ΑΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

ο
1 Συνέδριο Χωρικής Ανάλυσης: Πρακτικά, Αθήνα, 2013, Σ. Καλογήρου (Επ.) ISBN: 978-960-86818-6-6
ΑΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ
ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Στεργίου, Μαργαρίτα1,* Σιδηρόπουλος, Γεώργιος2
1
Υπ.Διδάκτορας, ΜSc Γεωγραφίας & Εφαρμοσμένης Γεωπληροφορικής, Πανεπιστήμιο Αιγαίου,
Τμήμα Γεωγραφίας, Λόφος Πανεπιστημίου, Μυτιλήνη 81100, Τηλ. 6978029120, Email:
[email protected]
2
Αναπλ.Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Τμήμα Γεωγραφίας, Λόφος Πανεπιστημίου, Μυτιλήνη
81100, Τηλ. 22510 36475, Email: [email protected]
Περίληψη
Σκοπός της εργασίας αυτής είναι η εύρεση της κατάλληλης μεθόδου μέτρησης της αστικής
ανανέωσης στην πόλη της Αθήνας, λαμβάνοντας υπόψιν τις ιδιαιτερότητές της. Το φαινόμενο του
εξευγενισμού, ως εξειδικευμένος όρος της αστικής ανανέωσης, οριοθετείται, αναλύεται και
αξιολογείται με τη βοήθεια διαφορετικών εργαλείων και πάντα σε συσχέτιση με τις μεθοδολογικές
ιδιαιτερότητες. Οι σχέσεις μεταξύ μεταβλητών και δεικτών αποτελούν το πρώτο βήμα ανάλυσης και
κατόπιν σε ζεύξη με κάποιο από τα μοντέλα προσομοίωσης. Το τελικό αποτέλεσμα, αποτελεί ένα
μοντέλο εξευγενισμού που θα μπορεί να εφαρμοστεί σε οποιαδήποτε γειτονιά της Αθήνας.
Λέξεις Κλειδιά: Εξευγενισμός, Αστική Ανανέωση, Κυψελοειδή Αυτόματα, Γεωγραφικά Συστήματα
Πληροφοριών
URBAN RENEWAL
MEASUREMENT ISSUES IN ATHENS
Stergiou, Margarita1,* Sidiropoulos, Georgios2
1
PhD Candidate, University of the Aegean, Department of Geography,University Hill, Mytilene,
81110, Email: [email protected]
2
Associate Professor, University of the Aegean, Department of Geography,University Hill,
Mytilene, 81100, Tel .+3022510 36475, Email: [email protected]
Abstract
The aim of this paper is to establish an appropriate method for measuring urban renewal in the city
of Athens, taking into account the peculiarities. The phenomenon of gentrification, as a specialized
term of urban renewal, circumscribed, analyzed and evaluated using different tools and always in
relation to methodological differences. The relationships between variables and indicators are the
first step in the analysis, and then paired with one of the simulation models. The final result is a
gentrification model which may be applied in any neighborhood of Athens.
Key words: Gentrification, Urban renewal, Cellular Automata, Geographical Information Systems
1. Εισαγωγή
Στο σύγχρονο κόσμο, οι παρεμβάσεις αστικής ανανέωσης στον αστικό χώρο, είναι μια συνήθη
πρόκληση που λαμβάνει χώρα είτε εκτεταμένα μέσα στον αστικό ιστό είτε σε μικρότερη κλίμακα με
σημαντικές ιστορικές καταβολές στην αστική γεωγραφία ήδη από τον 20ο αιώνα. Η αστική
ταυτότητα ακόμη και σε επίπεδο γειτονιών μεταλλάσσεται χρονικά, ενώ τα τελευταία χρόνια,
διαδίδεται όλο και πιο εκτεταμένα μια αλλαγή στην έννοια της αστικής ανανέωσης, που ξεπερνά
την ομπρέλα της ποιοτικής αναγέννησης. Η έννοια του εξευγενισμού λαμβάνει ενεργό δράση και
αφορά τη μετεγκατάσταση της μεσαίας τάξης σε ανακαινισμένες ή σε ανανεωμένες ιδιοκτησίες των
γειτονιών των πόλεων, όπου προηγουμένως κατοικούνταν από πληθυσμούς χαμηλών
εισοδημάτων.
Το θεωρητικό πλαίσιο για τον εξευγενισμό εν συντομία μπορεί να βασιστεί είτε στη θεωρία του
Smith (Smith N., 1996) με το χάσμα των ενοικίων (παραγωγή), είτε εξ αιτίας της προτίμησης των
καταναλωτών (κατανάλωση) ή της αλλαγής της οικονομικής βάσης από δευτερογενή σε τριτογενή
1
ο
1 Συνέδριο Χωρικής Ανάλυσης: Πρακτικά, Αθήνα, 2013, Σ. Καλογήρου (Επ.) ISBN: 978-960-86818-6-6
διεργασία. Οι προσεγγίσεις είναι διάφορες. H βιβλιογραφία υπογραμμίζει το χαοτικό χαρακτήρα
του εξευγενισμού και την επανεμφάνισή του σε ήδη εξευγενισμένες περιοχές (re-gentrification),
οπότε νέες θεωρίες διαμορφώνονται. Από γεωγραφική άποψη, το φαινόμενο είναι πολύ-επίπεδο
και εμφανίζει διάφορες μορφές στο χώρο. Αυτή η πολυπλοκότητα παρουσιάζει ενδιαφέρον, αν και
δεν είναι εύκολη στον εντοπισμό της, τόσο σε γειτονιές των κεντρικών περιοχών όσο και των
προαστίων.
