ΑΚΡΑΤΕΙΑ ΣΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΥΠΕΡΔΡΑΣΤΗΡΙΑ ΚΥΣΤΗ ΚΥΣΤΕΟΚΟΛΠΙΚΟ ΣΥΡΙΓΓΙΟ ΚΥΣΤΕΟΜΗΤΡΙΚΟ ΣΥΡΙΓΓΙΟ ΟΥΡΗΤΗΡΟΚΟΛΠΙΚΟ ΣΥΡΙΓΓΙΟ ΟΥΡΗΘΡΟΚΟΛΠΙΚΟ ΣΥΡΙΓΓΙΟ ΠΡΟΠΤΩΣΗΣ ΠΥΕΛΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ: ΚΥΣΤΕΟΚΗΛΗ ΟΡΘΟΚΗΛΗ ΕΝΤΕΡΟΚΗΛΗ ΚΟΛΠΟΚΗΛΗ ΜΗΤΡΙΚΗ ΠΡΟΠΤΩΣΗ ΕΚΚΟΛΠΩΜΑ ΟΥΡΗΘΡΑΣ Ακράτεια Η Ακράτεια ούρων είναι ένα συχνό ιατρικό πρόβλημα που επηρεάζει 200 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Σε ποσοστό έως και 80% οι πάσχοντες είναι γυναίκες. Η ακράτεια συμβαίνει όταν χάνεται ο έλεγχος της ουροδόχου κύστης, με αποτέλεσμα την ακούσια απώλεια ούρων. Πρόκειται για ένα πρόβλημα που μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την ποιότητα ζωής των γυναικών γι’ αυτό και χρειάζεται ειδική αντιμετώπιση. Η εμφάνισή της δεν σχετίζεται αποκλειστικά με τη γήρανση. Αντιθέτως, σημαντικό ποσοστό που αντιμετωπίζει το πρόβλημα, είναι δραστήριες γυναίκες μέσης ηλικίας. Δυστυχώς ακόμη και σήμερα, ελάχιστες ομολογούν το πρόβλημα, ενώ οι περισσότερες αρνούνται να το πιστέψουν. Τύποι ακράτειας: Συχνότερες μορφές της πάθησης είναι η ακράτεια από προσπάθεια που συμβαίνει κατά το βήχα, το φτέρνισμα, το δυνατό γέλιο, με μια απότομη κίνηση ή το σήκωμα κάποιου βάρους και η ακράτεια επιτακτικού τύπου που χαρακτηρίζεται από ξαφνική και έντονη ανάγκη ούρησης η οποία οδηγεί σε απώλεια ούρων. Χαρακτηριστικά οι ασθενείς αναφέρουν ότι έχουν απώλεια ούρων πριν προφτάσουν να επισκεφθούν στην τουαλέτα. Σε ένα σημαντικό ποσοστό γυναικών οι δύο τύποι της ακράτειας συνυπάρχουν. Αιτιολογία: Απώλεια λίγων σταγόνων ή μεγαλύτερης ποσότητας, μπορεί να οφείλεται σε: • Προδιάθεση. Εκ γενετής χαλαρότητα ιστών και μυών που στηρίζουν τα εσωτερικά γεννητικά όργανα-ουροδόχο κύστη. • Εγκυμοσύνες-τοκετοί. Η μήτρα μεγαλώνοντας λόγω εγκυμοσύνης, πιέζει την ουροδόχο κύστη και νεύρα της περιοχής. Κατά τον τοκετό είναι ενδεχόμενο να προκληθούν κακώσεις σε μύες-ιστούς που στηρίζουν κόλπο-μήτρα, με αποτέλεσμα ακράτεια ούρων, χαλάρωση κόλπου και πρόπτωση μήτρας. Η καισαρική τομή δεν προστατεύει πάντοτε από τέτοιου είδους προβλήματα • Παχυσαρκία. Επιπλέον κιλά καταπονούν και πιέζουν την ουροδόχο κύστη. • Χρόνια άρση βάρους ή αύξηση ενδοκοιλιακής πίεσης: χρόνιος βήχας (κάπνισμα, άσθμα), δυσκοιλιότητα. • Εμμηνόπαυση. Έλλειψη οιστρογόνων οδηγεί σε λέπτυνση ιστών κόλπου-ουροδόχου κύστης. • Γήρανση. Με το πέρασμα του χρόνου ουροδόχος κύστη-ουρήθρα δεν λειτουργούν το ίδιο αποτελεσματικά. • Νευρολογικά