pistopoihtiko-thanatou

Σκάλωσαν στου ιστούς κάποιας αράχνης. Γλυκοφέρνοντας γύρω-γύρω το
τίποτα, σαν εκκολαπτόµενοι µηδενιστές.
Χεσµένοι όµως µη τυχόν και τους πάρει, γιατί τότε δεν έχει πια επιστροφές.
Και συ απορρίπτοντας µόνος σου τη δυνατότητα να αποδράσεις από τα
δεσµά σου, παραµένεις στοιχειωµένος στο δάσος των φωτισµένων γράφοντας κείµενα κατεύθυνσης.
Ας πρόσεχες λοιπόν κι εσύ.
θανάτου
∆εν πήραν χαµπάρι, πως µε τέτοιες κινήσεις απελπισίας και φόβου, ανοίγουν τον τάφο-λάκκο τους. Φοβήθηκαν την Ερηµιά και ορίστηκαν σαν κάτι.
Κει όµως χάθηκε η µεγάλη ζαριά που θα µπορούσε να αποδείξει πως η "άλλη
ζωή" που τόσο ύµνησαν κάποια εποχή είναι εδώ πέρα. Μόνο που για να την
αγγίξεις θέλει κουπί δυνατό γιατί το ρεύµα σου είναι αντίθετο και εχθρικό.
ΕΥΑΓΓ. ΛΑΜΠΡΟΥ
Τώρα προετοιµάζοµαι για το νέο ταξίδι µου µε πλήρωµα ικανό και τολµηρό,
δοκιµασµένο και ξεκάθαρο και όχι όπως παλιά, ανίκανο και θρησκευόµενο
που µόλις τα βρήκε λίγο σκούρα και ζόρικα, έτρεξε να φυλαχτεί και να
ασφαλισθεί σε πράγµατα και καταστάσεις, που υποτίθεται "Βιωµατικά", τα
είχε ξεπεράσει. Που µόλις τα λουριά ζορίσανε θυµήθηκαν πως είναι άνθρωποι κι αυτοί, επιστρέφοντας στις κρυµµένες τους καβάντσες µε πρόθεση
να πάθουν αµνησία ή µάλλον να χρησιµοποιήσουν την πείρα που απέκτησαν
µέσα απο άλλους για να είναι οι πρώτοι στους χαζόκυκλους που γυρίζουν.
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
Έστειλα µηνύµατα επίσης, πως ο καιρός άλλαξε, η άπνοια τέλειωσε και τα
πανιά µου τα µπάλωσα από την Βία του τελευταίου τυφώνα.
πιστοποιητικό
Ευάγγ. Λάµπρου
Στην λογική της οικονοµικής στήριξης των φυλακισµένων αγωνιστών και µε την συλλογική
επιθυµία να συνεχιστεί ένας κύκλος εκδόσεων για την ενίσχυσή τους, τα έξοδα αυτής της έκδοσης καλύφθηκαν από ένα µέρος των χρηµάτων που συγκεντρώθηκαν από την 3η έκδοση
της µπροσούρας «η κοινωνική ληστεία στον ελλαδικό χώρο 1830-1940» από το Ελευθεριακό
στέκι Πικροδάφνη. Στην ίδια λογική ορίστηκε σαν κατώτερη συνεισφορά για αυτό το βιβλίο
το ποσό των τεσσάρων ευρώ. Τα χρήµατα που θα συγκεντρωθούν θα διατεθούν στο Ταµείο
αλληλεγγύης και οικονοµικής υποστήριξης των φυλακισµένων αγωνιστών. Το βιβλιό τυπώθηκε στην Αθήνα τον Μάϊο του 2011 σε χίλια αντίτυπα. Επίσης βρίσκεται σε ηλεκτρονική
µορφή µαζί µε τα πρωτότυπά του στο pistopoihtikothanatou.wordpress.com.
Στηρίζουµε τους φυλακισµένους αγωνιστές
Υλικά / Ηθικά / Πολιτικά
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
ΕΥΑΓΓ. ΛΑΜΠΡΟΥ
de profundis
στον φίλο και σύντροφο
Χρήστο Πολίτη
σηµείωµα της επανέκδοσης
Η παρούσα επανέκδοση ταλαιπωρείται περίπου από τον Νοέµβρη του
2007 µε δύο ίσως, πρίν από αυτήν και µε διαφορετική σύνθεση, διαδοχικές
απόπειρες για την έκδοσή της. Η αλήθεια είναι πως θεωρήθηκε αρκετά
γρουσούζικη δεδοµένου της ¨δύσκολης θέσης¨ που βρέθηκαν οι άνθρωποι
που θέλησαν να συµβάλλουν στην εν λόγω κίνηση. Η αναφορά στα γεγονότα διέπεται από έναν απλό σεβασµό στο παρελθόν και την ιστορία µας
καθώς η δουλειά αυτή και η επιθυµία, παρ' ότι τελικώς κινήθηκε απο έναν
άνθρωπο, κρύβει ένα µεγαλύτερο εµείς στην υπόστασή της. Η συµβολή της
∆. και του Χ. από τους οποίους δανείστηκα το ¨πιστοποιητικό¨ και το ¨ελεγχόµενο¨ έπαιξε ίσως καθοριστικό ρόλο, όπως και αυτών που συνέβαλαν
στην πληκτρολόγηση και τη δηµιουργία της τελικής του µορφής.
Στην παρούσα λοιπόν επανέκδοση βρίσκονται και κείµενα από το έντυπο
¨Ελεγχόµενο Νο1¨, γιατί όπως λέει και ο Βαγγέλης ¨...θεωρώ πως αυτό
που γίνεται τώρα από µένα αποτελεί µια έκφραση της συνέχειας µου, και
αποτελεί το δεύτερο µέρος µιας πραγµατείας (το πρώτο βρίσκεται στο
Ελεγχόµενο No 1) µιας υπόθεσης που νοµίζω πως πονάει πολύ¨.
Η επιλογή στο να µην παρατεθεί ολόκληρο αποτελεί δικιά µου αυθαιρεσία,
που πηγάζει απο την αίσθηση -που µόνο µεταφυσική θα µπορούσε να χαρακτηριστεί- µιας προσωπικής δουλειάς που στο τέλος συνθέτεις το αποτέλεσµά της βάσει της ατοµικής σου επιθυµίας. Ας είναι. Ένα ¨προκαταβολικό¨
συγγνώµη λοιπόν στον ίδιο για τη ¨λογοκρισία¨ που υπέστη.
Η αφορµή για την επανέκδοση βρίσκεται σε έναν απλό λόγο, στην αποτύπωση που έκανε ο ίδιος στο χαρτί ενός αιχµηρού βιωµατικού λόγου,
µιας µάχιµης παρουσίας, µιας περήφανης προσωπικότητας, µιας αίσθησης
που σου δίνει την εντύπωση πως τα λόγια που διαβάζεις τα λέει ένας φίλος,
ένας σύντροφος, µια φυσική ειλικρινής παρουσία που κατέχει µια θέση
εδώ δίπλα σου, µια θέση στην καρδιά και στο µυαλό σου.
Η αλήθεια είναι πως υπάρχει ένα µεγάλο κενό όπως παρουσιάζεται το
βιβλίο για το ποιος ήταν ο Βαγγέλης, πέρα από την απάντηση που δίνει
µόνο του...
Κάνοντας µια αναζήτηση λοιπόν για το ¨ποιος ήταν¨ φαίνεται ότι µε την
σειρά του και στον καιρό του ήταν από τους ¨συνήθεις υπόπτους¨. Στις
αρχές τις δεκαετίας του 1980 κατηγορήθηκε για συµµετοχή στους εµπρησµούς των πολυκαταστηµάτων ¨Ατενέ¨ και ¨Κλαουδάτος¨, φυλακίστηκε
7
και στη συνέχεια αθωώθηκε πανηγυρικά. Ενώ το 2002 σε άρθρο της εφηµερίδας ¨Το Βήµα¨ επιχειρήθηκε η εµπλοκή του σε σειρά πραγµάτων της
ένοπλης επαναστατικής αντιπαράθεσης (συµµετοχή στον ΕΛΑ )... µέχρι
και στο ¨ριφιφί του αιώνα¨ στην Τράπεζα Εργασίας στην Καλλιρρόης το
1992. Γεγονότα που έρχονται να διαψεύσουν οι ίδιοι οι σύντροφοί του
µε ανακοίνωσή τους στο indymedia:
«...Στο πρόσωπό του -όπως και στα πρόσωπα άλλων συντρόφων- χτυπούν το κίνηµα αντίστασης ενάντια στον κοινωνικό εκφασισµό και στην
κρατική βαρβαρότητα. Όσο ζούσε τον παρακολουθούσαν φανερά και
κρυφά, νύχτα και µέρα, τον συλλάµβαναν µε κάθε ευκαιρία, τον προπηλάκιζαν, του έκαναν εικονικές εκτελέσεις και επιχειρούσαν να τον αποµονώσουν από τον ευρύ κοινωνικό του περίγυρο...
Ο Βαγγέλης ανήκε εκεί που η πολυεπίπεδη κοινωνική δράση του τον κατέτασσε. Συµµετείχε ενεργά στο κίνηµα ενάντια στις φυλακές τη δεκαετία
του '80, σε ανοιχτές επιτροπές συµπαράστασης και αγώνα, σε διαδηλώσεις. Ήταν εκδότης του αντιεξουσιαστικού περιοδικού ΕΚΤΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ,
συγγραφέας και εκδότης ποιητικών συλλογών και µυθιστορηµάτων και
έβγαζε το ψωµί του σαν εργάτης. Ο σκοπός του κράτους και των υπηρεσιών του που τον κατεδίωκαν ήταν ένας και µοναδικός. Να σκύψει το κεφάλι. Αλλά ∆ΕΝ το έσκυψε. Προτίµησε να φύγει.
Ο Βαγγέλης Λάµπρου αυτοκτόνησε το 1993, επειδή ήθελε να ΕΙΝΑΙ
ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ και, όπως ο ίδιος γράφει: ''Η ελευθερία µου έγινε ανασφάλεια και τρόµος''. Βρήκε το δρόµο για την ελευθερία στο θάνατο.»
αυτοί οι κύκλοι ποτέ δε θα κλείσουν,
αιώνιες στροφές σε αυτά τα αιώνια µέρη και εµείς ακούραστοι...
διαβάτες στα απροσπέλαστα µονοπάτια της µάχης µας,
στα καλντερίµια µιας καµµένης γης,
η πνοή του απελπισµένου µας ονείρου
ΑΘΗΝΑ - ΜΑΗΣ 2011
8
από εξώφυλλο του Εκτός Ελέγχου
ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΕΚ∆ΟΤΗ
Ένα απόγευµα, καθώς περπατούσα σ' ένα µικρό και σκοτεινό δρόµο µιας
φτωχικής συνοικίας, χαµένος µέσα στις σκέψεις και στα παιχνιδιάσµατά
τους, στο αριστερό µου χέρι και πριν ο δρόµος κάνει τη στροφή, συνάντησα ένα σπίτι ερειπωµένο που µου θύµιζε τις Άθλιες Εργατικές Συνοικίες
των προσφύγων. Χωρίς να το ελέγξει η σκέψη, σαν κάτι να µε τράβαγε
προς τα εκεί, µπήκα µέσα. Όλα ήταν κατεστραµµένα.
Ξεχαρβαλωµένα έπιπλα. Παράθυρα και πόρτες σαπισµένα. Βρωµιά, σκόνη
και διάφορα άλλα πράγµατα, εγκαταλειµµένα και χαρακωµένα από τον
καιρό, ήταν όλα τυλιγµένα στην εγκατάλειψη.
Όλο το βράδυ δε µπορούσα να κοιµηθώ. Την άλλη µέρα ξαναπήγα πρωίπρωί. Ψάχνοντας και αναποδογυρίζοντας διάφορα από τα αντικείµενα,
είδα, σ' ένα σηµείο κάτω από ένα ξύλινο κρεβάτι, ένα δέµα τυλιγµένο µε
εφηµερίδες.
Ανοίγοντάς το, είδα, πως περιείχε διάφορα είδη χαρτιών, που πάνω τους
ήταν γραµµένες διάφορες "ακαταλαβίστικες" έννοιες. Μαζί µ' αυτά βρήκα
και ένα πιστοποιητικό θανάτου, κιτρινισµένο από το χρόνο.
Με τη βοήθεια φίλων αγαπητών και συνεργατών -που ο καθένας απ' αυτούς µε τον τρόπο του συνέβαλε- έγινε σύνθεση και παρουσιάζεται αυτό
το εύρηµα "Πιστοποιητικό θανάτου" από τον Εκδοτικό Οίκο "ΑΛΚΗ".
Θεωρώντας πως ενδιαφέρει άµεσα τους ανθρώπους που "θέλουν να καταλάβουν".
Κάθε απόπειρα κατανόησης των κειµένων που ακολουθούν µέσα από ταύτιση (καθρέφτισµα) ή την παραποµπή τους σε χαρακτηρισµό κινδυνεύει ο
ίδιος ο αναγνώστης, µα και η Ουσία των γραφτών, να παραµορφωθεί.
Αλλά ας τ' αφήσουµε να µιλήσουν µόνα τους.
ΑΘΗΝΑ - ΦΛΕΒΑΡΗΣ '88 Ο ΕΚ∆ΟΤΗΣ
11
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
Τι κρύα που είναι η φωτιά!
Καµιά φορά σκέφτοµαι πως ένας άνθρωπος µόνος δε µπορεί παρά να
είναι µαλάκας.
Την ίδια ώρα, αυτή καθεαυτή η κατάσταση της µαλακίας, αποδεικνύεται
σαν το έσχατο σηµείο αντίστασης απέναντι σ' όλο αυτό το Πάνθεον του
ερωτισµού του Καθρέφτη, των ανέραστων επαφών ανάµεσα σ' αυτούς,
που αφού αυτοευνουχίστηκαν, δεν έχουν πια άλλο κίνητρο ζωής, παρά την
έντεχνη καλλιέργεια του πόνου και το βάθεµα της ανοιχτής Πληγής. Όταν
όµως αυτή η κατάσταση, γίνεται συνήθεια... και η συνήθεια µε τη σειρά
της παίρνει διάφορες µορφές απόστασης από την πραγµάτωση της επιθυµίας... καταντάει πια εθιστική. Ύποπτα προβληµατική.
Μέσα σε οµιχλώδη παράνοια λοιπόν, κάποιου εθισµένου µαλάκα, οι διαστάσεις των πραγµάτων ξεφεύγουν, ανοίγονται από τη συµβατικότητα του
ρεαλισµού και πλανιόνται δίχως όρια, χωρίς αστυνόµευση, σ' ένα χώρο,
που ειλικρινά δε ξέρω πώς να τον ονοµάσω.
Ίσως, αυτό να γίνεται, πού ξέρεις... για να επιβεβαιωθεί για µια ακόµη
φορά το δίδυµο της Ηθικής και της Ανηθικότητος.
Ίσως, αυτό να γίνεται, πού ξέρεις...
Ίσως...
Εξάλλου δεν έχει και καµιά αξία.
Κάπως έτσι, καµιά φορά, όταν ο ήλιος γέρνει και σουρουπώνει, στεναχωριέµαι στη σκέψη πως δεν κατάλαβες ποτέ σου.
Την ίδια ώρα σκέφτοµαι πως είσαι άξιος της µοίρας σου και θλίβοµαι, πικραίνοµαι, διακρίνοντας για µια ακόµη φορά πως µονάχα µόνοι µας είµαστε. Oλοµόναχοι. Και περαστικοί.
13
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
Είχα υποσχεθεί στον εαυτό µου και στους φίλους µου (εδώ και πολλά
χρόνια νοµίζω) να µην ξαναγράψω. Να το βουλώσω, να σκάσω, να ανακαλύψω (µαζί µε άλλους) διαφορετικούς τρόπους για να εκφράζω τα συναισθήµατα, τις αγωνίες και τις επικοινωνιακές µου ανάγκες.
Είχα υποσχεθεί να αποπειραθώ να ανακαλύψω (πάντα µαζί µ' άλλους)
άλλες µορφές επικοινωνίας -µέσα από βιωµατικές λειτουργίες- που να έρχονται πιο κοντά σε ολοκληρωµένους (ενωτικούς) τρόπους επαφής.
Εξάλλου, αυτή την αναγκαιότητα του είναι µου (να βρεθούν πιο ολοκληρωµένοι τρόποι επαφής, που δε µπορεί παρά να είναι καταστάσεις έξαψης,
εξέγερσης) την είχα εντοπίσει και αναλύσει διεξοδικά στο δοκίµιό µου
-ανεπανάληπτο στην Ιστορία- "περί λόγου", που το ειδίκευα -πιο συγκεκριµένα- στην πουστιά και τη χρήση (από πλευράς αυτών που κατέχουν) που
κρύβεται κάτω από τον αποκαλούµενο ορθολογισµό. Και επ' ευκαιρία,
τώρα που το θυµήθηκα, νιώθω την ανάγκη να σας πληροφορήσω, πως
ενώ εδώ πέρα έτυχε κάκιστης συµπεριφοράς, εκ µέρους όλων αυτών των
αναπήρων που γοητεύονται να αυτοαποκαλούνται "φυσικά" διανοούµενοι
και την επιρροή τους, στο εξωτερικό ενθουσίασε σε σηµείο που από τη
µεριά µου έγινε πρόταση να πιάσω τη θέση (που εδώ και δώδεκα χρόνια
είναι κενή) εµπειρικού καθηγητή στο Bαρανάσι*, στην έδρα της Σανσκριτικής και Ινδουιστικής φιλοσοφίας, και από την άλλη φαγώθηκε ο Ντεριντά** µε τον Μπαρτ**, ποιος θα µου προλογίσει τη γαλλική έκδοση του
δοκιµίου µου. Σας πληροφορώ ακόµη πως επειδή είµαι πολύ ψυλλιασµένος
από τη χρήση που κάνουν όλες οι εξουσίες σ' όλες τις κοινωνικές φιλοσοφίες, τις καταντούν θρησκείες και καλουπώνουν τη χρήση τους, το υλικό
αντίκρυσµά τους, σύµφωνα µε τις ορέξεις τους, τους είπα να πάνε να γαµηθούν οι παλιόπουστες του κερατά. Αξίζει ακόµη να αναφερθεί το ότι
έχοντάς τους πει ότι είµαι "ερωτικά επιρρεπής" µου πέταξαν κι από δίπλα
δυο πανέµορφες και µυστηριακές ανατολίτισσες.
Όσον αφορά δε τη διαµάχη που προέκυψε ανάµεσα στον Ντεριντά και τον
Μπαρτ έστειλα από ένα γράµµα στον καθένα όπου τους εξηγούσα πως αρνιόµουν κατηγορηµατικά την υποτιθέµενη αυτή τιµή και όπου τους συµβού* Βαρανάσι: Πόλη της Ινδίας µε αξιόλογη πνευµατική κίνηση. Στις όχθες του βρίσκεται
ο "ιερός" ποταµός Γάγγης.
** Μπαρτ-Nτεριντά-Λακάν: ∆ιακεκριµένοι σηµειολόγοι.
14
λευα (ξεχωριστά τον καθένα) πως τους ταίριαζε να αυτοκτονήσουν. Πιθανόν, αν κρίνω στη συνέχεια πως έχει κάποια σκοπιµότητα και πως δένεται στις συνθέσεις που θέλω να κάνω, θα τις κοινοποιήσω. Μόνο αν
ζούσε ο µακαρίτης ο Λακάν** θα του επέτρεπα κάτι τέτοιο (δηλ. να µε προλογίσει), µε τη συµφωνία να προλογίσω τον πρόλογό του για µένα.
Αυτά που λέτε είχα υποσχεθεί. Και ήµουν βέβαιος τότε, πως µ' ένα χαρακτήρα σαν το δικό µου, θα τα κατάφερνα. Την αυτοπειθαρχία και τη συνέπεια την εποχή εκείνη, τη µάσαγα.
∆εν παραξενεύτηκα ιδιαίτερα όταν διαπίστωσα µετά από διάφορες τσιριµόνιες που 'κανα πως για µια ακόµα φορά είχα απατηθεί. Για µια ακόµα
φορά ασυνείδητα και ενθουσιώδικα γινόµουν απατεώνας µε τον ίδιο µου
τον εαυτό. Ή µάλλον, αν θέλετε "αυστηρό στίγµα συγκεκριµενοποίησης"
(γεγονός που θα δείτε πιο κάτω) απατήθηκα στο χρόνο και τα µέσα που
µπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο. Όταν πια κάτι τέτοιο είχε γίνει συνειδητό,
είχα µείνει µόνος. Και όπως ξέρετε, µόνος σου, κυρίως µόνο πεταλούδες
µπορείς να µαζεύεις ή να επιλέγεις το θάνατό σου.
Μόνος µου λοιπόν, µε µια ασυνέπεια στον εαυτό µου, µάλλον άστοχες κινήσεις, µε βαθιές τις ρίζες της στην ιστορική πραγµατικότητα και µε µια
γνώση-απέχθεια και φόβο πού χω για τους πιστούς, πήρα την ευλογία µου
και µην έχοντας τίποτα καλύτερο να κάνω, ξεκίνησα να αδειάζω το µυαλό
µου από όλα αυτά που µου φόρτωσαν άνθρωποι και καταστάσεις χωρίς
τη θέλησή µου, από όλα αυτά τα καρκινώµατα που χρόνια τώρα, παρ' όλες
τις προσπάθειές µου, δε λένε να φύγουν.
Έτσι λοιπόν ξεκίνησα το καλοκαίρι να αδειάζω το µυαλό µου σε όποιο
χαρτί έβρισκα µπροστά µου. Ύστερα τα διάβαζα και κατανοούσα πως αυτά
που έγραφα ήταν ένας χωρίς σταµατηµό εµετός. Ξέρναγα -ξέρναγα -ξέρναγα και παραληρούσα συνέχεια, δίχως σταµατηµό. Όλα µου τ' άντερα
τραβιόντουσαν έξω. Ξεσκιζόµουν την κάθε φορά που 'πιανα το µολύβι και
το χέρι µου έτρεµε και δεν προλάβαινε να συµβολίσει τη ροή και το ρυθµό
του µυαλού µου. Ξεσκιζόµουν και µάτωνα. Κι όλο ξέρναγα. Κι όλο µάτωνα.
Οι αντιστάσεις µου είχαν σπάσει. Μου 'χε φύγει η ψυχή. Το µυαλό µου
κουδούνιζε µ' ένα τρόπο ανεξέλεγκτο. Φοβόµουν πως θα ξεχυθούν τα
µυαλά µου έξω. Αφηνόµουν και χανόµουν στην κόλαση της φρίκης µου.
15
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
Και δεν τέλειωνε αυτό το γαµηµένο παραλήρηµα. Ώρες-ώρες, νόµιζα πως
αυτοί οι σωµατικοί σπασµοί που 'χα σα συνοδεία θα 'ναι οι τελευταίοι.
Κάθε στιγµή όταν µ' έπιανε, πίστευα πως είναι η τελευταία. Για να διαψευσθεί την εποµένη. Να γυρνώ γύρω-γύρω σε µια κόλαση που µε βάλανε και
µπήκα για να φλέγοµαι, να παίρνω φωτιά απ' την ίδια µου τη φωτιά. Να
ανάβουν φωτιές στο µυαλό σου και να παρακαλείς να τελειώσει αυτό το
µαρτύριο και να µη τελειώνει. Να σταµατάει για λίγο, και εκεί που πήγαινε
να ησυχάσει λίγο το κορµί, να έρχεται µε ορµή άλλη κρίση και να ξεκινάει
πάλι το τράνταγµα. Ώρες ατελείωτες να καρφώνοµαι σε µια θέση, ακίνητος
µε καρφωµένο το βλέµµα µου σ' ένα σηµείο και να χάνοµαι. Πολλές φορές
έκανα φοβερές προσπάθειες να ξεκαρφωθώ από τη θέση µου και να πάω
µέχρι τον καµπινέ να κατουρήσω και να ξαναγυρίσω πάλι πίσω στο κύλισµα. Χτυπάγανε διάφορα πράγµατα στο µυαλό µου, το σώµα µου τρανταζόταν κι εγώ χαστούκισα το πρόσωπό µου µπας και συνέλθω.
Μετά από κάθε τέτοιο παραλήρηµα, να χαζεύω, να µην καταλαβαίνω το
περιβάλλον µου, το µυαλό µου. Το κεφάλι να µουδιάζει και να έχω στο
πρόσωπο ένα συνεχόµενο χαµόγελο. Ένα ηλίθιο χαµόγελο. Και κανείς να
µη µπορεί να κατανοήσει αυτή την κατάσταση. Και συγχρόνως κανένα να
µη θέλω. Τινάχτηκαν στον αέρα, ρήµαξαν τα πατώµατα του µυαλού µου.
Πια, τα πάντα γύριζαν γύρω µου. ∆εν ήξερα τίποτα.
Ξέρναγα ατελείωτα όλα αυτά που έµαθα. Ξέρναγα όλα αυτά που αντίκρυσα. Ξέρναγα τη συµβατικότητα της ηθικής. Τα επιτρεπτά όρια. Την πούστικη την πολιτική που µου 'φαγε τα καλύτερά µου, που λένε, χρόνια.
Τις έννοιες δικαίου. Τα ερωτικά είδωλα. Την Ιστορικότητα. Τις ερµηνείες
αυτού που αποκαλείται ανθρώπινο. Τη σαπίλα µου. Τη σαπίλα σου. Όλα
αυτά που έβαζα µέσα µου τόσα χρόνια, άκριτα και παρορµητικά. Και δε
σταµάταγε µε τίποτα.
Όταν ήµουν καλά και η δυαδικότητά µου έβρισκε κάποια ισορροπία, µια
ανελέητη αυστηρότητα τότε, µου υπαγόρευε τις συνέπειες στα άκρα τους.
Μου υπαγόρευε σαν θύµηση την απέχθειά µου στους χλιαρούς ανθρώπους, που ούτε ζεστοί είναι ούτε κρύοι. Όλες αυτές τις χλιαρότητες που
µαράζωσαν και µαραζώνουν κάθε τι ζωντανό.
Γι' αυτό τους ξερνάω, τους ξερνάω ασταµάτητα.
16
Γράφω χωρίς να κρατώ καµιά σειρά, µια που δεν κάνω ή δεν θέλω να
κάνω µάθηµα σε κανένα, ώστε να µου δηµιουργηθεί η ανάγκη κάποιας µεθοδολογίας. Γράφω ανάκατα και όπως η κάθε στιγµή µού το υπαγορεύει
Η πραγµατικότητα µπλέκει µε το όνειρο την φαντασία και αντίστροφα.
Νιώθω πολλές φορές την αναγκαιότητα του συγκεκριµένου και του ορίου
σε κάτι που δεν ορίζεται παρά µόνο αφαιρετικά και κατά προσέγγιση. Το
όριο ή το σύµβολο είναι στοιχεία προσανατολισµού και η σκοπιµότητα κίνητρο ή αφορµή για να περπατάµε, να βρισκόµαστε σε κίνηση µέχρι τα
µάτια µας να κλείσουν ή να µας τα κλείσουν "προ της ώρας µας". Εξετάσεις
δε δίνω σε κανένα και ούτε φροντιστήρια κάνω. Παίρνω από 'δώ, παίρνω
από 'κεί και αν τα παραλέω σε µερικές γραµµές ή αν χρησιµοποιώ και καµιά
λέξη µε "υπερβολή", το ερµηνεύω πως έτσι το αισθάνοµαι, πως όµορφο
είναι για 'κείνον που βάζει στο χαρτί τους καηµούς του και τα συναισθήµατά του να τα στολίζει καθώς αυτός ξέρει. Όπως του κάνει γούστο. Γιατί
στείρα και άγονα µου φαίνονται τα γεγονότα όταν τα βάζεις στο χαρτί
όπως κτίζεις µια εργατική συνοικία. Έτσι λέω τώρα. Ύστερα µην παραξενευτείς αν θα πω κάτι άλλο. Από 'κεί που θα καθίσεις, τη στιγµή, θα 'χεις
και την ανάλογη ορατότητα.