Η διαδικασία του εξευγενισμού αρχίζει σε μια ανανεωμένη γειτονιά που προσελκύονται νέοι
κάτοικοι μεσαίας τάξης για να μεταγκατασταθούν ενώ παράλληλα εκτοπίζουν τους γηγενείς
κατοίκους των φτωχότερων στρωμάτων. Μια διαδικασία που εμφανίζεται υπό διαφορετικές
συνθήκες και λειτουργεί με διαφορετικό ρυθμό και ένταση, ανάλογα με το στόχο του κάθε
προγράμματος ανάπλασης και της διαχείρισής του (Newman K. and Wyly E., 2006). Οι εκάστοτε
πολιτικές μας δείχνουν τί ακριβώς είναι το φαινόμενο αυτό, πώς και πού λαμβάνει χώρα, ποιες
είναι οι στρατηγικές του, ποιες είναι οι επιδράσεις του και ποιος ο ρόλος των τοπικών αρχών και
του ενεργού πολίτη στη διαδικασία λήψης αποφάσεων για την εκάστοτε εφαρμογή του. Το
ενδιαφέρον της έρευνας γίνεται εντονότερο όταν μπορούμε να εστιάσουμε στη διερεύνηση των
μοντέλων προσέγγισης του φαινομένου. Αυτά τα μοντέλα μπορούν να εφαρμοστούν με τη βοήθεια
συγκεκριμένων λογισμικών προγραμμάτων θεωρητικά και πρακτικά, ποσοτικοποιώντας τα
δεδομένα, κωδικοποιώντας το φαινόμενο και δημιουργώντας πρότυπα οπτικοποίησης.
Μετά την οριοθέτηση της έννοιας του εξευγενισμού, είναι εύλογο στα επόμενα κεφάλαια να
παρουσιάζονται αναλυτικά τα εργαλεία μέτρησης ενός τέτοιου φαινομένου, όπως και οι
μεθοδολογικές ιδιαιτερότητες που υπάρχουν στην εκάστοτε περίπτωση. Ακολουθεί η παρουσίαση
και η συζήτηση των αποτελεσμάτων και τα συμπεράσματα της εργασίας.
2. Μεθοδολογία
Εν συντομία, η μεθοδολογική προσέγγιση ενός αστικού φαινομένου όπως ο εξευγενισμός
προϋποθέτει την ανάλυση του θεωρητικού υποβάθρου τόσο σε τοπικό όσο και σε παγκόσμιο
επίπεδο. Κατόπιν, πραγματοποιείται μια ανασκόπηση των μεθόδων και των τεχνικών που
ακολουθούνται συλλογικά στη διεθνή βιβλιογραφία, κατανοώντας δηλαδή τις συνιστώσες που
περικλείουν αυτό το φαινόμενο. O συνδυασμός ποιοτικών και ποσοτικών μεθοδολογικών
προσεγγίσεων είναι απαραίτητος.
Μέσα από την εκάστοτε μελέτη περίπτωσης γίνεται προσπάθεια κατανόησης για το πώς
εφαρμόζεται και πρακτικά το φαινόμενο του εξευγενισμού. Το βασικό ερώτημα είναι αν η Αθήνα
είναι έτοιμη για έναν τέτοιο φαινόμενο και πώς θα μπορούσε να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε από
τις παραδοχές του τόσο σε κεντρικό επίπεδο όσο και σε προαστιακό επίπεδο. Το πλαίσιο της
ελληνική περίπτωσης για τον εξευγενισμό καθορίζεται, καθώς και η γεωγραφική περιοχή αναφοράς
και μελέτης.
Κατόπιν, στο στάδιο της ανάλυσης οπτικοποιούνται συγκεκριμένοι δείκτες ένδειξης του
φαινόμενου του εξευγενισμού. Λαμβάνοντας υπόψη και τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής
πραγματικότητας διαμορφώνονται οι δείκτες τόσο ανάλογα με τις ανάγκες όσο και ανάλογα με τη
διαθεσιμότητα των στοιχείων. Η οπτικοποίηση των δεικτών σκιαγραφεί την υφιστάμενη κατάσταση
και όπως επίσης εάν υπάρχει ένδειξη εξευγενισμού ή πιθανότητα εμφάνισής του στην περιοχή. Η
μέθοδος δείχνει ότι ο κάθε δείκτης πρέπει να οπτικοποιηθεί ξεχωριστά, έπειτα να καθορίζονται οι
σχέσεις μεταξύ των μεταβλητών και τέλος να δημιουργείται μια εξίσωση (με τις παραπάνω
μεταβλητές) που προσδιορίζει τον εξευγενισμό και μπορεί και αυτή να επανα-οπτικοποιηθεί.
Το επόμενο βήμα περιλαμβάνει τη δημιουργία χωρικών μοντέλων με τα κυψελοειδή αυτόματα
(cellular automata), τα οποία αφού υπολογίσουν κάποιες παραμέτρους διαμορφώνουν πιθανά
μοτίβα ανάπτυξης του εξευγενισμού στην πόλη. Εφόσον επιλεχθούν τα κατάλληλα μοτίβα στην
παράμετρο του χρόνου, θα αρχίσει και η παραγωγή μοντέλων, όπως και η ευέλικτη καταχώρηση
στοιχείων στις βάσεις δεδομένων. Τέλος, ακολουθεί η χαρτογραφική οπτικοποίηση των δεδομένων
και των αποτελεσμάτων, η εξαγωγή συμπερασμάτων και η διατύπωση προτάσεων.