προβλήματα (εγκεφαλικά επεισόδια, διαβήτης, πάρκινσον, σκλήρυνση κατά πλάκας). Διάγνωση: Έγκαιρη και σωστή διάγνωση της αιτίας, αποτελούν το κλειδί για αποτελεσματική θεραπεία, καθώς κάθε τύπος ακράτειας αντιμετωπίζεται διαφορετικά. Ανάλυση ούρων και υπερηχογράφημα νεφρών-ουροδόχου κύστης, είναι απαραίτητες εξετάσεις που συμπληρώνουν την κλινική εκτίμηση. Η σημαντικότερη εξέταση είναι ο ουροδυναμικός έλεγχος. Ουροδυναμικός έλεγχος: Πρόκειται για απλό, ανώδυνο, ειδικό τεστ, διάρκειας 30’ περίπου, εκτελείται χωρίς ιδιαίτερη προετοιμασία και εξετάζει τη λειτουργία ουροδόχου κύστης-ουρήθρας. Διαγιγνώσκει αντικειμενικά την αιτία και βοηθά στη σωστή και επιτυχή αντιμετώπιση της ακράτειας. Συνιστάται ιδιαίτερα και σε γυναίκες με κυστεοκήλη-πρόπτωσης μήτρας, ακόμα και χωρίς συμπτώματα ακράτειας. Περίπου 50% των γυναικών αυτών, παρουσιάζουν λανθάνον πρόβλημα στην ουρήθρα και χρήζουν ιδιαίτερης αντιμετώπισης για αποφυγή ακράτειας ούρων μετά από χειρουργική αποκατάσταση της κυστεοκήλης/πρόπτωσης. Αναζητήστε ιατρική βοήθεια εάν: •΄Εχετε μικρή απώλεια ούρων όταν γελάτε, βήχετε, ασκείστε, κατόπιν απότομης κίνησης ή αναίτια. • Νιώθετε αίσθημα πίεσης στον κόλπο ή «μπούκωμα» χαμηλά στην κοιλιά (χαλάρωση κόλπου ή πρόπτωση μήτρας). • Έχετε συχνουρία. • Αισθάνεστε ξαφνικά επιτακτική ανάγκη για ούρηση, με ενδεχόμενη απώλεια ούρων ώσπου να φτάσετε τουαλέτα. • Πονάτε κατά την ούρηση. • Δυσκολεύεστε να ουρήσετε. • Υποφέρετε από ουρολοιμώξεις. • Παρατηρείτε απώλεια ούρων μετά από χειρουργική επέμβαση. Θεραπεία: Με την πρόοδο της ιατρικής, νέες θεραπείες είναι πλέον διαθέσιμες. Συντριπτική πλειονότητα ασθενών αντιμετωπίζεται εύκολα, με εξαιρετικά αποτελέσματα. α) Συντηρητική θεραπεία: • Ασκήσεις πυελικών μυών (Kegel) για ενδυνάμωση των εσωτερικών μυών που στηρίζουν ουροδόχο κύστη-ουρήθρα. • Ειδικό πρόγραμμα εκπαίδευσης της κύστης για να "μάθει" να λειτουργεί σωστά, ώστε να μειωθούν η συχνουρία και τα επεισόδια επιτακτικής απώλειας ούρων. • Ορισμένες μορφές (υπερδραστήρια κύστη) αντιμετωπίζονται. αποτελεσματικά με φαρμακευτική αγωγή που αναστέλλει τις παθολογικές συσπάσεις της κύστης. β) Χειρουργική θεραπεία Η θεραπεία εκλογής σήμερα είναι η τοποθέτηση Κολπικής Ταινίας Ελεύθερης Τάσης. Η μέθοδος αυτή όταν εκτελείται από τον ειδικό δίνει εξαιρετικά αποτελέσματα με τρόπο απλό, γρήγορο, ανώδυνο. Εφαρμόζεται σε περιπτώσεις που υπάρχει ακράτεια ούρων από προσπάθεια στις οποίες ο ειδικός γιατρός σε συνδυασμό με τον