Κλέβω λέξεις που µου αρέσουν µέσα από ενότητες συµπαγείς και τις τακτοποιώ όπως εγώ ξέρω. Φτιάχνω σπίτια από τα σπίτια των άλλων και
έτσι το σπίτι "µου" είναι κοινό και ανοικτό. Ευάλωτο στους επιδροµείς και
προκλητικό για κάθε είδους κακοήθειες. Αλλά δεν έχω τίποτα στην κατοχή
µου ώστε να φοβηθώ µη µου το πάρουν. Ό,τι µου κατέβει λοιπόν στο ξεροκέφαλό µου το λέω, γιατί λέω πως καλύτερα είναι έτσι παρά να κρύβω
συνέχεια λόγια από φόβο ή δεν ξέρω 'γώ από τι. Κινδυνεύω από τη λογοκρισία, µα ποιος µιλάει "εκτός ορίων" και δεν κινδυνεύει, από κάποια ποινική διάταξη; Οι σαχλαµάρες περί ελευθερίας του λόγου είναι κόλπα
άνοστα και στολίδια πάνω στα νοµοθετήµατα. Ουσία όµως καµία. ∆εν
υπάρχει ελευθερία του λόγου παρά µόνο σε στιγµές εξεγερσιακότητας, σε
στιγµές που η Ανατροπή αντικαθίσταται µε την Αυτοδηµιουργία· για να την
συναντήσει πιο κάτω, σαν απαραίτητο σηµείο ενότητος και ξεπεράσµατος.
Για τους περισσότερους ανθρώπους κρίνοµαι σαν Άχρηστος και αυτό µε
ησυχάζει και µε αποδεσµεύει. Αλλά και πολλές φορές θέλω να δεσµευτώ
µέχρι θανάτου. Αυτά όµως τα 'χει η ζωή. Γιατί λέω πολλές φορές πως αν
για να βρίσκοµαι µ' ανθρώπους, που τόσο πολύ µ' αρέσει, πρέπει να που17
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
λάω τη ψυχή µου στο διάολο, καλύτερα να 'µαι µόνος. Άλλοτε όµως σπάω
και πάω σε κανένα "κοινωνικό µέρος", να δω και καµιά ωραία φάτσα.
Κοµµατάκι-κοµµατάκι λοιπόν θα µαζέψω τη διάλυσή µου µέσα απ' όλα
αυτά, καταβάλλοντας φοβερές προσπάθειες να συνθέσω, να µοντάρω ένα
πίνακα, που οι νικητές αυτής της παρτίδας στην αλλοφροσύνη της κατάκτησής τους, τον διέλυσαν µ' ένα φοβερό µίσος γι' αυτό το χωρίς αξία
έργο. ∆εν ήθελαν να θυµούνται τίποτα, ούτε καν ότι υπήρξε µια τέτοια
λεπτή φύση, η οποία σκάλιζε πάνω σε συνθέσεις χρωµάτων κάτι που µας
ήταν τόσο οικείο µα και τόσο ξένο. Κάτι το συγκεκριµένο, που γινόταν
άσκοπο. Το ξέσκισαν σαν να µην υπήρχε και το πέταξαν µικρά µικρά κοµµατάκια, σα δείγµα-ισχύος, στα κεφάλια όλων των ανυπάκουων. Είχαν
ξεκάθαρη τη σκοπιµότητά τους. Θα σας υποτάξουµε ή θα σας σκοτώσουµε,
θα σας παρανοήσουµε πετώντας σας στα γκέτο σας και θα σας αφήσουµε
εκεί πέρα να βγάλετε τα µάτια σας µόνοι σας για λογαριασµό µας. Ξέσκισαν και παραµόρφωσαν ακόµη και τα κείµενα εκείνα που γράφτηκαν µε
αίµα. Αυτά τα κείµενα που συνθέτανε µέσα τους διακηρύξεις ελευθερίας.
Τρέµω στη θύµηση του τι κάνανε και τι χρησιµοποίησαν για να το πετύχουν.
Μην αµφιβάλλεις ποτέ σου πως η Εξουσία µονάχα εγκλήµατα κάνει. Μην
αµφιβάλλεις καθόλου πως αυτοί που έρχονται κάθε φορά να σου δείξουν
το δρόµο σου, µονάχα να σε υποτάξουν θέλουν. Κι αν δεν τα καταφέρνουν
να σε βάλουν µέσα στη σύνθεσή τους, θα σε χρησιµοποιήσουν µε κάθε µέσο
και µε κάθε τέχνασµα. Ακόµη και χωρίς τη θέλησή σου. Μια µόνο µατιά σου
πίσω και θα πείσει και τον πιο αφελή, ακόµη και τον πιο ανυποψίαστο.
Με όλα τα ατού µε το µέρος τους και από 'δώ πέρα, από την πιο αδύναµη
κοινωνικά θέση, σας λέω πως δεν τα καταφέρανε. Και δεν µπορούσε παρά
να µη τα καταφέρουν. Μονάχα για κάτι διακριθήκανε. Για την ανικανότητα
και τη χυδαιότητά τους όταν έχουν να κάνουν µε κάτι ζωντανό. Το ζωντανό
µόνο να το σκοτώνουν ξέρουν. Ή να του ριζώνουν στην καρδιά του το
φόβο, σκοτώνοντάς το σιγά-σιγά. Αργά-αργά.
Κοµµατάκι-κοµµατάκι λοιπόν θα προσπαθήσω να ξαναµοντάρω αυτόν τον
πίνακα. Ίσως λείπουν και µερικά κοµµατάκια απ' αυτόν. Μα σας λέω πως
αυτά χάθηκαν, πέθαναν, στόλισαν τα νεκροταφεία της πόλης µας, και
ώρες-ώρες τις θύµησές µας. Κοµµάτι-κοµµάτι, εκτός από αυτούς. Όχι, δε
θα τα βάλω σε κανένα µουσείο να πηγαίνουν όλα τα ηλίθια µάτια και να
18
τα κοιτάζουν, αλλά για να τα δω εγώ και οι φίλοι µου. Να θυµηθούµε µόνο
για µια στιγµή και να ξανακούσουµε από µια ηχώ τόσο γνωστή και τόσο
απόµακρη, πως όµορφοι ήµαστε και τότε, όµορφοι είµαστε και τώρα.
Ύστερα εγώ που έκανα, που υλοποίησα αυτή την προσπάθεια που το κόστος της δε µετριέται, θα τον διαλύσω, σα συνεπής καλλιτέχνης που µόλις
είδε το "έργο της ζωής του" κατάλαβε πως έχει απατηθεί. Ήταν άστοχος.
Και καίγοντάς το, έκαψε µαζί του και τον εαυτό του. Και δε νοµίζω πως πέφτει λόγος σε κανέναν ούτε καν σε εθισµένους κριτικούς.
Για ένα έργο, µονάχα ο δηµιουργός του µιλάει, αν θέλει. Αν δε θέλει, σωπαίνει καταστρέφοντάς το, όταν νιώσει πως τελείωσε και φεύγει. Ίσως για
τα θυµαράκια, ίσως για κάπου αλλού που εσείς οι µατάκηδες, οι καθ' έξιν
µπανιστηριτζήδες, δεν πρόκειται ποτέ να βρείτε.
Γι' αυτό λοιπόν να µη βιάζονται τα "µούτρα" να βγάζουν εύκολα συµπεράσµατα και να πανικοβάλλονται να ερµηνεύσουν πράγµατα και γεγονότα στο
όνοµα µικροσκοπιµοτήτων, διακρινόµενοι αυτοί οι ίδιοι για την κατοχυρωµένη ιστορικά προσωπική τους εµπάθεια και να εθελοτυφλούν µπροστά στις
βιωµένες αδυναµίες τους, γιατί θεωρώ πως είναι προνόµιο πια να ξέρεις
να σωπαίνεις, ακόµη και όταν γνωρίζεις πως η απόσταση φτιάχνει παπάδες.
Πολλές φορές και για µεγάλο χρονικό διάστηµα, αντί να βιάζεσαι να προλάβεις τις απολαβές σου από κάτι που ήδη πέθανε. Λες κι ότι έκανες ή είδες,
δεν είχε άλλη σκοπιµότητα από τη συνταξιοδότησή σου.
Όλος ο χρόνος λοιπόν είναι δικός µας για να τα πούµε µια και η στιγµή
χάθηκε πια. Ή αν θέλετε να πω κι εγώ την ερµηνεία µου (εξάλλου νοµίζω
πως καιρό έχω να µιλήσω και σας έλειψα και λίγο) σ' αυτά όλα που έγιναν
και γίνονται και προβληµατίζουν πολλές ιδιαιτερότητες. Συγχρόνως
θεωρώ πως αυτό που γίνεται τώρα από 'µένα αποτελεί µια έκφραση της
συνέχειάς µου, και αποτελεί το δεύτερο µέρος µιας πραγµατείας (το πρώτο
βρίσκεται στο Ελεγχόµενο Nο 1*) µιας υπόθεσης που νοµίζω πως πονάει
πολύ. Και θα µπορούσα να την χαρακτηρίσω µε κάποια σχετική αφαίρεση,
ότι είναι µια υπόθεση για το αν είναι ή όχι εφικτό και πραγµατοποιήσιµο
το όραµα για τη ριζοσπαστικοποίηση του εαυτού µας που ολοκληρώνεται
* Ελεγχόµενο Nο 1: Περιοδική έκδοση (ελάχιστη συµβολή στην κοινοποίηση του αίσχους)
που κυκλοφόρησε το 1985, σε περιορισµένο αριθµό αντιτύπων.
19
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
στα πλαίσια µιας ριζοσπαστικής κοινότητας, µετεξελίσσοντας τις υπάρχουσες κοινωνικές σχέσεις, διαµορφώνοντας εστίες βιωµάτων που κύρια χαρακτηρίζονται από την ισορροπία κορµιού και µυαλού, καταργώντας µια
κι έξω το χθες και το αύριο.
Κάποτε µιλούσαµε για επαναστάσεις. Τώρα µπορούµε να µιλάµε για διαρκείς εξεγέρσεις ή για διαρκείς εξάψεις ή να σωπαίνουµε χωρίς λόγο. Και
µη µε φέρνετε σε δύσκολη θέση να σας επαναλαµβάνω κάθε λίγο και λιγάκι πως κάτι τέτοιο βιώνεται µόνο άµεσα µε την κατάργηση κάθε εξουσίας
(µεσολάβησης), γιατί καταντάει πια αηδία.
Στο σηµείο αυτό σταµατάω να γράφω γιατί δυο φορές που κοιτάχτηκα
στον καθρέφτη έπαθα πλάκα. Ήµουν κούκλος, φωτεινότατος, λες και κάποια θεία χάρη µ' είχε ευλογήσει. Φοβήθηκα και σταµάτησα, για να ξαναρχίσω µια άλλη φορά, µ' άλλη γραφή, µια κι όσο περνάει η ώρα
αλλάζουν και οι συγκεκριµένες µου διαθέσεις.
Ποιος άραγε σέβεται τον εαυτό του, αν απέκτησε βαθιά γνώση για τον
εαυτό του; Αλήθεια ποιος;
Ποιος άραγε θα 'χε διαφορετική γνώµη απ' αυτή που 'χω εγώ για τον εαυτό
µου και δε θα µε αλλοτρίωνε. Αλήθεια ποιος;
Ποιος αλήθεια θα διαφωνούσε -απ' όλους εσάς εκεί κάτω που σέρνεστε
στην υγρασία αυτού του υπόγειου, µε τα πρόσωπά σας παραµορφωµένα
από την ευαισθησία και την ανέχεια, απ' όλους εσάς που µαράθηκε το
κορµί σας από το φόβο της ζωής- πως το προλόγισµα ενός συνόλου απόψεων, γνώσεων και συγκινησιακών καταστάσεων που 'χουν να κάνουν µε
κάτι αχαρακτήριστο, δεν αποτελεί µια βαθιά, απύθµενη µαταιότητα, βαθιά
ριζωµένη στην Ιστορία του ανθρώπινου είδους, προσωποποιηµένη στην
τραγικότητα;
Ποιος αλήθεια θα 'χε λόγο να διαφωνήσει (εκτός απ' αυτά τα καθάρµατα
που κατέχουν ή θέλουν να κατέχουν) πως αυτή η τραγικότητα που πολλές
φορές είναι νεκρολογηµένη, που τα σηµάδια της σκιαγράφησαν µια προσωπογραφία έντονη και πονεµένη, δε µεταµορφώνεται µ' αξιόλογη την
εκφραστική της ικανότητα που η προβολή της συνθέτει την κωµωδία; Ποιος
αλήθεια διαφωνεί, αναρωτιέµαι πολλές φορές, που στη ζωή του δε διακρίνεται για την απουσία του, πως η πιο εύστοχη και σκόπιµη µεταµφίεση
20
δεν είναι αποκλειστικό προνόµιο των φτωχών;
Σας το λέω χωρίς κόµπο στο λαιµό. Κανείς!
Γελάµε και κλαίµε. Είµαστε καλοί και κακοί. ∆ιακρινόµαστε ως προς την
οµορφιά µας και την ασκήµια µας. Βρισκόµαστε στα πλαίσια µιας ισορροπίας
(ή ανισορροπίας), που η ίδια η πορεία της είναι αντίφαση. Από πολλούς αυτό
θεωρείται ζωή. Εγώ αµφιβάλλω, αλλά δε µπορώ µε λόγια να το εξηγήσω.
Βρισκόµαστε αυστηρά οριοθετηµένοι από µια υλικότητα και ένα τρόπο ερµηνείας της, που δε µας δίνει τη βιωµατική δυνατότητα να µιλάµε για κάτι
το νέο, το διαφορετικό, το υπερβατικό ή, αν θέλετε, το ριζοσπαστικό. ∆εν
αναφέροµαι στο βίωµα του ήθους, αλλά σ' όλα αυτά που διακρίνονται για
τη συµβατικότητα των ανθρώπινων σχέσεων και που κύριος µοχλός είναι
η ηθική. Που υπάρχει µονάχα, σαν τέτοια, σε αντίθεση µε την ανηθικότητα.
Και που και οι "δυο" µαζί είναι οι δύο όψεις ενός και του αυτού νοµίσµατος.
Της συµβατικότητος.
Εξάλλου θεωρώ τον εαυτό µου προσεκτικό και αρκετά ταπεινό και δε
µπαίνω στον κόπο να διεισδύσω σε αυτό που αποκαλώ βίωµα ήθους, µε
σκοπιµότητα την ερµηνεία και την µεταφορά του µέσω λέξεων. Και ούτε
καν το τολµώ.
Ζευγαράκια λοιπόν, καψουρεµένα µεταξύ τους αιώνια. Αιώνια εχθροί και
αιώνια φίλοι, µε δεσµά δυνατά στην κυκλική επαναφορά και την κατοχυρωµένη απ' όλους αναγκαιότητα να λέγονται την κάθε φορά τα ίδια πράγµατα µ' ένα διαφοροποιηµένο τρόπο, που να µην υποκύπτουν στους
ξεπεσµένους νόµους της προπαγάνδας. Γιατί αν υποκύπτουν είναι ύποπτα,
γιατί από πίσω κρύβεται κάποιο κεφαλάκι που θέλει να σηκωθεί λίγο πιο
πάνω από τα άλλα.
Η πιο εύστοχη λέξη που ακριβολογεί κατά το δυνατό σε τέτοιες προσπάθειες -που θα τις θεωρούσα ακραίες θεολογικές ερµηνείες µε ξεκάθαρα
τα σηµεία της αυτοδιάλυσής τους µέσα από συγκεκριµένης µορφής βίωµαθα ήταν η µεταφορά.
Αν δε σας ταιριάζει στο συνολάκι της προσωπικής σας µυθολογίας, χρησιµοποιείστε τη λέξη "ξέρασµα". Είναι ευεργετική και στη φυσιολογία του
κορµιού σας.
21
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
Μεταφορά αυτών που έγιναν σ' ένα χώρο που γίνεται µε ακραία σηµατοδότηση των ορίων και της σχέσης µεταξύ ζωής και θανάτου ή θανάτου και
ζωής. Με πρωταγωνιστή τη µοναδικότητα. Τον εαυτό του, όπως λένε.
Ξέρασµα όλων αυτών που έγιναν και (δυστυχώς) γίνονται σε ένα χώρο
που αποτελεί παράδειγµα προς αποφυγή. Προσθέτοντας για τους καυλιάρηδες και τον έρωτα, ή µάλλον την ερωτική διάθεση, που έχει την ευλυγισία και την ικανότητα να πηγαίνει παντού. Σαν το µαϊντανό.
Μ ε τ α φ ο ρ ά λοιπόν.
Ποιος µεταφέρει; "Εγώ".
Τι µεταφέρω; "Σκουπίδια".
Με τι τα µεταφέρω; "Με το κάρο µου".
Πού τα πηγαίνω; "Για πέταµα".
Πού τα πετάω; "Στην Κολοπετινίτσα*".
Γιατί το πετάω εκεί; "∆ιότι εκεί πέρα, στις συνοικίες των φτωχών
αρουραίων, είναι το πιο κατάλληλο έδαφος".
Τι τα κάνουν εκεί τα σκουπίδια; "∆ιαλύονται (εκτός των πλαστικών)
και µεταµορφώνονται σε κάτι άλλο,
στη ροή του φυσικού γίγνεσθαι".
Και οι φτωχοί τι φταίνε; "Τίποτα".
Τι τίποτα; "Τίποτα και όλα".
"Τίποτα και όλα".
"Ίσως να σαι από άλλη συνοικία".
Τότε γιατί δεν τα πετάς στην Κηφισιά** λόγου χάρη; "Γιατί οι κατέχοντες
τα ηνία ποτέ δεν µετεξελίσσονται, πάντα µένουν βάρβαροι και δολοφόνοι.
Και όλες τις υποτιθέµενες αλλαγές τις κάνουν για να δένουν καλύτερα εκεί
που είναι. Και µόλις θα τα δουν, µόλις θα τα µυρίσουν, θα κάνουν γενική
* Κολοπετινίτσα: Γεωγραφική περιοχή, που βρίσκεται στο νοτιότερο τµήµα της Ν.Α. Ευρπης.
Είναι µικρή σ' έκταση. Χρησιµοποιείται σαν κέντρο αναψυχής για τους παγκόσµιους
επιβήτορες, λόγω των πολλών νερών της.
** Κηφισιά: Περιοχή της Πρωτεύουσας της Κολοπετινίτσας που κατοικούν πλούσιοι
και απαγορεύεται η παρουσία φτωχών µετά τις 8 µ.µ.
22
επιστράτευση, θα χρησιµοποιήσουν και τις κατάλληλες πουστιές µε τους
πολιτικούς τους, ώστε αν δε µπορούν να τα χρησιµοποιήσουν προς όφελός
τους, να τα πετάξουν µακριά, πολύ µακριά, να αποµονώσουν και τη µυρουδιά τους, ώστε να µη φτάσει ποτέ και την πάρουν χαµπάρι οι φτωχοί
αρουραίοι της Κολοπετινίτσας".
Γιατί; "Νοµίζω πως δεν καταλαβαίνεις και καλά θα κάνεις να πάρεις τα χαµένα µάτια σου από 'δώ πάνω, γιατί αν δεν τυφλωθείς σίγουρα θα χαζέψεις µια και καλή".
Μην αµφιβάλλετε λοιπόν καθόλου, κάτοικοι της Κολοπετινίτσας, ακόµη κι
εσείς οι πιο γήινοι όπως σας έλεγα και παλιά, εσείς που "η ιδιώνυµη µορφή
αυτοπροστασίας" σάς δίνει το δικαίωµα να αµφιβάλλετε απέναντι σε κάθε
πράγµα που δεν ελέγχετε, πως θα τα κατανοήσετε όλα όσα µου ανέθεσε
το στρατιωτικό επιτελείο του εαυτού µου για να σας µεταφέρω.
Εξάλλου νοµίζω πως δε σας παίρνει και διαφορετικά. Γιατί αν υπάρχει µια
διέξοδος, βρίσκεται µονάχα στην κατανόηση και το ξεπέρασµα των αντιθέσεων µέσα στην Κολοπετινίτσα. Αν αµφιβάλλετε, νοµίζω πως είναι καλό
να φύγετε λίγο από τη συνήθειά σας και τότε τα ξαναλέµε. Αν και έτσι δε
γίνεται τίποτα, τότε είναι πια αργά για 'σάς. Και συνετό είναι να βάζετε στη
µπάντα ένα µατσάκι για την τελευταία σας µεταφορά, γιατί τα ταµεία του
∆ήµου µας αδυνατούν ν' ανταποκριθούν τώρα που η φιλελεύθερη προπαγάνδα στοιχίζει.
Όσον αφορά δε τα υπόλοιπα που δε λέγονται, γιατί προσβάλλονται και
είναι εύθραυστα στη µεταφορά τους (εύθραυστα βλέπετε, πολύ εύθραυστα) θα τα αφήσω εκεί που ανήκουν πια, στην παράδοση. Εξάλλου δεν
έχω και καµιά διάθεση να χάσω το µυστηριακό ερωτισµό που µε διακρίνει.
Αλλά να θυµάστε, γιατί εγώ δεν ξεχνώ, πως αν κρίνω σκόπιµη τη µεταφορά ακόµη και των πιο εύθραυστων κειµηλίων σας, θα την κάνω και σας
ειδοποιώ πως είµαι έτοιµος.
Εξάλλου φτωχός είµαι και έξυπνος. Ειδικά στο τελευταίο, πρυτάνευσα.
23
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
Πορεία της φωτιάς προς τη στάχτη
Σας προειδοποιώ για να σας προφυλάξω, που λένε και µερικοί κρυφογαµιάδες, πως είµαι παλιά "πουτάνα" και περπάτησα πολύ στους δρόµους του
ακτιβισµού. Πλανήθηκα ατέλειωτα χρόνια στους δρόµους της φρίκης και
της φτώχειας. Βρέθηκα µε πολλούς κολασµένους και στιγµατισµένους και
έγινα αξιωµατούχος από την επαφή µου µ' αυτούς που αποκαλούνται (από
αυτούς εδώ πέρα) "κοινωνικά ρεµάλια" ή ό,τι άλλο αξιοκαταφρόνητο χαρακτηρισµό δίνουν οι νταβατζήδες µας σε όλους αυτούς που δεν κάθονται
σαν κοτούλες.
Ένιωσα στο πετσί µου πως ψυχικές αρρώστιες δεν υπάρχουν. Κατάλαβα
µε πολύ µεγάλο προσωπικό κόστος, πως αυτούς που δε µπορούν ούτε να
σκοτώσουν ούτε να κυβερνήσουν, τους καταλογίζουν τρέλα. Μέσα 'κει,
σ' αυτό το λάκκο, τοποθετούνται µεταξύ των άλλων οι "εξτρεµιστές", οι
"µονοµανείς", οι "εγκληµατίες", οι διαφορετικοί, αυτοί που κοροϊδεύουν
ή αρνούνται το ρόλο που τους δίνουν. Ταξινοµούνται στον πίνακα ελέγχου
µε διάφορους χαρακτηρισµούς όλα αυτά τα "ατυχήµατα ταύτισης" και µεθοδεύεται η αποµάκρυνσή τους από το "υγιές" κοινωνικό σύνολο. Τους
βάζουν στην άκρη, να µαραίνονται για να πειραµατίζονται και να παραδειγµατίζονται. Να πειραµατίζονται διάφοροι τεχνικοί της εξουσίας. Να
παραδειγµατίζονται οι άλλοι, που θρασύτατα ώρες-ώρες, διεκδικούν τον
αυτοκαθορισµό τους στο πέρασµά τους από αυτό που λέγεται ζωή.
Είµαι µάχιµος σα χαρακτήρας. Ξέρω όµως και τη µαταιότητα της µάχης.
Ξέρω πως σε αυτήν τη σύφιλη που βρισκόµαστε δεν γίνεται να είναι κάτι
"υγιές", παρά µονάχα ο πόλεµος. Πολεµάω για να κατακτήσω. Μόλις κατακτήσω συνήθως φεύγω. Αν χαρακτηριστώ πνευµατικός Ιµπεριαλιστής,
παίρνω αµέσως θέση Πατριάρχη. Αποφεύγω να κάνω υλική χρήση των
κατακτήσεών µου. Αλλά ξέρω και να χάνω, µε κάθε συνέπεια που έχει µια
τέτοια αντίληψη και συµπεριφορά.
Ήθελα να 'µουν τύπος ισορροπηµένος, αλλά βγήκα ανισόρροπος. ∆ιακρίνοµαι για τις πολλές µου αδυναµίες, τις αποκαλώ πάθη, τους δίνω και κανένα θεωρητικό υπόβαθρο, όταν τα πράγµατα δυσκολεύουν πολύ.
Αλλά είπα, ξέρω και να χάνω. Συνήθως αποφεύγω το παιχνίδι (από την
πολλή µου αγάπη γι' αυτό), όταν όµως κάτι τέτοιο δε γίνεται, παίζω και τα
24
ρέστα µου. Κι αν δεν έχω καλό χαρτί, µπλοφάρω. Αν η µπλόφα δε στηθεί
καλά, αν δε πιάσει, πουλάω και λίγο τρέλα και ξεχνιέµαι.
Νοµίζω πως τώρα που ησυχάζετε σιγά-σιγά, κάτι αρχίζω να σας θυµίζω, άνθρωποι της ταύτισης. Έτσι δεν είναι; Νοµίζω πως σας θυµίζω κάτι από 'σάς,
που άλλοι θέλετε να το ξεχνάτε και άλλοι βγάζετε απ' αυτό µεροκάµατο.
Κάτι αρχίζω να σας θυµίζω το βράδυ αυτό που µόνοι σας καθώς πλαγιάζετε γυµνοί, µ' ένα κεφάλι γεµάτο σκατά και απροστάτευτοι, νιώθετε πως
δεν είστε τίποτα και Υποφέρετε, όσοι από 'σάς διατηρήσατε λίγες ευαισθησίες, γιατί ο αληθινός σας πόνος είναι η Μοναξιά σας. Κάτι αρχίζω να
σας θυµίζω σ' εσάς που κεντάτε την ιδιοµορφία σας µ' ένα τρόπο που η
τελειοποίησή της είναι η επιτήδευση· που διαλέγετε πάντα την διάσταση,
το περιθώριο, αναγκάζοντας τους άλλους να σας δηµιουργούν µε την άρνηση των αξιών τους. Σ' εσάς που η λήθη πρυτανεύει και παίζετε την ζωή
που δε µπορείτε να ζήσετε. Σ' εσάς τους "αισθητικώς παράξενους" και αρνητές, αµφισβητίες του κώλου, που το καθήκον σάς τοποθετεί στην αντιπολίτευση της κάθε στιγµής. Κάτι αρχίζω να σας θυµίζω σ' εσάς που
άστατοι σαν άτοµα µε χαµένο κάθε κανόνα (όπως λέτε) προσπαθείτε εναγωνίως να επιβάλλετε τη "συνέπεια της προσωπικότητάς σας". Σ' εσάς που
προσωπικότητα προϋποθέτει κοινό. Σ' εσάς που δεν µπορείτε να βεβαιωθείτε για την ύπαρξή σας αν δεν την βρίσκετε στα πρόσωπα των άλλων.
