Τα τεχνολογικά επιτεύγματα του ανθρώπου στην Αρχαία Ελλάδα

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2012-2013
2ο ΓΕΛ ΛΑΡΙΣΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β’2
ΘΕΜΑ: «ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΟΥ
ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΑΙ TOY ΤΟΥΡΚΙΚΟΥ ΛΑΟΥ»
ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ:
ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗΣ
ΔΡΑΜΗΣ ΛΑΖΑΡΟΣ
1
ΕΙΣΑΓΩΓΗ:
Ιστορική αναδρομή στις σχέσεις των δύο λαών ( Ελληνικός-Τουρκικός ) όπως αυτή
προκύπτει μέσα από τη συμβίωσή τους στα χρόνια της Άλωσης και μετέπειτα και στις
κτιριακές εγκαταστάσεις των πάλαι ποτέ μνημείων της Βασιλεύουσας, που αναδεικνύουν
το «υπέρτατο κάλλος» της αρχιτεκτονικής σκέψης όσων εργάστηκαν για την αναβάθμισή
της σε σχέση με τις σημερινές αρχιτεκτονικές τεχνοτροπίες των σημαντικών κτιρίων της
Κωνσταντινούπολης.
Ονόματα μαθητών:
Γκόστα Αλέξανδρος
Γκουλιάκος Παναγιώτης
Γραμμένος Αντώνης
Δάσσιος Ιωάννης
Δεμιρκαπόγλου Χαράλαμπος
Δημητρίου Κωνσταντίνος
Ευαγγέλου Ελένη-Μαρία
Ευαγγέλου Ιωάννα
Ευαγγέλου Περσεφόνη
Ευστρατίου Μαρία-Χαρά
Ζήση Χριστίνα
Ζησούλη Νικολίνα-Ελένη
Ζιώγα Άννα
Θάνος Παναγιώτης
Κακάτσιος Πυγμαλίων
Καναβός Χρήστος
Κανάκης Αριστείδης
Καούνας Αντώνιος
Καραθάνου Ζωή
Κατράκης Σωτήριος
Κατσαούνη Σοφία
Καφφές Νικόλαος
Κεραμιδάς Παναγιώτης
Κοντοκώστα Αναστασία
Κορνούτη Βασιλική
2
ΛΟΓΟΙ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΘΕΜΑΤΟΣ
Η ολομέλεια του τμήματος β2 κατέληξε στην απόφαση να επιλέξει την ερευνητική εργασία
με θέμα «ιστορική αναδρομή στις σχέσεις του ελληνικού και του τουρκικού λαού» καθώς
παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον τόσο από ιστορική όσο και από πολιτιστική άποψη.
Αναλυτικότερα μέσω της διεκπεραίωσης της εργασίας οι μαθητές θα γνωρίσουν τις
βαθύτερες πτυχές του τουρκικού πολιτισμού καθώς και την όμορφη Πόλη που προκαλεί
βαθειά συγκίνηση στις καρδιές των Ελλήνων. Παράλληλα θα επιτευχθεί η άρση των
παραδοσιακών εχθροτήτων και θα υιοθετηθεί η αντίληψη πως η αρμονική συμπόρευση των
δύο λαών μόνο την πρόοδο μπορεί να επιφέρει σε όλους τους τομείς. Επιπλέον η
ανταλλαγή των πολιτιστικών στοιχείων έχει τις ρίζες της στο μακρινό παρελθόν. Συνεπώς η
επαφή μας με αυτά θα συντελέσει στην διεύρυνση του γνωστικού μας πεδίου σχετικά με
τον τουρκικού πολιτισμό. Εξάλλου η αγάπη και η νοσταλγία των προγόνων μας για την
Πόλη αναδεικνύεται έκδηλη μέσω της παιδείας που παρέχεται στα άτομα νεαρής ηλικίας.
Οι γνώσεις που υιοθετούν από την εκμάθηση της βυζαντινής ιστορίας επιτελούν τον
παραπάνω σκοπό. Η επιθυμία λοιπόν των μαθητών για την απόκτηση οπτικοακουστικών
στοιχείων που αφορούν στο Βυζάντιο οδήγησε στην εκλογή του συγκεκριμένου θέματος.
Επιπρόσθετα η επαφή με τα έργα των Ελλήνων αυτοκρατόρων που κοσμούν την Πόλη
συνιστά μία ακόμη αιτία που συνέβαλε στην παρούσα επιλογή. Λαμβάνοντας υπόψη τα
προαναφερόμενα επομένως αβίαστα πηγάζει πως η ιστορική σύγκριση των δύο αυτών
σπουδαίων πολιτισμών θα επιφέρει άκρως θετικές απόρροιες για την μελλοντική ανέλιξη
και των δύο λαών.
3
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΔΕΩΝ
4
Κωνσταντίνος Α΄
Ο Φλάβιος Βαλέριος Κωνσταντίνος (Flavius Valerius Constantinus) ή Μέγας Κωνσταντίνος ή Άγιος
και Ισαπόστολος Κωνσταντίνος (κατά την Ορθόδοξη Εκκλησία) υπήρξε Ρωμαίος αυτοκράτορας από
το 274 μ.Χ. έως τον θάνατό του το 337 μ.Χ.. Υπήρξε Αυτοκράτορας της Δυτικής Ρωμαϊκής
Αυτοκρατορίας από το 312 μ.Χ. εως το 324 μ.Χ. και μονοκράτορας από το 324 μ.Χ. ως το 337 μ.Χ.[1]
Έμεινε γνωστός για τρεις κοσμοϊστορικές αποφάσεις του:
Υπέγραψε το διάταγμα των Μεδιολάνων το 313 μ.Χ. με το οποίο θεσπιζόταν η αρχή ανεξιθρησκίας. Έτσι,
για πρώτη φορά ο Χριστιανισμός βρισκόταν υπό την προστασία του αυτοκράτορος (σημ. Ο Μ. Κων/νος
δεν ανακήρυξε το Χριστιανισμό επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας, όπως λανθασμένα αναφέρεται
κάποιες φορές. Αυτό το έπραξε αρκετά χρόνια αργότερα ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος). Με την κίνηση αυτή
ο διορατικός Μέγας Κωνσταντίνος, συνέχιζε την πολιτική του Γαλέριου, που αντιλαμβανόμενος πως οι
διωγμοί κάθε άλλο παρά συνέβαλλαν στην εδραίωση της εσωτερικής ειρήνης (Pax Romana), το 311 μ.Χ.
τους κατέπαυσε με διάταγμα και εν συνεχεία στα Μεδιόλανα νομιμοποίησε τον Χριστιανισμό
ως"επιτρεπομένη θρησκεία", οι οπαδοί της οποίας όφειλαν να προσεύχονται στον δικό τους Θεό για την
ευτυχία του κράτους.
Μετέφερε την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας του από τη Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη.
Συγκάλεσε την πρώτη Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας της πλέον καθοριστική δια την μετέπειτα εξέλιξη
της Παγκόσμιας Χριστιανικής Εκκλησίας.
Καταγωγή και γέννηση
Γεννήθηκε στη Ναϊσό στις 27 Φεβρουαρίου του 272. Γονείς του Κωνσταντίνου ήταν ο Ρωμαίος
Καίσαρας Κωνστάντιος Α΄ Χλωρός (Aurelius Valerius Constantius) και η Ελένη (μετέπειτα αγία Ελένη, η
Ισαπόστολος), κόρη ξενοδόχου. Ο Κωνστάντιος ήταν μάλλον ταπεινής καταγωγής, παρά τους ισχυρισμούς
του γιου του ότι καταγόταν από τον αυτοκράτορα Κλαύδιο Β΄ και η Ελένη κόρη κάποιου πανδοχέα από το
Δρέπανο της Βιθυνίας. Όταν γνωρίστηκαν στη γενέτειρα της Ελένης, το 270 μ.Χ., ο Κωνστάντιος είχε ήδη
ανέλθει στην ιεραρχία του ρωμαϊκού στρατού και του είχε απονεμηθεί ο τίτλος του «δούκα» (dux,
στρατηγός).
Η Ελένη ακολούθησε το σύντροφό της στις εκστρατείες του στη Γερμανία και στη Βρετανία και περίπου
το 274 μ.Χ., στη Ναϊσσό της Μοισίας (σημερινήΝις της Σερβίας), γέννησε το γιο τους Κωνσταντίνο, στην
πόλη από όπου καταγόταν και ο σύζυγός της. Πρέπει να σημειωθεί ότι η χρονολογία γέννησης του
Κωνσταντίνου αποτελεί θέμα προς έρευνα για τους ιστορικούς, αφού δεν έχει προσδιορισθεί επακριβώς.
Άλλες χρονολογίες που προτείνονται είναι το271, το 272 ή το 273, ενώ κάποιοι τοποθετούν τη γέννησή
του ακόμη και 10 χρόνια μετά, περίπου δηλαδή στα 285 μ.Χ.
Το διάταγμα των Μεδιολάνων, Φεβρουάριος 313 μ.Χ.
Κύριο λήμμα: Διάταγμα των Μεδιολάνων
Το Φεβρουάριο του 313 μ.Χ., ο μέγας Κωνσταντίνος συνάντησε στα Μεδιόλανα
της Ιταλίας (σημερινό Μιλάνο) τον Αύγουστο Λικίνιο. Κατά τη συνάντηση αυτή ελήφθησαν αποφάσεις για
την κοινή πολιτική στα θρησκευτικά θέματα. Κάτι τέτοιο ήταν απαραίτητο για να επέλθει η εσωτερική
ειρήνευση στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ύστερα από αιώνων διωγμούς για τις θρησκευτικές πεποιθήσεις.
Σύμφωνα με τις αποφάσεις των Μεδιολάνων, κατοχυρώθηκε η ανεξιθρησκία και η θρησκευτική
ελευθερία. Ιδιαίτερη αναφορά έγινε για τον Χριστιανισμό, ο οποίος καθίστατο θρησκεία επιτρεπτή
και νόμιμη για τους Ρωμαίους πολίτες και οι χριστιανοί ελεύθεροι μπορούσαν να ασκήσουν τα
θρησκευτικά τους καθήκοντα. Όμως, ο Χριστιανισμός δεν αναγνωριζόταν ως επίσημη και προστατευόμενη
θρησκεία της αυτοκρατορίας.
5
Τα θεσπίσματα αυτά έχει καθιερωθεί εσφαλμένα να αποκαλούνται διάταγμα των Μεδιολάνων. Στην
πραγματικότητα δεν έλαβαν τη μορφή επίσημου αυτοκρατορικού διατάγματος. Η νεότερη έρευνα έχει
δείξει [εκκρεμεί παραπομπή] ότι οι δύο αυτοκράτορες ουσιαστικά ενεργοποιούσαν παλαιότερες
αποφάσεις, οι οποίες δεν είχαν τεθεί σε ισχύ.[5] Το πρωτότυπο του εγγράφου δεν έχει διασωθεί, αλλά έχει
διασωθεί ένα λατινικό διάταγμα που έστειλε ο Λικίνιος στον νομάρχη της Νικομήδειας[3] για την
εφαρμογή των αποφάσεων, προκειμένου να κερδίσει τη συμπάθεια των χριστιανών υπηκόων του. Το
κείμενο αυτό διασώθηκε με το χαρακτηρισμό "διάταγμα των Μεδιολάνων" και ο τίτλος αυτός ταυτίστηκε
με το κείμενο των από κοινού ειλημμένων αποφάσεων του Κωνσταντίνου και του Λικίνιου.,[6][7]
Στη Δύση, ο Κωνσταντίνος δεν περιορίστηκε στη θεωρητική θεσμοθέτηση του Χριστιανισμού αλλά
προστάτευσε έμπρακτα τις χριστιανικές κοινότητες με οικονομικές επιχορηγήσεις, επιστροφή των
δημευμένων τόπων λατρείας και των κτημάτων των χριστιανών πολιτών, την απαλλαγή του κλήρου από τα
δημόσια βάρη, κ.α. Τα μέτρα αυτά κατέστησαν ιδιαίτερα προσφιλή τον Κωνσταντίνο στους χριστιανούς,
ακόμη και στην Ανατολή, στην επικράτεια του Λικίνιου.
Αφού υπόγραψαν τις αποφάσεις για τη θρησκευτική πολιτική που θα ακολουθούσαν και τη μεταξύ τους
συμμαχία, ο Κωνσταντίνος πάντρεψε τη δεκαοχτάχρονη αδερφή του Κωνσταντία με το Λικίνιο, που
το 313 ήταν 45 χρονών. Έτσι, επισφραγίστηκε μια εύθραυστη ειρήνη, στην οποία οι δύο αντίπαλοι
οδηγήθηκαν από την ανάγκη των δεδομένων περιστάσεων και όχι από αμοιβαία καλή θέληση.
324 - 337 μ.Χ
325: Αρχίζει η κατασκευή της νέας πρωτεύουσας (Κωνσταντινούπολη) στη θέση του αρχαίου Βυζαντίου,
αποικίας των Μεγαραίων
326 ή 327: Ο Κωνσταντίνος εκτελεί τη γυναίκα του Φαύστα
330: Εγκαινιάζεται η Κωνσταντινούπολη. Για τη διακόσμηση της πόλης χρησιμοποιήθηκαν μνημεία
της Ρώμης, της Αθήνας, της Αλεξάνδρειας της Εφέσσου και της Αντιόχειας[3]
337 μ.Χ: Θάνατος του Κωνσταντίνου στη Νικομήδεια. Το λείψανό του μεταφέρεται αργότερα και θάβεται
στο Ναό των Αποστόλων, στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Κωνσταντίνος και ο Χριστιανισμός
Ένα πολυσυζητημένο και μελετημένο υπό ποικίλα πρίσματα κεφάλαιο της ζωής και της πολιτικής του
Κωνσταντίνου είναι η σχέση του με το Χριστιανισμό. Έχει ήδη προαναφερθεί ότι ο Κωνσταντίνος
αξιοποίησε χωρίς διακρίσεις τους χριστιανούς στο στρατό του, εφάρμοσε στην επικράτειά του την αρχή
της ανεξιθρησκίας και προστάτεψε έμπρακτα τις χριστιανικές κοινότητες με διάφορους τρόπους (βλ.
Υποκεφάλαιο 3.4: "Το διάταγμα των Μεδιολάνων, Φεβρουάριος 313 μ.Χ."). Έχει λεχθεί ότι ο
Κωνσταντίνος επέλεξε την ανοχή προς τον Χριστιανισμό ώστε να ενδυναμωθεί η εσωτερική συνοχή του
Ρωμαϊκού Κράτους, το οποίο είχε επί 60 έτη μια πολύπλευρη κρίση[8][εκκρεμεί παραπομπή].
Από τα διάφορα μέτρα που θέσπισε, μεγαλύτερη σημασία για τους χριστιανούς είχαν η επιστροφή της
δημευμένης περιουσίας τους κατά τις περιόδους των διωγμών και το δικαίωμα που αποκτούσαν, να
αυξήσουν αυτή την περιουσία. Ακόμη, ο Κωνσταντίνος ενίσχυσε την ηθική θέση που είχαν οι επίσκοποι
στις κοινωνίες τους. Τους παραχώρησε το δικαίωμα να επιλύουν τις ιδιωτικές διαφορές του ποιμνίου τους,
όχι με την ιδιότητα του δικαστή, αλλά περισσότερο ως διαιτητές. Οι αποφάσεις των επισκοπικών
δικαστηρίων αναγνωρίζονταν από το κράτος, ακόμη και για θέματα μη εκκλησιαστικά. Η επισκοπική
δικαιοδοσία, όπως λεγόταν, ήταν μία ευνοϊκή για τους Χριστιανούς θεσμοθέτηση, αφού οι Χριστιανοί
είχαν πολύ μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους επισκόπους από ότι στους δικαστές τις πολιτείας. Επίσης, οι
επίσκοποι απαλλάχτηκαν από όλες τις δημόσιες υποχρεώσεις και τα οικονομικά βάρη που τους
αντιστοιχούσαν.
Επιπλέον μέτρα ήταν η απαγόρευση της εργασίας την Κυριακή καθώς και σε άλλες μεγάλες κατά τους
Χριστιανούς γιορτές, όπως τα Χριστούγεννα. Ιδιαίτερα σημαντικές ήταν οι αυτοκρατορικές χορηγίες, με
τις οποίες ανεγέρθησαν χριστιανικοί ναοί. Μεταξύ αυτών των ναών είναι και οι χριστιανικοί ναοί της
Ανάστασης, της Γέννησης και του Όρους των Ελαιών στους χριστιανικούς αγίους Τόπους.
Με όλα αυτά τα θεσπίσματα και παρόλο που ο ίδιος ήταν κατηχούμενος στο Χριστιανισμό, ο
Κωνσταντίνος διατήρησε το αξίωμα τού pontifex maximus της κύριας θεότητας του ρωμαϊκού κράτους,
του Δία, που αποτελούσε το ανώτατο αξίωμα της αυτοκρατορικής θρησκείας που ασκούσε ο Ρωμαίος
6
αυτοκράτορας. Κατά τη διάρκεια της ζωής του χρησιμοποιούσε τις εκφράσεις "Ημέρα του Ήλιου" (Dies
Solis) και "Ανίκητος Ήλιος" (Sol Invictus). Είναι δε βέβαιο ότι ο Κωνσταντίνος υπήρξε ένας υποστηρικτής
της λατρείας του Ήλιου, έχοντας κληρονομήσει την αφιέρωση του αυτή στον Ήλιο από την οικογένεια
του.[3] Ακόμη, δε στέρησε τους οπαδούς της αρχαίας θρησκείας από τα δικαιώματά τους ούτε έπαψε
παράλληλα να στηρίζει την παραδοσιακή θρησκεία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Για παράδειγμα,
σεβάστηκε τα προνόμια που είχαν δοθεί στις Εστιάδες παρθένες, το κράτος εξακολουθούσε να καλύπτει τα
έξοδα για τις διάφορες γιορτές και τελετές των Εθνικών, στα νομίσματα παραμένουν για αρκετά χρόνια τα
συναφή σύμβολα, ενώ αναφέρεται ότι ίδρυσε ακόμη και ναούς για τους πιστούς της ρωμαϊκής λατρείας.
Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, οι πληροφορίες πως ο μέγας Κωνσταντίνος κατέστρεψε ναούς της
παραδοσιακής θρησκείας δεν είναι σίγουρο ότι ευσταθούν και δεν μπορούν να εξακριβωθούν με
βεβαιότητα ούτε από τα ιστορικά γεγονότα ούτε από την πολιτική σκέψη του Κωνσταντίνου. Επιπλέον,
είναι σημαντικό το γεγονός ότι στα χρόνια του Κωνσταντίνου, ο Χριστιανισμός μπορεί να είχε εξαπλωθεί
σε όλη τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, όμως οι εθνικοί εξακολουθούσαν να αποτελούν την πλειονότητα των
κατοίκων της. Δε θα μπορούσε λοιπόν ο αυτοκράτορας να στραφεί εναντίον των υπηκόων του τόσο
απροκάλυπτα. Άλλωστε, ακόμη και μέσα στην αυτοκρατορική οικογένεια, η γυναίκα του και ο γιος του
παρέμεναν πιστοί στους θεούς της Ρώμης. Ακόμη, το πρωταρχικό κίνητρο του Κωνσταντίνου, όταν
νομιμοποίησε το Χριστιανισμό, ήταν η ομόνοια μεταξύ των πολιτών. Θα ήταν λοιπόν ενάντια στην
πολιτική του να ξεκινήσει καινούργιο κύκλο αντιπαραθέσεων και διωγμών, αυτή τη φορά σε βάρος των
ειδωλολατρών.
Οι κατεδαφίσεις αρχαίων ναών που πρέπει να διέταξε είναι αυτές στα Ιεροσόλυμα, όπου κατεδαφίστηκε ο
ναός της Αφροδίτης από το λόφο του Γολγοθά, για να κτιστεί ο ναός της Ανάστασης. Αυτοί οι τόποι όμως
είχαν αποσυνδεθεί πλήρως από τη ρωμαϊκή λατρεία και είχαν χαρακτηριστεί ως άγιοι και θεοβάδιστοι για
τους χριστιανούς, ιδιαίτερα ύστερα από τις εκτεταμένες ανασκαφές που διεξήγαγε η Ελένη, συνεπώς σε
αυτούς αποδόθηκαν[εκκρεμεί παραπομπή]. Ακόμη, έκλεισε θρησκευτικά κέντρα ηθικά επιλήψιμων
θεοτήτων, όπως της Αστάρτης και απαγόρευσε την τέλεση νυχτερινών και μυστικών θυσιών, καθώς αυτές
δεν μπορούσαν να ελεγχθούν για τα δρώμενα που επιτελούσαν οι συμμετέχοντες σε αυτές. Αγάλματα και
αρχιτεκτονικά μέλη ειδωλολατρικών ναών λεηλατήθηκαν από τους ναούς και μεταφέρθηκαν στην
Κωνσταντινούπολη για τον καλλωπισμό της από τον Κωνσταντίνο.
Ο Κωνσταντίνος ακολουθώντας τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του πατέρα του, είχε υιοθετήσει
τον ενοθεϊσμό, την πίστη δηλαδή σε έναν υπέρτερο θεό και στην ύπαρξη άλλων μικρότερων θεοτήτων.
Λάτρευε ως ύψιστο θεό το θεό Ήλιο (Απόλλωνα) και τη θεά Νίκη με σαφή συγκρητισμό, με ανάμειξη
δηλαδή στοιχείων από την αρχαία ελληνική θρησκεία και από ανατολικές θρησκείες. Το πέρασμα από
τον ενοθεϊσμό στο μονοθεϊσμό δε θα πρέπει να ήταν ιδιαίτερα δύσκολο. Ίσως ο Κωνσταντίνος
δυσκολεύτηκε να υποτάξει την ορμητική του προσωπικότητα στο ασκητικό και συγχωρητικό πνεύμα του
Χριστιανισμού.[εκκρεμεί παραπομπή] Η αποδοχή του Χριστιανισμού από τον Κωνσταντίνο πρέπει να
θεωρηθεί όχι ως γεγονός που έλαβε χώρα εν μία νυκτί αλλά μάλλον ως μια πορεία ζωής που
ολοκληρώθηκε με τη βάπτισή του την ημέρα του θανάτου του.
Εξαιρετικής σημασίας είναι το γεγονός πως με το μέγα Κωνσταντίνο πραγματοποιήθηκε η μετάβαση από
τον αυτοκράτορα-θεό στον ελέω θεού αυτοκράτορα. Η πεποίθηση αυτή σφραγίζει όλο το Μεσαίωνα της
Ευρώπης και αναπόφευκτα επηρεάζει και την πολιτική σκέψη. Στην πολυθεϊστική παραδοσιακή θρησκεία
της Ρώμης, ο αυτοκράτορας ήταν ένας ακόμη θεός επί γης και έπειτα από το θάνατό του επέστρεφε στο
Πάνθεο. Στο μονοθεϊστικό χριστιανισμό, αυτή η θεωρία ήταν εξ ορισμού ασύμβατη. Έτσι, ο ίδιος ο
Κωνσταντίνος προσδιόρισε το ρόλο του χριστιανού αυτοκράτορα ως του ανθρώπου που θέσει υποχρεούται
να φροντίζει τους πιστούς της νέας θρησκείας. Μιλώντας σε κάποιους επισκόπους, διαχώρισε το έργο του
αυτοκράτορα από αυτό του επισκόπου: «υμείς μέν των εισω της εκκλησίας, εγώ δέ των εκτός υπό Θεού
κατεσταμένος επίσκοπον αν είη» (Ευσ.²Β.Κ.Β.² Λογ. Δ΄. 24). Χαρακτηριστική είναι η προτροπή του προς
τους υπηκόους του και τους αξιωματούχους του να ασπαστούν το Χριστιανισμό και η άποψή του ότι
πρέπει να βοηθήσει τους επισκόπους στη διάδοση της θρησκείας τους (Ευσ.²Β.Κ.Β.² Λογ.Γ΄ 17.1,2). Ο
ίδιος πίστευε ότι ο Θεός τού είχε αναθέσει την ειδική αποστολή να φέρει την αρμονία στο κράτος και την
εκκλησία. Η εκκλησία, αντίστοιχα, τον θεωρούσε δούλο Θεού και την μεταστροφή του θεία ενέργεια που
αποσκοπούσε στην επέκταση του χριστιανισμού.
7
Ο ΑΓΙΟΣ ΔΟΥΚΑΣ ΒΑΤΑΤΖΗΣ
Ο ΑΓΙΟΣ ΔΟΥΚΑΣ ΒΑΤΑΤΖΗΣ γεννήθηκε το 1193 στο ιστορικό Κάστρο της Θράκης, στο Διδυμότειχο.
Κατάγονταν από οικογένεια η οποία βρίσκονταν κοντά στη βασιλική σύγκλητο, αφού ο παππούς του
Κωνσταντίνος, ο Βατάτζης λεγόμενος, ήταν Στρατοπεδάρχης το βασιλέως Μανουήλ του Κομνηνού.
Η μνήμη του Αγίου Ιωάννη Βατάτζη του Ελεήμονος, τιμάται και εορτάζεται στο βυζαντινό Διδυμότειχο
στις 4 Νοεμβρίου. Υπάρχει σαν θησαυρός η φορητή εικόνα του Αγίου, που έχει γραμμένο και το
Απολυτίκιό του.
Επίσης υπάρχει η ιερή ακολουθία του Αγίου και ο παρακλητικός κανόνας και αναφέρεται το όνομά του
στον ιερό Συναξαριστή.
Ο Ιωάννης Δούκας Βατάτζης στέφθηκε Άγιος, αφού έζησε τη ζωή του μοιράζοντας την περιουσία που
του άφησαν οι γονείς του, ύστερα από το θανατό τους, σε πτωχούς και ξοδεύοντάς την σε αφιερώματα
θείων Ναών και Εκκλησιών. Ήταν γαλήνιος, πράος και ταπεινός άνθρωπος, και αγαπούσε τους πάντες.
Όταν πλέον, έδωσε όλη του την περιουσία, επορεύθηκε στο Νυμφαίο της Βιθυνίας, όπου γνώρισε και έγινε
φίλος του Βασιλέα Θεόδωρο Λάσκαρη, αφού τότε εκεί ήταν το Παλάτι και η καθέδρα των Βασιλέων της
Κωνσταντινουπόλεως. Παντρεύτηκε την θυγατέρα του Βασιλέως Ειρήνη, αφού μονομάχησε με τον Λατίνο
Κόρατο τον καυχόμενο για την δύναμή του, και αφού νίκησε είπε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, βοήθει μοί».
Αφού ο πεθερός του Βασιλεύς Θεόδωρος πέθανε, έλαβε τη Βασιλεία, το έτος 1222. Ήταν ο προστάτης
όλων των αδικημένων και πτωχών, γι’ αυτό ονομάσθηκε και «ελεήμον». Αυτός ο ελεήμον Αυτοκράτωρας
άκουσε μια θεία φωνή, να λέγει: «Ο σταυρωθείς εγήγερται ο μεγάλαυχος πέπτωκεν, ο καταπεσών και
συντριβείς ανώρθυται». Απ’ την φωνή τούτη ενδυναμώθηκε και κατατρόπωσε τον Σουλτάνο Αζατίνη, ο
οποίος εξερχόμενος του Ικονίου, λεηλατούσε τις πόλεις παρά του ποταμού Μαιάνδρου.
Αφού τελείωσε αυτά για τα οποία προοριζόταν, παρέδωσε την ψυχή του στο Θεό, στην ηλικεία των 61
ετών.
Επίσης βαση 12 προφητειών έχει ερμηνευθεί πως ο Ιωάννης Βατάτζης είναι ο Εξαδάκτυλος
Αυτοκράτορας του Βυζαντίου, δηλαδή ο Μαρμαρωμένος Αυτοκράτορας.
8
Σέργιος Α΄
Ο Σέργιος Α΄ ήταν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως την περίοδο 610-638. Ήταν Σύρος στην καταγωγή
και είχε μεγάλη μόρφωση. Διετέλεσε διάκονος της Μεγάλης Εκκλησίας και «πτωχοκόμος». Εξελέγη
Πατριάρχης το Μάρτιο του 610.
Έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην αντίσταση της Πόλης σε επιδρομή των Αβάρων, η οποία συνέβη κατά
την απουσία του Αυτοκράτορα Ηρακλείου. Ενώ ο Αυτοκράτορας εκστράτευε στην Τραπεζούντα, ανέλαβε
ο ίδιος την άτυπη πολιτική ηγεσία και με λαϊκή κινητοποίηση, αλλά και τη συνδρομή καταιγίδας, η οποία
αποδόθηκε σε θεϊκή αρωγή, καθώς επέφερε μεγάλες ζημιές στον εχθρικό στόλο, η Πόλη διασώθηκε. Μετά
τη νίκη αυτή, στις 8 Αυγούστου του 626, ο λαός της Πόλης έψαλε στο Ναό των Βλαχερνών όρθιος
ευχαριστήριο ύμνο προς την Παναγία, ο οποίος καθιερώθηκε και ονομάζεται έκτοτε «Ακάθιστος
Ύμνος»[1].
Θέλοντας να υποστηρίξει την πολιτική του Ηρακλείου εναντίον των Περσών, εισήγαγε τις κακοδοξίες του
μονοθελητισμού και του μονοενεργητισμού ως παραδεκτές θεολογικές βάσεις προσέγγισης με τους
αντιχαλκηδονίους. Πράγματι, με βάση τη φόρμουλα αυτή, ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Κύρος κατόρθωσε
το 633 να πετύχει την κοινωνία Ορθοδόξων και (μετριοπαθών) Αντιχαλκηδονίων στην Αλεξάνδρεια.
Ο Μονοενεργητισμός, το θεωρητικό κατασκεύασμα του Σεργίου, συνάντησε ισχυρές θεολογικές
αντιρρήσεις. Ο λόγιος μοναχός και μετέπειτα Πατριάρχης Ιεροσολύμων και άγιος Σωφρόνιος κατέγραψε
τις αντιρρήσεις του στην ενθρονιστήρια συνοδική του επιστολή. Ο ίδιος ο Σέργιος απευθύνθηκε με
επιστολή στον Πάπα Ονώριο Α΄ ζητώντας τη γνώμη του για το κατά πόσο μπορεί να συνυπάρχουν δύο
«υπεναντία» θελήματα στον Χριστό. Ο Πάπας απέρριψε αυτή τη θεωρία, απαντώντας ότι ο Χριστός είχε
ένα θέλημα, και όχι δύο «υπεναντία».
Παρά ταύτα, με τη βοήθεια του συμβούλου του και διαδόχου του Πύρρου, ετοίμασε μια «Έκθεση»
μονοθεληστικού περιεχομένου, η οποία πήρε τη μορφή αυτοκρατορικού διατάγματος, με σκοπό την
επαναπροσέγγιση με τους Αντιχαλκηδονίους. Ο Σέργιος πέθανε στις 9 Δεκεμβρίου του 638 και το έργο
του συνέχισε ο Πύρρος.
Ήταν ηγέτης των τούρκικων στρατευμάτων που κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη το 1453 και έκλεισαν
οριστικά τον κύκλο του εξελληνισμένου ανατολικού ρωμαϊκού κράτους. Ο Μωάμεθ, ο οποίος αναφέρεται
και ως Μεχμέτ, ήταν γιος του σουλτάνου Μουράτ Β' και ανήλθε επεισοδιακά στο θρόνο σε ηλικία 21 ετών.
Πάντρεψε τη μητέρα του με ένα δούλο, μεθόδευσε την εξόντωση του αδελφού του Αχμέτ και εξεδίωξε τη
δεύτερη γυναίκα του πατέρα του Μάρω, που ήταν χριστιανή. Περιγράφεται ως ιδιαίτερα ευφυής,
τολμηρός, σκληρός και αποφασιστικός, με εξαιρετική παιδεία. Μιλούσε ελληνικά και σλάβικα και
μελετούσε με λατρεία την Ιστορία και τη Γεωγραφία. Στην εμφάνιση ήταν αγέλαστος στις συναναστροφές
του, εύσωμος και επιβλητικός.
Ο Μωάμεθ έδειξε μεγάλη δεξιοτεχνία στη διαχείριση τού τεράστιου πλέον οθωμανικού κράτους,
θεμελίωσε την οθωμανική διοίκηση και έδωσε θρησκευτικά προνόμια στις κατακτημένες περιοχές. Ένα
δείγμα αυτής της μαεστρίας του ήταν η ανάθεση του πατριαρχικού θρόνου της Κων/πολης, αμέσως μετά
την άλωση, στο Γεώργιο Σχολάριο. Ο Σχολάριος, ως πατριάρχης με το όνομα Γεννάδιος, ήταν ηγέτης της
αντιδυτικής και ανθενωτικής πτέρυγας της ορθόδοξης εκκλησίας, η οποία συνέπραξε στην κατάλυση του
Βυζαντίου τουλάχιστον με ηττοπαθή μηνύματα πριν και μετά την άλωση, για παράδειγμα, αρχικά με τη
θρησκευτική δικαίωση της επερχόμενης καταστροφής «... γιατί είναι θέλημα θεού η Πόλη να τουρκέψει»
και στη συνέχεια με την ανάδειξη σε ματαιοπονία κάθε προσπάθειας για αντίσταση αφού η θεϊκή βούληση
έστειλε τον «φιλάνθρωπο» σουλτάνο και τον «εκλεκτό πατριάρχη», τον εαυτό του, «να συνετήσουν τους
αμαρτωλούς χριστιανούς». Αυτό και μόνο αποδεικνύει πόσο μεγαλοφυής ήταν η τοποθέτηση του
Σχολάριου στη θέση του πατριάρχη από το Μωάμεθ.
9
Με την άλωση της Κων/πολης και την οριστική
εξαφάνιση των χριστιανικών βασιλείων στο
ανατολικό σύνορο της Ευρώπης, αποκόπηκαν οι
εμπορικοί δρόμοι, κυρίως των Βενετσιάνων και
Γενοβέζων προς την ανατολή ή επιβαρύνθηκαν οι
συναλλαγές με σημαντικούς δασμούς, με
αποτέλεσμα να αναζητηθούν άλλες οδοί
επικοινωνίας, κυρίως από Πορτογάλους και
Ισπανούς (Κολόμβος, Μαγγελάνος κ.ά.)
Αποτέλεσμα ήταν να αναπτυχθούν οι μεγάλες
θαλασσοπορείες και να προκύψει η ανακάλυψη
νέων χωρών και νέων οδών επικοινωνίας και
εμπορίου. Η κατάλυση του βυζαντινού και η
σταθεροποίηση του οθωμανικού κράτους είχε και
μια μακροχρόνια, ολέθρια επίπτωση για τον
ελληνισμό: Την αποκοπή του από την ήδη
εξελισσόμενη αναγέννηση των επιστημών και των
τεχνών, η οποία οδήγησε την Ευρώπη στη βιομηχανική επανάσταση, την οικονομική ανάπτυξη και τη
θεμελίωση του πολιτισμού που γνωρίζουμε σήμερα. Οι ελληνικοί πληθυσμοί προσχώρησαν σ' αυτές τις
εξελίξεις με καθυστέρηση περίπου 400 ετών και διατηρούν μέχρι σήμερα, χωρίς 17ο και 18ο και
ουσιαστικά χωρίς 19ο αιώνα, μία σοβαρή πολιτισμική υστέρηση έναντι των Δυτικοευρωπαίων.
