∆ιαχείριση στερεών αποβλήτων : Από τις χωµατερές στην κοινωνία µηδενικών αποβλήτων Σωκράτης Φάµελλος Χηµικός Μηχανικός ΑΠΘ, MSc, Αντιδήµαρχος Θέρµης Περίληψη Η µετάβαση σε µία κοινωνία ανακύκλωσης αποτελεί βασική συνιστώσα της ευρωπαϊκής στρατηγικής και του ευρωπαϊκού κεκτηµένου και κατ’ επέκταση αδιαµφισβήτητο ελληνικό στόχο. Η ορθή διαχείριση στερεών αποβλήτων αποτελεί κοινωνικό και δηµόσιο αγαθό, απαραίτητο για την προστασία του περιβάλλοντος, την οικονοµική παραγωγή και τη δηµόσια υγεία. Σε διεθνές επίπεδο η πολιτική περιβάλλοντος αλλά και η στρατηγική παγκόσµιων οικονοµικών οµίλων στηρίζεται στη µείωση των αποβλήτων και στην ανακύκλωση και η διαχείριση στερεών αποβλήτων αναγνωρίζεται πλέον ως διαχείριση και αξιοποίηση φυσικών πόρων. Στην Ελλάδα παρατηρείται αναντιστοιχία µε το διεθνές περιβάλλον διαχείρισης αποβλήτων στα ζητήµατα οργάνωσης της κοινωνίας, τεχνολογικής προόδου και διατύπωσης στρατηγικής. Η εξάπλωση των έργων υγειονοµικής ταφής και ανακύκλωσης συσκευασιών δεν καλύπτει τα ζητούµενα των ευρωπαϊκών υποχρεώσεών µας ενώ τα έργα δεν συνδυάστηκαν µε τις απαιτούµενες κοινωνικές και θεσµικές αλλαγές. Η καθυστέρηση εθνικού σχεδίου µείωσης αποβλήτων και αναθεώρησης του εθνικού σχεδιασµού αποβλήτων και κατά συνέπεια των περιφερειακών, η αναντιστοιχία έργων µε την ευρωπαϊκή στρατηγική και η µονοσήµαντη εξάρτηση χρηµατοδοτήσεων από τα Σ∆ΙΤ, που δεν έχει δώσει ακόµα αποτελέσµατα, είναι τα τρέχοντα φλέγοντα ζητήµατα. Για την προσέγγιση της κοινωνίας της ανακύκλωσης µπορεί να αξιοποιηθεί στη βάση της πυραµίδας διαχείρισης η αποκέντρωση της διαχείρισης και η ανάκτηση υλικών µε – προοπτικά πλήρη διαλογή στην πηγή. Όσον αφορά δε στα διλήµµατα των τεχνολογιών επεξεργασίας αποβλήτων, που σε κάθε περίπτωση είναι απαραίτητες ως βασικές υποδοµές, η διεθνής εµπειρία δίνει πληθώρα επιτυχηµένων παραδειγµάτων στο πλαίσιο ολιστικής διαχείρισης. Σηµαντικότερα προβλήµατα αποτελούν η διατύπωση στρατηγικής, η διαθεσιµότητα χρηµατοδοτικών µέσων, η ύπαρξη αξιόπιστων φορέων και η συνεισφορά της κοινωνίας των πολιτών. 1 Εισαγωγή Τα στερεά απόβλητα αφορούν και επηρεάζουν τη δηµόσια υγεία, το περιβάλλον, το οικονοµικό προϊόν, την απασχόληση και τα οικονοµικά κάθε οικογένειας. Η διαχείρισή τους αποτελεί βασική αρµοδιότητα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης αλλά επηρεάζεται εξίσου από την πολιτική και τη στρατηγική της πολιτείας και τη στάση ζωής όλων των πολιτών και των «παραγωγών». Η διαχείρισή τους αποτελεί σηµαντικό τµήµα του «δηµόσιου χώρου», «χώρο δηµόσιας ευθύνης» ενώ η ορθή από όλες τις οπτικές γωνίες- διαχείρισή τους αποτελεί κοινωνικό και δηµόσιο αγαθό. Η ευρωπαϊκή στρατηγική για τα στερεά απόβλητα συνοψίζεται ως «πρόληψη της δηµιουργίας αποβλήτων και προώθηση της επαναχρησιµοποίησης, της ανακύκλωσης και της ανάκτησης µε τελικό στόχο τη µείωση των αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων». Η µετάβαση σε µια κοινωνία ανακύκλωσης αποτελεί για την Ε.