Σ' εσάς που πρέπει να διεγείρετε ασταµάτητα και "κατά συρροή" για να
υπάρχετε. Σ' εσάς που κατάκτηση είναι ένας απόλυτος και παρηγορητικός
µύθος. Σ' εσάς που οµολογείτε στις πιο απόκρυφες στιγµές σας πως νοσταλγείτε να υπηρετείτε µια θρησκεία ή µια Ηθική και κρυφοποθείτε να γίνετε υποτακτικοί σε αυτούς που θαυµάζετε και σας ταΐζουν.
Σ' εσάς που ζητάτε προστασία και αποκούµπι από µια καθιερωµένη αυθεντία, µιλώ τώρα. Σ' εσάς τους πολλούς.
Απόψε λοιπόν, που δε συµβαίνει τίποτα και ούτε πρόκειται να συµβεί, µετά
από µήνες (µπορεί και να 'ναι χρόνια) µε σκέψεις συγκρουόµενες, µπερδεµένες, κοµµατιασµένες και πολλές φορές άσκοπες, ανόητες και µοιραίες,
αποφάσισα να επιστρέψω. Να επιστρέψω σα φάντασµα σε µια ερειπωµένη
και παραµορφωµένη πόλη. Σα φάντασµα θα πλανηθώ κάνοντας, δε ξέρω
αλήθεια τι. Ίσως κάνω την αναπαράσταση της ζωής µου και αυτών των
εξαίρετων που έτυχε να ζήσουµε µαζί. Ίσως...
25
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
Και τους είπα πως δε θέλω πρόωρες εξυπνάδες, γιατί φάντασµα είµαι. ΤΙΠΟΤΑ άλλο. Θα στείλω κήρυκα αγγελιοφόρο να σαλπίσει την επιστροφή
µου, ώστε να µην τροµάζουν τα ριζωµένα φαντάσµατα (που παρανοηµένα
τα περισσότερα απ' αυτά νοµίζουν πως ελέγχουνε την πόλη) και αναστατωθούν µε την επιστροφή µου. Να µη θορυβηθούν λοιπόν οι κάτοικοι
αυτής της πόλης που εύστοχος θα ήταν γι' αυτούς ο χαρακτηρισµός του
"κοινού τύπου τροµοκράτη", που θα θυµηθούν πως κάποτε είχαν προγόνους ανθρώπους µε δυνατά µυαλά και όµορφους σαν αγέρες.
Ας µη θορυβηθούν λοιπόν όλοι αυτοί που µου 'χουν ανοίξει το λάκκο µου
εδώ και πολλά χρόνια και που βαφτίζονται άλλοτε φίλοι και άλλοτε εχθροί.
Ας µη θορυβηθούν όλοι αυτοί που θέλουν να ξεχνούν.
Ας µη θορυβηθεί το πλήθος που θα ήθελε να µη µε είχε γνωρίσει, ούτε σα
ρόλο. Ας µη θορυβηθεί κανείς από την επιστροφή µου. Περαστικός είµαι
(όπως η ζωή) και δε θα σας ενοχλήσω στο έργο ζωής που φτιάχνετε. Εξάλλου, νοµίζω πως δε µ' ενδιαφέρουν οι µάρτυρες κάποιας υπόθεσης, αλλά
και ούτε και οι υπόλοιποι πιστοί τους.
Απόψε λοιπόν, αόρατος καθώς είµαι γιατί δε µε προσέχει κανείς, γλιστράω
ανάλαφρα και κάνοντας χρήση αυτής της δυνατότητας, επιστρέφω.
Σ' αυτήν τη ξεσκισµένη πόλη έχω χρέη, θλίψη και θυµό...
Μόλις νυχτώσει, θα µπω στην πόλη από την πόρτα των παρασκηνίων της.
Από 'κεί εξάλλου έφυγα πριν από αµέτρητο χρόνο. Κατευθείαν θα πάω να
χαιρετήσω τους φίλους µου που τόσο αγάπησα και που τόσο µ' αγάπησαν.
Θα τους κάνω άπειρες γκριµάτσες για να γελάσουν ή να χαµογελάσουν τα
όµορφα και πονεµένα µάτια τους. Θα ανοίξω ένα από τα δυο σακουλάκια
µου και ανοίγοντάς το, θα τους χαρίσω µαζεµένες όλες τις µυρουδιές των
αγριολούλουδων µαζί µε εκείνο το µικρούλικο κουτάκι που µέσα του έχει
κάτι που µόνο αυτοί ξέρουν τι είναι και που είναι φτιαγµένο από την "κλωστή του φιλιού", που δίνει ο αετός στο ταίρι του όταν αυτό γεννάει.
Ύστερα θα καθησυχάσω τους κοµπάρσους αυτής της ζωής που θα αναστατωθούν από την επιστροφή µου. Θα αποφύγω τη διερευνητικότητα της
µατιάς των νέων. Θα κάνω µια µεγάλη βόλτα στους διαδρόµους αναµονής. Ύστερα θα µπω στο καµαρίνι µου, στην τόσο γνωστή κόλασή µου. Γεµάτο θα 'ναι από του χρόνου την απόσταση.
26
Σας υπόσχοµαι πως δε θα µακιγιαριστώ. Χωρίς σκιές. Ούτε τα ρούχα µου
καν θ' αλλάξω. Μονάχα θα µαζέψω όλα εκείνα τα πράγµατα που συµβόλιζαν κάποτε τους ρόλους και τις σκοπιµότητες που απαιτούσαν η σκηνή
και το κοινό. Θα τα µαζέψω καθώς θα 'ναι σκόρπια σ' ένα µπόγο και θα
τα κλειδώσω στη ντουλάπα. Για να τα κάψω ύστερα.
Ύστερα, µ' αυτά τα µάτια -τα δικά µου- θα κοιταχτώ στον καθρέφτη µου
για να δω, ίσως για τελευταία φορά, στο πρόσωπό µου µιαν ολόκληρη
ιστορία. Τη δική µου. Θα ξεροκαταπιώ το φλέµµα που έπρεπε να φτύσω
και µ' ένα σφίξιµο στην καρδιά µου, που θα συνοδεύεται µ' αυτή την παράξενη αίσθηση του "ξεπεράσµατος", θα βγω στη σκηνή. Μ' αυτή την πείρα
που απόχτησα στα δύσκολα εκείνα χρόνια της αυτοπειθαρχίας καθοδηγηµένος από την πείρα του Ζεαµί*, θα βρω το σηµείο ισορροπίας µου, θα
αποστασιοποιηθώ από το περιβάλλον µου και θα τα ρίξω.
Θα 'ναι πια η τελευταία µου παράσταση. Θα παίξω τον πιο δύσκολο ρόλο
που γνώρισα στη ζωή µου. Τον εαυτό µου.
Ύστερα, θα υποκλιθώ µε σεµνότητα και µε µάτια να κλαίνε µπροστά σ' ένα
κοινό που δεν υπάρχει, θα αποχωρήσω µια κι έξω. Μόνος όπως ήρθα.
Ίσως σταµατήσω για λίγο πριν φύγω, έτσι στα πεταχτά, σ' αυτούς που µε
πόνεσαν και τους πόνεσα, σ' αυτούς που µε έκαναν και τους έκανα κάποτε
να χαρούν. Να τους πω ακόµη και την τελευταία στιγµή πως, πού ξέρεις,
ίσως και να ήµουν κανένας φασουλής. Ένας άχρηστος και περιττός γι' αυτούς. Να τους υπενθυµίσω πως όπου πήγαινα (χωρίς πρόθεση), τα 'κανα
σκατά. Στάχτη. Και να τους ευχαριστήσω για την αγάπη τους και την πίστη
τους να µην πιστεύουν και να µη µ' αγαπήσουν ποτέ. Εξάλλου αν γνώρισα
πιστούς στη ζωή µου ήταν µόνο οι άπιστοι. Και να τους δώσω και την ερµηνεία που πάντα µου ζητάγανε: Πως τα σπάνια λουλούδια είναι πάντα
εποχιακά, το άρωµά τους µεθάει, αλλά ζουν πολύ λίγο.
Άσχετα αν εµένα µου άρεσαν πάντα οι κάκτοι.
Γι' αυτό λοιπόν θα µε διαβάσετε. Γι' αυτό θα ενδιαφέρεστε πάντα για
'µένα. Όχι γιατί σας έπιασε ο πόνος για 'µένα, θλιβεροί άνθρωποι, αλλά
γιατί ενδιαφέρεστε για τα τοµάρια σας και µόνο γι' αυτά. Γιατί ξέρετε πως
* Ζεαµί: Κορυφαίος εκπρόσωπος του Ιαπωνικού Θεάτρου ΝΟ που η ακµή του τοποθετείται
χρονολογικά στην περίοδο της δυναστείας Ασικάγια (1336-1573).
27
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
είµαι καµωµένος από 'σάς. Το να αγαπάς κάτι που δε θα δεις για δεύτερη
φορά, είναι έρωτας µέσα στη φωτιά για να επακολουθήσει η κραυγή του
τέλους.
Γι' αυτό σου το ξαναλέω, µη βιαστείς να µε χαρακτηρίσεις στα "γρήγορά"
γιατί θα την πάθεις σαν κι αυτούς που ανοίγανε λάκκο για τους άλλους κι
έπεσαν µέσα.
Γι' αυτό µη βιαστείς να µε πεις µελόδραµα της δεκαετίας µου, γιατί πάλι
δίπλα θα 'σαι. Κατάλαβες;
Αν όχι, θα σας τα πω κι αλλιώς.
Τον τελευταίο καιρό που τύχαινε να τον βλέπω, ήταν πια εθισµένος να
συντροφεύει τη µοναξιά του µε σκέψεις και συνοµιλίες, µε πρόσωπα και
γεγονότα που είχαν πια γίνει Ιστορία. Αποτραβηγµένος από αυτό που, αποκαλείται ∆ηµόσια ζωή, αηδιασµένος απ' αυτό που αποκαλείται πολιτική έκφραση κοινωνικών συγκροτήσεων, µε συνολικό τις περισσότερες φορές
έλεγχο της κατάστασής του, αδυνατούσε, παρ' όλη την εµπειρία του, να
κατανοήσει κάτι που γνώριζε βαθιά και από πολύ κοντά. Πως τα πάντα
στην ζωή γεννιούνται, ανθίζουν και πεθαίνουν.
Κατακυριευµένος τον τελευταίο καιρό µονάχα από µια ανείπωτη αηδία για
ένα κόσµο που τον κατοικούν το µίσος και το ψέµα και που η αγάπη είναι
υπόθεση τρελών, οδηγήθηκε να τελειώσει τις µέρες του σ' αυτό εδώ το
σηµείο.
Αν και άνθρωπος ρεαλιστής µε υλιστικές αντιλήψεις και ερµηνείες για την
Ιστορία και το ανθρώπινο είδος, αρνιόταν να δεχθεί πως υπάρχει θάνατος. Πως σε όλες τις εκδηλώσεις στο "φυσικό γίγνεσθαι", υπάρχει τέλος.
Καµιά φορά στις εξαιρετικές του στιγµές που τις χάριζε µονάχα εκεί που
ήθελε, µε 'κείνο το πάθος που τον χαρακτήριζε, "παραληρώντας", έλεγε
τον εαυτό του αγιάτρευτο µαλάκα, καταδικασµένο να ζει µόνος του. Σε
ξένους, σε ανθρώπους που δεν είχε εµπιστοσύνη, έλεγε πως παρακολούθησε δύο χρόνια µαθήµατα µαλακίας σε επιφανείς ευρωπαίους καθηγητές
της ψυχο-παθολογίας. Γρήγορα όµως, µε την ευκινησία που τον διέκρινε,
πέρναγε στην επίθεση διευκρινίζοντας τι εννοεί. Πάντα φοβούµενος ότι ο
άλλος καταλαβαίνει ό,τι θέλει να καταλάβει και ότι τον χρησιµοποιεί σα
στοιχείο µέσα στην δικιά του σύνθεση.
28
Απογυµνωµένος από κάθε µύθο και κάθε προκατάληψη για αυτό που είναι
και κάνει, θεωρούσε τον εαυτό του εξουσιαστή όταν είχε να κάνει µε θέµατα εξουσίας. Ήταν επιθετικός άνθρώπος, αν και πολλές φορές διακρίθηκε για τις ικανότητές του σαν τερµατοφύλακας. Όταν δεν είχε µε κάτι
να µαλώσει -αν και κάτι πάντα έβρισκε να µανουριάζει- τα 'βαζε µε το γαµηµένο κελί, όπως αποκαλούσε, το σπίτι του. Άλλοτε πάλι έσκιζε τα σεντόνια του, λέρωνε τα ρούχα του και µετά έβρισκε και ζοχαδιαζότανε. Ήταν
συνήθως τακτικός, όταν έφτιαχνε κάτι χαλούσε άλλα δέκα.
Του άρεσε το ωραίο και προσεγµένο ντύσιµο, κυρίως απάνω στους άλλους, γιατί του δηµιουργούσε την τάση να τα σκίζει.
Πάντα έλαµπε σαν αστέρι. Σπάζαν κόκαλο κι αυτές οι απολογίες του στα
δικαστήρια. Πού µπορούν αλήθεια να χωρέσουν οι επικοί του λόγοι περί
∆ικαίου, που ανέπτυσσε στο µυαλό του κάθε φορά που νόµιζε πως τον
έπιαναν και τον έσερναν για δίκη. Με τι έντεχνη αριστοκρατικότητα, χωρίς
πανεπιστηµιακή γνώση, χρησιµοποιούσε τον δικονοµικό λόγο. Πόσο
όµορφα στιγµάτιζε, εντόπιζε τα κενά των κατηγορητηρίων και µε τι µεταποιητική ικανότητα τα γύρναγε όλα υπέρ των φτωχών κι αδυνάτων. Αλήθεια πώς έκανε την τούµπα και έβγαζε ένοχους τους κριτές του, παρ' ότι
δεν ήταν τέτοιων αντιλήψεων. ∆άκρυζε όταν ανέβαινε στο τραπέζι του σπιτιού του µε ένα φάκελο γεµάτο δικογραφίες κάτω από την µασχάλη, συνοδεία µπλοκ γεµάτο σηµειώσεις κλπ. Μέχρι και ο Εισαγγελέας, ο Γενικός
Εισαγγελέας, του έβγαζε το καπέλο στις γεµάτες από σκοπιµότητα αντιλήψεις του, πως η ∆ικαιοσύνη είναι απάτη ενάντια στην ιστορική τάξη της
Κολοπετινίτσας.
∆ρόµους ατέλειωτους βάδιζε µε γεµάτα τα µάτια του από δάκρυα, διευκρινίζοντας στους ανθρώπους του και πολεµώντας τους εχθρούς του.
Ακόµη και στο εδώλιο όταν τον έβαλαν µια από τις φορές που τον µπουζουριάσανε για "άσεµνο λόγο", σπάσανε τα κόκαλα των παρευρισκοµένων. Αυτόπτης µάρτυς ήµουν τότε, όταν το ποίηµα του έφτασε στη µέση,
ο Χριστός στο κάδρο πάνω από τον πρόεδρο γύρισε από την ανάποδη, ο
εισαγγελέας µεταµορφώθηκε σε ένοχο µε µάτια που ζήταγαν επιείκεια, οι
δικαστές συνένοχοι και τα χέρια της γραµµατέως κοκάλωσαν. Οι συνήγοροι κοίταζαν βιαστικά µες στο σακάκι τους αν υπήρχε κανένα τελευταίο
τάλιρο για εισιτήριο. Και τότε, αξέχαστο θα µου µείνει, η βροντερή φωνή
29
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
του, ξεκάθαρη και που µέσα της καθρεφτιζότανε όλη η αξία του ανθρώπου:
"Όχι κύριοι, µη ζητάτε να γίνουµε οι δικαστές σας. ∆εν κρίνουµε το κακό
και το καλό, το δίκιο και το άδικο. ∆εν απονέµουµε δικαιοσύνη, αλλά την
καταργούµε προς όφελος της κοινωνικής ισορροπίας των ελεύθερων επαφών". Τέζα οι παρευρισκόµενοι ∆ώσ' του τότε νοσοκοµειακά και νοσοκόµοι. Ποιόν να πρωτοµαζέψουν. Και αφού όλα είχαν διαλυθεί, αυτός εκεί
πέρα στο πόστο του συνεχίζει και τα λέει. Τι να πρωτοθυµηθώ; Τι;
Νοµίζω πως ό,τι και να γράψω για ένα τέτοιο άνθρωπο, πάντα έχω την
αίσθηση πως δεν έχω να πω τίποτα και συγχρόνως τόσα πολλά που, δεν
θα φτάνανε να χωρέσουν ούτε στην Εθνική Βιβλιοθήκη.
Μου 'πεσε εµένα ο κλήρος, να προλογίσω κάτι που στην ουσία τώρα δεν
υπάρχει. Ένα φάντασµα και αλήθεια νιώθω αµήχανος αυτή την στιγµή,
όταν ξέρω πως αυτό το φάντασµα είναι ο συγκεκριµένος.
∆ε λέω πως µε διάλεξαν τυχαία, µέσα σε τόσους ικανούς νεκρολόγους της
Αθήνας, για να πω τον επικήδειο του. Χρόνια τώρα, και ειδικότερα τα τελευταία χρόνια, το τι λόγο έχω βγάλει δεν είναι δυνατό να ειπωθεί. Χαρακτηριστικά για λόγους και µόνο ιστορικούς, σας λέω, πως τις µοναδικές
φορές που χτυπάει το τηλέφωνό µου είναι για να µου αναγγείλει κάποιος,
πως ο τάδε ή η τάδε θα βρίσκεται στο δεύτερο ή στο τρίτο νεκροταφείο
(συνήθως, ξέρετε στο πρώτο είναι λίγο ακριβό και αποφεύγεται). Και σε
ποια επιφανή προσωπικότητα δεν τα 'πα. Σε τόσους και τόσους, µέχρι σε
σηµείο που τσάκωνα τον εαυτό µου να τα λέω και σε ανθρώπους που
ακόµα ζουν. Και έπ' ευκαιρία θα σας πω και ένα παράπονό µου. Φράγκα η
υπόθεση δεν έχει. Μόνο µπράβο, χειροκροτήµατα και λίγα κολλυβάκια
µαζί µε κανένα ψωµάκι και, πού και πού, κανένα πουλοβεράκι ή µπουφανάκι αν ο µακαρίτης ήταν στα µέτρα µου. Και φυσικά (θα 'ταν παράλειψη
βασική να µην αναφέρω το όνοµα) αυτό το όνοµα µας έφαγε εµάς τους
νεκρολόγους.
Οφείλω όµως να αναγνωρίσω πως µε αυτόν τον άνθρωπο, που τύχαινε
κιόλας να γνωριζόµαστε προσωπικώς (γνωριστήκαµε εκείνα τα δύσκολα
χρόνια που ξεκίναγε η ζωή µας στο σωµατείο κορακίων του πρώτου νεκροταφείου) όταν είχε έρθει µαζί µε τέσσερις φίλους του να πιάσουν δουλειά στο νεοσύστατο τότε σωµατείο νεκροποµπών. ∆εν τους δώσανε
όµως γιατί οι άλλοι τρεις ήταν ψηλοί και αυτός κοντός και καταλαβαίνετε
30
τι θα γινόταν στην µεταφορά του µακαρίτη. Σβέλτοι αυτοί όµως οργανώθηκαν και παίρνοντας ο ένας ένα µέτρο, ο άλλος δείγµατα ξύλου σουηδικού, ο τρίτος ένα γκασµά και ο τέταρτος ένα φτυάρι, χτυπούσαν τις πόρτες
και ρωτούσαν αν πρόκειται κανένας ή καµιά να πάει για το διάολο και αγωνιστήκαµε µεγάλο χρονικά διάστηµα µαζί, στο κίνηµα της εποχής εκείνης,
για την αύξηση των νεκροταφείων µέσα σε κατοικήσιµες περιοχές.
Ειλικρινά, αν και το στοµατάκι µου πάει ροδάνι σε τέτοιες καταστάσεις,
δυσκολεύοµαι να συνεχίσω.
Υπήρξε από τους πιο ζωντανούς ανθρώπους που γνώρισα ποτέ µου.
Από τους πιο σαλταρισµένους και σαλταδόρους της εποχής. Με φοβερή
ετοιµότητα σ' όλα. Να σκεφθείτε µόνο τούτο: πως έτσι και έβλεπε γυναίκα
που να του άρεσε, και ειδικότερα αν φόραγε µαύρα, σαν αίλουρος πεταγότανε στην πιο κοντινή τουαλέτα και γρήγορα ερχότανε πίσω, στεγνός
και ξεκάθαρος. Ούτε καν το έιτζ φοβόταν. Είχε, σας το επαναλαµβάνω,
απόψεις προωθηµένες. ∆υνατές απόψεις για την ζωή.
Μια ζωντάνια που υπήρξε σε διαστάσεις, που η πείρα µου δεν θα µπορούσε να τη χαρακτηρίσει ούτε µεταρρυθµιστική, ούτε επαναστατική, ούτε
δε ξέρω γω τι. Αλλά νοµίζω πως έχω κάθε δικαίωµα να υποστηρίξω, µέχρι
να κλείσουν και τα δικά µου µάτια, πως υπήρξε µοναδικός. Και από αυτό
ορµώµενος και ζώντας έτσι όπως έζησε, συγκαταλέγεται από τους λίγους
µέσα στους λίγους.
Γι' αυτό και υψωνότανε µε µια φυσική µεγαλοπρέπεια πάνω από το αναγκαίο, αγγίζοντας το εφικτό της επιθυµίας του, πάντα µε µια απορία στο
πρόσωπό του, στην εκφραστικότητά του για τους άλλους, τους περισσότερους άλλους, που έλεγε πως δεν καταλαβαίνει γιατί ζουν αφού και ζωντανοί που είναι σαν πεθαµένοι κινούνται.
Τι ήταν λοιπόν αυτή η φιγούρα που έζησε έντονα και πέθανε νέος; Τι ήταν
λοιπόν αυτός, που αγαπήθηκε και µισήθηκε από τους ίδιους ανθρώπους;
Τι ήταν λοιπόν αυτό το µούτρο που τόσο πολύ καταδιώχτηκε; Τι σόι µπάσταρδος ήταν;
Ειλικρινά, δεν ξέρω να απαντήσω.
Αυτοεξόριστος στο δικό του βασίλειο τα τελευταία χρόνια, αηδιασµένος
γι' αυτό που αποκαλείται ανθρώπινο, πικραµένος µα και υπερήφανος, τολ31
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
µούσε σαν ύστατη προσπάθεια λίγο πριν φύγει και χαθεί, να ερµηνεύσει
κάτι που, όπως έλεγε, δεν έχει κανένα νόηµα.
Τι είναι λοιπόν όλα αυτά που µας άφησε παρά µερικά δείγµατα από τα χρόνια κάποιας ύπαρξης που αντιστάθηκε µε κάθε τρόπο, φθάνοντας µέχρι το
κόκαλο των γεγονότων, µέχρι τις πύλες του ψυχιατρείου, µέχρι το τέλος,
µπαίνοντας βαθιά µέσα στο βάθος αυτής της εποχής, της εποχής του.
Εποχή της µεγάλης καχυποψίας, της απροσδιόριστης παράνοιας και της κυριαρχίας της αδιαφορίας, καθώς έλεγε.
Τι είναι όλα αυτά λοιπόν, παρά αντίσταση θανάτου κάποιας ύπαρξης που
άντεξε υποµονετικά και περήφανα ένα σύνολο διαφορετικών και µακρόχρονων πιέσεων, µε µια αδιάκριτη σκληρότητα, αυστηρότητα, ψυχρός σα
δείγµα τρυφερότητας, µα και αµετανόητος στις επιλογές ζωής που 'χε κάνει
Επιλογές δίχως ελπίδα.
Προσπάθησε πολλές φορές να ξαναβρεθεί µε ανθρώπους, αλλά ο κόπος
πια µάταιος. ∆εν του έλεγαν τίποτα οι µουτσούνες που τον περιτριγύριζαν.
Καταγράφηκε µέσα του µια για πάντα η αιώνια θλίψη, εκείνη η θλίψη που
'χουν αυτοί που ξέρουν. Όπου και να πας τη θλίψη σου θα κουβαλάς, συνήθιζε να λέει χαµογελώντας και βεβαίωνε πως αυτό πια είχε χαθεί. Η εµπιστοσύνη στη ζωή είχε πια χαθεί, αυτή η ίδια κατάντησε µέσα του ένα
µεγάλο πρόβληµα.
Αισθάνοµαι φρικτά από αυτήν εδω την θέση του ορθολογικά σκοταδιστή
να συνεχίσω. Πιστεύω, αν µπορώ να πω έτσι, πως τιµάς τον εαυτό σου
(πολεµώντας όλους αυτούς που σε περιτριγυρίζουν σα µέλισσες για να
σου ξεζουµίσουν τη γύρη σου και δεν έχουν άλλη σκοπιµότητα παρά να
µπεις στην υπηρεσία τους, στη δούλεψή τους) διεκδικώντας το δικαίωµα
να είσαι εσύ µοναδικός και ιδιαίτερος σε µια συλλογικότητα που συνθέτει
τέτοιες προσωπικότητες. Το αν είναι ή όχι τέτοιες µοναδικότητες επαναστατικές, εξεγερσιακές, φορείς άλλων αντιλήψεων και κινητήριες δυνάµεις
ποιοτικών µετεξελίξεων των ανθρώπινων σχέσεων, θα το κρίνει η Ιστορία
που γράφεται κάθε στιγµή της καθηµερινής ζωής απ' αυτούς που τα κτήνη
που κυβερνούν αποκαλούν κολασµένους.
Χαίροµαι για αυτόν τον άνθρωπο, γιατί δεν θα γίνει από κανέναν, αντικείµενο χρήσης µικροπολιτικών σκοπιµοτήτων. ∆ε θα γίνει σύµβολο κα32
µιάς υπόθεσης. Ούτε ο θάνατός του θα 'χει το βάρος κανενός βουνού.
Ανήκε στον εαυτό του και εκεί έζησε και εκεί πέθανε. Με µοναδικό κίνητρο
και σκοπιµότητα την υπέρβαση αυτού που του µάθανε πως είναι. Ήθελε να
'ναι Άρχοντας σε µια κοινότητα Ανθρώπων χωρίς υποτακτικούς. Ίσως
κάθε άλλος δρόµος µάς επαναλαµβάνει, ενάντιά µας και προς όφελός
τους.
Σκατά στο λάκκο του λοιπόν. Όπως το 'θελε.
Ο τρόµος αυτής της κατάστασής µου, ενός νεκροκρέβατου που θα ξυπνούσα για να βρεθώ να βασανίζοµαι από φλόγες και ερινύες, ήταν φοβερός. Πηχτό σκοτάδι χωρίς κανένα φως, χωρίς κανένα ίχνος φωτός σαν
κίνητρο προσανατολισµού. Ατελείωτα ταξίδια µες στο σκοτάδι χωρίς
σκοπό, µάταια. Προχωρούσα ατελείωτο χρόνο και πάντα να νιώθω πως
βρίσκοµαι στο ίδιο σηµείο. Μάταια προσπαθούσα να βάλω σε τάξη τις παράξενες εικόνες που περνούσαν µπερδεµένες µπροστά στα µάτια µου.
