Επιλογή φυτικών ειδών για τον περιβάλλοντα χώρο εκπαιδευτικών

Επιλογή φυτικών ειδών για τον περιβάλλοντα χώρο
εκπαιδευτικών ιδρυµάτων
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ∆ΗΣ ΑΛΕΞΑΝ∆ΡΟΣ
ΤΕΙ Καβάλας, Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας ∆ράµας, Τµήµα Αρχιτεκτονικής Τοπίου,
Χρυσοβέργη και Κασσάνδρου, ∆ράµα, 66100.
Περίληψη
Τα φυτά είναι από τα κυριότερα στοιχεία στο σχεδιασµό διατήρησης και βελτίωσης
του φυσικού και δοµηµένου περιβάλλοντος. Ο αρχιτέκτονας τοπίου πρέπει να επιλέγει τα
κατάλληλα είδη για τις σχεδιαστικές του ανάγκες. Οι αυλές και γενικότερα ο περιβάλλων
χώρος εκπαιδευτικών ιδρυµάτων είναι περιπτώσεις στις οποίες απαιτείται προσεκτική
επιλογή φυτικού υλικού µε βάση κριτήρια οικολογικά (κλίµα, έδαφος και ζώνη
εξάπλωσης), λειτουργικά και πολιτισµικά-αισθητικά. Στην παρούσα εργασία εξετάζεται
και προτείνεται η χρήση φυτικών ειδών συγκεκριµένα για την περιοχή της ∆ράµας.
Λέξεις-κλειδιά: Σχεδιασµός αύλιου χώρου, εκπαιδευτικά ιδρύµατα, αυτοφυή φυτικά
είδη, ∆ράµα.
Plant species selection for the surrounding area of educational establishments.
ELEFTHERIADIS ALEXANDROS
TEI of Kavala, Department of Landscape Architecture of Drama, Chrissovergi and
Kassandrou, Drama, 66100.
Abstract
Plants should be considered as the most remarkable elements for landscape planning.
The landscape architect must select the suitable plant species for his designing needs.
School yards and generally the surrounding area of educational establishments are cases
that careful selection of plants should be made based on ecological (climate, soil, zone),
functional and cultural-aesthetic criteria. In this project plant species for the area of
Drama are studied and proposed.
Key words: Landscape planning, educational establishments, native plant species, Drama.
Εισαγωγή
Η αρχιτεκτονική τοπίου στην περίπτωση του σχεδιασµού του περιβάλλοντος χώρου
εκπαιδευτικών ιδρυµάτων, εξετάζει, αναλύει και σχεδιάζει µε στόχο την επιτυχία του
άριστου λειτουργικού και οπτικό-αισθητικού αποτελέσµατος. Η βλάστηση αποτελεί
αναπόσπαστο και βασικό στοιχείο του σχεδιασµού. Συγκεκριµένα για την επιλογή των
φυτών (δένδρα, θάµνοι κλπ.) για εγκατάστασή τους µε σκοπό την ανάπλαση και
βελτίωση του περιβάλλοντος χώρου (είτε για αυλές σχολείων, είτε για τον ευρύτερο
περιβάλλοντα χώρο), τα διάφορα είδη φυτών αξιολογούνται µε βάση ορισµένα κριτήρια
και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που έχουν (Ελευθεριάδης κ.α. 2003). Τα κριτήρια που
χρησιµοποιούνται για την αξιολόγηση των διαφόρων ειδών βλάστησης για χρήση στον
περιβάλλοντα χώρο εκπαιδευτικών ιδρυµάτων είναι:
α) Κλιµατεδαφικές συνθήκες της περιοχής (οικολογικά χαρακτηριστικά)
β) Λειτουργικές ιδιότητες των φυτών
γ) Πολιτισµικά-Αισθητικά χαρακτηριστικά των φυτών
Αρχικά, εξετάζονται οι διάφορες εδαφικές και κλιµατικές συνθήκες της περιοχής
φύτευσης και ανάλογα µε τις βιολογικές απαιτήσεις των δένδρων, θάµνων κ.α.
καθορίζονται τα είδη που µπορεί να φυτευτούν στην υπόψη περιοχή. Για έργα πρασίνου
γενικότερα σε αστικό περιβάλλον πρέπει, επίσης, να λαµβάνονται υπόψη και οι
ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν σε τέτοια περιβάλλοντα (ρύπανση ατµόσφαιρας,
παρουσία σκόνης, θερµοκρασία κλπ.), καθώς και η δυνατότητα άρδευσης που είναι ο
θετικότερος καθοριστικός παράγων για την ευδοκίµηση των ειδών.
