ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ (ΤΜΗΜΑ Ε΄) ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ 1. Του Οικοδοµικού Συνεταιρισµού µε την επωνυµία «Οικοδοµικός Συνεταιρισµός Μονίµων Αξιωµατικών Ελληνικού Στρατού» ΟΣΜΑΕΣ ΣΥΝ.Π.Ε, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ∆. Σούτσου, αρ. 40 κει εκπροσωπείται νόµιµα. 2. Του Συλλόγου Οικοπεδούχων του Οικοδοµικού Συνεταιρισµού µε την επωνυµία «Οικοδοµικός Συνεταιρισµός Μονίµων Αξιωµατικών Ελληνικού Στρατού» ΟΣΜΑΕΣ ΣΥΝ.Π.Ε, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Βερανζέρου, αρ. 30 και εκπροσωπείται νόµιµα. ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ 1. Της επιχείρησης µε την επωνυµία «ΤΕΧΝΟΜΕΤΑΛ-ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΕΥΑΓΓ. ΤΣΑΜΠΑΘΩΝΗ- ΕΠΙΣΚΕΥΕΣ ΠΛΟΙΩΝ & ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΩΝ», που εδρεύει στο Πέραµα Πειραιά, οδός Νεωρίων, αρ. 18 και εκπροσωπείται νόµιµα 2. Της Χρυσάνθης Τσαµπαθώνης, κατοίκου Περάµατος Πειραιά, οδός Β. Ηπείρου, αρ. 21. ΚΑΤΑ 1. Της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας (Γενική ∆ιεύθυνση Περιφέρειας- ∆ιεύθυνση Αυτοδιοίκησης Β΄ Βαθµού), που εδρεύει στη Λαµία, οδός Κύπρου, αρ. 38 και εκπροσωπείται νόµιµα. 2. Της υπ’ αριθ. πρωτ. 38389/7152/11-5-2009 απόφασης του Γενικού Γραµµατέα Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας. Page 1 of 27 3. Κάθε άλλης συναφούς πράξης ή παράλειψης της διοίκησης προγενέστερης ή µεταγενέστερης. Υπέρ της διατήρησης ισχύος τους. Συζητείται ενώπιον του ∆ικαστηρίου Σας (Τµήµα Ε’), στις 20 Νοεµβρίου 2013, η από 6 Ιουλίου 2009 Προσφυγή των ανωτέρω, η οποία κατατέθηκε στο ∆ιοικητικό Πρωτοδικείο Λαµίας στις 10 Ιουλίου 2009 (αριθµός κατάθεσης δικογράφου 250/2009) και το οποίο παρέπεµψε λόγω αναρµοδιότητος του την εκδίκαση της προσφυγής στο ∆ικαστήριό Σας. Με την προσφυγή αυτή ζητείται η ακύρωση της υπ’ αριθ. πρωτ. 38389/7152/11-5-2009 απόφασης του Γενικού Γραµµατέα Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας καθώς και κάθε άλλης συναφούς πράξης ή παράλειψης της διοίκησης προγενέστερης ή µεταγενέστερης και στην οποία παρεµβαίνουµε υπέρ της ισχύος της προσβαλλοµένης πράξης για τους παρακάτω παραδεκτούς, νοµίµους και αληθινούς λόγους και για όσους προσθέσουµε νόµιµα στο µέλλον, αφού ως προς το πρόσωπό µας συντρέχει το στοιχείο (που κατά το νόµο προσαπαιτείται για το παραδεκτό της Παρεµβάσεως µας) του αµέσου, ενεστώτος και ενεργού εννόµου συµφερόντος. Ι. ΙΣΤΟΡΙΚΟ Ο πρώτος από τους παρεµβαίνοντες είναι Οικοδοµικός Συνεταιρισµός ο οποίος αριθµεί περί τα 10.000 µέλη (συνέταιρους - µετόχους). Έχει στην ιδιοκτησία του στην θέση Παξιµάδα Καρύστου, που βρίσκεται πλησίον της περιοχής Λειβαδάκι, µια έκταση 3776 στρεµµάτων, ήδη ενταχθείσα στο σχέδιο πόλης. Για την αξιοποίηση της έκτασης αυτής και συγκεκριµένα για την κατασκευή των έργων υποδοµής και των κοινοχρήστων χώρων δαπάνησε εκατοµµύρια ευρώ και έχει δηµιουργήσει 1998 οικόπεδα εντός σχεδίου (οικοδοµήσιµα). Τα οικόπεδα αυτά στη συντριπτική τους πλειοψηφία έχουν µεταβιβασθεί κατά πλήρη κυριότητα, νοµή και κατοχή στους µετόχους του Page 2 of 27 Συνεταιρισµού. Οι τελευταίοι έχουν ιδρύσει τον δεύτερο παρεµβαίνοντα Σύλλογο οικοπεδούχων, ενώ βάσει του καταστατικού του ΟΣΜΑΕΣ διατηρείται εσαεί ο εποπτικός και επεµβατικός έλεγχός του. Στα πλαίσια ενός ευµέθοδου σχεδιασµού παράκαµψης των νόµιµων, εδαφολογικών και περιβαλλοντολογικών κωλυµάτων η καθ΄ης η παρέµβαση «ΤΕΧΝΟΜΕΤΑΛ-ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΕΥΑΓΓ. ΤΣΑΜΠΑΘΩΝΗ- ΕΠΙΣΚΕΥΕΣ ΠΛΟΙΩΝ & ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΩΝ», την 5-5-2003 κατέθεσε απλή αίτηση προς το ∆ήµο Καρύστου για τη χορήγηση άδειας κατασκευής και λειτουργίας ναυπηγείου στη θέση του βιολογικού χώρου «ΚΑΤΣΟΥΛΙ», αδιαµφισβήτητης ιδιοκτησίας του ∆ήµου Καρύστου. Στην δε αίτησή της επισύναψε και την Τεχνική έκθεση Εγκαταστάσεων Απριλίου 2005, στην οποία ο υπεύθυνος ο Μηχανολόγος Μηχανικός Εµ. Κορόζης αναγράφει επί λέξει: - ΕΡΓΟ: «ΝΑΥΠΗΓΕΙΟ- ΜΗΧΑΝΟΥΡΓΕΙΟ- ΕΠΙΣΚΕΥΕΣ ΠΛΟΙΩΝ» ΠΕΡΙΟΧΗ «Κατσούλια-Λειβαδάκι Καρύστου, απόσταση από γειτονικά κτίρια 500,00 m, Επεµβάσεις επί της Παραλίας: Η επέµβαση επί της παραλίας για την δυνατότητα ανέλκυσης και καθέλκυσης πλοίωνE µε µπάζωµα από την Γραµµή του Αιγιαλού σε πλάτος κατά µέσον όρο 40 µέτρων EEE συνολική επιφάνεια ∆ιαµορφωµένου Χώρου = 4.742,00 µέτρα !!! - Στην δε Κατανάλωση Ηλεκτρικής Ενέργειας: 223,80 KW (τα οποία είναι µεγάλη ισχύς) καταχωρεί ότι δεν θα τα προµηθεύεται από την ∆ΕΗ, αλλά από ιδιόκτητες γεννήτριες οι οποίες παράγουν καυσαέρια, έχουν αυξηµένο θόρυβο και απαιτούνται δεξαµενές καυσίµων. Ακολούθως, η ειρηµένη, µε επισύναψη ανακριβών τοπογραφικών, αντίθετων προς την αντικειµενική πραγµατικότητα που κατά το κρίσιµο µέρος της παρουσίαζαν ψευδώς τµήµα της ιδιοκτησίας του ∆ήµου Καρύστου, ως ιδιοκτησία της (πρόκειται για εµβαδόν 6.195,00 τ.µ.), υπέβαλε αίτηση µέσω εξουσιοδοτηµένων της µηχανικών προς την Κτηµατική Ν. Ευβοίας, µε την οποία ζητούσε άδεια παραχώρησης σηµαντικού τµήµατος αιγιαλού και παραλίας ως δήθεν προσκείµενου στην ανύπαρκτη ως άνω ιδιοκτησία της, Page 3 of 27 προκειµένου να εγκαταστήσει και να λειτουργήσει µονάδα ναυπηγείου. Ας σηµειωθεί, ότι ο ∆ήµος Καρύστου µέχρι τότε δεν είχε απαντήσει στην από 5-52003 αίτηση της ενδιαφεροµένης . Ο σχετικός φάκελος µε τα τοπογραφικά και την ως άνω µελέτη του µηχανικού Ε. Κορόζη που παρουσίαζαν πάντοτε την ενδιαφεροµένη ως ιδιοκτήτρια της ως άνω ιδιοκτήσιας του ∆ήµου Καρύστου, κοινοποιήθηκε σε εµπλεκόµενες υπηρεσίες µε το από 1-5-2005 έγγραφο της Κτηµατικής υπηρεσίας Ν. Ευβοίας, προκειµένου να γνωµοδοτήσουν για το νόµο και ουσία επιτρεπτό της κατασκευής του έργου. Είναι χαρακτηριστικό, ότι ουδεµία απόφαση για άδεια κατασκευής του έργου ή αντίστοιχη γνωµοδότηση του ∆ηµοτικού Συµβουλίου Καρύστου ελήφθη, αφού ουδέποτε συζητήθηκε το θέµα αυτό από το έτος 2003. Απεναντίας, η Α’ Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων εξέδωσε την µε αριθµό πρωτοκόλλου 5003 από 21-7-2005 αρνητική γνωµοδότησή της, η οποία κοινοποιήθηκε και προς το ∆ήµο Καρύστου. Η αρνητική αυτή τοποθέτηση της εφορίας στηρίχθηκε στο γεγονός, ότι το συγκεκριµένο έργο αιτείται να πραγµατοποιηθεί σε περιοχή που γειτνιάζει µε τον κηρυγµένο Αρχαιολογικό χώρο του ακρωτηρίου της Αγίας Πελαγίας Καρύστου (ΦΕΚ 275/20-3-1980), όπου έχουν εντοπισθεί λείψανα πρωτοελλαδικής εποχής και µεσαιωνική θέση µε λείψανα Πύργου (βλ. από το διαρκή κατάλογο των Μνηµείων). Επισηµαίνεται, ότι η ευρύτερη περιοχή όπου προτείνεται να δηµιουργηθεί το έργο βρίθει αρχαιολογικών θέσεων, οι οποίες συµπεριλαµβανοµένου και του ακρωτηρίου της Αγίας Πελαγίας προστατεύονται από τις διατάξεις του Ν 3028/2002 «για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονοµιάς». Απροσδόκητα, ύστερα από µεταβίβαση του θέµατος από την 1η στην 23η Εφορία Αρχαιοτήτων, η νέα ΕΒΑ εξέδωσε την µε αριθµό πρωτ. 740/2809-2006 θετική κατ’ αρχήν γνωµοδότηση κατασκευής του έργου, αφού, µετά από