ΣΕΡΦΑΡΟΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ: «ΜΟΥΣΕΙΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ» ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΒΑΪΚΟΥΣΗ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ ΠΑΥΛΟΥ ΓΚΟΥΖΙΟΥΝΑ ΑΜΑΛΙΑΣ ΔΟΞΑΣΤΑΚΗ ΑΝΝΑΣ ΚΑΤΣΙΜΠΡΑ ΜΑΡΙΑΣ ΜΙΚΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Είμαστε όλοι κάτοικοι των περιοχών Άνω Πετραλώνων, Ταύρου και Καλλιθέας, περιοχές που βρίσκονται στους πρόποδες του λόφου του οποίου οι πολίτες του δημιούργησαν έναν ανώτερο πολιτισμό πριν από χιλιάδες χρόνια. Θέλαμε λοιπόν όλοι να περπατήσουμε λίγο στο δικό τους βήμα, να εξετάσουμε τα δημιουργήματά τους, να παρατηρήσουμε τη ζωή τους και μη μπορώντας να γυρίσουμε το χρόνο πίσω αποφασίσαμε να συνθέσουμε την εικόνα της ζωής τους μέσα από την περιήγησή μας σε κάποια από τα μέρη που βρίσκονται τα κομμάτια της. . Τα μουσεία Η πρώτη στάση που κάναμε ήταν το νομισματικό μουσείο Αθηνών για να διαπιστώσουμε τον τρόπο και το μέσο με το οποίο συναλλάσσονταν οι κάτοικοι της αρχαίας Αθήνας. 2 1.ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ -Το νόμισμα που χρησιμοποιούσαν κυρίως ήταν η δραχμή. Στο μουσείο είδαμε τετράδραχμο και δεκάδραχμο. Στη μία είχαν το κεφάλι της Αθηνάς και στην άλλη τη γλάυκα (κουκουβάγια). Αργυρό τετράδραχμο Αθηνών, 440 π.Χ. 3 «Θησαυρός» αργυρών αθηναϊκών νομισμάτων (γλαύκες), που αποκρύφθηκε στις τελευταίες δεκαετίες του 4ου αιώνα π.Χ. Βρέθηκε σε ταφικό μνημείο στον Άγιο Ιωάννη Ρέντη Αττικής το 1962 -Το τετράδραχμο ήταν διαδεδομένο ασημένιο νόμισμα που ζύγιζε 17 γραμμάρια. Το αθηναϊκό δεκάδραχμο είναι από τα σπανιότερα νομίσματα του αρχαίου κόσμου. Τα βαριά αυτά νομίσματα ζύγιζαν περίπου 43 γραμμάρια και ισοδυναμούσαν με δέκα αθηναϊκές δραχμές. Ξεχωρίζουν από τη χαρακτηριστική πίσω πλευρά τους όπου η γλαύκα εικονίζεται μετωπική. H Αθήνα προχώρησε στην έκδοση δεκαδράχμων σε μία μόνον περίσταση, κατά τη διάρκεια του 5ου αι. π.X. Τα νομίσματα αυτά είχαν συνδεθεί αρχικά από τους μελετητές με την ανακάλυψη μιας νέας φλέβας αργύρου στο Λαύριο (483 π.X.) ή με τους Περσικούς Πολέμους ως επινίκια κοπή (479 π.X.). Από το ακανόνιστο σχήμα τους και την έλλειψη ομοιογένειας συμπεράναμε την απουσία καλουπιού και ότι κοπή τους πιθανόν γινόταν μα σφυρί και αμόνι Στην Αθήνα βρέθηκαν και πολλά νομίσματα που δεν ήταν αθηναϊκής κοπής, όπως χελώνες Αίγινας, ασημένια νομίσματα με λιοντάρια από τη Μικρά Ασία κ.α. που δείχνουν ότι το εμπόριο ανθούσε εκείνη την εποχή. Ότι το εμπόριο ανθούσε μας το επιβεβαιώνει και το επόμενο εύρημα που συναντήσαμε στη δεύτερή μας στάση στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. 4 2.ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Χάλκινος πλοιόσχημος λύχνος από την Ακρόπολη των Αθηνών. Περί το 400 π.Χ. Το μικρογραφικό ομοίωμα πλοίου (τριήρους) εμφανίζει κάποια από τα χαρακτηριστικά στοιχεία αυτού του είδους σκάφους: κατάστρωμα στην πρύμνη με το διπλό πηδάλιο και στην πλώρη με το έμβολο, ιστοπέδη για το κατάρτι του ιστού, κυκλικές υποδοχές για τα κουπιά. Όπως δηλώνει η επιγραφή στη μία μακρά πλευρά, ο λύχνος ανατέθηκε στο ιερό. Η τριήρης ήταν πλοίο (με τρεις σειρές κουπιά από όπου και το όνομά του) πολεμικό αλλά το χρησιμοποιούσαν και για εμπορικούς σκοπούς 5 H μαρμάρινη επιτύμβια λήκυθος της Mυρρίνης, από την Aθήνα 420-410 π.X. Mαρμάρινη επιτύμβια λήκυθος. Bρέθηκε στην Aθήνα, στην πλατεία Συντάγματος, όπου υπήρχε σημαντικό αρχαίο νεκροταφείο. Στο κέντρο της παράστασης ο Eρμής Ψυχοπομπός διακρίνεται από την χλαμύδα, το φτερό στο σανδάλι και το κηρύκειο στο χέρι - οδηγεί στον Άδη τη νεαρή Mυρρίνη. Αριστερά οι συγγενείς της νεκρής, με προεξάρχοντα έναν ηλικιωμένο άνδρα, ίσως τον πατέρα της, που υψώνει το δεξί χέρι σε ύστατο χαιρετισμό. H αμεσότητα της σκηνής και η σαφής αναφορά στο θάνατο της νέας παραπέμπει στη θεματολογία των ζωγράφων των λευκών ληκύθων. Ύψος 1,36μ. 6 H μαρμάρινη επιτύμβια στήλη της Hγησούς, από τον Kεραμεικό της Aθήνας 410–400 π.X. Eπιτύμβια στήλη από πεντελικό μάρμαρο. Bρέθηκε το 1870 στο αρχαίο νεκροταφείο του Kεραμεικού. Aθηναία δέσποινα, καθισμένη σε κλισμό (κάθισμα) κοιτάζει ένα κόσμημα, που κρατάει στο υψωμένο δεξί της χέρι και αποδίδεται με χρώμα. Eμπρός της στέκεται η θεραπαινίδα της (η υπηρέτριά της) που κρατάει ανοικτή μια κοσμηματοθήκη. H νεκρή, όπως αναφέρει η επιγραφή στο επιστύλιο, ήταν η Hγησώ, κόρη του Προξένου. H επιβλητική της εμφάνιση σε συνδυασμό με τη μεγαλοπρέπεια του οικογενειακού ταφικού περιβόλου, από όπου προέρχεται η στήλη, φανερώνουν την αριστοκρατική καταγωγή της νεκρής. Έξοχο έργο, που έχει αποδοθεί στον γλύπτη Kαλλίμαχο. Ύψος 1,56μ., πλάτος 0,97μ 7 Μαρμάρινη επιτύμβια στήλη νέου, από την κοίτη του Iλισού στην Aθήνα Γύρω στο 340 π.X. Επιτύμβια στήλη νέου από πεντελικό μάρμαρο. Bρέθηκε το 1874 στην Aθήνα, στην κοίτη του Iλισού. Γυμνός νέος στηρίζεται σε πεσσό, σταυρώνοντας τα πόδια. Στο αριστερό του χέρι κρατάει λαγωβόλο που τον χαρακτηρίζει ως κυνηγό, όπως και ο σκύλος που ιχνηλατεί πίσω του. Στα δεξιά ο πατέρας του νεκρού προσβλέπει σε αυτόν με συντριβή, στηριγμένος σε βακτηρία (ραβδί). Μικρές οπές στα μαλλιά των δύο μορφών χρησίμευαν για τη στερέωση μετάλλινων στεφανιών. Την παράσταση συμπληρώνει ο μικρός υπηρέτης που, εξουθενωμένος από την θλίψη, κοιμάται στα σκαλοπάτια. H πλαστικότητα του σώματος του νέου άνδρα, που με μνημειακή μεγαλοπρέπεια ανοίγεται στο χώρο, καθιστά πιθανή τη σχέση της μορφής αυτής με κάποιο ολόγλυφο άγαλμα ενός ήρωα. Το εξαιρετικό αυτό, άλλοτε ναόσχημο, μνημείο έχει αποδοθεί στον γλύπτη Σκόπα από την Πάρο ή σε κάποιο γλύπτη του κύκλου του. Ύψος 1,68μ., πλάτος 1,10μ. 8 O μαρμάρινος επιτύμβιος ναΐσκος του Aριστοναύτη, από το νεκροταφείο του Kεραμεικού στην Aθήνα Γύρω στο 320 π.X. Eπιτύμβιος ναΐσκος από πεντελικό μάρμαρο. Bρέθηκε στην Aθήνα, στο αρχαίο νεκροταφείο του Kεραμεικού. Aθηναίος πολεμιστής με πλήρη εξάρτυση και χλαμύδα παριστάνεται στο πεδίο της μάχης. Φέρει ασπίδα στο αριστερό χέρι, ενώ στο δεξί θα κρατούσε ξίφος. H δραματική έκφραση του προσώπου και το νευρώδες σώμα παραπέμπουν σε δημιουργίες του γλύπτη Σκόπα. Στο επιστύλιο είναι χαραγμένο το όνομα, το πατρώνυμο και το δημοτικό του νεκρού, που πέθανε άγαμος: Aριστοναύτης, γιος του Aρχεναύτου, από τις Aλές. Ύψος 2,48μ., πλάτος 1,55μ -Στο Αρχαιολογικό Μουσείο συναντήσαμε πολλές επιτύμβιες στήλες (στήλες με ανάγλυφες παραστάσεις που τοποθετούνταν στους τάφους) με χρονολόγηση μετά το 430π.Χ. Μετά το 479 π.Χ οι αθηναίοι είχαν απαγορεύσει να ξοδεύουν χρήματα για μνημεία στους τάφους εξ αιτίας της οικονομικής ύφεσης από τους περσικούς πολέμους. Το 430 π.Χ έγινε άρση αυτής της απαγόρευσης θέλοντας να τιμήσουν τους πρώτους νεκρούς του πελοποννησιακού πολέμου αλλά και του λοιμού που είχε ξεσπάσει την ίδια περίοδο. 