ουροδυναμικό έλεγχο, θα επιβεβαιώσουν την ανεπάρκεια του σφιγκτηριακού μηχανισμού της ουρήθρας. Η επέμβαση γίνεται μέσω μιας μικρής τομής στον κόλπο διαμέσου της οποίας τοποθετείται ειδική ταινία στήριξης κάτω από την ουρήθρα. Η επέμβαση, διαρκεί περίπου 20 λεπτά και απαιτεί συνήθως μόνο τοπική αναισθησία. Η ασθενής δεν χρειάζεται περισσότερο από μια μέρα νοσηλείας. Τα αποτελέσματα της μεθόδου είναι άμεσα και εφόσον εφαρμοστεί από εξειδικευμένους χειρουργούς έχει ποσοστά επιτυχίας που φτάνουν και το 95%. Η μέθοδος έχει αρκετές παραλλαγές, ανάλογα με την τεχνική και το είδος των ταινιών που χρησιμοποιούνται η επιλογή των οποίων εξαρτάται από την εμπειρία και την εκτίμηση του χειρουργού. Πλεονεκτήματα μεθόδου κολπικής ταινίας ελεύθερη τάσης: Ποσοστά επιτυχίας >90% γίνεται με τοπική αναισθησία, επιτρέποντας τη συνεργασία ασθενούς-ιατρού για έλεγχο της σωστής τοποθέτησης της ταινίας διαρκεί 20’-30’ περιορίζεται στο ελάχιστο ο μετεγχειρητικός πόνος. Έχει ελάχιστες επιπλοκές όταν εκτελείται από ειδικούς η ασθενής εξέρχεται την επόμενη μέρα και μπορεί να επιστρέψει στην εργασία και στις συνήθεις δραστηριότητές της μέσα σε δύο εβδομάδες, διάστημα που θα πρέπει μόνο να αποφεύγει την ανύψωση βάρους και απότομες κινήσεις παρέχει άμεση και μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα. Υπερδραστήρια κύστη Η Διεθνής Εταιρεία Εγκράτειας (ICS) ορίζει το Σύνδρομο της Υπερδραστήριας Κύστης (OverActive Bladder, ΟΑΒ) ως την επιτακτική ανάγκη για ούρηση, με ή χωρίς επιτακτική ακράτεια, που συνήθως συνοδεύεται από συχνουρία και νυκτουρία. Η ουροδόχος κύστη λειτουργεί αφενός σαν μια αποθήκη για τα ούρα και αφετέρου σαν μια αντλία προώθησης των ούρων. Στην υπερδραστήρια κύστη, στη φάση αποθήκευσης των ούρων και ενώ η ποσότητα των ούρων που υπάρχουν μέσα στην κύστη δεν είναι τόσο μεγάλη, εμφανίζεται επιθυμία για ούρηση που μπορεί να είναι έντονη και ξαφνική. Η ουροδόχος κύστη, δηλαδή, θέλει να αρχίσει να λειτουργεί ή αρχίζει να λειτουργεί σαν αντλία προώθησης -αρχίζει δηλαδή τη φάση κένωσης. Αυτό οφείλεται είτε σε ανεξέλεγκτες συσπάσεις του μυός που περιβάλλει την ουροδόχο κύστη, και ονομάζεται εξωστήρας μυς, είτε σε αυξημένη αισθητικότητα της ουροδόχου κύστης. Αυτή η επιθυμία για ούρηση είναι ανεξάρτητη από το αν η ποσότητα των ούρων που έχουν αποθηκευτεί είναι ικανή ώστε να προκαλέσει (όπως συμβαίνει σε φυσιολογικές συνθήκες) επιθυμία κένωσης. Αποτέλεσμα αυτής της παθολογικής συμπεριφοράς της κύστης είναι το