2.1 Τα Εργαλεία Μέτρησης του Εξευγενισμού
Η διεθνής βιβλιογραφία έχει καταδείξει ότι η χρήση των Γεωγραφικών Συστημάτων
Πληροφοριών (GIS) σε συνδυασμό με τα κυψελοειδή αυτόματα (CA), ως μια από τις πιο
ενδεδειγμένες λύσεις για τη διαχείριση του Αστικού Εξευγενισμού. Συγκεκριμένα, υπάρχουν τρεις
προσεγγίσεις για την αλληλεπίδραση αυτών των εργαλείων (Mostafavi, M. et al., 2010):
2
ο
1 Συνέδριο Χωρικής Ανάλυσης: Πρακτικά, Αθήνα, 2013, Σ. Καλογήρου (Επ.) ISBN: 978-960-86818-6-6
Α.] Η χαλαρή σύζευξη, όπου τα δεδομένα εισόδου επεξεργάζονται στα ΓΣΠ, κατόπιν εισάγονται
στο εργαλείο προσομοίωσης, παράγεται το μοντέλο και κατόπιν εξάγεται πίσω στα ΓΣΠ για την
ανάλυση και την οπτικοποίηση.
Β.] Η αυστηρή σύζευξη, όπου κάποια δεδομένα επεξεργάζονται στα ΓΣΠ και συγχρόνως
επικοινωνούν με το εργαλείο προσομοίωσης, μέχρι και το τελικό αποτέλεσμα, υπάρχει συνεχής
αλληλεπίδραση.
Γ.] Η πλήρης σύζευξη, όπου εισάγεται ένα εργαλείο προσομοίωσης μέσα στα ΓΣΠ και λειτουργεί
μέσω αυτού, δίνοντας τη δυνατότητα στα ΓΣΠ να προσφέρουν πιο εξελιγμένες αναλύσεις και
δυνατότητες προσομοίωσης για την αναπαραγωγή των αστικών φαινομένων.
Συγκεκριμένα, ο εξευγενισμός για να αναλυθεί και να γίνει ο χωρικός εντοπισμός των
προτύπων του μέσω των ΣΓΠ, πρέπει να χαρτογραφηθούν συγκεκριμένοι δείκτες. Συγκεκριμένα,
οι σημαντικότεροι είναι η ηλικία του κτιριακού αποθέματος, οι αλλαγές στους φόρους της ακίνητης
περιουσίας (ή αλλιώς αυξήσεις επί της αξίας γης) και οι τιμές της αγοράς (οι αλλαγές στην τιμή της
αξίας γης), για να προσδιοριστεί ο χώρος που εμφανίζει εξευγενισμός, όπως στο Pilsen, σύμφωνα
με τη Levy (Levy, 2009). Σε ότι αφορά όμως του εξευγενιστές και τα χαρακτηριστικά τους, δύσκολα
μπορεί να μελετηθεί η πληθυσμιακή μετατόπιση, η κοινωνική ανάμειξη, ενώ αντιθέτως είναι πιο
εύκολο να εντοπισθούν τυχόν δημογραφικές αλλαγές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι δείκτες για
την ανάλυση του εξευγενισμού από τον Atkinson (Atkinson R., 2000), Σχήμα 1.
Σχήμα 1: Μέσα ποσοστά σημειακών αλλαγών για κάθε μεταβλητή εξευγενισμού και μετατόπισης
ανά τεταρτημόριο (τεταρτημόριο είναι ο όρος για το διαχωρισμό του πληθυσμού μελέτης σε
ομάδες),(1981-1991).
Τα ΓΣΠ δίνουν επιπροσθέτως τη δυνατότητα μέσω της χωρικής στατιστικής να εντοπίζουν τις
επιδράσεις των μεταβλητών των δεικτών, όπως επίσης και το βαθμό αλληλεπίδρασης μεταξύ τους,
ή αλλιώς την παλινδρόμηση τους. Η παλινδρόμηση (Regression) πάλι είναι μέθοδος διερεύνησης
της εξάρτησης των τιμών μιας μεταβλητής με τις αντίστοιχες τιμές μιας ή περισσοτέρων άλλων
μεταβλητών (Χαλκιάς, 2006). Οι δείκτες, η στατιστική ανάλυση και οι χωρικές ικανότητες ανάλυσης
των ΣΓΠ μπορούν να χρησιμοποιηθούν ώστε να λειτουργήσουν έμπρακτα για τη λήψη
αποφάσεων και πολιτικών (Σιδηρόπουλος, Στεργίου 2012).
Παρόλα αυτά, τα ΓΣΠ υστερούν στον εντοπισμό και στην ανάλυση του δυναμικού χαρακτήρα
του φαινομένου. Με τον όρο δυναμικά εννούμε τις αλλαγές που γίνονται στο χώρο και στο χρόνο.
Μέσα σε ένα σύστημα, η δυναμική αποτελεί το ψηφιακό DNA του συστήματος (Dietzel & Clarke,
2004). Εύλογα, κρίνεται σημαντικό για την έρευνα, να συνδέεται με έναν βαθμό ζεύξης με τα
κυψελοειδή αυτόματα, τα οποία υποστηρίζουν αυτή την έλλειψη. Συνήθως συνδέονται με τα CA
μοντέλα, μέσω της χαλαρής σύζευξης, ενώ τα ΣΓΠ λειτουργούν για την ενοποίηση των δεδομένων,
για την οπτικοποίηση των αποτελεσμάτων και για την επανα-εισαγωγή των προβλέψεων μέσα στα
ΣΓΠ ως νέα data sets (Clarke & Gaydos, 1998).
Τα κυψελοειδή αυτόματα (CA) μοντέλα, διαμορφώνονται από τρεις κύριες κατηγορίες των
αστικών προτύπων CA, για τρεις διαφορετικούς σκοπούς, που είναι άμεσο αποτέλεσμα της
εξερεύνησης των τροποποιήσεων της επίσημης CA: (1) μοντέλα που έχουν σχεδιαστεί για να
διερευνήσουν τη χωρική πολυπλοκότητα, (2) μοντέλα που είναι σχεδιασμένα για θέματα έρευνας
των οικονομικών, κοινωνιολογικών και γεωγραφικών περιοχών και (3) μοντέλα σχεδιασμένα να
παράγουν λειτουργικά εργαλεία για τον σχεδιασμό (Pinto & Antunes, 2007). Tα CA είναι απλά
μοντέλα για την προσομοίωση πολύπλοκων συστημάτων (Clarke & Gaydos, 1998). Αυτό
δικαιολογείται άμεσα από το γεγονός ότι τα CA μοντέλα είναι χωρικά με τον ίδιο τρόπο που είναι ο
αστικό χώρος ή οποιοδήποτε γεωγραφικό σύστημα (Dietzel et al., 2004).
