Σημειώσεις Ν. Χαριτάκη - Βιομηχανική Οικονομική Ι

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ Ι
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Παράδοση Ι
α) Εισαγωγικά
β) Το βασικό υπόδειγμα
γ) Ορισμένα στοιχεία από το παρελθόν
δ) Θεωρία της επιχείρησης
α) Περιγράφονται στο outline
β) Το βασικό υπόδειγμα
Συνάρτηση Χρησιμότητας ( Γραμμική συνάρτηση χρησιμότητας)
•
Υποθέτουμε ότι : u = θV q – T εάν πληρώσει Τ και καταναλώσει q
0
με V(0) = 0 , V’(q) › 0, V’’(q) ‹0 αρχή της φθίνουσας οριακής χρησιμότητας.
Πως προσδιορίζονται αυτές οι χρησιμότητες :
U = U (I-T) + V (q)
U’›0, U’’‹0
V (o) = 0, V’›0, V’’‹0
Τότε έστω Τ<<Ι μπορούμε να πλησιάσουμε την U
′
=
η αλλαγή της προτίμησης λόγω μεταβολής του εισοδήματος ή οριακής επίπτωσης των
υπολοίπων αγαθών = Κόστος ευκαιρίας
Θ v q
I όπου Θ =
′
οριακή χρησιμότητα του χρήματος.
Υποθέτουμε ότι V(q) =
άρα V’(q) =
Άρα Συμπέρασμα :
Εάν θέλουμε γραμμική συνάρτηση ζήτησης μπορούμε να την προσδιορίσουμε εύκολα
για ένα αγαθό χωρίς σημαντικό αποτέλεσμα εισοδήματος από την αρχική συνάρτηση
ζήτησης και τότε ο καταναλωτής μεγιστοποιεί
ΘiV q
p q
Τι γνωρίζουμε
1) Ο τέλειος ανταγωνισμός είναι αποτελεσματικός p=MC
Το μονοπώλιο είναι αναποτελεσματικό p>MC
Πόσο αναποτελεσματικό είναι?
Μπορούμε να το διορθώσουμε ( κυβερνήσεις)?
Γιατί τόσο πάθος με τιμές χαμηλές?
2) Τα Β.Ο. είναι εκεί όπου η μικροοικονομία συναντά τον πραγματικό κόσμο της
επιχείρησης και της πολιτικής.
• Ανταγωνιστική στρατηγική
• Προμήθειες
• Αντιμονοπωλιακή πολιτική
• Έλεγχος
3) Κλασσικά παραδείγματα
¾ Αεροδρόμια και απώλεια βαλιτσών
-Δεν είναι ανίκανοι
-Θέλουν την εξυπηρέτηση πελατών
Άρα: Τεχνοκρατική δεύτερης σκέψης και ανάλυση των κινήτρων.
Αρχίζουμε να σκεπτόμαστε ως οικονομολόγοι.
¾ Γιατί οι εταιρείες ασύρματης τηλεφωνίας κατακτούν το internet?
-Είναι μόνο φθηνότερο
-Είναι καλύτερο
Συνάρτηση Παραγωγής
Ce = ƒ (k, ℓ)
α) MP ℓ = ∂ ƒ
∂ℓ
MP k = ∂ ƒ
∂k
=
β) Συμπληρωματικοί Συντελεστές :
Υποκατάστατοι Συντελεστές :
=
≥0
<0
γ) Αποδόσεις κλίμακας : έστω λ>ℓ
Αύξουσες αποδόσεις : f (λκ , λε) > λf (ℓ, κ)
Φθίνουσες αποδόσεις: f (λκ , λε) < λf (ℓ, κ)
Σταθερές αποδόσεις: f (λκ , λε) = λf (ℓ, κ)
Συνάρτηση Κόστους
Έστω ω, γ οι αμοιβές τότε :
TC(ω,γ ,Ce)
TC=F+cCe
AC= F
TC(Ce)
MC= 2√cF
Ce
√F/C
Το Μέσο κόστος έχει ελάχιστο εκεί που τέμνεται από το οριακό.
Έστω Ce
>0 → AC(Ce)min και AC(Ce
)=MC(Ce
)
Σχέση Παραγωγής Κόστους
Ce= ℓ
∂>0
1
περιπτώσεις
1
1
0
/
TC=ωℓ=ω
0<∂<1
∂=1
∂>1
Ce=ℓ
Ce=ℓ
Ce=ℓ
TC= ω
/
/
/
AC= ω
/
ω
/
Συνάρτηση Ζήτησης
ελαστική
|
Ce= |>1
|
- p
|=1
|
|<1
P(Ce)=AR(Ce)
b
MR(Ce)
Σχέση MR(Ce) και Ελαστικότητα :
MR(Ce) = p(Ce) 1
1
AR(Ce)
Πλεόνασμα του Καταναλωτή:
CS(P)
P
Ce(p)=
CS(P) = εμβαδόν τριγώνου
=
Στοιχεία Ισολογισμού
•
•
•
•
Έσοδο p*q
Δαπάνες , Λειτουργικές
Κέρδος
Μικτό κέρδος
Άσκηση : Πως θα βρούμε όλα τα παραπάνω από ανάλυση ισολογισμών ;
Θεωρία Επιχείρησης
Τι είναι επιχείρηση
Μια έννοια που επιτυγχάνει να παράγει (πουλάει) περισσότερο (Θεσμός , Δομή)
αποτελεσματικά από ότι εάν τα συνθετικά της στοιχεία δρούσαν ανεξάρτητα.
1) Κάθετη ενοποίηση
2) Εξουσία
Βασική Αρχή : Αποτελεσματικότητα άρα αρχή της αποδόμησης. Integration vs.
Disintegration.
Τρείς Βασικές Θεωρίες
α) Τεχνολογική : Οικονομίες κλίμακας- Οικονομίες αντικειμένου (Joe Bain)
β) Συμβολαιακή : Σχέση αγοραστή-πωλητή. Άλλο πριν μπω στο κατάστημα και άλλο
αφού μπω.
Διμερής σχέση : Hold up problem. Ιδιοσυγκρασιακές σχέσεις και επενδύσεις. Σχέσεις
εξάρτησης. (O.Williamson).
γ) Ατελή – Σύμβαση (Νομική) : Τα συμβόλαια είναι μορφές διακυβέρνησης.
Περιγράφουν τι πρέπει να γίνει χωρίς να λαμβάνονται όλα τα πιθανά ενδεχόμενα.
Άρα ο βαθμός ενοποίησης εξαρτάται ή μετρά την έκταση της εξουσίας που διαχέεται στα
συμβαλλόμενα μέρη.
Θεωρία Ι
Ορίζουμε τις οικονομίες κλίμακας και αντικείμενο.
C(q) : το ελάχιστο κόστος όπου οι εισροές παράγουν q
F+
C(q) =
0
F 0
0
C’’(q) <0
q φθίνον MC
Έστω 0 < q1 < q
→
<
φθίνον AC.
Υποαθροιστική Συνάρτηση Κόστους
Σ c ( ) > c (Σ
) → Single product , Οικονομίες κλίμακας
Φθηνότερα μαζί τα τμήματα παρά ανεξάρτητα
Σ c (q ) > c (Σq ) → Multiproduct
Οικονομίες αντικειμένου
c ( q , 0) + c (0, q ) > c (q , q ) → Stand alone cost
Μεταφορά ατόμων και εμπορευμάτων.
Είναι Θεωρία : Όχι γιατί …
•
•
•
Οι οικονομίες κλίμακας υπάρχουν μόνο στην επιχείρηση (Arrow).
Puzzle of Selective Intervention Williamson γιατί αν ενώσουμε τμήματα
βελτιώνουμε.
Merges
Θεωρία ΙI : Μακροχρόνια Σχέση
Μακροχρόνιες σχέσεις προκύπτουν λόγω
Switching cost Specific investment Oliver Williamson (2009)
Ιδιοσυγκρασιακή επένδυση : Όταν ο συναλλασσόμενος γνωρίζει τον άλλον και άρα
κάνει πιο εύκολη την συναλλαγή στο μέλλον.
Hold-up Problem
Site specific, human capital
¾
¾
¾
¾
Το εμπόριο δημιουργεί πλεόνασμα.
Το πλεόνασμα δημιουργεί διαπραγμάτευση.
Η διαπραγμάτευση δημιουργεί συμβόλαιο.
Το συμβόλαιο δημιουργεί σχέση ιδιοσυγκρασιακή π.χ. ειδική επένδυση (δεν θέλω
να την χαλάσω).
Όρια στην Μακροχρόνια Σχέση
1) Πάντοτε υπάρχουν ευκαιρίες εξωτερικές.
Opportunism
Ευελιξία
ή
Προ opportunism
2) Ενοποίηση μεταξύ των εργαζομένων.
3) Signal in short term.
Πρόβλημα για Franchise ή εσωτερική ανάπτυξη.
Ατελή Συμβόλαια : Holstrom
Γιατί υπάρχουν :
ώ
ώ
ό
έ
ύ
ό ί ύ
ή ί ύ
ά
Άρα:
Οι επιχειρήσεις υπάρχουν για να ελαχιστοποιούν το κόστος των συναλλαγών.
Λύσεις στις ατέλειες
•
•
Εξωτερική Διαιτησία (είναι καλύτερη η εσωτερική).
Εξουσία (Gossman+Hart, Hart+Moore).
Η εξουσία αλλάζει το status-quo στην διαπραγμάτευση.
Η κατανομή της εξουσίας επηρεάζει τα οφέλη από την συναλλαγή και τα κίνητρα για
επενδύσεις. Μεγιστοποίηση Κέρδους
Ορισμένα Εισαγωγικά : Διάκριση Τιμών
•
Τι είναι η Διάκριση Τιμών ?
Διαφορετικοί καταναλωτές να πληρώνουν για την ίδια ποσότητα διαφορετική τιμή.
• Υπάρχει αντίρρηση για αυτή την συμπεριφορά των επιχειρήσεων?
• Υπάρχει όριο στην έκταση άσκησης της Δ.Τ.?
Μήπως τελικά το συγκεκριμένο γεγονός ή/και πλεονέκτημα αποτελεί λογικό αποτέλεσμα
της αρνητικής καμπύλης ζήτησης?
• Αρνητική Ζήτηση και (Δ.Τ.) μας επιτρέπει να χρεώνουμε διαφορετικά στους
ενδιάμεσους καταναλωτές.
• Αρχίζουμε να βλέπουμε διαφορετικά την «επιθυμία για πληρωμή» και την
«τιμή» του αγαθού.
Εάν κάποιος θέλει να πληρώσει p>MC (μικρότερο από την τιμή της αγοράς) τότε η
λύση είναι Δ.Τ.
Άρα Δ.Τ. υπάρχει όταν μεταξύ καταναλωτών-αγοραστών ισχύει διαφορά στην «επιθυμία
για πληρωμή» (wtp).
¾ Ευκαιρία και προσπάθεια του παραγωγού να χρεώνει τιμή όσο κοντύτερα γίνεται
στο (wtp). Δεδομένου ότι το γνωρίζει.
¾ ‘Όσο πιο απότομη είναι η πτώση τόσο μεγαλύτερη είναι η διαφοροποίηση του
(wtp). Άρα καλύτερη δυνατότητα για Δ.Τ.
¾ Η Δ.Τ. είναι πιο εφικτή όταν το (wtp) συνδυάζεται με κάποιο χαρακτηριστικό που
μπορούμε να το εξακριβώσουμε.
Τύποι Δ.Τ.
1. Τέλεια Διάκριση (χρεώνουμε για κάθε αγορά την wtp).
2. Χρησιμοποιούμε αντικειμενικά κριτήρια διαφοροποίησης για να χωρίσουμε τις
αγορές (φύλο, ηλικία, θέση στην ιεραρχία, επαγγελματική θέση).
3. «Αυτοπροσδιορισμός» : Οι αγοραστές από μια ποικιλία επιλογών επιλέγουν
εκείνη που τους ταιριάζει.
Πότε η Δ.Τ. είναι εφικτή / κερδοφόρα?
a. Δεν μπορούμε να την εφαρμόσουμε όταν υπάρχει διαμεσολάβηση /
επαναπώληση (resale/arbitrage).
b. Ανταγωνιστικός περιορισμός : Πρέπει να δοθεί με έκπτωση εάν δίνεται με
κέρδος στους άλλους (φοιτητικό εισιτήριο).
c. Η χαμηλότερη τιμή δίνεται σε σχέση με κάτι που να μπορούμε να το
αποδείξουμε.
Παράδειγμα:
Η τιμολόγηση των βελτιώσεων στο λογισμικό. Δύο εκδοχές.
1. Αυτός που την έχει αγοράσει πληρώνει λιγότερο από τον καινούργιο.
2. Αφού αγόρασε την παλαιά έχει εκφράσει ισχυρή βούληση και άρα πρέπει να
υπερτιμολογηθεί (πως αποδεικνύεται ότι δεν την έχεις).
Τι σημαίνει στα κέρδη?
•
•
•
Δεν διαφέρουν τα κέρδη σε δύο groups?
Υπάρχει πάντοτε η μέση λύση?
Πόσο εύκολη είναι η Δ.Τ.?
Και όμως είναι εντυπωσιακό πόσες πολλές επιχειρήσεις το θέλουν.
(Άσκηση : Εάν η ζήτηση είναι γραμμική και το MC=AC=K πως συνδέονται σφάλματα
στις τιμές που χρεώνουμε στα κέρδη που πραγματοποιούνται)
™ Εάν έχουμε διαφορετικές ελαστικότητες στις ομάδες :
• Χρησιμοποιούμε τον κανόνα του Lerner.
• Μας ενδιαφέρουν οι ελαστικότητες και όχι (wtp).
• Τιμολόγηση των γενετικών φαρμάκων.
• Τιμολόγηση των αεροπορικών εισιτηρίων.
Ευημερία και Δ.Τ. ?
1. Επικερδές για τις επιχειρήσεις.
2. Όχι ξεκάθαρο για τους καταναλωτές (κάποιοι περισσότερο, κάποιοι λιγότερο).
3. Για δεδομένο Ce, ΔΤ μειώνει την συνολική αποτελεσματικότητα (αυξάνει μόνο
εάν οι χαμηλοί δεν αγοράσουν και αγοράσουν οι υψηλοί έχουμε αύξηση της
ευημερίας).
4. Αποτελεσματικότητα αυξάνει εάν αυξηθεί το Ce (αρκετή).
5. Είναι σίγουρο ότι πάντοτε πρέπει να στηρίζουμε καταναλωτές και παραγωγούς το
ίδιο?
Π.χ. Δικαιώματα ευρεσιτεχνίας
• Ανάπτυξη των δικτύων.
• Περισσότερη επιχειρηματικότητα και τεχνογνωσία.
• Νέα προϊόντα που δεν θα εισάγονται στην αγορά.
• Χωρίς Δ.Τ. δεν παράγονται διότι p=MC είναι αποτελεσματικό
υπό την προϋπόθεση ότι έχουμε παραγωγή.
Σταθμικά Οικονομικά της Ευημερίας
max (CS+Π)
s.t. Π≥0
max (a CS + b Π) → Ramsey pricing
Για την Επιτροπή Ανταγωνισμού Δ.Τ. είναι εντάξει.
Ας μην ξεχνάμε οι επιπτώσεις ευημερίας στο μονοπώλιο.
Δεν είναι ίδιες με αυτές στον Ανταγωνισμό.
¾ Η Βασική Αρχή
q = D(p)
c(q)
p= P(q)
Π=
Πm →
)) = - ′
′
= Ορισμένα βασικά Συμπεράσματα
¾ Εάν η ελαστικότητα Ζήτησης είναι ανεξάρτητη της τιμής τότε ο μονοπωλητής
προσαρμόζει τις τιμές στις μεταβολές του κόστους απλά με ποσοστιαία αύξηση ή
μείωση.
A. Μονοπώλιο με πολλά προϊόντα.
max ∑
(p),
(p)………………, (p) )
προκύπτει :
–
Όπου :
= – ∑
Ε
Ε
#
– = είναι η ελαστικότητα ζήτησης
= η σταυροειδής ελαστικότητα
=
τα έσοδα από το αγαθό i.
έ ή
. ό
Το πρόβλημα συνδέεται κυρίως με την Ε
.
εάν
Ε <0
αγαθά υποκατάστατα ο Lerner , είναι μικρότερος από τον μονοπωλιακό.
Τα εργοστάσια ανταγωνίζονται.
εάν
Ε >0
συμπληρωματικά ή
ό
> Lerner
B. Aνεξάρτητα Ζήτηση κοινό Κόστος (peak load pricing).
TC (qM , qL , K = c (qM , qL ) + ΓΚ
Όπου Κ είναι ο αριθμός των πελατών μέσα στον χρόνο.
ΓΚ= κόστος επένδυσης
MRM = (qM ) = c +Γ
MR = (qL ) = c
pM = AM - CeM pM =
AM qM > qL pL = AL - CeL >
AL = pL Μην ξεχνάμε ότι όταν έχουμε σταθερό μέσο κόστος : MR = MC = 0
Συμπέρασμα : Η παραγωγική δυνατότητα προσδιορίζεται από την αιχμή.
Οι πελάτες της χαμηλή περιόδου πληρώνουν φθηνότερα.
Μονοπώλιο με Διαρκή Αγαθά
Εικασία Coase : Ένα μονοπώλιο που πουλάει διαρκή αγαθά θα συμπεριφερθεί
διαφορετικά από ένα κανονικό μονοπώλιο.
p = 100 – Q
p= 100 – q
t=1
100
t=2
100-q
100-q
100
q
100-q
2
Πουλάω = χρεώνω μια τιμή για άπειρη περίοδο.
Διαφορά
από
Ενοικιάζω-Μισθώνω = πληρώνω για τις υπηρεσίες μιας περιόδου.
Υπόθεση :
Μηδενικό κόστος παραγωγής
Ενοικιάζω :
MR (q ) = 100 - 2q = 0 = MC (q )
qR = qR = 50 και Π R = 2500 για t = 1,2.
Π R = 5000
Πουλάω :
Υποθέτουμε ότι όποιοι αγοράζουν στην t=1 δεν ξαναγοράζουν.
Άρα t=2 έχουμε υπολειμματική ζήτηση.
t=1
t=2
p = 100 - q
_
p = 100 - q - q
_
άρα MR (q ) = 100 - q - 2q = 0
στην μισή απόσταση
_
άρα q = 50- q /2
_
_
_
p = 100 - q – (50 - q /2) = 50 - q /2
_
Π = p * q = 50 q /2
Η τιμή που πρέπει τώρα να χρεώσει την πρώτη περίοδο είναι :
_
_
P = 100 - q + P = 100 - q + 50 - q /2 = 150 - 3q /2
Γιατί το χρησιμοποιεί άλλωστε
Max (Π + Π ) = (150 - 3q /2) q + 50 0 = 100 - Sq /2
qS = 30
→
qS = 90
= 4.500 < 5000 =
qS = 40
q /2
qS = 30
Διάκριση Τιμών :
Βασική Αρχή = Άρση της Υπόθεσης της ενιαίας τιμής
Μη γραμμική τιμολόγηση.
Ο καταναλωτής αγοράζει σύμφωνα με την σχέση :
Τ(q) = A + p * q
όπου Α= σταθερή τιμή
p = οριακή τιμή
Δύο Τύποι Διαμεσολάβησης
Μεταφορά του αγαθού
(non-linear pricing)
Μεταφορά της Ζήτησης
(bundling + tying)
Αυτοπροσδιορισμός
Χωρίς δυνατότητα διάκρισης.
Επηρεάζουμε το κόστος
Συναλλαγών μεταξύ των
Καταναλωτών.
Πως γεννήθηκε το Πρόβλημα
Έστω μονοπωλητής με q= 4 – p και AC = MC = 0
_
TC =K
4
P=2
=4-κ
4
MR=2
Υποθέτουμε ότι ο μονοπωλητής αποφασίζει να τα πουλήσει «πακέτο» ή όλα ή τίποτα.
Και μάλιστα πουλάει συγκεκριμένο αριθμό q = 4. Ποια είναι η επιθυμία του
καταναλωτή?
Το πλεόνασμα ήταν (4*4)/2 = 8>4
Άρα υπάρχει μέθοδος που επιτρέπει τον μονοπωλητή να κάνει μεγαλύτερα κέρδη.
SOS Regulation
Τυπικά εάν δεχτούμε ότι υπάρχουν (n) πελάτες τότε :
=
όπου
= ανταγωνιστική ποσότητα.
p q+
Χρεώνει T(q) =
0 il q=0
=
+
-c( )
όπου
το ατομικό πλεονέκτημα
Επειδή όμως τέλεια διάκριση του τύπου T(q) δεν είναι εύκολη για κάθε ένα καταναλωτή
εκτός από την :
1. Περιφερειακή διαφοροποίηση και κάθετη ενοποίηση.
2. Ενδιάμεσα αγαθά και διάκριση τιμών πρώτου βαθμού (μέσω δικαιωμάτων).
Patman – Robinson.
Διακρίσεις Ρεαλιστικές ( Δευτέρου και Τρίτου).
¾ Υποθέτουμε ότι δεν γνωρίζει το πλεόνασμα.
¾ Ξέρει ότι δεν πρέπει να δημιουργήσει διαμεσολάβηση.
Αγορές με αναγνωρίσιμα χαρακτηριστικά.
•
Υψηλή Χαμηλή Ζήτηση ( Καλοκαίρι – Χειμώνα )
Διάκριση Τιμών και Αυτοεπιλογή ( β’ Βαθμού)
Αρχή : Μη γραμμική τιμολόγηση μπορεί να αυξήσει τα κέρδη.
Απλή Λύση : Μονοπώλιο που αντιμετωπίζει ταυτόσημους καταναλωτές. Γιατί ?
a. Να υπάρχει το deadweight less.
b. Να υπάρχει πλεόνασμα.