έρευνες φυλάκων του Μουσείου Καρύστου δεν εντοπίστηκαν αρχαία κατάλοιπα ή µεσαιωνική θέση µε λείψανα πύργου στην περιοχή. Ενδεικτικό της διηθητικής ικανότητας προς τις αρχαιολογικές υπηρεσίες της ενδιαφεροµένης είναι και το υπ’ αριθµ. πρωτ. 1686/7-04-2008 έγγραφο της ΙΑ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων, µε το οποίο αποφαίνεται διευκρινιστικά ότι δεν υπήρχε λόγος να αµφισβητήσει την Page 4 of 27 κυριότητα της κ. Τσαµπαθώνη επί της εγγύς της παραλίας εκτάσεως επί της οποίας ήθελε να κατασκευάσει το ναυπηγείο, ότι εξεδήλωσε δήθεν προφορικό ενδιαφέρον για την αναγκαιότητα του έργου δηµοτική αρχή και ότι τις υποτιθέµενες ανασκαφικές έρευνες στη φερόµενη ως ιδιοκτησία της κ. Τσαµπαθώνη επέβλεψαν οι φύλακες του µουσείου Καρύστου. Το εντυπωσιακό εν προκειµένω έγκειται στο γεγονός, ότι σε ιδιοκτησία του ∆ήµου και µε αίτηση της άσχετης µε την ιδιοκτησία ιδιώτιδος ενδιαφεροµένης υποτίθεται ότι πραγµατοποιήθηκαν ερευνητικές ανασκαφές εν αγνοία της δηµοτικής αρχής και σε αντίθεση µε την ΥΑ κήρυξης αρχαιολογικών χώρων (ΦΕΚ 275/20-3-1980) εγκρίθηκε υστερογενώς και παρά την πρώτη ορθή και νόµιµη άρνηση από την Αρχαιολογία, άδεια κατασκευής των έργων για την ανέλκυση – καθέλκυση πλοίων και κατασκευή οικίσκου – µηχανουργείου ναυπηγικών εργασιών στη θέση «ΛΕΙΒΑ∆ΑΚΙ» ∆ήµου Καρύστου. Ακολούθως, µε την υπ’ αριθµ. µε πρωτοκ. 21347/09-11-2007 απόφαση του Γραµµατέα της Γενικής Περιφέρειας έγινε η υπαγωγή του έργου στη διαδικασία έγκρισης περιβαλλοντικών όρων κατηγορίας Β, υποκατηγορίας 4 και ορίστηκε ως αρµόδια υπηρεσία χειρισµού του θέµατος η ∆ιεύθυνση Περιβάλλοντος Νοµαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ν. Ευβοίας. Στο σηµείο αυτό πρέπει να τονιστεί, ότι η ένταξη του ναυπηγείου στην κατηγορία Β, υποκατηγορία 4 έγινε κατά ευθεία παράβαση του ν.1650/86, όπως αντικαταστάθηκε µε το ν.3010/2002 ΦΕΚ Α 91/2002, σύµφωνα µε τον οποίο έπρεπε να υπαχθεί στην Α κατηγορία, αφού λόγω της φύσης, του µεγέθους και της έκτασής του είναι πιθανό να προκαλέσει σηµαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Ειδικότερα, µε την υπ’αριθµ. ΥΑ 692/90 ΦΕΚ Β 678/90 ορίζεται περιοριστικά και αποκλειστικά πως στην Α κατηγορία κατατάσσονται υποχρεωτικά (στοιχείο 5ζ του οικείου πίνακα) µεταξύ άλλων και τα ναυπηγεία. Στο σηµείο αυτό αξίζει να σηµειωθεί, πως µε το υπ’ αριθµ πρωτοκ. 87539/8443/ 2-11-2009 έγγραφο της Η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας γνωστοποίησε κατόπιν σχετικής αιτήσεως του δεύτερου των παρεµβαινόντων ότι : «επί της ουσίας, η περιβαλλοντική αδειοδότηση της συγκεκριµένης δραστηριότητας κρίθηκε µε τη ν αρ. 38389/7152/11-5-09 απόφαση του Γ.Γ.Π. Στερεάς Ελλάδας, η οποία ακύρωσε την αρ. 171/13-2-09 απόφαση Page 5 of 27 της Ν.Α Ευβοίας και κατά συνέπεια η αρχική αρ. 21347/6858/29-11-07 απόφαση του Γ.Γ.Π Στερεάς Ελλάδας δεν έχει πλέον καµία ισχύ». Στο µεταξύ ελήφθη και κοινοποιήθηκε η υπ’ αριθµ. 187/16-10-2008 αρνητική για τη δηµιουργία του ναυπηγείου απόφαση του ∆Σ ∆ήµου Καρύστου. Παρά την αρνητική θέση του ∆ήµου για την έγκριση της δηµιουργίας του Ναυπηγείου, η ενδιαφερόµενη απευθύνθηκε απευθείας στη Νοµαρχία. Είναι αξιοσηµείωτο ότι ο προϊστάµενος Νοµάρχης Ευβοίας µεταβίβασε τη σχετική αρµοδιότητα χειρισµού της υπόθεσης στον αντινοµάρχη και ο τελευταίος, µε την µε αριθµό 171/13-2-2009 απόφασή του ενέκρινε τους περιβαλλοντικούς όρους της από µηνός Ιανουαρίου 2009 Νέας µελέτης Περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου που συνοδεύει την απόφασή του και αναφέρεται σε επισκευή και ναυπήγηση πλοίων έως 390 κόρους. Η κραυγαλέα αντίφαση που πρέπει εδώ να επισηµανθεί έγκειται στο γεγονός ότι η εγκριτική απόφαση του Νοµάρχη αποσιωπά το γεγονός της επισκευής και ναυπήγησης πλοίων έως 390 κόρους (µέγεθος υπερωκεάνιο) και κάνει λόγο για έγκριση ανέλκυσης – καθέλκυσης µικρών σκαφών δήθεν µικρότερων των 25 κόρων, που για αυτήν ακόµα υπήρχε αρνητική απόφαση του ∆ήµου Καρύστου. Εµφαντικά, όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό από το µέσο κοινωνό πρόκειται ουσιαστικά για ένα µεγάλο έργο (Ναυπηγείο υπερωκεανίων µέχρι 390 κόρων) κατασκευής και επισκευής πλοίων και όχι όπως εσφαλµένα αναγράφεται στην αρχική εγκριτική υπ’ αριθ. απόφαση 171/13-02-2009 του Αντινοµάρχη Εύβοιας στην οποία κατά το κρίσιµο µέρος αποτυπώνεται ότι: Αποφασίζουµε «Εγκρίνουµε τους περιβαλλοντικούς όρους για την εγκατάσταση και λειτουργία δραστηριότητας Ανέλκυση-καθέλκυση µικρών σκαφών µε την επωνυµία επιχείρησης Χρυσάνθη Τσαµπαθώνη στην Κάρυστο Ν. Ευβοίας». Η εµφιλοχωρήσασα πλάνη του αρµοδίου οργάνου που εξέδωσε την ειρηµένη απόφαση είναι πρόδηλη, καθόσον πρόκειται για Ναυπηγείο και όχι για επιχείρηση µε δραστηριότητα Ανέλκυσης-καθέλκυσης µικρών σκαφών και ορθά ο Γενικός Γραµµατέας της Περιφέρειας Στ. Ελλάδας την ακύρωσε, καθότι τίθενται όροι που αφορούν και «εργασίες επιδιόρθωσης πλοίων», που κατατάσσονται στην 9η οµάδα (Α.Α. 253,255) της ΚΥΑ 15393/2332/2002, δεν έχουν ληφθεί υπόψη οι όροι και οι προϋποθέσεις που έχουν θέσει µε έγγραφα Page 6 of 27 τους οι συναρµόδιες υπηρεσίες Υ.Ε.Ν., ΓΕΝ, Εφορία Εναλίων Αρχαιοτήτων, 23η Ε.Β.Α., προκειµένου να τεθούν οι κατάλληλοι περιβαλλοντικοί όροι για την προστασία του περιβάλλοντος (θαλασσίου και χερσαίου) της περιοχής. Οµοίως δεν έχουν τεθεί όροι για την παρακολούθηση της τήρησης των περιβαλλοντικών όρων από τον κύριο του έργου (αρθ. 12 παρ. 1ε της ΚΥΑ 11014/703/Φ104/2003). Επίσης δεν έχουν τεθεί όροι για την διαχείριση των στερεών αποβλήτων, ούτε και για τον τρόπο διαχείρισης των λυµάτων του προσωπικού της δραστηριότητας. Κατά διαφορετική προσέγγιση, δεν πρέπει να αγνοηθεί ότι πέραν του ∆ήµου Καρύστου, είτε ευθέως είτε µέσω θέσπισης προϋποθέσεων και όρων µη εκπληρωθέντων µέχρι σήµερα από την καθ’ ης, αρνητικές της δηµιουργίας του συγκεκριµένου ναυπηγείου, ως προσηµείωθηκε , έστω και µε την εκδοχή των µικρότερων των 25 κόρων σκαφών, ήσαν και όλες οι εµπλεκόµενες υπηρεσίες. Συγκεκριµένα, το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού µε το υπ’ αριθµ. Φ.542/1770/05/Σ.10200/30-11-2005 έγγραφό του επισηµαίνει ότι δεν έχει αντίρρηση για την εκτέλεση του έργου µόνο εφόσον ληφθούν οι προβλεπόµενες από τις κείµενες διατάξεις άδειες και εγκρίσεις καθώς και εφόσον δεν θα προκύψουν περιορισµοί στον κοινόχρηστο χαρακτήρα των ζωνών αιγιαλού και παραλίας. Ακολούθως, το Υπουργείο Εµπορικής Ναυτιλίας µε το υπ’ αριθµ. 8221.Λ31/02/07/26-2-2007 επισηµαίνει ότι µε βάση σχετική αναφορά του ΥΛ Καρύστου το συγκεκριµένο έργο θα επιφέρει σηµαντικές αλλοιώσεις στη φυσική µορφολογία του αιγιαλού και απέχει από την έκφραση γνώµης, αν προηγουµένως δεν τοποθετηθεί η ∆ΙΠΕΧΩ της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας. Μεταγενέστερα, µε το υπ’ αριθµ. 8221.