Ε. βασική συνιστώσα της αειφορικής διάστασης της ανάπτυξης, µε πυλώνες την προστασία του περιβάλλοντος, την υποστήριξη της οικονοµικής παραγωγής και την προσέγγιση του στόχου των βιώσιµων πόλεων. Πάντα σε επίπεδο στρατηγικής η σύνθεση και διατύπωση πολιτικών για τη διαχείριση των στερεών αποβλήτων υπακούει στην ιεράρχηση της διαχείρισης, σύµφωνα µε την ευρωπαϊκή στρατηγική 2008/98, που θέτει κατά προτεραιότητα τους στόχους για Πρόληψη και Μείωση, Προετοιµασία για επαναχρησιµοποίηση, Ανακύκλωση, Ανάκτηση και Ασφαλή ∆ιάθεση. Στο σχετικό ευρωπαϊκό και εθνικό πλαίσιο έχει τεθεί ο στόχος του 50% κ.β. για την ανακύκλωση και επαναχρησιµοποίηση. ∆ιεθνές και Ελληνικό περιβάλλον Στο διεθνές περιβάλλον, η διαχείριση στερεών αποβλήτων συνδέεται στενά µε την οικονοµική ανάπτυξη, τη διαθεσιµότητα, αξιοποίηση και εκµετάλλευση των φυσικών πόρων, την πολυπλοκότητα και τις αντιθέσεις της παγκοσµιοποίησης. Ο διεθνής οικονοµικός ανταγωνισµός, οι διεθνείς αντιθέσεις και η ζήτηση υλικών και πόρων από τις νέες τεχνολογίες, τους µονοπωλιακούς οµίλους και τις αναπτυσσόµενες οικονοµίες επιταχύνουν την καινοτοµία και την ανάπτυξη τεχνολογίας αλλά και τις άτυπες µορφές διαχείρισης στερεών αποβλήτων µε οξύτατα περιβαλλοντικά προβλήµατα. Στην Ευρώπη, η ανάπτυξη τεχνολογιών και οικονοµίας γύρω από αυτές, που χαρακτήρισε τον κλάδο µέχρι και τη δεκαετία του 2000, δίνει τη θέση της στις στρατηγικές πρόληψης και ανάπτυξης ειδικών εργαλείων σε τοµεακά θέµατα υλικών και αποβλήτων (πχ. food waste, source efficiency, pay as you throw) µε ριζικές αλλαγές λόγω της οικονοµικής κρίσης. Σε παγκόσµιο επίπεδο, οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις του κλάδου αποβλήτων µεγεθύνονται, αποδεικνύονται ολέθριες οι συνέπειες του καταναλωτικού µοντέλου, ενώ οξύνονται τα προβλήµατα φτώχειας και υποσιτισµού, άτυπης ανακύκλωσης και επαναχρησιµοποίησης αποβλήτων, παράνοµου διεθνούς εµπορίου αποβλήτων αλλά και σηµαντικών ανατροπών λόγω της εισαγωγής πρότυπων διαδικασιών και ελέγχων στις αναπτυσσόµενες χώρες και κύρια στην κινεζική οικονοµία. Ταυτόχρονα οι ηγετικοί 2 όµιλοι της παγκόσµιας αγοράς στηρίζουν την κερδοφορία και την ανταγωνιστικότητά τους σε αρχές όπως η πρόληψη και η ανακύκλωση αποβλήτων. Στην Ελλάδα παρατηρείται πλήρη αναντιστοιχία µε το διεθνές περιβάλλον και στα ζητήµατα οργάνωσης της κοινωνίας και της τεχνολογικής προόδου αλλά και στη διατύπωση στρατηγικής. Η οικονοµική και κοινωνική κρίση τα τελευταία χρόνια έχει οδηγήσει σε µείωση της παραγωγής απορριµµάτων, ανακόπτοντας την ανεξέλεγκτη αύξηση των στερεών αποβλήτων, πιθανά και λόγω της αύξησης της άτυπης ανεξέλεγκτης αξιοποίησης απορριµµάτων, που περιέχει και µαύρη αγορά και µαύρη εργασία. Οι προσπάθειες οργάνωσης του χώρου των στερεών αποβλήτων αποτελούν εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα: «απουσία στρατηγικής, έλλειψη αξιοπιστίας και οργάνωσης