έντονο αίσθημα για ούρηση παρά τη θέληση του ασθενή, το οποίο μερικές φορές μάλιστα καταλήγει και σε ακράτεια, που ονομάζεται επιτακτική ακράτεια. . Πρέπει να διευκρινιστεί ότι η υπερδραστηριότητα της κύστης δεν είναι κάτι που μπορεί να συμβεί μόνο λόγω της φυσιολογικής φθοράς με την αύξηση της ηλικίας αλλά και για πολλούς άλλους λόγους. Η αιτία αυτού του συνδρόμου συνήθως δεν είναι γνωστή, ενώ ασθένειες που μπορεί να προκαλέσουν παρόμοια συμπτώματα και πρέπει να διερευνηθούν κατά περίπτωση, ανάλογα βέβαια και με τη συνυπάρχουσα συμπτωματολογία και να αποκλειστούν, είναι η καλοήθης υπερπλασία του προστάτη στους άνδρες, οι ουρολοιμώξεις, νευρολογικές νόσοι, λίθοι στο ουροποιητικό σύστημα, κ.ά. θεραπευτική αντιμετώπιση Η θεραπευτική αντιμετώπιση της Υπερδραστήριας Κύστης περιλαμβάνει συντηρητικές θεραπείες, χειρουργικές τεχνικές όπως είναι η έγχυση αλαντοτοξίνης (δεν έχει ακόμα επίσημη ένδειξη) και η νευροτροποποίηση και τη φαρμακοθεραπεία, . Επικοινωνίες του ουροποιητικού με το γεννητικό σύστημα των γυναικών Οποιαδήποτε επικοινωνία μεταξύ του γεννητικού συστήματος και του ουροποιητικού είναι αφύσικη και ονομάζεται συρίγγιο. Οι επικοινωνίες αυτές μπορεί να είναι: 1. Μεταξύ κόλπου και κύστης (κυστεοκολπικά συρίγγια 60%-84%). 2. Μεταξύ κόλπου και ουρητήρα (ουρητηροκολπικά συρίγγια 8%-14%). 3. Μεταξύ μήτρας και κύστης (κυστεομητρικά συρίγγια <1%). 4. Μεταξύ ουρήθρας και κόλπου (ουρηθροκολπικά συρίγγια 2%-12%). . Στον ανεπτυγμένο κόσμο τα ουρογεννητικά συρίγγια είναι κατά κανόνα ιατρογενή από χειρουργικές επεμβάσεις στο ουρογεννητικό ή ακτινοθεραπεία, ενώ σπάνια μπορεί να οφείλονται στον τοκετό ή σε επέκταση νεοπλασιών κυρίως από το γεννητικό. Σπανίως ξένα σώματα, όπως πεσσοί ή ενδομητρικές συσκευές μπορούν να δημιουργήσουν ουρογεννητικά συρίγγια. Το πλέον συνηθισμένο σύμπτωμα ενός ιατρογενούς συριγγίου είναι η συνεχής απώλεια ούρων από τον κόλπο έπειτα από μια γυναικολογική ή άλλη εγχείρηση στην πύελο. Η επικοινωνία μπορεί να γίνει εμφανής αμέσως μετά την επέμβαση ή συνήθως έπειτα από αρκετές μέρες ή εβδομάδες μετά την επέμβαση. Κατά την άμεση μετεγχειρητική περίοδο συνήθως υπάρχουν ειλεός, υπερβολικός πόνος, αιματουρία ή πόνος στον νεφρό. Η φυσική εξέταση με έλεγχο του κόλπου είναι η κύρια εξέταση που βοηθά στον εντοπισμό του συριγγίου, τον έλεγχο για παρουσία φλεγμονής και κυρίως τον έλεγχο του σημείου και της χωρητικότητας του κόλπου, που θα επιτρέψει την εκτίμηση για την οδό προσπέλασης για