Λ31/01/10-6-2009 έγγραφό του αναφερόµενο στο ίδιο υλικό αντικείµενο επιβεβαιώνει την ίδια θέση µε κεντρικό πυρήνα την επιφορά σηµαντικών αλλοιώσεων στη φυσική µορφολογία του αιγιαλού. Περαιτέρω όµως στην µε αριθµό 2 παράγραφο αυτού θέτει θέµα εφαρµογής και υπαγωγής της επιχείρησης στις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 14 του Ν 2971/2001 και υποδεικνύει ως αρµόδιο να αποφανθεί για την έκφραση γνώµης το Υπουργείο Οικονοµίας και Οικονοµικών, επιφυλασσόµενο µετά την έκδοση της σχετικής θέσης να τοποθετηθεί και το ΥΕΝ έχοντας όλα τα δεδοµένα. Καταληκτικά, θα πρέπει να επισηµανθεί ότι, όπως προκύπτει από το υπ’ αριθµ. πρωτ. Φ122/391/4-3-2009έγγραφο της Κτηµατικής Υπηρεσίας του Page 7 of 27 Νοµού Ευβοίας επιβεβαιώνεται πλήρως, ότι το έργο δεν εντάσσεται στις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 14 του Ν 2690/2001 βάσει του οποίου είναι επιτρεπτή η παραχώρηση αιγιαλού ή θαλασσίου χώρου για εκτέλεση έργων στους χώρους αυτού και εποµένως αποκλείεται η αδειοδότηση. Η διάσταση αυτή προέκυψε ύστερα από την πανηγυρική αποκάλυψη ότι η καθ΄ης η παρέµβαση δεν ήταν ιδιοκτήτρια της επίδικης έκτασης, αλλά απεναντίας αυτή αποτελεί τµήµα της ιδιοκτησίας του ∆ήµου Καρύστου και σύµφωνα µε τον Κανονισµό 2080/1992 και την υπ’ αριθµ 225/5-2-1997 απόφαση έγκρισής του δεν µπορεί να αλλάξει χρήση για είκοσι έτη, ήτοι έως το 2017. Κρίσιµο περαιτέρω γεγονός είναι το υπ’ αριθµ. πρωτ. Φ122/2171/1-102013 έγγραφο της Κτηµατικής Υπηρεσία του Ν Ευβοίας , το οποίο επιβεβαιώνει τη µη παραχώρηση χώρου αιγιαλού για κατασκευή του επίδικου έργου υπογραµµίζοντας αντιθέτως, ότι στο φάκελο της υπηρεσίας περιήλθε και η αρνητική γνώµη για την εν λόγω δραστηριότητα του ∆ΙΠΕΧΩ Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας µε το υπ’ αριθµ. 7343/655/30-10-2009 έγγραφό της. Οι ως άνω πληµµέλειες καθιστούν µη νόµιµη την απόφαση του Αντινοµάρχη Εύβοιας και καθόλα νόµιµη την υπ’ αριθ. πρωτ. 38389/7152/11-5-2009 απόφαση του Γενικού Γραµµατέα Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας. ΙΙ. ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ Α. Σύµφωνα µε τον Νόµο 2971/2001 «Αιγιαλός, παραλία και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α' 285/19.12.2001) Άρθρο 1 Ορισµοί: 1. «Αιγιαλός» είναι η ζώνη της ξηράς, που βρέχεται από τη θάλασσα από τις µεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυµάτων της. Page 8 of 27 2. «Παραλία» είναι η ζώνη ξηράς που προστίθεται στον αιγιαλό, καθορίζεται δε σε πλάτος µέχρι και πενήντα (50) µέτρα από την οριογραµµή του αιγιαλού, Άρθρο 2 Κυριότητα αιγιαλού, παραλίας, όχθης και παρόχθιας ζώνης και χρησιµότητα αυτών 1. Ο αιγιαλός, η παραλία, η όχθη και η παρόχθια ζώνη είναι πράγµατα κοινόχρηστα και ανήκουν κατά κυριότητα στο ∆ηµόσιο, το οποίο τα προστατεύει και τα διαχειρίζεται 2. Η προστασία του οικοσυστήµατος των ζωνών αυτών είναι ευθύνη του Κράτους. 3. Ο κύριος προορισµός των ζωνών αυτών είναι η ελεύθερη και ακώλυτη πρόσβαση προς αυτές. Κατ' εξαίρεση ο αιγιαλός, η παραλία, η όχθη και η παρόχθια ζώνη µπορούν να χρησιµεύσουν για κοινωφελείς περιβαλλοντικούς και πολιτιστικούς σκοπούς και για απλή χρήση της παραγράφου 1 του άρθρου 13, καθώς επίσης και για την εξυπηρέτηση υπέρτερου δηµοσίου συµφέροντος. 4. Στον αιγιαλό, την παραλία, την όχθη και την παρόχθια ζώνη δεν επιτρέπεται η κατασκευή κτισµάτων και εν γένει κατασκευασµάτων, παρά µόνο για την επιδίωξη των σκοπών, που αναφέρονται στην προηγούµενη παράγραφο. Άρθρο 13 Παραχώρηση απλής χρήσης αιγιαλού, παραλίας 1. Απλή χρήση του αιγιαλού και της παραλίας είναι κάθε χρήση, εφόσον από αυτή δεν παραβιάζεται ο προορισµός τους ως κοινόχρηστων πραγµάτων και δεν επέρχεται αλλοίωση στη φυσική µορφολογία τους και τα βιοτικά στοιχεία τους. 2. Η παραχώρηση της απλής χρήσης του αιγιαλού και της παραλίας γίνεται µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµίας και Οικονοµικών έναντι ανταλλάγµατος, κατά τις διατάξεις για την εκµίσθωση δηµόσιων κτηµάτων. Σε ό,τι αφορά αιγιαλό και παραλία που περιβάλλει ή εντός του οποίου βρίσκονται αρχαιολογικοί χώροι, µνηµεία και ιστορικοί τόποι, απαραίτητη προϋπόθεση για την παραχώρηση της απλής χρήσης του αποτελεί η σύµφωνη γνώµη του Υπουργού Πολιτισµού. Σε Ο.Τ.Α., φορείς διοίκησης και εκµετάλλευσης Λιµένων, οργανισµούς κοινής ωφέλειας και Ν.Π.∆.∆. η παραχώρηση δύναται να γίνει και απευθείας µε ή χωρίς αντάλλαγµα. Σε ιδιωτικό φορέα διαχείρισης η παραχώρηση γίνεται Page 9 of 27 πάντοτε µε αντάλλαγµα. [Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε µε την παρ. 2 άρθ. 10 Ν.3207/2003 (ΦΕΚ Α΄ 302)] 3. Είναι δυνατή η παραχώρηση, µε τη διαδικασία και τους όρους του πρώτου εδαφίου της προηγούµενης παραγράφου, της απλής χρήσης αιγιαλού για την άσκηση δραστηριοτήτων, που εξυπηρετούν τους λουοµένους ή την αναψυχή του κοινού (όπως εκµίσθωση θαλάσσιων µέσων αναψυχής, καθισµάτων, οµπρελών, λειτουργία τροχηλάτου αναψυκτηρίου κ.λ.π.). Αν παραχωρηθεί η χρήση αιγιαλού για την εκµίσθωση καθισµάτων και οµπρελών, η έκταση αιγιαλού κάθε παραχώρησης δεν δύναται να υπερβαίνει τα πεντακόσια (500) τετραγωνικά µέτρα. Εάν στον ίδιο αιγιαλό υπάρχουν περισσότερες παραχωρήσεις για την εκµίσθωση οµπρελών και καθισµάτων, πρέπει µεταξύ των διάφορων χώρων του αιγιαλού που έχουν παραχωρηθεί να υφίσταται ενδιάµεση απόσταση ελεύθερης ζώνης τουλάχιστον εκατό (100) µέτρων µήκους. Οι διατάξεις του προηγούµενου εδαφίου δεν εφαρµόζονται εάν πρόκειται να παραχωρηθεί αιγιαλός για να εκµισθωθούν καθίσµατα και οµπρέλες από εκείνους που έχουν γειτονικά καταστήµατα και µόνο για το χώρο εµπρός από τα καταστήµατά τους. 4. Είναι δυνατή η παραχώρηση µε τη διαδικασία και τους όρους που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, χωρίς δηµοπρασία, της απλής χρήσης αιγιαλού για ένα χρόνο σε αυτούς που έχουν όµορες ξενοδοχειακές εν γένει επιχειρήσεις, κάµπιγκ ή κέντρα αναψυχής, για τους σκοπούς που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της προηγούµενης παραγράφου προς εξυπηρέτηση του κοινού. Το αντάλλαγµα για την παραχώρηση της απλής χρήσης αιγιαλού και παραλίας που έχουν ανακηρυχθεί Τουριστικά ∆ηµόσια Κτήµατα (Τ.∆.Κ.), ως και των κτισµάτων ή εν γένει των εγκαταστάσεων που υφίστανται επ' αυτών, καθορίζεται µε απόφαση του φορέα που ασκεί τη διοίκηση και διαχείριση των Τ.∆.Κ., κατά τη διέπουσα αυτόν νοµοθεσία. Το αντάλλαγµα, το οποίο δύναται να αναπροσαρµόζεται µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών, για την παραχώρηση της απλής χρήσης αιγιαλού και παραλίας πλην των Τ.∆.Κ. σε όµορες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις που καταβάλλεται στο ∆ηµόσιο, υπολογίζεται από τον πολλαπλασιασµό του ενός δευτέρου (1/2) της τιµής δίκλινου δωµατίου µετά λουτρού, χωρίς λοιπές επιβαρύνσεις, όπως η τιµή αυτή καθορίζεται από τον Ε.Ο.Τ. για κάθε ξενοδοχειακή επιχείρηση επί Page 10 of 27 τον αριθµό των κλινών αυτής. Σε περίπτωση που το προκύπτον κατά τα ανωτέρω αντάλλαγµα τελεί σε δυσαναλογία προς το µίσθωµα που προκύπτει βάσει των µισθωτικών συνθηκών της περιοχής ή προς το καθοριζόµενο βάσει του άρθρου 22 του Ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α), καταβάλλεται στο ∆ηµόσιο το αντάλλαγµα του εδαφίου αυτού. ∆υσαναλογία µεταξύ πρώτου και δεύτερου τρόπου υπολογισµού του ανταλλάγµατος θεωρείται ότι υπάρχει όπου η µεταξύ τους απόκλιση είναι τουλάχιστον πενήντα εκατοστά (50/100). 