DynMac Ch 14

Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2013
Κεφάλαιο 14
Αξιοπιστία, Πληθωρισµός και Νοµισµατική Πολιτική
Στο κεφάλαιο αυτό αναλύουµε τον προσδιορισµό του πληθωρισµού και της ανεργίας
ισορροπίας, σε ένα βραχυχρόνιο υπόδειγµα µε προκαθοριζόµενους ονοµαστικούς
µισθούς.
Υποθέτουµε, όπως στο υπόδειγµα των Gray (1976) και Fischer (1977) ότι οι ονοµαστικοί
µισθοί προσδιορίζονται από περιοδικές διαπραγµατεύσεις µεταξύ εργοδοτών και
εργαζοµένων, και δεν µπορούν να µεταβληθούν για µία περίοδο. Στο υπόδειγµα µας
αυτό, λόγω στρεβλώσεων στην αγορά εργασίας, το ποσοστό ανεργίας ισορροπίας
(“φυσικο” ποσοστό ανεργίας κατά Friedman (1968)) προσδιορίζεται σε επίπεδο
υψηλότερο από το επίπεδο που είναι συµβατό µε την πλήρη απασχόληση. Η νοµισµατική
πολιτική αποφασίζεται µετά τον προσδιορισµό των ονοµαστικών µισθών. Λόγω του ότι
οι ονοµαστικοί µισθοί προκαθορίζονται µε βάση τις προσδοκίες των διαπραγµατευτών
στην αγορά εργασίας, ο µη προσδοκώµενος πληθωρισµός προκαλεί µειώσεις των
πραγµατικών µισθών, αύξηση της απασχόλησης και µείωση του ποσοστού ανεργίας.
Οι νοµισµατικές αρχές, µέσω των νοµισµατικών εργαλείων που έχουν στη διάθεσή τους,
επιλέγουν τον πληθωρισµό, ώστε να ελαχιστοποιήσουν µία αντικειµενική συνάρτηση η
οποία εξαρτάται τόσο από την ανεργία, όσο και από τον πληθωρισµό.
Οι νοµισµατικές αρχές προσδιορίζουν τον πληθωρισµό στο επίπεδο εκείνο που εξισώνει
την οριακή απώλεια από την περαιτέρω αύξησή του, µε το οριακό όφελος από την
µείωση της ανεργίας. Με δεδοµένες τις πληθωριστικές προσδοκίες, οι νοµισµατικές
αρχές έχουν κίνητρο να προκαλούν µη αναµενόµενο πληθωρισµό, προκειµένου να
οδηγούν την ανεργία κάτω από το “φυσικό” της ποσοστό.
Το ζήτηµα όµως είναι ότι οι διαπραγµατευτές στην αγορά εργασίας γνωρίζουν αυτό το
κίνητρο των νοµισµατικών αρχών. Οι προσδοκίες στην αγορά εργασίας θα λάβουν
υπόψη το κίνητρο των νοµισµατικών αρχών για τη δηµιουργία µη προσδοκώµενου
πληθωρισµού και θα προσαρµοσθούν αναλόγως, ώστε οι νοµισµατικές αρχές να µην
έχουν πλέον κίνητρο να προκαλούν µη προσδοκώµενο πληθωρισµό. Ο προσδοκώµενος
πληθωρισµός στην ισορροπία θα είναι ίσος µε τον πραγµατικό πληθωρισµό.
Το κίνητρο δηµιουργίας µη προσδοκώµενου πληθωρισµού ενσωµατώνεται στις
προσδοκίες των διαπραγµατευτών στην αγορά εργασίας, και στην ισορροπία
καταλήγουµε µε υψηλότερο πληθωρισµό, χωρίς να µπορούν τελικά οι νοµισµατικές
Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2013
Κεφάλαιο 14
αρχές να επηρεάσουν το ποσοστό ανεργίας. Η ανεργία καθηλώνεται στο “φυσικό” της
επίπεδο, και ο πληθωρισµός σε ένα αντίστοιχα υψηλό επίπεδο. 1
Όσο µεγαλύτερη είναι η στρέβλωση στην αγορά εργασίας, δηλαδή όσο µεγαλύτερο είναι
το “φυσικό” ποσοστό ανεργίας, τόσο υψηλότερος είναι και ο πληθωρισµός ισορροπίας.