Μη γραμμική :
α) MP = MC
β) T = S
Λύση : Πρόταση take – it – or – leave – it . (Bundling)
Σύνθετη : Τι γίνεται αν δεν πρέπει ο μονοπωλητής να γνωρίζει την (wtp) ή αντιμετωπίζει
διαφορετικούς καταναλωτές και δεν γνωρίζει ποιος είναι ποιος ?
Δύσκολο κι όμως εφικτό. (Tying)
Έστω ότι πουλάει δύο αγαθά ( x, y).
i = 1, 2 (καταναλωτές που αγοράζουν μία μονάδα το περισσότερο και έχουν
διαφορετικές wtp).
Έστω :
καταναλωτές
Έστω
NT
αγαθά
χ
y
1
V’x = H
V’y = L
2
L
H
=
NT
=L
και οι δύο αγοράζουν και τα δύο έχουμε Π = 4L.
Έστω
NT
=
NT
=H
Ο καταναλωτής (1) αγοράζει μόνο Χ και ο καταναλωτής (2) μόνο Y.
Άρα Π = 2H
H εάν H > 2L
NT
=
NT
=
L εάν H < 2L
2Η εάν H >2L
και Π =
4L εάν H <2L
Έστω Tying. Πουλάει δηλαδή μόνο πακέτα.
Μια μονάδα του Χ και μια μονάδα του Y στην τιμή
T
T
. Είναι λογικό να ισχύει :
=Η+L
και τότε
T
= 2 ( Η + L)
H>L>0
T
>
NT
Πως γίνεται αυτό : Όταν θέλουμε να έχουμε δύο κατηγορίες με διαφορετικά (wtp)
ευσυνείδητα τη φτιάχνουμε διαφορετικά.
• Τύποι αγαθών (versioning).
• Τύποι σιδηροδρομικών βαγονιών.
• Βιβλία χωρίς σκληρό κάλυμμα.
Όπως παρατηρούμε δεν είναι αναγκαίο να διαφοροποιούμε την ποσότητα αλλά και μηαντικειμενικά χαρακτηριστικά των αγαθών (χρόνος, ποιότητα, παραγγελία,
προπαραγγελία). Άρα ψάχνουμε για χαρακτηριστικά που είναι πιο σημαντικά για
κάποιους.
Τι Αξιολογούμε :
•
•
Κόστος έρευνας
Wtp
Προσοχή στα εξής στοιχεία :
a) Τιμολόγηση συμπληρωματικών αγαθών.
i. Super Markets & Parking
ii. Αγορά σπιτιών
iii. Συναλλαγές με πιστωτικές κάρτες.
iv. Εισαγωγικές προσφορές
v.
Εκτυπωτές και Μελάνι
b) Τιμολόγηση Υποκατάστατων.
i. Έστω μια αύξηση στις πωλήσεις του (1) μειώνει τις πωλήσεις του (2)
έχουμε εικονικά κόστη στην τιμολόγηση άρα έχουμε το φαινόμενο του
«κανιβαλισμού».
Πρόβλημα σημαντικό για τις οριζόντιες εξαγορές και συγχωνεύσεις επιχειρήσεων.
Στατικός Ανταγωνισμός και Υποδείγματα Διαφοροποίησης
Το Θέμα
•
Η επιχείρηση στην επιδίωξη της να εμπλακεί σε μια επιχειρηματική
δραστηριότητα επιλέγει την θέση της στον «χώρο» των αγαθών.
Γιατί : Διότι με τον τρόπο αυτό αποκτά μονοπωλιακή δύναμη (brand, niche κ.λπ.).
Επιδιώκει να αναδείξει την διαφορετικότητα της.
•
Η επιχείρηση με αυτή την διαδικασία αντιλαμβάνεται ότι μπορεί να διαμορφώσει
στρατηγική συμπεριφορά ώστε με αντικείμενο το κέρδος να διαχειρίζεται την
έκταση της διαφοροποίησης των προϊόντων που παράγει ώστε σε ποιοτικό
επίπεδο να παραμένει στις αγορές που δραστηριοποιείται και για τμήμα των
καταναλωτών «πιστοί πελάτες» μονοπωλητές.
Το Ερώτημα
•
•
•
•
•
Πως προσδιορίζεται αυτή η επιλογή
Τι επιπτώσεις έχει στις πραγματικές οικονομικές επιλογές
Πως σαν αποτέλεσμα οι αγορές προσδιορίζουν ή δεν προσδιορίζουν ζήτηση για
την ποικιλία των αγαθών που τους προσφέρονται.
Πως ο μονοπωλητής διαθέτει «ποιότητες» αγαθών ανάλογα με την δυνατότητα
του να τα διαθέτει στην αγορά.
Πως όλα τα ανωτέρω «στρεβλώνουν» την επιλογή των καταναλωτών.
¾ Ένα βασικό στοιχείο που θα επηρεάσει την συμπεριφορά του μονοπωλητή –
επιχειρηματία και οφείλουμε να το προσέξουμε έχει να κάνει με το κατά πόσο η
ποιότητα αναγνωρίζεται και σε τι βαθμό, καθώς και αν αναγνωρίζεται πριν ή
μετά την αγορά (γνωρίζει ο καταναλωτής τι αγοράζει πριν και άρα προτιμά
συγκεκριμένη ποιότητα ή εκ των υστέρων οπότε μπορεί να παρακαμφθεί).
Τέλος, ένα ενδιαφέρον ενδεχόμενο που θα εξετάσουμε στην περίπτωση της εκ
των υστέρων γνώσης της ποιότητας συνδέεται με το κατά πόσο υπάρχουν
επαναλαμβανόμενες αγορές από τον επίδοξο καταναλωτή ή απλά η αγορά δεν
επαναλαμβάνεται (θέματα reputation, signaling, φήμη κ.α.).
Διαγραμματική Απεικόνιση
Προϊόν (ορισμός του κλάδου)
Προιόν (ορισμός του κλάδου)
αντικειμενική
υποκειμενική
Διάκριση
Διαφοροποίηση
κάθετη
οριζόντια
Ορισμός Αγαθού από
χαρακτηριστικά
Επιλογή Ποιότητας (Γιατί: πόση ποιότηταποικιλία θα εισάγω στην αγορά)
Υπερ-ποιότητα
Υπο-ποιότητα
Διαφοροποίηση &
Πληροφόρηση
Γνώση Πριν
(search goods)
Γνώση Μετά (warranty
goods, experience goods)
Moral Hazard
Δημόσια
Πολιτική (?)
Επαναλαμβανόμενες
Πωλήσεις
Θέμα 2 : Ορισμός του κλάδου
•
•
•
•
•
Συνδέουμε τον κλάδο με το προϊόν.
Αλλά οι επιχειρήσεις παράγουν πολλά προϊόντα. Η επιλογή αυτή αφορά
συμπληρωματικότητες στην ζήτηση και στο κόστος. (Βλέπε: Ramsey).
Όχι μόνο λόγω αποτελέσματος εισοδήματος αλλά και λόγω σταυροειδούς
ελαστικότητας.
Οι βασικοί αναλυτές του προβλήματος Hotelling, Chamberlin, Lancastef (Σύνολο
χαρακτηριστικών).
Αν λοιπόν μιλάμε για σημείο στον χώρο των χαρακτηριστικών ο ορισμός του
κλάδου προσδιορίζεται από την έκταση της ισχύος της σταυροειδούς
ελαστικότητας (κάτι αντίστοιχο με το μέτρο της αυτοσυσχέτισης στην
στατιστική).
Θέμα 3 : Κάθετη Διαφοροποίηση : Υψηλή και Χαμηλή Ποιότητα
Εάν τα αγαθά αξιολογούνται αντικειμενικά ως προς την ποιότητα (όχι αναγκαστικά
απόλυτα αλλά σχετικά) από ποιο σημείο και μετά δεν θα παράγεται ποιότητα?
Έστω :
Θs – p
εάν αγοράζει ένα αγαθό ποιότητας (s) στην τιμή (p).
0
εάν δεν αγοράζει.
U=
Θ = μία σταθερά που εκφράζει βαθμό προτίμησης στην ποιότητα (καταναλωτική
στάθμιση).
>
ο καταναλωτής (1) αξιολογεί περισσότερο από τον καταναλωτή (2) το
συγκεκριμένο επίπεδο ποιότητας.
Εάν υπάρχουν πολλές ποιότητες (π.χ.
,
με
<
πρέπει να κάνουμε υπόθεση ως προς το κατά πόσο
τότε προφανώς
<
αλλά
≥
Δηλαδή : η ανά νομισματικά μονάδα ποιότητα δεν αναστρέφει την ποιοτική αξιολόγηση.
Που οδηγείται η συγκεκριμένη επιλογή του παραγωγού ?
s-
p
U=
0
Όπου
: οριακή χρησιμότητα της ποιότητας και του εισοδήματος.
1) Υπάρχει μόνο μια ποσότητα (s). Η τιμή είναι (p). Θs ≥ p και εάν υπάρχουν Ν
πελάτες που θα το αγοράσουν :
D(p) = N 1
Εάν Θ
είναι η ζήτηση.
f(θ)
και
F (θ)
0 , ∞
F (0) = 0 και F (+∞) = 1
άρα F (θ) το τμήμα των πελατών που έχουν προτιμήσεις μέχρι Θ.
2) Υπάρχουν δύο ποιότητες
2α) επίσης
≥
,
: ( <
,
<
)
Η ζήτηση για ποιότητα (1) είναι :
(
,
)=N 1
0
2β) Δεν ισχύει
≥
Τότε ο καταναλωτής με Θ = (
-
) / ( Αγοράζει υψηλή ποιότητα επειδή -
-
)
≥ -
Θ ≥Θ
Αλλά όσοι έχουν
Άρα οι ζητήσεις είναι :
(
,
)=N
>Θ>
(
2
2
1 1
αγοράζουν αλλά χαμηλή ποιότητα.
)=N 1
,
2
2
1 1
υψηλή ποιότητα
1 1
και οι υπόλοιποι δεν αγοράζουν καθόλου.
Συμπέρασμα : Εάν γνωρίζουμε την διαστρωματική διασπορά (ή την συχνότητα
πιθανότητας αυτής ) της οριακής χρησιμότητας των εισοδημάτων που αγοράζουν το
προϊόν μας και μπορούμε να το διαφοροποιήσουμε αντικειμενικά (επίπεδα ποιότητας)
τότε μπορούμε να προσδιορίσουμε απλά την ζήτηση (υποθέτουμε απλά τον αριθμό των
καταναλωτών) και να μεγιστοποιήσουμε κέρδη έτσι ώστε να γνωρίζουμε τις τιμές που θα
χρεώσουμε.
Το βασικό συμπέρασμα όμως είναι ότι η τιμή δεν θα είναι ίδια μεταξύ των διαφορετικών
ποιοτήτων ( Ramsey).
Οριζόντια Διαφοροποίηση
Σε αντίθεση με την «αντικειμενική» διαφοροποίηση όπου η αξιολόγηση των
«ποιοτήτων» δεν συνδέεται με τον καταναλωτή στην οριζόντια δεχόμαστε ότι κάποια
χαρακτηριστικά των αγαθών μπορεί να συνδέονται με τον πιθανό καταναλωτή.
Η πιο γενική περίπτωση αφορά τα «γούστα» του. Μια ειδική αποτύπωση αυτής της
διαφοροποίησης ( η πρώτη που αναφέρθηκε ) αφορά την «θέση» (υπόδειγμα Hotelling).
Γραμμική Πόλη
Κατ(1)
x
Κατ (2)
x = απόσταση
x μεταξύ Κατ (1) – Κατ (2) = 1
t = κόστος να διανύσουν απόσταση x
,
= οι τιμές του ίδιου προϊόντος στα καταστήματα 1,2
s = πλεόνασμα από τον καταναλωτή μίας μονάδος
άρα
Δυοπώλιο
ss-
-
-
αδιαφορία
x(
,
)=( -
(
,
)=Nx(
(
,
)=N 1
_
s-
+ t ) / 2t
,
)
,
_
s-
_
s- _
s- -
x(
,
)
Απόλυτο Μονοπώλιο
Έστω - ≥ t το κατάστημα (1)
έχει όλη την αγορά
_
s-
(
s-
,
)=N
Τοπικό Μονοπώλιο
s-
sΕάν s – t ≤
,
≤ t οι καταναλωτές
που δεν αγοράζουν είναι για όσους ισχύει η συνθήκη
+
_
+t>2s
Επιλογή της Ποιότητας
Μέχρι τώρα εξετάζουμε ένα μονοπωλητή που με δεδομένο τον εξωγενή προσδιορισμό
της ποιότητας επιλέγει πόσο θα παράγει ανά ποιότητα και τι τιμή θα χρεώσει. Στην
ακραία περίπτωση εξετάσαμε και την περίπτωση που η τιμολόγηση του αφήνει κάποιους
καταναλωτές χωρίς εξυπηρέτηση.
Προσοχή : Το υπόδειγμα της Γραμμικής Πόλης αφορά βέβαια έναν πωλητή που
προσδιορίζει την τιμολόγηση του προϊόντος σε διαφορετικά, αλλά δικά του, σημεία
πώλησης (π.χ. πολυκαταστήματα).
Τώρα θα εξετάσουμε την περίπτωση ενός μονοπωλητή που κάνει διπλή επιλογή.
Διαλέγει ταυτόχρονα για δύο μεταβλητές.
P = τιμή
S = ποιότητα
ώστε να μεγιστοποιήσει τα κέρδη του (M. Spence 75).
Και για να δούμε την στρέβλωση που προκύπτει από την συμπεριφορά του
συγκεκριμένου μονοπωλητή θα την συγκρίνουμε με την επιλογή ενός «κοινωνικά
συνεπούς» μονοπωλητή.
Ενός δηλαδή, που αντί να μεγιστοποιεί τα κέρδη, μεγιστοποιεί ευημερία.
Υπόδειγμα :
p = p (q , s)
όπου p = τιμή
q = ποσότητα
s = ποιότητα
= q * p (q, s) – c (q, s)
ή
,
,
Πρώτη Τάξη
2
1
q
(q, s) + q
(q, s) =
(q, s) =
(q, s)
(q, s)
P(q, s) =
(q, s)
,
,
Η διαφορά μεταξύ των δύο πρώτων σχέσεων έχει ως εξής :
¾ Ενώ ο μονοπωλητής ενδιαφέρεται για την επίπτωση του προϊόντος στην τιμή, ο
«σχεδιαστής» ή η ανταγωνιστική επιχείρηση δεν ενδιαφέρεται.
¾ Η διαφορά μεταξύ των δύο δεύτερων σχέσεων έχει ως εξής :
Ο «σχεδιαστής» ενδιαφέρεται για την «μέση οριακή αξιολόγηση» της ποιότητας
,
ενώ ο μονοπωλητής για την «οριακή αξιολόγηση» της ποιότητας
όπου το πρώτο οριακό αφορά τον καταναλωτή και το δεύτερο την ποιότητα.
Διαφορετικά : ο σχεδιαστής ενδιαφέρεται για την οριακή μεταβολή της ποιότητας στον
«μέσο καταναλωτή» ενώ ο μονοπωλητής για την μεταβολή της ποιότητας στον
τελευταίο.
Το κίνητρο για να προσφέρει ποιότητα σχετίζεται με την οριακή χρησιμότητα να
πληρώσει ο οριακός καταναλωτής για τον μονοπωλητή και ο μέσος καταναλωτής για τον
«σχεδιαστή».
Συμπέρασμα (υπό κρίση) : Ο μονοπωλητής εάν αποφασίσει να παράγει ίση ποσότητα με
τον σχεδιαστή θα παράγει γενικά και περισσότερη ποιότητα. Περιορίζει γενικά ποσότητα
για ποιότητα.
Εφαρμογές
•
•
Επιλογή της ποιότητας των λαμπτήρων (Swan).
Επιλογή της άριστης διαφημιστικής δαπάνης (Dorfman + Steiner)
Αντί να διαλέγει ποιότητα τώρα μπορούμε να δεχτούμε ότι διαλέγει ποικιλία
(διαφορετικό αριθμό προϊόντων). Αντί δηλαδή συνεχής μεταβλητή να έχουμε διακριτή.
•
Η προηγούμενη ανάλυση μας δείχνει ότι ο καταναλωτής ανάλογα με την βάση
αναφοράς (σε σχέση με το επιλεγέν ποιότητα μονοπώλιο ή σε σχέση με τον
σχεδιαστή) μπορεί να παράγει μεγάλη ή μικρή ποικιλία αγαθών.
Συμπεράσματα :
1. Έστω κι αν συμπεριφέρεται ως μονοπωλητής στην τιμή έχει την τάση να υπέρπαράγει ποσότητα.
2. Δεν υπάρχει υπερπαραγωγή ποιότητας όταν ο μονοπωλητής μπορεί μέσω της
διαφοροποίησης των ποιοτήτων να πετύχει άριστη διάκριση τιμών.
3. Το ανωτέρω θέμα έχει μεγάλη σημασία για το με ποιο τρόπο θα κατανεμηθεί το
αποτέλεσμα του R + D.
Εάν δηλαδή έχουμε εσωτερική στην επιχείρηση έρευνα ή μέσω του δημόσιου
τομέα.
4. Η απώλεια ποικιλίας προϊόντων αυξάνεται όσο μεγαλύτερη είναι η ελαστικότητα
ζήτησης (λιγότερη μονοπωλιακή ισχύ).
5. Η ποιότητα μπορεί να λειτουργήσει προφανώς και ως εργαλείο εφαρμογής
διάκρισης τιμών. Στην περίπτωση αυτή πριν αρχίσουμε να χρησιμοποιούμε την
ποιότητα ως μέσο οφείλουμε να μελετήσουμε τα αγαθά.
Ποιότητα και Πληροφόρηση
Μελέτη των αγαθών ώστε η ποιότητα να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο διάκρισης.
1. Κατηγορίες αγαθών
i.
ii.
iii.
Αγαθά εμπειρίας
Αγαθά διερεύνησης
Αγαθά συνήθειας
Τα αγαθά διερεύνησης συνεπάγονται «εγγυήσεις» warranty.
Προφανώς οι εγγυήσεις άλλοτε δίδονται υποχρεωτικά όταν η διερεύνηση είναι κοινωνικό
αγαθό (π.χ. φάρμακα) ή ως μέσο εξασφάλισης των χαρακτηριστικών από τον
κατασκευαστή (συνήθως διαρκή καταναλωτικά αγαθά).
Και τα δύο έχουν το πρόβλημα της αβεβαιότητας και της στρατηγικής διαχείρισης της
πληροφόρησης (τι ουσιαστικά καλύπτει ένα σύνθετο ασφαλιστήριο).
Στα προϊόντα εμπειρίας το πρόβλημα της πληροφόρησης δεν ξεπερνιέται με εγγυήσεις.
Εάν έχουμε επαναλαμβανόμενες πωλήσεις η αξιοπιστία αποτελεί συνήθως τον
κατάλληλο μηχανισμό κινήτρων ώστε ο παραγωγός να προσφέρει ικανοποιητική
ποιότητα.
Τέλος, ένα ενδιαφέρον θέμα που έχει εξεταστεί στην βιβλιογραφία αφορά το πιθανό
ενδεχόμενο ο καταναλωτής να έχει ψευδαισθήσεις για την ποιότητα. Δηλαδή, να «υπέρ»
ή να «υπό» εκτιμά την αναμενόμενη πιθανότητα και να αποδειχθεί το προϊόν κακής
ποιότητας.
Στην περίπτωση αυτή ο ορθολογικός παραγωγός θα πρέπει να προσφέρει χαμηλότερη
εγγύηση σε αντάλλαγμα χαμηλότερης τιμής για την ίδια ποιότητα.
Διασπορά Τιμών και «Ψάχνοντας για την Χαμηλότερη Τιμή»
Έχοντας καλύψει την πλευρά της προσφοράς ως προς την δυνατότητα να
διαφοροποιώ τιμή και ποιότητα ώστε να απορροφά πλεόνασμα επιστρέφουμε στην
ζήτηση για να εξετάσουμε τους παράγοντες που αυτό μπορεί να εμφανιστεί από απλή
επιλογή του καταναλωτή.
Δηλαδή εξετάζουμε το ερώτημα γιατί ο καταναλωτής μπορεί να συμβάλλει με την
συμπεριφορά του στην άρση της αρχής «μία τιμή» για ίδια αγαθά στην ίδια
τοποθεσία σε δεδομένο χρόνο πώλησης. Ένα φαινόμενο που είναι έντονα εμφανές
στον χώρο του εμπορίου.
Η σχετική βιβλιογραφία που καλύπτει το φαινόμενο αυτό και μέσω της διασποράς
των τιμών και μας εισάγει στην θεωρία της «διερεύνησης» όπου εξετάζει πως οι
καταναλωτές διερευνούν αποτελεσματικά για την χαμηλότερη τιμή όταν υπάρχει
διασπορά συνδέεται με τα ονόματα των G. Sligler, Pratt Wise & Zeckhauser,
Reingannm, Salop, Stiglide, Shilony, Varian & Wilde & Schwartz.
Όπως προφανώς θα αντιλαμβανόμαστε βασικό στοιχείο της ανάλυσης θα είναι το
κόστος της διερεύνησης.
Στο κομμάτι που ακολουθεί εξετάζουμε δύο ερωτήματα :
1
Πως προσδιορίζεται η στρατηγική «τιμή επιφύλαξης» για έναν καταναλωτή
και πως ελέγχεται ο αριθμός των προσδοκώμενων επισκέψεων.
2 Πως οι επιχειρήσεις μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτή την γνώση για να
τιμολογήσουν τα προϊόντα τους.
Υπόδειγμα 1 :
Στην πόλη υπάρχουν (n) καταστήματα που διαθέτουν ένα συγκεκριμένο προϊόν.
Υποθέτουμε ότι
= i , i= 1…..n.
Δηλαδή το κατάστημα 1 χρεώνει
= 1 κ.ο.κ.