φορέων, κυριαρχία της ταφής ως λύση ανάγκης έναντι των ευρωπαϊκών υποχρεώσεων, άναρχη συµµετοχή του ιδιωτικού τοµέα, καθυστερηµένη ανάπτυξη τεχνογνωσίας και καινοτοµίας, έλλειψη παιδείας και κουλτούρας ανακύκλωσης». Τα παραπάνω συνδυάζονται µε την έλλειψη πόρων – οικονοµικών και ανθρώπινων – και µε την υποτίµηση και προσβολή του δηµόσιου χώρου«αγαθού» (είτε πρόκειται για το φυσικό και αστικό περιβάλλον είτε για τη λειτουργία της κοινωνίας και του κράτους). Σε επίπεδο έργων έχουν προχωρήσει ικανοποιητικά τα έργα υγειονοµικής ταφής στην χώρα µας - µε ευρωπαϊκή συγχρηµατοδότηση και τοπικά ελλείµµατα και αντιθέσεις - ενώ έχει εξαπλωθεί πανελλαδικά η ανακύκλωση συσκευασιών και τα προγράµµατα εναλλακτικής διαχείρισης άλλων ειδικών αποβλήτων, µε χρηµατοδότηση των παραγωγών και άρα των καταναλωτών. Σε όλη την Ελλάδα δηµιουργήθηκαν Φορείς ∆ιαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (Φο∆ΣΑ) µε σηµαντικές ευθύνες αλλά και µε σηµαντικά θεσµικά προβλήµατα και ελλείµµατα στο πλαίσιο της «Καλλικρατικής» ηµιτελούς µεταρρύθµισης και µε νέα εµπλοκή λόγω των µνηµονιακών δεσµεύσεων. Η ΚΥΑ 50910/2003 (των περιφερειακών σχεδιασµών) δηµιούργησε καθυστερήσεις, εφόσον έθεσε εκτός διαχείρισης όλα τα απόβλητα πλην των αστικών (βιοµηχανικά, µπάζα, κτηνοτροφικά, ιλείς, κλπ.), µετέθεσε την ευθύνη των αποβλήτων εκτός πολιτικής διοίκησης περιβάλλοντος (στους ΟΤΑ και το ΥΠΕΣ) και αλλοίωσε την ευρωπαϊκή στρατηγική, εφόσον επιτάχυνε µόνο τα έργα της ταφής και αγνόησε την κοινωνική και θεσµική αλλαγή αλλά και τις µονάδες επεξεργασίας. Η αλλαγή στρατηγικής (Ν.4042/11) µε την εναρµόνιση της Οδηγίας 2008/98 δεν έχει ακόµα εφαρµοστεί, εφόσον αναµένουµε το νέο εθνικό σχεδιασµό και τη στρατηγική πρόληψης/µείωσης αποβλήτων. Η «αναµονή» αυτή παγώνει τους νέους περιφερειακούς σχεδιασµούς, σε µια περίοδο που οι λίγοι διαθέσιµοι (ευρωπαϊκοί) πόροι θα µπορούσαν να αξιοποιηθούν, ενώ δεν υπάρχει συνέχεια στην άσκηση πολιτικής αποβλήτων. Στο χρηµατοδοτικό σκέλος πρέπει να σηµειώσουµε τη διαχρονική αδυναµία του Προγράµµατος ∆ηµοσίων Επενδύσεων (Π∆Ε) να υποστηρίξει έργα διαχείρισης στερεών αποβλήτων, την καθυστέρηση ανάπτυξης και προσαρµογής της τιµολογιακής πολιτικής από τους ΟΤΑ και τους ΦΟ∆ΣΑ, την καθυστέρηση και εµπλοκή του ΕΣΠΑ και κύρια την ανάδειξη από τις τελευταίες κυβερνήσεις των Συµπράξεων ∆ηµόσιου και Ιδιωτικού Τοµέα (Σ∆ΙΤ) ως µοναδικό πλέον εργαλείο 3 χρηµατοδότησης, επιλογή που δεν συνάδει ούτε µε τη διεθνή πρακτική ούτε µε τα χαρακτηριστικά του δηµόσιου αγαθού στο οποίο αναφερόµαστε. Πολιτική διαχείρισης στερεών αποβλήτων Ένα σύγχρονο σύστηµα διαχείρισης στερεών αποβλήτων πρέπει να είναι περιβαλλοντικά αποτελεσµατικό, οικονοµικά βιώσιµο και κοινωνικά αποδεκτό. Προτεραιότητα αποκτούν οι προσπάθειες µείωσης και ανακύκλωσης στερεών αποβλήτων. Είναι υποχρέωση των κρατών και των ΦΟ∆ΣΑ/ΟΤΑ να καταρτίζουν σαφή προγράµµατα πρόληψης δηµιουργίας αποβλήτων. Παράλληλα τίθενται