Αυτό συµβαίνει διότι το κίνητρο δηµιουργίας µη αναµενόµενου πληθωρισµού είναι
ισχυρότερο όσο µεγαλύτερη είναι η στρέβλωση στην αγορά εργασίας.
Από την άλλη, όσο µεγαλύτερη είναι η απέχθεια των νοµισµατικών αρχών προς την
ανεργία σε σχέση µε τον πληθωρισµό, τόσο υψηλότερος θα είναι ο πληθωρισµός
ισορροπίας.
Εφόσον οι νοµισµατικές αρχές δεν µπορούν να επηρεάσουν το ποσοστό ανεργίας, το
πρόβληµά τους είναι πως θα πείσουν τον ιδιωτικό τοµέα (στην προκειµένη περίπτωση
τους διαπραγµατευτές στην αγορά εργασίας) ότι δεν θα προκαλούν µη προσδοκώµενο
πληθωρισµό, αν οι προσδοκίες των τελευταίων για τον πληθωρισµό, και άρα οι αυξήσεις
των ονοµαστικών µισθών, πέσουν σε χαµηλά επίπεδα. Αν καταφέρουν κάτι τέτοιο, τότε η
οικονοµία µπορεί να µην λύσει το πρόβληµα της υψηλής ανεργίας, αλλά τουλάχιστον θα
λύσει το πρόβληµα του πληθωρισµού.
Δύο εναλλακτικές λύσεις υπάρχουν στην αντιµετώπιση αυτού του προβλήµατος.
Η µία είναι η απόκτηση αξιοπιστίας εκ µέρους των νοµισµατικών αρχών, ότι είναι
προσηλωµένες στην αντιπληθωριστική πολιτική, και δεν υποκύπτουν στα κίνητρα για µη
προσδοκώµενο πληθωρισµό.2
Η δεύτερη λύση είναι η πλήρης εκχώρηση (delegation) των αποφάσεων για την
νοµισµατική πολιτική σε άτοµα ή θεσµούς που ενδιαφέρονται µόνο για τον πληθωρισµό
και όχι για την ανεργία. Αυτό εξαλείφει τη δυνατότητα χρήσης της νοµισµατικής
πολιτικής για την αντιµετώπιση της ανεργίας, και επηρεάζει τις προσδοκίες των
διαπραγµατευτών στην αγορά εργασίας προς την κατεύθυνση του χαµηλού
πληθωρισµού.3
1
Το βασικό υπόδειγµα αυτής της µορφής οφείλεται στους Kydland and Prescott (1977). Οι Barro and
Gordon (1983) ανέλυσαν αυτό το υπόδειγµα µε όρους της θεωρίας των παιγνίων, ως µία ισορροπία στην
οποία οι νοµισµατικές αρχές δεν µπορούν να προ-δεσµευτούν σε µία πολιτική χαµηλού πληθωρισµού, µε
αποτέλεσµα οι διαπραγµατευτές στην αγορά εργασίας να τους “τιµωρούν” µέσω υψηλών πληθωριστικών
προσδοκιών.
2
Βλ. Backus and Driffill (1985) και Barro (1986) για υποδείγµατα στα οποία οι νοµισµατικές αρχές
σηµατοδοτούν τη δέσµευσή τους για χαµηλό πληθωρισµό, µέσω µιας πολιτικής χαµηλού πληθωρισµού,
παρά την προσωρινή αύξηση της ανεργίας, ώστε να αποκτήσουν αντιπληθωριστική αξιοπιστία.
3
Βλ. Roggoff (1985) για ένα υπόδειγµα στο οποίο η εκχώρηση της νοµισµατικής πολιτικής σε ένα
“συντηρητικό” κεντρικό τραπεζίτη, ο οποίος επιφορτίζεται µόνο µε την αντιµετώπιση του πληθωρισµού,
µπορεί να λύσει το πρόβληµα του υψηλού πληθωρισµού επηρεάζοντας τις πληθωριστικές προσδοκίες προς
τα κάτω.