Το επόµενο στάδιο είναι η αξιολόγηση των ειδών σύµφωνα µε τα λειτουργικά και
πολιτισµικο-αισθητικά τους χαρακτηριστικά. Πολύ συχνά τα φυτά κρίνονται και
αξιολογούνται µόνο από την αισθητική τους εµφάνιση, ενώ στη λειτουργική τους
σηµασία δε δίνεται µεγάλη προσοχή. Ο όρος "καλλωπιστικά" είδη είναι µια ένδειξη
αυτής της περιορισµένης θεώρησης. Ο διαχωρισµός των αισθητικών και λειτουργικών
ιδιοτήτων που γίνεται παρακάτω είναι για λόγους σπουδής, αν όµως αξιολογηθεί ως
αποτέλεσµα είναι αρκετά δύσκολος.
Στην εργασία αυτή εξετάζονται εκείνα τα οικολογικά χαρακτηριστικά που καθορίζουν
τις επιλογές του αρχιτέκτονα τοπίου όσον αφορά τον περιβάλλοντα χώρο εκπαιδευτικών
ιδρυµάτων, από τα λειτουργικά τους χαρακτηριστικά εκείνα που αναφέρονται στο
συγκεκριµένο θέµα και, τέλος, τα πολιτισµικο-αισθητικά χαρακτηριστικά των φυτών.
Υλικά και Μέθοδοι
Για την εργασία αυτή συγκεντρώθηκαν στοιχεία και πληροφορίες από:
• τις βιβλιογραφικές αναφορές ειδικών επιστηµόνων,
• τα CD-ROM που συντάχθηκαν και εκδόθηκαν από το ΤΕΙ ∆ράµας (Ελευθεριάδης κ.α.
1999) και τους Πάτλη και Σαρίκου (2000).
• την έρευνα κατάλληλων ιστοσελίδων στο διαδίκτυο, και
• τις παρατηρήσεις και καταγραφές του συγγραφέα, και από παλαιότερες συναφείς
έρευνες και εργασίες που συµµετείχε.
Αποτελέσµατα- Συζήτηση
Ο χώρος της εκπαίδευσης πρέπει να προκαλεί στον εκπαιδευόµενο συναισθήµατα
ηρεµίας και αναζήτησης, να δηµιουργεί αισθήµατα ευεξίας, να προάγει τη
δηµιουργικότητά του και τις ικανότητές του και να εξάπτει τη φαντασία του. Ο
εξωτερικός χώρος των εκπαιδευτικών ιδρυµάτων, οι αυλές ή οι κήποι των σχολείων και
λοιπών ιδρυµάτων, αποτελούν µια σηµαντική παράµετρο για την επιτυχία των
παραπάνω. Ο σχεδιασµός και η επιλογή των στατικών (κατασκευές) και δυναµικών
(φυτικό υλικό) στοιχείων θα πρέπει να γίνεται έπειτα από προσεκτική µελέτη. Οι
ιδιαιτερότητες του χώρου µπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
• Φωτισµός κατά τους χειµωνιάτικους µήνες
• Σκίαση κατά τους καλοκαιρινούς µήνες
• Οπτική κάλυψη άσχηµων θέσεων, τοπίων
• Ηχητική κάλυψη από παρακείµενους δρόµους, επιχειρήσεις
• Αίσθηση ελευθερίας µέσα από την περίφραξη
• Χώροι οµορφιάς για µικρό περίπατο, χαλάρωση κατά την ώρα του
διαλλείµατος, ή απλά παρατήρηση
• Ανεµπόδιστη δραστηριότητα των εκπαιδευόµενων (παιχνίδι, αθλητισµός,
κίνηση)
• Εκµηδενισµός κινδύνου ατυχηµάτων, αλλεργικών αντιδράσεων
• Λιγότερη κατά το δυνατόν φροντίδα και συντήρηση, ελλείψει εξειδικευµένου
προσωπικού
Προκειµένου η επιλογή του φυτικού υλικού να πληροί τις παραπάνω απαιτήσειςιδιαιτερότητες, προτείνεται η χρήση αυτοφυών φυτικών ειδών. Αυτά, σύµφωνα µε τον
Ντάφη (2002), έχουν χαµηλό κόστος διαβίωσης και συντήρησης και παρουσιάζουν
όλες τις επιθυµητές ιδιότητες, όπως µεγάλη αντοχή στην ξηρασία π.χ. οι σφένδαµοι
(Acer monspessulanum και campestre), το πουρνάρι (Quercus coccifera) και η αριά
(Quercus ilex), τα περισσότερα είδη φλαµουριάς (Tilia tomentosa). Άλλα είδη
παρουσιάζουν µεγάλη αντοχή στην ηλιοφάνεια, όπως το πλατάνι (Platanus orientalis) ή
µεγάλη αντοχή σε ασθένειες τα περισσότερα από τα αρωµατικά φυτά, όπως λεβάντα,
δενδρολίβανο, σάλβια, θυµάρι (Γεωργακοπούλου-Βογιατζή 2000). Καλύτερη και
γρηγορότερη προσαρµοστικότητα παρουσιάζουν τα αρµυρίκια, τα πεύκα και οι
πικροδάφνες. Τα αυτοφυή φυτά παρουσιάζουν µία απόλυτη εναρµόνιση και αισθητική
συµφωνία µε το ελληνικό τοπίο και προβάλλουν το ελληνικό στοιχείο (όπως τα
κυπαρίσσια, η ελιά, η δάφνη, η κουµαριά).