5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονοµικών επιτρέπεται η απευθείας παραχώρηση µε ή χωρίς αντάλλαγµα της απλής χρήσης του αιγιαλού και της παραλίας σε δήµους και κοινότητες για την άσκηση των δραστηριοτήτων της παραγράφου 2. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια. Άρθρο 14 Παραχώρηση αιγιαλού, παραλίας για την εκτέλεση έργων 1. Η παραχώρηση του δικαιώµατος χρήσης αιγιαλού, παραλίας, συνεχόµενου ή παρακείµενου θαλάσσιου χώρου, ή του πυθµένα, για την εκτέλεση έργων που εξυπηρετούν εµπορικούς, βιοµηχανικούς, συγκοινωνιακούς, λιµενικούς ή άλλου είδους σκοπούς, που προβλέπονται από τις κείµενες διατάξεις, γίνεται µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών κατά τη διαδικασία που προβλέπει η επόµενη παράγραφος. Η παραχώρηση µπορεί να περιλαµβάνει και απλή χρήση αιγιαλού και παραλίας για την εξυπηρέτηση λειτουργικών αναγκών των έργων αυτών. Η διαδικασία αυτή απαιτείται και για τα έργα του ∆ηµοσίου στουςπαραπάνω χώρους. 2. α) Ο ενδιαφερόµενος υποβάλλει αίτηση προς την αρµόδια Κτηµατική Υπηρεσία, η οποία συνοδεύεται από τεχνικό φάκελο σύµφωνα µε το άρθρο 8 της κοινής απόφασης (ΚΥΑ) 69269/5387/24.10.90 (ΦΕΚ 678 Β) των Υπουργών Εσωτερικών, Εθνικής Οικονοµίας, Γεωργίας, Πολιτισµού, Εµπορικής Ναυτιλίας, Τουρισµού, Βιοµηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ∆ηµόσιων Έργων, Μεταφορών και Επικοινωνιών. Page 11 of 27 β) Η Κτηµατική Υπηρεσία διαβιβάζει µέσα σε προθεσµία ενός (1) µηνός το σχετικό φάκελο στους παρακάτω αναφερόµενους για να διατυπώσουν µέσα σε προθεσµία τριών (3) µηνών τη γνώµη τους, κατά τις αρµοδιότητες καθενός για την εκτέλεση των έργων: 1) Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ∆ηµόσιων Έργων, ∆ιεύθυνση Χωροταξίας και ∆ιεύθυνση Πολεοδοµικού Σχεδιασµού ή τη ∆ιεύθυνση Περιβάλλοντος - Χωροταξίας της αρµόδιας Περιφέρειας (σε τρία αντίγραφα) για την προέγκριση χωροθέτησης. 2) Γ.Ε.Ν. (σε δύο αντίγραφα). 3) Υπουργείο Εµπορικής Ναυτιλίας. 4) Νοµαρχιακή Επιτροπή Χωροταξίας και Περιβάλλοντος (Ν.Ε.ΧΩ.Π.). 5) Υπουργείο Πολιτισµού (σε τρία αντίγραφα). 6) Ε.Ο.Τ. 7) Υπουργείο Γεωργίας για έργα σε λιµένες και ποταµούς, ως και για την κατασκευή αλιευτικού καταφυγίου µε σκοπό την προστασία επαγγελµατικών αλιευτικών σκαφών. 8) ∆ηµοτικό Συµβούλιο του οικείου Ο.Τ.Α. 9) Το Υπουργείο Ανάπτυξης, όταν πρόκειται για παραχώρηση αιγιαλού σε βιοµηχανικές µονάδες, εγκαταστάσεις πετρελαιοειδών και σε επιχειρήσεις µεταλλευτικών, λατοµικών και βιοµηχανικών ορυκτών. 10) Το Υπουργείο Αιγαίου για τις περιοχές της αρµοδιότητάς του. γ) Μετά την προέγκριση χωροθέτησης και τη διατύπωση των γνωµών της προηγούµενης περίπτωσης β' εκπονείται και εγκρίνεται η µελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, σύµφωνα µε τις κείµενες διατάξεις και τα προβλεπόµενα από την ΚΥΑ 69269/5387/24.10.1990 (ΦΕΚ 678 Β). Ακολούθως µετά από γνώµη του Γ.Ε.Ν., για θέµατα εθνικής άµυνας και ασφάλειας της ναυσιπλοΐας, γνώµη του Υπουργείου Εµπορικής Ναυτιλίας για λόγους ορθολογικής ναυτιλιακής ανάπτυξης, προστασίας αιγιαλού, παραλίας, ελέγχου και ασφάλειας της ναυσιπλοΐας και συγκοινωνίας και γνώµη της αρµόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισµού για λόγους προστασίας αρχαίων, εγκρίνεται αρµοδίως η οριστική µελέτη, κατά τη σύνταξη της οποίας λαµβάνονται υπόψη υποχρεωτικά οι εγκεκριµένοι περιβαλλοντικοί όροι. Page 12 of 27 Γνώµες διατυπώνονται το αργότερο εντός προθεσµίας τριών (3) µηνών. Η εγκεκριµένη οριστική µελέτη µε τις ανωτέρω γνώµες διαβιβάζεται στην αρµόδια Κτηµατική Υπηρεσία για την έκδοση της απόφασης παραχώρησης. 3. Επιτρέπεται κατά τη διαδικασία των παραγράφων 1 και 2 η παραχώρηση του δικαιώµατος χρήσης αιγιαλού, παραλίας, θάλασσας ή πυθµένα και: α) για σκοπούς κοινωφελείς ή αναβάθµισης του περιβάλλοντος εφόσον τα έργα εκτελούνται από το ∆ηµόσιο ή Ν.Π.∆.∆. ή επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, β) για ναυταθλητικά έργα βάσει µελετών, που έχουν εγκριθεί από τη Γ.Γ.Α., γ) για έργα εξυπηρετήσεως υδατοκαλλιεργειών, δ) για ερευνητικούς σκοπούς και ε) για προσαµµωτικά έργα ή έργα ανάπλασης από το ∆ηµόσιο, Ν.Π.∆.∆. ή από ξενοδοχειακές τουριστικές µονάδες στο χώρο που βρίσκεται µπροστά από αυτές. 4. Στα έργα που µπορούν να εκτελεσθούν για την επιδίωξη των σκοπών των παραγράφων 1, 3 και 6 περιλαµβάνονται και η τοποθέτηση υποθαλάσσιων αγωγών και καλωδίων εν γένει, ναυδέτων, πλωτών προβλητών και εξεδρών και η πόντιση τεχνητών υφάλων. 5. Επιτρέπεται να τοποθετηθούν στη θάλασσα, χωρίς επέµβαση στον αιγιαλό, µε απόφαση της αρµόδιας Κτηµατικής Υπηρεσίας, που εκδίδεται κατόπιν σύµφωνης γνώµης της αρµόδιας Λιµενικής Αρχής, του Γ.Ε.Ν., της αρµόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισµού, της αρµόδιας υπηρεσίας περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ∆ηµόσιων Έργων και γνώµης του οικείου Ο.Τ.Α. Α' βαθµού, πλωτές εξέδρες επιφάνειας µέχρι 100 µ2, και για εποχιακή χρήση µέχρι έξι (6) µηνών, για την επιδίωξη σκοπών που προβλέπονται στις κείµενες διατάξεις καθώς και για πολιτιστικούς σκοπούς. Για την παραχώρηση δεν απαιτείται η διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 2. ∆εν επιτρέπεται η παραχώρηση για χρήση των εξέδρων ως εστιατορίων ή κέντρων αναψυχής. Με απόφαση του Υπουργείου Εµπορικής παραγράφου Ναυτιλίας αυτής. καθορίζονται 6. Με οι απόφαση λεπτοµέρειες των εφαρµογής Υπουργών της Οικονοµικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ∆ηµόσιωνΈργων και Εµπορικής Ναυτιλίας που εκδίδεται µετά από πρόταση του Υπουργού ΕθνικήςΟικονοµίας µετά από γνώµη της Επιτροπής ∆ηµοσίων Κτηµάτων, στην οποία µετέχει ειδικώς για την περίπτωση αυτή και αντιπρόσωπος του προτείνοντος Υπουργείου, επιτρέπεται η χωρίς δηµοπρασία, απευθείας, παραχώρηση του δικαιώµατος χρήσης Page 13 of 27 αιγιαλού και παραλίας, θάλασσας ή πυθµένα και του υπεδάφους του σε αυτούς που έχουν ιδρύσει ή έχουν την πρόθεση να ιδρύσουν, σε ιδιωτικούς χώρους, επί των οποίων έχουν κυριότητα ή δικαίωµα χρήσης µε ενοχική σχέση, εµπορικές επιχειρήσεις που εκµεταλλεύονται χύδην φορτία, εργοστάσια ή άλλες βιοµηχανικές ή βιοτεχνικές ή ξενοδοχειακές επιχειρήσεις ή υδατοκαλλιεργητικές, αλιευτικές επιχειρήσεις ή σε αυτούς που εκµεταλλεύονται µεταλλεία ή λατοµεία, για να κατασκευάσουν προβλήτες ή άλλα έργα, προοριζόµενα να εξυπηρετούν τις παραπάνω επιχειρήσεις τους ή τις επιχειρήσεις τρίτων που έχουν ως σκοπό τη διακίνηση, φόρτωση και εκφόρτωση φορτίων κάθε είδους στο χώρο της προβλήτας. Αυτοί που αναφέρονται στο προηγούµενο εδάφιο καταβάλλουν ετησίως αποζηµίωση, που καθορίζεται ανά πενταετία κατά τη διαδικασία του άρθρου 5 του Ν. 5895/1933 (ΦΕΚ 335 Α) µε πρωτόκολλο, το οποίο συντάσσεται από τριµελή επιτροπή που αποτελείται από δύο υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονοµικών: α) τον Προϊστάµενο του τµήµατος Αιγιαλού και Παραλίας της ∆ιεύθυνσης ∆ηµόσιας Περιουσίας και β) τον Προϊστάµενο του τµήµατος Αντικειµενικού Προσδιορισµού Φορολογητέας Αξίας Ακινήτων της ∆ιεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών και από δηµόσιο υπάλληλο του Υπουργείου Εθνικής Οικονοµίας, που ορίζεται από τον οικείο Υπουργό. Η χρησιµοποίηση των έργων και των εγκαταστάσεων γενικά από τρίτους υπόκειται σε αντάλλαγµα, το οποίο καθορίζεται µε απόφαση των Υπουργών Οικονοµικών και Εµπορικής Ναυτιλίας και εισπράττεται ως δηµόσιο έσοδο. Αν δεν αποδοθεί, εκδίδεται, µετά από γνώµη του αρµόδιου Λιµεναρχείου, απόφαση του προϊσταµένου της ως άνω Κτηµατικής Υπηρεσίας αµέσως εκτελεστή, µε την οποία επιβάλλεται σε βάρος του καθυστερούντος παραχωρησιούχου, εκτός από το µη αποδοθέν αντάλλαγµα, και πρόστιµο ίσο µε το τριπλάσιο του ανταλλάγµατος που δεν αποδόθηκε. 