2
Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2013
Κεφάλαιο 14
Η επιλογή «συντηρητικών» κεντρικών τραπεζιτών, η ενσωµάτωση στο καταστατικό των
κεντρικών τραπεζών της καταπολέµησης του πληθωρισµού ως του µόνου στόχου που
επιτρέπεται να επιδιώκουν, η είσοδος σε καθεστώτα σταθερών ισοτιµιών µε νοµίσµατα
χαµηλού πληθωρισµού, είναι λύσεις στο πρόβληµα αυτό της «δυναµικής ασυνέπειας»
της βέλτιστης νοµισµατικής πολιτικής.
14.1 Απασχόληση, Ανεργία και Αυξήσεις Ονοµαστικών Μισθών
Η παραγωγή γίνεται από ανταγωνιστικές επιχειρήσεις, για τις οποίες το κεφάλαιο είναι
δεδοµένο. Ο µόνος συντελεστής παραγωγής που µπορεί να µεταβάλλεται βραχυχρόνια
είναι η απασχόληση. Η βραχυχρόνια συνάρτηση παραγωγής ορίζεται ως,
Yt = AL1−t α
(14.1)
όπου Y είναι η παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών, L η απασχόληση, 1-α η ελαστικότητα
της παραγωγής σε σχέση µε την απασχόληση, και A µία τεχνολογική παράµετρος που
ενσωµατώνει την αποδοτικότητα των συντελεστών παραγωγής και το απόθεµα
κεφαλαίου.
Η ζήτηση εργασίας από τις επιχειρήσεις προσδιορίζεται από την εξίσωση του
πραγµατικού µισθού µε το οριακό προϊόν της εργασίας. Από την (14.1) αυτό συνεπάγεται
ότι,
(1− α )AL−t α =
Wt
Pt
(14.2)
όπου W είναι ο ονοµαστικός µισθός και P είναι το επίπεδο τιµών. Η (14.2) προσδιορίζει
τη ζήτηση εργασίας ως αρνητική συνάρτηση του λόγου του πραγµατικού µισθού προς τη
συνολική παραγωγικότητα. Επιλύοντας την (14.2) ως προς την απασχόληση,
⎛ 1 Wt ⎞
Lt = ⎜
⎝ 1− α APt ⎟⎠
−
1
α
(14.3)
Η (14.3) εκφράζει τη ζήτηση εργασίας ως αρνητική συνάρτηση του πραγµατικού µισθού.
Όταν προσδιορισθεί ο πραγµατικός µισθός, οι επιχειρήσεις αποφασίζουν πόσους θα
απασχολήσουν µε βάση τη (14.3) και η παραγωγή προσδιορίζεται ως συνάρτηση της
απασχόλησης από τη (14.1).
Οι ονοµαστικοί µισθοί προσδιορίζονται από διαπραγµατεύσεις στις αρχές κάθε περιόδου,
και παραµένουν σταθεροί για µία περίοδο. Επιδίωξη των διαπραγµατευτών είναι να
ελαχιστοποιήσουν τις προσδοκώµενες αποκλίσεις της απασχόλησης από ένα επίπεδο
3
Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2013
Κεφάλαιο 14
απασχόλησης «στόχο». Έτσι, οι ονοµαστικοί µισθοί ορίζονται προκειµένου να
ικανοποιηθεί η συνθήκη,
⎛ 1 Wt ⎞
Et−1 Lt = Et−1 ⎜
⎝ 1− α APt ⎟⎠
−
1
α

=N
(14.4)
όπου το Ε είναι ο τελεστής των µαθηµατικών προσδοκιών µε βάση τις πληροφορίες που
υπάρχουν έως το τέλος της περιόδου t-1, και το Ν περισπωµένη υποδηλώνει το στόχο της
απασχόλησης που επιδιώκεται στις διαπραγµατεύσεις. Θα υποθέσουµε ότι,
~
N≤N
όπου N είναι το επίπεδο της πλήρους απασχόλησης.