Όταν δοκίµαζα να ανασηκωθώ, µια ζαλάδα µ' ανακάτωνε. Όλα έµοιαζαν
γύρω µου να περιστρέφονται µε ιλιγγιώδη ταχύτητα και ξανάπεφτα καταγής. Άλλοτε κοίταζα γύρω µου κι έβλεπα ανθρώπους κοκαλωµένος σε ένα
στυλ ο καθένας να 'χει µαρµαρώσει, λεωφορεία να τσακώνονται, αυτοκίνητα να ανταγωνίζονται στην πρωτιά, πολυκατοικίες να γέρνει η µια στην
άλλη και να φιλιούνται, δέντρα να χορεύουν, λουλούδια να τραγουδούν
και ο ουρανός µια απέραντη θάλασσα πάνω από το κεφάλι µου. Έτρεχα
αµέσως κι έριχνα κρύο νερό στο κεφάλι µου, για να πιστοποιήσω σε λίγο
πως ήτανε χώµα. Πρωινή καθηµερινή µου εργασία ήταν να παίρνω ένα
µυστρί και να κλείνω τις τρύπες που άνοιγαν το βράδυ οι σκορπιοί και οι
αρουραίοι. Και αυτές τις νύχτες ο παραλογισµός συνέχιζε να αγρυπνά.
Απουσία κάθε λογικής, ήταν το αποφασιστικό σηµείο.
Άλλοτε πάλι άνοιγα την πόρτα κι έβγαινα έξω, καθοδηγούµενος από κάτι
που δε γνώριζα, παρά ένιωθα να υπακούω σε µια εντολή που τη δεχόµουν
µε την µορφή ηλεκτρικού ρεύµατος στο νευρικό µου σύστηµα. Προχωρούσα ώρες ατελείωτες και όταν γυρνούσα πίσω -γιατί όλοι οι δρόµοι
οδηγούν σπίτι- νόµιζα πως δεν είχα πάει πουθενά και αισθανόµουν ένα
σφίξιµο από το ότι δεν βγήκα έξω. Και αυτό το καταραµένο Να! να! να!
να! τότε (µα ευεργετικό τώρα) να µε συνοδεύει σε κάθε µου βήµα. Αυτός
ο ήχος, µου 'µεινε για τα καλά µέσα στο κεφάλι µου και είναι συνοδευτικός
33
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
από την συνοδεία στον άνθρωπο που τον πάνε για κάψιµο στον Γάγγη. Κι
αυτή η αλησµόνητη µελωδία να µε ακολουθεί παντού. Ύστερα σαν καπάκι,
να µου 'ρχονται οι µυρουδιές του καψίµατος των νεκρών µε τις συνοδευτικές εικόνες ενός µυαλού ποτισµένου µε όπιο.
Άλλοτε πάλι τα πράγµατα στο σπίτι µου µεταµορφώνονταν. Έπαιρναν
µορφή ανάλογη της εποχής που τοποθετούσα τον εαυτό µου. Ερµηνείες
πολυδιάστατες, που εξηγούσαν σε µια αξονική πορεία πως η εξουσία πάντα
βασανίζει. Και πάντα το σόι µου την πληρώνει. Σε όποια εποχή και να πήγαινα, όλο µε τη φρίκη και το θάνατο συναντιόµουν. Γενικά νοσοκοµεία,
λεπροκοµεία, κελιά κάτω από τάφους. Κτηνώδη βασανιστήρια και φρικαλέοι θάνατοι. Έβαζα τα γέλια σα νόµιζα πως είµαι αιρετικός και πως µε
ανακάλυψε ο Μέγα-Ιεροεξεταστής. Σηκωνόµουν και ήµουν πεσµένος. Έπεφτα και νόµιζα πως σηκωνόµουν. Ήµουν ακίνητος και περπατούσα, περπατούσα και κώλωνα σα στήλη άλατος.
Ύστερα το 'ριξα λίγο στο διάβασµα. ∆εν καταλάβαινα τίποτα. ∆ιάβαζα
ώρες ατελείωτες και όταν ρώταγα τον εαυτό µου τι διάβαζα, δεν είχα ιδέα.
Ξαναθυµήθηκα πόσο καλός µαθητής ήµουν.
Τα 'βαζα µε όλους. Κάθε µέρα τσακωνόµουν και µε ένα φανταστικό στη
στιγµή, υπαρκτό όµως πρόσωπο. Λίγες φορές ξέφευγα και τα 'λεγα και µε
κανένα νεκρό. Το ποτήρι είχε ξεχειλίσει. Είχα πια δεχτεί πως δεν καταλαβαίνω τίποτα. Μεγάλη παρένθεση στην "αρρώστια µου" ήταν το δίµηνο
του επαναστάτη, που νόµιζα πως ήµουν ο Μωυσής που οδηγεί το λαό του
σε έξοδο. Ήµουν ένας γοητευτικός σύγχρονος απελευθερωτής των πιο
απόκρυφων επιθυµιών. Εγώ που θα δείξω αυτό που οι άλλοι δε βλέπουν.
Ένας προφήτης απαραίτητος για το ανθρώπινο γένος.
Πού να βρεις αυτές τις λέξεις τις βρωµιάρες, για να τις αγκαρέψεις για να
µεταφέρουν έστω και το ελάχιστο από αυτά τα τρεµουλιάσµατα; Πού να
βρεις αυτές τις λέξεις για να αποτυπώσουν αυτά τα αγκυλώµατα του κορµιού σου; Ακόµη και κινέζος να 'µουν, µε δυνατότητα καλλιγραφίας και
γνώση ιδεογραµµάτων, πάλι τα µισά θα κατάφερνα και αν.
Από παντού, απ' όλες τις καβάτζες που 'χα και µπορούσα να πιαστώ, µε
είχαν και τις είχα εγκαταλείψει. Εγκατάλειψη κάθε ίχνους ατοµικής θέλησης.
∆εν είχα θέληση και να πεις πως είχα επιλέξει κανένα βράχµα έχει καλώς,
µα εγώ µόλις µου πέρναγαν τέτοιες σκέψεις διπλασιάζονταν οι κρίσεις.
34
Μια-δυο φορές, φτασµένος πια, ξεχύθηκα και πήγα σε ανθρώπους. είχα
φοβερή την ανάγκη από κανέναν άνθρωπο. Είπα να σπάσω λίγο την αποµόνωση. Πήγα και επέστρεψα µε χίλια στα χάλια µου. Έξω στους άλλους
χειρότερος θάνατος, πιο αργός και βασανιστικός. Και δεν τα 'λεγαν οι περισσότεροι τα πράγµατα όπως ήταν, αλλά τα στόλιζαν µε µπούρδες. Υπήρχαν όµως και έντιµοι και ειλικρινείς που το µοναδικό που λέγαµε ήταν καλή
τύχη. Στους άλλους, τους µπούρδες και τα νούµερα που σας έλεγα, αν και
η κατάστασή τους ήταν και σε αυτούς αισχρή, το µηδέν το 'χαν κατακτήσει,
δεν θέλανε µε τίποτα να το παραδεχτούν. Τις περισσότερες φορές που
βρισκόµουν µε ανθρώπους, είχα µια αίσθηση ότι η παρουσία µου εκεί ήταν
σα να τους κορόιδευα και ντρεπόµουν.
Βαθιά η στέρησή µου από κάθε τι. Ανικανότητα. Ξεπέρασµα ούτε πια στη
σκέψη. Μέρα µεσηµέρι και άναβαν κάτι προβολείς στο µυαλό µου και φώτιζαν, τότε µε έπιανε ένα µίσος και ένας φθόνος για τους ανθρώπους και
ήθελα να κάνω κακό. Ύστερα πάλι τίποτα. Η αποµόνωσή µου βάραγε
µπιέλα. ∆υο δυνάµεις κυρίαρχες: η µια να µε ωθεί προς την άρνηση από
οποιαδήποτε συµµετοχή στα κοινά, η άλλη στην τέλεια αποδοχή τους.
Παίρνοντάς το απόφαση πως έτσι είναι. Τα φώτα σβήνανε. Σέκος ο λεγάµενος. Αυτοφυλάκιση στο σκοτάδι της άρνησης. Αντιστεκόµουν.
Αντιστεκόµουν λοιπόν και κάποιος βαθύς "λογισµός" αυτοδηµιούργητος,
χωρίς συγκεκριµένο σήµα µου υπαγόρευε µια αντίσταση χωρίς ελπίδα.
Το πώς λοιπόν άντεχα, ένας Θεός µονάχα µπορεί να ξέρει. Το κακό είχε
πια παραγίνει. Τα πράγµατα από κάθε άποψη είχαν φτάσει σε ακραίες καταστάσεις. Είχαν φτάσει στο σηµείο της κίνησης. Ή θα έπρεπε να κάνω
κάτι ή θα πέθαινα για να πάψω πια να βασανίζοµαι. Είχα πεισθεί για µια
ακόµη φορά ότι τα πράγµατα όταν βιώνονται υπακούουν στους "νόµους"
του µαύρου και του άσπρου.
Αντιστεκόµουν µέσα σ' αυτή την κατάσταση, επιστρατεύοντας ακόµη και
τις τελευταίες µου εφεδρείες. Τον τίτλο του παγκόσµιου αντιστασιακού,
τον είχα πια κληρονοµήσει δικαιωµατικά.
Μη συζητάτε, σε τέτοιες ιστορίες κατεβάσµατος στα βάθη της κόλασης, η
κατάσταση είναι στην ουσία απερίγραπτη. Τώρα πια καταλαβαίνω την αξία
και το µεγαλείο της προφορικής παράδοσης. Εκεί που πας να ξαποστάσεις
35
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
και να ανασάνεις λίγο φυσιολογικά, νά σου κάτι σιχαµερά έντοµα φτερωτά να σε κυνηγούν, βγάζοντας από τα µάτια τους κάτι άλλα σιχαµερά
έντοµα φτερωτά, θυµίζοντάς σου µε τις επιθέσεις τους στο κορµί σου, θυµίζοντάς σου µε τα βουητά τους µέσα στα τύµπανα των αυτιών σου, πως
στην κόλαση δεν υπάρχει κανένας ζωντανός.
Το κακό, όπως σας έλεγα, είχε πια παραγίνει. Από το πολύ µάσηµα είχανε
σαπίσει τα δόντια µου. Και αντί να τα προσέξω και να τα συντηρήσω, όταν
µε πρωτοπόνεσαν, συνηθισµένος εγώ την εποχή εκείνη στο "δε γαµιέται"
και στο "αποτέλεσµα να 'χουµε", τα 'γραφα. Και φυσικά όποιος γράφει τη
φύση του, τον γράφει κι αυτή. Κι αυτή γράφει για τα καλά, όπως κατάλαβα.
Τι να κάνω τώρα; Σάπισαν και δε µπορούσα να µασήσω. Επιρρεπής όµως
εγώ, χωρίς φραγµούς στο µάσηµα, χρειαζόταν να τα φτιάξω. Ήθελα
οπωσδήποτε να συνεχίσω. Έτσι εύκολα νοµίζεις πως παρατάς τις συνήθειες; Εδώ πέρα, άλλος περνά τη ζωή του κάνοντας µία και µόνο κίνηση.
Πηγαίνω στο γιατρό, µε κοιτάζει λοξώς αριστερά, καθότι τσαµπατζής, και
µου λέει µε ψυχρά δολοφονικό ύφος: "Αν θες να µασήσεις χρειάζονται
εννιά εξαγωγές και ύστερα µασέλα". Κοκάλωσα, την κοίταζα σα µαλάκας,
µου 'φυγε η ψυχή. ∆εν το περίµενα αυτό. ∆εν περίµενα ποτέ τέτοια αποτελέσµατα. Θανάτους είχα σκεφτεί, ακρωτηριασµούς, τυφλώσεις και πολλά
άλλα είχαν περάσει από το µυαλό µου, αλλά µασέλα ποτέ.
Τη ρωτάω µε το πιο γλυκό ύφος που διαθέτω αν υπάρχει ελπίδα για κάτι
άλλο, έστω και προσωρινό. "Τίποτα, αν θέλεις να ξαναµασήσεις χρειάζονται εξαγωγές και µασέλα που κάθε βράδυ θα τη βάζεις σε ποτηράκι µε
νερό, άλλη λύση δεν υπάρχει".
Ζοχαδιάζοµαι, την κοιτάω δολοφονικά και της λέω εντάξει, µασέλα, και
από µέσα µου σκεπτόµουν τι κακό θα της κάνω.
Μου βγάζει τα σάπια δόντια, δηλαδή µε ξεσκίζει στον πόνο. Γιατί ναι µεν
τα δόντια µου ήταν σάπια, αλλά οι ρίζες ήταν ρίζες. Και ήταν βαθιά οι πουτάνες, πολύ βαθιά, κι έπιαναν πολύ µέσα στο κρανίο µου. Και να σου πω
και κάτι άλλο; Ήταν και ζόρικες, πολύ ζόρικες.
Μήπως καµιά κρυµµένη κουφαλίτσα έχει άλλη γνώµη; Λέω µην έχει άλλη
γνώµη. Γιατί αν έχει, κάτι θα συµβαίνει. Ή θα είναι ανιστόρητη (χαζούλα
36
θα 'ναι και δεν υπολογίζεται). Αν όµως είναι η αµφιβολία σκόπιµη, την
προειδοποιώ, πως θα την περιµένω πιο κάτω στη στροφή της.
Λέω µήπως έχει άλλη γνώµη, γιατί τρελαθήκαµε όλοι στην παρλαπίπα αυτή
την εποχή. Αβάσταχτος βλέπετε ο καηµός της παρλαπίπας.
Από το πολύ µάσηµα και αναµάσηµα, είπαµε, φόρεσα µασέλα. Αυτό σηµαίνει πως σε λίγο που θα τις συνηθίσω (θα γίνει οπωσδήποτε αυτό, δεν
θα φοβάµαι µε τίποτα πια). ∆ε λέω πως θα µασάω µε την παλιά ευκολία κάτι τέτοιο δε γίνεται- αλλά σίγουρα θα µασάω το φαγητό που θα τρώω.
Ποιος µε πιάνει.
Το πιστοποιητικό θανάτου µου το έβγαλα. Τον επικήδειό µου τον έγραψα.
Χρέη δεν άφησα. Λίγα δανεικά που πήρα και ποτέ δεν τα επέστρεψα δε
µετράνε, αφενός γιατί είναι λίγα και µε το χρόνο παραγράφονται, αφετέρου πέθανα σε εξαθλιωτική κατάσταση. Τις εξυπνάδες που 'κανα τις πλήρωσα ακριβά. Παιδιά δεν έχω και όσες κοπέλες έµειναν έγκυοι από 'µένα
έκαναν έκτρωση, διώχνοντας γρήγορα από πάνω τους το καρκίνωµα. Ένα
σκυλί που 'χα συνεταιρικά έγινε ο πρώτος κόπρος της περιοχής, γέννησε
γύρω στις πενήντα φορές από έξι σκυλάκια και αφού διαιώνισε το είδος
εξαφανίστηκε. Στα τάρταρα πήγα, µε τον Κέρβερο συµφιλιώθηκα κάτω
από σύµβαση αορίστου χρόνου, η ψυχή µού 'φυγε, τη νηστεία µου την
έκανα, πέθανα, µε θάψανε, µου 'παν και οι περισσότεροι σκατά στο λάκκο
µου και όλη η τελετή της ταραγµένης µου ζωής έγραψε κάσα. Επιµέρους
εκκρεµότητες δεν άφησα και κάτι λίγα µυστικά που 'χω, οικογενειακής
φύσης, τα πήρα µαζί µου. Και καλά έκανα.
Πολλοί παρευρισκόµενοι στη µεγαλοπρεπή κηδεία µου που τελέστηκε στην
γενέτειρά µου την Κολοπετινίτσα, κατά όπως εγώ ήθελα (όχι ακριβώς για
να 'µαι ειλικρινείς, γιατί είχα πει όταν πέθαινα να µε κάψουν για να πάω
να συναντήσω τη µεγάλη υψίφωνο ελληνικής καταγωγής* αλλά µόλις ψόφησα οι φίλοι µου βαριόντουσαν τις γραφειοκρατίες και έτσι κατέληξα στη
γη). Παρασυρόµενοι από το µύθο µου και την ακτινοβολούσα προσωπικότητά µου (ακόµη και νεκρός), χωρίς να µε ξέρουν, ρωτούσαν τους πιο
"γέρους", τι ήµουν, τι άνθρωπος ήµουν εγώ και είχα τόσο κόσµο και αµέτρητα στεφάνια, ενώ ο Τύπος συνέχιζε για τρίτη βδοµάδα να µε 'χει πρω* Υψίφωνο ελληνικής καταγωγής: Μαρία Κάλλας.
37
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
τοσέλιδο. Τι άνθρωπος ήµουν εγώ που και πεθαµένος, παρόλες τις προσπάθειες, δεν έλεγε να κλείσει το ένα µου µάτι, ενώ το δεξί χέρι µου έδιωχνε τις µύγες που πήγαιναν και στέκανε στη µύτη µου. Τι άνθρωπος ήµουν
εγώ, που ενώ µε βάζανε στο χωµατάκι, οι καλύτεροι φίλοι µου γελούσαν
κάνοντας αστεία και βρίζοντας τον κωλοπαπά που καθυστερούσε, µπας
και φιλοτιµηθεί κανείς και του βάλει κανένα κατοστάρικο στην τσέπη.
∆υο-τρεις µπροστά-µπροστά στο φέρετρο πήγαν να κλάψουν για τη µεγάλη
αυτή απώλεια και τα µάτια των συντρόφων µου τους κοίταξαν τόσο άγρια
που λέγανε σε αυτούς "τους και καλά ευαίσθητους", σ' αυτούς τους "συναισθηµατικούς και έτσι", κόψτε τις µαλακίες. Κι εγώ χαµογελούσα ευχαριστηµένος που 'χα τέτοια αστέρια για φίλους και που
συµπεριφερόντουσαν µε τέτοιο τρόπο σε αυτούς που όταν ζούσα µε σταυρώνανε καθηµερινά µε την αδιαφορία τους και την ετεροκαθοριζόµενη
προσωπικότητά τους και τώρα φοβούµενοι πως και αυτοί εκεί θα καταλήξουν, τους πήραν τα ζουµιά.
Ένας µοναχικός, λοξώς αριστερά από την ποµπή, κρατώντας µια βαριοπούλα έλεγε και ξανάλεγε πως θα µου σπάσει το κεφάλι µου.
Κάτι γκοµενίτσες, που 'χαν εξελιχθεί σε γκόµενες, όλο αναστέναζαν από
τον καηµό τους πως ποτέ δεν µε πήρανε και κάτι άλλες που µε πήρανε ξεροκατάπιναν για την απώλεια και το τέλος της χρήσης. Επίσης οι "άλλες",
οι χειραφετηµένες, εθισµένες στην ιδεοληψία και χαµένες στα ιδεοδρόµια
τους ανακουφίστηκαν, λέγοντας από µέσα τους: "Ένας αρσενικός λιγότερος". Κρυφοκοιτάζονταν και χαµογελούσαν η µια µε την άλλη για τη νίκη
στο πεδίο του αγώνα τους.
Κάτι άλλοι ήρθαν ντυµένοι στην τρίχα µε λουσµένα και περιποιηµένα µαλλιά, συνοδεία µυστηριακών (µωβ) ρούχων, για να ελκύσουν µε τη θλίψη
τους κανένα άλλο θλιµµένο και µπας και γαµηθούνε.
...αυτοί οι παλιοί "σύντροφοι του χθες" που δεν ήρθαν στην τελετή, γιατί
οι µισοί απ' αυτούς δε θέλανε να καρφωθούν γιατί "ο Αγώνας συνεχίζεται
στη Μαδαγασκάρη" (βαµµένος στο κόκκινο βλέπετε ο µακαρίτης και βαφτισµένος τροµοκράτης µε πολλές τις ανακοινώσεις στον Αστικό τύπο που
αναλάµβανε τις ευθύνες όλων των βοµβιστικών ενεργειών, των εκτελέσεων και των σαµποτάζ που έγιναν από το 1912 µέχρι σήµερα, που αυτό
38
σηµαίνει πως τ' άλλα κοράκια της Ευπ, ή δεν ξέρω γω πως την βαφτίσανε
την Κυπ τώρα τελευταία, θα 'ταν παρών κόβοντας στην µέση την απεργία
πείνας που έκαναν έξω από το Υπουρ. ∆ηµ. Τάξης· για να λυπηθούν και
αυτοί και συγχρόνως να τσιµπήσουν και καµιά αυξησούλα αν ελέγχανε
καλά την κηδεία) και οι υπόλοιποι απ' αυτούς τους παλιούς που δεν ήρθαν,
είχαν ορκιστεί στο διάολο να µη µε ξαναδούν ούτε στην κηδεία µου. Οι
τελευταίοι κουτσοµπόληδες όµως, θα ρωτούσαν τους άλλους τι έγινε κατά
τη διάρκεια της ταφής µου, δηλαδή αν έγιναν τίποτα λιποθυµίες, αν έλαβαν
χώρα τίποτα κρούσµατα υστερίας, αν πραγµατοποιήθηκε δυναµική πορεία
στο κέντρο της Πρωτεύουσας ή αν έγιναν τίποτα άλλα περιστατικά που
προµηνύουν θύελλες και εντατικοποίηση των κινητοποιήσεων. Γιατί αν έγιναν, πολύ θα τους την έδινε. Γιατί ακόµη και πεθαµένος, ένα γύρω µπροστά και πάλι θα ήµουν. Όπως και πάντα δηλαδή.
Αυτό ήταν λοιπόν καθάρµατα του κερατά. Με στείλατε µια ώρα νωρίτερα,
φαγωθήκατε να πάω πρώτος και τα καταφέρατε. Θέλατε πάση θυσία να
µε διώξετε, χρόνια τώρα. ∆ε σήκωνε στους δρόµους σας µοναδικότητες
ε; Θέλατε να γίνετε ηγέτες κι εσείς και κατευθυντήριες γραµµές, τσοµπάνηδες στο κοπάδι, να είστε µόνοι και ανενόχλητοι από αντιπαραθέσεις ουσίας, και έτσι να γίνετε "τ' άλλα αφεντικά", γι' αυτό κάνατε όλες αυτές τις
πουστιές, ακολουθώντας κατά γράµµα τις οδηγίες του Μακιαβέλι*. Γι' αυτό
αναπτύξατε και τελειοποιήσατε τον παρασκηνιακό χώρο της καθηµερινής
σας µιζέριας. Και δεν το λέγατε γιατί θα χάνατε την εικόνα που θέλατε να
έχετε "προς τα έξω", γιατί από αυτή ζούσατε και σε αυτή είχε πονταριστεί
όλη η φιλοδοξία σας, θλιβεροί και κακόµοιροι εικονολάτρες. Σας γνώρισα
καλά, πέρα 'κεί που τα ρούχα σας έπεσαν. Σας είδα στη γύµνια σας γι' αυτό
γυρνάτε το κεφάλι από την άλλη τα βράδια 'κείνα, τα δικά σας.
Ξέρατε πως όταν µιλούσα, ήµουν ειλικρινής και διάφανος και εύστοχος
και ο κόσµος παραληρούσε από τις δονήσεις του κορµιού του όταν άνοιγα
το ξεράδι µου. Με φοβηθήκατε µην τυχόν και σας πάρω το επάγγελµα και
αφεθείτε στην ανεργία, και γνωρίζατε καλά την αυτοαναίρεσή µου. Ρεµάλια µεσολαβητές.
Συνωµοσίες στα όπισθεν βλέπατε. Παραβίαση των προσωπικών σας κειµηλίων ανακαλύπτατε. Εντολές δίνατε και όπου πήγαινα µε έδιωχναν και
* Μακιαβέλι: Πολιτικός του 15ου αιώνα.
39
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
µε αποµόνωναν. Μυθολογία µε τίτλο "µακριά από αυτό" εκδώσατε. Όταν
αρρώσταινα στέλνατε γιατρούς σπρωγµένους να µου κάνουν διαγνώσεις
καταδίκης για το µέλλον µου. Ανθρώπους των γραµµάτων χρησιµοποιήσατε για να µε πείσουν πως είµαι "ιδιοφυΐα" και ότι οι προσωπικότητες
σαν κι εµένα µόνο στα βουνά κάνουν, και πόσα άλλα και που κάθε φορά
που τα σκέφτοµαι αηδία µε πιάνει.
Τι να πρωτοπώ και τι να δευτεροπώ, τόσα και τόσα ανατριχιαστικά πράγµατα έρχονται στο κωλο-κέφαλό µου. Ακόµη και στο γραφείο τελετών που
αγοράστηκε η κάσα, πήγατε και ψήσατε το χάρο του γραφείου, ένα χαιρέκακο χούφταλο, για να µη µου δώσει κασούλα για το ταξίδι µου στο διάολο, γιατί δεν υπήρχαν τα είκοσιπέντε που ζήταγε. Και ευτυχώς που 'χα
φίλους µε ανάστηµα και αποφασιστικούς και αντιστάθηκαν διεκδικώντας
το ελάχιστο και µε έβαλαν σε µια µικρή ύψους ένα και τριάντα τέσσερα µε
τα ποδαράκια µου έξω. Ακόµη και στη µάνα µου πήγαν και προσπαθούσαν
να την πείσουν µε κάθε τρόπο, πως δεν είµαι γιος της και πως έγινε λάθος
τότε στο µαιευτήριο και της έδωσαν λάθος παιδί.
Είπα όµως χαράµι, περασµένα ξεχασµένα. Εξάλλου εγώ πέθανα το βράδυ
εκείνο και τα φαντάσµατα µόνο στα παραµύθια φοβίζουν. Να δούµε τώρα
ρε άνοες και ανεγκέφαλοι, να δούµε τώρα ρε βλάκες, µε ποιον θα ερωτευθείτε. Να δούµε τώρα µε ποιον θα βρίσκεστε στην πρώτη γραµµή. Έχε χάρη
όµως που ψόφησα γιατί αλλιώς θα σε τρέλαινα σης καρπαζιές. Αλλά είπα
'σεις δεν θέλατε άλλους. Τα οράµατά σας, για αλλού πηγαίνουν και άλλες
οι αξίες τους. Μα εγώ πέθανα είπα και έβγαλα και πιστοποιητικό θανάτου.
Όλο λέω να τελειώσω και να κλείσω αυτό το γαµοσταυρίδι και όλο µου
τη δίνει. Και τι δε λέγατε στις πλατειές λαϊκές µάζες για να µε αποκόψετε
από αυτές. Τροµοκράτη µε είπατε, εγκληµατικό στοιχείο, προσωποποίηση
του ποινικού κώδικα, µε είπατε µισάνθρωπο, γενικά ύποπτο, κατευθυνόµενη σαΐτα, µέλος της εταιρίας δολοφόνων*, πράκτορα της Γκα-γκε-µπέ,
χαφιέ, τρελό. Το τι µαλακία και το τι πουστιά ξέρασε το κεφάλι σας δε λέγεται. Και θα σας πω και κάτι που κι εγώ κι εσείς το ξέρετε: πως όλοι αυτοί
που και τι δεν είπαν για 'µένα (και να 'µουν µόνο εγώ πάει και έρχεται,
αλλά εδώ µάσησαν οι περισσότεροι στους σπόρους που πέταξε η επίσηµη
εξουσία) όλοι τους έχουν, είχαν ή θέλουν να 'χουν ρίζα στο ελκυστικό και
* "Εταιρία ∆ολοφόνων": Ονοµασία που δόθηκε από τον Αστικό τύπο σε γνωστή υπόθεση
που δηµοσιεύτηκε το πρώτο εξάµηνο του '87 στις εφηµερίδες.
40
γοητευτικό έδαφος του Κρατισµού. Μόνο οι κρατίστες και οι ανερχόµενοι
εξουσιαστές ξερνάνε και µηχανορραφούνε τόσο ώστε να θάψουν τον
άλλο. Μόνο αυτοί που δεν καλύπτονται πια κάτω από οποιοδήποτε όνοµα
και αν χρησιµοποιήσουν.