Δεχόμαστε ότι :
•
•
Ο καταναλωτής γνωρίζει την κατανομή αλλά δεν γνωρίζει ποιο κατάστημα
χρεώνει την συγκεκριμένη τιμή.
Ο καταναλωτής ψάχνει σταδιακά και έχει ένα κόστος διερεύνησης s > 0 για κάθε
φορά που επισκέπτεται ένα κατάστημα.
Έστω ότι επισκέπτεται ένα τυχαίο κατάστημα που του προσφέρει το αγαθό σε τιμή P.
U(P) είναι η προσδοκώμενη χρησιμότητα από την μείωση της τιμής που μπορεί να
πετύχει επισκεπτόμενος ένα άλλο κατάστημα.
U (P) =
… … … … … . (P – 1) + (P – 2) +……. + 1
Έστω φ = 1+2+3+……………..+ n
Επίσης φ = π + (π-1) + (π-2) + …………..+ 1
2φ = (π+1) + (π+1) + (π+1) +……………+ (π+1)
και υπάρχουν (n) παράγοντες (π+1) έχουμε :
2φ = n (π+1) άρα φ =
όπου (φ) είναι το άθροισμα και (n) είναι ο αριθμός
των όρων ή στην περίπτωση μας των καταστημάτων.
Εφαρμόζοντας την άσκηση στο υπόδειγμα με δεδομένο ότι
U (P) = 1 + 2 + ………...+ (p – 1)
έχουμε πρώτο όρο 1 και τελευταίο (p – 1) και άρα : U (P) =
Η επιλογή του καταναλωτή που έχει την δεδομένη προσφορά είναι να ελαχιστοποιήσει
το κόστος της προσδοκώμενης νέας επίσκεψης :
p εάν δεν ψάξει
L (p) =
s + p – u(p) εάν ψάξει άλλη μια φορά
όπου :
L (p) = το κόστος που ελαχιστοποιεί
s = το επιπρόσθετο κόστος μετάβασης στο νέο κατάστημα
Ο καταναλωτής σταματάει να ψάχνει όταν η τιμή που έχει p ≤ s + p – u(p) δηλαδή
u(p) ≤ s
_
_
Αποκαλούμε την τιμή ( p ) ως τιμή επιφύλαξης όταν ισχύει U ( p ) = s.
Άρα
_
_ _
U(p)=
=s
_
δηλαδή :
_
_
– p – 2ns = 0
p=
√
L(P)
_
_
stp – u( p )
45
αγοράζει
_
p
P
ψάχνει
¾ Άρα όσο s → 0 τόσο ο καταναλωτής ψάχνει μέχρι να βρει την χαμηλότερη τιμή.
s→0 p→1.
¾ Όσο αυξάνει το κόστος να ψάχνει τόσο ανεβαίνει η τιμή επιφύλαξης.
¾ Όσο αυξάνεται ο αριθμός των καταστημάτων που χρεώνουν διαφορετική τιμή
τόσο αυξάνεται η τιμή επιφύλαξης!!!!!!!!
Υποθέτουμε τώρα ότι (σ) είναι η πιθανότητα ο καταναλωτής να μην αγοράσει όταν
τυχαία επισκεφτεί ένα κατάστημα.
Για να βρούμε την τιμή (σ) που ο καταναλωτής δεν αγοράζει όταν έχει τιμή επιφύλαξης
(ρ) πρέπει να υπολογίσουμε την πιθανότητα για τα ακόλουθα ενδεχόμενα.
PЄ
( p + 1), ( p + 2),………n
άρα ( n – p ) τιμές που είναι μεγαλύτερες της τιμής επιφύλαξης με πιθανότητα 1/n.
σ≡
√
=1–
Και επειδή ο καταναλωτής αγοράζει με πιθανότητα 1 – σ στην πρώτη του επίσκεψη,
σ ( σ – 1 ) στην δεύτερη κ.ο.κ.
Στην (t) επίσκεψη
(1-σ).
Άρα ο προσδοκώμενος αριθμός καταστημάτων που θα επισκεφτεί είναι :
μ≡ ∑
μ=
1
=
√
Έτσι γνωρίζουμε σε σχέση με το κόστος «έρευνας» και τον αριθμό καταστημάτων ότι :
ο προσδοκώμενος αριθμός των καταστημάτων που θα επισκεφτεί ο καταναλωτής ισούται
με 1 μείον την πιθανότητα να αγοράσει στο πρώτο κατάστημα.
Ας εξετάσουμε τώρα πως διαμορφώνει η έρευνα για την χαμηλότερη τιμή από τους
καταναλωτές την ισορροπία στην αγορά.
Υπόδειγμα 2 :
Υπάρχει μια συνέχεια στο κόστος «διερεύνησης» μεταξύ των καταναλωτών (βλέπε
υπόδειγμα γραμμικής πόλης).
Η κατανομή τους έχει ως εξής:
(ψάχνουν)
0
(αγοράζουν τυχαία)
L
L<S<H
S
H
H > 3L > 0 (υπόθεση)
Υπάρχουν δύο μαγαζιά ένα D (εκπτωτικό) και δύο ND (μη εκπτωτικό). Τα δύο ND
και στα δύο (αλήθεια
ελέγχονται από την ίδια διοίκηση η οποία χρεώνει την ίδια τιμή
γιατί θέλουμε τρία καταστήματα).
_
Ορίζουμε ως μέση τιμή p =
Θεωρούμε ότι το κόστος είναι μηδέν και υποθέτουμε ότι ο καταναλωτής δεν γνωρίζει
πριν την διερεύνηση ποιο κατάστημα είναι εκπτωτικό και ποιο δεν είναι.
Έστω ότι για να το μάθει τέλος πρέπει να δαπανήσει (s).
_
To μόνο που γνωρίζει είναι η μέση τιμή ( p ).
Υποθέτουμε ότι αγοράζει μια μονάδα και προσπαθεί να ελαχιστοποιήσει το κόστος
αγοράς ενώ επιλέγει το κατάστημα τυχαία.
Πληρώνει την τιμή συν το κόστος διερεύνησης (s).
= το κόστος για ένα τυπικό καταναλωτή με κόστος (s).
sЄ L,H
+ ∂s εάν ψάξει για την φθηνότερη τιμή
=
_
P εάν αγοράσει τυχαία
∂ = η σχετική σημασία του κόστους διερεύνησης για τον συγκεκριμένο καταναλωτή (εάν
δεν ήταν κόστος και ήταν χρησιμότητα το
+ ∂s) θα εφαρμόζεται όπως και
μέχρι τώρα γνωστή μας συνάρτησης χρησιμότητας)
Οι τιμές που θα χρεωθούν από τους δύο τύπους επιχειρήσεων για να μην επηρεάζουν την
διερεύνηση (ισορροπία στον καταναλωτή) δίδονται από την σχέση :
+∂ s =p=
→
s =
∂
Άρα όσοι καταναλωτές έχουν (s) μικρότερο από ( s ) πληρώνουν και ψάχνουν γιατί τους
συμφέρει και όσοι έχουν μεγαλύτερο δεν ψάχνουν και πληρώνουν την μέση τιμή
(κάποιοι φθηνότερε κάποιοι ακριβότερα).
Για να βρούμε την ισορροπία στην αγορά πρέπει να προσδιορίσουμε τις καμπύλες
αντίδρασης σε ένα ολιγοπώλιο τιμής.
Οι προσδοκώμενοι πελάτες στο εκπτωτικό είναι όσοι ψάχνουν και όσοι τυχαία πάνε.
=
=S–L+
-L+
∂
Το εκπτωτικό μεγιστοποιεί κέρδη
αντίδρασης.
H
=
L
=
+
Με την ίδια διαδικασία το μη εκπτωτικό έχει :
=
Ζήτηση
H
H
+
H S
+
H
=
∂
+
∂
και προσδιορίζει μια συνάρτηση
Ισορροπία Καμπύλης Αντίδρασης
H
L
H
L
,
H
L
H
και αντίστοιχα κέρδη με s =
H L
Συμπέρασμα : Μία αύξηση της παραμέτρου του κόστους «διερεύνησης» (∂) αυξάνει την τιμή
που χρεώνουν όλα τα καταστήματα (D, ND).
αυξάνει όσο αυξάνεται το
κόστος διερεύνησης (s) και γίνεται ίση με το μηδέν όσο αυτό είναι αμελητέο.
(πως αυτό επηρεάζει τις αγορές μέσω internet, πως αυτό επηρεάζεται από άλλα στοιχεία
κόστους συναλλαγών π.χ. απόρρητο καρτών, ακαμψίες στην διεύρυνση των
συναλλαγών, κόστος κακών ταχυδρομικών συναλλαγών κ.α.)
Η διαφορά στην τιμή των καταστημάτων D, ND
Σιωπηρές Συμπράξεις και Δυναμικός Ανταγωνισμός
Οι επιχειρήσεις συμπράττουν και δεν δημιουργούν καρτέλ όπως γνωρίζουμε. Και τις
περισσότερες φορές οι συμπράξεις δεν είναι εμφανείς. Γίνονται «σιωπηρά», γίνονται με
σκοπό την μονοπώληση της αγοράς, γίνονται για να περιορισθεί ο ανταγωνισμός τιμών
μετά από ένα έντονο πόλεμο τιμών.
Το θέμα που θα μας απασχολήσει στο τμήμα αυτό αφορά την διαδικασία που ισχύσει
όταν ναι μεν στην αγορά υπάρχουν περισσότερες από μια επιχειρήσεις αλλά η
συμπεριφορά τους είναι «σιωπηρά» συμπεριφορά μονοπωλιακής επιχείρησης.
Παράλληλα λοιπόν με την συγκέντρωση στον κλάδο που αν επιτευχθεί επιτρέπει στην
ισχυρή και μεγάλη επιχείρηση να ελέγχει ως μονοπωλητής την αγορά με τις σιωπηρές
συμπράξεις (tacit collusions) οι επιχειρήσεις σε ένα επίπεδο δυναμικού ανταγωνισμού
(π.χ. πόλεμο τρίτων) αποφασίζουν να δημιουργήσουν περίπου μονοπωλιακά
περιβάλλοντα.
Σε τι περιβάλλοντα μπορούμε να καταγράψουμε συμπράξεις ?
a. Εάν οι επιχειρήσεις εμφανίζουν έντονη ευαισθησία στην στρατηγική η μία στην
άλλη.
b. Υπάρχει μεγάλη ευκολία να αναγνωριστεί η υπεκφυγή από την σύμπραξη (δεν
μπορείς να κοροϊδέψεις τον συμπράττοντα).
c. Υπάρχει μεγάλη επίπτωση σε αυτόν που αθετεί την συμφωνία από την
αντεπίθεση εκείνου που την τήρησε (π.χ. μικρός και μεγάλος παραγωγός).
Γενικά όμως το πιο σημαντικό στην σύμπραξη έχει να κάνει με «αμοιβαία εμπιστοσύνη»
μεταξύ των συμπραττομένων. Κλασσική περίπτωση είναι η «συμφωνία κυρίων» μεταξύ
των «νονών».
Η πολυπλοκότητα των συμπράξεων και η ποικιλία των επιπτώσεων από τον
ανταγωνισμό καθιστά το αντικείμενο του δυναμικού ανταγωνισμού ίσως από τα πιο
ενδιαφέροντα θέματα προς διερεύνηση.
Στόχος μας είναι να κατανοήσουμε καλύτερα τα κοινά χαρακτηριστικά και τους
μηχανισμούς αντίδρασης σε μια δυναμική αλληλεξάρτηση.
Άρα στην σχέση μεταξύ κερδών στο χρόνο (1) με τα μελλοντικά κέρδη ( t = 2…..n).
Όπου βέβαια δεχόμαστε ότι αυτά απομειώνονται με ένα συντελεστή
(δ) =
όπου ( Γ ) = επιτόκιο αγοράς.
Παράδειγμα : Εάν έχουμε μια αγορά που λειτουργεί ως Bertrand και ανταγωνίζεται
συνεχώς γνωρίζουμε ότι (p = c) υπάρχει εναλλακτικά η περίπτωση της σύμπραξης
όπου:
=
) →
>c
και οι πωλητές αποδέχονται να μοιραστούν την αγορά.
Τα μελλοντικά κέρδη για κάθε επιχείρηση που συμμετέχει στην σύμπραξη είναι :
+δ
+
+……………. =
δεδομένου ότι ( 1 – δ ) ( 1 + δ +
(1+δ+
+……….) ≥
+……….) = 1
προκύπτει ότι δ ≥
Άρα αν για την δεδομένη επιχείρηση ο συντελεστής προεξόφλησης ( δ ) είναι
μεγαλύτερος από την τιμή « επιφύλαξης » =
στο παράδειγμα η σύμπραξη είναι ισχυρή.
Άρα όσο πιο « ανυπόμονος » είναι οι επιχειρήσεις ( μικρό δ≈0 ) τόσο αδύνατη είναι η
σύμπραξη και αντίθετα όσο μεγάλο είναι τόσο ισχυρή ( δ≈1 ).
Λόγοι για Σύμπραξη :
1) Τυπικά Χαρακτηριστικά
α) Αριθμός ανταγωνιστών
β) Εμπόδια στην είσοδο
γ) Συχνότητα αλληλεξάρτησης
2) Χαρακτηριστικά Ζήτησης
α) Αναπτυσσόμενη ζήτηση
β) Στασιμότητα στη ζήτηση
γ) Φθίνουσα ζήτηση
Οικονομικός κύκλος και μεταβλητότητα
3) Χαρακτηριστικά Προσφοράς
α) Επηρεάζεται σημαντικά από την R+D
β) Ώριμη αγορά με σταθερή R+D
γ) Υπάρχει συμμετρία στα μεγέθη
Ο Αριθμός των Ανταγωνιστών
¾ Περιμένουμε η συνεργασία να είναι αντιστρόφως ανάλογη του αριθμού.
¾ Περιμένουμε η ασυμμετρία των μεγεθών να επηρεάζει αρνητικά.
¾ Περιμένουμε μεγαλύτερη δυνατότητα για να «υποκλέψει» κάποιος
«συνεργαζόμενος» όταν είναι μεγάλος αριθμός.
¾ Περιμένουμε να επιδιώκουν βραχυχρόνια από μακροχρόνια κέρδη.
+δ
άρα δ ≥
+
+……………. =
(1+δ+
+……….) ≥
+δ *0
(n) = 1 -
Άρα για να έχουμε σύμπραξη θα πρέπει η επιχείρηση να δίνει μεγάλη βαρύτητα στο
μέλλον με κριτική τιμή το (
.
Το Μερίδιο της Αγοράς
Υποθέτουμε δύο ανταγωνιστές, ο ένας με μερίδιο s ≤
άρα : και ο άλλος 1-s ≥
(1 + δ + ……..) ≥
και επίσης : (1 δ≥
(1 + δ + ……..) ≤
(s) ≡ 1- s
Η σύμπραξη γίνεται δυσκολότερη (
) όσο οι μικρότερες επιχειρήσεις χάνουν μερίδιο
ή όσο αυξάνεται η ασυμμετρία των μεριδίων μεταξύ των επιχειρήσεων.
Εκτός κι αν οι ασυμμετρίες είναι αποτέλεσμα πραγματικών διαφορών οπότε βέβαια
εμποδίζουν εκ των πραγμάτων την σύμπραξη.
Εμπόδια στην Είσοδο
Γενικά ανυπαρξία εμποδίων δεν ευνοεί την σύμπραξη διότι υπάρχει η λογική της
«διαγωνιστικής συμπεριφοράς» (hit and run).
Επίσης πιθανότητα εισόδου στο μέλλον μειώνει την σύμπραξη σήμερα. Τι τελικά έχει
μια επιχείρηση από συνεργασία εάν αύριο η είσοδος μπορεί να ανατρέψει τα πάντα.
Έστω δύο και πάλι επιχειρήσεις που φοβούνται ότι με πιθανότητα (μ) μπορεί στην αγορά
τους να εισέλθει μια επιχείρηση που θα τιμολογήσει ανταγωνιστικά (p = c).
Με πιθανότητα (1-μ) μπορούν να συνεργαστούν.
Άρα είτε χρεώνουν
) και διαιρούν τα κέρδη είτε χρεώνουν (p) υπάρχει ανταγωνισμός.
+ (1-μ) δ
+ (1-μ)
+……………. =
+ ( 1-μ )
που ισχύει εάν :
+ (1-μ)
≥
άρα
δ≥
(μ) =
µ
Όσο πιο πιθανή είναι η είσοδος τόσο δυνατότερη είναι η σύμπραξη.
Προσοχή : Το άθροισμα
1 + (1 – μ) δ + (1 – μ) + ….. = μ + (1 – μ) (1 + δ +
+…) = μ +
µ
µ
= Άρα εάν η αγορά είναι ανοιχτή ( μ≈1 ) είναι μάλλον αδύνατο να στηριχθεί η σύμπραξη.
Εάν η είσοδος πραγματοποιηθεί όχι στο μέλλον αλλά σήμερα : δ ≥
=
µ
Συχνότητα των Αλληλεξαρτήσεων (πρόβλημα δημοσίων διαγωνισμών)
Η βασική ιδέα έχει να κάνει με την πεποίθηση ότι όσο συχνότερη είναι η εξάρτηση τόσο
ευκολότερα επιτυγχάνεται η σύμπραξη. Διότι είναι εύκολος ο αντιπερισπασμός. (Scherer
1980 και εμβόλια για το U.S δημόσιο).
Υποθέτουμε ότι οι επιχειρήσεις ανταγωνίζονται κάθε ( Τ ) περιόδους.
1, Τ+1, 2Τ+1, ………..άρα Τ = χρόνος αναμονής.
(1 + δ≥
+ =
+……….) ≥
/
άρα θετική σχέση
Διαφάνεια και Συμπράξεις
Μπορώ να γνωρίζω τι πραγματικά κάνει ο αντίπαλος μου ώστε να αντιμετωπίζω
έγκαιρα τις ενέργειες του.
Θεωρούμε ότι οι συμπράξεις είναι τόσο μεγαλύτερες όσο δυνατότερη είναι η
αναγνώριση της πραγματικής τιμής.
Η έλλειψη διαφάνειας στις τιμές και στις πωλήσεις δεν αποτρέπει την σύμπραξη τελείως
αλλά την καθιστά και δυσκολότερη και περιορίζει το αντικείμενο της.
Πως ερμηνεύεις ένα αποτέλεσμα ενεργειών όταν αυτό μπορεί να προκύπτει από
«ατυχία» ή από «απάτη». (Λογική adverse selection).
Συμφωνία σε μονοπώλιο → έναρξη πολέμου για περιορισμένη χρονική περίοδο →
Επιστροφή στην παλαιά κατάσταση.
Εάν μ = πιθανότητα μιας διαταραχής στην ζήτηση , τα προσδοκώμενα προεξοφλημένα
κέρδη
Π = (1 – μ) ( Π=
+ δΠ ) +
2
Π
µ
µ
και η σύμπραξη επιτυγχάνεται εάν
Π = ( 1 – μ ) ( 2
+ δΠ ) +
Π ≥ (1–μ)
+
Π
όπου η δεξιά πλευρά εκφράζει τα κέρδη σε μια επιχείρηση όταν αυτή πάρει όλα τα κέρδη
για μία περίοδο (προφανώς μειώνουν οριακά την τιμή).
ή διαφορετικά : δ ( 1 -
)Π ≥
Επειδή η αριστερή πλευρά μειώνεται όσο αυξάνεται το ( Τ ) καταλήγουμε στο
συμπέρασμα ότι η επιμήκυνση του πολέμου τιμών ( Τ ≈ ∞ ) κάνει την σύμπραξη ισχυρή
(προφανώς μέχρι να εμφανιστεί μια διαταραχή στις τιμές).
Το βασικό πρόβλημα της διαφάνειας κερδίζεται με τη συχνότητα αξιόπιστων
πληροφοριών στις τιμές και στις ποσότητες. Βασική προϋπόθεση λοιπόν για να
αποτραπεί η σύμπραξη αποτελεί η «δημοσιότητα» των στοιχείων κυρίως από
επαγγελματικές οργανώσεις.
Ανάπτυξη της Ζήτησης
Με δεδομένο τον αριθμό των μελών στην αγορά η σύμπραξη είναι ισχυρότερη στις
αναπτυσσόμενες αγορές εάν τα κέρδη αυτής της περιόδου είναι μικρότερα από τα
επόμενα.
Έστω t = 1, 2, ………. και ζήτηση είναι 1 σημείο εκκίνησης.
Εάν
) είναι η τιμή :
=(
– c ) D( g D(P) , με D(P) την ζήτηση στο
)
και τα κέρδη από την σύμπραξη της περιόδου (t) είναι : 1 Άρα η σύμπραξη εμφανίζεται όταν :
δηλαδή όταν : δ ≥
+ δ (1 + g)
+
g 1
g
2
+ ……..≥
(g) =
δεν διαφέρει δηλαδή με τα προηγούμενα απλά αλλάζει ο συντελεστής προεξόφλησης.
Άρα εάν ισχύει ανάπτυξη μπορούμε να έχουμε συνεργασία και με χαμηλότερους
«ονομαστικούς» συντελεστές προεξόφλησης (δ).
Πότε οι συμπράξεις δεν διευκολύνονται όμως ?
Βιομηχανικοί – Οικονομικοί κύκλοι και συμπράξεις
Δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι στον κύκλο και ιδιαίτερα στην άνοδο έχουμε συμμετρικά
αποτελέσματα. Άρα είναι δύσκολο να την διατηρήσουμε.
π.χ. Έστω με ίση πιθανότητα η ζήτηση είναι χαμηλή ή υψηλή.
L = (1 – ε) D(p)
H = (1 + ε) D(p)
Άρα κατά μέσο όρο έχουμε την ίδια ζήτηση.