3
ο
1 Συνέδριο Χωρικής Ανάλυσης: Πρακτικά, Αθήνα, 2013, Σ. Καλογήρου (Επ.) ISBN: 978-960-86818-6-6
Το φαινόμενο του εξευγενισμού, ουσιαστικά ρυθμίζεται από ένα σύνολο κανόνων που
καθορίζουν διαφορετικές αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στους δείκτες που είχαν δημιουργηθεί αρχικά
με τα ΣΓΠ. Η τοποθέτηση των αστικών στοιχείων γίνεται σε κυψέλες με χαρακτηριστικά
γνωρίσματα δίνοντας την δυνατότητα οι αστικές διαδικασίες να μελετηθούν ως ένα συνθετικό
σύστημα (Ρετσιλίδου Ο., 2010). O Tobler ήταν ο πρώτος που περιέγραψε αυτά τα μοντέλα στη
γεωγραφία, κυρίως περιγράφοντας πέντε μοντέλα χρήσεων γης που βασίζονταν σε μια σειρά από
κανονικού μεγέθους κελιά, όπου οι χρήσεις γης στη θέση I, j εξαρτώταν από τη χρήση γης σε
άλλες θέσεις κελιά (Tobler, 1979). Η αρχική κατάσταση κάθε κελιού, ορίζεται και υπολογίζεται
χρησιμοποιώντας ένα σύνολο κανόνων μετάβασης κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης περιόδου
(Guan & Clarke, 2010). Οι κανόνες αυτοί περιγράφουν τη φύση των αλληλεπιδράσεων μεταξύ του
κάθε κελιού και των γειτονικών του κατά τη διάρκεια της διαδικασίας προσομοίωσης (Mostafavi, M.
et al., 2010). Τα τέσσερα βασικά χαρακτηριστικά της CA, είναι σύμφωνα με τον Batty (Batty, 2007),
η ύπαρξη των κελιών, κάθε ένα από τα οποία έχει μία μόνο ιδιότητα στη μονάδα του χρόνου, η τιμή
ιδιότητα που έχει κάθε κελί εξαρτάται από τιμές-ιδιότητες των κοντινών κελιών ή αλλιώς από τα
κελιά της γειτονιάς του και τέλος υπάρχουν κανόνες μετάβασης που καθοδηγούν τις αλλαγές των
ιδιοτήτων-τιμών των κελιών, καθένα ξεχωριστά. Βασικό χαρακτηριστικό αυτών των πολύπλοκων
μοντέλων είναι η «επείγον» συμπεριφορά, όπου αναπαράγεται η εφαρμογή των κανόνων σε
αντιδιαστολή με την αρχική κατάσταση (Clarke & Gaydos, 1998). Έτσι, τα CA εξελίσσονται στο
χρόνο και στο χώρο χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση (Mantelas et al., 2012). Η χρήση των CA όσον
αφορά στην μοντελοποίηση της αστικής γης έχει πιο εντυπωσιακά χαρακτηριστικά και είναι αρκετά
ευέλικτα κατα την εφαρμογή τους. Τέλος, υπάρχουν διαφορετικοί τύποι κανονικών ψηφιδωτών
ανάλογα με την προσέγγιση του κάθε μοντέλου όπως φαίνεται στο Σχήμα 2, με αποτέλεσμα να
έχουμε διαφορετικά οπτικά αποτελέσματα (Mostafavi M. Et al, 2010).
Σχήμα 2: Διαφορετικοί τύποι κανονικών ψηφιδωτών στις προσεγγίσεις των κυψελοειδών
αυτόματων.
Επιπροσθέτως, τα δύο βασικά χαρακτηριστικά της CA με βάση τα μοντέλα είναι η
διαδραστικότητα και ο ρεαλισμός (Takeyama & Clouclelis, 1997). Ενώ σύμφωνα με τον Sabri,
μερικά πλεονεκτήματα των CA είναι η δυνατότητα να ολοκληρωθούν οι στόχοι από «από κάτω
προς τα επάνω», η ικανότητα να αντιπροσωπευθούν τα αντικείμενα προσομοίωσης σε πολύ
υψηλές αναλύσεις, η έμφαση στην αλληλεπίδραση, η δυναμική φύση των αυτομάτων, η απλότητα,
και τέλος η δυνατότητά τους για χωρική διαμόρφωση, η CA μπορεί να μιμηθεί διάφορες
γεωγραφίες (Soheil S., 2008). Μερικά μειονεκτήματα της εφαρμογής των αυτομάτων στην αστική
διαμόρφωση και στις προσομοιώσεις είναι: η αβεβαιότητα των μοντέλων της CA σε σχέση με το
μέγεθος και το είδος της γειτονιάς, η εξάρτηση από δεδομένα μικρο-κλίμακας για να επιτύχει τη
ρεαλιστικότερη αστική προσομοίωση, ομοιογένεια της κανονικής κυψελοειδούς δομής και τέλος
κεντρικότητα των εννοιών γειτονιάς στους κανόνες της (Soheil S., 2008).