Λαµβάνοντας λογαρίθµους και στις δύο πλευρές της (14.4), και λύνοντας ως προς το
λογάριθµο του ονοµαστικού µισθού, έχουµε,
wt = Et−1 pt + α ⎛ l − n ⎞ + a
⎝
⎠
_

(14.5)
όπου τα µικρά γράµµατα ορίζουν τους λογαρίθµους των αντίστοιχων µεταβλητών που
ορίζονται από τα κεφαλαία γράµµατα, και,
_
l=−
1
ln(1− α )
α
Η (14.5) δεν σηµαίνει τίποτα άλλο παρά το ότι οι διαπραγµατευτές επιδιώκουν ένα
επίπεδο προσδοκώµενου πραγµατικού µισθού που να αντανακλά την οριακή
παραγωγικότητα της απασχόλησης στόχου. Εάν ο προσδοκώµενος πραγµατικός µισθός
είναι µικρότερος, η απασχόληση θα ξεπερνά το στόχο αυτό, ενώ εάν ο προσδοκώµενος
πραγµατικός µισθός είναι µεγαλύτερος, η απασχόληση θα υπολείπεται του στόχου.
Λαµβάνοντας λογαρίθµους και στη συνάρτηση ζήτησης εργασίας (14.3), έχουµε,
_
lt = l −
1
(w − pt − a)
α t
(14.6)
Αντικαθιστώντας την (14.5) στη (14.6), η συνάρτηση ζήτησης εργασίας µπορεί να γραφεί
ως,
4
Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2013

lt = n +

1
1
( pt − Et−1 pt ) = n + (π t − Et−1π t )
α
α
Κεφάλαιο 14
(14.7)
όπου π είναι ο πληθωρισµός, ο οποίος ορίζεται από,
π t = pt − pt−1
(14.8)
Όπως βλέπουµε από τη (14.7), η απασχόληση γίνεται θετική συνάρτηση του µη
προσδοκώµενου πληθωρισµού. Ο µη προσδοκώµενος πληθωρισµός µειώνει τους
πραγµατικούς µισθούς δεδοµένου ότι οι ονοµαστικοί µισθοί είναι προκαθορισµένοι, µε
βάση τις προσδοκίες για τον πληθωρισµό στην αρχή της περιόδου t. Αν ο πληθωρισµός
είναι µεγαλύτερος από τις προσδοκίες αυτές, προκαλείται µείωση των πραγµατικών
µισθών, η οποία οδηγεί σε αύξηση της ζήτησης εργασίας και της απασχόλησης, πάνω
από το επίπεδο ισορροπίας.
Ορίζουµε το ποσοστό ανεργίας ως,
u = n−l
(14.9)
Από τη (14.9) και τη (14.7), το ποσοστό ανεργίας προσδιορίζεται από,

ut == u −
1
(π − Et−1π t )
α t
(14.10)
H (14.10) είναι η εκδοχή της καµπύλης Phillips σε αυτό το υπόδειγµα. Λόγω του ότι οι
ονοµαστικοί µισθοί έχουν προκαθορισθεί, ο µη προσδοκώµενος πληθωρισµός προκαλεί
µειώσεις των πραγµατικών µισθών, αύξηση της απασχόλησης και µείωση του ποσοστού
ανεργίας.
14.2 Πληθωρισµός, Ανεργία και Νοµισµατική Πολιτική
Αφού προσδιοριστούν οι ονοµαστικοί µισθοί, οι νοµισµατικές αρχές µπορούν να
επιλέξουν τη νοµισµατική πολιτική, και να προσδιορίσουν έµµεσα τον πληθωρισµό,
χρησιµοποιώντας την πολιτική των επιτοκίων ή και της προσφοράς χρήµατος.
Οι νοµισµατικές αρχές επιλέγουν τον πληθωρισµό, ώστε να ελαχιστοποιήσουν µία
αντικειµενική συνάρτηση η οποία εξαρτάται τόσο από την ανεργία, όσο και από τον
πληθωρισµό.