Τα προσδοκώμενα κέρδη που συντηρούν την σύμπραξη είναι :
Π=
(1 + δ……..) =
και είναι διατηρήσιμη εάν παίρνοντας μερίδιο του αντιπάλου και κέρδη σου παρέχει
μεγαλύτερη κερδοφορία από εκείνη που θα προκύψει δημιουργώντας πόλεμο τιμών.
Τα μελλοντικά κέρδη από πόλεμο τιμών είναι ( δΠ ) ενώ τα βραχυχρόνια οφέλη από
απόκλιση είναι μεγαλύτερα όταν είμαστε στο Η αντί στο L. Άρα η σύμπραξη υπάρχει
όταν :
δΠ =
≥ (1 + ε)
δηλαδή
δ≥
(ε) =
άρα η σύμπραξη αυξάνεται όσο μεγαλύτερο είναι το μέγεθος της διαταραχής (ε).
Ακόμη και στην περίπτωση που η διαταραχή είναι σχεδόν αναμενόμενη (π.χ.
εποχικότητα ή οικονομικός κύκλος) οι επιχειρήσεις προτιμούν να ανταγωνιστούν τον
αντίπαλο μέσω πολέμου τιμών παρά να σκεφτούν πιθανές συμπράξεις.
Σύμπραξη και κλάδοι με έντονο το στοιχείο της καινοτομίας
Η καινοτομία καθιστά την σύμπραξη στις τιμές δυσκολότερη. Για παράδειγμα έστω ένα
δυοπώλιο όπου ένας πωλητής με πιθανότητα (p) μπορεί να πετύχει προσδοκώμενα κέρδη
( ). Εάν δεν υπάρχει καινοτομία η σύμπραξη σε τιμή ( ) θα δώσει κέρδη :
=
….. =
+δ
+
* 0 + (1 – e)
+δ
+
(1 – e)
+ …………..
Εάν αντίθετα επιλέγει να μειώνει την τιμή θα έχει όλα τα άμεσα κέρδη αλλά ο πόλεμος
τιμών δεν θα του δώσει κέρδη στο μέλλον εκτός κι αν πετύχει την καινοτομία.
Τα κέρδη του τότε είναι :
=
+δ
……… =
+
+δ
* 0 + (1 – e) * 0 +
(1 – e)
+ ………
Η σύμπραξη επιτυγχάνεται εάν :
≥
δ≥
(ε) =
™ Τι γίνεται εάν ο ανταγωνισμός προκύψει από κάποιο όμως νέο ανταγωνιστή?
Υποθέτουμε ότι σε κάθε περίοδο με πιθανότητα (p) μπορεί να εισέλθει μια νέα
επιχείρηση και να εξαφανίσει τον «συμπράττοντα».
Άρα η σύμπραξη επιβιώνει με πιθανότητα (1 – e).
Όσο δεν υπάρχει ανταγωνισμός από άλλο τα κέρδη του συμπράττοντος είναι :
=
+
(1 – e)
+
1
άρα η σύμπραξη υφίσταται όταν
+ …………=
δ≥
1
(e) =
Διαφορετικά δεν επηρεάζει το «όριο» για σύμπραξη είτε κάποιος από τους
συμπράττοντες διαφωνήσει και παύσει να συμπράττει είτε εισέλθει κάποιος νέος.
Υπάρχουν όμως περιπτώσεις που η σύμπραξη εμποδίζεται από τυπικά χαρακτηριστικά
των εταιρειών?
Ασυμμετρίες στο Κόστος
Οι ασυμμετρίες στο κόστος λογικά περιμένουμε να εμποδίζουν την σύμπραξη :
i.
ii.
Διότι κάνουν δυσκολότερη την συμφωνία σε κοινή τιμολογιακή πολιτική μεταξύ
των συμπραττόντων.
Έστω κι αν συμφωνήσουν πάντοτε υπάρχει η αμφιβολία ή λιγότερο ακριβή στο
κόστος παραγωγής νέα υπεκφυγή της συμφωνίας ( Σαουδική Αραβία & ΟΠΕΚ)
(η ανάλυση του συγκεκριμένου προβλήματος είναι ταυτόσημη με εκείνη των
μεριδίων αγοράς).
Ασυμμετρίες στο «Παραγωγικό Επίπεδο»
i. Διότι η επιχείρηση που έχει μεγαλύτερο παραγωγικό δυναμικό έχει λιγότερο
οικονομικό όφελος από την σύμπραξη (διαφορά στο σταθερό κόστος).
ii. Διότι όποιος έχει μικρότερο δυναμικό είναι και πιο αδύναμος στον
αντιπερισπασμό.
iii. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που η ασυμμετρία στο δυναμικό αλλάζει εκ των
υστέρων. Από μια συμμετρική κατάσταση επειδή μια επιχείρηση αυξάνει την
παραγωγική της δυνατότητα έχουμε ασυμμετρία.
ƒ
ƒ
Κατ’ αρχήν περιορίζει την ισχύ αντίδρασης των υπολοίπων (άρα ενισχύει
την σύμπραξη).
Γενικά γνωρίζουμε ότι η αύξηση της ασυμμετρίας τελικά εμποδίζει την
σύμπραξη μόνο εάν συνολικά οι επιχειρήσεις λειτουργούν με περιορισμό
στο δυναμικό (π.χ. εφαρμογή δυνατοτήτων «μηχανισμών στέρησης» δεν
συμφέρει να προσαρμοστούν).
Ποιότητα – Διαφοροποίηση και Σύμπραξη
a. Η κάθετη διαφοροποίηση (ποιότητα) δεν ευνοεί την σύμπραξη καθώς ο
παραγωγός καλής ποιότητας έχει να αντιμετωπίσει στην τιμή ( ) ότι όλοι οι
καταναλωτές θα ζητούν το δικό του προϊόν (υψηλής ποιότητας).
b. Η οριζόντια διαφοροποίηση (γούστα) όπου προκαλεί τον καταναλωτή και
δημιουργεί «πίστη» προς τον παραγωγό από την μια σκοπιά περιορίζει το
ενδιαφέρον για επιθετική κίνηση στις τιμές (άρα ευνοεί την σύμπραξη) και από
την άλλη κάνει λιγότερο επώδυνο το αποτέλεσμα του πολέμου τιμών αφού
δεχόμαστε ότι δεν επηρεάζονται τα γούστα. Ως τελικό συμπέρασμα λοιπόν δεν
έχουμε σαφές συμπέρασμα.
Ανταγωνισμός σε πολλές αγορές
Η απάντηση είναι ότι η σύμπραξη μεταξύ επιχειρήσεων διευκολύνεται ( π.χ.
αυτοκινητοβιομηχανία). Αυξάνει την συχνότητα αλληλεπίδρασης, μειώνει ασυμμετρίες,
σύμπραξη και σε τμήματα της αγοράς που διαφορετικά δεν θα επιτρεπόταν (σταυροειδής
υποκατάσταση συντελεστών προεξόφλησης).
Άλλες μεταβλητές που χρησιμοποιούνται από τις Επιτροπές Ανταγωνισμού
a. Ελαστικότητα & Σύμπραξη : Μπορεί χαμηλή ελαστικότητα να βοηθάει αλλά
τίποτα δεν εξασφαλίζει ότι και την διατηρεί. Γενικά όμως για δεδομένη αγορά οι
επιχειρήσεις έχουν μεγαλύτερο κίνητρο για σύμπραξη όσο η ελαστικότητα είναι
μικρή.
b. Η αγοραστική δύναμη των πελατών όσο μεγαλύτερη είναι τόσο μικρότερη η
πιθανότητα σύμπραξης (π.χ. Δημόσιοι διαγωνισμοί).
c. Δομικές σχέσεις μεταξύ επιχειρήσεων (θυγατρικές ή συνεργαζόμενες,
συμμετοχές στο κεφάλαιο ή στην ρευστότητα: Zeibutzu), μειώνουν τον
ενδεχόμενο ανταγωνισμό και αυξάνουν την πιθανότητα σύμπραξης (π.χ. Joint
Ventures).
d. Τέλος, η ύπαρξη ενός παίκτη που έχει την φήμη του μη-συνεργάσιμου (π.χ.
maverick) δεν βοηθάει την σύμπραξη.
Σύμπραξη και άλλες Μεταβλητές
1. Τι γίνεται αν ο ανταγωνισμός δεν είναι μόνο στις τιμές αλλά είναι και στην
«ποσότητα». Στην περίπτωση του ολιγοπωλίου χωρίς συνεργασία είχαμε
καταλήξει ότι τα αποτελέσματα διαφέρουν. Στην περίπτωση όμως της επίτευξης
σύμπραξης τα θέματα δεν διαφέρουν γιατί γενικά μεταβολές στην ποσότητα από
τον ένα επιτρέπει μείωση της ποσότητας όλων των άλλων ώστε και το
αποτέλεσμα να μην είναι κυκλική απώλεια αλλά σχετική και το κόστος να μην
επηρεάζεται σημαντικά.
Γενικά λοιπόν καταλήγουμε ότι οι συμπράξεις δεν επηρεάζονται όταν ο
ανταγωνισμός είναι στις ποσότητες. Αντίθετα ευνοούνται καθώς αποφεύγουν οι
επιχειρήσεις τον πόλεμο τιμών επιτρέποντας διαφοροποιήσεις στην προσφορά
(π.χ. συμπεριφορά ΟΠΕΚ).
2. Επιλογή του παραγωγικού δυναμικού : Ενώ η σύμπραξη σε ανάπτυξη
παραγωγικού δυναμικού έχει ταυτόσημα χαρακτηριστικά με την σύμπραξη λόγω
«ποσότητας» δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε την επίπτωση της επένδυσης σε
παλιά που αφορά το παραγωγικό δυναμικό καθώς και την μη-αντιστρεψιμότητα
αυτής.
3. Θέματα όπως συμπράξεις στις διαγωνιστικές αγορές και στο R+D θα εξεταστούν
ως ειδικά θέματα.
4. Γενικό Συμπέρασμα βεβαίως είναι ότι οι αφανείς συμπράξεις όπου κι όποτε
ευνοούνται αποτελούν τον προθάλαμο για εξαγορές και συγχωνεύσεις. Και
αντίθετα όπου παρατηρούμε εξαγορές και συγχωνεύσεις ιδιαίτερα όταν δεν
βλέπουμε χρηματοπιστωτικά κίνητρα (leverage financing & IPO) οφείλουμε να
εξετάζουμε άτυπες προϋπάρχουσες συμπράξεις.
Είσοδος – Έξοδος και «Περίθαλψη»
1. Εισαγωγικά
Γιατί υπάρχουν κλάδοι που οι δραστηριοποιημένες επιχειρήσεις πραγματοποιούν κέρδη
και όμως δεν εμφανίζονται νέοι ανταγωνιστές?
Εάν δηλαδή οι μονοπωλητές ή οι ολιγοπωλητές πραγματοποιούν οικονομικά κέρδη γιατί
η ελεύθερη είσοδος δεν μειώνει τις τιμές ώστε να οδηγηθεί η αγορά σε μηδενικά
οικονομικά κέρδη?
Το βασικό ερώτημα που απασχολεί την βιβλιογραφία αυτής της παρουσίασης έχει να
κάνει με την στρατηγικά συμπεριφορά των δραστηριοποιημένων σε ένα κλάδο
επιχειρήσεων ώστε «να μπορούν να πραγματοποιούν οικονομικά κέρδη χωρίς την απειλή
της εισόδου ανταγωνιστών και πάντοτε χωρίς την στήριξη της μονοπωλιακής δυνάμεως
από τον Δημόσιο έλεγχο» (Bain 1956).
Διαφορετικά είναι «το κόστος που οφείλει να αναλάβει μια επιχείρηση εάν αποφασίσει
να εισέλθει σε ένα κλάδο, κόστος που δεν αναλαμβάνεται όμως από την ήδη
εγκατεστημένη σε αυτόν» (Stigler 1968) (π.χ. η αγοραία αξία της άδειας επαγγελματικών
αυτοκινήτων Taxi ή Δ.Χ.).
Γενικά υπάρχουν (4) λόγοι που θεωρητικά δικαιολογούν το ενδεχόμενο «εμποδίων
εισόδου» και (3) μορφές στρατηγικής συμπεριφοράς που αν αξιοποιηθούν από τις
«εγκατεστημένες» επηρεάζουν την είσοδο.
2.
Τύποι Εμποδίων
Τέσσερα στοιχεία της αγοράς και της δομής τους αποτελούν κυρίαρχα χαρακτηριστικά
που μπορούν να αποτελέσουν εμπόδια εισόδου.
Αυτά είναι :
¾ Οικονομίες κλίμακας (σταθερό κόστος) : Το βασικό επιχείρημα που δικαιολογεί
την ύπαρξη εμποδίων στην είσοδο λόγω οικονομιών κλίμακας στηρίζεται στην
ιδέα του ότι σε ορισμένες παραγωγικές διαδικασίες το μέγεθος του ελάχιστου
αποτελεσματικού επιπέδου παραγωγής επιβάλλει σημαντική κάλυψη της
συνολικής ζήτησης (στον ένα δεύτερος δεν χωράει).
Η συζήτηση καλύπτεται από την θεωρία των φυσικών μονοπωλίων
(Banuol+Panzar+Willig 1982), την λογική του σταθερού και του «ερματικού»
κόστους και την υποαθροιστική έννοια του κόστους.
¾ Απόλυτο πλεονέκτημα στο κόστος (ανώτερη τεχνολογία) : Εμπόδιο μπορεί να
αποτελεί και το πλεονέκτημα της εγκατεστημένης στο κόστος παραγωγής είτε :
• Από εμπειρία Συσσώρευση κεφαλαίων που μειώνει το μέσο κόστος
• Από R + D
(σταθερό).
• Από παρεμπόδιση του ανταγωνισμού στην χρήση ειδικών πρώτων υλών
συμβατικών υποχρεώσεων των προμηθευτών.
Στο βαθμό που τα προηγούμενα αίτια αποτρέπουν την είσοδο έχουμε καταστάσεις
μονοπωλιακής διαχείρισης που αιτιολογούν στρατηγική συμπεριφορά ελέγχου
της δομής της αγοράς.
¾ Διαφοροποίηση προϊόντος (niche) : Εμπόδιο για την είσοδο μπορεί να αποτελεί Κι
η περίπτωση που ο εγκατεστημένος έχει φέρει την ζήτηση σε αδιέξοδο επιλογής
(corner the market). Καθώς δηλαδή ο επίδοξος ανταγωνιστής αντιλαμβάνεται ότι
το μοναδικό περιθώριο που του επιτρέπει ο εγκατεστημένος διαφοροποιεί το
προϊόν ώστε να τον εμποδίσει και από αυτό (π.χ. Sloan & G.M, μπύρες και
διαφοροποίηση μέσω εισαγωγών κ.α. Fudenberg + Tirole 1986, Eaton + Lipsey
1979).
¾ Κεφαλαιακή ανάγκη : Υπάρχει η άποψη ότι ένας νεοεισερχόμενος αντιμετωπίζει
εμπόδιο στην ανεύρεση κεφαλαίων για να καλύψει την επένδυση δεδομένο ότι
αποτελεί επενδυτή με μεγαλύτερο κίνδυνο από τον εγκατεστημένο (credit
Rationing). Οι τράπεζες έχουν λιγότερη επιθυμία γι’ αυτό καθώς συνυπολογίζουν
και την αντίδραση του εγκατεστημένου.
3. Μορφές Στρατηγικής Συμπεριφοράς για τον εισερχόμενο
¾ Ελεγχόμενη είσοδος : Ο εισερχόμενος αποφασίζει ότι εκείνος θεωρεί σωστό
χωρίς να υπάρχει εμπόδιο αλλά η αγορά δεν είναι ενδιαφέρουσα για αυτόν τον
λόγω μεγέθους (χωρίς ενδιαφέρον.
¾ Αποτρεπόμενη είσοδος : Η είσοδος δεν μπορεί να παρεμποδιστεί αλλά ο
εγκατεστημένος μεταβάλλει την συμπεριφορά του (με κόστος) για να την
αποτρέψει (τα πράγματα τα επηρεάζει η αλλαγή της συμπεριφοράς).
¾ «Περιθαλπόμενη» είσοδος : Ο εγκατεστημένος θεωρεί ότι είναι προς όφελος του
να μην παρεμποδίσει την είσοδο από το να υψώσει κοστοβόρα εμπόδια εισόδου
(ότι είναι να γίνει ας γίνει).
4. Οι βασικές απόψεις
¾ Τιμή Όριο (Limit price)(Sylos- Labini 62, Modigliani 58): Η εγκατεστημένη
μπορεί να κρατήσει μια τιμή τόσο χαμηλή ώστε να αποτρέπεται η είσοδος. Η
λογική μετασχηματίζεται ώστε ενώ βραχυχρόνια έχουμε ανταγωνισμό τιμών,
μακροχρόνια έχουμε ανταγωνισμό παραγωγικών δυνατοτήτων ή εναλλακτικά
ασυμμετρίας στην πληροφόρηση (θεωρία μηνυμάτων ως προς την ισχύ).
5. Έξοδος
Ένα ισχυρό επιχείρημα υπέρ των εμποδίων εισόδου έχει να κάνει και με την
άποψη ότι ενώ υπάρχει ελευθερία εισόδου είναι πολύ δαπανηρή η έξοδος. Γενικά
το δυναμικό στοιχείο του κατά πόσο εμποδίζει η εγκατεστημένη ή προωθεί και
παρασύρει στην είσοδο ώστε να δημιουργήσει έξοδο καλύπτεται από τον
«πόλεμο» των αντιπάλων. Η διάταξη αυτών των στρατηγικών συνδέεται με τις
γνωστές από την θεωρία του ολιγοπωλίου «καμπύλες αντίδρασης» την κλίση
τους και το κατά πόσο ο τύπος του ολιγοπωλιακού ανταγωνισμού χαρακτηρίζεται
από «στρατηγικές υποκατάστασης» (strategic substitutes) με κλίση προς τα κάτω
(π.χ. Cornot) ή «στρατηγικές συμπληρωματικές» (strategic complement) με κλίση
προς τα πάνω (π.χ. Bertrant) (Bulow + Geana, Kopla + Klemperer 1985).
Σταθερό Κόστος : Φυσικό Μονοπώλιο και «Διαγωνιστικότητα» (contestability)
Θα εξετάσουμε πώς το σταθερό κόστος μπορεί να προσδιορίσει ένα περιβάλλον που να
καθιστά την είσοδο στην αγορά ανέφικτη επιλογή. Αυτό μπορεί να συμβεί εάν ο
επίδοξος ανταγωνιστής γνωρίζει ότι το δυοπώλιο που θα δημιουργηθεί μετά την είσοδο
του, αφήνει στους πωλητές αρνητικά κέρδη (είναι αρκετός, δύο δεν χωράνε).
Κατ’ αρχήν πρέπει να διακρίνουμε μεταξύ Σταθερού και Ερματικού Κόστους (fixed vs
sunk).
Δεχόμαστε ότι το σταθερό είναι ανεξάρτητο της επιλογής για παραγωγή και θεωρείται
ερματικό στην βραχυχρόνια περίοδο (προσοχή στην έννοια βραχυχρόνια περίοδος).
f + cq εάν q > 0
C (q) =
0
εάν q = 0
Προσέχουμε ότι η διαφορά ανάμεσα στο σταθερό και το ερματικό έχει να κάνει με την
σημασία τους στην λήψη των αποφάσεων για την στιγμιαία περίοδο. Προφανώς εάν
δούμε την στρατηγική ως μια συνέχεια τότε η διάκριση αποτελεί συνέχεια στην
διαδικασία των στρατηγικών επιλογών. Έχει ουσία να κάνει με την αδυναμία, να
ανακτήσει η επιχείρηση που το αναλαμβάνει μέσω της παραγωγικής διαδικασίας έσοδο
ικανό να καλύψει αυτό το κόστος (πλοία και απόβαρο).
Ορισμός της «Διαγωνιστικότητας»
Μια διαφορετική άποψη για το φυσικό μονοπώλιο έχει να κάνει με την
διαγωνιστικότητα.
• Εάν έχουμε ένα ομογενές προϊόν.
• Εάν έχουμε (n) επιχειρήσεις.
• Εάν έχουμε ταυτόσημη τεχνολογία κόστους c (q) με c (0) = 0.
• Εάν έχουμε δύο ομάδες επιχειρήσεων L = 1…..m οι εγκατεστημένες και
m-n ≥ 0 οι νεοεισερχόμενες.
• Εάν (p) η τιμή των εγκατεστημένων.
Τότε ορίζουμε ως :
¾ Εφικτό κλάδο : Εκείνος ο κλάδος που επιτρέπει στην αγορά να καθαρίσει. ( δηλ.:
∑
= D(p) και p * ≥ c ( .
¾ Διατηρήσιμο κλάδο : Εκείνο τον κλάδο που κανένας νεοεισερχόμενος δεν μπορεί
να έχει κέρδη θεωρώντας ως δεδομένη την τιμή των εγκατεστημένων δηλ. :
≤
και δεν υπάρχει
≤ D ( ώστε
> c ( ).
¾ Διαγωνιστική αγορά : Εκείνη της οποίας η ισορροπία είναι διατηρήσιμη.
P
c+
c
q = D (p)
q
Βλέπε αντίστοιχη ισορροπία για αγορά μονοπωλιακού ανταγωνισμού με μια διαφορά την
υπόθεση της ομοιογένειας και την ερμηνεία της «υπερβάλλουσας» δυναμικότητας ως
ερματικό κόστος.
Η συγκεκριμένη οργάνωση καταλήγει στα εξής συμπεράσματα :
•
•
•
Υπάρχει μια μοναδική επιχείρηση που εξυπηρετεί τον κλάδο.
Τα κέρδη της είναι μηδενικά.
Η τιμολόγηση είναι ίση με το Μέσο Κόστος.
Εάν δεχτούμε ότι οι ( m ) επιχειρήσεις έχουν διαφορετική ατομική ζήτηση ή κόστος τότε
το φυσικό μονοπώλιο είναι διατηρήσιμο.