Eν κατακλείδι, τα βασικότερα από τα αστικά κυψελοειδή αυτόματα που μπορούν να
εφαρμόσουν ένα αστικό φαινόμενο όπως ο εξευγενισμός είναι τα εξής: Sleuth, το μοντέλο του
O’Sullivan, το μοντέλο του Nuno Pinto, το μοντέλο του re-gentrification. To κάθε ένα ξεχωριστά έχει
τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα κατά τη διάρκεια της εφαρμογής.
2.2 Η Αθήνα: Ιδιαιτερότητες
Η οποιαδήποτε προσπάθεια μέτρησης ενός τέτοιου αστικού φαινομένου πρέπει να λαμβάνει
υπόψη τις συνθήκες και τους παράγοντες που επικρατούν σε κάθε μελέτη περίπτωσης, ακόμη και
μέσα στην ίδια πόλη. Οι ιδιαιτερότητες που εμφανίζει η πόλη της Αθήνας είναι ποικίλες τόσο από
θεωρητική πλευρά όσο και πρακτικά. Στην παρούσα εργασία γίνεται μια προσπάθεια καταγραφής
4
ο
1 Συνέδριο Χωρικής Ανάλυσης: Πρακτικά, Αθήνα, 2013, Σ. Καλογήρου (Επ.) ISBN: 978-960-86818-6-6
αυτών των ιδιαίτερων στοιχείων που χρειάζεται να λάβει υπόψη του ο μελετητής, ώστε να μπορεί
να ερευνήσει αυτό το φαινόμενο στις αθηναϊκές γειτονιές.
Α. Η εύρεση των κατάλληλων δεικτών και των μικρο-δεδομένων ανά χωρική και χρονική
μονάδα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η συλλογή των απαραίτητων δεδομένων για την κατασκευή
των δεικτών που παρουσιάζεται -προβληματική διότι ενώ η χωρική μονάδα ανάλυσής του
εξευγενισμού είναι η γειτονιά, η μικρότερη χωρική μονάδα καταμέτρησης της Εθνικής Στατιστικής
Υπηρεσίας αφορά το οικοδομικό τετράγωνο. Η κλίμακα παίζει ουσιαστικό ρόλο στην ανάλυση
του φαινομένου (Atkinson R., 2003). Επίσης δεδομένα που υπάρχουν για τη μία δεκαετία, δεν
υπάρχουν για τις προηγούμενες, επομένως δεν καλύπτεται ο δυναμικός χαρακτήρας του
φαινομένου. Ακόμη και σε περιοχές της Αθήνας που υπήρχε ο εξευγενισμός και πλέον δεν
υφίσταται λόγω της κρίσης, δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία που να το αποδεικνύουν αφού οι
επίσημες απογραφές είναι ανά δεκαετία. Αυτό δημιουργεί άμεσα την ανάγκη για ποιοτική ανάλυση
ή ακόμη και για έρευνα στο πεδίο. Η συλλογή δεδομένων με χρήση ερωτηματολογίου έρευνας
μέσω διαδικτύου δεν αποδίδει στο βαθμό που επιβάλει η έρευνα. Τα χαρτογραφικά υπόβαθρα,
συλλέγονται είτε από τους εγκεκριμένους κρατικούς φορείς (εθνικό, περιφερειακό, τοπικό επίπεδο)
είτε από ιδιωτικούς φορείς, ανάλογα με το βαθμό λεπτομέρειας και την κλίμακα ανάλυσης στην
εκάστοτε περίπτωση. Σε μερικές περιπτώσεις είναι απαραίτητη η δημιουργία εκ νέου χαρτών σε
μικρο-κλίμακα ώστε να εντοπίζεται καλύτερα το φαινόμενο. Επιπροσθέτως, όταν περιοχή έρευνας
βρίσκεται σε προάστιο, πρέπει να ληφθούν υπόψη και περιοχές που τώρα μεν είναι δομημένες
αλλά πριν μία ή δύο δεκαετίες δεν ήταν. Για παράδειγμα, η Owes αναφέρει ότι στο όρο γειτονιά
συμπεριλαμβάνονται και οι περιοχές που ουσιαστικά δεν υπήρχαν πριν μια δεκαετία αλλά
εμφανίστηκαν μέσω της προαστικοποίησης, της επέκτασης της πόλης ή της μετατροπής μιας
βιομηχανικής περιοχής σε κατοικημένη, οπότε νέες ευκαιρίες για κατοικία με τη διαδικασία του
εξευγενισμού (Owes A., 2012). Στις περισσότερες μελέτες περίπτωσης είναι αναγκαία η
προσαρμογή των θεωριών και η αλλαγή των δεικτών (πολλές φορές κρίνεται απαραίτητη ακόμη
και η χρήση έμμεσων δεικτών) ώστε να είναι πιο κοντά στις παραδοχές της έρευνας.
Β. Το είδος της ζεύξης ΓΣΠ και CA όπως και η απόφαση του κατάλληλου μοντέλου CA που θα
προσεγγίζει σε υψηλό βαθμό την πραγματική εικόνα του φαινομένου στον αστικό χώρο. Βασικά
κριτήρια για την επιλογή του μοντέλου είναι τα εξής σύμφωνα με τον o’Sullivan: (α) στις
περισσότερες εφαρμογές τα αστικά συστήματα χαλαρώνουν την έννοια της γειτονιάς και
υπογραμμίζουν την έννοια δράση σε απόσταση, (β) υπάρχει δυσκολία στην κλίμακα των αστικών
συστημάτων, εφόσον υπάρχουν πολλές λεπτομέρειες για κάθε ένα κελί, (γ) η ανάγκη της CA για
την κάλυψη των ποσοστών αλλαγής και (δ) η χρήση των GIS και της γεω-άλγεβρας (Ο’Sullivan,
2002). Ενώ επίσης σημαντική ιδιαιτερότητα στα συστήματα είναι και το είδος της ζεύξης για την
καλύτερη ανάλυση του χώρου. Σε κάποιες περιπτώσεις ο ερευνητής επιλέγει τα απαραίτητα
δεδομένα για το μοντέλο χωρίς να δίνει σημασία στην χωρική ανάλυση, και άλλοτε η χωρική
ανάλυση είναι τόσο λεπτομερής που ο χρόνος της προσομοίωσης αυξάνεται σε μεγάλο βαθμό
(Dietzel & Clarke, 2004). Τα δυαδικά αστικά CA μπορεί να είναι αριθμητικά, οπότε να παράγουν
ακριβή αποτελέσματα ή μπορεί να εφαρμόζουν ποιοτικούς κανόνες, οπότε να περιγράφουν
καλύτερα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης συμπεριφοράς (Μαντέλας, 2011).