9 Μαρμάρινο αναθηματικό ανάγλυφο από την Αθήνα Τέλη 4ου αι. π.X. Μαρμάρινο αναθηματικό ανάγλυφο. Bρέθηκε κοντά στην Eννεάκρουνο, στην Αθήνα. Προέρχεται από το ιερό του ήρωα-ιατρού Aμύνου. Σύμφωνα με την επιγραφή πάνω από την παράσταση πρόκειται για ανάθημα του Λυσιμαχίδου, γιου του Λυσιμάχου, από τις Aχαρνές. O αναθέτης κρατεί ομοίωμα ποδιού, στο οποίο διακρίνεται διογκωμένη φλέβα, δηλώνοντας την πάθησή του. Στο κάτω μέρος αριστερά, σε ορθογώνιο πλαίσιο, παριστάνεται ζεύγος άκρων ποδιών. Ύψος 0,70 μ., πλάτος 0,40 μ. -Πολλά τέτοια αναθήματα είχαν τη θέση που έχουν τα τάματα στις χριστιανικές εκκλησίες. 10 Αττικός γεωμετρικός κρατήρας. Από το Δίπυλο, Κεραμεικός. Του ''Ζωγράφου του Hirschfeld''. λεπτομέρεια 11 Στη ζώνη που βρίσκεται ανάμεσα στις λαβές εικονίζεται εκφορά νεκρού, θέμα σπανιότερο από εκείνο της πρόθεσης. Ο νεκρός μεταφέρεται με άρμα που το σέρνουν δυο άλογα και είναι σκεπασμένος με σάβανο διακοσμημένο με αβακωτό μοτίβο. Δεξιά και αριστερά συνοδεύουν την εκφορά συγγενείς. Τα διάφορα κενά συμπληρώνονται με σβάστικες ή πουλιά (κάτω από τα άλογα, κάτω από τη νεκρική κλίνη, κάτω από τις σβάστικες). Αξιοσημείωτη είναι η προσπάθεια απόδοσης του βάθους, κάτι που γίνεται εύκολα αντιληπτό από την πίσω ρόδα της άμαξας που είναι μικρότερη και από τα πίσω πόδια της νεκρικής κλίνης που είναι κοντύτερα. Σε μια δεύτερη ζώνη εικονίζονται δέκα άρματα, που τα σέρνουν δύο άλογα, με ηνιόχους που φορούν κράνη και κρατούν οκτώσχημες ασπίδες. Το αγγείο χρησίμευε ως σήμα στον τάφο κάποιου Αθηναίου ευγενή. Δεχόταν σπονδές, που μέσω της διάτρητης βάσης του ποδιού του, κατέληγαν στο νεκρό. Γενικότερα ως σήματα χρησιμοποιούνταν στις γυναικείες ταφές αμφορείς με λαβές στην κοιλιά και στις ανδρικές αμφορείς με λαιμό και κρατήρες με ψηλό πόδι. Ο ζωγράφος του Hirschfeld οφείλει το όνομά του από τον πρώτο μελετητή του. Οι μορφές του μερικές φορές έχουν χαρακτηριστικές ανατομικές λεπτομέρειες και θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι χαλαρές. Τα άλογά του φαίνονται σαν ξύλινα, με τις τονισμένες μουσούδες τους. 12 Αττική ερυθρόμορφη αρυβαλλοειδής λήκυθος. Από την Αθήνα. Του Ζωγράφου Δούρι. Περ. 480 π.Χ. 13 Παναθηναϊκός αμφορέας. Κατασκευάστηκε επί άρχοντος Καλλιμήδου (360/359 π.Χ.). «Ζωγράφος του Μαρσύα» Άκμασε τον 4ο αιώνα π.Χ. Τα έργα του χρονολογούνται μεταξύ 370 - 330 π.Χ. Θεωρείται ως ικανότερος των αγγειογράφων του ερυθρόμορφου ρυθμού. Το όνομά του αποδόθηκε χάριν της απεικόνισης του Μαρσύα σε πελίκη που φιλοξενείται στο Μουσείο Ερμιτάζ. Συνολικά αποδίδονται 23 έργα στον καλλιτέχνη αυτόν. Α.(η πλευρά που δε βλέπουμε) Η Αθηνά Πρόμαχος κατά το νέο σύστημα είναι στραμμένη προς τα δεξιά (μέχρι το 360π.Χ. η Αθηνά ήταν στραμμένη προς τα αριστερά, όπως θα δούμε σε παναθηναϊκό αμφορέα που βρίσκεται στο βρετανικό μουσείο). Πάνω στους κίονες που την πλαισιώνουν βρίσκεται το σύμπλεγμα της Ειρήνης και του Πλούτου του γλύπτη Κηφισόδοτου. Β. Σπάνια παράσταση της πάλης στο έδαφος. Μια Νίκη πετά πάνω από το σύμπλεγμα έτοιμη να δέσει την ταινία στον νικητή. Αριστερά στέκεται Νίκη με το κλαδί του κριτή. Δεξιά περιμένει ο έφεδρος αθλητής. Από την Ερέτρια. Του Ζωγράφου των Αθηνών. 14 -Κάποια από τα προϊόντα που εμπορεύονταν οι αθηναίοι τα μετέφεραν σε αγγεία, όπως τα παραπάνω, αλλά εμπορεύονταν και τα ίδια τα αγγεία. Μετά τη Γεωμετρική εποχή ( 1100π.Χ. – 800π.Χ. ,πήρε το όνομά της από τα γεωμετρικά σχέδια που ήταν ζωγραφισμένα πάνω στα αγγεία) ακολουθεί η Αρχαϊκή (800π.Χ. – 490π.Χ.) και η Κλασσική εποχή ( 490π.Χ. – 323π.Χ.) με αγγεία μελανόμορφου και ερυθρόμορφου ρυθμού Στο μελανόμορφο, που προηγείται χρονολογικά στην εμφάνισή του, οι μορφές ζωγραφίζονταν με μαύρο χρώμα πάνω στον πηλό πριν ψηθούν. Οι λεπτομέρειες χαράζονταν και τα γυμνά γυναικεία μέρη βάφονταν με λευκό χρώμα. Στον ερυθρόμορφο ρυθμό οι μορφές αφήνονταν στο χρώμα του πηλού, οι λεπτομέρειες ζωγραφίζονταν με μαύρο γάνωμα (μια στρώση λεπτόκοκκου σιδηρούχου πηλού) το οποίο υαλοποιούνταν κατά τη διαδικασία όπτησης (ψησίματος) αποκτώντας έτσι τη χαρακτηριστική στιλπνή εμφάνιση. Με το ίδιο αυτό γάνωμα καλυπτόταν και το υπόλοιπο αγγείο. Η αττική κεραμοποιεία έπεται της κορινθιακής και εμφανίζεται ανταγωνιστικά στο εμπόριο τον 7ο αι. π.Χ. με τον μελανόμορφο ρυθμό. Πριν τον 7 ο αι. τα αττικά αγγεία προορίζονταν κυρίως για ταφική χρήση για αυτό και τα πρώτα εμπορικά αγγεία ήταν αρκετά μεγάλα σε σχέση με τα κορινθιακά. Οι αθηναίοι για να κάνουν τα αγγεία τους περισσότερο ανταγωνίσιμα, μίκρυναν το μέγεθος, προσάρμοσαν τα σχήματά τους στα σχήματα των κορινθιακών αγγείων και επιδόθηκαν σε πολύ περίτεχνες παραστάσεις ζωγραφικής με κορινθιακά θέματα πάνω σε αυτά. Οι ζωγράφοι των αγγείων είχαν δικά τους χαρακτηριστικά στις παραστάσεις διευκολύνοντας έτσι το έργο των αρχαιολόγων στην ταύτιση. Τα θέματα των παραστάσεων των αγγείων ήταν παρμένα κυρίως από τη μυθολογία εκτός από ορισμένα που προορίζονταν για τους αγώνες των παναθηναίων, όπως ο παραπάνω, στον οποίο εικονιζόταν από τη μια πλευρά η θεά Αθηνά πρόμαχος (με ασπίδα και δόρυ) και από την άλλη αγωνίσματα. 15 Xάλκινο αγαλμάτιο Αθηνάς στον τύπο της Προμάχου από την Ακρόπολη των Αθηνών. 500-470 π.Χ. Η πολιούχος θεά φορεί αττικό κράνος και στο στήθος αιγίδα, επάνω από ποδήρη χιτώνα. Στο προτεταμένο αριστερό χέρι κρατούσε ασπίδα (η λαβή της οποίας/αρχ. όχανον σώζεται στον πήχυ) και στο υψωμένο δεξί δόρυ. Όπως δηλώνει η επιγραφή, χαραγμένη στη βάση, πρόκειται για αφιέρωμα από κάποια Μελεσώ, η οποία έδωσε για την κατασκευή του το 1/10 του εισοδήματός της. Η σειρά των αγαλματίων αυτού του τύπου παράχθηκε υπό την επίδραση των γλυπτών στο ανατολικό αέτωμα του ναού, τον οποίο ανήγειραν στην Ακρόπολη προς τιμήν της θεάς οι Πεισιστρατίδες. 16 H Aθηνά του Bαρβακείου Αντίγραφο του 200–250 μ.X. του πρωτοτύπου του 438 π.Χ. Aγαλμάτιο Αθηνάς από πεντελικό μάρμαρο. Bρέθηκε το 1880 στην Aθήνα, κοντά στο Bαρβάκειο Λύκειο. Tο γνωστό ως η Aθηνά του Bαρβακείου αγαλμάτιο είναι το πιστότερο και πληρέστερα σωζόμενο αντίγραφο του λατρευτικού αγάλματος της Aθηνάς Παρθένου του Φειδία, που τοποθετήθηκε μέσα στον Παρθενώνα το 438 π.X. Στο πρωτότυπο έργο, 12 φορές μεγαλύτερο από το αγαλμάτιο του Bαρβακείου, τα γυμνά μέλη του σώματος της θεάς ήταν κατασκευασμένα από ελεφαντόδοντο και το υπόλοιπο ήταν επενδεδυμένο με φύλλα χρυσού. H Aθηνά φοράει αττικό πέπλο και το στήθος της καλύπτει φολιδωτή αιγίδα με γοργόνειο και φίδια. Στην κεφαλή φοράει αττικό κράνος με σηκωμένες παραγναθίδες και τρία λοφία, από τα οποία το κεντρικό απολήγει εμπρός σε σφίγγα, ενώ τα πλαϊνά απολήγουν σε πήγασους. Στην παλάμη του δεξιού χεριού της στέκεται μια Nίκη έτοιμη να πετάξει. Tο αριστερό χέρι το ακουμπά στην ασπίδα στην εσωτερική πλευρά της οποίας είναι κουλουριασμένο ένα φίδι, ο Εριχθόνιος. Σε πολλά σημεία του αγάλματος σώζεται κόκκινο και κίτρινο χρώμα. Ύψος 1,05μ. Ο εριχθόνιος ήταν, κατά τη μυθολογία, αυτόχθων βασιλιάς της Αθήνας που γεννήθηκε από το «έριο» (μαλλί) με το οποίο σκούπισε η Αθηνά το σπέρμα του Ήφαιστου και τη «χθόνα» (γη) στην οποία έπεσε το μαλλί.(σελ 113) Και με το άγαλμα του Φειδία για το οποίο φτιάχτηκε, για να το στεγάσει, ο Παρθενώνας προχωράμε στην επόμενη στάση που είναι το Μουσείο της Ακρόπολης 17 3. ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ Ο λόφος ήταν κατοικημένος από την 3η χιλιετία π.Χ. Πάνω στην Ακρόπολη βρέθηκαν από την νεολιθική εποχή μόνο όστρακα τα οποία επιτρέπουν το συμπέρασμα πως υπήρχε αυτού μικρή εγκατάσταση, στη νότια πλαγιά όμως η εγκατάσταση ήταν ασφαλώς μεγαλύτερη, βεβαιώθηκαν θεμέλια νεολιθικού σπιτιού στα δυτικά του Ασκληπιείου. Η εγκατάσταση στις ίδιες θέσεις συνεχίστηκε και στα λεγόμενα ελληνικά χρόνια, δηλαδή στη εποχή του χαλκού. Από την τελευταία περίοδο της εποχής του χαλκού έχουν βεβαιωθεί θεμέλια σπιτιών, πάνω στην ακρόπολη, στην περιοχή του μουσείου και ακόμα ανατολικότερα, ως το ανατολικό πέρας του λόφου. Στα παλαιότερα χρόνια της μυκηναϊκής εποχής ο λόφος ήταν ανοχύρωτος, μόνο μετά τα μέσα του 13ου αι. π.Χ. πιστεύεται πως χτίστηκε το «κυκλώπειο» τείχος του ποίου ίχνη έχουν διατηρηθεί και επιτρέπουν την αναπαράστασή του. Για την υπεράσπιση της εισόδου είχε γίνει ογκώδης προμαχώνας στη θέση περίπου του κατόπιν πύργου της Απτέρου Νίκης. Από την βόρεια πλευρά η Ακρόπολη ήταν κατά καιρούς προσιτή από στενή άνοδο με σκαλιστά στο βράχο σκαλοπάτια. Ανατολικά του Ερεχθείου μπορούσε κανείς να κατέβει κι από άλλη στενή δίοδο. Εκτός από τον κύριο οχυρωτικό περίβολο χτίστηκε λίγο αργότερα και το λεγόμενο «πελαργικό» ή «πελασγικό» τείχος στους πρόποδες του λόφου. Αυτό έκλεινε μέσα τα βορειοδυτικά κράσπεδα του λόφου, κάτω από τα προπύλαια με το σπήλαιο του Πανός και τα άλλα δύο σπήλαια από τα οποία το ένα υποτίθεται πως ήταν αφιερωμένο (στα ιστορικά χρόνια) στον Απόλλωνα πύθιο και το άλλο στο Δία ολύμπιο. Στα ιστορικά χρόνια μέσα στο πελασγικό υπήρχαν βωμοί και ιερά θεών και ηρώων αλλά εκεί βρισκόταν και το ανάκτορο των περισσότερων βασιλέων μέχρι το 682 π.Χ. οπότε και καταργήθηκε η βασιλεία.. Μετά την κατάργηση της βασιλείας, στον 7ο αιώνα, η ακρόπολη επρόκειτο να αφιερωθεί στους θεούς. Κατοικήθηκε όμως και αργότερα, ιδίως από τον Πεισίστρατο και τους γιούς του οι οποίοι ένιωθαν ασφαλέστεροι μέσα στο παλαιό τείχος που το είχαν ανακαινίσει και είχαν στολίσει την είσοδο του με ευπαρουσίαστο πρόπυλο. Πριν από ένα σχεδόν αιώνα είχε καταλάβει την ακρόπολη ο Κύλων (636 π.Χ.). Ο Αλκμαιωνίδης άρχων Μεγακλής υποσχέθηκε πως θα άφηνε να αποχωρήσουν σώοι, επέτρεψε όμως στους άνδρες του να τους σκοτώσουν μόλις βγήκαν εκτός των εννέα πυλών ό ίδιος ό Κύλων είχε διαφύγει. Παρόμοια συμφωνία έγινε και με τον πολιορκημένο Ιππία στα 510π.χ η οποία όμως τηρήθηκε και ό Ιππίας έφυγε σώος από την Αθήνα τότε φαίνεται πως οι αθηναίοι διέλυσαν το μεγαλύτερο μέρος του κυκλώπειου τείχους για να μην το καταλάβει στο μέλλον άλλος τύραννος. Έτσι κατά την εισβολή των περσών στα 480479 π.Χ. η ακρόπολη βρέθηκε ανοχύρωτη και ή άμυνα στηρίχτηκε σε πρόχειρη οχύρωση που ανέλαβε το ιερατείο και μερικοί ευλαβείς αθηναίοι που αποφάσισαν να μείνουν στην πόλη. Ο Θεμιστοκλής στα 479 π.Χ. έχτισε το τείχος της βόρειας πλευράς και o Κίμων της νότιας με την εκποίηση των λαφύρων του Ευρυμέδοντα στα 467 π.Χ. 18 Η Αίθουσα των Κλιτύων της Ακρόπολης Ο επισκέπτης του Μουσείου της Ακρόπολης, αφού διασχίσει τον προθάλαμο του ισογείου, βρίσκεται στον πρώτο εκθεσιακό χώρο. Στην ευρύχωρη αίθουσα με το κεκλιμένο γυάλινο δάπεδο παρουσιάζονται ευρήματα από τις κλιτύς (πλαγιές) του βράχου της Ακρόπολης. Το γυάλινο δάπεδο επιτρέπει την θέαση στην αρχαιολογική ανασκαφή, ενώ η ανηφορική κλίση της παραπέμπει στην ανάβαση προς την Ακρόπολη. Η Αίθουσα των κλιτύων της Ακρόπολης φιλοξενεί ευρήματα από τα ιερά που ήταν ιδρυμένα στις πλαγιές της Ακρόπολης, καθώς και από τον οικισμό που αναπτύχθηκε στις υπώρειες του λόφου, σε όλες τις ιστορικές περιόδους. Στα αριστερά του επισκέπτη εκτίθενται ευρήματα από τα μεγάλα ιερά που ιδρύθηκαν στις πλαγιές του βράχου, ενώ στα δεξιά του ευρήματα από τα μικρότερα ιερά και από τον οικισμό που αναπτύχθηκε στις πλαγιές της Ακρόπολης. Στην αρχαιότητα, οι πλαγιές αυτές ήταν η μεταβατική ζώνη ανάμεσα στην πόλη και το πιο διάσημο ιερό της. Ήταν η περιοχή όπου επίσημες και λαϊκές λατρείες, μικρά και μεγαλύτερα ιερά συνυπήρχαν με σπίτια ιδιωτών. Ανάμεσα στα ιερά ή λίγο χαμηλότερα από αυτά, οι αρχαιολογικές ανασκαφές έφεραν στο φως τμήματα του οικιστικού ιστού της αρχαίας Αθήνας και κατέδειξαν τη σχεδόν συνεχή χρήση του, από το τέλος της νεολιθικής εποχής (περί το 3000 π.Χ.), έως και την ύστερη αρχαιότητα (6ος αι. μ.Χ.), αλλά και αργότερα. Αποκάλυψαν σπίτια και εργαστήρια, δρόμους και πλατείες, πηγάδια και δεξαμενές, αλλά και χιλιάδες αντικείμενα που άφησαν πίσω τους οι αρχαίοι κάτοικοι της περιοχής. Τα περισσότερα είναι πήλινα, αφού άλλα από φθαρτά υλικά χάθηκαν και τα πολύτιμα λεηλατήθηκαν. Πρόκειται για επιτραπέζια σκεύη και αγγεία συμποσίου, μαγειρικά σκεύη, αρωματοδοχεία, σκεύη για καλλυντικά και κοσμήματα, παιδικά παιχνίδια και πολλά άλλα. 19 Πήλινο κάλυμμα κοσμηματοθήκης (λεκανίδα). Μαινάδες παίζουν μουσική και χορεύουν μπροστά στον θεό Διόνυσο. 4ος αι. π.Χ. Πήλινες Νίκες, ίσως διακοσμητικά στοιχεία στέγης κτηρίου (ακρωτήρια). 1ος-3ος αι. μ.Χ. 20 Σκεύη συμποσίου από τον οικισμό στις πλαγιές της Ακρόπολης. Μελανόμορφη λουτροφόρος-αμφορέας. Γαμήλια πομπή με τη συμμετοχή των θεών Απόλλωνα και Ερμή. Γύρω στο 525 π.Χ. 21 Ερυθρόμορφη λουτροφόρος. Νεόνυμφοι. 455-440 π.Χ. Πήλινα σφονδύλια από αδράχτια, αφιερώματα γυναικών στο ιερό της Νύμφης. 6ος και 5ος αι. π.Χ. 22 Πήλινο αναθηματικό πλακίδιο από το ιερό της Νύμφης. Ελαφίνα με τα μικρά της. 6ος αι. π.Χ. Ανάγλυφη πλάκα με παράσταση χορεύτριας από το θέατρο του Διονύσου. 1ος αι. π.Χ. 23 Θραύσμα λουτροφόρου από το ιερό της Νύμφης. Το πρώτο αντίκρισμα του ζευγαριού. 450-430 π.Χ. Ανάγλυφη πλάκα επένδυσης βάθρου από το ιερό του Διονύσου. Διόνυσος με αμφορέα και κάνθαρο και μια γυναίκα που ρίχνει λιβάνι σε θυμιατήρι. Αρχές 4ου αι. π.Χ. 24 Αναθηματικό ανάγλυφο σε μορφή δύο ενωμένων κτηρίων, ναΐσκου και στοάς. Αριστερά, ο Ασκληπιός με τη σύζυγό του Ηπιόνη και την κόρη τους Υγεία. Δεξιά, λατρευτές που φέρνουν στο βωμό χοίρο για θυσία και κιβώτιο με δώρα. Μέσα 4ου αι. π.Χ. Βάση αναθήματος με ανάγλυφα χειρουργικά εργαλεία και βεντούζες (σικύες). 320 π.Χ. 25 Στις πλαγιές, στα σπήλαια και στα πλατώματα του βράχου της Ακρόπολης, σε μικρά και μεγάλα ιερά, λατρεύτηκαν θεοί, ήρωες και νύμφες. Η νότια πλαγιά φιλοξένησε δύο από τα σπουδαιότερα ιερά της πόλης, του Διονύσου Ελευθερέως και του Ασκληπιού. Φιλοξένησε όμως και άλλα μικρότερα σε έκταση, αλλά μεγάλης σημασίας για τους Αθηναίους. Στο ιερό του Διονύσου Ελευθερέως γιορτάζονταν στις αρχές της άνοιξης (το μήνα Ελαφηβολιώνα), τα Μεγάλα ή εν Άστει Διονύσια, μια από τις σημαντικότερες γιορτές της πόλης. Από τη λατρεία του Διονύσου, θεού του κρασιού, της μέθης και του εκστατικού χορού, γεννήθηκε το θέατρο. Στην πλαγιά του βράχου πάνω στο ιερό παίχτηκαν για πρώτη φορά τα έργα των σημαντικότερων αρχαίων τραγικών και κωμικών ποιητών, του Αισχύλου, του Σοφοκλή, του Ευριπίδη, του Αριστοφάνη. Το ιερό και θεραπευτήριο του Ασκληπιού ιδρύθηκε στη νότια πλαγιά της Ακρόπολης με πρωτοβουλία του Αθηναίου πολίτη Τηλέμαχου, ο οποίος το 420/19 π.