Ο Μωάμεθ επεξέτεινε τις κατακτήσεις των Οθωμανών μέχρι την Ουγγαρία, την Κριμαία και τις παρυφές
της Ιταλίας. Πέθανε σε ηλικία 51 ετών, ενώ προετοίμαζε κατάληψη της Ιταλίας και κατάλυση του παπικού
κράτους. Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους ηγέτες των Οθωμανών, ίσως αμέσως μετά τον
Σουλεϊμάν, τον επωνομαζόμενο Μεγαλοπρεπή.
10
Ηράκλειος
Γεννήθηκε στην Καππαδοκία. Ανήλθε στον αυτοκρατορικό θρόνο του Βυζαντίου, αφού συνέλαβε και
έκαψε δημόσια τον τύραννο Φωκά, στα χρόνια του οποίου είχε περιέλθει η αυτοκρατορία σε έσχατη
κατάπτωση. Βασίλεψε από το 610 μέχρι το θάνατό του, το 641. Η βασιλεία του οδήγησε σε ανόρθωση του
κράτους, αλλά σημαδεύτηκε από τις επιδρομές των Σλάβων και των ομοφύλων Αβάρων κατά της
αυτοκρατορίας, οι οποίες προκάλεσαν σοβαρή εσωτερική κρίση. Ο Ηράκλειος προσπάθησε να
αντιμετωπίσει τα προβλήματα με μεταρρυθμίσεις στη διοίκηση και στο στρατό.
Στις αρχές του αιώνα που βασίλεψε ο Ηράκλειος είχαν καταληφθεί ανατολικές επαρχίες του Βυζαντίου
από τους Πέρσες Σασανίδες. Από το 622 διεκδίκησε ο Ηράκλειος σε επάλληλους πολέμους αυτές τις
επαρχίες και τις ανακατέλαβε το 636, αλλά και πάλι χάθηκαν στους 'Αραβες, οι οποίο μάλιστα κάποιες
δεκαετίες μετά (674-78 και πάλι 717-18) απείλησαν την Κων/πολη. Το 626, κατά την τρίτη εκστρατεία
κατά των Περσών, βρήκαν ευκαιρία και επιτέθηκαν στην Κων/πολη πάλι οι 'Αβαροι, οι οποίοι υπέστησαν
όμως απροσδόκητη ήττα, πράγμα που αποδόθηκε από τους Βυζαντινούς στη συνδρομή της Παναγίας ...
Στα τελευταία έτη της βασιλείας του Ηράκλειου, αφενός η κόπωση στρατού και λαού από τους συνεχείς
πολέμους και αφετέρου οι θρησκευτικές έριδες μεταξύ κατεστημένων και των λεγόμενων
«μονοθελητών», οδήγησαν σε αδυναμία αντιμετωπίσεως των Περσών, με αποτέλεσμα να χαθούν και πάλι
επαρχίες της αυτοκρατορίας.
11
Κύριλλος και Μεθόδιος
Στις αρχές του 9ου αιώνα, οι αδελφοί Κωνσταντίνος (μοναστικό όνομα Κύριλλος) και Μεθόδιος, δύο από
τα επτά συνολικά παιδιά μιας γνωστής οικογένειας της πόλης της Θεσσαλονίκης, με έντονη
θρησκευτικότητα. Στη βιογραφία του ο ΄Άγιος Κύριλλος ισχυρίζεται ότι με τον αδελφό του κατάγονται
από "βασιλικό γένος". Εκείνη την εποχή ο πατέρας τους ήταν υπεύθυνος για τα θέματα στρατιωτικής
διοίκησης της αυτοκρατορίας. Τα δύο αδέλφια μιλούσαν την ελληνική, ενώ είχαν σπουδάσει, ιδιαίτερα ο
Κύριλλος, τη σλαβική , την εβραϊκή, τη συριακή και την αραβική γλώσσα, Η γνώση αυτών των γλωσσών
τους διευκόλυνε στη μετέπειτα διακονία τους.[1]
Ο Μεθόδιος, του οποίου το κοσμικό όνομα ήταν Μιχαήλ, γεννήθηκε το 815. Ήταν άνθρωπος της πράξης
και είχε ξεκινήσει καριέρα στον πολιτικό στίβο. Διορίστηκε διοικητής της Θεσσαλίας, ενώ αργότερα έγινε
μοναχός σε ένα μοναστήρι στον Όλυμπο.
Ο Κύριλλος, του οποίου το κοσμικό όνομα ήταν Κωνσταντίνος, γεννήθηκε το 827. Σπούδασε στην
Κωνσταντινούπολη, έγινε ιερέας και μετέπειτα έφτασε στο βαθμό του επισκόπου. Δίδαξε τη Φιλολογία,
Φιλοσοφία και Θεολογία.
Iεραποστολή
Το 863, μετά απo αίτημα του Σλάβου ηγεμόνα της Μοραβίας Ρατισλάβου, όταν αυτοκράτορας της
Βυζαντινής αυτοκρατορίας ήταν ο Μιχαήλ ο Γ', ο Πατριάρχης Φώτιος επέλεξε τους Μεθόδιο και Κύριλλο,
οι οποίοι διακρίνονταν για τη σοφία τους, για το δύσκολο έργο του εκχριστιανισμού των Σλάβων. Οι δύο
ιερωμένοι δέχτηκαν με μεγάλη προθυμία και χαρά, θεωρώντας ότι με αυτό τον τρόπο θα υπηρετούσαν το
θέλημα του Θεού και θα οδηγούσαν στο δρόμο της σωτηρίας τους λαούς των περιοχών που βρίσκονταν
πάνω από τα βόρεια σύνορα της Αυτοκρατορίας.
Προκειμένου να διευκολύνουν την προσέγγισή τους προς τους λαούς αυτούς, χρησιμοποίησαν ένα νέο
αλφάβητο, βασισμένο στο ελληνικό, το οποίο μπορούσε να αποδώσει τους φθόγγους της σλαβικής
γλώσσας, και το οποίο εφηύρε ο Κύριλλος. Σε αυτό το αλφάβητο που ονομάστηκε Γλαγολιτικό,
μετέφρασαν την Αγία Γραφή, πoλλά λειτουργικά και θεολογικά βιβλία, καθώς και τη Χριστιανική
λειτουργική υμνολογία. Επάνω στο Γλαγολιτικό αλφάβητο στηρίζεται και η σημερινή Κυριλλική γραφή
(που ονομάστηκε έτσι προς τιμή του Κύριλλου) των σλαβικών εθνών και πάνω σε αυτό αναπτύχθηκε
ολόκληρη η γραμματεία τους.
Η διαφωτιστική τους αποστολή εκεί προκάλεσε την οργή, τη ζήλια και το μίσος στα μέρη των φράγκων
και του γερμανο-λατινικού κλήρου και ήταν η αιτία να υπάρξουν εντάσεις ανάμεσα στην εκκλησία και την
πολιτική. Οι ιεραπόστολοι αδελφοί αναγκάστηκαν από τον Πάπα Avδριαvό τoν Β' να προσέλθουν στη
Ρώμη για να απολογηθούν στις κατηγορίες ότι παραβιάζουν το τριγλωσσικό δόγμα, σύμφωνα με το οποίο
η χριστιανική ιεροτελεστία μπορεί να τελείται μόνο στην Eβραϊκή, την Ελληνική και τη Λατινική γλώσσα.
Εκεί ο Άγιος Κύριλλος υποστήριξε ότι όλοι οι λαοί, όπως και οι Σλάβοι, δικαιούνται να δοξάζουν τον Θεό
και να δημιουργούν την κουλτούρα τους στην μητρική τους γλώσσα. Ο Πάπας Avδριαvός o Β' επείσθη,
αγίασε τα μεταφρασμένα βιβλία, ενώ σε μερικές εκκλησίες της Ρώμης τελέστηκε λειτουργία στη σλαβική
γλώσσα, προς αναγνώρισή της στο χριστιανικό κόσμο. Πρόκειται για μια επιτυχημένη αποστολή των
Αγίων αδελφών.
Ο Κύριλλος παρέμεινε στη Ρώμη μέχρι το θάνατό του, το Φεβρουάριο του 869. Ετάφη με τιμές στον
προσωπικό τάφο του Πάπα Avδριαvού τoν Β', ενώ αργότερα μετακινήθηκε στη βασιλική του Αγίου
Κλεμεντίνου στη Ρώμη, όπου και σήμερα φυλάσσονται τα λείψανά του.
Το χριστιανικό διαφωτιστικό και αποστολικό έργο συνεχίζει ο μεγαλύτερός του αδελφός Μεθόδιος, ο
οποίος απεβίωσε στις 6 Απριλίου 885 ως επίσκοπος Μοραβίας.
12
Διάταγμα των Μεδιολάνων
Αναμνηστική πλάκα στην εκκλησία που βρίσκεται στη θέση του παλατιού όπου το 313 υπογράφηκε το
Διάταγμα.
Διάταγμα των Μεδιολάνων (αλλιώς και διάταγμα του Μιλάνου, καθώς τα Μεδιόλανα είναι το - από τα
λατινικά εξελληνισμένο - όνομα του σημερινού Μιλάνου της Ιταλίας) ονομάζεται το διάταγμα της
θέσπισης της ανεξιθρησκίας στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, με το οποίο ο Μέγας Κωνσταντίνος σταμάτησε
τους διωγμούς των χριστιανών το 313 μ.Χ. Με το διάταγμα νομιμοποιήθηκε η χριστιανική Εκκλησία ως
«επιτρεπομένη θρησκεία», οι οπαδοί της οποίας έπρεπε να προσεύχονται στον δικό τους θεό για την
ευτυχία του κράτους. Με αυτή την κίνηση ο Κωνσταντίνος δεν έκανε το Χριστιανισμό επίσημη θρησκεία
της Αυτοκρατορίας, απλώς εγγυήθηκε την ανοχή του κράτους απέναντι στους χριστιανούς. Παρόλο που το
διάταγμα ίσχυε οι διωγμοί σταμάτησαν μόνο όταν ο Κωνσταντίνος έγινε μονοκράτορας (324). Αυτό είχε
ως αποτέλεσμα οι χριστιανοί να μην κρύβονται και κατά συνέπεια να μην χρησιμοποιούν τις κατακόμβες
ως μέρος για να κρύβονται και να τελούν τις θρησκευτικές τους τελετές.
Εικονομαχία
Με τον όρο Εικονομαχία εννοείται μεγάλη μεταρρυθμιστική κίνηση που ξέσπασε στο Βυζαντινό Κράτος
τον 8ο και 9ο αι. που από θρησκευτική εξελίχθηκε και σε πολιτική διαμάχη για τη λατρεία των εικόνων. Η
Εικονομαχία τελικά δίχασε τους Βυζαντινούς σε «Εικονομάχους» και «Εικονολάτρες»
Η εικονομαχία άρχισε περί το 726 και τελείωσε το 842, με αποκατάσταση των εικόνων και περίλαμπρες
τελετές.
Πρωτεργάτες της εικονομαχικής κίνησης υπήρξαν οι αυτοκράτορες Λέων Γ’ και Κωνσταντίνος Ε’ . Ο
Λέων, ο οποίος καταγόταν από την Γερμανίκεια της Βόρειας Συρίας και ο γιος του Κωνσταντίνος Ε’
φαίνεται ότι είχαν επηρεαστεί από τις ανεικονικές (αντίθετες στη λατρεία των εικόνων) αντιλήψεις της
ιουδαϊκής και της ισλαμικής θρησκείας και για αυτό απέρριπταν τη λατρεία των εικόνων ως εκδήλωση
ειδωλολατρική. Η πρώτη ξεκάθαρη εχθρική στάση του Λέοντος του Γ’ εναντίον της λατρείας των εικόνων
εκδηλώθηκε το 726, έπειτα από παρότρυνση των εικονομάχων επισκόπων της Μικράς Ασίας, οι όποιοι
είχαν μεταβεί πριν από λίγο χρόνο στην Κωνσταντινούπολη. Αφορμή στάθηκε ένας ισχυρός
καταστροφικός σεισμός που έγινε την ίδια χρονιά και είχε επίκεντρο τον θαλάσσιο χώρο μεταξύ Θήρας και
Θηρασιάς. Ο σεισμός ερμηνεύτηκε ως εκδήλωση της θείας οργής εναντίον της λατρείας των εικόνων. Ο
Λέων διέταξε έναν αξιωματικό του να απομακρύνει την εικόνα του Χριστού, που ήταν αναρτημένη στη
Χαλκή πύλη των ανακτόρων, και να αναρτήσει στη θέση της τον «τρισόλβιο τύπο του σταυρού» καθώς και
εγχάρακτο εξάστιχο επίγραμμα. Μ’ αυτόν τον τρόπο δοκίμαζε τις διαθέσεις του λαού της πρωτεύουσας
προς την εικονομαχική του πολιτική. Προκλήθηκε έκρηξη της λαϊκής οργής και το εξαγριωμένο πλήθος
σκότωσε τον αυτοκρατορικό απεσταλμένο επί τόπου. Η ένταση της διαμάχης εικονομάχων και
εικονολατρών κορυφώθηκε επί Κωνσταντίνου Ε’, ο οποίος εξαπέλυσε εκστρατεία τρομοκράτησης των
μοναχών και καταστροφής των μονών που ήταν προπύργια εικονολατρίας..Το τέλος της εικονομαχίας
προηλθε με τη βασιλεία του Μιχαηλ του Γ με αποκατάσταση των εικόνων .
Η στάση του Νίκα
Η Ρωμαϊκή και η Βυζαντινή αυτοκρατορία είχαν αναπτύξει οργανώσεις φιλάθλων του ιπποδρόμου, ειδικά
για τις αρματοδρομίες, μία δημοφιλή ενασχόληση για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Υπήρχαν
τέσσερις κύριοι σύνδεσμοι, καθορισμένοι ανάλογα με το χρώμα της στολής της αγαπημένης τους
αγωνιστικής ομάδας. Αυτοί ήταν οι Βένετοι (Γαλάζιοι), οι Κόκκινοι (Ρούσσοι), οι Πράσινοι και οι Λευκοί,
αν και κατά τη Βυζαντινή περίοδο οι μόνες ομάδες που εξακολουθούσαν να διαθέτουν κάποια επιρροή και
πολιτική δύναμη ήταν οι Βένετοι και οι Πράσινοι. Οι αυτοκράτορες συχνά υποστήριζαν τη μία έναντι της
άλλης ομάδας. Ο Ιουστινιανός ήταν υποστηρικτής των Βένετων, τουλάχιστον μέχρι τη Στάση.
Κάποτε είχαν καταδικαστεί, με την κατηγορία της δολοφονίας, σε απαγχονισμό στον ιππόδρομο μέλη
Βενετών και Πρασίνων αλλά εξαιτίας κάποιων προβλημάτων της αγχόνης γλίτωσαν δύο. Έτσι οι δήμοι και
οι κάτοικοι της Πόλης που ήταν εκεί άρχιζαν να φωνάζουν στον Ιουστινιανό να τους χαρίσει τη ζωή, όμως
αυτός τους το αρνήθηκε και αυτή υπήρξε η αφορμή της στάσης.
13
Κάποιοι από τους συγκλητικούς είδαν τη στάση σαν ευκαιρία να ανατρέψουν τον Ιουστινιανό,
δυσαρεστημένοι από νέους, βαριούς φόρους που αυτός είχε επιβάλει και τον ψαλιδισμό των δικαιωμάτων
των ευγενών γενικότερα. Οι στασιαστές, οπλισμένοι και μάλλον ελεγχόμενοι από τους συμμάχους τους
στη Σύγκλητο, πυρπολούν κτίρια, πολιορκούν το παλάτι προξενούν ζημιές ακόμη και στην Αγία Σοφία και
απαιτούσαν την αποπομπή του Έπαρχου Ιωάννη του Καππαδόκη, ο οποίος ήταν αρμόδιος για τη συλλογή
των φόρων, καθώς και του αυλικού Τριβωνιανού, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για την αναθεώρηση του
ποινικού κώδικα. Ο Ιουστινιανός υποσχέθηκε να απομακρύνει από τις θέσεις τους τον Τριβωνιανό και τον
Ιωάννη τον Καππαδόκη, αλλά η έκκλησή του στον Ιππόδρομο δεν πέτυχε και ανακηρύχθηκε νέος
αυτοκράτορας ο Υπάτιος, ανιψιός του Αυτοκράτορα Αναστάσιου Α'.
Ο Ιουστινιανός ετοιμαζόταν να εγκαταλείψει την Πόλη, αλλά η σύζυγός του Θεοδώρα τον έπεισε να
παραμείνει. Ο Ιουστινιανός διέταξε τότε τους στρατηγούς του Βελισάριο και Μούνδο να καταστείλουν την
εξέγερση. Αυτοί δωροδοκώντας κάποιους αρχηγούς των στασιαστών τους έφεραν με το μέρος του
αυτοκράτορα, προκαλώντας έτσι διχόνoια μεταξύ των στασιαστών. Σε κάθε περίπτωση, οι εξεγερθέντες
εγκλωβίστηκαν στον Ιππόδρομο, όπου και σφαγιάστηκαν. Οι πηγές αναφέρουν ως θύματα συνολικά
περίπου τριάντα πέντε χιλιάδες στασιαστές. Την επομένη, διατάχθηκε να εκτελεσθούν ο Υπάτιος και ο
αδελφός του, ενώ η περιουσία τους δημεύθηκε, όπως και πολλών συγκλητικών που εξορίστηκαν επειδή
είχαν υποστηρίξει τη στάση.
Με αυτή την ονομασία έμεινε στην ιστορία η λαϊκή εξέγερση που συνέβη στο Βυζάντιο την εποχή του
Ιουστινιανού και πνίγηκε στο αίμα από τον αυτοκράτορα. Πληροφορίες από «πρώτο χέρι» μας δίνει ο
σύγχρονος του Ιουστινιανού, ιστορικός Προκόπιος, στο βιβλίο του «Η ιστορία των Πολέμων».
Πρωταγωνιστές της εξέγερσης ήταν οι δήμοι των «Πράσινων και «Βένετων» (μπλε), οργανώσεις
φιλάθλων με λαϊκή καταγωγή, που ζούσαν για τις αρματοδρομίες στις εξέδρες του Ιππόδρομου της
Κωνσταντινούπολης. Οι «Ρούσσοι» και οι «Λευκοί» υπολείπονταν αρκετά σε δημοτικότητα των άλλων
δύο δήμων. Οι αρματοδρομίες ήταν ένα ιδιαίτερα δημοφιλές άθλημα εκείνη την περίοδο, όπως σήμερα
είναι το ποδόσφαιρο.
Οι ιστορικοί χαρακτηρίζουν του δήμους κάτι ανάμεσα σε συμμορία και πολιτικό κόμμα, καθώς συχνά
προσπαθούσαν να επηρεάσουν τις πολιτικές αποφάσεις.
Το 531, ένας «βένετος» και ένας «πράσινος» συλλαμβάνονται με την κατηγορία της δολοφονίας και
καταδικάζονται σε θάνατο διά απαγχονισμού. Ο Ιουστινιανός, δεδηλωμένος οπαδός των Βένετων,
μετατρέπει τη θανατική ποινή σε φυλάκιση. Οι «Πράσινοι» και «Βένετοι» αξιώνουν την πλήρη απαλλαγή
τους. Ο αυτοκράτωρ, όμως, τους αγνοεί.
Στις 11 Ιανουαρίου του 532 ξεσηκώνονται, πυρπολούν κτίρια, πολιορκούν το παλάτι και προξενούν ζημιές
ακόμη και στην Αγία Σοφία. Η ιαχή «Νίκα» δονεί την ατμόσφαιρα. Είναι το σύνθημα που φώναζαν στον
Ιππόδρομο για να εμψυχώσουν τους αρματοδρόμους.
Το πλήθος των εξεγερμένων όλο και μεγαλώνει, καθώς ο λαός δυσφορούσε για τις οικονομικές
μεταρρυθμίσεις του αυτοκράτορα, τη βαριά φορολογία και την κρατική αυθαιρεσία. Απαιτεί την
παραίτηση του Ιωάννη Καππαδόκη (Υπουργού Οικονομικών της εποχής) και του διάσημου νομομαθούς
Τριβωνιανού.
Την κατάσταση επιχειρούν να εκμεταλλευτούν προς όφελός τους οι συγκλητικοί και οι ευγενείς, που
έβλεπαν τα δικαιώματά τους να ψαλλιδίζονται από τις μεταρρυθμίσεις του Ιουστινιανού. Συγκεντρώνονται
στον Ιππόδρομο και ανεβάζουν στο θρόνο τον Υπάτιο, ανιψιό του πρώην αυτοκράτορα Αναστάσιου.
Ο Ιουστινιανός αδυνατεί να ελέγξει την κατάσταση. Είναι καινούργιος στην εξουσία και έχει ένα σωρό
σκοτούρες, με τους Πέρσες στα ανατολικά της αυτοκρατορίας. Για μια στιγμή περνά από το νου να
εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη. Η αυτοκρατορική σύζυγος, η δυναμική και αποφασιστική Θεοδώρα,
γρήγορα τον μεταπείθει και οι στρατηγοί Βελισάριος και Μούνδος αναλαμβάνουν δράση. Εγκλωβίζουν
τους επαναστάτες στον Ιππόδρομο και κυριολεκτικά τους κατασφάζουν. Η καταστολή της «Στάσης του
Νίκα» στις 18 Ιανουαρίου του 532 άφησε πίσω της 30.000 νεκρούς. Ο Ιουστινιανός πατούσε πλέον γερά
στα πόδια του και την επομένη μέρα έδωσε εντολή να εκτελεσθούν ο σφετεριστής του θρόνου Υπάτιος και
ο αδελφός του. Η περιουσία τους δημεύθηκε, όπως και πολλών ευγενών, που εξορίστηκαν, επειδή είχαν
υποστηρίξει την εξέγερση. Η αυτοκρατορική θητεία μιας από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες του
Βυζαντίου, όπως ήταν ο Ιουστιανιανός, ξεκίνησε με τη χειρότερη περίοδο βίας και αναρχίας που γνώρισε η
Βασιλεύουσα. Συνέπειες της εξέγερσης υπήρξε η ενίσχυση της αυτοκρατορικής εξουσίας και ο
περιορισμός της δύναμης των δήμων.
14
Μουσουλμανική Θρησκεία και Λατρεία
Υφίστανται δύο μεγάλες κατηγορίες μουσουλμάνων, οι Σουννίτες, οι θεωρούμενοι ορθόδοξοι
μουσουλμάνοι που πιστεύουν βασικά στο Κοράνι και στην ιερά παράδοση (Σούνα) και οι Σιίτες, οι
θεωρούμενοι αιρετικοί .Η βασική τους διαφορά είναι στο πρόσωπο της διαδοχής του Μωάμεθ και της εν
γένει διαδοχής των αξιωμάτων.Ως προς το δογματικό μέρος του Κορανίου αναπτύσσονται τα εξής εννέα
σημεία:
1. Η πίστη ότι το Κοράνι είναι το τελευταίο κατ΄ αποκάλυψη βιβλίο του Θεού
2. Η πίστη σε ένα και μόνο Θεό
3. Ο Μωάμεθ είναι ο τελευταίος και μεγαλύτερος προφήτης του Θεού
4. Ο Θεός είναι αυτός που διοικεί όλο τον κόσμο και ορίζει τις τύχες όλων των ανθρώπων (kismet)
5. Η πίστη στην ύπαρξη αγαθών και πονηρών πνευμάτων, δηλαδή σε αγγέλους του Θεού και σε διαβολικά
όντα
6. Ο άνθρωπος ήταν κατά πάντα αγαθός στην αρχική του κατάσταση, αλλά ο Διάβολος τον προέτρεψε
στην πτώση και την αμαρτία
7. Η προσδοκία της ανάστασης των νεκρών, η Δευτέρα παρουσία του Θεού και η τελική κρίση ζώντων και
τεθνεώτων
8. Η πίστη στη μέλλουσα ζωή και στην αντίστοιχη κατά τα έργα του καθένα αμοιβή και τιμωρία,
Παράδεισο δηλαδή και Κόλαση
9. Η πίστη στα θεολογικά συγγράμματα της θρησκείας, που αποδίδουν τις ιδιότητες του Θεού
Με βάση το ιεροτελεστικό ή πρακτικό μέρος του Κορανίου οι υποχρεώσεις του πιστού που είναι οι εξής:
1. Η ομολογία της πίστεως ότι δεν υπάρχει κανείς άλλος αληθινός Θεός πέρα από τον Αλλάχ και ο
Μωάμεθ είναι ο μεγαλύτερος προφήτης του
2. Η προσευχή
3. Το κήρυγμα λόγου πέρα από την καθημερινή υποχρέωση της προσευχής, κάθε Παρασκευή
4. Η νηστεία κατά το Ραμαζάνι
5. Ο καθαρισμός του σώματος πριν τη διαδικασία της προσευχής και σε άλλες περιστάσεις
6. Η ελεημοσύνη
7. Η ιερή αποδημία ή προσκύνημα στη Μέκκα
Θρησκευτικός ηγέτης των μουσουλμάνων είναι οΜουφτής, οποίος έχει:
1. εξουσία στα θρησκευτικά ιδρύματα τηςπεριφέρειάς του
2. δικαιοδοσία επί γάμων, διαζυγίων, διατροφών,επιτροπειών, χειραφεσίας ανηλίκων, ισλαμικώνδιαθηκών
και εξ αδιαθέτου διαδοχής, κατά τονιερό μουσουλμανικό νόμο, και γνωμοδοτική αρμοδιότητα για κάθε
ζήτημα θρησκευτικό καθώς και ζητήματα οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου των μουσουλμάνων
3. εποπτεία των δασκάλων, αλλά και της διαχείρισης των περιουσιών, με δεδομένο ότι τα περισσότερα
σχολεία ανήκαν σε θρησκευτικά ιδρύματα ή χρηματοδοτούνταν από αυτά
15
ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ
Αγία Σοφία (Κωνσταντινούπολη)
H Αγία Σοφία σήμερα
Διαμήκης τομή
Ο Βυζαντινός Ναός της Ύπατης Σοφίας του Ένσαρκου Λόγου του Θεού, περισσότερο γνωστή ως Αγία
Σοφία ή Αγιά-Σοφιά, (τουρκικά Ayasofya, λατινικά Sancta Sophia ή Sancta Sapientia), γνωστός και ως
Ναός της Αγίας του Θεού Σοφίας ή απλά Η Μεγάλη Εκκλησία, ήταν από το 360 μέχρι το 1453 ορθόδοξος
καθεδρικός ναός της Κωνσταντινούπολης, με εξαίρεση την περίοδο 1204 - 1261 κατά την οποία ήταν
ρωμαιοκαθολικός ναός, ενώ μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης μετατράπηκε σε τέμενος, μέχρι το
1934 και αποτελεί σήμερα μουσειακό χώρο (τουρκικά Ayasofya Müzesi).
Ανήκει στις κορυφαίες δημιουργίες της βυζαντινής ναοδομίας, πρωτοποριακού σχεδιασμού, και υπήρξε
σύμβολο της πόλης, τόσο κατά τη βυζαντινή όσο και κατά την οθωμανική περίοδο. Το παρόν κτίσμα
ανεγέρθηκε τον 6ο αιώνα, επί βασιλείας του Ιουστινιανού Α', από τους μηχανικούς Ανθέμιο από τις
Τράλλεις (σημ. Αϊδίνιο) και Ισίδωρο από τη Μίλητο. Στο ίδιο σημείο, επί του πρώτου λόφου της
Κωνσταντινούπολης και σε κοντινή απόσταση από το Μέγα Παλάτιον και τον Ιππόδρομο της πόλης, είχαν
χτιστεί παλαιότερα δύο ακόμα ναοί που καταστράφηκαν από πυρκαγιά.
Το οικοδόμημα ακολουθεί τον αρχιτεκτονικό ρυθμό της τρουλαίας βασιλικής και συνδυάζει στοιχεία της
πρώιμης βυζαντινής ναοδομίας, σε πολύ μεγάλη κλίμακα. Αρχιτεκτονικές επιρροές της Αγίας Σοφίας
εντοπίζονται σε αρκετούς μεταγενέστερους ορθόδοξους ναούς αλλά και σε οθωμανικά τζαμιά, όπως στο
τέμενος του Σουλεϊμάν και στο Σουλταναχμέτ τζαμί Εκτός από τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό της, η Αγία
Σοφία ξεχωρίζει επίσης για τον πλούσιο εσωτερικό διάκοσμό της, που ωστόσο υπέστη σοβαρές
καταστροφές κυρίως από τις βαρβαρότητες των Τούρκων κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας.
16
Σχέδιο της Αγίας Σοφίας το 1877
Μετά τα εγκαίνια της Κωνσταντινούπολης το 330, η ανέγερση ενός ναού της Αγίας Σοφίας υπήρξε
τμήμα ενός ευρύτερου προγράμματος οικοδόμησης γύρω από το Μέγα Παλάτι. Η πρώτη Αγία Σοφία
εγκαινιάστηκε το 360 επί της αυτοκρατορίας του Κωνσταντίου Β' και μαζί με το ναό της Αγίας Ειρήνης
αποτελούσε τον κύριο καθεδρικό ναό της πρωτεύουσας και έδρα του Πατριαρχείου της
Κωνσταντινούπολης. Εικάζεται ότι επρόκειτο για ξυλόστεγη βασιλική, τρίκλιτη ή πεντάκλιτη.
Καταστράφηκε από πυρκαγιά το 404 και χτίστηκε εξαρχής τα επόμενα χρόνια. Ο νέος ναός εγκαινιάστηκε
το 415 επί βασιλείας του Θεοδοσίου Β'. Αν και λίγα συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν ως προς την
αρχιτεκτονική αξία του οικοδομήματος, οι ιστορικές πηγές μαρτυρούν πως στο εσωτερικό του
φυλάσσονταν ιερά κειμήλια μεγάλης αξίας, από χρυσό ή ασήμι. Σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες
προσπάθειες αναπαράστασης του ναού, υποθέτουμε πως είχε εύρος 52 μ. αποτελούμενη από ένα κεντρικό
κλίτος και τέσσερεις διακριτούς διαδρόμους[3]. Κατά τη Στάση του Νίκα το 532, υπέστη μεγάλη φθορά και
το κτίσιμο του ναού που διατηρείται ως σήμερα δρομολογήθηκε από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό Α'.
Αρχιτέκτονες του ναού ήταν οι γεωμέτρες Ανθέμιος από τις Τράλλεις και ο Ισίδωρος από τη Μίλητο. Η
κατασκευή του ολοκληρώθηκε σε μικρό χρονικό διάστημα και τα εγκαίνιά του τελέστηκαν στις 27
Δεκεμβρίου του 537. Τότε, σύμφωνα με το θρύλο, ο Ιουστινιανός αναφώνησε «Δόξα τω Θεώ τω
καταξιώσαντί με τοιούτον έργον επιτελέσαι. Νενίκηκά σε, Σολομών!», θέλοντας έτσι να εκφράσει το
θαυμασμό του για το μνημείο το οποίο ήταν πιο θαυμαστό από τον Ναό του Σολομώντα στα Ιεροσόλυμα.
Τριακόσια και πλέον εκατομμύρια χρυσών δραχμών, κατ΄ αντιστοιχία, είχαν δαπανηθεί για την ανέγερση
αυτού του Ναού. Τα "θυρανοίξια" της Αγιάς Σοφιάς ακολούθησαν θυσίες χιλιάδων ελαφιών, βοών,
προβάτων και ορνίθων και διανομή χιλιάδων μοδίων σίτου στους φτωχούς καθώς και πολυήμερη
πανήγυρη.
Στο προαύλιο του ναού λέγεται πως υπήρχε κρήνη, στην οποία ανεγράφετο η καρκινική φράση
"ΝΙΨΟΝΑΝΟΜΗΜΑΤΑΜΗΜΟΝΑΝΟΨΙΝ", (νίψον ανομήματα μη μόναν όψιν = ξέπλυνε δηλαδή τις αμαρτίες
σου και όχι μόνο το πρόσωπό σου). Η φράση αυτή, αν αναγνωσθεί ανάποδα (από δεξιά προς τα αριστερά)
αποδίδει τις ίδιες λέξεις και επομένως και το αυτό νόημα.
Την εποχή του Ιουστινιανού, η Αγία Σοφία είχε χίλιους κληρικούς Η νεαρά του Ηρακλείου, που
βασίλεψε τον έβδομο αιώνα μας αναφέρει:
Πρεσβυτέρους ... 80
Διακόνους ... 150
Διακόνισσες ... 40
Υποδιάκονους ... 70
Αναγνώστες ... 160
Ψάλτες ... 25
Θυρωρούς ... 75
Σύνολο: 600
Ο αριθμός των κληρικών είχε ελαττωθεί κατά τα τελευταία έτη του κράτους, όταν τα εισοδήματα της
εκκλησίας αρκούσαν μόλις για την φωταψία του ναού.
Είκοσι χρόνια μετά τα πρώτα εγκαίνια, εξαιτίας των σεισμών του 557, ο τολμηρότατος στη σύλληψη και
κατασκευή, για την εποχή του, θόλος κατέπεσε και συνέτριψε την αψίδα παρά τον ιερό άμβωνα, τον ίδιο
τον άμβωνα, το κιβώριο και την Αγία Τράπεζα. O ανιψιός του Ισιδώρου, ο Ισίδωρος ο νεότερος, ανέλαβε
και έκτισε το νέο θόλο που υφίσταται μέχρι σήμερα. Μια περιγραφή του παραδίδεται από τον ιστορικό
Αγαθία, από την οποία συμπεραίνεται πως ο αρχικός τρούλος ήταν μάλλον ευρύτερος και χαμηλότερος
17
από το δεύτερο. Στις 24 Δεκεμβρίου του 563 υπό τον Πατριάρχη Ευτύχιο τελέστηκαν τα δεύτερα εγκαίνια
παρουσία του Αυτοκράτορα και του λαού της Κωνσταντινούπολης.
Ο ναός αποτέλεσε σε όλη τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας την έδρα του Οικουμενικού
Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και υπήρξε ο σημαντικότερος ναός της Ορθόδοξης εκκλησίας. Κατά
την περίοδο των Σταυροφοριών και συγκεκριμένα κατά την περίοδο 1204-1261 ο ναός έγινε
Ρωμαιοκαθολικός και μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 μετατράπηκε σε μουσουλμανικό
τέμενος. Ειδικότερα και κατά την διάρκεια της άλωσης από τους Φράγκους, η Αγία Σοφία υπέστη
τεράστιες ζημιές. Επίσης κατά την περίοδο την Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έγιναν στο ναό σημαντικές
καταστροφές στις τοιχογραφίες του ναού (ασβεστώθηκαν), αφού η απεικόνιση του ανθρώπινου σώματος
θεωρείται βλασφημία για το Ισλάμ. Ο ναός με την σπουδαία αρχιτεκτονική του αποτέλεσε πρότυπο για την
κατασκευή και άλλων τεμενών, όπως το Μπλε Τζαμί. To 1934 o Μουσταφά Κεμάλ, στα πλαίσια του
εκσυγχρονισμού της Τουρκίας, μετέτρεψε το τέμενος σε μουσείο. Σήμερα ο ναός εξακολουθεί να είναι
μουσείο, ενώ πραγματοποιούνται σε αυτόν πολιτιστικές εκδηλώσεις, αλλά και εκδηλώσεις που θεωρούνται
από ορισμένους ότι δεν αρμόζουν στο χώρο, όπως επιδείξεις μόδας. Παράλληλα γίνονται προσπάθειες για
τη διάσωση των ψηφιδωτών του ναού.
