Πρόγνωση & Διάγνωση στις αιµατολογικές κακοήθειες: Από το συµβατικό καρυότυπο στη µοριακή κυτταρογενετική ανάλυση Π. Κόλλια Επίκουρος Καθηγήτρια, Τµήµα Βιολογίας, ΕΚΠΑ Δ. Κουµπή, PhD Συνεργαζόµενη ερευνήτρια, Τοµέας Κυτταρογενετικής, Ερευνητικό Κέντρο Δηµόκριτος, Αθήνα Κυτταρογενετική του καρκίνου Ανάλυση γονιδιώµατος στο επίπεδο του χρωµοσώµατος → Επίκτητες χρωµοσωµικές ανωµαλίες → Πλήρης κυτταρογενετική ανάλυση στις αιµατολογικές κακοήθειες Κλασική κυτταρογενετική ανάλυση → Ανάλυση σε µεταφασικά χρωµοσώµατα Φθορίζουσα υβριδοποίηση in situ (FISH) → Ανάλυση FISH σε µεσοφασικά χρωµοσώµατα (Ι-FISH) → Ανάλυση FISH σε µεταφασικά χρωµοσώµατα ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Κυτταρογενετική ανάλυση Φυσιολογικός καρυότυπος- καρυότυπος µε ανωµαλίες Αριθµός ανωµαλιών Ισορροπηµένες/ µη ισορροπηµένες µεταθέσεις Ανίχνευση συγκεκριµένων µεταθέσεων (ταυτοποίηση χιµαιρικών γονιδίων). Ταυτοποίηση χρωµοσωµικών/γονιδιακών ελλείψεων. Ανίχνευση γονιδιακών διπλασιασµών/ πολλαπλασιασµών. Τα υ τοπο ί η σ η α ν ε υ π λο ε ι δ ι ώ ν ( φ υ λ ε τ ι κά / α υ το σ ω µ ι κά χρωµοσώµατα) Καθορισµός µεγέθους κλώνου. Πλεονέκτηµα συµβατικής (κλασικής) κυτταρογενετικής ανάλυσης: ανάλυση σε επίπεδο χρωµοσώµατος Μειονέκτηµα: µικρότερη ανάλυση & περισσότερο κοπιαστική. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Κλασική και Μοριακή Κυτταρογενετική Περιορισµοί στην ανάλυση 5Mb Κλασική Κυτταρογενετική 50-100kb Μοριακή Κυτταρογενετική Πλεονεκτήµατα της Ι-FISH Ανίχνευση συγκεκριµένων ανωµαλιών. Ακριβής. Μπορεί να χρησιµοποιηθεί σε διαιρούµενα αλλά και µή διαιρούµενα κύτταρα ή σε κύτταρα µε χαµηλό µιτωτικό δείκτη Δεν υπάρχει το πρόβληµα της χαµηλής ποιότητας των χρωµοσωµάτων. Aνάλυση πολλών µεσοφασικών πυρήνων → ταυτοποίηση ακόµα και πολύ µικρού αριθµού κλώνων. Ταυτοποίηση υποµικροσκοπικών ανωµαλιών (γονιδιακοί διπλασιασµοί / πολλαπλασιασµοί). ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Μ ε λ έ τ η χ ι µ α ι ρ ι σ µ ο ύ µ ε τά α π ό α λ λο γ ε ν ι κ ή µεταµόσχευση Πλεονεκτήµατα την ανάλυσης FISH σε µεταφασικά χρωµοσώµατα Αναγνώριση περίπλοκων/ παραλλαγµένων χρωµοσωµικών ανακατατάξεων Τα υ τ ο π ο ί η σ η κ ρ υ φ ώ ν χ ρ ω µ ο σ ω µ ι κ ώ ν ανακατατάξεων ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Ζώνωση G- Ιδεογράµµατα των ανθρώπινων χρωµοσωµάτων Κριτήρια χαρακτηρισµού χρωµοσωµάτων size Banding pattern Centromere position ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Το Διεθνές Σύστηµα για την Ονοµατολογία στην Κυτταρογενετική του Ανθρώπου (International System for Human Cytogenetic Nomeclature -ISCN 2009) - Missing chromosome – απώλεια χρωµοσώµατος + additional chr. – επιπλέον χρωµόσωµα del Deletion - ελλειψη der Derivative- παράγωγο dic Dicentric - δικεντρικό dup Duplication - διπλασιασµός i, iso Isochromosome -ισοχρωµόσωµα inv Inversion - αναστροφή mar Marker - δείκτης p short arm – µικρός βραχίονας q long arm – µακρύς βραχίονας t Translocation - µετάθεση ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Δοµικές ανωµαλίες Ισορροπηµένη µετάθεση ελλειψη Παρακεντρική αναστροφή διπλασιασµός Ισοχρωµόσωµα Δοµικές ανωµαλίες Δικεντρικό χρωµόσωµα Ένθεση ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Δακτύλιος Ζώνωση G - Καρυότυπος Καλλιέργεια κυττάρων PB/BM παρουσία µιτογόνων Επώαση 1-3 ηµέρες Προσθήκη colchemid τα κύτταρα σταµατούν στη µετάφαση Φυγοκέντρηση & προσθήκη διαλύµατος KCI Ζώνωση GΜονιµοποίηση Μεθοδολογία Χρωµοσωµική ανάλυση ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Τρυψινοποίηση & Χρώση Giemsa Ιχνηθέτης FISH Ιχνηθέτης ειδικός για τον βραχίονα p Ιχνηθέτης για ολόκληρο το χρωµόσωµα Ιχνηθέτης ειδικός για τον βραχίονα q ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Υποτελοµερικός ιχνηθέτης Κεντροµερικός ιχνηθέτης Ιχνηθέτης ειδικός για συγκεκριµένο γονίδιο Είδος Ιχνηθέτη Κεντροµερικοί ιχνηθέτες/ 1χρώµα (CEP) Ιχνηθέτης ειδικός για συγκεκριµένο γονίδιο Διπλή χρώση – ειδικοί ανιχνευτές για τον εντοπισµό µεταθέσεων Διπλή ή τριπλή χρώση αποµακρυσµένοι ιχνηθέτες Μέγεθος 500kb-1Mb 80kb-1Mb 80kb-1Mb Χαρακτηρισµός αριθµητικών ανωµαλιών & χιµαιρισµού Χαρακτηρισµός ελλείψεων, διπλασιασµών, πολλαπλασιασµών ενός γονιδίου Ι) Ταυτοποίηση χιµαιρικών γονιδίων που σχηµατίζονται λόγω µεταθέσεων ii) Ταυτοποίηση γονιδιοειδικών ανασυνδυασµών Ανίχνευση ολόκληρου χρωµοσώµατος, Ανίχνευση χρωµοσωµικών περιοχών Ταυτοποίηση χρωµοσωµικών δεικτών. Ιχνηθέτες ολόκληρου χρωµοσώµατος Υποτελοµερικοί ιχνηθέτες Εφαρµογή 100-300kb Γενετικά σύνδροµα Μεθοδολογία υλικό: PB, BM, τοµές → Χρήση ειδικών µοριακών ιχνηθετών DNA για το χαρακτηρισµό καρκινοειδικών χρωµοσωµικών / γονιδιακών ανωµαλιών → Υβριδοποίηση αλληλουχιών-στόχων µε φθορίζοντες ιχνηθέτες µε συµπληρωµατική αλληλουχία DNA. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Ιχνηθέτες ολόκληρου χρωµοσώµατος Δύο χρώµατα-ιχνηθέτες εκατέρωθεν µετάθεσης ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Κεντροµερικοι ιχνηθέτες & ιχνηθέτες ειδικοί για το Χq Μεσοφασικοί πυρήνες Λευχαιµίες και Λεµφώµατα: διαταραχές στην κυτταρική διαίρεση & στην κυτταρική διαφοροποίηση της αιµοποιητικής γενεαλογίας Χρωµοσωµικές ανωµαλίες χαρακτηριστικές της κλινικής κατάστασης Λευχαιµίες: → συντήξεις γονιδίων→ χιµαιρικές πρωτεΐνες Λεµφώµατα: → εκτοπισµός µεταγραφικών µονάδων → ανωµαλίες στη γονιδιακή έκφραση ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Κλασική κυτταρογενετική (CC) & Μοριακή κυτταρογενετική (MC) Απαραίτητη • Διάγνωση→ Επικαιροποιηµένη κατηγοριοποίηση των νεοπλασµάτων από τη WHO 2008. • Πρόγνωση → Διεθνές σύστηµα Προγνωστικής International Prognostic Scoring Systems (IPSS): Βελτιωµένη αξιολόγηση και πιο ακριβής πρόγνωση της έκβασης της νόσου. • Επιλογή θεραπευτικού σχήµατος. Καθιερωµένη µεθοδολογία CC & MC για την διάγνωση και πρόγνωση των λευχαιµιών και των λυµψωµάτων (European Cytogenetics Association, Association for Clinical Cytogenetics, American College of Clinical Genetics). Διεθνώς καθιερωµένα πρωτόκολλα κυτταρογενετικής ανάλυσης των αιµατολογικών νεοπλασιών. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Οξεία µυελογενής λευχαιµία (AML) de novo – συγκεκριµένες γενετικές ανωµαλίες • Κλινικά ετερογενής νόσος. • Κατά κύριο λόγο: ασθένεια των ηλικιωµένων, µέση ηλικία διάγνωσης: 70 έτη. → Ασθενείς άνω των 60 χαρακτηρίζονται από χειρότερη πρόγνωση. Αλλά, • Νέοι ασθενείς: βελτιωµένοι δείκτες επιβίωσης • Κυτταρογενετική ανάλυση: η πιο χρήσιµη τόσο για τη διάγνωση αλλά και για την πρόγνωση. Κυτταρογενετικές ανωµαλίες: σε 50%-60% των ασθενών µε AML. → Επικαιροποιηµένη κατηγοριοποίηση της για τα µυελοπλάσµατα WHO 2008 Συσχέτιση κλινικής εικόνας µε την κυτταρογενετική εικόνα. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Συχνότητα συγκεκριµένων γενετικών ανωµαλιών στην AML ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Οξεία µυελογενής λευχαιµία µε AML µε t(8;21)(q22;q22) AML1/ETO (Μ1/Μ2) Συχνότητα: 10-15% των περιπτώσεων AML, 30% των περιπτώσεων M1/M2 • Συχνότερη στα παιδιά. →Θετική πρόγνωση µετά από ικανοποιητική απόκριση σε φαρµακευτικά σχήµατα. Υψηλά ποσοστά µη υποτροπιάζουσας νόσου - µακρά επιβίωση. → ΑΜL1(RUNX1): Μεταγραφικός παράγοντας που προσδένεται στο DNA-σηµαντικός ρόλος στη διαφοροποίηση της αιµοποιητικής γενεαλογίας. • t(8;21)(q22;q22), χιµαιρικό γονίδιο AML1/ETO→ χιµαιρική πρωτεΐνη AML1/ETO. • ETO: πρωτεΐνη καταστολέας της µεταγραφής. • AML1/ETO →αρνητική ρύθµιση του AML1 → µεταγραφική καταστολή του γονιδίου AML1 → προβλήµατα στη φυσιολογική αιµατοποίηση. • ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Δύο χρώµατα- Διπλός υβριδικός ιχνηθέτης Αποτελέσµατα FISH : 2 θετικά σηµεία→ ένα στο der(8) & άλλο ένα στο der(21) Οξεία µυελογενής λευχαιµία µε inv(16) ή CBFb/MYH11 (Μ4eos) → Περικεντρική αναστροφή στο χρωµόσωµα 16, inv(16) → Αναδιάταξη t(16;16)(p13;q22) Σχηµατισµός χιµαιρικής πρωτεΐνης CBFb (Core Binding Factor Beta-subunit)/MYH1 (smooth muscle myosin heavy chain) → (5’CBFB-3’MYH11) → καταστολή του γονιδίου AML1. • Συχνότητα: 4-10%. → Θετική πρόγνωση • Δυσκολίες στην ταυτοποίηση inv(16) & t(16;16)(p13;q22) µε κλασικό καρυότυπο ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών inv(16) CBFb/MYH11 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών → t(16;16)(p13;q22) CBFb/MYH11 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Οξεία µυελογενής λευχαιµία µε 11q23/MLL (Mixed Lineage Leukemia)- Αναδιατάξεις (Μ4/M5a) • • Πάνω από 50 γονίδια στις µετατοπίσεις MLL. Χρωµοσωµικές αναδιατάξεις →Το MLL δρα ως δυνητικά ογκογόνο. • Μεγαλύτερη συχνότητα σε νεογνά και σε παιδιά έως 3 ετών. • Συχνότητα: 15-20% στα παιδιά, 40-65% στα νεογνά. 4-7% από τις περιπτώσεις ενηλίκων µε AML. → Κακή πρόγνωση FISH: Αλληλουχίες 5′ MLL στην der(11) & 3′ αλληλουχίες του MLL στο άλλο χρωµόσωµα. Σηµεία θραυσης: ανάµεσα στα εξόνια 5-11 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Οξεία µυελογενής λευχαιµία µε t(9;11) (p22;q23), MLL/AF9, (Μ5) • Συχνότητα: 6-10% → καλύτερη πρόγνωση σε σύγκριση µε τις µεταθέσεις t(11q23;v). Οξεία µυελογενής λευχαιµία µε t(6;11 (q27;q23), (Μ4/Μ5) Συχνότητα : 2-‐4% → κακή πρόγνωση ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών → Πολλαπλασιασµοί του γονιδίου MLL gene copies (γονιδιακός πολλαπλασιασµός) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Οξεία µυελογενής λευχαιµία µε inv(3)(q21q26) ή t(3;3)(q21;q26.2) RPN1-EVI1 (M7) • Συχνότητα : 2- 9% των ενηλίκων. → κακή πρόγνωση (a) Φυσιολογικό πρότυπο (b) inv(3) 1G2F (c) inv(3) 1G1R1F (d) inv(3) 1R2F • • -5/5q31, del(5q31) Πιο συχνή στους ενήλικες: 4%, στα παιδιά: 2% -7/del(7q) Συχνότητα2% των παιδιατρικών AML & 7% των ενηλίκων. → κακή πρόγνωση Σύνθετος φαινότυπος(≥3 ανωµαλιών) Συχνότητα 10-15% → κακή πρόγνωση +8 3% στα παιδιά & 3%-10% στους ενήλικες → ενδιάµεση πρόγνωση Φυσιολογικός καρυότυπος • 15-25% στα παιδιά, 40-50% στους ενήλικες → ενδιάµεση πρόγνωση ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Del(5q) del(7q) Οξεία Προµυελοκυτταρική λευχαιµία (APL) Παρατηρείται: στην πρωιµη ενήλικη ζωή, παραµένει σε σταθερή συχνότητα, µειώνεται µετά την ηλικία των 60. • 10% των AML. • 4% έως 8% των παιδικών AML. → Διαγνωστικό χαρακτηριστικό της APL: t(15;17)(q22;q12-21)→σύντηξη του γονιδίου PML (15q22) µε το γονίδιο που κωδικοποιεί τον υποδοχέα του ρετινοϊκού RARα (17q12-q21.1). • Τα µονοπάτια σηµατοδότησης του ρετινοϊκού οξέος είναι απαραίτητα για τη διαφοροποίηση της µυελογενούς σειράς. • RΑRΑ: µεταγραφικός παράγοντας – υποδοχέας του ρετινοϊκού αναγνωρίζει συγκεκριµένες αλληλουχίες απόκρισης στο ρετινοϊκό, ρυθµίζει τη µεταγραφή • PML: ογκοκατασταλτικό γονίδιο