7. Η κατασκευή των έργων, που απαιτούνται στο πλαίσιο της παραπάνω παραχώρησης, γίνεται σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, τηρουµένων των γενικών και ειδικών πολεοδοµικών διατάξεων, καθώς και των οικείων διατάξεων για τους λιµένες. Η κατασκευή των έργων δεν µπορεί να αρχίσει εάν προηγουµένως η απόφαση παραχώρησης δεν κατατεθεί στην αρµόδια Λιµενική αρχή και δεν εκδοθεί από αυτή σχετική, αστυνοµικής φύσεως, άδεια. Για τα έργα έχει εφαρµογή η διάταξη του πρώτου εδαφίου της Page 14 of 27 παραγράφου 3 του άρθρου 12. Ο επιβλέπων µηχανικός είναι υπεύθυνος για την κατασκευή του έργου, σύµφωνα µε την πράξη παραχώρησης και την εγκεκριµένη οριστική µελέτη. 8. Έργα καθαρισµού του πυθµένος στις προβλήτες από προσχώσεις που προέρχονται από απώλειες φορτοεκφορτωνόµενου υλικού και για την επαναφορά σε αυτόν του βάθους που προβλέπεται από τη µελέτη κατασκευής των έργων και εγκαταστάσεων, επιτρέπονται κατόπιν άδειας της αρµόδιας Λιµενικής αρχής της περιοχής, η οποία εκδίδεται µετά από αίτηση του ενδιαφεροµένου στον οποίο έχει παραχωρηθεί η χρήση αιγιαλού και παραλίας. Στη σχετική άδεια θα ορίζεται και ο τρόπος διάθεσης του υλικού που θα αποκοµίζεται από τον καθαρισµό του πυθµένα της θάλασσας. Άδειες κατασκευής και χρήσης λιµενικών έργων που έχουν χορηγηθεί ισχύουν και για όλες τις παραπάνω χρήσεις. Β. Σύµφωνα µε την σύµβαση του Άαρχους και την κοινοτική νοµοθεσία Με τη διεθνή σύµβαση που υπογράφηκε στις 25 Ιουνίου 1998 στην πόλη Άαρχους της ∆ανίας από τριάντα πέντε Κράτη, µεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, και από την Ευρωπαϊκή Ένωση κατοχυρώνονται συγκεκριµένα δικαιώµατα στον τοµέα του περιβάλλοντος και, ειδικότερα, τα δικαιώµατα: α) της πρόσβασης σε πληροφορίες για θέµατα περιβάλλοντος, τις οποίες κατέχουν οι δηµόσιες αρχές, β) της συµµετοχής στις διαδικασίες λήψης των αποφάσεων που αφορούν τα θέµατα αυτά, και γ) της δικαστικής προστασίας σε περίπτωση παραβίασης των παραπάνω δύο δικαιωµάτων. Η διεθνής αυτή σύµβαση, την οποία υπέγραψαν εκ των υστέρων ή στην οποία προσχώρησαν άλλα δέκα κράτη, κυρώθηκε από την Ελλάδα το ∆εκέµβριο του 2005 µε το ν. 3422/2005 (ΦΕΚ Α΄303) και, εποµένως, αποτελεί στη χώρα µας θετικό δίκαιο και, µάλιστα, µε τυπική ισχύ υπέρτερη των κοινών νόµων. Στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης η υποχρέωση των αρχών να παρέχουν στους πολίτες πληροφορίες σε θέµατα περιβάλλοντος και το δικαίωµα των τελευταίων να συµµετέχουν, µε τη διατύπωση απόψεων και προτάσεων, στις διαδικασίες αδειοδότησης έργων και δραστηριοτήτων που ενδέχεται να έχουν περιβαλλοντικές επιπτώσεις δεν θεσπίστηκε για πρώτη φορά µε τη Σύµβαση του Άαρχους. Σχετικές ρυθµίσεις είχαν περιληφθεί σε Page 15 of 27 προγενέστερα κοινοτικά νοµοθετήµατα, κυρίως στις Οδηγίες 90/313/ ΕΟΚ και 85/337/ΕΟΚ που συµπληρώθηκε µε την Οδηγία 97/11/ΕΚ. Οι Οδηγίες αυτές είχαν µεταφερθεί στο εσωτερικό δίκαιο της χώρας µας, αντιστοίχως, µε την κοινή απόφαση Κυβέρνησης, 77921/1440/1995 Εσωτερικών, Εθνικής των Υπουργών Οικονοµίας και Προεδρίας της Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ∆ηµόσιων Έργων (ΦΕΚ Β΄795) αφενός και µε το άρθρο 5 του ν. 1650/1986 (ΦΕΚ Α΄160), που στη συνέχεια αντικαταστάθηκε µε το άρθρο 3 του ν. 3010/2002 (ΦΕΚ Α΄91), και την κοινή απόφαση 75308/5512/1990 των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ∆ηµόσιων Έργων και Εθνικής Οικονοµίας (ΦΕΚ Β΄691) αφετέρου. Με τη Σύµβαση του Άαρχους δεν διευρύνεται µόνο ο γεωγραφικός χώρος, στον οποίο κατοχυρώνονται τα παραπάνω δικαιώµατα, µε την επέκτασή του σ’ εκείνες από τις συµβαλλόµενες χώρες που δεν είναι µέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά εξειδικεύονται, συγκεκριµενοποιούνται και τελικώς ενισχύονται σε σηµαντικό βαθµό τα δικαιώµατα αυτά και παράλληλα θεσπίζονται διαδικαστικές εγγυήσεις για να εξασφαλιστεί η δυνατότητα αποτελεσµατικής άσκησής τους. Από τη σύγκριση των προοιµίων αφενός των Οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφετέρου της Σύµβασης διαφαίνεται ότι οι αντιστοίχως εισαγόµενοι κανόνες και αρχές θεµελιώνονται σε διαφορετική θεωρητική αντίληψη. Οι προγενέστερες Οδηγίες επικαλούνται κυρίως τεχνοκρατικού χαρακτήρα στοιχεία, κριτήρια και επιχειρήµατα, ενώ στο προοίµιο της Σύµβασης η κατοχύρωση των σχετικών δικαιωµάτων συνδέεται µε τα ατοµικά δικαιώµατα, την αρχή της αειφορίας και την αρχή της διαφάνειας και εξαγγέλλεται ρητώς ότι στους σκοπούς της Σύµβασης περιλαµβάνεται και η ενίσχυση της ∆ηµοκρατίας. Οι διαφορές µεταξύ του συστήµατος που είχε θεσπιστεί µε τις προϋφιστάµενες κοινοτικές Οδηγίες και εκείνου που εισάγεται µε τη Σύµβαση µπορούν να εντοπιστούν σε πλείστες επιµέρους διατάξεις των αντίστοιχων κειµένων, η απαρίθµηση των οποίων δεν είναι απαραίτητη για τις ανάγκες της παρούσας παρέµβασης. Πρέπει, όµως, να επισηµανθούν τα παρακάτω δύο σηµεία, διότι συνιστούν σηµαντική εξέλιξη στην κατεύθυνση της ενίσχυσης των σχετικών δικαιωµάτων: α. Με τη Σύµβαση δεν κατοχυρώνεται µόνον η παθητική ενηµέρωση, δηλαδή η υποχρέωση χορήγησης των πληροφοριών, τις οποίες αναζητεί κάθε φορά ο πολίτης, αλλά επιβάλλεται ενηµέρωση Page 16 of 27 ενεργητική, δηλαδή η υποχρέωση των αρµόδιων αρχών να διαδίδουν µε δική τους πρωτοβουλία τις κρίσιµες περιβαλλοντικές πληροφορίες, να διευκολύνουν το κοινό στην αναζήτησή τους και να ενηµερώνουν τους πολίτες σχετικά µε τα δικαιώµατά τους για ενηµέρωση και συµµετοχή. β. Στη Σύµβαση περιέχεται και δικονοµική εγγύηση για την εξασφάλιση της δυνατότητας άσκησης των αναγνωριζόµενων ουσιαστικών δικαιωµάτων. Κατοχυρώνεται, δηλαδή, ρητώς, όπως έχει ήδη αναφερθεί, το δικαίωµα δικαστικής προστασίας κατά της άρνησης των αρµόδιων υπηρεσιών να παράσχουν περιβαλλοντική πληροφόρηση µε την παραπάνω έννοια και κατά των πράξεων ή παραλείψεών τους, οι οποίες έχουν ως συνέπεια την παρεµπόδιση της συµµετοχής των ενδιαφεροµένων στις διαδικασίες για την έκδοση αποφάσεων που αφορούν ζητήµατα περιβάλλοντος. Γενικώς, µπορεί να υποστηριχθεί ότι η Σύµβαση περιέχει ρύθµιση ευρύτερη και περισσότερο συστηµατική, µε την οποία ενισχύεται η κατοχύρωση του δικαιώµατος συµµετοχής των πολιτών στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων από τις αρχές, το οποίο εµφανίστηκε στο δίκαιο του περιβάλλοντος ήδη από τη ∆ιακήρυξη του Ρίο και τείνει να αναγνωριστεί γενικότερα ως βασικό ατοµικό δικαίωµα στο σύγχρονο συνταγµατικό δίκαιο. Οι κοινοτικοί αλληλοτροφοδοτούνται κανόνες και και η Σύµβαση αλληλοεπηρεάζονται. του Βασικοί Άαρχους κανόνες της Σύµβασης έχουν ως πηγή έµπνευσης τις προαναφερόµενες κοινοτικές Οδηγίες. Και µε τη σειρά της η Σύµβαση κατέστησε αναγκαία τη συµπλήρωση της προϋφιστάµενης κοινοτικής αυτής νοµοθεσίας, αφού περιέλαβε πρόσθετες και ειδικότερες ρυθµίσεις, προς τις οποίες όφειλε να συµµορφωθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία περιλαµβάνεται µεταξύ των αρχικών συµβαλλόµενων µερών, όπως έχει ήδη εκτεθεί, και στη συνέχεια, το Φεβρουάριο του έτους 2005, προσχώρησε στη Σύµβαση (Απόφαση του Συµβουλίου 2005/370/ΕΕ). Οι νέες κοινοτικές ρυθµίσεις αφορούν τόσο τους δύο από τους τρείς πυλώνες της Σύµβασης, δηλαδή τα θέµατα πληροφόρησης και συµµετοχής του κοινού, για τα οποία είχαν ήδη θεσπιστεί κοινοτικοί κανόνες µε τις προγενέστερες Οδηγίες, όσο και τον τρίτο πυλώνα, δηλαδή το δικαίωµα πρόσβασης στη δικαιοσύνη, για το οποίο δεν υπήρχε κοινοτικό νοµοθέτηµα. Για το λόγο αυτόν εκδόθηκαν το έτος 2003 δύο Οδηγίες και, συγκεκριµένα, η Page 17 of 27 Οδηγία 2003/4/ΕΚ, που αφορά την πρόσβαση του κοινού στις περιβαλλοντικές πληροφορίες και αντικατέστησε την Οδηγία 90/313/ΕΟΚ, και η Οδηγία 2003/35/ΕΚ, η οποία αφορά την συµµετοχή του κοινού στη διαδικασία κατάρτισης σχεδίων και προγραµµάτων µε περιβαλλοντικές επιπτώσεις και µε την οποία τροποποιήθηκαν και συµπληρώθηκαν οι Οδηγίες 85/337/ΕΟΚ και 96/61/ΕΚ. Για την εναρµόνιση προς τις Οδηγίες αυτές έχουν ήδη εκδοθεί σχετικές κοινές υπουργικές αποφάσεις. Ειδικότερα, η πρώτη από τις Οδηγίες αυτές µεταφέρθηκε στο εσωτερικό δίκαιο µε την κοινή απόφαση 11764/653/2006 των Υπουργών Εσωτερικών, ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονοµίας και Οικονοµικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ∆ηµόσιων Έργων και ∆ικαιοσύνης (ΦΕΚ Β΄327). Για τη δεύτερη Οδηγία εκδόθηκε αρχικά η κοινή απόφαση 37111/2021/2003 των Υπουργών Οικονοµίας και Οικονοµικών, Εσωτερικών, ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης και Αποκέντρωσης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ∆ηµόσιων Έργων (ΦΕΚ Β΄1391), η οποία αναφέρεται στην ενηµέρωση και συµµετοχή του κοινού κατά τη διαδικασία έγκρισης περιβαλλοντικών όρων και πρόσφατα η κοινή απόφαση ∆ιοίκησης 9269/470/2007 και των Υπουργών Αποκέντρωσης, Εσωτερικών, Οικονοµίας και ∆ηµόσιας Οικονοµικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ∆ηµόσιων Έργων και ∆ικαιοσύνης (ΦΕΚ Β΄286) που αναφέρεται στην πρόσβαση στη δικαιοσύνη. Με την τελευταία αυτή κοινή υπουργική απόφαση θεσπίζεται διαδικασία διοικητικών προσφυγών κατά πράξεων ή παραλείψεων της ∆ιοίκησης και, ως προς τη δικαστική προστασία, γίνεται παραποµπή σε ένδικα µέσα προβλεπόµενα από το εθνικό δικονοµικό σύστηµα και, συγκεκριµένα, στην αίτηση ακύρωσης και στην αγωγή αποζηµίωσης. Η παραποµπή αυτή δεν αναφέρεται γενικώς σε παραβάσεις των διατάξεων του περιβαλλοντικού δικαίου, αλλά µόνον σε µη τήρηση των κανόνων που αναφέρονται στην ενηµέρωση και συµµετοχή του κοινού. Αντίστοιχο κενό υπάρχει, άλλωστε, και στην κοινοτική Οδηγία. Είναι ασφαλής ο ισχυρισµός, ότι δεν παραµένει ουσιαστικό έλλειµµα, διότι η εθνική έννοµη τάξη καταρχήν παρέχει δυνατότητα δικαστικής προστασίας για τις παραβιάσεις των κανόνων προστασίας περιβάλλοντος. ΙΙ. Ένταξη των ορισµών της Σύµβασης στην ελληνική έννοµη τάξη Page 18 of 27 Μετά την ενσωµάτωση των παραπάνω Οδηγιών και την κύρωση της Σύµβασης του Άαρχους αναγνωρίζεται και κατοχυρώνεται από το δίκαιο στη χώρα µας, κατά τρόπο ειδικό και σαφή, το δικαίωµα µεµονωµένων προσώπων και συλλογικών φορέων, στους οποίους περιλαµβάνονται οπωσδήποτε οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες, που κατέχουν οι αρµόδιες αρχές και αφορούν θέµατα περιβάλλοντος και να µετέχουν στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων για τα θέµατα αυτά, όπως είναι, κατά κύριο λόγο, η διαδικασία αξιολόγησης των µελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων, που αποτελούν το βασικό µέτρο ελέγχου του σεβασµού των κανόνων προστασίας του περιβάλλοντος. Τα δικαιώµατα, µάλιστα, αυτά πηγάζουν από κανόνες µε αυξηµένη τυπική ισχύ και, εποµένως, συνεπάγονται δεσµεύσεις και υποχρεώσεις όχι µόνο για τη ∆ιοίκηση, αλλά και για το νοµοθέτη. ∆εδοµένου δε ότι η αυξηµένη τυπική αυτή ισχύς ερείδεται σε διττή νοµική βάση, δηλαδή αφενός τη Σύµβαση και αφετέρου τις κοινοτικές Οδηγίες, δεν έχει πρακτική σηµασία η απάντηση στο ερώτηµα αν οι διατάξεις της Σύµβασης ή ορισµένες από αυτές έχουν ευθεία εφαρµογή. Πρέπει να σηµειωθεί ότι µετά την κύρωση της Σύµβασης του Άαρχους ανακύπτει και το ζήτηµα αν συνάδει µε τις επιταγές της η πρακτική της χορήγησης αδειών εκτέλεσης έργων ή άσκησης δραστηριοτήτων από τον ίδιο το νοµοθέτη καθ’ υποκατάσταση των οικείων διοικητικών αρχών, δεδοµένου ότι η κοινοβουλευτική διαδικασία ψήφισης των νόµων δεν παρέχει τη δυνατότητα ουσιαστικής συµµετοχής του κοινού στην αξιολόγηση των σχετικών µελετών, ανεξάρτητα από το περαιτέρω πρόβληµα ότι µε τον τρόπο αυτό παρεµποδίζεται ή πάντως δυσχεραίνεται ουσιωδώς η πρόσβαση στη δικαιοσύνη για την αµφισβήτηση της νοµιµότητας των σχετικών σχεδίων. Έτσι, το ζήτηµα αυτό, το οποίο έχει απασχολήσει το Συµβούλιο της Επικρατείας σε σχέση µε το Σύνταγµα και το κοινοτικό δίκαιο [Σ.τ.Ε. 1567/2005, 1568/2005], τίθεται πλέον και σε νέα νοµική βάση. Οι αρχές της Σύµβασης του Άαρχους αποτελούν εκφάνσεις ενός γενικότερου δικαιώµατος στο περιβάλλον, που ανήκει στα λεγόµενα δικαιώµατα τρίτης γενιάς, δηλαδή εκείνα, τα οποία αναγνωρίζονται πλέον από διεθνή νοµικά κείµενα και από εθνικούς συνταγµατικούς χάρτες ως αυτοτελή δικαιώµατα και τα οποία τις περισσότερες φορές Page 19 of 27 αποτελούν ειδικότερες εκφράσεις της αξίας του ανθρώπου ή πολλών από τα κλασικά, γνωστά από τον 18ο αιώνα, ατοµικά δικαιώµατα. Οι αρχές αυτές αποτελούν επίσης εφαρµογή στο χώρο του περιβαλλοντικού δικαίου ενός άλλου ατοµικού δικαιώµατος τρίτης γενιάς, του δικαιώµατος στην πληροφόρηση. Με την παραπάνω έννοια, οι ορισµοί της Σύµβασης όχι µόνο δεν προκαλούν προβλήµατα αντίθεσης προς την εν γένει ελληνική έννοµη τάξη, αλλ’ αντιθέτως είναι εναρµονισµένες προς συγκεκριµένες διατάξεις του Συντάγµατος, ιδίως µετά την αναθεώρηση του έτους 2001. Πρόκειται κυρίως για το άρθρο 5Α του Συντάγµατος, µε το οποίο κατοχυρώνεται το δικαίωµα στην πληροφόρηση, το άρθρο 24, µε το οποίο, εκτός από την επιταγή για τη λήψη µέτρων προστασίας του περιβάλλοντος και την κατοχύρωση της αρχής της αειφορίας, αναγνωρίζεται ρητώς το δικαίωµα στο περιβάλλον ως ατοµικό δικαίωµα, και για το άρθρο 20 παρ. 1, µε το οποίο κατοχυρώνεται το δικαίωµα σε δικαστική προστασία. ΙV. Νοµολογιακές λύσεις Είναι γνωστό ότι το Συµβούλιο της Επικρατείας