Έχετε χάρη όµως που πέθανα και όσο ζούσα µόνο στα µουλωχτά κινιόσουν και πάντα µες στην ασφάλειά σου. ∆ε βγήκες λίγο πιο έξω. ∆ε βγήκες. Έχε χάρη όµως που ψόφησα γιατί αλλιώς θα σε τρέλαινα στις
καρπαζιές. Έχε χάρη όµως που ψόφησα κι εκεί κάτω µαθαίνεις όχι να ξεχνάς, αλλά να λησµονείς και να προχωράς. Να προχωράς µόνος και έρηµος. Να προχωράς δυναµωµένος και χωρίς τα χαλινάρια της υποταγής,
που λένε και οι πνευµατικοί µπαµπάδες σου. Έχε χάρη.
Σκατά. Όλο λόγια είµαι, µόνο λόγια. ∆ε µου πάει στο χαρακτήρα µου να
κάνω τέτοια. Πολύ θα το 'θελαν οι "κάνονες παιχνίδι" να τσιµπήσω την
καραµέλα που 'χει µέσα δηλητήριο και να σπαταλιέµαι σε πράγµατα και καταστάσεις που τους ευνοούν. Προχώρησα κι εκεί που πήγα, έτοιµος πάλι
να φύγω, δεν το επιτρέπουν οι αρχές της "αίρεσής µου" να 'µαι κορόιδο
και φιγούρα φολκλορική στα µάτια αυτών των ηλίθιων. Αρκετά χρησιµοποιήθηκα, είδα ξεφυλλίζοντας τις σκονισµένες σελίδες του µητρώου µου.
Έµαθα για τα καλά, πως αν υπάρχει πιθανότητα να µη σε χρησιµοποιήσουν
είναι να κάνεις και να µιλάς στο όνοµά σου και µόνο.
Νεκρανάστησα φιγούρες που η φυσική τους κατάσταση θα 'ταν στο χώµα,
γιατί είχαν προσβάλει τη φύση, ανήµποροι για οτιδήποτε. Σταθεροποίησα
ανθρώπους στο όνοµα του "συναισθηµατισµού", που αργότερα ψάχνοντας
απεγνωσµένα για κάποια ασφάλεια πούλησαν ό,τι είχαν και δεν είχαν για
να νοµιµοποιηθούν στην κλίµακα κάποιας ιεραρχίας και από 'κεί, από θέση
λοχία των Ες-Ες, να ξεσκίζουν οτιδήποτε ζωντανό. Έδωσα πέτρες για να
ρίξουν και µου τις γύρισαν κατά πάνω µου. Έδωσα κουράγιο σε ανθρώπους χαροκαµένους από την καθηµερινή απόσταση από τον εαυτό τους.
Απέτρεψα ανθρώπους από το να αυτοκτονήσουν (µερικοί όµως µου ξέφυγαν). Ανέβαλα ταξίδια και ταξίδια νιώθοντας ο µαλάκας απαραίτητος
για τους άλλους. Kόντινα το ύψος µου, για να βρεθώ µαζί µε τον άλλο.
Χρησιµοποιήθηκα και χρησιµοποίησα παίζοντας σε σκηνοθεσίες έξω από
'µένα. Ανέβηκαν µε τη χρησιµοποίησή µου κυβερνήσεις. Άλλες κυβερνήσεις
ανέβηκαν και άλλες έπεσαν µε τη χρησιµοποίησή µου. Τέρµα τα δίφραγκα
για τα κορόιδα. Όχι πια άλλο κορόιδα.
41
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
Εγώ πια έχω φύγει από το θέατρο µε ήθος όπως και ήρθα. Με τις ίδιες κινήσεις που 'ρθα, µ' αυτές και έφυγα. Και δε λέω χωρίς να 'χω κάνει άστοχες κινήσεις. Μα ποιος όµως περνά από δρόµους γεµάτους λάκκους και
δεν σκουντουφλάει;
∆ε γουστάρω να εκθέσω τον εαυτό µου σ' αυτούς που στην ουσία υποτιµάω, έχοντας βαθιά τη γνώση πως και αυτοί υποτιµούν την πάρτη τους.
Τέρµα το κοινό. Ακόµη και το πιο "εξεγερσιακό".
Σας λέω ακόµη, πως λίγοι είναι αυτοί που ξέρουν να φεύγουν όµορφα.
Οι περισσότεροι όταν τα λουριά τεντώνονται και βρίσκονται κοντά στο
τέλος, αποκαλύπτονται και κάνουν τις πιο επικίνδυνες µαλακίες. Είναι η
ώρα που η σκοπιµότητα και οι φινέτσες δείχνουν τα τροµερά και αιµοβόρα
δόντια τους. Και µη µου πει κανένας πως δεν υπάρχουν στην ορχήστρα
και άλλοι σολίστες που η σχιζοειδής κατάστασή τους ξεπέρασε τα κενά της
ανακαλύπτοντας την ισορροπία ώστε να µεταφέρουν, γιατί τότε πρέπει να
ξεκινήσετε από την δευτέρα δηµοτικού. Η ιστορία πολλές φορές σε κάνει
πιο συνετό και φρόνιµο. Περισσότερο συµµετρικό. Πιο απλό και ίσως πιο
ανθρώπινο. Ή κάνω λάθος πάλι;
Μονάχα οι απαντήσεις βρίσκονται στο χθες, τίποτα άλλο.
Με λίγα λόγια λοιπόν, κάνοντας χρήση του προνοµίου που µου 'δινε το
Σύνταγµα της ελευθεριακής-γενοκρατικής (από θηλυκή γραµµή) κοινότητάς µου δηµοσιοποιώ το πιστοποιητικό θανάτου µου, κάπως καθυστερηµένα είναι αλήθεια, αλλά είχα πολλές δυσκολίες. Ζόρικες δυσκολίες.
Νοµίζω πως φρόνιµο, συνετό, ελπιδοφόρο και επίκαιρο είναι να το κάνετε
κι εσείς. Γιατί έχει µπόλικα µαζεµένα η γούνα του καθένα. Να αναλάβετε
το ποσοστό ευθύνης της Ιστορικότητας που σας ανήκει, σε όποιο πόστο
και να βρίσκεστε, και να σταµατήσει πια αυτό το γελοίο και µυθολογικό
παιχνίδι της δήθεν εντιµότητας στις "Αρχές" σας. Να σταµατήσει η φάρσα
σε βάρος του εαυτού σας πως "'σείς ξέρετε", πως "'σείς είστε καθαροί
προστάτες της σκοπιµότητας" και άλλες τέτοιες µπούρδες. Ένα µόνο εικοσιτετράωρο να προσέξετε τη ζωούλα σας και αν δεν έχετε πάθει σκλήρυνση ή µαλάκυνση χοντρή (ώστε να δεχθείτε σαν επιθυµία σας την
ανάγκη που σας επέβαλαν) και διαθέτετε κάποια στοιχειώδη ακρόαση µετά
του Κυρίου εαυτού σας, θα καταλάβετε τόσα που θα σας φύγει η ψυχή, θα
λαχταρήσετε, που λεν, στην απόσταση που υπάρχει µεταξύ αυτού που κά42
νετε και αυτού που θέλατε να κάνετε. Να κατεβείτε από το µυθολογικό σας
θρόνο γιατί ο θεοί πέθαναν ακόµη και στο µυαλό µου, γιατί για βιώµατα
ξεκινήσατε και κριτές και οπαδοί της αναπαράστασης καταντήσατε. Να κοιτάξετε και λίγο το χέσιµό σας και να πάψετε να µιλάτε για τα σκατά και τη
βρώµα του άλλου. Γιατί φιλαράκο µου τίποτα δεν χάθηκε παρά µόνο η Παραµύθα... Και Κινήµατα όµορφα που να γεννιούνται όµορφοι άνθρωποι
και όµορφες παραστάσεις εγώ δεν τα 'δα στη ζωή µου. Θεολογία µπόλικη,
απόπειρες ελάχιστες και Ισόβια Παραµονή στις ιδέες και στα οράµατα
άλλων εποχών. Λακκούβες λειψάνων άπειρες.
Γιατί πάντα θα γυρνάτε το κεφάλι σας πίσω και προχωρώντας "µπροστά"
θα κουτουλάτε συνέχεια σε κολώνες. Και όταν θα σας πονάει το κεφάλι
θα γράφετε και κανένα κοµµατάκι ιστορικό καθοδηγηµένοι από την παρηγοριά και τη δογµατική άνεση και θα σας λυπούνται, θα σας πονάνε που
λένε "οι άλλοι, οι καλοί άνθρωποι". Και οι πιο τυχεροί πιθανόν να 'χουν
και κανένα πιάτο φαγητό ή καµιά θεσούλα στο ∆ηµόσιο τώρα που οι θείοι
µας άνοιξαν, µεγάλωσαν τις αγκαλιές τους και "σκλάβοι γίνανε µες στην
ελευθερία τους". Για να µη φθάσετε κι εσείς στην τελευταία δεκαετία της
ζωής σας για να πιστοποιήσετε την απουσία σας και πανικόβλητοι να αγωνιάτε να ζήσετε ό,τι χάσατε.
Κει που είναι ο δρόµος σου είναι και η φυλακή σου. Όλη η κοινωνία είναι
µια φυλακή. Και στις φυλακές το µόνο που σου µένει είναι ν' αποδράσεις,
έστω για να µπεις σ' άλλες.
Απευθυνόµενος τέλος σε αυτούς που στη ζωή τους ζωγράφιζαν όµορφα
µε πολλαπλούς χρωµατισµούς και κάποια πινελιά τραβήχτηκε παραπάνω
χαλώντας την αισθητική του πίνακα, άσχετα αν η πρόθεση ήταν "αριστουργηµατική", θα τους θυµίσω κάτι που ξέρουν και αυτοί γι' αυτούς, το αγνοούν άλλοτε από τσιγκουνιά και άλλοτε από δεσµό ζωής: Πως τον
καταστρέφεις και ξεκινάς πάλι από την αρχή µε αποµακρυσµένα τ' αγκάθια
από κοντά σου.
Συµβουλές δε δίνω και αν σας τα ζάλισα 'σείς ξέρετε -όπως κι εγώ- να
γράφετε. Γράψτε λοιπόν, σας παίρνει.
Τα µονά πόδια είναι τα δικά σας. Έστω και ραγισµένα.
43
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
ΜΙΑ ΑΡΧΗ ΜΕ ΕΛΠΙ∆Α. ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
Και ύστερα έχεις το θράσος να µε κρίνεις και να στραβοµουτσουνιάζεις
όταν σου λέω: "Σκουλήκι ο άνθρωπος αγαπητέ µου, σκουλήκι".
Στο σηµείο αυτό δε ξέρω τι άλλο να πω. Νόµιζα πως συνέχιζα κάτι που
άρχισα και στο σηµείο αυτό συνειδητοποίησα πως δεν είχα αρχίσει τίποτα.
Μόνο το συνέχιζα. Και µε πάθος.
Άντε πάλι απ' την αρχή, κι αν θες κάνε και διαφορετικά.
Όποιος δεν "πέθανε", δεν πρόκειται να κάνει µια νέα αρχή. Όποιος δεν
έµαθε, δεν απέκτησε γνώση των αιτίων του θανάτου µπορεί κάποτε να
επιστρέψει, µπορεί να επιστρέψει και να "ξανα-ξεκινήσει", αλλά θα 'ναι
καθ' όλα φάντασµα.
Στους δύσκολους αυτούς καιρούς, που µας πήραν για τα καλά αµπάριζα
αυτή είναι η µοναδική πρόταση ζωής που 'χω να κάνω. Το τέλος και η βεβαίωσή του µε δηµοσιοποιηµένο πιστοποιητικό θανάτου. Τώρα που 'ναι
"κάπως σύντοµα" ακόµη. Πρώτον, για να µη ξανακάνετε τις ίδιες µαλακίες
που κάνατε, τώρα που σκέφτεστε να κάνετε µια "καινούργια" αρχή. ∆εύτερο, αν δεν αλλάξετε δέρµα που λένε δεν θα αποτελέσετε ποτέ υποκείµενο ξεπεράσµατος. Τρίτο... και τέταρτο... το ξέρει η καρδούλα σας
καλύτερα από τον καθένα.
Εκδόστε κι εσείς ένα πιστοποιητικό θανάτου µε τον τρόπο σας και "πάµε
για άλλα". Σπαθένιο όµως να 'ναι γιατί κει πέρα στα τάρταρα δε µπορείς
να ξεγελάσεις κανέναν. Είσαι ενώπιος-ενωπίω. Ώστε να µη ξαναδηµιουργηθούν στο µέλλον τα γελοία αυτά φαινόµενα των πιστών που προδόθηκαν και των µετανοηµένων που παραµυθιάστηκαν. Ο καθένας λοιπόν στο
πόστο του, σεµνά και µετρηµένα.
Θα ήταν βασική µου παράλειψη τώρα που αυτή η εποχή, αυτός "ο κύκλος
µιας περιόδου έκλεισε" και που για µένα κράτησε περίπου δέκα χρόνια, να
µην την αποχαιρετήσω µε µια θλίψη και µε µια τιµή. Με µια θλίψη γιατί κάτι
τελειώνει και όταν τελειώνει κάτι πονάς γιατί "κόβονται οι δεσµοί" ανεξάρτητα αν κάτι άλλο θα γεννηθεί, και µια τιµή γιατί µέσα στο περιεχόµενο
αυτών των χρόνων από λίγους -όπως πάντα δυστυχώς- δεν υπήρξε ερώτηµα ζωής που να µην απαντήθηκε κατά τρόπο τέτοιο που να µην "πληρώθηκε" µε τη ζωή ή τον θάνατό τους.
44
Ελπίζω, ας µου επιτραπεί αυτή η λέξη, πως θα υπάρξουν στο άµεσο µέλλον
πιο ήσυχοι και ισορροπηµένοι άνθρωποι απέναντι στον εαυτό τους και
τους άλλους, άξιοι και χωρίς ωφέλεια, ώστε να ερµηνεύσουν αυτή την
πλούσια σε ουσία Ιστορικότητα αυτής της δεκαετίας και που ο τρόπος τους,
η τοποθέτησή τους, να 'ναι αποτέλεσµα πολλαπλών βιωµατικών καταστάσεων. Ελπίζω πως θα υπάρξουν τέτοιοι άνθρωποι, σεµνοί και πονεµένοι,
µε "γνήσια" αλτρουιστικά αισθήµατα απέναντι στο ανθρώπινο είδος, ώστε
να µεταφέρουν πιο εύστοχα από 'µένα αυτή την εποχή µε σκοπιµότητα να
µη ξανα-συµβούν τα ίδια λάθη, οι ίδιες παραλείψεις, οι ίδιες θεωρητικότητες των αδυναµιών σ' άλλους ανθρώπους που έχουν βαθύ ένστικτο και
ριζοσπαστικές τις αναζητήσεις τους. Γιατί εγώ, όσο καλές προθέσεις και
αν έχω αναγνωρίζω πως κάπου χάνω, µε κάποιον τρόπο χάνοµαι. Και ενώ
ξεκινώ για τον παράδεισο που λεν βρίσκοµαι στην κόλαση.
Είµαι βεβαιωµένος από εµπειρία πως τέτοιοι άνθρωποι υπάρχουν, µονάχα
που σήµερα σωπαίνουν για πολλούς και διάφορους λόγους ο καθένας.
Άλλος γιατί θεωρεί πως αυτή η εποχή δεν έκλεισε γιατί δεν κλείνονται οι
εποχές, άλλος γιατί ψάχνεται και δε βιάζεται, και άπειροι είναι οι λόγοι της
σιωπής.
Εγώ ό,τι µπόρεσα µέσα σε δύσκολους καιρούς το 'κανα. Περισσότερα δε
µπορούσα γιατί παρ' όλη τη στριµάδα µου (που τις περισσότερες φορές
είναι αποτέλεσµα ανέραστων εποχών), είµαι κι εγώ άνθρωπος και έχω
και ανάγκες απλές και ουσιώδεις που µε µπλοκάρουν αν δεν ικανοποιούνται και ύστερα χαιρέτα µου τον πλάτανο. ∆εν είµαι ιδέα ούτε κανένα τέρας
σκληρότητος. Μου συµβαίνει καµιά φορά να θέλω να ακουµπήσω και κανέναν άνθρωπο και ειδικότερα θηλυκού γένους. Αλλά κι εγώ δούλος και
δέσµιος είµαι των νοµοθετηµάτων του µυαλού µου. Και δε ξέρω τι µπορεί
να νοµίζει κανείς για 'µένα αλλά εγώ λέω πως παράξενος και ιδιόρρυθµος
µπορεί να 'µαι, µα µέχρι τώρα είµαι συνεπής.
Αν µιλάω γιο τον εαυτό µου είναι γιατί αρχικά µου αρέσει, και ύστερα πως
το θεωρώ πιο έντιµο και περισσότερο ειλικρινή και πραγµατικό. Το εµείς
δεν µπορώ να το πω, παρ' όλο που είµαστε πάρα πολλοί, ασκέρια και
απροστάτευτοι στα χέρια κάθε Απόφασης. Γιατί η πρώτη αρχή που µας δόθηκε στην έναρξη του βίου µας, έλεγε: "Εκπαιδευθείτε για να είστε ανεύθυνοι". Και αυτό έχει διπλή ερµηνεία: από τη µια περιέχει µια σοφία που
45
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
λέει πως "µη συµµετέχεις σε ένα κόσµο που δεν είναι δικός σου" και από
την άλλη µια µαλακία, µια µοιρολατρία, που λέει "αυτοί τα ξέρουν όλα".
∆εν ανήκω πουθενά και δυσκολεύοµαι -παρ' όλη την ανάγκη µου- να χρησιµοποιώ λέξεις που να περιέχουν στοιχεία συλλογικότητας. Ας µου επιτραπεί να πω πως έχω σε µεγάλη υπόληψη συλλογικές ιστορίες και δεν
επιτρέπω πια εύκολα στον εαυτό µου να κάνω παράξενες και µυθολογικές
γενικεύσεις και να παίρνω το όνειρο για πραγµατικότητα. ∆ε λέω πια πως
είµαστε µαζί γιατί έχουµε "ταυτόσηµες ιδέες" ή γιατί µας "βαράνε και τους
δυο" ή γιατί κάνουν σύνθεση οι εικόνες µας στα µάτια του άλλου.
∆ε χρειάζοµαι καµιά δικαίωση. Αυτά είναι για άλλους, αλλά θα σκάσω αν
δεν ξαναπώ πως τα πολιτικά κινήµατα κουβαλούν βρωµιά και δυσοδία και
µέσα 'κεί αναπτύσσονται και υπάρχουν διάφοροι υπονοµευτές και τα τοιαύτα. Όταν έλεγα σε καιρούς άτσαλους που προµήνυαν καταιγίδες κάτι
τέτοιο, ήξερα τι έλεγα. Μονάχα που 'κείνες τις εποχές όλοι µας ήµαστε
κουφοί και τυφλωµένοι και το καλάµι µάς είχε σκίσει τον κώλο. ∆εν έγινα
πιστευτός και αυτό το θεωρώ τιµή µου γιατί έτσι ο καθείς εξαναγκάστηκε
να ψάξει το µονοπάτι του. Και τα µατάκια µας είδαν πολλά µέσα στο χρόνο.
Όποιος "κάνει πολιτική" είναι παλιόπουστας και όποιος δεν είναι γίνεται,
για να µπορέσει να επιβιώσει σε τέτοιους χώρους. Αναγνωρίζω πως για
σύντοµο αλλά ουσιώδες για την ζωή µου διάστηµα, υπήρξα από τους πρώτους παλιοπούστηδες. Αναγνωρίζω όµως πως µερικοί πιο σταθεροί χαραχτήρες από 'µένα µε ξεπέρασαν. Προθέσεις κακοπροαίρετες δεν είχα,
αλλά αυτό δεν έχει σηµασία πια. Ο καθένας είναι δέσµιος της ιστορικότητάς του.
Η προπαγάνδα είναι όπλο της πολιτικής και υπάρχει ουσιώδης διαφορά
µεταξύ της κοινοποίησης των ιδεών σου, των αγωνιών σου και της ανάγκης σου για επαφή από την προπαγάνδα. Στην προπαγάνδα θες να 'σαι
πάνω από τους άλλους και να τους οδηγείς σαν ο βοσκός το κοπάδι του.
Όποιος δεν βλέπει αυτή τη διαφορά ουσίας, δεν πειράζει ας µην τη δει.
Όποιος "κάνει πολιτική" χρησιµοποιεί κάθε µέσο, την πουστιά, το δόλο,
την εξαπάτηση, τη διπλοπροσωπία και πολλά άλλα βρώµικα και ελεεινά τεχνάσµατα, για να βρίσκεται από πάνω. "Κάνω πολιτική" λοιπόν για 'µένα
σηµαίνει πως επιβάλλω τις απόψεις µου, δηλαδή τα συµφέροντά µου, στον
46
άλλον µε κάθε µέσο. Και ας µου πει κάποιος που γυροφέρνει σε τέτοια
στενά και δεν είναι συγκεκριµένος, ποιος δεν είναι για φτύσιµο ή για κοροϊδία απ' αυτούς. Η "επαναστατική πολιτική" σαν ακραία µορφή και εκδήλωση της πολιτικής θα µπορούσε να πει πολλά, µόνο που µουγκάθηκε ή
η σκοπιµότητά της δεν της επιτρέπει το ξεπέρασµά της.
Μουγκαµάρα µεγάλη έπεσε και στους επαγγελµατίες πολιτικούς.
Αν όλα είναι πολιτικά, τότε είµαι πολιτικός. Αν όµως είµαι πολιτικός (µ'
αρέσει καλύτερα η λέξη πολιτειακός) έχει εξίσου σηµασία, το πώς κάνεις
έρωτα, το πώς τρως, πώς κοιµάσαι, το τι είδους σχέσεις κάνεις, το πώς
ανατρέφεις τα παιδιά σου κλπ. και όχι µόνο αν "ψηφίστηκε αυτός ο νόµος
ή ο άλλος ή αν η καταστολή άλλαξε πρόσωπο". Αν λοιπόν είµαι πολιτειακός, που για 'µένα σηµαίνει άνθρωπος που αυτοκαθορίζει τον εαυτό του,
δε γίνεται να 'µαι σχιζοφρενής και σχιζοειδής ώστε να ανακηρύττω σε
δόγµα το "άλλο το προσωπικό και άλλο το πολιτικό". Αυτές οι απόψεις, αν
δεν κρύβουν ύποπτες σκοπιµότητες, σίγουρα είναι βαλτές να κάνουν την
κοινωνία ένα µεγάλο ψυχιατρικό κατάστηµα. Αν δεν είναι.
Χαζοµαλάκες πέρναγαν κάποια εποχή, πολλοί, αυτούς που έλεγαν: "πως
αν όλα δεν είναι πολιτικά, τότε η σχέση µας µε την πολιτική είναι η καταστροφή της σε όλες τις κοινωνικές ρίζες της". Xαζοµαλάκες και ροµαντικούς ή ουτοπιστικούς πέρναγαν, πολλοί, αυτούς που κουβάλαγαν µέσα
τους την αυτοκαταστροφή τους, αρνούµενοι να γίνουν επαγγελµατίες επαναστάτες. Τώρα όµως που µια Αριστερή, Λαϊκιστική ή όπως θέλετε πείτε
την Κυβέρνηση ανέβηκε στην Εξουσία, τα αηδόνια σώπασαν. Πού και πού,
κανένα µοναχικό κάτι πάει να πει, αλλά γρήγορα µαζεύεται στη ζεστασιά
του. Ας είναι, όλα εδώ πληρώνονται.
Αν η ενοχή αποτελεί κίνητρο επαναστατικότητας, τότε ας µου επιτραπεί να
πω πως δεν έχω καµιά σχέση µε τους Επαναστάτες. Σιγουριές στα πράγµατα, καβάτζες στα Ερωτικά, κεφάλαιο στα Σκοτεινά και Επαναστατικότητα
από ενοχές, κοµµένη µάγκες και µάγκισσες.
Αν διάφοροι επιθυµούν στο πρόσωπό τους να σκιαγραφείται "η ένοχη συνείδηση του µικροαστού" όπως άλλοτε, άλλοι αποτέλεσαν και αποτελούν
"την ένοχη συνείδηση των αριστερών", εγώ δεν έχω πρόσωπο και ούτε
θέλω. Βαριές, υποτιµητικές και περιορισµένες είναι οι ερµηνείες του εγώ
47
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
από τους µικροαστούληδες και ας πάρουν το κουβαδάκι τους να παίξουν
αλλού. Ας τους ακολουθήσουν και οι αριστερούληδες. Καλή παρέα πάντως
θα κάνουν.
Αν η σχιζοφρένεια βασίζεται σε συλλογικότητες που λένε πως είναι "εναλλακτικά κοινωνικές" ή "αντάρτικες" ή "ένοπλες" και η µια θέλει να βγάζει
τα µάτια της άλλης και η µια είναι ανταγωνιστική και εχθρική µε την άλλη,
προτιµώ να 'µαι ησυχαστής ή -επειδή αυτό που λέω δε µου κάνει- ίσως
γίνω κανένας τυχοδιώκτης µε καβουράκι.
Αν όλο το ζήτηµα είναι ποιος είναι ο "πρώτος", ποιος είναι το κεφάλι και
άλλα τέτοια που στιγµατίζουν και συνεχίζουν να στιγµατίζουν µια ολόκληρη
εποχή, τότε εγώ τάσσοµαι µια και έξω σε εχθρικό στρατόπεδο ή δεν τάσσοµαι πουθενά και κάνω τον παράξενο περιηγητή.
Επάνω από τους άλλους ήθελα να 'µουν πάντα. Μα, αν έκανες ποτέ έρωτα
στη ζωή σου, θα έβλεπες πως δεν ολοκληρώνεσαι αν ο άλλος είναι από
κάτω. Τους από κάτω τους υποτιµώ και σε συµπυκνωµένο λόγο τους λέω
"κοινότυπους τροµοκράτες" και είναι το έδαφος που στηρίζεται κάθε ανθρώπινη κτηνωδία. Και έχουµε µπόλικες απ' αυτές καθηµερινά. Θα ήταν
παράλειψη (αν και δεν είναι του χαρακτήρα µου να προβάλλω άλλους),
να µην αναφέρω εδώ το βιβλίο "Βασανιστήρια και Εξουσία"*.
Ας ειπωθεί για µια ακόµη φορά, πως όλοι µας έτσι όπως ξετυλίγουµε την
ζωή µας έχουµε ζωτική την ανάγκη απ' όλους τους θεσµούς και τη συντήρησή τους. Έχουµε ανάγκη από προστασία και αντιπροσώπους κάθε είδους. Έχουµε ανάγκη από καρπαζιές και τα τοιαύτα. Με συγχωρείτε για
τον πληθυντικό.
Κάτι άλλο που θέλω να πω είναι πως προβληµατισµοί περί "ριζοσπαστικοποίησης του εαυτού µας" και τα τοιαύτα που λέω κι εγώ, νοµίζω πως απασχολούν µονάχα τους ανθρώπους που δεν είναι περιθωριακοί. Και όχι το
ανάποδο όπως µια ζωή µας πιπίλιζαν το µυαλό. Περιθωριακός δεν είναι
αυτός που ενδιαφέρεται για όλα τα ζωντανά προβλήµατα που απασχολούν
το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων, αλλά αυτός που το ένα πόδι του είναι
εδώ και τ' άλλο στο Ακαπούλκο, είναι αυτός που το σχίσιµο µέσα του δεν
του επιτρέπει να αµφιβάλλει και όλα τα έχει παραδεχθεί πως "έτσι είναι
* "Βασανιστήρια και Εξουσία": Βιβλίο του Σιµόπουλου.