Αρχιτεκτονική
Ο ναός είναι κτισμένος σε αρχιτεκτονικό ρυθμό βασιλικής με τρούλο. Ο κυρίως χώρος του κτίσματος
έχει σχήμα περίπου κύβου. Τέσσερις τεράστιοι πεσσοί, (κτιστοί τετράγωνοι στύλοι), που απέχουν μεταξύ
τους ο ένας από τον άλλο 30 μ., στηρίζουν τα τέσσερα μεγάλα τόξα πάνω στα οποία εδράζεται ο τρούλος,
με διάμετρο 31 μέτρων. Ο τρούλος δίνει την εντύπωση ότι αιωρείται εξαιτίας των παραθύρων που
βρίσκονται γύρω στη βάση του (ο σύγχρονος ιστορικός Προκόπιος λέει: ...δίνει την εντύπωση ότι είναι ένα
κομμάτι ουρανού που κρέμεται στη γη...).
Γενικά ο ναός είναι ορθογώνιο οικοδόμημα μήκους 78,16 μ. και πλάτους 71,82 μ. κτισμένο στη ΝΔ.
πλευρά του πρώτου λόφου της Πόλης με κατεύθυνση ΝΑ. Περιβάλλεται από δύο αυλές την βόρεια και την
δυτική καλούμενη και αίθριο. Συνορεύει Ν με τα Πατριαρχικά κτίρια τα οποία συνδέονταν με το
Αυγουσταίο, τη μεγάλη δηλαδή πλατεία που βρίσκοταν το λαμπρό από πορφυρό μάρμαρο άγαλμα της
Αυγούστας Ελένης.
Κάτοψη της Αγια Σοφιάς. Από δεξιά προς αριστερά: το αίθριο, ο έξω και έσω νάρθηκας, ως κάθετοι
διάδρομοι, με την άνω ΝΔ. πύλη, όπου το Προπύλαιο του Νάρθηκα και δεξιά το αποδυτήριο και την κάτω
ΒΑ. πύλη και ο κυρίως Ναός.
Εσωτερικά ο Ναός διαιρείται από δύο κιονοστοιχίες εξαρτώμενες από τους πεσσούς σε τρία κλίτη. Ο
όλος Ναός αποτελείται από τα εξής μέρη:
Το αίθριο: υπαίθρια μαρμαρόστρωτη και περίστυλη αυλή στο μέσον της οποίας ήταν η "κομψή φιάλη" η
μαρμάρινη κρήνη που έφερε την ονομαστή καρκινική επιγραφή "ΝΙΨΟΝ ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ ΜΗ ΜΟΝΑΝ
ΟΨΙΝ". Στο αίθριο επίσης φέρονται κάποια ίχνη οικοδομήματος.
O έξω και o κυρίως νάρθηκας: Πέντε πύλες από το αίθριο οδηγούν στον έξω νάρθηκα και από αυτόν
άλλες πέντε πύλες οδηγούν στον εσωτερικό νάρθηκα, από τις οποίες η μεσαία πύλη λέγεται και Μεγάλη ή
Ωραία Πύλη. Από τον έσω νάρθηκα εννέα πύλες, τρεις ανά κλίτος οδηγούν στον κυρίως Ναό. Οι τρεις
μεσαίες εξ αυτών καλούνται Βασιλικές πύλες επειδή εξ αυτών εισήρχετο ο Αυτοκράτορας στις επίσημες
τελετές. Και οι δύο νάρθηκες καταλάμβάνουν περίπου το ίδιο πλάτος του Ναού με μικρό μήκος εισόδου ο
καθένας. Εκατέρωθεν του νάρθηκα διασώζονται προσαρτήματα μεγάλης ιστορικής σημασίας. Το προς Ν.
εκαλείτο Προπύλαιο του Νάρθηκα ή Ωραία Πύλη που από τον 10ο αιώνα ήταν η κύρια είσοδος στον Ναό.
Δεξιά αυτού του προπυλαίου ήταν το αποδυτήριον (μητατώριον) όπου ο Αυτοκράτορας κατά την είσοδό
του άλλαζε το τζιτζάκιο και φορούσε το σαγίο. Πάνω από τον έσω νάρθηκα είναι ο γυναικωνίτης, εξ ου και
το όνομα "νάρθηξ γυναικωνίτιδος" η είσοδος στον οποίο οδηγούσε άλλο προαύλιο της Β. πλευράς (στο
σχέδιο κάτω πλευράς).
18
Ο κύριος Ναός: Η είσοδος στον κυρίως Ναό, όπως προαναφέρθηκε, ήταν οι τρεις Βασιλικές πύλες και οι
έξι, ανά τρεις εκατέρωθεν, του έσω νάρθηκα. Ο κυρίως Ναός χωρίζεται σε τρία κλίτη (στοές θα λέγαμε
σήμερα), των οποίων το μεσαίο είναι διπλάσιου πλάτους των εκατέρωθεν. Το εσωτερικό σχέδιο είναι
απλούν. Τέσσερις πεσσοί, κτιστοί στύλοι, συνδέονται μεταξύ τους με υπερώα τόξα στα οποία και φέρονται
επιθόλια τόξα συναποτελώντας έτσι μια περιμετρική βάση επί της οποίας και εδράζει ο τεράστιος θόλος. Η
περιμετρική βάση φέρει πλήθος στυλιδίων υπό μορφή παραθύρων από τα οποία και ολόκληρος ο Ναός
καταυγάζεται από το φως. Η όλη κατασκευή παρουσιάζει πράγματι την εντύπωση μια αρμονίας φωτός και
αρχιτεκτονικής. Τα 100 αυτά παράθυρα, 40 επί της στεφάνης του θόλου και τα υπόλοιπα στα ημιθόλια,τις
κόγχες και τους τοίχους προσδίδουν την εικόνα της ανακρέμασης του θόλου από τον ουρανό, οι δε ακτίνες
του Ήλιου που εισέρχονται στο χώρο δίνουν την εντύπωση να άγονται από τους ουρανούς. Γενικά τα τόξα,
τα ημιθόλια και ο εκπληκτικός θόλος στηρίζονται στους τέσσερις πεσσούς οι λίθοι των οποίων φέρονται
στερεομένοι με χυτό μόλυβδο και σιδερένιους μοχλούς. Στη δε κατασκευή του θόλου έχουν
χρησιμοποιηθεί ελαφρόπετρες από τη Ρόδο που φέρουν την επιγραφή "Μεγάλης Εκκλησσίας του
Κωνσταντίνου". Εξωτερικά και επί της κορυφής του θόλου φέροταν ο μέγας "ερυσίπτολις σταυρός"
(=έρεισμα της πόλης), που έχει αντικατασταθεί με την ημισέληνο.
Μετά τη μετατροπή του ναού σε μουσουλμανικό τέμενος προστέθηκαν τέσσερις μιναρέδες.
Τα ψηφιδωτά της Αγίας Σοφίας είχαν υποστεί σημαντικές ζημιές και σήμερα γίνονται προσπάθειες για τη
διάσωσή
τους.
Στις παρακάτω εικόνες φαίνονται λεπτομέρειες ορισμένων από αυτά.
Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Ότι είναι ο Παρθενώνας για τους Αρχαίους Έλληνες, είναι και η Αγία Σοφία για το Βυζάντιο και για τον
Ελληνισμό. Υπήρξαν φορές που οι Έλληνες ξεχνούσαν τον Παρθενώνα, ποτέ όμως την Αγία Σοφία. Πάντα
είχαν και έχουν κάτι στο στόμα και στην ψυχή τους γι’ αυτήν, όχι μόνο Έλληνες, αλλά και Σλάβοι. Οι
σημερινοί, αλλά περισσότερο οι πιο παλιοί Έλληνες, μεγάλωσαν ακούγοντας για παραμύθια τα μυστήρια
και τους θρύλους της Αγίας Σοφίας. Ένας από τους ισχυρότερους είναι ότι θα ξαναγίνει δικιά μας(πάλι με
χρόνους με καιρούς, πάλι δικιά μας θα ‘σαι). Πολλές γενιές ανατράφηκαν μ’ αυτό το όνειρο.
Τι είναι όμως εκκλησιαστική παράδοση και τι θέση έχει η Αγία Σοφία σ’ αυτήν; Εκκλησιαστική παράδοση
είναι η συνεχιζόμενη πορεία της εκκλησίας και τα σημαντικά γεγονότα που σημαδεύουν τη ζωή της. Η
βυζαντινή αυτοκρατορία και η πρωτεύουσά της Κωνσταντινούπολη, ήταν η πρωτεύουσα όλου του τότε
γνωστού κόσμου (οικουμενική πρωτεύουσα) και κέντρο όλης της ζωής της είχε την Αγία Σοφία ή αλλιώς,
λόγω του μεγέθους της την Μεγάλη Εκκλησία. Γιατί είχε κέντρο την Αγία Σοφία; Επειδή το κράτος
θεωρούνταν το κράτος του Χριστού, έτσι το ήθελαν αυτοκράτορες και λαός. Ήταν και η κατασκευή της
τέτοια, που προσέλκυε όλους τους ανθρώπους, άρχοντες και απλό λαό. Δεν υπήρχε περίπτωση να γίνει
κάτι μεγάλο και τρανό που να σημαδέψει την αυτοκρατορία, και να μην τελεσθεί με εκκλησιαστικό τρόπο
στην
Αγία
Σοφία.
Από τους χρόνους του Μέγα Κωνσταντίνου που πρώτος έχτισε το ναό αφιερωμένο στη σοφία του Θεού, οι
διάδοχοί του τον ξαναέχτισαν, τον μεγάλωσαν, τον στόλισαν και τελικά ο Ιουστινιανός τον μετέβαλε σ’
ένα αρχιτεκτονικό θαύμα των αιώνων. Ήταν λοιπόν φυσιολογικό να επηρεάσει και να σημαδεύει τη ζωή
της αυτοκρατορίας. Άλλωστε, στο μεγαλείο της αυτοκρατορίας, άρμοζε ένας τέτοιος ναός.
19
Όλες οι κρατικές μεγάλες τελετές γινόταν στην Αγία Σοφία:
α)στέψη αυτοκρατόρων
β)βάφτιση πορφυρογέννητων
γ)γάμοι αυτοκρατόρων
δ)κηδείες των ίδιων προσώπων
ε)χειροτονίες Πατριαρχών
στ)υποδοχές αρχηγών ορθοδόξων κρατών και αρχηγών ορθοδόξων εκκλησιών . Δοξολογίες και επίσημες
προς τον Θεό ευχαριστίες και άλλες άπειρες πατριαρχικές και αυτοκρατορικές γιορτές. Στην Αγία Σοφία
υπήρχε ειδική εξέδρα(θρόνος), όπου στεκόταν ο αυτοκράτορας. Η χορωδία της έψαλλε ειδικό ύμνο προς
τιμήν του, τον πολυχρονισμό και το ‘Τον Δεσπότην’. Αυτό είναι εκκλησιαστική παράδοση και μια
συνήθεια που την τηρούσαν απόλυτα οι άνθρωποι της τάξης. Αυτό ονομάζεται και πατριαρχική τάξη(αφού
πατριαρχικός ναός ήταν Αγία Σοφία). Να μην ξεχάσω να σημειώσω ότι η Αγία Σοφία ήταν ναός του
Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπως σήμερα είναι ο Άγιος Γεώργιος στο Φανάρι της Κωνσταντινούπολης.
Ότι γινόταν εκεί, όπως γινόταν, ότι λεγόταν και όπως λεγόταν, ότι ψάλλονταν και ότι ψάλλονταν, όλα
αυτά, από τα μικρότερα έως τα μεγαλύτερα, αντιγράφονταν απ’ όλο τον κόσμο και γινόταν ακριβώς τα
ίδια. Όχι μόνο μέσα στην αυτοκρατορία, αλλά και έξω απ’ αυτή. Π.Χ. την τελετή στέψης του αυτοκράτορα
στην Αγία Σοφία, την πήραν, την αντέγραψαν οι Ευρωπαίοι Βασιλιάδες, μα και οι Σλάβοι, Βούλγαροι,
Σέρβοι και Ρώσοι. Όπως τελούνταν η Θεία Λειτουργία στην Αγία Σοφία, έτσι γίνεται και τώρα σ’ όλες τις
Ορθόδοξες εκκλησίες στη γη. Αν μπούμε μέσα σε μια Βουλγαρική εκκλησία, θα εκπλαγούμε: όλα γίνονται
όπως σ’ εμάς, που κι εμείς τα κάνουμε όπως γινόταν στην Αγία Σοφία. Μόνο η γλώσσα αλλάζει. Το ίδιο
και η μουσική. Το μεγαλύτερο και εκπληκτικότερο είναι ότι όπου υπάρχουν Χριστιανοί, θα δούμε
αντίγραφα της Αγίας Σοφίας: στο Κίεβο, στην Αχρίδα, στη Θεσσαλονίκη, στη Βοιωτία, στην Αθήνα, στη
Ρουμανία, στη Σερβία αλλά και σε σύγχρονα κράτη που οι Χριστιανοί τους έχουν καύχημα μια δικιά τους
Αγία Σοφία. Όλα αυτά είναι εκκλησιαστική παράδοση και οι πηγές της βρίσκονται στην Αγία Σοφία. Και
αυτό μέχρι σήμερα. Να τι θα πει εκκλησιαστική παράδοση. Είναι αυτό που λένε οι ιερείς μας’’ έτσι το
βρήκαμε και έτσι το τηρούμε. Έτσι λέει η πατριαρχική τάξη’’, δηλαδή η τάξη της Αγίας Σοφίας.
Ένα άλλο είδος εκκλησιαστικής παράδοσης είναι οι θρύλοι που γεννήθηκαν μετά την άλωση της
αυτοκρατορίας από τους Τούρκους. Θα γράψω έναν από αυτούς που έχουν σχέση με το ναό.
Είναι ο θρύλος που μιλά για τη λειτουργία που διακόπηκε όταν οι Τούρκοι μπήκαν στην Πόλη. Άγγελος
Κυρίου διέκοψε τη λειτουργία, οδήγησε τους ιερείς πίσω από ένα παραπόρτι, ΑΓΝΩΣΤΟ ΠΟΥ, και η
πορτίτσα ως εκ θαύματος έκλεισε. Πίσω από εκεί περιμένουν οι ιερείς να έρθει η ευλογημένη στιγμή που
με εντολή του Θεού θα τους ξυπνήσει για να αποτελειώσουν την μισοαφημένη λειτουργία .Κι εγώ ο
Θανάσης λέω με όλη μου την καρδιά, μακάρι να έρθει αυτή η ώρα!
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΙ ΘΡΥΛΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ
ΤΟ ΧΤΙΣΙΜΟ ΤΗΑ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ (ΘΡΑΚΙΚΟΣ ΘΡΥΛΟΣ)
Υπάρχει ένας νεοεελληνικός θρύλος από την περιοχή της Θράκης που μας πληροφορεί για τον τρόπο που
με τον οποίο ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός βρήκε το σχέδιο για το χτίσιμο της Αγίας Σοφίας μετά το 530
π.χ. .
Ο θρύλος λοιπόν αυτός μας περιγράφει και μας εξηγεί ότι το σχέδιο για να κτισθεί η Αγία Σοφία, έγινε
γνωστό στον αυτοκράτορα με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο απ΄αυτόν που μάθαμε από το μάθημα της
Ιστορίας. Αξίζει ιδιαίτερης προσοχής αυτή η παράδοση γιατί δεν είναι γνωστή από άλλους τόπους παρά
μόνο από τη Θράκη. Τη διηγιόντουσαν στη Βιζύη της Θράκης κατά τον 20 αιώνα, και εκεί, στην ιδιαίτερη
στην ιδιαίτερη του πατρίδα την έμαθε μικρό παιδί ο ποιητής Γεώργιος Βιζυηνός. Μάλιστα θέλοντας να
σώσει από την λησμονιά αυτή την παράδοση-θρύλο την περιέγραψε έμμετρα μέσα στην ποιητική του
συλλογή «Ατθίδες αύραι».
Ας δούμε λοιπόν τι λέει αυτός ο θρακικός θρύλος.
«Ηταν ο καιρός που ο αυτοκράτορας στην Πόλη είχε αποφασίσει να χτίσει την Αγία Σοφία. Είχε καλέσει
τον πρωτομάστορα, και ο τελευταίος είχε κάνει ένα σχέδιο και ύστερα και άλλο και ύστερα και άλλα
σχέδια, πώς να χτιστεί η μεγάλη εκκλησία . Κανένα όμως από αυτά τα σχέδια δεν ευχαριστούσε το
βασιλιά. Ηθελε κάτι άλλο, πολύ πιο σπουδαίο. Και ο πρωτομάστορας κάθε μέρα προβληματιζόταν και πιο
πολύ και σκεφτόταν τι νέο σχέδιο να φτιάξει.
20
Μια Κυριακή, την ώρα που τελείωνε η λειτουργία, ζύγωσε πρώτος ο αυτοκράτορας να πάρει το αντίδωρο,
εκείνο όμως του ξεφεύγει από το χέρι και πάφτει κάτω. Μια στιγμή αργότερα παρουσιάζεται μια μέλισσα
που φτεροκοπούσε προς το ανοιχτό παράθυρο, κρατώντας το πεσμένο αντίδωρο του αυτοκράτορα.Βγάζει
αμέσως διαταγή ο βασιλιάς ότι όσοι έχουνε μελίσσια να τ΄ανοίξουνε και να ψάξουν, για να βρεθεί το
αντίδωρο. Ψάχνει και ο πρωτομάστορας στα δικά του μελίσσια και τι βλέπει; Είχανε κάτσει οι μέλισσες
μέρες πριν και είχανε φτιάξει με το κερί μέσα στην κυψέλη μιαν εκκλησία πανέμορφη και σκαλιστή και
μεγαλοπρεπή, που δεν είχε όμοιά της σ΄ολόκληρη την Οικουμένη.Ολες οι λεπτομέρειες είχανε γίνει στην
εντέλεια μέσα κι έξω στην εκκλησία. Η πόρτα της ανοιχτή, ο τρούλος έτοιμος οι κολώνες στη θέση τους,
ως και η Αγία Τράπεζα τελειωμένη. Την είχαν αποτελειώσει σ΄όλα της την εκκλησία, και επάνω στην Αγία
Τράπεζα της είχε φέρει εκείνη η μέλισσα και είχε αποθέσει το αντίδωρο του βασιλιά.
Είδε την εκκλησιά ο πρωτομάστορας και θαύμασε το τέλειο σχέδιό της. Την είδε κατόπιν και ο
αυτοκράτορας και ήταν όλος χαρά. Το σχέδιο που είχανε φτιάξει οι μέλισσες, έγινε το σχέδιο που χτίστηκε
η Αγία Σοφία!!!
Η ΑΓΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ
Την μέρα που πάρθηκε η Πόλη, έβαλαν σ΄ένα καράβι την Αγία Τράπεζα της Αγιας-Σοφιάς, να την πάνε
στην Φραγκιά, για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων.
Εκεί όμως στη θάλασσα του Μαρμαρά άνοιξε το καράβι και η Αγία Τράπεζα εβούλιαξε στον πάτο. Στο
μέρος εκείνο η θάλασσα είναι λάδι, όση θαλασσοταραχή και κύματα κι αν είναι γύρω. Και το γνωρίζουν το
μέρος αυτό οι ναυτικοί από τη γαλήνη, που είναι πάντα εκεί, και από την ευωδία που βγαίνει. Πολλοί
μάλιστα αξιώθηκαν να την ιδούν στα βάθη της θάλασσας.
Ο ΙΕΡΕΑΣ ΠΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΣΕ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ
Μια λαική παράδοση αναφέρει, ότι τη στιγμή που διέρρηξαν οι Τούρκοι την πύλη της Αγίας Σοφίας
τελούνταν θεία λειτουργία και ο ιερέας τη στιγμή που είδε τους μουσουλμάνους να ορμούν στο πλήθος
των πιστών, εισήλθε και εξαφανίστηκε μέσα στον τοίχο, πίσω από το Αγιο Βήμα που άνοιξε μπροστά του
κατά τρόπο μαγικό. Λέγεται ότι όταν η Κωνσταντινούπολη θα επανέλθει στα χέρια των Χριστιανών, ο
ιερέας θα βγει από τον τοίχο για να συνεχίσει την λειτουργία. Ενας άλλος θρύλος λέει ότι ο αυτοκράτορας
Κωνσταντίνος στο ένα του χέρι είχε έξι δάκτυλα και αν βρεθεί κάποιος Ελληνας που έχει έξι δάχτυλα τότε
θα ανακτήσει ( ο Κωνσταντίνος) την Πόλη και την αυτοκρατορία του.
ΤΑ ΔΙΣΚΟΠΟΤΗΡΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑ –ΣΟΦΙΑΣ
Την ώρα που ακουγόταν έξω από την Αγία Σοφία φωνές «οι Τούρκοι! –οι Τούρκοι!», ο πρωτόπαππας
βγαίνει από την στοά της εξομολογήσεως. Αποβραδίς κοινώνησε τον Αυτοκράτορα κι ως το πρωι
εξομολογούσε. ΄Όπως βγήκε ψηλός , ηλιοκαμένος μ΄άσπρα γένια και φρύδια παχιά, νόμιζες πως ένας άγιος
ξεκόλλησε από τον τοίχο. Και για μια στιγμή, όταν είδε το πλήθος γονατιστό ν α τρέμει, κιτρίνησε σαν το
φλουρί. Κοντοστάθηκε, σφόγγισε τα δάκρυά του και προχώρησε στην εκκλησία. Ο νάος, ο άμβωνας, ο
σωλέας και τα περιστύλια ήταν γεμάτα κόσμο. Τα φώτα, οι πολυέλαιοι, οι κανδήλες ήταν ανναμμένα….
Ο πρωτόπαππας έκαμε τρεις σταυρούς και μπήκε στο ιερό. Επάνω στην Αγία Τράπεζα, σα να ήταν
κρεμαστός ουράνιος θόλος, το Κιβώτιο. Στήριζε τα τέσσερα χρυσά του πόδια στις τέσσερις γωνίες και
απ΄εμπρός πρόβαλε ένα ωραίο τόξο. Ένας σταυρός χρύσιζε στην κορυφή του και μ έσα από τον θόλο του
κατέβαινε άσπρο περιστέρι, η Περιστερά του Αγίου Πνεύματος. Ο πρωτόπαππας βγάζει από τα σπλάχνα
της Περιστεράς τα Δισκοπότηρα, τα σκέπασε με μεταξωτό, που λέγεται Αέρας, τα πήρε κι έφυγε. «Μη
δότε τα Άγια τοις κυσίν», σκέφτηκε…
Σκοτείνιασε. Το σκοτάδι σκέπασε τον ουρανό, την Πόλη. Κι από τη θάλασσα μακριά ανέβαινε
αιμοσταγμένος του φεγγαριού ο δίσκος. Κόκκινος, σαν τα μάτια του φονιά. Ολόρθος ο πρωτόπαππας
κάρφωσε στον ουρανό τα μάτια του και είδε –ω φρίκη! – το φονικό φεγγάρι να στέκεται ακίνητο στον
τρούλο της Αγίας Σοφίας. Και είδε να μαυρίζει, να μαυρίζει ο μισός δίσκος. Αρχαία προφητεία έλεγε: «θα
είναι Πανσέληνος. Εκλειψη θα γίνει. Και η Πόλη θα πέσει!»…
Αμέσως άνοιξαν τα μεσουράνια. Ένα φως γλυκύτατο απλώθηκε. Αγγελος Κυρίου φάνηκε κι άρπαξε τα
Δισκοπότηρα.
Μην ήταν θαύμα; Η θάλασσα άνοιξε στόμια και κατάπιε τον πρωτόπαππα. Γαλήνη! Το τρομερό στοιχείο
21
ησύχασε. Και σαν να ήταν Φώτα κι άγιασε την θάλασσα σταυρός…
ΟΙ ΕΙΚΟΝΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΝΤΑΝ
Όταν οι Τούρκοι μπήκαν στην Πόλη ξεκίνησαν να καταστρέφουν τις εκκλησίες και τα μοναστήρια. Στην
Αγία Σοφία είχε καταφύγει πολύς λαός, κυρίως γυναικόπαιδα, για να αποφύγουν τον θάνατο. Όμως η
παρουσία τους εκεί δεν τους έσωσε, καθώς φανατισμένοι από τους δερβίσηδες μωαμεθανοί μπήκαν στην
εκκλησία και άρχισαν να σφάζουν αδιακρίτως όποιον έβρισκαν κοντά τους. Ο σωρός των πρωμάτων
έφτασε τα δέκα μέτρα. Όταν μάλιστα ο Σουλτάνος Μωάμεθ προσπάθησε να μπει στο ναό το άλογο του
σκόνταψε πάνω στα πτώματα. Με την οπλή του το άλογο άφησε ένα σημάδι στην κορυφή του στύλου, το
οποίο σώζεται μέχρι σήμερα. Τις πιο πολλές εικόνες και τοιχογραφίες της Αγίας Σοφίας τις κατέστρεψαν οι
Τούρκοι. ΄Όταν όμως οι άπιστοι εισβολείς έφτασαν στον εξώστη-γυναικωνίτη και ένας τσαούσης (Τούρκος
αξιωματικός) προσπάθησε με έναν πέλεκυ να καταστρέψει μια τοιχογραφία της Παναγίας που κρατά στα
χέρια της τον Ιησού μωρό, έγινε θαύμα! Τη στιγμή που ο Τούρκος προσπάθησε να καταφέρει το πρώτο
χτύπημα στην τοιχογραφία κεραυνοβολήθηκε κι έπεσε νεκρός. Τη θέση του πήρε ένας άλλος Τούρκος,
αλλά την ίδια στιγμή κι έκείνος είχε την ίδια τύχη. Οι υπόλοιποι βάρβαροι πανικοβλήθηκαν από το
πρωτόγνωρο γι αυτούς θαύμα και γεμάτοι τρόμο αλλά και σεβασμό εγκατέλειψαν την ανόσια προσπάθειά
τους. Η συγκεκριμένη τοιχογραφία σώζεται μέχρι σήμερα στον δεξιό εξώστη της Αγίας Σοφίας.
Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ ΣΤΗ ΛΑΪΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Η Αγία Σοφία είναι ένα μνημείο συνδεδεμένο με τους λαϊκούς θρύλους που προέκυψαν μετά την άλωση
της
πόλης.
Ο λαός ποτέ δεν θέλησε να πιστέψει ότι η απώλεια της Αγίας Σοφίας ήταν τελεσίδικη. Τραγούδια
αφηγήσεις παραδόσεις δημιούργησαν ένα θρύλο γύρω από τον Ναό της Αγίας Σοφίας.
Ένας θρύλος που θέλει τον Ναό να περνά και πάλι στα χέρια των ορθόδοξων αρκετοί μύθοι πολλά
τραγούδια
κρατούν
την
ελπίδα
ζωντανή.
Το γνωστό τραγούδι της Αγίας- Σοφίας μιλά για την κρίσιμη στιγμή που ο Ναός περνά στα χέρια των
Τούρκων
την
τελευταία
του
στροφή
όμως
η
ελπίδα
μένει
ζωντανή
Σώπασε Κυρά Δέσποινα και μην πολύ δακρύζεις πάλι με χρόνους με καιρούς δικιά μας θα’ναι
ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ
Τούρκοι δύτες και σπηλαιολόγοι μπήκαν στα έγκατα της Αγίας Σοφίας, κινηματογραφώντας μυστικά
αιώνων.
Εντυπωσιακές σκηνές με δύτες και σπηλαιολόγους να βρίσκονται στο εσωτερικό της Αγίας Σοφίας και να
εισέρχονται στα έγκατά της, μπορεί κανείς να αντικρύσει σε τουρκικό ντοκιμαντέρ του οποίου τα
γυρίσματα μόλις ολοκληρώθηκαν.
«Τα υπόγεια μέρη της Αγίας Σοφίας είναι ακόμη πιο συναρπαστικά από το επίγειο κομμάτι της», είπε
εντυπωσιασμένος στην εφημερίδα «Χουριέτ» ο Τούρκος σκηνοθέτης Γκιοκσέλ Γκιουένσεϊ που
πραγματοποίησε ένα ταξίδι διαφορετικό από τα άλλα. Ένα ταξίδι στις υπόγειες στοές και στέρνες της
Αγίας
Σοφίας
που
είναι
δαιδαλώδεις
και
ανεξερεύνητες.
Κρύβουν ακόμη μεγάλες εκπλήξεις, όπως έδειξε η τυχαία ανεύρεση, κατά τη διάρκεια του εγχειρήματος,
θαλάμου με δύο τάφους μεγάλης σημασίας για τους ορθόδοξους χριστιανούς: ο ένας εικάζεται ότι είναι
του 15ου αιώνα και ανήκει στον Πατριάρχη Αθανάσιο, ο άλλος είναι ακόμη παλιότερος, κατά δύο αιώνες,
αι
θεωρείται
ότι
ανήκει
στον
αγιοποιηθέντα
παίδα
Αντινέγενο.
«Ξέραμε ότι υπήρχαν και τους ψάχναμε, αλλά δεν τους βρίσκαμε», είπε ο Γκιουένσεϊ.
Βραβευμένος ήδη το 1992 για το ντοκιμαντέρ του με τίτλο «Αγία Σοφία»- είχε προβληθεί στα φεστιβάλ
του Σαν Σεμπάστιαν, του Τάμπερε της Φινλανδίας και της Άγκυρας- ο Τούρκος σκηνοθέτης αποφάσισε να
μη
σταματήσει
εκεί:
«Ήθελα
να
αποκαλύψω
τις
στοές
και
τις
στέρνες.
Αργότερα, σε τρίτο ντοκιμαντέρ, θα επιχειρήσω να ερευνήσω τους θαλάμους κάτω από την αψίδα. Λένε
ότι ο ένας συνδέεται με το ανάκτορο του Τοπ Καπί με στοά. Αλλά αυτό δεν έχει ερευνηθεί ακόμα».
Είναι η πρώτη φορά που κατεβαίνει άνθρωπος στις συγκεκριμένες στοές. Την κάθοδο επιχείρησαν, μέσα
από
στόμιο
μικρής
διαμέτρου,
ένας
κάμεραμαν
και
ένας
δύτης-φωτογράφος.
22
Το άνοιγμα ήταν τόσο στενό που δεν μπορούσε να περάσει ο σωλήνας του δύτη και χρειάστηκε αργότερα
να του παρέχουν οξυγόνο από μεγάλη απόσταση. «Είναι σαν να βυθίζεσαι στην Ιστορία», είπε
συγκινημένος ο δύτης Οζάν Τσοκντεγιέρ, που διήνυσε 283 μέτρα μέσα σε στοές.
Όταν κατέβηκε σε βάθος 12 μέτρων, αντίκρυσε δύο μεγάλα ρόπαλα σε πολύ καλή κατάσταση, αλλά μόλις
τα
άγγιξε
έγιναν
σκόνη.
Το ίδιο συνέβη με ένα δοχείο. Γι΄ αυτό και προτίμησε, όταν επεσήμανε και έναν σκελετό ζώου, να μην τον
πειράξει για να μην του κάνει ζημιά. «Σε ένα σημείο βρήκαμε και μία αλυσίδα την οποία ακολουθήσαμε
και οδηγούσε σε έναν τοίχο με δύο κρίκους. Εκεί πρέπει να φυλάκιζαν τους ανεπιθύμητους», είπε.
Την παρακινδυνευμένη κάθοδο επέτρεψε- αλλά μόνο για οκτώ ώρες- και επέβλεψε προσωπικά ο
αρχαιολόγος Χαλούκ Τουρσούν, πρόεδρος του Ιδρύματος Μουσείου Αγίας Σοφίας.
Στο παρελθόν έχουν γίνει σκέψεις εξερεύνησης των υπόγειων στοών ακόμη και από ξένους αρχαιολόγους,
κανείς όμως δεν παίρνει αυτό το ρίσκο λόγω της πιθανότητας υπόσκαψης των θεμελίων της Αγίας Σοφίας.
Το 50λεπτο ντοκιμαντέρ του Γκιοκσέλ Γκιουένσεϊ θα συμμετάσχει το φθινόπωρο σε διεθνή
κινηματογραφικά
φεστιβάλ.
Νερό
που
δεν
στερεύει
ποτέ
Κάτω από την Αγία Σοφία υπάρχουν δύο στοές με νερό που οπωσδήποτε συνδέονται με το Βυζαντινό
Υδραγωγείο, το οποίο βρίσκεται κοντά στον ναό. Το 1945 είχε γίνει μια προσπάθεια να αντληθεί το νερό,
αλλά αυτό δεν στέρευε ποτέ, γεγονός που υποχρέωσε τη διακοπή των εργασιών.
Οι δύτες πιστεύουν, από αυτά που αντίκρυσαν, ότι επαλήθευσαν κάποιες εικασίες: ότι η Αγία Σοφία
συνδεόταν υπόγεια με το παλάτι του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου και βέβαια με το Βυζαντινό
Υδραγωγείο.
Θρύλοι αναφέρουν ότι οι Οθωμανοί επεξέτειναν τις στοές ώστε να μπορούν μέσω αυτών να πηγαίνουν οι
Σουλτάνοι στην Αγία Σοφία, που είχαν μετατρέψει σε τζαμί, για να προσευχηθούν.
Κάποιοι ακόμη πιο ευφάνταστοι πιστεύουν ότι οι στοές μπορεί να οδηγούν ακόμη και στα Πριγκιπόνησα,
κάτι
που
θα
σήμαινε
ότι
περνούν
κάτω
από
τη
Θάλασσα
του
Μαρμαρά!
Στον
χρόνο
360: Εγκαίνια της Μεγάλης Εκκλησίας επί βασιλείας του Κωνσταντίου Β΄ 404: Ο ναός καταστρέφεται από
πυρκαγιά κατά τη διάρκεια της Στάσης που ακολούθησε την καθαίρεση του πατριάρχη Ιωάννου
Χρυσοστόμου 415: Εγκαίνια της Αγίας Σοφίας από τον Θεοδόσιο Β΄ 532: Ο ναός καίγεται κατά τη
διάρκεια
της
Στάσης
του
Νίκα
537: Εγκαίνια της καινούργιας τρουλαίας βασιλικής του Ιουστινιανού Α΄ 1204: Ο μητροπολιτικός ναός
λεηλατείται από τους σταυροφόρους. 1453: Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς.
Η Αγία Σοφία μετατρέπεται σε τζαμί από τον σουλτάνο Μωάμεθ Β΄ 1717: Το μεγαλύτερο μέρος των
σωζόμενων
ψηφιδωτών
στο
εσωτερικό
της
Αγίας
Σοφίας
καλύπτεται.
1931: Το Αμερικανικό Βυζαντινό Ινστιτούτο αρχίζει συστηματικές εργασίες αποκάλυψης και
αποκατάστασης των ψηφιδωτών 1934-1935: Το Αγία Σοφία τζαμί μετατρέπεται σε μουσείο.
ΤΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ
Το εκπληκτικό με την Αγία Σοφία είναι ότι παραμένει όρθια εδώ και 1500 περίπου χρόνια, παρά τους
μεγάλους σεισμούς που έγιναν στην περιοχή. <Μυστήριο> αποτελεί ο τρόπος κατασκευής του ναού αλλά
και οι τεχνικές που εφαρμόστηκαν. Τα δομικά υλικά που χρησιμοποιήθηκαν είχαν χαμηλής αξίας μηχανικές ιδιότητες και οι μηχανικοί και τεχνίτες αναγκάστηκαν να αναπτύξουν έξυπνες μεθόδους κατανομής των φορτίων και σύνδεσης της κατασκευής.Ο σχεδιασμός του τρούλου από τοιχοποιία είναι ένα
θαύμα μηχανικής, για τον έξυπνο τρόπο στήριξής του σε τέσσερα τόξα αλλά και τον τρόπο που μοιράζονται τα φορτία και τις συνδέσεις. Τα υλικά (τούβλα, πέτρες, μάρμαρα) είχαν αντοχή στη θλίψη αλλά όχι
στον εφελκυσμό. Έπρεπε λοιπόν τα σημεία που δέχονται φορτία να σχεδιαστούν με τρόπο που να δέχονται
θλιπτικές τάσεις. Για την στήριξη του τρούλου χρησιμοποιήθηκαν τόξα και τοξωτά παράθυρα που δέχονται
θλιπτικές τάσεις. Το φορτίο από τον τρούλο μεταφέρεται στα τόξα, στις κολόνες, στα θεμέλια και τελικά
στο έδαφος. Τα ροδίτικα τούβλα ήταν πιο ελαφριά, το 1/6 του κανονικού τούβλου και ο ασβέστης
ζυμώθηκε με λάδι αντί για νερό. Η Αγία Σοφία άντεξε 64 σεισμούς μέχρι 7,4 Ρίχτερ.
23
ΘΡΥΛΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ
Το να επισκεφθεί ένας Έλληνας την Αγια-Σοφιά, δεν είναι πια ένα θρησκευτικό προσκύνημα. Ούτε καν
εθνικό χρέος. Είναι χρέος αυτογνωσίας. Όπως είναι χρέος αυτογνωσίας η επίσκεψη στον Παρθενώνα.
Αυτογνωσίας του, γεννήσαντος τους τέσσερις πολιτισμούς, Ελληνικού Τρόπου. Που είναι τρόπος του αληθεύειν. Τα δυο αυτά μνημεία δεν είναι άλλο παρά ο καλλιτεχνικός συμβολισμός του ίδιου εκείνου
τρόπου. Με μόνη διαφορά ότι βρέθηκε απλώς σε δυο διαλεκτικά αντίθετες εσχατολογικές στάσεις του
ανθρώπινου πνεύματος. Η μεν προ Χριστού στο «κατ’ αλήθειαν ζην», που η αισθητική της έκφραση είναι
το «Ωραίο», η δε μετά Χριστόν στο «ζην εν τη αληθεία», που εκείνης αισθητική έκφραση είναι το
«Υψηλό».
Τέσσερα τόξα βαστάζουν τον μεγάλο τρούλο του ναού, τον αντιστηρίζουν δε (ανατολικά και δυτικά) δυο
κόγχες, ενώ τα άλλα δύο τόξα είναι πλήρη με τοιχοποιία, εν τούτοις διάτρητη. Οι δυο κόγχες όμως δεν
είναι ολοκληρωμένες ως τεταρτοσφαίρια. Τρεις μικρότερες δημιουργούνται στη γένεσή τους, η μια
αξονικά οι άλλες πλάγια, προσδίδοντας αριστοτεχνική δραματουργία στην αντιστήριξή τους, εμπλουτίζουν
τη σύνθεση του μεγαλοφυούς αυτού έργου. Τα πλάγια κλίτη, που διατηρούνται μόνο στα 2/5 του ύψους
του ναού, διαδραματίζουν, ημιφωτιζόμενα, κυρίαρχο ρόλο στην ανάδειξη του χώρου ως ατέρμονου.
Ο σχεδιασμός ιερού ναού, ασφαλώς, αποτελεί μείζον συνθετικό πρόβλημα για την αρχιτεκτονική τέχνη. Ο
άγιος
Γρηγόριος
Νύσσης
αναρωτιέται
για
το
θείον
και,
στην ουσία, στοιχειοθετεί και το πρόβλημα της ναοδομίας: "Πώς παραστήσω το άυλον; Πώς να δείξω το
αιδές; Πώς διαλάβω το αμέγεθες, το άποσον, το άποιον, το ασχημάτιστον, το μήτε τόπω, μήτε χρόνω
ευρισκόμενον, το εξώτερον παντός πειρασμού, και πάσης οριστικής φαντασίας; Όμως, δίνει την απάντηση
οραματιζόμενος έναν νέο τύπο ναού τον οποίο, σε επιστολή που απευθύνει στον επίσκοπο Ικονίου
Αμφιλόχιον στα τέλη του 4ου αι. μ.Χ., με ακρίβεια περιγράφει και με σοφία αντιμετωπίζει την κατασκευή
του.
ΤΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ
Το εκπληκτικό με την Αγία Σοφία είναι ότι παραμένει όρθια εδώ και 1500 περίπου χρόνια, παρά τους
μεγάλους σεισμούς που έγιναν στην περιοχή. <Μυστήριο> αποτελεί ο τρόπος κατασκευής του ναού αλλά
και οι τεχνικές που εφαρμόστηκαν. Τα δομικά υλικά που χρησιμοποιήθηκαν είχαν χαμηλής αξίας μηχανικές ιδιότητες και οι μηχανικοί και τεχνίτες αναγκάστηκαν να αναπτύξουν έξυπνες μεθόδους κατανομής των φορτίων και σύνδεσης της κατασκευής.Ο σχεδιασμός του τρούλου από τοιχοποιία είναι ένα
θαύμα μηχανικής, για τον έξυπνο τρόπο στήριξής του σε τέσσερα τόξα αλλά και τον τρόπο που μοιράζονται τα φορτία και τις συνδέσεις. Τα υλικά (τούβλα, πέτρες, μάρμαρα) είχαν αντοχή στη θλίψη αλλά όχι
στον εφελκυσμό. Έπρεπε λοιπόν τα σημεία που δέχονται φορτία να σχεδιαστούν με τρόπο που να δέχονται
θλιπτικές τάσεις. Για την στήριξη του τρούλου χρησιμοποιήθηκαν τόξα και τοξωτά παράθυρα που δέχονται
θλιπτικές τάσεις. Το φορτίο από τον τρούλο μεταφέρεται στα τόξα, στις κολόνες, στα θεμέλια και τελικά
στο έδαφος. Τα ροδίτικα τούβλα ήταν πιο ελαφριά, το 1/6 του κανονικού τούβλου και ο ασβέστης
ζυμώθηκε με λάδι αντί για νερό. Η Αγία Σοφία άντεξε 64 σεισμούς μέχρι 7,4 Ρίχτερ
24
ΙΕΡΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΗΣ ΧΑΛΚΗΣ
Η Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης βρίσκεται σε λόφο, που ονομάζεται λόφος της Ελπίδας, στη νήσο
Χάλκη, μία από τα Πριγκηπόννησα. Απέχει μία περίπου ώρα με πλοίο από την ακτή της Πόλης. Στον τόπο
των εγκαταστάσεων της Σχολής βρίσκεται η Μονή της Αγίας Τριάδος, που ιδρύθηκε κατά την περίοδο των
βυζαντινών χρόνων, χωρίς να έχουμε πληροφορίες για τον ακριβή χρόνο. Ανίδρυση και ανασύσταση της
Μονής συνδέεται με τους Οικουμενικούς Πατριάρχες Μέγα Φώτιο, Μητροφάνη Γ΄ και Γερμανό Δ΄. Ο
τελευταίος, ο Γερμανός Δ΄ (1842-1845) επισκέφθηκε τη Μονή το 1842, είδε κατεστραμμένες και
ερειπωμένες τις εγκαταστάσεις της και αφού έλαβε τη σχετική άδεια από τις τουρκικές αρχές προχώρησε
σε ανίδρυση και ανοικοδόμησή της. Την 1ηΟκτωβρίου του 1844 με ειδική τελετή επανήρχισε η λειτουργία
της Ιεράς Μονής και ταυτόχρονα έγινε η έναρξη της λειτουργίας της Θεολογικής Σχολής.
Το κτίριο, στο οποίο στεγάστηκε αρχικά η Μονή ήταν ξύλινο. Περιλάμβανε χώρους για τη στέγαση των
καθηγητών και των σπουδαστών, αίθουσες διδασκαλίας, νοσοκομείο, διευθυντήριο και το πατριαρχικό
διαμέρισμα. Σε παρακείμενη λιθόκτιστη διώροφη οικοδομή στεγάστηκε η βιβλιοθήκη του ιδρύματος. Ο
σεισμός όμως της 28ης Ιουνίου 1894 μετέτρεψε σε ερείπια τις εγκαταστάσεις, εκτός του ναού, και
ανέστειλε τη λειτουργία του.
Ιερά Θεολογική Σχολή Χάλκης
Η σημερινή μορφή της Ιεράς Μονής και της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης οφείλεται στην προσφορά
του μεγάλου ευεργέτη Παύλου Σκυλίτση Στεφάνοβικ που ανέθεσε στον αρχιετέκτονα Περικλή Φωτιάδη
την οικοδόμηση των νέων εγκαταστάσεων σε σχήμα Π. Το συγκρότημα της Σχολής αποτελείται από
υπόγειο, ισόγειο και δύο ορόφους. Τα εγκαίνια έγιναν την 6ην Οκτωβρίου 1896 και συνεχίστηκε η
λειτουργία της Σχολής. Κατά την δεκαετία του ’50 άρχισαν και προοδευτικά ολοκληρώθηκαν αρκετές
εσωτερικές μεταρρυθμίσεις τους οικοδομικού συγκροτήματος με στόχος τους την ικανοποίηση των νέων
αναγκών και απαιτήσεων. Ολοκληρώθηκαν σύγχρονοι εγκαταστάσεις λουτρών, εσωτερικής θερμάνσεως,
μαγειρείων, ψυκτικού θαλάμου, ενώ έγινε πλήρης επισκευή της οροφής και επαναδιοργάνωση του
νοσοκομείου και του διευθυντηρίου. Στην περίοδο αυτή έγιναν και οι εργασίες επιδιορθώσεως του
μοναστηριακού ναού. Οι κτιριακές εγκαταστάσεις περιβάλλονται από κήπους, την αισθητική σχεδίαση και
την δημιουργία των οποίων επιμελήθηκε ο Μητροπολίτης Πριγκηποννήσων Δωρόθεος. Πίσω από το ιερό
βήμα του ναού της Μονής και σε ιδιαίτερο χώρο εκτός του κήπου υπάρχουν τάφοι Πατριαρχών,
Μητροπολιτών και Καθηγητών της Σχολής.
25
Η Αυτού Θειοτάτη Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος
στους κήπους της Ιεράς Θεολογικής Σχολής Χάλκης.
Η Ιερά Θεολογική Σχολής της Χάλκης ιδρύθηκε για να καλύψει τις εκπαιδευτικές ανάγκες της Εκκλησίας
της Κωνσταντινουπόλεως και της Ορθοδοξίας γενικότερα. Την ίδρυσή της επέβαλαν και ειδικότερα αίτια,
όπως η ευρύτερη αναγέννηση των γραμμάτων κατά τον 19 ον αιώνα, η ανάγκη της εκκλησιαστικής και
θεολογικής καταρτίσεως του ορθόδοξου κλήρου, η τακτική και συστηματική καλλιέργεια της θεολογικής
επιστήμης, η αντιμετώπιση σε ιδεολογικό επίπεδο και με αυστηρά επιστημονικά επιχειρήματα καινοφανών
δυτικών ιδεολογιών, όπως του υλισμού και κοινωνικο-φιλοσοφικών συστημάτων με αντιχριστιανικές
θέσεις, αλλά και η αντιμετώπιση του προσηλυτισμού που άρχισαν να ασκούν σε βάρος της Ορθοδοξίας οι
δυτικές χριστιανικές ομολογίες.
Η ιστορία της Ιεράς Θεολογικής Σχολής της Χάλκης από της ιδρύσεώς της (1844) μέχρι σήμερα
περιλαμβάνει πέντε περιόδους: την Α΄, από το 1844 μέχρι το 1919. Κατά την περίοδο αυτήν η Σχολή είχε
επτά τάξεις, τέσσερις γυμνασιακές και τρεις θεολογικές, με κάποιες περιοδικές εξαιρέσεις, την Β΄, από το
1919 μέχρι το 1923, όταν καταργήθηκε το γυμνασιακό τμήμα και η Σχολή λειτουργησε ως Ακαδημία με
πέντε τάξεις, την Γ΄, από το 1923 μέχρι το 1951, όταν επανήλθε στο παλαιό επτατάξιο σχήμα της, την Δ΄,
από το 1951 μέχρι το 1971, που η Σχολή λειτουργούσε με επτά τάξεις, τις τρεις γυμνασιακές και τις
τέσσερις θεολογικές. Το 1971 η Σχολή έκλεισε, με νόμο της τουρκικής κυβερνήσεως που απαγόρευσε τη
λειτουργία ιδιωτικών ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Τέλος, από το 1971 παρά τις κατά καιρούς
υποσχέσεις των τουρκικών αρχών η Σχολή της Χάλκης δεν λειτουργεί. Στις εγκαταστάσεις της
προσέρχονται προσκηνυματικά οι ορθόδοξοι και οι φίλοι της Ορθοδοξίας, ενώ πρόσφατα με πρωτοβουλία
του Οικουμενικού Πατριάρχου Κυρίου Βαρθολομαίου διοργανώνονται διεθνή Οικολογικά Συμπόσια και
Συνέδρια με εκλεκτές ξένες συμμετοχές.
Η Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης λειτούργησε βάσει Εκπαιδευτικών Κανονισμών, που εκδόθηκαν
κατά τα έτη 1845, 1853, 1857, 1867, 1874, 1898, 1903 και 1951. Ο Κανονισμός του 1903 εφαρμόζετο
συνεχώς από το 1923 και εξής με τροποποιήσεις σύμφωνα προς τον περί Μειονοτικών Σχολών και της
Μέσης Παιδεύσεως Κανονισμό του Υπουργείου Παιδείας της Τουρκικής Δημοκρατίας. Τέλος ο
Κανονισμός του 1951 είναι ο πρώτος που επικυρώθηκε από την τουρκική πολιτεία. Βέβαια για θέματα
εσωτερικής ζωής, σχέσεων, πειθαρχίας και εφαρμογής του προγράμματος υπάρχουν και οι ειδικού
εσωτερικοί κανονισμοί.
Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης είναι Ίδρυμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και έχει ως άμεσον
προστάτη, ρυθμιστή και πνευματική κορυφή τον εκάστοτε Οικουμενικό Πατριάρχη και την περί αυτόν
Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Θρόνου. Ειδικότερα με τα αναφερόμενα στην Σχολή ζητήματα ασχολείται
ιδιαίτερη επιτροπή αρχιερέων, που ονομάζεται «Εφορία της Ιεράς Θεολογικής Σχολής της Χάλκης». Η
«Εφορία» διαθέτει ιδιαίτερο γραφείο στο Πατριαρχείο και αναφέρεται κανονικώς στην Ιερά Σύνοδο. Την
«Εφορία» απασχολούν η κατάρτιση του προϋπολογισμού, ο διορισμός του διδάσκοντος προσωπικού, η
26
πρόσληψη των σπουδαστών και η γενικότερη εποπτεία της Σχολής.
Την εσωτερική διεύθυνση της Σχολής ασκεί ο διευθυντής της, που ονομάζεται «σχολάρχης». «Σχολάρχης»
μπορεί να ονομαστεί αρχιμανδρίτης ή συνήθως επίσκοπος ή μητροπολίτης. Αυτός είναι ο πρόεδρος του
καθηγητικού συλλόγου και θεωρείται ηγούμενος της μοναστικής κοινοβιακής αδελφότητας, που
απαρτίζουν κατά ιδιότυπον τρόπο ως αδελφοί της Ιεράς Μονής οι σπουδαστές της. Συνεργάτες στο έργο
του ο σχολάρχης έχει τους καθηγητές, τον γραμματέα, τον επιστάτη ήεπιμελητή των σπουδαστών,
τον βιβλιοφύλακα, τον γραμματέα της διευθύνσεως και τον οικονόμο. Σχολάρχης συνήθως διορίζεται ένας
από τους αγάμους κληρικούς μέλος του καθηγητικού συλλόγου. Σχολάρχες, που διεύθυναν κατά τον
19ον αιώνα για σειράν ετών την Σχολή, υπήρξαν: ο Μητροπολίτης Σταυρουπόλεως Κωνσταντίνος
Τυπάλδος (1844-1864) και ο Αρχιμανδρίτης Γερμανός Γρηγοράς (1868-69, 1977-97). Κατά δε τον 20ον
αιώνα σχολάρχες υπήρξαν ο Μητροπολίτης Σελευκείας Γερμανός Στρηνόπουλος (1907-1922), ο
Μητροπολίτης Ιωακείμ Πελεκάνος (1924-1931, ο Μητροπολίτης Φιλαδελφείας Αιμιλιανός (1932-1942), ο
Μητροπολίτης Νεοκαισαρείας Χρυσόστομος Κορωναίος (1942-1950), ο Μητροπολίτης Ικονίου Ιάκωβος
Στεφανίδης (1951-1955) και τέλος ο Μητροπολίτης Σταυρουπόλεως Μάξιμος Ρεπανέλλης (1955-1991)
Καθηγητές του Θεολογικού Τμήματος, κληρικοί και λαϊκοί, υπήρξαν συνήθως απόφοιτοι της Σχολής που
συνέχισαν σπουδές ειδικεύσεως σε ορθόδοξες ή ξένες πανεπιστημιακές σχολές. Οι καθηγητές εκτός από το
διδακτικό τους έργο είναι και μέλη διαφόρων συνοδικών επιτροπών του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Μετέχουν ως αντιπρόσωποι του Πατριαρχείου και της Σχολής σε διάφορα διορθόδοξα και διαχριστιανικά
επιστημονικά συνέδρια και καλούμενοι δίνουν διαλέξεις ή κάμνουν ομιλίες και μαθήματα σε ξένα
πανεπιστήμια. Καθηγητές της Σχολής υπήρξαν μ. ά., οι Φ. Βαφείδης, Β. Αντωνιάδης, Χρ. Ανδρούτσος, Β.
Στεφανίδης, Ι. Ευστρατίου, Π. Κομνηνός, Μητρ. Σταυρουπόλεως Μάξιμος, Ιω. Παναγιωτίδης, Μητρ.
Εφέσου Χρ. Κωνσταντινίδης, οικ. Γ. Αναστασιάδης. Εμμ. Φωτιάδης Β. Αναγνωστόπουλος, Κ. Καλλίνικος,
Β. Σταυρίδης, Αρ. Πασαδαίος, Μητρ. Δέρκων Κ. Χαρισιάδης, Μητρ. Ηλιουπόλεως και Θείρων Αθ.
Παππάς και Ε. Φουντόπουλος.
Κατά τον εσωτερικό κανονισμό η Σχολή έναντι των σπουδαστών της διατηρεί διορθόδοξη μορφή με
σαφώς οικουμενικό χαρακτήρα. Επειδή λειτουργεί ως μοναστική αδελφότητα, προσλαμβάνει ως
σπουδαστές της μόνον άνδρες, λαϊκούς, κληρικούς ή μοναχούς και τελευταία για μικρό διάστημα και ως
ακροατές εγγάμους. Οι σπουδαστές φορούν μέσα στους χώρους της Σχολής ομοιόμορφο κοντόρασο
μαύρου χρώματος. Έχουν περιορισμένες εξόδους σε ορισμένες ημέρες και αν χρειαστεί, για ειδικούς
λόγους περισσότερος χρόνος, η σχολαρχία χορηγεί ειδική άδεια. Η φοίτηση στην Σχολή είναι συνεχής και
παρέχεται δωρεάν. Σε περίπτωση, κατά την οποία οι σπουδαστές με την ολοκλήρωση των σπουδών τους
δεν χειροτονηθούν, οφείλουν να καταθέσουν στην Σχολή χρηματική αποζημίωση έναντι των εξόδων
σπουδών και διατροφής τους. Οι σπουδαστές είτε κατά τη διάρκεια των σπουδών είτε μετά την
αποφοίτησή τους και εφόσον έχουν την κατάλληλη ηλικία και τα απαιτούμενα κανονικά προσόντα
εισέρχονται στις τάξεις του Κλήρου. Το ποσοστό των χειροτονουμένων αποφοίτων της Σχολής είναι
αρκετά υψηλό και εγγίζει το 80%. Κέντρο της ζωής των σπουδαστών αποτελεί η ορθόδοξη λατρεία και η
συμμετοχή στις λατρευτικές συνάξεις του ναού. Σημαντική βαρύτητα δίδεται στη διδασκαλία του
μαθήματος της βυζαντινής μουσικής και οι απόφοιτοι της Σχολής διακρίνονται για την κατάρτισή τους στο
βυζαντινό μέλος.
Το πρόγραμμα των μαθημάτων του Γυμνασιακού Τμήματος είναι παρόμοιο με εκείνο των κλασικών
λυκείων, ενώ του Θεολογικού Τμήματος ανάλογο εκείνων των Ορθοδόξων Θεολογικών Σχολών που
λειτουργούν είτε στην Ελλάδα είτε σε άλλες ορθόδοξες χώρες. Τα μαθήματα συνήθως εκτείνονται σε
παραδόσεις ετήσιας διάρκειας που τέμνεται ισομερώς σε δύο εξάμηνα. Οι εξετάσεις γίνονται στο τέλος
κάθε εξαμήνου, ενώ ενδιάμεσα πραγματοποιούνται δοκιμασίες προόδου. Στο τέλος του Δ΄ έτους σπουδών
οι σπουδαστές υποβάλλουν εναίσιμη πτυχιακή διατριβή και μετά την επιτυχή κρίση τους στο περιεχόμενό
της δίδουν τις πτυχιακές εξετάσεις. Οι απόφοιτοι λαμβάνουν τόν τίτλο του «διδασκάλου της Ορθοδόξου
Χριστιανικής Θεολογίας» σε ιδιαίτερη τελετή την Α΄ Κυριακή του Ιουλίου κάθε έτους, κατά τη διάρκεια
ειδικής εκκλησιαστικής τελετής που προεξάρχει ο Πατριάρχης και περιβάλλεται από τους συνοδικούς
αρχιερείς στον Ιερό Ναό της Σχολής.
Κατά τη διάρκεια των τεσσάρων θεολογικών ετών διδάσκονται τα εξής μαθήματα: Εισαγωγή στην Παλαιά
και την Καινή Διαθήκη, Εξηγητική της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, Ιερά Ερμηνευτική, Ιερά
Κριτική, Εβραϊκή Αρχαιολογία, Εκκλησιαστική Ιστορία, Ιστορία των Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων
Εκκλησιών, Πατρολογία, Χριστιανική Αρχαιολογία και Χριστιανική Αρχιτεκτονική, Δογματική,
Συμβολική, Απολογητική, Ιστορία Δογμάτων, Χριστιανική Ηθική, Εκκλησιαστικό Δίκαιο, Λειτουργική,
Κατηχητική, Ποιμαντική, Ομιλητική, Εγκυκλοπαιδεία της Θεολογίας, Φιλοσοφική Ηθική, Ιστορία της
Φιλοσοφίας, Ιστορία των Θρησκευμάτων, Βυζαντινή Μουσική και Υγιεινή. Για τους σπουδαστές που είναι
τούρκοι υπήκοοι διδάσκεται το δίωρο καθ’ εβδομάδα μάθημα της Τουρκικής Φιλολογίας.
27
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος
με τον Μακ. Πατριάρχη Αντιοχείας κ. Ιγνάτιο
στον κήπο της Ιεράς Θεολογικής Σχολής Χάλκης.
Η βιβλιοθήκη της Σχολής, που θεωρείται μία από τις πιο πλούσιες στον κόσμο σε παλαιότυπα και σπάνια
βιβλία, έχει την αρχή της στους βυζαντινούς χρόνους, αφού πολλά από τα χειρόγραφά της προέρχονται
από την εποχή του Θεόδωρου Στουδίτη, του ιερού Φωτίου και της Αικατερίνης της Κομνηνής. Κύριος
διοργανωτής και θεμελιωτής της βιβλιοθήκης, πριν ακόμη υπάρξει η Σχολή, υπήρξε ο πατριάρχης
Μητροφάνης Γ΄ (1565-1572 και 1579-1580). Είναι εκείνος που μεταξύ άλλων δώρησε και 300 σπάνια
χειρόγραφα, πολλά από τα οποία σώζονται σήμερα στην Αίθουσα Χειρογράφων της Πατριαρχικής
Βιβλιοθήκης. Η βιβλιοθήκη πλουτίστηκε με διάφορες εκδόσεις από δωρεές και σημαντικές αγορές. Κύριος
δωρητής της υπήρξε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, στο οποίο ανήκει αυτή ως η δευτέρα Πατριαρχική
Βιβλιοθήκη, μετά από εκείνην που υπάρχει αυτοτελώς στο Φανάρι. Πριν από την λειτουργία της Σχολής η
βιβλιοθήκη της Μονής ήταν πιθανώς εγκατεστημένη σε ιδιαίτερο χώρο του Πατριαρχείου. Μετά την
ίδρυση της Σχολής ο πατριάρχης Γερμανός Δ΄ κατά την δεύτερή του πατριαρχεία (1852-53) και με
προσωπικές δαπάνες κατασκεύασε διώροφο λιθόκτιστο κτίριο βιβλιοθήκης που χρησιμοποιήθηκε μέχρι το
σεισμό του 1894. Από το 1986 μέχρι το 1927 τα βιβλία ήσαν τοποθετημένα στην μεγάλη αίθουσα της
νοτιοδυτικής πλευράς του άνω πατώματος της Σχολής. Από το 1927 και μετά βρίσκονται στη σημερινή
τους θέση στο υπόγειο της βόρειας πλευράς της Σχολής. Τμήμα ολόκληρο πρόσφατα με δαπάνη του Κ.
Παμούκογλου διασκευάστηκε κατάλληλα ως αίθουσα περιοδικών, αναγνωστήριο και γραφείο του
υπευθύνου της λειτουργίας της. Δωρητές και ευεργέτες υπήρξαν, εκτός από τους προαναφεθέντες, κυρίως
οι απόφοιτοι της Σχολής, πατριάρχες, ιεράρχες, και άλλοι κληρικοί, καθηγητές της, διάφοροι ομογενείς
φιλάνθρωποι, αδελφές Εκκλησίες, φίλες χριστιανικές Εκκλησίες, εκκλησιαστικά ιδρύματα και
μεμονωμένα άτομα. Η βιβλιοθήκη λειτουργεί υπό την εποπτεία της Συνοδικής Επιτροπής επί των
Βιβλιοθηκών και υπό την επίβλεψη τριών καθηγητών της Σχολής, με διευθυντή της τον εκάστοτε
βιβλιοφύλακα. Εκτός της Μεγάλης αυτής Βιβλιοθήκης υπάρχει και άλλη, η Μαθητική Βιβλιοθήκη, που
ιδρύθηκε, συντηρείται και διευθύνεται από το 1923 από τους σπουδαστές της Σχολής, υπό την εποπτεία
του Σχολάρχη.
Θα πρέπει να σημειωθούν επίσης και ολίγα για τη σημασία και τους σκοπούς που υπηρετεί η Ιερά
Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Η Σχολή, ως γνωστό, λειτουργεί με τη μορφή μοναστικής αδελφότητας σε
τόπο γαλήνης και ησυχίας, σε πατριαρχική Μονή και μακριά από τον θόρυβο της πόλεως. Ζεί όμως μια
έντονη ακαδημαϊκή και εκκλησιαστική ζωή κατά τα πρότυπα των αρχαίων εκκλησιαστικών και
θεολογικών Σχολών της Αλεξάνδρειας, της Αντιόχειας και της Κωνσταντινουπόλεως. Στη Σχολή
προετοιμάζονται οι τρόφιμοί της και καταρτίζονται στη θεολογική επιστήμη και την εκκλησιαστική τάξη.
28
Η Σχολή υπηρετεί και καλύπτει τις επιστημονικές και ιερατικές ανάγκες του Οικουμενικού Πατριαρχείου,
αλλά και των άλλων Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών. Ο σημερινός Οικουμενικός Πατριάρχης
Βαρθολομαίος και το σύνολο των συνοδικών αρχιερέων, πλήθος διαπρεπών ιεραρχών στην Ελλάδα και το
εξωτερικό καθώς και σεβαστός αριθμός πανεπιστημιακών καθηγητών είναι απόφοιτοι ή προέρχονται από
τη Σχολή της Χάλκης.
Μεγάλες στιγμές εορταστικών εκδηλώσεων της Σχολής συνδέονται με την ίδρυσή της (1844), την
επανίδρυση των κτιριακών της εγκαταστάσεων (1896), την έναρξη της λειτουργίας της Γ΄ περιόδου
(1923), τη συμπλήρωση εκατονταετίας από την σύστασή της (1944), την επέτειο των 1500 χρόνων από την
Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο στην Χαλκιδόνα (1951), την εκατονταετηρίδα από τον θάνατο του ιδρυτού της
πατριάρχου Γερμανού Δ΄ (1953), την τριακονταετηρίδα της καθηγεσίας του Ιω. Παναγιωτίδου (1955), την
έναρξη του εορτασμού της χιλιετηρίδας του Αγίου Όρους (1953) και την εκατονπεντηκονταετιρίδα από της
ιδρύσεως της Σχολής (1994).
Η τελευταία εορταστική εκδήλωση πραγματοποιήθηκε μετά από Πατριαρχική και Συνοδική απόφαση από
28ης μέχρι 31ης Αυγούστου 1994, παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου, της Αγίας και
Ιεράς Συνόδου της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας και των περισσοτέρων επισκόπων του Οικουμενικού
Θρόνου, με συμμετοχή εκπροσώπων των Ορθοδόξων Πατριαρχείων καί Αυτοκεφάλων Εκκλησιών και
μεγάλου αριθμού αποφοίτων της Τροφού Σχολής που διακονούν την στρατευόμενη Εκκλησία ανά την
υφήλιο. Παρέστησαν επίσης εκπρόσωπος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, ο Γενικός Γραμματέας του
Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου Ευρωπαϊκών Εκκλησιών και
οι Κοσμήτορες των Θεολογικών Σχολών Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Αγίου Σεργίου Παρισίων.
Οι εκδηλώσεις άρχισαν την Κυριακή 28 Αυγούστου με πανηγυρική Θεία Λειτουργία στο Ναό της Ιεράς
Μονής Αγίας Τριάδος Χάλκης, κατά την οποία χοροστάτησε η Αυτού Θειοτάτη Παναγιότητα ο
Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθιολομαίος. Αργότερα στην μεγάλη αίθουσα της Ιεράς Μονής ο Σεβ.
Μητροπολίτης Γέρων Χαλκηδόνος κ. Ιωακείμ, Πρόεδρος της Εφορείας της Μονής απηύθυνε προς όλους
τους προσελθόντας το «ως ευ παρέστητε». Ακολούθως ο Πατριάρχης εξεφώνησε την χαιρετιστήρια ομιλία
του. Ανταπάντησε ο εκ των αποφοίτων της Σχολής Μακ. Πατριάρχης Αλεξανδρείας κ. Παρθένιος. Τον
Πατριάρχη Αλεξανδρείας διαδέχθηκε στο βήμα ο Μακ. Πατριάρχης Ρουμανίας κ. Θεόκτιστος, που
διερμήνευσε τα προσωπικά αισθήματα καθώς και τα αισθήματα της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρουμανίας.
Τέλος, ο Θεοφ. Επίσκοπος Βερεγκίας κ. Ευγένιος, εκπρόσωπος της Εκκλησίας της Ρωσίας μετέφερε τον
χαιρετισμό του Μακ. Πατριάρχου Μόσχας και πασών των Ρωσιών κ. Αλεξίου.
Ο
Σταυρός
στην
κορυφή
του
Ιερού
Ναού
σύμβολο μαρτυρίου, θυσιών, μαρτυρίας, αγάπης και ελπίδας.
της
Αγίας
Τριάδος
Χάλκης,
29
Το πρόγραμμα των εκδηλώσεων συνεχίστηκε με συναυλία της χορωδίας του «Βυζαντινού Χορού του
Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Μοσχάτου», κατανυκτικός εσπερινός, Θεία Λειτουργία, τρισάγιο στους
τάφους των αοιδήμων και αειμνήστων Πατριαρχών, Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών,
Αρχιερέων, Σχολαρχών, Καθηγητών, Επιμελητών και σπουδαστών της Σχολής, ομιλία του Σεβ.
Μητροπολίτου Γέροντος Εφέσου κ. Χρυσοστόμου, χαιρετισμό του Γεν. Γραμματέως του Παγκοσμίου
Συμβουλίου Εκκλησιών Δρ. Konrad Raiser, χαιρετισμό του Γεν. Γραμματέως του Συμβουλίου
Ευρωπαϊκών Εκκλησιών κ. Jean Fischer, παρουσίαση από τον Σεβ. Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας κ. Στυλιανό
της επιστολής που συνέταξαν οι παρόντες απόφοιτοι της Σχολής προς την Εξοχ. Πρωθυπουργό της
Τουρκίας κ. Tansu Ciller με αίτημα την επαναλειτουργία της Σχολής, επισκέψεις στον Ναό της Αγίας
Σοφίας, της Παναγίας των Βλαχερνών, της Ιεράς Μονής Ζωοδόχου Πηγής Βαλουκλή και των μνημείων
της Πόλεως.
Το απόγευμα της 31ης Αυγούστου τελέστηκε στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου ο Εσπερινός της
Νέας Ινδικτιώνος και της Παναγίας της Παμμακαρίστου. Μετά το πέρας της ιεράς ακολουθίας, η Αυτού
Θειοτάτη Παναγιότης, ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος υπεδέχθη τους παρευρισκομένους
στην Αίθουσα του Θρόνου, διένειμε τα αναμνηστικά του εορτασμού και ευχήθηκε σε όλους «καλόν
κατευόδιον».
Η Ἱ ερὰ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆ ς Χάλκης πριν κλειστεί από τις τούρκικες αρχές το 1971 ήταν η κύρια
θεολογική σχολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Οι εγκαταστάσεις της σχολής
βρίσκονται στο νησί Χάλκη, ένα από τα Πριγκηπονήσια.
Η σχολή στεγαζόταν αρχικά στη σταυροπηγιακή Μονή της Αγίας Τριάδας, στη Χάλκη, η οποία είχε
ιδρυθεί από τον Πατριάρχη Φώτιο Α΄ της Κωνσταντινούπολης (858-861 και 878-886). Το 1844,
ο Πατριάρχης Γερμανός Δ΄ κατά την πρώτη του πατριαρχεία (1842-1845), ίδρυσε το 1843 θεολογική
Σχολή στις εγκαταστάσεις της μονής της Αγίας Τριάδας, την οποία και εγκαινίασε το αμέσως επόμενο έτος
στις 13 Σεπτεμβρίου 1844. Όλα τα κτήρια εκτός από ένα παρεκκλήσι καταστράφηκαν στο μεγάλο σεισμό
που συνέβη στη Κωνσταντινούπολη στις 28 Ιουνίου του 1894 με συνέπεια να διακοπεί η λειτουργία της.
Μετά από εκτεταμένες επισκευές και αναστηλώσεις από τον αρχιτέκτονα Περικλή Φωτιάδη, διάρκειας 17
μηνών, η σχολή με νέο πλέον κτίριο εγκαινιάστηκε στις 1 Οκτωβρίου του 1896. Σημαντική ανακαίνιση
έγινε στη δεκαετία του '50.
Πολλοί Ορθόδοξοι θεολόγοι, ιερείς, επίσκοποι και πατριάρχες φοίτησαν στην Ιερά Θεολογική Σχολή της
Χάλκης, συμπεριλαμβανομένου και του Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Οι φοιτητές στη Χάλκη περιλάμβαναν
όχι μόνο γηγενείς Έλληνες, αλλά και Ορθόδοξους Χριστιανούς από όλο τον κόσμο, προσδίδοντας στη
σχολή έναν διεθνή χαρακτήρα. Επίσης, πολλοί πατριάρχες, επίσκοποι και πρώην δάσκαλοι έχουν ταφεί σε
ειδική περιοχή του κήπου.