διαµόρφωσε νοµολογία ιδιαίτερα προωθηµένη στα θέµατα του περιβάλλοντος. Ερµηνεύοντας δηµιουργικά τις διατάξεις του άρθρου 24 του Συντάγµατος, κάλυψε τα κενά της νοµοθεσίας και συνέβαλε στη διαµόρφωση ενός αυστηρού και αρκετά συνεκτικού συστήµατος προστασίας του περιβάλλοντος, τουλάχιστον στο επίπεδο κανόνων δικαίου. Πρέπει ειδικότερα να επισηµανθεί η ευρύτητα, µε την οποία οριοθετείται η έννοια του έννοµου συµφέροντος για την άσκηση αίτησης ακύρωσης κατά διοικητικών πράξεων, των οποίων η εκτέλεση έχει επιπτώσεις στο περιβάλλον. Ως προς τα θέµατα, όµως, που αφορούν τη συµµετοχή των πολιτών στις διοικητικές διαδικασίες έκδοσης πράξεων κατ’ εφαρµογή διατάξεων της περιβαλλοντικής νοµοθεσίας και την άσκηση του δικαιώµατος στην πληροφόρηση το δικαστήριο έχει µέχρι σήµερα ακολουθήσει γενικά πρακτική µάλλον περιοριστική, αν και µε την πρώτη απόφασή του που εκδόθηκε σε υπόθεση αναφερόµενη ευθέως σε ζήτηµα περιβαλλοντικής πληροφόρησης, υιοθετήθηκε ερµηνευτικός χειρισµός, ο οποίος οδηγούσε στη µέγιστη δυνατή, στο πλαίσιο των τότε ισχυουσών Page 20 of 27 διατάξεων, διασφάλιση της δυνατότητας των διοικουµένων να ασκούν λυσιτελώς το σχετικό δικαίωµά τους. Πρόκειται για απόφαση του Ε΄ Τµήµατος του έτους 1995 [Σ.τ.Ε. 3943/1995], µε την οποία έγινε δεκτή αίτηση ακύρωσης περιβαλλοντικών οργανώσεων κατά της άρνησης του τότε Υπουργείου Βιοµηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας να χορηγήσει στατιστικά υδρολογικά στοιχεία για τις λεκάνες απορροής των ποταµών Αχελώου, Παµίσου, Πορταϊκού και Ευήνου. Με την απόφαση αυτή το δικαστήριο, ερµηνεύοντας δηµιουργικά πλέγµα διατάξεων νόµων και της Οδηγίας 90/313/ΕΟΚ, και µάλιστα πριν από την ενσωµάτωσή της στην εθνική νοµοθεσία, έκρινε ότι υπάρχει υποχρέωση των δηµόσιων αρχών να χορηγούν πληροφορίες για θέµατα περιβάλλοντος, οι οποίες αντλούνται τόσο από δηµόσια έγγραφα όσο και από έγγραφα και από στοιχεία µε οπτική, ακουστική ή µηχανογραφική µορφή που δεν έχουν εκδοθεί αλλά απλώς τηρούνται στις δηµόσιες υπηρεσίες. Ως προς τα τελευταία αυτά έγγραφα και στοιχεία, µάλιστα, για τα οποία η εθνική νοµοθεσία δεν επέβαλε την υποχρέωση χορήγησης αντιγράφων, κρίθηκε ότι το σχετικό δικαίωµα θεµελιώνεται ευθέως στην προαναφερόµενη Οδηγία. Με την ίδια απόφαση έγινε επίσης δεκτό ότι, αν υποβληθεί σχετική αίτηση σε κάποια καταρχήν αρµόδια υπηρεσία που δεν κατέχει, όµως, τα ζητούµενα στοιχεία, ανακύπτει υποχρέωσή της να αναζητήσει τα στοιχεία από την υπηρεσία που τα τηρεί και να απαντήσει η ίδια στον ενδιαφερόµενο ιδιώτη ή φορέα. Ακολούθησε η έκδοση ορισµένων αποφάσεων, από τις οποίες διαφαίνεται ότι δεν αποδίδεται βαρύνουσα νοµική αξία στη συµµετοχή των πολιτών ως τύπου των διοικητικών διαδικασιών, κατά τις οποίες λαµβάνονται αποφάσεις περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος. Ενδεικτικά, µπορούν να αναφερθούν ορισµένες χαρακτηριστικές περιπτώσεις που αφορούν την εφαρµογή των σχετικών διατάξεων της νοµοθεσίας για την αξιολόγηση των µελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Όπως είναι γνωστό, µε τις διατάξεις του ν. 1650/1986 και της κοινής απόφασης 75308/5512/1990 του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ∆ηµόσιων Έργων και του Υφυπουργού Εθνικής Οικονοµίας, µε τις οποίες, σε εναρµόνιση προς αντίστοιχη κοινοτική Οδηγία, θεσπίζεται διοικητική διαδικασία για την αξιολόγηση των µελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και την έγκριση περιβαλλοντικών όρων για την εκτέλεση έργων ή την ανάπτυξη Page 21 of 27 δραστηριοτήτων που έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον, προβλέπεται δηµοσιοποίηση τόσο των µελετών όσο και της πράξης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Ύστερα από αποφάσεις τόσο του Ε΄ Τµήµατος [Σ.τ.Ε. 2759/1994, 2760/1994] όσο και της Ολοµελείας [Σ.τ.Ε. 4498/1998] του Συµβουλίου της Επικρατείας των ετών 1994 και 1998, αντιστοίχως, στις οποίες γίνεται διάκριση µεταξύ της δηµοσιοποίησης αφενός των µελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και αφετέρου της πράξης περιβαλλοντικής αδειοδότησης, δηλαδή της απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, και από τις οποίες σαφώς συνάγεται ότι µόνον η τελευταία αυτή δηµοσιοποίηση κρίθηκε ότι δεν αποτελεί συστατικό τύπο της διαδικασίας, ακολούθησαν αποφάσεις του Ε΄ Τµήµατος[Σ.τ.Ε. 1239/2000, 2238/2000], µε τις οποίες έγινε δεκτό ότι δεν επηρεάζει τη νοµιµότητα της διαδικασίας η παράλειψη οποιασδήποτε από τις διατυπώσεις αυτές, δηλαδή όχι µόνον η παράλειψη εκείνων που αφορούν την τελική πράξη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, αλλά και των διατυπώσεων δηµοσιοποίησης των µελετών, οι οποίες έχουν ως σκοπό να παρασχεθεί στους ενδιαφεροµένους η δυνατότητα µετάσχουν στη διαδικασία αξιολόγησης µε την κατάθεση απόψεων και προτάσεων. Η νοµολογία αυτή, όµως, µεταβλήθηκε πρόσφατα µε απόφαση του Ε΄ Τµήµατος [Σ.τ.Ε. 970/2007], µε την οποία έγινε δεκτό ότι η δηµοσιοποίηση της µελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων αποτελεί ουσιώδη τύπο της διαδικασίας έκδοσης της απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, η παράλειψη του οποίου συνεπάγεται ακυρότητα της απόφασης. Η επιφυλακτικότητα του δικαστηρίου να αναγνωρίσει νοµική σηµασία στη συµµετοχή των πολιτών στις διοικητικές διαδικασίες αποτυπώνεται και σε αποφάσεις της Ολοµελείας του έτους 2002 [Σ.τ.Ε. 1756/2002, 1757/2002, 1758/2002, 1759/2002]. Συγκεκριµένα, µε τις αποφάσεις αυτές έγινε δεκτό ότι γνωµοδοτήσεις οργάνων της τοπικής αυτοδιοίκησης, µε τις οποίες διατυπώθηκαν αντιρρήσεις στο περιεχόµενο µελέτης περιβαλλοντικών, δεν ήταν «ληπτέες υπόψη» από την αρµόδια για την περιβαλλοντική αδειοδότηση υπηρεσία, διότι περιήλθαν στην υπηρεσία αυτή µετά τη συµπλήρωση της προβλεπόµενης από τη σχετική κανονιστική κοινή υπουργική απόφαση τριακονθήµερης προθεσµίας, καίτοι κατά το χρόνο της λήψης των γνωµοδοτήσεων αυτών από την αρµόδια υπηρεσία δεν είχε ακόµη εκδοθεί η Page 22 of 27 πράξη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Η λύση αυτή φαίνεται καταρχήν σύµφωνη προς το γράµµα της κανονιστικής απόφασης, πρέπει, όµως, να παρατηρηθεί ότι υιοθετήθηκε χωρίς προβληµατισµό ως προς το ζήτηµα, αν η τασσόµενη από την απόφαση τριακονθήµερη προθεσµία είναι επαρκής για την εξέταση των µελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και την υποβολή τεκµηριωµένων, µε βάση επιστηµονικά δεδοµένα, απόψεων και, εποµένως, αν εξυπηρετείται ο σκοπός της σχετικής κοινοτικής Οδηγίας, δηλαδή αν παρέχεται δυνατότητα ουσιαστικής συµµετοχής των ενδιαφεροµένων φορέων και πολιτών στη διαδικασία εκτίµησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. V. Εφαρµογή της Σύµβασης Η Σύµβαση του Άαρχους συγκροτεί αναµφισβήτητα ένα ικανοποιητικό θεσµικό πλαίσιο που εξειδικεύει και συγκεκριµενοποιεί το γενικότερο δικαίωµα στο περιβάλλον. Οι νοµοθετικές ρυθµίσεις, όµως, δεν αρκούν. Πρέπει να εξασφαλίζονται οι προϋποθέσεις πρακτικής εφαρµογής τους, ώστε να δηµιουργηθεί στους πολίτες η