Χ. έφερε ένα άγαλμα του θεού από το μεγάλο ιερό της Επιδαύρου. Σε μια στοά δίπλα στο ιερό, οι ασθενείς ανέμεναν τη θαυματουργική τους ίαση με την εμφάνιση του θεού στα όνειρά τους. Τα πολυπληθή αφιερώματα, συχνά με απεικονίσεις ανθρώπινων μελών που ο θεός θεράπευσε, μαρτυρούν τη μεγάλη σημασία που είχε η λατρεία του για τους Αθηναίους. Σε μικρή απόσταση από το ιερό του Ασκληπιού βρισκόταν ένα μικρό, υπαίθριο ιερό αφιερωμένο στη Νύμφη, προστάτιδα του γάμου και των γαμήλιων τελετών. Σε αυτό, οι Αθηναίοι αφιέρωναν τα αγγεία του γαμήλιου λουτρού τους, τις λουτροφόρους αλλά και αρωματοδοχεία, σκεύη για καλλυντικά και κοσμήματα, σφονδύλια, αγγεία συμποσίου, ειδώλια, προτομές γυναικών και ζωγραφιστούς πίνακες. Οι λουτροφόροι ήταν πολυτελή αγγεία ζωγραφισμένα με τη μελανόμορφη ή ερυθρόμορφη τεχνική. Τα θέματα της διακόσμησης ήταν σχετικά με το γάμο και ανάλογα με τις προτιμήσεις της κάθε εποχής. Τα ευρήματα που παρατηρήσαμε στην αίθουσα των κλιτύων αποδεικνύουν την ύπαρξη του θεσμού του γάμου, για τους κατοίκους της αρχαίας Αθήνας, της υφαντικής τέχνης και της ιατρικής επιστήμης. 26 Η Αίθουσα των Αρχαϊκών Έργων Αρχαϊκή ονομάζεται η εποχή από τον 7ο αιώνα π.Χ. έως το τέλος των Περσικών πολέμων (480/79 π.Χ.). Χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη της πόλης-κράτους και τις πολιτειακές αλλαγές από την αριστοκρατία στην τυραννίδα και τελικά στη δημοκρατία. Χαρακτηρίζεται ακόμη από σημαντικά επιτεύγματα στην οικονομία, την τέχνη και τη διανόηση. Στην Αίθουσα των αρχαϊκών έργων, ο επισκέπτης για πρώτη φορά μπορεί να θαυμάσει τα εκθέματα από όλες τις πλευρές καθώς στέκονται ελεύθερα στο χώρο. Οι συνθήκες του σταδιακά μεταβαλλόμενου φυσικού φωτός, του δίνουν τη δυνατότητα να ανακαλύψει τις λεπτές ποιοτικές διαφοροποιήσεις των γλυπτών και την υψηλή τέχνη που τα δημιούργησε. Στη νότια πλευρά της Αίθουσας των αρχαϊκών έργων, ο πλούτος και η ποικιλία των αρχιτεκτονικών γλυπτών και των ελεύθερων αναθημάτων, συμπεριλαμβανομένων των Κορών, των Ιππέων και άλλων έργων, προσφέρουν μια εκπληκτική εικόνα της Ακρόπολης κατά την Αρχαϊκή Περίοδο. ΑΡΧΑΪΚΟΣ ΠΑΡΘΕΝΩΝΑΣ Από τον 6οαι. άρχισαν να χτίζονται πάνω σ’ αυτόν τα ιερά των αθηναίων, όπως το εκατόμπεδο κ.α. που καταστράφηκαν κατά τους περσικούς πολέμους. 27 Η ανασκαφική έρευνα πού είχε ήδη συμπληρωθεί και το πλήθος των μελετών πού δημοσιεύτηκαν για τα επιμέρους προβλήματα επιτρέπουν σήμερα τη σύνθεση της ιστορίας του αρχαϊκού μνημείου, σε γενικές γραμμές ως εξής σαφή ίχνη άφησε στη θέση ένας ναός αρχαϊκών χρόνων που ήταν σε χρήση τον καιρό των τυράννων ήταν δωρικός πώρινος με γλυπτά στα αετώματα επίσης πώρινα, όπως τα γνωστά λιοντάρια που σπαράσσουν ταύρο, του μουσείου της ακρόπολης. Η θεμελιώσή του είχε μήκος 32,71 μέτρων, δηλαδή εκατό ποδών, αν ληφθεί ως βάση ένα πόδι μήκους περίπου 33 εκατοστών, και το πλάτος του ναού που ήταν 16,24 μέτρων μπορεί να θεωρηθεί ίσο με 50 αττικά πόδια, με βάση το ίδιο μέτρο. Για τους λόγους αυτούς ο παλαιότερος εκείνος ναός ταυτίστηκε με τον γνωστό από επιγραφές και φιλολογικές πηγές «εκατόμπεδος νεώς» ή το «εκατόμπεδον» που άλλοτε αναγνωρίζονταν στα θεμέλια του λεγόμενου «παλαιού ναού της Αθηνάς» (αμέσως προς τα νότια του Ερεχθείου). Ως «εκατόμπεδος νεώς» χαρακτηρίζονταν αργότερα ο σωζόμενος Παρθενών, γιατί κατείχε τη θέση του ναού που πρώτος έφερε το όνομα αυτό. Μετά την πτώση των τυράννων οι αθηναίοι πρέπει να σχεδίασαν ένα μεγαλύτερο ναό μαρμάρινο στη θέση του αρχαϊκού αλλά ίσως δεν μπόρεσαν να αρχίσουν το χτίσιμό του παρά μόνο μετά τη νίκη του Μαραθώνα, το 490 π.Χ. Επειδή και άλλα έργα είχαν αρχίσει τον ίδιο καιρό, οι εργασίες προχώρησαν αργά και ο ναός βρέθηκε ημιτελής, όταν στα 480 π.Χ. ο Ξέρξης λεηλάτησε την Αθήνα και πυρπόλησε τα οικοδομήματα στην ακρόπολη. Από τα γνωστά αρχιτεκτονικά μέλη του δεύτερου αυτού Παρθενώνα φαίνεται πως η οικοδομή δεν είχε προχωρήσει σε αρκετό ύψος (σπόνδυλοι κιόνων, φθαρμένοι από τη φωτιά, εντειχίστηκαν ευθύς μετά τα 479 π.Χ. στο βόρειο τείχος της ακρόπολης, όχι όμως και κιονόκρανα, τα οποία δεν είχαν γίνει όταν το οικοδόμημα κάηκε). Το αρχαιότερο σημαντικό οικοδόμημα στην Ακρόπολη είναι το λεγόμενο Εκατόμπεδον ή Εκατόμπεδος νεώς (δηλαδή μήκους 100 ποδών, ονομασία γνωστή από επιγραφή που αναφέρεται στη διαρρύθμιση του ιερού), κτισμένο πιθανόν στη θέση του κλασικού Παρθενώνα. Από τα θραύσματα αρχιτεκτονικών μελών και γλυπτών από πωρόλιθο που αποκαλύφθηκαν στα νότια και τα ανατολικά του Παρθενώνα, συνάγεται ότι ήταν δωρικός περίπτερος ναός. Ο ναός αυτός ήταν ίσως αφιερωμένος στην πολεμική υπόσταση της θεάς, στην πρόμαχο της πόλης Αθηνά Παρθένο. Σε αυτόν αποδίδεται το μεγάλο, πώρινο αέτωμα με τα λιοντάρια που κατασπαράζουν έναν ταύρο και πλαισιώνονται από δύο παραστάσεις: από τη μια τον Ηρακλή που παλεύει με τον θαλάσσιο δαίμονα Τρίτωνα και από την άλλη τον λεγόμενο Τρισώματο δαίμονα, που κρατεί στα χέρια του τα σύμβολα των τριών στοιχείων της φύσης, του νερού, της φωτιάς και του αέρα. Στην Αίθουσα των αρχαϊκών έργων, υψώνονται επιβλητικά τα γλυπτά της Γιγαντομαχίας από το μεγάλο αέτωμα του δεύτερου μεγάλου αρχαϊκού ναού της Ακρόπολης, δηλαδή του Αρχαίου Ναού της Αθηνάς Πολιάδος. Παλαιότερα είχε υποστηριχθεί ότι ο ναός αυτός είχε μια πρωιμότερη οικοδομική φάση (570 π.Χ.) με τα πώρινα γλυπτά που αποδίδονται στον Εκατόμπεδο, ενώ τα μαρμάρινα γλυπτά συσχετίζονταν με μια ανακαίνιση από τους γιους του Πεισίστρατου. Ο ναός πιθανότερα κτίστηκε και έλαβε μαρμάρινη γλυπτική διακόσμηση εξαρχής, στην τελευταία δεκαετία του 6ου αι. π.Χ. Οι συνθέσεις των αετωμάτων αποτελούνται από αγάλματα υπερφυσικού μεγέθους, λαξευμένα σε παριανό μάρμαρο και αποδίδονται στο εργαστήριο κάποιου σημαντικού Αθηναίου γλύπτη, του Αντήνορα ή του Ενδοίου. 28 Το αέτωμα του αρχαϊκού Παρθενώνα ή Εκατομπέδου. Λιοντάρια που σπαράσσουν ταύρο και πλαισιώνονται από δύο παραστάσεις: από τη μια πλευρά ο Ηρακλής που παλεύει με τον άγριο Τρίτωνα και από την άλλη ο λεγόμενος Τρισώματος δαίμονας, που κρατά στα χέρια του τα σύμβολα των τριών στοιχείων της φύσης, του νερού, της φωτιάς και του αέρα. Γύρω στο 570 π.Χ. Το αέτωμα της Γιγαντομαχίας από τον αρχαϊκό ναό της Αθηνάς Πολιάδος (Αρχαίος Ναός). 525-500 π.Χ. 29 Χάλκινα αναθήματα. Ειδώλια που παριστάνουν λιοντάρι, αγριόχοιρο, σκύλο και πουλί. 6ος αι. π.