Η χρήση ξενικών ειδών πρέπει να αποφεύγεται ή να χρησιµοποιούνται εφόσον
υπάρχει σοβαρή σχεδιαστική ανάγκη. Ακόµα, και η χρήση «επιγενών1» φυτικών ειδών
(είδη Cedrus, Robinia pseudoacacia, Albizia julibrissim, Melia azedarach, κ.α.) πρέπει
να γίνεται µε µεγάλη φειδώ.
Τα αυτοφυή φυτικά είδη που µπορούν να χρησιµοποιηθούν γενικότερα στην
αρχιτεκτονική τοπίου στη χώρα µας παρατίθενται στον Πίνακα 1. Η χρήση ορισµένων
φυτών του Πίνακα 1, τα οποία σηµειώνονται µε αστερίσκο, αν είναι δυνατό να
αποφεύγεται στα αστικά και περιαστικά περιβάλλοντα (και οπωσδήποτε στις
συγκεκριµένες περιοχές ενδιαφέροντος της παρούσας εργασίας), διότι έχουν ορισµένα
χαρακτηριστικά τα οποία δηµιουργούν σοβαρά προβλήµατα.
Πίνακας 1. Αυτοφυή φυτά επιλεγµένα για χρήση από τους αρχιτέκτονες τοπίου.
(Ελευθεριάδης κ.α. 2003).
Table 1. Indigenous plants for landscape architecture.
ΚΩΝΟΦΟΡΑ – CONIFERS
1
Picea abies
Επιγενή είδη είναι εκείνα που εισήχθησαν και εγκαταστάθηκαν στη χώρα µας πριν από αρκετά χρόνια και έδειξαν
να προσαρµόζονται ικανοποιητικά π.χ. οι ευκάλυπτοι στη νότια Ελλάδα, η µουριά, οι κέδροι κ.ά.
Abies alba, borisii-regis,
cephalonica
Cupressus sempervirens *
ΠΛΑΤΥΦΥΛΛΑ ∆ΕΝΤΡΑ –
BROADLEAVES
Acer campestre, heldreichii,
hyrcanum, obtusatum
Acer, platanoides,
pseudoplatanus
Acer sempervirens
Juniperus drupacea,
foetidissima, communis,
oxycedrus
Juniperus phoenicea, sabina
(νάνος)
Pinus brutia *, pinea ,
halepensis* nigra, sylvestris,
heldreichii
Eriolobus trilobatus
Prunus cocomilia, divaricata
Pyrus amygdaliformis,
communis
Quercus aucheri, cerris,
coccifera, frainetto, ilex,
infectoria
Quercus macrolepis (aegilops),
petraea, pubescens
Quercus robur (pendiculiflora),
trojana (macedonica)
Salix alba, amplexicaulis,
caprea
Salix fragilis, pedicellata,
triandra
Sorbus aria, aucuparia,
chamaemespilus, domestica
Sorbus graeca, torminalis,
umbellate
Fagus sylvatica, moesiaca
Aesculus hippocastanum
Ficus carica
Fraxinus angustifolia, excelsior,
ornus, pallisae
Alnus glutinosa, incana
Juglans regia
Betula pendula
Liquidambar orientalis
Carpinus betulus, orientalis
Malus dasyphylla, sylvestris
Castanea sativa *
Olea europaea
Celtis australis
Cerasus avium, vulgaris,
mahaleb, prostrata
Ostrya carpinifolia
Phoenix theophrastii
Ceratonia siliqua
Pistacia atlantica
Cercis siliquastrum
Platanus orientalis
Corylus avellana, colurna
ΘΑΜΝΟΙ – SHRUBS
Acer monspessulanum
,tataricum
Amelanchier chelmea, ovalis,
parviflora
Amygdalus graeca, rhodia,
webbii
Anthyllis aegaea, hermanniae
Populus alba *, nigra *, tremula
Arbutus andrachne, unedo
Erica arborea, herbacea,
manipuliflora (verticillata)
Evonymus europaeus, latifolius,
verrucosus
Euphorbia acanthothamnos,
dendroides, glabriflora
Frangula alnus, rupenstris
Fumana arabica, thymifolia
Genista acanthoclada, anatolica,
lydia, monspessulana
Artemisia arborescens
Astragalus angustifolius,
creticus sempervirens
Genista parnassica, sakellariadis
Astragalus sirinicus, thracicus
Globularia alypum, cordifolia
Berberis cretica, vulgaris
Helianthemum stipulatum
Hypericum aciferum,
aegypticum, amblycalyx,
hircinum
Bruckenthalia spiculiflora
Taxus baccata
Tamarix dalmatica
Tilia cordata, platyphyllos,
tomentosa
Ulmus canescens, glabra
(montana)*, laevis *