χειρουργική αποκατάσταση. Κυστεοκολπικό συρίγγιο Στην επικοινωνία αυτή υπάρχει επικοινωνία της ουροδόχου κύστης και του κόλπου. Το κυστεοκολπικό συρίγγιο είναι αποτέλεσμα χειρουργικών και μαιευτικών επιπλοκών, ξένων σωμάτων, καθετήρων, φλεγμονών όπως η σχιστοστομίαση ή η φυματίωση. Σε ασθενείς με καρκίνους (τραχήλου μήτρας, ορθού, κόλπου) το συρίγγιο μπορεί να είναι επιπλοκή της νόσου ή να συμβεί έπειτα από ακτινοθεραπευτική αγωγή.Το συνηθισμένο σύμπτωμα είναι η συνεχής απώλεια ούρων από τον κόλπο. Το ιστορικό, η κλινική εξέταση με διάταση της κύστης με διάλυμα κυανού του μεθυλενίου και η τοποθέτηση τολυπίων στον κόλπο είναι από τις πλέον ακριβείς και απλές διαγνωστικές διαδικασίες. Η ανιούσα κυστεογραφία σε πλάγια λήψη, με ή χωρίς ούρηση, μπορεί να απεικονίσει την επικοινωνία. Η κυστεοσκόπηση θα προσδιορίσει την ακριβή ανατομική θέση του συριγγίου εντός της κύστης και τη σχέση του με τα ουρητηρικά στόμια. Η ενδοφλέβια πυελογραφία θα μας επιβεβαιώσει την εμπλοκή ή μη των ουρητήρων στην επικοινωνία. Ουρητηροκολπικά συρίγγια Είναι η επικοινωνία ανάμεσα στον ουρητήρα και τον κόλπο. Χαρακτηριστικό τους είναι ότι, όταν είναι ετερόπλευρα (ως συνήθως), η ασθενής έχει συνεχή απώλεια ούρων από τον κόλπο ενώ ταυτόχρονα έχει και κανονική ούρηση από την ουρήθρα. Μπορεί επίσης να συνυπάρχουν κοιλιακός πόνος, κωλικός του σύστοιχου νεφρού, πυρετός και παραλυτικός ειλεός. Εγχειρήσεις στην πύελο και μαιευτικές επιπλοκές είναι οι συνήθεις αιτίες. Ακτινοθεραπεία στην πύελο, φλεγμονές και λίθοι μπορεί επίσης να οδηγήσουν σε αυτό το είδος του συριγγίου. Η ενδοφλέβια πυελογραφία είναι η βασική απεικονιστική εξέταση. Αυτή μπορεί να δείξει έξοδο σκιαγραφικού από τον ουρητήρα, σκιαγραφικό στον κόλπο, υδρονέφρωση ή υδροουρητήρα, με ή χωρίς έξοδο σκιαγραφικού στον κόλπο. Το συρίγγιο δεν είναι πάντοτε ορατό. Σε περίπτωση που η πυελογραφία δεν καταφέρει να αναδείξει την επικοινωνία, η διαγνωστική εξέταση είναι η ανιούσα πυελογραφία. Κυστεομητρικό συρίγγιο Κυστεομητρικό συρίγγιο είναι η επικοινωνία μεταξύ μήτρας και κύστης. Είναι σχετικά λιγότερο συνηθισμένο συρίγγιο. Αντιπροσωπεύει το 1%-4% των ουρογεννητικών συριγγίων. Είναι αποτέλεσμα μαιευτικών επιπλοκών και συνήθως καισαρικής τομής, χρήση εμβρυουλκών-λαβίδων, απόξεσης του ενδομητρίου για αφαίρεση πλακούντα. Επίσης επιπλοκές σε χειρουργικές επεμβάσεις ή διάβρωση-διάτρηση ενδομητρικών συσκευών και τραυματισμοί μπορεί να οδηγήσουν σε κυστεομητρικά συρίγγια. Το συνηθισμένο