Τέλος, είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων, συνήθως
χρησιμοποιούνται τρεις αριθμητικοί δείκτες προσαρμογής των αποτελεσμάτων, το μέσο σφάλμα
του χάρτη (ποσοστό κυψελών με λαθεμένη χωροθέτηση), και τους δείκτες Lee-Sallee και Kappa
(υπολογίζουν την ομοιότητα μεταξύ των αποτελεσμάτων του μοντέλου και της πραγματικής
αστικής κάλυψης) (Μαντέλας, 2011). Ώστε και τεχνικά, τα αποτελέσματα να είναι εμπεριστατωμένα.
Γ. Η επιλογή της κατάλληλης θεωρίας εξευγενισμού για την εκάστοτε περιοχή μελέτης. Σε
μερικές περιπτώσεις είναι απαραίτητο να αναλύσουμε σε πρώτο επίπεδο αν η περιοχή ακολουθεί
κάποια από τις τρεις βασικές θεωρίες του εξευγενισμού ή εμφανίζεται σε συνδυασμό θεωριών.
Αυτό έχει άμεση συνέπεια τη ρύθμιση των αντίστοιχων παραμέτρων και τη δημιουργία των
κατάλληλων δεικτών. Στην Ελλάδα, το μεγαλύτερο μέρος της βιβλιογραφίας καλύπτεται από ξένη
βιβλιογραφία και υπάρχουν ελάχιστες περιπτώσεις που έχει ερευνηθεί στον αθηναϊκό ιστό.
Συγκεκριμένα, για την Αθήνα προτείνεται ένα μοντέλο όπου θα συνυπάρχουν όλες οι διακυμάνσεις
του εξευγενισμού (Alexandri G., 2011). Ειδικά για το φαινόμενο του εξευγενισμού, η διεθνής
βιβλιογραφία υποστηρίζει ότι πρακτικά η CA είναι ιδανική, αλλά όχι για όλες τις θεωρίες ανάλυσής
του (Σιδηρόπουλος & Στεργίου, 2011). Συγκεκριμένα, η CA είναι ιδανική για τη θεωρία χάσματος
ενοικίων όπως φαίνεται στο Σχήμα 3, γνωστή και ως Rent Gap Theory (O’Sullivan, 2002).
5
ο
1 Συνέδριο Χωρικής Ανάλυσης: Πρακτικά, Αθήνα, 2013, Σ. Καλογήρου (Επ.) ISBN: 978-960-86818-6-6
Σχήμα 3: Η υπόθεση του Rent Gap. Αλλαγές στα ενοίκια και στις τιμές στη γειτονιά μιας κεντρικής
πόλης, με το χάσμα ενοικίων να σκιαγραφείται στο διάγραμμα.
Είναι πολύ σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι ο εξευγενισμός στην Ελλάδα ως φαινόμενο, δεν
αναπτύσσεται με τον ίδιο τρόπο όπως σε άλλες δυτικές κοινωνίες. Υπάρχει μεγάλη διαφορά ως
προς το πώς ο εξευγενισμός γίνεται αντιληπτός και ως προς τον τρόπο διεξαγωγής της έρευνας
(Lees, 2012). Επομένως, μία μέθοδος ή πρόγραμμα που ακολουθείται σε άλλη χώρα ή περιοχή,
μπορεί να μην είναι εφαρμόσιμο με τον ίδιο τρόπο και στην περίπτωση του εξευγενισμού στην
Αθήνα. Το πλαίσιο της ελληνικής περίπτωσης μπορεί άλλοτε να συσχετίζεται με περιπτώσεις
παρόμοιες με αυτές της διεθνούς βιβλιογραφίας και άλλοτε να διαφοροποιείται πλήρως.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, είναι η ανάλυση του κτιριακού αποθέματος, που άλλοτε έχει
κοινωνικό χαρακτήρα και άλλοτε σχετίζεται με το κέρδος από την αστική γη (Σιδηρόπουλος, 2011).
Με την εμπειρική μέτρηση, τις περισσότερες φορές σε μελέτες για τον εξευγενισμό, δεν γίνεται
σωστά ο σύνδεσμος της εξήγησης του φαινομένου και των μετρήσεων (Rowland and Wulff, 2009).
Ανάλογα με την περιοχή έρευνας, είναι καλύτερα να εστιάζεται κάθε φορά και ο στόχος του
ερευνητή όπως και οι παραδοχές που επιλέγει ως τις κύριες συνιστώσες.
Τα αστικά μοντέλα CA εστιάζουν κυρίως στη θεωρία του χάσματος ενοικίου, ερμηνεύοντας
κυρίως το κτιριακό απόθεμα και την αγορά ακινήτων. Όμως, για παράδειγμα στο Γκάζι, δεν ήταν
μόνο η αγορά ακινήτων που δημιούργησε συνθήκες εξευγενισμού αλλά σωστότερα ήταν ο
συνδυασμός της θεωρίας των ακινήτων και της προτίμησης των καταναλωτών. Επομένως, στην
αντίστοιχη περίπτωση το κενό που δημιουργείται από τα κυψελοειδή αυτόματα πρέπει να καλυφθεί
από μια αυστηρή σύζευξη με τα ΓΣΠ ώστε το τελικό αποτέλεσμα να είναι πιο κοντά στην
πραγματική εικόνα του εξευγενισμού στην περιοχή που προαναφέραμε.