Ulmus minor (campestris) *,
procera *
Pistacia lentiscus, terebinthus
Prunus spinosa
Pyracantha coccinea
Quercus euboica
Rhamnus alaternus, alpinus,
catharticus, oleoides
Rhododendron luteum
Rhus coriaria
Ribes alpinum, multiflorum,
orientale, uva-crispa
Rosa arvensis, canina, gallica,
villosa, pendulina
Rosa sempervirens, tomentosa
Buxus sempervirens
Calluna vulgaris
Ilex aquifolium
Jasminum fruticans
Calycotome villosa
Laburnum anagyroides
Centaurea spinosa
Chamaecytisus absinthioides,
albus, austriacus, creticus,
dorycnioides
Chamaecytisus eriocarpus,
heuffelii, hirsutus, polytrichus,
supinus
Cistus albanicus, creticus,
monspeliensis
Cistus laurifolius, salviifolius,
parviflorus
Laurocerasus officinalis
Rosmarinus officinalis
Rubus caesius, hirtus, idaeus
Salix cinerea, elaeagnos,
purpurea
Salvia fruticosa, officinalis,
pomifera
Laurus nobilis
Sambucus nigra, racemosa
Lavandula stoechas
Sarcopoterium spinosum
Ligustrum vulgare
Satureja montana, parnassica
Senecio gnaphalodes,
macedonicus
Colutea arborescens, cilicica
Convolvulus oleifolius
Coriaria myrtifolia
Lithodora hispidula, zahnii
Lonicera alpigena, hellenica,
nummulariifolia, xylosteum
Loranthus europaeus
Lycium schweinfurthii
Cornus mas, sanguinea
Malosorbus florentina
Coronilla emerus, valentina
Medicago arborea, strasseri
Cotinus coggygria,
Cotoneaster integerrimus,
nebrodensis
Crataegus azarolus, heldreichii,
monogyna, orientalis
Crataegus pentagyna,
pycnoloba
Mespilus germanica
Spartium junceum
Styrax officinalis
Syringa vulgaris
Tamarix hampeana, parviflora,
tetrandra, smyrnensis
Teucrium alpestre, brevifolium,
microphyllum
Vaccinium myrtillus,
uliginosum, vitis-idaea
Myrtus communis
Verbascum spinosum
Nerium oleander
Viscum album
Osyris alba
Paliurus spina-christi
Vitex agnus-castus
Viburnum lantana, opulus,
tinus
Periploca angustifolia,
Withania somnifera
Phillyrea latifolia
Phlomis cretica, floccose
Zelkova cretica
Ziziphus lotus
Phlomis grandiflora, lanata
Zygophyllum album
Helianthemum alpestre, canum,
hymettium
Ruta chalepensis, graveolens
Lonicera caprifolium, etrusca,
implexa, periclymenum
Periploca graeca
Smilax aspera
Vitis vinifera
Cytisus procumbens, villosus
Daphne blagayana, gnidium,
jasminea, laureola
Daphne mezereum, oleoides,
sericea
Ebenus cretica
Ephedra campylopoda,
distachya
ΠΟΕΣ – SMALL PLANTS
Dianthus fruticosus, juniperinus
ΑΝΑΡΡΙΧΩΜΕΝΑ –
CLIMBERS
Clematis flammula, orientalis,
vitalba, viticella
Hedera helix
Στον παραπάνω πίνακα σε συνδυασµό µε το τρίπτυχο οικολογικά-λειτουργικάπολιτισµικο-αισθητικά χαρακτηριστικά, θα πρέπει να βασίζεται η επιλογή για χρήση σε
αυλές και κήπους σχολείων και γενικότερα εκπαιδευτικών ιδρυµάτων.
Οικολογικά χαρακτηριστικά ειδών (έδαφος-κλίµα)
Οι κύριοι εδαφικοί παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη και χρήση των φυτικών
ειδών αφορούν δύο κύριες εδαφικές λειτουργίες, την παροχή θρεπτικών στοιχείων, και
την κίνηση και κατανοµή του νερού. Στην πράξη, ο διαχωρισµός στη διαχείριση
φυτικών ειδών σε φυσικά οικοσυστήµατα και σε αστικά ή περιαστικά περιβάλλοντα
έγκειται στη δυνατότητα άρδευσης (και στράγγισης), λίπανσης και διορθωτικών
πρακτικών για την οξύτητα (και αλατότητα) του εδάφους (Ελευθεριάδης κ.α. 2002),
όπου και εάν απαιτείται.