προαποπτωτική ενεργότητα. • PML-RARa χιµαιρικό γονίδιο→ PML/RARA χιµαιρική πρωτεΐνη µεταγραφικός καταστολέας → παρεµποδίζει την ογκοκατασταλτική δράση & την προαποπτωτική ενεργότητα→ µετασχηµατισµός & αναστολή της διαφοροποίησης µέσω καταστολής των γονιδίων-στόχων του RARA. • ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών t(15;17)(q22;q12-21) PML/RARA → PML-RARa χιµαιρικό γονίδιο der(15), RARa-PML σύντηξη στο der(17). θεραπεία ATRA → καλή απόκριση→ Αποικοδόµηση της πρωτεΐνης PML/RARA → Επανενεργοποίηση των µεταγραφικών µηχανισµών → Διαφοροποίηση των άωρων προµυελοκυττάρων σε ώριµα µυελοκύτταρα. + ASO → απόπτωση παθολογικών προµυελοκυττάρων αποκοδόµηση της πρωτεΐνης PML/RARA. Η πλειοψηφία των περιπτώσεων APL στις οποίες δεν παρατηρείται t(15;17) →συνδεόνται επίσης µε τη σύντηξη των γονιδίων PML-RARa. → Ενθέσεις ή πιο πολύπλοκες αναδιατάξεις. Είτε απώλεια του φυσιολογικού 15 και διπλασιασµός του der(15) ή ανασυνδυασµός ανάµεσα στα δύο οµόλογα µετά από ένθεση Αρχικός καρυότυπος: 46,XX,der(19)t(8;19)(q21;p13 ή q13)/46,XX FISH Ένθεση (15;17) Σύντηξη – σήµα και στα δύο χρωµοσώµατα 15 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών → Σπανιότερες παραλλαγές • t(11;17)(q23;q21) PLZF-RARA , t(11;17)(q13;q21) NuMA-RARA. t(5;17)(q35;q21) NPM1-RARA . t(11;17)(q13;q12) PLZF/RARA → δεν απαντά στο ΑΤRA. → διαφορετικά θεραπευτικά σχήµατα. Φυσιολογικός καρυότυπος. FISH: σχηµατισµός PLZF-RARa λόγω ένθεσης. FISH χρησιµοποιώντας ειδικό για το RARa κοσµιδιακό ιχνηθέτη (πράσινο χρώµα) & CEP11 (κόκκινο): → ένθεση αλληλουχιών του RARa στην ζώνη 11q23. FISH: σηµαντική συµβολή στην µη ανιχνεύσιµη καρυοτυπικά t(15;17) λόγω ειδικών ελλείψεων →σχηµατισµός PML-RARa αλλά όχι RARA-PML. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Χρόνια µυελογενή νεοπλάσµατα Χρόνια µυελογενής λευχαιµία (CML) µε χρωµόσωµα Φιλαδέλφεια (Ph+) t(9;22)(q34;q11.2) • 10-15% των λευχαιµιών. • Συχνότητα: υψηλότερη σε ενήλικες 45-60 ετών. → 90-95% εµφανίζει (Ph+) t(9;22)(q34;q11.2) Αµοιβαία µετάθεση t(9;22)(q34;q11.2)→ BCR/ABL στο der(22) • Χιµαιρική πρωτεΐνη Bcr-Abl µε ενεργότητα κινάσης τυροσίνης→ συνεχής ενεργοποίηση µονοπατιών µεταγωγής σήµατος → προβληµατική µυελογένεση. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών M-BCR-µείζον σηµείο θραύσης-(εξόνια12-16) → πρωτεΐνη p210. → στην πλειοψηφία των περιπτώσεων CML. m-BCR- ελάσσον σηµείο θραύσης -(εξόνισ 1-2), →πρωτεΐνη p190. πιο συχνή στην ALL (κυρίως σε ενήλικα άτοµα). → 5-10% κρυπτικές ή σύνθετες µεταθέσεις BCR/ABL. Επιπλέον ανωµαλίες : συσχετίζονται µε την πρόοδο της νόσου 2Ph+, +8, +19, +21, -Y, iso(17q), (πιθανή ανθεκτικότητα στη χηµειοθεραπεία). Imatinib mesylate (Glivec): αναστολέας των κινασών τυροσίνης ABL. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών ιχνηθετης ES ιχνηθετης DF (A): MBCR/ABL, 5’BCR/3’ABL,ιχνηθέτης (B): mBCR/ABL, ES ιχνηθέτης (ab): MBCR/ABL, Mbcr/ABL (C): 2 Ph+, MBCR/ABL (cd): 2 Ph+, MBCR/ABL or 2 Ph+, mBCR/ABL (D): 2 Ph+, mBCR/ABL (E): 2 Ph+, mBCR/ABL & nl 22 gain (e): 2 Ph+, mBCR/ABL & nl 22 gain (F): Ph+, 5’ ABL έλλειψη (f1): Ph+, 5’ ABL έλλειψη (f2): Ph+, 5’ ABL deletion & 3’ BCR έλλειψη (G): mBCR/ABL & nl 9 έλλειψη (g): mBCR/ABL & nl 9 έλλειψη Σύνθετες/ποικίλες αναδιατάξεις: 46,XY,t(9;22;12)(q34;q11.2;q11) Αποσύνδεση ABL1/BCR → 5’ ABL παραµένει στο der(9), 3’ BCR µεταφέρεται στο der(12). → ενίσχυση BCR/ABL →ανθεκτικότητα στο Glivec ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Μυελογενή και Λεµφογενή Νεοπλάσµατα που συνδέονται µε ηωσινοφιλία → PDGFRA (platelet derived growth factor receptor alpha), → PDGFRB (platelet derived growth factor receptor beta), ή → FGFR1(fibroblast growth factor receptor 1 tyrosine kinase gene) • PDGFRB, PDGFRA, FGFR1→ κωδικοποιούν υποδοχείς µε ενεργότητα • κινάσης τυροσίνης. PDGFRB, t(5q33;v) συνήθεις µετατοπίσεις : t(5;12) (q33;p13) → ETV6/PDGFRB → συνεχής ενεργότητα κινάσης. del4q12 (CHIC2) Κυτταρογενετικά κρυπτική έλλειψη : del4q12 (CHIC2) ή CHIC2 µετατόπιση λόγω ένθεσης → FIP1L1-PDGFRa συνεχής ενεργότητα κινάσης. Ικανοποιητική απόκριση στο Glivec. • PDGFRA µετατόπιση→ δεν παρατηρείται σύντηξη FIP1L1-PDGFRA. • PDGFRA µετάθεση & έλλειψη CHIC2 → δεν παρατηρείται σύντηξη FIP1L1-PDGFRA . → t(4;12)(q12;p13) PDGFRA/ETV6. t(8;22)(p11;q11) ΒCR/FGFR1 → επιθετικό νεόπλασµα δεν αποκρίνεται σε Glivec. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών (Α) φυσιολογικό πρότυπο, (B) έλλειψη CHIC2 → σύντηξη FIP1L1-PDGFRA, (C) CHIC2 µετάθεση λόγω ένθεσης → σύντηξη FIP1L1-PDGFRA, (D) PDGFRA µετάθεση, δεν παρατηρείται σύντηξη FIP1L1-PDGFRA (E) PDGFRA µετάθεση & έλλειψη CHIC2, δεν παρατηρείται σύντηξη FIP1L1PDGFRA. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Μυελοδυσπλαστικά σύνδροµα (ΜDS) Ετερογενής διαταραχή. Διαταραχή των ενηλίκων . Η πιο κοινή αιµατολογική κακοήθεια σε ηλικίες >60 Πιο συχνά στους άνδρες παρά στις γυναίκες. Χρωµοσωµικές ανωµαλίες : σε 50% των περιπτώσεων de novo MDS σε 80% των t-MDS. • Δεν παρατηρείται χρωµοσωµική ανωµαλία (CA) στο n 40% των ασθενών. • Σταδιακη πρόοδος από χαµηλού κινδύνου MDS σε υψηλού κινδύνου MDS και τελικά AML. • Ιδιαίτερης σηµασίας: del (5q), σύνδροµο 5q. del(5q) (q31q35), σύνδροµο 5q → καλύτερη πρόγνωση → κύρια κυτταρογενετικά ευρήµατα • • • • • del(5q), -5, +8, t(5;12), del(7q), -7, iso(17q), +19, +9, del(20q) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Κυτταρογενετικοί δείκτες – Πρόγνωση MDS Θετική Πρόγνωση Φυσιολογικός καρυότυπος + del (5q) + del(20q) + -Y + Ενδιάµεση Πρόγνωση -7/del(7q) + +8 + del(11q) + Σύνθετος καρυότυπος(≥ 3χρωµ. ανωµαλίες) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Κακή Πρόγνωση + Διεθνές σύστηµα Πρόγνωσης (International Prognostic Scoring System - ΙPSS) → % βλαστικών κυττάρων στο BM, αριθµός λευκών αιµοσφαιρίων, κυτταρογενετικές ανωµαλίες Τιµές Προγνωστικός Παράγοντας 0 0.5 1 Βλαστικά κύτταρα(%) <5 5-10 - Κυτταρογενετικά θετική ευρήµατα ενδιάµεση Κακή Κυτταροπενία 2/3 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών 0/1 Μυελοειδή νεοπλάσµατα σχετιζόµενα µε θεραπεία→ t-AML, t-MDS Αλκυλυωτικοί παράγοντες/ ακτινοβολία→ λανθάνουσα περίοδος 5- 7 έτη → χρωµοσωµικές ανωµαλίες 5/5q, -7/7q Αναστολείς των Τοποϊσοµερασών II → λανθάνουσα περίοδος 2-3 ετη→ χρωµοσωµικές ανωµαλίες 11q23 (MLL). ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Πρόδροµα Λεµφογενή Νεοπλάσµατα Οξεία λεµφοβλαστική λευχαιµία (ALL) Το πιο κοινό αιµατολογικό νεόπλασµα σε παιδιά ηλικίας <15 ετών. Β-ALL: 85% όλων των παιδικών ALL. B-ALL: 75% όλων των παιδικών ALL ηλικίας <6 ετών. > 95% των παιδιών που διαγιγνώσκονται µε ALL: ολοκληρωτική υποχώρηση της νόσου σε 4 εβδοµάδες ΕFS: στο 80% των παιδιατρικών ALL & στο 60% ενηλίκων ασθενών µε ALL. ΟS: 75-80% & 20-38%, αντίστοιχα. • Κυτταρογενετικές ανωµαλίες στο 90% των παιδιών & στο 70% των ενηλίκων που πασχουν από ALL. • • • • • Κυτταρογενετική ανάλυση → Σηµαντικός παράγοντας για την διάγνωση και την πρόγνωση ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών ALL µε t(12;21)(p13;q22) TEL(ΕΤV6)/AML1 (RUNX1) • Η πιο κοινή