•
•
•
Η συγκεκριμένη οργάνωση προσομοιάζει με την ισορροπία του Bertrand όταν
έχουμε αύξουσες αποδόσεις κλίμακας (φθίνον μακροχρόνιο μέσο κόστος).
Οι τιμές προσαρμόζονται γρηγορότερα ( λογική Bertrand ) στην αγορά από τις
ποσότητες κι άρα η αξιοπιστία του πολέμου τιμών και των εμποδίων είναι
ισχυρή.
Το φυσικό μονοπώλιο έχει στην ουσία δεσμευτεί σε βραχυχρόνια ισχυρή θέση
στο παραγωγικό και ανενεργό δυναμικό.
Φυσικό Μονοπώλιο (Πόλεμος Χαρακωμάτων).
Μια διαφορετική ερμηνεία του Φυσικού Μονοπωλίου από εκείνη των διαγωνιστικών
αγορών είναι εκείνη του πολέμου των χαρακωμάτων ( Magnard Smith 1974 ).
Γέφυρα
Στρατός Ι
Γέφυρα
νησί
Στρατός ΙΙ
Το παράδειγμα προκύπτει από την θεωρητική βιολογία και ερμηνεύει τον πόλεμο
μεταξύ ενός γερακιού και ενός περιστεριού για το λιβάδι.
•
•
•
Δύο επιχειρήσεις πολεμούν για την μονοπωλιακή θέση.
Το επιτόκιο αναγωγής του χρόνου είναι ( r ).
Το κόστος είναι το ίδιο :
f + cq εάν q > 0
C (q) =
0
εάν q = 0
•
•
•
•
•
Οι τιμές προσαρμόζονται ακαριαία.
Εάν στην αγορά δραστηριοποιούνται δύο επιχειρήσεις τότε p = c άρα κάθε μία
χάνει ( f ).
Εάν έχουμε μονοπώλιο
- f > 0 (και μηδενικό για την άλλη).
Και οι δύο είναι στην αγορά για t = 0.
Εάν κάποια φύγει δεν έχει κόστος εξόδου. Εάν όμως φύγει δεν ξαναγυρίζει και η
άλλη μένει εκεί για πάντα.
Συμμετρική Ισορροπία
Ορίζουμε εκείνη που κάθε μία από την σκοπιά της είναι αδιάφορη εάν μείνει ή φύγει.
ƒ
ƒ
ƒ
Εάν η μία φύγει 0 για πάντα.
Εάν και οι δύο είναι στην αγορά τότε μεταξύ ( t ) και ( t + dt ) με πιθανότητα xdt
η μία φεύγει.
Τα κέρδη σε αυτή που μένει είναι :
-
-fdt εάν η άλλη μείνει
εάν η άλλη φύγει με πιθανότητα xdt
-
Άρα 0 = - fdt +
* dt + 0
Άρα η πιθανότητα για να φύγει είναι : x =
Συμπέρασμα :
1. Εάν τυχαία υπάρξουν -2- επιχειρήσεις σε χρόνο (t) η μια φεύγει.
2. Δεν υπάρχουν κέρδη εκ των προτέρων. Εκ των υστέρων μπορεί. (Δεν υπάρχει
διαπραγματευτική ισχύς).
3. Η τιμή αρχικά μπορεί να είναι ανταγωνιστική και μετά μονοπωλιακή.
Η λογική του παραδόξου της δέσμευσης μας λέει ότι είναι τελικά καλύτερα για κάποιον
να δείξει στον αντίπαλο του ότι έχει δεσμευτεί για μια συγκεκριμένη επιλογή καθώς
«αυτοβούλως» μείωσε τις επιλογές του (όταν κάψαμε τις γέφυρες).
Πόλεμος χαρακωμάτων
Διαγωνιστικό φυσικό μονοπώλιο
c
Χρόνος
Ερματικό Κόστος και Εμπόδια στην Είσοδο
Το Υπόδειγμα των Stackelberg – Spence – Dixit μας εξηγεί στις διαφορετικές του
ανατυπώσεις πως η επιλογή από έναν ολιγοπωλητή του παραγωγικού δυναμικού
(ιδιαίτερα σε μορφή ανενεργού) αποτελεί αξιόπιστο μόνιμα ότι θα υπάρχει και μετά την
είσοδο του αντιπάλου εάν ιδιαίτερα δεν υπάρχει γι’ αυτό η δυναμική αξία ρευστοποίησης
(ερματικό κόστος).
Το θέμα που θα μας απασχολήσει αφορά την εικασία ή την εκτίμηση για αντίδραση από
το μήνυμα που λαμβάνει ένας ολιγοπωλητής όταν ακολουθεί τις ενέργειες του αντιπάλου
του. Προσπαθούμε διαφορετικά να περιγράψουμε το «πλεονέκτημα του πρώτου».
Stackelberg – Spence – Dixit (εμπόδια ή διευκολύνσεις στην είσοδο, στην έξοδο ή
στην παρακμή)
ƒ
ƒ
ƒ
ƒ
Υποθέτουμε ότι το ερματικό κόστος έχει μια αξία στην δέσμευση
πραγματοποίησης του.
Έχουμε ένα δυναμικό υπόδειγμα με την επιχείρηση (1) να είναι εγκατεστημένη
και την (2) να θέλει να εισέλθει.
Χρόνος : Η (1) διαλέγει
= παραγωγικό δυναμικό και η (2) διαλέγει
έχοντας
λάβει υπόψη της το .
Κέρδη :
(
,
)=
(1-
-
)
i , j = 1,2 i ≠ j
Ιδιότητες
-
<0
κάθε επιχείρηση βλέπει αρνητικά την συσσώρευση κεφαλαίου από
τον αντίπαλο της.
-
2
<0
τα επίπεδα κεφαλαίων είναι στρατηγικά υποκατάστατα
(δηλ. υπερεπένδυση).
Η λογική του υποδείγματος Stackelberg έχει να κάνει με την έννοια ότι η δέσμευση για
παραγωγική ικανότητα και συσσώρευση κεφαλαίου επηρεάζει τις ενέργειες του «εκτός».
Θεωρούμε ότι ο εγκατεστημένος υπερεπενδύει για να «τρομάζει» τον αντίπαλο και έτσι
εκείνος αν μπει να μειώσει το παραγωγικό του δυναμικό.
Είσοδος χωρίς Σταθερό Κόστος
Επιχ. 2 :
max
=(
max
άρα :
Άρα
=
(1-
)
=
(1-
-
>
=
)=
→
=
-
-
=
)
=
>
=
είναι το πλεονέκτημα αυτού που ενήργησε πρώτος.
Εάν δεν είχαμε τον χρόνο τότε η λύση Conrnot – Nash θα προσδιορίζεται στο :
=
=
=
=
Όπως παρατηρούμε η πρώτη επιχείρηση συσσωρεύει κεφάλαιο για να κερδίσει
περισσότερα από την λύση ( C – N ).
Με την λύση αυτή θεωρούμε ότι η επιχείρηση :
(1) «Περιθάλπει» (accommodate) την είσοδο στην (2) αρκεί εκείνη να επιλέξει το
σωστό κεφάλαιο.
Η αξία της απόφασης για μεγαλύτερη συσσώρευση «το γκρέμισμα των γεφυρών» είναι η
διαφορά των κεφαλαίων.
Ας δείξουμε τώρα πως παρεμποδίζεται η είσοδος
Αποδεχόμαστε f = σταθερό κόστος εισόδου
(1(
,
-
)–f
διότι
>0
εάν
=0
)=
0
εάν f >
εάν
=
→ Δεν υπάρχει είσοδος
→
=
και
=
–f >0
Έστω η (1) αποφασίσει να εμποδίσει την είσοδο θα διαλέξει
max
δηλαδή
(1-
-
)–f
=1–2
ώστε :
=0
/
Άρα
•
Εάν f →
•
Εάν f = 0 (ή μικρό) η ισορροπία περιθάλπει την είσοδο.
•
Εάν f >
έχουμε ισορροπία με αποφυγές της εισόδου.
έχουμε μονοπώλιο καθώς το κεφάλαιο για την (1) είναι
1 2
= Οι επιπτώσεις ευημερίας της προηγούμενης ανάλυσης έχουν ως εξής
P=1–k
και Κ =
+
δηλαδή έχουμε ταυτίσει το παραγωγικό δυναμικό με το q.
H απώλεια ευημερίας για μονοπώλιο ή δυοπώλιο προσδιορίζεται στο: WL =
2
εάν υπάρξει είσοδος και άρα και κόστος εισόδου ( f ) το συνολικό κόστος ευημερίας
γίνεται : WL =
2
+f
Ισορροπίες
™ Χωρίς Κόστος Εισόδου
Ταυτόχρονη επιλογή :
Μετά σταδίου επιλογή :
Άρα
>
=
και
( Nash – Conrnot )
=
( Stackelberg )
>
™ Με Κόστος Εισόδου
=
2
1 +f
18
+f= <
=
εάν f >
= 2f
Συμπέρασμα : Η αποτροπή της εισόδου δεν οδηγεί με βεβαιότητα σε απώλεια ευημερίας
συγκριτικά με εκείνη του ολιγοπώλιου καθώς ανάλογα με το αν ή αν δεν υπάρχει
σταθερό κόστος το συμπέρασμα διαφέρει.
Μια Διάταξη των Επιχειρηματικών Στρατηγικών
Όπως παρατηρήσαμε σε ένα τυπικό υπόδειγμα Stackelberg
= + απευθείας αποτέλεσμα
με
στρατηγικό αποτέλεσμα
= την καλύτερη επιλογή σε παραγωγή
= την παραγωγή του αντιπάλου
και Κ = παραγωγικό δυναμικό
Το απ’ ευθείας αποτέλεσμα προκύπτει στην περίπτωση που ο αντίπαλος δεν λαμβάνει
υπόψη του το ( Κ ).
Η ( 1 ) γίνεται σκληρή ή μαλακή στην συμπεριφορά της εάν
= + < 0
( > 0 αντίστοιχα )
Ως προς την καμπύλη αντίδρασης και το πρόσημο αυτής έχουμε στρατηγικά
συμπληρωματικά ή υποκατάστατα.
Εισαγωγικά
•
•
Υπόδειγμα Stackelberg : Δέσμευση για συσσώρευση.
Ο εγκατεστημένος για να αποτρέψει την είσοδο υπερεπενδύει άρα υπάρχει το
ερώτημα εάν αυτό ισχύει
Χρόνος : 2 περίοδοι.
Αριθμός : 2 επιχειρήσεις ( (1) η εγκατεστημένη , (2) νεοεισερχόμενη ).
•
•
Διαδικασία
(1) διαλέγει
Περ. 1
και διαλέγει αν θα μπει ή όχι
(2) βλέπει
Και οι δύο διαλέγουν μαζί με την υπόθεση ότι υπάρχει είσοδος
Περ. 2
(
,
) (όπου
= ποσότητες τιμής κ.λπ.)
Στην Περίοδο (2)
Εάν δεν πραγματοποιηθεί είσοδος η (1) διαλέγει
(
) αφού max
(
,
(
Εάν πραγματοποιηθεί είσοδος τότε έχουμε C – N ισορροπία δηλ. :
, (
(
,
,
(
) που προκύπτει από την λύση του προβλήματος
i,j=1,2 i ≠j
Στην Περίοδο (1)
) στην περίοδο αυτή :
Εάν ο εγκατεστημένος διαλέξει (
•
Η είσοδος εμποδίζεται εάν (
(
•
, (
(
) ≤0
Η είσοδος περιθάλπεται εάν :
(
•
, ) προκύπτει έτσι ώστε
, , (
Υποθέτουμε ότι
(
) >0
(.) και
(.) είναι και
, (.) διαφοροποιημένα
Ο (1) επιλέγει ώστε να εμποδίσει την είσοδο
(
=
, (
+ απευθείας
Εάν :
, (
) =0
+
στρατηγικό
< 0 το
ο envelope theorem
ελέγχει την είσοδο και προκύπτει από το πελατολόγιο.
= 0 το
ελέγχει την είσοδο ως επενδυτής που επηρεάζει τα κέρδη λόγω
τεχνολογίας.
Και τα δύο είναι απευθείας αποτελέσματα και δεν αφορούν στρατηγική επίπτωση των
ενεργειών του (1) στις επιλογές του (2).
: Έχουμε όταν το
εκ των υστέρων επηρεάζει την συμπεριφορά του (1)
άρα επηρεάζει τα κέρδη του (2)
Θεωρούμε ότι :
•
Η επένδυση κάνει την (1) σκληρή όταν
<0
•
Η επένδυση κάνει την (1) μαλακή όταν
>0
Για να εμποδίσει την είσοδο η (1) πρέπει να φαίνεται σκληρή.
και
Διάκριση Επιχειρηματικών Στρατηγικών
¾ Μεγαλόσωμος Σκύλος (top dog) : Γίνε μεγάλος και δυνατός για να φαίνεσαι
σκληρός και επιθετικός.
¾ Μικρόσωμος Σκύλος (puppy dog) : Γίνε μικρός και αδύναμος για να φαίνεσαι
μαλακός και αδύναμος.
¾ Αδύναμος και Πεινασμένος Σκύλος (lean & hungry dog) : Γίνε μικρός και
αδύναμος για να φαίνεσαι επιθετικός και σκληρός.
¾ Χοντρή Γάτα (fat cat) : Γίνε μεγάλος και δυνατός για να φαίνεσαι μαλακός και
απροστάτευτος.
Εάν
< 0 υπερεπενδύει και top dog.
Εάν
> 0 υποεπενδύει και lean and hungry dog.
Παράδειγμα (Spence – Dixit)
ƒ
(1) διαλέγει ƒ
με δεδομένα
ƒ
εάν έχουμε ανταγωνισμό Ποσοτήτων Conrnot (
στρατηγικά υποκατάστατα.
=
καθώς
ƒ
.
στην (2 περ.) όπου MC, >0
Η επένδυση
(
,
< 0.
,
)= (
,
) δηλαδή
<0
<0
κάνει την επιχείρηση αυτή σκληρή (
< 0 ) και πρέπει να
υπερεπενδύσει – top dog , για να εμποδίσει την είσοδο της (2).
ƒ
καθώς
ƒ
,
Εάν έχουμε ανταγωνισμό Τιμών (
συμπληρωματικά.
=
<0
)= (
,
) στρατηγικά
<0
>0
H επένδυση κάνει την (1) σκληρή (
να αποτρέψει την είσοδο.
< 0 ) και πρέπει να υπερεπενδύσει για
Περίθαλψη Εισόδου
Εάν το να αποτρέψουν την είσοδο είναι πολύ δαπανηρό οι επιχειρήσεις μπορεί να θέλουν
να περιθάλψουν την είσοδο.
=
ευθύ
Το
+ +
envelope
To νέο στρατηγικό
αποτέλεσμα = έχει ως στόχο να μειώσει το κόστος.
¾ Η επιχείρηση (1) πρέπει να υπερεπενδύσει εάν ¾ Η επιχείρηση (1) πρέπει να υποεπενδύσει εάν Υποθέτουμε :
sign ( 1
2
) = ( 2
1
)
ƒ
Τέλεια υποκατάστατα
ƒ
Τέλεια συμπληρωματικά
<0
>0
> 0.
< 0.
Αξιοποιώντας τον κανόνα της αλυσίδας ισχύει :
sign (
) = sign (
) * sign ( )
Το πρόσημο του στρατηγικού αποτελέσματος στην περίθαλψη προσδιορίζεται από το
πρόσημο του στρατηγικού αποτελέσματος στον έλεγχο της εισόδου επί το πρόσημο της
καμπύλης αντίδρασης της επιχείρησης που μπαίνει στην αγορά.
Ουσία η επιχείρηση (1) εισάγει μια ασθενή συμπεριφορά στην (2) μέσω της επενδυτικής
της πολιτικής και αφού την αφήσει να εισέλθει στην αγορά.
Διάταξη
1. Εάν η επένδυση κάνει την (1) σκληρή ( < 0 ) και R’ < 0 τότε > 0.
Πρέπει να υπερεπενδύσει για να εξασθενήσει την συμπεριφορά του (2). ( topdog).
2. Εάν η επένδυση κάνει την (1) σκληρή ( < 0 ) και R’ > 0 τότε < 0.
Πρέπει να υποεπενδύσει για να πυροδοτήσει επιθετική αντίδραση (puppy-dog).
> 0 ) και R’ < 0 τότε 3. Εάν η επένδυση κάνει την (1) μαλακιά ( Πρέπει να υποεπενδύσει για να φαίνεται σκληρή (lean & hungry).
4. Εάν η επένδυση την κάνει μαλακιά ( > 0 ) και R’ > 0 τότε να υπερεπενδύσει για να φαίνεται μαλακιά (fat cat).
< 0.
> 0. Πρέπει
Σε σχέση με το R’ > 0 η (1) προσπαθεί να συμπεριφερθεί και να φαίνεται ως μη
απειλούμενη για να κάνει τον αντίπαλο να φαίνεται μαλακός.
Η επένδυση κάνει την επιχείρηση (1)
Σκληρή (
Στρατηγικά Συμπληρωματικά
R’ > 0
Στρατηγικά Υποκατάστατα
R’ < 0
<0)
Περιθάλπει
Μαλακιά ( >0)
Υπερεπενδύει (Fat cat)
Υποεπενδύει
(Puppy dog)
Υπερεπενδύει
Προστατεύει (Top dog)
Υποεπενδύει (Lean & Hungry)
Περιθάλπει ή Προστατεύει
Περιθάλπει ή Προστατεύει
Υπερεπενδύει (top dog)
Υπoεπενδύει (lean & hungry)
Άρα :
Ανταγωνισμός στις Ποσότητες : η (1) πρέπει να υπερεπενδύσει είτε για να προστατεύσει
είτε για να περιθάλψει. ( Στρατηγικά Υποκατάστατα – Top dog).
Ανταγωνισμός στις Τιμές : Για να αποτρέψει πρέπει να υπερεπενδύσει. Για να
περιθάλψει πρέπει να υποεπενδύσει ώστε να μην φαίνεται επιθετική και να πυροδοτήσει
μια επιθετική συμπεριφορά του αντιπάλου (Puppy dog).
ΚΑΘΕΤΕΣ & ΟΡΙΖΟΝΤΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
Εισαγωγή
Οι σχέσεις μεταξύ πελάτη και παραγωγού στις περισσότερες αγορές προκύπτουν με την
διαμεσολάβηση μιας ενδιάμεσης επιχείρησης (π.χ. εμπόρου). Ο παραγωγός επικεντρώνει
τις ενέργειες του στον μετασχηματισμό των «πρώτων υλών» σε ένα «αγαθό» και ο
διαμεσολαβητής – ενδιάμεσος προσπαθεί να πετύχει ταύτιση καταναλωτικών επιθυμιών
με «χαρακτηριστικά» των διαθέσιμων αγαθών.
Στην σχέση που θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε στην συνέχεια η μονοπωλιακή
επιχείρηση «upstream» διαθέτει μονοπωλιακή δύναμη και στην ενδιάμεση αγορά ως
προμηθεύτρια και στον τελικό καταναλωτή.
Παραγωγός
Διανομέας
Καταναλωτής
Η διαφορετική δομή των κάθετων αγορών με ενδιάμεσο από την τυπική της
μικροοικονομικής συνίσταται στο ότι αυτή της απλής χρήσης – κατανάλωσης των
αγαθών, η παρουσία διανομέα επιτρέπει την ανάπτυξη κινήτρων για ιδιόμορφο
μετασχηματισμό των αγαθών από εκείνα που παράγουν οι μονοπωλητές παραγωγοί σε
εκείνα που διαθέτουν οι μονοπωλητές ενδιάμεσοι.
Σε αντίθεση λοιπόν με την απευθείας σχέση ανταλλαγής η ύπαρξη ενδιάμεσου οδηγεί σε
ενέργειες που καθιστούν τα κέρδη του ενός εξαρτώμενα από τα κέρδη του άλλου και
αντίθετα. Αποτέλεσμα το ένα τμήμα της σχέσης παραγωγός προσπαθεί να δημιουργήσει
δεσμεύσεις ή σχέσεις συμβατικών εξαρτήσεων εντυπωσιακά ποιο κάθετες από τις απλές
τιμολογιακές ανταλλαγές. Δεν είναι τυχαίο ότι ένα πλήθος συμβατικών σχέσεων που
αναδεικνύεται μεταξύ παραγωγών και ενδιάμεσων είτε στους τρόπους πληρωμών (μη –
γραμμικές τιμές, διπλές ταρίφες, ποσοτικές εκπτώσεις, δικαιώματα αποκλειστικής
χρήσης, ή τέλος δικαιώματα χρήσης χώρων), είτε σε τεχνικές που περιορίζουν τα όρια
των επιχειρηματικών αποφάσεων (υποχρεώσεις τήρησης ενιαίας τιμής, υποχρεώσεις
ποσοτικών αγορών, συνδεδεμένες αγορές tie-in) είτε τέλος πολιτικές εξασθένισης του
ανταγωνισμού (αποκλειστική αντιπροσώπευση, δικαιοπαροχή – franchising, τοπικός
αντιπρόσωπος) περιγράφει κατά ελάχιστο την πολυπλοκότητα των σχέσεων.
Η βιβλιογραφία που έχει αναπτυχθεί μέχρι σήμερα συνδέει την οργάνωση των αγορών
σε κάθετη δομή με τα κίνητρα των εμπλεκόμενων σε μια επιχείρηση όταν η ιεραρχία έχει
επίπτωση στα συνολικά κέρδη λόγω διαφορετικών ατομικών διεκδικήσεων.
Η λογική όμως στην θεωρία της επιχείρησης (κόστος συναλλαγών, ατέλειες στις
συμβατικές σχέσεις και τέλος κίνητρα συγκέντρωσης ή διάχυσης της ιδιοκτησίας) δεν
ταυτίζεται απόλυτα με την λογική των κάθετων επιχειρηματικών σχέσεων.