Οι θεολογικές εγκαταστάσεις περιλαμβάνουν το Παρεκκλήσιo της Αγίας Τριάδoς, κοιτώνες, αναρρωτήριο,
γραφεία, και την πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη η οποία κατέχει σημαντική ιστορική συλλογή βιβλίων,
περιοδικών και χειρογράφων.
Το 1971 η σχολή έκλεισε εξαιτίας ενός τουρκικού νόμου που απαγόρευε τη λειτουργία ιδιωτικών
πανεπιστημίων. Το 1998 η επιτροπή ιδιοκτητών της σχολής διατάχθηκε να διαλυθεί, αλλά διεθνής κριτική
έπεισε την Άγκυρα να ακυρώσει τη διαταγή.
Η Χάλκη έχει λάβει διεθνή προσοχή τα τελευταία χρόνια. Τον Οκτώβριο του 1998, το Κογκρέσο των ΗΠΑ
υποστήριξε την επαναλειτουργία της Χάλκης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναφέρει επίσης το ζήτημα στις
διαπραγματεύσεις για την τουρκική προσχώρηση στην ΕΕ. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπιλ
Κλίντον επισκέφτηκε την Χάλκη στην επίσκεψή του στην Τουρκία το 1999 και ζήτησε από τον Τούρκο
Πρόεδρο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ να επιτρέψει την επαναλειτουργία της σχολής.
Τον Αύγουστο του 2011, ο Τούρκος Πρωθυπουργός Ερντογάν αποφάσισε με διάταγμα ότι τα ακίνητα και
τα θρησκευτικά κτίρια του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, τα οποία κατασχέθηκαν
στο παρελθόν πρέπει να επιστραφούν προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης.[1] Τον
Σεπτέμβριο του 2011 ο Μητροπολίτης Προύσης Ελπιδοφόρος διορίστηκε Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής
Αγίας Τριάδος Χάλκης. [2]
Τον Ιανουάριο του 2013, ανέφερε η τουρκική εφημερίδα Today's Zaman ότι το τουρκικό Συμβούλιο
Θεμελιώσεων επέστρεψε 190 εκτάρια γης πρός το θεμέλιο της Μονής της Αγίας Τριάδος. Το εν λόγω
ίδρυμα είναι ο ιδιοκτήτης της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της γης
βρίσκεται στο χώρο του σεμιναρίου. [3]
Έτσι το Οικουμενικό Πατριαρχείο ελπίζει ότι οι υποσχέσεις από την τουρκική κυβέρνηση ότι θα επιτραπεί
η επαναλειτουργία της Χάλκης θα τηρηθούν.
30
ΑΓΙΑ ΕΙΡΗΝΗ
Η Αγία Ειρήνη υπήρξε Ηγουμένη της Μονής Χρυσοβαλάντου κατά το δεύτερο μισό του 9ου και τις αρχές
του 10ου αιώνα. Είχε αποκτήσει πολύ μεγάλη φήμη για τις αρετές της και τιμάται ως Οσία από
την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Γέννηση και καταγωγή
Στα μέσα του 9ου αιώνα μ.Χ., όταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο εικονομάχος Θεόφιλος και
σύζυγός του η εικονολάτρισσα Θεοδώρα, όταν η περίοδος της Εικονομαχίας, που για περισσότερο από 100
χρόνια ταλάνισε την αυτοκρατορία, βρισκόταν στην τελευταία φάση της, στην Καππαδοκία της Μικράς
Ασίας, γεννήθηκε και έζησε την πρώτη της νεότητα η οσία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου. Πατέρας της οσίας
ήταν ο πατρίκιος Φιλάρετος ο Καππαδόκης. Ήταν από την Καισαρεία της Καππαδοκίας, ευνοούμενος του
αυτοκράτορα Θεόφιλου και έμπιστος της συζύγου του Θεοδώρας. Ήταν ο στρατιωτικός διοικητής του
εξαιρετικής σημασίας θέματος της Καππαδοκίας. Μητέρα της η πατρικία Ζωή, γυναίκα όμορφη και
σεβαστή σε όλη την Καισαρεία για τον ενάρετο βίο της. Το ανδρόγυνο είχε αποκτήσει δυο κόρες, την
Καλλινίκη και την Ειρήνη. Η Καλλινίκη γεννήθηκε το 825 μ.Χ. Οφείλει το όνομά της στις θριαμβευτικές
νίκες που πέτυχε ο πατέρας της εναντίον των Σαρακηνών τη χρονιά που γεννήθηκε. Τρία χρόνια αργότερα,
το 828, γεννήθηκε η Ειρήνη. Ο Φιλάρετος όμως έχασε τη γυναίκα του, όταν εκείνη ήταν ακόμη πολύ νέα.
Έτσι, η ανατροφή των δύο κορών τους ανατέθηκε στην πατρικία Σοφία, τη μεγαλύτερη αδερφή του
στρατηγού.
Η Ειρήνη υποψήφια σύζυγος του αυτοκράτορα
Την άνοιξη του 839 μ.Χ., ο Φιλάρετος φιλοξένησε στο ανάκτορό του το νεαρό καίσαρα Βάρδα, αδερφό
της Αυγούστας Θεοδώρας, ο οποίος είχε μεταβεί στην Καισαρεία για κρατική υπόθεση, απεσταλμένος του
αυτοκράτορα Θεόφιλου. Εκεί γνώρισε τη δεκατετράχρονη Καλλινίκη, γοητεύτηκε από την καλλονή της
και τη ζήτησε σε γάμο. Λίγους μήνες αργότερα, ολόκληρη η Καππαδοκία παρέστη στους υπέρλαμπρους
γάμους της Καλλινίκης και του Βάρδα, όπου ο ίδιος ο αυτοκράτορας Θεόφιλος συμμετείχε ως
παραγαμπρός του γυναικαδερφού του.
Το χειμώνα του 843, η αυτοκράτειρα Θεοδώρα, χήρα πια και επίτροπος του γιου της Μιχαήλ Γ΄, κάλεσε
τον πατρίκιο Φιλάρετο στην Κωνσταντινούπολη. Είχε αποφασίσει να θέσει οριστικό τέλος
στην Εικονομαχία και γι’ αυτό το εγχείρημα χρειαζόταν τη βοήθεια και του στρατού και των ιερέων.
Εμπιστεύτηκε λοιπόν το Φιλάρετο και τον Ομολογητή Μάξιμο(μετέπειτα Πατριάρχη). Όταν επιτεύχθηκε ο
σκοπός της και οι εικόνες αναστηλώθηκαν (19 Φεβρουαρίου 843 μ.Χ.), ζήτησε από το Φιλάρετο να φέρει
στην Κωνσταντινούπολη την όμορφη θυγατέρα του, προκειμένου να την παντρέψει με το γιο της Μιχαήλ.
Έψαχνε κατάλληλη νύφη, η οποία θα συνέτιζε το νεαρό αυτοκράτορα από τα ξέφρενα γλέντια και
θεωρούσε ότι η φημισμένη για την ενάρετη ζωή της καλλονή θα εξυπηρετούσε το σκοπό της. Ο Φιλάρετος
μήνυσε αμέσως στην αδερφή του να στείλει την Ειρήνη, που τότε ήταν 15 χρονών, στη Βασιλεύουσα με τη
συνοδεία του πατρικίου στρατηγού Νικηφόρου, αδερφού της μακαρίτισσας συζύγου του. Τα νέα ότι η
Ειρήνη θα παντρευόταν τον αυτοκράτορα και θα φορούσε το στέμμα της αυτοκρατορίας διαδόθηκαν σαν
αστραπή σε όλη την Καππαδοκία.
Η μόνη που έμεινε παγερά αδιάφορη σε όλη αυτήν την αναστάτωση ήταν και η άμεσα ενδιαφερόμενη: η
Ειρήνη. Από πολύ νωρίς είχε ποθήσει το μοναχικό βίο και οι λόγοι που δέχτηκε με χαρά αυτό το ταξίδι
προς τη Βασιλεύουσα απείχαν πολύ από αυτό που όλοι νόμιζαν: Ταξίδευε στην Πόλη για να αποχαιρετήσει
την πολυαγαπημένη της αδερφή, την οποία δεν είχε ξαναδεί από την ημέρα των λαμπρών γάμων της (είχαν
περάσει τέσσερα χρόνια από τότε) και για να αποσπάσει την ευχή του πατέρα της, ώστε να αποσυρθεί στη
μονή που τόσο διακαώς ποθούσε.
Η Ειρήνη και οι συνοδοί της έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη ένα ανοιξιάτικο πρωινό, για να
πληροφορηθούν εκεί ότι μόλις πριν λίγες μέρες είχαν τελεστεί οι γάμοι του αυτοκράτορα με την Ευδοκία
τη Δεκαπολίτισσα. Ο πατέρας της, η αδερφή της, ο θείος της με δυσκολία έκρυβαν την απογοήτευσή τους.
Η Ειρήνη αντίθετα αισθανόταν αγαλλίαση για την τροπή των γεγονότων και περίμενε την
κατάλληλη ευκαιρία να μιλήσει του πατέρα της και να πάρει την ευχή του, καθώς δεν ήθελε να τον
λυπήσει με κρυφή της αναχώρηση.
Η ευκαιρία δεν άργησε να παρουσιαστεί. Ο Φιλάρετος γνώρισε σε μια αποστολή του
31
στην Αδριανούπολη το γιο του Έπαρχου της πόλης Νικήτα, πατρίκιο Φωτεινό. Ο Φιλάρετος θεώρησε ότι
ήταν ο πιο κατάλληλος για να ευτυχίσει στο πλευρό του η Ειρήνη και αμέσως μίλησε στον πατέρα του
νέου. Οι δύο πατεράδες έδωσαν λόγο να αρραβωνιάσουν τα παιδιά τους. Η Ειρήνη όμως, όταν ο πατέρας
της ανακοίνωσε τους προαποφασισμένους αρραβώνες της, τον πληροφόρησε για την αμετάκλητη απόφασή
της να λάβει το μοναχικό σχήμα. Ακολούθησε έντονη συναισθηματική σύγκρουση πατέρα και κόρης,
έπειτα από την οποία η ευαίσθητη Ειρήνη ασθένησε σοβαρά και κινδύνεψε ακόμη και η ζωή της. Όταν η
υγεία της αποκαταστάθηκε, ο πατρίκιος Φιλάρετος, συνειδητοποιώντας ότι η Ειρήνη είχε λάβει μια
απόφαση ζωής, την οδήγησε ο ίδιος στη γυναικεία κοινοβιακή μονή των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μιχαήλ
& Γαβριήλ του Χρυσοβαλάντου, η οποία βρισκόταν στα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης.
Μοναχή και Ηγουμένη της μονής Χρυσοβαλάντου
Στη μονή αυτή, σε ηλικία περίπου 15 ετών, η Ειρήνη εκάρη μοναχή και έξι χρόνια αργότερα Ηγουμένη της
μονής Χρυσοβαλάντου. Οι συναξαριστές αναφέρουν πολλά θαύματα τα οποία επιτέλεσε η Ειρήνη ως
Ηγουμένη[εκκρεμεί παραπομπή], τρία όμως από αυτά θεωρήθηκαν ιδιαίτερα σημαντικά, ώστε επηρέασαν άμεσα
την ορθόδοξη αγιογραφία.
Ο άγγελος-οδηγός
Η Ειρήνη έδινε πολύ μεγάλη σημασία στην εξομολόγηση. Κάθε πρωί προσκαλούσε τις αδελφές στον ιερό
ναό των Αρχαγγέλων και τις εξομολογούσε, ενώ πολλές φορές πήγαιναν και λαϊκοί να την επισκεφθούν
και να ζητήσουν την καθοδήγησή της. Η Ειρήνη ζήτησε στην προσευχή της το διορατικό χάρισμα, για να
γνωρίζει τι κρύβει ο εξομολογούμενος στην καρδιά του.
Τα λυγισμένα κυπαρίσσια και η αιώρηση της αγίας
Το δεύτερο θαύμα, η συναξαριστική παράδοση μας το μεταφέρει ως εξής: Τις έναστρες νύχτες, η οσία
Ειρήνη στεκόταν έξω από το κελί της και προσευχόταν. Μία από τις βραδιές αυτές, κάποια αδελφή
αγρυπνούσε έξω από το κελί της και είδε το εξής παράδοξο: Τα δύο πανύψηλα κυπαρίσσια, τα οποία
ορθώνονταν αριστερά και δεξιά στην είσοδο του Καθολικού, λύγιζαν μπροστά στην προσευχόμενη αγία
σαν να την προσκυνούσαν και η ίδια η Ειρήνη δεν πάταγε στη γη αλλά αιωρούνταν περίπου ένα μέτρο
πάνω από το έδαφος. Όταν η οσία ολοκλήρωσε την προσευχή της, σταύρωσε τα δυο κυπαρίσσια και
εκείνα επανήλθαν στη φυσιολογική τους θέση. Η μοναχή κατάπληκτη, με ανάμειχτα συναισθήματα φόβου
και θαυμασμού, συγκρατήθηκε και δεν είπε τίποτα στην υπόλοιπη αδελφότητα. Το επόμενο βράδυ
παραφύλαξε πάλι έξω από το κελί της και το ίδιο παράδοξο γεγονός επαναλήφθηκε˙ και ξανά το ίδιο, το
τρίτο κατά σειρά βράδυ. Την επόμενη νύχτα, η μοναχή, χωρίς να την αντιληφθεί η Ηγουμένη της, έτρεξε
στα λυγισμένα κυπαρίσσια, έδεσε από ένα λευκό μαντήλι στις κορυφές τους και επέστρεψε στο κελί της.
Το επόμενο πρωί, η ήρεμη ατμόσφαιρα του κοινοβίου αναστατώθηκε, όταν οι μοναχές είδαν τα δεμένα
μαντήλια και κατάπληκτες ρωτούσαν η μια την άλλη ποιος ήταν αυτός που έδεσε τόσο ψηλά δέντρα, για
ποιον λόγο το έπραξε και προπάντων με ποιον τρόπο. Η αδελφή που υπήρξε μάρτυρας στα θαυμάσια αυτά
περιστατικά αποκάλυψε όλη την αλήθεια και τότε όλες έκλαιγαν από χαρά και συγκίνηση και
παραπονιόντουσαν γιατί δεν τις ξύπνησε να δουν και εκείνες το θαύμα της Ηγουμένης τους. Πάνω στην
ώρα κατέφθασε και η Ειρήνη. Όταν κατάλαβε τι συνέβη και πώς μαθεύτηκε ένα μυστικό που εκείνη
κρατούσε επτασφράγιστο για χρόνια ολόκληρα, επέπληξε αυστηρά την αδελφή που το μαρτύρησε με τα
παρακάτω λόγια: «Αν με έβλεπες να αμαρτάνω σαν άνθρωπος, θα εφανέρωνες την αμαρτία μου»; Έθεσε
λοιπόν βαρύ επιτίμιο για όποια τολμούσε να φανερώσει οτιδήποτε παράδοξο έβλεπε, όσο ήταν η ίδια εν
ζωή. Έτσι, πολλά από τα θαύματα της αγίας εξαφανίστηκαν στη σιωπή της συνοδείας της.
Θάνατος
Το σύντομο διάστημα από το ουράνιο αυτό μήνυμα μέχρι και την οσιακή της κοίμηση, η αγία προετοίμαζε
την ακολουθία της για το μεγάλο γεγονός. Στον ιερό ναό τον Αρχαγγέλων τις δίδασκε για το μυστήριο του
θανάτου, τη μελλοντική κρίση και την αιωνιότητα. Ο θάνατος είναι δύσκολο για κάθε ανθρώπινο πλάσμα
και όσο πλησίαζε η ώρα, τόσο η ψυχή της αγίας ένιωθε την επιθανάτια αγωνία.
32
Τακτοποίησε τις υποθέσεις του μοναστηριού και υπέδειξε την άξια διάδοχό της. Μια εβδομάδα πριν τη
μεγάλη ημέρα, νήστεψε τρώγοντας μόνο από το παραδεισένιο μήλο και καθημερινά κοινωνούσε των
Αχράντων Μυστηρίων. Ξημέρωσε τέλος η Κυριακή, όπου για τελευταία φορά η Ειρήνη παρακολούθησε
τη θεία λειτουργία, απάγγειλε το σύμβολο της πίστης (το πιστεύω), κοινώνησε, αγκάλιασε τις αδελφές και
τους ζήτησε συγγνώμη και τέλος γονάτισε μπροστά στην Ωραία Πύλη, ύψωσε τα χέρια της και
προσευχήθηκε για τελευταία φορά με αυτά τα λόγια: «Δέσποτα, Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού του
Ζώντος. Συ ο Ποιμήν ο Καλός που με το Πανάγιο και Πολύτιμο Αίμα Σου μας ελύτρωσες από τα δεσμά
της αμαρτίας, άκουσε την τελυταία δέησι της ταπεινής Σου δούλης. Στην κραταιά Σου χείρα παραδίδω
σήμερα το μικρό τούτο ποίμνιο. Σκέπασε το με τη θεία σκέπη Σου και διαφύλαξέ το από τις επιθέσεις του
αοράτου εχθρού. Διότι Συ είσαι ο αγιασμός μας και η απολύτρωσις και Σε θα δοξάζουμε αιωνίως. Αμήν».
Στη συνέχεια, σιωπηλά και ήρεμα, αποσύρθηκε στο κελί της και πλάγιασε στην ασκητική της κλίνη. Οι
μοναχές της, με ευλαβική σιωπή, την περικύκλωσαν και την έβλεπαν να χαμογελά. Με αυτό το ουράνιο
χαμόγελο, το οποίο αποδείκνυε την απόλυτη μακαριότητα και γαλήνη της ψυχής της, παρέδωσε το πνεύμα
της η οσία Ειρήνη, Ηγουμένη της μονής Χρυσοβαλάντου, σε ηλικία 104 χρόνων.
Η οσιακή της κοίμηση διαδώθηκε σε όλη τη Βασιλεύουσα αστραπιαία και χιλιάδες κόσμου συνέρευσαν
στο μοναστήρι, για να προλάβουν να προσκυνήσουν το ιερό σκήνωμα της πνευματικής τους μητέρας.
Επικεφαλής ήταν ο πατριάρχης, ο οποίος με το πλήθος του λαού από όλες τις κοινωνικές τάξεις και των
αρχιερέων και λοιπών κληρικών συνόδευσαν τη μακαριστή Ηγουμένη στην τελευταία της κατοικία, στο
παρεκκλήσι του μεγαλομάρτυρος αγίου Θεοδώρου.
Η οσία Ειρήνη στην αγιογραφία
Στην ορθόδοξη αγιογραφία, η αγία απεικονίζεται με το ένδυμα της ηγουμένης, να κρατάει στο δεξί χέρι
της τα τρία θεόσταλτα μήλα. Ο άγγελος, ο οποίος την βοηθούσε στο δύσκολο έργο της σωτηρίας των
ψυχών, στέκεται μπροστά της κρατώντας ειλητάριο με τμήμα του χαιρετισμού που της απηύθυνε («Χαίρε
δούλη του Υψίστου, Ειρήνη…»). Ειλητάριο κρατεί και η αγία στο αριστερό της χέρι, το οποίο αναγράφει
παραινέσεις της οσίας (συνήθως, διαβάζεται η φράση: «Φως μοναχών, άγγελοι˙ φως κοσμικών,
μοναχοί…»). Δίπλα στην αγία, αγιογραφείται το κυπαρίσσι που λύγιζε, όταν εκείνη προσευχόταν με
δεμένο το λευκό πανί στην κορυφή του, ενώ στο βάθος φαίνεται η μονή του Χρυσοβαλάντου. Συχνά, σε
μια από τις θύρες της μονής, απεικονίζεται η καλόγρια που είδε την αγία να αιωρείται προσευχόμενη.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία γιορτάζει τη μνήμη της οσίας Ειρήνης, της ηγουμένης της μονής Χρυσοβαλάντου,
στις 28 Ιουλίου.
Τοποθεσία του ναού
Η εκκλησία βρίσκεται κοντά στον ναό της Αγίας Σοφίας. Ανάμεσα στις δύο αυτές εκκλησίες είναι πλατιά
λεωφόρος, στην οποία ο Ιουστινιανός είχε κτίσει τον ξενώνα του Σαμψών, τον οποίο συχνά αναφέρουν τα
Βυζαντινά χρονικά. Υπήρχαν και άλλες δύο εκκλησίες με το ίδιο όνομα. Η μία στην βόρεια παραλία της
πόλης, η άλλη στον Γαλατά.
Περιγραφή του ναού
Κοντά στην εκκλησία ήταν δύο ασκητήρια, τα οποία πυρπολήθηκαν μαζί με τον νάρθηκα και τον ξενώνα
του Σαμψών 32 χρόνια μετά την ανίδρυση της εκκλησίας. Από τις αφηγήσεις των ιστορικών του Βυζαντίου
συμπεραίνουμε ότι τότε δεν χωρίζονταν δια τείχους από την Αγία Σοφία. Πάνω από το θυσιαστήριο ήταν
μεγάλος σταυρός επί του τρούλου της κόγχης και κοντά στο ιερό το καλούμενο φρέαρ.
33
Ιστορία του ναού
Η εκκλησία αυτή κτίστηκε από τον Μέγα Κωνσταντίνο και ονομάζονταν και «Πατριαρχείο». Μέχρι το
έτος 360, και πριν την κατασκευή της Αγίας Σοφίας, ήταν η μητρόπολη της Κωνσταντινούπολης.
Καταστράφηκε για πρώτη φορά από τον αγελαίο και συρφετό όχλο στην Στάση του Νίκα επί Ιουστινιανού,
για να ξαναοικοδομηθεί στην ίδια θέση από τον αυτοκράτορα αυτόν. Ο νάρθηκας ξανακάηκε μαζί με τα
δύο κοντινά ασκητήρια και τον ξενώνα του Σαμψών λίγα χρόνια μετά την ανοικοδόμηση της εκκλησίας. Η
εκκλησία δεν είχε δικούς της ιερείς, αλλά και εκεί ιερουργούσαν οι ιερείς της Αγίας Σοφίας. Συνήθως
παρευρίσκονταν και ο Πατριάρχης, ο οποίος στην Αγία Σοφία λειτουργούσε μόνο στις μεγάλες δεσποτικές
εορτές, παρόντων και των βασιλέων. Στην εκκλησία αυτή συγκροτήθηκε επί Θεοδοσίου του
μεγάλου η δευτέρα οικουμενική σύνοδος, γιαυτό και έχει μείνει αξιοσέβαστη τόσο στο Βυζάντιο όσο και
στους ξένους. Αργότερα ο ναός έπαψε να λειτουργεί και μετατράπηκε σε αποθήκη όπλων. Στον περίβολο
του ναού βρίσκεται αρχαιολογικό μουσείο.
34
Πατριαρχείο
Ecumenical Patriarch
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι η Έδρα της Ορθόδοξης Εκκλησίας και βρίσκεται στην περιοχή Φανάρι
της Κωνσταντινούπολης. Στο Πατριαρχείο κατοικοεδρεύει ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος Α΄ ο οποίος είναι
ο 270ς στην σειρά Πατριάρχης. Το Πατριαρχείο ιδρύθηκε το 331μ.Χ. όταν δηλαδή μεταφέρθηκε η
πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από την Ρώμη στην Νέα Ρώμη - Κωνσταντινούπολη. Το 1599
θεμελιώθηκε και ο Ιερός Ναός του Αγίου Γεωργίου που αποτελεί τον κύριο λατρευτικό χώρο του
Πατριαρχείου. Το Πατριαρχείο έδρευε όλα τα χρόνια στο Φανάρι πλην της περιόδου 1204 μέχρι 1261
οπότε η Πόλη είχε αλωθεί και κατακτηθεί από τους Λατίνους. Η Έδρα μετοίκησε προσωρινά στην Νίκαια
της Βιθυνίας μέχρι που οι Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (Βυζαντινή) επανέκτησε την Πόλη. Με την άλωση της
Κωνσταντινούπολης το 1453 από τους Τούρκους το Πατριαρχείο αναγνωρίστηκε ως ο πολιτικός
εκπρόσωπος των Χριστιανικών υπόδουλων εθνών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με αυτόν τον τρόπο ο
Πατριάρχης υπεράσπιζε τα δικαιώματα αυτών των λαών στην Υψηλή Πύλη αλλά και η Υψηλή Πύλη
έλεγχε τους λαούς αυτούς μέσω πιέσεων στον Πατριάρχη. Για παράδειγμα, ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε'
αφόρισε την Ελληνική Επανάσταση του 1821, ωστόσο οι Οθωμανοί αποφάσισαν να τον θανατώσουν δια
απαγχονισμού για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης όπως θα λέγαμε σήμερα. Ο Γρηγόριος απαγχονίστηκε
από την κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, η οποία παρέμεινε κλειστή μέχρι και σήμερα σε ανάμνηση του
τραγικού γεγονότος.
Ίδρυση του οικουμενικού πατριαρχείου
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ή Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία είναι ένα από τα αρχαιότερα κέντρα της
χριστιανικής πατροπαραδοτης εκκλησίας. Ιδρύθηκε ως «επισκοπή Βυζαντίου» από τον Απόστολο Ανδρέα
(αν και από πολλούς αυτό θεωρείται μεταγενέστερος και ανιστόρητος ισχυρισμός). Πρώτος επίσκοπος
τοποθετήθηκε από τον Απόστολο Ανδρέα ο Στάχυς, ακολουθούμενος από εικοσιτέσσερεις άλλους
επισκόπους, με τελευταίο τον Άγιο Μητροφάνη.
Η αρχαία πόλη του Βυζαντίου καταστάθηκε αργότερα (331 μ.Χ.) πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής
Αυτοκρατορίας από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο (306-337 μ.Χ.) με το επίσημο όνομα της Νέας Ρώμης, αλλά
έμεινε γνωστή ως Κωνσταντινούπολη. Από το μεγαλείο της θέσης της ως «βασιλίδος των πόλεων» και
πρωτεύουσας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας κατέστη μια ιδιαίτερα σημαντική αξία του χριστιανικού
κόσμου.
Εικονομαχία
Οι Αυτοκράτορες για πολιτικούς λόγους επεδίωξαν περιστασιακά ακόμα και να αλλάξουν τα δόγματα που
θεσπίστηκαν από τις Οικουμενικες Συνόδους προκειμένου να εξευμενιστούν πολιτικά επικίνδυνες
αιρετικές ομάδες στην ανατολή όπως οι Μονοφυσίτες, οι Νεστοριανοί και οι Μονοθελήτες. Αυτή η τάση
των αυτοκρατόρων να επιδιώκουν παρεμβάσεις στην εσωτερική ζωή της Εκκλησίας έφθασε στο
αποκορύφωμά της με τη δυναστεία των Ισαύρων, κατά τη διάρκεια της Εικονομαχίας (726 - 843).
Μετά από έναν αιώνα συνεχών αντεγκλήσεων μεταξύ εικονολατρών και εικονοκλαστών, οι εικονολάτρες
επεκράτησαν τελικά και οι εικόνες αποκαταστάθηκαν. Η βασική θεολογική στήριξη της εικονολατρικής
μερίδας προέρχονταν από δύο κορυφαίους θεολόγους, τον Ιωάννη Δαμασκηνό και το Θεόδωρο το
Στουδίτη, οι οποίοι διατύπωσαν το επίσημο ορθόδοξο δόγμα για την προσκύνηση των εικόνων. Η
αποκατάσταση των εικόνων από την Αυγούστα Θεοδώρα στα 843 τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία
την πρώτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ως «Κυριακή της Ορθοδοξίας».
Αποτέλεσμα του θριάμβου των απόψεων των Εικονολατρών ήταν να ενισχυθεί σημαντικά η εξουσία των
Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως, που καθοδηγούσαν συνήθως την προσπάθεια ενάντια στους
εικονοκλάστες.
35
ΜΠΛΕ ΤΖΑΜΙ
Το Μπλε Τζαμί ή Τζαμί του Σουλτάνου Αχμέτ, ή Αχμέτ Τζαμί, ή Αχμιντιέ Τζαμί (στα τούρκικα
Sultanahmet Camii) είναι το ωραιότερο και μεγαλύτερο τζαμί στην Κωνσταντινούπολη, ξακουστό και για
την αρμονία του. Θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα της Ισλαμικής αρχιτεκτονικής
παγκοσμίως και αρχιτέκτονάς του υπήρξε ο Σεντεφχάρ Μεχμέτ Αγάς (Sedefhar Mehmet Ağa) μαθητής του
Μιμάρ
Σινάν.
Το τζαμί χτίστηκε μεταξύ 1609 και 1616 με διαταγή του σουλτάνου Αχμέτ Α' -από τον οποίο πήρε και το
όνομά του- όταν αυτός ήταν σε ηλικία 20 ετών. Βρίσκεται στο παλαιότερο τμήμα της Κωνσταντινούπολης,
κοντά στην τοποθεσία του αρχαίου Ιππόδρομου (Ατ Μεϊντάνι), και απέναντι (δυτικά) από την Αγία Σοφία.
Είναι επίσης πολύ κοντά στο Τοπκαπί, τόπο διαμονής των Σουλτάνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
μέχρι το 1853, που είναι στη συνέχεια της Αγίας Σοφιάς, ανατολικά, επί της ευρωπαϊκής ακτής του
Βόσπορου. Για κάποιον που βλέπει την παραλία από τη θάλασσα, οι θόλοι και οι μιναρέδες του Μπλε
τζαμιού
δίπλα
στην
Αγιά
Σοφιά
κυριαρχούν
στη
θέα
της
Κωνσταντινούπολης.
Το τζαμί αυτό χτίστηκε στο κέντρο της νοτιοδυτικής πλευράς του ιπποδρόμου επίτηδες απέναντι από την
Αγία Σοφία, έτσι ώστε να δεσπόζει κατά την προσέγγιση των πλοίων. Η κατασκευή αυτού του
οικοδομήματος είχε τόσο ενθουσιάσει τον νεαρό Σουλτάνο που λέγεται ότι και ο ίδιος εργάσθηκε για την
ανέγερσή του. Δυστυχώς όμως για τον ίδιο τον Σουλτάνο δεν πρόλαβε να χαρεί πολύ το περίλαμπρο αυτό
οικοδόμημα λόγω του θανάτου του ένα μόλις χρόνο μετά το άνοιγμα των θυρών του. Μάλιστα, έχει ταφεί
μέσα στο τζαμί. Σήμερα, και τα δυο κτίρια συναποτελούν ένα μοναδικό ιστορικό και αρχιτεκτονικό
σύνολο.
Το τζαμί έγινε γνωστό στη Δύση σαν "Μπλε Τζαμί" λόγω της κυριαρχίας του μπλε χρώματος στην
εσωτερική του διακόσμηση. Παρόλα αυτά, το μπλε χρώμα δεν ήταν μέρος της αρχικής διακόσμησης του
τζαμιού και στις μέρες μας έχει ξεκινήσει η διαδικασία αφαίρεσής του. Σήμερα, το τζαμί δεν δίνει
ιδιαίτερα
την
εντύπωση
του
"μπλε"
στους
επισκέπτες.
Ο αρχιτέκτονας του Αχμέτ του Α΄ είχε λάβει εντολή να μη λυπηθεί κανένα έξοδο, προκειμένου να
δημιουργήσει τον πιο εντυπωσιακό και όμορφο τόπο λατρείας του Ισλάμ στον κόσμο. Μάλιστα ο
Σουλτάνος είχε διατάξει, πριν φύγει για τη Μέκκα, να κατασκευαστεί ο τρούλος από ατόφιο χρυσό. Αυτό
φυσικά δεν θα μπορούσε να συμβεί λόγο του βάρους του χρυσού. Ο αρχιτέκτονας τότε κατασκεύασε τον
τρούλο με απλά υλικά, ενώ για να σώσει την ζωή του πρόσθεσε και 6 μιναρέδες γύρω από το Τζαμί,
δικαιολογούμενος στον Σουλτάνο πως υπήρξε θύμα παρανόησης, (ο αριθμός "έξι" (αλτί) και η λέξη
"χρυσός"
(αλτίν)
προφέρονται
σχεδόν
το
ίδιο
στα
Τούρκικα)!
Η βασική δομή του τζαμιού είναι περίπου κυβική, 53 επί 51 μέτρα. Όπως συμβαίνει με όλα τα τζαμιά,
είναι έτσι προσανατολισμένο ώστε όταν οι πιστοί κάνουν την προσευχή τους να είναι στραμμένοι προς τη
Μέκκα. Διακρίνεται σε τρία μέρη: την εξωτερική αυλή, την εσωτερική αυλή (προαύλιο) και το κυρίως
οικοδόμημα
Ο κεντρικός κύβος σκεπάζεται από ένα βαθμιδωτό σύστημα θόλων και ημίθολων, που κορυφώνεται στον
κεντρικό θόλο, οι διαστάσεις του οποίου είναι 33 μετρα διάμετρος και 43 μέτρα ύψος στο κεντρικό του
σημείο. Το συνολικό αποτέλεσμα χαρακτηρίζεται από τέλεια οπτική αρμονία και οδηγεί το μάτι στην
κορυφή του θόλου.
Το Μπλε Τζαμί είναι το μοναδικό στην Τουρκία που έχει έξι μιναρέδες. Όταν αποκαλύφθηκε ο αριθμός
των μιναρέδων, ο Σουλτάνος κατηγορήθηκε για αλαζονεία, καθώς εκείνη την εποχή τον ίδιο αριθμό
μιναρέδων είχε και η Κάαμπα στη Μέκκα. Ο Αχμέτ ξεπέρασε το πρόβλημα πληρώνοντας για να χτιστεί
ένας έβδομος μιναρές στο τζαμί της Μέκκας.
Στο κατώτερο εσωτερικό μέρος το τζαμί κοσμείται με περισσότερα από 20.000 χειροποίητα κεραμικά
πλακάκια, φτιαγμένα στο Ίζνικ (Νίκαια στην αρχαιότητα). Τα ανώτερα επίπεδα είναι βαμμένα.
Περισσότερα από διακόσια παράθυρα με περίτεχνα σχέδια από βιτρώ αφήνουν να περάσει φυσικό φως,
36
που στις μέρες μας ενισχύεται από πολυέλαιους. Οι διακοσμήσεις συμπεριλαμβάνουν στίχους από το
Κοράνι, πολλοί απ' τους οποίους αποτυπώθηκαν από τον Σαίντ Κασίμ Γκουμπάρι, που θεωρούνταν ο
κορυφαίος καλλιγράφος της εποχής. Τα πατώματα καλύπτονται με χαλιά που δωρίζουν οι πιστοί και
αντικαθίστανται τακτικά.
Το πιο σημαντικό στοιχείο της εσωτερικής αρχιτεκτονικής είναι το μιχράμπ, δηλαδή η κόγχη προσευχής,
φτιαγμένο από λεπτοδουλεμένο μάρμαρο, και με τους πλαϊνούς τοίχους σκεπασμένους από κεραμικά
πλακάκια. Στα δεξιά του μιχράμπ βρίσκεται το μινμπέρ, δηλαδή ο άμβωνας, όπου στέκεται ο ιμάμης κατά
τη διάρκεια της μεσημεριανής προσευχής της Παρασκευής ή των ιερών ημερών. Το τζαμί έχει σχεδιαστεί
κατά τέτοιο τρόπο ώστε, ακόμα κι όταν είναι γεμάτο κόσμο, όλοι να μπορούν να βλέπουν και να ακούν τον
μάμη.