48
και δε γίνεται τίποτα". Είναι ο κάθε µισθωτός και εφησυχασµένος πολίτης.
Είναι αυτός που µια ζωή σέρνεται πίσω από το τάλιρο, ζητιανεύοντας λίγα
ποσοστά δύναµης. Είναι το κάθε άτοµο στην οικογένεια. Είναι το κάθε
ανέραστο ζευγάρι. Είναι η µοναξιά µες στο πλήθος ή -όπως λένε και οι
µορφωµένοι- είναι ο συµφυρµός. Ο καθένας σήµερα, δεν πάει πουθενά
έξω από ένα µυθολογικό ταξίδι. Και αν το ζεις µε το τρόπο σου, σου βγάζω
και το καπέλο, µα πολύ αµφιβάλλω.
Αν ο χρόνος αποδείξει σ' αυτούς που τους τρώει το σαράκι πως οι απόψεις
τους είναι πραγµατοποιήσιµες και δηµιουργούν ενότητα, πολυφωνία και
αρµονία στην πράξη χωρίς την ύπαρξη κάποιας "µεσολάβησης" ή κάποιου
"επιτελείου", τότε µονάχα θα 'χουν τη δύναµη και την ικανότητα να απλωθούν από τη µια άκρη ως την άλλη. Αν όχι, ας φορέσουµε πια όλοι µαύρα
σαν τιµωρία που υπάρχουµε σε αυτήν τη ζωή και ας χτίσουµε καµιά εκκλησία και ας γίνουµε µάρτυρες κάποιας υπόθεσης που σε τελική ανάλυση
άλλο πατριαρχείο θα την εκµεταλλεύεται.
Εγώ πάντως, αν γίνει κάτι τέτοιο, θα πάρω το λιβανιστήρι και θα τσακώνοµαι µε τον Αριστερό Ψάλτη που όλο θα λέει "Ευλόγησον ∆έσποτα".
Τώρα εσείς πάρτε όποια θέση θέλετε. Μονάχα έναν δε θα αφήσω στο
παγκάρι, γιατί όλο για Εράνους θα τρέχει και όλο στην τσέπη θα βάζει ταλιράκια, πάντα µε ερµηνεία-δικαιολογία πως θα τα δώσει στους "βασανισµένους από επιθυµία". Και έναν άλλο ακόµη που θα θέλει να διαβάζει τα
κείµενά του συνέχεια, παραµυθιάζοντάς µας πως είναι αποσπάσµατα από
τη Μεγάλη Πέµπτη.
Αν τώρα εσύ πιστεύεις πως δεν είµαι σοβαρός, σκοτίστηκα, ξέρεις κι εγώ.
Λες να θέλω να σε κάνω παρέα µε τέτοια µούτρα που 'χεις στραβόξυλο
και ντουβάρι ασοβάντιστο; Λες να θέλω να σε κάνω παρέα µοστρατζή κακοφτιαγµένε;
Τι άλλο θέλω να πω που µου διαφεύγει; Όλα νοµίζω πως σας τα εξοµολογήθηκα. Πάντως µε τους µοναδικούς ανθρώπους που δε µπορώ να τα
βάλω, είναι µε τους αδιάφορους, πηγαίνουν µιλιούνια µαζί και είναι σε
θέση να σε στείλουν µια ώρα αρχίτερα. Α, και κάτι άλλο θυµήθηκα. Ήθελα
που λέτε να γράψω γράµµατα στον καθένα που κάποια στιγµή της ζωής
µου είχαµε "συνοδό", µα είναι πολλοί και βαρέθηκα. Μονάχα ένα ξεκίνησα
και βρίσκεται πιο κάτω. ∆ιαβάστε το αν θέλετε. Εγώ πάντως πιστεύω,
49
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
χωρίς να 'χω και κανένα ιδιαίτερο πρόβληµα πως κάπου µου 'γινε ζηµιά.
Πού ακριβώς, αλήθεια δε ξέρω.
Βαριέµαι εξάλλου να στείλω γράµµατα στον καθένα, άσε που µπορεί και
να µη ζουν. Μπα τέτοιες ειδήσεις µου 'ρχονται πάντα φρέσκες φρέσκες,
µόλις βγαίνουν από την θάλασσα.
...............................................................................................................
Ζοχαδιασµένος µε δυο-τρεις είµαι µονάχα. Τίποτα άλλο, να σου πω την
αλήθεια. Γιατί όποιος µου 'κανε κακό του 'κανα κι εγώ. Όποιος µε έκαψε
τον έκαψα κι εγώ. Όποιος µου πήρε, που λένε και στο λεξιλόγιο της αγοράς, του πήρα κι εγώ. Πάτσι µε τους περισσότερους από τους κοντινούς.
Αυτοί οι τρεις-τέσσερις, µπορεί και να είναι και παραπάνω, που ο χρόνος
απέδειξε πως δεν ήταν "τίµιοι έµποροι" στην κοµµατιαστή σχέση που 'χα
µαζί τους και µου την κάνανε, απατεώνες κακιάς ώρας αποδειχθήκανε. Η
ίδια τους όµως κατάσταση, τους εξόρισε µια για πάντα στα όρια µιας σερνάµενης ζωής. Ξέρω λοιπόν, όπως και ο καθένας από 'σάς να υπερασπιστώ την ιστορία µου. Αλίµονο σε αυτούς που ήταν απόντες στη ζωή τους.
Θα πεθάνουν, όπως έλεγα και παλιά, µε µια απορία στα µάτια. Εξάλλου,
εγώ δεν έπαιξα µ' άσσους στο µανίκι.
...............................................................................................................
Γιατί έχω φόβο-απέχθεια και µίσος για τους πιστούς; Μα γιατί µωράκι µου
γλυκό αν ο καθένας δεν πιστέψει τον εαυτούλη του, το µοναδικό και πανάκριβο κόσµηµα, που διαθέτει και δεν σιγουρευτεί για βασικά πράγµατα
µέσα του, τότε έχει την ανάγκη να πιστέψει στον άλλο ή τους άλλους ή στη
θεία πρόνοια. Όταν όµως ο άλλος ή οι άλλοι δεν ανταποκριθούν στις προβολές του και τις ανάγκες του, τότε άντε να βρεις χώρο για να φυλαχτείς
από τη µνησικακία του προδοµένου. Όσον αναφορά δε τη θεία χάρη, γάµησέ τα, δεν υπάρχει κανένα φάρµακο για αυτή την αρρώστια. Μονάχα
το κεφάλι σου χτυπάς σε τέτοιες περιπτώσεις στον τοίχο, τρεις φορές την
ηµέρα µέχρι να το σακατέψεις, µπας και γίνεις κανένα λουλούδι µυρουδάτο
και µοσχοµυρίσει λίγο και η πλάση.
50
Αγαπηµένη µου Βικτωρία σε φιλώ.
∆ε ξέρω τι µέρα έχουµε σήµερα, ούτε τι µήνα. Προχθές το βράδυ είδα σε
ένα περιοδικό που διαβάζουν οι αριστεροί το έτος, µα αν και το είπα πολλές φορές από µέσα µου τώρα δεν το θυµάµαι. Είναι λοιπόν, όπως θα
'λεγες κι εσύ µια στιγµή ανιστόρητη και "χωρίς την αναγκαιότητα του καθορισµού της". Εγώ δεν πιστεύω σε τέτοιες ποιητικές εξάρσεις, απλά αυτή
τη στιγµή, σ' αυτό το µέρος που βρίσκοµαι, η µνήµη µου δε µε βοηθά σε
σχέση µε το χρόνο.
Χάρηκα πάρα πολύ, από τότε που σταµάτησες να παίρνεις κάτι από εµένα
και έφυγες και µ' άφησες "απροστάτευτο", γνωρίζοντας την αρρώστια που
µε βασανίζει αυτή την εποχή. Βιάστηκες να φορέσεις το παλτό σου και να
πας να βρεις κανέναν άλλο γκόµενο καινούργιο µια και ο παλιός σου τέλειωσε, ακόµη και στο µυαλό σου. Και τώρα που έφυγες κι εγώ παραδόθηκα χωρίς όρους στους γιατρούς και στις νοσοκόµες (που όλο για το
καλό µου ενδιαφέρονται από µπροστά και όλο στη µόστρα είναι από πίσω,
πότε µε τα βυζάκια σε θέση αναµονής και πότε µε το φουστανάκι ν' ανεβαίνει πάντα αθώα) στρώνοµαι να σου γράψω ένα γράµµα µάταιο και
χωρίς χρησιµότητα (εκτός από ένα διαµορφωµένο µίσος που 'χω για
εσένα και την τάξη σου που λένε και οι Μαρξιστές). Το τι χρησιµότητα θα
έχει για εσένα και πώς θα το κουµαντάρεις, οπότε και από αυτό να βγάλεις
κάτι, δε µ' ενδιαφέρει.
Ειλικρινά χάρηκα που πήγες στο διάολο και έτσι έπαψα να τρώω στη µάπα
όλες τις σαβούρες των µικροπωλητών της µιζέριας.
Θα µιλήσω λοιπόν απόψε σε 'σένα, σε µια γυναίκα όµορφη που γίνεται
άσκηµη γιατί το ξέρει. Ντυµένη µε τα τελευταία µοντελάκια για βιασµό και
που δεν έχει κανέναν ηθικό ενδοιασµό αυτό να το χρησιµοποιήσει για να
πλευρίσει διάφορους ανθρώπους, "παράξενους και δυνατούς κατ' οµολογίαν", προσπαθώντας να τους αποδυναµώσει, να τους εξουθενώσει και
στη συνέχεια µέσα στην διάλυσή τους, να τους προσανατολίσει σε τακτικές
που στρέφονται κατά των εαυτών τους. Με λίγα λόγια να τους εντάξει σ'
ένα σύστηµα σκέψης, σ' ένα τρόπο ζωής, σ' ένα πλαίσιο αναφοράς που το
πρώτο και καθοριστικό ρόλο θα τον παίξει ο νόµος αντί του εγώ. Θα τον
παίξει ο άλλος και όχι εγώ.
51
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
Θα µιλήσω λοιπόν απόψε σε σένα που είσαι δυνατή µε βαθιές τις ρίζες
στην Ιστορία και που ξέρω πως θα µε γράψεις γρήγορα, µα πάντα θα µ'
αποφεύγεις σαν ο διάολος το λιβάνι. Γιατί ξέρεις πως σε µια ενδεχόµενη
συνάντηση µ' εµένα κινδυνεύεις. Ξέροντας πως ένας από τους δυο µας θα
εξαφανιστεί και θα λυπηθείς αν είσαι 'συ σε αυτή τη θέση. Ακόµη γνωρίζεις
πως δε χρησιµοποιώ απειλές και εκφοβισµούς προς τίποτα και για κανέναν, άρα είναι εύκολο να συµπεράνεις πως αυτό που λέω το εννοώ. Μου
'κανες κακό από πρόθεση, γιατί κάπου, από κάπου πιάστηκες. Το πλήρωσα
παίρνοντας τη δική µου συµµετοχή και ευθύνη. Τραβήχτηκα πολύ µακριά
και η αυστηρότητα στον εαυτό µου είχε τον πρώτο λόγο. Τώρα όµως που
λύθηκαν τα δεσµά βίαια µέσα µου, θυµήθηκα και είναι από τα λίγα που µου
επιτρέπει η λησµονιά µου να θυµάµαι. Τώρα λοιπόν που θα βγω από το
Νοσοκοµείο, αφού αχρηστεύσω τους γιατρούς και τις νοσοκόµες, θα 'σαι
από τους πρώτους που θα ξεχρεώσω. Κι εγώ, αν θυµάσαι καλά, ξεχρεώνω
ντελικάτα και από απόσταση.
∆εν πιστεύω να επιστρατεύσεις τα λόγια µου για µια ακόµη φορά και να
µου πεις πως τέτοιες συµπεριφορές δεν αρµόζουν σε "ανώτερους" ανθρώπους γιατί θα σου υπενθυµίσω πως για το παρόν έχω να κάνω µε σκουλήκια. Που 'ναι πολλά, πολλαπλασιάζονται ανά στιγµή σ' εκατοµµύρια και η
ύπαρξή τους δεν έχει να κάνει µε τίποτα που θα µε υποχρέωνε σε µια ισονοµία στη µεταχείριση.
Θα προσπαθήσω να ξεφύγω από τις δικές µου προβολές στο πρόσωπό
σου και χωρίς κατά το δυνατό να σε αλλοτριώνω, θα σε κεντήσω µε την
κλωστή σου και θα σε κλείσω 'κεί που θέλησες να φυλακιστείς. Στον κόσµο
της πρόκλησης και της Εξουσίας, ξεφωνίζοντας υστερικά, κάνοντας εκκλήσεις στους απελευθερωτήδες των "βασανισµένων" να σε λυτρώσουν. Θα
σ' αφήσω στην Αγωνία της ανικανοποίησης, σφιχτοδεµένη µε τις λέξεις.
Συ το διάλεξες κι εγώ ακόµη και εχθρός σου δε µπορώ να σε πολεµήσω
σ' αυτό εδώ το σηµείο, παρά µόνο σεβόµενος τα σηµεία.
Πρώτα απ' όλα λοιπόν θα σου εντοπίσω τα χαρακτηριστικά σου. Τους τόπους δύναµης και κυριαρχίας που 'χεις. Μετά θα σου πω για τις ξεφτιλισµένες βάσεις πάνω στις οποίες στηρίζονται. Θα ακολουθήσει το τροπάριο
του τραβήγµατός µου. Το ξεγύµνωµά σου. Την απουσία µου. Και το τέλος
52
σου. Και λίγο πριν τελειώσω, σαν καλός παίκτης, θα σου οµολογήσω γιατί
εγώ είµαι ο χαµένος και συ η κερδισµένη.
Τη συνέχεια θα την αφήσω στο ξεπέρασµα αυτών που θα σε βλέπουν σα
µια Ιστορική φιγούρα, χαµένη στην Άβυσσο της Ανυπαρξίας.
Αυτά να τα θυµάσαι. Γιατί πάντα επιστρέφω. Έστω και χωρίς παρουσία.
53
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
Αγανάκτησα µε τον εαυτό µου. Σε τελική ανάλυση δε ζούµε για ένα κείµενο, για έναν πίνακα ή για µια καλή παράσταση. Ούτε για µια ιδέα ή για
την Ιστορία. Υπάρχουµε για να ζούµε τη ζωή, και η ζωή δεν είναι µαθηµατικός τύπος. Η ζωή δεν είναι πουθενά αλλού, αλλά εδώ πέρα, δίπλα µας,
µ' ένα σωρό ατέλειες είναι αλήθεια µα και µε πλούσιες και πολλαπλές τις
προκλήσεις υποσχέσεων. Στο χέρι του καθένα βρίσκεται το ξεκίνηµα για
να οµορφύνει το ταξίδι του και η απλότητα στην κίνηση είναι κατάκτηση
ουσίας για εµένα. Όταν "συµβεί" και νιώσεις την αισθαντικότητα της ζωής,
έστω και για µια στιγµή, δε θέλεις να πεθάνεις και αν κάποτε έλεγα "να
πεθαίνουµε και να φωνάζουµε τι ωραία που πεθαίνουµε", εννοούσα πως
είναι στο χέρι µας να ζήσουµε όµορφα.
Άξιο σηµασίας είναι για εµένα να είσαι παντού έτοιµος. ∆ε ξέρω ακριβώς
για ποιο λόγο. Έχω βαθιά όµως την πεποίθηση πως όλα συµβαίνουν ξαφνικά και για να το νιώσεις χρειάζονται βαθιές επεξεργασίες και θα πω και
κάτι που δεν µ' αρέσει, αλλά οφείλω να το παραδεχτώ πως σε τέτοιες ιστορίες, σε τέτοιες φιλοδοξίες αν θέλετε, περνάς µέσα από ένα µεγάλο και
τρανταχτό πόνο, µέσα από µια µεγάλη αρρώστια. Και αν το τέλος της είναι
η ερηµιά µη σε φοβίζει Μονάχος έτσι νοµίζω πως µπορείς να ξαναβρεθείς
σε µια πιο απλή και περισσότερο ουσιώδη σχέση µε τον άλλον και το περιβάλλον σου. Χρειάζεται χρόνος και απόσταση. Καθώς και τόλµη γιατί
θα 'χεις να κάνεις µ' εσένα, που είσαι 'σύ και οι άλλοι, και αυτές οι µάχες
ας µη υποτιµούνται, είναι δύσκολες και ζόρικες. Είναι βία αυτό, ας µη γελιόµαστε. Ίσως η πιο σκληρή βία είναι η απόσταση, του να µη δίνεις και να
µη σου δίνουν συµµετοχή. Και δε µιλώ για µύθους.
Μπορεί να σε πόνεσαν και οριακά πολλές φορές, µε σηµάδια µεγάλα και
βαθιά. Μπορεί να σε κακοποίησαν ανεπανόρθωτα που λένε. Μπορεί να
σε φέρανε στο χείλος της αυτοκτονίας ή στο να "πεθάνεις σαν ήρωας".
Τίποτα όµως δεν καταφέρανε, όπως λέω κι εγώ, σ' ένα κοµµάτι αρχικό.
Τίποτα, µονάχα εµείς για µια ακόµη φορά -και εδώ µιλώ για τους φίλους
µου, ακόµη και γι' αυτούς που στιγµές-στιγµές φτύνουν τον εαυτό τους µε
πράξεις ανεπίτρεπτες γι' αυτούς και νοµίζω πως είναι η πρώτη φορά που
το εµείς το εννοώ- αποδείξαµε στον εαυτό µας πως είναι επιλογή ο δρόµος
µας, η ανηφόρα µας, και δεν είναι αποτέλεσµα µιας ανικανότητος. Αυτό,
ας µη περάσει στο ντούκου που λεν.
54
Γι' αυτούς, για όσους ακόµη αµφιβάλλουν, ας σιγουρευτούν µε τον τρόπο
τους και το ρυθµό τους και ύστερα τα ξαναλέµε, αλλού πια και ας µείνουµε
εδώ για πάντα. Ή αν θέλετε κι άλλα λόγια, και εδώ ξαναµιλώ πάλι στους
φίλους µου, ας ξαναγίνουν τα ίδια πράγµατα που ξεκίνησαν κάποτε, και
ας βιωθούν µ' άλλο τρόπο. Πιο ισορροπηµένα και χωρίς εξτρεµισµούς. Κι
εσείς ξέρετε πού θα βρείτε τα ταίρια σας και όχι το κοινό σας. Το σίγουρο
είναι πως εγώ δεν είµαι, και όχι για κανέναν άλλο λόγο -από τους αµετανόητους είµαι και στο σηµείο αυτό φθάνω στα άκρα-, αλλά γιατί εγώ θέλω
πάντα να φεύγω. Στο σηµείο αυτό ας αµφισβητηθώ γιατί είναι βαριά η
ιστορία το πρωί να ξέρεις πως φεύγεις.
Ήθελα να συνεχίσω και χαριτολογώντας το λόγο µου να σας φωτίσω τις
µαύρες ψυχές σας µε "Ιστορίες" διάφορες. Με "Ιστορίες" για τους Εγκληµατίες που 'ναι η αναπνοή και η ζωογόνος κίνηση αυτών που κατέχουν και
πώς χωρίς αυτούς θα έσβηνε η κοινωνία αυτή, µα και πώς σβήνουν αυτοί
οι εγκληµατίες την κοινωνία αυτή. Θα έλεγα και για τους Μαθηµατικούς
που πουλάνε "φύκια για µεταξωτές κορδέλες" πως βασίζονται στην Θεολογία, µια που όταν ξεπερνούν τους ισολογισµούς και τους προϋπολογισµούς, φθάνουν στο σηµείο που για να προχωρήσουν βασίζονται στο
"αυταπόδεικτο", στο Αξίωµα. Θα έλεγα για τους τελευταίους σπασµούς
που 'χε πάνω µας ένας εµφύλιος και για το Αριστερό Πνεύµα που έσβησε
σαν Ιστορική πραγµατικότητα στην Κολοπετινίτσα ακόµη και στις πιο
ακραίες του εκδοχές. Εκδοχές που είχαν µπει σε κάθε συλλογικό (πολιτικό)
κύτταρο, καθώς και για την απάτη των γουρουνίσιων µατιών αυτών των
"ακραίων φιλελεύθερων στοιχείων". Θα έλεγα για Ανθρώπινες Ιστορίες
άξιες και µοναδικές που έµειναν "άφωνες" γιατί ήταν δεµένες, καθώς και
άλλες που οι άνθρωποι απέκτησαν από τα πολλά βαρέµατα "δικαστική αντίληψη ζωής". Θα έλεγα και για τους "Μεταφυσικούς επαναστάτες" που γεµίζουν σιγά-σιγά τις µέρες µας. Θα έλεγα και για το πώς κλείνουν το στόµα
των συµπαραστατών οι φυλακισµένοι, όταν παίρνουν την υπόθεση στα
χέρια τους και καίνε τα κάτεργά τους*, λέγοντας απλά προς αυτούς πως κι
εσείς µπορείτε να κάψετε τη δική σας φυλακή. Θα έλεγα πολλά ακόµη, για
το µετάξι που 'φερα από τις Ινδίες και το χάρισα σε µια γυναίκα και αυτή
το αχρήστευσε γιατί οι "φιλοδοξίες οδηγούν σε ανώτερα σηµεία". Ακόµη
* Αναφέρεται στην εξέγερση των Κρατουµένων το Καλοκαίρι του '87
στις φυλακές της Κέρκυρας.
55
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
και για τις αγάπες που 'κανα και που τις τροµοκρατούσα γιατί πίσω µου
κουβάλαγα δέκα διµοιρίες κουµπουροφόρων, αλλά τα χείλια µου πάγωσαν και το κορµί µου έπαθε αγκύλωση. Και η µέρα που ξηµερώνει σου λέει
πως τα φαντάσµατα "δεν υπάρχουν πια" γιατί τα παιδιά µεγάλωσαν και
αυτή η παιδική αθωότητα δενξέρω πια αν κρατήθηκε ζωντανή και έτοιµη
να απαιτήσει. Γιατί µεγαλώσαµε λίγο και το µυαλό µας, η σοφία µας, λέει
πως δεν πρέπει να 'χουµε απαιτήσεις από τους άλλους. Μα η µέρα που ξηµερώνει σε κοιτάει ειρωνικά και σου λέει πως τέτοιες θύµησες µονάχα την
ερηµιά σου θέλουν να κάνουν πιο έρηµη.
Και κλείνω µε την Ερµηνεία της Αρχής (για να ολοκληρωθεί και ο κύκλος)
πως η παραδοξολογία είναι ο πιο ζωντανός τρόπος µεταβίβασης γιατί
απαιτεί "παρουσία βιώµατος". Γιατί όταν το ένα αναιρεί το άλλο, αυτό που
µένει και µεταβιβάζεται είναι αυτό που γίνεται. Άρα για να το δεχθείς πρέπει εµπειρικά να 'σαι παρών. Κι εδώ την πάθανε όλοι εκείνοι οι εκπαιδευτικοί που ψάχνουν τρόπους να µεταβιβάσουν το "γνωστικό της
ανθρώπινης εµπειρίας" µέσα από νοητές µεθόδους, καλουπωµένες οι περισσότερες σε κρατικές σκοπιµότητες.
Μα αυτά είναι µαλακίες, θα µου πεις, κι εγώ θα συµφωνήσω µαζί σου,
πως για σένα αυτά είναι µαλακίες. Γιατί κι εσύ µόνος είσαι και έρηµος. Και
ό,τι θες πες.
Σ' αυτή τη νεκρούπολη που το πιο απολαυστικό πράγµα είναι ο ύπνος µόνο
πιστοποιητικά θανάτου µπορείς να βγάζεις. Για να 'σαι ακόµη ζωντανός.
ΧΕΙΜΩΝΑΣ '88
56
ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟ Νο 1
"Ήµουν νέος κι είχα βαθιές αγάπες
και η καρδιά µου ξεχείλιζε από ενθουσιασµό!
Κι ανακατεύτηκα µε τον κόσµο, και συναναστράφηκα
τους οµοίους µου, λέγοντας δυνατά τη σκέψη µου!
Και µε κοιτούσαν παραξενεµένοι, χωρίς να καταλαβαίνουν.
Κι αποτραβήχτηκα από αυτούς, και µου είπαν; Ξιπασµένε.
Και κάπου κάπου µες στη µοναξιά µου, οι µαζεµένες αγάπες µου,
οι ενθουσιασµοί µου, ελευθερώνονταν σαν ωδές σαν λόγοι.
Κι οι σύντροφοί µου γελούσαν και µ' έδειχναν
µε το δάχτυλο σαν να 'µουν τρελός.
Λοιπόν υπόφερα, αµφέβαλα, καταράστηκα
και κανείς δεν πίστεψε πως ήµουν ειλικρινής.
Αυτή η καρδιά, που κάποτε έσφυζε από δύναµη
κι αγάπη, είναι σαν να 'χει γίνει σκόνη."*
Οι σκέψεις αυτές χαρίζονται
στους γνωστούς και άγνωστους συντρόφους.
Σ' αυτούς όλους που αγάπησαν
τα παραµύθια τόσο, που δεν έχουν
άλλη επιλογή από να τα ζήσουν.
ΜΑΗΣ '84
* Ποίηµα του Ιζιντόρ Ντυκάς, κόµης του Λοτρεαµόν.
57
ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟ Νο 1
Αυτά τα οποία αναφέρονται δε διεκδικούν στο ελάχιστο κάποια πρωτοτυπία
στην «παραγωγή και κατανάλωση ιδεών». Οι µοντερνίστικες και «πρωτοποριακές» απόψεις, τόσο προσοδοφόρες στα µυαλά και τη ζωή των άνοων
και ανεγκέφαλων καταναλωτών της πλήξης, µας άφηνε και µας αφήνει
αδιάφορους.
Είναι και γνώµη µας πως τα πάντα έχουν ειπωθεί. Ακόµη και αυτά που δεν
έπρεπε να µπουν στα στενά πλαίσια των λέξεων. Αισθανόµαστε όµως την
ανάγκη να τα ξαναεπαναλάβουµε µε τον τρόπο µας. Με κάθε γνώση και
υπευθυνότητα πως η επανάληψη στις µέρες µας αποτελεί το πιο σηµαντικό
στοιχείο που δοµείται κοινωνικά η ισοπέδωση.
Ωρεβουάρ αγαπητοί µου.
58
ΛΟΓΙΑ...
Να κοιταχτούµε στα µάτια. Να µη σε ξέρω και να µη µε ξέρεις. Να πλησιαστούµε µ' ένα τρόπο που δεν το ξέρουµε τώρα και να περπατήσουµε στο
δρόµο εκείνο των γεγονότων. Εκεί πέρα, µου 'πε ένας µεθυσµένος ναυτικός θα είναι και άλλοι άνθρωποι που θα τους γνωρίζουµε πολλά χρόνια,
αλλά θα τους βλέπουµε για πρώτη φορά. Και θα παίξουµε µε την σοφία
των γέρων και την ανηθικότητα των παιδιών. Ξεχασµένοι από το βάρος
αυτού που λέγεται χθες. Ένας άλλος µου 'πε, πως αυτά δε γίνονται. Πως
έχουν µπόλικο υπόστρωµα ιδεαλισµού. Πως ανήκουν στην εποχή της Μαρίας Αντουανέτας. Και µε παρότρυνε να γυρίσω στο σπίτι µου. Να κοιτάξω
τη γυναίκα µου και τα παιδίά µου. Και εγώ συµφώνησα µαζί του... για να
µην τον πιστέψω.