Έτσι, η επιλογή των ειδών που θα χρησιµοποιήσει ο αρχιτέκτονας τοπίου εξαρτάται
σε µεγάλο βαθµό από τις επικρατούσες εδαφικές συνθήκες. Τα εδάφη της περιοχής της
πόλης της ∆ράµας προέρχονται κυρίως από ασβεστολιθικά πετρώµατα, ενώ στον
υπόλοιπο νοµό υπάρχει ποικιλότητα (από γρανίτη έως µάρµαρα). Παραδείγµατα
αυτοφυών ειδών κατάλληλων για όξινα αλλά και ελαφρώς αλκαλικά εδάφη είναι τα
είδη Juniperus, Cercis siliquastrum, Colutea arborescens, Pinus pinea, Pistacia sp.,
Rhamnus alaternus, για ξηρά όξινα εδάφη τα είδη Juniperus, Buxus sempervirens,
Cercis siliquastrum, Pinus pinea, για ξηρά ασβεστούχα εδάφη τα Acer campestre,
Lonicera implexa, Nerium oleander, Coronilla emerus, για αλατούχα εδάφη τα Acer
campestre και tataricum, Eleagnus angustifolia, Tamarix sp., για πολύ όξινα τα Picea
excelsa, Fagus sylvatica, Vaccinium vitis-idaea, για αλκαλικά εδάφη τα Acer
campestre, platanoides, και tataricum, Alnus incana, Carpinus betulus, Cornus mas,
Cotinus coggygria, για ξηρά εδάφη τα Corylus colurna, Cotinus coggygria, Hypericum
sp., Vaccinium vitis-idaea, για άγονα εδάφη πολλά είδη Pinus και Juniperus ( Εγνατία
Οδός Α.Ε. 1999, Ελευθεριάδης κ.α. 2002, Ντάφης 2002).
Πρέπει να λαµβάνονται σοβαρά υπόψη και οι κλιµατικές συνθήκες της περιοχής,
ανάλογα µε τις απαιτήσεις του κάθε φυτού. Αυτές αφορούν τις βροχοπτώσεις, τις
ελάχιστες θερµοκρασίες του χειµώνα και την ηλιοφάνεια κατά τους καλοκαιρινούς
µήνες, σε συνδυασµό µε τη ζώνη εξάπλωσης των ειδών. Το περιβάλλον της ∆ράµας µε
αυξηµένη σχετική υγρασία αέρος το θέρος, είναι κατάλληλο για πολλά ευγενή
πλατύφυλλα2, αλλά και δασικά είδη εκτός ζώνης εξάπλωσής τους (αλλά παρακείµενων
της πόλης περιοχών), όπως η ερυθρελάτη, το έλατο κ.α. Για σκιόφυτα είδη όπως τα
Taxus baccata, Fagus sylvatica και Abies, θα πρέπει να αποφεύγεται η απευθείας έκθεσή
τους στον ήλιο, (Ελευθεριάδης κ.α. 1999, 2003). Είδη που αντέχουν σε υψηλές
θερµοκρασίες είναι τα Acer monspessulanum, Corylus colurna, Fraxinus ornus, Quercus
ilex κ.α. (Ντάφης 2002).
Λειτουργικά χαρακτηριστικά ειδών
Αναφορικά µε τις λειτουργικές ιδιότητες των ειδών η αξία τους είναι:
Ιστορική, διότι βελτιώνουν την εµφάνιση των κτιρίων και αναδεικνύουν την ιστορική
σηµασία τους εφόσον κάτι τέτοιο υφίσταται, όπως χαρακτηριστικότατα κάνουν τα
Rosmarinus officinalis, Lavandula, Laurus nobilis και Buxus sempervirens.
2
Ευγενή πλατύφυλλα θεωρούνται στη ∆ασοπονία εκείνα που είναι απαιτητικά στις οικολογικές συνθήκες και τα
βρίσκουµε στα πιο ευνοϊκά περιβάλλοντα στη φύση, όπως φλαµουριά, είδη σφένδαµου Αcer platanoides και Αcer
pseudoplatanus, ιπποκαστανιά κ.ά.
∆ιατηρούν, προστατεύουν και τονίζουν τα φυσικά χαρακτηριστικά της ευρύτερης του
ιδρύµατος περιοχής, όπως τα πεύκα, τα πλατάνια, οι δρυς.
Περιβαλλοντική, γιατί επηρεάζουν το µικροκλίµα µε τον έλεγχο της ηλιακής
ακτινοβολίας, βελτιώνοντας τις συνθήκες του εκπαιδευτικού χώρου. Μαζί µε την
επίδραση της εξάτµισης και διαπνοής συµβάλλουν σηµαντικά στη διαφορά
θερµοκρασιών του αέρα (Οικονόµου 2000, Ντάφης 2002). Σχεδόν όλα τα είδη του
Πίνακα 1 εκπληρούν τις παραπάνω λειτουργίες.
Η δηµιουργία ικανοποιητικής σκιάς στους αύλιους χώρους σχολείων και ιδρυµάτων
από δένδρα είναι επιθυµητή για ανάπαυση και δροσιά. Είδη που προσφέρονται
περισσότερο για σκίαση ιδίως τους καλοκαιρινούς µήνες είναι διάφορα είδη Acer, όπως
τα Acer platanoides και pseudoplatanus, Aesculus hippocastanum, Castanea sativa,
Celtis australis, τα διάφορα είδη Fagus, Fraxinus, Tilia, Ulmus, κλπ. (Πάτλης και
Σαρίκου 2000). Το πλεονέκτηµα των προαναφερθέντων φυλλοβόλων πλατύφυλλων
αλλά και των φυλλοβόλων θάµνων είναι η αίσθηση ελευθερίας και χώρου που προκαλεί
στους εκπαιδευόµενους η γυµνή από φύλλα εµφάνιση των χειµωνιάτικων µηνών, όπου
η µέρα έχει µικρότερη διάρκεια και πολλές φορές ο ουρανός είναι σκοτεινός. Έτσι
βελτιώνεται η διάθεση και δηµιουργείται η αίσθηση ανοιχτωσιάς.