Χ. Από τα χρόνια του Πεισιστράτου, ο χώρος της Ακρόπολης άρχισε να γεμίζει αναθήματα, ένδειξη όχι μόνο ευσέβειας προς τη θεά, αλλά και οικονομικής και καλλιτεχνικής ακμής. Τα σπουδαία αυτά αφιερώματα ήταν κυρίως αγάλματα, προσφορές δηλαδή που προκαλούσαν χαρά στη θεά. Με τα αναθήματά τους οι αρχαίοι ευχαριστούσαν τους θεούς για την εκπλήρωση μιας ευχής, χωρίς συχνά να παραλείπουν μια αναφορά στο ποσό της δαπάνης με τον όρο δεκάτη, που σήμαινε το 1/10 κάποιου εισοδήματος ή με τη λέξη απαρχή, που σήμαινε την πρώτη σοδειά ή τα πρώτα κέρδη από την εργασία των πιστών. Το είδος, το υλικό και το μέγεθος των αναθημάτων ανταποκρινόταν στην εποχή, στην κοινωνική τάξη και στην οικονομική κατάσταση του αναθέτη. Στην Ακρόπολη, αγάλματα και άλλα δαπανηρά έργα ανέθεταν τα μέλη των αριστοκρατικών οικογενειών, αλλά και εύποροι επαγγελματίες και χειρώνακτες, μεταξύ των οποίων και γυναίκες. Το πιο χαρακτηριστικό αφιέρωμα στο ιερό της Αθηνάς στην Ακρόπολη ήταν τα μαρμάρινα αγάλματα νεαρών γυναικών, οι Κόρες. Λαξευμένες σε διαφορετικά μεγέθη, παριστάνονταν με ένα συγκεκριμένο αγαλματικό τύπο, με αυστηρή όρθια στάση. Από τα μέσα του 6ου αι. π.Χ. φορούσαν λεπτό, λινό χιτώνα και ιμάτιο που τόνιζαν τη θηλυκότητά τους περισσότερο από τον βαρύ, μάλλινο πέπλο. Συνήθως κρατούσαν στο ένα χέρι μια προσφορά (στεφάνι, καρπό, πουλί, άνθος, κλπ.) και με το άλλο ανασήκωναν τον πολύπτυχο χιτώνα τους για να διευκολυνθούν στο βηματισμό τους. 30 Σε αντίθεση με το πλήθος των Κορών που υπολογίζεται ότι ξεπερνούσαν τις διακόσιες, ο αριθμός των μαρμάρινων ανδρικών αγαλμάτων ήταν μικρός, γεγονός που εξηγείται από τη θηλυκή φύση της θεότητας που λατρευόταν στην Ακρόπολη. Από αυτά σώθηκαν λίγα αγάλματα, τα περισσότερα κούρων, ιππέων και γραφέων. Η «Κόρη του Αντήνορα». Μάρμαρο Πάρου (άγαλμα), Μάρμαρο Πεντέλης (ενεπίγραφη βάση). 525-510 π.Χ. Η «Κόρη με τα μάτια της σφίγγας». Μάρμαρο Πάρου. 500 π.Χ. 31 Ο Μοσχοφόρος. Μάρμαρο Υμηττού (άγαλμα), Πωρόλιθος (ενεπίγραφη βάση). Το άγαλμα αφιέρωσε ο Ρόμβος, ο γιος του Πάλου. Γύρω στο 570 π.Χ. Ο «ιππέας Rampin». Μάρμαρο Πάρου. Το κεφάλι είναι γύψινο αντίγραφο του πρωτότυπου, που βρίσκεται στο Λούβρο, προερχόμενο από τη συλλογή του G. Rampin. 550 π.Χ. 32 Η «Πεπλοφόρος Κόρη». Ίσως παρίστανε τη θεά Άρτεμη. Μάρμαρο Πάρου. 530 π.Χ. Από τις κόρες που εκτίθενται στο μουσείο μπορούμε να σχηματίσουμε εικόνα για τη γυναικεία ενδυμασία της αρχαίας αθηναίας. Στην πεπλοφόρο παρατηρούμε τον δωρικό πέπλο με την αυστηρή γραμμή του που υποδηλώνει ύφασμα σχετικά άκαμπτο άρα χονδρό, πιθανόν μάλλινο, κάτω από τον πέπλο διακρίνεται ο ποδήρης ιωνικός χιτώνας. Ο ιωνικός χιτώνας διακρίνεται με περισσότερες λεπτομέρειες στις Κόρες που χρονολογούνται μετά το 2 ο μισό του 6ου αι. π.Χ. όπως στην Κόρη του Αντήνορα Εδώ το ύφασμα μοιάζει λεπτότερο με πολλές πτυχώσεις που δίνουν πιο αέρινη εμφάνιση, πιθανόν λινό. Πάνω από τον χιτώνα φορούσαν και ένα άλλο πιο βαρύ ένδυμα και πιο κοντό το ιμάτιο. Μαρμάρινο αγαλμάτιο κόρης από την Ελευσίνα. Γύρω στο 500 π.Χ. (Αρχαιολογικό Μουσείο) 33 Τα αγάλματα της αρχαϊκής εποχής είναι κούροι και κόρες που χαρακτηρίζονται από τη μετωπική στάση και τα στυλιζαρισμένα χαρακτηριστικά. Χωρίζονται σε τρείς περιόδους: Πρώιμη: 7ος αι π.Χ με τη μνημειακή, κυρίως, τέχνη και τη δαιδαλική τεχνοτροπία Μέση: 6ος αι π.Χ μέχρι περίπου το 540 π.Χ με χαρακτηριστικό το αρχαϊκό μειδίαμα (χαμόγελο) Ο κούρος της Βολομάνδρας. Περίπου 550 π.Χ. (Αρχαιολογικό Μουσείο) Ύστερη: τέλη του 6ου αι π.Χ έως το 479 π.Χ με προσπάθεια απόδοσης του σώματος και των χαρακτηριστικών με περισσότερο ρεαλιστικό τρόπο για να φτάσουμε έτσι στον «παι του Κριτίου» και στο πέρασμα στην Κλασσική εποχή. 34 "Το παιδί του Κριτία", ύψος 0,86 μ. Γύρω στο 490-480 π.Χ. Στις αρχές του 5ου αιώνα μια ορισμένη κίνηση προσδόθηκε στη μορφή. Οι ώμοι παρέμειναν σε μετωπική διάταξη, οι πλευρές όμως δεν κατασκευάζονται συμμετρικά. Η μικρή στροφή που προσδίδεται στο κεφάλι και στο ανώτερο μέρος του σώματος, σημειώνει την αρχή της διαλύσεως της μετωπικότητας και της συμμετρικής κατασκευής, ανοίγοντας το δρόμο για τις κατακτήσεις της πλαστικής των κλασικών χρόνων. "Το παιδί του Κριτία", πλάγια όψη Το σώμα αποδίδεται με πιο φυσιοκρατικό τρόπο. Το βάρος πέφτει στο προβαλλόμενο πόδι, το ισχίο ανασηκώνεται και ο κορμός είναι απαλά σμιλεμένος. 35 .Η ανοικοδόμηση των τειχών και των ιερών άρχισε αμέσως μετά την ήττα των Περσών. Το 465 π.Χ. την εποχή δηλαδή του Περικλή. Κάτω από την επίβλεψη του Φειδία και τον αρχιτέκτονα Μνησικλή, Καλλικράτη και Ικτίνου κτίστηκαν και διακοσμήθηκαν ο Παρθενώνας, το Ερέχθειο, τα Προπύλαια και ο ναός της Απτέρου Νίκης ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ Η λέξη «Προπύλαια» σημαίνει, όπως και η λέξη «πρόπυλον» τη μνημειακή διαμόρφωση της πύλης κάποιου ιερού χώρου ή αγοράς ή πόλης. κτλ. Η διαμόρφωση αυτή μπορεί να είναι στοιχειώδης, λ.χ. να αποτελείται από ένα απλό στεγασμένο χώρο με μια είσοδο, συνήθως όμως είναι ένα κτίριο με αρχιτεκτονικές απαιτήσεις Τα προπύλαια της ακρόπολης ανήκουν στη δεύτερη αυτή κατηγορία και μπορούν να χαρακτηριστούν ως το μνημειωδέστερο παράδειγμα που μας άφησε η αρχαιότητα Τότε που αναδιοργανώθηκε το 566 π.Χ. η εορτή των Παναθηναίων και κατασκευάστηκε για την εξυπηρέτηση της πομπής, αντικαταστάθηκε ο πανάρχαιος μυκηναϊκός πυλώνας από ένα πώρινο πρόπυλο. κάποια χρονική στιγμή αντικαταστάθηκε με τη σειρά του με ένα μαρμάρινο. Του κτιρίου αυτού διατηρούνται έως σήμερα α) Η νοτιοδυτική γωνία β) λαξεύματα στο βράχο για την υποδοχή των θεμελίων του. Βασική διαφορά του από τα προπύλαια του Μνησικλή είναι ο άξονας. Στις δυο προσόψεις του είχε από τέσσερις κίονες ανάμεσα σε παραστάδες ,ανάμεσα στις δυο προσόψεις είχε πιθανότατα πέντε θύρες, όμοια με τα μνησίκλεια Προπύλαια μια βαθμιδωτή «εξέδρα» από τη νοτιοδυτική γωνία του κατά μήκος της δυτικής πλευράς του μυκηναϊκού τείχους ίσως χρησίμευε για την συγκέντρωση του πλήθους των πιστών στην εορτή των Παναθηναίων. Το μαρμάρινο αυτό πρόπυλο άρχισε να κτίζεται μετά τη μάχη του Μαραθώνα (490 πΧ) και η κατασκευή του διακόπηκε το 480 πΧ που εισέβαλαν οι Πέρσες στην Αθήνα και συνεχίστηκε μετά τη ναυμαχία στη Σαλαμίνα. Το 437π.Χ. κατεδαφίστηκε και άρχισαν να κτίζονται τα μνησίκλεια προπύλαια Τα προπύλαια αποτελούνται από ένα κεντρικό οικοδόμημα και από δυο χαμηλότερες πτέρυγες, μια βορειοδυτική και μια νοτιοδυτική. Το κεντρικό οικοδόμημα (διαστ.24x18,20μ.) είναι ένα ορθογώνιο, με μακρό άξονα Δ-Α, και διακρίνεται σε δυο τμήματα: ένα βαθύτερο δυτικό και ένα ρηχότερο ανατολικό που βρίσκεται σε υψηλότερο επίπεδο .Στην πρόσοψη του δυτικού τμήματος είναι μια στοά από έξι δωρικούς κίονες ,των οποίων οι δυο μεσαίοι αφήνουν ανάμεσα τους ένα μεγαλύτερο διάστημα (μετακιόνιο) για την διευκόλυνση των προσκυνητών του ιερού και των ζωών της θυσίας. Το τμήμα τούτο χωρίζεται κατά τον κύριο του άξονα (Δ-Α) σε τρία κλίτη με δύο σειρές από τρεις υψηλούς ιωνικούς κίονες οι οποίοι στήριζαν την ευρεία οροφή. Η επικοινωνία του δυτικού τούτου τμήματος με το ανατολικό του κεντρικού οικοδομήματος γίνονταν με ένα εγκάρσιο τοίχο μέσα από πέντε ανοίγματα ένα μεγάλο κεντρικό και ανά δυο (διαδοχικά) μικρότερα εκατέρωθεν. Μία χαμηλή βαθμιδωτή διάβαση οδηγούσε μέσα από το κεντρικό άνοιγμα προς το ανατολικό τμήμα ενώ βαθμίδες εξυπηρετούν την επικοινωνία μέσα από τα πλευρικά ανοίγματα. 