητές)
Βιβλία μοί ἐστι ............................ (αριθμητικό π.χ. πέντε)
Πατρίς μοί ἐστι Κύπρος (ή άλλη).
11