Φυτικά είδη (δένδρα, θάµνοι) µπορεί να χρησιµοποιηθούν ως µέσο ανακοπής,
ενίσχυσης ή κατεύθυνσης του ανέµου, ανάλογα µε τις απαιτήσεις κάθε περίπτωσης,
λειτουργώντας ως ανεµοθραύστες. Κατάλληλα είδη µπορεί να χρησιµοποιηθούν ως
ανεµοθραύστες, εφόσον πληρούν ορισµένα χαρακτηριστικά, (ύψος δένδρου, αντοχή σε
ανέµους, βαθύρριζα, πλούσια κόµη κλπ.) όπως η ερυθρελάτη, τα πεύκα, ο γαύρος, η
δάφνη κλπ. (Ελευθεριάδης κ.α. 1999, 2003).
Τα φυτά δρουν ως διαχωριστικοί τοίχοι απορροφώντας και µειώνοντας αισθητά το
θόρυβο, βασική επιδίωξη για εκπαιδευτικά ιδρύµατα. Αειθαλείς καλλωπιστικοί θάµνοι
όπως το βιβούρνο, οι πιστακιές, οι πικροδάφνες, µε πυκνή βλάστηση και ύψος 2 µέτρων
µειώνουν αρκετά το θόρυβο όταν έχουν πλάτος τουλάχιστον 7 µέτρα.
Εξασφαλίζουν τον οπτικό έλεγχο. Οι φυτικοί φράκτες µε θάµνους ή αναρριχώµενα
µπορούν να αντικαταστήσουν τους φράκτες που κατασκευάζονται από διάφορα υλικά
(κτιστοί, ξύλινοι, συρµάτινοι κλπ.) και σε συνδυασµό µε αισθητική αναβάθµιση των
περιφράξεων. Είδη κατάλληλα για φράκτες και χαµηλές µπορντούρες είναι ο ευώνυµος,
το πυξάρι, το κυδωνίαστρο, κλπ. (Ελευθεριάδης κ.α. 1999, 2003). Για οπτική
αποµόνωση από ακαλαίσθητα εξωτερικά στοιχεία, µπορούν να χρησιµοποιηθούν
δάφνες, δαφνοκέρασα, και πολλά από τα αναρριχώµενα είδη του Πίνακα 1 (κληµατίδες,
αγιοκλήµατα, περιπλοκάδες).
Σε περιπτώσεις µικρών και στενών χώρων, οι φυτεύσεις µπορούν να δώσουν την
αίσθηση του βάθους, µε χρήση και γλαυκών χρωµάτων του φυλλώµατος αλλά κυρίως
µε την κατά επίπεδα φύτευση.
Αισθητικά χαρακτηριστικά φυτών
Μορφή
Τα φυτικά είδη απαντώνται σε πολλά σχήµατα ανάλογα της µορφής της κόµης τους.
Τα σχήµατα των θάµνων φαίνεται να συνδέονται µε το έδαφος, ενώ τα σχήµατα των
δένδρων συνδέονται µε τον ουρανό. Το σχήµα της κόµης µπορεί να είναι στρογγυλό ωοειδές - οµπρελοειδές - ριπιδοειδές - πυραµιδοειδές - κιονοειδές. Η διάταξη των
κλάδων και η γωνία που σχηµατίζουν µε τον κορµό καθορίζουν µορφές κόµης όπως η
κρεµοκλαδής (σηµύδα), ορθόκλαδη (κυπαρίσσι, λεύκη ορθόκλαδος), οριζοντιόκλαδη
(κουκουναριά) κλπ. Μεγάλη σηµασία έχει η αντίθεση στις µορφές κόµης που
παρουσιάζουν διάφορες φυτικές οµάδες φυσικά, ή µετά από τεχνητό χειρισµό της
κόµης µε κλαδέµατα όπως ίταµος, πυξάρι κ.α. (Ελευθεριάδης κ.α. 1999, 2003).
Γραµµή- Σχήµα –Γεωµετρία φυτού
Ένα άλλο κυρίαρχο στοιχείο του τοπίου αξιολογείται στα δένδρα, θάµνους µε τη
γραµµή του κορµού (ευθυτενής, στρεβλή, µέτρια στρεβλή), το περίγραµµα της κόµης,
την κυριαρχία των κλάδων κλπ. Η γεωµετρία της κόµης των δένδρων και των θάµνων
επηρεάζουν τη χρήση του κάθε είδους. Λαµβάνοντας υπόψη την κωνική, πυραµιδοειδή,
στρογγυλή ή οριζοντιόκλαδη κόµη κάθε φυτού το τοποθετούµε στο σωστό µέρος.