ανωµαλία σε παιδιά που πάσχουν από ALL. Συχνότητα : κυρίως σε παιδιά ηλικίας 2-9 ετών (25-30% των B-ALL): σε ενήλικα άτοµα 1-3%. • Υποµικροσκοπική µετάθεση. → Θετική πρόγνωση. • Σύντηξη του 5’ TEL (ETV6) µε σχεδόν ολόκληρο το γονίδιο AML1 (RUNX1) στοder(21) → σχηµατισµός TEL/AML1 & AML1/TEL στο der(12). Σε κάποιες περιπτώσεις, έλλειψη του ΤΕL στο der(12) ή επιπλέον AML1. → Ένδειξη υπερδιπλοειδισµού στο 21 ή πολλαπλασιασµού του γονιδίου AML1. imp21 t(12;21)(p13;q22) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών ALL µε11q23/MLL αναδιατάξεις • Πιο συχνές στα παιδιά ηλικίας <1 έτους (85% όλων των παιδιατρικών περιπτώσεων ALL). ↑WBC • FISH: 5′ MLL στο der(11) & 3′ MLL στο άλλο χρωµόσωµα. → t(4;11)(q21;q23) MLL/AF4 chimeric gene οn der(11) • Κυρίως σε νεογνά , στο 3-‐7% των ενηλίκων με ALL. → κακή πρόγνωση. 11q23 χωρίς εμπλοκή του MLL : σε 50% των παιδιών με ALL & 11q23 ανωμαλίες. → ενδιάμεση πρόγνωση. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών → t(4;11)(q21;q23) χιµαιρικό γονίδιο MLL/AF4 στοder(11) • Κυρίως σε νεογνά. στο3-7% των ενηλίκων µε ALL. → κακή πρόγνωση. 11q23 χωρίς εµπλοκή του MLL 50% των παιδιών µε ALL → µάλλον ενδιάµεση πρόγνωση. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών ALL µε t(9;22)(q34;q11) Ph+ • Συχνότητα : 2%-6% των παιδιατρικών περιπτώσεων ALL & 17%-40% των ενηλίκων µε ALL (ηλικία >40 ετών). → πρωτεΐνη p190 : η πιο κοινή χιµαιρική πρωτεΐνη στην ALL (στα 2/3 των περιστατικών ALL). • m-BCR- σηµείο θραύσης (εξόνια 1-2), → πρωτεΐνη p190. Ph+ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών → t(1;19)(q23;p13) PBX1/TCF3(Ε2Α) • 5%-6% των περιστατικών στα παιδιά µε ALL • <5% στους ενήλικες µε ALL. • TCF3→κωδικοποιεί τους µεταγραφικούς παράγοντες Ε12 και Ε47 που παίζουν σηµαντικό ρόλο στην αιµοποίηση. → Ενδιάµεση πρόγνωση (A): t(1;19)(q23;p13.3). (B):der(19)t(1;19)(q23;p13.3) → Σύντηξη του 5’ ΤCF3 µε το 3’ PBX1 στο der(19) (A): πρότυπο der(19)t(1;19)(q23;p13.3), 2R1G1F, (B): πρότυπο t(1;19)(q23;p13.3) 1R1G2F ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών → t(17;19)(q22;p13) ΗLF/TCF3→αντιαποπτωτικός ρόλος. → κακή πρόγνωση !→ Χρωµοσωµική ανευπλοειδία Υπερδιπλοειδία ≈51-65 χρωµοσώµατα. 20-30% των περιστατικών ALL σε παιδιά. → Θετική πρόγνωση θετικός συσχετισµός µε ↓ WBC, στα παιδιά ηλικίας>1 έτουςold & < µιρότερα των 9 ετών. Υποδιπλοειδία ≈ 30-39 χρωµοσώµατα, → κακή πρόγνωση. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Nεοπλάσµατα ώριµων Β-κυττάρων → 90% των λεµφοπολλαπλασιαστικών νεοπλασµάτων Χρόνια λεµφογενής λευχαιµία (CLL) • Ο πιο συχνός τύπος λευχαιµίας σε άτοµα ≥55 ετών, κυρίως άνδρες. • 30%-40% των περιστατικών λευχαιµίας. • 90% των χρόνιων λεµφογενών νεοπλασµάτων. • Δεν παρουσιάζεται στα παιδιά. • Αυξηµένος αριθµός B λεµφοκυττάρων σε PB, BM. • Β-λεµφοκύτταρα: µορφολογικά φυσιολογικά, ανοσοφαινοτυπικά‘’ανώριµα’’. • Αργή πρόοδος της νόσου→ λεµφοκυττάρωση, από περιορισµένη σε γενικευµένη λεµφοκυττάρωση συνοδευόµενη από πανκυτταροπενία. • 75% OS. → FISH: σηµαντικός ρόλος στην πρόγνωση → ανιχνεύονται κυτταρογενετικές ανακατατάξεις µε FISH: στο 80% των περιπτώσεων CLL. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Συχνότητες ανωµαλιών στην CLL Ανωµαλία (%) 13q14 50-60 +12 20 11q22-23 (ΑΤΜ) 13-20 p53 10 6q21 5 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Χρωµοσωµικές ανωµαλίες & Πρόγνωση • del(13)(q14.3) → θετική πρόγνωση. OS: 17 έτη • +12 del(11)(q23) ATM → λιγότερο θετική πρόογνωση OS: 9- 11 έτη. • del (17)(p13.1) p53 → κακή πρόγνωση OS: 7 έτη, ανθεκτικότητα στη χηµειοθεραπεία. Διαφορετική θεραπευτική στρατηγική στους ασθενείς µε del p53. FISH: σηµαντική συµβολή σε περιπτώσεις µε αβέβαιη διάγνωση. → Μη τυπική µορφολογία, ατελής ανοσοφαινότυπος → CLL & MCL συνεκφράζουν τα αντιγόνα CD19, CD20. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Τρισωµία 12 & έλλειψη 11q22 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών del (17)(p13.1) p53 Λεµφώµατα µη HODGKIN Ανωµαλίες ιστών µε λεµφοειδή προέλευση Ετερογενής κατηγορία νόσων ως προς: → εξέλιξη της νόσου & → απόκριση στη θεραπεία. Α) Χαµηλής κακοήθειας Μέση OS: 10 έτη, µη θεραπεύσιµη στα τελευταία στάδια. Β) Υψηλής κακοήθειας 30-60%: θεραπεύσιµες µε πολύ ισχυρά θεραπευτικά σχήµατα. • • Οζώδες λέµφωµα (FL) • 20%-35% των λεµφωµάτων µη HODGKIN & 70% των λεµφωµάτων χαµηλής κακοήθειας. • Χρόνια, ετερογενής διαταραχή. • Κυρίως ενήλικοι ηλικίας ≈50-60 ετών. Σε ορισµένους ασθενείς η νόσος παραµένει στάσιµη για δεκαετίες. • 20-30% των ασθενών πεθαίνουν λόγω µετασχηµατισµού σε υψηλής κακοήθειας λέµφωµα. → Οζώδη λεµφώµατα & Διάχυτα µεγάλα λεµφώµατα Β-λεµφοκυττάρων Κυτταρικός πληθυσµός : ανώµαλα Β-λεµφοκύτταρα στους λεµφαδένες. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών → FISH σηµαντική συµβολή στη διάγνωση. Καρυοτυπική ανάλυση: συνήθως αποτυγχάνει λόγω του µικρού µιτωτικού δείκτη των λεµφοκυττάρων, ειδικά στα λεµφώµατα χαµηλής κακοήθειας Χαρακτηριστικές κυτταρογενετικές ανωµαλίες → t(14;18)(q32;q21) BCL2/IgH: στο 70-90% των περιπτώσεων FL. αµποιβαίες µεταθέσεις →υπερέκφραση του αντιαποπτωτικού παράγοντα BCL2 υπό τον έλεγχο ρυθµιστικών στοιχείων του IgH. 5’ BCL2 µετατίθεται στο 3’ ΙgH στο der(14). Ποικίλα σηµεία θραύσης→ FISH πλεονέκηµα σε σχέση µε την PCR. Διάγνωση FL : συνδυασµός ιστολογικών και ανοσοφαινοτυπικών µεθόδων → Ωστόσο σε περιπτώσεις αβέβαιης διάγνωσης→FISH: σηµαντικός ρόλος. Η ανίχνευση του t(14;18)(q32;q21) δεν σχετίζεται µε την πρόγνωση ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών (Β-1) Κλασικό προτυπο t(14;18)(q32;q21)- 2F1O1G (B-2) Ένθεση 5’ BCL2 στο IGH- ΙgH δεν το διακόπτει. (B-3) Ένθεση BCL2 στο IGH & έλλειψη του 5’IGH → Σε περιπτώσεις FL χωρίς t(14;18): πιθανή παρουσία t(3q27; v), BCL6 Ανίχνευση της αναδιάταξης του Bcl-6 µε Κατάλληλο ιχνηθέτη LSI BCL6 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Ένθεση του 5’ BCL2 στο IGH Λέµφωµα µανδύα (Mantle Cell Lymphoma MCL) • 3-10% των λεµφωµάτων µη-Hodgkin. • Υψηλής κακοήθειας, OS: 3-5 έτη. • Στο 70-90% των περιπτώσεων MCL →t(11;14)(q13;q32), CCND1(ΒCL1)/IgH. → υπερέκφραση του CCND1 υπό τον έλεγχο του υποκινητή της ΙgΗ. → Μετάθεση του 5’ BCL1 στην περιοχή 3΄ του ΙgH. • Ποικίλα σηµεία θραύσης→FISH πλεονέκτηµα έναντι της PCR. • Στο 60-80% των περιπτώσεων η νόσος εξελίσσεται σε επιθετικό λέµφωµα (DLBCL). • Κατά την πρόοδο MCL → δηµιουργία περισσοτέρων γενετικών ανωµαλιών → del 11q22, (ATM), del 17p ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Σε περιπτώσεις αβεβαιότητας στη διάγνωση→FISH: σηµαντική συµβολή → CLL & MCL συνεκφράζονται τα αντιγόνα CD19 και CD20. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Burkitt Lymphoma (BL) • Επιθετικό λέµφωµα- εµφανίζεται σε παιδιά και ενήλικες • Στο 90% των περιπτώσεων t(8;14)(q24.1;q32), MYC/IgH, Υπερέκφραση του γονιδίου c-ΜΥC υπό τον έλεγχο του υποκινητή του ΙgΗ → συνεχής πολλαπλασιασµός. µεταθεση του c-MYC στο der(14). → Ποικίλα σηµεία θραύσης →πλεονέκτηµα της FISH έναντι της PCR → παραλλαγές t(2;8)(p12;q24), t(8;22)(q24;q11) Διάχυτο λέµφωµα από µεγάλα Β-κύπαρα (DLBCL) Αναδιάταξη cMYC. • Επιθετικό λέµφωµα, 30-40% των λεµφωµάτων µη- Hodgkin λεµφωµάτων στους ενήλικες • t(18q24; v), αναδιατάξεις του BCL2 στο 5-25% των περιπτώσεων, αναµεσά τους → t(14;18). • 30% των περιπτώσεων: t(3q27; v), αναδιατάξεις του BCL6 στο 30-40%. • Σύνθετος καρυότυπος: χαρακτηριστικό του DLBCL. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Νεοπλάσµατα πλασµατικών κυττάρωνΠολλαπλούν µυέλωµα(MM) Κλωνική ανωµαλία των Β-πλασµατοκυττάρων. 10-15% των αιµατολογικών νεοπλασµάτων. Πλειοψηφία των ασθενών: >65 ετών. Β-πλασµατοκύτταρα στο BM: > 30% Παραγωγή κυρίως ΙgΑ (20%), IgG (70%), λιγότερο ΙgH, IgE, IgM. 20%-25% των ατόµων που εµφανίζουν MGUS (monoclonal gammopathy of undetermined significance- µονοκλωνική γαµµασφαιρινοπάθεια απροσδιόριστης σηµασίας) → µετάβαση σε MM µέσα σε 10 χρόνια . • 15% των ασθενών µε MM: ασυµπτωµατικοί. • Καρυοτυπική ανάλυση→χαµηλή τιµή µιτωτικού δείκτη στα Bπλασµατοκύτταρα. • Μικρό % Β-πλασµατοκυττάρων στο BM→κυτταρική επιλογή B• • • • • • πλασµατοκυτταρων ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών → ευρήµατα FISH στο 90% των ασθενών. x 3 περισσότερα από την ανάλυση καρυότυπου. → cIg (κυτταροπλασµατική ανοσοσφαιρίνη)-FISH CD138+ επιλογή πλασµατοκυττάρων. → FISH σε συνδυασµό µε ανοσοφθορισµό: σήµανση των ελαφριών αλυσίδων κ/λ →ταυτοποίηση των Β πλασµατοκυττάρων Ανωµαλία % συχνότητα del (13)(q14) 10-48% t(11;14)(q13;q32) 15-20% t(4;14)(p16.3;q32) 15% del(17p), p53 10-25% Υπερδιπλοειδία 40-60% C-MYC 12% t(14;16) )(q32;q23) 5-7% ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών Πρόγνωση µε βάση τα αποτελέσµατα της FISH Οµάδα Ευρήµατα cIg-FISH Ανοσοσφαιρίνες Θετική πρόγνωση Φυσιολογικό πρότυπο FISH, υπερδιπλοειδία, t(11;14) (q13;q32), t(6;14) (p21;q32) IgG κ Κακή πρόγνωση del (17p), t(4;14) (p16.3;q32), t(14;16) ) (q32;q23), del (13)(q14), υποδιπλοειδία IgA λ → Για την πρόγνωση πιο σηµαντικές είναι οι : t(11;14), t(4;14), del 17p, del (13)(q14) & υπερδιπλοειδία (CEP5, CEP9, CEP15). ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών → αναδιατάξεις 14q32/IgH Στο ≈50% των ασθενών µε MGUS, µέχρι και το 90% των ασθενών µε MM. → t(11;14)(q13;q32) CCND1/IgH: πρωτογενής γενετική ανωµαλία. 15-20% των ασθενών µε ΜΜ & 15-30% των ασθενών µε ΜGUS : σηµεία θραύσης . Πιο συχνά στις περιπτώσεις CD20+. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων MM και MGUS. → t(4;14)(p16.3;q32) FGFR3/IgΗ, απορρύθµιση των ογκογονιδίων FGFR3 & MMSET. 15% των ασθενών µε MM. πρωτογενής γενετική ανωµαλια. κρυπτική. Συχνά σε συνδυασµό µε ΙgA & del13q • A: IGH αναδιάταξη , t(14q32;v) B: t(11;14)(q13;q32) µετατόπιση: t(4;14)(p13;q32) µετατόπιση ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών → t(14;16)(q32;q23) MAF/IgH • Πρωτογενής γενετική ανωµαλία. • Κρυπτική. • Συχνά σε συνδυασµό µε ΙgA & del13q → t(6;14)(p21;q32) CCND3/IgH, CCND3 υπερέκφραση. • Πρωτογενής γενετική ανωµαλία. → del (13)(q14)/-13 • • • • Περιοχή-στόχος: διαφορετική από αυτή στη CLL. del (13)(q14): µόνο ετερόζυγη έλλειψη. Κρυπτική. Στο 85% των περιπτώσεων: µονοσωµία 13, στο 15% : del(13)(q14). ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών → Υπερδιπλοειδία: ανίχνευση µε ιχνηθέτες CEP 5, 9, 15. Αλυσίδα ΙgG-κ. Πιο συχνή σε ηλικιωµένους ασθενείς. • Κλινική εξέλιξη → p53 • Δεν απαντά στους ασθενείς ΜGUS. → Ανακατατάξεις 8q24, c-MYC. • Σε προχωρηµένα στάδια MM. • Στο 45% αυτών των ασθενών. +5 CEP 5 CEP17-‐G/p53-‐R ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήµιον Αθηνών
© Copyright 2024 Paperzz