1
θ
Λ t = (π t )2 + (ut )2
2
2
(14.11)
5
Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2013
Κεφάλαιο 14
Η (14.11) µας λέει ότι οι νοµισµατικές αρχές απεχθάνονται τόσο την ανεργία, όσο και
τον πληθωρισµό. Η παράµετρος θ µετρά τη σχετική απέχθεια των νοµισµατικών αρχών
για την ανεργία σε σχέση µε τον πληθωρισµό. Όσο µεγαλύτερο βάρος έχει ο στόχος της
ανεργίας, τόσο µεγαλύτερο είναι το θ. Η ελαχιστοποίηση της (14.11) λαµβάνει χώρα υπό
τον περιορισµό της (14.10).
Από τις συνθήκες πρώτης τάξης,
πt =
θ
θ ⎛~ 1
⎞
ut ) = ⎜ u − (π t − Et−1π t )⎟
(
⎝
⎠
α
α
α
(14.12)
Η (14.12) µας λέει ότι οι νοµισµατικές αρχές προσδιορίζουν τον πληθωρισµό στο
επίπεδο εκείνο που εξισώνει την οριακή απώλεια από την περαιτέρω αύξησή του, µε το
οριακό όφελος από την µείωση της ανεργίας. Με δεδοµένες τις πληθωριστικές
προσδοκίες, οι νοµισµατικές αρχές έχουν κίνητρο να προκαλέσουν µη αναµενόµενο
πληθωρισµό, προκειµένου να µειώσουν την ανεργία.
Το ζήτηµα όµως είναι ότι οι διαπραγµατευτές στην αγορά εργασίας γνωρίζουν αυτό το
κίνητρο των νοµισµατικών αρχών. Οι προσδοκίες στην αγορά εργασίας θα λάβουν
υπόψη το κίνητρο των νοµισµατικών αρχών για µη προσδοκώµενο πληθωρισµό και θα
προσαρµοσθούν αναλόγως, ώστε οι νοµισµατικές αρχές να µην έχουν πλέον κίνητρο να
κάνουν κάτι διαφορετικό. Ο προσδοκώµενος πληθωρισµός στην ισορροπία θα είναι ίσος
µε τον πραγµατικό πληθωρισµό. Από την (14.12) αυτό συνεπάγεται ότι,
π t = Et−1π t =
θ ~
u
α
(14.13)
Όσο µεγαλύτερο είναι το φυσικό ποσοστό ανεργίας (η στρέβλωση στην αγορά εργασίας),
τόσο µεγαλύτερος θα είναι ο πληθωρισµός ισορροπίας. Αυτό συµβαίνει διότι το κίνητρο
δηµιουργίας µη αναµενόµενου πληθωρισµού είναι ισχυρότερο.
Το κίνητρο δηµιουργίας µη αναµενόµενου πληθωρισµού ενσωµατώνεται στις προσδοκίες
των διαπραγµατευτών στην αγορά εργασίας, και στην ισορροπία καταλήγουµε µε
υψηλότερο πληθωρισµό, χωρίς να µπορούν τελικά οι νοµισµατικές αρχές να επηρεάσουν
το ποσοστό ανεργίας. Η ανεργία καθηλώνεται στο φυσικό της επίπεδο, και ο
πληθωρισµός σε ένα αντίστοιχα υψηλό επίπεδο.
Όσο µεγαλύτερη είναι η στρέβλωση στην αγορά εργασίας, δηλαδή όσο µεγαλύτερο είναι
το φυσικό ποσοστό ανεργίας, τόσο υψηλότερος είναι και ο πληθωρισµός ισορροπίας.
Από την άλλη, όσο µεγαλύτερη είναι η απέχθεια των νοµισµατικών αρχών προς την
6
Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2013
Κεφάλαιο 14
ανεργία σε σχέση µε τον πληθωρισµό, δηλαδή η παράµετρος θ, τόσο υψηλότερος θα
είναι ο πληθωρισµός ισορροπίας.