νέοι και πιο φιλόδοξοι στόχοι ανάκτησης. Αποτελεί ενδιαφέρουσα προοπτική η µέγιστη δυνατή αποκέντρωση της διαχείρισης και η ανάκτηση υλικών µε αυξανόµενη διαλογή στην πηγή και ενεργοποίηση του κοινωνικού παράγοντα. Συνδέεται µε τις προσπάθειες µείωσης και ανακύκλωσης αποβλήτων, οι οποίες συνεισφέρουν όχι µόνο στην προστασία του περιβάλλοντος αλλά και στην εξοικονόµηση πόρων και ενέργειας. Οι προσπάθειες αυτές απαιτούν παιδεία, κοινωνική κουλτούρα, πολυεπίπεδη ενεργή συµµετοχή των πολιτών και αλλαγή συνηθειών και συνδέονται συνολικότερα µε την κοινωνική αλλαγή. Μπορούν να συνεισφέρουν δραστικά στη µείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώµατος και της δυναµικότητας των µονάδων επεξεργασίας, που σε κάθε περίπτωση παραµένουν αναγκαίες. Μεγάλη και ενδιαφέρουσα συζήτηση αναπτύσσεται για το θέµα των τεχνολογιών όπως και για την αντίθεση «ανακύκλωσης vs ενεργειακής αξιοποίησης», στο τεχνολογικό και στο οικονοµικό επίπεδο. Υπάρχουν πλέον δεδοµένα, και σε Μεσογειακό επίπεδο, ότι η ανακύκλωση µπορεί να αναπτυχθεί σε ποσοστά άνω του 40-50% κ.β. ανεξάρτητα των τεχνολογιών επεξεργασίας των υπόλοιπων αποβλήτων. Επίσης υπάρχουν αποτελέσµατα µονάδων ενεργειακής αξιοποίησης µε κόστος ανταγωνιστικό της τιµής ΧΥΤΑ, παράλληλα µε υψηλής απόδοσης προγράµµατα ανακύκλωσης. Πολλές σύγχρονες µονάδες ενεργειακής αξιοποίησης σε αρκετές χώρες γίνονται υπό τον έλεγχο των πράσινων και τοπικών κινηµάτων, στο πλαίσιο ολιστικής διαχείρισης. Στο επίπεδο της αναγνώρισης της ελληνικής κατάστασης αξίζει να εντοπίσουµε – ώστε να αξιοποιηθούν σε µια προοπτική διεξόδου - δύο τάσεις. Πρώτον την αναζήτηση και διαµόρφωση προτάσεων σε τοπικό επίπεδο µε κοινωνικά χαρακτηριστικά και υψηλές απαιτήσεις από τον πολίτη, στο πλαίσιο αντιθέσεων µέρους ή και όλης της κοινωνίας σε έργα, όπου αναπτύσσεται λανθάνουσα η στάση «όχι στην αυλή µου» αλλά και η ανάγκη υπέρβασης της αναξιόπιστης και αναποτελεσµατικής διαχείρισης των αρµόδιων φορέων και προσώπων. ∆εύτερον, την ανάπτυξη τεχνοφοβίας έναντι των τεχνολογικών µεθόδων, της επιστηµονικής εξέλιξης και των έργων γενικότερα και την προσπάθεια κυριαρχίας - σε επίπεδο ιδεών - λύσεων που βασίζονται στην ελλιπή ή αποσπασµατική γνώση και στα αρνητικά αποτελέσµατα της λειτουργίας της τεχνολογίας µέχρι σήµερα, εφόσον απουσιάζει από τη συζήτηση αυτή η επιστηµονική κοινότητα και οι ελεγκτικοί µηχανισµοί περιβάλλοντος δεν εµπνέουν εµπιστοσύνη. Και οι δύο τάσεις τροφοδοτούνται από την κοινωνική και οικονοµική κρίση και απεικονίζουν ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις και ανάγκες της νέας ελληνικής πραγµατικότητας. 