3. Συζήτηση
Η Αθήνα ως μεσογειακή πόλη, προσπαθεί να καταστεί ένα επιχειρησιακό κέντρο, αν και
περιορίζεται από το γενικότερο πλαίσιό της όπως ο ανταγωνισμός των χρήσεων γης, η
υποβάθμιση του αστικού χώρου κλπ. Η υφιστάμενη κατάσταση στην Αθήνα την τελευταία δεκαετία,
παρουσιάζει χαρακτηριστικά όπως η αλλαγή στη σύνθεση του πληθυσμού, η αύξηση του μέσου
εισοδήματος, η μείωση του μεγέθους του νοικοκυριού, η αύξηση των τιμών των ακινήτων που
σημαίνει υψηλότερα ενοίκια, η αύξηση των αντικειμενικών αξιών, η μείωση της εγκληματικότητας, η
αλλαγή της ταυτότητας της γειτονιάς και του περιβάλλοντός της, αύξηση ή μείωση των αστικών
κενών και σημαντικές αλλαγές στο ιδιοκτησιακό καθεστώς. Τα τελευταία δύο χρόνια λόγω της
οικονομικής κρίσης αρκετοί από τους παραπάνω παράγοντες έχουν αλλάξει. Στην υφιστάμενη
έρευνα διατηρείται ένας μέσος όρος και μελετάται αν στην περιοχή ενδιαφέροντος (πχ.Γκάζι)
υπήρχαν εμφανή σημάδια και αν η διαδικασία του εξευγενισμού συνεχίζεται, αν μειώθηκε σε
ένταση, αν σταμάτησε και αν υπάρχουν ενδείξεις για επανεξευγενισμό.
Ο εξευγενισμός στην Αθήνα λαμβάνει χώρα επιμέρους και σε διάφορες εστίες στον αστικό ιστό
της Αθήνας όπως εκτός από το Γκάζι, στο Μεταξουργείο, στο Ψυρρή και στον Κεραμεικό ή και σε
άλλους δήμους εκτός του Δ.Αθήνας, όπως ο Δήμος Αιγάλεω. Αυτό αποτελεί επίσης μια
διαφοροποίηση από τα διεθνή πρότυπα, που καθιστά την Αθήνα μια ιδιαίτερη περίπτωση.
Το κυρίαρχο ερώτημα που τίθεται και απαιτεί περαιτέρω έρευνα είναι κατά πόσο οι υποδομές
και η κοινωνικο - οικονομικη ιδιαιτερότητα της χώρας επιτρέπουν την λειτουργία ενός ανάλογου
μοντέλου και ποιες είναι οι πιθανές τροποποιήσεις που πρέπει να το πλαισιώσουν ώστε να ισχυρή
την αποτελεσματικότητά του. Οι προδιαγραφές, τα εργαλεία καθώς οι ιδιαιτερότητες της έρευνας
στην αστική γεωγραφία της Αθήνας καταγράφονται παραπάνω, ενώ η επιτυχία για την έρευνα είναι
6
ο
1 Συνέδριο Χωρικής Ανάλυσης: Πρακτικά, Αθήνα, 2013, Σ. Καλογήρου (Επ.) ISBN: 978-960-86818-6-6
η σωστή «μετάφραση» του φαινομένου στην αθηναϊκή γειτονιά και η σωστή κωδικοποίησή του στα
λειτουργικά συστήματα. Η αστική γεωγραφία προϋποθέτει στην ανάλυσή της αυτό τον παράγοντα.
Διότι η ψευδή αίσθηση ομογένειας και ζωνοποίησης που προέρχεται κυρίως από τους εξωτερικούς
μελετητές του χώρου και σε πολλές περιπτώσεις δεν επαληθεύεται από τους κατοίκους
(Σιδηρόπουλος και Τσιλιμίγκας, 2010). Εν κατακλείδι, ο εξευγενισμός αποτελεί ένα φαινόμενο που
για να μετρηθεί ποσοτικά πρέπει πρώτα να ερμηνευθεί ποιοτικά.
4. Συμπεράσματα
Ο χωρικός εντοπισμός του φαινομένου του εξευγενισμού και η εκτίμηση των κινητήριων
δυνάμεων και των περιορισμών του, αποτελούν πρόκληση για την επιτυχία των προγραμμάτων
της αστικής ανανέωσης. Ως ένα ιδιαίτερα ενδεδειγμένο παράδειγμα για την ανάλυση εμφανίζονται
τα Αστικά Κυψελοειδή Αυτόματα που βοηθούν επαρκώς κατά την διεθνή βιβλιογραφία, στην
καλύτερη προσομοίωση των αστικών φαινομένων ώστε να γίνεται καλύτερη διαχείριση του
φαινομένου. Στην παρούσα μελέτη, μέσα από το παράδειγμα της Αθήνας όπου καταγράφονται οι
ιδιαιτερότητες σε επίπεδο μεθοδολογίας αναζητείται η εύρεση της καταλληλότερης προσέγγισης
για τη μέτρηση του φαινομένου της αστικής ανανέωσης. Μια σειρά όμως ζητήματα που
προκύπτουν απο την ελληνική πραγματικότητα θέτουν σε διαφορετική βάση την εφαρμογή τους.