Εφόσον οι νοµισµατικές αρχές δεν µπορούν να επηρεάσουν το ποσοστό ανεργίας, το
πρόβληµά τους είναι πως θα πείσουν τον ιδιωτικό τοµέα (στην προκειµένη περίπτωση
τους διαπραγµατευτές στην αγορά εργασίας) ότι δεν θα δηµιουργήσουν µη
προσδοκώµενο πληθωρισµό, αν οι προσδοκίες των τελευταίων για τον πληθωρισµό, και
άρα οι αυξήσεις των ονοµαστικών µισθών, πέσουν στο µηδέν. Αν καταφέρουν κάτι
τέτοιο, τότε η οικονοµία µπορεί να µην λύσει το πρόβληµα της υψηλής ανεργίας, αλλά
τουλάχιστον θα λύσει το πρόβληµα του πληθωρισµού.
Δύο λύσεις υπάρχουν στην αντιµετώπιση αυτού του προβλήµατος. Η µία είναι η
απόκτηση φήµης εκ µέρους των νοµισµατικών αρχών ότι ακολουθούν αντιπληθωριστική
πολιτική, και δεν υποκύπτουν στα κίνητρα για µη προσδοκώµενο πληθωρισµό, και η
δεύτερη είναι η πλήρης εκχώρηση (delegation) των αποφάσεων για την νοµισµατική
πολιτική σε άτοµα ή θεσµούς που ενδιαφέρονται µόνο για τον πληθωρισµό και όχι για
την ανεργία.
Η επιλογή «συντηρητικών» κεντρικών τραπεζιτών, η ενσωµάτωση στο καταστατικό των
κεντρικών τραπεζών της καταπολέµησης του πληθωρισµού ως του µόνου στόχου που
επιτρέπεται να επιδιώκουν, η είσοδος σε καθεστώτα σταθερών ισοτιµιών µε ισχυρά
νοµίσµατα, είναι λύσεις στο πρόβληµα αυτό της «δυναµικής ασυνέπειας» της βέλτιστης
νοµισµατικής πολιτικής.
Για παράδειγµα, αν οι διαπραγµατευτές στην αγορά εργασίας πεισθούν ότι η
νοµισµατική πολιτική βρίσκεται στα χέρια κάποιου ο οποίος δίνει όλο του το βάρος στην
αντιµετώπιση του πληθωρισµού και καθόλου βάρος στην αντιµετώπιση της ανεργίας
(θ=0), τότε από την (14.13) ο πληθωρισµός ισορροπίας θα πέσει στο µηδέν. Ακόµη και
αν δεν είναι έτσι, αν ο κεντρικός τραπεζίτης µπορεί να συµπεριφέρεται ως κάποιος που
ενδιαφέρεται µόνο για τον πληθωρισµό, τότε σταδιακά θα πείσει τον ιδιωτικό τοµέα να
περιορίσει τις πληθωριστικές του προσδοκίες.
14.3 Συµπεράσµατα
Στο κεφάλαιο αυτό αναλύσαµε τον προσδιορισµό του πληθωρισµού και της ανεργίας
ισορροπίας, σε ένα βραχυχρόνιο υπόδειγµα µε προκαθορίζοµενους ονοµαστικούς
µισθούς.
Λόγω του ότι οι ονοµαστικοί µισθοί προκαθορίζονται µε βάση τις προσδοκίες των
διαπραγµατευτών στην αγορά εργασίας, ο µη προσδοκώµενος πληθωρισµός προκαλεί
µειώσεις των πραγµατικών µισθών, αύξηση της απασχόλησης και µείωση του ποσοστού
ανεργίας.
7
Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2013
Κεφάλαιο 14
Οι νοµισµατικές αρχές, µέσω των νοµισµατικών εργαλείων που έχουν στη διάθεσή τους,
επιλέγουν τον πληθωρισµό, ώστε να ελαχιστοποιήσουν µία αντικειµενική συνάρτηση η
οποία εξαρτάται τόσο από την ανεργία, όσο και από τον πληθωρισµό. Με δεδοµένες τις
πληθωριστικές προσδοκίες, οι νοµισµατικές αρχές έχουν κίνητρο να προκαλούν µη
αναµενόµενο πληθωρισµό, προκειµένου να οδηγούν την ανεργία κάτω από το “φυσικό”
της ποσοστό.