Το Μπλε Τζαμί τη νύχτα.
Καθένας από τους μιναρέδες έχει τρία μπαλκόνια, και μέχρι πρόσφατα ο μουεζίνης ανέβαινε μια στενή
σκάλα στο εσωτερικό του μιναρέ πέντε φορές τη μέρα για να καλέσει σε προσευχή. Σήμερα
χρησιμοποιούνται μεγάφωνα, και το κάλεσμα αντηχεί σε όλη την παλιά πόλη, συνδυασμένο με το κάλεσμα
από τα άλλα τζαμιά της περιοχής. Πολλοί Τούρκοι και τουρίστες μαζεύονται το δειλινό στο πάρκο
απέναντι από το τζαμί για να ακούσουν το κάλεσμα για τη βραδυνή προσευχή, καθώς ο ήλιος δύει και το
τζαμί φωτίζεται από χρωματιστούς προβολείς.
Μπλε Τζαμί
Sultanahmet Camii
Το τζαμί του σουλτάνου Αχμέτ, ονομάζεται συχνά και Μπλε Τζαμί εξαιτίας των μπλε κεραμιδιών που
κοσμούν τους εσωτερικούς του τοίχους. Χτίστηκε μεταξύ 1609 και 1616 σε μια προσπάθεια να ξεπεραστεί
η λαμπρότητα της Αγίας Σοφίας που βρίσκεται ακριβώς απέναντι. Όπως και πολλά άλλα τζαμιά, το τζαμί
του σουλτάνου Αχμέτ περιλαμβάνει τον τάφο του ιδρυτή του. Σήμερα το μπλε τζαμί είναι ακόμα ενεργό
και είναι ένα διάσημο αξιοθέατο καθώς χιλιάδες τουρίστες περνάνε της πύλες του καθημερινά θέλοντας να
δούνε πως είναι το εσωτερικό ενός μουσουλμανικού τεμένους. Η είσοδος στο μπλε τζαμί είναι στην
αριστερή πλευρά του. Πριν μπείτε μέσα θα πρέπει να πάρετε σακούλες όπου και να βάλετε τα παπούτσια
σας καθώς απαγορεύετε να μπείτε με αυτά, ενώ οι γυναίκες θα χρειαστεί να καλύψουν το κεφάλι τους με
ένα φουλάρι. Το εσωτερικό του ναού που είναι διακοσμημένο με 20.000 χειροποίητα κεραμίδια.
Ξεχωρίζουν τα υπέροχα χαλιά που καλύπτουν κάθε σπιθαμή του δαπέδου
37
38
Το Μέγα Παλάτιον των βυζαντινών αυτοκρατόρων στην
Κωνσταντινούπολη .
Onopous & Augusteus
Daphne
Daphne Porch
Daphne Courtyard & Octagon
39
Passage to Kathisma
Passage to Kathisma & St.Stephen
Onopous
Great Palace
40
Great Palace
Zeuxippos
Zeuxippos
«Το Μεγάλο Παλάτι»
1. Εισαγωγή
Το Μέγα Παλάτιον των βυζαντινών αυτοκρατόρων στην Κωνσταντινούπολη ήταν η καρδιά των τελετών
της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας για χίλια χρόνια, και κατελάμβανε μια περιοχή η οποία σήμερα έχει
κηρυχθεί ως μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς .
Το Μέγα Παλάτιον έχει μεγάλη πολιτιστική και ιστορική σημασία, καθώς άσκησε αξιόλογη επιρροή τόσο
στη δυτικοευρωπαϊκή, όσο και στην ανατολική αρχιτεκτονική ανακτόρων, αποτελώντας το συνδετικό
κρίκο ανάμεσα στη ρωμαϊκή αυτοκρατορική αρχιτεκτονική και τη μεσαιωνική. Παρόλ' αυτά είναι εν μέρει
μόνο γνωστό. Κατάλοιπά του βρίσκονται θαμμένα κάτω από μεταγενέστερα κτήρια, κυρίως κάτω από το
Σουλτάν Αχμέτ τζαμί (Μπλε τζαμί), και είναι γνωστά μόνο μέσα από κείμενα και παλαιότερες
αναπαραστάσεις.
2. Το ανώτερο τμήμα του Παλατιού και το Παλάτι της Δάφνης
Το αρχαιότερο τμήμα του Μεγάλου Παλατίου, το Παλάτι της Δάφνης, που χτίστηκε από τον Μεγάλο
Κωνσταντίνο και τους διαδόχους του τον 4ο και 5ο αι., ήταν ένα συγκρότημα που πιστεύεται ότι
41
κατελάμβανε την περιοχή όπου σήμερα βρίσκεται το Σουλτάν Αχμέτ τζαμί, το επονομαζόμενο και Μπλε
Τζαμί. Σε άμεση γειτνίαση βρίσκονταν: ο Ιππόδρομος και τα γειτονικά παλάτια, τα Λουτρά του Ζεύξιππου,
η το αυτοκρατορικό φόρο ή Αυγουσταίον, όπου ο Ιουστινιανός Α΄ έστησε το έφιππο άγαλμά του πάνω σε
μνημειακή στήλη τον 6ο αι., οι εκκλησίες της Αγίας Σοφίας, της Αγίας Ειρήνης και αργότερα του Αγίου
Ιωάννου του Διϊπίου στα βορειοανατολικά και ο Άγιος Σέργιος και Βάκχος στα νοτιοανατολικά, η Μέση
(μέση οδός), στην οποία τελούνταν οι θρίαμβοι και αργότερα σημαντικές πολιτικές και θρησκευτικές
πομπές, η βιβλιοθήκη και η περίστυλη αυλή που ονομαζόταν Βασιλική, και τα φόρα του Κωνσταντίνου και
του Θεοδοσίου. Ακόμη ανατολικότερα, κατεβαίνοντας προς τα τείχη της θάλασσας, η τοπογραφία αυτής
της περιόδου είναι ασαφής, ελλείψει ευρημάτων, αλλά θα μπορούσε να περιλαμβάνει αυτοκρατορικούς
κήπους και αριστοκρατικές επαύλεις.
2 Υπάρχει σαφής συγγένεια μεταξύ αυτών των αυτοκρατορικών κήπων και των ρωμαϊκών
αυτοκρατορικών επαύλεων, όπως αυτή του Αδριανού στο Τίβολι, και το Παλάτι του Φλαβιανού στη Ρώμη,
ενώ ομοιότητες βλέπουμε και στην τυπολογία της έπαυλης με προστώο της ύστερης αρχαιότητας.
3 Στα νότια υπήρχαν διάφορα άλλα παλάτια, συμπεριλαμβανομένου και εκείνο του Ορμίσδα, που
κατελάμβανε μία ασαφή έκταση αλλά που σύμφωνα με τον Bolognesi, εκτεινόταν στην περιοχή του
κατώτερου τμήματος ή αλλιώς του Ιερού Παλατίου.
ΠΡΙΓΚΗΠΟΣ
ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΕΡΑΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΝ ΧΑΛΚΗΔΟΝΟΣ
Ἡ Πρίγκηπος ἡ μεγαλύτερα εἰς ἔκτασιν νῆσος τοῦ ὁμωνύμου συμπλέγματος νήσων της Προποντίδος
καλύπτει 5.400 χμ. και περίπου 600 ἐκτάρια. Έχει τέσσαρας λόφους, ἐκ των ὁποίων ὁ τοῦ Ἁγίου
Γεωργίου (Γιουτζὲ Τεπέ) με ὕψος 203 μέτρα είναι ὁ ὑψηλότερος, ὁ δε τοῦ Χριστού ὁ πλησιέστερος προς
αὐτὸν έχει ὕψος 163 μέτρα.
Κατά την ἀρχαιότητα ὠνομάζετο τοῦ Πρίγκηπος, Πριγκήπου, ἢ Πρίγκηπος, ἀπὸ το γεγονός ότι ἧτο
τόπος ἀναψυχῆς ἢ περιορισμοῦ των μελών των βασιλικών οἰκογενειῶν ἢ άλλων πριγκήπων
(πριγκηπισσῶν). Ἐπίσης ἐγνωρίζετο και ως Μεγάλη, διότι ἧτο ἡ μεγαλύτερα νῆσος των
Πριγκηποννήσων, εξ ου και ἡ τουρκική Μπουγιοὺκ Ἀντᾶ.
42
ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΥΔΟΥΝΑΣ
Η ιερά μονή του αγίου Γεωργίου του Κουδουνά στην Πρίγκηπο γίνεται τόπος συνάντησης χριστιανών
και μουσουλμάνων κάθε χρόνο στην εορτή του αγίου (23 Απριλίου). Ας δούμε μια εκτενή περιγραφή από
την κα Ράλλη Παπαγεωργίου.
H κυρία που βρισκόταν στο ίδιο φαιτόν (αλογάμαξα) με εμάς ήταν μουσουλμάνα. Γιατί όμως πήγαινε στο
μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου και μάλιστα ανήμερα του ορθόδοξου Πάσχα; Το πρώτο σχόλιό μας ήταν
για την κακή κατάσταση του δρόμου.
Στην Πρίγκηπο, όλοι οι δρόμοι είναι σκαμμένοι! Τελικά τη ρώτησα, «δεν είστε μουσουλμάνα;». «Είμαι».
«Τότε γιατί πηγαίνετε σε ελληνορθόδοξο μοναστήρι;» «Ορθόδοξος, μουσουλμάνος, δεν έχει σημασία».
«Γιατί πηγαίνετε;» επιμένω εγώ... «Πίστη!».
Έμεινα άφωνη με την απάντηση! Μια μουσουλμάνα πιστεύει στον Άγιο Γεώργιο! Μου εξήγησε πως πάει
για να κάνει ευχή. Είναι η 4η ή η 5η φορά που πηγαίνει, ενώ ο γιος της δεύτερη. «Πραγματοποιήθηκαν οι
ευχές σας;», τη ρωτάω. «Ναι», μου λέει, ενώ ο γιος της, αν και απογοητευμένος, επιμένει πιστεύοντας πως
ίσως αυτήν -την 3η φορά- και η δική του ευχή πραγματοποιηθεί.
Φτάνοντας στους πρόποδες του λόφου που βρίσκεται το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου του Κουδουνά, το
θέαμα είναι εκπληκτικό!!! Χιλιάδες άνθρωποι ανεβαίνουν την ανηφόρα που οδηγεί στο μοναστήρι! Είναι
κυρίως μουσουλμάνοι! Οι Έλληνες είναι ελάχιστοι. Μου το είχαν επισημάνει και το προηγούμενο βράδυ
της Ανάστασης στην εκκλησία του Πατριαρχείου, «φέτος δεν ήρθαν τόσοι πολλοί από Ελλάδα».
Άνδρες, γυναίκες, παιδιά ανηφορίζουν κρατώντας στα χέρια τους μια... κουβαρίστρα! Πολύχρωμες
κλωστές κατά μήκος του δρόμου δίνουν χρώμα στο ήδη ανοιξιάτικο περιβάλλον. Οι άνθρωποι δένουν
μικρές κορδέλες ή μαντιλάκια στα κλαδιά των δέντρων, αφήνουν σημειώματα ή ζωγραφιές, για να τους
προστατεύει ο Άγιος από κάθε κακό, να αγοράσουν ένα σπίτι, να βρουν καλύτερη δουλειά, να τους
αγαπήσει αυτός που θέλουν. «Το όνομα του Βεντούτ, στην καρδιά του, πρόσθεσε την αγάπη μου γι’ αυτόν,
ας με αγαπήσει σε παρακαλώ!..».
Με τη φίλη μου τη Γιασεμίν διασχίζουμε δύσκολα τον πετρόχτιστο δρόμο. Είχε επισκεφθεί το μοναστήρι
μικρή, όταν είχε έρθει με τους γονείς της από το Βέλγιο, αλλά δεν θυμάται και πολλά... Η ανηφόρα γίνεται
πιο απότομη και κουραστική, και ο κόσμος περισσότερος. Αριστερά η θέα της θάλασσας του Μαρμαρά και
η Πόλη από μακριά είναι μαγευτική. Μια κοπέλα μας προσφέρει κύβους ζάχαρης. «Τι είναι αυτό;», τη
ρωτάμε. Έκανε ευχή, λέει, και πραγματοποιήθηκε. Η φίλη της μας εξηγεί πως όταν η ευχή σου
πραγματοποιηθεί, την επόμενη χρονιά πρέπει να επιστρέψεις στην εκκλησία και να μοιραστείς τη... γλύκα
της ευχής σου με όλους! «Τι ευχήθηκες;» ρώτησα τη νεαρή, γύρω στα 23-24 φαινόταν. «Να βρω δουλειά
σε σχολείο». «Και βρήκες;». «Ναι», απαντά με ένα διάπλατο χαμόγελο ευτυχίας. «Ε, συγχαρητήρια τότε».
Ανεβαίνοντας παρατηρώ πως υπάρχουν και άλλοι που κρατούν στα χέρια τους κουτιά με ζάχαρη. Μεγάλη
επιτυχία ο Άγιος στους μουσουλμάνους, μονολογώ.
Αρκετά μέτρα πριν από την εκκλησία ξεκινά η ουρά για να εισέλθεις. Την προσπερνάμε με τη Γιασεμίν
(ένεκα της δημοσιογραφικής ταυτότητας) και πάμε στην είσοδο του ναού. Απίστευτο! Μοναχοί πουλούν
κεριά και μικρά κουδουνάκια (Άγιος Γεώργιος Κουδουνάς) στους μουσουλμάνους, που συνωστίζονται για
να... ανάψουν το κερί και να φιλήσουν την εικόνα της Παναγίας και του Αγίου Γεωργίου. Μια γυναίκα με
μαντίλα, υψώνοντας τα χέρια προς τα πάνω, όπως προσεύχονται δηλαδή οι μουσουλμάνοι, επαναλαμβάνει
μάλλον ψιθυριστά την ευχή της μπροστά από την εικόνα της Παναγίας. Μια γυναίκα... μαντιλοφορούσα!
Γιορτή του παιδιού και γιορτή του αγίου Γεωργίου.
Η ΗΜΕΡΑ της ονομαστικής εορτής του Αγίου Γεωργίου ταυτίστηκε φέτος με τη γιορτή του παιδιού στην
Τουρκία. Για τους ορθόδοξους μπορεί η γιορτή να μεταφέρθηκε, όμως οι μουσουλμάνοι είναι... τυπικοί,
όπως εδώ και πολλά χρόνια. «Στις 23 Απριλίου και στις 24 Σεπτεμβρίου ερχόμαστε», μου είχε είπε η
συμπαθητική κυρία στο φαιτόνι. Το βλέμμα μου πέφτει στη Χάλκη. Η Θεολογική Σχολή δεν φαινόταν από
το σημείο που βρισκόμουνα, όμως την είχαμε δει όταν περνούσαμε με το βαπόρι, βουβή ανάμεσα στα
δέντρα.
Αν και απόγευμα ο ήλιος καίει... Ο κόσμος συνεχίζει να έρχεται, ενώ κάποιοι φαίνεται να έχουν
προετοιμαστεί να περάσουν τη νύχτα τους εκεί, δίπλα στο μοναστήρι. Τελικά, τα θαύματα δεν έχουν
θρησκεία και η πίστη είναι η ανάγκη του ανθρώπου να πιστέψει πως μπορεί να τα καταφέρει!
Κατηφορίζοντας μαζέψαμε πολλούς κύβους ζάχαρης με τη Γιασεμίν. «Έκανες ευχή;» τη ρωτάω. «Ναι»
μου απαντά, «εσύ;». Κι εγώ, να δούμε λοιπόν...
Γράφουν στον τοίχο ευχές
ΣΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ του ναού κάποιες νεαρές κοπέλες έγραφαν σε ένα αλουμινιένο τμήμα του τοίχου την
43
ευχή τους. Οι Τούρκοι αστυνομικοί επιτηρούν τη γραμμή που υπάρχει ακόμα και μέσα στην εκκλησία. Δεν
φαίνεται να τους ενοχλεί, ούτε να ξαφνιάζονται. Μάλλον η πιο ξαφνιασμένη ήμουν εγώ. Μπροστά στην
εικόνα του Αγίου Γεωργίου του Κουδουνά, όλοι... προσκυνούν! Η εικόνα είναι γεμάτη τάματα και πολλά
ρολόγια! Δεν κατάλαβα για ποιο λόγο υπάρχουν τα ρολόγια, αλλά δεν πειράζει...Ούτε χρόνος υπήρχε, ούτε
κάποιος διαθέσιμος να ρωτήσω. Όλοι ήταν είτε απασχολημένοι, είτε απορροφημένοι. Στο πίσω μέρος της
εκκλησίας, πάνω στο βράχο, ορισμένες γυναίκες λιώνουν τους κύβους της ζάχαρης, κολλάνε τα κεριά και
επαναλαμβάνουν ψιθυριστά την ευχή τους. Είναι 4 το απόγευμα και στην ουρά περιμένουν τουλάχιστον
1.000 άτομα ανεβαίνουν.
44
Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΒΛΑΧΕΡΝΩΝ
Η Παναγία των Βλαχερνών ήταν βυζαντινή εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και ένα από τα
σημαντικότερα προσκυνήματα της Παναγίας. Το μνημείο σήμερα δε διασώζεται. Βρισκόταν στη συνοικία
των Βλαχερνών επί των ακτών του Κεράτιου κόλπου.
Στο δεξιό μέρος του ναού βρισκόταν το παρεκκλήσιο, το λεγόμενο «Αγία σορός», όπου φυλάσσονταν το
ωμοφόριο και η τιμία εσθής της Θεοτόκου, και όπου μόνο ο βασιλιάς επιτρεπόταν να εισέλθει. Σήμερα
διασώζεται μόνο το αγίασμα, το καλούμενο λούμα ή λούσμα των Βλαχερνών. Οι εικόνες και τα μαρμάρινα
εκτυπώματα δεν σώζονται.
45
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ
Η μονή συχνότατα μνημονεύεται στα Βυζαντινά συγγράμματα, τόσο στα πολιτικά, όσο και στα
εκκλησιαστικά. Ακόμα πιο συχνά μνημονεύεται στα συναξάρια. Στους τελευταίους μάλιστα αιώνες του
κράτους, ο ναός ήταν άκρως σημαντικός λόγω του πλησίον ανακτόρου των Βλαχερνών. Εδώ
εκκλησιάζονταν στα χρόνια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας ο βασιλιάς και οι αυλικοί. Στην συνοικία
αυτή, την ονομασμένη «Κοσμίδιον», και στην έξω των χερσαίων τειχών χώρα, στρατοπέδευαν όχι μόνο
οι πολιορκήσαντες την Κωνσταντινούπολη Άραβες και Βούλγαροι, αλλά και οι σταυροφόροι.
Παλαιότερα θεωρούνταν πως ο ναός ανεγέρθη από την αυτοκράτειρα Πουλχερία και το σύζυγό της
Μαρκιανό, την περίοδο 450-3. Ασφαλέστερη θεωρείται η χρονολόγησή του την περίοδο του
αυτοκράτορα Ιουστίνου Α' (518-27), όπως παραδίδεται στο έργο του Προκόπιου και σε επιγράμματα της
Παλατινής Ανθολογίας. Η εκκλησία πυρπολήθηκε επί Ρωμανού Διογένη, και στην συνέχεια ο Ανδρόνικος
ο πρεσβύτερος την ανέγειρε και την διεύρυνε. Οι Σταυροφόροι την μετέτρεψαν σε Λατινική. Σώζονται
πολλές επιστολές του Πάπα Ιννοκέντιου προς τον αρχιερέα της εκκλησίας των Βλαχερνών. Σύμφωνα με
την μαρτυρία του Ατταλιώτη, η εκκλησία πυρπολήθηκε το 1070, ξανακτίστηκε και ξαναπυρπολήθηκε το
1434. Από τις πολλές πυρκαγιές που δεινοπάθησε, συμπεραίνουμε ότι η εκκλησία είχε ξύλινη σκεπή,
όπως αυτές του Στουδίου και του Μανουήλου. Λόγω των ιερών κειμηλίων του ναού, πολλοί πιστοί
εκκλησιάζονταν εδώ. Κατά την Άλωση, οι Οθωμανοί βρήκαν τον ναό ερειπωμένο. Αργότερα, το κτήμα
έγινε ιδιοκτησία Οθωμανού, ο οποίος καρπίζονταν τα πλούσια δωρίσματα των Χριστιανών. Επάνω από
το αγίασμα είχε χτιστεί μια κατοικία. Στον περίβολο συγκατοίκησαν Ατσίγκανοι, που είχαν διωχθεί από
τα σπίτια τους. Τον ναό αγόρασε η συντεχνία των Γουναράδων και ανέγειρε έναν ναό επάνω από το
αγίασμα, που σώζεται μέχρι σήμερα.
46
Στον ναό φυλάσσονταν η τίμια εσθής του Θεοτόκου, την οποία οι πατρίκιοι Γάλβιος και Κάνδιδος
μετακόμισαν από την Γαλιλαία, και κατέθεσαν πρώτα στον ναό των Αγίων Πέτρου και Μάρκου
(σήμερα «Κοτζά Μουσταφά πασά»), και ακολούθως στον ναό των Βλαχερνών. Μαζί με τον εσθήτα
αυτόν φυλάσσονταν και το ωμοφόριον της Θεοτόκου, το οποίον ο Ρωμανός Λακαπηνός «ως θώρακα
περιέβαλε και εξήλθε κατά του πολιορκητούντος την πόλιν Συμεών του Βουλγάρου». Από τον ναό
αυτό αφαίρεσαν οι Λατίνοι Σταυροφόροι τον βραχίονα του Αγίου Γεωργίου, το σώμα της Αγίας
Λουκίας, και έναν θαυματουργό σταυρό. Τα κειμήλια αυτά σώζονται σήμερα στην Βενετία.
To Τοπ Καπί
To Τοπ Καπί (τουρκ. Topkapı Sarayı) είναι ανάκτορο που βρίσκεται
στην Κωνσταντινούπολη της Τουρκίας. Χτισμένο σε λόφο που επιβλέπει τοΒόσπορο και
ήταν ακρόπολη του αρχαίου Βυζαντίου, αποτελούσε επίσημη κατοικία των σουλτάνων της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας από τα μέσα του 15ου αιώνα μέχρι την κατασκευή του παλατιού Ντολμά Μπαχτσέ (1853).
Αρχικά γνωστό ως «Νέο Παλάτι» (τουρκ. Yeni Sarayı), έλαβε τη σημερινή ονομασία του κατά το 19ο
αιώνα από παρακείμενη ομώνυμη πύλη. Είναι μέρος των ιστορικών περιοχών της Κωνσταντινούπολης που
ανήκουν συλλογικά στα Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO[1].
Η κατασκευή του χρονολογείται λίγα χρόνια μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από
τον Μωάμεθ Β΄. Τα τείχη που περιβάλουν το παλάτι ανεγέρθηκαν περίπου το 1460 και η κατασκευή τους
ολοκληρώθηκε το 1478. Στη διάρκεια του χρόνου, υπέστη σημαντικές τροποποιήσεις, επεκτάσεις, αλλά
και φυσικές φθορές, συνδυάζοντας την αρχιτεκτονική διαφόρων αιώνων, καθώς νέα κτίσματα
προστίθονταν από τους σουλτάνους.
Το άλλοτε κυβερνητικό κέντρο λειτουργεί από τις 3 Απριλίου του 1924 ως μουσείο και αποτελεί ένα από
τα σημαντικότερα αξιοθέατα της πόλης. Εκτός από τα ιστορικά κτίσματα, στις συλλογές του
περιλαμβάνονται έργα κεραμικής, ισλαμικής καλλιγραφίας, χειρόγραφα, υφάσματα, τεχνουργήματα,
θησαυροί των σουλτάνων, καθώς και ισλαμικά κειμήλια μεγάλης αξίας. Τα κύρια τμήματα του παλατιού
είναι η αυτοκρατορική πύλη (τουρκ. Bâb-ı Hümâyûn), τα τέσσερα προαύλια (Alay Meydanı, Divan
Meydanı, Enderun Avlusu, Sofa-i Hümayun) και το χαρέμι.
47
48
Μεγάλο Παζάρι - Καπαλί Τσαρσί
Grand Bazaar
Το μεγάλο παζάρι άνοιξε το 1461 και είναι μία από τις μεγαλύτερες και παλιότερες στεγασμένες αγορές
του κόσμου, με πάνω από 58 οδούς και 1200 μαγαζιά από τα οποία διέρχονται 250.000 με 400.000
επισκέπτες καθημερινά.Στο παζάρι θα βρείτε κοσμήματα, σουβενίρ , ναργιλέδες, μπρίκια, καρυκεύματα,
χαλιά αλλά και δερμάτινα ή ρούχα και παπούτσια. Να είστε προετοιμασμένοι να αποφύγετε πολλούς
κράχτες που θα σας μιλάνε απλά Ελληνικά και ακόμα και αν δεν ενδιαφέρεστε να αγοράσετε κάτι θα
μπορέσετε να διασκεδάσετε με το γνωστό 'παζάρι', όπου συνήθως θα μπορέσετε να ρίξετε την τιμή κατά
10 με 15%.
Τοποθεσία
Το Μεγάλο Παζάρι βρίσκεται μέσα στην περιτοιχισμένη πόλη της Κωνσταντινούπολης , στη συνοικία του
Φατίχ και στη γειτονιά ( τουρκικά : Mahalle ) που φέρει το ίδιο όνομα («Kapalıçarşı"). Εκτείνεται περίπου
από τα δυτικά προς τα ανατολικά, μεταξύ των τζαμιών του Beyazit και του Nuruosmaniye . Το Παζάρι
είναι εύκολα προσβάσιμο από το Sultanahmet και Sirkeci με το τραμ.
Αρχιτεκτονική
Το IC Bedesten έχει ορθογώνια κάτοψη (43,30 μ x 29,50 μ.). Δύο σειρές από πέτρα προβλήτες, τέσσερις σε
κάθε σειρά, τη διατήρηση τρεις σειρές των κόλπων, πέντε σε κάθε σειρά. Κάθε κόλπο είναι επάνω από ένα
θόλο τούβλο με τυφλό τύμπανο . Στο εσωτερικό και στο εξωτερικό οι τοίχοι έχουν κατασκευαστεί 44
κελάρια ( τουρκικά : Mahzen), θολωτά δωμάτια χωρίς εξωτερικά ανοίγματα. Το φως του ήλιου σε
Bedesten προέρχεται από ορθογώνια παράθυρα τοποθετούνται ακριβώς κάτω από την οροφή: μπορεί να
προσεγγιστεί μέσω ενός ξύλινου περιπατητική. Λόγω των σπάνιων φωτισμό, το οικοδόμημα παρέμεινε
ανοιχτό μόνο μερικές ώρες κάθε μέρα, και ήταν αφιερωμένη στο εμπόριο των ειδών πολυτελείας, πάνω απ
'όλα τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα. Επιπλέον, Mahzen του Bedesten ήταν επίσης χρησιμοποιείται ως
χρηματοκιβώτια. Το κτήριο μπορεί να προσεγγιστεί μέσα από τέσσερις πύλες: Μεταχειρισμένο βιβλίο
Πύλη πωλητές ( τουρκικά : Sahaflar Kapisi) στο Βορρά, Skullcap πωλητές Πύλη ( τουρκικά : Takkeciler
Kapisi) στο Νότο, κοσμηματοπωλεία Πύλη ( τουρκικά : Kuyumcular Kapisi) στο East Gate Γυναίκα και
πωλητής ρούχων ( Τουρκική :. Zenneciler Kapisi) στο West
Η Sandal Bedesten έχει επίσης μια ορθογώνια κάτοψη (40,20 μ x 42,20 μ.), με 12 προβλήτες πέτρα φέρει
20 όρμους επάνω από θόλους τούβλο με τυφλό τύμπανο. Στην περίπτωση αυτή, τα καταστήματα είναι
λαξευμένα μόνο στα εξωτερικά τοιχώματα. Σε δύο οικοδομήματα, κάθε κόλπο συνδέεται με τους άλλους
μέσα από καμάρες από τούβλα δεμένα από δοκάρια κέδρου, και τοιχοποιία γίνεται με μπάζα . Και τα δύο
κτίρια έκλεισαν από σίδηρο πύλες.
Εκτός ο Bedesten, αρχικά οι Μεγάλο Παζάρι δομές χτίστηκαν με ξύλο, και μόνο μετά την πυρκαγιά το
1700, που ξαναχτίστηκε με πέτρα και τούβλα, και καλύπτονται. Όλα τα οικοδομήματα παζάρι, με
εξαίρεση την αγορά εμπόρους γούνας ( τουρκικά : Kürçküler Carsisi ), μεταγενέστερη προσθήκη που είναι
δύο-ιστορία, είναι μια ιστορία. Οι στέγες καλύπτονται κυρίως με κεραμίδια, ενώ το τμήμα που κάηκε το
1954 χρησιμοποιεί τώρα άσφαλτο . Στο παζάρι τεχνητό φως δεν είχε προβλεφθεί, επίσης, για την πρόληψη
των πυρκαγιών, καθώς και το κάπνισμα απαγορεύεται αυστηρά. Οι δρόμοι έξω από το εσωτερικό Bedesten
είναι σχεδόν παράλληλα με αυτό. Εν πάση περιπτώσει, οι ζημιές που προκλήθηκαν από τις πολλές
πυρκαγιές και σεισμοί κατά μήκος των αιώνων, μαζί με τις επισκευές γίνει χωρίς ένα γενικό σχέδιο, έδωσε
στην αγορά - κυρίως στη δυτική πλευρά της - μια γραφική εμφάνιση, με λαβύρινθο της δρόμους και
δρομάκια που διασχίζουν ο ένας τον άλλον σε διάφορες γωνίες.
Κοινωνική ιστορία του το Μεγάλο Παζάρι
Μέχρι την αποκατάσταση μετά το σεισμό του 1894, το Μεγάλο Παζάρι δεν είχε καταστήματα όπως τα
γνωρίζουμε στον δυτικό κόσμο: κατά μήκος των δύο πλευρών των δρόμων εμπόρους κάθισε ξύλινα
ντιβάνια μπροστά από τα ράφια τους. Κάθε ένας από αυτούς πήρε ένα χώρο 6 έως 8 πόδια (1,8 έως 2,4 m)
49
σε μήκος, και 3 έως 4 πόδια (0,91 έως 1,2 m) σε βάθος. Το όνομα αυτού του χώρου ήταν στην τουρκική
Dolap, που σημαίνει πάγκο. Το πιο πολύτιμο πράγματα δεν ήταν στην οθόνη, αλλά διατηρείται σε
ντουλάπια. Μόνο τα ρούχα απαγχονίστηκαν σε μεγάλες σειρές, με ένα γραφικό αποτέλεσμα. Ένας πιθανός
πελάτης θα μπορούσε να καθίσει μπροστά από τον έμπορο, μιλήστε μαζί του και πιείτε ένα τσάι ή έναν
τούρκικο καφέ , σε ένα εντελώς χαλαρό τρόπο. Στο τέλος της ημέρας, κάθε περίπτερο έκλεινε με
κουρτίνες. Μια άλλη ιδιομορφία ήταν η εντελώς έλλειψη της διαφήμισης. Επιπλέον, όπως παντού στην
Ανατολή, οι έμποροι του ίδιου τύπου της καλής βίαια συγκεντρώνεται κατά μήκος ενός δρόμου, η οποία
πήρε το όνομά της από το επάγγελμά τους. Η εσωτερική Bedesten φιλοξένησε το πιο πολύτιμα είδη:
κοσμηματοπωλεία, Armorers, κρυστάλλινα έμποροι είχαν τα μαγαζιά τους εκεί. Η Sandal Bedesten ήταν
κυρίως το κέντρο του μεταξιού εμπορίου, αλλά και άλλα αγαθά για την πώληση ήταν εκεί. Από τα πιο
γραφικά μέρη της αγοράς ήταν - πέρα από τις δύο Bedesten - η αγορά υποδημάτων ( τουρκικά : Pabuççular
παζάρι), όπου χιλιάδες παπούτσια του διαφορετικά χρώματα (Τούρκοι ήταν αναγκασμένοι να φορούν μόνο
κίτρινα παπούτσια, μπλε Έλληνες, Εβραίους και Αρμένιους μαύρο κόκκινο) ήταν στη διάθεση του κοινού
σε υψηλά ράφια, το αλατοπίπερο και βότανα της αγοράς (αργότερα συγκεντρώνονται στο Αιγυπτιακό
Παζάρι ), το οποίο βρισκόταν κοντά στο κοσμηματοπωλεία, την πανοπλία και την αγορά όπλων, την παλιά
αγορά του βιβλίου και την υπαίθρια αγορά.
Ένα από τα 3.000 καταστήματα στο παζάρι
Αυτό το είδος της οργάνωσης εξαφανίστηκαν σταδιακά, αν και στις μέρες μας μια συγκέντρωση της ίδιας
επιχείρησης μήκος των οδικών αξόνων μπορούν να παρατηρηθούν και πάλι:
χρυσά βραχιόλια
Χρυσά βραχιόλια
Έπιπλα
Χαλιά
Δερμάτινα
Δέρμα και casual ρούχα στο Bit ΠΑΖΑΡΙ
Στην πραγματικότητα, ο κύριος λόγος της συγκέντρωσης του εμπορίου σε ένα μέρος ήταν να προσφέρει τη
μέγιστη δυνατή ασφάλεια κατά της κλοπής, φωτιάς και εξέγερση. Τα προϊόντα της Bedesten ήταν
εγγυημένο κατά πάντα εκτός από turmoils. Gates ήταν πάντα κλειστή τη νύχτα, και το παζάρι ήταν
περιπολίες από φύλακες που καταβάλλονται από τους εμπόρους « συντεχνίες . Για να αποκτήσετε
πρόσβαση στο συγκρότημα κατά τις νυχτερινές ώρες, ένα αυτοκρατορικό διάταγμα ήταν απαραίτητη. Η
μόνη επίσημη έναρξη νύχτα κατά τη διάρκεια της ιστορίας του Bazaar συνέβη κατά τη διάρκεια της
γιορτής οργανώνονται για την επιστροφή του Σουλτάνου Abdülaziz από την Αίγυπτο, όταν ο Υπέρτατος
διέσχισε το φωτισμένο αγορά ένα άλογο ιππασίας στους πανηγυρισμούς του λαού. Παρά την τεράστια
σημερινού πλούτου στο Παζάρι κατά τη διάρκεια αιώνων (ακόμα γύρω στα 1870, σύμφωνα με μια αγγλική
ταξιδιώτη μια περιήγηση του εσωτερικού Bedesten εύκολα θα μπορούσε να καταστρέψει μερικές
Rothschild οικογένειες), κλεψιά συνέβη εξαιρετικά σπάνια. Το πιο σημαντικό συνέβη το 1591, όταν 30.000
χρυσά νομίσματα ( τουρκικά : Altın). κλάπηκαν στην παλιά Bedesten . Το γεγονός συγκλόνισε όλη την
Κωνσταντινούπολη. Το Παζάρι παρέμεινε κλειστό για δύο εβδομάδες και οι άνθρωποι βασανίστηκαν, έως
ότου τα χρήματα που βρέθηκε κρυμμένη κάτω από το δάπεδο χαλάκια. Ο ένοχος ήταν ένας νεαρός Πέρσης
, ο πωλητής του Musk . Χάρη στη μεσολάβηση του Σουλτάνου Μουράτ Γ εκτελέστηκε με απαγχονισμό
και όχι από τα βασανιστήρια.