4 Οι µέθοδοι και οι τεχνολογίες επεξεργασίας δεν αποτελούν από µόνες τους επίλυση του προβλήµατος των στερεών αποβλήτων. Σε κάθε σενάριο απαιτείται συνδυασµός περισσοτέρων από µίας τεχνολογιών ή µεθόδων, µα πάνω απ’ όλα αλλαγή της λειτουργίας της κοινωνίας και των φορέων της. Σηµαντικότερα είναι η ύπαρξη στρατηγικής, τα χαρακτηριστικά των χρηµατοδοτικών µέσων και η αξιοπιστία αλλά και ισχύ του αναθέτοντος φορέα, ώστε να διατυπώσει τον προγραµµατισµό του και τις συµβάσεις µε βάση τις δικές του (πολιτικές και κοινωνικές) ανάγκες και αξίες και όχι µε βάση τις εκάστοτε επιχειρηµατικές και πολιτικές/κοµµατικές επιδιώξεις. Σε αυτή την κατεύθυνση αποτελεί ερώτηµα ποια θα είναι η συνεισφορά της κοινωνίας των πολιτών. Η διαλογή στην πηγή και η ύπαρξη πολλαπλών διακριτών ρευµάτων συλλογής και επεξεργασίας αποβλήτων αποτελούν εικόνα µιας πολύπλοκης αλλά οργανωµένης κοινωνίας που έχει σίγουρα οικονοµικά και περιβαλλοντικά οφέλη αλλά απαιτεί υπεύθυνους και ενεργούς πολίτες. ∆ιατύπωση στρατηγικής και θεσµική οργάνωση Σε αυτή, την οµολογουµένως πολύ δύσκολη συγκυρία, και εξαιτίας των διαρθρωτικών προβληµάτων στον τοµέα των στερεών αποβλήτων απαιτούνται αλλαγές πολιτικού και θεσµικού χαρακτήρα. Πρώτο βήµα είναι η διατύπωση εθνικής στρατηγικής µε κυρίαρχη τη µεγιστοποίηση της ανακύκλωσης και επαναχρησιµοποίησης και µε ισχυρό και εφαρµοστέο πρόγραµµα πρόληψης αποβλήτων. Η επιτυχής στρατηγική οφείλει να στηρίξει την αποκεντρωµένη διαχείριση και τη µέγιστη δυνατή διαλογή και ανάκτηση στην πηγή σε όλα τα είδη αποβλήτων. Ο σχεδιασµός και οι πολιτικές διαχείρισης οφείλουν (σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο) να αφορούν και να περιλαµβάνουν όλες τις κατηγορίες των στερεών αποβλήτων - αστικά, µη επικίνδυνα, επικίνδυνα, βιοµηχανικά, κατασκευαστικά και αδρανή. Σήµερα εντοπίζεται σηµαντικό δυναµικό και ωρίµανση στις υποδοµές των αστικών στερεών αποβλήτων (κύρια υγειονοµικής ταφής και ανακύκλωσης) ενώ απουσιάζουν πλήρως οι υποδοµές διαχείρισης του επαγγελµατικού και του επικίνδυνου κλάσµατος των αποβλήτων. Η πολιτεία και η αυτοδιοίκηση πρέπει να αναλάβουν τις κεντρικές πρωτοβουλίες προώθησης των έργων αυτών (πχ. για τα επικίνδυνα) ακόµα και αν δεν µπορούν να καλύψουν το κόστος επένδυσης. Με τη συνεπεξεργασία αποβλήτων θα επιτευχθεί η αναγκαία οικονοµία κλίµακας σε πολλές µονάδες (οργανικό κλάσµα δηµοτικών απορριµµάτων µε κτηνοτροφικά, αγροτικά και ιλείς, αδρανή βιοµηχανικά και απόβλητα εκσκαφών, κατασκευών, κατεδαφίσεων (ΑΕΚΚ), κλπ.). Σε περιφερειακό επίπεδο, η εφαρµογή των αρχών αυτών µπορεί να αποδώσει στους νέους περιφερειακούς σχεδιασµούς απολύτως νέα και αποτελεσµατικά χαρακτηριστικά. ∆εν αρκεί µια επικαιροποίηση σχεδίου αλλά µια ανατροπή του, κύρια στο κοινωνικό επίπεδο, και ένας πραγµατικά περιφερειακός χαρακτήρας. ∆εν εδράζεται πουθενά η προσπάθεια υλοποίησης έργων που ανταποκρίνονται σε άλλη στρατηγική (ή µάλλον σε καµία) και είναι υπερδιαστασιολογηµένα για το νοµό Θεσσαλονίκης σε ποσοστό 450%. Κρίσιµη αλλαγή στη διαµόρφωση και υλοποίηση του σχεδίου είναι η λειτουργία των αρµόδιων περιφερειακών φορέων της πρωτοβάθµιας αυτοδιοίκησης, Φo∆ΣΑ, µε πρώτο στόχο την 5 επιλογή της θεσµικής µορφής, τη µεταφορά του προσωπικού και τη στελέχωση και την