αίσθηση ότι η συµµετοχή τους θα ληφθεί υπόψη και µπορεί να επηρεάσει τις λαµβανόµενες αποφάσεις. Με τον τρόπο αυτό θα ενθαρρυνθούν οι πολίτες και οι συλλογικοί φορείς εκπροσώπησής τους να µετέχουν δηµιουργικά στις αποφάσεις που συνδέονται µε τα θέµατα περιβάλλοντος και να µην περιορίζονται σε καταγγελτική ρητορεία, η οποία ορισµένες φορές έχει θετικά αποτελέσµατα, συχνά όµως παρεµβάλλει απλώς εµπόδια στην ορθολογική αντιµετώπιση των προβληµάτων από τις αρµόδιες αρχές και, πάντως, δεν συµβάλλει στην προώθηση µέτρων ορθής περιβαλλοντικής πολιτικής. Η αποτελεσµατική εφαρµογή των αρχών που διακηρύσσονται µε τη Σύµβαση εξαρτάται από πολλούς παράγοντες που σχετίζονται µε το πολιτικό σύστηµα στο σύνολό του, τη νοοτροπία των πολιτών και των στελεχών και υπαλλήλων που ασκούν τις σχετικές αρµοδιότητες στα διάφορα επίπεδα εξουσίας και την υποδοµή των υπηρεσιών του Κράτους και της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η επίτευξη των σκοπών, στους οποίους απέβλεψαν τα συµβαλλόµενα Μέρη, προϋποθέτει κυρίως καλή οργάνωση και λειτουργία της ∆ιοίκησης, πολιτική κουλτούρα και διοικητική πρακτική αποδεσµευµένη από µυστικοπάθεια και από εµµονές στις έννοιες του απορρήτου και του Page 23 of 27 εµπιστευτικού και, αντιστοίχως, νοοτροπία των διοικουµένων απαλλαγµένη από την καχυποψία έναντι των Αρχών, καθώς και συνειδητοποίηση από τους πολίτες, τα στελέχη της ∆ιοίκησης και τους δικαστικούς λειτουργούς της σηµασίας που έχει για την προστασία του περιβάλλοντος αλλά, τελικώς, και για την εµβάθυνση του περιεχοµένου της δηµοκρατίας η τήρηση των κανόνων της πληροφόρησης των πολιτών στα διάφορα στάδια των διαδικασιών νοµοθέτησης και διοικητικής δράσης και η ενεργή συµµετοχή της κοινωνίας στις διαδικασίες αυτές. Στη χώρα µας, η πολιτική ηγεσία και η ∆ιοίκηση δεν φαίνεται ότι έχουν συνειδητοποιήσει τη σηµασία της συµµετοχής αυτής. Είναι χαρακτηριστικό ότι η κύρωση της Σύµβασης πέρασε απαρατήρητη. Παρά το γεγονός ότι η ίδια η Σύµβαση επιβάλλει ευρεία δηµοσιοποίηση των δυνατοτήτων πληροφόρησης και συµµετοχής που παρέχονται στο κοινό, ουδεµία ή, έστω, ελάχιστη δηµοσιότητα δόθηκε στην υπογραφή της και στη ψήφιση του σχετικού κυρωτικού νόµου. Η Σύµβαση του Άαρχους περιέχει σοβαρές εγγυήσεις για την κατοχύρωση των ειδικών δικαιωµάτων, τα οποία διακηρύσσονται από την ίδια. Η αποτελεσµατικότητά τους, όµως, θα δοκιµαστεί στο στάδιο της εφαρµογής. Είναι, εποµένως, προφανές ότι εξαιρετικά σηµαντικός θα είναι ο ρόλος των δικαστών στην υλοποίηση των αρχών της Σύµβασης. Από την πρακτική των δικαστηρίων θα εξαρτηθεί τελικώς, αν οι ρήτρες της Σύµβασης θα παραµείνουν στο χώρο του soft law ή θα αναχθούν σε δεσµευτικούς κανόνες µε συγκεκριµένες συνέπειες σε περίπτωση παραβίασής τους. ΠΑΡΑ∆ΕΚΤΟ ΤΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΣ Σύµφωνα µε τις διατάξεις άρθρων 49 § 1 π.δ. 18/89, 9 § 1 π.δ. 341/78 και 30 § 1 ΚΦορ∆, οι οποίες κατοχυρώνουν την πρόσθετη παρέµβαση στην διοικητική δίκη «Οποισδήποτε έχει έννοµο συµφέρον µπορεί να παρέµβει στη δίκη επί της αιτήσεως ακυρώσεως µόνο για την διατήρηση της προσβαλλοµένης πράξης». ΕΠΙ ΤΩΝ ΛΟΓΩΝ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ Page 24 of 27 1ος Λόγος Ακυρώσεως Η υπ’ αριθ. πρωτ. 38389/7152/11-5-2009 απόφαση του Γενικού Γραµµατέα Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, είναι καθόλα νόµιµη και πλήρως αιτιολογηµένη συµφώνως µε τα ανωτέρω εκτεθέντα και δεν απαιτείτο προηγούµενη κλήση του ενδιαφεροµένου καθότι υπήρχε πλήρης φάκελος µε όλα τα απαραίτητα στοιχεία στην διάθεση του οργάνου. Η άσκηση του συνταγµατικώς κατοχυρωµένου δικαιώµατος της προηγουµένης ακροάσεως το οποίο προβλέπεται και στο άρθρο 6 του Κώδικα ∆ιοικητικής ∆ιαδικασίας Ν. 2690/1999, Α΄ 45 αποβλέπει στην παροχή της δυνατότητος στον διοικούµενο, τον οποίον αφορά η δυσµενής διοικητική πράξη να προβάλλει συγκεκριµένους ισχυρισµούς ενώπιον του αρµοδίου διοικητικού οργάνου, ούτως ώστε να επηρεάσει τη λήψη από το όργανο αυτό της σχετικής αποφάσεως ύστερα από διαφορετική εµφάνιση ή εκτίµηση του πραγµατικού υλικού. Συνεπώς, για το λυσιτελές της προβολής από τον διοικούµενο λόγου ακυρώσεως περί µη τηρήσεως του δικαιώµατος προηγουµένης ακροάσεως πριν την έκδοση της δυσµενούς γι’ αυτόν πράξεως απαιτείται και παράλληλη αναφορά και των ισχυρισµών που αυτός θα προέβαλε ενώπιον της ∆ιοικήσεως αν είχε κληθεί ( Ολοµ. ΣτΕ 4447/2012). 2ος Λόγος Ακυρώσεως Σύµφωνα µε την πάγια νοµολογία των ∆. ∆ικαστηρίων στην Σύνθετη διοικητική ενέργεια περιλαµβάνονται όλες οι διοικητικές ενέργειες (αποφάσεις συναινέσεις, γνωµοδοτήσεις, εγκρίσεις) οι προηγούµενες προπαρασκευαστικές πράξεις ενσωµατώνονται µε την τελευταία, οι δε πληµµέλειες των σχετικών πράξεων, καθιστούν µη νόµιµη και την υπ’ αριθ. 171/13-02-2009 του Αντινοµάρχη Εύβοιας που στηρίζεται σε αυτές και οι οποίες παραδεκτώς συµπροσβάλλονται και συνελέγχεται η νοµιµότητα των προπαρασκευαστικών πράξεων (ΣτΕ 2736/1965, ΣτΕ 642/1988). Συνεπώς νόµιµη είναι η απόφαση του Γ.Γ. της Περιφέρειας που ακύρωσε την απόφαση του Αντινοµάρχη ένεκα του πλήθους των πληµµελειών των προπαρασκευαστικών πράξεων καθώς και των ελλείψεων σε όρους και προϋποθέσεις που καθορίζουν τα αρµόδια όργανα. Το αντίδικο αναφέρει ότι «όλες οι υπηρεσίες έχουν προβεί σε θετική γνωµοδότηση» πλην όµως Page 25 of 27 υποκρύπτει ότι έχουν θέσει όρους οι υπηρεσίες που δεν τηρήθηκαν, ενδεικτικά: α) ΓΕΝ: Φ. 524/1770/05/30 Νοε.2005 « ∆εν θα προκύψουν περιορισµοί στον κοινόχρηστο χαρακτήρα των ζωνών και παραλίας» β) στο υπ. αριθ. 8221.Λ31/02/07/26-2-2007 έγγραφο της ∆ιεύθυνσης Λιµενικών Υποδοµών και στην σχετική αναφορά του Υ/Χ Καρύστου αναφέρει «θα επιφέρουν σηµαντικές αλλοιώσεις στη φυσική µορφολογία του αιγιαλού». Επειδή δεν είναι συνταγµατικά ανεκτές οι παρεµβάσεις στο Φυσικό περιβάλλον σύµφωνα µε το άρθρο 24, µε το οποίο, το κράτος πρέπει να λαµβάνει µέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος και την κατοχύρωση της αρχής της αειφορίας. Επειδή παραδεκτώς ζητείται η διατήρηση της επίδικης Αποφάσεως, δεδοµένου ότι έχουµε έννοµο προς τούτο συµφέρον και η Παρέµβαση είναι, νόµιµη, βάσιµη και αληθής. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ και όσους επιφυλάσσοµαι να προσθέσω νόµιµα και εµπρόθεσµα, µε το υπόµνηµά µου. ΑΙΤΟΥΜΕΘΑ Όπως γίνει δεκτή η υπό κρίσιν Παρέµβασή µου. Όπως διατηρηθεί η ισχύς της υπ’ αριθ. πρωτ. 38389/7152/11-5-2009 απόφασης του Γενικού Γραµµατέα Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας Όπως καταδικασθεί η καθ’ ης στο σύνολο των δικαστικών δαπανών µας. Αντικλήτους και πληρεξούσιους µας ∆ικηγόρους διορίζουµε 1) τον ∆ικηγόρο Πειραιώς Θωµά Καρανίσα (ΑΜ∆ΣΠ: 3465), κάτοικο Νέας Σµύρνης Αττικής, οδός Ευξείνου Πόντου, αριθµ.24-26, τηλ: 6974632000, που υπογράφει την παρούσα και 2) τη ∆ικηγόρο Αθηνών Αναστασία Καρανίσα (ΑΜ∆ΣΑ: 32449), κάτοικο Αθηνών, οδός Εµµ. Μπενάκη, αρ. 18, τηλ:210-3800628 Page 26 of 27 Αθήνα, 12 Νοεµβρίου 2013 Ο Πληρεξούσιος ∆ικηγόρος Page 27 of 27
© Copyright 2024 Paperzz