Μια Dolap σε ένα σχέδιο του Cesare Biseo από Edmondo De Amicis εργασίας Costantinopoli »(1882
έκδοση)
Η ηθική των συναλλαγών στην αγορά μέχρι το Τανζιμάτ ηλικία (μισό του 19ου αιώνα) ήταν αρκετά
διαφορετικό από το σύγχρονο: αδιαφορία για το κέρδος, χωρίς φθόνο στις επιτυχίες των άλλων εμπόρων
και μια ενιαία και σωστή τιμή ήταν περίεργη χαρακτηριστικά του κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής
παζάρι χρυσή εποχή του. Ο λόγος για μια τέτοια συμπεριφορά έγκειται εν μέρει στην ηθική του Ισλάμ, και
εν μέρει στο σύστημα των συντεχνιών που παρείχε μια ισχυρή κοινωνική δίχτυ ασφαλείας για τους
εμπόρους. Στη συνέχεια, η δυτικοποίηση της οθωμανικής της κοινωνίας των πολιτών και η επιρροή των
εθνικών μειονοτήτων προκάλεσε την εισαγωγή της εμπορικής ηθικής στην οθωμανική κοινωνία.
Δεξιά κατά τη διάρκεια του εκδυτικισμού της Οθωμανικής Εταιρείας, το Μεγάλο Παζάρι έγινε
υποχρεούνται τόπος της ρομαντικής λογοτεχνίας. Οφείλουμε συναρπαστικές περιγραφές του Bazaar στα
μέσα του 19ου αιώνα με συγγραφείς όπως Edmondo De Amicis και Θεόφιλος Γκοτιέ .
Μια άλλη ιδιαιτερότητα της αγοράς κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής ηλικία ήταν η παντελής έλλειψη
εστιατόρια. Η απουσία των γυναικών στην κοινωνική ζωή και οι νομάδες συμβάσεις στην τουρκική
κοινωνία έκανε την έννοια του αλλοδαπού εστιατόριο. Οι έμποροι έφεραν το γεύμα τους σε ένα κουτί που
50
ονομάζεται sefertas τροφίμων, και η μόνη τροφή για την πώληση ήταν απλά πιάτα, όπως γύρος κεμπάπ ,
tavuk göğsü (ένα γλυκό που παρασκευάζεται με στήθος κοτόπουλο, γάλα και ζάχαρη ροδόνερο σκορπιστεί
σε αυτό) και τούρκικο καφέ. Αυτό απλά πιάτα παρασκευάζονται και σερβίρονται σε μικρά διώροφα
περίπτερα τοποθετούνται στη μέση του δρόμου. Το πιο διάσημο μεταξύ αυτών των περιπτέρων είναι το
ένα - που εξακολουθούν να υπάρχουν, αλλά δεν λειτουργούν πια - που τοποθετούνται κατά τη διέλευση
των Halıcılar Caddesi και ACI Çesme Caddesi. Προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι Σουλτάνου Μαχμούτ Β
ήρθε στη μεταμφίεση συχνά να τρώνε πουτίγκα του. Το Παζάρι ήταν στην εποχή Οθωμανικής ο τόπος
όπου ο Istanbullu (έτσι ονομάζονται οι κάτοικοι της πόλης) θα μπορούσε να δει ο ένας τον άλλο. Δεν είναι
μόνο η αγορά ήταν το μόνο μέρος στην πόλη όπου οι κυρίες θα μπορούσε να πάει σχετικά εύκολα, (και το
γεγονός αυτό έκανε ο τόπος ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα για τους Ευρωπαίους που επισκέφθηκε την πόλη),
αλλά - κυρίως από το Τανζιμάτ ηλικία - ήταν επίσης η μόνη δημόσιο χώρο, όπου ο μέσος πολίτης είχε την
ευκαιρία να συναντηθεί τυχαία τα μέλη του και το χαρέμι του Δικαστηρίου.
Παζάρι για τους εμπόρους ήταν οργανωμένοι σε συντεχνίες. Προκειμένου να καθοριστεί ένα νέο, ήταν
απαραίτητες μόνο για να έχουν αρκετά εμπόρους του ίδιου εμπορεύματος. Στη συνέχεια, ένα μονοπώλιο
διαμορφώθηκε και ο αριθμός των εμπόρων και των καταστημάτων πάγωσε. Θα μπορούσε να γίνει
αποδεκτή μόνο στο συντεχνία μέσω cooptation, είτε ως γιος του αποθανόντος μέλους, ή μετά την
καταβολή κατάλληλο ποσό για ένα μέλος που ήθελε να αποσυρθεί. Ο σεφ του τάγματος ήταν ένας
δημόσιος υπάλληλος που ονομάζεται Kethüda. Ήταν που καταβάλλονται από την συντεχνία, αλλά
διορίζεται από το καδή της Κωνσταντινούπολης. Σταθεροποίηση των τιμών και των φόρων ήταν θέμα της
Kethüda. Ήταν ενωμένα μεταξύ τους με έναν εκπρόσωπο των κρατών μελών της συντεχνίας, που
ονομάζεται Yiğitbaşı (στα αγγλικά: Αρχηγός των γενναίων νεαρών υποτρόφων). Αυτές οι δύο αξιωματικοί
πλαισιώνεται από το συγκρότημα από τις παλαιότερες, μη αναγκαστικά παλιά σε ηλικία, αλλά πιο
έμπειρους εμπόρους . Παράλληλα με τις συντεχνίες, υπήρχαν καθαρά θρησκευτικές οργανώσεις, που
ονομάζεται tariks fütüvvet. Τα μέλη τους συναντήθηκαν στο Dervish μοναστήρια και εκτελούνται
θρησκευτικές λειτουργίες. Οι οργανώσεις αυτές γίνεται όλο και λιγότερο σημαντική με το χρόνο λόγω του
αυξημένου βάρους της ελληνικής, αρμενικής και Εβραίοι έμποροι στο εμπόριο παζάρι. Κάθε συντεχνία
είχε μια οικονομική υπηρεσία που συλλέγονται μια μέτρια μηνιαία αμοιβή από τα μέλη της και
διαχειρίστηκε τη φροντίδα των αναγκών του κάθε συνδεδεμένο πρόσωπο. Οι συντεχνίες χάσει όλο και
περισσότερο τη σημασία τους κατά τη διάρκεια του Τανζιμάτ περιόδου, και καταργήθηκαν το 1913, έχει
αντικατασταθεί από μια ένωση εμπόρων Bazaar. Σήμερα, υπάρχουν αρκετές εμπορικές ενώσεις στο
Παζάρι, αλλά κανένας δεν είναι αντιπροσωπευτικό του συνόλου της κοινότητας πωλητή.
Το Μεγάλο Παζάρι σήμερα
Σήμερα, το Μεγάλο Παζάρι είναι μια ακμάζουσα συγκρότημα, που απασχολούν 26.000 άτομα που
επισκέφθηκε μεταξύ 250.000 και 400.000 επισκέπτες καθημερινά, και ένα από τα σημαντικότερα ορόσημα
της Κωνσταντινούπολης. Θα πρέπει να αγωνιστούμε τον ανταγωνισμό από τα γιγαντιαία εμπορικά κέντρα
χτίστηκε παντού στην Κωνσταντινούπολη, αλλά η ομορφιά και η γοητεία του αντιπροσωπεύουν μια
τρομερή πλεονέκτημα για αυτό. Σύμφωνα με τον επικεφαλής του το Μεγάλο Παζάρι Artisans Ένωση, το
συγκρότημα ήταν το 2011 - το έτος 550α γενέθλιά του -. Το πιο επισκέφθηκε μνημείο στον κόσμο. Ένα
σχέδιο αποκατάστασης από το 2012 θα πρέπει να ανανεώσουν τις υποδομές του, τη θέρμανση και το
φωτισμό συστήματα. Επιπλέον, ο Hans στο εσωτερικό της αγοράς θα ανακαινιστεί και μεταγενέστερες
προσθήκες θα κατεδαφιστεί. Το έργο αυτό θα πρέπει να λύσει επιτέλους τα μεγάλα προβλήματα της
αγοράς: για παράδειγμα, σε ολόκληρο το παζάρι, δεν υπάρχει σωστή εγκατάσταση τουαλέτας . Επιπλέον, η
έλλειψη των ελέγχων τα τελευταία χρόνια επέτρεψε σε πολλούς εμπόρους να αφαιρέσετε στήλες και
Κύκλοι τοίχους στα μαγαζιά τους για να κερδίσουν χώρο: Αυτό, σε συνδυασμό με την αντικατάσταση του
μολύβδου (κλαπεί τα τελευταία χρόνια) με σκυρόδεμα για την αγορά του οροφή, έχει δημιουργήσει ένα
μεγάλο κίνδυνο, όταν ο σεισμός αναμένεται στην Κωνσταντινούπολη τα επόμενα χρόνια θα συμβούν.
Το Μεγάλο Παζάρι είναι ανοιχτό κάθε μέρα εκτός Κυριακής και τις αργίες από τις 9:00 έως τις 19:00.
51
Οδός του Πέραν
Στην οδό του Πέρα η οποία έχει ολικό μήκος περίπου 3,5χλμ ξεκινά από την πλατεία Ταξίμ καικαταλήγει στην
πλατεία του Τούνελ όπου αρχίζει και το ιστορικό μετρό –μήκους μόλις 1,5χλμπου καταλήγειστην άνω πλευρά του
Κερατίου κόλπου.Στην μεγάλη οδό του Πέραν εάν την αρχίσουμε από την πλατείαΤαξίμ κατεβαίνοντας θα δούμε
πολλά ιστορικά κτήρια όπως αυτόπουστεγάζονται τα γραφεία του. Κομμουνιστικού Κόμματος καθώςκαι το ιστορικό
χαμάμ πουσήμερα λειτουργεί σαν καφέ στηναριστερή πλευρά του δρόμου.Εκεί σήμερα που βρίσκονται
ταΣτάρμπακς παλαιότερα ήταν ένααπό τα ελληνικά μαγαζιά που υπέστη φθορές στα Σεπτεμβριανάτου1955.
Κατεβαίνοντας προτού φτάσουμε στο ύψος του Ελληνικούπροξενείου που στεγάζεταιστο Σησμανόγλειον Μέγαρο,
θα δούμεπληθώρα καφέ και μπουτίκ.Στα μέσα της οδού περίπου θα δούμε το ιστορικό κτήριοΣησμανόγλειο , λίγο
μετά το ÇiçekPasaji καθώς και το ιστορικόλύκειο του Γαλατά ένααπό τα παλαιότερα εκπαιδευτικά ιδρύματα στην
Πόλη.Η περιοχήφιλοξενούσε έναν μεγάλο αριθμό
Ομογενειακών/Ελληνικών καταστημάτων μέχρικαι το 1960.Υπέστη μεγάλες καταστροφές το1955 και από τότε σιγά
σιγά το Ελληνικό στοιχείοτης περιοχής-που κάποτε άγγιζε τις 34,000 άρχισε να υποχωρεί. Σήμερα πολλά σπίτια θα
δείτε πως είναιεγκαταλελειμμένα και αυτόεξ'αιτίας του νομικού καθεστώτος στο οποίο έχουν περιέλθει πολλάαπό
αυτά.
52
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης υπήρξε το αποτέλεσμα της πολιορκίας της βυζαντινής πρωτεύουσας,
της οποίας Αυτοκράτορας ήταν ο Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος, από τον οθωμανικό στρατό, με
επικεφαλής τον σουλτάνο Μωάμεθ Β'. Η πολιορκία διήρκεσε από τις 6 Απριλίου έως την Τρίτη, 29 Μαϊου
1453 (Ιουλιανό ημερολόγιο). Όταν τελικά η Κωνσταντινούπολη αλώθηκε, η υπερχιλιετήςΒυζαντινή
Αυτοκρατορία έπαψε να υπάρχει.
Το Βυζάντιο ήταν ήδη εξασθενημένο και διαιρεμένο τους τελευταίους δύο αιώνες, σκιά της παλιάς
Αυτοκρατορίας. Η Άλωση του 1204 από τους Σταυροφόρους και αργότερα, μετά την επανάκτησή της το
1261, οι πολιτικές και θρησκευτικές έριδες, η αδυναμία βοήθειας από την Δύση, η άσχημη οικονομική
κατάσταση και η φυγή ανθρώπινου δυναμικού, οδήγησαν στη σταδιακή εξασθένηση και συρρίκνωση. Η
κατάληψη της Καλλίπολης το 1354 από τους Οθωμανούς, η οποία έφερε ορδές φανατικών μουσουλμάνων
πολεμιστών στην Ευρώπη, σταδιακά κύκλωσε εδαφικά το Βυζάντιο, το οποίο έγινε το 1373 φόρου
υποτελής στον Οθωμανό σουλτάνο. Έτσι, η Άλωση ήλθε ως φυσικό αποτέλεσμα και της αδιάκοπης
επέκτασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην ευρύτερη περιοχή. Οι συγκρούσεις ήταν ιδιαίτερα άνισες
υπέρ των Τούρκων, σε σημείο που να μνημονεύεται από τις πηγές το τετελεσμένο της έκβασης της
πολιορκίας. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται και στον ηρωισμό των πολιορκημένων και ιδιαίτερα του Αυτοκράτορα.
Το γεγονός της πτώσης της «θεοφυλάκτου Πόλεως», άφησε βαθιά ίχνη στις πηγές της εποχής.
Απόρροια της Άλωσης ήταν η συνέχιση της εδαφικής προώθησης των Τούρκων. Κατά τα τέλη του 17ου
αιώνα η Οθωμανική Αυτοκρατορία έφτασε στο απόγειό της, απειλώντας την Βιέννη. Πολλές φορές η
Άλωση της Κωνσταντινούπολης χρησιμοποιείται από τους ιστορικούς ως γεγονός που σηματοδοτεί το
τέλους του Μεσαίωνα και την έναρξη της Αναγέννησης. Πολλοί μάλιστα εξ αυτών συμφωνούν στο ότι η
μαζική μετακίνηση πολλών Ελλήνων από την Κωνσταντινούπουλη στην Ιταλία λόγω της Άλωσης έπαιξε
καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του περιεχομένου και της φιλοσοφίας που ακολούθησαν τα πρόσωπα
της Αναγέννησης.
Κατάσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας
Κατά τα 1.100 χρόνια ζωής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η Κωνσταντινούπολη είχε πολιορκηθεί
αρκετές φορές αλλά μόνο μία φορά είχε πέσει στα χέρια των εχθρών, το 1204 από
τους Σταυροφόρους της Δ' Σταυροφορίας. Μετά το 1204 στην πόλη εγκαθιδρύθηκε ένα αδύναμο Λατινικό
βασίλειο και οι υπόλοιπες περιοχές της Αυτοκρατορίας είχαν διασπαστεί σε επί μέρους βασίλεια. Ένα από
αυτά, η ελληνική Αυτοκρατορία της Νίκαιας κατάφερε να επικρατήσει στην περιοχή και να ανακτήσει την
Πόλη το 1261. Τους επόμενους δύο αιώνες, η εξασθενημένη Βυζαντινή Αυτοκρατορία δεχόταν συνεχείς
επιθέσεις από Λατίνους, Σέρβους, Βουλγάρους και ιδιαίτερα από τους Οθωμανούς Τούρκους. Το 1453
στην Αυτοκρατορία ανήκαν εκτός από την ίδια την Κωνσταντινούπολη και τα περίχωρά της, το
μεγαλύτερο τμήμα της Πελοποννήσου, με επίκεντρο τον Μυστρά. Η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, ένα
ελληνικό κράτος που δημιουργήθηκε το 1204 στην άκρη της Μικράς Ασίας και κατάφερε να επιβιώσει όλο
αυτό το διάστημα, αποτελούσε εντελώς ξεχωριστή από το Βυζάντιο πολιτική οντότητα.
Οι αντίπαλοι ηγέτες
Μωάμεθ Β΄
Στο οθωμανικό στρατόπεδο, ο Μωάμεθ Β', είκοσι ενός μόλις ετών (το 1453), χαρακτήρας, όπως
υποστηρίζει ο βυζαντινολόγος Βασίλιεφ, ιδιαίτερα σκληροτράχηλος, φιλοπόλεμος, υπέκυπτε γενικά σε
κατώτερα πάθη, ταυτόχρονα όμως έδειχνε ενδιαφέρον για την επιστήμη και τη μόρφωση, ενώ κατείχε και
τα χαρίσματα του στρατηγού, του πολιτικού και του οργανωτή. Ο Γ. Σφραντζής αναφέρει ότι ασχολούταν
με ιδιαίτερο ζήλο με τις επιστήμες, κυρίως αστρολογία, διάβαζε παραμύθια και μιλούσε εκτός από
τουρκικά και άλλες πέντε γλώσσες. Οι μουσουλμανικές πηγές εξυμνούν την ευσέβειά του και την
προστασία που παρείχε στους ομόθρησκούς του λογίους.[3]
Η επιθυμία να κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη είχε γίνει έμμονη ιδέα για τον νεαρό σουλτάνο:
διασώζεται ότι έμενε άυπνος για συνεχείς νύχτες, χαράσσοντας στο χαρτί το σχέδιο της πόλης και
σημειώνοντας τα σημεία που μπορούσαν να προσβληθούν ευκολότερα. Αφού αποφάσισε να δώσει το
τελικό χτύπημα στην Πόλη, ο Μωάμεθ άρχισε να εργάζεται με εξαιρετική προσοχή. Πρώτα έκτισε, στα
53
βόρεια της πόλης, στις ευρωπαϊκές ακτές τουΒοσπόρου, στο πιο στενό σημείο του, ένα ισχυρό φρούριο,
το Ρούμελι Χισάρ [ή Μπογάζ Κεσέν στα τουρκικά ("Λαιμοκόφτης")]. Τα κανόνια που τοποθετήθηκαν εκεί
ήταν ό,τι πιο προηγμένο είχε να επιδείξει η πολεμική τεχνολογία της εποχής. Αυτή η ενέργεια προκάλεσε
ιδιαίτερη ανησυχία στους Βυζαντινούς, που πίστεψαν πια ότι πλησιάζει το τέλος τους. Το οχυρωματικό
αυτό έργο απέκοπτε, σε συνδυασμό με το προϋπάρχον οχυρό στην απέναντι ασιατική ακτή (Ανατολούχισάρ), την θαλάσσια επικοινωνία της Κωνσταντινούπολης με τα λιμάνια του Εύξεινου πόντου, στερώντας
έτσι πολύτιμες ενισχύσεις και εφόδια για την πόλη[4]. Αμέσως μετά, ο Μωάμεθ Β' έστειλε τον Τουραχάν
μπέη να εισβάλει στις βυζαντινές περιοχές της Πελοποννήσου, για να εμποδίσει την αποστολή ενισχύσεων
από τους αδελφούς του Κωνσταντίνου, οι οποίοι διοικούσαν το Δεσποτάτο του Μυστρά[5].
Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος
Η περιοχή που αναγνώριζε την εξουσία του τελευταίου Βυζαντινού Αυτοκράτορα, περιοριζόταν στην
Κωνσταντινούπολη, με τις πλησιέστερες προς αυτήν εκτάσεις της Θράκης, καθώς και το μεγαλύτερο μέρος
τηςΠελοποννήσου (Μορέως), η οποία βρίσκονταν μακριά από την βασιλεύουσα και κάτω από την
ουσιαστική κυριαρχία των αδελφών του Αυτοκράτορα.
Ο Κωνσταντίνος ΙΑ' κατέβαλε γενναιόδωρες προσπάθειες να περισώσει από την Αυτοκρατορία ό,τι ήταν
δυνατό, ο ίδιος ως χαρακτήρας διακρινόταν για την ενεργητικότητα και την ανδρεία του.
Ένας Ιταλός ανθρωπιστής, οΦραντσέσκο Φίλελφο, τον χαρακτηρίζει ως άνθρωπο «με ευσεβές και
ανώτερο πνεύμα». Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι ο βυζαντινός Αυτοκράτορας κατέβαλε κάθε δυνατή
προσπάθεια σε αυτόν τον άνισο αγώνα, μετέφερε στην πόλη όλες τις ποσότητες σιτηρών που ήταν δυνατόν
να συγκεντρωθούν και επισκεύασε τα τείχη της πόλης. Η είσοδος του Κεράτιου κόλπου κλείσθηκε με
βαριά αλυσίδα, όπως συνέβαινε κάθε φορά σε επικείμενες καταστάσεις πολιορκίας για να αποτραπεί η
διείσδυση του εχθρικού στόλου. Η φρουρά της πόλης όμως μόλις έφθανε τις λίγες χιλιάδες.
Ο Αυτοκράτορας στράφηκε για βοήθεια και προς τα κράτη της Δύσης. Τελικά σοβαρές στρατιωτικές
ενισχύσεις δεν κατέφθασαν ποτέ στην πόλη. Αντί για στρατιωτική βοήθεια στην Κωνσταντινούπολη
έφθασε ένας καρδινάλιος, ελληνικής καταγωγής, ο Ισίδωρος, που είχε λάβει παλαιότερα μέρος
στην Σύνοδο της Φλωρεντίας. Ο Ισίδωρος τέλεσε και μια λειτουργία στην Αγία Σοφία, το γεγονός αυτό
όμως προκάλεσε μεγάλη αναταραχή μεταξύ του πληθυσμού της πόλης. Ένας από τους πιο σημαντικούς
βυζαντινούς στρατηγούς του Αυτοκράτορα, ο Λουκάς Νοταράς, είπε:
Ο Οθωμανικός στρατός
Ίσως να θεωρείται βέβαιο από τις πηγές ότι ο στρατός του Μωάμεθ Β' ήταν τουλάχιστον 150.000 άντρες.
Σύμφωνα όμως με νεότερους ιστορικούς τα τακτικά στρατεύματα πρέπει να έφταναν τους 80.000-100.000
στρατιώτες, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν από τις ευρωπαϊκές και ασιατικές επαρχίες[6]. Σε αυτούς
συμπεριλαμβάνονταν το επίλεκτο σώμα 12.000 γενιτσάρων και αρκετοί χριστιανοί υποτελείς των
Οθωμανών[7]. Το στράτευμα συνίστατο σε πεζικό, ιππικό, πυροβολικό. Επίσης υπήρχαν ελαφρά σώματα
από τοξότες, σφενδονιστές και ακοντιστές. Όλοι οι πολεμιστές ήταν πολύ καλά εξοπλισμένοι με κάθε
είδους όπλο, αμυντικό ή επιθετικό και έφεραν ασπίδες, επενδυμένες με σίδερο, κράνη, τόξα και βέλη, ξίφη
και οτιδήποτε άλλο θεωρούνταν κατάλληλο για τειχομαχία. Ο στρατός ήταν άριστα εκπαιδευμένος και
οργανωμένος και επικρατούσε μεγάλος ενθουσιασμός. Ο οθωμανικός στρατός φαινόταν πολύ μεγαλύτερος
γιατί τον ακολουθούσε μεγάλος αριθμός από επικουρικό προσωπικό. Επί πλέον είχαν συγκεντρωθεί
ατελείωτα πλήθη Τούρκων ατάκτων, που τους προσέλκυσε η προοπτική της λεηλασίας[8]. Επίσης
πολυάριθμοι φανατικοί μουσουλμάνοι μοναχοί (δερβίσηδες) και ιερωμένοι κυκλοφορούσαν ανάμεσα
στους στρατιώτες και με κηρύγματα τόνωναν την πολεμική ορμή τους.
Ο Μωάμεθ γνώριζε ότι χωρίς να μπορέσει πρώτα να ελέγξει την θαλάσσια περιοχή της πόλης πολύ
δύσκολα θα κατάφερνε την άλωση της μόνο από την ξηρά. Γι΄ αυτό αποφάσισε να δημιουργήσει ένα
ισχυρό στόλο που αποτελούνταν από 6 τριήρεις (οι οποίες αντί για τρεις παράλληλες σειρές κωπήλατων
που είχαν οι αρχαίες, αυτές είχαν μία με τρεις κωπηλάτες), 10 διήρεις, περίπου 15 γαλέρες, περίπου
70 φούστες, 20 παραντάρια και έναν άγνωστο αριθμό από καΐκια και κότερα[9]. Το μέγεθός του πρέπει να
έφτανε τις 150 μονάδες[10]. Ο σουλτάνος προσωπικά επέλεξε με προσοχή τους αξιωματικούς που θα τον
στελέχωναν, ενώ ως διοικητή του επέλεξε έναν Βούλγαρο εξωμότη, τον Σουλεϊμάν Μπαλτόγλου[11].
54
Όμως εκεί πού έδωσε την μεγαλύτερη προσοχή ο σουλτάνος ήταν στην κατασκευή πυροβόλων που θα
μπορούσαν να καταστρέψουν τα ισχυρά τείχη που προστάτευαν την Κωνσταντινούπολη. Ο Μωάμεθ Β'
υπήρξε ο πρώτος στρατιωτικός ηγέτης που είχε στην διάθεσή του πραγματικά οργανωμένο πυροβολικό. Ο
άνθρωπος που το αναβάθμισε και το έκανε το καλύτερο της εποχής του ήταν ένας επιδέξιος τεχνίτης, ο
Ουρβανός, ο οποίος ήταν ουγγρικής ή σαξονικής καταγωγής[12]. Το μεγαλύτερο πυροβόλο που έφτιαξε ο
Ουρβανός είχε μήκος 8 μέτρα και εκτόξευε πέτρινα βλήματα βάρους περίπου 400 κιλών. Συνολικά το
οθωμανικό πυροβολικό είχε 70 πυροβόλα από τα οποία τα 11 εκτόξευαν βλήματα 250 κιλών και πάνω από
50 χρησιμοποιούσαν βλήματα 100 κιλών. Με αυτά ο Μωάμεθ σχημάτισε 14 πυροβολαρχίες, 9 από τις
οποίες περιλάμβαναν μικρότερου διαμετρήματος πυροβόλα και 5 που περιλάμβαναν τα μεγαλύτερα
πυροβόλα[13]. Ο ιστορικός Κριτόβουλος χαρακτηριστικά αναφέρει ότι οι υπόνομοι και οι υπόγειοι
διάδρομοι που άνοιγαν οι Τούρκοι κάτω από τα τείχη αποδείχθηκαν εντελώς περιττοί καθώς τα κανόνια
έδωσαν την λύση στο θέμα. Ακόμη και μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα ήταν ορατά σε πολλά σημεία της
πόλης τα τεράστια βλήματα που βρίσκονταν στην ίδια θέση που είχαν πέσει το 1453[14].
Οι υπερασπιστές της Κωνσταντινούπολης
Σχετικά με το στρατό των αμυνόμενων, εγκυρότερη θεωρείται η αναφορά του Σφραντζή, ο οποίος ανέλαβε
την καταμέτρηση των δυνάμεων κατ’ εντολή του αυτοκράτορα. Ο Σφραντζής αναφέρει 4.937 βυζαντινούς
και περίπου 2000 ξένους[15]. Από τους ξένους ξεχωρίζαν οι 700 κατάφρακτοι στρατιώτες που έφθασαν
στην βυζαντινή πρωτεύουσα τον Ιανουάριο του 1453 με δύο γενουατικά πλοία. Ο Κωνσταντίνος ΙΑ'
Παλαιολόγος απένειμε στον αρχηγό τους Ιωάννη Ιουστινιάνη Λόνγκο, έμπειρο πολεμιστή, τον τίτλο
του πρωτοστάτορος (αρχιστρατήγου) και του ανέθεσε την άμυνα της πόλης[16]. Σε κάθε περίπτωση ο
συνολικός αριθμός δεν πρέπει να υπερέβαινε τους 8.500[17].
Οι βυζαντινοί διέθεταν και πυροβολικό, μικρότερο σε μέγεθος διαμετρημάτων σε σχέση με το οθωμανικό.
Χρησιμοποιήθηκε κυρίως στις πρώτες μέρες τις πολιορκίας και μετά σίγησε λόγω της ελάχιστης
ποσότητας πυρίτιδας και βλημάτων, αλλά και τις διαφωνίας στον τρόπο χρήσης αυτών των όπλων [18].
Στην αρχή τις πολιορκίας υπήρχαν στον Κεράτιο κόλπο 26 πλοία πολεμικά. Από αυτά 10 ανήκαν στο
Βυζάντιο, 5 ήταν βενετικά, 5 γενοβέζικα, 3 κρητικά, 1 από την Αγκώνα, 1 από την Καταλωνίακαι 1 από
την Προβηγκία. Υπήρχαν επίσης μικρότερα σκάφη και εμπορικά πλοία των Γενοβέζων που ήταν
ελλιμενισμένα στο Πέραν[19].
Η πολιορκία κράτησε περίπου 3 μήνες και, τελικά, ο σημαντικά ισχυρότερος Μωάμεθ κατέλαβε την
Κωνσταντινούπολη την Τρίτη 29 Μαΐου 1453(αποφράς ημέρα). Μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου οι
Τούρκοι όρμησαν μέσα στην πόλη, αρχίζοντας μαζικές λεηλασίες. Ένα μεγάλο πλήθος πολιτών κατέφυγε
στην Αγία Σοφία, ελπίζοντας να βρει εκεί ασφάλεια. Αλλά οι Τούρκοι διέρρηξαν την κεντρική πύλη και
όρμησαν μέσα στην εκκλησία όπου έσφαξαν το πλήθος. Την ημέρα της πτώσης της Κωνσταντινούπολης, ή
πιθανόν την επόμενη, ο Σουλτάνος εισήλθε επίσημα στην πόλη και πήγε στην Αγία Σοφία, όπου και
προσευχήθηκε. Κατόπιν ο Πορθητής εγκαταστάθηκε στα αυτοκρατορικά ανάκτορα των Βλαχερνών.
Όπως παραδίδει ο Σφραντζής, δόθηκε διαταγή για τριήμερη λεηλασία της πόλης. Άλλες πηγές αναφέρουν
πως ουσιαστικά η λεηλασία έπαυσε μετά την πρώτη ημέρα[37][38]. O ιστορικός Δούκας αναφέρει πως ο
σουλτάνος επιφύλαξε για τον εαυτό του τα οικοδομήματα και τα τείχη της πόλης, αφήνοντας τα υπόλοιπα
αγαθά, τους αιχμαλώτους και τα λάφυρα στη διάθεση των στρατευμάτων[39]. Ο άμαχος πληθυσμός της
Κωνσταντινούπολης θανατωνόταν χωρίς διάκριση.[40] Οι εκκλησίες με επικεφαλής την Αγία Σοφία,
καθώς και τα μοναστήρια με όλο τους τον πλούτο λεηλατήθηκαν και βεβηλώθηκαν, ενώ οι ιδιωτικές
περιουσίες έγιναν αντικείμενο αρπαγής και λαφυραγωγίας. Κατά τη διάρκεια αυτών των ημερών χάθηκαν
αναρίθμητοι πολιτιστικοί θησαυροί. Πολύτιμα βιβλία κάηκαν, κομματιάστηκαν ή πουλήθηκαν σε
εξευτελιστικές τιμές[41]. Ο ιστορικός Κριτόβουλος, που ανήκε στο οθωμανικό στρατόπεδο, αναφέρει ότι
δεν υπήρξε στοιχειώδης οίκτος κατά τις λεηλασίες και η πόλη ερημώθηκε ολοσχερώς.[42]
Επακόλουθα της Άλωσης
Η Ορθόδοξη Βυζαντινή Αυτοκρατορία έπαψε πια να υφίσταται και στη θέση της ιδρύθηκε και
αναπτύχθηκε η Μωαμεθανική Οθωμανική Αυτοκρατορία, της οποίας η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε από
την Αδριανούπολη στην Κωνσταντινούπολη που ονομάστηκε από τους Τούρκους Ισταμπούλ.[43] (από τη
φράση εις την πόλιν) και παρέμεινε έδρα του κράτους ως την οριστική κατάλυσή του το 1922.
55
Το 1456 ο Μωάμεθ Β' απέσπασε από τους Φράγκους την Αθήνα και λίγο αργότερα υπέταξε όλες τις
ελληνικές περιοχές, όπως και την Πελοπόννησο. ΟΠαρθενώνας, που τότε ήταν εκκλησία της Θεοτόκου,
μετατράπηκε με διαταγή του ίδιου σε τζαμί. Το 1461, η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας περιήλθε στην
εξουσία των Οθωμανών. Την ίδια χρονιά καταλήφθηκαν και τα τελευταία υπολείμματα του Δεσποτάτου
της Ηπείρου.
Η πτώση της Κωνσταντινούπολης σηματοδότησε την έναρξη της Τουρκοκρατίας στην Ελλάδα.
Θρύλοι και παραδόσεις
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τονΘεόφιλο Χατζημιχαήλ
Η Πύλη του Χαρίσιου από την οποία μπήκε στην Κωνσταντινούπολη ο Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής όπως
είναι σήμερα. Υπάρχει στα δεξιά μαρμάρινηεπιγραφή που υπενθυμίζει το γεγονός.
Ο τρόπος που θυσιάστηκε ο τελευταίος Αυτοκράτορας, καθώς και ότι δεν διασώθηκαν πληροφορίες για τις
τελευταίες στιγμές του στο πεδίο της μάχης, αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για ποικίλους θρύλους με
κυριότερο αυτόν του «μαρμαρωμένου βασιλιά»[44] που περιμένει την στιγμή να ανακτήσει την Πόλη και
την Αυτοκρατορία του.
Μια λαϊκή χριστιανική παράδοση, αναφέρει ότι τη στιγμή που διέρρηξαν οι Τούρκοι την πύλη της Αγίας
Σοφίας τελούνταν η θεία λειτουργία και ο ιερέας τη στιγμή που είδε τους μουσουλμάνους να ορμούν στο
πλήθος των πιστών, εισήλθε και εξαφανίσθηκε μέσα στον τοίχο, πίσω από το Άγιο Βήμα, που άνοιξε
μπροστά του κατά τρόπο μαγικό. Λέγονταν ότι όταν η Κωνσταντινούπολη θα επανέλθει στα χέρια των
Χριστιανών, ο ιερέας θα βγει από τον τοίχο για να συνεχίσει την λειτουργία[45]. Ένας άλλος θρύλος λέει
ότι ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος στο ένα του χέρι είχε έξι δάχτυλα και αν βρεθεί κάποιος Έλληνας που
έχει έξι δάχτυλα τότε θα ανακτήσει ( ο Κωνσταντίνος ) την Πόλη και την αυτοκρατορία του.
Κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, ο Αμερικάνος ιστορικός Ε. Α. Γκρόσβενορ αναφέρει ότι στην
συνοικία Αμπού Βέφα στην Κωνσταντινούπολη, υπήρχε ένας χαμηλός ανώνυμος τάφος τον οποίο οι
Έλληνες τιμούσαν ως τάφο του Κωνσταντίνου και τον χρησιμοποιούσαν κρυφά ως τόπο προσευχής. Όμως
η Οθωμανική Κυβέρνηση επενέβη εκείνη την εποχή επιβάλλοντας ποινές και ερημώνοντας το μέρος[46].
56
Ο αργιλές
Ο αργιλές ή ναργιλές είναι συσκευή καπνίσματος ασιατικής προέλευσης, στην οποία ο εισπνεόμενος
καπνός φιλτράρεται προηγουμένως σε νερό.
Ονομασία
Ο Ναργιλές είναι ασιατικής επινόησης για πιο άνετο και ταυτόχρονα ευχάριστο κάπνισμα. Η ονομασία του
προέρχεται από τη περσική λέξη "ναργκιούλ" (=είδος ινδικής καρύδας), από την οποία στην αρχή
κατασκευαζόταν πριν χρησιμοποιηθεί αργότερα γυάλινη σφαίρα.