επιχειρησιακή οργάνωση. Η αυτοδιοίκηση σε µεγάλο βαθµό δεν έχει συνειδητοποιήσει το µέγεθος των υποχρεώσεων και δυνατοτήτων και στην πλειοψηφία της ασχολείται µε την τοπική της ατζέντα. Ο νέος περιφερειακός σχεδιασµός, η ύπαρξη ενός παρατηρητηρίου αποβλήτων περιφερειακού επίπεδου, η λειτουργία ισχυρών και διαφανών βάσεων δεδοµένων, η στήριξη των ΟΤΑ µε τεχνογνωσία, η πληροφόρηση και συµµετοχή των πολιτών και των παραγωγών και η παραγωγή καινοτοµίας αποτελούν καθήκοντα του νέου φορέα. Τέλος, σε επίπεδο σχεδιασµού και θεσµικού πλαισίου, πρέπει να εξεταστούν τα όρια αυτόνοµης λειτουργίας των ΟΤΑ στο θέµα της διαχείρισης αποβλήτων, εφόσον το σηµερινό θεσµικό πλαίσιο έχει µεταφέρει όλες τις αρµοδιότητες, πλην της συλλογής, στους περιφερειακούς Φο∆ΣΑ, και πέρα από το δικαίωµα αυτοδιοίκησης µειώνει και την αποτελεσµατικότητα των δράσεων. Μοντέλο και προτάσεις διαχείρισης Στη διεθνή πρακτική υπάρχουν πολλές διέξοδοι στα θέµατα της αποτελεσµατικής διαχείρισης, ξεκινώντας από την ανάγκη πρόληψης και µείωσης των παραγόµενων και διατιθέµενων για ταφή αποβλήτων. Οφείλουµε όµως να επαναλάβουµε ότι όλα τα εργαλεία, που µπορούν επιστηµονικά ή πολιτικά να περιγραφούν, απαιτούν µια άλλη κοινωνική στάση και κοινωνική-θεσµική οργάνωση να τα υποστηρίξει µε µαζική επέκταση της διαλογής στην πηγή. Ειδάλλως, από µόνες τους όλες οι προσπάθειες κινδυνεύουν να είναι αποσπασµατικές, σπασµωδικές και αναποτελεσµατικές. Υπακούοντας στην πυραµίδα διαχείρισης αποβλήτων της ευρωπαϊκής στρατηγικής, εργαλεία που µπορούν να χρησιµοποιηθούν είναι τα εξής: • ∆ηµιουργία οικονοµικών εργαλείων για την προώθηση και επιβράβευση των βέλτιστων πρακτικών µείωσης αποβλήτων στο εµπόριο. • Τροποποίηση της τιµολογιακής πολιτικής των ΟΤΑ για την ενθάρρυνση της µείωσης παραγωγής και για την επιβάρυνση της διάθεσης στερεών αποβλήτων σε πολίτες και σε παραγωγούς και όχι µε το οριζόντιο µέτρο του τέλους ταφής που προγραµµατίζεται από το 2014, εφόσον δεν υπάρχει άλλη διέξοδο για κανένα δήµο. • Προσαρµογή των κανονισµών καθαριότητας στη στρατηγική της µείωσης και της αποκεντρωµένης διαχείρισης. • ∆ιαλογή στην πηγή του οργανικού κλάσµατος των αποβλήτων. • Συνδυασµός των δράσεων µείωσης αποβλήτων τροφίµων µε τη λειτουργία τράπεζας τροφίµων και µονάδων αξιοποίησης υπολειµµάτων τροφίµων και γεωργικών- κτηνοτροφικών προϊόντων. • Πλήρης εφαρµογή της οικιακής κοµποστοποίησης σε αγροτικές και ηµιαστικές περιοχές. • Ενοποίηση και τυποποίηση των συστηµάτων ανακύκλωσης για τα δηµοτικά απορρίµµατα. • Αξιοποίηση των Συλλογικών Συστηµάτων Εναλλακτικής ∆ιαχείρισης (ΣΣΕ∆) και ανάπτυξη της εναλλακτικής διαχείρισης ειδικών αποβλήτων και ανακύκλωσης σε όλους τους ΟΤΑ, µε επιδότηση του κόστους από τα Συστήµατα 6 • Σχεδιασµός και ενίσχυση προγραµµάτων διαλογής και αξιοποίησης για τα µη επικίνδυνα βιοµηχανικά απόβλητα και τα απόβλητα κατασκευών και κατεδαφίσεων. • Αξιοποίηση και υποστήριξη ιδιωτικών επενδύσεων