Μέγεθος
Ο αρχιτέκτονας τοπίου οφείλει να γνωρίζει τις διαστάσεις και το ύψος ωριµότητας
των φυτών αποφεύγοντας έτσι ανεπιθύµητη ανάπτυξη και προβλήµατα χωρητικότητας
και παρεµπόδισης της κίνησης (π.χ. πλατάνι πολύ µεγάλο µέγεθος, πυξάρι πολύ µικρό
µέγεθος).
Χρώµα
Τα άνθη, οι καρποί, τα φύλλα, τα κλαδιά και ο φλοιός, αποτελούν πηγές χρώµατος
που η κάθε µια επηρεάζεται από εποχιακές µεταβολές. Φυτικά είδη αξιολογούνται µε
την εµφάνιση και το χρώµα των ανθέων, όπως κουτσουπιά, πασχαλιά, τα διάφορα είδη
πεύκης, ιπποκαστανιά, αγριοκερασιά, δασική µηλιά, κολουτέα, κορονίλλα, κότινος. Οι
αλλεργίες που προκαλούνται από διάφορα φυτά πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη για
τους συγκεκριµένους χώρους, και η χρήση τους θα πρέπει να αποφεύγεται αυστηρά
(ελιά, είδη λεύκης κ.α.).
Η αισθητική αξία των καρπών διαφέρει από είδος σε είδος. Μερικοί καρποί είναι
εντυπωσιακότεροι από τα άνθη, όπως στα είδη Pyracantha, Sorbus, Taxus, κλπ. Όταν
οι καρποί παραµένουν στο φυτό από το οποίο τα φύλλα έχουν πέσει, τότε ο καρπός
θεωρείται βασικό αισθητικό στοιχείο που πρέπει να λαµβάνεται υπόψη, όπως για
παράδειγµα τα Sorbus sp., Crataegus sp., Cotoneaster sp. και Malus sp. (Ελευθεριάδης
κ.α. 1999). Καρποφόρα φυτά που θα χρησιµοποιηθούν θα πρέπει να τοποθετηθούν σε
σηµεία όπου το πέσιµο του καρπού δε θα παρεµποδίζει την κίνηση ή παραµονή των
εκπαιδευόµενων κοντά ή κάτω από αυτά. ∆ε θα πρέπει να υπάρχει πρόσβαση σε φυτά
µε δηλητηριώδεις καρπούς (µε χαρακτηριστικότερο αυτόν του ίταµου), σε αντίθετη
περίπτωση θα πρέπει να αποφεύγεται η χρήση των συγκεκριµένων φυτών.
Ορισµένα είδη είναι εντυπωσιακά από τη χρωµατική εµφάνιση του φλοιού και των
κλάδων (γλυστροκουµαριά, σηµύδα, κόκκινη κρανιά, κλπ). Η χρωµατική αυτή
παρουσία τονιζόµενη µε διάφορα φυτικά πλαίσια µπορεί να αποτελέσει πόλο έλξης.
Εντυπωσιακότερη πηγή χρωµάτων της βλάστησης αποτελεί το φύλλωµά της.
Αντιθέσεις χρωµατικές στα δένδρα και στους θάµνους παρουσιάζονται στις διάφορες
εποχές σε κωνοφόρα και πλατύφυλλα. Πιο εντυπωσιακές είναι οι αντιθέσεις στα
φυλλοβόλα είδη µε το εαρινό - φθινοπωρινό τους χρώµα του φυλλώµατος, όπως
υγράµβαρη, πλατάνια, σφένδαµοι, δρυς, οξιά (Ελευθεριάδης κ.α. 1999, 2003).
Υφή
Η υφή του φυτού εκφράζεται µεταξύ λεπτής, µέσης και τραχείας. Ένα φυλλοβόλο
µπορεί να παρουσιάζει τραχεία υφή λόγω µεγάλων φύλλων ενώ κατά τη διάρκεια του
χειµώνα µε τα γυµνά κλαδιά λεπτή υφή (δρυς). Αντιθέσεις υφών επιτυγχάνονται µε είδη
όπως τα Buxus sempervirens, Berberis sp., Medicago arborea, Myrtus communis,
Phyllirea latifolia, Tamarix sp. (είδη µε λεπτή υφή), και Acer pseudoplatanus, Castanea
sativa, Platanus orientalis, Quercus sp. (είδη µε τραχεία υφή).
Άρωµα
Η βλάστηση οφείλει να παρέχει εκτός από οπτική χαλάρωση και ξεκούραση,
ευχάριστους ήχους και αρώµατα. ∆ιάφορα φυτικά είδη µε χαρακτηριστικό άρωµα είναι
η φλαµουριά, τα τριαντάφυλλα, το γιασεµί, το αγιόκληµα, κλπ. (Πάτλης και Σαρίκου
2000, Ελευθεριάδης κ.α. 2003).