σύμπτωμα είναι η απώλεια ούρων από τον κόλπο συνεχώς ή συχνά διαλειπόντως. Συχνό σύμπτωμα είναι η αιματουρία κατά τη διάρκεια της εμμήνου ρύσης. Η διάγνωση στηρίζεται στο ιστορικό, στην κλινική εξέταση με χρήση κυανού του μεθυλενίου και στην παρατήρηση από τον κόλπο για να εντοπιστεί το σημείο απ' όπου έρχεται, που στην περίπτωση αυτή θα είναι ο τράχηλος της μήτρας. Η ανιούσα κυστεογραφία σε πλάγιες λήψεις θα δείξει την έξοδο σκιαγραφικού στην κοιλότητα της μήτρας. Την ίδια αξιοπιστία έχει και η υστεροσαλπιγγογραφία. Ουρηθροκολπικό συρίγγιο Είναι η επικοινωνία ανάμεσα στην ουρήθρα και τον κόλπο. Είναι αποτέλεσμα μετεγχειρητικών επιπλοκών, μαιευτικών επιπλοκών, τραυματισμών στην πύελο, νεοπλασμάτων και ακτινοθεραπείας. Σπάνια μπορεί να συμβεί έπειτα από παρατεταμένη χρήση καθετήρων με πίεση που οδηγεί σε νέκρωση. Τα τελευταία χρόνια προστέθηκε στις αιτίες η χρήση ταινιών ελεύθερης τάσης για την αντιμετώπιση της ακράτειας προσπάθειας. Η εκδήλωση συμπτωμάτων εξαρτάται από τη θέση του στην ουρήθρα (πριν ή μετά τον έξω σφιγκτήρα), καθώς και από την ακεραιότητα ή μη του αυχένα της κύστης. Σε περίπτωση ανεπάρκειας του αυχένα, συρίγγιο πριν από τον έξω σφιγκτήρα σημαίνει συνεχή απώλεια ούρων από τον κόλπο, ενώ περιφερικά του έξω σφιγκτήρα η επικοινωνία δεν γίνεται συνήθως αντιληπτή, καθόσον η γυναίκα αισθάνεται απλά ανώμαλη ροή στην ούρηση με στροβιλισμό. Η διάγνωση γίνεται με παρατήρηση χρησιμοποιώντας τον οπίσθιο κολποδιαστολέα ή με κυστεογραφία ούρησης και ουρηθροσκόπηση. Ο ουροδυναμικός έλεγχος στα συρίγγια αυτά έχει ιδιαίτερη σημασία. Αντιμετώπιση Κυστεοκολπικά συρίγγια Δεν υπάρχει φαρμακευτική αγωγή για τη σύγκλιση των συριγγίων. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις η πολύ έγκαιρη (τις πρώτες μετεγχειρητικές μέρες) διάγνωσή τους μπορεί να οδηγήσει στη σύγκλισή τους με συντηρητικό τρόπο, δηλαδή με παραμονή του καθετήρα για αρκετό διάστημα. Αν αυτό συνδυαστεί με ηλεκτροπηξία του βλεννογόνου της κύστης γύρω από το συρίγγιο, καθώς και του ιδίου του συριγγίου, δίνει καλύτερα αποτελέσματα (χαμηλά, όμως), ιδιαίτερα αν το συρίγγιο είναι μικρό και με την τοποθέτηση του καθετήρα η ασθενής παύει να βρέχεται. Η φαρμακευτική αγωγή έχει νόημα για να καταστείλει τυχόν φλεγμονή ή να βοηθήσει στην ανάπλαση του κολπικού επιθηλίου με οιστρογόνα σε μετεμηνοπαυσιακές γυναίκες. Συρίγγια που ανευρίσκονται 3-7 μέρες μετεγχειρητικά, πρέπει να χειρουργούνται αμέσως. Μετά τη 10η μετεγχειρητική μέρα θα πρέπει