Ωστόσο, το κίνητρο δηµιουργίας µη προσδοκώµενου πληθωρισµού ενσωµατώνεται στις
προσδοκίες των διαπραγµατευτών στην αγορά εργασίας, και στην ισορροπία
καταλήγουµε µε υψηλότερο πληθωρισµό, χωρίς να µπορούν τελικά οι νοµισµατικές
αρχές να επηρεάσουν το ποσοστό ανεργίας. Η ανεργία καθηλώνεται στο “φυσικό” της
επίπεδο, και ο πληθωρισµός σε ένα αντίστοιχα υψηλό επίπεδο.
Εφόσον οι νοµισµατικές αρχές δεν µπορούν να επηρεάσουν συστηµατικά το ποσοστό
ανεργίας, το πρόβληµά τους είναι πως θα πείσουν τον ιδιωτικό τοµέα (στην προκειµένη
περίπτωση τους διαπραγµατευτές στην αγορά εργασίας) ότι δεν θα προκαλούν µη
προσδοκώµενο πληθωρισµό, αν οι προσδοκίες των τελευταίων για τον πληθωρισµό, και
άρα οι αυξήσεις των ονοµαστικών µισθών, πέσουν σε χαµηλά επίπεδα. Αν καταφέρουν
κάτι τέτοιο, τότε η οικονοµία µπορεί να µην λύσει το πρόβληµα της υψηλής ανεργίας,
αλλά τουλάχιστον θα λύσει το πρόβληµα του πληθωρισµού.
Δύο κυριότερες εναλλακτικές λύσεις στο πρόβληµα αυτό. Η πρώτη είναι η σταδιακή
απόκτηση αντιπληθωριστικής αξιοπιστίας, ώστε να πείσουν τους διαπραγµατευτές στην
αγορά εργασίας ότι δεν υποκύπτουν στο κίνητρο δηµιουργίας µη αναµενόµενου
πληθωρισµού. Η δεύτερη λύση, είναι η θεσµική εκχώρηση της νοµισµατικής πολιτικής
σε άτοµα ή θεσµούς που είναι επιφορτισµένα αποκλειστικά µε την αντιµετώπιση του
πληθωρισµού, χωρίς να ενδιαφέρονται για την ανεργία. Και µε τους δύο αυτούς τρόπους
µπορούν να επηρεαστούν οι πληθωριστικές προσδοκίες και να αντιµετωπιστεί το
πρόβληµα του υψηλού πληθωρισµού.
8
Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2013
Κεφάλαιο 14
Παραποµπές
Backus D. and Driffill J. (1985), “Inflation and Reputation”, American Economic Review,
75, pp. 530-538.
Barro R.J. (1986), “Reputation in a Model of Monetary Policy with Incomplete
Information”, Journal of Monetary Economics, 17, pp. 3-20.
Barro R.J. and D. Gordon (1983), “A Positive Theory of Monetary Policy in a Natural
Rate Setting”, Journal of Political Economy, 91, pp. 589-610.
Fischer S. (1977), “Long Term Contracts, Rational Expectations and the Optimal Money
Supply Rule”, Journal of Political Economy, 85, pp. 191-205.
Friedman M. (1968), “The Role of Monetary Policy”, American Economic Review, 58,
pp. 1-17.
Gray J. (1976), “Wage Indexation: A Macroeconomic Approach”, Journal of Monetary
Economics, 2, pp. 221-235.
Kydland F.E. and Prescott E.C. (1977), “Rules Rather than Discretion: The Inconsistency
of Optimal Plans”, Journal of Political Economy, 85, pp. 473-492.
Rogoff K. (1985), “The Optimal Degree of Commitment to an Intermediate Monetary
Target”, Quarterly Journal of Economics, 100, pp. 1169-1189.
9