Θα πρέπει να τονιστεί ότι η παρουσία αγκαθιών σε πολλά ιδιαίτερα καλλωπιστικά είδη
(πυράκανθος, κράταιγος, τριανταφυλλιά) περιορίζει τις δυνατότητες χρήσης τους, εκτός
από θέσεις που δε θα ελλοχεύει κίνδυνος τραυµατισµών.
Συµπεράσµατα
Οι δυνατότητες επιλογής φυτών για χρήση σε αυλές και κήπους εκπαιδευτικών
ιδρυµάτων από τον αρχιτέκτονα τοπίου είναι πολλαπλές, και µπορούν όλες οι
σχεδιαστικές ανάγκες να καλυφθούν από αυτοφυή φυτικά είδη. Στην περιοχή της
∆ράµας η πλούσια χλωρίδα των παρακείµενων οικοσυστηµάτων µπορεί να αποτελέσει
τη βάση για τη δηµιουργία λίστας επιλογής. Στη διαδικασία του σχεδιασµού και της
επιλογής των φυτών θα πρέπει να συνυπολογίζονται οι οικολογικές, λειτουργικές και
αισθητικές ιδιότητες των φυτών προς χρήση.
Βιβλιογραφία
Αραµπατζής Θ., 1998 Θάµνοι και ∆έντρα στην Ελλάδα. Οικολ. Κίν. ∆ράµας – ΤΕΙ
Καβάλας, Τοµ.Ι, σελ. 292.
Αραµπατζής Θ., 2001 Θάµνοι και ∆έντρα στην Ελλάδα. Οικολ. Κίν. ∆ράµας – ΤΕΙ
Καβάλας, Τοµ.ΙΙ, σελ. 435.
Γεωργακοπούλου-Βογιατζή Χ., 2000. Ιδιότητες και χρήσεις των αυτοφυών φυτών της
ελληνικής χλωρίδας στον αστικό σχεδιασµό. Πρακτικά Ελλ. Εταιρ. Επιστήµης
οπωροκηπευτικών. ∆ιήµερο ∆ιεπιστηµονικό Συµπόσιο. «Αρχιτεκτονική Τοπίου
& Αστικό Πράσινο», Θεσσαλονίκη, 6-7 Μαΐου 1998, σελ. 31-41.
Εγνατία Οδός Α.Ε., 1999. Τεύχη δηµοπράτησης έργων πρασίνου και υδροσπορών
τµήµατος Ηγουµενίτσας – Κόµβος Σελλών. Θεσσαλονίκη.
Ελευθεριάδης Α., Ζαλίδης Γ., Ντάφης Σ., 2002. Αξιολόγηση καταλληλότητας ελληνικών
εδαφικών τύπων για παραγωγή δασικών ειδών. Πρακτικά 9ου Πανελληνίου
Εδαφολογικού Συνεδρίου, Κηφισιά, Αθήνα, 22-24 Σεπτεµβρίου 2002. Ελλ.
Εδαφολογική Εταιρεία, Θεσσαλονίκη. Σελ. 370-381.
Ελευθεριάδης Ν., 1995. Θέµατα ∆ασικής Αναψυχής και Αρχιτεκτονικής Τοπίου. ΤΕΙ
∆ράµας σελ. 300.
Ελευθεριάδης Ν., Ελευθεριάδου Ε., Τζώρτζη Ν., Ελευθεριάδης Α., 1999. Επιλογή
καλλωπιστικών ειδών για κήπους, πάρκα, και δενδροστοιχίες µε χρήση CD
ROM. Πρακτικά Επιστηµονικού ∆ιηµέρου, Θεσσαλονίκη 28-29 Ιανουαρίου
1999. σελ 111-117.
Ελευθεριάδης Ν., Σαρίκου Σ., Ελευθεριάδης Α., 2003. Tα αυτοφυή φυτικά είδη στην
Αρχιτεκτονική Τοπίου. Πρακτικά 11ου Πανελληνίου ∆ασολογικού Συνεδρίου,
Αρχαία Ολυµπία, 30/09-03/10/2003. Ελλ. ∆ασολογική Εταιρεία, Θεσσαλονίκη.
Σελ. 71-81.
Ντάφης Σ., 2002. ∆ασοκοµία Πόλεων. Εκδόσεις Art of Text, Θεσσαλονίκη, σελ. 198.
Οικονόµου Α., 2000. Τα φυτά και η συµβολή τους στην βελτίωση της ατµόσφαιρας των
πόλεων. Πρακτικά Ελλ. Εταιρείας Επιστήµης οπωροκηπευτικών. ∆ιήµερο
∆ιεπιστηµονικό Συµπόσιο. «Αρχιτεκτονική Τοπίου & Αστικό Πράσινο»,
Θεσσαλονίκη, 6-7 Μαΐου 1998, σελ. 31-41.
Πάτλης Ι., Σαρίκου Σ., 2000. Εγκυκλοπαίδεια Καλλωπιστικών Φυτών: Botanical Garden
µε χρήση CD-ROM. Θεσσαλονίκη.