Η διαφορά προκύπτει από το γεγονός ότι στην αγορά των ενδιάμεσων αγαθών είναι
πιθανό να εμφανίζονται μονοπωλιακά στοιχεία. Άρα τα κίνητρα και η ισχύ ενός
μονοπωλιακού ενδιαμέσου μπορεί να είναι τόσο ισχυρά ώστε κατά την διαπραγμάτευση
να δημιουργούν εξωτερικότητες (θετικές ή και αρνητικές) είτε σε επίπεδο ανωτέρω –
κατωτέρω είτε σε επίπεδο ολιγοπωλητών κατωτερων.
Η ανάλυση των κινήτρων από την βιβλιογραφία ομαδοποιείται σε τρία επίπεδα:
α. Κίνητρο αποτελεσματικότητας (Σχολή Σικάγου) : Οι κάθετοι περιορισμοί
επιβάλλονται στις σχέσεις για να διορθώσουν προβλήματα συντονισμού και
συνεργασίας μεταξύ των κάθετων επιχειρήσεων πριν αντιμετωπίσουν την
ανταγωνιστικά λειτουργούσα αγορά των καταναλωτών. Απλά το εμπόριο λειτουργεί
ως αποτελεσματικός ενδιάμεσος (διμερές μονοπώλιο) για τον καταναλωτή.
β. Κίνητρο για περιορισμό του Ανταγωνισμού : Οι περιορισμοί αναπτύσσονται
ακριβώς για να αποτρέψουν το κίνητρο της αποτελεσματικότητας. Προκύπτουν ως
μηχανισμοί ανατροπής μιας προοπτικής λειτουργίας διμερούς μονοπωλίου.
γ. Κίνητρο Διανομής – Προόδου : Η αναγνώριση των εξωτερικοτήτων που δημιουργεί
η σχέση ανώτερου – κατώτερου διαχειριστή δημιουργεί μηχανισμούς κατανομής
της προσόδου που προκύπτει από την εξωτερικότητα (βλ. βιβλιογραφία intrabrand &
interbrand).
Η Έννοια των Εξωτερικών Επιδράσεων στις Κάθετες Σχέσεις
Ανάμεσα σε ανώτερες και κατώτερες επιχειρήσεις ή ανάμεσα σε κατώτερες επιχειρήσεις
δημιουργούνται εξωτερικές επιδράσεις που κατά την διαμόρφωση των καθέτων σχέσεων
αποτελούν αντικείμενο διεκδίκησης.
Παραγωγός
Ενδιάμεσος
¾ Εξωτερικότητα ως προς το συνολικό ύψος των κερδών ή ως προς τον τρόπο που
αυτά διανέμονται μεταξύ των μερών.
¾ Με τον όρο λοιπόν κάθετη εξωτερικότητα ορίζουμε είτε την περίπτωση που
μονοπωλητής παραγωγός αντιμετωπίζει μονοπωλητή ενδιάμεσο και η σχέση τους
μειώνει τα κυκλικά κέρδη επιβάλλοντας στον παραγωγό συμπεριφορά ελέγχου
του ενδιάμεσου.
Αντίστοιχα όμως κάθετη εξωτερικότητα έχουμε όταν ο μοναδικός παραγωγός
αντιμετωπίζει ανταγωνιστικά αγορά ενδιάμεσου. Τότε είναι πιθανό ο μεταξύ των
ενδιάμεσων ανταγωνισμός να μειώνει την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών
(intrabrand competition και εμπορικές υπηρεσίες) μειώνοντας συνολικά τις παρεχόμενες
υπηρεσίες και μειώνοντας τα συνολικά κέρδη (franchise fee, RPM).
Παραγωγός
Ενδιάμεσος
Ενδιάμεσος
Ανταγωνισμός Intrabrand
¾ Εξωτερικότητα λόγω ανταγωνισμού στις υπηρεσίες όταν όμως ο ένας έμπορος
μπορεί να εκμεταλλευτεί την προσπάθεια του άλλου (free – ride).
Οριζόντια Εξωτερικότητα : Όταν η υπηρεσία που δημιουργεί ο ανταγωνισμός μπορεί να
γίνει εκμεταλλεύσιμη και από εκείνον που δεν την προσφέρει (π.χ. πληροφορία για
ποιότητα από τον ένα και χαμηλότερη τιμή από τον άλλο) ώστε να έχουμε τελικά υπόπροσφορά των υπηρεσιών στους καταναλωτές και άρα μείωση των συνολικών κερδών
(περιφερειακές αποτελεσματικότητες, RPM, διαφοροποίηση ενδιαμέσων).
Γραμμική Τιμολόγηση και Κάθετη Εξωτερικότητα
Θα δείξουμε πως δημιουργείται η κάθετη εξωτερικότητα. Θα δείξουμε ότι κάθε
προσπάθεια του ενδιαμέσου να αυξήσει την ζήτηση του τελικού προϊόντος δημιουργεί
οριακά κέρδη όχι μόνο σε εκείνον αλλά και στον παραγωγό. Εκείνο όμως που
αντιλαμβάνεται είναι ότι, από τον ενδιάμεσο που μεγιστοποιεί τα κέρδη, δεν λαμβάνουν
υπόψη αυτή την επίπτωση στα κέρδη του παραγωγού, κι άρα οι αποφάσεις του οδηγούν
σε μικρότερα κέρδη για τον παραγωγό. Απλά ενώ επηρεάζει τα κέρδη δεν τα λαμβάνει
υπόψη. Έχουμε να κάνουμε με ένα φαινόμενο διμερούς σχέσης που το αντιμετωπίσαμε
για πρώτη φορά στο υπόδειγμα ηγέτη - ακόλουθου του Mackelberg. Άρα η κάθετη σχέση
και η αποτελεσματική συμπεριφορά του ενδιάμεσου δημιουργεί μη – αποτελεσματικές
συνολικές σχέσεις (αποτελεσματικότητα στα μέρη δεν οδηγεί σε αποτελεσματικότητα
στον κύκλο).
Το υπόδειγμα της «Διπλής Οριακής Επιλογής» (Double Marginalization)
Το υπόδειγμα εξηγεί σε πρώτο επίπεδο την κάθετη εξωτερικότητα όπου και οι δύο
παραγωγός – έμπορος κατέχουν μονοπωλιακή ισχύ.
Παραγωγός
Έμπορος
Καταναλωτές
Χαρακτηριστικά
ƒ
ƒ
ƒ
ƒ
Μονοπώλιο στον παραγωγό και στον έμπορο
MC παραγωγού
=c
MC εμπόρου
=e
Ζήτηση καταναλωτών q = D(p)
Ενοποιημένη Δομή
(c) = argmax ( p – c – e ) D(p)
p
Η τιμολόγηση προκύπτει από τα μονοπωλιακά κέρδη ενός ενοποιημένου μονοπωλητή με
οριακό κόστος MC = c + e
Μη Ενοποιημένη Δομή
ƒ
ƒ
Ο παραγωγός πουλάει σε τιμή (ω) στον έμπορο με ω > c.
O έμπορος μεγιστοποιεί κέρδη σε τιμή
(ω) = argmax ( p – ω – e ) D’(p)
p
Παράδειγμα :
Έστω D(p) = 1 – p και c < 1
,
τα κέρδη του παραγωγού και του εμπόρου αντίστοιχα.
Έστω
Ενοποιημένη δομή : max ( p – c ) ( 1 – p )
Μη Ενοποιημένη Δομή : max ( p -
p=
)(1–p)
=
p=
η τιμή του εμπόρου
Η ζήτηση για το προϊόν (άρα και ενδιάμεση ζήτηση) είναι :
q=
και
=(
1 2
Ο παραγωγός μεγιστοποιεί : max
άρα
=
,
=
1
= –c)(
) →
=
και p =
Συμπεράσματα
•
Η τιμή είναι μικρότερη στην ενοποιημένη παρά στην κάθετα διακριτή
(c) <
(ω).
•
Επειδή η τιμή είναι μικρότερη στην ενοποιημένη μορφή το πλεόνασμα του
καταναλωτή αυξάνεται όταν ενοποιείται η αγορά (συμπέρασμα σημαντικό για
την άσκηση πολιτικής ανταγωνισμού).
•
Τα κέρδη στην ενοποιημένη μορφή
ενοποιημένη.
•
Επειδή και τα δύο πλεονάσματα αυξάνονται (καταναλωτή – παραγωγού) η
ενοποίηση συνίσταται για αύξηση της κοινωνικής ευημερίας.
>
είναι μεγαλύτερα από την μη
Αποτελεσματικές Μέθοδοι Περιορισμού της Κάθετης Εξωτερικότητας
1. Franchise Fee : Ο παραγωγός μπορεί να εξαφανίσει όλη την στρέβλωση που του
δημιουργεί ο ενδιάμεσος εάν επιβάλλει μια τιμή (σταθερό ποσό) δικαιόχρησης
ίση με τα κέρδη του εμπόρου (καταστρέφοντας όλα βεβαίως τα κίνητρα). Στην
q και
περίπτωση αυτή ισχύει μεθοδολογία διπλής ταρίφας Τ(q) = A +
Α=
.
2. RPM : Υποχρέωση ενιαίας τιμής. Αντί να επιβάλλει σταθερή τιμή δικαιόχρησης
και να υποχρεώσει τον ενδιάμεσο να
Α μπορεί εναλλακτικά να χρεώσει p =
πουλήσει σε αυτή και μόνο την τιμή (όχι εκπτώσεις κ.α.). Και πάλι όμως
ανάληψη αντίδρασης θα αντιμετωπίσει ο παραγωγός από τον έμπορο όπως και
προηγουμένως. Εξαφανίζονται τα κίνητρα, δημιουργούνται τάσεις παρέκκλισης.
Το Πρόβλημα του Κάθετου Ηθικού Κινδύνου (Downward Moral Hazard)
Τι γίνεται όταν και τα δύο μέρη αντιλαμβάνονται ότι διαφοροποιώντας τις υπηρεσίες που
προσφέρει ο ενδιάμεσος και όχι μόνο της τιμολόγησης μπορούν να επηρεάσουν την
ζήτηση των καταναλωτών.
•
•
•
Οι υπηρεσίες επηρεάζουν την ζήτηση αλλά συνεπάγονται κόστος στον
ενδιάμεσο.
Ο παραγωγός θέλει να ενισχύσει αυτή την συμπεριφορά του εμπόρου.
Ηθικός κίνδυνος ή «κρυφές ενέργειες» αφορούν ασύμμετρη πληροφόρηση
μεταξύ των δύο μερών όταν εκείνος που εκτελεί εντολές (agent = έμπορος)
εκτελεί και ενέργειες που είναι παρατηρίσημες από τους εντολείς (principals)
μόνο από τα αποτελέσματα τους (οι «κρυφές ενέργειες» είναι σε αντιπαραβολή
και την «κρυφή γνώση» όπου η ανώτερη πληροφόρηση του agent οφείλεται σε
εξωγενείς παράγοντες π.χ. φύση και διακρίνονται σε δύο μορφές ανάλογα από το
εάν η γνώση υπάρχει στον agent πριν ή μετά από την υπογραφή του συμβολαίου
με την τελευταία να αποκαλείται αναστροφή επιλογή “adverse selection”).
Και Πάλι :
Παραγωγός
Ενδιάμεσος
Καταναλωτές
Το Βασικό Υπόδειγμα :
•
•
•
•
Μονοπωλητής παραγωγός, Μονοπωλητής ενδιάμεσος
=c
Κόστος προώθησης e
= γ(e) με γ’ (e) > 0
• p = P (q , e)
>0
• Η επιλογή τώρα είναι σε δύο επίπεδα. Ως προς την ποσότητα (q) και ως προς την
προσπάθεια (e).
Κάθετα Ενοποιημένη Δομή
Τα κοινά κέρδη οδηγούν σε (
(c) ,
(c) ) = argmax ( p (q,e) – c – γ (e) ) q
q,e
Μη Ενοποιημένη Δομή
Ο παραγωγός πουλάει σε τιμή ω > c
To οριακό κόστος του ενδιάμεσου είναι ω + γ (e)
Τα κέρδη του ενδιάμεσου προσδιορίζουν στο μέγιστο την επιλογή του
(
(ω),
(ω) ) = arg max ( p (q,e) – ω – γ (e) ) q
Ο παραγωγός θα διαλέξει (ω) που θα μεγιστοποιεί σε αυτόν τα κέρδη με δεδομένη την
καμπύλη αντίδρασης του ενδιάμεσου
= arg max (ω – c)
ω
(ω)
και βέβαια
>c
Σύγκριση και Συμπεράσματα
•
•
•
•
•
Η ενοποίηση οδηγεί την αγορά σε μεγαλύτερες ποσότητες (κι αντίστροφα τιμές)
(c) >
(ω) και
(c) >
(ω).
από την ενοποιημένη δομή δηλ.
Οι υπηρεσίες προώθησης είναι μεγαλύτερες στην ενοποιημένη μορφή
(c) >
(ω).
Το πλεόνασμα του καταναλωτή αυξάνεται με την ενοποίηση.
Τα κυκλικά κέρδη δεν μεγιστοποιούνται στην μη ενοποιημένη δομή.
Αναμφισβήτητα η ενοποίηση βελτιώνει την ευημερία.
Στην περίπτωση που ο παραγωγός παράλληλα με τον ενδιάμεσο προσφέρει ανεξάρτητες
υπηρεσίες προώθησης (π.χ. διαφήμιση) δημιουργείται στην αγορά πρόβλημα διπλού
ηθικού κινδύνου. Στην περίπτωση αυτή η τάση και των δύο είναι να επωφελούνται ο
ένας των υπηρεσιών του άλλου (free-riding).
Ειδική Περίπτωση
Έστω ο ενδιάμεσος (π.χ. επιχείρηση) χρησιμοποιεί δύο εισροές, η μία από ένα
μονοπώλιο και η άλλη από ένα ανταγωνιστή.
c
c’
Μ
C
Pω’=c’
x
Pω
x’
Μ
p
q = q (x, x’)
To Υπόδειγμα
•
•
•
•
•
Έστω ενδιάμεσος με δύο προϊόντα ως εισροές.
Έστω το (1) από μονοπωλητή και το (2) από ανταγωνιστή.
Έστω ενδιάμεσος επιλέγει για (q) ανάμεσα σε x, x’
q = q (x, x’). Έστω x, x’ υποκατάστατα.
Έστω q = D(p). Για απλοποίηση δεν δεχόμαστε.
Έστω c, c’ MCx,x’ (e) αντίστοιχα.
Ενοποιημένη Δομή
= max p (q(x, x’)) q (x, x’) – cx – c’x’
x, x’
Μη Ενοποιημένη Δομή
Ο παραγωγός της πρώτης εισροής και ο ενδιάμεσος είναι μονοπωλητής.
Προκύπτει ότι δεν απαιτείται η ενοποίηση με τον ενδιάμεσο διότι η ανταγωνιστική
συμπεριφορά ως προς την άλλη εισροή και η δυνατότητα υποκατάστασης εισροών δεν
δημιουργεί εξωτερικότητα.
Άρα καταρχήν τα τρία βασικά παραδείγματα της κάθετης ενοποίησης «διπλή οριακή
επιλογή» του «κάθετου ηθικού κινδύνου» και της «υποκατάστασης των εισροών» δεν
επηρεάζουν την ευημερία έστω κι αν φαίνεται να αυξάνουν την μονοπωλιακή δύναμη.
Και όλα αυτά διότι η μονοπωλιακή ισχύ και όχι τα παράγωγα της όπως οι κάθετες
σχέσεις είναι το αντικείμενο της έρευνας.
Το κατά πόσο λοιπόν οι κάθετες σχέσεις, αν και καταρχήν αυξάνουν την ευημερία,
μπορούν να εμφανίσουν άλλες κοινωνικές μορφές περιορισμού των επιλογών που δεν
ενδείκνυνται, είναι ένα μεγαλύτερο ερώτημα που δεν αντιμετωπίζεται στην θεωρία του
ανταγωνισμού (βλέπε λογική που εξηγεί πως ο ανταγωνισμός σε επίπεδο εμπορίου
αυξάνει την αποτελεσματικότητα, βλέπε επίσης πολιτικές για «ενεχυρίαση των
αγορών»).
Ανταγωνισμός Ενδιάμεσων και Οριζόντια Εξωτερικότητα
Εκτός από την κάθετη σχέση και την εξωτερικότητα ανάμεσα σε παραγωγό και
ενδιάμεσο με μονοπωλιακή ισχύ στην συνέχεια θα εξετάσουμε και την εξωτερικότητα
που αναπτύσσεται στην αγορά όταν δρα η υπόθεση της μονοπωλιακής συμπεριφοράς σε
επίπεδο ενδιάμεσου.
Συγκεκριμένα, και ιδιαίτερα όταν υπάρχει επηρεασμός του αποτελέσματος από τις
υπηρεσίες του ενδιάμεσου η άρση του μονοπωλίου σε κατώτερο επίπεδο δημιουργεί
οριζόντιες (αρνητικές) εξωτερικότητες στο βαθμό που αυτές να καταλήγουν και σε freeriding. Η όλη συζήτηση γύρω από το θέμα των οριζόντιων εξωτερικών επιδράσεων
αφορά την συζήτηση για Intrabrand Competition.
Intrabrand Competition
Παραγωγός
Ενδιάμεσος
Ενδιάμεσος
Καταναλωτές
Το Υπόδειγμα
•
•
•
•
•
•
Μονοπωλητής διαθέτει προϊόν σε ανταγωνιστική αγορά ενδιαμέσων.
MCπ = c
Οι ενδιάμεσοι διαθέτουν το προϊόν με (e).
MCe γ (e) γ’ (e) > 0
Ζήτηση q = D (p,e)
Οι καταναλωτές είναι ίδιοι άρα δεν διαφοροποιούνται ως προς το πλεόνασμα
όταν πληρώνουν την ίδια τιμή και εξυπηρετούνται ταυτόσημα (e) = - D(p,e).
Κάθετα Ενοποιημένη Δομή
Κοινά κέρδη
(c) ,
( (e) ) = arg max ( p – c – γ (e) ) D(p,e)
(p,e)
Και στο άριστο:
(c) – c – γ (
(c))
= γ’ (
(c) D )
Πιο συνοπτικά, όπως προκύπτει σε όλη την θεωρεία μονοπωλιακής οργάνωσης με
διάκριση στις υπηρεσίες η ενοποιημένη δομή εξυπηρετείται σε επίπεδο «οριακού»
καταναλωτή.
Μη Κάθετα Ενοποιημένη Δομή
•
•
•
•
•
Διάκριση μεταξύ ενδιάμεσου και παραγωγού
Προϊόν με τιμή (ω)
MCe = ω + γ (e)
Οι καταναλωτές αγοράζουν με το καλύτερο δίπολο (p, e)
Η ανταγωνιστική τιμή p = ω + γ (e) και προκύπτει από
( (ω) ,
(ω) ) = arg max S ( p – ω – γ (e), e )
p,e
με πρώτη τάξη
= γ’ (
(ω) ) D
όπου πλέον το επίπεδο των υπηρεσιών προσδιορίζεται από την βούληση του μέσου
καταναλωτή ως προς το επίπεδο εξυπηρέτησης (e).
Συμπέρασμα
•
•
•
Ανταγωνισμός σε επίπεδο εμπορίας μπορεί να οδηγήσει (το έχουμε
ξανασυναντήσει το επιχείρημα) σε υπέρ ή υπό το δέον υπηρεσίες σε σχέση με την
κάθετη ενοποίηση.
Intrabrand ανταγωνισμός δεν εξασφαλίζει λοιπόν αναγκαία μεγιστοποίηση των
κοινών κερδών. Τελικά υποχρεώνει τον παραγωγό για να εξαφανίσει τις ατέλειες,
να προσδιορίζει εκείνος το επίπεδο των υπηρεσιών που θα παρέχουν (ταυτόσημα)
οι ενδιάμεσοι.
Το προηγούμενο συμπέρασμα εάν δεν επιβληθεί μπορεί να οδηγήσει την αγορά
σε Free Riding καθώς οι υπηρεσίες των ενδιαμέσων θα εκλαμβάνονται από τους
καταναλωτές ως «δημόσιο αγαθό».
Εξαγορές και Συγχωνεύσεις
Η έννοια ενοποίηση συμπίπτει σε πολλά σημεία με έννοιες όπως «εξαγορές» ,
«συγχωνεύσεις» όπου συνολικά αναφέρονται σε ενέργειες όπου ανεξάρτητες εταιρείες
ενώνονται κάτω από την ίδια ιδιοκτησία. Γενικά η κατηγοριοποίηση των συγχωνεύσεων
αναφέρεται ως :
•
•
•
Οριζόντιες : Όταν επιχειρήσεις στον ίδιο κλάδο που παράγουν ταυτόσημα ή στενά
υποκατάστατα προϊόντα και που τη διαθέτουν σε ίδιες γεωγραφικές περιοχές
συγχωνεύονται.
Κάθετες : ‘Όταν συγχωνεύονται επιχειρήσεις που παράγουν ενδιάμεσα προϊόντα
(πρώτες ύλες) με επιχειρήσεις που αξιοποιούν τις πρώτες ύλες τους ή γενικά δύο
επιχειρήσεις με σχέση πωλητή – αγοραστή.
Σύνθετες (conglomerate) : Όταν συγχωνεύονται επιχειρήσεις με λιγότερο
συνδεόμενα προϊόντα, περιοχές ή και επίπεδα παραγωγής.
Τα ερωτήματα που συνηθίζεται να εξετάζονται στα θέματα της ενοποίησης και σε
επίπεδο ιδιοκτησίας αφορούν :
•
•
•
•
Χρονικές περιόδους που εμφανίστηκαν τα μεγαλύτερα ρεύματα συγχωνεύσεων.