Περιγραφή
Τα βασικά μέρη του αργιλέ είναι τα ακόλουθα τέσσερα:
η γυάλινη σφαίρα (φιάλη),
το μεταλλικό στέλεχος (διπλός σωλήνας),
η εστία ("λουλάς")
ο εύκαμπτος σωλήνας ("μαρκούτσι")
Τρόπος χρήσης
Η γυάλινη φιάλη φέρει καθαρό νερό συνήθως μέχρι τη μέση. Μετά την αεροστεγή σύνδεση με τον
κατακόρυφο σωλήνα τοποθετείται στη πάνω κατάληξή του, που ονομάζεται λουλάς, χαρμάνι καπνού που
πωλείται στο εμπόριο και είναι αρκετά πιο ακίνδυνος σε σχέση με τον καπνό του τσιγάρου (ο καπνός
αυτός παράγεται ειδικά για ναργιλέ). Στη συνέχεια, με μια μεταλλική μικρή τσιμπίδα τοποθετούνται πάνω
στο χαρμάνι, που προηγουμένως έχει συμπιεσθεί ελαφρά με το χέρι, τεμάχια αναμμένου κάρβουνου.
Έτσι μόλις ο καπνιστής αρχίζει να εισπνέει, αραιώνεται ο εντός της φιάλης αέρας, δημιουργείται υποπίεση
και ο καπνός από τον καιόμενο καπνό μαζί με αέρα εισέρχεται δια του κατακόρυφου σωλήνα στη φιάλη
προκαλώντας φυσαλίδες και αναταραχή στο νερό με υπόκωφο θόρυβο.
Το πέρασμα αυτό του καπνού μέσα από το νερό που τον φιλτράρει τον ψύχει και αποτελεί το βασικό
χαρακτηριστικό, το οποίο διαφοροποιεί τον ναργιλέ από άλλες συσκευές καπνίσματος.
Διάδοση
Ο Ναργιλές είναι συνηθισμένος στα μουσουλμανικά κράτη, ενώ σχετικά διαφοροποιημένος απαντάται και
σε άλλες ασιατικές χώρες όπως η Ινδία. Στην Ελλάδα η χρήση του ήταν διαδεδομένη κατά την εποχή
της Τουρκοκρατίας, ενώ συνεχίστηκε και στις αρχές του 2ού αιώνα.
Τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται μια αύξηση στα μαγαζιά που προσφέρουν ναργιλέ τόσο στην Ελλάδα
όσο και στην Ευρώπη, όχι ως καθημερινή συνήθεια αλλά περισσότερο ως δείγμα διαφοροποίησης και
στυλ.
Καπνός ναργιλέ και ο βαθμός επικινδυνότητας του
Το χαρμάνι που καπνίζεται στον ναργιλέ, λανθασμένα, είναι ευρέως διαδομένο ως υγιέστερο από κάθε
άλλη μορφή καπνού, με την πεποίθηση πως δεν διατρέχει κανένα κίνδυνο υγείας, αφού φιλτράρεται από
νερό. Ο καπνός αυτός είναι υγρός και πολλές φορές αρωματισμένος και ονομάζεται τουμπεκί, όμως η
φήμη του σε σχέση με το βαθμό επικινδυνότητας του δε συνάπτει με την επιστημονική κοινή γνώμη.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO) το κάπνισμα ναργιλέ οδηγεί σε έκθεση του χρήστη
σε εισπνεόμενο καπνό με όγκο 100 έως 200 φορές μεγαλύτερο απ' ότι το κάπνισμα ενός τσιγάρου. Έρευνες
έχουν αποδείξει ότι το νερό δεν κατακρατά τις συγκεντρώσεις τοξικών ενώσεων, όπως μονοξείδιο του
άνθρακα, πίσσα, βαριά μέταλλα και διάφορα καρκινογόνα. Η ποσότητα αυτών των δηλητηρίων όπως και
της νικοτίνης, τα οποία εμπεριέχονται στον καπνό του ναργιλέ, είναι ίδια ή και μεγαλύτερη από αυτή που
περιέχει ο καπνός του τσιγάρου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τον εθισμό χάρη στη νικοτίνη, τη μετάδοση
ασθενειών όπως η φυματίωση, πρόκληση γαστρίτιδας και έλκους στο στομάχι λόγω του ελικοβακτηριδίου
του πυλωρού που εμπεριέχεται στον καπνό και μπορεί να μεταδοθεί από χρήστη σε
57
χρήστη, πνευμονίας από τον μύκητα ασπέργιλο που υπάρχει στη μούχλα και που μπορεί να μεταδοθεί και
σε άλλα μέρη του σώματος, όπως οεγκέφαλος, με επιπρόσθετες επιπλοκές.
Επιπρόσθετα έχει παρατηρηθεί πως η χρήση του ναργιλέ μπορεί να προκαλέσει ουλίτιδα (περιοδοντίτιδα)
σε συχνότερη βάση από ότι στους καπνιστές τσιγάρων. Επιπλέον έρευνες στην Αίγυπτο, στην Ιορδανία και
στο Λίβανο έχουν φτάσει στο συμπέρασμα πως η χρήση του ναργιλέ μειώνει τη γονιμότητα στους άνδρες,
αυξάνει τη πίεση και τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου της καρδιάς και την πιθανότητα γέννησης παιδιών με
χαμηλό βάρος γέννησης από γυναίκες καπνιστές ναργιλέ, αντίστοιχα.
Το σουτζούκ λουκούμ
Το σουτζούκ λουκούμ είναι ένα μεγάλο, μακρόστενο λουκούμι που περιέχει ζάχαρη, γλυκόζη,
νεζεστέ, νερό και καρύδια (δεμένα σε σπάγκο). Τα καρύδια μπορούν να αντικαταστήσουν την έλλειψη
ζάχαρης ως γλυκαντική ουσιά.[1] Το σουτζούκ λουκούμ αρχικά εμφανίστηκε στα χαρέμια των σουλτάνων,
ενώ σερβίρεται στα καφενεία μαζί με καφέ και είναι παραδοσιακό κέρασμα στα ορθόδοξα μοναστήρια.
Έχει άρωμα τριαντάφυλλου, γαρίφαλου και κανέλλας.
Ιστορικά στοιχεία
Στη χώρα μας η τέχνη του λουκουμιού έφτασε από την Πόλη στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Με το
πέρασμα των χρόνων οι Έλληνες λουκουμοποιοί έβαλαν καινούργια στοιχεία στην κλασική συνταγή και
τα λουκούμια έγιναν μέρος και της ελληνικής παράδοσης. Σήμερα, τα λουκούμια παράγονται σε πάρα
πολλά μέρη της Ελλάδας, αλλά εκείνα που φημίζονται είναι της Σύρου, το σουτσούκ λουκούμ της
Κομοτηνής και μια παραλλαγή τους οι ακανέδες των Σερρών.
Την τέχνη του λουκουμιού την έφεραν στη Σύρο από την Κωνσταντινούπολη Χιώτες τεχνίτες οι οποίοι
πρόσθεσαν στις πρώτες ύλες τη χιώτικη μαστίχα. Η πρώτη καζανιά στη Σύρο μπήκε το 1832, ενώ η πρώτη
επίσημη σφραγίδα λουκουμοποιού ήταν του Σταματελάκη και εμφανίστηκε το 1837.
Λέγεται πως εκείνο που κάνει τα συριανά λουκούμια μοναδικά είναι το υφάλμυρο νερό της Σύρου. Οι
βιοτεχνίες λουκουμιών, που ήταν κυρίως οικογενειακές επιχειρήσεις, (όπως ο Συριανός λουκουμοποιός
Αντώνης Λειβαδάρας, ο νεότερος) αναπτύχθηκαν στη Σύρο από τη Μικρασιατική Καταστροφή μέχρι τα
τέλη της δεκαετίας του ΄60.
Ο παππούς και συνονόματος του Αντώνη Λειβαδάρα ξεκίνησε να φτιάχνει λουκούμια το 1923 και το 1933
βραβεύτηκε στην Έκθεση Θεσσαλονίκης, ενώ το 1936 πήρε βραβείο και στην Παγκυκλαδική Έκθεση
Παραδοσιακών Προϊόντων. Στη συνέχεια, την τέχνη του τη συνέχισαν τα παιδιά του, Ανδρέας και
Ευάγγελος και σήμερα τα εγγόνια του, Αντώνης και Βασίλης.
«Παλιά, τα λουκούμια τα φτιάχνανε σε καζάνια πάνω στο τζάκι και ανακάτευαν τα υλικά με ξύλινες
κουτάλες. Αργότερα, το τζάκι το αντικατάστησε το πετρέλαιο και σήμερα χρησιμοποιούμε προπάνιο», λέει
στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Αντώνης Λειβαδάρας, που μεγάλωσε ανάμεσα στα λουκούμια, καθώς δούλευε τα
καλοκαίρια στο εργαστήριο του παππού και του πατέρα του. «Από τότε», συνεχίζει, «η γεύση του
λουκουμιού που φτιάχνουμε δεν άλλαξε. Βέβαια, παλιά υπήρχαν μόνο γεύσεις τριαντάφυλλο και μαστίχα.
Στη συνέχεια φτιάξαμε λουκούμια και με άλλες γεύσεις όπως φιστίκι, σοκολάτα, καρύδια με μέλι, ινδική
καρύδα, σουσάμι κλπ.
Εκείνο που κάνει τα συριανά λουκούμια διαφορετικά από τα άλλα δεν είναι μόνο το νερό της Σύρου, αλλά
και το γεγονός ότι εμείς χρησιμοποιούμε μαζί με το νερό και το άμυλο ζάχαρη και όχι γλυκόζη. Φυσικά,
είναι και η τέχνη, πρέπει να είσαι συνέχεια από πάνω και να προσέχεις. Αλλιώς είναι να τα ψήνεις όταν
φυσάει βοριάς και αλλιώς όταν φυσάει νοτιάς». Τέλος, ο Αντώνης Λειβαδάρας αποκαλύπτει πως ένα άλλο
μυστικό είναι ότι εξακολουθεί να τηρεί τη δοσολογία που έχει από τη συνταγή του παππού του και να
μετράει τα υλικά σε οκκάδες.
58
Διαδικασία Παρασκευής
Tο σουτζούκ λουκούμ έχει τη δική του «κρυφή» συνταγή, ώστε να είναι απαλό και μαλακό στην υφή,
γλυκό στη γεύση και μοσχομυριστό, με το καρύδι, τον μούστο και την άχνη ζάχαρη που προστίθεται στο
τέλος. Καρύδια, μούστος και πετιμέζι.
H διαδικασία παρασκευής του αποκτά χαρακτηριστικά ιεροτελεστίας: Περνιούνται σε σπάγκο ένα ένα
ολόκληρα καρύδια. Στη συνέχεια, αφού αλεστεί το μείγμα με τον μούστο, το νερό, τη ζάχαρη και το
πετιμέζι, οι παρασκευαστές βουτούν μέσα στο καζάνι τους σπάγκους με τα καρύδια και τα κρεμούν σε
κολόνες για να παγώσει και να σταθεροποιηθεί το μείγμα στο φυσικό περιβάλλον. Στο τέλος, το
καραμελωμένο, κεχριμπαρένιο χρώμα του λουκουμιού στολίζει η άσπρη άχνη, με την οποία πασπαλίζονται
ένα ένα τα μακρόστενα λουκούμια. Στην γκάμα των μοναδικών στη γεύση γλυκών της Θράκης
συγκαταλέγονται και ο μπακλαβάς, το σεκέρ παρέ, τα κουρκουμπίνια, η τουλούμπα, το σαραγλί, αλλά και
το εξαιρετικό ντουντουρμά καϊμάκι. Aνατολίτικες συνταγές στην πλειονότητά τους, άλλες από την
Tουρκία και άλλες από τη Συρία, παίρνουν διαφορετική όψη και γεύση με το ευωδιαστό φρέσκο,
αγελαδινό και πρόβειο βούτυρο που προσθέτουν οι Θρακιώτες ζαχαροπλάστες.
«Kανείς δεν μπορεί να αντισταθεί στον πειρασμό των σιροπιαστών γλυκών και στην περίεργη όψη του
σουτζούκ λουκούμ. Σήμερα, παράλληλα με το μικρό λουκουμάδικο, στις νέες, σύγχρονες και πλήρως
εξοπλισμένες εγκαταστάσεις μας, πενήντα άνθρωποι εργάζονται καθημερινά και παρασκευάζουν με
ιδιαίτερο μεράκι τα γλυκά αυτά για τα ζαχαροπλαστεία μας σε Kομοτηνή, Ξάνθη και Aλεξανδρούπολη.
Eίναι δύσκολη δουλειά και απαιτεί μαστοριά, ηρεμία, πάθος και φαντασία. H αλήθεια είναι ότι έχω
καταφέρει να μεταδώσω στους συνεργάτες μου αρκετή από τη λατρεία που τρέφω για τη δουλειά μου και
έχω προσωπικά τη γενική επίβλεψη. Eίναι σημαντικό να ξέρει ο μάστορας την ακριβή ποσότητα των
υλικών».
Ο μπακλαβάς (Τουρκ.: Baklava) είναι ένα γλύκισμα που συναντάται σε πολλές κουζίνες της Μέσης
Ανατολής και των πρώην Οθωμανικών χωρών. Το γλύκισμα φτιάχνεται με ζύμη φύλλου και περιέχει
γέμιση ξηρών καρπών, συνήθως φουντούκι, φυστίκι ή καρύδι, και παίρνει την γλυκιά του γεύση
από σιρόπι ζάχαρης ή μελιού.
Ο μπακλαβάς είναι ιδιαίτερα δημοφιλής σε όλο τον πρώην Οθωμανικό κόσμο. Συνήθως σερβίρεται μετά
από το γεύμα και συνοδεύεται απόΤούρκικο καφέ.
Η πόλη Gaziantep στην Τουρκία φημίζεται για τον μπακλαβά της και θεωρείται ως η πόλη στην οποία
γεννήθηκε το γλύκισμα. Στο 2008, η Τουρκία κατοχύρωσε τον Μπακλαβά ως Π.Ο.Π. μέσω του Τουρκικού
γραφείου ευρεσιτεχνιών.[1]
Ιστορία
Αν και η ιστορία του μπακλαβά δεν είναι καλά καταγεγραμμένη, πολλές χώρες διεκδικούν τη δημιουργία
του. Παρόλα αυτά, οι αποδείξεις δείχνουν ότι το γλύκισμα δημιουργήθηκε από Τούρκους της Κεντρικής
Ασίας, ενώ τελειοποιήθηκε στις κουζίνες των ανακτόρων του σουλτάνου, στο παλάτι Τοπκαπί. [2]
O Βρυώνης (1971) υποστήριξε ότι το ελληνικό γλύκισμα κοπτή ήταν η βυζαντινή έκδοση του σημερινού
μπακλαβά. Παρ'όλα αυτά ο Perry (1994) απέδειξε ότι ενώ η κοπτή περιείχε ξηρούς καρπούς και μέλι, η
συνταγή δεν περιλάμβανε ζύμη. Συγκεκριμένα, στην προετοιμασία του βράζανε σε λάδι, μέλι και νερό
φρούτα, τα ανακατεύανε με ψιλοκομμένους ξηρούς καρπούς και το σερβίρανε. [3] Ο Perry κατάφερε να
αποδείξει ότι πρώτοι οι Τούρκοι της Κεντρικής Ασίας ξεκίνησαν να φτιάχνουν ψωμί με πολλά επίπεδα
ζύμης και έδειξε ότι ο χαμένος κρίκος ανάμεσα στον μπακλαβά των τούρκικων φυλών που κατοικούσαν
στην Κεντρική Ασία και στον σημερινό μπακλαβά των Τούρκων της Τουρκίας, είναι το γλυκό pakhlavası,
το οποίο δημιούργησαν οι Τούρκοι του Αζερμπαϊτζάν. Η μόνη διαφορά του με τον σημερινό μπακλαβά,
είναι ότι η ζύμη, αν και είχε πολλά επίπεδα, δεν ήταν ζύμη φύλλου κρούστας, η οποία δημιουργήθηκε
πρώτη φορά στις κουζίνες του ανακτόρου Τοπκαπί.
Σύμφωνα και με τον Andrew Dalby, δεν υπάρχει πουθενά ο μπακλαβάς σε αρχαιοελληνικές, αραβικές ή
βυζαντινές πηγές, πριν την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Η παλαιότερη συνταγή ενός είδους πρωτο-μπακλαβά υπάρχει σε ένα Κινέζικο-Μογγολικό βιβλίο με
συνταγές του 1330, με την ονομασία güllach. Σήμερα, στη μοντέρνα Τουρκική κουζίνα, υπάρχει το
59
παρόμοιο γλυκό güllac. Σε αυτό το γλυκό, λεπτά φύλλα ζύμης ψήνονται με γάλα και ζάχαρη. Το γλυκό
αυτό σερβίρεται με καρύδια και φρέσκα ρόδια.
Το γιουβέτσι ή γκιουβέτσι[1] (τουρκ. güveç[2]) είναι φαγητό της Οθωμανικής κουζίνας το οποίο
παρασκευάζεται απόκρέας (συνήθως από αρνί, βοδινό, κατσικίσιο, από κοτόπουλο ή θαλασσινά,
όπως γαρίδες) και μικρά συνήθωςζυμαρικά (συνήθως κριθαράκι ή χυλοπίτες) ή και με σάλτσα από
διάφορα λαχανικά όπως ντομάτες, κρεμμύδι,μελιτζάνες, πιπεριές, κολοκυθάκια ή καρότο – παραλλαγή
γνωστή και ως sebzelı güveç.[1][3] Παραδοσιακά το γιουβέτσι ψήνεται σε πήλινο πλατύ και χαμηλό
σκεύος τουρκικής προέλευσης, το οποίο είναι γνωστό σε πολλές περιοχές με το ίδιο όνομα, ή
στη γάστρα στο φούρνο.[2]
Μαγειρική [Επεξεργασία]
Ανάλογα με την περιοχή, μπορεί να διαφοροποιείται το είδος του κρέατος, π.χ.
στην Τουρκία χρησιμοποιείται συνήθως αρνί, ενώ στην Ελλάδα, την Κύπροκαι
την Αίγυπτο μοσχάρι[4] (χωρίς να αποκλείεται το αρνί). Η συνταγή δεν είναι πολύπλοκη, αλλά χρειάζεται
κάποια προετοιμασία και πάρα πολύ χρόνο μαγειρέματος. Αρχικά τα κομμάτια του κρέατος
σιγομαγειρεύονται σε χαμηλή φωτιά συνήθως με σάλτσα ντομάτας, αρωματισμένη με
φύλλα δάφνης καιμαϊντανό ή και πικάντικα μπαχαρικά όπως μπούκοβο, ενώ μπορεί να προστεθεί
και σκόρδο για πιο ιδιαίτερη και έντονη γεύση. Ύστερα συνήθως το κρέας τοποθετείται με τη σάλτσα σε
κεραμικό ή πυρίμαχο σκεύος ή σε γάστρα, προστίθενται ζυμαρικά και ανάλογο νερό και το φαγητό
ψήνεται στο φούρνο. Όταν δεν χρησιμοποιούνται ζυμαρικά, κατά κανόνα δεν προστίθεται καθόλου νερό
και ψήνεται με την υγρασία του κρέατος και των λαχανικών.[2]
Αριάνι
Το αριάνι[1] ή και αϊράνι (Τουρκικά: Ayran), κοινώς ξινόγαλα, είναι ένα κρύο ρόφημα γιαουρτιού με
κρύο νερό που περιέχει μερικές φορές και αλάτι. Παρασκευάζεται με απλή ανάμιξη των συστατικών, ενώ
επίσης διατίθεται και στο εμπόριο ως σ7σκευασμένο ρόφημα.
Είναι δημοφιλές σε πολλές χώρες τις Κεντρικής Ασίας, Μέσης Ανατολής και στην Νότια Ευρώπη [2]. Στην
Ελλάδα το αριάνι είναι ιδιαίτερα γνωστό και διαδεδομένο στη Μακεδονία και στη Θράκη.
Παρόμοια ροφήματα με το αριάνι είναι το Ινδικό λάσι (περιέχει και ινδικά μπαχαρικά ή και φρούτα [3])
και το Ιρανικό ντουγκ (‫( )دوغ‬το οποίο περιέχει και μέντα).
Τουρκία
Η παρασκευή του αριανιού είναι συνδεδεμένη με τον Τούρκικο πολιτισμό.[7][8] Η Τουρκία θεωρείται από
τους μεγαλύτερους παραγωγούς αριανιού στο κόσμο [9][10].
Στις αγροτικές περιοχές της Τουρκίας το αριάνι θεωρείται το κύριο ποτό που προσφέρεται στους
επισκέπτες. Συνήθως το αριάνι σερβίρεται κρύο και είναι κοινό συμπλήρωμα στο φαγητό, ιδιαίτερα σε
ψητό κρέας, γλυκά ή πιλάφι.
Ντολμάς
Ο ντολμάς είναι φαγητό που ανήκει σε μια οικογένεια πιάτων με γεμιστά λαχανικά, και τον συναντάμε
στην Ελληνική κουζίνακαθώς και στις κουζίνες της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των γύρω
περιοχών, όπως Ρωσία, Μέση Ανατολή, Καύκασοςκαι Κεντρική και Νότια Ασία. Ίσως ο πιο γνωστός είναι
αυτός που παρασκευάζεται με αμπελόφυλλα, ενώ στην Ελλάδα χρησιμοποιούνται επίσης
φύλλα μαρουλιού και λάχανου για να τυλιχτεί η γέμιση.
Εκτός Ελλάδας με τη λέξη ντολμάς αναφέρονται και γεμιστά πιάτα όπου γεμίζονται άλλα λαχανικά, όπως
κρεμμύδι, κολοκυθάκια, μελιτζάνες, ντομάτα και πιπεριά. Οι ντολμάδες με κρέας γενικά σερβίρονται
60
ζεστοί, συχνά με σάλτσα. Οι νηστίσιμοι γενικώς σερβίρονται κρύοι, αν και στο Ιράν τρώγονται και με τους
δύο τρόπους. Νηστίσιμοι και μη συχνά τρώγονται με γιαούρτι.
Η γέμιση αποτελείται συνήθως από ρύζι, κιμά ή σιτάρι. Σε κάθε περίπτωση, η γέμιση
περιλαμβάνει κρεμμύδι, μαϊντανό, βότανα και μπαχαρικά. Τα νηστίσιμα γεμιστά είναι μαγειρεμένα με
ελαιόλαδο και περιλαμβάνουν σταφίδες, κρεμμύδι, ξηρούς καρπούς ή όσπρια.
Η λέξη «ντολμά» είναι ένα ρηματικό ουσιαστικό του τουρκικής γλώσσας. Ειδικότερα, προκύπτει από το
ρήμα dolmak (=γεμίζω[1][2])
Ο ντολμάς είναι συνήθως ένα γεμιστό λαχανικό. Λόγου χάριν, τα γεμιστά κολοκυθάκια, η
γεμιστή ντομάτα, πιπεριά ή μελιτζάνα, όπως και τα γεμιστά από σκουμπρί, καλαμάρια και μύδια καλούνται
επίσης «ντολμά». Πιάτα που περιλαμβάνουν φύλλα περιτυλίγματος όπως τα αμπελόφυλλα,
λαχανοντολμάδες ή γύρω από ένα γέμισμα ονομάζονται sarma αν και σε πολλές γλώσσες η διάκριση αυτή
δεν γίνεται συνήθως. Ο όρος «σάρμα» προέρχεται από το τουρκικό ρήμα sarmak που σημαίνει «τυλίγω».
Άλλες παραλλαγές προκύπτουν από την τουρκική λέξη για το «φύλλο», yaprak.
Ο ντολμάς μπορεί να μεγειρευτεί με ελαιόλαδο, ή ακόμη χωρίς κιμά, πιάτο που μερικές φορές
ονομάζεται yalancı που σημαίνει «ψεύτης» ή «ψεύτικος» στα τουρκικά.[3]«Ψεύτικο» πιάτο επειδή
ακριβώς δεν περιέχει κρέας.
61
Η Κωνσταντινούπολη σήμερα
Γέφυρα Ουνκαπανί Ατατούρκ
Αν και ευρέως γνωστή ως «Γέφυρα Ουνκαπανί », το πραγματικό όνομα της γέφυρας είναι «Γέφυρα
Ατατούρκ». Συνδέει την ιστορική χερσόνησο της Κωνσταντινούπολης με την συνοικία Μπέιογλου. Η
γέφυρα βρίσκεται μεταξύ της περιοχής Αζάπκαπι, της συνοικίας Μπέιογλου, και Κιουτσούκ Παζάρ, της
περιοχής Φατίχ. Μπορεί να οριστεί ως συνέχεια του Ατατούρκ Μπούλεβαρντ μεταξύ Ακσαράι και
Ούνκαπανι.
Η Ιστορία της Γέφυρας Ούνκαπανι
Η γέφυρα χτίστηκε κατά την περίοδο του τριακοστού Οθωμανού Σουλτάνου, Μαχμούτ Β’, από την μητέρα
του επόμενου σουλτάνου «Μπεζμιαλέμ Βαλιντέ Σουλτάν», το 1836.
Σε αντίθεση με το σύνηθες, οι μεταβάσεις στην γέφυρα γίνονταν δωρεάν· δηλαδή δεν υπήρχαν διόδια και
έτσι η γέφυρα ονομάστηκε Hayratiye Γέφυρα που σημαίνει γέφυρα της φιλανθρωπίας.
H ευθύνη της γέφυρας δόθηκε στον Φένζι Αχμέτ Πασά, καπετάνιο της θάλασσας την περίοδο εκείνη, ο
οποίος ολοκλήρωσε την κατασκευή της στα ναυπηγεία του Κερατίου Κόλπου. Το μήκος της ήταν 400
μέτρα και το φάρδος της 10 μέτρα. Η γέφυρα έχει τη δυνατότητα να ανοίγει και να κλείνει, έτσι ώστε να
μην εμποδίζει τα πλοία που έρχονται από το Βόσπορο και τη θάλασσα του Μαρμαρά.
Το 1875, μια γαλλική εταιρεία έχτισε μια μεταλλική – και όχι ξύλινη γέφυρα-έναντι της τιμής των 135.000
κομματιών χρυσού. Το μήκος της γέφυρας ήταν 780 μέτρα και το πλάτος της 18 και εξυπηρετούσε το
κοινό μέχρι το 1912.
Το 1912, η νέα γέφυρα αφαιρέθηκε και η τρίτη γέφυρα (Εμίνονου-Καράκιοϊ) ονομάστηκε «Γέφυρα του
Γαλατά». Το 1936, η γέφυρα κατέρρευσε ως αποτέλεσμα μιας βίαιης καταιγίδας και χτίστηκε η σημερινή
«Γέφυρα Ατατούρκ». Η γέφυρα αυτή αρχικά ήταν κατασκευασμένη από ξύλο, όπως η γέφυρα Hayratiye·
αργότερα, όμως, το 1954 καλύφθηκε με άσφαλτο. Το μήκος της τελευταίας γέφυρας είναι 477 μέτρα και το
πλάτος της 25 μέτρα και εξακολουθεί να λειτουργεί ως σήμερα.
Κατά μήκος της γέφυρας, τόσο το καλοκαίρι όσο και το χειμώνα, η γέφυρα είναι γεμάτη από ανθρώπους
που ψαρεύουν.
Η Γέφυρα του Γαλατά
Η Γέφυρα του Γαλατά βρίσκεται στην συνοικία Εμίνονου και συνδέει το Εμίνονου στον Κεράτιο Κόλπο.
Στην πάροδο του χρόνου, πολλές γέφυρες χτίστηκαν πάνω στον Κεράτιο Κόλπο, αλλά για διάφορους
λόγους έχουν χάσει την λειτουργικότητα τους. Μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τον
Φατίχ Σουλτάν Μεχμέτ, η πρώτη γέφυρα χτίστηκε μεταξύ των συνοικιών Κασίμ Πασά και Αϊβά Σαράι,
χωρίς όμως να είναι γνωστή η τεχνική και το στυλ της.
62
Τον 16ο αιώνα, ο Σουλτάνος Μπεγιαζίτ Β’ ζήτησε, από τον διάσημο καλλιτέχνη, Λεονάρντο Ντα Βίντσι να
σχεδιάσει μια γέφυρα η οποία θα χτιζόταν πάνω από τον Κεράτιο Κόλπο. Υπάρχουν δύο φήμες σχετικά με
την «απάντηση» του Ντα Βίντσι. Η πρώτη υποστηρίζει ότι ο Ντα Βίντσι έκανε το σχέδιο, το οποίο όμως
δεν έγινε δεκτό από τον Σουλτάνο, ενώ η δεύτερη υποστηρίζει ότι ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι δεν
πραγματοποίησε το ταξίδι του στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, με αποτέλεσμα το έργο να ανασταλεί για
400 περίπου χρόνια.
Μετά τη μυστηριώδη γέφυρα του σουλτάνου Φατίχ Μεχμέτ, η δεύτερη γέφυρα είναι χτισμένη πάνω από
τον Κεράτιο Κόλπο, από τον σουλτάνο Μπεζμιαλέν, κατά την περίοδο του σουλτάνου Μαχμούτ Β’, τον
19ο αιώνα. Αυτή η γέφυρα σήμερα ονομάζεται «Γέφυρα Ατατούρκ» και συνδέει τις περιοχές Αζάπκαπί και
Ούνκαπανί.
Η γέφυρα «Cisr-I Cedid» θεωρείται πρόγονος της γέφυρας του Γαλατά και χτίστηκε τον 19ο αιώνα κατά
την περίοδο του σουλτάνου Αμπντουλμετσίτ. Η γέφυρα κατά καιρούς έχει ονομαστεί «Νέα
Γέφυρα», «Μεγάλη Γέφυρα», «Γέφυρα του Περιστεριού» και «Γέφυρα του Νέου Τζαμιού».
Μεταξύ των ετών 1870 και 1912, η νέα γέφυρα του Γαλατά θα χτιζόταν από τους Γάλλους έναντι το ποσό
των 350.000 χρυσών νομισμάτων. Τελικά, όμως, χτίστηκε από μια βρετανική εταιρεία εξαιτίας των
προβλημάτων που υπήρχαν μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας.
Το 1912, η παλιά γέφυρα πλέον δεν πληρούσε τις απαιτούμενες ανάγκες· έτσι, μια νέα γέφυρα χτίστηκε
κοστίζοντας 350.000 χρυσά νομίσματα. Η νέα αυτή γέφυρα καταστράφηκε τον Μάιο του 1992 από
πυρκαγιά, τα αίτια της πυρκαγιάς, όμως, ακόμα και σήμερα δεν είναι γνωστά. Ένα τμήμα της
επισκευάστηκε με πιο ανθεκτικά υλικά και εξασφαλίζει σήμερα την συγκοινωνία μεταξύ Χάσκιοϊ και
Φέσχανε.
Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΓΑΛΑΤΑ ΣΗΜΕΡΑ
Η γέφυρα του Γαλατά χτίστηκε για πέμπτη και τελευταία φορά 31 μήνες μετά την τελευταία πυρκαγιά, και
ολοκληρώθηκε το 1994. Το μήκος της είναι 490 μέτρα και το πλάτος της 42. Επίσης, η γέφυρα
περιλαμβάνει ένα άνοιγμα στο μεσαίο τμήμα της, το οποίο επιτρέπει τη διέλευση των πλοίων.
Η γέφυρα αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες γέφυρες στον κόσμο που περιλαμβάνει και σιδηροδρομική
γραμμή (γραμμή τραμ).
Το 2003, εστιατόρια και καφετέριας άρχισαν να λειτουργούν στο κάτω μέρος της γέφυρα. Από εκεί
μπορείτε να θαυμάσετε την υπέροχη θέα και να διασκεδάσετε μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες.
Μπορείτε, επίσης, να ψαρέψετε ή να φάτε ψάρι στα εστιατόρια που υπάρχουν απολαμβάνοντας
ταυτόχρονα και το ποτό σας. Τόσο οι ντόπιοι όσο και οι τουρίστες που επισκέπτονται την περιοχή,
μαγεύονται από τα καταγάλανα νερά του Κεράτιου Κόλπου και τη θαυμάσια θέα.
63
Επίλογος
Συνοψίζοντας οφείλουμε να ομολογήσουμε πως μέσω της επαφής μας με
την όμορφη Πόλη κατανοήσαμε σε βάθος την σπουδαία ιστορική της αξία.
Παράλληλα ωστόσο γνωρίσαμε την αλληλένδετη σχέση μεταξύ των δυο
γειτονικών χώρων ενώ δεν μπορεί να παραβλέψει κανείς και την
συγκινητική αγάπη του Έλληνα για την Πόλη η οποία παραμένει αλώβητη
ανά τους αιώνες.
64
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
1.Πρόλογος – Εισαγωγή ………………………………….……… σελ. 2
2 ΛΟΓΟΙ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΘΕΜΑΤΟΣ ………… σελ. 3
3. Κωνσταντίνος Α΄
.….……….…………………………..……… σελ. 5
4. Ο ΑΓΙΟΣ ΔΟΥΚΑΣ ΒΑΤΑΤΖΗΣ .……………………………… σελ. 8
5. Σέργιος Α΄
……………………………………………………… σελ. 9
6. Ηράκλειος ………….…………………………………………… σελ. 11
7. Κύριλλος και Μεθόδιος ……………………………………… σελ. 12
8. Διάταγμα των Μεδιολάνων – Εικονομαχία- Η στάση του Νίκα σελ. 13
9. Μουσουλμανική Θρησκεία και Λατρεία
………………… σελ. 15
10. Α Γ Ι Α Σ Ο Φ Ι Α ……………………………………………σελ. 16
11. ΘΡΥΛΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΜΥΣΤΗΡΙΑ…………………… σελ. 24
12. ΙΕΡΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΗΣ ΧΑΛΚΗΣ …………………σελ. 25
13. ΑΓΙΑ ΕΙΡΗΝΗ ………………………………………..…………σελ. 31
14. Πατριαρχείο ……………………………………..……………… σελ 63
15. ΜΠΛΕ ΤΖΑΜΙ ………………………………………………….σελ 36
16 . Το Μέγα Παλάτιον των βυζαντινών αυτοκρατόρων στην
Κωνσταντινούπολη .
…………………………………….…………σελ39
17. ΠΡΙΓΚΗΠΟΣ ……………………………………………….….σελ 42
18. ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΥΔΟΥΝΑΣ ……………………………σελ43
65
19. Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΒΛΑΧΕΡΝΩΝ ……………………………σελ45
20. To Τοπ Καπί ….…………..……………………………………… σελ47
21. Μεγάλο Παζάρι - Καπαλί Τσαρσί ………………………………. σελ 49
22. Οδός του Πέραν ………………………………………………
σελ 52
23. Άλωση της Πόλης ……………………………………….…..… σελ 53
24. Ο αργιλές ………………………………………………………… σελ57
25. Το σουτζούκ λουκούμ ………………………………………….. σελ 58
26. Αριάνι ……………………………………………....................... σελ 60
27 Η Κωνσταντινούπολη σήμερα …………………….…………..... σελ 62
28. Επίλογος ………………………………..………………………… σελ 64
66
Βιβλιογραφία
1.
2.
3.
4.
www.el.wikipedia.org
WWW.GOOGLE.GR
http://apantaortodoxias.blogspot.com/2010/04/great-palace.html
http://el.wikipedia.org/w/index.php?title=Οθωμανική_κουζίνα&action=edit&re
dlink=1
5. http://el.wikipedia.org/wiki/Κωνσταντινούπολη
67