Τώρα δε ξέρω τι να σου γράψω. Η γλώσα µου πήρε προαγωγή και µετατέθηκε στην υπηρεσία πληροφοριών της ενωµένης πια Ελληνικής Αστυνοµίας.
Αυτά που σου γράφω γεµάτα από έλλειψη ζωής και απεριόριστη πίκρα δε
µου αποδεικνύουν τίποτα περισσότερο από αυτό που ενυπάρχει σε κάθε
πολιτικό κείµενο. Σε κάθε κείµενο.
Την ύπαρξη µιάς Αστυνόµευσης
...και πάλι
λόγια...
ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ
ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ
59
ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟ Νο 1
ΝΑ ΠΕΘΑΙΝΟΥΜΕ ΚΑΙ ΝΑ ΦΩΝΑΖΟΥΜΕ...
ΤΙ ΩΡΑΙΑ ΠΟΥ ΠΕΘΑΙΝΟΥΜΕ
Θα τους άρεσε πολύ να µε βλέπουν καθηµερινά να σέρνοµαι στα νεκροταφεία πιάνοντας
φιλίες και τρώγοντας τα βράδια µε τα κοράκια. Να µαραζώνω σαν ασκητής της άρνησης
και να γυροφέρνω κυκλικά γύρω από τα φαντάσµατα του µυαλού µου, µ΄ ένα φτυάρι
στο χέρι µου ανοίγοντας τον τάφο-λάκκο µου. Να τους κάνω τη χάρη, ολοκληρώνοντας
τον εαυτό µου στην αδυναµία; (Αποσπ. Από την τραγωδία των Αθηνών. Κεφ, "περί Πλατωνικής επικράτησης")
Μέσα στις τόσες. Μια αρχή χρειαζόµαστε για να ξεκινήσουµε. Μόνο που
φοβόµαστε και οι αναβολές γέµισαν τις µέρες µας. Ο καιρός ωρίµασε πια,
επαναλαµβάνουµε στον εαυτό µας και στους φίλους µας. Και τέτοιες σκέψεις γεννιούνται στο µυαλό µας πάντα όταν πονάµε και χανόµαστε στη
δίνη µας. Το παµε και το πιστέψαµε. Και η πράξη µας το σφράγισε. Πως
συντροφιά θανάτου είµαστε. Και δεν το γουστάρουµε.
Η διάρκεια του πόνου είναι ασύγκριτα µεγαλύτερη σε χρόνο και ένταση
από τη χαρά. Τώρα ποιος έµαθε να συγκρίνουµε καταστάσεις, που απο
µόνη της η καθεµιά αποτελεί ολότητα στη βίωσή της και είναι όψεις ενός
και του αυτού νοµίσµατος, έιναι άλλο καπέλο. Που αν θελήσουµε να το
πετάξουµε, πιθανό να συνειδητοποιήσουµε, πως αποτελεσµατικός προσανατολισµός για τη συγκεκριµενοποίηση των αιτιών, προτείνεται η ενδοσκόπηση του καθένα στη δοµή του, η οποία αναπαράγεται αξιοκρατικά,
σύµφωνα µε τις ιεραρχικές αξίες της κοινωνίας που υπάρχουµε.
Ας είναι. Παλιά η επιθυµία για καταστροφή αυτής της κοινωνίας, σαν επιθυµητή προϋπόθεση για τη γέννα µιας άλλης. Τόσο παλιά που ο Παρθενώνας φαντάζει νεανίσκος.
Εµείς µόνοι µας αποφασίσαµε να ξεπεράσουµε τις δεσµεύσεις µας που µας
επιβάλλει η σηµερινή κοινωνική πραγµατικότητα και µόνοι µας θα πάψουµε
να είµαστε αυτό που µας αναγκάζουν να κουβαλάµε.
∆ε θεωρούµε τους εαυτούς µας πλανηµένους ή κατασκευασµένους από
ψευδαίσθηση για να πιστέψουµε πως οι επιθυµίες µας είναι πραγµατικό60
τητα, αλλά ούτε και πως η πραγµατικότητα είναι επιθυµία µας. γνωρίζουµε
πολύ καλά πως η ολοκλήρωσή µας διέρχεται και βρίσκει τον εαυτό της
στον κοινωνικό περίγυρω και αντίστροφα. Στο βαθµό που αντιλαµβανόµαστε φυσικά τη µουτσούνα µας σα ζώο-άνθρωπο, µε κατακτήσεις στο
χθες που εγγίζουν το έδαφος µιας κοινωνικότητας ισορροπηµένης µε την
φύση και µιας αδιαίρετης κίνησης µεταξύ νου και αίσθησης, που εκ των
πραγµάτων είναι ριζικά διαφοροποηµένη από αυτή που τώρα υπάρχει.
Αν δεχτούµε σα στάση ζωής το "µόνος" στη φυσική του κατάσταση, τότε
ας παραπέµψουµε τους ενδιαφεοµένους στις ερηµκές αβύσσους του χρόνου που λογαριθµικά υπολογισµένα µέσα από την πράξη, οδηγεί στην αυτοκτονία ή σε κανένα βουναλάκι θιβετιανό ή αγιορείτικο, για να
ολοκληρώσουν τον εαυτό τους στην Ιδέα...
Για να σταµατήσουµε στα διάφορα τραπεζάκια να µιλάµε για το ιερό και
να το αντικαταστήσουµε µε το γήινο. Και να αποπειραθούµε να ζήσουµε
χωρίς την εξουσία της ιδεολογίας. Και να ξαναθυµηθούµε ρε φίλε, όπως
έλεγε και αυτός*, πως "οι παρθένες ανήκουν στον ουρανό, στη γη οι 'πουτάνες' ". Γιατί χρειάζεται λίγο σεβασµό στον εαυτό µας.
Και µη ξεχνάς, εξτρεµιστικά καθώς κατηφορίζεις, τις στιγµές που γελάσαµε
όταν τους την κάναµε, αποσπασµατικά και στο µέτρο των δυνατοτήτων
µας. Τότε που η καρπαζιά της κοινωνίας πήγαινε σύννεφο και όλοι µάς
αποκαλούσαν κωλόπαιδα.
Όχι για να ησυχάσουµε ή να νιρβανοποιηθούµε (µόνο νεκροί) ούτε για να
γίνουµε ρόλοι, αλλά γιατί έτσι µας άρεσε να είµαστε. Τίποτα άλλο.
Γιατί γουστάρουµε να είµαστε όµορφοι και θέλουµε να γίνουµε πανέµορφοι.
Η κάθε τους αλλαγή δεν µας αλλάζει. Γιατι εµείς ποθούµε τη µεταµόρφωση
του είναι µας µέσα απο άλλες διαδικασίες που ριζοσπαστικοποιούν την
κάθε όξυνση σε όποιο χώρο και χρόνο, διαγράφοντας µια και έξω το
χθές, σαν αναγκαίο περιττό. Χωρίς να προτρέπουµε κανένα στη σιγουριά
και την ασφάλεια, αλλά να δείξουµε µε την πρακτική µας ότι µας γοητεύει
η αµφιβολία για το πού πηγαίνουµε.
∆ιαχεόµαστε στα µέρη µιας "ολότητας" που δεν µας αρέσει. ∆εν µας κάνει
γιατί είναι φτωχή και ειδωλολατρική. Βαρυγκοµούµε και αρνιόµαστε να
γίνουµε καλλιτέχνες. Αλλά το ξεπέρασµα της χρειάζεται οµορφιά και δύ61
ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟ Νο 1
ναµη, τόλµη και έρωτα, λόγο και πράξη. Χρειάζεται ένωση ατόµων σε αντιεξουσιαστική βάση, σαν κύτταρο που είναι ώριµο να διαλυθεί στο αισθησιακό παραλήρηµα της κονωνικής επανάστασης. Γιατί η επανάστασή
µας δε ξέρουµε τι θα είναι αλλά ξέρουµε όµως ό,τι δε θα είναι: πραξικόπηµα όποιας µορφής ή µεταρρύθµιση. ∆εν θα είναι γεµάτη µόχθο και µιζέρια. ∆εν θα είναι λαϊκίστικη ούτε ελιτίστικη. Ούτε θα σέρνει µαζί της
αρχηγούς, πατρίδες, οικογένειες και εκκλησίες.
Τυχαία άραγε διαχεόµαστε στις διαστάσεις αυτής της φρίκης; Όχι φίλε
µου, καθόλου τυχαία. Γιατί αγωνιούσαµε να αποκτήσουµε κοινωνική
γνώση της κατάντιας µας και να ξαναγυρίσουµε στην επιθυµία και στη σιγουριά πως η ζωή µας δε χρειάζεται µεσολαβητές και να ξαναζήσουµε πιο
ολοκληρωµένα το "Κάτω το Κράτος".
Με σίγουρο το δεδοµένο πως στον καπιταλισµό ή το σοσιαλισµό τους δε
βρίσκεται ίχνος ζωής που να µας κάνει.
Για να αποφασίσουµε µε µια πορτοκαλάδα στο χέρι για το πού και πώς θα
σαλπάρουµε.
Ο πόνος γεννάει. Και αυτή την πραγµατικότητα θέλουµε να αλλάζουµε.
Γιατί γεννάει και η χαρά, ηλίθιοι φυσιοκράτες κι εσείς τεχνοκράτες των
ανθρώπινων αγωνιών.
Έχουν δίκιο να φοβούνται το ξαφνικό, το απρόβλεπτο για όλους, οι κρατούντες τα ηνία και το συνάφι τους. Έχουν δίκιο να τρέµουν την εξέγερση
των γελαστών. Έχουν δίκιο να τρέµουν την εκτός ελέγχου κατάσταση.
Κουραστήκαµε τόσα χρόνια να σηκώνουµε και να αναπαραγάγουµε τη
φρίκη της κοινωνίας µας. Αρκετά αποτελέσαµε το άλλοθι των εγκληµάτων
της κοινωνίας τους. ∆εν είµαστε δολοφόνοι αλλά οπλισµένοι και όµορφοι.
Ας τρέµουν. ∆ε θα τους βασανίσουµε, δε θα ξανα-αναπαραγάγουµε τους
εαυτούς τους. Αλλά θα τους εκτελέσουµε µια όµορφη αυγή για να τους µάθουµε πως η ζωή γεννιέται µέσα από την καταστροφή των εµποδίων της.
Αυτή η γνώση που αποδεικνύει τον εαυτό σου στα πλαίσια του κοινωνικού
γίγνεσθαι σε προκαλεί να πάρεις θέση ζωής, να επιλέξεις. Γιατί γνωρίζεις
και είσαι µόνο εσύ που δικαιούσαι να γίνεις τα πάντα για εσένα. Η επιλογή
σου είναι δεσµευτική ή δε θα είναι τίποτα. Χωρίς να επιτρέπεις διαχωρισµό
στο λόγο και στην πράξη.
62
∆εν υπάρχει χώρος; Ή χρόνος; Ή διάθεση; Γνωστό. Είναι όµως γνωστό
πως µόνο εµείς θέλουµε και µπορούµε να δηµιουργήσουµε τις προϋποθέσεις αυτές.
Όλες οι λογικές εξηγήσεις που µεταφράζουν το σήµερα δε ξεπερνούν τα
όρια του θανάτου σα λογική κατάληξη αυτού που είµαστε καθηµερινά. Στην
κάθε σκέψη µας ότι µπορούµε ακόµη να ζήσουµε όπως εµείς θέλουµε, µας
καταλαµβάνει πανικός. Πανικός και αλάφιασµα. Και θα ήταν ανέντιµο αν
έλεγες πως η πίστη σου δεν κλονίστηκε στην εξέγερση. Αλλά θα ήταν όµως
χυδαία εξστρεµιστικό να πιστέψεις πως δε σε παίρνει άλλο. Φοβόµαστε
αυτό που επιθυµούµε. Το χαρούµενο θάνατο, γιατί δεν έχουµε σαν πράξη
τα λόγια µας. ∆ε ζούµε φανατικά αφοσιωµένοι στις ιδιορρυθµίες µας. Όλο
αναβολές και πίστωση χρόνου ζητάµε από το επιτελείο του εαυτού µας,
σαν και αυτές που ζητάει ο Παπανδρέου και το κίνηµά του.
∆ιάχυση λοιπόν στη φρίκη. Με καθηµερινή αγωνία να ελέγχουµε αν είνα
δυνατό όλα τα µέσα µας και έξω, σαν αντιστροφή της διάθεσής µας να ζήσουµε χωρίς όρια.
Μέσα στις ψυχεδέλειες της δίνης µας τον τελευταίο καιρό διαπερνά τη ραχοκοκαλιά µας µια καινούρια έµµονη ιδέα, πως τα βράδυα ακούµε να φωνάζει πολύ κοντά µας µια κουκουβάγια. Και µας πιάνει δέος γιατί οι
κουκουβάγιες είναι γρουσουζιά. Και ο αντίλογος σε λέει προληπτικό και µεταφυσικό και εσύ απαντάς πως φοβάσαι γιατί ακριβώς δεν είσαι. Ας είναι.
Όπως και να γυρίσουµε τα πεπρωµένα µας, κάθε αρχή ξεκινά από τον θάνατο. Το αν πάµε στην ζωή µας σίγουρα εξαρτιέται από εµάς.
Φυσάνε οι άνεµοι που θα µας δώσουν καλή ώθηση στο πανί µας; Εάν τα
καταφέρουµε µε τις αντίξοες συνθήκες, θα είµαστε καλοί καπετάνιοι. Αν
αφεθούµε αλλοτριωµένοι καθώς είµαστε στην "αίσθηση", τότε σίγουρα
είναι για να µας φάνε τα ψάρια. Και όχι για τίποτα άλλο, αλλά µόνο γιατί
δεν πολεµήσαµε.
Θάνατος λοιπόν, σαν το τέλος ενός ασκητισµού. Σα µια κατάκτηση των
ουρανών. Σα µια παντελής απουσία από την πραγµατικότητα. Σα θλιµµένες
σκιές στην εντιµότητα, στο όνειρο.
Ποιος καπιταλισµός; Ποιος σοσιαλισµός; Ποια διάταξη ποινικής νοµοθεσίας; Ποια θρησκεία; Ποιο ερωτικό είδωλο τολµάει να βρεθεί εµπόδιο,
63
ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟ Νο 1
όταν εσύ αποφασίσεις πως φεύγεις. Τι έχεις να χάσεις, αφου είσαι χαµένος, γιατί γνωρίζεις πως δε µπορείς να ελπίζεις τίποτα;
Καταδιωκόµενος από πλήθος πολεµοχαρών. Κάθε λογής εξουσιών. Τρίτων ή πέµπτων δρόµων που να σε αναγκάζουν να εξαφανιστείς ή να µουρλαθείς ή να αυτοκτονήσεις. Να σκύψεις. Και να ΄σαι µόνος σου στη µούρλα
σου και ας φωνάζεις πως είσαι κοµµουνιστής. Κι ας κυκλώνεσαι από φίλους και γνωστούς. Να σε παρακολουθούν µεγάλοι και δυνατοί, να σου
΄χουν βιάσει κάθε ίχνος παιδικότητας. Συνειδητοποιώντας κάθε µέρα πως
κάθε γνώση της πραγµατικότητας πολλαπλασιάζει την απόστασή σου από
αυτή. Και να συνεχίζεται η κοροϊδία πως όλα για ΄σένα και στο όνοµά σου
γίνονται... κι εσύ να αδιαφορείς, να πιστεύεις πως δε µπορείς να υπάρξεις
άλλο και να προκαλείς µέσα στο σκοτάδι τον καθένα φύλακα της έννοµης
τάξης. Με την πληροφόρηση να σε σκοτώνει και να σε κυνήγουν τροµοκρατώντας σε τα µάτια των συνανθρώπων σου. Να τρέχουν µε τα αεροπλάνα τους και τα ηλεκτρονικά τους. Να σε βοµβαρδίζουν µε
πληροφορίες... να σε ελέγχουν κι εσύ... να κλείνεις τα µάτια. Να καταπίνεις. Να σφίγγεις τα χείλια σου και να πεισµώνεις.
∆ε θα µου πάρουν το θάνατό µου. Αυτός ίσως είναι ο µόνος δικός µου.
Σε πλησιαζούν τα πνεύµατα. Σε καταδιώκουν να σε εξορκίσουν. Να σε κατατάξουν µέσα σ΄αυτή την ταπείνωση. Σα σκυλί ν΄αποζητάς ένα χάδι να
σου χαρίσουν και να σε λένε τρελό κι εσύ να µη σταµατάς...να πηγαίνεις
µε χίλια και να ανακαλύπτεις το φυσικό φόβο που σου απαιτεί να επιλέξεις
το θάνατό σου.
∆ε µπορείς να δεχτείς πως θα πεθάνεις όπως έζησες. Ούτε πως υπάρχει
διέξοδος για να ζήσεις όπως πεθαίνεις καθηµερινά.
Όχι δεν έχουν το δικαίωµα να σε φτάσουν. Γιατί το µυαλό µας και τα
όνειρά µας δε θα τα βάλουν στο σχέδιο πόλης. ∆ε θα µας προλάβουνε.
Και όχι γιατί ελπίζουµε πως θα ξηµερώσει οµορφιά και έρωτας, αλλά γιατί
θέλουµε να φύγουµε από συγκίνηση και παραληρηµατική γλύκα. Να πεθαίνουµε και να φωνάζουµε... τι ωραία που πεθαίνουµε!
Γι΄ αυτό σου είπα και στο ξαναλέω πως εκείνο το όµορφο πρωί που ξύπνησα και σας είδα όλους γύρω µου ήταν φρίκη.
Ένα άλλο πρωί είπα να φύγω. Και µου λείπατε.
64
* Γιώργος ∆ιαλυνάς. Αναρχικός που επέλεξε να φύγει από τη σιχαµάρα αυτής της κοινωνίας
πέφτοντας από το µπαλκόνι της πολυκατοικίας στα Εξάρχεια τον Απρίλη του ΄84. Το τελευταίο
χρονικό διάστηµα ήταν ενεργοποιηµένος στην Αναρχική εφηµερίδα "Αλληλεγγύη ενάντια στα
Αφεντικά και το Κράτος".
Στις αρχές Φλεβάρη του ΄85 "κάποιοι" φίλοι χτυπούν την πόρτα του σπιτιού του φίλου και συντρόφου ∆. Μπουρίκα στην Χαλκίδα. Έλειπε. Την άλλη µέρα γίνεται γνωστό πως αυτοκτόνησε.
Βρέθηκε από την κοπέλα του κρεµασµένος στο µπάνιο του σπιτιού του στην Αθήνα. Τι να πεις;
Μονάχα σκέπτεσαι τον επόµενο. Και τα όµορφά του µάτια. Το κείµενο αυτό γράφτηκε λίγες
µέρες µετά τον θάνατο του Γ. ∆ιαλυνά τον Απρίλη του ΄84. Ύστερα χάθηκε στα συρτάρια του
παρελθόντος, για να υπενθυµίσει πως οι νεκροί... είναι πάντα νεκροί. Τον Φλεβάρη του ΄85
µετά το θάνατο του ∆. Μπουρίκα µού δηµιουργήθηκε η ανάγκη να το δηµοσιοποιήσω όπως
ακριβώς γράφτηκε, µε την Αντιφατικότητά του, τα πετσοκόµατά του και όλα τα τρωτά στοιχεία
που µένουν έκθετα στον καθένα κακοπροαίρετο. Ακόµη και τώρα δε ξέρω γιατί το δηµοσιεύω.
Σαν προτροπή για ζωή; Ή για θάνατο; ∆ε ξέρω.
65
ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟ Νο 1
Μου είπες να περιµένω κι εγώ έφυγα.
Ίσως ήταν ο µόνος δρόµος να σε συναντήσω.
Ύστερα, µ΄ είπες τρελό και την απάντηση πήρες,
από τη θύµησή σου.
ΠΩΣ Η ΖΩΗ ∆ΕΝ ΕΧΕΙ ΣΗΜΑΣΙΑ
ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΤΡΕΛΟΥΣ.
66
ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΜΥΑΛΟ ΜΑΣ ΣΤΡΑΤΟΠΕ∆ΕΥΕΙ ΕΝΑΣ ∆ΟΛΟΦΟΝΟΣ
ΜΗ ΦΟΒΗΘΕΙΤΕ ΠΥΡΟΒΟΛΗΣΤΕ ΤΟΝ
Μας αφαιρούν τη δυνατότητα να βιώσουµε τις επιθυµίες µας, τη στιγµή που αυτές εκφράζονται. Και είναι σοβαρός αυτός ο λόγος που ξεκινήσαµε έναν ανένδοτο πόλεµο
ενάντια στις κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν. Ενάντια στον εαυτό µας, που µε ή
χωρίς τη θέλησή µας, τις αναπαράγει. Ύστερα... αρχίζεις να µιλάς ή να γράφεις ή να σκέφτεσαι για κάτι, έχοντας τη συνείδηση πως τη δεδοµένη στιγµή ήδη βρίσκεσαι σε απόσταση από αυτό. Μπαίνουµε στη φυλακή. ∆ιπλοκλειδωνόµαστε, πετάµε µακριά το κλειδί
και ύστερα φωνάζουµε ελευθερία! Τον άλλο χρόνο κάνουµε απόδραση και γεµάτοι από
αγωνία τρέχουµε να τοποθετηθούµε σε άλλη φυλακή, για να ξανά φωνάξουµε... να ξανά
αποδράσουµε... να ξανά κλειδωθούµε... και πάει λέγοντας... η δουλειά...
Κάπως έτσι µοιάζει η ανούσια περιπέτειά µας στα λόγια.
ΑΣ ΑΦΗΣΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΠΡΟΛΟΓΟΥΣ ΓΙΑ ΑΛΛΟΥΣ
Όποια λόγια και αν χρησιµοποιήσουµε, όποια λογό-παίγνια και αν κατασκευάσουµε, µε όποια αισθητική και αν διακοσµήσουµε το κελί µας, σε
όποια θέση και αν παίξουµε, οι κινήσεις µας ντροπαλές και φοβισµένες,
ασίγουρες και τροµοκρατηµένες, χρησιµοποιούν τα λόγια για να γεφυρώσουµε τις αποστάσεις µας.
∆ε µπορούµε να βρεθούµε. ∆ε µπορούµε να αισθανθούµε άµεσα και χωρίς
µεσολαβήσεις το κοντινό και µακρινό περιβάλλον µας. Οι υπαρκτές κοινωνικές συνθήκες µε γνώµονα την ισχύ, σ΄ όλες της τις διαστάσεις, απαγορεύουν στις αισθήσεις µας το νιώσιµο του παλµού και της συνεχόµενης
ροής της ζωής.
Πολλές φορές "βολεµένοι" µες στη µετριότητα, αποφεύγουµε έντεχνα οτιδήποτε µας προκαλεί για να ολοκληρωθούµε. Γνωρίζουµε όµως πολύ
καλά, πως ό,τι κάνουµε ή δεν κάνουµε περνάει µέσα από τη µεσολάβηση
της γλώσσας.
Η γλώσσα σπουδαγµένη στα πανεπιστήµια της ιστορίας, διεκδικεί και είναι
αρχιτέκτονας (ο µηχανικός είναι το χρήµα) όλων των άλλων µεσολαβήσεων που βασανίζουν την ζωή µας.
67
ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟ Νο 1
Όσα δεν µπορούµε να ζήσουµε, να απολαύσουµε, τα κάνουµε λόγια. Λόγια
εµείς, λόγια οι άλλοι, φτιάχνουµε µια θαυµάσια σχέση. ∆ε γνωριζόµαστε
ποτέ. Και οι καθηµερινές συναντήσεις µας πραγµατοποιούνται για να διατηρείται η απόστασή µας.
Μας θέλουν δούλους οι αφέντες µας. Μας µπουκώνουν το στόµα µας µε
λόγια και το κεφάλι µας µε µεγάλες ιδέες και επιβεβαιώνουν τις δυνατότητες που έχουν στο να οριοθετούν το βίωµά µας. Και οι δούλοι µένουν
πάντα δούλοι για να καταξιώνουν την αναγκαιότητα της εξουσίας. Σήµερα
περισσότερο από κάθε άλλη εποχή, οι λέξεις υπηρετούν την εξουσία απ'
ότι υπηρετούν εµάς.
Όπου και να γυρίσουµε το κεφάλι µας πιστοποιούµε συνέχεια ότι όλοι µας
έχουµε "τρελαθεί" στο µπλά-µπλά.
Κληρονοµήσαµε µια περιουσία που είναι χρεωµένη στα τρία τέταρτά της
στην ανυπαρξία. Το φιλοσοφικό µοντέλο της δύσης. Το οποίο, που λέτε,
µας έχει κάνει ρεταλάκια.
Βασίστηκε στο διαχωρισµό νου και αίσθησης. Στηρίχθηκε στο διαχωρισµό
χειρωνακτικής και πνευµατικής εργασίας. ∆ίνοντας βασική προτεραιότητα
στην όραση. Επάνω σ΄αυτό τον κορµό (της όρασης) στηρίχθηκε και συνεχίζει την ύπαρξή της, ολόκληρη η µετέπειτα τεχνολογική και ορθολογική
εξέλιξη.
Εξέλιξη που όπως γνωρίζετε µας έχει καταντήσει, µε τον ένα ή µε τον άλλο
τρόπο, παραγωγικές µηχανές µε αυτοµατικές κινήσεις. Κύριος και καθοριστικός λοιπόν παράγοντας στη σύνθεση που αντιλαµβανόµαστε τα
"πράγµατα", έχουν τα µατάκια µας. Ο Καρτεσιανός τρόπος αντίληψης ζει
και βασιλέυει. Αφαιρώντας από ΄µάς χρόνια και οµορφιά και παρατείνοντας την κυριαρχία των εν γένει διευθυντικών τάξεων επάνω µας. Ο θεµελιώδης διαχωρισµός ανάµεσα νου και αίσθησης που αντικατόπτριζε και
τις παραγωγικές σχέσεις της εποχής εκείνης, επηρέασε και συνεχίζει να
επηρεάζει και στις µέρες µας κάθε ανθρώπινη κίνηση. Η περίφηµη διατύπωση του Καρτέσιου (σκέπτοµαι άρα υπάρχω) οδήγησε και σφράγισε το
δυτικό άνθρωπο (εµείς έχουµε και λίγο ρίζα εξ ανατολών) να εξισώνει
την ταυτότητά του µε το µυαλουδάκι του. Αγνοώντας το κορµάκι του.
Αγνοώντας ότι ο νους και το σώµα αποτελούν µια αδιάσπαστη ενότητα.
68
Συνέπεια αυτού του χυδαίου διαχωρισµού ήταν και είναι η αντίληψη των
περισσότερων ανθρώπων, πως ο πραγµατικός εαυτός τους είναι ένα αποµωνοµένο εγώ, κρυµµένο βαθιά, πολύ βαθιά στο εσωτερικό του σώµατός
του. Και έτσι δηµιουργήθηκαν οι µισοί σκηνοθέτες και οι υπόλοιποι ηθοποιοί. Και ο σκηνοθετικός τρόπος γοήτευσε τα κακέκτυπα αντίγραφα του
Νάρκισσου. Ο νους τοποθετήθηκε στην ανατολή και το σώµα στη δύση.