Τα κίνητρα
Εάν αφορούν συγχωνεύσεις σε κεφαλαιουχικά αγαθά ή μερίδια αγοράς
Εάν έγιναν με στόχους άλλους πλην παραγωγικούς ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που
υπάρχει διαφορά στις αξιολογήσεις μεταξύ επιχειρήσεων (ο αγοραστής είναι πιο
αισιόδοξος για το μέλλον της επιχείρησης).
•
Εάν τέλος η εξαγορά οδηγεί σε μη οικονομικά μετρήσιμα αποτελέσματα αλλά
δικαιολογεί άλλες προσόδους για την εξαγοράζουσα όπως π.χ. κύρος.
Η οργάνωση της ολιγοπωλιακής αγοράς και ο τρόπος που η συγκέντρωση του κλάδου
μεταβάλλεται όταν δύο επιχειρήσεις συνενώνονται μας επιτρέπει να προσδιορίσουμε
ορισμένα βασικά συμπεράσματα για την πολιτική και τις επιπτώσεις των συγχωνεύσεων.
¾ Οριζόντιες Συγχωνεύσεις
Καταρχήν υπό συνθήκες Conrnot μια μείωση του αριθμού των επιχειρήσεων (λόγω
συγχωνεύσεως) μειώνει την κοινωνική ευημερία. Το συμπέρασμα προκύπτει εάν
εκφράσουμε το πλεόνασμα ως συνάρτηση του αριθμού των επιχειρήσεων που
δραστηριοποιούνται στην αγορά Conrnot με μηδενικό σταθερό κόστος δηλ.
S (N) =
Όπου q = a – b ( ∑
)
c=
q
Στην περίπτωση όμως που το μέσο κόστος διαφοροποιείται ≠ τότε είναι πιθανό μια
συγχώνευση να αυξάνει την συγκέντρωση αλλά να μην οδηγεί υποχρεωτικά σε μείωση
της ευημερίας.
¾ Κάθετη Συγχώνευση
Τι επιπτώσεις έχει σε μια αγορά η συγχώνευση ενός πωλητή με έναν αγοραστή? Στη
συνέχεια θα εξετάσουμε διάφορα ενδεχόμενα με την προϋπόθεση ότι μεταξύ των
ανώτερων υπάρχει δυοπώλιο Bertrand και μεταξύ των κατώτερων (downstream) υπάρχει
Conrnot.
Σε αντίθεση λοιπόν με την δομή που αναλύθηκε στην κάθετη οργάνωση.
Παραγωγός
Ενδιάμεσος
Καταναλωτής
εξετάζουμε
Παραγωγός (Α)
Παραγωγός (Β)
Ενδιάμεσος (1)
Ενδιάμεσος (2)
Καταναλωτής
Έστω η ζήτηση είναι : p = a - a>0
και , οι πωλήσεις των ενδιάμεσων.
,
= κόστος
Άρα σε περίπτωση που οι (1,2) προμηθεύονται με ανταγωνισμό Conrnot θα έχουμε :
=
=
άρα η συνολική ζήτηση στους ενδιάμεσους είναι :
Ce =
+
=
p = a – Ce =
O Ανταγωνισμός στους Ανώτερους πριν από την Συγχώνευση
Εάν
=
=0
=
θα έχουμε
=
=
=
=0
Εάν συγχωνευτεί η ανώτερη με την κατώτερη (Α και 1). Α1 είναι η νέα επιχείρηση και
δεχόμαστε ότι αυτή αποφασίζει να μην πουλήσει στην 2. Στην περίπτωση αυτή η Β είναι
μονοπώλιο και έχουμε διπλή οριακή τιμολόγηση.
max
=
αντικαθιστώντας
=
και
=
=
=p*
=0
Ce =
=
=a/4
= α/4
έχουμε
p=
= (p-c)
=
¾ Άρα μια συγχώνευση μεταξύ ανώτερης και κατώτερης σε περιβάλλον
ολιγοπωλιακό αυξάνει το προϊόν της συγχωνευμένης και μειώνει το προϊόν της
κατώτερης που δεν συγχωνεύεται.
¾ Τα συνολικά κέρδη των συγχωνευμένων επιχειρήσεων αυξάνονται με την
συγχώνευση.
¾ Η μη συγχωνευμένη επιχείρηση στο κατώτερο επίπεδο δεν θα εμποδιστεί από την
λειτουργία της, απλά θα χάσει κέρδη.
Το τελευταίο ερώτημα που θα εξετάσουμε στο τμήμα αυτό έχει να κάνει με την ύπαρξη
οριζόντιων συγχωνεύσεων μεταξύ επιχειρήσεων που παράγουν συμπληρωματικά αγαθά
(π.χ. Economides and Salop).
Θα δείξουμε ότι σε μια αγορά που έχουμε συγχώνευση μεταξύ των επιχειρήσεων που
παράγουν συμπληρωματικά αγαθά προκύπτει :
α) μείωση της τιμής του συστήματος
β) αύξηση των πωλήσεων συστημάτων
γ) αύξηση των συνολικών κερδών
Παράδειγμα:
,
Υπολογιστές (χ) και οθόνες (y) με
=
αντίστοιχα τις τιμές τους
+
Q = ποσότητα συστήματος = α -
=α–
= α – Ce
Ανεξάρτητη παραγωγή :
=
max
– (
=
α–(
και αντίστοιχα
+
– +
Συνολικά οι επιχειρήσεις προσφέρουν ανταγωνιστικά κατά Conrnot
=
=
α=x=y=α-(
=
+
=
=
Όλα τα στοιχεία από ένα Μονοπώλιο (ενοποιημένη επιλογή):
max
=
=
(α–
=
=
=α-
=
=
Επανάληψη :
Η περίπτωση των ενοποιημένων επιλογών επηρεάζει ή μετασχηματίζει την θεωρεία
ανάλυσης των κινήτρων στις συγχωνεύσεις σε δύο επίπεδα.
(α) Κατά πόσο οι συγχωνεύσεις αφορούν κάθετες σχέσεις σε ανταγωνιστικά πλέον
επίπεδα και
(β) Κατά πόσο τα προϊόντα που παράγονται είναι συμπληρωματικά ή υποκατάστατα.
Στην πρώτη περίπτωση αναφερόμαστε σε αγορές συστημάτων όπου οι συγχωνεύσεις
ευνοούν τον ανταγωνισμό έστω κι αν αυξάνουν την συγκέντρωση, ενώ στη περίπτωση
υποκατάστατων τα συμπεράσματα διαφοροποιούνται ανάλογα με τις συνθήκες προ και
μετά την συγχώνευση ως προς το κόστος παραγωγής.
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ – ΔΙΑΧΥΣΗ – ΔΙΚΤΥΑ ΚΑΙ ΑΓΟΡΕΣ
ΔΥΟ ΜΕΡΩΝ
(Complementarity – Diffusion – Networks & Two-sided markets)
Εισαγωγή
Από πολύ παλιά η Β.Ο. είχε αντιληφθεί, και σε κάποιο βαθμό αντιμετώπισης την έννοια
της συμπληρωματικότητας του μονοπωλίου ιδιαίτερα σε σχέση με τα διαρκή
καταναλωτικά αγαθά. Γνωρίζουμε λοιπόν ότι ο μονοπωλητής ενός διαρκούς αγαθού
στην προσπάθεια του να επηρεάσει την υπολειμματική ζήτηση που δημιουργεί η
μονοπωλιακή τιμολόγηση του προϊόντος που βρίσκεται στο δίλημμα να μειώσει την τιμή
αλλά ταυτόχρονα και να δημιουργήσει εσωτερικό ανταγωνισμό από την αγορά των
μεταχειρισμένων.
Η ανάπτυξη της νέας τεχνολογίας και γενικά του R + D υπήρξε ο δεύτερος σταθμός
ανάλυσης του προβλήματος. Η ανακάλυψη νέων προϊόντων ή και νέων διαδικασιών
συνδυάστηκε με κατάλληλες μεθόδους εκμετάλλευσης και διάχυσης αυτής είτε μέσω
δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και αδειοδοτήσεων χρήσης, είτε με τεχνικές προστασίας από
απομιμήσεις ή προσαρμογές (μεθόδους αντιγραφής του R + D στην παραγωγή μεταξύ
ανταγωνιστών με εφαρμογή βιομηχανικής κατασκοπίας). Εκεί αντιληφθήκαμε ότι η
μεθοδολογία προστασίας και προώθησης του R + D συνδέεται άμεσα με την έννοια της
«τυποποίησης». Δηλαδή με τον σαφή προσδιορισμό των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας.
Αντιμετωπίζοντας την «τυποποίηση» προέκυψε ότι αυτή επηρέαζε σημαντικά την
«διάχυση» της R + D καθώς η προσαρμογή των βιομηχανικών διαδικασιών στις νέες
τεχνολογίες εξαρτώνται σημαντικά από στοιχεία «συμπληρωματικότητας» είτε στην
κατανάλωση της είτε στην παραγωγική της χρήση. Ένας υπολογιστής δεν λειτουργεί
χωρίς οθόνη, μια βελτιωμένη έκδοση ενός προγράμματος προϋποθέτει γνώση της
προηγούμενης έκδοσης για να γίνει ταχύτερα κατανοητό.
Οι αποφάσεις λοιπόν που ελέγχουν την «τυποποίηση» και την «συμβατότητα»
(standardization, compatibility) των προϊόντων R + D έχουν άμεση επίδραση στην
συνάρτηση διάχυσης καθώς επηρεάζονται από την διαχρονική ή ποιοτική
συμπληρωματικότητα των διαφορετικών τυποποιήσεων. Στην οικονομική ορολογία
θεωρήσαμε την «συνάρτηση διάχυσης» ως ένα δίκτυο και τις επιπτώσεις της
συμπληρωματικότητας ως μια εξωτερικότητα. Αποτέλεσμα αυτής της ονοματολογίας
ήταν η δημιουργία των «εξωτερικοτήτων δικτύου» (network externalities). Το
ενδιαφέρον επικεντρώθηκε στην περίπτωση που εκείνες είναι θετικές με την έννοια ότι
ένα αγαθό είναι πιο σημαντικό στην αξιολόγηση του καταναλωτή ή όσο περισσότεροι
καταναλωτές χρησιμοποιούν το ίδιο ή συμβατές με αυτό εκδόσεις. Το θετικό
αποτέλεσμα μπορεί να προκύπτει είτε άμεσα (συνδεδεμένοι από δίκτυο τηλεφώνου) είτε
έμμεσα (περισσότερες εφαρμογές γράφονται για τα δημοφιλή προγράμματα).
Εξωτερικότητες δικτύου προκύπτουν και στην ζήτηση και στην προσφορά των
προϊόντων τεχνολογίας. Για τον λόγο αυτό, ανεξαρτήτων των επιπτώσεων αναφερόμαστε
σε κλάδους δικτύων, όπου εμφανίζονται οι εξωτερικότητες, τους οποίους τους
αντιμετωπίζουμε διαφορετικά από την τυπική λογική των μη-δικτυακών αγορών.
Ως προς την ζήτηση όταν η χρησιμότητα του καταναλωτή οφείλει να προσδιορίσει την
επιλογή της λαμβάνοντας υπόψη την προσδοκώμενη συμπεριφορά των υπόλοιπων
καταναλωτών (δεν αγοράζουν μια τεχνολογία που δεν έχει προοπτική).
Ως προς την προσφορά η εξωτερικότητα δικτύου συνδέεται με την «τυποποίηση» όπως
κι αν αυτή προσδιορίζεται (κυβέρνηση, χαρακτηριστικά αγοράς π.χ. τύπος πετρελαίου
για χρήση). Η επιλογή και η επιβολή συγκεκριμένης τυποποίησης προσδιορίζει και την
θετική εξωτερικότητα (π.χ. MS-DOS, Intel inside) του δικτύου η οποία θα επηρεάσει την
διάχυση της τεχνολογίας.
Μια πρώτη λοιπόν αναδιατύπωση των εξελίξεων που οδήγησαν την Β.Ο. να εξετάσει τις
επιπτώσεις των εξωτερικοτήτων δικτύου στις αγορές ήταν η ταχύτατη και
ιδιοσυγκρασιακή ανάπτυξη του R + D τα τελευταία τριάντα χρόνια.
Η ολοκλήρωση της έρευνας στις αγορές δικτύων προέκυψε με την εισαγωγή των
αγορών «δύο πλευρών» ή διαφορετικά η αναγνώριση του γεγονότος ότι σε ορισμένες
αγορές μεταξύ των μερών της διαπραγμάτευσης (δύο-μέρη) η αναδιανομή της τιμής
μεταξύ των δύο μερών (και όχι μεταβολή της) έχει επίδραση στο οικονομικό
αποτέλεσμα. Δεχόμαστε δηλαδή ότι το μέγεθος των συναλλαγών εξαρτάται από την
δομή των συναλλαγών και όχι μόνο από τις συνολικές αμοιβές που χρεώνονται για την
πραγματοποίηση της συναλλαγής. Αποδεχόμενοι την έννοια μιας συγκεκριμένης δομής
«πλατφόρμα» ξεκινάμε με την υπόθεση ότι στις αγορές των «δύο μερών», σε αντίθεση
με τις κλασσικές αγορές ο τελικός χρήστης δεν εσωτερικοποιεί προς ίδιο όφελος το
αποτέλεσμα ευημερίας που δημιουργεί η δομή.
Ενώ δηλαδή στον τέλειο ανταγωνισμό η δομή «αγορά» αποδίδει όλο το πλεόνασμα στον
καταναλωτή και στο μονοπώλιο με τέλεια διάκριση στον μονοπωλητή, στην περίπτωση
των αγορών σε «δύο μέρη» η αγορά μετατρέπεται σε πλατφόρμα και ο ενδιάμεσος με το
να επηρεάζει την κατανομή της βαριάς χρήσης επηρεάζει την διάχυση της χρήσης και
της εξωτερικότητες. Το βασικό στοιχείο στις συγκεκριμένες αγορές είναι ότι η
«αλληλεπίδραση» των μερών γίνεται μέσω ενός ενδιάμεσου «πλατφόρμα» και όχι
ανεξάρτητα (π.χ. αγορά απευθείας).
Η έννοια των αγορών «δύο μερών», που προέκυψε από τυπικές ή άτυπες
«τυποποιήσεις» και «πλατφόρμες» εμφανίζεται στις τηλεπικοινωνίες, στις συχνότητες,
αλλά και στις πιστωτικές κάρτες (στα ATM, στις βιβλιοθήκες και τα περιοδικά, στις
αερομεταφορές χωρίς να παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι εύκολα μπορούν να
επεκταθούν και στις κοινωνικές σχέσεις, γλώσσα, θρησκεία, νομολογία, και τέλος
διαχείριση του κοινού νομίσματος και του χρόνου.
Βασικές Έννοιες και Ορισμοί
Για την διαδικασία είναι σκόπιμο να διατυπώσουμε ορισμένους ορισμούς.
1. Συμπληρωματικά Αγαθά
i.
ii.
iii.
iv.
Τα αγαθά που πάντοτε καταναλώνονται μαζί.
Οι καταναλωτές αγοράζουν πακέτα-συστήματα και όχι ανεξάρτητα
αγαθά.
Αναγκαία προϋπόθεση για να είναι συμπληρωματικά θα πρέπει να είναι
«συμβατά».
Απαιτείται συντονισμός του ανταγωνισμού ως προς την «τυποποίηση».
2. Εξωτερικότητες Χρήσης
v.
vi.
vii.
Εξωτερικότητα δικτύου έχουμε όταν λόγω της αλληλεξάρτησης των
συναρτήσεων χρησιμότητας οι συγκρουόμενες προτιμήσεις και η
έλλειψη συντονισμού ως προς την τεχνολογία που θα διαχυθεί καλύτερα
επηρεάζει την ζήτηση.
Εξωτερικότητα αποδοχής όταν η προσφορά επηρεάζεται από την
τεχνολογία που επιλέγεται και από τον μηχανισμό που επιλέγεται.
Σημαντικός παράγοντας είναι η τυποποίηση.
Θετική εξωτερικότητα δικτύου ή αποδοχής υπάρχει όταν η χρησιμότητα
που προκύπτει από την χρήση των αγαθών επηρεάζεται από τον αριθμό
των άλλων χρηστών. Το αποτέλεσμα τείνει να είναι αυξανόμενο.
3. Αποτελέσματα
a. Το ότι τα αγαθά είναι συμπληρωματικά δημιουργούνται τάσεις φυγής από
το ανταγωνιστικό περιβάλλον.
b. Το ότι υπάρχουν εξωτερικότητες καταγράφονται πολλαπλότητες στις
ισορροπίες.
c. Το ότι η σχέση γίνεται μέσω μη αγοραίων διαδικασιών (μη ουδέτερων)
δημιουργούνται «δεσμεύσεις» και κόστη αποδέσμευσης που επηρεάζουν
τον ανταγωνισμό τιμών (ένταξη ανταγωνισμού πριν την ύπαρξη
δέσμευσης στην πλατφόρμα μετά την ένταξη μονοπωλιακή
αντιμετώπιση).
4. Θεώρημα Coase : Εάν τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα είναι σαφώς διατυπωμένα σε
μια αγορά και διαπραγματεύσιμα και ενώ δεν υπάρχει κόστος συναλλαγών ή
ασύμμετρη πληροφόρηση το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης είναι ανεξάρτητο
της ύπαρξης εξωτερικοτήτων και βέλτιστο κατά Pareto (αποτελεσματικό).
Διαφορετικά εάν τα αποτελέσματα είναι αναποτελεσματικά και τίποτα δεν
εμποδίζει την διαπραγμάτευση τα μέρη θα οδηγηθούν σε αποτελεσματική
ανταλλαγή.
5. Η έννοια των αγορών «δυο μερών»
ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ
Σταθερή χρέωση
Χρήσης Α
Σταθερή
χρέωση χρήσης Β
Α
Β
Εκ των προτέρων (ex-cute)
εξωτερικότητα μέλους
ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ
,
χρέωση χρήσης
Α
Β
χρήση με ή χωρίς πληρωμή
Υπάρχουν δύο χρεώσεις :
•
•
,
,
= χρέωση μέλους και αντίστοιχα εξωτερικότητα μέρους
= χρέωση χρήσης και αντίστοιχα εξωτερικότητα χρήσης
Τα πλεονεκτήματα από την ανταλλαγή προκύπτουν για τους χρήστες μόνο από την
χρήση. Εξαίρεση αποτελεί «εικόνα» όταν κάποιοι θεωρούν σημαντικό να συνδέονται με
συγκεκριμένες λέσχες.
Έστω τώρα μια πλατφόρμα που χρεώνει στους χρήστες
,
χρεώσεις χρήσης. Η
αγορά είναι μιας πλευράς ή τυπική. Το μέγεθος των συναλλαγών που πραγματοποιούνται
από την πλατφόρμα εξαρτάται από το άθροισμα των χρεώσεων.
y=
+
Είναι ανεξάρτητα από τις αλλαγές των ,
με σταθερό y.
Η αγορά είναι «δύο μερών» ενώ το μέγεθος των συναλλαγών μεταβάλλεται όταν
μεταβάλλεται.
y = σταθερό και
S.O.S. : Η στροφή προς τις δύο αγορές δύο μερών έχει να κάνει και με την παραδοσιακή
άποψη μεταξύ οικονομολόγων και πολιτικών ότι η δομή των τιμών επηρεάζει και τα
κέρδη και την αποτελεσματικότητα. Δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε ότι ένα βασικό
στοιχείο της οικονομικής πολιτικής έχει να κάνει με την γνώση ότι κάθε αναδιανομή των
τιμών μεταξύ δύο μερών επηρεάζει τα οικονομικά αποτελέσματα.
S.O.S. : Οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι μεταξύ εξωτερικότητας χρήσης ορισμού αγορών
ως «δύο μερών» και θεωρώντας Coase ισχύει η εξής αναλογία :
Η έννοια, ο τελικός χρήστης δεν μπορεί να οδηγηθεί σε αποτελεσματικότητα μέσω
διαπραγμάτευσης είναι αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για την αποδοχή της αρχής ότι
η πλατφόρμα δημιουργεί δομή τιμών που δεν είναι ουδέτερη.
Διαφορετικά όταν δεν ισχύει το θεώρημα του Coase αυτό δεν προδιαγράφει ότι η αγορά
είναι «δύο μερών».
6. Τιμολόγηση αγορών «δύο μερών»
Τιμή
Τιμή
Ζήτηση καταναλωτή με
χαμηλή ζήτηση
(απλοί χρήστες)
Ζήτηση καταναλωτή
με υψηλή ζήτηση
(προγραμματιστές)
Ποσότητα
Ποσότητα
Στις δύο ζητήσεις η τυπική λογική θα ήταν να τιμολογήσουμε σύμφωνα με το μέγιστο
έσοδο ( δηλαδή οι δύο περιοχές). Εάν όμως δεχτούμε ότι η ύπαρξη εξωτερικοτήτων
δικτύου μετακινεί τις ζητήσεις δεξιά τότε θα πρέπει να υποτιμολογήσουμε την πιο
ευαίσθητη στην τιμή αγορά και να υπερτιμολογήσουμε την λιγότερη για να
δημιουργήσουμε ζήτηση και εξωτερικότητες.
νέα
Παλαιά
τιμή
Νέα παλαιά
τιμή
παλαιά
νέα
παλαιά
νέα
Στην ουσία επιτρέπουμε την δωρεάν χρήση και χρεώνουμε υψηλά στους
προγραμματιστές (περίπτωση Adobe).
To Υπόδειγμα των Εξωτερικοτήτων Δικτύου
Έχοντας ορίσει ως εξωτερικότητα δικτύου την περίπτωση που λόγω
συμπληρωματικοτήτων στην κατανάλωση ή την παραγωγή επηρεάζεται η χρησιμότητα
των καταναλωτών είτε λόγω αριθμού χρηστών είτε λόγω συμβατότητας των προϊόντων.