επαναχρησιµοποίησης και ανακύκλωσης ειδικών αποβλήτων (πχ. κατασκευαστικών) µε αξιοποίηση φυσικών πόρων και αποκατάσταση περιβάλλοντος Οι δράσεις αποκεντρωµένης διαχείρισης και πρόληψης έχουν απαραίτητο συµπλήρωµα τα έργα επεξεργασίας και διάθεσης. Τα έργα αυτά απαιτείται να συµβάλουν στην επίτευξη ποιοτικών και ποσοτικών στόχων που αποτελούν και υποχρέωση της χώρας. Σε επίπεδο Κεντρικής Μακεδονίας απαιτείται άµεσα ριζική αναθεώρηση του Περιφερειακού σχεδιασµού, εφόσον στον υφιστάµενο του 2004 προβλέπονταν επτά (7) µονάδες επεξεργασίας µε υπερδιπλάσια δυναµικότητα των παραγόµενων αποβλήτων και σε αντίθεση µε τη σηµερινή ευρωπαϊκή και εθνική στρατηγική, ενώ καµία µονάδα δεν έχει προχωρήσει σε υλοποίηση. Η αναθεώρηση δεν αφορά µόνο στη δυναµικότητα αλλά και στη χωροθέτηση των µονάδων, εφόσον το περιφερειακό σχέδιο ουσιαστικά ήταν συρραφή νοµαρχιακών, ενώ η αλλαγή των ισοζυγίων µάζας, λόγω της οδηγίας 2008/98, τροποποιεί όλα τα χαρακτηριστικά βιωσιµότητας των µονάδων. Τέλος οι µονάδες πρέπει, και νοµοθετικά πλέον, να παραλαµβάνουν όλα τα µη επικίνδυνα στερεά απόβλητα καθώς και άλλα δευτερογενή υλικά. Αποτελεί δίληµµα και στοίχηµα σε κάθε σχεδιασµό, και ιδιαίτερα στους νέους περιφερειακούς, ο συνδυασµός της αποτελεσµατικότητας που απαιτείται, προσδιορίζοντας τη στρατηγική, τις µονάδες και τις χωροθετήσεις τους, χωρίς να περιορίζει πρωτοβουλίες των ΟΤΑ, των κοινωνιών αλλά και του ιδιωτικού τοµέα που µπορούν να προκύψουν στο µέλλον για όλα τα είδη στερεών αποβλήτων. Όσον αφορά στις τεχνολογίες των µονάδων απαιτείται αξιολόγηση του συνδυασµού µεθόδων και µονάδων επεξεργασίας µε συνυπολογισµό του εξωτερικού περιβαλλοντικού κόστους και των νέων συνθηκών της κλιµατικής κρίσης. Το κριτήριο του συνολικού κόστους ως προς τις περιβαλλοντικές επιδόσεις πρέπει να ληφθεί υπόψη για τη µικρότερη επιβάρυνση πολιτών και ΟΤΑ. Επίσης απαραίτητη είναι η διασφάλιση της αυτοτέλειας των Φο∆ΣΑ και των πολιτών για τη διαµόρφωση και υλοποίηση στρατηγικής, ανεξάρτητα από τη συµµετοχή ιδιωτών στα συµβόλαια κατασκευής ή διαχείρισης των µονάδων. Η συνδυασµένη αξιολόγηση πρέπει να γίνεται επί ολοκληρωµένων έργων και όχι ηµιτελών που θα έχουν µεγαλύτερο κόστος διάθεσης των ενδιάµεσων προϊόντων (πχ. RDF), λαµβάνοντας υπόψη και τα συµβόλαια διάθεσης/προώθησης δευτερογενών προϊόντων Τα έργα επεξεργασίας, ως δηµόσιες υποδοµές, απαιτούν ενίσχυση από το πρόγραµµα δηµοσίων επενδύσεων και αξιοποίηση του ΕΣΠΑ και του επόµενου Συµφώνου Εταιρικής Σχέσης. Τα Σ∆ΙΤ δεν είναι η µόνη επιλογή χρηµατοδότησης µονάδων, ιδίως όταν ο δηµόσιος χώρος συνεισφέρει ποσοστό άνω του 70% της επένδυσης (ΕΣΠΑ και Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων) και οι ιδιώτες δεν έχουν κανένα ρίσκο απόδοσης εφόσον δεν επενδύουν κεφάλαιά τους. Εφόσον χρηµατοδοτούνται και δανειοδοτούνται µε εγγύηση του ελληνικού δηµοσίου ιδιωτικές εταιρείες και ΟΤΑ άλλων χωρών για έργα στην Ελλάδα, ο ίδιος κανόνας