να ελέγχεται προσεκτικά η ασθενής για παρουσία φλεγμονής. O Blaivas προτείνει ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος καθυστέρησης της αποκατάστασης αν δεν υπάρχουν στοιχεία φλεγμονής. Ουρητηροκολπικά συρίγγια Τα ουρητηροκολπικά συρίγγια μερικές φορές μπορούν να αντιμετωπιστούν με επιτυχία ενδοσκοπικά, με την τοποθέτηση ουρητηρικού stent, και αξίζει τον κόπο να είναι η πρώτη επιλογή. Αυτό θεωρείται επιτυχές αν συνοδευτεί από διακοπή της διαρροής. Σε περίπτωση επιμονής της διαφυγής ή αδυναμία τοποθέτησης, η ανοικτή χειρουργική αποκατάσταση είναι αναγκαία και κατά κανόνα χρειάζεται μετεμφύτευση του ουρητήρα. Κυστεομητρικά συρίγγια Η αντιμετώπιση μπορεί να είναι συντηρητική, φαρμακευτική ή χειρουργική. Η συντηρητική αγωγή για μικρά συρίγγια περιλαμβάνει καθετηριασμό και αντιβιοτικά για 3 εβδομάδες. Άλλοι συγγραφείς προτείνουν χρήση αναλόγων LHRH για 6 μήνες. Μερικοί συγγραφείς προτείνουν ηλεκτροπηξία του συριγγίου. Αυτόματη σύγκλιση παρατηρείται στο 5% των περιπτώσεων. Η χειρουργική θεραπεία είναι αναγκαία στις περισσότερες περιπτώσεις.. Ουρηθροκολπικά συρίγγια Η αντιμετώπιση εδώ είναι χειρουργική. Προβλήματα που μπορεί να υπάρξουν, ιδιαίτερα με αυτά της μεσότητας της ουρήθρας, είναι η μετεγχειρητική ανάπτυξη ακράτειας προσπάθειας (περίπου στο 50%), πλήρους ακράτειας σε μεγάλα συρίγγια ή στενώσεων. Πρόπτωση Πυελικών Οργάνων Εισαγωγή Η πρόπτωση πυελικών οργάνων είναι η προεκβολή ενός ή περισσοτέρων πυελικών δομών μέσα στον κόλπο και, σε μερικές περιπτώσεις, έξω από το άνοιγμα του κόλπου. Ο κόλπος περιβάλλεται από ένα σύνολο πυελικών δομών. Το ορθό βρίσκεται κάτω από τον κόλπο, η ουροδόχος κύστη πάνω από αυτόν, και η μήτρα, το έντερο και τα υπόλοιπα κοιλιακά όργανα βρίσκονται πίσω του. Όταν η στήριξη ανάμεσα σε μία από αυτές τις δομές και τον κόλπο εξασθενεί, μπορεί να παρουσιαστεί πρόπτωση. Στους παράγοντες κινδύνου για κάθε είδους πρόπτωση περιλαμβάνονται ο τοκετός, άλλα πυελικά τραύματα, διαταραχές του συνδετικού ιστού, η καταπόνηση και η διαδικασία του γήρατος. Στα συμπτώματα περιλαμβάνονται η πίεση στην πύελο ή μια αίσθηση πληρότητας της πυέλου, ή η εντύπωση ότι κάτι «πέφτει έξω» από τον κόλπο. Τύποι πρόπτωσης Κυστεοκήλη ("πεσμένη ουροδόχος κύστη"): Παρουσιάζεται όταν η στήριξη ανάμεσα στον κόλπο και στην ουροδόχο κύστη εξασθενεί και η ουροδόχος κύστη προεκβάλλει μέσα στον κόλπο. Αυτός ο τύπος πρόπτωσης μπορεί επίσης να συνδεθεί με την ακράτεια ούρων. Ορθοκήλη: Είναι παρόμοια