Θα ασχοληθούμε με τις επιπτώσεις της στην ισορροπία της αγοράς.
Όπως προκύπτει από την βιβλιογραφία εμφάνιση εξωτερικοτήτων δικτύου στην ζήτηση
δημιουργεί πολλαπλότητα στις ισορροπίες, αναποτελεσματικότητες και ανάγκη
συντονισμού ακόμη και στην περίπτωση που τα αγαθά προσφέρονται ανταγωνιστικά.
Αντίθετα στην περίπτωση της προσφοράς σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση των
επιπτώσεων και άρα και της ισορροπίας (ων) έχει η μελέτη των προσδοκιών των
χρηστών ως προς το ποια κατεύθυνση θα κλείνει η συμβατότητα. Στην ουσία δεν είναι
αναγκαστικά δεδομένο ότι ένας παραγωγός μπορεί να «προκαταλάβει» και να σπρώξει
την αγορά να προσαρμοστεί στις επιλογές του, καθώς σημαντικό ρόλο παίζει και η
προσδοκία των καταναλωτών.
•
Ζήτηση και Ανάγκη Συντονισμού
Έστω δύο χρήστες ( i = 1,2 ) οι οποίοι είτε αγοράζουν παλαιά ή νέα τεχνολογία.
Υποθέτουμε ότι οι τεχνολογίες δεν είναι συμβατές.
Έστω q = 1 ή 2 το μέγεθος του δικτύου (π.χ. αριθμός καταναλωτών που χρησιμοποιούν
την δεδομένη παλαιά ή νέα τεχνολογία).
Έστω τέλος n( q ) η χρησιμότητα της χρήσης παλαιάς τεχνολογίας και ν( q) η αντίστοιχη
για την νέα τεχνολογία.
Υποθέτουμε ότι δεν υπάρχει κόστος στην χρήση για να μεταπηδήσει στην νέα
τεχνολογία.
Θεωρούμε ότι έχουμε θετική εξωτερικότητα δικτύου εάν n( 2 ) > n( 1 ) και ν( 2 ) > ν( 1 )
Θεωρούμε ότι υπάρχει κίνητρο και για τους δύο χρήστες να συντονιστούν. Άρα
δεχόμαστε ότι n( 2 ) > ν( 1 ) και ν( 2 ) > n( 1 ).
Εάν δεχτούμε ότι και οι δύο χρήστες αποφασίζουν ταυτόχρονα τότε έχουμε δύο
ισορροπίες.
Ισορροπία υπερβολικής αδράνειας όταν : ν( 2 ) > n( 2 ) αλλά και οι δύο καταναλωτές
παραμένουν (δεν τολμούν) να προχωρήσουν στην νέα τεχνολογία και χρησιμοποιούν την
παλαιά.
Ισορροπία υπερβολικού ενθουσιασμού : n( 2 ) > ν( 2 ) και οι δύο καταναλωτές
στρέφονται στην νέα τεχνολογία από τον φόβο μην χάσουν την ευκαιρία (κλασσικό
παράδειγμα αυτών των συμπεριφορών περιγράφει η θεωρία παιγνίων με τον «πόλεμο
των φύλων»).
• Προσφορά και Ανάγκη Πρόβλεψης των Καταναλωτικών Επιλογών
Έστω ένας καταναλωτής με μοναδιαία ζήτηση που αν παράγεται από τον παραγωγό
αντιστοιχεί σε μια τελική κατανάλωση ( που αποτυπώνει το μέγεθος του δικτύου της
επιχείρησης i.
Η αύξουσα συνάρτηση n ( εκφράζει το πλεόνασμα του καταναλωτή όταν αγοράζει
από τον παραγωγό ( i ).
H τιμή που αποτιμά ο καταναλωτής στην ζήτηση του από τον ( i ) είναι p = - n ( )
καθώς ανεξάρτητα τι πράγματι πληρώνει ( ) θα λάβει υπόψη του και το πλεόνασμα που
δημιουργεί σε αυτόν η κατανάλωση του ( i ) με μια υποθετική εκτίμηση του μεγέθους
του δικτύου της ( i ).
Εάν υπάρχουν στην αγορά περισσότερες τις μιας επιχειρήσεις στην συγκεκριμένη
οργάνωση ή προσδοκώμενη αξιολόγηση του δικτύου της επιχείρησης ( i ) για τον
προσδιορισμό της καμπύλης αντίδρασης της στο ολιγοπώλιο θα λειτουργεί ή ως μια
έντονη μείωση του οριακού κόστους ή ως μια αύξηση της συνάρτησης ζήτησης
(εξωτερικότητα δικτύου στην προσφορά).
•
Πως Προκύπτει η Ισορροπία με Εξωτερικότητα
Έστω μια συνέχεια καταναλωτών χ =
0,1
και χ κοντά στο (0) εκφράζει χαμηλή επιθυμία πληρωμών
χ κοντά στο (1) εκφράζει υψηλή επιθυμία πληρωμών
Προκύπτει ότι μια αύξηση της
¾ Αυξάνει την
¾ Μειώνει την
¾ Μειώνει την
:
και αντιθέτως τα αντίστοιχα για το (2).
Αποτέλεσμα Συμπληρωματικότητας : Αύξηση του (2) αυξάνει τον αριθμό των
εξαρτημάτων (n) και αυξάνει την ευημερία του (2) για τον καταναλωτή.
Το συγκεκριμένο υπόδειγμα υποδεικνύει την σχέση που πιθανόν να υπάρχει μεταξύ
προτιμήσεων του καταναλωτή και ποικιλίας των παρεχόμενων υπηρεσιών όταν τα αγαθά
που ανταγωνίζονται στην αγορά παρέχονται ως πακέτα (υπάρχουν στοιχεία
συμπληρωματικότητας στα εξαρτήματα μεταξύ των ανταγωνιστικών brands)
Η μη συνεργασία μεταξύ των παραγωγών μπορεί να οδηγήσει την αγορά σε
υπερπροσφορά ανταλλακτικών.
Συμπέρασμα
Όπως προέκυψε από τα δύο υποδείγματα που αναλύθηκαν υπάρχει δυνατότητα η
ζήτηση των καταναλωτών να επηρεάζει την ισορροπία είτε γιατί το στοιχείο της
συμπληρωματικότητας συνδέεται με πόσους άλλους καταναλωτές αγοράζουν το προϊόν
είτε πόσο μεγάλο είναι το πακέτο των προσφορών.
(1–γ)√
Έστω
=
γ√
και γ =
εάν το βασικό προϊόν είναι 1
εάν το βασικό προϊόν είναι 2
0 , 1 μέτρο της σχετικής προτίμησης έναντι του αγαθού (2).
I = εισοδηματικός περιορισμός
=I*
δαπάνη για εξαρτήματα
=γ*
η ζήτηση για εξαρτήματα εξαρτάται από την δαπάνη για αυτά
Ισορροπία
ˆ
ˆ
Ο καταναλωτής είναι αδιάφορος μεταξύ 1, 2 όταν ( 1 – γ ) √
=γ√
ˆ
Στην ισορροπία = γ ο αριθμός των καταναλωτών που αγοράζει (1)
ˆ
= ( 1 – γ ) ο αριθμός που αγοράζει (2)
≥
εάν
≥
Όσο μεγαλύτερη είναι η παροχή της ποικιλίας των εξαρτημάτων τόσο μεγαλύτερο
μερίδιο έχει ο καταναλωτής του αγαθού.
ˆ
ˆ
Στην ισορροπία :
=γ*
γ=
=
Μικρότερο ή μεγαλύτερο της τιμής
ˆ
ˆ
Έστω
τα δύο επίπεδα ζήτησης
ˆ
Το επίπεδο
εκφράζει την κρίσιμη μάζα των καταναλωτών που εξασφαλίζουν
τουλάχιστον την υπηρεσία.
Ισορροπία Μονοπωλίου
Υποθέτουμε μηδενικά σταθερά και εργατικά κόστη καθώς και μηδενικό οριακό.
ˆ
ˆ ˆ ˆ
max Π ( x ) = p ( x ) x =
(1–x)
ˆ
ˆ
Π ( x ) = 0 με x = 0
ˆ
ˆ
Π ( x ) = 0 με x = 1 → p = 1
Τα κέρδη μεγιστοποιούνται όταν υπάρχουν τουλάχιστον οι μισοί καταναλωτές ως
συνδρομητές.
Ανάλυση Συμπληρωματικότητας
Υποθέτουμε ότι τα αγαθά είναι συμπληρωματικά χωρίς αναγκαστικά να θεωρήσουμε ότι
δημιουργούν εξωτερικότητα. Δεχόμαστε ότι καταναλώνονται μαζί γιατί ο καταναλωτής
δεν θέλει να τα διακρίνει.
(π.χ. η ευημερία επηρεάζεται από το πακέτο και τις υπηρεσίες που δίδονται για αυτό, ο
καταναλωτής κερδίζει από την εξασφαλισμένη ποιότητα των εξαρτημάτων)
•
•
Έστω δύο βασικά προϊόντα L = 1 , 2
ο αριθμός των εξαρτημάτων
Έστω
Συνολικός αριθμός που μπορούν να πληρώσουν συνδρομή για το αγαθό n 0 ≤ n ≤ 1
Τιμή συνδρομής = p
Χρησιμότητα καταναλωτή x
(1–x)
- p εάν αγοράσει
=
εάν δεν αγοράσει
Προσδιορισμός της Συνολικής Ζήτησης
Η τιμή ( x ) που ένας συγκεκριμένος καταναλωτής είναι αδιάφορος μεταξύ της αγοράς
ή μη, προσδιορίζεται από την σχέση :
ˆ
x=
και εκφράζει τον πραγματικό αριθμό των συνδρομητών.
Ορίζουμε τέλεια προβλεπτικότητα εκ μέρους των καταναλωτών στην περίπτωση που :
ˆ
=n=x
ˆ
ˆ
H αντίστροφη συνάρτηση ζήτησης είναι : p = x ( 1 – x )
και για δεδομένο
όπως προέκυψε και στην παρουσίαση θα έχουμε δύο επίπεδα
ζήτησης ανάλογα με το κατά πόσο το αποτέλεσμα του δικτύου είναι μέσω συνολικών
υπηρεσιών (εξαρτημάτων) όταν ο καταναλωτής αποφασίσει να επιλέξει κάποιο αγαθό
(εξωτερικότητα στην ζήτηση ή στην προσφορά).
Η συνέχεια της βιβλιογραφίας στο συγκεκριμένο θέμα όπου εμφανίζονται
εξωτερικότητες δικτύου στην προσφορά αναλύει την επίπτωση στην αγορά κι άρα στην
ισορροπία της «συμβατότητας» ή μη των ανταγωνιστικών συστημάτων.
Περιγραφικά αναφέρουμε ότι οι επιπτώσεις της συμβατότητας των συστημάτων σε μια
αγορά οδηγεί στα εξής συμπεράσματα :
•
•
•
Οι καταναλωτές δεν είναι ποτέ καλύτερα όταν οι επιχειρήσεις παράγουν συμβατά
εξαρτήματα από την περίπτωση που δεν ακολουθούν συμβατότητα.
Αντίστοιχα η συμβατότητα αυξάνει τα κέρδη εκείνων των επιχειρήσεων που την
ακολουθούν.
Η κοινωνική ευημερία είναι μεγαλύτερη όταν οι επιχειρήσεις παράγουν συμβατά
(το άθροισμα είναι μεγαλύτερο αλλά τα κέρδη των επιχειρήσεων αυξάνονται
περισσότερο από την αύξηση του αθροίσματος πλεόνασμα παραγωγού και
πλεόνασμα καταναλωτή).
Ανταγωνισμός σε Αγορές « Δύο – Μερών»
Το τελευταίο ερευνητικό στάδιο που ανέκυψε με την αναγνώριση των επιπτώσεων της
τεχνολογίας των δικτύων στην ανάπτυξη εξωτερικοτήτων αναφέρεται στις αγορές «δύομερών». Γενικά υπάρχουν πολλές αγορές όπου δύο ή και περισσότερα άτομα
αλληλοεξαρτώνται μέσω ενδιάμεσου ( ων ). Οι ενδιάμεσοι παίζουν τον ρόλο της
«πλατφόρμας» αλληλεξάρτησης όπου ως κύριο χαρακτηριστικό της είναι να δημιουργεί
ή και να καταστρέφει πλεόνασμα όπου αποτελεί το βήμα μέσα από την αλληλεπίδραση
των μερών. Προφανώς σε πολλές αγορές ένας παραγωγός προσπαθεί να κάνει αρεστό το
προϊόν του σε συναλλασσόμενους με διαφορετικά χαρακτηριστικά (π.χ. άνδρας,
γυναίκα). Το διακριτικό θέμα των υπό εξέταση αγορών συνδέεται με την περίπτωση που
οι ενδοομαδικές εξωτερικότητες (όταν υπάρχουν) επηρεάζουν τα μέρη και
προσδιορίζονται από τον τρόπο με τον οποίο η πλατφόρμα προσελκύει πελάτες από την
άλλη ομάδα(π.χ. λέσχες για σχέσεις ετεροφυλόφιλων).
Τυπικές αγορές που διακρίνονται από την εξωτερικότητα του δικτύου είναι όπως ήδη
αναφέρθηκε :
• Οι πιστωτικές κάρτες
• Τα τηλεοπτικά κανάλια
• Τα εμπορικά κέντρα κ.α.
Τρία είναι τα στοιχεία που επηρεάζουν τον ανταγωνισμό σε αυτές τις αγορές :
1. Το σχετικό πλεονέκτημα της εξωτερικότητας δικτύου που αποκτά η μία ομάδα
έναντι της άλλης. Μας ενδιαφέρει να γνωρίζουμε πως επηρεάζει την σχετική
κατανομή των θετικών αποτελεσμάτων η ύπαρξη πλατφόρμας ( π.χ. ποιος μεταξύ
ανδρών και γυναικών αυξάνει την χρησιμότητα του από την ύπαρξη του άλλου σε
ένα νυκτερινό κέντρο). Προκύπτει ότι εάν δεν έχουμε μονοπωλιακή πλατφόρμα,
η ύπαρξη θετικών εξωτερικοτήτων μεταξύ ομάδας ενισχύει τον ανταγωνισμό και
μειώνει τα μονοπωλιακά κέρδη. Για να είναι ανταγωνιστική σε μια πλευρά η
πλατφόρμα πρέπει να είναι ανταγωνιστική και στην άλλη.
2. Ο τρόπος χρέωσης των υπηρεσιών της πλατφόρμας (συνδρομή ή με βάση την
χρήση). Η διαφορά συνίσταται στο κατά πόσο η χρέωση στην μία πλευρά
εξαρτάται ή όχι από το ποια είναι η αποτελεσματικότητα της πλατφόρμας στην
άλλη (π.χ. το κόστος διαφήμισης σε ένα κανάλι ή σε μια εφημερίδα εξαρτάται
από τον τηλεθεατή ή από τα ημερήσια φύλλα). Και πάλι προκύπτει ότι εάν η
χρέωση είναι συνδρομή δεν λαμβάνει υπόψη την αποτελεσματικότητα της
πλατφόρμας στην άλλη πλευρά (αρκεί να αγοράσει η μια πλευρά την συνδρομή).
Άρα οι εξωτερικότητες δικτύου τείνουν να είναι μικρότερες όταν έχουμε
συνδρομητική χρέωση.
3. Αποκλειστική ή μεικτή πλατφόρμα (single or multi homing).Καταρχήν έχουμε
τρία ενδεχόμενα :
a. Και τα δύο μέρη αποκλειστικά σε μια πλατφόρμα
b. Το ένα αποκλειστικά και το άλλο μεικτά
c. Και τα δύο μεικτά (προφανώς αυτή η περίπτωση δημιουργεί κίνητρο να
προσομοιάσει τελικά με την (b) καθώς αν όλοι οι Ολλανδοί μιλάνε
Αγγλικά και το αντίστροφο ισχύει για τους Άγγλους τότε οι Άγγλοι θα
σταματούσαν να μαθαίνουν Ολλανδικά). Στην περίπτωση αυτή όσοι
επιδιώκουν την ευελιξία στην πλατφόρμα υποχρεωτικά θα επιδοτούν
εκείνους τους χρήστες που παραμένουν με μια πλατφόρμα.
Η Οργάνωση των Αγορών και τα Χαρακτηριστικά της Ισορροπίας
Το Υπόδειγμα του Μονοπωλίου
Υποθέτουμε ότι υπάρχει μια διαθέσιμη πλατφόρμα μέσα από την οποία συνδέονται τα
μέρη.
• i = 1, 2 τα δύο μέρη
• Κάθε μέλος του ενός συνόλου ενδιαφέρεται για τον αριθμό του άλλου
=
-
i≠j
Οι κοινωνικά αποτελεσματικές
Οι αντίστοιχες συναρτήσεις χρησιμότητας για όσους αποφασίζουν να είναι συνδεδεμένοι
με μια πλευρά
•
: Η τιμή χρέωσης της κοινής πλατφόρμας για την πλευρά i = 1 , 2
: Το οριακό όφελος της μιας πλευράς όταν συνδέεται μέσω της πλατφόρμας με
•
την άλλη.
•
=
( : Ο αριθμός των ατόμων που ανήκουν σε κάθε πλευρά (i), με
την χρησιμότητα της πλευράς. Υποθέτουμε ότι
είναι αύξουσες συναρτήσεις
για το n.
είναι το ανά μέλος της (i) ομάδας κόστους εξυπηρέτησης της
• Τέλος
πλατφόρμας (π.χ. τα ανά επισκέπτη κοινόχρηστα στο εμπορικό κέντρο).
Οι τελικές τιμές ανά ομάδα διαμορφώνονται ως :
=
-
Και τα κέρδη του διαχειριστή της πλατφόρμας προσδιορίζονται :
Π=
( )
+
( )
Η λύση του υποδείγματος προσδιορίζει :
1. Οι κοινωνικά αποτελεσματικές τιμές αντίστοιχα είναι
=
=
Η τιμή προσαρμόζεται προς τα κάτω για κάθε πλευρά ανάλογα με την
εξωτερικότητα δικτύου που προκύπτει προς αυτή
2. Οι τιμές που μεγιστοποιούν τα κέρδη είναι :
=
/
και αντίστοιχα για την (2).
Το συμπέρασμα ταυτίζεται στην λογική με τον μονοπωλητή που ασκεί τέλεια διάκριση
τιμών όπου τώρα ο βαθμός εξωτερικότητας δικτύου επηρεάζεται και από την σχετική
ελαστικότητα ζήτησης των υπηρεσιών της πλατφόρμας από τις συνδεδεμένες ομάδες
(π.χ. οι εταιρείες που παράγουν λογισμικό το παρέχουν δωρεάν μόνο στην περίπτωση
που είναι απλά για μελέτη του περιεχομένου Adobe).
Πιθανές Επεκτάσεις
Υπάρχουν δύο πλατφόρμες αλλά για εξωγενείς αιτίες των μερών προτιμούν την μία
Ομάδες 1, 2
Πλατφόρμες Α,Β
Χρησιμοποιώντας την λογική του υποδείγματος του Hotelling οφείλουμε να
διαχειριστούμε 2 επηρεασμούς:
1. Την εξωτερικότητα δικτύου
2. Την διαφοροποίηση Hotelling
Στην συγκεκριμένη οργάνωση όπου τα μέρη αν και έχουν δύο πλατφόρμες
αυτοπροσδιορίζονται (εξωγενώς) ως προς την μία προκύπτει ότι εκείνη που θα
επικρατήσει θα στοχεύσει προς την μια πλευρά που την θεωρεί περισσότερο
ανταγωνιστική και θα προσφέρει περισσότερα πλεονεκτήματα στην άλλη.
•
Έλεγχος της Αποτελεσματικότητας της Διάκρισης Τιμών
(είναι σκόπιμο να χρεώνονται διαφορετικές τιμές εισόδου στα νυκτερινά κέντρα μεταξύ
ανδρών και γυναικών). Προκύπτει ότι η δυνατότητα αυτής της πλατφόρμας συνδέεται
από την διαφορά στην οριακή χρησιμότητα της χρήσης της πλατφόρμας παρά από τα
εξωτερικά αποτελέσματα (αριθμός μελών στην άλλη πλευρά). Εάν υπάρχουν σημαντικές
διαφορές στην εκτίμηση της εξωτερικότητας δικτύου τότε διάκριση τιμών στις ομάδες
επηρεάζει τα κέρδη του παροχέα.
•
Δυνατότητα Επιλογής σε Συνεργασία με Μία ή και με Δύο Πλατφόρμες
Στην περίπτωση δηλαδή αυτή οι πλατφόρμες δεν ανταγωνίζονται για να κερδίσουν
πελάτες στην μία πλευρά (περίπτωση κινητής τηλεφωνίας όπου κάποιοι πελάτες έχουν
και κινητό και σταθερό ενώ κάποιοι άλλοι μόνο κινητό). Η λογική που προκύπτει έχει να
κάνει με το συμπέρασμα ότι είναι υπερβολικά δύσκολο να προσδιορίσουμε πως οι
εξωτερικότητες κατανέμονται μεταξύ των δύο αγορών. Διότι ουσιαστικά έχουμε να
αναλύσουμε δύο αλληλοεξαρτώμενες αγορές με διαφορετικές επιθυμίες αξιολόγησης της
τιμής και των εξωτερικών αποτελεσμάτων.
•
Το Δικαίωμα της Διαχείρισης του «Ρεύματος» (routing rules)
Ένα τελευταίο θέμα αφορά την διαχείριση των ροών ακόμα και μέσα στην ίδια την
πλατφόρμα. Συγκεκριμένα το ερώτημα έχει να κάνει με ποιο τρόπο ένας συγκεκριμένος
χρήστης που λειτουργεί σε περιβάλλον πολλαπλών πλατφόρμων επιτρέπει ή αναθέτει την
χρήση του στις διαθέσιμες πλατφόρμες.