36 Το ανατολικό τμήμα του κεντρικού κτηρίου βρισκόταν, όπως είπαμε, σε ελαφρά υψηλότερο επίπεδο από το δυτικό, και είχε χωριστή ακόσμητη αετωματική στέγη, όπως και το δυτικό. Μπροστά από τη νότια πτέρυγα (δεξιά της εισόδου) βρίσκεται ο μικρός ιωνικός ναός της Αθηνάς Νίκης (427-424 π.Χ.). Στην βόρεια πτέρυγα (αριστερά της εισόδου) κυριαρχεί το ορθογώνιο κτήριο της Πινακοθήκης όπου σύμφωνα με τον Παυσανία υπήρχαν πολλά αξιόλογα έργα ζωγραφικής (κυρίως του Πολύγνωτου) που δυστυχώς σήμερα έχουν χαθεί. Κεφάλι ερμαϊκής στήλης. Μάρμαρο Πεντέλης. 2ος αι. μ.Χ. Στα Προπύλαια είχαν στηθεί έργα σπουδαίων καλλιτεχνών, γνωστά από περιγραφές του Παυσανία και ρωμαϊκά αντίγραφα, όπως το σύνταγμα Αθηνάς και Μαρσύα του Μύρωνα, η Αθηνά Λημνία του Φειδία και ο Προπύλαιος Ερμής του Αλκαμένη. Το κεντρικό κτήριο διαιρείται σε δύο τμήματα από ένα εγκάρσιο τοίχο με πέντε θύρες, από τις οποίες η μεσαία είναι πλατύτερη. Το δυτικό τμήμα του χωρίζεται σε τρία κλίτη από τις ιωνικές κιονοστοιχίες, κιονόκρανα εξαιρετικής εργασίας. Οι οροφές είχαν μαρμάρινα φατνώματα με επίχρυσα μεταλλικά άστρα σε μπλε φόντο. Στα βόρεια και νότια, το κεντρικό κτήριο πλαισιώνεται από δύο πτέρυγες με δωρικές κιονοστοιχίες. Η βόρεια είχε προθάλαμο και ένα ευρύχωρο δωμάτιο που ονομαζόταν Πινακοθήκη. Πιθανότατα ήταν μια αίθουσα αναψυχής με ζωγραφιστούς πίνακες στους τοίχους και ανάκλιντρα με τραπέζια για την ανάπαυση των επισκεπτών. Στα νότια, η πτέρυγα συρρικνώθηκε, ίσως λόγω του ιερού της Αθηνάς Νίκης 37 ΝΑΟΣ ΑΘΗΝΑΣ ΝΙΚΗΣ Ο ναός της Αθηνάς Νίκης είναι ναός ιωνικού ρυθμού, τετρακιόνιος αμφιπρόστυλος, δηλαδή έχει προστάσεις από τέσσερις μονολιθικούς κίονες στην ανατολική και τη δυτική όψη. Ο ναός σχετιζόταν με τη λατρεία της Αθηνάς ως συμπαραστάτριας των Αθηναίων στους πολέμους. Ο σηκός του στέγαζε ένα ξύλινο λατρευτικό άγαλμα της θεάς που κρατούσε στο ένα χέρι περικεφαλαία, σύμβολο του πολέμου, και στο άλλο ένα ρόδι, σύμβολο της ειρήνης. Τις πλευρές του πύργου γύρω από το ναό της Αθηνάς Νίκης προστάτευε ένα θωράκιο από πεντελικό μάρμαρο μήκους 41,71μ., από πλάκες ανάγλυφες εξωτερικά, που προσαρμόζονταν στην κρηπίδα του ναού στο βορειοδυτικό και δυτικό του τμήμα. Επάνω στην επίστεψή του στερεωνόταν μεταλλικό κιγκλίδωμα. Η πορεία των παραστάσεων άρχιζε από τη βορειοανατολική γωνία στο σημείο που κατέληγε η σκάλα που οδηγεί από την πρόσοψη των Προπυλαίων στο ιερό. Δεν υπάρχει συνεχής αφήγηση, αλλά κάθε πλάκα εικονίζει αυτοτελή σκηνή με παρόμοια σύνθεση σε κάθε πλευρά: φτερωτές Νίκες που οδηγούν ταύρους στη θυσία ή κρατούν όπλα και στολίζουν νικητήρια τρόπαια με ελληνικό ή περσικό οπλισμό. Ανάμεσά τους κάθεται η θεά Αθηνά έχοντας αποθέσει τα όπλα της. Για τη λάξευση των γλυπτών συνεργάστηκαν πολλοί γλύπτες με επικεφαλής τον Αγοράκριτο. Τα γλυπτά του θωρακίου είναι η σημαντικότερη έκφραση του «πλούσιου» ρυθμού που επηρέασε τη γλυπτική της εποχής. Η ανάγλυφη ζωφόρος περιέτρεχε το άνω μέρος των τοίχων του σηκού και των προστάσεων και αποτελούνταν από 14 μέλη συνολικού μήκους 25,94μ. Έχουν χαθεί ο λίθος της βορειοανατολικής γωνίας και άλλα τμήματα, ώστε η αρχική διαδοχή των λίθων της βόρειας, νότιας και δυτικής πλευράς δεν είναι βέβαιη. Τέσσερις λίθοι, δύο της νότιας και δύο της δυτικής πλευράς βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο. Στη ζωφόρο εικονίζονταν ανατολικά οι θεοί του Ολύμπου και στις άλλες τρεις πλευρές διάφορες μάχες, από τις οποίες έχει αναγνωριστεί η μάχη του Μαραθώνα (490 π.Χ.). 38 Πλάκα του θωρακίου του Ναού της Αθηνάς Νίκης. Φτερωτή Νίκη που λύνει το σανδάλι της, η αποκαλούμενη «σανδαλιζομένη». 420-410 π.Χ. Η θεά Αθηνά κάθεται σε βράχο. Πλάκα της νοτιοδυτικής αμβλείας γωνίας του θωρακίου του ναού της Αθηνάς Νίκης. 39 Δύο Νίκες οδηγούν ταύρο στη θυσία. Βόρεια πλάκα ΙV, μορφές 10-11 του θωρακίου του ναού της Αθηνάς Νίκης. Η ζωφόρος του ναού της Αθηνάς Νίκης. 40 ΕΡΕΧΘΕΙΟ Η περιοχή του Ερεχθείου ήταν η ιερότερη όλης της Ακρόπολης. Πρόκειται για ένα πολυσύνθετο μαρμάρινο κτήριο, λαμπρό δείγμα του ώριμου ιωνικού ρυθμού. Το ανατολικό τμήμα του ναού ήταν αφιερωμένο στη λατρεία της Αθηνάς Πολιάδος, της προστάτιδας θεάς της πόλεως, ενώ το δυτικό ήταν αφιερωμένο στον Ποσειδώνα-Ερεχθέα, από όπου και το όνομα του ναού, στον τοπικό ήρωα Βούτη, στον Ήφαιστο και σε άλλους θεούς και ήρωες. Πρόκειται λοιπόν για έναν πολλαπλό ναό, όπου συστεγάστηκαν παλαιότερες και νεότερες λατρείες και όπου φυλάσσονταν τα Ιερά Μαρτύρια, τα ίχνη της τρίαινας του Ποσειδώνος και η ελιά, το δώρο της Αθηνάς στην πόλη της Αθήνας. Το κτήριο είχε δύο προστάσεις (προστεγάσματα). Η οροφή της βόρειας πρόστασης στηριζόταν σε έξι ιωνικούς κίονες και κάτω από το δάπεδό της οι Αθηναίοι έδειχναν το σημάδι με το οποίο ο Δίας σκότωσε τον μυθικό βασιλιά Ερεχθέα. Η νότια πρόσταση είναι η περισσότερο γνωστή. Αντί για κίονες, έξι αγάλματα κορών, οι Καρυάτιδες, στήριζαν την οροφή. Κάτω από την πρόσταση βρισκόταν ο τάφος του άλλου μυθικού βασιλιά της Αθήνας, του Κέκροπα. Τα αγάλματα, σε οικοδομική επιγραφή του Ερεχθείου ονομάζονται απλώς Κόρες, ενώ η ονομασία Καρυάτιδες δόθηκε σε μεταγενέστερα χρόνια. Η δεύτερη από δυτικά Κόρη αφαιρέθηκε από τον Λόρδο Έλγιν το 1801 και σήμερα βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο. Για τις Καρυάτιδες έχουν δοθεί πολλές ερμηνείες. Η πειστικότερη υποστηρίζει ότι αποτελούσαν το υπέργειο μνημείο του τάφου του Κέκροπα και ότι ήταν οι χοηφόροι που απέδιδαν τιμές στον ένδοξο νεκρό. Το κυρίως οικοδόμημα και τη βόρεια πρόσταση του Ερεχθείου περιέτρεχε μια συνεχής ιωνική ζωφόρος διακοσμημένη με μορφές θεών, ηρώων και θνητών σε σκηνές που συνδέονταν με τις πανάρχαιες λατρείες του Ερεχθείου. Οι μορφές ήταν ξεχωριστά δουλεμένες σε παριανό μάρμαρο και προσαρμοσμένες σε πλάκες από γκρίζο ελευσινιακό λίθο. 41 Πίσω όψεις των Καρυάτιδων από τη νότια πρόσταση του Ερεχθείου. Περίπου 415 π.Χ. Οι Καρυάτιδες της νότιας πρόστασης του Ερεχθείου. 420-415 π.Χ. 42 Η ζωφόρος από τον σηκό του Ερεχθείου. ΑΛΛΑ ΚΤΙΡΙΑ ΝΑΟΣ ΑΡΤΕΜΗΣ ΒΡΑΥΡΩΝΙΑΣ Το κεφάλι του λατρευτικού αγάλματος της Αρτέμιδος Βραυρωνίας. Έργο του γλύπτη Πραξιτέλη. 330 π.Χ. 43 Η Άρτεμις Βραυρωνία ήταν η θεά που προστάτευε τις επίτοκες και τις λεχώνες. Στην υπηρεσία της ήταν μικρές Αθηναίες, οι λεγόμενες άρκτοι. Το κύριο ιερό της βρισκόταν στη Βραυρώνα της Αττικής. Το ιερό της Ακρόπολης ιδρύθηκε στα χρόνια του τυράννου Πεισιστράτου, ο οποίος καταγόταν από τη Βραυρώνα. Στο εσωτερικό του ιερού φυλασσόταν το ξύλινο άγαλμα (ξόανο) της θεάς, αντίστοιχο με εκείνο που υπήρχε στο ιερό της Βραυρώνας. Σύμφωνα με τον Παυσανία τον 4ο αι. π.