οφείλει να µεταφερθεί και στους φορείς της αυτοδιοίκησης της 7 Ελλάδας. Σε κάθε περίπτωση το χρηµατοδοτικό σχήµα δεν πρέπει να αναιρεί την αρχή του δηµόσιου ελέγχου και διοίκησης των µονάδων και του ελέγχου του κόστους επεξεργασίας εξυπηρέτησης προς όφελος των ΟΤΑ και των πολιτών. Η συνεργασία δηµόσιου-ιδιωτικού τοµέα απαιτεί ακόµα πιο ισχυρό δηµόσιο τοµέα για τον έλεγχο των συµβάσεων, εφόσον πχ. δεν εξασφαλίζει το δηµόσιο συµφέρον και το περιβάλλον η αντικατάσταση του δηµόσιου φορέαπροϊσταµένη αρχή από την αξιολόγηση της τράπεζας που θα χρηµατοδοτήσει το έργο. Μία ακόµα παρέµβαση που απαιτείται και µπορεί άµεσα να διαπιστώσει η κοινωνία είναι ο εκσυγχρονισµός και η αλλαγή των µέσων συλλογής και µεταφοράς των στερεών αποβλήτων, ο περιορισµός των αστικών οχλήσεων και η εξυπηρέτηση του πολίτη και του επαγγελµατία. Αυτή την αλλαγή εξυπηρετούν ο εκσυγχρονισµός των µέσων αποθήκευσης (κάδων), η απόσυρση των κάδων από τα κέντρα των πόλεων και η δηµιουργία σταθερών θέσεων, η τοποθέτηση υπόγειων κάδων, η ενιαία τυποποίηση κάδων µε βάση τη διαλογή στην πηγή και η δηµιουργία πάρκων ανακύκλωσης και κέντρων συλλογής ειδικών και αδρανών αποβλήτων ανά συνοικία (πράσινα σηµεία). Η συνεργασία µε τους φορείς των επαγγελµατιών για τα πράσινα καταστήµατα, η προσαρµογή των κανονισµών καθαριότητας στη διαλογή στην πηγή και η προσαρµογή της τιµολόγησης στην «πράσινη» συµπεριφορά συµπληρώνουν το µοντέλο διαχείρισης σε τοπικό επίπεδο. Στη σηµερινή συγκυρία η κατάθεση µιας ολοκληρωµένης πρότασης στρατηγικής για τη διαχείριση στερεών αποβλήτων στην Ελλάδα φαντάζει ουτοπική. Ιδίως όταν επιχειρεί να ανατρέψει κακοδαιµονίες και λάθη χρόνων και να εφαρµόσει παράλληλα την καινοτοµία σε περιβάλλον κοινωνικής και οικονοµικής κρίσης. Η καθυστέρηση λύσεων και η ανακύκλωση του παρελθόντος ενδέχεται να οδηγήσει και σε απώλεια του ευρωπαϊκού κεκτηµένου, δηλαδή της υγειονοµικής διαχείρισης αποβλήτων, και στο άνοιγµα των χωµατερών. Η αποκεντρωµένη διαχείριση, και οι κοινωνικές αλλαγές που αυτή απαιτεί, µας δίνει τη δυνατότητα σήµερα να διαµορφωθεί ένα περιβάλλον που µπορεί να υποδεχθεί αντίστοιχες τοµές µε έµφαση στη διαλογή στην πηγή και στην αξιοποίηση των αποβλήτων. Η αποκατάσταση της αξιοπιστίας όλων των εµπλεκοµένων πρέπει να γίνει µέσα από διαδικασίες διαφάνειας, διαβούλευσης µε ανοιχτή πληροφόρηση, γνώση και µε δεοντολογία, που θα καταλήγουν σε µακρόχρονη κοινωνική συµφωνία και θεσµούς κοινωνικού ελέγχου. Μονοµερείς αποφάσεις και αφορισµοί δεν καταλήγουν πουθενά, εφόσον όλες οι επιλογές απαιτούν πλέον τη µέγιστη δυνατή αποδοχή και υποστήριξη για να είναι επιτυχείς. Και προφανώς ο αυταρχισµός ή η µη ανάληψη της ευθύνης επίλυσης των προβληµάτων είναι η χειρότερη έναρξη µιας τέτοιας προσπάθειας. Η αλλαγή διαχείρισης και στα στερεά απόβλητα, όπως και σε όλα τα περιβαλλοντικά ζητήµατα, µας αφορά, µας χρειάζεται όλους και αποτελεί άσκηση δηµοκρατίας. 8
© Copyright 2024 Paperzz