Το µυαλό ανέλαβε µε τις ευλογίες της κάθε θρησκείας να ελέγχει καταπιεστικά τον οργανισµό, η ευχαρίστηση του είναι µας µετακόµισε σε αόρατες
σφαίρες εγκεφαλικών παροξυσµών και αυτή η διάσπαση έφερε σύγκρουση
στην ισορροπία µας. Επ' ευκαιρία τα οικονόµησαν και οι ψυχό-γιατροί. Συνέχεια µας έρχεται στο µυαλό µας, αυτό που ακούµε από πολλούς ανθρώπους που όλη τη µέρα ψοφάνε στην δουλειά και το βράδυ σε κανένα
µπαράκι φωνάζουν "ξέρεις ρε ποιος είµαι εγώ", αγνοώντας αυτό που κάνουν κάθε µέρα, νοµίζοντας πως είναι η ιδέα που έχουν εκείνη τη στιγµή
για τον εαυτό τους. Θέλουν να πιστέψουν πως είναι αυτό που θα 'θέλαν
να είναι.
Ο δυτικός άνθρωπος (για τους άλλους δεν έχουµε ακριβείς πληροφορίες,
αλλά και αυτοί θα έκαναν άλλου είδους µαλακίες) είδε να συγκρούονται
οι επιθυµίες του ζώου του µε τις επιταγές του µυαλού του. Ξέπεσε στο χάος
µιας συνεχόµενης µεταφυσικής (µε ξεχωριστή κάθε φορά µορφή) σύγχυσης.
Φτάσαµε στο σηµείο κύριοι, να εγκρίνουµε ένα µέρος της προσωπικότητας
µας και να απορρίπτουµε ένα άλλο. Να κάνουµε έρωτα γιατί µας αρέσει
το µυαλό του (της) ενώ το κορµί της δεν το γουστάρουµε. Φτάσαµε στο
σηµείο καθηµερινά να λέµε τόσα, όσα δεν πρόκειται να κάνουµε. Αιχµάλωτοι της απογοήτευσης, µε υψηλούς κοινωνικούς σκοπούς και µε καθηµερινή ζωή, χειρότερη και από σκυλιού.
Η εσωτερική αυτή διάσπαση του ανθρώπου που του επιβλήθηκε από την
αναγκαστική υιοθέτηση του καρτεσιανισµού αντικαθρεπτίζει και την οπτική
του απέναντι στον εξωτερικό κόσµο, που τον βλέπει σαν ξεχωριστά αντικείµενα και συµβάντα. Η εσωτερική αυτή διάσπαση του ανθρώπου, επεκτάθηκε και µέσα στην κοινωνία, να το δέχονται οι άνθρωποι µε
µοιρολατρικό τρόπο, την ύπαρξη διαφορετικών κοινωνικών στρωµάτων.
Οι εξαιρέσεις όπως πάντα επιβεβαίωναν τον κανένα.
69
ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟ Νο 1
Για να µην πολυλογούµε, γιατί είναι και λίγο βαρετό το θέµα µας, ο καρτεσιανός διαχωρισµός διέφθειρε τόσο το φυσικό περιβάλλον, όσο και
κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα. Όσον αφορά τα ευεργετήµατα που
έδωσε στην ανάπτυξη της κλασικής φυσικής και της τεχνολογίας, µια µατιά
γύρω µας πείθει πως καλύτερα να µην τα είχε δώσει. Αλλά τώρα αγαπητοί
µου τα έδωσε. Για περισσότερες πληροφορίες για τα ανωτέρω... διαβάστε
και κανένα βιβλιαράκι και θα γίνετε φωστήρες.
70
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΜΙΑΣ ΕΝΟΤΗΤΟΣ
"Κυρίες και κύριοι, βρισκόµαστε στο ανώτατο στάδιο της αλλοτρίωσης µας. Ο πιλότος
και το πλήρωµα του σας καληµερίζει και σας ανοίγει τις πόρτες να βγείτε στο µπαλκόνι
του αεροπλάνου για να πάρετε το πρωϊνό σας. Σας υπενθυµίζουµε πως πετάµε πάνω από
τη στρατόσφαιρα σε ύψος ανελέητων διαστάσεων από τη γη. Μην αποµακρύνεσθε περισσότερο των 2km. Υπάρχει κίνδυνος να χάσετε το δρόµο της επιστροφής. Η εκλογή
είναι δική σας."
Τα χάλια συνεχίζονται.
Ήθελα πολύ να σε δω. Γι΄ αυτό το λόγο δεν το επιδίωξα.
Έτσι ξεχύθηκε ένα βράδυ, κάποιος φίλος που διακρίνεται για την πολυλογία της σιωπής του. Και σηκώθηκε και χόρεψε έναν Ισπανικό χορό που
έµοιαζε µε το φλαµένγκο. Κι εσύ θεατής µε συµµετοχή, να πονάς διακρίνοντας πως η κάθε κίνησή του, απαιτητική και απότοµη, έκλεινε την καταδίκη του ξεπεράσµατός του. Ήταν συµβολισµός και ουσία. Ήταν πάθος και
κύκλος. Ήταν η αντανάκλαση όλης της αρνητικότητας της κοινωνίας. Ήταν
το περιθώριο που µορφοποιούσε την ζωή σου στους τελευταίους της σπασµούς της γέννας. Γέννα ή θάνατος.
Αυτός ο χορός ατελείωτος και οπλισµένος, γέµιζε τα µάτια της σεµνής εκείνης γυναίκας που το κάθισµά της, επιλεγµένο να στέκει εκεί πέρα στο σκοτεινό, στο αφανές σηµείο του ορίζοντα, µε τα µαλλιά της καλοχτενισµένα,
στεκόµενη ακίνητη σα φωτογραφία, πονούσε λες και τρυπούσε την περηφάνια της το ύπουλο µαχαίρι της εγκατάλειψης. Της µη δυνατότητας. Γνώριζε πολύ καλά τους σπασµούς της εγκυµοσύνης. Ήξερε το αµφίβολο
παιχνίδι της εγκυµοσύνης. Τη γέννα ή το θάνατο.
Ίσως να τελειώνεις εδώ. ∆ε ξέρω. Όταν επιλέγεις την ανάγκη σου γίνεσαι
προνοµιούχος µέσα στα κοπάδια των φτωχών. Με τα µάτια σου να λάµνουν από µια αίσθηση πίκρας και µιας δερβίσικης στροφής. Στους ήχους
µιας φλογέρας που γλυκαίνει τον ατελείωτο δρόµο της ανάβασης ή της
υπέρβασης, δια µέσου των προτελευταίων σπασµών του πόνου.
71
ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟ Νο 1
Κάθε λέξη σου τελειώνει στη στροφή. Για να ξεκινήσεις την επόµενη. Και
η απάντηση που παίρνω κάθε φορά όταν σε ρωτάω τι κάνεις ή αν είσαι
καλά, είναι πάντα η ίδια αµφισβήτηση της ερώτησής µου. Και µιλάω στην
µοναξιά σου, χωρίς λόγια και υπερβολές. Χωρίς παρουσία. Από µακριά.
Με µια γνώση που µου υπαγορεύει την απόσταση, σαν το έσχατο σηµείο
αντοχής.
Όταν γίνεσαι ο εαυτός σου οι καµπουροφόροι οπλίτες της κριτικής σε πετάνε σαν άχρηστο είδος στα σκουπίδια. Σε προβάλλουν σαν ταινία στα
όρια της χυδαίας πια πραγµατικότητας µιας ζωής που η ανθολογία των
τραγουδιών της έχει πια ξεχειλίσει από σουξεδάκια που παροτρύνουν την
παραίτηση να καλλιτεχνοποιηθεί και να "υπάρξει" σε ένα χώρο που τα
πνεύµατα κυριαρχούν.
Μη φύγεις. Θέλω πάντα να ΄µαι µακριά σου.
Είναι µερικοί δυνατοί που σκληραίνουν και σταµατούν τα υµνολόγια, τους
θρήνους και τα µελοδράµατα. Κάνουν πράξη το ξεπέρασµα και αφήνουν
απροστάτευτα τα µικρά παιδιά τους να µεγαλώσουν µέσα στους λύκους.
Τι να πει κανείς γι΄ αυτούς. Μονάχα τούτο, πως η αυριανή τους επιστροφή
ξαναθυµίζει τις εξεγέρσεις των φτωχών που έγιναν πιο φτωχοί όταν κυριάρχησαν τον εαυτό τους στο όνοµά τους.
Υπάρχουν καθισµένοι στις υπόγειες διαβάσεις της πόλεως µερικοί αρουραίοι που ξεκίνησαν την παρουσία τους από ποντικάκια και µεγάλωσαν και
έπιασαν πόστο στα µέρη τους, γιατί µάθανε την αναγκαιότητα της µεταβλητότητας και γιατί ήξεραν να κοιτάζονται µε τα µάτια των άλλων.Υπάρχουν, λέω αλήθεια. Μια βόλτα στα σκοτάδια γρήγορα θα το νιώσει ακόµη
και ο πιο ανώριµος. Θα τους αναγνωρίσει από τις σκιαγραφήσεις που
έχουν επάνω στο κορµί τους την έλλειψη οποιουδήποτε ήχου. Από την παντελή απουσία τους.
Μέσα στις φυλακές, τα βράδια που οι αµπάρες πέφτουν σφραγίζοντας
πάνω στον κορµό των κρατουµένων την κοινωνική ανισότητα, γνώρισα
ένα γέρο. Ένα γέρο που είχε καθίσει χρόνια στις φυλακές, γιατί -όπως
έλεγε- ένιωθε πιο ειλικρινής να ήταν µέσα παρά έξω.
Αυτός, ένας γέρος ξερακιανός, γύρω στα εξήντα, µε κάτι µάτια πελώρια,
έλεγε συνέχεια: "Το µοναδικό πράγµα που ένιωσα στη ζωή µου ήταν θλίψη
72
και πίκρα. Όταν συνειδητοποίησα τον εαυτό µου µ΄ έπιασε µια µελαγχολία
που ποτέ δε µου έφυγε". Και κανείς δεν τον πίστευε.
Μια µέρα εκεί που καθόταν, του είπανε να ετοιµάσει τα πράγµατά του.
Έβγαινε έξω.
Γύρισε πίσω, µάζεψε τα ρούχα του και σκυφτός και λυπηµένος όπως πάντα,
βγήκε έξω. ∆υο µέρες αργότερα έµαθα πως κηδεύτηκε στο τρίτο νεκροταφείο.
Αν έκανα παιδιά θα ήθελα να ήταν τυφλά. Να έβλεπαν τον κόσµο καλύτερα. Μονάχα που είµαι στείρος τώρα και τα βοτανάκια που µου ΄δωσε η
µάγισσα του βουνού ακόµη δε λένε να κάνουν τη δουλειά τους. Και τα
χρόνια περνούν και η ανυποµονησία επιταχύνεται και τα µαλλιά µου ασπρίζουν και οι φίλοι µου οι πιστολάδες µού δίνουν τη χαριστική βολή, λέγοντας µου πως πάντα είµαι ο ίδιος. Ζωντανός και ιδιόρρυθµος. Κι εγώ τους
θέλω ώρες-ώρες να µου λένε ψέµατα και παραµύθια από µια ζωή που δεν
υπάρχει. Γιατί το συγκεκριµένο µε βαραίνει και µε οριοθετεί γιατί η πραγµατικότητα είναι ντυµένη µε τη βία κι εγώ, ώρες-ώρες, θέλω να ΄µαι από
άλλη εποχή. Έστω και µόνος.
Απόψε µη µιλήσεις άλλο. Και µη φύγεις.
Πάντα φεύγεις µε την ευκινησία που σε διακρίνει, γιατί ο φόβος σου να
µείνεις ίσως σου υπενθυµίσει για µια ακόµη φορά πως είσαι ένας ανεύθυνος.
Γι΄ αυτό φαντάζοµαι τους φίλους µου να ΄ναι όλοι πεθαµένοι. Πτώµατα
µέσα σε πέντε µέτρα χώµα. Να απαλλαγώ από αυτό το βάσανο, να µη
βλέπω κανέναν και να µην κατέχοµαι από καµιά αίσθηση ή ψευδαίσθηση
κοινότητας. Κι εδώ είναι ο λόγος της απάντησης γιατί δεν πεθαίνω. Γιατί
θα σας θάψω όλους. Μέχρι τον τελευταίο.
Τώρα πια κανείς δε µε ακούει. Και όποιος τυχαίνει να ΄ναι λίγο διακριτικός
και καθίσει και µε ακούσει, δε µε καταλαβαίνει. Και αν µια φορά και έναν
καιρό φοβόµουν το "100" τώρα σκιάζοµαι στη θέα του "166".
73
ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟ Νο 1
"ΓΕΝΙΚΗ ΑΡΝΗΣΗ"
∆ε δυσκολεύεται κανείς να δαιπιστώσει πως ο κατήφορος τον οποίο πήραµε, µας έριξε αργά (στο ρυθµό µιας απότοµης κίνησης που καθυστέρησε
τον εαυτό της) αλλά σταθερά σε µια άβυσσο, σ΄ ένα βυθό. Στο περιθώριο.
Τα κύρια χαρακτηριστικά αυτής της κατάστασης (οι αµέτρητες και απροσδιόριστες ιδιαιτερότητες του καθένα, ούτε κατά διάνοια µπορούν να αγγιχτούν), είναι:
- Αποσύνθεση του κοινωνικού µας είναι (διάλυση σε χιλιάδες κοµµάτια).
- Πότισµα ως το µεδούλι των κοκάλων µας, όλης της αρνητικότητος αυτής
της κοινωνίας.
- Συντριβή των ρόλων που δίναµε στους εαυτούς µας και τους άλλους και
της κοινωνικής σχέσης που σηµαίνει αυτό.
- Ακινησία. Στάση από οποιαδήποτε κίνηση, της οποίας η διαστολή απλώνεται καλύπτοντας τα πάντα.
- Μετατροπή της δράσης σε βαθύ στοχασµό.
- Αντιστροφή της θέλησης σε παθητικότητα.
- Στιγµές-στιγµές, επανάληψη παλιών καταστάσεων σαν έσχατο σηµείο
συντήρησης.
- Καθηµερινοί θεατές της ζωής (µας).
- Έλλειψη σκοπών και κινήτρων.
- Έντονες τάσεις αυτοκαταστροφής µε ξεκάθαρη την αδυναµία για την
πραγµατοποίησή της.
- Ανευθυνότητα-ατοµικισµοί.
- Μηδενιστικές διαθέσεις.
"Το σύνολο αυτών των παραγόντων, που η ανάλυσή τους θα ήθελε πολλές
σελίδες γράψιµο ώστε να αγγιχτεί το περιεχόµενό τους, µπορεί σχηµατικά
να οριοθετηθεί στην κατάσταση της γενικής άρνησης".
Από αυτή την κατάσταση, που όσοι τη ζουν ξέρουν, προέρχονται τα κείµενα τα οποία γράφτηκαν και γράφονται. Είναι όµως αναπόφευκτη η πα-
74
ραπέρα συνέχιση των σκέψεών µας πριν γίνει µια αναφορά σε γενικές
(απλές) αλληλένδετες ιδέες που κατευθύνουν και στηρίζουν τις σκέψεις
µας. Οι ιδέες αυτές δηµιουργήθηκαν και αποτελούν την αντανάκλαση της
πρακτικής των Αντι-εξουσιαστών επαναστατών.
Ιδέες που η βιωµατική τους λειτουργία οµόρφυνε και οµορφαίνει καθένα
άνθρωπο που θέλει να ζει ισορροπηµένος µε τη φύση του. Κάθε άνθρωπο
που θέλει να ζει ελεύθερα.
∆εν αµφέβαλα ποτέ πως η αναφορά είναι κουραστική, χιλιοειπωµένη αλλά
και αναγκαία επιθυµητή στους καιρούς µας. Και δεν είναι λίγοι από εµάς
που θέλουν να ξεχνούν, χωρίς να υποψιάζονται πως η µνήµη τους πρώτη
θα ρίξει τη χαριστική βολή.
- Θεωρούµε πως άλλη ζωή δεν υπάρχει µετά του φυσικού θανάτου. Αλλά
και αν υπάρχει δε µας ενδιαφέρει.
- Θεωρούµε πως κέντρο βάρους κάθε ανθρώπινης κίνησης είναι η υποκειµενικότητα του καθένα. Εννοώντας πως κανένας δεν κάνει, δεν εκτελεί
κάτι, που να ξεφεύγει από τις απροσδιόριστες διαστάσεις των ορίων του.
Απλά, ότι κάνει ο καθένας το κάνει για τον εαυτό του. Τα περιπετειώδη
σκεπτικά µε το γενικό σλόγκαν "το ΄κανα για ΄σένα" αποτελούν το υλικό
που γεµίζουν τα τελευταία θρησκευτικά ή πολιτικά κείµενα (ζωές), που
έχουν σα σκοπό να κάνουν (λες και δεν το κάνουν) δηµόσιο πιστεύω την
υλική έκφραση της απάτης.
- Θεωρούµε πως η Αρχή της ηδονής, της απόλαυσης, κατευθύνει κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα. Και δεν είναι τυχαίο ότι η εποχή µας είναι ανέραστη.
Η φιλελεύθερη πλάνη θέλει να οικειοποιηθεί αυτή την αρχή, διαχωρίζοντάς
την από την ουσία της. Τη χαριστικότητα. Η πραγµάτωση της ηδονής όµως
δεν υπακούει καθόλου στους νόµους της ανταλλαγής. Αντίθετα, βιωµατικά
τάσσεται εχθρικά απέναντί της...
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΑΘΛΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΚΑΘΕΝΑ
ΤΟΝ ΤΟΠΟΘΕΤΕΙ ΣΤΗ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ ΛΥΣΗ.
Ή ΝΑ ΑΡΝΗΘΕΙ ΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΤΗΣ ΑΘΛΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ Ή ΤΙΠΟΤΑ.
- Θεωρούµε τη βιωµένη άρνηση οποιασδήποτε ηθικής, προϋπόθεση αρµονικής ισορροπίας µέσα στις αρχές των ανθρώπων.
75
ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟ Νο 1
- Η ριζοσπαστική λύση είναι το µοναδικό επαναστατικό σχέδιο που η επιθυµία τής ριζικής καταστροφής κάθε µορφής αλλοτρίωσης, ισοδυναµεί µε
την κατάλυση κάθε µορφής κυριαρχίας.
- Το επαναστατικό σχέδιο για να µην αφοµοιωθεί από τον κόσµο του εµπορεύµατος, της ανταλλακτικής αξίας και της αλλοτρίωσης, χρειάζεται ο
σκοπός να κρίνει τα µέσα. Που αυτό σηµαίνει:
Ότι δε µπορεί να αγωνιστεί κανείς ενάντια στην αλλοτρίωση µε αλλοτριωµένες µορφές αγώνα.
Ότι δε µπορεί να αγωνιστεί κανείς κατά του καπιταλισµού και του συνόλου
αυτής της κοινωνίας από το εσωτερικό του συστήµατος.
Ότι δε µπορεί κανείς να ανοίξει δρόµο χωρίς επιστροφή στο παρελθόν
παρά µόνο όταν αποτελούµε πιστή αντανάκλαση της αντιεξουσιαστικής
κοινωνίας που ποθούµε.
Που αυτό ισχύει και για τον τρόπο οργάνωσής µας.
Ότι δεν υπάρχει επαναστατική ενέργεια που να µην τοποθετείται µέσα στην
προοπτική µιας ριζικής και ολικής επανάστασης.
Απορρίπτουµε:
Γενικώς όλα, ειδικώς, τα περισσότερα και συγκεκριµένα...
- Την ενοχή, σαν εξεγερσιακό κίνητρο.
- Τα πολιτικά κινήµατα ("επαφή συντροφικότητος" µέσα από ταυτολογικά
ή συµφωνηµένα σε ιδεατό επίπεδο σχήµατα).
- Όλες τις µορφές µικρο-οργανώσεων, πρωτοποριών, φραστικών και
"βιωµένων" αριστερισµών, κρυφο-εξουσιαστών "επαναστατών", στο
βαθµό που αποτελούν αλλοτριωµένες και αφοµοιώσιµες µορφές αγώνα
κατά της υπάρχουσας κοινωνίας.
- Τη µετατροπή της επαναστατικής σκέψης σε "ειδικότητα" ή "διαχωρισµένη" δραστηριότητα, εφ' όσον είναι αποκοµµένη από το βιωµατικό αντίιεραρχικό "κίνηµα" και τη βαθύτερη προβληµατική του σε επίπεδο
καθηµερινής ζωής.
Με λίγα λόγια φίλοι µου, θεωρούµε και απορρίπτουµε τον εαυτό µας, στο
βαθµό που αυτός αναπαράγει και συντηρεί τη σηµερινή τάξη πραγµάτων.
76
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1) Τα παραπάνω κείµενα αποτελούν το πρώτο µέρος (ίσως και το τελευταίο) για τη σηµερινή πραγµατικότητα στην Ελλάδα (πιο συγκεκριµένα στην
Αθήνα), στους χώρους που "µέρος" της περιθωριακότητας βιώνεται µε κάλυψη την επαναστατική ελπίδα.
∆ε ξεχνιέται όµως το γεγονός, πως το "µέρος" αυτής της περιθωριακότητας έχει τη δική "του" διαλεκτική πορεία. Απλώνεται µε προοπτική να καλύψει το σύνολο της κοινωνίας.
2) Στο τέλος αυτής της προσπάθειας, που το γράψιµό της πήρε πολύ χρόνο
και κόπο (χρόνο παραγωγής, µια σελίδα κάθε τέσσερις µήνες περίπου),
σκέφτηκα να διευκρινίσω το πώς καθορίζω τους όρους (και πιο συγκεκριµένα στην αναφορά που βαπτίστηκε "Γενική άρνηση"). Το σκέφτηκα µέρες,
και το βρήκα περιττό. Έχω τη βεβαιότητα πως ξέρουν ακόµη και αυτοί που
η "ιδιώνυµη µορφή αυτοπροστασίας τους", τους δίνει το δικαίωµα να αµφιβάλλουν απέναντι στο κάθε τι που δεν ελέγχουν.
3) Οποιαδήποτε αναδηµοσίευση Αποσπασµάτων, απο ανθρώπους που
βρίσκονται στην προοπτική της κατάλυσης της εξουσίας, είναι Ελεύθερη.
Η αποσπασµατική χρήση των κειµένων που γράφτηκαν, από κακοπροαίρετους ή από κάθε λογής εχθρών µας, µας αφήνει αδιάφορους και σε ετοιµότητα. Οι φράσεις µας, οι λέξεις µας, τα αποσπάσµατά µας, είναι γερά
βαλµένα στη συνολικότητα του νοήµατός µας.
Όσο ξέρουµε να δίνουµε τις πέτρες για να µας χτυπήσουν, άλλο τόσο ξέρουµε και να τις γυρνάµε ενάντιά τους.
4) Η δυνατότητα της ειλικρίνειας και η ικανότητα της ευλυγισίας που αποκτήθηκε στο πέρασµα του χρόνου (διόλου ακούραστα) στο να κοινοποιούµε δηµόσια τον εξευτελισµό του εαυτού µας χωρίς ίχνος ενοχής ή
µεταµέλειας, ας προβληµατίσει όλους όσους ευαγγελίζονται επαναστάσεις
εκ του ασφαλούς.
Όλους, όσους θέλουν να αποκαλούνται στον εαυτό τους και στους άλλους
σαν επαναστάτες σε περιόδους που οι µοναδικοί δρόµοι της επιλογής βγαίνουν και επιστρέφουν στα θλιµµένα µάτια της ∆ύσης.
77
ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟ Νο 1
Στο πίσω µέρος του ∆ηµοσίου "κατηγορώ τον εαυτό µου", παραµονεύει
ακούραστα µια υπερηφάνια που δεν θα 'λεγα πως δεν είναι ηθική. ∆ε θα
'λεγα όµως πως δεν κουβαλάει στην κίνησή της το τέλος κάθε ηθικής.
- Αν βρίζουµε τον εαυτό µας το κάνουµε γιατί πολύ τον αγαπήσαµε.
- Αν αγαπήσαµε τον εαυτό µας το κάνουµε γιατί δεν πουληθήκαµε.
Όλα τα άλλα γράφονται σιωπηλά, ακούραστα, υπερήφανα, σεµνά, µοναχικά και βίαια στην πράξη της καθηµερινής µας συµπεριφοράς.
Τώρα δεν έχω να πω τίποτα άλλο. Όσοι ξεχνούν, ας ξεχάσουν.
Οι εξεγερσιακές πράξεις δε θέλουν λόγια και εξηγήσεις και κανενός είδους
µεσολαβήσεις. Μιλούν από µόνες τους.
Για όλα αυτά
Αποσυρόµαστε από την πολιτική για να γίνουµε (αν µπορέσουµε) επαναστάτες.
Για όλα αυτά
Θέλουµε η Σύνθεσή µας να 'ναι αποτέλεσµα µιας τυχαίας συνάντησης.
∆ιόλου τυχαία.
Το θέµα µας παίζεται.
Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΕΙΝΑΙ ΠΙΑ ΖΗΤΗΜΑ ΑΙΩΝΩΝ.
ΜΑΗΣ '85 ΑΘΗΝΑ
ΟΠΟΙΟΣ ΚΑΝΕΙ ΜΙΣΕΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΙΣ
ΕΧΕΙ ΑΝΟΙΞΕΙ ΤΟ ΛΑΚΚΟ ΤΟΥ
ΣΑΙΝ-ΖΥΣΤ
78
Σκάλωσαν στου ιστούς κάποιας αράχνης. Γλυκοφέρνοντας γύρω-γύρω το
τίποτα, σαν εκκολαπτόµενοι µηδενιστές.
Χεσµένοι όµως µη τυχόν και τους πάρει, γιατί τότε δεν έχει πια επιστροφές.
Και συ απορρίπτοντας µόνος σου τη δυνατότητα να αποδράσεις από τα
δεσµά σου, παραµένεις στοιχειωµένος στο δάσος των φωτισµένων γράφοντας κείµενα κατεύθυνσης.
Ας πρόσεχες λοιπόν κι εσύ.
θανάτου
∆εν πήραν χαµπάρι, πως µε τέτοιες κινήσεις απελπισίας και φόβου, ανοίγουν τον τάφο-λάκκο τους. Φοβήθηκαν την Ερηµιά και ορίστηκαν σαν κάτι.
Κει όµως χάθηκε η µεγάλη ζαριά που θα µπορούσε να αποδείξει πως η "άλλη
ζωή" που τόσο ύµνησαν κάποια εποχή είναι εδώ πέρα. Μόνο που για να την
αγγίξεις θέλει κουπί δυνατό γιατί το ρεύµα σου είναι αντίθετο και εχθρικό.
ΕΥΑΓΓ. ΛΑΜΠΡΟΥ
Τώρα προετοιµάζοµαι για το νέο ταξίδι µου µε πλήρωµα ικανό και τολµηρό,
δοκιµασµένο και ξεκάθαρο και όχι όπως παλιά, ανίκανο και θρησκευόµενο
που µόλις τα βρήκε λίγο σκούρα και ζόρικα, έτρεξε να φυλαχτεί και να
ασφαλισθεί σε πράγµατα και καταστάσεις, που υποτίθεται "Βιωµατικά", τα
είχε ξεπεράσει. Που µόλις τα λουριά ζορίσανε θυµήθηκαν πως είναι άνθρωποι κι αυτοί, επιστρέφοντας στις κρυµµένες τους καβάντσες µε πρόθεση
να πάθουν αµνησία ή µάλλον να χρησιµοποιήσουν την πείρα που απέκτησαν
µέσα απο άλλους για να είναι οι πρώτοι στους χαζόκυκλους που γυρίζουν.
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟΥ
Έστειλα µηνύµατα επίσης, πως ο καιρός άλλαξε, η άπνοια τέλειωσε και τα
πανιά µου τα µπάλωσα από την Βία του τελευταίου τυφώνα.
πιστοποιητικό
Ευάγγ. Λάµπρου