Χ. προστέθηκε στο ιερό ένα δεύτερο άγαλμα, έργο του γλύπτη Πραξιτέλη. Η κολοσσική κεφαλή αυτού του αγάλματος εκτίθεται στο Μουσείο. ΑΡΡΗΦΟΡΙΟ Το Αρρηφόριο ήταν ένα τετράγωνο κτίσμα στο βορειοδυτικό μέρος της Ακρόπολης. Ήταν ο τόπος κατοικίας των δύο Αρρηφόρων, δύο κοριτσιών ηλικίας 7-11 ετών, που επιλέγονταν κάθε χρόνο για να υφάνουν τον Πέπλο της Αθηνάς με τον οποίο κάλυπταν το ξόανο της θεάς κατά τη γιορτή των Παναθηναίων. Επίσης κατά τη διάρκεια των Αρρηφορίων κουβαλούσαν τα Ιερά Σκεύη (άρρητα-φέρειν). Ήταν κατασκευασμένο από πωρόλιθο και είχε τέσσερις πλευρές με μήκος 12,5 μέτρα η κάθε μία. Στην νότια πλευρά όπου και η κεντρική είσοδος, υπήρχε κιονοστοιχία με δύο ή τέσσερις δωρικούς κίονες. Στα δυτικά, υπήρχε μία τειχισμένη αυλή όπου οι Αρρηφόρες έπαιζαν και ονομαζόταν Σφαιρίστρα των Αρρηφόρων. Πολύ σημαντικό ρόλο στο κτήριο αλλά και στις γιορτές τις οποίες εξυπηρετούσε ήταν η σκαλισμένη στην βόρεια πλαγιά της Ακρόπολης κλίμακα η οποία συνέδεε το Αρρηφόριο με την πόλη. Από αυτήν την κλίμακα γινόταν η "Κάθοδος των Αρρηφόρων" κατά τα Αρρηφόρια. ΠΑΡΘΕΝΩΝΑΣ Ναός περίπτερος και αμφιπρόστυλος δωρικού ρυθμού με ιωνικά στοιχεία. Ένα σημαντικό μέρος του δεύτερου Παρθενώνα που χρησιμοποιήθηκε στον τρίτο ή περίκλειο ναό είναι το κρηπίδωμα του, του οποίου η υποθεμελίωση είχε φτάσει ως το φυσικό βράχο ( στη νότια πλευρά σε βάθος 10,77 μ., στις άλλες πλευρές ο φυσικός βράχος δεν βρίσκονταν τόσο βαθιά). Η επιφάνεια που χρησιμοποιήθηκε για το κρηπίδωμα είχε διαστάσεις 76,816 x 31,39 μέτρων και το πάνω μέρος του κρηπιδώματος, δηλ. ό στυλοβάτης του ναού 69,616 x 26,19μ. Ό ναός είχε σχεδιαστεί περίπτερος, όπως και ο περίκλειος, αλλά με 6 Χ 16 κίονες (είχε δηλ. μεγάλο μήκος σχετικά με το πλάτος, όπως όλοι οι παλαιότεροι ναοί). Μέσα από το πτερό προβλέπονταν 4 κίονες στον πρόναο και 4 στον οπισθόδομο, και θα υπήρχαν ίσως και δύο εσωτερικές κιονοστοιχίες κατά μήκος του σηκού Τριάντα τουλάχιστο χρόνια πέρασαν, ώσπου οι αθηναίοι ν αποφασίσουν το χτίσιμο του νέου ναού. Στα 447 π.χ. τα σχέδια του αρχιτέκτονα Ικτίνου ήταν έτοιμα και οι εργασίες άρχισαν με συνεργάτη τον Καλλικράτη και γενικό επόπτη όλων των έργων το Φειδία. Κατά τον Πλούταρχο, ό Φειδίας «πάντων επίσκοπος ήν» και «πάσιν επεστάτει τοίς τεχνίταις διά φιλίαν Περικλέους». Το πλάτος του νέου ναού αυξήθηκε πάνω από 44 4,5 μέτρα, ενώ το μήκος έμεινε σχεδόν το ίδιο : ο στυλοβάτης του περίκλειου Παρθενώνα έχει διαστάσεις 69,51 x 30,86μ.. Μάρμαρο της Πεντέλης χρησιμοποιήθηκε για τους κίονες, τα γλυπτά, τους τοίχους του σηκού και για το κρηπίδωμα. Στον ανατολικό χώρο του σηκού μήκους 30 μέτρα στήθηκε το λατρευτικό άγαλμα. Με δύο εσωτερικές δωρικές κιονοστοιχίες, καθεμιά από 10 κίονες που έφταναν ως τη σκεπή το μέρος αυτό του σηκού χωρίζονταν σε 3 κατά μήκος κλίτη, όπου στο δυτικό μέρος στήθηκε το χρυσελεφάντινο άγαλμα. Τρίτη δίτονη κιονοστοιχία υψώνονταν πίσω από το άγαλμα με 5 κίονες. Επίσης σχηματίζονταν δωμάτιο διαστάσεων 19,19 x 13,37 με 4 ιωνικούς κίονες το δωμάτιο αυτό είχε δική του είσοδο και ονομαζόταν οπισθόδομος. Μπροστά στον πρόναο και στον οπισθόδομο υπήρχε ανά μία κιονοστοιχία 6 δωρικών κιόνων κάνοντας το ναό αμφιπρόστυλο. Στο πάνω μέρος των τοίχων του σηκού απ έξω υπήρχε συνεχής ζωφόρος, η οποία διέτρεχε της 4 πλευρές με παραστάσεις της πομπής των Παναθηναίων απεικονίζοντας ιερείς, άρχοντες, μουσικούς, έφιππους, άντρες και γυναίκες με προσφορές. Στο τέρμα της πορείας της ανατολικής πλευράς όπου παριστάνονται οι θεοί, καθώς και η παράδοση του νέου πέπλου της θεάς, η μεταφορά του πέπλου αποτελούσε σκοπό της πομπής προς την ακρόπολη. Το μήκος της ζωφόρου ήταν 160 μέτρα. Ο σηκός του ναού περιβάλλεται απ έξω με πτερό δωρικών κιόνων, οι οποίοι είναι 17 σε κάθε μια από τις μακρές πλευρές και 8 σε καθεμιά από τις στενές (συνολικά 46). Οι κίονες έχουν από 20 ραβδώσεις, το ύψος τους είναι 10,40 μέτρα και η κάτω διάμετρος τους 1,904 μ. (ή άνω 1,481 μ.). ΜΕΤΟΠΕΣ Οι 92 μετόπες ήταν τα πρώτα μέλη του θριγκού του ναού που δέχθηκαν διακόσμηση. Κάθε μια απέδιδε μια αυτοτελή σκηνή, συνήθως με δύο μορφές. Τα θέματα ήταν εμπνευσμένα από μυθικές μάχες και συμβόλιζαν τους νικηφόρους αγώνες των Αθηναίων εναντίον των Περσών. Στην ανατολική πλευρά παριστανόταν η μάχη των Ολυμπίων θεών με τους Γίγαντες που προσπαθούσαν να ανατρέψουν την τάξη του Ολύμπου (Γιγαντομαχία). Στη δυτική πλευρά εικονιζόταν ο αγώνας των νέων της Αθήνας ενάντια στις Αμαζόνες που απείλησαν την ίδια την Ακρόπολη (Αμαζονομαχία). Θέμα της νότιας πλευράς ήταν η πάλη των Θεσσαλών νέων (Λαπίθες) ενάντια στους Κενταύρους που προσπάθησαν να κλέψουν τις γυναίκες τους κατά τη διάρκεια γαμήλιας τελετής (Κενταυρομαχία). Στη βόρεια τέλος πλευρά παριστανόταν η Άλωση της Τροίας (Ιλίου Πέρσις). 45 Άποψη της νότιας πλευράς των μετοπών με θέμα την Κενταυρομαχία. Νότια Μετόπη 30. Σκηνή από την Κενταυρομαχία. Η πρωτότυπη βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο. 46 Ανατολική μετόπη 1. Σκηνή από την Γιγαντομαχία. Ο Ερμής καταβάλλει γίγαντα. ΖΩΦΟΡΟΣ Σε αντίθεση με τα μυθολογικά θέματα των μετοπών και των αετωμάτων, για τη ζωφόρο του Παρθενώνα, ο Φειδίας επέλεξε ως θέμα τη μεγαλύτερη γιορτή της πόλης, τα Μεγάλα Παναθήναια, τη γιορτή προς τιμήν της θεάς Αθηνάς. Η γιορτή διοργανωνόταν κάθε τέσσερα χρόνια, διαρκούσε 12 μέρες και περιελάμβανε τελετές, θυσίες, γυμνικούς και μουσικούς αγώνες. Η πιο επίσημη μέρα ήταν η τελευταία, η 28η του μηνός Εκατομβαιώνος (μέσα στην καρδιά του καλοκαιριού), ημέρα των γενεθλίων της θεάς. Την ημέρα αυτή σχηματιζόταν πομπή που έφτανε στο ναό της Αθηνάς Πολιάδος (στον Αρχαίο Ναό, ο οποίος εγκαταστάθηκε αργότερα από το Ερέχθειο), για να παραδώσει στους ιερείς τον καινούργιο πέπλο για το ξόανο της θεάς. Αυτή ακριβώς η πομπή ξετυλίγεται στα 160 μέτρα της ζωφόρου του Παρθενώνα. H ζωφόρος αποτελείτο από 115 λίθους. Είχε συνολικό μήκος 160 μέτρα, ύψος 1,02 μέτρα και πάχος 0,6 μέτρα. Στην πομπή εικονίζονταν περίπου 378 ανθρώπινες και θεϊκές μορφές, καθώς και περισσότερα από 200 ζώα, κυρίως άλογα. Ομάδες ιππέων και αρμάτων καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της ζωφόρου. Ακολουθεί η πομπή της θυσίας, με τα ζώα και τις ομάδες ανδρών και γυναικών που φέρουν ιερά τελετουργικά σκεύη και προσφορές. Στη μέση της ανατολικής πλευράς, πάνω από την είσοδο του ναού, εικονίζεται το τέλος της πομπής, το αποκορύφωμα του πολυήμερου εορτασμού των Παναθηναίων: η παράδοση του πέπλου, του δώρου των Αθηναίων στο λατρευτικό διιπετές ξόανο της θεάς. Αριστερά και δεξιά εικονίζονται καθιστοί οι δώδεκα θεοί του Ολύμπου. Από το σύνολο της ζωφόρου, σήμερα σώζονται 50 μέτρα στο Μουσείο της Ακρόπολης, 80 μέτρα στο Βρετανικό Μουσείο, ένας λίθος στο Μουσείο του Λούβρου, ενώ άλλα τμήματα είναι διασκορπισμένα σε μουσεία στο Παλέρμο, στο Βατικανό, στο Würzburg, στη Βιέννη, στο Μόναχο και στην Κοπεγχάγη. 47 Άποψη της δυτικής και νότιας ζωφόρου του Παρθενώνα. Πλάκα II της δυτικής ζωφόρου του Παρθενώνα. Οι δυο πρώτοι ιππείς καταφτάνουν στη ΒΔ γωνία, όπου βρίσκεται ο τελετάρχης, τραβώντας τα ηνία των αλόγων για να ανακόψουν την ορμή τους. Η πρωτότυπη βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο 48 Λίθος III της δυτικής ζωφόρου του Παρθενώνα. Σκηνή ανάπαυλας της πομπής. Ένας ιππέας με χλαμύδα και πέτασο (πλατύγυρο καπέλο) στην πλάτη στέκεται μπροστά σε ήρεμο άλογο. Ο λίθος IV της δυτικής ζωφόρου του Παρθενώνα. Ιππέας και ίππαρχος. 