Απαιτείται σημαντική τροποποίηση των παραμέτρων προς την κατεύθυνση της απλοποίησης,
λόγω βασικών ελλείψεως σε επίπεδο πληροφορίας, και προσαρμογή του εργαλείου. Τα νέα
ερωτήματα που τίθενται είναι αν η πιθανή τροποποίηση θα έχει τα ίδια αποτελέσματα ή αν θα
απαιτηθεί δομική αναπροσαρμογή της ισχύουσας μεθοδολογίας ώστε αυτή να καταστεί
αποτελεσματική για περιπτώσεις με αδύναμη και ελλειπή πληροφοριακή υποδομή.
5. Βιβλιογραφία
Ελληνική
Μαντέλας Λ., 2011, Υπολογιστική προσομοίωση αστικής επέκτασης με χρήση ασαφών
κυψελοειδών αυτόματων, Τμήμα Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών. Αθήνα, ΕΜΠ.,
Διδακτορική Διατριβή.
Ρετσιλίδου Ό., 2010, Χρήση του Μοντέλου SLEUTH για την εκτίμηση της Μελλοντικής Αστικής
Εξάπλωσης του Δήμου Μυτιλήνης, με τη βοήθεια Τηλεσκοπικών Δεδομένων, Τμήμα
Περιβάλλοντος, Μυτιλήνη, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ΠΜΣ Περιβαλλοντική Πολιτική &
Διαχείριση.
Σιδηρόπουλος Γ. και Τσιλιμίγκας Γ., 2010, Το ζήτημα της Αστικής Βίας: Η περίπτωση της Αθήνας,
Τεχν. Χρον. Επιστ. Εκδ. ΤΕΕ, Νο 3, 163-173.
Σιδηρόπουλος Γ. και Στεργίου Μ., 2011, Αστική Ανανέωση & Εξευγενισμός, Οι ελληνικές
ιδιαιτερότητες. ERSA, 9ο Συνέδριο: Περιφερειακή ανάπτυξη και οικονομική κρίση: Διεθνής
Εμπειρία & Ελλάδα, Αθήνα.
Σιδηρόπουλος, Γ. και Στεργίου Μ., 2012, Η Αστική Ανανέωση και τα Κυψελοειδή Αυτόματα- Το
παράδειγμα της Αθήνας, 7ο Πανελλήνιο Συνέδριο HellasGI, Γεωγραφικά Συστήματα
Πληροφοριών, Αθήνα.
Χαλκιάς, Χ., 2006, Όροι & έννοιες Επιστήμης Γεωγραφικών Πληροφοριών Geographical
Information Science (1η ed.), Αθήνα, Εκδόσεις ΙΩΝ.
Διεθνής
Atkinson R., 2000, Measuring Gentrification and Displacement in Greater London, Urban Studies,
37 (1), 149-165.
Atkinson R., 2003, Introduction: misunderstood savior or vengeful wrecker? The many meanings
and problems of gentrification. Urban Studies, 40(12), 2343 - 2350.
Alexandri G., 2011, The Breeder Feeder: Tracing Gentrification in Athens City Center, The struggle
to belong, Dealing with diversity in 21sr century urban settings. Amsterdam.
Batty M., 2007, Cities and Complexity, Massachusetts: The MIT Press.
Clarke K. C. and Gaydos L., 1998, "Loose-coupling a cellular automaton model and GIS: long-term
urban growth prediction for San Francisco and Washington/Baltimore." International Journal
of Geographical Information Science 12(7): 699-714.
Dietzel C. and Clarke K., 2004, "Spatial Differences in Multi-Resolution Urban Automata Modeling."
Transactions in GIS 8(4): 479-492.
7
ο
1 Συνέδριο Χωρικής Ανάλυσης: Πρακτικά, Αθήνα, 2013, Σ. Καλογήρου (Επ.) ISBN: 978-960-86818-6-6
Dietzel C., Clarke K., et al., 2004, Replication of Spatio-temporal Land Use Patterns at Three
Levels of Aggregation by an Urban Cellular Automata Cellular Automata, Springer Berlin /
Heidelberg. 3305: 523-532.
Guan Q. and Clarke K., 2010, "A general-purpose parallel raster processing programming library
test application using a geographic cellular automata model." International Journal of
Geographical Information Science 24(5): 695-722.
Levy L., 2009, Mapping Gentrification in Pilsen: Community Empowerment through GIS
Technology. L. S. S. C. Knowledge, DePaul University.
Μostafavi M., Beni L., et al, 2010, Geosimulation of Geographic Dynamics Based on Voronoi
Diagram Transactions on Computational Science IX, Springer Berlin / Heidelberg. 6290: 183201.
Newman K. and Wyly E., 2006, Gentrification and Displacement Revisited- A fresh look at the New
York City experience, Centre for Urban and Community Studies, Research Bulletin No.31.
O'Sullivan D., 2002, Toward micro-scale spatial modeling of gentrification. Journal of Geographical
Systems, 4(3), 251-274.
Owes A., 2012, Neighborhoods on the Rise: A Typology of Neighborhoods Experiencing
Socioeconomic Ascent, American Sociological Association, City & Community, 11(4), 345369.
Pinto N.N. and Antunes A.P., 2007, Cellular Automata and Urban Studies: a Literature Survey,
Architecture, City and Environment, 1(3), 368-399.
Rowland A. and Wulff M., 2009, Gentrification and displacement: a review of approaches and
findings in the literature, Australian Housing and Urban Research Institute (AHURi), 1-30.
Smith N., 1996, The new urban frontier, Routledge, New York
Soheil S., 2008, Exploring urban modelling methodologies to better figure out urban gentrification
dynamics in developng countries. Jurnal Alam Bina, 11(2), 29-43.
Takeyama M. and Couclelis H., 1997, "Map dynamics: Integrating cellular automata and GIS
through Geo-Algebra." International Journal of Geographical Information Science 11(1): 7391.
Tobler R., 1979, Cellular geography, in S Gale, Philosophy in Geography, Dordrecht, Holland, D.
Reidel Publishing Group.
8