με την κυστεοκήλη, αλλά αντί για την ουροδόχο κύστη, προεκβάλλει μέσα στον κόλπο ένα μέρος του ορθού. Πρόπτωση μήτρας: Παρουσιάζεται όταν οι σύνδεσμοι που στηρίζουν τη μήτρα εξασθενούν, κάνοντας το πίσω τοίχωμα της μήτρας να «αποκαλυφθεί» επιτρέποντας στη μήτρα και στον τράχηλο να κινηθούν προς το μπροστινό μέρος του κόλπου. Εντεροκήλη: Αυτός ο τύπος πρόπτωσης παρουσιάζεται συνήθως σε ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε υστερεκτομή, εκεί που η στήριξη των πυελικών συνδέσμων έχει διακοπεί. Το λεπτό έντερο, το οποίο περικλείεται από ένα περιτοναϊκό κόλπωμα, μπορεί να προεκβάλλει μέσα στον κόλπο. Πρόπτωση κόλπου: Μπορεί να παρουσιαστεί, αφού μια ασθενής υποβληθεί σε υστερεκτομή. Αν το πίσω μέρος του κόλπου χάσει την αρχιτεκτονική του στήριξη από τους πυελικούς συνδέσμους, τότε το εσωτερικό του κόλπου μπορεί να βγει προς τα έξω μέσω του ανοίγματος του κόλπου. Διάγνωση και θεραπεία Η διάγνωση του συγκεκριμένου τύπου πρόπτωσης απαιτεί προσεκτική εξέταση της πυέλου. Είναι πολύ δύσκολο για τις ασθενείς να διαφοροποιηθούν εξαιτίας των ομοιοτήτων στα συμπτώματα και στην εμφάνιση των διαφόρων τύπων πρόπτωσης. Υπάρχουν πολλές δυνατότητες θεραπείας και αυτές εξαρτώνται εξολοκλήρου από τις επιθυμίες της ασθενούς, το βαθμό δυσφορίας και την ιατρική γνωμάτευση. Οι δυνατότητες είναι οι εξής: απλή παρακολούθηση, ορμονική υποκατάσταση με οιστρογόνα (ενισχύει τα τοιχώματα του κόλπου), πεσσοί (όργανα που τοποθετούνται μέσα στον κόλπο για να εμποδίσουν την πρόπτωση), και διάφορες κολπικές ή ρομποτικές διορθωτικές διαδικασίες ΕΚΚΟΛΠΩΜΑ ΟΥΡΗΘΡΑΣ Τα εκκολπώματα μπορούν να εμφανισθούν σε όλα τα τμήματα της γυναικείας ουρήθρας, με συχνότερη εντόπιση στην πρόσθια και μέση μοίρα της. Προβάλλουν ως κυστικό μόρφωμα μεταξύ ουρήθρας και πρόσθιου κολπικού τοιχώματος. Συνήθως είναι το αποτέλεσμα της απόφραξης, διάτασης και φλεγμονής των περιουρηθρικών αδένων. Η εμφάνιση τους παρουσιάζεται αυξανόμενη τις τελευταίες δεκαετίες, ενώ η διάγνωση είναι μερικές φορές δύσκολη. Τα συχνότερα συμπτώματα για τα οποία παραπονιούνται οι ασθενείς είναι: η συχνουρία, η επιτακτική ούρηση, η δυσπαρεύνια, το πυώδες ουρηθρικό έκκριμα και η παρουσία κυστικού μορφώματος στο πρόσθιο κολπικό τοίχωμα. Σπάνια μπορεί να εμφανιστεί ουρηθρικός καρκίνος και λιθίαση. Η χειρουργική αφαίρεση είναι η θεραπεία εκλογής. Η σωστή εκτομή του εκκολπώματος συνοδεύεται από πολύ υψηλό ποσοστό επιτυχίας και πολύ σπάνιες υποτροπές
© Copyright 2024 Paperzz