49 Λίθος ΙΧ (16-17) της δυτικής ζωφόρου του Παρθενώνα. Εικονίζεται ο ιππέας (16) με το άλογό του σε τροχασμό, ενώ ξεχωρίζει η αρμονική σύνθεση του ιππέα (17) με τον πέτασο (πλατύγυρο καπέλο) και του περήφανου αλόγου του σε ήπιο καλπασμό. Στις πτυχές της χλαμύδας αυτού του ιππέα έχουν ανιχνευθεί ίχνη πράσινου χρώματος. Η γωνία με τα πίσω πόδια του ζώου αναγνωρίστηκε ανάμεσα στα θραύσματα των αποθηκών και συγκολλήθηκε στη θέση της. Ο λίθος VI της ανατολικής ζωφόρου του Παρθενώνα. Ποσειδώνας, Απόλλωνας, Άρτεμη, Αφροδίτη. 442-438 π.Χ. 50 . Ο λίθος XXXIV της βόρειας ζωφόρου του Παρθενώνα. Ένας τελετάρχης κατευθύνει την πομπή των ιππέων. ΑΕΤΩΜΑΤΑ Τα αετώματα, δηλαδή οι τριγωνικοί χώροι που σχηματίζονται από τα γείσα της στέγης στις στενές πλευρές του ναού, είναι τα τελευταία τμήματα που δέχθηκαν γλυπτική διακόσμηση με ολόγλυφα κολοσσικά αγάλματα (437-432 π.Χ.). Τα θέματα είναι παρμένα από την αττική μυθολογία. Στο ανατολικό αέτωμα απεικονίζεται η γέννηση της Αθηνάς, οι δύο κεντρικές μορφές ήταν ο Ζευς καθιστός στο θρόνο και δεξιά και αριστερά οι υπόλοιποι θεοί σε διάφορες θέσεις. Στην αριστερή άκρη απεικονίζονται τα κεφάλια των αλόγων του ανατέλλοντος Ηλίου, και στην δεξιά άκρη τα άλογα του άρματος της Σελήνης, η οποία έδυε. Στο δυτικό αέτωμα και κεντρικές μορφές της Αθηνάς και του Ποσειδώνα για τη διεκδίκηση της αττικής γης, που κατέληξε στη νίκη της Αθηνάς. Το πλάτος της εναέτιας σύνθεσης ήταν 28 μέτρα. 51 Το δυτικό αέτωμα του Παρθενώνα. Το ανατολικό αέτωμα του Παρθενώνα. 52 Επόμενη στάση το Βρετανικό μουσείο όπου βρίσκονται τα ελγίνεια μάρμαρα που αποτελούνται από γλυπτά του Παρθενώνα: 80 μέτρα από τα 160 της ζωφόρου, 15 από τις 92 μετόπες, 17 τμηματικές φιγούρες από τα αετώματα, όπως επίσης και άλλα τμήματα της αρχιτεκτονικής Τα αποκτήματα του Έλγιν περιλαμβάνουν ακόμη αντικείμενα από άλλα κτίρια της Αθηναϊκής Ακρόπολης: το Ερέχθειο, που μεταβλήθηκε σε ερείπιο κατά τον ελληνικό αγώνα της Ανεξαρτησίας (1821-33), τα Προπύλαια και τον Ναό της Αθηνάς Νίκης. 4. ΒΡΕΤΑΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΛΓΙΝΕΙΑ ΜΑΡΜΑΡΑ ΜΕΤΟΠΕΣ Νότια πλευρά: κένταυρος και Λαπίθης 53 Νότια πλευρά: κένταυρος και Λαπίθης 54 ΔΥΤΙΚΟ ΑΕΤΩΜΑ (ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ ΑΘΗΝΑ – ΠΟΣΕΙΔΩΝΑ) Δυτικό αέτωμα, πιθανόν ο θεός Ιλισός 55 Δυτικό αέτωμα, Θεά Ίρις (στεκόταν δίπλα στον Ποσειδώνα, ενώ δίπλα στη θεά Αθηνά στεκόταν ο Ερμής) 56 ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΑΕΤΩΜΑ (ΓΕΝΝΗΣΗ ΑΘΗΝΑΣ) Ανατολικό αέτωμα, θεός Διόνυσος (στην πλευρά με το άρμα του Ήλιου) 57 Ανατολικό αέτωμα, Εστία, Διώνη και Αφροδίτη (στην πλευρά με το άρμα της Σελήνης) 58 Ανατολικό αέτωμα, κεφάλι από τα άλογα του άρματος της Σελήνης. 59 ΚΑΠΟΙΑ ΑΛΛΑ ΕΚΘΕΜΑΤΑ Αμφορέας γεωμετρικής εποχής Χρονολογείται γύρω στο 750 π.Χ. και θεωρείται ότι είναι έργο του Ζωγράφου του Διπύλου. Ονομάστηκε Ζωγράφος του Διπύλου γιατί βρέθηκαν πολλά έργα του κοντά στην πύλη του κεραμικού. Τα έργα του ήταν μεγάλου μεγέθους όπως ο συγκεκριμένος αμφορέας που και αυτός βρέθηκε σε τάφο. Ήταν διακοσμημένο με φίδια στις λαβές και πουλιά στο λαιμό. 60 Ο αρχαιότερος σωζόμενος αμφορέας των Παναθηναίων. 560 π.Χ. με την Αθηνά στραμμένη προς τα αριστερά. 61 Αμφορέας μελανόμορφου ρυθμού «ο Αχιλλέας φονεύει την αμαζόνα Πενθεσίλεια (η Πενθεσίλεια είχε φέρει τις αμαζόνες να βοηθήσουν τους Τρώες στον πόλεμο), 540-530 π.Χ., έργο του Εξηκία 62 Πηλέας και Θέτιδα οι γονείς του Αχιλλέα, Θέτις θεά και Πηλέας θνητός) περιτριγυρίζονται από νύμφες, 360-350 π.Χ. , από το Ζωγράφο του Μαρσύα. Αθήνα.(ερυθρόμορφη τεχνική Kerch, το όνομα από αντίστοιχη πόλη της Κριμαίας όπου βρέθηκαν πολλά αγγεία με αυτή την τεχνική που χρησιμοποιούσαν χρώματα όπως άσπρο, κίτρινο χρυσό αλλά και ροζ, γαλάζιο και πράσινο). Ο Ζωγράφος του Μαρσύα ήκμασε τον 4ο αιώνα π.Χ. Τα έργα του χρονολογούνται μεταξύ 370 - 330 π.Χ. Θεωρείται ως ικανότερος των αγγειογράφων του ερυθρόμορφου ρυθμού. Το όνομά του αποδόθηκε χάριν της απεικόνισης του Μαρσύα σε πελίκη που φιλοξενείται στο Μουσείο Ερμιτάζ. Συνολικά αποδίδονται 23 έργα στον καλλιτέχνη αυτόν. 63 Μαρμάρινη επιτύμβια στήλη του Ξάνθιππου, «ο υποδηματοποιός» γύρω στο 420 π.Χ. 64 5. ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΡΜΙΤΑΖ (ΑΓ. ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗ, ΡΩΣΙΑ) Πελίκη 360π.Χ.: διαγωνισμός Απόλλωνα και Μαρσύα, του Ζωφράφου του Μαρσύα (από αυτή την πελίκη πήρε το όνομά του ο ζωγράφος. ο Μαρσύας ήταν ένας Σάτυρος από τη Φρυγία. Ο Μαρσύας ήταν δεξιοτέχνης στον Αυλό και προκάλεσε τον Θεό Απόλλωνα σε σύγκριση της μουσικής τους τέχνης. Ο Απόλλωνας έπαιξε Λύρα και οι Μούσες και ο Μίδας, που ήταν κριτές της μονομαχίας, ανέδειξαν νικητή τον θεό. Ο Μαρσύας γδάρθηκε ζωντανός, ως τιμωρία για την Ύβρη που διέπραξε, να προκαλέσει θεό. Το αίμα του σχημάτισε τον ομώνυμο ποταμό. Ο μύθος του Μαρσύα αν και θεωρήθηκε ως πάλη και νίκη (επικράτηση) της κιθάρας έναντι του φρυγίου αυλού και κατ΄ επέκταση της δωρικής ελληνικής μουσικής έναντι της φρυγικής δεν έπαψε και να θεωρείται ότι συμβολίζει την πάλη ανάμεσα στην Απολλώνεια και τη Διονυσιακή πλευρά της ανθρώπινης φύσης ΠΕΛΙΚΕΣ: ΑΠΟΘΗΚΕΥΤΙΚΑ ΑΓΓΕΙΑ 360-350 π.Χ. 480 π.Χ. 505 π.Χ. 450 π.Χ. 65 440-435 π.Χ. ΣΤΑΜΝΟΙ: ΑΠΟΘΗΚΕΥΤΙΚΑ ΑΓΓΕΙΑ 470π.Χ. 440-435 π.Χ. ΟΙΝΟΧΟΕΣ: ΑΓΓΕΙΑ ΣΕΡΒΙΡΙΣΜΑΤΟΣ ΚΡΑΣΙΟΥ 440 π.Χ. 400 π.Χ. 440 π.Χ. τέλη 6ου αι. π.Χ. ΛΗΚΥΘΟΙ: ΕΛΑΙΟΔΟΧΕΙΑ 4ος αι. π.Χ. τέλη 5ου αι. π.Χ. τέλη 5ου αι π.Χ. αρχές 5ου αι. π.Χ. 66 ΚΥΛΙΚΕΣ: ΑΓΓΕΙΑ ΠΟΣΗΣ 520 π.Χ. 480 π.Χ. 480/470 π.Χ. 480 π.Χ. 515 π.Χ. 520 π.Χ. 490 π.Χ. 440-430 π.Χ. ΥΔΡΙΕΣ: ΑΓΓΕΙΑ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΝΕΡΟΥ 500 π.Χ. 485-480 π.Χ. 500 π.Χ. 500 π.Χ. 500 π.Χ. 510-500 π.Χ. 67 ΚΡΑΤΗΡΕΣ: ΑΓΓΕΙΑ ΑΝΑΜΙΞΗΣ ΚΡΑΣΙΟΥ ΚΑΙ ΝΕΡΟΥ 450 π.Χ. 450 π.Χ. 490-480 π.Χ. 5th π.Χ. ΑΜΦΟΡΕΙΣ: ΑΠΟΘΗΚΕΥΤΙΚΑ ΑΓΓΕΙΑ 530 π.Χ. 570-560 π.Χ. 540 π.Χ. 520 π.Χ. 500 π.Χ. 520 π.Χ. 68 ΑΛΛΑ ΑΓΓΕΙΑ ΛΕΚΑΝΙΔΑ: ΦΥΛΑΞΗΣ 370 π.Χ. ΔΙΝΟΣ: ΜΕΙΞΗΣ ΚΡΑΣΙΟΥ ΚΑΙ ΝΕΡΟΥ 510-500 π.Χ. ΚΑΝΘΑΡΟΣ: ΠΟΣΗΣ 480 π.Χ. ΚΥΑΝΘΟΣ: ΑΝΤΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΣΕΡΒΙΡΙΣΜΑΤΟΣ 520 π.Χ. ΓΑΜΙΚΟΣ ΛΕΒΗΤΑΣ: ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΚΟ ΑΓΓΕΙΟ 360 π.Χ. ΠΥΞΙΔΑ: ΦΥΛΑΞΗΣ αρχές του 4ου αι. π.Χ. 69 ΔΙΚΤΥΟΓΡΑΦΙΑ & ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ www.namuseum.gr www.nma.gr www.theacropolismuseum.gr www.britishmuseum.org www.hermitagemuseum.org www.louvre.fr www.users.sch.gr http://el.wikipedia.org Παπαχατζής Ν., Παυσανίου, Ελλάδος Περιήγησις, τ. Ι: Αττικά. Αθήνα, 1996. Μιχάλης Α. Τιβέριος «ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΛΑΝΟΜΟΡΦΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΕΡΑΜΙΚΗΣ» Α.Π.Θ. ΤΕΛΛΟΓΛΕΙΟ ΙΔΡΥΜΑ. ΘΕΣΣΑΛΛΟΝΙΚΗ 1981 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ «ΟΙ ΘΕΟΙ», ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ ΜΑΡΙΑ ΜΠΡΟΥΣΚΑΡΗ «ΤΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ», ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ-ΤΑΜΕΙΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΕΩΝ 70
© Copyright 2024 Paperzz